2 / ΚΟΛΑΖ
< ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ >
RAM’S CAMEO / ΣΧΕΔΟΝ COOL TETRISM / BE LAZY AS A FOX THE ODD FELLAS / ZAK YVES QOUSTEAU ΜΟΥΣΙΚΗ ΒΙΟ (Α) ΜΗΧΑΝΙΑ / ΠΑΓΩΜΕΝΗ ΜΠΙΡΑ ΜΕ ΡΕΓΚΕ & ΑΛΜΥΡΑ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΜΗΝΑ / ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΚΟΡΤΩ
ΖΩ ΣΕ ΕΝΑ ΔΡΑΜΑ / ΛΕ ΣΚΡΙΠΤ ΖΩ ΣΕ ΕΝΑ ΔΡΑΜΑ / ΠΑΓΩΜΕΝΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ Η ΠΡΟΖΑ ΤΟΥ ΧΑΡΗ / SUB ZERO
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΔΙΧΩΣ ΛΟΓΙΑ
DESIGN ΡΕ / ICE HOTEL ON A FROZEN RIVER ΕΚΤΑΚΤΟ ΔΕΛΤΙΟ / ΖΩΗ...Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ ΣΤΕΛΛΑΣ / ΥΠΟ (ΜΕΝΟΝΤΑΣ) ΤΟ ΜΗΔΕΝ
ΦΩΤΟ-ΓΡΑΦΕΙΝ / ΚΟΛΑΖ / ΥΠΟ ΤΟ ΜΗΔΕΝ
3 / ΚΟΛΑΖ
< EDITORIAL >
ύγουστος. Διακοπές. Αθήνα καμίνι. Νησιά. Εξοχές. Παραλίες. Δουλειά. Περιοδικό. Στα κομμάτια να πάει. Δεν θέλω να γράψω κάτι, αλλά δεν μπορώ να αντισταθώ. Ζεσταίνομαι. Θέλω μια χείρα βοηθείας, να μου σκουπίζει τον ιδρώτα από το μέτωπο. Ας είναι δροσερό κορίτσι θεέ μου. Μπα. Κανείς. Ούτε καν κάποιος τριχωτός φίλος. Απογοήτευση. Είναι όλοι διακοπές και κάνουν βουτιές και εγώ γράφω και τρέχω, σκέφτομαι και ξανα-γράφω. Δεν το δέχομαι για τον εαυτό μου. Το “Kολάζ” είναι η ζωή μου τον τελευταίο χρόνο. Το αγαπώ. Αλλά υπάρχουν και όρια. Λοιπόν στα γρήγορα. Αύγουστος Κορτώ. Τα λέει καλά. Μας αρέσει και είναι Αύγουστος. Άρα κολλάει. Ρέγγε μουσικές, κοινωνικοπολιτικά σχόλια με δόσεις χιούμορ, ταινίες στα χιόνια. Παγωμένες ιστορίες. Παγωμένο τεύχος στην καρδιά του καλοκαιριού. Όχι για να πάμε κόντρα, αλλά γιατί έτσι μας έκατσε. Μια μέρα στον καφέ αποφασίζαμε θέμα και κάποιος (ονόματα δεν λέμε, καταστάσεις δεν θίγουμε), πετάχτηκε όλος χαρά, λες κι ανακάλυψε την Ατλαντίδα. -Υπό το μηδέν. - Άντε καλά. Και έτσι και έγινε. Άντε καλές διακοπές και καλά δροσίσματα. Φιλούμπες.
4 / ΚΟΛΑΖ
< RAM’S CAMEO >
Άρθρο / Χαράλαμπος Νικολάου
5 / ΚΟΛΑΖ
< RAM’S CAMEO >
Ψ
άχνοντας την ερμηνεία της λέξης cool, θα ξόδευα άπειρη ώρα μόνο και μόνο για να καταλήξω στο συμπέρασμα πως τόσο αφηρημένες έννοιες, το σίγουρο είναι πως δεν πηγάζουν ποτέ από υπερπροσπάθεια. Πως παραμένεις σε cool zone όταν το budget σου βρίσκεται υπό το μηδέν θέλοντας κάτι που δεν μπορείς να αγοράσεις, ζώντας εκεί που αντέχεις και όχι εκεί που ονειρεύεσαι και ταξιδεύοντας στα μέρη που θες, μόνο μέσω google earth-ing ; Η ερώτηση είναι λοιπόν, πως διατηρείς το cool σου (αν υποθέσουμε πως το είχες προ κρίσεως) όταν τα πράγματα κοινώς δεν πάνε και τόσο καλά ή πώς το βρίσκεις, όταν έχεις γεννηθεί και αναπτύσσεσαι μέσα στο καυτό μάγμα; Ήδη περιμένεις να πληρωθείς για το πολυπόθητο spree στα μαγαζιά. Παλιότερα, θα αγνοούσες το άσχημο fit του ρούχου, θα έριχνες το φταίξιμο στον κακό φωτισμό, στον παραμορφωτικό καθρέφτη (τ’ ορκίζομαι, υπάρχουν εκεί έξω, δεν είσαι τρελός) και στο σώμα σου που θα αλλάξει σύντομα. Τώρα πια δεν τα αγνοείς όσο γρήγορα εντυπωσιάστηκες από την κρεμάστρα, τώρα που το φοράς φαίνονται όλα οι στραβές ραφές, το κακό τύπωμα. Δεν το αγοράζεις, όχι από μιζέρια όμως. Δεν είναι αυτό που θες και δεν πραγματοποίησε όσα υποσχόταν κρεμασμένο. Δεν ήταν σαν το παλιό δικό σου– πάντα εκεί όταν ανοίγεις τη ντουλάπα- που δεν αντέχεις να το βλέπεις άλλο, όμως το πιάνεις πρώτο όταν βιάζεσαι να ντυθείς. Ανησυχείς όταν παίρνεις την απόφαση, είναι ρίσκο. Έχεις μαζέψει τα υλικά σου, είδες τα αντίστοιχα tutorials και ξεκινάς τη θυσία. Δεν είναι δύσκολο το diy, έχεις καλό καμβά – δοκιμασμένο, απλά του λείπει η παρέμβαση σου. Λίγη ώρα μετά, είναι έτοιμο και το δοκιμάζεις σαν να’ ναι καινούργιο, γιατί είναι καινούργιο και το έφτιαξες εσύ. Το να κάνεις όσα ονειρεύεσαι χρωστώντας τα σε μια πιστωτική κάρτα τραπέζης, νομίζω πως πλέον διδάσκεται και στα ελληνικά δημοτικά ως το πιο λάθος παράδειγμα, οπότε δεν υπάρχει τίποτα cool σε αυτό. Καλύτερα να χρωστάς ευγνωμοσύνη στον τριτοξάδερφο που σε φιλοξένησε στο δωμάτιο του στο Λονδίνο όσο αυτός έλειπε στην πατρίδα (που μη ξεχνάς γνώρισες και την Ινδή και την Ταϋλανδή και τους δυο Πολωνούς συγκατοίκους του ενώ στο ξενοδοχείο θα περιόριζες την ανθρώπινη επαφή σου στα 25 «thank you» την ημέρα με την ρεσεψιονίστ), παρά να ταξιδεύεις χρεωμένος ήδη από το δευτερόλεπτο που κλείνεις τα εισιτήρια. Και ναι, δε λέω, είχε μια περίεργη μυρωδιά το σπίτι κι όταν άνοιξες το ψυγείο το έκλεισες κατευθείαν με τρόμο και με βεβαιότητα πως δεν θα το ξανάνοιγες ακόμα κι αν λιμοκτονούσες αλλά από την τρίτη μέρα κιόλας, κατάφερες να κοιμηθείς στον καναπέ κρεβάτι και ήταν πιο οικεία απ’ οποιοδήποτε ξενοδοχείο. Τελικά πέρασες καλά και ήπιες και μια μπύρα απ’ το ψυγείο την τελευταία μέρα –συσκευασμένο προϊόν είναι, δεν κινδύνεψες καν.
Οι πληροφορίες που έχεις κατά καιρούς συλλέξει και οι γνώσεις σου πάνω στο αντικείμενο των ακινήτων, θα μπορούσαν να αμείβονται κανονικότατα. Ρωτάς κάθε γνωστό σου που μετακόμισε πρόσφατα πόσο ενοίκιο πληρώνει, σε ποιόν όροφο, πόσα τετραγωνικά και αυτομάτως ξεκινάς υπολογισμούς, συγκρίνοντας τα στοιχεία με των υπόλοιπων περιοχών του κέντρου που έχεις ακούσει τελευταία. Έχεις ήδη βρει τους υποψήφιους συγκάτοικους, που δυστυχώς τυχαίνει να ανήκετε στην ίδια συνομοταξία, αυτοί που θέλουν να μετακομίσουν από το πατρικό τους άμεσα αλλά έχουν μετά βίας μαζέψει ποσό για ενάμιση ενοίκιο. Λογικό, είσαι ψιλοάνεργος (το «ψιλό» δεν είναι για να σου χρυσώσω το χάπι, αφού όντως ασχολείσαι ώρες με αυτό που σου αρέσει, απλά δεν έτυχε να πληρωθείς ποτέ γι’ αυτό ως τώρα). Προφανώς και η αποθήκη στο ισόγειο της πολυκατοικίας σου δεν είναι σπίτι. Δεν έχει βαριά ξύλινη εξώπορτα ασφαλείας σαν του πατρικού σου, έχει μια συρόμενη. Ναι αλλά νοικιάζεται κ σε καλή τιμή. Δεν έχει πλακάκια κάτω, τα παράθυρα είναι μια σειρά από φεγγίτες πολύ ψηλά στον τοίχο, δεν έχει δωμάτια, το μπάνιο θέλει δουλειά... Δεν είναι σπίτι. Η αλήθεια είναι ότι μιλάμε για μια ευρύχωρη αποθήκη, δεν έχει κολώνες ή ντουβάρια που σε περιορίζουν άρα ούτε στενά δωμάτια. Βασικά είναι σαν πλατό, σου δίνει την ελευθερία να το χωρίσεις εσύ όπως θέλεις. Μόλις σκέφτηκες πως θα μπορούσες να κρεμάσεις τα ρούχα σου, γιατί πάντα εκνευριζόσουν που έπρεπε να ανοιγοκλείνεις τα φύλλα της ντουλάπας για να βρεις το παντελόνι σου. Είναι απόλυτη ελευθερία τόσα τετραγωνικά χωρίς εμπόδια, θα κάνεις skate όλη μέρα (όχι ότι ξέρεις, μόνο και μόνο επειδή μπορείς) στην αποθήκη. Βασικά δεν είναι αποθήκη, είναι το νέο σου σπίτι. Κουτσά στραβά επιπλέεις στο μάγμα και το αφήνεις να σε πάει, δεν σε καίει όμως. Αποφεύγεις πια τις σπασμωδικές απλωτές και βρίσκεις τη θέση σου στο ρεύμα. Παραδόξως, συνειδητοποιείς ότι δεν ζεσταίνεσαι και τόσο πια. Για την ακρίβεια είσαι αρκετά καλά από άποψη θερμοκρασίας. Σχεδόν cool.
6 / ΚΟΛΑΖ
< TETRISM >
7 / ΚΟΛΑΖ
< TETRISM >
Άρθρο / Αγγελική Τζιαφέτα
8 / ΚΟΛΑΖ
< TETRISM >
«Το 2008, ήμουν έτοιμος να αποφοιτήσω από τη σχολή αρχιτεκτονικής μετά από αρκετά χρόνια, και να βγω έξω να βρω μια δουλειά… Και συνέβη αυτό: Η οικονομία ξέμεινε από θέσεις εργασίας. Και κατάλαβα μερικά πράγματα σχετικά με αυτό. Πρώτον, μην ακούτε τους συμβούλους σταδιοδρομίας. Και δεύτερον - και αυτό είναι ένα συναρπαστικό παράδοξο για την αρχιτεκτονική - ως κοινωνία, ποτέ δεν έχουμε χρειαστεί τη σχεδιαστική σκέψη τόσο όσο σήμερα και παρόλα αυτά η αρχιτεκτονική έμεινε κυριολεκτικά άνεργη. Μου φαίνεται ότι μιλάμε πολύ βαθιά για το σχεδιασμό, αλλά στην πραγματικότητα υπάρχει μια οικονομία πίσω από την αρχιτεκτονική, για την οποία δεν μιλάμε και νομίζω ότι θα έπρεπε. Και ένα καλό «μέρος» για να ξεκινήσουμε, είναι ο ίδιος σας ο μισθός. Έτσι, ως απλός απόφοιτος αρχιτεκτονικής, θα μπορούσα να περιμένω περίπου 24.000 λίρες αρχικό μισθό. Αυτό είναι περίπου 27.000- 28.000 ευρώ. Τώρα, όσον αφορά τον πληθυσμό όλου του κόσμου, αυτό με βάζει ήδη στο 1,95% των πλουσιότερων ανθρώπων, γεγονός που δημιουργεί το ερώτημα: Για ποιον ακριβώς δουλεύω; Το δυσάρεστο γεγονός είναι ότι σχεδόν τα πάντα που ονομάζουμε αρχιτεκτονική σήμερα, είναι στην πραγματικότητα η διαδικασία του σχεδιασμού για, περίπου, το πλουσιότερο ένα τοις εκατό του πληθυσμού του κόσμου και έτσι ήταν πάντα. Ο λόγος για τον οποίο το ξεχάσαμε αυτό, είναι επειδή τις στιγμές στην ιστορία, κατά τις οποίες η αρχιτεκτονική έκανε τα περισσότερα για να διαμορφώσει την κοινωνία, ήταν εκείνες που το ένα τοις εκατό έχτιζε για λογαριασμό του 99 τοις εκατό. Είτε αυτό ήταν μέσω φιλανθρωπίας τον 19ο αιώνα, του κομμουνισμού στις αρχές του 20ου, του κράτους πρόνοιας αργότερα και πιο πρόσφατα, φυσικά, της φούσκας των ακινήτων. Και όλες αυτές οι «εκρήξεις» ανάπτυξης, με τους δικούς τους διαφορετικούς τρόπους έχουν σταματήσει και είμαστε πίσω στην κατάσταση όπου οι εξυπνότεροι σχεδιαστές και αρχιτέκτονες στον κόσμο, έχουν την δυνατότητα, στην πραγματικότητα, να δουλέψουν μόνο για το 1% του πληθυσμού. Τώρα, δεν είναι μόνο ότι αυτό είναι κακό για τη δημοκρατία -αν και νομίζω ότι πιθανότατα είναι- αλλά αν το καλοσκεφτεί κανείς, δεν είναι καν μια ιδιαίτερα έξυπνη επιχειρηματική στρατηγική. Νομίζω ότι η πρόκληση που αντιμετωπίζει η επόμενη γενιά των αρχιτεκτόνων είναι το πώς θα διευρύνει το πελατολόγιο της από το 1% στο 100%».
