Λουκάς Μπαρτατίλας
ΚΥΨΕΛΗ
έρευνα και χαρτογράφηση της γειτονιάς
Community Project 2015 1
2
Λουκάς Μπαρτατίλας
ΚΥΨΕΛΗ
έρευνα και χαρτογράφηση της γειτονιάς
Community Project 2015
3
4
Λουκάς Μπαρτατίλας
ΚΥΨΕΛΗ
έρευνα και χαρτογράφηση της γειτονιάς
concept development - έρευνα - κείμενα - φωτογραφίες: ΛΟΥΚΑΣ ΜΠΑΡΤΑΤΙΛΑΣ συνεργάτιδα: ΟΥΡΑΝΙΑ ΜΑΥΡΙΚΗ συνεργάτιδα τεύχους - κειμένων - γραφικών: ΜΑΡΙΑ ΚΙΚΙΔΟΥ επιμέλεια αγγλικών κειμένων: BECKY CAMPBELL υποστήριξη παραγωγής: Place Identity NGO Project Coordinator (NEON): ΑΛΚΗΣΤΙΣ ΔΗΜΑΚΗ
Community Project 2015 5
6
Περιεχόμενα
ΠΡΟΟIΜΙΟ
11
ΕΙΣΑΓΩΓH
13
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
18
Concept Development του Community Project
•
Θεωρητικό πλαίσιο
19
•
Τοπικό πλαίσιο
30
•
Community Project “συνδεσμοί”
31
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
37
Έρευνα και χαρτογράφηση της Κυψέλης
•
Σκοπός και μεθοδολογία
38
•
Χωρικά και κοινωνικά δεδομένα
41
•
Πολλαπλές αναγνώσεις της Κυψέλης από λεπτομέρειες
65
• Περίπατοι
104
ΕΠIΛΟΓΟΣ
117
• Συμπεράσματα
119
•
120
Φωτογραφικό επίμετρο
7
Ευχαριστίες
Η έρευνα και η χαρτογράφηση της Κυψέλης, στο πλαίσιο του ΝΕΟΝ Community Project, ήταν εξαρχής μία ιδιαίτερη πρόκληση, καθώς απαιτούσε την καταγραφή της κατάστασης μιας περιοχής γεμάτη με έντονες αντιθέσεις. Οι κάτοικοί της, με δεδομένη την αγάπη και το ιδιαίτερο δέσιμό τους με την γειτονιά που κατοικούν, αναζητούν εναγωνίως πρωτοβουλίες που θα συνεισφέρουν στη βελτίωση της καθημερινής τους ζωής, κι από την άλλη, είναι επιφυλακτικοί και διστακτικοί μπροστά σε κάθε νέα πρωτοβουλία καθώς πολλές είναι οι φορές που έχουν απογοητευτεί κατά το παρελθόν. Η ζωντάνια κι η θετική διάθεση, όμως, όλων να συνεισφέρουν, καθένας/ καθεμιά με το δικό του/της τρόπο σε οποιεσδήποτε δημιουργικές πρωτοβουλίες είναι αξιοσημείωτη, γεγονός που έκανε την ευθύνη της παρακάτω έρευνας μεγαλύτερη. Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά την Διευθύντρια του Οργανισμού Πολιτισμού και Ανάπτυξης ΝΕΟΝ, κ. Ελίνα Κουντούρη, για την πρόκληση που μου έδωσε να αναλάβω, για την εμπιστοσύνη της σε όλη τη διάρκεια της διαδικασίας και για τη στήριξή της με τις διαυγείς παρατηρήσεις της οποτεδήποτε χρειάστηκε. Επίσης να ευχαριστήσω, την Project Coordinator του Community Project εκ μέρους του ΝΕΟΝ, κ. Άλκηστις Δημάκη, για τη συνεχή υποστήριξη της και βοήθεια σε ο,τιδήποτε παρουσιαζόταν σχεδόν σε καθημερινή βάση. Η αίσθηση που είχε καλλιεργήσει η ίδια, ότι βρισκόνταν πάντα δίπλα στην έρευνα, έτοιμη να ακούσει και να διευκολύνει στην επίλυση του οποιουδήποτε θέματος, υπήρξε καθοριστική για την εξέλιξή της. Ευχαριστίες στην Αντιδήμαρχο Κοινωνίας των Πολιτών και Δημοτικής Αποκέντρωσης του Δήμου Αθηναίων, κ. Αμαλία Ζέπου, καθώς και στην ομάδα συνεργατών της, κ. Στέλιο Βούλγαρη, κ. Μαρία Χατζοπούλου και κ. Μπέττυ Παπαδοπούλου για τη βοήθεια και υποστήριξη τους σε όλη την περίοδο της διαδικασίας για την άδεια χρήσης του Δημοτικού Κινηματογράφου “Στέλλα” για τις ανάγκες του Community Project. Επίσης, σε όλους του κατοίκους της Κυψέλης που ήρθα σε επαφή κατά τη διάρκεια της έρευνας και που όλοι βοήθησαν με το δικό τους τρόπο στη συγκέντρωση του υλικού. Ιδιαίτερες ευχαριστίες στην Πρόεδρο του 6ου Δημοτικού Διαμερίσματος, κ. Ελένη Ζωντήρου, στον κ. Μπάμπη Σταματάκη, στην κ. Αγγελική Τσέλιου, στην κ. Ναντίνα Χριστοπούλου, στην κ. Μελίτα Αδάμ, στον κ. Δημήτρη Αλεξάκη και στην κ. Φωτεινή Μπάνου. 8
Θα ήθελα, επίσης, να ευχαριστήσω την Place Identity για την υποστήριξη της παραγωγής. Επίσης, την καλλιτέχνη Becky Campbell για τη μετάφραση, την επιμέλεια των κειμένων στα Αγγλικά και τις παρατηρήσεις της. Ευχαριστώ τη συνεργάτιδα Μαρία Κικίδου, για τη πολύ σημαντική της βοήθεια και συνεισφορά με τις παρατηρήσεις της στο τελευταίο στάδιο της έρευνας, όταν αυτή έπρεπε να πάρει τη μορφή που κρατάτε στα χέρια σας. Τέλος, ειδικές ευχαριστίες στη γενική συνεργάτιδα Ουρανία Μαυρίκη, η οποία με μεγάλη αφοσίωση και ειδικό ενδιαφέρον από την πρώτη στιγμή της έρευνας συνείσφερε με απολύτως ουσιαστικό και εποικοδομητικό τρόπο στην ολοκλήρωσή της.
Λουκάς Μπαρτατίλας
9
10
Προοίμιο Ως παιδί της Κυψέλης, μεγαλωμένο τη δεκαετία του ‘80 σε διαμέρισμα πολυκατοικίας, πρόλαβα κάπως την αφήγηση των παλαιότερων για την παλιά Αθήνα πριν την ανοικοδόμηση, την εξιδανίκευση της επαρχίας και την -σχεδόν- απέχθεια για την πολυκατοικία. Πάντα το μέτρο σύγκρισης, για τη γενιά των γονιών μου και των συνομηλίκων τους, οι οποίοι γεννήθηκαν στην επαρχία και ήρθαν έφηβοι στην Αθήνα, ήταν τα παιδικά χρόνια στο χωριό, η επαφή με το φυσικό τοπίο, οι κοντινές ανθρώπινες σχέσεις και η σχετικά ελεύθερη και ανέμελη ζωή της επαρχίας. Αντίθετα, η πόλη προσδιοριζόταν με βάση στερεότυπα όπως το καυσαέριο, το τσιμέντο, η έλλειψη πρασίνου, η αποξένωση της πολυκατοικίας και οι γρήγοροι ρυθμοί ζωής, που περιορίζουν τις κοινωνικές επαφές. Για κάποιο λόγο - και μην έχοντας ίσως το αντίστοιχο μέτρο σύγκρισης - η ζωή στην Κυψέλη ως παιδί δε μου φάνταζε άσχημη. Ίσως γιατί η Φωκίωνος Νέγρη ήταν ακόμη στα “φόρτε” της, γεμάτη από ζωή, πράσινο και ελεύθερους χώρους, ίσως η αίσθηση της γειτονιάς να ήταν εντονότερη, γεγονός που δεν έκανε πολλούς να προσφεύγουν σε άλλες περιοχές για διασκέδαση ή για ψώνια ή τέλος γιατί ο τόπος της γενέθλιας κατοικίας είναι εξ΄ορισμού εξιδανικευμένος στα μάτια ενός μικρού παιδιού. Ανάμεσα σε όλα τα παραπάνω, υπήρχε ένα ξεχωριστό εβδομαδιαίο γεγονός της γειτονιάς, που μου έδινε ξεχωριστή ικανοποίηση. Αυτό ήταν η λαϊκή αγορά της Τρίτης στην -τότε- οδό Λήμνου, σήμερα Λέλας Καραγιάννη. Ξύπναγα πάντα με τις φωνές των παραγωγών από νωρίς το πρωί, πήγαινα στη συνέχεια για τα ψώνια με τη γιαγιά μου και θυμάμαι το δρόμο γεμάτο από κόσμο και χρώματα από την ποικιλία των φρούτων και των λαχανικών καθώς και τα πεσμένα φύλλα στην άσφαλτο από πορτοκάλια, μανταρίνια ή μαρούλια που γλιστρούσαν. Μου έκανε τότε εντύπωση, το πώς για μία μέρα έπαυε η κυκλοφορία των αυτοκινήτων και ο δρόμος γινόταν μια μεγάλη υπαίθρια αγορά. Αυτό όμως που θυμάμαι περισσότερο -και γι’αυτό περίμενα με αγωνία τις Τρίτες- ήταν ότι το μικρό στενάκι της κάθετης οδού Σαμοθράκης έκλεινε από τα παρκαρισμένα φορτηγά των παραγωγών. Το συγκεκριμένο στενάκι, μιας και δεν είχε συχνή κυκλοφορία και υπήρχε μια μικρή αλάνα – ακάλυπτος πολυκατοικίας, γινόταν τα πρωινά ο τόπος παιχνιδιού με τα υπόλοιπα παιδιά της γειτονιάς. Οι γιαγιάδες μας καθόντουσαν σε καρέκλες στο πεζοδρόμιο και συνομιλούσαν -γνώριμη εικόνα της επαρχίας- και εμείς παίζαμε. Κάθε τόσο που περνούσε κάποιο αυτοκίνητο εκείνες μας φώναζαν, παραμερίζαμε τα παιχνίδια μας και μόλις αυτό έφευγε συνεχίζαμε, μια συχνή, επαναλαμβανόμενη και κάπως εκνευριστική διαδικασία. Η Τρίτη όμως, μιας και το στενάκι ήταν κλειστό λόγω της Λαϊκής, ήταν η αγαπημένη μας μέρα. Επιτέλους παίζαμε χωρίς το άγχος των γιαγιάδων μην τυχόν περάσει κάποιο αυτοκίνητο και μας πατήσει κι εμείς μπορούσαμε να αφοσιωθούμε στο παιχνίδι μας. Έτσι, η λαϊκή σηματοδοτούσε για εμάς ένα πρωινό, γεμάτο με παιχνίδι, ταυτόχρονα ασφαλές και χωρίς –το κυριότεροδιακοπές από διερχόμενα αυτοκίνητα.
Το στενάκι
Φωτογραφία διπλανής σελίδας: το στενάκι της οδού Σαμοθράκης όπως είναι σήμερα (Νοέμβριος 2015)
11
Επιστρέφοντας μετά από χρόνια στην περιοχή, για τις ανάγκες της χαρτογράφησης του Community Project ξαναβρέθηκα και περπάτησα στα γνώριμά μου μέρη. Μέσα από τα φίλτρα της ενήλικης ματιάς μου και της επαγγελματικής ενασχόλησης με τον αστικό χώρο, άρχισα να ξαναδιαβάζω τις δομές της αστικής καθημερινής ζωής και το πώς αυτές επιδρούν στην κοινωνική ζωή της γειτονιάς. Ο θεσμός της λαϊκής, τοπόσημο για τη γειτονιά, δημιουργούσε το κλειστό από κυκλοφορία στενάκι και αυτό στη συνέχεια μετατρέπονταν σ’ ένα διαφορετικό ελεύθερο χώρο παιχνιδιού και κοινωνικής συνύπαρξης για παιδιά, δίπλα σε παρκαρισμένα αυτοκίνητα και πολυκατοικίες. Μέσα από αυτή την αλληλουχία, ο αστικός χώρος -χωρίς ουσιαστικά να μεταβληθεί από κάποια επέμβαση- προσέφερε σε εμάς έναν πυρήνα κοινωνικότητας και ταυτόχρονα δημιούργησε μνήμες που όσα χρόνια κι αν περάσουν το στενάκι της οδού Σαμοθράκης θα παραμείνει στα μάτια αυτής της παιδικής παρέας ως ο ξένοιαστος χώρος παιχνιδιού κάθε Τρίτη. Τέτοιες μεταμορφώσεις του αστικού χώρου από συμβάντα της καθημερινής ζωής, τα οποία δημιουργούν έναν -απρόβλεπτο αρχικά- κοινωνικό αντίκτυπο, υπάρχουν σίγουρα σε πολλά σημεία της πόλης. Ένας από τους ρόλους της Τέχνης είναι να μπορεί να αναδείξει και να διαμορφώσει αντίστοιχες χωρικές και κοινωνικές ποιότητες και γι’ αυτό τον λόγο, ο θεσμός του Community Project σε γειτονιές της Αθήνας, που δημιούργησε ο Οργανισμός ΝΕΟΝ, είναι στα μάτια μου το καταλληλότερο μέσον για τον παραπάνω σκοπό.
12
εισαγωγή When art is located outside the gallery, the parameters that define it are called into question and all sorts of new possibilities […] are opened up. Art has to engage with the kinds of restrains and controls to which only architecture is usually subject. In many public projects, art is expected to take on ‘functions’ in the way that architecture does, for example to alleviate social problems, comply with health and safety requirements, or be accessible to diverse audiences and groups of users. But in other sites and situations art can adopt the critical functions outlined above and works can be positioned in ways that make it possible to question the terms of engagement of the projects themselves. This type of public art practice is critically engaged; it works in relation to dominant ideologies yet at the same time questions them; and it explores the operations of particular disciplinary procedures – art and architecture – while also drawing attention to wider social and political problems. It might best be called critical spatial practice. Jane Rendell
Rendell, Jane, Between art and architecture: Public Art, in Rendell Jane, ‘Art and architecture, a place between’, I.B. Tauris Publisers, London – New York, 2006, p. 4
13
Τι κρατάτε στα χέρια σας
Το παρόν τεύχος αποτελεί το προϊόν της επιτόπιας έρευνας και καταγραφής της ευρύτερης περιοχής της οδού Πατησίων κατά τη διάρκεια του 2015. Σκοπός του είναι να αναλύσει την ανάπτυξη του γενικού concept για το Community Project του Οργανισμού Πολιτισμού και Ανάπτυξης ΝΕΟΝ, να προσδιορίσει το πλαίσιο του και να αποτελέσει την πρώτη ύλη (input) για την περαιτέρω διερεύνηση της περιοχής, από τους συμμετέχοντες σε αυτό καλλιτέχνες. Επίσης να παρουσιάσει, υπό τη μορφή χαρτογράφησης, στοιχεία που εντοπίστηκαν και συλλέχθηκαν από την ευρύτερη περιοχή της Πατησίων (χωρικά και κοινωνικά), τα οποία συνθέτουν κι αποτυπώνουν την ταυτότητα της. Σκόπιμα επιλέχθηκε η έρευνα της περιοχής να μην ακολουθήσει το δρόμο της παράθεσης αρχειακού υλικού (οπτικού και γραπτού) και της επανάληψης των υπαρχουσών πηγών της -περιορισμένης στο συγκεκριμένο θέμα- ελληνικής βιβλιογραφίας. Με άλλα λόγια, σημαντική παράμετρος, που καθόρισε τη μορφή της έρευνας, ήταν η πρόθεση παραγωγής ενός πρωτογενούς υλικού, το οποίο προκύπτει από την υποκειμενική-βιωματική παρατήρηση της περιοχής από τον ερευνητή, την αλληλεπίδραση με τους τοπικούς πρωταγωνιστές της περιοχής (local stakeholders) μέσα από συνεχείς επαφές και συνομιλίες και τη συστηματική καταγραφή των τρεχουσών κοινωνικών και χωρικών χαρακτηριστικών της γειτονιάς μέσα από την επιτόπια παρατήρηση, κατά τη διάρκεια του έτους.
14
Tο τεύχος χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος παρουσιάζεται και επεξηγείται η ανάπτυξη του νοηματικού πλαισίου (concept development) που αφορά στο Community Project. Στο δεύτερο μέρος συγκεντρώνονται και παρουσιάζονται τα αποτελέσματα της έρευνας γύρω από τη συγκεκριμένη περιοχή.
Δομή τεύχους
Το πρώτο μέρος ξεκινά μέσα από την παράθεση του ιστορικού και θεωρητικού πλαισίου της Public Art, συνδέοντας το Community Project με το συγκεκριμένο πλαίσιο. Στη συνέχεια εστιάζει στην επιλογή της Κυψέλης ως το βασικό πεδίο έρευνας και στην επεξήγηση του τίτλου του πρότζεκτ που εμπεριέχει και συνοψίζει τις βασικές του αρχές. Ολοκληρώνεται αναφέροντας το πώς η έρευνα οδήγησε στην απόφαση να πραγματοποιηθούν οι δράσεις του Community Project στο χώρο του εγκαταλειμμένου υπαίθριου κινηματογράφου Στέλλα και στη σημασία της ενεργοποίησης του συγκεκριμένου κινηματογράφου για τη γειτονιά μέσα από το Community Project. Το δεύτερο μέρος χωρίζεται σε τέσσερις υποενότητες. Αρχικά, παρουσιάζονται αναλυτικά τα βασικά ερωτήματα και η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε στην έρευνα. Στη συνέχεια παρουσιάζονται τα βασικά ιστορικά στοιχεία της περιοχής, τα γνωστά τοπόσημα της γειτονιάς καθώς και οι σημερινοί πρωταγωνιστές της περιοχής μέσα από τις ενέργειες τους για αυτή, από τους χώρους τους, τις ομάδες πολιτών που έχουν δημιουργήσει ή τη διαδικτυακή συζήτηση που συντηρούν καθημερινά. Στο τρίτο μέρος, αναλύονται επιμέρους στοιχεία της περιοχής, όπως αυτά προέκυψαν από την αλληλεπίδραση μεταξύ της υποκειμενικής ματιάς του ερευνητή και των αποτελεσματων της έρευνας, παρουσιάζοντας τις χωρικές και κοινωνικές αντανακλάσεις τους στην καθημερινή ζωή της περιοχής. Τέλος, έχουν σχεδιαστεί τρεις προτεινόμενες θεματικές διαδρομές, υπό τη μορφή περιπάτων, που συνοψίζουν πολλά από τα παραπάνω στοιχεία, με σκοπό να εμπλουτίσουν την εμπειρία του αναγνώστη. Στον επίλογο καταγράφονται, ως τελικά συμπεράσματα της έρευνας, κάποιες βασικές αρχές που προκύπτουν από την ιστορική κι επιτόπια μελέτη της Κυψέλης και τη σχέση που αυτές δημιουργούν με το πλαίσιο του Community Project που παρουσιάστηκε στο πρώτο μέρος. Οι αρχές αυτές έχουν ως σκοπό να θέσουν κάποιες προβληματικές στους συμμετέχοντες καλλιτέχνες, ώστε μέσα από τα έργα τους και μέσω του Community Project να δημιουργηθεί ένας ουσιαστικός αντίκτυπος στην καθημερινή ζωή της γειτονιάς. Το τεύχος κλείνει με ένα φωτογραφικό επίμετρο που παρουσιάζει οπτικά αποσπάσματα από τη γειτονιά, τα οποία συλλέχθηκαν κατά την περίοδο της έρευνας.
15
Ο θεσμός του ΝΕΟN Community Project
Ο Οργανισμός Πολιτισμού και Ανάπτυξης ΝΕΟΝ στοχεύει, μέσα από το θεσμό των Community Projects, στην υλοποίηση προγραµµάτων τέχνης σε γειτονιές της Αθήνας τα οποία θα βασίζονται στη συµµετοχή των κατοίκων, οµάδων και καλλιτεχνών. Τα Community Projects θα αποτελέσουν ένα ζωντανό πεδίο καλλιτεχνικής δράσης, στο οποίο οι καλλιτέχνες θα αναδεικνύουν µαζί µε τους πολίτες τα θέµατα που απασχολούν τις συγκεκριµένες τοπικές κοινωνίες.1
Η συνεργασία με τον Οργανισμό ΝΕΟΝ
Η πρώτη συνεργασία με τον Οργανισμό ΝΕΟΝ πραγματοποιήθηκε το 2014, όταν στο πλαίσιο του προγράμματος “Στηρίζουμε τη Δημιουργία”, ο Οργανισμός υποστήριξε την παραγωγή της πρώτης μου ατομικής έκθεσης με τίτλο: Αστικές Λεπτομέρειες, τρέχουσες σκέψεις επί της Πατησίων. Μέρος του concept της έκθεσης ήταν αυτή να παρουσιαστεί ως εικαστική πρωτοβουλία (artist-run initiative), όπου παράλληλα με τα παρουσιαζόμενα έργα θα αναπτυσσόταν παράλληλα ένα πυκνό πρόγραμμα εκδηλώσεων με επίκεντρο την Πατησίων και σκοπό την ανάπτυξη μίας προβληματικής γύρω από τη σχέση της σύγχρονης Τέχνης και την πόλη. Ένας περίπατος και μια σειρά τριών κύκλων συζητήσεων με προσκεκλημένους ομιλητές από την Ελλάδα και το εξωτερικό, αποτέλεσαν τις δράσεις οι οποίες έλαβαν χώρα μέσα σε ένα παλιό εστιατόριο, στο ισόγειο ενός νεοκλασικού που μετατράπηκε για τις ανάγκες της έκθεσης σε temporary showroom2 για τρεις εβδομάδες. Κατά τη διάρκεια της έκθεσης άρχισε να χαρτογραφείται το κοινό της περιοχής με ενδιαφέρον για δράσεις στη γειτονιά, ενώ η αλληλεπίδραση με τους επισκέπτες της έκθεσης και οι συζητήσεις μαζί τους βοήθησαν ώστε να καταγραφεί το πρώτο υλικό για την ταυτότητα της περιοχής.
