editorial Oμολογώ ότι προβληματίστηκα αρκετά γι’ αυτό το editorial. Ίσως, επειδή οι εποχές με έχουν μπερδέψει (τέλειωσε ο Νοέμβριος και αισθάνομαι ότι έρχεται η Άνοιξη!), ίσως επειδή οι άνθρωποι με αποπροσανατολίζουν: κατήφεια περισσή, δυσαρέσκεια διάχυτη και η αισιοδοξία απούσα. Εγκλωβίστηκα λοιπόν στις σκέψεις μου, ώσπου άρχισα να διαβάζω τα πρώτα κείμενα του [Κ], κι ως εκ θαύματος αναθάρρησα! Υπάρχει ελπίδα λοιπόν, υπάρχουν ακόμη αυτοί που με το λόγο τους ρίχνουν φως στο τούνελ. Και στη συνέχεια η συνάντηση με έναν υπέροχο καλλιτέχνη, τον Μίμη Πλέσσα, του οποίου «η αέναη αναζήτηση της φαεινής ιδέας» ανύψωσε το ηθικό μου. Και μονολόγησα. C’ est la vie. Aς την απολαύσουμε, ξεκοκαλίζοντας κάθε κομμάτι της, στοχεύοντας στο ωραίο και στο αληθινό. Ερμίνα Συρρή Γενική Διευθύντρια της Σχολής
[02]
τεύχος 9
Διανέμεται δωρεάν La Press Libre
ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΚΑΛΑΜΑΡΙ 06 Παραμύθια της χαλιμάς
08 12 16 20 24 26 28
La boeme Η μποέμικη ζωή Τα διαφορετικά παραμύθια του Oscar Wilde La boheme Αrthur Rimbaud Ο μποέμ ποιητής του 19ου αιώνα Αψέντι, το ποτό των μποέμ Au revoir Simone Τριαντάφυλλος Στάχταρης
Xειμερινές [Υψηλές] αποδράσεις 32 Νυμφαίο Εστιατόριο - Ξενώνας «Λινούρια» 34 Ζαγοροχώρια Ξενοδοχείο «CamilaRocks» 36 Άνω Πορόγια Ξενοδοχείο «natsou|view hotel» 38 Tραγούδια που δεν άγγιξε ο χρόνος 42 Πρόγραμμα μουσείο σύγχρονης τέχνης
44 48 50 52 54 56 59
Οι δικοί μας Boheme χειμώνες Downtown My winter Οι blues Δευτέρες Παλτό χρώματος hiver Χειμώνιασε στην πόλη μας Υπερ-αστικό κορίτσι That’s life
Διεύθυνση περιοδικού: Επιμέλεια Ύλης - Σύνταξης: Σχεδιασμός: Art Director: Τυπογραφείο:
Ερμίνα Συρρή Μαρία Φαρδέλλα getAroom Στέφανος Μιχαηλίδης Σύγχρονα Μακεδονικά Εκτυπωτήρια
Σ’αυτό το τεύχος συνεργάστηκαν: Γιώργος Φουντέας, Δέσποινα Πολυχρονίδου, Δέσποινα Σιφνιάδου, Δημήτρης Νάσκος, Κωνσταντίνος Κωνσταντίνου, Λάζαρος Πάντος, Λένα Φουτσίτζη, Νόρα Μπάκα, Στέφανος Γραβάνης, Τζιάννι Κάλλεν, Θεοδοσιάδου Μαρία και ο Paranoise web radio. Εάν θέλετε και εσείς να μπείτε στο περιοδικο αποφοίτων της Σχολής Καλαμαρί Μπείτε στο Επικοινωνήστε: http://issuu.com/kmagazine Mαρία Φαρδέλλα και διαβάστε το περιοδικό [k] Tηλ.: 6972183273 e-mail: maria.fardella@yahoo.com σε ηλεκτρονική μορφή.
[06]
Αέρας αλλαγής φύσηξε στην γκρίζα μονοτονία της πόλης τελευταία, ποδηλάτες, ποδηλατόδρομοι, στήλες όπου φωτογραφίζονται οι ΚΟΣΜΙΚΟΙ (εγώ τώρα το ανακάλυψα πως έχουμε και από αυτό, τι θέλετε τώρα;) και βέβαια, το απόλυτο φετίχ των παιδιών του πάρκου απέναντι από το μουσείο, το νέο, new, nuovo, nouveau πραιτοριανής μορφής Δημαρχείο, επιβλητικό, πολυμορφικό, βερσαλιόπληκτο, μπορείς να το αγναντεύεις μαζι με τον Πασχάλη το σαλεπιτζή και το Γιαννάκη από το πάρκο απέναντι (φιλαράκι έχεις ένα ευρώ) υπό τους ήχους Βάγκνερ, Ξανθιώτη remix κρατώντας στα χέρια σου περιοδικό με τους
πανθεσσαλονικιούς άγνωστους «επώνυμους» που χαριεντίζονται (εδώ είναι που η λέξη ντεμέκ παίρνει θεϊκή υπόσταση. Τη λες και γουστάρεις). Κοινά στοιχεία έχουν πλέον 3 κτίρια –κομψοτεχνήματα (το μέγαρο μουσικής τέρμα παραλία, το κλειστό γήπεδο μπάσκετ του ΠΑΟΚ (προκάτ) και βέβαια το νέο δημαρχιακό μέγαρο, είναι σαν να τα δανειστήκαμε – ξεφύτρωσαν – δεν ανήκουν στον χώρο, κάποιος μας τα πάρκαρε για 2 λεπτάκια αλλά δεν γύρισε να τα πάρει ποτέ. Οι wannabe Amsterdam παρεμβάσεις σε διάφορα σημεία της πόλης έχουν δώσει ένα νέο νόημα στο οχτάωρο των γιατρών του ΑΧΕΠΑ, με ποδηλάτες χτυπημένους από κάθε πιθανή γωνία και οι ξαναμμένες 45άρες συνεχίζουν να ψωνίζουν ποδήλατα των 500 ευρώ με κασκόλ Burberry και ύφος μικρής (πολύ μικρής) Ολλανδέζας που βιάζεται να διασχίσει την Damrak για να προλάβει το coffee shop ανοιχτό.
Οι wannabe Amsterdam παρεμβάσεις σε διάφορα σημεία της πόλης έχουν δώσει ένα νέο νόημα στο οχτάωρο των γιατρών του ΑΧΕΠΑ, με ποδηλάτες χτυπημένους από κάθε πιθανή γωνία... Ο χειμώνας που ήρθε κατά πώς φαίνεται θα είναι συναρπαστικός για την εικονική Θεσσαλονίκη των ΚΟΣΜΙΚΩΝ, για τους ηρωικούς – κασκαντέρ ποδηλάτες και σίγουρα για την πραγματική Θεσσαλονίκη που βρίσκεται στο πάρκο απέναντι από το μουσείο με τα παιδιά που θυμίζουν στον κάθε περαστικό πως σίγουρα ο χειμώνας θα είναι δύσκολος για ένα τεράστιο κομμάτι της πόλης .
Υ.Γ.1 Προσέχετε σε ποιούς δρόμους περπατάτε και συνεχίστε το εμπάργκο στην κακογουστιά της πόλης. Άμυνα από γρανίτη, που έλεγε και ένας τιτανομέγιστος στην ψυχή, Θεσσαλονικιός, προπονητής. Υ.Γ.2 Ευχαριστώ τον Πασχάλη το σαλεπιτζή και το Γιαννάκη (φιλαράκι έχεις ένα ευρώ) για την φιλική συμμετοχή τους. [07]
Γράφει η Νόρα Μπάκα
[08]
Είναι δύσκολο να εντάξει κανείς τους μποέμ καλλιτέχνες σε μια συγκεκριμένη περίοδο της ιστορίας καθώς η λέξη μποέμ αναφέρεται περισσότερο σε έναν τρόπο ζωής παρά σε ένα κίνημα και χαρακτηρίζει καλλιτέχνες από διαφορετικές ιστορικές περιόδους, σε διάφορα μέρη της γής και με μεγάλες αποκλίσεις στον τρόπο σκέψης, ζωής και έκφρασης της τέχνης. Παρόλο που ο πληθυσμός των μποέμ καλλιτεχνών έχει πολλές διαφορές υπάρχουν αξίες που τους χαρακτηρίζουν. Από τον τρόπο ζωής τους μπορούμε εύκολα να συμπεράνουμε ότι αποποιήθηκαν την περιουσία και την ιδιοκτησία και το απέδειξαν όντας περιπλανώμενοι και καταφέρνοντας να επιβιώσουν με ελάχιστα προσωπικά υπάρχοντα και υλικά αγαθά. Δεν αποδέχτηκαν ποτέ τις αυστηρές ηθικές αξίες. Αγαπούσαν τον ανέμελο τρόπο ζωής, τις καταχρήσεις και τη σεξουαλική απελευθέρωση, απαρνήθηκαν την αναζήτηση εργασίας με σκοπό την απόκτηση πλούτου ενώ προτίμησαν την ενασχόληση με το πάθος τους χωρίς να τους ενδιαφέρει εάν θα κέρδιζαν ένα εισόδημα από αυτό.
συνθήκες της εποχής ίσως ο χρόνος που μοιράζονταν τους οδήγησαν σε έναν κοινό τρόπο ζωής, αυτό που ονομάστηκε μποέμικη ζωή. Όσο οξύμωρο και αν ακούγεται σήμερα η περιοχή που ένωσε αυτές τις εξέχουσες προσωπικότητες ήταν ένα άθλιο οικοδομικό τετράγωνο στη Μονμάρτη γνωστό ως Λε Μπατό Λαβουά (Le Bateau-Lavoir, η ακριβής μετάφραση του οποίου είναι ΠλοίοΠλυντήριο, λόγω της ομοιότητάς του με ένα είδος λεκάνης που χρησιμοποιούσαν οι γυναίκες για το πλύσιμο των ρούχων). Το Παρίσι λοιπόν την εποχή εκείνη φιλοξένησε μερικές από τις πιο μυθικές τάσεις της παγκόσμιας κουλτούρας και συγκεκριμένα το Φοβισμό, τον Κυβισμό, το Ντανταϊσμό, την Αφηρημένη Τέχνη που άρχισαν τότε να αναπτύσσονται έντονα στις συνοικίες της Μονμάρτης. Παρά την παγκόσμια αναγνώριση και απήχηση που έχουν σήμερα αυτοί οι καλλιτέχνες, ζούσαν μια ζωή στο περιθώριο. Οι περισσότεροι ήταν πάμπτωχοι και δεν ήταν καν σε θέση να εξασφαλίσουν στους εαυτούς τους ακόμη και τα απολύτως απαραίτητα για την επιβίωση τους.
