Τα ψηλα βουνα ppt (1)

Page 1


Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Περιβάλλοντος, που γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 5 Ιουνίου, θα θέλαμε τώρα να σας μιλήσουμε για ένα μικρό διήγημα που ξεφυλλίσαμε τελευταία και έχει σαν ήρωες 26 μικρούς ταξιδιώτες της ελληνικής φύσης, που την εξερευνούν, ζουν τις χαρές της και μαθαίνουν τα μυστικά της.

[1929, 4η Έκδοση] Εικονογράφος: Π. Ρούμπος, Ζ. Παπαντωνίου


Πρόκειται για τα Ψηλά Βουνά του Ζαχαρία Παπαντωνίου και συγκεκριμένα την έκδοση του 1929 από τον εκδοτικό οίκο Δημητράκου. Το σκίτσο του εξώφυλλου ανήκει στον ίδιο τον συγγραφέα, ενώ τα σκίτσα, στις σελίδες του βιβλίου, είναι από τον Πέτρο Ρούμπο.

(ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΑ ειδική έκδοση για την εφημερίδα το ΒΗΜΑ)


Το βιβλίο αφιερώνεται στον δημοδιδάσκαλο Λάμπρο Παπαντωνίου, πατέρα του συγγραφέα.


Προοριζόταν για αναγνωστικό της Γ΄ Δημοτικού και είχε σαν στόχο να διαπαιδαγωγήσει τους μαθητές της εποχής εκείνης και να τους κάνει να αγαπήσουν τη φύση, τη σύγχρονη Ελλάδα και την πραγματική ζωή.


Το τέταρτο κεφάλαιο αυτού του βιβλίου, που έχει τίτλο «Οι μικροί ταξιδιώτες ανεβαίνουν στο βουνό», αποτελεί μέρος της 3ης ενότητας του σημερινού α΄τεύχους της Γλώσσας για την Γ΄ δημοτικού.



Ζ. Παπαντωνίου Τα ψηλά βουνά Αναγνωστικό Γ΄ Δημοτικού [1918, 1η Έκδοση]

Το βιβλίο, που εκδόθηκε για πρώτη φορά πριν εκατό χρόνια περίπου, το 1918, είναι το πρώτο από τα βιβλία του Δημοτικού σχολείου που γράφτηκαν στη δημοτική γλώσσα και όχι στην καθαρεύουσα, όπως γινόταν μέχρι τότε.


Χαρίσιος Παπαμάρκος Ελληνικόν αναγνωσματάριον διά την δευτέραν τάξιν των σχολείων της στοιχειώδους εκπαιδεύσεως μετά εικόνων [1912]


Την ίδια περίοδο (1919-1920) ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου μαζί με τους Δημοσθένη Ανδρεάδη, Αλέξανδρο Δελμούζο, Παύλο Νιρβάνα και Μανόλη Τριανταφυλλίδη αποτελούν τη συντακτική επιτροπή του “Αλφαβητάρι με τον ήλιο”.


Αλέξανδρος Δελμούζος, Μανώλης Τριανταφυλλίδης, Δημοσθένης Ανδρεάδης και Παύλος Νιρβάνα

Τα “Ψηλά Βουνά” και το “Αλφαβητάρι με τον Ήλιο” ήταν εντελώς διαφορετικά από όλα τα προηγούμενα σχολικά βιβλία, επειδή τα δημιούργησαν εμπνευσμένοι άνθρωποι των γραμμάτων και της τέχνης.


Τα βιβλία όμως αυτά, μαζί με τα υπόλοιπα αναγνωστικά των πέντε πρώτων τάξεων του Δημοτικού Σχολείου, καταδικάζονται το 1920 με διάφορες δικαιολογίες. Η Επιτροπή που τα εξετάζει ζητάει την άμεση απόσυρσή τους και προτείνει «ΝΑ ΚΑΟΥΝ!»