Φωτογραφία διπλανής σελίδας: άποψη της Οδού Πατησίων
16
1 απόσπασμα από την περιγραφή των Community Projects από την ιστοσελίδα του Οργανισμού: www.neon.org.gr 2 Αναλυτικές πληροφορίες για την έκθεση και το πρόγραμμα στο www.urbandetails.com
17
18
μέρος πρώτο concept development
του Community Project
When I was teaching at Cooper Union in the first year or two of the 1950s, someone told how I could get onto the unfinished New Jersey Turnpike. I took three students and drove them somewhere in the Meadows to New Brunswick […] This drive was a revealing experience. The road and much of the landscape was artificial, and yet it couldn’t be called a work of art. On the other hand, it did something for me that art had never done. At first I didn’t know what it was, but its effect was to liberate me from many of the views I had had about art. It seemed that there had been a reality there which had not had any expression in art. There is no way you can frame it, you just have to experience it. Tony Smith
Smith, Tony, I view art as something vast, in: Dohery, Claire (ed.), ‘Situation– Documents of Contemporary Art’, Whitechapel Gallery – The MIT Press, London, 2009, p. 64
19
1. Θεωρητικό πλαίσιο Iστορικό πλαίσιο εξέλιξης της Public Art
Οι πρώτες εκφράσεις της Τέχνης που αρχίζει να πειραματίζεται με νέες μορφές, βγαίνοντας από το χώρο του Μουσείου κι ενεργώντας στο δημόσιο χώρο ή που πραγματεύεται ζητήματα που αφορούν στη δημόσια σφαίρα ξεκίνησε να εμφανίζεται συστηματικά στην Ευρώπη και την Αμερική τις πρώτες δεκαετίες μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο. Φυσικά, έργα τέχνης, όπως γλυπτά και αγάλματα, τα οποία τοποθετούνταν σε πάρκα, πλατείες ή εμβληματικά κτίρια κι ακολουθούσαν ίδιες αρχές με αντίστοιχα καλλιτεχνικά έργα που βρίσκονταν στα Μουσεία υπήρχαν ήδη στο δημόσιο χώρο από παλιά. Αυτό όμως, αντιστοιχούσε περισσότερο στο πλαίσιο της Τέχνης που εκτίθεται στο δημόσιο χώρο παρά σε αυτό που αργότερα θα ονομάζονταν ως Public Art. Στοιχεία που άρχισαν να δίνουν υπόσταση στην Public Art πρωτοεμφανίστηκαν σε δράσεις του Dada στο μεσοπόλεμο και εξαπλώθηκαν μέσα από καλλιτέχνες, καλλιτεχνικές ομάδες ή παρέες όταν άρχισαν να πειραματίζονται στο δημόσιο χώρο μέσα από happennings, σημειακές παρεμβάσεις και δράσεις που αφορούσαν μια δεδομένη στιγμή ένα συγκεκριμένο τόπο. Με άλλα λόγια, αυτό που πλέον προβάλλονταν ως το σημαντικότερο στοιχείο αυτού του είδους τέχνης ήταν η ίδια η εμπειρία που οι θεατές θα αποκόμιζαν κατά την παρακολούθηση αυτών των καλλιτεχνικών συμβάντων. Θεωρητικοί κι επιμελητές, όπως η Lucy Lippard1, άρχισαν να προτάσσουν μέσα από τα κείμενά τους μια νέα αντίληψη και ερμηνεία γύρω από το τι είναι ένα έργο τέχνης, ενώ νέοι καλλιτέχνες πειραματίζονταν σε καινούριες, για την καλλιτεχνική σκηνή, βάσεις και τόπους, όπως οι Robert Smithson και Donald Judd στην έρημο της Utah και του Texas αντίστοιχα, ο Dan Graham στα προάστια του New Jersey και οι Bernd και Hilla Becher στα υπο εγκατάλειψη (τότε) βιομηχανικά κτίρια της μεταπολεμικής Ευρώπης. Οι ίδιοι οι καλλιτέχνες μέσα από κείμενά τους2 παρουσίαζαν μια διαφορετική σχέση της τέχνης με το δημόσιο χώρο, εντός του οποίου ενέτασσαν τα έργα τους. Την ίδια στιγμή, η ολοένα και ευρύτερη επικράτηση της Conceptual Art, η εισαγωγή των εννοιών του process based ή του open work3 στη δημιουργία του έργου Tέχνης αλλά και ορισμένες κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις σε Αμερική και Δυτική Ευρώπη (ανθρώπινα δικαιώματα, ισότητα, φεμινισμός) στις δεκαετίες 1 Lipard, Lucy, Six Years: The Dematerialization of the Art Object from 1966 to 1972, University of California Press, 1997 (αναθεωρημένη έκδοση) 2 Ο Robert Smithson με το κείμενό του: A Tour of the Monuments of Passaic, New Jersey, που πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Artforum, o Donald Judd με την εγκατάστασή του στην πόλη Marfa του Texas και τη δημιουργία του Chinati Foundation, ο Dan Graham με τη συνεχή έρευνά του για το New Jersey που ξεκίνησε από το έργο του (κείμενο - φωτογραφίες): Homes for America, που το πρωτοδημοσίευσε στο Art Magazine το 1967. Οι Bernd and Hilla Becher εξέδωσαν τον πρώτο τους μεγάλο κατάλογο το 1970 με συγκεντρώμένη τη δουλειά τους υπό τον τίτλο: Anonymous Sculptures. 3 Eco, Umberto, ‘The Poetics of the Open Work’ in Bishop, Claire ed. (2006), Participation, London: Whitechapel Art Gallery/MIT Press, pp. 20-40. First published 1962
20
του ‘70 και του ‘80, οδήγησαν τη σύγχρονη Τέχνη σε μεγαλύτερη εξωστρέφεια και δημιούργησαν την ανάγκη να ανταποκριθεί δημιουργικά στα νέα δεδομένα και τις τρέχουσες συγκυρίες. Δύο εξέχοντα παραδείγματα για την εξέλιξη αλλά κυρίως την εδραίωση της Public Art στον εικαστικό χώρο, αποτελούν, από την πλευρά της Αμερικής, το έργο: Tilted Arc, του Richard Serra στη Νέα Υόρκη το 1981, κι από την πλευρά της Δυτικής Ευρώπης το έργο: 7000 Eichen – Stadtverwaldung statt Stadtverwaltung4, του Joseph Beuys, στο πλαίσιο της Documenta 7 το 1982, στην πόλη Κάσελ. Στο έργο του Serra αυτό που είναι αξιοσημείωτο και άνοιξε νέες κατευθύνσεις στην πρόσληψη του έργου Τέχνης δεν είναι το ίδιο το καλλιτεχνικό έργο αλλά τα γεγονότα που μεσολάβησαν από την εγκατάσταση του έργου του στην πλατεία Federal Plaza της Νέας Υόρκης έως και την απομάκρυνσή του από το συγκεκριμένο σημείο οχτώ χρόνια αργότερα. Αυτό που συνέβη είναι πως, μετά την τοποθέτηση του γλυπτού στην πλατεία, οι κάτοικοι και χρήστες της ξεκίνησαν μια αλληλογραφία με τη Δημοτική Αρχή της Νέας Υόρκης (που είχε αναθέσει στον καλλιτέχνη το έργο) ζητώντας, μέσα από επιστολές διαμαρτυρίας, να απομακρύνει το έργο από την πλατεία. Το έργο ήταν μια τεράστια σιδερένια καμπυλωτή αψίδα, στο γνώριμο ύφος του καλλιτέχνη, που διέτρεχε διαγώνια την πλατεία σχεδόν απ’ άκρη σ’ άκρη καθιστώντας προφανώς δύσκολη την κίνηση των περαστικών, κόβωντας την πλατεία στα δύο χωρίς οπτική μεταξύ τους επαφή. Πολλοί καλλιτέχνες, μαζί με τον ίδιο τον Serra, υπερασπίστηκαν με αλληλογραφία τη σημασία και τη σχέση του έργου με την πλατεία με αποτέλεσμα, μετά από οχτώ χρόνια διαμαχών μεταξύ κατοίκων, Δήμου και καλλιτέχνη, να αποφασίστεί η απομάκρυνση του γλυπτού από την πλατεία. Ολόκληρη η αλληλογραφία μεταξύ των τριών μελών της συζήτησης καθώς και κείμενα υποστήριξης άλλων καλλιτεχνών εκδόθηκαν σε ένα βιβλίο5 το οποίο ουσιαστικά συνόψιζε την όλη διαδικασία. Αυτού του είδους η συμμετοχή και αλληλεπίδραση του κόσμου με την τέχνη (ακόμα και με αυτό τον τρόπο) έφερε τότε στο επίκεντρο μια νέα σχέση του κοινού με το έργο Τέχνης, δείχνοντας πώς αυτό μπορεί να επέμβει στη διαδικασία, να το επηρεάσει και εν τέλει να το διαμορφώσει εκ νέου. Ο Joseph Beuys από την άλλη, είναι αυτός που εισήγαγε τον όρο “Social Sculpture”. Το έργο του στη documenta 7 του 1982, η φύτευση δηλαδή 7.000 βελανιδιών σε σημεία του Κάσελ και σε συνεργασία με κατοίκους της πόλης αποτέλεσε το παράδειγμα που αποτυπώνει καλύτερα το συγκεκριμένο ορισμό. Το Κάσελ, μια βιομηχανική 4 Ο τίτλος είναι ένα λογοπαίγνιο. Η λέξη Stadtverwaltung στα γερμανικά σημαίνει “η διαχείριση της πόλης” (από πλευράς της Δημοτικής Αρχής). Η λέξη Wald σημαίνει δάσος, επομένως η λέξη Stadtverwaldung (που στην πραγματικότητα δεν υπάρχει) σε ελεύθερη μετάφραση θα μπορούσε να σημαίνει η “δασοποίηση” της πόλης. 5 Buskirk, Martha (ed.), The Destruction of Tilted Arc: Documents, The MIT Press, 1991
21
πόλη, βομβαρδίστηκε με το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και χτίστηκε όπως-όπως στα χρόνια του 1950. Το έργο αυτό επομένως, εστίαζε σε ένα υπάρχον πρόβλημα της πόλης, αυτό της έλλειψης πρασίνου, το οποίο αντιμετωπίστηκε μέσα από τη φύτευση βελανιδιών με τη συμμετοχή των κατοίκων. Η σημασία του έργου έγκειται περισσότερο στην αξία της συμμετοχής, στις σχέσεις που αναπτύχθηκαν κατά τη διάρκεια της φύτευσης αλλά και την σχέση που απέκτησε ο κάθε κάτοικοςσυμμετέχων με την πόλη του μέσα από αυτή τη διαδικασία. Η ίδια η πράξη της φύτευσης, χωρίς τη συμμετοχή των κατοίκων και της κοινωνικής διάστασης που της έδωσε ο Beuys, θα αποτελούσε κάτι το σχετικά αυτονόητο για το Τμήμα Πρασίνου της κάθε Δημοτικής Αρχής (Stadtverwaltung). Αυτό όμως που την ανήγαγε σε ένα “Social Sculpture” ήταν οι κοινωνικές σχέσεις και ο κοινωνικός αντίκτυπος που το έργο έφερε στην πόλη όχι μόνο κατά τη διάρκεια της φύτευσης αλλά και μετέπειτα. Από εκεί κι ύστερα, η προβληματική που αναπτύχθηκε τη δεκαετία του 1990, μέσα απο κείμενα και επιμελητικά project της Mary Jane Jacob6 στην Αμερική και του Nicolas Bourriaud7 στην Ευρώπη, κατεύθυναν την Public Art και το ρόλο του καλλιτέχνη σε ένα νέο πλαίσιο. Πλέον, γινόταν ολοένα και πιο αποδεκτό ότι το επίκεντρο δεν ήταν το τελικό αποτέλεσμα που παρήγαγε ο ίδιος ο καλλιτέχνης, αλλά η αξία της σχέσης αλληλεπίδρασης που αναπτυσόταν μεταξύ καλλιτέχνη και κοινού κατά τη διαδικασία παραγωγής του καλλιτεχνικού έργου. Με βάση τον αγγλικό ορισμό της Public Art, από τότε και έπειτα ο όρος “public” ήταν περισσότερο συνυφασμένος με την έννοια του “κοινού” παρά με το “δημόσιο”, εξ’ ου και η μέχρι τώρα αδυναμία μετάφρασης του όρου Public Art στα ελληνικά με τρόπο που να αποδίδει τη διττή ερμηνεία της λέξης “public”8. Επόμενο σημείο σταθμός στην εξέλιξη της Public Art, που διεύρυνε τον ορισμό και βοήθησε να αναπτυχθούν οι “υπο-ενότητες” της Public Art, αποτελεί το βιβλίο της Susanne Lacy “Mapping the terrain – New Genre Public Art” το 1995, στο οποίο συνοψίζει και θεωρητικοποιεί διάφορες καλλιτεχνικές πρακτικές της περιόδου που ανταποκρίνονταν στο παραπάνω πνεύμα. Απομακρύνοντας πλέον ολοκληρωτικά την Τέχνη από το χώρο του μουσείου και τις γκαλερί (γνωστά και τα δύο ως white cube), αλλά και την ουσία της Public Art από την τέχνη που παρουσιάζεται στο δημόσιο χώρο, η Lacy εισήγαγε τον όρο New Genre κι εστίασε στη σχέση της Τέχνης 6 Jane Jacob, Mary, Conversations at The Castle: Changing Audiences and Contemporary Art, The MIT Press, 1998 και Jane Jacob, Mary, Culture in Action: A Public Art Program of Sculpture Chicago 7 Bourriaud, Nicolas, Relational Aesthetics, les presses du reel, 1998 8 Ο όρος “Τέχνη στο Δημόσιο Χώρο” αντικατοπτρίζει περισσότερο την αρχική έννοια του όρου που εστίαζε στο χώρο και όχι στο κοινό ενώ ο όρος “Δημόσια Τέχνη”, που έχει κάποιες φορές χρησιμοποιηθεί, αναφέρεται σε κάτι που απέχει από την ουσία του όρου public όπως αυτός εννοείται μέσα από την παραπάνω επεξήγηση-ερμηνεία του όρου Public Art. Για το συγκεκριμένο λόγο, στο συγκεκριμένος όρος στο παρών τεύχος χρησιμοποιείται πάντα στα αγγλικά
22
με τις κοινότητες πολιτών, με αποκλεισμένες ομάδες, με γειτονιές με κοινωνικά προβλήματα, με το engagement αλλά και με την επίδραση του ευρύτερου κοινωνικού περιβάλλοντος (social context) στη δημιουργία του έργου τέχνης. Σύμφωνα με τον ορισμό που δίνει η ίδια: “We might describe “new genre public art”, to distinguish it in both form and intention from what has been called “public art” - a term used for the past twenty five years to describe sculpture and installations sited in public places. Unlike much of what has heretofore been called public art, new genre public art -visual art that uses both traditional and nontraditional media to communicate and interact with a broad and diversified audience about issues directly relevant to their lives- is based on engagement.”9 Οι “υπο-ενότητες” του πεδίου που εμφανίστηκαν τότε, έχοντας μικρές διαφορές μεταξύ τους αλλά κοινό τόπο αναφοράς είναι η socially engaged art, η participatory art και η community art. Τα δύο τελευταία στοιχεία που αρχίζουν να εισέρχονται ολοένα και περισσότερο στη σύγχρονη πρακτική της Public Art, είναι αυτό του χρόνου και της διαφορετικής προσέγγισης της επιμελητικής πρακτικής, γνωστή και ως curatorial practice. Σε πολλά σύγχρονα project που εστιάζουν σε κοινότητες ή γειτονιές και δουλεύουν επάνω στο στοιχείο του site specificity, αυτό που ακούγεται πάρα πολύ συχνά από συμμετέχοντες ως σχόλιο είναι ότι ο θετικός αντίκτυπος στην κοινότητα ή τη γειτονιά διήρκεσε όσο το εκάστοτε πρότζεκτ ήταν σε εξέλιξη. Μετά το τέλος του, ο βαθμός του engagement δεν επετεύχθη σε τέτοιο βαθμό με αποτέλεσμα καθένας να επιστρέψει στην καθημερινή του “ρουτίνα” και να κάνει το πρότζεκτ να φανεί περισσότερο σαν ένα ευχάριστο διάλειμμα παρά σαν μια αφετηρία που θα φέρει -έστω σε μικρή κλίμακα- μια αλλαγή. Το παραπάνω συχνό σχόλιο ανάγει τη διάσταση του χρόνου σε μία σημαντική και υπολογίσιμη παράμετρο της διαδικασίας, προτάσσοντας, σε αυτό το είδος της καλλιτεχνικής πρακτικής, την αξία της “durational art” αντί των one-day events ή των εφήμερων καταστάσεων10. Οι Claire Doherty και Paul O’Neil αναφέρουν χαρακτηριστικά: “We may be able to move beyond the individual participatory encounter of an eventful exhibition moment. This leads us to understand participation not as a relation or social encounter with artistic production, but as a socialized process necessary for art’s
9 Lacy, Susanne (ed.), Cultural Pilgrimages and Metaphoric Journeys στο ‘Mapping the Terrain – New Genre Public Art’, Bay Press, Seattle Washington, 1995, p. 19 - 30 10 βλ. Doherty, Claire & O’Neil, Paul, Locating the producers – durational approaches to Public Art, Valiz Antennae, Amsterdam 2011
23
production. [...] Durational projects could be considered as discursive exhibitions that evolve over time, but, instead of prioritizing the moment of display, or the event of exhibition, they allow for open-ended, accumulative processes of engagement.”11 Η διαφορά λοιπόν των Project που βασίζονται στη συμμετοχή και απευθύνονται σε συγκεκριμένες κοινότητες σε σύγκριση με διάφορες καλλιτεχνικές εκδηλώσεις ή φεστιβάλ είναι ότι αυτά τα πρότζεκτ εργάζονται και για το χτίσιμο των σχέσεων όσων συμμετέχουν στη διαδικασία ώστε οι σχέσεις αυτές να προσδώσουν στη συνέχεια τη διάσταση της βιωσιμότητας ή της συνέχειας στην περιοχή ή την κοινότητα που απευθύνονται. Όπως το θέτει η Lacy: “what exists in the space between the words “public” and “art” is an unknown relationship between artist and audience, a relationship that may itself become the artwork.”12 Το άνοιγμα της τέχνης όμως προς νέες κατευθύνσεις σημαίνει αυτομάτως και την ανάγκη ενός νέου προσδιορισμού του ρόλου του καλλιτέχνη και του επιμελητή σε αυτή τη διαδικασία. Οι δύο αυτοί ρόλοι, συχνά ταυτίζονται ή αντικρούονται ως προς τις προθέσεις τους, γεγονός όμως είναι πως η ανάγκη για μεταστροφή ή διεύρυνση των ρόλων τους έχει αποτελέσει αντικείμενο έρευνας της σύγχρονης καλλιτεχνικής θεωρίας13. Τις περισσότερες φορές, τα public art projects παρουσιάζονται ως επιμελητικά πρότζεκτ ανεξάρτητα από το αν παράγονται από ένα Ίδρυμα, έναν Οργανισμό, έναν επιμελητή ή έναν καλλιτέχνη. Πολλές φορές επίσης παράγονται μέσα από τη συνεργασία των παραπάνω φορέων ή ατόμων. Όλοι όμως οι παραπάνω ρόλοι κρατούν έναν διευρυμένο ρόλο στην όλη διαδικασία παραγωγής του public art / socially engaged / community art project με την σαφή πρόθεση να παραχθεί ένα αποτέλεσμα με ευρύτερες προεκτάσεις στην κοινωνία κι όχι μόνο στην ίδια την Τέχνη. Οι Beatrice von Bismarck, Jörn Schafaff και Thomas Weski μιλούν για αυτό το διευρυμένο ρόλο του καλλιτέχνη ως επιμελητή ή για τη διεύρυνση της ίδιας της επιμελητικής πρακτικής: “Τhe curatorial has developed as a field of overlapping and intertwining activities, tasks, and roles that were formerly divided and more clearly attributed to different professions, institutions and disciplines. This development has affected the notion of curating -principally an activity of putting together- and widened its scope beyond showing or presenting to include enabling, making public, educating, analyzing, criticizing, theorizing, editing, and staging. [...] The curatorial has also gained a specific sociopolitical relevance within contemporary society.”14 11 Doherty, Claire & O’Neil, Paul, ibid., p. 14 12 Lacy, Susanne, ibid., p. 20 13 Χαρακτηριστικό βιβλίο που αναφέρεται στην επιμελητική πράκτική κι εξετάζει το σημερινό διευρυμένο ρόλο της είναι το βιβλίο: Cultures of the Curatorial σε επιμέλεια των Beatrice von Bismarck, Jörn Schafaff και Thomas Weski από τις εκδόσεις Sternberg, Βερολίνο, 2012. 14 von Bismarck, Beatrice, Schafaff, Jörn, Weski, Thomas (eds.), ibid., οπισθόφυλλο
24
Το γεγονός ότι αυτές οι πρακτικές προσδιορίζονται πλέον ως projects και όχι ως ομαδικές εκθέσεις σημαίνει αυτομάτως και την μετάθεση του authorship του πρότζεκτ προς μία νέα κατεύθυνση, κάτι που πολλές φορές κατά το παρελθόν έχει αποτελέσει αντικείμενο τριβής μεταξύ καλλιτεχνών και επιμελητών. Ο Helmut Draxler εξετάζει το παραπάνω γεγονός όχι ως τριβή αλλά ως αποτέλεσμα της γενικότερης μεταστροφής της τέχνης που αναπόφευκτα επηρεάζει εδραιωμένες αντιλήψεις και ρόλους ανάμεσα σε καλλιτέχνες, επιμελητές και ιδρύματα: “Τhe crisis refers to the relationship between artists and curators. Traditionally there was a clear division of roles between productive artists and selective curators, who would engage in critical reflection and mediation. But already the first independent curators were faced with the criticism that their actual intention was to be “grand artists” who used other artists as their material. Since the 1980s however, a reverse tendency can be observed in the increasing number of curatorial projects conducted by artists. Today, many of the most interesting art projects are essentially curatorial. What appears to happen is a kind of continuous exchange between artists and curators, in which the specific roles are not abandoned but constantly readjusted in relation to each other.”15 Συμπερασματικά λοιπόν, η ιστορική εξέλιξη της Public Art μας βοηθά όχι μόνο να καταλάβουμε τις προκλήσεις που η Τέχνη καλείται να αντιμετωπίσει “βγαίνοντας” στην πόλη και το δημόσιο χώρο αλλά να αναζητήσουμε το πώς θα μπορέσει η ίδια η Τέχνη να ενσωματώσει τις παραπάνω προκλήσεις με δημιουργικό τρόπο στη διαδικασία παραγωγής του καλλιτεχνικού έργου/πρότζκετ. Ο διευρυμένος ρόλος του καλλιτέχνη και ο αναβαθμισμένος ρόλος του κοινού σε αυτές τις πρακτικές αποτελούν το κλειδί για την επιτυχή κατάληξη των Community Project, ώστε να συνεισφέρουν με πραγματικό αντίκτυπο στο περιβάλλον (context) το οποίο απευθύνονται.
15 Draxler, Helmut, Crisis as From – curating and the logic of mediation, στο ‘Cultures of the Curatiorial’, von Bismarck, Beatrice, Schafaff, Jörn, Weski, Thomas (eds.), Sternberg, Berlin, 2012, p. 54
25
Tέχνη και τοπικές κοινότητες Τα παρακάτω πέντε ερωτήματα τέθηκαν από την πλευρά του Οργανισμού ΝΕΟΝ προς την ομάδα έρευνας κατά την εκκίνηση της.
