
5 minute read
5.1 _ υμπεράσματα
Κεφάλαιο 5ο _Αντί Επιλόγου
5.1 _ υμπεράσματα
Advertisement
υνοψίζοντας, ο όρος υπερτουρισμός εισχώρησε πρόσφατα στην τουριστική βιβλιογραφία και χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει προορισμούς όπου οι ντόπιοι ή οι επισκέπτες αισθάνονται ότι υπάρχει υπερβολικός αριθμός επισκεπτών και η ποιότητα ζωής ή η ποιότητα εμπειρίας που αποκομίζει κανείς έχει εκφυλιστεί σε μη αποδεκτά επίπεδα (Addressing Overtourism : what can be done, n.d). Μέσα από τη βιβλιογραφική έρευνα που πραγματοποιήθηκε διαπιστώθηκε πως αρκετοί ερευνητές και οργανισμοί ασχολήθηκαν με την ανάλυσή του, καιθώς και με τις επιπτώσεις που επιφέρει στις περιοχές όπου εντοπίζεται. Παρόλα αυτά, ένας ακριβής ορισμός δεν μπορεί να δοθεί λόγω της έλλειψης κοινώς αποδεκτών δεικτών για την εκτίμηση των προορσιμών που είτε βρίσκονται στα όρια να χαρακτηριστούν υπερτουριστικοί είτε έχουν ήδη περάσει σε αυτή την κατάσταση.
Έντονη κριτική έχει αντιμετωπίσει το συγκεκριμένο φαινόμενο ιδίως τα τελευταία χρόνια από τους μελετητές και τους παρατηρητές, εξαιτίας των προβλημάτων που προκαλεί στις κοινωνίες υποδοχής. Ο μαζικός χαρακτήρας και η εγγενής ισοπεδωτική ορμή που χαρακτηρίζει τον υπερτουρισμό υποβαθμίζει την περιοχή, τόσο για τους κατοίκους όσο και για τους επισκέπτες (Κοκκώσης και σάρτας, 2001).
Αντιμέτωπη με σοβαρά προβλήματα λόγω της άναρχης ανάπτυξης του υπερτουρισμού ήρθε η κοινωνία του νησιού της Ρόδου, με συνέπεια να κινδυνεύει να υποβαθμιστεί η ποιότητα του προσφερόμενου τουριστικού προϊόντος και το επίπεδο της ανταγωνιστικής της θέσης. την παρούσα έρευνα ιδιαίτερη σημασία δόθηκε στη μελέτη των προβλημάτων που έχει προκαλέσει η ύπαρξή του στο νησί. Μέσα από αυτή τη μελέτη διαπιστώθηκε πως και η κοινωνία και η οικο-
νομία, αλλά κυρίως το περιβάλλον έχουν επηρεαστεί από την ανάπτυξη του φαινομένου τα τελευταία χρόνια.
Οι επιπτώσεις που προκλήθηκαν στην κοινωνία αφορούν κυρίως την τάση του πληθυσμού να εγκαταλείψει τον πρωτογενή τομέα και να στραφεί προς τον τριτογενή, και πιο συκεκριμένα σε κλάδους ή επαγγέλματα τα οποία σχετίζονται ή ωφελούνται άμεσα ή έμμεσα από την τουριστική ανάπτυξη, που έχει ως αποτέλεσμα τη μεγάλη εξάρτηση της τοπικής οικονομίας από την τουριστική δραστηριότητα, η οποία περιορίζεται κυρίως στους θερινούς μήνες, δημιουργώντας έτσι έντονο πρόβλημα εποχικότητας στην απασχόληση (Περιφερειακό Επιχειρη-σιακό Πρόγραμμα Υωρικής Ενότητας Κρήτης- Νήσων Αιγαίου 2007-2013) (ΕΛ. ΣΑΣ, 2011). Άλλη μία κοινωνική επίπτωση που εντοπίστηκε, είναι η αξιόλογη αύξηση του μόνιμου πληθυσμού του νησιού που έχει να κάνει με την αλματώδη ανάπτυξη του τουρισμού στη Ρόδο κατά τις τελευταίες δεκαετίες. σο αφορά τον εποχιακό πληθυσμό, είναι αυξημένος κατά την καλοκαιρινή περίοδο λόγω της προσέλευσης στο νησί τουριστών και φιλοξενουμένων και προσέλευσης εποχικού εργατικού δυναμικού, τόσο από τα κοντινά νησιά όσο και από άλλα μέρη της Ελλάδας και το εξωτερικό(ΕΛ. ΣΑΣ, 2011). Η αύξηση του εποχιακού πληθυσμού επιφέρει αυξημένες ανάγκες όσο αφορά την ύδρευση, την ενέργεια και έχει επιπτώσεις στην αποχέτευση των αστικών λυμάτων και τη διαχείρηση των απορριμάτων.