Τα νέα αναγνωστικά του δημοτικού που εγκρίθηκαν την περίοδο 1917-1920 Βιβλία που εκδίδονται το 1917: Παπαμιχαήλ Ε., Αλφαβητάριο Συκώκης Ι., Αλφαβητάριο Κουρτίδης Α. – Παπαμιχαήλ Ε., Πέτρος Λάρας (β’ δημοτικού) Καζαντζάκη Γ., Τρεις φίλοι (β’ δημοτικού) Κουρτίδης Α., Αναγνωστικό (β’ δημοτικού) Βιβλία που εκδίδονται το 1918: Κουρτίδης Α.- Κονιδάρης Α. – Καλαράς Γ., Οδύσσεια (γ’ δημοτικού) Καρκαβίτσας Α. – Παπαμιχαήλ Ε., Αναγνωστικό (γ’ δημοτικού) Παπαντωνίου Ζ., Τα Ψηλά Βουνά (γ’ δημοτικού) Βιβλία που εκδίδονται το1919: Ανδρεάδης Δ. – Δελμούζος Α. – Νιρβάνας Π. – Παπαντωνίου Ζ. – Τριανταφυλλίδης Μ., Το αλφαβητάρι με τον ήλιο (α’ δημοτικού) Καρκαβίτσας Α. – Παπαμιχαήλ Ε., Η Πατρίδα μας (δ’ δημοτικού) Κουρτίδης Α. – Κονιδάρης Γ., Στα παλιά τα χρόνια (δ’ δημοτικού) Καρκαβίτσας Α. – Παπαμιχαήλ Ε., Διγενής Ακρίτας (ε’ δημοτικού)


Τελικά τα Ψηλά βουνά αποσύρονται το 1921, αλλά 8 χρόνια αργότερα, το βιβλίο μπαίνει και πάλι σε όλα τα Δημοτικά σχολεία της χώρας και γίνεται ένα από τα πιο όμορφα αναγνωστικά που δημιουργήθηκαν ποτέ.

[1933, 5η Έκδοση]

Θεωρούνται «από τα προοδευτικότερα βιβλία που έχουν υπάρξει στο ελληνικό σχολείο» και από τα σπουδαιότερα της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας.


Για το βιβλίο έχει γραφτεί ότι:

«Τα ψηλά βουνά βρίσκονται μακριά από κάθε ψευτιά. Η μόνη τους πρόθεση είναι να φέρουν στις αίθουσες διδασκαλίας και στις ψυχές των εννιάχρονων αναγνωστών τους το θρόισμα των πεύκων και των ελατιών, το τραγούδι του νερού και τη χαρά μιας αλλιώτικης ζωής […] (Νίκος Τριανταφυλλόπουλος)

«Τα ψηλά βουνά είναι από τα βιβλία που ξυπνούν τους λαούς και τους κάνουν μεγάλους». (Στέλιος Σπεράντζας)


Λίγα λόγια για το συγγραφέα: Ζαχαρίας Παπαντωνίου (1877-1940) • • • • • • • •

Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου γεννήθηκε στο Καρπενήσι, όπου έμαθε τα πρώτα του γράμματα. Το 1890 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Αθήνα. Εκεί τέλειωσε το Γυμνάσιο, πήρε μαθήματα ζωγραφικής και γράφτηκε στην Ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου, χωρίς να αποφοιτήσει. Στράφηκε από τα φοιτητικά του χρόνια προς τη συγγραφή και τη δημοσιογραφία. Ήταν διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης επί είκοσι χρόνια. Το 1923 έλαβε το Αριστείο των Γραμμάτων και Τεχνών. Το 1938 αναγορεύτηκε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην έδρα της λογοτεχνίας. Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου πέθανε την πρώτη μέρα του Φεβρουαρίου του 1940 από καρδιακή συγκοπή.


Το μικρό διήγημα (νουβέλα) Mια παρέα μικρών μαθητών περνούν τις καλοκαιρινές τους διακοπές στα βουνά της Ρούμελης, μετά από παρότρυνση του δασκάλου τους και με τη συγκατάθεση των γονιών τους.

[Έκδοση 1974]

Εικονογράφος: Ε. Παπαδημητρίου

[1933, 5η Έκδοση]


Εκεί θα μάθουν να ζουν ομαδικά και μακριά από τις ανέσεις του σπιτιού τους στην πόλη, να εργάζονται, να μαγειρεύουν, να χτίζουν, να ράβουν, ν’ ανοίγουν μονοπάτια στο δάσος, να γίνονται αν χρειαστεί νοσοκόμοι, δασοφύλακες, δάσκαλοι για τον μικρό Λάμπρο, το αγράμματο βοσκόπουλο και να μη φοβούνται.

[Έκδοση 1974]

Εικονογράφος: Ε. Παπαδημητρίου


[Έκδοση 1974]

Εικονογράφος: Ε. Παπαδημητρίου


[1929, 4η Έκδοση] Εικονογράφος: Π. Ρούμπος, Ζ. Παπαντωνίου



[Έκδοση 1974]

Εικονογράφος: Ε. Παπαδημητρίου


[Έκδοση 1974]

Εικονογράφος: Ε. Παπαδημητρίου


[1929, 4η Έκδοση]

Εικονογράφος: Π. Ρούμπος, Ζ. Παπαντωνίου


Στα «Ψηλά Βουνά» αγαπήσουν το δάσος, φαράγγια, τα ποτάμια, κρυστάλλινες πηγές.

