ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

Page 1

Λουκάς Πρωτοπαπάς | Ξάνθη 2014

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ


ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΞΑΝΘΗΣ ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ

επιβλέποντες:

ΠΟΛΥΞΕΝΗ ΜΑΝΤΖΟΥ ΚΩΣΤΗΣ ΚΕΒΕΝΤΣΙΔΗΣ Ξάνθη 2014


εισαγωγή στην αρχιτεκτονική έρευνα - διάλεξη:

&

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ του Λουκά Πρωτοπαπά



Περιεχόμενα Περίληψη Abstract

6 7

1. Εισαγωγή

9

2. Κοινωνική δικτύωση και δημόσιος χώρος 2.1 κοινωνική δικτύωση σε φυσικό και ψηφιακό χώρο 2.2 δημόσιος και ψηφιακός χώρος

19

19 27

3. Κοινά χαρακτηριστικά κοινωνικών δικτύων και δημόσιου χώρου 34 3.1 η παράμετρος του χρήστη 34 3.2 χρονική μεταβολή 42 3.3 όρια και επεκτασιμότητα 54 3.4 αλληλεγγύη και ανισότητα 63 4. Εφαρμογές και κριτική

73

5. Συμπεράσματα

87

100

Πηγές


[gr]

#περίληψη

6

Στην παρούσα ερευνητική εργασία αναλύονται κριτικά και συγκριτικά συγκεκριμένες πτυχές της Κοινωνικής Δικτύωσης και του Δημόσιου Χώρου, με στόχο την ανάδειξη στοιχείων μιας νέας, υβριδικής, σχεδιαστικής μεθοδολογίας που θα ανταποκρίνεται στη σύγχρονη κοινωνική αντίληψη του χώρου. Στο πλαίσιο αυτών των αναζητήσεων θα αναδυθούν χαρακτηριστικά της επιστημονικής και κοινωνικής ταυτότητας του αρχιτέκτονα σήμερα. Η μεθοδολογία που ακολουθείται βασίζεται κυρίως στην κριτική παρουσίαση βιβλιογραφικών πηγών από τους επιστημονικούς κλάδους της αρχιτεκτονικής, της κοινωνιολογίας, της ανθρωπολογίας, της φιλοσοφίας και της θεωρίας του πολιτισμού [cultural theory], στην άντληση από αυτές θεωρητικών εργαλείων ανάλυσης του δημόσιου χώρου και της κοινωνικής δικτύωσης, στην προσωπική παρατήρηση, και στη σύνθεση των παραπάνω. Μετά την εισαγωγή στο θέμα της εργασίας, και για να επιτευχθεί ο στόχος της, στο δεύτερο κεφάλαιο, αναλύονται οι όροι που εμπλέκονται στην συγκεκριμένη έρευνα. Καταρχάς, η κοινωνική δικτύωση αντιμετωπίζεται ως ανθρωποκεντρική επιστήμη με έμφαση στις χωρικές και χρονικές παραμέτρους που συμβάλουν στην ανάπτυξή της, καθώς και σε αυτήν της διεπαφής. Κατά την ανάλυση του δημόσιου χώρου τεκμηριώνεται η υποκειμενικότητά του βάσει του μοντέλου της Ψυχογεωγραφίας ενώ εξετάζεται και το δίπολο δημόσιου-ιδιωτικού χώρου βάσει του έργου του Habermas. Η ανάλυση του δημόσιου χώρου ως χωροχρονικού συνεχούς τον αναδεικνύει ως έναν υβριδικό χώρο συνύπαρξης του εικονικού και του πραγματικού με τα όρια μεταξύ ιδιωτικότητας και δημόσιας έκθεσης να είναι εξαιρετικά ευμετάβλητα. Στο τρίτο κεφάλαιο αναδεικνύονται και βιβλιογραφικά τεκμηριώνονται οι τέσσερις παράμετροι βάσει των οποίων συγκρίνονται τα δύο ερευνητικά πεδία: η έννοια του χρήστη, η παράμετρος της χρονικής μεταβολής, η ύπαρξη ορίων και η δυνατότητα επεκτασιμότητας, και τέλος το ζήτημα της (αν)ισότητας θέσης. Η υπόθεση εργασίας μου είναι οτι, στο βαθμό που η ανάλυση των παραμέτρων αυτών αποκαλύπτει αξιοποιήσιμες πτυχές της αλληλεπίδρασης κοινωνικών δικτύων και δημόσιου χώρου, η επιλογή τους είναι αιτιολογημένη. Η συζήτηση αντλεί από προβληματισμούς θεωρητικών, όπως οι Manuel Castells, Hannah Arendt, και Foucault, μεταξύ άλλων, και αντιπαραβάλονται μοντέλα αστικού σχεδιασμού όπως αυτά του Garden City και του άξονα σε διακλάδωση. Στο τέταρτο κεφάλαιο, η έρευνα επικεντρώνεται σε επιλεγμένες εφαρμογές της θεωρίας των κοινωνικών δικτύων και των νέων τεχνολογιών στην τέχνη και στον αστικό σχεδιασμό, καθώς και στην κριτική τους. Τα έργα των Paul Virilio, Bruno Latour και Deleuze και Guattari δημιουργούν εδώ το κατάλληλο θεωρητικό υπόβαθρο. Ιδιαίτερα εξετάζονται τα μέσα επικοινωνίας δι’εντοπισμού [locative media], ο “γενεσιουργικός σχεδιασμός” και η «αφήγηση» ως παραδείγματα εφαρμογών. Τέλος, στο πέμπτο κεφάλαιο, παρατίθενται τα πορίσματα της μελέτης αυτής, αξιολογείται η υπόθεση εργασίας, και διατυπώνονται ερωτήματα για περαιτέρω διερεύνηση ζητημάτων που εθίγησαν μεν κατά τη συζήτηση, αλλά, προς το παρόν τουλάχιστον, βρίσκονται εκτός των ορίων της παρούσας έργασίας.


[en]

#abstract In this work specific aspects of Social Networks and Public Space are investigated critically and comparatively. The aim is to present the perspective of a new, hybrid planning methodology which responds to a contemporary social understanding of space. In the context of the present research some features of the architect’s scientific and social identity also emerge. The methodology followed is mainly based on the critical presentation of bibliographical sources in the areas of architecture, sociology, anthropology, philosophy and cultural theory, from which the theoretical tools for the analysis of social networks and public space are drawn. Pairing the above with personal observation and experience leads to a synthesis of viewpoints towards the fulfilment of the aim of this work, which falls within five chapters. In the introduction the choice of topic is justified in the framework of current research and social interest, the aim is explained, the methodology is elaborated on, the working hypothesis is set, and the expected results are briefly mentioned. In the second chapter the terms of analysis are introduced and discussed. Social networking is presented as an anthropocentric enterprise, developing on the interface of spatial and temporal parameters which contribute to its understanding. The analysis of public space draws on Psychogeorgraphy, which emphasizes its subjectivity, while the distinction between the public and the private is presented in the light of Habermas’s ideas. In this framework, public space is analysed as a spatio-temporal continuum, a hybrid space in which the virtual and the real co-exist, while the borderline between privacy and public exposure is variable and often hazy. In the third chapter, four parameters of comparison are proposed for the comparative investigation of social networks and public space: the user, temporal variation, boundaries and expandability, and, finally the issue of (in)equality of position. The working hypothesis is that, to the extent that these parameters reveal useful aspects of the mutual influence of social networks and public space, their choice is, at least partially, justified. At this point the discussion draws on ideas by Manuel Castells, Hannah Arendt and Michele Foucault, among others, while contrasting models of town planning, such as that of Garden City and the one of “branching axis” are presented. The fourth chapter concentrates on specific applications of the theory of social networks and new technologies to works of art and town planning. These applications are critically reviewed from the perspective of theoreticians such as Paul Virilio, Bruno Latour, and Deleuze and Guattari. “Locative media”, “generic planning” and “narration” are the relevant examples here. Finally, the fifth chapter concludes with an evaluation of the working hypothesis, the findings of this piece of research, and its implications for architectural planning and the role of the architect today. In this context, some questions are posed for future research on topics that have been briefly mentioned in this study, but fall outside its current scope.

7


εικ. 1 Broadway Boogie Woogie, Piet Modrian Ο καλλιτέχνης αποδίδει τον παλμό της Νέας Υόρκης και το ρυθμό της μουσικής Boogie Woogie συμβολίζοντας την ζωντάνια που αποπνέει το αστικό δίκτυο της μητρόπολης, όντας μια πόλη-μηχανή..


1. Εισαγωγή

Στην παρούσα ερευνητική εργασία αναλύονται κριτικά και συγκριτικά μερικές μόνο πτυχές της Κοινωνικής Δικτύωσης και του Δημόσιου Χώρου, όπως οι τελευταίες εντάσσονται στα επιστημονικά πεδία της Κοινωνιολογίας και της Αρχιτεκτονικής αντίστοιχα, με στόχο την ανάδειξη στοιχείων μιας νέας, υβριδικής, σχεδιαστικής μεθοδολογίας που θα ανταποκρίνεται στη σύγχρονη κοινωνική αντίληψη του χώρου. Η επιλογή του συγκεκριμένου θέματος έγινε με αφορμή την συνειδητοποίηση ότι ο σχηματισμός και η λειτουργία των κοινωνικών δικτύων, όπως επίσης και ο προβληματισμός γύρω από τις πτυχές του δημόσιου χώρου σήμερα, αποτελούν θέματα που αναδείχθηκαν μαζί με την κυριαρχία της σύγχρονης ψηφιακής πραγματικότητας. Οι παράλληλοι δρόμοι που ακολουθούν τα δύο αυτά θέματα είναι κάτι που γίνεται εμφανές ήδη μέσα από τη χρήση της γλώσσας μας στον έναν ή στον άλλο τομέα. Τόσο η κοινωνική δικτύωση όσο και ο ψηφιακός χώρος δανείζονται γλωσσικά ιδιώματα που εντάσσονται σε ένα πιο “χωρικό” λεξιλόγιο: Λέμε, π.χ., “θέτω τα όριά μου απέναντι σε κάποιον”, “μπαίνω στο internet”, «ανεβάζω φωτογραφίες στο μπλόγκ μου», κ.ά. Η φυσική αυτή αλληγορία που πραγματοποιείται στο μυαλό μας την ώρα που μιλάμε οφείλεται στη προσπάθειά μας να προσδώσουμε κατανοητά, μετρήσιμα χαρακτηριστικά σε άυλες έννοιες, όπως η κοινωνική δικτύωση και ο ψηφιακός χώρος, μέσα από γνωστά κι απτά σε εμάς πεδία φυσικής εμπειρίας. Το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας ωστόσο είναι αμφίδρομο καθώς οι “επαυξημένες”, μεταφορικές πλέον, έννοιες επιστρέφουν στο αρχικό τους συγκείμενο ως αντιδάνεια δημιουργώντας μια εκ νέου ανάγνωση του δημόσιου χώρου.

9


10


Εισαγωγή

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Το πιο ξεκάθαρο και χαρακτηριστικό παράδειγμα εμφανίστηκε όταν επισκέφτηκα την 5ήμερη μουσική εκδήλωση River Party στο Νεστόριο Καστοριάς, τον Αύγουστο του 2012. Στο πλαίσιο της διοργάνωσης, παρέχεται στους επισκέπτες η δυνατότητα εγκατάστασης κατασκηνωτικής σκηνής την οποία αξιοποιήσαμε για να διασφαλίσουμε την διαμονή μας εκεί και τις υπόλοιπες μέρες. Ένα βράδυ επιστρέφοντας από την ημερήσια σειρά συναυλιών, ακούσαμε την παρέα της διπλανής σκηνής να διαφωνεί πάνω σε έναν κανόνα του παιχνιδιού που έπαιζαν. Η διαφωνία τους έγινε αντιληπτή και από τους ενοίκους μιας άλλης γειτονικής σκηνής, οι οποίοι τους φώναξαν τον κανόνα που έψαχναν. Οι πρώτοι ευχαρίστησαν, ενώ στη συνέχεια δεν άργησε να αναπτυχθεί διάλογος μεταξύ των δύο σκηνών, χωρίς ωστόσο οι ένοικοι να βγουν από αυτές. Παρακολουθώντας την συζήτησή τους, προέκυψε ότι οι δύο παρέες ήταν συνομήλικοί μας, φοιτητές σε σχολές παραπλήσιες με τις δικές μας, τους είχαν αρέσει σχεδόν οι ίδιοι καλλιτέχνες με εμάς και έκαναν τα ίδια παράπονα σχετικά με την διοργάνωση. Στη συνέχεια, μέσα από μια γενική συζήτηση διατυπώθηκαν θέματα τα οποία απασχολούσαν κι εμάς ενώ πολύ συχνά παρουσιάζονταν κοινά ενδιαφέροντα μεταξύ όλων μας. Όταν εμφανίστηκε μια τρίτη παρέα που έμενε εκεί και γύριζε εκείνη την ώρα τραγουδώντας τα τραγούδια της συναυλίας εκείνης της βραδιάς, ο κόσμος σταδιακά βγήκε από τις σκηνές του και γνωρίστηκαν όλοι μεταξύ τους.

εικ. 2 φωτογραφία από το River Party, Νεστόριο Καστοριάς

11


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

12

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η αλληγορία στο μυαλό μου είχε ήδη σχηματιστεί. Αν θεωρούσαμε ότι κάθε παρέα αντιπροσωπευόταν με avatar της την σκηνή της, τότε η πρώτη παρέα ανήρτησε το πρόβλημά της στον κοινόχρηστο χώρο του τομέα μας και η δεύτερη το σχολίασε δίνοντας μια πιθανή λύση. Στη συνέχεια η τρίτη παρέα ανήρτησε ένα τραγούδι και οι προηγούμενες δύο παρέες δήλωσαν ότι τους άρεσε και βγήκαν από τις σκηνές τους δηλώνοντας ότι θέλουν να γίνουν φίλοι μεταξύ τους. Ακόμη κι αν παραμερίσουμε τις παραπάνω ομοιότητες, δεν μπορούμε παρά να παραδεχτούμε ότι ένα τέτοιο μεγάλο πλήθος ομοιοτήτων μεταξύ ενός συνόλου φαινομενικά άσχετων μεταξύ τους ανθρώπων δεν αποτελεί μια απλή σύμπτωση. Η συμμετοχή μας στον περίκλειστο χώρο της διοργάνωσης τον νομιμοποίησε ως δημόσιο χώρο, με την έννοια οτι ο φυσικός χώρος απέκτησε κοινωνική διάσταση, δηλ. έγινε δημόσιος χώρος. Οι συμμετέχοντες στο μουσικό αυτό φεστιβάλ βρεθήκαμε να μοιραζόμαστε ένα μεγάλο εύρος κοινών ενδιαφερόντων και εμπειριών, το οποίο με τη σειρά του οδήγησε καθόλου τυχαία στην δημιουργία ενός κοινωνικού δικτύου που μας συνέδεσε λόγων όλων αυτών. Από εκεί κι έπειτα, μεταφέροντας το παραπάνω παράδειγμα στα πλαίσια του ψηφιακού χώρου, οι λογικοί συνειρμοί ήρθαν μόνοι τους. Η διάλεξη αυτή λοιπόν έχει ως αντικείμενο την κριτική και επιλεκτική παρουσίαση πτυχών της Κοινωνικής Δικτύωσης και του Δημόσιου Χώρου, όπως αυτές εντάσσονται στα επιστημονικά πεδία της Κοινωνιολογίας και της Αρχιτεκτονικής αντίστοιχα, με στόχο την ανάδειξη στοιχείων μιας νέας σχεδιαστικής μεθοδολογίας που θα ανταποκρίνεται στη σύγχρονη κοινωνική αντίληψη του χώρου. Η απόπειρα αυτή στηρίζεται στην πεποίθηση ότι ο δημόσιος χώρος, ειδωμένος υπό το πρίσμα της επιστήμης της κοινωνικής δικτύωσης, μπορεί να αναδείξει καλύτερα τις σύγχρονες ανάγκες του και να δώσει πιο ξεκάθαρη απάντηση ως προς τον προσδιορισμό των νέων εργαλείων σχεδιασμού. Όπως κάθε ερευνητικό πόνημα, έτσι και η μελέτη αυτή έχει ως γενικό στόχο την κατανόηση της μέχρι τώρα πορείας του επιλεγμένου θέματος, την καταγραφή της και την προσπάθεια της προσωπικής μου


Εισαγωγή

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

τοποθέτησης πάνω στα ζητήματα που τίθενται κατά τη συζήτηση των παραπάνω. Ειδικότερα, τα αποτελέσματα της έρευνας αναμένεται να οδηγήσουν σε μια σύγχρονη ανάγνωση του δημόσιου χώρου, στην ανάδειξη των αναγκών του όπως αυτές διαφαίνονται σήμερα, και εν τέλει στον προσδιορισμό νέων εργαλείων ανάλυσης του δημόσιου χώρου και την ανάπτυξη μιας σχεδιαστικής μεθοδολογίας επέμβασης σε αυτόν. Τέλος, στο πλαίσιο αυτών των αναζητήσεων θα αναδυθούν χαρακτηριστικά της επιστημονικής και κοινωνικής ταυτότητας του αρχιτέκτονα σήμερα. Τέλος, η μεθοδολογία που ακολουθείται, όπως θα φανεί και στην περιληπτική απόδοση του αντικειμένου της διάλεξης αμέσως μετά, βασίζεται κυρίως στην κριτική παρουσίαση βιβλιογραφικών πηγών από τους επιστημονικούς κλάδους της αρχιτεκτονικής, της κοινωνιολογίας, της ανθρωπολογίας, της φιλοσοφίας και της θεωρίας του πολιτισμού (cultural theory), στην άντληση από αυτές θεωρητικών εργαλείων ανάλυσης του δημόσιου χώρου και της κοινωνικής δικτύωσης, στην προσωπική παρατήρηση, και στη σύνθεση των παραπάνω. Πιο συγκεκριμένα τώρα, και προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος που έθεσα, στο επόμενο κεφάλαιο παραθέτω αναλυτικά τους όρους που εμπλέκονται στην συγκεκριμένη έρευνα. Καταρχάς, η κοινωνική δικτύωση αντιμετωπίζεται ως μια σύγχρονη ανθρωποκεντρική επιστήμη και μέσω γνώριμων παραδειγμάτων κοινωνικών δικτύων [π.χ. φίλοι, οικογένεια] εξετάζονται οι παράγοντες δημιουργίας των κοινωνικών δεσμών, με έμφαση στις χωρικές και χρονικές παραμέτρους που συμβάλουν στην ανάπτυξή τους. Σε ό,τι αφορά τον ψηφιακό χώρο, η κοινωνική δικτύωση αναλύεται ως ένας από τους βασικότερους παράγοντες συμμετοχής μας σε αυτόν, ενώ αναδεικνύεται ο ρόλος της διεπαφής ως παράγοντας που υπαγορεύει κανόνες σχετικά με την κοινωνική δικτύωση. Κατά την ανάλυση του δημόσιου χώρου τεκμηριώνεται η υποκειμενικότητά του βάσει του μοντέλου της Ψυχογεωγραφίας ενώ εξετάζεται και το δίπολο δημόσιου-ιδιωτικού χώρου βάσει του έργου του Jürgen Habermas. Η ανάλυση του δημόσιου χώρου ως χωροχρονικού συνεχούς, φέρνει και πάλι στο

13


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

προσκήνιο το ρόλο της διεπαφής ως πλατφόρμας που βοηθά την επικοινωνία των χρηστών σε πραγματικό χρόνο, και τον αναδεικνύει ως έναν υβριδικό χώρο συνύπαρξης του εικονικού και του πραγματικού με τα όρια μεταξύ ιδιωτικότητας και δημόσιας έκθεσης να είναι εξαιρετικά ευμετάβλητα. Μέσα από την σύντομη ανάλυση των δύο επιστημονικών πεδίων, στο τρίτο κεφάλαιο αναδεικνύονται και βιβλιογραφικά τεκμηριώνονται οι τέσσερις παράμετροι βάσει των οποίων αυτά συγκρίνονται: η έννοια του χρήστη, η παράμετρος της χρονικής μεταβολής, η ύπαρξη ορίων και η δυνατότητα επεκτασιμότητας, και τέλος το ζήτημα της (αν)ισότητας θέσης. Η υπόθεση εργασίας μου είναι οτι, στο βαθμό που η ανάλυση των παραμέτρων αυτών αποκαλύπτει αξιοποιήσιμες πτυχές της αλληλεπίδρασης κοινωνικών δικτύων και δημόσιου χώρου, η επιλογή τους είναι αιτιολογημένη.

14

Η συζήτηση για τις μη επιτυχείς πολεοδομικές πρακτικές της δεκαετίας του ‘80 δείχνει ότι εν τέλει ο δημόσιος χώρος ενεργοποιείται και καθορίζεται από τους χρήστες του, καθώς οι ενέργειες του χρήστη διευθετούν το χώρο ενώ παράλληλα προσδιορίζουν και τη δική του ταυτότητα. Τα νέα μέσα φορητής επικοινωνίας, ως η διεπαφή του χρήστη με το περιβάλλον του, ενισχύουν την επιρροή του χρήστη και μεταβάλλουν τη σωματική και βιωματική σχέση του με το χώρο, δίνοντας στον τελευταίο μια περισσότερο ετεροτοπική υπόσταση. Η παράμετρος του χρήστη στα κοινωνικά δίκτυα εξετάζεται αφενός μεν μέσα από την άποψη του Manuel Castells που μοιράζει τους χρήστες σε “actors” και “switchers”, ανάλογα με τη δύναμή τους εντός του δικτύου, αφετέρου δε υπό το πρίσμα της φιλοσοφίας της δυνητικής πραγματικότητας, κατά τον Pierre Lévy, όπου κάθε χρήστης εντός ενός κοινωνικού δικτύου επηρεάζει τη δομή του δικτύου, ανεξάρτητα από τη θέση του μέσα σε αυτό. Και στις δύο περιπτώσεις φαίνεται ότι το δίκτυο επηρεάζει την ταυτότητα του χρήστη όπως και στον δημόσιο χώρο. Η παράμετρος της χρονικής μεταβολής φέρνει στην επιφάνεια την αντιμετώπιση των κοινωνικών δικτύων ως υπερ-οργανισμών, αφού διαθέτουν το χαρακτηριστικό να επιζητούν την διαχρονικότητα


Εισαγωγή

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

μέσω διαδικασιών αυτο-προσαρμογής. Η επανοικειοποίηση και η φροντίδα του δημόσιου χώρου αντικατοπτρίζει την μέριμνα των χρηστών για το μέλλον -βλ. παράδειγμα του πάρκου-parking στα Εξάρχεια που θα συζητηθεί παρακάτω-, γεγονός που επαληθεύεται και από την Hannah Arendt, η οποία περιγράφει τον δημόσιο χώρο ως αυτό που προϋπήρχε της ύπαρξής μας και οφείλει να διαρκέσει και μετά από αυτήν. Η παράμετρος της χρονικής μεταβολής οδηγεί και στη συζήτηση της θεωρίας των ετεροτοπιών του Foucault και ειδικότερα στο χαρακτηριστικό των ετεροτοπιών βάσει του οποίου η ένταξη του χρήστη μέσα σε αυτές πραγματοποιείται όταν έρχεται σε ρήξη με τον πραγματικό του χρόνο. Τέλος, με παράλληλη αναφορά στις θεωρίες του Paul Virilio και του Marc Augé, εστιάζω στην έννοια του χρόνου στο πλαίσιο του ψηφιακού χώρου. Κατά την εξέταση των ορίων της επεκτασιμότητας, διαφαίνεται οτι τα κοινωνικά δίκτυα σε φυσικό χώρο διαθέτουν σαφή όρια αλληλεπίδρασης μεταξύ των χρηστών τους. Στον ψηφιακό χώρο οι περιορισμοί εντοπίζονται πρώτον στα όρια που θέτει ο χρήστης στην προσωπική του έκθεση και δεύτερον στις διεπαφές, οι οποίες ρυθμίζουν την διάδραση μεταξύ των χρηστών οριοθετώντας πρακτικά την επικοινωνία τους. Αντίστοιχα, στο χώρο του σχεδιασμού του δημόσιου χώρου, άλλοτε μεν τίθενται όρια χωρητικότητας κάθε πόλης, όπως στο παράδειγμα του Garden City, άλλοτε δε αναπτύσσεται ένα δυναμικό σύστημα «άξονα σε διακλάδωση» με δυνατότητες επεκτασιμότητας και μάλιστα σε διαφορετικούς χρόνους. Παράλληλα, ο πολλαπλασιασμός του συγκεκριμένου συστήματος δημιουργεί το αρχετυπικό σύστημα του πλέγματος [web], το οποίο παραμένει ευέλικτο, επεκτάσιμο, προσαρμόσιμο και ανοικτό, όπως και κάθε δίκτυο. Τελευταία παράμετρος σύγκρισης κοινωνικής δικτύωσης και δημόσιου χώρου αποτελούν οι έννοιες της αλληλεγγύης και της ανισότητας θέσης. Η διαστρωμάτωση και η ιεραρχία μέσα στα κοινωνικά δίκτυα συζητείται αρχικά στο πλαίσιο της έννοιας της ετεροτοπίας του Foucault και στη συνέχεια υποστηρίζεται η άποψη ότι η διεπαφή κάθε εφαρμογής συμβάλλει στη δημιουργία ανισότητας μεταξύ των χρηστών. Έτσι, ο διαχωρισμός των

15


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

“following” και των “followers” κατανέμουν ήδη στους χρήστες μια μορφή εξουσίας που ασκεί ο ένας στον άλλο, γεγονός που παραπέμπει στη θεωρία περί “actors” και “switchers” του Manuel Castells και στη γενίκευσή της στο χώρο της πολιτικής και οικονομικής πρακτικής που ενσωματώνει ή απομονώνει άτομα και επικράτειες από τον πυρήνα του παγκόσμιου ιστού. Επίσης εξετάζεται πώς ο δημόσιος χώρος γίνεται το διακύβευμα μεταξύ των ίδιων των χρηστών του, όπου συχνά μια ομάδα χρηστών υιοθετεί στερεοτυπικές αντιλήψεις περιθωριοποίησης ατόμων εκτός ομάδας, ενώ οι τελευταίοι διεκδικούν το κομμάτι του δημόσιου χώρου που τους αναλογεί με την καθημερινή παρουσία τους. Στο πλαίσιο αυτό φέρνω ως παράδειγμα την περίπτωση του Αγ. Παντελεήμονα, που από ιστορική γειτονιά του κέντρου της Αθήνας έχει μετατραπεί σε πεδίο μάχης και διεκδίκησης δημόσιου χώρου μεταξύ των κατοίκων του.

16

Στο τέταρτο κεφάλαιο, η έρευνα επικεντρώνεται στις εφαρμογές της θεωρίας των κοινωνικών δικτύων και των νέων τεχνολογιών εν γένει, καθώς και στην κριτική επί αυτών. Ο όρος της διεπαφής, όντας κάτι που επανεμφανίζεται συχνά στα πλαίσια της έρευνας, αρχικά αποσαφηνίζεται μέσα από το αλληγορικό παράδειγμα της οθόνης, στο οποίο αναφέρεται μεταξύ άλλων και ο Paul Virilio. Ακολουθεί αναφορά στον Bruno Latour που θεωρεί το δίκτυο ως την διεπαφή που καθιστά προϋπάρχοντα πράγματα ορατά στον παρατηρητή, όπως επίσης και στους Deleuze και Guattari που, νοώντας την επαφή ως ρίζωμα, δημιουργούν το θεωρητικό υπόβαθρο ώστε να αναλογιστούμε τον δημόσιο χώρο ως τη διεπαφή των χρηστών με το ευρύτερο περιβάλλον τους. Με αφετηρία τα παραπάνω, εστιάζω στην ανάλυση τριών κατευθύνσεων που έχει πάρει ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός αφομοιώνοντας το μόρφωμα της διεπαφής: τα μέσα επικοινωνίας δι’εντοπισμού [locative media], τον “γενεσιουργικό σχεδιασμό” και ειδικότερα τους γενετικούς αλγορίθμους και τέλος το σχεδιαστικό εργαλείο της αφήγησης. Η συζήτηση αυτή ολοκληρώνεται με την κριτική των Marc Tuters και Kazys Varnelis πάνω στα locative media, η οποία ωστόσο θα μπορούσε να γενικευτεί ως ευρύτερη κριτική επί των νέων τεχνολογικών


Εισαγωγή

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

μέσων στη διαδικασία σχεδιασμού. Η κριτική αυτή αφορά πρώτον το κατά πόσο η χρήση σύγχρονων τεχνολογιών προάγει όντως τον σχεδιασμό χωρίς να τον υποβιβάζει θέλοντας θα πριμοδοτήσει το κομμάτι του software και, δεύτερον, αν η συλλογή, διάθεση και μετακίνηση όλων αυτών των πληροφοριών μπορεί να στοχεύσει σε παράπλευρα μη επιθυμητά αποτελέσματα όπως ο κοινωνικός έλεγχος ή διάφοροι άλλοι εμπορικοί σκοποί. Τέλος, στο πέμπτο κεφάλαιο, παρατίθενται ως επιμύθιο τα πορίσματα της μελέτης αυτής, αξιολογείται η υπόθεση εργασίας, ενώ διατυπώνονται ερωτήματα για περαιτέρω διερεύνηση ζητημάτων, που εθίγησαν μεν κατά τη συζήτηση, αλλά, προς το παρόν τουλάχιστον, βρίσκονται εκτός των ορίων της παρούσας έργασίας.

