1
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
10
ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΙΣ
13
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΗ ΖΩΗ 15 Η ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΤΟΥ ΜΥΑΛΟΥ 19
ΤΑΞΙΔΙΩΤΙΚΑ ΕΝΘΥΜΙΑ
25
ΤΟΚΥΟ 27 ΡΟΤΕΡΝΤΑΜ 35
ΠΟΡΩΔΕΣ
39
ΚΛΙΜΑΚΟΥΜΕΝΕΣ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΕΣ
47
Η ΤΥΡΑΝΝΙΑ ΤΗΣ ΣΥΝΥΠΑΡΞΗΣ 49 ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑ ΔΙΧΩΣ ΤΥΡΑΝΝΙΑ 49 ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ 52
ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΨΕΛΗΣ poroCity
61
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
129
55
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
10
11
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Μελετώντας τη συνθήκη που φαίνεται να επιτάσσει η πολυκατοικία, έναν κοινωνικό καταναγκασμό για συνύπαρξη με αγνώστους, παρατηρήσαμε πως έχει χαθεί όλος ο ρομαντισμός που κρύβει. Η συνύπαρξη πολλές φορές μπορεί να μετατραπεί σε τυραννία. Οι άγραφοι κανόνες της πολυκατοικίας, η διαφύλαξη της ιδιωτικότητας από αδιάκριτα βλέμματα και αυτιά και η αντικοινωνικότητα, έχουν διεισδύσει στη συνείδηση του κατοίκου. Πολλοί θα προτιμούσαν να καταφύγουν εκτός της πόλης, σε ένα περιβάλλον που θα τους προφύλασσε από την περιέργεια και τον θόρυβο των άλλων. Τότε όμως δε θα μπορούσαν να ξεδιπλωθούν όλες αυτές οι σχέσεις και οι συνθήκες που προκύπτουν μέσα από αυτή την εξαναγκασμένη εγγύτητα στην πόλη. Στην εποχή της καραντίνας, το παράδοξο της συμβίωσης σε μια πολυκατοικία απέκτησε άλλη διάσταση. Αρχίσαμε να βλέπουμε τους γείτονές μας, όχι μόνο να τους ακούμε. Αρχίσαμε να τους παρατηρούμε. Υπήρξαν μέρες που ανταλλάξαμε και κουβέντες, άλλες που θέλαμε να ελέγξουμε αν όλα είναι καλά, να επιβεβαιώσουμε ότι τηρούν πιστά τη ρουτίνα τους. Τα βλέμματα από σκληρά και αυστηρά άρχισαν να μαλακώνουν. Μέσα από καθημερινές λειτουργίες ταυτιστήκαμε. Καταλάβαμε ότι ο άλλος δεν αποτελεί μια «απειλή» αλλά είναι και μια ελπίδα. Κάπως έτσι άνθισε ένας νέος τρόπος ζωής που σύστησε καινούρια συναισθήματα και εμπειρίες στην πόλη. Στόχος μας είναι ο επαναπροσδιορισμός των σχέσεων μεταξύ των ενοίκων που παράγει μια πολυκατοικία ώστε το ηδονιστικό δυναμικό της εγγύτητας στην πόλη να γίνει κομμάτι της εμπειρίας του κατοίκου. Πώς μπορούμε να απελευθερωθούμε από την τυραννία της συνύπαρξης; Πώς η υπερδιέγερση των αισθήσεων που προκαλεί η ζωή στην πόλη μπορεί να εξημερωθεί και να γίνει χαρακτηριστική ενός νέου τρόπου ζωής;
1 ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΙΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΗ ΖΩΗ Η ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΤΟΥ ΜΥΑΛΟΥ
14
1
15
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΗ ΖΩΗ Στο δοκίμιο“Μητροπολιτική Αίσθηση” ο Georg Simmel αναπτύσσει τις θεωρίες του για τη μητρόπολη. O Simmel είναι ένας από τους πρώτους θεμελιωτές της κοινωνιολογίας και ένας από τους σημαντικότερους εκφραστές του πνεύματος της ώριμης νεωτερικότητας. Το ενδιαφέρον έγκειται στο γεγονός ότι υιοθετεί μια διαλεκτική στάση απέναντι στις μεταβολές της κοινωνίας, βλέποντας την πόλη ως τόπο ελευθερίας αλλά και απομόνωσης. Επικεντρώνεται στο μεταβατικό στάδιο προς μια σύγχρονη βιομηχανική κοινωνία και την επίδραση που έχει στην εμπειρία της ζωής των ατόμων. Αν επιχειρήσουμε να συμπυκνώσουμε σε ελάχιστες λέξεις το περίφημο εγχείρημα του Simmel θα λέγαμε ότι με αυτό υποδεικνύει ότι η γεωγραφία της μητρόπολης αποτελεί μια ιδιαίτερη χαρτογραφία διανοητικών και ψυχικών δυνατοτήτων ύπαρξης και δράσης των ανθρώπων μέσα σε αυτή. Μητρόπολη: το χωνευτήρι μιας μετάλλαξης των αισθητηριακών εμπειριών και νοοτροπιών. Οι αντιδράσεις στη μεγαλούπολη είναι γρήγορες, ασυνεχείς, φευγαλέες. Ο ραγδαίος συνωστισμός εναλλασσόμενων εικόνων, η ιλιγγιώδης εγγύτητα αυτών που περικλείονται στο οπτικό μας πεδίο, το απροσδόκητο των εντυπώσεων που μας κατακλύζουν προκαλούν μια υπερδιέγερση των αισθήσεων. 1 Σε έναν τόσο πολυμερή οργανισμό, όπως η πόλη, αλληλεπιδρούν οι σχέσεις και οι δραστηριότητες πολλών ανθρώπων με πολλά διαφορετικά ενδιαφέροντα. Οι χιλιάδες σχέσεις που ξετυλίγονται από άνθρωπο σε άνθρωπο,στιγμιαίες ή διαρκείς, συνειδητές ή ασυνείδητες, περαστικές ή σημαντικές, μας συνδέουν διαρκώς με τους άλλους. Κάθε μέρα, κάθε ώρα υφαίνονται τέτοιοι ιστοί, εγκαταλείπονται, μαζεύονται ξανά, αντικαθίστανται με άλλους, συνυφαίνονται με άλλους.2 Η πόλη δεν είναι χωροταξική οντότητα με κοινωνικές προεκτάσεις, αλλά κοινωνιολογική οντότητα η οποία διαμορφώνεται χωρικά, επισημαίνει ο Simmel. Πρόκειται για έναν χώρο σύναψης σχέσεων επικοινωνίας και ανταλλαγής, για κοινή αποδοχή τρόπων ζωής, σκέψης και συμπεριφοράς. 3 Προκειμένου ο κάτοικος της πόλης να “επιβιώσει” δημιουργεί ένα προστατευτικό όργανο απέναντι στο περιβάλλον του, που θα τον προστατεύσει από τις αντιφάσεις της καθημερινής ζωής που τον “απειλούν”, την επιφυλακτικότητα. Γίνεται απαθής, “μπλαζέ”. Η επιφυλακτικότητα είναι μια πνευματική στάση του κατοίκου απέναντι στους άλλους, λιγότερο ευαίσθητη και εντελώς απομακρυσμένη από τα βάθη της προσωπικότητας, μια απόσταση που θεωρείται δυσπιστία ή κοινωνική περιφρόνηση. Ωστόσο, σύμφωνα με τον Simmel είναι απαραίτητη για την επιβίωση του ανθρώπου στη μεγαλούπολη. Αν η διαρκής εξωτερική επαφή με αμέτρητους ανθρώπους αναλογούσε σε αντίστοιχες εσωτερικές αποκρίσεις, όπως στην κωμόπολη όπου ο άνθρωπος γνωρίζει σχεδόν όλους όσους συναντάει και έχει προς τους περισσότερους μια θετική σχέση, αυτό θα έκανε τον κάτοικο μιας μητρόπολης να στραφεί εσωτερικά στον απόλυτο ατομισμό και θα τον οδηγούσε σε μια αδιανόητη ψυχική κατάσταση.
Η σφαίρα της αδιαφορίας όμως, δεν είναι τόσο μεγάλη όσο φαίνεται με την πρώτη ματιά, η ψυχή μας δραστηριοποιείται και αποκρίνεται σχεδόν σε κάθε ερέθισμα που προέρχεται από τον άλλο άνθρωπο με μια κατά κάποιον τρόπο ορισμένη αίσθηση, η οποία φαίνεται μόνο ως αδιαφορία επειδή είναι ασυνείδητη, επιπόλαιη και ευμετάβλητη.4 Αποτέλεσμα αυτής της επιφυλακτικότητας είναι ότι πολλές φορές δε γνωρίζουμε ούτε κατ’ όψη εκείνους που υπήρξαν για χρόνια γείτονές μας. Και είναι αυτή η επιφυλακτικότητα που κάνει τους κατοίκους των μεγάλων πόλεων να φαίνονται ψυχροί και αναίσθητοι στα μάτια των κατοίκων της μικρής πόλης ή του χωριού. Ένα ακόμα χαρακτηριστικό της ζωής στη μητρόπολη που σχολιάζει ο Simmel είναι η ελευθερία. Εκεί, ο άνθρωπος, με μια πιο εξιδανικευμένη έννοια, είναι πιο ελεύθερος. Ωστόσο, δεν αποτελεί παρά την άλλη όψη της ελευθερίας το γεγονός ότι κάποιος μπορεί να νιώσει τόσο μοναχικός ανάμεσα στο πλήθος. Και ενώ σήμερα η “φασαρία” της πόλης είναι πιο δυνατή από ποτέ, τι θα γινόταν αν οι κάτοικοι της μάθαιναν να διαχειρίζονται καλύτερα τις συνθήκες αντίληψης που παράγει; Η πόλη έχει την ιδιότητα να μεταβάλλεται συνεχώς. Εάν με κάποιο τρόπο οι ρυθμοί της κατάφερναν να εξημερωθούν από το άτομο, η υπερδιέγερση αυτή θα μπορούσε να είναι χαρακτηριστική ενός νέου τρόπου ζωής; Ενός νέου τρόπου ζωής που ίσως να είναι πιο απελευθερωτικός;
16
1. Simmel, Georg, (μτφ. Ιωάννα Μεϊτάνη), 2017, Μητροπολιτική Αίσθηση, οι μεγαλουπόλεις και η διαμόρφωση της συνείδησης κοινωνιολογία των αισθήσεων, Άγρα, σελ. 11 2. Simmel, Georg, (μτφ. Ιωάννα Μεϊτάνη), 2017, Μητροπολιτική Αίσθηση, οι μεγαλουπόλεις και η διαμόρφωση της συνείδησης κοινωνιολογία των αισθήσεων, Άγρα, σελ. 58 3. Πεπονής, Γιάννης, 2003, Χωρογραφίες, ο αρχιτεκτονικός σχηματισμός του νοήματος, Αλεξάνδρεια, σελ. 138 4. Simmel, Georg, (μτφ. Ιωάννα Μεϊτάνη), 2017, Μητροπολιτική Αίσθηση, οι μεγαλουπόλεις και η διαμόρφωση της συνείδησης κοινωνιολογία των αισθήσεων, Άγρα, σελ.63 εικόνα 1. Bilinski, Boris, 1927, Metropolis poster
17
18
1
19
Η ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΤΟΥ ΜΥΑΛΟΥ Προτού κατανοήσουμε τον κόσμο πρέπει να συγκεντρώσουμε ένα εύρος πληροφοριών μέσω των αισθήσεων. Οι αισθήσεις αποτελούν το πρώτο επίπεδο επαφής μας με το περιβάλλον και το μυαλό μας είναι μια βάση δεδομένων γεμάτη εμπειρίες που αφορούν και προέρχονται από τις αισθήσεις. Οι αισθήσεις, όμως, δεν λειτουργούν μεμονωμένα για να δημιουργήσουν την αντίληψη αλλά συνδυαστικά με την προσωπική, μοναδική μνήμη του καθενός. Η μνήμη είναι σημαντική παράμετρος για τον τρόπο με τον οποίο ερμηνεύεται ο κόσμος. Δεν είναι μόνο τα ερεθίσματα που προκαλούνται στο σώμα μας, αλλά και όλα τα βιώματα και οι γνώσεις μας που μεταφέρονται σε μια εσωτερική μνήμη του σώματος. Σε ένα απόσπασμα από το “Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο” ο Proust περιγράφει αυτή τη σχεδόν αυτόματη συνειδησιακή ροή που έχει ως εφαλτήριο σημείο ένα αισθητηριακό ερέθισμα, στη συγκεκριμένη περίπτωση τη γεύση του μαντλέν μαζί με λίγο τσάι.