θα τα τις

Θα αισθανθούν το καθαρό βουνήσιο αεράκι, τις μυρωδιές των αγριολούλουδων, το θρόϊσμα των πεύκων και των ελατιών, το τραγούδι των τρεχάμενων νερών, τα κελαηδίσματα των πουλιών, τα βελάσματα των ζώων, τη δροσιά των περιβολιών και των ανθισμένων κήπων.

[1929, 4η Έκδοση] Εικονογράφος: Π. Ρούμπος, Ζ. Παπαντωνίου


[1933, 5η Έκδοση] Εικονογράφος: Ε. Παπαδημητρίου


[1933, 5η Έκδοση] Εικονογράφος: Ε. Παπαδημητρίου


[1933, 5η Έκδοση] Εικονογράφος: Ε. Παπαδημητρίου



Εκεί θα ΄ρθουν σ’ επαφή με ανθρώπους της υπαίθρου και θα μάθουν να σέβονται οτιδήποτε διαφορετικό, όπως και να διαλέγουν για αρχηγό τους εκείνον που θα αποδειχτεί ικανότερος.

[1929, 4η Έκδοση] Εικονογράφος: Π. Ρούμπος, Ζ. Παπαντωνίου


[1929, 4η Έκδοση] Εικονογράφος: Π. Ρούμπος, Ζ. Παπαντωνίου



Θα διαβάσουμε τώρα ορισμένα αποσπάσματα από 4 κεφάλαια του βιβλίου και θα τραγουδήσουμε 3 τραγούδια που περιλαμβάνονται σ’ αυτά και μας έμαθε ο δάσκαλος μας στη μουσική, Κωνσταντίνος Κασκάτης. Από το κεφάλαιο 3 “Το ξεκίνημα” Πέρασαν δυο τρεις μέρες ώσπου να ετοιμαστούν, και τέλος ένα πρωί το μεγάλο ζωηρό καραβάνι ξεκίνησε. Πάνε στα ψηλά βουνά. Και τα είκοσι πέντε παιδιά έγιναν αγνώριστα. Είναι ντυμένα για να ζήσουν σε βουνό. Τι απλά παιδιά που έγιναν! …..Ο Καλογιάννης θυμήθηκε το «Τσιριτρό» και άρχισε να τραγουδεί. Όλη η συνοδεία πήρε το γελαστό τραγούδι και άρχισε να το τραγουδεί:


[1929, 4η Έκδοση] Εικονογράφος: Π. Ρούμπος, Ζ. Παπαντωνίου


Το Τσιριτρό

Σε μια ρώγα από σταφύλι

Πώπω, πώπω, σε μια ρώγα

έπεσαν οχτώ σπουργίτες

φαγοπότι και φωνή!

και τρωγόπιναν οι φίλοι.

την αφήκαν αδειανή.

Τσίρι τίρι, τσιριτρό,

Τσίρι τίρι, τσιριτρό,

τσιριτρί

τσιριτρί

τσιριτρό!

τσιριτρό!

Εχτυπούσανε τις μύτες

Και μεθύσαν κι όλη μέρα

και κουνούσαν τις ουρές,

πάνε δώθε, πάνε πέρα,

κι είχαν γέλια και χαρές.

τραγουδώντας στον αέρα.

Τσίρι τίρι, τσιριτρό,

Τσίρι τίρι, τσιριτρό,

τσιριτρί

τσιριτρί

τσιριτρό!

τσιριτρό!


Από το κεφάλαιο 23 “Οι νυκοκυραίοι παίρνουν είδηση” Μα ποιος έφταιγε; τώρα κατάλαβαν το λάθος τους. Σ’ ένα δάσος που ζουν μέσα αλεπούδες και κουνάβια, άφησαν τις κότες να κουρνιάζουν μέσα σε κοτέτσι ανοιχτό. “Να φτιάσομε σήμερα ένα άλλο!” είπαν τώρα. “Ένα με ξύλα και με γερή πόρτα”. “Δε φτάνει αυτό, παιδιά” λέει ο Αντρέας. “Ήρθαμε στην ερημιά να καθίσομε χωρίς σκύλο… Τώρα που την πάθαμε, καταλαβαίνουμε πόσο μας χρειάζεται αυτός ο σύντροφος”. “Να βρούμε έναν!” φώναξαν τα παιδιά. “Αν τον είχαμε χτες, έλεγαν, θα γλίτωναν οι τρεις κότες κι ο καημένος ο χωριάτικος κόκορας”. … Μα ενώ έλεγαν αυτά πρόβαλε από τους θάμνους ο άλλος κόκορας, εκείνος που είχαν φέρει μαζί τους. … Ο Χρίστος και ο Δήμος άρχισαν τότε να λένε “ το τραγούδι του κόκορα με το γεράκι”, που κι ο ίδιος ο κόκορας στάθηκε και τ’ άκουγε, σαν να ήταν γι’ αυτόν.