*Ελεύθερη μετάφραση από την ομίλια του Alastair Parvin στο Ted Talks London 2013
Αυτή η ομιλία με έβαλε σε κάποιες ουσιαστικές σκέψεις. Ο Alastair Parvin, με μια εξεταστική ματιά, καταλήγει σε συμπεράσματα και προτείνει τρεις, όχι και τόσο προφανείς ιδέες, για την επόμενη γενιά αρχιτεκτόνων. DON’ T BUILD: Η ιδέα ότι η αρχιτεκτονική αφορά μόνο το να χτίζουμε κτίρια, πρέπει να επανεξεταστεί. Η αλήθεια είναι ότι ένα κτίριο, ίσως είναι η πιο ακριβή λύση για κάθε δοσμένο πρόβλημα. Το design σαν έννοια, είναι πιο ενδιαφέρον όταν λύνει προβλήματα και δημιουργεί καινούργιες συνθήκες. Κάποτε, ζητήθηκε από ένα αρχιτεκτονικό γραφείο να επανασχεδιάσει ένα παλιό Βικτωριανό κτίριο που λειτουργούσε ως σχολείο. Οι διάδρομοι ήταν πάρα πολύ στενοί, επικρατούσε πανικός με τα παιδιά να τρέχουν και να μην μπορούν να τα ελέγξουν. Ήξεραν ότι θα τους κοστίσει κάποια εκατομμύρια, άλλα είχαν συμβιβαστεί με το γεγονός. Και η αρχιτεκτονική ομάδα τους απάντησε «Για την ακρίβεια, δεν χρειάζεται αυτό. Αλλάξτε το κουδούνι για τα διάλλειματα. Μπορείτε να βάλετε διαλλείματα σε διαφορετικές τάξεις, διαφορετικές ώρες». Και η αλήθεια είναι πως αυτή η λύση εξυπηρετεί το ίδιο πρόβλημα και κοστίζει ελάχιστα.
9 / ΚΟΛΑΖ
< TETRISM >
Είναι σαν να αποφεύγεις να δουλέψεις, αλλά στην πραγματικότητα γίνεσαι χρήσιμος. Ίσως είμαστε προσκολλημένοι στην ιδέα ότι πρέπει να προσφερθεί ένα «καταναλώσιμο» προϊόν. Μάλλον δεν χρειάζεται να σκεφτόμαστε πλέον έτσι. GO SMALL: Η δεύτερη ιδέα που εξετάζει, είναι η αρχιτεκτονική του 20ου αιώνα, που αφορά μεγάλα κτίρια και μεγάλες χρηματοδοτήσεις. Έχουμε μείνει σε μια νοοτροπία βιομηχανικής εποχής, κατά την οποία τις πόλεις μπορούν να τις χτίζουν μόνο μεγάλοι οργανισμοί και εταιρίες. Και καταλήγουμε με αυτές τις μονολιθικές γειτονιές σαν all-in-one κατασκευές, καθώς form follows finance*. Και ακόμα και έτσι, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν μπορούν να αποκτήσουν κατοικία. Όμως τι θα γινόταν, αν οι πόλεις δεν φτιάχνονταν από τους λίγους για τους πολλούς, αλλά από τους πολλούς με τα λίγα; Θα δημιουργούνταν γειτονιές με τελείως διαφορετικές αξίες, με χαρακτήρα που αντικατοπτρίζει το μέρος που κατοικούν. Και αυτό θέτει πραγματικά ενδιαφέροντα ερωτήματα σχετικά με το πως σχεδιάζουμε τις πόλεις, πως χρηματοδοτούμε την ανάπτυξη, πως πουλάμε υπηρεσίες σχεδιασμού, τι σημαίνει για τις δημοκρατικές κοινωνίες να προσφέρουν το δικαίωμα στους πολίτες να χτίσουν. Γιατί οι πόλεις, τον 21ο αιώνα, μπορούν να αναπτυχθούν από τους πολίτες.
* Κατά το «form follows function» (Η μορφή ακολουθεί τη λειτουργία) του Louis Sullivan, που αποτέλεσε αρχή του Μοντερνισμού.
GO AMATEUR: Από οικονομικής άποψης, το design γίνεται κατά βάση από ερασιτέχνες. Και αυτό μπορεί να είναι πολύ καλό. Το μεγαλύτερο ποσοστό χτισμένου χώρου έχει γίνει από ερασιτέχνες, έξω από τα πλαίσια της χρηματικής οικονομίας ή κοινωνικής οικονομίας. Άνθρωποι που χτίζουν για τους εαυτούς τους. Και το πρόβλημα παρουσιάζεται στο γεγονός, ότι η χρηματική οικονομία έχει όλες τις υποδομές και τα εργαλεία. Οπότε η πρόκληση που αντιμετωπίζουμε, είναι πως θα βρούμε τα εργαλεία, τις υποδομές και τα θεσμικά όργανα για την κοινωνική οικονομία της αρχιτεκτονικής. Αυτή η ιδέα ξεκίνησε με το Open Source Software (Λογισμικό Ανοιχτού Κώδικα). Τα τελευταία χρόνια, έχει αρχίσει να κινείται και το Open Source Hardware, που είναι δωρεάν αρχιτεκτονικά σχέδια που μπορεί κάποιος να “κατεβάσει” από το ίντερνετ, δίνοντας τη δυνατότητα στον καθένα να «φτιάξει» για τον εαυτό του. Και εδώ είναι που το 3D Printing γίνεται πραγματικά ενδιαφέρον. Έχεις ένα open-source 3D printer, που τα κομμάτια του μπορούν να φτιαχτούν σε έναν άλλο 3D Printer. Η ίδια ιδέα είναι πίσω από τα μηχανήματα CNC, ενός μεγάλου τρισδιάστατου εκτυπωτή που κόβει ξύλα κόντρα πλακέ. Αυτές οι τεχνολογίες ουσιαστικά μειώνουν δραματικά τον χρόνο, το κόστος και την ανάγκη ικανότητας. Η ιδέα αποτελεί πραγματική πρόκληση. Αν θέλεις κάτι να είναι προσιτό, πρέπει να είναι «one-size-fits-all». Αυτές οι μέθοδοι έχουν όντως πολύπλοκες παραγωγικές δυνατότητες. Προχωράμε σε ένα μέλλον, όπου το εργοστάσιο είναι παντού και η ομάδα σχεδιασμού είναι ο καθένας. Μια πραγματική βιομηχανική επανάσταση. Αν μάλιστα σκεφτεί κανείς, ότι οι μεγάλες ιδεολογικές συγκρούσεις έχουν βασιστεί γύρω από το ζήτημα του ποιος θα ελέγχει τα μέσα παραγωγής, η τεχνολογία «έρχεται» ως μια λύση. Ίσως κανείς, ίσως όλοι μας. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον το τι μπορεί να σημαίνει αυτό για την αρχιτεκτονική. Το 2011, ο Alaistar Parvin άρχισε να δουλεύει με τους συνεργάτες του, ένα πρότζεκτ που λέγεται Wikihouse, το οποίο είναι ένα open-source σύστημα κατασκευής. Δίνει πρόσβαση σε οποιονδήποτε, να “κατεβάσει” τρισδιάστατα σχέδια κατοικιών, να τα ανοίξει στο Sketch Up (Δωρεάν Πρόγραμμα Τρισδιάστατης Σχεδίασης), να τα προσαρμόσει και να πατήσει,
10 / ΚΟΛΑΖ
“Make this house”. Τότε, θα του δοθούν όλα τα σχέδια με τα μέρη της κατασκευής που μπορεί να κόψει σε ένα CNC σε φύλλα κόντρα πλακέ. Καταλήγει έπειτα με όλα τα μέρη της κατασκευής αριθμημένα, σαν ένα μεγάλο κιβώτιο IKEA. Δεν χρειάζεται βίδες, γιατί τα κομμάτια είναι κομμένα με συνδέσεις πρόσδεσης. Μια ομάδα δυο ή τριών ατόμων μπορεί να χτίσει μια μικρή κατοικία δυο ατόμων σε περίπου μια μέρα, χωρίς παραδοσιακές τεχνικές κατασκευής και χωρίς ποικιλία ηλεκτρικών εργαλείων. Και καταλήγει με το βασικό πλαίσιο ενός σπιτιού, που μπορεί να εφαρμόσει παράθυρα, επενδύσεις και μονώσεις, με βάση τι είναι διαθέσιμο και οικονομικό. Φυσικά, το σπίτι δεν τελειώνει ποτέ, δεν είναι ένα τελικό προϊόν. Με το CNC, μπορεί να προσθέτει καινούργια κομμάτια ή ακόμα και να φτιάξει το διπλανό σπίτι. Πρόκειται για το «σπόρο» ενός δυνητικά open-source μοντέλου αστικής ανάπτυξης, υπό την ηγεσία του πολίτη. Όταν ξεκίνησαν να φτιάχνουν κάποια πρωτότυπα, συνειδητοποίησαν, ότι πέραν του ότι είναι ιδιαίτερα κοινωνικό - καθώς οι άνθρωποι συχνά συγχέουν τις εργασίες κατασκευής με την διασκέδαση - κατανόησαν παράλληλα και τις ιδιαίτερες αρχές του σχεδιασμού. Όπως για παράδειγμα, το ότι δεν μπορείς να σχεδιάσεις ένα κομμάτι που δεν μπορείς να το σηκώσεις ή να το βάλεις ανάποδα, και αν το κάνεις να μην επηρεάζει την διαδικασία, γιατί θα είναι συμμετρικό. Μάλλον η βασικότερη αρχή τους, είναι αυτή του Linus Torvalds, πρωτοπόρου του Open-Source Software, η ιδέα του “Be lazy as a fox”. Δεν χρειάζεται να επανεφεύρουμε τον τροχό κάθε φορά. Κράτα ό,τι λειτουργεί και προσάρμοσέ το στις ανάγκες σου. Αντίθετα με όσα διδάσκονται στις σχολές αρχιτεκτονικής, η αντιγραφή είναι καλό πράγμα. Και σε πολλές περιπτώσεις χρήσιμο. Όλο το WikiHouse πρότζεκτ λειτουργεί υπό την άδεια του Creative Commons* και έχει αρχίσει σιγά -σιγά να διαδίδεται και να κάνει μικρά ξεκινήματα. Ομάδες από όλο τον κόσμο, έχουν αρχίσει να το χρησιμοποιούν και να πειραματίζονται με αυτό. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι τόσο το Christchurch της Νεας Ζηλανδίας, όπου - μετά το σεισμό – χρησιμοποιείται ως πρόγραμμα ανάπτυξης, όσο και μια φαβέλα του Ριο ντε Τζανέιρο, όπου μέσω αυτού, δημιουργείται μια κοινότητα και ένα μικρό πανεπιστήμιο.
< TETRISM >
11 / ΚΟΛΑΖ
< TETRISM >
Το WikiHouse είναι μια μικρή απάντηση στο μεγάλο ερώτημα, ποιες είναι αυτή τη στιγμή οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες πόλεις. Δεν είναι αυτές με τους επιβλητικούς ουρανοξύστες αλλά οι αυτοδημιούργητες. Και αν μιλάμε για την πόλη του 21ου αιώνα, οι άνθρωποι είναι αυτοί που θα την κατασκευάσουν. Κι αυτοί αποτελούν τη μεγαλύτερη σχεδιαστική ομάδα του κόσμου. Και αν μας ενδιαφέρουν σοβαρά προβλήματα όπως η κλιματική αλλαγή, η αστικοποίηση και η παγκόσμια υγεία, κανένα από τα υπάρχοντα μοντέλα ανάπτυξης δε δύναται να βοηθήσει. Όπως έχει πει ο Robert Neuwirth «Δεν υπάρχει τράπεζα, εταιρία, κυβέρνηση ή ΜΚΟ που μπορεί να το κάνει, αν δεν σταματήσουμε να φερόμαστε στους πολίτες ως καταναλωτές». Πόσο φοβερό θα ήταν να αναπτύξουμε λύσεις, όχι μόνο στο πρόβλημα της δομής αλλά και των υποδομών (ηλιακό κλιματισμό, ανακυκλωμένη ενέργεια, συστήματα αποχέτευσης χαμηλού κόστους), open-source υψηλών επιδόσεων λύσεις που να είναι προσβάσιμες από όλους. Σαν ένα Wikipedia για πράγματα. Πόσο πολύ αλλάζει αυτό τους κανόνες; Αν ο 20ος αιώνας ήταν ο εκδημοκρατισμός της κατανάλωσης, το μεγάλο έργο του 21ου αιώνα οφείλει να είναι ο εκδημοκρατισμός της παραγωγής. Και για την αρχιτεκτονική αυτό, είναι μια μεγάλη αλλαγή.