“Και σε λίγο, μηχανικά, εξουθενωμένος από την πληκτική μέρα και την
προοπτική ενός θλιβερού αύριο, έφερνα στα χείλη μου μια κουταλιά τσάι όπου είχα αφήσει να μουλιάσει ένα κομμάτι μαντλέν. Αλλά τη στιγμή που η γουλιά, ανακατεμένη με τα ψίχουλα του γλυκού, άγγιξε τον ουρανίσκο μου, σκίρτησα, προσέχοντας κάτι καταπλητικό που συνέβαινε μέσα μου. ” 1
Προσπαθεί να καταλάβει πως του δημιουργήθηκε αυτή η κατάσταση, τι είναι αυτό που ξύνπησε μέσα του τη στιγμή που δοκίμασε αυτό το μαντλέν. Πώς λειτουργεί η ακούσια μνήμη...η γεύση και η μυρωδιά μερικών αντικειμένων παραμένουν ίδιες για πολύ καιρό, έτοιμες να μας υπενθυμίσουν, περιμένοντας και ελπίζοντας τη στιγμή που μια μικρή σχεδόν ασήμαντη ουσία θα ξυπνήσει μια ατελείωτη ροή αναμνήσεων. Και κάπως έτσι, μια μπουκιά μαντλέν και λίγο τσάι φλαμούρι ήταν αρκετά για να ταξιδέψουν τον Proust στην παιδική του ηλικία. “Και μόλις αναγνώρισα τη γεύση του κομματιού της μαντλέν, βουτηγμένη στο φλαμούρι που μου ‘δινε η θεία μου (μόλο που δεν ήξερα ακόμα τότε και μπόρεσα μόνο πολύ αργότερα να ανακαλύψω γιατί η ανάμνηση αυτή με έκανε τόσο ευτυχισμένο), αμέσως, το παλιό γκρίζο σπίτι πάνω στον δρόμο όπου βρισκόταν το δωμάτιό της ήρθε σαν σκηνικό θεάτρου να στηθεί μπροστά στο εξοχικό σπιτάκι που ‘βλεπε στον κήπο και το ‘χαν χτίσει για τους γονείς μου στο πίσω του μέρος και μαζί με το σπίτι, την πόλη, απ’ το πρωί ως το βράδυ και μ’ οποιονδήποτε καιρό, την Πλατεία όπου μ’ έστελναν πριν απ’ το γεύμα, τους δρόμους όπου πήγαινα να κάνω θελήματα, τα εξοχικά δρομάκια που παίρναμε όταν ο καιρός ήταν καλός...όλα αυτά που παίρνουν μορφή και υλική υπόσταση, βγήκαν, πόλη και κήποι, απ’ το φλιτζάνι μου με το τσάι.” 2
Οι αισθήσεις, η μνήμη και η φαντασία βρίσκονται σε διαρκή αλληλεπίδραση. Θραύσματα χώρου και χρόνου εισβάλλουν από παντού στη συνείδηση του ατόμου, συνθέτοντας καλειδοσκοπικά νέες εικόνες, εφήμερες και εντυπωσιακές. Χτίζεται, έτσι, η “μητρόπολη του μυαλού”. “Ποιοι είμαστε, ποιος είναι ο καθένας από εμάς, αν όχι ένα συνδυαστικό συνονθύλευμα από εμπειρίες, πληροφορίες, βιβλία που έχουμε διαβάσει, πράγματα που έχουμε φανταστεί;”, λέει ο Calvino. “Κάθε ζωή είναι μια εγκυκλοπαίδεια, μια βιβλιοθήκη, μια λίστα από αντικείμενα, μια σειρά από είδη και όλα αυτά μπορούν διαρκώς να ανακατεύονται και να οργανώνονται ξανά με οποιονδήποτε πιθανό τρόπο.” Ωστόσο, ο άνθρωπος είναι οπτικό ον. Η ακοή, η όσφρηση, η αφή και η γεύση έχουν δευτερεύοντα ρόλο και πολλές φορές λειτουργούν υποσυνείδητα. “Πρακτικά, η γεύση και η αφή απαιτούν μεγάλη εγγύτητα. Η όσφρηση και η ακοή έχουν περιθώριο και για λίγο μακρύτερα. Η όραση, όμως, είναι αλλιώς. Διασχίζει πεδιάδες, σκαρφαλώνει βουνά, ταξιδεύει στο χρόνο, σε χώρες, στο διάστημα και συγκεντρώνει στο διάβα της πληροφορίες αμέτρητες. Για μας ο κόσμος δίνει περισσότερα στοιχεία, γίνεται πιο θελκτικός, όταν τον αντιλαμβανόμαστε με τα μάτια.”3
20
Τα μάτια προσλαμβάνουν εικόνες μέσω της όρασης. Ο κόσμος γίνεται αντιληπτός μέσω των εικόνων. Ο άνθρωπος ερμηνεύει τις εικόνες αυτές και νοηματοδοτεί τον κόσμο και τις εμπειρίες του. Ο τρόπος που βλέπει επηρεάζεται από αυτά που βλέπει. Έτσι, πολλές φορές, η εμπειρία ενός χώρου ανάγεται σε μια εμπειρία κατοίκησης της εικόνας και αντίστροφα. Ζει κανείς στο χώρο μέσω της εικόνας.4 Ο Σταυρίδης, στο βιβλίο του “Από την πόλη οθόνη στην πόλη σκηνή”, αναφέρεται σε ένα παράδειγμα κατοίκησης εικόνας, μια τουριστική πρόσληψη ενός “αξιοθέατου”τοπίου. Πιο συγκεκριμένα, περιγράφει ένα καλοκαιρινό ηλιοβασίλεμα στην Οία της Σαντορίνης, όπου πλήθος συρρέει εκεί για να δει ένα ηλιοβασίλεμα αρκετά διαφημισμένο, προκειμένου να το δει με τα μάτια του και να το φωτογραφίσει. Ο σύγχρονος μαζικός τουρισμός είναι προγραμματισμένος στην παραμικρή του λεπτομέρεια. Κατεξοχήν στηριγμένος στη δελεαστική λάμψη των εικόνων, εικονογραφεί το ταξίδι προκαταβολικά. Το προσχεδιάζει και ταυτόχρονα προσφέρει ένα σίγουρο οδηγό για την πρόσληψη, κατανόηση και “απόλαυσή” του. Οι εικόνες δεν“““ω λειτουργούν μόνο σαν διαφημιστικές παγίδες της επιθυμίας για απόδραση σε ένα λαμπερό “αλλού”, αλλά αποτελούν και πρότυπα της τουριστικής κατανάλωσης των “ξένων τόπων”. Όσο πιο κοντά βρεθεί κανείς στην κατοίκηση των εικόνων που τον παρακίνησαν για το ταξίδι, τόσο πιο σίγουρος είναι ότι αυτό που έζησε ήταν μια επιτυχία. Κρίσιμη στον τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο μπορεί να είναι και η τέχνη, οποιασδήποτε μορφής που έχει εισχωρήσει στη ζωή μας αποτελώντας ένα φίλτρο για αυτόν. Ίσως αυτός να είναι και ένας τρόπος να τον κατανοήσουμε καλύτερα. Εικόνες του χώρου μετασχηματίζονται σε χώρους εικόνες. Μαθαίνουμε να κατοικούμε μέσω των εικόνων.5
Οι καλλιτέχνες έχουν την ικανότητα να παρουσιάζουν τα πράγματα με μια προκλητική περιέργεια και αθωότητα, σαν να ήταν αντικείμενα παρατήρησης του ανθρώπου για πρώτη φορά.6 Κάθε αντικείμενο τέχνης στέκεται παρθενικά απέναντι στο επόμενο βλέμμα, όσα και αν έχει δεχθεί προηγουμένως. Ο καθένας μπορεί να το διαβάσει με το δικό του τρόπο. Η τέχνη προσφέρει εναλλακτικές ταυτότητες και καταστάσεις ζωής. Δίνει τη δυνατότητα να βιώσουμε την ίδια μας την ύπαρξη μέσα από τις υπαρξιακές εμπειρίες μερικών από τους πιο εκλεπτυσμένους ανθρώπους.7 Ένας ικανός συγγραφέας, κατά τον Pallasmaa, μετατρέπει τον αναγνώστη του σε αρχιτέκτονα, ο οποίος ανεγείρει δωμάτια, κτήρια και ολόκληρες πόλεις με τη φαντασία του, καθώς η ιστορία εξελίσσεται. Μέσα από το διήγημά του Έγκλημα και Τιμωρία, ο Dostoyevsky, με τις ζωντανές περιγραφές του προκαλεί τον αναγνώστη να κατασκευάσει το δωμάτιο του Roskolnikov. Οι εικόνες του χώρου που θα δημιουργήσει ο αναγνώστης είναι αποκομμένες εικόνες, αποκομμένων στιγμών. Είναι εμπειρίες του δικού του υπαρκτού και βιωμένου χώρου. Είναι νοητικές και ενσωματωμένες εικόνες, ζωντανές μεταφορές, όχι εικόνες του αμφιβληστροειδούς.8
2
Στην τέχνη της ζωγραφικής, χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι πίνακες του Hopper. Στο έργο του απεικονίζονται με μελαγχολική διάθεση η μοναξιά και η αποξένωση. Οι μορφές του δίνουν την εντύπωση ότι βρίσκονται πολύ μακριά από εκεί που απεικονίζονται, βυθισμένες στις σκέψεις τους. Πίσω από την απλότητα στα χαρακτηριστικά των μορφών και στο περιβάλλον τους υπάρχει μια πολυπλοκότητα και ενα βάθος. Άσχετα με την πρόθεση του Hopper, η απουσία λεπτομερειών στους πίνακές του προκαλεί τον θεατή να συμπληρώσει την εικόνα με τις δικές του σκέψεις, τις επιθυμίες και ανησυχίες.
“Η δύναμη των εικόνων του Hopper έγκειται στο γεγονός ότι πυροδοτεί αναλαμπές του υποσυνείδητου στους θεατές. Αιχμαλωτίζει την προσοχή τους με μια μυστηριώδη αίσθηση, ότι βλέπουν κάτι που και οι ίδιοι έχουν βιώσει αλλά το θεώρησαν ασήμαντο για να το θυμούνται”.9
21
Ο κινηµατογράφος, αντίστοιχα, µέσα από χώρους, δοµές και καταστάσεις καταφέρνει να αποδώσει µια αίσθηση. Προβάλλει πόλεις, κτήρια και δωµάτια, όπου ανθρώπινες καταστάσεις και διαδράσεις λαµβάνουν χώρα. Πιο συγκεκριµένα, ο κινηµατογράφος κατασκευάζει χώρους στο µυαλό του θεατή και προβάλλει µια αρχιτεκτονική νοητών εικόνων και αναµνήσεων που αντανακλούν την έµφυτη αρχιτεκτονική του ανθρώπινου µυαλού, των σκέψεων και των συναισθηµάτων. Οι εικόνες αυτές εντυπώνονται στον θεατή και οποιαδήποτε στιγµή, υποσυνείδητα, µπορούν να έρθουν στην επιφάνεια και να µετατρέψουν την πραγµατικότητα σε µια νοσταλγική βιωµένη εµπειρία. Οποιοδήποτε εξωτερικό ερέθισµα, τόσο της αρχιτεκτονικής της πόλης, των κτηρίων ή και της κίνησης στο χώρο µπορεί να µας µεταφέρει σε ένα κινηµατογραφικό πλάνο. Υπάρχει µια παραισθησιογόνα επίδραση σε µια κινηµατογραφική εµπειρία, “Δεν µπορώ πλέον να σκεφτώ αυτά που σκέφτοµαι, οι σκέψεις µου έχουν αντικατασταθεί από κινούµενες εικόνες.”, γράφει ο Walter Benjamin.
3 Ακόµα και στην τέχνη της αρχιτεκτονικής, µια νοητική εικόνα µεταφέρεται από τον εµπειρικό κόσµο του αρχιτέκτονα στη νοητή σφαίρα του παρατηρητή και το υλικό κτήριο είναι το αντικείµενο που µεσολαβεί, µια εικόνα αντικείµενο.10 Ο Pallasmaa τονίζει ότι δε ζούµε ξεχωριστά σε υλικούς και νοητούς κόσµους. Αυτές οι εµπειρικές διαστάσεις είναι άρρηκτα συνδεδεµένες. Ούτε ζούµε σε έναν αντικειµενικό κόσµο. Ζούµε σε νοητικούς κόσµους όπου το βιωµένο, το µνηµονικό και το φανταστικό, όπως και το παρελθόν, το παρόν και το µέλλον, ανακατεύονται.
