Συμμετοχικός Σχεδιασμός: Σκοποί, Μέθοδοι, Μέσα

Page 1


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Πίνακας Περιεχομένων Ευχαριστίες

3

Περίληψη

4

Abstract

5

Συντομογραφίες – Αρτικόλεξα

6

Κατάλογος διαγραμμάτων

6

Κατάλογος εικόνων

7

Εισαγωγή

8

1. Βασικές έννοιες 1.1. η έννοια της συμμετοχής

12

1.2. στόχοι συμμετοχής

14

1.3. βαθμοί συμμετοχής

17

1.4. συμμετέχοντες

19

1.5. σκοποί και πλεονεκτήματα συμμετοχής

21

2. Προσεγγίσεις σχεδιασμού και πολιτικών 2.1. Προσεγγίσεις με βάση τον πολιτικό χαρακτήρα του σχεδιασμού

23

2.2. Συμμετοχικές διαδικασίες στο Χωρικό Σχεδιασμό

26

2.3. Αστική Διακυβέρνηση

32

2.4. Συμμετοχικότητα στην Αστική Διακυβέρνηση

35

2.5. Η ηλεκτρονική δημοκρατία μέσο για τη συμμετοχή των πολιτών

37

3. Σύντομη ιστορική επισκόπηση των συμμετοχικών διαδικασιών στην Ελλάδα

39

4. Η συμβολή των ΤΠΕ στη διεύρυνση της συμμετοχικής προσέγγισης του σχεδιασμού

43

1


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

5. Μέσα, εργαλεία και τεχνολογίες για τον ηλεκτρονικό συμμετοχικό σχεδιασμό 5.1. Συστήματα γεωγραφικών πληροφοριών

49

5.2. Διαδικτυακά συστήματα γεωγραφικών πληροφοριών

51

5.3. Public Participation GIS

53

5.4. Crowdsourcing

55

5.5. Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης

58

5.6. Blockchain

59

6. Μελέτες Περίπτωσης 6.1. Η νέα ψηφιακή στρατηγική της Βαρκελώνης: πλατφόρμα συμμετοχικότητας και πρωτοβουλίες πολιτών

63

6.2. AmsterdamSmartCity: Εφαρμογές συμμετοχικής δημοκρατίας

68

6.3. Η πρωτοβουλία συνΑθηνά του Δήμου Αθηναίων

72

6.4. Smart Trikala - η έξυπνη πόλη των Τρικάλων: ένα βήμα πιο κοντά στην ηλεκτρονική συμμετοχικότητα

75

7. Κριτική & Συμπεράσματα

78

8. Πηγές Τεκμηρίωσης

81

2


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Ευχαριστίες Ευχαριστώ ιδιαίτερα τον επιβλέποντα καθηγητή μου, Κώστα Λαλένη, για την επίβλεψη και πολύτιμη καθοδήγηση σε όλη τη διάρκεια εκπόνησης της διπλωματικής μου εργασίας. Οι καίριες παρατηρήσεις του κατά τη διάρκεια συγγραφής της εργασίας αποτέλεσαν σημαντικός παράγοντας για την τελική διαμόρφωση και κατεύθυνση της εργασίας. Επίσης, θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους τους διδάσκοντες του ΠΜΣ «Πολεοδομία – Χωροταξία», για τα χρήσιμα εφόδια και τις γνώσεις που μου παρείχαν, τα οποία στάθηκαν απαραίτητα για την ολοκλήρωση της παρούσας εργασίας. Ευχαριστώ επίσης το διοικητικό προσωπικό του ΤΜΧΠΠΑ, τη βιβλιοθήκη του ΤΜΧΠΠΑ καθώς και τη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας για τις σημαντικές διευκολύνσεις που μου παρείχαν κατά τη διάρκεια της φοίτησής μου στο τμήμα. Τέλος, ευχαριστώ θερμά την οικογένειά μου, δίχως τη στήριξη της οποίας, αυτή η δουλειά δε θα έφτανε στο τέλος της.

3


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Περίληψη Η παρούσα διπλωματική εργασία μελετά τους σκοπούς, τις μεθόδους και τα μέσα που συναντώνται στο συμμετοχικό σχεδιασμό και ερευνά το κατά πόσο οι τεχνολογίες πληροφορίας και επικοινωνίας έχουν συμβάλλει προς αυτές τις προσεγγίσεις σχεδιασμού. Η συμμετοχή του κοινού στη διαδικασία λήψης αποφάσεων έχει μια μακρά διαδρομή, ωστόσο τις τελευταίες δεκαετίες καταγράφεται μια σημαντική στροφή των κέντρων λήψης αποφάσεων προς τη διεύρυνση της συμμετοχής του κοινού, με στόχο τη συμπερίληψη των διαφορετικών οπτικών και προτεραιοτήτων των πολιτών και των ομάδων συμφερόντων. Το παραπάνω, σε συνδυασμό με την εξέλιξη των διαφόρων τεχνολογιών, δίνει άλλη διάσταση στο χωρικό σχεδιασμό. Μέσα όπως το GIS, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το crowdsourcing και το προσφάτως αναδεικνυόμενο Blockchain, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ώστε να διευρύνουν τις προσεγγίσεις αυτές. Τίθεται το θεωρητικό υπόβαθρο, βάσει του οποίου αναλύεται η έννοια της συμμετοχής ενώ στη συνέχεια παρουσιάζεται η σύνδεση αυτού του τύπου σχεδιασμού με πολιτικές θεωρίες και θεωρίες κοινωνικών δομών και συγχρόνως γίνεται ιστορική αναδρομή από τη γέννηση της ιδέας της συμμετοχής έως σήμερα. Μετέπειτα, αναλύεται η συμβολή των ΤΠΕ στη διεύρυνση της συμμετοχικής προσέγγισης στο σχεδιασμό, η οποία υποστηρίζεται και από τις μελέτες περίπτωσης που παρουσιάζονται, ενώ παρουσιάζονται και αναλυτικά οι δυνατότητες των μέσων που προαναφέρθηκαν. Λέξεις – κλειδιά Συμμετοχή,

συμμετοχικός

σχεδιασμός,

συνηγορικός

σχεδιασμός,

συμμετοχική

δημοκρατία, διακυβέρνηση, ηλεκτρονική διακυβέρνηση, ηλεκτρονική συμμετοχικότητα

4


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Abstract

This thesis focuses on the analysis of goals, methods and means that are used on a participatory planning process and reviews the role and influence of technology in changing the relationship between the planning process and citizens. Public participation in the decision-making process has been a long way forward, but over the past decades we notice a significant change in decisions to increase public participation, with the aim of integrating in spatial planning the different perspectives and priorities of citizens and groups. This process, along with the evolution of technology provides a different perspective on spatial planning. Technologies such as GIS, the use of Social Media, Crowdsourcing and the brand-new Blockchain technology could be used on the spatial planning process to enhance public participation. First of all, the theoretical background consists of the explanation of the concept and notions of participation and then, the basic concepts are linked with political and social structure theories. Ultimately, this thesis is meant to provide a conceptual and methodological framework for the analysis of the contribution of ICT technologies to participatory planning processes, supported by the presentation of case studies, which is completed by an analysis of the provided tools that aim to broaden public participation.

Keywords Participation, participatory planning, advocacy planning, participatory democracy, governance, e – Governance, e – participation

5


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Συντομογραφίες – Αρτικόλεξα

EE

Ευρωπαϊκή Ένωση

ΕΕΤΑΑ

Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Αποκέντρωσης

ΕΠΑ

Επιχείρηση Πολεοδομική Ανασυγκρότηση

ΠΕ

Περιφερειακή Ενότητα

ΣΓΠ

Συστήματα Γεωγραφικών Πληροφοριών

ΤΠΕ

Τεχνολογίες Πληροφορίας και Επικοινωνίας

AMS

Advanced Metropolitan Solutions

DLT

Distributed Ledger Technology

GIS

Geographic Information System

ICT

Information and Communication Technology

PGIS

Participatory Geographic Information System

PPGIS

Public Participation Geographic Information System

Κατάλογος Διαγραμμάτων Διάγραμμα 2-1: Στόχοι συμμετοχής πηγή: Hanchey (1998) Διάγραμμα 2-2: Τα οκτώ σκαλοπάτια της κλίμακας Συμμετοχικών Διαδικασιών για τους πολίτες. πηγή: S. R. Arnstein 1969:217 Διάγραμμα 2-3: Πρόταση ταξινόμησης προγραμμάτων συμμετοχής των πολιτών πηγή: R. Cole 1973:19 Διάγραμμα 2-4: Τυπολογία κατηγοριών του Κοινού που συμμετέχει σε διαδικασίες πολεοδομικού σχεδιασμού πηγή: Lalenis 1993:140 Διάγραμμα 6-1 : αριθμός ομάδων πολιτών που προσθέτουν τη δράση τους στην πλατφόρμα από το 2013 έως σήμερα πηγή: http://www.synathina.gr/el/

6


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Κατάλογος Εικόνων Εικόνα 1 GIS Περιβαλλοντικών Αδειών & Δεδομένων Π.Ε. Δράμας πηγή: http://pedramaspamth.maps.arcgis.com/apps/Viewer/index.html?appid=80f1400abed94 78d8f33ac04bbe010a3 Εικόνα 2 Crowdsourced maps of Amsterdam πηγή: https://waag.org/en/news/crowdsourced-maps-amsterdam Εικόνα 3 ο τρόπος λειτουργίας του Blockchain πηγή:insidestory.gr Εικόνα 4 η πλατφόρμα Stampery.com και οι δυνατότητες που προσφέρει πηγή: stampery.com/api Εικόνα 5 η πλατφόρμα συμμετοχικότητας «Decidim Barcelona» για την πόλη της Βαρκελώνης πηγή: https://www.decidim.barcelona/ Εικόνα 6 διαδραστικός χάρτης του Άμστερνταμ. πηγή: https://amsterdamsmartcity.com/map Εικόνα 7 η εφαρμογή διαδραστικών θεματικών χαρτών του Άμστερνταμ πηγή: https://maps.amsterdam.nl/ Εικόνα 8 οι προτεραιότητες των πολιτών μέσα από τις 654 δράσεις τους για το 2017 πηγή: http://www.synathina.gr/el Εικόνα 9 Η διαδικτυακή πλατφόρμα και η στέγη του συνΑθηνά πηγή: http://www.synathina.gr/el

7


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Εισαγωγή Ο σχεδιασμός (planning) αποτελεί μια έννοια, η οποία έχει προσδιοριστεί διαχρονικά με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Ο Βασενχόβεν (1984) ορίζει το σχεδιασμό ως μια συστηματική προσπάθεια δόμησης και αξιολόγησης εναλλακτικών λύσεων και μέσων για την επίτευξη των στόχων του σχεδιασμού. Ο χωρικός σχεδιασμός (spatial planning) εισάγει τη χωρική διάσταση στην προσπάθεια διαχείρισης προβλημάτων κατανομής πληθυσμού και δραστηριοτήτων για την καλύτερη χρήση του εδάφους και των πόρων και αφορά σε μία ιεραρχημένη διαδικασία παρέμβασης που αποσκοπεί στη χάραξη πολιτικής για την επίλυση προβλημάτων (Γιαουτζή και Στρατηγέα, 2011). Επιπρόσθετα, ανάλογα με τη χωρική κλίμακα αναφοράς, οριοθετούνται διαφορετικοί τύποι χωρικού σχεδιασμού (χωροταξικός, πολεοδομικός). Ο πολεοδομικός και χωροταξικός σχεδιασμός αποτελεί άσκηση δημόσιας και ειδικότερα κοινωνικής πολιτικής. Οι αντικειμενικοί σκοποί του και η συμμετοχή σε αυτόν δε μπορούν να καθορίζονται αφηρημένα, αλλά χρειάζεται να τοποθετηθούν μέσα σ’ ένα ευρύτερο πλαίσιο κοινωνικών σχέσεων. Η ανάπτυξη λοιπόν, ενός πλαισίου μέσα στο οποίο θα μπορούσε να ερευνηθεί η σχέση μεταξύ των θεωρητικών προοπτικών και στάσεων για συμμετοχή, θα πρέπει να συσχετισθεί με τις διάφορες θεωρητικές προσεγγίσεις του κοινωνικού καθεστώτος (social order) και της δημοκρατίας. Μία από τις προσεγγίσεις του πολεοδομικού σχεδιασμού, η οποία αποτελεί και το κεντρικό ζήτημα που πραγματεύεται η παρούσα εργασία, είναι ο συμμετοχικός σχεδιασμός (participatory planning). Η προσέγγιση αυτή αφορά στη χάραξη πολιτικής για την αντιμετώπιση των σχεδιαστικών προβλημάτων, μέσα από την επικοινωνία και τη δυναμική αλληλεπίδραση μεταξύ των κέντρων λήψης αποφάσεων, των σχεδιαστών και των αποδεκτών του σχεδιασμού δηλαδή της κοινωνίας και των πολιτών της. Όπως επισημαίνεται και από τον Καμχή (2007), ο συμμετοχικός σχεδιασμός αποτελεί μια πλατφόρμα επικοινωνίας στην οποία τοποθετείται σε ισότιμη βάση η επιστημονική γνώση αλλά και κάθε σύστημα κατανόησης της πραγματικότητας, όπως ηθικές αξίες, πολιτισμικές παραδόσεις, ιστορική διαδρομή κ.α. Η συμμετοχική προσέγγιση, παρά τις δυσκολίες που μπορεί να εισάγει, αποτελεί από τη φύση της μια καινοτόμα προσέγγιση στο πεδίο της χάραξης πολιτικής. Μέσα από την υιοθέτηση συμμετοχικών προσεγγίσεων η διαδικασία του σχεδιασμού καθίσταται πλέον πεδίο πολιτικού διαλόγου, στο οποίο επιχειρείται να βρεθεί ο κοινός τόπος ανάμεσα 8


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

στις πολιτικές προτεραιότητες και επιλογές (κέντρα λήψης αποφάσεων), την επιστημονική δεοντολογία (επιστημονική κοινότητα / μέθοδοι) και τις κοινωνικές ομάδες, στις οποίες ο σχεδιασμός απευθύνεται (κοινωνικό σύστημα, αξιακό σύστημα, προτεραιότητες, προσδοκίες και οράματα των ομάδων αυτών κλπ) (Στρατηγέα, 2015) Κατά τον Forester (1984) ο συμμετοχικός σχεδιασμός επιχειρεί μέσα από τη διαπραγμάτευση μεταξύ των διαφόρων ομάδων, να οδηγήσει σε μια κατάσταση ισορροπίας, όπου όλοι οι εμπλεκόμενοι στη διαδικασία του σχεδιασμού κατανοούν την αμοιβαία αλληλεξάρτησή τους εντός του κοινωνικού και οικονομικού πλαισίου στο οποίο δραστηριοποιούνται και μέσα από αυτή τη θεώρηση διαμορφώνουν νέες αντιλήψεις και αξίες. Ένα σημαντικό στοιχείο της προσέγγισης του συμμετοχικού σχεδιασμού είναι η προσπάθεια διασφάλισης κοινωνικής δικαιοσύνης στη λήψη απόφασης και τις τελικές επιλογές μέσα από τη δημιουργία, από τον σχεδιαστή, βήματος έκφρασης των απόψεων όλων των κοινωνικών ομάδων. Στο πλαίσιο αυτό, η προσέγγιση του συμμετοχικού σχεδιασμού, μπορεί να αποτελέσει επίσης μια διαδικασία ανακατανομής δύναμης μεταξύ των διαφορετικών κοινωνικών ομάδων (McGuirk, 2001), με αποτέλεσμα τον μετασχηματισμό κοινωνικών δομών και σχέσεων και την ισότιμη πρόσβαση όλων των ομάδων σε πόρους (Kanji και Greenwood,2001). Η εμπλοκή του κοινού στη διαδικασία λήψης απόφασης στα πλαίσια του συμμετοχικού σχεδιασμού,

συμβάλλει

στον

προσδιορισμό

του

δημόσιου

συμφέροντος

με

πλουραλιστικό τρόπο, αποτυπώνοντας όλες τις διαφορετικές απόψεις-σκοπιές των κοινωνικών ομάδων που επηρεάζονται από το υπό μελέτη πρόβλημα/απόφαση ενώ συγχρόνως έχει εκπαιδευτικό ρόλο, τόσο σε ατομικό επίπεδο όσο και σε συλλογικό, για την επιδίωξη κοινών στόχων, συμβάλλοντας έτσι στη διαδικασία ωρίμανσης πολιτών, την ανάπτυξη αλληλεγγύης και την κοινωνική συνοχή, στοιχεία που καθιστούν το ζήτημα του συμμετοχικού σχεδιασμού περισσότερο ενδιαφέρον και επίκαιρο από ποτέ. Τα τελευταία χρόνια, έμφαση δίνεται στην αξιοποίηση των ΤΠΕ (Τεχνολογίες Πληροφοριών και Επικοινωνιών) καθώς και των εφαρμογών τους, στη διαδικασία του συμμετοχικού σχεδιασμού. Νέοι όροι εμφανίζονται στο πλαίσιο αυτό, όπως η ηλεκτρονική συμμετοχικότητα, η οποία κατ’ επέκταση οδηγεί και στην ηλεκτρονική αστική διακυβέρνηση, καθώς και σε ένα νέο είδος πολεοδομικού σχεδιασμού. Οι ΤΠΕ μπορούν να δράσουν ως κανάλια επικοινωνίας της πληροφορίας (μονόδρομη ροή) αλλά 9


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

και αλληλεπίδρασης μεταξύ των συμμετεχόντων (αμφίδρομη ροή – διάδραση). Ο ρόλος τους λοιπόν στο πλαίσιο πολιτικού διαλόγου που αναπτύσσεται μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών σε μια συμμετοχική διαδικασία (κέντρα λήψης αποφάσεων, σχεδιαστές και κοινωνικές ομάδες) όπως επισημαίνεται από διάφορους ερευνητές, μπορεί να εντοπίζεται σε μία ή περισσότερες από τις παρακάτω λειτουργίες: 

Διάχυση πληροφορίας προς τις κοινωνικές ομάδες για την ενημέρωση και την αύξηση της ευαισθητοποίησης τους (το κοινό ως αποδέκτης της πληροφορίας)

Απόκτηση πληροφορίας από το ενδιαφερόμενο κοινό (το κοινό ως παραγωγός της πληροφορίας)

Δέσμευση του εν λόγω κοινού σε ένα δημοκρατικό διάλογο στο πλαίσιο της συμμετοχικής διαδικασίας

Εμπλοκή του κοινού στη διαδικασία λήψης αποφάσεων

Στην παρούσα εργασία, επομένως, επιχειρείται να δοθεί μια συνολική κριτική προσέγγιση των συμμετοχικών διαδικασιών στο χωρικό σχεδιασμό. Αρχικά, κρίθηκε ζωτικής σημασίας η παρουσίαση και επεξήγηση βασικών όρων και εννοιών που αποτελούν το κυρίαρχο θεωρητικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο κινείται η εργασία. Οι έννοιες της συμμετοχής, των στόχων και σκοπών της διαδικασίας αυτής, των βαθμών συμμετοχής αλλά και των συμμετεχόντων, βοηθούν τον αναγνώστη στην κατανόηση και οριοθέτηση του ερευνητικού πεδίου της εργασίας. Συγχρόνως σήμερα ο σχεδιασμός, εφόσον ασχολείται με τον τρόπο διανομής αστικών πόρων, αναπόφευκτα αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης πολιτικής διαδικασίας και έχει ως στόχο να συμβάλλει στην επίλυση συγκρούσεων. Καθώς πλέον δεν αποτελεί θέμα επιδεξιότητας, ούτε μια ορθολογική ή τεχνική διαδικασία αλλά μια πολιτική (κρατική) δραστηριότητα υπό την έννοια ότι οι δράσεις του είναι πολιτικά καθορισμένες, κρίθηκε σκόπιμη η ανάλυση προσεγγίσεων σχεδιασμού με βάση τον πολιτικό χαρακτήρα. Ο σχεδιασμός αντανακλά το πολιτικό περιβάλλον, που καθορίζεται από τις σχέσεις εξουσίας, δηλαδή δεν είναι μια αυτόνομη δραστηριότητα, αλλά εξαρτάται από την πολιτική διαδικασία. Αναλύονται, επίσης, ο κοινοτικός σχεδιασμός και ο συνηγορικός σχεδιασμός ως διαφορετικές εκφράσεις του συμμετοχικού σχεδιασμού, ενώ επιχειρείται και μια σύντομη ιστορική αναδρομή των συμμετοχικών διαδικασιών, σε σύνδεση με τις εκφάνσεις τους κατά τις διάφορες περιόδους τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη. Επιπρόσθετα, στο πλαίσιο αυτό γίνεται αναφορά και στις έννοιες της διακυβέρνησης, 10


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

της συμμετοχικότητας στην αστική διακυβέρνηση αλλά και της ηλεκτρονικής δημοκρατίας ως μέσο για τη διεύρυνση της συμμετοχής των πολιτών στη λήψη αποφάσεων. Μετέπειτα, παρουσιάζεται μια σύντομη ιστορική επισκόπηση της ιδέας της συμμετοχής στην Ελλάδα, που εισήχθη για πρώτη φορά με το ν.1337/83 και την ΕΠΑ και συνεχίζει να εκφράζεται έως και σήμερα με πολλαπλούς τρόπους. Στο επόμενο κεφάλαιο εξετάζεται η συμβολή των ΤΠΕ στη διεύρυνση της συμμετοχικής προσέγγισης του σχεδιασμού, ενώ αμέσως μετά παρουσιάζονται κάποιες από αυτές τις τεχνολογίες καθώς και οι τρόποι με τους οποίους χρησιμοποιούνται. Η εργασία ολοκληρώνεται με την παρουσίαση τεσσάρων μελετών περίπτωσης στις οποίες εντοπίζεται η χρήση των ΤΠΕ. Η επισκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας καταδεικνύει ότι ένα σημαντικό φάσμα μέσων, εργαλείων και τεχνολογιών είναι ήδη ώριμο και διαθέσιμο για την διευκόλυνση και εξυπηρέτηση τέτοιου είδους μεθόδων σχεδιασμού. Ωστόσο, καταγράφονται περισσότερο θεωρητικές προσεγγίσεις στα ζητήματα ηλεκτρονικής συμμετοχικότητας, παρά πρακτικές εφαρμογές σε αυτό το πεδίο. Θα μπορούσαμε να ερμηνεύσουμε αυτή τη δυσαναλογία μεταξύ θεωρητικών συνεισφορών και εμπειρικών εφαρμογών βασιζόμενοι στο γεγονός του ότι η εξέλιξη της τεχνολογίας είναι μια αναγκαία, αλλά όχι και ικανή συνθήκη για την κινητοποίηση προς την κατεύθυνση της εφαρμογής διαδικτυακών

γεωχωρικών

κ

συμμετοχικών

τεχνολογιών

στα

ζητήματα

συμμετοχικότητας στο σχεδιασμό. Αναμφίβολα οι τεχνολογικές εξελίξεις διευρύνουν σημαντικά τις μεθόδους και τα μέσα τα οποία έχουν στη διάθεσή τους τα κέντρα λήψης αποφάσεων προς αξιοποίηση στο πλαίσιο συμμετοχικών προσεγγίσεων για την επίλυση σχεδιαστικών ζητημάτων. Μένει να δούμε στην πράξη, μέσω μελετών περίπτωσης, κατά πόσο αυτή η διεύρυνση ήδη λειτουργεί, καθώς και τις προοπτικές που ενδέχεται να ανοίξει στο εγγύς μέλλον.

