ΔΗΜΗΤΡΗ ΡΑΒΑΝΗ-ΡΕΝΤΗ "ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΡΤΗ"

Page 1

....

E ....�EI...

1&

Ν-

..


Έξώφυλλο. σκίτσο: Σπύρου Όρνεράκη


Δημήτρη Ραβάνη - Ρεντη

Τ6 ήμερολ6γιο τής προσφυγιάς έν6ς άντάρτη

ΗΡΙΔΑΝΟΣ


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ:· Είσαγωγή ΚΕΦΑΛΑΙΟ Π ΡΩΤΟ Ή Πηγή μf τό πικρόξυνο νερό ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

σελ.. 7 13 39

�Oταν μιά κοπέλα σού ζητάει τό μαντήλι νά στό πλύνει . .. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ' Ό Μαϊντανός

65

.•.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ Τό Χρυσό'Απόθεμα ... ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ

93 113

Ό'Αλέξης ντρέπεται... ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ

131

Τό κορίτσι πού γαργαλιότανε στήν άμμο . . . ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ Π ροβλήματα έπικοινωνίας ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΓΔΟΟ Ή

153 l69

άσφαλτίτις

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ Οϊ δυό Μάνες ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑTQ

193 223

Φύλαγέ μας θεέ μου άπό αίφνιδίους θανάτους καί έμφυλίους πολέμους! ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΔΕΚΑΤΟ

241

. .. �Eνα παράθυρο στόν i\λιο. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

265


Δημήτρη Ραβάνη _· Ρεντη

Τό ήμερολόγιο της προσφυγιάς ένός άντάρτη

(Υλικό γιά μυθιστόρημα)

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΗΡΙΔΑΝΟΣ Άσκλ η πιού 3 Ά θήνα τηλ. : 36.17.942 -



Στους συντρόφους μου που βρΙσκονται dκόμη στήν ξενητιd...

Τό «ήμερολόγιο» αυτό μαζευτη,"(ε dπό πολυ καιρό, καΙ γρdφτηκε ξανd στό ΠαρΙσι τό 1968. Πρωτοδημοσιεύτηκε στήν

« ΈλευθεροτυπΙα»

τό

1980, dπό τόν Κώστα ΝΙτσο, που πρώτος tνδιαφtρθηκε, τό διdβασε καΙ βοήθησε «vd μήν ξεπερdσει ή ΠΙΚΡατόν dγών(1)>., ..Τόl:, ευχαριστω.



9

Ό Δημήτρης Ραβάνης, συγγραφέας τής « γενιάς τού πο­ λέμου» (γ. 1925), dνάπτυςε πλούσια λογοτεχνική δράση στό tξωτερικό, καΙ ΙδιαΙτερα στή Ρουμανlα, δπου Ιζησε σάν πολιτικός πρόσφυγας dπό τό 1949. Μέ τό ψευδώνυ­ μο Δήμος Ρεντης κυκλοφόρησαν πολλά βιβλΙα του, ποιή­ ματα, μυθιστορήματα, Ιργα γιά παιδιά καΙ παΙχτηκαν θεα­ τρικά rou Ιργα, σέ σκηνές τού tξωτερικού. Ποιήματά του πρωτοδημοσιεύτηκαν τό 1943, στό πε­ ριοδικό «Νεανική Φωνή», πού Ιβγαζε μιά δμάδα νέων, καΙ πού δ Δημήτρης Ραβάνης ήταν dρχιιτυντάκτης. Σ τήν κα­ τοχή δ Δημήτρης Ραβάνης χρησιμοποlησε πολλά ψευδώ­ νυμα, γράφοντας δέ διάφορα νόμιμα καΙ παράνομα περιο­ δικά δπως Στέφος Ροδάνθης (Νεανική Φωνή), Φώτης :4θηναίος (σέ διάφορα dντιστασιακά περιοδικά) Κ.ά. Μέ τά ψευδών υμα αύτά κυκλοφόρησαν πολλά dντιστασιακά του ποιήματα πού Ιγιναν τραγούδια της dντΙστασης, δπως τό «Παιδιά σηκωθείτε νά βγούμε στούς δρόμοtJς», «Σάν d­ τσάλινος γΙγας», « 'Εργάτες dγρότες» κ.ά., πού πρωτοα­ παγγέλθηκαν στό «Ο[κο τού Φοιτητη», καθώς καΙ άλλα νεώτερα dντιστασιακά τραγούδια, δπως «Ό Μπελογιάν­ νης» κ.λ . π. Στήν Έλλάδα άρχισαν νά δημοσιεύονται βιβλΙα του dπό τ6 1974, μέ τό «Ρεπορτάζ γιά lva ζεστό Νοέβρη» ποιήματα. Ό συγγραφέας, μετά τήν tπιστροφή του στήν πατρΙδα, dποφάσισε νά δώσει τΙς tργασΙες του μέ τό δνομα Δημή­ τρης Ραβάνης - Ρεντης, κρατώντας καί τό ψευδώνυμο, γιά «σύνδεση» μέ τήν προηγούμενη δουλιά του.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


'Έργα Δημήτρη Ρα βά νη-Ρε ντή: ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΗΡΙΔΑΝΟΣ: Ό Δρομάκος μέ τήν Πιπεριά

-

μvθιστdρημα dπd τήν Κα­

τοχή 4η -Εκδοση παραμύθι - σύνθεση Τά δώδεκα σπίρτα διηγήματα γιά τόσο κοντά ήταν θάλασσα 1'1 Καί -

-

παιδιά

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΔΡΟΣ: Ρεπορτάζ γιά fva ζεστό Νοέβρη

-

16 ποιήματα γιά τό Πολυτεχνείο

διηγήματα dπό τόν 'Εμφύλιο Τό Φιμωμένο Φώς uarΙPlKd dφήγημα γιά Τό πιό παράξενο ταξίδι -

-

παιδιά σατιρικά παραμυθια Τό προκομένο ραφτάκι λυρικά παραμυθια Τό πουλί της γνώσης -

-

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ: εύθυμες κα( δραματικtς στιγμtς Πώς fγινε π ώς; -

της ΜυθολογΙας

ΟΙ 'Αργοναϋες lπικό ποΙημα γιά παιδιά Παραμύθί - Μύθοι : Τό πρώτο κυνηγετικό άτύχημα -

Στό έξωτερικό έκδόθηκαν στά έλληνικά, ρουμάνιkα καί iiλλες γλώσσες 25 βιβλία τού συγγραφέ α.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ: Διαβάζοντας α6τό τό βιβλΙο, μπορεΤ κι έσεΤς νά διαπιστώσετε πώς δt,ν μΠOρoUσα νά τοσ δώσω Δλλο χαρακτηρισμό. Πού Δλλοίί νά τό κα­ τατάξω;

λ6Υιο ε[ναι κα( δέν ε[ναι. Γι', αυτό κα( τό χωρΙζω σέ ένότητες:

'Ημερο

Σελ/δες dnd ήμερολόΥΙΟ - ΜαρτυρΙες καΙ σχόλια - Td πρόσωπα - :4πλd nePlaTαTlKd - Καθυστeρημtvο PenopTd' - 'Ιστορ/α dΥdπης.

Αυτό σημαΙνει δτι υπάρχει fva «όλικό» Ύιά μυθιστόρημα. Πώς νά τό γράψω; Πώς γράφεται fva τέτοιο μυθιστόρημα; "Εχω τά πρόσωπα, τό χώρο, τά περιστατικά, τό κοινωνικό «φόντο», πού λένε οΙ «εΙδικο(». "Εχω δλα τά στοιχεΤα γιά fva μυθιστόρημα. Άκόμη καΙ τήν πλοκή: στήν ΙστορΙα Δγάπης, στήν Ιστορία τού Τρύφωνα; στΙς σχέσεις τών Δν­ θρώπων... Άλλά πώς νά τό γράψω; Δέν μπορώ νά Δποσπαστώ άπό τό «υλικό μου» - που ε[ναι ζωή δική μου καΙ Δλλων συντρόφων μου. Δέν μπορώ νάΔνέβω, νά τά δώ άπό ψηλά καΙ νά γράψω «άντικειμενι­ κά». Δέν fχω καμμιά ΔντΙρρηση νά χρησιμοποιήσει τό υλικό αυτό κά­ ποιος iiλλος πιό iiξιος. Τό λέω fτσι, Δπ' τήν καρδιά... ...Συχνά, οΙ συγγραφεΤς δηλώνουν: «Αυτά πού θά διαβάσετέ, τά περι­ στατικά, τά πρόσωπα, τά όνόματα δέν fxouv καμμιά σχέση μέ τήν πραγματικότητα, ε[ναι φαντασΙα τοσ συγγραφέα. Κάθε όμοιότητα μέΔ­ ληθινά περιστατικά ε[ναι συμπτωτική... » Λυπάμαι, Δλλά έγώ δηλώνω άκριβώς τό ΔντΙθετο.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Ή

11: η Υ

ή

μ t

τ

δ

11: Ι Κ Ρ

δξ

ιν ο

ν ε Ρ

δ

•••

'Ξεφυλλίζω τά κιτρινισμένα χαρτιά κα, διαλέγω: τί θά γράψω - τΙ δχι. Τί εΙναι γενικό, τ{ προσωπικό. Τί εΙναι έκείνο πού ένδιαφέρει κι fvav τρίτο, τί θά πετά­ ξω... Πρίν άρχ{σω τήν άφήγησή· μου, πρέπει νά τό ξε­ καθαρίσω: αύτό πού γράφω δ έ ν

ε Ι ν α ι

ν τ 0-

κ ο υ μ έ ν τ ο. Πέστε το ήμερολόγιο, πέστε το σχέ­ διο γιά μυθιστόρημα, μόνο γιά ντοκουμέντο νά μήν τό πάρετε. Θά πω γιά τή δική μου πείρα, δπως έγώ τή μάζεψα λεπτό μέ λεπτό στήν πλάτη μου, μέ τή δική μου άν­ τίληψη, τή δική μου σκέψη. Κι δσα fξω άπό μένα θ' άναφέρω: τ' άκουσα. Θά τό δείτε άλλωστε κα{ μόνοι σας: ε Ι μ α ι ύ π Ο κ ε ι μ ε ν ι κ ό ς. Νά, πάρτε άκόμη καί τ' δνομα πού 'χαμε διαλέξει άπό μοναχο{ μας: α ύ τ ο ε ξ ό Ρ ι σ τ ο ι. Κι αύτό ά­ κόμη δέν εΙναι «τεκμηριωμένο». Τί θά πεί «αύτοεξό­ ριστοι»; Τέτοιοι είμαστε; Μετά μας είπανε «έκπα­ tρισμένους», καί «πρόσφιryες», κα{ «έμιγκρέδες», καί «έξόριστους». Ποιό άπ' δλα μας ταιριάζει; (Κι εΙναι κα! ή Στέλλα... Θά τή γνωρίσετε στήν ά­ φήγησή μου. Αύτό πιά είναι πού εΙναι καθαρά ύποDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


14

κειμενικό ζήτημα ! . . . ) -Εχω κι άλλα, πολλά προβλήματα. Έδώ, νά σας δείξω μόνο fva ιΣπό δαύτα: τά όνόματα. Λέω, νά μήν ιΣναφέρω δλόκληρα τά όνόματα καί τά σωστα βιογραφικά στριχεία γιά τούς ii ρωές μου -:- τούς συντρόφους μου. Μπορεί, έκείνοι πού ζούνε, νά μή θέλουν νά γράψω τό δνομά τους. 'Όπου λέω δλό­ κληρο . δνομά, ii είναι καΙ τώρα κοντινοί μου καί γράφω μέ τήν άδειά τους ii είναιήγέτες καΙ τούς ξέ­ ρουμε δλοι, ii δέν νοιάζονται πιά: πέθαναν. Τούς σκότωσαν, τούς έκτέλεσαν . . Αλλοι πέθαναν στά νοσοκομεία, στήν ξενιτειά, κι άλλοι στά κρεβάτια τους.....,... έλάχιστοι αύτοί. Μά κι ιΣπ' αύτούς τούς τελευταίους θά κρύψω τά όνόματα έκείνων πού, γ1ά μένα, γιά τή δική μου ιΣν­ τίληψη καΙ κρίση. ήταν «οΙ κακοί». Ας είναι iiσυχοι οΙ άνθρωποι, γιατί καί αύτοί πολ­ λά δώσανε καΙ πολύ ύποφέρανε ... .

V

V

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


15

« ·Υ π ο Χ Ρ & ω

θ � J( α μ &

»

•••

(Κα θυστερημένο ρε πορτάζ) -«'Έρχονται! . . . » ΕΙναι μιά lφαυ� πο6 πετάγεται άπό χιλιάδες στή­ θια. Δέν νοιώθεις ανεΙναι χαρά, άγωνία, πίκρα. . . . ;'Ενα σύννεφο σκόνη στριφογυρίζει πάνω άπ' τή Δημοσιά πού 'ρχεται άπό τήν Καρδίτσα. Πλησιάζει­ γοργά. -«- "Ερ χονταιΊ. . . . » ' Δ έν εΙναι, ,δμως, α.ύτό πού περιμένει ό κόσμος. Δυό Kαβαλάρηδ�ς του ιππικου του Μπόυκουβάλα πλησιάζουν καλπάζοντας μέσα σ' ένα σύννεφο σκό­ νη κι άπομακρύνονται πρός τά Τρίκαλα. "Ενας παράξενος, πολύμορφος κόσμος, πάνω ά­ πό 100.000 ι'iνθρωπQΙ, fxouv πιάσει τή Δημοσιά πού μπαίνει στήν πόλη . "Αντρες καί γυν�ίKες. Παιδιά κάί γέροι. Κι ένα ντύσιμο παρδαλό - άποκρηάτικο πές. ΟΙ πιό πολλοί φοράνε δ, τι βρήκανέ. Αύτό τό «δ, τι βρήκανε», γιά έκείνη τήν έποχή, εΙναι πέντα­ κάθ"αρα πρωτοφόρετα σεγκούνια, πού τά βγάλανε βιαστικά άπό τούς γιούκους μέ τ\ς π ροίκες οΙ ντό­ πιοι γιά νά ντύσουν τούς πικραμένους μουσαφίρη'­ δες, εΙναι φουστάνια, άκόμη κι άπό τήν έποχή του 1920 συνδυασμένα μέ άρβύλες, τρύπιες οΙ περισσό­ τερες, εΙναι άμπέχωνα γερμανικά, μέ άγγλικό παν- τελόνι, σκαρπίνι προπολεμικό καί ζωστηρες του έλ- ληνικου στρατου . . . Κι έχουν κα{ντουφέκια' οΙ πιό πολλοί. ΚαΙ νέα παι­ διά ' μέ �ίς άραβίδες στόν, ώμο, καί γέροι μέ κάπες καί δίκανο.: . . Παράξενος κόσμος . . . 'Όπως τά ρουχα καί ή 'διάθεση μπερδεμένη. Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


16

'Όπως δ ούρανός - μιά σύννεφο μιά �λιoς ..:... fτσι κα{ τά μάτια, κα{ τά μέτωπα. Τή μιά φωνάζουν συν­ θήματα, τήν άλλη στιγμή τό ρίχνουν στό τ ραγούδι. �Oχι fva στρωτό, τραγούδι πού, τό λένε δλοι μαζΙ Αύτές οΙ έκατό χιλιάδες είναι άπλωμένοι, σκορπι­ σμένοι στίς άκρες τού δρόμου, στίς πλαγιές, στούς χωματόλοφους, μέ τόν κύριο δγκο τους κοντά στήν πρλη κα{ τίς έμπροστοφυλακέι; τους, χιλιόμετρα μπροστά, δλο κι ΊΧραιώνοντας . . . -«"Έρχονται! » Μά ο()τε τώρα είνα� αύτό πού περιμένουν. 'Ένα τζΙπ στρατιωτικό της ΕΤΑ (Έπιμελητεία τού 'Αν­ τάρτη), τρέχει σά νά κουτρουβαλάει, περνάει άνά­ μεσα άπό τόν κόσμο, τόν γεμίζει σκόνη .' Μερικοί προλαβαίνουν νά φων6.ξουν: -«Τί fΎινε! ; Φάνηκαν! ; » -«Μιλάτε, βρέ! �Eρχoνται! ;» . . . ΠεριμένΟυν τήν άντιπροσωπεία τού ΕΑΜ, πού έχει πάει στήν 'Αθήνα γιά διαπραγματεύσεις. Μάθα­ με πώς ή συνάντηση έγινε σε μιά βίλα στή Βάρκιζα , καί πώς τώρα τελειώσανε. 'Υπογράψανε 'tή συμφω­ νία καί γυρίζουν στήν «πρωτεύουσα της Έλεύθερης Έλλάδας», στά Τρίκαλα. Τί νά συμφώνησαν τάχα; "Έ�oυνε, βέβαια, έμπιστοσύνη σ' αύτούς πού τούς άντιπροσώπευσαν - δέν είναι δπόιοι δποιοι: Σιάν­ τος, Παρτσαλίδης, Τσιριμώκος, Σαράφης . . . 'Ακούγεται κάτι σάν τραγούδι. 'Ένα άνακ'άτεμα άπό τραγούδια, καθώς ή κάθε δμάδα τραγουδάει ' κάτι δικό της. --Ετσι πού 'ναι σκόρπιοι, δέν μπορούν νά συντονιστούν. Πότε πότε, οΙ πιό άραιωμένοι στα­ ματάνε καί στήνουν αύτί ν' άκούσουν τί τραγουδάνε οί άλλοι καί νιi μπούνε στόν ίδιο «σκοπό», στά ίδια λόγια . . . Δέ γίνεται. Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


17

'Έτσι, αυτό πού ό.κού'Υεται μπορείς νά τό πείς πα­ ράξενο φάλτσο μοιρολόγι, κραύγή ό.γωνίας," μουγ. κάνητό θανάτου. -«'Έρ'Χονται! » Ναί! Τώρα εΙναι αυτοί. ΕΙναι ή Άντιπροσωπεία ! Μπροστάμιά μοτοσυκλέτα, πίσω τά τί.ίπ. παραπί;. σω μερικές «κοϋρσες» . " Τώρα-ή φωνή ένώθηκε καί βρηκε τό δρόμο της. -«E�AM, Ε-ΛΑΣ! » Τ ' αυτοκίνητα της άντιπροσωπείας τρέ'Χουν πρός τά Τρίκαλα, καί ξωπίσω τους ξε'Χύνεται δ πολύμορ­ φος 'Χείμαρος, πατείς-με, παΤφ'-σε,. γιά τήν Πλατεία . . . ΟΙ ό.ντιπρόσωποι ό.ργοϋν νά βγουνε στό μπαλκό­ νι. Τίς μαυρες σκέψεις πού φέρνει αυτή ή ό.ργοπο­ ρία, προσπαθουν νά τίς διώξουν οΙ ύποθέσεις: -«Σ1άσου, ντέ, νά πάρουν ό.νάσα οΙ iiνθρωποι ! » -«Στάσου, ντέ, ν ά βγάλουν τίς σκόνες ό.πό πάνω τους! » -«Στάσου, ν ά πλύν" ουν λίγο τ ά μουτρα τους! » -«Κάτσε, νά φορέσουν κ:άτι καθαρό ! » Καί τραγουδάνε πάλι, γιά ν' ό.κούσουν τή φωνή " τους, φαίνεται, νά δοϋνε πόσο δυνατή εΙναί. Σάν βγαίνει ή ό.ντιπροσωπεία στό" μπαλκόνι, δέν f'XEt iiλλη δύναμη δ κόσμος νά φωνάξει, παρά μόνο iιπό τήν ό.νάγκη νά βογγήξει . . . «Ε-ΑΜ! Ε-ΑΜ ! » Κι ή πρώτη λέξη πέφτει κεραυνός στά κεφάλια τους: -«Ύ π ο 'Χ Ρ ε ω θ ή κ α μ ε ! . . . » Βουβάθηκε δ κόσμος. Σάν νά μήν άκούει τίποτα iiλλο πιά:' «ύπο'Χρεωθήκαμε . . . » Σά νά τοϋ φτάνει αυ­ τό γιά νά καταλάβει τί fytVE στή Βάρκιζα. Σά νά ξέ"

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


18

ρουν, πιά, τί θά πεί παρακάτω . Κάτι δέν πηγε καλά . 'Αλλιώς, γ ιατί νά π εί ό Παρ­ τσαλίδη ς «ύποχρεωθήκαμε»; Θά 'λεγε κάτι άλλο: προσ παθήσαμε, πετύχαμε, καταφέραμε . . . Γιά δνο­ μα του Θεου, δχι αύτό τό καθοριστικό, τό συννεφια ­ σμένο, τό - κακών μα ντάτων άγγελο - «ύποχρεω­ θήκαμε» . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


19

'Ε

κε

ί

νε ς

't

ίς

μ t Ρ ε ς σ 't ά Τ Ρ {

κ

α λ α ...

(Σελίδες άπό ήμερολόγιο) Δέν είχέ ξημερώσει, δταν βρόντηξε ή αυλόπορτα τ,ου παπα. Σά νά τή χτύπαγε κάποιος μέ πέτρα. Καί μιά αγρια, φωνή, πού μπερδευότανε μέ τό γαύγισμα του σκύλου καί δέν μπόραγες νά τήν ξεχωρίσεις. Πετάχτηκα στό παράθυρο, τήν Ιδια στιγμή μέ τόν άλαφιασμένο παπα, πού 'χε, ρίξει μιά κουβέΡ1α, πά­ νω άπό τ' ασπρο υφαντό νυχτικό του. -Τί τρέχει; Ή Φρόσω καί tι. 'Ελένη ξύπνησαν κι αυτές. Κοιμόμαστε κατάχαμα σ' fva μικρό δωμάτιο. Ή 'Ελένη , ή Φρόσω κι έγώ. Μας φιλοξενουσε ό Παπα­ γιάννης έκείνες τίς δύσκολες μέρες. «Φιλοξενουσε» - f . . . μισό τό 'θελε ό Παπαγιάννης, μισό ή άνάγκη καί τό ζόρι. Δέν fχει μείνει τρύπα στά Τρίκαλα, σ' δ­ λες τίς γειτονιές, καί στίς πιό άπόμακρες, πού νά μήν fxouv άπλ:ώσει στρωσίδια γιά τούς 'Αθηναίους πρόσφυγες, μετά τά Δεκεμβ, ρ ιανά. Ή "Ελένη ήρθε κοντά, μέ τό πιστόλι στό χέρι. Καί ξανά ή φωνή καί τά χτυπήματα, δυνατά, στήν αυλόπορτα. " Τό σκοτάδι - πίσα. Αυτό πού λένε: τό πιό βqθύ, λt­ γο πρί\'" από τό ξήμέρωμα. ----Άνοίξτε, μωρέεε! άκούστηκε πιό καθαρά ή φω­ νή. -Ό Σωτήρης! είπε ή 'Ελένη. -'Εντάξει, δέν είναι τίποτα, δικός μας είναι καθησύχασα τόν Παπαγιάννη πού 'χε τρομοκρατηθεί. Πονηρές μέρές. Θά πείς: τί πονηρές, έκεί, στά Τρίκαλα, ανάμεσα σέ δικούς; 'Αλλά, f . . . δb.ι γινόν­ τουσαν καί λίγα . . . Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


20

-"Αντε, λέει ό Σωτήρης. Φευγουμε - 'Φρόσω καί 'Αλέξης. -ΦεύΥουμε; ΚαΙ που πάμε; -Κι έμένα πού θά μ' άφήσετε; fβαλε τΙς φωνές ή Έλένη . '�Έσυ ξανακοιμ'ή σου., Δέν ξημέρωσε άκόμη, f­ κανε ό Σωτήρης. 'Αρχίσαμε νά μαζευουμε,τά πράγματά μας, χωρίς νά ξέρουμε καλά καλά τί γίνεται. Πού πάμε τέτοιαν ώρα; Γιά πού φεύγουμε; ΚαΙ γιατί δχι καί ή Έλένη; Μαζί φτάσαμε στά Τρίκαλα, περπατώντας δεκα­ πέντε μέρες, άπό βουνά χιονισμένα καί κάμπους λα­ σπωμένους, γιά \ίά ξεφύγουμε τό .κυνηγητ:ό τών έγ­ γλέζων. . -" Αντε, πάμε! 'Ακόμη; βιαζότανι: ό Σωτήρης. -Στάσου ντέ, ξάδερφε, νά μαζέψουμε τά πράματά μας! . . . Ή Φρ6σω τους fλεγε τους κοντινους της «ξάδερ­ φε». ΤΗταν μεγαλυτερη άπ' δλους μας: 23 χρονών. 22 6 Σωτήρης, 21 ή Έλένη, 20 έγώ. Τώρα, τΙ πράγματα θά μαζευαμε, άλλο ! . . . Έγώ μιά άλλαξιά δλη κι δλη, fνα πέτσινο βασανισμένο σακάκι καί μιά ξυριστικη μηχανή. Ή Φρόσω ε{χε κάτι παραπάνω: fva φουστάνι κι fva ζευγάρι παπού­ τσια, γιά δταν θά' 'θελε νά «ντυθεί γυναίκα»: Νά βγάλει, δηλαδή, τό -παντελόνι καί τό έγγλέζικο άμ­ πέχωνο . . . Δέν ήταν, λοιπόν, ή καθυστέρηση γιά νά τοιμά­ σουμε τίς άνύπαρχτες άποσκευές μας. ΤΗταν αύτό τό ξαφνικό «φεύγουμε», πού θέλαμε νά τό σκεφτού­ με, καθένας ' μέ τό μυαλό του. Φεύγουμε - γιά πού; Ρωτάς - δέ ρωτάς� τέτοιες μέρες. �Eνα φευγιό είμα­ στε. Κι δσο νά φτάσουμε στά Τρίκαλα άπό τήν ' Α'

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


21

θήνα, μιά t'όρα δέν ξαποστάσαμε i'\συχα. -'-«Φευγουμε ! » φυγαμε άπό τήν •Αθήνα, φύγαμε άπό τό Τατόι, φύγαμε άπό τό Βόλο, τά Βουρλα, τήν Άταλάντη, τή Θήβα, τήν Καρδίτσα, τή Λαμία . . . Δέν προλαβαίνά­ με νά μπουμε σέ κανένα σταυλο καί νά πέρουμε ξε­ ροί στά τριμένα άχυρα κάί τίς ξεραμένεςκαβαλιίνες: φευγουμε! Τώρα, φευγουμε καί άπό τά Τρίκαλα. Τώρα που ,λέγαμε πώς άπό δώ δέ θά φυγουμε παρά μόνο γιά τήν • Αθήνα πιά, μιά καί είχαμε κανει καί τή συμφω­ νία, έκείνη στή Βάρκιζα. Μόνο σά φτάσαμε κοντά στήν αύλόπορτα, Τι Έ­ λένη ξαναμίλησε, παραπονεμένη αύ�ή τή φορά: -Κι έμένα που μ' άφήνετε; Πώς νά της πουμε «που» τήν άφήναμε, μιά, καί δέν ξέραμε «που» πηγαίναμε; -που πάμε, ξά�ερφε; ξαΥαρώτησε Τι φρόσω, μό­ λις βγήκαμε στό μονοπάτι. -Ξέρω κι έγώ που πάμε; μουρμουρισε δ Σωτήρης. Τώρα πάμε κάτω, στήν καντίνα. -Ρέ Σωτήρη , δέν ξέρεις πραγματικά; -Δέν ξέρω, σου λέω. -Τότε γιατί τό λές fτσι; -Πώς τό λέω, δηλαδή; -Τό λές fτσι, μέ μυστήριο: «δέν ξέρω - δηλαδή, ξέρω, άλλά δέν τό λέω, γιατί δέν μπορώ νά τό πώ σέ σάς ! » Αύτό τ ό 'χε δ Σωτήρης: πάντα μυστήριο, πάντα i'\­ ξερε κάτι που δέν ξέραμε έμείς, οΙ άλλοι. Μεγάλα μυστικά; τάχα, που δέν ήταν γιά μάς τους άπλους . . . Στό καφενείο της κεντρικης πλατείας, που εΙχε γί­ νει . έστία γιά τους πρόσφυγες Αθηναίους, δπου πη•

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


22

Υαίναμε καί τρώγαμε, καί τά λέγαμε - περισσότε­ ρο τά λέγαμε, παρά πού τρώγάμε . . . - περιμένανε κι άλλοι, καμιά δεκαριά. 'Όλοι ' ΑθΤ\ναίοι, κι δλοι γνω­ στοί, από τήν παρέα πού 'χαμε κάνει τίς δεκαπέντε μέρες ποδαρόδρομο γιά νά φτάσουμε στάΤρίκαλα. Μας παράλαβε δ Βασίλης Παναγόπουλος. -Πηγαίνετε στό πατάρι νά πάρετε από fνα περί­ στροφο. -Στ6 πατάρι, τά πιστόλια τά μοίραζε ή Στέλλα . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


23

Ή

Στέλλα

καί

('Ιστορία άγάπης... )

ό

Άλέξης

(Μπορεί κάποιος νά πεί: «αύτό, τώρα, τί τό θές; Δέν χωράει έδώ ! » Ή άγάπη, θιί πώ, χωράει παντου. Καί στίς πιό δύσκολες μέρες. Κι ύστερα, θέλω νά δείξω πώς ή τύχη του άτόμου μπλέκεται, συμβαδίζει i\ συγκρούεται μέ τή γενική μοίρα. Θά τό παρακο­ λουθήσω αύτό τό ζευγάρι μέχρι στό τέλος της Ιστο­ ρίας μου . . . ) Ή Στέλλα μέ τόν 'Αλέξη άνταμώσαν. σ' fνα σταυ­ λο στά Καμένα Βούρλα, στήν υποχώρηση. Στρώνα­ νε κάτω νά ξαποστάσουν γιά λίγο οί κυνηγημένοι , Αθηναίοι έαμίτες. Ή Στέλλα καί ό 'Αλέξης ήσαν κομμουνιστές. 'Εκείνη άγρίεψε μόλις είδε τόν 'Αλέ­ ξη . -Τί γυρεύεις έσύ έδώ ! ; 'Εκείνος τήν κοίταξε. Τήν i\ξερε. Ε{χαν άνταμώ­ σει πολλές φορές, τότε πού πολεμούσανε τούς φασί­ στες. Δέν ήταν στήν ίδια άχτίδα, μά τύχαινε νά . άνταμώσουμε σ έ παράνομες συνεδριάσεις. -'Εσύ δέν είσαι ό 'Αλέξης; ρώτησε ή Στέλλα. -Ναί, έγώ. . . Κι έσύ είσαι ή Στέλλα, είπε ό 'Αλέξης. -Κι είσαι μαζί μας; _WΕμ . . . σήκωσε τσύςώμους του ό 'Αλέξης. -Είχαμε μ άθει πώς πρόδωσες, πώς πηγες μέ τούς φασίστες. -'Έ, καλά . . . -Τότε, στό Παλιό Ήράκλειο . . . -Τό ξέρω . . . -Τί γύρευες σ ' έκείνο τ ό σπίτι, στό λόφο, δίπλα Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


24

στό ψωμάδικο; -Μέ κυνηγούdανε καί Κρυβόμουνα. Είμουνα παράνομος. -'Ένας γείτονας είπε πώς είσουνα έβραίος. -'Έτσι τούς εΙπα . . . γιά νά J..I.' άφήσουν iiσυχο. -Θυμασαι έκείνο τό βράδυ πού 'χαν fρθει τέσσερις δικοί μας νά σέ ρωη\σουν ποιός εΙσαι. t<ai τί γυ­ ρεύεις έκεί; -Τόύς. εΙπα: εΙμαι παράνομος. Ή Στέλλα τόν κοίταξε σά νά μήν πίστευε στά μά­ τια της. -Καί γιατί τό 'σκασες; έπέμενε tι Στέλλα. -Γιατί είπανε πώς «θά ρωτήσουν» τόν τομέα μου. -Καί γιατί τό 'σκασες; έπέμενε tι Στέλλα. -'Έ, γιατί. .. γιατί δσο νά « ρωτήσουν» τόν τομέα μου, ξέρεις. . . Πραγματικά i\ξερε ή Στέλλα. Καί πάλι δμως δέν μπορούσε νά τό χωνέψει πώς ήταν « μαζί τους». -Τό ξέρεις πώς τήν άλλη μέρα πιάσανε δυό άπό έκείνους πού 'ρθανε στό σπίτι πού κρυβ<?σουνα; -Τό 'μαθα . . . -Τό ξέρεις πώς τό Γάβρη τόν σκοτώσανε; -Τό 'μαθα . . . -Τό ξέρεις πώς ψClχνανε νά σέ βρούνε, γιατί σκέφτηκαν· �ώς τούς 'πρόδωσες έσύ; -Τό 'μαθα, χαμογέλασε δ •Αλέξης. -Καί γιατί δέν fκατσες νά έξηγηθείς; -Τό Κόμμα μού άπαγόρεψε νά 1tώ σέ ποιό. δουλιά μ& εΙχε βάλει. -Τό ξέρεις πώς ψάχναμε νά σέ βρούμε γιά νά σέ σκοτώσουμε; -Τό 'μαθα, χαμογέλασε δ •Αλέξης. .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


2S

�Έγώ ε{μαι άπό τή Ριζούπολη . . . Είμουνα κι έγώ σ' έκείνη τήν δμάδα. -Πού θά μέ σκότωνε; Ή Στέλλα σά νά ντράπηκε: -Πού fψαχνε νά σέ βρεΙ . . Μπορεί ν ά 'θελε έκείνη τή στιγμή νά σιάξει τό φούστάνι της, μά δέ φοροϋσε φουστάνι. 'Ένα χον­ τρό άντρικό παντελόνι, πού τοϋ 'χε γυρίσει τρείς φο­ ρές τό ρεβέρ κα(τό 'χε πιάσει μέ μιά τεράστια παρα­ . μάνα, κι fva άγγλικό μπουφάν. ';Ηταν λεπτοκαμωμένη κα{ μικρότερη άπ' δλους, 16 μέ 17. Τά μαλλιά της κατάμαυρα καί μακριά, γεμάτα άχυρα. Ξαφνι­ κά σταμάτησε τίς έρωτήσεις κι άρχισε νά τραγου­ δάει fvav άμανέ. «Πάρε άγάπη μου, πάρε άγάπη αύτότότριαντάφυλλο, τό 'κοψα άπότόμπαχτσέ μου-άμάν, άμάν!

Ό άφέντης μου

θά

μέ σκοτώσει.

Πάρε άγάπη μου αύτότό τριαντάφυλλο, κι ιΙς μέ σκοτώσει δ άφέντης μου-άμάν, άμάν!»

Αν οΙ στίχοι ΤQϋ τραγουδιοϋ ήταν στά έλληνικά, μπορεί νά μήν τό τραγούδαγε ή Στέλλα. Θά κορόι­ δευαν δλοι. Όπισθοχώρηση, πείνα . . . Βρωμιά . . . ..Αν βγάλεις :rό «σκοτώσει», τίποτα άλλο δέν ταί­ ριαζε μέ τήν περίσταση. Ό 'Αλέξης τήν κοίταζε τήν ό'>ρα πού τραγουδοϋ­ σε. Δέν καταλάβαινε τά λόγια, γιατί ήταν.. τούρκι­ κος άμανές, μά fβαζε δ ίδιος δικά του; Έκείνη τή στιγμή fνοιωσε πώς τήν άγαπάει. . . ..

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


26

Οί

(Τά

π ο λλ ο ί

Πρόσωπα...)

Τά πρόσωπα της Ιστορίας μου είναι πολλά. Είναι σαράντα χιλιάδες. Καί παραπάνω. Έκατό χιλιάδες. Ζωντανοί. . . ΝεκροΙ . . "Αντε, τώρα, νά τά βάλεις στήν «πλοκή» τοϋ fp­ γου, �ά'τά παρουσιάσεις, νά τά φέρεις μέσα στή δί­ νη, στά γεγονότα. Δηλαδή, δχι νά «τά φέρεις», γιατί είναι άπό μόνα τους μέσα στή δίνη. "Ας πώ, νά τά άναφέρ&ς. . Μέσα. στήν Ιστορία μου θά περάσουν πολλοΙ "Αλ­ λοι μέ μικρά όνόματα, άλλοι μέ ψευδώνυμα Τι παρα­ τσούκλια, άλλοι μέ τά πραγματικά τους όνόματα. Καί ξέχωρα, θά παρόυσιάσω άπό κανέναν ξεμο­ ναχιασμένο, δχι γιατί fχει κάτι τό πολύ πιό ξεχωρι­ στό άπό τούς άλλους, άλλά έπειδή σ' έμένα fκανε έντύπωση ή ζωή του. ΟΙ άλλοι; ΟΙ έκατό χιλιάδες πού είπα; 'Έχουν δλοι σπίτια καμένα, χωράφια άσπαρτα άφημένα στίς κάργες. Κι ε{ναι νοικοκυραίοι - πού λένε - μέ τά σπίτια τους, τίς οΙκογενειές τους στήν 'Αθήνα, στή Θεσσα­ λονίκη, στό Βόλο, στήν Κομοτηνή, στό Κιλκίς'Η "Εχουν κάτω, στήν πατρίδα, άδερφές γιά παν­ τρειά. Κι άδέρφια πού fxouv άνάγκη τήν δρμήνεια . τους. 'Έχουν fvav πατέρα πού δέν μπόρεσαν ποτέ νά τοϋ ποϋν: -«Νά, πατέρα, πάρε αυτά γιά τά τσιγάρα σου ! » Τ ' άναβάλλουν άπό χρόνο σ έ χρόνο, άπό τήν 'Αλ­ βανία; άπό τήν Κατοχή, άπό τό Δεκέβρη, ό'Jσπoυ γίDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


27

νονται αύτοί πατεράδες, στήν ξενητιά. Κι οϋτε στήν μάνα πρόλαβαν νά χαρίσουν �να σά­ λι: -«Νά, μάνα ! Πάρε 'αύτό . . . ιΧπό τόν πρώτο μου μιστό!)) . Ό Τρύφωνας . . Ό Σάββας . . . Ό Μάος . . . Ό Πάνος, δ Λεωνίδας, δ Λάκης, δ Μαχαραγιάς, δ ·Ερμής . . . Κι οί κοπελιές μας μέ τίς άχαρες στολές, πού δέν ήταν κάν στολές. ''Ο' τι βρέθηκε άπό τά λάφυρα. Κάτι ιΧπό τούς Γερμανούς, κάτι ιΧπό τούς 'Αμερικά­ νους, κάτι άπό τούς W Αγγλους . ΟΙ κοπελιές μας, πού δέν καταφέραμε νά τούς κά­ νουμε κάποιο δώρο. Σάν τύχαινε καί βρίσκαμε κα­ νένα σκουριασμένο τσιμπιδάκι στά χαλάσματα, τό τρίβαμε μέ τό χώμα, μέ στάχτη νά τό καθαρίσουμε, καί νά τό προσφέρουμε! Ή Φρόσω . . � Βάσω . . . Ή Κούλα . . . Ή Μαρία, ή Ξανθή, ή Μυροφόρα, ή Δόξα, ή • Α­ σπασία . . . 'Ώ, Θεέ μου, πόσα κορίτσια ! Πόσα ,κορίτσια πού δέν πρόλαβαν νά φορέσουν μεταξωτά μπλουζάκια, νά κατσαρώσουν τά μαλλιά τους, καί νά τά κάνουν σκάλες! Θεέ μου, πόσες κοπελιές, μέ χοντροαρβύλες πέν­ τε νούμερα πάνω ιΧπό τό πόδι τους, μέ χλαίνες, γυρι­ σμένα δυό κάτια τά μανίκια, περήφανες καί πικρα­ μένες μέσα στό χοντρό τους χακί! . . . Τώρα πού τούς σκέφτομαι - πολλόί ιΧπό αύτούς .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


28

βρίσκονται άKό�η στήν ξενητιά - fναν fνάν καί δ­ λους μαζί, δσους ζούνε καί δσοι σκοτώθηκαν � πέ­ ·θαναν μακρυά άπό τήν πατρίδα, νιώθω fνα παράξε­ νο συναίσθημα. 'Όχι μόνο άγαπη . 'Όχι μόνο περη­ φάνεια. 'Όχι μόνο νοσταλγία. Κάτι σά σεβασμό. . ΝαΙ Σεβασμός ε{ναι. Γιά δλους. Νά . . . Θέλω νά σταθώ ί�ιoς . . . καΙ νά βγάλω τό Kα� πέλο μου . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


29

«Capture and kill-lltaVE καί σκότωνε ! »

(Μαρτυρίες καί σχόλια...) Είχε φύγει δ πρώτος κόσμος άπό τά Τρίκαλα μέ τόν «κωλοσούρτη» του Βόλου . . . Γυρνανε στήν Ά­ θήνα, στά σπίτια τους. Στά σπίτια τους; Δέν ξέρουνε άκόμη που θά πανε κι άν πρέπει νά πανε στά σπίτια τους. Στήν 'Αθήνα, δμως πρέπει νά γυρίσουν. Μέ τό πρώτο τραίνο φύγα­ νε οΙ πιό θαρραλέοι. 'Από δυό άδέρφια, fφευγε δ f­ νας: -«Στάσου, έσύ, καί φεύγεις μέ τό άλλο τραίνο . . . » 'Από δυό φίλους εφευγε δ πιό γερός: -«Μείνε έσύ, είσαι άδύνατος άκόμη, φεύγεις μέ τ' άλλο τραίνο . . . » Τ' άλλο τραίνο πού 'ρθε νά πάρει κόσμο, fφερε καί τά μαυρα μαντάτα: -«Μας σκοτώνουν! » Τούς περιμένανε στά μπλόκα, fξω άπό τήν 'Αθή­ να, καί πέφτανε άπάνω τους μέ ξύλα, μέ πέτρες, μf πιστόλια. Πρώτοι καί καλύτεροι οΙ Χίτες του Γρίβα. Είχαν φιάξει καί μιά δμάδα «άγανακτισμένοι πολί-· τες», fτσι γιά κοινωνικό καμουφλάρισμα. ΟΙ έφημε­ ρίδες είχαν κιόλας νά. γράφουν γιά νεκρούς, γιά τραυματίες, γιά συλλήψεις . . . ΤΗταν έκείνη Τι μικρή παράγραφος της Συμφω­ νίας της Βάρκιζας πού τούς είχε άφήσει έκτεθειμέ­ νους καί στό Κράτος καί ατό παρακράτος. "Η πα­ ράγραφος γιά τήν άμνηστία πού άφηνε fξω άπό τήν άμνήστευση « . . . τά άδικήματα κατά τής ζω ής καί τής περιουσίας, τά όποία δέν ήσαν άπαραιτήτως άναγ­ καία διά τήν έπιτυχίαν του πολιτικου άδικήματος. . . » Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


30

Ποιός θά fκρινε σέ ποιά παράγραφο άνήκουν τά

«άδικήματα»; Ποιός θά fKptVE δ.ν.ήσαν άναγκαία καί πόσο; «�παραιτήτως dvaYKqia»!

Θάι περάσουν πολλά χρόνια άπό τότε, γιά νά μά­ θει ό �όσμoς τήν άλήθεια, γιά τ� πώς γινόντουσαν τότε οΙ καταγγελίες, οΙ άνακρίσεις, οΙ δίκες, οί κα­ ταδίκες. 'Αργότερα, σ' δ.λλες έποχές, θά γράψουν άκόμη καί δικαστές, δπως στό «Ήμερολόγιο ένός Πιλάτου», τή διαδικασία της δικαιοσύνης έκείνη τήν περίοδο . . . 'Έγιναν δίκες καί καταδικάστηκαν δ.νθρωποι, δχι μόνο γιά έγκλήματα πού δέν εΙχαν κάνει, άλλά γιά φρνους πού . . . τά θύματα ζοϋσαν ά� ' κόμη . Θυμάμαι πώς τή μέρα έκείνη πού 'χαμε συγκεν­ τρωθεί στήν πλατεία, στά Τρίκαλα, ή λέξη �oυ Δη­ μήτρη Παρτσαλίδη, τό «ύποχρεωθήκαμε». μου 'χε φέρει στό νου μιά δ.λλη λέξη: «πιστευομεν!» , ΤΗταν τότε, στήν Πλατεία Συντάγματος, πού ό πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου fβγαζε τόν παρθενικό του λόγο, σαν επί κεφαλης της Κυβέρνη­ σης της 'Εθνικης Ένότητας, καΙ άπό τό μπαλκόνι του Ύ πουργείου Συγκοινωνίας εΙχε άρχίσει νά άνα­ πτύσσει τά «πιστεύω�> του. Ό κόσμος ά'π ό κάτω, έ­ κατοντάδες χιλιάδες δ.νθρωποι, του φωνάζανε, σόν νά κάνανε τόν όποβολέα: «Λαο-κρα-Τ(σ.!»

Καί ό Παπανδρέόυ εΙπε εκείνο πού θά μείνει στήν Ιστορία της δημαγωγίας: « πιστευομεν καί εΙς τήν Λαοκρα τίαν!»

Τώρα, γιά τό τί «πίστευε» έκείνη τή μέρα, θά τό μάθαίναμε πρίν κλείσουν δυό μηνες, δταν κροτάλι­ σαν τά πολ\)βόλα άπό τά Παλιά Άνάκτορα, σκοτώ· νοντας τόν κόσμο, μπροστά στό Μνημείο του 'ΑDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


31

γνώστου Στρατιώτη . . . Μιά έξήγηση: Ό Παπανδρέου, γιά τίς σημερινές γενιές, είναι 6 στυλοβάτης της Δημοκρατίας , «6 Γέρος». Τότε δέν ήταν. Τότε ήταν 6 άνθρωπος πού χρησιμοποίησε ή άγγλική πολιτική γιά νά βάψει -:rόν τόπο στό αίμα, 6 άνθρωπος πού άκουγε κα{ έκτελούσε τίς διαταγές, πρωθυπουργός αυτός μιας έλεύθερης χώρας, ένός ξένου στρατηγού: τού Σκόμπυ . . Νομίζω πώς πρέπει νά τά λέμε αυτά, δχι γιά νά ά­ νοίγουμε κιτρινισμένα τεφτέρια, fστω καί ματωμέ­ να, μά γιατί κρίνω πφς δέν εΙναι σωστ,ή ή άντίληψη νά σβύνουμε τά καλά πού 'κανε κάποιος, σάν τόν πιάσουμε νά κάνει μιά στραβοτιμονιά, δπως καί δέν πρέπει νά ξεχναμε τό κακό πού μας fκανε, στό δνο­ μα της άλλαγης πού fδειξε άργότερα. Γι' αυτό μι­ λάω γιά τόν τότε Παπανδρέου, τόν άνθρωπο τού «πιστεύομεν». Τόν άνθρωπο τών πολυβόλων πού κροτάλισαν ξαφνικά καί άμείλικτα, δταν πετάχτη­ κε ή φωνή τού πλήθους, τό ίδιο ξαφνική καΙ άμείλικτη : -«πάπανδρέου Παπατζή, ξεσκεπάστηκες κ.ι έσύ!»

Καί ή άλλη κραυγή :

-«Παπανδρέου - δο-λο-φ ό-νε!»

'Από έκατοντάδες χιλιάδες στόματα . . . Δέν μιλάω, λοιπόν, γιά τό «Γέρο», άλλά γιά τό νε­ ότερο κατά 24 χρόνια Γεώργιο Παπανδρέου, τόν κα­ κό δαίμονα της χώρας, στήν πιό άνοιξιάτικη έποχή της Έλλάδας. Τό «Γέρο» προσπαθώ νά τόν τοποθε­ τήσω κάπου στήν μνήμη μου, νά τόν περάσω σάν καθυστερημένο άνανήψαντα δημοκράτη, μέ δλες τίς έπιφυλάξείς πού 6 ίδιος μου πρόσφερε, δπως έDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


32

κείνη στήν 6μιλία του στή\' Πλατεία Κλαυθμώνος, τόν Δεκέβρη τοΟ 1964, ε'ίκοσι χρόνια μετά τά Δε­ ·κεμβριανά: « ... Τόν Δεκέμβριο τού 1944 νικησαμε μέ τή βοήθεια τού Θεού. Τώρα θά νικήσουμε μέ τή βοή­ θεια τού λαού... » ,

. . . Πρέπει νά τά λέμε αύτά, γιά νά'μήν lιπoπρoσα­ νατολίζόμαστε, γιά νά μήν φτάνουμε στά«πιστεύο­ μεν καi σέ... ». καί στά «ύποχρεωθήκαμε»... Μάθανε πώς ε{χαν σκοτώσει ,12S έλασίτες, τίς πρώτες κιόλας μέρες. -«Τί κάνουμε; Πώς γυρναμε fτσι, lινυπεράθΠΙ­ στ'ο ι;» -«Ξάδερφε, fλεγε ή Φρόσω, lιφoύ 6 Μεγάλος Ξάδερφος εΙπε «ύποχρεωθήκαμε». τί άλλο θές;» -«Ναί, μά δχι κι fτσι! Πρέπει νά διαμαρτυρηθού­ με». -(�Σέ ποιόν;» -Στό Σκόμπυ! γέλασε 6 Σωτήρης - μαύρο γέλιο. -«Capture and, kill -Πιάνε κα{ σκότωνε! » . 'Ήταν ή διαταγή του σύμμαχου στρατηγου. Ή δια:t�γή πού έκτέλεσε κατά :Υρά.μμα , 6 πρφθυπουρ:' γ ός Τf\ς κυβέρνησης της "Εθνικi\, ς "ΕΥ ότητας: 6 «Γέ­ ρος»1 (.,. Καί ε{ναι Φλεβαρης τού 1944. "Ο φασισμός μα­ ζεύεται στή φωλιά του. ΟΙ lιγγλOαμεΡΙKάνOΙ του κό­ βουν τά πλοκάμια του καί φτάνουν στό Pf\vo. ΟΙ Pώσ�ι του τσακίζουν τά κόκαλα στή Βούδαπέστη . . Στή Γιάλτα, μιά μέρα μετά την ύπογραφή τf\ς Συμ­ φωνίας τf\ς Βάρκιζας, οΙ Μεγάλοι ύπογράφΟt)ν γιά f­ νάν κόσμο κ αλύτερο. ΟΙ έλληνικές έκπομπές lιπό τήν 'Αγγλία, τήν Άμερική, τή ΣOι-sιεΤΙKή 'Ένωση μιDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


33

λάνεγ( αότόν τόν κόσμο του μ.έλλοντος. Λένε πώ� δέν θα όπάρχουν άΠOΙKiες. Λένε πώζθά σέβεταιό�f­ νας λαός τόν άλλον. Δέν θά όπάρχουν μικρο! καί μεγάλοι. Γιατί μικροί καί μεγάλοι μάτωσαν, πόνε­ σαν, πoλtμήσαν γι� τήν άνθΡώπιά. Λένε,πώς θά γί'­ νει fνας Διεθνής 'Οργανισμός σέ' άλλες βάσεις άπό έκεΤνες τίς σα-θρές της Κοινωνίας τίον 'Εθνών, πο6 'άψησε' τόν Ί,ταλικό-φασισμό νά πνίξει στό αΙμα'n\ν Αιθιοπία, πού άφησε τούς χιτλερικούς νά καταλά­ β ουν τήν Τσεχοσλοβακία, τήΥ Αόστρίά, τήΥ Πολω­ 'νία . . . Λένε. . . . Τί γίνεται, λοιπον; Αότό πού-συμβαίνει στήν Έλ-" λάδα νά τό πάρουμε σάν μιά δυσάρεστη συγκυρία, iΊ ν' ciκqύσόυμετά έλληνικά του Βερολίνου πού προ­ παγανδίζουν χαιρέκακα δτι στήν 'Αθήνα άρχισε δ Τρίτός Παγκόσριός Πόλεμ.ος; 'Ότι οΙ Μεγάλοι μοί­ρασαν τόν κόσμο σέ ζώνες έπιρροης;)

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


34

"8

n

η '1

1ι μ t

τ

6

n ι κ

Ρ

6ξινο

ν ε

Ρ

6

•••

(Απλά περ,στΡ,τικά...) Σ' fva στρατιωτικό τζί�, σκεπασμένο μέ μουσα­

μα, εΤχαμε 'στριμωχτεί δώδεκα. dτομα - δλοι άθη­ ναίo�. 'Αρχηγός τ�ςόμάδαςό μπάρμπα Νικολός, l, 'να ταλαιπωρημένo,στ�λExoς tot} κόμματος, Άκρο­ ναυπλιώτη ς, κοντός, κάπως παχύς. Κούτσαινε άπό fva τραύμα στό πόδι καί κράταγε μπαστούνι. 'Ήτα­ νε άκόμη δ Βασίλης ό Παναγόπουλος, ό 'Έψιλον δ­ πως τόν 'λέγαμε κρυφά, γ.ιατί fιταν �νας άπό τούς πέντε καθοδηγητές της Πολιτοφυλακης. Καί έμείς οΙ άλλοί, οΙ νέοι: άπό 17 Τι Στέλλα, μέχρι 23 Τι μεγα­ λύτερη, Τι Φρόσω. Προσπαθούσαμε νά προσανατολιστούμε, νά δουμε πού πηγαίναμε. Ι<:άθε πού fστριβε τό φορτηγό ψά­ χναμε μέ τό μυαλό, μά καί φαιναχτά: -Γιά τήν 'Αθήνα πάμε! . -" Oχί� στρίψαμε! μυμ Ε{ναι ό. έλιγ υμε κάνο Αμ δέν πάμε Τσια, στική άποστολή. -ΝάΙ νότια πάμε! -φύλα τήν όρεξή σου! Γυρίσαμε πάλι! πλατύ χα� '0 Βασίλής,ό μεγάλος ξάδερφος, μέ τό ανε κλείν του μάτια τά πού μόΥελο, τόσο πλατύ υτραγο νά ε άρχισ του, Vd τό χωρέσει τό πρόσωπό ,

_ ..

Y�

δάει:

Μας πηραν τήν 'Αθήνα να,νούμ, νανούμ, νανούμ, μ6νο γιά fva μήνα, " Κάπα Κάπα Έψιλον, Κούκου Κούκου-Ε! Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


·Ενα παλιό Ύερμανικό φοιτητικό τραΎούδι πού το{) ''Χαμε βάλει λό'για Ύ\ά τήν περίσταση, στήν όπο­

χώρηση. Τό τραΎούδι εΙχε πρίν στίχους έπιθετιι<ούς: «οι WA γγλo� θά νικήσουν δ ταν οΙ μαύροι dσπρίσουν».. . ΤραΎουδάΎαμε δλοι άνόρεχτα. Τ' απόΥεμα φτάσαμε στήν ·Εδεσσα. ·-Κάντε μιά βόλτα, εΙπε ό Βασίλης καί σέ μιά ό'>ρα (ίτό Φρουραρχείο του ΕΛΑΣ! Φίσκα κι ή ·Εδεσσα.· Έλασίτες άπ' δλες τίς πε­ f'\Οχές 'της "Ελλάδας. -ΕΙδες λοιπόν, πού δέν τό βάζουμε κάτω; εΙπε ή Σωτήρης. -Δηλαδή, ξάδερφε; -τι δηλαδή; Δέν καταθέτουμε τά δπλα! -"Αμ, τά καταθέσ<;ιμε έκέί, στήν Πλατεία στά Τρίκαλα πού... «όποχρεωθήκαμε» μουρμούρισα. -'Άντε, ρέ! "Ηττοπαθή! Μακεδονία πάμε, δέ βλέπετε: Κι αν δέ βλέπεις, δέ βάζεις τό νιονιό σου νά δουλέψει: Γιατί δέν κατέβηκαν οΙ Μεραρχίες του στρατηΎου, του Μάρκου νά βοηθήσουν τήν 'Αθήνα: -Γιατί: -Γιά νά μήν φθαρουν, νά είναι έτοιμοπόλεμες, ΎΙ' αύτό! Καί μέ τή Βάρκιζα νά κερδίσουμε χρόνο θέλα­ με, τί θέλαμε νομίζεις: Μισή μισή ή "Ελλάδα:: μέχρι τά Τρίκαλα αυτοί άπό κεί καί πάνω έμείς! Κάτι σά νά πετάρισε μέσα μας. "Η άλήθεια εΤναι πώς σ' δλη τή διαδρομή περνού­ σαμέ άπό περιοχές μέ φρουραρχείο ΕΛΑΣ, ΈαμΙK� διοίκηση, Πολιτοφυλακή. Ο(ίτε fνας ΈΎΎλέζος. ΟΟτε fνας ριμινίτης, Ό(ίτε Ύ,νάρι άπό Τάγματα 'Α­ σφαλείας. Θές νά 'χει δίκιο ό Σωτήρης: Μά δέν:ε{χε δίκιο ... .

.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


36

Τό β ράδυ, στό Φρουραρ χείο πού μαζευτήκ αμε, μας τά 'πε Λ uπάρμπα Νικολός . -Λοιπόν . . . Μας κοίταξε fvav fvav, άν καί δέν μπορούσαμε νά καθορίσουμ.ε μέ άκρίβεια ποιόν ποιά στιγμή κοί­ τάει, γιατί ήταν λίγο άλλοίθωρος. Σιαχτήκαμε άμήχανα στίς θέσεις μας. �Λoιπόν . . . τώρα τό λέμε . . . μά καί τώρα μυστικό. Σέ κανέναν δέν θά τό πείτε πρίν φτάσουμε στόν προορισμό μάς. Έμείς, θά φύγουμε γιά fξω . . . Δια­ λέξαμε έσας, γιά νά γλυτώσετε (ιπό τά κυνηγητά . . . είδατε τ ί γίνεται . . . Μακάρι νά μπορούσε τ ό κόμμα νά σώσει δλους τούς άνθρΦπους του, μά δέ γίνεται. Έσείς είσαστε οΙ πιό νέοι. . . καί παιδεμένοι κι άρρω� στοι . . . ΕΙναι νά φιάξουμε καί μιά δμάδα, fξω . . ; Περ­ νάει πολύς κόσμος . κυνηγημένοι. . . Θά όργανω­ θούμε, θά δούμε . . . Λοιπόν . . . φτάνουν αύτά; Δέν φτάνανε καί τό 'ξερε. -'-Τώρα κάτι άλλο: δέ �ας ρωτήσαμε στά Τρίκα­ λα, ρωταμε τώρα: άν κάποιος δέ θέλει, μπορεί νά γυρίσει στήν 'Αθήνα . . . Μά, έδώ πού τά λέμε, σέ λίγο καφό θά γυρίσουμε δλοι μαζί. Ό πόλεμος θά τε­ λειώσει . . . μέχρι τ6 Μάη θά γίνει ΕΙρήνη, δέν πάει άλ­ λο . . . Θά γυρίσουμε δλοι . . . Στό Τραπέζι της ΕΙρήνης πού θά συζητηθούν τά διεθνfj προβλήματα θά συζη­ τηθεί καί τό δικό μας. Τρείς-τέσσερις μηνες τό πολύ καί γυρναμε στήν 'Αθήνα μέ τό κεφάλι ψηλά . . . Τί λέτε; Τί νά πούμε . . . Καί θέλαμε καί δέ θέλαμε . . . Στό νά παμε fξω συνηγορουσε καί tι κατάσταση . Σέ κάθε πόλη, χωριό πού φτάναμε άκούγαμε τά ίδια: τόσους σκότωσαν πρίν μπούνε στήν 'Αθήνα, τόσους σακά. ·.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


37

τεψαν... Κι άσε τί γινότανε στήν 'Αθήνα! -Καλά, μουρμούρισε δ μπάρμπα Νικολός. Τά χαράματα φεύγουμε άπό τήν WΕδεσσα.... 'Όποιος θέλει... ...Τό Τδιο πρωί φύγαμε άπό τήν "Έδεσσα γιά «f­ ξω». Δέν λείπει κανένας άπό τήν παρέα. Στριμώξαμε στό τζίπ καί δυό θεσσαλOVΙKΙOύς καί ξεκινήσαμε... Μά σά νά μήν fχουμε κόκκαλα. Σά ,:,ά 'xQuvt σπάσει άπό τή ραχοκοκκαλιά καί κρέμονταιdψυ­ χα... ΕΙχε άρχίσει νά σουρουπώνει δταν τό τζίπ σταμά­ τησε. -Ποιός εΙναι γιά νερό! φώναξε δ Βασίλης, δ 'Έ­ ψιλον, καί πήδηξε πρώτος άπό τό· τζίπ. ·0 f\λιος κόκκινος στή δύση. Μιά πηγή Ιτρεχε έκειδανά κα{ πήγαμε νά δροσισΤοϋμε. ·0 Σωτήρης πού 'πιε πρώτος fβαλε τίς .φωνές. -Φτοϋ! Ξυνό εΙνάι! Πικρόξυνο, πανάθεμά το! 'Ήταν άλήθεια; τό νερό της πηγf'iς εΙχε μιά πικρόξυνη γεύση. -Ποϋ άκριβώς βρισκόμαστε, ρώτησε ή Φρόσω :rόν δδηγό. -'Από κεί καί πέρα, δέν εΙναι τίποτα, εΙπε δ δδη­ γός κι Ιδειξε μέ τό χέρι του πρός τό βοριά. "Ύστερα, σά νά τοϋ φάνηκε ληψήή έξήΥηση, διόρθωσε: δηλα­ δή, έδώ εΙναι τό τελευταίο έλληνικό χωριό. Σάν έλατήρια, γυρίσαμε δλοι πρός τό Νοτιά. Λές καί μέ τόζόρι θέλαμε νά τό κάνουμε αύτό τό χωριό Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


38

όχι τό τελευταίο, φεύγοντας, άλλά τό πρώτο - γυρ­ νώντας. , Κι αυτό τό iiτιμο τό νερό ξυνό καί πικρό. Γιά νά μείνει tι πίκρακαί τό σπάσιμο πού δίνει tι ξυνίλα τά μουτρα μας, καί νά τά κουβαλαμε μαζί μας ' όλα τ' άτέλειωτα χρόνια της ξενητιας. -Πώς τό λένε τό χωριό; ρώτ'!'σε tι Φρόσω σά γιά νά βγάλει fva λυγμό άπό μέσα της. . ·Ό δδηγός σκούπισε τά χέρια του στό παντελόνι, κι εΙπε: -Νίκη.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

«'Όταν μιά κοπέλα σο ύ ζητάει τ6 μα ντήλι νά στ6 πλ.ύνει. .

.

»

Δές, τώρα, σύμπτωση ! . . . Νά φεύγεις, νά δπιστοχωρείς καί τό τελευταίο χω· ριό πού θά περάσεις, νά τό . λένε Νίκη . Καλονίκη, μάλιστα. Καί τό στερνό νερό πού θά πιείς,· πρίν άφήσεις τό τελευταίο σου χνάρι σΤ9 χώl-4;α της πατρίδας, νά 'ναι πικρόξινο! Μαύρη κι ά ραχλη σύμπτωση . . . Φεύγουμε . . . Μέ τή γεύση του πικρόξινΟΌ νερου στήν ψυχή , μέ τό τελευταίο χωριό νά τό λένε Νίκη. 'Αργότερα, σ' δποια χώρα κι άν πάμε δπου καί νά μένουμε, δτι καί νά τρώμε, θά λέμε: -«Μωρέ, δέν €{ναΙ KαρότO αύτό! Νά δείς τά δικά μας καρότα! . . . Άμ, ή πατάτα ! . Ή δικιά μας πατά· τα, σύντροφε, είναι fτσι . . . πώς νά στό πώ . . . Τήν ά· νοίγεις καί μέσα σπειρωτή ! . . . Καί γεύση, άστα! . . . » ΟΙ ξένοι πού μας φιλοξενούνε, χαμσ.Υελάνε μέ συγκάτάβαση: -«ΕΙναι δ iiλιος, λέει, δ δικός σας πού δίνει άλλη νοστιμιά στά λαχανικά . . » Μά δέν μπορεί νά 'ναι μόνο ή iiλιος . . . τούτη ή πι· .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


40

κρόξινη γεύση πρέπει νά .'ναι, πού μας κόλλησε στόν ούρανίσκο καί τήν κουβαλαμε παντού . . . Κι άν­ τε νά χαρείς τό ζεστό ψωμί καί τό άνθότυρο πού σού προσφέρουν, μέ τήv καρδιά τους, οΙ φίλοι . . . . Κι δσο πιό ψηλά πας, τόσο πιό μεγάλη ή διαφορά στή νοστιμιά. Κρυώνει, βλέπεις, δ ήλιος! Στά Βαλ­ κάνια, οΙ τυχεροί! � δυό βήματα άπ' τήν πατρίδα, . σά νά 'χουνε καλύτερη γεύση . . . Στήν Πολωνία, ά­ στα! Τό καρπούζι τό πουλανε « μέ τή φέτα» - χύμα . . . Κι άντε καί πιό ψηλά άκόμη, βορια-βορια, δσο τό ' «ψηλά» ν' άρχίσει νά γίνει πάλι κατήφορος, άπό τήν άλλη. μεριά Τασκέντη, άς πούμε, Υιά ν' άποδειχτεί πώς ή Γη είναι στρογγυλή ...

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


41

Πε Ρ ν α

με τ ά σ ύ ν ο Ρ α ...

(Σελίδες άπό ήμερολόγιο) , �Eχoυμε κοκαλώσει έκεί, κοντά στήν πηγή καί δέ λέμε νά τό κουνήσουμε. �Αν δέ φύσαγε ό ό.έρας, νά κουνηθεί κάτι, τό μαλ­ λί μας, � τό Kασ�όλ του Βασίλη, θά 'λεγες πώς πε­ θάναμε. Θά τό Ύοιωσε ό μπάρμπα Νικολός γιατί φώναξε, κάνοντας τό χαζοχαρούμενο: -�E, παιδιά! Άφηστε τά κατσούφικα μουτρα! Βλέπετε; Νίκη τό λένε τό χωριό! :Η Νίκη εΙναι δική ' μας ! . . . '0 ό.γώνας εΙναι σκληρός . . . iiλλοι σύντροφοί μας, οΙ Ισπανοί, πολεμανε χρόνια καί χρόνια ! Χρό­ νια καί χρόνία έξορίες. Σήμερα ό συσχετισμός τών δυνάμεω.Υ Αχει ό.λλάξε'ι! Ή ό.νθρωπότητα πέρασε f­ να καμίνι . . . ΕΙδε πού δέν μας συνεπηρε μ έ τόν ένθουσιασμό του ---: ή φωνή του ό.κουγότανε σά σπασμένο γυαλί. -�E, δέ λέω . . . βέβαια . . . ό.λλ'ά . . . Δέν έξήγησε τί εΙναι έκείνο πού «δέ λέει», δέν ό.­ νάλυσε τό «βέβαια», δέν προχώΡ!1σε στό «ό.λλά»: Κάτι μάσησε ό.νάμεσα στά δόντια του ' καί φώναξε: -Στό τζίπ ! Ξεκίνησε μέ τό μπαστούνι του κι ό.νέβηκε πρώ­ τος. Έμας είχανε κολλήσει τά πόδια στή λάσπη, πού ζύμωνε τό �Ι Kρόξινo νερό τρέχοντας. Ξαφνικά ή ΦΡ6<Jω πέταξε τά χέρια της διάπλατα σά σπασμένα φτερά, μέ σφιγμένες γροθιές, σφιχτά κλεισμένα τά βλέφαρα κι fμπηξε μιά φωνή, κάτι σά βέλασμα, σά μουγκανητό δαμάλας πού της πη ραν Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


42

τό μοσχάρι της: -Ου-ού, ου-ού, ου-ού! Καί μπερδεύεται ή φωνή της μέ τή δική μου μέσα φωνή, πού δέ λέει νά βγεΙ Σάν εκείνον τόν εφιάλτη, πού θές νά φωνάξεις «βοήθεια», i1 «σώστε με», «τρέξτε» i1 μιά κατάρα, ξέρω κι εγώ, . καί πνίγεσαι καί ξυπνάς λουσμένος στόν ίδρω . . . . . . Πρίν περάσουμε τ ά σύνορα, �φτασε κι άλλο τζίπ, μέ Θεσσαλονικιούς. Νέοι οί περισσότεροι: δ Γιάννης'δ Μάος, δ Τάκης δ Γεωργιάδης, δ Μίμης δ Σαλονικιός κι �νας παραξενος φρούραρχος τού Ε­ ΛΑΣ της Τρούμπας, δ Λάκης δ Χατζης. Παράξενος - γιατί κρατούσε μιά θήκη μέ φλάουτο. Φρούραρχος μέ φλάουτο! (Τήν ξεχωρίζω τούτη τήν παρέα, γιατί μαζί θά 'μαστε δλα τά χρόνια πού θά μείνουμε «έξω­ » . . .) Κι αύτοί χαμένοι σάν εμάς. Μόλις πρίν άπό λίγο τούς άνακοίνωσαν πού πάνε. 'Εμείς, παλιές καραβάνες πιά, κάναμε τούς έξυ­ πνους κα{ τούς άδιάφορους, καί τούς άστείους γιά νά εκτονωθούμε κιόλας. -Πιέτε νεράκι τού Θεού, νά δροσιστείτε ! τούς καλεσε δ Σωτήρης. -"Αν δέ ξέρετε τό δνομα τού χωριού σάς τό λέμε, γιά νά μορφωθείτε: Νίκη - Καλονίκη ! « Άστειεύτη­ κε» κι ή Φρόσω. Κάναμε πώς είχαμε διάφορες άσχολίες, προσωπι­ κές. Πλενόμαστε, χτενιζόμαστε, ξεσκονιζόμαστε - τάχα νά εύπρεπιστούμε. Καί τί δέ θά κάναμε νά διώξουμε δσο γίνεται πιό μακρυά τή στιγμή πού θά ξανανέβουμε στό τζίπ, νά ξεκινήσουμε γιά κεί, πού, δπως εΙχε πεί δ δδηγός μας «δέν είναι τίποτα» . . Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


43

Τώρα. καθώς dπομαΚΡυνθήκαμε λΙγο dπό τήν πη­ γή. εΙδαμε καΙ τήν ταμπέλα. Μιά σανΙδα χοντροκομέ­ νη. καρφωμένη σ' Ανα δέντρο πού Αγραφε: «Έλλάδα τέλος. 'Από κεί καΙ πέρα τ(ποτα!» Θά τήν εΙχαν γΡάψει.dπό παλιά. dντάΡτες γιά νά ς�­ ρουν νά μήν ξεφεύγουν πρός τά ξένα βιλαέτια. «Σέ γνωρίζω dπό τήν κόψη τού σπαθιού τήν τρομερή!... »

Δέν ξέρω ποιός αρχισε πρώτος. Θαρρώ, 11 Φρό­ σω. 'Ή δλοι μαζί, τήν ίδια στιγμή , γιατί δλοι, τήν ί­ δια στιγμή, τό ίδιο νοιώθαμε. « :4 π ' τά κόκαλα βγαλμένη τών έλλήνων τά Ιερά ... »

. Τόν ύμνο τόν είχαμε μάθει στό σχολειό καί τόν λέ­ γαμε καί τόν ξαναλέγαμε, μά, άπ' δσο θυμαμαι, μο­ νάχα τρείς φορές βγηκε fτσι, άπό τά σπλάχνα. Μιά φορά, τήν πρώτη , πού τόν τραγουδή' σ αμε στήν χιτλερική κατοχή, τό Μάρτη του 1942, στό Πε­ δίο του "Αρεως, πού πήγαμε νά στεφανώσουμε τίς προτομές του 21 . Τή δεύτερη φορά στίς σκάλες της Πλατείας Συντάγματος, πού άνεβαίνουν γιά τόν "Α­ γνωστο Στρατιώτη . Τή μέρα έκείνη στίς 3 του Δεκέ­ βρη πού μας πολυβόλησαν άπό τά Παλιά Άνάκτο­ ρα . . . Καί τούτη, στό πικρόξινο. νερό, εΙναι 11 τρίτη φορά. Χωρίς νά περιμένουμε νά μας τό ξαναπουνε, fvac; fνας, δυό δυό κινήσαμε μέ κατεβασμένα τά κεφάλια . γιά τά τζίπ . . . · ΤΗταν στίς 23 του Φλεβάρη τού 1945. Έπέτειος της ΕΠΟΝ. Άπ' 'τά δικά της νειάτα κι έμείς . . . Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


44

Τό τζίπ πού μας πήγαινε «fξω», πρόλαβε νά χορο­ πηδήσει σέ κάμποσες λακοϋβες στό χωματόδρομο, δσο νά σταματήσει σ' fνα γιουγκοσλάβικο φυλάκιο. -Ζντράβο ντρουζιά! (Γειά σας, σύντρΟφοι). Μας καλωσορίσανε μέ χαμόΎελα μερικοί σέρβοι άντάρτες. wYστερα βΥηκε fνας γεροαντάΡΤΊ1.ς άπό . τό φυλάκιο, κρατώντας fνα πλακάτ: «Νταζιβέε Γκ{ρτσι Νάροντ! (Ζήτω δ έλληνικός λαός! ) Κρατώντας τ ό πλακάτ - λάβαρο, μας fσφιξε τό χέρι μέ τό δεξί του, τόσο ροζιασμένο καί σκληρό πού ήταν σά νά μας fτριβε τίς παλαμες μέ γιαλόχαρ­ το: -Θά πατε Μπιτόλια, λέει. Μνόγκο Γκίρτσι Μπιτόλια . . . (Πολλοί fλληνες στό Μονασ,Πιρι) . wy στερα, είπανε κάμποσα ρούσικα μέ τόν μπάρ­ μπα Νικολό: άνέβηκε μαζί μας στό τζίπ καί ξεκινή­ σαμε. παμε γιά τό Μοναστήρι . . . . Τούς .θαυμάζουμε τούς γιουγκοσλαύους ά'fτάρ­ τες. Πολέμησαν παληκαρίσια τούς φασίστες. Κάτι άνάκατο μέ ζήλεια δ θαυμασμός: αυτοί πετύχανε, έ­ μείς ' δχι. Ποϋ κέφι γιά «σόσφιξη σχέσεων» μέ τά « μπρατια» . «Μπρατια» - άδέρφια - μας fλεγε δ γεροαντάρ­ της, καθώς μας πληροφοροϋσε γιά τήν κατάσταση στά μέτωπα. Γίά νά μας δώσει κουράγιο, τάχα, δέ θά βαστήξει πολύ δ ξενητεμός μας, γιατί, νά, δπου νά 'ναι τό Βερολίνο πέφτει. Ή νίκη μαζί μέ τήν είρή­ νη fρχονται καί θά γυρίσουμε στα σπίτια μας. Θά λυθεί τό έλληνικό ζήτημα, δπως «λύθηκε καί τό Πο­ λωνικό». ΤΗταν fι πρώτη φορά πού άκούγαμε νά συσχετίDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


45

ζουνε αύτά τά δυό «προβλήματα». 'Από δώ καί πέ­ ρα ή φράση αύτή θά γίνει μόνιμο σύνθημα. γιά κάμ­ ποσο καιρό. Ό Ζλά:rκο - αύτό ήταν τό δνομα του σέρβου άν­ τάρτη. πού στά έλληνικά σημαίνει κάτι σάν Χρύσης - μόλις εΙχε άκούσει είδήσεις: ή τελευταία φασιστι­ κή έπίθεση στίς , Αρδέννες εΙχε καταλήξει σέ άποτυ­ χία. ΟΙ σύμμαχοι πλησιάζανε στό Ρήνο κι άπό τήν άλλη μεριά 6 Κόκκινος Στρατός άρχισε Υά σκουπί­ ζει τήν Αύστρία καΙ τήν Άνατολική Γερμανία. ΕΙχαν συναχτεί. λέει. δλοι οΙ σύμμαχοι άρχιστρά­ τηγοι έκεί. Καί Μοντγκόμερυ. καί 'Αιζενχάουερ. καί Πάττον . . . Μαλώνανε ποιός θά πρωτομπεί στό Βερο­ λίνο. λέει. ΟΙ άγγλοι προτείνανε στούς άμερικάνους νά κόψουν τούς ρώσους. άλλά 6 ρουσβελτ διαφώνη­ σε. Αύτό άπό γερμανικές πηγές. , Παράξενα πράματα . . . Νά. λοιπόν. πού μαζεύον­ ται κι άλΧα προβλήματα �ξω άπ' τό έλληνικό. 'Ε­ μείς. πιασμένοι μέ τά δικά μας. είχαμε μεσάνυχτα. Γιά μας «6 συσχετισμός τών δυνάμεων» είναι πάντα' , εύνοϊκός γιά τήν έπανάστασή μας . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


οΙ νικημtνοι , (Kαθυστερημ�νo Ρεπορτάζ) ..