22
1,2. Proust, Marcel, (μτφ. Παύλος Ζάννας), 2011, Αναζητώντας το χαμένο χρόνο (Πρώτος τόμος), Από τη μεριά του Σουάν, Εστία, σελ. 61-65 3. Ackerman, Diane, (μτφ. Πόλυ Μοσχοπούλου), 2002, Η ιστορία των αισθήσεων, Περίπλους, σελ. 12 4. Σταυρίδης, Σταύρος, 2018, Από την πόλη οθόνη στην πόλη σκηνή, Νήσος, σελ. 110 5. Σταυρίδης, Σταύρος, 2018, Από την πόλη οθόνη στην πόλη σκηνή, Νήσος, σελ. 121 6. Pallasmaa, Juhani, 2008, The Architecture of Image, σελ. 162 7. Pallasmaa, Juhani, 2008, The Architecture of Image, σελ. 165 8. Pallasmaa, Juhani, 2008, The Architecture of Image, σελ. 163 9. Harshell, Barbara 10. Pallasmaa, Juhani, 2008, The Architecture of Image, σελ. 159 εικόνα 1. The wonders within your head, 1938 εικόνα 2. Hopper, Edward, 1928, Night Windows εικόνα 3. Jonze, Spike, 2013, Her
2 ΤΑΞΙΔΙΩΤΙΚΑ ΕΝΘΥΜΙΑ ΤΟΚΥΟ ΡΟΤΕΡΝΤΑΜ
26
27
ΤΟΚΥΟ Εκτός από τις τέχνες, τα ταξίδια αποτελούν και αυτά ένα κομμάτι της μητρόπολης του μυαλού. Στη δική μας περίπτωση ένα ταξίδι στο Τόκυο ήταν αρκετό για να ξεσηκώσει το βλέμμα μας και να επηρεάσει τον τρόπο που διαμορφώθηκε η αντίληψή μας για τον σχεδιασμό κάποιων εμπειριών. Αντίθετα με τις πόλεις της κεντρικής Ευρώπης, όπου κυριαρχεί μια αρχιτεκτονική γλώσσα προκειμένου να διατηρηθεί η ταυτότητα της εκάστοτε πόλης, το Τόκυο είναι η συσσώρευση ενός πλήθους από μεμονωμένα κτηριακά εγχειρήματα που δεν υπακούν σε κάποιο πολεοδομικό μοντέλο.1 Μέσα από το ασιατικό πολεοδομικό kitsch και αυτήν την οπτική αβεβαιότητα ήρθαμε αντιμέτωπες με μια άλλη τάξη αστικών εμπειριών. Το χάος στη διασταύρωση της Shibuya, η συσσώρευση πλήθους στους υπόγειους σταθμούς του μετρό, το πλέγμα των υπερυψωμένων δρόμων, οι τεράστιες και ακατανόητες πινακίδες, το σύσσωμο πλήθος στα πάρκα για να γιορτάσει τον ερχομό της άνοιξης. Το δαιδαλώδες είναι η ίδια η αστική εμπειρία. Ωστόσο, το πλήθος, όποια μορφή και αν έχει, οργανώνεται αποτελεσματικά χωρίς να προκαλεί καμία δυσφορία. Μια πόλη ανεπτυγμένη σε πολλά επίπεδα οξύνει την αντιληπτικότητα ενός επίδοξου παρατηρητή. Κινήσεις συμβαίνουν παράλληλα σε διάφορα επίπεδα της πόλης. Μπλεγμένοι υπερυψωμένοι αυτοκινητόδομοι περνάνε ανάμεσα από κτήρια. Μικρά και μεγάλα συνυπάρχουν αυτόνομα, χωρίς κανένα να επισκιάζει το άλλο. Όλα αυτά μαζί συνθέτουν την ταυτότητα της πόλης. Η περιπλάνηση στην πόλη του Τόκυο δεν έμοιαζε με κάτι άλλο προηγούμενο. Η κουλτούρα του λαού ήταν αποτυπωμένη στους ανθρώπους, στα κτήρια, στους δρόμους. Η εμπειρία της πόλης γινόταν αποκαλυπτική μόλις επιβιβαζόμασταν στο λεωφορείο. Πάνω στον αυτοκινητόδρομο διασχίζαμε δρόμους και κτήρια. Μπορεί να διασχίζαμε τον αυτοκινητόδρομο παράλληλα σε κάποιο υπνοδωμάτιο στον 10ο όροφο ή να περνούσαμε δίπλα από μια κουζίνα στον 12ο. Ανάμεσα στα κενά των κτηρίων αποκαλύπτονταν ξαφνικά άλλα, πιο ψηλά, ενώ παράλληλα οι δρόμοι μπλέκονταν μεταξύ τους περνώντας ο ένας πάνω από τον άλλο. (εμπειρία 1) Όλη η εμπερία στο λεωφορείο ήταν σαν μια ατελείωτη διαδρομή roller-coaster. Κάθε κενό που δημιουργούνταν στον ιστό της πόλης από κάποιο δρόμο είχε να μας φανερώσει και κάτι διαφορετικό στο βάθος του. (εμπειρία 2) Κάποια στιγμή θα εμφανιζόταν στον ορίζοντα το αναγνωρίσιμο Tokyo Tower (πύργος τηλεπικοινωνιών και παρατηρητήριο) που μοιάζει με έναν κόκκινο πύργο του Eiffel. Λίγο πιο μετά μια φωτεινή πηγή από συσσωρευμένα billiboards...ίσως εκεί να ήταν κάποια κεντρική διασταύρωση.
28
29
30
31
32
33
34
35
ΡΟΤΕΡΝΤΑΜ Καθοριστικό, επίσης, ήταν και ένα ταξίδι στο Ρότερνταμ αργότερα. Συγκεκριμένα, όταν βρεθήκαμε στο Cube Houses βιώσαμε μια στιγμή συνειδητοποίησης. Το Cube Houses, ένας δημοφιλής τουριστικός πόλος έλξης και ένα αρκετά ιδιόμορφο αρχιτεκτονικό πείραμα σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Piet Blom, κατά τη διάρκεια ανοικοδόμησης του Ρότερνταμ μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Γοητευμένος από τον αστικό σχεδιασμό, ο Blom πίστευε ότι οι κοινότητες της πόλης θα έπρεπε να μοιάζουν με χωριά. Σ’ εκείνο το σημείο στην καριέρα του είχε αρχίσει να αμφισβητεί την καθ’ ύψος κατοίκηση. Ξεκίνησε να σχεδιάζει θεωρώντας την κατοίκηση σαν μια εμπειρία κατοίκησης σε δένδρο. Ο κάθε κύβος είναι υπερυψωμένος και στραμμένος 45ο. Η πρόσβαση σε αυτόν γίνεται μέσω μιας σκάλας. Ο καθένας από αυτούς είναι ένα δένδρο και όλοι μαζί δημιουργούν ένα δάσος. Με αυτόν τον τρόπο προσέφερε στο ισόγειο μεγαλύτερο δημόσιο χώρο δημιουργώντας ταυτόχρονα ιδιαίτερες θέες.
1
Δεν είναι τόσο το σχήμα και η μορφή τους που μας γοήτευσε όσο η ιδέα της αποδόμησης. Η αποδόμηση μιας τυπικής μορφής κατοίκησης. Οι κατοικίες δεν στιβάζονται η μία πάνω στην άλλη αλλά αποτελούν αυτόνομες μονάδες που συνυπάρχουν. Το κτήριο σε προσκαλεί να το ανακαλύψεις. Οι κατοικίες σε περικυκλώνουν . Κοιτάς πάνω, μήπως και βρεις κάποιο γνωστό σημείο αναφοράς, τον ουρανό. Ακόμα και το βλέμμα προς τα πάνω δεν είναι καθαρό. Η αρχιτεκτονική τονίζει την παρουσία της σε όλες τις κατευθύνσεις. Υποδεικνύει πού θα κοιτάξεις, πώς θα κινηθείς. Το κτήριο δεν είναι μια απόλυτη μορφή που τοποθετήθηκε στην πόλη. Βρίσκεται σε μια διαρκή αλληλεπίδραση με αυτήν, τους άνθρωπους, τη φύση και τον ουρανό. Όλα αυτά τα στοχεία εισχωρούν μέσα του από κάθε σχισμή.
36
Τελικά, τα ταξίδια αυτά αποτέλεσαν δύο από τις βασικές μας επιρροές. Το Τόκυο, σε μεγαλύτερη κλίμακα, όσον αφορά τον τρόπο που βιώνεται ένας τόπος μέσω μιας διαδρομής και το Ρότερνταμ στις σχέσεις των ενοίκων μεταξύ τους (ιδιωτικό-ιδιωτικό) και με τους περαστικούς (ιδιωτικό-δημόσιο) και πως όλοι αυτοί γίνονται κομμάτι ενός οργανισμού. Δεν είναι τυχαίο που ο Benjamin περιγράφει την αρχιτεκτονική ως την τέχνη που γίνεται αντιληπτή “περνώντας”. Κάθε όψη, κάθε στοιχείο και κάθε ποιότητα του χώρου προσλαμβάνεται, κυριολεκτικά και μεταφορικά, διασχίζοντας. Η γοητεία των εμπειριών αυτών δεν θα είχε αυτή την ένταση εάν δεν συνέβαινε αυτό το κοινό που έχουν μεταξύ τους...το πορώδες.
37
1. Παπαδόπουλος Λόης, Σαχανά Χρύσα, Τσιτιρίδου Σοφία, 1994, The World of Buildings, περιοδικό αρχιτεκτονικής και δόμησης, Η Γιαπωνέζικη Αρχιτεκτονική Εμπειρία, τεύχος 5 2. Kuma, Kengo εικόνα 1. https://thehostelgirl.com/cube-houses-in-rotterdam/
3 ΠΟΡΩΔΕΣ
40
1
41
ΠΟΡΩΔΕΣ Το πορώδες είναι μια έννοια που έχει απασχολήσει αρκετά την αρχιτεκτονική. Ήδη από τις περιπλανήσεις του στη Νάπολη, ο Benjamin παρατηρεί την πόλη και τους ρυθμούς της και τονίζει το πορώδες τόσο στην αρχιτεκτονική όσο και στη ζωή των κατοίκων της. “Η αρχιτεκτονική είναι τόσο πορώδης όσο η πέτρα”. Περπατώντας στα στενά της Νάπολης εντυπωσιάζεται από τις ποιότητες των χώρων. Τα κτήρια και η δράση αλληλοδιεισδύουν σε εσωτερικές αυλές, στοές και σκάλες. Η ζωή στην πόλη είναι γεμάτη πράξεις που ξεχειλίζουν η μία στην άλλη.1 Τα πάντα αποκτούν την ιδιότητα του θεάτρου. Παράθυρα, είσοδοι, σκάλες, ταράτσες, όλα αποτελούν ταυτόχρονα κινούμενα θέατρα. Ο Benjamin παρατηρεί, ακόμα, μια ρευστότητα στα όρια δημόσιου και ιδιωτικού. Το σπίτι είναι μια δεξαμενή που ξεχειλίζει στη δημόσια σφαίρα από τα παράθυρα και τις πόρτες. Εργαλεία και γλάστρες κρέμονται από τα μπαλκόνια. Από τα παράθυρα των τελευταίων ορόφων ανεβοκατεβαίνουν καλάθια με ένα σχοινί μεταφέροντας αλληλογραφία, φρούτα και σκουπίδια. Όπως το σαλόνι επανεμφανίζεται στο δρόμο, με καρέκλες, τζάκι και τραπεζαρία, έτσι απλά πολύ πιο φωναχτά, ο δρόμος μεταναστεύει στο σαλόνι.2 Το πορώδες, όμως, είναι νόμος της ζωής στη Νάπολη, δεν περιορίζεται μόνο στην χωρική εμπειρία. Οι δραστηριότητες στην πόλη ακολουθούν την ίδια ρευστότητα. Πράξεις και γεγονότα δεν διαχωρίζονται πλήρως. Είναι σαν οι πράξεις να ξεχωρίζουν και μαζί να συνδέονται μέσα από χρονικές διαβάσεις που αναπαριστούν την επισφαλή, τη φευγαλέα εμπειρία της περίστασης.3 Ο Richard Sennett, στο βιβλίο του Building and Dwelling, επισημαίνει την ανάγκη του πορώδους στη δημιουργία μιας ανοιχτής πόλης (Open City). Για να κατανοήσουμε τη σημασία του, συσχετίζει την πορώδη μεμβράνη με αυτήν του κυττάρου. Ένα καλά σφραγισμένο τοίχωμα μπορεί να προκαλέσει το θάνατο του κυττάρου, όπως επίσης και μια τελείως ρευστή και διάχυτη σχέση μεταξύ του εσωτερικού και εξωτερικού του. Η κυτταρική μεμβράνη πρέπει να επιτρέπει στις ουσίες να ρέουν μέσα και έξω από το κύτταρο, αλλά επιλεκτικά, έτσι ώστε το κύτταρο να μπορέσει να συγκρατήσει τα απαραίτητα για τη θρέψη του.4 Συνεπώς το πορώδες βασίζεται στην ισορροπία μεταξύ της κίνησης «μέσα-έξω» και την αναστολή αυτού του ρυθμού. Καθόλου πορώδες ή πολύ πορώδες μπορεί να υποβαθμίσει την ποιότητα ζωής. Η Νάπολη είναι παράδειγμα οργανικής ποιότητας, ένα συνονθύλευμα διαφορετικών μορφών πορώδoυς. Συνδυάζει το παλιό με το καινούργιο, το διαρκές με το εφήμερο, το δημόσιο με το ιδιωτικό, το ιερό με το χυδαίο, το εσωτερικό με το εξωτερικό, το κρυμμένο με το προφανές. Ο συνδυασμός αυτών καθιστά την πόλη προσβάσιμη, ενδιαφέρουσα και ζωντανή. Το πορώδες, όπως φαίνεται και από τις περιγραφές του Benjamin, μπορεί να πάρει πολλές μορφές. Αναλύοντας τα τμήματά του ίσως κατανοήσουμε συνολικά το πορώδες στην εμπειρία βίωσης της πόλης και της αρχιτεκτονικής.