Μονμάρτη στις αρχές του 20ου αιώνα Η Μονμάρτη, ένα διαμέρισμα του Παρισιού, έγινε ο τόπος συνάντησης του χτές και του σήμερα και ολόκληρη η ιστορία της μοντέρνας τέχνης ξεκίνησε από μια μοναδική ιστορική συγκυρία. Αυθόρμητα στην αρχή καλλιτέχνες από διάφορα μέρη της Ευρώπης εγκαταστάθηκαν στην περιοχή η οποία στη συνέχεια αποτέλεσε πόλο έλξης σημαντικών καλλιτεχνικών προσωπικοτήτων. Στην πραγματικότητα ήταν ένας μικρόκοσμος που φιλοξενούσε όλα τα ήδη ταλέντων απορρίπτοντας τις καθιερωμένες αξίες και σοκάροντας την αστική τάξη. Ο Picasso ήταν από τους πρώτους που εγκαταστάθηκαν στη Μονμάρτη το 1904 όπου και ενοικίασε διαμέρισμα με τον Γάλλο ποιητή και επίσης ζωγράφο Max Jacob. Στο ίδιο προάστιο του Παρισιού άρχισαν να καταφτάνουν αρκετοί γνωστοί καλλιτέχνες όπως ο Apollinaire, ο Matisse, ο Murger, ο Cocteau, ο Modigliani, ο Gargallo. Το προάστιο που ζούσαν όμως δεν ήταν το μόνο τους κοινό. Ίσως οι οικονομικές και κοινωνικές
[09]
Πίστευαν πως η τέχνη τους θα αναγνωριστεί και η τραγική ειρωνεία ήταν ότι η αναγνώριση επήλθε μετά θάνατον. Έτσι με λίγα έως καθόλου υπάρχοντα, με διαμερίσματα που ενοικίαζαν δύο ακόμη και τρεις καλλιτέχνες μαζί, χωρίς άλλη μόνιμη απασχόληση και χωρίς άλλα εφόδια πέρα από το ταλέντο τους ζούσαν μια ζωή στα όρια της απόλυτης φτώχειας και εξαθλίωσης . Κύρια χαρακτηριστικά του τρόπου ζωής τους ήταν η ανεμελιά, οι αντισυμβατικές επιλογές και η αγάπη για τη ζωή και τη δημιουργία. Αρκετά ενδεικτικό της εποχής είναι και το τραγούδι La boheme του Charles Aznavour που αναφέρει χαρακτηριστικά:
La boheme, la boheme a voulait dire on est heureux La boheme, la boheme Nous ne mangions qu’un jour sur deux
(Η μποέμικη ζωή σήμαινε πως ήμασταν ευτυχισμένοι, Η μποέμικη ζωή σήμαινε πως δεν τρώγαμε παρά μόνο μία μέρα στις δύο)
Πολλές πτυχές της μποέμικης ζωής έγιναν ευρέως γνωστές μέσω του βιβλίου La Boheme του Henry Murger και καθώς πρόκειται για ημι-αυτοβιογραφία αναφέρεται σε πραγματικά γεγονότα ή και περιστατικά της δικής του ζωής στο Παρίσι κατά το 1840 για αυτό και θεωρείται από πολλούς ως ο πρώτος μποέμ καλλιτέχνης. Το κίνημα αυτό ήρθε αντιμέτωπο με την κυρίαρχη τάση της εποχής που ήταν η επικράτηση της αστικής τάξης καθώς εξέφραζε το ήθος, τις φιλοδοξίες, τα οράματα μιας συγκεκριμένης ομάδας πληθυσμού που αντιμετώπιζε τη φτώχεια, την ανασφάλεια και την ψυχική κόπωση που αυτή προκαλούσε. Έτσι θα συναντήσουμε πολλούς από αυτούς τους καλλιτέχνες να υποκύπτουν σε καταχρήσεις, ανάμεσα σε αυτές το αλκοόλ ή ακόμα και ναρκωτικές ουσίες ή να αντιμετωπίζουν ψυχολογικά προβλήματα όπως η μελαγχολία και η κατάθλιψη που συχνά εκφράζονται και στα έργα τους. Σημαντικό στοιχείο που δείχνει τις κακές συνθήκες ζωής τους είναι ότι πολλοί από αυτούς υπέφεραν από σοβαρά προβλήματα υγείας που δεν κατάφεραν να αντιμετωπίσουν λόγω της κακής οικονομικής τους κατάστασης. Τα άθλια και παγερά δωμάτια όπου ζούσαν και εργάζονταν οι καλλιτέχνες, οι άγνωστες πλευρές της προσωπικής τους ζωής, ο δυνατός καφές, τα γραφικά μπιστρό όπου σύχναζαν, οι έρωτές τους, η αγάπη για την τέχνη και η επιλογή τους να ζούν αδιαφορώντας για τους συμβατικούς κανόνες είναι όλα αυτά τα στοιχεία που μετέτρεψαν το γραφικό τότε λόφο της Μονμάρτης σε έναν γοητευτικό θρύλο και είναι αυτό που ονομάζουμε μποέμικη ζωή. [10]
[37]
Γράφει η Λένα Φουτσιτζή
Όταν ο νεαρός William Butler Yeats επισκέφτηκε το σπίτι του Oscar Wilde στο Λονδίνο το 1889 , γνώρισε τον γιο του Wilde, Cyril. Ο κύριος Wilde ζήτησε από τον επισκέπτη του να πει ένα παραμύθι στο μικρό αγόρι. Η ιστορία που σκέφτηκε ο Yeats ξεκινούσε ως εξής: «Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένας γίγαντας...» Το αποτέλεσμα ήταν το παιδί να φύγει τρέχοντας και κλαίγοντας, αφήνοντας πίσω του έναν σοβαρό πατέρα κι έναν συντετριμμένο επισκέπτη.
[12]
Το περιστατικό δείχνει το εξής παράδοξο: οι ιστορίες για παιδιά γράφονται από ενήλικες. Λίγοι είναι σε θέση να μπούν στην θέση του παιδικού κόσμου, όπου η πλούσια φαντασία μετατρέπει ήχους και σκιές σε χειροπιαστές απειλές και λέξεις σε οντότητες. Ο Yeats έκανε κακή αρχή με το αγόρι. Αν και έμπειρος ποιητής, είχε την ατυχία να κάνει αυτό το ατόπημα στο σπίτι ενός ήδη πετυχημένου συγγραφέα παιδικών ιστοριών, του Oscar Wilde. Το τέλος του18ο αιώνα ήταν η χρυσή εποχή των παραμυθιών που δεν απευθυνόταν αποκλειστικά στα παιδιά. Ήταν οχήματα που προωθούσαν αξίες της Βικτωριανής εποχής, όπως η υπακοή με απειλή βαριάς τιμωρίας, η εργατικότητα, το αδιαμφισβήτητο κύρος της εξουσίας.
[13]
Μέσα σ’αυτό το κλίμα μεγάλωσε και ο ίδιος ο Oscar Wilde και αυτές τις αξίες πολέμησε σε όλη του τη ζωή μέσα από τα γραπτά του, άλλοτε με χιούμορ στα θεατρικά του έργα κι άλλοτε με υποννοούμενα στα παραμύθια του. Κυρίως όμως προσπάθησε να αντισταθεί μέσα από τη δημόσια εικόνα του, τιμωρούμενος στο τέλος σκληρά, χάνοντας αρχικά την ελευθερία του και μετά την ζωή του. Η εναλλακτική αντίληψη περί ζωής των Μποέμ ήταν και η εποχή του Oscar Wilde. Έχοντας σχέση μ’αυτό το κίνημα, διαφοροποιήθηκε κι άλλο κι έγινε μια διασημότητα ξεχωριστή, ανάλογη με τις σύγχρονους σταρ του σινεμά.Όλο το Λονδίνου ήθελε να ξέρει τι φορούσε, τι έτρωγε και κυρίως με ποιον. Το να είσαι καλεσμένος στα δείπνα του στο Savoy Café έδειχνε ότι ήσουν κι εσύ της μόδας. Το γούστο του στο φαγητό, στο ντύσιμο και στην εσωτερική διακόσμηση καταγραφόταν με ακρίβεια εκπλήσσοντας θαυμαστές αλλά και μαχητές του που τον χλεύαζαν όμως ταυτόχρονα ήταν αναγκασμένοι να του αναγνωρίζουν την μεγάλη του επιτυχία ως θεατρικό συγγραφέα. Διαφορά στη διακόσμηση Ως φοιτητής στο Magdalen College της Οξφόρδης όπου φοιτούσε με υποτροφία, o Oscar Wilde είχε στη διάθεσή του τα 3 καλύτερα δωμάτια που προοριζόταν για φοιτητές με θέα τον ποταμό Cherwell. Τα δύο μεγάλα δωμάτια ήταν ενωμένα με μία τοξωτή πόρτα και όλοι οι τοίχοι είχαν ανάγλυφη επένδυση. Ήταν διακοσμημένα με φτερά παγωνιού,με κινέζικες πορσελάνες, με αντίκες μεγάλης αξίας, όλα προσεκτικά διαλεγμένες από τον ίδιο. Κάθε Κυριακή τα δωμάτια ήταν ανοιχτά στους επισκέπτες, οι οποίοι πίνοντας παντς και καπνίζοντας πούρα είχαν την ευκαιρία να ακούσουν τις ξεκαρδιστικές ιστορίες του Oscar. Μικρή επανάσταση αλλά με μεγάλο αντίκτυπο: το δωμάτιό του βανδαλίστηκε από άγνωστους. [14]
Όταν παντρεύτηκε την Constance Lloyd, απέκτησε το πρώτο του σπίτι στην Tite Street στο Chelsea του Λονδίνου, μοδάτη και καλλιτεχνίζουσα περιοχή. Η κατοικία ανακατασκευάστηκε από τον αισθητιστή αρχιτέκτονα της εποχής Ε.W. Godwin. Η συνεργασία αρχιτέκτονα και ιδιοκτήτη ήταν πολύ δύσκολη: οι δύο ισχυρές και εκκεντρικές προσωπικότητες ήταν αδύνατον να συμφωνήσουν και λίγο έλειψε να φτάσουν αντίπαλοι στο δικαστήριο. Τελικά κατάφεραν να συμφιλιωθούν και το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό. Το δωμάτιο όπου ο Oscar Wilde έγραψε πολλά από τα έργα του ήταν επηρεασμένο από την κινέζικη τέχνη, βαμμένο σκούρο μπλε και χρυσό. Στον όροφο, το δωμάτιο ζωγραφικής είχε κόκκινα έπιπλα και το ταβάνι ήταν καλυμμένο από φτερά παγωνιού. Το πιο ωραίο δωμάτιο ήταν η τραπεζαρία, στην οποία πολύ συχνά το ζευγάρι είχε καλεσμένους, ψηλοτάβανη, με κυριαρχία του άσπρου με παλ γαλάζιες και κίτρινες λεπτομέρειες, ένας συνδυασμός ασυνήθιστος για την εποχή. Σ’αυτή την τραπεζαρία, σε ένα από τα δείπνα, ο Οscar Wilde γνώρισε τον λόρδο Alfred Douglas που τον έκανε να παραδεχτεί την ομοφυλοφιλία του και να δημιουργήσει μια σχέση που τον οδήγησε στην καταστροφή, κυρίως επειδή τόλμησε να μην την κρύβει με επιμέλεια, όπως ήταν η συνηθισμένη πρακτική. Διαφορά στο ντύσιμο Σε γράμματα προς τη μητέρα του, όταν ήταν 13 χρονών, την παρακαλάει να του στείλει ρούχα που είναι του γούστου του, απορρίπτοντας σχέδια και χρώματα που δεν του άρεσαν. Η προτίμησή του σε τέλειας ποιότητας ρούχα διατηρήθηκε σε όλη του τη ζωή. Ακόμα και μέσα από τη φυλακή που πέρασε χρόνια από τη ζωή του, καταδικασμένος λόγω ομοφυλοφιλίας, έγραφε στους λίγους φίλους που του απέμειναν, παρακαλώντας τους για πουκάμισα και γραβάτες από συγκεκριμένους ράφτες, για να τα φορέσει μετά την αποφυλάκισή του.
Όσο ήταν πετυχημένος συγγραφέας προκαλούσε με ντύσιμο δανδή, φορώντας ρούχα εκτός εποχής, όπως παντελόνια μέχρι το γόνατο και μακριές κάλτσες, αντί για μακριά παντελόνια- μακριά σακάκια αντί για γιλέκο και κοντό σακάκι- κάπες αντί για παλτάμαλακά καπέλα από δέρμα αντί των άκαμπτων της εποχής- χρώματα μουντά που δίναν την εντύπωση του παλιού και όλα από πλούσια υφάσματα, όπως το μετάξι, το βελούδο, το μπροκάρ. Άφηνε τα μαλλιά του μακριά, χτενίζοντάς τα προς τα πίσω και διακοσμούσε τις μπουτονιέρες του με ορχιδέες. Οι σύγχρονοί του αντιδρούσαν με μίγμα περιέργειας και εχθρότητας στην εικόνα του, οι περισσότεροι όμως όταν τον γνώριζαν μαγεύονταν από τη μελωδική του φωνή, τους γοητευτικούς του τρόπους και κυρίως από τις ιστορίες που έλεγε. Πολλές από τις πιο πετυχημένες βρέθηκαν μετά στα γραπτά του, καθώς δοκίμαζε τη δύναμη της πλοκής που είχε στο μυαλό του στις αντιδράσεις των συνδαιτημόνων του στα πολυάριθμα δείπνα που παρεβρισκόταν. Τα πανάκριβα δείπνα που χρηματοδοτούσε, καλώντας φτωχούς νέους που ήταν συχνά η συντροφιά του, χρησιμοποιήθηκαν στο δικαστήριο ως απόδειξη της ομοφυλοφιλίας του. Κάποιοι από αυτούς κατέθεσαν εναντίον του, άλλοι ως ψευδομάρτυρες, άλλοι λέγοντας την αλήθεια, φάνηκε όμως ότι ο ίδιος ήταν αφελής, νομίζοντας ότι το όνομά του και η φήμη του θα τον προστάτευαν από την καταδίκη. Διαφορά στα παραμύθια Τα παραμύθια του Oscar Wilde είναι για πολλούς τα πιο πετυχημένα δείγματα πρόζας του. Ο ίδιος ήταν πολύ περήφανος γι’αυτά, περιγράφοντάς τα ως «μικροσκοπικά έργα τέχνης» και με μεγάλη χαρά τα παρουσίαζε και υπέγραφε αντίτυπα. Γνώρισαν άμεση επιτυχία στην εποχή του με τους κριτικούς να τον συγκρίνουν με τον Άντερσεν, επαινώντας τον και για την χρήση της αγγλικής γλώσσας.
Έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες, έχουν γίνει θεατρικά έργα, ταινίες για το σινεμά και την τηλεόραση, έχουν προσαρμοστεί για το ραδιόφωνο, έχουν γίνει καρτούν, μπαλέτο, παιδική όπερα. Όποιος έχει διαβάσει το βιβλίο «Ο ευτυχισμένος πρίγκηπας και άλλες ιστορίες» θα καταλάβει πολύ γρήγορα ότι απευθύνεται και σε μεγάλους. Άπειρες αναλύσεις έχουν γίνει από τότε συσχετίζοντας χαρακτήρες με θρησκευτικά πρόσωπα, με φιλοσοφικά συστήματα, και ίσως να ισχύουν, αλλά αυτό που κάνει σίγουρα ο συγγραφέας, είναι μια σκληρή κριτική της εποχής του. Έζησε διαφορετικά, καταπιεζόμενος συνέχεια από τις συμβάσεις, όσο κι αν προσπαθούσε να αντισταθει μέσα από την οικονομική και επαγγελματική του επιτυχία και η απογοήτευσή του για τον κόσμο που τον περιέβαλλε είναι κάτι που εμφανίζεται σε όλες τις ιστορίες. Όποιος διαφέρει αντιμετωπίζει εμπόδια, σε όποια εποχή κι αν ζει γιατί οι κοινωνίες αποστρέφονται αυτό που δεν καταλαβαίνουν. Έτσι απευθύνεται στο συλλογικό υποσυνείδητο και γι’αυτό οι ιστορίες είναι το ίδιο ζωντανές και σήμερα. Χωρίς να χαΐδεύει τα αυτιά του αναγνώστη, δηλώνει με σκληρό τρόπο ότι η ζωή είναι άδικη καθώς το καλό δεν φέρνει απαραίτητα το καλό, ότι το κακό μπορεί να μείνει ατιμώρητο, ότι αν υπάρχει μετά θάνατον επιβράβευση ίσως να είναι και μάταιη, ότι οι διαφορές των κοινωνικών τάξεων είναι αγεφύρωτες και οι πλούσιοι αδιαφορούν για τα προβλήματα των φτωχών και οι φτωχοί δε μπορούν να αντιδράσουν. Αλήθειες που θα έκαναν ένα παιδί να φύγει τρέχοντας και κλαίγοντας ίσως, αλλά μέσα από ένα μαγευτικό κόσμο όπου πρωταγωνιστές είναι πουλιά που μιλάνε, χρυσά αγάλματα, κρυμμένοι κήποι, ερωτευμένοι φοιτητές, πολλά παιδιά που παίζουν, αποφασίζουν, παίρνουν τη ζωή στα χέρια τους, προσπαθώντας για το καλύτερο, έστω κι αν είναι μάταιο. Δεν είναι ευχάριστες ιστορίες, αλλά είναι πέρα ως πέρα ειλικρινείς.
[16]
[17]
Ελεύθερη μετάφραση από το τραγούδι:
«La Boheme» Σας μιλώ για μια εποχή Που οι κάτω των είκοσι χρόνων Δεν μπορούν να γνωρίζουν. Η Μονμάρτρη εκείνον τον καιρό Άφηνε τις πασχαλιές της να αιωρούνται Μέχρι κάτω από τα παράθυρά μας. Κι αν το ταπεινό δωμάτιο Που το ‘χαμε για φωλιά Ανέμελη ζωή. Ήμασταν, δηλαδή, ευτυχισμένοι . . . Δεν ήταν και τόσο σπουδαίο Ανέμελη ζωή. Δεν τρώγαμε παρά μια μέρα στις δύο Ήταν εκεί που γνωριστήκαμε. Μέσα στα γειτονικά καφενεία Εγώ με πείνα που κραύγαζε Ήμασταν μερικοί Κι εσύ που πόζαρες γυμνή . . . Που αναμέναμε τη δόξα. Κι αν και εντελώς φτωχοί, Με το στομάχι άδειο, Δεν παύαμε να πιστεύουμε σ’ αυτήν. Κι όταν κάποιο μαγειρείο, Με αντάλλαγμα ένα καλό, ζεστό γεύμα, Μας έπαιρνε έναν καμβά, Απαγγέλαμε στίχους Μαζεμένοι γύρω από τη σόμπα Ξεχνώντας το χειμώνα . . .
[18]
[20]
Γράφει ο Στέφανος Γραβάνης
Ο Arthur Rimbaud δεν είναι μόνο γνωστός για την ποίηση του αλλά και για τη μποέμ ζωή του που σφράγισε την ποιητική του δημιουργία. Παρά το γεγονός ότι εγκατέλειψε την ποίηση νωρίς,σε ηλικία εικοσιενός ετών,οι δύο ποιητικές του συλλογές «Μια εποχή στην κόλαση» και «Εκλάμψεις» αντικατοπτρίζουν το μποέμ χαρακτήρα της. Η περιπλάνηση σε Ευρώπη και Αφρική Από μικρή ηλικία έδειξε ότι δε θα ακολουθούσε την συνηθισμένη διαδρομή της εφηβικής ηλικίας.Πνεύμα ανήσυχο έζησε με τη μητέρα του και τις αδελφές του στην πόλη Charleville,στα σύνορα με το Βέλγιο,πριν ξεκινήσει τον πολυτάραχο βίο του σε διαφορετικές πόλεις χώρες και ηπείρους. Εργάστηκε ως παιδαγωγός, εργάτης, μηχανικός, έμπορος και εξερευνητής την ίδια περίοδο που άρχισε να αναγνωρίζεται το ποιητικό του έργο. Ποιά όμως είναι τα κυριότερα επεισόδια της περιπετειώδους ζωής του που τον κατέστησαν σύμβολο της παρακμής και των καταραμένων ποιητών... Εξαιρετικός μαθητής, διακρίθηκε για τις επιδόσεις του στα αρχαία ελληνικά, λατινικά, ιστορία και γεωγραφία. Η γνωριμία του με τον καθηγητή ρητορικής Georges Izambard υπήρξε καθοριστική για τη μετέπειτα πορεία του. Έχοντας ήδη γράψει κάποια ποιήματα,επιθυμεί να γίνει ποιητής. Όμως ο ρόλος του ποιητή στα τέλη του 19ου αιώνα είναι διαφορετικός απ ‘ότι στο παρελθόν. Ο ποιητής δεν αρκείται πια στο να γράφει λυρικούς στίχους αλλά βρίσκεται στην πρωτοπορία της κοινωνίας με στόχο να αλλάξει την ανθρώπινη κατάσταση και να τη βελτιώσει. Παράλληλα,η ήττα της Γαλλίας από τη Γερμανία και η εξέγερση των εργατών της Κομμούνας του Παρισιού το 1870 τον ωθούν να αμφισβητήσει τον αστικό τρόπο ζωής και τους διάφορους θεσμούς.Όπως αναφέρει στο γράμμα του στον Izambard : «Απεργώ … Να δουλέψω! Ποτέ,ποτέ …!»
Άλλες φορές, όπως αναφέρεται από μελετητές του έργου του,σε περιπάτους στη γενέτειρα του Charleville, έγραφε προσβλητικές και υβριστικές φράσεις για το Θεό ακόμη και σε παγκάκια. Η αποστροφή του για τον αστικό τρόπο ζωής κορυφώνεται με τα ποιήματα που εκδίδει καθώς επίσης και το γράμμα του στον Izambard (15 Μαιου 1871) όπου τον αμφισβητεί και αποδοκιμάζει τη λογοτεχνική παράδοση ενώ ταυτόχρονα εκθέτει τις πρωτοποριακές του ιδέες για την ποιητική του γραφή. Οι τάσεις φυγής του εκδηλώνονται από νωρίς. Σε ηλικία 16 ετών εγκαταλείπει κρυφά το σπίτι του και φεύγει για Παρίσι δίχως καθόλου χρήματα αλλά συλλαμβάνεται και επιστέφει πίσω. Είναι εκστασιασμένος με τα γεγονότα του Παρισιού και την Κομμούνα. Μέσα από τα ποιήματα του στρέφεται εναντίον του βασιλιά της αριστοκρατίας και του καθεστώτος. Τα πρώτα του ποιήματα τραβούν την προσοχή των συμβολιστών ποιητών προκαλώντας το θαυμασμό τους. Ο ίδιος ο Verlaine τον καλεί να έρθει στο Παρίσι και να εγκατασταθεί σπίτι του αφού έχει συγκεντρώσει το χρηματικό ποσό για την κάλυψη των εξόδων του. Η προσωπικότητα,το ταλέντο και ο έκλυτος βιος του προκαλούν έκπληξη στον κύκλο των παρνασσιστών ποιητών. Αλκοόλ, χασίς και οποιαδήποτε άλλη κατάχρηση αποτελούν μέρος της καθημερινότητας του. Συνάπτει μάλιστα και ερωτικό δεσμό με τον Verlaine o οποίος δε διστάζει να εγκαταλείψει γυναίκα και παιδιά για ζήσει με τον Rimbaud και να τον ακολουθησει στην Αγγλία και το Βέλγιο. [21]
Στην Αγγλία ο Rimbaud εργάζεται ως καθηγητής γαλλικών και εμπνέεται και τα πρώτα σχεδιάσματα της συλλογής «Εκλάμψεις». Η συμβίωση του με τον Verlaine αποδεικνύεται γεμάτη προβλήματα και εντάσεις. Μετά από μια έντονη διαφωνία ο Verlaine σε κατάσταση μέθης τον πυροβολεί στον καρπό του χεριού! Λίγο αργότερα εγκαθίσταται στη Γερμανία, στη Στουτγάρδη, για να μάθει τα γερμανικά καθώς πίστευε ότι ο ποιητής πρέπει να φροντίζει συνεχώς για την καλλιέργεια του. Το ταξίδι στην Αφρική. Αφού περιπλανήθηκε στην Ευρώπη και έζησε μια έντονη και πολυτάραχη ζωή στους λογοτεχνικούς κύκλους της Γαλλίας,αποφάσισε να εγκαταλείψει την Ευρώπη για να ταξιδέψει και να εργαστεί στην Αφρική. Το τέλος του 19ου αιώνα σηματοδοτεί την οικονομική ανάπτυξη και εκμετάλλευση των αποικιών.Σε διάφορες περιοχές της Αφρικής υπάρχει έντονη εμπορική στηριότητα. Ο Rimbaud,το 1880 εργάστηκε για μεγάλο εμπορικό πρακτορείο εξαγωγών και σε εμπορικό σταθμό στο Χαράρ. Δεν αρκέστηκε μόνο στις εμπορικές του δραστηριότητες. Οργάνωσε εξερευνητικές αποστολές και έφτασε σε ανεξερεύνητες περιοχές της Αφρικής, όπως το Ογκατέν της Αιθιοπίας,το οποίο μνημονεύεται από τη Γαλλική Γεωγραφική Εταιρία. Λίγους μήνες αργότερα διακόπτει τη συνεργασία με το πρακτορείο και εγκαθίσταται στο Άντεν της Υεμένης όπου ασχολείται με το εμπόριο όπλων. Οι συνεργασίες με άλλους εμπόρους του απο-
[22]
φέρουν μεγάλα κέρδη και από το 1888 και έπειτα το εμπόριο της Αβησσυνίας διεξάγεται μέσω του Rimbaud. Ωστόσο το 1891 εγκαταλείπει την Αφρική. Eξαντλημένος και σε κακή κατάσταση μεταφέρεται στη Μασσαλία όπου οι γιατροί του ακρωτηριάζουν το δεξί πόδι καθώς υπάρχει η ιατρική αναφορά για μια μορφή καρκίνου στα οστά. Μερικούς μήνες αργότερα η κατάσταση του επιδεινώνεται και παραλύει το αριστερό του χέρι. Πεθαίνει το Νοέμβριο του 1891 σε ηλικία τριάντα επτά ετών. Στη γενέτειρα του Charleville,ανεγέρθηκε μνημείο προς τιμήν του. Όπως και το 1894 στο Παρίσι,στην Place de l’Arsenal. Η επίδραση του Αρκετοί ποιητές του 20ου αιώνα επηρεάστηκαν από το έργο και την πολυτάραχη ζωή του. Ο Rimbaud διαμόρφωσε την εικόνα του επαναστατικού καλλιτέχνη ή όπως τον αποκάλεσε ο Καμύ ενός «ποιητή της εξέγερσης». Σημαντική υπήρξε η επιρροή του στους Γάλλους υπερρεαλιστές. Ο Andre Breton,εκ των ηγετικών φυσιογνωμιών του υπερρεαλιστικού κινήματος,τον αποκάλεσε «σουρεαλιστή στην πρακτική ζωή»ενώ επηρέασε και τους μπίτνικ συγγραφείς της Αμερικής. Η ποίηση και η αντισυμβατική σεξουαλική του ζωή ενέπνευσαν καλλιτέχνες όπως ο Τζίμ Μόρισον και ο Μπόμπ Ντίλαν. Στην Ελλάδα ο Θάνος Μικρούτσικος,το 1987, ολοκλήρωσε την όπερα «Μια εποχή στην κόλαση» ενώ το συγκρότημα Τρύπες μελοποίησε το ποίημα μια εποχή στην κόλαση στο δίσκο «Ένα υπέροχο τίποτα».