17


Smith: Ο λόγος που βρίσκομαι στην πόλη, σε περίπτωση που αναρωτιέστε είναι ένα Kansas City Shuffle. [man]: Τι είναι το Kansas City Shuffle? Smith: Το Kansas City Shuffle είναι όταν όλοι κοιτάνε δεξιά κι εσύ πας αριστερά. [man]: Δεν το’χω ξανα-ακούσει. Smith: Χμ, δεν είναι κάτι το οποίο γενικά ακούει ο κόσμος. Περνάει συνήθως απαρατήρητο. Αλλά αυτό το συγκεκριμένο σχεδιάζεται πάνω απο 20 χρόνια [man]: 20 χρόνια, ε? Smith: Δεν είναι μικρό θέμα. Χρειάζεται πολύς προγραμματισμός. Εμπλέκει πολλά άτομα. Άτομα συνδεδεμένα μέσα από τις πιο ασήμαντες καταστάσεις. Όλα ξεκίνησαν με ένα άλογο.. [ο Smith διηγείται] Είναι αυτό που αποκαλούσαν τότε φαρμακευτικό πλεονέκτημα. Ένας τύπος θέλει αυτό που λένε “σιγουράκι”, σκευωρεί για να το πετύχει οπότε τηλεφωνεί στον Γιατρό, γνωστό για την κατανόησή αλλά όχι και για την διακριτικότητά του. Το ίδιο ίσχυε και για το “ζελεδάκι” στο πλευρό του Γιατρού. Που μας φέρνει στον Abe, γιατί η Gloria ήταν πολύ “ζελεδάκι” μόνο για έναν.

18

Gloria [μιλάει στο τηλέφωνο με τον Abe]: Γεια σου μωρό! Είναι τριγύρω η γυναίκα σου; Abe: Τι θες και με παίρνεις σπίτι μου; Gloria: Τα Χριστούγεννα ήρθαν νωρίτερα μωρό μου. Έχω ένα δώρο για ‘σένα. Θυμάσαι τον φίλο μου τον Γιατρό; [ο Smith διηγείται] Τώρα βέβαια ο Abe δεν έχωνε τη μύτη του παντού, αλλά είχε μύτη. Κι ακριβώς κάτω από αυτήν την μύτη ήταν το στόμα του. Abe: [σε έναν φίλο του] Θυμάσαι την Gloria την πόρνη; Λοιπόν, η Gloria έχει αυτόν τον φίλο τον Γιατρό, που έχει μια πληροφορία για ένα ντοπαρισμένο άλογο Είναι κανονισμένο να γίνει στο Aqueduct. Έβδομο άλογο, δέκατη κούρσα. ο φίλος του Abe: Ντοπαρισμένο; [ο Smith διηγείται] Και μετά υπήρχε κι αυτός ο σερβιτόρος, σκέτος καραγκιόζης, όλο αυτιά, που έμοιαζε να είναι ο θείος κάποιου. [σερβιτόρος]: Max, ποιος είναι ο αγαπημένος σου θείος; Σου έχω κάτι ενδιαφέρον.

εικ. 3 snapshots από την ταινία “Lucky Number Slevin” [2006] Η ταινία ξεκινά σε ένα αεροδρόμιο με τον Smith να διηγείται σε έναν νεαρό την ιστορία μιας στημένης ιπποδρομίας. Η πληροφορία για το ντοπαρισμένο άλογο διαδίδεται μέσω διαφόρων χαρακτήρων και τελικά, πυροδοτεί το ξεκίνημα μιας βεντέτας.


2. Κοινωνική δικτύωση και δημόσιος χώρος

Θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να ορίσει κανείς τόσο την Κοινωνική Δικτύωση όσο και τον Δημόσιο Χώρο μέσα από μια μόνο προσέγγιση, καθώς και οι δύο αποτελούν πολύ ευρείες έννοιες, οι ρίζες των οποίων ανάγονται σε πολύ γενικότερους κλάδους, της Κοινωνιολογίας και της Αρχιτεκτονικής αντίστοιχα. Ωστόσο, για να γίνει περισσότερο κατανοητή η σύγκριση που θα επιχειρηθεί μεταξύ των δύο υποενοτήτων των δύο αυτών επιστημονικών κλάδων, θα ήταν χρήσιμο να αποσαφηνίσω ορισμένα σημεία τους – υπό την οπτική φυσικά που θα εξεταστούν στην παρούσα εργασία – αλλά και να εστιάσω σε ορισμένα πιο ειδικά χαρακτηριστικά τους. Έτσι, θα αναφερθώ μεν στα κοινωνικά δίκτυα ως αντικείμενο της επιστήμης της Κοινωνικής Δικτύωσης, αλλά θα τα εξετάσω επίσης και ως ένα ευρύτερο πεδίο ανθρώπινης εμπειρίας. Παράλληλα, θα μελετήσω το χωρικό ανάλογο του κοινωνικού δικτύου φωτίζοντας εκείνες τις ιδιότητές του που συμβάλουν στη μεταφορική αντίληψη του διαδικτύου ως φυσικού χώρου. Δεδομένης, όμως, αυτής της αντίληψης, θα διαφανεί οτι οι θεωρητικές έννοιες και τα μεθοδολογικά εργαλεία που χρησιμοποιούνται στη μελέτη του διαδικτύου αποκτούν με αυτό τον τρόπο μία δίοδο μεταφοράς τους από την ψηφιακή επιστήμη στην αρχιτεκτονική. Στο πρώτο υποκεφάλαιο αυτής της ενότητας θα εστιάσω στην έννοια της κοινωνικής δικτύωσης, ενώ στο δεύτερο θα επιχειρήσω μια ψηλάφηση της έννοιας του δημόσιου χώρου μέσα από σύγχρονους φιλοσοφικούς και κοινωνικούς προβληματισμούς.

2.1

κοινωνική δικτύωση σε φυσικό και ψηφιακό χώρο Σε μεγάλο βαθμό, το ενδιαφέρον για την μελέτη των Κοινωνικών Δικτύων ξεκίνησε από την διαπίστωση ότι οι άνθρωποι σήμερα είναι, συνειδητά ή ασυνείδητα, ιδιαίτερα εξοικειωμένοι με την λογική και τις δυναμικές των κοινωνικών δικτύων, και μάλιστα από πολύ μικρή ηλικία. Το φαινόμενο ωστόσο του κοινωνικού δικτύου δεν είναι νέο. Από τα πιο απλά παραδείγματα κοινωνικού δικτύου θα μπορούσε να είναι η οικογένεια, οι συγγενείς ή ένας κύκλος φίλων. Ωστόσο μπορεί να είναι και κάτι ακόμη πιο πολύπλοκο, όπως το παράδειγμα της “βεντέτας”, όπως υπήρχε παλαιότερα στην ελληνική,

19


20

εικ. 4 φωτογραφία του 19ου αιώνα από τον πύργο Telefontornet στη Στοκχόλμη, όπου συγκεντρώνονταν όλες οι γραμμές του τηλεφωνικού δικτύου της πόλης


Κοινωνική δικτύωση και δημόσιος χώρος

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

τουλάχιστον, επαρχία μεταξύ οικογενειών και αποδόθηκε στη συνέχεια γραφικά μέσα από μυθιστορήματα και ταινίες: λόγω μιας σχέσης βίας ή εκδίκησης μεταξύ δύο ατόμων από διαφορετικά περιβάλλοντα, χρόνια αργότερα οι απόγονοί τους βρίσκονται «συνδεδεμένοι» λόγω της παλαιάς εκείνης διαμάχης.1 Δεν θα αναφερθώ αναλυτικά στην ιστορία της ανάπτυξης του διαδικτύου. Ωστόσο, θα ήταν σκόπιμο να επισημανθεί πως το 1991 ο παγκόσμιος ιστός [World Wide Web], ο οποίος είχε ήδη διαμορφωθεί, προχώρησε ένα βήμα παραπέρα όταν ο Tim Berners-Lee κατάφερε να ενσωματώσει την τεχνολογία του υπερ-κειμένου [hyperlink] στο Διαδίκτυο, διαμορφώνοντας την βάση για έναν τύπο δικτυακής επικοινωνίας. Ιστολόγια [weblogs], λίστες server και υπηρεσίες email βοήθησαν τόσο να αναπτυχθούν οι διαδικτυακές κοινότητες όσο και να στηρίζονται οι “offline” ομάδες. Μέχρι το τέλος της χιλιετίας, τα διαδικτυακά μέσα περιελάμβαναν κυρίως γενικές υπηρεσίες στις οποίες μπορούσε κανείς να συμμετάσχει ή και να χρησιμοποιήσει ενεργά για την δημιουργία ομάδων, ωστόσο οι ίδιες οι υπηρεσίες δεν προχωρούσαν στο να σε συνδέουν αυτόματα με κάποιον. Με την έλευση του Web 2.0, λίγο μετά την έναρξη της νέας χιλιετίας, οι διαδικτυακές υπηρεσίες έκαναν στροφή από το να αποτελούν κανάλια για διαδικτυακή επικοινωνία σε αμφίδρομα διαδραστικά μέσα online κοινωνικής δικτύωσης. Οι νέες αυτές υπηρεσίες, που άνοιξαν πληθώρα δυνατοτήτων για διαδικτυακή συνδεσιμότητα, αναδείχθηκαν στη συνέχεια ως μια παγκόσμια υποδομή, παρόμοιας έκτασης με τον ηλεκτρισμό ή το νερό, και ανάλογη της έννοιας του Διαδικτύου.2 Η εξέλιξη της ηλεκτρονικής επικοινωνίας, με κοινωνιολογικούς κυρίως, αλλά και πολεοδομικούς, όρους, όπως θα δούμε παρακάτω, οδήγησε σταδιακά στην επιστήμη της Κοινωνικής Δικτύωσης που μελετά τις αρχές που διέπουν τον σχηματισμό και την λειτουργία των κοινωνικών δικτύων. Πρόκειται για μια ανθρωποκεντρική επιστήμη, καθώς επιχειρεί 1 Christakis N. A. & Fowler J. H., Συνδεδεμένοι - Η εκπληκτική Δύναμη των Κοινωνικών Δικτύων και πώς αυτά διαμορφώνουν την ζωή μας, εκδ. Κάτοπτρο, Αθήνα 2010, σελ. 21 2 J. Dijck, The Culture of Connectivity - A critical History of Social Media, Oxford University Press, 2013.

21


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

εικ. 5 Being Together, John Clang Στο project αυτό, ο visual artist John Clang φωτογραφίζει πορτρέτα οικογενειών που τα μέλη τους ζουν σε διαφορετικές χώρες. Σε κάθε φωτογραφία τα απομακρυσμένα μέλη της εκάστοτε οικογένειας ποζάρουν σε ζωντανή μετάδοση μέσω Skype, στοχεύοντας σε ένα σχόλιο της συμβολής των νέων μέσων επικοινωνίας στην επιθυμία των οικογενειών να παραμένουν σε επαφή παρά την απόσταση.

22

την κατανόηση του ανθρώπου μέσω της οπτικής των δεσμών που αυτός υλοποιεί με τους γύρω του. Αν και οι μέθοδοι μελέτης των κοινωνικών δικτύων δανείζονται τεχνικές από άλλες επιστήμες που μελετούν άλλης φύσης δίκτυα – π.χ. από δίκτυα σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι δίκτυα νευρώνων του εγκεφάλου – όμως παρουσιάζουν σαφώς μεγαλύτερη πολυπλοκότητα, καθώς οι κόμβοι των κοινωνικών δικτύων είναι σκεπτόμενα άτομα. Έτσι, τα ίδια τα άτομα με τις επιλογές τους μεταβάλουν το δίκτυο, στο οποίο όμως παραμένουν ενταγμένα, προσδιορίζονται από την ένταξή τους αυτή, και μεταβάλλονται εν δυνάμει από την «παραμονή» τους στο δίκτυο, ενώ παράλληλα «εκχωρούν» στο δίκτυο την δική τους ζωή. Κοινωνικοί δεσμοί όπως αυτοί που αναφέρθηκαν παραπάνω [η οικογένεια, οι συγγενείς, οι φίλοι κτλ.]


Κοινωνική δικτύωση και δημόσιος χώρος

υλοποιούνται με απαραίτητη προϋπόθεση την συνύπαρξη των ατόμων μέσα σε κάποιο χώρο. Για παράδειγμα, τα μέλη μιας οικογένειας συμβιώνουν κάτω από την κοινή στέγη που τους προσφέρει το σπίτι της οικογένειας, ενώ μια παρέα παιδιών μπορεί να βρίσκονται στο ίδιο σχολείο ή να παίζουν στην ίδια γειτονιά. Ταυτόχρονα όμως με την συνύπαρξη των ατόμων στα πλαίσια ενός κοινού χώρου, αντιλαμβανόμαστε ως προϋπόθεση ενός κοινωνικού δεσμού και την απόκτηση μιας κοινής εμπειρίας, δηλαδή τη δημιουργία ενός “κοινού παρελθόντος”. Έτσι, το γεγονός ότι αντιλαμβανόμαστε ως “οικογένεια” έναν μακρινό συγγενή που συναντάμε τυχαία μετά από καιρό, εξηγείται από την ύπαρξη ενός κοινού παρελθόντος εντός του κοινωνικού δικτύου της οικογένειας που εξακολουθεί να μας δένει μαζί του. Αντίστοιχα, δύο φίλοι από το στρατό ανεξάρτητα από το πόσο ζωηρή έχουν διατηρήσει την επικοινωνία τους, αισθάνονται συνδεδεμένοι μεταξύ τους, αφενός μεν λόγω της κοινής τους εμπειρίας, αφετέρου δε λόγω του χρόνου που πέρασαν μαζί. Συμπερασματικά λοιπόν, αυτό που ορίζουμε παραδοσιακά ως κοινωνική δικτύωση εμπεριέχει τα στοιχεία του χώρου και του χρόνου που συν-δημιούργησαν κοινές εμπειρίες και άρα τους συγκεκριμένους δεσμούς. Στη σύγχρονη πραγματικότητα, η κοινωνική δικτύωση, ή έστω το κομμάτι που αφορά στην επικοινωνία μας με τους άλλους, αποτελεί έναν από τους βασικότερους παράγοντες ενασχόλησής μας με το διαδίκτυο. Η επικοινωνία, είτε αυτή είναι λεκτική, είτε γραπτή, είτε αφορά σε ανταλλαγή αρχείων, είναι εξ ορισμού παράγοντας που δηλώνει σχέση. Κατά μία έννοια το σύνολο αυτών των σχέσεων δομεί ουσιαστικά ένα δίκτυο, ένα ψηφιακό συνεχές, τον κυβερνοχώρο. Η επικοινωνία λοιπόν είναι ο κεντρικός άξονας γύρω από τον οποίο έχει δομηθεί το διαδίκτυο και μπορεί να επιτευχθεί με πολλούς τρόπους. Πλατφόρμες όπως το Facebook, το Skype, η κατηγορία των instant messengers [π.χ. Google Talk] ή οι πλατφόρμες ανταλλαγής κι αποθήκευσης αρχείων [π.χ. OneDrive, Dropbox, WeTransfer] αποτελούν μερικά από τα πλέον δημοφιλή μέσα ψηφιακής επικοινωνίας επιτρέποντας την ανταλλαγή φωνητικών και γραπτών μηνυμάτων, αρχείων, αλλά και κλήσεις μέσω video σε πραγματικό χρόνο.3 3

Τ. Αποστολίδης & Κ. Εξαμηλιώτου, Ετεροτοπίες, διάλεξη Δ.Π.Θ., 2010

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

23


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

24

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η έννοια του downloading με την μορφή των torrents όπως έχει διαδοθεί πλέον σήμερα. Η λογική των torrents είναι ότι κάθε αρχείο που “κατεβαίνει” από το Διαδίκτυο και αποθηκεύεται στον υπολογιστή κάθε χρήστη αποτελείται από πολλά θραύσματα μικρότερου μεγέθους. Εφόσον παραμένει το αρχείο στον κοινόχρηστο φάκελο του κάθε χρήστη, τα θραύσματα αυτά του αρχείου μπορούν να επανεκπέμπονται για τους άλλους χρήστες που επιθυμούν να “κατεβάσουν” το συγκεκριμένο αρχείο. Επομένως, όταν κάποιος “κατεβάζει” ένα αρχείο, ουσιαστικά λαμβάνει ένα αρχείο από υπολογιστές άλλων εν γνώσει τους. Η δραστηριότητα αυτή συνιστά μια διαδικασία ανταλλαγής ανάμεσα σε δύο η και περισσότερους ανθρώπους οι οποίοι δε βρίσκονται στον ίδιο τόπο, όμως μοιράζονται στον ίδιο χρόνο μια πληροφορία. Οι ρόλοι έτσι εναλλάσσονται από πομπό σε δέκτη και αντίστροφα, αλλά κάθε μονάδα αποτελεί πάντα συνδετικό στοιχείο του συνόλου. Καθένας είναι κόμβος συνδεδεμένος με άλλους κόμβους και όλοι μαζί αλληλοεξαρτώνται κι αλληλεπιδρούν. Η τεράστια ανάγκη συμμετοχής στα online κοινωνικά δίκτυα, σε συνδυασμό με την ευκολία χρήσης τους από οπουδήποτε μέσω κινητού τηλεφώνου, έχει προσδώσει τέτοιες προεκτάσεις στην διαδικτυακή ζωή, ώστε να μπορεί ο καθένας να μοιράζεται το που βρίσκεται, τι βλέπει, και τι ακούει ανά πάσα στιγμή. Από την άλλη πλευρά, ο αποδέκτης αυτών των πληροφοριών, ο “φίλος” του πρώτου χρήστη, αλληλεπιδρά μαζί του μέσω συγκεκριμένων τρόπων που ορίζονται από την εκάστοτε εφαρμογή ή ιστοσελίδα. Το κοινωνικό δίκτυο επομένως προσφέρει τη δυνατότητα σε πολλούς χρήστες συγχρόνως να γίνουν αποδέκτες αυτής της εμπειρίας, αλλά και την ίδια στιγμή να συνδεθούν μεταξύ τους μέσα από το γεγονός ότι είναι αποδέκτες της εμπειρίας του «φίλου» του πρώτου χρήστη. Ενώ λοιπόν αναγνωρίσαμε την κοινή θέση [χώρο], ή την κοινή εμπειρία [χρόνο], ως καταλυτικούς παράγοντες στη δημιουργία κοινωνικών δικτύων στον φυσικό χώρο, στα πλαίσια του διαδικτυακού χώρου η αρχιτεκτονική της εκάστοτε διεπαφής μεταξύ χρήστη και εφαρμογής κοινωνικού δικτύου μοιάζει να θέτει τους όρους συνύπαρξης μεταξύ των χρηστών.


Κοινωνική δικτύωση και δημόσιος χώρος

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Η περιγραφή αυτή οδηγεί ήδη στη διαπίστωση μιας ανισότητας μεταξύ ενός χρήστη ηλεκτρονικής επικοινωνίας και της πλατφόρμας που χρησιμοποιεί και η οποία εξ ορισμού θέτει τα όρια αυτής της επικοινωνίας. Συνοψίζοντας, και με αφετηρία τις παραπάνω διαπιστώσεις, συμπεραίνουμε οτι η επιστήμη της Κοινωνικής Δικτύωσης θέτει ως κέντρο της μελέτης της το άτομο, το χρήστη δηλαδή του κοινωνικού δικτύου. Παράλληλα, αναδεικνύει άλλη μια παράμετρο που διαμορφώνει τα κοινωνικά δίκτυα, αυτή του χρόνου, αφού αφορμή δημιουργίας του δικτύου θεωρείται η κοινή εμπειρία των ατόμων στο χρόνο. Ωστόσο, οι “κανόνες” που ορίζουν την αλληλεπίδραση μεταξύ των χρηστών εγείρουν ερωτήματα σχετικά με τα όρια και την επεκτασιμότητα αυτής της επικοινωνίας, ενώ παρόμοιους προβληματισμούς δημιουργούν οι δυναμικές που αναπτύσσονται μεταξύ των χρηστών με όρους (αν)ισότητας. Δεδομένου οτι η κοινωνική δικτύωση αναπτύσσεται σε φυσικό και ψηφιακό χώρο και οτι ο φυσικός χώρος, συμβατικά τουλάχιστον, διακρίνεται σε δημόσιο και ιδιωτικό, στο επόμενο υποκεφάλαιο θα εστιάσω στη σχέση φυσικού, δημόσιου κυρίως, και ψηφιακού χώρου προκειμένου να δικαιολογήσω τη μεθοδολογική επιλογή μου να εξετάσω και τους δύο χώρους μέσα από το πρίσμα των παραμέτρων κοινωνικής δικτύωσης που προαναφέρθηκαν.

25


Ricky: Σου σχεδίασα ένα χάρτη της ζωής μου. Είναι σαν γραμμή του μετρό. Πρώτη στάση, ορφανός στα τρία. Ορφανοτροφείο, δραπέτευση στα οκτώ. Αναμορφωτήριο, ψυχιατρείο στα δεκάξι. Marina: Τι καριέρα! Ricky: Έμαθα διάφορες τέχνες. Ως κλειδαράς ανοίγω πόρτες. Έτσι δραπέτευα, αλλά ξαναγύριζα. Δεν είχα που να πάω και η διευθύντρια με φρόντιζε. Πέρσι γνώρισα εσένα και η ζωή μου άλλαξε. Σκεφτόμουν μόνο εσένα και έγινα φυσιολογικός. Ο δικαστής με εξέτασε και μου έδωσε εξιτήριο. Και ήρθα στο τέλος της διαδρομής. Εσένα.

26

εικ. 6 snapshots από την ταινία “Átame!” [1989] O Ricky, o πρωταγωνιστής της ταινίας αυτής του Pedro Almodóvar, αναπτύσσει μια εμμονή με την νεαρή ηθοποιό Marina την οποία και απαγάγει αποφασισμένος να την κάνει να τον αγαπήσει κι αυτή. Σε μια προσπάθειά του να την προσεγγίσει επιλέγει να της αναπαραστήσει με τη μορφή χάρτη τα σημαντικότερα περιστατικά της ζωής του. Η αναπαράσταση των βιωμάτων του μέσα από το χωρικό εργαλείο του χάρτη μοιάζει να κλείνει το μάτι σε ψυχογεωγραφικές πρακτικές.


Κοινωνική δικτύωση και δημόσιος χώρος

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

δημόσιος και ψηφιακός χώρος

2.2

Για να πραγματευτούμε το ζήτημα του χώρου, θα προσεγγίσουμε την οπτική της Ψυχογεωγραφίας [Psychogeography]. Η Ψυχογεωγραφία ως έννοια πρωτο-εμφανίστηκε το 1955 στα γραπτά του Γάλλου θεωρητικού και συγγραφέα Guy Debord. Αφορά στη μελέτη συγκεκριμένων κανόνων και επιρροών του γεωγραφικού περιβάλλοντος, συνειδητά οργανωμένων ή όχι, πάνω στα συναισθήματα και τη συμπεριφορά των ατόμων. Η ετυμολογία της λέξης προέρχεται από τον συνδυασμό των λέξεων “Ψυχολογία” και “Γεωγραφία”. Όπως επισημαίνει και ο Alexsandar Janicijevic, ο όρος αυτός εκφράζει την αλληλεπίδραση των δύο βασικών υποστάσεων της ανθρώπινης ύπαρξης, της νοητικής και της ψυχικής, με την διανοητική διάδραση σε ένα συγκεκριμένο χώρο.4 Σύμφωνα με τον θεωρητικό της Αρχιτεκτονικής Anthony Vidler, η Ψυχογεωγραφία είναι ένα περίπλοκο μείγμα μνήμης, εμπειρίας, και χώρου, που έγινε δράση από την πολιτικο-καλλιτεχνική ομάδα των Καταστασιακών [Situationists] την δεκαετία του ‘50, ενώ το θεωρητικό της υπόβαθρο διαμορφώθηκε από τον κοινωνιολόγο και φιλόσοφο Henri Lefebvre. Βασισμένοι στη Μαρξιστική σκέψη, και οι δύο ερευνητές επιδίωξαν με τα γραπτά και τη δράση τους τη χειραφέτηση του ατόμου (ως εργάτη και πολίτη), ώστε να αντιστέκεται στις δομές εξουσίας που τυχόν επιβάλλει ο αστικός σχεδιασμός και να διαμορφώνει την πόλη και τις συνθήκες της καθημερινής ζωής του σύμφωνα με τις δικές του ανάγκες. Μια από τις σημαντικότερες συνεισφορές της Ψυχογεωγραφίας και της δράσης των Καταστασιακών στην ανάλυση και την κατανόηση του αστικού τοπίου ήταν η χρήση του εργαλείου της περιπλάνησης ως μεθόδου αναγνώρισης της πόλης.5 Ένα παράδειγμα στο οποίο θα εστιάσουμε αποτελεί ο ψυχογεωγραφικός χάρτης του Debord για το Παρίσι, τον οποίο και ονόμασε Naked City. O Debord, χρησιμοποιώντας την τεχνική του κολάζ, συνδύασε κομμένα τμήματα ενός χάρτη του Παρισιού παρεμβάλλοντας μεταξύ τους κόκκινα βέλη που αντιπροσώπευαν κινήσεις και ροές μεταξύ των τμημάτων αυτών της πόλης.

27

Χ. Λιονουδάκη, Ψυχογεωγραφία - Το αστικό μέλλον μέσα από την ανάγνωση της Πόλης Εμπειρίας, ερευνητική εργασία από το Πολυτεχνείο Κρήτης - Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, 2011 5 Σχετικά πρόσφατη εμφάνιση της περιπλάνησης στη μη-μυθοπλαστική λογοτεχνία στην Ελλάδα αποτελεί το βιβλίο του Χ. Χρυσόπουλου «Φακός στο στόμα» (εκδ. Πόλις, 2012). 4


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

6 Wigney M. & Zegher C., The Activist Drawing: Retracing Situationist Architectures from Constant’s New Babylon to Beyond, The MIT Press, London 2001

εικ. 7 Naked City, Guy Debord

28

Εδώ λοιπόν αναπαρίσταται μια πόλη που μεταλλάσσεται καθώς αποδομείται ο συμβατικός της χάρτης, ενώ τα κομμάτια του επανατοποθετούνται αναδεικνύοντας τα χωρικά τοπία που εμπεριέχουν τα χωροχρονικά βιώματα των πρωταγωνιστών της Ψυχογεωγραφίας. Ο χάρτης έτσι αναδεικνύεται ως μια στρατηγική καταγραφής της εμπειρίας και της επιθυμίας, με την περιπλάνηση να αποτελεί ένα μέσο σχεδίασης στον αστικό καμβά και να λειτουργεί με τρόπο αρκετά παρόμοιο με αυτόν της αυτόματης γραφής.6 Το παραπάνω αστικό πείραμα αντικατοπτρίζει σε μεγάλο βαθμό τη φιλοσοφία των Καταστασιακών. Με στόχο την απομάκρυνση από έναν συνήθη και δεδομένο τρόπο σκέψης, οι Καταστασιακοί προτείνουν τον επαναπροσδιορισμό του δημόσιου χώρου μέσα από δρώμενα που διαταράσσουν την καθημερινή ζωή. Το τρίπτυχο μεταξύ


Κοινωνική δικτύωση και δημόσιος χώρος

δρώμενων-περιβάλλοντος-χρηστών ενεργοποιείται για παράδειγμα μέσα από τεχνικές περιπλανήσεων, μεταστροφής εικόνων και εφεύρεσης παιγνίων στα πλαίσια του δημόσιου χώρου.7 Βλέπουμε λοιπόν ότι, ο δημόσιος χώρος μέσα από το πρίσμα της Ψυχογεωγραφίας και των Καταστασιακών αποκτά μια ξεκάθαρα υποκειμενική υπόσταση, ανάλογη της αντίληψης του κάθε υποκειμένου. Κατ’ επέκταση το υποκείμενο γίνεται ο κύριος διαμορφωτής του χώρου αυτού. Η μη αντικειμενική υπόσταση του δημόσιου χώρου θέτει το ζήτημα της διάκρισής του από τον ιδιωτικό χώρο, δεδομένου ότι και οι δύο εμπεριέχουν το στοιχείο της υποκειμενικότητας. Για το λόγο αυτό θα αναλύσω, έστω εν συντομία, τα λεπτά όρια μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού χώρου. Η ασάφεια που χαρακτηρίζει τα όρια αυτά συνιστούν άλλη μια δυσκολία στον προσδιορισμό της έννοιας του

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Π. Μάντζου, Ξ. Μπήτσικας, Ε. Μανδουλίδου, Η αφήγηση ως εργαλείο σχεδιασμού διαδραστικών εγκαταστάσεων στο δημόσιο χώρο, στο Π. Νικηφορίδης [επιμ.], PUBLIC SPACE - Δημόσιος Χώρος αναζητείται, Cannot Not Design Publications, Θεσσαλονίκη 2011, σελ. 195/197

7

εικ. 8 πορτρέτο πάνω σε χάρτη, Ed Fairburn

29


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

του δημόσιου χώρου όταν επιχειρείται μόνο μέσα από τα φυσικά του χαρακτηριστικά. Ο Γερμανός κοινωνιολόγος και φιλόσοφος Jürgen Habermas είναι από τους πρώτους που θίγουν το ζήτημα της δυσκολίας προσδιορισμού του δημόσιου χώρου. Πιο συγκεκριμένα ήδη στο ξεκίνημα του έργου του “The Structural Transformation of the Public Sphere” αναφέρει:

30

“Οι έννοιες “δημόσιος” και “δημόσια σφαίρα” περιέχουν μια πολλαπλότητα, η οποία επιδέχεται ποικίλες ερμηνείες. Οι έννοιες αυτές εντοπίζονται σε ποικίλες ιστορικές περιόδους, ωστόσο όταν εφαρμόζονται σήμερα υπό τις συνθήκες μιας αστικής κοινωνίας, βιομηχανικά ενισχυμένης και σε κατάσταση κοινωνικής ευημερίας, συγχωνεύονται σε ένα χαώδες αμάλγαμα. Παρά ταύτα, οι ίδιες οι συνθήκες που κάνουν τις έννοιες αυτές να μοιάζουν ακατάλληλες για τη σύγχρονη εποχή, φαίνεται ταυτόχρονα να τις χρειάζονται περισσότερο από ποτέ. Έννοιες όπως “δημόσιο”, “ιδιωτικό”, “δημόσια σφαίρα” και κοινή γνώμη μοιάζει να μην μπορούν να αντικατασταθούν από πιο κατάλληλους όρους τόσο στο κομμάτι της καθημερινής μας γλώσσας, φανερά επηρεασμένης από όρους γραφειοκρατίας και μαζικών μέσων ενημέρωσης, όσο και στον επιστημονικό λόγο τομέων όπως η νομολογία, οι πολιτικές επιστήμες και η κοινωνιολογία. Αρκετά ειρωνικά, ο προβληματισμός πάνω στην αλλαγή των παραπάνω όρων, επιδεινώθηκε από την ίδια την προβληματική που καθιστά την κοινή γνώμη το ερευνητικό της αντικείμενο. Με την εφαρμογή εμπειρικών τεχνικών, το αντικείμενο το οποίο θα έπρεπε να γίνεται αντιληπτό από την κοινή γνώμη αποδομήθηκε σε κάτι άπιαστο. Παρά ταύτα η κοινωνιολογία αρνείται να εγκαταλείψει τις έννοιες αυτές συλλήβδην συνεχίζοντας να μελετά την κοινή γνώμη”.8