*Η Creative Commons (CC) είναι μια μη κερδοσκοπική οργάνωση αφιερωμένη στην επέκταση του εύρους των πνευματικών έργων, που είναι διαθέσιμα για να βασιστούν σε αυτά άλλα έργα και να μοιραστούν νόμιμα.
Το πόσο παραγωγικοί και δημιουργικοί μπορούμε να γίνουμε υπό συνθήκες πίεσης είναι εκπληκτικό. Μια σύνδεση μεταξύ δυο υπαρχόντων εργαλείων, μπορεί να αποτελέσει ουσιαστικά τη δημιουργία ενός νέου, με αμέτρητες δυνατότητες, ικανό να αλλάξει μια πολύ δραματική συνθήκη του σήμερα - στο οποίο νομίζουμε ότι είμαστε εγκλωβισμένοι και αισθανόμαστε ανήμποροι να το αλλάξουμε. Οι λύσεις τελικά δίνονται, συνδυάζοντας κερδισμένη γνώση. Τα αυτοσχέδια καταφύγια μπίβουακ, που φτιάχνουν οι ορειβάτες με ένα σουγιά, σε σημεία, στα οποία βοηθάει το εξωτερικό υπέδαφος για να προστατευτούν από τις χαμηλές θερμοκρασίες δε γίνονται από αρχιτέκτονες αλλά από την ανάγκη επιβίωσης. Στις υπό το μηδέν θερμοκρασίες, ας ξεπαγώσουμε τη ματιά μας, και ας προχωρήσουμε.
12 / ΚΟΛΑΖ
< ΤΗΕ ODD FELLAS >
Άρθρο / Βάλια Ζαμπάρα
13 / ΚΟΛΑΖ
< ΤΗΕ ODD FELLAS >
Ακολουθεί η ιστορία του πρώτου οικολόγου, του ανθρώπου, που μέσα σε 87 χρόνια ζωής, χώρεσε επιτεύγματα αιώνων.
14 / ΚΟΛΑΖ
Ζυκ. Έτσι τον αποκαλούσε το πλήρωμα του. Ο Ζυκ με τον κόκκινο σκούφο και το κόκκινο κασκόλ. Με τα πολύχρωμα στυλό στα τσεπάκια. Με το χαμόγελο και την αισιοδοξία. Το σεβασμό και την αλληλεγγύη του. Ο Ζυκ που ήξερε να ακούει, να μοιράζεται και να εμπνέει την πειθαρχία των αντρών του, χωρίς να την επιβάλλει. Ο Ζυκ των βυθών. Ο γνωστότερος δύτης και ντοκυμαντεριστής όλων των εποχών. Γεννιέται σε μια επαρχιακή πόλη κοντά στην Μπορντό. Η σχέση του με το σχολείο, είναι απλώς αδιάφορη. Η σχέση του με τη θάλασσα, παθιασμένη. Μαθαίνει κολύμπι στα έξι του, ενώ σε ηλικία δέκα ετών, πραγματοποιεί την πρώτη του κατάδυση στη λίμνη Χάρβεϊ, στο Βερμοντ. Λίγα χρόνια αργότερα, τραβάει και τα πρώτα του πλάνα, στο βυθό. Μάλλον, το μέλλον του ήταν με κάποιο τρόπο προδιαγεγραμμένο. Μεγαλώνοντας, εισάγεται στη Ναυτική Ακαδημία της Δρέσδης, και ήδη από το πρώτο του ταξίδι καταγράφει με την κάμερα του, αλιείς μαργαριταριών, γυρίζοντας έτσι, το πρώτο του ντοκυμαντέρ. Τα είκοσι χρόνια παραμονής του στο ναυτικό, υπηρετεί ως πλοίαρχος κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ τιμάται με διάφορα παράσημα, όπως αυτό της Λεγεώνας της Τιμής, για τη γενναία προσφορά του στις κατασκοπευτικές ενέργειες υπέρ της Αντίστασης. Εδώ, ίσως αξίζει να σημειωθεί, ότι σε αντίθεση με τον Ζακ Υβ, ο αδερφός του, του Πιερ-Αντουάν Κουστώ, υπήρξε κατά τη διάρκεια της γαλλικής κατοχής συνεργάτης των Ναζί. Όλα αυτά τα χρόνια «παραμονής» του στο νερό και όντας ανήσυχο πνεύμα, δεν περιορίζεται απλώς στα μέσα που έχει διαθέσιμα. Με ότι καταπιάνεται- σε μια προσπάθειας συνεχούς εξέλιξης- το «πάει» ένα βήμα πιο πέρα. Το 1936,
< ΤΗΕ ODD FELLAS >
κατασκευάζει την πρώτη μάσκα καταδύσεων, εμπνεόμενος από τα περίεργα γυαλιά που φορούσαν οι αλιείς μαργαριταριών. Περνώντας ο καιρός, επειδή ήθελε να παραμένει όσο το δυνατόν περισσότερο μέσα στη θάλασσα, ασχολείται με την κατασκευή στολής, που θα διατηρούσε ζεστό το σώμα του, καθώς και με την κατασκευή συσκευής παροχής αέρα. Το 1943, μαζί με τον μηχανικό Εμίλ Γκανιάν κατασκευάζουν μια αναπνευστική συσκευή για αυτόνομη κατάδυση. Ο Κουστώ, γίνεται εφευρέτης πολλών συσκευών για την εξερεύνηση του βυθού όπως ερευνητικά υποβρύχια και υποθαλάσσια σκούτερ. Ίσως όμως, ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματά του, είναι η εγκατάσταση του πρώτου επανδρωμένου υποθαλάσσιου σταθμού ερευνών, στα ανοιχτά της Μασσαλίας, το 1963, ενώ λίγο νωρίτερα, το 1950, χάρη σε αυτόν, ιδρύεται η Γαλλική Ωκεανογραφική Υπηρεσία και το Κέντρο Εξελιγμένων Θαλασσίων Ερευνών. Ο Κουστώ αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς επιστήμονες της γενιάς του και η φήμη του πια, είναι παγκόσμια. Στο μεταξύ, όλα αυτά τα χρόνια, πάνω στην «Καλυψώ» του, το πλοίοσυνοδοιπόρο, δε σταματά να κινηματογραφεί, να συντάσσει άρθρα, να γράφει βιβλία. Ένα από τα σημαντικότερα βιβλία του, “Ο σιωπηλός κόσμος”- όπως ο ίδιος χαρακτήριζε το βυθό της θάλασσας, πουλάει πέντε εκατομμύρια αντίτυπα και μεταφράζεται σε είκοσι δύο γλώσσες. Εμνευσμένο από το δύσκολο έργο των Ελλήνων σφουγγαράδων που μοχθούσαν μέσα στα βαριά και δυσκίνητα σκάφανδρα, του χαρίζει το πρώτο του Όσκαρ, το 1957. Ακολουθούν κι άλλα βιβλία, ακόμα περισσότερα ντοκυμαντέρ, ακόμα ένα Όσκαρ και τρία βραβεία του Φεστιβάλ των Καννών.
15 / ΚΟΛΑΖ
Στην πολυετή του περιπλάνηση στη θάλασσα, εξερεύνησε εκατοντάδες ναυάγια και υποθαλάσσιους θησαυρούς. Στο πέρασμα του από την Ελλάδα, έφερε στην επιφάνεια ευρήματα με τεράστιας σημασίας, ιστορία, όπως το ναυάγιο του Βρετανικού * και το αρχαίο ναυάγιο των Αντικυθήρων, από το οποίο μάλιστα ανασύρθηκαν αντικείμενα ανεκτίμητης, αρχαιολογικής αξίας. Λίγα χρόνια αργότερα, η Ελληνική Κυβέρνηση, αναθέτει στον Κουστώ την εξερεύνηση των νερών στην περιοχή μεταξύ Σαντορίνης και Κρήτης. Αποτέλεσμα αυτής της έρευνας είναι η κατάρριψη ενός από τους αρχαιότερους μύθους. Αυτού, της Χαμένης Ατλαντίδας. Ο Ζυκ δε φόρεσε ποτέ γραβάτα. Ακόμα και στις επίσημες εκδηλώσεις, δεν αποχωριζόταν το ζιβάγκο του. Ο Ζυκ ήταν ρομαντικός αλλά και ρεαλιστής, εργασιομανής αλλά και απείθαρχος. Ενθουσιώδης αλλά και αθόρυβος. Δίκαιος και δημοκρατικός. Αγαπούσε με πάθος τη θάλασσα, τις δυο γυναίκες της ζωής του, τα παιδιά του και την «Καλυψώ». Ίσως με την «τελευταία» μάλιστα, να είχε σχέση ζωής. Το 1996, στις 11 Ιανουαρίου, το θρυλικό σκάφος διεμβολίστηκε κατά λάθος από μια φορτηγίδα στο λιμάνι της Σιγκαπούρης, με αποτέλεσμα να βυθισθεί. Κατά άλλους, προσάραξε σε ύφαλο. Όπως και να έχει, ο Ζυκ την ακολούθησε στον «βυθό», έξι μήνες αργότερα.
* «Αδερφός» του Τιτανικού, που βυθίστηκε έπειτα από τορπιλισμό των Γερμανών, κατά τη διάρκεια του Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς μετέφερε νοσοκομειακό προσωπικό και φαρμακευτικό εξοπλισμό στους πληγέντες.
< ΤΗΕ ODD FELLAS >
16 / ΚΟΛΑΖ
< ΜΟΥΣΙΚΗ ΒΙΟ (Α) ΜΗΧΑΝΙΑ >
17 / ΚΟΛΑΖ
< ΜΟΥΣΙΚΗ ΒΙΟ (Α) ΜΗΧΑΝΙΑ >
Άρθρο / Αριστομένης Γεωργιόπουλος
Ε
πιτέλους Αύγουστος. Το Σάββατο των μηνών. Όλη την εβδομάδα ζούμε για το Σάββατο (άντε και τη Παρασκευή). Σέρνουμε, από το σπίτι στη δουλειά και τούμπαλιν, τα κουρασμένα μας κορμιά αλλά μόλις έρθει η Παρασκευή και πέσει το μάτι σου κάτω δεξιά στην οθόνη του υπολογιστή και δεις ότι η ώρα είναι τρεις παρά (ναι είμαι από τους τυχερούς που δουλεύουν οχτάωρο), ξαφνικά, μεταμορφώνεσαι. Ένα φτερούγισμα στην πονεμένη σου καρδιά εμφανίζεται, ένα δροσερό αεράκι αναζωογόνησης γεμίζει το γραφείο και είσαι έτοιμος να βγεις έξω και να κατακτήσεις έστω και για δύο μέρες μόνο, όλο τον κόσμο.
18 / ΚΟΛΑΖ
Το ότι έχουν να σε πληρώσουν από πρόπερσι δεν έχει καμία σημασία. Άλλωστε τέτοια θα σκέφτεσαι τώρα; Είναι Παρασκευή ή όπως συνηθίζει να λέει μια συνάδελφος στη δουλειά, “Παρασκευούλα” . Καλά ακούσατε “Παρασκευούλα”. Μαχαίρι δεν έχω εύκαιρο μιας και είμαι στο γραφείο αλλά και το κοπίδι μια χαρά μου κάνει. Αντίστοιχα ο Αύγουστος είναι ο μήνας που έχει αυτοβαφτιστεί “μήνας των διακοπών”. Συνηθίζεται τότε να παίρνουμε τις άδειες μας, οι οποίες μάλιστα θα πρέπει να περιέχουν και τον δεκαπενταύγουστο. Γιατί αν είσαι στην Αθήνα τον δεκαπενταύγουστο, είσαι δακτυλοδεικτούμενος και άξιος της μοίρας σου. Θυμάμαι πριν τέσσερα χρόνια, είχα ξεμείνει στην Αθήνα και Ω Θεοί! Κοιτάω το ημερολόγιο και ήταν 15. Όχι Ιουλίου, αλλά Αυγούστου. Ήθελα να με καταπιεί η Γη. Σκεφτείτε ότι χτύπαγε το τηλέφωνο και δεν το σήκωνα για να μη καταλάβουν ότι ήμουν σπίτι. Ρόμπα θα γινόμουνα. Με τι μούτρα να κυκλοφορήσεις στη κοινωνία; Να μην αναφέρω ότι μιας και δεν το είχα υπολογίσει, δεν είχα καθόλου προμήθειες, οπότε μια βδομάδα έτρωγα μόνο μακαρόνια και ρύζι (σκέτα, ούτε ίχνος τομάτας ή κρέμας γάλακτος). Τότε, μες την ερημιά της Αθήνας και του διαμερίσματος μου, ήταν που βρήκα τον πραγματικό μου εαυτό και γνώρισα τον Θεό που “λάμπει” μέσα μου. Σαν άλλος Πατήρ Παΐσιος, στα άδυτα του Αγίου Όρους, αποκομμένος από κάθε υλικό αγαθό και όντας σε αναγκαστική νηστεία, βρήκα το νόημα της ζωής και του θανάτου (περισσότερες πληροφορίες σε επόμενο άρθρο). Με τα ακουστικά μόνιμα στα αυτιά (ώστε να μη γίνω αντιληπτός από κανέναν γείτονα που λόγω ηλικίας ή ασθένειας δεν μπορούσε να μετακινηθεί), ακούγοντας ρέγκε αντί για ψαλμωδίες και πίνοντας παγωμένη μπίρα αντί για... τσίπουρο, είδα ένα όραμα που με στιγμάτισε. Ήταν ο Μπομπ Μάρλεϊ, επάνω σε ένα άσπρο άλογο σε μια αμμουδερή παραλία και τραγούδαγε τo “Three Little Birds”. Σταματάει, με κοιτάει όλο απορία και μου ζητάει πορτοκαλάδα. Του απαντάω μόνο μπίρες έχω. Έτσι ξαφνικά, παίρνει τη μπίρα μου και πίνει. Με το που κατεβάζει τη πρώτη γουλιά, αλλάζει όψη. Πετάει το τρίφυλλο που κρατάει και μου ζητάει μία παγωμένη. Του λέω «πόσο παγωμένη»; Με κοιτάει καλά- καλά και με τα λίγα ελληνικά που ήξερε, μου λέει “υπό το μηδέν”. Αυτά του τα λόγια, έχουν μείνει βαθιά χαραγμένα στη μνήμη μου και τα ακολουθώ πιστά κάθε καλοκαίρι. Όλα μου τα ποτά πρέπει να είναι σε θερμοκρασία “υπό του μηδενός” αλλιώς δεν θεωρούνται πόσιμα. Όπως καταλαβαίνετε, είναι αναπόφευκτο ύστερα από την παραπάνω πέρα για πέρα αληθινή ιστορία, το άρθρο μου για αυτό το μήνα να αφορά την ρέγκε και τον θρύλο αυτής, Μπομπ Μάρλεϊ.