42
Στο κείμενο Integral Urbanism5 εξετάζονται οι μορφές που συναντάται το πορώδες, όπως φαίνεται παρακάτω. Οπτικό πορώδες (visual porosity) επιτρέπει το βλέμμα, αλλά όχι το σώμα, να περιπλανηθεί στο χώρο. Αυτό επιτυγχάνεται με τη χρήση γυαλιού, όπως για παράδειγμα στα καταστήματα. Οι περαστικοί έχουν τη δυνατότητα να παρατηρήσουν μέσα και οι πελάτες από μέσα να κοιτάξουν στο δρόμο. Αυτή η διαδικασία συμβάλλει στη ζωτικότητα του δρόμου και των μαγαζιών, προκαλώντας μια κίνηση μέσαέξω. (εικόνα 2) Ηλιακό πορώδες (solar porosity) Επιτρέπει ή περιορίζει το φυσικό φως και τη ζέστη στο χώρο. Ένα παράδειγμα ηλιακού πορώδους είναι το Chapel de las Capuchinas Sacramentarias, όπου ο Luis Barragán εφήρμοσε κίτρινη μπογιά στα παράθυρα για να φιλτράρει τη θέα, επιτρέποντας παράλληλα το φως και τον ήχο να περνάνε. (εικόνα 3)
2
Το οπτικό και το ηλιακό πορώδες συνδυάζουν τις λειτουργίες τους στα κλωστρά, τσιμεντένιοι λίθοι με πάτερν. Η χρήση τους βέβαια δεν περιορίζεται μόνο στον οπτικό διαχωρισμό των χώρων αλλά είναι και ένας τρόπος να διατηρηθούν οι χώροι σκιεροί και δροσεροί σε πιο τροπικά κλίματα. Η ιδέα της διάτρητης επιδερμίδας χρησιμοποιείται αιώνες στην αρχιτεκτονική των χωρών της ανατολής, σε περιοχές με θερμό κλίμα. Παρ’ όλ’ αυτά, μεγάλο ρόλο στην εντατικοποίηση της χρήσης τους στο δυτικό κόσμο διαδραμάτισε ο Frank Lloyd Wright, όταν τη δεκαετία του 20’ στην Καλιφόρνια επέλεξε να διευρύνει το αρχιτεκτονικό του όραμα και ενέταξε στο σχεδιασμό του διάτρητα τούβλα, προσφέροντας φωτισμό και αερισμό.
3
Παράδειγμα εφαρμογής κλωστρών στη σύγχρονη αρχιτεκτονική είναι το Termitary House, των Tropical Space Architects. Τα κλωστρά χρησιμοποιούνται για να επιτευχθούν οπτικά, χωρικά και περιβαλλοντικά αποτελέσματα. Στο εσωτερικό χρησιμοποιήθηκαν ως διαχωριστικά, παράγοντας διάφορους βαθμούς οικειότητας, επιτρέποντας παράλληλα την εύκολη επικοινωνία των μελών της οικογένειας και τις φευγαλέες ματιές μέσα από τα κενά. Με αυτόν τον τρόπο οι αρχιτέκτονες προσπαθούν να φέρουν την οικογένεια πιο κοντά, όταν ο τρόπος ζωής τον 21ο αιώνα τείνει να τη χωρίζει. Κατά τη διάρκεια της ημέρας η ποικιλία της έντασης του φωτός που διαπερνά τις τρύπες των τούβλων κάνει την εσωτερική πλινθοδομή να αλλάζει χρώμα, ενώ το βράδυ το κτήριο μετατρέπεται σε ένα μεγάλο φανάρι, μια αστική λάμπα.
4
Λειτουργικό πορώδες (fuctional porosity) επιτρέπει την πρόσβαση σε έναν χώρο ή ρυθμίζει τη σχέση μας με αυτόν. Είναι το αντίστροφο του οπτικού πορώδους, καθώς επιτρέπει την κίνηση στον χώρο αλλά όχι την περιπλάνηση του βλέμματος σε αυτόν. Παράδειγμα αποτελούν οι τουαλέτες που σχεδίασε ο αρχιτέκτονας Shigeru Ban που τοποθετήθηκαν σε δημόσια πάρκα στο Τόκυο. Οι τουαλέτες είναι κατασκευασμένες από ειδικό γυαλί, το οποίο γίνεται αδιαφανές όταν είναι κατειλημμένες. (εικόνες 4,5) 5
43
Χρονικό πορώδες (temporal porosity) συμβαίνει όταν ένας χώρος μεταμορφώνεται για μια μέρα, ή εβδομάδα ή και χρόνο. Τέτοια παραδείγματα είναι χώροι πάρκιγκ, πλατείες, πάρκα ή ακόμα και οι δρόμοι που φιλοξενούν παζάρια ή λαϊκές ή και τραπεζοκαθίσματα από τα γύρω εστιατόρια και καφέ. (εικόνες 6) Οικολογικό πορώδες (ecological porosity) η ενσωμάτωση της φύσης και φυσικών διαδικασιών στο χτισμένο περιβάλλον. Κατασκευάζοντας δηλαδή με τέτοιο τρόπο ώστε να μη μεταβληθεί η υπάρχουσα φύση και ίσως να ενσωματωθεί με τη νέα αρχιτεκτονική δομή. Η αποτελεσματική ενσωμάτωση της φύσης στο σχεδιασμό μειώνει τα φορτία ζέστης και τους ρύπους, καθαρίζοντας την ατμόσφαιρα από το όζον και το διοξείδιο του άνθρακα. Ακόμα, ενθαρρύνει τη ζωή έξω, δημιουργώντας ευκαιρίες για διάδραση. (εικόνα 8)
6
Ιστορικό πορώδες (historical porosity) διατήρηση της ιστορικής συνέχειας. Το νέο κτήριο συνυπάρχει με το παλιό. Παράδειγμα αποτελεί η προέκταση του Royal Ontario Museum από τον Da-niel Libeskind. (εικόνα 9) Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται μια σύνδεση της ιστορίας με το παρόν, της παράδοσης με την καινοτομία. Το ιστορικό αυτό κτήριο συμπληρώνεται από μια μελλοντοστραφή και τολμηρή αρχιτεκτονική δημιουργώντας ένα σύνολο, που επαναπροσδιορίζει το Μουσείο. Κυκλοφοριακό πορώδες (circulatory porosity) συναντάται όπου ο δρόμος, το πεζοδρόμιο και ο χώρος πάρκιγνκ δεν είναι ξεκάθαρα προσδιορισμένοι και χρησιμοποιούνται ανάλογα με τις ανάγκες. Άνθρωποι και αυτοκίνητα συνυπάρχουν. (εικόνα 10) Εμπειρικό πορώδες (experiential porosity) επιτρέπει την ανακάλυψη ενός χώρου. Η πρόσβαση σε αυτόν γίνεται είτε με κάποια πρόσκληση, είτε από επιλογή, είτε τυχαία. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι ο τρόπος με τον οποίο τα παιδιά βιώνουν τους χώρους, με μια αστείρευτη περιέργεια ανακαλύπτοντας γωνιές και χαραμάδες στα σπίτια τους και τις γειτονιές τους προσδίδοντας ένα δικό τους νόημα στην εμπειρία.
7
Χωρικό ή προγραμματικό πορώδες (spatial or programmatic porosity) η ώσμωση δραστηριοτήτων. Χωρίς να απομονώνονται ούτε και να ανακατέυονται μεταξύ τους, κάθε πρόγραμμα διατηρεί την ακεραιότητά του. Αστικό πορώδες (urban porosity) το χωρικό πορώδες στην κλίμακα της πόλης, το παράδειγμα της Νάπολης. 8
9
44
1. Σταυρίδης, Σταύρος, 2018, Κοινός χώρος, Η πόλη ως τόπος των κοινών, Angelus Novus, σελ. 100 2. Benjamin, Walter, 1979, Reflections, Essays, Aphorisms, Autobiographical Writings, Naples 3. Σταυρίδης, Σταύρος, 2018, Κοινός χώρος, Η πόλη ως τόπος των κοινών, Angelus Novus, σελ. 101 4. Sennett, Richard, 2019, Building and Dwelling, Ethics for the city, Penguin Books, σελ. 220 5. Ellis, Nan, Integral Urbanism, σελ. 63-79 (porosity) εικόνα 1. Robinson, William Heath, 1936, Holiday Joys in Modern Flat, How To Live In A Flat εικόνα 2. Amsterdam, https://www.ciaobella.co/erica-firpo/category/Amsterdam εικόνα 3. Barragán, Luis, Chapel de las Capuchinas Sacramentarias, http://architectuul.com/architecture/capilla-de-las-capuchinas εικόνες 4,5. Tokyo Toilet Project, https://www.lifo.gr/now/world/293293/diafaneis-dimosies-toyaletes-topothetithikan-se-parka-toy-tokio εικόνα 6.
https://www.google.com/search?q=laikes-agores-696x441.jpg&rlz=1C1GCEA_enGR870GR870&sxsrf=ALeKk01LX-VuVhgegRiG19nqUFEE7fw3IA:1613718180660&source=lnms&tbm=isch&sa=X&ved=2ahUKEwih0rPXsPXuAhVJ_aQKHYerA58Q_AUoAXoECAQQAw&biw=798&bih=747#imgrc=2TLcAV_zv-
jrl-M
εικόνα 7. VTN Architects, House for Trees, https://www.archdaily.com/518304/house-for-trees-vo-trong-nghia-architects εικόνα 8.