[1918, 1η Έκδοση] Εικονογράφος: Π. Ρούμπος, Ζ. Παπαντωνίου

[1929, 4η Έκδοση] Εικονογράφος : Π. Ρούμπος, Ζ. Παπαντωνίου


Ο κόκορας Ένας κόκορας ολάσπρος με ψηλό λειρί, καμαρώνει και φουσκώνει και λιλιά φορεί, και θαρρεί πως το κοτέτσι μόλις τον χωρεί.

Τη στιγμή, που σουλατσάρει με το βήμ’ αργό, «δεν ξανάειδα, λεν οι κότες, τέτοιο στρατηγό»! Μα κι ο ίδιος συλλογιέται: «Μωρέ τ’ είμαι ’γώ!»

Άμα βρει κανένα σπόρο μέσα στην αυλή, το κεφάλι του σηκώνει και το διαλαλεί, να το μάθουνε σε Δύση και σ’ Ανατολή!

Ξάφνου βλέπει ένα γεράκι. Αχ! την ώρα αυτή το βαρύ περπάτημά του έχει μπερδευτεί, κι αστραπή μες στο κοτέτσι τρέχει να κρυφτεί.


Από το κεφάλαιο 42 “Η ιστορία του Γιάννη απ’ το Πουρνάρι” Βλέπετε κει κάτω μακριά, είπε η Αφρόδω, κάτι χωράφια που κιτρινίζουν; Εκεί ήταν ένας πεύκος, μα τι πεύκος!


Παναγιώτης Τέτσης, Η ζωγραφική του σήμερα

… ‘Ωσπου ήρθε μια χρονιά ο Γιάννης απ΄το Πουρνάρι, και τον πελέκησε με το τσεκούρι για ρετσίνι. Και την άλλη χρονιά πάλι τον πελέκησε…


Την τρίτη χρονιά τον γκρέμισε…


...Κίνησε να πάει στα Δυο χωριά να βρει τους μαστόρους, να τους πει πως έχει ξύλα για πούλημα… … Ο πεύκος, λένε, την ώρα που έπεφτε, τον καταράστηκε. Και σαν είχε την κατάρα του πεύκου, δεν μπορούσε ο Γιάννης να βγει από τον κάμπο. Γιατί τα δέντρα βλέποντάς τον, περπατούσαν κι έφευγαν. Κι ο λόγγος όλο τραβούσε μακριά. Κι ο Γιάννης όλο απόμενε στα ξερολίβαδα. ...Δίψα είχε, σταλιά δεν είχε να δροσιστεί. Και περνούσαν τα καλοκαίρια και τον έκαιαν. Και περνούσαν οι χειμώνες και τον πάγωναν. Κι ο Γιάννης περπατούσε κι ήταν πάντα στον ίδιο τόπο. Ώσπου σωριάστηκε. Και του έβγαλαν ένα τραγούδι που λέει όλη αυτήν την ιστορία. Έχει και σκοπό… “Η κατάρα του πεύκου” (τραγούδι)


Η κατάρα του πεύκου

«Γιάννη, γιατί έκοψες τον πεύκο;

Το δέντρο παίρνει τα κλαριά του

Γιατί; Γιατί;»

και περπατεί!

Αγέρας θα ’ναι, λέει ο Γιάννης

Δεν θ΄ ανασάνω, λέει ο Γιάννης,

και περπατεί.

γιατί, γιατί;

Ανάβει η πέτρα, το λιβάδι

«Γιάννη, πού κίνησες να φτάσεις;»

βγάνει φωτιά.

«Στα δυο χωριά.»

Να ’βρισκε ο Γιάννης μια

«Κι ακόμα βρίσκεσαι δω κάτου;

βρυσούλα,

Πολύ μακριά!»

μια ρεματιά!


«Εγώ πηγαίνω, όλο πηγαίνω.

Οι μέρες πέρασαν κι οι μήνες,

Τι έφταιξα εγώ;

φεύγει ο καιρός,

Σκιάζεται ο λόγκος και με φεύγει,

Στον ίδιο τόπο είν' ο Γιάννης,

γι' αυτό είμαι δω.