Σ' δλο τό δρόμο, στήν ξένη Ύ'iΊ τά δυό τζίπ τρέ'Χα­ νε τό 'να καντά στ' 'ιίλλο, Γιά νά μή 'Χαθουνε, λές, στους ξένους δρόμους . . . Σταμάτησαν fξω άπό fva στρατώνα, στό Μονα­ στήρι. Μιά πυλη ιίνοιξε καί τά τζίπ σκουντουφλη­ σαν σέ μιάν αυλή γεμάτη έλασίτες. Καμιά διακοσα­ ριά. Καί ά μαχοι dπό τίς παραμεθόριες περιο'Χές, που τους κυνηγουσανε οΙ συνεργάτες τών γερμανών . τσαουσαντώνηδες καί τέτοιοι. . ' 'Εδώ " δέν εl'Χε όποδο'Χές. ΟΙ 'Υ\ουγκοσλάβοι θά ''Χανε άλλες, πολλές σκοτουρες. Μόνο δ γραμματέ­ ας της κομματικης όργάνωσης τους ε{πε μερικά λό­ για, �ρεμoς, συγκρατημένος, νικητής. 'Ένας μακε­ δόνας που ' ξερε καλά τά έλληνικά, fκανε τό μετα­ φρα.στή: -·0 ντρουζε λέει πώς εΤσαστε, δηλαδή εΤμαστε,ά­ δέρφια καί φίλοι, καί κομμουνιστές. Ό ντρουζε λέει πώς νικήσατε καί πώς αύτός, έμείς, δηλαδή, λέει, σας άγαπαμε, σας έκτιμουμε . . . ·0 ντρουζε λέει. . . ·0 «ντρουζ&», δ συντροφος, τους fλεγε, fτσι γιά νά τους παρηγορήσει, πώς, άν άναγκαστήκανε νά ύ­ πο'Χωρήσουν, δέν 'fιταν που δέν παλέψανε, μά που δέ σήκωνε tΊ διεθνής κατάσταση . Κάπόιος φώναξε: -Αυτή, tΊ άναθεματισμένη διεθνής κατάσταση ! " Ύστερα βάλθηκαν δλοι νά τΡέ'Χουν έδώ κι έK�ί, . στίς μεγάλες αΙθουσες" νά βρουνε μιά γωνιά νά ρί­ ξουνε τά στρωσίδια που τους μΟιΡάσανε στήν έπιμε­ λητεία. 'Όλοι κυνηγανε τίς γωνιές, σά νά θέλανε νά Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


47

έξασφαλίσουνε τά νώτα τους, σ:ιτρώγμένοι άπό κά­ ποιο «σύνδρομο» τi'\ς καΤΟχi'\ς καί τών κυνηγητών. Μόλις εΤχε φτάσει άλλη μιά παρέα με ένα φορτη­ γό: Πειραιώτες. Μιά παράξένη παρέα, κι άνάμεσά τους ένας ψηλός γεροδεμένος άντρας, ξανθός μέ γαλανά μάτια: άρχαίος έλληνας! ΕΙναι δ Βάσελ, πρωταθλητής παλαιστής. Τόν γυ­ ροφέρνόυν δλοι καί τόν περιποιούνται. • Αρχηγός της παρέας, δμως, φαίνεται νά εΤναι ένας πενηντά­ ρης άδύνατος άντρας, μέ καβουράκι, μέ γραβάτα καί μαύρο μoυστα�άKΙ . Θύμιζε τύπους πού κάνανε τούς άβανταδόρους στούς διάφορους fκτακτους πωλητές καί στούς παπατζηδες. Πιάσανε μιά γωνιά, τήν περιτριγυρίσανε σ<,iν ρίγκ, άπλώσανε τά στρωσίδια τους καί μόνο δ άρχηγός ΤΙ βέριος τό ψευδώνυμό του - δέν ένοχλήθηκε, δέ βιάστηκε νά βρεί θέση. "Οταν τέλειωσαν μέ τόν fιρωά τoυς� τόν Βάσελ, στήθηκαν μπροστά . στόν Τιβέριο, περιμένοντας έντολές. -' Αδεια.στε αυτό τό ντουλάπι! πρόσταξε έκείνος. Δέν πρόλαβε νά τό πεί κι έγινε . Κάτι παλιά τετρά­ δια πού 'χε μέσα,. τά βγάλανε καί τ' 4κουμπήσανε 'προσεχτικά πάνω άπό μιάν άλλη ντουλάπα. Κοιτά­ ξανε τόν Τιβέριο κα{ περιμένανε. -Τώρα, ξαπλώστε τήν ντουλάπα κοντά στό πα­ ράθυρο καί βγάλτε τά συρτάρια! έδωσε τήν . καινούργια διαταγή δ άργηγός τους. Βγήκανε τά συρτάρια, έπεσε κάτω ή ντουλάπα φαρδιά πλατιά, τού στρώσανε μέσα δυό στρατιωτι­ κές κουβέρτες καΙ . . χώθηκε μέσα δ Τιβέριος! Μέ τά ρούχα! Τράβηξε άπ�ό μέσα τίς πόρτες της ντου­ λάπας, έβγαλε άπό τό κούφωμα του συρταριου τό Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


48

χέρι του πού κρατουσε τό καβουράκι, τό· άπίθωσε πάνω άπό τίς κλειστές πόρτες καί τό ξανατράβηξε μέσα τό χέρι. ΟΙ δλλοι άπομακρύνθηκαν στίς μύτες τών ποδιών. Ή ζωή τίς πρώτες μέρες κύλησε "'συχα. Πρωινό ξύπνημα, συσίτιο, βόλτες στήν αυλή του στρατώνα καί κουβεντολόι άδιάκοπο μέ τά διάφορα άναπάν­ τητα «γιατί» καί τά καθυστερημένα «δν». Ή κομματική έπιτροπή, πού είχε άναλάβει τή διοίκηση στό στρατόπεδο, συνεδρίαζε δλη μέρα. Καταστρώνανε τά σχέδια γιά τήν όργάνωση της ζω­ . ης στήν ξενητειά. Τό πρόγραμμα δέν είχε άκόμη άρ­ χίσει κανονικά γιατί περιμένανε κι δλλους. Καί οΙ άλλοι "'ρθανε: καπ.ετάνιοι - μαυροσκού­ φηδες. "Αν, μέχρι τώρα, οΙ μαντρωμένοι στό στρατώνα δέν τό 'χαν καταλάβει κα{ καλά πώς ηταν οΙ νικημέ­ νοι, τώρα πιά, τώρα πού 'δανε καί τούς καπετάνιους του "Άρη, μέ τίς στολές τ·ους πεντακάθαρες, μέ τίς μπότες τους γιαλισμένες, άμίλητους καί συνεφια­ σμένους, τώρα τό νoιώσ�νε. ΤΗταν δ Περικλης, δ Παλαιολόγος, ό Έρμης. Δίπλά χτυπημένοί αυτοί άπό τήν ύποχώρηση. Μιά άπό τήν ηττα, μιά γιά τήν διαφωνία του άρχηγου τους μέ τό Κόμμα. Καί τά συναισθήματα, φαίνεται νά 'ναι διπλά: άπό τή μιά πίκρα γιά τή διαφωνία, ά� πό τήν δλλη κάποια έλπίδα: μήπως δέν τέλειωσαν δλα; Μήπως ή στάση του "Αρη δδηγήσει κάπου άλ­ λου, σέ κάτι δλλο; Καί στό «κάτι δλλο» δυό λύσεις: '" δ " Αρης θά κα­ ταλάβει καί θά πάει μέ τή «γραμμή», '" τό Κόμμα θά­ δεί τό δίκιο του " Αρη καί θ' άλλάξει πορεία. Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


49

Τήν δευτερη λυση τή παρακαλάγανε δλοι. 'Όλοι, ' μά 'πιό πολυ οΙ καπετάνιοι του " Αρη. Ό Περικλης καί δ Έρμης �ρθανε στό Μοναστή­ ρι, Gστερα άπό τήν άποτυχημένη άπόπειρα νά πεί­ σουν τόν καπετάνιο τους' ν' άκόλουθήσει τήν κομ­ ματική γραμμή , δταν , πήγανε καί τόν βρήκανε στή Σπερχειάδα, στό Δίλοφο. Δέν τή θέλανε τή συγ­ κρουση μέ τό Κόμμα. 'Αποφάσισαν νά πειθαρχή­ σουν, γιά νά σωθεί δτι άπόμεινε . . . Ή άλ�αγή στήν πικρή άτμόσφαιρα του στρατώνα fγινε μέσα σ' fva βρά�υ, τήν Ιδια μέρα που Ήρθε έκεί δ ταγμ(Χτάρχης Γιώργος Γεωργιάδης - δ Ιδιος δ Γε­ ωργιάδης, που τόν έκτελέσανε άργότερα, τό 1949 • . σάν ύπευθυνο γιά τήν άποτυχία της μάχης στήν :'Έ­ δεσσα . .'Εκείνο τό βράδυ-' οΙ καπετ(iνιοι συνάχτηκαν σ' f­ να θάλαμο, τά 'πανε, καί ξαφνικά ή νυχτα άστραψε άπό άντάρτικα τραγουδια. Καί τό πρωί άλλη ζωή ! . 'Όλοι μόνο μέ τά παντελόνια καί γυμναστικ'ή. 'Ό­ λοι μέ τους κουβάδες νά περεχιουνται μέ κρυο νερό. Καί δμάδα γιά βόλλεϋ καί μπάσκετ, καί άγώνες τρέξιμο καί πήδημα - καί καλλιτεχνικά π ρογράμ,. ματα. Πρώτος στήν καλλιτεχνική κίνηση δ Λάκης δ Χατζής, δ φρουραρχος μέ τό φλάουτο. ΟΙ άνθρωποι άρχισαν νά ήρεμουν. 'Ακόμη καί οΙ συζητήσεις γιά τά Δεκεβριανά, καί γιά τό πώς δδη­ γήθηκαν σ' αύτά καί τό τί fφταιξε, γινόντουσαν χω­ ρίς φωνές, μέ κάποια δόση . . . άντικειμενικότητας. Τό μεγάλο έρωτηματικό που εμενε άναπάντητο: τί κάνει ή Σοβιετική "Ένωση; Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


so

Συν άν

τ

ηση μt

τό

r ι ώ Ρ Υ η Δ η μ η τ Ρό φ

(Μαρτυρίες καί σχόλια) Τί κάν.ει, έπί τέλους ή Σοβιετική 'Ένωση; Καί νά μιά Ιστορία που μού 'ρθε στό νού. 'Όχι, τά­ χα πώς τήν είχα ξεχάσει. Κάτι τέτοια δέν φευγουν ποτέ άπό τό μυαλό, μά έδώ, λέω, έχει τή θέση ' της. 'Έχει σχέση μέ τό έρωτηματικό αυτό, άλλά καί μέ τίς διάφορες <<μαρτυρίες» που κυκλοφορούν καί που παρουσιάζονται σάν «άδιάψευστα ντοκοt)μέντα». Είναι μερικοί παλιοί λαμπροί � άγωνιστές, που τά 'δωσαν κι αυτοί δλα γιά τό καλό τού τόπου, της παλιας ήγεσίας, που τώρα έχουν iil�ov προσα­ νατολισμό άπό έκείνον τού ΚΚΕ καί ύποστηρίζουν πώς ή Σοβιετική "Ένωση « μας έριξε στόν έμφυλιο». Κάτι σάν «προγεφυρωμα» τού σοσιαλισμού. Ή δική μου «μαρτυρία» λέει iiλλα . . . Τό 1948, πρίν άπό τήν άπόφαση 'fης ΚΟΜΙΝ­ ΦΟΡΜ γιά τό γιουγκοσλάβικο κομμουνιστικό κόμ­ μα καί τόν Τίτο, "'μουνα στή Βουλγαρία, στή Βάρ­ να. Είχαμε φιάξει fνα Καλλιτεχνικό Σuγκρότημα μέ άρχηγό μας τόν Αντώνη τό Γιαννίδη γιά νά παμε στό Βουνό καί πρίν ξεκινήσουμε γιά «κάτω», κάνα­ με περιοδία στή Ρουμανία καί στή Βουλγαρία γιά νά «διαφωτίσουμε» τόν κόσμο γιά τόν άγώνα μας. Έκεί, στή Βάρνα, ένα βράδυ μετά άπό τήν παρά­ σταση, μας περίμενε fνας συνταγματάρχης τού Βουλγάρικου στρατού. Μας είπε πώς είμαστε δλοι καλεσμένοι τού Γιώργη Δημητρόφ, που βρισκότανε γιά λίγες μέρες στή Βάρνα, γιά ξεκουραση κι άνάρ­ ρωση. Πήγαμε δπως είμαστε άπό τήν πάράσταση , σέ μιά έπαυλη κοντά στή θάλασσα. �

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


51

· 0 Δημητρόφ ! 'Ένα άπό τ ά μεγάλα μας είδωλα, τόν καιρό έκείνο. "Ενα άπό τά λίγα πού μας άπόμει­ ναν μέχρι σήμερα. Μας περίμενε στό σαλόνι, μαζί μέ τή γυναίκα του, τόν τουντορ Ζίφκωφ, κι άλλα δυό μέλη του Πολιτι­ κου Γραφείου . .. Αρρωστος ό fιρωας της Λειψίας. "Ενα πρόσωπο σάν άσβέστης. Μά κεφάτος. Τραγουδήσαμε άντάρ­ τικα τραγούδια δικά τους καί δικά μας - σέ κά­ ποιες μελωδίες συναντιόμαστε. Xoρέψ � με "λαϊκούς χορούς μας καί τόν καλαματιανό, καί τόν «Έλένα μόμε», τό βουλγάρικο. Δυό νεαροί της φρου ρας του, πού είχανε τό καθηκον νά τόν προσέχουν νά μήν κουράζεται, ίδρώσανε νά τρέχουνε τό κατόπι του γιά νά τόν έμποδίσουν, σπρωγμένοι κι ά.πό τό άνή� συχο βλέμα της συντρόφισας του. 'Εκείνος τούς βε­ βαίωνε δτι αίσθάνεται θαυμάσια καί τούς �βαλε «κομματικό καθηκον» νά τόν άφήσουν fισυΧo. ·0 Άντώνης ό Γιαννίδης μας fστειλε έντολή άπό «στόμα σέ στόμα» νά σταματ1'ισουμε τούς χορούς, γιά νά καθίσει κα! ό Παπούς καί νά κουβεντιάσου­ με. Κι ή κουβέντα ήρθε - που άλλου θά 'ρχότανε; στό έλληνικό πρόβλημα. Γιά τόν 'Εμφύλιο, γιά τόν Δημοκρατικό Στρατό. Κι ό Δημητρόφ μας εΙπε: « . . 'Εμείς δέν εΤμαστε σύμφωνοι μέ τό δεύτερο d ντάρτι­ .

κο, μέ τή συνέχιση τού Ινοπλου dγώνα καΙ τό 'παμε στούς συντρόφους μας τούς . Ιλληνες, dλλά τό λιοντάρι σας, δ Ζαχαριάδης Ιχει dντΙθετη γ νώμη. 'Α σφαλώς θά ξέρει κα­ λύτερα dπό μας τήν κατάσταση στήν 'Ελλάδα. .ΕΙναι δικό σας πρόβλημα καΙ δέν dνακατευόμαστε. Νά βοηθήσουμε δσο μπορούμε, αν καί ξέρε iε πώς οΙ συνθήκες ε/ναι δύDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


52

σκολες γιά μιά δλοκληρωμένη βοήθεια. . . 'Όσο γιά τό στρατηγό Μάρκο, δέν τόν ξέρουμε, άλλά γιά νά τόν έχει έ­ κεί που τόν έχει τό κόμμα σας, σημαΙνει δτι τ' άξΙζει. .

.

.

»

"Υστερα «εκλεισε τό θέμα» μέ �να ,άστείο: « . �Oσo γιά μας, έτσι που ή Έλλάδα έχει δυό Κυβερνή­ . .

σεις, δέν ξέρουμε σέ ποιάν άπό τΙς δυό νά πληρώσουμε τΙς έπανορθώσεις καΙ περιμένουμε. ΚαΙ μας κάνει καλό, γιατl τώρα δέν Ιχουμε λεφτά. . . »

. Τά θυμαμαι τά λόγια του. Λέξη μέ λέξη . Γιατί εί­ ναι άπό κείνα πού δέν ξεχνιουνται καί γιατί πολλές φορές άπό τότε τά πιπιλίσαμε. Κρυφά καί φανερά. Καί γιατί, άκόμη τό 1949, τό καλοκαίρι ξαναβρέθη­ κα «τυχαία» στή Βουλγαρία τή μέρα πού κηδεύανε τόν Δημητρόφ . 'Έγραψα τότε ενα liρθρο, « Συνάν­ τηση μέ τόν Δημητρόφ», γιά τήν έφημερίδα τών προ.σφ(ΥΥω ν στή Μπερκόβιτσα: Τό lipepo δημοσιεύ­ τηκε, άλλά χωρίς τήν παράγραφο αυτή . Τήν είχε κό­ ψει δ κομματικός γραμματέας της Μπερκόβιτσας. ·Οχι οΙ βούλγαροι - οΙ δικοί μας . . Αυτά ε{πε δ Δημητρόφ. Ό γραμματέας της ΚΟ­ ΜΙΝΦΟΡΜ . Καί σέ ποιούς; 'Όχι σέ «κλειστό» ά­ κροατήριο, δχι σέ μιά δμάδα. στέλέχη . Σέ είκοσι άν­ θρώπους, άντάρτες, μέ πρώτο τόν 'Αντώνη Γιαννίδη καί τελευταία τή μικρούλα Μυροφόρα, 8 χρονών, πού iιτανε fι βεντέτα μας, μέ μιά φωνή σπάνια. Καί τά λέει αυτά δ Δημητρόφ στό χρόνο πού τά λέει: τό Ίούνη του 1948, πού δ έμφύλιος βρίσκεται στό ζενίθ. Καί τά λέει σέ μας, πού άπό κεί, θά παμε ίσα κάτω στό Βίτσι! Μά τήν άλήθεια, μεγάλη ευθύνη επαιρνε δ Δημη­ τρόφ ! Λέτε νά μήν τήν είχε αυτή τή συναίσθηση; Καί εχουν δίκιο τώρα αυτοί πού λένε δτι fι ΚΟΜΙΝ­ ΦΟΡΜ κα( fι Σοβιετική "Ενωση μας «εσπρωξαν» Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


53

στόν Έμφύλιο, μας �ταξαν λαγούς μέ πετραχείλια κα{ μας παράτησαν; Κι έχουν δίκιο νά λένε δτι δέ θέ­ λανε τόν Ζαχαριάδη, άλλά προτιμούσανε καί υπο­ στηρίζανε τόν Μάρκο, πίσω άπ' τήν. πλάτη τού άρ­ χηγού; (Δέν τό παρουσιάζω αυτό σάν «άκαταμάχητο ντοκqυμέντο». Θά γίνει τέτοιο δταν καί άλλοι ­ πέντε άπό έκείνη τήν δμάδα πο6 βρεθήκανε σ' αυτή τή συνάντηση ξέρω πώς ζούνε - θυμηθούν καί έπι­ βεβαιωσουν. ΗΥστερα, ας πάρουν τίς μαρτυρίες αυ­ τές οί είδικοί καί νά τούς δώσουν τΤιν π ραγματικΤι τους σημασία κα! θέση στήν Ιστορία τού Έμφύ-- · . λιου . . . )

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


54

Ό Σ πυ

ρος δ Κωσ

t

ούλας

(Τά πρόσωπα) ΗΕνας άπό τούς «νικημένους» 6 Σπυρος 6 Κω­ στούλας. Καπετάνιος. 'Υπασπιστής του W Αρη . wE_ φεδρος άνθυπολοχαγός, άπό :τούς πρώτους άντάρ­ τες καί άπό τήν 6μάδα τού Γοργοπόταμου. Μορφω­ μένος άνθρωπος. WΗρεμος. Δουλεύαμε μαζί στή Διαφώτιση , άργότερα, δταν έγκατασταθήκαμε στό χωριό Μπουλκες. 'Ο �πύρoς εΙναι ξεκομμένος &κόμη κάί άπό τούς καπεταναίους τούς άλλους. Κάτι �χει. Κάτι τόν τρώ­ ει. Δέ θ' άντέξει. Δέ θ' άντέξει τή νέα κατάσταση. Δέ θ' άντέξει τό χαμό του Βελουχιώτη . Μά, πιό πο­ λύ, δέ θ' άντέξει τήν άνακοίνωση γιά τό χαμό του Πρωτοκαπετάνιου. Δέ θά μπορέσει νά σιικώσει έ­ κείνο τό «6 Μιζέριας», πού ξέθαψαν οΙ Τδιοι οΙ δικοί του γιά νά τόν κατηγορήσουν. «'Ο Θανάσης Κλάρας. - Μιζέρια ς». Ούτε W Αρης, ούτε Βελουχιώτης. «'Ο Μιζέριας, δ Δηλωσίας». Είναι μιά περίοδος πού τό κομματ ικό γραφείο τά 'χει βάλει μέ «τά καπετα νάτα». 'Εμείς, οΙ πολλοί τούς άγαπάμ ε τούς καπετάνιους μας. ΟΙ πιό -πολλοί μέλη τού Κόμματ ος. ΟΙ πιό πολ­ λοί άνθρωποι �ρεμoι, καλοί σάν κορίτσια. Πώς άλ­ λιώς νά τό πω, τ{ άλλο χαρακτ ηρισμό νά βρώ γιά τόν παπού τόν Κικίτσα , γιά τόν καπετά ν Γιαννούλη, άκόμη κα! γιά τόν Παλαιολόγο, άκόμη καί γιά τόν τρομερό, καπετάνιο τόν Καπετάν Μπελη, πού δλο γελούσε; Λέμε πώς πρέπει νά φυλάξουμε τούς καπε­ τάνιους μας. - Νά τούς τιμάμε . Νά τούς προστ ατεύDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


55

ουμε άπό τόν ίδιο τόν πονεμένο εαυτό τους άλλά καί άπό τό «γραφείο» τού Μπούλκες. 'Όταν θ' άρχίσουμε νά δουλεύουμε γιά νά ζήσου­ με, θά ριχτούνε καί οί καπετάνιοι στή δουλειά άπό. τούς πρώτους. 'Όλα τά μεγάλα όνόματα τού άγώνα μας θά πιάσουν δουλειά, άλλος στό χοιροστάσιο, ιίλλος στίς οίκοδομικές έπιχειρήσεις μας, άλλοι δά­ σκαλοι στά σχολεία. Στην όρχήστρα μας 6 καπετάν 'Αμύντας - άλλος καπετάνιος μέ καρδιά παιδιού καί γελαστά μάτια - παίζει πρώτο βιολί. Ό λοχα­ γός τού ΕΛΑΣ 6 Μίμης 6 Σαλονικιός παίζει μαντο­ λίνο, 6 καπετάν Παγγαίος παίζει κλαρίνο καί βρον­ τάει τό πόδι του γιά νά κρατάει τό ρυθμό. Ό καπε­ τάν 'Ανταίος διευθύνει τήν όρχήστρα καί κάνει πρό­ βες στή χορωδία. 'Ένα πρωΤ 6 Σπύρος 6 Κωστούλας δέ φάνηκε. Μήπως είναι άρρωστος; πaμε στό σπίτι του νά τόν βρούμε. Μένει σ' �να δωματιάκι-τρύπα πού τό 'χαν οΙ νοικοκυραίοι γιά άποθήκη. Τόν βρίσκουμε έκεί. Φοράει τήν καλή του στολή φρεσκοσιδερωμένη . ΟΙ μπότες καί ή έξάρτυση μέ τά φυσεκλίκια άστρά­ φτουν. Δίπλα του τό πιστόλι. Σά νά καπνίζεί άκόμη . . . Δέν άντεξε έκείνο τό « 6 Θανάσης Κλάρας, 6 Μι­ ζέριας, 6 Δηλωσίας» . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


56

�E

ν α

ζε υ γ ά Ρ ι

παν τ ό

φ

λε ς

('Απλά περιστατικά) Νά, κι αυτό άπό τά παράξενα . . . Λές: «μικροαστός» . Καί θές, σώνει καί καλά, νά δώσεις καί μιά συγκεκριμένη είκόνα πού νά άντι­ προσωπεύει αυτό: τό μικροαστό. Θαρρείς κι είσαι δέν ξέρω ποιός ζωγράφος, 11 ποιός γελοιογράφος καί έχεις υποχρέωση νά είκονογραφήσεις αυτόν τόν έρ­ μο τόν μικροαστό, πού του 'χουνε φορτώσει στή ρά­ χη δλα τά κα,κά του κόσμου. Γιατί; Έπειδή λέει, ό άστός είναι άστός: άποτελεί τάξη. Ό εργάτης είναι εργάτης. Τάξη κι αυτός. Ό μικροα σ τός, ό καημενούλης, δέν είναι τάξη. Δέν εί­ ναι τίποτα. Θά- προσπαθήσει νά άνέβει ψηλά, νά φτάσει τήν τάξη τήν άπάνω, η θά πέσει, κουτρουβα­ λώντας, χαμηλά. Ό Χρίστος ό Καράνταης είκοσι χρονών, έλεγε πώς μικροαστός είναι: . -Νά . . . τά παπούτσια έξω άπό τήν πόρτα τη ς κρε β ατοκαμαρας .Ι . . . -�Oχι, διαφωνουσε ό Στάθης. Μικροαστός είναι ό άνθρωπος πού φοράει μακρυά σώβρακα μέ κορ­ δέλλες - αυτά δηλαδή πού τά χρησιμοποιείς γιά νά τά δέσεις κάτω, χαμηλά, στίς Kνfjμες. Ό καθένας μας είχε καί τή δική του είκόνα «περί μικροαστου». -Οί παντόφλες ! Οί παντόφλες είναι ό μικροα­ στός! επέμενα εγώ. Δέν ξέρω γιατί, σ' εμένα ό μικροαστός είχε συνδε­ θεί μέ τίς παντόφλες. Τίς .συζητήσεις τίς κάναμε σέ χώρο καί χρόνο πού μήτε γιά παντόφλες μπορούσαμε νά κουβεντιάσου,

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


57

με - γιατί δέν είμαστε σίγουροι ότι αύριο θά . . . έχου­ με πόδια νά τίς φορέσουμε . . . - μήτε γιά μακρυά σώβρακα. Κι άσε πιά τό πέρασμα άπό τή μιά τάξη στήν άλλη . Στά βουνά είμαστε. Δέν ξέρω . . . Στό Πι­ σοδέρι, άν θυμάμαι καλά. Καί νά πού ή κουβέντα ξανά 'ρθε, ύστερα άπό χρόνια, δταν δ χρηστος, στό έξωτερικό πιά, σάν πρόσφυγας, άγόρασε παντόφλες! wE, τί έγινε! Μαζευτή καμε όλοι στό σπίτι του, σάν τό μάθαμε καί του βάλαμε καζούρα ! -Παντοφλίτσες, έ; -Γιά πότε, μέ τό καλό καί τά μακΡ.υά σώβρακα; . -Μπάς καί βάζεις καί τά παπούτσια σου έξω άπό τό δωμάτιο, νά στά γιαλίσει ή κυρά; 'Ένα βράδυ - περασμένα μεσάνυχτα, χτύπησε τό κουδούνι. Στήν πόρτα δ χρηστος μ' �να δεματάκι στό χέρι. Άνησύχησα σάν τόν είδα. -Τί τρέχει Χρήστο; Έκείνος άμίλητος μου 'δωσε τό δεματάκι. -Αύτό γιά σένα. -Τί είναι αύτό; -Θά δείς! Τώρα φεύγω ! -Γιά στάσου, τί είναι αύτά; WΕρχεσαι τρείς .ή ώρα μεσάνυχτα καί μου λές πώς . . . -Δέν μπορώ νά μείνω ούτε στιγμή ! Φεύγω ! ... Αν καλορωτήσεις, ούτε έπρεπε νά στό πώ πώς φεύγω ! W Αντε, γειά ! Καί πρόσεχε τό δέμα! Δέν πρόλαβα νά. πώ τίποτα. Τόν έχασα στό σκο­ τάδι του δρόμου. Μπηκα στό σπίτι καί άνοιξα τό δε­ ματάκι. ΟΙ παντόφλες: Όλοκαίνουργες άκόμη . 'Έψαξα νά τόν βρώ τήν άλλη μέρα, νά μάθω τή Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


S8

σημασία της νυχτεριvflς έπίσκεψης καί τού δώρου. Δέν τόν βρηκα. Είχε φύγει γιά τήν Έλλάδα. Πέρασε «παράνομα», δπως λέγαμε. Σέ λίγες μέρες διαβάσαμε στίς έφημερίδες πώς τόν πιάσανε καί τόν έκτελέσανε. «Προσπάθησε νά τό σκάσει» είπανε. .. .Είμαι άσυγχώρητος πού, ένώ τίς παντόφλες του τίς είχα καθαρίσει καί φυλάξει, τίς παράτησα έξω. Καί χάθηκαν. Βλέπεις, δέν έχουμε φροντίσει νά στηλώσουμε καί κάποιο μουσείο γιά τέτοια μικροαστικά άντικείμε­ να...

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


59

« 'Ότ αν μιά κο π έλα σού ζητάει τ ό μαντήλι νά στό π λύνει » ...

('Ιστορία άγάπης) Τόν 'Αλέξη καί τή Στέλλα, τούς έχουν προσέξει δ­ λοι στό Μόναστήρι. W Αλλοι τούς βλέπουν μέ μισό μάτι: «τί σόϊ σχέσε�ς είναι αύτές! » WΑλλοι άδιάφο-' Ροι. Οϊ άθηναίοι καμαρώνουν . . . 'Εκείνο τό βράδυ, ή Στέλλα ξετρύπωσε - �νας Θεός ξέρει άπό ποϋ ! - �να κομμάτι σαπούνι πράσι"' νο κι έβαλε μπουγάδα! WΕβρασε νερό σ' �να καζάV1 στό σταϋλο κι έριξε δλα τά ροϋχα της μέσα. πηγε καί βρηκε τόν 'Αλέξη : -WΕχεις κανένα μαντήλι νά σοϋ τό πλύνω; τόν ρώτησε. -Μαντήλι; τοϋ κόπηκε ή άνάσα τοϋ 'Αλέξη. Είχε μαντήλι. '/Ενα μοναδικό καί κατάμαυρο κι ας τό 'πλενε σιιχνά. Μά γιατί νά τοϋ ζητάει ή Στέλλα μαντήλι νά τοϋ πλύνει; Τί σημαίνει αύτό; Δηλαδή, σέ μιά κανονική ζωή τί σημασία θά είχε; Δέν έκλεισε μάτι δλη νύχτα καί πρωί πρωί πηγε καί βρηκε τό Θάνο, τόν παλιό καθοδηγητή του στήν ΕΠΟΝ. -Θάνο . . . "Οταν μιά κοπέλα . . . ξέρεις . . . λέω . . . Δέν τοϋ 'ρχόντουσαν τά λόγια. Κι α ς τ ά 'χε πεί τό­ σες φορές. WΕνοιωθε τά δόντια του νά χτυπάνε καί νά τρέμει. wOxt, έτσι φανερά. Κάτι μέσα του. Μιά τρεμούλα παράξενη . Ό Θάνος τόν κοίταξε έρωτηματικά. -ΝαΙ .. "Οταν μιά κοπέλα; _wE, νά . . 'Όταν μιά κοπέλα . . δηλαδή , σοϋ ζητά­ ει τό μαντήλι νά στό πλύνει. Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


60

-�E; -Νά, λέω ... 'Όταν μιά κοπέλα . . . θά πεί πώς σ� άγαπάεΙ; Ό Θάνος ά ργου σε ν' άπαντήσει, σ' αυτή τή ζωτική έρώτηση κι δ '.:Α λέξης περίμενε μ' άγωνία. -Τί λές, Θάνο; -� Αν σ ' άγαπάει . . . μουρμούρισε 6 Θάνος. -ΝαΙ . . δταν μιά κοπέλα . . . . -Ναί! 'Αποφάσισε, τέλος, 6 Θάνος. �Oταν μιά κοπέλα σου ζητάει τό μαντήλι νά στό πλύνει, θά πεί . πώς σ' άγαπάει! ; -Πώς . . . πώς τό βγάζεις αυτό . . . αότ'ό τό . . . . Δέθη­ κε ή γλώσα του 'Αλέξη . -Είναι άπλό, συνέχισε τή μουρμούρα του ,6 Θάνος. " Πάντα fτσι μίλαγε: σά νά μουρμούραγε κάτι γιά τόν έαυτό του, χωρίς νά νοιάζεται άν τόν άκουνε � όχι. -Είν"αι άπλό . . . ξανά ·'πε. Ή κοπέλα θέλει νά κά­ νει κάτι τό ίδιαίτερο γιά σένα . . . Κάτι ξεχωριστό . . . �Oχι, αυτό πού κάνουμε δ �νας γιά τόν .ά λλον σάν σύντροφοι . . . σά συναγωνιστές . . . �άτι άλλο . . . Καί Ίί άλλο μπορεί να κάνει έδώ, στό Μοναστήρι πού βρι­ σκόμαστε; Νά . 90υ πλύνει �να μαντήλι! Γ ιά νά τό 'χεις άπάνω σου καί νά τή θυμάσαι . . . Κ(Χτάλαβες; -ΝαΙ . . . fτρεμε, τώρα φανερά, 6 'Αλέξης. -Μαντήλι σοΟ ζήτησε, � κάτι άλλο; -�Oχι; όχι! Μαντήλι! Μου είπε: «fχεις �να μαντή�ι νά μου δώσεις νά σου τό πλύνω; » Καί δέν ξέρω τί vq. κάνω. Νά της τό δ φσω ; -�Α ν tήν .άγαπάς κ ι έσύ, ν ά της τό δώσεις . . . �Aν δέν τήν άγαπας πές, «δέν έχω μαντήλι». ·Η, καλύ­ τερα, «τό πλένω μόνος μου», πές. Γιατί άν της τό Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


61

δώσεις νά στό πλύνει, θά κάνει κι έκείνη τίς ίδιες σκέψεις: «γιά νά μοϋ δώσει τό μαντήλι, θά πεί . πώς μ' άγαπάει» . . . Κι υστερα, νά ! τά όνειρα ! Καί αν δέν είναι άληθινό αύτό πού σκέφτηκε θά πικραθεί. . . Καί δέν π ρέπει νά πικ ραίνουμε τίς συντρόφους μας, δέν εχουμε δικαίωμα . . . Γιά τό' 'Αλέξη αύτή ή ίστορία μέ τό μαντήλι θά γί­ νει άπό δώ καί πέρα ή Λυδία Λίθος πού θά δοκιμάζει τίς σχέσεις του μέ τούς αλλους. 'Ανάλογα μέ τήν ά­ πάντησή τους σ' , αύτό τό καφτό έρωτηματικό θά τούς κατατάξει σέ κατηγορίες: οί συναισθηματικοί, οί άδιάφοροι, οί κυνικοί, οΙ . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


62

Τ ε

λ

ε υ

τ'ο ( α t λ

π

(δ α

(Ά πλά περιστατιΚά) Μιά μέρα βούϊξε δ Στρατώνας στό Μοναστηρι. "Ηρθε κάποιος « μεγάλος» άπό· την πατρίδα. Δέν εί­ δαν ποιός. Τό τζίπ μπηκε βολίδα στην αυλη, δ άν­ θρωπος fτρεξε ίσα στό «γραφείο» Τά λίγα μάτια πού τόν είδανε λέγανε πώς φοράει έλασίτικα·, πώς fχει γένια, πώς είναι ψηλός. -Θές νάναι δ Αρης ! ; -'Όχι νέος . . . Βρηκανε δλοι δουλιές στην αυλή καί περιμένανε νά βγεί δ νεοφερμένος άπ' τό γραφείο. Είχαν κλει­ στεί οί μαυροσκούφηδες καί τά λέγανε. Είναι δ Νικηφόρος, δ καπετάνιος. Ό ερχομός του φώτισε τά πρόσωπα τού Π αλαιολόγου, τού Πε­ ρικλη, τού Έρμη . . . Κάτι ξέρανε, πού δέν ξέρανε οΙ άλλοι μά πού γρηγορα τό μάθανε δλοι, γιατί τέτοιο μυστικό δεν κρύβεται: fρχεται δ Αρης δ Βελουχιώ­ της! νΕχουν δρίσει συνάντηση έκεί, στό Μοναστή ρι Αρης καί Νικηφόρος, Ι-!αζί μέ τά πρωτοπαλή καρα. Τί θά κουβέντιαζαν; Κανείς δέν tlξερε. Μά κι αυτό μονάχα, τό πώς θά 'ρχότανε έκεί δ Αρης ήταν πο­ λύ: "Ηταν σπούδαίο! πηραν άέρα τά μυαλά ! Λές νά μην τέλειωσαν δ­ λα; Γίνεται μιά « άνάλυση της κατάστασης στήν πα­ τρίδα». Σκοτωμοί καί συλληψεις κάθε μέρα. Οί έφη­ μερίδες, πού βγαίνουν μονόφυλλες, άναφέρουν όνό­ ματα. Έκατοντάδες όνόματα άγωνιστων. Χρειάζονται δμως καί μιά δικαιολογία γιά νά ξε­ σηκώσουν τόν κόσμο, κι fτσι μέ τό γκεμπελικό σύV

V

V

V

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


63

στημα, άνακαλύπτουν τό έλληνικό «Δάσος τού Κα­ τύν» . . Ξεθάβουν νεκρούς θαμένους πρόχειρα έδώ κι έ­ κεί, νεκρούς άπό βομβαρδισμούς τών άγγλων, άπό άδέσποτες, άπό νοσοκομεία, Νεκρούι; κι άπό φυσι­ κό θάνατο άκόμη . 'Εκείνες τ ίς μέρες τού Δεκέμβρη πού νά τούς θάψεις; 'Όπου έβρισκες. Τούς ξεθάβει τό Κράτος καί τούς βάζει δλους μαζί δπου τού βο­ λεύει. Τούς κόβουν καί τά μέλη γιά ν' άποδείξουν βασάνιστήρια καί μαζικές δολοφονίες. Γράφουν οΙ έφημερίδες. Καί γιά άπό δώ καί γιά ά­ πό κεΙ Μιά γυναίκα άναγνωρίζει τόν άντρα της πού σκοτώθηκε άπό άγγλικ:ή ρουκέτα. Τόν ε{χε θάψει στό Πολύγωνο, καί της τόν βγάζουν άπό . . . τό Πε­ ριστέρι: θύμα των έαμοβούλγαρων . . νοχι πώς δέν έγιναν σκοτωμοί. Καί βασανιστή­ ρια, άκόμη . Σέ μιά τέτοια μάχή πάντα θά υπάρχουν οΙ έξαγριωμένοι, έκείνοι πού άπαντάνε μέ «όφθαλ­ μόν άντί όφθαλμού». Ύπάρχουν κι οί βαλτοί - θά τό όμολογησουν οΙ ίδιοι άργότερα. Τώρα, άρχισαν νά πιάνουν καί νά Kαταδι� άζoυν τά στρατοδικεία σέ θάνατΌ άκόμη καί γιά ,«έγκλή­ ματα στήν κατοχή » . Δέν τά π ρόβλεψε αυτά ή συμ­ φωνία της Βάρκιζας. Βλέπεις, έκεί μίλησαν μόνο γιά τά Δεκεβριανά. Γιά τή Κατοχή είναι «αυτονόητο». ΕΙναι, άλλά όχι γιά τήν άποικιοκρατική πείρα τών άγγλων πού σέ τυλίγουν σέ μιά κόλλα χαρτί. . . . ΗΟλο καί περνάει κόσμος τά σύνορα. Κυνηγη­ μένοι άπ ό προδότες καί συνεργάτες τών γερμανών. 'Από τό Σούρλα στή Θεσσαλίιχ, άπό τόν Τσαούς 'Αντών στή Μακεδονία, άπό τόν Κοκουμτζη στά Τρίκαλα . . . ΟΙ πρώτοι πρόσφυγες προσπαθούν νά π άρουν Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


64

κουράγιο: « 'Έ, δέν τέλειωσε άιςόμη δ πόλεμος! Νά δείς, τώρα που θά τελειώσει, οΙ Μεγάλοι θ' άσχολη­ θοϋνε μέ τ.ή ν Έλλάδα καί τήν άντίστασή της που κράτησε δέκα μεραρχίες χιτλερικές μακρυά άπό τά μέτωπα τών συμμάχων. Δέν μπορεί, θά δικαιωθεί τό έαμικό κίνη μα ! » Κάνουν κουράγιο, όργανώνουν προσωρινά τ ή ζωή τους - σχολές γιά άγράμματους, καλλιτεχνικά προγράμματα, άθλητικους άγώνες- καί περιμέ­ νουν . . . Ό έρχομός ·του Νικηφόρου δίνει καινουργια πνοή . Παραβγαίνουν στό τ ρέξι μ ο στό άλμα καί οΙ άλλοι στοιχηματίζουν: άν νικήσει ό Νικηφόρος, δ "Αρης θά 'ρθει! Ό Νικηφόρος πηδάει καί βγαίνει π ρώτος στό τ ρι­ πλοϋν. Μ ά δ "Αρης δεν fρχεται . . Ό Νικηφόρος φευγει . . . ΟΙ μαυροσκουφηδες άμίλητοι π άλι . . . Γέμισε δ στ ρατώνας, πιά, γέμισαν ο ί σταυλοι, δέν fXEt μείνει γωνιά που νά μήν υπάρχει στρωσίδι. Ξά­ πλα χάμω καί στριμωγμένοι, τόσο, πού γιά νά γυρί­ σεις άπό τ' άλλο πλευρό, πρέπει νό. συνενοηθείς πρώτα: -'Έτοιμοι! ; Γυρνάμε! Μέ τό fνα-δυο-τρία! Είναι κι αυτό μιά διασκέδαση . Μιά διασκέδαση τώρα που ή τελευταία έλπίδα χά­ θηκε. Τώρα που γίνεται φανερό πώς θά πάνε πιό « μέσα» . . . Μας πηραν τήν 'Α θήνα μόνο γιά' tva μήνα, νανούμ, νανούμ, νανούμ . » Είναι Μάρτης του 1945 . . . .

. .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

Ό « Μ α ϊ ν τ α ν ό ς ...

»

Οί παλιοί συντροφοι, μαθημένοι άπό φυλακές καί έξορίες, ρίχνουν τό συνθημα: « Προσωρινά, μά νοι­ κοκυρεμένα, . σά νά ' μαστε γιά μονιμότητα. Τό 'να πόδι έδώ, τ' άλλο στήν πατρίδα. Μέ τό σώμα έδώ, μέ τό νου στήν πατρίδα ! » Είναι ενα συνθημα που δέ μας ά ρέσει καί τόσο, άλλά είναι π ροσωρινό. Π ροσωρινό που, γιά δεκάδες χιλιάδες ανθρώ­ πους, θά κρατήσει μέχρι σήμερα, 34 χρόνια από τό­ τε! . . . . . . (Οί μέρες του φασισμου μετριουνται στά δάχτυ­ λα, πιά. Μετά τή μάχη του Ρήνου, οί συμμαχοι, σ' ενα τε­ ράστιο μέτωπο αρχίζουν τήν τελική έπίθεση. Οί Ρώ­ σοι μπηκαν στή Βιέννη καί έτσιμάζονται γιά τό Βε­ ρολίνο. Σέ μας; 'Εμείς;) . . . Οί δοσίλογοι καί ή άγγλοκ ρατία στήν Έλλάδα, αρραβωνιάζονται. Πάνω από έκατό συμμορίες . που στηρίζουν καί στηρίζονται από τους άγγλους « συμμάχους» καί τή Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


66

δεξιά, όπλισμένοι μέ τό δπλα πού παράδωσε ό Ε­ ΛΑΣ γιά νά 'ναι έντάξει μέ τή Συμφωνία της Βάρκι­ ζας, ξεχύνονται άπό τήν μιάν άκρη της Έλλάδας στήν άλλη, σκοτώνουν καί ρημάζουν. Είναι δλοι τσιράκια τών χιτλερικών, καί άποκη­ ρυγμένοι άπό τό συμμαχικό Στρατηγείο Μέσης ' Α­ νατολης. Ρημάζουν τή Θράκη , τή Μακεδονία, τήν Πελοπόννησο. "Ενας μονόπλευρος έμφύλιος πόλεμος: ό δοσιλο­ γισμός χτυπάει, χω ρίς νά παίρνει άπάντηση άπό τ θν έαμικό κόσμο, προσηλωμένο στή συμφωνία της Βάρκιζας.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


67

« Α ύ ξ ά ν ε σ θ α ι κ α ί π λ η θ ύ ν ε σ θ α ι » ... .

(Κα θυστερημένο ρεπορτάζ)

Χιλιάδες έαμίτες άλλά καί «άμαχοι» ζητάνε κα­ ταφύγιο πέρα άπ' τά σύνορα. 'Ένα άλλο στρατόπε­ δο κυνηγη μένων έλλήνων δημιουργείται στήν 'Αλ­ βανία, στό Ρουμπρίκ. Οί συγκεντρωμένοι στό στρατώνα, στό Μοναστή­ ρι τ ηςΜακεδονίας δέν χωράνε πιά καί κινάνε γι' άλ­ λοϋ. Θά φιλοξενηθούν στά κτίρια μιας Γεωπονικη ς Σχολης, σ τ ό Τέτοβο, μιά πόλη μ έ μεγάλη μειονότη. τα άλβανών. Ή κατάσταση εδώ δέν είναι άκόμη καθαρή . Στά γύρω βουνά υπάρχουν « μπαλίστες», άρβανίτες εθνι­ κιστές πού τ ρομοκρατούν τήν περιοχή . Είναι της όργάνωσης «Μπάλ Κομπετά» ('Εθνικός ' Αγώνας), πού συνεργάστηκε μέ τούς καταχτητές καί· θέλει νά ξαναφέρει στήν 'Αλβανία τόν βασιλιά, καί νά π ρο­ σαρτήσει τήν περιοχή . Στό μεταξύ οΙ γιουγκοσλαύοι κλείνουν τούς λογα­ ριασμούς τους μέ τούς « τσέτνιτσι», τούς σέρβους ε­ θνικιστές πού συνεργάστη καν μέ τούς Γερμανούς, μ' επί κεφαλης τό Μιχαήλοβιτς. Στήν Κροατία συν­ τρίβονται οΙ «ούστάσοι», άλλη εθνικιστική δμάδα, τού Πάβελιτς . ΟΙ f:λληνες �χoυν f:να π ρόβλη μα παραπάνω έδώ. 'Αντιμετωπίζουν τήν εχθρότητα, τήν είρωνία καί τήν κοροϊδία της δμάδας τού Γκότσε. Παλιός σλαυ­ ομα κεδόνας έλασίτης, είχε σηκώσει δικό του μπαϊ­ ράκι γιά τήν «αύτονομία της έλληνικης Μακεδο­ νίας». Τό ΕΑΜ-ΕΛΑΣ τόν είχε πολεμήσει άναγκά­ ζοντάς τον νά καταφύγει στή Γιουγκοσλαυία. vE_ χουν τώρα κάθε λόγο νά είρωνεύονται τούς ελασίτες Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


68

πού φτάνουν κυνηγημένοι στά μέρη τους. Δέν τούς άφήνουν σέ χλωρό κλαρί. Στή βόλτα, στήν πόλη θά τούς άντα μώσουμε παντοϋ. -Βρέ, καλώς τούς άντιφασίστες ! Βρέ, καλώς τούς νικητές! Σάς κυνηγανε, σάς κυνηγάνε; Πάνε στή πύλη της Σχολης έτοιμοι νά δημιουργή­ σουν έπεισόδια. -Τί κ άνετε έαμοβούλγαροι; Είδατε πού δέν τή γλιτώσατε τή ρετσινιά; Κι ας μάς διώξατε έμά ς ! � Αν μάς ά κούγατε, δέ θά 'σαστε τώρα έδώ ! Γελάνε. -Κοιτάξτε κάτι παλληκάρια μαντρωμένα ! Κάνα δυό άπό τούς άντά ρτες δέν τό άντέχουν. Πηδάνε έξω κι ερχονται στά χέρια . ΟΙ γκότση δες βγάζουν τά πιστόλια. ΟΙ πιό ψύχραιμοι προτείνουν «συντροφική συζή­ τηση» . 'Επεμβαίνει τό «γραφείο» καί κάνει παράπονα στούς Γιουγκοσλάβους. ΟΙ «γκότσηδες» δέν θά ξανάρθουν στήν πόρτα τους. Δέν θά τούς ξανα;τειράξουν στό δρόμσ. 'Όταν συναντιώνται στό δρόμο «χαμογελάνε εύγενικά». Κι αύτό είναι χειρότερο άπό τήν άνοιχτή π ρόκληση. , Απ' τή Γερμα-νία μάς ή ρθε μιά άπίστευτη είδηση . 'Απίστευτη ά κόμη καί γιά χιτλερικούς, πού γνωρί­ σαμε πιά στό πετσί μας τήν άνθρωπιά τους. Στήν π ροέλασή τους, οί άγγλοαμερικάνοι, μέ τή μεγάλη μάχη τού Ρήνου, άνακάιc.υψαν τά· χιτλερικά στρατόπεδα συγκέντρωσης . Θ' άκουστοϋν γιά π ρώ­ τη φορά όνόματα καί τοποθεσίες πού θά γίνουν, γιά δλον τόν κόσμο, γιά δλες τίς γενιές άπό δώ καί πέρα συΥώνυμα μέ τή Φ ρίκη . Μπούχεγβαλτ - Νταχάου Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


69

-Ράβενσμπρουκ

-

Μαουτχάουζεν

-

Μπέργκεν

-

Μπέλσεν - 'Άουσβιτς ... Στό Νταχάου βρήκαν τόν ΖαΊαριάδη! Άναθαρ­ ρεύουμε πάλι...

Ό Ζαχαριάδης ζεί! Ό Ζαχαριάδης! Γιά τίς έκατοντάδες χιλιάδες τά μέλη τού Κόμματος, γιά όλους τούς έαμίτες, ετναι ό άΡχηγός! Ό ηρωας, ό άδούλωτος, πού δέν τσν λύγι­ σε κανένα μπουντρούμι!

'0 Ζαχαριάδης! Ό άνθρωπος πού «άν ήτα.\! στήν €Eλλάδα» ό άγώνας θά 'χε πάρει άλλο δρόμο. Τό σωστό δρόμο. Καί στήν άπουσία του άκόμη, φαινό­ τανε νά 'νάι

ή ψυχή καί τό μυαλό τού άγώνα. Κάθε

παράνομη συνεδρίαση άρχιζε καί τελείωνε μέ τό τραγούδι τού άρχηγού,. τό τραγούδι πού τώρα, γιό πρώτη φορά παίρνει τό πραγματικό του νόημα: «Φυλακές γκρεμούν τά δεσμά λυγούν καί στό Κόμμα μας. tμπρός Ι, Ζαχαριάδης άρχηγός»! Σέ λίγες μέρες φτανει στην Ελλαδα, αν δέν έφτα­

σε κιόλας. Νιώθουμε μιά παράξενη χαρά. Λές καί έλειπε ό πατέρας μας, καί γι' αύτό τραβήξαμε δσα τραβήξα­ με, μά τώρα πού γύρισε θά τά τακτοποιήσει όλα!. Θά

τούς τα ψαλει γιά καλά! Θά τούς βάλει τά δυό πΟΟια σ' ενα παπούτσι! ... Πρέπει άπό κάπου νά πιαστούμε....

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


.70

Μία συν εδ ρίαση στ ά Τρίκαλα

(Μαρτυρίες καί σχόλια)

Ή μόρφωση είναι τό κεντρικό σύνθημα στό Τέ:το­ βο. -Πρέπει νά μορφωθοϋμε, λέει δ Ρένος, �νας πα­ λιός σύντροφος άπό τήν 'Ακροναυπλία. Αν γνωρί­ ζαμε τή θεωρία μας, αν είχαμε τήν άναγκαία θεωρη­ τική κατάρτηση , δέν θά φτάναμε έδω π ού φτάσα­ με . . . -Ποιοί, έμείς ! ; άγανακτεί ή ξαδέρφη , ή Φρόσω καί πετάγεται άπάνω. 'Εμείς � μήπως οΙ πιό πάνω, οΙ πιό ψηλά θά 'πρεπε νά 'χουν θεω ρητική κατάρτη­ ση; 'Εκείνοι θά 'πρεπε νά 'χουν κάνει τά �ξη άπλα μαθή ματα! Ό Ρένος χτυπάει τό μολύβι στήν 'Έδρα. -Ήσυχία, συναγωνιστές, ή συχία ! συμβουλεύει, αν καί δέν είχε φωνάξει παρά μόνο ή Φρόσω πού, καί τώρα, δέν τό βάζει κάτω. -Τί ήσυχία; Νά μοϋ άπαντήσετε: 'Εμείς ύπογρά­ ψαμε τήν Καζέρτα, έμείς τό ΛίβαΎο; 'Εμείς ύπογρά­ ψαμε τήν Βάρκιζα; 'Εμείς κάναμε τή . . . Ή φωνή της άκούγεται σ ά νά της κάθισε ψαρο­ κόκκαλο στό λαιμό καί σταματάει. Π ρώτη φορά εί­ δα τή Φ ρόσω θυμωμένη , άγανακτισμένη . ...:....Τί �παθες, ξαδέρφη; ρώτησα μόλις τέλειωσε ή συνεδρίαση . -'Έλα δω, μοϋ λέει, �λα δω νά σοϋ πω, γιατί αν δέν τό πω κάπου θά πεθάνω ! . . . WΕμαθα κάτι τό . . . τό . . . -Καλά, ήσύχασε, της λέω. 'Εντάξει. . . θά μοϋ πείς. . . παμε μιά βόλτα �ξω . . . Μας άφήνσυνε σήμερα . . . �χoυμε «�ξoδo» . . . W

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


71

-Δέν φεύγω, δέν θέλω έξω, δέν θέλω νά δώ τούς σέρβους, δέν μπορώ νά βλέπω στούς τοίχους τόν τί­ το, δέν μπορώ νά τούς άκούω νά τ ραγουδάνε! -Ζηλιάρα ! της λέω γελώντας, γιά νά τήν κάνω νά ή ρεμήσει. Ή Φ ρόσω δμως έχει πάρει φόρα. Θέλει νά πεί κά­ τι καί θά τό πεί. Νοιώθω πώς, π ραγματικά, π ρέπει νά 'ναι κάτι σοβαρό αύτό πού έμαθε. -W Ακουσε, μου λέει: σ'τά Τρίκαλα π ρίν φύγουμε, έγινε μιά συνεδρίαση πού πηραν μέρος δ π ρώτος γραμματέας, δ Γιάννης Ίωαννίδης, καί άλλοι. . . . Τ ά 'πε γρήγορα, σ ά ν ά 'θελε νά τ ά άποβάλει άπό μέσα της, ίiλλά ξαφνικά σταμάτησε. πηρε βαθιά ά­ νάσα καί μέ κοίταξε. -Όρκίσου, ξάδερφε! -Νά δρκιστώ; άπόρησα. -Όρκίσου πώς δέ θά τό πείς σέ κανέναν αύτό πού θά σου πώ. 'Ορκίσου, πώς, άν φύγει άπό τό στό­ μα σου, νά μήν ξαναπατήσεις τό πόδι σου στήν 'Α­ θήνα! -'Εντάξει, ξαδέρφη . . . ήσύχασε . . . 'Εγώ σου δρκί­ ζομαι. . . έσύ, ξανασκέψου άν θές π ραγματικά νά τό πείς. _W Αστα αύτ ά ! Ξέρεις πώς δέν μπορώ παρά νά τό πώ . . . Δέν είσαι κάνας βλάκας καί ξέρεις πώς καί κάποιος άπό τήν ίστορία, άπό τή μυθολογία, ή ξερε κάτι καί - πώς διάολο τόν λένε! WΗξερε κάτι πού δέν έπρεπε νά τό μαρτυρήσει καί γιά ν' άλαφρώσει άνοι­ ξε μιά λακκούβα στή γη καί τό 'πεΙ - Ό Μίδας, της λέω. - 'Εντάξει . . . κι έγώ είμαι . . . -Τό μίδι, της λέω, προσπαθώντας γι' άλλη μιά φορά νά τήν κάνω νά ήσυχάσει, γιατί γιά π ρώτη φοDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


72

ρά τρία χρόνια τώρα πού ξέρω τη Φρόσω, πού έχω ξενυχτίσει μαζί μέ τή Φ ρόσω, σέ συνεδριάσεις, σέ γραψίματα στούς τοίχους σέ μάχες σέ άμπριά καί δ­ δοφράγματα, δέν τήν έχω ξαναδεί ετσι. -Κοίταξε, δέν άστειεύομαι, λέει . . . δέν εχω κέφι γι' άστεία . . . .. Ακου. Καί μου 'πε . . Στά Τρίκαλα, λέει, έγινε μιά συνεδρίαση . Ό Γιάν­ νης Ίωαννίδης είπε: -«Λοιπόν . . . άρχίσαμε νά γυρνάμε . . . Τί θά κά­ νουμε μέ μερικούς πού ξέρουν κάτι παραπάνω . . . » " Ενας άπό εκείνους πού επαιρνε μέρος στή συνε­ δρίαση, τόν κοίταξε μέ άπορία: -«Μά . . . είναι πολλοί. .. » _«vE . . . τότε νά τούς σώσουμε! » ήταν ή άπάντηση του ' Ιωα ννίδη . . . ΥΕνοιωσα ενα ρίγος νά μέ μυρμηγκιάζει. Κοίταξα τή Φρόσω, π' άνάσανε βαθιά, λές καί είχε ξυπνήσει άπό κακό όνειρο: Είπα νά προσπαθήσω νά κρατηθώ έγώ, νά μή βάλω τίς φωνές, γιά νά μπορέσουμε. νά κουβεντιάσουμε. Νά βρουμε μιάν ακρη . -Στάσου, της λέω . . . Π ρώτα πρώτα . . . ποιός σου τό 'πε . --Δέν εχει σημασία , σή κωσε τούς (σμους της. -'Έχει, λέω . π ρωτα πρώτα, νά δουμε: πιστεύεις σ' αυτόν πού στό είπε; - Έσύ πιστεύεις ότι μου τό είπανε; -Τό ξέρω πως δέν βγάζεις τέτοια άπό τό κεφάλι σου, ξαδέρφη . . . Ήσύχασε, θέλω μόνο. νά ξέρω αν έ­ σύ πιστεύεις στόν άνθ ρωπο πού σου 'πε γιά τή συνε­ δρίαση στά Τρίκαλα. -Δέν ξέρω . . . δέν ξέρω άν τόν πιστεύω η όχι. . . -Πιστεύεις; "Εχει σημασία, έπέμενα. Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


73

- Άφού σού λέω, δέν ξέρω ! φώναξε. -Πιστεύεις, λοιπόν, ε; -vE, ναΙ 'Εντάξει. Πισ1;εύω . . . -Καί δέ μού λές . . . τό μυαλό, τού ανθρώπου αυτούνού, κόβει; -Τί θές νά πείς . . . -W Ακουσε . . Ή φράση, άμα της Δλλάξεις. λίγο " τήν σύντα ξη . . -Βρέ δέ μ' αφήνεις ή συχη ! - " Αμα της αλλάξεις τή σύνταξη , συνεχίζω, είναι α πλή . . . -Τώρα, βλέπω, μ ' άρχισες τά περιδιαγραμμά­ του ! - VΕχει σημασία, έπέμενα . . . Λέει δ Ίωαννίδης: «Λοιπόν . . . αρχίσαμε νά γυρναμε στήν Άθήνα . . Τί θά κάνουμε μέ μερικούς πού ξέρουν κάτι παραπά­ νω; » Αυτό μπορεί νά σημαίνει πραγματικό ένδιαφέ­ ρον γι' αυτούς τούς ανθρώπους. Ό Ίωαννίδης φο­ βάται πώς εχουν νά τραβήξουν πολλά . Μετά μου λές πώς κάποιος απάντησε: <ψά, είναι πολλοί. . » Αυτό τ ό « μά» λοιπόν . . . -VΩωωωχ, άσεμε, β ρέ ξάδερφε, μ έ τίς αναλύσεις σου! Δέν είμαστε στό δημοτικ ό ! Δέν κάνουμε σύν­ ταξη ! -Είμαστε στό δημοτικό καί κάνουμε σύνταξη! Καί, τώρα μάλιστα, έχει ζωτική σημασία γιά μάς νά βρούμε σωστά τό ρημα, τό . . . - 'Εντάξει, συνέχισε! . . πηρε ή Φ ρόσω βαθιά ανά­ σα. -Αυτό τό « μά» λοιπόν, δείχνει πώς, στόν τόνο τού Ίωαννίδη, στό τ6νο κι δχι στή φράση του ύπηρ­ χαν υπονοούμενα. " Δηλαδή: αυτούς τούς «μερικούς» πού ξέρουν « κάτι παραπάνω» π ρέπει νά τούς « ξεπα.

.

.

.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


74

στρέψουμε», �τσι; Είναι '!i δέν είναι αύτό τό νόημα; -Αύτό είναι τό νόημα. -τωρα �χoυμε καί τό «τότε». Τ6τε νά τούς «σώσουμε». Τ6τε. Δηλαδή , d φ ού εΤναι πολλοl καΙ δέν μπορούμε νά τούς . . . Κουβεντιάζαμε σιγά, στήν αύλή τού Σχολείου, κά­ τω (ιπό fνα δέντρο. -'Εντάξει, μουρμούρισε ή Φ ρόσω. Κατάλαβα τί θές νά πείς. Ό άνθρωπος πού μού τό 'πε είναι σέ θέ­ ση νά έξετάσει μιά φράση, νά τήν (ιναλύσει «συντα­ κτικά», (ιφού έπιμένεις τόσο . . . Ξέρει πότε μπαίνει τό « μά» καί τό «τότε», καί κόβει τό μυαλό του: κα­ ταλαβαίνει καί τά υπονοούμενα. Τί άλλο θές τώρα; -Τώρα, λέω, θέλω νά δούμε τήν κατάσίαση . . . τήν πραγματικότητα . . . -Είσαι βαρετός, ξάδερφε, τ ό ξέρεις; -Τό ξέρω, της λέω . . . (ιλλά κι έσύ δέν μπορείς νά 'ρχεσαι, νά μέ κάνεις χώμα, νά σκάβεις τή λακκού­ βα σου στά στήθεια μού γιά νά φωνάξεις τό μυστικό σου, ν' άπαλλαγείς έσύ καί νά μέ κάνεις έμένα νά ψάχνω νά βρώ γη νά τό παραχώσω, �τσι; -WΕτσι . . . , ψευτογέλασε. -Τώρα, λοιπόν, κάτι άλλο . Ας δούμε τήν π ραγματικότητα. Ποιοί είμαστε έδώ; Κοίτα γύρω σου. Κόσμος καί κοσμάκης. Άπό τήν Μακεδονία, άπό τή Θράκη . . . Άπλοί άνθρωποι, (ιγράμματοι οί πιό πολλοί. . . Αύτοί δέν μπορεί νά «ξέρουνε κάτι πα­ ραπάνω» . . -Δέ λέω γι' αύτούς . . . Λέω γιά μας τούς Άθη­ ναίους γιά τούς π ρώτους πού φύγαμε (ιπό τά Τρίκα­ λα . . . Γιατί φύγαμε έμείς; Γιατί δέν μας (ιφήσανε νά γυρίσουμε στήν 'Αθήνα; Ό ξάδερφος Βασίλης είχε πλησιάσει χωρίς νά τόν . .