Πώς μπορούν επιμελητές και καλλιτέχνες να ανακαλύψουν νέες μεθόδους συμμετοχής με τον κοινωνικό ιστό μιας κοινότητας; Η σχέση που έχει αναπτύξει η ίδια η Τέχνη τα τελευταία χρόνια με την κοινωνία και τις ευρύτερες κοινωνικο-πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις επηρεάζει ολοένα και περισσότερο όχι μόνο τη φύση του καλλιτεχνικού έργου (ή το τι μπορεί να ορίζεται πλέον ως καλλιτεχνικό έργο) αλλά επανεξετάζει και τον ίδιο το ρόλο του καλλιτέχνη. Το παραδοσιακό τρίπτυχο “στούντιο – καλλιτέχνης – έργο” επεκτείνεται εννοιολογικά και το ρόλο του στούντιο μπορεί σήμερα να παίξει ο χώρος της ίδιας της πόλης, ο ίδιος ο καλλιτέχνης να αναπτύσσει ισότιμες συνεργασίες με φορείς από άλλα επιστημονικά πεδία και φυσικά ο ορισμός αυτού που ονομάζεται ως έργο τέχνης έχει σαφέστατα διευρυνθεί. Η σημασία της διαδικασίας έναντι του τελικού προϊόντος, η δυνατότητα παραγωγής ενός άυλου εικαστικού έργου ή η χρήση νέων μέσων οδηγούν την καλλιτεχνική δημιουργία σε νέες διαδρομές που κι αυτές, όντας ενσυνείδητα ρευστές, μεταβάλλονται διαρκώς. Ο ρόλος του καλλιτέχνη και του επιμελητή αναγκάζεται επομένως να διευρυνθεί ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί στο μεταβαλλόμενο τοπίο της Τέχνης και στις σύγχρονες απαιτήσεις των σύνθετων προβλημάτων που καλείται αυτή να απαντήσει. Η τοποθέτηση του καλλιτέχνη και επιμελητή ως μεσάζων, καταλύτη ή ενεργοποιητή (mediator, catalyst or initiator) αντί του αποκλειστικού δημιουργού ενός έργου Τέχνης, μπορεί φαινομενικά να δημιουργεί “τριγμούς” γύρω από την παραδοσιακή αντίληψη του τι είναι Τέχνη, από την άλλη όμως, ειδικότερα στο πεδίο της Public Art, μιας και η πρωταρχική συνθήκη της καλλιτεχνικής δημιουργίας τροποποιείται δεν μπορεί ταυτόχρονα να μην τροποιείται και ο ρόλος του καλλιτέχνη ή του επιμελητή. Σε αυτή τη συνθήκη και λαμβάνοντας υπόψιν την ανάγκη δημιουργίας μιας ιδιαίτερης σχέσης μεταξύ της Τέχνης και του κοινού, ο ρόλος του καλλιτέχνη, ως ο αποκλειστικός δημιουργός που χρειάζεται δίπλα του μια σειρά συμμετεχόντων προκειμένου να παράξει το καλλιτέχνικο έργο που ο ίδιος έχει συλλάβει, δεν δημιουργεί τις απαραίτητες προϋποθέσεις συμμετοχής. Αντίθετα, κρατώντας για τον εαυτό του το (νέο) ρόλο του καταλύτη/ενορχηστρωτή (ή αλλιώς αυτού που ακούει και ανάλογα δημιουργεί τις απαντήσεις αντί ενός που έρχεται με έτοιμες προτάσεις), αναπτύσσει τις κατάλληλες σχέσεις με το κοινό και δημιουργεί τις απαραίτητες προϋποθέσεις εμπιστοσύνης, σεβασμού και ανάγκης ανταλλαγής μαζί του ώστε να δημιουργηθεί το απαραίτητο συνεργατικό κλίμα και η από κοινού δημιουργία ή εμπειρία του οποιουδήποτε έργου τέχνης. Όπως το θέτει η Susanne Lacy: “public art is not built on a typology of materials, spaces, or artistic media, but rather on concepts of audience, relationship, communication and political intention”1. 1
26
Lacy, Susanne (ed.), Cultural Pilgrimages and Metaphoric Journeys στο ‘Mapping the
Ποιά είναι τα όρια των των αισθητικών αξιών για ένα καλλιτεχνικό έργο εντός ενός community project; Είναι σημαντικά; Ο όρος “αισθητική” είναι εξ’ ορισμού πολύπλοκος να ερμηνευθεί και να εξηγηθεί σε όλες του τις διαστάσεις. Σίγουρα στις μέρες μας δεν ανταποκρίνεται μόνο στην έννοια του “κάλλους” αλλά σε κάτι επιπρόσθετο. Στο πλαίσιο του Community Project που ζητά τη δημιουργία έργων τέχνης που θα αφορούν μια συγκεκριμένη γειτονιά, που θα απαντά δημιουργικά στις ανάγκες των κατοίκων της και που θα εμπλέκει δημιουργικά στη διαδικασία όσους επιθυμούν να γίνουν μέρος της, αρχίζει να δημιουργείται μια (πολύπλοκη) “αισθητική των σχέσεων” (Relational Aesthetics) που παράγεται από τις ποιότητες της συγκεκριμένης συμμετοχής και του engagement. Οι συγκεκριμένες αισθητικές των σχέσεων, μέσα από την αλληλεπίδραση των πρωταγωνιστών, θα δημιουργήσουν με τη σειρά τους “κοινωνικές αισθητικές” (Social Aesthetics), αισθητικές δηλαδή που θα μπορέσουν να αποδώσουν την κοινή ατμόσφαιρα και εμπειρία που θα παραχθεί στο Community Project. Βέβαια αυτό είναι κάτι που –πολλές φορές- δεν είναι εύκολο να επιτευχθεί για λόγους που και οι δύο πλευρές (καλλιτέχνες και κοινό) είναι υπεύθυνες. Σύμφωνα με τη Lacy: “Ethnic artists [...] worked in ghettos and barrios with specific constituencies, struggling to bring together their often highly developed art-school aesthetic with the aesthetics of their own cultures. Emphasising their roles as communicators [...] artists who work in the community need to consciously develop organizing and critical skills among the people with whom they work”2. Στις περιπτώσεις όμως που το engagement επιτευχθεί, παράγονται στο τέλος “χωρικές αισθητικές” (Spatial Aesthetics), δηλαδή το χωρικό αποτέλεσμα των παραπάνω σχέσεων, μέσα από οποιοδήποτε τρόπο ή μέσα και που αποτελεί στο τέλος την υλική έκφραση των παραπάνω σχέσεων. Η μορφή αυτής της υλικής έκφρασης δεν εξετάζεται εδώ με κριτήρια του κάλλους όσο με το κριτήριο του πόσο οι παραγόμενες χωρικές αισθητικές αντικατοπτρίζουν επακριβώς την αισθητική των σχέσεων μεταξύ των εμπλεκομένων. Πώς μπορεί να κινητοποιηθεί το κοινό μέσω της Τέχνης; Τοποθετώντας αρχικά τη συζήτηση σε ένα πλαίσιο στερεοτύπων, μπορεί να ειπωθεί πως μέχρι πρόσφατα το σχήμα της κινητοποίησης του κοινού μέσα από την Τέχνη γίνονταν μέσα από μια γραμμική διαδρομή και κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Ο καλλιτέχνης – δημιουργός προέβαλλε τις δημιουργίες του σε ειδικούς χώρους για τον παραπάνω σκοπό και ο επισκέπτης επέλεγε τον κατάλληλο Terrain – New Genre Public Art’, Bay Press, Seattle Washington, 1995, p. 19 - 30
2
Lacy, Susanne (ed.), ibid., p. 19 - 30
27
χρόνο και την κατάλληλη ψυχική διάθεση για να επισκεφθεί το συγκεκριμένο χώρο και να γίνει μέτοχος της εμπειρίας που του έδινε ο καλλιτέχνης. Στο πεδίο της Public Art το σχήμα ακολουθεί μια μη γραμμική φορά και ορισμένα δεδομένα εδώ δεν υπάρχουν. Το έργο εδώ απαντά τις περισσότερες φορές σε κάτι προϋπάρχον -μια κοινωνική κατάσταση ή μια χωρική συνθήκη που “προσκαλεί” τον καλλιτέχνη να δράσει με τον τρόπο και τα εργαλεία του επ’ αυτού. Ο χώρος που επιλέγεται και το έργο που παράγεται μπορεί να εμπλουτιστεί συνεχώς, ως θεμιτό μέρος της διαδικασίας, από εξωτερικούς απροσδόκητους παράγοντες -από το φως της ημέρας, τα καιρικά φαινόμενα έως τις -χωρίς σεβασμό- αντιδράσεις των κατοίκων επάνω στο έργο. Δυνητικά επομένως δεν ορίζεται ένα συγκεκριμένο τέλος της διαδικασίας. Ταυτόχρονα, η έκθεση του έργου στην πόλη με οποιοδήποτε τρόπο και μέσο δημιουργεί μία άμεση σχέση αλληλεπίδρασης με το θεατή χωρίς απαραίτητα αυτή τη φορά να μπορεί ο ίδιος να επιλέξει το αν και πότε θα θελήσει να αλληλεπιδράσει με το έργο καθώς το έργο βρίσκεται πάντα εκεί. Στην (επιθυμητή) περίπτωση που το έργο διαπραγματεύεται μια τρέχουσα ανάγκη της συγκεκριμένης περιοχής, της τοπικής κοινωνίας και μπορέσει να την επικοινωνήσει κατάλληλα ή να την καταστήσει κτήμα της ευρύτερης κοινότητας τότε δύσκολα ο θεατής, ανεξάρτητα τη στιγμή, δεν θα αλληλεπιδράσει. Στο σημείο αυτό, επομένως, έγκειται το στοίχημα της Public Art. Στο πώς, με άλλα λόγια, θα μπορέσει να επικοινωνήσει και να αλληλεπιδράσεί με τον θεατή κάνοντάς τον ενεργό μέρος της διαδικασίας. Η επιτυχής έκβαση αυτής της αλληλεπίδρασης και η ενεργοποίηση του θεατή/ περαστικού με τρόπο που θα τον κινητοποιήσει να ενεργήσει παραπέρα θα συνεισφέρει από τη μία στην εξωστρέφεια της τέχνης προς το ευρύ κοινό κι από την άλλη θα βοηθήσει το κοινό να κατανοήσει καλύτερα τις σύγχρονες αρχές της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Πώς το καλλιτεχνικό έργο που βασίζεται σε μία κοινότητα (community based project) επανεξετάζει τις αξίες των ανθρώπων που ζουν σε αυτή την κοινότητα; Ένας από τους στόχους της Τέχνης που ασχολείται με τοπικές κοινότητες, είναι να μπορεί από τη μια να δει, αναγνωρίσει και καταλάβει το υπάρχον πλαίσιο στο οποίο καλείται να ενεργήσει κι από την άλλη να μπορέσει μέσα από αυτό να αναπτύξει σε συνεργασία με τους τοπικούς πρωταγωνιστές (local actors) τις οποιεσδήποτε καλλιτεχνικές πράξεις. Έτσι, οι πρακτικές που θα αναδειχθούν μέσα από την κατανόηση της κοινότητας, της περιοχής και τη συμμετοχική διαδικασία θα προάγουν μια νέα ματιά επάνω στο 28
υπάρχον πλαίσιο και ταυτόχρονα θα καλλιεργήσουν μέσω αυτής της ματιάς ένα νέο τρόπο αντίληψης της γειτονιάς, της ίδιας της κοινότητας και της καθημερινής ζωής που λαμβάνει χώρα εκεί. Σημαντική παράμετρος αυτής της διαδικασίας αποτελεί η σημασία που δίνεται σε κάθε πρωταγωνιστή/συμμετέχοντα και η εμπιστοσύνη που κερδίζεται. Η αξία της συμμετοχής του κάθε ένα αλλά και η ενσωμάτωση με σεβασμό των αξιών που ο καθένας πρεσβεύει (people specific) μπορεί να δημιουργήσει έναν ευρύτερο συλλογικό και ατομικό αντίκτυπο (impact) στην κοινότητα, παράγοντας νέες αξίες και αρχές. Υπάρχει μια προφορική ιστορία που μπορεί να συνδέσει διαφορετικές γειτονιές και τόπους; Η ενεργός συμμετοχή της τοπικής κοινότητας στο Community Project, όχι μόνο ως παθητικός θεατής αλλά ως ενεργός συμμετέχοντας, θα έχει ως πιθανό αποτέλεσμα την αλλαγή αντίληψης και συνείδησης για την κοινότητα, τη γειτονιά αλλά και το ρόλο της Τέχνης, σε αυτή τη μικρή κλίμακα. Ο παράγοντας του χρόνου και η ενεργοποίηση της τοπικής ομάδας εμπλεκομένων στο Community Project, ώστε με το τέλος του να έχουν αναλάβει πρωτοβουλίες συνέχισης αυτών των πρακτικών, μπορούν να επανακαθορίσουν έννοιες του κοινού τόπου, των κοινών αξιών, των συλλογικών κοινών ενδιαφερόντων και ιστοριών. Ο ρόλος της Τέχνης και του καλλιτέχνη να εμπνεύσει και να δώσει το έναυσμα στους συμμετέχοντες να ενεργήσουν για την ίδια τους τη γειτονιά μπορεί να αποτελέσει το παράδειγμα σε άλλες γειτονιές και τόπους ώστε να αναληφθούν αντίστοιχες πρωτοβουλίες. Σε αυτή την περίπτωση η Τέχνη δε μετατρέπεται σε μέσο για να επιτευχθεί κάτι άλλο, αντίθετα αποτελεί το φυτίλι με το οποίο αναζωπυρώνονται και αφυπνίζονται δημιουργικά τοπικές κοινωνίες και γειτονιές.
29
2. Τοπικό πλαίσιο Η επιλογή της Κυψέλης
Η περιοχή της Πατησίων αποτελούσε εξαρχής για τον Οργανισμό ΝΕΟΝ μία ενδιαφέρουσα περιοχή προς εξερεύνηση καθώς αποτελεί μια γειτονιά με πολλές αντιθέσεις. Αφ’ ενός είναι φορέας ιστορικής μνήμης και ιδιαίτερης σημασίας για την εξέλιξη της μεταπολεμικής Αθήνας, αφ’ ετέρου, χαρακτηρίζεται σήμερα από έντονα δημογραφικά και κοινωνικά προβλήματα που στα μάτια των περισσοτέρων την καθιστούν υποβαθμισμένη. Η έρευνα εστίασε στη γειτονιά της Κυψέλης, λόγω της εξέχουσας θέσης της στην ευρύτερη περιοχή αλλά και της εμφάνισης πολλών ομάδων ενεργών πολιτών κατά τα τελευταία χρόνια που αναπτύσσουν μια ιδιαίτερη δυναμική. Ταυτόχρονα, ο πεζόδρομος της Φωκίωνος Νέγρη, αποτελεί το χώρο έκφρασης του τοπικού κοινωνικού πλέγματος. Για τη συλλογική μνήμη της γειτονιάς είναι το κέντρο της, ως το σημείο που κουβαλά τις περισσότερες κοινωνικές προεκτάσεις, έχει εξέχοντα δείγματα μοντέρνας αστικής αρχιτεκτονικής, έναν «μύθο» και πολλές συλλογικές ιστορίες. Τα αντιθετικά χαρακτηριστικά της παλιάς αστικής αίγλης και της τωρινής υποβάθμισης, στοιχειοθέτησαν εξαρχής ένα ιδιαίτερο “μωσαϊκό αντιθέσεων” πάνω στο οποίο εκφράστηκε το μελλοντικό διακύβευμα και οι σύγχρονες προκλήσεις της περιοχής. Ποιο ρόλο επομένως μπορεί να διαδραματίσει η σύγχρονη τέχνη και συγκεκριμένα η Public Art, στο παραπάνω διακύβευμα; Πώς αυτή μπορεί να συμβάλλει στη διαμόρφωση μιας καλύτερης καθημερινότητας των πολιτών; Αυτά ήταν τα αρχικά ερωτήματα – αφορμές για να αποφασιστεί να αναπτυχθεί το νέο Community Project του Οργανισμού στη συγκεκριμένη γειτονιά.
Φωκίωνος Νέγρη, λεπτομέρεια
30
3. Community Project “συν.δεσμοί” Η ανάπτυξη του Community Project βασίζεται στην αρχή ότι μέρος της εικόνας της πόλης διαμορφώνεται μέσα από την ανθρώπινη αλληλεπίδραση και τις πρωτοβουλίες μικρής κλίμακας. Στόχος του είναι, μέσα από σύγχρονες συμμετοχικές καλλιτεχνικές πρακτικές, να αναζητήσει και να προτείνει νέες «ματιές» και αντιλήψεις για την πόλη και την καθημερινή ζωή και κατ’ επέκταση να καλλιεργήσει ένα νέο τύπο αστικής συμπεριφοράς και κουλτούρας με επίκεντρο τη μικρή κλίμακα της γειτονιάς.
Ο τίτλος του Community Project
Εντάσσεται στο πεδίο της Public Art, το οποίο εργάζεται πάνω σε μεθόδους ανάπτυξης δεσμών μεταξύ καλλιτεχνών, κατοίκων, τοπικών κοινοτήτων και δικτύων (communities), με σκοπό τη δημιουργία έργων συλλογικού χαρακτήρα που αφορούν την κοινότητα και το συγκεκριμένο τόπο (site specific, participatory and socially engaged art). Ο τίτλος του Community Project είναι “συν.δεσμοί”. Προέρχεται από τη σύμπτυξη των λέξεων “σύνδεσμος” και “δεσμός” που αντικατοπτρίζουν τους στόχους του πρότζεκτ. Με άλλα λόγια, στοχεύουν στη δημιουργία συνδέσμων και κατ’ επέκταση δεσμών, μέσα από το engagement, τη συνεργασία και την ανταλλαγή μεταξύ καλλιτεχνών και τοπικών ομάδων, παρελθόντος και παρόντος, ανθρώπων και γειτονιάς, κατοίκων και σύγχρονης τέχνης. Μεθοδολογικά, οι “συν.δεσμοί” στοχεύουν να αποτελέσουν ένα εύφορο έδαφος για συνεργασία μεταξύ των επιλεγόμενων καλλιτεχνών και τοπικών ομάδων ή ενεργών πολιτών, ώστε μέσα από τη συνεργασία και τα ζευγάρια καλλιτεχνών – τοπικών stakeholders, να χτιστεί επάνω στο “μωσαϊκό αντιθέσεων” της γειτονιάς, μια δημιουργική και θετική απάντηση απέναντι στα τρέχοντα αρνητικά συναισθήματα των κατοίκων της.
31
Ο κινηματογράφος Στέλλα ως ο χώρος δράσης του Community Project
Μέσα από την επιτόπια έρευνα και την ιστορική διαδρομή της περιοχής στις δεκαετίες, καταλήξαμε στο συμπέρασμα πως η έντονη πολιτιστική διάσταση της Κυψέλης αποτελεί συνεχόμενο και αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητάς της μέσα στα χρόνια. Ο Δημοτικός Κινηματογράφος Στέλλα, ο οποίος βρίσκεται στην οδό Τενέδου, παράλληλη της Φωκίωνος Νέγρη, αποτελεί τοπόσημο και σύμβολο πολιτισμού για την περιοχή, έχοντας ανακηρυχθεί σε διατηρητέο θερινό κινηματογράφο. Άνοιξε το 1969 με το όνομα Πιγκάλ και λειτούργησε μέχρι το 1989. Άνοιξε εκ νέου το 1992, ενώ ανακαινίστηκε και επαναλειτούργησε ως Δημοτικός Κινηματογράφος Στέλλα το Μάιο του 2002, προς τιμήν της Μελίνας Μερκούρη. Ωστόσο, από το 2008 ο κινηματογράφος παραμένει κλειστός.
Η σημασία του Στέλλα για τη συλλογική μνήμη της περιοχής ως πολιτιστικό τοπόσημο
Επιτόπιες συζητήσεις με κατοίκους αλλά και διαδικτυακές συζητήσεις σε γκρουπ της περιοχής ανέδειξαν τη μεγάλη κι έκδηλη επιθυμία επαναλειτουργίας του χώρου. Κάποιοι ζητούν επιμόνως την επαναλειτουργία του καθώς από την πλειάδα θερινών κινηματογράφων στη γειτονιά σήμερα λειτουργεί μόνο ένας, ενώ άλλοι αναφέρουν πως αν δε μπορεί να λειτουργήσει ως θερινός μπορεί να βρεθεί μια άλλη χρήση που δε θα αλλοιώνει τη φυσιογνωμία του χώρου και θα σέβεται το δημόσιο χαρακτήρα του. Η πρόθεση ενεργοποίησης του κινηματογράφου μέσα από το Community Project «συν.δεσμοί» και με σεβασμό στην ιστορία του χώρου, έχει πολλαπλές προεκτάσεις, συμβολικές και μη. Η επαναλειτουργία του, μετά από μία σχεδόν δεκαετία, θα δώσει το συμβολικό μήνυμα της επανενεργοποίησης της γειτονιάς με επίκεντρο τον πολιτισμό. Με αυτό τον τρόπο, συνεχίζει τους παραδοσιακούς δεσμούς της περιοχής με τον πολιτισμό προβάλλοντας μια οπτική προς το μέλλον υπό το ίδιο πρίσμα. O κινηματογράφος προτείνεται να λειτουργήσει για τις ανάγκες του Community Project “συν.δεσμοί” για δύο μήνες. Το χρονικό διάστημα που επελέγη είναι ικανό ώστε να ενσωματώσει τις δράσεις του Community Project στην καθημερινότητα της γειτονιάς, να προσελκύσει πολύ και διαφορετικό κοινό αλλά και να δημιουργήσει έργα και σχέσεις με μακροπρόθεσμο όφελος για την περιοχή. Η ενεργοποίηση του χώρου, επίσης προβάλλει μια διαφορετική ματιά για τις προοπτικές λειτουργίας πολλών ανενεργών κτιρίων, με βάση νέες μορφές αξιοποίησης, περιοδικές ή μη.
Φωτογραφίες της διπλανής και των πίσω σελίδων: απόψεις του Δημοτικού Κινηματογράφου Στέλλα, όπως έιναι σήμερα (Σεπτέμβριος 2015)
32
Τέλος, δημιουργεί έναν κοινωνικό πυρήνα μέσα από την σύγχρονη τέχνη και παρουσιάζει έργα, δράσεις, εργαστήρια που αποσκοπούν στην ενδυνάμωση της τοπικής κοινότητας. Η τοποθεσία του Στέλλα, σε γειτονικό δρόμο από τη Φωκίωνος, και παράλληλα θαμμένος ανάμεσα στις γύρω πολυκατοικίες εντός ενός ακαλύπτου, βοηθούν ώστε αυτός να λειτουργήσει στα όρια μεταξύ ενός δημοσίου χώρου και μιας ανοιχτής σε όλους αυλής, που θα φιλοξενεί δραστηριότητες ανοιχτές και προσβάσιμες στο ευρύ κοινό.
Άποψη της εισόδου, οδός Τενέδου Εσωτερική άποψη προς την οθόνη
Εσωτερική άποψη προς την αίθουσα προβολής
33
34
35
36
μέρος δεύτερο
έρευνα και χαρτογράφηση της γειτονιάς της Κυψέλης While there are many ways of viewing art, not all of them require voluntary participation on the viewer’s part. Much as our experience of architecture or nature is not always dependent on a conscious decision to go out and look at either one, so the encounter with art need not to be restricted to those occasions when we choose to go to a museum or gallery. On the contrary, it is entirely conceivable that, by catching us unawares, art can have an impact that might not be possible in an environment where one has consciously prepared for what one is going to see. Being immersed in a fast-paced cosmopolitan urban environment, on the other hand, tends to heighten one’s perceptions of space and time, so that aspects of the mundane are occasionally transformed into something more compelling that they might at first appear. Most of us have experience moments when our gaze has been caught by a structural or incidental detail of urban life that might have always been there, but which appears more striking or emblematic by the mere fact that one day it suddenly seems to stand out of its surroundings. Such encounters run against the grain of our day-to-day routine, reminding us that the privilege of being part of a metropolitan center includes the underlying knowledge that there is infinitely more richness of experience at hand than one can possibly find the time to process adequately. Dan Cameron
Cameron, Dan, City of Wonders, in Eccles, Tom, Wehr, Anne, and Kastner, Jeffrey (ed.), ‘Plop: recent projects of the Public Art Fund’, Merrel Publishers, London – New York, 2004, p. 21
37
1. Σκοπός και μεθοδολογία
Τι επιδιώκει η χαρτογράφηση της Κυψέλης;
Με βάση όλα όσα παρουσιάστηκαν για την Κυψέλη και το πλαίσιο των “συν.δεσμών”, διαμορφώθηκε αντίστοιχα και η σχετική έρευνα για τη χαρτογράφηση και κατανόηση της περιοχής. Το κεντρικό ερώτημα που διέπει την έρευνα: «Ποιά στοιχεία συνθέτουν την Κυψέλη σήμερα;» επιχειρεί να αναδείξει τις διαφορετικές οπτικές, νοήματα και αξίες του αστικου χώρου και να κατανοήσει τις κοινωνικές δομές της περιοχής μέσα από τις ερμηνείες και τις αντιλήψεις των ίδιων των κατοίκων. Η αποτύπωση του «τρόπου ζωής» της περιοχής πραγματοποιείται με τη συλλογή και επεξεργασία στοιχείων για τη δράση των ατόμων, τις κοινωνικές τους σχέσεις και τον αντίκτυπο τους στο χώρο. Τα στοιχεία αυτά, με τη μορφή δεδομένων ή υποκειμενικών περιγραφών θα αποτελέσουν την πρώτη ύλη για τη δημιουργία καλλιτεχνικών έργων από τους προσκεκλημένους καλλιτέχνες αλλά και τη βάση για την ανάπτυξη των “συν.δεσμών” ως ένα ενιαίο, μεγάλο και συλλογικό έργο για τη γειτονιά.
Ποιες οι βασικές αρχές και μέθοδοι της έρευνας;
38
Με βάση την εθνογραφία ως μέθοδο έρευνας, η έρευνα εστίασε στο χτίσιμο μιας άμεσης, καθημερινής και μακροχρόνιας σχέσης με τους ανθρώπους και τις επιμέρους κοινότητες της Κυψέλης, με στόχο την κατανόηση του τρόπου ζωής και των αντιλήψεών τους. Για το σκοπό αυτό, οι επισκέψεις παρατήρησης και καταγραφής διεξάχθηκαν σε διαφορετικές ώρες της ημέρας και σε διάστημα 6 μηνών, διάστημα ικανό να προβάλει διαφορετικές όψεις της γειτονιάς στο χρόνο. Παράλληλα, το μεγάλο χρονικό διάστημα της έρευνας επέτρεψε μια πολυεπίπεδη προσέγγιση καταγραφής, με προσοχή στη λεπτομέρεια και την ανάπτυξη πολλαπλών οπτικών.