Προφανώς, δεν αρκεί να προσδιορίσουμε, μέσα από τον σχεδιασμό, ένα χώρο ως δημόσιο για να εξασφαλίσουμε την ενεργοποίηση δημόσιων συμβάντων σε αυτόν. Οι δημόσιοι χώροι συνήθως ιδιωτικοποιούνται μέσα από την εφαρμογή μέσων ελέγχου σε αυτούς, ενώ παράλληλα οι ιδιωτικοί χώρου επιχειρούν ένα άνοιγμα προς τα κοινωνικά δίκτυα. Είναι μάλλον πιο εποικοδομητικό να δεχτούμε το δημόσιο χώρο ως ένα χωροχρονικό συνεχές, στο πλαίσιο του οποίου φιλοξενείται ο διάλογος, που εκ των πραγμάτων προϋποθέτει τη δικτύωση και τη διάδραση στην ανθρώπινη επικοινωνία. Πρόκειται για την παραδοσιακή μορφή χωροχρονικού συνεχούς που διαμορφώνει δημόσιο χώρο, δηλαδή συμπίπτει με την υλική διάσταση μιας πλατείας ή μιας αίθουσας συναντήσεων, και που είναι τοπικά ορισμένος. Η προσέγγιση του δημόσιου χώρου ως χωροχρονικού συνεχούς καλύπτει και τον διάλογο που αναπτύσσεται από τις σύγχρονες τεχνολογίες της πληροφορικής: διαδικτυακές αίθουσες συζήτησης [chat-rooms], συστήματα τηλεδιάσκεψης, ανοικτά blog και λογισμικά 8 Habermas J., The Structural Transformation of the Public Sphere, an Inquiry into a Category of Bourgeois Society, εκδ. The MIT Press, Cambridge Massachusetts 1991


Κοινωνική δικτύωση και δημόσιος χώρος

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

συζήτησης μέσω υπολογιστών [msn, skype κλπ.] επιτρέπουν σε ανθρώπους απομακρυσμένους μεταξύ τους και από γεωγραφικά διάσπαρτους τόπους να εμπλακούν σε αυτό το χωροχρονικό συνεχές.9 Συχνά, η σύγχρονη αντιμετώπιση του δημόσιου χώρου δεν διαφοροποιεί την φυσική από την ψηφιακή υπόστασή του, τις οποίες θεωρεί ως δύο διαφορετικές εκφάνσεις, που, αντί να διαχωρίζονται, ενώνονται μέσω της δομικής διαφοράς των φύσεων και των διαστάσεών τους.10 Η οικειοποίηση του ψηφιακού χώρου με χωρικό τρόπο, καθώς και η επίδρασή του πάνω στον φυσικό χώρο, έχουν μάλιστα οδηγήσει στο ερευνητικό συμπέρασμα ότι δεν είναι καν εφικτή η χωριστή εξέταση της ψηφιακής και της πραγματικής του διάστασης. Για τον αυστραλιανό αρχιτέκτονα και καθηγητή του MIT William J. Mitchel μάλιστα, οι ορισμοί της αρχιτεκτονικής και του αστικού σχεδιασμού οφείλουν να συμπεριλαμβάνουν τον ψηφιακό χώρο ισάξια με τον φυσικό, σε βαθμό που η διασυνδεσιμότητα, με την έννοια της τηλεπικοινωνίας να εξετάζεται με όρους παρόμοιους με εκείνους που χρησιμοποιούνται για το δίκτυο των μέσων μαζικής μεταφοράς ή της κυκλοφορίας πεζών.11 Έτσι το εικονικό και το πραγματικό παρουσιάζονται ως δύο χώροι ομόκεντροι, όπου το εικονικό και “άπειρο” κομμάτι αποτελεί το υποσύνολο του πραγματικού, συγκεκριμένου και πεπερασμένου συνόλου. Σύμφωνα με τον López-Galiacho, “το εικονικό-ψηφιακό κατοικούσε μέσα στο πραγματικό, τρεφόταν από αυτό, το αλληλο-τροφοδοτούσε και το εξέλισσε”.12 Μιλάμε λοιπόν για έναν υβριδικό χώρο, εικονικού και πραγματικού, όπου οι συνάψεις και οι διασυνδέσεις περνούν από το ένα επίπεδο στο άλλο, μεταλλάσσοντας την ιδέα και τα όρια του δημόσιου χώρου. Η επικοινωνία που επιτυγχάνεται στο ψηφιακό κόσμο δε βασίζεται στην χωρική συνύπαρξη των συμμετεχόντων. Πολύ απλά, κάθε χρήστης μπορεί 9 Κ. Θεολόγου, Α. Βενέτη, Υλικός και άυλος δημόσιος χώρος: Η εννοιολόγηση του ελληνικού “priblic”, στο Π. Νικηφορίδης [επιμ.], PUBLIC SPACE - Δημόσιος Χώρος αναζητείται, Cannot Not Design Publications, Θεσσαλονίκη 2011, σελ. 27/29 10 Μ. Γρηγοριάδου, Δημόσιοι ψηφιακοί χώροι, ένας συνδεμένος αλληλεπιδρών κόσμος, στο Π. Νικηφορίδης [επιμ.], PUBLIC SPACE - Δημόσιος Χώρος αναζητείται, Cannot Not Design Publications, Θεσσαλονίκη 2011, σελ. 109/112 11 Mitchell W. J., e-topia - Urban life Jim, but not as we know it, The MIT Press, 1999 12 López-Galiacho Ε., Arquitecturas hibridas a ambros lados dl espejo. Superposiciones y Transaparencias entre lo real, εισήγηση στο συνέδριο Congreso International Ciber@ rt, Βαλέντσια 1996 [link: http://www.emiliogaliacho.com/LaPielCapazOrigen.htm]

31


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

να βρίσκεται στο σπίτι του, το δωμάτιό του, ή αυτόν που ορίζει ο ίδιος ως τον απόλυτα ιδιωτικό του χώρο, όπου πιθανώς μάλιστα να ενοχλείτο από την παραβίασή του από τρίτους, ωστόσο, μέσω του υπολογιστή ή του κινητού του, μπορεί να είναι ταυτόχρονα σε επαφή με εκατομμύρια άλλους “απομονωμένους” χρήστες. Ο “συνδεδεμένος” χρήστης αναπτύσσει δραστηριότητες που είναι αυτόματα συνυφασμένες με την δημόσια σφαίρα. Για παράδειγμα, κάθε χρήστης μπορεί να ψωνίζει στον δημόσιο χώρο, να επικοινωνεί με τους φίλους του, να δουλεύει, ή να εκπαιδεύεται από το σπίτι. Έτσι, ο χρήστης εμπλέκεται σε δραστηριότητες δημόσιου χαρακτήρα χωρίς την φυσική του απομάκρυνση από τον ιδιωτικό του χώρο. Αυτό αυτομάτως επαναπροσδιορίζει τη χωρική έννοια της ιδιωτικότητας και δημιουργεί προβληματισμούς ως προς τα όρια που μπορεί να θέσει ο χρήστης απέναντι στην “έκθεσή του στον ψηφιακό κόσμο”.

32

Μια άλλη έκφανση των θολών γραμμών μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού δίνουν οι κοινές συνομιλίες [group conversation] στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η δυνατότητά αυτή συγχέει τη διαπροσωπική με την μαζική επικοινωνία με τρόπο που εν τέλει αναιρεί και τις δύο. Για παράδειγμα όταν οι χρήστες συμμετέχουν σε ένα ανοιχτό forum, η συζήτηση που έχουν μεταξύ τους είναι μεν διαπροσωπική, παρά ταύτα ανοιχτή στα υπόλοιπα μέλη του forum και ταυτόχρονα μαζική γιατί μπορεί να την διαβάσει οποιοσδήποτε. Παράλληλα, η χρήση των νέων τεχνολογιών δημιουργεί και άλλα παράδοξα, όπως είναι οι χρήστες που ανεβάζουν προσωπικές τους πληροφορίες σε -επι της ουσίαςδημόσια, ψηφιακά κοινωνικά δίκτυα, η δυνατότητα να έχουμε στο κινητό μας ιδιωτικές συνομιλίες ενώ περιδιαβαίνουμε δημόσιους χώρους, ή η χρήση του κινητού μας ή του υπολογιστή μας ακόμη και στις πιο “ιδιωτικές” μας περιοχές μέσα στο ήδη αρκετά “ιδιωτικό” σπίτι μας.13 Από τη συζήτηση που προηγήθηκε στις δύο αυτές υποενότητες προκύπτει η ταυτοποίηση των βασικών παραμέτρων που φαίνεται να καθορίζουν την αντίληψη του δημόσιου χώρου. . Υπό το πρίσμα της Ψυχογεωγραφίας, πρώτον, αναδεικνύεται η υποκειμενική διάσταση του δημόσιου χώρου 13

N. K. Baym, Personal Connections in the Digital Age, POLITY, 2010


Κοινωνική δικτύωση και δημόσιος χώρος

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ανάλογα με τους χρήστες του, δεύτερον, το ζήτημα της διάκρισης δημόσιου και ιδιωτικού χώρου αποκαλύπτει προβληματισμούς σχετικά με τα όρια του δημόσιου χώρου και την άσκηση εξουσίας μέσα σε αυτόν, και τέλος, τρίτον, η εξέταση του δημόσιου χώρου ως χωροχρονικού συνεχούς ορίζει το χρόνο ως την τέταρτη και αναπόσπαστη διάστασή του. Αυτές οι παράμετροι θα καθορίσουν την μελέτη των χαρακτηριστικών του δημόσιου χώρου και της κοινωνικής δικτύωσης. Στο πλαίσιο της παρούσας ερευνητικής εργασίας, η επιλογή των ιδίων παραμέτρων για την ανάλυση χαρακτηριστικών δημόσιου χώρου και κοινωνικής δικτύωσης αιτιολογείται από το γεγονός οτι η κοινωνική δικτύωση αναπτύσσεται σε φυσικό, δημόσιο και ψηφιακό χώρο, και επομένως είναι θεμιτή, και επιθυμητή η σύγκρισή τους με βάση κάποια κοινά χαρακτηριστικά.

33


3. Κοινά χαρακτηριστικά κοινωνικών δικτύων και δημόσιου χώρου

Στο μέρος αυτό θα προχωρήσω στην επεξεργασία των θεωρητικών όρων που θα χρησιμεύσουν στη συζήτηση του θέματος και στην επίτευξη των στόχων της παρούσας εργασίας. Πιο συγκεκριμένα, θα αποπειραθώ να συσχετίσω χαρακτηριστικά και ιδιότητες των κοινωνικών δικτύων με αντίστοιχα που βιβλιογραφικά εντοπίζονται στην ανάλυση του δημόσιου χώρου. Η επιλογή των συγκεκριμένων χαρακτηριστικών έχει γίνει με βιβλιογραφικά κυρίως κριτήρια, αλλά και επειδή ανταποκρίνονται σε προσωπικούς μου προβληματισμούς σχετικά με το θέμα της παρούσας μελέτης. Η υπόθεση εργασίας μου είναι οτι, στο βαθμό που η ανάλυση των χαρακτηριστικών αυτών αποκαλύπτει αξιοποιήσιμες πτυχές της αλληλεπίδρασης κοινωνικών δικτύων και δημόσιου χώρου, η επιλογή τους είναι αιτιολογημένη.

34

3.1

η παράμετρος του χρήστη

Μια δημοφιλής, αυστηρή κριτική των πολεοδομικών παρεμβάσεων της δεκαετίας του ‘80 εστιάζει στο γεγονός ότι τα ζητήματα του δημόσιου χώρου εξετάζονταν χωριστά από την παράμετρο του χρήστη. Πιο συγκεκριμένα, οι πρακτικές αυτές αποσκοπούσαν στην αντιμετώπιση της κρίσης του αστικού χώρου μέσα από τον πολεοδομικό σχεδιασμό. Ο απλός χαρακτηρισμός ενός σχεδιασμένου χώρου ως “δημοσίου” αρκούσε για να φανταστεί κανείς να συμβαίνουν σε αυτόν “δρώμενα” πολιτών που ανήκουν στο ίδιο “άστυ” [cite] με νομιμοποιητική παραπομπή στην αρχαία δημοκρατία. Συνεπώς, ο χαρακτηρισμός “δημόσιος” δρούσε νομιμοποιητικά πολεοδομικών επεμβάσεων, που υποστήριζαν ότι μέσω του σχεδιασμού είναι δυνατόν να δημιουργηθούν κοινότητες εκ του μηδενός. Ο σχεδιασμός του χώρου προηγείτο της δημιουργίας του κοινωνικού υποκειμένου που θα τον κατοικήσει, ακόμα περισσότερο, του ανατίθετο η δημιουργία αυτού του υποκειμένου.14 14 Δ. Παπαλεξόπουλος, Από τον δημόσιο χώρο στον κοινό χώρο μέσω του δικτυακού παραδείγματος, στο Π. Νικηφορίδης [επιμ.], PUBLIC SPACE - Δημόσιος Χώρος αναζητείται, Cannot Not Design Publications, Θεσσαλονίκη 2011, σελ. 341-343


Αντιθετικά λοιπόν με την παραπάνω λογική, και όπως επισημαίνει ο Lynch, η σύγχρονη προβληματική που αναπτύσσεται σε σχέση με την ταυτότητα του δημόσιου χώρου λαμβάνει, κατά κύριο λόγο, υπόψη της τη σχέση του με τους χρήστες, με τους οποίου βρίσκεται σε απόλυτη αλληλεξάρτηση. Με την έννοια «χρήστης» εννοούμε οποιονδήποτε αλληλεπιδρά με το χώρο με οποιονδήποτε τρόπο, π.χ. αν ζει σε αυτόν, αν εργάζεται, αν περνάει από αυτόν, αν τον φροντίζει, τον ελέγχει, ή κερδίζει από αυτόν, αν τον ονειρεύεται κάπως, ή ακόμη κι αν του δημιουργεί με κάποιο τρόπο πρόβλημα.15 Σταδιακά, λοιπόν, πραγματοποιήθηκε μια μετάβαση από τον όρο “δημόσιος χώρος” στον περισσότερο πολιτικά ορθό όρο “κοινός χώρος” [espace commun], γεγονός που υποδήλωνε μια σχέση διάδρασης των χρηστών, τόσο με τον χώρο όσο και μεταξύ τους. Θέτοντας τον χρήστη στο επίκεντρο του προβληματισμού, αντιλαμβανόμαστε ότι ο κοινός χώρος συγκροτείται μέσα από την σχέση των μονάδων που συνυπάρχουν σε αυτόν. Κάθε χρήστης δρα υποκειμενικά, ενώ κάθε δράση του από τη μία ενέχει μια χωρική διάσταση που είναι παρούσα στην εσωτερικότητά του χρήστη, στις προθέσεις του, στην στρατηγική του και στον λόγο του, και από την άλλη διαμορφώνει, επηρεάζει και αποτυπώνεται στον κοινό χώρο. Αυτή η αλληλεπίδραση μεταξύ χρήστη και χώρου, αφενός μεν οδηγεί στην διευθέτηση του χώρου, αφετέρου δε στον προσδιορισμό της ταυτότητας του χρήστη. Με αυτό σαν αφετηρία συλλογισμού γίνεται αντιληπτό ότι δεν υφίσταται ένας a priori χώρος οπότε δεν αρκεί ο χαρακτηρισμός “δημόσιος χώρος” για να έχει ένας χώρος ουσιαστική δημόσια υπόσταση. Η ένταξη της παραμέτρου του χρήστη στην έννοια του κοινού χώρου, υποδεικνύει την εξέλιξη στον μέχρι τώρα νοούμενο ρόλο του, γεγονός στο οποίο έχουν αδιαμφισβήτητα συντελέσει τα νέα μέσα φορητής επικοινωνίας. Ο άνθρωπος, ως “πληροφοριακό” ον, ανταλλάσει συνεχώς πληροφορίες με το περιβάλλον του, καθιστώντας το σώμα του τη διεπαφή που επιτυγχάνει αυτή την επικοινωνία. Η προσθήκη των νέων μέσων φορητής επικοινωνίας σε αυτό το σύστημα διεπαφής, μεταλλάσει την αντιληπτική ικανότητα του ανθρώπου επηρεάζοντας τη σωματική 15

Lynch K. & Hack G., Site Planning, The MIT Press, 1984, σελ. 67

35


36

εικ. 9 πλάνο από την ταινία “Her” [2013] O πρωταγωνιστής της ταινίας Theodore ξεκινά να αναπτύσσει μια ιδιαίτερη σχέση με το λειτουργικό σύστημα του κινητού του θέλοντας να καλύψει τη μοναξιά του. Έχοντας βρει μια “φίλη” στο κινητό του τηλέφωνο λοιπόν, μοιράζεται μαζί της νέες εμπειρίες, αναπόσπαστος πλέον από την συσκευή του.


Κοινά χαρακτηριστικά των Κοινωνικών Δικτύων και του Δημόσιου Χώρου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

και βιωματική σχέση του με τα χωρικά δεδομένα. Αποτέλεσμα είναι ο φυσικός χώρος επικοινωνίας, διαλόγου και κοινωνικοποίησης να μετασχηματίζεται σε έναν τεχνολογικά επαυξημένο τόπο, μια ετεροτοπία δηλαδή κατά τον Foucault όπως θα δούμε και παρακάτω, όπου οι δραστηριότητες αποχωροθετούνται και απο-εδαφοποιούνται.16 Μια σημαντική οπτική σε σχέση με το ρόλο του χρήστη στα κοινωνικά δίκτυα δίνει ο Ισπανός κοινωνιολόγος Manuel Castells. Στο έργο του “ Communication Power - Power in the Network Society”, εστιάζει στην άσκηση και την ανταλλαγή εξουσίας ως αναπόσπαστο κομμάτι της λογικής και της δυναμικής των δικτύων παγκοσμίως. Στο πλαίσιο αυτό, ο Castells εξηγεί τον καταλυτικό ρόλο των μελών κάθε δικτύου, αφενός μεν στη συσχέτιση δυνάμεων, αφετέρου δε και στη διαμόρφωση της δομής τους. Αναλυτικότερα, παρουσιάζονται δύο είδη χρηστών, ο “social actor” και ο “switcher”17: η δημιουργία ενός δικτύου ξεκινάει πρωτίστως από τα άτομα τα οποία, αναπτύσσοντας δεσμούς, σχηματίζουν το δίκτυο και τότε χαρακτηρίζονται ως κοινωνικώς ενεργά μέλη του δικτύου [social actors]. Στη συνέχεια όμως, η συνεργασία και η κατανομή δύναμης μεταξύ διαφορετικών δικτύων βρίσκεται στα χέρια των “switchers”, οι οποίοι λόγω της μεταβατικής τους θέσης μεταξύ δικτύων ασκούν και τη μεγαλύτερη επιρροή πάνω σε αυτά. Η παραπάνω κατηγοριοποίηση κατά τον Castells έχει ιδιαίτερη αξία αν αντιμετωπίσουμε τα δίκτυα ως ένα πεδίο δυνάμεων και διαρκών αλληλο-συσχετισμών. Για το λόγο αυτό θα επανέλθω σε αυτή του τη διάκριση μεταξύ χρηστών, όταν θα εξετάσω με μεγαλύτερη λεπτομέρεια την παράμετρο της ανισότητας στα κοινωνικά δίκτυα και το δημόσιο χώρο. Στο σημείο αυτό όμως θα ήθελα να επισημάνω την κατά τη γνώμη μου κρίσιμη αλληλεπίδραση χαρακτηριστικών των κοινωνικών δικτύων και του δημόσιου χώρου, όπως αυτά του χρήστη και της (αν)ισότητας, που διαλεκτικά ορίζουν τη δυναμική που αναπτύσσεται μέσα σε αυτά. Π. Αθαναηλίδη, Κινητό τηλέφωνο: το τηλεχειριστήριο της πόλης, στο Π. Νικηφορίδης [επιμ.], PUBLIC SPACE - Δημόσιος Χώρος αναζητείται, Cannot Not Design Publications, Θεσσαλονίκη 2011, σελ. 345/348 17 συμβολικά θα μπορούσαμε να μεταφράσουμε τους όρους ως “social actor: κοινωνικός δράστης” και “switcher: μετατροπέας, μετασχηματιστής” 16

37


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

εικ. 10 NoPhone, The NoPhone Team Οι εμπνευστές της καμπάνιας Van Gould, Ingmar Larsen και Ben Langeveld αναφέρουν ότι δημιούργησαν το NoPhone ως ένα μέσο για να σατυρίσουν τον εθισμό του σύγχρονου ανθρώπου στα smartphone. Έτσι το NoPhone φιλοδοξεί ουσιαστικά να αποτελέσει ένα μέσο κριτικής στην λαίλαπα του εθισμού του κόσμου στην τεχνολογία.

Η διαμόρφωση της ταυτότητας του χρήστη στα κοινωνικά δίκτυα και το δημόσιο χώρο φωτίζεται μέσα από την οπτική ενός άλλου θεωρητικού μοντέλου που εισηγείται ο Pierre Lévy και ιδιαίτερα από τη θέση του περί δυνητικής πραγματικότητας. Ο Γάλλος φιλόσοφος περιγράφει την δυνητικότητα, το “εν δυνάμει” δηλαδή, ως μια κατάσταση που είναι διαφορετική από το “εν ενεργεία”. Για παράδειγμα, το δέντρο είναι δυνητικά παρόν μέσα στο σπόρο. Το δυνητικό, είναι όπως ένας κόμβος τάσεων που συνοδεύει μια κατάσταση, ένα συμβάν, και οδηγείται προς μια διαδικασία επίλυσης, την ενεργοποίηση. Η δυνητικοποίηση ως ενέργεια, έχει να κάνει με μια μετάβαση, μια έξοδο από το εδώ, μια διαδικασία αποτοπικοποίησης και παρουσιάζεται ως κύριος φορέας δημιουργίας πραγματικότητας.18 18

38

Pierre Lévy, Qu’est-ce que le virtuel, La Découverte, Paris 1995


Κοινά χαρακτηριστικά των Κοινωνικών Δικτύων και του Δημόσιου Χώρου

Πιο εξειδικευμένα, ο όρος “δυνητική πραγματικότητα” θα μπορούσε να παρομοιαστεί με το φαινόμενο κατά το οποίο η σκέψη του ομιλητή την ώρα της συνομιλίας δεν βρίσκεται στον τόπο που βρίσκεται κι ο ίδιος σωματικά, αλλά έχει μεταφερθεί νοητικά στον τόπο του συνομιλητή του. Το φαινόμενο αυτό, αναιρώντας την ανάγκη της φυσικής παρουσίας ως προϋπόθεσης για την επικοινωνία, προσφέρει μεν μεγαλύτερο έλεγχο πάνω στην κοινωνική μας σφαίρα, ωστόσο εισάγει νέους τρόπους ελέγχου, παρακολούθησης και επιπλέον περιορισμούς όπως θα δούμε παρακάτω.19 Αρχικά πάντως, διαφαίνεται ότι αν τα κοινωνικά δίκτυα εξεταστούν ως μια δυνητική πραγματικότητα, το εκάστοτε μέλος μπορεί από οποιαδήποτε θέση να τροφοδοτήσει και να αλληλεπιδράσει με το δίκτυο στο οποίο ανήκει, ή με παραπλήσια σε αυτό δίκτυα. Μάλιστα, ο Pierre Lévy κάνει λόγο για “συλλογική ευφυΐα”, η οποία είναι αποτέλεσμα της συγκέντρωσης του νου πολλών χρηστών στον ψηφιακό χώρο και η οποία θα επικυρώνει την συνεισφορά καθενός από τους χρήστες αυτούς.20 Εφόσον λοιπόν εξ ορισμού ένα κοινωνικό δίκτυο μπορεί να νοηθεί μόνο με την απόλυτη προϋπόθεση της αλληλεπίδρασης μεταξύ των μελών του, προκύπτει συνεκδοχικά ότι τα ίδια τα μέλη δομούν το δίκτυο και το διαμορφώνουν καθοριστικά κατέχοντας μια θεωρητικά άυλη θέση μέσα σε αυτό, πολύ παρόμοια δηλαδή με την συνθήκη που περιγράψαμε πριν αναφορικά με κάθε χρήστη του δημόσιου χώρου. Όπως λοιπόν η ταυτότητα του χρήστη του δημόσιου χώρου επηρεάζει και επηρεάζεται από αυτόν, έτσι και η κοινωνική δικτύωση αναδεικνύει την ταυτότητά του διαδικτυακού χρήστη, ενώ μεταβάλλεται από αυτόν. Με τη διαδικτυακή επικοινωνία οι άνθρωποι μπήκαν στην διαδικασία αναπαραγωγής του μοντέλου του πραγματικού, μηεικονικού κοινωνικού δικτύου στο οποίο ανήκουν, μέσα από την πλατφόρμα που τους επιτρέπουν διάφορες σελίδες κοινωνικής δικτύωσης. Τα άτομα μεταφέρουν αυτούσια τα στοιχεία της προσωπικότητάς τους στην ψηφιακή ταυτότητα που δημιουργούν, στη συνέχεια επιβεβαιώνουν την σύνδεσή τους με τις ψηφιακές ταυτότητες που έχουν δημιουργήσει αντίστοιχα οι φίλοι τους, και από εκεί N. K. Baym, Personal Connections in the Digital Age, POLITY, 2010 P. Lévy, Collective Intelligence: Mankind’s Emerging World in Cyberspace, Plenum Trade, 1999

19 20

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

39


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

και πέρα ξεκινά μια αλληλεπίδραση που, βάσει της πλατφόρμας, αντιστοιχεί σε ένα νεύμα, ένα σχόλιο, ή την επανα-δημοσίευση μιας πληροφορίας που μεταδόθηκε διαδικτυακά. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι, σύμφωνα με στοιχεία έρευνας που αναφέρουν οι Christakis και Fowler, η ψηφιακή ταυτότητα [avatar 21] των ατόμων φαίνεται να ακολουθεί πρότυπα συμπεριφοράς που υπάρχουν και στον πραγματικό κόσμο. Πιο συγκεκριμένα, οι ερευνητές εκχώρησαν σε εθελοντές ψηφιακές ταυτότητες ανεξάρτητες με τα φυσικά χαρακτηριστικά κάθε εθελοντή. Οι εθελοντές, αν και δεν μετέφεραν την προσωπικότητά τους ανεξαρτήτως του avatar που τους εκχωρήθηκε, ανταποκρίθηκαν ωστόσο στα κοινωνικώς αποδεκτά πρότυπα που ορίζονται σε κάθε περίπτωση: τα ελκυστικότερα avatars έδειχναν περισσότερη αυτοπεποίθηση στην επικοινωνία τους, ενώ τα πιο απλά avatars κρατούσαν μεγαλύτερη απόσταση από το συνομιλητή τους.22

40

Οι παραπάνω παρατηρήσεις και τα στοιχεία οδηγούν αρχικά στο συμπέρασμα οτι η ψηφιακή πραγματικότητα τείνει να αναπαράγει δομές και λειτουργίες του βιωμένου χώρου, ενώ διαμορφώνει και διαμορφώνεται από τους χρήστες της. Στο βαθμό που αυτό είναι θεμιτό, μπορεί να υποθέσει κανείς ότι υπάρχει διεπίδραση μεταξύ των δύο συστημάτων και επομένως να συσχετίσει χαρακτηριστικά και ιδιότητες των κοινωνικών δικτύων με αντίστοιχα που εντοπίζονται στην ανάλυση του δημόσιου χώρου, ομοίως και των χαρακτηριστικών των χρηστών των κοινωνικών δικτύων με αυτούς τους δημοσίου χώρου. 21 Η λέξη “avatar ” άρχισε να χρησιμοποιείται στο χώρο της επιστημονικής φαντασίας και στα παιχνίδια ρόλων, στις αρχές της δεκαετίας του ‘90. Προέρχεται από την σανσκριτική λέξη avatára [στα Σανσκριτικά: अवतार], που σημαίνει ενσαρκωμένος θεός. Το avatar υπάρχει για να μπορεί να δρά, να βιώνει καταστάσεις, να μεταμορφώνεται, να ζει ζωές που το κυρίαρχο “εγώ” στον φυσικό κόσμο δεν επιτρέπει. Αποτελεί την ψηφιακή εκδοχή του “ετερώνυμου”, του “άλλου”, που τόσο σημαντικό ρόλο έχει παίξει στην εξέλιξη του πολιτισμού. 22 Christakis N. A. & Fowler J. H., Συνδεδεμένοι - Η εκπληκτική Δύναμη των Κοινωνικών Δικτύων και πώς αυτά διαμορφώνουν την ζωή μας, εκδ. Κάτοπτρο, Αθήνα 2010, σελ. 343


Κοινά χαρακτηριστικά των Κοινωνικών Δικτύων και του Δημόσιου Χώρου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

41

εικ. 11 η μάσκα “DreamMask“ από την ταινία “Die Another Day” [2002] Στο “Die Another Day” o αντίπαλος του James Bond χρησιμοποιεί αυτή τη φουτουριστική μάσκα για να αλλοιώσει τα χαρακτηριστικά του προσώπου του ώστε να μην τον αναγνωρίσει ο 007. Αλληγορικά, λοιπόν ο “κακός” δημιουργεί ένα avatar του εαυτού του που στη συνέχεια χρησιμοποιεί στο φυσικό χώρο.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