[24]
«Ένα ποτήρι αψέντι είναι τόσο ποιητικό, όσο και ένα ηλιοβασίλεμα», έγραφε το 1882 ο Oscar Wilde. Στην Γαλλία ήταν απαγορευμένο από τα πρώτα χρόνια του Α’ Παγκοσμίου πολέμου, λόγω της ανεξέλεγκτης επίδρασης στα μυαλά των ανθρώπων. Το φυτό από το οποίο παράγεται, η Artemisia absinthium, ήταν γνωστό για τις θεραπευτικές του ιδιότητες από την αρχαιότητα.. Το συνιστούσαν μάλιστα ο Ιπποκράτης και ο Πυθαγόρας. Το 2004 αποτέλεσε το μεγαλύτερο όπλο κατά της επιδημικής ασθένειας της ελονοσίας στην Αφρική. Τη σημερινή του μορφή την οφείλει σε έναν διόλου συνηθισμένο γιατρό, τον Πιέρ Ορντινέγ. Από αποστάγματα βοτάνων δημιούργησε το κρυστάλλινο υγρό που ονομάστηκε χαϊδευτικά “πράσινη νεράιδα”! Το 1797 ο Ανρί – Λουί Περνό (από τους μεγαλύτερους παρασκευαστές αψεντιού ακόμη και σήμερα) άνοιξε το πρώτο αποστακτήριο στο Κουβέ της Ελβετίας. Το 1805 μετακόμισε στο Πονταρλιέ της Γαλλίας ξεκινώντας τη μαζική παραγωγή του αμφιλεγόμενου ποτού. Έμπνευση... Το 1859 ο Μανέ ζωγράφισε τον πρώτο μεγάλο πίνακα με θέμα το αψέντι και τίτλο “Πότης αψέντι”. Δημιουργήθηκε σκάνδαλο στην έκθεση του 1859 και η επιτροπή αρνήθηκε την έκθεση του έργου. Το λάτρεψαν παράφορα όλοι οι παρανοϊκά γοητευτικοί καλλιτέχνες της μετα-ντανταϊστικής παρέας των ερωτιδέων.
Μανέ, Ουάιλντ) μετέτρεψε το αψέντι σε έμβλημα αμφισβήτησης και έμπνευσης, εκτοξεύοντας την κατανάλωσή του στις αρχές του περασμένου αιώνα στα 36 εκατομμύρια γαλόνια το χρόνο, μόνο στη Γαλλία. Το αριστούργημα του Έρνεστ Χέμινγουεϊ “Για ποιόν χτυπάει η καμπάνα” γράφτηκε υπό την επήρεια της “πράσινης νεράιδας”. Ένα βράδυ του 1889 ο Toulouse Lautrec σερβίρει ένα cocktail με βάση το αψέντι στους θαμώνες του Moulin Rouge και η «πράσινη νεράιδα» αποκτά επισήμως το διαβατήριο της για τους κύκλους της διανόησης. Η απελευθέρωση της “πράσινης νεράιδας” Για σχεδόν 80 χρόνια η “πράσινη νεράιδα” ήταν έγκλειστη στο κλουβί της παρανομίας. Το 1998 η Ευρωπαϊκή Ένωση καθόρισε τις περιεκτικότητες και απελευθέρωσε το μυθικό ποτό, αν και υπάρχουν ακόμη χώρες, όπως η Αμερική που ισχύει η απαγόρευση. Η περιεκτικότητα του σε αλκοόλ πλέον ποικίλει. Από 48% ως και 80% Vol. Το αψέντι παράγεται κυρίως σε Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία, Αυστρία και Τσεχία. Όταν το γευθείτε πρέπει να νιώσετε την πίκρα στο στόμα σας. Παρασκευάζεται με ειδικό τρόπο, που τροφοδοτεί τον μύθο του. Ποτήρια, κουταλάκια, καράφες, πιατάκια, δοχεία νερού και γενικά όλα τα σύνεργα που φτιάχτηκαν ειδικά για την ιεροτελεστία προετοιμασίας του αψεντιού, αποτελούν πλέον συλλεκτικά αντικείμενα.
Το γεγονός ότι αποτέλεσε τη μούσα των διανοουμένων της εποχής (Πικάσο, Χέμινγουεϊ, Βαν Γκογκ, Ζολά, Μποντλέρ,
[25]
Paranoise: Μπορείς να μου διηγηθείς την ιστορία των Au Revoir Simone, πως συναντηθήκατε, τι σας ώθησε να δημιουργήσετε την μπάντα, την αρχική σας πεποίθηση και από που προέρχεται το όνομα; Annie: Είχαμε έναν προαίσθημα η καθεμία μέσα μας το οποίο μας μίλησε όταν βρήκαμε τα κατάλληλα άτομα για να παίζουμε μαζί. Ολές μας αγαπούσαμε τα keyboards από τότε που είμασταν παιδιά και είχαμε την ανάγκη να βρούμε αλλούς οι οποίοι θα ένιωθαν ολοκληρωμένοι κάνοντας το ίδιο πράγμα.
[26]
Paranoise: Ποιός είναι ο ήχος του καινούργιου σας album ‘Still Night,Still Light’ ; Tι να περιμένουμε; Τι αντιπροσωπεύει το όνομα του album; Annie: Το φαντάζομαι σαν ένα κέντημα πολύχρωμο, χειροποίητο και πονηρό. Paranoise: Παρατήρησα οτί έχετε τα παρακάτω lyrics: “Places exist, just when we need them” από το τραγούδι σας ‘Tell me’ σαν επικεφαλίδα στο Myspace σας. Αυτοί οι στίχοι σημαίνουν κάτι ιδιαίτερο για εσάς; Annie: Ναι. Γενικά ταξιδεύουμε πολύ και έχουμε ανάγκη να δημιουργήσουμε μία αίσθηση σπιτιού οπουδήποτε κι αν είμαστε ή χάνουμε το μυαλό μας. Επίσης αναφέρεται στο πόσο ευνοήμενες είναι οι ζωές μας, πως συνέβησαν τα πάντα στη σωστή στιγμή και σε αυτές τις στιγμές δυσκολίας όταν απλά δεν μας προετοιμάζουν για να τα καταφέρνουμε καλυτερα στο μέλλον. Το νόημα έιναι ότι πρέπει να προσπαθείς να πάρεις τα πάντα από την ζωή σου, οτιδήποτε κι αν πετυχαίνεις. Paranoise: Πώς η ζωή σε μία μεγαλούπολη όπως είναι η Νέα Υόρκη επηρέασε τις μουσικές σας επιρροές; Annie: Η μεγαλύτερη επίδραση είναι ότι βλέπεις πολλές μπάντες να παίζουν κάτι που δε θα συνέβαινε σε μία άλλη πόλη και ακούς πολλούς καινούργιους ήχους στη ζωή σου. Επίσης αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι σχηματίζουν έναν υπέροχο κύκλο ανθρώπων που σε βοηθούν να πετύχεις στους στόχους σου. Paranoise: Με τι ασχολείστε στον ελέυθερο χρόνο σας έξω από την μπάντα; Annie: Δεν έχω συνειδητοποιήσει ότι έχω ζωή εκτός της μπάντας. Paranoise: Ποία είναι η άποψη σου για την σημερινή μουσική σκηνή; Πιστέυεις ότι προοδεύει, μένει στάσιμη ή πηγαίνει πίσω; Ποίες μπάντες σου άρεσαν τελευταία; Annie: Η μουσική προχωραέι πάντα μπροστά και όποιος παραπονιέται ότι η μουσική γίνεται βαρετή δεν ακούει αρκετή μουσική. Τον τελευταίο καιρό άκουσα πολύ τους Diamond Rings, Mogwai, Julie Doiron και την Ida Maria. Paranoise: Υπάρχουν σχέδια για live στην Ελλάδα στο πρόσφατο μέλλον; Annie: Αν μας καλέσετε στην Ελλάδα θα έρθουμε.
[27]
Τελείωσε γραφικές τέχνες σε τεχνικό λύκειο και στην συνέχεια σπούδασε αρχιτεκτονική εσωτερικών χώρων στην Applied Arts Studies BA(Hons) Bachelor of design University of Central Lancashire παραρτήμα Αγγλικού πανεπιστημίου στην Θεσσαλονικη. Κατά την διάρκεια των σπουδών του παρουσίασε έργα του σε ατομική και ομαδική έκθεση στο Art house gallery bar ενώ παράλληλα τον συναντήσαμε στα deks γνωστών spot της πόλης όπως Pasta Flora, Art house, Zenit. Εργάστηκε ως freelancer σε συνεργασία με αρχιτεκτονικά γραφεία, μέχρι που ένα πρωί μάζεψε τις βαλίτσες του και έφυγε για Βαρκελώνη.
[28]
Εκεί παρακολούθησε μαθήματα στο Centro Privado Autorizado d’Artes Plasticas y Diseno-C.Aut de grado medio y supe ELISAVA προκειμένου να ολοκληρώσει τις μεταπτυχιακές του σπουδές στον τομέα «Τέχνη και Αρχιτεκτονική στο δημόσιο χώρο». Στα πλαίσια του summer case festival (Barcelona, Spain) έπαιξε μουσική στα back stage για τους Sex Pistols, Blondie, Verve, Primal Scream και άλλa γνωστά groups της παγκόσμιας σκηνής. Εδώ και λίγο καιρό είναι μεταξύ Αθήνας - Βαρκελώνης - Θεσσαλονίκης, οργανώνοντας τα επόμενα σχέδια του, όντας σε ανοιχτή συνεργασία με την εταιρεία «Diathlasis Architetural Lighting» και ετοιμάζεται να μας καταπλήξει με την ερχόμενη έκθεση του! Εμείς απλά περιμένουμε! [58] [30]
[31] [59]
«Την είπαν Χώρα των Κλεφτών , «χωάρα ντι φούρι» και την ονόμασαν Νιβεάστα, που στα καθ’ημάς αρμανικά, στα λεγόμενα βλάχικα, σημαίνει ταυτόχρονα Νύφη, Αθέατη και Χιονάτη. Είναι και τα τρία. Μετά έξι περίπου αιώνες τη μεταγλώττισαν ορθά στα βαθυά ελληνικά και την επέγραψαν πατρογονικά Νυμφαίον-τόπος όπου κατοικούν οι Νύμφες. Πραγματικά οι Νύμφες ενοικούν στον τόπο, στις ψυχές των
ανθρώπων του και στα μακρά χειμωνιάτικα νυχτέρια τους, οπότε ο λόγος ζεστός πλέκει τα παραμύθια τους και κατανυκτικός παραμυθεί, παρηγορεί , την απαντοχή γύρω από την άγρυπνη εστία. Νύχτες σπαρμένες μάγια. Τις φεγγαρόλουστες νύχτες εξέρχονται οι Νύμφες από τις λαγκαδιές με τις κλαίουσες ιτιές και τις ασημωμένες νεροσυρμές. Παίζουν εξαίσιες μουσικές – λαούτα, ντέφια
και βιολιά. Με τα λευκά πόδια τους, γυμνά, χορεύουν κύκλιους χορούς, τρυφερές στα ανθισμένα ξέφωτα και στους χλωερούς λειμώνες. Τα αραχνούφαντα πέπλα τους λυτά, κυματιστά στη μεσονύκτια δροσιά. Μερικοί τις είδαν, περισσότεροι τις άκουσαν και μας το ομολόγησαν.....» Απόσπασμα από το βιβλίο «Το όνομα του παραμυθιού –Νυμφαίον» του κ. Νικόλαου Ι. Μέρτζου εκδόσεις ΜΙΛΗΤΟΣ
Σ’αυτό τον παραμυθένιο τόπο θα ανακαλύψετε πως συνδιάζονται η φύση με τις γεύσεις, σ’ ένα χώρο που σχεδιάστηκε με συνέπεια για το ίδιο το χωριό και για τους ανθρώπους του. Εξαιρετικής ποιότητας ορεινή κουζίνα, και ένα περιβάλλον που θα σας μαγέψει από την πρώτη στιγμή.
