M005

Page 1

A KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998

2-31 AΦIEPΩMA

ΦIEPΩMA

Σφουγγάρι και σφουγγαράδες H σπογγαλιευτική δραστηρι τητα στα νησιά του Aρχιπελάγους διά μέσου των αιώνων

Σφουγγάρι

και σφουγγαράδες. H σπογγαλιευτική δραστηρι τητα στα νησιά του Aρχιπελάγους διά μέσου των αιώνων. Tου Γιάννη Θ. Πατέλλη H σπογγαλιεία στις N τιες

Σποράδες. 1850–1900: H ανάπτυξη της σπογγαλιείας, το «Σπογγαλιευτικ Zήτημα» και η προσφορά του K. Φλέγελ. Tου Kυριάκου Kων. Xατζηδάκη Eπεξεργασία και εμπ ριο.

Tρ ποι κατεργασίας των σφουγγαριών, δίκτυο διακίνησης και εμπορικοί οίκοι. Tου Nίκου Γ. Παπάζογλου Mέθοδοι σπογγαλιείας.

H καγκάβα, το καμάκι, οι ελεύθερες καταδύσεις, το σκάφανδρο, ο μηχανισμ ς Φερνέζ και ο ναργιλές. Tου Kώστα Δαμιανίδη Φυσιολογία των σπ γγων.

H ποικιλομορφία στα είδη και σταεμπορεύσιμα σφουγγάρια. Tης I. Kαστρίτση–Kαθαρίου Tα σπογγαλιευτικά σκάφη.

Oι Συμιακές σκάφες, ο αχταρμάς, η γυαλάδικη βάρκα, η καγκάβα, το ντεπ ζιτο και το μπακέτο. Tου Kώστα Δαμιανίδη Aρμενίζοντας με

τους σφουγγαράδες. H σκληρή και γεμάτη κινδύνους ζωή των σφουγγαράδων στα μακρινά και πολύμηνα ταξίδια. Tου Iωάννη Aντ. Xειλά Διάσωση της σπογγαλιευτι-

κής παράδοσης.

Kάλυμνος. Aναχώρηση σπογγαλιευτικού σκάφους, 1950 (φωτ.: Δημ. A. Xαρισιάδης, Aρχείο Mουσείου Mπενάκη).

Tου Kώστα Δαμιανίδη Στο Tάρπον Σπρίνγκς.

Tου Γιάννη Θ. Πατέλλη

Mια μικρή Eλλάδα στην καρδιά του Nέου K σμου, κέντρο εμπορίου των σπ γγων για λη την Aμερική.

Προέδρου του Aναγνωστηρίου Kαλύμνου «Aι Mούσαι»

Tου Aντώνη Σ. Mαΐλλη Ποκινήματα, Aγιασμ ς,

αναχώρηση. Eθιμα της αναχώρησης και της επιστροφής απ το πολύμοχθο ταξίδι των σφουγγαράδων. Tης Θεμελίνας Kαπελλά O χορ ς του «μηχανικού».

Tης Θεμελίνας Kαπελλά Oι Συμιακοί σφουγγαράδες.

Tης Eλένης Kρητικού Eξώφυλλο: Kατάδυση με σκάφανδρο. Φ ντο, άπλωμα και διαλογή σφουγγαριών στο λιμάνι της Kαλύμνου, 1950 (φωτ.: Δημήτριος A. Xαρισιάδης, Aρχείο Mουσείου Mπενάκη).

Yπεύθυνη «Eπτά Hμερών» EΛEYΘEPIA TPAΪOY

XANETAI στα βάθη του χρ νου η γνωριμία μας με το σφουγγάρι και τη σπογγαλιευτική δραστηρι τητα. O Oμηρος στην Iλιάδα βάζει ένα σφουγγάρι στα χέρια του θεού Hφαίστου, ο οποίος καθαρίζει μ’ αυτ το πρ σωπο, τα χέρια και το δασύτριχο στήθος του πριν φορέσει το χιτώνα του. Στην Oδύσσεια οι υπηρέτες του ανακτ ρου του Oδυσσέα καθαρίζουν με «πολύτρυπα» σφουγγάρια τα βασιλικά τραπέζια μετά τα σπάταλα γεύματα των μνηστήρων της Πηνελ πης. O Aριστοτέλης παρατήρησε τι τα σφουγγάρια έχουν αίσθηση και υποστήριξε τι πρ κειται για ζώα. O Πλίνιος και ο Aιλιαν ς ισχυρίζονται τι τα σφουγγάρια αποτελούν ενδιάμεση βαθμίδα μεταξύ φυτών και ζώων. Tο σφουγγάρι, πως αναφέρουν

2 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998

Pωμαίοι και Bυζαντινοί συγγραφείς, χρησιμοποιείτο για ποικίλες καθημερινές ανάγκες. Στη γραφή, στη ζωγραφική, στην ιατρική και φαρμακευτική, αλλά και στο στρατ , για την προστασία των πολεμιστών απ την τριβή των θωράκων και των περικνημίδων. H χρήση του στη θεία λατρεία απ τους πρώτους αιώνες του XριστιανιEπιμέλεια αφιερώματος:

EΛEYΘEPIA TPAΪOY Δ·PA ANT·NIOY σμού φέρνει στο νου την τραγική σκηνή απ τη Σταύρωση του Xριστού. O Pωμαίος στρατώτης βρέχει με σφουγγάρι βουτηγμένο σε χολή και ξος τα χείλη του Θεανθρώπου. O αρχαίος συγγραφέας Oππιαν ς (2ος μ.X. αι.) στο ποίημά του «Aλιευτικά» αναφέρεται στη σπογγαλιεία και τους σφουγγαράδες, χρησιμο-

ποιεί δε τις ονομασίες σπογγεύς, σπογγοθήρας, και σπογγοτ μος για τον αλιέα που εξασκεί τη «σπογγοθηρική». Tην περίοδο του μεσαίωνα πρώτοι καταναλωτές σπ γγων φαίνεται τι υπήρξαν οι Φράγκοι, κατακτητές στο Aιγαίο και στην Aνατολή επί αιώνες. Mετά την εκδίωξή τους διέδωσαν τη χρήση του σφουγγαριού στην Eυρώπη, ενώ η Bενετία υπήρξε το πρώτο σπογγεμπορικ κέντρο. «Aπ τη σύντομη αυτή αναδρομή είναι φανερ τι το σφουγγάρι παραγ ταν κυρίως στην ανατολική λεκάνη της Mεσογείου. Oταν η ζήτησή του αυξήθηκε κατακ ρυφα, αναζητήθηκε σε πολλές θάλασσες του πλανήτη. Σφουγγάρια άρχισαν να αλιεύονται στην Kαραϊβική και κυρίως στις ακτές της Φλώριδας και της Kούβας. Oμως η υφή τους είναι πλαδαρή, η συνεκτικ τητά τους χαλαρή και υστερούν σε ανθεκτικ τητα σε σχέση με τα μεσογειακά. Σπογγαλι-


Ψάρεμα σφουγγαριών στις ακτές της Eλλάδας με καμάκι. Eπιχρωματισμένη ξυλογραφία του 1850 (αρχείο Aντώνη Σ. Mαΐλλη).

εία γίνεται επίσης στις ακτές της Mαδαγασκάρης, στον κ λπο της Bεγγάζης και στις Φιλιππίνες. H ποι τητα μως των αλιευμάτων είναι κατώτερη και εκείνης των αμερικανικών. Hταν φυσικ λοιπ ν η σπογγαλιεία να ακμάσει κυρίως στην Aνατολική Mεσ γειο, που υπήρχαν τα καλύτερα σπογγοφ ρα πεδία και τα καλύτερης ποι τητας σφουγγάρια. Eπάγγελμα σκληρ και επικίνδυνο, έγινε «προν μιο» των άγονων νησιών του Aιγαίου και των φτωχών παράκτιων περιοχών. Στα τέλη του 18ου αιώνα, ταν η πειρατεία άρχισε να τίθεται υπ έλεγχο, δημιουργήθηκαν σιγά σιγά τα σπουδαι τερα σπογγαλιευτικά κέντρα της Mεσογείου. Aυτά ήταν οι N τιες Σποράδες (τα σημερινά Δωδεκάνησα) με τα σημαντικ τερα κέντρα την Kάλυμνο και τη Σύμη, αλλά και τη Xάλκη και το Kαστελλ ριζο. Aπ το 1840 περίπου οι Kαλύμνιοι, οι Συμιακοί, οι Yδραίοι και οι Aιγινίτες σφουγγαράδες ανακαλύπτουν τα πλούσια σπογγοφ ρα πεδία της B. Aφρικής. Tώρα, οι τ ποι ψαρέματος ξεκινούν απ την Aδριατική, απλώνονται σε ολ κληρο το Aιγαίο, στην Kαραμανία, στην Kύπρο, στη Συρία, στα αιγυπτιακά παράλια (Mανδρούχα), την Kυρηναϊκή (Bεγγάζη) και με τα μικρά νησιά Λαμπιδούσα και Παντελλαρία κλείνει ο κύκλος των σπογγαλιευτικών πεδίων στις ακτές της Σικελίας και της Σαρδηνίας». Oι πρώτοι έμποροι αγ ραζαν, επε-

Eμποροι σφουγγαριών, συκών και φιστικιών στην Kωνσταντινούπολη, στα τέλη του περασμένου αιώνα. Tους πρώτους πλαν#διους πωλητές σφουγγαριών τους συναντάμε στη Σύρα, τη Σμύρνη και την Kωνσταντινούπολη και απ# εκεί στην Oδησσ#, στο Kίεβο, στη M#σχα και στην Πετρούπολη. Kαρτ ποστάλ εποχής (αρχείο A. Σ. Mαΐλλη).

ξεργάζονταν τα σφουγγάρια και τα πουλούσαν στους δρ μους ως γυρολ γοι. Tους πρωτοσυναντάμε στη Σύρα, τη Σμύρνη και την Kωνσταντινούπολη και απ εκεί στην Oδησσ , στο Kίεβο, στη M σχα και στην Πετρούπολη. Oταν στα μέσα του 19ου αιώνα η Tεργέστη έγινε διακομιστικ κέντρο μεταξύ Mέσης Aνατολής και Eυρώπης, ήταν επ μενο να γίνει και το κέντρο διακίνησης των σφουγγαριών προς την Kεντρική Eυρώπη. Πρωτοπ ροι στη διάδοση της χρήσης των σφουγγαριών στη βιομηχανική β ρειο Iταλία και στην Aυστροουγγαρία αναφέρονται οι Kαλύμνιοι σπογγέμποροι Θε φιλος Kουτρούλης και Mιχαήλ Tουλουμάρης. H βιομηχανική επανάσταση στην κεντρική και β ρεια Eυρώπη και λίγο αργ τερα στην Aμερική προκάλεσε απ τομη αύξηση της ζήτησης των σφουγγαριών. Tα σφουγγάρια χρησιμοποιούνται τώρα στις μηχανές, στις οικοδομικές εργασίες, στην αγγειοπλαστική, στις πορσελάνες και στην αυτοκινητοβιομηχανία. Δημιουργούνται αξι λογοι εμπορικοί οίκοι στην Aίγινα, στην Yδρα, στην Kάλυμνο και στη Σύμη, οι οποίοι διακινούν τη σπογγοπαραγωγή προς τις βιομηχανικές χώρες της Eυρώπης και την Aμερική. O σπογγεμπορικ ς οίκος «Bουβάλη», που ίδρυσε ο Kαλύμνιος έμπορος Nικ λαος Bουβάλης, με έδρα το Λονδίνο Συνέχεια στην 4η σελίδα

KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH

3


Yδραίοι σφουγγαράδες στη Φλ#ριδα (HΠA) στο πρώτο τέταρτο του 20ού αιώνα (φωτ.: αρχείο Θε#δωρου Kρεμαστιώτη, Yδρα, T. K. 62125). Συνέχεια απ# την 3η σελίδα

και παραρτήματα σε λες τις βιομηχανικές χώρες του κ σμου, αναδεικνύεται επί έναν αιώνα (1884–1984) ο μεγαλύτερος στο είδος του.

Kαταδυτικές συσκευές

Πάνω: Παρίσι 12 Iουλίου 1919. Eπίδειξη της νέας τ#τε καταδυτικής συσκευής Φερνέζ, που κατασκεύασε ο Mωρίς Φερνέζ, στον ποταμ# Σηκουάνα. Στη φωτογραφία (κάτω) εικονίζονται τα μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας για την οποία έγινε η επίδειξη. Aπ# δεξιά προς αριστερά: Γεώργιος Γεωργάς, Mάρκος Bογιατζής, Iωάννης Kουλκούντης, Mιχαήλ Bολονάκης (καθηγητής Iστορίας στο Πανεπιστήμιο Aθηνών), Aνδρέας Mιχαλακ#πουλος (γνωστ#ς πολιτικ#ς και μετέπειτα πρωθυπουργ#ς της Eλλάδος), Nικ#λαος Παπαϊωάννου (ιατρ#ς παθολ#γος), Iωάννης Παπαδ#πουλος (ιατρ#ς μικροβιολ#γος), Aνδρέας Παπαδ#πουλος, Iωσήφ Kινδύνης (Kαλύμνιος σπογγέμπορος), Nικ#λαος Kαντάς (χειρουργ#ς), Γεώργιος Διαμαντ#πουλος (ιατρ#ς παθολ#γος) και Mορίς Φερνέζ (φωτ.: αρχείο A. Σ. Mαΐλλη, πρώτη δημοσίευση).

H αυξημένη ζήτηση σφουγγαριών είχε ως αποτέλεσμα να δοκιμαστεί στη σπογγαλιεία το σκάφανδρο στη δεκαετία του 1860. Πολύ αργ τερα εμφανίζονται και άλλες καταδυτικές συσκευές, πως το Φερνέζ και μεταπολεμικά ο ναργιλές και η αυτ νομη κατάδυση με μποτίλιες. H εισβολή των καταδυτικών εργαλείων στη σπογγαλιεία είχε ως συνέπεια την υπερβολική αύξηση των θυμάτων στους σφουγγαράδικους πληθυσμούς. O γυμν ς σφουγγαράς του χθες που αντιμετώπιζε διάφορους κινδύνους στο βυθ (καρχαρίες, τραυματισμούς, ατυχήματα), τώρα, ως δύτης με σκάφανδρο, έχει έναν πρ σθετο εχθρ . Tη ν σο των δυτών, πως είναι γνωστή η ν σος που προκαλείται απ την αύξη-

ση των φυσαλλίδων αζώτου στον οργανισμ λ γω των μεταβολών της υδροστατικής πίεσης. Πολλοί ήταν οι νεκροί απ ασφυξία και ακ μη περισσ τερα τα θύματα με μερική ή ολική παράλυση λ γω άγνοιας των καν νων κατάδυσης και παρατεταμένης παραμονής σε μεγάλα βάθη. H χρήση των καταδυτικών συσκευών και η συνεπακ λουθη υπεραλίευση οδήγησαν στην αποψίλωση των βυθών απ τα σφουγγάρια. Tα πρώτα χρ νια του 20ού αιώνα τα σπογγοφ ρα πεδία του Aιγαίου έχουν πια μειωθεί σημαντικά, με αποτέλεσμα τη μείωση των ασχολούμενων με τη σπογγαλιεία παράκτιων και νησιωτικών πληθυσμών. Oσοι σφουγγαράδες δεν μπορούν να αλλάξουν επάγγελμα αναζητούν καλύτερη τύχη ως μετανάστες στις ακτές της Φλώριδας. Tαυτ χρονα, οι αλλαγές στον πολιτικ χάρτη της Mεσογείου έχουν ως συνέπεια, μετά το 1910, τα αφρικανικά παράλια να μην είναι πλέον τουρκικά, αλλά και ιταλικά. Oι Aιγινήτες και οι Yδραίοι σφουγγαράδες με σοβαρά εμπ δια στις μετακινήσεις τους προς την Aφρική, φθίνουν. Aντίθετα, η Kάλυμνος και η Σύμη, που απ το 1912 είναι υπ ιταλική κατοχή, έχουν ελεύθερη την πρ σβαση στις λυβικές θάλασσες. Παρά τους εκπατρισμούς πολλών νησιωτών λ γω των σκληρών καταπιεστικών μέτρων που εφαρμ ζει η Iταλία στα Δωδεκάνησα, η Kάλυμνος και η Σύμη παίρνουν πλέον τα ηνία της σπογγαλιείας κατά το πρώτο τέταρτο του αιώνα μας.

Mαρασμ ς Mετά τις καταστροφές του B΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Kάλυμνος θα ανασυγκροτήσει το στ λο της και θα παραμείνει μοναδική σπογγαλιευτική δύναμη. H Σύμη βρίσκεται σε καθοδική πορεία και τη δεκαετία του ’60 παύει κάθε σπογγαλιευτική δραστηρι τητα στο νησί. Στα μεταπολεμικά χρ νια η μέση ετήσια συγκομιδή σφουγγαριών της Kαλύμνου αντιπροσωπεύει τα δύο τρίτα της πανελλήνιας παραγωγής και εξάγεται ολ κληρη προς την Eυρώπη και την Aμερική με σημαντικ συναλλαγματικ φελος για την πα-

4 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998


O δάσκαλος Λεωνίδας Σουρέας (1878 – 1931) απ# το χωρι# Παρ#ρι της Σπάρτης έγινε γνωστ#ς στη λογοτεχνία με το ψευδώνυμο Kώστας Παρορίτης. Δημοτικιστής, του κύκλου του «Nουμά», στη λογοτεχνία καταγράφεται ως ένας απ# τους πρώτους συγγραφείς με σοσιαλιστικές ιδέες. Aν και στεριαν#ς έγραψε για τη ζωή των σφουγγαράδων που γνώρισε #ταν υπηρετούσε στην Yδρα. Στο μυθιστ#ρημά του με τίτλο «Στο άλμπορο» οι ήρωες επαναστατούν ενάντια στους αφέντες καπετάνιους. Στην εποχή του χαρακτηρίστηκε κοινωνικ# ρομάντζο. O Παρορίτης, νέος διορίστηκε ελληνοδιδάσκαλος και υπηρέτησε για λίγο στην Yδρα. Tο 1904 επέστρεψε σχολάρχης και έμεινε ώς το 1911. T#τε προβιβάστηκε καθηγητής και έφυγε.

Tο ψαλίδισμα των σφουγγαριών. 1932 – 1936 (φωτ.: Eλλη Παπαδημητρίου, Aρχείο Mουσείου Mπενάκη).

Mικροί Kαλύμνιοι με σφουγγάρια στο μπ#ι τους, χαμογελούν στο φακ# προφυλαγμένοι λ#γω ηλικίας απ# το φ#βο που φωλιάζει στην καρδιά των μεγάλων, πριν απ# την αναχώρηση των σπογγαλιευτικών σκαφών του νησιού, τον Aπρίλιο του 1954 (φωτ.: Hνωμένοι Φωτορεπ#ρτερ, αρχείο A. Σ. Mαΐλλη).

Mέλη σπογγαλιευτικού πληρώματος ετοιμάζουν δύτη για κατάδυση με σκάφανδρο. Tο σκάφανδρο εμφανίστηκε τη δεκαετία 1860 και παρά τα σοβαρά ατυχήματα που προκάλεσε η χρήση του λ#γω άγνοιας των καν#νων κατάδυσης, επιβλήθηκε για περίπου έναν αιώνα, έως την κατάργησή του περί το 1970 (αρχείο A. Σ. Mαΐλλη).

τρίδα μας. Mετά το 1970 μως, αρχίζει ο μαρασμ ς της σπογγαλιείας και στην Kάλυμνο. Tα αφρικανικά παράλια εθνικοποιούνται και δεν υπάρχει πρ σβαση στα σπογγαλιευτικά τους πεδία. Παράλληλα, το τεχνητ σφουγγάρι αναβαθμίζεται ποιοτικά και αντικαθιστά το φυσικ σε λες σχεδ ν τις χρήσεις του και σαν να μην έφθαναν λα αυτά, το 1986 μια

πολύ σοβαρή ασθένεια των σφουγγαριών καταστρέφει τα μεσογειακά αλιευτικά πεδία. Ωστ σο, η ασθένεια δείχνει να έχει κάνει τον κύκλο της, πως προκύπτει απ την ανάκαμψη των σπογγαλιευτικών πεδίων κατά τα τελευταία χρ νια, γεγον ς που ενισχύει τις ελπίδες για αναζωογ νηση της σπογγαλιείας στο εγγύς μέλλον.

KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH

5


H σπογγαλιεία στις N τιες Σποράδες 1850 – 1900: η ανάπτυξη της σπογγαλιείας, το «Σπογγαλιευτικ Zήτημα» και η προσφορά του K. Φλέγελ

Διαφημιστική χρωμολιθογραφία του 1880, του Kαλύμνιου εμπ ρου σφουγγαριών Θε δωρου Hλιάδη στη Φραγκφούρτη, που αναπαριστώνται οι φάσεις και οι τρ ποι αλιείας των σφουγγαριών, καθώς και οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζουν οι δύτες. H τουρκική ημισέληνος στους ιστούς των πλοίων υπενθυμίζει τι η Kάλυμνος ανήκε ακ μα τ τε στην Oθωμανική αυτοκρατορία (αρχείο A. Σ. Mαΐλλη). Tου Kυριάκου Kων. Xατζηδάκη Eκπαιδευτικού – συγγραφέα

MEΛETΩNTAΣ την ιστορία της σπογγαλιείας κατά τον περασμένο αιώνα δεν μπορούμε παρά να σταθούμε σε ένα γεγον ς που επηρέασε σημαντικά την οικονομική και κοινωνική ζωή σε λα τα σφουγγαράδικα νησιά και ειδικ τερα σε εκείνα των N τιων Σποράδων, της σημερινής δηλαδή Δωδεκανήσου. Tη συστηματική χρησιμοποίηση, για πρώτη φορά στη σπογγαλιεία, του σκάφανδρου, το οποίο έμελλε να φέρει οικονομική ακμή αλλά και μεγάλη κοινωνική αναστάτωση. Aς πάρουμε μως τα πράγματα απ την αρχή... H ανάπτυξη της σπογγαλιείας άρχισε τη δεκαετία του 1850 με τους γυμνούς κυρίως δύτες – τους «βουτηχτές», – την καγκάβα και το καμάκι. Mε μοναδικά εφ δια τη σκανταλ πετρα και τη μετρημένη τους ανα-

πνοή, οι γυμνοί σφουγγαράδες τρυγούσανε μ νο το μεγάλο και φορμάδο σφουγγάρι, αφήνοντας τα μικρά – τα σπογγίνια – για την απαραίτητη αναπαραγωγή. Tο ταξίδι διαρκούσε τ τε τέσσερις μήνες, απ του Θεολ γου ως του Σταυρού, και απ το ένα ταξίδι ίσαμε το άλλο οι κ ρφοι της θάλασσας λες και παρθένευαν. Mέσα σε ελάχιστα χρ νια ο αριθμ ς των σπογγαλιευτικών σκαφών

6 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998

και των ανθρώπων που δούλευαν σε αυτά αυξήθηκε με εντυπωσιακ ρυθμ . Πριν απ το 1854 οι N τιες Σποράδες διέθεταν 380 σφουγγαράδικα. Tο 1858 τα νησιά αυτά αριθμούσαν ήδη 600 σπογγαλιευτικά, εκ των οποίων 70 δούλεψαν στις ακτές τις P δου, 150 στην Kρήτη, 180 στα παράλια της Συρίας και 200 στη Mπαρμπαριά. H πλούσια παραγωγή στη δεκαετία του 1850 συνοδεύθηκε απ αύ-

ξηση της τιμής των σφουγγαριών. Tούτο οφείλετο στις νέες αγορές και στη μεγάλη ζήτηση, πως και στον ανταγωνισμ μεταξύ των εμπ ρων.Tην πενταετία 1854–58, οι μέσες ετήσιες πωλήσεις σφουγγαριών, έφθαναν τις 90.000 οκάδες αξίας 70.000 λιρών Aγγλίας. O κύριος γκος των εξαγωγών πήγαινε στην Aγγλία και τη Γαλλία, ενώ το 1858 άνοιξε και η αγορά της Aμερικής, που στάλθηκαν οι πρώτες μικρές ποσ τητες απ φίνα σφουγγάρια.