V

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


7S

άκούσουμε. -Ναί, λοιπόν; fKaVE πλησιάζοντας. «Γιατί δέν μας άφήσανε νά γυρίσουμε», ξαδέρφη ; Είχε άκούσει τήν τελευταία φράση, καί τήν ξανά­ λεγε, σάν τόν δάσκαλο πού θέλει νά βοηθήσει τό μα­ θητή νά συνεχίσει. wH μήπως, σάν τό δάσ καλο πού, τονίζοντας τή φράση , θέλει νά δείξει πώς δ μαθητής δέν βρfσκεται σέ καλό δρόμο; Ή Φρόσω τόν κοίταξε στά μάτια. WΕμεινε κι έκεί­ νος fτσι, κοιτάζοντάς την περιμένοντας, καί στρι­ φογύρισε τό κεφάλι . του τεντώνοντας τό πηγούνι, κατ ά' πώς τό 'χε συνήθειο. -Λοιπόν, Φ ρόσω, μιά έρώτηση : ό 'Αλέξης είχε πάθει γαστρορραγία ii δχι; -ΝαΙ . . είχε . . . μουρμούρισε ή Φρόσω. -Ό Σωτήρης fχει καί τά δυό του πνευμόνια τρύπια, ii δχι; -'Εντάξει! Κούνησε τό κεφάλι της ή Φ ρόσω. -'Εσύ εχεις ii δχι τά χάλια σου; Κι ή Στέλλα, είναι ii δέν είναι φυματικιά; "Ολοι, λοιπόν, έμείς πού φύγαμε άπό τά Τρίκαλα είχαμε κάτι τό ίδιαίτερο. Τό κόμμα σκέφτηκε πώς δέν θ' άντέχάμε στίς κακου­ χίες πού μας περιμένανε, γι' αύτό βγήκαμε έξω. Στό μεταξύ, ή ρθε κι άλλη σκέψη : είναι κι αλλοι πολλοί, άπό τίς βόρειες περιοχές, πού fxouv νά τραβή ξουν, ένας θεός ξέρει πόσα! Τ' άκούσατε ii δέν τ' άκούσα­ τε τά κυνηγητά; Γι' αύτό, λοιπόν, κατάλαβες; Καί, μ' αύτό τό « κατάλαβες», ό Βασίλης εκανε βιαστική μεταβολή καί έξαφανίστηκε στό σκοτάδι. . . ( . . . Δέν ξέρω, καί τώρα άκόμη , δέν ξέρω άν έκεί­ νη ή συνεδρίαση έγινε. Δέν ξέρω αν είναι άλήθεια ii δχι. Δέκα, είκοσι φορές, χίλιες φορές προσπάθησα _

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


76

νά μάθω. Ρωτώντας εδώ κι εκεί. Μέ τρόπο. Ψάρε­ μα, ετσι γιά δική μου ήσυχία. 'Ύστερα ρώταγα άνοι­ χτά, καθαρά . Αλλοι - πού θά μπορούσαν νά ξέ­ ρουν - τ' ά ρνήθηκ αν κατηγορη ματικά. "Αλλοι, λό­ για μασημένα. Ό Βασίλης δέν ξαναμίλησε γ1' αύτό: άλλαζε κουβέντα, δλα τά χρόνια πού είμαστε μαζί. Σίγουρα εκείνος τό 'χε πεί στήν Φρόσω. Δέν fιθελε καί πολύ μυαλό νά τό καταλά-βεις. Μ πή κε τότε, στην αύλή στή Γεωπονική Σχολη. ά.π ρόσκλητος στήν κουβέντα, γιατί το 'νοιωσε πώς ή Φρόσω είχε μεταμορφωθεί σέ Μίδα. Μίδας κι ό ίδιος ! . . . . ny στερα ή Φρόσω παντρεύτηκε μέ τόν ξάδερφο Βασίλη , τόν «Ε». WΕλεγα; θά τά ξαναπούμε ά ργότε­ ρα, όταν σιάξουν τά. πράγματα. 'Αργότερα . . . ό Βα­ σίλης πέθανε. . . Κι όταν ά,ρχίσαμε νά γυρίζουμε στήν πατ ρίδα, πάει κι.ή Φρόσω, ή καλή ξαδέρφη . . . Πέθα­ νε κι αύτή στή Βουδαπέστη . . . . Κι αν μέ ρωτήσετε: «'Ωραία, μ' άφού ούτε εσύ ξέρεις αν εΙναι άλήθεια αύτό πού μας άράδιασες, γίατί τό γράφεις; » 'Εγώ θ' άπαντήσω: « "Ε ! . . . , "Α­ νοιξα κι εγώ uιά λακκούβα στό χώμα, νά τό πώ. Νά βγεί άπό μένα. Τόσα χρόνια μέσα μου μέ τ ρώει. Κι i}­ στερα, έχω κι άλλο λόγο νά τό γράψω: αύτή 1'1 όπο­ ψία, β άσιμη fι δχι «σημάδεψε» άρκετούς άπό μας . . . ) W

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


77

Ξανθούλα-Φώκος

(Τά πρόσωπα) Πολλοί 'Αθηναίοι τήν Ξανθούλα τή λέμε « μάνα» . Αν καί δέν είναι πάρα πάνω·άπό δέκα χρόνια μεγα­ λύτερη άπό μας. Ή Ξανθούλα θά μας δίνει κουράγιο, συμβουλές, θά μας μάθει νά ντυνόμαστε, νά καθαρίζοl,>με τά πα­ πούτσια μας, νά πλένουμε τά δόντια μας. -Μά στό Μπουλκες, Ξανθούλα μου; -Παντου. 'Έχει πολλούς γιούς Τι Ξανθούλα. Τόν 'Αλέξη , τό Μίμη , τό Βαγγέλη τόν Καμπούρη , τόν Κολλημένο τό Γιώργο, τό Μανώλη . . . Παιδιά πού 'ναι καί μεγα­ λύτερά της. -Μάνα, είμαι έρωτευμένος. -Μπράβο ! Αυτό είναι καλό. -Μά στό Μ πουλκες, Μάνα . -Παντού! Δέγ έχεις τσιγάρα, θά πας στήν Ξανθούλα . Σέ πο­ νάει τό στομάχι σου, θά πας στήν Ξανθούλα.. Σέ πο­ νάει Τι καρδιά σου, θά πας στήν Ξανθούλα. Τό σπίτι καθαρό, πεντακάθαρο. Παρ' δλο πού εί­ ναι σακατεμένη . Δέν τό δείχνει. Κάποιο σηρύΥΥΙΟ, άπό τά βασανιστήρια. Δέν λέει ποτέ τίποτα. Δέν ε­ χει καιρό νά πεί τά δικά της. Πρέπει ν' άκούσει τούς άλλους. Νά πεί gνα καλό λόγο. Στό σπίτι της δέ θ' άκουστεί ποτέ άσκη μη λέξη. Θά πηγαίνουμε γιά νά γελάσουμε ή γιά νά κλάψου­ με. Ουδετερότητα αίσθημάτων δέν ύπάρχει. Ό μέ­ σος δρος δέν είναι δεχτός στό σπίτι της Ξανθούλας. Κάθεται στήν δδό Στάλιγκραντ . 'Ένα δωματιάκι, gνα χωλάκι πάντα ζεστό. Μιά μικρή κουζίνα . �

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


78

Ή Ξανθούλα παντρεύτηκε . μέ τόν ΜπάρμπαΦώκο. 'Εκείνη δτι πιό « μικροαστικό» 'Εκείνος δτι πιό «έργάτης». Τό 1946 π ρέπει νά φύγει «τό καλλιτεχνικό συγ­ κρότημα» γιά τό Φεστιβάλ της Νεολαίας στήν Πρά­ γα. Ή όμάδα αύτή θά παίρνει εΙδικά μαθήματα συμ­ περιφοράς. Ό μπάρμπα-Φώκος θά 'ρχεται καί θά μάς λέει πώς νά φερθούμε πολιτικά . Ή Ξανθούλα θά Kάνε� μαθήματα « καλη ς συμπε­ ριφοράς».. Πώς θά κρατάμε τό μαχαίρι, πώς θά κρα­ τάμε τό πη ρούνι. Πώς θά τ ρώμε τήν κότα χωρίς νά χρησιμοποιούμε τά δάχτυλα. Γιά νά μήν πούνε πώς είμαστε άξεστοι καί γίνει ρεζίλι τό κόμμα μας καί ό . λαός μας. Μάς μαζεύει στό σπίτι της καί μάς λέει: -Νά, ετσι. Τό μαχαίρι μέ τό δεξί, τό πηρούνι μέ τ' άριστερό. Κι ίσιο τό κορμί σου! Δέ σού χρωστάει τίποτα ό άλλος πού τρώει μαζύ σου νά σέ βλέπει καί νά τού κόβεται ή δρεξη . Κι ύστερα : -'Όταν μιά κυρία σού προσφέρει φωτιά γιά τό τσιγάρο σου τί θά κάνεις; -'Έμ, τί θά κάνω; Θά πώ «σάς εύχαριστώ ! » -'Έμ , άν δέν πείς κι εύχαριστώ θ ά 'σαι γιά κρέμασμα! Δέν πρόκειται γι' αύτό. 'Όταν θά σού προ­ σφέρει τό σπίρτο θά τό πάρεις άναμένο άπό τό χέρι της, καί θ' άνάψεις π ρώτα τό δικό της τσιγάρο. Μαθαίνει τό γραφείο γι' αύτά τά μαθήμ ατα καί τά κόβει. Ό Περικλης θεωρητικοποιεί τό « λάθος» της Ξανθούλας: -Διάδοση μικροαστικης ψωροευγένειας. Ή συνDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


79

τρόφισσα ξεχνάει πώς δέν πάμε σ' έπίσημο γεύμα στούς γάμους της κόρης δέν ξέρω ποιανού, άλλά σέ γιορτή πολιτικης έπίδειξης. Είμαστε κομμουνιστές κι δχι καλεσμένοι μικροαστοί. Τά μαθήματα συμπεριφοράς της Ξανθούλας θά κοπούν. Θά κοπούν δμως καί τά μαθήματα τού Μπάρμπα Φώκου της πολιτικης συμπεριφοράς. Ή Ξανθούλα καί δ Μπάρμ π α Φώκος είναι τά ά­ κρα άντίθετα. 'Εκείνη γιατρός, έκείνος υδραυλικός. Συναντιώνται στήν άγάπη πού εχουν γιά τόν άν­ epronq. Στό σεβασμό της άνθρώπινης άξιοπρέπειας. Καί ζούνε μαζύ. Κι έχουνε ενα γιό. . Τό τελευταίο μάθημα κομματικης άξιοπρέπειας, θά τό δώσει δ μπάρμπας σέ μερικά «.σ;ελέχη» . Τό Ι 958 δταν θά τόν «πετάξουν» άπό τήν δουλιά πού κάνει στό « μηχανισμό». «Γέρασε, ξεπεράστηκε» . Δηλαδή , μέ άλλα λόγια σέ μερικούς δέν άρέσουν πιά οί ίδέες του. Ψάχνουν νά βρούν μέ τί θά τόν κα­ τηγορήσουν γιά νά δικαιολογήσουν «τό πέταμα στά σκουπίδια». Νά πούνε « μικροαστικά υπολείμματα». Δέν γίνε­ ται. Θά γελάσουν. κι οί κότες. Νά πούνε δτι «έχασε τήν πίστη του στό λαό» . Τό κόλπο δέν πιάνει γιά τόν μπάρμπα . Τόν ξέρουν δλοι. Ξέρουν τήν πίστη του. Κάποιο «στέλεχος» θά άναλάβει τό σκλη ρό καθη­ κο νά βγάλει «σκάρτο» τό Μπάρμπα Φώκο. -«'Ο σύντροφος Φώκος καταχράστηκε χρήμα­ τα. 'Ενώ είχε τό μιστό του, πηρε καί μιά σύνταξη Υωρίς νά τή δικαιούται». του μπάρμπα Φώκου αν τού 'λεγες δτι «π ρόδο­ σε», δτι είναι «τροτσκιστής», δτι είναι «σταλινι­ κός», � δέν ξέρω τί αλλο θά σηK�νότανε στή συνεDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


80

δρίαση καί θά τόν �Kανε σ κόνη τόν «προλαλήσαν­ τα». Νά τόν πείς δμως καταχραστή ! . . . . .. Αν τού δόσεις τού μπάρμπα μιά πεντάρα καί τού πείς: «αύτή είναι τού Κόμματος», θά πεθάνει άπάνω στήν πεντάρα. Νηστικός καί άυπνος γιά νά τήν φυ­ λάξει. Στήν κατηγορία αύτή τί νά πεί δ Μπάρμπας; 'Ένα σπασμός παραμορφώνει τό πρόσωπό του. Ή πρώτη φορά πού δέ θά μιλήσει σέ συνεδρίαση . 'Ύ στερα θά πάθει τό πρώτο έμφραγμα. Καί έγκε­ φαλικό. 'Ύ στερα οί πρώην σύντροφοί του θά τού προσφέ­ ρουν ένα καπνοπωλείο γιά νά πάει νά δουλέψει. -Μά οχι, λέει, δ μπάρμπας. Δέν μπορώ νά πάω στό καπνοπωλείο. -Μά ή δουλιά δέν είναι ντροπή, πάει νά τόν μάθει κάποιος « σπουδαίος». - " Αντε ρέ, φέγα! Αύτά νά τά πείς στά παιδιά σου. Στό καπνοπωλείο δέν πάω γιατί δέν θέλω νά έκθέσω τό Κόμμα. Κατάλαβες; -'Όχι. -Βρέ, σύ! "Αν πάω στό καπνοπωλείο καί μέ δούνε οί νέοι σύντροφοι τί θά πούνε; Μιά μέρα θά μού τηλεφωνήσει δ Μπάρμπας. Κάθε φορά πού τηλεφωνάει τρέμω. Θά μέ β ρίσει. Θά μού πεί δτι fχω νά περάσω μηνες άπό τό σπίτι τους. 'Ότι δέ μέ νοιάζει άν ζούν 11 άν πέθαναν. Μά έκείνη τή μέρα δέ βρίζει δ Μπάρμπας. -"Ελα δώ γρήγορα, λέει! καί Kλείνε� τό τηλέφω� νο. Πάω τ ρέχοντας. -'Ήμουνα στό νοσοκομείο, τό 'ξιφες; Νά μήν πείς δτι δέν τό 'ξερες γιατί θά πείς ψέμματα. Δέ σέ φώναξα νά σού κάνω διαφώτιση πώς νά φέρεσαι μέ Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


81

αυτούς πού σ' αγαπούν. Αυτό είναι δουλιά τη ς Ξαν. θούλας. Ή Ξανθούλα φτιάχνει σπανακόπιττα. Ξέρει δτι μ' αρέσει. Μόλις μπαίνω μού κάνει ένα νόη μα πού δέν τό καταλαβαίνω . Ό Μπάρμπα φωκος κρατάει λίγο γυρτό τό κεφά­ λι του καί τό στόμα του εχει λίγο στραβώσει. 'Όλο του τ' αριστερό μάγουλο τ ρέμει. ΕΙχε μιά κ αινούρ­ για κ ρίση . -Λοιπόν σέ φώναξα νά σού πω: πρόσεχε! Κοίτα τήν υγεία σου ! Τίποτα άλλο νά μή σέ νοιάζει! Τό νο­ σοκομείο είναι γεματο ανθρώπους της ήλικίας σου. Είναι φοβερό! Θά σέ κλείσουν στό νοσοκ ό μείο καί δέ θά ' ρθει κανείς νά σού φέρει ενα ποτήρι νερό. Ή Ξανθούλα κάνει κάποιο νόη μα πάλι. Ό γιός τοιμάζεται νά δόσει έξετάσεις στό Πολυτεχνείο καί διαβάζει στό διπλανό δωμάτιο. Τό μάγουλο του μπάρμπα τρέμει συνέχεια . « Πρέπει νά χτυπήσω» σ κέφτομαι. -'Έ, λοιπόν; ρωτάω, τάχα άδιάφορα. -Τίποτα. Μπορείς νά φύγεις γιατί δέν έχω ανάγκη νά δω τά μουτρα σου. -'Εσύ μας έμαθες, μπάρμπα ! -Τί σας έμαθα έγώ; -'Εσύ μας έμαθες νά φερόμαστε έτσι! -'Εγώ σας έμαθα νά φερόσαστε ετσι μέ τούς αν�ρώπoυς; 'Εγώ σας εμαθα νά μήν τούς σέβεστε, νά μήν τούς δίνετε ένα ποτήρι νερό; -'Όχι έσύ μας έμαθες άλλο πού έκεί πάει. Τί χά­ νει ή έπανάσταση μπάρμπα αν πεθάνεις έσύ; «Χι­ λιάδες θάρθουν στή θέση σου»! Καλό ταξίδι, μπάρ­ μπα! Πέθανες, πέθανες! Τά 'πα έπίτηδες γιά νά τόν κάνω τόν μπάρμπα νά Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


82

σπάσει. Νά τοϋ πάω άλλοϋ τή σκέψη νά μήν πονάει. Νά θυμώσει! Ό μπάρμπας κλαίει. Σιγά. 'Χωρίς λυγμούς. Τό μάγουλό του τ ρέμει. ('Εγώ κ ρατιέμαι. Δέν πρέπει νά κλάψω. 'Εγώ εί­ μαι ό συγγραφέας ό άντικειμενικός! Από κάπου ψηλά παρακολουθώ άνθρώπους καί πράμματα! . . . ) Ή Ξανθούλα φέρνει τήν πίτα. Ό γιός της διαβάζει. ΟΙ άλλοι γιοί της σκόρπισαν. Τρείς σκοτώθηκαν, ένας έφυγε, ό τρίτος παραδίδει «μαθήματα» στόν Μπάρμπα, πού πέθανε, κι αύτός, στην . ξενητια. ,. . . . >

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


83

Ή Σ τ έ λ λ α μ α θ αί ν ε ι ν ά δ ι α β ά ζ ε ι

( Ίσ τ ο ρ fα άγάπης)

νΕχει σουρουπώσει γιά τά καλά. Στό δρόμο ό.κού­ γεται τ ραγούδι: «Σύντρο φε Τίτο, άχ, σύ ντροφε Τίτο, ε Ισαι τό φώς καί ή έλ πίδα μας . . » . Κάτι νεολαίοι ό.πό τίς έργατικές ταξιαρχίες πού άρχισαν νά πλημμυρίζουν τήν Γιουγκοσλαβία, ό.πό τήν μιά άκρη στήν άλλη , περνάνε στό δρόμο μέ τά τσαπιά τους κ αί τίς ό.ξίνες τους στούς ώμους. Καθα­ ρίζουν έρέίπια, ό.νοίγουν δρόμους. νΕχει τελειώσει τό μάθημα γιά τόν « ' Ιμπεριαλι­ σμό - τό τελευταίο Στάδιο τού Καπιταλισμού», καί ό Αλέξης, μέ τίς σημειώσεις ό.κόμη στά χέρια ψάχνει νά βρεί τή Στέλλα, �ξω, στήν αυλή . 'Εκείνη είναι στό γυναικείο τμήμα . . . Τή βρή κε κ άτω ό.πό �να δέντρο νά διαβάζει κάτι τετράδια . 'Από τΙς μεγάλες έτικέτες. φαίνεται πώς ε{ναι σχολικά . Θά τά πήρε ό.πό τίς ντουλάπες πού 'χαν τά τετράδιά τους οΙ μάθητές τής Γεω�oνΙKής Σχολής. -Τί διαβάζεις; ρωτάει ό 'Αλέξης. 'Εκείνη, χωρίς ν' ό.παντήσει τού 'δωσε fνα τετρά- . διο νά τό δεΙ Ό 'Αλέξη ς τό ξεφύλλισε καί κατάλα­ βε πώς πρέπει νά 'ναι έκθέσεις μαθητών. Αλλο τί­ ποτα δέν βγάζει γιατί είναι στά σέρβικα . -Τί λέει; ρώτησε ή Στέλλα. 'Εκείνος �Kανε πώς διαβάζει: -«.Τ ούς διώξαμε πιά τούς φασΊστες ό.πα τή χώρα μας! Τώρα χτίζουμε μιά καινούργια ζωή ! 'Όπως τήν όνειρευτήκαμε! 'Όπως τήν όνειρεύτηκαν οΙ σύντρο­ φοί μας πού . . . » .

,

V

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


84 Ή Στέλλα τόν κοίταξε θαυμάζοντας. -Ξέρεις καί διαβάζεις μακεδονικά; -'Όχι, γέλασε! 'Αλλά τί άλλο μπορεί νά γράφει αυτό τό παιδί στό τετράδιό του; Έσύ τί λές; -Ξέρω κι εγώ; Σήκωσε τούς ωμους της. Δέν ξέ­ ρω νά διαβάζω. -Καλά, δέ λέω γιά τά σέρβικα . . . γιά τά έλληνικά, λέω. -Ούτε έλληνικά ξέρω . . . -Δηλαδή . . . θέλεις νά πείς . . . -Μιά τάξη πηγα σχολείο δλη κι δλη . . . -Μιά τάξη ; -Έγώ είμαι έργάτισσα . . . Κάποιος φώναξε άπό μέσα: _vE, βουλώστε το! -Έγώ είμαι έργάτισσα . . . ξανάπε σιγότερα. Δού­ λευα στό Πηγάδι, �ξω άπό τήν 'Αθήνα . Κι ό πατέρας μου κι ή μάνα μου - δλοι. Στά κάρβουνα. Άπό δέ­ κα χρονώ κουβάλαγα καλάθια μέ κάρβουνα . . . 'Έχω καταπιεί καρβουνόσκονη, όκάδες! Γι' αυτό εμεινα κι �τσι: μικροκαμωμένη , γέλασε. ,Μήν κοιτάς, εσύ είσαι μικροαστός. Σά νά ντράπηκε δ Άλέξης. Θυμήθηκε κάτι στί­ χους του Παλαμα: «Ντρέπομαι γιά τή ζέστα μου καί γιά τήν άνθρωπιά μου!» Μετά τόν �πιασε ενθουσιασμός! Ευκαιρία νά κά­ νει κάτι γιά τή Στέλλα, νά κάνει κάτι γιά νά 'ναι κοντά της. -Έντάξει! ' άποφάσισε. Αύτό δέν είναι τίποτα! Νά δείς, σ ' ενα μήνα θά 'σαι ξεφτέρι. Λοιπόν, άκου­ σε: άπό αύριο τό πρωί άρχίζουμε μαθήματα ! wOxt, τί λέω αύριο ! Τώρα! Αυτή τή στιγμή ! Τετράδια �χoυDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


85 με, δόξα σοι δ Θεός! "Ολα αυτά τά τετράδια, νά, ε­ χουνε στό τέλος πολλές άγραφες σελίδες . . 'Εδώ θά . γράφεις! 'Αρχίζουμε άπό τώρα ! Σά νά 'χε πυρετό! Σά νά έβλογούσε τή «σάπια κοινωνία» πού άφησε άγράμματη τήν Στέλλα , γιά νά τήν μάθει έκείνος. Σ' ενα άπό τά συρτάρια, σέ κάποιο γραφείο βρήκε μολύβια , ξύστρες, γομολά­ στιχες. Βρήκε καί κιμωλίες γιά τήν ώρα άχρηστες, γιατί τούς πίνακες τούς είχανε χώσει πίσω άπό τίς ντουλάπες. 'Αργότερα, αύριο, μεθαύριο, άν μένανε πιό πολύ στό Τέτοβο, θά 'βρισκαν μιά δικαιολογία νά βγάλουν- εναν μαυροπίνακα . . . -Λοιπόν,. τής λέει . . . 'Αρχίζουμε . . . Θ ά γράψεις έ� δώ δτι θυμάσαι άπό τά γράμ ματα πού εμαθες. -Τίποτα δέ θυμαμαι. -Φημερίδα διαβάζεις; -Μόνο τούς τίτλους . . . σήκωσε τούς ώμους της. Κι ύστερα γέλασε: καί νά δείς πόσο κουράζομαι! Νοιώθω τό κεφάλι μου νά βουίζει ! Δέν προλάβανε νά κάνουνε μάθημα έκείνο τό βράδυ, γιατί ή παρέα τού ΤΙβέριου γύρισε. Πήγαν νά βάλουν τόν Βάσσελ τόν η ρωά τους νά κοιμηθεί, καί δ Μεγάλος ' Αρχηγός, δ τιβέριος, μπήκε στήν ντου­ λάπα του, έβγαλε μέσα άπό τό συρτάρι τό χέρι του πού κρατού σε τό ρεπούμπλικο, τ' άπίθωσε, ψηλαφί­ ζοντας, . πάνω στήν κλειστή ντουλάπα καί ξαναχά­ θηκε μέσα άπό τό κούφωμα τού συρταριού. Τώρα πρόσεξε πώς είχανε πέσει νά κοιμηθούν οί περισσότεροι. Μερικοί βρισ�όντoυσαν άκόμη στήν αυλή καί κουβέντιαζαν. 'Αποφάσισε νά κάνει ενα πρόγραμμα γιά τά μαθή­ ματα . Δέν τά κατάφερε. Ειχε μπροστά του συνέχεια Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


86

τα μάτια της Στέλλας. Μάτια σκοτεινά. Νά ... . σάν νύχτα . wOXl πώς δέν ήταν φωτισμένα, αλλά . . . νά σά νά 'ταν βαμένα μέσα.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


87

·0 « Μ α ϊ ν τ α ν ό ς

» ...

ΓΑ πλά περιστατικά) Τόν λέγανε «Μαϊντανό». Τό πραγματικό του δνο­ μα δέν τό ξέρω. Τό 'ξεραν οΙ καισαριανιώτες. Τό 'ξερε δ Βαγγέλης δ Καμπούρης; πού σκοτώθηκε στό Βίτσι. Τό 'ξερε δ Γιώργος δ Κολλημένος, πού τόν σκότωσαν' οΙ χίτες. Μαϊντανός ήταν τό παρατσούκλι του καί τό 'χαμε μάθει δλοι δσοι είμαστε στά Τρίκαλα, στήν υποχώ­ ρηση άπό τά Δεκεβριανά. Κάθε φορά πού κάποιος άπό μας θά κοίταζε καμ­ μιά κοπέλλα, δική μας έλασίτισσα δηλαδή , η καί . . . άμαχη , οΙ καισαριανιώτες τραγουδούσανε χτυ­ πώντας καί παλαμάκια: -«Ό Μαϊντανόοος ! Ό Μαϊντανόοος! » Μόνο αύτή τή λέξη. Καί κάθε φορά κάνανε καί χειρονομίες η γκριμά­ τσες, πότε κλείνοντας πονηρά τό μάτι, πότε κου­ νώντας τό δάχτυλο άπειλητικά καί προειδοποιητι­ κά, άλλοτε μέ τή χαρακτη ριστική κίνηση του δείχτη πού πατάει τήν σκαντάλη . -«Ό Μαϊντανός! Ό Μαϊντανόοοος! » Τ Ηταν fva μυστικό δικό τους πού, πές δ fνας πές δ άλλος, μαθεύτηκε. ΤΗταν λοιπόν, δ ΜαϊνΤάνός αύτός τό παρατσού- ' κλι ένός συντρόφου τους. Καλό παιδί καί παλλη κά­ ρι, λέει. Καί ψηλός καί μελαχρινός, κι δμορφος. Καί μιά μέρα, στά Δεκεβριανά, δ Μαϊντανός τήν fκανε τή λαδιά. του 'χανε δώσει μιά γυναίκα δμηρο νά τήν πάει στό λαϊκό δικαστήριρ καί δ Μαϊντανός της ρίχτηκε. Πώς εγινε άκριβώς δέν ξέρει κανείς . Ή γυναίκα, Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


88 μόλις φτάσανε στό λαϊκό δικαστήριο, παραπονέθη­ κε πώς τή βίασε ό Μαϊντανός. Τόν έβαλε στή μέση ή όμάδα του. -«'Όχι, λέει . . . έκείνη ή θελε». -«Τί θά πεί ήθελε;» -«Νά, ήθελε . . . πφς νά σας τό πώ . . . Μοϋ ρίχτηκε έκείνη . . . Κι ύστερα πηγε καί είπε πώς τήν βίασα . . . » Κι έκείνη «ήθελε», λοιπόν . . . ΤΗταν άμοιβαίο Ή όμάδα σκέφτηκε: δέν μπορεί ν ά είναι « άμοι­ βαίο», δταν ό Μαϊντανός είναι όπλισμένος καί ή γυ­ ναίκα αίχμάλωτη καί άοπλη . Καί νά «ήθελε», τό πι­ στόλι τοϋ Μαϊντανοϋ, καί ή μειονεκτική θέση πού β ρισκότανε τήν άνάγκασαν νά «θέλει». Ή όμάδα άποφάσισε: ό Μαϊντανός είναι ένοχος βιασμοϋ! Καί νά ήθελε ή γυναίκα, ήταν « αίχμάλω­ τη» . 'Έπ ρεπε νά σεβαστεί τήν όμάδα του ό Μαϊντανός. Ή όμάδα καταδίκασε: σέ θάνατο, γιατί π ρόσβα­ λε τήν έπανάσταση , τήν 'Αθήνα, καί τούς συντρό­ φους του. Κι άς λένε οί άλλοι γιά τήν άνηθικότητα τών κομ­ μουνιστών. Κι άς λένε γιά « κοινοκτημρσύνη» τfuν γυναικών ! . . . Ή άλήθεια είναι πώς ή γραμμή καί στό ΕΑΜ καί στό Κόμμα καί στήν ΕΠΟΝ καί στόν Ε­ ΛΑΣ, σέ δλες τίς άντιστασιακές όργανώσεις άπαγό­ ρευε τίς σχέσεις μεταξύ τών συντρόφων. Ή γραμμή ήταν ή άλλη άκρη ! «Νά μήν μας ποϋνε πώς είμαστε άνήθικοι» . . Χρόνια τώρα δέν τολμούσαμε ν' άγγίξουμε κο­ πέλλα. Θά πείς, δέν μας πήγαινε κιόλας. Τόσα χρό­ νια μαζί, στόν κίνδυνο, στίς διαδηλώσεις, στά γρα­ ψίματα στούς τοίχους, στά όδοφράγματα, τό «άλ­ λο», τίς άλλες σχέσεις είχαμε μάθει, έμείς οί νέοι τό. • .

.

,

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


89 τε, νά τίς θεωρούμε «βρώμικες» . Είχε παραγίνει τό κακό . . . της l\θικης μας. 'Ακόμη καί τό 1947, ά κόμη καί στό έξωτερικό, ει να καλοκαίρι, κάναμε σύνεδρίαση γιά νά συζητήσουμε καί νά καταδικάσουμε ένα σύντροφό μας, τόν Βλαδίμηρο Παλαίστη, πού ειχε άρχίσει νά δη­ μιουργεί σχέσεις μέ μιά συντρόφισσα. Είκοσιδύο χρονών δ Βλαδίμηρος, είκοσι ή κοπέλλα. Είμαστε στό Βουκουρέστι τότε. Τή συνεδρίαση τού γραφείου της δμάδας μας τή παρακολούθησε δ Λευτέρης ' Αποστόλου καί μας έβαλε κατσάδα. -Τί είναι αύτά,� λέει! 'Αφηστε τά παιδιά ησυχα ! . Από τά άπαγορεύεται καί άπαγορεύεται, κοντεύου­ με νά κάνουμε τήν έπανάσταση τών αύνανιστών! vH δέν ξέρετε πώς στό Δημοκρατικό Στρατό έπιτρέψα­ νε τίς σχέσεις καί τό γάμο; . 'Ήταν ή πρώτη φορά πού, έπίσημα, τό Κόμμα είχε έπιτρέψει τίς σχέσεις. Αύτή είναι ή άλήθεια. Γράφω γιά τό Μαϊντανό σ' αύτό τό ση μείο, γιά νά μήν φανεί «ύπερευαίσθητη » καί ψευτορομαντική ή «ίστορία άγάπης» τού ' Αλέξη καί της Στέλλας. Δέν είναι μόνο στό χαραχτήρα τουςt είναι κ αί ή «γραμ­ μή»: δ κόσμος σκοτώνεται κι έμείς θά κοιταμε �όν έρωτα; Λές καί . . . «έμείς» δέν σκοτωνόμαστε.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


90

'Η

ν Ικη

κα(

ο Ι ν ι κ η τ t. ς . . .

(Σελίδες άπό ήμερολ όγιο) 'Εκείνο τό β ράδυ άκούστηκαν πυροβολισμοί, �ξω άπ' τή Γεωπονική Σχολή . Πεταχτήκαμε πάνω άλαφιασμένοι. Τρέξαμε στά παράθυρα . 'Από παντου άκουγόντουσαν πυροβολισμοί, πο­ λυβόλα, φωνές, τρεχαλητό. Λές νά κατέβηκαν οΙ « μπαλίστες», οΙ άρβανίτες έθνικιστές καί νά κάνουν έπίθεση στό Τέτοβο; Κι είμαστε δλοι άο.π λοι! Τί θά γίνεΙάν μάς έπιτε­ θουν; Δέν εΙναι οΙ « μπαλίστες» δμως. Ή Γερμανία συνθηκολόγησε! Παραδόθηκε χωρίς δρους! Είρήνη ! Μισή Είρήνη, γιατί ή 'Ιαπωνία πολεμάει άκόμη. ΟΙ είδήσεις �ρχoνται άπανωτές. Πιάσανε τούς γάλλους δοσίλογους: τόν Πεταίν, τόν Λαβάλ, τόν Μπονάρ. Ό Ζαχαριάδης fρχεται στήν Έλλάδα ! 'Αλλά καί: ΟΙ άγγλογάλλοι τρώγονται στή Συρία καί τό Λί­ βανο. Συνεχίζοι)'ν τήν άποικιοκρατική τους πολιτι­ κή. ΟΙ άμερικάνοι διαφωνουν, άλλά . . . πεθαίνει δ ρουζβελτ . Άλλά, συνεδριάζει καί δ Ο.Η.Ε., ή πρώτη συνε­ δρίαση των έλεύθερων δημόκρατικών κρατών! . . . ''Ε , δέν γίνεται! Ή Ιστορία αυτή μ έ τήν Έλλάδα, μέ τούς δοσίλογους πού κυβερνάνε τή χώρα, μέ τήν άγγλοκρατία, δέν γίνεται, δέν θά κρατήσει πιά ποDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


91 λύ ! Σήμερα-αϋριο φεύγουμε άπ 6 τό Τέτοβο γιά τήν Έλλάδα ! Νικητές! Μέ τό κεφάλι ψηλά! . . . Γιά τήν ώρα θά φύγουμέ γιά πιό « μέσα» . . . Είμα­ στε πολλοί πιά έδώ, δέν χωράμε. Θά πρέπει νά ένω­ θουμε νά συγκεντρωθουμε κάπου δλοι οΙ πρόσφυ­ γες, κι αύτοί πού �χoυν καταφύγει στήν Γιουγκοσλα­ βία, καί οί ιiλλoι άπό τό Ρουμπρίκ της . ' Αλβανίας. Τά φορτηγά μας πανε πρός τά μέσα. . . Κάπο\)' πρός τήν Βοϊβοντίνα . . . Μας πανε - έμας - τούς νικητές. Κάπου νά κρυ- . φτουμε, νά μήν μας β ρεί δ νικημένος φασισμός . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

«Τό Χ Ρ

"

σό Ά πόθεμα

'"

»

ΈκείνΟΙ'πού ξέρουν κι �χoυν περάσει άπό τέτοια, οΙ παλιοί σύντροφοι πού ' χουν ό ργώσει τίς φυλακές καί τίς έξορίες, μας λένε πώς έμείς, οί « πολιτικοί πρόσφυγες» πρέπει, μέ τή ζωή μας, τήν όργάνωσή μας, τήν προκοπή μας, νά δίνουμε τήν έντύπωση μιας μόνιμης έγκατάσ τασης . Κι ας είναι νά φύγουμε αύριο γιά τά σπίτια μας. Νά μήν λέμε; «αύριο θά πλυθοϋμε στήν 'Αθήνα, αύριο θά ράψουμε τά κουμπιά μας στήν 'Αθήνα, αύ­ ριο, στήν 'Αθήνα θά φορέσουμε καθαρές άλλαξιές! » Έμείς δέ συμφωνούμε. Τό 'χουμε γιά γρομσουζιά αότό τό « προσωρινά, άλλά μόνιμα», Ό Ρένος, δ 'Ακροναυπλίτης προσπαθεί νά μας πείσει μέ « παραδείγματα ζωης». -Νά, λέει, πρίν πάμε στήν 'Ακροναυπλία, μας εί­ χαν στείλει γιά « μεταγωγή» στήν 'Ανάφη . 'Από τό ί­ διο β ράδυ ό ργανωθήκαμε, καί πρωί πρωί φιάξαμε ε­ να πρόχειρο λαχανόκηπο καί φυτέψαμε ντομάτες, μελιτζάνες, άγγουράκια ! Καί, νά ξέρετε, προλάβαμε καί φάγαμε άπό τό περιβόλι μας ! Κάποιος ρωτάει «υπουλα»: -Πόσες φορές; Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


94 του Ρένου του κόβεται ό ένθουσιασμός, μασάει τά λόγια του. -'Έ τρία χρόνια κράτησε ή μεταγωγή ! wOxl, έμείς δέν τήν καταλαβαίνουμε αύτήν τήν νοοτροπία. 'Εμείς λέμε: «Θά ξυριστουμε α () Ρ ι ο στήν 'Αθήνα ! » «Θά ράψουμε τ ά κουμπιά μας α () Ρ ι ο στήν 'Α­ θήνα ! » « Α () Ρ ι ο , στήν 'Αθήνα θ ά πλυθουμε ' καί θ ά φορέσουμε καθαρές άλλαξιές» . Μέ τίς μέρες, άναγκαζόμαστε νά δώσουμε δίκιο στούς παλιούς συντρόφους. ΟΙ τέσσερις κιόλας άλ­ λαγές διαμονης, μας fxouv άποδιοργανώσει όλότε­ λα. Μοιάζουμε περισσότερο μέ αίχμαλώτους, παρά μέ μαχητές σέ φιλική φιλόξενη χώρα. Τελικά, τήν άποδιοργάνωση, τήν μελαγχολία μας, τήν νοσταλγία μας, τήν πίκρα μας θά τήν νική­ σει «κατά κράτος» ό μεγάλος, ό Πρώτος Σύμμαχος του 'Ανθρώπου: Η Δ Ο γ Λ Ι Α ! . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


95

. Τό

Μποϋ λκες

(Καθυστερημένο ρεπορτάζ)

'Ένα τραίνο μέ δεκάδες βαγόνια «ίπποι 8 άνδρες 50» fφτ α σε σ' fνα μικρό σταθμό καταμεσίς στά χω­ ράφια. ΟΙ άντιφασίστες π ρόσφυγες κατεβαίνουν καί « συντάσσονται» κατά έξάδες. Σχηματίζουν μ ιά φά­ λαγγα άπό τ ριάντα δμάδες. Έίναι δλοι φορτωμένοι: μήλα, κότες, πάπιες. 'Ό­ λη τή νυχτα σταματουσε τό τραίνο σέ ένδιάμεσους σταθμους καί οί Σέρβοι φορτώνανε τά βαγόνια τ ρό­ φιμα καί δώρα. Οί Σέρβοι είναι ένθουσιασμένοι μαζί τους. Δωρί­ ' ζουν μέ τ �ν πλουτο της νικης τους. ΟΙ άρχηγοί τους τους είπανε: -«Προσέξτε! Νά μήν τους πείτε τίποτα καί τους πονέσει! Κάντε πώς δέν ξέρετε! » Τό «γρ α φείο» είχε πεί στους 'Έλληνες: -«Προσέξτε! Νά 'χετε τό κεφάλι ψηλά ! Είμ α στε νικητές! Κι άν δέ είμαστε σήμερα, θά 'μαστε αύριο ! » WΕχει έρθει άπό πρίν έδώ μιά έπιτροπή καί fχει τα­ κτοποιήσει τά πάντα. Ή κάθε δμάδα ξέρει που θά έγκατασταθεί. Π α ίρνουν τ ραγουδώντας τή δημοσιά που δδηγεί άπό τό μικρό σταθμό στό χωριό, δυό χιλιόμετρα μέ­ σα στόν Κάμπο. , Αριστερά κ α ί δεξιά μουριές έκατόχρονες. Κι δ δρόμος γεματος ζωντανά: Πάπ ιες, κότες, χηνες. Λές καί βγηκαν τά πουλερικά νά τους υποδε­ χτουν. Κ αί στήν παχιά σκόνη αυγά. Παντου αυγά νά ψή­ νονται σtόν 1\λιο! Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


96

Κόσμο δέν βλέπουν. Ψυχή ! νΕξω άπό τή μικρή δ" μάδα πού ή ρθε νά τούς ύποδεχτεί . Τό Μποϋλκες είναι άπό τά γερμανοχώρια της πε­ ριοχης - πού άδειάσανε. Πέρασε άπό κεί δ Τολμπού­ χιν σάν σίφουνας καί οί Γερμανοί της παροικίας ά­ κολούθησαν τό στρατό τοϋ Γ Ράϊχ πού ύποχωροϋσε. Τά παράτησαν δλα σύξυλα καί φύγανε. Αυτή Τι εΙκόνα μέ τά ζωντανά στούς δρόμους άδέ­ σποτα, μέ τά αυγά στήν παχιά σκόνη, θά 'λεγες πώς δίνουν μιά νότα εΙρήνης καί ευφορίας. Δέν είναι ε­ τσι. Αυτή Τι εΙκόνα θά μείνει χαραγμ'ένη στό μυαλό καί στήν ψυχή δλων, σάν μιά άπό τίς χειρότερες τού πολέμου. Χειρότερη κι άπό τά έρείπιά . -Κι άπό τούς λάκκους πού σκάψανε οί όβίδες. Ή εΙκόνα της έγκατάλειψης ! Τόσο γνωστή στούς δικούς μας άγρότες . . . Τούς βάζουν στά σπίτια. Σπί­ τια καλοφτιαγμένα, πού τά βλέπουν οί 'Έλληνες ά­ γρότες καί τρίβουν τά μάτια τους: Χωριό είναι αυτό, ή πολιτεία; Καί τό κάθε σπίτι μέ τή μεγάλη αυλή του, μέ τά κάρρα του, τά ύποστατικά του, τά χοιροστάσια, τά κοτέτσια, τίς άποθηκες γιά νά ξεραίνεται τό καλαμ­ πόκι. Καί πουθενά, ψυχή ! Οί πρόσφυγες χαίρονται μέχρι τή στιγμή πού μπαίνουν στά σπίτια. Μέσα; �Eδώ άλλη είκόνα: Στήν τραπεζαρία τό τραπέζι στρωμένο. Τά πιάτα ά­ ραδιασμένα γύρω γύρω. Ή πιατέλα στή μέση . �Oλα σκεπασμένα μέ �να στρώμα μαύρη μούχλα . Καί τά ποτήρια άδεια: Τό κόκκινο κ ρασί έξατμί­ στηκε, κι είναι τό γυαλί σάν βαμμένο άπό μέσα. Μιά καρέκλα ριγμένη πίσω . Χάμω ένα πιρούνι. Κάτι καρφωμένο στήν άκρη του. Μουχλιασμένο. Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


97 Παραμερίζεις μέ τό δάχτυλο τή μούχλα της πιατέ­ λας: Τό φαγητό πρέπει νά 'ταν φασόλια μέ χοιρινό. 'Εκεί, πάνω πού τρώγανε τό μεσημεριανό τους τά, παράτησαν οΙ νοικοκυραίοι καί φύγανε μέ τή μπου­ κιά στό στόμα. Οί "Ελληνες ξέρουν . . . τούς fχει τύχει . . . Π ροσπαθούν τώρα, άμίλητοι, μ έ fνα σφίξιμο στήν καρδιά νά φανταστούν τή σ κηνή: Τρώς μέ τή φαμε­ λιά καί ξαφVΙKά κάποιος φωνάζει: -« νΕρχονται! » Ποιοί; Δέν εχει σημασία ! νΕρχονται έκείνοι πού κάθε φορά «ερχονται» καί άναγκάζουν τούς άνθρώπους νά παρατάνε τό φαγη­ τό τους τό ευλογημένο καί νά παίρνουν τούς δρό­ μους. Κι ύστερα γεμίζουν οί ρούγες πουλερικά καί αυγά πού τά κλωσσάει ό ήλιος. ΟΙ π ρόσφυγες σά νά μήν τολμάνε νά άγγίξουν τί­ ποτα. Κι δμως έδώ θά μείνουνε. 'Εδώ θά ζήσουνε, Καί γιά νά ζήσουνε, π ρέπει νά βρούνε μιά δικαιολο­ γία : _ «ΤΗταν Γερμανοί! Κα! τά δικά μας σπίτια στό χωριό τους είναι άδεια! Αδεια, άπ' άνθρώπους. Α­ δεια άπό γέλια ! » V

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010

V


98 Ή ζ ω ή ό. ρ χ ί ζ ε ι

. . .

(Σελίδες από ήμερολόγι ο) , Αρχίζει ή ζωή μας στήν ξενιτειά. Σέ σπίτια ξένα, σέ ξένα κ ρεβάτια, μέ ξένα ρουχα, ξένα σεντόνια. ''Ο' τι β ρουμε στά σπίτια είναι δικό μας - μας εί­ παν - καί τό μοιραζόμαστε. Πουκάμισα, άλλαξιές, κοστούμια, παπούτσια, άρβύλες, μπότες. Αύστη ρά πρόσωπα, άπ' τίς οίκογενειακές φωτογραφίες στούς τοίχους, μας κοιτανε. Είναι Γερμανοί άποικοι - άπό τόν 190 αίώνα άλλά δέν μοιάζουν μέ Γερμανούς. ΠΕχουν τά ίδια πρόσωπα τών πατεράδων μας καί τών μανάδων μας. Καλοκάγαθα μέ τά πουκάμισά τους χωρίς για­ κά, 11 μέ τά μαυρα τους κοστούμια, καί οί γυναίκες μέ ντεκολτέ καί ταντέλες « μπέλ έπόκ». Νά ή φωτο­ γραφία: δ γαμπρός καί ή νύφη καί στή μέση τό βάζο. Νά, δ « πάτερ φαμίλιας», καθιστός καί πίσω του ή συμβία του μέ τήν παλάμη της άκουμπισ μένη στό ώ­ μο του - ή σιγουριά της! - καί μπροστά τέσσερα κουτσούβελα σέ διαφορετικά ϋψη . Μας κοιτανε έπιτιμητικά πού μοιραζόμαστε τό βιός τους άπό τίς ντουλάπες καί τά συρτάρια τους. ΌΤάκης δ Γεωργίου, άπό τή Θεσσαλονίκη , γιά νά τό διασκεδάσει μιλάει μέ τίς φωτογραφίες: -Μας συγχωρείτε, χέρ Φ ροϋμπούρχερ ! άπευθύ­ νεται σ' έναν μουστακαλή άρχοντοχωριάτη . Οί δι­ κοί σας μας άδειάσανε τά σπίτια μας! Τί μπορούσα­ με νά κάνουμε; Ή όμάδα μας, . τό « άρχηγείο» της καλλιτεχνικη ς κίνησης, εχει έγκατασταθεί σ τ ό σπίτι του έστιάτορα του χωριου . Είχε μιά μεγάλη αίθουσα γιά τό μαγαζί πού θά τήν χρησιμοποιήσουμε γιά τίς πρόβες μας Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


99

καί γιά παραστάσεις. Πλουσιόσπιτο. Τά τεράστια πατάρια είναι γεμάτα στάρι. Πατάς καί χώνεται τό πόδι μέχρι τό γόνατο. Στά δοκάρια κρεμασμένα χοιρομέρια καί λαρδί, στά ράφια μπουκάλες μέ φρέ­ σ κια ντομάτα, βάζα μέ λίπος χήνας, τουρσιά. Στήν αυλή , πού εχει ci κόμη καί «Κομπάιν» - θερο­ αλωνιστική μηχανή - πλήθος τά πουλερικά . -Συγνώμη, χέρ Φρο ϋμπούρχερ ! Δέν φταίμε έμείς πού η ρθαμε έδώ ! 'Εμείς, γιά τίποτα στόν κόσμο δέν θ' άφήναμε τά σπιτάκια μας καί τά μέρη μας! Στίς καντίνες μαγειρεύουν τραχανά. Πρωί τραχα­ νά, μεσημέρι τραχανά, βράδυ τ ραχανά. Τέσσερις χιλιάδες μερίδες πού . . . τίς πετάνε. Δέν πάει κανείς νά φάει στίς καντίνες. Τά μεσάνυχτα άρχίζορμε τό παράνομο μαγείρε­ μα. Κότες, χήνες, πάπιες, φασόλια μέ χοιρομέρι, ψητά! �Eχoυμε άπό τό 1940 νά φάμε σάν άνθρωποι! Τά κοτέτσια είναι γεμάτα αυγά, άλλά κατ.ά τούς υπολογισμούς μας - άπό τή μέρα πού πέρασε άπό κεί δ στρατάρχης Τολμπούχιν μαζί μέ τό άντάρτικο του Τίτο, - π ρέπει νά 'ναι περισσότερα. ΟΙ κότες ε- . χουν άλλάξει φωλιές. Τίς παραφυλάμε στήν αυλή . Μόλις άκουμε κακάρισμα, τρέχουμε! Νά 'την ή φω­ λιά ! Έκατό αύγά ! Τά βάζουμε στό νερό γιά νά ξε­ χωρίσουμε τά πιό φρέσκα. Ή άνακοίνωση του «γραφείου» λέει πώς «όλα εί­ ναι γΙQ: δλους» καί πώς θά συγκεντρωθουν γιά τίς καντίνες .. Τώρα στίς τρείς τά μεσάνυχτα , μέ σβησμένα τά φώτα, γιά νά μήν μάς δουν άπό τήν «Ύπηρεσία Τά­ ξης 'Ομάδας», κάνουμε τό τελευταίο μας μαγείρεμα καί τό στερνό τσιμπούσι. Τό πρωί θάβουμε μέ πομ­ πή τά κοτοκόκαλα καί βάζουμε καί σταυρό. 'Ο Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


100

Γιάννης ό Μάος - άν καί Έβραίος - ψέλνει. . . Τήν άλλη μέρα παρουσιαζόμαστε στίς καντίνες μέ κατεβασμένα τά κεφάλια, άλλά, έπιτέλους, χορ­ τασμένοι. Πρωί τραχανά, μεσημέρι τραχανά, βράδυ τραχα ­ νά. Δυό βδομάδες. Κα ί ξ α φνικά, �να πρωί σπανακό­ πιτ α ! Ζήτω! . . . Τό πρωί σπ ανακόπιτα , τό μεσημέρι σπανα κό­ πιτ α , τό βράδυ σπανακόπιτα . .. Αλλες δυό βδομά­ δες . . . Δέν εχει άκόμη όργανωθεί ή έπιμελητεία μας. Στήν καλλιτεχνική μας όμάδα τό κεντρικό πρόσω­ πο είναι ό Λάκης Χατζης.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


101 Ό Λ άκ ης Χ ατζή ς

(Τά

πρόσωπα)

Νά σάς τόν θυμίσω: εΤναι ό φρούραρχος μέ τ ό φλάουτο. Τόν βάλαμε μόνο του σ' �να δωμάτιο μι­ κρό, γιατί εΤναι άρρωστος. Μεγάλωσε σέ όρφανο­ τροφείο, έμαθε ξυλουργική καί φλάουτο. Πήρε κ αί κάτι γνώσεις ένορχήστρωσης. Ό Λάκης ό Χατζής. Στήν κατοχή τόν πιάσανε οΙ « " Ελληνες» - ήταν φρούραρχος τού έφεδρικού Ε­ ΛΑΣ - καί τόν κλείσανε στό Γεντί Κουλέ. Τόν εί­ χαν γιά έκτέλεση . Βρήκε �να σύρμα καί τό 'βαλε στήν ουρήθρ α του γιά νά προκαλέσει αίματουρία, καί νά γλιτώσει τό άπόσπασμα. Τόν βάλανε στό νο­ σοκομείο «υπό έπιτήρη σιν» κι έκεί έπαθε μόλυνση καί πραγματική αΙματουρία καί φυματίωση τής κύ­ στης. Στό νοσοκομείο τόν π ρόλα βε ή Μεραρχία τού Μάρκου κ αί τόν λευτέ ρωσε. Δ ιορίστηκε φρούραρ­ χος ρ τή λεύτερη γειτονιά του. Ό Λάκης ό Χατζής θά υποφέρει χρόνια έξω. Θά μαθαίνει τά π αιδιά δργανα - έκατοντάδες π αιδιά μάθανε δργανα άπό τόν θείο Λάκη - , θά όργανώνει χορωδίες, θά γράφει τραγούδια καί κλασική μουσι­ κή γιά τίς όπερέτες μας, κ αί θά υποφέρει. 'Όλα τά τ ραγούδια πού τ ραγουδάμε είναι δικά του . . " Ολα τά τραγούδια γιά τό νέο άντάρτικο �ίναι δικά του. Τά τρ αγούδια πού τραγουδάνε τά παιδιά γιά «τό άγαπημένο χωριό μου» είναι δικά του. Τά τραγούδια πού τραγουδάνε οί πρόσφυγες άπό παρα­ λίες γιά « ψάρ'ια πού σπαρταράνε στά δίχτυα», γιά «νέα άρματώματα καί άνοιχτο ύς όρίζοντες », είναι δικά του. Καί τό τραγούδι γιά τόν Μπελογιάννη, πού κυκλοφορεί σήμερ α σέ δεκάδες χιλιάδες δίσκους Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


102 καί κασέτες λαθραίες καί μή καί πού τραγουδιέται στίς « μπουάτ», είναι δικό του. Στίς πόλεις πού πηγαίνουμε καί δίνουμε παραστά­ σεις, ό Λάκης ό Χατζης δπου β ρεί ζητιάνα θά δώσει δ, τι έχει καί δέν έχει. 'Εμείς τόν κριτικάρουμε στίς συνεδριάσεις: -Ή έλεημοσύνη δείχνει μικροαστικά υπολείμματα! . -Δέν ξέρω . . . δικαιολογείται έκείνος. 'Όταν βλέ­ πω ζητιάνα στό δρόμο, σ κέφτομαι τή μάνα μου σέ τέτοια χάλια. Δέν μπορώ νά μή δώσω . . . γιά νά δώσει καί κάποιος άλλος στή μάνα μου . . 'Έβγαλε τό ένα του νεφρό, (φγότερα, στή Ρουμα­ νία, ύστερα άρρώστησε καί τό άλλο του καί πέθανε. Πρόλαβε κι έμαθε τά νέα άπό τό σπίτι του. Ή ά­ δερφή του έξόριστη στό Τρίκερι. Πρόλαβε κι έμαθε τά νέα άπό τό σπίτι του. Ή ά­ δερφή του έξόριστη στό Τρίκερι. Καί τώρα, τί νά κάνει ή μάνα του; Πού νά β ρίσκε­ ται ή άδερφή του; Ποιός είχε καιρό νά άσχοληθεί μ' αύτό, νά πιάσει τίς έταιρίες πού βγάζουν τούς δί­ σκους καί τίς κασέτες μέ τά τραγούδια του καί νά τίς υποχρεώσει νά στείλουν στή μάνα του - άν ζεί - καί στήν άδερφή του, «δικαιώματα», έτσι συμβο­ λικά, άπό τήν πικραμένη δουλειά του; Πέθανε ό Λάκης ό Χατζης στή Ρουμανία, μέ .τόν καημό πώς ή μάνα του μπορεί νά ζητιανεμει. Στήν κηδεία του, ολοι μας, μικροί μεγάλοι, καί τά παιδιά, πού τώρα είναι έπιστήμονες, τ ραγουδάμε τά τραγούδια του: « Ή μπόρα σά θά περάσει καί θά 'ρθει ή λευτεριά, τότε θενά γελάσει τό χείλι κι ή καρδιά . . . » '

.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


103 Δουλειά !

Δ ουλειά!

(Μαρτυρίες καί σχόλια) . Αυτό δέν πρέπει νά τό ξεχάσω . Ποτέ. Τή δουλειά. Αυτή τή δίψα γιά δουλειά τών άνθρώπων. Αυτή τή δίψα γιά δημιουργία. Τά χέρια πού μόλις άφήσανε τό ντουφέκι. Αγρια χέρια. Σάν γυαλόχαρτο. Λίμες. Χέρια πού δίψασαν χρόνια γιά τό σφυρί, γιά τόν τόρ­ νο, γιά τήν τσάπα, γιά τό μυστρί. - wE, καί νά 'μαστε στήν πατρίδα ! Χτίζουν ο ί Γιουγκοσλάβοι τ ό σοσιαλισμό τους. Βάζουμε κι έμείς τά δυνατά μας Υά άποδείξουμε τί θά κάνουμε στό δικό μας σοσιαλισμό. -'Έ, καί νά 'μαστε στήν πατρίδα ! ';Εχουμε οργανωθεί σέ ΚΟΒες - κομματικές ορ­ γανώσεις βάση ς - μέ οργανωτική άρχή τόν τομέα πού δουλεύουμε! ΚΟΒ Καροποιείου, Ραφτάδικου, Σκοινάδικου, Οίκοδόμων, 'Αγροτικές ΚΟΒ, τού Παιδικού Σταθμού, τού Νοσοκομείου, τών Τραλα­ λάδων. Οί Τράλαλάδες είμαστε έμείς, τό καλλιτε­ χνικό συγκρότημα. Τό παρατσούκλι τό χρωσταμε σ' �να τραγούδι γιά τή νεολαία πού είχε μιά στροφή δλο «τραλαλά», άντί λόγια. _wE, καί νά 'μαστε στήν πατρίδα ! Καί τί δέ θά κάναμε ! 'Ένας κ όσ μος διψασμένος γιά δημιουργία πέ­ φτει στόν κάμπο, στό χτίσιμο, στό τραγούδι . . . . 'Αργότερα, στήν προέκταση της προσφυγιας μας στίς άλλες λαϊκές δη μοκρατίες, τά άγράμματα χωριατόπουλα καί τά τσομπανόπουλα θά γίνουν έ­ πιστή μονες, γιατροί μεταλλειολόγοι, καθηγητές. Θά δουλεύουν μέ τήν ίδια δρεξη , μέχρι σήμερα, καί μέ τήν ίδια πίκ ρα: V

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


104

-v E , καί νά 'μαστε στήν πατρίδ α ! Τό Μπούλκες θά πάρει γρήγορα έπάνω του. Θά βγάλει άκόμη καί δικό του έσωτερικό χαρτονόμι­ σμα . Θά ζούμε άπό τή δουλειά μας. Θά συνταξιοδο­ τούμε τούς γέρους καί τούς άναπή ρους μ α ς άπό τή δουλειά μας. Θά συντηρούμε τά σχολεία μας, τούς β ρεφικούς καί π αιδικούς σταθμούς, τίς καντίνες τών άρρώστων μας, τά νοσοκομεία μας άπό τή δου­ λειά μ ας . -v E , κ α ί ν ά δουλεύαμε στήν πατρίδ α ! Δουλειά πού θά π ατούσαμε ! νΕχουμε κάνει « κομμουνιστική κοινωνία» : άπ' τόν καθένα σύμφωνα μέ τίς δυνατότητές του, στόν καθένα σύμφwνα μέ τίς άνάγκες. του. (Βέβαια λίγες οί ευκαιρίες γιά νά δείξεις τίς δυνατότητές σου, κ αί έλάχιστες οί άνάγκες . . . ) Π αίρνουμε τούς μισθούς μας, ράβουμε στά ρα­ φεία μας τά π ρώτα μας κοστούμια, τρώμε στά έ­ στιατόριά μας πού μαγειρεύουν πλήθος φαγητά, δ\<ί­ σ κεδάζουμε στά ζαχαροπλαστεία μας, τά κέντρ α μ α ς. Τίς Κυριακές, έρχονται κ αί Γιουγκοσλάβοι ά­ γρότες άπό τά γύρω χωριά . Νά δούνε τό θαύμα καί νά -διασκεδάσουν κι α υτοί. . . . Κάτι, δμως, παραμονεύει νά μας χαλάσει αυτό τό θαύμα . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


105 «Τό χρυσό απόθεμα»

(Kαθυιrιτερημέν o ρεπορτάζ)

ΤΗρθε ό Ζ α χαριάδης! Καί οί τέσσερις χιλιάδες Μπουλκιώτες, άκόμη καί άνάπηροι πού μόλις μπορουνε νά κουνηθουν, τραβάνε γιά τό καλαμποχώραφο πού 'ναι κοντά στό στ α θμό του Μπουλκες. Τό τραγούδι γιά τόν Ζαχα­ ριάδη κυριαρχεί. « ΤΗρθε ό Ζαχ α ριάδης στό Μπουλκες ! ΤΗρθε γιά . μάς! Θά μάς μιλήqει·! » . 'Ακουστε! Μιλάει! Χιλιάδες άνθρωποι κλαίνε! Γελάνε! Φωνάζουν! Βουβ αίνονται! Τραγουδάνε! Θά πεί: «Οί προοπτικές μας: σέ δυό-τ ρείς μηνες τό πολύ θά 'σ α στε στήν π α τρίδα» Θά πεί: «Είσαστε τό Χρυσό 'Απόθεμ α του Κόμμ ατος σέ σοσιαλιστική τράπεζα». Αυτό άρέσει σ' δλους. Ξεσπάνε σέ ζητωκραυγές. ( . . . Μιά άπό τίς είρωνείες της τύlης, δημιούργησε αυτή τή σύμπτωση : δλες οί μεγάλες, βασικές συσκέ­ ψεις κ α ί συνεδριάσεις στή Ρουμ α νία, χρόνια άργό­ τερα, γίνανε στήν Αίθουσα Τελετών της Τραπέζης 'Επενδύσεων της Σοσιαλιστικης Δημοκρ α τίας της Ρουμ ανία ς. 'Ακόμη καί Τι μεγάλη συνεδρία ση , μέ δ­ λο τό νέο Πολιτικό Γραφείο, πού άνακοίνωσε τήν κ α θαίρεση του Ζαχαριάδη . . . ) νΕφυγε ό Ζαχαριάδης καί οί άνθρωποι καθόντου-" σαν άκόμη εκεί στό καλαμποχώραφο. Μόνον δταν κίνησ αν γιά τά σπίτια τους, είδαν πώς τρέχουν άπό τά πόδια τους αίματα, πώς τά χέρια τους είναι μα.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


106

τω μένα καί τά ρουχα τους σκισμένα. Καθόντουσαν πάνω στά κομμένα κοτσάνια πού τούς χαράζάνε σάν ξυράφια καί ούτε τό πηραν χαμπάρι! 'Αργότερα, σέ άπόφαση του Πολιτικου Γραφείου μέ έπικεφαλης τόν Ζαχαριάδη θά πουν: «Τό Μπουλ­ κες ηταν έστία μόλυνσης γιά τό κίνημα». Καί ή πρώτη φράση , γιά τό « 'Απόθεμα», βιαστική κι αυτή άκόμη πιό βιαστική. Ή «έστία μόλυνσης» δέν ηταν ο κόσμος, δέν ηταν οί άξιοι αυτοί άγωνι­ στές καί άνθρωποι, διψασμένοι γιά είρηνική δου- · λειά. Ή μόλυνση ηταν άλλου: Σέ μιά μερίδα του «Γραφείου». Αυτό δμως, είναι άλλο θέμα, γιά παρα­ κάτω . . . Γιά τήν ώρα, οί Μπουλκιώτες είναι τό Χρυ­ σό 'Απόθεμα» . . . (Πολλοί άναρωτιουνται πού βρισκότανε δ Ζαχα­ ριάδης μεταξύ 1 -9 'Απρίλη 1 946, γυρνώντας άπό τήν Πράγα. Νά, λοιπόν, �να του 24ωρο, άπό τά αγνω­ στα: είχε Ιρθει στό Μπουλκες).

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


Ι07

Ί στορία

μ

'

lva

(Ά πλά περισ τατικά)

κουτάλι

-Βρήκα ένα κουτάλι! . . . τού ψιθύρισε στό επισκε­ πτή ριο ό μπάρμπα Τάσος. 'Εκείνος - δεκατριώ χρονών, τότε - δέν κατά­ λαβε τή ση μασία πού είχε τό κουτάλι γιά τόν φυλα­ κισμένο. Παρουσιαζότανε στή φυλακή σάν «εγγο­ νόρ> τού « μπάρμπα Τάσου» καί τού πήγαινε τσιγά­ ρα Τι τί άλλο. Τού τά 'δινε ό «Σύντροφος» . ' , Στό γυρισμό τού τό 'πε: -Ό μπάρμπα Τάσος β ρή κε fva κουτάλι . . . - �Α , καλά . . . ζάρωσε τά φρύδια ό « Σύντροφος» . Ό εγγονός δέν κατάλαβε τί κατάλαβε ό άλλος καί άποκρίθηκε «ά, καλά». Τό 'μαθε άπ' τόν ίδιο τόν « μ πάρμπα Τάσο» άπό τά μισόλογα πού κατάφερε νά τού πετάξει στό «επι­ σκεπτήριο». -Σκάβω λαγούμι . . . -Καί τ ό χώμα; ρώτησε ψιθυριστά ό «εγγονός» --":"' Παντελόνια-φουφούλα καί άδειασμα στήν ' « καλλιόπη». . . Ό εγγονός δέν κατάλαβε. "':"Ρίχνει μέσα άπό τίς τσέπες, στίς φουφούλες τών παντελονιών τό χώμα, καί τό άδειάζει στό άποχω­ ρητήριο, τού εξήγησε ό « Σύντροφος». Στό άλλο επισκεπτήριο πήγε μέ άγωνία: -Πώς πάει; -Καλά ! Μόνο πού βούλωσε ή Καλλιόπη καί καλά πού 'μαι ύδραυλικός καί φωνάξανε εμένα νά τήν ξεβουλώσω ! . . . Είδα κι έπαθα ! . . . Τόν άλλο μήνα ξαναπήγε. Γελάγανε τά μάτια τού « μπάρμπα Τάσου». Καθώς τόν χαιρέταγε, τού 'βαλε Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


108 στή φούχτα �να χαρτί: -Δώσε αύτό στό Σύντροφο. Τό χαρτί έλεγε πώς τό τουνελ είναι �τoιμo, καί πώς ζητάει από τό Κόμμ α τήν · άδεια νά αποδράσει. Ό «έγγονό ς » δέν μπορουσε νά τ ό κ αταλάβει αύ­ τό: πώς δηλα δή ; Γιά νά δραπετεύσεις πρέπει νά πά­ ρεις άδεια από τήν όργάνωσή σου; -Καί βέβαια, είπε δ Σύντροφος καί πηρε τό ύπο­ μονετικό ύφος. Μετά από κάθε απόδρ αση , τά μέτρα στίς φυλακές σκλη ραίνουν, καί ή διεύθυνση έξ απo� λύει τήν τρομοκρατία της ένάντια στούς άλλους συντρόφους. Ό «έγγονός» κατάλαβε. Περίμενε μέ λαχτάρα νά πάει στό έπόμενο έπι­ σκεπτήριο τήν απόφαση της όργάνωσης. Σ' �να από τά τσιγάρα είχαν βγάλει τόν καπνό καί είχαν χώσει τό χαρτάκι μέ τήν απάντηση. Σέ λίγες μέρες, πάλι στόν «έγγονό» δώσ ανε «έν­ τολή» νά πάει στό «�βγα» της. γαλαρίας νά π αραλά. βει τό δρ α πέτη . πηγε. �Hξερε ακριβώ ς τό μέρος πού ή ταν ή τρύ­ πα . .. Ακουσε χαρχάλεμα πού δλο καί ζύγωνε, καί νά 'σου! κάποιος βγαίνει από τό λαγούμι. φορουσε πυτζάμες καί είχε τό κεφάλι κουκουλωμένο μΙ πε­ τσέτα. Τά 'βγαλε δλα γεμάτ α χώματα καί από κάτω τό κοστούμι της ώρας! Μά δέν ή ταν δ « μπάρμπα ΤάσΟζ» ! Ό «έγγονός» απόρησε. -Γιατί; . -"Ε . . ή όργάνωση είπε νά βγώ έγώ . . . σήκωσε δ άλλος τούς ώμους, καί σ ά νά ντρεπότανε. 'Αλλάξα­ με κελιά, μετά τόν περίπατο . . . πηγα έγώ στό δικό του. .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


109

Ό έγγονός fκ α νε φ α σ α ρία . Δέν κατάλαβε. Φώναζε, fλεγε λόγια πού γιά πρώτη φορά βγαίνανε άπό τό στόμα του, καί κάτι φράσεις στρογγυλές, στρογγυ­ λές πού κι δ ίδιος δέν ξέρει πώς τού 'ρθανε στό στό­ μα. ---'- " Αμα τελειώσεις μέ τίς υστερίες, θά σού έξηγή­ σω, fκανε δ Σύντροφος υπομονετικά. Καταλάγιασε τό κακό μέσα του, κ α ί δ άλλος τού έξήγησε: -Ό σύντρΌφος πού βγήκε ήταν άπαραίτητος γιά τήν όργάνωση . • Απαραίτητος γίά τόν παράνομο μη­ χανισμό. Ξέρει γιάφκες, καί π ρόσωπα καί πράγμα­ τα - γι' αυτό. Κατάλαβες; Ό «έγγονός» κατάλαβε . . . . Τόν « μπάρμπα Τάσο» τόν βάλανε τέσσερις μη­ νες άπομόνωση. 'Ύστερα άπό πολύν καιρό, δταν ξαναπηγε έπισκεπτήριο, τόν β ρή κε πολύ άδύνατο άλλά μέ λαμπερά μάτια. -Ξέρεις . . . β ρήκα fνα κουτάλι . . . Μά οϋτε κι αυτή τή φορά κ ατάφερε νά τό σκάσει άπό τή φυλακή . Έπειδή, κατά κάποιο τρόπο, είχε είδικευτεί στίς άΠQδράσεις, τόν άφησαν έκεί, στή φυλα κή, νά όργανώνει άποδράσεις άλλων . . . . Πέρασαν πολλά πολλά χρόνια καί είδε τή φω­ τογραφία του στήν έφημερίδα . Οί (<τιμημένοι μας νεκροί». Στή φωτογραφία δ μπάρμπα Τάσος, πού δέν τόν λέγανε «μπάρμπα Τάσο», πού κανείς, έπίσημα, fξω άπό τόν « Σύντ ροφο», δέν iiξερε ποιό είναι τό π ραγ­ ματικό του δνομα . . . Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 10 «

WΑ Χ, Ύ ι α τ ί ν ά μ ή ν

ε { σ α ι π Ρ ο λ ε τ ά Ρ ι ο ς!.. . »

(Ιστορία άγάπης) Μεγάλος κίνδυνος γιά τόν 'Αλέξη . Τά αναθεματι­ σμένα σχολεία πού όργανώσανε στό Μπούλκες. Με­ γάλος κίνδυνος γιά τήν αγάπη του. Μπηκε καί ή Στέλλα σΊ�να απ' αύτά, γιά τούς «προχωρημένους». Γι' αύτό, γιά τό «προχωρη μένους» δηλαδή, δ Άλέ­ ξης είναι περήφανος. Τώρα δμως, τί γίνεται; Κινδυ­ νεύει νά χάσει τίς συναντήσεις μέ τή Στέλλα. -Λέω νά γράφουμε εκθέσεις . . . είναι ή πρόταση ή δική της . Νά μάθω νά σκέφτομαι όργανωμένα, καί νά γράφω τή σκέψη μου. �'Eντάξει! ενθουσιάζεται δ Άλέξης, πού τήν πρόταση της Στέλλας τήν παίρνει μέ τό πραγματικό της νόημα: θέλει νά 'ναι κοντά του! Θά κάνουμε λο­ γοτεχνία, θά λέμε ποιήματα καί διηγήματα καί θά τά αναλύουμε. Ή Στέλλα τόν κοιτάζει καχύποπτα. -Νά, θά αρχίσουμε μέ τόν Παλαμά, τόν ξέρεις; -Ποιόν, εκείνον πού είχαμε πάει στήν κηδεία του μέ τήν όργάνωση ; θυμάται ή Στέλλα . -Ναί, αύτόν! Ξέρεις τί πράγματα εχει γράψει; της λέει ένα πού θυμάται: « Άνάξιος, δποιος ξάφνου ακούει τό π ροσκλητή ρι τών καιρών, νά τό φυσά η νά τό κρούει σάλπιγγα η τύμπανο, τ' ακούει καί δέ λέει: παρών» ! Ή Στέλλα τόν κοιτάζει συνοφρυωμένη . 'Εκείνος γιά νά τήν κάμει νά καταλάβει τό ποίημα τό μετα­ τρέπει σέ . . . δεκαπεντασύλλαβο, μθ δλα τακτοποιη­ μένα, τό ρημα καί κοντά τό ύποκείμενο, ετσι πού τά Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


111 νοήματα νά 'ρθουν στρωτά. -WΕτσι είναι καλύτερα ! γελάει ή Στέλλα. Ό Άλέξης σταυρώνει τά χέρια: _w Αν τό μάθει δ Παλαμάς θά μέ σκοτώσει! -Άφου πέθανε, γελάει ή Στέλλα . Ό 'Αλέξης παίρνει πένθιμο ύφος καί προσεύχε­ ται: -Μεγάλε Π αλαμά, αθάνατε, συγχώραμε πού τόλμησα νά αγγίξω τό ποίημά σου! ΟΙ αναλύσεις προχωράνε καλά. Ή αγάπη δέν π ροχωράει . . . Τά μάτια της Στέλλας, βαμμένα μέσα μέσα μαυ­ ρα, κοιτάζουν τόν 'Αλέξη μελαγχολικά καί μέ κά­ ποια ανησυχία: _w Αχ, γιατί νά μήν είσα ι προλετάριος! Μήπως ή Στέλλα ξέρει κάτι γιά τό μέλλον, κάτι πού δέν ξέρει δ 'Αλέξης; 'Όπως καί νά 'ναι έκείνος αποφάσισε νά της μιλήσει γιά τήν αγάπη του: αύριο. Αίφιο θά της πεί πώς τήν αγαπάει. WΕρχεται στή συνάντηση τήν άλλη μέρα, μέ τήν ψυχή στά δόντια, μά ή Στέλλα τόν υποδέχεται πυρ καί μανία: -Νά μήν ξανακούσω γιά τόν Παλαμά σου! Τ' α­ κους; Είναι έκείνος πού εγραψε «λύκοι λύκοι μ πολ­ σεβίκοι» ! -Στάσου νά σου έξηγήσω!" μπερδεύεται δ Άλέ­ ξης. -Τί νά μου έξηγήσεις; τόν κόβει έκείνη θυμωμέ­ νη . UΕγραψε η δέν εγραψε «λύκοι λύκοι μ πολσεβί­ κοι» ! -'Έγ ραψε, αλλά . . . Ό Άλέξης ανησυχεί. Ποιός της είπε αυτές τίς αη­ δίες γιά τόν Παλαμα; 'Επιστρατεύει τόν Ζαχαριάδη , Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 12

τήν μελέτη του γιά τόν « 'Αληθινό Παλαμα», επι­ σ"τ ρατεύει τήν κινητοποίηση γιά τήν κηδεία του, της λέει άλλα του ποιήματα άπό τό Δωδεκάλογο, γιά τά «θρακιώτικα βουνά» κ α ί τόν «πρωτάρη λαό». Ή Στέλλα κ αταλα β α ίνει. 'Αρχίζει νά καταλαβαί­ νει καί πώς άνάμεσα στούς καθοδηγητές της ύπάρ­ χουν άλλοι μέ κ α θαρό μυα λό κι άλλοι στενοκέφα­ λοι. Γιά τόν 'Αλέξη δμως, είνα ι άργά. νΕχα σε τήν εύ­ καιρία νά της μιλήσει γιά τήν άγάπη του. Καί, δπως θά άποδειχτεί, τήν εχασε γιά πάντ α ! 'Εξαιτίας τού Π αλαμα . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ

Ό Ά λ έ ξ η ς ν τ ρ έ π ε τ α ι ...

'Όλα τουτα, τ ά μαζεμένα στό νου καί στήν ψυχή είναι, λέω, σά λίμνη . Σάν έκείνες τίς τεράστιες τε­ χνητές λίμνες, πού συγκεντρώνεται τό νερό ιΊπό τά ποτάμια, γιά νά τό μετατρέψουν σέ ήλεκτρισμό. '�Eνα φράγμα κρατάει τό νερό φυλακισμένο. 'Ε­ λέγχει τήν ποσότητα πού θά περάσει ιΊπό τόν υδατο­ φράχτη . Κι ιΊλλοίμονο αν σπάσει τό φ ράγμα! . . . νΕτσι μοιάζουν, τώρα, αυτά πού ξεχειλίζουν ιΊπό τή θύμηση . Καί λέω: Π ρόσεχε. Φιάξε μιά γερή κοί­ τη, μέ ψηλές όχθες! Νά μπεί τό νερό, νά κυλήσει. Π ρόσεχε! Κάνε μερικούς μαίανδρους, νά σπάσει ή δρμή του. Βάλε κάπου καί μερικές ίτιές. Κλαίου­ σες. Νά του κόψουν κι αυτές, δσο νά 'ναι, τή φόρα. Καί, κάπου, λέω, ρίξε καλαμιές. Πολλές καλαμιές, σά λιμνούλα. Καί νούφαρα. , Αλλιώς, πας χαμένος! Θά σέ πάρει καί σένα δ χείμαρος πού μόνος σου ' δημιούργησες . . . . . . Είναι χρόνια πολλά ξενητιας μαζεμένα. Κι είναι χρόνια πολλά ιΊγώνων. Καί πολλοί οί νεκροί φίλοι. Καί πολλοί οί ζωντανοί, πού περιμένουν ιΊκόμη τό γυρισμό στήν πατρίδα. Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 14 Είναι πολλή ή ζωή πού άφήσαμε στίς ράχες, στίς χαράδρες, στίς κορφές. Πολλά τά φαρμάκια. Πο­ λύς δ πόθος. Πολύς καί μεγάλος δ άγώνας. Καί βρώμικη ή συ­ κοφαντία. Καί τό λάσπωμα . Πολλά τά χ ρόνια πού δ κόσμος δέν ήξερε τί νά πιστέψει καί προτιμούσε νά σταθεί σ' αυτά πού τού τά 'πανε πολλές φορές. Μέ τό πές πές τό μονόπλευρο, κάτι κατακάθια μένουν μέσα, βαθιά . . . Δέν είσαι πολιτικός - λέω στόν έαυτό μου - νά κάνεις κ ρίσεις μεγαλόπνοες καί ν' άνακατευτείς σέ μαλώματα καί λάσπες. Είσαι «ζώον πολιτικόν», wOv - αν π ροτιμάς . . Πές τί έγυρε τή δική σου ράχη . Μίλα γιά τούς κον­ τινούς σου πού άγάπησες καί πόνεσες. Καί γιά κεί­ νους πού άντιπάθησες - δέν είναι κακό νά τούς θυ­ μασαι κι αυτούς πότε πότε. Κι αν άπ' δλα αυτά βγεί καί κάτι γενικό, καλά . . . ΚαΙ - λέω, γιά όνομα τού θεού, μήν τά παρουσιά­ σεις σάν ντοκουμέντα! Γιά πολλούς,. τούς περισσό­ τερους άπ' δσους γράφουν «άναμνήσεις», ή λέξη φαίνεται νά 'χει χάσει τό νόη μά της.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


l1S

Ό

Καπετάν

Μαϋρος

(Τά πρόσωπα) Τό Γραφείο μάς καλεί σέ �KταKτη συγκέντρωση, στήν πλατεία, πού 'χουμε στήσει τή σκηνή γιά τίς καλοκαιρινές παρασirάσεις μας. Τραβάμε δλοι μέ τίς «κόβες» μας. Ξέρουμε τί τρέ­ χει. Κάθε φορά πού μάς καλοϋνε �KταKτα κοντά στή σκηνή, �χoυμε κάποιον «ύποπτο». κάποιον πού «�σπασε». Κάποιον πράκτορα. Βέβαια, όπάρχουν καί τέτοιοι, πού τρύπωσαν στίς γραμμές μας, τότε, μέ τό πλάτεμα τ' άγώνα καί μας κάνανε ζημιές, καί δολοφονίες άκόμη κάνανε, γιά νά μας έκθέσουν. Μερικές φορές, δμως, οΙ «πράκτορες» δέν είναι πα­ ρά άνθρωποι πού διαφωνοϋν μέ τό Γραφείο. ,Α νεβαίνει �να μέλος τοϋ Γραφείου στή σκηνή, άνα λύει τίς πράξεις τοϋ ένοχου. 'Εμείς φωνάζουμε: -«Στή σκηνή! Στή σκηΥή!» Καί τόν άνεβάζουν στή σκηνή. Τόν γιουχάρουμε. -«Προδότη! Πουλημένε! �Eξω άπό τήν δμάδα μας!»