< ΜΟΥΣΙΚΗ ΒΙΟ (Α) ΜΗΧΑΝΙΑ >
19 / ΚΟΛΑΖ
< ΜΟΥΣΙΚΗ ΒΙΟ (Α) ΜΗΧΑΝΙΑ >
Ας πάμε πίσω στο 1968, ένα συγκρότημα με το όνομα Toots and the Maytals κυκλοφορεί το τραγούδι “Do the reggae”. Τότε ήταν, που πρωτοεμφανίστηκε και ο μουσικός όρος ρέγκε. H ρέγκε, είχε κυρίως τοπικό χαρακτήρα κατά τα πρώτα χρόνια διαμόρφωσής της, καθώς οι περισσότεροι εκπρόσωποί της παρέμεναν στη Τζαμάικα ενώ μικρό δείγμα της μουσικής τους, ακουγόταν σε ραδιοφωνικούς σταθμούς εκτός χώρας. Στη δεκαετία του 1970, διαδόθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο, κυρίως μέσω Τζαμαϊκανών μεταναστών αλλά και εγχώριων μουσικών. Ο Μπομπ Μάρλεϊ, ηγέτης του συγκροτήματος The Wailers και ένας από τους δημοφιλέστερους καλλιτέχνες του είδους παγκοσμίως, είχε σημαντική συνεισφορά στη διάδοση της ρέγκε στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε πολλές ακόμα χώρες του κόσμου. Ο ίδιος εισήγαγε μάλιστα ορισμένες καινοτομίες στο συγκεκριμένο είδος μουσικής, επιταχύνοντας ελαφρά το ρυθμό της, χρησιμοποιώντας ενισχυμένες ροκ και μπλουζ κιθάρες καθώς και ένα φωνητικό γκόσπελ τρίο (I-Threes). Επιπλέον, οι Wailers ενσωμάτωσαν στοιχεία δανεισμένα από παραδοσιακούς αφρικανικούς και τζαμαϊκανούς ρυθμούς, όπως και από τους τελετουργικούς τυμπανισμούς, που αποτελούσαν μέρος της μουσικής παράδοσης του κινήματος των Ρασταφάρι. Για τους Ρασταφάρι και ειδικότερα για τον ρασταφαριανισμό, η αλήθεια είναι ότι θα χρειαζόταν ένα ολόκληρο άρθρο. Αρκετά περιληπτικά, ο ρασταφαριανισμός είναι θρησκευτικό και πολιτικό κίνημα που συνδυάζει στοιχεία του προτεσταντισμού με το μυστικισμό και μία παναφρικανική πολιτική συνείδηση. Κάποιες κοινές πρακτικές των Ρασταφάρι, είναι η κόμμωση που υιοθετούν, συνηθίζοντας να αφήνουν μακριά μαλλιά, με τα οποία αργότερα δημιουργούν πλεξίδες (dreadlocks, οι γνωστές πλέον σε όλους μας, τζίβες), η χρήση της κάνναβης για θρησκευτικούς σκοπούς και η χορτοφαγική διατροφή με την αποφυγή του αλκοόλ, του αλατιού και γενικά τροφών που έχουν υποστεί χημική επεξεργασία. Τα παραπάνω για τους Ρασταφάρι, τα αναφέρω πρώτον γιατί τρέφω μια συμπάθεια και έναν θαυμασμό στους πιστούς αυτής της θρησκείας και δεύτερον για να κατανοήσουμε καλύτερα τον βίο του Μπομπ Μάρλεϊ, ο οποίος είχε ασπαστεί τη συγκεκριμένη θρησκεία. Πολλά από τα τραγούδια του, έχουν παραπομπές στη Βίβλο, μάλιστα υπό τη μορφή λογοπαιγνίων. “Revelation reveals the truth. Ιt takes a revolution to make a solution”. Ο Νέστα Ρόμπερτ Μάρλεϊ, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, ακόμα και τον Ιούλιο του 1977 όπου διαγνώστηκε κακοήθες μελάνωμα στα πόδια του, δεν αμφισβήτησε ούτε λεπτό τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Αρνήθηκε τον ακρωτηριασμό, αναφέροντας ότι η επέμβαση θα επηρέαζε τον χορό του και σύμφωνα με την πίστη του, το σώμα πρέπει να είναι ολόκληρο. “Rasta no abide amputation. I don’t allow a man to be dismantled”. Ο καρκίνος εξαπλώθηκε, με μεταστάσεις στον εγκέφαλο, τους πνεύμονες, το ήπαρ και στο στομάχι. Ο Μπομπ Μάρλεϊ, έπαιξε την τελευταία του συναυλία στο Stanley Theater στο Πίτσμπουργκ της Πενσυλβάνιας στις 23 Σεπτεμβρίου 1980. Ο Θρύλος της ρέγκε, καθώς επέστρεφε από την Γερμανία, στο σπίτι του στη Τζαμάικα για τις τελευταίες του μέρες, χρειάστηκε να προσγειωθεί στο Μαϊάμι για άμεση ιατρική περίθαλψη. Πέθανε στο νοσοκομείο Cedars of Lebanon, το πρωί της 11ης Μαΐου 1981, σε ηλικία 36 χρονών. Θα μπορούσαν να ειπωθούν πολλά ακόμα για τη μουσική και τη ζωή του μοναδικού ακτιβιστή – καλλιτέχνη, αλλά η ουσία της μουσικής και της φιλοσοφίας του, βρίσκεται μάλλον, στα λόγια που ο ίδιος είπε στον γιο του, λίγο πριν πεθάνει. «Money can’t buy life».
20 / ΚΟΛΑΖ
< ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΜΗΝΑ >
Άρθρο / Βάλια Ζαμπάρα
21 / ΚΟΛΑΖ
< ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΜΗΝΑ >
ε αποκαλεί «γιαβρούμ»* από το τρίτο ή τέταρτο μήνυμα που στείλαμε. Είναι ακομπλεξάριστος, προσιτός και συναισθηματικός. Μοιράζει τη λέξη αγάπη και τις ευχές του, χωρίς τσιγκουνιές. Θα μπορούσα να κουνιέμαι μαζί του σε μια αιώρα, ένα ηλιοβασίλεμα του Αυγούστου, και να ακούω τις ιστορίες που με χιούμορ και κυνισμό θα διηγούταν. Η συνέντευξη δεν έπαιρνε μετατροπές σε τρίτο πρόσωπο. Είναι σε πρώτο ενικό, χωρίς αισθητικές παρεμβάσεις και πολύτιμα στολίδια. Γιατί ο Αύγουστος Κορτώ, τα λέει πολύ ωραία.
*γιαβρούμ, ουσ. άκλιτο, επιφ. τρυφερή προσφώνηση: μωρό μου. yavrum = αγάπη μου
22 / ΚΟΛΑΖ
< ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΜΗΝΑ >
Κεφάλαιο 1 Αύγουστος Κορτώ ή Πέτρος Χατζόπουλος. Και τα δύο. Για τον ίδιο άνθρωπο πρόκειται. Απλώς, εκεί που οι βασιλικοί γόνοι τα ‘χουν μπόλικα τα ονόματα λόγω γενεαλογίας, εγώ ξαναβαφτίστηκα μόνος μου, σαν τον απατεώνα.
Κεφάλαιο 2 Έγινα συγγραφέας. Υποθέτω επειδή λάτρευα το διάβασμα, και ήθελα κάποτε κι άλλοι αναγνώστες να λατρέψουν δικά μου γραπτά και να τα καταβροχθίσουν με το ίδιο πάθος που καταβρόχθιζα τα βιβλία των ινδαλμάτων μου.
Κεφάλαιο 3 «Το βιβλίο των βίτσιων», «Αυτοκτονώντας ασύστολα», «Το ερωτικό των τεσσάρων», «Ο δαιμονιστής». Μερικοί μόνο τίτλοι. Για τα ίδια πράγματα γράφω πάνω-κάτω: για την ερωτική δυστυχία και τη λύτρωση μέσω της υπερβολής, για την ομορφιά που κρύβεται μες στην αθλιότητα και για τα δεινά της αγάπης.
Κεφάλαιο 5 Έχω κατά καιρούς μοιραστεί προσωπικές εμπειρίες, όπως η αυτοκτονία της μητέρας μου, ο εθισμός μου στο αλκοόλ, η σεξουαλική μου ταυτότητα.
Κεφάλαιο 4 Στα 34 μου χρόνια, έχω ζήσει πολλές και δύσκολες εμπειρίες.
Θεωρώ απλώς ότι η γραφή από μόνη της είναι μια διαδικασία τόσο αποκαλυπτική, ότι και το πλέον ασαφές ή φαντασμαγορικό βιβλίο περιέχει σε τόσο μεγάλο βαθμό την αλήθεια της ψυχής του συγγραφέα του, που είναι αστείο να κρύβεσαι στον δημόσιο λόγο σου – τουλάχιστον έτσι το βλέπω και το νιώθω εγώ. Υπάρχουν συγγραφείς πιο συνεσταλμένοι, κι αυτό είναι επίσης κατανοητό και σεβαστό.
Πιθανώς αν δεν είχα περάσει του λιναριού τα πάθη να μην ήμουν καν συγγραφέας, ή να έγραφα τελείως διαφορετικά βιβλία. Αν μπορούσα να αλλάξω τα φριχτά ζόρια του παρελθόντος, θα το έκανα αυτοστιγμεί. Το βασανιστήριο δεν είναι μονόδρομος για την υψηλή τέχνη – καλύτερα ευτυχισμένος αναγνώστης παρά δυστυχής συγγραφέας.
Κεφάλαιο 6 Μέσα από τα παιδικά βιβλία εκφράζω. Κάποιο κομμάτι αθωότητας φαντάζομαι, την ιστορία γυμνή από τα φτιασίδια και την αναπόφευκτη οίηση του πεζογράφου που θέλει έστω κι ασυναισθήτως να εντυπωσιάσει. Και με ιντριγκάρει η πρόκληση του μικρού αναγνώστη, που έχει μύριες άλλες επιλογές σε ό,τι αφορά την διασκέδασή του, και διαβάζει μόνο κάτι που του κρατά το ενδιαφέρον αμείωτο κι απερίσπαστο.
Κεφάλαιο 7 Δεν μπορώ να σκεφτώ να επαγγέλλομαι κάτι άλλο. Επί δεκαεφτά χρόνια το μόνο που έχω κάνει συστηματικά είναι να γράφω – άντε και να μεταφράζω, που είναι εργασία σε πολλά σημεία παρόμοια. Δεν έχω μάθει να κάνω κάποια άλλη δουλειά.
Κεφάλαιο 8 Η επαφή με το αναγνωστικό μου κοινό. Είναι τρομερά σημαντική, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι επηρεάζει δυσανάλογα τη συγγραφή. Έγραφα και εξακολουθώ να γράφω πρωτίστως για να διασκεδάζω τον εαυτό μου, κι από κει κι έπειτα, αν διασκεδάσουν κι άλλοι, αν χαθούν στον κόσμο όπου μονίμως βολοδέρνω, είναι ευχής έργον.
23 / ΚΟΛΑΖ
< ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΜΗΝΑ >
Κεφάλαιο 9 Οι κριτικές. Ψέματα να μην πω – παρά την πολυετή μου πείρα, εξακολουθώ να χαίρομαι σαν μικρό παιδί κάθε φορά που διαβάζω επαινετική κριτική, και να προβληματίζομαι αφάνταστα οποτεδήποτε ο κριτικός επισημαίνει αδυναμίες που πιστεύω ότι θα έπρεπε να είχα εντοπίσει κι εγώ.
Κεφάλαιο 10 Δυστυχή με κάνει. Το να βρίσκομαι μακριά απ’ τον σύντροφό μου. Όλα τ’ άλλα παλεύονται.
Αντί επιλόγου «Τα 4 αν»
Κεφάλαιο 11 Χαρούμενο με κάνει.
Αν δεν ήμουν αυτός που είμαι, θα ήθελα να είμαι...