H εμφάνιση του σκαφάνδρου Στα μέσα της δεκαετίας του 1860, κάποιος Γάλλος ον ματι Auble έφερε στις ν τιες Σποράδες ένα άγνωστο στους σφουγγαράδες καταδυτικ μηχάνημα, το σκάφανδρο. Oι κάτοικοι των νησιών δεν είδαν με καλ μάτι τις «μηχανές», πως έλεγαν τα σκάφανδρα, και


Kάρολος Φλέγελ. O ελληνολάτρης Pώσος καθηγητής επισκέφθηκε την Eλλάδα το 1892. Συγκλονισμένος απ την εικ να των παράλυτων ή ημιπαράλυτων σφουγγαράδων που αντίκρισε στην Kάλυμνο, εγκαταστάθηκε στο νησί και αφιέρωσε τη ζωή και τις δυνάμεις του στον αγώνα για την κατάργηση του σκαφάνδρου. Στις 20 Mαΐου του 1910 συνέταξε το Yπ μνημα για τα Δωδεκάνησα ή N τιες Σποράδες, στο οποίο αναφέρεται στον αγώνα των νησιών για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού, αλλά και στο σπογγαλιευτικ ζήτημα, στον αγώνα για την κατάργηση των σκαφάνδρων. Tο υπ μνημα δημοσιεύεται στα «καλυμνιακά Xρονικά», τ μος IB΄, Aθήνα 1997 (αρχείο A. Σ. Mαΐλλη).

προσπάθησαν με βίαιες εκδηλώσεις να εμποδίσουν τη χρήση τους. Oρμησαν στις αποθήκες, κατέστρεψαν πολλές καταδυτικές μηχανές και πέταξαν τα εξαρτήματά τους στη θάλασσα. Iδιαίτερα έντονες ήταν οι ταραχές στην Kάλυμνο, γράφει ο Συμιακ ς δάσκαλος, Mιχαήλ Γρηγορ πουλος, στην πραγματεία του «H νήσος Σύμη» (εκδ. 1875), προσθέτοντας τι η γαλλική κυβέρνηση έστειλε πολεμικ πλοίο στο νησί για να προστατεύσει τα συμφέροντα των υπηκ ων της. Παρά τον ξεσηκωμ των κατοίκων, τα σκάφανδρα καθιερώθηκαν τελικά στη σφουγγαροδουλειά, περιορίζοντας σημαντικά τα σφουγγαράδικα με τους γυμνούς δύτες και τους άλλους παραδοσιακούς τρ πους αλιείας. H διάδοση του νέου μηχανήματος και η συνεπαγ μενη εντυπωσιακή αύξηση της παραγωγής, άλλαξαν εντελώς τα έως τ τε κοινωνικο-οικονομικά δεδομένα. Mέσα σε δέκα – δεκαπέντε χρ νια, η εισροή χρήματος υπερδιπλασιάσθηκε. Aπ τις 70.000 λίρες Aγγλίας, που ήταν οι μέσες ετήσιες εξαγωγές την περίοδο 1854–58, τώρα, στην πενταετία 1869–73, έφθασαν (με τη χρήση σκαφάνδρων) τις 150.000 λι΄ρες. Kαι αυτή ήταν μ νο η αρχή. Στη συνέχεια και ώς τα τέλη του περασμένου αιώνα, στα χρ νια δηλαδή της μεγάλης άνθησης της Συνέχεια στην 8η σελίδα

Mηχανουργείο σκαφάνδρων δυτών Yδρας. Φωτογραφία των αρχών του 20ού αιώνα (αρχείο Θ δωρου Kρεμαστιώτη). Tο Aσυλο των παραλυτικών σπογγαλιέων στα Xανιά και δύο θύματα του σκαφάνδρου σε καρτ ποστάλ των αρχών του αιώνα. Tυπώθηκε στο πλαίσιο του αγώνα που πραγματοποιούσε ο Kάρολος Φλέγελ σε διεθνές επίπεδο για την κατάργηση του σκαφάνδρου και για τη συλλογή των αναγκαίων για τη λειτουργία του ασύλου π ρων. Tο κτίριο του ασύλου παραχωρήθηκε στην Eταιρεία για την Προστασία των Σπογγαλιέων, που ίδρυσε ο Φλέγελ, απ την Kρητική Kυβέρνηση (αρχείο A. Σ. Mαΐλλη, πρώτη δημοσίευση).

Σφουγγαράδες με καμακάδικες βάρκες στις ακτές της Kαλύμνου. Mαζί με τους σφουγγαράδες, ρθιος (και πρώτος απ αριστερά) στην αριστερή βάρκα, ο Kάρολος Φλέγελ (αρχείο A. Σ. Mαΐλλη). KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH

7


O σφουγγαράδικος λα ς ανάστατος αξίωνε την παύση του «φθοροποιού σκαφάνδρου» και οι Δημογεροντίες των νησιών –εκτελεστές των αποφάσεων του λαού που παίρνονταν σε γενικές συνελεύσεις– δεν έπαυαν να στέλνουν υπομνήματα και πληρεξούσιους στην Π λη για να πετύχουν την ποθητή απαγ ρευση. Tο πρ βλημα μως ήταν δύσκολο και πολύπλοκο. Για να υπάρξει αποτελεσματική λύση θα έπρεπε να απαγορευθεί με ν μο το σκάφανδρο, χι μ νο απ την Tουρκία, αλλά και απ λες τις μεσογειακές χώρες, στα νερά των οποίων δούλευαν σφουγγαράδες.

Συνέχεια απ την 7η σελίδα

σπογγαλιείας, η ετήσια παραγωγή στις N τιες Σποράδες έφθασε σε μεγαλύτερα ύψη.

Tο «Σπογγαλιευτικ Zήτημα» Oι μηχανές με το πλούσιο αλίευμά τους ενίσχυσαν την οικονομία των νησιών, με αποτέλεσμα τη γενικ τερη ανάπτυξή τους. H πρ οδος ήταν ιδιαίτερα αισθητή στα κατ’ εξοχήν σπογγαλιευτικά κέντρα, στην Kάλυμνο δηλαδή και τη Σύμη. Ωστ σο, η οικονομική αυτή ακμή πληρων ταν κάθε χρ νο με εκατ μβες θυμάτων, νεκρούς και παράλυτους, απ τη ν σο των δυτών. Πληρων ταν επίσης με την ολοένα και μεγαλύτερη εξάντληση των βυθών. Tο καλοκαιριν ταξίδι διαρκούσε πλέον έξι με επτά μήνες, χώρια το χειμωνιάτικο. Kαι σαν να μην έφθανε αυτ , οι «μηχανικοί» – πως αποκαλούσαν τους δύτες με σκάφανδρα – αποσπούσαν απ τους βυθούς χι μ νο τα μεγάλα σφουγγάρια αλλά και τα μικρά. Για να βγουν τα χρέη του χειμώνα, οι προκαταβολές –τα «πλάτικα»– και τα δυσβάσταχτα –λ γω των υπέρογκων τ κων– δάνεια των πλοιάρχων απ τους ξεκινητές, οι δύτες ήταν αναγκασμένοι να κονταροχτυπιούνται με το χάρο σε ολοένα μεγαλύτερα βάθη. Xωρίς καν νες ή χρονικά ρια κατάδυσης και αναγκασμένοι να κρατούν το στ μα τους κλειστ . Oι γυμνοί σφουγγαράδες απ την πλευρά τους, ανήμποροι να τα βγάλουν πέρα, αναγκάσθηκαν να τα πα-

Tο σκάφανδρο έφερε πραγματική επανάσταση στη σπογγαλιεία αλλά τα ατυχήματα που προκλήθηκαν απ τη λανθασμένη χρήση του ξεσήκωσαν τους νησιώτες. Στη διαφήμιση του 1860–61 προβάλλονται οι βελτιώσεις στο κάλυμμα της κεφαλής και στη στολή για καλύτερα αποτελέσματα (φωτ.: περ. «H Σύμη», Iανουάριος – Mάρτιος 1998, τεύχος 1ο).

ρατήσουν. Για να θρέψουν τις φαμίλιες τους έγιναν και αυτοί «μηχανικοί» ή τσουρμάρανε στα μηχανοκάικα για να δουλέψουν στην κουβέρτα. Oι αριθμοί για τη μείωση των παραδοσιακών σπογγαλιευτικών λ γω του σκαφάνδρου, είναι αποκαλυπτικοί. Tο 1868 η Kάλυμνος αριθμούσε 368 σκάφη με γυμνούς δύτες. Tο 1900 τα σκάφη με γυμνούς βουτηχτές μειώθηκαν στα 8 και υπήρχαν επίσης 70 καμακάδικα και 9 καγκάβες. Σύνολο 87. O συνεχιζ μενος αγώνας για την κατάργηση του σκαφάνδρου στη σπογγαλιεία, γνωστ ς ως «Σπογγαλιευτικ Zήτημα», κορυφώθηκε στην τελευταία δεκαετία του περασμένου αιώνα. Ως τ τε τα σκάφαν-

δρα δεν σταμάτησαν να σπέρνουν το θάνατο και την απ γνωση. O απολογισμ ς των θυμάτων, γύρω στο 1895, ήταν τραγικ ς. Aπ τους χίλιους δύτες που δούλευαν στις μηχανές της Kαλύμνου, Σύμης, Xάλκης, Kαστελλ ριζου, P δου, Mοσχονησιών, Yδρας, Aίγινας και Tρίκερι, οι νεκροί έφθαναν τους εκατ με εκατ ν πενήντα το χρ νο, χώρια οι «πιασμένοι», οι κουτσοί δηλαδή και παράλυτοι. O φ ρος αίματος της Kαλύμνου, μέσα σε τριάντα χρ νια απ την εμφάνιση του σκαφάνδρου, υπολογίζεται σε οχτακ σιους τουλάχιστον νεκρούς και διακ σιους βαριά σακατεμένους. Eλαφρά «χτυπημένοι» είναι λοι σχεδ ν οι δύτες του νησιού.

Φρεσκοαλιευμένα σφουγγάρια κρεμασμένα στα ξάρτια του «ντεπ ζιτου» για να στεγνώσουν πριν αμπαλαριστούν. Eίμαστε στη δεκαετία του ’20, χρ νια ακμής για τη σπογγαλιεία και την σπογγγοπαραγωγή, λ γω της γενικευμένης χρήσης του σκαφάνδρου, πως επέβαλλαν τα οικονομικά οφέλη, παρά το δραματικ απολογισμ σε θύματα. H δεύτερη αρνητική επίπτωση της υπεραλίευσης που επιτεύχθηκε με το σκάφανδρο θα γιν ταν αντιληπτή χρ νια μετά, ταν φάνηκε το μέγεθος της αποψίλωσης του βυθού απ τα σφουγγάρια (αρχείο A. Σ. Mαΐλλη).

8 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998

Kάρολος Φλέγελ Tην κρίσιμη εκείνη περίοδο ήρθε στα νησιά ο Kάρολος Bασίλιεβιτς Φλέγελ, ένας μεγάλος ανθρωπιστής που έδωσε μάχες για την κατάργηση του σκαφάνδρου, στο πλευρ των σφουγγαράδων. O Φλέγελ, ελληνολάτρης και καθηγητής των κλασικών σπουδών απ τη Bίλνα της Λιθουανίας, ήρθε στην Eλλάδα το 1892, στα σαρανταδύο του χρ νια, για να γνωρίσει απ κοντά τα αιγαιοπελαγίτικα νησιά. Oταν έφθασε και στην Kάλυμνο συγκλονίστηκε απ την εικ να που αντίκρυσε. Παντού χαροκαμένοι και σακάτηδες, χήρες και απροστάτευτα ορφανά, χωρίς ελπίδα επιβίωσης, με λες τις τραγικές συνέπειες που είχε τούτο στη ζωή του νησιού. Aποφάσισε τ τε να εγκατασταθεί στην Kάλυμνο και να αφιερώσει τη ζωή του στον αγώνα για τη λύτρωση των σφουγγαράδων απ την κατάρα της μηχανής. Mε άρθρα του στο διεθνή Tύπο, με διαλέξεις σε διεθνή συνέδρια και με υπομνήματα, προσπάθησε να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη και τις κυβερνήσεις των μεσογειακών χωρών. Tο 1902, ύστερα απ πολύχρονο και κοπιαστικ αγώνα, λες σχεδ ν οι εμπλεκ μενες χώρες είχαν καταργήσει με ν μο τα σκάφανδρα. O σφουγγαράδικος λα ς δεν ξέχασε με ψηφίσματά του να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του προς τον Φλέγελ, τον οποίο η Kάλυμνος ανακήρυξε επίτιμ της πολίτη. Ωστ σο, πριν ακ μη εφαρμοσθεί καλά καλά ο ν μος, τα σκάφανδρα επανήλθαν. O ιστορικ ς της Kαλύμνου και ποιητής, Γιάννης Zερβ ς, γράφει σχετικά: «Προβλήματα οικονομικά, ακατανίκητα, ξυπνούσε κάθε φορά η προσωρινή παύση των μηχανών. Kαταγγελίες, κυνήγια λαθραίας εργασίας μηχανών, ωσ του ξαναγύρισε πάλι η γενική χρήση τους κατά ν μον αδήριτον...». Xρειάσθηκε να περάσει σχεδ ν ένας αιώνας απ τ τε που πρωτοχρησιμοποιήθηκαν τα σκάφανδρα στη σπογγαλιεία, ώσπου να αρχίσουν, το ένα μετά το άλλο, να αποσύρονται. Θλιβερή υπενθύμιση εκείνης της περι δου οι σακατεμένοι, θύματα της μηχανής, απομεινάρια μιας άλλης εποχής, που ακ μη και σήμερα σέρνουν τα βήματά τους ανάμεσά μας. Zωντανοί μάρτυρες του σφουγγαράδικου αγώνα για τη ζήση και την προκοπή των νησιών.


Aναμνηστική φωτογραφία με τους χρυσούς (μετά την επεξεργασία τους) καρπούς της θάλασσας στα χέρια, μπροστά στο εργοστάσιο του Συμιακού σπογγεμπ ρου Φακλή. Σήμερα στο κτίριο αυτ στεγάζεται το δημαρχείο της Σύμης. Φωτογραφία των αρχών του αιώνα (αρχείο A.Σ. Mαΐλλη).

Eπεξεργασία και εμπ ριο Tρ ποι κατεργασίας των σφουγγαριών, δίκτυο διακίνησης και εμπορικοί οίκοι Tου Nίκου Γ. Παπάζογλου Δικηγ ρου, Προέδρου του Nαυτικού Mουσείου Kαλύμνου

H EΠEΞEPΓAΣIA του σφουγγαριού αρχίζει αμέσως μετά την εξαγωγή του απ τη θάλασσα πάνω στο πλοίο, δι τι το ζώο πεθαίνει πολύ γρήγορα και η αποσύνθεση που ακολουθεί διαλύει τις ίνες σπογγίνης με αποτέλεσμα την καταστροφή του σφουγγαριού ως εμπ ρευμα. Mε επανειλημμένο ποδοπάτημα και πλύσιμο με θαλασσιν νερ αφαιρείται το μεγαλύτερο τμήμα της μεμβράνης, το σώμα του ζώου – το «γάλα» του σφουγγαριού. Aφαιρούνται, επίσης, εγκλωβισμένα ξένα σώματα, πως άμμος, πέτρες, αλλά και διάφορα μικρ ζωα, καρκινοειδή και οστρακοειδή που συμβιώνουν με το σφουγγάρι και περιέχονται σε αυτ . Tα σφουγγάρια αφήνονται στον ήλιο κάτω απ λινάτσα να «πεθάνουν» και επαναλαμβάνεται η ίδια διαδικασία με ποδοπάτημα, πλύσιμο και

κτύπημα με πλατιά κ πανα, συνήθως κολεούς απ κλάδους φοίνικα, που έχουν πλατιά κι λεία επιφάνεια προς αποφυγή «τραυματισμών» των σφουγγαριών. Περασμένα σε αρμαθιές («σχοινιά») ρίχνονται στη θάλασσα τη νύχτα, που με τον κυματισμ και τα ρεύματα ξεπλένονται απ το υπ λοιπο «γάλα», τα υπολείμματα της μεμβράνης και τα εναπομείναντα ξένα σώματα. Aνασύρονται το πρωί και αν είναι αναγκαίο επαναλαμβάνεται η ίδια διαδικασία μέχρι να καθαρίσουν καλά. Στη συνέχεια, στίβονται και απλώνονται να στεγνώσουν στον ήλιο σε κάποια παραλία ή στα ξάρτια του πλοίου («λιάστρες»). Mετά το στέγνωμα πακετάρονται σε σακιά και αποθηκεύονται στο σκάφος. Aρκετές φορές είναι απαραίτητο να ξαναβρεχτούν τα σφουγγάρια και να στεγνώσουν, για να μην «ανάψουν», γιατί με την υγρασία του ατμοσφαιρικού αέρα μπορεί να Συνέχεια στην 10η σελίδα

Kάλυμνος 1920. Eπεξεργασία σφουγγαριών. K ψιμο σφουγγαριών μεγάλου μεγέθους σε κομμάτια εύχρηστων διαστάσεων (αρχείο A.Σ. Mαΐλλη). KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH

9


Ψαλίδισμα και συσκευασία σφουγγαριών στο εσωτερικ της αποθήκης N. Bουβάλη στην Kάλυμνο. O κορυφαίος αυτ ς σπογγέμπορος διέθεσε μεγάλα χρηματικά ποσά για κοινωφελή έργα στην πατρίδα του (αρχείο A.Σ. Mαΐλλη). Συνέχεια απ την 9η σελίδα

προσβληθούν απ μικροοργανισμούς, και να πάρουν το χρώμα της σκουριάς. Aυτ τα καθιστά λιγ τερο ανθεκτικά και κατώτερης ποι τητας, μέχρι και εντελώς άχρηστα. Πολλές φορές, ανάλογα με τις γνώσεις του πληρώματος και τον διαθέσιμο χρ νο, γίνεται στο πλοίο πρ χειρο («καπετανίστικο») ψαλίδισμα και κατάταξη σε κατηγορίες («σορτίρισμα»), προκειμένου να επι-

τευχθεί υψηλ τερη τιμή πώλησης. Mε την επιστροφή του πλοίου, τα σφουγγάρια και πάλι απλώνονται, χι τ σο για στεγνώσουν, σο για να επιδειχθεί η «παρτίδα» στους ενδιαφερ μενους εμπ ρους. Oι τελευταίοι θέλουν να έχουν μια συνολική εικ να του αλιεύματος, το οποίο μετά τις απαραίτητες διαπραγματεύσεις πωλείται και αγοράζεται ως ενιαίο σύνολο, απ το οποίο δεν επιτρέπονται οι επιλογές, παρά μ νο σε εξαι-

Διαφημιστική μικρή αφίσα του καταστήματος των αδελφών Mασάρη, Eλλήνων σπογγεμπ ρων στην Oδησσ , στα τέλη του περασμένου αιώνα (αρχείο Iωάννη Tανιμανίδη, πρώτη δημοσίευση).

10 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998

ρετικές περιπτώσεις. Στις διαπραγματεύσεις και το «κλείσιμο» της συμφωνίας συμμετέχουν και τα πληρώματα, εφ σον δικαιούνται «μερίδιο» στο εμπ ρευμα. Στα σπογγαλιευτικά κέντρα της Φλ ριδας, που τα σφουγγάρια και οι συνθήκες αλίευσης και αγορών είναι εντελώς διαφορετικά, η επεξεργασία είναι πιο απλή. Tα σφουγγάρια αφήνονται να καθαριστούν απ τη θάλασσα μέσα σε καλαμένια

περιφράγματα, τα «crawls», και οι «παρτίδες» πωλούνται σε δημ σιους πλειστηριασμούς.

Xημική επεξεργασία Oι έμποροι μεταφέρουν τα σφουγγάρια στις «αποθήκες» τους, που ουσιαστικά είναι τα εργαστήρια της περαιτέρω επεξεργασίας. Eκεί χωρίζονται σε κατηγορίες, ποι τητες και μεγέθη, ψαλιδίζεται η βάση τους (ποτέ η «κ μη»). Eπίσης, κατηγοριοποιούνται ανάλογα με την επεξεργασία που θα υποστούν, σύμωνα με τις παραγγελίες των αγοραστών. Aρχικά τοποθετούνται σε διάλυμα υδροχλωρικού οξέος για να διαλυθούν τα διάφορα στερεά σώματα που περιέχουν, πέτρες, κελύφη κ.λπ. Για την πλήρη εξουδετέρωση του οξέος αυτού, που σκουραίνει τα σφουγγάρια και τα κάνει σκληρά, ύστερα απ επανειλημμένες πλύσεις, βαπτίζονται σε διάλυμα καυστικής ποτάσας ή σ δας, με το οποίο αποκτούν και πάλι ελαστικ τητα και απαλ τητα. Aναλ γως των παραγγελιών, ορισμένες παρτίδες για να αποκτήσουν μεγαλύτερη λεύκανση βαπτίζονται σε υπερμαγγανικ οξύ, για την εξουδετέρωση του οποίου υποχρεωτικά ακολουθεί πλύσιμο με διάλυμα θειικού οξέος, το οποίο τα μαλακώνει. Yστερα απ πολλές πλύσεις, μέχρι να βγει απ το σφουγγάρι καθαρ νερ , ένα πλύσιμο σε πολύ αραι διάλυμα καυστικής σ δας αποδίδει στο σφουγγάρι την ελαστι-


κ τητά του, την απαλ τητα, αλλά και την καλύτερη εμφάνιση. Oσο μως μεγαλύτερη επεξεργασία υφίσταται, τ σο περισσ τερο το ύφασμά του «αδυνατίζει».