11


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

1.Βασικές Έννοιες 1.1 η έννοια της συμμετοχής Η έννοια της συμμετοχής δεν έχει έναν μοναδικό και γενικά ευρύτερα αποδεκτό ορισμό, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της βιώσιμης ανάπτυξης. Ωστόσο, υπάρχουν πολλαπλές και διαφορετικές προσεγγίσεις και αναγνώσεις, αναλόγως με την οπτική που υιοθετείται, το στόχο της συμμετοχικής διαδικασίας, τον τύπο των συμμετεχόντων που εμπλέκονται κλπ. Η έννοια της συμμετοχής παραπέμπει στην πραγματικότητα σε έναν ευρύ αλλά και σύνθετο όρο, οι διαφορετικές ερμηνείες του οποίου προσδιορίζουν τις διαφορετικές στρατηγικές και μεθοδολογικές προσεγγίσεις που έχουν χρησιμοποιηθεί στην πρακτική εφαρμογή του. Σύμφωνα με τον Moser (1983), η συμμετοχή μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο ως μέσο όσο και ως σκοπός σε μια διαδικασία σχεδιασμού. Στην πρώτη περίπτωση η συμμετοχή νοείται ως η εμπλοκή σε μια διαδικασία (π.χ. συμμετοχή στον σχεδιασμό ή την υλοποίηση ενός έργου), ενώ στη δεύτερη η συμμετοχή αποτελεί η ίδια έναν στόχο, μια επιθυμητή κατάσταση η οποία επιτυγχάνεται μέσα από τη συμμετοχή. Ένας γενικός ορισμός δίνεται από τους Zwirner και Berger (2008), κατά τον οποίο η συμμετοχή αναφέρεται στην εμπλοκή κοινού και ομάδων συμφερόντων στη διαδικασία λήψης απόφασης (ομάδες ή μεμονωμένοι πολίτες, φορείς, ομάδες συμφερόντων, μη κυβερνητικές οργανώσεις κλπ.), με σκοπό να επηρεάσουν μια απόφαση ή την ίδια τη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Κατά τους Pearse και Stiefel (1979), η έννοια της συμμετοχής ορίζεται ως η οργανωμένη προσπάθεια για αύξηση του ελέγχου από πλευράς πολιτών και ομάδων συμφερόντων (stakeholders) στην κατανομή των πόρων και στις επιλογές των κέντρων λήψης αποφάσεων, προς όφελος κοινωνικών ομάδων οι οποίες μέχρι τη δεδομένη χρονική στιγμή δεν ασκούσαν καμία επιρροή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Κατά τον Cernia (1985), η συμμετοχή έχει ευρύτερη και πολυδιάστατη υπόσταση. Από τη μια πλευρά αφορά στην αξιοποίηση των δυνατοτήτων των ομάδων και της εμπειρικής γνώσης που διαθέτουν για τη συνδιαμόρφωση των αποφάσεων που τις αφορούν και οδηγεί σε επιλογές περισσότερο προσαρμοσμένες στο εκάστοτε κοινωνικό σύστημα αξιών. Από την άλλη αφορά στον «έλεγχο» και στην εμπλοκή τους στη

12


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

διαχείριση πόρων, γεγονός που αναβαθμίζει το ρόλο του κοινού στη χάραξη προτεραιοτήτων για τα ζητήματα αυτά. Σε κάθε περίπτωση η έννοια της συμμετοχής έρχεται να σηματοδοτήσει τη μετάβαση από ένα πρότυπο λήψης αποφάσεων που χαρακτηρίζεται από την αντιπροσωπευτική δημοκρατία1, όντας το προϊόν του μοντέλου λήψης αποφάσεων «από κάτω προς τα πάνω» (bottom-up), σε ένα νέο που χαρακτηρίζεται από τη συμμετοχική ή άμεση δημοκρατία2. Αξίζει να επισημανθεί εδώ πως υπάρχει μια δυσκολία συμφωνίας ως προς την πρακτική σημασία της συμμετοχής, καθώς σε ορισμένες περιπτώσεις νοείται ως μια πλουραλιστικότερη και δημοκρατικότερη διαδικασία λήψης αποφάσεων, που συμβάλλει στην ενδυνάμωση (empowerment) του ρόλου των τοπικών κοινωνιών στη λήψη απόφασης, ενώ σε άλλες αποτελεί απλώς το εργαλείο για την προώθηση συγκεκριμένων αποφάσεων σε μια κατ’ επίφαση συμμετοχική διαδικασία, όπου ουσιαστικά οι αποφάσεις λαμβάνονται με μια «από πάνω προς τα κάτω» (top-down) προσέγγιση. (Στρατηγέα, 2015:44)

Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία βασίζεται στην εκλογή αντιπροσώπων από τις διάφορες κοινωνικές ομάδες και στην ανάθεση σε αυτούς της εκπροσώπησής τους στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Στο πλαίσιο αυτό, υπάρχει περιορισμένοι έως ανύπαρκτη δυνατότητα παρέμβασης των ομάδων στη διαδικασία αυτή, ενώ στην πράξη ένα τέτοιο μοντέλο αναπαριστά το συσχετισμό δυνάμεων που καταγράφονται στην κοινωνία σε μια δεδομένη στιγμή, αποκλείοντας την έκφραση των λοιπών ομάδων στις αποφάσεις. Ως αποτέλεσμα χαρακτηρίζεται από την έλλειψη πλουραλισμού και την περιορισμένη δυνατότητα σύνθεσης των απόψεων όλων των κοινωνικών ομάδων μέσα από ευρύτερες συναινέσεις. 2 Η συμμετοχική δημοκρατία εισάγει μια διαφορετική προσέγγιση στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, με διαρκή εμπλοκή ευρύτερων κοινωνικών ομάδων σε αυτή. Με αυτή τη διαδικασία, αυξάνονται οι ευκαιρίες των ομάδων για ίση δυνατότητα συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων, ενώ θεωρείται μια απάντηση στις αδυναμίες του αντιπροσωπευτικού μοντέλου, στο οποίο οι αποφάσεις αποτελούν προϊόν συσχετισμών και πλειοψηφιών που δεν αποτυπώνουν πάντα όλες τις διαφορετικές πλευρές 1

13


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

1.2 στόχοι συμμετοχής Στην παρούσα ενότητα θα επιχειρήσουμε να εντοπίσουμε τους βασικούς στόχους που εξυπηρετούνται από τη συμμετοχή κοινού και επιμέρους ομάδων συμφερόντων σε μια συμμετοχική διαδικασία, από την οπτική του σχεδιασμού. Οι διαφορετικές προσεγγίσεις που επισημαίνουν τις επιμέρους διαστάσεις της συμβολής της συμμετοχής στο σχεδιασμό, περιλαμβάνουν την αποτελεσματικότερη υλοποίηση σχεδίων και προγραμμάτων μέσα από τη διασφάλιση της συναίνεσης μεταξύ των κοινωνικών ομάδων, την ανταλλαγή πληροφορίας, τόσο ανάμεσα στα κέντρα λήψης αποφάσεων και τους συμμετέχοντες όσο και μεταξύ των συμμετεχόντων, την άμβλυνση των αντιθέσεων κ.α. (Στρατηγέα, 2015: 45). Ωστόσο, οι πολλαπλοί στόχοι που μπορούν να επιτευχθούν από μια συμμετοχική διαδικασία, δεν έχουν μονοσήμαντη αντιστοιχία με τις μεθόδους συμμετοχής, γεγονός που σημαίνει ότι δεν είναι δυνατή η επίτευξη όλων τους με τη βοήθεια μιας μόνο μεθόδου (Hanchey, 1998). Αντίθετα, υπάρχει πλειάδα μεθόδων εμπλοκής του κοινού στη σχεδιαστική διαδικασία, έτσι ώστε ο εκάστοτε σχεδιαστής να μπορεί να επιλέξει την καταλληλότερη, ενώ πρέπει να επιλέξει επίσης ποιές μεθόδους θα χρησιμοποιήσει, για ποιο σκοπό, σε ποιο στάδιο της διαδικασίας σχεδιασμού, ποιες ομάδες συμμετεχόντων να επιλέξει κλπ. (Στρατηγέα, 2015: 45). Η επιλογή μεθόδου, εξαρτάται επίσης από το είδος του κοινού στο οποίο απευθύνεται ο σχεδιασμός, το είδος της πληροφορίας που χρειάζεται να συλλεχθεί, το διαθέσιμο χρόνο και τους πόρους κλπ. (Hanchey 1998, Creighton 1998). O Hanchey (1998), συνοψίζει τους στόχους αυτούς στις ακόλουθες τρεις κατευθύνσεις: 

Επικοινωνία και δημόσιες σχέσεις των κέντρων λήψης απόφασης με το κοινό

Απόκτηση πληροφορίας από το κοινό

Διαχείριση συγκρούσεων μεταξύ των διαφορετικών ομάδων της κοινωνίας

Οι γενικοί αυτοί στόχοι εξειδικεύονται περαιτέρω σε δεύτερου βαθμού στόχους που περιγράφονται συνοπτικά στο διάγραμμα 2-1. Σε o,τι αφορά στον πρώτο στόχο, δηλαδή την επικοινωνία και τις δημόσιες σχέσεις των κέντρων λήψης απόφασης με το κοινό, η βασική φιλοσοφία συνίσταται στην ενημέρωση του κοινού για σχέδια και προγράμματα από τα κέντρα λήψης αποφάσεων, με σκοπό να εξασφαλισθεί η δημόσια αποδοχή και υποστήριξη των σχεδίων, αλλά 14


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

κυρίως η νομιμοποίηση του ρόλου των κέντρων λήψης απόφασης στη διαδικασία και η ανάπτυξη σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ αυτών και των διαφόρων κοινωνικών ομάδων. Ο δεύτερος σημαντικός στόχος της εμπλοκής του κοινού σε μια συμμετοχική διαδικασία, είναι η απόκτηση πληροφορίας προς αξιοποίηση στα διάφορα στάδια της διαδικασίας σχεδιασμού. Πιο συγκεκριμένα, ο ρόλος της συμμετοχής εντοπίζεται: (α) στη διάγνωση προβλημάτων και αναγκών των αποδεκτών του σχεδιασμού (κοινωνικές ομάδες, ομάδες συμφερόντων), (β) στην ανάπτυξη εναλλακτικών λύσεων για την επίλυση των προβλημάτων αυτών και (γ) στην αξιολόγηση των εναλλακτικών λύσεων, η οποία θα υποστηρίξει την τελική επιλογή λύσης προς εφαρμογή (Hanchey 1998, Στρατηγέα 2009, Γιαουτζή και Στρατηγέα 2011). Τέλος, η διαχείριση συγκρούσεων μεταξύ διαφορετικών κοινωνικών ομάδων, αποτελεί ζωτικής σημασίας διάσταση στο πλαίσιο του σχεδιασμού και η αποτυχία στο πεδίο αυτό μπορεί να επιφέρει σημαντικούς κινδύνους ακόμα και για την ίδια την υλοποίηση των σχεδιαστικών παρεμβάσεων (Forester, 1989). Οι συγκρούσεις αυτές είναι αποτέλεσμα διαφορετικών απόψεων, πεποιθήσεων, αξιών, οραμάτων, συμφερόντων κλπ. Η προσέγγιση του εν λόγω ζητήματος από τους σχεδιαστές και τα κέντρα λήψης αποφάσεων μπορεί να γίνει μέσα από δύο κατευθύνσεις: (α) επιδιώκοντας συναίνεση μεταξύ των εμπλεκομένων στη συμμετοχική διαδικασία ή (β) επιδιώκοντας εξομάλυνση των συγκρούσεων και των ακραίων θέσεων / διαφορών.

15


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Διάγνωση προβλημάτων και αναγκών

Απόκτηση πληροφορίας

Δόμηση εναλλακτικών λύσεων / σεναρίων

Αξιολόγηση εναλλακτικών λύσεων / σεναρίων

Νομιμοποίηση ρόλου κέντρου λήψης αποφάσεων Επικοινωνία Δημόσιες Σχέσεις Νομιμοποίηση ρόλου κέντρου λήψης αποφάσεων

Διασφάλιση συναίνεσης Διαχείριση συγκρούσεων Εξομάλυνση συγκρούσεων / πόλωσης και ακραίων θέσεων διαφορών

Διάγραμμα 2-1: Στόχοι συμμετοχής Hanchey (1998)

16


Πρίγκου Σταματία

1.3

διπλωματική εργασία

βαθμοί συμμετοχής

Ο βαθμός συμμετοχής του κοινού σε μια διαδικασία μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με το βαθμό ελέγχου που έχει στην πληροφορία, τη διαδικασία λήψης απόφασης και την εφαρμογή της. Ορίζονται έτσι διάφοροι τύποι συμμετοχής, καθένας από τους οποίους αποτυπώνει διαφορετικό βαθμό ελέγχου των συμμετεχόντων στα παραπάνω ζητήματα. Σε αυτούς ο βαθμός συμμετοχής μπορεί να ποικίλλει από μηδενικός (οι συμμετέχοντες είναι παθητικοί ακροατές των αποφάσεων που έχουν ληφθεί, δηλαδή απλώς ενημερώνονται γι αυτές) έως απόλυτος, δίνοντας στους συμμετέχοντες την πλήρη πρωτοβουλία της όλης διαδικασίας, παρέχοντάς τους δηλαδή ολοκληρωτικό έλεγχο της πρόσβασης στην πληροφορία, της διαδικασίας λήψης απόφασης και της εφαρμογής της. (Στρατηγέα, 2015 : 52) Καθώς αναφερόμαστε σε κλιμακούμενο βαθμό συμμετοχής του κοινού, επόμενο είναι να υπάρχει και μια κλιμακούμενη αλλαγή των συσχετισμών δύναμης πάνω στη διαδικασία λήψης απόφασης. Από την κυριαρχία των κέντρων λήψης αποφάσεων, παρατηρείται μια σταδιακή μετάβαση στην ενίσχυση των πολιτών και των ομάδων συμφερόντων, που αποτελούν και τους άμεσους αποδέκτες αυτών των αποφάσεων. Η συμμετοχή δηλαδή συνεπάγεται τη διεύρυνση των δυνατοτήτων των πολιτών και των τοπικών κοινωνιών να καθορίζουν τα προβλήματα που τους αφορούν (προτεραιότητες) και τις λύσεις τους, να παίρνουν με άλλα λόγια, τις αποφάσεις που επηρεάζουν τη ζωή τους (Sen, 2000) Ο πλέον γνωστός τρόπος προσδιορισμού του βαθμού συμμετοχής, είναι η μονοδιάστατη «κλίμακα» της Sherry Arnstein (“Ladder of Participation”) (Arnstein, 1969), αλλά σωστότερος – και επαληθευμένος από τις μελέτες περιπτώσεων – είναι ο προτεινόμενος από τον R. Cole (Cole, 1974) (διάγραμμα 2-3) που προσδιορίζει τον βαθμό συμμετοχής σε δύο διαστάσεις: την ένταση και την ποικιλία / ευκαιρίες συμμετοχής. (Λαλένης, 2008) Η Arnstein (1969), πρωτοπόρος στα θέματα συμμετοχής, διέκρινε το βαθμό συμμετοχής του κοινού σε οκτώ κατηγορίες, οι οποίες αποτυπώνονται στην Κλίμακα Συμμετοχικών Διαδικασιών (διάγραμμα 2-2), που κλιμακώνεται από τη μη συμμετοχή έως τον απόλυτο έλεγχο των πολιτών στη διαδικασία λήψης απόφασης και την κατανομή των πόρων. Καταγράφεται, με αυτόν τον τρόπο, μια σταδιακά κλιμακούμενη

17


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

συμμετοχή του κοινού, η οποία συγχρόνως αντιστοιχεί σε διαφορετικό βαθμό ενδυνάμωσής του στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.