3.2

42

χρονική μεταβολή

Μια προσέγγιση σε σχέση με τα κοινωνικά δίκτυα που προτείνουν οι Holldobler και Wilson αφορά στην αντιμετώπισή τους ως ενός ανθρώπινου υπεροργανισμού. Ο όρος αυτός γίνεται κατανοητός στην πράξη με “το παράδειγμα της μυρμηγκοφωλιάς”: μια αποικία μυρμηγκιών παρουσιάζει ιδιότητες που δεν διαθέτουν τα ίδια τα μυρμήγκια, αλλά που προκύπτουν από τις αλληλεπιδράσεις και τη συνεργασία μεταξύ τους. 23 Αντίστοιχα, τα κοινωνικά δίκτυα που δημιουργούν οι άνθρωποι έχουν τη δική τους ζωή. Μεγαλώνουν, αλλάζουν, αναπαράγονται, επιβιώνουν, και πεθαίνουν. Έτσι, ένα κοινωνικό δίκτυο αποκτά ιδιότητες υπεροργανισμού με τη δική του ανατομία, φυσιολογία, δομή και λειτουργία, επιτυγχάνοντας εν τέλει στόχους που δε θα μπορούσε να επιτελέσει κάθε άτομο μεμονωμένα. Σύμφωνα με την παραπάνω θεώρηση του κοινωνικού δικτύου ως υπεροργανισμού, έχει διαπιστωθεί ότι τα κοινωνικά δίκτυα διαθέτουν αφενός μεν μνήμη της δομής τους, δηλαδή ότι μένουν ανέπαφα ακόμη κι όταν οι άνθρωποι έρχονται και παρέρχονται, αφετέρου δε μνήμη της λειτουργίας τους, με την έννοια ότι διατηρούν με τον ίδιο τρόπο έναν «πολιτισμό». Μεταβολές που μπορεί να συμβαίνουν επηρεάζοντας τη δομή ενός κοινωνικού δικτύου, επηρεάζουν επίσης και τα μέλη ενός δικτύου που προσπαθούν συχνά να «απορροφηθούν» μέσω ενός συστήματος αυτο-προσαρμογής. Τα μέλη λοιπόν ενός κοινωνικού δικτύου φαίνεται να διέπονται από στοιχειώδεις κανόνες εντροπίας, σε μια προσπάθεια να συντηρήσουν το δίκτυό τους ανέπαφο στο χρόνο και με την ελπίδα της διαιώνισης του δικτύου, ενδεχομένως και για διάστημα μεγαλύτερο από το διάστημα συμμετοχής τους σε αυτό. Αν θεωρήσουμε μια οικογένεια ως παράδειγμα κοινωνικού δικτύου, παρατηρούμε οτι οι μεγαλύτεροι συντηρούν και ενισχύουν τις σχέσεις των παιδιών μεταξύ τους [αδέλφια, ξαδέλφια] με την προοπτική οι δεσμοί του “οικογενειακού” δικτύου να διατηρηθούν και στο μέλλον, ακόμη και με αυτούς απόντες. 23 Holldobler B. & Wilson E. O., The Superorganism: The Beauty, Elegance and Strangeness of Insect Societies, εκδ. W. W. Norton, New York 2009


Κοινά χαρακτηριστικά των Κοινωνικών Δικτύων και του Δημόσιου Χώρου

Η άρρηκτη σχέση του δημόσιου χώρου με την έννοια του χρόνου και, πιο συγκεκριμένα, με την έννοια της συνέχειας και την “διαχρονικότητας” διατυπώνεται ξεκάθαρα στο έργο της Hannah Arendt “Η Ανθρώπινη Κατάσταση”. Στο βιβλίο αυτό, η φιλόσοφος διακρίνει τρεις κατηγορίες στις οποίες υπόκειται το ανθρώπινο είδος και με τις οποίες προσπαθεί να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ οντολογικών και κοινωνικών δομών. Οι κατηγορίες αυτές είναι ο “μόχθος” [labor], η “εργασία” ή το “έργο” [work] και η δράση [action]. Ο μόχθος και η εργασία αποδίδονται στην “κοινωνική” σφαίρα, ενώ η ανθρώπινη κατάσταση της δράσης ανήκει στην “πολιτική” σφαίρα, την οποία η Arendt διακρίνει σε υπαρξιακή και αισθητική. Κατά την Arendt η έννοια “μόχθος” [labor] αντιστοιχεί με την εργασία της ανθρώπινης βιοπάλης [τον κόπο που καταβάλουμε για να διασφαλίσουμε τα “προς το ζειν”], αντιπροσωπεύει τη δημιουργία που αφήνουμε πίσω μας και που υπερβαίνει το περιορισμένο χρονικό διάστημα του ανθρώπινου βίου, είναι έργο-κληρονομιά για τις γενιές που ακολουθούν και σύμβολο διαιώνισης του είδους. Μέσα στην σφαίρα αυτή, η Arendt συγκαταλέγει κατηγορηματικά και την Αρχιτεκτονική.24 εικ. 12 Facades, Johanna Mårtensson Η designer στο project αυτό σχεδίασε μια πόλη την οποία στη συνέχεια κατασκεύασε χρησιμοποιώντας ως υλικό το ψωμί. Τους επόμενους έξι μήνες, η Mårtensson φωτογράφιζε της αποσύνθεση της πόλης θέλοντας εν τέλει να σχολιάσει τη φθαρτότητα των πόλεων και να κάνει μια εικαστική πρόβλεψη της αποδόμησης του αστικού χώρου προϊόντος του χρόνου

24 Π. Νικηφορίδης, PUBLIC SPACE - Δημόσιος Χώρος αναζητείται, Cannot Not Design Publications, Θεσσαλονίκη 2011, πρόλογος Η. Ζέγγελη

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

43


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η θεωρία της πολιτικής δράσης θέτει ως προϋπόθεση την ύπαρξη ενός “δημόσιου χώρου”, όπως διαπιστώνουμε από τα παρακάτω αποσπάσματα του έργου της Arendt:

“Η ύπαρξη μιας δημόσιας σφαίρας και ο παρεπόμενος μετασχηματισμός του κόσμου σε μια κοινότητα πραγμάτων, η οποία συγκεντρώνει τους ανθρώπους και τους συνδέει μεταξύ τους, στηρίζεται ολοκληρωτικά στη διάρκεια. [...] Αν ο κόσμος πρόκειται να περιλαμβάνει ένα δημόσιο χώρο, αυτός δε μπορεί να οικοδομείται μόνο από μια γενεά και να σχεδιάζεται μόνο για τους ζώντες: πρέπει να υπερβαίνει το χρονικό διάστημα της ζωής των θνητών. Χωρίς αυτήν την υπέρβαση σε μια δυνάμει επίγεια αθανασία, καμία πολιτική, με την αυστηρή έννοια της λέξης, κανένας κοινός κόσμος και κανένας δημόσιος χώρος δεν είναι δυνατός. Ο κοινός κόσμος είναι ο χώρος στον οποίο μπαίνουμε όταν γεννιόμαστε, και ο χώρος τον οποίο αφήνουμε πίσω μας όταν πεθαίνουμε. Υπερβαίνει το χρόνο της ζωής μας, τόσο προς το παρελθόν όσο και ως προς το μέλλον• υπήρχε πριν έλθουμε και θα διαρκέσει περισσότερο από τη σύντομη διαδρομή μας σε αυτόν. Είναι ό,τι έχουμε από κοινού όχι μόνο με όσους ζουν μαζί μας αλλά και με όσους υπήρξαν εδώ πριν, όπως και με όσους θα έλθουν μετά από εμάς. Αλλά ένας τέτοιος κοινός κόσμος μπορεί να επιβιώσει των ερχόμενων και απερχόμενων γενεών μόνο στο βαθμό που εμφανίζεται δημοσίως. Ακριβώς αυτή η “δημοσιότητα” της δημόσιας σφαίρας μπορεί να ενσωματώσει και να εξυμνήσει, δια μέσου των αιώνων, οτιδήποτε θελήσουν ίσως οι άνθρωποι να διασώσουν από την φυσική φθορά του χρόνου.”25

44

Η αυτο-συντήρηση με στόχο την εξασφάλιση διάρκειας στο χρόνο είναι ένα χαρακτηριστικό του δημόσιου χώρου που σχετίζεται άμεσα με την οικειότητα των χρηστών με τον χώρο. Αν ανατρέξουμε στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν, στο παράδειγμα της αστικής αυλής ως βασικού αρχιτεκτονικού προτύπου κατοίκησης μιας συγκε-

Π. Νικηφορίδης, PUBLIC SPACE - Δημόσιος Χώρος αναζητείται, Cannot Not Design Publications, Θεσσαλονίκη 2011, πρόλογος Η. Ζέγγελη Arendt H., The Human Condition, εκδ. The University of Chicago Press, 1998

24

25


Κοινά χαρακτηριστικά των Κοινωνικών Δικτύων και του Δημόσιου Χώρου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

συγκεκριμένης περιόδου, εντοπίζουμε την φροντίδα των κατοίκων-χρηστών της αυλής για τον συγκεκριμένο κοινόχρηστο χώρο. Ο χώρος αυτός μάλιστα παίρνει προεκτάσεις δημόσιου χώρου καθώς αναδύεται ως σημείο αναφοράς μεταξύ των κατοίκων της αυλής και ως χώρος κοινωνικοποίησής τους. Στην προέκταση του παραπάνω παραδείγματος στην κλίμακα της πόλης, διαπιστώνουμε συχνά σύγχρονες επεμβάσεις που στόχο έχουν την επανοικειοποίηση του δημόσιου χώρου από τους κατοίκους. Εδώ, η μνήμη δομής και λειτουργίας του χώρου οδηγεί στην κριτική αντιμετώπισή τους και σε διάθεση απόδοσης ελέγχου και ευθύνης στο χρήστη προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνέχεια της ύπαρξής του χώρου και του πολιτισμικού στίγματος που φέρει. Από περισσότερο κοινωνικές προσεγγίσεις, όπως το παράδειγμα του πάρκουparking στα Εξάρχεια, μέχρι πιο αμφιλεγόμενες πρακτικές, όπως το παράδειγμα των Atenistas, η τάση είναι η αντιμετώπιση του αστικού χώρου ως μιας πλατφόρμας στη οποία αντικατοπτρίζεται η φροντίδα των χρηστών και η επιθυμία τους για επανάκτηση και διατήρηση του δημόσιου χώρου. Οι Atenistas, ως μία ανοιχτή κοινότητα πολιτών, παρεμβαίνουν σε δημόσιους χώρους της Αθήνας με στόχο την ανάδειξη και βελτίωση της πόλης. Οι δράσεις τους καλύπτουν ένα μεγάλο φάσμα από εικαστικές παρεμβάσεις και διοργάνωση εκδηλώσεων πολιτιστικού χαρακτήρα μέχρι επεμβάσεις σε προβληματικά σημεία της πόλης και μετατροπής άλλων σε χώρους πρασίνου ή διαμορφωμένους χώρους στάσης. 26 Ωστόσο, επειδή θεωρώ τη δράση των Atenistas ως κάτι που ισορροπεί σε μια γκρίζα ζώνη μεταξύ εθελοντισμού και κοινωνικού άλλοθι απέναντι σε σημαντικότερα ζητήματα του δημόσιου χώρου, θα εστιάσω στο παράδειγμα του πάρκου-parking, ή του «πάρκου Ναυαρίνου» όπως έχει συνηθίσει να λέγεται. Στο οικοδομικό τετράγωνο μεταξύ των οδών Χαριλάου Τρικούπη, Ναυαρίνου, Ζωοδόχου Πηγής και Διδότου ήταν χτισμένη από το 1907 μια διάσημη στην εποχή της κλινική, το «Γερουλάνειον Ίδρυμα», 26

πηγή: http://atenistas.org/poioi/

45


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

27

πηγή: http://parkingparko.blogspot.gr/

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

που το 1972 έπαψε να λειτουργεί και αγοράστηκε από το Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδας. Στη δεκαετία του ΄80 το τετραώροφο κτίριο γκρεμίστηκε με σκοπό να χτιστεί στη θέση του μέγαρο που θα στέγαζε τα γραφεία του ΤΕΕ, σχέδιο που δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Το 1990, το ΤΕΕ προσφέρει το οικόπεδο στο Δήμο Αθηναίων για να γίνει πλατεία, ζητώντας να αποζημιωθεί με τίτλο μεταφοράς συντελεστή δόμησης σε ιδιοκτησία του στο Μαρούσι. Λόγω καθυστερήσεων και αλλαγής του πολεοδομικού κώδικα, η ανταλλαγή δεν υλοποιείται κι έτσι το οικόπεδο παραμένει για χρόνια, νοικιασμένο σαν parking.27 Με τη λήξη της μίσθωσης του parking στο τέλος του 2008 το ΤΕΕ επαναφέρει το θέμα οικοδόμησης του οικοπέδου και οδηγεί τους Εξαρχειώτες στο προσκήνιο. Η Επιτροπή Πρωτοβουλίας Κατοίκων Εξαρχείων που για 1,5 χρόνο ασχολιόταν ήδη με

46 εικ. 13

επέμβαση των Atenistas στον πεζόδρομο στο πισω μέρος της οδού Περικλέους, κοντά στο Σύνταγμα


Κοινά χαρακτηριστικά των Κοινωνικών Δικτύων και του Δημόσιου Χώρου

το συγκεκριμένο χώρο, ενημερώνει τη γειτονιά, κινητοποιείται, και ζητάει άμεσα τη μετατροπή του οικοπέδου σε χώρο υψηλού πρασίνου. Στις 7 Μαρτίου 2009, και στο πλαίσιο του γενικότερου κοινωνικού και πολιτικού αναβρασμού που πυροδοτήθηκε από την δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου τον Δεκέμβρη του 2008 λίγα μέτρα πιο μακριά28, οργανώνεται εκδήλωση μαζί με τη συλλογικότητα “Εμείς, Εδώ και Τώρα και για Όλους Εμάς” όπου ενθουσιώδεις κάτοικοι και δυναμικοί υποστηρικτές σπάνε την άσφαλτο με κομπρεσέρ και κόφτες, φέρνουν φορτηγά με χώμα και φυτεύουν δέντρα και λουλούδια. Η ανταπόκριση και η δυναμική του κόσμου ξεπερνάει κάθε προσδοκία και το πάρκο γεννιέται.

28

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

πηγή: http://ilesxi.wordpress.com/2011/11/24/ το-πάρκο-ναυαρίνου-και-η-πλατεία-συντά/

Σήμερα, το πάρκο αποτελεί ένα αυτο-οργανωμένο, αντι-ιεραρχικό, αντι-εμπορευματικό πάρκο. Αποτελεί τόπο δημιουργίας, χειραφέτησης και αντίστασης

εικ. 14

47 το πάρκο-parking, κοντά στην πλατεία Εξαρχείων


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

αλλά και κήπο της γειτονιάς, χώρο παιχνιδιού και περιπάτου, επικοινωνίας και προβληματισμού.29 Η λειτουργία της ανοιχτής συνέλευσης βάση της οποίας οργανώθηκε το πάρκο, πραγματοποιείται ανάλογα με τις ανάγκες και τις διαθεσιμότητες. Παράλληλα δημιουργούνται επιμέρους ομάδες για το σχεδιασμό, τη φύτευση, την παιδική χαρά, το κιόσκι και τα ψηφιδωτά, στις οποίες ενθαρρύνεται η συμμετοχή όλων των πολιτών.

48

Ο συμμετοχικός χαρακτήρας του πάρκου όπως φαίνεται παραπάνω, εκτός από την διάθεση για μια αρμονική συμβίωση μεταξύ των κατοίκων, αποδεικνύει και την πρόθεση για την δημιουργία ενός δημόσιου χώρου πρασίνου με διάρκεια στο χρόνο. Η μέριμνα των κατοίκων και των συλλογικοτήτων που εμπλέκονται, πέρα από την ζωτικότητα, την καθαριότητα, και την λειτουργικότητα του πάρκου ενέχει μια πολιτική διάθεση που αντανακλάται από το έναυσμα και τον τρόπο οργάνωσης του πάρκου μέχρι τις εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται εκεί. Με αυτόν τον τρόπο, το πάρκο Ναυαρίνου αποτελεί πολιτικό διακύβευμα της δημόσιας σφαίρας, όπως θα έλεγε και η Arendt, με απώτερο στόχο την εξασφάλιση της ύπαρξής του και για τις επόμενες γενιές. Προσπάθειες όπως αυτή που περιέγραψα παραπάνω, από τη στιγμή που δεν εντάσσονται σε ένα ευρύτερο, θεσμικά μελετημένο δίκτυο αναπλάσεων, φαινομενικά αντιβαίνουν στο πρότυπο του δικτύου και θα μπορούσαν να θεωρηθούν μεμονωμένες παρεμβάσεις. Ωστόσο, επειδή περιλαμβάνουν ως αρχή τη συμμετοχή των χρηστών κατά την διαδικασία τόσο του σχεδιασμού όσο και της υλοποίησης της διαδικασίας «επανάκτησης», αφενός μεν συνιστούν οι ίδιες παράδειγμα δικτύωσης, αφετέρου δε μπορεί να υιοθετηθούν και σε άλλες παρεμφερείς περιπτώσεις και να λειτουργήσουν ως κόμβοι. Η δικτυακή τους υπόσταση επιβεβαιώνεται εξάλλου, όπως ήδη επεσήμανα, και από το γεγονός ότι υπάρχει μέριμνα για την διατήρηση της ανάπλασης σε βάθος χρόνου. Τέλος, αν και αυτές οι πρακτικές είναι προσαρμοσμένες σε ένα σύγχρονο τοπίο και δεν είναι όσο ουτοπικές όσο μοιάζουν σήμερα οι προτάσεις των Καταστασιακών και του Debord, 29

πηγή: http://exarchia.pblogs.gr/a-ti-wraio-parko-nea-apo-th-nayarinoy.html


Κοινά χαρακτηριστικά των Κοινωνικών Δικτύων και του Δημόσιου Χώρου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ωστόσο, σε ένα βαθμό αντανακλούν μια παρόμοια ανάγκη οικειοποίησης, σύλληψης εκ νέου, και αναδιαμόρφωσης του χώρου με βάση τις ανάγκες και τη φαντασία των χρηστών. Στον ψηφιακό χώρο, τώρα, η έννοια του χρόνου αποκτά άλλη υπόσταση τόσο στο κομμάτι της κοινωνικής δικτύωσης όσο και στο κομμάτι του δημόσιου χώρου. Παρότι, όπως έχω ήδη επισημάνει, η διάρκεια του δικτύου στο χρόνο είναι συστατικό του χαρακτηριστικό, ωστόσο, είναι εξίσου φανερό οτι ο χρόνος αποτελεί μια πολύ διευρυμένη έννοια στον ψηφιακό κόσμο, καθώς οι ταχύτητες κίνησης των πληροφοριών και μηνυμάτων εντός του είναι εξαιρετικά μεγάλες. Αν και οι μεγάλες ταχύτητες είναι ζητούμενο και συγκαταλέγονται στα πλεονεκτήματα του ψηφιακού χώρου, στον τομέα της κοινωνικής δικτύωσης παρουσιάζεται το παράδοξο του Paul Virilio σε σχέση με την πιθανότητα συνάντησης: η ταχύτητα με την οποία κινούνται δύο άτομα είναι αντιστρόφως ανάλογη της πιθανότητας συνάντησής τους. Έτσι, για παράδειγμα, η συνάντηση δύο πεζών που θα συνομιλήσουν διαφοροποιείται ξεκάθαρα από δύο οδηγούς που θα χαιρετήσουν γρήγορα ο ένας των άλλων από τα αυτοκίνητά τους, ενώ αν τα αυτοκίνητα είχαν μεγαλύτερη ταχύτητα η συνάντηση των οδηγών δε θα συνέβαινε ποτέ.30 Οι μεγάλες αυτές ταχύτητες είναι ακριβώς αυτές που εντοπίζουμε στον ψηφιακό χώρο, αφού η διαδρομή απλά συνοψίζεται στο πάτημα ενός κουμπιού και τη μεταφορά μας στην ανάλογη ιστοσελίδα. Σε σχέση με την κοινωνική δικτύωση αντίστοιχα, σε μια συγχρονική επικοινωνία κάθε μήνυμα αποτελεί και μια σημειακή “άφιξη”, ενώ σε μια μη συγχρονική επικοινωνία είμαστε πομποί πληροφοριών ή μηνυμάτων τα οποία γίνονται δεκτά μόνο τη στιγμή που ο συνομιλητής μας έχει εισέλθει στον αντίστοιχο διαδικτυακό τόπο. Η προηγούμενη παρατήρηση θα μπορούσε να πάρει χωρική υπόσταση αν εξετάσουμε το παράδειγμα ενός γρήγορου αυτοκινητόδρομου ή μιας περιφερειακής οδού. Συνήθως ένας δρόμος με τέτοια χαρακτηριστικά είναι σχεδιασμένος ώστε να ενώνει άμεσα τις πιο απομακρυσμένες περιοχές μια πόλης χωρίς ωστόσο να αναπτύσσεται η πόλη ράλληλα με αυτόν. Έτσι λοιπόν ο οδηγός κινούμενος 30 Virilio P., The Museum of the Sun, TechnoMorphica, 1997 [πηγή http://www.egs. edu/faculty/paul-virilio/articles/the-museum-of-the-sun/]

49


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

στον αυτοκινητόδρομο – που σε αυτό το παράδειγμα παίζει το ρόλο του δημόσιου χώρου – κινείται γρήγορα πάνω σε μια συγκεκριμένη αλλά αδιάφορη τροχιά, και το μόνο που αποκτά αξία είναι τα “σημεία άφιξης”, είτε πρόκειται για μικρότερα προάστια είτε απλά για μια περιοχή με εμπορικά κέντρα. Η χρονικότητα όμως του ψηφιακού χώρου φαίνεται να δημιουργεί ένα παράδοξο: αφενός μεν ο ψηφιακός χώρος χαρακτηρίζεται από οντολογική διαχρονικότητα, αφετέρου δε η χρήση του επιδιώκει το στιγμιαίο και το εφήμερο. Η διπλή αυτή αντίληψη της χρονικότητας του ψηφιακού χώρου δεν είναι άσχετη από την άυλη διάσταση του μέσου, ή την έννοια της ετεροτοπίας, όπως την εισηγήθηκε ο Foucault.

50

Ο Michelle Foucault χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τον όρο “ετεροτοπίες” το 1967 στο Κέντρο Αρχιτεκτονικών Μελετών “Cercle d’Etudes Architecturales” στη διάλεξή του “περί αλλοτινών χώρων”, η οποία στη συνέχεια δημοσιεύτηκε το 1984. Προσπαθώντας να προσδιορίσει καλύτερα τον όρο, αναφέρει μέσα στη διάλεξή του το παράδειγμα του καθρέφτη: στον καθρέφτη παρίστανται και η ουτοπία και η ετεροτοπία καθώς η αντανάκλαση του ατόμου βρίσκεται σε ένα μη-τόπο, ενώ ωστόσο ο καθρέφτης υπάρχει, έχει υλική υπόσταση ο ίδιος, και αντανακλά μια φυσική θέση. Ουσιαστικά εκεί εντοπίζεται το ιδιαίτερο στοιχείο των ετεροτοπιών, η συνύπαρξη του πραγματικού με το μη πραγματικό, η ταυτόχρονη παρουσία στον κόσμο των αντικειμένων και αυτόν των υποκειμένων. Βιώνεται ένα είδος ενδιάμεσης εμπειρίας καθώς ανακαλύπτω την παρουσία μου κάπου αλλού, δηλαδή «μέσα» στον καθρέφτη, επιβεβαιώνω έτσι την παρουσία μου στον υλικό κόσμο, κι επιστρέφοντας στον εαυτό μου, ή στη συνείδηση του εαυτού μου, επανατοποθετούμαι.31 Έχοντας ορίσει την έννοια των ετεροτοπιών, ο Foucault περνάει στη συνέχεια στην ανάλυση συγκεκριμένων χαρακτηριστικών που εντοπίζει σε αυτές. Στο σημείο αυτό, θα επικεντρωθούμε σε ένα χαρακτηριστικό των ετεροτοπιών, κατά το οποίο φαίνεται ότι η πλήρης λειτουργία τους ξεκινάει όταν 31

Τ. Αποστολίδης, Κ. Εξαμηλιώτου, Ετεροτοπίες, διάλεξη Δ.Π.Θ., 2010, σελ. 49


Κοινά χαρακτηριστικά των Κοινωνικών Δικτύων και του Δημόσιου Χώρου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

οι άνθρωποι βρίσκονται σε ένα είδος απόλυτης ρήξης με τον παραδοσιακό τους χρόνο. Στο βαθμό που εξετάζουμε την ψηφιακή εκδοχή του δημόσιου χώρου ως ετεροτοπία, το χαρακτηριστικό αυτό αφορά και σε αυτήν. Πράγματι, η είσοδος σε μια ψηφιακή πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης δεν είναι μόνο μια χωροταξική μετάβαση, αλλά κυρίως μια χρονική. Το παράδοξο της χρονικής αυτής μεταβολής έγκειται στο ότι αφορά τόσο το εφήμερο του ψηφιακού χώρου όσο και το διαχρονικό. Για παράδειγμα, αν σκεφτούμε τον ψηφιακό χώρο ως ένα παραθεριστικό, γραφικό χωριό, είναι εύκολο εξαρχής να εντοπίσουμε τη συνύπαρξη παλαιότερων παραδοσιακών κτισμάτων στον οικισμό αλλά και σύγχρονων προσθηκών. Η συνύπαρξη των δύο στα πλαίσια του ίδιου τόπου συγκεντρώνει τις

51

εικ. 15

η Marilyn Monroe μπροστά σε παραμορφωτικό καθρέφτη


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

μεταβολές μέσα στο πέρασμα του χρόνου σε μια αέναη και διαχρονική διαδικασία. Αντίστοιχα, στον ψηφιακό χώρο, παλαιότερα δεδομένα συνυπάρχουν με νέες ή επεξεργασμένες πληροφορίες σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο, κι επεκτεινόμενο όπως θα δούμε, σύστημα. Παράλληλα, η παράμετρος του παραθερισμού προσδίδει στον φανταστικό οικισμό μας την έννοια του εφήμερου. Οι επισκέπτες βρισκόμενοι στον οικισμό, τον τροφοδοτούν με ζωή θέλοντας να έρθουν σε μια προσωρινή ρήξη με την καθιερωμένη, καθημερινή τους πραγματικότητα. Το ίδιο συμβαίνει και με την είσοδο κάθε χρήστη στον ψηφιακό χώρο, καθώς ο πρώτος νοηματοδοτεί τον δεύτερο για τον περιορισμένο χρόνο που βρίσκεται εκεί, κατά τη διάρκεια του οποίου είναι σε ρήξη με την φυσική του θέση.