Τόν πάνε στά σύνορα καί τόν παρατάνε έκεί. .. Αύτή τή φορά οί ένοχοι δέν μποροϋν ν' άνέβουν στή σκηνή. Δέ χωράνε. Είναι 94. Στή σκηνή θ' άνέ­ βει τό Γραφείο καί οί 94 θά 'ρθοϋν μπουλούκι. Κάτω άπό τή σκηνή. Σηκωνόμαστε στίς μύτες τών ποδιών νά τούς δοϋμε. Δέν είναι δυνατόν! Ό καπετάν Μαϋρος! Κι άλλα παλληκάρια 'rοϋ Ε­ ΛΑΣ! Τόν καπετάν Μαϋρο, είδικά, τόν ξέρουμε δ­ λοι μας. 'Από τούς πρώτους άντάρτες! «-Χρειάζεται νυστέρι! λέει δ γραμματέας της Διαφώτισης δ Περικλης καί δεύτερος τοϋ γραφείου. Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


116 Ν ά κόψουμε τ ο αρρωστη μένο μέλος! Ή ένότητά μας θά δυναμώσει, μέ τό ξεκαθάρισμα . » Ό καπετάν Μαύρος! Δέν είναι δυνατόν! Μ ά πάλι . . . δλα ν ά τ ά περιμένεις! -«Σπασμένοι! Προδότες ! » -«Χάσανε τήν πίστη τους στό Κόμμα καί στό λαό! συμπλη ρώνει δ γραμματέας. Δέν συμφωνανε μέ τό Κόμμα. Θεωρούνε τούς έαυτούς τους πιό έξυ­ πνους από τό Κόμμα! Μερικοί απ' αύτούς π ροσπά­ θησαν νά τό σ κάσουν καί τούς πιάσαμε ! » Τούς πανέ μπουλούκι γιά τ ό σταθμό. 'Εμείς περ_ · ναμε όργανωμένοι από μπροστά τους καί τούς γιου­ χάρουμε. W Αλλοι τούς φτύνουν. Μά είναι ή π ρώτη φορά πού τό γιουχάρισμα δέν α­ κούγεται δυνατό. Είναι ή πρώτη φορά πού κάτι σπά­ ει μέσα μας. Είναι τό παρελθόν τους; Λεβέντες έλα­ σίτες, δλοι. Καί δ καπετάν Μαύρος! Τρόμος καί φόβος τού φασισμού. 'Αγαπητός από τά παλλη κάρια του καί απ' δλους. Οί 94 ακίνητοι. Σά νά στέκονται π ροσοχή . Μόνο ένας τους ξεσπάει σέ ύστερικό κλάμα. Ό καπετάν Μαύρος τού φωνάζει: -«Ψηλά τό κεφάλι! » 'Ύ στερα, φωνάζει πρός τόν κόσμο πού περνάει: -«Σύντροφοι! Αύριο θά καταλάβετε τό λάθος σας! Δέν εϊμαστε κατά τού κόμματος ! Εϊμαστε κα­ τά τού Γραφείου! Τούς ανεβάζουν στό τραίνο. Θά τούς αφήσουν κά­ που στά σύνορα έτσι, 11 θά τούς πιάσουν καί θά τούς σκοτώσουν, 11, γιά νά γλυτώσουν, θά κάνουν καμιά προδοσιά. Καί θά δικαιωθεί καί τό Γρ<!φείο. Θά 'ναι μιά απόδειξη γιά τό «πού όδηγεί τό κατρακύDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 17

λισ μα» . . . (Ό καπετάν Μαύρος κατάφερε καί πέρασε τά σύ­ νορα χωρίς νά τόν πιάσουν. Μέ μιά δμό.δα άπό τούς 94 άνέβηκαν στό Βουνό. Οί άλλοι φιάξανε κι αυτοί δμάδες καί πηγαν στ' άντάρτικο, στά γνωστά τους λημέρια. Μόνο πέντε-εξη άπό τούς 94 παραδόθηκαν στούς χωροφύλακες. Ό καπετάν Μαυρος πά�ι άν:άρτης . Στό Δημο­ κρατικό Στρατό. Τό μάθαμε καί τρωγόμαστε μέσα μας: Πότε νά τούς βρουμε νά τούς ζητήσουμε συ­ γνώμη ; ΤΗρθε αύτή ή στιγμή . Στό βουνό, πάλι. Ό καπετάν Μαυρος είπε: «Δέν πειράζει . . . δύσκολοι καιροί! . . . »)

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 18 «πιαστ ε

μας ! »

(Μαρτυρίες καί σχόλια) ΤΗρθε ένας καινούργιος στό. Μπουλκες. 'Απ' τή γειτονιά μου, άπ' τήν 'Αθήνα. Μαζευτήκαμε οί άθη­ ναίοι νά μάθουμε τά νέα. -Πώς τά κατάφερες; Σέ στείλανε εδώ; -'Όχι . . . μόνος μου ήρθα . . . λέει δ Μανώλης. Μόνος του. Μ' ενα φορτηγό ώς τή Θεσσαλονίκη κι άπό κεί μέ τά πόδια στά σύνορα. Στό Ξίνο Νερό ! -Τί γίνεται κάτω; -Μπερδεμένα τά πράμματα. . . . Μπερδεμένα; Τόν κοιτάζουμε καχύποπτοι. Καλέσανε τήν κλάση του, λέει, καί πηγε στόν καθοδηγητή του στό κόμμα. Τόν κυνηγούσανε κι δ­ λας, καί κ ρυβότανε. Τί νά κάνει; Ν' άνέβει στό βου­ νό, στό άντάρτικο; «�Oχι - του 'πανε». Νά πας στό στρατό νά κατα­ ταγείς, θά πάρεις τό δπλο σου καί ύστερα βλέπουμε ! » -«Τί βλέπουμε; » -«'" Αν γίνει κάτι, θ' άνέβεις μέ τό δπλο σου στό βουνό». -«Κι δ λοχαγός; Καί δ λοχίας μέ τό περίστροφο στήν πλάτη σου;» -«Αύτά, λέει, τά ξεπερνανε τά μέλη του κόμμα­ τος». Σά νά μή μας τά λέει καλά δ Μανώλης ! . . . 'Εκείνος κατάλαβε τίς ματιές μας καί βιάστηκε νά βγάλει ενα χαρτί άπό τήν τσέπη του. Κομμάτι ά­ πό φη μερίδα. Χιλιοδιπλωμένο καί τριμμένο. 7" Ν α, ' λεει. ' ' Δ ια β αστε. , Φέρνει γύρα τό γαοτί. Χ ρονογράφη μα του ΣπήDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


119

λιου στό Ριζοσπάστη. Λέει πάνω κάτω: «... 'Ελάτε νά μάς πιάσετε! Ειμαστε τόσοι πολλοί πού δέν θά 'χετε που νά μάς βάλετε! Δέν θά 'χετε φυλακές». (...Άποδείχτηκε πώς είχαν «που νά μάς βάλουν». Τόσα ξερονήσια! Γεμίσανε. Τό μόνο πού <'χποδείξα­ με ήταν πώς πραγματικά, είμαστε πολλοί... Αύτά όμως, <'χργότερα.) Τώρα κοιτάμε τόν Μανώλη μας κι <'χναρωτιόμα­ στε: Είναι προβοκάτσια;

ή «έσπασε» δ Μανώλης

καί «λύγισε» <'χπό τίς δυσκολίες; Νά πάλι, τί είναι αύτά; Γιατί δέν τούς <'χφήνουν νά πάνε στό βουνό; Ό γραμματέας μας <'χναγκάστηκε, <'χπό τόν έρχο­

μό του Μανώλη, νά μάς κάνει «c'xνάλυση της κατά­ στασης». Άγώνας σέ δυό μέτωπα: «συνδυασμός νόμιμης καί παράνομης δουλιάς! Είναι μεγάλο πρά­ μα νά 'ναι νόμιμο τό Κόμμα στήν 'Αθήνα, καί τήν ί­ δια στιγμή νά βροντάει τό ντουφέκι». ...Είναι μεγάλο πράμα. 'Έτσι τό βλέπαμε, όλοι, τότε. Μιά πανέξυπνη ένέργεια του Ζαχαριάδη. Μπο­ ρεί νά 'ταν καί σωστή, μά τράβηξε πολύ. Τίποτα δέν μπορεί νά κλονίσει τήν πίστη μας στόν Άρχηγό. Τώρα, μάλιστα πού άρχισε καί τό <'χντάρτικο! Μόνο μιά μέρα, τόν Μάρτη του 1949, πού έγινε στό Βίτσι

ή Συνδιάσκεψη της ΠΔΕΓ (Πανελλαδική

Δημοκρατική �Eνωση Γυναικών) έτυχε νά δώ τό Ζαχαριάδη. Τόν άκουσα νά λέει:

«Τό χάσαμε τό παιχνίδι. Άλλά, μιά καί μπήκαμε στό χορό, θά χορέψουμε.» 'Ήταν μπροστά τρία μέ­ λη της Κεντρικης Διαφώτισης του Γενικου Άρχη­ γείου. Δύο άντρες καί μιά γυναίκα. Δέ λέω τά δνό­ ματά τους - ζουνε καί <'χκολουθουν άλλη γραμμή c'x­ πό έκείνη του ΚΚΕ. Πρίν <'χπό λίγον καιρό, συνάντη­ σα τή γυναίκα. «Θυμάσαι, τή ρώτησα, τή φράση έDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


120 κείνη τού Ζαχαριάδη; » «Μά ιτό 'λεγε συχνά εκείνον τόν καιρό» . Παιχνίδι . . . Χορός . . . . . . ΚαΙ μόλις είχε βγεί στό Βίτσι ή έφημερίδα μας μέ νέο τίτλο πού νά δείχνει τό β ασικό μας στόχο: «προΣ ΤΗ ΝΙΚΗ» ! Νά πώ « άλλοπρόσαλλα πράγ­ ματα ; » 'Αργότερα - πάλι άργότερα - οί ίδιοι ο ί κοντινοί συνεργάτες τού Ζαχαριάδη θά τόν πούνε « ύποπτο», άκόμη καί «πράκτρρα». (Έπιτρέπω στόν έαυτό μου μιά γνώμη «συγγραφι­ κή»: Ό Ζαχαριάδης ήταν δ 'Αρχηγός - λιοντά ρι τών βαλκανίων τόν �λεγε δ Δημη τρόφ-, δ άνθρωπος πού, δταν �φυγε γιά τήν έξορία του, άφησε ενα κόμ­ μα μικρό, καί γυρίζοντας β ρηκε μιά μεγάλη δύναμη , εναν μεγαλειώδη άγώνα. 'Όλα αύτά γίνανε χωρίς τόν Τδιο. Μήπως, λέω, είναι αύτό τό σύμπλεγμα πού θά καθορίσει άπό δώ καί πέρα δλες του τίς ενέρ­ γειες; Μήπως αύτό τό σύμπλεγμα - μαζί καί τό ξέκομά του δέκα χρόνια άπό τήν π ραγματικότητα τή δική μας - είναι αύτά πού θά τόν σπρώξουν νά κάνει σώ­ νει καί καλά κάτι σημαντικό; Μήπως αύτό τό ρηγμα στό χαρακτήρα του, έκανε τόν άρχηγό νά μήν θέλει νά δεί τίποτα σωστό στόν άγώνα μας στήν Κατοχή καί νά ψάχνει γιά προδότες καί πράκτορες; Κι ύστερα, μετά τήν ύποχώρηση άπό τό Γράμμο, έρ'Χεται εκείνη ή άπόφαση της ΠΙ Συνδιάσκεψης τόν 'Οκτώβρη τού 1 950. « Ή γραμμή τού ΚΚΕ στά χρόνια της χιτλεροφασιστικης κατοχης καί τού ενο­ πλου άγώνα 1 94 1 - 1 945 κρίνεται σάν «βασικ ά λαθεμέ­ νψ> καί ή γραμμή άπό κεί καί πέρα , - άπό τότε πού Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


121 'ρθε δ Ζαχαριάδης, κρίνεται σ ά «βασικά σωστή». Β α σικά «λαθεμένο», τό μεγαλείο του άγώνα , κι ας τελειώνει μέ τή Βάρκιζα. Καί «σωστ ό» δτι εγινε άπό τήν άποχή στίς εκλογές, μέχρι τήν ύποχώρηση . Λα­ θεμένος δ άγώνας πού μας εδωσε τόση δύναμη . Σω­ στή ή τακτική πού δέν είχε κανένα θετικό άπ ο τέλε­ σμα . . . )

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


122

Οί

π εντ άδες

(Σελίδες άπό ήμερολόγlO) Στό Μπουλκες περιμένουμε τήν Έπιτροπή Έρεύ­ νης του ΟΗΕ. Θά 'ρθει νά δεί άν είμαστε δπλισμέ­ νοι. "Αν γυμναζόμαστε. "Αν �χoυμε στρατιωτικές σχολές. Τό Γραφείο «παίρνει τά μέτρα του». 'Αποφασίζει νά όργαν(ί)σει όλον τόν κόσμο σέ «δμάδες έπαγρύ­ πνησηρ> . Σέ πεντάδες. 'Από δώ καί πέρα, γιά κάμ­ ποσον καιρό, αύτός θά είναι δ όργανωτικός μας πυ­ ρήνας: ή πεντάδα έπαγρύπνησης. "Ας πάρω τήν δική μου «πεντάδα» . Είμαι τρίτος α 1ώ τήν άκρη του πεζοδρόμιου δεύτερος από τόν τοίχο. 'Έχει σημασία αύτό, γιατί, όταν περπ ά ταμε στό δρόμο ή σειρά μας είναι αύτή : Π ρώτος, στήν ά­ κρη στό πεζοδρόμιο, δ γραμματέας της πεντάδας, πέμπτος, πρός τόν τοίχο δ έπαγρυπνητής. Στή μέση « κάποιος», πού τό γραφείο δέν είναι καί τόσο σίγου­ ρο γιά τήν πίστη του. Δεύτερος καί τέταρτος, δ «τα­ μίας» της πεντάδας, καί δ ύπεύθυνΟ,ς τύπου: γιά τό μοίρασμα του διαφωτιστικου μορφωτικου ύλικου (έ­ γώ). Μας λένε: «πρέπει νά έπαγρυπνουμε». Δηλαδή, νά προσέχουμε καί νά ύποπτευόμαστε δ �νας τόν άλλον. Καί τό Γραφείο όλους μαζί. «"Οχι, λέει, τό Γραφείο. Είναι ανάγκη νά σφίξου­ με τήν όργάνωσή μας, γιά νά μήν βγει στή μέση κά­ ποιος πράκτορας καί μας κάνει ζημιά στήν Έξετα­ στική Έπιτροπή - �τσι τή λέμε τήν έπιτροπή του ΟΗΕ στό Μ πουλκες. Είναι �να προσωρινό όργανω­ τικό μέτρο έπαγρύπνησης. Στήν πραγματικότητα, είναι δμάδα αμοιβαίας Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


123 καχυποψίας. ' Υπάρχει, δμως, μια κλιμάκωση ποιο­ τική : άνάλογα μέ τή θέση σου στήν « πεντάδα» καί δ βαθμός πού βάζει τό Γραφείο στήν πίστη σου . "Οσο γιά τόν γραμματέα, π ρώτο πρός τό δρόμο, έ, αύτόν τόν π ροσέχουμε δλοι έμείς οΙ ι'iλλoι. Π ρέπει νά πώ: καί οΙ πέντε της πεντάδας μου είμαστε κομματικά μέλη . "Όλοι άντάρτες στόν ΕΛΑΣ , Μένουμε καί οΙ πέντε στό ίδιο σπίτι. Καί οΙ πέντε βγαίνουμε μα ζί στό δρόμο. Καί οΙ πέντε γιά τό φαγη­ τό, καί οΙ πέντε στή δουλιά, καί πάλι πίσω καί οί πέντε, μαζί, στό σπίτι. � Α ν τή νύχτα θές νά πα ς « πρός νερού σου», π ρέπει να ξυπνήσεις καί κάποιον άπό τήν πεντάδα σου νά σέ συνοδεύσει . . . Τό Γραφείο, γιά νά μήν μας κακοφανεί, βεβαιώνει δτι έχει φιάξει κι αύτό τήν πεντάδα του! . . . Τό Γραφείο . . . �Eτυχε τι} μέλη τού στενού γρα­ φείου, νά είναι άπό τήν π ρώτη δμάδα πού έφυγε άπό τά Τρίκαλα γιά έξω. "Έτυχε, οΙ τρείς τού Γραφείου νά είναι άπό τούς άρχηγούς της Πολιτοφυλακης 'Α­ θήναι;, καί μετά άπό τούς 'Αρχηγούς της ΟΠΛΑ . . . (Ή ΟΠΛΑ: 'Οργάνωση Περιφρούρηση ς Ναϊκού 'Αγώνα. WΕχει τήν Ιστορία της. Τήν έχουν κατασυ­ κοφαντήσει. « Οί φονιάδες». Δέν είναι άλήθεια. 'Ε­ μείς, οΙ άθηναίοι ξέρουμε ότι μπορούσαμε νά στηρι­ χτούμε σ' αύτούς, καί στίς διαδηλώσεις, καί στά γραψίματα στούς τοίχους. Βγαίναμε τή νύχτα, όταν άπαγορευότανε ή κυκλοφορία καί μας κάνανε έπι­ θέσεις άκόμη καί οΙ «έδεσίτες» . Αύτούς, τού ΕΔΕΣ της 'Αθήνας, π ού άναγκάστηκε νά τούς άποκη ρύξει δ ίδιος δ Ζέρβας σά συνεργάτες τών γερμανών. Τά μέλη τού ΟΠΛΑ ήταν δπλισμένα. Μας π ρο­ στατεύαν. Γινόντουσαν μάχες κάθε β ράδυ. " γστερα ά ρχισαν νά χτυπιούνται άνοιχτά μέ τόν έχθρό, σέ Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


124 άντίποινα γιά τήν τρομοκρατία. ΤΗταν παλλη κάρια καί άποφασισμένοι. Δέν είναι ερκολο νά μπαίνεις στό «Πικαντίλλω> καί νά χτυ­ πιέσαι μέ τούς γκεσταπίτες. Δέν είναι εύκολο νά ΧΤ1,)πιέσαι άνοιχτά μέ τούς fλληνες φασίστες πού τ ρομοκρατουσαν τίς συνοικίες. Τό 'καναν καί πέτυ­ χαν. Θά τό σκεφτόντουσαν πολύ οΙ φασιστικές συμ­ μορίες νά μπουνε καί νά χτυπήσουν τίς συνοικίες: Ή ΟΠΛΑ θά έκδικηθεί! . . . Είναι δμως άλήθεια καί πώς μερικοί τό παράκαναν . . . ·

Τό στενό μας γραφείο, πού τό άποτελουν τρείς ά­ πό τούς ά ρχηγούς της ΟΠΛΑ π ροσπαθεί νά μεταφέ­ ρει μέσα στό Κόμμα, τίς ίδιες τίς μέθοδες πού χρησι­ μοποίησαν κατά τών φασιστικών συμμοριών. Μέ τήν ίδια μέθοδο θά χαθεί καί ό ίδιος ό Μιχάλης Τερζης, 11 Πεχτασίδης . Στή συνέλευση στή Ρουμα­ νία, πού άνακοινώθη κε ή καθαίρεση του Ζαχαριά­ δη , σηκώθηκε κάποιος νά μιλήσει. 'Ήθελε νά άπο­ δείξει τί « κακό» μπορεί νά κάνει ή π ροσωπολα­ τρεία . -«Θυμαστε τόν Μιχάλη τόν Πεχτασίδη ; » Τόν θυμόμαστε. -«Θυμαστε πού μας εΙχαν άνακοινώσει δτι τό 'σκασε άπό τό βουνό καί πήγε στόν Τίτο, κι άπό κεί στούς 'Αμερικάνους; » Κι αύτό τό θυμόμαστε . . . -«'Έ . . . δέν είναι fτσι . . . (Τόν Πεχτασίδη πήραμε έντολή νά τόν σκοτώσουμε γιατί ήταν προδότης. Π ρέπει νά όμολογήσω τώρα, μπροστά σέ δλους, δτι τήν έκτέλεση τήν άνέλαβα έγώ καί ό Χ . , γιατί μας είπαν πώς ήταν έντολή του Ζαχαριάδη . Νά . . . αύτά κάνει ή προσωπολατ ρεία » . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


125 Άλήθεια - ψέμματα; Αύτοί ξέρουν. Μπορεί νά τά φορτώνουν τώρα δλα στό Ζαχαριάδη, γιά νά καλυ­ φτούν οΙ ίδιοι. Κάτι «τέως» στενοί συνεργάτες του τό 'χουν κάνει σύστημα. Έδώ θά πρέπει νά πουμε καί κάτι άλλο: στό γρα­ φείο δ τρίτος άπό τούς άρχηγούς της ΟΠΛΑ ήταν δ Βασίλης δ Παναγόπουλος. Μεγάλη διαφορά - κατά τή γνώμη μου - άπό τούς άλλους δυό τού γραφείου: ήταν άνθρωπος. 'Όπως άνθρωποι ήσαν, καί δέν εί­ χαν καμμιά σχέση μέ δλα αύτά , οΙ άλλοι δυό άπό τούς άρχηγούς, της ΟΠΛΑ, δ Στέργιος'Αναστασιά­ δης καί δ Φαρμάκης. Γιά τήν ωρα, δ Μιχάλης καί δ Πέρικλης είναι οί « μεγάλοι μας» στό Μπουλκες. Ή Έπιτροπή ή ρθε-εφυγε. Ή πίκρα άπό τίς πεντάδες, πού λειτούργησαν ά­ κόμη κάμποσο καιρό, εμεινε. Τό κακό πού εγινε ήταν μεγάλο. Μεγαλύτερο άπό τό νά μάθει Τι Έπιτροπή Έρεύνης πώς δ Γιαννούλης �φυγε άπό τό Μπουλκες γιά τό Βουνό. Τό 'ξεραν! Μεγαλύτερο κακό άπό τό νά μάθαινε Τι Έπιτροπή πώς, ναί, είχαμε μιά Σχολή - πέστην ετσι - άξιωματι­ κών, πού γινόντουσαν συζητήσεις καί μετάδοση πεί­ ρας. Δέν γυμναζόμαστε δμως. Δέν είχαμε δπλα . Δουλεύαμε. Καί δουλεύαμε σκληρά. «Τό Μπουλκες έστία μόλυνσης», είπαν άργότερα. Μά δέ λογοδοτήσανε έκείνοι πού κουβαλάγανε άπά­ νω τους τήν μόλυνση. 'Όσο γιά τήν δική μου «πεντάδα» . . . τρείς, Τι Κού­ λα, δ Χαβιαρας, δ Κουλοχέρη ς σκοτώθηκαν στόν έμφύλιο. Ό γραμματέας μας, δ Μπαλάφας - παρα­ τσούκλι άπό μιά παράσταση - ήταν στό Βίτσι, άρ­ ρώστησε. Δέν ξέρω - ζεί; Έγώ . . . ε . . . γράφω ... Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


126

'Αλέξης ντρέπεται (Ίστορία αγάπης) Ό

...

... Ή μοίρα ή γενική μπερδεύεται μέ τήν μοίρα

τών άτόμων. Δέν μπορεί νά γίνει άλλιώς. Ή «κόβω) τών Τραλαλάδων, τού 'Αλέξη, πάει

γιά τή συγκέντρωση πού θά υποδεχτούν τήν 'Επι­ τροπή 'Ερεύνης. Συναντιέται μέ τήν δμάδα της Στέλλας. 'Εκείνη πρώτη, άπό τό πεζοδρόμιο. 'Εκεί­ νος άπό τή μέσα μεριά, γιά νά τόν προσέχουν. Καί δ , Αλέξης ντρέπεται: Τή Στέλλα. Τί νά της πεί; Πώς θά τού 'χει εμπιστοσύνη αύτή, δ προλετάριος; Κι είναι καί τ' άλλο ... Νά εκείνο τό μεγάλο πανώ πού γράφει: «ΟΠΩΣ Λ ΥΘΗΚΕ ΤΟ ΠΟΛΩΝΙΚΟ ΝΑ Λ ΥΘΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΑΣ» Είναι πολύ σοβαρή ή στιγμή, άλλά είναι άστείες οί φωνές της γυναικείας όργάνωσης. Μιά φωνή τσιρι­ χτή, φάλτσα: «Νά-λυ-θεί! Νά-λυ-θεί!» Τό «πολωνικό» πού «λύθηκε» θά τό 'χουν οί μπουλκιώτες μόνιμο σύνθημά τους χρόνια δλόκλη­ ρα. Τό «πανε άλλού», δμως: «Τό 'λυσες τό... πολω­ νικό;» Καί εννοούνε... άλλο! Ό 'Αλέξης άρχισε νά φοβαται μήπως τή χάσει τή

Στέλλα. 'Έγινε μιά «άνάλυσψ) πρίν άπό μέρες: πρέ­ πει νά προσέξουμε τά στελέχη μας. Πρέπει νά παν­ τρευτούν. Θά τρώνε σέ άλλη, είδική καντίνα. �E­ χουν άλλες ώρες, άλλα προβλήματα - τά προβλήμα­ τα δλων - καί δέν πρέπει νά τούς άπασχολεί καμμιά fλλειψη καί καμιά σκέψη, γιά νά μπορουν νά κά­ νουν καλά τή δουλειά τους. Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


127 Μέ λίγα λόγια, κατά τήν εκφραση τών μπουλκιω­ τών:«τά στελέχη πρέπει νά λύσουν τό πολωνικό» ! Ό 'Αλέξης φοβάται, λοιπόν, μήπως του πάρουν τή Στέλλα . Φόβος πού δυναμώνει μ' αύτή του τή θέ­ ση «ϋποπτου δεύτερης κατηγορίας» πού του 'χουνε δώσει στήν πεντάδα. Π ρέπει, σίγουρα, νά της μιλήσει, ν' αποφασίσουν τί θά κάνουν γιά τό μέλλον τους. Δέν μπορεί, δμως, τώρα. Π ρώτα κάτι πρέπει νά κάνει -6 ίδιος γιά νά α­ νέβει στά μάτια της. Βρηκε τήν εύκαιΡία: του δώσανε μιά στροφή γραμμένη πάνω σέ κάποια μελωδία, γιά τό Δήμο­ κρατικό Στρατό.του παίζει 6 Λάκης 6 Χατζής τή μελωδία στ'ό πιάνο, καί γράφει τό τραγούδι: «Έμπρός ΕΛΑΣ γιά τήν Έλλάδα έμπρός άκόμα μιά φορά, κρατάς της Λευτεριάς τή δάδα στά δυό σου χέρια τά γερά. Πιάστηκαν πάλι τά λημέρια γνωστά άπ' τήν πρώτη J(ατοχή , τ' άρματα αστράφτουνε στά χέρια , μάχης άκούγεται ίαχή ! » �Eτoιμoς νά παινευτεί στήν Στέλλα, μά τό ποιήμα εχει πολιτικό λάθος:«Τί θά πεί ΕΛΑΣ;Ξεχάστε τον! » . Γίνεται:« Έμπ ρός Λαέ, γιά τήν Έλλάδα» . . . . ( . . . Μόνο πολύ άργότερα θά β ρεί τό δίκιο του 6 'Α­ λέξης. Στό βουνό. Θ' άκούσει τούς άντάρτες νά τό τραγουδάνε μέ τό «ΕΛΑΣ», κι ας είχε πάει έκεί μέ τό διορθωμένο κείμενο καί τήν ένορχήστρωση του Λάκη του Χατζη . Οί μαχητές του Δη μοκ ρατικου Στρατου, μόνοι Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


128 τους, ξαναδιορθώσανε τό στίχο . . . ) Καί τώρα; Πώς θά πάει στή Στέλλα νά της πεί πώς τήν άγαπ άει; 'Απ' τή μιά ή. ιθέση . του στή « πεντάδα» . . 'Απ' τήν dλλη τό πολιτικό του λάθος . . . Σίγουρα . . . ή μοίρα του άτόμου έπηρεάζεται άπό τήν μοίρα του συνόλου . . . Τό άναβάλει πάλι . . .

.

-

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


129 Ά σ κ ή σ ε ι ς ...

ΓΑ πλ ά περιστατικά) Μάχη γίνεται. Σφαίρες σφυράνε γύρω σου. 'Οβίδες σ κάνε. Βαρέλια μέ φωτιές ρίχνουν τά άμερικάνικα άεροπλάνα καί καίγεται δ τόπος fνα γύρω . . . Φυσικό νά πάει lτο μυαλό ':'πηγαίνει άδιάκοπα-καί στή σκέψη : ν Αν πάθω κάτι; Λένε πώς δ καλός' στρατιώτης στόν πόλεμο πάει γιά νά ζήσει. Έντάξει. Μά, �λα πού γύρω άπό τόν « κα­ λό στρατιώτη» παραμονεύει κάθε στιγμή δ θάνατος; Δέν πρόκειται, τώρα, γιά κάποιον πού κάνει πί­ σω, δχι. Ύπάρχει, δμως �να π ρόβλημα. Νά . . . ας πούμε, ξαφνικά χάνεις fνα χέρι. Πές τό δεξί, πού γράφεις! . . . Τί θά γίνει; Άπλό:θά μάθεις νά γράφεις μέ ' τ' άριστερό. 'Ωραία . . . Νά, δμως, πού, τότε, .θά παρουσιαστεί �να αλλο πρόβλημα:θά �χεις τό κουράγιο νά άρχίσεις τό βού­ ά-βά, άπό τήν άρχή μέ tό αλλο χέρι; vE, λοιπόν, αύτό τό πρόβλημα είχε δ σύν'φοφός μου δ Τρύφωνας. -Έγώ, δέν ξέρω, έλεγε. Μπορεί ξαφνικά νά μέ παρατήσει τό κουράγιο μου ! Μ πορεί νά μήν θέλω, ' νά μήν είμαι σέ θέση νά προσαρμοστώ, καταλαβαί­ νετε; W Ας πούμε μένω χωρίς . . . w H , δχι ας τό πώ άλ­ λιώς: άρχίζω νά μήν βλέπω. Έντάξει. Αντε, λοιπόν, ν' άρχίσουμε νά περπατάμε στά τυφλά, νά �να βή­ μα, νά άλλο, σ κοντάφτεις, πέφτεις, κάποιος πρέπει . ' νά σέ φυλάει δλην τήν ώρα, �τσι; Έν& , �ύπoστήριζε- άν είσαι προετοιμασμένος γι' αύτό, δλα θά πάνε καλά. Π ροετοιμασμένος θά πεί: εξάσκηση. Κάθε πρωί V

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 30 γράψιμο μιά σελίδα μέ τό αριστερό χέρι. Κάθε πρωί, μισή ώρα περπάτημα μέ κλειστά μά­ τια. Ούτε χαραμάδα στό βλέφαρο ! Αν, μάλιστα, δένεις καί τά μάτια σου με �να μαύρο πανί, καλύτε­ ρα. 'Ασκήσεις. Τήν πρώτη μέρα θά ξυριστείς μέ τό αριστερό χέρι. Αύτό μιά βδομάδα. Μόνο μέ τό αριστερό, χωρίς νά κουνήσεις καθόλου τό άλλο ! Θά τό δέσεις μέ τή ζώ­ νη σου στόν κορμό καί θά χρησιμοποιείς τό �να μό­ νο χέρι. 'Όταν έξασφαλίσεις τήν άνετη κίνηση τού αριστε­ ρού χεριού, αρχίζει νέα σειρά ασκήσεων σέ συνδυα­ σμό:<ψάτια κλειστά». Δηλαδή :Τό δεξί χέρι δεμένο μέ τή ζώνη στόν κορ­ μό, τά μάτια δεμένα μέ μαύρο πανί. Πρώτη άσκηση , ύστερα από τρείς βδομάδες, άς πούμε:ξύρισμα μέ μηχανή , μέ δεμένο χέρι καί δεμέ­ να μάτια. Τρίτη άσκηση, ή πιό σκληρή, τήν πέμπτη βδομά­ δα:ξύρισμα μέ ξυράφι! Ξυράφι κουρείου ! -Θά κόψεις τό λαιμό σου! γελάγαμε. -� Αμ έδώ είναι! 'Εδώ σ' έχω ! " Δεμένο χέρι, δεμένα μάτια καί στό αριστερό χέρι τό ξυράφι-έγώ έξοι­ κονόμησα ενα τέτοιο ξυράφι λάφυρο. Κόβει τρίχα στόν αέρα ! Καί άν θές τή συμβουλή μου, έσύ πού έ­ χεις αδύνατα νεύρα, καί γράφεις κιόλας, είσαι καί λογοτέχνης, ν' αρχίσεις νά γράφεις μέ τό αριστερό, ώστε νά μήν μείνεις ούτε μιά μέρα χωρίς γράψιμο ! -'Εγώ δέν έχω ανάγκη , - απάντησα σοβαρός σοβαρός-για'!ί . . . γράφω μέ τά πόδια ! Οί άλλοι γέλασαν. Μόνο δ Τρύφωνας δέ γέλασε. Γι' αύτόν δέν ήταν αστείο: έκανε κάθε μέρα ασκήσεις . . . V

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ

Τ ό κ ο ρ ί τ σ ι π ο ύ γ α ρ γ α λ ι ό τ α ν ε σ τ ή ν ά μ μ ο ..

'Όλος �ύτός ό κόσμος της πρώτης προσφυγιας μας είναι γεματος έλπίδα: «vE, τώρα, κάτι θά κά­ νουμε » 'Όλος αύτός ό κόσμος είναι ψημένος στόν άγώ­ να, εχει χτυπηθεί μέ τόν κατακτητή άπ' τά βουνά της 'Αλβανίας κι ώς τούς δρόμους της 'Αθήνας: «'Εγώ, έγώ βγηκα στ'άντάρτικο τό '42 . . », άκους νά λένε οί πιό πολλοί. 'Όλος αύτός δ κόσμος είναι άγνός καί άβγαλτος. Καί οί νέοι, καί οί μεγάλοι, καί οί άπλοί μαχητές καί οί καπετάνιοι κα! τά στελέχη , παλιά καί νέα . "Ολοι τους σάν παιδιά. 'Ίσως γι' αύτό καταφέρνει ή στενή μερίδα του γραφείου νά «περνάει» τή γραμμή της . Κι είναι ολοι πικραμένοι. 'Απογοητευμένοι. , Τούς ξαναφέρνω στό νου μου κι είναι δ καθένας τους μιά δλόκληρη ίστορία. Καθένας τους κι ενα ξε­ χωριστό θέμα. Γιά ποιόν νά μιλήσεις; Καθένας εχει κάτι τό ίδΙαίτερο. Ποιόν νά πρωτοθυμηθείς; Καθένας κι άπό εναν σκοτωμένο στή φαμελιά .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


132

του. Τυχαίνει νά 'χουν νεκρούς δικούς τους κι άπό τίς δύο « μεριές». Ποιόν νά πρωτοκλάψουν; Οί μανάδες τούς κλαίνε δλους. Καί τούς « κα­ λούς» καί τούς « κακούς». Οί μανάδες είναι έκείνες πού περισσότερο άπ' δλους νιώθουν δτι δ πόλεμος είναι έμφύ λιος . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


133

«Κάτω τά σύνορα»

(Σελίδες άπό ήμερολόγιο) Τό σύνθημα είναι εύκαιριακό: γιά τό χτίσιμο τού θεάτρου. Θά πείς, τί σχέση fχει τό σύνθημα «κάτω τά σύνορα» μέ τό θέατρο. �Eχει γιατί π ρέπει νά χτίσουμε τό θέατρο μας κι ε­ νας μηχανικός, (ιπό τό Βόλο, ό Μ πανανος, π ρόσφυ­ γας πού είχε καταστρώσει τά σχέδια, τού θεάτρου μας είχε πεί πως θά χρει αστούμε χιλιάδες καί χ ι λιά­ δες τούβλα. Δέν θυμαμαι πόσες. Ή «κοινότητα» δέν διέθετε τούβλα γιά θέατρο. 'Αρχίσαμε νά γυρναμε τούς κάμπους, καί νά «παίρνουμε» τούβλα (ιπ' δπου βρίσκαμε. Γκρεμισμέ­ νοι σταύλοι, φράκτες, ήταν οΙ προμηθευτές μας. Γιά πρώτη φορά χαιρόμαστε γιά τά «συντρίμια τού πο­ λέμου». Αύτά δμως τέλειωσαν γρήγορα. Καί τό θέα­ τρο ήθελε . . . τούβλα ! �Oχι {ιστεία. Βάλαμε χέρι καί στούς γερούς φράχτες. Τή νύχτα, γκρεμίζαμε μόνοι μας (ιπό κανένα, γιά νά τόν « (ινακαλύψουμε» τήν άλλη μέρα. Τά κουβαλάγαμε δέκα-δέκα, είκοσι­ είκοσι, μέ τά χέρια, μέ γυλιούς . Στό κάτω-κάτω, σοσιαλισμό κάνουμε. Κάτω οΙ φράχτες, κάτω τά σύνορα, κάτω τά Σινικά τείχη ! . . . Τώρα δέν �χoυμε καί τό σύμπλεγμα πώς μένου­ με σέ ξένα σπίτια. ΟΙ Γιουγκοσλάβοι μας είπανε πώς' άπό αύτά τά γερμανοχώρια είχε σχηματιστεί ή Με­ ραρχία �Eς-�Eς «Πρίγκη ψ Εύγένιος». Κι άν αύτό δέν μας « καθησύχασε» ήρθε μιά {ινα­ κάλυψη πού μας fκανε πύρ καί μανία: σ' ενα {ιπό τά σπίτια βρήκαμε μιά ραπτομηχανή .Είχε χαραγμένο καί τ' δνομα έπάνω: Μαρία-δέ θυμαμαι τώρα τό επώνυμο- {ιπό κάποιο χωριό της Καστοριας Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


134

, Αρχίσαμε νά προσέχουμε καί βρήκαμε κι άλλα δικά μας πράγματα! Καί έπιπλα, καί τεντζερέδες ά­ κόμη. Τά παίρνανε άπό τά έλληνικά χωριά οί φασίστες γιά νά συμπληρώσουν τό δικό τους νοικοκυριό ... Τό θέατρό μας είναι έτοιμο. Είναι μεγάλο, μέ 800 θέσεις, μεγάλη σκηνή, τερά­ στια παρασκήνια καί καμαρίνια στό ύπόγειο. Κάθε Σάββατο έχουμε καινούργια παράσταση. Τίς τρείς βδομάδες ενα «καλλιτεχνικό πρόγραμμα» μέ τρα­ γούδια, άπαγγελίες, καί κανένα σκετσάκι καί κάθε τέταρτη έβδομάδα μιά έπιθεώρηση, η ένα θεατρικό έργο, πού τά έτοιμάζουμε μέ περισσότερη προσοχή. Σκηνοθέτης μας είναι δ Βασίλης Πηγής, άγωνι­ στής καί άνθρωπος άγαπητός σέ δλους. �Eφεδρoς άξιωματικός του πυροβολικου καί άπό τούς πρώ­ τους στό 'Αλβανικό, στό βουνό. Δημοσιογράφος. Είναι δ Βασίλης άπό αύτούς πού τούς έχω στήν κα­ τάσταση έκείνων, πού ξέρουν τί σημαίνει «νά ζητά­ ει μιά κοπέλα τό μαντήλι νά στό πλύνει...» �Eχει τό συνήθειο νά κρατάει μέ τό δεξί του χέρι τήν άκρη του ματιου του, έτσι πού στενεύει τό βλέμ­ μα του καί τό κάνει κινέζικο. Είναι, λέει, άπό τότε πού, ήταν πυροβολητής στό άλβανικό: γιά νά βλέπει τό στόχο. 'Εμείς τόν κοροϊδεύουμε: - �Αστα αύτά Βασίλη! Πές καλύτερα πώς είναι ά­ πό τά γεράματα! 'Ανεβάζουμε: Ψαθά, Τερζάκη, Μελά, καί δικά μας εργα. «Δικά μας» - τρείς μαθητευόμενοι συγ­ γραφείς. Ή πρώτη μας μεγάλη παράσταση γίνεται μέ τήν

«Εισβολή» του Λεόνωφ, σκηνοθετημένη άπό τό Βα­ σίλη Πηγή. Στήν παράσταση ύπήρχε τέτοιος ένθουDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


135 σιασμός πού παρά λίγο νά 'χαμε πραγματικά . . . θύ­ ' ματα στήν πάλη μεταξύ «φασισμου» καί «ιχγωνι­ στών)) - ήθοποιών. Χρειαζότανε �νας ψηλός ξανθός νά κάνεί κά­ ποιον ταγματάρχη τών WΕς_ WΕς. Πή ραμε τόν παλαι­ στή μας από τόν Πειραιά τόν Βάσσελ. Ό ταγματάρ­ χης, σέ κάπόια σκηνή πρέπει νά άδράξει από τό για­ κά, τόν 'Αλέξη νά τόν βγάλει σηκωτό �ξω καί νά τόν σκοτώσει. Ό Βάσσελ βγαίνει στή σκηνή , τεράστιος ντυμέ­ νος ταγματάρχης. Οί Πειραιώτες ένθουσιάζονται. Χειροκροτανε τήν είσοδό του. Γιά πρώτη φορά στό θέατρό μας χειρbκροτιέται . . . αντιδραστικός ρόλος καί μάλιστα Γερμανός φασίστας. Ό Βάσσελ ένθου­ σιάζεται. Ξεπερνάει τό ρόλο του. Σηκώνει τή χερού­ κλα του, καί γράπ! άρπάζει τόν 'Αλέξη από τό στή­ θος. Μαζί, ρουχα, πετσί καί κ ρέας. Ό Αλέξης ούρ­ λιάζει, αλλά δ Βάσσελ νομίζει πώς τό ούρλιαχτό εί­ ναι του ρόλου. WΕτσι, σηκωτό, τόν πετάει έξω από τή σκηνή , βγάζει καί τό πιστόλι νά «πυροβολήσω). Ό σκηνοθέτης μας, πού κατάλαβε τί εχει συμβεί μουρ μουρίζει: -" Αστον. Δέν χρειάζεται! Δέν βλέπεις; Τόν πέ­ θανες! . . . Ό 'Αλέξης, σά νά τόν μάγκωσε σιδερένια πόρτα: αϊματα στό στήθος, γδαρσίματα . Κομπρέσες, αλοι­ φές - μά τά σημάδια θά · μείνουν γιά πολλά χρόνια . . . '

Ή δουλειά μας στό θέατρο καλυτέρεψε από τότε πού 'ρθε δ σκηνοθέτης Γιάννης Βεάκης. 'Όλα είναι πιό προσεγμένα από τό « μουστάκυ) μέχρι τό σκηνικό καί τά κοστούμια . Ό Γιάννης θά Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


136 πετύχει νά δώσει επαγγελματικό τόνο στή δουλειά μας, καί τό κυριότερο, θά μας μάθει νά σεβόμαστε τούς θεατές. Σκηνοθετεί καί παίζει δ ίδιος. 'Ανεβά­ σαμε τό «v Αν δουλέψεις θά φας», «Ό μακρυνός δρόμος» τοϋ 'Αρμπούζωφ, καί, καΙ . . ' Ανεβάζουμε πολλά εργα, γράφουμε καί δικά μας, οΙ τρείς συγγραφείς, επιθεωρήσεις, μονόπρα­ χτα, άκόμα καί όπερέτες. Ό Γιάννης πάντα κοντά, βοηθός. ?Από τήν πρώτη στιγμή πού βγάζεις τό χαρ­ τί στό τραπέζι γιά γράψιμο. Γιά κάθε τί πού θέλει νά μας «διδάξει», προσπαθεί νά κινητοποιή σει τή δική μας πείρα, &π(> τή ζωή , ά­ πό τό,:, άγώνα, Μόνο κάπου θυμώνει καί φωνάζει : Ε{ναι γιά μιά σ κηνή μέ δυό νέους πού « άγαπιοϋνται». Ή σκηνή δέ βγαίνει ο()τε στό γράψιμο σωστά ο()τε στίς π ρόβες. -Μά, γιά δνομα τοϋ θεοϋ! φωνάζει δ Γιάννης, μι­ λας μέ μιά κοπέλα ! της λές γιά τήν άγάπη σου ! " 0πως στή ζωή ! Άπλά ! Θά σοϋ 'χει τύχει! -νοχι . . . δέν είχαμε καιρό . . . άπαντάει ό «'ηθο­ ποιός», καί λίγο τσαντισμένος άπό τό κόλλη μα τοϋ σκηνοθέτη . Ό Γιάννης τόν κοιτάζει. Μιά πίκρα στά μάτια του. Καί κατανόηση. ' -Συγνώμη . . . καί φχαρι στω, λέει. Μ' έμαθες κάτι πολύ σπουδαίο σήμερα . . . Σέ λίγο καιρό, μιά νέα άφιξη στό Μποϋλκες: ό με­ γάλος μας ήθοποι ός 'Αντώνης Γιαννίδης. Γινόμαστε πιά ενας θίασος « μέ άπαιτήσεις» . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


137 Τό κορ ίτ σι στήν δμμο

πού

γαργαλιότανε

ΓΑ πλά περισ τατικά) ΤΗταν μυστικ ό της. 'Ένα μυστικό πού τό 'χ�νε. Γινότανε, πού λένε, κοινό. Τότε φρόντιζε νά τό ξαναμαζέψει νά τό κ ρύ­ ψει πάλι βαθιά της, άλλάζοντας κύκλο. 'Όταν τό μπορούσε. Ν' άλλάξει κύκλο, δηλαδή. Μικρή , στό σχολιό καί στίς παρέες τίς παιδικές άλλαζε σ υχνά πυκνά καί παρέες άκόμη καί σχολιό, σάν τύχαινε νά μαθευτεί τό μυστικό της. Φοβερό, -μά τήν άλήθεια μυστικό: γαργαλιότ ανε! �Oχι στίς μασχάλες, όχι στά πλευρά, σάν μερι­ κούς πού καί μόνο τό δάχτυλο νά δούνε πώς πλη­ σιάζει άναριγάνε. Στίς πατούσες γαργαλιότανε. Τό­ σο πού δέν μπόραγε νά β α δίσει ξυπόλυτη . Περπάτα­ γε καί γέλαγε. W Ασε, πιά, στήν άμμο! Στήν άρχή , δταν της έπαιρνες τά παπούτσια γιά νά τήν άναγκάσεις νά βαδίσει ξυπόλυτη στήν άμμο, περπ α τούσε μέ χoρoπηδηχτ� βήματα, λές κ \. έτσι θά γλύτωνε τό γαργαλητό, καί γελούσε. Γελούσε άδιά­ κοπα. 'Ύστερα τό γέλιο ξάλλαζε σέ νευρικό. Τρελ­ λό πές. Καί μετά ερχότανε τό κλάμα ! Κλάμα, νά δείς! 'Ένα κλάμα γεμάτο άγωνία. �Oχι γιά κάτι κακό πού 'γινε, μά γιά τό κακό πού καρτεράς, δέν ξέρεις ποιό καί δέν ξέρεις άπό που. Τέτοιο κλάμα. Γιά τό κακό πού 'ρχεται καί πού ξέρεις πώς τίποτα δέν μπορείς νά κάνεις νά του κόψεις τόν ερχομό. Τό μαθαίνανε καί οί καινούργιες παρέες καί της παίρνανε τά παπούτσια γιά νά δούνε πώς καί τΙ ΦώDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


138 ναζε, χτυπιότανε ή Δάφνη - Δάφνη τή λέγανε -κι οΙ άλλοι γελάγανε. _W Αντε! Περπάτα ! Περπάτα, Δάφνη ! Κουράγιο, Δάφνη ! καί δόστου τά γέλια. Ή Δάφνη καθότανε δσο καθότανε σά νά ξανα­ 'σκεφτότανε δλη αύτή τήν Ιστορία μέ τό γαργαλητό, κι ύστερα - τί νά κάνει - ά ρχιζε νά περπατάει ξυ­ πόλυτη . Στήν άμμο. Στην αρχή τό γελάκι. Παιχνι­ διάρικο. Κι ύστερα όλόκληρη ή βασανιστική διαδι­ κασία: τό νευρικό γέλιο, τό τρελλό, τό ύστερικό κλάμα, τό θυμωμένο καί τέλος τό παραπονιάρικο. Τότε οΙ ii λλοι τρομάζανε K�ί της δίνανε τά παπού­ τσια. Μέ τό παραπονιάρίκο κλάμα τρομάζανε. Κάτι σά δέος. 'Έπαιρνε τά παπούτσια της αγκαλιά, έμενε ακίνητη κάμποσο κι ύστερα τά φόραγε. ΟΙ άλλοι όρκιζόντουσαν νά μήν της ξαναπάρουν τά παπούτσια . Καί μεσα τους καί ε.ξω ό δρκος. Νά μήν ξαναπειράξουν τή Δάφνη . 'Έκανα καί μερικές, «παρατηρήσεις» πού είχα βάλει σκοπό νά τίς πω στή Δάφνη : «δταν περπατάς ξυπόλυτη στήν άμμο, μέ πηδηχτά βηματάκια, ή δ,μ­ μος σ ηκώνεται κι έτσι - κουτή ! - γαργαλιέσαι πε­ ΡΙ(Jσότερο! Νά φροντίσεις - λέω - νά περπατάς βαριά, χώνοντας καλά καλά τά πέλματά σου κουτή ! � στήν άμμο, γιά νά μήν μπορεί νά σέ γαρ­ γαλίσει». Σοφq πράματα! . . . . . . Λέω « παπούτσια». 'Έπρεπε νά λέω: α ρβύλες. Γιατί έτσι τή γνώρισα . Μέ αρβύλες στό Βίτσι, στόν έμφύλιο. Δέν είχα προλάβει νά της μεταδώσω τίς παρατηρήσεις μου. Μιά ριπή της « πηρε» τίς αρβύλες . . . Πήγαμε στό όρεινό χειρουργείο νά τή δούμε, οί φί­ λοι , σάν βρεμένες γάτες. Κάτσαμε γύρω της. Είχε Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


139 τό ίδιο άνήσυχο βλέμμα, τήν ίδια, λές, άγω νία νά μήν μαθευτεί τό φοβερό της μυστικό. -Τό κακό είναι . . . άρχισε νά λέει, μά σώπασε. Μάς κοίταξε �ναν �ναν μ' �να χαμόγελο άπό εκεί­ ά ν πού προσπαθουν νά κρύψουν τό βαθύ πόνο πού 'ρχεται άπό μέσα, πολύ μέσα . Καί κ άτι σ α φόβος μήπως δέν τήν πιστέψουμε, fι τήν περάσουμε γιά τρελλή . -Τό κακό είναι πώς άκόμη γαργαλιέμαι . . . . . . Ό γιατρό ς είπε πώς αύτό, νά γαργαλιέσαι, αν καί δέν εχεις πιά λόγο, λέγεται σύνδρομο του . . . της . . . Δέν θυμάμαι τό σύνδρομο είπε . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


140

Συν άν τηση

μέ

τόν

(Σελίδες από ήμερολόγιο)

ΤΙΤΟ

-

Είμαστε καλεσμένοι μέ τόν Γιαννίδη στόν ποιητή καί πεζογράφο νοσκαρ Νταβίτσιο. νΕχουμε μετα­ φράσει κάτι ποιήματά του. Θέλει νά μας δεί, θέλει νά δεί πιό πολύ τόν 'Αντώνη . παμε αλλά δέν μένου­ με πολύ. Μας έχει ό Νταβίτσιο μιά έκπληξη : Μ α ς περιμένει ό Στρατάρχης Τίτο! Τού μίλησε ό ποιητής γιά μας, ότι θά τόν έπισκε­ φτούμε, καί μας προσκάλεσε στό σπίτι του δλους. Τό στρατάρχη μέ τόν ποιητή, τούς δένει μιά αντάρ­ τικη φιλία. Στό δρόμο ό Γιαννίδης ρωτάει: -Τόν έχεις δεί τόν Τίτο; πως εΙναι; Γιά τόν Τίτο έχουμε δλοι μας αγάπη μά καί κά­ ποιο φθόνο. Αυτοί νικητές, έμείς νικημένοι. - Δέν θέλω τά πολιτικά, σαν άνθρωπος, ρωτάω π(ί)ς είναι - έπιμένει ό Γιαννίδης. Θυμάμαι μι ά πρώτη συνάντηση μέ τόν Τίτο. Στό συνέδριο των παρτιζάνων, στό Βελιγράδι. Παίρνουν μέρος αντάρτες από όλον τόν κόσμο. Στή δική μας αντιπροσωπεία είναι ό συνταγματάρχης ό μπάρμπα Θύμι ος, ό Ζούλας, ό Σωτήρης από τούς ' Αθηναίους καί άλλοι. 'Από πρίν τούς λένε πώζ πρέπει νά προσέξουνε. Θά καθήσουνε λέει, σ' ένα μεγάλο τραπέζι νά φάνε, καί πρέπει νά χρησιμοποιήσουνε πηρούνι καί μαχαί­ ρι. Νά 'ναι πολιτισμένοι. Στό τραπέζι κότες ψητές. Περιμένουνε τόν Τίτο ν' αρχίσει. Μαχαίρι, πη ρούνι καί κόβει τήν κότα του. Μαχαίρι, πηρούνι καί ό Σωτή ρης, σοβαρός καί πο­ λιτισμένος - κι από τό σπίτι του, αυτός. νΕλα, δDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


141

μως πού, ή κ ό τ α , κ αθώς πάει νά τήν αγγίξει τό μα­ χαίρι τ ου Σωτ ή ρη τ ινάζεται, λές Κ(1ί είναι ζωντανή καί πετάει π έντε συνδαιτημόνες μπροστά ! 'Όλοι π αγώσανε. · Ό Τίτο γελάει καί δίνει τό καλό παράδειγ μ α : μέ τό χέρι Τι κότα! -Μάλιστα . . . κ α τ ά λαβα! . . . φχαριστιέται δ Γιαν­ νίδης δταν τ ο υ λέω τήν Ιστορία μέ τήν κότα. Μ α ς ύπο δέχετ αι .δ Τίτο καί Τι γυναίκα του. Συνεν­ . νο()ύμαστε γ αλλικά , μέ διερμηνέα μας τόν νοσκαρ Νταβίτσιο, γιά πιό σ ιγουριά καί σέρβικα . Ό Τίτο δέν είναι δμιλητικός, άν καί δ Γιαννίδης κάνει απανωτές έρωτήσεις, γιά δλα. -Πέσ τ ε μου, κ αλύτερα, γιά τούς ρόλους πού �χε­ τε π αίξει, άλλάζει κ ουβέντα δ Τίτο. Ό Γιαννίδης ύ­ ποχωρεί. Δέν κ ά νε ι άλλες έρωτήσεις. Ή Γιοβάνα ' Μ πρός μ α ς σ ε ρ βίρει ποτά, μεζεδάκια. Λέμε «πολλά καί διάφορ α » . Ό Τίτο σ ά ν ά νιώθει πώς περιμέναμε πολλά από . αύτόΥ. Κ ρ ίσ εις. Σχόλια γιά τά δικά μας. Γιά τήν κα­ τάσταση - γενι κ ά . Μόνο στό τέλος δτ:αν είμαστε' f­ τοιμοι ν ά φ ύγουμ ε , σ τ ή ν πόρτα πιά, αποφασίζει νά πεί κάτι. -Μέ σ υγχωρείτε, πού δέν ανοίξαμε συζήτήση γιά τήν κατ ά σ τ αση. ΤΗταν μιά ξεκούραση δ έρχομός σας . . . Ν α Ι . . �χoυμε π ολλά προβλήματα . . . 'Όσο γιά σας. 'Όσ ο γιά τ ό δ ι κ ό σας άγώνα . . . Είσαστε γεν­ ναίοι άνθρωποι . . . Π ο λύ δύσκολη Τι κατάσταση , αλ­ λά δέ φοβόμαστε νά σ α ς βοηθήσουμε. Δέ μας νοιά­ ζει τί θά π ουνε οΙ ά λλοι . . . "Ομως είναι απάραίτητο αυτό πού γίνεται; Αύτή ή μορφή του αγώνα είναι α­ ναγκαία ; Δέ ρωτάω έσας, τόν έαυτό μου ρωτάω. Μας κατηγορουνε δτι σας βοηθαμε, αλλά δέν μας νοιάζει . . . Ξ έρουμε ά π ' αυτά . . . "Οπως τό ξέρετε πολύ Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 42

καλά, δέ φοβηθήκαμε ούτε τότε πού ήρθε ή 'Επιτρο­ πή 'Ερεύνης του ΟΗΕ, τώρα θά φοβηθουμε; Ό ι μπε­ ριαλισ μός κάνει τή δουλειά του καί τήν κάνει καλά. Έμείς πρέπει νά κάνουμε καλά τή δική μας δου­ λειά. Ή ζωή αλλάζει. 'Εχθροί δίνουν τά χέρια - φί­ λοι χωρίζουν . . . . . . Πηδάω τήν ήμερομηνία καί πάω μπ ροστά . . . "Ε­ να χρόνο μετά, όταν διαφωνήσαμε μέ τόν Τίτο. Εί­ πανε, καί λένε ακόμη , πώς μας έκλεισε τά σύνορα, πώς δέν μας άφηνε νά μπαινοβγαίνουμε, πώς μας κράτησε έφεδρείες πού δέν μπόρεσαν νά πανε τήν κατάλληλη στιγμή στό μέτωπο. Καί 'πώς γι' αύτό χάσαμε. 'Εγώ ξέρω ότι μέ τό Γιαννίδη .ανεβήκαμε στό βουνό, μετά τήν απόφαση της Κομινφόρμ γιά τόν Τίτο. Δέν μας έμπόδισαν. Άπό τή Γιουγκοσλα­ βία κατέβηκαν καί άλλόι πολλοί δικοί μας αντάρ­ τες, από τούς πρόσφυγες. 'Ακόμη καί τόν 'Απρίλη του 1 949, περάσαμε απ' τό Βίτσι τά σύνορα γιά νο­ σοκομείο πρός τή Βουλγαρία. Ό Τίτο δεχότανε στά νοσοκομεία μόνο τραυματίες πού δέν μπορουσαν νά μετακινηθουν. Στό αύτοκίνητο πού μας πήγαινε στή Βουλγαρία, διασχίσαμε όλη τή Γιουγκοσλαβία. Ή αλήθεια είναι ότι δέν μπορούσαμε νά σταματήσουμε όπου θέλαμε, αλλά μόνο στά σημf;ία πού είχαν κα­ θοριστεί σάν σταθμοί. Στούς σταθμούς αύτούς είδα­ με καί τά φορτηγά πού πηγαίνανε, ένισχύσεις στό μέτωπο. 'Απρίλη 49. Είμαστε τέσσερις σ' αότή τή διαδρομή . Άναφέρω μόνο τήν Άθηνά Μπαρτζιώτα, γυναίκα του γιατρου Μπαρτζιώτα, πού πήγαινε έξ� γιά νά γεννήσει . . . Μ ά γιά τ ό ζήτη μ α αύτό, ύπάρχουν πολλά νά πείς. 'Εδώ άς ση μειώσω ακόμη μόνο αύτό: δ πρώτος πού «προσφέρθηκε» νά αναλύσει τήν «προδοσία» Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


143 του Τίτο ήταν δ Περικλής Καλ οδίκης! Ό «σκλη­ ρός» του στενου γραφείου. Τυλιγuένος στή φράση «τό Μπουλκες έστία μόλυνσης», σάν δείγμα «κα­ λής θέλησης» γράφει τό βιβλιαράκι «Τό πισώπλατο χτύπημα», γιά νά τά φιάξει μέ τή γραμμή , πού γύ­ ρευε « αίτίες» γιά τήν ήττα.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 44

« Τ ή ν έ ν ό τ η τ, α σ ά ν τ ά μ ά τ ι α

μας»

(Κα θυστερημένο ρεπορτάζ)

Στίς μεγάλες συνεδριάσεις, συσκέψεις, συνδια­ σκέψεις στό Μπουλκες βγαίνει �να π ροεδρείο. Κά­ ποιος άπ' τό «γραφείο» , όταν είμαστε ετοιμοι νά ψη­ φίσουμε τό πρ οεδρείο άναφέρει εναν εναν τά προτει­ νόμενα μέλη . ·Στό τέλος γίνεται μιά στατιστική : -«Τό π ροεδρείο μας άποτελείται άπό δεκατέσ­ σερα άτομα, πού συγκεντρώνουν 1 22 χρόνια κομμα­ τική ζωή , 1 00 χρόνια φυλακές καί έξορίες! » Είναι ή πρώτη πίεση του «γραφείου» (Μιχάλης Περικλης), στά μέλη . Ή δεύτερη : -«Τώρα θά διαβάσουμε γράμματα των φυλακι­ σμένων μας! » Διαβάζουμε γράμματα. 'Αληθινά γράμματα. Χαι­ ρετιστήρια άπό τίς φυλακές καί τά ξερονήσια . 'Όλα τά γράμματα λένε: .«Νά φυλάξετε τήν ένότητά σας σάν κόρη όφθαλμου». Ή τρίτη πίεση: -«Θά χαιρετίσουν τή συνδιάσκεψή μας οί άνά­ πηροί μας. » Στό βημα βγαίνει ένας τυφλός σύντροφος. Τόν 'συ­ νοδεύει . ή γυναίκα του μέ ξύλινο πόδι. ·0 άνάπηρός μας άνεβαίνει στό βημα μέ τά μαυρα γυαλιά του: - «Σύντροφοι! Νά φυλάξουμε τήν ένότητά μας σάν τά μάτια μας! » vE, αύτό είναι άλλο . . . 'Ακόμη κι έκείνοι πού είχαν έΤΌιμαστεί νά κάνουν κριτική στή δουλειά καί στίς μέθοδες του γραφείου σωπαίνουν. Είναι τά χρόνια του προεδρείου, είναι οί φυλακισμένοι καί οί έξόρι­ στοι πού μάς τό ζητάνε, είναι οί τυφλοί, οί άνάπηροί Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


145 μας πού φέρνουν τήν παλάμη τους, άθελά τους, καί κλείνουν τά στόματα πού 'χαν κάτι νά ποϋν. ( . . . Αυτή ή ήθική πίεση, είναι τό μεγαλύτερο μαρ­ τύριο γιά τούς κομμουνισ τές, . πού Kαλoϋντα� νά ποϋν δημοκρατικ ά τή γνώμη τους. Αυτή ή πίεση , φαινομενικά άθώα, έξουδετερώνει κάθε προσπάθεια κ ριτικης. Πολλοί κομμουνισ τές δρκίζονται μέσα τους: αυτό δέ θά τό συχωρέσου με ποτέ στό (γραφείο»!) . Τό στενό γραφείο έξακολουθεί τήν πολιτική της καχυπ,Οψίας, πολιτική , καθαρά διασπαστική άν καί έπισκέπονται τό Μποϋλκες, άρκετές φορές, μέλη της Κεντρικης 'Επιτροπης καί του Πολιτικοϋ γρα­ φείου: καί δ Πορφυρογένης καί δ Τζή μας, καί δ Ίω­ αννίδης άκόμη . ΟΙ έκθέσεις πού στέλνουν διάφορα παλιά στελέ­ χη, παραξηγοϋνται σάν παραφουσκωμένες, παρά­ λογες, δταν δέν κρίνονται σάν φραξιονισ.μός καί προσπάθεια π ροσωπικης έπίθεσης. Άπόδειξη της σωστης πολιτικης ή πρόοδος της Κοινότητας. Είναι πιά αυτάρκης, οί σχέσεις της μέ τήν περιοχή δλόκληρη είναι άριστες. Τό Μπούλκες τούς χτίζει σταύλQυς, χοιροστάσια, τούς προμηθεύει ' κάρρα, σκοινιά, χάμουρα, τσουβάΧια άπό τό Καν­ ναβουργείο μας καί τό Ύφαντουργείο. Άκόμη καί στόν άθλητισμό οΙ δμάδες τού Μποϋλκες είναι άπό τίς πρώτες. Τό ξέκομμα άπ' τήν πραγματικότητα θά βγεί στό φώς άπό μιά « λεπτομέρεια». Στό « Kεφ ιi λι» της έφημερίδας μας, δεξιά καί άρι­ στερά άπ' τόν τίτλο υπάρχουν κάτι άριθμοί. 'Αριστερά: «QI ΕΠΙΤΥΧΙΕΣ Μ Α Σ ! Στό (αΥαροπλαστείο μας _

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


146

καταναλώθηκαν τόν τελευταίο μηνα 1 50.000 μπα­ κλαβάδες 1 60.000 διάφορες πάστες καί παγωτά 1 20.000 τουλουμπάκια καί τρίγωνα». Δεξιά: «01 ΜΑΧΕΣ ΣΤΟ ΒΙΤΣΙ: Νεκροί, στρατιώτες 2.300 τ ραυματίες 3 .420 αυτόμολοι 456. Δικές μας άπώλειες: 1 45 νεκροί. Αυτό πού περίμενε τό γραφείο μέ μιά τέτοια άντι­ παράθεση άριθμών, δέν τό πέτυχε. Ποιός θά περη­ φανευτεί μ' αυτήν τήν τραγική άλλά καί γελοία άντι­ παραβολή.: πάστες καί νεκροί! Ντρέπονται άκόμη καί τούς μαχητές τοϋ Δημο­ κρατικοϋ Στρατοϋ: τί θά ποϋν, άν φτάσει καμιά τους εφημερίδα στά χέρια τους! Καί φτάνει. Καί λέ­ νε. Κι έχουνε δίκιο. 'Όταν κατεβαίνει κανένας μπουλκιώτης στό βου- . νό, τόν άναγνωρίζουν άπό τή στολή του: άπό ενα εί­ δικό σκοϋρο χοντρό ύφασμα κουβέρτας. Μόλις τούς βλέπουν τούς κοροϊδεύουν: «ήρθανε οί φωστη­ ρες τοϋ Μποϋλκες: Πώς πάνε οί μπακλαβάδες; Τρώτε, τρώτε;» Σκίζονται νά βροϋνε ροϋχα, νά πετάξουνε τά « μπουλκιώτικα» νά τά άντικαταστήσουν μέ δτι άλ­ λο, γιά νά μήν φαίνονται δτι ερχονται άπό « κεί» . -

-

-

-

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


147 Π α ίί λ ο ς

-

(Τά πρόσωπα)

Άντώνης

Δύο άδέρφια. Άπό άλλη μητέρα. Τόν έναν δέν μπόρούμε νά τόν πούμε άλλιώς άπό «μπάρμπα Παύλο». Πολύ κοντινός σέ δλους. Ψηλός μέ μουστάκι τού παλιού καλού καιρού, μιά χλαίνη βαμμένη μαύρη , σάν μπέρτα κι ένα πλατύγυ­ ρο μαύρο καπέλο. Πού τά β ρη κε ! ' Μοιάζει σά νά βγηκε άπό κάποιο ίπποτικό μυθιστόρη μα της επο­ χης της Γαλλικης 'Επανάστασης. Τόν άλλο σου 'ρχεται νά τόν πείς «κύριο Άντώ­ νψ> . wH, τέλος πάντων, κάτι επίσημο. Άλλά όχι καί ψυχρό. Πάντα καλοντυμένος, φρεσκοξυρισμένος πάντα, πάντα νά μοσκοβολάει κολώνια, πάντα μ' έ­ να γέλιο δυνατό, κολλητικό. Νά, τά παράξενα . Ό μπάρμπα Παύλος σπάνια γελάει. 'Ενώ άπ' αύτόν θά περίμενες κάτι τέτοιο. , Αδέρφια, μά πού δέν μιλιούνται Ό 'Αντώνης θε­ ωρεί δτι ό Παύλος είναι κάπως ντροπή γιά τήν οίκο­ γένεια . Άνακατεύεται σέ δλα, είναι μέσα σ' δλα. -W Αχ, αύτό τό παιδί, μουρμουρίζει καλοκάγαθα ό μπάρμπα Παύλος, δταν μαθαίνει τά λόγια τ' άδερ­ φου του! Θά μέ άναγκάσει καμιά φορά νά τού δώσω κάνα δυό στό ποπό του ! Τό παιδί. . . είναι 50-55 χρονών. Λίγο μεγαλύτερος ό Μπάρμπα Παύλος. Κι οί δυό άπ' τήν Άθήνα. Κι οί δυό μέ τό μέγάλο τους βάσανο. Τή μεγάλη τους έλπίδα, τίς μεγάλες τους άγάπες. -Ή Δανάη μου! λέει ό μπάρμπα Παύλος καί τά μάτια του πλημμυρίζουν περηφάνεια καί δάκρυα . Ή Δανάη του: είναι ή τραγουδίστρια, άγωνίστρια .