https://libeskind.com/work/royal-ontario-museum/
εικόνα 9. https://www.nyhabitat.com/blog/2013/01/14/visit-times-square-new-york/
45
4 ΚΛΙΜΑΚΟΥΜΕΝΕΣ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΕΣ Η ΤΥΡΑΝΝΙΑ ΤΗΣ ΣΥΝΥΠΑΡΞΗΣ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑ ΔΙΧΩΣ ΤΥΡΑΝΝΙΑ ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ
48
1
49
Η ΤΥΡΑΝΝΙΑ ΤΗΣ ΣΥΝΥΠΑΡΞΗΣ Η συνθήκη της πολυκατοικίας, ένας κοινωνικός καταναγκασμός για συνύπαρξη με αγνώστους, είναι που απωθεί πολλούς από αυτή. Οι περισσότεροι θα προτιμούσαν να καταφύγουν εκτός της πόλης, σε ένα περιβάλλον που θα τους προφύλασσε από το θόρυβο και την περιέργεια των αγνώστων. Ίσως και ο ίδιος ο Proust να προτιμούσε κάτι τέτοιο. Φαίνεται ότι απεχθανόταν τη ζωή στην πολυκατοικία του και κυρίως τους θορυβώδεις γείτονές του. Συγκεκριμένα, οι άριες που τραγουδούσαν οι μπογιατζήδες, το ανεξήγητο “ταπ-ταπ” από τον από πάνω, η ανακαίνιση της τουαλέτας των γειτόνων, “συνεχώς αλλάζει τη θέση, μάλλον θα τη φαρδαίνει...”. Παρ’ όλα αυτά, δεν έκρυβε την ενόχλησή του, καθώς μέσα από 26 γράμματα που βρέθηκαν, προς τη γειτόνισσά του, επεσήμανε με ειρωνικό τόνο την ενόχλησή του. “Αύριο είναι Κυριακή, μια μέρα που συνήθως μου προσφέρει το αντίθετο από την εβδομαδιαία ανάπαυλα, διότι στη μικρή εσωτερική αυλή, όπου βλέπει το υπνοδωμάτιό μου, τινάζουν τα χαλιά από το διαμέρισμά σου με μεγάλη βαρβαρότητα”. Πολλοί μπορούν να ταυτιστούν με τη στάση του Proust. Ωστόσο μέσα σε αυτό το ντελίριο της συνύπαρξης με ένα συνονθύλευμα ετεροτήτων κρύβεται ένας ρομαντισμός. Ένας ρομαντισμός που ο μπλαζέ χαρακτήρας της υπερ-εκετεθειμένης πόλης ίσως αδυνατεί να αναγνωρίσει. Πώς αυτή η αναγκαστική εγγύτητα και ο κοινωνικός καταναγκασμός για συνύπαρξη μπορούν να αποτελέσουν λιγότερο τυραννία και να ενστερνιστούν την κρυμμένη ηδονική τους διάσταση;
ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑ ΔΙΧΩΣ ΤΥΡΑΝΝΙΑ Η έννοια της γειτονιάς έχει, συνειρμικά, στοιχεία νοσταλγίας και αισθημάτων οικειότητας. Ίσως γιατί είναι κάτι πεπερασμένο, κάτι που ανήκει σε μια άλλη εποχή. Τις περισσότερες φορές συνδέεται με τα παιδικά χρόνια, σε κάποιο χωριό όπου η ατμόσφαιρα έμοιζε αρκετά ανέμελη. Όλοι γνωρίζονταν μεταξύ τους. Τα μικρά μαγαζιά, το καθένα με τη δική του ιδιαίτερη ταυτότητα στήριζαν τις ανάγκες των κατοίκων της γειτονιάς και οι κάτοικοι τα μαγαζιά αυτά. Η εικόνα αυτή άρχισε να εκλείπει και η ιδέα της γειτονιάς έσβησε με τη μετακόμιση στις πολυκατοικίες. Οι άνθρωποι αποφεύγουν ακόμα και το χαιρετισμό στους κοινόχρηστους χώρους των πολυκατοικιών, ενώ επιδεικνύουν ετοιμοπόλεμη επιθετικότητα μόλις εμφανίζεται η κατάλληλη αφορμή.1 Όσες γειτονιές μέσα στην πόλη κατάφεραν να διατηρήσουν την ταυτότητά τους αντιμετωπίζονται με προσοχή, σαν ένα είδος υπό εξαφάνιση. “Μεγαλώσαμε σε μια πόλη, καθένας μόνος του και όχι μαζί. Μεγαλώσαμε χωρίς να ξέρουμε τι είναι το μαζί και η επικοινωνία.” Γκικαπέππας Γιώργος Μέσα σε μια γειτονιά δημιουργείται ένα δίκτυο διαβαθμισμένων σχέσεων εγγύτητας. Ο άλλος δεν είναι απαραίτητα γνωστός, όμως έχει αυξημένες πιθανότητες να καταστεί γνωστός μέσα από τη διασταύρωση κινήσεων που συμβαίνουν καθημερινά στο χώρο. Ο άλλος δεν είναι απαραίτητα ξένος, καθώς η συμμετοχή του στον κόσμο της γειτονιάς τον καθιστά δυνητικά έτερο σε μια σχέση, εφήμερη, τυχαία ή επαναλαμβανόμενη - συναντήσεις στο φούρνο, στο πλατύσκαλο, στη στάση, κλπ. 2 Η γειτονιά είναι μια συλλογική οργάνωση ατομικών τροχιών. Η συνύπαρξη και η τακτική συνάντηση με τους γείτονες μπορεί βέβαια να μετατρέψει τη δελεαστική εικόνα του γείτονα σε βάρος. Το κάθε άτομο, λοιπόν, χρειάζεται να βρίσκει ένα σημείο ισορροπίας ανάμεσα στην εγγύττητα που επιβάλλει η γειτονιά και στην απόσταση που απαιτείται για να προφυλάξει την ιδιωτική του ζωή. 3 Με την ιδέα της γειτονιάς ασχολήθηκε και η Jane Jacobs. Στο βιβλίο της, The Death and Life of Great American Cities, υποστηρίζει το ανεπίσημο, το μη-τακτικό, το ρευστό. Τις αργές κινήσεις και τις μικρές κλίμακες. Η ιδανική για τα πρότυπά της γειτονιά αποκρυσταλλώνεται στο μποέμικο West Village. Την εποχή εκείνη, 50s-60s, ήταν μια αρκετά καταπονημένη γειτονιά, με ορατό πληθυσμό αρουραίων, προβλήματα στις αποχέτευσεις και τις σωληνώσεις, παραμελημένα πεζοδρόμια και καμία αντίδραση από τις τοπικές αρχές. Δεν υπήρχε τίποτα το ρομαντικό σε αυτή τη σκληρότητα.
50
Ωστόσο, η Jacobs δεν επικαλούνταν το ρομαντικό. Αναρωτιόταν τι είναι αυτό που έκανε τους ανθρώπους να θέλουν να μείνουν στο West Village, παρ’ όλα τα προβλήματα. Η απάντηση βρισκόταν στη γερμανική φράση Stadtluft macht frei - ο αέρας της πόλης σε απελευθερώνει. Η γειτονιά του West Village ήταν ένα μέρος δεκτικό, ανοιχτό στην ετερότητα και τον ΄Αλλο, όσο και προς τους ίδιους τους κατοίκους. Οι γείτονες έδιναν ο ένας στον άλλο το χώρο, μια αίσθηση ελευθερίας. Παρ’ όλο που αναγνωρίζονταν μεταξύ τους στο δρόμο ή συζητούσαν τις τιμές στα μαγαζιά ή τα παράπονά τους για τους ιδιοκτήτες των διαμερισμάτων τους, διατηρούσαν τις αποστάσεις τους, σπάνια γνωρίζονταν περισσότερο. Η Jacobs θεωρούσε τέτοιες σχέσεις καλές. Τα ανθρώπινα πλάσματα χρειάζονται ορισμένη απόσταση από την παρατήρηση των άλλων για να νιώσουν κοινωνικά. Αυξήστε την οικειότητα και θα μειώσετε την κοινωνικότητα, τόνιζει ο Sennett στο βιβλίο “Η τυραννία της οικειότητας”. 4
2 2
Σημαντικό στοιχείο στη διατήρηση μιας γειτονιάς, ως μια αυτοδιοικούμενη περιοχή, που συντηρείται κυρίως από τους ενοίκους των γύρω διαμερισμάτων, είναι, όπως αναφέρει η Jacobs, το eyes on the street. Προκειμένου μια γειτονιά να διατηρήσει τη ζωντάνια της και την αίσθηση ασφάλειας και οικειότητας πρέπει να υπάρχει μια κινητικότητα, τόσο στο δρόμο και τα μαγαζιά όσο και στα παράθυρα των διαμερισμάτων.
Μπορεί κανείς να βγει μια βόλτα, να κάνει μια παράκαμψη από έναν κεντρικό δρόμο για να επιστρέψει στο σπίτι ή να σταματήσει σε ένα παγκάκι κοντά σε μια εξώπορτα για να βρεθεί λίγο με άλλους ή να βγαίνει κάθε μέρα για τα ψώνια του, ακόμα και αν ήταν πρακτικότερο να τα κάνει μια φορά την εβδομάδα. Ακόμη και το να κοιτάζει κανείς έξω από το παράθυρο, εάν είναι τυχερός, κάτι θα τον αποζημιώσει.5 Οι άνθρωποι λατρεύουν να παρατηρούν δραστηριότητες που συμβαίνουν γύρω τους όπως και άλλους ανθρώπους. Ένας ζωντανός δρόμος έχει και τους χρήστες και τους απλούς παρατηρητές.6 Η ζωή στο πεζοδρόμιο βασίζεται στη δημόσια σφαίρα. Από τη στιγμή που η ζωή εκτυλίσσεται έξω, οι γνώσεις για τον άλλον και οι συζητήσεις αφορούν όσα περιτριγυρίζουν τη δημόσια σφαίρα ή όσα επιθυμεί το κάθε άτομο να μεταφέρει προς τα έξω. Εκεί έγκειται και η αίσθηση ελευθερίας που προσφέρει η πόλη. Η ελευθερία στην οποία αναφέρεται και ο Simmel. Αντίθετα, εκεί όπου η ζωή στο πεζοδρόμιο και τέτοιου είδους επαφές εκλείπουν, οι άνθρωποι, προκειμένου να αισθανθούν ότι ανήκουν κάπου, να αισθανθούν τη συλλογικότητα που προσφέρει η ζωή, τη γειτονικότητα (σε προάστια ή χωριά), καταφεύγουν στην προέκταση της ιδιωτικής τους ζωής. Καθώς δεν υπάρχει μέρος για να αναπτύξουν μια δημόσια ζωή, να ταυτιστούν με τους γύρω τους μέσω δραστηριοτήτων, επιλέγουν να ανοιχτούν με αυτόν τον τρόπο, κάτι το οποίο μπορεί να καταστεί καταστροφικό. Πολλές φορές σε τέτοιες περιοχές, οι άνθρωποι απομονώνονται για να διασφαλίσουν την ιδιωτικότητα τους από αδιακρισίες. Η πλήξη είναι λογική συνέπεια της οικειότητας ως ανταλλακτικής σχέσης. Η οικειότητα σημαίνει ταυτόχρονα θέρμη, εμπιστοσύνη και ελεύθερη έκφραση αισθημάτων. Ωστόσο ακριβώς επειδή μεγάλο μέρος της κοινωνικής ζωής, αν και μεστό νοήματος, δεν
3
4
5
51
μπορεί να αποφέρει τέτοιες ψυχολογικές ανταμοιβές, ο εξωτερικός κόσμος, μοιάζει να μας προδίδει, μοιάζει φθαρμένος και άδειος.7 Συχνά ο γείτονας αντιμετωπίζεται με καχυποψία, ως μια απειλή. O Emmanuel Levinas, μαθητής του Heidegger, ανέλυσε το «πρόβλημα» του γείτονα, αντλώντας υλικό από τις αρχαίες γραφές και τους σχολιαστές της. Για τον Levinas, ο Γείτονας είναι μια ηθική φιγούρα. Είναι κάποιος που γνωρίζεις την ύπαρξή του, αλλά διαχωρίζεσαι από αυτόν από μια λεπτή γραμμή που σου επιτρέπει να γίνεις ένα μαζί του. Στρέφεσαι στο μέρος του, χωρίς απαραίτητα να τρέφεις κάποια συμπάθεια. Μπορεί να μην τον καταλαβαίνεις απαραίτητα, ωστόσο δεν παραμένεις αδιάφορος. Ειδικά στην περίπτωση της πολυκατοικίας όπου η απόσταση που χωρίζει τους γείτονες είναι μια πλάκα μπετόν, ένας τοίχος ή ένα πάτωμα. Η γειτονική σχέση είναι πιο άμεση και από οικογενειακή. Η ιδέα του γείτονα για τον Levinas είναι ζήτημα ηθικής. Ξένοι παραμένουν ξένοι μεταξύ τους. Άνθρωποι που διατηρούν απόσταση, αλλά έχουν αμοιβαία επίγνωση της ύπαρξής τους. Η κοινωνικότητα έχει πολλές μορφές. Είναι άνθρωποι που ακούς αλλά δε βλέπεις. Άνθρωποι που βλέπεις αλλά δεν ακούς. Άνθρωποι που οι τροχιές τους συναντώνται καθημερινά. Άνθρωποι που γνωρίζουν σιωπηλά ο ένας τη ρουτίνα του άλλου. Είναι σημαντικό, λοιπόν, η γειτονιά να χαρακτηρίζεται από μια πολυμορφία, τόσο στα μαγαζιά που τη συνθέτουν όσο και σε τόπους οικειότητας, τόπους όπου διάφορες σχέσεις μπορούν να προκύψουν. Μέσα σε έναν τέτοιο ιστό ξεδιπλώνεται η ελευθερία της ζωής σε ένα μητροπολιτικό κέντρο. Η πόλη γίνεται ένας τόπος όπου οι άνθρωποι γνωρίζονται χωρίς όμως τα επακόλουθα που οδηγούν στην αποστροφή από τον Άλλο. Μια ζωή χωρίς ανεπιθύμητες συναντήσεις, ανάγκη για δικαιολογίες, εξηγήσεις, φόβο προσβολής του άλλου, αμηχανία και άλλες τέτοιες παραφωνίες. Η γειτονιά, αποτελεί χώρο, που προσφέρει τόπους τυχαιότητας, επαναληπτικότητας και τελικά κλιμακούμενης οικειότητας. Αυτό που κάνει λοιπόν τη γειτονιά της Jacobs παράδειγμα είναι ότι υπάρχει μια ισορροπία. Ευνοείται μια γειτονικότητα δίχως οικειότητα. Μια οικειότητα δίχως τυραννία.