52

Στην εισήγησή των Ήβη Δόβα, Αγάπη και Κωνσταντίνου Πρώιμου στο τεύχος “PUBLIC SPACE - Δημόσιος Χώρος αναζητείται”, εξετάζεται σε αυτό το πλαίσιο ο οικισμός του Πλατανιά στην Κρήτη. Οι εισηγητές υποστηρίζουν ότι ποσοστό της επιτυχημένης τουριστικής του ανάπτυξης οφείλεται στην πολλαπλότητα των ταυτοτήτων των χώρων αναψυχής που συγκεντρώνει και άρα στις δυνατότητες επιλογών για τους επισκέπτες. Καθένας μπορεί να υιοθετεί άλλη ταυτότητα κάθε βράδυ, ή πολλαπλές μέσα στο ίδιο βράδυ, ανάλογα με το κατάστημα που επισκέπτεται. Ο συγκερασμός αμερικάνικων dinners, ιταλικών εστιατορίων και σκανδιναβικών bar προσφέρει ακόμη και σε όσους νοσταλγούν την πατρίδα τους να “επιστρέψουν” σε αυτήν με την “απελευθερωτική” ιδιότητα πλέον του καταναλωτή και στόχο αποκλειστικά και μόνο την αναψυχή. Στο πλαίσιο αυτό, το παράδειγμα του Πλατανιά υπάγεται στον ορισμό των μητόπων κατά τον Augé: “αν ένας τόπος ορίζεται ως σχεσιακός, ιστορικός ή που αφορά την ταυτότητα, τότε ένας χώρος που δεν μπορεί να οριστεί ως σχεσιακό, ιστορικός ή που αφορά την ταυτότητα, θα είναι ένας μη-τόπος”. Πιο συγκεκριμένα, ο κοινωνιολόγος Marc Auge κάνει μια διάκριση μεταξύ αυτών που ονομάζει “χώρους των τόπων” και “χώρους των ροών”. Ο χώρος των τόπων είναι ο γεωγραφικός και πολιτισμικός χώρος που προσδίδει ταυτότητα σε μια κοινωνία μέσω των συστατικών του στοιχείων όπως η Ιστορία,


Κοινά χαρακτηριστικά των Κοινωνικών Δικτύων και του Δημόσιου Χώρου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

η γλώσσα, τα ήθη και τα έθιμα, το κλίμα, και το φυσικό τοπίο. Οι χώροι των τόπων είναι κοινωνικοί χώροι όπου τα άτομα συνυπάρχουν χωρικά και εκφράζονται συλλογικά. Αντίστοιχα, ο χώρος των ροών είναι ο χώρος όπου λαμβάνονται οι αποφάσεις και ανταλλάσσονται οι πληροφορίες και το χρήμα, είναι χώρος εξουσίας και ισχύος που λειτουργεί σε δικτυακή δομή και ο οποίος, ενώ βασίζεται σε συγκεκριμένους τόπους, τους κόμβους και τα επίκεντρα του δικτύου, με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, είναι, ως σύνολο, άτοπος, αποδεσμευμένος από όποιες τοπικότητες. Ο Augé παρατηρεί πως στη σημερινή κατάσταση της υπερ-νεωτερικότητας εμφανίζονται χώροι που δεν παρουσιάζουν τα χαρακτηριστικά των «τόπων», δεν έχουν δηλαδή να κάνουν με τις ανθρώπινες σχέσεις, με την Ιστορία και την ταυτότητα. Τους χώρους αυτούς τους ονομάζει “μη τόπους” και ως κατεξοχήν παραδείγματα τέτοιων χώρων αναφέρει τους χώρους μετάβασης, κίνησης και εφήμερης στάσης, και τους χώρους της κατάστασης transit: αεροδρόμια, σταθμούς τρένων και λεωφορείων, μεγάλα εμπορικά κέντρα, αλυσίδες ξενοδοχείων, μεγάλα outlets επώνυμων προϊόντων, και πάρκα αναψυχής.32 Στο πλαίσιο αυτής της ανάλυσης, ο οικισμός του Πλατανιά με κίνητρο, όχι τη γνησιότητα, αλλά την τουριστική ραστώνη, προτρέπει σε συνεχή εναλλαγή ταυτοτήτων και ρόλων στο πλαίσιο της ετεροτοπίας του, όπως θα έλεγε ο Foucault, ή του μη-τόπου του κατά τον ορισμό του Augé. 32

πηγή: https://static.eudoxus.gr/books/93/chapter-11793.pdf

53 εικ. 16 φωτογραφία polaroid του φωτογράφου Γιώργου Κορδάκη από το project του “Global Summer“, όπου ο φωτογράφος θέλησε να καταγράψει την έννοια του παραθερισμού σε παγκόσμιο επίπεδο


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

3.3

54

όρια και επεκτασιμότητα

Η επεκτασιμότητα ενός κοινωνικού δικτύου αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικά στοιχεία της δομής του. Η επεκτασιμότητα του δικτύου παρέχει μεν την δυνατότητα συμμετοχής περισσότερων χρηστών αλλά ταυτόχρονα έχει και αποτελεσματικότητα ως προς τη διάδοση ενός μηνύματος εντός του δικτύου. Ένα άλλο στοιχείο της δομής του κοινωνικού δικτύου, το οποίο μάλιστα πολλές φορές αντιπαρατίθεται με την επεκτασιμότητα, είναι ο προσανατολισμός του προς συγκεκριμένη κατεύθυνση, ώστε οι χρήστες να προσηλώνονται σε μία συγκεκριμένη πληροφορία. Τελικά, η επιτυχής επικράτηση της επεκτασιμότητας έναντι του προσανατολισμού, ως χαρακτηριστικού των κοινωνικών δικτύων, οφείλεται κυρίως στο ότι οι χρήστες του δικτύου προτίμησαν την ενεργή συμμετοχή στη διάδοση της πληροφορίας, που εξασφαλίζει η επεκτασιμότητα, παρά την παθητική λήψη της, που επιφέρει ο προσανατολισμός του δικτύου.33 Μια ίσως απλοϊκή παρατήρηση σε σχέση με την επεκτασιμότητα ενός κοινωνικού δικτύου θα μπορούσε να είναι ότι αυτή τείνει στο άπειρο. Ο συλλογισμός πίσω από αυτή την παρατήρηση είναι ότι η πρόσθεση ενός ακόμη κόμβου στο κοινωνικό δίκτυο αντιστοιχεί στην πρόσθεση μιας ακόμη μονάδας σε έναν αριθμό, πράξη η οποία μπορεί να επαναλαμβάνεται αενάως δίνοντας έναν ολοένα και αυξανόμενο αριθμό. Το ερώτημα επομένως που τίθεται εδώ είναι κατά πόσον η επεκτασιμότητα του δικτύου περιορίζεται από άλλες παραμέτρους. Όπως προαναφέρθηκε, το δίκτυο συνδιαμορφώνεται τόσο από τον αριθμό των κόμβων του όσο και από τις σχέσεις μεταξύ των κόμβων αυτών. Σύμφωνα με τους Christakis και Fowler, οι ερευνητικές υποθέσεις σε ό,τι αφορά αυτές τις σχέσεις επιβεβαιώνουν ότι, αν και θεωρητικά απέχουμε από οποιονδήποτε άνθρωπο σε ένα κοινωνικό δίκτυο μόλις έξι βαθμούς διαχωρισμού, ωστόσο η επιρροή που ασκούμε φτάνει μέχρι τα άτομα που απέχουν το πολύ τρεις βαθμούς διαχωρισμού από εμάς. 33 H. Jenkins, Spreadable Media: creating value and meaning in a Networked Culture, NYU Press, 2013


Κοινά χαρακτηριστικά των Κοινωνικών Δικτύων και του Δημόσιου Χώρου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Το συμπέρασμα αυτό φαίνεται να υποστηρίζει την άποψη ότι υπάρχουν όρια, όχι βέβαια στον αριθμό συσχέτισης ατόμων, αλλά στην δυνατότητα της αλληλοεπίδρασης καθενός από αυτά σε έναν κύκλο μεγαλύτερο των 3 βαθμών διαχωρισμού. Ωστόσο, η κοινωνική δικτύωση στον ψηφιακό χώρο παίρνει άλλες διαστάσεις. Ο ψηφιακός χώρος δεν μπορεί να θεωρηθεί ως κλειστό και πεπερασμένο σύστημα. Η συνεχής ροή των πληροφοριών μέσα στο διαδίκτυο, η αναπαραγωγή, η επεξεργασία και ανανέωσή τους φαίνεται να προσθέτουν συνεχώς περισσότερα δεδομένα πάνω στο ψηφιακό χώρο ενώ δεν είναι αντιληπτή η διαγραφή ή η έξοδος κάποιων δεδομένων από αυτό. Έχει σημειωθεί μάλιστα ότι ένας τεράστιος όγκος δεδομένων παράγεται από τα ίδια τα σύγχρονα τεχνολογικά μέσα που χρησιμοποιούμε, τα οποία ανταλλάσσουν τις πληροφορίες αυτές μεταξύ τους. Ένα απλό -και αθώο- παράδειγμα είναι μια νέα τεχνολογία που αντιλαμβάνεται σε ποιο δίκτυο wifi συνδέεται κάθε φορά η συσκευή του χρήστη και αναλόγως αλλάζει αυτόματα τις ρυθμίσεις της συσκευής. Αν λοιπόν ο χρήστης συνδεθεί στο δίκτυο wifi του γραφείου του, τότε το κινητό του μπαίνει αυτόματα σε ένα πιο διακριτικό profile ήχου, ενώ όταν επιστρέφει στο σπίτι του, το κινητό μπαίνει στην αθόρυβη λειτουργία παρέχοντάς του ηρεμία για ξεκούραση. Το ζήτημα της συσσώρευσης δεδομένων που οδηγεί στην αντίληψη της απειρίας του ψηφιακού χώρου έχει λάβει την σύγχρονη ονομασία “Internet of Things”. Σύμφωνα με τον Bruno Latour, το θέμα αυτό επιζητά την προσοχή της εποχής μας και μάλιστα την προσοχή των τεχνών: “Τα πράγματα [σημ.: ο όρος “things” από το “Internet of Things”] είναι αντιφατικές συναθροίσεις από μπερδεμένα ζητήματα κι όχι απλά αντικείμενα ανεξάρτητα των πολιτικών μας παθών. Η αλληλεπίδραση των πραγμάτων αυτών και της πολιτικής εμπλέκει ακτιβιστές, καλλιτέχνες, πολιτικούς, και διανοητές. Για το σχηματισμό της ομάδας αυτής, δεν φτάνει μόνο η ρητορική, ούτε η ευγλωττία. Απαιτείται η χρήση τεχνολογιών, συγκεκριμένα τεχνολογιών πληροφορίας, όπως και το να δοθεί η δυνατότητα στις τέχνες να παρουσιάσουν εκ νέου ποιο είναι το κοινό στοίχημα.”35

34 Σε αυτό ακριβώς το φαινόμενο, δηλαδή την ανικανότητα του ατόμου στην ανταπόκριση στις κοινωνικές υποχρεώσεις που απαιτούνται από τα άτομα με τα οποία συνδέεται σε απόσταση μεγαλύτερη των 3 βαθμών διαχωρισμού, στηρίζεται η σύγχρονη αντίληψη περί ενίσχυσης της μοναχικότητας του ατόμου παρά την ύπαρξη τόσων μέσων κοινωνικής δικτύωσης, The Innovation of Lonelines, https://www.youtube.com/watch?v=c6Bkr_udado#t=244 35 Tuters M. & Varnelis K., Beyond Locative Media: Giving Shape to the Internet of Things, Leonardo 40

55


56

εικ. 17 Augmented Space, Keiitchi Matsuda


Κοινά χαρακτηριστικά των Κοινωνικών Δικτύων και του Δημόσιου Χώρου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Όπως θα επισημάνω και στα συμπεράσματα της παρούσας έρευνας, οι απόψεις του Latour φαίνεται να παραπέμπουν ευθέως σε ζητήματα νέων μεθοδολογιών στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό, αλλά και στον ρόλο του αρχιτέκτονα. Η αίσθηση της απειρίας του ψηφιακού χώρου ενισχύεται ακόμη και από το γεγονός της παράλληλης φυσικής παρουσίας του χρήστη στον ιδιωτικό του χώρο και σε έναν ψηφιακό δημόσιο χώρο. Τα όρια επομένως μέσα σε αυτόν τον υβριδικό χώρο είναι ρευστά, μεταβάλλονται, και τελικά αλληλο-αναιρούνται. Ωστόσο διαπιστώνουμε οτι όρια μπορούν να τεθούν είτε από τον ίδιο το χρήστη είτε από τη δομή της συγκεκριμένης εφαρμογής. Πιο συγκεκριμένα, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ο ψηφιακός χώρος σήμερα αποτελεί μια πλατφόρμα όπου πραγματοποιούνται με έναν εναλλακτικό τρόπο δραστηριότητες που ανήκουν κατά κύριο λόγο στο φάσμα του δημόσιου χώρου, π.χ. η εργασία, η εκπαίδευση, το εμπόριο και η επικοινωνία. Οι παραπάνω δραστηριότητες είναι δυνατόν να αναπτυχθούν στο πλαίσιο συγκεκριμένων διαδικτυακών εφαρμογών οι οποίες συνήθως προϋποθέτουν ένα είδος ψηφιακής ταυτότητας του χρήστη. Το όριο που φαίνεται να βάζει ο χρήστης πάνω στην δημόσια έκθεσή του στον ψηφιακό χώρο συνίσταται στα στοιχεία της ψηφιακής ταυτότητας που θα επιλέξει να αποκαλύψει. Έτσι από μια γκάμα πληροφοριών που μπορεί να συμπληρώσει σχετικά με τον εαυτό του, από τις πολύ βασικές όπως όνομα, ηλικία, και φύλο μέχρι πληροφορίες σχετικά με την εκπαίδευσή, τη δουλειά ή τις σεξουαλικές του προτιμήσεις, ο χρήστης τοποθετεί το όριο ως προς το βαθμό της προσωπικής του έκθεσης. Με έμμεσο αλλά και σαφή τρόπο τοποθετούνται όρια και στο ψηφιακό, δομικό κομμάτι της κοινωνικής δικτύωσης. Όπως προαναφέραμε, οι δυνατότητες αλληλεπίδρασης των χρηστών μεταξύ τους ορίζονται διαφορετικά σε κάθε μέσο κοινωνικής δικτύωσης ανάλογα με το πώς αυτό είναι σχεδιασμένο. Η ίδια η διεπαφή δηλαδή μεταξύ χρήστη και ψηφιακού κοινωνικού δικτύου παρέχει ένα πλήθος επιλογών σε κάθε χρήστη για το πώς θα διαδράσει με τους άλλους, αποκλείοντας όμως κάποιους τρόπους διάδρασης που ενδεχομένως να ήθελε να επιλέξει ανεξάρτητα ο χρήστης.

57


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

Για παράδειγμα, μεγάλη συζήτηση έχει προκαλέσει ότι, στο ψηφιακό χώρο κοινωνικής δικτύωσης Facebook, ο χρήστης μπορεί να δηλώσει το ενδιαφέρον του για την ανάρτηση ενός άλλου χρήστη πατώντας το κουμπί like, χωρίς ωστόσο να υπάρχει αντίστοιχο κουμπί dislike, που παρέχεται σε άλλες πλατφόρμες όπως αυτή του YouTube. Εδώ λοιπόν, και παρότι μιλάμε για μια τεράστια γκάμα επιλογών, γίνονται εμφανή κάποια όρια που θέτει η διεπαφή στο χρήστη επιδιώκοντας ενδεχομένως μια πολιτική ορθότητα κι έναν εξευγενισμό της αλληλεπίδραση μεταξύ τους, και διατηρώντας, ή ενισχύοντας συγχρόνως, την ταυτότητά της μέσα από τις επιλογές που προσφέρει στους χρήστες της, ή μέσα από άλλες από τις οποίες τον αποκλείει.36

58

Θα στραφώ τώρα στα όρια και την επεκτασιμότητα του φυσικού, δημόσιου χώρου. Παρότι έχουμε ενδείξεις ότι, όπως η δομή των κοινωνικών δικτύων, έτσι και η δομή των πόλεων απαιτεί όρια για την εύρυθμη λειτουργία και την επιβίωσή της, καλό είναι να μελετήσουμε τον τρόπο επέκτασης του αστικού ιστού ως κατεξοχήν εκφραστή του δημόσιου φυσικού χώρου. Η π λ η σ ι έ σ τ ε ρ η χω ρ ι κ ή α να π α ρ άσ τασ η επεκτασιμότητας που εντόπισα απαντάται στην μέθοδο πολεοδομικού σχεδιασμού που πρότεινε το 1898 το Garden City Movement, μια σύλληψη του Βρετανού Ebenezer Howard. Σε γενικές γραμμές, οι πόλεις-κήποι [garden cities] θα λειτουργούσαν ως συμπληρωματικές πόλεις-δορυφόροι μιας κεντρικότερης και μεγαλύτερης πόλης, με την οποία οι πόλεις-κήποι θα επικοινωνούσαν τόσο οδικά όσο και σιδηροδρομικά. Οι πόλεις αυτές θα περιελάμβαναν 32.000 κατοίκους και θα είχαν έκταση 6.000 στρέμματα, εκ των οποίων τα 5.000 θα αφορούσαν σε ανοικτούς, δημόσιους χώρους και χώρους πρασίνου, οι οποίοι θα διανέμονταν ομόκεντρα από το κέντρο κάθε πόλης. Επειδή ωστόσο το ζητούμενο για κάθε τέτοια πόλη ήταν να διατηρεί ένα είδος αυτάρκειας, κάθε φορά που θα έφτανε το πληθυσμιακό της όριο, μια νέα πόλη-κήπος θα ιδρυόταν κοντά της η οποία με την σειρά της θα επικοινωνούσε με την “αφετηρία”, την αρχική, κεντρική, μεγάλη πόλη.37 36 Παπαδουλάκης Σ., “Να γιατί το facebook δεν έχει “dislike” button”, http://www. lifo.gr/team/technology/52294 37 Darby D, History of Town Planning - Lecture Notes, Yeditepe Üniversitesi, Istanbul


Κοινά χαρακτηριστικά των Κοινωνικών Δικτύων και του Δημόσιου Χώρου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Έτσι, ανάλογα με τις 6 διαβαθμίσεις συμμετοχής σε ένα κοινωνικό δίκτυο που αναφέρουν οι Christakis και Fowler, φαίνεται να υπάρχει ένα, αυθαίρετο έστω, όριο ως προς τον πληθυσμό μιας πόλης αντίστοιχα, που εξασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία της.

εικ. 18

Ένα διαφορετικό χωρικό παράδειγμα στο οποίο θα αναφερθώ τώρα επιδιώκει τη συνεχή επεκτασιμότητα, και μάλιστα σε διαφορετικούς χρόνους, και θα μπορούσε να μεταφερθεί αυτούσιο και στην επιστήμη των κοινωνικών δικτύων. Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για το αρχετυπικό σχήμα του άξονα σε διακλάδωση [stem], το οποίο χρησιμοποίησαν πρώτοι οι ΚανδύληςJosic-Woods στο έργο Toulouse - Le Mirail. διάγραμμα των garden-cities βάσει της θεωρίας του Howard

59


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο άξονας σε διακλάδωση ερμηνεύεται ως το πλέον δυναμικό σύστημα ενός δρόμου, πάνω στο οποίο αναπτύσσονται συνολικά όλες οι αστικές δραστηριότητες: εμπόριο, πολιτιστικά κέντρα, χώροι διασκέδασης, θρησκευτικοί χώροι, πάρκα, κήποι, το διοικητικό κέντρο, και οι λοιπές υπηρεσίες για τα κοινά. Ο δρόμος αυτός είναι δυνατόν να επεκτείνεται και προς τα δύο του άκρα, ακόμα και να αποκτά πρόσθετα παρακλάδια, προκειμένου πάνω του να συνδέονται [ως plug-ins] οι διάφορες χρήσεις και τα συγκροτήματα των κατοικιών. Σύμφωνα με τον Woods: “O άξονας σε διακλάδωση δεν είναι απλά ένας σύνδεσμος ανάμεσα σε διατεταγμένες μονάδες χώρου αλλά είναι γεννήτορας βιωματικού χώρου. [...] Εάν η δομή ενσωματώνει, όπως οφείλει, τις ιδέες της κινητικότητας, της ανάπτυξης και της μεταβολής, τα χαρακτηριστικά αυτά θα επιδράσουν αναγκαστικά και στο σχεδιασμό των μονάδων.”38

60

Όπως είναι επόμενο, η επανάληψη του συστήματος του άξονα σε διακλάδωση μετασχηματίζεται σε έναν ιστό κύριων και δευτερευόντων δρόμων, και έτσι ανάγεται στο αρχετυπικό σχήμα ενός πλέγματος [web]. Το πλέγμα – σε απόλυτο συσχετισμό με το δίκτυο – έχει την ιδιότητα να οργανώνει διαφορετικούς τόπους μεταξύ τους, με τις συγκεντρωμένες δραστηριότητες και τις ποικίλες ποιότητες που αντιστοιχούν σε αυτούς, παραμένοντας συνολικά ευέλικτο, επεκτάσιμο, προσαρμόσιμο και ανοικτό. Τα δύο παραδείγματα σχεδιασμού δημόσιου χώρου που ανέφερα αρκούν για να δείξουν πόσο διαφορετικές μπορεί να είναι οι σχετικές προσεγγίσεις σε σχέση με το ζήτημα των ορίων και της επεκτασιμότητας. Δεδομένου δε οτι ανήκουν σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους και αφορούν σε γεωγραφικά διαφορετικούς χώρους, αποκαλύπτουν και ανάλογους προβληματισμούς για το θέμα αυτό. Πιστεύω οτι αυτή η διαπίστωση, αν και αποτελεί κοινό τόπο στην αρχιτεκτονική, εξακολουθεί να είναι επίκαιρη και άρα επιτάσσει την ανάπτυξη σχεδιαστικών μεθόδων που διεπιδρούν με τις κοινωνικές δυναμικές τοπικά αλλά και παγκόσμια. Ζαβολέας Γ., Η Μηχανή και το Δίκτυο ως δομικά πρότυπα στην Αρχιτεκτονική, εκδ. futura, Αθήνα 2013, σελ. 139-140

38


Κοινά χαρακτηριστικά των Κοινωνικών Δικτύων και του Δημόσιου Χώρου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

61

εικ. 19

masterplan του έργου των Κανδύλης, Josic, Woods Le Mirail στην Τουλούζη όπου φαίνεται και η σχέση του πανεπιστημιακού campus με την πόλη


Μ. Gustave: [στο τηλέφωνο] Συνδέστε με με το Excelsior Palace στο Baden-Jurgen και χρεώστε τον παραλήπτη. [προς τον Zero] Δεν έχουμε άλλη επιλοή, δε μπροούμε να στραφούμε αλλού για βοήθεια. Είναι η μόνη μας ελπίδα. Υπό άλλες συνθήκες δε θα έπρεπε να σου αναφέρω καν την ύπαρξή του. Ποτέ μην πεις λέξη γι’αυτό σε κανέναν, ορκίζεσαι; Zero: Φυσικά! Τι είναι; Μ. Gustave: [προς τον Zero] Δε μπορώ να πω.. Πως μπορεί κανείς να βρει θέσεις στην πρώτη σειρά για μια πρεμιέρα της Opera Toscana, μόλις μια μέρα νωρίτερα; Πως κανονίζει κανείς ιδιωτική προβολή της συλλογής ταπετσαριών στη Royal Saxon Gallery; Πως κλείνει κανείς γωνιακό τραπέζι στο Chez Dominique μια πέμπτη; [στο τηλέφωνο] Αγαπητέ Ivan, είμαι ο Gustave! Γεια σου! Λοιπόν ναι, ήμουν μέχρι πριν από πέντε λεπτά. Το πήραμε επάνω μας να την κάνουμε λίγο βιαστικά, αν με καταλαβαίνεις. Μέσω ενός υπονόμου.. Ακριβώς.. Άκου, Ivan, συγγνώμη που σε διακόπτω αλλά είμαστε στριμωγμένοι χρονικά. Αυτό είναι επίσημο αίτημα. Καλώ επίσημα τις ειδικές υπηρεσίες της “Κοινότητας των Σταυρωτών Κλειδιών”.

62

Ivan: Θα σε ξανακαλέσω, Gustave. [κλείνει το τηλέφωνο, ξανακαλεί] Δώστε μου τον κύριο Georges του Château Luxe, παρακαλώ. Georges: Ναι, Ivan; Έγινε. [κλείνει το τηλέφωνο, ξανακαλεί] Δώστε μου τον κύριο Dino του Palazzo Principessa, παρακαλώ. Dino: Κύριε Georges? Μάλιστα. Αμέσως. [κλείνει το τηλέφωνο, ξανακαλεί] Δώστε μου τον κύριο Robin του l’Hotel Cote du Cap, παρακαλώ. Robin: Ναι, Dino; Ναι, Dino. Okay, Dino. [κλείνει το τηλέφωνο, ξανακαλεί] Δώστε μου τον κύριο Martin του Ritz Imperial, παρακαλώ. Martin: Robin? Martin. Το άκουσα. Πιθανώς. Θα κάνω κάποια τηλεφωνήματα.

εικ. 20 snapshots από την ταινία “The Grand Budapest Hotel” [2014] Ο πρωταγωνιστής Μ. Gustave είναι θυρωρός στο The Grand Budapest Hotel, κατηγορείται άδικα για φόνο και φυλακίζεται. Όταν καταφέρνει να δραπετεύει από τη φυλακή με τη βοήθειά του αφοσιωμένου σε αυτόν lobby boy Mr. Mustafa, χάνονται και καταφεύγει στη βοήθεια της Κοινωνίας των Σταυρωτών κλειδιών, The Society of Crossed Keys, ένος δικτύου μεταξύ concierge άλλων ξενοδοχείων με ιδιαίτερα προνόμια.


3.4

αλληλεγγύη και ανισότητα

Την διετία 2000-2001, η οικονομολόγος Katie Carman, θέλοντας να ερευνήσει την εξάπλωση της θετικής κοινωνικής συμπεριφοράς, σχεδίασε ένα πείραμα μελέτης της φιλανθρωπίας μιας κοινωνικής ομάδας. Πιο συγκεκριμένα, επρόκειτο για ένα δείγμα εβδομήντα πέντε χιλιάδων υπαλλήλων μιας μεγάλης αμερικανικής τράπεζας, οι οποίοι είχαν την δυνατότητα να κάνουν φιλανθρωπικές δωρεές μέσω κρατήσεων από τους μισθούς τους. Το αποτέλεσμα του πειράματος έδειξε σε πρώτη φάση ότι όσοι εργάζονταν με περισσότερο γενναιόδωρους συναδέλφους τους, συνεισέφεραν οικονομικά και οι ίδιοι περισσότερο. Στη συνέχεια, με τη χρήση πιο σύνθετων ερευνητικών παραγόντων, επαληθεύτηκε ότι όταν ένας εργαζόμενος έπαιρνε μετάθεση από ένα τμήμα που δεν έδιναν πολλά χρήματα σε άλλο στο οποίο έδιναν περισσότερα, τότε για κάθε δολάριο παραπάνω στον μέσο όρο της ομάδας, η δική του συνεισφορά αυξανόταν κατά 0.53 δολάρια. Βασιζόμενοι στο παραπάνω πείραμα, οι Christakis και Fowler σχεδίασαν σε δείγμα εκατόν είκοσι φοιτητών μια σειρά “παιγνίων συνεργασίας” των πέντε γύρων. Οι φοιτητές μοιράστηκαν σε τετραμελείς ομάδες αλλά με τέτοιο τρόπο ώστε να μην συμπίπτουν οι ίδιοι φοιτητές στην ίδια ομάδα δύο φορές όσο θα προχωράνε στους επόμενους γύρους. Σε κάθε φοιτητή μοιραζόταν ένα χρηματικό ποσό και το ζητούμενο από αυτόν ήταν να αποφασίσει πως θα καταμερίσει τα χρήματα στην ομάδα του με προσωπικό κόστος. Η ανάλυση της συμπεριφοράς των φοιτητών έδειξε ότι όταν ένα άτομο δίνει ένα επιπλέον δολάριο στον πρώτο γύρο, τα άλλα μέλη της ομάδας δίνουν περίπου είκοσι λεπτά παραπάνω στον δεύτερο γύρο, παρότι έχουν τοποθετηθεί σε μια εντελώς νέα ομάδα. Το γεγονός ότι ο αλτρουισμός και η αλληλεγγύη μεταξύ των μελών ενός δικτύου τείνει να εξαπλώνεται και τα οφέλη να μεγεθύνονται, μοιάζει να είναι ένα επιπλέον χαρακτηριστικό των κοινωνικών δικτύων. Αντίστοιχα, στην λογική του δημόσιου χώρου, φαίνεται εξαιρετικά πιθανό ότι μια σημειακή αστική ανάπλαση δυνητικά θα μπορούσε

63


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

να δημιουργήσει μια αλυσιδωτή, δικτυακή αντίδραση κατά την οποία επηρεάζονται θετικά παραπλήσιες της αρχικής περιοχές. Αν δηλαδή υλοποιηθεί ο σχεδιασμός ενός πάρκου σε μια γειτονιά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι μια τέτοια κίνηση θέτει τον πρώτο κόμβο ώστε να εξαπλωθεί ένα δίκτυο ανάπλασης, το οποίο εν τέλει θα οδηγήσει στην διαμόρφωση μιας νέα αστικής ταυτότητας για το δημόσιο χώρο της γειτονιάς. Παρότι για την υπόθεση αυτή δεν εντοπίστηκε συγκεκριμένη βιβλιογραφία, ωστόσο αυτή προκύπτει ως λογικό συμπέρασμα άξιο διερεύνησης, ειδικά αν σκεφτούμε την επιθυμία των απανταχού κατοίκων μιας γειτονιάς για την δημιουργία ενός πάρκου ή μιας παιδικής χαράς, ή, εντελώς αντίστροφα, τις πιθανές τους αντιδράσεις για την δημιουργία μιας χωματερής ή ενός χώρου ταφής απορριμμάτων.

64

Πέραν όμως της αλληλεγγύης που αναπτύσσεται εντός ενός κοινωνικού δικτύου, αναπτύσσεται παράλληλα μια άνιση αντιμετώπιση ορισμένων μελών του ως αποτέλεσμα ενός διαφορετικού τρόπου κατανόησης της διαστρωμάτωσης και της ιεραρχίας που προκύπτει από τις συνδέσεις κάθε μέλους μέσα στο δίκτυο. Αυτό σημαίνει ότι οι πιθανότητες να απολαμβάνει κανείς ευγενική ή αλτρουιστική συμπεριφορά εξαρτάται από το πόσο καλά είναι συνδεδεμένος με τους γύρω του. Στο βαθμό λοιπόν που κάθε άνθρωπος έχει διαφορετικό αριθμό συνδέσεων, γίνεται εμφανές ότι η πρόσβαση στα δημόσια αγαθά που δημιουργούνται και προωθούνται εντός των κοινωνικών δικτύων ποικίλει, ενώ η ανισότητα της θέσης διαφορετικών μελών οφείλεται εν τέλει αποκλειστικά στο με ποιον είναι συνδεδεμένοι κι όχι στο ποιοι είναι οι ίδιοι. Ένα άλλο κοινό χαρακτηριστικό των ετεροτοπιών του Foucault που επανέρχεται στο σημείο αυτό, λειτουργεί συμπληρωματικά με την διαπίστωση σχετικά με την ανισότητα θέσης στο κοινωνικό δίκτυο αλλά και τη δυνατότητα συμμετοχής. Αναλυτικότερα, οι ετεροτοπίες προϋποθέτουν πάντοτε την ύπαρξη ενός συστήματος ανοίγματος και κλεισίματος το οποίο τις απομονώνει και συγχρόνως τις καθιστά προσπελάσιμες, κάτι που καθιστά έναν εν δυνάμει ετεροτοπικό τόπο όχι τόσο ελεύθερα προσβάσιμο. Δεν μπορούμε να εισέλθουμε χωρίς να διαθέτουμε μια ειδική άδεια και να


Κοινά χαρακτηριστικά των Κοινωνικών Δικτύων και του Δημόσιου Χώρου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

να επιτελέσουμε συγκεκριμένες κινήσεις. Αυτή είναι ίσως η πιο εύκολη, μα εξίσου σημαντική, αρχή προς απόδειξη.40 Πράγματι, είναι γεγονός ότι όλες σχεδόν οι ηλεκτρονικές εφαρμογές κοινωνικής δικτύωσης [π.χ. Facebook] δεν περιορίζουν την είσοδο του κάθε χρήστη στο δίκτυο. Προϋποθέτουν ωστόσο μια διαδικασία εγγραφής, κατά την οποία διατυπώνονται οι κανονισμοί συμμετοχής, στους οποίους υπόκεινται οι χρήστες. Μια ακόμη συνηθισμένη πρακτική είναι ένας χρήστης να προσκαλεί έναν καινούργιο κάτι που αυτομάτως συνιστά κριτήριο εισόδου για το δεύτερο χρήστη. Το τελευταίο παράδειγμα μάλιστα, ενισχύει την λογική ότι η προσβασιμότητα κάθε χρήστη είναι ανάλογη του βαθμού δικτύωσής του. Έτσι ενώ τα δίκτυα αυτά διατηρούν την κλειστότητα και την αυτάρκειά τους, παραμένουν ταυτόχρονα και αβίαστα διαπερατά για τους χρήστες τους. Μια ακόμη ένδειξη υπερ της ανισότητας θέσης των χρηστών εντός του δικτύου αποτελεί η κατηγοριοποίηση των χρηστών. Υπάρχουν αντίστοιχα παραδείγματα εφαρμογών [π.χ. twitter, instagram] στις οποίες δύο συνδεδεμένοι χρήστες μπορεί να μη βρίσκονται σε ισάξια και αμοιβαία επικοινωνία μεταξύ τους, αλλά ο πρώτος μόνο να “ακολουθεί” τον δεύτερο, χωρίς απαραίτητα ο τελευταίος να έχει επιλέξει την αμοιβαία σύνδεση με τον άλλον από την πλευρά του. Ο σχεδιασμός της διεπαφής των συγκεκριμένων εφαρμογών επομένως διακρίνει αυτομάτως τις επαφές κάθε χρήστη σε “following” και “followers” υπονοώντας μια σχέση εξουσίας μεταξύ των δύο. Όπως έχω ήδη επισημάνει, το στοιχείο της ανισότητας προεξέχει και στο έργο του Manuel Castells, ο οποίος μιλάει ξεκάθαρα για τα ζητήματα κατανομής δύναμης εντός των δικτύων. Με τη διάκρισή που είδαμε να πραγματοποιεί μεταξύ των χρηστών σε “actors” και “switchers”, αποδίδει μεγαλύτερη δύναμη στους “switchers” λόγω της κομβικής τους θέσης. Σαφές παράδειγμα πάνω σε αυτό είναι για τον Castells η θέση των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης τα οποία βρίσκονται στην κομβική θέση μεταξύ πολιτικών κατεστημένων, χρηματοδοτήσεων και κοινής γνώμης. 39 Τ. Κλειδωνόπουλος, Η Ετεροτοπία του Facebook, ηλεκτρονικό περιοδικό VICE, http://www.vice.com/gr/read/eterotopia-facebook

65


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 1

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

Παράλληλα, αναγνωρίζει ως μια εξαιρετικά πετυχημένη στρατηγική κατανομής δύναμης την δυνατότητα συμμετοχής ή αποκλεισμού σε οποιοδήποτε δίκτυο. Έτσι, επιθυμώντας να κατηγοριοποιήσει το είδος της δύναμης που ασκείται στα δίκτυα, ορίζει το φαινόμενο αυτό ως “network in power” για να περιγράψει ακριβώς τη συνθήκη κατά την οποία κάποια άτομα συμπεριλαμβάνονται στα δίκτυα που συνιστούν τον πυρήνα ενός παγκόσμιου δικτύου, ενώ άλλα άτομα, ή ομάδες, αποκλείονται από αυτό. Για τον Castells η διάκριση αυτή είναι θεμελιώδης, κυρίως όταν αναφερόμαστε σε πολιτικά πλαίσια, καθώς το παγκόσμιο δίκτυο οικονομίας προσπαθεί να ενσωματώσει κοινωνίες κι επικράτειες που έχουν αξία και να αποκλείσει μη χρήσιμες για την οικονομία ανθρώπινες κοινότητες, κατατάσσοντάς τις μόνο σε παραγωγούς και καταναλωτές.