8

Ελεγχος / εξουσία από τους πολίτες

5

Αποφασιστικές αρμοδιότητες σε όργανα εξουσιοδοτημένα από τους πολίτες Ισότιμη συνεργασία κοινού – φορέων, σύμπραξη, συνεταιρισμός Επίλυση διαφορών, διαχείριση συγκρούσεων και κρίσεων

4

Συμβουλευτική συμμετοχή του κοινού

3

Πληροφόρηση από και στο κοινό Θεραπεία, εξαγγελίες προς το κοινό για λύση προβλημάτων Εκμετάλλευση, μεταχείριση των πολιτών από τις αρχές

7 6

2 1

Βαθμοί κυριαρχίας των πολιτών

Βαθμοί μη αποφασιστικής συμμετοχής

Μη συμμετοχή

Διάγραμμα 2-2 Τα οκτώ σκαλοπάτια της κλίμακας Συμμετοχικών Διαδικασιών για τους πολίτες (S. R. Arnstein 1969:217)

Ένταση συμμετοχής των πολιτών Περισσότερη

Λιγότερη Ποικιλία / ευκαιρίες συμμετοχής

Περιορισμένη

Ευρεία

(λιγότερες)

(περισσότερες)

Διάγραμμα 2-3 Πρόταση ταξινόμησης προγραμμάτων συμμετοχής των πολιτών (R. Cole 1973:19)

18


Πρίγκου Σταματία

1.4

διπλωματική εργασία

συμμετέχοντες

Στην ενότητα αυτή θα επιχειρήσουμε να παρουσιάσουμε σύντομα το επόμενο συστατικό στοιχείο των συμμετοχικών διαδικασιών, τους Συμμετέχοντες. Ως στοιχείο είναι ζωτικής σημασίας, καθώς αναδεικνύει κυρίως τα κίνητρα και τις προοπτικές συμμετοχής της κάθε κατηγορίας συμμετεχόντων, που σε μεγάλο βαθμό ορίζονται από τις ιδεολογικές προσεγγίσεις και τη θέση τους στη γενική ή τοπική κοινωνικοπολιτική δομή, ενώ ορίζουν τους διαφορετικούς ρόλους που υιοθετούνται κατά την πορεία συμμετοχής από την κάθε κατηγορία. (Λαλένης, 2008). Η τυπολογία των συμμετεχόντων στο σχεδιασμό που θα παρουσιαστεί παρακάτω3 (Lalenis, 1993) αποτελεί συνισταμένη ενός αριθμού άλλων προσεγγίσεων στο ζήτημα (Fagence 1977, Gutch 1979, Benwell 1980, Varveri 1986). Σύμφωνα με αυτή οι συμμετέχοντες στον πολεοδομικό σχεδιασμό διακρίνονται σε τρείς ευρείες κατηγορίες: (α) στους εκπρόσωπους της τοπικής αυτοδιοίκησης, (β) στους πολεοδόμους και γενικότερα στους τεχνικούς του σχεδιασμού και (γ) στις διάφορες ομάδες του κοινού. Σύμφωνα με το Λαλένη (2008) και την παραπάνω κατηγοριοποίηση, σαν εκπροσώπους της τοπικής αυτοδιοίκησης, θεωρούμε τους – κατά κύριο λόγο – εκλεγμένους εκπροσώπους, που σε άλλες σχετικές κατηγοριοποιήσεις χαρακτηρίζονται ως «πολιτικοί». Οι πολεοδόμοι που συμμετέχουν στις διαδικασίες σχεδιασμού, διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες: (α) στους πολεοδόμους – υπαλλήλους του ευρύτερου Δημόσιου τομέα, (β) στους πολεοδόμους – μελετητές, ελεύθερους επαγγελματίες και (γ) στους πολεοδόμους που ασκούν συνηγορικό σχεδιασμό4 (advocacy planning) είτε για το κοινό, είτε για την τοπική αυτοδιοίκηση. Για το κοινό, ο κλασικός ορισμός του κοινού είναι ότι αποτελείται από τους κύριους καταναλωτές δημόσιων αγαθών. Ως δημόσια αγαθά ορίζονται αυτά που η κατανάλωσή Επιλέχθηκε και μελετήθηκε η εν λόγω τυπολογία, καθώς κατά την κρίση της γράφουσας, αποτελεί μια ολοκληρωμένη κατηγοριοποίηση, η οποία είναι βασισμένη στις συμμετοχικές διαδικασίες στην Ελλάδα και θα χρησιμοποιηθεί και μετέπειτα εντός της εργασίας, για περαιτέρω ανάλυση των διαδικασιών αυτών. 4 Ο όρος δεν έχει καθιερωθεί στο ελληνικό πολεοδομικό λεξιλόγιο και είναι μετάφραση από τα αγγλικά (planning advocates). Το έργο των συνηγόρων σχεδιασμού ήταν να υπερασπίζονται τα συμφέροντα των κοινωνικών ομάδων που εκπροσωπούσαν στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων για θέματα πολεοδομικού σχεδιασμού, όπως θα έκανε και ένας δικηγόρος – συνήγορος για την υπεράσπιση του πελάτη του στο δικαστήριο (Λαλένης, 2008). 3

19


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

τους από κάποιον δεν επηρεάζει την κατανάλωση του ίδιου αγαθού από κάποιον άλλο και όπου δεν υπάρχει δυνατότητα αποκλεισμού εν δυνάμει καταναλωτών (Bisk 1971 στο Λαλένης, 2008) Αυτή η κατηγορία συμμετεχόντων είναι η πλέον σύνθετη και με ποικιλία σκοπών, ρόλων και χαρακτηριστικών. Στο διάγραμμα 2-4 (Lalenis 1993:140) παρουσιάζεται μια εν δυνάμει κατηγοριοποίηση του κοινού που βοηθά ιδιαίτερα στην περεταίρω ανάλυση. Το «ενεργό» κοινό διακρίνεται στις ελίτ (φορείς και συλλόγους που παραδοσιακά λειτουργούν σαν σύμβουλοι της διοίκησης) και στις ομάδες πίεσης. Οι ομάδες πίεσης με την σειρά τους μπορεί να είναι πολλαπλών ενδιαφερόντων (π.χ. πολιτιστικοί σύλλογοι), ή να είναι ενδιαφερόμενοι για ένα και μόνο θέμα. Οι διαφορετικές

ομάδες

μπορεί

βέβαια

να

μεταλλάσσονται

και

να

αλλάζουν

χαρακτηριστικά και κατηγορίες ανάλογα με τις συνθήκες και τη συνειδητοποίηση της συλλογικής τους ταυτότητας. (Λαλένης, 2008)

Κοινό Ενεργά μέλη ομάδων κοινού Σύμβουλοι της εξουσίας

Μη ενεργά μέλη Ομάδες πίεσης

Παθητικά

Αρνητικά

Μη τοπικές Υπερτοπικές Τοπικές Ελίτ Ελίτ

Τοπικές Ομάδες πολλαπλών ενδιαφερόντων/ συμφερόντων

Ομάδες ενός θέματος

Διάγραμμα 2-4 Τυπολογία κατηγοριών του Κοινού που συμμετέχει σε διαδικασίες πολεοδομικού σχεδιασμού (Lalenis 1993:140)

Η αναφορά στην εν λόγω κατηγοριοποίηση τόσο των συμμετεχόντων, όσο και του κοινού, θα αποτελέσει χρήσιμο εργαλείο για την επεξήγηση και τη σύντομη ιστορική επισκόπηση των συμμετοχικών διαδικασιών στην Ελλάδα, που θα παρουσιαστεί σε επόμενο κεφάλαιο.

20


Πρίγκου Σταματία

1.5

διπλωματική εργασία

σκοποί συμμετοχής

Η συμμετοχή του κοινού στη διαδικασία λήψης αποφάσεων παρουσιάζει πλήθος πλεονεκτημάτων για όλους τους εμπλεκόμενους. Αρχικά, φέρνει σε επαφή ένα σύνολο συμμετεχόντων

με

διάφορες

αξίες,

ενδιαφέροντα,

απόψεις,

οράματα

κλπ.

δημιουργώντας μια πλατφόρμα ανάπτυξης ιδεών. Η αλληλεπίδραση μεταξύ των εμπλεκομένων συνιστά μια διαδικασία διεύρυνσης του ορίζοντά τους ατομικά, καθώς και μια διαδικασία ωρίμανσης των απόψεών τους τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Μέσω της συμμετοχικής διαδικασίας, τα κέντρα λήψης αποφάσεων και οι σχεδιαστές αποκτούν καλύτερη εικόνα των αναγκών και των απόψεων του κοινού και των ομάδων συμφερόντων που εμπλέκονται, των αξιών, παραδόσεων κλπ των ομάδων της τοπικής κοινωνίας και των συγκρούσεων που μπορεί να εμφανίζονται τόσο μεταξύ των μελών των επιμέρους ομάδων όσο και μεταξύ διαφορετικών ομάδων. Την εικόνα αυτή αξιοποιούν προς όφελος του σχεδιασμού λύσεων και τελικής επιλογής πολιτικών που θα ακολουθήσουν εντέλει, προσαρμοσμένων στα πλαίσια και δεδομένα μιας συγκεκριμένης κοινωνίας. Συγχρόνως, μέσα από τη διαδικασία αυτή, οι συμμετέχοντες επιχειρούν και ενδυναμώνουν την ύπαρξη κουλτούρας συνεργασίας και ανοικτού διαλόγου μεταξύ των διαφορετικών παραγόντων της κοινωνίας, η οποία μπορεί να αποτελέσει μηχανισμό εξομάλυνσης συγκρούσεων καθώς και μηχανισμό δημιουργίας οράματος για την τοπική κοινωνία. Η διαδικασία αυτή δημιουργεί, την ίδια στιγμή, τις προϋποθέσεις για τη δικτύωση διαφόρων ομάδων και την περαιτέρω εμβάθυνση της αλληλεπίδρασής τους έξω από το πλαίσιο του συμμετοχικού σχεδιασμού, ενδυναμώνοντας έτσι τις κοινωνικές σχέσεις και τη συστράτευση κοινωνικών ομάδων σε κοινούς στόχους και επιδιώξεις. Η πλατειά συμμετοχή των πολιτών αυξάνει την αντιπροσωπευτικότητα και συντελεί στο να ανταποκρίνονται καλύτερα στις ανάγκες των ανθρώπων οι πολιτικοί και διοικητικοί θεσμοί, ενώ συγχρόνως ενισχύει την αίσθηση των πολιτών για πολιτική δραστηριότητα και δρα ως ένας σπουδαίος έλεγχος στην κατάχρηση της διοικητικής διακριτικής ευχέρειας.

21


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Από πολιτική σκοπιά, η συμμετοχή προάγει μάλλον τη συμμετοχική, παρά την αντιπροσωπευτική δημοκρατία καθώς και τα δημοκρατικά δικαιώματα κάθε πολίτη να συμμετέχει σε θέματα που τον αφορούν. Επιπρόσθετα, διευρύνει τη βάση του πλουραλιστικού συστήματος, έτσι ώστε ο σχεδιασμός και η λήψη απόφασης να καθίσταται ανοιχτή διαδικασία διαχείρισης. Οι νέες προοπτικές που δημιουργούνται στη βάση αυτή επηρεάζουν ουσιαστικά και σε μεγάλο βαθμό, το κοινό, όπως αναλύθηκε σε προηγούμενη ενότητα.

22


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

2.

Προσεγγίσεις σχεδιασμού και πολιτικών

2.1.

Προσεγγίσεις με βάση τον πολιτικό χαρακτήρα του σχεδιασμού

Μέχρι περίπου το 1980 το πρόβλημα της σχέσης σχεδιασμού – πολιτικής – εξουσίας αγνοήθηκε σε μεγάλη έκταση. Αυτό οφείλεται κυρίως στη μέχρι τότε κρατούσα αντίληψη του σχεδιασμού αρχικά ως τέχνης και αργότερα ως τεχνικής διαδικασίας, πολιτικά ουδέτερης, που εξυπηρετεί και προστατεύει το δημόσιο συμφέρον. Η αντίληψη αυτή, με τη δέσμη τεχνικών και ασαφών αξιών, με τις οποίες οι ειδικοί απαίτησαν να ελέγξουν τη χωρική ανάπτυξη, ονομάστηκε «διαδικαστική θεωρία σχεδιασμού» (procedural planning theory) και στηρίχθηκε στην υπόθεση ότι υπάρχει ένας χαρακτηριστικός τύπος σκέψης και δράσης σχεδιασμού, χωρίς αναφορά σε κάποιο ιδιαίτερο αντικείμενο, που μπορεί να προσαρμόζεται μέσα σε κάποιο κοινωνικό πλαίσιο (Χριστοφιλόπουλος, 2002:96). Ο πολιτικός χαρακτήρας κάθε σχεδιαστικής και προγραμματικής διαδικασίας θεωρείται σαν ο παράγων που υπαγορεύει τα χαρακτηριστικά των τυπολογιών σχεδιασμού. Έτσι, ανάλογα με την πολιτική άποψη που επικρατεί στα κέντρα λήψης αποφάσεων κατά τη διαδικασία του σχεδιασμού, διαμορφώνεται και ο τύπος του σχεδιασμού. Ο τύπος αυτός δεν είναι μονολιθικά και στο διηνεκές ορισμένος, στο βαθμό που η κρατούσα πολιτική άποψη επίσης μεταβάλλεται ή προκύπτει από συνεχή αντιπαράθεση και πάλη στο αντίστοιχο κοινωνικό τερέν (Lalenis, 1993). Η σχέση πολιτικής θεωρίας και χωρικού σχεδιασμού αποτέλεσε τη βάση επεξεργασίας από πολλούς θεωρητικούς και παρήγαγε αρκετές τυπολογίες σχεδιασμού. (Λαλένης και Μεταξάς, 2006). Ο Yukubousky (1979) πρότεινε τέσσερα είδη σχεδιασμού, με κύριο στοιχείο διαφοροποίησης μεταξύ τους τη συνάφειά τους με τέσσερις αντίστοιχες «ιδεολογίες»: 

τον τεχνοκρατικό σχεδιασμό

τον φιλελεύθερο σχεδιασμό

τον δημοκρατικό σχεδιασμό και

τον σοσιαλιστικό σχεδιασμό

O Thornley (1977) συνέδεσε τους τύπους σχεδιασμού με το είδος και τον βαθμό κοινωνικής αλλαγής που επιδιώκει ο κάθε τύπος και κατέληξε σε τρεις κύριες κατηγορίες:

23


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

το συναινετικό σχεδιασμό, με σκοπό την κοινωνική σταθερότητα και πολιτική ομαλότητα (consensus and stability) με σκοπό την όσο το δυνατό ομαλότερη διατήρηση ενός μάλλον αταξικού κοινωνικού/πολιτικού συστήματος με κατά περίπτωση παρεμβάσεις,

το σχεδιασμό περιστολής και διαπραγμάτευσης (containment and bargaining) όπου κοινωνικές συγκρούσεις αναγνωρίζονται σαν εγγενές – και συχνά θετικό – στοιχείο της κοινωνίας και δίνεται έμφαση στη διαχείριση των συγκρούσεων με σκοπό την ομαλή ενσωμάτωση της δυναμικής τους στο υπάρχον κοινωνικό σύστημα και τέλος,

το σχεδιασμό σύγκρουσης και αύξησης της κοινωνικής συνείδησης (conflict and increased consciousness) όπου αναγνωρίζεται η συνεχής ταξική πάλη, θεωρείται ότι η κοινωνική πρόοδος επιτυγχάνεται κυρίως με κοινωνικές συγκρούσεις και ανατροπές και ο σκοπός του σχεδιασμού είναι οι βασικές δομικές αλλαγές στην κοινωνία.

Μια ακόμη αντιπροσωπευτική τυπολογία βάσει πολιτικών χαρακτηριστικών είναι εκείνη των Fainstein και Fainstein (1996: 266-272). Στην ανάλυσή τους ξεχώρισαν τέσσερις τύπους σχεδιασμού που σχετίζονται με πολιτικές θεωρίες εν γένει καθώς και με το ρόλο του κράτους σε θέματα χωρικού σχεδιασμού και ανάπτυξης: 

Τον

παραδοσιακό

ή

ορθολογικό

σχεδιασμό

(traditional

/

rational

comprehensive planning) όπου ο ειδικός μόνο προκαθορίζει τους σκοπούς του σχεδιασμού και τους τρόπους υλοποίησής του (ελιτισμός). Έμφαση δίνεται στον επιστημονικό χαρακτήρα του σχεδιασμού, που θεωρείται υπεράνω πολιτικών, ταξικών κλπ διαφοροποιήσεων. 

Ο αποσπασματικός βελτιωτικός σχεδιασμός (incremental planning) όπου οι αποφάσεις λαμβάνονται σε σχέση με τα συγκριτικά πλεονεκτήματα ορισμένων εναλλακτικών δυνατοτήτων περιορισμένων σε αριθμό. Σε αυτή την προσέγγιση δεν υπάρχουν μακροπρόθεσμοι στόχοι αλλά διαδοχικές μικροβελτιώσεις, ενώ διατηρείται η υπάρχουσα κατάσταση και προσιδιάζει με τη φιλελεύθερη πολιτική ιδεολογία.

Ο σχεδιασμός ισοκατανομής (equity planning) που επικεντρώνεται στην «πολιτικά ορθή» ιδεολογική προσέγγιση. Αναγνωρίζει την ταξική δομή της κοινωνίας και την κυριαρχία κοινωνικών ομάδων επί άλλων και προσπαθεί μέσω

24


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

του σχεδιασμού να ενισχύσει την κοινωνική θέση και το πολιτικό βάρος των ομάδων που μειονεκτούν, έστω κ αν αυτό γίνεται καθ’ υπέρβαση των τυπικά δημοκρατικών διαδικασιών (θετική διάκριση – positive discrimination). 

Ο δημοκρατικός σχεδιασμός (democratic planning) έχει κοινό πολιτικό και πρακτικό τόπο με το σχεδιασμό ισοκατανομής. Τονίζει τη σημασία της ευρύτερης δυνατής συμμετοχής του κοινού στο σχεδιασμό. Διαφέρει από τον προηγούμενο στο ότι επικεντρώνεται στις διαδικασίες μεγιστοποίησης της συμμετοχής και όχι τόσο στον στόχο ενίσχυσης των αδύνατων κοινωνικών ομάδων.

Οι παραπάνω προσεγγίσεις μας βοηθούν να κατανοήσουμε ότι ο σχεδιασμός δε μπορεί να βρίσκεται έξω από την πολιτική σύγκρουση και να νομιμοποιεί τις δράσεις του στη βάση της ορθολογικής μεθόδου. Ο σχεδιασμός όχι μόνο λειτουργεί μέσα σε πολιτικό πλαίσιο5, αλλά αποτελεί μια κυβερνητική και γενικότερα κρατική δραστηριότητα που δομείται από τα χαρακτηριστικά της και τις σχέσεις της με τις πλατύτερες κοινωνικές δυνάμεις. Ο σχεδιασμός ως ιδιαίτερη μορφή λήψης απόφασης πρέπει να εξεταστεί και να κατανοηθεί μέσα στο δομικό και ιδεολογικό πλαίσιό της, καθόσον οι αποφάσεις για τη χωρική δομή λαμβάνονται μέσα στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική δομή (Χριστοφιλόπουλος, 2002: 97).

Σύμφωνα με την έκθεση του Skeffington του 1969 για τη συμμετοχή των πολιτών στο Βρετανικό Πολεοδομικό Σχεδιασμό «θα ‘ταν αφέλεια να νομίζουμε ότι τα θέματα του σχεδιασμού αποφασίζονται έξω από την πολιτική αρένα». 5

25


Πρίγκου Σταματία

2.2

διπλωματική εργασία

Συμμετοχικές διαδικασίες στο Χωρικό Σχεδιασμό

Σύμφωνα με τον Χριστοφιλόπουλο (1987), η συμμετοχή των πολιτών στο σχεδιασμό, ως αναγνωρίσιμη και οργανωμένη κίνηση, αρχίζει μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και ανατρέχει στην εμπειρία των προβλημάτων των υποβαθμισμένων πολεοδομικά περιοχών των ΗΠΑ. Οι κρατικοί φορείς προσπαθούν να επιλύσουν τα προβλήματα αυτά με προγράμματα πολεοδομικής ανασυγκρότησης και ανάπλασης. Με το πρόσχημα του εκσυγχρονισμού των κέντρων, κυρίως, των πόλεων, ξεκίνησε

μια μεγάλη

επιχείρηση κατεδάφισης και παράδοσης στην κερδοσκοπία των μεγαλοεπιχειρηματιών, των κτιρίων, τα οποία είχαν νοικιαστεί με φθηνό μίσθωμα από πρόσωπα με χαμηλά εισοδήματα. Τα πολεοδομικά αυτά προγράμματα, είχαν βαθιά κοινωνική επίπτωση στους κατοίκους, ιδιαίτερα όσον αφορά στην απομάκρυνσή τους από τις υπό ανάπλαση περιοχές και τη διακοπή της συνέχειας των οικογενειακών και γειτονικών δεσμών τους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη συνειδητοποίηση από τους κατοίκους, και ιδιαίτερα από εκείνους που θίγονταν από τα πιο πάνω προγράμματα, της ανάγκης να αναμιχθούν σε αυτά. Έτσι γεννήθηκε στις ΗΠΑ η ιδέα της συμμετοχής των πολιτών στον πολεοδομικό σχεδιασμό (Χριστοφιλόπουλος, 1987:136) Η αδυναμία του καθολικού και συστημικού σχεδιασμού να αντιμετωπίσει με επιτυχία τα προβλήματα της πόλης και εν γένει των αστικών περιοχών, κυρίως λόγω του απολιτικού και τεχνοκρατικού χαρακτήρα του, έδωσε ώθηση για νέες κατευθύνσεις στο σχεδιασμό. Οι νέες κατευθύνσεις αναφέρονται στην αντιμετώπιση του σχεδιασμού, πλέον

όχι

ως

τεχνικοδιοικητικής

διαδικασίας

αλλά

ως

κοινωνικοπολιτικής

δραστηριότητας. Για τη διαμόρφωση της νέας κατεύθυνσης του σχεδιασμού ως κοινωνικού πολιτικού φαινομένου, σημαντικές υπήρξαν η προσφορά της κοινοτικής δράσης, οι αντιλήψεις ορισμένων νεοπλουραλιστών καθώς και η μαρξιστική προσέγγιση του σχεδιασμού (Χριστοφιλόπουλος, 2002: 90). Ο κοινοτικός σχεδιασμός (community planning) αποτέλεσε ένα ριζοσπαστικό κίνημα, το οποίο υποστήριζε ότι μόνο οι κάτοικοι μιας περιοχής νομιμοποιούνταν να αποφασίζουν σχετικά με τα ζητήματα χωρικών ρυθμίσεων που αφορούσαν την περιοχή αυτή. Αυτό το είδος σχεδιασμού έκανε την εμφάνισή του γύρω στη δεκαετία του 1960 ξεκινώντας από τις ΗΠΑ, και σύντομα εξαπλώθηκε στη Μεγάλη Βρετανία, επηρεάζοντας ταυτόχρονα και άλλες Ευρωπαϊκές πόλεις. Στο κίνημα της κοινοτικής 26


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

δράσης τάχθηκαν διάφορες μειονοτικές ομάδες, οι οποίες κατοικούσαν στα κέντρα των πόλεων, σε χαρακτηριστικά υποβαθμισμένες περιοχές. Οι σχεδιαστές αδυνατούσαν να προσφέρουν σε αυτές τις ομάδες τις βέλτιστες συνθήκες περιβάλλοντος. Σύμφωνα με το κίνημα της κοινοτικής δράσης, το οποίο αποτελεί μια κριτική στην οργάνωση του σύγχρονου κράτους, η κάθε κοινότητα πρέπει να οργανωθεί και να σχεδιαστεί με τέτοιο τρόπο το περιβάλλον της, ώστε να εξασφαλίζονται σε αυτήν οι καλύτερες συνθήκες για τη διαβίωση των ατόμων μέσα σε αυτή. Οι στόχοι της κοινότητας συνήθως δεν εισακούονται από την κεντρική εξουσία, εφόσον, σύμφωνα και με την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, οι φορείς αυτοί επιδιώκουν τη διασφάλιση συμφερόντων μεγαλύτερων κοινωνικών ομάδων και πλειοψηφιών. Τα αποτελέσματα αυτού του κινήματος λειτούργησαν ευεργετικά στα ζητήματα του σχεδιασμού, με τη λογική ότι επίσημα ή ανεπίσημα, ομάδες πολιτών άρχισαν να εμπλέκονται και ουσιαστικά να ελέγχουν με αυτό τον τρόπο αποφάσεις, πάνω σε ζητήματα χωρικού σχεδιασμού που τους αφορούσαν (Τσιλιμίγκας, 1998: 30). Με τη διαδικασία αυτή, ήρθε στην επιφάνεια η σύγκρουση συμφερόντων, κάτι το οποίο έως τότε αγνοούνταν από άλλες θεωρίες σχεδιασμού, εφόσον κυριαρχούσε η άποψη ότι η κοινωνία διέπεται περισσότερο από συνεργασία, παρά από σύγκρουση.