Aκμή – εμπορικοί οίκοι Στις αρχές του 19ου αιώνα οι γενικ τερες συνθήκες της εποχής δεν ευνοούσαν τη μεγάλη ανάπτυξη του εμπορίου των σφουγγαριών. H χρήση του ήταν περιορισμένη στην οικιακή και σωματική καθαρι τητα, η παραγωγή του λ γω της αλίευσης απ γυμνούς δύτες επίσης πειρορισμένη και το κ στος του υψηλ . Aπ τα μέσα μως του 19ου αιώνα η αυξημένη ζήτησή του για χρήσεις της βιομηχανοποιημένης πλέον Eυρώπης, σε συνδυασμ με τη μεγαλύτερη παραγωγή λ γω ευρύτερης χρήσης του σκαφάνδρου στην αλίευσή του, προκάλεσαν μια πραγματική επανάσταση. Tα σπογγαλιευτικά κέντρα πολλαπλασιάζονται. Oλα σχεδ ν τα Δωδεκάνησα, καθώς και πολλά νησιά ή παράλια της ελεύθερης Eλλάδας, πως η Yδρα, ο Π ρος, η Aίγινα, η Σαλαμίνα, η Eρμι νη, το Tρίκερι, και η Λήμνος παράγουν σφουγγάρια με διάφορες μεθ δους. Oλα τα σπογγαλιευτικά κέντρα ευημερούν και, κυρίως, η Kάλυμνος και η Σύμη που γνωρίζουν μια «χρυσή» περίοδο, καθώς η παραγωγή, επεξεργασία και εμπορία του σφουγγαριού ανάγεται σε πραγματική βιομηχανία με μεγάλο αριθμ απασχολούμενων εργατών, τεχνιτών και εμπ ρων του είδους. Oι παλιοί πλαν διοι μικροπωλητές σφουγγαριών θα μετατραπούν σε εμπ ρους που θα αναπτύξουν εμπορικούς οίκους, πως των K. Λουγγή, K. Bογιατζή, Mπράου Σταματέλου και Γρέζβουελ στην Aίγινα, Bογιατζή, Πετρίδη, Kατριού και Mαγκλή στη Σύμη, Bερβενιώτη, Nευρούζου, Tσιγκάρη, Kαλογιάνη και Θεριακ πουλου στην Yδρα, Aλεξιάδη, Δράκου, K κκινου, Kουρεμέτη, Kουντούρη, Λαζάρου, Mαγκλή και οικογένεια Oλυμπίτη στην Kάλυμνο. Iδιαίτερα μως οι Kαλύμνιοι έμποροι επιδ θηκαν στο διεθνές εμπ ριο εγκατασταθέντες σε ξένες πρωτεύουσες και μεγαλουπ λεις, πως οι οίκοι των K κκινου (Aμστερνταμ), Διαμαντή και Kουρεμέτη (Bιέννη), Aφών Zερβού (Bρυξέλλες), A. MάΣυνέχεια στην 12η σελίδα

Oι αποθήκες και το προσωπικ του Nικολάου Bουβάλη στις Mπαχάμες, το 1931. «Bασιλέας των σπ γγων» θεωρείτο στα χρ νια του ο N. Bουβάλης, ο οποίος δημιούργησε ένα τεράστιο οικονομικ συγκρ τημα με κεντρικ κατάστημα στο Λονδίνο και υποκαταστήματα σε Kάλυμνο, Yδρα, Aθήνα, Παρίσι και Mπαχάμες (αρχείο A.Σ. Mαΐλλη).

Aίγινα. Eπεξεργασία των σφουγγαριών (φωτ.: Γιάννης Mαΐλλης).

Tιμολ για των σπογγεμπ ρων «Πέτρας ή Γιαννέλης» (Aίγινα) και «N. Vouvalis» (Λονδίνο), εικονογραφημένα αντιστοίχως με τα σήματα των εταιρειών (αρχείο A.Σ. Mαΐλλη). KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH

11


Συνέχεια απ την 11η σελίδα

γκου (Λειψία), Aφών Bουβάλη (Λονδίνο), Aλεξιάδη και Mπολαφέντη (Mαδρίτη), Θ. Zερβού (M ναχο), A. Mπιλλήρη και Γ. Σκουμπουρδή (M σχα), Aφών Πατέλλη (Oδησσ ς), I. Πουγούνια και I. Tηλιακού (M σχα), Tσάππου και Θεοδωρίδη (Στοκχ λμη), N. Kωλέττη (Στουτγκάρδη), Θ. Kουτρούλη (Tεργέστη), Aφών Hλιάδη (Tεργέστη), Aφών Tουλουμάρη (Λιβ ρνο), και M. Πελεκάνου (Kαλκούτα), με κορυφαίο το «βασιλέα των σπ γγων» Nικ λαο Bουβάλη, ο οποίος με κεντρικ κατάστημα στο Λονδίνο, υποκαταστήματα στην Kάλυμνο, Yδρα, Aθήνα, Παρίσι και Mπαχάμες, δημιούργησε ένα τεράστιο οικονομικ συγκρ τημα, αλλά και διέθετε μεγάλα χρηματικά ποσά για πολλά κοινωφελή έργα στην πατρίδα του. Mε την είσοδο της αμερικανικής παραγωγής της περιοχής Φλ ριδας και ιδιαίτερα του Tάρπον Σπρινγκς, το οποίο αποικίστηκε κυριολεκτικά απ Δωδεκανήσιους δύτες με τις οικογένειές τους στις αρχές του 1900, το διεθνές σπογγεμπ ριο πήρε μια νέα διάσταση, με νέες πολύ μεγάλες ποσ τητες κατά πολύ φθην τερου σφουγγαριού.

Παρακμή Στη ραγδαία αυτή ανοδική πορεία του σπογγεμπορίου ο A΄ Παγκ σμιος Π λεμος υπήρξε καταστροφικ ς. Oλες οι ευρωπαϊκές αγορές έκλεισαν και τα σπογγαλιευτικά κέντρα γνώρισαν την ανεργία, την πείνα και την ερήμωση με την προσφυγιά και τη μετανάστευση. Tο διάστημα του μεσοπολέμου, σα κέντρα κατάφεραν να επιβιώσουν, συνέχισαν τις προσπάθειες, αλλά ο B΄ Παγκ σμιος Π λεμος προκάλεσε νέα, μεγαλύτερη καταστροφή. Στη μεταπολεμική Eλλάδα, η σπογγαλιευτική και σπογγεμπορική δραστηρι τητα περιορίζεται μ νο στην Kάλυμνο, αφού τα άλλα δύο νησιά, η Yδρα και η

K ψιμο και ψαλίδισμα σφουγγαριών στις αποθήκες του οίκου Tηλιακού, στο Mπαταβαν της Kούβας (αρχείο Mαρίας Mαύρου).

Σύμη, μ νο για λίγα χρ νια μπ ρεσαν να συνεχίσουν και οι στ λοι τους διαλύονται. Aλλά και για την Kάλυμνο που επιμένει να αναζητεί το σφουγγάρι, τα πράγματα δεν είναι ρ δινα. Tο συνθετικ σφουγγάρι κατακλύζει τις αγορές πάμφθηνο και τα σπογγαλιευτικά πεδία περιορίζονται με τις απαγορεύσεις ή τους βαρείς ρους που επιβάλλουν τα μεσογειακά κράτη στα παράλιά τους. Tα πολυπρ σωπα και πολυέξοδα συγκροτήματα των σκαφάνδρων δεν αντέχουν και σιγά σιγά το ένα μετά το άλλο διαλύονται. Tο τελευταίο συγκρ τημα

θα δουλέψει στα νερά της Λιβύης μέχρι την επανάσταση του Kαντάφι και απ το 1970 η σπογγαλιεία του σκαφάνδρου αποτελεί παρελθ ν. Aλλά για τους Kαλύμνιους το σφουγγάρι είναι έρωτας. Δεν το εγκαταλείπουν και μ νοι τώρα το αναζητούν με ευέλικτα μικρά σκάφη και με τον ελαφρ εξοπλισμ του «ναργιλέ» οργώνουν σχεδ ν λη την Mεσ γειο. Tο 1986, μως, μια νέα συμφορά θα πλήξει την σπογγαλιεία. H αρρώστια των σφουγγαριών, που κατ’ επανάληψη στο παρελθ ν έπληξε τις περιοχές της Φλ ριδας, θα εξαπλωθεί και θα κα-

ταστρέψει λα τα σφουγγάρια της Mεσογείου. Oι Kαλύμνιοι σφουγγαράδες θα γίνουν ψαράδες και οι έμποροι θα υποχρεωθούν να εισάγουν μεγάλες ποσ τητες των χαμηλής ποι τητας κουβανικών ή και φιλιππινέζικων σφουγγαριών για να επιβιώσουν, ενώ μερικοί θα ασχοληθούν παράλληλα και με την μεταποίηση και εμπ ριο των συνθετικών. Ωστ σο, τα τελευταία χρ νια παρατηρείται ανάκαμψη στα σπογγαλιευτικά πεδία, γεγον ς που προδικάζει ευοίωνες προοπτικές για το μέλλον της σπογγαλιείας.

Aριστερά: Συσκευασία σφουγγαριών σε τσουβάλια. Στο βάθος, ξέπλυμα των σφουγγαριών στη θάλασσα. 1950. (φωτ.: Δημ. X. Xαρισιάδης, Aρχείο Mουσείου Mπενάκη). Πάνω: Λιάσιμο σφουγγαριών στα Xανιά το 1960 (φωτ.: Γ. Kοντ γιωργα).

12 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998


Σφουγγαράδες και σφουγγαράδικα σκάφη σε αφίσα του 1883. Διακρίνονται λοι οι τύποι σπογγαλιευτικών σκαφών: συμιακή σκάφη, γυαλάδικη βάρκα, γκαγκάβα, ντεπ ζιτο και αχταρμάς. Διακρίνονται επίσης λες οι μέθοδοι σπογγαλιείας της εποχής: γυμν ς δύτης, σκάφανδρο, καμάκι και γκαγκάβα (φωτ.: συλλογή κληρον μων B. Mπουντούρη).

Mέθοδοι σπογγαλιείας H καγκάβα, το καμάκι, οι ελεύθερες καταδύσεις, το σκάφανδρο, ο μηχανισμ ς Φερνέζ και ο ναργιλές Tου Kώστα Δαμιανίδη Aρχιτέκτονα

H ΣΠOΓΓAΛIEIA, γνωστή απ την αρχαι τητα, ποτέ δεν έπαψε να εξασκείται απ τους κατοίκους του Aιγαίου. Bεβαίως, οι εκάστοτε συνθήκες ναυσιπλοΐας επηρέαζαν τη σπογγαλιεία και έτσι σε περι δους καταστολής και περιορισμών ο «βούτος» για σφουγγάρια εξασκείτο σε πολύ λίγα μέρη και σε μικρή ακτίνα γύρω απ αυτά. Tο πιο γνωστ απ τα μέρη αυτά ήταν η Σύμη, που οι αναφορές για σπογγαλιεία και σφουγγαράδες πυκνώνουν απ τις αρχές του 17ου αιώνα. Aργ τερα, μετά την Eλληνική Eπανάσταση και κυρίως μετά την εξάλειψη της πειρατείας στο Aιγαίο και την Aνατολική Mεσ γειο, η σπογγαλιεία εξασκείται απ αρκετούς νησιώτες σε λο το Aιγαίο και απ τα μέσα του 19ου αιώνα στις ακτές της B. Aφρικής, απ την Aίγυπτο μέχρι τη Tυνησία και τους Πάγκους της Λαμπεντούσα. Eίναι η περίοδος κατά την οποία αναπτύσσεται αξι λογος σπογγαλιευτικ ς στ λος στα Δωδε-

κάνησα, στα νησιά Kάλυμνος, Σύμη, Kαστελλ ριζο, Xάλκη, Λέρος, Πάτμος, Aστυπάλαια, στη Mικρά Aσία (Kυδωνιές, Kρήνη και Aλικαρνασσ ), στην Yδρα, την Eρμι νη, τις Σπέτσες, το Kρανίδι, την Aίγινα, τον Πειραιά και επίσης στο Tρίκερι, στη Xαλκίδα, στον Ωρωπ , στην Πάρο και στο νησί Kούταλη της Θάλασσας του Mαρμαρά. Mετά τη Mικρασιατική Kαταστροφή οι πρ σφυγες απ την Kούταλη εγκαταστάθηκαν στη Λήμνο, που δημιούργησαν ένα νέο σπογγαλιευτικ κέντρο, τη Nέα Kούταλη. Yπήρχαν διάφορες μέθοδοι σπογγαλιείας που εφαρμ στηκαν απ τους Eλληνες σε λο το χώρο της Aνατολικής Mεσογείου. Θα μπορούσαμε ίσως να διαχωρίσουμε αυτές τις μεθ δους σε δύο μεγάλες κατηγορίες. H πρώτη δεν περιλαμβάνει κανεν ς είδους κατάδυση και γίνεται μ νο με κάποια ργανα απ το σκάφος, πως είναι η καγκάβα και το καμάκι. H δεύτερη περιλαμβάνει καταδύσεις, οι οποίες παλαι τερα γίνονταν ελεύθερα (με άπνοια), ενώ στη συνέχεια χρησιμο-

ποιήθηκε το «σκάφανδρο», η μέθοδος «φερνέζ» και τέλος ο «ναργιλές».

H καγκάβα Mία απ τις παλαι τερες μεθ δους που έχει πλέον περιοριστεί, λ γω της καταστροφής που προκαλεί στο βυθ της θάλασσας, είναι η γκαγκάβα ή καγκάβα ή γαγγάβα. Πρ κειται για ένα συρ μενο εργαλείο, που αναφέρεται απ την αρχαι τητα ως «γαγγάμη» (1ος αι. π.X.–2ος αι. μ.X.) ή ως «γάγγαμον» (2ος-3ος αι. μ.X.), ένα μικρ δίχτυ για το ψάρεμα των οστρακοειδών. Στη σπογγαλιεία η καγκάβα αποτελείτο απ ένα πλαίσιο του οποίου η μία του πλευρά ήταν ένας μεταλλικ ς σωλήνας διαμέτρου 5-7 εκ. και οι υπ λοιπες πλευρές ξύλινες. Tο πλαίσιο αυτ κρεμ ταν απ το σκάφος με τη βοήθεια σχοινιών και αλυσίδων και συρ ταν επάνω στην επιφάνεια του βυθού. H μεταλλική πλευρά, που ήταν απ το κάτω μέρος, λ γω του βάρους της, παρέσυρε ξεριζώνοντας ,τι υπήρχε μπροστά της. Tα ξεριζωμένα σφουγγάρια

μαζί με πέτρες, φύκια και ,τι άλλο παρέσυρε ο σωλήνας της καγκάβας περνούσαν μέσα απ το πλαίσιο και μαζεύονταν σε ένα δικτυωτ σάκο που υπήρχε στο πίσω μέρος του πλαισίου. Oταν γέμιζε ο σάκος, τον ανέσυραν στο σκάφος, τον άδειαζαν στο κατάστρωμα και διάλεγαν τα σφουγγάρια που είχαν παγιδευτεί μέσα. Tο πλαίσιο με το σιδερένιο σωλήνα είχε συνήθως φάρδος 5-6.5 και ύψος 0.4-0.6 μέτρα, ενώ ο δικτυωτ ς σάκος μπορούσε να έχει μέχρι και 6 μέτρα μήκος. H καγκάβα μπορούσε να δουλευτεί μ νο σε ομαλούς βυθούς, κυρίως αμμώδεις, σε βάθη έως 150 μέτρα και καθ’ λη τη διάρκεια του χρ νου. Συνήθως οι καγκάβες –έτσι ον μαζαν και τα σκάφη απ τα οποία εξασκείτο αυτ το είδος σπογγαλιείας– πραγματοποιούσαν 3-4 μακρινά ταξίδια κάθε χρ νο. Kαγκάβες είχαν στις αρχές του 20ού αιώνα η Σύμη, η Kάλυμνος, η Kως, η Πάτμος, η Πάρος ( που δουλευ ταν κυρίως απ Συμιακούς), η Aίγινα, ο Δοκ ς στην Συνέχεια στην 14η σελίδα

KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH

13


Συνέχεια απ την 13η σελίδα

Aργολίδα, η Kρήνη και η Aλικαρνασσ ς στη Mικρά Aσία.

Tο καμάκι O αριθμ ς των σφουγγαριών που μπορούσαν να μαζευτούν με καμάκι ήταν περιορισμένος, αλλά η μέθοδος αυτή δεν απαιτούσε ιδιαίτερο εξοπλισμ ή μεγάλο σκάφος και έτσι μπορούσαν να την εξασκήσουν οι φτωχοί ψαράδες σαν δική τους ανεξάρτητη δουλειά. Tα ργανα ήταν ένα καμάκι με προεκτάσεις και το γυαλί ή γυάλα, ένας μεταλλικ ς κύλινδρος με γυαλί στον πυθμένα του. Bυθίζοντας το γυαλί ελαφρά στη θάλασσα, ο ψαράς μπορούσε να παρατηρεί μέσα απ τον κύλινδρο και το γυαλί τον πυθμένα της θάλασσας και με την εμπειρία του ξεχώριζε τα σφουγγάρια. Mε το καμάκι κάρφωνε το σφουγγάρι, το ξερίζωνε και το ανέβαζε πάνω στη βάρκα. Oταν ο πυθμένας ήταν σε βάθος μεγαλύτερο απ το μήκος του καμακιού συνέδεε προεκτάσεις στο στειλιάρι του καμακιού, του οποίου το μήκος μπορούσε να φθάσει τα 30 μέτρα. Mε καμάκι και γυαλί δούλευαν αρκετοί σπογγαλιείς απ διάφορα μέρη. Tην περίοδο της άνθισης της σπογγαλιείας (μέσα 19ου με μέσα 20ού αιώνα), οι περισσ τεροι προέρχονταν απ Ύδρα, Σπέτσες και Eρμι νη.

Γυμνοί δύτες Oι πιο φημισμένοι σπογγαλιείς του Aιγαίου είναι αναμφίβολα αυτοί που αναφέρονται συνήθως ως «γυμνοί δύτες». Eίναι οι πρώτοι δύτες ελεύθερης κατάδυσης πριν απ την εμφάνιση του σκάφανδρου ή άλλου καταδυτικού μηχανισμού. Oι «δύτες» εξασκούνταν απ πολύ μικρή ηλικία, και ενήλικες πια, μπορούσαν να φθάνουν σε πολύ μεγάλα βάθη χωρίς αναπνευστική βοήθεια. Aναφέρονται ελεύθερες καταδύσεις σε απίστευτα βάθη 60 και 70 μέτρων με συνολικ χρ νο κατάδυσης που προσέγγιζε τα τρία λεπτά. Oι επιδ σεις αυτές είχαν

Kαταδύσεις δυτών με σκάφανδρο απ σπογγαλιευτικά σκάφη (φωτ.: Amand Freiherr von Schweiger–Lecchenfeld, Griechenland in Worf und Bild. Eine Schilderung des hellenischen hönigreiches, 1882).

θεωρηθεί υπερβάσεις των φυσικών ικανοτήτων του ανθρώπου και είχαν προσελκύσει το ενδιαφέρον των ερευνητών της φυσιολογίας ήδη απ τον περασμένο αιώνα. Bασικ εργαλείο της ελεύθερης κατάδυσης ήταν το καμπανέλλι ή σκανδαλ πετρα, μία πεπλατυσμένη πέτρα ή ένα κομμάτι λευκ μάρμαρο με μια τρύπα απ που δεν ταν ένα σχοινί. Παλαι τερα έριχναν πρώτα το καμπανέλλι στη θάλασσα και μετά βουτούσε ο δύτης, που κινείτο σε πολύ κοντινή ακτίνα γύρω απ αυτήν. Tο 1840 ένας Συμιακ ς δύτης, ο Mιχαήλ Kαρανίκας, τελειοποίησε τη χρήση του καμπανελλιού,

ταν διαπίστωσε τι, κρατώντας το καμπανέλλι κατά την κατάδυση, μπορούσε χι μ νο να καταδυθεί γρηγορ τερα αλλά και να ελέγχει την ταχύτητα κατάδυσης, κρατώντας αυτή την πεπλατυσμένη πέτρα, τραπεζοειδούς σχήματος, σε διάφορες θέσεις. Eπίσης μπορούσε να τη χρησιμοποιήσει ως τιμ νι και να αλλάξει ελαφρώς την κατεύθυνσή του προς τον πυθμένα, προσεγγίζοντας γρηγορ τερα τη θέση που βρίσκονταν σφουγγάρια. Στη συνέχεια επινοήθηκε η «γάσα», ένα κομμάτι σχοινί με θηλιές στα δύο άκρα του· η μία θηλιά ήταν περασμένη στο σχοινί του καμπα-

νελλιού και η δεύτερη στον καρπ του εν ς χεριού του δύτη. Eτσι ο δύτης δεν κινδύνευε να παρασυρθεί μακριά απ το καμπανέλλι και να χαθεί στο βυθ της θάλασσας. Σημαντικ ρ λο έπαιζε και το σκάφος το οποίο έπρεπε να κινείται με ελαφριές κινήσεις, συνήθως με τα κουπιά, τ σο για να μην παρασύρει τον δύτη, σο και για να τον ακολουθεί στις μετακινήσεις του κατά το χρ νο κατάδυσης. Oι πιο φημισμένοι «γυμνοί δύτες» ήταν οι Δωδεκανήσιοι και, κυρίως, οι Συμιακοί και οι Kαλύμνιοι. H φήμη τους ήταν τ σο μεγάλη που συχνά τους καλούσαν Eλληνες ή ξένοι ιδιοκτήτες ναυαγισμένων πλοίων, για να καταδυθούν και να ανασύρουν πολύτιμα αντικείμενα απ τα ναυάγια.

Tο σκάφανδρο

Kατάδυση Kαλύμνιου σφουγγαρά με σύστημα Φερνέζ. Διακρίνονται το δίχτυ για τα σφουγγάρια και η «σκανδαλ πετρα» και στην άκρη δεξιά η χειροκίνητη αεραντλία. 1932–1936 (φωτ.: Eλλη Παπαδημητρίου, Aρχείο Mουσείου Mπενάκη).

14 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998

Tο 1863 ο Συμιακ ς Φώτης Mαστορίδης παρουσίασε στο λιμάνι της Σύμης μια επαναστατική μέθοδο κατάδυσης που παρείχε τη δυνατ τητα παραμονής στο βυθ περισσ τερη ώρα. Tο σκάφανδρο που είχε ήδη εφαρμοστεί σε λιμενικά έργα και σε ναυάγια διαδ θηκε πολύ γρήγορα στη σπογγαλιεία και μέσα στα επ μενα δέκα χρ νια χρησιμοποιήθηκαν στο Aιγαίο πάνω απ 110 καταδυτικές μηχανές απ σπογγαλιείς της Σύμης, της Kαλύμνου, της Xάλκης και λιγ τερο της Aλικαρνασσού, του Kαστελλ ριζου, των Kυδωνιών, των Mοσχονήσων και της ελεύθερης Eλλάδας (Ύδρα, Σπέτσες, Kρανίδι και Eρμι νη). Σημειώνουμε τι οι Συμιακοί, το 1877 είχαν ήδη 50 καταδυτικές μηχανές. Mε το σύστημα αυτ ο δύτης έφε-


Πώληση σφουγγαριών απ σφουγγαράδες σε παραλία της Λεμεσσού στις αρχές του αιώνα. Πάνω στις γυαλάδικες βάρκες διακρίνονται τα καμάκια (αρχείο A.Σ. Mαΐλη).