Η μαζική και έντονη ανάπτυξη του τουριστικού φαινομένου στη Ρόδο από την μια πλευρά έχει συμβάλει στη δυναμική αύξηση της παραγωγής του συνολικού και κατά κεφαλή ΑΕΠ με ρυθμούς υψηλότερους από το μ.ο. της χώρας και από την άλλη έχει επικυριαρχήσει της οικονομίας του νησιού δημιουργώντας καταστάσεις εύθραυστης μονοκαλλιέργειας (Πάντειο Πανεπιστήμιο 2017). Δύο καινούριες έννοιες που εισήγαγε ο υπερτουρισμός στο νησί της Ρόδου είναι οι tour- operators (TOs) και τα συμβόλαια all-inclusive, που δημιούργησαν μια νέα κατάσταση στην τοπική αγορά, κυρίως στις εκτός ξενοδοχείων επιχειρήσεις, που είδαν τη ζήτηση των υπηρεσιών τους και κατ’ επέκταση τη βιωσιμότητά τους να μειώνεται.
Οι επιπτώσεις που υπέστη το περιβάλλον διαπιστώθηκε μέσα από την αξιολόγηση που πραγματοποιήθηκε ότι επηρεάζουν εντονότερα και σε μεγαλύτερο βαθμό την ποιότητα του προσφερό-
μενου τουριστικού προϊόντος καθώς και την ποιότητα ζωής των μόνιμων κατοίκων, συγκριτικά με τις κοινωνικές και οικονομικές.
Πιο συγκεκριμένα, η υπεράντληση ύδατος, όταν η συγκέντρωση επισκεπτών σε μια περιοχή και η ικανοποίηση των αναγκών τους σε πόσιμο νερό, για πισίνες, για την άρδευση γηπέδων γκολφ κλπ. υπερβαίνει τις δυνατότητες φυσικής αναπλήρωσης των αποθεμάτων των υδροφορέων προκαλεί δυσμενές περιβαλλοντικό αποτέλεσμα. ημαντικά προβλήματα εμφανίστηκαν στο νότιο τμήμα, το οποίο παρουσιάζει τουριστική ανάπτυξη σε ρυθμούς σημαντικά μεγαλύτερους του βόρειου τμήματος (στην περιοχή Κιοττάρι και στη Λαχανιά), με αποτέλεσμα να εντείνονται οι πιέσεις στα διαθέσιμα νερά της περιοχής (ΔΕYAΡ).
Επίσης, η έντονη ανάπτυξη του τουρισμού παράγει σημαντικές ποσότητες στερεών και υγρών αποβλήτων.Οι επισκέπτες παράγουν περισσότερα απόβλητα από τους κατοίκους, ενώ ιδιαίτερο πρόβλημα για τα νησιά αποτελεί η διάθεση των αποβλήτων, με αποτέλεσμα να υπάρχει ο κίνδυνος μόλυνσης ή υποβάθμισης του περιβάλλοντος (Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αιγαίου, 2011).