Έπειτα, η εκτεταμένη πολεοδομική ανάπτυξη καθώς και η κίνηση για συνένωση των κλασικών

θεωριών

της

δημοκρατίας

(ειδικότερα

της

αντικατάστασης

της

αντιπροσωπευτικής από τη συμμετοχική δημοκρατία), δημιούργησαν νέες ιδεολογίες που οδήγησαν σε κινήσεις όπως αυτή για το συνηγορικό σχεδιασμό (advocacy planning) οι οποίες ενδυνάμωσαν τη συμμετοχή των πολιτών στον πολεοδομικό σχεδιασμό. Η κίνηση αυτή, θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε ότι ήρθε ως απάντηση στην έως τότε έλλειψη εκπροσώπησης (ιδιαίτερα των ομάδων ατόμων με χαμηλά εισοδήματα καθώς και των ομάδων μειοψηφίας) στη διαδικασία του σχεδιασμού. Το κίνημα του συνηγορικού σχεδιασμού, βασίστηκε στις θεωρίες των νέοπλουραλιστών, που υποστήριζαν πως η κοινωνία συντίθεται από κοινωνικές ομάδες με διαφορετικά συμφέροντα οι οποίες λειτουργούν σε ένα περιβάλλον άνισου ανταγωνισμού. Ο σχεδιασμός δεν πρέπει να είναι ουδέτερος και απολιτικός, αλλά θα πρέπει να είναι τέτοιος ώστε να ευνοεί τις λιγότερο προνομιούχες κοινωνικές ομάδες. Η διαδικασία του συνηγορικού σχεδιασμού με στόχο τη διαχείριση χωρικών ζητημάτων 27


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

προτάθηκε για πρώτη φορά από τον Davidoff το 1960. Σύμφωνα με αυτή τη διαδικασία, οι διάφορες περιθωριακές ή αδύναμες κοινωνικά ομάδες θα πρέπει να συμμετέχουν στη διαδικασία του σχεδιασμού με δικές τους προτάσεις και ομάδα ειδικών ικανών να διαπραγματευτούν τα συμφέροντά τους με την κεντρική ή την τοπική εξουσία που λαμβάνει τις αποφάσεις. Δηλαδή σύμφωνα με τη διαδικασία του συνηγορικού σχεδιασμού, πολεοδόμοι και άλλων ειδικοτήτων τεχνικοί (τεχνοκράτες) αναλαμβάνουν την προάσπιση των συμφερόντων των μειονεκτικών ομάδων. Μετέπειτα, και ιδιαίτερα κατά τη δεκαετία του 1960, η συμμετοχή στο σχεδιασμό τοποθετείται στο πλαίσιο της αντίληψης ότι οι θεσμοί πρέπει να είναι ανοιχτοί για να παρέχουν σε όλους τους πολίτες ευκαιρίες ανάμειξης στο σχεδιασμό και τη λήψη απόφασης (Χριστοφιλόπουλος, 1987: 137). Την ίδια στιγμή στην Ευρώπη, σηματοδοτούνταν η επικράτηση της αντίληψης πως ο πολεοδομικός σχεδιασμός αποτελεί περισσότερο μια τεχνική διαδικασία, παρά μια κοινωνικοπολιτική εξέλιξη με περιεχόμενο,

με

κυρίαρχη

τη

θέση

της

ορθολογικής

καθολικής

(rational

comprehensive) προσέγγισης. Συγχρόνως, οι αρνητικές κριτικές για τον πολεοδομικό σχεδιασμό αυξάνονταν συνεχώς. Ο σχεδιασμός καταδικάζεται ως αρνητικός και περιοριστικός, με φτωχά αποτελέσματα και ως εκ τούτου με μια τάση υπονόμευσης της εμπιστοσύνης των πολιτών στο πολεοδομικό σύστημα. Παράλληλα, οι ομάδες πολιτών που επρόκειτο να επηρεαστούν από αποφάσεις του σχεδιασμού, διεκδικούσαν δικαίωμα λόγου σε ο,τι αφορά τους στόχους των πολεοδομικών σχεδίων για την περιοχή τους, την εκτίμηση για το είδος των διευκολύνσεων που χρειάζονται, κλπ. (Kirk, 1980) Την επόμενη δεκαετία (1970) η απαίτηση για συμμετοχή των πολιτών στον πολεοδομικό σχεδιασμό γνώρισε μεγάλη αύξηση, κυρίως στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες της Δύσης. Η συμμετοχή έγινε τόσο δημοφιλής και πολυσυζητημένη ώστε κάποιος ανύποπτος ακροατής θα μπορούσε να υποθέσει ότι βρισκόμαστε στο κατώφλι μιας νέας εποχής. Αυτό όμως είναι αμφίβολο καθώς πολλοί χρησιμοποίησαν τη συμμετοχή για να καλύψουν διάφορα παραπλανητικά ή αποπροσανατολιστικά ονόματα, όπως της πληροφόρησης, της δημοσιότητας, της χειραγώγησης,

της

ενημέρωσης

ή

ακόμα

(Χριστοφιλόπουλος, 1978 : 140).

28

και

της

ομαδικής

θεραπείας


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Οι πιο πάνω ιδέες της κοινοτικής δράσης και του συνηγορικού σχεδιασμού συνδέθηκαν στενά με την έννοια της συμμετοχής των πολιτών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και διαμόρφωσαν το συμμετοχικό σχεδιασμό (participatory planning), ο οποίος αντιπαραβάλλεται στον τεχνοκρατικό (πατερναλιστικό ή συναινετικό σχεδιασμό) και αποτελεί την πιο προωθημένη μορφή σχεδιασμού. Η ισότιμη συμμετοχή των φορέων του σχεδιασμού αυτού οδηγεί στη διαμόρφωση κοινωνικών στόχων και στη δυνατότητα άσκησης κοινωνικής πολιτικής. Ο συμμετοχικός σχεδιασμός θα μπορούσε να έχει εφαρμογή κυρίως στις χώρες εκείνες που έχουν ως σκοπό να μεταβάλλουν, μέσω μιας αναπτυξιακής διαδικασίας, τη δομή και διάρθρωση της οικονομίας αλλά και της κοινωνίας γενικότερα. Οι τεχνοκράτες – ειδικοί – πολεοδόμοι χρησιμοποιούνται στην προκειμένη περίπτωση, ως σύμβουλοι και υπόκεινται σε κοινωνικό έλεγχο, πράγμα που αποκλείει τη δυνατότητα χαρακτηρισμού του σχεδιασμού ως κλειστού συστήματος ειδικών (Χριστοφιλόπουλος, 2002: 92). Όπως επισημαίνει και ο Forester (1989), ο συμμετοχικός σχεδιασμός επιχειρεί, μέσα από τη διαπραγμάτευση μεταξύ των διαφόρων ομάδων, να οδηγήσει σε μια κατάσταση ισορροπίας, όπου όλοι οι εμπλεκόμενοι στη διαδικασία του σχεδιασμού κατανοούν την αμοιβαία αλληλεξάρτησή τους εντός του κοινωνικού και οικονομικού πλαισίου στο οποίο δραστηριοποιούνται και μέσα από αυτή τη θεώρηση, διαμορφώνουν νέες αντιλήψεις και αξίες. Καθώς οι ομάδες που εμπλέκονται έχουν διαφορετικά και πολλές φορές αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα, η συμμετοχική διαδικασία δεν είναι ουδέτερη, αλλά ενδεχομένως να εμπεριέχει συγκρούσεις. Για το λόγο αυτό ο σχεδιαστής που καθοδηγεί τη διαδικασία της συμμετοχής – διαβούλευσης αποκτά το ρόλο του ενεργού διαμεσολαβητή (Forester, 1989), ο οποίος απαιτεί ευρύτερη γνώση, επικοινωνιακή ικανότητα και ικανότητα διαχείρισης συγκρούσεων και κρίσεων. Η εφαρμογή της προσέγγισης του συμμετοχικού σχεδιασμού καθοδηγείται σήμερα σε σημαντικό βαθμό και από τις εξελίξεις στα ζητήματα χάραξης πολιτικής και τις ακολουθούμενες από τους φορείς διοίκησης πρακτικές, οι οποίες μπορούν να ιδωθούν από το πρίσμα ενός νέου μοντέλου διακυβέρνησης, το οποίο διαμορφώνεται από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, έως και σήμερα. Στο νέο αυτό μοντέλο τα ζητήματα συμμετοχής του κοινού στη διαδικασία λήψης αποφάσεων καθώς και η συνεργασία μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων μερών για τη χάραξη πολιτικής αποκτούν εξέχουσα σημασία.

29


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Παρόλα αυτά, όπως επισημαίνουν και οι Zwirner και Berger (2008), σκιαγραφώντας ένα πλαίσιο νέου μοντέλου διακυβέρνησης και τη θέση που έχει η συμμετοχή του κοινού σε αυτό, υπάρχει μια σειρά από σημαντικά χαρακτηριστικά που αυτό πρέπει να έχει. Το πρώτο είναι η εισαγωγή νέων εργαλείων χάραξης πολιτικής, τα οποία λειτουργούν συμπληρωματικά στους μηχανισμούς εντολής και ελέγχου και επιχειρούν να εμπλέξουν το κοινό στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Μέσα από αυτά, διασφαλίζεται η διάχυση πληροφορίας προς το κοινό, η προώθηση συνεργασίας και αλληλεπίδρασης μεταξύ διαφορετικών ομάδων, η θέσπιση νομικών εργαλείων που ενδεχομένως να καθιστούν υποχρεωτική τη συμμετοχή του κοινού στη διαδικασία λήψης αποφάσεων για ένα θέμα, καθώς και την προώθηση υβριδικών εργαλείων για τη διευκόλυνση

της

αλληλεπίδρασης

κέντρων

λήψης

αποφάσεων

και

ομάδων

ενδιαφερόντων (πχ. πλατφόρμες συνεργασίας). Στο πλαίσιο αυτό, ζωτικής σημασίας είναι η συμβολή της τεχνολογίας και ειδικότερα των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνίας (ΤΠΕ) καθώς και των εφαρμογών τους, οι οποίες προσφέρουν σημαντικά εργαλεία τόσο για τη διαχείριση της πληροφορίας, όσο και για τη διευκόλυνση της αλληλεπίδρασης μεταξύ των διαφόρων ομάδων. Δεύτερο ζωτικό στοιχείο του νέου μοντέλου είναι η οριζόντια ολοκλήρωση στη χάραξη πολιτικής, η εμπλοκή ομάδων ενδιαφερόντων στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, ώστε η ανάπτυξη πολιτικών, σχεδίων και προγραμμάτων να στηρίζεται σε διατομεακή, διεπιστημονική προσέγγιση, αξιοποιώντας τις δυνατότητες που παρέχουν οι σύγχρονες ΤΠΕ για τη βέλτιστη αλληλεπίδραση μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών. Τρίτο σημαντικό στοιχείο είναι η κάθετη ολοκλήρωση και συνεργασία μεταξύ των διαφορετικών επιπέδων λήψης απόφασης. Είναι πλέον σαφές πως η επιτυχής υλοποίηση των προτεινόμενων πολιτικών απαιτεί το συντονισμό όλων των διαφορετικών επιπέδων χάραξης πολιτικής. Το παραπάνω αποτελεί κρίσιμο παράγοντα στη λήψη αποφάσεων, καθώς διασφαλίζει την επικοινωνία και το συντονισμό στα διαφορετικά επίπεδα λήψης αποφάσεων. Η έως τώρα κυριαρχία του σχεδιασμού από την κρατική διοίκηση, ακόμη και για τοπικά θέματα και ο περιορισμός της τοπικής αυτοδιοίκησης σε διεκπεραιωτικά ή γνωμοδοτικά θέματα ή θέματα που συνεπάγονται πολιτικό κόστος, εκφράζει το χαρακτήρα του σχεδιασμού ως ένα συγκεντρωτικό κλειστό γραφειοκρατικό σύστημα 30


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

στο οποίο πρωταγωνιστικό ρόλο έχουν οι πολιτικοί και οι τεχνικοί, με παντελή έλλειψη της ουσιαστικής συμμετοχής των πολιτών σ’ αυτόν. Έτσι ο σχεδιασμός αυτός πολλές φορές είναι άσχετος με την κοινωνική πραγματικότητα (Χριστοφιλόπουλος, 2002: 393). Το κενό αυτό καλείται να καλύψει η ένταξη των συμμετοχικών διαδικασιών στο χωρικό σχεδιασμό διαμορφώνοντας πολιτικές που, εκτός από τον τεχνικό χαρακτήρα, εντάσσουν πλέον και τον κοινωνικό.

31


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

2.3. Αστική Διακυβέρνηση Ο όρος «διακυβέρνηση», που αποτελεί τη συνήθη ελληνική απόδοση του αγγλικού «governance», υποδηλώνει ένα τρόπο λήψης αποφάσεων σχετικά με τις δημόσιες πολιτικές, κατά τον οποίο αυτές δεν λαμβάνονται αποκλειστικά από δημόσιους φορείς αλλά και από άλλους: σχεδόν πάντα τον ιδιωτικό τομέα (συνήθως μέσω των συλλογικών εκπροσώπων διαφόρων κατηγοριών επιχειρήσεων όπως τουριστικές, βιομηχανικές επιχειρήσεις) και κατηγοριών επαγγελματιών (π.χ. οι μηχανικοί) και συνήθως το λεγόμενο «τρίτο» ή κοινωνικό τομέα (π.χ. μη κυβερνητικές οργανώσεις και άλλες συνενώσεις πολιτών σε μη επαγγελματική βάση). (Οικονόμου, 2010) Σε κάποιο βαθμό τέτοιες συνεργασίες προϋπήρχαν από παλαιότερα

αλλά

αναπτύχθηκαν αρκετά από τη δεκαετία του ’80 και έπειτα. Βασικός λόγος ήταν η δημοσιονομική κρίση του κράτους (μείωση της δυνατότητας αυτοτελούς κρατικής χρηματοδότησης διαφόρων δαπανών και παρεμβάσεων και ταυτόχρονη επιβολή συμμετοχής ιδιωτικών κεφαλαίων στις χρηματοδοτήσεις αυτές). Ενώ ο όρος κυβέρνηση (government) αποδίδει την επικράτηση της κρατικής εξουσίας οργανωμένης θεσμικά και ιεραρχικά μέσω της λειτουργίας δημόσιων οργανισμών και γραφειοκρατικών διαδικασιών, ο όρος διακυβέρνηση (governance) αναφέρεται στην εμφάνιση επικαλυπτόμενων και περίπλοκων σχέσεων οι οποίες εμπλέκουν οργανισμούς εξωτερικούς του πολιτικού χώρου (Painter και Goodwin, 1995). Σε κείμενα της ΕΕ αποδίδονται πέντε βασικές αρχές της καλής διακυβέρνησης (CEC, 2001: 10-11): 

ανοικτή: οι αρχές και οι διαδικασίες οφείλουν να είναι διαθέσιμες και κατανοητές στο ευρύ κοινό

συμμετοχική: στη διαμόρφωση και εφαρμογή πολιτικών είναι απαραίτητη η ευρεία συμμετοχή των πολιτών

λογοδοτική – υπεύθυνη: οι ρόλοι των οργανισμών οφείλουν να είναι ξεκάθαροι έτσι ώστε να είναι δυνατή η ανάληψη ευθύνης από μέρους τους

αποτελεσματική: οι πολιτικές πρέπει να είναι αποτελεσματικές και σύγχρονες των καταστάσεων που καλούνται να αντιμετωπίσουν, βασισμένες σε ξεκάθαρους στόχους

συνεκτική: οι διαδικασίες διακυβέρνησης πρέπει να συμβάλλουν στη συνοχή των πολιτικών και δράσεων κάνοντας άμεσα κατανοητή τη λειτουργία και τους στόχους τους 32


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Η διακυβέρνηση δεν αναφέρεται ειδικά στον αστικό χώρο, αλλά ο τελευταίος αποτελεί συχνό πεδίο εφαρμογής της (οπότε πρόκειται για «αστική διακυβέρνηση»). Συνήθως αναπτύσσεται «από τα κάτω», αποτελώντας (όπως και η διακυβέρνηση γενικότερα) όχι τόσο θεσμική υποχρέωση αλλά κοινή-εθελοντική απόφαση των εμπλεκόμενων μερών που διαβλέπουν ότι μια τέτοια διαδικασία λήψης αποφάσεων μπορεί να είναι ευνοϊκή – λιγότερο ή περισσότερο- για όλες τις πλευρές. Η αστική διακυβέρνηση (urban governance) είναι μια προσέγγιση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων, στην οποία σύμφωνα με τον Pieterse (2000:12) : [...] σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν η φύση, η ποιότητα και ο σκοπός των σχέσεων που αναπτύσσονται στις αστικές περιοχές και συνδέουν διαφορετικές θεσμικές σφαίρες επιρροής, όπως η Πολιτεία, η κοινωνία και ο ιδιωτικός τομέας.” Βάσει της προηγούμενης προσέγγισης, θα προσπαθήσουμε να αποσαφηνίσουμε τις έννοιες φύση (nature), ποιότητα (quality) και σκοπός (purpose) των σχέσεων που αναπτύσσονται στις αστικές περιοχές. Σ’ αυτό το πλαίσιο τα εν λόγω στοιχεία αναλύονται ως εξής: Φύση των σχέσεων: Η φύση των σχέσεων που αναπτύσσονται σε αστικές περιοχές περιγράφει το βάθος και το βαθμό πολυπλοκότητας των σχέσεων που αναπτύσσονται μεταξύ των διαφορετικών θεσμικών σφαιρών επιρροής. Ποιότητα των σχέσεων: Η ποιότητα είναι ένα στοιχείο που περιγράφει σχέσεις οι οποίες διακρίνονται από χαρακτηριστικά όπως αμοιβαιότητα, εμπιστοσύνη και αξιοπιστία. Τα χαρακτηριστικά αυτά ενισχύονται σε μια διαδικασία από την εφαρμογή μηχανισμών που διευκολύνουν την ουσιαστική αλληλεπίδραση των εμπλεκόμενων ομάδων. Σκοπός των σχέσεων: Ο σκοπός των σχέσεων που αναπτύσσονται στο πλαίσιο της αστικής διακυβέρνησης υποδηλώνει το βαθμό στον οποίο οι σχέσεις διαρκώς εμβαθύνουν μέσα από πνεύμα συνεργασίας προκειμένου να επιτευχθούν κοινοί κοινωνικοί στόχοι. Επιπρόσθετα, εκφράζεται η ισχυρή δέσμευση σε περιοχές ύπαρξης διαφωνιών, να υπάρξει

33


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

προσπάθεια με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο για την επίτευξη στόχων που βρίσκονται αρκετά ψηλά στην κλίμακα ιεραρχίας. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι η αστική διακυβέρνηση, ανάλογα με τον τρόπο και τα μέσα που χρησιμοποιεί κατά την εφαρμογή της διακρίνεται σε διάφορες μορφές. Οι σημαντικότερες εξ’ αυτών, οι οποίες και θα αναλυθούν εκτενέστερα παρακάτω, είναι η συμμετοχική αστική διακυβέρνηση (participatory urban governance) και η ηλεκτρονική αστική διακυβέρνηση (urban e-governance). Η πιο πάνω έννοια της αστικής διακυβέρνησης δεν πρέπει να συγχέεται με μια άλλη (μερικώς συγγενή αλλά όχι ταυτόσημη με αυτήν) έννοια, τις παραδοσιακές «συμμετοχικές διαδικασίες» των πολιτών (και διαφόρων επιμέρους κοινωνικών ομάδων) στον πολεοδομικό σχεδιασμό. Η συμμετοχή αυτή διαφέρει από τη διακυβέρνηση, αφενός γιατί είναι συνήθως συμβουλευτική (όχι υποχρεωτική) κατά τη διαμόρφωση των αποφάσεων, και αφετέρου γιατί συνήθως περιορίζεται σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες (ιδιοκτήτες γης και περιβαλλοντικές οργανώσεις) και όχι γενικότερα τον επιχειρηματικό και τον κοινωνικό τομέα) (Οικονόμου, 2010:28)

34


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

2.4. Συμμετοχικότητα στην Αστική Διακυβέρνηση Παραπάνω, αναλύθηκαν οι όροι του συμμετοχικού σχεδιασμού και κατ’ επέκταση της συμμετοχικότητας, καθώς και της αστικής διακυβέρνησης. Η συμμετοχικότητα ως έννοια διαδραματίζει ζωτικό ρόλο στην αστική διακυβέρνηση, καθώς αποτελεί ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της. (Γιαουτζή, Γραμματικογιάννης, 2011) Σύμφωνα με τον Pieterse (2000), προέκταση της αστικής διακυβέρνησης αποτελεί η συμμετοχική αστική διακυβέρνηση (participatory urban governance), η οποία είναι μια ολοκληρωμένη διαδικασία λήψης αποφάσεων στην οποία συνδυάζονται η ισόρροπη οικονομική ανάπτυξη, η κοινωνική δικαιοσύνη, η οπτική των κέντρων λήψης αποφάσεων και η πολιτισμική ελευθερία. Όσον αφορά στα χαρακτηριστικά της συμμετοχικής διακυβέρνησης, αυτά προσδιορίζονται παρακάτω: 

Υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης και αμοιβαιότητας μεταξύ των εμπλεκομένων της

αστικής διακυβέρνησης, τα οποία εκφράζονται μέσω ενός «πολιτικού συμβολαίου» που ενσωματώνει πολιτική ισότητα, ανοχή και συμπερίληψη. 