.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


148 Δανάη Στρατηγοπούλου. Ποιός 'Αθηναίος δέν τήν ξέρει; -Ό Ίδομενέας μου ! στενάζει δ 'Αντώνης. Είναι ό γιός του. νΕμαθε πώς σπουδάζεί κάπου στό έξωτε­ ρικό . 'Έχει κι άλλη λαχτάρα: τ ή Γκαλερί του. Ή Γκα­ λερί Στρατηγοπούλου άπό τίς πιό γνωστές της 'Αθή­ νας. Ό Μπάρμπα Παύλος γράφει γιά τό θέατρο σκε­ τσάκια καί μονόπραχτα. Ό 'Αντώνης έργάζεται στό τμημα μεταφράσεων. Ό Μπάρμπα Παύλος παίζει καί στό θέατρο κι f:­ χει ενα φυσικό παίξιμο, σά νά 'ναι χρόνια στό παλ­ κοσένικο. Μέχρι τό τέλος μαζί μ' δλον τόν κόσμο της προ­ σφυγιάς. Μέχρι τό τέλος. Τό δικό τους . . . Ό Μπάρ­ μπα Παύλος πέθανε - στήν Τσεχοσλοβακία, νομί­ ζω. Ό 'Αντώνης πέθανε στό Βουκουρέστι. Είχε άφή­ σει εύχή καί κατάρα νά τόν θάψουν στήν 'Αθήνα; άν πεθάνει. Δέν τά κατάφεραν. Αν καί - όσο νά 'ρθει ή άπόφαση άπό τήν 'Αθή­ να - τόν κρατήσανε πέντε μέρες στό ψυγείο . . . . Λές καί δέν είχε χορτάσει κ ρύο τόσα χρόνια . . . V

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


149

Ή

άπδφαση

( Ίστορία άγάπης) Δέν πάει άλλο! Τήν πηρε τήν απόφαση δ 'Αλέξης. Τό π ρωί φευγουν γιά περιοδεία στίς έργατικές τα­ ξιαρχίες νέων που fxouv πλημμυρίσει τή Λαϊκή Δη­ ' μοκρατία της Γιουγκοσλαβίας , από τήν μιάν άκρη στιήν άλλη. �Eρχoνται καί νέοι απ' δλα τά μέρη του κδσμου καί συγκροτουν ταξιαρχίες. "Ενα πανηγυρι χαρας καί δουλείας. Τό Καλλιτε­ χνικό Συγκρότημα του Μπουλκες θά πάει νά δώσει παραστάσεις, γιά νά ψυχαγωγήσει τους νέους που δουλευουν. Θέατρο, τραγουδια, χορους. Μαζί τους θά πάει καί Τι Στέλλα: Τήν αποσπάσανε fκτακτα α­ πό τή δουλειά της, γιά νά παίξει fva ρόλο που ταί­ ριαζε μόνο .σ' αυτήν. Τό π ρωί, λοιπόν, ετσι τό fχει αποφασίσει δ Άλέ­ ξης, θά της τό πεί. Στίς fξη κιόλας μέ τό χάραμα που θά συναντηθουν στό σταθμό. Γι' αυτό φοβήθηκε, μέ αυτό που του 'πε τό β ράδυ: -Ξέρεις, Άλέξη ; Άπό τό Γραφείο μου είπαΥ νά παντρευ·τ ω. Τί λές; -Είναι δικό σΌυ πρόβλημα αυτό! fκανε, τάχα, τόν αδιάφορο δ 'Αλέξης . - � Αλλες δυό φορές του 'χε πεί κάτι τέτοιο. Τ Ηταν αυτό που φοβότανε. Μήπως κανένα στέλεχος ήθελε νά « λυσει τό πολωνικό;» �Qχι, δέν ήταν αυτό. � H , καί νά 'ταν δ 'Αλέξης εί­ χε έμπιστοσυνη στή Στέλλα. Δέν θά 'παιρνε ποτέ ε­ ναν άνθρωπο που δέν αγαπουσε . " Υ στερα κατάλαβε κάτι άλλο: �Eτσι του τά λέει Τι Στέλλα γιά νά τόν δοκιμάσει. τουτη τή τελευταία φορά, σά νά Ύιωσε τόν κίνδυνο πιό κοντά. Μά τό Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 50

πρωί θά φεύγανε. Καί τό πρωί θά της μίλαγε. -Σ' άγαπώ Στέλλα ! ΤΗταν στό τραίνο όταν της τό 'πε. Μόλις είχε ξε­ κινήσει. 'Από τό Μπουλκες φύγανε μέ τό κανονικό τραίνο γραμμης, σέ κανονικά β αγόνια γιά έπιβάτες μά άπό τό Νόβισατ καί πέρα μπήκανε σέ φορτηγά βαγόνια. -Σ' άγαπώ Στέλλα ! Ή Στέλλα εμεινε γιά λίγο μέ τήν ψυχή στό στόμα . Τόν κοίταξε μέ τά σκοτεινά της μάτια . 'Ύστερα σκέπασε τό πρόσφπό της μέ τά χέρια της κι άρχισε νά κλαίει. Κλάμα', νά δείς ! Μέ λυγμούς. Τό άδύνα­ το, λεπτό κορμί της σπαρτάραγε. -Γιατί κλαίς! Μήν κλαίς ! Σ' άγαπώ μήν κλαίς! . . . -Κλαίω άπό χαρά! Τόσα χρόνια τό περίμενα ! Τόσα χρόνια 'Αλέξη ! Πώς μπόρεσες νά τ' άργήσεις τόσο; 'Ένα μηνα ή περιοδεία, �να μηνα εκλαιγε ή Στέλ­ λα. ''Αν καί φιληθήκανε κιόλας γιά πρώτη φορά. Τίποτα άλλο. Τ' άλλα στό Μπουλκες. Σάν έπι­ στρέψουν στή βάση τους, _θά παρουσιαστουν στόν γραμματέα της κοινότητας στό ληξιαρχείο καί θά πουν πώς θέλουν νά παντρευτουν. Συνάντηση στίς 5 . Τήν ίδια μέρα πού γυρίσανε στό Μπουλκες. -Πάμε, είπε δ 'Αλέξης, πού 'χε φορέσει �να «γαμπριάτικο» μαυρο, χωριάτικο κοστούμι, άπ' τά συρτάρια του σπιτονοικοκύρη. -Νά κάνουμε μιά βόλτα πρώτα . . . πρότεινε ή Στέλλα. Καί στή βόλτα του τ 6 δμολόγησε: θά παντρευτεί. Αύτό πού του 'χε πεί π ρίν φύγουν ήταν άλήθεια. Τή ζήτησε « κάποιος» κι αύτή έδωσε τό λόγο της. ι

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


151 Ό 'Αλέξης είδε τίς μουριές, τίς έκατόχρονες νά στριφογυρίζουν, νά ξεριζώνονται, νά πέφτουν σάν νά 'ναι στάχυα πού τά γέρνει δ άγέρας. Σάν τότε μέ τή θύελλα τήν ξαφνική , πού ξερίζωσε έκατό μουριές στόν κεντρικό δρόμο. Δέν κατάλαβε καλά καλά τί τοϋ είπε. Δέν π ρόλα­ βαν νά μποϋνε μέσα του τά λόγια της, νά τά κοσ κι­ νίσει, νά καταλάβει. Τ Ηταν κάτι άναπάντεχο. Σά νά τόν χτύπησαν μέ βαριά στό κεφάλι. 'Εκείνη κάτι έλεγε, κλαίγοντας. ΗΟτι περίμενε τό­ σον καιρό. " Οτι τοϋ τό πέταξε κι άπ' έξω, μά εκεί­ νος είχε άπαντήσει: Ξέρεις τίς άπόψεις μου, κάνε δ­ τι νομίζεις καλύτερο. Ό 'Αλέξης πάλι φώναζε. Σά δαιμονισμένος. �E­ λεγε κάτι παράξενα πράματα πού δέν τά 'χε πεί κι ούτε τά 'χε σκεφτεί ποτέ του, τάχα, πώς δλεζ οί γυ­ ναίκες είναι ίδιες. ' Αράδιασε καί όνόματα. -Δέν πά νά 'σαι, φώναξε, καί Πασιονάρια, καί 'Άννα Πάουκερ , καΙ . . καΙ . . καί δποια μεγάλη κομ­ μουνίστρια θές! ' Ίδιες είσαστε! Αύτό είσαστε! Νά τό ξέρεις! Θύμωσε καί ή Στέλλα: -Καί πού τό 'ξερα, εγώ, έ; Καί π ού 'θελες νά τό ξέρω πώς μ' άγαπας; �Eλεγα πώς μέ βλέπεις σάν ά­ δελφή, αύτό έλεγα ! -'Όταν στό 'πα στό τραίνο έπρεπε . . . είχες ύπο­ χρέωση νά μήν μοϋ δώσεις θάρρος! Νά μήν κάνω σχέδια. -Δέ σοϋ φαίνεται πώς έκανες τά σχέδια σου πο­ λύ καιρό; αστραψαν καί τά μάτια τά σκοτεινά της Στέλλας άπό μίσος. Καί τί ήθελες άπό μένα; Νά κά­ νω κι εγώ τήν « δέν μέ νοιάζει», δπως τά κατάφερες έσύ τόσον καιρό; 'Εντάξει! Δέν είχα τή δύναμη! Τό Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 52

περίμενα πολλά χρόνια αύτό πού δέν είχα τή δύναμη νά πώ δχι, δταν μού 'πες πώς μ' άγαπας! 'Ωραία ! Σ' αύτό φταίω ! Φέρθηκα σά συναισθηματική γυναικού­ λα ! Ό 'Αλέξης άρχισε νά τρέχει. 'Έτρεχε καί παραμι­ λούσε. Τί νά κάνει; Νά αύτοκτονήσει! Δέν fχει άλλη λύση . Θ' αύτοκτονήσει . . . Πιό πολύ γιατί, μέσα του καταλάβαινε πώς δέν ε­ φταιγε κανένας άλλος άπ' τόν ίδιο . . . . 'Έτσι, σ' αύτά τά χάλια, τόν β ρηκε δ Βασίλης δ Πηγης, νύχτα , στό δρόμο, καί τόν συμμάζεψε στό δωμάτιό του . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ

Π ρ ο β λ ή μ α τ α έ π ι κ ο ι ν ω ν { α ς ...

Τό 'πανε «παιδομάζωμα». Καί «γενίτσαρους» τά 'πανε τά παιδιά μας. Κι δμως, άπό τά γράμματα δσα φτάνουν - πού γράφουν οΙ δικοί τους πού 'χουν μείνει στήν πατρίδα, όλό κ ληρες σειρές σβησμένες. Στό φάκελο δυό σφραγίδες: « 'Ελογοκρίθψ> . Καί: «Μήν λησμονείς δτι είσαι 'Έλλην! » Τά παιδιά μας, π ροσπαθώντας νά διακρίνουν τί γράφει κάτω άπό τήν μαύρη γραμμή της λογοκρι­ σίας - « . . . καλά πού είσαι έκεJ, παιδί μου, έρώ μέ τί νά σέ άναστήσουμε, έδώ συφορά . . . » - μαθαίνουν ποιός καί πώς κυβερνάει τή χώρα; 'Εμείς, οί όργανώσεις καί οΙ Σύλλογοι Π ροσφύ­ γων, τά μαθαίνουμε ν' άγαπανε τήν πατρίδα. Τά παιδιά μας μεγαλώνουν μέ τήν Ίλιάδα καί τήν 'Ο­ δύσσεια, μέ τή Σαπφώ καί τόν 'Ανακρέοντα. Μεγα­ λώνουν μέ τό Διγενή , μέ τόν Κολοκοτρώνη , τό Μα­ κρυγιάννη, τόν 'Α νδρουτσο, τόν Οίκονόμου. Μεγα­ λώνουν μέ τόν Σολωμό , τόν Βαλαωρίτη, τόν Παλα­ μά, τό Σικελιανό. Μέ τό 'Αλβανικό έπος κατά του φασισμου, μέ τούς Τρεί<; του Ύμηττου μέ τούς Δια­ κόσιους της Π ρωτομαγιας. Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 54

Ή μόνη διαφορά μας, πώς έμείς τά μαθαίνουμε ποιός καί γιατί καταδίκασε σέ θάνατο τόν Κολοκο­ τρώνη καί τό Μακρυγιάννη, ποιός καί γιατί σ κότω­ σε τόν 'Ανδρούτ σο, καί τόν Οίκονόμου καί τό Σου­ κατζίδη . Ό κ ροκοδειλισμός γιά τό «παιδομάζωμα» αποδείχτη κε : 35 χρόνια πέρασαν καί δέν αφήνουνε τά παιδιά μας - τώρα έπιστήμονες, καλλιτέχνες, καθηγητές, είδικοί σέ όλους τούς κλάδους - νά γυ­ ρίσουν στήν πατρίδα . Μιά νέα - ή τρίτη - γενιά γεννιέται στήν ξενιτειά. Φαίνεται πώς έκείνοι πού «λησμόνησαν δτι είναι " Ελληνες» είναι οί ίδιοι πού βάζανε τίς σφραγίδες στά φάκελα . . . . . . Μιλάγανε γιά παιδομάζωμα, τόν :ίδιο καιρό πού τό πραγμ α τικό παιδομάζωμα τό κάνανε οί οργανι­ σμοί της Φ ρειδερίκης. Άρπ α ζανε τά παιδιά τών έ­ κτελεσμένων, τών έξορίστων, τών προσφύγων, καί τά πηγαίνανε στό αναμορφωτή ριο, στή Λέρο. Αύτά όμως, δ κόσμος θά τά μάθει αργότερα πολύ αργότε-, ρα. Καί τά πιό πολλά θά τά δεί στ ίς έφημερίδες, μό­ νο πρίν απ ό λίγες μέρες, μέ τήν κηδεία της Φ ρειδερί� κης .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 55

Πήραμε

άνάσα!

(Σελίδες άπό ήμερολόγ ι ο) Στό Μποϋλκες πήραμε άνάσ� ! Στ{ς έκλογές γιά τό Κοινοτικό Συμβούλιο - κα­ νονικές έκλογές - τό Κόμμα fχει π ροτείνει τούς άν­ θρώπους πού περιμέναμε, κρ.ί θέλαμε. ΟΙ Πάλιοί, πού ε{χαν έμπιστοσύνη καί μας λέγανε ' «τό κόμμα (ιργεί, άλλά δέν λησ μονεί», εΙχαν δίκιο. Έμείς οΙ νέοι πιό άνυπόμονοι - καί � αλά κάνουμε - άναρωτιόμαστε: «γιατί νά άργεί» . 'Αρχίζουμε ν ά πλησίάζουμε ό fνάς τόν άλλον, νά διώχνουμε τίς καχυποψίες νά ξαναγινόμαστε σύν. τ ροφοι καί φίλοι. . Γιά πρωτη φορά άκοϋμε καί αύτή τήν έρώτηση : -«Μήπως fμαθες τίποτα άπό τούς δικούς σου; Κάτι π ρέπει νά κάνουμε . . . νά τούς είδοποιήσουμε πώς ζοϋμε . . . Είναι μεγάλο πράμα γι' αύτούς ! ». Καί δέν είναι λόγια, δέν είναι δημαγωγία. Νιώθεις fva φίλο κοντά σου, κάποιον π ού στενοχωριέται μα­ ζί σου . . . 'Όλα πάνε καλύτερα καί ή δουλειά καί τό θέατρό μας, καί οΙ έκδόσεις μας: γεμίζουμε βιβλία. Σταμα­ τανε καί οί μεγαλοστομίες. Στό Συμβούλιο - καί στό «Γραφείο» - παραμέ­ νουν άκόμη τρείς - τέσσερις άπό τούς σκληρούς συ­ νεργάτες τού Πεχτασίδη - πού 'χει πάει « κάτω» μά βάλανε νερό στό κρασί τους. Ή έ'ποχή τους πέ­ ρασε. Στό Συμβούλιο μπαίνουν παλιά στελέχη παραγκωνισμένα πρίν - καί μερικοί άπό τούς κα­ πετάνιους τού ΕΛΑΣ πού β ρίσκονται άκόμη κοντά μας. Βγαίνουν καί νέοι άνθρωποι άξιοι. Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 56

Στό Κοινοτικό Συμβούλιο είναι τώρα καί δ Άντώ­ νης δ Γιαννίδης, από τούς λίγους πού. διαλέχτηκε παμψηφεί. Μόνο πού 'ναι φαρμακωμένος δ Γιαννί­ δης. 'Απ' τήν 'Αθήνα μαθαίνουμε πώς fκανε δήλωση δ Βεάκης. Δέν θέλουμε νά τό πιστέψουμε! Ό ΑΙμίλιος Βεάκης! . Πού ή φωνή του βρόνταγε στά δδοφράγ­ ματα μαζί μέ τά δπλα! Ό Βεάκης! Πού σήκωνε τά χέptα του πρός τή γαλαρία: «Γιά σας παίζω παιδιά μου!». Μερικοί από μας βιαστήκαμε νά τόν καταδι­ κάσουμε, άν κι ήταν μαζί μας καί δ Γιάννης δ Βεά­ κης, δ Υιός τού Μεγάλου. Ό Άντώνης π ροσπαθεί νά μας προλάβει. -Νά μήν ακούσω κακιά λέξη γιά τόν Βεάκη ! Τούς άλλους νά καταραστείς, έκείνους πού τόν α­ νάγκασαν νά τό κάνει αυτό! Καί θά τό δείτε: δέν θά τό αντέξει αυτό δ Βεάκης. Τόν σκοτώσανε . μ' αυτό πού τόν ανάγκασαν νά κάνει! Τόν έκτελέσανε! Θά τό δείτε! Κι έγώ, μιά μέρα, νευριασμένος γιά κάτι διαφω­ νίες μέ ·τό Γιάννη Βεάκη, γιά νά τόν σκαλίσω έκεί πού τόν πόναγε, τού 'πα: -Δέν ξέρω τί λές γιά τόν Γιαννίδη . . : ξέρω καλά, δμως, πώς αυτός είναι κοντά μας, ένώ δ Βεάκης . . . Δέν είπα τί «ένώ δ Βεάκης», μ ά ή κακεντρέχεια ή­ ταν φανερή . Τό 'μαθε δ Γιαννίδης καί ποιός είδε τό θεό καί δέ φοβήθηκε! "Ενας 'μ ανιασμένος Άντώνης μας καλεί σέ «�KταKτη συνέλευση» . Σηκώνεται να μιλήσει, θυμωμένος, ετοιμος νά ξεσπάσει. 'Εγώ, ζα­ ρωμένος περιμένω τό ξέσπασμά του, στό κεφάλι μου. Μας κοιτάζει εναν εναν. Ήρεμεί. Κάθεται. Μι­ λάει σιγά, σάν γιά τόν έαυτό του. Μιλάει γιά τή θέση τού καλλιτέχνη στήΥ αστική Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


157

κοινωνία, γιά τούς δρους «θεατρίνος» καί ήθοποιός, γιά τήν προσπάθεια πού γίνεται νά έξευτελίσουν τούς γίγαντες. Μέσα σ' αυτή τους. τήν προσπάθεια καί ή πίεση στό Βεάκη. -Κάποτε . . . δταν πάμε στήν 'Αθήνα, τόν Βεάκη θά τόν βγάλουμε πρόεδρο της Βουλης. 'Αφού έμένα μέ έκλέξατε στό Κοινοτικό Συμβούλιο . . . Γιά νά δεί­ τε τή διαφορά ! . . . Κι δσοι βιάζονται νά καταδικά­ σουν, τό βράδυ, δταν είναι μόνοι τους στό σπίτι τους μέ κλεισμένα τά φώτα, νά μήν βλέπονται καΙ νά μήν τορς βλέπουν, άς ρωτήσουν τόν έαυτό τους «έγώ θά άντεχα;» ('Εδώ πρέπει νά πώ πιό πολλά γιά τό Γιάννη Βεά­ κη καί τίς δικές μου τύψεις. Είναι άπό τΙς κακίες μου πού δέ θέλω νά τίς ξεχνάω. Πώς ήταν δ ίδιος καί, πώς φερότανε τό λέω άλ­ λου. Κι αυτός άπό τούς πικραμένους. 'Από τούς άν­ θρώπους πού «άν ήταν στήν πατρίδα . . . ». Μιά πιό βαθιά γνώση της ζωης καί τών προβλημάτων της, τόν fκανε νά ξεχνάει καί νά σβύνει τίς κακίες τών άλλων. Νά, πάρτε έμένα . . . Κάποτε μέ είχαν στείλει σέ κάποια βιομηχανική πόλη νά δουλέψω σέ έργο­ στάσιο, γιά νά «πάρω προλεταριακή συνείδηση». Πέρασε άπό αυτήν τήν πόλη καί τόν παρακάλεσα νά μέ ζητήσει, νά πεί πώς μέ χρειάζεται στό θίασο, :Υιά νά φύγω άπό κεί καί νά πάω στό Βουκουρέστι. Ό Βεάκης τό �Kανε. Είπε πώς χωρίς έμένα θίασος δέν γίνεται, κι �τσι τά μάζεψα κι �φυγα βιαστικά ά­ πό τήν Βραίλα . . . Είναι τόσο λίγο νά πώ έδώ δτι του τό χρωστώ χάρη ! . . . ) Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 58

Στ ό

θέρετ ρο

τών

β ασιλιάδ ων

(Κα θυστερημένο ρεπορτάζ)

Τό « Καλλιτεχνικό Συγκρότημα» μέ τόν 'Αντώνη Γιαννίδη άρχισε τήν περιοδεία του. Τώρα έχουν τρία βαγόνια δικά τουc;: ενα βαγόνι - έστιατόριο καί λέ­ σχη , μιά κλινάμαξα καί ενα φορτηγό γιά τά σκηνικά κάί τίς αποσκευές. Δέν έχει, πιά, «ϊπποι 8 άνδρες 50» . Δυναμώνουν οΙ Λαϊκές Δημοκρατίες, καρπώ­ νονται καί οί πρόσφυγες από τά αγαθά τους. Π ρώτος σταθμός Ρουμανία . Τό «συγκ ρότη μα» κοιτάζει τούς Ρουμάνους μέ κάποιον «αγωνιστικό ψηλομυτισμό». -Αυτοί; Χ μ . . . 'Ένα πρωί χτύπησαν τήν πόρτα τους καί τούς είπαν: «Ξυπνηστε! 'Έχετε σοσιαλι­ σ μό» . Πέφτουν, δμως πάνω ιπίς εκλογές τοΟ Μάρτη τού 1 948 καί βλέπουν πώς δέν είναι ετσι τά πράγματα. Μάχη σκλη ρή στίς εκΛογές. Στούς δρόμους ό κό­ σμος παλεύει α κόμη μέ τά ύπολείμματα της φασι­ στικης δικτατορίας τού 'Αντωνέσκου. Καί παντού ση μάδια τού άλλου αγώνα: μέ τό δπλο. Γέφυρες κα­ ταστραμμένες μέσα στό Βουκουρέστι από τίς μάχες · πού έδωσε τό πα�ριωΤΙKό μέτωπο, χαλάσματα από τόν πόλεμo� Μαθαίνουν καί αριθμούς: μόνο από τή στιγμή πού ή Ρουμανία «γύρισε τά δπλα» καί τάχθηκε στό πλευρό τών συμμάχων, είχε 700.000 νεκ.ρούς καί tραυματίες. Τόν 'Απρίλη τό συγκρότη μα βρίσκεται στή Σινά­ για, μιά τοποθεσία ανάμεσα στά Καρπάθια - κοντά στόν Παράδεισο - μέ χιόνια, μέ ηλιο, μέ έλατα, μέ πλατάνια, . μέ νερά, μέ τριαντάφυλλα, τριαντάφυλDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


159

λα, τριαντάφυλλα . . . ΤΗταν τ ό θέρετρο τών βασιλιάδων έδώ, άπό παπ­ πού σ' έγγόνι. Τρία τεράστια παλάτια περιτριγυρι­ σμένα άπό βίλες γιά τούς αύλικούς καί τή φρουρά �αί πρός τά κάτω, δλη ή πλαγιά γεμάτη πολυτελείς βίλες τών πλουσίων, πού τρέχανε κι αύτοί στή Σινά­ γιq., δταν μαθαίνανε πώς, «άπεσύρθη δ αναξ είς τά χειμερινά άνάκτορα». Τό «Μεγάλο Παλάτι», τό καινούργιο πού δ πλού­ ' τος του είναι κ άτι πού δέν περιγράφεται, τό μεταρ­ ρυθμίζουν σέ Μ ουσείο. Τό « Μικρό Παλάτι» θά γίνει σπίτι άνάπαύσης καί δημιουργίας τών συγγραφέων καί καλλιτεχνών. Τό παλιό παλάτι τού Φερδινάν­ δου, θά γίνει σπίτι άνάπαυσης καί ξενώνας γιά έπι­ σήμους καλεσμένους. Οί βίλες θά μοιραστούν στά συνδικάτα γιά τήν άνάπαυση τών έργατών. Σ' ενα άπό τά μεγά λα πολυτελή ξενοδοχεία, στό Π άλλας, πού γιά τήν ώρα είναι άδειο, θά μείνει γιά ε­ να β ράδυ ό θίασος τού Γιαννίδη . Κι έδώ όργασμός. Καθαρίζουν τό ξενοδοχείο, τό άσπρίζουν, κάνουν έ­ σωτερικές μεταρρυθμίσεις. Περιμένουν, λέει, τά έλ­ ληνόπουλα ! Τό Πάλλας καί τό Καραϊμάν καί τό περίφημο Κα­ ζίνο της Σινάγιας - τό μικρό Παρίσι τών Βαλκα­ νίων - μεταρρυθμίζονται γιά νά στεγάσουν τά παι­ διά μας. Τό «παιδομάζωμα». Ή αίθουσα ρουλέτας τού Καζίνου, πού μόνο οί κορνίζες άπό τούς βενε­ τσιάνικους καθρέπτες της κ άνουν δλόκληρη πε­ ριουσία, θά γίνει ή τραπεζαρία καί αίθουσα ψυχαγω­ γίας. Φιάχνουν καί μιά μικρή σ κηνή . Κουβαλάνε φορτώματα σεντόνια, κουβέρτες, πετσέτες. Στίς πόρτες κολλάνε ταμπέλες: Γραφείο - ' Ιατρείο Θάλαμος 1 , 2 . . . - Κοινωνική Λειτουργός ·- Έ ρυDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


160

θρός Σταυρός . . . Τά μικρότερα ξενοδοχεία και οι κοντινές βίλες, έτοιμάζονται γιά τό προσωπικό πού τά συνοδεύει καί γιά τούς �Eλληνες δάσκαλους. Στό σταθμό, δταν φτάνει ή πρώτη άποστολή, πηγ.αίνει καί τό Καλλιτεχνικό Συγκρότημα. ΕΙναι δ Έρυθρός Σταυρός Ρουμανίας, έπιτροπές άπό συλλόγους καί κόσμος πολύς μέ λουλούδια Kqi γλυκά. Τό τραίνο φτάνει. Κατεβαίνουν τά παιδιά - φαντά­ σματα. Θομίζουν �ντoνα φωτογραφίες άπό χιτλερι­ κά στρατόπεδα. 'Αδύνατα, κίτρινα, ζαρωμένα, ντυ­ μένα δπως δπως μέ άντρικά σακάκια, μέ κομμάτια άπό τσουβάλι γιά κασκόλ, μέ στρατιωτικά άμπέχω­ να, μέ άρβύλες πού χωρανε καί τά δυό τους πόδια. Σά γεροντάκια. Ό κόσμος πού ή ρθε νά τά υποδεχτεί παγώνει. Εί­ χαν έτοιμαστεί νά μιλήσουν νά γελάσουν, νά παί­ ξουν μέ τά παιδιά, νά τούς μοιράσουν γλυκά καί λουλούδια. Τί νά πουν τώρα; Τά παιδιά τά συνοδεύουν νοσοκόμες καί γυναίκες άπό τίς περιοχές τους οί περισσότερες ήλικιωμένες, πού έχουν καί τά δικά τους παιδιά κι άγγόνια μαζί καί δάσκαλοι. ΕΙναι άπό τίς παραμεθόριες περιοχές τά περισσότερα όρφανά άπό γονιό. .. Αλλα παιδιά ε­ χουν τούς πατεράδες τους στά άντάρτικα, άλλονών οί γονείς βρίσκονται στίς φυλακές καί τά ξερονή­ σια. Ή Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση μπο­ φάσισε, γιά νά τά σώσει άπό τήν πείνα καί τούς βομ­ βαρδισμούς, νά τά στείλει στίς Λαϊκές Δημοκρα­ τίες. 'Αναρωτιουνται δλοι: τά παιδιά αυτά θά γίνουν ποτέ παιδιά; Γιά πολύν καιρό άκόμη, δταν πάνω -άπ' τή Σινά­ για περνάει άεροπλάνο, τά παιδιά θά πέφτουν χάμω Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


161

ξάπλα ακίνητα θά τρέχουν νά κ ρυφτούν στά ύπό­ γεια. 'Ύ στερα από κάμποσο καιρό, δταν ξαναπεράσα­ νε από τή Σινάγια νά δούνε πως περνάνε τά παιδιά, τά β ρήκανε, καλοντυμένα, ανθρώπινα, μέ τίς ποδιές τους καί τά γιακαδάκια τους, μέ τήν προσωπική τους περιουσία: τίς αλλαξιές τονς, τίς πετσέτες τους, τίς δδοντόβουρτσές τους, τά βιβλία τους, τά παιχνίδια τους. -'Αγνώριστα τά παιδιά ! χαίρονται οί επισκέ­ πτες. Ξέχασαν τίς συμφορές τους. Ή Κοινωνική Λειτουργός εχει άλλη γνώμη. 'Απαντάει θλιμμένη : ...;... Τά παιδιά εχουν ψυχικά τραύματα πού θέλουν πολλά χρόνια καί πολλές προσπάθειες γιά νά επου­ λωθούν . . . . Φέρνει �να περιστατικό γιά παράδειγμα: διαπι­ στώσανε λέει, δτι καταναλώνεται μεγάλη ποσότητα ψωμιού, σέ σχέση μέ τόν αριθμό τών παιδιών. Ή Διεύθυνση ύποπτεύθηκε ακόμη καί «ύπεξαίρεση » . 'Ώσπου ανακαλύψανε τήν αίτία: -Τά παιδιά κ ρύβανε ψωμί! Π αίρνανε κ ρυφά φέ­ τες από τήν τραπεζαρία καί τίς χώνανε μέσα στά στρώματα, στά μαξιλάρια. 'Ακόμη σέ κουτιά Τι σακκούλες πού τίς παραχώνανε στό χώμα. 'Όταν ρώτησαν �να παιδί γιατί τό ' κανε αυτό, απάντησε παραξενεμένο γιά τήν ερώτηση: « Γιά νά 'χουμε α ϋ­ Ρ ι Ο ». Ό Κι δμως εκείνοι πού ξέρουν καλά τήν αλήθεια, μίλησαν γιά «παιδομάζωμα», γιά «γενίτσαρους» κι ακόμη μιλάνε ! Πότε θά προβληθούν τά φίλμ πού ύπάρχουν από τή ζωή τών παιδιων μας, γιά νά μ αθευτεί ή αλήθεια; • •

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


162

Οί

άστ υφύλακες

(Τά πρόσωπα)

Στήν καλλιτεχνική μας δμqδα έχουμε δυό πού ποο­ έρχονται άπό τό ΕΑΜ 'Αστυνομίας Π όλεων. Τόν Κώστα τόν Γκολφίνο καί τόν Γιώργο τόν Κοσκινά . Ό πρώτος �νας άπό τούς καλύτερους ποιητές μας της προσφυγιας, συγγραφέας καί ήθοποιός καί έξαι­ ρετικός βαρύτονος καί κιθαρίστας μέ ψυχή-έχουμε μιλήσει γι' αυτόν καί θά ξαναμιλήσουμε: πληθωρικό ταλέντο καί θαυμάσιος άνθρωπος. Ό Κοσκινας εί­ ναι καί ήθοποιός καί τεχνικός τομ θεάτρου μας. Πε­ θάνανε καί οί δυό στήν ξενιτειά . . . Στό Μπουλκες είναι καμιά είκοσαριά άξιωματι­ κοί καί άστυφύλακες άπό τήν 'Αθήνα. Είναι δ Μιχά­ λης, δ ψηλός, πού πέτυχε νά «βγάλει» άπό τή φυλα­ κή τό γράμμα του Ζαχαριάδη , πού καλουσε τούς κομμουνιστές καί τό λαό νά άγωνιστουν μέ δλες τους τίς δυνάμεις κατά του ίταλικου φασισμου στό , Αλβανικό Μέτωπο. Στό γράμμα αυτό υπάρχει δ ζωντανός Ζαχαριάδης, δ ήγέτης, δ άνθρωπος πού ε­ χει άμεση έπαφή μέ τήν πραγματικότητα . W Ας τό θυ­ μηθουμε: « .. .'0 λαός της Έλλάδας διεξάγει σήμερα �ναν πόλεμο έθνικοαπελευθερωτικό ένάντια στό φασισμό του Μουσο J:.ίνι. Δίπλα στό κύριο μέτωπο, κ αί δ κάθε βράχος κάθε ρεματιά, τό κάθε χωριό καλύβα μέ κα­ λύβα, ή κάθε πόλη � σπίτι μέ σπίτι π ρέπει νά γίνει φρούριο του έθνικοαπελευθερωτικου άγώνα». Τό γράμμα είχε ή μερομηνία 3 1 . 10. 1 940. Δυό μέρες μετά τήν έπίθεση . . Μεγάλη ή προσφορά καί του Μιχάλη, πού τά κα­ τάφερε· νά τό σώσει άπό τή φρουρά. ' Αφου κ αί μέ Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


163 αυτό τό γράμμα, πού είναι ή γραμμή τών κομμουνι­ στών γιά δλο τόν άγώνα τους στήν Κατοχή, κατηγό­ ρησαν τό ΚΚΕ δτι δέν «ηθελε τόν πόλεμο» καί τόν θεωρουσε «καπιταλιστικό», επειδή δέν ε{χε μπεί ά­ κόμη ή Σοβιετική " Ενωση, μπορουμε νά φανταστού­ με τί θά γινότανε αν δέν ύπηρχε. Είναι άκόμη μαζί μου οί άστυφύλακες καί άξιω­ μ ατικοί, δ Π ρομηθέας-παλιό στέλεχος τού κόμματος-, δ 'Κανάκης, δ Βαρβα,ρίγγος, δ Φραγκά­ κ ος, δ Ξαρχάκης . . . " Ολοι τους στό πλευρό τού λαού στήν Κατοχή, μέ διπλό και τριπλό κίνδυνο, γιατί ζούσαν καί πάλευαν στό στόμα τού λύκου. "Ολοι τούς παλληκάρια -π.ώ ς άλλιώς νά τούς πώ;- καί καλοί φίλοι καί συναγωνιστές, πού κάνανε δτι μπο­ ρούσανε γιά νά σώσουνε εκείνους πού «πέφτανε» στά τμήματα καί κινδυνεύανε άπό τούς λίγους «βαμμένους», δπως λέγαμε τούς συνεργάτες τών καταχτητών. Ή μεγάλη πλειοψηφία τών άστυνομι­ κών ηταν όργανωμένη στήν ίσχυρή όργάνωση τού ΕΑΜ ' Αστυνομίας. Τώρα, γιατί γράφω γιά τούς άστυφύλακες; Είναι γιά τά διάφορα μνημόσυνα πού γίνονται. Μνημόσυ­ να. κι αυτό.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 64

Μ ι ά

δ ί κ η

(Ά πλά περ ισ τατικ ά) Ό Μανώλης, πού τόν είχαμε κάπως στήν ' «ι Ικ ρη» , γιατί δέν άκουσε τόν καθοδηγητή του πού τοϋ είπε «νά πάει νά παρουσιαστεί στό στρατό», κι δταν χρειαστεί, «παίρνει τό δπλο του καί φεύγει», βρίσκει τό δίκιο του. Θά τό βρεί όλοκλη ρωτικά αργότερα, στό αντάρτικο. Στό στρατό πού μάς πολεμάει, χιλιάδες οϊ έλασίτες, οϊ έαμίτες -δικοί μας άνθρωποι. Δύσκολο νά «πάρεις τό δπλο σου καί νά φύγεις», μέ τό Β Γραφείο της μονάδας στή ράχη σου. . . . Θυμάμαι, τώρα, μιά δίκη , τό Μάρτη τοϋ 1 949, στό, Βίτσι. (Μά, νά, πού νιώθω τήν ανάγκη νά προειδοποιήσω: Δέν είναι συγγραφική φαντασία. Εί­ ναι πραγματική αλήθεια.) Μετά τίς μάχες στό Μαλι­ μάδι, ανάμεσα στούς αιχμάλωτους είναι ένας εφε­ δρος λογαχός. αϊ φαντάροι αιχμάλωτοι λένε πώς ή­ ταν από κείνους πού πολεμοϋσαν σκλη ρά. Στό Λαϊκό Δικαστή ριο πού γίνεται στή Μικρολί­ μνη , μέ κ αλεί ό Δικαστικός 'Εκπρόσωπος της Π ρο­ σωρινης Δημοκρατικης Κυβέρνησης νά «αναλάβω -τήν ύπερασπιση τοϋ κρατουμένου». Δικηγόρους δέν είχαμε. Τά Λ αϊκά μας Δικαστήρια λειτουργοϋσαν μέ λαϊκή ύπεράσπιση . Π ρίν από τή δίκη μιλάω μέ τόν λοχαγό. (Πόσο λυ­ πάμαι, πόσο λυπάμαι πού εχασα τό δνομα του μαζί μέ τά χαρτιά μου ! . . . ) . -Δέχεσαι νά σ έ ύπερασπίσω; -Τί ση μασία εχει; ση κώνει τούς ώμους του. - 'Έχει! Μήν ακοϋτε αύτά πού λένε γιά μάς! ΥΕχουμε πραγματική δικαιοσύνη . Μέ κοιτάζει ειρωνικά : Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


165

-Δέν περιμένω νά μου τά πείτε εσείς αυτά. Εί­ μοψα λοχαγός του ΕΛΑΣ. Τόν κοιτάζω μ' άπορία. -Ναί! Τί μέ κοιτάζετε; Είμουνα λοχαγός του Ε­ ΛΑΣ . 'Όταν μέ καλέσανε, καί ρώτησα τό κόμμα μου 'πανε νά παρουσιαστώ. Καί νά 'μαι εδώ ! -Λένε . . . λένε πώς πολεμήσατε σκληρά! -Δέν θά καταλάβετε ! μέ κοιτάζει μέ θλίψη . Θέλω νά τόν βεβαιώσω δτι θά τόν καταλάβω. -Είμουνα θυμ.ωμένος, προσθέτει. Πολύ θυμωμένος! . . . Οϊ μισοί άπό τό λόχο μου ήταν δικά μας παιδιά . . . Καί, νά . . . τά 'δες! . . . Στή δίκη , σέ μιά τάξη του Σχολείου, �χει �ρθει καί δλο τό καλλιτεχνικό συγκρότημα του Γενι κου ' Αρ­ χηγείου. 'Εγώ είμαι μπερδεμένος καί συγκινημένος. Περισσότερο άπό «συγγραφικό» ενστικτο παρά άπό πολιτικό, νιώθω πώς είναι μιά σημαντική δίκη . Μιά δίκη. πού θά 'πρεπε νά γίνει άνοιχτά, σέ κάποιο Στά­ διο, σέ κάποια πλαγιά. Αυτά πού σκέφτομαι δέ βγαίνουν δπως τά θέλω. Τά περισσότερα «επιχειρή­ ματά» μου γιά τήν ύπεράσπιση του λοχαγου είναι βλακείες. Φτάνω νά πώ καί τούτη τήν κουταμάρα: «-Πολέμησε γιά νά τελειώνουμε μιά ωρα άρχύτε, ρα, να ησυχασει ο τοπος . . . . «-Νά 'ρχότανε άπό δώ νά πολεμήσει! » φωνάζει τό άκροατήριο. �Eχoυν δίκιο. Κι δ λοχαγός τό ξέρει πώς εχουν δί­ κιο. � Hρεμoς στήν άπολογία του μέ διορθώνει, μι­ λάει γιά τά δικά του πάθη, γιά τή γραμμή πού είχε πάρει, γιά τούς δικούς .του θυμούς . . . Τό Λαϊκό Δικαστή ριο, μέ πρόταση του Χρηστίδη δικαστικου του Δn μοκρατικου Στρατου πού σκοτώ,

e

,

e

,

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


166

θηκε στό Βίτσι, τόν καταδικάζει δύο χρόνια φυλακή μέ άναστολή . (Νά τό ξαναπώ; Είναι άληθινή ίστορία .)

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


167 Π ροβλήματα

('Ιστορία α γάπης)

έ π ι κ ο ι ν ω ν, ί α ι;

Ό Βασίλης ό Πηγής πού περιμάζεψε τόν 'Αλέξη , προσπαθεί νά τόν καθησυχάσει. -'Άσε, θά μιλήσουμε. . . Αϋριο μέ ήλιο, θά β ρούμε τή Στέλλα καί θά τά πούμε . . . ΕΙναι μυαλωμένο κορί­ τσι . . . Τήν άλλη μέρα μαθαίνουν πώς ή Στέλλα θά παν­ τρευτεί τόν Σωτή ρη . ΤΗταν φίλοι μέ τόν 'Αλέξη. 'Α­ θηναίοι κι οί δυό τους, καί πάντα μαζί. Καί ποτέ, ό­ πως φάνηκε, δέν πλησίασαν ό �νας τόν άλλον νά πούνε τά «δικά τους», νά μιλήσουν γιά κοπέλες καί γιά �ρωτες . . . Αλλες φασαρίες . . . . . . Μόνο τό 1964, σ ' �να Φεστιβάλ Προaφύγων, στό Γαλάτσι, τυχαίνει νά μείνουν στό ίδιο ξενοδο­ χείο, στό ίδιο δωμάτιο -τά κ ρεβάτια δίπλα - δίπλα. Πέφτουν νά κοιμηθούν, στίς 3 μετά τά μεσάνυχτα. Ό 'Αλέξης κοιτάει τό ταβάνι. Ό Σωτήρης κουκου­ λώνεται. Σά νά μιλάει μόνος του, ό 'Αλέξης κάνει τήν καθυστερη μένη έρώτηση: -Γιατί τό 'κανες αυτό, τότε; Ό Σωτήρης, λές κι αυτό περίμενε τόσα χρόνια, 'Κετάγεται π άνω: . -Γιατί δέν μού τό 'πες ! ; Γιατί δέν ήρθες νά μου μιλήσεις; Βλάκα, ήλίθιε; Ν ά ! κατάστρεψες καί τή δική μου καί τή δική σου ζωή ! ι! Ό 'Αλέξης άνασαίνει βαθίά. Ό Σωτήρης κοιτάζει τό ταβάνι, ή ρεμος τώρα πού έξηγήθηκε. Μιά φιλική έξήγηση μέ 17 χρόνια καθυστέρηση ! . . . ΕΙναι περίεργο . . . Ν ά 'ναι τόσο κοντά αυτοί οί άν­ θρωποι, μά καί τόσο μακριά ό ένας άπό τόν άλλον. . . ) V

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


168

. -Δέν πειράζει, λέει δ Βασίλης δ Πηγης. Μήν αύ­ τοκτονήσεις, γιατί θά χάσεις τήν εύκαιρία νά γελά­ σεις μέ τόν έαυτό σου, δταν θά τσουλάς τό καρο­ τσάκι τού μωρου της Στέλλας! . . . Μά δ ' Αλέξης δρκίζεται: -'Ό,τι καί νά γίνει, δ,τι καί νά συμβεί, εγώ θά ζή­ σω μέ τή Στέλλα ! Περιμένει τήν πρώτη σημαντική συνάντηση μετά τό γάμο της . Ή συνάντηση γίνεται, μ ά είναι μ έ πολλά προβλ-ή­ ματ α πάλι. 'Ο Σωτή ρης εχει φύγει γιά τό βουνό. Πώς θά τολμήσεις νά «πειράξεις» γυναίκα συντρόφου πού πολεμάει; Κι είναι καί τ' άλλο: ή « συνάντηση» γίνεται στό Ραφείο πού πηγαίνει νά τού πάρουν μέτρα γιά τή « στολή». Γιά τό βουνό κι δ Άλέξης. Ή ίδια ή διευ­ . θύντρια τού Ραφείου, ή Στέλλα, τού παίρνει τά μέ­ τρα! του δίνει κι ένα ζευγάρι μακριές πλεχτές χον­ τρές κάλτσες καί ένα ζευγάρι γάντια. -Νά, γιά σένα τά 'πλεξα είναι ζεστά . . . πάρ' τα. 'Όταν θά ξανανταμώσουμε θά τά πούμε . . . Σ' ένα μηνα έρχομαι κι εγώ κάτω . . . Καί τόν φίλησε . . . Περίεργο . . . Νά 'ναι τόσο κοντά αύτοί οί άνθρω­ ποι, καί νά μήν μπορούν τά μιλήσουν γιά πράγματα τόσο άπλά, δσο ή αγάπη . . . • . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΓΔΟΟ

Ή «άσφαλτίτις

.

.

.

»

Τά καλά καί τά κα κ ά . 'Όλα δικά μας. «Χρειάζεται πατριωτισ μό ή Ιστορία », λέει ό Μα­ κρυγιάννης. Νά λές καί τά καλά καί τά στραβά «τών φίλωνέ σου νά μαθαίνουν οΙ μεταγενέστεροι». 'Άπειρα τά καλά. Άγώνας μέ τήν ψυχή στά δόν­ τια. Μάχες καί νίκες, καί ή ρωισμός όλόκληρου λα­ ου. Νά κρατάς τό ντουφέκι μέ τό δεξί, νά στό κό­ βουν, νά τό πιάνεις μέ τό ά ριστερό, νά. στ.ό κόβουν καί νά τ' άρπάζεις μέ τά δόντια. Κυναίγειροι. -«Μά, σ κέψου, είναι ή κατάλληλη στιγμή νά πείς τά στραβά;» σέ ρωτάει gνας φίλος. Σκέφτεσαι πότε ήταν κατάλληλη ; Ποτέ, τόσα χρόνια τώρ α ! Μέ τίς παρανομίες, μέ τούς άγώνες τούς σκλη ρούς. Π άντα μέ τόν κίνδυνο νά «πιάσουν οΙ άλλοι» αύτό πού θά πουμε καί νά κάνουν τήν τρί­ χα τριχιά . . . Κι επειδή δέν β ρίσκουμε ποτέ τήν κα­ τάλληλη στιγμή , . . . άφήνουμε αύτούς τούς άλλους νά λένε δτι θέλουν. Τό μακ ρύ τους καί τό κοντό τους. Μήπως λοιπόν είναι καλύτερα νά πείς « αύτό Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


170

τό 'κανε 6 . Τ' άλλο τό 'πε 6 . . . »; Γιά νά μην μάς τά φορτώνουνε σ' 6λονώνε τη ράχη , καί στό Κόμμα 6λόκληρο. Δικά μας καί τά καλά καί τά κακά. Ζωη μας. Κι δταν άκόμη λές «6 τάδε στρατηγός, τό δείνα στέλε­ χος είπε - εκανε . . » ξέρεις έσύ καί πρέπει νά τό μα­ θαίνουν καί άλλοι, πώς δλοι τους - δταν δέν είναι προδοσιά είναι άνθρωποι πού γίνανε παρανάλωμα. Μόνο, νά, πού άν ζυγίσεις τό κακό πού κάνανε μερικοί σ�ό ίδιο τό κίνημα, σου 'ρχεται νά πείς πά­ νω στην πίκρα σου: «Δέν καθότανε σπίτι του, 6 χρι­ στιανό ς ! » Μά εΙναι κ α ί τ' άλλο: μπορεί κάποιος άπό αυτούς \ίά βρίσκεται καί σημερα σέ κάποια θέση πού 6δη­ γεί, καί καλό εΙναι νά τό θυμάται καί 6 ίδιος καί δ­ λοι. . . .

.

.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


171 Ή

μύγα

•..

(Άπλά περιστατικά . . . ) -Κακομοίρηδές μου! Μήν πιάσω κανένα νά στε­ νάξει, τάχα μου, f1 νά δείξει λύπηση, γιατί άλίμονο του! Καταλάβατε; Καταλάβαμε. ΤΗταν τότε πού είχαμε πάει δλος ό θίασος στό Βί­ τσι. Ή «άποστολή» μας ήταν νά δώσουμε « ψυχαγωγι­ κό πρόγραμμα» στό 'Ορεινό Νοσοκομείο. Πάσχα . Ό θίασος - άνταρτοφορεμένοι - χωρίστηκε σέ τρείς όμάδες, γιά νά γυρίσουμε τούς θαλάμους καί τά τμήματα. Στό πρόγραμμα τραγούδια, σκετσάκια καί σατιρικά ποιήματα. 'Αστεία, γιά νά διασκεδά­ σουμε τορς τραυμα'fίες καί τούς άνάπηρους. Καθώς ξεκινούσαμε άπό τή «βάση» μας, ό 'Αντώ­ νης ό Γιαννίδης, διοικητής στό Καλλιτεχνικό Συγ­ κρότημα, είδε τά μουτρα μας καί δέν εμεινε εύχαρι­ στη μένος. � νοχι οίκτο. Θά πάμε σά νά πηγαίνουμε σέ μαιευτήριο, καταλάβατε; νΕχετε πάει ποτέ σέ μαιευ­ τήριο; Καταλάβαμε. Αν καί δέν είχαμε ' πάει ποτf σέ μαιευτήριο. που καιρός γιά γέννες. Μόνο θάνατοι. Κάναμε κουράγιο. Στό κάτω κάτω, συνηθισμένα τά βουνά άπ' τά χιόνια . Είδανε κι είδανε τά μάτια μας, τώρα θά κιοτέψουμε; 'Εδώ άνάπηροι καί έγχειρισμένοι στά άκρα: πό­ δια καί χέρι�. Πιό πέρα τά «κεφάλια». Παρακάτω τό «παθολογικό». Χράπ ! άνοίγουμε κι άλλη πόρτα. Πόρτα: σανίδες καρφωμένες πρόχειρα, στά καταφύγια πού σκάψαV

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


172 με γιά νά στήσουμε τό νοσοκομείο μας. -Καλή 'Ανάσταση κι 'Ανάσταση της πατρίδας! Αύτό πρόλαβε νά φωνάξει ό 'Αντώνης δ Γιαννί­ δης. Αύτό προλάβαμε νά πουμε κι εμείς καί κοκ κα­ >-.ώσαμε. "Αλλη λέξη δέ βγηκε από τά χείλια μας. -Γειά σου, λεβεντιά 'Αντώνη, μέ τήν παρέα σου ! καλωσόρισε κάποιος από τό κρεβάτι του. Κρεβάτι: σανίδες καρφωμένες πάνω σέ τέσσερα κούτσουρα. Κάποιος: ενας, σκέτος, κορμός, στη μένος ανάμεσα σέ τέσσερα χοντρά μαξιλάρια . 'Εμείς, εκεί. Κεραυνοβολημένοι στό κατώφλι. Θάλαμος τυφλών. Τυφλών (ιλλά K�ί μέ « μερικές άλλες ελλείψεις» . . . -"Ε, τί θά μας πείτε; φώναξε άλλος. Τί νά πουμε; Γιατί αύτή ή βουβαμάρα μας μπρο­ στά στούς τυφλούς; Είναι επειδή μάθαμε νά λέμε πώς «τό πιό πολύτιμο είναι τό φώc» . 'Ακόμη καί δ 'Αντώνης δ Γιαννίδης ξέχασε πώς π ρέπει νά φερθεί σά νά β ρίσκεται σέ μαιευτή ριο, δ­ που (ιντηχουν τά πρώτα γέλια καί τά π ρώτα κλάμα­ τα, οί π ρώτες κουδουνίστρες καί οΙ π ρωτόγνωρες περηφάνιες της αναπαραγωγης. «Κακομοίρηδές μου ! Νά μήν σας πιάσω νά . . . » Στό θάλαμο ακούγεται ενα σούσουρο καί λίγο λί­ γο ξεχωρίζουμε, στό ύποσυνείδητο περισσότερο, τίς φράσεις καί τίς λέξεις: -"Ε, καπετάν Νικήτα! Πέτα ενα μαξιλάρι σ' ε­ κείνη τή μύγα! Μ' ενοχλεί! -Ποιάν απ' δλες; μίλησε δ «κορμός» . -'Εκείνη κεί πάνω ! ΤέταΡΤό μαδέρι, πρός τήν πόρτα ! . -Δέν είσαι καλά ! Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


173

-Νάτη , νάτη , κοίτα τη ! -Δέν είσαι καλά, μύγα είναι αυτή ; Σκνίπα είναι ! -Σκνίπα; εκανε τόν ανήξερο ό άλλος. (Είναι ό Τρύφωνας! Ναί, ό Τρύφωνας, πού εκανε ασ κήσεις. νά είναι ετοιμος γιά τήν κακιά στιγμή). -Σκνίπα, ντέ ! γέλασε ό « κορμός». -Γιά δές, γιά δές! μουρμούρισε ό άλλος, τάχα λυπημένος. Μύγα τή βλέπω ! 'Έχεις δίκιο, σκνίπα εί­ ναι . . . δέν ξέρω τί διάολο πάθανε τά μάτια μου, σή­ μερα . Έμείς εκεί. Κοκκαλωμένοι. Παρακολουθοϋμε σά σέ ονειρο τήν παράσταση πού δίνουν οί τυφλοί γιά νά μας ψυχαγωγήσουν. Κατάλαβαν τή ολιγοψυχία μας; Ό 'Αντώνη ς ό Γιαννίδης άρχισε νά ξύνει τά χέρια του. Είχε κάποιο παλιό εκζεμα. Κάτι μουρμουρίζει. Τί λέει; «Κακομοίρηδές μου» καί τέτοια ; 'Όχι, κάτι άλλο: -Τί στήν ο ργή είναι τέχνη ; Κοιτάζω τά χέρια του πού μάτωσαν χωρίς νά κα­ ταλαβαίνω τήν ερώτηση . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


174 Ή

« ά σ φ α λ τ ί τ.ι ς »

. . .

(Μαρτυρίες καί σχόλ ι α) Τή λέξη τήν η: ρωτάκουσα τό . 1 945, στήν Κοζάνη. Μιά αρρώστια, λέει, που «πιάνει» μερικά στρατιωτι­ κά καί πολιτικά στελέχη . WΕφυγε μαζί μας, τότε, κάποιος αντιπρόσωπος του ΕΑΜ Μακεδονίας. Οί ντόπιοι μας είπαν δτι πάσχει από . . . « ασφαλτίτιδα». ΥΕτσι τήν έβγαλε τήν αρρώστια δ λαός. Τήν αρρώ­ στια, τών ανθρώπων -που, ένώ τά καταφέρανε στά βουνίσια μονοπάτια καί στά δδοφράγματα, τά κά­ νανε μούσκεμα δταν πατήσανε άσφαλτο. Στή λευτε­ ριά, δηλαδή . Σά νά ξεχάσανε τόν τρόπο πού ερχε­ σαι κοντά στούς ανθρώπους. Συμπτώμ ατα: -Έγώ ! "Έτσι θά γίνει! WΕτσι μ, αρέσει! ΈγCΔ τό λέω ! «''Αν καί, δπως είπε πάλι δ Μακρυγιάννης, . β ρισ κόμαστε στήν εποχή «.του ΕΜΕΙΣ». 'Απ' αύτήν τήν αρρώστια, λέω, βγαίνουν καί τά μπερδέματά μας στόν τομέα της Τέχνης καί . τών Γραμμάτων. (Άπ' αύτήν τήν αρρώστια καί τά άλλα τά πιό σοβαρά μπερδέματά μας στά στρατιωτικά θέματ α. 'Από ανθρώπου ς πού «γίνανε στρατη­ γοί>1 . . . ) Πολλές φορές, οί περισσότ εροί μας, τά ρίχνουμε δλα στό Κόμμα. "Αν γραφτεί κάποια κ ριτική πού παινεύει η συντρίβει κάποιον, λέμε: αύτή είναι ή γρα·μ μή. Στήν πραγματικότητα είναι τό «ετσι μ' α­ ρέσει» κάποιου «είδικου» . Στήν Άντίσταση ή μεγάλη πλειοψηφία τών δια­ νοουμένων καί τών καλλιτεχνών του τόπου, μπηκε στήν πρώτ η γραμ μή του αγό>να. Τά γεγονότα δέν μας άφησ αν, καί σ ' αύτόν τόν τομέ α, νά αναπ τυDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


175

χθουμε ήσυχα . ΤΗταν κι ή ξενιτειά. Ή Καθοδ:.'.;γηση έξω. Γιά τήν ώρα προσπαθεί νά στη ριχτεί σ' αυτούς πού β ρίσκον­ ται κοντά της, σ' αυτούς « πού ξέρουν» . Μά αυτοί πού « ξέρουν» �ρχoνται μέ τίς δικές τους άδυναμίες, τά δικά τους π ροσωπικά γουστα καί άπωθη μένα . Καί βάζουν τή μαύρη τους βούλα στίς μεγάλες π ρο­ σπάθειες πού γίνονται στόν πολιτισ μό. Π . χ . Τό εκδοτικό μας βγάζει τούς « 'Ελεύθερους Πολιορκημένους» του Σολωμου. Στό ,εΙσαγωγικό σημείωμα μαθαίνουμε δτι 6 Σολωμός δέν ήταν κάν φιλέλληνας, γιατί δέν είχε τό θάρρος, σάν εκείνους, νά 'ρθει νά πολεμήσει στήν Έλλάδα . Ύπογραφή : «Τό εκδοτικό». Μά δέν είναι τό εκδοτικό, δέν είναι ή γραμμή . Πίσω κρύβονται προσωπικές άπόψεις της Φ . Χ . (Πού « ξέρει» . . . ) Κι άλλο: Βγαίνει «Τό Φώς πού καίει» . Στό εΙσα­ γωγικό σημείωμα μαθαίνουμε δτι «6 Βάρναλης πέ­ θανε μά 6 λαός περιμένει τό νέο Βάρναλη». Πάλι « κάποιος πού ξέρει», ά ρπαγμένος άπό κά­ ποια παλιά κριτική γιά τούς «Μοιραίους», παίρνει τό φτυάρι καί θάβει ζωντανό τόν Βάρναλη ! Τόν Βάρναλη πού θά ζήσει άλλα δεκαπέντε χρόνια, κρα­ τώντας τή θέση του στό μετερίζι! Αυτοί «πού ξέρουν» δέν ξέρουν καί μας εκθέτουν δλους . . . Μά είναι καί �να-δυό βασικά στελέχη, άπό τά π ρώτα πού τά «ξέρουν δλα». Ό Βασίλη , δ Μπαο­ τζιώτας εΤναι καΙ στρατηγός, καΙ στό Πολεμικό Συμβούλιο, καΙ στό Πολιτικό Γραφείο καΙ είδικός στά 'Ιδεολογικά Π ροβλήματα. Γράφει fva άρθρο «εγώ» καΙ τακτοποιεί δλα τά θέματα. « . . . Τά χ ρονο­ γραφήματα -λέει- του Α . Σ. καΙ τά ποιή ματα του Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 76

Α . Π . τιμανε τά έλληνικά γρό.μματα στό έξωτερι­ κό . . . » (Είρωνία: ό Α . Σ . καί ό Α . Π . θά 'ναι άπό τους π ρ�τoυς πoυ θά τόν δαγK�σoυ�. Καί �να άλλο, τού Mπ α ρτζι�τα, που κυκλοφορεί σάν άνέκδοτο μά είναι γεγονός: Συνεδρίαση της συντακτικης έπιτροπης της. έφημερίδας μας «Νέα Ζωή» στή Ρουμανία. Θέμα καθαίρεση τού άρχισυν­ τάκτη γιά στραβοτιμονιές. Ό Mπαρτζι�τας λέει: -«'Αντρ έα, άπό σήμερα έσυ θά είσαι άρχισυντά­ κτης». Ό 'Αντρέας άπλός, μαλακός, καλός άγωνιστής γoυρλ�νει τά μάτια του -«Μά, συντροφε Mπαρτζι�τα, έγ� ούτε τό δη. μοτικό τέλειωσα ! » Καί ή άπάντηση : -«'Αντρέα, παιδί μου, έδώ γίναμε στρατηγοί, δέν θά γίνουμε δημοσιογράφοι; ! » (Πάλι νά τ ό πώ έδώ: δταν μιλάω γιά πρόσωπα, κι άς είναι ή γ�σσα σκλη ρή άπό τό φόρτωμ'α, δέν ξε­ χνάω, καί δέν παραμερίζω τή ζωή τού άνθρ�πoυ. Ό Βασίλης Mπαρτζι�τας. Ό « Φάνης» της κατοχη.ς. , Αθηναίος έγ�, πώς νά ξεχάσω τόν άγ�να του; Θά 'ναι σά να. ξεχνάω τόν ίδιο έμένα. Σά νά ξεχνάω τήν Κατοχή, τίς διαδηλ�σεις, τίς κινητοποιήσεις που β ρίσκανε πάντα τό «Φάνη» στήν πρ�τη γραμμή . WΟχι μόνο στήν όργάνωση άλλά κιιί στήν έκτέλεση κάθε έκδήλωσης άγωνιστικης. Σά ν' άκουω τήν φ ράση , σά νά νoι�θω τό σκουντημα στόν άγK�να ά­ πό κάποιο συντροφό μου, αναψοκοκινισμένο άπό τήν άγωνιστική fξαρση : « Κοίτα.! Είναι κι ό Φάνης έ­ δώ! Νά τος! 'Εκείνος έκεί, ό ψηλός! . . . » Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 77

νοχι, δέν είμαι έγώ έκείνος πού θά (ιφαιρέσει ζωή (ιγώνα, (ιπό όποιονδήποτε: κι ας τόν πιάνει σέ τούτα τά γραφτά ή πίκρα μου. Νά τό ξαναπώ: Ό όπσιοσ­ δήποτε δικός μου «κακός» είναι ό ίδιος fνας (ιγωνι­ σ τής, fνας νικημένος νικητής. Αυτό δέν Ισχύει μόνο γιά τόν Μπαρτζιώτα-Φάνη , μά γιά δλους δσους πι­ κραίνω μέ τίς κ ρίσεις μου σ' αυτό τό βιβλίο. Κι έκεί­ νοι πού άρπάζονται (ιπό κάτι τέτοια γραφτά γιά νά πούνε ,«νάτοι, μόνοι τους τά λένε», τό ξέρουν καί μοναχοί τους πώς είναι οΙ ίδιοι πού προσφέρανε γη καί ϋδωρ σέ κάθε ξένο φανερό 1i ' κρυφό καταχτη­ τή . . . ) Μά είναι καί οί «νέοι διανοούμενοι», είδικά έκεί­ νοι πού σπουδάσανε στή Σοβιετική 'Ένωση . νΕχουν στήσει καραούλι καί « ρίχνουν». Είπες κάτι κολλη­ μένο στή γραμμή; «Ό Δογματικός ! » « Γράφεις κάτι λοξό;» «Ό (ιναθεωρητής ! » Καί ύπογράφουν ολοι μαζί τά σημειώματα καί τίς καταγγελίες τους. (Εί­ ρωνία: οί πιό πολλοί τους, τώρα, αντιδογματικοί ευ­ ρωκομμουνιστές . . . ) Δέν είχαμε καιρό, βλέπεις, ν' (ισχοληθούμε καί μ' ' αυτά τά θέματα. Τώρα πού εχουμε πρέπει ν' άσχο­ ληθούμε. Νά γίνει μιά πλατιά συγκέντρωση μέ άνοι­ χτή συζήτηση .Νά μήν μένουν τά προβλήματα .αυτά σέ μερικούς «πού ξέρουν», νά μήν πικραίνεται ό Ρώ­ τας, κι ϋστερα νά γυρνάει μέ τό άναγνωστικό τού δημοτικού π.ού κυκλοφόρησε στήν Π ροσφυγιά καί νά λέει μέ δάκρυα στά μάτια: «Νά ! νΕχει δικό μου μέσα! Ξέρει τό Κόμμα ! » Καί γιά νά μήν άποπροσα­ νατολίζονται καί άπομακρύνονται οί νέοι . . . (Νά έπιτρέψω στόν έαυτό μου κι ενα δικό μου πα­ ράδειγμα; νΕγραψα ενα μυθιστόρημα τό 1 949 . « Ό Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


178

Δρομάκος μέ τήν Πιπεριά». Βγηκε 'τό 1 964, ύστερα από 3 έκδόσεις στά ρουμάνικα. Καί δ « διαφωτι­ στής» τού Μπούλκες -κριτικός τώρα- τό β ρη κε χω­ ρίς αγωνιστική πνοή . Ξανακυκλοφόρησε φέτος καί δ κριτικός τού Ριζοσπάστη γράφει: «ένα βιβλίο πού δέν π ρέπει νά λείψει. . . » Άλλά ασε τά παρακάτω. 'Εκείνο πού εχει σημασία: πέρασαν 30 χρόνια. Ό συγγραφέας ήταν 24 χρονών δταν τό 'γραψε καί τώ­ ρα είναι . . . ε λογαριαστε καί μονοι σας! . . . ) Τώρα \J,πάρχει πλατύτερη πολιτική -καλύτερα νά πώ σωστότερη- σ' αυτόν τόν τομέα. Ό σ . Χαρίλαος Φλωράκης χαιρέτησε τόν 'Ελύτη γιά τό β ραβείο Νόμπελ.Μά ετυχε καί τούτο: δταν ή « 'Επιθεώρηση Τέχνης» δημοσίεψε τό «w Αξιον 'Εστί» τού 'Ελύτη , έγινε συνεδρίαση της Λογοτεχνικης 'Επιτροπης τού κόμματος στό έξωτερικό. Θά συζητούσαμε γιά τό περιοδικό, κι ετσι πέσαμε πάνω στό ποίη μα. Οί πε­ ρισσότεροι από τήν έπιτρόπή ένθουσιασμένοι. Είπαμε: αριστούργημα της νεοελληνικης λογοτε­ χνίας. Συγκεκριμένα: ένα ποίημα γιά τήν αντίσταση καί τή λευτεριά γιά δλ9ν τόν κόσμο, χωρίς σύνορα ! �Eνα δυό διαφώνησαν: «Βυζαντολογίας». (Φαίνεται μπερδεύτηκαν από κάτι «σταυρουδάκια» πού χώρι­ ζαν τίς στροφές.) W Αν καί ή πλειοψηφία της έπιτρο­ πης ηταν μέ τόν 'Ελύτη; δ 'Ζήσης Ζωγράφος,από τούς κατοπινούς π ρωτοπόρους αντιδογματικούς, ύ­ πεύθυνος τότε της Λογοτεχνικης 'Επιτροπης στέλ­ νει στήν 'Επιθεώρηση Τέχνης αρνητική κριτική. 'Ε­ νώ πολλοί από μας, είχαμε από τότε δώσει τό «Νόμ­ πελ» στόν 'Ελύτη. Π ρίν από 15 χρόνια ! . . . Σά νά βλέπω κάποιους πού τοιμάζονται νά πούν: «Νά, λοιπόν, πού, αυτοί . . . »''Οσα σταχυολό­ γησα παραπάνω αναφέρονται στόν « θεωρητικό τοDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 79

μέα». Στόν π ρακτικό άλλες οΙ άνάγκες οΙ ά μεσες. (Κι εδώ μιά άντινομία . . . ) ΟΙ Σύλλογοι προσφύγων άφήνουν π ραγματικά τούς είδικούς νά κάνουν τή δουλειά τους. "Ενα π ρό­ γραμμα γιά Φεστιβάλ Προσφύγων,π . χ . , δέν μπορεί νά τό γεμίσει ή δποια Φ . Χ . (Πάλι ά ρχικά fβαλα γιά , νά μή θίξω « πρόσωπο ». Τό Φ . Χ . , δμως, μπορεί νά τό « πιάσει» κάποιος καλοθελ ητής καί νά τό κάνει Φλωράκ ης . . . 'Όχι. ΕΤναι tι Φούλα ή Χατζηδά κη, αΙ­ σθητικοκρ ιτικοαπόλα . . .) Κι δρίστε fνα π ρόγραμμα. Στό Φεστιβάλ Προσφύ­ γων στή Ρουμανία τό 1 960 πήραν μέρος, άπό διάφο­ ρα Παραρτήματα 8 Θίασοι μέ 1 10 ήθοποιούς, 7 χο­ ρευτικά συγκροτήματα μέ 1 20 χορευτές, 7 χορωδίες μέ 250 άτομα, 3 μουσικά συγκροτήματα μέ 30 μου­ σικούς καί tι Κεντρική 'Ορχήστρα τών Π ροσφύγων τού Βουκουρεστιού μέ επί κεφαλής τόν Λάκη τό Χατζή, τόν «φρούραρχο μέ τό φλάουτο» ! Στό πρόγραμμα πού κ ράτησε τρείς μέρες παίχτη­ καν τά έργα: Δημήτρη Ψαθα (τρία), Ρώτα, Καμπα­ νέλη, Περιγιάλη, Γεράσιμου Σταύρου, Τυλικίδη καί οί τραγωδίες «Ίφιγένεια στήν Ταυρίδα» καί «'Αντι­ γόνη» .Παρουσιάστηκαν σέ «είκόνες» i1 σέ άπαγγε­ λία ποιήματα άπό Π αλαμα, Σικελιανό, Βάρναλη , Ρίτσο, Ρώτα Κ . α . Χορεύτηκαν χοροί άπό tι λΙKιωμέ­ νους καί νέου.ς, καί τραγουδήθηκαν τραγούδια άπό όλες , τίς περιοχές τής Έλλάδας . . Εύτυχώς κι έκείνα τά δύσκολα χ ρόνια, είχαμε κοντά μας καί τούς άνοιχτούς άνθρώπους. Είχαμε τήν 'Έλλη 'Αλεξίου. 'Αποκούμπι μας. Μέ τόν καλό λόγο, μέ τό γλυκό' τού κουταλιού, 'τήν σωστή συμ­ βουλή . .Είχαμε κι άλλους . . . (ΕΤχα μιά κουβέντα, π ρίν άπό κάμποσο καιρό μέ .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 80

�ναν άπό τούς ηγέτες του Κ . Κ.Ε. Δέν λέ,,? τό δνομά του, δχι γιατί είπε κάτι « στ ραβό», μά γιά \.ιά μήν παι-: νευτώ Υιά τίς «προσωπικές μo� συζητήσεις» μέ τήν ηγεσία. του 'λεγα τίς δικές μου τοτινές καί τωρινές άνησυχίες. Μου είπε: -« ΝαΙ . . είναι άλήθεια, πώς δέν είχαμε τόν χρό­ νο, πιασμένοι άπό τά τόσα σκληρά καθημερινά, νά δουμε πιό πλατιά τά προβλήματα τών διανοουμέ­ νων. Μπορείς, δμως νά κατηγορήσεις τό Κόμμα δτι δέν είχε σ' αύτήν τήν δουλιά, τουλάχιστον στό έξω­ τερικό, τούς πιό κατάλληλους, καί τούς πιό είδι­ κού ς; » Σκέφτομαι: « 'Όχι . . . Δέν μπορώ νά τό πώ αύτό. Ή άλήθεια εί­ ναι πώς στήν λογοτεχνική έπιτροπή ήταν ή 'Έλλη 'Αλεξίου, δ Μενέλαος Λουντέμης, δ Θεοδόσης Πιε­ ρίδης , ή Φούλα Χατζηδάκη, δ Βάσος Γεωργίου . . . �Oχι . . . Ξέρω πώς σέ π λατιές συσκέψεις πού γινόν­ τουσαν, έρχόντουσαν οΙ συγγραφείς μας, οΙ καλλι­ τ_έχνές μας, οΙ διανοούμενοί μας άπό δλες τίς χώρες της Ξενητιας. Καί ή Μέλπω Άξιώτη καί δ Δημή­ τρης Χατζη ς, καί δ Γιώργης Σεβαστίκογλου, καί δ Σταμάτης Γιαννακόπουλός, καί, καΙ . . 'Ακόμη καί άπό τήν Έλλάδα φτάνανε άνθρωποι σάν τόν Μάρκο Αύγέρη νά πάρουν μέρος σέ τέτοιες συζητήσεις. Κι έρχόντουσαν καί «έπιστολές» τών κατατρεγ­ μένων διανοουμένων μας άπό τήν Έλλάδα πού βά­ ζαν π ροβλήματα καί ζητουσαν λύση καί συμπαρά­ σταση » . Τί νά άπαντήσω, λοιπόν, στήν έρώτηση; 'Ότι έ•

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


181

μείς ο Ι ίδιοι φταίμε; Ο Ι μισοί ά π ' δσους άνέφερα πιό πάνω, οί τότε δογματικοί είναι σήμερα οι « άντιδογ­ ματικοί». Τί νά άπαντήσω λοιπόν, στήν έρώτηση; " Αλλη ά­ πόκριση άπό αύτή δέ β ρίσκω: -«Νά μήν άφηνόμαστ ε στούς ' «είδικούς» κάποιας έπιτροπης, καί νά μήν παίρνουμε τή γνώμη ' τους σάν τήν πιό «τεκμη ριωμένη» . Νά μήν τούς ά­ φήνουμε νά ύποκαταστήσουν τό κόμμα. Είναι συνη­ θισμένη ή εκφραση : γιά νά τό λέει ό Τάδε , τό ' πε τό Κόμμα . . . Νά συναντιόμαστε συχνά, νά κάνουμε ά­ νοιχτές συζητήσεις, λόγο καί άντίλογο, νά άκούγον­ ται όλονώνε οι άπόψεις . . . »)

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


182

· Ό

fιώ ργης

(Τά πρ6σωπα)

b

Λαμπρινός

Τόν '�χω μπροστά μου. Στά μάτια μου. Ψηλός μέ μακρυά χέρια, ξερακιανός μά ζεστός. Μ ' fva χον­ τρό πλεχτό στό χέρι πουλόβερ κλειστό μέχρι τό λαι­ μό. 'Απ' αύτούς πού κρυώνανε . . . "Ενα χαμόγελο άπαλό -τόσο δσο γιά νά μήν είναι · τό πρόσωπο ψυχρό, τόσο, δσο νά σφάζει μΙ τήν εί­ ρωνία του. «Ξέπεσε» στό Μπουλκες δ Γιώργης δ Λαμπρινός, τιμωρημένος. Τόν ξέρουν τό Λαμπρινό. ΟΙ κομμου­ νιστές πού κάνανε έξορία μαζί του στή Σίκυνο -fνας δυό- <?Ι άντάρτες πού κάνανε μαζί του στή Θεσσαλία -αύτο{ πολλοί. ΟΙ πιό λίγοι (έδώ στό Μποϋλκες με­ τριουνται στά δάχτυλα) αύτοί πού τόν ξέρουν άπό τό βιβλίο του «Μορφές του Είκοσιένα». Τό τί �Kανε δ Λαμπρινός καί τιμωρήθηκε δέ μάς τό 'πανε. Κάτι μυστήριο. W Αμα δέ },..έ ς τί, μπορείς νά βάλεις καί τό χειρότερο στό νου σου. Ούτε δ Λαμ­ πρινός λέει. "Οταν ρωτάς, ρωτάει: «- W Αστο . . . νΕχει καμιά σημασία;» 'Όσοι τόν ξέρουν άπό τήν έξορία, ψάχνουν στίς μ.νημες τους καί δέν βρίσκουν κάπου νά πιαστουν, ν' άνακαλύψουν κάποια άδυναμία πού «έξελίχθη­ κε». «-Ό Λαμπρινός, λένε, ήταν γραμματέας της δ­ μάδάs στή Σίκυνο! Δέν fχουμε γνωρίσει πιό σωστό άνθρωπο! » ΟΙ πολλοί, οί συναγωνιστές του άντάρτες, �χoυν μάθει να κουνάνε τό κεφάλι τους -τόσα καί τόσα πε­ ράσανε, γιά τόσες καί τόσες προδοσιές άκούσανε. «-που ξέρεις! ; 'Εδώ πού φτάσαμε! » Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 83

Οί λίγοι κι άνάμεσα έπίδοξοι συγγραφείς; τόν πε­ ριτριγυρίζουνε. 'Άν καί δ Λαμπρινός άπό μοναχός του σά νά έχει βάλει τόν έαυτό του «\)πό περιορι­ σμόν» . Δουλεύει στό τμημα της Διαφώτισης, κάνει διορ­ θώσεις σέ μεταφράσεις, γράφει καί δ ίδιος. Τού δεί­ χνεις τή δουλιά σου, τού ζητάς συμβουλές. Οί «Μορφές του τού Είκοσιένα» είναι άπό κείνες πού σέ θρέψανε στά δύσκολα χρόνια . « - Συμβουλή ; » . σέ ρωτάει. Σέ π άει στό παράθυρο, κοιτάζει έξω καί σωπαίνει. 'Ύστερα άπό λίγο σά νά παίρνει ζωή . W Αν καί μιλάει άργά: «Νά, κοίτα ! » Κοιτάς έξω. Μιά ήλικιωμένη ήπειρώτισσα; μέ τίς φούστες της καί τά σεγκούνια της μόλις πάει νά κά­ τσει κάτω άπό μιά μουριά. «-Νά ή συμβουλή ! Κοίτα! Τέλεια κίνηση ! Σά νά χορεύει! . . ',» Καί σέ κάποια συγκέντρωση, δρθιοι, δίπλα δίπλα. Στό προεδρείο, μέρα γιορτης βάζουν κάποιο γερο­ θεσσαλό μέ τίς φουφουλες του κάί τό σκουφί του. Είναι άπό τούς πρωταγωνιστές τού Κιλελέρ. Ό Λαμπρινός ψιθυρίζει: «-Συμβουλή ; Νά, κοίτα τό γέροντα! Γεννήθηκε τήν ίδια μέρα πού πέθανε δ Μακρυγιάννης! » ' Λογαριάζεις μέσα σου: βέβαια, δ μαχητής αύτός τού Κιλελέρ είναι 80 καΙ . . Τό χαμόγελο τού Λαμπρι­ νού, άπαλό είρωνικό: «_WΑν τά ξαναλογαριάσεις, θά δείς πώς έχω δί­ κιο . . . Γεννήθηκε τή μέρα πού πέθανε δ Μακρυγιάν­ νης.» 'Ένα βράδυ, έρχεται στό νοσοκομείο τού Μπούλ­ κες πού βρίσκομαι ξά�λα. Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 84

«-'Έ, πώς πάει;» Ειναι άργά . «Τί θέλει ό Λαμπρινός; » άναρωτιέ­ μαι. «-'Ήρθα νά σ' άποχαιρετήσω . . . φεύγω . . . καί μήν ξεχνας: κοίτα γύρω σου ! » Τόν κοιτάζω άνήσυχος. «-'Όχι, έντάξει . . . "Ολα καλά ! . . » Δέν τόν ξανάδα . . . Μάθαμε πώς τόν είχε ζητήσει ό ίδιος ό Καραγιώργης γιά τό 'Αρχηγείο Θεσσαλίας. 'Εκεί σκοτώθη κε. Γιώργος Μπαστουνόπουλος, τό π ραγματικό του όνομα . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


185

Ό Κεραυνός

(Σελίδες άπό ήμερσλόγι ο)

Ό Κεραυνός μάς βρηκε στή Βουλγαρία, στήν πε­ ριοδία μας. Ή άπόφαση της' ΚΟΜΙΝΦΟΡΜ γιά τό Γιουγκ οσλάβικο Κόμμα καί τόν Τίτο . . . <ο μόνος πού δέν παραξενεύτηκε είναι ό Μαχαρα­ γιάς. Τεχνικός τού θεάτρου μας. Τό «Μαχαραγιάς» γιά τό «πασαλιδίκι» του. Τό σκάει άπό τή δουλιά . �Oταν βγαίνουμε γιά έθελοντική έργασία στόν κάμ­ πο, ό Μαχαραγιάς «ζαλίζεται», �χει «πονοκεφά­ λους», βγάζει «άφρούς». Μέ ήλιο καί μέ κ ρύο ! Τόν πιάνουμε στίς συνεδριάσεις καί νά, καί νά ! 'Ώσπου φτάνουμε νά π ροτείνουμε καί «μομφή μέ π ροειδοποίηση διαγραφη ς» . Μά τον άγαπάμε γιατί είναι άπλός άνθρωπος . Έργάτης σέ μύλο, καί άν­ τάρτης. Άγράμματος πού 'μαθε μόνος του γράμμα­ τα καί ξεσκονίζει δτι βιβλίο βρεΙ Σέ μιά συνεδρίαση τό 1 947, ό Μαχαραγιάς σηκώ­ νεται καί λέει: «-. . . Σύντροφοι, �χω νά κάνω μιά σoβα.ρ � παρατήρηση . . . Διαφωνώ μ' αυτά πού γράφει ό Τζίλας ! . . . » φρύδια -αυτό τό παθαίνει κι δταν «ζαλίζεται» στόν κάμπο- έπιμένει: «- . . . Δέν είναι διεθνιστική ή γραμμή του ! Δέν είναι σωστή ! Κι έχω κι ένα παράδειγμα. Στή «Μπόρμπα» είχε μιά είδηση: «Οί κόκκινοι στρατιώτες βιάζουν καί κάνουν φασαΡία ! » Ή είδηση είναι γιά ένα κέν­ τρο πού πραγματικά «τά σπάσανε» μερικοί κόκκι­ νοι στρατιώτες . » «-Ναί -λέμε- υπάρχουν καί τέτοιοι! » «-Αυτό θέλω νά πώ καί έγώ , έπιμένει ή ρεμος ό Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


186

Μαχαραγιας. Τό άρθρο fπρεπεΎά λέει: «πέντε κόκ­ κινοι στρατιώτες, ρεζιλεύουν τά έκατομμύρια τών σοβιετικών. » Πέντε! 'Όχι, οΙ «κόκκινοι στραΤίώ­ τες». « -Καί' τί θές νά πείς;» '«-Νά . . . δέν μ' άρέσει ' αύτό . . . » Καί θά 'ρχεται καί θά ξανά 'ρχεται μέ τέτοιες «π α ­ ρατηρήσεις» κι έμείς θά τόν κοροιδεύουμε. «-Πότε σου 'ρχονται οί Ιδέες, τότε πού τό σκας άπό τή δουλιά καί ξαπλάρεις στόν i1λιο;» «-Πραγματικά όποφέρω,» σηκώνει τά φρύδια ό Μαχαραγίας-. . . ( . . . Πραγματικά όπέφερε . . . Σέ άκτι­ νογραφία στή Βουλγαρία του βρίσκουν δγκο. 'Από αύτό θά πεθάνει . . . )Παίρνει δμως τή « ρεβάνς» του στή Βουλγαρία καί γιά τίς «θεωρίες του» γιά τόν τί­ το. «-Τώρα, λέει, άς πεθάνω! Δικαιώθηκα! Καί άρ­ ρωστος εΙμαι καί δίκιο εΙχα γιά τόν Τζίλα ς ! » Μαύρη δικαίωση ! . . . Τώρα ξεκαθαρίζουμε καί κάτι άλλο: τό Γιουγκοσ­ λάβικο Κόμμα τό περίμενε. Μιά μικρή άπόδειξη : μαζί μας, στό Καλλιτεχνικό Συγκρότημα πού περιοδεύει καί διαφωτίζει ,τόν κό­ σμο γιά τόν �γώνα του Έλληνικου Λαου, fχουμε «συνοδό» κι fvav σέρβο. Τόν Μίλαν. Μας εΤπανε: «Δέν θά πείτε πώς εΙναι γιουγκοσλάβος. Θά τόν πα':' ρουσιάζετε σάν τεχνικό, μέλος του συγκροτήμα­ τος». 'Όπου πηγαίναμε καί ό Μίλαν μαζί μας. Τόν λέγαμε «χαφιέ-». Τό ίδιο βράδυ πού μαθαίνουμε γιά τήν άπόφαση της ΚΟΜΙΝΦΟΡΜ ό Μίλαν μας έγκαταλ&ίπει. Χω­ ρίσαμε φίλοι. Μας άγάπησε, λέει. Ξαφνικά, δμως, έμείς βρεθήκαμε χωρίς βάση . Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 87

Χωρίς fδαφος κάτω άπό τά πόδια μας. Τό Μποϋλ­ κες; Τί γίνεται τό Μποϋλκες; Πώς θά γυρίσουμε πί­ σω; Περιμένουμε μέ άγωνία ηΊν άνακοίνωση τοϋ ΚΚΕ γιά τήν άπόφαση άπό τήν « Έλεύθερη Έλλάδα». Δέν λέ�ι τίποτα τό συγκεκριμένο δ σταθμός. Κάτι ά­ όριστα . .Δίνεται γραμμή στήν γραμματέα μας πώς «θά μι� λήσουμε δταν πρέπει». Καταλαβαίνουμε. . . Πόλεμος. Τά σύνορά μας ή Γιουγκοσλαβία. ΟΙ βούλγαροι μιά μυρμηγκιά πού δοtlλεύει άστα­ μάτητα. Μέ λίγο ψωμί, μέ λίγο φαγητό, μέ πολλή δ­ ρεξη. ΟΙ βούλγαροι πέρασαν καί τήν έπανάστασή τους καί παινεύονται γι' αύτrιν. wExouv καί τόν Δη­ μητροφ τους -διπλό παίνεμα. Τούς εΙπε: «Τώρα θά περάσουμε μεγάλες δυσκολίες καί έλλείψεις γιά νά 'χουμε αύριο κι έμείς καί τά παιδιά μας! » Ό καθηγητής πού προλογίζει τήν παράqτασή μας φοράει άντί παπούτσια γαλότσες. Ό νεαρός σκηνο­ θέτης πού μας συνοδεύει, φοράει γαλότσες. Μέ γα­ λότσες θά δείς καί ζωγράφους, καί ποιητές, καί γραμματείς κομματικούς . . . Δέν υπάρχουν παπού­ τσια. Κι δλοι άνασκουμπωμένοι στή δουλιά. Ζυγίζουμε τίς δυνάμεις μας. Κι έμείς τό ίδιο θά κάναμε! Τό ί­ διο! Θ' 'αντέχαμε δποιες δυσκολίες! . . . Μ ά τώρα; τ ί θά κάνουμε; Ποϋ θά παμε διπλά καί τριπλά ξεσπιτωμένοι καί μακρυά άπό τή βάση μας; Ζηταμε νά κατεβοϋμε δπως είμαστε στό Βίτσι στό Γενικό Άρχηγείο. Πρόταση τοϋ Γιαννίδη . (Ό Γιάννης δ Βεάκης δέν είναι μαζί μας. WΕχει Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 88

μείνει στό Μπουλκες μέ τό παιδικό καλλιτεχνικό τ μημα.Δ ι ακόσ ια παιδιά . Ό Γιάννης πατέρας τους καί φίλος τους καί δάσκαλός τους. Σάν τσαμπιά κρέμονται απάνω του τά παιδιά ετσι πού 'ναι Ύέος, μαλακός, φιλικός, ευγενικός. 'Ότι χρειάζεται γιά τά παιδιά . . . )

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 89

Τό δνειΡο

. . .