Το Κουτάβι, και πάλι. Όλα τ’ άλλα έρχονται δεύτερα, τρίτα, τελευταία και καταϊδρωμένα.
Ίσως ένας εξίσου παραγωγικός και παθιασμένος μουσικοσυνθέτης. Αλλά μια χαρά είμαι κι έτσι. Αν είχα την ευκαιρία να αλλάξω κάτι από τη ζωή μου…
Κεφάλαιο 12 Με θυμώνει. Η βλακεία, η δική μου και των άλλων – και το ότι ως ένα βαθμό, είναι αναπόφευκτη.
Κεφάλαιο 13 Με κάνει να νιώθω «υπό το μηδέν». Η ρημάδα η κατάθλιψη. Ελπίζω να μην με επισκεφθεί ποτέ ξανά.
Σ’ αυτή τη φάση δεν θα άλλαζα τίποτα. Τίποτα απολύτως. Αν ζούσα κάποια άλλη εποχή, θα ήταν… Άστο. Ούτε με σφαίρες! Θεωρώ ευλογία της τύχης, το ότι γεννήθηκα σε μιαν εποχή όπου η Ιατρική επιστήμη και τα θαύματα της τεχνολογίας μας προσφέρουν τόση ασφάλεια και τόσες ευκολίες.
Αύγουστος ή Ιούλιος; (απλώς ρωτώντας) Πόσα καλαμπούρια λες να ’χω ακούσει για το ψευδώνυμό μου απ’ το 1999, που εκδίδομαι; Έτσι, πες ένα πρόχειρο νούμερο. Και καταλήγω. Την εποχή που οι καταξιωμένοι έχουν την τάση να αρέσκονται στα καλάμια, εκείνος δε φύτεψε από δαύτα στον κήπο του. Και τελικά είναι σίγουρα Αύγουστος. Με τις σπουδαίες μυρωδιές, γεύσεις και εικόνες του.
24 / ΚΟΛΑΖ
ΠΑΡΑΛΙΑ- ΜΕΡΑ Ο ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ κάθεται σε μια ξαπλώστρα. Διαβάζει “Κολάζ” στο λάπτοπ του και αγναντεύει αιθέριες υπάρξεις. Δίπλα, δύο σφιγμένοι τύποι χτυπούν με δύναμη ανάλογη της μαγκιάς τους το κίτρινο μπαλάκι, το οποίο έχει αναμαλλιάσει από το νερό της θάλασσας και της φρίκης που βιώνει στα χέρια των μπρατσομένων. Λίγο πιο πέρα, ένα παιδάκι προσπαθεί να χτίσει ένα κάστρο στην άμμο, μασουλώντας με πάθος έναν κεφτέ που του στούμπωσε η μαμάκα του στο στόμα. Κάθε ένα λεπτό που περνάει, ένα κύμα του χαλάει ότι έχει χτίσει αλλά ο πιτσιρίκος δεν λέει να το βάλει κάτω. Κλαίει για λίγο και μετά ξανά προς την δόξα τραβά. Ένα λεπτό αργότερα, βλέπουμε από πίσω του τον ΧΑΡΗ ( ναι τον γνωστό σε όλους σας Φρανσίς), να έρχεται προς το μέρος του κρατώντας δύο παγωμένες μπύρες. ΧΑΡΗΣ Έλα ΣΥΝΤΑΚΤΗ, τσάκω μια μπυρίτσα. ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ Οοοο, θενκς μαν. ΧΑΡΗΣ Τίποτα. Ο ΧΑΡΗΣ κάθεται στην διπλανή ξαπλώστρα. Εκείνη την ώρα, το μπαλάκι των φίλων φουσκωτών, σκάει με φόρα στο κεφάλι του ΣΥΝΤΑΚΤΗ. Φεύγουν γυαλιά, η μπύρα πετάει στον αέρα και λούζει μια μεσήλικη κυρία λίγο πιο δίπλα. Ο ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ μοιάζει να τα χάνει. ΧΙΟΝΟΔΡΟΜΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ- ΜΕΡΑ Ο ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ φορώντας φόρμα του σκί, βρίσκεται πεσμένος στο χιόνι. Σηκώνεται και πάει να μαζέψει το δεύτερο πέδιλο που του έφυγε από την πτώση. Το βρίσκει θαμμένο λίγο πιο κάτω, το βάζει και συνεχίζει την πορεία του μέχρι να φτάσει στο σαλέ. Εκεί βγάζει τα πέδιλα, βρίσκει μια ξαπλώστρα και κάθεται για να συνέλθει. Ήταν γερό το χτύπημα, και ήταν στο κεφάλι. Η μέρα είναι ηλιόλουστη αλλά παρ΄όλα αυτά, το κρύο τρυπάει το μπουφάν και φτάνει μέχρι το μεδούλι. Ο ήλιος τυφλώνει. Το άσπρο του χιονιού αντανακλά τις ακτίνες του και όλα φαίνονται κάτασπρα. Ο ΧΑΡΗΣ τον χτυπάει στον ώμο. Κρατάει μια ζεστή σοκολάτα. Ο ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ δεν ανταποκρίνεται στο χτύπημα. Ο ΧΑΡΗΣ τον ξανασκουντάει. ΧΑΡΗΣ Έλα ρε. Η σοκολάτα σου, να συνέλθεις. Ο ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ δεν αντιδράει. ΧΑΡΗΣ Έεεε! Σύνελθε. Σκύβει και πέρνει στην χούφτα του λίγο χιόνι. Του το βάζει στο σβέρκο. Τίποτα. Τον ταρακουνάει δυνατά. Και του φωνάζει. Ο ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ είναι λιπόθυμος. Ο ΧΑΡΗΣ του δίνει μια τελευταία γερή σφαλιάρα στο μάγουλο. Η κάμερα φαίνεται σαν να είναι στα μάτια του ΣΥΝΤΑΚΤΗ. Ανοιγοκλείνει και τα βλέπει όλα άσπρα και θολά. Το βλέμμα του καθαρίζει σιγά σιγά και είναι στην παραλία.
< ΖΩ ΣΕ ΕΝΑ ΔΡΑΜΑ >
25 / ΚΟΛΑΖ
ΠΑΡΑΛΙΑ- ΜΕΡΑ Ο ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ είναι ο μισός πεσμένος κάτω από την ξαπλώστρα. Πιάνει το μάγουλό του το οποίο έχει κοκκινίσει από τον ήλιο και τις φάπες. Απο πάνω του είναι η κυρία που λούστηκε την μπύρα, και οι δύο φουσκωτοί με τις ρακέτες. ΧΑΡΗΣ Έλα ρε συνήλθες! Τι έγινε; Νόμιζα ότι τα τίναξες προς στιγμήν. ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ Έεε; Τι; Τι έγινε; ΧΑΡΗΣ Έφαγες μπαλάκι στα μούτρα. Εδώ από τα παιδιά. ΦΟΥΣΚΩΤΟΣ 1 Συγγνώμη φίλε. ΦΟΥΣΚΩΤΟΣ 2 Είσαι εντάξει; Σου ήρθε λίγο δυνατά το μπαλάκι. Αλλά σε βλέπω, βράχος. Δεν μάσησες (γελάει λίγο).
< ΖΩ ΣΕ ΕΝΑ ΔΡΑΜΑ >
ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ Στον Άδη ρε...Είδα και τον βαρκάρη. Μιλάμε όλα άσπρα. Και κρύο άγριο. ΧΑΡΗΣ Πόσο κρύο δηλαδή; ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ Κατάψυξη ρε. Υπό το μηδέν. Έκανα και σκι λέει στα χιόνια. Χτύπησα. Ότι να’ ναι ρε. Μπερδεύτηκα. ΧΑΡΗΣ Επηρεασμένος είσαι μου φαίνεται. ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ Κολάζ ε; Υπό το μηδέν. Δεν έχω ιδέα τι θα γράψω ρε... ΧΑΡΗΣ Έλα κάτι θα βρεις. Πιες μπυρίτσα. Γεια μας. FADE TO BLACK.
Ο ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ τον κοιτάει λοξά και νευριασμένα. Ο ΦΟΥΣΚΩΤΟΣ 2 καταλαβαίνει οτι το κλίμα είναι βαρύ και του κόβεται το γέλιο. ΧΑΡΗΣ Έλα, αφού είσαι καλά δεν έγινε τίποτα. Οι υπόλοιποι σιγά -σιγά αποχωρούν. ΦΟΥΣΚΩΤΟΙ Συγγνώμη και πάλι, μεγάλε. ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ Μαλάκα, δεν καταλαβαίνεις τι έπαθα. Πήγα και γύρισα. ΧΑΡΗΣ Που πήγες ρε; Έδώ ήσουν... (γελάει)
26 / ΚΟΛΑΖ
< ΖΩ ΣΕ ΕΝΑ ΔΡΑΜΑ >
Άρθρο / Αριστείδης Γεωργίου
Αρκετοί κινηματογραφιστές προτίμησαν το παγωμένο τοπίο κάποιου βουνού, κάποιας πόλης ή ακόμα και κάποιας απομονωμένης ερημιάς, για να τοποθετήσουν συνεργείο και καστ και να αποτυπώσουν σε φιλμ τις ιστορίες τους. Ένα πιθανό Top 5 τέτοιου είδους ταινιών, θα μπορούσε να είναι το ακόλουθο.
27 / ΚΟΛΑΖ
< ΖΩ ΣΕ ΕΝΑ ΔΡΑΜΑ >
1. Λάμψη (1980, Stanley Kubrick και όχι αυτό του Νίκου Φώσκολου) 2. Fargo (1996, Cohen Brothers) 3. Βαρομετρικό Χαμηλό (1993, Renny Harlin) 4. Η Μέρα της Μαρμότας (1993, Harold Ramis) 5. Η Εποχή των Παγετώνων (2002, Carlos Saldanha και Chris Wedge) Οι ταινίες που έχουν ως φόντο παγωμένα τοπία, είναι πάρα πολλές. Καλές και κακές, τρομακτικές και διασκεδαστικές. Το χιόνι προσφέρεται για κυνηγητό πάνω σε πέδιλα του σκι αλλά και για σινε-ρομάντζο σε σπίτι με τζάκι. Επίσης, σε ανάλογο τοπίο παίζουν και σχεδόν όλες οι χριστουγεννιάτικες ιστορίες αλλά για αυτές θα μιλήσουμε τα Χριστούγεννα, ίσως. Η Λάμψη (The Shining), είναι για πολλούς, μαζί με το Ψυχώ και κανά δυο άλλα, μια από τις καλύτερες ταινίες τρόμου και αγωνίας όλων των εποχών. Ο Kubrick, σε μεγάλα κέφια και αφού πλέον είχε αποδείξει το πόσα απίδια πιάνει ο σάκος, γυρίζοντας αποκλειστικά ταινίες ορόσημα μέχρι τότε, είπε να κάνει άλλη μια. Με πρωταγωνιστή, τον ασυναγώνιστο Jack Nicholson, σε μια από τις πιο καλές στιγμές τις καριέρας του και με πολλή τρέλα στο μυαλό και το μάτι, ο Stanley καταφέρνει να φτιάξει μια ταινία με τόση ατμόσφαιρα, όση μπορούσε να ζητήσει ο θεατής. Ίσως και λίγη παραπάνω. Στην ιστορία έχει μείνει το πλάνο, όπου ο Jack σφηνώνει το κεφάλι του στην πόρτα του μπάνιου, την οποία έχει σπάσει με το τσεκούρι αλλά και η σκηνή έναρξης. Ένα απίστευτο μονοπλάνο από ελικόπτερο, το οποίο ακολουθεί το αυτοκίνητο του Jack, καθώς αυτό πηγαίνει για το ξενοδοχείο όπου θα διαδραματιστεί το υπόλοιπο της ταινίας. Το Fargo, είναι μια ταινία των αδελφών Κοέν η οποία μας δείχνει μια αστυνομικό σε ενδιαφέρουσα, η οποία προσπαθεί να εξιχνιάσει ένα φόνο στην μέση του πουθενά, κάπου κοντά στην Μινεσότα. Οι Κοέν, βραβεύθηκαν για το σενάριο, και η εγκυμονούσα Frances McDormand για την ερμηνεία της στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Οι Κοέν δημιουργούν ένταση, αγωνία και χιούμορ με έναν τρόπο μοναδικό. Αξέχαστο το πλάνο στο απέραντο λευκό λιβάδι με το πτώμα στην μέση, γύρω- γύρω αίμα και η Marge από πάνω του. Βαρομετρικό Χαμηλό, με Sylvester Stalone, να τρέχει πάνω- κάτω το βουνό για να βρει τις βαλίτσες με το χρήμα που έχουν πέσει στο γκρεμό. Δεν θα μπορούσε να λείπει, καθώς είναι η πρώτη ταινία που έρχεται στο μυαλό, ακούγοντας τη φράση, «υπό το μηδέν». Χωρίς ιδιαίτερο νόημα, ο Renny Harlin, υπογράφει μια περιπέτεια που σίγουρα θα σας διασκεδάσει. Δεν είναι John Rambo, αλλά είναι καλό. Αξέχαστη στιγμή δεν έχει, αλλά θα τη θυμάστε σίγουρα συνολικά.