ρε μια πλήρη ενδυμασία κατάδυσης, με στολή, περικεφαλαία σκάφανδρου, χάλκινο θώρακα, παπούτσια, βαρίδια στο στήθος, κ.λπ. Mία χειροκίνητη αντλία με έμβολα έστελνε φυσικ αέρα στην περικεφαλαία του δύτη μέσω εν ς σωλήνα που ονομαζ ταν μαρκούτσι. Kατά την κατάδυση του δύτη δυο άνθρωποι δούλευαν την αεραντλία, ένας παρακολουθούσε το χρ νο κατάδυσης, ένας άλλος, ο κολαουζιέρης, επικοινωνούσε με τον δύτη μέσω του σχοινίου με το οποίο ήταν δεμένος στη μέση ο τελευταίος και ένας ή δύο τραβούσαν κουπί ακολουθώντας την πορεία του δύτη, πως αυτή φαιν ταν απ τις φυσαλίδες που έβγαιναν στην επιφάνεια. Oσο γρήγορα διαδ θηκε η νέα μέθοδος εξίσου γρήγορα έγινε φανερ ς ο κίνδυνος που διέτρεχαν οι δύτες απ την άγνοια των καν νων κατάδυσης με σκάφανδρο (κυρίως στο στάδιο της ανάδυσης), ή απ τη στυγνή εκμετάλλευσή τους απ τους καπεταναίους που παρέτειναν εγκληματικά το χρ νο κατάδυσης των δυτών. Tο μεγάλο ποσοστ των ατυχημάτων οδήγησε μέχρι και στον ξεσηκωμ των τοπικών κοινωνιών για την κατάργησή του, και έτσι το οθωμανικ κράτος, στο οποίο ανήκαν τ τε τα Δωδεκάνησα, αναγκάστηκε να απαγορεύσει τη χρήση του σκάφανδρου το 1881, απαγ ρευση που καταστρατηγήθηκε και εν τέλει ανακλήθηκε το 1885. Eνας απ τους λ γους της ανάκλησης ήταν τι κατά τη διάρκεια της απαγ ρευσης η σπογγαλιεία με σκάφανδρο αναπτύχθηκε ανταγωνιστικά απ την Yδρα, τις Σπέτσες και την Aίγινα αφού το ελληνικ κράτος

δεν την είχε απαγορεύσει. Tο γεγον ς αυτ οδήγησε σε αθέμιτο ανταγωνισμ και εν τέλει στην ανάκληση της απαγ ρευσης απ το οθωμανικ κράτος, παρά τις διαμαρτυρίες των κατοίκων των Δωδεκανήσων. Tα αποτελέσματα απ τη χρήση του σκάφανδρου φαίνονται και απ το γεγον ς τι απ το 1866 μέχρι το 1915 καταγράφηκαν σε καταδύσεις με χρήση σκάφανδρου 10.000 θάνατοι και 20.000 παραλύσεις στα σπογγαλιευτικά νησιά του Aιγαίου, ενώ το ίδιο διάστημα σημειώθηκαν μ νο δέκα θάνατοι γυμνών δυτών. Tο 1916 τα περισσ τερα θύματα προέρχονταν απ τη Σύμη, την Kάλυμνο, τη Xάλκη, το Kαστελλ ριζο,

τα Mοσχονήσια, την Yδρα και τις Σπέτσες, ενώ λιγ τερους νεκρούς θρήνησαν η Σαλαμίνα, το Kρανίδι, η Λέρος, η Tήλος, η Aστυπάλαια, η Aλικαρνασσ ς, κ.λπ.

O μηχανισμ ς Φερνέζ Tο 1920 δοκιμάστηκε και στη συνέχεια υιοθετήθηκε ένας νέος αναπνευστικ ς μηχανισμ ς, που ονομάστηκε «φερνέζ» απ το νομα του εφευρέτη του. Mε το μηχανισμ αυτ , η κατάδυση υποτίθεται τι συνδύαζε τα πλεονεκτήματα του γυμνού δύτη και του σκάφανδρου με ορισμένες επιπλέον βελτιώσεις. Tα πιο σημαντικά πλεονεκτήματα ήταν η χρήση εν ς μικρού αερ σακου στην πλάτη

Γυμνοί δύτες πάνω σε σπογγαλιευτικ σκάφος στα νερά της Δήλου. 1932–1936 (φωτ.: Eλλη Παπαδημητρίου, Aρχείο Mουσείου Mπενάκη).

του δύτη, απ τον οποίο εξασφαλιζ ταν η ομαλή ροή αέρα προς τους πνεύμονές του, η κατάργηση της στολής που προκαλούσε δερματικά προβλήματα και έκανε δυσκίνητο το δύτη και τέλος, ο ελαφρύς σωλήνας τροφοδοσίας αέρα με τον οποίο έπαψαν τα προβλήματα που είχε ο δύτης απ το βαρύ σωλήνα του σκάφανδρου. Ωστ σο, ούτε με τη μέθοδο αυτή ελαττώθηκαν τα ατυχήματα που συνέβαιναν κυρίως ταν η κατάδυση γιν ταν σε μεγάλο βάθος (πάνω απ 30 μέτρα) και λ γω υποθερμίας ταν ο δύτης έμενε πολύ ώρα στο νερ . H μέθοδος «φερνέζ» άρχισε να χρησιμοποιείται στη Σύμη και την Kάλυμνο, για να καθιερωθεί στη συνέχεια μ νο στην Kάλυμνο. Στη δεκαετία του 1970 αντικαταστάθηκαν λες οι παλαι τερες μέθοδοι κατάδυσης απ το σύγχρονο σύστημα του «ναργιλέ», που ο δύτης φοράει πλέον στολή βατραχανθρώπου και ένας αεροσυμπιεστής του παρέχει αέρα απ το σκάφος. O χρ νος ανάδυσης είναι πλέον προγραμματισμένος και έτσι τα ατυχήματα απ λάθη της διαδικασίας έχουν πρακτικά εκλείψει. Tη δεκαετία του 1960 η Aίγυπτος και η Λιβύη εθνικοποίησαν τον ενάλιο πλούτο τους και οι σφουγγαράδες έχασαν τις βασικ τερες σπογγοφ ρους περιοχές. Tο τελικ μως χτύπημα ήρθε γύρω στο 1986, ταν εμφανίστηκε στην Aνατολική Mεσ γειο μια αρρώστια που κατέστρεφε τα σφουγγάρια. H σπογγαλιεία την περίοδο αυτή συρρικνώθηκε δραματικά και οι περισσ τεροι απ τους σφουγγαράδες αναγκάστηκαν να στραφούν σε άλλα επαγγέλματα και κυρίως στην αλιεία.

KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH

15


Φυσιολογία των σπ γγων H ποικιλομορφία στα είδη και τα εμπορεύσιμα σφουγγάρια Tης I. Kαστρίτση – Kαθαρίου Eπικ. Kαθηγήτριας Πανεπιστήμου Aθηνών στην Eφαρμοσμένη Zωολογία

H ANAΠTYΞH των σφουγγαριών και η επιβίωσή τους εξαρτώνται αποκλειστικά απ το περιβάλλον τους με το οποίο είναι άρρηκτα δεμένα. Kάθε οικ τοπος, έχει τις δικές του χαρακτηριστικές ιδι τητες και μια μεγάλη λειτουργική αυτονομία. Tο σφουγγάρι είναι άραγε ζώο ή φυτ : Kάποτε το έλεγαν ζω φυτο. O Aριστοτέλης πρώτος κατέληξε τι τα σφουγγάρια ανήκουν στο ζωικ βασίλειο, αφού διαπίστωσε την ύπαρξη αισθήσεως σε αυτά. Mε αυτή την άποψη συντάχθηκαν αργ τερα ο Πλίνιος και ο Aιλιαν ς, οι οποίοι διαπίστωσαν τι τα σφουγγάρια έχουν την ικαν τητα να εκτελούν συσταλτικές και διασταλτικές κινήσεις ταν δέχονται κάποιο ερέθισμα. O Rondelet, το 16ο αιώνα, και στη συνέχεια ο Lamark και ο Cuvier τα κατέταξαν στο ζωικ βασίλειο. Tο 1940 η Hyman απέδειξε την αποικιακή μορφή τους και το 1967 ο Brien, βάσει της δομής και του τρ που ανάπτυξής τους, τα τοποθέτησε οριστικά στα Mετάζωα. Tα σφουγγάρια ανήκουν στο φύλο Ποροφ ρα (Porifera). H επιφάνειά τους είναι γεμάτη π ρους, απ χιλιάδες ανοίγματα που αποτελούν εισ δους και εξ δους του νερού στο κυρίως σώμα του. H ζωή αυτού του αποκλειστικά υδρ βιου οργανισμού επικεντρώνεται στην άντληση μεγάλων ποσοτήτων νερού, η οποία μπορεί να φθάσει τρεις φορές το συνολικ γκο του ζώου ανά ώρα. H εξωτερική συμμετρία δεν επεκτείνεται στο εσωτερικ υδροφορικ του σύστημα, ενώ ο σκελετ ς του εξαφανίσθηκε με το πέρασμα των αιώνων και στη θέση του, το στηρικτικ ρ λο παίζουν οι ίνες σπογγίνης. (Eίναι αυτ που βλέπουμε ταν κρατάμε, ένα επεξεργασμένο σφουγγάρι στα χέρια μας.) Για να κατανοήσουμε καλύτερα τα τμήματα απ τα οποία αποτελείται ένα ζωνταν σφουγγάρι, θα πρέπει να μελετήσουμε προσεκτικά τη γραφική απεικ νιση μιας εγκάρσιας τομής του. Bλέπουμε τι η αρχιτεκτονική του είναι μοναδική, δομημένη γύρω απ ένα σύστημα σωλήνων νερού. Aυτά τα κανάλια σχηματίζουν μαιάνδρους κατά τη διαδρομή τους και σε ορισμένα σημεία διακ πτονται, σχηματίζοντας θαλάμους που βρίσκονται ειδικά κύτταρα, τα οποία ονομάζουμε χοανοκύτταρα. Eκεί κατακρατείται ένα μεγάλο μέρος της τροφής του σφουγγαριού. H τροφή είναι οργανική ύλη είτε διαλυμένη στο νερ είτε σε κολλοειδή μορφή, βακτήρια, μύκητες και μικροπλανγκτονικοί οργανισμοί. Mέσα απ αυτή τη διαδικασία γίνεται σαφές γιατί το σφουγγάρι λέγεται και βιολογικ φίλτρο των θα-

Tσιμούχα ή δερματώδης σπ γγος στο βυθ της θάλασσας (φωτ.: Φ. Mαργαρίτης).

O Σακελλάρης Kαλ μοιρος, Kαλύμνιος σφουγγαρ πραγματοποίησε πριν απ ένα χρ νο στα παράλια τ

Mελάθη ή τούρκικο φλυτζάνι ή λεπτ ς σπ γγος της Συρίας στο βυθ της θάλασσας (φωτ.: Φ. Mαργαρίτης).

λασσών. Tο μέγεθος της τροφής οριοθετείται απ τη διάμετρο των π ρων εισ δων του νερού και είναι της τάξεως των 5 μm περίπου. Στη συνέχεια, το διηθημένο νερ εξωθείται με πίεση στο περιβάλλον, αφού περάσει απ το σωλήνα εξ δου και την τελική επιφανειακή απ ληξή του. Mε αυτ τον τρ πο το σφουγγάρι δεν ξαναπαίρνει αμέσως το νερ που μ λις έχει αποβάλλει. Aυτ ς είναι και ο βασικ ς τρ πος που αντιμετωπίζει τις ανάγκες του σε τροφή.

Eίδη Tα σφουγγάρια διακρίνονται σε «άγρια» και «ήμερα» ή σε εμπορικά

16 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998

και μη εμπορικά. Tα εμπορικά είδη σπ γγων (αυτά που αλιεύονται περισσ τερο) μπορούν να ομαδοποιηθούν σε πέντε είδη, παρά το μεγάλο αριθμ τοπικών ονομάτων που χρησιμοποιούν οι σπογγαλιείς και τη σημαντική τους ποικιλομορφία. H ποικιλ τητα των μορφών είναι συνάρτηση πολλών παραμέτρων, πως η θερμοκρασία, ο φωτισμ ς, η ύπαρξη ή χι ρευμάτων, ο κυματισμ ς, το βάθος, ακ μα και η ηλικία του ζώου. Συνοπτικά θα λέγαμε τι οι φυσικοί και χημικοί παράγοντες του θαλάσσιου περιβάλλοντος επιδρούν στη μορφή, την κατανομή, το μεταβολισμ και την αναπαραγωγική ικαν τητα των σπ γγων.

Tσιμούχα ή δερματώδης σπ γγος, που αλιεύθηκε (φωτ.: Φ. Mαργαρίτης, «H Kάλυμνος και τα μυστικά


ζο–μπλε και η διάμετρ ς του μπορεί να ξεπεράσει το 1 μ. Προτιμάει τα σκληρά, κοραλλιογενή υποστρώματα και συνήθως συναντάται σε βάθη 60–100 μ. περίπου. Spongia zimoca (Schmidt, 1862). Πρ κειται για τη γνωστή «τσιμούχα» ή «δερματώδης σπ γγος». H τσιμούχα παρουσιάζεται με πολλές μορφές και οι σφουγγαράδες λένε πως καμιά τσιμούχα δεν έχει μοιά της. Tο χρώμα της εξωτερικά είναι μαύρο προς γκρι και εσωτερικά καφέ σκούρο και θυμίζει πολλές φορές το χρώμα της σκουριάς. Προτιμά τα σκληρά υποστρώματα και η συνοδ ς βιοκοινωνία είναι κοραλλιογενής. Tα βάθη που αλιεύεται κυμαίνονται απ 25 έως 100 μ. Aλιευτικά πεδία υπάρχουν στη Kρήτη, τα Δωδεκάνησα και τις Kυκλάδες. Tμήμα επεξεργασμένου σπ γγου. Διακρίνονται μικρές και μεγάλες έξοδοι νερού και το πλέγμα των πρωτογενών και δευτερογενών ινών σπογγίνης (φωτ.: Φ. Mαργαρίτης, «H Kάλυμνος και τα μυστικά της θάλασσας», Aθήνα 1998).

Σπ γγος «χτυπημένος» απ την ασθένεια, που αλιεύθηκε στο Kάβο Nτ’ ρο (φωτ.: Φ. Mαργαρίτης, «H Kάλυμνος και τα μυστικά της θάλασσας», Aθήνα 1998). ράς, επιδεικνύει τους καρπούς απ το ταξίδι που της Λιβύης.

ε με τράτα στο Aιγαίο Πέλαγος, απ μεγάλο βάθος ά της θάλασσας», Aθήνα 1998).

Tα εμπορικά είδη των σπ γγων, που συναντώνται στο Aιγαίο και στον ευρύτερο μεσογειακ χώρο είναι: Hippospongia communis (Lamark, 1813) ή Kαπάδικο. Σφουγγάρι σχεδ ν σφαιρικ . H κάτω επιφάνειά του είναι τραχιά και με αυτή προσφύεται στο υπ στρωμα. Tο χρώμα του είναι σκούρο καφέ και αλιεύεται σε βάθη απ 9 έως 80 μ. Aλιευτικά πεδία βρίσκονται στην Kρήτη, τα Δωδεκάνησα, τις Kυκλάδες, την Eύβοια. Σε αυτ το είδος ανήκει και ο λεγ μενος «Δροσίτης». Πρ κειται για ένα Kαπάδικο, το οποίο ζει σε θαλασσινές σπηλιές και το χρώμα του είναι ανοιχτ κασταν . Spongia officinalis (Linaeaus, 1759) adiatica (Schmidt, 1862). Λέγεται και «ματαπάς», ταν προέρχεται απ μικρά βάθη, ή «φίνο» ή ελληνικ ς σπ γγος μπάνιου. Tο είδος αυτ χαρακτηρίζεται απ μεγάλη ποικιλομορφία. Tο χρώμα του μεταβάλλεται αντιστρ φως ανάλογα προς τη θολερ τητα. Eίναι σφουγγάρι ιδιαίτερα συμπαγές, ελαστικ και εύκαμπτο. Xαρακτηρι-

στικ του γνώρισμα η αίσθηση του βελούδου που δημιουργεί η πολύ λεπτή του υφή. Tο βρίσκουμε στην Kρήτη, τα Δωδεκάνησα, τη Σάμο, την Eυβοια και σε βάθη μέχρι 100 μ. Spongia officinalis (Linaeus, 1759) mollissima (Schmidt, 1862). Λέγεται και «μεθάλη» ή «τούρκικο φλιτζάνι» ή «λεπτ ς σπ γγος της Συρίας». Tο σχήμα του θυμίζει χωνί ή φλιτζάνι, ζει σε βυθούς με χονδρ κοκκη άμμο, μεγάλα βράχια ή σε λιβάδια Ποσειδώνιας και σε βάθος 50 μ. περίπου. Spongia agaricina (Pallas, 1766) ή Spongia officinalis lamella (Scchulze, 1862). Oι σφουγγαράδες το λένε «λαγ φυτο» ή «ψαθούρι» ή «λαφίνα» ή «αυτί ελάφαντα». Tο σφουγγάρι αυτ είναι απ τα πιο μορφα ανάμεσα στα άγρια και τα ήμερα. Tο σχήμα του μεταβάλλεται ανάλογα με την ηλικία του, ενώ οι νεαρές μορφές μοιάζουν με κύπελλο πως και η «μελάθη». Oμως κατά την ενήλικη φάση της ζωής του το σχήμα αλλάζει τελείως, γίνεται ελασματοειδές και θυμίζει βεντάλια. Tο χρώμα του, ταν αλιεύεται απ μεγάλα βάθη είναι γκρί-

H ασθένεια των σφουγγαριών Tο 1986 μία τρομερή ασθένεια κατέστρεψε ολοσχερώς λα τα αλιευτικά πεδία της Mεσογείου. O πανικ ς των σφουγγαράδων ήταν μέγαλος. Aπ τη μια οι αρχές μιλούσαν για ρύπανση, απ την άλλη οι ψαράδες για ραδιενέργεια απ το ατύχημα του Tσερνομπίλ. Tο μ νο σίγουρο ήταν η καταστροφή των αλιευτικών πεδίων με άμεσο αντίκτυπο στο περιβάλλον και τη διατήρηση των αλιευτικών π ρων. Στα άρρωστα σφουγγάρια παρατηρήθηκε ασυνέχεια στη δομή των ινών σπογγίνης, καταστροφή των κυτταρικών μεμβρανών και λύση των κυττάρων. Mέσα σε λίγες ημέρες είχε ολοκληρωθεί η ολοσχερής καταστροφή των σπ γγων, ενώ μια έντονη μυρωδιά υδρ θειου αναδυ ταν απ την εγγύς περιοχή. H μεγάλη ταχύτητα με την οποία εξαπλώθηκε η ασθένεια κατά την περίοδο της έξαρσης, φθάνει τα ρια της επιδημίας εκρηκτικού τύπου, ενώ λο το υπ λοιπο χρονικ διάστημα εμφανίζεται υπ ενδημική μορφή. H ασθένεια είχε επιπτώσεις σε λους τους εδραίους οργανισμούς και εξαπλώθηκε σε βάθη απ 0–50 μ. Mπορούμε σήμερα να πούμε με βεβαι τητα τι η ασθένεια πέρασε απ συγκεκριμένα μονοπάτια, ακολουθώντας πιστά το θαλάσσιο ρεύμα της «Λεβαντίνης». Σήμερα τα αλιευτικά πεδία ανακάμπτουν και αυτ οφείλεται στις μετακινήσεις των προνυμφών των σφουγγαριών. Tο γεγον ς αυτ μας εξασφαλίζει τι η σπογγαλιεία θα συνεχίσει την παραδοσιακή εξελικτική της πορεία και δεν θα καταλήξει μουσειακ έκθεμα με μεγάλο κοινωνικ ενδιαφέρον. Eάν στηριχθούν οι εμπλουτισμοί των αλιευτικών πεδίων (επιτάχυνση των φυσικών διαδικασιών), η σπογγοκαλιέργεια, η έρευνα στην απομ νωση φαρμακευτικών πρώτων υλών και η πιστοποίηση της ποι τητας, η οποία θα διαχωρίσει το μεσογειακ σφουγγάρι απ τα άλλα, τ τε οι προοπτικές του κλάδου είναι ευοίωνες και πολλά υποσχ μενες για το άμεσο μέλλον.

KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH

17


«Συμιακές σκάφες», ξυλογραφία του N. Oικονομ πουλου (1877). Γυμνοί δύτες καταδύονται για σφουγγάρια και αναδύονται με τη σοδειά τους (φωτ.: Aπ το βιβλίο του K.A. Δαμιανίδη, «Eλληνική Παραδοσιακή Nαυπηγική», Aθήνα 1996).

Tα σπογγαλιευτικά σκάφη Oι συμιακές σκάφες, ο αχταρμάς, η γυαλάδικη βάρκα, η καγκάβα, το ντεπ ζιτο και το μπακέτο Tου Kώστα Δαμιανίδη Aρχιτέκτονα

H ΣΠOΓΓAΛIEIA εξασκείτο με σκάφη που ήταν προσαρμοσμένα στις ανάγκες κάθε μίας απ τις εφαρμοζ μενες σπογγαλιευτικές μεθ δους. Yπήρχαν λοιπ ν σκάφη με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ή ειδικοί τύποι σκαφών που χρησιμοποιούντο μ νο στη σπογγαλιεία. Στις μεθ δους που περιελάμβαναν καταδύσεις χρησιμοποιούντο συνήθως συγκεκριμένοι τύποι σκαφών, που είχαν επινοηθεί αποκλειστικά για την αντίστοιχη μέθοδο κατάδυσης.

H σκάφη Oι δύτες ελεύθερης κατάδυσης βουτούσαν συνήθως απ ένα είδος καϊκιού που ονομαζ ταν σκάφη, ένα τύπο μικρού πλοιαρίου του οποίου το ολικ μήκος σπανίως έφτανε τα 15 μέτρα, ενώ το πλάτος του δεν ξεπερνούσε το 1/3 του ολικού μήκους. H γάστρα του σκάφους ήταν αρκετά ιδι ρρυθμη με ίσο και προτεταμένο λοξά και προς τα εμπρ ς πλωρι ποδ σταμα, που το μήκος του ήταν ίσο με το μήκος της καρίνας. Oι σκάφες είχαν σημαντικ βύθισμα και μεγάλο ανάπτυγμα ιστιοφορίας. Στο μοναδικ τους κεντρικ κατάρτι οι μεγάλες σκάφες είχαν ένα πανί σακολέβα,

δύο τετράγωνα πανιά (γάπια και μπαφίγκο), δύο ή τρεις φλ κους και έναν αράπη. Eφεραν επίσης ένα μικρ κατάρτι στην πρύμνη πάνω ακριβώς απ το τιμ νι με ένα τριγωνικ πανί (μετζάνα). Yπήρχαν ακ μη μικρ τερες σκάφες με λιγ τερα πανιά και μια παραλλαγή που στη θέση της σακολέβας έμπαινε ένα μισολάτινο. Mε αυτή την ανεπτυγμένη ιστιοφορία και με ούριο άνεμο οι σκάφες έφταναν πολύ γρήγορα στις σπογγοφ ρες περιοχές που απ τα μέσα του 19ου αιώνα ήταν συνήθως στα παράλια της B. Aφρικής. Eπίσης κατά τη διάρκεια των καταδύσεων η χρήση του μικρού τριγωνικού πανιού στην πρύμνη (μετζάνα) σε συνεργασία με το τιμ νι έδινε τη δυνατ τητα ελιγμών και μικροκινήσεων της σκάφης στην προσπάθεια να ακολουθεί έγκαιρα τη σύντομη πορεία του δύτη στο βυθ . Tο σχήμα της σκάφης και το μεγάλο ανάπτυγμα της ιστιοφορίας προϋπέθεταν σημαντικ έρμα μέσα στο σκάφος. Στα μακρινά ταξίδια επάνω στη σκάφη βρίσκονταν 7–8 άνθρωποι, εκ των οποίων οι 5 ήταν «γυμνοί δύτες». Tο πιο γνωστ ναυπηγικ κέντρο για σκάφες ήταν η Σύμη, γι’ αυτ ήταν συνήθως γνωστές ως «συμιακές σκάφες». Kατά το τέλος του 19ου αιώνα υπολογίζεται τι θα πρέπει να υ-

18 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998

πήρχαν μ νο στη Σύμη πάνω απ 160 συμιακές σκάφες. Σύντομα ωστ σο σταμάτησε η κατασκευή τους, γιατί η εμφάνιση του σκάφανδρου προκάλεσε το μαρασμ της μεθ δου των «γυμνών δυτών» και κατά συνέπεια τον αφανισμ της σκάφης.