52
ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ Όταν ξαφνικά ξέσπασε η πανδημία ο εγκλεισμός στο σπίτι και η κοινωνική απόσταση έγιναν ο τρόπος ζωής μας. Την περίοδο αυτή, διαθέτοντας αρκετό χρόνο για περισυλλογή, αναλογιστήκαμε την αξία του άλλου. Αφήσαμε στην άκρη τις καταπιεστικές ιδέες για τη ζωή. Συνειδητοποιήσαμε τη σημασία της ύπαρξης άλλων ανθρώπων «δίπλα» μας. Είδαμε τη ζωή στην πόλη πιο απελευθερωτικά, αναγνωρίζοντας τις ευκαιρίες που προσφέρει να είσαι με άλλους ανθρώπους με έναν πιο χαλαρό, μη απαιτητικό τρόπο. Υπήρξαν μέρες που ανταλλάξαμε και κουβέντες, άλλες που θέλαμε να ελέγξουμε αν όλα είναι καλά, να επιβεβαιώσουμε ότι τηρούν πιστά τη ρουτίνα τους. Τα βλέμματα από σκληρά και αυστηρά άρχισαν να μαλακώνουν. Μέσα από καθημερινές τελετουργίες ταυτιστήκαμε. Καταλάβαμε πως ο άλλος δεν αποτελεί μόνο μια απειλή. Είναι και μια ελπίδα. Κάπως έτσι άνθισε ένας νέος τρόπος ζωής που σύστησε καινούρια αισθήματα και εμπειρίες στην πόλη. Η πόλη μετατράπηκε σε ένα θέατρο με τα κτήρια για σκηνή. Αμέτρητες ιστορίες που συνέβαιναν ταυτόχρονα. Ένα συνεχές θέαμα. Τα κτήρια ξεχείλισαν από ζωή. Μπαλκόνια, εσωτερικές αυλές, παράθυρα, σκάλες, ταράτσες. Όλοι αυτοί οι απαξιωμένοι χώροι βρήκαν το υπόβαθρο για να δικαιωθούν. Αυτές τις λίγες στιγμές που είχαμε την ευκαιρία να ξεμυτίσουμε από το σπίτι στραφήκαμε στις γειτονιές μας. Στα μικρά της μαγαζιά, καθώς οτιδήποτε μεγαλύτερο, πιο εμπορικό ισοδυναμεί με κίνδυνο. Αποζητούσαμε την συναναστροφή. Οι συζητήσεις γίνονταν με λιγότερη καχυποψία και περισσότερο ενδιαφέρον. Ο μπλαζέ χαρακτήρας άρχισε δειλά δειλά να χάνεται και οι απρόσωποι άνθρωποι της πόλης άρχισαν να μοιάζουν περισσότερο με ανθρώπους κάποιας γειτονιάς.
53
1. Dragonas, Panos & Skiada, Anna, 2012, Made in Athens, Exhibition catalogue of the Greek Participation at the 13th Internationl Architecture Exhibition, σελ. 152 2,3. Σταυρίδης, Σταύρος, 2018, Από την πόλη οθόνη στην πόλη σκηνή, Νήσος, σελ.. 209 4. Sennett, Richard, (μτφ. Γιώργος Μερτίκας),1999, Η τυραννία της οικειότητας, Νεφέλη, σελ. 30 5. Gehl, Jan, (μτφ. Γαρυφαλλιά Κατσαβουνίδου, Παρασκευή Ταράνη), 2013, Η ζωή ανάμεσα στη κτήρια, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας, σελ. 25 6. Jacobs, Jane, 2020, The Death and Life of Great American Cities, Vintage Publishing, σελ. 47 7. Sennett, Richard, (μτφ. Γιώργος Μερτίκας),1999, Η τυραννία της οικειότητας, Νεφέλη, σελ. 24 εικόνα 1. Steinberg, Saul, The Art of Living, 1949 εικόνα 2. Gay Pride Parade, NYC, 1973 https://www.blackpast.org/african-american-history/marsha-p-johnson-1945-1992/ εικόνα 3. West Village, 60s https://www.esquire.com/entertainment/g14473188/new-york-greenwich-village-1960s-photos/?slide=8 εικόνα 4. View through a window of patrons inside an unidentified cafe in the Greenwich Village neighborhood, April 1963 εικόνα 5. People listening to folk singer Ramblin’ Jack Elliott on a Sunday afternoon in Washington Square, Greenwich Village, 1955.
5 ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΨΕΛΗΣ
56
“Παλιά υπήρχαν τρία μέρη στον κόσμο, η Κυψέλη, η Ελλάδα και ο πλανήτης Γη. Τώρα βγαίνουν και λένε ότι ο κόσμος είναι ένας, όμως λένε ψέματα κι αυτό φαίνεται στα μάτια τους. Αυτοί τα έχουν μπερδέψει ενώ υπήρχαν τρία μέρη και το σπουδαιότερο πράγμα στον κόσμο ήταν να είσαι η ωραιότερη στην Κυψέλη όπως συνέβαινε με την Έρση. Αν ήσουνα η ωραιότερη στην Ελλάδα, κινδύνευες να σε κάνουν μις Υφήλιο και να σε παντρέψουν μ’ ένα χοντρό με πολλά λεφτά από τον πλανήτη Γη. Ήταν πιο δύσκολο να είσαι η ωραιότερη στην Κυψέλη γιατί εκεί σε έβλεπαν κάθε μέρα στο δρόμο, δεν σε ψήφιζαν βαμμένη, με μουσική από πίσω, ούτε σε γνώριζαν από τα περιοδικά, σε είχαν αγαπήσει χωρίς φωτογένεια. Σε έβλεπαν γελαστή, βιαστική, τσακωμένη με τη μάνα σου, ιδρωμένη, σκονισμένη. Ήταν πολύ πιο δύσκολο να είσαι η ωραιότερη στην Κυψέλη γιατί υπήρχε μια μόνιμη επιτροπή που ψήφιζε όλο το χρόνο εκτός από το βράδυ της Ανάστασης που κάτι τους έπιανε και τις έβγαζαν όλες πρώτες, κάτι πάθαινε η επιτροπή και ενθουσιαζόταν με αποτέλεσμα να νομίζουν όλοι ότι έχουν φωτογένεια και μάλιστα να αισθάνονται ότι εκπέμπουν λάμψεις. Έτσι, το βράδυ της Ανάστασης η Έρση ήταν λίγο στενοχωρημένη, αλλά μετά της περνούσε γιατί είχε μαγειρίτσα και δεν σκεφτόταν πια την επιτροπή που ξεχνούσε να κάνει τη δουλειά της καθώς τις φίλαγε όλες σταυρωτά μέσα στα πυροτεχνήματα. Ήταν πάρα πολύ δύσκολο να είσαι κάτι στην Κυψέλη κι έτσι πολλοί ήθελαν να γίνουν κάτι στην Ελλάδα που φαίνεται ότι ήταν πιο εύκολο ενώ μερικοί κατάλαβαν το κόλπο κι άρχισαν να λένε ότι αυτοί δεν αξίζουν για την Ελλάδα, αξίζουν μόνο για τον πλανήτη Γη. O πλανήτης Γη έκανε προπαγάνδα στην Ελλάδα, της έβαζε συνεχώς την ιδέα ότι αυτός είναι το καλύτερο μέρος στον κόσμο και με τη σειρά της η Ελλάδα πίεζε την Κυψέλη να της αναγνωρίσει τα πρωτεία. Όμως η Κυψέλη δεν είχε κανέναν να πιέσει κι έτσι, μια φορά κι έναν καιρό, η Κυψέλη υποχρέωνε τον εαυτό της να είναι το καλύτερο μέρος στον κόσμο και η Έρση ήταν υποχρεωμένη να είναι η ωραιότερη χωρίς να χρησιμοποιεί τη φωτογένεια. Αργότερα όμως που όλοι οι άνθρωποι έγιναν φωτογραφίες και ο πλανήτης Γη πήρε την ονομασία τηλεόραση η Κυψέλη εξαφανίσθηκε από προσώπου γης και η Έρση πήγε να μείνει στα βόρεια προάστια και το καλοκαίρι αγόρασαν σπίτι με τον
Παλιά υπήρχαν τρία μέρη στον κόσμο, η Κυψέλη, η Ελλάδα και ο πλανήτης Γη. Τώρα βγαίνουν και λένε ότι ο κόσμος είναι ένας, όμως λένε ψέματα κι αυτό φαίνεται στα μάτια τους.
άντρα της τον δημοσιογράφο στη Σαντορίνη και μαύριζαν. Υπήρχε μία αόρατη επιτροπή κι αργότερα διαλύθηκε επειδή ο πλανήτης Γη απέδειξε στην Ελλάδα με ατράνταχτα επιχειρήματα και άφθονο φωτογραφικό υλικό ότι ο κόσμος είναι ένας, κατά βάθος στρογγυλός. Ήρθαν πολλοί άνθρωποι από την Ελλάδα στην Κυψέλη κι έλεγαν στην αόρατη επιτροπή ότι αποκαλύφθηκε επιτέλους η αλήθεια, ζούμε όλοι σ’ ένα παγκόσμιο χωριό. Τι να κάνει η επιτροπή; Καθώς δεν συνεδρίαζε ποτέ επειδή τα μέλη της ήταν απασχολημένα να ζουν άλλος εδώ κι άλλος εκεί και να συναντιούνται μόνο στην Ανάσταση όπου έχαναν τ’ αυγά και τα πασχάλια, στο τέλος, με το πες πες πες, αναγνώρισε το λάθος της η επιτροπή και διαλύθηκε. Σιγά-σιγά έγιναν όλοι παγκόσμιοι χωριάτες. Τους είχε αποκαλυφθεί βέβαια η αλήθεια, αλλά το πρόβλημα δημιουργήθηκε αμέσως μετά γιατί άρχισαν να γυρνάνε σαν τις άδικες κατάρες κι ενώ η αλήθεια είχε γίνει γνωστή όλοι νόμιζαν ότι άκουγαν μόνο ψέματα. Παλιά υπήρχαν μόνο τρία μέρη στον κόσμο και καμιά φορά έλεγαν ψέματα το ένα στο άλλο, όμως τώρα υπήρχε μόνο το παγκόσμιο χωριό που έλεγε συνεχώς ψέματα στον εαυτό του, φαινόταν στα μάτια του ότι έλεγε ψέματα. Ήταν υποχρεωμένο να λέει συνεχώς ψέματα γιατί αν έλεγε την αλήθεια έστω και μία στιγμή, αν λύγιζε και παραδεχόταν την αλήθεια, τότε η ωραιότερη του παγκόσμιου χωριού δεν θα ήταν μια φωτογραφία, θα ήταν μία γυναίκα κι άντε βρες την ωραιότερη γυναίκα μέσα στο παγκόσμιο χωριό, τώρα μάλιστα που διαλύθηκε η αόρατη επιτροπή και δεν μαζευόταν πια ούτε στην Ανάσταση. Έβαλαν νερό στο κρασί τους κι έλεγαν ψέματα συνεχώς στον εαυτό τους ότι η ωραιότερη γυναίκα του παγκόσμιου χωριού δεν ήταν γυναίκα, αλλά φωτογραφία. Έτσι η αλήθεια οδήγησε στο ψέμα και δεν μπορούσαν να χαρούν στην Ανάσταση και ταξίδευαν όλοι μακριά ώστε να κάνουν μόνοι τους Πάσχα, να μην τους πάρει κανένα μάτι και καταλάβει ότι είχαν μεγάλο άγχος στο παγκόσμιο χωριό τώρα που η αλήθεια τους είχε οδηγήσει με ατράνταχτα επιχειρήματα και άφθονο φωτογραφικό υλικό στη λατρεία του ψέματος. Υπήρχε μία αόρατη επιτροπή και κάποτε τα μάζεψε. Γυρίζουν σαν τις άδικες κατάρες, ψάχνουν την Ανάσταση σε διάφορα θέρετρα. Λένε πολλά ψέματα, φαίνεται στα μάτια τους. Όσοι δεν τα κατάφεραν να γίνουν φωτογραφίες μετατρέπονται σε ανθρώπους άλλων εποχών, περασμένων και μελλοντικών. Υπάρχουν ακόμα αόρατα ελληνικά νησιά που τους υποδέχονται ανακατεμένους με τους παγκόσμιους χωριάτες, προσπαθούν να τους παρηγορήσουν. Υπήρχε η ωραιότερη γυναίκα και τώρα προσπαθεί να γίνει φωτογραφία στη Σαντορίνη, είναι κατάμαυρη. Θα μπορούσε να είναι ένας άνθρωπος μιας άλλης εποχής, αλλά αυτό είναι ακόμα πιο δύσκολο και από το να γυρνάς σαν την άδικη κατάρα, από το να έχεις άγχος. Ήταν πολύ δύσκολο να είσαι κάτι στην Κυψέλη, σε ήξεραν απ’ έξω και ανακατωτά, σε αγαπούσαν επειδή ήσουνα αδύναμη, σε γούσταραν χωρίς φωτογένεια. Τώρα αυτό είναι αδύνατον γιατί ο κόσμος είναι ένας, κατάφερε να γίνει ένας χάρη στη φωτογένεια. Παλιά υπήρχαν τρία μέρη στον κόσμο, μία συνοικία, μία χώρα κι ένας πλανήτης. Πήγαιναν στην Ανάσταση, είχαν όλοι φωτογένεια, έβγαζαν κάτι λάμψεις, φίλαγαν σταυρωτά ο ένας τον άλλον μέσα στα πυροτεχνήματα. Μετά αποκαλύφθηκε η αλήθεια και τα ψέματα απέκτησαν φωτογένεια σε διάφορα θέρετρα.”