Μια, ακόμη, περιβαλλοντική επίπτωση βαρύνουσας σημασίας είναι η υποβάθμιση της βιοποικιλότητας του νησιού. Πολλές περιοχές NATURA στη Ρόδο αντιμετωπίζουν την απειλή της έντονης τουριστικής κίνησης (μεγάλες τουριστικές υποδομές και δραστηριότητες που σχετίζονται με τον τουρισμό), η οποία θέτει σε κίνδυνο την προστατευόμενη χλωρίδα και πανίδα του νησιού (Βάση Δεδομένων για την Ελληνική Τύση –ΥΙΛΨΣΗ).
Σέλος, η υποβάθμιση του τοπίου παίζει σημαντικό ρόλο στην υποβάθμιση του τουριστικού προϊόντος. Σα ειδικά διατάγματα για τα ξενοδοχεία, οι διατάξεις για ελεύθερη δόμηση, και η μη θέσπιση ειδικών όρων δόμησης στα χωριά της Ρόδου οδήγησαν στην κατασκευή πολυώροφων ξενοδοχειακών μονάδων που έρχονται σε αντίθεση με την κλίμακα και την αρχιτεκτονική των παραδοσιακών οικισμών. Αυτό είχε ως συνέπεια την καταστροφή και την αλλοίωση της φυσιογνωμίας του μεγαλύτερου μέρους τους. Πέρα από τους παραδοσιακούς οικισμούς, υποβάθμιση τοπίου εντοπίζεται στην ύπαιθρο, στις παραλιακές εκτάσεις και στις δασικές περιοχές, λόγων των διαταγμάτων της εκτός σχεδίου δόμησης. Σο φαινόμενο αυτό είναι
εντονότερο στις παραλιακές ζώνες του νησιού, οι οποίες χαρακτηρίζονται από έντονη αστικοποίηση, αφού το μεγαλύτερο τμήμα τους καταλαμβάνεται από πυκνοδομημένες τουριστικές περιοχές («Σουριστική Ανάπτυξη και Περιβαλλοντική Προστασία», Αθανασίου Λ. για το ΙΣΕΠ , 2007, Αθήνα). σο αφορά το αστικό τοπίο, η υποβάθμισή του έγκειται στο γεγονός της κυκλοφοριακής συμφόρησης και της ηχορρύπανσης, φαινόμενα που γίνονται πιο έντονα κατά την τουριστική περίοδο, καθώς και της κακής διαχείρησης των δημόσιων χώρων στην πόλη (δημόσιο πράσινο, πεζόδρομοι, πλατείες) (ΒΕΣΑΠΛΑΝ, 2010).
Η βιωσιμότητα τουριστικού προορισμού συνδέεται στενά με την ποιότητα του προσφερόμενου τουριστικού προϊόντος, η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον του. Η βιωσιμότητα του τουρισμού καλύπτει πολλές πλευρές: την υπεύθυνη χρήση των φυσικών πόρων, τη συνεκτίμηση του περιβαλλοντικού αντίκτυπου των δραστηριοτήτων (παραγωγή αποβλήτων, πιέσεις που υφίστανται τα ύδατα, το έδαφος και η βιοποικιλότητα), την προστασία της κληρονομιάς και τη διατήρηση της φυσικής και πολιτιστικής ακεραιότητας του προορισμού, την ποιότητα και τη βιωσιμότητα των θέσεων απασχόλησης που δημιουργούνται και τις τοπικές οικονομικές επιπτώσεις.
Η Ρόδος θα πρέπει να προτείνει βιώσιμη και ποιοτική προσφορά αναδεικνύοντας τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα, ιδίως τα φυσικά θέλγητρά της και τον εξαιρετικό πολιτιστικό της πλούτο. Για την επίτευξη της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας του τουρισμού στον προορισμό πρέπει να ενισχυθεί η ποιότητα της προσφοράς σε όλες τις διαστάσεις, να καταβληθούν προσπάθειες για να αποκατασταθεί η εποχικότητα της ζήτησης, να διαφοροποιηθεί η προσφορά τουριστικών προϊόντων, να βελτιωθούν τα επαγγελματικά προσόντα στον τομέα, να αναπτυχθεί η καινοτομία και να βελτιωθούν τα στατιστικά δεδομένα και οι αναλύσεις που αφορούν τον τουρισμό (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2010).