Έμφαση δόθηκε στον εντοπισμό των ποιοτικών χαρακτηριστικών που διαφοροποιούν τη ζωή στην Κυψέλη από τη ζωή σε άλλες γειτονιές της Αθήνας. Η παρατήρηση έγινε χωρίς προϋποθέσεις, με το αρχικό ερώτημα να είναι τόσο ανοιχτό ώστε να μπορεί να συμπεριλάβει όσο το δυνατόν συνολικότερα και πιο ποικίλα κριτήρια που συνθέτουν την ατμόσφαιρα της περιοχής. Συνιστά δηλαδή μια ανοιχτού τύπου (open-end) έρευνα που θέτει την παρατήρηση ως τη βάση για τη διεξαγωγή συμπερασμάτων. Αυτό, λειτουργεί σε συνδυασμό με την έρευνα του δομημένου περιβάλλοντος (physical context), ώστε να γίνει κατανοητή η αμφίδρομη σχέση μεταξύ ανθρώπινης συμπεριφοράς και αστικού περιβάλλοντος. Η άλλη σημαντική πτυχή της χαρτογράφησης, που ακολουθείται στα πλαίσια της εθνογραφικής έρευνας, είναι η αμεσότητα και προσωπική εμπλοκή του ερευνητή. Αξίζει να αναφερθεί πως αυτό που παρουσίαζεται συχνά ως ένα από τα μειονεκτήματα αυτής της μεθόδου είναι ότι αυτή για να αναπτυχθεί βασίζεται στις σχέσεις αμοιβαίας εμπιστοσύνης και αποδοχής του ερευνητή από τους συμμετέχοντες, κάτι που πολλές φορές επιτυγχάνεται δύσκολα ή και καθόλου. Ωστόσο, στην παρούσα περίπτωση, ο ερευνητής, όχι μόνο εργάζεται αλλά, μεγάλωσε και ζει στην περιοχή (βλ. προοίμιο) κάτι που καθιστά την προσωπική εμπλοκή και τη γνώση της περιοχής (local expertise) μέσω προσωπικών εμπειριών από διαφορετικές ιστορικές περιόδους δεδομένη εξ’ αρχής και τη δημιουργία σχέσεων εμπιστοσύνης και ταύτισης με το κοινό προσέγγισης σαφώς ευκολότερη. Η διττή ιδιότητα, από τη μία μεριά ενός τοπικού συνομιλητή για θέματα της γειτονιάς με τους κατοίκους της κι από την άλλη αυτή του local expert που χαρτογραφεί και συγκεντρώνει το πλαίσιο και το υλικό για την περαιτέρω εξέλιξη των “συν.δεσμών”, δημιούργησε τις απαραίτητες προϋποθέσεις εμπιστοσύνης με τους εκάστοτε συνομιλητές η οποία σε συνδιασμό με τη βαθιά γνώση της κουλτούρας και ιστορίας της περιοχής παρήγαγε ένα πρωτογενές ερευνητικό υλικό προς περαιτέρω εξερεύνηση. Τα επιμέρους μεθοδολογικά εργαλεία παραγωγής γνώσης από το πεδίο που ακολουθήθηκαν είναι η συμμετοχική παρατήρηση, η αλληλεπίδραση με τους κατοίκους, μέσα από σύντομες ή περισσότερο αναλυτικές ανεπίσημες (μη δομημένες) συζητήσεις (unstructured interviews), καταγραφή προσωπικών ιστοριών και απόψεων. Τέλος, μέσα από μια ενδελεχή συνολική ανασκόπηση των δεδομένων, επιχειρήθηκε η αναγωγή τους στην υπάρχουσα βιβλιογραφία της Public Art για την παραγωγή αποτελεσμάτων που να μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τους υπόλοιπους εμπλεκόμενους και το κοινό του Community Project.
39
Αποτελέσματα
Τα αποτελέσματα της χαρτογράφησης της Κυψέλης, όπως παρουσιάζονται στη συνέχεια, ακολουθούν την ολιστική προσέγγιση που ακολουθήθηκε και κατά τη διάρκεια της μελέτης. Συνθέτουν, έτσι, μια πολύπλευρη περιγραφή της γειτονιάς για ανθρώπους/καλλιτέχνες που έρχονται για πρώτη φορά σε επαφή με την περιοχή. Όπως αναφέρεται και πιο πάνω, η χαρτογράφηση ανέδειξε τα δυο βασικότερα χαρακτηριστικά που δίνουν το στίγμα της περιοχής, δηλαδή την παλαιά αστική αίγλη που ακόμα διαπνέει την περιοχή με βάση τα κτίρια και τις αφηγήσεις κατοίκων, και την αίσθηση της γειτονιάς, χαρακτηριστικό αναλλοίωτο στο χρόνο που αποτυπώνεται τόσο στις σχέσεις των κατοίκων όσο και στο αστικό περιβάλλον. Τα κεφάλαια «Χωρικά και κοινωνικά δεδομένα» και οι «Πολλαπλές αναγνώσεις της Κυψέλης από λεπτομέρειες» που ακολουθούν, αφορούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Αφενός, αποτυπώνονται τα δεδομένα (ποσοτικά και ποιοτικά) που χαρακτηρίζουν την ιστορία, την πολιτιστική δράση και την ταυτότητα της περιοχής στο σήμερα, κι αφετέρου, επιχειρείται μια πιο αφηγηματική περιγραφή, εστιάζοντας σε χωρικές λεπτομέρειες και κοινωνικές πτυχές της τοπικής καθημερινότητας. Ως τελευταίο κομμάτι του κεφαλαίου, περιγράφονται τρεις προτεινόμενες διαδρομές στην Κυψέλη, στις οποίες μπορεί κανείς να βιώσει εμπειρικά όσα περιγράφονται στα δύο προηγούμενα κεφάλαια.
40
2. Χωρικά και κοινωνικά δεδομένα
41
Ιστορική διαδρομή
1887 Εντάσσεται στο πολεοδομικό σχέδιο των Αθηνών.
αρχές 20ου αιώνα Τα Πατήσια αποτελούν προάστιο των Αθηνών και φτάνουν έως το ύψος του σημερινού αρχαιολογικού Μουσείου. Η Πατησίων και οι εκατέρωθεν περιοχές είναι τόπος εκδρομής και αναψυχής των Αθηναίων της εποχής, γεμάτος με άφθονα νερά, ρέματα, λουλούδια και λαχανόκηπους.
μεσοπόλεμος Η Κυψέλη οργανώνεται. Ξεκινάει η συστηματική αστικοποίησή της με την εμφάνιση των πρώτων νεοκλασικών και μοντέρνων πολυκατοικιών, με το χαρακτηριστικό έρκερ. Τα πρώτα λεωφορεία εμφανίζονται στην Πατησίων και σιγά σιγά η Κυψέλη διαμορφώνεται ως μια από τις πιο αριστοκρατικές συνοικίες της Αθήνας.
δεκαετίες 1950 - 1960 Οι “χρυσές” δεκαετίες της Κυψέλης
Η περιοχή, προσφέροντας ευρύχωρα και πολυτελή διαμερίσματα, απευθύνεται στην αθηναϊκή αστική τάξη και νιόπαντρα ζευγάρια που έρχονται στη γειτονιά από την επαρχία. Πόλος έλξης αποτελεί το κέντρο της κοσμικής ζωής της περιοχής, η Φωκίωνος Νέγρη και η οδός Πατησίων. Το μεγαλοπρεπές κτίριο της Δημοτικής Αγοράς, τα πoλυτελή ζαχαροπλαστεία, όπως του“Φλόκα” ή το “Σελέκτ” αλλά και “θρυλικά” μπαρ και εστιατόρια, όπως το “Au Revoir” ή η “Κουίντα” είναι σημεία αναφοράς μαζί με χώρους πολιτισμού, όπως θέατρα και κινηματογράφοι. Πολλές ταινίες της Finos Films αποτυπώνουν το τοπίο της Κυψέλης. Ταυτόχρονα, η περιοχή αναπτύσσεται και εμπορικά.
Φωτογραφίες από αριστερά προς τα δεξιά: Πάνω σειρά: Τα κτίρια της σχολής Ευελπίδων την εποχής της κατασκευής τους, η κατοικία του Ναυάρχου Κων/νου Κανάρη, παλιά καρτ-ποστάλ των αρχών του αιώνα από την οδό Πατησίων, φωτογραφία της πλατείας Κυψέλης με τα πρώτα τρόλεϊ, το λεωφορείο “Κυψέλη - Ομόνοια”, παιδιά στο σχολείο (οικογενειακό αρχείο οικογένειας Αγγελοπούλου)
42
δεκαετίες 1970 - 1980 Οι πολυκατοικίες της αντιπαροχής πολλαπλασιάζονται και η Κυψέλη γίνεται μια από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές της Αθήνας, δημιουργώντας δυσκολίες στην καθημερινή ζωή. Εντούτοις, πολυάριθμοι χώροι πολιτισμού εμπλουτίζουν την πολιτιστική της ταυτότητα και μεγάλο μέρος της καλλιτεχνικής σκηνής της Αθήνας έχει ως σημείο συνάντησης, αναφοράς και δράσης την Κυψέλη.
δεκαετία 1990 Η αστική αίγλη της Κυψέλης αρχίζει να ξεθωριάζει. Τα δημογραφικά χαρακτηριστικά αλλάζουν, αρκετοί - νεότερης ηλικίας - κάτοικοι φεύγουν για τα προάστια, ενώ νέοι πληθυσμοί μεταναστών από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης εγκαθίστανται κυρίως στα υπόγεια και ισόγεια των πολυκατοικιών. Η εμπορική δραστηριότητα συρρικνώνεται, ταυτόχρονα όμως κάνουν την εμφάνισή τους νέα μαγαζιά, με προϊόντα από άλλες χώρες, για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες των νέων κατοίκων.
δεκαετία 2000 Οι δημογραφικές αλλαγές είναι εντονότερες και η κοινωνική δομή της Κυψέλης διαφοροποιείται. Οι αλλαγές αυτές διευκολύνουν την εμφάνιση στερεοτυπικών αντιλήψεων για τη γειτονιά, με έμφαση στην επικινδυνότητα και το αίσθημα ανασφάλειας που κυκλοφορεί στα δρομάκια της περιοχής. Τα παραπάνω συμβάλλουν στην εσωστρέφεια της Κυψέλης και σε ένα γενικότερο κλίμα μαρασμού.
2010 έως σήμερα Η απουσία πολιτικής βούλησης να αλλάξει το βιοτικό επίπεδο της περιοχής σε συνδυασμό με τα καθημερινά κοινωνικά και πρακτικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι, αποτέλεσαν εύφορο έδαφος για τη συσπείρωση των κατοίκων και την εμφάνιση ενεργών ομάδων πολιτών. Έτσι, δημιουργείται μια νέα προοπτική ανάπτυξης της περιοχής, με βάση την ατομική βούληση και συνείδηση. Η γειτονιά οργανώνεται σε πρωτότυπους κοινωνικούς πυρήνες με σκοπό την εξωστρέφεια και την ανάπτυξη, βάσει ενός εναλλακτικού μοντέλου ανάπτυξης.
Κάτω σειρά: Η έπαυλη του Ναυάρχου Μάλκολμ, σήμερα Άσυλο Ανιάτων, Δημοτική Αγορά Κυψέλης γύρω στο 1950, σχολική παρέλαση, η Φωκίωνος Νέγρη γύρω στο 1960. Πηγές Φωτογραφιών: από τα Facebook group ΚΥΨΕΛΗ και ΚΥΨΕΛΙΩΤΗΣ και το προσωπικό αρχείο κ. Στέλιου Χαμόδρακα
43
αεροφωτογραφία της Κυψέλης το 1939, πηγές εικόνων: Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού αεροφωτογραφία της Κυψέλης το 1959
44
αεροφωτογραφία της Κυψέλης το 1969 αεροφωτογραφία της Κυψέλης το 2002
45
Τοπόσημα Φωκίωνος Νέγρη
Ρέματα, ρεμάλια και ατελείωτες ανθρώπινες ιστορίες έχουν πλέξει το μακρύ πεζόδρομο στην καρδιά της Κυψέλης. Η Φωκίωνος Νέγρη αποτελεί ίσως τον πιο ζωντανό πνεύμονα κοινωνικής συνύπαρξης της Κυψέλης. Χωροταξικά, εκτίνεται σε 6 τετράγωνα. To πρώτο τετράγωνο που ξεκινά από τη διασταύρωση μεταξύ Πατησίων και Αγίου Μελετίου και φτάνει στη Δροσοπούλου είναι το μόνο που δεν είναι πεζόδρομος, γι’ αυτό και δεν έχει την ίδια σημασία που έχουν τα υπόλοιπα τετράγωνα. Ουσιαστικά, η Φωκίωνος με το συμβολισμό που κουβαλάει ξεκινάει από τη Δροσοπούλου και κατευθύνεται προς την πλατεία Κυψέλης. Τα επόμενα δύο τετράγωνα απαρτίζονται κυρίως από διάφορα καφέ, δεξιά και αριστερά από το – δυστυχώς – περιφραγμένο πράσινο διάζωμα στη μέση του πεζοδρόμου. Στο τέταρτο τετράγωνο, στη μέση δηλαδή του πεζοδρόμου, δεσπόζει η Δημοτική Αγορά της Κυψέλης. Πρόκειται για ένα ακόμα σημαντικό τοπόσημο της περιοχής, η ιστορία του οποίου ξεκινά από το 1935. Τις δεκαετίες του ‘50 & ‘60, μαζί με την άνθιση της περιοχής, ανθίζει και η Αγορά, αποτελώντας το εμπορικό κέντρο της γειτονιάς και κατά συνέπεια έναν ισχυρό κοινωνικό πηρύνα στην καθημερινότητα των κατοίκων. Το 2003 κλείνει οριστικά, μετά την παρακμή του και λόγω των πολυκαταστημάτων που άνοιξαν στην περιοχή, όμως την περίοδο 20062012 καταλαμβάνεται και λειτουργεί σε αυτοδιαχειριζόμενη βάση, με πολιτιστικήκοινωνική χρήση και σήμερα ανακαινίζεται. Τα δύο τελευταία τετράγωνα, πλαισιωμένα κυρίως από εστιατόρια, έχουν μεγαλύτερους – πάντα όμως περιφραγμένους – πράσινους χώρους και παγκάκια που καταλήγουν στην Πλατεία Κυψέλης. Το τελευταίο κομμάτι είναι και το πιο πράσινο καθώς έχει πολλές ψηλές λεύκες και ευκαλύπτους με μεγάλους και χοντρούς κορμούς - που μαρτυρούν την ύπαρξη υπόγειου πλέον ρεύματος – κι αξιοποιείται κυρίως, από τους κατοικίδιους σκύλους της περιοχής και ιδιοκτήτες τους, ένας τόπος συνάντησης φίλων – ανθρώπων και ζώων – γύρω από το εμβληματικό άγαλμα του «Πιστού Σκύλου», του Ευριπίδη Βαβούρη. Άλλα αγάλματα που “στολίζουν” τον πεζόδρομο είναι οι προτομές του Δημάρχου Κ. Κοτζιά, έργο της Λουκίας Γεωργαντή, του Δημάρχου Σπ. Μερκούρη, έργο του Β. Φαληρέα ενώ το πιο γνωστό και ιδιαίτερο είναι η « Κόρη σε Έκσταση», του Τόμπρου δίπλα σε ένα ημικυκλικό συντριβάνι. Τα συντιβάνια αποτελούν ένα επιπρόσθετο διακοσμητικό στοιχείο της Φωκίωνος, τα οποία, ενώ παρέμεναν κατά την τελευταία πενταετία ανενεργά, επαναλειτούργησαν το Νοέμβριο του 2015, ύστερα από διεκδικήσεις των κατοίκων και των τοπικών ομάδων, χαρίζοντας και πάλι στην περιοχή μια αίγλη παλαιών εποχών. Η Φωκίωνος Νέγρη είναι τόπος δράσης και -κυρίως- τρόπος ζωής όλων των ηλικιών, προσφέροντας στην πυκνοκατοικημένη γειτονιά μια ανάσα χώρου και χρόνου, με τα νερά και τα δέντρα να υπενθυμίζουν στους επισκέπτες το ρέμα που τρέχει θαμμένο κάτω από τα πόδια τους.
46
Το γλυπτό “Κόρη σε Έκσταση” και το συντριβάνι στη γωνία της Φωκίωνος Νέγρη με την οδό Επτανήσου Τα συντριβάνια στη γωνία της Φωκίωνος Νέγρη με την οδό Αγίας Ζώνης
47
Οι ψηλοί ευκάλυπτοι στο βόρειο μέρος της Φωκίωνος
Καθημερινό στιγμιότυπο στη γωνία με την οδό Σικίνου
48
Το άγαλμα του Σκύλου και το θεατράκι στη γωνία με την οδό Μεγίστης
Το κτίριο της Δημοτικής Αγοράς Κυψέλης λίγο πριν την ανακαίνιση του (Φεβρουάριος 2015)
Καθημερινό στιγμιότυπο στο παρκάκι κοντά στην οδό Μεγίστης
49
Πλατεία κι Εκκλησία Αγίου Γεωργίου
Κυκλική πλατεία στη συμβολή των οδών Επτανήσου και Ιθάκης. Από μακριά ξεχωρίζει η επιβλητική εκκλησία του ομώνυμου αγίου, η οποία έχει αγιογραφηθεί το 1954 από το Φώτη Κόντογλου και τους μαθητές του, αλλά και από άλλους σημαντικούς ζωγράφους της εποχής. Προσεγγίζοντας την πλατεία, όμως, το βλέμμα πέφτει στο κέντρο της, όπου βρίσκεται ένα – εκ πρώτης όψεως – όμορφο γλυπτό. Όπως μας αφηγείται ένας παλιός κάτοικος, πρόκειται περί φανοστάτη, ο οποίος την εποχή ακόμα του γκαζιού και επί δημαρχείας Κοτζιά, ήταν τοποθετημένος, μαζί με έναν δεύτερο, σε σχέδιο του Ernst Ziller, έξω από το Δημαρχείο Αθηνών. Η πλατεία - περικυκλωμένη από παραδοσιακούς φούρνους, καφέ και εστιατόρια – έχει σχεδόν πάντα κόσμο, παιδιά που τρέχουν γύρω από το φανοστάτη ή παίζουν στο προαύλιο της εκκλησίας, μητέρες που συζητούν στα παγκάκια, ηλικιωμένοι κάτοικοι που αναζητούν τη συντροφιά της απλής, διακριτικής κοινωνικής συνύπαρξης.
50
Η Πλατεία Κυψέλης βρίσκεται στην κορυφή της Φωκίωνος Νέγρη. Η επίσημη ονομασία της πλατείας είναι Πλατεία Κανάρη, εις μνήμην του ναυάρχου Κωνσταντίνου Κανάρη που έζησε στην οδό Κυψέλης με την προτομή του να την κοσμεί. Ο μύθος λέει πως προς τιμήν του σημαντικού αυτού κατοίκου της περιοχής αποφασίστηκε οι δρόμοι της Κυψέλης να πάρουν τα ονόματά τους από τα διάφορα νησιά της χώρας. Η οικεία του έχει πλεον γκρεμιστεί, ωστόσο στην πολυκατοικία με τον αριθμό 56, που έχει πάρει τη θέση της, αναγράφεται σε μαρμάρινη επιγραφή «Εις τον χώρον εφ’ ου ανηγέρθη η πολυκατοικία αυτή, εκείτο η ταπεινή οικία εν τη οποία έζησε και απέθανεν, εν έτει 1877, ο ήρωας της επαναστάσεως του 1821 Ναύαρχος Κωνσταντίνος Κανάρης» (εικ. πάνω δεξιά).
Πλατεία Κυψέλης (Κανάρη)
Διαπερνώντας την ευρύχωρη πλατεία παρατηρεί κανείς μετανάστες καθισμένους στα παγκάκια, είτε μόνοι είτε σε παρέες, παιδιά να παίζουν μπάλα, δίνοντας λίγη ζωή στο αστικό τοπίο με τις φωνές τους και μια περιφραγμένη παιδική χαρά, η οποία – όπως μας εξιστορούν πολλοί γονείς – είναι επικίνδυνη και ανεπαρκής για τα μικρά παιδιά. Προγραμματίζεται να αποτελέσει στάση της γραμμής 4 του Αττικού Μετρό.
51
Αγίας Ζώνης και Άσυλο Ανιάτων (έπαυλη Μάλκολμ)
Πρόκειται για έναν επίσης δρόμο-σύμβολο της Κυψέλης, κάθετο της Φωκίωνος, ο οποίος πήρε το όνομά του από την ομώνυμη εκκλησία. Ωστόσο, το σημειολογικό ενδιαφέρον του δρόμου δεν περιορίζεται μόνο στην εκκλησία της Αγίας Ζώνης. Το 1836 ο ναύαρχος σερ Πόλτνεϋ Μάλκολμ έχτισε εκεί την έπαυλή του και με την πράξη του αυτή να σηματοδοτεί κατ’ εκείνον την ελπίδα που έβλεπε στην Ελλάδα εκείνης της εποχής. Η έπαυλη σώζεται μέχρι σήμερα, ως μέρος του Ασύλου Ανιάτων, το οποίο ιδρύθηκε το 1896 από την Καλλιρόη Παρέν. Σήμερα, περνώντας έξω από το Άσυλο είναι πολύ πιθανό να συναντήσει κανείς κάποιον ασθενή, ο οποίος θα χαιρετήσει με ένα αφοπλιστικό, αυθεντικό χαμόγελο, θέλοντας πάνω από όλα να κάνει εσένα τον ίδιο να νιώσει άνετα. Οι περισσότεροι γείτονες τους γνωρίζουν με τα ονόματά τους και είναι συχνή η εικόνα της ολιγόλεπτης καθημερινής συνομιλίας μαζί τους, ανταποδίδοντας το χαιρετισμό και συνεχίζοντας τον περίπατο, περνώντας από τα διάφορα μαγαζιά της “γειτονιάς”, όπως μινι μάρκετ, καφεκοπτείο, dvd club, βιβλιοπωλείο, αλλά και εστιατόρια.
Το κεντρικό κτίριου του Ασύλου Ανιάτων
52
53
Πλατεία Αμερικής
Η Πλατεία Αμερικής αποτελεί τοπόσημο που η πλειοψηφία των Αθηναίων γνωρίζει κι ας μην την έχει επισκεφθεί ποτέ. Αυτό που δεν ξέρουν πολλοί και μας αφηγούνται οι παλιοί κάτοικοι είναι η ιστορία των παλιών ονομασιών της. Ξεκίνησε ως Πλατεία Ανθεστηρίων, ακριβώς γιατί σε εκείνη την περιοχή γιορταζόταν η Πρωτομαγιά και υπήρχαν κήποι και πολλά λουλουδάδικα. Με επίκεντρο την πλατεία Αμερικής και έκταση σε όλη την Πατησίων, οι παλιοί Αθηναίοι γιόρταζαν την Πρωτομαγιά και τον ερχομό της Άνοιξης, με μια παρέλαση λουλουδιών και τραγουδιών, σε όλο το μήκος της Πατησίων. Αργότερα, η πλατεία μετονομάστηκε σε Πλατεία Αγάμων, γιατί καθότι δεν ήταν πολυσύχναστος δρόμος, αποτελούσε συχνή επιλογή για ερωτικές συναντήσεις κυρίως άγαμων ζευγαριών. Κατέληξε να μετονομαστεί τελικά σε Πλατεία Αμερικής προς τιμήν των Η.Π.Α. και με το όνομα αυτό διατηρείται μέχρι και σημερα. Σήμερα παρατηρείται το εξής παράδοξο. Ενώ η Πλατεία Αμερικής χρησιμοποιείται συνέχεια ως σήμειο αναφοράς από τους κατοίκους, εντούτοις λίγοι την επισκέπτονται. Στο πλάι της, μια ξύλινη κούνια ακόμη να λειτουργεί πάνω σε ένα δάπεδο από άμμο και πολλές λακούβες που γεμίζουν νερά με την πρώτη βροχή. Στα παγκάκια της σχετικά πρόσφατα ανακαινισμένης πλατείας, καθισμένοι σε παρέες ηλικιωμένοι και μετανάστες, που δημιουργούν μικρές κοινωνικές εστίες, χωρίς όμως να αλληλεπιδρούν με το γύρω περιβάλλον. Στο κέντρο της πλατείας, ένα κομμάτι του πατώματος στρωμένο με μάρμαρο και ένα κομψό συντριβάνι σε αποσύνθεση, μαρτυρούν ένα τοπίο με δομές που προσκαλούν για οικειοποίηση και στάση αλλά εν τέλει αυτή να μην επιτυγχάνεται.
54
Εύκολα θα μπορούσε κανείς να συνοψίσει την περίπτωση του Πεδίου του Άρεως σε φωτογραφίες σαν κι αυτές. Το πάρκο διαθέτει τις υποδομές να αποτελέσει μια πράσινη ανάσα για τη γειτονιά, ωστόσο δε φαίνεται να έχει πετύχει το σκοπό του. Αποτελεί καταφύγιο εξαρτημένων ατόμων και -πρόσφατα- προσφύγων. Φαίνεται αφημένο στην τύχη του και ενώ βρίσκεται στην καρδιά της Αθήνας, λίγα μέτρα από το κέντρο της είναι σίγουρα ένας ξεχασμένος τόπος για τους περισσότερους Αθηναίους. Υπάρχουν βέβαια κάποιοι κάτοικοι που επιμένουν να το επισκέπτονται, βόλτα με το καροτσάκι για τις νεαρές μητέρες ή τις γιαγιάδες, τρέξιμο για τους αθλητικούς τύπους, απλή βόλτα για κάποιους άλλους. Οι περιπτώσεις αυτές, όμως, δυστυχώς αποτελούν μάλλον την εξαίρεση και όχι τον κανόνα. Μια εν δυνάμει πράσινη διέξοδος δίπλα στην πυκνοκατοικημένη Κυψέλη, οδηγεί – τουλάχιστον προς το παρόν – σε ένα λυπηρό αδιέξοδο. Ωστόσο, μια βόλτα στο Πεδίο του Άρεως, παραμερίζοντας την – κάποιες στιγμές – βαριά σιωπή και ατμόσφαιρα, αποκαλύπτει τις δυνατότητες του χώρου, λαμβάνοντας υπόψιν και την ανάπλασή του το 2010.