O αχταρμάς H νέα μέθοδος σπογγαλιείας οδήγησε στην καθιέρωση εν ς άλλου τύπου σκάφους που ανταποκριν ταν καλύτερα στις νέες απαιτήσεις. O «αχταρμάς» ή «μηχανοκάικο» ήταν μια παραλλαγή του γνωστού τρεχαντηριού, προσαρμοσμένη στην καινούργια χρήση. Tο ολικ μήκος του σκάφους ήταν συνήθως 9–10 μέτρα και το πλάτος του λίγο περισσ τερο απ το 1/3 του ολικού μήκους. O «αχταρμάς» είχε έντονη σιμ τητα (καμπυλ τητα) στο κατάστρωμα, κατά μήκος και εγκάρσια στον άξονα συμμετρίας του, ώστε τα νερά που έπεφταν πάνω στο κατάστρωμα απ φουρτουνιασμένες θάλασσες να φεύγουν γρήγορα απ τα μπούνια στο παραπέτο του σκάφους. Πριν την καθιέρωση της εσωλέμβιας μηχανής (γύρω στο 1920) ο «αχταρμάς» είχε ένα κατάρτι με μια παραλλαγή του πανιού σακολέβα, η οποία ονομαζ ταν «φούσκα». Tο πανί αυτ στηριζ ταν σε μια διαγώνια

αντένα, πως η σακολέβα, αλλά έπιανε απ το άκρο της πλώρης (κοράκι) μέχρι την πρύμνη. Mε το σχήμα αυτ μπορούσε να «σακουλιάζει» ακ μη περισσ τερο απ ,τι η σακολέβα, δημιουργώντας ουσιαστικά μια φούσκα. Tο πανί αυτ έδινε μεγαλύτερη ταχύτητα στο σκάφος, αλλά κυρίως του παρείχε πιο ξεκούραστη πλεύση χωρίς πολύ κούνημα. Aργ τερα με την καθιέρωση των εσωλέμβιων μηχανών το είδος του πανιού που χρησιμοποιούσαν πάνω στους «αχταρμάδες», ως βοηθητικ ή για ώρα ανάγκης, ήταν μπούμα. H εγκατάσταση της μηχανής στους «αχταρμάδες» οδήγησε σε μια νέα αλλαγή του σχήματ ς τους στην πρύμνη. H θέση της προπέλας επέτρεπε την κάλυψή της και απ τις δύο μεριές του σκάφους με προσαρμοζ μενους συρμάτινους κλωβούς που εμπ διζαν το σωλήνα τροφοδοσίας του δύτη να μπλεχτεί και να κοπεί απ την προπέλα κατά τη διάρκεια των καταδύσεων. Στο νησί Kούταλη και αργ τερα στη Nέα Kούταλη Λήμνου αναφέρεται τι οι σφουγγαράδες χρησιμοποιούσαν εκτ ς απ τον «αχταρμά» και ένα άλλο είδος καϊκιού, τον «γούτσο», επίσης προσαρμοσμένο στην σπογγαλιεία. Tο σκάφος του «αχταρμά» ήταν αρκετά φαρδύ με «μάσκες» ώστε να διαθέτει αρκετ εσωτερικ χώρο,


Kαλύμνιος αχταρμάς ξεκινά το πολύμηνο ταξίδι για σφουγγάρια. Πάνω στα σκάφη αυτά, τα οποία δεν ξεπερνούσαν σε μήκος τα 10 μέτρα, δούλευαν συνήθως 12–14 άνδρες (φωτ.: Δημ. A. Xαρισιάδης, αρχείο Mουσείου Mπενάκη).

αλλά και μεγάλη επιφάνεια καταστρώματος αναλογικά με το μέγεθ ς του. Στο κατάστρωμα δεσπ ζουσα θέση είχε η χειροκίνητη αεραντλία (μηχανή) που τροφοδοτούσε τους δύτες με αέρα και οι κουκέτες για την ξεκούραση των δυτών. Στον «αχταρμά» δούλευαν συνήθως 12–24 άντρες, εκ των οποίων οι μισοί ήταν δύτες και οι υπ λοιποι πλήρωμα. Tα πιο γνωστά μέρη που χτιζ ντουσαν «αχταρμάδες» ήταν η Σύμη, η Kάλυμνος, η Yδρα και αργ τερα, απ τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, ο Πειραιάς και το Πέραμα. Tο μάζεμα των σφουγγαριών με

καμάκι και γυαλί γιν ταν συνήθως απ ένα ιδιαίτερο τύπο βάρκας που ονομαζ ταν γυαλάδικη ή γυάλα. Oι βάρκες αυτές ήταν μικρές, δεν ξεπερνούσαν τα 7 μέτρα και είχαν πάντα άβακα ή «καθρέπτη» στην πρύμνη. Oι πιο φημισμένες γυαλάδικες βάρκες ήταν αυτές που σκαρώνονταν στην Yδρα και ονομάζονταν υδραίικοι βαρκαλάδες. Oι γυαλάδικες βάρκες ήταν φαρδιές με την πρύμνη πιο ψηλά απ την πλώρη και με το πλωρι ποδ σταμα ίσιο και σχεδ ν κατακ ρυφο. Oι υδραίικοι βαρκαλάδες ήταν εξαιρετικά ελαφριές κατασκευές για να μπορούν να σέρνονται

εύκολα στη παραλία ή να φορτώνονται και να ξεφορτώνονται πάνω σε μεγαλύτερα σκάφη. Σε αυτές δούλευαν συνήθως τρεις ψαράδες, ένας στο πηδάλιο, ένας στα κουπιά και ένας σε μια ειδική θέση στην πλώρη της βάρκας, απ που έβλεπε με το γυαλί το βυθ , κρατώντας το καμάκι. Στις φουρκάδες που υπήρχαν στις δύο μεριές της βάρκας έμπαιναν οι προεκτάσεις του καμακιού ή η αντένα αν η βάρκα έφερε κάποιο βοηθητικ πανάκι. Oι γυάλες συνήθως δεν ταξίδευαν μ νες τους στις ακτές της B. Aφρικής αλλά φορτώνονταν και μεταφέρονταν πάνω σε μεγαλύτερα

καΐκια, κυρίως μπρατσέρες, που ονομάζονταν «ντεπ ζιτα» ή «μπακέτα», και ξεφορτώνονταν στους τ πους σπογγαλιείας. Στις γυαλάδικες βάρκες που δούλευαν στη B. Aφρική επέβαιναν συνήθως 6 άτομα, μεταξύ των οποίων και «γυμνοί δύτες», για τις περιπτώσεις που κάποιο μεγάλο σφουγγάρι δε μπορούσε να πιαστεί με το καμάκι.

Kαγκάβα Tα σκάφη απ τα οποία δουλευ ταν το εργαλείο της καγκάβας έΣυνέχεια στην 20η σελίδα

KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH

19


Συνέχεια απ την 19η σελίδα

παιρναν συνήθως το ίδιο νομα, αν και δεν ήταν κατασκευασμένα ως ιδιαίτεροι τύποι. Oι καγκάβες είχαν γάστρα σε σχήμα βαρκαλά, καραβ σκαρου ή τρεχαντηριού, αλλά με ιδιαίτερα ισχυρή την κατασκευή τους στην πρύμνη απ που σύρετο το εργαλείο. H χωρητικ τητα ήταν συνήθως 8–10 τ νοι, ενώ το πλήρωμα αποτελείτο περίπου απ 4 άντρες. Oι καγκάβες ήταν ιστιοφ ρα καΐκια πριν απ την καθιέρωση της μηχανής. Mπορούσαν να φέρουν ιστιοφορία σκούνας, πολάκας, μπρατσέρας ή και μεγάλης σακολέβας. Aναφέρεται επίσης ένα ιδιαίτερο είδος ιστιοφορίας με αρκετά μικρά και συνήθως τριγωνικά πανιά που αναρτούντο απ δύο κατάρτια. Aφαιρώντας ή προσθέτοντας κάποια απ τα μικρά αυτά πανιά μπορούσαν να ελέγχουν την ταχύτητα του σκάφους κατά τη διάρκεια σύρσης του εργαλείου της καγκάβας στον πυθμένα της θάλασσας. Oταν η καγκάβα δεν δούλευε, το μεταλλικ πλαίσιο με τον δικτυωτ σάκο δεν ταν απ την έξω μεριά και στα πλάγια του σκάφους.

Λιμάνι του Γυθείου, Mεσοπ λεμος. O «γούτσος» ήταν ένα είδος μικρού καϊκιού, που εχρησιμοποιείτο επίσης στην σπογγαλιεία, απ τους Kουταλιανούς σπογγαλιείς (φωτ.: Mουσείο Nαυτικής Παράδοσης και Σπογγαλιείας, Nέας Kούταλης Λήμνου).

«Nτεπ ζιτο» και «μπακέτο» Eκτ ς απ τα σκάφη με τα οποία εξασκείτο η σπογγαλιεία υπήρχαν και αυτά που τροφοδοτούσαν και υποστήριζαν τα μικρά σφουγγαράδικα. Tα «ντεπ ζιτα» ήταν συνήθως μπρατσέρες (δίστηλα καΐκια με πανιά ψάθες) που ταξίδευαν μαζί με τις «σκάφες» και τους «αχταρμάδες» ή κουβαλούσαν τις «γυαλάδικες βάρκες» στις ακτές της B. Aφρικής. Tα «ντεπ ζιτα» κουβαλούσαν επίσης το νερ και τα τρ φιμα για τους δύτες και τα υπ λοιπα μέλη των πληρωμάτων. Στο κατάστρωμά τους παρασκευαζ ταν καθημερινά το φαγητ και στις κουκέτες τους ξεκουράζονταν οι δύτες και τα πληρώματα. Συνήθως ένα «ντεπ ζιτο» υποστήριζε περισσ τερα απ ένα σπογγαλιευτικά σκάφη,

Σφραγίδα του λαϊκού συλλ γου ο «Nιρεύς», 1902, που στο κέντρο απεικονίζεται συμιακή σκάφη (φωτ.: αρχείο A. Σ. Mαΐλλη).

Mοντέλο γυαλάδικης βάρκας απ το Mουσείο Nαυτικής Tέχνης στη Σύμη. Kατασκευασμένο απ τον Aντώνη Πολιά (φωτ.: K.A. Δαμιανίδης).

20 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998

τα οποία έφευγαν απ κοντά του με το πρώτο φως της ημέρας για αλίευση σφουγγαριών και επέστρεφαν ταν είχε πλέον βραδιάσει. Eπάνω στο «ντεπ ζιτο» γιν ταν συνήθως και το πρώτο καθάρισμα και πλύσιμο των σφουγγαριών. Aλλες μπρατσέρες ονομάζονταν «μπακέτα» και δουλειά τους ήταν η επικοινωνία μεταξύ των σφουγγαράδικων που βρίσκονταν στη B. Aφρική και των τ πων προέλευσής τους. Συνήθως έφερναν πίσω στην Eλλάδα σφουγγάρια και πήγαιναν ξανά στην B. Aφρική με τρ φιμα, αλληλογραφία, νέα πληρώματα και δύτες. Στη σπογγαλιεία δούλευε ένας μεγάλος αριθμ ς σκαφών φτιαγμένων αποκλειστικά για αυτή τη χρήση ή προσαρμοσμένα στις ανάγκες των σφουγγαράδων. Tα σχήματα και η κατασκευή των τύπων των σκαφών που είχαν επινοηθεί για τη σπογγαλιεία ήταν τ σο πολύ προσαρμοσμένα σε συγκεκριμένες χρήσεις, ώστε ταν εγκαταλείπετο μία απ τις μεθ δους σταματούσαν ταυτ χρονα να σκαρώνονται και οι αντίστοιχοι τύποι σκαφών. Eτσι κάπου στις αρχές του 20ού αιώνα σταμάτησαν να κατασκευάζονται σκάφες. Στη δεκαετία του 1970 σταμάτησαν να κατασκευάζονται «αχταρμάδες», ενώ οι γυάλες συνέχισαν σποραδικά να κατασκευάζονται γιατί χρησιμοποιούνται πλέον για άλλες χρήσεις, πως για παράδειγμα στο ψάρεμα χταποδιών. Σήμερα δεν έχει διασωθεί καμία σκάφη, ενώ οι εναπομείναντες αχταρμάδες δεν ξεπερνούν τους 5–6 σε λη την Eλλάδα. Eνας απ αυτούς αγοράστηκε πρ σφατα απ το Nαυτικ Mουσείο της Kαλύμνου και ευχ μαστε να συντηρηθεί και να αποκατασταθεί σωστά ώστε να αποτελέσει ένα ζωνταν μνημείο της νε τερης ιστορίας του νησιού που ταυτίστηκε για πάνω απ ένα αιώνα με τη μοίρα της ελληνικής σπογγαλιείας.


Aρμενίζοντας με τους σφουγγαράδες H σκληρή και γεμάτη κινδύνους ζωή των σφουγγαράδων στα μακρινά και πολύμηνα ταξίδια Tου Iωάννη Aντ. Xειλά Δασκάλου, συγγραφέα, ζωγράφου

ME TO TEΛEIΩMA της Σαρακοστής, μέρες του Πάσχα ακ μα, τα σπογγαλιευτικά σκάφη εξοπλισμένα με τα απαιτούμενα και τα πληρώματα πανέτοιμα, μετά τον καθιερωμένο αγιασμ έλυναν παλαμάρι για το καλοκαιριν , διάρκειας 6–7 μηνών, ταξίδι. Tαξίδι ζωής ή θανάτου, το «σπογγαλιευτικ ταξίδι». Oπως έλεγαν οι νησιώτες, που το άγονο του τ που τους δεν τους άφηνε άλλη επιλογή απ τη θάλασσα και τη σπογγαλιεία, «ή σφουγγάρι ή τομάρι». Π σοι άραγε θα γύριζαν πίσω γεροί; Π σοι σακατεμένοι απ’ τη ν σο των δυτών, να σέρνονται ανάπηροι με δύο μπαστούνια στο νησί; Π σοι θα άφηναν τα κ καλά τους στις «μαύρες» ερημιές, θαμμένοι αλειτούργητοι σε αμμουδερές παραλίες, με ένα σταυρ απ κουπί; Aνοιγαν πανιά τα σφουγγαράδικα απ’ την Kάλυμνο, τη Σύμη, τη Xάλκη, την Aίγινα, την Yδρα και άλλα νησιά του Aιγαίου και τραβούσαν για τους τ πους της σφουγγαροδουλειάς. H θάλασσα μπροστά τους πλατιά και ανταριασμένη. Oι ξέρες, οι κάβοι, συμπληγάδες που καιροφυλακτούσαν να τους τσακίσουν. Mερ νυχτα πάλευαν με μανιασμένα κύματα και λυσσασμένους αέρηδες, χαμένοι συχνά μεσοπέλαγα με τα άρμενα τσακισμένα. Tον μπουρουνιασμένο Ποσειδώνα τον έβρισκαν καθημερινά μπροστά τους, λες και τους ήταν θυμωμένος που τρυγούσαν τα σωθικά της θάλασσάς του για να βγάλουν τα σφουγγάρια της! Παρ’ λα αυτά ελάχιστα ήταν τα ναυάγια και λιγοστοί οι χαμοί σφουγγαράδων απ τις κακοσύνες των καιρών. Hταν οι σφουγγαράδες επιδέξιοι ναυτικοί που αρμένιζαν με ούλους τους καιρούς. Mε μπούσουλα τα αστέρια χάραζαν πορείες για τ πους άγνωστους και μακρινούς, τιμ νευαν το φύσημα τ’ αγέρα στα πανιά, γνώριζαν απ’ έξω τα σημάδια των καιρών, ήξεραν τις κακοτοπιές των ακτών, τις ξέρες, τα βάθητα των νερών, τ’ αραξοβ λια.

Yδρα, 1896. Tα εγκαίνια του φούρνου (φάμπρικας) γαλέτας για τα σφουγγαράδικα, του Bενιζέλου Iωάννου Bερβενιώτη, στο «Λούμι του Γκικ–Λάζαρι» της Yδρας (φωτ.: αρχείο Θ δωρου Kρεμαστιώτη).

T ποι σπογγαλιείας Xάραζαν το λοιπ ν τη ρ τα τους τα σφουγγαράδικα, άλλα για τα Πάνω Mέρη (Kυκλάδες, νησιά B. Aιγαίου, Xαλκιδική, Aγ. Oρος, ώς και την Aλεξανδρούπολη). Aλλα για το γύρο της Πελοποννήσου, άλλα στα νησιά του Iονίου πελάγους. Kάποιοι τολμούσαν και ξανοίγονταν απ ’κεί στα διεθνή ύδατα, κοντά στην Iταλία, αλλά οι καιροί ήταν δύσκολοι, τα λιμάνια μακριά και είχαν πολλά χασομέρια. Δεν έλειπαν βέβαια και τα μικροτάξιδα στα γύρω νησιά τους που ήταν πλούσια σε καλής ποι τητας σφουγγάρια.

Σφουγγαράδες ανοιχτά της Δήλου, τη δεκαετία του ’20. Aπ τα χαράματα ξεκινούσαν οι σφουγγαράδες με τα σκάφη τους για το σκληρ μεροκάματο κάτω απ τον ήλιο, μέσα στο βυθ . Kαι ταν νύχτωνε, μετά το λιτ τους δείπνο, έκαναν το απαραίτητο για την επεξεργασία των σφουγγαριών πρώτο ποδοπάτημα (φωτ.: Eλλη Παπαδημητρίου, Aρχείο Mουσείου Mπενάκη).

Στα παραπάνω μέρη συνήθως τραβούσαν τα «μονοκάικα», μια δούλεψη και οι γυαλάδικες βάρκες που ψάρευαν το σφουγγάρι με καμάκι ή ρεβέρα. Tα περισσ τερα μως σφουγγαράδικα, τα μεγάλα συγκροτήματα με ντεπ ζιτο (φορτηγίδα) και δύο ή τρία μηχανοκάικα–αχταρμάδες, τρα-

βούσαν κατά τις ακτές της B. Aφρικής. Xάραζαν πορεία άλλα κατ’ ευθείαν Kρήτη και απ ’κεί με τον πρώτο ευνοϊκ καιρ περνούσαν το Λιβυκ πέλαγος και ύστερα απ δύο ημερ νυχτα έπιαναν στεριά, συνήθως την περιοχή Nτέρνα της Λιβύης. Aπ ’κεί καν νιζαν τη δουλειά τους, άλλα

για τις περιοχές της Aιγύπτου, απ Σαλούμ, Mάρσα Mαντρούχα, Aλεξάνδρεια, ώς και Π ρτ Σάιντ και άλλα για τις περιοχές της Λιβύης απ Tομπρούκ, Nτέρνα, Bεγγάζη, Tρίπολη, κ λπο της Σύρτης και άλλα για τις περιοχές της Tυνησίας στη Σφάξη. Συνέχεια στην 22η σελίδα

KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH

21


Tο υδραίικο σφουγγαράδικο «Nικηφ ρος» του Kαλογιάννη στην Aλεξάνδρεια, το 1935. Πλούσια σοδειά και χαμ γελα (φωτ.: αρχείο Θ δωρου Kρεμαστιώτη). Συνέχεια απ την 21η σελίδα

Aλλα σφουγγαράδικα τραβούσαν ν τια περνώντας απ τα Δωδεκάνησα, την Kάρπαθο, την Kάσο και έπιαναν Kύπρο, που δούλευαν τις ακτές της γύρω γύρω. Aπ ’κεί έβγαιναν ανοιχτά στη Συρία και κατέβαιναν ψαρεύοντας ώς το Πορτ Σάιντ και τραβώντας δυτικά στις ακτές της Aιγύπτου. Πολλοί καπεταναίοι τολμηροί και ριψοκίνδυνοι δούλευαν τους πάγκους ανοιχτά στα διεθνή νερά, πού ’ταν περατζάδα των πλοίων. Aνοιχτά στη «Pάντα», μίλια μακριά απ’ τη στεριά γύρω απ’ τη Mάλτα στη Λαμπιδούσα και στην Mπατελαρία και στο κανάλι της Mάλτας. Aλλοι πήγαιναν χωρίς άδεια σε σφουγγαρ τοπους στις ακτές της Σικελίας, της Kάτω Iταλίας, έμπαιναν για ανεφοδιασμ στα λιμάνια της και δεν δίσταζαν να τραβήξουν β ρεια στη Σαρδηνία και στην Kορσική. Eκεί εκτ ς απ’ το σφουγγάρι στ χευαν και στο ψάρεμα του κ κκινου κοραλιού. Aντιμετώπιζαν βέβαια προβλήματα ελέγχου απ τις τοπικές αρχές, οι οποίες άλλοτε έδειχναν καταν ηση μπροστά στο παράτολμο των κακοπαθημένων σφουγγαράδων, που με τα μικρά τους πλεούμενα έφταναν στην άκρη του κ σμου για το μεροκάματο, και άλλοτε τους απομάκρυναν με κατάσχεση των αλιευμάτων τους. Aλλα σφουγγαράδικα τραβούσαν ακ μα πιο δυτικά για τις ακτές της Aλγερίας και του Mαρ κου με στ χο

την εξεύρεση νέων και πλούσιων σφουγγαρ τοπων.

Συνθήκες εργασίας Oταν οι σφουγγαράδες έπιαναν στεριά στις ακτές της B. Aφρικής, καν νιζαν τις άδειες σπογγαλιείας

22 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998

με τις τοπικές αρχές και άρχιζαν αμέσως τη δουλειά. Nύχτα, μέρα και με λους τους καιρούς. Σχ λη, καθημερινή το ίδιο. M νο των Aγ. Aποστ λων και της Παναγιάς το Δεκαπενταύγουστο δεν έβγαιναν για δουλειά. T τε έκαναν το λιάσιμο των σφουγγαριών τους, έβρισκαν λίγο

Aλήθεια ή ψέμα στην Kάλυμνο διηγούνται τι τον εικονιζ μενο γέροντα Λατάρη, γυμν δύτη στα νιάτα του, τον κατάπιε καρχαρίας. Λ γω μως του βάρους της σκανδαλ πετρας που κρατούσε πάνω του, το κήτος τον ξέβρασε χωρίς σοβαρά τραύματα (φωτ.: αρχείο Mανώλη Kλωνάρη).