Εστιατόριο Ξενώνας Λινούρια Νυμφαίο Τηλέφωνα επικοινωνίας : 6944 151513 / 6945 755055 [32]
[33]
Στην Αρίστη, ένα από τα ομορφότερα χωριά του Ζαγορίου, δημιουργήσαμε με αγάπη στην Ηπειρώτικη Αρχιτεκτονική ένα Boutique ξενοδοχείο. Μεγάλη προσοχή δόθηκε στην εσωτερική διακόσμηση ώστε όλοι οι χώροι του ξενοδοχείου να αγκαλιάζουν ζεστά και
φιλόξενα τον επισκέπτη. Ιδανικό ορμητήριο για όποιον θέλει να περιηγηθεί και να εξερευνήσει την άγρια ομορφιά που αποπνέουν τα ζαγοροχώρια. Απολαύστε την ξεκούραση με στρώματα Dunlopillo RICHMOND με επένδυση Latex
σε δωμάτια μη-καπνιστών. Δωρεάν χρήση γυμναστηρίου για τους φανατικούς της άθλησης. Σάουνες, μπιλιάρδο και εξωτερικό θερμαινόμενο SPA στη διάθεσή σας για διασκέδαση και χαλάρωση. Τα βράδια, στο κελάρι του ξενοδοχείου, λειτουργεί wine-
-bar όπου μπορείτε να δοκιμάσετε, εκτός των άλλων, μια μεγάλη ποικιλία εκλεκτών κρασιών ή χαλαρώστε παίζοντας μπιλιάρδο. Όσοι αγαπάτε την περιπέτεια, μπορείτε με τους εξειδικευμένους συνεργάτες μας να αποδράσετε με ειδικές εξορμήσεις για ράφτινγκ, ιππασία, περιηγήσεις με τετράτροχα atv ή mountain bike. [34]
Τοποθεσία: Αρίστη Ζαγοροχώρια, απέχει 45 λεπτά από τα Ιωάννινα • Κατηγορία: Ξενοδοχείο τριών αστέρων • Διαμονή: 11 δωμάτια, τα δύο Junior Σουίτες με τζάκι • Παροχές δωματίων: Όλα τα δωμάτια διαθέτουν κεντρική θέρμανση, μπάνιο με καλλυντικά L‘OCCITANE, σεσουάρ, ολόσωμο μπουρνούζι, παντόφλες, πλήρως εξοπλισμένο mini-bar, καφετιέρα, θυρίδα ασφαλείας, Flat-TV με 2 ταινίες καθημερινά και δωρεάν πρόσβαση στο internet • Παροχές: Σαλόνι υποδοχής με τζάκι, wifi, εξωτερικό θερμαινόμενο SPA, sauna, γυμναστήριο και μπιλιάρδο στο wine-bar • Εστιατόριο - Βar: Λειτουργεί αίθουσα πρωινού και wine-bar • Τιμές: 90 έως 160 ευρώ με πλούσιο πρωινό μπουφέ • Πιστωτικές κάρτες: Γίνονται δεκτές οι περισσότερες πιστωτικές κάρτες. 440 04 ΑΡΙΣΤΗ | ΖΑΓΟΡΙ | ΗΠΕΙΡΟΣ T: 26530 41070 | F: 26530 41080 | Kιν.: 6955 693 721 welcome@gamilarocks.com | www.gamilarocks.com [35]
Το Nastou View Hotel αποτελεί έναν επίγειο παράδεισο που περιμένει να μαγέψει τον κάθε επισκέπτη... Χτισμένο δίπλα στο δάσος σε υψόμετρο 502 μέτρων, το Nastou View Hotel προσφέρει από τον Απρίλιο του 2007 αμέτρητες στιγμές χαλάρωσης, ξεγνοιασιάς και απόλαυσης στους θαμώνες του. Η τοποθεσία που επελέγη για την ανέγερση του Nastou View Hotel , στους πρόποδες του Όρους Μπέλες, συνδυάζει μοναδικά
χαρακτηριστικά και πλεονεκτήματα, καθώς το ξενοδοχείο όχι μόνο βρίσκεται σε μία καταπράσινη δενδρόφυτη έκταση, αλλά επιπλέον προσφέρει στον επισκέπτη μία ασύγκριτης ομορφιάς πανοραμική θέα στη λίμνη Κερκίνη, στην πεδιάδα και στα γύρω χωριά. Το ξενοδοχείο διαθέτει 10 πολυτελή δωμάτια, το καθένα με ξεχωριστό χαρακτήρα και διάκοσμο, όλα με σαγηνευτική θέα, που δημιουργήθηκαν με έμφαση στη λεπτομέ-
ρεια και θα ικανοποιήσουν ακόμα και τους πιο απαιτητικούς. Χειμωνιάτικες βραδιές στα δωμάτια δίπλα στο αναμμένο τζάκι, ανοιξιάτικες περιηγήσεις σε μαγευτικά ορεινά τοπία, εξορμήσεις και βαρκάδες στα νερά της λίμνης, στιγμές ξεκούρασης στα περίφημα λουτρά της περιοχής. Αυτές είναι μερικές μόνο από τις αμέτρητες ευκαιρίες απόλαυσης που προσφέρονται στους επισκέπτες.
Η περιοχή προσφέρεται για μια πληθώρα δραστηριοτήτων, μερικές από τις οποίες ενδεικτικά αναφέρονται στη συνέχεια: Πεζοπορία • Ορειβασία • Ποδηλασία • Βαρκάδα στη Λίμνη Κερκίνη • Ιππασία • Χαμάμ • Jeeping • Κυνήγι • Επίσκεψη στο οχυρό Ρούπελ • Επίσκεψη στο ησυχαστήριο του Τίμιου Προδρόμου (Ακριτοχώρι) • Επίσκεψη στο βοτανικό κήπο ΚΡΟΥΣΣΙΩΝ • ΕΠΙΣΚΕΨΗ στο σπήλαιο της Αλιστράτης • Επίσκεψη στο φαράγγι του ΑΓΓΙΤΗ • Σκι • Χειμερινά σπορ. [36]
Nastou View Hotel Ανω Πορρόια Σερρών Τηλ.: 0030 23270 51586-7 • Fax.: 0030 23270 51581 e-mail: info@nastouview.gr • http://nastouview.gr [37]
Από την δημοσιογραφική ομάδα της σχολής
Την Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2009 το σχολείο μας διοργάνωσε στα πλαίσια των Δημητρίων μια σημαντική πολιτιστική εκδήλωση, που πραγματοποιήθηκε στην Αίθουσα Τελετών του Α.Π.Θ. Οι χορωδίες της Αδαμαντίου Σχολής με τη μαέστρο κα Έλενα Κυρίτση και της Ελληνογαλλικής Σχολής ΚΑΛΑΜΑΡΙ με τη μαέστρο κα Νατάσα Ιγνατιάδου και μουσικούς του Λυδικού Ωδείου τραγούδησαν αγαπημένες μελωδίες του Μίμη Πλέσσα. Στη συνέχεια ο συνθέτης απόφοιτος και ο ίδιος ελληνογαλλικού σχολείου, της Λεοντίου Σχολής Αθηνών
[38]
- συνόδευσε στο πιάνο τόσο τη χορωδία του ΚΑΛΑΜΑΡΙ, όσο και την ίδια τη μαέστρο κα Νατάσα Ιγνατιάδου σε τραγούδια δικά του. Στο Β’ μέρος της εκδήλωσης ο μουσικοσυνθέτης συνόδευσε στο πιάνο τους τραγουδιστές κα Ιώ Νικολάου και κ. Κώστα Τσαχουρίδη, ενώ στο μπουζούκι συνόδευε ο κ. Γιώργος Παχής σε «τραγούδια που δεν άγγιξε ο χρόνος». Ήταν μια εκδήλωση που μας ταξίδεψε στο παρελθόν, σε αγαπημένες και αξέχαστες μελωδίες που μένουν ανεξίτηλα χαραγμένες στις καρδιές όλων μας.
Τα αποτελέσματα της προηγούμενης σχολικής περιόδου έφεραν το Σχολείο μας σε ζηλευτή θέση μεταξύ των σχολείων της χώρας. Πρώτη ανάμεσα στους μαθητές μας, με 19698 μόρια, επιτυχούσα στην Ιατρική Θεσ/νίκης, η μαθήτρια Αλίκη Λαζαρίδου, η οποία βραβεύθηκε από τη Νομαρχία Θεσ/νίκης γιατί πέτυχε μια από τις δέκα καλύτερες επιδόσεις του Ν. Θεσ/νίκης.
Επειδή πιστεύουμε ότι οι επιτυχίες μας αποτελούν τη σημαντικότερη πηγή αισιοδοξίας για όλους μας αλλά κυρίως για τα παιδιά μας σας παραθέτουμε ορισμένα στοιχεία: • 23% των μαθητών πέτυχε βαθμό πρόσβασης στις γραπτές Πανελλαδικές Εξετάσεις από 18 εώς 20 (Πανελλήνιο ποσοστό 12%) • 64,2% των μαθητών πέτυχε βαθμό πρόσβασης στις γραπτές Πανελλαδικές Εξετάσεις από 15 εώς 20 (Πανελλήνιο ποσοστό 35%) Οι επιτυχίες των παιδιών μας κάνουν ιδιαίτερα • Ποσοστό αριστούχων Γ’ Λυκείου 76% υπερήφανους καθώς είναι αποτέλεσμα συνεχούς • Ποσοστό Απορριφθέντων Γ’ Λυκίου 0% και άοκνης προσπάθειας που ξεκινά από τα πρώ• 80% των μαθητών εισήχθη σε Α.Ε.Ι. και 20% σε Τ.Ε.Ι. τα χρόνια του δημοτικού μας και ολοκληρώνεται • 27% των μαθητών πέρασε στην πρώτη του προτίμηση στις τελευταίες τάξεις του Λυκείου της Σχολής. • 52% των μαθητών εισήχθη σε σχολές της Θεσ/νίκης Με τα αποτελέσματα αυτά δικαιώνεται ο μόχθος σας, η προσπάθεια εκπαιδευτικών και μαθητών καθώς και η επιλογή μας να επικεντρώσουμε τον εκπαιδευτικό μας προγραμματισμό στο τρίπτυχο ελληνική και ευρωπαϊκή παιδεία, εκμάθηση ξένων γλωσσών, προσφορά και πιστοποίηση γνώσεων πληροφορικής.
NEA
Στις 22/11/09 πραγματοποιήθηκε με μεγάλη επιτυχία το Χριστουγεννιάτικο bazaar στο ξενοδοχείο Mediterranean Palace που διοργάνωσε ο νέος σύλλογος αποφοίτων του Καλαμαρί. Τα έσοδα διατέθηκαν στο ίδρυμα παιδιών με σύνδρομο down. Για εγγραφες στο νέο σύλλογο αποφοίτων επικοινωνήστε με την πρόεδρο κα Σμαρώ Βλαχοπούλου 6944 635920
Δ.Σ. Συλλόγου Αποφοίτων Ελληνογαλλικής Σχολής Καλαμαρί Πρόεδρος: Αντιπρόεδρος: Γεν. Γραμματέας: Ταμίας: Σύμβουλος: Αναπλ. μέλος:
Σμαρώ Βλαχοπούλου Ελένη Συνδίκα - Φώτου Μάγδα Βασιλικού - Ζαφειράκη Μαργαρίτα Φασιανού - Παρασκευοπούλου Αλέκα Μητρούδη - Ανδρεάδη Βάσω Κουτσουφλιανιώτη - Στάθη
[39]
[48]
Από τον Θοδωρή Μάρκογλου
Όποιος πει ότι «στη Θεσσαλονίκη δε συμβαίνουν πράγματα» ή ότι «δε γίνεται τίποτα εδώ», πιστεύω πως πλέον διαψεύδεται από τα ίδια τα ποικίλα πολιτιστικά γεγονότα που παίρνουν μέρος στη πόλη ή που θα εμφανιστούν στο μέλλον. Οι παρακάτω γραμμές παρουσιάζουν σχηματικά μερικές από τις τωρινές ή μελλοντικές δράσεις μουσείων και γκαλερί της Θεσσαλονίκης.
[42]
Η Κίνηση των Πέντε Μουσείων (5Μ), δηλαδή η κοινή προσπάθεια πέντε μουσείων της Θεσσαλονίκης (του Αρχαιολογικού, του Βυζαντινού, του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, και του Τελλογλείου Ιδρύματος) να συνεργαστούν στενότερα για την προώθηση του πολιτισμού, καρποφόρησε με εκθέσεις έργων του ιστορικού Σουρεαλιστή εικαστικού Joan Miro. Συγκεκριμένα έως τις 5/2/2010 στο Τελλόγλειο Ίδρυμα φιλοξενείται η έκθεση Ο Miro της Μαγιόρκα, σε συνεργασία με το Ίδρυμα Pilar i Joan Miro, με μεγάλο αριθμό έργων και τεκμηρίων που καλύπτουν όλη τη θεματολογία του καλλιτέχνη και αφορούν σε ζωγραφική, γλυπτική, χαρακτική, σχέδια, σκίτσα για γλυπτά ή για δημόσια τέχνη κτλ (Ώρες λειτουργίας: Τρίτη - Πέμπτη - Παρασκευή: 9.00 -14.00 , Δευτέρα - Τετάρτη: 9.00 - 14.00 και 17.00 - 21.00, Σάββατο - Κυριακή: 10.00 – 18.00).