Πεδίον του Άρεως
Φωτογραφίες: Ουρανία Μαυρίκη
55
Χώροι πολιτισμού ΚΕΤ (Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεως)
Το Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεως είναι μια ανήσυχη εστία τέχνης και πολιτισμού στη συμβολή των οδών Κύπρου και Σικίνου. Ο χώρος λειτουργεί από το 2012 και δημιουργήθηκε από την ηθοποιό Φωτεινή Μπάνου και το συγγραφέα και μεταφραστή Δημήτρη Αλεξάκη. Θέατρο, performance, μουσική, προβολές και σεμινάρια συνθέτουν το πλούσιο πρόγραμμα του ΚΕΤ, ενώ τα πρωινά λειτουργεί και ως χώρος για πρόβες καλλιτεχνών. Πρόκειται για ένα χώρο που πειραματίζεται με σύγχρονες όψεις της τέχνης και ταυτόχρονα εξερευνά νέους τρόπους προσέγγισης και επικοινωνίας με τη γειτονιά, με σεβασμό και έμφαση στο στοιχείο της πολυπολιτισμικότητας της περιοχής. Μιλώντας μαζί τους, διακρίνει κανείς εύκολα αυτή τη “σπίθα” που τους κινητοποιεί. Μένουν στην περιοχή, πιστεύοντας στις δυνατότητες της, ενώ ταυτόχρονα η προσέγγιση του χώρου με τους κατοίκους της περιοχής αποτελεί το μεγαλύτερο στοίχημα. Ήδη, στα τρία χρόνια λειτουργίας του αρκετά παιδιά της γειτονιάς έχουν προσέξει το χώρο ο οποίος τους έχει δημιουργήσει ενδιαφέρον για την τέχνη και το θέατρο, αποτελώντας για το ΚΕΤ ένα ξεχωριστό κι ιδιαίτερο κοινό. Ο ίδιος ο χώρος του ΚΕΤ, που παλαιότερα λειτουργούσε ως κέντρο ελέγχου τηλεοράσεως, εξού και η ονομασία του, έχει διαμορφωθεί μεν απλά, με τρόπο όμως που να νιώθει κανείς αμέσως μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα και την ενέργεια αυτών που τον ζουν και τον φροντίζουν. Έτσι το ΚΕΤ, αποτελεί ένα πυρήνα δημιουργικότητας και μια φωνή αισιοδοξίας και επιμονής για το μέλλον της Κυψέλης. www.polychorosket.gr
56
Η Snehta, μέσα από προγράμματα φιλοξενίας καλλιτεχνών από το εξωτερικό, φέρνει σε επαφή ξένους καλλιτέχνες με την Αθήνα με σκοπό αυτή να αποτελέσει την πρώτη ύλη για τις νέες τους δημιουργίες. Παράλληλα, οργανώνει εκθέσεις, συζητήσεις και προβολές με σκοπό την δικτύωση καλλιτεχνών της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Snehta Residency
Η πρωτοβουλία ανήκει στον καλλιτέχνη Αύγουστο Βεϊνόγλου ενώ η καλλιτέχνις Becky Campbell, από το Εδιμβούργο της Σκωτίας, είναι η επιμελήτρια και exhibition manager του Residency. Η Becky εργάζεται επίσης για τη σύνδεση της γειτονιάς με το Residency, αλλά και το αντίστροφο. Μέσα στο 2015 η Snehta επεκτάθηκε και έχει πλεον δυο χώρους στην περιοχή, έναν στην οδό Αγίας Ζώνης να αποτελεί το χώρο διαμονής των καλλιτεχνών και τον άλλο στην οδό Δροσοπούλου με τα studios και το χώρο εκθέσεων. www.snehtaresidency.org
Το bhive αυτοχαρακτηρίζεται ως πειραματικός χώρος για τις τέχνες στην Αθήνα. Στεγάζεται σε μια μονοκατοικία της οδού Μηθύμνης και χρησιμοποιείται ως χώρος εκδηλώσεων και ατελιέ.
bhive
Ο Γεράσιμος Αβλάμης, εικαστικός, είναι ο υπεύθυνος για τη λειτουργία και το πρόγραμμα του χώρου ενώ πραγματοποίησε το εφήμερο art project “Ο Λαβύρινθος της Κυψέλης”, με σκοπό την αξιοποίηση/εξερεύνηση του αστικού τοπίου της γειτονιάς της Κυψέλης, μέσα από performances χορού και εικαστικές εγκαταστάσεις, με την υποστήριξη του Οργανισμού Πολιτισμού και Ανάπτυξης ΝΕΟΝ. Ο ίδιος, αν και δεν μένει στην Κυψέλη, έχει το ατελιέ του χρόνια εκεί, όντας πλέον μέρος της περιοχής. Ανήσυχος ως προς το να βρει νέους τρόπους εμπλοκής των κατοίκων της γετονιάς με χώρους καλλιτεχνικής έκφρασης πειραματίζεται με τα υλικά που έχει, για να προσελκύσει το τοπικό κοινό. www.bhive.gr
57
Οργανώσεις Βαβέλ
Το Κέντρο Ημέρας Βαβέλ είναι μια ΜΚΟ η οποία ασχολείται με θέματα ψυχικής υγείας μεταναστών, οι οποίοι διαμένουν στην Αθήνα. Μέσα από διάφορα προγράμματα και δράσεις προσφέρει υπηρεσίες διάγνωσης, θεραπείας, παρακολούθησης και υποστήριξης, δουλεύοντας ταυτόχρονα για την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση σε θέματα ψυχικής υγείας. Μπαίνοντας στα γραφεία της οργάνωσης, στην οδό Δροσοπούλου, νιώθεις αμέσως τη ζεστασιά των ανθρώπων που τρέχουν τα προγράμματα, ενώ στα μάτια των μεταναστών που επισκέπτονται τη Βαβέλ διακρίνεις την ευγνωμοσύνη και την υποστήριξη που τους προσφέρεται. Κατά το παρελθόν η Βαβέλ έχει συνεργαστεί σε διάφορα καλλιτεχνικά προγράμματα τόσο με το bhive όσο και με τη Snehta. www.syn-eirmos.gr
Mέλισσα
Η Μέλισσα έχει την έδρα της σε ένα νεοκλασικό κτίριο στην πλατεία Βικτωρίας. Ξεκίνησε να λειτουργεί στο συγκεκριμένο χώρο από τον περασμένο Μάιο και αποτελεί το δίκτυο των γυναικείων οργανώσεωνς μεταναστριών της περιοχής. Συνιδρύτρια της Μέλισσας είναι η ανθρωπολόγος Ναντίνα Χριστοπούλου, η οποία, πέρα από την αναγνωρισμένη επιστημονική της κατάρτιση προσεγγίζει το θέμα με το οποίο ασχολείται με σεβασμό και εκτίμηση προς το κοινό στο οποίο απευθύνεται. Όπως η ίδια αναφέρει χαρακτηριστικά: “Η Μέλισσα είναι ένα δίκτυο μεταναστριών που ζουν στην Ελλάδα. Σκοπός της είναι να προωθήσει την ενδυνάμωση και την ενεργή συμμετοχή τους στο κοινωνικό γίγνεσθαι, κτίζοντας γέφυρες επικοινωνίας με την ελληνική κοινωνία. Βασίζεται στην αντίληψη ότι η κοινωνία πρέπει να είναι μια ανοιχτή κυψέλη επικοινωνίας και δημιουργικής συνύπαρξης, στην οποία όλοι μπορούμε να συνεισφέρουμε.”1
1 Χριστοπούλου, Ναντίνα, Το όνομα της Μέλισσας, άρθρο στην διαδικτυακή εφημερίδα Huffington Post (19.11.2014): http://www.huffingtonpost.gr/nadina-christopoulou/_165_b_6176282.html
58
Ομάδες πολιτών Η Ένωση Πολιτών Πλατείας Καλλιγά δημιουργήθηκε το 2010 από ενεργούς πολίτες για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής στην 6η Δημοτική Κοινότητα με επίκεντρο την Πλατεία Καλλιγά ή αλλιώς πλατεία Καραμανλάκη. Οι δράσεις τους στηρίζονται στο τρίπτυχο Αλληλεγγύη – Αστικό Περιβάλλον – Πολιτισμός και μέσω της διαρκούς τους δραστηριότητας σκοπεύουν στην ενίσχυση της έννοιας της γειτονιάς, στην ανάδειξη της προσωπικής πρωτοβουλίας και στην αξία της συλλογικότητας. Η ομάδα, εκτός από τις δράσεις της για την άμεση αντιμετώπιση των καθημερινών προβλημάτων των κατοίκων, επικεντρώνεται και σε κάθε μορφής πολιτιστική δραστηριότητα που συνεισφέρει στη βελτίωση της ποιότητας ζωής της γειτονιάς.
Ένωση Πολιτών Πλατείας Καλλιγά
Στην Πλατεία Καλλιγά, σχεδιάζουν κάθε χρόνο ποικίλες δράσεις για την επαφή της τοπικής κοινότητας με την ιστορία της περιοχής και τις τέχνες του δρόμου. Κεντρικός τους στόχος είναι η δημιουργία παιδικής χαράς στην πλατεία, η οποία υπήρχε κατά το παρελθόν αλλά αφαιρέθηκε. Μέσα από την παιδική χαρά ελπίζουν να έρθουν σε επαφή τα παιδιά της γειτονιάς και οι γονείς τους με τις δράσεις της ομάδας και από την άλλη αυτή να αποτελέσει το όχημα για κοινωνικότητα, εξωστρέφεια και οικειότητα μεταξύ των κατοίκων. Ο Μπάμπης και η Αγγελική, δυο από τα μέλη της Ένωσης διεκδικούν, χωρίς παύσεις, μια ολοένα και καλύτερη ποιότητα ζωής, επιμένοντας στις δυνατότητες της περιοχής. Με ενέργεια, πολλές δημιουργικές ιδέες και θέληση για δράση, δε σταματούν να σκέφτονται το επόμενο βήμα της Ένωσης αλλά και τρόπους ενεργοποίησης της γειτονιάς με τη συμβολή της Τέχνης για την επίλυση των καθημερινών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν ως κάτοικοι της περιοχής. sites.google.com/site/plateiakalliga/
59
Κίνηση Δημοτών Κυψέλης
Πρόκειται για μια ενεργή ομάδα πολιτών της γειτονιάς, η οποία ασχολείται με την ποιότητα ζωής των κατοίκων της Κυψέλης, τόσο σε πρακτικό επίπεδο όσο και σε πολιτισμικό. Με την αίγλη της παλιάς Αθήνας ακόμα στη θύμιση προσφέρει, διαδικτυακά, πλούσιο υλικό της πολιτισμικής ταυτότητας της Κυψέλης μέσω φωτογραφιών και κειμένων. Αποτελείται, ουσιαστικά, από κατοίκους της περιοχής, οι οποίοι θέλουν να υμνήσουν το παρελθόν της Κυψέλης, αλλά ταυτόχρονα να θίξουν προβλήματα του σύγχρονου βίου στη γειτονιά. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν ο πολιτιστικός χάρτης που έχουν δημιουργήσει στην ιστοσελίδα της ομάδας, αλλά και το φωτογραφικό υλικό που έχουν συλλέξει. Επίσης, στη σελίδα της Κίνησης στο facebook, αναρτάται καθημερινά υλικό με μνήμες και προσωπικές αφηγήσεις παλαιών κατοίκων και φωτογραφίες οι οποίες απεικονίζοντας καθημερινές στιγμές, αποκαλύπτουν τη ζωή στη γειτονιά τις περασμένες δεκαετίες. Πρόκειται, ουσιαστικά, για ένα διαρκώς εμπλουτιζόμενο μουσείο συλλογικής μνήμης το οποίο αναπτύσσεται στο παράλληλο διαδικτυακό σύμπαν και κρατά τις ιστορίες για τη γειτονιά ζωντανές. Κεντρικός διαχειριστής του διαδικτυακού υλικού είναι ο κ. Στέλιος Χαμόδρακας, ο οποίος – γέννημα θρέμμα Κυψελιώτης όπως δηλώνει – δε σταματά να εξερευνά και να φέρνει στο φως το ανεξάντλητο υλικό της γειτονιάς, δημιουργώντας ένα τεράστιο αρχείο, τόσο με όρους έκτασης, όσο και με όρους ποικιλίας. www.kypselis.gr
Η Κυψέλη μας
Η ομάδα περιγράφει τον εαυτό της ως “Μια παρέα με όρεξη και όραμα για μία Κυψέλη με γείτονες γνωστούς και φίλους και όχι μια Κυψέλη αποξένωσης και απρόσωπων σχέσεων”. Με πρωτεργάτη τον κ. Κώνστα και την σύζυγό του, η ομάδα αυτή ξεκίνησε τις δράσεις της το 2012. Οργανώνει πληθώρα δράσεων για να εμπλουτίσει τη ζωή των κατοίκων και απευθύνεται σε κάθε ηλικιακή ομάδα και target group. Χορός, τραγούδι, ξένες γλώσσες, φιλαναγνωσία, εργαστήρι Η/Υ, προβολές ταινιών και πεζοπορία είναι μερικές από τις δράσεις τους, οι οποίες στοχεύουν να ζωντανέψουν τη γειτονιά και να δημιουργηθούν πάλι προσωπικές σχέσεις μεταξύ των κατοίκων της περιοχής. www.facebook.com/kypseli2012
60
Η ΟΠΙΚ δημιουργήθηκε το 2011 και όπως αναφέρει στην ιστοσελίδα της εργάζεται για να μπορέσει η ίδια η τοπική κοινότητα να καταγράψει την ιστορία της, μέσα από ένα μωσαϊκό αφηγήσεων. Βασίζεται στην πρακτική των σεμιναρίων επιμόρφωσης πάνω στη μεθοδολογία της προφορικής ιστορίας και στη συνέχεια στη λήψη προφορικών μαρτυριών. Στην ιστοσελίδα της ΟΠΙΚ υπάρχει αναρτημένο το υλικό και οι θεματικές τους σε σχέση με την περιοχή. Συντονιστές της ΟΠΙΚ είναι η ιστορικός Τασούλα Βερβενιώτη, η κοινωνική ανθρωπολόγος Ρίκι Βαν Μπουσχότεν και η ιστορικός Λήδα Παπαστεφανάκη.
Ομάδα Προφορικής Ιστορίας Κυψέλης (ΟΠΙΚ)
sites.google.com/site/opikdomain/home
Η Ομάδα Γέφυρες παραδίδει μαθήματα ελληνικών σε μετανάστες, αλλά και άλλους ενδιαφερόμενους, όπως μαθητές Erasmus. Ξεκίνησε το έργο της το Μάρτιο του 2007, όταν με την ονομασία “Το ανοιχτό σχολείο της αγοράς” μετέτρεψε 4 χώρους της Δημοτικής Αγοράς της Κυψέλης σε αίθουσες διδασκαλίας, δίνοντας την ευκαιρία σε εκατοντάδες μαθητές να μάθουν να διαβάζουν, να γράφουν και να επικοινωνούν στα ελληνικά.
Γέφυρες
Τη χρονιά 2014-2015, καθότι η Αγορά έκλεισε προκειμένου να ανακαινιστεί, η ομάδα συνεχίζει τα μαθήματα σε ιδιωτικό χώρο πλέον, ως Ομάδα Γέφυρες. Οι άνθρωποι πίσω από αυτή την πρωτοβουλία δουλεύουν σε εθελοντική βάση και μας αφηγούνται τη μοναδική τους εμπειρία. Είναι ένα ταξίδι στο οποίο και οι δυο πλευρές – δάσκαλος και μαθητής – ξεπερνούν φόβους, προκαταλήψεις και βρίσκουν κοινό έδαφος συνεργασίας. Επίσης, το έργο της ομάδας συμβάλλει στην ομαλή ένταξη των μεταναστών στην ελληνική κοινωνία και αποτελεί αφετηρία για μια πλούσια πολιτισμική ανταλλαγή, η οποία διαρκώς εμπλουτίζεται. Με μεράκι, όρεξη και ανθρωπιά συνεχίζουν τα μαθήματα ελληνικών, προσφέροντας μια νέα προοπτική στους νέους κατοίκους της περιοχής που ήρθαν από το εξωτερικό αλλά και στη στάση της ελληνικής κοινωνίας απέναντι τους. Υπεύθυνη: Δαμιανίδη Άννα
61
Φωτεινή Κυψέλη
Πρόκειται για μια πρωτοβουλία κατοίκων της περιοχής να φωτίσουν κυριολεκτικά και μεταφορικά την Κυψέλη. Η ιδέα είναι απλή: η φωταγώγηση των είσοδων των πολυκατοικιών και των βιτρινών των μαγαζιών της Κυψέλης με λάμπες τεχνολογίας LED. Συνδέοντας την έλλειψη επαρκούς φωτισμού με τα αισθήματα φόβου και ανασφάλειας, η λύση αυτή μπορεί να μετατρέψει τη νυχτερινή εικόνα της γειτονιάς και να δώσει ζωή ακόμα και στα πιο κρυφά δρομάκια της Κυψέλης. Η ομάδα της Φωτεινής Κυψέλης ευελπιστεί να πείσει όσο περισσότερους κατοίκους της περιοχής μπορεί, ούτως ώστε η γειτονιά να φωτιστεί υπό το πρίσμα και των δυο όψεων, με τη φωταγώγηση των πολυκατοικιών, αλλά και την ανάδειξη της ταυτότητας και των κρυμμένων δυνατοτήτων της, σε ένα ευρύτερο κοινό. www.fotinikipseli.gr
Free press Η Πατησίων Ζει
Μηνιαίο τοπικό free press, το οποίο εστιάζει στην ευρύτερη περιοχή της Πατησίων, στους ανθρώπους, στην ιστορία της και στις επιχειρήσεις της. Η τοπική εφημερίδα ξεκίνησε να κυκλοφορεί το 2012 με αυτόν τον εμβληματικό και συμβολικό τίτλο που αναπαριστά στο έπακρο το παρόν της γειτονιάς και τον στόχο της εφημερίδας. Η ομάδα της εφημερίδας εργάζεται με οδηγό την αγάπη για την περιοχή και τους ανθρώπους της αλλά και την επιμονή πως η Πατησίων είναι αρτηρία ζωτικότητας για τις γύρω γειτονιές. Μέσα από ποικίλα άρθρα, συνεντεύξεις, και έρευνες προβάλλουν τη δική τους οπτική για την ομορφιά και τα διακυβεύματα της σύγχρονης πραγματικότητας στην εν λόγω περιοχή. www.patisionzei.com
62
Διαδίκτυο Η διαδικτυακή παρουσία της Κυψέλης είναι ανέλπιστα έντονη. Κάθε ομάδα Πολιτών για την οποία έγινε λόγος προηγουμένως έχει τη δική της ιστοσελίδα, αλλά και τη δική της σελίδα στο Facebook. Με τον τρόπο αυτό ενημερώνουν τους κατοίκους της περιοχής για τις επερχόμενες δράσεις τους και ταυτόχρονα, ανάγουν στο ψηφιακό περιβάλλον, τις κυψέλες που δημιουργούν στον πραγματικό κόσμο. Ωστόσο υπάρχουν και άλλα γκρουπ στο Facebook, τα οποία συγκεντρώνουν ακόμα μεγαλύτερο κοινό, αλλά και αρχειακό υλικό από μνήμες και ιστορίες, έχοντας καταφέρει, να μεταφέρουν την αίσθηση της γειτονιάς και στο ψηφιακό σύμπαν, δημιουργώντας αντίστοιχες κοινωνικές κυψέλες.
Ο Κυψελιώτης είναι ένα κλειστό Facebook group με περισσότερα από 2.500 μέλη. Θα μπορούσαμε να πούμε πως αποτελεί τον διαδικτυακό παλμό της Κυψέλης.
Ο Κυψελιώτης
Μνήμες και προσωπικές αφηγήσεις παλαιών κατοίκων, κείμενα συναισθηματικά φορτισμένα και φωτογραφίες οι οποίες απεικονίζοντας καθημερινές στιγμές, αποκαλύπτουν τη ζωή στη γειτονιά τις περασμένες δεκαετίες αποτελούν το ένα σκέλος της λειτουργίας του γκρουπ. Στο άλλο σκέλος αναρτώνται posts για θέματα του σύγχρονου βίου στην Κυψέλη, φωτογραφίες τραβηγμένες από κινητά με σκοπό την ανάδειξη των προβλημάτων της περιοχής ή την καταγγελία παρανομιών. Ο Κυψελιώτης αποτελεί έτσι ένα αρχείο συλλογικής μνήμης αλλά και καθημερινής ζωής για τη γειτονιά, μια διαρκώς εμπλουτιζόμενη μαρτυρία του ρυθμού της, αλλά και της στενής σχέσης των κατοικών με το παρελθόν της Κυψέλης. Διαχειριστές της ομάδας είναι μέλη της Κίνησης Δημοτών Κυψέλης.
Η ΚΥΨΕΛΗ είναι ένα κλειστό facebook group με πάνω από 10.550 μέλη και λειτουργεί από το 2008. Αποτελεί έτσι τη μεγαλύτερη διαδικτυακή “γειτονιά” της περιοχής και απευθύνεται σε κάθε κάτοικο, νέο ή παλιό αναρτώντας κάθε είδους δυνατή πληροφορία.
ΚΥΨΕΛΗ
63
Τα Πατήσια άνω κάτω
Το ανοιχτό και προσβάσιμο σε όλους Facebook group αποτελείται από περισσότερα από 3.400 μέλη. Αποτελεί μια μεγάλη διαδικτυακή οικογένεια από την Κυψέλη και τα Πατήσια, η οποία μοιράζεται επερχόμενους περιπάτους στη γειτονιά, μνήμες και φωτογραφίες, αφηγήσεις και καταγραφές του πολιτισμικού πλούτου της Κυψέλης. Το υλικό που ανεβάζουν οι κάτοικοι αφορά κυρίως αναμνήσεις από το παρελθόν και πολιτισμικά γεγονότα του σήμερα, ενώ παράλληλα αναρτώνται ανακοινώσεις για τις διάφορες εκδηλώσεις που λαμβάνουν χώρα στην ευρύτερη περιοχή. Ένας ακόμη ψηφιακός τόπος που αποδεικνύει τη σχεδόν λατρευτική σχέση κάποιων κατοίκων με τη γειτονιά τους, αλλά και την ανάγκη τους να εκφραστούν και να μοιραστούν προσωπικές αφηγήσεις με αφετηρία κάποια αστική γωνιά της Κυψέλης.
Fokionos.com
Μια προσπάθεια μεταξύ φίλων να αναδειχθεί η - ιστορικής σημασίας για την περιοχή – Φωκίωνος Νέγρη. Ο διαδικτυακός αυτός τόπος συνδυάζει μικρές αφηγήσεις για την εμβληματική Φωκίωνος, με πρακτικές πληροφορίες, όπως κατάλογοι επιχειρήσεων κλπ. Πλούσιο φωτογραφικό υλικό από το τότε και το τώρα του πεζοδρόμου εμπλουτίζουν το site και μας προσκαλούν να τον ανακαλύψουμε.