Η Μέρα της Μαρμότας, είναι μια κωμωδία που λίγοι την έχουν χάσει. O Bill Murray στα νιάτα του, υποδύεται το μετεωρολόγο και ζει την ίδια μέρα ξανά και ξανά. Διασκέδαση. Ο Harold Ramis σεναριογράφος των επικών Ghostbusters, πάλι με Bill Murray, και μετέπειτα σκηνοθέτης του «Ανάλυσέ το» και «Ξανά Ανάλυσέ το», δίνει ρέστα. Σπιρτόζικο και έξυπνο, χωρίς πολλές εξηγήσεις και καθυστερήσεις. Το «ρουφάς» με τη μία, που λένε. Αξέχαστες μένουν οι ερμηνείες του Murray και της γλυκύτατης Andie McDowell, καθώς και τα μεταξύ τους τετ-α-τετ. Ice Age ή Εποχή των Παγετώνων. Γέλιο, γέλιο, γέλιο. Τρέλα με κορδέλα. Δυο λαλούν και τρεις χορεύουν, κουκουρούκου μάντολες, και πολλά άλλα τέτοια. Ένα από τα καλύτερα animation που κυκλοφορούν. Όσες φορές και να το δεις, κλαις από τα γέλια. Οι animators και οι σεναριογράφοι έδωσαν τα ρέστα τους. Τεχνικά, δεν είναι το καλύτερο ούτε τώρα φυσικά αλλά ούτε και τότε. Η Pixar είχε το πάνω χέρι. Αλλά σεναριακά, είναι άπαιχτο. Νομίζω αυτό που «έμεινε» πιο πολύ απ’ όλα, ήταν ο μικρός Scrat και το βελανίδι του. Κουκουλωθείτε με σεντονάκι, ανάψτε το air- condition και σπρώξτε μέσα το DVD. Χιόνια και βουνά μπας και δροσιστούμε, γιατί η παραλία δεν κάνει δουλειά.
28 / ΚΟΛΑΖ
< Η ΠΡΟΖΑ ΤΟΥ ΧΑΡΗ >
Άρθρο / Χάρης Φρανσίς
-Υπό το… what? -Υπό το μηδέν… Ααα, μάλιστα πες μου έτσι να καταλάβω (τι παίρνει ο άνθρωπος και το στερεί σε εμάς) Κάπως έτσι αντέδρασε ο υποφαινόμενος αρθρογράφος στην είδηση του θέματος του νέου τεύχους από τον αρχισυντάκτη Α. Γεωργίου (ο Θεός να τον κάνει). -Βάλια, δεν έχω ιδέα τι να γράψω. -Χάρη, δε σε φοβάμαι. Έχω εμπιστοσύνη στο γράψιμό σου. (Μα καλά ποιος νομίζει ότι είμαι;… Κανένας επαγγελματίας γυρολόγος που γράφει ό,τι του κατέβει απλά επειδή πρέπει να παραδώσει ένα κείμενο;) Οι μέρες κυλούσαν με το ρυθμό της ανιαρής καθημερινότητάς μας, χωρίς να του κατεβαίνει κάτι ουσιώδες. Σκεφτόταν: «Τι είναι αυτό που συνδυάζει κάποιος στο μυαλό του στο άκουσμα της φράσης “Υπό το μηδέν”;». Πολλά και τίποτα, συμπληρώνει με περίσσεια θρασύτητα. Να εξηγηθώ, φίλε αναγνώστη. Κάποιος σκέφτεται: «Υπό το μηδέν; Μα φυσικά… Το I.Q. του Γεωργίου Παπανδρέου, κατά κόσμον ΓΑΠ». Κάποιος άλλος: «Το χιούμορ του συναδέλφου στο αντικριστό γραφείο. Καλά όταν τον προσέλαβε το HR της εταιρείας δεν του ζήτησαν να τους πει κάτι αστείο; Με μέσο μπήκε…» Ένας τρίτος: «Η απόδοση των νέων μέτρων της κυβερνώσας τρόικας στην ελληνική οικονομία. Με μεγάλο βαθμό επιείκειας μάλιστα» Ένας άλλος: «Η υποκριτική ερμηνεία του Γιάννη Τσιμιτσέλη σε οποιαδήποτε θεατρική κωμωδία έχει τολμήσει να συμμετάσχει… Τελικά αυτή η χώρα πάσχει από σοβαρότατη έλλειψη επαγγελματικού προσανατολισμού» Ένας ακόμα: «Οι ενδυματολογικές επιλογές της απελθούσας Αλέκας Παπαρήγα… Με αυτά που φόραγε πάλι καλά που έμεινε και τόσα χρόνια Γενική Γραμματέας… Στον υπαρκτό σοσιαλισμό, όλοι έχουν ίσα δικαιώματα στο κακό γούστο» Κάποιος έκτος: «Η “κεραμίδα” που μου ‘ριξε προχτές μια γκόμενα όταν της την έπεσα και μου απάντησε ότι οι πραγματικές φιλίες μένουν στο χρόνο… Κάγκελο παγωμένο, ο κύριος. Μάλλον από μια τέτοια ατάκα θα έγραψε ο Μαρσέλ Προυστ, το Αναζητώντας το χαμένο χρόνο» Η άλλη: «Τι πτώμα ήταν αυτός χθες βράδυ; Μπήκε, βγήκε… ούτε που “ενόχλησε”… να πεις πως κάποιος πέρασε χτες από το “σπίτι”» Μια ακόμα: «Να θυμηθώ να βγάλω το αγγούρι απ’ το ψυγείο… Άλλες το τρώνε και δροσίζονται, άλλες το τρώνε και ζορίζονται» Ένας βορειοευρωπαίος κάπου μακριά, το χειμώνα: «Είναι το κρύο, είναι το κρύο τσουχτερό»
Όπως καταλαβαίνετε τα παραπάνω παραδείγματα και χιλιάδες άλλα ακόμη (τα οποία ο αρχισυντάκτης δε μου επιτρέπει να αραδιάσω για τεχνικούς λόγους) δίδονται προς ενίσχυση της προγραφείσας άποψης ότι στη φράση “υπό το μηδέν” μπορεί κανείς να πει πολλά και τίποτα (και να τα εννοεί). Το ζήτημα βέβαια που στριφογύριζε στο μυαλό του επίδοξου αρθρογράφου, ήταν τι είναι εκείνο που εμφανίζεται στο δικό του υποσυνείδητο με τη σκέψη
29 / ΚΟΛΑΖ
< Η ΠΡΟΖΑ ΤΟΥ ΧΑΡΗ >
της φράσης “υπό το μηδέν”. Και κυρίως με ποια ακριβώς μορφή; Ως ήχος; Ως εικόνα; Ένας συνδυασμός των δύο, συνοδευόμενος από μια εσωτερική αίσθηση (μα ποιος είμαι τελοσπάντων ο Ελύτης ο νεότερος;) ; Δεν ξέρω, φίλτατε αναγνώστη, αν έχεις μπορέσει να συγκρατήσεις ποτέ στο μυαλό σου το τσουχτερό ρίγος που μπορεί να αισθάνεσαι, βουτώντας σε μια κρύα θάλασσα Απρίλη μήνα. Ξέρεις, εκεί που πας να το παίξεις Νικηταράς ο Τουρκοφάγος σε θράσος και θέληση αλλά αντιλαμβάνεσαι ότι η δύναμη της θάλασσας σε μετατρέπει σε πόκεμον του γλυκού νερού με «ζαρωμένη αυτοπεποίθηση». Είναι ένα συναίσθημα που σε κάνει μια στο τόσο, να αισθάνεσαι λίγο περισσότερο ζωντανός από το σύνηθες υποκείμενο που προσποιείσαι ότι είσαι καθημερινά (ξυρίζεσαι, ντύνεσαι, πας στη δουλειά και υποκρίνεσαι ότι κυνηγάς το ερωτικό απόλυτο σε συνδυασμό με την κοινωνική καταξίωση). Χα… Να ένα συναίσθημα “υπό το μηδέν” που χρειάζεται για να σε προσγειώνει στην πραγματικότητα που και που. Λες άραγε να υπάρχουν κι άλλα συναισθήματα “υπό το μηδέν” που διαμορφώνουν τη συνείδησή σου; Δεν ξέρω αν μπορώ να σκεφτώ… Ώπα… Κάτι πετιέται… Έχεις περάσει ποτέ ξυστά δίπλα από κάποιον αιμόφυρτο στο δρόμο, θύμα τροχαίου; Πόσες φορές το είδες, πάγωσες μπροστά στο θέαμα, έκανες το σταυρό σου και υποσχέθηκες μπροστά στην τραγικότητα του θεάματος να γίνεις καλύτερος από την επόμενη κιόλας ημέρα; Και πόσες φορές πρόδωσες αυτή την υπόσχεση στον ίδιο σου τον εαυτό; (μάλλον βάρυνα λίγο τα συναισθήματα) Για να συνεχίσω τη σκέψη μου… Συναίσθημα “υπό το μηδέν” είπαμε… Μα φυσικά… Να ένα που όλοι πάνω κάτω το ζούμε… Κοίταξες το πρόσωπό του/ της για τελευταία φορά και δεν είπες αντίο, παρόλο που ήξερες ότι δεν θα ξαναϊδωθείτε. Μόνο και μόνο για να μην μειώσεις τον πολύτιμο εγωισμό σου. Κι ύστερα; Σε κατέλαβε ένα σύγκρυο τύπου “sub-zero” και αναρωτήθηκες: «Πόσο μαλ…ας μπορώ να γίνω ακόμα;» Χμμ… Δεν ξέρω αν με παίρνει να συνεχίσω την κατάδυση της αναζήτησης συναισθημάτων “sub-zero”. Μου φέρνει περίεργες ανάμνησες και δεν ταιριάζουν με το χαρακτήρα αυτής της στήλης… Ένα ακόμα συναίσθημα αναδύεται. Ήσουν μικρός και πίστευες ότι δε θα γίνεις σαν τους άλλους… Θα βγεις απ’ το συρμό και θα χαράξεις κάτι δικό σου… Και τα χρόνια πέρασαν και κατάλαβες ότι τελικά ο συρμός είναι το παιχνίδι: παίζεις στο βήμα του και παρελαύνεις, αλλιώς; Σε ποδοπατούν αυτοί που ακολουθούν… Χαχαχα… Πλάκα έχει τελικά αυτή η αναζήτηση που ξεκίνησε από ένα άρθρο… Λέω να τη συνεχίσω λίγο ακόμα… Πήγες να το παίξεις άνετος στη γκόμενα, με φράγκα που θολώνουν τη σκέψη. Πήρες, πήρες, παρήγγειλες, κέρασες, ήπιες, έφαγες… Κι έπειτα; Ήρθε ο λογαριασμός. «Ου γαρ έρχεται μόνον». Τότε κατάπιες τη γλώσσα σου, έγινες μπλε μαρέ και είπες: Τα έκανα, θα τα πληρώσω. Όρθωσες ανάστημα και τώρα προσπαθείς να μη λυγίσεις (κάνε και μια σχετικά μεγάλη αναγωγή σε επίπεδο κράτους και θα καταλάβεις σε ποιο στάδιο βρίσκεται η γλυκιά μας η πατρίδα). Ωστόσο λογαριάζω να κλείσω με κάτι εύθυμο. Στη ζωή άλλωστε, το χαμόγελο αξίζει να μένει στο τέλος. Κάτι σατυρικό. Μέγιστο συναίσθημα “υπό το μηδέν” η δήλωση του Αλ. Τσίπρα πριν από κάποιο καιρό, περί δόγματος σοκ της Naomi Campbell και όχι φυσικά της «άσχετης» Naomi Klein. Τη μαύρη γαζέλα είχε κατά βάση στο νου του ο αριστερό-χειρας ηγέτης, γιατί υποσυνείδητα ξέρει ότι οι σοφιστικέ πολιτικές λύσεις είναι «μαύρη τρύπα» (η αναφορά στην μαύρη τρύπα της πληθωρικής μοντέλας, ουδεμία σχέση έχει). Ελπίζω να σου άφησα γλυκόπικρα συναισθήματα αναγνώστη… Σε φιλώ με μια αίσθηση “sub-zero” στα χείλη!
30 / ΚΟΛΑΖ
Π
οιά είναι όμως η “αποφασιστική στιγμή” την οποία κυνήγησε με πάθος ο πατέρας της φωτογραφίας δρόμου, Henri Cartier Bresson; Ο ίδιος έλεγε χαρακτηριστικά: «Υπάρχει μια στιγμή όπου το μάτι , το μυαλό και η καρδιά βρίσκονται σε μιαν ευθεία. Κι αυτή είναι η στιγμή που θα μας δώσει μια φωτογραφία που θα μετρήσει για την υπόλοιπη ζωή μας» Γνώριζε καλά πως η στιγμή αυτή είναι εξαιρετικά δυσεύρετη και αποτέλεσμα αρίφνητων προσπαθειών, όχι όμως αποκλειστικά φωτογραφικών. Είναι απαραίτητη λοιπόν μια συλλήβδην παιδεμένη αισθητική σε συνδυασμό με το οξυμένο οπτικό αισθητήριο αλλά και την ψυχοσύνθεση του φωτογράφου. Μόνον ο συνδυασμός και η στιγμιαία ευθυγράμμιση των παραπάνω θα καταφέρουν να δώσουν μια φωτογραφία “που θα μετρήσει για την υπόλοιπη ζωή μας”. Παναγιώτης Φιλιππάτος panagiotis4@hotmail.com
< ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΔΙΧΩΣ ΛΟΓΙΑ >
31 / ΚΟΛΑΖ
< ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΔΙΧΩΣ ΛΟΓΙΑ >
32 / ΚΟΛΑΖ
XX
33 / ΚΟΛΑΖ
XX
34 / ΚΟΛΑΖ
XX
35 / ΚΟΛΑΖ
XX
36 / ΚΟΛΑΖ
XX
37 / ΚΟΛΑΖ
XX
38 / ΚΟΛΑΖ
< DESIGN ΡΕ >
39 / ΚΟΛΑΖ
< DESIGN ΡΕ >
Στην Ελλάδα, ως γνωστόν, δεν κάνει ποτέ κρύο. Για την ακρίβεια, έχει έρθει και πάλι αυτή η λατρεμένη εποχή, που ο τζίτζικας σκάει και οι λίγοι εναπομείναντες στις πόλεις, δυναμώνουν τα κλιματιστικά και ονειρεύονται αμμουδερές παραλίες και ξένοιαστες μέρες υπό τον ήλιο. Σε ένα άλλο σημείο του πλανήτη όμως, το χιόνι έχει μόλις λιώσει και η θερμοκρασία αγγίζει τους 9 βαθμούς Κελσίου -επίπεδα “τροπικά” για τα δεδομένα της περιοχής. Σε εκείνο το μέρος, μέσα σε μία τεράστια αποθήκη, γιγάντια τούβλα πάγου “ξεκουράζονται” και, τρίζοντας ανεπαίσθητα μέσα στην κρυψώνα τους, περιμένουν τον Νοέμβρη.