Βακαλόπουλος, Χρήστος, 1991, Η γραμμή του ορίζοντος, Εστία
57
Η Κυψέλη για πολλές δεκαετίες ήταν μια από τις πιο αριστοκρατικές συνοικίες της Αθήνας. Με την πάροδο του χρόνου άρχισε ένας οικοδομικός οργασμός και τα νεοκλασικά της περιοχής βρέθηκαν δίπλα σε πολυκατοικίες. Με τη μαζική αποκέντρωση προς τα προάστια, η περιοχή που κάποτε στέγαζε τους πρώτους αστούς και αποτέλεσε τόπο ζύμωσης καλλιτεχνών πέρασε ένα μεταβατικό στάδιο οικονομικής αποδυνάμωσης και είδε τον πληθυσμό της να αλλάζει ραγδαία, εθνοτικά και ηλικιακά.1 Ήδη από το ’90 στέγασε τους πρώτους μετανάστες, ενώ όσοι έφυγαν από τις γειτονιές της Κυψέλης για τα προάστια νοίκιασαν τα σπίτια τους σε φοιτητές. Ένα βλέμμα στο εσωτερικό μιας πολυκατοικίας αρκεί για να καταλάβουμε την ανθρωπολογική ώσμωση. Στα υπόγεια και τα ημιυπόγεια ζουν κατά κύριο λόγο μετανάστες. Με τα παράθυρα ανοιχτά, κάποιος έρχεται αντιμέτωπος με μια πολυπολιτισμική εμπειρία, ξένες γλώσσες και ξένες μυρωδιές, πολλοί και διαφορετικοί τρόποι ζωής. Στους από πάνω ορόφους ζουν οι παλιοί Κυψελιώτες. Συνήθως γερασμένοι και σκυθρωποί.2
1 Κάπως έτσι η Κυψέλη βρέθηκε αντιμέτωπη με το στοίχημα της συνύπαρξης. Εδώ βλέπεις άμεσα τις προβληματικές και τον παλμό της Αθήνας. Βλέπεις το προσφυγικό, τις μεταναστευτικές μειονότητες, τα οικονομικά σκαμπανεβάσματα αλλά και την αρχιτεκτονική ποικιλομορφία, την εγκατάλειψη, τις πολλαπλές αφηγήσεις της πόλης3, τονίζει ο Αύγουστος Βεϊνόγλου, ιδρυτής και καλλιτεχνικός διευθυντής του Snehta Residency στην Κυψέλη. Εκτός από την ικανότητα της Κυψέλης να δέχεται και να αφομοιώνει πληθώρα ανθρώπων, να είναι ένα μέρος ανοιχτό στην ετερότητα, ένα από τα στοιχεία που μετουσιώνουν την συνοικία της Κυψέλης σε γειτονιά είναι η ύπαρξη μικρών μαγαζιών. Πολλές μικρές υπογειτονιές συνθέτουν τελικά τη γειτονιά της Κυψέλης. Τα μαγαζιά αυτά αποτυπώνουν τη γεωγραφία των κατοίκων και την ιστορική συνέχεια της περιοχής, καθώς είναι πιθανό να συναντήσει κανείς μαγαζιά με χρήσεις ή επαγγέλματα που δε συναντώνται πλέον εύκολα. Πολλά από τα μαγαζιά αυτά έχουν αρκετά εξειδικευμένη λειτουργία με αποτέλεσμα κάποιος να μπορεί να βρει οτιδήποτε επιθυμεί. Από ηλεκτρικά και υδραυλικά είδη μέχρι παραδοσιακά καφενεία που στρώνουν από νωρίς τσόχα για πρέφα και ψήνουν καφέ στη χόβολη, βουλγάρικα μίνι μάρκετ, αφρικανικά κομμωτήρια που ειδικεύονται σε ράστα και κοτσιδάκια, αραβικά κουρεία 4, ακόμα και μαγαζάκια για τηλέφωνο, φαξ και μέιλ προς τις χώρες των μεταναστών.
58
Η Κυψέλη, ωστόσο, διατηρείται στη μνήμη τόσο των κατοίκων όσο και των επισκεπτών λόγω της Φωκίωνος Νέγρη. Τη δεκαετία του ’60 ήταν από τους πιο δημοφιλείς δρόμους της πόλης. Αποτέλεσε με τη σειρά της στέκι καλλιτεχνών και τόπο γυρισμάτων για τις ταινίες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου. Ο δρόμος κατασκευάστηκε τη δεκαετία του ’30 πάνω σε ένα ρέμα το οποίο ξεκινούσε από τα Τουρκοβούνια και κατέληγε εκεί που βρίσκεται σήμερα ο πεζόδρομος. Ένα άλλο σημείο είναι η πλατεία του Αγ. Γεωργίου. Ίσως ό,τι πιο κοντινό υπάρχει σε πλατεία του χωριού στην Αθήνα, παρ’ όλο που βρίσκεται σε μια από τις πιο πυκνοκατοικημένες της περιοχές. Η πρόσοψη των κτηρίων που την περιτριγυρίζουν είναι καμπύλη ακολουθώντας τη μορφή της πλατείας. Πάνω στην πλατεία υπάρχουν σχεδόν τα πάντα. Εκκλησία, καφενείο, κουρείο, ταβέρνα, μίνι μάρκετ, σουβλατζίδικο, bar, μανάβικο, κρεοπωλείο, παγωτατζίδικο, προποτζίδικο, μαγειρείο και ζαχαροπλαστείο. Μεγάλο ρόλο στην ανανέωση της Κυψέλης τα τελευταία χρόνια έπαιξε και η επαναλειτουργία της Δημοτικής Αγοράς. Η αγορά λειτουργούσε ως λαϊκή αγορά τροφίμων και οι κάτοικοι ψώνιζαν από εκεί μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’90. Η εξάπλωση των σουπερ μαρκετ έπληξε την αγορά και ο χώρος έπαψε να λειτουργεί. Πλέον, φιλοξενεί καταστήματα, μικροπαραγωγούς από όλη την Ελλάδα, second hand ρούχα, βιβλία και παιχνίδια, ενώ τμήματα της αγοράς μετατρέπονται σε χώρους εκπαιδευτικών και πολιτισμικών προγραμμάτων (εργαστήρια, εκμάθηση ελληνικών, μουσικής, κ.α)
1
2
3
Συχνά η πρόκληση της αρχιτεκτονικής δημιουργίας είναι να εντάξει ομαλά το κτήριο στο περιβάλλον, αστικό ή φυσικό. Πολλές φορές η συνύπαρξη κτηρίων διαφορετικών στυλ και εποχής σε ένα οικοδομικό τετράγωνο ίσως αποτυπώνει την αδυναμία επίτευξης του παραπάνω σκοπού. Όμως το στοιχείο της συνύπαρξης ετεροτήτων τόσο σε πολιτισμικό όσο και σε αρχιτεκτονικό επίπεδο είναι ο παλμός της Κυψέλης. Εκπέμπει την αίσθηση του ανήκειν. Έτσι αποτέλεσε το πιο ιδανικό μέρος για την τοποθέτηση του πρότζεκτ μας, καθώς αυτό ήταν κάτι που θέλαμε να εντάξουμε και στον δικό μας σχεδιασμό.
59
1,4. https://www.athinorama.gr/cityvibe/article/i_kupseli_anoigei_ksana_ta_ftera_tis-2530994.html 2. https://www.efsyn.gr/nisides/anohyroti-poli/250711_i-katheti-geografia-tis-kypselis 3. https://www.athinorama.gr/cityvibe/article/i_kupseli_anoigei_ksana_ta_ftera_tis-2530994.html
εικόνα 1, πλατεία Αγίου Γεωργίου, https://www.athensvoice.gr/life/urban-culture/659195_i-geitonia-moy-o-kosmos-olos-kypseli εικόνα 2, πλατεία Αγίου Γεωργίου, https://www.lifo.gr/now/athens/30-logoi-poy-agapame-tin-kypseli-tora εικόνα 2, Δημοτική Αγορά Κυψέλης, https://www.lifo.gr/now/athens/30-logoi-poy-agapame-tin-kypseli-tora
6 poroCity
62
Η πολυκατοικία αποτελεί αναπόσταπαστο κομμάτι της ελληνικής αστικότητας. Ήταν η απάντηση στην ανάγκη που δημιουργήθηκε για μαζική στέγαση. Όλα φυλάσσονται εκεί με μια μανία ιδιωτικότητας. Τι θα γινόταν όμως εάν τα όρια έπαυαν να είναι τόσο αυστηρά; Εάν μεγαλύτερο κομμάτι της δημόσιας ζωής μπορούσε να διεισδύσει στο διαμέρισμα; Πως μπορεί να επανεξεταστεί το μοντέλο της ώστε να δώσει τον χώρο στον κάτοικο να απελευθερωθεί από την τυραννία της εγγύτητας και της συνύπαρξης;
63
65
Το πρότζεκτ τοποθετείται στην Κυψέλη, στο οικοδομικό τετράγωνο μεταξύ των οδών Δροσοπούλου, Άνδρου. Επτανήσου και Πιπίνου. Το οικόπεδο σχηματίζει ένα Π με ένα διατηρητέο να βρίσκεται στην άκρη του, ενώ στη μέση το διασχίζει ένας δρόμος. Βρίσκεται δίπλα στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου, μια περιοχή με έντονη κινητικότητα, σε λίγη απόσταση από τη Φωκίωνος Νέγρη και το Πεδίο του Άρεως.
66
67
68
Πρόκειται για έναν πορώδη οργανισμό που μοιάζει με μια μικρογραφία της πόλης. Ωστόσο, στόχος του δεν είναι να την υποκαταστήσει αλλά να της επιτρέψει να διεισδύσει. Η σχέση τους είναι μεταφορική. Στόχος δεν είναι η γραφικότητα αλλά η υπέρ-γραφικότητα. Ολόκληρο το κτήριο θα μπορούσε να παρομοιαστεί με μια αράχνη που στον ιστό της πιάνει, ό,τι βρει.
69
Οι αρχικές μας σκέψεις ήταν να αποδοθεί σε αντίστοιχο βαθμό το “χάος” της πόλης, η σύγχυση, η ετερογένεια που την χαρακτηρίζει, οι πολλαπλές της αφηγήσεις και η ιδιότητά της να αποκαλύπτεται σταδιακά. Την είδαμε ως πεδίο ευκαιριών, συναντήσεων, ανταλλαγής βλεμμάτων και απλής επίγνωσης της παρουσίας του άλλου. Έγινε μια προσπάθεια συγκρότησης όλων αυτών των στοιχείων σε ένα χωρικό σκελετό. Σκοπός, η ώσμωση της δημόσιας με την ιδιωτική σφαίρα, συνδυάζοντας την κοινή με την ιδιωτική ζωή. Έναυσμα αποτέλεσε η ιδέα μιας καθαρής κοινόχρηστης κίνησης, από την οποία θα ξεδιπλωνόταν ο οργανισμός. (διάγραμμα χάους) Η κίνηση αυτή γίνεται ανοδικά μέσω μιας κεντρικής σκάλας, καθώς όσο ανεβαίνει, οι λειτουργίες γίνονται πιο ιδιωτικές χωρίς να αποθαρρύνουν όμως την συνέχεια της κίνησης. (διάγραμμα κίνησης)
“Ανάμεσα στα υπόλοιπα αρχιτεκτονικά στοιχεία, χωρίς αμφιβολία, η σκάλα για ένα κτήριο είναι ότι και οι φλέβες και οι αρτηρίες για ένα σώμα. Όπως αυτές μεταφέρουν τα αίμα σε όλα τα όργανα, έτσι και οι σκάλες, με τις διακλαδώσεις τους, είναι απαραίτητες για την επικοινωνία. Κατά ένα μεταφορικό τρόπο η σκάλα είναι η καρδιά του κτηρίου, αυτή που το γεμίζει με ζωή.” Vicenio Samozzi, 1615
Η σκάλα αυτή περικλείεται από ένα modular σύστημα μονάδων και κενών που συγκροτούν τον πορώδη οργανισμό.
70
Την κίνηση της σκάλας έρχεται να διακόψει η πισίνα ως μια λυτρωτική στιγμή της αφήγησης. Έχει τον χαρακτήρα της απελευθέρωσης… της απελευθέρωσης από την καταπιεστική ζωή, ως ένα σημείο χαλάρωσης και κοινωνικότητας. Είναι ένα σημείο ένωσης των ατόμων, αλλά και του οργανισμού.