(Ίσ τορία α γάπης)

Στό φορτηγό πού τόν πάει γιά τό βουνό, σκεπα­ σ μένο μέ καραβόπανο; δ 'Αλέξης εχει πιάσει μιά γωνιά. 'Αγκαλιά δ γυλιός μέ τίς κάλτσες καί τά γάν­ τια, πού του τά 'πλεξε ή ίδια ή Στέλλα . νΕτσι τόν παίρνει δ ύπνος . . . . ΤΗ ταν, λέει, μαζί μέ τή Στέλλα κι άνέβαιναν κάτι σκάλες μαρμάρινες, πλατιές, πιασμένοι χέρι χέ ρι. Σά νά 'ναι τό Πανεπιστήμιο. Οί π ό ρτες άπό δλες τίς αίθουσες ανοιχτές. Είναι -λέει- (δρα της «'Ωδι­ κης». Καί δλοι οί φοιτητές τ ραγουδάνε. Μεγάλοι αύ­ τοί, τραγουδάνε �να παιδικό τ ραγούδι: . «'Ο Μύλος γυρίζει, δ Μύλος κροτεί­ τίκ-τάκ, τίκ-τάκ ! » Χτυπάνε τ ά χέρια -παλαμάκια- οί φοιτητές, σάν παιδιά της π ρώτης τάξης, μά αύτό δέν παραξενεύει ούτε τή Στέλλα ούτε τόν 'Αλέξη. 'Ανεβαίνουν τά σκαλιά καί κοιτάζονται μόνο .. 'Ύ σ τερα -λέει- ξαφνικά, β ρίσκονται σέ μ·ιάν αύλή στενή μέ πανύψηλους τοίχους. Καί σκοτάδι. Bλ�­ πουν κάτι σάν σκιά. 'Ένα παγώνι. Μ' ανοιχτή τήν ούρά του πάνω στόν τοίχο, γυρίζει καί τούς κοιτάει μέ μάτια πού λάμπουν. Μά 'δέν είναι παγώνι. Ξαφνικά -λέει- είναι δεινό­ σαυρος ! Τούς γυρίζει αργά τίς πλάτες καί πηδάει τόν τοίχο. Ή Στέλλα κολλάει πάνω του, κοκκαλωμένη από φόβο. Καί άκούγεται κλειδί. 'Ανοίγει μιά πορτίτσα πού δέν τήν είχαν δεί, καί βγαίνει �να κοριτσάκι. Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


190

«-W Αχ, ήρθα νά σας. άνοίξω! » λέει. «-Τί ήταν αύτό;» ρωτάει τάχα άδιάφορα ή Στέλ­ λα καί δείχνει κατά τή μεριά πού χάθηκε τό παγώνι­ δεινόσαυρος. «_W Α, τίποτα, λέει τό κοριτσάκι. Μιά γάτα. » �y στερα άP'YίC.oυν νά κατεβαίνουν τίς σκάλες γρήγορα, τρέχοντας. Μά οΙ σκάλες γεμίζουνε κό­ σμο. Έσχόλασαν οΙ φοιτητές. Καί ξαφνικά δ 'Αλέ­ ξης βρίσκεται μονάΧQς 'του άνάμεσα σ' αύτόν τόν . κόσμο. Καί γυμνός! Όλόγυμνος! Σκύβει νά κρύψει τή γύμνια του. Γύρω του δλοι φωνάζουν. «-Τί κατάσταση είναι αύτή ! » Φωνάζε� θυμωμέ­ νος �νας ήλικιωμένος κύριος, πού πρέπει νά 'ναι κα­ θηγητής. -«Κάποιος μου 'κανε μιά φάρσα! Κάποιος μου 'κάνε μιά φάρσα! » λέει καί ξαναλέει δ Άλέξης γιά νά δικαιολογηθεί.«Κολύμπαγα καί κάποιος μου πη­ ρε τά ρουχα! » « -Λέει καί ψέμματα! » τόν άντικρούει �νας άλλος. «που κολύμπαγε; Τί είναι έδω ! ; Δέν είναι άκρογια­ λιά ! » . . .Τ ό φορτηγό σταματάει σtά σύνορα . . . Σέ λίγο μπαίνουνε στήν Έλλάδα . . . Πάει νά έξηγήσει τό ό­ νειρο: ότι θά μείνει μόνος καί γυμνός μά δέν τ' άρέ­ σει. WΟχι! Θ' άνταμώσουν στό βουνό καί θά έξηγη­ θουν! Δέν τό' πε ή Στέλλα; Κι ύστερα, δ δρκος! Μαζί της θά μείνει, όποτε καί " να ναι .Ι . . . πως νά τό πεί τέτοιο όνειρο; που νά τό πεί; 'Αντί νά δεί τόν έαυτό του καβάλα σ' άσπρο άλογο, νά χυ­ μάει στή μάχη , βλέπει παγώνια καί δεινόσαυρους, ' . και, γυμνιες .Ι . . . Τό λέει μόνο στό Βασίλη τόν Πηγή , πού τόν �σωDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


191

σε άπό τήγ «αύτοκτονία». Τόν βρηκε στίς 'Οξιές, στό Πυροβολικό, ΠQύ είχε πάει μέ τήν δμάδα του νά δώσουν «καλλιτεχνικό πρόγραμμα» . . « - 7Ηταν οί κάλτσες καί τά γάντια της Στέλλας ­ Kάν�ι δ Πηγης τόν όνειροκρίτη-, ήταν δ γυλιός πού κρατοϋσες άγκαλιά, ήταν πού σ' άφάνισε καί τό κρύο στό φορτηγό ! Σέ θιαμαίνομάι! ..Ασε, μήν τά σκέφτεσαι! Κάποια μέρα δλα θά ξεκαθαρίσουν. . . » ,'Η μέρα fρχεται.7Ηταν τόν Μάρτη τοϋ 1 949, στό Βίτσι.Γίνεται ή Πρώτη Συνδιάσκεψη της ΠΔΕΓ. 'Έ­ χουνε φιάξει κάτι τεράστιες παράγκες πού χωρανε χίλια άτομα καί έτοιμάζουν τό πρόγραμμα της γιορ­ της.Θά 'ρθουν άντιπρόσωποι άπό τήν Προσφυγιά, . άπό τήν Έλλάδα καΙ ξένες άντιπροσωπείες. Ό 'Αλέξης βόηθαγε εκείνη τήν ώρα στό στήσιμο της σKηVΗ ς στήν μεγάλη παράγκα καί νά ή Στέλλα μπροστά του μέ άντάρτικα. Τήν βλέπει πραγματι­ κά; Τόσες φορές τήν είδε χωρίς νά υπάρχει, πού δέν θέλει νά τήν πάθει καt τώρα. Τήν κοιτάζει κα( δέν πιστεύει στά μάτια του. -«Τί κάνεις;», τόν ρωτάει. Ό Άλέξης κατεβαίνει, τήν άγκαλιάζει: φίλη . 'Ε­ κείνη τόν άπομακρύνει. Στά μάτια της μιά άστρα­ ψιά. Πάλι σάν μίσος. «-Ξέρεις . . . ε{πε. Πέθανε τό παιδί μου . . . Τό παιδ! τό δικό μου καΙ τοϋ Σωτήρη . . . »

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ

«ο ί

δ υ

ό μ ά ν ε ς. . .

W Αλλο ν ' άκοϋς σήμερα κάτι στραβό, τόσο πού σοϋ φαί­ νεται άστείο, καί νά τό μεταφέρεις σ.άν άνέκδοτο, κι άλ­ λο νά βρίσκεσαι μέσα στό γεγονός, έκείνη τή στιγμή . Τό­

τε δέν είχε τίποτα τό άστείο. ν

Αλλο είναι νά άναθεματίζεις ή νά ύπερθεματίζεις γιά

τόν άλφα καί τόν βητα, «έν ψυχρώ» κι άλλο νά μιλάς γιά τόν άνθρωπο πού είχατε κάνει μαζί συμβόλαιο εύθανα­ σίας: «ν Αν μέ δείς χωρίς μάτια, καί χωρίς χέρια, μήν μέ πάς στό νοσοκομείο. Σκότωσέ με. » W Αλλο είναι, ύστερα άπό τριάντα. χρόνια νά γράφεις γιά κάτι χτυπώντας δεξιά καί άριστερά, κι άλλο της στιγμης έκείνης τό σ�ναίσθημα, πού μάθαινες νά γράφεις μέ τό άριστερό γιά νά συνεχίσεις τή δουλιά σου σέ περί­ πτωση πού θά χάσεις τό δεξί. (Θά 'χεις, τό κουράγιο, ά­ ναρωτιόσουνα νά μάθεις νά γράφεις μετά;) "Αλλο είναι νά παρουσιάζεις τά «στραβά» μας χαιρέ­ κακα, κι άλλο νά πονάς σέ κάθε γραμμή πού γράφεις . . . ν

Αλλο είναι νά χτυπάς τό νταούλι δταν εχει τελειώσει δ

χορός καί νά ' μετράς τά βήματα -αύτά λάθος, έκείνα στραβά- κι άλλο είναι νά χορεύεις σέ ναρκοθετημένη πί­ στα . . . Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


194

W Αλλο ε{ναι ή καθυστερη μένη εξυπνάδα κι άλλο ή ά­ μεση άπάντηση πού 'πρεπε νά τή δώσεις, καθώς βουτά­ γανε πάνω άπό τό κεφάλι σο1.) τ' άεροπλάνα . . . W Αλλο ε{ναι ν' άκοϋς άντάρτικα τραγούδια στήν « κα­ σέτα » , πίνοντας ουίσκυ κι είναι άλλο νά τά γράφεις καί νά τά τραγουδάς μέ τήν ύπόκρουση τών πολυβόλων . . .

. . . Ε{μαι μ ' εκείνους πού β ρίσ κονται στό δεύτερο «άλ­ λο» . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 95

«Ξ υ λ ώ σ α μ ε τ ό ν

Τ ί Τ ο»

(Σελίδες άπό ήμερολόγιο) Γυρναμε στή βάση μας, στό Μπουλκες μέ τήν ψυ­ χή στό στόμα.Δέν ξέρουμε τίς μας περιμένει. Μας είπαν πώς μπορεί νά μας ρίξουν καί σέ καμιά φυλα­ κή. Ή πρόταση μας νά παμε στό Βίτσι, κατευθείαν ά­ πό τή Βουλγαρία, έγινε δεχτή, μά δ δρόμος περνάει άπό τήν Γιουγκοσλαβία. Σ'δλη τή διαδρομή , μέ τά μουτρα κολλημένα στά παράθυρα τών βαγονιών μας, κοιταμε έξω νά διαπιστώσουμε άλλαγές. τίπο­ τα. <Η ζωή . στή Γιουγκοσλαβία κυλάει ήσυχα. Τίς πρώτες ώρες περιμένουμε άπό στιγμή σέ στιγ­ μή νά μας συλλάβουν. Τά βαγόνια μας μένουν ώρες δλόκληρες σέ «νε­ κρή γραμμή». Περιμένουμε κάποιο τραίνο πού θά μας πάρει νά μας πάει «ώς έκεί». Καί άπό κεί, άλλη άνάμονή άλλο τραίνο, «παραπέρα». Μας «δένουν» σέ φορ!ηγά πού κουβαλανε ζωντανά καί έμπόρευ­ μα, καί πηγαίνουν σάν τόν κάβουρα, σταματώντας σέ κάθε χωριουδάκι, σέ κάθε διασταύρωση περιμέ­ νοντας νά περάσουν πρώτα τά τραίνα γραμμής. ''Αν καί τό ίδιο γινότανε καί πρίν,γιατί τό δικό μας πρόγραμμα δέν ταίριαζε μέ τό δρομολόγιο τών τραίνων, τώρα μας φαίνεται πώς τό κάνουν έπίτηδες γιά νά μας ταλαιπωρήσουν οί σέρβοι. . Σ'δλη τή διαδρομή, δυό είκοστετράωρα, δέν μας ένόχλησε κανείς. Δέν μπήκε ψυχή στό βαγόνι μας. Καί δταν περάσαμε τά σύνορα άκόμη, οϋτε ενας ε­ λεγχος. «-Γκρτσι! Ζντράβο ντρουζιά ! » ("Ελληνες!Γειά σας σύντροφοι!) Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 96

Μόνο στό" Μπούλκες άλλαγή ! «-Είδατε! ;Μάς φέρανε Πολιτοφύλακες! Όλό­ κληρο λόχο ! » -Ή ζωή πώς πάει; -Καλά, άλλά μάς υποχρεώνουν νά βάλουμε Τ Τ, φωτογραφία τού Τίτο! -Δηλαδή; -Μόλις βγηκε ή άπόφαση ξηλώσαμε τόν Τίτο άπό παντού. ΤΗρθαν οί πολιτοφύλακες καί κάνανε ε­ λεγχο: θά βάλετε, μάς είπαν, τή φωτογραφία τού Στρατάρχη μας στά γραφεία της Κοινότητας. Στά σπίτια σας κάντε δτι θέλετε. Σέ άνοιχτές συγκεν­ τρώσεις δέν θά κατηγορήσετε τόν σύντροφο Τίτο, στίς συνεδριάσεις σας πέστε δτι θέλετε! Είχαμε φοβηθεί πώς δέν θ' άφήσουν πιά κανένα νά κατέβει στό βουνό, στήν πατρίδα. Δέν εμπόδισαν δ­ μως: κάντε δτΙνομίζετε. Τώρα εμείς έτοιμαζόμαστε γιά τό βουνό. Χωριζό­ μαστε. ΟΙ γεροί θά φύγουν. Οί άδύνατοι, άρρωστοι, θά μείνουν νά ενισχύσουν τό Καλλιτεχνικό Συγκρό­ τημα τών παιδιών, πού διευθύνουν δ Λάκης δ Χατ­ ζης καί δ Γιάννης δ Βεάκης. 'Αφήνουμε τά πράγματά μας, τά ήμερολόγιά μας, τά χειρόγραφά μας, σέ κόυτιά: στό κόμμα. WΟνομα επώνυμο.Θά τά πάρουμε δταν γυρίσουμε. Οί άλλοι πού μένουν έτοιμάζονται γιά νέα προ­ σφυγιά. Π ροσφυγιά της Προσφυγιάς. Λένε πώς μπο­ ρεί νά πάνε στήν Τσεχοσλοβακία. Θά πάνε κι εκεί, θά σκορπίσουν κι άπό κεί, σ' άλ­ λη γη, σ' άλλα σπίτια, άπ' τήν άρχή κάθε φορά ή ζωή τους μιά δυό,ηέντε φορές. Φεύγουμε μέ διπλή άνησυχία . Τί θά γίνουν οΙ σύνDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


1 97

τ ροφοί μας π' άφ�νoυμε στήν άφιλόξενη πιά ξενη­ τιά; Κι έμείς; Θά καταφέρουμε νά . φτάσουμε τάχα στήν πατρίδα;

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


198 Στήν

π α τ Ρ ί δ α!

(Καθυστερημένο ρεπορτάζ) Τό φορτηγό μας πάει γιά τό βουνό. Μας είπαν:« Μπορεί κάπου, σέ κάποιο σταθμό νά σας γιουχάρουν οί σέρβοι. Μην .άπαντησετε στην πρόκληση . » Μας είπαν: «Μπορεί κάπου σέ κάποιο σταθμό νά σα� πιάσουν οί σέρβοι. Μην άντισταθείτε, μην στε­ . ναχωρηθείτε. Θά σας λευτερώσουμε. Γίνονται καί παρεξηγήσεις». Μας είπαν: «Μπορεί κάΠQυ σέ κάποια πόλη, νά σας ριχτοϋν οί γκοτσεφικοί καί νά προσπαθήσουν νά σας πάρουν μέ τό μέρος τους. Χωρίς άγριάδες, δώστε τους τήν κατάλληλη άπάντηση. » Ευτυχώς, ζιπ' δσα μας είπαν, δέν συμβαίνει τίποτα.Οί γουγκοσλάβοι παντοϋ ευγενικοί, συντροφικοί. Σέ κάποιο σταθμό μας μας σταματανε. «-Θά περιμένετε! » Ή καρδιά μας πεταρίζει. Λές νά μας σταματή­ σουνε τώρα πού μύρισε Έλλάδα. Ό σέρβος λοχ.α­ γός βλέπέι τήν άνησυχία μας καί δίνει έξηγήσεις: «�Mήν άνησυχε1τε. �Eχoυμε έντόλή νά περιμένε­ τε μιά αλλη φάλαγγα, δική σας. 'Ότι καί νά συμβεί, έμείς δέν μποροϋμε νά σας άφήσουμε �τσι, στόν άέ­ ρα. Δέν �χoυμε τίποτα έναντίον σας. Μόνο πού, για­ τί νά σας τό κρύψουμε; fχουμε κι �να φόβο: αν σας ποϋνε μπατε στήν Γιουγκοσλαβία τί θά κάνετε;» Δέν τό 'χαμε σκεφτεί. Τώρα άναγκαζόμαστε νά άναρωτηθοϋμε: «αν μας ποϋνε «τό διεθνιστικό σας καθήκον είναι νά γυρίσετε τά νώτα σας στήν Έλλά­ δα καί νά χτυπηθείτε μέ τούς σέρβους, τί θά κάνου­ με;» Καί μέσα μας άπανταμε: «Ναί θά χτυπήσουDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


' 1 99

με ! » , «-Γι' αύτό πήραμε τά μέτρα μας, έξηγεί. Μήν φοβηθείτε γιά τό στρατό μας πού θά δείτε στά qύνο­ ρα . . ι Ε{ναι γιά τήν άσφά.λειά μας. "Αν θέλετε νά πε­ ράσετε σάν φίλοι, κανείς δέν θά σάς πε�ράξει. Ε{ναι έντολή τοϋ Τίτο. Τό 'πε 6 Τίτο; καταλαβαίνετε;» Ή φάλαγγα πού φτάνει δείχνει πώς ,6 σέρβος δέν μάς εΙπε ψέμματα. ΕΙναι καμιά δεκαριά φορτηγά μέ πολεμοφόδια καί τρόφιμα πού πάνε γιά τό Βίτσι.' Τό δικό μας φορτηγό μπαίνει στήν ούρά καί ξεκινάμε. Στά σύνορα ύπάρχει μικτό φυλάκιο: άντάρτες καΙ γιουγκοσλάβοι σ f ρατιώτες. Ξεχνάμε τούς γιουγκοσλάβουςό ' Ξεχνάμε τό ΜποϋΧΚες. Ξεχνάμε τίς πίκρες μας. Τό φορτηγό μας σταματάει μόλις περνάμε τά σύνορα. Κατεβαί­ νουμε. ΕΙναι νύχτα. Ξάστερη'. Είναι 6 ούρανός της πατρίδας. "Ενας είρηνικός Όύρανός πεντακάθαρος. Ό 'Αντώνης 6 Γιαννίδης κοιτάζει συνέχεια άπά­ νω: τόν ούρανό. Σά νά βλέπει πρώτη φορά ούρανό. Σάν νά βλέπει πρώτη φορά άστέρια. 'Αρχίζει σιγά μέ φωνή πού τρέμει fva τραγούδι 'μέσα στή νύχτα. «Μαύρη εΙν' ή νύχτα στά βουνά στούς βράχους πέφτει χιόνι. . . » Τραγουδάμε κι έμείς. Φωνές φάλτσες άπό τόν κόμπο πού άνεβαΙνει στό λαιμό. Είναι παράξενο! Αύτήν τήν ώρα θυμηθήκαμε ένα σχολικό τραγούδι, ποιός ξέρει άπό τί συναίσθημα μπερδεμένο. « . . . 6 έλλην ξεσπαθώνει, ξεσπαθώνει! . . . » Τόσα τραγούδιά άντάρτικα πώς βρήκαμε αύτό έκείνη τή στιγμή; . , 'Όσοι εΤχαμε ξαναπεράσει τά σύνορα, θυμηΕ)ήκαμε τό καμένο δέντρο καί τήν «ταμπέλα»: "Ελλάδα τέλος. 'Από κεί καί πέρα τίποτα ! . . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


200

Γυρναμε, τώρα, έκεί πού είναι τά πάντα γιά μας. Παταμε Έλλάδα... Κάπου έκεί, πέρα είναι τά σπίτια μας. Κάπου έκεί πέρα, είναι οί μανάδες μας. Πού δέν ξέρουν: ζούμε πεθάναμε; Πολλές �χoυν φορέσει μαύρα. Μας έχουν χάσει, άπό τά Δεκεβριανά:«Τόν είδαμε, τούς είπαν, νεκρό! Στή όδό Άγίου Μελε­ τίου... » Υ

Αλλες περιμένουν. Νά μπορούσαμε τώρα άπό

δω νά τούς στείλουμε ένα μήνυμα: «Ζούμε! Είμαστε πάλι στά χώματά μας! » (... Πολλά χρόνια άργότερα έμαθα πώς κατηγο­ ρούσανε τήν δική μου μητέρα συγγενείς καί φίλοι: «-Κοίτα την! Σκοτώθηκε ό γιός της καί δέν φό­ ρεσε μαύρα! «-'Εγώ δέν τόν είδα σκοτωμένο!» άπαντούσε έ­ κείνη. Καί ήρεμα, περίμενε μήνυμα ... ) Φτάσαμε στό βουνό, χωρίς έπεισόδια. Ούτε άπό τιτικούς, ούτε άπό γκοτσεφικούς. (... Τούς γκοτσεφικούς καί τόν ίδιο τόν Γκότση -Γκότσεφ- θά τούς συναντήσουμε σέ λίγο καιρό στό , Αρχηγείο. Τά παράξενα: τήν περίοδο τού «προδότη καί πράκτορα Τίτο», φέρνουμε στό Πολεμικό Συμ­ βούλιο καί στή Κυβέρνηση τόν πράκτορα τού πρά­ κτορα Γκότσεφ ... )

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


201

«ο ί

δ υ

ό μάνες » ...

(Μαρτυρίες καί σχόλια) Πή ραμε τήν έπίσημη όνομασία: Καλλιτεχνικό Συγκρότημα του Γενικου 'Αρχηγείου. Διοικητής δ 'Αντώνης δ Γιαννίδης. 'Εγώ έπίτροπος . . . Παίρνουμε καί τή γραμμή: θά ' πηγαίνουμε στά τμή ματα νά δίνουμε παραστάσεις. Θά πηγαίνουμε καί στή πρώτη γραμμή, στά «συρματοπλέγματα », νά μιλάμε καί νά τραγουδάμε γιά τούς «αλλους», τούς φαντάρ ους. Τό Κόμμα ρίχνει τή γραμμή γιά τή «συμφιλίωση » μέ τό « μοναρχοφ ασιστικό στρατό». Ή γραμμή στη­ ρίζεται στό σύνθημα:«ξύλο καί· διαφώτιση» . Δηλα­ δή : δ πόλεμος πόλεμος, καί δσο γίνεται πιό γερός, άλλά καί ή υποχρέωσή μας νά τούς διαφωτίζουμε δ­ τι σκοτώνονται γιά τά συμφέροντα της ,Α μερικης του Τρούμαν. Ή πατριωτική μας υπεροχή άπέναντι στή δική τους κυβερνητική πολιτική είναι άκριβώς αυτή: έ­ μείς ξέρουμε δτι κάνουμε έμφύλιο πόλεμο ! 'Εκείνοι «ξέρουν» δτι έχουν νά κάνουν μέ «συμμορίες». 'Ε­ μείς ξέρουμε δτι ματοκυλιέται ή Έλλάδα. 'Εκείνοι δέν τό «ξέρουν». Γι' αυτό, έμείς πονάμε. Γι� αυτό, έ­ κείνους δέν τούς νοιάζει. Ή βοήθεια πού παίρνουμε έμείς άπό τούς φίλους μας είναι μικρή καί περιορισμένη: δέν μπορουν νά μπλεχτουν άνοιχτά σ' αυτήν τήν περιπέτεια. Ή βοήθεια πού παίρνουν οί «αλλοι» στη ρίζεται στό δόγμα Τρούμαν. 'Εκείνοι π:ού μπερδεύονται μ' αυτήν τήν πολιτική είναι οί . . . ποιητές. «Τί θά πεί ξύλο καί διαφώτιση ; Πώς θά γράψουν τό τραγούδι πού τούς ζητάνε; » Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


202

Ό Γιαννίδης λέει: «-Πολεμάμε άδέρφια μεταξύ μας. Τί κάνουν οΙ μανάδες μας; » , ΟΙ ποιητές γράφουν τό τραγούδι της Συμφιλίω­ σης: δύο μάνες πάνε στή βρύση τού χωριού. Μιλάνε ' γιά τούς γιούς τους. Ό fνας στόν έπ{σημο στρατό. Ό άλλος στό άντάρτικο. Μέ τήγ κουβέντα ξε­ χνιούνται . οΙ στάμνες στή βρύση . Γεμίζουν Καί. . . τρέχει τ ό νερό στό Τδιο ρέμα. Πού νά τρέχει τ ό αίμα τών παιδιών τους; Παίρνουν τίς στάμνες τους καί βαδίζουν μαζί γιά τό χωριό, άποφασισμένες νά πα­ λέψουν γιά τήν Είρήνη ! . . . Τό τραγούδι άπορρίπτεται! Πρέπει νά μπεί μιά στροφή :«Ή μάνα πού fχει τό γιό της στό στρατό, τόν καταριέται! Ή άλλη είναι περήφανη ! Ή πρώτη του λέει νά πάει μέ τό γιό της άλλης!» Ή στροφή γράφεται. Ό Γιαννίδης ξυνίζει .τά μούτρα του: «-Θεέ μου, κάνε νά τό άπορρίψουνε ! » Εύτυχώς τ ό τραγούδι άπορρίπτεται άκόμη καί μέ τή συμπληρωματική στροφή πού οΙ Τδιοι έμείς τήν χαρα κτηρίζουμε «ά ψυχολόγητη» . «""":' Δέν άφήνετε στή άκρη τίς ψυχολογίες; Πόλε­ μΟ" κάνουμε ! » μάς λένε άπό τή διαφώτιση . 'Εκείνοι είχαν δίκιο τότε. ΟΙ ποιητές θά εχουν δί­ κιο αύριο! . . . Τελικά, τό τραγούδι της Συμφιλίωσης 'θά τό γρά­ ψει ό Γ. της κεντρικης διαφώτισης πάνω στή μελω­ δία «Ή "Ελλάδα ποτέ δέν πεθαίνει»: «Συναδέλφωση - άντάρτες - φαντάροι! » "Ο Γιαννίδης κάνει κριτική: «-'Ενώ τό τραγούδι είναι γιά τή συναδέλφωση, βάζει σέ δεύτερη μοίρα τόν φαντάρο, καί μιλάει μόDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


203

νο γιά τόν δικό του άδικοσκοτωμό - άπό μας - " άλλά . . . » Μά δέν είναι καιρός γιά θεωρίες! Είναι κουτό νά ρωτήσουμε:«μήπως μέ fva άλλο τραγούδι θά μπο­ ρούσαμε νά τόν φέρουμε πιό κοντά μας . . . » Αν είναι δυνατόν! 'Εμείς μέ τό τραγούδι, έκείνοι μέ τά άεροπλάνα τ' άμερικάνικα, μέ τά τάνκς τά ά­ μερικάνικα, μέ τούς άμερικ"άνους άξιωματικούς, μέ " δλα τους τά έφόδια. 'Εμείς μέ βρασμένο στάρι κι f­ να κουτάκι καπνό γιά πέντε μέρες, έκείνοι μέ τά καζάνια τους καί μέ τίς κοκακόλες τούς! " . . . Κυκλοφορεί κι fva ανέκδοτο στό βουνό. Τό 'χουν φορτώσει κι αύτό, άπό συνήθεια, στή ράχη τού Μπαρτζιώτα, άλλά άργότερα μάθαμε πώς εΤναι τού Π.Δ. (Πάλι άρχικά γράφω, γιά νά μήν μπλέξω τούς άνθρώπους, άλλά νά πού μπλέκονται μόνοι τους οί ίδιοι μέ συνεντεύξεις. Μιλώντας γιά τή διαφώτιση τού Γενικού 'Αρχηγείου δέν τόλμησα ουτε άρχικά νά βάλω τού Λ.Ε. καί σέ δυό μέρες βλέπω συνέντευ­ ξη τού Λευτέρη 'Ελευθερίου. Πρέπει κι έγώ ν' άλλά­ ξω τακτική . Τό άνέκδοτο, λοιπόν. Ό Π . Δ .(Πάνος Δημητρίου) δίνει έντολή στόν Γιώργο τόν Τσαπακίδη νά φιάξει μιά γέφυρα , γιατί fπρεπε νά περάσει fva τμημα. Γ. Τ.:«Δέν fχομεν καρφία». Π.Δ . :«Γιά τούς κομμουνιστές δέν ύπάρχουν έμ­ πόδια». Γ.Τ. : « Σέ δποιον κόμμα καί νά εύρίσκεσαι, γέφυ­ ρα χωρίς καρφία δέν γίνεται» . . . . Ή άλήθεια είναι πώς δ Τσαπακίδης -πού δέν εί­ χε χάσει ποτέ τό ποντιακό του χιούμορ, καί πού δ­ ταν fμαθε πώς τόν κάνανε ύπουργό είπε τό άμίμη­ το«'Έμαθες τί fπαθα;Μέ κάμανεο ύπουργόν! - βρηκε V

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


204

καρφία καί εφι αξε τή γέφυρα . . . Πέφτουμε πάνω στίς μάχες γιά τήν κατάληψη τού Μπίκοβι κ , στό Βίτσ ι . ' Ανεβαίνουμε κορφές, κατε­ βαίνουμε χαράδρες, περνάμε άπό χωριά, τραγουδά­ με, κουβ αλάμε τραυματίες, παίζουμε σατιρικά σκέτς, μεταφέρουμε μέ τίς βάρκες νέα παιδ ιά σακα­ τε μ ένα, άπαγγέλουμε ποιήματα .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


205

Σ υ μ β ό λα ι ο

Εόθανασίας

(Ά πλά περιστα τικά)

Αύτό έγινε μετά άπό μιά σκλη ρή μάχη , στό Βίτσι. Βοήθησαν νά κουβαλήσουν μερικούς τραυματίες. 'Ύ στερα, μπηκαν σέ μιά άποθήκη πού 'χαν ενα κα­ ζάνι καί έβραζαν νερό γιά λούσιμο. νΕπρεπε νά ξε­ πλύνουν τά αίματα - συγνώμη, άλλά στό πόλεμο ύ­ πίiρχoυν καί αίματα . . . 'Ύ στερα θ ά β ράζανε τά ρουχα τους. 'Έτυχε νά 'ναι οί δυό τους στήν άποθήκη : δ 'Αλέ­ ξης καί δ πανος. Χαμάμ ή άποθήκη άπό τούς ά­ τμούς . 'Έξω δέκα κάτω άπό τό μηδέν. Αύτοί γυ­ μνοί, κι οί δυό μέσα στούς άτμούς, μόνο μέ τό φως πού ξετρύπωνε άπό τήν πορτίτσα της σόμπας­ τενεκέ ! -'Εμείς, τουλάχιστον, επρεπε νά είχαμε βγάλει ε­ να νόμο . . . δέν ξέρω . . . Πέστο διαταγή, άν θές . . . -Νόμο; �Aύτή ή άνθρωπιά της επιστή μης δέν μ' άρέσει . . . 'Ανθρωπιά ! Σέ σώζουνε, λέει! Μισός άνθρωπο­ σωσμένος! , Από τίς καρφωμένες σανίδες πού τίς λέγανε πόρ­ τα έμπαινε τό κρύο. Οί σ κιές τους παίζανε μέσα στοt)ς άτμούς, στόν τοίχο, στά ξύλα . -'Εγώ θέλω νά κάνουμε ·ενα συμβόλαιο-είσαι; -Συμβόλαιο; ρώτησε δ 'Αλέξης κaί έτριβε ά1tό τά χέρια του τό ξεραμένο αίμα των συντρόφων του. -Ναί βρέ, συμβόλαιο; ναί! φώναξε δ άλλος σάν θυμωμένος. Συμβόλαιο! Νά, έχεις χέρια καί τά τ ρί­ βεις, έχεις πόδια, έχεις αύτιά, μύτη , μάτια, κεφάλι! Αύριο, άν σου τύχει τίποτα σέ παίρνει δ γιατρός μας, καλή του ωρα, καί σέ μπαλώνει στά γρήγορα! Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


206

Νά fva κομμάτι άπό τόν πισινό σου, γιά νά σου βά­ λει στή μούρη, νά fva ξύλινο χέρι πού θά μάς στεί­ λουν οί γερμανοί σύντροφοι, νά fva μάτι άπό καλό κρύσταλλο Βοη μίας! Ό Άλέξnc: fDιc.ε τά ρουχα του μέσα στό καζάνι. -Νά σέ τρίψω στήν πλάτη ; ρώτησε τόν Πάνο. -'Όσο fχουμε πλάτη νά τήν τρίβουμε! Δέν βλέπεις τίς προόδους της χειρουργικης τώρα τελευ­ ταία; 'Εξ αίτίας του πολέμου, λέει, fχει άναπτυχθεί Τι χειρουργική στό fnaKPOV! Στό f-na-KPOV! . . . Ση­ μαίνει δτι μπορείς γά ζήσεις καί χωρίς. πλάτη ! Τώρα κατάλαβε δ 'Αλέξης που τό πήγαινε δ Πά­ νος. -ΕΙσαι γιά τό συμβόλαιο; ρώτησε δ Πάνος πιό �­ ρεμος τώρα. Ό 'Αλέξης προσπαθουσε νά δεί τό πρόσωπο του Πάνου μέσα στούς άτμούς. Τό, παιχνίδι των άτμων καί της φωτιάς δημιουργουσε μιά άτμόσφαιρα άπό­ κοσμη. �'Eντάξει, είμαι! . . . Μήν φωνάζεις . . . Ρίξε τά ρου­ χα σου στό καζάνι . Ό Πάνος ήρθε κοντά του. Είχε φορέσει gva μα­ κρύ σώβρακο-λάφυρο άπό τά στρατά καί μιά άμε­ ΡΙKάVΙKη φανέλα ζεστή ζεστή . -" Ακου tό συμβόλαιο . . . «οι κάτωθι ύπογεγραμμένοι . . . » . -Τό θέλω στή δημοτική, fκανε τάχα άστεία δ Ά­ λέξης. -'Εγώ θά τό συντάξω δπως μπορώ κι έσύ νά τό μετατρέψεις στή Δημοτική . «οι κάτωθι ύπΟ''(εγραμ­ μένοι Πάνος Ίωαννίδης, καί 'Αλέξης Ρόβας, συμ­ φωνήσαμε σήμερα στό "Ορος Βίτσι. στό )'ωριό Πυ­ ξοί, . . . δτι, εΙς περίπτωσιν κατά τήν όποίαν εΙς έξ ήDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


207

μών . . . » Σταμάτησε καί ρώτησε, χαμογελώντας, ά­ νάμεσα στούς άτμούς. Μέ προσέλ:εις; -Σέ προσέχω . . . « . . , είς περίπτωσιν κατά τήν ό­ ποίαν κάποιος άπ6 μας τούς δυό τραυματιστεί . . . -συνέχισε ό 'Αλέξης, τρίβοντας τά πόδια του μέ �να κομμάτι τζίβα-ι καί μείνει- χωρίς πόδι, 11 χωρίς χέρι, 11 . χωρίς μάτι . . . » Ό Πάνος γέλασε. -Πάντως, ή άτμόσφαιρα δέν είναι άσχημη γιά τό Συμβόλαιο. Άτμοί, καζάνι, πού βράζει-ίδια κόλα­ ση ! Ό 'Αλέξης �Kανε πώς δέν άκουσε καί συνέχισε: -« . . . ό καθένας άπό τούς δυό μας πού ύπογράφουν τό Συμβόλαιο, είναι ύποχρεωμένος νά βοηθήσει τόν άλλον νά τελειώσει l1ρεμα τή ζωή του . . . » -«'Ήρεμα καί -πρόσεχε· αότό, είναι σημαντικό! Καί χωρίς ταπείνωσn ! Ταπείνωση ! » -«Νά τελειώρει l1ρεμα καί χωρίς ταπείνωση τή ζωή του . . . » , �Kανε μέ σιγανή φωνή τή συμπλήρωση ό 'Αλέξης. Ό πανος είχε βάλει τό χακί του παντελόνι -άγγλικό-καί φόραγε τώρα -άμερικάνΙΚΟ,(θές γι' αυ­ τό νά τούς λέγανε «ξενοκίνητους συμμορίτες»; έ?tει­ δή φόραγαν «ξένες»· στολές, λάφυρα άπό τούς άλ­ λους;)- τό άμ;Τέχωνο. W Αρχισε καί ό 'Αλέξης νά ντl:ι­ νεται. Τώρα ή στιγμή �γινε σοβαρή . Κοιτάχτηκαν. Σέ τόνο, δχι συμβολαίου πιά, . σιγά μέ μιά φωνή πού �­ βγαινε άπό μέσα, βαθιά, ό πανος είπε σέ λίγο. --:Μπορεί νά χωρίσουμε καί νά είμαστε μακρυά ό �νας άπό τόν άλλον . . . Θά παρακολουθουμε, δμως καί θά μαθαίνουμε που βρίσκεται ό καθένας μας. Καί ό καθένας μας θά κάνει τά άδύνατα δυνατά νά Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


208

φτάσει εκεί πού β ρίσκεται δ άλλος, κατάλαβες; -Καί βέβαια κατάλαβα . . . Ξέρεις, δμως; Ή ζωή . . . - Ή ζωή ! � Α ναί! Τό βλέπω! 'Όλοι σέ δποια κατάσταση β ρίσκονται πιάνονται άπό τή ζωή ! Τή ζωή ! Τέτοια ταπεινωτική ζωή ! Νά σέ κουβαλάνε μέ τά καροτσάκια, μέ . . . . W Ακου ! Αύτό είναι Ι:να πρόβλη­ μα, βέβαια . . . Ξαφνικά, κι εγώ πού τωραδά μιλάω, γιά τό Συμβόλαιο αύτό, μπορεί άργότιφα νά τό 'χω μετανιώσει. Έδώ είναι, δμως πού θά δείξει δ καθέ­ νας μας τήν δύναμή του: καί νά τό 'χω μετανιώσει, καί νά στό πώ, νά μπορώ δηλαδή νά σου τό πώ δτι τό συμβόλαιο άκυρώνεται, εσύ,. iΊ εγώ, δ άλλος, δη­ λαδή πού θά 'ναι δ γερός, δέν θά άκούσει, δέν θά λυ­ γίσει! Κατάλαβες; Αύτό είναι τό σοβαρότερο άπ' δ­ λα σ' αύτό τό Συμβόλαιο. -Μά άν τό κάνω αύτό εγώ, iΊ εσύ χωρίς πιά τή θέ­ ληση του άλλου, δέν λέγεται εύθανασία άλλά φόνος. -Τρίχες-φόνος! Μιλάμε τώρα πού είμαστε γεροί, πού τά �χoυμε τετρακόσια, μήν κοιτάς τί θά λέμε δ­ ταν σάν γκρεμισμένες καί μισοκαμένες παράγκες, . θά προσπαθουμε νά κρατηθουμε άπό τήν ζωή σάν άvθρωπάKια ! . . . Γι αύτό σου είπα , πώς τό σημείο αύ­ τό είναι .ό σοβα ρ ότερο άπ' δλα ! 'Ακόμη κι άν δέ μπορώ νά μιλήσω, καί σέ κοιτάξω fτσι, μέ Ι:ναν τρόπο π α ρα κλητικό, σά νά σου λέω:άσεμε, "ξέχνα τό συμβόλαιο, εσύ, iΊ εγώ, δέν θά άκούσεις! Τίποτα! Θά β ρείς τ ρόπο καί θά β ρώ τ ρόπο, δπου καί νά 'μαι, δπου καί νά 'σαι, νά 'ρθεις νά εκτελέσεις τό Συμβό­ λαιο. -Γιά π ρώτη φορά δ δρος εκτέλεση ταιριάζει τόσο καλά μέ τή λέξη Συμβόλαιο, γέλασε ό 'Αλέξης. -Είσαι, λοιπόν: Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


209

-Είμαι! -Τώρα πού θά πάμε στό αμπρί θά γράψεις έσύ τό Συμβόλαιο καί θά τό ύπογράψουμε καί οί δυό! -Σύμφωνοι. -Κοίτα μήν μέ ρίξεις ! ; Ανοιξαν τήν πόρτα δ ατμός στροβιλίστηκε, καί πάλεψε γιά λίγο μέ τόν παγωμένο αέρα πού μπουκά­ ρησε στήν αποθήκη . Ό 'Αλέξης είχε αποφασίσει νά τόν « ρίξει»! . . . Δέν θά τό έκανε αύτό στόν Πάνο. Δέν μποροϋσε νά ξέρει τί θά εκανε έκείνος -μάλλον θά έκτελοϋσε τούς δ­ ρους πού βάλανε δ Πάνος, γιατί ήταν σοβαρός άν­ θρωπος. Ό 'Αλέξης, δμως, ήταν από τώρα σίγου­ ρος πώς δέν θά έκανε τήν παραμικρή ένέργεια γιά τήν τήρηση τών δρων τοϋ Συμβολαίου. Τόν 'Αλέξη τόν βόλευε ή λύση πού έδινε δ άλλος σέ δτι αφοροϋσε. W

Τόν Πάνο δμως τόν «έριχνε». Βέβαια δέν ήταν σωστό" μεταξύ συντρόφων. Σκέφτηκε: Λοιπόν . . . έγώ προτιμώ νά τήν πάθω π ρώτος, γιά νά μήν εχω τέτοια προβλή ματα! "Ας βγάλει τά κάστανα δ Πάνος! Είπε μέσα του πάλι πώς δέν είναι συντροφικό, αλ­ λά βρήκε μιά δικολαβική έξήγηση γιά νά "δικαιολο­ γήσει τήν απιστία του. - Στό κάτω κάτω - αποφάσισε -, βάζω δρο στόν έαυτό μου νά τήν πάθω πρώτος ! Αύτό δέν σημαίνει δτι τόν ρίχνω τόν Πάνο . . . Μ' αύτές τίς σκέψεις, σοβαροί καί οί δυό τους, ύ­ πογράψανε τό Συμβόλαιο Εύθανασίας έκείνο τό ίδι.ο β ράδυ . . . Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


21 Ι

Σοφοκλής

-

8 « ύ π ό τ ό μη δέν »

(Σελίδες άπό ήμερολόγιο)

του Γιαννίδη του 'χαν δώσει. άλογο, άλλά δέν τό 'θελε. Δοκίμασε κι fva μουλάρι, κάπως δύσ.τ ροπο. Καί καταλήξαμε σ' fva καλοθρεμένο γάίδαρο. Μπροστά πηγαίνει δ γάϊδαρος. Φορτωμένος κάτι κουβέρτες - οί αυλαίες μας - μερικά «παλούκια» καί ενα-δυό πανώ τά «σκηνικά μ.ας». Ό Γιαννίδης; κου­ κουλωμένος μέ τή χλαίνη -του, τό δίκωχο μέ κατε­ βασμένα «τ' αυτιά», καί τά -χέρια χωμένα στίς τσέ­ πες, ώς τόν άγκώνα, «επί κεφαλης». του Καλλιτεχνι­ κου Συγκροτήματος. Πηγαίνουμε στό ύψωμα 2026. Παγωνιά: 8 βαθμοί κάτω άπό τό μηδέν. ΆνεβαίνΟljμε συνέχεια. Πάνω μας μαυρα μουντά σύννεφα . -Προσέξτε, θά βρέξει, λέει δ Γιαννίδης. Καί πραγματικά βρέχει. Δέν κατεβαίνει ή βροχή σέ μας, άλλά εμείς άνεβαίνουμε στή βροχή . Τά κε- . φάλια μας χώνονται μέσα στά σύννεφα καί γινόμα­ στε μούσκεμα. -«Τρυπαμε τά σύννεφα ! Τώρα. θά βγουμε στόν ήλιο»! λέει δ Γιαννίδης. Καί βγήκαμε στόν ήλιο. 'Ένας ήλιος λαμπερός, παγωμένος . Σπάει κόκκαλα . Άργήσαμε, δμως, καί οί θεατές μας. περιμένουν. 'Όλη ή παγωμένη πλαγιά του βουνου, γεμάτη άν­ τάρτες. Πάνω άπό δυό χιλιάδες. Καθισμένοι άμφιθε­ ατρικά στά βράχια. Μέ τίς χλαίνες τους, κουκουλω­ μένοι. Ό Γιαννίδης χοροπηδάει γιά νά ζεσταθεί καί . . . του 'ρχεται μιά fμπνευση. -Θά παίξω τραγωδία . Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


212

Τόν κοιτάμε σάν χαζοί. Τί τού 'ρθε; Ή τραγωδία δέν Είναι στό « πρόγραμμα». Τί θά παίξει; Πώς θά παίξει; Σέ ποιούς θά παίξει; -Θά δοκιμάσω τό Σοφοκλη , λέει. Νά δώ άν άν­ τέχει. Οί άντάρτες τραγουδάνε, γίά νά μάς ζεστάνουνε. Τουρτουρίζουμε. �H λέξη δέν λέει τίποτα. 'Έχουν παγώσει οί μασέλες μας καί είναι άδύνατο νά τίς κουνήσουμε. Σέ κάθε κίνηση, θαρρείς πώς θά μεί­ νουν έκεί - κόκκαλο. Ό Γιαννίδης λέει, νά δώσουμε μερικά σκαμπίλια ό ένας στόν άλλον νά ζεσταθούμε καί, π ρίν ά ρχίσσυμε τήν παράσταση, ν' άνακατευ­ θοϋμε μέ τούς αντάρτες νά τ ραγουδήσουμε. Πρέπει . νά τούς μάθουμε κι ένα καινούργιο τραγούδι. Σκορ­ πάμε έδώ κι έκεί, δσο νά έτοιμάσει ό Άντώνης τόν ο Σοφοκλη γιά τήν μεγαλύτερη δοκιμασία της αίώνιας καριέρας του. 'I-f άτμόσφαιρα ζεσταίνεται. Τά παγάκια πού είχε πιάσει ή μύτη μας, λυώνουν. "Αν δέν είμαστε ξυρι­ σμένοι, δέν θά πάγωνε τό μούτρο μας έτσι! Ή παράσταση άρχίζει. Τραγ0ύδια , τά « σκατά­ κια», καί σέ λίγο ό Γιαννίδης . Μιλάει πρώτα γιά τό άρχαίο θέατρο. Σέ δυό χιλιάδες ύψόμετρο, μέ 8 βαθμούς ύπσ τό μηδέν, μιλάει γ.ιά τόν Ευριπίδη, γιά τόν Σοφοκλη ά­ ναλύει τήν « 'Ηλέκτρα» τό ρόλο τού Παιδαγωγού. Ήσυχία. Τά δόντια τού Γιαννίδη χτυπάνε. Δίνει με­ ρικά σκαμπίλια στό μούτρο του καί ζητάει συγνώμη π ροκαταρκτικά, γιά τήν άναγκαστικά «κακή άρ­ θρωση» , λόγω ψύχους, καί άρχίζει. Νέκρα. Δέν άκούγονται ούτε οί άνάσες. Μόνο ό άχνός άπό τά στόματα, άπό τά σώματα , άνεβαίνει ψηλά καί διαλύεται στόν παγωμF.vο ηλιο. Ό ΆντώDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


213

νης μας ζεσταίνεται. Ή άρθρωση σιγά-σιγά στρώ­ νει. Δέν εχει π ρόβλημα. Λέει - τόν παιδαγωγό ! Ό Όρέστη ς μάχεται! Πολεμάει μέ �να έχθρό! Τά άλο­ γά του τρέχουν. Τό άρμα τομ προπορεύεται! Θά νικήσει! Νικάει! Μά, νά . . . έκεί . . . σέ κάποια. στροφή . . . κάποιος κάνει λάθος . . . 'Όλα μπερδεύονται, άλογα, άρματα, άξονες, ρόδες, σώματα . . . Τόν Όρέστη τό σέρνουν τ' άλογα, τό χτυπάνε στά βράχια . . . Τέλειωσε. 'Υποκλίνεται. Μ Ι σεβασμό. Σά νά 'ναι . . . Πού σάν νά 'ναι; Πού θά ξαναβρείς τέτοιο �έ­ ατρο, τέτοιο χώρο, τέτοιους θεατές;, Ήσυχία. Δέν κουνιέται κανείς. Ή «αύλαία» κλεί­ νει. Περνάνε μερικά δευτερόλεπτα, εΙκοσι . . . τριάν­ ra . . . κοντεύει λεπτό. Καί ξαφνικά, τό βουνό άντη­ (άει άπό τά χειροκροτήματα καί τΙς ζητωκραυγές. Ό Γιαννίδη ς παραμερίζει τίς κουβέρτες, βγαίνει ιιά ύποκλιθεί ξανά. Γέρνει τό κεφάλι του μπροστά, καί μένει άκίνητος γιά πολλή ώρα. -Βλέπεις, λέει σέ λίγο, όλες οί είκόνες άπό τόν «Παιδαγωγό»,. τούς είναι γνωστές. Ποιός θά κατα­ λάβει τόν παιδαγωγό καλύτερα άπό �ύτoύς τούς άν­ θρώπους πού άγωνίζονται συνέχεια γιά τή δική τους νίκη , πού σέ κάποια στροφή τά άλογα τούς τραβάνε καί τούς κοπανάνε στά β ράχια; Μπράβο σου Σοφο­ κλή ! � Αντεξες! Μιά άντάρτισα τού π ροσφέρει άνθοδέσμη : · τσάϊ τού βουνού καί λουμίνια !

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


215

'0 Ά ν τ ώ ν η ς Γ ι α ν ν ί δ η ς

(Τά πρόσωπα) Ό 'Αντώνη ς Γιαννίδης �παyγέλεί: «Κ' ηύρα στά Θρακιώτικα βουνά κ' ηύρα στίς κορφές της 'Ήπειρος καί τήν �θpεψα τήν πείνα μου τήν λάμια, κ' ηύρα, σάν πρωτάρη , fνα λαό, πού κυλούσε άπό τίς κλεισούρες κι άπό τούς ζυγούς, μέ τά φουσκωτά πο-rάμια . . » Τ' άκουσα πολλές φορές άπό τόν 'Αντώνη Γιαννί­ δη, αύτό τ' άπόσπασμα άπό τό «Δωδεκάλογο τού Γύφτου ». Μπορεί, αύτό τό λαό νά 'ψαχνε νά βρεί καί τόν . βρηκε. ΤΗ ταν fτοιμος, φαίνεται, γι' αύτή τήν συνάν­ τηση . Τήν πρώτη φορά πού τόν άκουσα, ήταν τά Χρι­ στούγεννα τού 1 944. Παραμονή . Τό Δημοτικό σχο­ λείο στήν δδό Άγίου Με?-,ετίου Ιχει γίνει, νοσοκο­ μείο. 'Από κάποιο κρεβάτι βΟΥγάει μιά γμναίκα. Ό Γιαννίδης σταματάει γιά λίγο καί κοιτάζει κατά κεί. Είναι μιά ήλικιωμένη, μ' fνα διαμπερές στό στηθος. Βγηκε νά βρεί κάτι φαγώσιμο κα! τήν �βαλε στόχο fνας έλεύθερος σκοπευτής, «άπό τούς άλλους». Μιά νοσοκόμα πάει στό κρεβάτι της τραυματισμένης ένώ δ Γιαννίδης συΥεχίζει: . . . « Δέν τά ξέρει τά βιβλία, κι ε{ναι άκράταγος, κα{ τ' άγάλματα δέν �χει τών πολύθεων . . . » 'Από �να άλλο κρεβάτι κάποιος παραμιλάει. �E­ νας νεαρός. Κάποιος πού κάθεται δίπλα του, σκύβει καί τού λέει: .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


216

-Σώπα . . . δέν κάνει . . . θά μας ακούσει ό εχθρός ! . . Ό νεαρός σταματάει. ('Όταν ξανασυναντηθήκαμε ύστερα . από τρία . χρόνια, ό 'Αντώνης Γιαννίδης μέ ρώτησε: -Τί ήταν εκείνος, παιδί μου, μεθυσμένος; . -Ναί, μεθυσμένος . . . . μεθυσμένος κάί τ ραυματισμένος καί παγωμένος . . . Τόν είχ αν βγάλει μισοπεθαμένο από �ναν ύπόνο­ μο. Στό παραμιλητό του, έλεγε, πώς μπηκαν στόν ύ­ πόνομο νά· βάλουν κάσσες μέ δυναμίτη κάτω από τό «Ξενοδοχείο της Μεγάλης Βρετανίας». Γιά ν' αντέ­ ξουν στήν παγωνιά καί στά β ρώμικα νερά, πίνανε κονιάκ . Είχε κ' �να τραύμα. Τό τραύμα , οί αναθυ­ μιάσεις, τό κρύο, τό κονιάκ, τόν είχαν φέρει σ' αυτή τήν κατάσταση). 'Ένας ψιλόλιγνος, ξανθός εγγλέζος, παιδαρέλι κάθεται στό κρεβάτι καί κοιτάζει τόν Γιαννίδη μέ δέος. Στό διπλανό κρεβάτι �νας μαύρος, τ ραυμα­ τίας. Αυτός μιλάει συνέχεια γιά τόν Γκάντι. Είναι ό­ παδός του, λέει.: . . (Τό 1 948 , σέ κάποιο χαράκωμα, ό Γιαννίδης θά μου πεί: -«Ξέρεις, παιδί μου, στήν αρχή ντρεπόμουναονά γυρίζω στά νοσοκομεία καί στά όδοφράγματα καί νά λέω ποιηματάκια . Γιά σ κέψου! Αυτοί σκοτώνον­ ται κι εγώ απαγέλλω. Μιλουσε κι εξυνε τό χέρι του. Τήν ανάστροφη . Πότε τό αριστερό, πότε τό δεξί. Καί σάν νά 'ταν πάντα σέ έξαψη . -Πέφτουνε· όβίδες, χτυπανε τά πολυβόλα, οί άν­ θρωποι σ κοτώνονται, βογγανε, κι εσύ νά .λές ποιή­ ματα ! Μέ μιά απότομn κίνnσn . παρατάει τό ξύσιμο τών Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


217

χεριών καί ξύνει καί μέ τά δυό χέρια τό κεφάλι του . 'Ανακατεύει τά μαλλιά του δλο νευρο, κ α ί πάλι μέ . μιά άπότομη κίνηση τά ξαναστρώνει) . Ό 'Αντώνης ό Γιαννίδης είχε έρθει εκείνον τόν Δεκέβρη μ' άλλους τρείς ήθοποιούς, μιά γυναίκα κι έναν άνδρα. Γυρνούσανε τά νοσοκομεία καί τά όδο­ φράγματα καί άπαγγέλανε .. Κάποιος φωνάζει άπό τήν πόρτα: -ΤΗρθε ό Τσώρτσιλ καί ό ΤΗντεν! 'Αρχίζουν δια­ π ραγματεύσεις! , Ακούγεται ένας άναστεναγμός. Είναι άπό τί κ ρε­ βάτι της γυναίκας μέ τό διαμπερές. Ό Γιαννίδης γυρίζει καί κοιτάζει. Δίπλα στό κ ρε­ βάτι, πάνω σέ μιά καρέκλα ένα σάλί κ' ένα δίχτυ μέ καρότα. ( . . . 'Αργότερα, σέ κάποια πρόβα, ό Γιαννίδης θά πεί: -«Είναι στιγμές πού δλα μεγαλώνουν, γίνονται τεράστια, γίνονται σύμβολα . Τά π ράγματα, οί άν­ θρωποι, τά λόγια ! 'Ένας άναστεναγμός, ένα καρότο! Αύτό νά μου βγάλετε! ) Ό 'Αντωνης τελειώνει τό άπόσπασμα άπ' τό «Δωδεκάλογο» . Ό 'Άγγλος χειροκροτάει. Ό 'Ινδός φωνάζει: -Γκάντι! Γκάντι! Γκάντι! Κάτι ρωτάει ό .. Αγγλος, κάτι γιά τόν Τσώρτσιλ καί τόν ΤΗντεν. Ό Γιαννίδη ς του άπαντάει γαλλικά, θυμωμένα . Ό 'Άγγλος δικαιολογείται: δέν ή ξερε που τόν πάνε. Τούς είχαν πεί δτι θά πολεμήσο υν τούς συνεργάτε ς τών γερ μανών, πού δέν τούς & φή_ νουν νά προελάσουν. Ή ήλικιωμένη στό διπλανό Kρ�βάτι δέν κουνιέται __

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


218

καθόλου. Πέθανε - ζεί; Ό άναστεναγμός πού άκού­ στηκε πρίν άπό λίγΟ , νά 'ταν i1 ψυχή τη ς ; Είναι i1συχία τώρα. Ό μεθυσμένο ς - τραυματία ς κοιμάται. Οί άλλοι, δποιος μπορεί , κάθονται στήν άκρη στό κ ρεβάτι. Κουβεντιάζουμε. Μας είδοποιουν δτι ερχονται τά άεροπλάνα. -Μπά , δέν θά χτυπήσουν . . . Χριστούγεννα . . . Κι είναι κι δ Τσώρτσιλ έδώ , καί δ ΤΗντεν. Ό Αγγλο ς φοβάται - κάτι ξέρει άπό Αγγλου ς καί θέλει νά τόν πάνε στό καταφύγιο . . . πού δέν ύ­ πάρχει. -νΕχουμε εναν τεράστιο κόκκινο σταυ ρό στήν ταράτσα ! μά ς καθησυχάζει μιά νοσοκόμα. Ό Γιαννίδη ς ρωτάει , μισοά στεία , μισοσοβαρά: -Κόκκινο; Καί τεράστιο; θά μας ρίξουν! W Αρχισαν νά πέφτουν οΙ ρουκέτε ς . Στην αυλή , στήν ταράτσα μ� τόν 'Ερυθρό Σταυρό. Μέσα σέ λί­ γα λεπτά ή ρθε i1 κόλαση . , . W

W

('Αργότερα στό βουνό , δ 'Αντώνη ς θ ά παραπονιέ­ ται πάλι, πώς οί «αλλοι πολεμάνε , ένώ έμείς . . . » Μά νά , tνα περιστατικό τόν κάνει ν' άλλάξει γνώμη : Γιά νά πάμε στά «τμήματα» νά δώσουμε παρά­ σταση , ξεκινούσαμε π ρίν άπό τό χάραμα , νά μήν ' μα ς π ρολάβει δ «γαλατά ς » τό άεροπλάνο πού έρχό­ τανε νά ρίξει μερικές όβίδε ς ετσι , π ρωί-πρωί, γιά νά μήν ξεχνιέται i1 συνήθεια. 'Ένα ποωινό δμως μάς π ρόλαβε. Είμαστε κοντά σ' tνα ξεροπόταμο. Μόλις τό βλέπουμε , νά βγαίνει άπό τά σύννεφα , άρχίζουμε νά τ ρέχουμε. Αν περ­ νούσαμε τό ρέμα , θά 'χαμε που νά κ ρυφτουμε. Δέν προλαβαίνουμε , δμω ς . Καθώς άνεβαίνα με τήν άπό­ τομη δχτη , άκούγεται τό σφύριγμα τη ς μπόμπα ς . W

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


219

Πέφτουμε τά μπρούμυτα καί σ κεπάζουμε τά κεφά­ λια μας μέ τά χέρια μας. Ξέρουμε δτι χειρότερο μέ­ ρος δέν μπορούσαμε νά βρούμε. �Eτσι δπως είμαστε σκορπισμένοι στήν όχθη , γινόμαστε θαυμάσιος στό­ χος. Οί όβίδες πέφτουν δλες μέσα στήν κοίτη. Ευτυ­ χώς, τό χώμα έκεί ήταν μαλακό, καί χώθηκαν βα­ θειά. Τά βλή ματα κάνανε μεγάλη όμπρέλα. -Τό παράσημό μου, λέει δ Άντώνης, καί μας δείχνει τή θήκη τού πιστολιού του: �να β λή μα τήν εί­ χε τ ρυπήσει, καί είχε έξοστρακιστει στό παραμπέ­ λουμ. -Αυτό σημαίνει, δτι πρέπει \ίά �χεις δπλο πάντα! ' συμπεραίνει δ Γιαννίδης, καί βάζει τά γέλια: Θά τό λέω στήν Άθήνα νά γελαμε). Ό Άντώνης δέν βαρυγΥόμησε ποτέ. Μας �δινε κουράγιο. Κι ήταν κι άρρωστ.ος. 'Εκείνο τό fκζεμα στά χέρια τόν τρέλλαινε. Μιά μέρα �ρχεται δ Πορ­ γφυρογένης στό χωριό μας στούς Πυξούς καί τού φέρνει μιά μπουκάλα μέ φάρμακο γιά τά χέρια του. Τ Ηταν τόση ή χαρά του, κι ή δική μας χαρά , πού, παρά λίγο νά τό πιούμε, νά τό κεραστούμε! Άπό τόν Άπρίλη τού 1 949 δέν τό ξανάδα . Πέρα­ σα « μέσα» γιά νοσοκομείο. Τού 'χα άφήσει καί τά «fργα» μου" νά μού τά φυλάει δσο νά γυ ρίσω άλλά άντί νά γυρίσω έγώ, περάσανε κι έκείνοι « μέσα» . . . Τού 'γραψα στήν Τασ κένδη ύστερα άπό χρόνια καί μού άπάντησε. Είπαμε νά γράφουμε. Δέν ξανα­ γράψαμε. Δέν τόν ξανάδα . . . παρά στό Περιοδικό «Θέατρο», τού Κώστα Νίτσου στό έξώφυλλο: τήν πέτρα μέ τά ρώσικα' στοιχεία . . . Βλέπεις . . στΤιν είοηνική πεοίοδο, χωρίσαμε . . . Δέν ξέρεις πιά, ποιός μέ ποιούς είναι . . . μ έ ποιούς, όχι άπό τούς «άλλους» άλλά άπό τούς « δικούς μας . . . .

_

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


220

Άναβολή

.

.

.