66

Στο ίδιο πλαίσιο τίθεται και το ζήτημα του ρόλου των γραμμικών δικτύων μιας πόλης, τα οποία, φαινομενικά τουλάχιστον, προσφέρουν τη δυνατότητα «ενοποίησης» κοινωνικά ανομοιογενών χώρων. Πιο συγκεκριμένα, και υπό το πρίσμα μιας περισσότερο προσωπικής παρατήρησης, η πράσινη γραμμή του ηλεκτρικού στην Αθήνα αποτελεί ένα παράδειγμα άμεσα αμφισβητήσιμης ομοιογένειας μεταξύ των κόμβων που “συνδέει” αυτό το γραμμικό δίκτυο. Σε μια διαδρομή από το λιμάνι του Πειραιά, εντός των πρώτων τριών στάσεων σημειώθηκε ένα περιστατικό μικρο-κλοπής. Στη συνέχεια, όταν ο συρμός έφτασε στην Ομόνοια, επιβιβάστηκε ένα ζευγάρι ναρκομανών, ενώ εν τέλει το τρένο

εικ. 21 Underskin, Sam Loman Ο καλλιτέχνης σχεδιάζει έναν χάρτη οκτώ βασικών συστημάτων του σώματος μας με τέτοιο τρόπο ώστε αφενός μεν να σχηματίζουν ένα δίκτυο αφετέρου δε να επισημαίνει τους βασικούς κόμβους στους οποίους τα συστήματα αυτά συναντιούνται.


Κοινά χαρακτηριστικά των Κοινωνικών Δικτύων και του Δημόσιου Χώρου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

κατέληξε στο Μαρούσι όπου μια παρέα παιδιών – εμφανώς πιο ευκατάστατων οικογενειών – θα πραγματοποιούσαν τη βραδινή τους έξοδο. Η ανισότητα θέσης των στάσεων/κόμβων ήταν όσο προφανής ήταν και η αναποτελεσματική προσπάθεια δημιουργίας ενός κυκλοφοριακού δικτύου που εν δυνάμει θα μπορούσε να είχε εξομαλύνει κάποιες κοινωνικές ανισότητες. Φαίνεται, λοιπόν, οτι η «δημοκρατική» δυνατότητα συμμετοχής στο συγκοινωνιακό αυτό δίκτυο δεν εξασφαλίζει όρους κοινωνικής «συμβίωσης». Η παρατήρηση αυτή, αν και βασίζεται στον παραλληλισμό κοινωνικού δικτύου και φυσικού χώρου, όμως θέτει και ένα ζητούμενο υπέρβασης της μεταφοράς αυτής με πολεοδομικούς όρους και με επίκεντρο το χρήστη. Αντίστοιχα τοποθετούνται και οι σύγχρονοι προβληματισμοί σχετικά με την δημοκρατικότητα του φυσικού, δημοσίου χώρου και τη δυνατότητα συμμετοχής κάθε ατόμου σε αυτόν. Αν για παράδειγμα θεωρήσουμε ότι ως δημόσιος χώρος νοείται ο ελεύθερος χώρος ο οποίος απευθύνεται εξίσου σε όλους, σχεδόν ταυτόχρονα έρχονται στο μυαλό μας παραδείγματα δημόσιων χώρων που αποτελούν casus belli μεταξύ διαφορετικών ομάδων που διεκδικούν το δικαίωμα χρήσης τους με αντικρουόμενους μεταξύ τους στόχους. Αίτια της διαμάχης αυτής αποτελούν, αν μη τι άλλο, τα δίπολα μεταξύ δημόσιου-ιδιωτικού χώρου, ντόπιου-ξένου, κανονικότηταςετερότητας, και ένταξης-αποκλεισμού, που δημιουργούν στερεότυπες αντιλήψεις για την ταυτότητα του χρήστη του δημόσιου χώρου.

67


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

Στη βάση της φιλοσοφίας ότι η “οικειοποίηση” του δημόσιου χώρου από μια ομάδα ανθρώπων αποτελεί εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση της δομής του δημόσιου χώρου, η πιο επιτυχής αναθεώρηση τέτοιων αντιλήψεων εστιάζει στις καθημερινές πρακτικές των αποκλεισμένων ομάδων μέσα στο δημόσιο χώρο. Έτσι, είτε πρόκειται για το παράδειγμα ενός μετανάστη γονιού που βγάζει το παιδί του βόλτα, είτε για τη συγκέντρωση διαμαρτυρίας υπέρ των δικαιωμάτων μιας κοινωνικής ομάδας, η ένταξή τους σε ένα δίκτυο επικοινωνίας και διαλόγου μεταξύ τους κάνει αισθητή όχι μόνο την ύπαρξη τους αλλά και την διεκδίκησή τους για ισάξια συμμετοχή στο δημόσιο χώρο. Ένα σύγχρονο παράδειγμα που υποδηλώνει την ανισότητα θέσης λόγω της χρονικής μεταβολής είναι η περιοχή του Άγιου Παντελεήμονα. Η περιοχή του Αγίου Παντελεήμονα αποτελεί μία από τις παλιότερες

εικ. 22

68

φωτογραφία της περιοχής του Αγίου Παντελεήμονα από το λόφο του Λυκαβηττού


Κοινά χαρακτηριστικά των Κοινωνικών Δικτύων και του Δημόσιου Χώρου

γειτονιές του αθηναϊκού κέντρου, που πρωτοχτίστηκε με βασικό άξονα την οδό Αχαρνών, ενώ το αρχιτεκτονικό ύφος της περιοχής καθοριζόταν από πέτρινα προπολεμικά κτίρια, νεοκλασικά, λαϊκά νεοκλασικά, εκλεκτικιστικά, ή σε ρυθμό Bauhaus. Ο πληθυσμός του Άγιου Παντελεήμονα και της πλατείας Aττικής ήταν ένα μίγμα μεσοαστικών αθηναϊκών οικογενειών. H βασικότερη κοινωνική κινητικότητα μεταπολεμικά ήταν η έλευση οικογενειών από την επαρχία ή εργατικών και μικροαστικών οικογενειών από άλλες περιοχές της Αθήνας. Τη δεκαετία του ‘60 αρχίζει η έκρυθμη ανοικοδόμηση για να καλυφθούν οι αυξημένες ανάγκες στέγασης της εποχής, με αποτέλεσμα, ως τη δεκαετία του ‘70, να κάνουν την εμφάνισή καινούριες πενταώροφες και επταώροφες πολυκατοικίες. Έτσι, το αστικό περιβάλλον συμπυκνώθηκε και οι κυψέλες κατοίκησης συμπληρώθηκαν από εκατοντάδες οικογένειες που «αναβάθμισαν» την ποιότητα ζωής τους, αποκτώντας κατοικία σε μία ολοζώντανη γειτονιά του κέντρου, με εμπορικούς δρόμους, πολυσύχναστες πλατείες και πολύ καλή προσβασιμότητα. Από τα πρώτα όμως χρόνια της καθ’ ύψος ανάπτυξης της Αθήνας, η λογική της κάθετης κοινωνικής διαστρωμάτωσης των ενοίκων ήταν εμφανής, ειδικά σε περιοχές ανάμικτης κοινωνικής σύνθεσης. Οι ιδιοκτήτες κρατούσαν τα πιο προνομιακά διαμερίσματα των ανώτερων επιπέδων για ιδιοκατοίκηση και τα χαμηλότερα προορίζονταν για ενοικίαση. Ήδη τη δεκαετία του ‘80, η τάση φυγής στα προάστια, η λεγόμενη “προαστιοποίηση” του πληθυσμού, προκαλούσε την απονεύρωση των κεντρικών περιοχών κατοικίας. Αρχικά το ρεύμα αυτό ακολούθησαν οι πιο εύπορες οικογένειες, λίγο αργότερα όμως πολλοί εγκατέλειψαν τις γειτονιές τους αναζητώντας ένα πιο ήσυχο περιβάλλον. Αυτοί που παρέμειναν στο κέντρο, οι ηλικιωμένοι πλέον ιδιοκτήτες των πλεονεκτικότερων διαμερισμάτων, συγκατοικούν πλέον με τους νέους ενοίκους του κέντρου, τους μετανάστες. Τη δεκαετία του ‘90, τα πρώτα μεγάλα ρεύματα μεταναστών φτάνουν στο κέντρο της Αθήνας. Η απουσία οποιασδήποτε μορφής υποδοχής και πληροφόρησης των μεταναστών από κρατικούς φορείς τους οδηγεί στην εγκατάστασή στις κεντρικές περιοχές της Αθήνας, καθώς αυτές αποτελούσαν το πλέον απαξιωμένο τμήμα της αγοράς κατοικίας. Οι νέοι μετανάστες

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

69


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

κατά κανόνα άλλωστε τείνουν να εγκαθίστανται κοντά στο κέντρο της πόλης, κάτι που διευκολύνει την εύρεση απασχόλησης και την πρόσβαση σε τόπους εργασίας που δεν είναι συχνά σταθεροί.40

70

Η μείωση και γήρανση του γηγενούς πληθυσμού, η συρρίκνωση των μεσαίων κοινωνικοεπαγγελματικών κατηγοριών, και η παλαίωση του οικιστικού αποθέματος, αποτελούν τα σύγχρονα χαρακτηριστικά της περιοχής του Άγιου Παντελεήμονα. Τα προβλήματα αυτά βρίσκουν ως αποδιοπομπαίο τράγο τους εγκατεστημένους στην περιοχή μετανάστες, γεγονός στο οποίο συντελεί τόσο ο κυρίαρχος λόγος των ΜΜΕ περί γκέτο όσο και η διάχυση σε διαφορετικούς κοινωνικούς και πολιτικούς χώρους της ακροδεξιάς ρητορείας, με ιδιαίτερες αιχμές σε θέματα εγκληματικότητας, δημόσιας υγείας, καθαριότητας και αισθητικής. Έτσι, η περιοχή πλέον αποτελεί ένα πεδίο σύγκρουσης μεταξύ του γηγενούς πληθυσμού και των μεταναστευτικών ομάδων, όπου, μεταξύ άλλων, το διακύβευμα φαίνεται να είναι η κυριότητα επί του δημοσίου χώρου. Δε δημιουργεί καμία έκπληξη μάλιστα το γεγονός ότι αφορμή της σύγκρουσης αποτέλεσε το κλείσιμο μιας παιδικής χαράς την οποία οι μετανάστες είχαν οικειοποιηθεί για διάφορες χρήσεις [αναψυχή, κοινωνικοποίηση, παιχνίδι, φιλοξενία αστέγων, διανομή συσσιτίων] από ομάδες διαμαρτυρίας γηγενών κατοίκων που ανέλαβαν να “εκπροσωπήσουν” το ελληνικό στοιχείο.41 Βλέπουμε λοιπόν ότι στο παράδειγμα του Άγιου Παντελεήμονα η διαχρονικότητα του δημόσιου χώρου είναι συνυφασμένη με ευρύτερες ιστορικές και κοινωνικές μεταβολές της ταυτότητας του χρήστη και την ανακατανομή ισχύος, και άρα και ανισότητας, με συγκρουσιακά χαρακτηριστικά. Η εναλλαγή των χρηστών από τον γηγενή πληθυσμό σε μετανάστες αποτέλεσε ακόμη έναν παράγοντα προς αυτήν την κατεύθυνση, γεγονός ωστόσο που υποκινήθηκε από έναν social switcher, κατά τον Castells, όπως είναι τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. 40 Μουργή Γ., Κατανομή του πληθυσμού και διαχωρισμοί στον Αγ. Παντελεήμονα, προπτυχιακή εργασία στα πλαίσια του μαθήματος “Ιστορία και Θεωρία 8”, 8ου εξαμήνου, Ε.Μ.Π. 2011 [πηγή: http://courses.arch.ntua.gr/fsr/140477/Georgiou%20 Mourgi.pdf ] 41 Αράπογλου Β., Καβουλάκος Κ. Ι., Γιώργος Κανδύλης Γ. & Μαλούτας Θ., Η νέα κοινωνική γεωγραφία της Αθήνας: μετανάστευση, ποικιλότητα και σύγκρουση, περιοδικό ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΘΕΜΑΤΑ, Οκτ.-Δεκ. 2009, τεύχος 107, σελ. 57-67


Κοινά χαρακτηριστικά των Κοινωνικών Δικτύων και του Δημόσιου Χώρου

Καταλήγω ότι εδώ δεν προϋπήρξε ένα «αφήγημα» σχεδιασμού της περιοχής αυτής που θα εξασφάλιζε όρους συνέχειας και διάρκειας του δημόσιου χώρου.42 Οι κοινωνικές αλλαγές που συντελέστηκαν στην περιοχή δεν είχαν προβλεφθεί κι έτσι, με την απουσία ιστορικότητας, ταυτότητας και συσχετισμού με το παρελθόν, η περιοχή αυτή κατέληξε ένας μη-τόπος, όπως θα έλεγε και ο Augé, αφού δεν επέδειξε «αντοχή», κατά τον Czerniak, δηλαδή μια διαλεκτικότητα σταθερότητας και αλλαγής. 43 Μάντζου Π., Μπήτσικας Ξ., Cycles of succession: nature - urban Czerniak J., Legibility and Resilience, Princeton Architectural Press, New York, 2007, σελ. 215-250 42 43

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

εικ. 23 φωτογραφία του Oscar Ruíz από την καμπάνια “Erase the difference” για την εξάλειψη των κοινωνικών και οικονομικών ανισοτήτων στο Μεξικό, από κάτω αναγράφεται: “Η φωτογραφία δεν έχει τροποποιηθεί, είναι ώρα να το αλλάξουμε αυτό”

71


72

εικ. 24 γραφιστική απεικόνιση της ψηφιακής πραγματικότητας στον φυσικό χώρο


4. Εφαρμογές και κριτική

Ο εντοπισμός και η περιγραφική ανάλυση ιδιοτήτων που χαρακτηρίζουν τα κοινωνικά δίκτυα και το δημόσιο χώρο, όπως επιχειρήθηκαν στην παρούσα εργασία, φαίνεται να τροφοδοτούν σύγχρονες τεχνολογικές εφαρμογές στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό, αλλά και να γεννούν ερωτήματα σχετικά με την αποτελεσματικότητά τους. Στο κεφάλαιο αυτό θα παρουσιάσω την έννοια της διεπαφής ως βασικό στοιχείο αυτών των εφαρμογών, θα τις περιγράψω, και θα αναφερθώ κριτικά σε προβληματισμούς που αυτές δημιουργούν. Σε πολλά σημεία κατά την πορεία της έρευνας, κοινός παρονομαστής φάνηκε να είναι η έννοια της διεπαφής, κάτι που δεν είναι τυχαίο. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα διεπαφής, που καταδεικνύει και τον τρόπο με τον οποίο οι διεπαφές συχνά λειτουργούν ως προσθέσεις, ως επεκτάσεις δηλαδή της λειτουργίας των αντιληπτικών ή άλλων συστημάτων του ανθρώπινου σώματος έξω από τη συνήθη σφαίρα αλληλεπίδρασης τους με το περιβάλλον, είναι η οθόνη:

“Στην οθόνη εισέρχονται εικόνες, ήχοι και κείμενα, καθιστώντας δυνατό το πέρασμα από τον ισοτοπικό χώρο της κλασικής αναπαράστασης, που στηρίζεται στη συνέχεια και την ομοιογένεια των αναπαριστώμενων στοιχείων, στον πολυτοπικό χώρο που αναμειγνύει χωρικές και χρονικές συνθήκες.”44

Με την ίδια αφετηρία, ο Paul Virilio αντιμετωπίζοντας το φαινόμενο των γιγαντο-οθονών που βρίσκονται αναρτημένες στις προσόψεις των κτηρίων ως ένα συνονθύλευμα αποσπασματικών πληροφοριών που περνάνε σύμφωνα με τον παραπάνω τρόπο στο φάσμα της υλικότητας, σχολιάζει τα εξής45: Μάντζου Π., Μπήτσικας Ξ., Από τη διαφάνεια στη διεπαφή, στο Βαβύλη Φ., Δόβα Ε. [επιμ.], Διαφάνεια και αρχιτεκτονική, εκδ. Ζήτη, Θεσσαλονίκη 2007 Ζαβολέας Γ., Η Μηχανή και το Δίκτυο ως δομικά πρότυπα στην Αρχιτεκτονική, εκδ. futura, Αθήνα 2013, σελ. 100 44

45

73


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

“Ο τοίχος έδωσε σταδιακά τη θέση του σε μια απειρία ανοιγμάτων και διαρρηγμένων περιφράξεων. [...] Κάθε επιφάνεια [surface] είναι ένα κοινό ενδιάμεσο [interface] δύο κόσμων σε διαρκή αλληλεπίδραση, υπό τη μορφή μιας συναλλαγής ανάμεσα σε δύο ουσίες εν επαφή μεταξύ τους. Η επιφάνεια/σύνορο μετατρέπεται σε οσμωτική μεμβράνη, ένα στυπόχαρτο. [...] Το όριο του χώρου γίνεται σημείο μετατροπής, ένας ριζικός διαχωρισμός γίνεται υποχρεωτικά περάσματα, διέλευση, και συνεχής δραστηριότητα, αδιάκοπες συναλλαγές, μια μεταβίβαση ανάμεσα σε δύο διαφορετικές καταστάσεις, δύο κόσμους. Αυτό που ήταν κάποτε η διαχωριστική γραμμή μιας κατάστασης, το “τέρμα” της, είναι πλέον ένα κατώφλι εισόδου, συγκαλυμμένο ως μια απόλυτα ελάχιστη οντότητα. Από εδώ και πέρα, μια επιφάνεια περιέχει κρυμμένη μια μυστική διαφάνεια, είναι ένα πάχος χωρίς πάχος, ένας όγκος χωρίς όγκο, μια ανεπαίσθητη ποσότητα.”46

74

Το δίκτυο αποτελεί αντίστοιχα ένα είδος διεπαφής, σύμφωνα με το Γάλλο κοινωνιολόγο κι ανθρωπολόγο Bruno Latour. Ο Latour υποστηρίζει ότι το δίκτυο είναι αυτό που καθιστά προϋπάρχοντα πράγματα ορατά στον παρατηρητή. Αναλυτικότερα, ο Latour θεωρεί το δίκτυο ως τον μηχανισμό που αποκαλύπτει νέες, διευρυμένες ιδιότητες για το προς εξέταση αντικείμενο. Έτσι, οτιδήποτε μπορεί να φαίνεται ως αύταρκες και αυτο-αναφορικό, μέσω του δικτύου μεταμορφώνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να συμμετέχει σε έναν πολύπλοκο ιστό πολλών παραγόντων, ενώ υπό το πρίσμα της νέας “δικτυακής του ταυτότητας” αναδεικνύονται νέα στοιχεία γι’αυτό. Κατ’αυτόν τον τρόπο το δίκτυο γίνεται η διεπαφή με την οποία “βλέπουμε” και άρα επηρεάζει και τις στρατηγικές μας επί του δημόσιου χώρου. Η διεπαφή αυτή, ωστόσο, δεν καταργεί τα όρια μεταξύ του πραγματικού και της διαδικτυακής του ταυτότητας, αλλά τα καθιστά διαφανή και άρα μη άμεσα αντιληπτά, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό. “Η ρευστοποίηση των ορίων, διαμέσου της χρήσης μεσολαβητών, είτε αυτοί αναφέρονται σε μέσα επικοινωνίας κι ενημέρωσης είτε σε μέσα παρακολούθησης είτε ακόμα, σε πιο εξειδικευμένες περιπτώσεις, όπως τα μέσα ιατρικής εικονοποιίας, δεν είναι πάντα απλή και δεν πρέπει να θεωρείται αυτόματα συνώνυμη με την αναίρεση των ορίων, αλλά με τη διαφανοποίησή τους έως ότου καταστούν αόρατα στον ανυποψίαστο παρατηρητή.”47

Από την άλλη πλευρά, εμπλουτισμένος από τις τεχνολογικές εξελίξεις και τη λογική της κοινωνικής δικτύωσης, ο δημόσιος χώρος μοιάζει πλέον να 46 Virilio Paul, The Overexposed City, Architecture/Theory/Sinc 1968, Columbia Books of Architecture, New York, 1998, σελ. 540-550 47 Μάντζου Π., Μπήτσικας Ξ., Από τη διαφάνεια στη διεπαφή, στο Βαβύλη Φ., Δόβα Ε. [επιμ.], Διαφάνεια και αρχιτεκτονική, εκδ. Ζήτη, Θεσσαλονίκη 2007


Εφαρμογές και κριτική

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

αντιμετωπίζεται ως διεπαφή μεταξύ χρηστών και του ευρύτερου περιβάλλοντος. Το φαινόμενο αυτό περιγράφεται από τους Deleuze και Guattari ως “ρίζωμα”, το οποίο γίνεται αντιληπτό μέσω του παραδείγματος της σφήκας και της ορχιδέας: η ορχιδέα αναπτύσσει μηχανισμούς για να προσελκύσει τη σφήκα, αλλά και η σφήκα από την πλευρά της αναπτύσσει ένα μοτίβο συμπεριφοράς που ανταποκρίνεται στην ορχιδέα. Οι δύο διακριτές μεταξύ τους οντότητες φέρουν συνεπώς την ικανότητα να αλληλεπιδρούν, προσαρμοζόμενες εξίσου η μία στην άλλη και μορφώνοντας ένα αμοιβαίο γίγνεσθαι. Ταυτόχρονα λοιπόν η σφήκα με την ορχιδέα μπορούν να νοηθούν ως ένα ενιαίο σύστημα που αλληλεπιδρά αλλά και σαν δύο μοναδιαία σώματα. Με τρόπο ανάλογο μπορούμε να αντιληφθούμε τη μόρφωση ενός “ριζώματος” ανάμεσα στο δημόσιο χώρο και τους χρήστες του ενώ υπό αυτό το πρίσμα ο πρώτος λειτουργεί ως

75

εικ. 25 Reticulated Time, Nobuhiro Nakanishi


76

εικ. 26 Unnumbered Sparks, J. Echelman, A. Koblin


Εφαρμογές και κριτική

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

διεπαφή με τους δεύτερους αλλά και το ευρύτερο περιβάλλον. Ο δημόσιος χώρος λοιπόν, στο πλαίσιο της διάδρασης με τους χρήστες η οποία υποβοηθείται και από την σύγχρονη τεχνολογία, μεταβάλλει τους χρήστες του με τον ίδιο τρόπο που οι χρήστες μεταβάλλουν κι αυτόν. Η παραπάνω διαπίστωση υποστηρίζεται πράγματι από νέες πρακτικές που έχουν αναπτυχθεί σήμερα, όπως είναι οι εντοπισμένες συμμετοχικές δράσεις στον αστικό χώρο μέσω χρήσης μέσων επικοινωνίας δι’εντοπισμού [locative media], ο “γενεσιουργικός σχεδιασμός”, και πιο συγκεκριμένα το κομμάτι των γενετικών αλγορίθμων, και το σχεδιαστικό εργαλείο της αφήγησης. Τα locative media, ή μέσα επικοινωνίας δι’εντοπισμού, αποτελούν ψηφιακά μέσα, βασισμένα σε ασύρματες τεχνολογίες, κινητά τηλέφωνα, τεχνολογίες GPS, PDA’s tablets, ακουστικά κτλ., που επι-τίθενται σε πραγματικές τοποθεσίες ενεργοποιώντας κοινωνικές δραστηριότητες και αστικές εμπειρίες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η εγκατάσταση Unnumbered Sparkles των καλλιτεχνών Janet Echelman και Aaron Koblin στα πλαίσια της 30ης επετείου της διοργάνωσης TED. Οι δύο καλλιτέχνες συνεργάστηκαν για την δημιουργία ενός γιγαντιαίου διαδραστικού γλυπτού που θα κρεμόταν από τον ουρανό του Vancouver στον Καναδά. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα τεράστιο δίχτυ από κλωστή 15 φορές ανθεκτικότερη του συρματόσχοινου που έχει πλεχτεί χειροκίνητα δημιουργώντας την αρχική μορφή του κρεμαστού γλυπτού. Κάθε βράδυ τα σχοινιά τεντώνονται, το γλυπτό ισορροπεί στον αέρα και στη συνέχεια, αφού αντιμετωπισθούν πρακτικές δυσκολίες, όπως π.χ. να μπλεχτεί κάπου το δίχτυ, η εγκατάσταση τοποθετείται στη σωστή της θέση. Ταυτόχρονα, έχει σχεδιαστεί μια εφαρμογή η οποία προσομοιάζει την επιφάνεια του γλυπτού με την οθόνη της εκάστοτε συσκευής. Ο χρήστης λοιπόν σχεδιάζει στην οθόνη του και μέσω αλλεπάλληλων αποκωδικοποιήσεων το σχέδιό του προβάλλεται σε πραγματικό χρόνο στην επιφάνεια του γλυπτού. Σύμφωνα με την Janet Echelman, στο έργο της πολλές φορές ερχόταν αντιμέτωπη με τον προβληματισμό του πως το κοινό θα γίνει μέρος της δημιουργίας. Έτσι, η συμβολή του Aaron Koblin ήταν καθοριστική αφού, μέσω της διεπαφής που σχεδίασε, το έργο αποκτά μια διαδραστική μορφή τέχνης αφήνοντας τα άτομα να ζωγραφίσουν με το φως και να γίνουν συν-δημιουργοί του γλυπτού. The Making of Unnumbered Sparks, https://www.youtube.com/watch?v=npjTmG-TBHQ#t=232

48

77


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

78

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η έννοια του γενεσιουργικού σχεδιασμού [generative design] αναφέρεται στη σχεδιαστική μέθοδο της οποίας το αποτέλεσμα, είτε πρόκειται για εικόνα, είτε για ήχο, είτε για αρχιτεκτονικό μοντέλο, είτε για video, έχει παραχθεί από ένα σύνολο κανόνων, ή έναν αλγόριθμο, μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή. Η μέθοδος αυτή παρέχει το πλεονέκτημα μιας γρήγορης σχεδιαστικής μεθόδου η οποία εξερευνά και αναπαράγει τις δυνατότητες κάθε αντικειμένου και τομέα. Οι γενετικοί αλγόριθμοι, ως υπο-κατηγορία του γενεσιουργικού σχεδιασμού, χρησιμοποιούν μηχανισμούς από το πεδίο της βιολογικής μορφογένεσης αποτελώντας κατά βάση στοχαστικά εργαλεία και διαδικασίες βελτιστοποίησης. Έτσι, σε πρώτο στάδιο, πραγματοποιείται η διαδικασία της κωδικοποίησης των παραμέτρων οι οποίες μετά συνδυάζονται βάσει του μοντέλου των χρωμοσωμάτων. Εκείνα τα αποτελέσματα αυτής της διαδικασίας που ικανοποιούν κάποια κριτήρια καταλληλότητας επανασυνδυάζονται για καλύτερα αποτελέσματα. Η στενή αντιμετώπιση της Αρχιτεκτονικής μέσω της επιστήμης της Βιολογίας αποκτά αξία μόνο όταν η αντιμετώπιση πολύπλοκων και αντιφατικών παραμέτρων συμπεριλαμβάνει συνθήκες μεταβολής φυσικών διεργασιών ή φυσικών πραγματικοτήτων. Και πάλι, όμως, τα αποτελέσματα συχνά μπορούν να φτάσουν μόνο σε πειραματικό στάδιο. Στο κομμάτι του δημόσιου χώρου, οι γενετικοί αλγόριθμοι θα μπορούσαν δυνητικά να λειτουργήσουν ως ένα εργαλείο σύλληψης και αξιολόγησης του διαδραστικού, μεταβαλλόμενου και επαυξημένου περιβάλλοντος, αλλά τίθεται υπό αμφισβήτηση το κατά πόσο το είδος αυτού του σχεδιασμού μπορεί να αναδείξει νέα μορφώματα ή να επανερμηνεύσει τα ήδη υπάρχοντα στον δημόσιο χώρο. Η τεχνική της αφήγησης ως εργαλείο αρχιτεκτονικής ανάγνωσης και σχεδιασμού του χώρου έχει ήδη περιγραφεί παραπάνω ως μεθοδολογία που εισήχθη καταρχάς από τον τομέα της Ψυχογεωγραφίας. Η αφήγηση, ως σχεδιαστικό εργαλείο, αποτελεί μια εξιστόρηση συμβάντων τα οποία έχουν προκληθεί από τους ήρωες της ιστορίας με αποτέλεσμα εν τέλει την μεταβολή μιας κατάστασης. Υπό την έννοια