Βέμπος Θανάσης
Κάτοικος της Κυψέλης, ο πολυπράγμων ερευνητής κ. Θανάσης Βέμπος, ασχολείται μεταξύ άλλων με τη φωτογραφία. Μέσα από την αγάπη του για αυτή αλλά και για την περιοχή, έχει αναπτύξει ένα πολύ ιδιαίτερο πρότζεκτ με τίτλο “Timeslip”. Μετά από συστηματική έρευνα χρόνων έχει βρει από διάφορα αρχεία φωτογραφίες από την περιοχή της Κυψέλης τις οποίες αντιπαραθέτει με την τωρινή κατάσταση των σημείων που απεικονίζονται. Αυτό που καθιστά ιδιαίτερο και δύσκολο το εγχείρημα είναι ότι λόγω της εκτεταμένης ανοικοδόμησης της περιοχής είναι πολύ δύσκολο να βρει κανείς την ακριβή τοποθεσία των απεικονιζόμενων παλιών σημείων. Ο κ. Βέμπος έχοντας εμπλέξει στην έρευνά του κατοίκους με μεγάλες φωτογραφικές συλλογές έχει δημιουργήσει ένα ενδιαφέρον αποτύπωμα της αλλαγής της περιοχής μέσα στα χρόνια. Αναλυτικά το πρότζεκτ στο: http://www.vembos.gr/Project_Timeslip_List.htm
64
3. Πολλαπλές αναγνώσεις της Κυψέλης από λεπτομέρειες
65
Συνύπαρξη
«η οδός Πατησίων διακρίνεται από τους άλλους μεγάλους οδικούς άξονες της Αθήνας, κυρίως ως προς τη δυνατότητα που παρέχει να αναγνωρίζεται σε όλο της το ανάπτυγμα η εξέλιξη της πολεοδομικής ιστορίας της πρωτεύουσας, σημείο προς σημείο, όπως ακριβώς διαβάζεται η ζωή ενός δέντρου στην τομή του κορμού του πάνω στα ετήσια στρώματα του ξύλου» 1 Ο επιτυχημένος παραλληλισμός του Μπίρη ισχύει όχι μόνο για την οδό Πατησίων αλλά για ολόκληρη την Κυψέλη. Πράγματι, περπατώντας κανείς στην περιοχή, διαπιστώνει την παρουσία οικοδομικών τετραγώνων με ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά. Θα δει κανείς να υπάρχουν πολλά διώροφα, πολυτελή νεοκλασικά, άλλα να στέκουν ετοιμόρροπα και άλλα ανακαινισμένα, πάντως ικανά να μεταφέρουν στον περιπατητή την αύρα και την αίγλη των Πατησίων και της Κυψέλης των αρχών του 20ου αιώνα. Δίπλα τους θα δει τις λεγόμενες “πολυκατοικίες του ‘30” με το χαρακτηριστικό έρκερ στα μπαλκόνια τους, δείγμα της οικοδομικής άνθησης της περιοχής τα χρόνια του μεσοπολέμου αλλά και της ποικιλίας των αστικών τάξεων που κατοικούσαν την περιοχή. Το έρκερ, ένα αρχιτεκτονικό χαρακτηριστικό που προεκτείνει τον εσωτερικό χώρο της κατοικίας στο μπαλκόνι, μέρος όπου συνήθως υπήρχαν οι μεγάλες τραπεζαρίες, καταργήθηκε το 1938 και μας βοηθά αυτομάτως να υπολογίσουμε το ελάχιστο της ηλικίας τους. Δίπλα σε αυτά τα προπολεμικά κτίρια στέκουν πολυκατοικίες, αυτές που έχει επικρατήσει να ονομάζονται “της αντιπαροχής”, ξεκινώντας από το 1950 και φτάνουν έως σήμερα έχοντας διαφορετικό ύφος σε κάθε εποχή. Τα τελευταία χρόνια έκαναν επίσης την εμφάνισή τους κάποια κτίρια γραφείων ή κτίρια ειδικών χρήσεων, όπως βουλκανιζατέρ ή πάρκινγκ. Επίσης, παλιά κτίρια ανακαινίστηκαν εξ’ ολοκλήρου για να στεγάσουν νέες χρήσεις, όπως εστιατόρια, φροντιστήρια μαθημάτων και ξένων γλωσσών μέσα σε διώροφα πολυτελή νεοκλασικά, ή γραφεία Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (Βαβέλ) και ξενοδοχεία (τουριστικά αλλά και ημιδιαμονής) σε πολυκατοικίες του ΄30. Συχνή πρόκληση της αρχιτεκτονικής δημιουργίας αποτελεί η ομαλή ένταξη του κτιρίου στο φυσικό ή στο αστικό περιβάλλον. Η συνύπαρξη κτιρίων διαφορετικών στυλ και εποχής σε ένα οικοδομικό τετράγωνο πιθανώς να αποτυπώνει την αδυναμία επίτευξης του παραπάνω σκοπού. Όμως αυτή η κτιριακή πολυμορφία μπορεί να προβληθεί σαν ένα εξέχον -θετικό- χαρακτηριστικό της γειτονιάς. Μέσα από αυτή την ανάγνωση, η Κυψέλη παραμένει μια περιοχή ζωντανή σε κάθε περίοδο της νεότερης ιστορίας της πόλης, που ανανεώνεται, μεταβάλλεται και δείχνει να χωρά τα πάντα. Η ένταξη λοιπόν στην Κυψέλη δεν έχει χαρακτήρα μορφολογικό αλλά ιστορικό. Με το να συνυπάρχουν κτίρια που αφορούν την κάθε εποχή, επιτυγχάνεται 1 Εφ. Καθημερινή, «Επτά ημέρες, η οδός Πατησίων», Κυριακή 28 Μαρτίου 1999, «Η κηπούπολη Κυπριάδη», Μάνος Μπίρης, σ. 22
66
η συνέχεια της γειτονιάς στο χρόνο και μέσα από αυτή αποτυπώνεται η ιστορική εξέλιξη της πόλης. Δεν παράγεται επομένως μια οπτική ομοιομορφία, αλλά αντίθετα μια κουλτούρα αρμονίας μέσω της συνύπαρξης και της ενσωμάτωσης. Όσα όμως ισχύουν για το αστικό τοπίο της Κυψέλης ισχύουν και για το ανθρωπολογικό. Άνθρωποι διαφορετικών γενεών, καταγωγής και ενδιαφερόντων διαμένουν στη γειτονιά, και παρά τα όσα προβλήματα κατά καιρούς εμφανίζονται, δεν παύει αυτή η κατάσταση να αποτυπώνει έναν ποικιλόμορφο (diverse) κοινωνικό ιστό, αποτελώντας φυσικά ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα και ζητούμενο των σύγχρονων μεγαλουπόλεων.
67
68
69
Πολυκατοικία και κοινωνικός καθ’ ύψος διαχωρισμός
Η πολυκατοικία της αντιπαροχής, δηλαδή κτιρίων κατοικιών που χτίστηκαν στη θέση παλιών -συνήθως μονώροφων- κατοικιών τα οποία γκρεμίστηκαν και δόθηκαν για “αντιπαροχή” από τους ιδιοκτήτες τους με αντάλλαγμα την ιδιοκτησία ορισμένων διαμερισμάτων στο νέο κτίριο, αποτελεί τον κυρίαρχο κτιριακό τύπο της γειτονιάς. Λόγω των κατασκευαστικών χαρακτηριστικών της, χωρίζεται σε τρεις σαφείς περιόδους. Στις πρώτες πολυκατοικίες της περιόδου 1950-1960, σε αυτές των δεκαετιών 1970-1980 και τέλος σε εκείνες από το 1990 κι έπειτα. Ένα από τα στοιχεία που ξεχωρίζουν στις πολυκατοικίες της πρώτης περιόδου είναι η αξία που δίνεται στο χώρο της εισόδου μέσα από τον ιδιαίτερο σχεδιασμό τους και την πολυτέλεια των υλικών της: πολύχρωμα μάρμαρα, σιδερένιες πόρτες με περίτεχνο διάκοσμο και μεγάλες τζαμαρίες, εσωτερικός μεγάλος καθρέφτης, ειδικός σχεδιασμός της κεντρικής λάμπας φωτισμού είναι μερικά από τα στοιχεία της. Επίσης, τα πολλά ελεύθερα τετραγωνικά κοινόχρηστου χώρου που δίνονταν στο εσωτερικό της εισόδου, ο χώρος του θυρωρείου, οι υποδοχές στις σκάλες εισόδου για τοποθέτηση χαλιού, καθώς και η χάραξη του ονόματος του αρχιτέκτονα συμβάλλουν στη διαμόρφωση της ξεχωριστής εικόνας της. Μέσα από τα παραπάνω, η αρχιτεκτονική της εισόδου συμβόλιζε ένα τελετουργικό πολυτελούς περάσματος από το δημόσιο χώρο της πόλης στον ιδιωτικό χώρο της κατοικίας. Στις πολυκατοικίες της επόμενης περιόδου η μεγαλοπρέπεια της εισόδου με τους μεγάλους κοινόχρηστους χώρους παραμένει, με την αισθητική της όμως να βαδίζει σε μίνιμαλ κατευθύνσεις και σε υλικά που δεν συμβολίζουν μεγαλοπρέπεια. Οι πόρτες γίνονται ξύλινες, οι γραμμές πιο λιτές, ενώ στα κουφώματα αρχίζει να συναντά κανείς τη γνωστή αισθητική του “αλουμινίου”. Παρόλα αυτά, αυτό που παραμένει κοινό στο σχεδιασμό και τις χρήσεις των δύο περιόδων, είναι η καθ’ ύψος κοινωνική διαστρωμάτωση του κτιρίου. Υπάρχει το υπόγειο, το ισόγειο κατάστημα ή το υπερυψωμένο ισόγειο, οι τρεις ή τέσσερις όροφοι και τα -σε υποχώρηση- ρετιρέ διαμερίσματα. Όπως έχει αναφέρει ο αρχιτέκτονας Θωμάς Μαλούτας1, αυτή η διαστρωμάτωση έχει και μια κοινωνική διάσταση καθώς ο τρόπος κατοίκησης από όροφο σε όροφο αλλάζει, αντιπροσωπεύοντας εκείνη την εποχή την κοινωνική τάξη του ιδιοκτήτη. Παρόλα αυτά, ο συγκεκριμένος κτιριακός τύπος προβάλλει μεν τον καθ’ ύψος ταξικό διαχωρισμό, από την άλλη όμως βάζει τους κατοίκους σε ένα καθεστώς συνύπαρξης και επικοινωνίας. Με άλλα λόγια δεν δημιουργεί προϋποθέσεις γκετοποίησης ή αποκλεισμού και αντίθετα ενισχύει την πολυσυλλεκτικότητα και τη συνύπαρξη εντός ενός κτιριακού κελύφους. 1 Εισήγηση στην ημερίδα της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών με θέμα: Η πολυκατοικία της αντιπαροχής, 27-1-2015 στο πλαίσιο του κύκλου συζητήσεων: re-think Athens: Αστικές Προκλήσεις 2014-15.
70
Οι πολυκατοικίες από το 1990 κι έπειτα αρχίζουν και αντιπροσωπεύουν τα “συμπτώματα” της σύγχρονης Ελλάδας, με κυρίαρχο αυτό του εύκολου και γρήγορου κέρδους. Τα τετραγωνικά μεταφράζονται σε χρήματα, επομένως ο χώρος της εισόδου περιορίζεται και γίνεται ο απολύτως απαραίτητος, χωρίς κάποιο ιδιαίτερο διάκοσμο ή ξεχωριστά υλικά. Το υπόγειο και το υπερυψωμένο ισόγειο καταργούνται και δημιουργείται η πυλωτή και το υπόγειο πάρκινγκ, ως η -αναγκαία- λύση στο πρόβλημα της πυκνοκατοίκησης και της δυσκολίας εύρεσης χώρου στάθμευσης (στα χρόνια πριν τις πυλωτές η αναζήτηση πάρκινγκ για 45’ στην Κυψέλη θεωρούνταν έως και σύντομος χρόνος). Ταυτόχρονα, αυτό που αλλάζει είναι η καθ’ ύψος διαστρωμάτωση. Η πολυκατοικία έχει πλέον την ίδια κάτοψη από τον πρώτο έως τον τελευταίο όροφο, κάτι που από τη μία διευκολύνει τον κατασκευαστή κι από την άλλη “εξισώνει” τους κατοίκους, αφού ο κάτοικος του πρώτου ορόφου έχει ακριβώς το ίδιο διαμέρισμα με εκείνον του 6ου, με μόνο μειονέκτημα, την έλλειψη ηλιοφάνειας. Η κοινωνική “εξίσωση” από την άλλη αποτυπώνει και την αλλαγή της νεοελληνικής κοινωνίας προς ένα υψηλότερο βιοτικό επίπεδο και την έλλειψη σαφών κοινωνικών ανισοτήτων. Συμπερασματικά, αυτό που γίνεται σαφές από την εξέλιξη του ύφους της πολυκατοικίας είναι η αλλαγή στην αντίληψη του κοινόχρηστου χώρου. Στα χρόνια του ‘50 και του ‘60, η μεγαλοπρέπεια της εισόδου συμβόλιζε την υψηλή σημασία του κοινόχρηστου χώρου. Ο χώρος της εισόδου ανήκει κατ’ αυτόν τον τρόπο σε όλους τους ενοίκους και άρα πρέπει να είναι άρτια φτιαγμένος. Τα τελευταία χρόνια, η προχειρότητα των εισόδων συμβολίζει την απουσία ειδικού ενδιαφέροντος για τον κοινόχρηστο χώρο, δημιουργώντας το συναίσθημα της ανάγκης για γρήγορη μετάβαση από το δημόσιο χώρο στο χώρο της κατοικίας. Σε αυτή την περίπτωση, ο κοινόχρηστος χώρος δεν έχει σημασία μιας και δεν ανήκει σε κανέναν και μπορεί επομένως να κατασκευαστεί “όπως – όπως” με τα απλούστερα και οικονομικότερα υλικά. Επιπροσθέτως, είτε ως αιτία ή ως συνέπεια του προηγούμενου, οι σχέσεις μεταξύ των γειτόνων γίνονται περισσότερο απρόσωπες αφού χωρίς την αίσθηση οικειοποίησης κάποιου κοινού χώρου απουσιάζει και η αίσθηση κοινής συνύπαρξης σε μια ενιαία κτιριακή δομή.
71
Λεπτομέρειες εισόδων πολυκατοικιών της περιόδου 1950 - 1960 με τα μάρμαρα, τους καθρέφτες, τις επιγραφές, την υποδοχή για το χαλί, τον περίτεχνο διάκοσμο της σιδερένιας πόρτας και τη λάμπα εισόδου
72
Είσοδος πολυκατοικίας της επόμενης περιόδου, 1970-1980
Δύο χαρακτηριστικές πολυκατοικίες από ξεχωριστές περιόδους που φαίνεται στην μία (αριστερά) η καθ’ ύψος διαφοροποίηση των ορόφων και κατ’ επέκταση και του τρόπου ζωής σε αυτούς και στην άλλη (δεξιά) η επαναλαμβανόμενη κάτοψη καθ’ ύψος
73
Είσοδος υπηρεσίας
Μια λεπτομέρεια που ξεχωρίζει στις εισόδους των πολυκατοικιών και αποτυπώνει την κοινωνική και ταξική διαστρωμάτωση της περιοχής, ιδίως στα χρόνια μεταξύ 1950 -1970, είναι η ύπαρξη ξεχωριστής πόρτας δίπλα στην κεντρική είσοδο που να οδηγεί στο υπόγειο. Δωμάτια υπηρεσίας και σκάλες υπηρεσίας ήταν δύο από τα στοιχεία που υπήρχαν στις πολυκατοικίες εκείνης της εποχής μιας και ακόμη υπήρχαν οι εργαζόμενες υπηρεσίας, κυρίως στις κατοικίες των ρετιρέ. Για αυτές υπήρχε ξεχωριστός τρόπος κυκλοφορίας μέσα στο κτίριο που περνούσε μέσα από τον ακάλυπτο και το υπόγειο. Στο υπόγειο βρίσκονταν το πλυσταριό και οι αποθήκες και από εκεί γίνονταν η πρόσβαση στον ακάλυπτο και στην εσωτερική σκάλα υπηρεσίας προς τους ορόφους. Παρά το γεγονός πως η σκάλα του υπογείου βρίσκεται στον ενιαίο χώρο του ισογείου, η πρόσβαση σε αυτή γινόταν από ξεχωριστή πόρτα, αν και προφανώς η κεντρική πόρτα εισόδου για όλους θα ήταν αρκετή, καθιστώντας περιττή (αν όχι άχρηστη) τη δεύτερη πόρτα. Η ύπαρξή της έτσι αποκτά, σχεδόν αποκλειστικά, συμβολική σημασία καθώς φανερώνει ή επιβεβαιώνει την ταξική και κοινωνική διαστρωμάτωση που υπήρχε στην Κυψέλη εκείνων των χρόνων κι η οποία εκφραζόταν με τη δημιουργία ξεχωριστής πόρτας εισόδου για τους κατοίκους και τους εργαζόμενους της υπηρεσίας στο χώρο.
74
75
76
77
Τα ακατοίκητα υπερυψωμένα ισόγεια
Η αρχιτεκτονική κοινότητα έχει αρχίσει τα τελευταία χρόνια να επανεξετάζει -δειλά- τον κτιριακό τύπο της πολυκατοικίας, προβάλλοντας μια άλλη οπτική και ανάγνωση πέρα από τα αρνητικά στερεότυπα που αυτός κουβαλά. Μέσα στην ευρύτερη συζήτηση για το μέλλον της Αθήνας, υπάρχει ένα κομμάτι κοινού που μιλά για την Αθήνα και τις μελλοντικές δυνατότητες της πόλης, οι οποίες περνούν μέσα από λεπτομέρειες, όπως η αλλαγή ματιάς και χρήσης της πολυκατοικίας. Σε αυτό το πλαίσιο, η Κυψέλη αποτελεί μια εμβληματική περιοχή για το εν λόγω ζήτημα, που βρίσκεται στο επίκεντρο της συγκεκριμένης κουβέντας, με τις πιθανές προτεινόμενες λύσεις να μπορούν να αποτελέσουν το κλειδί για μια νέα χωρική και κοινωνική συνθήκη της περιοχής. Η εικόνα που επικρατεί στους δρόμους της περιοχής είναι η ύπαρξη πολλών “Πωλείται” στις εισόδους των πολυκατοικιών και στις κολώνες των στοών. Λόγω της υψηλής φορολογίας των ακινήτων πολλοί ιδιοκτήτες μικρών ξενοίκιαστων διαμερισμάτων ενδιαφέρονται τώρα να τα πουλήσουν προκειμένου να αποφύγουν το επιπρόσθετο φορολογικό κόστος. Αυτό όμως που συζητιέται ευρέως σε “πηγαδάκια” της γειτονιάς είναι ότι όσα διαμερίσματα πωλούνται είναι κυρίως διαμερίσματα από τον 1ο έως τον 3ο όροφο. Τα ρετιρέ με τα μεγάλα μπαλκόνια και τη θέα είτε έχουν ήδη αγοραστεί από μεσιτικά γραφεία που απλά περιμένουν την κατάλληλη στιγμή στο μέλλον, ακολουθώντας τη συνήθη πρακτική του real estate, είτε κατοικούνται καθώς εξασφαλίζουν ησυχία, απομόνωση, άπλα και γενικώς μη οπτική επαφή με ό,τι συμβαίνει “κάτω” στο δρόμο. Πολλά από τα υπόγεια ενοικιάζονται σε μετανάστες χωρίς υψηλό εισόδημα κι έτσι απομένουν τα διαμερίσματα του υπερυψωμένου ισογείου που ενώ πωλούνται σε υπερβολικά χαμηλές τιμές, δεν αγοράζονται. Η δυσκολία να βρουν αυτά τα διαμερίσματα αγοραστή μας φαίνεται εύκολα κατανοητή, καθώς κανείς δε θα ήθελε να μείνει σήμερα σε ένα σκοτεινό διαμέρισμα δίπλα στο επίπεδο του δρόμου. Τα διαμερίσματα αυτά είτε δεν έχουν καθόλου μπαλκόνι ή έχουν ένα πολύ μικρό που μετά βίας χωράει ένα μικρό τραπεζάκι με μία καρέκλα. Είναι προφανές πως δεν καλύπτουν τις σύγχρονες ανάγκες κατοίκησης και σε συνδυασμό με το φόβο της διάρρηξης, η κατοίκησή τους φαίνεται σχεδόν αδύνατη. Όμως, αυτή η διαπίστωση μπορεί να αποτελέσει την αφετηρία για να σκεφτούμε διαφορετικά, μιας και η ύπαρξη μεγάλου αριθμού τέτοιων διαμερισμάτων θα οδηγήσει είτε στην ερήμωση αυτού του επιπέδου της πόλης ή στην εύρεση μιας νέας χρήσης τους. Χωρίς υπερβολή, η εικόνα εισόδων πολυκατοικιών με τα κλειστά συμμετρικά παντζούρια ή παράθυρα, συναντάται σχεδόν παντού, και όπου αυτό συνδυάζεται με κλειστό μαγαζί ισογείου η αίσθηση εγκατάλειψης που αποτυπώνει στην κλίμακα του δρόμου γίνεται ακόμα πιο έντονη.
78
Έχει έτσι δημιουργηθεί ένα μεγάλο δίκτυο άδειων διαμερισμάτων σε αυτό το επίπεδο της πόλης το οποίο, λόγω κόστους και δυνατοτήτων, είναι εξαιρετικά δύσκολο να τροποποιηθεί αρχιτεκτονικά, δημιουργώντας από την άλλη την πρόκληση (αλλά και την ανάγκη, προκειμένου να μην έχει η περιοχή έρημα ισόγεια) εύρεσης νέων χρήσεων των διαμερισμάτων σε απόλυτη γειτνίαση με το επίπεδο του δρόμου και κατ’ επέκταση της πόλης.
Απόψεις κλειστών και ακατοίκητων διαμερισμάτων πολυκατοικιών στο ύψος του ημι-ορόφου
79
80
81
Ασφάλεια και ξενοφοβία
Μία από τις συχνές εικόνες που συναντά κανείς περπατώντας στην Κυψέλη είναι ο χώρος εισόδου των πολυκατοικιών και η εικόνα των παραθύρων και των μπαλκονιών του υπερυψωμένου ισογείου. Η μεγάλη δημογραφική αλλαγή που πραγματοποιήθηκε στην περιοχή κυρίως κατά την δεκαετία του ‘90, αποτέλεσε το έναυσμα ενός κλίματος ξενοφοβίας και της δημιουργίας αρνητικών στερεοτύπων για τη γειτονιά. Πολλοί κάτοικοι που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Κυψέλη, ως αποτέλεσμα της τότε “ευμάρειας” άρχισαν να φεύγουν προς τα προάστια, ενώ παράλληλα, έρχονταν στην περιοχή οικονομικοί μετανάστες, αρχικά από την Ανατολική Ευρώπη και στη συνέχεια από την Αφρική και την Ασία, τα χρόνια μετά το 2000. Οι συχνές διαρρήξεις, τα ξεκαθαρίσματα λογαριασμών των νέων κατοίκων μέσω της βίας, οι εστίες ανταλλαγής ναρκωτικών και πορνείας στο δρόμο βοήθησαν στο να καθιερωθεί το στερεότυπο της κακόφημης περιοχής, το οποίο δημιούργησε σε πολλούς κατοίκους, ανεξαρτήτου καταγωγής, το αίσθημα του γενικότερου φόβου και της έλλειψης ασφάλειας. Αναμενόμενο αποτέλεσμα αυτού του αισθήματος, ήταν η εσωστρέφεια των κατοίκων η οποία εκφράστηκε και στο δημόσιο χώρο. Συγκεκριμένα, οι πρώτες αλλαγές ήρθαν με την αλλαγή της παλιάς πόρτας εισόδου με μία νέα ασφαλείας. Τα όποια δείγματα αστικής αίγλης που συμβόλιζε η πόρτα εξαφανίστηκαν, καθώς πλέον ήταν πολυτέλεια τη στιγμή που κυριαρχούσαν τα συναισθήματα φόβου. Πολλά από τα υπόγεια και τα υπερυψωμένα ισόγεια καλύφθηκαν, υπό το φόβο της διάρρηξης, με επιπλέον κάγκελα, καλύπτοντας όλο το μπαλκόνι μέχρι το ταβάνι, ενισχύοντας παράλληλα την εικόνα της κατοίκησης σε ένα “κλουβί”. Στους υπόλοιπους ορόφους που δεν υπήρχε μεγάλος κίνδυνος διάρρηξης συναντάμε υπερυψωμένες καλαμωτές ή το συνδυασμό καλαμωτών που να καλύπτουν το κάγκελο με κατεβασμένες τέντες που αποτρέπει την οπτική πρόσβαση στο μπαλκόνι, μετατρέποντας το, από έναν ανοιχτό χώρο σε ένα υπόστεγο ανοιχτό δωμάτιο χωρίς φως κι οπτική επαφή με τον ουρανό. Ως αποτέλεσμα της έλλειψης ασφάλειας, το επόμενο συναίσθημα που αναπτύχθηκε από την πλευρά των κατοίκων ήταν αυτό της εγκατάλειψης. Για πολλούς η Κυψέλη έγινε το αρνητικό της αστραφτερής πρωτεύουσας των Ολυμπιακών Αγώνων, με τη λάμψη αυτή να φτάνει οριακά ως το Αρχαιολογικό Μουσείο και να μην περνά πέρα από την Λεωφόρο Αλεξάνδρας. Οι εκάστοτε Δημοτικές Αρχές της δεκαετίας του 2000 δεν έδειξαν κάποια σαφή πρόθεση να απαντήσουν σε αυτά τα συναισθήματα των κατοίκων, με αποτέλεσμα οι κοινωνικές εντάσεις, η ξενοφοβία και ο ρατσισμός να αυξάνονται ολοένα και περισσότερο, όπως όμως και η παράνομη πορνεία -ειδικά στην Πατησίων-, τα ναρκωτικά, η ερήμωση των δρόμων τις απογευματινές ώρες και η έλλειψη επαρκούς φωτισμού των δρόμων. Η εικόνα της Φωκίωνος Νέγρη και η αίσθηση ερημιάς που αυτή απέπνεε, σε Κυψελιώτες και μη, βρισκόταν σε πλήρη αντίθεση με αυτή του Μεταξουργείου, του Γκαζιού, του Παγκρατίου ή της Πανόρμου (για να μην γίνει σύγκριση με περιοχές του ιστορικού κέντρου). Είναι
82
χαρακτηριστικό πως πολλά παιδιά, από διαφορετικές χώρες προέλευσης ανέφεραν πως μεγάλωσαν με την απαγόρευση των γονιών τους να βγαίνουν για παιχνίδι στις πλατείες ακόμα και τις μεσημεριανές ώρες, κάτι που συμβαίνει ακόμα και σήμερα. Όλα τα παραπάνω είχαν θετικές κι αρνητικές προεκτάσεις. Οδήγησαν από τη μία στο φανατισμό και στο να επισημοποιηθεί το διχαστικό δίπολο μεταξύ της παλιάς, “καθαρής” και καλής Κυψέλης έναντι της νέας, βρώμικης και επικίνδυνης. Από την άλλη, ταυτόχρονα με την εμφάνιση της οικονομικής κρίσης, δημιουργήθηκαν και αναπτύχθηκαν πολλές ομάδες πολιτών, με μεγάλο τοπικό και κοινωνικό έργο, από ανθρώπους που αποφάσισαν να ενεργήσουν μόνοι τους για τη γειτονιά τους, προβάλλοντας αργά μεν αλλά σταθερά μια νέα προοπτική.