κι ας τρέχει εμπρός...

Πότε ξεκίνησα; Είναι μέρες...

Να το χινόπωρο, να οι μπόρες,

για δυο, για τρεις...

μα πού κλαρί;

Ο νους μου σήμερα δε ξέρω,

Χτυπιέται ορθός με το χαλάζι,

τ' είναι βαρύς».

με τη βροχή.

«Να μια βρυσούλα, πιε νεράκι

«Γιάννη, γιατί έσφαξες το δέντρο,

να δροσιστείς».

το σπλαχνικό,

Σκύβει να πιει νερό στη βρύση,

που 'ριχνεν ίσκιο στο κοπάδι

στερεύει ευθύς.

και στο βοσκό;»


Ο πεύκος μίλαε στον αέρα

«Τη χάρη σου ερημοκλησάκι,

- τ' ακούς, τ' ακούς;-

την προσκυνώ,

και τραγουδούσε σα φλογέρα

Βόηθα να φτάσω κάποιαν ώρα

στους μπιστικούς.

και να σταθώ...

«Φρύγανο και κλαρί του πήρες

Η μάνα μου θα περιμένει

και τις δροσιές

κι έχω βοσκή...

Και το ρετσίνι του ποτάμι

Κι είχα και τρύγο... Τι ώρα νάναι

απ΄ τις πληγές.

και τι εποχή;

Σακάτης ήτανε κι ολόρθος,

Ξεκίνησα το καλοκαίρι

ως τη χρονιά,

-να στοχαστείς-

Που τον εγκρέμισες για ξύλα,

Κι ήρθε και μ' ήβρε ο χειμώνας

Γιάννη φονιά!»

μεσοστρατίς.


Πάλι Αλωνάρης και λιοπύρι!

Πέφτει σα δέντρο απ΄ το

Πότε ήρθε; Πώς;

πελέκι...

Άγιε, σταμάτησε το λόγκο,

βογκάει βαριά.

που τρέχει εμπρός.

Μακριά του στάθηκε το δάσος, πολύ μακριά.

Άγιε, το δρόμο δεν τον βγάνω -με τι καρδιά;-

Εκεί τριγύρω ούτε χορτάρι,

Θέλω να πέσω να πεθάνω,

φωνή καμιά.

εδώ κοντά.»

Στ΄ αγκάθια πέθανε, στον κάμπο, στην ερημιά.


Από το τελευταίο κεφάλαιο, κεφάλαιο 79, “Έπειτα από χρόνια” Όσοι από τους παλιούς θυμούνται αυτήν την ιστορία, μας είπαν πως εκεί στη χώρα, φάνηκε έπειτα από χρόνια ένας δάσκαλος, που άφησε όνομα. Έπαιρνε τα παιδιά και τα δίδασκε κάτω από τα δέντρα… Έπαιρναν το βιβλίο τους και διάβαζαν μαζί του απάνω στους λόφους, στον ήλιο και στον αέρα. Από κει τους έδειχνε τους γύρω τόπους, τη γη, τον ουρανό, τα πλάσματα όλα… Τους μάθαινε τη ζωή των δέντρων, των πουλιών και των εντόμων. Όταν ήταν καθαρή αστροφεγγιά, τους έδειχνε από ένα ύψωμα και τους ονόμαζε τ’ άστρα. Τους μάθαινε να γράφουν όσα είχαν στο νου και στην ψυχή τους. Τον δάσκαλο αυτό τον έλεγαν Λάμπρο…




Πρόκειται για τον δάσκαλο Λάμπρο Παπαντωνίου, πατέρα του συγγραφέα, που στο βιβλίο είναι ουσιαστικά το ομώνυμο μικρό τσοπανόπουλο το οποίο μαθαίνει τα πρώτα του γράμματα απ' τα παιδιά.

[1929, 4η Έκδοση] Εικονογράφος: Π. Ρούμπος, Ζ. Παπαντωνίου


Τα “Ψηλά Βουνά” σίγουρα θα το βρείτε στη Βικελαία βιβλιοθήκη ή σε κάποιο βιβλιοπωλείο. Σας συμβουλεύουμε να το διαβάσετε. Θα αποτελέσει μια ευχάριστη συντροφιά στις διακοπές του καλοκαιριού. Καλό καλοκαίρι!

[1929, 4η Έκδοση] Εικονογράφος: Π. Ρούμπος, Ζ. Παπαντωνίου


Ιστογραφία ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.