Εφαρμογές και κριτική

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

αυτή, η αφήγηση ως εργαλείο έχει άμεση σχέση με τον χρόνο καθώς εναποθέτει σε παροντικό χρόνο γεγονότα του παρελθόντος και αποκαθιστά την ιστορικότητα του δημόσιου χώρου. “Ο χρόνος, το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, είναι εξαιρετικά σημαντικός για το σχεδιασμό του δημόσιου χώρου. Ο σχεδιασμός μπορεί μόνο να λειτουργήσει σε συσχετισμό με το χρόνο, την κατανόηση του παρελθόντος και των δυνάμεων που οδήγησαν στη μορφοποίηση περιστάσεων του παρελθόντος, ώστε να συνθέσει το παρόν για το μέλλον, με έμφαση στην αναγνωσιμότητα (legibility) και στις έννοιες του συσχετισμού (relation), του ανήκειν (belonging) και της αντοχής (resilience).”49

Ωστόσο, η τεχνική της αφήγησης, μέσω της οπτικής που προσδίδει, μπορεί να παρερμηνεύει τα γεγονότα του παρελθόντος. Στο πλαίσιο αυτό, όταν οι ψηφιακές διαδραστικές τεχνολογίες συνδυάζονται με την υλοποιημένη αρχιτεκτονική, η αφήγηση ως εργαλείο παράγει υβριδικά περιβάλλοντα που λειτουργούν ως πλατφόρμες διάδρασης μεταξύ χρήστη και υπολογιστή συντελώντας εν τέλει στην ενεργοποίηση του πρώτου με τρόπο ώστε να επανεξετάζει το δημόσιο χώρο. Παρουσιάζεται, δηλαδή, εδώ και πάλι το πρόβλημα της ψηφιακής διεπαφής. Για το λόγο αυτό, σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, ο δημόσιος χώρος ισορροπεί μεταξύ ρεαλιστικού και φανταστικού, φυσικού και ψηφιακού ή εικονικού, ενώ κάθε φορά δομείται λαμβάνοντας ως παραμέτρους τις σχέσεις μεταξύ αντικειμένων, δρώμενων, και φυσικά των χρηστών τους οποίους εμπλέκει. Οι ερευνητές των εφαρμογών αυτών υποστηρίζουν ότι τα μέσα αυτά μπορούν να παρέχουν την δυνατότητα αυθόρμητης κοινωνικής διασύνδεσης στο δημόσιο χώρο της πόλης, δημιουργώντας κοινότητες ή καταστάσεις που να σχετίζονται τόσο με τον ψηφιακό όσο και με το φυσικό τόπο δραστηριοποίησης του ατόμου. Στο άρθρο τους “Beyond Locative Media” στο περιοδικό Leonardo του MIT Press, οι Marc Tuters και Kazys Varnelis ασκούν οξύτατη κριτική στα locative media σήμερα. Το άρθρο ξεκινά με την παρουσίαση της εξελικτικής πορείας του όρου locative media στο περιεχόμενο που του αποδίδουμε σήμερα. Έτσι, η αφετηρία βρίσκεται σε ένα συνέδριο στη Λετονία 49 Μάντζου Π., Μπήτσικας Ξ., “Cycles of succession: nature-urban”, http://eurau12.arq.up.pt/en/theme-and-communications/1-making-city

79


Batman: Όμορφο, έτσι? Lucius Fox: Όμορφο. Ανήθικο. Επικίνδυνο. Μετέτρεψες κάθε κινητό τηλέφωνο στο Gotham σε μικρόφωνο και πομποδέκτη υψηλών συχνοτήτων. Πήρες την ιδέα του sonar και την εφάρμοσες σε κάθε κινητό τηλέφωνο της πόλης. Με τη μισή πόλη να σε τροφοδοτεί με εικόνες sonar μπορείς να δεις ολόκληρο το Gotham. Αυτό είναι λάθος. Batman: Πρέπει να βρω αυτόν τον άνθρωπο, Lucius. Lucius Fox: Με τι κόστος? Batman: Η βάση δεδομένων είναι κρυπτογραφημένη. Μπορεί να έχει πρόσβαση σε αυτήν μόνο ένα άτομο. Lucius Fox: Αυτό είναι πάρα πολύ δύναμη για ένα άτομο. Batman: Γι’αυτό τη δίνω σε εσένα, μόνο εσύ μπορείς να τη χρησιμοποιήσεις. Lucius Fox: Το να κατασκοπεύω τριάντα εκατομύρια πολιτών δεν είναι μέρος της δουλειάς μου. Batman: Αυτό είναι ένα ηχιτικό δείγμα. Αν μιλήσει σε ακτινά ενός τηλεφώνου εντός πολης, μπορείς να προσδιορίσεις την θέση του.

80

Lucius Fox: I’ll Θα σε βοηθήσω για αυτήν και μόνο τη φορά. Ωστόσο, όσο αυτή η μηχανή ανήκει στην Wayne Enterprises, δε θα ανήκω εγώ. Batman: Τότε παραίτησή σου.

όταν

τελειώσεις,

υπέβαλε

την

εικ. 27 snapshots από την ταινία “The Dark Knight” [2008] Οι ταινίες του Hollywood έχουν πολλές φορές κατακριθεί για ως δημιουργοί κοινωνικών φόβων μέσω των καταστροφολογικών σεναρίων που παρουσιάζουν. Στο πλάισιο αυτό, στην ταινία “The Dark Knight” τα locative media παρουσιάζονται ως ένα μέσο παρακολούθησης και, εν συνεχεία, επιβολής τάξης. Ο Batman με τη βοήθεια του Lucius Fox στήνουν μια συσκευή παρακολούθησης χρησιμοποιώντας τα κινητά τηλέφωνα των πολιτών του Gotham ως πομποδέκτες radar.


Εφαρμογές και κριτική

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

όπου μια εισήγηση περιγράφει την πλήρη έκταση των locative media λέγοντας ότι:

“Μέσω φθηνών πομποδεκτών Παγκοσμίου Συστήματος Εντοπισμού [G.P.S.] κάθε αρχάριος κατάφερε να μπορεί να παράξει χαρτογραφικές πληροφορίες σε σχέση με τη θέση του με στρατιωτική ακρίβεια. Η σημασία εδώ εντοπίζεται στη χωρική θέση καθενός και επικεντρώνεται στον ίδιο τον χρήστη• πραγματοποιείται δηλαδή μια συνδυαστική χαρτογράφηση του χώρου, της σκέψης, της τοποθεσίας, και των σχέσεων μεταξύ τους.”50

Σε αυτόν τον νέο κόσμο που δημιουργείται, οι ηλεκτρονικές συσκευές αποκτούν επίγνωση της θέσης μας και σημειώνουν χωρικά χαρακτηριστικά, τοποθεσίες, ανθρώπους και πράγματα. Έτσι πάνω από τον φυσικό κόσμο σχηματίζεται ένας κόσμος πληροφοριών που γίνεται φανερός είτε όταν προσεγγίζουμε συγκεκριμένες περιοχές είτε όταν απλά ζητάμε τις πληροφορίες αυτές. Η συλλογή τέτοιου είδους πληροφοριών, άμεσα συσχετισμένων με την θέση κάθε χρήστη, διαμορφώνουν έναν παγκόσμιο χωρικό ιστό που έχει χαρακτηριστεί και ως μια ιδιαιτέρως προσφιλής πλατφόρμα για την ανάπτυξη εμπορικών δραστηριοτήτων. Ενώ λοιπόν η προέλευση των locative media ήταν η net art που εξερευνούσε την καλλιτεχνική πλευρά του Διαδικτύου προασπίζοντας την αυτο-αναφορικότητά της και διαδίδοντας την μη κερδοσκοπική φύση της, τα locative media ακολούθησαν μια λογική θολώματος των ορίων μεταξύ τέχνης και κεφαλαίου. Το γεγονός ότι τα μέσα αυτά συγκεντρώνουν πληροφορίες τόσο για την φυσική θέση των χρηστών όσο και για την δραστηριότητα και την πορεία τους από την μια θέση στην άλλη ενισχύει την επιθυμία εμπορευματοποίησης αυτών των πληροφοριών. Επιπρόσθετα, γίνεται εμφανής μια καθαρά τεχνοκρατική πλευρά των μέσων αυτών: η λειτουργία των locative media στηρίζεται σε ένα σύνολο κανόνων που συνεπάγεται ένα πρόγραμμα, μια εφαρμογή. Σε κάθε περίπτωση, το παραχθέν αποτέλεσμα είτε μεταβιβάζεται κατευθείαν στον χρήστη που ακολουθεί τις οδηγίες για την “περιπέτειά” του, είτε αποκρυσταλλώνεται και εκτίθεται κάπου, θέτοντας εν τέλει προβληματισμούς σχετικά με το αν τα locative media αποτελούν κάτι περισσότερο από απλό προγραμματισμό software. 50 Tuters M. & Varnelis K., Beyond Locative Media: Giving Shape to the Internet of Things, Leonardo 40.

81


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

Τέλος, η προφανής κριτική πάνω στα locative media αφορά την πιθανή εκμετάλλευσή τους ως συστημάτων ελέγχου. Έχοντας χαρακτηριστεί ως η “avant-garde των συστημάτων ελέγχου”, τα locative media παρέχουν ακριβείς χρονικές και γεωγραφικές πληροφορίες μαρτυρώντας ένα νέο είδος παρακολούθησης μέσα από ένα σύστημα τεχνολογιών πλοήγησης.51

82

Στο πλαίσιο αυτά διαμορφώνεται και η κριτική του William J. Mitchell στα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας, τα οποία, όπως υποστηρίζει, αρχίσουν να μοιάζουν με φυσικές απολήξεις του ανθρωπίνου σώματος. Πιο συγκεκριμένα, αναγνωρίζει ότι οι ιοί των ηλεκτρονικών υπολογιστών, οι διαδοχικές διακοπές ρεύματος, η διείσδυση τρομοκρατών στα δίκτυα μεταφορών και οι υποκλοπές τηλεφωνικών επικοινωνιών αποτελούν τα συμπτώματα μιας νέας δραματικά εξελισσόμενης αστικής συνθήκης, δηλαδή της πανταχού παρούσας, αναπόφευκτης δικτυακής δι-επικοινωνίας. Βάσει τον παραπάνω, ο Mitchell υποστηρίζει ότι σε έναν κόσμο που διέπεται από την ολοένα αυξανόμενη κατάργηση ορίων και το πλεόνασμα συνδέσεων, οφείλουμε να επανεξετάσουμε το ζήτημα και να δημιουργήσουμε ένα νέο περιβάλλον βάσει ενός περισσότερο “ηθικού” σχεδιασμού.52 Οι παραπάνω διαπιστώσεις δεν είναι άσχετες από τα επιχειρήματα των J. Bolter και R. Grusin για την εισαγωγή ενός νέου κύκλου αισθητικών και πολιτισμικών σταθερών στην ψηφιακή πραγματικότητα. Οι δύο αυτοί ερευνητές ισχυρίζονται ότι τα νέα οπτικά μέσα αποκτούν αξία μόνο όταν αφορμούνται και θέτουν υπό νέο πρίσμα τις μέχρι τώρα συνήθεις πρακτικές. Με τον όρο “re-mediation” εκφράζουν ακριβώς αυτή τους την άποψη, σύμφωνα μάλιστα με την οποία η διαδικασία επαν-εφεύρεσης των μέσων έχει χρησιμοποιηθεί και στο παρελθόν όταν μεταπηδήσαμε για παράδειγμα από την ζωγραφική στην φωτογραφία κι από τον κινηματογράφο και το ραδιόφωνο στην τηλεόραση.53 50 Tuters M. & Varnelis K., Beyond Locative Media: Giving Shape to the Internet of Things, Leonardo 40 51 Mitchell W. J., Me++ - The Cyborg Self and The Networked City, The MIT Press, 2003 52 J. Bolter & R. Grusin, Remediation, The MIT Press, 2000


Εφαρμογές και κριτική

Στο βαθμό λοιπόν που οι νέες τεχνολογίες αποτελούν ένα δυναμικό, πειραματικό πεδίο με συνεχώς εξελισσόμενες δυνατότητες, ο επιτυχής συγκερασμός τους με το κομμάτι του σχεδιασμού μοιάζει να αποτελεί ένα πολύ ενδιαφέρον πρόβλημα προς επίλυση. Η ομάδα των καλλιτεχνών FIELD απαντά στο παραπάνω πρόβλημα με το εξαιρετικά εύστοχη έκθεσή τους στον πολυχώρο του Barbican Center του Λονδίνου με τίτλο Digital Revolution. Όπως αναφέρουν και οι ίδιοι:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

εικ. 28 snapshot από το project City of Drones των FIELD που συμπερίλαμβάνεται στην έκθεσή τους Digital Revolution

“[...] φτιάξαμε δέκα ταινίες μικρού μήκους, χωρίς μεν κάποια συνοχή μεταξύ τους αλλά με κοινή προσέγγιση των ασταθών συστημάτων. Στη συνέχεια, δημιουργήσαμε έναν αλγόριθμο που παράγει 1.000 μοναδικές αφηγήσεις συνδυάζοντας μέρη από τα δέκα αυτά video. Όταν παρακολουθείς αυτήν τη “εμπειρία”, σου παρουσιάζεται μια διαφορετική αφήγηση κάθε φορά που παίζει η ταινία, ωστόσο μπορεί να αναγνωρίσεις στοιχεία από προηγούμενες επαναλήψεις. Αυτό ακριβώς θέλαμε να επιτύχουμε, αυτήν την “διεγερτική” εμπειρία του να βλέπεις τα ίδια πράγματα σε διαφορετικά περιβάλλοντα. [...] Πρόκειται πάντα για την αφήγηση ιστοριών και πρόκειται επίσης και για λίγη μαγεία.”

83


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

Στην επιτυχημένη αυτή εγκατάσταση, οι FIELD κατάφεραν να χρησιμοποιήσουν το γενεσιουργικό σχεδιασμό ως το δημιουργικό εργαλείο των εικόνων που παρήγαγαν με στόχο την αφήγηση μια ιστορίας στον επισκέπτη. Ταυτόχρονα, ο επιμερισμός και ο συνδυασμός εξαρχής των τμημάτων των δέκα ταινιών παίρνει ψυχογεωγραφικές προεκτάσεις που μπορούν κατά τη γνώμη μου να αναχθούν στη μεθοδολογία του Debord και στο έργο του Naked City. Σε κάθε περίπτωση πάντως, τόσο στο παράδειγμα του Naked City του Debord όσο και στο τεχνολογικά επαυξημένο “ψυχογεωγραφικό” παράδειγμα του Digital Revolution των FIELD, αναγνωρίζουμε μια ανθρωποκεντρική προσέγγιση που στόχο έχει να υποκινήσει την αντιληπτική ικανότητα του ανθρώπου ώστε να προσεγγίσει πιο προσαρμοσμένα σε αυτό έναν χώρο ή μια αφήγηση αντιστοίχως.

84

Το παραπάνω παράδειγμα αφορά σε μια σύγχρονη μεθοδολογία σχεδιασμού που βασίζεται στα νέα τεχνολογικά μέσα, με τελικό παραχθέν αποτέλεσμα που εντάσσεται στον χώρο του video art και της γραφιστικής. Το ερώτημα επομένως αν ο δημόσιος χώρος μπορεί, κατά παρεμφερή τρόπο, να αποκατασταθεί πράγματι μέσω της χρήσης locative media ή να βιωθεί μέσω μιας αφήγησης ψηφιακά ενισχυμένης μέσω σύγχρονων τεχνολογιών, δε μπορεί παρά να παραμείνει ανοιχτό προς το παρόν εν αναμονή περαιτέρω έρευνας και πειραματισμού. Άλλωστε από τα παραπάνω γίνεται εμφανές ότι τα locative media αποτελούν μια αποκάλυψη του καπιταλισμού που περιλαμβάνει στρατηγικές διευρυμένης κοινωνικής επιτήρησης, καρτεσιανά συστήματα συντεταγμένων με στρατιωτικές αφετηρίες, και σχέσεις παραγωγής και κατανάλωσης μιας αναδυόμενης βιομηχανίας μαζικού θεάματος. Παράλληλα, στο ίδιο πλαίσιο η διάδραση ως μέρος της αφήγησης προϋποθέτει την ανταλλαγή κάποιων πληροφοριών του χρήστη σε σχέση με τον χώρο του, η έκθεση των οποίων οδηγεί σε πιθανούς κινδύνους, όπως και με τα μέσα δι’ εντοπισμού παραπάνω. Σ. Γιαννούδης, Από τη New Babylon στα Locative Media: Ο δημόσιος χώρος ως νοητική κατασκευή, στο Π. Νικηφορίδης [επιμ.], PUBLIC SPACE - Δημόσιος Χώρος αναζητείται, Cannot Not Design Publications, Θεσσαλονίκη 2011, σελ. 113/116

54


Εφαρμογές και κριτική

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Τα κ ρ ι τ ι κά α υ τ ά σχόλια με οδηγούν σ τη σκέψη ότι ο επαναπροσδιορισμός της ταυτότητας του ρόλου του αρχιτέκτονα σήμερα θα μπορούσε να συμβάλει θετικά σ τον καταμερισμό ευθυνών και άρα και εξουσίας μεταξύ των χρησ τών και του φορέα υλοποίησης ενός έργου. Θα επανέλθω στο σημείο αυτό στο τέλος της διάλεξής μου.

εικ. 29 έργο των FIELD με χρήση γεννετικών αλγορίθμων [generative design]

85


86

εικ. 30 σκίτσο του Τάκη Χ. Ζενέτου Ανηρτημένη πόλη. Το περιβάλλον. Ο πολεοδομικός ιστός συνυπάρχει με τη φύση. Παραλλαγή με στοιχείαμονάδες δομής αεροθαλάμου [σε στάδιο μετασχηματισμού]


5. Συμπεράσματα Όπως αναφέρθηκε και στην αρχή, η διάλεξη αυτή παρουσιάζει μια μέθοδο προσέγγισης του δημόσιου χώρου υπό το πρίσμα μιας άλλης επιστήμης με στόχο την ανάδειξη μιας νέας σχεδιαστικής μεθοδολογίας. Το αίτημα αυτό εμφανίζεται ήδη από τη δεκαετία του ‘70, όταν ο Τάκης Ζενέτος, τρία χρόνια μετά τη συμμετοχή του στο Ε’ Πανελλήνιο Συνέδριο Αρχιτεκτονικής το 1966, δημοσιεύει μια εξαιρετικά καινοτόμα για την εποχή της πρότασή του. Η πρόταση αυτή παρουσιάζεται ως τεχνική λύση ενός προβλήματος που διατυπώνεται με σαφήνεια και αναλύεται στην αφηγηματική της δομή ως εξής: _Η αναπόφευκτη ανάπτυξη και η εφαρμογή των τεχνολογιών της πληροφορίας προκαλούν ισχυρές μεταβολές στη δομή του αστικού χώρου. _Τα παλιά πολεοδομικά εργαλεία πολεοδομικού σχεδιασμού δεν μπορούν να ανταποκριθούν. Αντίθετα εντείνουν τα προβλήματα. _Νέα εργαλεία πρέπει να αναπτυχθούν, που να εφαρμόζουν τις ψηφιακές τεχνολογίες. Η ανάπτυξη και η εφαρμογή των νέων αρχών σχεδιασμού θα αφομοιώσουν δημιουργικά τις ψηφιακές τεχνολογίες, που βρίσκονται ακριβώς στη ρίζα του προβλήματος: από αυτές θα προκύψει η επίλυσή του.55

Παρότι τα παραπάνω διατυπώθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του ‘70, διαπιστώνουμε την ισχύ και την ανάγκη εφαρμογής τους ακόμη και σήμερα. Ο Ζενέτος δηλαδή προτείνει την χρήση νέων τεχνολογιών στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό. Ωστόσο, το πεδίο που επηρεάζουν οι νέες τεχνολογίες είναι πολύ ευρύτερο και εξαιρετικά σύνθετο: πριν τον σχεδιασμό, που αναμφίβολα συμπεριλαμβάνει τις νέες τεχνολογίες, έχει διαμορφωθεί μια νέα αντίληψη που ξεκινάει ακριβώς από την εμπειρία μας των διαφόρων δικτύων, σε φυσικό ή ψηφιακό χώρο. 55 Καλαφάτη Ε., Παπαλεξόπουλος Δ., Τάκης Χ. Ζενέτος, Ψηφιακά οράματα και Αρχιτεκτονική, εκδ. LIBRO, Αθήνα 2006

87


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

Στο σημείο αυτό, όμως, χρειάζεται προσοχή: “Η εικόνα που σχηματίζεται από τη διαμεσολάβηση των μέσων δεν μπορεί παρά να εμπεριέχει και τα χαρακτηριστικά των μέσων που τη δομούν. Η διαμεσολάβηση λοιπόν δεν μπορεί ποτέ να είναι ουδέτερη, οι διαφορετικοί καθρέφτες παρουσιάζουν διαφορετικές αντανακλάσεις της πραγματικότητας και οι διαφορετικές μορφές αναπαράστασης αλλοιώνουν την αναπαριστώμενη πραγματικότητα [..] το τίμημα για την επέκταση της σφαίρας αλληλεπίδρασής μας είναι ο μη έλεγχος της προέλευσης της διαμεσολαβημένης εμπειρίας που φτάνει σ’ εμάς.”56

Παρά ταύτα, η κατανόηση των νέων πρακτικών με τις οποίες μπορούμε να εξετάσουμε τον δημόσιο χώρο σήμερα μπορούν στη συνέχεια να βοηθήσουν στον επανασχεδιασμό και την εκ νέου σύλληψη του τι είναι εν τέλει και πώς μπορεί να σχεδιαστεί ο δημόσιος χώρος με βάση τις σύγχρονες εμπειρίες και ανάγκες.

88

Συμπερασματικά, λοιπόν, η παρούσα διάλεξη καταλήγει σε δύο επιμέρους διαπιστώσεις, ως απόρροια της ερευνητικής διαδικασίας επι των κοινών χαρακτηριστικών των κοινωνικών δικτύων και του δημόσιου χώρου:

i. η καταλληλότητα της επιστήμης της Κοινωνικής Δικτύωσης ως επιστημονικού παραδείγματος για την επανεξέταση του Δημόσιου Χώρου Στόχος της παρούσας έρευνας ήταν η αποκάλυψη και η εμβάθυνση στην αλληλοτομία μεταξύ της κοινωνικής δικτύωσης και του δημόσιου χώρου. Αντλώντας έννοιες από τους τομείς της κοινωνιολογίας, η προσπάθεια εστιάστηκε στην αποσαφήνισή τους και την εκ νέου νοηματοδότηση τους στο πλαίσιο παγιωμένων αρχιτεκτονικών αρχών και πρακτικών. Ένα συμπέρασμα λοιπόν από την έρευνα αυτή αφορά την καταλληλότητα της επιστήμης της Κοινωνικής Δικτύωσης ως “έγκυρου” πρίσματος, μέσα από το οποίο μπορεί να ειδωθεί η Αρχιτεκτονική. Οι παράμετροι του χρήστη, της χρονικής μεταβολής, των ορίων, και της ανισότητας θέσης, που αποτέλεσαν ως υπόθεση εργασίας τις συγκρίσιμες παραμέτρους μεταξύ των δύο επιστημονικών χώρων, προκύπτει αρχικά πως ήταν Μάντζου Π., Ψηφιακοί κόσμοι in limbo, στο Καλακάλλας Α. [επιμ.], Μεταλλαγές και (α)συνέχειες: Πρακτικές, πολιτικές και λόγος για τον αστικό, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2009

56


Συμπεράσματα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

μια πετυχημένη επιλογή αφού χρησίμευσαν και σε μεγάλο βαθμό κάλυψαν το φάσμα της έρευνας. Ο ανθρωποκεντρικός προσανατολισμός σε ό,τι αφορά την αντίληψη των κοινωνικών δικτύων αλλά και του δημόσιου χώρου, θέτει τον χρήστη ως βασικό αντικείμενο παρατήρησης, και τις ανάγκες του ως το διακύβευμα προς ικανοποίηση. Σε κάθε περίπτωση λοιπόν, ενδιαφερόμαστε για την ταυτότητα, τον ρόλο, την ενδυνάμωση και την επίδραση του χρήστη εντός του κοινωνικού δικτύου, του δημόσιου χώρου και της ψηφιακής πραγματικότητας. Παράλληλα, με αφορμή την κοινωνική δικτύωση στον ψηφιακό χώρο, οι χρήστες μοιάζει να είναι πιο εξοικειωμένοι από ποτέ με την σύγχρονη, ψηφιακά ενισχυμένη πραγματικότητα και το πλήθος ερεθισμάτων και πληροφοριών που αυτή συμπεριλαμβάνει. Η διαχείριση αυτών των δυνατοτήτων εκ μέρους των χρηστών μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο προβολής τους στην δημόσια σφαίρα. Επομένως, στο βαθμό που η ανάπτυξη κατάλληλων αρχιτεκτονικών εφαρμογών θα ενσωματώνει και θα ενδυναμώνει το χρήστη, θα τον καθιστά και εξαιρετικά ενεργό συν-σχεδιαστή του δημόσιου χώρου, θα τον βοηθά να συνειδητοποιεί νέες ανάγκες και, ανάλογα με το ενδιαφέρον του, θα τον ενισχύει στη διεκδίκηση μεγαλύτερου ποσοστού κάλυψής τους. Στο πλαίσιο αυτό, η προαναφερθείσα εφαρμογή της επιστήμης της Κοινωνικής Δικτύωσης επί των ζητημάτων αλληλεγγύης και ανισότητας στο Δημόσιο Χώρο συνεπάγεται και τη μεθοδολογία εξέτασης και ανάλυσης περιοχών βάσει των χρηστών τους. Η διαχρονικότητα που εξασφαλίζεται μέσω της εντροπίας των κοινωνικών δικτύων και της συμμετοχικότητας στους δημόσιους χώρους αποτελεί επίσης ένα σημείο επαφής των δύο κλάδων. Παράλληλα, ωστόσο, λειτουργεί και η ταυτο-χρονικότητα, εφόσον οι ενέργειες των χρηστών μεταβάλουν σε πραγματικό χρόνο τόσο τον ψηφιακό όσο και το φυσικό δημόσιο χώρο. Ο συσχετισμός των δύο χώρων φαίνεται να ισχύει και στο πεδίο των ορίων και της επεκτασιμότητας, καθώς, τόσο τα κοινωνικά δίκτυα, όσο και ο δημόσιος χώρος, φαίνεται να έχουν τη δυναμική να αναπτύσσονται αενάως δημιουργώντας ωστόσο προβληματικές καταστάσεις υπερ-πληροφόρησης ή έλλειψης κέντρου αντίστοιχα.

89


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

εικ. 31 Cloud Cities, Tomás Saraceno προσχέδιο κατασκευής installation του καλλιτέχνη. O Bruno Latour έχει χαρακτηρίσει τα έργα του ως την επιτυχέστερη εικαστική αναπαράσταση της Θεωρίας των Δικτύων.

90

Η ανάλυση που προηγήθηκε εδώ συμβάλει στην κοινή θεωρητική προσέγγιση και αντιμετώπιση ζητημάτων αλληλεγγύης και ανισότητας των κοινωνικών δικτύων και του δημόσιου χώρου. Πιο συγκεκριμένα, αξιοποιώντας τις εφαρμογές των αλγορίθμων γενεσιουργικού σχεδιασμού [generative design], θα μπορούσε να μελετηθεί το μοτίβο βάσει του οποίου εξαπλώνεται η αλληλεγγύη σε ένα δίκτυο ανθρώπων με κατ’ αναλογία στόχο την στρατηγικότερη παρέμβαση σε σημεία του δημοσίου χώρου προς όφελος, και με τη συμμετοχή, των χρηστών του. Αντίστροφα, αναλύοντας μοτίβα που δημιουργούν ανισότητα στη θέση των χρηστών εντός του δικτύου, θα μπορούσαν να εντοπιστούν οι δυσμενείς παράγοντες που απομονώνουν μια συγκεκριμένη περιοχή δημιουργώντας αστική ασυνέχεια. Η ερευνητική διάσταση της πρότασης αυτής περιλαμβάνει ασφαλώς και τη διεπιστημονική ανάπτυξη μεθοδολογικών εργαλείων για το σκοπό αυτό.