Επεμβάσεις κατοίκων σε κάγκελα και πόρτες (ασφαλείας) λόγω του κλίματος φόβου στη γειτονιά
83
84
85
Aρτιφισιέλ
Αν ήθελε κάποιος να χαρακτηρίσει τη γειτονιά της Κυψέλης με ένα υλικό αυτό θα μπορούσε να είναι το λαξευτό επίχρισμα των πολυκατοικιών, γνωστό και ως αρτιφισιέλ. Το αρτιφισιέλ είναι μια ειδική τεχνική λάξευσης ενός υλικού που μοιάζει με το σοβά και αποτελείται από σκόνη τσιμεντοκονιάσματος με λίγη μαρμαρόσκονη. Το επίχρισμα αυτό τοποθετούνταν επάνω στις όψεις των πολυκατοικιών ως σοβάς, και ειδικοί τεχνίτες στη συνέχεια το λάξευαν. Οι τεχνίτες αυτοί ονομάζονταν “πελεκάνοι” καθώς πελεκούσαν με ένα ειδικό εργαλείο όλη την όψη της πολυκατοικίας. Σύμφωνα με το σχόλιο του καλλιτέχνη David Whelan1, με αυτό τον τρόπο έμοιαζε συμβολικά σαν κάποιο ανθρώπινο χέρι να έχει χαϊδέψει ολόκληρη την πολυκατοικία σε κάθε της εκατοστό πριν αυτή παραδοθεί στους κατοίκους της. Για τις ανάγκες του πελεκήματος, η όψη της πολυκατοικίας χωρίζεται σε μικρά επιμέρους κομμάτια για να μπορεί να ελέγξει κάθε πελεκάνος το αποτέλεσμα και την ομοιομορφία του λαξεύματος. Ο διαχωρισμός αυτός γινόταν με μικρές ευθείες – μη λαξευτές περασιές από βασικά σημεία της όψης, όπως η γραμμή μεταξύ μπαλκονιού και παραθύρων οριζόντια ή μεταξύ παραθύρων κάθετα. Κάθε κομμάτι γινόταν εξ’ ολοκλήρου από έναν τεχνίτη για να προκύψει ομοιομορφία και ενιαίος τρόπος λαξεύματος. Ο τρόπος του πελεκήματος αλλάζει ανάλογα με το ύψος του κτιρίου. Ακολουθώντας τη δομή του νεοκλασικού κτίσματος πάνω στο τρίπτυχο Βάση-Κορμός-Στέψη, οι πολυκατοικίες είχαν κατ’ αντιστοιχία πελεκήματα με μεγάλη διατομή και διαφορετική τεχνοτροπία στο ισόγειο (ως αντίστοιχη βάση) και την κλασική τεχνοτροπία στους ορόφους (ως ο κορμός). Η υποχώρηση των ρετιρέ σε αυτή την περίπτωση δεν δημιουργούσε κάποια προϋπόθεση στέψης. Ένα άλλο χαρακτηριστικό του αρτιφισιέλ είναι η αίσθηση της υφής και της τραχύτητας που αυτό αναδύει κυρίως μέσω του φωτισμού και των σκιάσεων. Το αρτιφισιέλ μπορεί να παραλληλιστεί με τον ασβέστη στη νησιώτικη παραδοσιακή αρχιτεκτονική, όπου όπως οι αλλεπάλληλες στρώσεις από τον ασβέστη που ξεραίνεται, ξεφτίζει, πέφτει σε σημεία του και ξανά-ασβεστώνεται, παράγοντας τη συγκεκριμένη υφή, έτσι και το πελέκημα του αρτιφισιέλ δημιουργεί αντίστοιχο οπτικό αποτέλεσμα. Η τεχνική αυτή πλέον δεν χρησιμοποιείται καθώς οι σύγχρονες οικοδομές αντικατέστησαν το αρτιφισιέλ με το κλασικό σοβάντισμα και την επικάλυψη της όψης με χρώμα. Από τους παλιούς πελεκάνους δεν έχουν απομείνει σήμερα παρά ελάχιστοι. 1 Κατά τη διάρκεια περιήγησης στην περιοχή μαζί με τους καλλιτέχνες του Αrt Ρesidency “Snehta” και τη συντακτική ομάδα του Γερμανικού περιοδικού «Flaneur» που είχε ως αφιέρωμα τη Φωκίωνος Νέγρη, 15 / 04 / 2015
86
Στην Κυψέλη υπάρχει ακόμα ο Βασίλης, νεαρός εργάτης ο οποίος έμαθε την τεχνική του αρτιφισιέλ δίπλα σε έμπειρους παλιούς μάστορες. Καθότι εξειδικευμένος, έχει αναλάβει μόνος του το μεγάλο έργο του πελεκήματος της Δημοτικής Αγοράς Κυψέλης στη Φωκίωνος Νέγρη. Η Δημοτική Αγορά, κτίριο-έμβλημα της περιοχής, αυτή τη στιγμή αναπαλαιώνεται και ως διατηρητέα, έχοντας σε όλη την εξωτερική περιμετρική της έκταση αρτιφισιέλ, πρέπει να πελεκηθεί εκ νέου όλη από τον Βασίλη.
Λεπτομέρειες του αρτιφισιέλ. Στις πάνω φωτογραφίες η χαρακτηριστική υφή λόγω των σκιών και η διαφορετική του τεχνοτροπία ανάλογα με το ύψος. Στην κάτω φωτογραφία διακρίνονται οι περασιές ανάμεσα στα παράθυρα για την διευκόλυνση του πελεκήματος
87
Τοπικά τοπόσημα
88
“Είσαι στα σκαλιά στη Σκοπέλου και κατεβαίνεις προς την πλατεία. Μόλις φτάσεις στη Σπετσών στρίβεις προς τα κάτω. Εκεί περίπου στο ύψος της Ζακύνθου, στα μπιλιάρδα, στρίβεις δεξιά και βγαίνεις στην Κυψέλης, στο Ριάλτο. Συνεχίζεις προς τα κάτω, περνάς το «60» και στο επόμενο στενό στρίβεις δεξιά. Φτάνεις στον Άγιο Γεώργιο κι όπως κοιτάς προς τα κάτω τον Διόνυσο, παίρνεις ευθεία το στενάκι που ξεκινάει από εκεί μέχρι τη Δροσοπούλου που στρίβεις δεξιά. Μόλις βγεις στα Goody’s στη Φωκίωνος, ανεβαίνεις επάνω, περνάς την Αράχνη, το Σπιτικό και εκεί στα Σιντριβάνια πριν την Αγορά, στρίβεις στην Αγίας Ζώνης. Προχωράς ευθεία, περνάς την εκκλησία, το άσυλο και φτάνεις στον Πλάτανο. Από εκεί απέναντι, στους Μερακλήδες πας ευθεία επάνω. Ε, από εκεί σε δυο στενά φτάνεις στη Μεγίστης και στρίβεις αριστερά. Στο τέρμα της Μεγίστης είναι τα Νταμάρια με το γηπεδάκι που ψάχνεις”.
Το παραπάνω αφήγημα είναι φανταστικό όμως αποτυπώνει μια υπαρκτή διαδρομή, κατανοητή μόνο σε Κυψελιώτες. Τι είναι ο Διόνυσος, το Ριάλτο, το «60», ή τα Νταμάρια; Γιατί γίνονται μέρος των κατευθύνσεων τα Goody’s, το Σπιτικό και οι Μερακλήδες; Ποια είναι η Αράχνη, η Αγορά και ο Πλάτανος; Είναι τοπικά τοπόσημα, κτίρια ή μαγαζιά πολλά από τα οποία δεν υπάρχουν σήμερα αλλά για κάποιο λόγο είναι γνωστά στους κατοίκους της περιοχής εδώ και γενιές. Είναι αυτά που η τοπική κουλτούρα έχει αναδείξει ως τα δικά της κοινά χαρακτηριστικά που σηματοδοτούν και περιγράφουν την περιοχή. Η οδός Σκοπέλου ξεκινά από την οδό Κυψέλης και κατευθύνεται προς το βουνόπροέκταση του Αττικού Άλσους, που οδηγεί στο Πολύγωνο κι από κει πίσω στη Μεσογείων. Στο τέλος της Σκοπέλου υπάρχει μια μεγάλη εδαφική κλίση η οποία καλύπτεται από πολλά σκαλοπάτια. Οι παράλληλοι δρόμοι της Σκοπέλου έχουν σχετικά ηπιότερη κλίση και αντί σκαλοπατιών μεγάλες ανηφόρες. Έτσι, τα πολλά σκαλιά της Σκοπέλου σηματοδοτούν ένα όριο της Κυψέλης σε σχέση με τις γειτονικές της περιοχές και προφανώς δρόμο προς αποφυγή για τους περαστικούς.
Τα σκαλιά στη Σκοπέλου
Τα μπιλιάρδα στην Αιγίνης είναι ένα από τα διάφορα μπιλιαρδάδικα που άνοιξαν στην περιοχή, γνωρίζοντας δόξες στις δεκαετίες ‘80 και ‘90, αποτελώντας συνέχεια των παλιών σφαιριστηρίων που υπήρχαν στη γειτονιά από πριν και μνημονεύτηκαν στη διάσημη ταινία: “Το ρεμάλι της Φωκίωνος Νέγρη”. Τα πιο γνωστά μπιλιάρδα είναι τα «Roxy» στην πλατεία Κυψέλης, σε χώρο που ήταν παλιότερα κινηματογράφος και κρατούν από παλιά την ονομασία τους. Αποτέλεσαν χώρο συνάθροισης της νεολαίας εκείνης της εποχής, είτε για λίγη ώρα μετά το σχολείο (“πάμε για ένα μπιλιαρδάκι και
Τα μπιλιάρδα
89
μετά σπίτια μας;” ήταν η κοινή ερώτηση που άκουγε κανείς στα σχολικά προαύλια της γειτονιάς τελειώνοντας το σχολείο), ή τα απογεύματα του Σαββατοκύριακου που οι σχολικές παρέες συναντιούνταν πριν πάνε για καφέ στη Φωκίωνος. Με την άνθιση των video games στη συνέχεια, τη θέση των μπιλιαρδάδικων πήραν τα Ίντερνετ καφέ κατά τη δεκαετία του 2000, πολλά από τα οποία διατηρούνται μέχρι και σήμερα. Τα τελευταία χρόνια, αντίστοιχοι χώροι συνάντησης που να αντικαθιστούν τους παραπάνω και να συμβολίζουν τα “παιχνίδια” της κάθε εποχής είναι ως επί το πλείστον τα πολλά καινούρια καφέ με ναργιλέδες και μεγάλες τηλεοράσεις ή προτζέκτορες για τους ποδοσφαιρικούς αγώνες.
Το Ριάλτο
Παλιά φωτογραφία του ανοιχτού κινηματοθέατρου Ριάλτο, αρχείο κ. Χαμόδρακα
90
Το Ριάλτο ήταν ένα παλιό θερινό κινηματοθέατρο επί της οδού Κυψέλης στα χρόνια του ‘50. Στη συνέχεια χτίστηκε στη θέση του μια μεγάλη πολυκατοικία που στο ισόγειο της λειτούργησε αρχικά ο -χειμερινός- κινηματογράφος Ριάλτο ο οποίος στη συνέχεια μετατράπηκε σε θέατρο. Στις αρχές του 2000 το θέατρο έκλεισε και στη συνέχεια ξανάνοιξε και μετονομάστηκε σε Θέατρο “Αλέκος Αλεξανδράκης”. Για τη γειτονιά όμως είναι πάντα το Ριάλτο. Η οδός Κυψέλης και η ευρύτερη περιοχή ως την Πατησίων και τον ΟΤΕ παραμένει μέχρι και σήμερα “θεατρογειτονιά” με τα γνωστότερα να είναι αυτά της Οδού Κεφαλληνίας και της Οδού Κυκλάδων.
Το «60» είναι το 60ο Γυμνάσιο και Λύκειο Αθηνών. Τα παλαιότερα χρόνια λειτουργούσε με το θεσμό του εναλλάξ πρωί-απόγευμα, ενώ τα τελευταία χρόνια συγχωνεύθηκε με το διπλανό του 15ο Γυμνάσιο – Λύκειο και πλέον το όλο συγκρότημα μετονομάστηκε 15ο Γυμνάσιο – Λύκειο Αθηνών. Το παλιό λοιπόν 60ο Γυμνάσιο - Λύκειο λειτουργεί σήμερα ως 15ο Λύκειο. Παρόλα αυτά στις αναφορές των κατοίκων είναι το «60» ή για τους ακόμα παλιότερους το παλιό στρατιωτικό νοσοκομείο. Πρόκειται για ένα εμβληματικό σε σχήμα, όγκο και μορφή κτίριο της εποχής πριν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, στη γωνία των οδών Κυψέλης και Παξών. Χτίστηκε με σκοπό να στεγάσει την Ιταλική Σχολή Καλογραιών και στα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου λειτούργησε ως νοσοκομείο των γερμανικών κατοχικών δυνάμεων. Με το τέλος του πολέμου λειτούργησε ως στρατιωτικό νοσοκομείο (Γενικό Νοσοκομείο Ελληνικής Βασιλικής Αεροπορίας) και από το 1981 ως σχολείο, ιδιαιτέρως γνωστό για τις εξωσχολικές πολιτιστικές του εκδηλώσεις (πολυετής ύπαρξη χορευτικής και θεατρικής ομάδας, που χάρη στην προσήλωση καθηγητών, αποσπούν ποικίλα μαθητικά βραβεία κάθε χρόνο).
Το “60”
91
Ο Διόνυσος
Ο Άγιος Γεώργιος είναι η γνωστή και μεγάλη πλατεία της περιοχής, στέκι για όλες τις ηλικίες. Τα πολλά καφενεία γύρω αποτελούν χώρο απογευματινής συνάντησης για χαρτιά μεταξύ των γηραιότερων κατοίκων ενώ τα παιδιά, ειδικά τους καλοκαιρινούς μήνες, παίζουν ποδόσφαιρο στο προαύλιο της εκκλησίας. Και φυσικά, περιμετρικά της πλατείας υπάρχουν εστιατόρια και σουβλατζίδικα. Το μαγειρείο στη βόρεια πλευρά της πλατείας είναι γνωστό στέκι ηθοποιών, καθώς κρατάει μέχρι αργά, έχει την ατμόσφαιρα του παλιού μαγειρείου και το επισκέπτονται για φαγητό οι ηθοποιοί μετά το τέλος των παραστάσεών τους από τα γύρω θέατρα της γειτονιάς. Το πιο γνωστό μέρος όμως είναι ο «Διόνυσος», ξακουστό σουβλατζίδικο με ιδιαίτερη φήμη. Μπαίνοντας μέσα στο μαγαζί θα δει κανείς πολλά αποκόμματα από εφημερίδες και περιοδικά που έχουν αφιέρωμα στο γνωστό σουβλατζίδικο καθώς και φωτογραφίες από διάσημους θαμώνες.
Τα “Goody’s” στη Φωκίωνος
Τα γνωστά σε όλους «Goody’s» βρίσκονται στην αρχή του πεζοδρόμου της Φωκίωνος, όπως ανεβαίνει κανείς από την Πατησίων, στη γωνία τη Δροσοπούλου. Με τη δυναμική τους είσοδο στην αγορά γρήγορου φαγητού στις αρχές της δεκαετίας του ‘90 προσέλκυσαν πολύ μεγάλο κοινό, όμως τα συγκεκριμένα «Goody’s» στη Φωκίωνος (υπήρχαν κι άλλα στην πλατεία Κυψέλης, όπως και «Wendy’s» τα οποία σύντομα έκλεισαν) πέραν του ότι παραμένουν ανοιχτά μέχρι σήμερα, έχουν μετατραπεί στο σημείο για ραντεβού. Η φράση “βρισκόμαστε στα «Goody’s» και πάμε κάπου εκεί γύρω” είναι το χαρακτηριστικό κλείσιμο της συζήτησης για τον καθορισμό του τόπου συνάντησης μεταξύ φίλων.
92
Η Αράχνη βρίσκεται επί της Φωκίωνος στο ύψος της οδού Επτανήσου. Πρόκειται για μια κυκλική, σιδερένια πέργκολα που πάνω της απλώνονται βουκαμβίλιες με το χαρακτηριστικό μωβ χρώμα. Ονομάστηκε από τους χρήστες “αράχνη” μιας και η μεταλλική κυκλική κατασκευή αναπτύσσεται όπως ο ιστός της αράχνης, αποτελώντας χώρο νεανικών ραντεβού και παιχνιδιού για τις μικρότερες ηλικίες.
Η Αράχνη και το Σπιτικό
Το «Σπιτικό» είναι ένα από τα πιο παλιά fast food της Φωκίωνος με 24ωρη λειτουργία. Για τον παραπάνω λόγο αποτελεί τον τελευταίο σταθμό κατοίκων της περιοχής που έχουν βγει για νυχτερινή διασκέδαση και θέλουν να φάνε κάτι πριν επιστρέψουν στο σπίτι τους, έχοντας λοιπόν ως ώρες αιχμής τα ξημερώματα.
93
Τα Συντριβάνια
Τα Σιντριβάνια βρίσκονται στο ύψος της Δημοτικής Αγοράς στη διασταύρωση με την οδό Αγίας Ζώνης. Δεν είναι τόσο γνωστά ή επιβλητικά όπως το σιντριβάνι δίπλα στο γλυπτό “Κόρη σε έκσταση”, στη διασταύρωση με την Επτανήσου, αλλά πρόκειται για τέσσερα μεταλλικά σιντριβάνια λιτού σχεδιασμού σε έντονο σκούρο πράσινο χρώμα που λειτουργούν κι αυτά για δεκαετίες. Δίπλα τους βρίσκεται χώρος με πράσινο και παγκάκια ενώ παλαιότερα υπήρχε αρκετά μεγαλύτερη αλάνα, για αυτό τον λόγο είναι οικεία στους περαστικούς που συνήθως κάθονται εκεί κατά τον περίπατό τους.
Ο Πλάτανος
Ο μεγάλος σε ύψος και σε έκταση κορμού πλάτανος, ακριβώς δίπλα στο Άσυλο, έχει δώσει το όνομά του στη μικρή πλατεία που υπάρχει εκεί και σε ένα από τα διάφορα καφέ και εστιατόρια που υπάρχουν στην πλατεία. Αποτελεί γνωστό και ήσυχο στέκι της περιοχής. Στη συγκεκριμένη πλατεία και στο καφενείο της έχουν γυριστεί πολλές ταινίες από την εποχή της Φίνος Φιλμ με γνωστότερη απ’ όλες τη “Θεία από το Σικάγο” (η οποία είχε γυριστεί εξ’ ολοκλήρου στην Κυψέλη).
Screenshot από την ταινία “Η θεία από το Σικάγο” στον Πλάτανο
94
Οι «Μερακλήδες» είναι το πιο γνωστό σουβλατζίδικο της περιοχής με πολύωρες ουρές για ένα σουβλάκι πριν την εποχή του delivery. Κατ’ αντιστοιχία είναι ο «Διόνυσος» από την άλλη πλευρά της Φωκίωνος. Λειτουργούν από το 1986, ενώ δίπλα τους έχουν ανοίξει κι άλλα σουβλατζίδικα, αρχικά για να εξυπηρετήσουν τους ανυπόμονους από τις μεγάλες ουρές. Λόγω της δημοφιλίας τους στην περιοχή, το σημείο που βρίσκονται, Λέσβου και Αγίας Ζώνης, βρίσκεται στο επίκεντρο της περιγραφής όποτε δίνονται κατευθύνσεις -πρίν τους Μερακλήδες, μετά τους Μερακλήδες, πάνω από τους Μερακλήδες κοκ.).
Οι Μερακλήδες
Τα Νταμάρια, τέλος, βρίσκονται στο όριο της Κυψέλης, στο κομμάτι της γειτονιάς που ονομάζεται Αλεπότρυπα. Ονομάστηκαν έτσι καθώς λειτουργούσαν ως παλιά νταμάρια εξαγωγής πρωτογενών υλικών. Έχουν ένα ιδιαίτερο τοπίο καθώς διατηρούν μέχρι και σήμερα θέα προς διάφορες πλευρές της Αθήνας, γύρω τους υπάρχουν ακόμα πολλά παλιά διώροφα σπίτια με κήπους και λουλούδια, ενώ περιφραγμένα υπάρχουν παλιά οικόπεδα που λειτουργούν ακόμα ως αποθήκες ή χωράφια. Στο κέντρο των νταμαριών έχουν δημιουργηθεί δημοτικά γήπεδα ποδοσφαίρου και μπάσκετ καθώς και μια μικρή παιδική χαρά.
Τα Νταμάρια
95
Ανθρωπογεωγραφία της περιοχής μέσα από τα καταστήματά της
Ένα από τα στοιχεία που αποτυπώνουν την αίσθηση της γειτονιάς για τους κατοίκους της Κυψέλης, είναι η ύπαρξη ιδιαίτερων μικρών μαγαζιών που αποτυπώνουν τη γεωγραφία των κατοίκων της περιοχής και την ιστορική της συνέχεια. Για τους ηλικιωμένους που έχουν ζήσει σχεδόν όλη τη ζωή τους εδώ, υπάρχουν μέχρι και σήμερα μαγαζιά με χρήσεις και επαγγέλματα που πλέον, δεν συναντώνται εύκολα αλλά ακόμη διατηρούνται. Για τους νέους κατοίκους της περιοχής που προέρχονται από διαφορετικές χώρες, υπάρχουν επίσης μαγαζιά και επαγγέλματα που καλύπτουν τις δικές τους ανάγκες. Η Κυψέλη είναι καταρχήν περιοχή με πολλές μοδίστρες που επιβιώνουν ακόμη και σήμερα. Κατά το παρελθόν, υπήρχαν εκτός από πολλά μοδιστράδικα και ραφεία που έραβαν παλτά, κοστούμια, πουκάμισα και άλλα είδη καλού ρουχισμού για τους κατοίκους της γειτονιάς. Η “Κοκέτα”, ένα από τα πιο γνωστά κουμπάδικα στην πλατεία Αμερικής, λειτουργεί από το 1962 μέχρι και σήμερα, αποτελώντας τοπόσημο για τη γειτονιά. Υπάρχουν επίσης ακόμα πολλοί τσαγκάρηδες, καθαριστήρια και πάρα πολλά μικρά κομμωτήρια με το δικό τους πελατολόγιο. Σε σχέση με τα είδη διατροφής, υπάρχουν ακόμη πολλά ψαράδικα, οπωροπωλεία και φυσικά πολλά ζαχαροπλαστεία και φούρνοι. Μάλιστα οι περισσότεροι φούρνοι καθότι παλιοί, παράγουν ακόμη καθημερινά το ψωμί τους στο συγκεκριμένο χώρο όπως επίσης και βουτήματα, παξιμάδια ή εποχιακά γλυκά. Υπάρχουν επίσης και πολλά μικρά παντοπωλεία (η Δέλτα της γειτονιάς) που λειτουργούν είτε ως μικρά περίπτερα, είτε ως μίνι μάρκετ. Επίσης, συναντά κανείς πολλά μαγαζιά ηλεκτρολόγων, υδραυλικών, επισκευών ηλεκτρικών συσκευών, τοποθετήσεως ηλιακών και γενικώς επαγγελμάτων που έχουν να κάνουν με επισκευές οικιακού εξοπλισμού. Το ενδιαφέρον είναι ότι συναντώνται σε αρκετά ευρεία κλίμακα, οι νέοι κάτοικοι τα έχουν ενσωματώσει, είτε επειδή οι ίδιοι δουλεύουν εκεί, είτε γιατί λόγω οικονομικής δυσχέρειας η αγορά μεταχειρισμένων ή η επιδιόρθωση μιας παλιάς οικιακής συσκευής κοστίζει λιγότερο από την αγορά νέας. Ένα τελευταίο στοιχείο γειτονιάς που αφορά κυρίως τον ηλικιωμένο ανδρικό πληθυσμό είναι η ύπαρξη πολλών παλιών καφενείων με χαρακτήρα χαρτοπαικτικής λέσχης, σερβίροντας ακόμα μόνο ελληνικό καφέ ή φραπέ και συνταξιούχους να παίζουν χαρτιά από τις έντεκα το πρωί έως αργά το βράδυ. Για τους νέους κατοίκους της γειτονιάς από το εξωτερικό, υπάρχουν κουρεία για τους άνδρες και κομμωτήρια για τις γυναίκες. Κομμωτήρια που αφορούν ως επί το πλείστον γυναίκες από την Αφρική ειδικεύονται σε ιδιαίτερα χτενίσματα, ράστα ή κοτσιδάκια που ταιριάζουν στην Αφρικανική κουλτούρα. Τα ανδρικά κομμωτήρια
96
αφορούν κυρίως ανδρικό πληθυσμό που προέρχεται από τις Αραβικές χώρες, ακολουθώντας τη δική τους κουλτούρα. Υπάρχουν πολλά ίντερνετ καφέ και τηλεφωνεία με φθηνή χρέωση για χώρες της Αφρικής και της Ασίας καθώς και ανταλλακτήρια συναλλάγματος ή αποστολής χρηματικών επιστολών προς άλλες χώρες (money transfer). Επίσης, υπάρχουν πολλά χρωματοπωλεία και καταστήματα οικοδομικών υλικών καθώς πολλοί από τους κατοίκους της γειτονιάς δουλεύουν στον κατασκευαστικό κλάδο και εκεί προμηθεύονται τα υλικά τους. Τέλος, λειτουργούν πάρα πολλά καταστήματα ηλεκτρονικών ειδών που πουλούν μεταχειρισμένα κινητά τηλέφωνα, στα οποία δουλεύουν κυρίως άτομα από το Πακιστάν ή το Μπαγκλαντές.