Ουσιαστική λογοδοσία των κέντρων λήψης αποφάσεων, η οποία εκφράζεται

μέσω της ενεργούς επιρροής και εποπτείας των διαδικασιών από τους πολίτες, της διαφάνειας στη λήψη αποφάσεων κ.α. 

Εμπλοκή ενεργών πολιτών οι οποίοι δραστηριοποιούνται στις διαδικασίες

λήψης αποφάσεων με συλλογικά ή ατομικά μέσα, ανεξαρτήτου φύλου, εθνικότητος και πλούτου. Κατά τον Hirst (Hirst,2000), τα γενικά αυτά χαρακτηριστικά που περιγράφηκαν παραπάνω, μπορούν να εξειδικευθούν, συνθέτοντας πρακτικές και πολιτικές συμμετοχικής διακυβέρνησης όπως: 

Εποπτικό κρατικό έλεγχο μέσω ανεξάρτητης διοικητικής αρχής, που θα επιβεβαιώνει ότι οι δραστηριότητες της αυτοδιοικούμενης οργάνωσης δε βλάπτουν τα κρατικά συμφέροντα.

Χρησιμοποίηση τεχνοκρατικού management που θα εξασφαλίζει υγιή οικονομική διαχείριση. Αυτή η τεχνοκρατική διοίκηση ασκείται από στελέχη που διορίζονται είτε από το κράτος είτε από τους ίδιους τους ενδιαφερομένους, με άμεση ψηφοφορία ή μέσω αντιπροσώπων.

Αξιοποίηση ΜΚΟ και αυτόνομων ομάδων πολιτών που μπορεί να χρηματοδοτούνται από το κράτος και θα προσφέρουν τεχνογνωσία και βοήθεια. 35


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Συνεργασία της εκλεγμένης Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

Σύμπραξη ιδιωτών, όπου και όταν αυτό κρίνεται απαραίτητο.

Θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε ότι οι παραπάνω πολιτικές συνθέτουν ένα πρότυπο παράδειγμα συμμετοχικής διακυβέρνησης η οποία συμπεριλαμβάνει: τον κρατικό έλεγχο (πιο διακριτικό και ουσιαστικό), την τεχνοκρατική – οικονομική διαχείριση, την εθελοντική εργασία ΜΚΟ και ομάδων πολιτών (που θα εκπροσωπούν την Κοινωνία των Πολιτών), τις ανάγκες της τοπικής κοινωνίας (όπως αυτές εκφράζονται από τους εκλεγμένους αντιπροσώπους τους), τον ιδιωτικό τομέα (αν και εφόσον η συμμετοχή του συμφέρει οικονομικά το Δημόσιο τομέα). Σε επίπεδο πολιτικής και διακυβέρνησης, το συμμετοχικό μοντέλο αποσκοπεί στο δημιουργικό συνδυασμό βασικών μοντέλων διακυβέρνησης του περασμένου αιώνα (κρατικό-σοσιαλιστικό, σοσιαλδημοκρατικό, νεοφιλελεύθερο και «τρίτος δρόμος»), έτσι ώστε να αξιοποιήσει τα αξιολογότερα χαρακτηριστικά του καθενός. Από το κρατικό – σοσιαλιστικό μοντέλο υιοθετείται ο κρατικός έλεγχος, που διασφαλίζει ότι προάγεται το «κοινό καλό», το «δημόσιο συμφέρον». Από το σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας, που εξασφαλίζει ένα ελάχιστο δικαιοσύνης και ισότητας. Από το νεοφιλελεύθερο μοντέλο αντλούνται τρόποι σύμπραξης του ιδιωτικού τομέα και εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης έργων και δραστηριοτήτων κοινής ωφέλειας.

Από τον «τρίτο δρόμο» διασφαλίζεται η γόνιμη σύζευξη του

πολιτικού φιλελευθερισμού με τη σοσιαλδημοκρατία και την οικονομία της αγοράς (Δαμανάκη, 2004: 78). Το συμμετοχικό μοντέλο δημοκρατίας προτείνει ένα πρότυπο διακυβέρνησης που ξεπερνά τον εναλλακτικό «τρίτο δρόμο» και προάγει την αυτονομία των πολιτών μέσα από την αυτοδιαχείριση των οργανώσεών τους (Hirst, 1997). Αποδέχεται βασικά συστατικά του πολιτικού και οικονομικού φιλελευθερισμού (σεβασμό ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμβόλαιο κοινωνικής συναίνεσης, άνοιγμα αγορών, ανάπτυξη ανταγωνισμού) και ενσωματώνει τη δημοκρατική εκπροσώπηση των πολιτών. Αποδέχεται, δηλαδή, τη βασική δημοκρατική αρχή της αντιπροσώπευσης και προσπαθεί να την καταστήσει και ουσιαστικά και αναλογικά αντιπροσωπευτική. Ο στόχος είναι να εκπροσωπούνται όσο το δυνατόν περισσότερα τμήματα του πληθυσμού αν και εφόσον είναι αδύνατο να εφαρμοσθεί «άμεση δημοκρατία» σε όλες τις εκδηλώσεις τους (Δαμανάκη, 2004: 79). 36


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

2.5. Η ηλεκτρονική δημοκρατία μέσο για τη συμμετοχή των πολιτών Προέκταση της συμμετοχικής αστικής διακυβέρνησης και κατ’ επέκταση της αστικής διακυβέρνησης αποτελεί η ηλεκτρονική αστική διακυβέρνηση. Η παραπάνω συνιστά κυρίως στη χρήση από τις υπηρεσίες των αρμόδιων αρχών, τεχνολογιών πληροφορικής (διαδίκτυο, δίκτυα εργασίας περιοχής κ.α.) οι οποίες τεχνολογίες έχουν τη δυνατότητα να μετασχηματίζουν τις σχέσεις μεταξύ πολιτών, επιχειρήσεων και άλλων υπηρεσιών της δημόσιας διοίκησης. Κατά τους Schedler και Scharf (2001:776), η ηλεκτρονική διακυβέρνηση «είναι μια μορφή οργάνωσης η οποία ολοκληρώνει τις αλληλεπιδράσεις και τις διασυνδέσεις μεταξύ κέντρων λήψης αποφάσεων και πολιτικών, εταιρειών, πελατών και δημοσίων οργανισμών μέσα από την εφαρμογή σύγχρονων τεχνολογιών επικοινωνίας και πληροφορικής». Πέρα όμως από τον παραπάνω αντιπροσωπευτικό ορισμό της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, σκόπιμο θα ήταν να εξετάσουμε και τις πολιτικές προεκτάσεις της ηλεκτρονικής δημοκρατίας εν γένει, ως μέσο για τη συμμετοχή των πολιτών. Η ηλεκτρονική δημοκρατία είναι συμπλήρωμα και όχι υποκατάστατο των παραδοσιακών μορφών πολιτικής συμμετοχής, ένα συμπλήρωμα που προωθεί την ενεργό συμμετοχή των πολιτών στη διαμόρφωση της ζωής τους (Παπανδρέου, 2003). Η δύναμη της ηλεκτρονικής δημοκρατίας έγκειται στην ικανότητά της να αξιοποιεί τις θετικές

πλευρές

της

παγκοσμιοποίησης,

αυξάνοντας

και

βελτιώνοντας

την

αλληλεπίδραση τόσο μεταξύ των ίδιων των πολιτών όσο και μεταξύ πολιτών και οργάνων διακυβέρνησης (Papacharissi, 2004). Έτσι, σηματοδοτεί το μετασχηματισμό της ίδιας της κοινωνίας και όχι μόνο της διακυβέρνησης. Αυτό βέβαια δε γίνεται απλά και μόνο αν παρασχεθεί στους πολίτες πρόσβαση στην τεχνολογία και δημιουργηθεί ένας εικονικός δημόσιος χώρος, όπου θα μπορούν να εκφράζονται. Χρειάζεται επίσης υπεύθυνη και ανεξάρτητη διαμεσολάβηση, με διάχυση της εξουσίας σε πολλούς φορείς του δημοσίου, του μη κερδοσκοπικού και του ιδιωτικού τομέα (δημόσιες υπηρεσίες, οργανώσεις Κοινωνίας Πολιτών και εταιρείες παροχής υπηρεσιών) με ευρύτερη συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων (Δαμανάκη, 2004). Η ηλεκτρονική δημοκρατία δίνει τη δυνατότητα μετατροπής των παραδοσιακών διαβουλεύσεων σε ηλεκτρονικές διαβουλεύσεις μεταξύ κυβερνώντων και πολιτών και 37


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

προσφέρει νέα ευκαιρίες στην ανάδειξη θεμάτων που ενδιαφέρουν τους πολίτες (Papacharissi, 2004). Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ο πολίτης μπορεί να δέχεται και να στέλνει μηνύματα, να έχει επαρκή ενημέρωση για τα θέματα που τον ενδιαφέρουν και να ασκεί διαρκή έλεγχο στα καθημερινά πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά δρώμενα (Παπανδρέου, 2003). Η χρήση των νέων τεχνολογιών μεταβάλλει επίσης τις κλασικές και παραδοσιακές σχέσεις μεταξύ κράτους και Κοινωνίας Πολιτών, μετατρέποντας τη σχέση επικοινωνίας από μονόδρομη σε αμφίδρομη (Βασιλόπουλος, 2000). Το κράτος πλέον, με «ψηφιακό πρόσωπο» (Digital Face of Government) στην εποχή της Κοινωνίας της Πληροφορίας (Information Society), αποσκοπεί με τη χρήση των νέων τεχνολογιών και των πληροφοριακών συστημάτων να γίνει πιο οργανωτικό και αποτελεσματικό και με το ελάχιστο δυνατό κόστος (Κοσμόπουλος, 2004). Τα πληροφοριακά συστήματα και το διαδίκτυο, στο πλαίσιο της Κοινωνίας της Πληροφορίας και της Ηλεκτρονικής Αστικής Διακυβέρνησης, όπως αναλύθηκε σαν έννοια και σαν πολιτική στην προηγούμενη ενότητα, ενδυναμώνουν τα χαρακτηριστικά των σύγχρονων δημοκρατικών συστημάτων. Ήδη πολλές συναλλαγές των πολιτών με το δημόσιο γίνονται μέσω διαδικτύου (τραπεζικές συναλλαγές, έκδοση πιστοποιητικών, φορολογικές ενημερώσεις κλπ.). Το θετικό που απορρέει από την εφαρμογή της ηλεκτρονικής δημοκρατίας στις δημόσιες υπηρεσίες, είναι το γεγονός του ότι ο πολίτης έχει άμεση ενημέρωση, με τη ροή πληροφοριών να μην αποτελεί πλέον προνόμιο πολιτικών και οικονομικών ελίτ μέσα σε ένα κράτος, αλλά τα κυβερνητικά και κομματικά προγράμματα και οι πολιτικές αποφάσεις νομοθετικού και εκτελεστικού χαρακτήρα διαχέονται στους πολίτες (Βασιλείου, 2004). Ωστόσο, ας σημειώσουμε πως με τη χρήση εφαρμογών τέτοιου τύπου ελοχεύουν και νέοι κίνδυνοι, όπως λ.χ. ο κίνδυνος αποκλεισμού ομάδων πολιτών που αντιμετωπίζουν δυσχέρειες ή εμφανίζουν απροθυμία χρήσης τεχνολογίας (ηλικιωμένοι, άτομα χαμηλότερου μορφωτικού επιπέδου κλπ), ή ο κίνδυνος οι πολίτες να περιορίζονται σε ανάγνωση συγκεκριμένων ιστοσελίδων, με αποτέλεσμα την πόλωση απόψεων (Μποζίνης, 2004). Το κατά πόσο οι εφαρμογές νέων τεχνολογιών πληροφορίας και επικοινωνίας συντείνουν στη διεύρυνση των συμμετοχικών προσεγγίσεων στο σχεδιασμό, αποτελεί το ζήτημα που πραγματεύεται το επόμενο κεφάλαιο. 38


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

3. Σύντομη ιστορική επισκόπηση των συμμετοχικών διαδικασιών στην Ελλάδα Στη νεότερη ιστορία της Ελλάδας παρατηρούνται εκπληκτικά παραδείγματα αυτόοργάνωσης τοπικών κοινωνιών, αλλά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν ευνοήθηκε καθόλου η λογική τους. Το νομικό πλαίσιο της χώρας δεν προέβλεπε την ουσιαστική εμπλοκή της τοπικής κοινωνίας στο σχεδιασμό. Υπήρξαν κάποιες συμμετοχικές διαδικασίες, αλλά δε μπορούμε να πούμε ότι υπήρξαν σημαντικές αλλαγές στα προϊόντα του σχεδιασμού. Ο ρόλος τους ήταν απλά να αμβλύνουν τις τοπικές αντιθέσεις και πολώσεις μέσω της έκφρασης απόψεων, ενώ διαδραμάτιζαν μόνο γνωμοδοτικό ρόλο (Τσιλιμίγκας, 1998). Η συμμετοχή του κοινού στον πολεοδομικό σχεδιασμό αναφέρθηκε εκτενώς για πρώτη φορά στην ελληνική πολεοδομική νομοθεσία και στις εκφράσεις πολεοδομικής πολιτικής στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Με την έλευση του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία του 1981, και την ανάθεση του Υπουργείου Χωροταξίας Οικισμού και Περιβάλλοντος στον Αντώνη Τρίτση, ψηφίστηκε νέος πολεοδομικός νόμος (1337/83) που επιχειρούσε να λύσει τα επείγοντα προβλήματα των πόλεων και να αντιμετωπίσει το φαινόμενο της αυθαίρετης δόμησης. Ο νόμος αυτός συνοδεύτηκε από την ΕΠΑ (Επιχείρηση Πολεοδομικής Ανασυγκρότησης) που ήταν η πρώτη πολεοδομική πολιτική με εφαρμογή σε πανελλήνια κλίμακα μετά το 1923 και την τότε προσπάθεια στέγασης των προσφύγων μετά από τη Μικρασιατική καταστροφή. Με την ΕΠΑ κινητοποιήθηκε ολόκληρος ο κρατικός μηχανισμός για την εκπόνηση πολεοδομικού σχεδιασμού σε δύο επίπεδα: τα Γενικά Πολεοδομικά Σχέδια –που ήταν το στρατηγικό επίπεδο – και τις Πολεοδομικές Μελέτες – που ήταν η λεπτομερέστερη εφαρμογή του προηγούμενου επιπέδου. (Λαλένης, 2008) Η συμμετοχή κοινού και φορέων στον πολεοδομικό σχεδιασμό τονιζόταν ιδιαίτερα στις διαδικασίες της ΕΠΑ και ο ρόλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης αναβαθμίστηκε με εκχώρηση σε αυτήν μερικών αποφασιστικών αρμοδιοτήτων για πολεοδομικά θέματα, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις (ύπαρξη άρτια οργανωμένης τεχνικής υπηρεσίας στους Δήμους κλπ.) (Lalenis, 2000). Σαν κύρια μέσα για την επίτευξη συμμετοχής του κοινού, που θεσμοθετήθηκαν από τον Ν. 1337/83 και προωθήθηκαν από την ΕΠΑ ήταν οι Λαϊκές Συνελεύσεις και οι Πολεοδομικές Επιτροπές Γειτονιάς. (Λαλένης, 2008). Ωστόσο, συγχρόνως, οι συμμετέχοντες δεν αγκάλιασαν το εγχείρημα εξαρχής για διάφορους λόγους. Οι εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης, όντας για καιρό 39


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

ιδιαίτερα εξαρτημένοι από την κεντρική διοίκηση, δεν είχαν ευκαιρίες να αναπτύξουν διοικητικές ικανότητες και λειτουργούσαν σαν τοπικές προεκτάσεις των κεντρικών πολιτικών μηχανισμών, εξασκώντας έντονα πελατειακές σχέσεις στο περιβάλλον τους (Lalenis, 2000), ενώ σε πολλές περιπτώσεις αντιμετώπιζαν τις πρωτοβουλίες για συμμετοχικές διαδικασίες που δεν ελέγχονταν από τους ίδιους με καχυποψία, θεωρώντας ότι αντιστρατεύονται την δημιουργία των δικών τους τοπικών κέντρων επιρροής. Οι πολεοδόμοι δημόσιοι υπάλληλοι, κατά την πρώτη περίοδο της ΕΠΑ, ανέλαβαν τη διαχείριση εκπονήσεων των πολεοδομικών σχεδίων, κάτι για το οποίο δεν ήταν προετοιμασμένοι ενώ εξέλειπε και η οργανωτική υποστήριξη. Αυτό, οδήγησε τη συχνή ύπαρξη προστριβών με τις άλλες κατηγορίες συμμετεχόντων, οι οποίοι τους θεωρούσαν υπεύθυνους για τα αρνητικά των διαδικασιών. Το ίδιο συνέβη με τους πολεοδόμους ελεύθερους επαγγελματίες, καθώς υπήρξαν αρχιτέκτονες και πολιτικοί μηχανικοί, που παρά τη θετική ιδεολογική φόρτιση, ενεπλέκονταν για πρώτη φορά με πολεοδομικά θέματα. Η απειρία αυτή, σε συνδυασμό με την επιχειρησιακή ανεπάρκεια της ΕΠΑ, οδήγησε γρήγορα, στο να αποκτήσουν μια τεχνική και τυπική προσέγγιση στο σχεδιασμό, παρά τον αρχικό τους ενθουσιασμό. Όσον αφορά στο φαινόμενο της συνηγορίας στο σχεδιασμό, κι αυτό έκανε την εμφάνισή του με την ΕΠΑ. Αντίθετα, πάντως με τις αντίστοιχες μορφές συνηγορίας που έχουν καταγραφεί στη διεθνή βιβλιογραφία, στην Ελλάδα, οι συνήγοροι σχεδιασμού δε συνεργάζονταν απ’ ευθείας με το κοινό, αλλά κυρίως με τις τοπικές αρχές (Lalenis, 1993). Το έργο τους ήταν συνήθως περιστασιακό, ενώ σαν οργανωμένη μορφή συνηγορίας (κυρίως σε κεντρικό επίπεδο), μπορεί να θεωρηθεί η ΕΕΤΑΑ (Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Αποκέντρωσης), με έργο τη βοήθεια και τις συμβουλές προς την Τοπική Αυτοδιοίκηση σε θέματα σχεδιασμού του χώρου, αλλά δεν αναμίχθηκε με την μαχόμενη πολεοδομία, περιοριζόμενη σε στρατηγικό επίπεδο παρεμβάσεων (Λαλένης, 2008). Σε ο, τι αφορά το κοινό, η ΕΠΑ και οι μηχανισμοί της παρείχαν ευκαιρίες συμμετοχής κυρίως στις ομάδες των ελίτ. Οι ομάδες αυτές συμμετείχαν σε μικτές επιτροπές επίβλεψης, συμβούλια, συμβουλευτικά σώματα κλπ. Από την άλλη, η συμμετοχή ομάδων πίεσης ήταν σχετικά περιορισμένη, με την πλειοψηφία των ζητημάτων να αφορά τα ΓΠΣ πόλεων και μεγαλύτερων οικισμών, με κύριο μέλημα των 40


Πρίγκου Σταματία

συμμετεχόντων

διπλωματική εργασία

την

προστασία

της

ιδιοκτησίας

τους

από

ρυμοτομήσεις.