Άρθρο / Κέλλυ Δεσύπρη
Τι ζητάει όμως ένα τέτοιο μέρος στις αυγουστιάτικες φαντασιώσεις ενός Έλληνα; Να δροσίσει άραγε δια της αυθυποβολής; Να κάνει τους λάτρεις του design να ανατριχιάσουν με ευχαρίστηση; Να δημιουργήσει δέος σε ευαίσθητους οικολόγους; Ή να απαντήσει ανομολόγητες απορίες σεβαστών αρχιτεκτόνων; Όλα αυτά και κάτι ακόμα. Οι αριθμοί μιλούν μόνοι τους και εντυπωσιάζουν: 1 ξενοδοχείο από πάγο 2 άνθρωποι με όραμα 23 χρόνια λειτουργίας, για 3 μήνες κάθε χρόνο 60 μοναδικά δωμάτια και 16 σουίτες 3.000 τόνοι πάγου 6.000 τετραγωνικά μέτρα 50.000 πελάτες ετησίως και αμέτρητοι επισκέπτες
40 / ΚΟΛΑΖ
Όλα ξεκίνησαν, όταν το 1989 Ιάπωνες καλλιτέχνες επισκέφτηκαν το μικρό -και πολύ παγωμένο- χωριό Jukkasjarvi της βόρειας Σουηδίας, προκειμένου να εκθέσουν εκεί τα παγογλυπτά τους. Αυτό τράβηξε το ενδιαφέρον περισσότερων καλλιτεχνών στην περιοχή και την επόμενη άνοιξη ο γάλλος Ζανό Ντερίντ έχτισε ένα ιγκλού μέσα στο οποίο εξέθεσε τα έργα του. Μια μέρα, επειδή το χωριό είχε κατακλυστεί από φιλότεχνους επισκέπτες και αδυνατούσε να παρέχει σε όλους στέγη, αποφασίστηκε να κοιμηθούν κάποιοι από αυτούς μέσα στην ίδια την γκαλερί-ιγκλού. Κάπως έτσι γεννήθηκε η ιδέα ενός ξενοδοχείου, χτισμένο αποκλειστικά από πάγο. Την πραγματοποίησή του ανέλαβε ένα δίδυμο εμπνευσμένων Σουηδών. Οι Άρνε Μπεργκ και ‘Ακε Λάρσον -ο καλλιτεχνικός διευθυντής και ο επιβλέπων μηχανικός του Ice Hotel αντίστοιχα- αντιμετώπισαν με τόλμη τα στοιχεία της φύσης και με σύμμαχο τους, μια ομάδα με μέλη από όλο τον κόσμο, τελειοποίησαν την τέχνη της αρχιτεκτονικής στον πάγο. Σύμφωνα με τους ίδιους, το μοναδικό αυτό εγχείρημα αποτελεί μια ζωντανή εκδήλωση του κύκλου της φύσης αλλά και της ζωής, αφού “γεννιέται” κάθε Νοέμβρη από το κοντινό ποτάμι Τόρνε, κάνει τον κύκλο του και τον Μάρτιο λιώνει και επιστρέφει στην φύση, όπως κάθε ζωντανός οργανισμός. Είναι μάλιστα καθοριστική η ύπαρξη του συγκεκριμένου ποταμού, καθώς εκεί βρίσκει κανείς τον πιο αγνό, καθαρό και διάφανο πάγο στον κόσμο. Ολόκληρη η διαδικασία κατασκευής του Ice Hotel, διαρκεί συνολικά δώδεκα μήνες, ενώ κάθε χρόνο ο σχεδιασμός των εσωτερικών χώρων είναι διαφορετικός και συχνά προστίθενται επιπλέον δωμάτια και χώροι, στα προηγούμενα σχέδια. Δημιουργείται ένας χώρος υποδοχής, μια κεντρική αίθουσα, ένα μπαρ, ενώ από το 2011 και μετά χτίζεται επίσης και μια εκκλησία με κυκλικό θόλο, επιτρέποντας στους αθεράπευτα ρομαντικούς να ενώσουν εκεί τις ζωές τους, υπό τα χρώματα του Βόρειου Σέλαος. Ο κύκλος ζωής αυτού του κυριολεκτικά μοναδικού δημιουργήματος, ξεκινάει κάθε Απρίλιο, όταν η παγωμένη επιφάνεια του ποταμού Τόρνε τεμαχίζεται και “γεννά” τα γιγάντια παγότουβλα, συνολικού όγκου 30.000 κυβικών μέτρων, τα οποία στη συνέχεια στοιβάζονται και “ξεκουράζονται” για περισσότερο από έξι μήνες μέσα σε κοντινές αποθήκες με σταθερή θερμοκρασία -5 βαθμών Κελσίου, έτσι ώστε να μην σπάσουν. Βλέποντας κανείς τους τεράστιους κύβους του λείου, εντελώς διάφανου, συμπαγούς πάγου από καθαρό, πόσιμο νερό, μπορεί μονάχα να θαυμάσει την αγνότητα της φύσης. Εξειδικευμένοι τεχνίτες, χειρίζονται τα ειδικά πριόνια πάγου που εφευρέθηκαν αποκλειστικά για την κατασκευή του Ice Hotel ενώ με τον όλο και αυξανόμενο ανταγωνισμό, η προσοχή στη λεπτομέρεια είναι το κύριο μέλημά τους, από την κατασκευή των υλικών εώς την διακόσμησή του. Μετά από μισό χρόνο “ξεκούρασης”, τα παγότουβλα είναι πιο ανθεκτικά από ποτέ και τον Νοέμβριο η πραγματική πρόκληση για την ομάδα, ξεκινά. Το μεγαλύτερο κομμάτι του πάγου, περνάει μέσα από ένα ακόμα εξειδικευμένο εργαλείο που μοιάζει με τεράστιο...αποχυμωτή και δημιουργεί το περίφημο snice. Το snice (snow + ice), είναι ένα μείγμα πάγου και χιονιού που θα λειτουργήσει ως κύριο δομικό συστατικό, ενώ οι 1.000 περίπου τόνοι που θα απομείνουν άθικτοι, θα δημιουργήσουν το στατικό σκελετό. Το snice πλούσιο σε φυσαλίδες αέρα, θα λειτουργήσει και ως μόνωση, κρατώντας τη θερμοκρασία εσωτερικά στους -5 βαθμούς Κελσίου, ενώ έξω ο Βορράς δείχνει τα δόντια του, στους -45. Μεταλλικές αλυσοειδείς αψίδες τοποθετούνται σε σειρά, περιλούζονται” με snice κι έπειτα από μερικές μέρες, αφαιρούνται πολύ προσεκτικά σχηματίζοντας τους κυρίως χώρους και τους διαδρόμους του ξενοδοχείου. Το σχήμα των αψίδων είναι τέτοιο μάλιστα, ώστε να αποτελεί μία ισχυρή αυτοφερούμενη κατασκευή. Σε κάθε βήμα βέβαια, υπάρχει ο κίνδυνος του κακού συγχρονισμού,
< DESIGN ΡΕ >
41 / ΚΟΛΑΖ
< DESIGN ΡΕ >
το ρίσκο των καιρικών συνθηκών αλλά και ενός λάθος υπολογισμού, που μπορεί να οδηγήσει στο να καταρρεύσει μέρος της κατασκευής. Αν μέχρι το σημείο αυτό όλα πάνε καλά, τότε το επόμενο βήμα είναι η ανέγερση εσωτερικά, παγοκολώνων από εκείνα τα εναπομείναντα “τούβλα” κάτι που θα ασφαλίσει στατικά το κτίσμα. Οι ενδιάμεσοι τοίχοι χτίζονται από snice και ύστερα ολόκληρη η επιφάνεια του ξενοδοχείου εξομαλύνεται χειροποίητα, μέσω μιας διαδικασίας που τα ίδια τα μέλη της ομάδας παρομοιάζουν με... διαλογισμό. Όταν όλα αυτά τελειώσουν, στην ομάδα “μπαίνουν” οι interior designers και οι καλλιτέχνες για να εκφράσουν και εξωτερικά τον μοναδικό και καλλιτεχνικό χαρακτήρα του Ice Hotel. Άλλωστε, η μοναδικότητά του δεν έγκειται μόνο στο γεγονός ότι το τρεχούμενο νερό είναι πάντα διαφορετικό, αλλά και στο γεγονός οτι διαφορετικοί καλλιτέχνες από όλο τον κόσμο -ναι ναι, και από την Ελλάδα- συναθροίζονται κάθε χρόνο προκειμένου να διακοσμήσουν με γλυπτά το κάθε δωμάτιο, να κατασκευάσουν τα έπιπλα των κοινόχρηστων χώρων και να προσθέσουν όλες τις τελικές λεπτομέρειες. Μέσα στα πάντα εντυπωσιακά γλυπτά και στους τοίχους θα περαστούν συστήματα LED φωτισμού που θα κάνουν το χώρο να μοιάζει με μαγική παγωμένη σπηλιά. Μωβ, πράσινα και γαλάζια χρώματα διαχέονται στον καθαρό πάγο και φέρνουν μέσα το μυστηριακό φως του Βόρειου Σέλαος, ενώ θερμά πορτοκαλί και κόκκινα λούζουν τον πάγο ζεσταίνοντας οπτικά το χώρο. Από την πρώτη μέρα της ανέγερσης έχουν περάσει μόλις 6 εβδομάδες ενώ για τους επόμενους 3 μήνες -μέχρι δηλαδή τον Μάρτιο περίπου- θα έχουν κοιμηθεί στα δωμάτια του παγωμένου ξενοδοχείου, πάνω από 52.000 επισκέπτες. Και αν πιστεύετε πως θα είναι δύσκολο να περάσετε μια νύχτα κοιμώμενοι πάνω στον πάγο, το δέρμα ταράνδου και οι ειδικοί υπνόσακοι θα σας αλλάξουν εύκολα γνώμη. Με την πρώτη ματιά, η ύπαρξη και μόνο ενός τέτοιου οικοδομήματος μοιάζει σίγουρα εντυπωσιακή αλλά όταν συνειδητοποιεί κανείς τον τελετουργικό τρόπο με τον οποίο αυτό κατασκευάζεται, όσο και το εφήμερο της φύσης του, τότε το όλο εγχείρημα αποκτά ένα ρομαντικό, σχεδόν φιλοσοφικό χαρακτήρα. Φαίνεται πως το Ice Hotel έχει πολλά να μας διδάξει, όχι μόνο από την απόλυτα οικολογική φύση του, από το μεράκι με το οποίο εγείρεται κάθε χρόνο αλλά και από την γλυκόπικρη ευκολία με την οποία αφήνεται να γυρίσει και πάλι πίσω στον ποταμό που το γέννησε.
Κέλλυ Δεσύπρη Αυτό το κορίτσι είναι λίγο διχασμένο βρε παιδί μου...μιά θέλει να τη φωνάζουν Κέλλυ, μια Καλλιόπη, μια λέει οτι είναι διακοσμήτρια -“Εεε συγγνώμη! Αρχιτέκτων Εσωτερικών Χώρων, παρακαλώ!”- μια ότι είναι στυλίστρια -“Ας το πάμε ένα βήμα παρακάτω”- μια συγγραφέας -“Ναι, εγώ και η μισή Ελλάδα”-. Τι από αυτά ισχύει, κανείς δεν ξέρει...άλλωστε από μικρή δήλωνε ότι θέλει να πάρει όλα τα πτυχία του κόσμου και μετά να ανοίξει μια ταβέρνα στην Τήνο (γιατί αγαπάει και το φαί και την Τήνο- αυτά είναι σιγουράκια). Τελικά κάνει πολύ απ’όλα γιατί απλά “δεν δύναται να επιλέξει” ενώ ταυτόχρονα παρακολουθεί τα τεκταινόμενα σε Τέχνη, Μόδα, Αρχιτεκτονική και φυσικά Design (να ένα ακόμα σιγουράκι) και όλα αυτά κρατώντας μονίμως ένα ελληνοιαπωνικό λεξικό στην τσάντα της -“Για ώρα ανάγκης!”- και αποθηκέυοντας στο κινητό της επεισόδια anime αντί για τραγούδια -“Μήπως και πάρω ποτέ το επόμενο πτυχίο...”-. Και τώρα θέλει να έχει στήλη Design, λέει. Αμάν πια αυτό το παιδί...θα με πεθάνει! υγ: Αν εντοπίσετε κάποιο άρθρο στο οποίο δεν έχει στριμώξει κάποια αναφορά στην Ιαπωνία - συνήθως με τρόπο άτσαλο και βεβιασμένο - μην της το πείτε... ποιός την ακούει μετά!