χρ νο να φροντίσουν τον εαυτ τους, να φάνε και ένα φαΐ της προκοπής, να πιουν κρασάκι κέρασμα του καπετάνιου και κανένα φρούτο που έφερνε το εφεδρικ καΐκι της δουλειάς, ο «νερουλάς». Oι ρηχίτικες δουλειές (18 οργιές νερά και μέσα) δούλευαν την αφρικανική κουστέρα κοντά στη στεριά. Tα ντεπ ζιτά τους φουνταρισμένα στις ρίβες (μικρούς απάνεμους ρμους) περίμεναν να γυρίσουν τα μηχανοκάικα ή οι γυαλάδικες απ τη δουλειά. Oι βαθύτικες μως δουλειές (30 οργιές και ξω...) τραβούσαν ανοιχτά, στη «ράντα», μίλια μακριά απ στεριά και πολιτείες–λιμάνια. Eπρεπε να βρίσκονται κοντά στους τ πους δουλειάς. «Mε το καλημέρα και κ τσα κάτω για βουτιά!» Eκεί στη «ράντα» φουνταρισμένο το ντεπ ζιτο για λο το καλοκαίρι, μέσα σε θάλασσες βουνά, σε κακοσύνες, σε μπ ρες, κατεβασιές (β ρειοι ισχυροί άνεμοι), με αγριολεονάδες (NΔ άνεμοι) και χαψίνια, δούλευε με τα μηχανοκάικά του, τους «πάγκους», τους σφουγγαρ τοπους, σκατζάροντας κάθε φορά που χρειαζ ταν για εξεύρεση νέων τ πων καματερών. Aπ τα χαράματα τα μηχανοκάικα, οι αχταράδες, ξεκινούσαν για το μεροκάματο του ήλιου. «Eβγα ήλιε, κάτσε ήλιε». Eνα μεροκάματο σκληρ . Oλη μέρα οι κουπάδες στο γύρισμα της ρ δας της «κάσας» (αεραντλίας), στο κουπί. Kι οι βουτηχτά-


Xάρτης με τις διαδρομές και τις σπογγαλιευτικές περιοχές στις οποίες δούλευαν οι Eλληνες σπογγαλιείς. Oι διαδρομές τους σηματοδοτούνται με τις κ κκινες γραμμές, ενώ η πράσινη γραμμή κατά μήκος των ακτών υποδεικνύει τους τ πους στους οποίους υπήρχαν σπογγαλιευτικά πεδία.

δες να περιμένουν το «νεπέτι» τους, τη σειρά τους, για να βάλουν το «φ ρεμα» ή ν’ αρπάξουν τη βαριά σκανταλ πετρα και με την αγωνία του θανάτου στο πρ σωπο να ριχτούν στη μαυροπράσινη θάλασσα.

Διατροφή Mια δυο «γαλέτθες» (ψωμί φρυμένο) βρεμένες και με σταγ νες... λαδιού, λιγοστές ελιές ή σμαριδένιες σαρδέλες, ήταν το ημερήσιο φαγητ των πληρωμάτων κουβέρτας. Oι δύτες δεν έβαζαν καθ λου μπουκιά στο στ μα λη μέρα. Φαγητ μαγειρευμένο θα έτρωγαν λοι μ νο το βράδυ. Kι ο ήλιος ψηλά πυρωμένος, να τους βαρά κατακούτελα, να ξεροψήνει τα ξερακιανά κορμιά τους. Λάβρα ο καυτ ς αέρας απ τα χαψίνια της ερήμου και το νερ βλυχ , λιγοστ , απ τα σκουριασμένα βαρέλια του πετρελαίου, να τους καίει το λαρύγγι. «Tης δίψας το μαρτύριο, αχ! μια γουλιά νεράκι / να δρ σιζε τη γλώσσα μας, που ’ναι πικριά φαρμάκι», γράφει ο σφουγγαράς στην καλή του και αυτή στο νησί γυρίζοντας το χερ μυλο, του απαντά μ’ ένα «καλημέρισμα» (δίστιχο τραγούδι) «Nα ’μουν στην πλώρη γιασεμί, στην πρύμνη κυπαρίσσι / και κάτω στην Kαραμανιά μια κρουσταλλένια βρύση» Aργά το σούρουπο και μέσα στη νύχτα πολλές φορές, γύριζαν τα σφουγγαράδικα απ’ τη δουλειά στο ντεπ ζιτ τους. Aνέβαζαν τα μαύρα σφουγγάρια για πάτημα και άσπρισμα, συγύριζαν τα εργαλεία και κατάκοποι κάθιζαν να φάνε λοι ένα γύρω απ μια καραβάνα–σκουτέλα. Tα μαγειρεύματά τους, σπρια, ζυμαρικά, ρύζι και ψάρια που οι ίδιοι έπιαναν. Kρέας «καβουρμά» (μπουκιές καβουρδισμένες και χωμένες στο λίπος τους) έτρωγαν 2-3 φορές

τη βδομάδα, πάντα ανακατεμένο με ζυμαρικά και μπ λικη σάλτσα μπελτέ. Tο ψωμί τους, η «γαλέτθα», απ’ τα μέσα του καλοκαιριού ψείριαζε και τα μαυρομύτικα σκουλήκια έβγαιναν με τις χούφτες. Tι να κάμουν μως; Tις τίναζαν, έκλειναν τα μάτια και... δώσ’ του κάτω.

Γυμν ς δύτης απ την Kάλυμνο έτοιμος για κατάδυση. Mοναδικά του εφ δια η σκανδαλ πετρα, ο δικτυωτ ς σάκος για τα σφουγγάρια και φυσικά το κουράγιο και η αντοχή του (αρχείο A. Σ. Mαΐλλη).

Aν αρρωστούσε κάποιος, έπρεπε να είναι του θανατά για να τον πάνε στο νοσοκομείο. Tα λιμάνια, μίλια μακριά και η δουλειά δεν σήκωνε χασομέρι. Mε το «φαρμακείο» του καϊκιού και γιατροσ φια πορευ ταν η κατάσταση. Πώς μως να περιγραφεί η μαύρη ώρα του «χτύπους», ταν ο

σύντροφ ς τους χτυπι ταν απ’ τη ν σο των δυτών ή κατασπαράσσονταν απ σκυλ ψαρο; Eκείνο το χαροπάλεμα να κρατηθεί στη ζωή με τα τριψίματα και οι ατελείωτες ώρες που κρεμι ταν στη θάλασσα για «οξυγ νο» – αποσυμπίεση; Πώς να περιγραφεί το άψυχο κορμί του λεβέντη του Mικέ, που ’σκασε μπροστά στα μάτια τους και κείτονταν σαν ρουφ ς στην κουβέρτα του καϊκιού; Kαι το σκάψιμο του λάκκου με τα νύχια και τις χούφτες, στις αμμουδερές παραλίες, για το θάψιμ του; Eκείνο το μαύρο κοράκι, το ξερακιαν που πέταξε απ’ το Λιβυκ πέλαγος, για να φέρει στο νησί το μαύρο «χαμπάρι», την είδηση του πνιγμού, και να κουρνιάσει στην ψυχή της Kαλυμνιάς γυναίκας, στην ψυχή της Kαλύμνου: «Aνάθεμά σε Mπαρμπαριά και συ Παλιομαντρούχα οπούκαμες τις Kαλυμνιές κι ηβάλαν μαύρα ρούχα!» Σκληρή και ανελέητη η ζωή των σφουγγαράδων. Tα ’βγαλαν μως πέρα. Kράτησαν γερά το τεμ νι της σφουγγαροδουλειάς, έφεραν πλούτο στο νησί, έφτιαξαν μια κοινωνία–πρ τυπο για τα δεδομένα της εποχής τους και σήμερα ακ μα, παρά τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, ονειρεύονται ένα νέο ξεκίνημα. Σημείωση: Oι σφουγγαράδες έμπαιναν στη δουλειά απ τα 14 χρ νια τους και σταματούσαν κατά μέσο ρο στα 65. Aρα ταξίδευαν και πάλευαν με τη θάλασσα και το θάνατο για 50 ολ κληρα χρ νια (κάθε χρ νο 10 μήνες, 7 το καλοκαίρι και 2–3 υστεροτάξιδο και χειμωνικ ). Πλήθος είναι τα ιστορικά στοιχεία και οι μαρτυρίες για τη ζωή και τον αγώνα τους που αποτελεί αληθιν έπος, το «έπος της σφουγγαροδουλειάς», στο οποίο είναι αφιερωμένο το υπ έκδοση βιβλίο του υπογράφοντος, με βασικ ήρωα τον Kαλύμνιο σφουγγαρά.

KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH

23


Διάσωση της σπογγαλιευτικής παράδοσης Eκθέματα σχετικά με τη σπογγαλιεία στα Mουσεία Nαυτικής Tέχνης Σύμης, Kαλύμνου και N. Kούταλης Λήμνου

Eξαρτήματα του συστήματος Φερνέζ που εκτίθενται στο Nαυτικ Mουσείο Kαλύμνου. Στο φ ντο διακρίνονται φωτογραφίες απ τη χρήση του (φωτ.: K. A. Δαμιανίδης).

Σκάφανδρο και άλλα εξαρτήματα δύτη – σφουγγαρά, πως εκτίθενται στο Nαυτικ Mουσείο Kαλύμνου. Παρά τους πολλούς του πολέμιους, το σκάφανδρο επικράτησε στην καλυμνιώτικη σπογγαλιεία σχεδ ν έναν αιώνα (φωτ.: K. A. Δαμιανίδης). Tου Kώστα Δαμιανίδη Aρχιτέκτονα

Xειροκίνητη αεραντλία απ μηχανοκάικο ή αχταρμά στο Nαυτικ Mουσείο Kαλύμνου (φωτ.: K. A. Δαμιανίδης). Πρέσσα που εκτίθεται στο Nαυτικ Mουσείο Kαλύμνου. Tα σφουγγάρια μετά την επεξεργασία τοποθετούνταν σε τσουβάλια, τα οποία γεμάτα πέρναγαν στην πρέσσα για να μειωθεί ο γκος τους (φωτ.: Φ. Mαργαρίτης). O αχταρμάς «Kαπετάν Nικ λας», κατασκευασμένος το 1930 στην Kάλυμνο απ τον Θ. Tριπολίτη, αποτελεί σήμερα ένα απ τα σημαντικ τερα εκθέματα του Nαυτικού Mουσείου Kαλύμνου (φωτ.: Φ. Mαργαρίτης).

24 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998

TPIA τοπικά ναυτικά μουσεία με σημαντικά εκθέματα σχετικά με τη σπογγαλιεία δημιουργήθηκαν τα τελευταία χρ νια σε τρεις τ πους με μακρά παράδοση στον τομέα αυτ . Tο Mουσείο Nαυτικής Tέχνης στη Σύμη άρχισε να δημιουργείται το 1983 με τη συλλογή εκθεμάτων απ τα παλιά ναυπηγεία, τα μηχανουργεία και τα σπίτια του νησιού. Tο 1990 στεγάστηκε και έκτοτε λειτουργεί σε ένα απ τα πιο αντιπροσωπευτικά νεοκλασικά σπίτια της περιοχής του Kάμπου (Γιαλού), εκεί που βρισκ ταν παλαι τερα ο κεντρικ ς ταρσανάς του νησιού. Στο μουσείο, πως επιβάλλεται, υπάρχει ειδικ τμήμα αφιερωμένο στη σπογγαλιεία με εκθέματα πως: σκάφαν-

δρα, καταδυτικές μηχανές, είδη σφουγγαριών, σκανδαλ πετρες και άλλα εξαρτήματα σφουγγαράδων. Iδιαίτερης αξίας είναι τα ομοιώματα σπογγαλιευτικών σκαφών που συμπεριλαμβάνονται στην εν τητα αυτή, έργα του αείμνηστου συμιακού καλλιτέχνη Aντώνη Πολιά. Eπίσης, τα εργαλεία και ναυτικά εξαρτήματα απ τα τοπικά σιδηρουργεία-μηχανουργεία που συνέλεξε και ο Tάσος Aναστασιάδης, ο τελευταίος παραδοσιακ ς μηχανουργ ς της Σύμης, ο οποίος και επιμελήθηκε την παρουσιασή τους. Tα περισσ τερα απ αυτά είχαν χρησιμοποιηθεί στη σπογγαλιεία.

Kάλυμνος Tο Nαυτικ Mουσείο Kαλύμνου στεγάζεται επίσης σε ένα απ τα πιο ωραία νεοκλασικά στο λιμάνι του νη-


Mοντέλο αχταρμά ή μηχανοκάικου απ το Mουσείο Nαυτικής Tέχνης στη Σύμη. Kατασκευασμένο απ τον αείμνηστο Συμιακ Aντώνη Πολιά (φωτ.: K.A. Δαμιανίδης).

σιού και άνοιξε τις π ρτες του στο κοιν το 1994. Tο μεγαλύτερο μέρος των εκθεμάτων αφορά στη σπογγαλιεία και περιλαμβάνει μια εντυπωσιακή συλλογή παλιών φωτογραφιών, τον πλήρη εξοπλισμ των παλαι τερων συστημάτων κατάδυσης («γυμνοί δύτες», «σκάφανδρο», «φερνέζ»), τα μηχανήματα και τα εργαλεία για την επεξεργασία, συσκευασία και εμπορία των σφουγγαριών και τα είδη των σφουγγαριών. Aξι λογες είναι επίσης οι αρχαίες άγκυρες που είχαν ανασυρθεί απ τους σφουγγαράδες και εκτίθενται εκεί. Πρ σφατα το Nαυτικ Mουσείο Kαλύμνου αγ ρασε ένα απ τα τελευταία σπογγαλιευτικά σκάφη του νησιού, έναν «αχταρμά», τον οποίο πρ κειται να συντηρήσει, να αποκαταστήσει και να εκθέσει. Στο μουσείο παραχωρήθηκαν πρ σφατα απ το Eπαρχείο Kαλύμνου δύο ακ μη σκάφη. Eνα πέραμα (που χρησιμοποιείτο ως καγκάβα) και ένα λίμπερτι (που χρησιμοποιείτο ως μηχαν τρατα), μουσειακής και αυτά αξίας, τα οποία επίσης προορίζονται για εκθέματα ναυτικής παράδοσης.

Tο Mουσείο Nαυτικής Tέχνης στη Σύμη, που στεγάζεται σε ένα απ τα πιο αντιπροσωπευτικά νεοκλασικά σπίτια της περιοχής του Kάμπου, φιλοξενεί ειδικ τμήμα αφιερωμένο στη σπογγαλιεία (φωτ.: K. A. Δαμιανίδης).

Kαρτ ποστάλ της Nέας Kούταλης στη Λήμνο. Στη θάλασσα διακρίνονται σπογγαλιευτικά ή άλλα κουταλιανά καΐκια, 1961 (φωτ.: Pουσβάνης, συλλογή Mουσείου Nαυτικής Παράδοσης και Σπογγαλιείας, Nέας Kούταλης Λήμνου).

Λήμνος Tο τρίτο μουσείο για τη σπογγαλιεία είναι το «Mουσείο Nαυτικής Παράδοσης και Σπογγαλιείας» στη Nέα Kούταλη Λήμνου. H συλλογή του είναι η παλαι τερη απ εκείνη των δύο ανωτέρω μουσείων, αλλά δεν είναι ακ μη επισκέψιμη. Tο κτίριο του μουσείου βρίσκεται στο κέντρο του οικισμού και αυτ τον καιρ γίνονται οι απαραίτητες εργασίες για τη μετατροπή του σε ένα μικρ σύγχρονο μουσείο. H συλλογή περιλαμβάνει τον πλήρη εξοπλισμ του συστήματος κατάδυσης με σκάφανδρο, ιστορικά στοιχεία απ την παλιά πατρίδα των Kουταλιανών, είδη σφουγγαριών και αρχαία αντικείμενα που ανέσυραν οι σφουγγαράδες απ το βυθ της θάλασσας. H τελευταία αυτή εν τητα αποτελεί ίσως τα σημαντικ τερα εκθέματα του μουσείου.

Aναμνηστική φωτογραφία Kουταλιανών σφουγγαράδων, 1949 (φωτ.: Mουσείο Nαυτικής Παράδοσης και Σπογγαλιείας Nέας Kούταλης Λήμνου).

Πρ κειται για ένα σύνολο εκατ ν έξι αντικειμένων, στην πλειον τητά τους αμφορείς απ ναυάγια στην Aνατολική Mεσ γειο, τα οποία άρχισε να συλλέγει απ τη δεκαετία του 1960 ο τ τε διευθυντής του Δημοτικού Σχολείου, Iορδάνης Aλευρ πουλος. Tο 1963 κατάφερε, με αρκετ κ πο, να εξασφαλίσει άδεια δημιουργίας συλλογής αρχαιοτήτων, η οποία σήμερα βρίσκεται υπ την εποπτεία των υπηρεσιών του υπουργείου Πολιτισμού, και σχεδιάζεται να εκτεθεί στο νέο μουσείο. Aξίζει να σημειωθεί τι οι τρεις ανωτέρω προσπάθειες διάσωσης της πολιτιστικής κληρονομιάς των σπογγαλιευτικών νησιών ξεκίνησαν απ τοπικές πρωτοβουλίες, οι οποίες κατέληξαν στη δημιουργία μουσείων, χάρη στη συνεργασία και την οικονομική υποστήριξη των δημοτικών αρχών του κάθε τ που. Στους πρωτεργάτες των τριών προσπαθειών αξίζουν συγχαρητήρια και ελπίζουμε τα τρία αυτά μουσεία να αποτελέσουν τους πυρήνες διάσωσης της ελληνικής σπογγαλιευτικής παράδοσης.

KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH

25


Στο Tάρπον Σπρίνγκς Mια μικρή Eλλάδα στην καρδιά του Nέου K σμου, κέντρο εμπορίου των σπ γγων για λη την Aμερική Tου Aντώνη Σ. Mαΐλλη Iατρού Mικροβιολ γου

HTAN η εποχή του μεγάλου ξεσηκωμού. Tα μικρά νησιά του Aιγαίου ερημώνονταν απ τους κατοίκους τους που έπαιρναν το δρ μο της ξενιτιάς, με μ νο εφ διο την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο. Kανένας δεν θα μπορούσε να προβλέψει τ τε, τι ένα μέρος απ αυτούς θα δημιουργούσε το Tάρπον Σπριγκς, μια νησιώτικη π λη στη νέα ήπειρο, την Aμερική, με σημαντικ ρ λο στην οικονομική ζωή της χώρας. Oι περισσ τεροι μετανάστες κατέφευγαν στην Aμερική δελεασμένοι απ τους μύθους και τις ιστορίες για τη νέα Γη της Eπαγγελίας. Oι νησιώτες πήραν μαζί τους και την τέχνη τους να ζουν απ το υγρ στοιχείο και άρχισαν να εγκαθίστανται στις ακτές της Bορείου Aμερικής. Πρώτα εγκαταστάθηκαν στην ανατολική πλευρά στη Nέα Y ρκη, την Πενσυλβάνια, τη Nέα Yερσέη μέχρι τη Φλ ριδα και τις μεξικανικές ακτές και αμέσως περιέζωσαν λες σχεδ ν τις Πολιτείες της νέας χώρας. Tα πλοιάριά τους ργωναν τις ακτές της Kαλιφ ρνιας και έφταναν μέχρι το Bερίγγειο πορθμ για το κλασικ ψάρεμα του γάδου και της ρέγγας. Aλλά το πλέον πρ σφορο έδαφος βρέθηκε στη Φλ ριδα για την αλιεία των σπ γγων. Eκεί οι νησιώτες «δημιούργησαν» το κράτος τους και μεγα-

Σπογγαλιευτικά σκάφη στο λιμάνι του Tάρπον Σπρινγκς, με τα σφουγγάρια κρεμασμένα σε αρμαθιές στο κατάστρωμα, έτοιμα για πώληση. Kαρτ ποστάλ των αρχών του αιώνα (αρχείο A. Σ. Mαΐλλη).

λούργησαν. Eκτ ς απ τη σπογγαλιεία και το εμπ ρι της, μετέφεραν εκεί τα ήθη και τα έθιμά τους. Mια μικρή Eλλάδα άρχισε να αναπνέει στο

Tάρπον Σπριγκς, που σε πολύ λίγο χρονικ διάστημα και οι λιγοστοί ντ πιοι άρχισαν να μιλούν την ελληνική και να ακολουθούν τις εκδηλώ-

σεις των νησιωτών. H αφομοίωση ήταν γεγον ς!.. Eτσι, μετά τις ακτές του Mαλέα και της Σικελίας, που ήταν γνωστές απ την αρχαι τητα ως οι κύριες περιοχές αλίευσης σφουγγαριών –σχεδ ν λησμονήθηκαν στα μέσα του περασμένου αιώνα– τις ακτές της Kυρηναϊκής και της Aιγύπτου, ανατολικά της Kαραμανίας και του Aιγαίου, στις σπογγαλιευτικές περιοχές προστέθηκαν οι θάλασσες του νέου K σμου, στο μεξικανικ κ λπο, οι Mπαχάμες και τα παράλια των Aντιλλών.

Γιάννης K κκορης

Tάρπον Σπρινγκς, πώληση στο Xρηματιστήριο σφουγγαριών. Tα σπογγαλιευτικά σκάφη της περιοχής, ελληνικά στη μεγάλη τους πλειον τητα, ξεφ ρτωναν τα σφουγγάρια στο λιμάνι απ που μεταφέρονταν στις αποθήκες του παραπλήσιου Xρηματιστηρίου σφουγγαριών, για την πώλησή τους στη δημοπρασία που πραγματοποιούνταν δύο φορές την εβδομάδα. Kαρτ ποστάλ των αρχών του αιώνα (αρχείο A. Σ. Mαΐλλη).

26 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998

H ιστορία του χωριού Tάρπον Σπριγκς ξεκινά το 1876, ταν εγκαταστάθηκαν εκεί οι πρώτοι κάτοικοι, κυρίως ψαράδες, που έβγαζαν σφουγγάρια με γάντζους τοποθετημένους σε κοντάρια μήκους 15 έως 40 π δια. H λειτουργία εν ς μικρού ξενοδοχείου και το γλυκ και ήπιο κλίμα της περιοχής προσέλκυαν Aμερικανούς που ήθελαν να περάσουν ευχάριστα το χειμώνα. Eτσι κυλούσε ο χρ νος μέχρι τις αρχές του αιώνα, οπ τε έφθασε εκεί το 1903, ο Γιάννης K κκορης, απ το Λεωνίδιο, ο οποίος συνεργάσθηκε με κάποιο Aμερικαν . O K κκορης, γνώστης της περιοχής και έμπειρος σε θέματα σπογγαλιείας χάρη στην ενασχ λησή του με τα σφουγγάρια κατά την τελευταία διετία του 19ου αιώνα, αντελήφθη αμέσως τι με το καμάκι και τη γαγγάμη δεν γιν ταν τίποτε.


Aλλά ούτε και ο γυμν ς δύτης με την πέτρα μπορούσε να αποδώσει στις παρθένες αυτές θάλασσες, που τα σπογγοφ ρα πεδία είχαν ήδη πληγεί τέσσερις φορές απ μολυσμένα νερά.Mε τη βοήθεια λοιπ ν, του Aιγινήτη εμπ ρου Σπύρου Bουτέρη, που έφερε απ την Eλλάδα το πρώτο σκάφανδρο και τους δύτες Δημοσθένη Kαβάσιλα και Στέλιο Mπέση, επάνδρωσαν την «Eλπίδα», το πρώτο σκάφος που ανοίχτηκε στο μεξικανικ κ λπο με δύτες που χρησιμοποιούσαν σκάφανδρο. Για την ιστορία, καπετάνιος ήταν ο Παύλος Mουτσάτσας και πλήρωμα οι Λευτέρης Mουτσάτσας και Mιλτιάδης Στάθης. Aυτά συνέβησαν το 1905 και τον ίδιο χρ νο το μικρ χωρι Tάρπον Σπριγκς δέχθηκε περισσ τερους απ πεντακ σιους νησιώτες Συμιακούς, Yδραίους, Kαλύμνιους, Aιγινήτες, Xαλκίτες. Aπ τον πρώτο χρ νο της εγκατάστασής τους, το Tάρπον Σπριγκς καθιερώνεται ως το κέντρο εμπορίου των σπ γγων για ολ κληρη την Aμερική. Eδώ έρχονται λοι οι έμποροι για να αγοράσουν ή να πουλήσουν τα σφουγγάρια τους. H πρώτη ελληνική Kοιν τητα ιδρύεται το 1907 με πρ εδρο τον Aιγινήτη Nικ λαο Πέππα και νομα εκείνο του προστάτη των ναυτικών, του Aγίου Nικολάου.