Χαρακτηριστική, τέλος, είναι η ασήμαντη παρουσία μεγαλύτερων ομάδων πίεσης (περιβαλλοντικοί σύλλογοι κλπ.) με την πιθανότερη εξήγηση ότι αυτό ήταν σύμπτωμα έλλειψης εμπειρίας συμμετοχικών διαδικασιών από αυτές τις ομάδες. Ο «μεταβατικός» Ν. 1337/83, ο οποίος εντέλει έμεινε σε ισχύ για περίπου 24 χρόνια, έμελε να αντικατασταθεί από τον 2508/97, διατηρώντας σε βασικές γραμμές το πνεύμα του και θεσμοθετώντας εκσυγχρονιστικές αλλαγές, όπως θεσμικά πλαίσια περί αναπλάσεων και αναφορές στην προστασία του περιβάλλοντος και στην βιώσιμη ανάπτυξη των πόλεων. Ταυτόχρονα όμως, ελαχιστοποιήθηκαν οι αναφορές στις λαϊκές συνελεύσεις, ενώ εξέλειπαν πλήρως οι αντίστοιχες στις Πολεοδομικές Επιτροπές Γειτονιάς (Λαλένης, 2008). Η επαναφορά των δύο αυτών στοιχείων, μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι συνέβη με την αλλαγή της αρχιτεκτονικής της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, δηλαδή με το Ν. 3852/10 («Καλλικράτης»). Στο άρθρο 85 του Καλλικράτη, προβλέπονται τοπικές συνελεύσεις κατοίκων. Ανάμεσα στα υπάρχοντα θεσμοθετημένα όργανα, συναντάμε τις Δημοτικές Επιτροπές Διαβούλευσης, σημαντικό σημείο αφετηρίας για την ενίσχυση της συμμετοχής των πολιτών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων που αφορούν αστικά ζητήματα. Ωστόσο δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε πως τα όργανα αυτά έχουν παράγει σημαντικά αποτελέσματα, καθώς το αντικείμενο των επιτροπών είναι αρκετά ασαφές, τα ζητήματα δημοκρατικής εκπροσώπησης της κοινωνίας πολιτών δεν απαντώνται ικανοποιητικά από την υπάρχουσα νομοθεσία ενώ οι αποφάσεις που λαμβάνουν έχουν περισσότερο συμβουλευτικό χαρακτήρα Από την άλλη, οι Επιτροπές Ποιότητας Ζωής, ενώ λαμβάνουν δεσμευτικότερες αποφάσεις, δε διέπονται από αρχές συμμετοχικότητας, καθώς δε προσφέρουν στους ενδιαφερόμενους πολίτες παρά το δικαίωμα ακρόασης. Οι Δημοτικές Κοινότητες, αποτελούν σήμερα το εγγύτερο στους πολίτες επίπεδο διακυβέρνησης και καλούνται να διαδραματίσουν ρόλο ανοιχτών φόρουμ διαβούλευσης. Εν γένει, στα όποια παραδείγματα σχεδιασμού στην Ελλάδα, παρατηρήθηκε ότι απουσιάζει από τη διαδικασία σχεδιασμού η ενημέρωση όλων των συμμετεχόντων για το ισχύον θεσμικό πλαίσιο. Αυτό καταδεικνύει μια τάση αφαίρεσης της πολιτικής διάστασης από τον πολεοδομικό σχεδιασμό και μετατροπής του σε μια καθαρά τεχνοκρατική διαδικασία. Η απουσία συντονισμού στα διάφορα χωρικά και διοικητικά 41


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

επίπεδα, καταδεικνύει επίσης πως οι συμμετοχικές διαδικασίες επικεντρωνόντουσαν κυρίως στη συλλογή και διάδοση πληροφοριών προς το κοινό, αλλά τις περισσότερες φορές επρόκειτο για πληροφορίες για ήδη ειλημμένες αποφάσεις. Στην Ελλάδα ο σχεδιασμός δεν είναι όχι μόνο συμμετοχικός ή έστω συναινετικός, αλλά ούτε και τεχνοκρατικός (με την έννοια της κυριαρχίας τους από μη ειδικούς), ειδικότερα: Έχει αναλυθεί ο ρόλος της δημόσιας διοίκησης στην αναπαραγωγή του συστήματος πολιτικής πελατείας το οποίο στήριζε το κοινωνικό-οικονομικό σύστημα (Τσουκαλάς, 1983). Έτσι δεν υπήρξε ούτε και υπάρχει εξειδικευμένο προσωπικό στη δημόσια διοίκηση αλλά ούτε και πολιτική βούληση των εκάστοτε κυβερνήσεων για τη διαμόρφωση και εφαρμογή μιας ορθολογικής, ολοκληρωμένης πολεοδομικής πολιτικής. Με βάση τα παραπάνω, οδηγούμαστε στη διαπίστωση πως όσες προσπάθειες συμμετοχικού αστικού σχεδιασμού έχουν ήδη λάβει χώρα στην Ελλάδα, εξελίχθησαν μάλλον άτυπα και ανεξάρτητα του όποιου σχετικού θεσμικού πλαισίου. Το γεγονός αυτό αποδίδεται κυρίως, όπως προαναφέρθηκε, στην ανεπάρκεια του υπάρχοντος θεσμικού πλαισίου και τη μερική ή ολική άγνοια σχετικών δυνατοτήτων από μέρους των ενδιαφερόμενων πλευρών. Οι δημόσιοι φορείς συνήθως είτε δεν εκπληρώνουν καθόλου, είτε εκπληρώνουν εντελώς διεκπεραιωτικά τις όποιες προβλεπόμενες από το νόμο διαδικασίες διαβούλευσης. Ίσως, εντέλει, το διακύβευμα στις συμμετοχικές διαδικασίες στην Ελλάδα, να μην αφορά αποκλειστικά και μόνο την πρόβλεψη και το σχεδιασμό μηχανισμών εφαρμογής του αντίστοιχου νομοθετικού πλαισίου ή ρύθμισης, αλλά την εισαγωγή και ενσωμάτωση νέας αντίληψης και νοοτροπίας, οι οποίες να συνάδουν με μια στροφή στις πολιτικές που εφαρμόζουμε στο χωρικό σχεδιασμό.

42


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

4. Η συμβολή των ΤΠΕ στη διεύρυνση της συμμετοχικής προσέγγισης του σχεδιασμού Βάσει αυτών που αναλύθηκαν παραπάνω, μπορούμε να πούμε πως η «τομή» στο σύγχρονο αστικό και πολεοδομικό σχεδιασμό, δεν έχει τόσο τεχνικό παρά κοινωνικό χαρακτήρα. Το ίδιο το άτομο τίθεται στο κέντρο των εξελίξεων και καλείται να λάβει αποφάσεις που θα κρίνουν τόσο το μέλλον το δικό του όσο και του περιβάλλοντος στο οποίο διαβιεί. Και εκεί εισάγεται η έννοια της ψηφιακής (ή ηλεκτρονικής) διακυβέρνησης, αναπόσπαστο στοιχείο των σύγχρονων πόλεων. Η διακυβέρνηση σε μια δικτυωμένη, ευφυή κοινωνία, σχετίζεται με την αξιοποίηση των δυνατοτήτων που παρέχουν τα συστήματα πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών και τα ψηφιακά εργαλεία, στον τρόπο συγκρότησης των οργανωτικών και διοικητικών δομών. Τα νέα μέσα επηρεάζουν τον τρόπο σχεδιασμού και αναδιάρθρωσης των διοικητικών δομών και των υπηρεσιών αλλά και τον τρόπο που αυτές υλοποιούνται. Έτσι η ψηφιακή διακυβέρνηση μπορεί να οριστεί ως το διοικητικό, οργανωτικό και τεχνολογικό/ ηλεκτρονικό ενδιάμεσο μεταξύ κυβέρνησης, επιχειρήσεων και πολιτών και αποτελεί μια από τις σημαντικές πολιτικές και διοικητικές προκλήσεις της σύγχρονης εποχής. Στην παρούσα ενότητα θα επιχειρήσουμε μια εμβάθυνση στα θέματα του συμμετοχικού σχεδιασμού υπό το φως των εξελίξεων των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνίας (ΤΠΕ). Στο πλαίσιο αυτό, αρχικά θα εξετάσουμε το ρόλο των ΤΠΕ στα θέματα του συμμετοχικού σχεδιασμού, ενώ θα επισημάνουμε επίσης και τις δυνατότητες που προσφέρονται από τις ΤΠΕ για τις δυνατότητες διεύρυνσης της συμμετοχικής βάσης (κυρίως όσον αφορά στον αριθμό συμμετεχόντων). Εν συνεχεία, θα προχωρήσουμε στη συνεισφορά των ΤΠΕ στην ανάπτυξη της e- συμμετοχής και του e – σχεδιασμού ως νέων εξελίξεων στα θέματα του συμμετοχικού σχεδιασμού. Όπως επισημαίνεται από τον Caperna (2010), οι ΤΠΕ συνιστούν τεχνολογίες οι οποίες διαπερνούν το σύνολο των τομέων της οικονομίας με σημαντικά θετικά αποτελέσματα στο οικονομικό, το κοινωνικό και το περιβαλλοντικό πεδίο. Πιο συγκεκριμένα, η καταλυτική δράση των ΤΠΕ μπορεί να συνεισφέρει στα παρακάτω πεδία (Stratigea και άλλοι, 2015):

43


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Περιβαλλοντικό Πεδίο: Με την υποστήριξη σειράς τεχνολογικών εφαρμογών με σκοπό την περιβαλλοντική προστασία (για παράδειγμα στον τομέα μεταφορών, ενέργειας κ.α.) Μια προσέγγιση που αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα εφαρμογής των ΤΠΕ σε μια σειρά από τομείς, ανάμεσα στους οποίους συμπεριλαμβάνονται αυτοί της ενέργειας, των μεταφορών, της διαχείρισης απορριμμάτων, της διαχείρισης υδάτινων πόρων και άλλων, είναι αυτή των έξυπνων πόλεων. Οικονομικό πεδίο: Η συνεισφορά των ΤΠΕ εστιάζει στην αποτελεσματικότερη διαχείριση των παραγωγικών διαδικασιών σε διάφορους τομείς, στην ανάπτυξη οργανωτικών καινοτομιών καθώς και καινοτομιών στην προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών, στην ανάπτυξη νέων προϊόντων και υπηρεσιών, στην ανάπτυξη online συναλλαγών κ.α. Κοινωνικό πεδίο: οι ΤΠΕ έχουν επηρεάσει σημαντικά τον τρόπο με τον οποίο τα άτομα επικοινωνούν και αλληλεπιδρούν, αναπτύσσουν κοινωνικές σχέσεις και δικτυώσεις, καταναλώνουν, αποκτούν εμπειρίες από διάφορα μέρη κλπ. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, συμβάλλουν στην άνθηση και ωρίμανση κοινωνικών ομάδων (κυρίως μέσω της πρόσβασης που τους παρέχεται σε πληροφορία και τις νέες ευκαιρίες για δράση και κοινωνική δικτύωση που απορρέουν από την πρόσβαση αυτή) καθώς και στην εξ’ αυτής απορρέουσα ουσιαστικότερη δυνατότητα συμμετοχής στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων σε σειρά ζητημάτων, η οποία συνεισφέρει στην ανακατανομή του συσχετισμού δυνάμεων στη λήψη των αποφάσεων αυτών. Οι ΤΠΕ, θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε, πως έχουν επηρεάσει σημαντικά το επιστημονικό πεδίο του σχεδιασμού, έχοντας συνεισφέρει στην αντιμετώπιση σύγχρονων και πολύπλοκων σχεδιαστικών ζητημάτων, τόσο σε αστικό, όσο και σε περιφερειακό επίπεδο. Σε αυτό το πλαίσιο σηματοδοτούν αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο αναζητούνται λύσεις στα σύγχρονα σχεδιαστικά ζητήματα καθώς και στον τρόπο με τον οποίο γίνεται η ενημέρωση γι αυτά τα ζητήματα στις τοπικές κοινωνίες. Επιπρόσθετα, νέες δυνατότητες ανοίγονται στο πεδίο του συμμετοχικού σχεδιασμού, μέσα από την ανάπτυξη εργαλείων που υποστηρίζουν τον e-σχεδιασμό και την eσυμμετοχή, ενώ όπως επισημαίνεται από τους Reed και Webster (2010), η δυναμική που εισάγεται από την αξιοποίηση των ΤΠΕ σε αστικά περιβάλλοντα θέτει σε αμφισβήτηση τις παραδοσιακές προσεγγίσεις του σχεδιασμού, καθώς τα περιβάλλοντα

44


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

αυτά καθίστανται ρευστά και δυναμικά, ενώ διαμορφώνονται από την ίδια την τεχνολογία. Κατά τον Silva, η συμβολή των ΤΠΕ στο σχεδιασμό είναι καθοριστική και κινείται σε 2 επίπεδα (Silva,2010): 

Σε πρώτο επίπεδο, διευκολύνουν το έργο που επιτελείται στα διάφορα στάδια της διαδικασίας του σχεδιασμού, με αποτέλεσμα να έχουμε ένα είδος «ηλεκτρονικού» σχεδιασμού [e-planning], ο οποίος επικουρείται από την τεχνολογία συστημάτων γεωγραφικών πληροφοριών (GIS) για τη διαχείριση χωρικών δεδομένων κ.α.

Σε δεύτερο επίπεδο, διευκολύνουν τη συμμετοχή του κοινού στα επιμέρους στάδια της διαδικασίας του σχεδιασμού, με αποτέλεσμα έναν ηλεκτρονικό συμμετοχικό σχεδιασμό [participatory e-planning]. Πιθανά εργαλεία που χρησιμοποιούνται εδώ είναι τα διαδικτυακά Συστήματα Γεωγραφικών Πληροφοριών Συμμετοχής Κοινού [Public Participation GIS] τα οποία προσφέρουν τη δυνατότητα της ηλεκτρονικής συμμετοχής του κοινού σε διαδικασίες του σχεδιασμού.

Ως e – συμμετοχή ορίζεται η αξιοποίηση των ΤΠΕ, μέσα από μια πρωτοβουλία των κέντρων λήψης αποφάσεων (διαδικασία «από πάνω προς τα κάτω») για την παροχή πληροφορίας και την εμπλοκή του κοινού στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και αποσκοπεί στην ενδυνάμωση των πολιτών και την ουσιαστική συμμετοχή τους στη λήψη αποφάσεων που τους αφορούν. Η έννοια αυτή μπορεί να ειδωθεί από πολλές διαφορετικές οπτικές: 

την τεχνολογική οπτική

την οπτική του είδους των συμμετεχόντων που εμπλέκει

τη συλλογή χωρικών δεδομένων

την οπτική του εκδημοκρατισμού της διαδικασίας του σχεδιασμού

Πλέον, όμως, αφού συζητάμε για e – συμμετοχή, εισάγεται και η έννοια του e – σχεδιασμού. Η εφαρμογή τέτοιων πρακτικών σχεδιασμού είναι στενά συνδεδεμένη με την αξιοποίηση των ΤΠΕ σε όλες τις φάσεις και τα στάδιά του, από αυτό της συλλογής και επεξεργασίας πληροφορίας, έως αυτό της δόμησης και αξιολόγησης σεναρίων για την επίλυση του σχεδιαστικού προβλήματος που έχει τεθεί (Στρατηγέα, 2015: 232). 45


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Αξίζει να επισημάνουμε πως μια τέτοια διαδικασία δεν απαλλάσσει τους σχεδιαστές από μια σειρά αποφάσεων και βημάτων που πρέπει να ακολουθήσουν στα πλαίσια συμμετοχικών διαδικασιών. Οι σχεδιαστές πρέπει να δώσουν βάση τόσο στη συμμετοχική διαδικασία αυτή κάθε αυτή (όπως περιγράφηκε παραπάνω), όσο και στο είδος των τεχνολογιών που θα υποστηρίξουν τη συγκεκριμένη προσέγγιση σχεδιασμού, βάση των επιδιωκόμενων στόχων και των ιδιαίτερων τεχνολογιών αυτών. Οι νέες τεχνολογίες και το διαδίκτυο δίνουν τη δυνατότητα για συμμετοχή όχι μόνο στον πολίτη που έχει κάτι να πει, αλλά κυρίως σε εκείνον που νομίζει ότι δεν έχει κάτι να πει, δηλαδή σε αυτόν που έχει την άποψη ότι η πολιτική και οι πολιτικοί δεν τον αφορούν. Έτσι γεφυρώνεται το χάσμα μεταξύ της άμεσης και της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας με μια ενδιάμεση λύση άμεσης αντιπροσωπευτικότητας, σύμφωνα με την οποία δεν καταργούνται οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι, αλλά εγκαθίσταται μια αμεσότερη αλληλεπίδραση του πολίτη με αυτούς, μέσα από τις νέες τεχνολογίες (Κουκιάδης, 2001). Το διαδίκτυο αναδεικνύεται σταδιακά σε ένα νέο δημόσιο χώρο επικοινωνίας. Ευνοεί μια ευέλικτη συλλογική παρουσία και την προώθηση της αμφίδρομης επικοινωνίας μεταξύ των μεμονωμένων χρηστών του, στη βάση μιας νέας ατομικότητας που έχει κοινωνικό προσανατολισμό (Δαμανάκη, 2004: 112) Οι – μέχρι πρότινος - top down προσεγγίσεις σχεδιασμού των πόλεων συνίστανται κυρίως στην απόφαση των πολεοδόμων και αρχιτεκτόνων σε συνεργασία πιθανά και με διάφορους κοινωφελείς ή μη οργανισμούς, να χρησιμοποιήσουν τις υπάρχουσες υποδομές ώστε να επιτύχουν τη μέγιστη βελτιστοποίηση της ροής ατόμων και υπηρεσιών με στόχο το δημόσιο κοινό συμφέρον και την εν γένει ανάπτυξη της πόλης. Από την άλλη, όταν αναφερόμαστε σε bottom-up προσεγγίσεις σχεδιασμού της πόλης, αυτό αφορά κυρίως στον συμμετοχικό αστικό και πολεοδομικό σχεδιασμό, όπου οι πολίτες παράγουν και διαμοιράζονται δεδομένα με στόχο να βελτιώσουν τον τρόπο που μια πόλη λειτουργεί, συμπεριφέρονται ομαδικά και συνδέονται μεταξύ τους με σκοπό να ανταλλάξουν γνώση πάντα στον άξονα και στην κατεύθυνση ανάπτυξης της πόλης. Ο κοινός τόπος λοιπόν, η «συνάντηση» των δύο προσεγγίσεων, κρίνεται απαραίτητη για την αρμονική και εύρυθμη λειτουργία μιας έξυπνης πόλης. Άλλωστε, όπως έχει αναφέρει και στο παρελθόν η Jane Jacobs, (Jacobs, 1961) το υπόβαθρο των σύγχρονων πόλεων και κοινωνιών, όσο πολύπλοκες κι αν εκείνες είναι, μπορεί μόνο να ερμηνευθεί/ κατανοηθεί αναλύοντας εκείνες τις μικρές λεπτομέρειες 46


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

της καθημερινότητας απλών κατοίκων, όπως για παράδειγμα γιατί επιλέγουμε τον ένα δρόμο αντί του άλλου, πόσο καλά γνωρίζουμε τους γείτονές μας, πόσο μακριά είναι το κοντινότερο σχολείο και άλλου τέτοιου τύπου πληροφορίες. Αν συνοψίσουμε τα παραπάνω, ζωτικής σημασίας χαρακτηριστικό των κοινωνικών μέσων και των νέων τεχνολογιών, είναι ότι επιτρέπουν τη δομημένη εξάπλωση πληροφοριακού υλικού (data) και γνώσεων μεταξύ των ανθρώπων. Οι χρήστες δεν αρκούνται πλέον στην κατανάλωση ενός προϊόντος αλλά είναι συμπαραγωγοί στη δημιουργία νέου υλικού και γνώσης και αυτό αποτελεί ένα νέο είδος εξουσίας του πλήθους. Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε αυτό το νέο είδος σχεδιασμού ως crowdsourcing αστικό σχεδιασμό. Ο όρος “crowdsourcing” προέρχεται από τις λέξεις crowd (πλήθος) και outsourcing (εξωτερική ανάθεση εργασιών) και χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Jeff Howe το 2006 σε άρθρο του στο ηλεκτρονικό περιοδικό wired. O Howe εξηγούσε πως η εξέλιξη της τεχνολογίας έχει οδηγήσει σε φθηνότερες καταναλωτικές ηλεκτρονικές συσκευές και πώς η απόσταση μεταξύ επαγγελματιών και ερασιτεχνών έχει ελαχιστοποιηθεί. Οι εταιρείες μπορούν πλέον να αξιοποιήσουν τα ταλέντα του κοινού «δεν πρόκειται για outsourcing είναι crowdsourcing». Η έννοια στην εξέλιξή της έχει χρησιμοποιηθεί σε διάφορες περιστάσεις ως ανοικτή πρόσκληση σε ένα άγνωστο πλήθος ατόμων με στόχο να συγκεντρωθούν φρέσκιες ιδέες, εθελοντική εργασία ή πόροι προκειμένου να λυθούν προβλήματα, να υλοποιηθούν δράσεις ή έργα και πρόκειται να αναλυθεί περαιτέρω στην επόμενη ενότητα. Το crowdsourcing ως εργαλείο, είναι μόνο ένα από αυτά τα οποία θα αναλυθούν στην επόμενη ενότητα, οπότε και θα μελετηθούν διεξοδικά όλα τα μέσα που δρουν υποστηρικτικά στον e – σχεδιασμό και την e – συμμετοχή.

47


Πρίγκου Σταματία

5.