42 / ΚΟΛΑΖ
< ΕΚΤΑΚΤΟ ΔΕΛΤΙΟ >
Άρθρο / V.
43 / ΚΟΛΑΖ
XX
44 / ΚΟΛΑΖ
< ΕΚΤΑΚΤΟ ΔΕΛΤΙΟ >
Για ένα ολόκληρο λεπτό η Ζωή στάθηκε εκεί, απέναντι του, συνειδητοποιώντας την δικαιολογημένη κατά άλλα ταχυκαρδία της. Αυτό το βράδυ είχε ρυθμό ταμπούρλου αφρικανικής προέλευσης. Την στιγμή που βγήκε από την τουαλέτα του φασφουντάδικου σαν κάποιος να την είχε κουρδίσει και προχωρούσε, προχωρούσε, μέχρι να φτάσει στον τοίχο που είχε βάλει στο μάτι εδώ και ένα χρόνο. Προσπάθησε να μην αναπνέει για να συγκεντρώσει όλη την ενέργεια της στην παρατήρηση του διαφορετικού μικρόκοσμου που είχε μόλις εισέλθει, να νιώσει οικεία στο 714. Όλος ο κόσμος ήταν σε κίνηση γύρω της εκτός από εκείνην, συμπέρανε. Ο άνδρας καθόταν στην κεφαλή του τραπεζιού και δήλωνε ξεκάθαρα την πρόθεσή του στα ψάρια και στα θαλασσινά που απλώνονταν μπροστά του. Νόμιζες ότι κολυμπούσαν και αυτά, μέσα στο μπλε φως. Με μαεστρία έπιασε ένα κομμάτι τόνου με τα chopsticks του και το έχωσε στο στόμα του με ευχαρίστηση. Η Ζωή ακολουθώντας τις κινήσεις του άνδρα, άδραξε την ευκαιρία και περιεργάστηκε τον τόνο. Ροζ, φιλεταρισμένος με κάτι γραμμές άσπρες, οριζόντιες κατά μήκος. Μήπως δεν ήταν τόνος και ήταν μπέικον; σκέφτηκε η Ζωή καθώς στεκόταν ακόμα όρθια απέναντι από το τραπέζι. Προφανώς δεν ήξερε και πολλά για τα διαφορετικά είδη τόνου.
Ο άνδρας μασούσε αργά τον λιπαρό ψάρι και έπειτα έπιασε το ποτήρι σαμπάνιας που βρισκόταν δίπλα του. Με την κίνηση του αυτή η Ζωή σαν να ξέχασε όλες τις σκέψεις της και άρχισε να κινεί τα μάτια της κατά μήκος του άνδρα, για να σκανάρει τώρα και αυτόν όπως έκανε λίγο πριν με το φιλέτο ψαριού λίγο. Το βλέμμα της Ζωής έφτασε στο τέλος του παντελονιού του εκεί που κανονικά θα έπρεπε να ξεκινάνε οι κάλτσες του αλλά ούτε κάλτσες, ούτε παπούτσια. Ήταν ξυπόλητος. Η Ζωή δεν πρόλαβε να ξαφνιαστεί. Ο άνδρας σηκώθηκε, προχώρησε προς το μέρος της και σταμάτησε μπροστά της. Την κοίταξε, όχι φυσικά στα μάτια αλλά στο στήθος της το οποίο φούσκωνε κάτω από το μαύρο φόρεμα της. Γδύσου, την πρόσταξε. Του γύρισε την πλάτη της, ήταν η πρώτη κίνηση που έκανε μετά από ώρα. Όμως ήταν το μυαλό της και όχι τόσο το σώμα της, που είχε μουδιάσει. Ο άνδρας της ξεκούμπωσε το φερμουάρ. Η Ζωή ένιωσε την επιθυμία του, να κατασπαράζει ότι θελήσει χωρίς δισταγμό. Άρχισε να επεκτείνεται πέρα από τις διαστάσεις της επιφάνειας του τραπεζίου. Στην πλάτη της. Κρατούσε ακόμα το κόκκινο τσαντάκι της και για μια στιγμή φαντάστηκε ότι όλο το σύμπαν κρεμόταν από το χέρι της. Τόσο βαρύ και σημαντικό έγινε αυτό το κόκκινο τσαντάκι. Ο άνδρας έπιασε το χέρι της και την γύρισε προς στα εκείνον. Είχε έρθει αναμφίβολα η στιγμή της. Θα ήταν μια στιγμή, έλεγε ξανά και ξανά στον εαυτό της, όλο αυτό το χρόνο. Αυτή την στιγμή πρέπει να ξεγελάσει πρώτα την ίδια την ψυχή της και έπειτα αυτόν τον άνδρα που είχε απέναντί της.
45 / ΚΟΛΑΖ
< ΕΚΤΑΚΤΟ ΔΕΛΤΙΟ >
Όταν πια οι δυο τους στέκονταν σε απόσταση αναπνοής, η Ζωή είχε το πιο σέξι ύφος και μια στάση σώματος που θα ζήλευε και μοντέλο περιοδικού με αναγνώστες 18 ετών και άνω. Τον κοίταξε για λίγο κατάματα και άρχισε να τον φιλάει με πάθος στο λαιμό. Πέρασε τα χέρια της επιδέξια γύρω του. Ο άνδρας έδειχνε να το απολαμβάνει. Το κόκκινο τσαντάκι της, έπεσε απαλά στο πάτωμα. Άδειο. Η Ζωή έκανε ένα βήμα πίσω. Ο άνδρας χωρίς να προσέξει την αλλαγή στο πρόσωπό της βούτηξε μέσα στο στήθος της. Της ξεκούμπωσε το σουτιέν και η φουρτουνιασμένη θάλασσα στο στέρνο της απλώθηκε μπροστά του. Τότε ξαφνικά την θυμήθηκε. Η Ζωή έκανε ένα ακόμα βήμα πίσω και εκείνος την κοιτούσε συγκλονισμένος. Δεν ήταν ικανός να πιστέψει ποια στεκόταν απέναντι του. Είχε να την δει καιρό. Η τελευταία φορά ήταν στην τηλεόραση πριν κανά εξάμηνο, αλλά όχι πρώτο θέμα πια. Η Ζωή έχωσε με ψυχραίμια την κάνη στο στόμα της και δάγκωσε το όπλο δυνατά. Ο θόρυβος από τα δόντια της πάνω του σαν να ακούστηκε με ηχώ στο δωμάτιο. Πέταξε προς το μέρος του μια φωτογραφία διπλωμένη στα τέσσερα. Ο άνδρας δεν πρόλαβε να αντιδράσει. Η Ζωή πάτησε την σκανδάλη. Το αίμα της φαινόταν μωβ στο μπλέ φως. Το τηλέφωνο του δωματίου χτύπησε. Ένιωθε ότι σε λίγο θα έσκαγε αν δεν το σήκωνε. Παρακαλώ;, ψέλλισε. Γεια σας κ. Τσιούρα. Συγνώμη για την ενόχληση άπλα ακούστηκε ένας πυροβολισμός και έχουμε την υποχρέωση να επικοινωνήσουμε με τους ένοικους μας για να δούμε ότι όλοι είναι καλά. Κατά πάσα πιθανότητα επεισόδια θα συμβαίνουν πάλι στο κέντρο της πόλης, αλλά καταλαβαίνετε είμαστε υποχρεωμένοι εκ τις διευθύνσεως..., είπε πολύ ευγενικά η ρεσεψιονίστ. Ναι ναι καταλαβαίνω, απάντησε ο άνδρας σιγανά.
Ωραία με συγχωρείτε και πάλι δεν αμφιβάλουμε πότε για τους ενοίκους μας ιδιαίτερα για σας που έχετε την προεδρική σουίτα, συπλήρωσε η ρεσεψιονίστ. Ο κ. Τσιουρας έκλεισε το τηλέφωνο, είχε κατέβει στην Αθήνα απλά για να γλεντήσει με γυναίκες στην προεδρική του σουίτα και σε διάφορες πιστές. Δεν περίμενε ποτέ ότι θα τον κυνηγούσε η Ζωή, ένα χρόνο μετά το ατύχημα. Ο κ.Τσιούρας είχε παρασύρει μεθυσμένος με το τζιπ του το αυτοκίνητο της Ζωής και του άνδρα της. Τους είχε ρίξει πρώτα στο γκρεμό και μετά στην θάλασσα. Εκείνος πνίγηκε στα κύματα, εκείνη ζωγράφισε την θάλασσα πάνω της και βγήκε στα ΜΜΕ να ψάξει τον άνθρωπο που τους τράκαρε και τους εγκατέλειψε. Δεν ήταν κάθαρμα απλά φοβητσιάρης, σκεφτόταν καθώς κατέβαινε τις σκάλες 7 ορόφων, για να εξαφανιστεί στην νύχτα για ακόμη μια φορά.
46 / ΚΟΛΑΖ
< ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ ΣΤΕΛΛΑΣ >
Άρθρο / Στέλλα Σαμιώτη
47 / ΚΟΛΑΖ
< ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ ΣΤΕΛΛΑΣ >
Ο γείτονας απέναντι βγήκε στο μπαλκόνι ολόγυμνος να μαζέψει την μπουγάδα. Σωματάρα. Μπήκα μέσα να ντραπώ για λογαριασμό του. Όχι για τη σωματάρα, αλλά για τη γύμνια. Κάθισα στον καναπέ και έχωσα το κεφάλι μέσα στο δυο πόδια μου. Πήρα μια ανάσα και φίλησα το γόνατο μου. Το φιλί έγινε δάγκωμα. «Για ένα τσιγάρο δεν είπες ότι θα κάτσεις;» είπε γελώντας και μου έκλεισε επιδεικτικά την εφημερίδα που κρατούσα στα χέρια μου. «Που να ήξερες κι εσύ τι ζόρι τραβάω...». ‘Hπια λίγο από τον καφέ μου και αστειεύτηκα.
Πόση ώρα μπορώ να περιμένω κάποιον που δεν σκοπεύει να έρθει; Έτρεμα στη σκέψη μήπως μπει μέσα και με αγνοήσει ή ακόμη χειρότερα, μήπως με κοιτάξει κατάματα. Έφυγα, γυρνώντας όμως συνεχώς το κεφάλι μου για να κοιτάξω πίσω. Μήπως και ήμουν τόσο άτυχη κι εμφανιζόταν, ενώ εγώ έφευγα. Και πέρασα από όλους τους δρόμους που μπορεί να τον πετύχαινα. Μάταια. Το πιο πιθανό ήταν ότι βρισκόταν πολλά χιλιόμετρα μακριά. Κοιτούσα συνεχώς το κινητό μήπως χάλασε. Μήπως ήταν κι αυτό με το μέρος του. Μπήκα στην πολυκατοικία και έτρεξα στο ασανσέρ. Καθώς περίμενα να κατέβει, έκανα μικρά κυκλικά βήματα γύρω από μένα. Το έκοψα απότομα. Ίσως αυτό είναι το πρόβλημά μου, σκέφτηκα. Το ότι περιστρέφομαι συνεχώς γύρω από εμένα. Μπήκα στο μικρό ασανσέρ και με το ένα χέρι άρχισα να σπρώχνω την πόρτα προς τα κάτω. Με το άλλο χέρι, κοιτούσα το τηλέφωνο, μην τυχόν και χαθεί το σήμα μέσα σε αυτά τα λίγα δευτερόλεπτα. Όταν έφτασα στο σπίτι, άνοιξα την μπαλκονόπορτα με την ελπίδα ότι θα βρισκόταν στο δρόμο. Ευχόμουν να μην του ήταν αρκετό να με ακούσει, αλλά να με δει. Να με αγγίξει. Ότι θα με είχε συγχωρήσει και δε θα άντεχε άλλο μακριά μου. Σκατά. Μια γιαγιά έκοβε νεράντζια από το δέντρο και «έφαγε» ένα στο κεφάλι. Βλαστήμησε χαμηλόφωνα και στο τέλος πρόσθεσε ένα «Θε μου σχώρα με».
Κοίταξα το ταβάνι. Θυμήθηκα όταν ήμουν μικρή, που είχαμε πάει με τους γονείς μου κάμπινγκ στα Χανιά. Όταν φτάσαμε στην παραλία και ψάχναμε για καβάτζα, ακόμη μέσα στο αυτοκίνητο, άκουσα την αδερφή μου να λέει με έξαψη «Δε φοράει μαγιό!!!». Κόλλησε τη μούρη της στο τζάμι και το δάχτυλό της, συνέχισε να δείχνει προς την κατεύθυνση του γυμνού άνδρα. Έφηβη, άρχισε να χαζογελάει αμήχανα. «Μη δείχνεις», της είπε αυστηρά η μαμά. Η αγένεια τη μάρανε. Εγώ έμεινα άφωνη να κοιτάζω τον πεσμένο κώλο που πήγε να βρει ένα ζευγάρι πεσμένα στήθη. Την ίδια μέρα, είδα και τις τεράστιες ρώγες μιας φίλης της μαμάς. Καθόλου στήθος, μόνο ρώγες. Σκούπισα το σάλιο από το γόνατό μου και κοιμήθηκα για δεκατέσσερις ώρες συνεχόμενα.
48 / ΚΟΛΑΖ
< ΦΩΤΟ - ΓΡΑΦΕΙΝ >
Καρέ (τυχαία συλληφθέντα), Νίκη Μάρκου Λέξεις (ατάκτως ερριμένες), Βάσω Χατζηπέτρου
49 / ΚΟΛΑΖ
XX
50 / ΚΟΛΑΖ
XX
51 / ΚΟΛΑΖ
XX
52 / ΚΟΛΑΖ
XX
53 / ΚΟΛΑΖ
XX