(Ιστορία άγά πης)

-«Ξέρεις . . . τό παιδί μου πέθανε, είπε ή Στέλλα. Τό παιδί τ ό δικό μου καί .του Σωτήρη! . . . » Καί τόν κοίταξε μέ μίσΟζ. Ό 'Αλέξης δέν ξέρει τί νά πεί. Είναι μιά κατηγο­ ρία πού του πετάει. Σά νά του λέει: «έσύ φταίς πού τό παιδί μου πέθανε! . . . » Μήπο;>ς �χει δίκιο; Μέσα του α ρχίζει νά νοιώθει πώς �Kανε κάποιο κακό. Κακό μεγάλο. Καί στήν Στέλλα, καί στό Σωτή ρη, καί στόν ίδιο τόν έαυτό του μ' έκείνη τήν στάση του, πού τήν έλεγε « ρομαν­ τική», μά πού τώρα, - θές νά 'ναι τά κανόνια πού τόν αναγκάζουν νά σκεφτεί αλλιώς; -, τή β ρίσκει ήλίθια! Δειλία απέναντι στή ζωή . Τί νά τη ς πεί; Τό β ράδυ �lOUV παράσταση . Οί αντιπροσωΠ,είες - γυναίκες από πολλές χώρες του κόσμου από 'Ι­ σπανία, Γαλλία, ' Ιταλία, απ ; τίς Λαϊκές Δημοκρα­ τίες, γυναίκες αντιφασίστριες έχουν πλη μμυρίσει τό βουνό. Συναντιέται καί μέ. τήν «ξαδέρφη », τή Φ ρόσω, πού εχει ερθει μντιπρόσωπος στή Συνδιάσκεψη της Π ΔΕΓ από τό γυναικείο Τάγμα της 'Οξιάς. Ή Φ ρόσω ξέρει τήν ίστορία τους καί φροντίζει νά β ρεθουνε καί οί τ ρείς μαζί, τό β ράδυ, ξάπλα σέ μιά κουβέρτα στήν μεγάλη σκηνή ,. δίπΙ-α σ� μιά σόμπα πού εχει γίνει κατακόκκινη . -Τί εχετε έσείς οί δυό; ρωτάει σιγά ή ξαδέρφη , ε­ τσι όπως είναι ξαπλωμένοι μέ τά ρουχα καί τούς φω­ τίζει μόνο ή φλόγα από τήν πορτίτσα της σόμπας. -Ρώτα τον! λέει ή Στέλλα κάί γυρίζει τήν πλάτη . Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


22]

Έ , τί λές, ξάδερφε; -�Eχει δίκιο . . . τά 'κανα θάλασσα ! -Καί δέν μπορεί ν' αλλάξει τίποτα; ρωτάει ή Φρόσω. Ή Στέλλα μέ γυρισμένη τήν πλάτη μουρμουρίζει: - Ό Σωτήρης είναι κάπου στό μέτωπο . . . Έλεύθε­ ρος σκοπευτής . . . -Καλά! Τότε, στήν άλλη σας συνάντηση τά λέτε! αποφασίζει ή Φρόσω. "Υπνο, τώρα! Ποιός νά κ οιμηθεί; Ή Φρόσω μέ τόν Άλέξη βγαίνουν από τή σκηνή . Πηδάνε πόδια , πατάνε χέρια, ό .κουνε κατάρες πού εκτοξεύουν οί άλλοι μέσα στόν ϋπνο τους καί βγαί­ νουν έξω . Τραβάνε κατά τίς λίμνες. Κάνει κ ρύο . Κάθε άστρο κι �να κομμάτι πάγος. Ή λίμνη μουρμουρίζει. -Δέν φταίει κανείς σας . . . Νά, ή κατάσταση . . . Έμείς οί φίλοι φταίμε περισσότερο από σάς. Έ μείς πού τό ξέραμε έπρεπε νά πέσουμε απάνω τους νά τούς κάνουμε ν' αλλάξουΥε γν�μη ! Μά είναι ετσι τά πράγματα; -πως δηλαδή ; -Νά, θέλω νά πω . . . σ' αγαπάει ή Στέλλα; , Ακούγεται ένα άπαλό φλου-φλου-φλου. Κάποια όβίδα, περνάει πάνω από τά κεφάλια τους kαί πάει νά σκάσει κάπου μακρυά . . . Ή Φρόσω θυμώνει. Σηκώνει τά χέρια π ρός τόν ούρανό καί φωνάζει: -Σκάστε! Γιά τήν αγάπη μιλάμε, μωρέ! . . . Είχε κι ή Φρόσω τή μανία νά μιλάει μέ τόν ουρα­ νό . . . . . . Σάν χωρίσανε ή Στέλλα του είπε: -Μέ συγχωρείς πού . . . 'Έ , νά . . . Μέ καταλαβαί-'

.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


222

νεις . . , -ΝαΙ . . μή νοιάζεσαι, σέ καταλαβαίνω . . -Θά τά ξαναποϋμέ . . . Μόνο νά . . . δέν ξέρεις·τί γίνεται. . . Μ.πορεί νι). χαθοϋμε. Έγώ θά γυρίσω στό Μποϋλκες κι από κεί, �νας θεός ξέρει. Έσύ είσαι μέ­ σα στή φωτιά . . . Μά θέλω νά ξέρεις: Δέν φταίει ό Σωτήρης. WΟταν είδα κι απόειδα πώς έσύ είσαι μόνο φίλος κι αδερφός μου . . . f, νά . . . είχαμε δημιουργήσει σχέσεις . . . Τό βρηκα σά λύση . . . Μαύρη λύση . . . wO_ μως, σ' αγαπώ, νά τό ξέρεις . . . Κι είναι αμαρτία πού τό λέω. Τό παιδί μου πέθανε. Κι ό Σωτήρης αύτή τή στιγμή, κάπου σκοτώνεται. WΟμως θά τά ξαναπού­ με, fτσι; -ΝαΙ . . θά τά ξαναπούμε . . . Μείνε ησυχη . Δέ σέ κατηγορώ γιά τίποτα. Τό φτqίξιμΌ είναι δικό μου . . . Μ ά θά τ ά ξαναποϋμε! ΤΗταν πρωί, χαράματα. Φάνηκε στόν όρίζοντα ό «Γαλατάς». Πίσω του δυό βομβαρδιστ ικά . .. Αρχισαν νά πέφτουν οΙ βόμβες ούρλιάζοντας σάν θηρία της 'Αποκάλυψ ης . . . r

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ

«Φ ύ λ α · γ t μ α ς θ ε t μ ο υ , � π ό α Ι φ ν ι δ ί o �ς θ α ν � τ o υ ς κα(

έμφυλ(ους

π ο λ t μ ο υ ς!. .

.

»

Ή « αναμέτρη σ η » αύτή άρχισε - πότε άρχισε ένα ς θεός ξέρει . . . Σίγουρα , δμω ς, δ «γύρος» τη ς, δπω ς τόν δνόμασαν , τέλειωσε στό Γράμμο - Βίτσι. Τήν αναμέτρη ση , λέω , αύτή τήν είχε προετοιμά­ σει ή . «άρχουσα τάξη » από καιρό πολύ, από α ιώνες - κι από χιλιάδε ς χρόνια, θά 'λεγα . . . Τήν είχε π ροε­ τοιμάσει μέ μέθοδο καί έπιμονή , προβλέποντα ς α­ κ ριβώ ς κάποια τέτοια έξέλιξη καί στη ρίζοντα ς τή δύναμή τη ς στήν αγραμματοσύνη του κόσμου. Αύτή ή αγραμματοσύνη, Τ Q μορφωτ ικό πολιτιστι­ κό έπίπεδο τη ς πλειοψηφία ς, κρατημένο έπίτηδε ς πολύ χαμηλά από τήν «δεξιά» θά πρέπει νά μπει στήν πρώτη θέση στίς « αιτίες της ηττας» τη ς έπανά­ σταση ς . Πρώτο λοιπόν στήριγμά τη ς τό χαμηλό μα ς - στό μηδέν- έπίπεδο. Δεύτερη αίτία ή ξένη έπέμβαση αγ­ γλική καί μετά ή α μερικάνικη . Τρίτη , τό ανάλογα χαμηλό έπίπεδο τη ς ήγεσία ς του αγώνα, σέ σύγκρι­ ση μέ τήν τεράστια πείρα του κράτους, τών ξένων Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


224

καί τών λειτουργών τους, καθώς καί ή ποιότητα μέ­ ρους τη ς ήγεσίας μας. (Ή ποιότητα, ση μαντική , κατά τή γνώμη μου αιτία, φάνηκε μετά τήν ήττα, καί αποδείχτη κε αργότερα, μετά τή «διάσπαση», με τό ξέφρενο αλληλοξεσ κέπασμα μερικών τοτινών ή­ γετών . . . ) Οί στατιστικές από τήν απογραφή του 1 97 1 δεί­ χνουν τ 6 μορφωτικό επίπεδο του λαου μας: Σέ πλη­ θυσμό 8 . 768 .640, τά 2 . 43 1 . 1 60 ειναι αναλφάβητοι « κατ' ευφη μισμόν» ή στατιστική λέει: «δέν τελείω­ σαν τήν στο ιχειώδη έκπαίδευσψ> . 'Εκείνοι πού τέ­ λειωσαν τό Δη μοτικό είναι 3 . 8 1 3 .720. 'Έχουμε, δη­ λαδή, ενα 70070 (6. 244. 880 ! ) αναλφάβητους, η σχε­ δόν αγράμματους. Αυτό τό ποσοστό τό 1 945 , καί μετά τήν κατοχή μάλιστα, θά πρέπει νά εφτανε στό 90% . Νά λοιπόν, ή εξυπνάδα της «άρχουσας τάξης», πού από καιρό σάν νά είχε προβλέψει καί έτοίμαζε αυτήν τήν αναμέτρηση . . . Πώς λειτούργησε ανασταλτικά αυτό τό χα μηλό ε­ πίπεδο, είναι άλλο ζήτη μα, καί βγαίνει μέσα από κάθε ενέργεια του κινή ματος πού - δημοκρατικά -επρεπε νά στηριχτεί στήν γνώμη της πλειοψηφίας (όταν ζητουσε αυτή τή γνώμη) .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


225

«Φύλαγέ μας θεέ μου, α π ό αίφ νιδίου ς θανάτ ο υ ς κ α ί έ μ φ υ λ ί ο υ ς π ο λ έ μ ο υ ς! .

. .

»

(Σελίδες άπ ό ήμερολόγ ι ο)

Δέν έχουμε μεγάλη « αίθουσα» νά δώσουμε π αρά� σταση στήν Μικρολίμνη , γιά τούς μαχητές καί τούς κατοίκους καί ό 'Αντώνης ό Γιαννίδης αποφάσισε νά δώσουμε τό π ρόγρα μμά μας στήν εκκλησία. Ό κυβερνητικός εκπρόσωπος διαφώνησε: -Θά μας πουνε δτι κάνουμε τήν εκκλησία Θέα­ τρο . -'Αφηστε το σέ μένα . . . έξυσε τά χέρια του ό Γιαννίδη ς, νευρικά . Καί τό «άφησαν» σ' αύτόν . . Ή εκκλησία φίσκα. Καρφίτσα δέν πέφτει. Ήθο­ ποιοί, μαχητές καί «άμαχοι» ανακατεμένοι. Μπρο­ στά μπροστά ό παπας. -Τό Θέατρο είναι θρησκεία ! -άρχισε τόν πρόλο­ γο της παράστασης ό Αντώνης . Δέν λέω ή Θρη­ σκεία είναι Θέατρο, γιά νά μήν μας πουν δτι είμαστε άθέοι, άν καί -δπως θά ξέρει πολύ καλά ό παπας, καί μπορεί νά μας μιλήσει κι αύτός, ή λειτουργία στηρίχτηκε στίς αρχαίες Διοννσιακές παραστά­ σεις 'Εμείς χάσκουμε, ανακατεμένοι στόν κόσμο! Θά μας κάψει ό Διοικητής μας! 'Ένας θεός ξέρει τί θά μας σούρουνε! 'Εγώ, ύπεύθυνος, δά, πολιτικός του «θιάσου», τρέμω από τώρα γιά τό τί έχω ν' ακούσω από τή «διαφώτιση », αλλά μου δίνει κουράγιο ό Κο­ σκινας, δίπλα μου: -Μιά χαρά τά Μει! Μπράβο 'Αντώνη ! -Νά -συνεχίζει απτόητος ό γέρος μας- έδώ έχουμε εξι εκκλησίες. Πόσα σχολεία; Κανένα . Στό χω'

. . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


226

ριουδάκι πάνω στό βουνό μέ δέκα σπίτια, τ ρία εκ­ κλησάκια. Καί στό διπλανό, στή ράχη , άλλα δύο, καί παραπέρα, άλλα, δέκα εκκλησάκια. Π όσα σχο­ λεία; Κανένα ! Κι αύτό δέ συφέρει ούτε στήν εκκλη­ σία ! Γιατί, νά, από δσα λέει δ παπας, πόσα καταλα­ βαίνουμε; Ούτε τό �να τρίτο! Δέν ξέρουμε ούτε τή γλώσσα πού μας μιλάει τό εύαγγέλιο. Άλλά . . . Ό Γιαννίδης σταμάτησε. Κοιτάζει γύρω του. Ξύ­ νεται, σά νά σκέφτεται δτι τό παρατράβηξε, καί συνεχίζει: -Νά, εμείς λοιπόν, πού μας λένε πώς θά γκρεμί­ σουμε τίς έκκλησίες, δέν fχουμε τέτοιο σ κοπό, κι ούτε ετσι νά τό πάρετε, τώρα πού αναγκαζόμαστε νά δώσουμε παράσταση εδώ μέσα, σ' αύτόν τόν ίερό χώρο, γιά νά λειτουργήσουμε κι εμείς μέ τήν τέχνη μας . . . Ό σ κοπός δ δικός μας είναι νά χτίσουμε δί­ πλα σέ κάθε έκκλησάκι �να σχολείο, γιά νά μαθαί� νει δ κόσμος στό σχολείο καί νά καταλαβαίνει στό εκκλησάκι τί του λένε. Καί σέ κάθε σχολείο μιά. αί­ θουσα γιά Θέατρο. Γιατί τό Θέατ ρο είναι θρησκεία ! . . . Μίλησε κ ι δ παπας μας. W Αν καί δέν συμφώνησε, είπε από τήν αρχή νά παίξει τό «Καλλιτεχνικό Συγ­ κρότημα του Δημοκρατικόυ Στρατού» στήν εκκλη­ σία, ύστερα από δσα ά κουσε από τόν «συναγωνιστή Γιαννίδη » δέν εχει πιά αντιρρή σεις, καί μας «δίνει τήν εύχή του», γιατί καταλαβαίνει τόν ίερό σκοπό τού Θεάτρου . . . Τό νεύρο καί ή διάθεση γιά «καλαμπούρι» πού μας είχε πιάσει στήν α ρχή , εδωσε τώρα τή θέση του σέ μιά κατάνυξη αληθινή . -Κι δσο γιά τόν πόλεμό μας, είναι από εκείνα τά κακά πού καί ή Θρησκεία τ ά εξορκίζει: φύλαγέ μας _

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


227

Θε�ι μου, άπό εμφύλιους πολέμους καί αίφνιδίους θανάτους ! τέλειωσε τό κή ρυγμα ό παπάς. ΟΙ κουβέρτες-αυλαία κλείνουν καί ό 'Αντώνης μου λέει: -Πές τό ποίημα «Οί δυό μάνες» . -Μά . • . κάνω νά του πώ. -Χωρίς τίς αψυχολόγητες στροφές ! Ή διαταγή είναι διαταγή ! Σκέφτομαι νά τά ρίξω δλα στόν «διοικητή μου» καί « λέω» τό ποίη μα «Οί δυό μάνες» , ποψ πάνε μέ τίς στάμνες τους στή βρύ­ σή γιά νερό, καί χύνεται τό νερό στό ίδιο ρέμα, ενώ τό αίμα τών παιδιών τους ποιός ξέρει που νά χύνε­ ται! Ό κόσμος κλαίει. WΟχι μόνο οί γέροι καί οί γριές πού fχουν συναχτεί εδώ καί πού �χoυν σκόρπιους δι­ κούς τους καί στίς δύο παρατάξεις, μά καί οΙ μαχη­ τές πού ξέρουν σίγουρα γιά αδέρφια τουζ πού πολε­ μάνε μέ τούς « c'iλλους» . . . ΟΙ «αψυχολόγητες στροφές»' πού μιλάνε γιά τή «μάνα» πού καταριέται τό παιδί της πού είναι μέ τούς «c'iλλους» , πότε μπαίνουν πότε βγαίνουν, ανά­ λογα μέ τή διαταγή . . . Στήν απογευματινή παράσταση , στήν πλαγιά του Βουνου, σ' ένα τ μήμα πού έτοιμάζεται νά φύγει σέ «αποστολή» μπαίνουν καί οί «αψυχολόγητες». Λοχαγός στό τμήμα αυτό είναι ό Λεωνίδας, ενας από τούς πρώτους πρόσφυγες 20 χρονών, από τήν Καλλιθέα, από τήν παλιά μας παρέα. Πρίν καλά καλά τελειώσουμε τήν παράστασή μας; τό τμήμα ξεκινάει μέσα στό φλεβαριά τικο κρύο σούρουπο γιά τήν αποστολή του. Φορτωμένοι τά δπλα τους, προχωράνε σέ φάλαγγα κατ' c'iντρα, στό μονοπάτι π ού φιδίζει ανηφορίζοντας, καί χάνονDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


228

ται στό σκοτάδι . . . . , . Τόν Λεωνίδα θά τόν ξαναδοϋμε στό πρόχειρο όρεινό χειρουργείο, σέ δυό μέρες, σακατεμένο . . . Γύ­ ρισε άπό τήν μάχη τής Φλώρινας. Δέν θά ζήσει . . . " Α ρχισαν νά φαίνονται οΙ άντιφάσεις τών άποφάσεων τοϋ Πoλεμι�oϋ Συμβουλίου. 'Από τή μιά «τό χάσαμε . τό παιχνίδι», άπό . τήν άλλη . « Πρός τή Νίκη». 'Από τή μιά συζητήσεις κ αί έτοιμασίες γιά «σταμάτημα» (αυτές φάνηκαν όλοκάθαρα άργότε­ άπό\ τήν άλλη 'τό ρα, άπό τίς «συνεντεύξεις»), . μακελειό τής Φλώρινας. 'Από τή μιά ό « προδότης Τίτο», άπό τήν άλλη οΙ « πράκτορες τοϋ Τίτο» οΙ γκοτσεφικοί μέ τόν ίδιο τόν Γκότσεφ έπί κε­ φαλής στό Πολεμικό μας Συμβούλιο, "Εχουν άρχί­ σει πιά άνοιχτές συζητήσεις άνάμεσα στούς άντάρ­ τες . . . 'Εμείς, πού γυρνάμε άπό τ μήμα σέ τμήμα, πού συ­ ναντάμε παλιούς; γνωστούς καί φίλους, γινόμαστε, άθελα μας δέκτες τοϋ έρωτηματικοϋ: ποϋ πάμε; Πρωί πρωί, ένώ ό άντίλαλος άπό τή μάχη φτάνει ί­ σαμε έδώ, ό Άντώνης μάς βάζε'ι στή γραμμή καί μας πάει στό ποτάμι -ενα χείμαρο JςOντά μας- νά λουστοϋμε μέ παγωμένο νερό! . . . -Προσέχτε, μάς λένε! Π ότε πότε τρυπώνουν ώς έδώ οί «άλλοι» καί ναρκοθετοϋν τίς δχθες � ..

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


229

'Έ ν α ς

γιατ Ρός

(Τά πρόσωπα)

c'ι φ η γ ε, ί τ α ι

. . .

Είναι ενα « ά λλο» � ρ ό σ ω π o . 'Α π ό τ ούς «άλλους» . . . Δέν τόν είχα γνωρίσει τότε τό Γιατρό, άν καί, όπως άποδείχτηκε, είχαμε «συναντηθεί» . . . . . . Στήν ίδιωτική Κλινική μόλις είχαν έγχειρήσει δικό μου άνθρωπο . . . Ή νύχτα ήταν άποφασιστι κή γιά τόν κύκλο ζωή-θάνατος . Ό Γιατρός μένει δλη νύχτα ξάγρυπνος, κοντά μου καί μου 'χει πιάσει τήν κουβέντα, γιά νά περνάει ή δική του ώρα, μά καί γιά νά μή μου φαίνεται κι έμένα ή νύχτα άτέλειωτη . . . -Πού λέτε, έγώ είμουν έκει, στό Βίτσι, στίς μά­ χες της Φλώρινας . . . WΕφεδρος ύπαξιωματ ικός . . . Μ' είχαν τιμωρήσει πολλές φορές, γιατί φερόμουν λέει, μαλακός μέ τούς συμμoρίτε� . . . Νά, γιά νά μέ κατα­ λάβετε . . . Είχαμε ένα λοχία ό όποιος έμαχαί ρωνε δ­ ποιον αίχμάλωτο πιάνα με . . . "Ανδρας, γυναί κα, νέ­ ος, ήλικιωμένος, δέν τόν ένοιαζε. Είχε μιά μανία αυ­ τός ό άνθρωπος ! . . . Τό μόνο πού έπέτυΧQ ήταν νά του παίρνω τούς τραυματίες: «αυτοί ,είναι δικοί μου ! » του έλεγα ! . . . ' Ήταν έκεί κοντά ένα ποτάμι καί πηγαίνανε καί τοποθετουσαν νάρκες, κρυφά, γιατί ξέρανε πώς θά πάνε νά πιουνε νερό οί συμμορί­ τες, η γιά νά πλυθουν . . . . . . Τό ποτάμι! Σκέφτηκα, σ ά ν ά τόν άκουσα μόλις αυτή τή στιγμή . Δέν μπoρoυσ� νά τόν παρακολου­ θήσω μέχρι τώρα. 'Ήταν ό νους μου στήν έγχείρηση . Τό ποτάμι! Θές νά 'ναι τό ποτάμι πού μάς έστελνε ό Γιαννίδης νά πλυθουμε; -Αυτό δέν μου πολυάρεσε, δέν ξεύρω άν μέ έννο­ ειται, κύριε . . . Τό νερό είναι ίερό πράγμα . . . "Εχω μά­ θει άπό τούς δικούς μου, δτι καί τό φίδι άκόμη δέν Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


230

σέ πειράζει δταν πίνεις νερό, δέν ξεύρω άν μέ κατα­ λαβαίνετε . . . . . . Ναί! Τό ποτάμι! «Προσέξτε! 'Έρχονται καί βά­ - ζουν νάρκες! » μας λέγανε. Δυό τρείς μέρες πρίν, μιά άντάρτικη δμάδα εΙχε πέσει πάν� σέ ναρκοθε­ τημένη μεριά καί σακατεύτηκε. 'Από τά βράχια πε­ τάχτηκαν κι άλλοι καί πιάσανε δυό αίχμάλωτους . . . -Μιά μέρα εΙχα πάει κι έγώ μαζί σέ μιά διείσδυ­ ση : είχαμε μάθει πώς εΙχαν φύγει πολλά τμήματα καί τό μέρος ήταν άφύλακτο . . . ΕΙδα άπό πάνω, τούς συμμορίτες νά πλένονται . . . Κι υστερα νά τινάζονται στόν άέρα. ; . Ό λοχίας μέ άλλους δυό άρχίσανε νά βάλλουν μέ τά αύτόματα . . . Πιάσαμε καί τρείς αΙχ­ μαλώτους . . . Ό fνας ήτο τραυματισμένος στούς δρ­ χεις καί σφάδαζε . . �o λοχίας πήγε νά τόν χαράξει μέ τό μαχαίρι του, άλλά, έπενέβην . . . Ήναγκάσθην νά χρησιμοποιήσω καί τό περίστροφό μου διά νά τόν άποτρέΨω . . . "Ασχετον άν μέ μεταθέσανε έξ αί­ τίας του γεγονότος αύτου . . . Τόν πόλεμο τόν κατα­ λαβαίνω, μου είναι άδύνατον νά καταλάβω παρό­ μοιες ένέργειες . . . Δέν ξέρω άν μέ έννοείται . . . . . . Τή μέρα πού πήγαμε στό ποτάμι μέ τ ό Θίασο νά πλυθουμε μας «ρίξανε». Εύτυχώς δέν είχαμε'κα­ νένα θύμα . . . -Βέβαια καί οΙ συμμορίτες κάνανε τό ίδιο . . . Τώ­ ρα δλες οΙ έφημερίδες γράφουν πώς δ πόλεμος ήτο εμφύλιος. 'Εάν τό iiξευρα, εάν τό fλεγαν τότε αύτό, δέν θά ελάμβανα μέρος . . . . . . Έάν τό iiξευρε! . . Ό Γιατρός! Καλός άνθρω­ πος, μά περίμενε νά του πουνε οΙ εφημερίδες, υστε­ ρα άπό τριάντα χρόνια πώς δ πόλεμος <sήτΟ εμφύ­ λιορ> . . . -Βεβαίως, έθαύμαζα τόν ήρωισμόν τών συμμορι.

.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


23 1

των, άν καί ό άγών ήτο άνισος . . . Λόγω όπλισμοϋ δι­ κοϋ μας, λόγω ά ριθμου δικοϋ μας . . . Πάντως ήσαν θαυμάσια όργανωμένοι. 'Όταν κατελήφθη τό Βίτσι, βρέθ� Kα, ξέρετε, στούς Πυξούς. Έπάνω στό βουνό, είχαν τό όρεινό χειρουργείο τους . . . . . . Στούς Πυξούς, στό Ό ρεινό Χειρουργείο, δ Λε­ ωνίδας μετά τή μάχη της Φλώρινας, τό ποτάμι πού πλενόμαστε . . . -Δέν ξεύρω άν μέ καταλαβαίνετε . . . μέ κοίταξε δ Για τρός. -Ναί, σας καταλαβαίνω . . . του 'πα . . . Έγώ είμου­ να έκεί. . . στό ποτάμι . . . άπό τούς «άλλους». Μέ κοίταξε σά νά μ' έβλεπε αύτή τή στιγμή . 'Ύ­ στερα μοϋ χαμογέλασε φιλικά . -'Ώστε . . . έσείς . . . -Συμμορίτης! άπάντησα, καί συμπλή ρωσα μέ τίς θρησκευτικές γνώσεις πού είχα πάρει άπό τόν παπα της Μικρολίμνης:«Ό θεός νά μας φυλάει άπό έμφυλίους πολέμους καί αίφνιδίους θανάτους» ! . . . Μείναμε γιά λίγο σιωπηλοί. Τό « αίφνίδιος θάνα­ τος», τοϋ θύμισε τό καθηκον του. -� Ας δοϋμε τί κάνει ή έγχειρισμένη . . . είπε, καί μου 'σφιξε τό χέρι μ' εναν τρόπο σά νά θελε νά προ­ στέσει:«Έμείς, κύριε ξέρουμε! . . . »

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


232

ΌΛιπόΨυΧος. .

.

(Α πλά περιστα τικά) Στήν « Άνακαταγραφή» τόν είχαν βάλει στή μέ­ ση. Δηλαδή , ό Σωτή ρης. 'Εκείνος ήταν πού εβαλε τό θέμα της λιποψυχίας του Μανώλη . Ό Μανώλης ήταν ψιλόλιγνος μέ γαλανά μάτια, παιδικά. -Σύντροφοι, θέλω νά πώ τή γνώμη μου γιά τόν Μανώλη , ά ρχισε ό Σωτή ρης σοβαρός. Τό ξέρανε πώς ήταν φίλοι καί Άθηναίοι καί οί δυό τους, καί περιμένανε πώς θά τόν παινέψει γιά τήν παλληκαριά του, γιά τήν πίστη του, τούς άγώνες του. Γι' αύτό καί παραξενεύτηκαν δταν άκουσαν, τά παρά κάτω. -=-Λυπαμαι πού τό λέω, άλλά στόν Μανώλη δέν μπορείς νά στηριχτείς . . . ' " Ό Μανώλης χαμήλωσε τό κεφάλι του. Ξέρει τί θά πεί ό Σωτήρης . . . Ξέρει πολύ καλά. Άσφαλώς θά πεί εκείνη τήν ίστορία μέ τόν χειρουργη μένο . 'Έναν Καλλιθιώτη , τόν Άντώνη . . . - Ναί, δέν μπορείς νά στη ριχτείς στόν Μανώλη . . . Κάποια στιγμή , θά σέ άφήσει, θά σέ παρατήσει . . . . . . Οί άλλοι γύρισαν κάι κοίταξαν παραξενεμένοι τόν Μανώλη . 'Ύστερα πάλι τόν Σωτή ρη . ΤΗταν κι οί δυό ελεύθεροι σ κοπευτές, πού κατέ­ βαιναν άπό τό βουνό στόν κάμπο κάνανε κεραυνο­ βόλες επιθέσεις στίς εχθρικές θέσεις, άρπάζανε πο­ λυβόλα, μουλάρια, τ ρόφιμα, δ, τι επεφτε στό χέρι τους. -Ό Μανώλης είναι ενας άνθρωπος, τόσο καλός · ό καη μένος, πού μπορεί νά σέ άφήσει νά πεθάνεις! συνέχισε σχεδόν ή ρεμος ό Σωτή ρης, δίνοντας, φορDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


233

τώνοντας στόν χαρακτη ρισμό « καλός» α ρκετή εί­ ρωνία . Οί άλλοι πάλι 6έν κατάλαβαν τί ήθελε νά πεί ό Σωτή ρης . . . :0 Μανώλης ήξερε . . . 'Έπρεπε νά γίνει κάποια εγχείριση σέ εναν τραυματία. Τό πόδι του είχε πάθει γάγγραινα καΙ . . έ . . . -Δέν θέλω νά σας λυπήσω τώρα μέ τό περιστατι­ κό πού στη ρίζω τήν γνώμη μου γιά τόν Μανώλη . . . -'Όχι, πρέπει νά μας τό πείς, πέταξε κάποιος. Δέν μπορείς νά σηκώνεσαι καί νά λές τέτοια φοβερά πράγματα γιά τόν Μανώλη χωρίς νά εξηγήσεις τί α­ κριβώς συμβαίνει. Ό Σωτή ρη ς κατέβασε τό κεφάλι. 'Ύστερα σή κω­ σε πάλι τό βλέμμα καί κοίταξε τόν Μανώλη . -ΝαΙ . . έχετε δίκιο, αλλά δέν θέλω νά σας κου­ ράσω μέ ενα δυσάρεστο περιστατικό. Βέβαια κι ε­ σείς γιά νά αποφασίσετε, π ρέπει νά ξέρετε . . . Θά σας διηγηθώ τί συνέβη, μόνο άν δέν απαντήσει ό Μανώ­ λης στίς ερωτήσεις μου. Συμφωνείτε, σύντροφοι; Οί άλλοι κοιτάχτη καν. Κάποιος ζήτησε εξήγηση: -Δηλαδή, τό σόϊ ερωτήσεις θά κάνεις; -Στήν πραγματικότητα, μιά ερώτηση : θέλω νά τόν ρωτήσω εδώ, μπροστά σας άν έχω δίκιο σ' αύτό πού λέω . " Αν ό Μανώλης απαντήσει πώς έχω δίκιο, δέν θά χρειαστεί νά αναφέρω τό περιστατικό, έτσι; 'Όλοι γύρισαν πάλι τά μάτια στό Μανώλη . Έ­ κτός από τό Σωτή ρη . . . . Ό φίλος ό τραυματίας έπρεπε νά εγχειριστεί. Γρήγορα καί αποτελεσματικά. Γάγγραινα . Δέν α­ στειεύεται. 'Έλα, δμως, πού δέν είχαν τίποτα γιά νά τόν ναρκώσουν ! . . . Χρειάστηκαν τέσσερις σύντρο­ φοι νά τόν κρατανε τόν άνθρωπο. Τέσσερις γεροί Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


234

σύντροφοι. Γεροί όχι στά μπράτσα, αλλά στήν ψυ­ χή , στό στομάχι, στό μυαλό - πέστο όπως θές. " Ε­ νας από αύτούς επρεπε νά ήταν δ Μανώλης . . . :0 τραυματίας λιποθυμοϋσε, συνερχότανε, λι­ ποθυμοϋσε . . . Ό Μανώλης δέν άντεξε. Τούς παρά­ τησε καί έφυγε . . . . Τώρα τό ξανασκέφτεται δ Μανώλης. Τό 'χε ξα­ νασκεφτεί πολλές φορές από τότε. νΗξερε πώς, στό κάτω κά,ω, δ Σωτήρης είχε δίκιο. ήταν βέβαιος γι' αύτό. �Hταν από τούς λιπόψυχους πού θ' αφηναν κάποιο σύντροφό τους νά πεθάνεί. -'Έ, λοιπόν, Μανώλη ; Δέν θά πείς τίποτα; 'Εδώ ακούσαμε φοβερά καί τ ρομερά από τόν Σωτήρη ! -Ύπάρχει μιά έρώτηση, έφερε στήν τάξη τή συ­ νεδρίαση δ γραμματέας πού δδηγοϋσε τήν ανακατα­ γραφή τοϋ Μανώλη . Νά σοϋ τήν θυμίσ(Q. Ό Σωτή­ ρης ρωτάει: «Είναι αλήθεια δτι σέ κάποια περίπτω­ ση λιποψύχησες, καί δτι είσαι Ικανός νά παρατήσεις κάποιο σύντροφό μας σέ ώρα ανάγκης, νά πεθάνει; Ό Μανώλης σήκωσε τό βλέμμα του. Τούς κοίτα­ ξε δλους. -ΝαΙ .. είναι αλήθεια . . . . Καί τό κακό είναι . . . τό κακό σύντροφοι, είναι πώς . . . πώς τό λάθος πού έκανα θά τό ξανακάνω . . . άν ξαν(1βρεθώ σέ τέτοια περί­ πτωση , θά τό ξανακάνω . . Ό Σωτήρης έχει δίκιο: σέ περιπτώσεις σάν έκείνη, δέν μπορεί νά βασιστεί σέ μένα . . . Δέν τόν διαγράψανε, άλλά ψήφισαν νά γραφτεί στό κομματικό του μητρώο Τι φράση : «� Eδειξε ση­ μάδια λιποψυχίας καί, δπως δ ίδιος δμολογεί, δέν τό έχει ξεπεράσει ακόμη . . . » . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


235

Οί καστανιές

(Ίστορία ά γάπης) . . . Είχαν σκορπίσει πάλι στά τέσσερα ση μεία τοΙ όρίζοντα . Είχε χρόνια νά μάθει νέα άπό τή Στέλλα­ -κανείς δέν τήν είχε δεί μετά τήν ύποχώρηση . 'Άλ­ λοι λέγανε πώς σκοτώθηκε . . . άλλοι πώς βρίσκετα ι «κάπου στήν Έλλάδα», σ έ άποστολή . . . Ό Άλέξης είχε παντρευτεί. . . Νόμιζε πώς ήταν καθαρός στίς «έξηγήσεις» του . 'Έτσι, δταν σμίξανε μ' έκείνη τήν κοπέλλα, άντάρτισσα ξεσπιτωμένη κι αύτή, 18 χρονών, της είχε πεί: -«Ξέρεις . . . είχα μιά ίστορία . . . πάει καιρός . . . μέ μιά κοπέλλα πού . . . » Μέ μισόλογα, έδινε, τάχα στή γυναίκα του νά κα­ ταλάβει πώς αύτή ή ίστορία όχι μόνο δέν είχε τε­ λειώσει γι' αύτόν, μά καί δέν πρόκειται νά τελειώσει . ποτέ. Μ' αύ'cό, έννοουσε, καί ήθελε νά τό καταλάβει καί ή γυναίκα του, πώς δταν άνταμώσει τή Στέλλα μπορεί νά χωρίσουν! Καί ή γυναίκα του καταλάβαινε. Μαθημένη στό θάνατο, είχε χάσει τή μάνα της, είχε χάσει τόν πατέ­ ρα της, είχε χάσει κι εναν άγαπημένο της, δέν ήθελε καί πολύ γιά νά καταλάβει κάτι τέτοιες δύσκολες ί­ στορίες - μοίρες . . . Βρισκόντουσαν στή Ρουμανία πιά . . . ΤΗταν τό βράδυ έκείνο πού είχε γυρίσει άπό μιά « κομματική τιμωρία». (Τόν είχαν στείλει ιΙέ τή γυ­ ναίκα του καί τό παιδί του στήν Βραίλα , γιατί θέώ­ ρησαν πώς �ει «άποκοπεί άπό τή μάζα», καί τόν στείλανε στό έργοστάσιο νά «πάρει προλεταριακή συνείδηση» . . . ) ΤΗταν λοιπόν, τό ίδιο βράδυ πού γύρισε στό ΒουDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


236

κουρέστι, μέ προλεταριακή συνείδηση , πιά ! Τούς δώσανε ενα δωμάτιο σέ μιά πολυκατοικία, σέ κεν­ τρικό δρόμο, πού μένανε κι άλλοι π ρόσφυγες, καί τακτοποιουσε τά βιβλία του στά ράφια . Εύτυχώς, τώρα πιά είχε βιβλία . 'Από tούς ελληνες της Ρουμα­ νίας, κ αί από τά παλαιοπωλεία έβρισκε σ, τι βιβλίο έλληνικό ήθελε ! Είχε ανοιχτό τό παράθυρο πού 'βλεπε στό δρόμο, γιατί ήταν καλοκαίρι. Τότε ήταν πού άκουσε τή φωνή : -'Αλέξη ! . Δέν χρειαζότανε νά τό ξανακούσει. Δέν χρειαζό­ τανε νά πάει στό παράθυρο, καί νά δεί τό φωτισμένο από τή λάμπα πρόσωπο της Στέλλας γιά νά κατα­ λάβει πώς ήταν εκ'είνη . Τήν περίμενε χρόνια αύτή τή φωνή . -Στάσου ! Κατεβαίνω ! Φ ώναξε σκύβοντας από τό παράθυρο πού ήταν στό ισόγειο. »Εφυγε χωρίς νά πεί τίποτα. που πάει; Θά γυρίσει; Πότε; Τίποτα ! Τό θεώρησε δικαίωμά του. Κι άρχισε ενα νυχτερινός περίπατος στό Βουκου­ ρέστι τό γεμάτο τριαντάφυλλα. Κρατιόντουσαν από τό χέρι καί .δέν μιλουσαν. Τί νά πουν; Πώς νά τά πουν σλα εκείνα πού είχαν μαζέψει τόσα χρόνια ; . 'Έκοψε ενα τριαντάφυλλο καί της τό 'δωσε. Κά­ τσανε σ' ενα παγκάκι στό Πάρκο Στάλιν . . . Κι ϋστε­ ρα πάλι βόλτα . . . -Ξέρεις . . . χώρισα, είπε ή Στέλλα . . . . 'Αλλά εσύ παντρεύτη κες . . . -Αύτό δέν έχει ση μασία ! τή βεβαίωσε. Έμείς . . . -Στάσου, μήν βιάζεσαι! τόν έκοψε. 'Έχουμε νά πουμε πολλά . . . Καί περπάτησαν, περπάτησαν . . . Φ τάσανε κατάDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


237

κοποι σ' ενα μικρό κηπακο καί μπήκαν μέσα . Δέν είχε παγκάκια . Κάτσανε κατάχαμα, στή ρίζα μιας τεράστιας άγριοκαστανιας. Μεσάνυχτα . 'Εκεί άγκαλιάστηκαν γιά πρώτη φορά . Γιά π ρώτη φορά υστερα άπό τόσο παιδεμό β ρέθη καν μ αζί. . . -Τί ωρα θά συναντηθουμε; τή ρώτησε. Πρέπει νά ξεκαθαρίσουμε δλη αυτή τήν κατάσταση . 'Ήταν πολλά πιά τά προβλή ματα καί τό 'ξερε. �Hταν κι άλλες ζωές στή μέση . Κι ή Στέλλα, πού εί­ χε χωρίσει, ειχε κι ενα παιδί - τό δεύτερο, τό π ρώτο ειχε πεθάνει -, πάλι μέ τό Σωτή ρη. 'Ώστε ζεί κ αί ό Σωτήρης. Κι άνταμώσανε πάλι μέ τή Στέλλα . . . -Θά θυμώσεις πάλι μαζί μου . . . τόν κοίταξε στά μάτια ή Στέλλα, προσπαθώντας νά διακρίνει τό βλέ­ μα του στό σκοτάδι. -Τί τρέχει, πές ! ; σχεδόν ξεφώνισε. -Ήσύχασε, μή φωνάζεις . . . 'Έτσι δέ θά μπορέσουμε νά κουβεντιάσουμε. -Τί νά κουβεντιάσουμε! Δέν έχουμε τί νά κου­ βεντιάσουμε! Ειναι δλα άποφασισ μένα ! είπε ό Άλέ­ ξης, προσπαθώντας νά πείσει καί τόν ίδιο τόν έαυτό του δτι πραγματικά ήταν ετσι. -Αύριο φεύγω . . . μουρμούρισε ή Στέλλα. -'Έ, καί! ; 'Όπου καί νά πας θά ' ρθω μαζί σου ! Τώρα πιά είμαστε . . . -Δέν μπορείς . . . δέν γίνεται . . . Πάω στήν πατρίδα . . . σέ άποστολή . . . Δέν έπ ρεπε νά στό πώ, δέν είχα τό δικαίωμα αυτό. "Αν μάθουν πώς σέ βρήκα καί στό είπα δέν θά μέ στείλουν στήν Έλλάδα, καί τό θέλω τόσο πολύ ! . . . Είναι λίγες μέρες πού ή ρθα στό Βουκουρέστι, έμαθα πώς είσαι έδώ, στή Ρουμανία . . . Σήμερ α άκουσα τυχαία πώς γύρισες άπό τήν τιμω­ ρία σου . . . Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


238

'Άκουσε τό γέλιο τη ς τό σιγανό μέσα στή νύχτα, μά δέν είδε τά μάτια τη ς. Αυτά άπό πάντα τους σκο­ τεινά . . . -Νά . . . εκανα πάλι τό ίδιο λάθος . . . σάν τότε, ση) τ ραίνο . . . θυμάσαι; Πού 'ξερα ότι δέν θά μείνουμε μαζί, κι όμως σ' άφησα νά μου μιλήσεις γιά τήν άγά­ πη σου . . . 'Έτσι καί τώρα, είπα πώς δέν μπορώ νά φύγω άν δέν σέ δώ . . . Θύμωσες; Νά θυμώσει! Πώς νά θυμώσει; Μέ ποιόν; Μέ ποιούς; Είπε ξέπνοα: -Καλά . . . -Θά ξανανταμώσουμε θά τό δείς ! του 'δωσε έκείνη κουράγιο, πιάνοντάς του τό κεφάλι καί μέ τά δυό της χέρια, καί φέρνοντάς το κοντά κοντά στό πρόσωπό τη ς ; σάν νά 'θελε νά δεί τό βλέμα του έκεί­ νη τή στιγμή . -Ναί. . . κατάφερε νά μουρμουρίσει ό 'Αλέξης . . . -'Άσε τ ά φρύδια σου ησυχα ! . . . Μή μέ κατευοδώνεις μ' αυτό τό κατσούφικο ύφος . . . Τό ξέρω πώς ήταν έγωϊσμός αυτό πού εκανα νά 'ρθω νά σέ β ρώ καί νά σέ άνακατέψω . . . Θά μέ συγχωρέσεις; Είχε άρχίσει νά ξημερώνει. Τώρα μόλις είδε πώς οί καστανιές ήσαν δυό. Ξεκινουσαν άπό τήν ίδια ρί­ ζα, καί όσο άνέβαιναν, άπομακρυνόντουσαν Τι μιά άπό τήν άλλη καί σχημάτιζαν μιά τεράστια διχάλα . . . .-Σ' ευχαριστώ της είπε. Τήν άφησε σέ κάποια γωνία, γιατί δέν επρεπε «νά δεί που θά πάει». Τήν παρακάλεσε νά του γράψει. 'Έτσι, μιά κάρτα μέ υπογραφή Γιώργος, Μανώλης, ό,τι θέλει. Μέ μιά φράση : είμαι καλά ! Τήν άφησε στή γωνία καί άπομακρύνθηκε μέ τά χέρια χωμένα βαθιά στ ί ς τσέπες, τίς γροθιές σφιχτές Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


239

καί τά μπράτσα κολλημένα γερά στά πλευρά, σά νά προσπαθούσε νά τά συγκρατήσει vU μήν αρχίσει νά χτυπ ιέται. �Eστρ ι ψε τή γωνία χωρίς νά γυρίσει νά κοι τάξει πίσω του . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


ΚΕΦΑΛΑ ΙΟ ΕΝΔΕΚΑΤΟ

'Έ ν α

π α Ρ άθ υ Ρ ο

σ τ

όν

ή λ ι ο!

Τώρα πού γράφω αύτό τό τελευταίο κεφάλαιο τελευταίο γιατί αύτή ή ίστορία τελειωμό δέν έχει ξανακοιτάζω τήν «επιλογή» . 'Εκείνο πού 'χα ύπο­ σχεθεί από τήν αρχή - τί ενδιαφέρει καί τούς αλλους τί όχι, τί είναι γενικό, τί προσωπικό . . . Λές νά 'γινα , λέω, κι εγώ, από κείνα τά μεγάλα στελέχη πού δίνουν συνεντεύξεις δεξιά κι αριστερά, π ροσπαθώντας νά ξεφορτώσουν τήν γερμένη απ' τίς εύθύνες πλάτη τους, καί νά φορτώνουν σ' αλλους; (Μά όχι . . . Δέν είμουνα ποτέ « μεγάλος», δέν είχα ποτέ εύθύνη γιά των αλλων τίς ζωές - έξω από τήν εύθύνη των πολλων - ενα απ' αύτούς κι εγώ - πού αδρανοποιήθη καν καί προσωπολατρικά δέχτηκαν τίς κατευθύνσεις των α λλων . . . Αύτή είναι ή δική μου εύθί)νη . Π ρέπει νά φάνηκε . . . ) Λές νά 'γινα , λέω κι εγώ, «i:νας από τούς κοντι­ νούς συνεργάτες» του Νίκου Ζαχαριάδη, ετσι πού, κ ολλώντας καθυστερη μένα « μεγαλοσύνη», άναθυ­ μιέμαι συζητήσεις τέτ-ά-τέτ , « μου είπε του είπα», γιά νά κόψω λiγο από τό μπόϊ του, καί νά ψηλώσω μιά στάλα εγώ - ό δποιος «εγώ», καί ξέρουμε πολDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


242

λούς - μιά καί δέν ύπάρχει τώρα δ άνθρωπος, νά μέ άντικρούσει; (Μά όχι . . . Μιά συζήτηση πού άνάφερα στό γενικό άρχηγείο, δέν τήν είχε κάνέι μ' εμένα , δέν είχα τέτοιες σχέσεις μέ τόν άρχηγό, τά 'λεγε αυ­ τά στόν Λευτέρη τόν 'Ελε4θερίου καί στό Γαβρηλο καί στήν Κατίνα 'Ελευθερίου, κι εκείνοι ήταν πολύ σύμφωνοι μαζί του. Λές νά 'γινα , λέω, κι εγώ ενας άπό κείνους πού ρί­ χνουνε νερό στ' αυλάκια αυτονών πού κατασκευά­ ζουν λάσπη καί μας φορτώνουν ίστορίες «δάσους του Κατίν», μέ «κονσέρβες» κα! «εγκλή ματα» - ε­ να παραμύθι μπαμπούλα, πού συνεχίζεται; (Μά όχι . . . 'Ίσα ϊσα λέω, πού προσπάθησα νά μιλήσω γιά τούς άγνούς μας άνθρώπους, γιά τήν τεράστια πλειοψηφία τών άγωνιστών πού γνώρισα, άπό τήν Κρήτη μέχρι τόν 'Έβρο, άγωνιστές πού τά 'δωσαν δ­ λα γιά τήν πατρίδα, χωρίς νά ζητήσουν γι' άντάλ� λαγμα ούτε τόν έπαινο της κομματικης τους συνέ­ λευση ς ! Ναί, αυτό π ρέπει δπωσδήποτε νά φάνηκε . . . ) Λές, νά 'γινα, λέω, κι εγώ ξαφνικά «ντοκουμεντά­ ριος», ξεφουρνίζοντας καθυστερημένος - καί χω­ ρίς δυνατότητα άντίκρουσης - πρά ξεις καί θέσεις γιά νά' στηλώσω τήν «ηγετική μου προσωπικότητα» σέ κάποιο άπό τά «κάπα κάπα», η - γιατί όχι; σέ κανένα καινούργιο πού έτοιμάζω; (Μά όχι, άλ­ λοίμονο ! . . . Μιά ίστορία είπα γιά κοντινούς μου άν­ θρώπους, κι άπ' τήν άρχή προειδοποίησα « μήν τά πάρετε σάν ντοκουμέντα», κι δπου άναγκάστηκα καί άναφέρθηκα σέ «λόγια μεγάλων», γιά νά άντι­ κρούσω ση μερινούς «σοφούς», δέν είμουνα ποτέ «μεταξύ μας» εγώ κι δ « μεγάλος» μά κάθε φορά πά­ νω άπό δέκα. Θά φάνηκε αυτό καί στή συνάντηση Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


243

μέ τό Δη μητρόφ . . . ) Λές νά 'μαι, λέω, τελικά κι εγώ, ενας από κείνους πού κάνουν τό εξεπίτηδες λάθος νά γενικεύουν, μαυρίζοντας εναν αγώνα από τούς μεγαλύτερους κι από. τούς πιό παλλη καρίσιους της εποχης μας; μεγάλους καί παλληκαρίσιους γιατί μεγάλες καί δυ­ νατές ήταν οί δυνάμεις πού αντιμετωπίσαμε;- (Μά 0χι -νά μού κοβότανε τό χέρί! - πώς θά 'κανα κάτι τέτοιο, αφού εζησα άνάμεσα σ' αυτούς τούς ανθρώ­ πους, από τίς μάντρες της αντίστασης πού περιμέ­ ναμε νά σταματήσει ή κυκλοφορία γιά νά βγούμε νά γράψουμε στούς τοίχους «Ζήτω ή Λευτεριά», μέχρι -τήν ανοιχτή μάχη μέ τούς γερμανούς καί τούς συ­ νεργάτες τους, καί τά όδοφράγματα μέ τούς αγ­ γλους, καί τά βουνά μέ τούς αμερικάνους; . . . Πώς θά σβήσω τόν έαυτό μ όυ; Πώς νά γκρεμίσω τούς σταυ­ ρούς τών συντρόφων μου, γιά ν' ανάψω φωτιά νά ζε­ στα�ώ ελόγου μου;) Λές, νά 'γινα, λέω, κι εγώ μέλος της «χορωδίας» - ξένης καί δικης - πού φωνασ κεί κι άρπάζεται α­ πό τήν τρίχα γιά νά τήν κάνει σκοινί, γιά νά δεθεί γε­ ρά σέ κάποια «ήγετική καρέκλα», 11 γιά νά δέσει δ­ λη τήν αντίσταση στό «νάτα, μόνοι τους τά λένε ! »; (Μά Οχι . . . Κι αν ακούστηκε κάπου καί τό δικό μου τό φάλτσο, μέ τά παραφουσ κωμένα εγώ - σάν πα­ ραδείγματα - , 11 μέ κάποιο αστοχο παράδειγμα πού «τό 'πιασαν» οΙ . . μουσικολόγοι τού «Σόφια-Μόσχα είναι τ' ονειρό μας», είναι γιατί δέν είναι εϋκολη δου­ λιά τό . . . σόλο !) 'Από ανάγκη - δική μου - τά γράφω αυτά μά καί από ύποχρέωση - σέ σένα πού μέ διάβασες. Κι αν τά « μά οχ!>!. τά δικά μου, οί δικαιολογίες μου, ωαίνονται ανεδαφικές τωραδά, δέν φταίει ή πρόθεσή Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


244

μ ου, μά ό συναισθη ματισμός καί ή πίκρα , κακ ο ί σύμβ ουλο ι στό γράψιμ ο . . . Φ ταίει άκό μ η ή άδυναμία τ ου χεριου νά παρακ ο ­ λουθήσει τό νο υ καί τήν καρδιά . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


245

« Ή

άλεπ οϋ

.

.

.

»

(Σελίδες άπό ήμερολόγ ι σ) . . . "Αφησα τό « θίασο» στό Βίτσι καί έφυγα γιά τή Βουλγαρία: «έπείγουσα περίπτωση γιά νοσοκομε�o». Σ' �νά μήνα, Ίούνη του 1 949, βγηκα, μέ π ρώ­ το δρόμο �να ρολογάδικο, στή Σόφια. 'Ένας σύν­ τ ροφος 'Αθηναίος δ Μανώλης μου τό 'χε χαρίσει στό Βίτσι για νά τό πουλ:ησω καί νά « κοιτάξω τήν ύ­ γεία μου». (Ό ίδιος έλεύθερος σκοπευτής τότε, μου 'φερνε απ' τίς «διεισδύσεις» του μέλι αγριο, γιά «νά τή βγάλω», πού 'χα τά χάλια μου . . . ) Πούλησα τό ρο­ λόι γιά νά γεμίσω τό γυλιό: κάλτσες μάλλινες πλε­ χτές, φανέλες, βουρτσάκια γιά τά δόντια, ξυραφά­ κια - αυτά παραγγελία του 'Αντώνη του Γιαννίδη . "Εστειλα γράμμα στόν Γιαννίδη στό Βίτσι: «Είμαι καλά, είμαι ετοιμος γιά τό Βουνό ! (Θαρρείς καί μου τό 'χε γράψει δ γιατρός τό «βουνό» γιά ανάρρωση . Κάποτε μέ ρώτησαν: « Καλά, έσύ τί γύρευες στό Βουνό; » - «Είχα αδενοπάθεια, είπα καί πηγα γιά καθαρό αέρα» . 'Όσο νά 'ρθει ή απάντηση από τήν Κεντρική Δια­ φώτιση , τακτοποιήθηκα στό στρατόπεδο - τό τέ­ ταρτό μου πολιτικών προσφύγων στήν Μπερκό­ βιτσα. Τό ίδιο β ράδυ πού 'φτασα, κοιμήθηκα σ' ενα τ ραπέζι στήν «αίθουσα ψυχαγωγίας». Στό διπλανό τραπέζι ενας φίλος, απ' τό νοσοκομείο κι αυτός, της 7ης Μεραρχίας. "Αγρια μεσάνυχτα, μέ ξύπνησε ενα σούρτα­ φέρτα. Κίνηση έξω, στήν αυλή . Ψίθυροι, ύστερα κά­ ποια αυτοκίνητα. 'Ανασηκώθηκα στό κ ρεβάτι μου - τ ραπέζι μου - κι έτοιμάστη κα νά βγώ, μά δ φί­ λος από τό διπλανό τραπέζι ξεκουκουλώθη κε. �

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


246

-Μή βγείς fξω! • Απαγορεύεται! -Τί τρέχει; -Είναι μυστικό . . . fKave .νυσταγμένος καί ξανακουκουλώθηκε. -Καί ποιό είναι τό μυστικό; ρώτησα, γιατί ήξερα πώς τά μυστικά τά δικά ,μ(lς δέν μένανε ποτέ μυστι­ κά. -Είναι ή «άλεποϋ», μουρμούρισε. ΤΗρθαν τά φορτηγά γιά νά πάρουν μερικούς γιά τό βουνό . . . Τά λέγανε «άλεποϋ» .τά φορτ:ηγά, γιατί έρχόντου­ σαν νύχτα καί νύχτα άκουγότα,νε τό σούσουρο. Μένω κι έγώ, περιμένοντας τήν «άλεποϋ» μου. πηρα καί γράμμα άπ' τόν Γιανν,δη : «Σέ λίγες μέρες θά 'σαι Μώ. Μήν ξεχάσεις τά ξυραφάκια». Μ' άντί νά φύγω έγώ, άλλες άλεποϋδες άρχισαν νά 'ρχονται καί νά κουβαλάνε κουρασμένους μαχη­ τές «άπό κάτω». Είχε άρχίσει ή υποχώρηση . . . , • Αρχίζει ή νέα προσφυγιά πού θά' κρατήσει μέχρι σήμερα . • Αρχίζουν νέα δράματα συναμεταξύ μας, μέ πρώτο τήν περίπτωση στελεχών της 7ης Μεραρ­ χίας. Ή τότε ήγεσία έψαχνε νά βρεί κάποιον «προ­ δότη», νά τό βάλει κι αυτό .στίς «αΙτίες της ήττας. ("Έχουν γράψει πολλοί γι' αυτήν τήν Ιστορία μαχη­ τών καί στελεχών, μέ άνακρίσεις καί βασανιστήρια πού τά είχε άναλάβει δ Βλαντας . . . ) Κακός οΙωνός γιά τήν προσφυγιά. ΟΙ άντάρτες, ξαναμένοι άκόμη άπό τίς μάχες στό Μπέλες καί στό . Καϊμακτσ αλάν, άγριεύουν: -Αύριο θά δώσετε λόγο! . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


247

«

Αϋ Ρ

ι ο θ ά δ ιό

σ

ο υ ν λ ό γ ο '!

»

(Kα θυστερημένrι ρεπ ορτάζ)

Τώρα τό λέμε δλοι μας: θά δώσουν λόγο! Τώρα δ­ λοι μας τό περιμένουμε. Είνάι σίγουρο πώς ΤQ Κόμ­ μα θ' άρχίσει τήν μελέτη της πρόσφατης Ιστορίας καί θά καταλογίσει εύθύνες: , Μ' αύτό τό νόημα πήραμε καί τήν «άνακαταγρα­ φή» τών μελών τοϋ κόμματος μετά τήν υποχώρηση . Θά περάσουμέ, δηλαδή, μέσα στίς συνελεύσεις μας, ξανά άπό τή διαδίκασία έλέγχου. ΟΙ άξιοι θά μεί­ νουν στό Κόμμα. Έτοιμαζόμαστε, νά πιάσουμε τή'ν εύκαιρία καί νά κάνουμε τήν κριτική μας στούς στρατηγούς πού μας ' δδηγοϋσαν «πρός τή Νίκη», ξέροντας πώς παμε γιά υποχώρηση . Πρίν άρχίσει fι «Άνακαταη>αφή». μιά «άνάλυ­ ση» πού μας κάνουν μας ταοοκοονάει:, « . • >ή άνακ:α­ ταγραφή είναι άπαραίτητη , γιατί τό Κόμμα fχει χά­ σει τήν προλεταριακή του σύνθεση � Φανταστείτε, σύντροφοι, σέ μερικά χωριά χτύπαγε δ παπάς τήν καμπάνα κι fτρεχε δ κόσμος νά γραφτεί στό Κόμ­ μα ! » Άρχίζουν νά μας τρώνε πάλι τ ά φίδια . Δηλαδή ; Ή Άνακαταγραφή θά γίνει γιά νά ξεκαθαριστεί τό 'Κόμμα άπό τά μέλη του; Καί ποιοί είναι οΙ προλετά­ ριοι έκείνη τήν έποχή ; Πώς θά τούς βροϋμε; Τί άλλο είχαμε δλοι μας fξω άπό τά δυό μας χέρια; Τί άλλο , θά χάναμε έξω άπό τίς άλυσ�δες μας; Τί άλλο είχαμε άπό τήν πίστη μας καί τόν άγώνα μας, μέ ίταλούς, μέ γερμανούς, μέ τούς συνεργάτες τους, μέ άγγλους, μέ άμερικάνους; 'Αρχίζουν νά λογοδοτοϋν οΙ πολλοί. 'Από τίς πρώτες μέρες κιόλας είναι φανερό δτι n ΆνακαταDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


248

γραφή , άπό διαδικασία κ ριτικης καί έλέγχου σέ άρ­ κετές περιπτώσεις έξελίσσεται σέ μάχη γιά άλληλο­ ξεσκέπασμα κα{ κουτσομπολιό γιά συκοφάντηση , μελών καί στελεχών, γιά νά μπεί σέ άμ φιβολία ή ά­ γωνιστικότητ ά τους. ·Η αίτία φανερή : νά συμμαζευ­ τούμε, νά μήν ά ρχίσουμε νά ψάχνουμε βαθύτερα. Ν' άρχίσει ό καθένο;ς μας νά σ�έφτεται' πώς θά π ρο­ στατέψει τόν έαυτό του καί νά ξε'Χάρει μερικούς με­ �ΙKoύς . . . · Η ζωή μας άναποδογυρίζεται. Φίλ,ΟΙ καί συναγω­ νιστές χρόνια, τώρα μαλώνουν. Κάποιος θυμάται πώς τήν τάδε μέρα, τάδε ώρα πού ή ρθε σ πίτι σου νά σέ βρεί, δέν του άνοιξες, άν καί είσουνα μέσα, γιατί είδε φι'ί>ς κάτω άπό τήν πόρτα! Χωρίζουν ζευγάρια - άνθρωποι πού γνω ρ ίστηκαν στή μάχη - γιατί έ­ π ρεπε νά διαλέξουν: Τι τό κόμμα Τι τό σύντροφό σου. Χιλιάδες διαγραφές καί άφάίρεση « προηγούμενης κομματικης ζωης»! Σου - «παίρνανε πίσω» τά χρόνια τόύ άγώνα σου! . ' ·Υπάρχει κι α.ύτό τό παράδοξο στό κίνη μά μας: ή καθορισμένη αύτοκριτική . Θεωρητικά έχει κάποια βάση , ίσως. Σέ περίοδο « καπετανισμου», πού τό «έ­ γώ ! » δίνει καί παίρνει, είναι λογικό νά έλεγχθεί ή «ποσότητα» έγωϊσμου σου. Π ρακτικά δμως, καί ή αύτοκριτική π ροχωράει. μέ τή γνωστή καλογερίστική μέθοδο: -«Κι έγώ μέ τή σειρά μου, κάνω τήν αύτοκριτική μου: είμαι έγωϊστής! » ' Ή «έχω μΙΚΡ(ί)αστικές άδυναμίες» - αύτό σέ πε­ ρίοδο πού ά ρχίζουμε νά κοιτάμε τό σπιτάκι της προ­ σφυγιάς μας. 'Ή «παρασύρθηκα άπό τήν προσωπο­ λατρεία» - αύτό άπό μερικά μέλη της ήγεσίας, πού .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


249

ξοφλανε ετσι γιά δλη τήν προηγούμενη περίοδο . . . Ό γραμματέας μας κάποιας περιόδου, ό Μάλ εί­ ναι πάντα πρόθυμος νά κάνει αύστηρή αύτοκριτική τελειώνοντας μέ τή φράση : -«Σύντροφοι σιχαίνο­ μαι τόν έαυτό μου ! φτοω » Κάθε φορα σιχαινότανε τόν έαυτό του, καί πάντα τόν είχαμε γραμματέα, σέ πολλές από τίς « αλλα­ γές». (Τό μυστικό ήταν πώς τοϋ 'χανε κολλήσει μιά ρετσινιά � τό μάθαμε αύτό αργότερα - γιά κάτι σχέσεις του μέ τή «διορισμένη» από τό Μανιαδάκη «Διοίκηση», καί βιαζότανε νά πατουλιάσει κάπου, δπως λέγαμε, νά β ρεί δηλαδή μιά πατουλιά, κάποιο θάμνο νά κουρνιάσει . . . ) Τήν ανακάταγραφή τήν πλήρωσαν μέλη καί στε. . λέχη , αντάρτες καί καπετάνιοι. Κι αύτό', γιά νά τούς κολλήσουμε κάτι σ'τήν πλά­ τη , ετσι πού δταν σηκωθοϋν καί ποϋν κάποια σωστή γνώμη, νά τόύς -αρχίσουμε: «Ποιός μιλάει! Αύτός πού! » Μερικοί από τούς όπεύθυνους αντί νά λογοδοτή­ σουν, αναβάλουν τ11ν ανακαταγραφΤι τους καί τό αλληλοξεσ κέπασμά, γιά αργότερα, μετά τή διάσπα­ ση, γιά ν ά α ποδείξουν ετσι καί τίς ρωγμές στήν ποιότητα τοϋ χαρακτήρα τους.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


250

Π

ε

Ρ ί π' ο

ιότητας. . .

(Μαρτυρίες καί σχ 6λια)

νΕχουμε πάντα τίς προσωπικές μας συμπάθειες καί άντιπάθειες. Μέ βάση αύτές, προσπαθούμε νά ε­ ξηγήσουμε - καί νά δικαιολογήσουμε άκόμη -, νά . κρίνουμ.ε - καί Ύά κατακρίνουμε -, πρόσ,ω πα καί πράγματα. Πολλά άπό τ;ά πρόσωπα πού εκτιμού­ σαμε καί εκτίμαμε σκορπίσανε, δημιουργώντας τά διάφορα «κάπα-κάπα». Προσωπικιι μου συμπάθεια δ Πάνος δ Δημητρίου. (Τόν άνέφερα σέ άλλο κεφάλαιό μέ τά άρχικά καί υ­ στερα πρόστεσα τό δνομα δλόκληρο γιατί δ ίδιος άρχισε νά δίνει συνεντείJξεις . . . ). Τίς περίμενα αύτές τίς συνεντεύξεις τού Π . Δ . , για­ τί τόν iΊξερα άνθρωπο δίκαιο, iΊρεμo, μετρημένο, λογικό. Κρίση μου - άς τήν πώ - άνθρώπινη. Γνωρίζοντάς τον πιό κοντά, προσπαθούσα νά τόν φανταστώ αύτόν τόν άγωνιστή στό Βουνό, στή Με­ ραρχία του προσπα.θούσα να ·τόν δώ στήν μάχη του μέ τό Ζαχαριάδη, μάχη δυνατή πού 'θελε πολύ κου­ ραγιο καί γνώσεις. Πολέμαγα νά άνασυγκροτήσω, μά δέν μπορούσα νά δώ σ' αύτόν τόν iΊρεμo άνθρω­ πο τόν μαχητή της Τασκένδης. (Κί άρχισα νά καλ­ . λιεργώ 'μιά νέα κρίση - λογοτεχνική αύτή τή φορά: δ άνθρωπος αύτός έδωσε μιά μεγάλη μάχη . Στίς μά­ χες iΊ νικιέσαι iΊ νικάς. Ύπάρχουν, δμως καί μάχες πού καί Υικάς μά καί βγαίνεις νικημένος. Μήπως, λοιπόν, άπό τήν μάχη του μέ τόν Ζαχαριάδη κουβα­ λάει άπάνω του αύτός δ άγωνιστής - τήν ήρεμία της άπογοήτευσης καί της πίκρας;) Περίμενα νά μιλήσει γιά νά προχωρήσω καί στήν πολιτική μου κρίση «περί ποιότητας» . Π ροσωπική . Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


25 1

Καί προσωπική μου απογοήτευσn . . . , Απαντώντας σέ επίμονες ερωτήσεις του Φοίβου Οίκονομίδη γιά τά γεγονότα της Τασκένδης καί εί­ δικά γιά τίς συλλήψεις καί αποστολές στή Σιβηρία του Ζαχαριάδη καί ζαχαριαδικών, δ Π . Δ . βάζει πρώτους τούς σοβιετικούς - αυτοί πηραν τά μέτρα - καί συμπληρώνει πάντα: « βέβαια καί μέ τήν ου­ σιαστική αποδοχή της ήγεσίας του κ.κ.Ε . » . Δηλα­ δή καί τή δική του. Δέν τό λέει, δμως. Ή πρόθεση φανερή : τά ρίχνουμε κι αυτά σέ άλλους. W Αν κάί, γιά δσ ους επιθυμουν νά διαβάζουν μέσα από τίς γραμμές, ή αλήθεια είναι καθαρή : τό- Π .Γ. είπε «πια­ στε τους» καί τούς πιάσανε, «αστε τους» καί τούς αφησαν, « ξαναπιαστε τους» καί τούς ξανάπιασαν. W Α ν έβγαινε α"οιχτά νά πάρει τίς ευθύνες του ποιός δέν θά καταλάβαινε ακόμη καί τέτοιες ένέρ� γειες γιά τήν τόσο δύσκολη εκείνη περίοδο; - θά ε­ νοιωθα ανακούφιση . Άνεξάρτητα από δποιεσδήπο­ τε σκοπιμότητες, ή προσπάθεια αυτοκάλυψης μειώ­ νει τόν πολιτικό ήγέτη, κομμουνιστή . Π ροσωπική μου απογοήτευση καί από εναν ά λ­ λον Π . Δ . , πού σέβομαι, τόν Πολύδωρο Δανιηλίδη. Άντί νά γιορτ6.ζουμε μαζί τά όγδόντα -αγωνιστικά του χρόνια, τίς φυλακές τού, τίς εξορίες του, τή� πάλη του, λέμε καί λέει ανακρίβειες - ή πιό ηπια κρίση - , γιά μιά περίοδο τραγική πού καί δ ίδιος ε­ χει τίς ευθύνες του. Κι ετσι, φτάνουμε νά περιμένουμε αναγνώριση α­ πό τούς «άλλους» ενώ εμείς οΙ ίδ'ιοι, δέν αναγνωρί­ ζουμε τ:ην αντίστασn καί τήν προσφορά τών δικών μας, ανεξάρτη τα από τήν τωρινή τους «τοποθέτηση», δταν αυτή δέν είναι άρνη ση , λάσπη , α κόμη καί χαφιεδισμ ός . . . Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


252

(Δέν είνα ι δύσ κολο θ α ρρώ νά δια π ιστωθεί , δτι τό σχόλιο α ύτό δέν στηρίζετ α ι τόσο σέ πολιτικά δσο σέ συνα ισθη μ α τικά κ ριτή ρ ια . . . Κι ούτε είνα ι ό λοκλη­ ρωμένο) .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


253

'Έ v α ς α λ λ

ο ς ά π'

τ

ούς αλλους

(Τά πρόσωπα)

Θά πώ τ' δνομά του; γιατί γιά καλό θά μιλήσω: εί­ ναι ό Γιάννης Β. Ίωαννίδης. Στά χρόνια της κ ατο­ χης - τό λέω γιατί καί ό ίδιος τό 'χει γράψει στά βι­ βλία του - είχαμε συνεργαστει κι ας ήταν κάποιος άπ' τούς « άλλους». Έπειδή ή περίπτωση δέν είναι μοναδική τήν άνα­ φέρω. Τ Ηταν στήν όργάνωση «Bί'Jρωνες». Είχαν έπαφές καί σχέσεις μέ τίς μυστικές άγγλικές ύπηρεσίες. Μαχητής δμως. 'Όχι κατάσκοπος. 'Όχι π ράκτο­ ρας. Π ρώτα π ρώτα ελληνες αυτοί: ό Γ . Β . Ι . πού ξέρω έγώ καί ή κοντινή του παρέα, ας μήν πώ άλλα όνό­ ματα . . . Τόν κυνηγούσανε οί φασίστες καί τόν έκρυψα στό σπίτι μου. Έκει θά μείνει κ ρυμένος ενα χρόνο, άπό κει θά 'χει τίς «έπαφές» του. Τό παράδοξο ! έγώ είμουνα παράνομος καί δέν μπορουσα ούτε έξω νά περάσω άπό τό σπίτι. 'Έτυχε νά π άνε νά πιάσουν έμένα καί νά βρουνε έκει τόν Γ.Β. Ι . Τόν πάνε «στήν Έλπίδος», τά λένε καί τόν ά­ φήνουν. Ή «έπίση μψ> Άσφάλεια καί τό Άρχηγειο της 'Αστυνομίας του 'Έβερτ, παίζουν δμορφα δμορ­ φα τό διπλό τους παιχνίδι. Δέν θέλω νά πώ μ' αυτό πώς δέν κινδύνευε! 'Όχι ! Έκεινοι πού παρουσιαζόντουσαν σάν «φίλοι» μέ « κατανόηση», δέν κάνανε παρά νά καρφώνούν μέ τέτοιες ένέργειες τήν «πόρτα τους γιά τό χειμώνα», καί δέν θά δίσταζαν ούτε στιγμή νά παραδώσουν τόν Γ . Β . Ι . καί τούς δικούς του στήν Γκεστάπο, άν μυρΊζόντουσαν καί τόν έλάχιστο κίνδυνο. Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


254

Τά Δεκεβριανά βρήκανε τόν Γ.Β.1. στό σπίτι μου. Γιά νά φύγει έπρεπε νά 'χει «άδεια» άπό τόν ΕΛΑΣ, γιατί ή περιοχή μου ήταν εαμοκρατούμενη.