διπλωματική εργασία

Μέσα, εργαλεία και τεχνολογίες για τον ηλεκτρονικό συμμετοχικό

σχεδιασμό Όπως έχει ήδη επισημανθεί και σε προηγούμενη ενότητα, η έννοια της συμμετοχής δεν είναι νέα. Έχει μια διαδρομή δεκαετιών, από τα τέλη της δεκαετίας του ’60, βασιζόμενη κυρίως σε παραδοσιακούς τρόπους προσέγγισης των πολιτών από τα κέντρα λήψης αποφάσεων για την εμπλοκή τους σε θέματα κοινού ενδιαφέροντος. Η έννοια της συμμετοχής περνά σε μια νέα διάσταση από τη δεκαετία του 1990 και μετά υπό το φως τριών σημαντικών εξελίξεων και συγκεκριμένα: (α) των σημαντικών σταθμών που ανέδειξαν τη σημασία της για τη διαχείριση των εντεινόμενων περιβαλλοντικών επιπτώσεων, καθώς και της έμφασης που δίνεται τις τελευταίες δεκαετίες στη γεωγραφική πληροφορία και το ρόλο που αυτή μπορεί να διαδραματίσει στην ανάλυση και παρακολούθηση των προβλημάτων αυτών, αλλά και εν γένει των χωρικών ζητημάτων όπως αυτά διατυπώνονται στην Ατζέντα 21, (β) της ανάπτυξης του διαδικτύου και των εφαρμογών του, η οποία ανοίγει νέους ορίζοντες για τη διεύρυνση της εφαρμογής των συμμετοχικών προσεγγίσεων και (γ) της εξέλιξης των τεχνολογιών που αφορούν τα Συστήματα Γεωγραφικών Πληροφοριών (ΣΓΠ) και της κατανόησης των δυνατοτήτων που παρέχονται από την ολοκλήρωσή τους με την τεχνολογία του διαδικτύου για την περεταίρω διεύρυνση της συμμετοχής, της βελτίωσης της ποιότητάς της, τη συμπερίληψη και την προώθηση δημοκρατικών διαδικασιών στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων κλπ. (Στρατηγέα, 2015:234) Στο παρόν κεφάλαιο επιχειρείται μια συνοπτική παρουσίαση της πληθώρας εργαλείων που εμπίπτουν στο πεδίο του συμμετοχικού σχεδιασμού, και τα οποία μπορούν να αξιοποιηθούν ή έχουν ήδη αξιοποιηθεί ως μέσα, προς τις νέες προσεγγίσεις, αυτές του e – σχεδιασμού και της e – συμμετοχής. Παρακάτω θα παρουσιαστούν τα σημαντικότερα από αυτά τα μέσα καθώς και τα πλεονεκτήματά που προκύπτουν από τη χρήση τους στις πρακτικές του συμμετοχικού σχεδιασμού.

48


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

5.1. Συστήματα Γεωγραφικών Πληροφοριών Τα Συστήματα Γεωγραφικών Πληροφοριών αποτελούν μια ταχύτατα εξελισσόμενη τεχνολογία η οποία βασίζεται στη συνδυασμένη χρήση ψηφιακών χαρτογραφικών υποβάθρων και βάσεων δεδομένων και παρέχει στους χρήστες, ιδιώτες, εταιρείες ή μεγάλους οργανισμούς τη δυνατότητα να διαχειρίζονται μεγάλο όγκο χωρικών πληροφοριών με γρήγορο και αποτελεσματικό τρόπο. Ιδιαίτερα χρήσιμη είναι η αξιοποίησή τους για την ανάλυση και οπτικοποίηση ποσοτικής πληροφορίας (hard data), όπως επισημαίνεται από τον Kraak και άλλους (2005), η οποία συμβάλλει στην αναπαράσταση υπάρχουσας και μέσα από την επεξεργασία αυτής την παραγωγή νέας γνώσης. Η γνώση αυτή μπορεί να αναπαραχθεί με διάφορους τρόπους και αποσκοπεί στη στήριξη της λήψης απόφασης για το ζήτημα που μελετάται. Η προστιθέμενη αξία από τη χρήση ΣΓΠ έγκειται στη δυνατότητα που παρέχουν για τη διερεύνηση, χαρτογράφηση και παρουσίαση τοπικών προβλημάτων και ανεπαρκειών μέσα από την ολοκλήρωση hardware, software και χωρικών δεδομένων (Folger, 2009). Τα παραπάνω παρέχουν τη δυνατότητα στο χρήστη, αλλά και στους πολίτες, να αντιληφθούν, να κατανοήσουν, να θέσουν ερωτήματα, να ερμηνεύσουν και να οπτικοποιήσουν δεδομένα με πολλούς τρόπους, αποκαλύπτοντας έτσι σχέσεις, πρότυπα και τάσεις εξέλιξης των χωρικών δομών αποτυπώνοντας τα σε χάρτες, εκθέσεις κλπ. Στο πλαίσιο αυτό βοηθούν τόσο τους σχεδιαστές, όσο και τα κέντρα λήψης αποφάσεων και τους πολίτες, να απαντήσουν ερωτήματα και να επιλύσουν χωρικά προβλήματα με τρόπο που είναι εύκολα κατανοητός και μπορεί να επικοινωνείται αποτελεσματικά (Στρατηγέα, 2015: 235) Λόγω της φύσης των τεχνολογιών που χρησιμοποιούνται κατά τη χρήση των ΣΓΠ, πιθανό να θεωρήσουμε πως η τεχνολογία αυτή είναι «αμερόληπτη». Σύμφωνα με τον Warren (1995), στην πραγματικότητα, η διαδικασία από τη συλλογή της πληροφορίας έως την επεξεργασία και την παρουσίασή της εντάσσεται το υφιστάμενο πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό πλαίσιο εντός του οποίου υλοποιείται, από το οποίο και επηρεάζεται. Έτσι, η τροφοδότηση των ΣΓΠ με συμπληρωματική πληροφορία σχετικά με τις διαφορετικές οπτικές και θεωρήσεις (πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές) που διαμορφώνονται εντός του εν λόγω πλαισίου αποτελεί σημαντική παράμετρο, η οποία οδήγησε στην ανάπτυξη των Συμμετοχικών ΣΓΠ (Bunch και άλλοι, 2012).

49


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Η συνεισφορά των ΣΓΠ στο συμμετοχικό σχεδιασμό, μπορούμε να πούμε πως εστιάζεται στη δυνατότητα που παρέχουν για: 

Διερεύνηση και καθορισμό χωρικών σχέσεων

Γρήγορη επεξεργασία χωρικής πληροφορίας για τη διερεύνηση συγκεκριμένων ερωτημάτων

Βελτίωση της επικοινωνίας της χωρικής πληροφορίας και των αντίστοιχων προβλημάτων προς τους πολίτες μέσα από έναν χάρτη, ένα ιδιαίτερα χρήσιμο, δηλαδή, εποπτικό εργαλείο

Δημιουργία και οπτικοποίηση σεναρίων στη βάση ερωτημάτων του τύπου «τι θα γίνει εάν» αλλά και των επιπτώσεών τους στο υφιστάμενο χωρικό πρότυπο

Αρκετά πρόσφατα, η χρήση των τεχνολογιών των ΣΓΠ από μη επαγγελματίες εξειδικευμένους στο αντικείμενο, έχει διευρυνθεί. Παρατηρείται πως υπάρχει ενδιαφέρον από ποικίλες κοινωνικές ομάδες, όπως άτομα με περιορισμένη εμπειρία στη χρήση υπολογιστών, ή αρχάριους στη χρήση των ΣΓΠ. Σε αυτό συντείνει και η ανάπτυξη πιο φιλικών στους χρήστες interfaces καθώς και η αύξηση διαθέσιμων ανοιχτών δεδομένων, γεγονός που έχει συμβάλλει στην εντατικοποίηση της χρήσης των ΣΓΠ σε θέματα συμμετοχικού σχεδιασμού τα τελευταία χρόνια. Στη βιβλιογραφία η χρήση αυτή συναντάται με διάφορους όρους, όπως τα PGIS (Participatory GIS), τα PPGIS (Public Participation GIS) και τα CGIS (Collaborative GIS), παραδείγματα τα οποία μελετώνται στις παρακάτω ενότητες του κεφαλαίου.

50


Πρίγκου Σταματία

5.2.

διπλωματική εργασία

Διαδικτυακά συστήματα γεωγραφικών πληροφοριών

Καθώς το Διαδίκτυο έχει γίνει το κύριο μέσο διακίνησης πληροφορίας, είναι φυσικό, εφαρμογές GIS που «τρέχουν» σε διαδικτυακό περιβάλλον να κάνουν την εμφάνισή τους, δίνοντας τη δυνατότητα σε χρήστες, όχι μόνο να δουν διανυσματικά γεωγραφικά δεδομένα μέσω ενός απλού web browser αλλά και να κάνουν χωρική ανάλυση και διαχείριση της πληροφορίας αυτής, όπως να δημιουργήσουν «έξυπνους» δυναμικούς χάρτες με τα επιθυμητά επίπεδα πληροφορίας, να αναζητήσουν βέλτιστες διαδρομές σε μια πόλη κ.α. Φυσικά ο συνδυασμός των ΓΠΣ με το Διαδίκτυο προσδίδει ένα ευρύ φάσμα δυνατοτήτων στη διάδραση των χρηστών και στη χωρική ανάλυση εν γένει, διευρύνοντας έτσι τη δυνατότητα συμμετοχής τους στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Η διεύρυνση αυτή αναμένεται να πυροδοτήσει περαιτέρω εξελίξεις στο πεδίο του συμμετοχικού

σχεδιασμού,

κυρίως

λόγω

σημαντικών

πλεονεκτημάτων

που

προσφέρονται από: 

Το ρόλο του διαδικτύου και τη δυνατότητά του να διαχέει πληροφορία σε ευρύτερο φάσμα ενδιαφερομένων, διευρύνοντας έτσι τη βάση του συμμετοχικού σχεδιασμού.

Τη δυνατότητα που προσφέρεται από τα ΣΓΠ για μεγαλύτερη εξοικείωση των συμμετεχόντων με τα χωρικά δεδομένα και τη γεωγραφική πληροφορία και γενικότερα το χώρο, στη βάση των οποίων οι σχεδιαστές μπορούν να παρουσιάσουν αποτελεσματικότερα τόσο το σχεδιαστικό ζήτημα, όσο και τις λύσεις αλλά και τις επιπτώσεις αυτών

Τη δυνατότητα για άμεση παροχή πληροφορίας με γεωγραφική αναφορά, με ανώνυμο τρόπο, από τους πολίτες και τις διάφορες κοινωνικές ομάδες.

Ενδεικτικά, και σε ο, τι αφορά το Ελληνικό Παράδειγμα, αρκετοί Δήμοι της χώρας έχουν συμπεριλάβει την τεχνολογία των web GIS, κυρίως όσον αφορά στο στάδιο της ενημέρωσης πολιτών σχετικά με πολεοδομικά δεδομένα (όρια δήμων, οδικό δίκτυο, πράξεις, ΦΕΚ, κ.ά.). Χαρακτηριστικό, επίσης, είναι το παράδειγμα της διαδικτυακής εφαρμογής του Κτηματολογίου (Εθνικό Κτηματολόγιο και Χαρτογράφηση Α.Ε.), όπου ο χρήστης μπορεί να αναζητήσει οδούς, να οριοθετήσει αποσπάσματα βάσει συντεταγμένων κ.ά.

51


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Τέλος, ένα ακόμη παράδειγμα το οποίο αφορά τη χρήση web GIS στο χωρικό σχεδιασμό, αποτελεί η εφαρμογή «GIS Περιβαλλοντικών Αδειών & Δεδομένων Π.Ε. Δράμας». Η εφαρμογή αυτή προσφέρει ελεύθερα σε πολίτες και υπηρεσίες πληροφορίες τόσο για την τοποθεσία όσο και για τα ειδικότερα χαρακτηριστικά των περιβαλλοντικά αδειοδοτούμενων έργων και δραστηριοτήτων κατηγορίας Β (π.χ. κτηνοτροφικές μονάδες, βιοτεχνίες-βιομηχανίες, εργαστήρια, γεωτρήσεις) στον Ν. Δράμας. Γενικότερα, θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε πως η τεχνολογία των web GIS, αποτελεί και τη βάση πάνω στην οποία αναπτύσσονται τεχνολογίες και εφαρμογές που αφορούν σε μεγάλο ποσοστό τον συμμετοχικό σχεδιασμό, καθώς ουσιαστικά, αποτελούν το πρώτο βήμα και στάδιο της συμμετοχής, που αφορά κυρίως σε ενημέρωση, εφόσον η πλειονότητα αυτών των εφαρμογών έχουν κυρίως πληροφοριακό χαρακτήρα.

Εικόνα 1 : GIS Περιβαλλοντικών Αδειών & Δεδομένων Π.Ε. Δράμας Πηγή: http://pedramaspamth.maps.arcgis.com/apps/Viewer/index.html?appid=80f1400abed9478 d8f33ac04bbe010a3 (πρόσβαση 20/01/2019)

52


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

5.3 Public Participation GIS Τα Public Participation GIS (PPGIS) στηρίζονται στη χρήση του διαδικτύου καθώς και των Web GIS που προαναφέρθηκαν, από τους πολίτες για την υποστήριξη συμμετοχικών διαδικασιών στο χωρικό σχεδιασμό. Αφορούν κυρίως στην online συλλογή και επεξεργασία δεδομένων για την παραγωγή νέας γνώσης στα σχεδιαστικά ζητήματα που ανακύπτουν, εισάγοντας τη χωρική διάσταση σε αυτά τα δεδομένα. Σύμφωνα με τους Haklay και Tobon (2003), τα PPGIS θεωρούνται ως ένα ερευνητικό πεδίο το οποίο εστιάζει στη χρήση των ΣΓΠ από ένα γενικότερο κοινό, με σκοπό την εμπλοκή του στο χωρικό σχεδιασμό. Η εν λόγω τεχνολογία θεωρείται ως μια προσέγγιση η οποία ενδυναμώνει τη συμμετοχή των πολιτών στο χωρικό σχεδιασμό και τις διαδικασίες λήψης χωρικών αποφάσεων γενικότερα, αποτελώντας επιπρόσθετα βασικό εργαλείο για την υποστήριξη των Χωρικών Συστημάτων Στήριξης Αποφάσεων. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα σύνολο από μεθόδους και τεχνολογίες, οι οποίες συντείνουν τόσο στην ολοκλήρωση, όσο και στη συμπερίληψη απόψεων διαφόρων κοινωνικών ομάδων καθώς και των τύπων των δεδομένων που απορρέουν από αυτές τις ομάδες, και την αποτύπωσή τους στο χωρικό πλαίσιο στο οποίο αναφέρονται. Η αξιοποίηση των PPGIS δίνει στους πολίτες τη δυνατότητα να διαδρούν με τις προτεινόμενες σχεδιαστικές προσεγγίσεις με οπτικοποιημένα μέσα (κυρίως χάρτες) και διαδραστικό τρόπο (online επικοινωνία), κάτι το οποίο δεν είναι εφικτό τις παραδοσιακές συμμετοχικές μεθόδους, ενώ συγχρόνως δίνεται η δυνατότητα εμπλουτισμού των χωρικών δεδομένων. Η εφαρμογή των PPGIS μπορεί να αναφέρεται σε: 

Συλλογή δεδομένων από τις κοινωνικές ομάδες για τον εμπλουτισμό των διαθέσιμων από τους σχεδιαστές δεδομένων (εμπλουτισμός σχετικής βάσης δεδομένων) και τη δημιουργία νέων χαρτών σχετικών με το μελετώμενο σχεδιαστικό πρόβλημα, που εμπεριέχουν τις πληροφορίες που παρέχονται από τις ομάδες αυτές.

Διεύρυνση της συμμετοχής των εν λόγω ομάδων και την εμπλοκή τους στη διαδικασία του σχεδιασμού με έναν περισσότερο ουσιαστικό και ενεργητικό ρόλο.

Σύμφωνα με τον Craig (2002), πέραν της κυρίως διαδικτυακής εφαρμογής των PPGIS, αυτή μπορεί να υλοποιείται και με συμβατικό τρόπο, μέσα δηλαδή από τη 53


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

διαπροσωπική επικοινωνία με τους χρήστες – κοινωνικές ομάδες. Ακόμη, τα PPGIS μπορούν να έχουν μια συμπληρωματική λειτουργία ως προς τις παραδοσιακές μεθόδους συμμετοχής, με σκοπό την περαιτέρω ενίσχυση της συμμετοχικής διαδικασίας. Συγχρόνως, στη βιβλιογραφία συναντάμε και την τεχνολογία PGIS (Participatory GIS), η διαφορά της οποίας με την τεχνολογία PPGIS, μπορεί να μη είναι διακριτή, ωστόσο, εντοπίζεται ως προς το στόχο που έχει η καθεμία προσέγγιση. Τα PGIS χρησιμοποιούνται συνήθως στις περιπτώσεις λιγότερο προνομιούχων και περιθωριοποιημένων τοπικών κοινοτήτων, εστιάζοντας σε ζητήματα που αφορούν την ανάπτυξη των κοινοτήτων αυτών και τη διαχείριση των πόρων. Η έμφαση της τεχνολογίας αυτής περιορίζεται στην ενημέρωση και την αύξηση της διαθέσιμης γνώσης κοινωνικά ευάλωτων και περιθωριοποιημένων ομάδων. Στον αντίποδα, τα PPGIS, αναφέρονται κυρίως στην αξιοποίηση των ΣΓΠ για τη διαχείριση, με δημόσια συμμετοχή, περιβαλλοντικών προβλημάτων καθώς και ζητημάτων χωρικού σχεδιασμού σε τοπικό επίπεδο. Με τον όρο «δημόσια συμμετοχή» υπονοείται ότι τα PPGIS ενσωματώνουν μια περισσότερο διευρυμένη σύνθεση συμμετεχόντων στην εφαρμογή τους (Bunch, 2012) Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα εφαρμογής των PPGIS, είναι αυτό της Βαρκελώνης, το οποίο έχει υλοποιηθεί στα πλαίσια της έξυπνης πόλης της Βαρκελώνης. Ο κύριος στόχος σε αυτή την περίπτωση αναφέρεται στη βελτίωση περιβαλλοντικών ζητημάτων τα οποία αντιμετωπίζει η πόλη. Η εφαρμογή ουσιαστικά αναθέτει στους πολίτες την αναφορά προβλημάτων καθώς και ανεπαρκειών, τα οποία αντιμετωπίζουν και μετέπειτα καταγράφουν στον αστικό ιστό. Η πρωτοβουλία αυτή αφορά αφενός στην αποκατάσταση της επικοινωνίας μεταξύ κοινωνικών ομάδων και κέντρων λήψης αποφάσεων, ενισχύοντας το αίσθημα συνυπευθυνότητας στα περιβαλλοντικά θέματα, και αφετέρου να προωθήσει την έννοια της συμμετοχής, διεκδικώντας συγχρόνως ένα πλαίσιο διαφάνειας και αποτελεσματικότητας στα ζητήματα διαχείρισης αυτών των ζητημάτων από την τοπική διοίκηση.

54


Πρίγκου Σταματία

5.4.