71
72
Είναι σα να αιρωτείται και οι άκρες της προεξέχουν από το υπόλοιπο κτήριο ως στιγμές κορύφωσης. Ο δρόμος που διέσχιζε το οικόπεδο διατηρήθηκε και μετατράπηκε σε πεζόδρομο, αποτελώντας μια πρόσκληση για τον περαστικό. Δημιουργεί μια σχισμή, όπου στο βάθος της φαίνεται μόνο μια υπερυψωμένη πισίνα. Αποτελεί τη βασική κοινόχρηστη κίνηση στο επίπεδο του ισογείου και είναι ο λόγος που προέκυψαν δύο κτήρια.
73
Υπάρχει μια βασική ιδέα κλιμακούμενης διαστρωμάτωσης των λειτουργιών που ακολουθούν την κίνηση της κεντρικής σκάλας. Κάτω από αυτήν αναπτύσσεται η “καθημερινότητα”, η αγορά με τα μαγαζιά και γενικότερα οι πιο δημόσιες χρήσεις. Καθώς η σκάλα ανεβαίνει ανυψώνεται παράλληλα και το επίπεδο του δρόμου. Από πάνω της οργανώνονται οι κατοικίες. Το τελευταίο επίπεδο του κτηρίου μετατρέπεται σε πράσινο, επιστρέφοντάς το έτσι στην πόλη.
74
διάγραμμα κατοικιών
διάγραμμα μαγαζιών
διάγραμμα πολιτιστικών λειτουργιών
Στα παραπάνω διαγράμματα φαίνεται πώς κατανέμονται οι τρεις βασικές κατηγορίες λειτουργιών στα δύο κτήρια. Το πρώτο δείχνει πώς αναπτύσσονται τα μαγαζιά, το δεύτερο πώς οργανώνονται κλιμακωτά οι κατοικίες, ενώ στο τελευταίο, απεικονίζονται στη μέση του κτηρίου δύο λειτουργίες με πολιτιστικό χαρακτήρα. Στο βάθος της σύνθεσης προς τον ακάλυπτο, μετά την πισίνα, υπάρχει μια ζώνη με τέσσερις κατακόρυφους πύργους, όπου οι δύο ακριανοί αποτελούν κλιμακοστάσια με σκοπό την αμεσότερη κίνηση και την πρόσβαση στους ψηλότερους ορόφους. Οι δύο ανάμεσά τους φιλοξενούν χώρους γραφείων. Σε κάποιο σημείο το κτήριο 1 ολοκληρώνεται, ενώ το 2 συνεχίζει να ανυψώνεται. Στρέφεται προς την άλλη κατεύθυνση, με θέα την Ακρόπολη, ξεπερνώντας σε ύψος τις γύρω πολυκατοικίες. Στο επίπεδο αυτό, επίσης, σταματάνε οι κοινόχρηστες λειτουργίες και από εκεί και πάνω αναπτύσσονται οι κατοικίες. Ωστόσο, η κίνηση της σκάλας συνεχίζεται και οι χώροι των πλατύσκαλων είναι προσβάσιμοι σε όσους επιθυμούν να συνεχίσουν την εξερεύνηση.
75
76 ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ Στους τελευταίους ορόφους κλιμακωτά οργανώνονται οι κατοικίες . Οι κατοικίες-νησιά που φαίνεται σα να μην έχουν έδαφος. Βρίσκονται ακριβώς πάνω από την κεντρική σκάλα και την καλύπτουν ακολουθώντας την κίνησή της. Όταν κάποιος διασχίζει την σκάλα φαίνεται σαν να βρίσκεται στο εσωτερικό κάποιου οργανισμού. Έτσι, προκειμένου το στοιχείο αυτό να συνδεθεί και με τις κατοικίες δημιουργήθηκαν κεκλιμένα ανοίγματα ακριβώς πάνω από το κάθε “φτερό” της κεντρικής σκάλας. Η κατάβαση της σκάλας είναι αφηγηματική. Σε κάθε πλατύσκαλο συμβαίνει και μια διαφορετική ιστορία, που όλες μαζί συνθέτουν τον παλμό του οργανισμού. Υπάρχουν δύο τύποι κατοικιών, διώροφοι, που αρθρώνουν μια μονάδα η οποία επαναλαμβάνεται. Η πρόσβαση σε αυτές γίνεται από το κάθε πλατύσκαλο της κεντρικής σκάλας. Ο πρώτος τύπος μπορεί να στεγάσει δύο με τρία άτομα. Ο χώρος της εισόδου καλύπτεται από έναν τοίχο κλωστρών, έτσι ώστε να τον διαχωρίσει από την δημόσια κίνηση του πλατύσκαλου. Στο κάτω επίπεδο βρίσκονται η κουζίνα με το σαλόνι και πάνω δύο δωμάτια και μια τουαλέτα. Ο δεύτερος τύπος κατοικίας στεγάζει ένα με δύο άτομα. Η μετάβαση σε αυτόν, από τη δημόσια στην ιδιωτική σφαίρα, γίνεται με μια σκάλα. Ο τύπος αυτός έχει μια πιο ιδιαίτερη σχέση με το κτήριο. Στο ισόγειο βρίσκονται η κουζίνα, το σαλόνι και ένα wc και στον όροφο το υπνοδωμάτιο, με μια τουαλέτα. Η πρόσβαση στο δεύτερο επίπεδο γίνεται μέσω μιας σκάλας η οποία έχει τοποθετηθεί αντικριστά από το κεκλιμένο παράθυρο. Η σκάλα αυτή αποτελεί ταυτόχρονα και καθιστικό προκειμένου να προσκαλέσει τον ένοικο να στραφεί προς αυτό. Έτσι τα παράθυρα αυτά αντανακλούν χώρους με ζωή.
διάγραμμα κεκλιμμένων παραθύρων
μονάδα αξονομετρική τομή
78
79
80 Η σχέση μεταξύ της φύσης και των κατοικιών είναι έντονη ώστε να ενθαρρύνει τον κάτοικο να ανοιχθεί προς τα έξω. Στην κάθε κατοικία έχουν δημιουργηθεί μεγάλα παρτέρια καθώς και μπαλκόνια που λόγω του κλιμακωτού σχήματος το κάθε ένα από αυτά έχει την θέα του προς ένα φυτεμένο δώμα. Τα ανώτερα στρώματα του οργανισμού ή αλλιώς οι ταράτσες, αποτελούν κι αυτά μια ξεχωριστή διαδρομή, κοινά προσβάσιμη από όλους. Συνδεδεμένα, κλιμακωτά, φυτεμένα δώματα. Χώροι ειδυλλιακής απομόνωσης. Κάθε σκάλα οδηγεί και στον δικό της. Κατά τον De Certeau , υπάρχει κάτι το ηδονικό στο ανέβασμα κάπου, στην παρατήρηση “της θέασης του συνόλου” από ψηλά. Μόνο έτσι το άτομο απαλλάσσεται από την επήρεια της πόλης. Παύει να συμπαρασύρεται και να ανακατεύεται με τη μάζα. Η ανύψωσή του τον μεταμορφώνει σε ηδονοβλεψία, τον τοποθετεί σε απόσταση από τα αντικείμενα παρατήρησής του. Το κτήριο αυτό αναπτύσσεται σε διαφορετικά επίπεδα. Δημιουργούνται πολλαπλά παιχνίδια θεάσεων. Το άτομο μπορεί να βρίσκεται ταυτόχρονα ψηλά και να παρατηρεί χαμηλότερα. Την ίδια στιγμή όμως κάποιος μπορεί να βρίσκεται λίγο πιο ψηλά και ο πρώτος «ηδονοβλεψίας» να γίνει αντικείμενο θέασης του δεύτερου. Η ιδιότητα του ατόμου μεταλλάσσεται καθώς αυτό κινείται στο χώρο. Από περιπατητής μετατρέπεται σε ηδονοβλεψίας και από ηδονοβλεψίας σε περιπατητής. Λόγω του πορώδους χαρακτήρα του προκύπτουν ποιότητες χώρων που θυμίζουν αυτές των μπαλκονιών. Εσωτερικοί διάδρομοι, αίθρια, ανισοϋψείς όγκοι και επίπεδα δημιουργούν μια “μπαλκονική” συνθήκη. Αν αναλογιστούμε το παράδειγμα της πανδημίας, το μπαλκόνι ανέδειξε μια άλλου είδους κοινωνικότητα, λιγότερο εξαναγκασμένη, περισσότερο απελευθερωτική. Το μπαλκόνι απέδειξε ότι έχει την ικανότητα να προσφέρει συντροφιά χωρίς την απαίτηση κάποιας οικειότητας. Δίνει την ευκαιρία να είναι κανείς με άλλους με ένα τρόπο πιο χαλαρό, μη απαιτητικό. Έδωσε χώρο στην ανάδειξη ενός αισθήματος αλληλεγγύης. Με αυτόν τον τρόπο η έννοια της απόστασης επαναπροσδιορίζεται. Τελικά, πρόκειται για ένα συνονθύλευμα όγκων, όπου αναπτύσσονται το ίδιο κλιμακωτά με τη δομή, δημόσιες, ημιδημόσιες και ιδιωτικές χρήσεις σε ένα πρόγραμμα κλιμακούμενης οικειοποίησης του χώρου. Η πορώδης αρχιτεκτονική που προτείνεται είναι η βάση για μια μεγαλύτερη ρευστότητα τόσο στα όρια των χώρων και των λειτουργιών όσο και στις σχέσεις που αναπτύσσονται. H ιδεολογία της οικειότητας δομείται από: τη δεσπόζουσα πεποίθηση ότι η εγγύτητα μεταξύ προσώπων συνιστά ηθικό αγαθό, με δεσπόζουσα βλέψη τη δημιουργία χώρων-ποιοτήτων όπου μπορούν να αναπτυχθούν εμπειρίες εγγύτητας και εγκαρδιότητας και τον δεσπόζοντα μύθο ότι τα δεινά της κοινωνίας μπορούν να κατανοηθούν στο σύνολό τους ως δεινά προερχόμενα από την απροσωπία, την αποξένωση και την ψυχρότητα, όπως αναφέρει και ο Sennett.
1. De Certau, Michel, (μτφ. Κική Καψαμπέλη), 2010, Επινοώντας την καθημερινή πρακτική, Η πολύτροπη τέχνη του πράττειν, Σμίλος, σελ. 244
81
84
85
86
87
88
89
90
91
92
93
94
95
96
97
98
99
100
101
102
103
104
105
107
114
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
128
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Σταυρίδης, Σταύρος / Νήσος / 2018 Από την πόλη οθόνη στην πόλη σκηνή Σταυρίδης, Σταύρος / Angelus Novus / 2018 Κοινός χώρος, Η πόλη ως τόπος των κοινών Benjamin, Walter / HBJ Book / 1979 Reflections, Essays, Aphorisms, Autobiographical Writings De Certeau, Michel, (μτφ. Κική Καψαμπέλη) / ΣΜΙΛΗ / 2010 Επινοώντας την καθημερινή πρακτική, Η πολύτροπη τέχνη του πράττειν Dragonas, Panos & Skiada, Anna / Exhibition catalogue of the Greek partitipation at the 13th International Architecture Exhibition – La Bienalle Di Venezia / 2012 Made in Athens Jacobs, Jane / Vintage Publishing / 2020 The Death and Life of Great American Cities Pallasmaa, Juhani / Rakennustieto Publishing / 2008 The Architecture of Image, Existential Space in Cinema Proust, Marcel, (μτφ. Παύλος Ζάννας) / Εστία / 2011 Αναζητώντας το χαμένο χρόνο (Πρώτος τόμος), Από τη μεριά του Σουάν Simmel, Georg, (μτφ. Ιωάννα Μεϊτάνη) / Άγρα / 2017 Μητροπολιτική αίσθηση, οι μεγαλουπόλεις και η διαμόρφωση της συνείδησης – κοινωνιολογία των αισθήσεων Sennett, Richard / Penguin Books / 2019 Building and Dwelling, Ethics for the city Sennett, Richard (μτφ. Γιώργος Μερτίκας) / Νεφέλη / 1999 Η τυραννία της οικειότητας Gehl, Jehl (μτφ. Γαρυφαλλιά Κατσαβουνίδου, Παρασκευή Ταράνη) / Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας / 2013 Η ζωή ανάμεσα στα κτήρια ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ Παπαδόπουλος Λόης, Σαχανά Χρύσα, Τσιτιρίδου Σοφία / The World of Buildings, Περιοδικό αρχιτεκτονικής και δόμησης / Η Γιαπωνέζικη Αρχιτεκτονική Εμπειρία Ellin, Nan / Integral Urbanism
129 Κομμάτια του κειμένου συνδέονται με την ερευνητική μας εργασία, Διακριτικά Αδιάκριτοι, μια ηδονοβλεπτική ματιά στην πόλη που παρουσιάστηκε τον Ιανουάριο 2020. *σε όσες φωτογραφίες δεν αναγράφεται αριθμός αποτελούν προσωπικό αρχείο