Ό διοικητής τού Η' τμήματος Πολιτιφυλακης τού δίνει άδεια νά περάσει στήν «Σκομπία» καί τόν εφοδιάζει μέ τά άπαραίτητα χαρτιά. Τότε πού πολε­ μάγαμε μέ τούς εγγλέζους κι άς ξέραμε πώς δ Γ.Β.1. συνεργάστηκε μαζί τους. Τόν θεωρούσαμε πατριώ­ τη καί είναι. Καί μετά, δλα τά χρόνια πού δέν μπορούσες νά γράψεις λέξη γιά τήν άντίσταση, δ Γ.Β.1. κρατάει έ­ να πόστο μέ τό γράψιμό του, δίνοντας μιά πλευρά αυτού τού άγώνα, έστω καί περιορισμένη στίς συ­ νεργασίες τών μυστικών ύπηρεσιών, κάπως πιό πλατιές καί άντιστασιακές τότε. .. .Γιατί τά γράφω αυτά; Γιά νά θυμίσω -άν καί δ ίδιος δέν τό 'χει ξεχάσει- πώς ενώ εκείνος θεωρεί­ ται πατριώτης -καί είναι- εμείς οΙ «άλλοι» είμα­ στε συμμορίτες καί δέν «ύπάρχουμε». Καί νά τού πώ κάτι, πού δέν τού τό 'πα μέχρι τώρα γιά νά μήν τόν στενοχωρήσω: οΙ φίλοι μας πού τόν βοήθησαν κι αμτόν καί τούς φίλους τους, πού τόν περιφρούρησαν κι δλας είναι άκόμη έξω, πολιτικοί πρόσφυγες «άνε­ πιθύμητοι εθνικά» καί ή άντίσταση τους δέν «άνα­ γνωρίζεται»... ... Τά γράφω άκόμη αυτά καί γιά κάτι άλλο: δ Γ.Β.1. ήταν δ άνθρωπος πού δλα τά χρόνια πού βρι­ σκόμουνα μακρυά άπό τήν πατρίδα, δέν έλλειψε ού­ τε μιά μέρα άπό τό σπίτι μου! Ούτε μιά Κυριακή -εΙκοστρία χρόνια!- δέν έμεινε τό σπίτι χωρίς λουλούδια κα{ γλυκά! Ούτε μιά μέρα δέν έλλειψε ό φίλος γιά τά μικρά -τότε- κορίτσια τού σπιτιοϋ! Καί οΙ κουραμπιέδες καί οί μπουναμάδες τήν ΠρωDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


255

τοχρονιά ! Καί οί λαμπάδες γιά 111 ν 'Ανάσταση ! Τό κέφι καί τά δώρα στίς γιορτές τους ! . . . (Κι όταν ή ρθε ή μητέρα μου έξω νά μέ δεί, Οστερα από είκοσι χρόνια μου 'πε: «Βλέπεις; Τό φουστάνι πού φοράω μου τό πήρε ό άλλος μου γιός ό Γιάν­ Υη ς ! ») -'Έχ, Γιάννη , αδερφέ μου . . . Γιατί, δι60λε, νά έ­ χουμε γίνει έτσι ανάκατα; -

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


256

Φ ανταστικός διάλογος

('ιστορία άγάπης) ' - Μιά μέρα θ' άνταμώσουμε, Στέλλα κι ας είναι άργά, κι ας' κρατάμΈ μπαστούνια. -Σ' άγαπώ, 'Αλέξη . -Θ' άνταμώσουμε στήν 'Αθήνα μας, στήν Πλατεία Συντάγματος . . -Σ' άγαπώ, 'Αλέξη. . -Θά πάρουμεj σβάρνα τούς δρόμους, τά πάρκα, τίς άκρογιαλιές: -Σ' άγαπώ, 'Αλέξη. -Τό β ράδυ θά κρυβόμαστε σ' �να μεγάλο δωμάτιο κάτασπρο. -Σ' άγαπώ, 'Αλέξη . Ασπροι τοίχοι, ασπρο ταβάνι,- ασπρα πατώματα, ασπρες πόρτες. -Σ' άγαπω, 'Αλέξη . - Θά πάρω άσβέστη , πολύ άσβέστη καί θά τό βάψω κάτασπρο. -'Όχι, τό σπίτι θά τό βάψω. έγώ. -Σ' άγαπώ, Στέλλα. -Θά πάω στό μπακάλη της γειτονιάς καί θ' άγοράσω πέντε κίλά ήλιο νά β άψω τό σπίτι. -Σ' άγαπώ, Στέλλα. -vH μήπως θά 'ταν καλύτερα νά τό βάψουμε μέ φεγγάρι; -Σ' άγαπώ, Στέλλα. -Πέντε κιλά φεγγάρι Αύγουστιάτικο, 'Αθηνιώτικο. -Σ' άγαπω, Στέλλα. -Μόνο πού 'σαι μικροαστός καί διανοούμενος. ' -Σ' άγαπώ, Στέλλα. -V

.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


257

-Δέν πειράζει, θά λές «ή γυναίκα μου έΙναι προλετάριος» καί θά σ' άφήνουν ilσυχο. -Σ' άγαπω, Στέλλα. -Διάβασες -πολύ καί τά μπέρδεψες. Ό Κομμουνισμός δέν εΙναι αύτό, δέν μπορεί νά 'ναι αύτό. '- Σ' άγαπω, Στέλλα. -Ό Κομμουνισμός ε{ναι -λέω- νά μπορείς νά πη­ γαίνεις στόν μπακάλη της γε:ιτονιάς σου ν' άΎορά­ σεις πέντε κιλά ilλιο il πέντε κιλά φεγγάρι γιά· νά βά­ φεις τό σπίτι σου. -Σ' άγαπω, Στέλλα. -Πάρε τό μπαστούνι σου, . . -Πάρε τ ό μπαστούνι σου. . . , -Νά δοϋμε άν φέρανε ilλιο στά μαγαζιά . . . * * *

Ζητάώ συγνώμl1 Ύtατί ό διάλογος αύτός γρα,φτηκε τό 1 949 καί fva μέρος του δημόσιεύτηκε κι δλλοϋ. Δέν μπορόϋσα μέ τ{ποτ' άλλο νά Kλε{�ω αύτήν :rTιv «Ιστορία άγάπης». WΑν τήν πήγαινά tnv Ιστορία ώς τό τέλος της, ώς τό άληθινό της τέλος θά φαινότανε τόσ'Ό φιαχτή ! .. : Νά, άς ποϋμε, αν σάς έλεγα: ήρθε ή Στέλλα στήν Έλλάδα, παράνομη, καί ό τοτινός σύνδεσμός της, ό Γούσιας, τήν άφησε χωρίς έπαφή, γιατί ό ίδιος έ­ πρεπε νά άποδείξει δτι μπορείς νά δουλέψεις στήν πατρίδα χωρίς νά πιαστείς, καί γιά νά έχει τραντα­ χτή άπόδειξη, κρυβότανε . . . Νά, άν σάς fλεγα: ή Στέλλα, ό προλετάριος, βρέ­ θηκε μέ αΙμορραγία, καί κανένα σπίτι δέν της άνοι­ γε, καί πέρασε νύχτες καί νύχτες κρυμένη στά νε­ κροταφεία, ό>σπου τήν πιάσανε . . . Κι αν σάς έλεγα άκόμη, πώς γύρισε ό Άλέξης στήν 'Αθήνα, ύστερα άπό είκοσι τρία χρόνια, κι έψαξε νά Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


2S8

τήν βρεί, δχι γιά νά άνταμώσουνε, άλλά γιά' νά ξέρει . . πώς ζεί καί που βρίσκεται. Καί μιά μέρα Ινα τηλεφώνημα: «-'Aλtξη, έσύ;») «-ΝαΙ, Στέλλα ! » «-Μέ γνώρισες;» «-Ναί, Στέλλα. » «-Θέλω μιά χάρη νά μου κάνθις. 'Έμαθα πώς εΤ­ , ναι Μώ ό Υιός μου, ό δικός μου καί του Σωτήρη . . . Θά μπορουσες νά μιλήσεις μέ τόν Σωτήρη νά συΥαν­ . τηθουμε, νά δώ τόν γιό μου; �έρεις, τόν εΤχα άφήσει δύο χρονών, δταν ΙφύΎα γιά τήν πατρίδα. » «-Ναί, νά μιλήσω, Στέλλα. » «-Νά συναντηθουμε στό σπίτι σου;» «-Ναί, .Στέλλα. » «�Δέν θά �θελα νά δημιουργηθεί πρόβλημα, για­ τί 6 σύντροφος μου είναι fνας θαυμάσιος άνθρωπoς� . . » «-Ναί, Στέλλα. » «":"":' Δέν μπορείς νά φαΥταστείς πόσο f.!ου παρα� στάθηκε ! 'Έχουμε καί δυό παιδιά, ό μεγάλος μου είναι 22 χρονών. » . «-Ή κόρη μου εΤναι 25 καί ό γιός μου είκοσι . . . » «-Μήν μου πείς πώς fγινες παπους;» «-Πρίν άπό τρείς μέρες . . . » «-Λοιπόν . . . στό σπίτι σου . . . » Καί, άν συνεχίσω καί πώ δτι πηγε στό σπίτι του 'Αλέξη ή Στέλλα μέ τόν μεγάλό της γιό, τόν τωρινό, του καλου της συντρόφου πού της παραστάθηκε, καί ήρθε καί ό άλλος της γιός, πού τόν άφησε δυό χρον&ν στήν ξενιτειά; Καί άν συνεχίσω καί πώ, δτι έκεί, στό σπίτι του πού άνταμώσανε. έκείνος φωνάζει μέ τήν άδεια της .

.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010

.


259

Στέλλας καί μιά άνηψιά του, νά είναι μπροστά, πα­ ρατη ρητής της ζωης. Καί δ 'Αλέξης καθότανε κά­ τω, σ' ενα μαξηλάρι . . . Κι αν πώ, άκόμη, δτι τά δυό της άγόρια πηγαίνανε μαζί στό Πολυτεχνείο κ αί γνωριζόντουσαν, χωρίς νά γνωρίζονται; Π άει πολύ . . . ετσ ι δέν είναι; Γι' αυτό σ κέφτη κα νά σταματήσω τήν ίστορία άγάπης έκεί πού τήν σταμά­ τησα . . . )

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


ΕΠΙΛΟΓΟΣ

"Ε να

πα Ρ ά θ

υ

Ρ ο

σ τ όν

λιο

...

(Α πλά περιστατικά) (... Πιό άταίριαστη λέξη άπό τούτη έδώ «έπίλο­ γος», δέ θά μπορούσα νά βρώ γιά τήν Ιστορία πού ci­ φηγήθηκα. 'Ίσως fπρεπε νά πώ: πρόλογος!... Φοβά­ μαι, δμως, μήν μπερδέψω τόν άναγνώστη.) Έτοίμαζρ τό τελευταίο κεφάλαιο δταν ξαφνικά συναντήθηκα μ' fva φίλο πού 'ρθε άπ' τήν Τσεχοσ­ λοβακία. Μ' fβαλε κατσάδα: -Καλά, βρέ παιδί μου, δέν φτάνουν οΙ τόσοι μας νεκροί, έσύ βάλθηκες να πεθάνεις καί τούς ζωντα­ νούς; -Ποιούς «πέθανα»; -Τόν Κοσκινά, πού είχατε στό Καλλιτεχνικό συγκρότημα τού γενικού Αρχηγείου; -Τόν άστυφύλακα; •

-Ναί, ντέ!; Λές πώς πέθανε! Κι δ άνθρωπος ζεί, κι εΙναι μιά χαρά καί δέν βλέπει τήν ώρα νά γυρίσει στήν Αθήνα μας. -Τί λές, βρέ παιδί μου! Μά ετσι εΙχα άκούσει. •

-" Αμ, τόν Βασίλη τόν «ξάδερφο», τόν δικηγόρο; -Οϋτε αυτός δέν... Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


262

-Ζεί καί παντρεύτηκε κι έχει καί παιδιά ! -Νά μου δώσεις τά τηλέφωνά τους νά τούς καλοσωρίσω στή ζωή ! . . . Νά . . . έτσι τήν έπαθα . . . Είχα α­ κούσει πώς . . . -'Άμ γιά τό Σμυρνιό, τόν ταξιτζη ; τόν αθηναίο μας! -'Έ, όχι! Σ' αύτό δέν έχεις δίκιο ! Γιά τό Σμυρνιό τουλάχιστον είμαι σίγουρος. Πρίν από πέντε χρόνια είχε κυκλοφορήσει καί μιά φωτο­ γραφία: ό Σμυρνιός στό φέρετρο σκεπασμένος μέ λουλούδια ! Τό 'πα στό Νίκο τό φίλο μου, καί γέλα­ σε. - " Α, έτσι! Τό 'μαθες κι εσύ; Καί μου εξήγησε. Ό Σμυρνιός -τό παρατσούκλι του ήταν αύτό­ ενας άνθρωπος κεφάτος από τούς πιό «ήλικιωμέ­ νους» της παρέας μας, τότε, πού δέν ξεπερνούσαμε τά είκοσι χρόνια δ καθένας μας, είχε απογοητευτεί από τό «σκόρπισμά» μας. «Βρέ, β ρέ ! Νά 'μαστε στή ίδια χώρα καί νά μήν βλεπόμαστε! Νά κάνουμε μαυρα μάτια νά δουμε δ ένας τόν άλλον; » "Ετσι είπε δ Σμυρνιός καί τ' αποφάσισε. πηγε σ' ενα «γραφείο κηδειών», μπηκε μέσα σ' ένα φέρετρο, έβαλε καί τόν σκέπασαν μέ λoυλ�ύδια, σταύρωσε τά χέρια του, εKλεισ� τά μάτια, τόν φωτογράφησαν καΙ . . έστειλε τή φωτογραφία σέ δλες τίς πόλεις της Τσεχοσλαβακίας πού είχε γνωστούς καί φίλους. «-Τόν αγαπη μένο μας φίλο καί συναγωνιστή πού πέθανε χτές, αποφασίσαμε νά τόν κρατήσουμε άλ­ λες είκοστέσσερις . ώρες, γιά νά προλάβουν νά 'ρθουν οΙ φίλοι του στόν τελευταίο χαιρετισμό». Τ' άκουσαν οί φίλοι κι άλλος μέ τραίνο άλλος μέ Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


263

αεροπλάνο, αλλος μέ αύτοκίνητο κίνησαν γιά νά συνοδεύσουν στήν τελευταία του κατοικία τό Σμυρ­ νιό ! Τούς ύποδέχτηκε ό ίδιος, φρέσκος κι αγέραστος ! -Σά δέ ντρέπεσJε! Δηλαδή , πρέπει νά πεθάνουμε γιά ν' ανταμώσουμε καί νά πούμε τά δικά μας! ; Τρείς μέρες καί τρείς νύχτες κράτησε τό γλέντι, μέ τά τραγούδια, καί τά «αχ», καί τά «θυμάσαι» . . . -'Ώστε ζεί ό Σμυρνιός! είπα γελώντας. Ό φίλος σκοτείνιασε. _ΥΟχι . . . τώρα, πρίν από λίγες μέρες πέθανε στ ' αλήθεια . . . . . . Λοιπόν; Τί περιμένουμε; Νά πεθάνουμε γιά ν' ανταμώσουμε καί νά πούμε τά δικά μας; (Φταίω γιά τήν απογοήτευση πού μέ πιάνει;) Λοιπόν; Τί περιμένουμε; Τό θάνατο φάρσα, η τόν αληθινό γιά νά μαζευτούμε νά τραγουδήσουμε; (Φταίω αν φαλτσάρω πότε πότε;) Λοιπόν; Τί περιμένουμε γιά νά πούμε «γειά σου φί-' λε μου, δικέ μου», δπου κι αν είσαι, δπου από τούς δικούς μας; (Φταίω, αν εχει πίκρα αύτή ή φράση;) Λοιπόν; Τί περιμένουμε, γιά νά μπορέσουμε νά μαζευτούμε νά πούμε τά δικά μας χωρίς νά πετάμε λάσπη δ ενας στόν αλλον; (Φταίω πού θυμώνω;) Λοιπόν; Τί περιμένουμε γιά νά κινηθούμε δλοι μαζί γιά νά δικαιωθούνε οί αγώνες μας; (Φταίω πού α­ γανακτώ μέ τούς δογματικο-αντιδογματικούς;) Λοιπόν τί περιμένουμε; Έσένα ρωτάω -κι έμένα- πού μέ διάβασες. Πού σέ πίκρανα. Πού σέ απογοήτευσα. Πού σέ αγανάκτησα. ΥΗθελα , δμως! ν' ανοίξω κι ένα παράθυρο στόν ,ηDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


264

λιο ! Τό ανοιξα; Καί χαραμάδα νά 'ναι, θά τό χαρώ ! . . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


267

-Έπιστ ολές -Σημειώσεις Τό «υλικό» πού ά κολουθεί, αν καί τό είχα μέσα στά κείμενα, τότε πού δημοσιευότανε τό « Ή μερολόγιο» στήν «Κυριακάτικη ' Ελευθεροτυπία», σ κέφτηκα νά τό δώσω χωριστά, μήπως καί κουράσει τόν άναγνώστη, iΊ χαλάσει τό «ϋφος» -ματαιοδοξίες συγγραφικές! . . .

Είναι έπιστολές πού είχα πάρει καί άπαντήσεις πού δη­

μοσίευσα πού παρουσιάζουν καί κάποιο γενικότερο έν­ διαφέρον . . . *

«ΠΡΟΣ ΑΝΩΝΥΜΟ . . . »

�Eχω κι έναν τέτοιο. Ποτέ δέ λείπουν οί «άνώνυμοι». Τόν έχω καί στό τηλέφωνο κάθε Κυριακή μεσημέρι -δέν ξέρω αν είναι δ ίδιος της έπιστολης: «Γράψε γιά τά έγκλή­ ματ α ! Γράψε γιά τά έγκλήματα ! » ' Ο «άνώνυμός» μου μέ παροτρύνει νά γράψω γιά « τούς

95 πού άπήλασαν στήν Έλλάδα» άπό τό Μπουλκες. (Θά του ξέφυγε τό κομμάτι πού τό άνάφερα). Μέ « π ροκαλεί» νά γράψω «γιά τήν τρομοκ ρατία του Μπουλκες» καί τήν « Ύπη ρεσία Τάξης 'Ομάδας». (Μά, δέ θά διάβασε τό κομμάτι μέ τίς περιβόητες πεντάδες, ά­ π ό τίς πιό τραγικές -κατά τήν γνώμη μου- ίστορίες μας . . . )

,

Καί συνεχίζει δ «άνώνυμος» νά μιλάει.γιά «κόκκαλα ά­ γωνιστών», γιά «π ροδοτική ήγεσία ·ωυ Κ . Κ . Ε . » , καί καΙ . . Μιά συμβουλή στόν «άνώνυμο»: αυτά μπορεί νά τά βρεί γιά νά διαβάσει σέ δλες τίς φασιστοφυλλάδες, μά καί νά τ' άκούσει ά κόμη καί στίς δμιλίες « κυβερνητικών Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


268

έκπροσώπων» σέ διάφορες τελετές, άκόμη καί άπό «εύ­ καιΡιακούς» θεωρητικούς, πού δέν βρίσκουν τίποτα θετι­ κό στόν άγώνα μας, μάχονται γιά τό σοσιαλισμό, ξεσπα­ θώνοντας κατά τού σοσιαλισμού, καί φοράνε τέτοιες πα­ ρωπίδες πόύ δέν βλέπουν ούτε μία χώρα σοσιαλιστική γύ­ ρω τους. Εοφλάνε μέ τόν ύπαρκτό σοσιαλισμό βάζοντάς του εΙσαγωγικά . . . . Σέ μένα εκανε λάθος . . . Δέν είμαι άπό κείνους πού γενικεύουν. Δέν είμαι άπό κείνους

πού

λένε :

« φ τ α ίει

ό Π α ρ τ σ α λίδη ς π ο ύ

ύπόγραψε» . . . Γιά μένα, γι' αύτά τ ά μεγάλα πολιτικά λά­ θη, δέν φταίει «6» Τό φταίξιμο τό 'χει ή γενική κατάσταση, καί ή άνωρι­ μότητα σέ μιά άναμέτρηση, όχι τόσο μέ τή «δεξιά μας», όσο μέ τίς μfγάλες άντίπαλές μας φασιστικές καί ίμπε­ ριαλιστικές δυνάμεις. Κι όταν μιλάω γιά φταίξιμο ήγετι­ κων στελεχων -καί μίλησα- άναφέρομαι περισσότερο σέ μέθοδες πού χρησιμοποιήθηκαν έσωκομματικά, καί έσω-αγωνιστικά, μέθοδες άπαράδεκτες. �αί πάλι όνόμα­ τα ε{πα , ,κι όχι «ή ήγεσία» ! . . .

νοχι! Ό «άνώνυμος» δέ θ ά μέ εχει ποτέ συνεργό

του ! . . . •,

Αρχίζω άπό τόν «άνώνυμο» όχι γιατί τού δίνω σημασία,

μά έπειδή

ή

άπάντηση σ' αύτόν δίνει σέ μένα τόν έπώνυ­

μο τή δυνατότητα νά κάνω μ ιά «διακή ρυξη άρχων» -πού τή λένε. . .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


269

«ΔΕΝ ΕΒΑΛΕΣ Μ ΥΑΛΟ ! » (Σ' Ινα άπό τ ά π ρώτα μου κεφάλαια, είχα γράψει γιά τόν φίλο μου τό Βλαδίμηρο. Γιά νά άντικρούσω τίς γνω­ στές ψευτιές, πώς τάχατες είχαμε . . . κοινοκτημοσύνη γυ­ ναικών, είχα άναφέρει τήν περίπτωση του: Τόν καθήσαμε σέ μιά συνεδρίαση , καί τόν τιμωρήσαμε γιατί « τόλμησε» νά δημιουργήσει σ χέσεις μέ μιά κοπελιά μας. Στά είκοσι κι οί δυό τους χρόνια ! . . . ) Τόν Βλαδίμηρο τόν είχα χάσει ά πό τό 1 948. Καί νά Ινα γράμμα του ! Άπό τή Νέα Ύόρκη ! «Άγαπητέ φίλε Μίμη t Δέν ξέρεις τή χαρά μου πού διαβάζοντας τήν « Κυρια­ κάτικη Π ρωϊνή 'Ελευθεροτυπία» , πού τήν παίρνω κάθε βδομάδα, είδα τό ας τό ποϋμε, ή μερολόγιο σου. Ναί, Μίμη, τόσα χρόνια πέρασαν άπό τότε άλλά τούς καλούς φίλους τούς fχω ξεχωρίσει στή συνείδησή μου καί τούς έκτιμ(i) ίδιαίτερα . . . . Βρίσκομαι στή Νέα Ύ όρκη μαζί μέ τή γυναίκα μου; τή Φρόσω -θά τήν θυμασαι- καί τήν κόρη μου, πού σή­ μερα είναι καθηγήτρια καί μητέρα -δηλαδή έγώ . . . πα­ πούς! Σού γράφω μέσω « Πρωϊνη ς » , γιατί δέν fχω τήν διεύ­ θυνσή σου. Μέ άγάπη. Βλαδίμη ρος . » (-�E, λoιπόν, Βλαδίμηρε! Δέν fβαλες μυαλό ! Κ ι α ς σέ «σαπουνίσαμε» γιά καλά στήν κομματική συνεδρίαση -άκοϋς αν θυμαμαι τή Φρόσω ! - έσύ τελικά άγνόησες τήν άπόφασή μας καί τήν παντρεύτη κες ! . . . Κι fγινες καί πατέρας καί νά, τώρα -καλά νά τά πάθεις ! - 1γινες καί . . παποϋς ! � Αν καί πέρασαν τ ριάντα καί χρόνια, σ' fχω μ π ροστά στά μάτια μου, Ιτοιμο γιά καλαμπούρι, γιά φάρσα, γιά Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


270

πειράγματα, καλό φίλο καί άνθρωπο. νΕννοια σου, δμως, θά σου τά ψάλλω σέ είδικό κλειστό γράμμα, καί, μέ τήν πρώτη εύκαιρία, θά φροντίσω νά . . . βάλω τό θέμα σου στή συνεδρίαση γιά νά πά ρουμε μέτρα! . . . Πάντα μέ άγάπη ! . . . )

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


271

Μ Ι ΚΡΟΙ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΙ <�ΠEPIKΛHΔEΣ» «Κύριε Διευθυντά , Σάς παρακαλώ νά δημοσιεύσετε στή σελίδα τήν έπικε­ φαλίδα « Άπ ' τήν πίκρα της Βάρκιζας στήν καρδιά του 'Εμφυλίου» τό παρακάτω διευκ ρινιστικό σημείωμα: 'Επειδή στό άνάγνωσμα της έφημερίδας πού δημοσιεύεται κάθε Κυριακή μέ τίτλο «Τό ή μερολόγιο της π ροσφυ­ γιάς ένός άντάρτη » , του K � Δ . Ρεντη στό φύλλο της 9/3/80 άναφέρεται τό όνομα Π ε Ρ ι κ λ η ς, πότε ώς ύπεύ­ θυνου διαφώτιση ς καί άλλου ώς μέλους του Γραφείου τη ς Κομματικης 'Οργάνωσης του Μπουλκες κτλ. καί έπειδή έζησα κι έγώ στό Μπουλκες άπό τό Μάη 1 945 εως τόν 'Ο­ κτώβρη 1 946 μέ τό όνομα Π ε Ρ ι κ λ η ς, θέλω νά κάνω γνωστό στούς άναγνώστες του δη μοσιεύματος δτι τό δι­ κό μου όνομα Γιώργος, ψευδώνυμο « Περικλης» δέν εχει καμιά σχέση μέ τόν Π ε Ρ ι κ λ η πού άναφέρεται στό δη­ μοσίευμα του κ. Δ .' Ρεντη . Θεωρώ τή διευκ ρίνιση αυτή άπαραίτητη όχι γιά τούς τυχόν άναγνώστες πού έζησαν στό Μπουλκες -έκείνοι γνωρίζουν πολύ καλά ότι ό Περικλης στόν όποίο άναφέ­ ρεται, ό κ . Δ . Ρεντης δέν είμαι έγώ-. Άλλά γιά κείνους πού μέ γνωρίζουν μέ τ' όνομα Περικλης, χωρίς νά ξέρουν δτι αυτό είναι ψευδώνυμο της Κατοχης καί όχι τό π ραγ­ ματικό μου όνομα. Για κείνους πού δέν γνωρίζουν, άλλά ά κουνε καί π.ιστεύουν αυτούς πού ά ρπαξαν τήν ευκαιρία, έκμεταλλευόμενοι τή σύγχιση καί τήν άγνοια των άνθρώ- . πων, γιά νά δημαγωγήσουν σέ βά ρος μου, διαδίδοντας στούς κύκλους τους καί όπου άλλου βρίσκουν ευκαιρίες

δ, τι τούς έξυπη ρετεί καί τούς ταιριάζει. Καί μέ τήν ευκαιρία αυτή θέλω νά παρακαλέσω τόν κ . Δ . Ρεντη ό όποίος έζησε, έχει πείρα, καί ξέρει μέχρι που

μπορεί νά όδηγήσει ό φανατισ μός, άν δέν άμφιβάλλει γι' αυτά πού γράφω, δτι δηλαδή καί ή σύγχιση άπό τό δνοDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


272

μα στό δημοσίευμά του, f:γινε άντικείμενο εκμετάλλευ­ σης, κι αν τό θεωρεί σκόπιμο, ας κάνει καί αυτός μιά διευκρίνιση μέ όποιον τρόπο θεωρεί καλύτερο. Λαμία, 17 Μαρτίου Ευχαριστώ ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΣ - «Περικλης» 'Απάντηση - Διευκρίνιση Στόν κ. Γιώργο Χουλιάρα - Περικλη. Λυπάμαι, καπετάν Περικλη, πού σάς δημιούργησα «ί­ στορίες». Ναί, ξέρω, όπως ξέρετε, δτι μιά «σύγχιση» μπορεί νά τήν εκμεταλλευτεί κάποιος «καλοθελητής». Τό μπέρδεμα f:γινε γιατί προσπαθώ ν' άποφύγω τά δλό­ κληρα όνόματα δπου δέν είναι άπαραίτητο. (Τό προσέ­ ξατε κι εσείς; Στό γράμμα σας, τόν διαφωτιστή μας του Μπουλκες τόν λέτε μόνο «Περικλη». Κι όχι καί τό επώ­ νυμό του: Καλοδίκης. Φαίνεται κι εσείς, όπως κι εγώ λέ­ με: ασε, τά όνόματα δέν f:χουν σημασία. Τά γεγονότα, ναΙ .. ) �Oχι, λοιπόν: ό Περικλης πού άναφέρω σάν έναν άπό τούς «κακούς» του γραφείου δέν είναι δ Γιώργος δ Χου­ λιάρας, ένας άπό τούς καπετάνιους μας, τούς περήφα­ νους, πού μας f:κανε κι εμας περήφανους. Μέ τήν ίδια παλιά άγάπη κι εκτίμηση, όπου καί νάσαστε - όπου άπό τούς δικούς μας τούς σκόρπιους καί πικραμένους....

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


273

ΟΙ ΜΟΥΛΑΡΑ ΔΕΣ . . . « 'Αγαπητέ Φ . Φ . ! »* Δέ λέω δλόκληρο τό παρατσούκλι σου, γιά νά μή σέ «έκθέσω», άν είσαι έσύ, βέβαια, μ' αύτό τό μακρύ διπλό όνομα. Μά έσύ πρέπει νά 'σαι. Ξέρω πώς είχες τό ψευδώ­ νυμο Δήμος Ρεντής άπό τό 1 947 . Τελευταία φορά συναν­ τηθήκαμε -σοϋ θυμίζω- στό βουνό, στό Βίτσι, σ τή Μι­ κ ρολίμνη . Είχατε έρθει τότε μέ τόν μπάρμπα-'Αντώνη καί δώσατε παράσταση μέσα στήν έκκλησία στή Μικρο­ λίμνη. 'Εσύ είσαι; Είμαι έγώ δ σύνδεσμος πού μοϋ 'δινες τά σατιρικά ποιηματάκια καί τά χρονογραφήματα νά τά παραδώσω στό 'Αργηγείο, στή Διαφωτιση γιά τήν έφημε­ ρίδα μας « Π ρός τή Νίκη» καί Ίό Σταθμό « 'Ελεύθερη Έλ­ λάδα». Λοιπόν, λέω: άν είσαι έσύ, καλά κ άνεις πού ά ρχισες νά μιλίiς. Βρέ, άδ'ερφέ, νά πέσει λίγο τό έπίπεδο τών συζητή­ σεων καί τών μαρτυριών - μήν παρεξηγήσεις αύτό τ6 «νά πέσει» πού γράφω. Νά πέσει άπό τό υψος τών διαφ6: ρων μεγάλων στελεχών, πού τώρα λένε δτι τούς κ ατέβει σέ μας, πού, στό κάτω κάτω δπως μας έχουν πεί «γρά­ φουμε τήν ' Ιστορία». w H , ψέματα μας είπαν: Θα 'χεις ; πολλά νά πείς, καί θά 'μαστε κι έμείς κοντά σου � ' έμείς, έγώ δηλαδή, καί άλλοι, λέω σάν έμένα πού δέν ξέρουμε τί καί πώς τά συζήτησαν οί κορφές μέ άλλες κορφές. Νά, άς ποϋμε, γιά έκείνο τό περιβόητο θέμα γιά, τά 3 .000 κα­

ή Σοβιετική 'Ένωση . «Είναι τά κανόνια, δέν είναι τ ά κανόνια, τά ύποσχεθήκανε, δέν τά

νόνια πού είχε ύποσχεθεί

ύποσχεθήκανε οί Ρώσοι»; Καλά, λέω: γιατί δέ ρωτατε καί τούς μουλαράδες; Εί­ ναι άνάγκη νά ρωτήσετε τό Ζαχαρίάδη καί τόν Στάλιν, καί δέν ξέρω ποιόν άλλον;

W Ας γράψουν οί ίστορικοί:

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


2711

« παρακαλούνται οί κύριοι κύριοι μουλαράδες τού Δημο­ .κρατιιωύ Στρατού Έλλάδας νά μας πούν αν ξέρουν τί­ ποτα γι' αυτά τά κανόνια » . 'Εγώ, ένας <ψόυλαρας» - καταλαβαίνεις βέβαια, τήν εννοια: άπλός άγωνιστής- εχω νά πώ: μά τά κανόνια εί­ χαν έρθει. Πώς διάολο κάνουν δτι δέν τό ξέρουν αυτό οί διάφοροι πού γράφουν «ντοκουμέντα» ; Βέβαια τό ΚΚΕ καί τά στελ�χη τ.ου δέν μιλανε. Λέω, θά ' πρεπέ νά μιλή­ σουν κι αυτοί. Μά καί πάλι, λέω, γιατί νά μπ λεχτουνε σ ' αυτό τό χάος; Λοιπόν, σου γράφω γιά τά κανόνια καί μπορείς νά τό χρησιμοποιήσεις: Τό 1 949, τόν Ά?t ρίλη μας είχαν μαζέ­ ψει μιά δμάδα ναυτικούς Υιά νά προετοιμαστουμε νά μας παραδώσοuν μερικές τορπιλάκατες. Θά 'χαμε πιά καί καράβια ! Τρομάρα μας ! . . . Κάτι καθυστέρησε, καί δέν κατ.αφέραμε νά πάρουμε τά καράβια, κι άναβλήθηκε γιά άργότερα. Στό μεταξύ, γιά νά μας φυλάξουνε, άν πέφτα­ με στίς μάχες δέν θά 'χε ποιός νά κινήσει τά καράβια, μας στείλανε έξω. Περνώντας άπό τό Γράμμο, στή Θέση Χ - μ πορώ νά στή σημειώσω καλά στό χάρτη- κάτσαμε νά περάσουμε τή νύχτα. ΤΗταν ενα δάσος μέ μικρές όξιές, κ αί πιό πέρα συνέχιζε τό γέρικο δάσος. Βγαίνω λίγο πέρα άπό τό μο­ νοπάτι « π ρός νερού μου» μέ τό συμπάθειο, καί τί νά δώ: κάτι τρύπες νά χάσκουν δυό μέτρα μπροστά μου. Ξανα­ κοιτάζω . . . Ναί ! Είναι κάννες κανονιών ά ραδιασμένες

ή

μιά πάνω στήν άλλη σέ πυραμίδες, καί σκεπασ μένες μέ καραβόπανα . Πιό πέρα άλλη στοίβα, κι άλλη ! Πόσες μέ­ τρησα; 20; Δέν πήγα κοντά σ τ{ς άλλες. Ξεχωρίζαν δμως άνάμεσα στίς νεαρές όξιές. Ποιό πέρα θά 'ταν ρόδες θά 'ταν καί όβίδες . . . Αυτά πού 'δα'έγώ, αν τίς λογαριάσω θά 'ταν Kαμμιί:i πεντακοσαριά κάννες πεδινών πυροβόλων. W Εφυγα , μάλιστα, γρήγορα γρήγορα: « Θές λέω νά μου .•

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


275

άνάψουν καί καμμιά ; » Ή άλήθεια είναι πώς δέν π ρέπει νά φύλαγε κανένας γιατί κανείς δέ μας φάνηκε νά μας πεί νά μήν πλησιάσουμε. Σέ λίγες μέρες συναντηθήκαμε μέ τόν Βασίλη Μπαρ­ τζιώτα στήν 'Αλβανία. Είχα δέν ε{χα, fφερα τήν κουβέντα. «Κι είναι καί κάτι κανόνια έκεί, άδέσποτα, είπα . . . » Ό Μπαρτζιώτας κούνησε τό κεφάλι του:

, « ΝαΙ . . έχουμε ένα σωρό κανόνια, μόνο πόύ γιά νά τά

χρησιμοποιήσουμε

δέν

μας

φτάνει

δλό κ λη ρος

δ

Δ.Σ.Ε. . . » Κάποτε θά μιλήσει τό Κόμμα, ώς τότε, παρε αύτή τήν μαρτυρία τοϋ « μουλαρα» . . . Μπορεί νά τήν χρειαστείς. Ή άλήθεια είναι πώς άπό καιρό iΊθελα νά τά γράψω αύτά στόν Γρηγοριάδη πού π ροσπαθεί δ έρμος νά φιάξει Ιστο­ ρία, δπως δ ά ρχαιολόγος π ροσπαθεί νά φιάξει ένα βάζο χιλιοκομ ματιασμένο πού τράβηξαν μέ τά δίχτυα τους ' ψαράδες άπό ένα βυθό γεμάτο λογης λογης συντρίμμια,

λογης λογης λάσπη, . . . (Τό αίμα τό ξέπλυνε ή θάλασσα . . . ) Μήν Π,είς ποιός είμαι! Μόνο άν σέ ζορίσουνε, δέν ξέρω γιά ποιό λόγο καί κινδυνεύεις νά βγείς ψεύτη ς, μόνο τότε μπορεί νά πείς τό δνομά μου. Ούτε τό γράμμα θά δώσεις. Στή σύνταξη, στό Νίτσο, πέστο. Καί π ρό�εξε: δχι λάσπη ! W Ασε άλλους πού είναι πολύ πιό είδικοί ά'πό σένα, άπό μένα, άπ' δλους νά κάνουν λά­ σπη ξεχνώντ!χς πώς χρησιμοποιοϋνε γι' αύτό τό σ κοπό άντί νερό, αίι.ι α ! 'Εκείνο πού πρέπει ν ά βγεί τουλάχιστον ά π ό τά δικά σου γραφτά είναι «έμείς»! 'Ε μείς! β Ρέ άδερφέ! 'Ακοϋνε καί οΙ νέοι τίς φαγωμάρες καί λένε: «W Α, τέτοιοι είσαστε;

Κι έσείς καί τό Κόμμα σας;» Π ρέπει νά τούς ποϋμε: wOxt, δέν είμαστε τέτοιοι! 'Ε­ μείς, οΙ χιλιάδες, οΙ δεκάδες χιλιάδες, είμαστε έκείνοι Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


276

πού σηκώσαμε στήν πλάτη μας τό βάρος τοϋ αγώνα χω­ ρίς βαρυγγόμια ! Καί, νά πάρει

ή

όργή, τό ξέρεις, πώς

πάντα θά είμαστε έτοιμοι γιά τήν πατρίδα μας ! Τέτοιοι είναι μιά μερίδα της τοτινης καθοδήγησης -τό 'δειξαν άλλωσε μέ τό σKoρπo�ώρι τους ! - αλλά αυτοί δέν είναι τό κόμμα ! 'Όχι, δέν είναι τό Κόμμα ! Τό κόμμα είμαστε εμείς! Δέν είναι ούτε οί Βλαντάδες, ούτε οί Γού­ σιδες, iΊ δέν ξέρω ποιός άλλος « σοφός» πού « Ε,έρεn> . . . 'Α κόμα καί γι' αυτό τό Μποϋλκες πού τ ό 'χουνε σκυ­ λοβρίσει, καί χιλιολασπώσει, πές τους αυτό: εκτός από πέντε-έξη ανάξιους καθοδηγητές, 6 χιλιάδες α πλοί αγω­ νιστές καί άξια στελέχη καί καπετάνιοι δημιούργησαν μιά ίσχυρή δμάδα πού έβγαλε παλλη κάρια ! Γειά σου καΙ . . χωρίς λάσπες . . . ! Ό « Σύνδεσμος της Κεντρικης Διαφώτισης» * «Γι' αυτό τό Φ . Φ . πρέπει νά πώ, τώρα, τό παρατσούκλι πού δ φίλος «μουλαράς» δέν τό λέει δλόκληρο γιά νά μήν μέ έκθέσει. 'Ολόκληρο εί­ ναι: «Φούς-Φούς». Καί μοϋ τό κόλλησαν οί 'Αθηναίοι στήν υποχώρηση,

στά Δεκεβριανά. Γιά νά διασκεδάσουμε τήν άτέλειωτη πορεία άπό βου­ νά καί λαγγάδια, καί λασπωμένα χωράφια, είχα σκαρώσει ένα ποίημα μέ δj.ιOΙOKαταληξίες -φούς. (Γιά τήν ίστορία: « Έξεκινήσαμε τσιφούς­ γύρω ή άτμόσφαιρα φούς φούς, πήραμε κι άλλους άδελφούς κλπ.») ·0ταν θέλαμι:. νά «διασκεδάσουμε» μ' άνέβαζαν σέ δέντρα, χαλασμένα πολυβολεία, καμένα αυτοκίνητα «νά πώ τό Φούς-Φούς». 'Όταν πολύ­ ναμε καί ή παρέα μου οί ' Αθηναίοι φώναζαν «Φούς-Φούς» κι �βγαινα έ­ λόγου μου νά άπαγγείλω τό κατασκεύασμα, οί άλλοι νόμιζαν πώς είναι τό δνομά μου αυτό, καί !!τσι μοϋ κόλλησε μέ τίς διάφορες πα ραλλαγές του: Φουσφούς, Φουσφουσίδης, Φουσφουσόπουλος καί, καΙ . . »

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


277

ΣΧΟΛΙΑ . . . « Ν Ελεος ! Μας φλομώσατε μέ τ ά ψέματά σας . . . ! »· Π ρώτα π ρώτα, ζητάω συγνώμη γιά τόν τίτλο, πού τόν δανείζομαι, χωρίς νά τόν υίοθετώ, ι'tπό άρθρο τού Δημή­ τ ρη Βλαντα (στήν Κυριακάτικη 'Ελευθεροτυπία, στίς 1 4. 1 . 1 979) γιά τόν Γιώργη Βοντίσιο-Γούσ'ια . Ό Βλαντας, λοιπόν, γράφει γιά τό Γούσια: « . . . 'Έ λεος, μας φλόμωσες! » - « . . . οί ι'tηδίες τού Γούσια . . . » - « τίς ι'tηδίες πού 'γραψε 6 Γούσιας γιά τά 3 .000 κανόνια . . . » «

-

. . . οί μπούρδες τού Γούσια . . . » - « . . . τά χοντροκομμένα

ψέματα . . . » - « . . . 6 'Γούσιας γράφει ψέματα . . . » -

«( .

• •

6

φαντασιόπληκτος Γούσιας . . . » - « . . . οΙ παρλαπίπες πού χωρανε στό ά ρωστο κεφάλι τού tούσια . . » .

-

« . . . τά ι't­

νόητα συμπεράσματα . . . » - « . . . καί ξανατονίζω δτι γρά­ φει ι'tηδιασΤΙKά π ράγματα 6 Γούσιας . . » - « . . . τό ψευδο­ .

λόγο καί καυχησιάρικο κατασκεύασμα . . . » Αυτά τά γράφει όχι ενας κάποιος Δημήτρης Βλαντας γιά εναν κάποιο Γιώργο Γούσια (πού στά δικά του lipeRa καί μαρτυρίες τού ι'tνταπόδίδει τά ίσια), ι'tλλά 6 Βλαντας γιά τόν Γούσια πού ήσαν κι οΙ δυό τους, τήν ίδια περίοδο γιά τήν 6ποία γράφουν, μέλη τού Πολιτικού Γραφείου τού Κ.Κ-Ε. , κι οΙ δυό τους, γιά τήν ίδια περίοδο μέλη τού Πο­ λεμικού Συμβουλίου τού Δημοκ ρατικού Στρατού, κι οί δυό τους γιά τήν ίδια περίοδο, στρατηγοί μέ βλέψεις ι'tρχι­ στρατήγων . . . ! wOTav, λοιπόν, δύο ι'tπό τά πιό σημαντικά στρατιωτικά καί πολιτικά στελέχη τού Δ . Σ . Ε . συμπεριφέρονται ετσι συναμεταξύ τους, εΙναι φανερό πώς τίς αίτίες της ήττας πρέπει νά τίς ι'tναζητήσOυν οΙ Ιστορικοί όχι μόνο στά πο­ λιτικά καί τά σ τ ρατιωτικά αίτια, ι'tλλά καί σ τίς Ικανότη­ τες καί, κυρίως, τήν ποιότητα μερι κών ι'tτόμων της τότε

i!γεσίας.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


278

Σ' ένα μόνο συμφωνούν άπόλυτα Γούσιας - Βλαντας: στό νά ρίχνουν τά λάθη 6 ένας στόν άλλον, κι οί δυό μαζί στούς κάθε φορά άλλους, καί πάντα στή Σοβιετική "Ενω­ ση καί τήν ήγεσία τού ΚΚΣΕ, καί « στίς έπεμβάσεις της σ τά

έσωτερικά

τού

κόμματος».

νΕτσι

συμφωνο­

διαφωνούν κάί στό θέμα της μάχης γιά τήν κατάληψη της νΕδεσσας τό 1 949, ά ν καί δέ δίστασαν καί οί. δυό τους νά δικάσουν, νά καταδικάσουν καί νά έκτελέσουν τό παλληκάρι έκείνο, τόν Γιώργο Γεωργιάδη, σάν ύπεύ­ θυνο γιά τήν άποτυχία. Καί «επ ρεπε» νά τό κάνουν, γιατί είχε έξαιΡετική ση­ μασία ή μάχη έκείνη: ήταν στίς ύποσχέσεις πού έδινε 6λοένα ή τότε ήγεσία στά άδ�λφά κόμματα καί στίς χώρες πού μας ύποστή ριζαν, δτί «είναι σέ θέση νά καταλάβουν μιά πόλη καί νά τήν κ ρατήσουν». Κι ήταν άνάγκη, γιατί μόνο έτσι θά άνοιγε 6 δρόμος γιά τήν άναγνώριση της Κυ­ βέρνησης τού Βουνού άπό τίς άνατολικές χώρες καί τή Σοβ ".τική "Ενωση . Σέ μά περιοδεία στή Ρουμανία μέ τόν 'Αντώνη Γιαννίδη, φτάσαμε καί στό Βουκουρέστι τό 1 947 , τόν 'Απρίλη . 'Εκεί στό Βουκουρέστι, μάθαμε πώς «6 Δ . Σ . Ε . έλέγχει η κατέχει τά 7 5 0/0 τού έλληνικού έδάφους». Στό Κτίριο τών Τηλεπικοινωνιών, στήν βιτρίνα, ύπηρχε τότε ενας τερά­ στιος χάρτης της 'Ελλάδας, μέ σημαιοϋλες πού εδειχναν τά « άπελευθερωμένα άπό τό Δ . Σ. έδάφη . » Φίσ κα , ση­ μαίες 6 χάρτη ς ! ΤΗταν φανερό πώς γινότανε π ροσπάθεια ν ά έκβιαστεί μιά άναγνώριση . Οί ήγεσίες, δμως, πού ξέρανε τί άντι­ π ροσωπεύουν στήν πραγματικότητα οί σημαιούλες μέ τό Δ . Σ. Ε . θέλ�νε κάτι πιό συγκεκριμένο, κάτι πού νά δι­ καιολογεί άπόλυτα τήν άναγνώριση: θέλανε μιά πόλη ! Μιά πρωτεύουσα της Π ροσωρινης Δημοκρατικης Κυβέρ­ νησης. Γι' αύτό καί οί άπεγνωσμένες προσπάθειες γιά τήν Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


279

κατάληψη της Νάουσας, της W Εδεσσας, της Φλώρινας. Μιλανε, λοιπόν γιά τίς έπεμβάσεις της Ήγεσίας του ΚΚΣΕ καί ξεχνανε καί οί δυό, καί δ Βλαντας καί δ Γού­ σιο,ς δτι αυτές τίς έπεμβάσεις οί ίδιοι τίς π ροκάλουσαν, μερικά μέλη του Πολιτικου Γραφείου του Κ . Κ . Ε . μέ τίς διάφορες έκθέσεις τους, συκοφαντικές ή όχι, άληθινές ή ψεύτικες στίς δποίες άλληλοκατηγοριόντουσαν (έκθέ­ σεις Βλαντα, Μ άρκου, Μπαρτζιώτα, κλπ . κλπ.) ζητών­ τας τήν έπέμβαση του ΚΚΣΕ. ('Ο Βλαντας θά πεί ότι «έκανε λάθος» μ ' έκείνη τήν έκ­ θε,σή του, στό ίδιο ά ρθρο, καί δτι είχε τόν «άνδρισμό» νά τό άναγνωρίσει, προσπαθώντας νά ίσοφαρίσει τήν έλλει­ ψη « άνδρισμου» μέ τήν έκθεση έκείνη κατά του στενου συνεργάτη του καί άρχηγου του, του Ζαχαριάδη). 'Ακόμη καί μερικά άπό τά άνώτατα ήγετικά στελέχη του ση μερινου ΚΚΕ εσ . κάνανε τό ίδιο «λάθος». 'Ύστερα άπό τήν αποχώρησή τους άπό τή 1 2η 'Ολομέλεια πού γι­ νότανε στή Βουδαπέστη, κάλεσαν σέ μυστική συνεδρία­ ση περίπου δεκαπέντε άνώτατα καί άνώτερα στελέχη ά­ πό το6ς διαγραμ μένους καί άπό δσους συμφωνουσαν μα­ ζί τους, καί άνάμεσα τους 4-5 πού δέν ήταν στελέχη άλλά είχαν κάποια έπιρροή στόν κόσμο της π ροσφυγιας . Σ' αυτή τή συνεδρίαση, fκανε άνάλυση της κατάστα­ σης δ Ζήσης δ Ζωγράφος καί άνάμεσα στ' άλλα μας εί­ πε: «είχαμε π άει τό προηγούμενο Σάββατο, μαζί μέ τόν Παρτι: αλίδη στή Μόσχα νά μιλήσουμε μέ τήν ήγεςJία του ΚΚΣΕ καί νά τούς κατατοπίσουμε γιά τήν κατάσταση στό κομμουνιστικό ΚΚΕ καί γιά τόν άντικομμουνιστικό κατήφορο της ήγεσίας KoλλιγιάVΝΨ> . Στή Μόσχα δέν

τούς δέχτη κε κανένας,

W Αν, όμως τούς δεχόντουσαν; Καί άν άντί νά υποστηρί­ ξουν τόν Κολλιγιάννη λέγανε: « μπράβο, έσείς είσαστε οί καλοί σύντροφοι, έσείς θά πάρετε τήν ήγεσία», τί 6ά γινόDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


280

τανε; Τότε δέν θά ήταν «έπέμβαση», άλλά σωστή λύση καί συντροφική βοήθεια στό ΚΚΕ; (σ' έκείνη τή συνε­ δρίαση στό Βουκουρέστι, σχη ματίστηκε ή Ένωτική Έπι­ rρOπή τού Κόμματος πού θά έξελλισσότανε σέ λίγο και­

ρό σέ ΚΚΕ εσ.) W Ας κλείσω αύτό τό σημείωμα, μέ τήν π ροφητεία τού Βλαντα, στό ίδιο ά ρθρο της Έλευθεροτυπίας: « Θά μας πούνε, -λέει- αυριο: «Τούς κανάγηδες ! Μας φλόμω­ σαν μέ τά ψέματά τους ! » Στή φράση εχει δίκιο. Δέν εχει δίκιο στή χρονολογία, στό « αυριο»: Σέ « κ αθοδηγητές » τέτοιου τύπου τό 'χαμ� πεί άπό καιρό . . . *

η

ΕΙναι μιά έξήγ ση - παράδειγμα γι' αύτό πού �λεγα περί ποιότητας με­

ρικών άπό τά ήγεTlκά στελέχη στήν περίοδο του 'Εμφύλιου.

« ΘγΜΑΣΑ Ι ; �> Άγαπητέ Π αύλο: ΗΟπως βλέπεις, δέν άναφέρω τό πραγματικό σου όνο­ μα, κ'αί ουτε δημοσιεύω τό γράμμα σου, μιά καί ετσι θές, άλλά δέν μπορώ νά μήν άπαντήσω . . . Λοιπόν. . .

εχεις ά π όλυτο δίκιο.

Δέν

π ρέπει νά

' ρχόμαστε μέ τό «πηλοφόρι» καί νά ρίχνουμε λάσπη. ΗΟ_ ταν σέ fνα άπό τά κεφάλαια τού «Ήμερολόγιοω) άναγ­ κάστηκ α νά χρησιμοποιήσω τό όνομα τού Ζήση Ζωγρά­ φου -πού τά 'δωσε κι αύτός όλα στόν άγώνα καί πέθανε στήν ξενιτειά- δέν είχα τέτοιο σκοπό. Ούτε, άλλωστε καί ή άναφορά μου στό Β ασίλη Μπαρτζιώτα ε{χε αύτό τό στόχο. W Ηθελα νά δώσω παραδείγματα γιά ση μερινούς «άντι­ δογματικούς», -πρώτη περίπτωση- καί γιά άλλους, Digitized by 10uk1s, Jan. 2010

ή�


28 1

γετικά στελέχη τότε μέ πολλά αρνητικά στή δράση τους, γιά νά μήν τό ξεχνάνε οί ίδιοι-δεύτερη περίπτωση . . . Θυμάσαι; Στή Λογοτεχνική 'Επιτροπή το\> Κ . Κ . Ε . , στήν ξενητειά τ ά δυό μέλη του τότε Πολιτικου Γραφείου πού παρα κολουθουσαν κι έβαζαν τή δογματική «γραμ­ μή», ήταν -συμπτωματικά- δ Ζ.Ζ. καί δ Π . Δ . , σήμερα της «αντιδσΥματικης γραμμη ς » . Πιστεύω δτι οί άνθρωποι αλλάζουν, αλλά ν ά τό πουν! Νά μετρήσουν σωστά τήν π ροηγούμενη αρνητική π ρο­ σφορά τους, νά μή ρίχνουν σέ άλλους δικές τους εύθύνες. Θυμάσαι; Μάς είχαν πεί « αντικολλιγιαννικούς» τό 1 957 -καί είμαστε: όχι αντικομματικοί, αλλά δέν μάς ά­ ρεσε τό «στύλ» του Κολλιγιάννη καί τό λέγαμε ανοιχτά . Οί π ρώτοι τότε πόύ ύποστη ρίξανε «εν λευκώ» τόν Κολλι­ γιάννη , καί μάς κλείσανε τό στόμα, ήταν οί πιό δ ραστή­ ριοι από εκείνους τούς συντρόφους μας, πραγματικά παλληκάρια, πού είχαν δραπετεύσει από τά Βουρλα. Θυμάσα ι; Ό Κ . Λ . μάς είχε πεί: «Δέν είσαστε καλοί σύντροφοι . » «που τό ξέρεις; 'Εσύ μόλις ή ρθες έδώ}}. «�E­ τσι μου είπαν}}. «Γιατί δέν περιμένεις λίγο νά βγάλεις τά δικά σου συμπεράσ ματα;}} Θυμάσαι; 'Όταν πέθανε δ Κολλιγιάννης, έμείς οί « αν­ τικολλιγιαννικοί}} πήγαμε στήν κηδεία του, γιατί τιμού­

σαμε τόν αγωνιστή , ενώ οί τοτινο( ύποστη ριχτές του, καί δικοί μας κυνηγοί, αντί γιά χώμα ρίξανε λάσπη στόν τά­ φο του. ('Εγώ -σχώραμε πού τό λέω- δ αντικολλιγιαν­ νικός έγραψα καί χρονογράφημα στήν « Πρω"ίνψ} . . . ) Θυμάσαι; Ση μερινοί αντιδογματικοί ήταν έκείνοι πού ειχαν απαγορέψει τά τραγούδια του Θοδωράκη από τό σταθμό τη ς «Φωνης της ' Αλήθειας}}. Οί «δογματικοί}}, ε­ μείς, ταχτήκαμε κατά της γραμμη ςεκείνης. Δέν δεχτή­ καμε νά γράψουμε άρθρα , τότε, γιά νά ένισχύσουμε τήν καμπάνια πού είχε οργανωθεί στήν «Αύγψ} κατά του ΘοDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


282

δωράκη . Θυμάσαι; Ή ρθες �να βράδυ καί !Ιού 'πες: « Ή ρθε ό Θοδωράκης στό Βουκουρέστι. Τό βράδυ εχει δεξίωση. Δέ σέ καλέσανε γιά νά μήν τά βγάλεις στήν φόρ α ! Μήν πατήσεις τό πόδι σου από κεί». Δέν πηγα, από δικό μου φόβο, μήπως π ραγματικά, πά­ νω στό ξάναμμά μου πώ τίποτα καί πικ ράνω τόν Θοδω­ ράκη . Κι ήθελα τόσο πολύ νά τόν συνανίήσω! . . . (Θυμάσαι; Ν ά τό πούμε τώρα; Νά πούμε γιά τή συνω­

μοσία; Ό « Σταθμός» εβαζε τ ραγούδια τού Θοδωράκη χωρίς νά τό ξέρει δ τότε δογματικός καί κατοπινός αντι­ δογματικός ύπεύθυνος της « Φωνης της 'Αλήθειας » . 'Έ να δυό σύντροφοί μας τού Σταθμού είχαν φιάξει μιά ταινία

μέ τραγούδια Θοδωράκη, από δίσ κο πού είχαν ξύσει τόν χάρτινο κύκλο μέ τά όνόματα ! ) ΟΙ σημερινοί αντιδογματικοί εχουν πιάσει τήν ο.λλη 0. ­ τώρα. Είναι δ νεοδογματισμ ός τού αντιδογματι­ ρη, κ

σμού. 'Όχι, δέν είναι λογοπαίγνιο. Πρόκειται γιά τήν κατ' άρχήν άρνηση τού άγώνα μας, άρνηση τού Κ.Κ-Ε . , άρνηση της σοσιαλιστικης π ραγματικότητ ας σ έ τόσες χώρες, ά ρνηση γιά κάθε τί πού έρχεται άπ' tή Σοβιετική

�Eνω ση. Διάβασες, μήπως �να «ο.ρθρο» στήν «Αύγή» πού μίλα­ .

γε γιά « κοριούς»; 'Από τίς γραμμές του βγαίνει τό συμπέ­ ρασμα δτι ή Σοβιετική �Eνωση κατοικείται άπό κοριούς! Πρώτα π ρώτα, ξέρεις καλά, πώς δέν είμαι άπό έκεί­ νους πού δέχονται τό « πετάει ό γάϊδαρος» . . . Θυμάσαι; �Oταν μού είπανε τό 1 95 1 νά πάω στή Μό­ σχα γιά σπουδές, άρνήθηκα αίτιολογώντας τήν ο.ρνησή μου: «εμαθα πώς στή Σοβιετική �Eνωση δέν ακούγονται οί έλληνικοί σταθμοί, καί έγώ θέλω νά άκούω κάθε ωρα». 'Αληθινή ή δικαιολογία μου, δπως ξέρεις, χωρίς κανέναν αντισοβιετισμό, τότε μάλιστα ! . . . Τό τί fγινε μ ' Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


283

αυτήν μου τήν ά ρνηση, τά ξέρεις . . . Θυμάσαι; Στόν τ ρίτο χρόνο, έγκατάλειψα τίς σ π ουδές μου στή Ρωσική Φιλολογία, στό Βουκουρέστι, γιατί έγώ, σπως είχα έξηγήσει, στό Π ανεπιστήμιο δέν πηγα γιά νά « μάθω» μά γιά νά μάθω νά μαθαίνω . . . Τί έγινε καί πάλι πού « άφησα τά ρωσικά» τά ξέρεις. Μέ « κοπανήσανε» ση μερινοί άντισοβιετικοί σέ συνεδρίαση καί άποφάσισαν ότι πρέπει νά πληρώσω -νά δώσω δηλαδή πίσω- τά λε­

φτά που είχε ξοδέψει τό ρουμάνικο κ ράτος γιά μένα τά τ ρία χρόνια τών σπουδών μου ! Ευτυχώς, τό ρουμανικό κ ράτος, μέ έκπρόσωπό του τόν Πρύτανη, μέ υποστήριξε καί είπε στόν τότε καθοδηγητή μας -.:.. τόν έλληνα στό Πανεπιστήμιο, δτι είναι καλύτερα νά μ' άφήσουν έ­ μένα i1συχο - είχα ά ρχίσει πιά νά συνεργάζομαι στά ρουμάνικα

περιοδικά

καί

έφημερίδες

καί

είμουνα

κάπως γνωστός - καί νά πάει στή θέση. μου κάποιος άλ­ λος πού θά τοϋ χρειάζεται τό δίπλωμα περισσότερο άπ' δτι μοϋ ΧΡείάζεται έμένα. Θυμάσαι; Τό 1 964, οί σημερινοί άντισοβιετικοί, μέ εί­ χαν βγάλει έμένα « άντισοβιετικό» -δέν είμουνα ! - καί άναθεωρητή, γιατί συνέχισα νά έχω σχέσεις μέ τούς δια­ γραμένους ζαχαριαδικούς καί άντιζαχαριαδικούς καί άν­ τικολλιγιανικούς καί καΙ Είχαν είδοποιήσει τότε τήν δρ­ γάνωσή μου, τήν "Ενωση Συγγραφέων της Ρουμανίας, άλλά δέν πηρε υπόψη της τής « έπέμβασψ>. Θυμάσαι; 'Εσύ δ ίδιος μοϋ είχες πεί: «τό ποτήρι ξεχεί­ λισε καί δέν ξέρω τί θά γίνει .μέ σένα. Νά πάς στήν συνε­ δρίαση πού θά γίνει καί. πού έχουν άποφασίσει νά σοϋ τά «ποϋνε» καί νά κάνεις αυτοκριτική -τί θά χάσεις-'- πώς ναί, είσαι άναθεωρητής καί άντισοβιετικός, άλλά . . . » Θυμάσαι; W Ε κανα τότε τήν « αυτοκριτική, μου», άλλά όχι όπως μοϋ είχες υποδείξει έσύ, γιατί ήξερα άπό πείρα έτών, πώς άν δμολογοϋσα κάτι τέτοιο, θά μοϋ κόλλαγαν Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


284

τόν ντενεκέ στήν πλάτη καί άντε βγάλτον! W Εκανα, λοι­ πόν, έκείνη τήν αυτοκριτική, δείγμα ατομιστικης ευελι­ ξίας -που φτάσαμε ! - ξεφουρνίζοντας έκ;είνο τό περίφη­ μο: « Σύντροφοι, δέν είμαι αναθεωρητής, γιατί δέν ξέρω τή θεωρία γιά νά τήν αναθεωρήσω! Ούτε κι αντισοβιετι­ κός είμαι κι αυτό τό δείχνουν τά γραφτά μου. 'Εγώ πά­ σχω από . . . διανοουμενίστικο μικροαστικό συμφιλιωτικό συναισθηματισ μό! » Θυμασαι τόν Γιώργο τόν Κέλα; Περίμενε μέ αγωνία νά δεί πώς θά ξεφύγω από τόν λαβύρινθο καί δταν μ' άκουσε δέν κρατήθη κε καί πετάχθηκε πάνω: « - W Εεεε! Αυτό δέν τό 'χουμε ξανακούσει ! » Θυμασαι καί τήν αστεία πλευρά; (Τό προηγούμενο, δέν είναι αστείο, είναι δραματικό . Γιατί, π ραγματικά μόνο ε­ τσι μπορείς νά χαρακτηρίσεις τόν έξαναγκασμό σέ τέ­ Ύοια μικροπρέπεια, από δικούς σου ανθρώπους . . . ) Ό Κέ­ λας λοιπόν, πού ζωγράφιζε κιόλας, εφιαξε μάνι μάνι ενα σ κίτσο: μιά «βεσπασιανή» πού εγραφε αΠ,άνω « Ρεβιζιονι­ σμός», καί μέ σ κιτσάρισε κι έμένα μπροστά . . . έν λει­ τουργία! Τό σκίτσο, περνώντας από τά διακόσια περίπου άτομα πού β ρισκόνΤΟύσαν στή συνέλευση, εφτανε από χέρι σέ χέρι σ ' έκείνους πού . . . «επρεπε καί μπορουσαν νά τό χαρουνε» . . . Γιατί στά θυμίζω αυτά; Γιά ν ά κ λείσω μέ τούς « ΚΟ­ ρι<?ύς» τή σημερινή έπιστολή. Ό νεοδογματισμός του αν­ τιδογματισμου -καί πάλι χωρίς λογοπαίγνιο- καί οί τέ­ ως « πετάει δ γάιδαρος-πετάεΙ) έχουνε γιά πρώτο τους στόχο τή Σοβιετική ΗΕνωση .

Κράτος κοριών!

Καλά, λέω, βρέ αδερφέ, πές πώς δέν συμφωνείς μέ τή Σοβιετική

"Ενωση .

Πές δτι δέν είναι σοσιαλιστική

-ακόμη κι αυτό ! Πές δτι είναι μιά καπιταλιστική χώρα σάν δλες τίς καπιταλιστικές. Γιά τήν ' Αμερική δέν άκου­ σα νά λένε δτι είναι κράτος κοριών! Ούτε γ,ά τή ΓερμαDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


285

νία ! Γιά κανέναν! Πώς μιλάνε έτσι γιά τίς έκατοντάδες τά έκατομμύρια τών σοβιετικων άνθρώπων; Πώς άπό τήν άλλη μεριά τήν όνομάζουν οί ίδιοι «ύπερδύναμη » ; Πώς έγινε ύπερδύναμη -η Ρωσία τών ζητιάνων; Πώς αυτή -η χώρα άπό τό 1 9 1 7 -μόνο- καί μέ τήν ξένη επέμβαση, έφτασε σέ λίγα χρόνια -τό 1 94 1 - σ ' εκείνο τό μεγαλείο, στόν άντιφασιστικό πόλεμο; Καί πώς, μέ 20.000.000 νε­ κρούς, καί χιλιάδες πόλεις καί δεκάδες χιλιάδες χωριά ξεριζωμένα, κατάφερε νά σταθεί πάλι στά πόδια της καί νά γίνει

.� ύπερδύναμη πού τήν όνομάζεις; Μέ « κοριούς»

γίνανε όλα αυτά; Υ . Γ . (Στό ύσ,τερόγραφο, όπως πολύ καλά γνωρίζεις, γρά­ φεις τά πιό ση μαντικά πού έχεις νά πείς: πολλές φορές τήν ουσία του γράμματος). Λοιπόν: ξέρεις πώς εγώ, ό­ πως κι εσύ, δέν είμαι αυτή τή στιγμή «πουθενά» . Δέν παι­ νεύομαι γι ' αυτό, καί φαντάζομαι ούτε κι εσύ, ούτε χαίρο­

μαι. Λυπάμαι. Γιατί δέν βρίσκομαι ούτε στήν -ηλικία συν­

ταξιοδότη σης, ούτε σ ' εκείνη τών άπομνη μονευμάτων . . .

( ΛΕΛΕΒΩ-ΣΕ ! »

Τελειώνω τό «Παράρτημα» παρουσιάζοντας όλόκλη­ ρη αύτή τήν επιστολή χωρίς νά πω καί τό δνομα του iLno­ στολέα όλόκληρο - μήπως δέν θέλει ό ιiνθρωπoς: «'Αγαπητέ άγνωστε φίλε Δημήτρη Διαβάζω τακτικά μέ πολλή άγάπη κάθε Κυριακή, στήν άγαπητή « Πρωϊνή 'Ελευθεροτυπία», « τό Ή μερολόγιο της Π ροσφυγιας ένός άντάρτη » , καί επειδή τήν λέξη «άν­ τάρτης» τήν έμαθα άπό πολύ μικρός, μέ συγκίνησε άφάν­ ταστα, άκούγοντας τά -η ρωϊκά κατορθώματά τους . μά καί τά λεβέντικα τ ραγούδια τους όπως τό « νΩ, άντάρτες

κατεβείτε άπό τά βουνά» , 11 « χέρια άτσάλινα κ ρατάνε Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


286

σημαία έλληνική» , μά καί έκείνο της λεβέντικης φυλης μου: « 'Αντάρτες στά ψηλά ρασιά ποίόι; μαϊρέβ καί φάϊ­ σας» . . . νΕζησα όλη τή φρίκη τοϋ πολέμου, βρέθηκα άνάμεσα στά πυρά

μέ τήν κατάληψη τοϋ Κιλκίς άπό τούς άντάρ­

τες καί άντάρτισσες καί μάτωσε ή παιδική μου ψυχή άπό τό άδελφοφάγωμα, πού καί ή δική μου οίκογένεια ύπέφε­ ρε πολλά . νΕτσι διαβάζοντας τό «ήμερολόγιο» είδα νά γ ράφεις γιά εναν συμπατριώτη ' μου, Γιώργο Τσαπακίδη , συγκινή­ θη κα καί άμέσως κάθησα καί εγραψα μερικά ποντιακά δίστιχα πού μιλάνε γιά τούς άντάρτες, είτε.στό χώμα β ρί­ σ κονται, είτε στά ξένα, όπως δ άδερφός μου Λεωνίδας, πού δέν μπορεί νά ' ρθει εστω καί λίγο νά δεί τόν τόπο του, τό χωριό πού είδε τό π ρώτο φώς . . . Σέ σένα φίλε Δημήτρη καί σέ όλους τούς άγνούς άν­ τάρτες, στέλνω θερμό άγωνιστικό χαιρετισμό . . . Στούς άντάρτες μέ άγάπη (κατοχή) Ντό έγέντα τά παιδία πού έδέβαν στά ρασία, γιά νά κ ροϋν τήν Γερμανίαν, καί νά φέρνε Έλευθερίαν; (ρεφρέν) V Αλλ' άδa καί άλλ' έκεί

έπεμνάνε στό ρασίν-

τή ξενήτιας τό δράμαν ζοϋνε καί κλαίγνε άντάμαν.

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


287

(έμφύλιος) Ούλια του λαου παιδιά καί ιί σήμ φτωχολογίαν, έπολέμναν γιά νά φέρνε δίκαιον καί λαοκρατίαν. 'Έ ρθεν τό μάβρον χαμπάρ σή Καϊμαξαλάν ιί πάν ' ,

ό ιίγώνας έπ ροδόθεν

καί σ ' εμας λόγον καί εδόθεν .

(σήμερα) Ντό έγένταν τά λιοντάρια καί οϋλια έκείνα τά β λαστάρια : άλλ' σό χώμαν, άλλ' σά ξένα στέκνε παραπονεμένα . Μ έ ιί γάπη Γ . Ντέβ . . . »

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


288

Δημήτρης Ραβάνης-Ρεντη ς

Ό Δ ρομάκος μέ τήν Πιπεριά -4η εκδοση Μυθιστόρη μα, σελ.688 - ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΗΡΙΔΑΝΟΣ Ή 'Αντίσταση στήν Κατοχή , δ Δεκέβ ρης,

ή

Βάρκιζα εί­

νΙΙι δ « χώρος» πού κινουνται οί η ρωες του « Δ ρομάκου μέ την πιπέριά». Τό μυθιστόρημα είναι μιά «τοιχογραφία» γιά τή περίοδο του 1 940- 1 945 . Ξεκινώντας από ενα μικρό δρόμο της 'Αθήνας, δ συγ­ γραφέας παρακολουθεί τίς αλλαγές στίς σχέσεις, στή συ­

νείδηση τών ανθρώπων σ' αυτήν τ ν περίοδο. Τίς συγ­ κρούσεις καί τίς άνακατατάξεις πού ταράζουν τήν προ­ σωπική τους ζωή , μά καί δλόκληρη τήν Έλλάδα . Κυκλοφόρησε γιά πρώτη φορά σέ μετάφραση στά ρουμά­ νικα, καί σέ έλληνική έκδοση στό έξωτερικό τό 1 964.

Ό συγγραφέας δέν θέλησε ν: άλλάξει τίποτα από τήν πα­ λιά έκδοση , γιά νά μήν αλλοιωθεί μέ τίς προσθέσεις καί τίς αφαιρέσεις τό πνευμα του βιβλίου, πού γράφτηκε τό 1 949

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


289 ΔΥΟ ΠΑΙΔΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ Τού Δημήτρη Ραβάνη-Ρεντη ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΗΡΙΔΑΝΟΣ 1 .«ΤΑ ΔΩΔΕΚΑ ΣΠΙΡΤΑ» Είναι μιά σύνθεση άπό τά στοιχεία τού έλληνικού παρα­ μυθιού, πού πηρε τό Βραβείο της Γυναικείας Λογοτεχνι­ κης Συντροφιας τό 1974. Τό σκεπτικό γιά τή βράβευση, λέει : « . . . Στό χαριτωμένο λαϊκό ύφος τού ήρΟ)α, τού Καλόκαρ­ δου.Μέ άπλή φράση καί άπλή γλώσσα παρoυι;nά�ει τίς παράξενες περιπέτειες καί τά άπίθανα γυρίσματα τού ά­ γοριού, πού δέΥ όπισθοχωρεί στίς δυσκολίες καί δέν τρο­ μάζει άπό τίς προσπάθειες. Καί ένώ δλα είναι παραμυθέ­ νια στή διήγηση καί άπίστευτα, οΙ φυσικές καταστάσεις πού περιγράφονται, μέ τόση φαντασία, δπως ή άναβρο­ χιά, ή δίψα, ή πλημμύρα, τά ήφαίστεια είναι όλόσωστα στή βάση τους. » . «Τά Δώδεκα Σπίρτα είναι άξιοθαύμαστ η προσφορά αί­ σιοδοξίας στά παιδιά μας καί ταυτόχρονα συμβολή στήν άνανέωση τού λαϊκού ύφους τών παραμυθΙών χωρίς έκζή­ τηση . . . » 2.«KAl Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΗΤΑΝ ΤΟΣΟ ΚΟΝΤΑ . . . » Είναι όκτώ διηγήματα γιά παιδιά, ποό ό συγγραφέας τά λέει «χαρούμενα», αν καί τά θέματά του είναι παρμένα ά­ πό -τήν κατοχή, iΊ άπό καθημερινές καταστάσεις καθό­ λου χαρούμενες. Τήν αίσιοδοξία τή βρίσκει ό συγγραφέ­ ας -παρά τό κρύο, τήν πείνα, τό θάνατο- στή δύναμη τού άνθρώ'που πού δέν τό «βάζει κάτω», πού άγωνίζεται γιά τήν άνθρωπιά. Τό βιβλίο αυτό είναι μιά «έξήγηση» πού δίνει ό συγγραφέ­ ας στά παιδιά γιά τή « μ ανία πού txouv οΙ μεγάλοι» νά μιDigitized by 10uk1s, Jan. 2010


290

λα νε γιά τίς δυσ κ ολίες πού π έ ρασαν οί ίδιοι σ τή ζωή τους. Φέ ρ ν ο ν τάς τες κ άθε στιγμή παράδειγμα γι ά σύγ­

κ ριση μ έ τίς «ευ κ ολίες» πού ά ν τιμετ ω πίζουν «τά ση μερι­ ν ά παιδιά » . Τό βιβλίο βραβεύτη κ ε άπό τή ν ΈταιΡ ία Έλ­ λήνων Λογοτεχν ών .

Κ αί τά δυό βιβλία μέ πλούσια π ρω τότυπη είκ ον ογράφηση σέ τετραχρ ω μία .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


291

«ΤΟ ΦΙΜ Ω ΜΕΝΟ ΦΩΣ» 14 Διηγή ματα του Δημήτρη Ραβάνη-Ρεντη 'Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ Σελίδες 1 28 Άπό τόν εμφύλιο πόλεμο καί τίς συνέπειές του, παίρνουν τά θ έ μ α τ ά τ ο υ ς τά διηγή μ α τ α του Δ η μ ή τ ρ η Ραβάνη-Ρεντη , πού περιλαμβάνονται στό νέο του βι­ βλίο, μέ τό γενικό τίτλο «Τό Φιμωμένο φως» . Ή τραγικότητα εκείνων των ήμερων καί ο ί συνέπειες στή ζωή των άνθρώπων πού β ρέθηκαν στό κέντρο της σύγ­ κ ρουσης, «άπό δω, η άπό εκεί», άλλά καί τά δράματα πού δημιουργήθηκαν διαφαίνονται σέ κάθε σελίδα του βι­ βλίου, κι όταν τό θέμα είναι δ ίδιος εμφύλιος πόλεμος (<<"Οταν είχε ήσυχία», «Οί Άντίπαλοι» ) , ά λλά καί όταν μέσα στήν καταστροφή βρίσκει τόν τρόπο νά πεί τό λόγο της ή άγάπ η . (<<"Αν σου πω σ' 'άγαπω τί θά κάνεις;» «Ί­ στορία άγάπης » κλπ) Γενικά, «ΤΟ Φ Ι ΜΩΜΕΝΟ ΦΩΣ» δίνει τήν άτμόσφαιρα μιας εποχης, μέ τίς π ροεκτάσεις της άκόμη καί στή ση­ μερινή καθημερινή ζωή .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


Τό βιβλίο τού Δημήτρη Ραβάνη-Ρεντη φωτοστοι­ χειοθετήθηκε άπό τήν ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΕΙΡΗΝΗ Ε . Π . Ε . Άσ κληπιού 36, τηλ . , 36. 1 0.465 - 36. 39.259 γιά λογαριασμό τών έκδόσεων ΗΡΙΔΑΝΟΣ Άσκλη­ πιού 3, τήλ . , 36. 1 7 .942 τό Μαίο τού 1 98 1 .

Digitized by 10uk1s, Jan. 2010


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.