Συμπεράσματα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

Από τα παραπάνω στοιχεία που ανέδειξε η παρούσα έρευνα προκύπτει οτι μια υβριδική μεθοδολογία μελέτης του Δημόσιου Χώρου και των Κοινωνικών Δικτύων είναι εφικτή και επιθυμητή, αν όχι και απαραίτητη.

ii. η ανάδειξη ενός “νέου” ρόλου για τον αρχιτέκτονα στις σύγχρονες συνθήκες Η διεπιστημονική προσέγγιση του ζητήματος του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού στην παρούσα εργασία οδήγησε σε μια πιο μακροσκοπική κριτική της αρχιτεκτονικής πραγματικότητας. Ειδικότερα στα θέματα που αφορούν στον δημόσιο χώρο, μπορούμε να δούμε την μετατόπιση του κέντρου βάρους από τον σχεδιασμό του δημόσιου χώρου στην διάδραση μεταξύ αυτού και των χρηστών. Οι προσπάθειες σχεδιασμού δηλαδή, στρέφονται πλέον στην κατανόηση των αναγκών των χρηστών και παράλληλα στην δημιουργία των ανάλογων χωρικών ή ψηφιακών διεπαφών που θα ρυθμίσουν τη αλληλεπίδρασή τους με το περιβάλλον τους. Από μια σκοπιά αυτό δεν είναι κάτι εξαιρετικά καινοτόμο: αν υποθέσουμε, σε γενικές γραμμές, ότι ο ρόλος του αρχιτέκτονα ήταν να ρυθμίζει την διεπαφή που δημιουργούσε σχέσεις επικοινωνίας μεταξύ του χρήστη και του χώρου του, στη σημερινή εποχή κατ’ αναλογία ο αρχιτέκτονας οφείλει να διευρύνει τις γνώσεις και το σχεδιασμό του επιδιώκοντας την ανάπτυξη μιας νέας μορφής διεπαφής που να καλύπτει την διευρυμένη πλέον, σύγχρονη διάσταση της έννοιας “χώρος”. Ταυτόχρονα, όμως, ο ρόλος του ορίζεται από την τομή περισσότερων πεδίων της ανθρώπινης εμπειρίας απ’ ό,τι παλιότερα, δεδομένου οτι η συμμετοχή του στον ψηφιακό χώρο του δίνει περισσότερες και πιο στοχευμένες δυνατότητες παρέμβασης σε διαφορετικά κοινωνικά δίκτυα, που τώρα πια συμπεριλαμβάνουν τους ίδιους τους φυσικούς χρήστες ενός δημόσιου χώρου ως κοινωνικούς δράστες και συνομιλητές του. Για να χρησιμοποιήσω τον όρο του Castells, ο αρχιτέκτονας σήμερα φαίνεται να διεκδικεί το ρόλο του μετατροπέα [switcher] στο βαθμό που η τεχνολογία εξυπηρετεί τους στόχους του, και άρα να οικειοποιείται ένα σημαντικότερο μέρος της ευθύνης του έργου του απ’ ότι παλιότερα. Ταυτόχρονα, όμως, όπως έχω ήδη αναφέρει, η

91


92

εικ. 32 La Sagrada Família, Antoni Gaudi [μακέτα] Η συγκεκριμένη μακέτα κατασκευάστηκε από τον Antoni Gaudi στο πλαίσιο του έργου του La Sagrada Família με στόχο να πειραματιστεί πάνω στα τόξα που θα σχημάτιζαν την οροφή της εκκλησίας. Δημιούργησε λοιπόν ένα πλέγμα σχοινιών, στους κόμβους των οποίων κρέμασε βαρίδια με αποτέλεσμα αυτά να αποδίδουν μια αναποδογυρισμένη μορφή των κορυφών της εκκλησίας. Το παράδειγμα αυτό αποτελεί μια αληγορία ως προς το πώς μια δικτυακή μορφολογία θα μπορεί να αποτελέσει αρχιτεκτονικό εργαλέιο.


Συμπεράσματα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

διαμόρφωση των στόχων του περιορίζεται από το ίδιο το ψηφιακό μέσο, το οποίο αυτός ελέγχει μόνο μέχρις ενός σημείου. Επομένως, λοιπόν, ο αρχιτέκτονας από θέση αποτελεί μέρος της δυναμικής που αναπτύσσεται μεταξύ των φορέων στο διεπίπεδο των οποίων και αυτός λειτουργεί, αντιπαρατίθεται και συναποφασίζει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός νέου τομέα ανθρώπινης εμπειρίας που χρήζει αρχιτεκτονικού χειρισμού αφορά η εμφάνιση υβριδικών, ενδιάμεσων χώρων των οποίων η ταυτότητα ισορροπεί μεταξύ φυσικού και ψηφιακού. Οι χώροι αυτοί προκύπτουν ως απόρροια της προβληματικής σχετικά με την κατάργηση των σαφών ορίων μεταξύ της δημόσιας και της ιδιωτικής ταυτότητας του φυσικού χώρου, όπως αυτή παρουσιάστηκε παραπάνω. Πιο συγκεκριμένα, η έννοια της Κοινωνική Δικτύωσης στον ψηφιακό χώρο δομεί ένα δίκτυο σχέσεων μεταξύ χρηστών που μπορεί μεν να μην αντανακλά τις σχέσεις των χρηστών στον φυσικό χώρο, ωστόσο δημιουργεί έναν ενδιάμεσο χώρο-υποδοχέα της αλληλεπίδρασης μεταξύ τους. Ο υβριδικός αυτός χώρος, απαλλαγμένος από την λογική των ορίων, λειτουργεί ως ένας “εν δυνάμει” χώρος στον οποίο οι ενέργειες που θα συντελεστούν μπορούν να έχουν αντίκτυπο τόσο στην ψηφιακή πραγματικότητα όσο και στον φυσικό χώρο. Η μελέτη της υβριδικότητας του χώρου, για την οποία έγινε λόγος παραπάνω, συνιστά επομένως μια νέα ερευνητική κατεύθυνση στην οποία μπορούν αποφασιστικά να συμβάλουν οι σύγχρονες τεχνολογίες. Πάνω απ’ όλα, όμως, είναι μια έννοια που επιζητά την αρχιτεκτονική της ανάγνωση και την ανάπτυξη της κατάλληλης σχεδιαστικής της μεθοδολογίας. Από την πλευρά της Αρχιτεκτονικής λοιπόν, οι αλλαγές που συντελούνται στην σύγχρονη εποχή φαίνεται να ορίζουν την επιστήμη της Κοινωνικής Δικτύωσης ως ένα αποτελεσματικό μέσο για την επανεξέταση των αρχιτεκτονικών εργαλείων και ενδεχομένως και της αρχιτεκτονικής εκπαίδευσης. Υπάρχει ακόμη και σήμερα η αντίληψη οτι, στο βαθμό που τα ζητήματα του χώρου εξαντλούνται στις βασικές ανθρώπινες ανάγκες, τα υπάρχοντα αρχιτεκτονικά εργαλεία επαρκούν. Μια τέτοια αντίληψη, βέβαια, δεν λαμβάνει υπόψη της τη μεταβλητότητα των ανθρώπινων αναγκών διαχρονικά και ποιοτικά. Τα υπάρχοντα μέσα, αλλά

93


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

και η τρέχουσα αρχιτεκτονική πρακτική, ωστόσο, αποτελούν μια χρήσιμη βάση στην οποία οφείλουν να προστεθούν νέα εργαλεία και προβληματισμοί για την κάλυψη των επαυξημένων σύγχρονων ανθρωπίνων αναγκών. Για παράδειγμα, τί υπόσταση λαμβάνει η έννοια της ιδιωτικότητας ενός χώρου όταν επιλέγουμε την μέγιστη προβολή της ψηφιακής μας εικόνας; Όντας υπερ-εκτεθειμένος διαδικτυακά ο χρήστης, θα επέλεγε άραγε το σπίτι του ως προστατευτικό κέλυφος ιδιωτικότητας ή πλέον αισθάνεται τόσο οικεία με αυτήν την ψηφιακή προβολή του, που θα μπορούσε να ζήσει και μέσα σε ένα γυάλινο κλουβί;

94

Το πεδίο δράσης του αρχιτέκτονα, λοιπόν, διευρύνεται και περι λαμβάνει νέους τομείς ανθρώπινης δραστηριότητας. Ο νέος αυτός χώρος, επαυξημένος με τα νέα τεχνολογικά μέσα, αποτελεί ένα υβρίδιο μεταξύ πραγματικού και φανταστικού χώρου στον οποίο η ανθρώπινη διάδραση έχει καθοριστική σημασία. Από τη φύση του αυτός ο χώρος αποτελεί πεδίο ενός πολύ ιδιαίτερου σχεδιασμού, αλλά ταυτόχρονα απαιτεί την αντιμετώπισή του ως σχεδιαστικού εργαλείου που θα παρεμβληθεί ως απαραίτητη διεπαφή μεταξύ των οντοτήτων που πρέπει να επικοινωνήσουν και να διαδράσουν. Αυτό άλλωστε είναι και το πάγιο διακύβευμα της Αρχιτεκτονικής, η σχέση των ανθρώπων μεταξύ τους και του ανθρώπου με τον χώρο.

iii. ερωτήματα προς περαιτέρω διερεύνηση Με την παρούσα διάλεξη γίνεται μια πρώτη προσέγγιση ζητημάτων του Δημόσιου Χώρου μέσα από το πρίσμα της Κοινωνικής Δικτύωσης. Στο βαθμό που η ανάλυση που επιχειρήθηκε αφορά δύο τόσο ευρεία πεδία επιστημονικής διερεύνησης, γίνεται κατανοητό ότι, παρότι η υπόθεση εργασίας της συγκεκριμένης ερευνητικής εργασίας επαληθεύτηκε, υφίστανται ακόμη πλήθος ερωτημάτων και προσεγγίσεων που είναι σκόπιμο να καταγραφούν ως περαιτέρω ερωτήματα προς διερεύνηση. Βάσει της έρευνας που προηγήθηκε, ο παράγοντας των ορίων και της επεκτασιμότητας φάνηκε ως


Συμπεράσματα

ο πιο διφορούμενος μεταξύ των τεσσάρων που τέθηκαν στο πλαίσιο της υπόθεσης εργασίας. Από την μία πλευρά η επικοινωνία μεταξύ χρηστών είναι κάτι, δυνητικά, απείρως προεκτάσιμο, αφού κατά κανόνα ο κόσμος επιδιώκει να επεκτείνει τον κοινωνικό του κύκλο, και ειδικά στον ψηφιακό χώρο. Παρά ταύτα, η αλληλεπίδραση μεταξύ των χρηστών αγγίζει συγκεκριμένα όρια, όπως ήδη αναφέρθηκε, και στη συνέχεια εξασθενεί. Παράλληλα, ο δημόσιος χώρος, στην ψηφιακή και φυσική του μορφή, μπορεί ευκολότερα να νοηθεί ως ένα ρέον σύστημα, με την έννοια της εν δυνάμει συνεχούς κινητικότητας, μεταφορικής και φυσικής αντίστοιχα, των χρηστών μέσα σε αυτό. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, τα όρια του ψηφιακού χώρου τίθενται αφενός μεν από τον ίδιο το χρήστη, αφετέρου δε από την αρχιτεκτονική της εκάστοτε πλατφόρμας επικοινωνίας. Αντίστοιχα, τα όρια του φυσικού δημόσιου χώρου δεν είναι, στον ίδιο τουλάχιστον βαθμό, προσδιορισμένα, με την έννοια οτι, αν και τίθενται περιορισμοί λειτουργίας και κίνησης μέσα σε αυτόν (π.χ. από πολεοδομικές διατάξεις, νόμους, κανονισμούς, κλπ.), οι χρήστες έχουν δυνατότητα οικειοποίησης και παρέμβασης, έστω και εξωθεσμικής. Ένα απλό παράδειγμα είναι οι μικροπωλητές μικροαντικειμένων ή κοσμημάτων σε πάγκους που απλώνουν σε πεζοδρόμια, προαύλια δημόσιων κτηρίων, και αλλού. Στο βαθμό λοιπόν που η ενοποίηση του δημόσιου χώρου αποτελεί ταυτόχρονη πολεοδομική επιδίωξη μαζί με την διαβάθμισή του σε ζώνες διαφορετικών ποιοτικών χαρακτηριστικών, η έλλειψη ορίων, ή μάλλον η ρευστότητα των ορίων του δημόσιου χώρου, δυσχεραίνει την στρατηγική επέμβαση πάνω σε αυτόν. Το πρόβλημα της εύρεσης νέων αντιληπτικών και διαχειριστικών εργαλείων των ασαφών αυτών ορίων του δημόσιου χώρου, θα μπορούσε να λυθεί μέσω μιας έρευνας πεδίου που θα μελετούσε την κοινωνική αλληλεπίδραση χρηστών στον φυσικό, δημόσιο χώρο, που ανήκουν σε διαφορετικές κοινωνικές ομάδες (π.χ. ηλικίας, φύλου, οκονομικής διαστρωμάτωσης, επαγγέλματος, κλπ). Το ερευνητικό ερώτημα που τίθεται λοιπόν στο σημείο αυτό είναι πώς μπορεί να αξιοποιηθεί ένα τέτοιο ερευνητικό πόρισμα στην ανάπτυξη μεθοδολογικών/ σχεδιαστικών εργαλείων που θα διευκολύνουν τις κατά καιρούς αναγκαίες συναινετικές παρεμβάσεις σε ένα ρέοντα, φυσικό, δημόσιο χώρο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

95


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

96

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΤΥΩΣΗ και ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

Προς την κατεύθυνση της αναζήτησης και εφαρμογής νέων εργαλείων μελέτης του δημόσιου χώρου προκύπτουν και άλλα ερευνητικά ερωτήματα. Για να τα προσεγγίσω, θα αναφερθώ στο εξής περιστατικό: Κατά τη διάρκεια εκπόνησης της διάλεξης αυτής, δύο νέα ψηφιακά κοινωνικά δίκτυα έκαναν την εμφάνισή τους, το Ello και το Cloak. Αν και στην περίπτωση του Cloak η διαφοροποίηση του σε σχέση με τα ήδη υπάρχοντα κοινωνικά δίκτυα είναι αισθητή -πρόκειται για μια εφαρμογή αντι-κοινωνικής δικτύωσης, όπως αυτο-περιγράφεται, η οποία απεικονίζει σε χάρτη τη θέση των δικτυωμένων επαφών κάθε χρήστη ώστε αυτός να αποφύγει τυχόν ανεπιθύμητες συναντήσεις-, στην περίπτωση του Ello αναπτύχθηκε ολόκληρη συζήτηση για το κατά πόσο και μόνο το χαρακτηριστικό της απαγόρευσης των διαφημίσεων μέσα σε αυτό είναι ικανό ώστε να το αναγάγει σε αντίπαλο δέος του facebook. Γίνεται λοιπόν εμφανές ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αποτελούν μεν εργαλεία στα χέρια κάθε χρήστη, καθένα όμως από αυτά ικανοποιεί μια συγκεκριμένη σκοπιμότητα η οποία αποτελεί και την ειδοποιό διαφορά του από τα υπόλοιπα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και επομένως «δικαιολογεί» την ύπαρξή του, έστω και με όρους marketing. Μεταφέροντας τώρα τη συζήτηση στα μεθοδολογικά εργαλεία αρχιτεκτονικού σχεδιασμού και αντιμετώπισης του δημόσιου χώρου, μπορούμε να υποστηρίξουμε την αναγκαιότητα έρευνας που θα επιχειρεί να απαντήσει στα εξής ερωτήματα, μεταξύ άλλων: Ποια θα είναι τα χαρακτηριστικά των εργαλείων αυτών; Από ποιες αρχές θα διέπονται και σε τί αποτελέσματα θα αποσκοπούν; Τί μορφή θα παίρνουν; Σε τί διεπιστημονικές ποιότητες θα ανταποκρίνονται; Τελικά, ποια θα είναι τα κοινωνικά συμφραζόμενα της ύπαρξης και της λειτουργίας τους; Προκύπτει, λοιπόν, και εδώ οτι η αλληλοτομία των πεδίων της κοινωνικής δικτύωσης και του δημόσιου χώρου μπορούν να συμβάλουν εποικοδομητικά στην κατεύθυνση της διερεύνησης των παραπάνω ερωτημάτων και της εξέυρεσης κατάλληλης ερευνητικής μεθοδολογίας για το σκοπό αυτό. Ένας άλλος άξονας περαιτέρω διερεύνησης αφορά στην εύρεση και ανάλυση επιμέρους χαρακτηριστικών βάσει των οποίων μπορούν να αξιοποιηθούν και άλλες ομοιότητες ή διαφορές μεταξύ των κοινωνικών δικτύων και του δημόσιου χώρου. Εκτός των παραμέτρων του χρήστη, της χρονικής μεταβολής, των ορίων-επεκτασιμότητας και της αλληλεγγύης-ανισότητας, ένας πρόσθετος ερευνητικός στόχος θα μπορούσε να αναφέρεται στην ανάπτυξη αισθητικών προτύπων εντός των κοινωνικών δικτύων σε ψηφιακό ή φυσικό χώρο και αντίστοιχα στον


Συμπεράσματα

δημόσιο χώρο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το φαινόμενο των επεξεργασμένων με ψηφιακά φίλτρα φωτογραφιών με στόχο την απόδοση ενός περισσότερο παλαιϊκού, ρομαντικού χαρακτήρα σε αυτές. Η τάση αυτή διαμορφώθηκε και ισχυροποιήθηκε από την εμφάνιση της εφαρμογής Instagram, η οποία επί της ουσίας αποτελεί το κοινωνικό δίκτυο στο οποίο οι χρήστες συμμετέχουν δημοσιεύοντας τις επεξεργασμένες φωτογραφίες τους. Πέρα από το κοινωνιολογικό ερώτημα που τίθεται σχετικά με το γιατί τα άτομα φαίνεται να αντιμετωπίζουν τις νέες εμπειρίες τους ήδη ως παρελθούσες αναμνήσεις, ενδιαφέρον υπάρχει και στην αντανάκλαση του συγκεκριμένου αισθητικού προτύπου που σταδιακά πέρασε και στον φυσικό χώρο. Έτσι, χώροι όπως μέρη αναψυχής ή μικρά μαγαζιά άρχισαν να υιοθετούν το ρομαντικό αυτό ύφος ενώ σταδιακά δημόσιοι χώροι, όπως ανταλλακτικά παζάρια ή εργαστήρια χειροτεχνιών παντός είδους, άρχισαν να πληθαίνουν, στεγάζοντας δραστηριότητες που στηρίζονται στην ιδέα αυτού του ρομαντικού προτύπου. Επομένως, εφόσον η ψηφιακή υπόσταση της κοινωνικής δικτύωσης περιλαμβάνει πλήθος πληροφοριών κι ερεθισμάτων που διαδίδονται μέσω εικόνων, η αισθητική που καλλιεργείται στους χρήστες είναι πιθανόν να επηρεάζει τόσο τον τρόπο όσο και την ποιότητα παρέμβασης και διάδρασης τους με τον δημόσιο χώρο. Για παράδειγμα, ένα θεμιτό ερευνητικό ερώτημα είναι κατά πόσο η επικράτηση μιας συγκεκριμένης αισθητικής προσέγγισης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, εύκολα οικειοποιήσιμης από τους χρήστες, συνεπάγεται, ή όχι, την επιτυχία δημόσιων χώρων σχεδιασμένων με την επικρατούσα αυτή αισθητική. Σε επόμενη ερευνητική φάση λοιπόν, ενδεχομένως να ήταν σκόπιμος ο σχεδιασμός ενός κοινωνικού πειράματος που θα επανεξέταζε την υπόθεση εργασίας που αφορά τα τέσσαρα κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ κοινωνικών δικτύων και δημόσιου χώρου που αναλύθηκαν εδώ, αλλά θα εισήγαγε και νέες παραμέτρους όπως αυτή της αισθητικής που αναφέρθηκε παραπάνω επιγραμματικά. Τέλος, το κοινωνικό αυτό πείραμα θα είχε νόημα μόνο στη περίπτωση που θα εξελισσόταν ψηφιακά ώστε τα αποτελέσματα να είχαν πιο άμεση συνάφεια με τη σύγχρονη πραγματικότητα και με την επιδίωξη ότι μέσω του πειράματος αυτού θα προέκυπτε ένα νέο, αρχιτεκτονικό εργαλείο ανάλυσης και αντιμετώπισης ζητημάτων του δημόσιου χώρου. Με τη διατύπωση των παραπάνω ερωτημάτων κλείνει, εποικοδομητικά ελπίζω, ο κύκλος της ερευνητικής αυτής εργασίας, προς το παρόν τουλάχιστον.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

97




Πηγές ελληνική βιβλιογραφία Αθαναηλίδη Π., Κινητό τηλέφωνο: το τηλεχειριστήριο της πόλης, στο Νικηφορίδης Π. [επιμ.], PUBLIC SPACE - Δημόσιος Χώρος αναζητείται, Cannot Not Design Publications, Θεσσαλονίκη 2011, σελ. 345/348 Αράπογλου Β., Καβουλάκος Κ. Ι., Γιώργος Κανδύλης Γ. & Μαλούτας Θ., Η νέα κοινωνική γεωγραφία της Αθήνας: μετανάστευση, ποικιλότητα και σύγκρουση, περιοδικό ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΘΕΜΑΤΑ, Οκτ.-Δεκ. 2009, τεύχος 107, σελ. 57-67 Γιαννούδης Σ., Από τη New Babylon στα Locative Media: Ο δημόσιος χώρος ως νοητική κατασκευή, στο Νικηφορίδης Π. [επιμ.], PUBLIC SPACE - Δημόσιος Χώρος αναζητείται [ό. π.], σελ. 113-116

100

Γρηγοριάδου Μ., Δημόσιοι ψηφιακοί χώροι, ένας συνδεμένος αλληλεπιδρών κόσμος, στο Νικηφορίδης Π. [επιμ.], PUBLIC SPACE - Δημόσιος Χώρος αναζητείται [ό. π.], σελ. 109-112 Ζαβολέας Γ., Η Μηχανή και το Δίκτυο ως δομικά πρότυπα στην Αρχιτεκτονική, εκδόσεις Futura, Αθήνα 2013 Ζέγγελης Η., πρόλογος, στο Νικηφορίδης Π. [επιμ.], PUBLIC SPACE - Δημόσιος Χώρος αναζητείται [ό. π.] Ζενέτος, Τ. Χ., Ηλεκτρονική πολεοδομία - Παράλληλες κατασκευές, Αρχιτεκτονικά Θέματα, Ετήσια Επιθεώρηση, Αθήνα 1970, σσ. 59-60 Θεολόγου Κ., Βενέτη Α., Υλικός και άυλος δημόσιος χώρος: Η εννοιολόγηση του ελληνικού “priblic”, στο Νικηφορίδης Π. [επιμ.], PUBLIC SPACE - Δημόσιος Χώρος αναζητείται [ό. π.], σελ. 27-29 Καλαφάτη Ε. & Παπαλεξόπουλος Δ., Τάκης Χ. Ζενέτος, Ψηφιακά οράματα και Αρχιτεκτονική, εκδόσεις LIBRO, Αθήνα 2006 Καρυδάς Ι.Χ., Ψηφιακές Πόλεις, Κοινωνία - Ψυχολογία - Διαδίκτυο - Αστική Γειτονιά, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2007 Λιονουδάκη X., Ψυχογεωγραφία - Το αστικό μέλλον μέσα από την ανάγνωση της Πόλης Εμπειρίας, ερευνητική εργασία από το Πολυτεχνείο Κρήτης - Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, 2011 Μάντζου Π., Ψηφιακοί κόσμοι in limbo, στο Καλακάλλας Α. [επιμ.], Μεταλλαγές και (α)συνέχειες: Πρακτικές, πολιτικές και λόγος για τον αστικό, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2009


Μάντζου Π., Μπήτσικας Ξ., Από τη διαφάνεια στη διεπαφή, στο Βαβύλη Φ., Δόβα Ε. [επιμ.], Διαφάνεια και αρχιτεκτονική, εκδόσεις Ζήτη, Θεσσαλονίκη 2007 Μάντζου Π., Μπήτσικας Ξ., Μανδουλίδου Ε., Η αφήγηση ως εργαλείο σχεδιασμού διαδραστικών εγκαταστάσεων στο δημόσιο χώρο, στο Νικηφορίδης Π. [επιμ.], PUBLIC SPACE - Δημόσιος Χώρος αναζητείται [ό. π.], σελ. 195-197 Παπαλεξόπουλος Δ., Από τον δημόσιο χώρο στον κοινό χώρο μέσω του δικτυακού παραδείγματος, στο Νικηφορίδης Π. [επιμ.], PUBLIC SPACE Δημόσιος Χώρος αναζητείται [ό. π.], σελ. 341-343

ξένη βιβλιογραφία Arendt H., The Human Condition, The University of Chicago Press, 1998 Auge M., The non-places, Introduction to an Anthropology of Supermodernity, εκδόσεις VERSO, London-New York 1992 Baym N. K., Personal Connections in the Digital Age, POLITY, 2010 Bolter J., Grusin R., Remediation, The MIT Press, 2000 Christakis N. A. & Fowler J. H., Συνδεδεμένοι - Η εκπληκτική Δύναμη των Κοινωνικών Δικτύων και πώς αυτά διαμορφώνουν την ζωή μας, εκδόσεις Κάτοπτρο, Αθήνα 2010 Czerniak J., Legibility and Resilience, Princeton Architectural Press, New York, 2007 Darby D., History of Town Planning - Lecture Notes, Yeditepe Üniversitesi, Istanbul 2013 Dijck J., The Culture of Connectivity - A critical History of Social Media, Oxford University Press, 2013 Habermas J., The Structural Transformation of the Public Sphere, an Inquiry into a Category of Bourgeois Society, The MIT Press, Cambridge Massachusetts 1991 Holldobler B., Wilson E. O., The Superorganism: The Beauty, Elegance and Strangeness of Insect Societies, εκδόσεις W. W. Norton, New York 2009 Jenkins H., Spreadable Media: creating value and meaning in a Networked Culture, NYU Press, 2013 Latour B., Reassembling the Social, Oxford University Press, 2005

101


Lévy P., Collective Intelligence: Mankind’s Emerging World in Cyberspace, Plenum Trade, 1999 Lévy P., Qu’est-ce que le virtuel, La Découverte, Paris 1995 Lynch K. & Hack G., Site Planning, The MIT Press, 1984 Tuters M. & Varnelis K., Beyond Locative Media: Giving Shape to the Internet of Things, Leonardo 40 Virilio P., The Overexposed City, Architecture/Theory/Sinc 1968, Columbia Books of Architecture, New York, 1998 Wigney M., Zegher C., The Activist Drawing: Retracing Situationist Architectures from Constant’s New Babylon to Beyond, The MIT Press, London 2001

ηλεκτρονικές_πηγές “Η στάση μας στην πόλη: Ανα-Ζητώντας μια νέα αστικότητα”,

102

http://www.elculture.gr/global/news/i-stasi-mas-stin-poli-tf-229000#prettyPhoto

Κλειδωνόπουλος Τ., Η Ετεροτοπία του Facebook, http://www.vice.com/gr/read/eterotopia-facebook

Μηλάκης Δ., “Thinking Cities in the Networked Society: Oı άνθρωποι πίσω από τις πόλεις”, http://blog.tedxathens.com/anthrwpoi-pisw-apotis-poleis/#more-2425 Μάντζου Π., Μπήτσικας Ξ., “Cycles of succession: nature-urban”, http://eurau12.arq.up.pt/en/theme-and-communications/1-making-city

Πάντος Π., “Το διαδίκτυο ως ένας νέος δημόσιος χώρος”, http://archive.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=472995

Σταυρίδης Σ., “Μαθαίνοντας από τις πλατείες”,

http://wwwpraxisred.blogspot.gr/2011/06/blog-post_18.html

Τζιρτζιλάκη Ε., “Με τα σώματά μας εκτεθειμένα στην πόλη”,

http://dimosiosxoros.wordpress.com/%CE%BA%CE%B5%CE%AF%CE%BC%CE%B5%CE% BD%CE%B1/about/

López-Galiacho Ε., Arquitecturas hibridas a ambros lados dl espejo. Superposiciones y Transaparencias entre lo real, εισήγηση στο συνέδριο Congreso International Ciber@rt, Βαλέντσια 1996, http://www.emiliogaliacho.com/LaPielCapazOrigen.htm

Virilio P., The Museum of the Sun, TechnoMorphica, 1997 http://www.egs.edu/faculty/paul-virilio/articles/the-museum-of-the-sun


http://atenistas.org/poioi/ http://parkingparko.blogspot.gr/ http://ilesxi.wordpress.com/2011/11/24/το-πάρκο-ναυαρίνου-και-η-πλατεία-συντά/ http://exarchia.pblogs.gr/a-ti-wraio-parko-nea-apo-th-nayarinoy.html https://static.eudoxus.gr/books/93/chapter-11793.pdf http://varnelis.net/

videos City of Drones, https://www.youtube.com/watch?v=GF2s5r-trRQ

DESIGN - FIELD, http://crane.tv/field-io-dynamic-digital-design

International Seminal on Network Theory, keynote by Bruno Latour, https://www.youtube.com/watch?v=Bj7EDMRJrbU

Manuel Castells: Communication Power in the Network Societies, https://www.youtube.com/watch?v=xoMam-oFOzY

Networked Publics or Pareto’s Revenge, http://vimeo.com/60408087

Network Theories of Power by Manuel Castells, https://www.youtube.com/watch?v=skcUYhRaEas

The Innovation of Lonelines, https://www.youtube.com/watch?v=c6Bkr_udado#t=244

The making of Unnumbered Sparks,

https://www.youtube.com/watch?v=npjTmG-TBHQ#t=232

διαλέξεις | φοιτητικές εργασίες Αποστολίδης Τ., Εξαμηλιώτου Κ., Ετεροτοπίες, διάλεξη Δ.Π.Θ., 2010 Μαραγκού Σ., Παράφορου Κ., Συμμετοχικός Σχεδιασμός, διάλεξη Δ.Π.Θ., 2014 Μουργή Γ., Κατανομή του πληθυσμού και διαχωρισμοί στον Αγ. Παντελεήμονα, προπτυχιακή εργασία στα πλαίσια του μαθήματος “Ιστορία και Θεωρία 8”, 8ου εξαμήνου, Ε.Μ.Π. 2011 Κατσαρέλης Δ., Αστικά δίκτυα, διάλεξη Δ.Π.Θ., 2014

103


Το αντικείμενο της διάλεξης αυτής, όντας ένα θέμα που μάλλον προϋπήρχε στο μυαλό μου, επηρρέασε την οπτική μου καθώς δεχόμουν ποικίλα ερεθίσματα σερφάροντας στο Internet, ακούγοντας μουσική ή βλέποντας ταινίες και σειρές. Το φωτογραφικό υλικό του τεύχους είναι το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας υποσυνείδητης σκέψης πάνω στο θέμα της έρευνας.

σε όλα TA COOL PAIDIA [εντός και εκτός δικτύου], όλους τους “αφανείς ήρωες” και φυσικά την οικογένειά μου

εικόνα εξωφύλλου: “Galaxies forming along filaments, like droplets along the strands of a spider’s web” του καλλιτέχνη Tomás Saraceno, εγκατάσταση στη Bienale di Venezia, 2009




Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.