Το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης έως τις 31/1/2010 διοργανώνει τη διπλή έκθεση Ο Miro κι ο Υπερρεαλισμός και Το Εργαστήρι της Μαγιόρκα στις φωτογραφίες του Francesc CatalaRoca. (Ώρες λειτουργίας :Τρίτη – Πέμπτη – Σάββατο: 10:00 – 18:00, Τετάρτη: 10:00 – 22:00, Παρασκευή: 10:00 – 19:00, Κυριακή: 11:00 – 15:00).
Στο πλαίσιο του επετειακού 50ού Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης διοργανώνει την έκθεση Ο Μιρό της Μαγιόρκα και τα εργαστήρια σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας έως τις 7-1-2010. Έως τις 10/1/2010 συνεχίζεται η έκθεση Tο Όμορφο δεν είναι παρά η αρχή του Τρομερού στη Μονή Λαζαριστών, την έδρα του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (Ώρες λειτουργίας ΔεύτεραΠαρασκευή 10-2 και 5-9, Σάββατο-Κυριακή 10-9).
Από τα τέλη Ιανουαρίου μέχρι αρχές Απριλίου, πάλι στη Μονή Λαζαριστών, σχεδιάζεται έκθεση Ρωσικής Πρωτοπορίας με τα
πρώιμα έργα της συλλογής (1900-1915), αφιερωμένη στα 100 χρόνια από την έκδοση του Πρώτου Μανιφέστου του Ρωσικού Φουτουρισμού. Το Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης (Αποθήκη Β1, Λιμάνι Θεσσαλονίκης), που αποτελεί παράρτημα του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, από τις 16 Ιανουαρίου έως τις 11 Απριλίου 2010 παρουσιάζει αναδρομική έκθεση της Αθηνάς Τάχα με τίτλο Αθηνά Τάχα: από το Δημόσιο στο Ιδιωτικό. Το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης σε συνεργασία με το 50ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και το Centre Regional d’Art Contemporain Languedoc-Roussillon, στο πλαίσιο των επετειακών εκδηλώσεων των 30 χρόνων του Μουσείου και των 50 χρόνων του Φεστιβάλ, παρουσιάζει την έκθεση Η Πρώτη Εικόνα. Έως τις 31/1/2010 (Ώρες λειτουργίας :Τρίτη – Πέμπτη – Σάββατο: 10:00 – 18:00, Τετάρτη: 10:00 – 22:00, Παρασκευή: 10:00 – 19:00, Κυριακή: 11:00 – 15:00).
Η «εικόνα» της αρχιτεκτονικής στη βυζαντινή τέχνη, η πρόσληψη και απόδοση του αρχιτεκτονικού χώρου, πραγματικού και υπερβατικού, αποκαλύπτονται στη διεθνή έκθεση Η Αρχιτεκτονική ως Εικόνα. Πρόσληψη και αναπαράσταση της αρχιτεκτονικής στη βυζαντινή τέχνη που παρουσιάζεται στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού έως τις 31 Ιανουαρίου 2010. Τέλος, όσον αφορά τη δραστηριότητα των μουσείων της πόλης, θα αναφέρουμε τη γνωστή πλέον σε όλους Photobiennale – 21η Διεθνή Φωτογραφική Συνάντηση που διοργανώνει το Μουσείο Φωτογραφίας, η οποία θα διεξαχθεί τον Απρίλιο και τον Μάιο του 2010.
Γράφει ο Κωνσταντίνος Κωνσταντίνου
[44]
Ξύπνησα με μάτια πρησμένα, σχεδόν κολλημένα. Άνοιξα με κόπο τα παράθυρα και αναμένοντας να εισπνεύσω τον καθαρό αέρα αντιμετώπισα τη θύελλα. Ένας κυκεώνας σκέψεων και αντιδραστικών στοιχείων, όλα αποτέλεσμα της πλασματικής πραγματικότητας του ονείρου μου. Έξω φυσούσε, μαινότανε ο παππούς θυμωμένος αλλά και απόμακρος. Κάτι μου θυμίζει, κάτι μου μυρίζει. Στις 4 η ώρα το πρωί πότιζα το δυόσμο μου στο μπαλκόνι -Θεέ και Κύριε- έχει γίνει ένας δράκος. Μεγάλωσε, έγινε ψηλός «σαν κυπαρίσσι». Η γεύση παράλληλη με την όψη -το θέαμα καταπραϋντικό. Δίπλα καμαρώνει τώρα πια το δεντρολίβανο του Π. Στητό και με στόμφο, φωνάζει για κοτοπουλάκι στο φούρνο με πατατούλες και λιωμένο βούτυρο -μια επέμβαση στον εσωτερικό χώρο του πουλιού, μια εισβολή από θυμάρι και δεντρολίβανο στα privates του. Η γεύση του καφέ με προκαλεί και με προσκαλεί σε μονοπάτια της πόλης που περπατήσαμε μαζί. Ένα τηλέφωνο μακριά πέφτει η φωνή σου -μουσική και γαλήνη. Δεν μπορείς. Αφήνω τις σκέψεις μου στο σπίτι να αναρωτιούνται που πάω και οδεύω downtown. Είναι η μέρα για βόλτες, αγορές και προσωπικό χώρο -δικό μου χρόνο.
Έξω, ο πίνακας κυμαίνεται από ανέμελο Van Gogh που εξυμνεί τη φύση, σε αυστηρό Pollock που δίνει γραμμή στη σοβαρότητα αλλά και χάος. Ο κόσμος λιγοστός, πολλοί έχουν φύγει από την πόλη εγκαταλείποντας για λίγο τις σκέψεις τους και οι άλλοι ρίχνουν ύπνους μετά το χθεσινό πανηγύρι. Μία κυρία στο δρόμο, δίπλα μου, φοράει μια ρόμπα με έντονα floral μοτίβα και κουβαλάει σαν καμήλα τα ψώνια της εβδομάδας -έχει την καμπούρα της καμήλας αλλά και την αντοχή της απ’ ότι βλέπω. Είναι στα 60 κοντά, ρυτιδιασμένη και αφυδατωμένη (κουρασμένη από το πέρασμα του χρόνου -φαίνεται πολύ η ταλαιπωρία στα μάτια της) δείχνει να έχει αφεθεί τελείως στο χρόνο και στον πόνο -σώμα της. Ξάφνου, πέφτουν μεγάλες σταγόνες βροχής από τον ουρανό και η κυρία floral αναγκάζεται να αφήσει για λίγο το βάρος που κουβαλά (τις σακούλες) και να ψάξει για την ομπρέλα της. Αν ήτανε πίνακας ζωγραφικής θα ήτανε το κορίτσι με το σκουλαρίκι (στο δικό μου κόσμο) και οι εργάτριες που σκύβουν στα χωράφια
(στο δικό της). Την αφήνω και τρέχω σ’ένα υπόστεγο –βρέχει καταρρακτωδώς και η βροχή παρά είναι λυτρωτική. Στο λεωφορείο σκέφτομαι το μάλλινο πουλόβερ το βρεγμένο. Όχι αυτό που φοράμε ενίοτε, αυτό που αισθανόμαστε συχνά. Το έχω ταυτίσει με συναίσθημα, με σκέψεις που βαραίνουν και που φορτώνουν το νου. Έχει την αίσθηση του βρεγμένου μάλλινου που είναι τοσο βαρύ και τόσο δύσφορο που σε αναγκάζει να το βγάλεις κι ας εκτεθείς στο κρύο. Η βροχή το κάνει πιο μεγάλο, εισχωρούν οι σταγόνες ανάμεσα στις ίνες του, σαν μικροί εισβολείς με θράσος δυσανάλογο με το μπόι τους. Ανοίγουν πόρτες και παράθυρα και ενοχλούν τους ανέμελους κατοίκους τις Πουλοβερούπολης, κάνουν φασαρία και τραβάνε κάθε ίνα, μακραίνοντας την, διπλασιάζοντας την σχεδόν σε μήκος. Είναι ένα συναίσθημα το οποίο έχω οπτικοποιήσει με αυτό το πουλόβερ καθώς περνάνε τα χρόνια -αυτό το feeling που λεμε «με βαραίνει». Κι όλα αυτά λόγω βροχής. Μπόρα είναι, θα περάσει; [45]
Αισθάνομαι πως έχω φταίξει, πως έχω κάνει κάτι κακό. Ίσως να είναι αλήθεια, ίσως έπρεπε να το χειριστώ αλλιώς. Έλα που η ανασφάλεια εισβάλλει μερικές φορές και αναστατώνει. Έλα που με αγχώνει η συνέχεια -το αύριο χωρίς αυτή την πολυπόθητη αλλαγή. Η οικονομική αλλαγή αλλά και η ασφάλεια, το ένα φέρνει τ’άλλο και τα δύο τη γαλήνη. Δεν πειράζει, έχει γίνει μια αρχή και είναι καλό μου λένε πολλοί. Χαίρομαι που έχει γίνει μια αρχή -ζήσε το τώρα και μη μελαγχολείς για το μέλλον. Το ήθελα πολύ όμως, μου πήρε κάποιες μέρες να το αποφασίσω αλλά τότε, εκείνη την Κυριακή, είχα αποφασίσει πως ήθελα να το κάνω. Να προχωρήσω, να το αλλάξω το πουλόβερ και να βάλω ένα t-shirt. Είναι ένα μπλε t-shirt με ένα ρόζ τάρανδο -με δροσίζει και θέλω να αντικαταστήσω το μάλλινο με το βαμβακερό. Να βάλω σαγιονάρες και να περπατήσω στην αμμουδιά, να τις βγάλω και να αφήσω την άμμο να αγκαλιάσει τα δάκτυλα μου. Θύμησες από εκείνο το βράδυ. Έφτασα στον προορισμό μου, είχα καιρό να δώ την πόλη -χωρίς τα μάτια σου, μου έλειψαν πολύ. Ένας κύριος με ρωτάει για μια διεύθυνση, μια πόρτα άγνωστη στην μέση της πόλης. Αγοράζω νερό και περιοδικά, κατευθύνομαι προς ενα βιβλιοπωλείο και κλείνω πίσω μου την πόρτα στη βαβούρα. Θα χαθώ για λίγο εδώ, στον χάρτινο κόσμο του παραμυθιού και μετά θα πιώ καφέ. Θα κλείσω την πόρτα πίσω μου και θα περιμένω να περάσει η μπόρα. Ο ουρανός θα γίνει πιο γαλανός.