Tα χρ νια της ακμής Λίγα χρ νια αργ τερα, ταν τα σύννεφα του πολέμου εγκαταστάθηκαν στη Bαλκανική με την μικρή Eλλάδα να μεγαλουργεί στους Bαλκανικούς πολέμους και τη μετανάστευση να έχει ανακοπεί, το δρ μο της ξενιτιάς πήραν κάτοικοι απ τα νησιά των Δωδεκανήσων, τις N τιες τ τε Σποράδες, που καταλήφθηκαν απ τους Iταλούς. Eπίσης, την εποχή εκείνη η Iταλία πολεμούσε και στην Kυρηναϊκή. Oι κάτοικοι των μικρών αυτών νησιών, των οποίων τα καΐκια δεν μπορούσαν να ταξιδέψουν στη B. Aφρική λ γω του πολέμου, «πήραν των ομματιών τους» για την Aμερική. Aπ το 1913 τα ηνία στο

Φωτογραφία απ την επίσκεψη που πραγματοποίησε ο Eλευθέριος Bενιζέλος με τη σύζυγ του Eλενα στο Tάρπον Σπρινγκς, στις 30 Iανουαρίου 1922, προκειμένου να τιμήσει τους Eλληνες σπογγαλιείς που μετέτρεψαν το μικρ αυτ χωρι σε κέντρο εμπορίου των σπ γγων για ολ κληρη την Aμερική (αρχείο A. Σ. Mαΐλλη, πρώτη δημοσίευση).

Δύτης με σκάφανδρο και τα σφουγγάρια που μ λις αλίευσε σε δίχτυ, ανεβαίνει στο σκάφος. Tάρπον Σπρινγκς, καρτ ποστάλ των αρχών του αιώνα (αρχείο A. Σ. Mαΐλλη).

Tάρπον Σπριγκς ανέλαβαν οι Kαλύμνιοι και οι Συμιακοί, και το μικρ χωρι έγινε διάσημο. O αναμορφωτής της νε τερης Eλλάδας Eλευθέριος Bενιζέλος δεν παρέλειψε να επισκεφθεί το Tάρπον Σπρινγκς, στις 30 Iανουαρίου 1922, και να τιμήσει έτσι το δαιμ νιο του Eλληνα που μετέφερε τις ρίζες του και έδινε καθημερινά το «παρών» για ένα καλύτερο αύριο και μια λεύτερη πατρίδα για τους Δωδεκανήσιους. H Eκκλησία τιμώντας τους ναυτικούς μας, με επικεφαλής τον Aρχιεπίσκοπο της Aμερικής, προσέδιδε

Πλήρωμα και δύτες σπογγαλιευτικού σκάφους στο Tάρπον Σπρινγκς. Kαρτ ποστάλ των αρχών του αιώνα (αρχείο A. Σ. Mαΐλλη).

βυζαντινή λαμπρ τητα στην κατάδυση του Tιμίου Σταυρού την ημέρα των Θεοφανείων και κάθε χρ νο, στο Tάρπον Σπριγκς. Tους Eλληνες του Tάρπον Σπριγκς, που ποτέ δεν υπερέβησαν τους 3.000, θα τιμήσει και η αμερικανική Kοινοπολιτεία με την επίσκεψη εκεί, τον Iανουάριο του 1930, του πρώτου πολίτη της χώρας, του Kέλβιν Kούλιτζ, που μίλησε με τα καλύτερα λ για για την βιομηχανία και την εργατικ τητά τους. Tο διάστημα 1913-1950 η περιοχή του Tάρπον Σπριγκς παρήγαγε

13.417.206 πάουντς σφουγγάρια που κάλυπταν το 45% της αμερικανικής αγοράς. H μεγαλύτερη παραγωγή, ύψους 628.226 πάουντς και συνολικής αξίας 1.035.429 δολαρίων, πραγματοποιήθηκε το 1936. Στον κ λπο του Mεξικού αλιεύονταν κυρίων τέσσερις κατηγορίες σπ γγων. Tο άφθονο στα νερά του Hipposponjia gossypina που μοιάζει με μαλλί αρνιού. Eπίσης το Euspongia agaricina, το Hipposponjia graminea και το πιο σπάνιο Hipposponjia maendrinijormis.

Oι εποχές άλλαξαν H χρυσή εποχή για την περιοχή ήταν εκείνη του B΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ταν τα πάντα είχαν διεθνώς παραλύσει. Παρά το γεγον ς τι τα τέσσερις χιλιάδες χιλι μετρα των σπογγοφ ρων πεδίων της Aμερικής προσβλήθηκαν το 1938 απ άγνωστη ασθένεια, τα αμέσως επ μενα χρ νια υπήρξαν τα πλέον κερδοφ ρα και γ νιμα. H παραγωγή σπ γγων άρχισε να φθίνει απ το 1948 λ γω της αρρώστιας blight και επί πολλά χρ νια τα πλοία των σφουγγαράδων σκούριαζαν αραγμένα στα λιμάνια. H αποκατάσταση τελικά επήλθε αλλά είχε ήδη εμφανιστεί ένας νέος εχθρ ς, το συνθετικ σφουγγάρι το οποίο με την πάροδο του χρ νου κατέκτησε την αμερικανική και την διεθνή αγορά λ γω του χαμηλού κ στους. H ποι τητα των δύο ειδών δεν είναι ίδια. Ωστ σο, οι εποχές άλλαξαν και οι ναυτικοί δεύτερης και τρίτης γενιάς του Tάρπον Σπριγκς άρχισαν σιγά αλλά σταθερά να αλλάζουν επάγγελμα.

KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH

27


Ποκινήματα, Aγιασμ ς, αναχώρηση Eθιμα της αναχώρησης και της επιστροφής απ το πολύμοχθο ταξίδι των σφουγγαράδων Aγιασμ ς σε σπογγαλιευτικ σκάφος μπροστά στην εικ να του αγίου Nικολάου. Παρ ντες στον απαραίτητο πριν απ την αναχώρηση αγιασμ ήταν λοι οι άντρες του πληρώματος, αλλά καμιά γυναίκα. Oι σφουγγαράδες απαγ ρευαν στις γυναίκες τους να μπουν στο σκάφος, γιατί «έφερναν γρουσουζιά», αλλά τις ήθελαν μέχρι την τελευταία στιγμή στην προκυμαία, για να πάρουν μαζί τους τις μορφές τους, να τους συντροφεύουν (φωτ.: Δημ. A. Xαρισιάδης, Aρχείο Mουσείου Mπενάκη)

Tης Θεμελίνας Kαπελλά Συγγραφέως – Λαογράφου

OI ETOIMAΣIEΣ (τα ποκινήματα) για το μεγάλο καλοκαιριν ταξίδι κρατούσαν πολύ, πάνω απ δύο μήνες τον Φεβρουάριο και Mάρτιο, γιατί μέσα κι έξω απ το καΐκι έπρεπε να γίνουν απ την αρχή λα, να μαζευτούν τα λογής εργαλεία της δουλειάς, να φροντίσουν τις κουμπάνιες για τη τροφοδοσία του πληρώματος για έξη μήνες. Tα βασικά ήταν οι γαλέτες που φτιάχναν τα φουρνάρικα κι ο καβουρμάς, το τσιγαρισμένο σε μπουκιές κρέας, χωμένο στο λίπος που έπρεπε να γίνει τις τελευταίες μέρες και να βοηθήσουν άντρες και γυναίκες. Eκείνη την εποχή ο καπετάνιος έπρεπε να καταρτίσει το πλήρωμά του, με τις διάφορες ειδικ τητες, να τσουρμάρουν δηλαδή μαζί του, να γίνουν τα συμβ λαια και ν’ αρχίσει να δίνει τα «πλάτικα». Πριν απ την αναχώρηση γιν ταν αγιασμ ς. Kάθε καπετάνιος καλούσε τον παπά που συμπαθούσε και πίστευε τι θα του φέρει γούρι. O αγιασμ ς γιν ταν πάντα μπροστά στην εικ να του αρχικαπετάνιου λων, του αγίου Nικολάου, που τον είχανε για προστάτη βοηθ και καταφύγιο. Eχω ακούσει πολλές φορές να διηγούνται οι ίδιοι, πως σε ώρα μεγάλης ανάγκης τον έβλεπαν μπροστά τους να πιάνει το τιμ νι και να τους οδηγεί μέσα σε λιμάνι που δεν γνώριζαν. Γι’ αυτ κρεμούσαν την εικ να του μπροστά στο δοιάκι κι ένα φανάρι και του έταζαν λειτουργίες παρακαλώντας τον να τους σώσει. Παρ ντες στον αγιασμ ήσαν λοι οι άντρες του πληρώματος, αλλά καμιά γυναίκα. Aπαγ ρευαν στις γυναίκες να μπουν στο καΐκι γιατί έφερναν γρουσουζιά, ενώ αντίθετα ταν έφευγαν ήθελαν να τις βλέπουν στο «παλαμάρι» ώς την τελευταία στιγμή, για να πάρουν μαζί τους τις μορφές τους να τους συντροφεύουν. H μέρα της αναχώρησης ήταν πολύ δύσκολη, φορτισμένη απ συναισθήματα για σους έφευγαν αλλά και για σους έμεναν. Για τον καπετάνιο ήταν ακ μη πιο δύσκολη. Eκτ ς απ λα τ’ άλλα που είχε να φροντίσει, έπρεπε να συγκεντρώσει το πλήρωμά του και κυρίως τους δύτες, τους μηχανικούς του. Πολλοί απ’ αυτούς λιγοψυχούσαν την τελευταία ώρα του φευγιού και δεν παρουσιαζ ντουσαν καθ λου. Πήγαιναν στην ταβέρνα, μεθούσαν και γύριζαν στους δρ μους κι έπρεπε το υπ λοιπο πλήρωμα να τρέξει να τους βρει και να τους φέρει με χίλια ζ ρια σηκωτούς μέσα σε κουβέρτες, καταμεθυσμένους. Aλλοι ερχ ντουσαν, αλλά την τελευταία στιγμή για να μπουν στο καΐκι, γυρεύαν απ τον καπετάνιο να τους δώσει «το καπάκι», δηλαδή παραπάνω χρήματα απ’ αυτά που είχαν συμφωνήσει, απειλώ-

ντας «α καπετάνιο μου άμα (δ)ε μου δώκεις καπάκι θα φάω σύκα φέτος», δηλαδή δεν θα φύγω, θα μείνω στο νησί. Tι να κάμει ο καπετάνιος που του ’χε δώσει και «πλάτικα» πολλά, αναγκαζ ταν να του δώσει στο χέρι το «καπάκι» για να μπει μέσα. Mε χίλιους κ πους τερματιζ ταν η διαδικασία. Eυτυχώς υπήρχαν κι οι πιο σοβαροί, οι πιο φρ νιμοι που ’ρχ ντουσαν την καθορισμένη ώρα. Mερικοί κουβαλούσαν μαζί τους τα βιολιά και στην τανε χορ ς απ κοπέλες στην αποβάθρα. Στο μεταξύ, απ νωρίς το απ γευμα κατέβαιναν στην παραλία γυναίκες, μανάδες, παιδιά και ηλικιωμένοι πατεράδες, παλιοί σφουγγαράδες και περίμεναν υπομονετικά δυο τρεις ώρες στον ήλιο κουβεντιάζοντας μεταξύ τους. H κοινή ανησυχία και η λαχτάρα τους ένωνε. Eρχ ταν και η ώρα του αποχωρισμού. Mια βουβή θλίψη απλων ταν, δάκρυα κρυφά κυλούσαν στο σφιχταγκάλιασμα του γιου με τη μάνα, του πατέρα με τα παιδιά. Kάποια στιγμή έμπαιναν λοι μέσα, λύναν τα σχοινιά, τραβούσαν τις άγκυρες και τα καΐκια απομακρυν ντουσαν απ τη στεριά, έκαμναν δυο τρεις β λτες μέσα στο λιμάνι σε σχήμα σταυρού, ανέβαιναν λοι στα άλ-

28 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998

μπουρα και χαιρετούσαν με τ’ άσπρα μαντίλια. Tο ίδιο έκαναν σοι απ μεναν στο μ λο, ενώ οι γυναίκες σιγοψιθύριζαν: «Tώρα σε θέλω Παναγιά, τώρα που ξεκινούσι να κάτσεις στο τιμ νι τους ώστε να παν ναρθούσι» Oταν τα καΐκια ξεμάκραιναν οι γυναίκες έβγαζαν το ανοιχτ χρωμο τσεμπέρι και το αντικαθιστούσαν με άλλο, σκούρο, που θα το φορούσαν σο καιρ θα ’λειπαν οι άντρες τους στο ταξίδι. Σήκωναν και τις τσούλες τους (τις κοτσίδες) ένα γύρω πάνω στο κεφάλι γιατί κι αυτ ήταν δείγμα θλίψης και επέστρεφαν αργά και αμίλητες στο σπιτικ τους να αναλάβουν τη διπλή τους ευθύνη άντρα και γυναίκας.

Tο πακέτθο Mετά την αναχώρηση για το πολύμηνο αλαργιν ταξίδι τους στ’ αφρικανικά παράλια, το μοναδικ μέσω επικοινωνίας που είχαν οι σφουγγαράδες με τους δικούς τους ήταν το «πακέτθο». Tο πακέτθο δεν είχε τίποτε το ξεχωριστ σαν σκάφος. M νο πως ήταν απ τα μεγαλύτερα καΐκια (ντεπ ζιτο) που αποθήκευαν κυρίως τα

σφουγγάρια του καθημερινού τους μ χθου. Tου ’διναν το νομα «πακέτθο» (πακέτο) επειδή δυο τρεις φορές μέσα στο καλοκαίρι, ο καπετάνιος το ’στελνε πίσω στην Kάλυμνο με διπλ προορισμ : να μεταφέρει στο νησί τα σφουγγάρια που είχαν συγκεντρώσει ίσαμε τ τε, μαζί με τα γράμματα και τα νέα των ανθρώπων που δούλευαν στην περιοχή και να ξαναγυρίσει πίσω φέρνοντας τα γράμματα των γυναικών τους και διάφορα «πετσελλώματα» ή «ποδοσίμια». O ερχομ ς του «πακέτθου» στο λιμάνι ήταν μεγάλο γεγον ς για το νησί κι οι γειτονιές των θαλασσινών βούιζαν απ την είδηση «ήρτε το πακέτθο, ήρτε το πακέτθο». Oι γυναίκες που είχαν δικούς τους στο ταξίδι κι έπαιρναν για πρώτη φορά γράμματα απ τον άντρα, το γιο ή τον αδελφ , ξεσπούσαν σ’ επιφωνήματα χαράς κι ευχαριστίες στο Θε και τους αγιούς που τους γλιτώνουν κάθε μέρα απ το θερι της θάλασσας. Δεν λυν ταν μως κι ο κ μπος απ την καρδιά τους, είχαν κι άλλους μήνες να περιμένουν. Aυτ προσπαθούσαν να το ξεχάσουν κι έτρεχαν στο καθήκον τους. Bιαζ ντουσαν, έπρεπε να προλάβουν μη φύγει το πακέτθο για να στείλουν τα πεστελλώματά τους,


που μπορούσαν να ’ταν πολλών ειδών: κρίθινες κουλούρες απ φρέσκο κριθάρι που ’χαν οι ίδιες αλέσει στο χειρ μυλο τραγουδώντας «καλημερίσματα», τυρί καλύμνικο, μυζήθρες, σύκα μελλά και προπαντ ς ζαχαροκούλουρα, πολλά ζαχαροκούλουρα «να γλυκατθούν, να ξεκαεί η κοιλιά τους που την αλμύρα της θάλασσας». Eπρεπε να γράψουν και γράμματα με τα νέα λης της φαμίλιας. Kαι καλά να ξέραν γράμματα, σες δεν ήξεραν έπρεπε να τρέξουν να βρουν γραμματικ . Aνάλογη ήταν κι η χαρά των σφουγγαράδων ταν μάθαιναν πως το πακέτθο γύρισε στον τ πο της δουλειάς κι έπαιρναν τα γράμματα των γυναικών τους και τα πεστελλώματα. Δοκίμαζαν απ’ λα και πραγματικά άλλαζε η γεύση της μισομουχλιασμένης γαλέτας και του ταγγισμένου καβουρμά. Eτσι για γυναίκες κι άντρες το πακέτθο ήταν ο παρήγορος άγγελος του καλοκαιριού.

Kοπέλες της Kαλύμνου στο δείπνο αποχαιρετισμού των σφουγγαράδων, την άνοιξη του 1963. H σπογγαλιεία ζει πλέον τα τελευταία της χρ νια στο νησί. Παλαι τερα πολλοί ήταν εκείνοι που έφευγαν τέτοια εποχή και ταν τα καΐκια ξεμάκραιναν οι γυναίκες, πριν ακ μα γυρίσουν στο σπίτι, έβγαζαν το ανοιχτ χρωμο τσεμπέρι και το αντικαθιστούσαν, για σο καιρ θα έλειπαν οι άντρες τους, με σκούρο. Σήκωναν και τις κοτσίδες ένα γύρο πάνω απ το κεφάλι, δείγμα θλίψης, και πήγαιναν στο σπιτικ τους να αναλάβουν τη διπλή ευθύνη του άντρα και της γυναίκας (φωτ.: Aρχείο «K»)

Tο χαμπάρι – το ξ ι Δεν μπορούσε να ζεις στην Kάλυμνο, να ’χεις γνωρίσει την τάξη των σφουγγαράδων (γιατί μια ξέχωρη τάξη αποτελούν) κι ,τι επάγγελμα να ’χες εσύ άσχετο απ τη σφουγγαροσύνη, να μη συγκλονίζεσαι και να μη μετέχεις στις πίκρες τους και στις χαρές τους. Eτσι, ταν ακουγ ταν το χαμπάρι εν ς μηχανικού σφουγγαρά πως «έσκασε» στη μηχανή κι αρχινούσε να παίζει νεκρά η καμπάνα της γειτονιάς του, λος ο κ σμος αναρριγούσε, ρωτούσε και ξαναρωτούσε ποιος είναι, με τι συνθήκες το ’παθε, ποιον είχε καπετάνιο κι άλλες λεπτομέρειες. Tο κακ μαντάτο κυκλοφορούσε αμέσως απ στ μα σε στ μα, το συζητούσαν αναλογιζ μενοι τη σκληρή σφουγγαράδικη μοίρα και ξεκινούσαν συγγενείς, φίλοι, γνωστοί να πάνε κατά το σπίτι του, που μ λις το ’χε πληροφορηθεί η γυναίκα, η μάνα, τα παιδιά. Tο χαμπάρι τ’ ακολουθούσε αμέσως το ξ ι στο σπίτι του πεθαμένου. Aνοιγαν διάπλατα τις π ρτες του σπιτιού να μπει ο κ σμος μέσα, άνοιγαν τη σάλα, κι αν δεν υπήρχε, το πιο μεγάλο δωμάτιο κι επειδή δεν υπήρχε ο νεκρ ς, έβαζαν μέσα σ’ ένα μεγάλο πανέρι τα ρούχα του, ένα κουστούμι, πουκάμισο, παπούτσια, το τοποθετούσαν καταγής στη μέση και γύρω κάθιζαν, εκτ ς απ τους στενούς δικούς του, κι αυτές που θα ’καμναν το ξ ι. Παλι τερα υπήρχαν ειδικές μοιρολογίστρες, που ’βγαζαν τα φουστάνια τους κι απ μεναν με τις πουκαμίσες που φορούσαν απ μέσα. Eβγαζαν και τα τσεμπέρια τους, ξέπλεκαν τα μαλλιά τους και τα ’φερναν λα μπροστά απ το πρ σωπο κι άρχιζαν να τραβούν τα μαλλιά τους να μοιρολογούνται, ενώ συγχρ νως χτυπούσαν με τα χέρια σταυρωτά το στήθος τους κι ταν τα ξεσταύρωναν χτυπούσαν τα γ νατά τους σε κατάσταση αλλοφροσύνης. Hταν σωστ ς σπαραγμ ς ψυχής ν’ ακούς και να βλέπεις αυτ το θέαμα, ώστε λοι έκλαιγαν δικοί και ξένοι απαρηγ ρητα. Tα μοιρολ για ήσαν πάντα γύρω απ τη λεβεντοπνίχτρα θάλασσα. Eί-

χαν δικ τους σκοπ . Aυτού του είδους το ξ ι, το τ σο σπαραξικάρδιο, έχει σταματήσει εδώ και χρ νια. Oταν ρώτησα μια ηλικιωμένη γυναίκα που ’χε χάσει στο σφουγγάρι άντρα κι αδελφ να μου πει κάποιες λεπτομέρειες μ’ απάντησε. «Tώρα δεν γίνονται πια αυτά. H

θλίψη ηλάφρωσε κι ο χάρος ηγίνηκε άσπρος. Στα δικά μου τα χρ νια ηκρατούσαμε τη θλίψη μας, ποτθέ μας (δ)εν βγάζαμε τα μαύρα. Tώρα σιγά σιγά ούλα ηλλάξασι κι οι θλίψες κι οι χαρές». Eχει άραγε δίκιο; Oι θαλασσινοί μας είναι λοι πιστοί χριστιανοί. Eπικαλούνται με ευλά-

βεια χι μ νο τον άγιο Nικ λαο που τον θεωρούν δικ τους αλλά και τον Xριστ την Παναγιά κι άλλους αγίους του νησιού. Παίρνουν μαζί τους λαμπάδες της Λαμπρής και στις φουρτούνες τις ανάβουν και τις σβήνουν στη θάλασσα να γαληνέψει πως και μύρα απ τον επιτάφιο που για τον ίδιο λ γο τα ρίχνουν μέσα. Mε την ευλάβειά τους σχετίζεται και η «βουτιά του αγίου» που έκαμναν οι σφουγγαράδες μας τις τελευταίες μέρες πριν απ τον γυρισμ . Kαθένας απ το πλήρωμα έκαμνε μια βουτιά κι σα σφουγγάρια έβγαζε τ’ αφιέρωνε στον άγιο που τα ’χε ταμένα. H πρώτη τους δουλειά ταν γυρίζαν με το καλ στην πατρίδα ήταν να παραδώσουν αυτά τα σφουγγάρια στους επιτρ πους της εκκλησίας που έφερνε το νομα του αγίου που έταζαν. Mπαίνοντας πολλές φορές στην εκκλησία, έβλεπες αρμαθιές σφουγγάρια κρεμασμένες μπροστά απ την εικ να του αγίου, στο προσκυνητάρι του. Σχεδ ν λες οι μεγάλες εκκλησίες στο νησί έχουν χτιστεί κι αγιογραφηθεί με την πώληση των σφουγγαριών της βουτιάς του αγίου. Φρ ντιζαν μάλιστα την αγιογράφηση να την αναθέσουν στους καλύτερους ζωγράφους που είχαν διαπρέψει και βραβευθεί στη Σχολή Mονάχου. H Kάλυμνος χρεωστά πολλά στους σφουγγαράδες της.

O γυρισμ ς

H αναχώρηση των σφουγγαράδικων στις αρχές του καλοκαιριού συνοδευ ταν απ ένα πάνδημο «Δείπνο της αγάπης». Aποχαιρετιστήριο γλέντι μαζί και εξορκισμ ς κάθε κακού, η γιορτή είχε καταστεί, με το χρ νο, στοιχείο της καλυμνιώτικης παράδοσης.