97
98
99
Τα καρτοτηλέφωνα
Μια χαρακτηριστική λεπτομέρεια της περιοχής, αντιπροσωπευτικό δείγμα μεγάλης μερίδας του πληθυσμού που την κατοικεί, είναι η ύπαρξη πολλών -ακόμακαρτοτηλεφώνων. Μπορεί κανείς εύκολα να αναρωτηθεί για την χρησιμότητα αυτών των συσκευών την εποχή των smartphone και του 4G, αυτό όμως που μπορεί κανείς να διαβάσει ως απάντηση είναι ότι τα καρτοτηλέφωνα χρησιμεύουν ακόμα για τους κατοίκους που κατάγονται από το εξωτερικό και μπορούν να συνομιλούν με φθηνές τηλεκάρτες με τους συγγενείς τους στη Νιγηρία, το Μπαγκλαντές και αλλού. Υπάρχουν επίσης πολλά μικρά μαγαζιά που λειτουργούν ως τηλεφωνικά κέντρα και ίντερνετ καφέ χαμηλής χρέωσης που επιβιώνουν χάρη στον παραπάνω σκοπό. Αυτά τα μαγαζιά, όπως και τα καρτοτηλέφωνα αποτελούν πυρήνες κοινωνικότητας για τη συγκεκριμένη μερίδα του πληθυσμού. Σύμφωνα με αφηγήσεις κατοίκων της περιοχής, ένα από τα πρώτα μέρη που άρχισαν να βανδαλίζονται από ομάδες που εναντιώνονται στους μετανάστες (είναι χαρακτηριστική η μη αναφορά των κατοίκων σε ονόματα των ομάδων) ήταν τα καρτοτηλέφωνα. Κι αυτό προκειμένου να σταματήσουν αυτή τη λειτουργία και κατ’ επέκταση την κοινή παρουσία πολλών μεταναστών σε πλατείες και παγκάκια που δίπλα τους υπήρχε καρτοτηλέφωνο. Παρόλα αυτά πολλά από τα καρτοτηλέφωνα εξακολουθούν να υπάρχουν και να λειτουργούν ακόμη και σήμερα.
100
101
Ο καθολικός Ναός της Αγίας Θηρεσίας στην οδό Επτανήσου
Στην οδό Επτανήσου 32, λίγο μετά τη Φωκίωνος, στο προαύλιο ενός νεοκλασικού κτιρίου, υπάρχει ένα κτίριο με έναν μεγάλο σταυρό στην πλαϊνή του όψη. Όποιος δεν είναι εξοικειωμένος με την Καθολική εκκλησία δύσκολα θα καταλάβει τι είναι και σίγουρα θα απορήσει, καθώς η όψη στο δρόμο μοιάζει με μια -περίεργηπολυκατοικία και ο Σταυρός δεν ανταποκρινεται στην οικεία για την Ελλάδα εικόνα των Ορθόδοξων Εκκλησιών. Πρόκειται για την Καθολική Εκκλησία της Αγίας Θηρεσίας που λειτουργεί ως ενορία από το 1976. Λόγω του πληθυσμού των μεταναστών της περιοχής, κυρίως των Αφρικανών που είναι στην πλειοψηφία τους Καθολικοί, η ενορία παρέχει αρκετά μεγάλο και κοινωφελές έργο στη γειτονιά. Από φαγητό και δωρεές ειδών πρώτης ανάγκης μέχρι βοήθεια σε μεταφράσεις και επικοινωνία σε θέματα βίζας ή αδειών παραμονής. Κάθε απόγευμα πραγματοποιείται εσπερινός ενώ η μεγάλη λειτουργία είναι την Κυριακή. Οι περισσότερες λειτουργίες είναι στα ελληνικά με κάποιες μεσοβδόμαδα να πραγματοποιούνται και στα γαλλικά. Η μεγάλη λειτουργία της Κυριακής, η οποία πραγματοποιείται δύο φορές την ίδια μέρα (μία στις 12 το μεσημέρι και μία στις 6 το απόγευμα), γίνεται στα αγγλικά και είναι αυτή που μαζεύει τον περισσότερο κόσμο. Σύμφωνα με αφηγήσεις κατοίκων που στην πολυκατοικία που μένουν, ζουν και οικογένειες Αφρικανών, πολλές φορές τις Κυριακές το πρωί ξυπνάνε από τις 8 λόγω της φασαρίας. Η Κυριακάτικη λειτουργία αποτελεί για την Αφρικανική Καθολική κοινότητα την κορύφωση της εβδομάδας και η προετοιμασία για αυτή ακολουθεί ένα ιδιαίτερο τελετουργικό, εξ’ ου και το πολύ πρωινό ξύπνημα. Το τελετουργικό έχει να κάνει κυρίως με την ενδυμασία των γυναικών και των κοριτσιών. Όλες φορούν πολύχρωμα φορέματα με έντονα χρώματα, κυρίως αποχρώσεις του πράσινου, με έντονες μωβ, βυσσινί ή άσπρες λεπτομέρειες. Πρόκειται για μια ιδιαίτερη ενδυμασία που φοριέται με έναν περίεργο τρόπο καθώς ουσιαστικά από μακριά φαίνεται το φόρεμα να είναι ένα μεγάλο κομμάτι ύφασμα δεμένο και τσαλακωμένο, όπου χρειάζεται, με ξεχωριστό τρόπο. Σημαντικό μέρος του φορέματος είναι το “καπέλο”, ουσιαστικά ένα περίεργο πλέξιμο του υφάσματος με τρόπο που να στέκει σαν ένα μεγάλο -αντίστοιχο με την Ορθόδοξη Εκκλησία φωτοστέφανο- περιμετρικά του κεφαλιού. Οι στιγμές που οικογένειες συναντώνται στα λεωφορεία ή στο δρόμο πριν πάνε στην εκκλησία δημιουργούν μια εικόνα αξιοσημείωτη. Πηγαίνοντας στην λειτουργία της συγκεκριμένης εκκλησίας μια Κυριακή ήρθα σε επαφή κυριολεκτικά με έναν παράλληλο κόσμο που ζει στην περιοχή κι έχει τις δικές του παραδόσεις, τελετουργικά και συμπεριφορές. Το πρώτο συναίσθημα που αντιμετωπίζει κανείς ως λευκός σε ένα χώρο με πάνω από 200 άτομα Αφρικανούς είναι προφανώς η αίσθηση της διαφορετικότητας λόγω του χρώματος που κατευθείαν σε φέρνει στο επίκεντρο. Ακούγεται βέβαια περίεργο, καθώς μεγαλωμένοι σε χώρα της Ευρώπης δεν ήρθαμε ποτέ αντιμέτωποι με θέματα φυλετικών διακρίσεων. Αποτελεί όμως ενδεικτικό στοιχείο και άξιο αναφοράς ακριβώς για να κατανοηθεί η αντίστροφη
102
κατάσταση. Το πώς νιώθουν δηλαδή τα μέλη της Αφρικανικής κοινότητας σε μια πόλη όπου, μόνο το χρώμα του δέρματός τους, τους κάνει να φαίνονται διαφορετικοί. Η κατανόηση αυτής της φαινομενικά ασήμαντης λεπτομέρειας, είναι σημαντική προκειμένου να προσδιορίσει το πώς μπορεί να συνυπάρξει ένας διαφορετικός πολιτιστικά πληθυσμός στην ίδια γειτονιά. Η λειτουργία στην Καθολική Εκκλησία χαρακτηρίζεται από το κοινό τραγούδι όλων όσων παρευρίσκονται στη λειτουργία, σε αντίθεση με την Ορθόδοξη Λειτουργία που εκτός από τους ψάλτες το κοινό δε συμμετέχει στις ψαλμωδίες. Τα “σπασμένα αγγλικά” του Νιγηριανού παππά καθώς και των υπολοίπων όπως και η πιο “κουλ” απόδοση του Καθολικού Ευαγγελίου από τους Νιγηριανούς κάνει τις ψαλμωδίες να ακούγονται σαν ένα περίεργο κομμάτι ραπ μουσικής με το εύρος και το βάθος της συμμετοχής από όλους να δημιουργεί μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα “εναλλακτικής κατάνυξης” εντός της εκκλησίας. Η λειτουργία τελείωσε με την τελετή της βάφτισης της κόρης ενός ζευγαριού. Αξιοσημείωτο είναι πως όλοι οι παρευρισκόμενοι έκατσαν σε όλη τη διαδικασία και δεν έφυγαν, δείγμα της αίσθησης της κοινότητας που υπάρχει μεταξύ τους. Εκείνο το χαρακτηριστικό όμως που αποτέλεσε τροφή για σκέψη είναι το όνομα που αποφάσισε να δώσει το νεαρό ζευγάρι από την Αφρική στην κόρη του. Αποφάσισαν να την ονομάσουν Ελένη, δίχως ένα δεύτερο όνομα που να αναφέρεται στην Αφρικανική καταγωγή τους. Θυμήθηκα τις ελληνικές αλλά και άλλες κοινότητες ανά τον κόσμο που η ονοματοδοσία στα παιδιά δεύτερης ή τρίτης γενιάς προέρχεται σχεδόν πάντα από τη χώρα καταγωγής. Ενώ παράλληλα, είναι πολλές οι περιπτώσεις παιδιών μεταναστών δεύτερης γενιάς που τη μητρική γλώσσα των γονέων τους τη μιλούν σπαστά, ενώ μητρική τους θεωρούν τη γλώσσα της χώρας στην οποία βρίσκονται και μεγαλώνουν. Παρόλες τις γλωσσικές διαφορές που αναπόφευκτα προκύπτουν από γενιά σε γενιά, τα ονόματα στις περισσότερες περιπτώσεις παραμένουν αμετάβλητα. Η απόφαση να ονομάσουν την κόρη τους Ελένη κρύβει μέσα της κάτι συγκινητικό που υποδηλώνει τη σχέση τους με τη χώρα που βρίσκονται. Είτε επειδή έχουν αποδεχθεί ότι η κόρη τους θα μεγαλώσει εδώ και δεν θα γυρίσουν μαζί πίσω στην Αφρική ή από μια αίσθηση οικειότητας στον μέχρι πρότινος ξένο για αυτούς τόπο, η απόφαση να συνδέσουν το όνομα της κόρης τους με την χώρα και την κουλτούρα που βρίσκονται δείχνει τις θετικές πτυχές της πολυπολιτισμικότητας μέσα από τη μικρή κλίμακα.
103
4. Περίπατοι
Λαϊκή Αγορά
Οι λαϊκές αγορές αν και δεν αποτελούν μία δραστηριότητα που συναντάται αποκλειστικά στην Κυψέλη, αποτελούν όμως έναν χαρακτηριστικό περίπατο που βοηθά κάποιον να κατανοήσει στοιχεία (κοινωνικά και γεωγραφικά) της γειτονιάς. Οι λαϊκές αγορές της Κυψέλης είναι τέσσερις. Ο διαχωρισμός τους γίνεται με βάση τη γεωγραφία της περιοχής που χωρίζει την Κυψέλη σε μικρότερες υποπεριοχές. Γεωγραφικά όρια αποτελούν η οδός Πατησίων και η Φωκίωνος Νέγρη, οι δύο μεγαλύτεροι άξονες της γειτονιάς. Η λαϊκή αγορά της Τρίτης αφορά την περιοχή αριστερά της Φωκίωνος Νέγρη, που έχει κέντρο της τον πεζόδρομο της Αγίας Ζώνης. Γίνεται κάθε Τρίτη, το χειμώνα στην οδό Λέλας Καραγιάννη, την άνοιξη στην οδό Σικίνου και το καλοκαίρι/φθινόπωρο στην οδό Νάξου. Η λαϊκή αγορά της Τετάρτης γίνεται στο τμήμα της περιοχής κάτω από την οδό Πατησίων, στο ύψος της Πλατείας Αμερικής, στην οδό Φυλής. Η λαϊκή αγορά της Πέμπτης γίνεται στην περιοχή δεξιά της Φωκίωνος, καλύπτοντας τη γειτονιά του Αγίου Γεωργίου, στην οδό Ύδρας. Τέλος, η λαϊκή αγορά του Σαββάτου αφορά στην περιοχή της Άνω Κυψέλης, που ξεκινά με το τέλος της Φωκίωνος, και πραγματοποιείται στην οδό Κερκύρας. Παράλληλα, η λαϊκή αγορά, λόγω της χρήσης της, είναι ένα μέρος όπου μπορεί κανείς να κατανοήσει την ανθρωπογεωγραφία της περιοχής.
104
105
106
107
Φωκίωνος Νέγρη - οδός Κυψέλης ενδιάμεσα στενά
Ο περίπατος στη Φωκίωνος Νέγρη, στην οδό Κυψέλης και στα ενδιάμεσα στενάκια αποτελεί μία διαδρομή που βλέπει κανείς τα βασικότερα τοπόσημα της γειτονιάς αλλά και τις έντονες αντιθέσεις της. Η διαδρομή που ξεκινά από την αρχή της Φωκίωνος, στη διασταύρωση των οδών Αγίου Μελετίου και Πατησίων, διατρέχει καταρχήν όλο το μήκος της Φωκίωνος. Εκεί βλέπει κανείς τη γεωγραφία της με τα πρώτα της τετράγωνα να αποτελούνται κυρίως από καφετέριες και τα τελευταία της με εστιατόρια, τα διάφορα συντριβάνια και γλυπτά που συναντώνται κατά μήκος της και καταλήγει στην πλατεία Κυψέλης με το τελευταίο κομμάτι της να έχει πιο εμπορικό χαρακτήρα. Η οδός Κυψέλης είναι η κεντρική αρτηρία που ξεκινά από την ομώνυμη πλατεία και καταλήγει στον Πανελλήνιο και την οδό Πατησίων με τα ενδιάμεσα στενάκια (οδός Χαιρώνειας, Καστελορίζου) να παρουσιάζουν την πυκνότητα της κατοίκησης στην περιοχή αλλά και την τυπική, καθημερινή της φυσιογνωμία.
108
109
110
111
Aρχιτεκτονική διαδρομή
Η τρίτη προτεινόμενη διαδρομή χωρίζεται σε δύο τμήματα και απεικονίζει τον αρχιτεκτονικό πλούτο της γειτονιάς μέσα από τη συνύπαρξη κτιρίων διαφορετικών ιστορικών περιόδων. Το πρώτο τμήμα περικλύεται ανάμεσα στα οικοδομικά τετράγωνα μεταξύ των οδων Πατησίων, Κύπρου, Αγίας Ζώνης, Φωκίωνος Νέγρη και Θήρας. Το δεύτερο τμήμα βρίσκεται στα οικοδομικά τετράγωνα ανάμεσα στις οδούς Τήνου, Σπετσών, Τροίας και Δροσοπούλου. Τα δύο τμήματα βρίσκονται εκατέρωθεν της Φωκίωνος Νέγρη σε κοντινή απόσταση μεταξύ τους. Κοινό χαρακτηριστικό και των δύο περιοχών είναι η ύπαρξη, μεγάλου σε αριθμό, προπολεμικών κτιρίων (σε καλή και κακή κατάσταση), ικανά να αναδείξουν στον επισκέπτη το ύφος της περιοχής κατά το μεσοπόλεμο. Ταυτόχρονα, υπάρχουν πολλά δείγματα από τις πρώτες μεταπολεμικές πολυκατοικίες που δείχνουν και πάλι μέσα από τις λεπτομέρειες τους την αστική αίγλη που επικρατούσε στη γειτονιά.
112
113
114
115
116
επίλογος Ακριβώς απέναντι από το σπίτι ήταν η κοσμοπολίτικη δημοτική αγορά της περιοχής γεμάτη ζωή, είχε τα πάντα. Ό,τι και να επιθυμούσε κανείς το έβρισκε εκεί. Μεταξύ σπιτιού και αγοράς βρισκόταν μια μικρή πλατειούλα γεμάτη νερατζιές. Σ’αυτή την ωραία ατμόσφαιρα, σ’αυτό το ωραίο περιβάλλον, λες και ο χρόνος είχε σταματήσει, κι αυτός ακόμα ο πόλεμος ήταν μακριά από τη γειτονιά μας. [...] Οι καθημερινές συναντήσεις της παρέας από την ώρα που απογευματινού καφέ εως όποια ώρα έπαιρναν τέλος οι ατέρμονες συζητήσεις μας ή οι παρτίδες του ταβλιού, της πρέφας, της ξερής ή του πινάκλ, είχαν μια μορφή απαρέγκλιτης ιεροτελεστίας. Ήταν η καλύτερή μας διασκέδαση... Ένα ελεύθερο καλοκαίρι όπου όλοι θέλουν να χαρούν, να γελάσουν, να ερωτευτούν, και το πετυχαίνουν με βόλτες, καφέ, ουζάκι ή όλα μαζί, αλλά και φλέρτ, πάντα στην αγαπημένη Φωκίωνος Νέγρη. Τα βραδάκια πιένες έκαναν τα μοσχομυρισμένα με γιασεμί και αγιόκλιμα θερινά σινεμά όπου εκτός από το θέαμα, εκατοντάδες δόντια τσάκιζαν, μασούλαγαν, απολάμβαναν ζεστά στραγάλια, πασατέμπο, ηλιόσπορους. [...] Μελίτα Αδάμ
Αδάμ, Μελίτα, Ιστορίες από τη γειτονιά μου και ... λίγο παραπέρα, Κυψέλη 19191959, εκδόσεις Ζαχαράκης, Αθήνα, 2013, αποσπάσματα από το βιβλίο
117
118
Συμπεράσματα
Μέσα από την έρευνα για το σχεδιασμό του πλαισίου του Community Project, τις πολλαπλές αναγνώσεις της περιοχής, την επικοινωνία με τους κατοίκους και τις συχνές επιτόπιες επισκέψεις στη γειτονιά προέκυψαν συγκεκριμένες παράμετροι που η εφαρμογή τους θα βοηθήσει το Community Project “συν.δεσμοί” να αποφέρει το προσδοκώμενο αντίκτυπο στη Κυψέλη και τους κατοίκους της. Η φύση του Community Project, ως ένα σύνολο καλλιτεχνικών δράσεων με επίκεντρο την κοινότητα της Κυψέλης και χώρο εφαρμογής τον Δημοτικό θερινό κινηματογράφο Στέλλα, συνιστά την ύπαρξη βασικών αξόνων οι οποίοι θα καθορίζουν και θα διέπουν τα επιμέρους καλλιτεχνικά έργα ώστε το ίδιο το Community Project “συν.δεσμοί” να αποτελέσει ένα ενιαίο έργο, αποτελούμενο από επί μέρους καλλιτεχνικά έργα που το καθένα θα συνεισφέρει με τον ξεχωριστό του τρόπο στο σύνολο. Οι άξονες αυτοί, όπως αναλύονται στη συνέχεια, ακολουθούν μια process-based προσέγγιση, εστιάζοντας περισσότερο στη διαδικασία δημιουργίας των έργων, παρά στο τι τελικά θα παραχθεί. Η ιστορία της Κυψέλης, αλλά και οι ζυμώσεις των τελευταίων χρόνων μεταξύ των κατοίκων και των ενεργών ομάδων πολιτών μπορούν να αποτελέσουν την πρώτη ύλη για κάτι καινούργιο, μέσα από το συγκέρασμα διαφορετικών αντιλήψεων. Η τοπικότητα των έργων βρίσκεται στην ουσία του Community Project, αφού μπορεί να παρέχει το κοινό πλαίσιο ταύτισης με τη γειτονιά, ενισχύοντας το αίσθημα της κοινότητας/ομάδας μεταξύ των κατοίκων και βελτιώνοντας τις υπάρχουσες κοινωνικές δομές.
Τοπικότητα (sitespecificity)
Η δραστηριότητα ποικίλων τοπικών ομάδων και ενεργών πολιτών συνιστά ένα από τα σημαντικότερα assets της περιοχής της Κυψέλης προς αξιοποίηση από τους καλλιτέχνες. Η συνεργασία καλλιτεχνών και τοπικών ομάδων κρίνεται απαραίτητη καθώς ενισχύει την ήδη υπάρχουσα δυναμική των επιμέρους Communities και το αίσθημα της συν-δημιουργίας.
Συνεργασίες
Εστιάζοντας στη δημιουργία αντικτύπου στην περιοχή και κοινότητα, η βιωσιμότητα συνδυάζει τις παραπάνω αρχές και ανάγει το Community Project σε κάτι ευρύτερο. Επομένως, μέσα από τη δημιουργία νέων αντιλήψεων και αφηγήσεων για τη γειτονιά και την ενεργό εμπλοκή των κατοίκων στη διαδικασία παραγωγής του Community Project, μπορεί να καλλιεργηθεί μια κουλτούρα που θα προ(σ)καλεί τους κατοίκους να συμμετέχουν ενεργά και να «αναλάβουν δράση» με το πέρας του Community Project “συν.δεσμοί”.
Βιωσιμότητα
119
Φωτογραφικό επίμετρο
120
121
Φωτογραφία: Ουρανία Μαρίκη
122
123
124
125
126
127
128
129
Φωτογραφίες δισέλιδου: Ουρανία Μαυρίκη
130
131
132
133
134
Ο Λουκάς Μπαρτατίλας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1981. Σπούδασε Αρχιτεκτονική στο Βόλο, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (19992006) και πραγματοποίησε τις μεταπτυχιακές του σπουδές στο Πανεπιστήμιο Bauhaus της Βαϊμάρης, Γερμανία (MFA “Public Art & New Artistic Strategies”, 2008-2010). To 2009 παρακολούθησε, μέσω προγράμματος ανταλλαγής φοιτητών για τον εορτασμό των 90 χρόνων του Bauhaus, το πρόγραμμα μαθημάτων της Mary Jane Jacob στο School of Art Institute of Chicago (SAIC). Δραστηριοποιείται στον ενδιάμεσο χώρο μεταξύ Public Art και Κοινωνικού Αστικού Σχεδιασμού, εξερευνώντας το πώς καλλιτεχνικές πρωτοβουλίες μικρής κλίμακας αλληλεπιδρούν με συγκεκριμένα τοπικά κοινωνικά και χωρικά περιβάλλοντα. Το 2014, πραγματοποίησε, με την υποστήριξη του Οργανισμού Πολιτισμού και Ανάπτυξης ΝΕΟΝ, την πρώτη του ατομική έκθεση με τίτλο: “Αστικές Λεπτομέρειες, τρέχουσες σκέψεις επί της Πατησίων”. Είναι μέλος του ευρωπαϊκύ δικτύου “Actors of Urban Change” του Ιδρύματος Robert Bosch. Ζει και εργάζεται ανάμεσα στην Αθήνα και το Βερολίνο.
www.loukasbartatilas.com 135
Δεκέμβριος 2015 136