[46]
Λατρεύω τη ζέστη και τον ήλιο. Την ελευθερία που μου χαρίζουν τα λίγα ρούχα που φοράω και η έλλειψη βαριών σκεπασμάτων στο κρεβάτι. Κυρίως όμως λατρεύω την επιθυμία που μου γεννούν για βόλτες, ξενύχτια και αγάπες. Το κρύο και η Γράφει η Δέσποινα Σιφνιάδου συννεφιά υπάρχουν για να εξυπηρετούν άλλες διαδικασίες. (φοιτήτρια σχολής κινηματογράφου) [48]
Αν μου έλεγε κάποιος φέρε στο μυαλό σου μια εικόνα εντατικής δουλειάς, θα εικονοποιούσα εμένα μέσα σε ένα γραφείο μπροστά σε ένα pc και έξω τον καιρό να είναι βροχερός και μουντός. Τίποτα δεν με εμπνέει πιο πολύ για μία μέρα πνευματικής εργασίας όσο ο συννεφιασμένος, θυελλώδης καιρός. Ο χειμώνας είναι, λοιπόν, μέσα στα άλλα, και η εποχή της σκληρής προσπάθειας και της επίτευξης στόχων. Επιπλέον, συνηθίζουμε να περιορίζουμε τις εξόδους μας και προτιμάμε ζεστές μαζώξεις σε σπίτια. Ακόμα δεν έχω βρει παρέα που να ειδικεύεται στην ετοιμασία gourmet γευμάτων. Του χρόνου... Από τέλη Νοεμβρίου μπαίνουμε (μας βάζουν;) σε χριστουγεννιάτικο κλίμα. Μου έχουν μείνει κατάλοιπα από την παιδική μου ηλικία. Όλος ο Δεκέμβριος μου φαίνεται γιορτινός. Παίζει μεγάλο ρόλο βέβαια και το επίδομα, μην ξεχνιόμαστε. Αν έχεις λεφτά σου “γυαλίζουν” όλα διαφορετικά. Η αναμονή των δώρων, μία ξαδέρφη του μπαμπά σου που τη βλέπεις 2 φορές το χρόνο αλλά έχει γνώμη για την ζωή σου και το χαρτάκι που στήνεται μετά το ρεβεγιόν είναι το κερασάκι στην Δεκεμβριανή τούρτα. Ένα ακόμα κερασάκι στη δική μου τούρτα είναι και οι καινούριες συνταγές που ετοιμάζει η μαμά μου. Τέτοια όρεξη για μαγειρική…την εμπνέει μάλλον η περιρρέουσα αγάπη. Γκρί και μαύρες αποχρώσεις, λοιπόν, στην πόλη. Κασκόλ γύρω
από το λαιμό και σέξι σκούφοι. Νόστιμα κάστανα (μεγάλη αγάπη) και τσάι με γεύσεις. Τις προάλλες ήπια μαύρο τσάι καπνιστό. Ενθουσιάστηκα. Ένα must αυτό το χειμώνα είναι τα ταξιδάκια στο Λονδίνο, καθώς από φέτος μία καινούρια αεροπορική εταιρεία μας συνδέει από Θεσσαλονίκη σε τιμές ακόμα πιο φθηνές και από την Easyjet και σε ώρες μούρλια. Διαβάζω συνέχεια σε forum για την ταξιδιωτική θύελλα που έχει ξεσηκώσει. Επίσης ο Φεβρουάριος είναι “καυτός” μήνας για τους κινηματογραφόφιλους καθώς διεξάγεται η Berlinale. Φέτος το φεστιβάλ κλείνει τα 60α γενέθλια του και έχει ετοιμάσει εκδηλώσεις με flashback αναφορές σε ξεχωριστές στιγμές του. Μάλιστα καλούν όσους το έχουν επισκεφθεί να στείλουν τις αναμνήσεις τους και τις τυχόν καλές στιγμές τους με email, φωτογραφίες ή ότι άλλο θα σκεφθούν. Τυχεροί λοιπόν όσοι θα παρευρεθούν. Για τους υπόλοιπους “θνητούς” υπάρχει μία παρηγοριά. Οι εκπτώσεις. Ετοιμαστείτε – ξηλωθείτε – φύγαμε. Υ.Γ. Περιμένω πώς και πώς την καινούρια 3D ταινία της Disney: “A Christmas Carol” με τον Jim Carrey, το “Imaginarium of Dr. Parnassus” του Terry Gilliam και το “Nine”, το καινούριο μιούζικαλ του σκηνοθέτη του Chicago. Όπως και αν τον περάσετε σας εύχομαι να έχετε ένα καλό χειμώνα! [49]
Γράφει ο Δημήτρης Νάσκος Έπιασε κρύο. Οι σόμπες άναψαν. Περασμένα μεσάνυχτα. Ταξί αναμένουν στοιχισμένα στις πιάτσες του κόσμου. Πού και πού αντικρίζεις σκυλιά με πεσμένη ουρά. Έπιασε γλίτσα στις λεωφόρους. Το ψιλόβροχο φθείρει τις διαθέσεις σαν εντροπία. Σ’ ένα ημιυπόγειο μπάρ ο B. B. KING με την TRACY CHAPMAN τραγουδούν το THE THRILL IS GONE!! Κάποιος από την άκρη του μπάρ ακούστηκε να λέει πως «ο παππούς της blues πέθανε πρόπερσι!!» Τριγύρω μου ύποπτα ζευγάρια ασχολούνται με το κενό. Πιο πέρα δυο σαραντάρες καπνίζουν και πίνουν… στα μάτια τους η τρομερή απεικόνιση του Κρόνου που τρώει τα παιδιά του! Ο εξπρεσιονιστικός πίνακας του Γκόγια για τον χρόνο που σε εξοντώνει. [50]
Ένας καπετάνιος σηκώθηκε να πληρώσει. Τα κέρματα χόρεψαν στο ταμείο για λίγο. Με την άκρη του ματιού μου αντιλήφθηκα πως η σερβιτόρα στο βάθος παραλίγο να ρίξει τον δίσκο. Δεν άργησα να καταλάβω πως πρόκειται για μια ερασιτέχνισσα φοιτήτρια!
ΟΙ ΜΠΛΟΥΖ ΔΕΥΤΕΡΕΣ Στην Δέσποινα Μ.
Γυρίζω στον μπάρμαν και του προτείνω το άδειο ποτήρι μου. Εκείνος μου απαντά «να βάλω χρώμα;» Του χαμογελώ πονηρά τραβώντας προς τα πίσω την αριστερή πλευρά των χειλιών μου!
Δεν με γνώρισες καλά κι είχαμε να πούμε πολλά Αλλόκοτες οι συγκυρίες δεν ταίριαξαν σαν πάζλ Του χτες ιστορίες
Θλιμμένες Δευτέρες στου χειμώνα τ’ αναίτια νιάτα! Πρόσωπα κάτωχρα ηττημένα! Πρόσωπα και σώματα που κουβαλούν ακόμα την Κυριακάτικη θλίψη! Όλα μοιάζουν σαν αριστοφανικός χώρος βατράχων! Βάτραχοι σε λιμνάζοντα ύδατα! Εδώ βρίσκεις κάθε είδους «κόλλημα»!! Τέτοιες ώρες εδώ οι γαλάζιοι ποταμοί με το ατέρμονο ρεύμα φυγής δείχνουν απλά πολυτέλεια!!
Άραγε με θυμάσαι; Απόψε που κοιμάσαι; Άραγε λυπάσαι ή χαίρεσαι; Που να ‘σαι;
Όλα στο μυαλό μου σαν του Ρούμπικ τον κύβο Χρώματα μπερδεμένα σ’ αγάπησα δεν το κρύβω Βαριά ποτά δίχως πάγο ξετυλίγουν το νήμα Τα μπαρ στη μοναξιά δίνουν σχήμα Άραγε τι να κάνεις; Ποια όνειρα φτάνεις; Άραγε τι ψάχνεις μες τον χειμώνα; Ποιον θα ζεστάνεις;
Όμως η ώρα πέρασε. Πάντα περνάει… ο θρύλος έφυγε… ο λεπτοδείχτης κάρφωσε τις τέσσερις παρά τέταρτο ξημερώματα… σαν ενσταντανέ…
Το να πληρώσω μου απέμεινε πια Η νύχτα βάρκα με σπασμένα κουπιά
Σηκώθηκα να πληρώσω κι εγώ ετοιμόρροπος από τα ουίσκι. Ένας γνωστός θέλησε να μου βάλει την καμπαρντίνα!
Σιγά με πεθαίνουν οι μπλούζ οι Δευτέρες Πάντοτε λέω πως θ’ αλλάξω ζωή Τις επόμενες μέρες
Σαν έφυγα, η όμορφη βοηθός πήγε να μαζέψει και να εισπράξει τα δυο ευρώ πουρμπουάρ που της άφησα. Η τελευταία εικόνα που είχα από αυτήν πριν βγώ στο δρόμο ήταν η έκπληξη που σχηματίστηκε στο πρόσωπο της! Το άδειο πακέτο μου δεν ήταν απλά κάτι για πέταμα! Έκρυβε ένα μυστικό! Ένα μυστικό γραμμένο επάνω του με μολύβι! [51]
Γράφει ο Γιώργος Φουντέας Ψάχνει απεγνωσμένα το παλτό. Ανόσιε μνηστήρα, δεν αποτελεί ένα απλό χρηστικό αντικείμενο τετελεσμένης μνηστείας με την παγωνιά. Εκεί είναι, υπομονετικά θαμμένο, βαρύ το δύσμοιρο, ορφανεμένο, από αναμνήσεις ερώτων, σαν πονηροί λεκέδες, ουδόλως υπό της βιβλικής πλανεμένης ερμηνείας, που αρνούνται να φύγουν από το παγωμένο θυμικό του. Το παλτό, ως απαρχή μιας αναζήτησης, ρωτώ, τίνος, καλή του ψυχούλα, πιθανόν σιωπής - αποκρίνεται δαύτη, αισθημάτων ποικιλόμορφων ασφαλώς - αποκρίνεται σθεναρά το παλτό από το χώρο αναμονής. Αναμφίβολα, ο πολεμιστής βαρέθηκε το λευκό του τζην, το πέταξε σε μια άκρη της αποκαμωμένης του καρδιάς, άλλες, νέες εποχές, το χρώμα λευκό συνάδει με αναμνήσεις λιγωτικές του εκτυφλωτικού φωτός, ζεστό μεν, σαν περσινό καλοκαίρι, συνάμα πεπερασμένο στο επιθυμείν, ξεθωριασμένο. Αντιθέτως, ανατρέπονται τα όσα ισχύοντα από καταβολής των αχνισμένων αναπνοών, για το λευκό του πάγου, το χρώμα hiver. Οποιαδήποτε προφητεία για κρύο στα περιβάλλοντα, διεγείρει την προσδοκία για επαφές με καταδεκτικές ψυχές, σώματα κουρασμένα από μοναξιά, σε ένα παιχνίδι του πολεμιστή να θηρεύεται υποσχέσεις εποχικών επιρρημάτων για το επερχόμενο, της χαράς και του έρωτος καταζητούμενο.
[52]
Ανελλιπώς, όπως τους χειμώνες που προηγήθηκαν σε κάθε ζωή, το ίδιο παλτό, στο χρώμα hiver, εις έκαστον διαφορετικό, μεταμορφώνεται κατά τις θύμησες των παθών εκάστου, μιας γυνής και ενός ανδρός, με την αμαρτωλή γυνή να υπερέχει από φυσικού, τα χέρια της, ό,τι αγγίζουν το παγώνουν, τα μέσα της ό,τι ακουμπούν το λιώνουν. Και τούτο το χειμώνα, ο ανυπεράσπιστος άνδρας, ο πραγματικός χειμώνας, ουσιαστικό γένους αρσενικού,που θα ματαιοπονεί με υποσχέσεις, που θα πορεύεται με πόλεμο στα κρύα και αφιλόξενα των απανταχού υπάρξεων, θα ζεσταθεί με ένα παλτό. Αυτό, το λεκιασμένο, κατάρα και ευχή, θα τον κυκλοφορήσει στα σοκάκια, οπουδήποτε αυτός, εκείνους τους έρωτες, το μέλλον του ανταμώσει,στα μάτια θα κοιτάξει, θα γονατίσει στο λευκό του χιονιού, πάλι λεκέδες στο παλτό, αλίμονο, μην αφήσεις να είναι το γκρι της λάσπης, ψυχούλα του λατρεμένη, μην λησμονείς τη φθορά, θα επιθυμήσει, θα σωπάσει στο αδιανόητο. Και παρόλα αυτά, θα ανοίξει τα κατάβαθα της ντουλάπας, τα ύστερα, να ψάξει το παλτό. Θα το βρει, με γοργές κινήσεις θα το φορέσει πλάι του, θα ξεχυθεί στα σοκάκια. Θεσσαλονίκη, ρωτώ, οποιαδήποτε πόλη στο χωροχρόνο, με ένα ψίθυρο και απομακρύνεται για να μάθει τα υποσχόμενα. Άνοιξα. Με κατάπιε ο παγωμένος αέρας,ξεχύθηκα στα σοκάκια, μανιασμένα ποτάμια που οδηγούν αδιαμαρτύρητα στο ύδωρ της πόλης, τα κομμάτια μου με ακολουθούσαν κατά πόδας, βρεγμένα, συνάμα μαγεμένα από το νεφελώδες γκρίζο, ανθρώπων και τειχών,συντροφιά μου το παλτό να υποδεικνύει τα υποσχόμενα του χειμώνα. Την ίδια στιγμή λαχτάρησα τη ζέση της ανταριασμένης κλίνης, λησμονημένα κορμιά σε ανάκατα άνευ λόγου σκεπάσματα, διάφανα, αυτά της αδιάκοπης προσμονής να ζεστάνουν τα όνειρα της χειμερινής μοναξιάς μου, να με αφυπνίσουν από την ερωτική
νάρκη του Δεκεμβρίου, τάμα σε ψυχρό Θεό. Στο λεωφορείο κρύφτηκα αναμεταξύ των υπολοίπων παλτών, όλα ανέμεναν την Ισημερία ωσάν επανάσταση, πνίγηκα στην αγάπη που προσδοκούσαν τα σωθικά των άλλων ανθρώπων, ήθελα να ζητήσω –ικέτης πολεμιστής- στον άγνωστο δίπλα μου,να σπάσει το θολωμένο παράθυρο, το αδρανές του θολωμένου από ανήκεστο πόθο μυαλού του,να ακουμπήσει σαν μέγγενη τα χέρια του στο ζωντανό λαιμό μου, κατάλυμα, να τον ζεστάνω, όπως παλαιότερα υπέμενα τρυφερά την αυτή ιεροτελεστία από φίλους λατρεμένους, απέθαντους. Κοιτούσα τη θάλασσα και τους ανθρώπους που περπατούσαν πάνω της, αντικατοπτρισμός των οιονεί ερώτων μου, στρατός πολεμιστών. Ξεμπάρκαρα παραχρήμα στο όριο μεταξύ ουρανού και θάλασσας, ασύνορα,χυμένες υποστάσεις σαν σε παράδεισο ασχημάτιστο,αναρωτιόμουν μέσα στο παραστράτημα του κολασμένου περιπάτου μου, πούθε ξεκινά η στεριά, η παγωμένη μου καρδιά, η πραγματικότητα της αγάπης μου για τις σιωπές - πας εις το διαλαλεί - στα κρύα το στόμα προτιμά ερμητικά το φιλί, πούθε ελλοχεύει το χρώμα hiver στα κενά μεταξύ των ανθρώπων που προσμένουν Αυτό που λιώνει παγετούς. Και σαν εν αναμονή ερωτευμένος, κατάλαβα στα ύστατα σαν λύτρωση, το κρύο των χειμώνων μου, δεν με ωθεί να αναζητώ το επόμενο, την εποχή που θα ‘ρθει να σύρει το παλτό στα αζήτητα, παρά μόνο τούτο,τη φλογερή επιθυμία να τυλίξω θυσιαστικά το ταίρι μου,σαν ιππότης να προσφέρω το ανώφελο της αποκλειστικότητας παλτό,το μπαλωμένο από ζωή γλυκιά, από παγωμένα φιλιά και ντροπαλές αγκάλες,αναμένοντας στωικά από τον Πύργο μου πάντα τους χειμώνες, το παιχνίδισμα της νιφάδας σαν δάκρυ στο πρόσωπο του δικού μου ανθρώπου – ορκίζομαι ημιμαθής ων στα του έρωτος, ουδέν έτερο στην αναζήτηση ενός σκιρτήματος, πέραν του παλτού μου, χρώματος hiver.