Tο φθιν πωρο, τους μήνες Oχτώβρη και Nοέμβρη είχαμε το γυρισμ των σφουγγαράδων στο νησί. Παλι τερα οι γυμνοί σφουγγαράδες γύριζαν πιο νωρίς, μέσα στο Σεπτέμβρη, και η επιστροφή συνέπιπτε με τη γιορτή του Σταυρού. «Tου Σταυρού και βράι βράι», έλεγαν τ τε για το γυρισμ . Oλο το νησί ήταν ξεσηκωμένο μ λις ακουγ ταν η πρώτη καμπάνα κάποιας εκκλησίας που την ακολουθούσαν κι άλλες πολλές, που έπαιζαν, έπαιζαν ασταμάτητα κι έμοιΣυνέχεια στην 30η σελίδα

KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH

29


Συνέχεια απ την 29η σελίδα

αζαν μ’ αλαλαγμούς χαράς και απολύτρωσης. Hταν σημάδι πως κάποια καΐκια γύριζαν. Γέμιζαν τα μπαλκ νια στα ψηλά, οι ταράτσες, τα παράθυρα κι λοι έβλεπαν τα καΐκια που μ λις πρ βαλλαν, να έρχονται απ μακριά. Oσοι κι σες είχανε μέσα δικούς τους, κατηφ ριζαν τα στενά και πήγαιναν κατά το λιμάνι να τους υποδεχτούν. Γνώριζαν ποιανού καπετάνιου ήταν. Oι καμπάνες δεν έπαυαν ακ μη κι ένιωθες τον ήχο τους να ’χει κάτι ξεχωριστ . Hταν σαν να τον έπαιρνε αγέρας, τα δέντρα, τα βουνά, η ψυχή ολάκερου του νησιού, που ξεκαθάριζες να τους λέει «καλωσορίσατε, σας περιμένουμε μέρες και νύχτες ολάκερες αγωνισμένες. Mε τη δική σας έγνοια ζούσαμε, με τη δική σας συλ-

λογή. Mα τώρα καλωσορίσατε και πάλι στην πατρίδα που σας υποδέχεται με χαμ γελο. Eλάτε πιο σύντομα ν‘ αράξετε. Mια γυναικεία καρδιά θα βρει ο καθένας σας. Kι είτε μάνας είναι είτε της γυναίκας σας, το ίδιο θα ’ναι με αγάπη πλημμυρισμένη να σας φροντίσει, να σας περιποιηθεί, να σας έχει φυλαγμένα φρούτα του καλοκαιριού, για να σας κάμει να ξεχάσετε την τραχιά ζωή των έξι μηνών που λείπατε. Eνα σπίτι θα σας κλείσει μέσα απ ψε, το σπίτι που τ σες φορές νοσταλγήσατε ξαπλωμένοι στην κουβέρτα του καϊκιού που σκαμπανέβαζε, κοιτώντας τ’ άστρα, τους μοναδικούς συντρ φους σας. K σμος πολύς, μαζεμένος στην αποβάθρα, τα πλοία αράζανε. Oπως ήταν τώρα ξεφτισμένα, στραπατσαρισμένα απ τον ήλιο και τη θάλασσα,

μοιάζαν με κακουχημένους στρατιώτες που γυρίζουν απ τον π λεμο, αλλά νικητές, φορτωμένα με σφουγγάρια. Bγαίνουν οι σφουγγαράδες, φωνές απ τα παιδιά π’ αναγνωρίζουν τους πατεράδες τους, γέλια και κλάματα χαράς απ γυναίκες, μανάδες, αδελφές, φίλους και η ζωή συνεχιζ ταν. Γλωσσάρι: πλάτικα = οι προκαταβολές παλαμάρι = το μέρος που αράζει ένα πλοίο τσουρμάρω = συμπεριλαμβάνομαι στο πλήρωμα εν ς καπετάνιου μηχανικοί = δύτες με σκάφανδρο το πακέτθο = το πακέτο ήταν το πλοίο που πηγαινοερχ ταν απ το νησί πεστελλώματα = ,τι στέλλεις σ’ αυτούς που λείπουν ποδοσίμια = το ίδιο με τα παραπάνω καλημερίσματα = δίστιχα που τραγουδού-

σαν οι γυναίκες γυρίζοντας το χειρ μυλο. Aναφέρονταν σχεδ ν πάντα σ’ αυτούς που έλειπαν. σύκα μελλά = στεγνωμένα στον ήλιο αλλά που φρ ντιζαν να μείνουν μαλακά να γλυκατθούν = να γλυκαθούν να ξεκαεί η κοιλιά τους = να ευχαριστηθούν, να ξεφύγουν καβουρμάς = το κομματιασμένο τηγανητ κρέας που έπαιρναν μαζί τους οι σφουγγαράδες το χαμπάρι = η είδηση τι πέθανε κάποιος το ξ ι = το ξ δι, ο θρήνος μηχανικ ς = ο δύτης που βουτά με σκάφανδρο έσκασε = έπαθε ασφυξία μέσα στο σκάφανδρο μηχανή = το σκάφανδρο στο σφουγγάρι = οι γυναίκες λένε «πάει στο σφουγγάρι.. ένι βγάζαμε = δεν βγάζαμε βράι βράι = βράδι βράδι, αργά σκαμπανεβάζει = κινείται διαρκώς π τε απ τη μια μεριά π τε απ την άλλη

O χορ ς του «μηχανικού» Tης Θεμελίνας Kαπελλά Συγγραφέως – Λαογράφου

O XOPOΣ του «μηχανικού» πως χορεύεται σήμερα σε διάφορες εκδηλώσεις, είτε έχουν σφουγγαράδικο περιεχ μενο, είτε χι (γάμοι, γλέντια, πανηγύρια), έχει γίνει πολύ αγαπητ ς. Eίναι απομίμηση του «πιασμένου μηχανικού», δηλαδή του δύτη που βουτούσε με σκάφανδρο (μηχανή) κι έχει πιαστεί, έχει πάθει ημιπαράλυση (τη ν σο των δυτών). Aυτ ς ο χορ ς ξεκίνησε (τονίζω, η απομίμηση) σχεδ ν πριν απ πενήντα χρ νια. Tις ρίζες μως του πραγματικού χορού με ήρωα αληθινά «πιασμένο» μηχανικ , πρέπει να τις αναζητήσουμε στα τέλη του περασμένου αιώνα, ταν ανακαλύφθηκε κι εφαρμ στηκε στην Kάλυμνο το σκάφαντρο. T τε είχαμε «τους πρώτους μηχανικούς» μα και τους πρώτους «πιασμένους». Παντελής άγνοια των καν νων κατάδυσης (βάθος, χρ νος, γενική συμπεριφορά) ήταν η αιτία. Πολλά τα θύματα «σκασμένοι και πιασμένοι», πολύ κλαμούριο κι οργή απ τους δικούς τους αλλά και πολλή ευφορία και ικανοποίηση γι’ αυτούς που γλιτώνανε κι οι απολαβές τους ήταν πλούσιες... Tα γλέντια, γλέντια στις ταβέρνες με χορούς, βιολιά και λαούτα. Παρακολουθούσαν κι αυτοί που το χτύπημά τους ήταν πιο ελαφρύ και μπορούσαν να σύρουν τα π δια τους με το μπαστούνι. Yστερα απ κάνα δυο ποτηράκια δεν θέλανε να πιστέψουν τι εκείνοι δεν μπορούσαν να χορέψουν κι έπρεπε να αρνηθούν λες της ζωής τις χαρές. O πιο ζωηρ ς σηκων τανε κι ακουμπώντας πάνω στους άλλους προσπαθούσε τρεμουλιάζοντας να κάμει λίγα βήματα χορού. Γρήγορα μως καταλάβαινε πως δε μπορούσε να κάμει ούτε ένα βήμα κι οι φίλοι του έμεναν ακίνητοι και τον κρατούσαν με μεγάλο π νο ψυχής στη σκέψη πως στο γύρισμα του χρ νου θα μπορού-

Kάλυμνος, ο χορ ς του σφουγγαρά. Mπορεί η σπογγαλιεία να παρήκμασε, μως η πικρή ανάμνηση του σφουγγαρά που χτυπήθηκε απ τη ν σο των δυτών επιβιώνει με τον λεγ μενο χορ του «μηχανικού». O χορ ς, πέρα απ’ τη δεξιοτεχνία, προϋποθέτει και υποκριτική στις κινήσεις, αφού ο χορευτής, προσποιούμενος τον βαλαντομένο ημιπαράλυτο σφουγγαρά, τρεμουλιάζει, πέφτει κάτω και σηκώνεται. Iσως είναι ο μ νος χορ ς στον οποίο ο πρώτος του χορού βρίσκεται τελευταίος ή ανάμεσα στους άλλους χορευτές υποβασταζ μενος (φωτ.: Γρηγ ρης Tσούνης).

σαν κι εκείνοι να πάθουν τα ίδια. Mετά απ’ αυτ καθ ταν πάλι στην καρέκλα κι έσβηνε τον καημ του μ’ ένα μεγάλο ποτήρι κρασί, που του το κερνούσαν οι σύντροφοί του. Aπ τ τε κρατούν οι ρίζες του χορού του μηχανικού, είναι γνήσια Kαλύμνικος χορ ς, καθαρά αντρικ ς και τελευταία κατοχυρώθηκε απ τη Δημαρχία μας.

Πώς επιβίωσε ο χορ ς Aργ τερα, μετά τον π λεμο (1952), ένας Kαλύμνιος απ φοιτος της Γυμναστικής Aκαδημίας Σωματικής Aγωγής, ο Θε φιλος Kλωνάρης, γιος εν ς απ τους «ματζ ρους» μηχανικούς που λοι οι καπεταναίοι τον ήθελαν στο πλήρωμά τους, προσελήφθη στο συγκρ τημα της Δώρας Στράτου κι ήταν απ τους καλύτερους χορευτές. Eχοντας μέσα του ζωντανά ακ μη τα βιώματα απ την Kάλυμνο, τους χορούς της, τα τραγούδια και τους

30 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998

πιασμένους μηχανικούς, που είχε δει κάποτε σε ταβέρνα να προσπαθούν να χορέψουν, συγκινημένος αποφάσισε να μιμηθεί ο ίδιος το χορ . Eνα χορ , που ο μηχανικ ς τρεμουλιάζει με το μπαστούνι, πέφτει κάτω και σηκώνεται να συνεχίσει τον χορ πετώντας το μπαστούνι, με συνοδεία την ειδική μελωδία του μηχανικού, εμπνευσμένη απ τη σφουγγαράδικη λεβεντιά κι αντρειοσύνη. Tο πρ τεινε στην Στράτου. Tο δέχτηκε γιατί του είχε εμπιστοσύνη και το ’βαλε αμέσως στο πρ γραμμα. Aπ την πρώτη φορά γίνεται μεγάλη επιτυχία. Hταν ένας χορ ς που άρεσε στο κοιν και το συγκινούσε. Eίναι αλήθεια πως μετά τον Θ. Kλωνάρη, τον πρώτο διδάξαντα, κανένας άλλος δεν μπ ρεσε να τον χορέψει με την ίδια χάρη και δεξιοτεχνία. O χορ ς του μηχανικού με το συγκρ τημα της Δώρας Στράτου και

πρωταγωνιστή τον Θε φιλο Kλωνάρη έκαμε τον γύρο της Eυρώπης. Πήγαν στη Γερμανία για ένα μήνα και χ ρεψαν σε 42 διαφορετικές π λεις, μια βδομάδα στη Γαλλία για ένα μήνα και χ ρεψαν σε 42 διαφορετικές π λεις, μια βδομάδα στη Γαλλίλα με πρ σκληση μάλιστα του Nτε Γκολ, στο Bέλγιο, στις Bρυξέλλες, ακ μη και στη Bουλγαρία κατάφεραν να πάνε, στα χρ νια που ήταν τ σο δύσκολο να πας στην Aνατολική Eυρώπη. Πήγαν στη Σ φια στο μεγάλο θέατρο και στη Φιλιππούπολη. Aγνωστος και ασυνήθιστος, ο χορ ς του μηχανικού εντυπωσίαζε παντού, τον κινηματογραφούσαν, τον καταχειροκροτούσαν. O Θ. Kλωνάρης χ ρεψε για πρώτη φορά και στην Kάλυμνο, χι πια σε ταβέρνα αλλά σε διάφορες εκδηλώσεις και ο κ σμος ενθουσιαζ ταν γιατί ήταν ο μοναδικ ς. Aργ τερα τον δίδαξε στο Λύκειο Eλληνίδων και αρκετοί νέοι μας τον έμαθαν και τον χορεύουν. Περισσ τερο απ μας ενθουσιάζονται ταν τον βλέπουν οι ξένοι κι έχουν έρθει ειδικά συνεργεία απ δικές μας και ξένες τηλεοράσεις για να τον κινηματογραφήσουν. Tο περσιν καλοκαίρι χορεύτηκε απ ομάδα του Λυκείου Eλληνίδων Kαλύμνου στο Hρώδειο. Aπ τον Θ. Kλωνάρη είχε χορευτεί και στο Θέατρο Λυκαβηττού σε Πανελλήνιο διαγωνισμ χορού, που οργάνωσε πάλι το Λύκειο Eλληνίδων κι έλαβε μέρος κι η Kάλυμνος (1978) απ την οποία προέρχεται ο μοναδικ ς αυτ ς χορ ς, ο βγαλμένος απ τα σπλάχνα της σφουγγαράδικης ζωής. Γλωσσάρι: μηχανικ ς = ο δύτης που βουτά με σκάφαντρο πιασμένος = ο δύτης που έπαθε ημιπαράληση σκασμένοι = αυτοί που έπαθαν ασφυξία και έσκασαν χτύπημα = η ημιπαράλυση ματζ ρος = πολύ καλ ς με πολλές ικαν τητες.


Oι Συμιακοί σφουγγαράδες O πυρετώδης ρυθμ ς της αναχώρησης το Πάσχα και της επιστροφής το φθιν πωρο Tης Eλένης Kρητικού Δρος χημικού μηχανικού, προέδρου Eνωσης Συμιακών Nέων «O NIPEAΣ»

Παερμιωτάκι Συμιακέ και με τους μαμουτζάδες να γλέπεις τους μηχανικούς κι λους τους βουττηστάδες.

λων των εκκλησιών ξεπροβ διζαν τους σφουγγαράδες. O εκκλησιασμ ς και ο αγιασμ ς είχαν προηγηθεί στην ενορία κάθε καπετάνιου. Oι μηχανές με τα σκάφανδρα έφευγαν απ το Γιαλ , εξορμούσαν μως δυο τρεις μέρες αργ τερα απ τον Πανορμίτη, τον προστάτη άγιο του νησιού, ή το λιμάνι του Aη Mιλιανού. «Kαλ ν κατευ διον και σιδερένιοι α γυρίσητε» ήταν η ευχή. Oι σφουγ-

Tην περικεφαλαία σου ποιος σου τη βιδώσει να ’χει της Παναγιάς το νου και του Xριστού τη γνώση. Nα ’μουν καμπανελ πετρα και απ χη του λαιμού σου σαν θα βουτάς, πουλάκι μου, να μ’ έχεις εις το νου σου. Aπ το «βούττος» οι σφουγγαράδες επέστρεφαν τέλος Σεπτέμβρη ή και Oκτώβρη, ταν δηλαδή η θερμο-

σφουγγαράδικο που έμπαινε στο λιμάνι ήταν «μιτζάστρα» (μεσίστια), οι Συμιακές απ τα δώματα των σπιτιών ήξεραν. O θάνατος είχε χτυπήσει κάποιο δύτη. Kαι τ τε μεγάλες γοερές φωνές, «τα φωνικά–ω–του δωμάτου», αντηχούσαν σ’ λη τη Σύμη. Mαζί με τις πονεμένες αυτές φωνές, πολλές ήταν και οι κατάρες για τον καπετάν–Mαστορίδη που πρώτος το 1864 έφερε το σκάφανδρο στη Σύμη, βάζοντας τη γυναίκα του το Bγενιώ να κάνει την πρώτη κατάδυση: Aνάθεμά σε Mαστοριέ, εσέ και το καλ σου λα τα παλικάρια μας τα πήρες στο λαιμ σου. Oπου έφερε τις μηχανές, δος του, Θεέ μου, δος του, μια μαχαιριά απ πίσω του να ξιφιδάρει ομπρ ς του. Παρ’ λα αυτά οι σφουγγαράδες είχαν συνηθίσει και είχαν αγαπήσει τ σο πολύ στη δουλειά αυτή, που παρά τα φρικτά επεισ δια που κατά καιρούς συνέβαιναν, συνήθιζαν να λένει τι « ποιος βάλει το φ ρεμα της μηχανής και πιει απ το καυτ νερ του σκουριασμένου τεπ τζιτου θέλει (ν)α το ξαναδοκιμάσει».

ME THN EΠIKΛHΣH του Tαξιάρχη Mιχαήλ του Πανορμίτη, ξεκινούσαν Mάρτιο μήνα οι προετοιμασίες των σφουγγαράδων για το πολύχρονο και πολύμοχθο ταξίδι στα παράλια της Mεσογείου. «Aχταρμάδες», «τριχαντήρες», «γυάλλες», «τεπ τζιτα», «μηχανές» και «καγκάβες» έπρεπε να είναι έτοιμα στο τέλος Aπρίλη, μετά το Πάσχα, ώστε να προλάβουν να χαρούν την Aνάσταση στο νησί. Oι ταβέρνες και οι καφενέδες της Σύμης, στο Γιαλ και στο Xωρι , απ χώροι διασκέδασης και ψυχαγωγίας μετατρέπονταν σε τράπεζες και χρηματιστήριο, αφού οι καπετάνιοι ναυτολογούσαν («τσουρμάριζαν») εκεί τα πληρώματά τους, βουτηχτάδες, κουπάδες, κολαουτζέρηδες, ροδανιτζήδες. Παράλληλα, προετοίμαζαν την «κουμπάνια» τους για το Bιβλιογραφία: μεγάλο ταξίδι στα παράλια της «Περί σπ γγων και σπογγαλιείας. Aφρικής και της Συρίας. EτοίAπ των αρχαιοτάτων χρ νων μαζαν λοιπ ν τον καβουρμά, μέχρι των καθ’ ημάς» του Δημοβάση για λα τα φαγητά τους, σθένους Xαβιαρά, Eν Aθήναις κρέας βοδιν δηλαδή, χωρίς 1916. «H Nήσος Σύμη. Πραγματεία υπ κ καλα, κομμένο σε μικρά γεωγραφικήν, ιστορικήν και κομμάτια, τσιγαρισμένο, σκεστατιστικήν έποψιν», Mιχαήλ Σ. πασμένο με ζωικ λίπος μέσα Γρηγορ πουλου, Aθήνησιν σε ντενεκέδες ή κιούπια. H 1877. καπετάνισσα έστελνε μάλιστα «Δωδεκάνησα. Aθηνάς Tαρσούλη», στη γειτονιά απ ένα πιατάκι Eκδ σεις «Aλφα» I.M. Σκαζίκη. «Tουριστικ ς Oδηγ ς της Nήσου με καβουρμά για να ευχηθούν Σύμης», I.M. Xατζηφώτη, B΄ λοι «καλή δούλεψη και καλή Eκδοση, Σύμη 1973. επιστροφή». Nικήτα Xαβιαρά, «Συμαίων γυμνών Στους φούρνους της Σύσπογγαλιέων φρικτά επεισ μης έφτιαχναν τη γαλέτα, έδια», «Συμαϊκά», T μος Γ΄, Aθήνα είδος παξιμαδιού, που, μαναι 1977. «Tο μεθυσμένο παιδί», Bασίλη Mοζί με τον καβουρμά και τα βασκ βη, Aθήνα 1986. ρέλια νερ , φορτων ταν σε Tο πολύπλαγκτο ταξίδι των Συμιακών σφουγγαράδων ξεκινούσε αμέσως μετά το Πάσχα. τσουβάλια στο «τεπ τζιτο», Oργωναν την Aνατολική Mεσ γειο και στα τέλη Oκτωβρίου πλεύριζαν στην Πλατεία του Pο- «Aναπολήσεις απ’ την παλιά Σύμη», Kωστής Zαχαρίου, P δος 1987. τη μεγάλη μπρατσέρα που λογιού. H επιστροφή είχε την ψη πάνδημης γιορτής, αλλά και πένθους για σους κράτησαν Eγκυκλοπαιδικ ν Λεξικ ν Διαλέπαντοτινά οι βορειοαφρικάνικοι βυθοί. συν δευε συνήθως δύο ή κτου Σύμης Δωδεκανήσου, Mατρεις «αχταρμάδες» (σφουγρία Mιχαλαριά – Bογιατζή, κρασία της θάλασσας δεν τους επέAθήνα 1994. γαράδικα καΐκια) με λη την τροφο- γαράδες σαλπάριζαν και στην παρατρεπε πλέον την κατάδυση. H επιδοσία και παρέμενε σταθερ σ’ ένα λία γυναικ παιδα αποχαιρετούσαν Σημείωση των «Eπτά Hμερών». Eκτενής αμε π νο και αγάπη τον ανδρικ πληστροφή, πως κι η αναχώρηση, ήταν λιμάνι. ναφορά για τη σπογγαλιευτική δραστηθυσμ . Γι’ αυτ και λέγανε «Tον μέρα ιδιαίτερη, γεμάτη συγκίνηση ρι τητα της Σύμης γίνεται στο αφιέρωμα Kι λα ήταν έτοιμα τέλος Aπρίλη ή Aπριλομά χωρίτζου των καλών ακαι χαρά. Oι καμπάνες των εκκλητου νησιού, δημοσιευμένο στις 5–8–94. αρχές Mαΐου. Για τους απτ ητους ντρών γυναίκες». σιών χτυπούσαν χαρμ συνα και οι σφουγγαράδες οι ημέρες χαράς και Στα παράλια της Mεσογείου τους σφουγγαράδες χάνονταν μέσα στις ευθυμίας τελείωναν. H μέρα του αKαθοριστική για την ολοκλήρωση αυτού σφουγγαράδες περίμενε σκληρή αγκαλιές και τα χάδια των συγγενών. του αφιερώματος ήταν η συμβολή των κ. π πλου έφθανε. δουλειά. Tα λιγοστά γράμματα απ Aκολουθούσαν γλέντια με βιολιά, Γιάννη Θ. Πατέλλη και Kώστα Δαμιατο νησί έφερναν τα μηνύματα των ανίδη. Eυχαριστίες επίσης οφείλουμε σαντούρια, λύρες και λαούτα. H ΣύAναχώρηση στους κ. Aντώνη Σ. Mαΐλλη, Θε δωρο γαπημένων τους, συχνά με τη μορφή μη έβρισκε πάλι τους γνώριμους καKρεμαστιώτη και στο Mουσείο Mπενάδίστιχων: θημερινούς της ρυθμούς. Oι καγκάβες (σπογγαλιευτικά κη για το σπάνιο φωτογραφικ υλικ Παναγιά με τα στολίδια Kι μως η επιστροφή δεν ήταν ευσκάφη) έφευγαν απ τη Σύμη σταυπου μας προσέφεραν. λάφραινέ του τα μολύβια. τυχής για λους. Oταν η σημαία στο ρώνοντας το λιμάνι και οι καμπάνες KYPIAKH 13 ΣEΠTEMBPIOY 1998 - H KAΘHMEPINH

31


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.