[39]
Γράφει η Μαρία Θεοδοσιάδου
…βρίσκομαι στη Μητροπόλεως…δεν έχει την ίδια κίνηση με την Τσιμισκή!Ένας δρόμος διαφορά και όμως είναι σαν να περπατάς σε άλλη πόλη!Κόβω ταχύτητα, αναπνέω πιο βαθιά και κοιτώ γύρω μου! Προσπερνάω μαγαζιά που είναι κλειστά ακόμα…φωτεινές βιτρίνες…στατικές εικόνες. Φτάνοντας στην Αριστοτέλους το θέαμα μπερδεύει-το “άνοιγμα” της πλατείας σε προδιαθέτει να ανεβάσεις το βλέμμα σου ψηλά… και εκεί πια τα συναισθήματα γίνονται ανάμεικτα… το παλιό με το καινούργιο… το έργο του αρχιτέκτονα Ερνέστο Εμπράρ δεσπόζει μπροστά σου δίνοντας [54]
έναν αέρα από τη βυζαντινή ιστορία της πόλης. Οι καμάρες, τα διακοσμητικά των παραθύρων, στοιχεία που σε ταξιδεύουν στο χρόνο. Διαφημιστικές ταμπέλες,ομπρέλες,πρόχειρες κατασκευές, στοιχεία που σε επαναφέρουν στην άσχημη πραγματικότητα. Πόσες αλλαγές υπέστη μέσα στο χρόνο! Η πιο σύγχρονη από αυτές σκέφτομαι, είναι η πεζοδρόμηση της πλατείας από την οδό Μητροπόλεως και πάνω. Μια αλλαγή που έζησα και εγώ … και όμως κοντεύω να ξεχάσω. Συνεχίζω τη διαδρομή μου στην οδό Μητροπόλεως κοιτάζοντας προς τα πάνω.
Κτίρια εκείνης της εποχής χάνονται ανάμεσα στα πιο σύγχρονα μπετονένια κατασκευάσματα.Έργα μεγάλων αρχιτεκτόνων της εποχής εξαφανίζονται στη καθημερινότητα μας και αυτό που απομένει στη σκέψη μας είναι μόνο το εμπόρευμα της βιτρίνας στο ισόγεια κατάστημα. Η Θεσσαλονίκη όμως έχει τόσους κρυμμένους θησαυρούς! Κάθε γωνία του Ιστορικού κέντρου της πόλης, έχει και κάτι άλλο να σου διηγηθεί. Ταξίδι μέσα στο χρόνο… Φτάνοντας στη οδό Βενιζέλου διακρίνω στο βάθος το κτίριο της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος αλλά και το κτίριο της πρώην Ιονικής. Δύο κτίρια που αποτελούν την αρχή του νεοκλασικισμού στην πόλη. Ενώ ακόμα πιο βάθος τα Λαδάδικα, μια αμφιλεγόμενη περιοχή, τόσο για την αρχιτεκτονική της όσο και για την ιστορία της. Θυ-
Ανεβαίνοντας όμως την οδό Βενιζέλου παρατηρώ ότι υπάρχουν και άλλα κτίρια με χαρακτηριστικά της Αρχιτεκτονικής του Μεσοπολέμου! Σκέφτομαι ότι πάντα ήξερα πώς υπήρχαν εκεί χωρίς όμως να τους δώσω καμία σημασία.Κάθομαι για λίγα δευτερόλεπτα και χαζεύω τα στολίδια του διάκοσμού τους. Στοιχεία που δε ταιριάζουν πλέον στις σύγχρονες τάσεις της αρχιτεκτονικής και όμως σου προκαλούν θαυμασμό τόσο για τους αρχιτέκτονες όσο και για τους τεχνίτες της εποχής. Φτάνοντας πια στη Βασ. Ηρακλείου έχει μειωθεί η ένταση της βροχής. Τα πρόσωπα των περαστικών όμως παραμένουν το ίδιο σκυθρωπά, όλοι βιαστικοί
μάμαι στα παιδικά μου χρόνια που θεωρούνταν “απαγορευμένη” περιοχή για εμάς, ήταν κακόφημη, το σοκ των γονιών μου όταν τους είπα στο γυμνάσιο ότι θα πηγαίναμε σε ένα club εκεί. Δεν είχαν συνειδητοποιήσει την αλλαγή της γειτονιάς αυτής. Από εμπορικό κέντρο παντός τύπου εμπορευμάτων σε χώρο διασκέδασης και τώρα πια είναι ένα από τα “στολίδια” της πόλης μας! Τα γραφικά του σοκάκια,η απλότητα του αρχιτεκτονικού διάκοσμου των κτιρίων, το “μπιζουτάρισμα” των τοίχων. Ωχ! …συγνώμη… ακούω από πίσω μου,καθώς ταυτόχρονα αισθάνομαι ένα σκούντημα στη πλάτη μου και ξυπνάω από το λήθαργο των σκέψεων μου. Συνέρχομαι και συνεχίζω το περπάτημα, έχω αργήσει πρέπει να φτάσω στο γραφείο!
να φτάσουν κάπου, έχοντας τέτοια στάση στο σώμα τους που φαίνονται σαν να θέλουν να προστατευτούν ακόμα από τη βροχή που μεταμορφώθηκε πια σε διάσπαρτες σταγόνες. Λίγο πριν μπώ στην είσοδο της πολυκατοικίας κοιτάω πίσω μου “κρυφοχαμογελαστή” και προσπαθώ να καταλάβω την πραγματική ιστορική σημασία αυτού του δρόμου! Το πάντρεμα τόσων εποχών, τόσων χρόνων μέσα σε έναν μόνο δρόμο. Η αγορά Μοδιάνου του μεσοπολέμου,τα Λουλουδάδικα,το Γιαχουντί Χαμάμ της τουρκοκρατίας! Τελικά αυτή είναι η μαγεία της πόλης μας! [55]
Γράφει η Δέσποινα Πολυχρονίδου
Στη Βενιζέλου με τη γιαγιά, 9 η ώρα το πρωί (λες και δεν μπορούσαμε να βγούμε στις 11) Κατηφορίζω την Βενιζέλου με τη γιαγιά μου ανγκαζέ για ψώνια. Οι δρόμοι είναι στολισμένοι, οι βιτρίνες γεμάτες χρυσόσκονη, ο κόσμος τρέχει πέρα δώθε. Ανεβαίνουμε την Δραγούμη ενώ κροταλίζω ένα τέλειο σουσαμένιο κουλούρι και η γιαγιά τρώει τυρόπιτα από τον Αγαπητό. Χωνόμαστε στα στενάκια και τις στοές για να αγοράσουμε χάντρες, κορδέλες και υφάσματα. Εδώ υπάρχουν ακόμα μικρά μαγαζάκια. Οι παππούδες ανεβάζουν τα ρολά κάθε μέρα στις 8 το πρωί, πίνοντας καφεδάκι.
[56]
Κάθε φορά που βρίσκομαι εδώ θυμάμαι τα παιδικά μου χρόνια.. Ξεροσταλιάζοντας στη γωνία δίπλα με έναν τεράστιο κουνιστό Άγιο Βασίλη, αγοράζω δεύτερο κουλούρι ενώ ένας τσαχπίνης κουλουρτζής με τραγιάσκα και πολύχρωμο ριγέ κασκόλ προτείνει να μου πουλήσει δεκάδα με 3 ευρώ. «Όχι ευχαριστώ». Ένας μικροπωλητής χώνεται στο οπτικό μου πεδίο θέλοντας να μου πουλήσει ξυπνητήρι με 5 ευρώ «άντε κυρία να ξυπνάς το πρωί με το κοκοράκι», και ένα καημένο κινέζικο πλαστικό κουκλάκι με ξεβαμμένα μάτια «σου μοιάζει κιόλα κυρία κοίτα κοίτα είναι μελακρινό», «Όχι ευχαριστώ». Κάποιος άλλος προσπαθεί να με πείσει να αγοράσω αγιοβασιλιάτικο αναπτήρα ή έστω τρανζιστοράκι σε σχήμα μίξερ, ή έστω ένα σουγιά. Πόσο καιρό έχεις να πας βόλτα ένα αγαπημένο σου πρόσωπο; Πότε τηλεφώνησες στους γονείς σου τελευταία φορά;
Στη Τσιμισκή Τα Χριστούγεννα ομορφαίνουν τα πάντα- η μουσική, τα φώτα, τα καλά σου ρούχα, το καλο σου σερβίτσιο ο καλός σου εαυτός. Πρωί Σαββάτου, μπροστά σε βιτρίνες στολισμένες, δίπλα σε μια μικρή ορχήστρα δρόμου, αισθανόμαστε ένα με τον κόσμο που περνά τρέχοντας να ψωνίσει ό,τι προλάβει. Ένα τσιγάρο, ένας καφές στο χέρι, και σακούλες στα πόδια μας.
[58]
Στη Βαλαωρίτου Πάρτυ και πανικός, ραδιοφωνικοί παραγωγοί και περσόνες της πόλης δίνουν το παρών σε ένα μέρος που ποτέ δεν κοιμάται τα τελευταία δύο χρόνια. Όλοι είναι πιο χαρούμενοι –γεμάτοι ενέργεια, είμαστε ήδη στις γιορτές ακόμα κι αν δεν έχουν φτάσει ακόμα- άλλωστε πάντα όταν περιμένεις κάτι το ζεις ακόμα πριν γίνει. Σαν να ψάχνουμε λόγο για να γιορτάζουμε. Στόλισες το σπίτι σου; Μήπως στολίζεις νωρίτερα για να ζήσεις τις γιορτές παρατεταμένες; Σταματάμε και κοιτάμε γύρω μας. Τι προλάβαμε να ευχαριστηθούμε σήμερα; Τι δώρο θα πάρεις στον αγαπημένο σου; Έχεις αποφασίσει τι θα αλλάξεις στη ζωή σου; Είσαι έτοιμος για το 2010; Τι φανταζόσουν πριν δέκα χρόνια ότι θα έχεις κάνει; Πόσα έκανες τελικά; Πραγματοποίησες το μεγαλύτερο όνειρό σου; Έχεις δίπλα σου αυτές τις γιορτές αυτούς που αγαπάς; Λες συχνά σ’ αγαπώ και σε ευχαριστώ; Θέλεις να κάνεις μια καινούργια αρχή; Μπορείς; Προσπάθησες; Τι λες, δεν ξεκινάς από φέτος;
Από τη Μαρία Φαρδέλλα
[59]
[60]