διπλωματική εργασία

Crowdsourcing

Ο όρος «crowdsourcing» προέρχεται από την ένωση των λέξεων crowd (πλήθος) και outsourcing (εξωτερική ανάθεση εργασιών) και χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Jeff Howe τον Ιούνιο του 2006 στην έκδοση του Wired με τίτλο «The Rise of the Crowdsourcing». Στη βιβλιογραφία δεν υφίσταται κοινά αποδεκτός ορισμός για το crowdsourcing, καθώς αποτελεί μια νέα έννοια. Ο όρος πηγάζει ουσιαστικά από το πεδίο των επιχειρήσεων και αφορά στην ανάθεση ενός έργου ή προβλήματος σε απροσδιόριστο πλήθος ατόμων μέσα από τη διαδικτυακή επικοινωνία, με στόχο την εύρεση της βέλτιστης λύσης. Ο όρος αντανακλά στην ουσία του μια προσέγγιση επίλυσης ενός προβλήματος με την εμπλοκή του πλήθους μετά από ανοιχτή πρόσκληση, έτσι ώστε να οδηγεί, μέσα από τη συλλογή της κατανεμημένης γνώσης που βρίσκεται σε ειδικούς και πολίτες, στην επίτευξη της πλέον κατάλληλης λύσης αυτού. (Surowiecki, 2004). Με την έννοια αυτή ο όρος παραπέμπει σε μια μορφή συμμετοχικής διαδικασίας για την ανάπτυξη λύσεων σε προβλήματα, εμπλέκοντας ένα πλήθος συμμετεχόντων με διαφορετική εξειδίκευση, γνώση, απόψεις, ιδέες κλπ. (Στρατηγέα, 2015: 238) Το crowdsourcing είναι ένα μοντέλο κατανεμημένης επίλυσης προβλημάτων και λειτουργίας. Με την τυπική έννοια του όρου, τα προβλήματα δημοσιεύονται σε ένα άγνωστο πλήθος χρηστών, μέσω μιας ανοιχτής πρόσκλησης για την παροχή λύσεων. Οι χρήστες – οι οποίοι αναφέρονται και ως το πλήθος, δηλαδή crowd – σχηματίζουν κοινότητες στο διαδίκτυο και υποβάλλουν λύσεις, επιλέγοντας τις καλύτερες. Αυτές οι λύσεις επιλέγονται από την αρχική οντότητα που έθεσε το πρόβλημα, ενώ τα φυσικά πρόσωπα που τις πρότειναν, ανταμείβονται κάποιες φορές. Το χαρακτηριστικό στοιχείο του crowdsourcing είναι ότι μπορεί να παράγει λύσεις από ερασιτέχνες ή εθελοντές που δουλεύουν στον ελεύθερο χρόνο τους, ή από ειδικούς και μικρές επιχειρήσεις που είναι άγνωστες στο διοργανωτή (Στριλιγκά, 2013: 22) Ο Jeff Howe έχει διακρίνει τέσσερις τύπους στρατηγικών για crowdsourcing: 

Crowdfunding (συγκέντρωση χρηματικών κεφαλαίων)

Crowdcreation (συλλογική δημιουργία)

Crowdvoting (συλλογική ψηφοφορία)

Crowd wisdom (συλλογική ευφυΐα) 55


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Στο πλαίσιο του e – σχεδιασμού τα κέντρα λήψης αποφάσεων έχουν τη δυνατότητα να αξιοποιήσουν αυτήν την τεχνολογία με δύο τρόπους: Στην πρώτη περίπτωση, οι πολίτες αξιοποιούνται ως αισθητήρες για την online συλλογή χωρικής πληροφορίας γύρω από το εξεταζόμενο ζήτημα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο δημιουργείται μια νέα προοπτική για τη συλλογή χωρικής πληροφορίας από τους χρήστες και τις διάφορες κοινωνικές ομάδες. Οι χρήστες ουσιαστικά έχουν τη δυνατότητα να παράγουν χωρικά δεδομένα εκ του μηδενός, να επικαιροποιήσουν ήδη υπάρχουσα πληροφορία κλπ (Papadopoulou, Giaoutzi, 2014). Στη δεύτερη περίπτωση οι πολίτες αναλαμβάνουν έναν πιο ενεργό ρόλο στη διαδικασία σχεδιασμού, αξιοποιούμενοι ως συνεργάτες των κέντρων λήψης αποφάσεων για την επιδίωξη των στόχων του σχεδιασμού. Στόχος είναι επίσης η ενδυνάμωσή τους και η συμμετοχή τους στην επίλυση των τοπικών προβλημάτων (λόγω της αμφίδρομης ροής της πληροφορίας, από τα κέντρα λήψης αποφάσεων και αντίστροφα). Με τις δυνατότητες που προσφέρει το crowdsourcing, οι συμμετέχοντες έχουν τη δυνατότητα να αλληλεπιδράσουν με χάρτες με σκοπό να προσθέσουν περιεχόμενο, να αναπαραστήσουν ένα πρόβλημα με τη χωρική του διάσταση, να προτείνουν λύσεις σε ένα σχεδιαστικό πρόβλημα πάνω σε χαρτογραφικό υπόβαθρο κλπ Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της δεύτερης περίπτωσης αποτελεί αυτό στο IJburg, μια περιοχή στο Άμστερνταμ, όπου το crowdsourcing αξιοποιήθηκε για το σχεδιασμό της μελλοντικής εξέλιξης της συγκεκριμένης περιοχής μέσα από το πρόγραμμα «IJburg YOU decide!». Δόθηκε η δυνατότητα στους κατοίκους της περιοχής να εκφράσουν online τις απόψεις τους, να αλληλεπιδράσουν, να μοιραστούν ένα κοινό όραμα και να συμβάλλουν στην τελική διαμόρφωση αυτού του σχεδίου. Για το σκοπό αυτό οι πολίτες εξέφρασαν διαδικτυακά τις απόψεις τους μέσα από ερωτηματολόγια, σχετικά με το πώς βλέπουν το μέλλον της περιοχής τους, ποιες ιδέες έχουν για ένα περισσότερο βιώσιμο μέλλον αυτής κλπ. Στη βάση αυτής της πληροφορίας, δημιουργήθηκε ένα σχέδιο δράσης το οποίο ενσωμάτωσε τις απόψεις τους για το μέλλον της εν λόγω περιοχής (Στρατηγέα, 2015: 239). Μια ακόμη ενδιαφέρουσα εφαρμογή στην πόλη του Άμστερνταμ, αποτελεί και η «Crowdsourced Maps of Amsterdam», στην οποία ο κάθε χρήστης έχει τη δυνατότητα σύνδεσης περίπου 5000 παλαιών χαρτών της πόλης με τις σημερινές γεωγραφικές συντεταγμένες πάνω σε ένα σύγχρονο χάρτη.

56


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Εικόνα 2 : Crowdsourced maps of Amsterdam Πηγή: https://waag.org/en/news/crowdsourced-maps-amsterdam (πρόσβαση 31/01/2018)

57


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

5.5 Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης Η ανάπτυξη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης αποτελεί σήμερα μια νέα πραγματικότητα με σημαντική δυναμική και αξιοποίηση για τη διάχυση της πληροφορίας και τη δικτύωση μεταξύ των χρηστών. Η ραγδαία εξάπλωση των μέσων αυτών (Facebook, twitter κ.ά.) ανάμεσα στις διαφορετικές ομάδες χρηστών αποτελεί μια πολλά υποσχόμενη προοπτική για την αξιοποίησή τους στο πλαίσιο των συμμετοχικών

διαδικασιών

λήψης

αποφάσεων

(Στρατηγέα,

2015:

240).

Αναμφισβήτητα, οι δυνατότητες που προσφέρουν αυτά τα μέσα επεκτείνονται σε ένα ευρύ φάσμα πεδίων, όπως η δημιουργία κοινωνικών δικτυώσεων, όπως άλλωστε επισημαίνει και το όνομά τους, η ταχύτατη διάχυση της πληροφορίας, η δημιουργία ομάδων πίεσης προς το πολιτικό σύστημα κλπ. Θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε πως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης διαδραματίζουν καταλυτικό ρόλο στην ηλεκτρονική συμμετοχή ομάδων πολιτών σε ζητήματα που αφορούν το χωρικό σχεδιασμό και κατ’ επέκταση το περιβάλλον στο οποίο διαβιούν. Ουσιαστικά, λειτουργούν και ως πλατφόρμες συλλογής πληροφορίας και εμπλουτισμού της διαδικασίας του σχεδιασμού αλλά και της αλληλεπίδρασης μεταξύ των κοινωνικών ομάδων από τη μια πλευρά, και των κέντρων λήψης αποφάσεων και των σχεδιαστών, από την άλλη (Στρατηγέα, 2015: 241). Χρησιμοποιούνται επίσης ως ζωτικής σημασίας μέσα, στη διαμόρφωση των πολιτικών των έξυπνων πόλεων, ακριβώς για τους λόγους που αναπτύχθηκαν παραπάνω. Καθώς πρόκειται για ένα μέσο δυναμικό, που συνεχώς εξελίσσεται, αναμένεται να διαδραματίσει ακόμη πιο καταλυτικό ρόλο στις συμμετοχικές προσεγγίσεις στο σχεδιασμό, στο εγγύς μέλλον.

58


Πρίγκου Σταματία

5.6

διπλωματική εργασία

Blockchain

To Blockchain, στην ορολογία των υπολογιστών, είναι μια αποκεντρωμένη Τεχνολογία Δικτύων. Για την κατανόησή της μπορούμε να την ονομάσουμε ως Αλυσίδα Σελίδων (Αρχείων). Αν οπτικοποιήσουμε την τεχνολογία του Blockchain με τη μία σελίδα ως ένα block συναλλαγών και το φάκελο, ως μια αλυσίδα (chain) από σελίδες (block). Αν και αποτελεί τη βασική συνισταμένη της λειτουργίας του bitcoin, στην ουσία πρόκειται για μια άκρως περίπλοκη τεχνολογία που απαιτεί πολύ καλή γνώση της επιστήμης των υπολογιστών. Η υπεραπλουστευμένη ιδέα πίσω από το Blockchain, αφορά στο γιατί να μεσολαβεί ένας τρίτος (είτε είναι τράπεζα – για περιπτώσεις νομισματικών συναλλαγών – είτε είναι κεντρικός οργανισμός / υπηρεσία) στη συναλλαγή δύο μερών. Ορισμένοι το περιγράφουν ως ένα ατελείωτο λογιστικό βιβλίο στο οποίο εγγράφονται οι peer – to – peer6 αγοραπωλησίες και οι λοιπές πράξεις. Εξ’ ου και η εναλλακτική ονομασία της τεχνολογίας «Distributed Ledger Technology» (στα ελληνικά αποδίδεται ως «Τεχνολογία Κατανεμημένου Καθολικού») Το «βιβλίο» ή ευρετήριο, ωστόσο, δεν αποθηκεύεται σε μια κεντρική τοποθεσία, αντίθετα αποτελεί μια δημόσια και προσβάσιμη, από όλους τους χρήστες, βάση δεδομένων. Αυτό γίνεται προκειμένου να διασφαλίζεται η νομιμότητα των συναλλαγών, να επιτρέπεται η επαλήθευσή τους και να αποτρέπεται η πιθανότητα διπλών δαπανών. Ουσιαστικά, η τεχνολογία επιτρέπει την καταγραφή μιας τεράστιας λίστας συναλλαγών στο ψηφιακό νόμισμα, χωρίς να μπορεί κανείς να παρέμβει και να την αλλάξει μετά από κάθε νέα συναλλαγή. Η μέθοδος απαιτεί την ύπαρξη αρκετών ανθρώπων που δε θέλουν να εξαρτώνται από τρίτους.

Τα δίκτυα peer to peer (ή διαφορετικά δίκτυα ανώνυμων κόμβων) είναι μια κατηγορία δικτύων στην οποία κάθε υπολογιστής (κόμβος) που μετέχει είναι ισότιμος, έχει ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις. Δεν υπάρχει, δηλαδή, η έννοια του πελάτη και του εξυπηρετητή, καθώς κάθε κόμβος μπορεί να έχει και τους δύο ρόλους. Με τον τρόπο αυτό μεταφέρουμε την “ευφυΐα” του δικτύου στα άκρα του και όχι σε κάποιους συγκεκριμένους κόμβους. Ένας πιο τυπικός ορισμός θα έλεγε ότι τα δίκτυα ομότιμων είναι μια κλάση αρχιτεκτονικής δικτύου και εφαρμογών που χρησιμοποιούν κατανεμημένους πόρους με στόχο να πραγματοποιήσουν εργασίες δρομολόγησης και δικτύωσης με ένα αποκεντρωμένο και αυτό-οργανονούμενο τρόπο. Βασικά τους χαρακτηριστικά είναι η εύκολη μεταφορά δεδομένων ή άμεσων μηνυμάτων σε πραγματικό χρόνο μεταξύ των απομακρυσμένων χρηστών προσωπικών υπολογιστών στην περιφέρεια του διαδικτύου. 6

59


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Εικόνα 3 : ο τρόπος λειτουργίας του Blockchain Πηγή:insidestory.gr (πρόσβαση 31/01/2018)

Οι χρήσεις του Blockchain δεν περιορίζονται μόνο στα ψηφιακά νομίσματα, καθώς το μοντέλο λειτουργίας του μπορεί να αξιοποιηθεί και να μεταφερθεί σε σειρά τομέων, που απαιτούν την ανταλλαγή τεράστιων ποσοτήτων δεδομένων, όπως π.χ. υπηρεσίες προς τους πολίτες (έκδοση ταυτοτήτων, διαβατηρίων, αγοραπωλησίες, κτηματολόγιο) διάφορες νομικές και δικαστικές πράξεις, καταβολή πνευματικών δικαιωμάτων και πολλές ακόμη. Κατ’ αυτό τον τρόπο, μπορούμε να θεωρήσουμε πως η χρήση της τεχνολογίας του Blockchain, συνηγορεί, προς μια πιο συμμετοχική προσέγγιση στο χωρικό σχεδιασμό και εν δυνάμει στις προεκτάσεις που μπορεί αυτός να έχει (κοινωνικές, οικονομικές, κλπ.). Οι εφαρμογές

του

κτηματολογίου

ενδεχομένως

παρουσιάζονται

ως

οι

πιο

ενδιαφέρουσες. Ως παράδειγμα μπορούμε να αναφέρουμε τη δοκιμαστική λειτουργία της πρώτης υπηρεσίας κτηματαγοράς που ξεκινά το Μάρτιο του 2018 στη Σουηδία και βασίζεται

στην

τεχνολογία

DLT.

Αναπτύχθηκε

από

τη

startup

chromawaychromaway.com σε στενή συνεργασία με την κυβέρνηση της χώρας. Μέσω 60


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

του Blockchain μπορεί να ρυθμιστεί και να ελεγχθεί η ροή εργασιών και ψηφιακής σήμανσης, διασφαλίζοντας την εγκυρότητα μέσω δακτυλικών αποτυπωμάτων, ενώ μειώνει παράλληλα τον κίνδυνο καταχώρησης εσφαλμένων πληροφοριών και επιτρέπει την αυτόματη καταχώρηση στο Eθνικό Kτηματολόγιο της χώρας. Αντίστοιχα σχέδια για αξιοποίηση της τεχνολογίας Blockchain για υπηρεσίες κτηματολογίου έχει εκφράσει η κυβέρνηση της Βρετανίας, της Γεωργίας αλλά και της Ονδούρας. Συγχρόνως και άλλες εφαρμογές από εκατοντάδες startups, όπως το Stampery (εικόνα 1) συνδυάζουν την αξιοποίηση της τεχνολογίας Blockchain με τα Big Data προκειμένου να διασφαλίσουν εγκυρότητα δεδομένων και επικοινωνιών. Μια από τις πρώτες τους εφαρμογές αναπτύχθηκε για λογαριασμό της κυβέρνησης της Εσθονίας, η οποία επιτρέπει την ηλεκτρονική έκδοση ταυτοτήτων και πιστοποιητικών στο πλαίσιο του προγράμματος του «ψηφιακού πολίτη».

Εικόνα 4 : η πλατφόρμα Stampery.com και οι δυνατότητες που προσφέρει. Πηγή: stampery.com/api (πρόσβαση 31/01/2018)

61


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Άλλες εφαρμογές του Blockchain αφορούν σε αποκεντρωμένες εφαρμογές και συνεργατικούς οργανισμούς, εξαλείφοντας έτσι τους «μεσάζοντες». Πλέον, υπάρχει δυνατότητα σύναψης έξυπνων συμβάσεων, δηλαδή συμβόλαια που μπορούν να εκτελεστούν μερικώς ή πλήρως χωρίς ανθρώπινη αλληλεπίδραση. Επιπρόσθετα, στον τομέα της εκπαίδευσης υπάρχει η δυνατότητα ενσωμάτωσης της εν λόγω τεχνολογίας για λόγους κρυπτογραφημένης αποστολής δεδομένων (π.χ. διάφορα ακαδημαϊκά στοιχεία) και διαμοιρασμού τους μεταξύ δύο συγκεκριμένων μερών. Κατ’ αυτό τον τρόπο υπάρχει η δυνατότητα δημιουργίας ενός νέου συστήματος υποδομών για τον ασφαλή διαμοιρασμό αρχείων σε δίκτυα. Ανεξαρτήτως του πόσες και ποιες από αυτές τις εφαρμογές θα επιτύχουν ή θα γνωρίσουν μαζική αποδοχή, το βέβαιο είναι ότι σηματοδοτούν μια νέα εποχή για την παγκόσμια οικονομία. Η μεταβατική αυτή φάση δεν είναι ούτε εύκολη, ούτε γνωρίζουμε αν θα εξελιχθεί ομαλά. Το σίγουρο όμως είναι ότι οδεύουμε σε μια εποχή εκδημοκρατισμού της οικονομίας, των συναλλαγών και της διακίνησης πληροφορίας. Όσο οξύμωρο και αν ακούγεται, η εποχή αυτή θα είναι πιο ασφαλής για τη διακίνηση των προσωπικών μας δεδομένων και σαφώς πιο ευνοϊκή για τις λιγότερο προνομιούχες κοινωνικές ομάδες. Κατ’ αυτό τον τρόπο η τεχνολογία Blockchain μπορεί να αποτελέσει τη βάση για την εξάπλωση ίσως ευκαιριών, τη μείωση κοινωνικών ανισοτήτων και σε ιδεατές συνθήκες για τη δικαιότερη αναδιανομή του πλούτου. Κατ’ επέκταση όμως, σηματοδοτεί και μια νέα εποχή στο χωρικό σχεδιασμό, καθώς οι δυνατότητες που προσφέρει, δίνουν τη ευκαιρία για μεγαλύτερη συμμετοχή διαφόρων κοινωνικών ομάδων σε διαδικασίες λήψης αποφάσεων, αναδεικνύοντάς τες σε ζωτικό παράγοντα για την προώθηση των συμμετοχικών διαδικασιών στο σχεδιασμό.

62


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

6.

Μελέτες Περίπτωσης

6.1.

Η

νέα

ψηφιακή

στρατηγική

της

Βαρκελώνης:

πλατφόρμα

συμμετοχικότητας και πρωτοβουλίες πολιτών Η Βαρκελώνη αποτελεί ένα παράδειγμα πόλης που καταβάλει μακροχρόνιες προσπάθειες ώστε να επιτύχει τη μετάβαση από ένα μοντέλο συμβατικής πόλης σε εκείνο της ψηφιακής/έξυπνης πόλης. Κύριος αρωγός της προσπάθειας αυτής είναι ο Δήμος, αρχικά μέσω του επίσημου ιστοτόπου του και στη συνέχεια μέσω πλήθους εφαρμογών για smartphones αλλά και μέσω παρεμβάσεων στην ίδια την πόλη. Ενδεικτικό της σημασίας που δίνει ο Δήμος της Βαρκελώνης στο εγχείρημα της ψηφιακής πόλης είναι και η σύσταση ενός ειδικού συμβουλίου, το 2011, με την ονομασία Urban Habitat, το οποίο συντονίζει την όλη προσπάθεια, προωθώντας μια ολιστική προσέγγιση στο σχεδιασμό και την ανάπτυξη της πόλης. Το συμβούλιο αυτό αποτελεί μια προσπάθεια ενοποίησης της αστικοποίησης, της κατοικίας, των υποδομών, της συντήρησης, του περιβάλλοντος, των τηλεπικοινωνιών, της πληροφορικής, ώστε οι παραπάνω τομείς να μη λειτουργούν ξεχωριστά, αποκομμένοι μεταξύ τους. Επιπλέον, το συμβούλιο εστιάζει στη βελτίωση της ποιότητας διαβίωσης, την αναβάθμιση των δημόσιων χώρων και στη διάχυση της ανθρώπινης γνώσης με στόχο έναν συμμετοχικό πολεοδομικό σχεδιασμό. Το τελευταίο χρονικό διάστημα αυτό που κεντρίζει το ενδιαφέρον, είναι η προσπάθεια της Βαρκελώνης να επανεξετάσει τη χρήση του διαδικτύου των πραγμάτων (Internet of Things)7. Σύμφωνα με τον Daniel Burrus: «το Ίντερνετ των πραγμάτων αφορά την αυξανόμενη επικοινωνία μηχανής προς μηχανή. Είναι βασισμένο στο cloud computing και στα δίκτυα αποτελούμενα από αισθητήρες συλλογής δεδομένων. Είναι κινητή, εικονική και άμεση σύνδεση. Και λένε ότι θα κάνει οτιδήποτε στη ζωή μας ‘έξυπνο’, από το φως του δρόμου μέχρι και τα λιμάνια.» Το Μάιο του 2015 η Βαρκελώνη εξέλεξε ως δήμαρχο την Ada Colau, μια ακτιβίστρια του κινήματος για τις κατοικίες της πόλης, η οποία υποσχέθηκε επίσης μια πιο Ένα πράγμα, στο διαδίκτυο των πραγμάτων, μπορεί να είναι ένα άτομο με αισθητήρα στην καρδιά του, ένα ζώο σε μια φάρμα με ένα τσιπ που να ανιχνεύει τις βιολογικές του διεργασίες, ένα αυτοκίνητο με ενσωματωμένο αισθητήρα που ειδοποιεί τον οδηγό ότι η πίεση του λάστιχου είναι χαμηλή, γενικά οποιαδήποτε φυσικό ή τεχνητό αντικείμενο το οποίο μπορεί να συνδεθεί με έναν αισθητήρα και να έχει τη δυνατότητα να μεταδώσει δεδομένα σε ένα οποιοδήποτε δίκτυο. Αυτό το δίκτυο μπορεί να είναι τοπικό και να αφορά ένα συγκεκριμένο πλαίσιο ή να είναι το ίδιο το Διαδίκτυο. 7

63


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

συμμετοχική διακυβέρνηση με επίκεντρο τους πολίτες. Μαζί με τη συνεργάτιδά της, Fransesca Bria, έκαναν μια αποτίμηση της μέχρι τότε ψηφιακής πολιτικής της Βαρκελώνης και έναν επανασχεδιασμό .Ας επισημάνουμε ότι ήδη η Βαρκελώνη θεωρείται πόλη φάρος της καινοτομίας και των ψηφιακών λύσεων. Μεγάλες εταιρείες παγκόσμιας εμβέλειας έχουν εγκατασταθεί στη Βαρκελώνη, κυρίως στην περιοχή 22@ οι οποίες χρησιμοποιούν το αστικό περιβάλλον της για τεστάρισμα και προβολή των προϊόντων και των υπηρεσιών τους. Η πρόκληση όμως για τη νέα διοίκηση της Βαρκελώνης είναι ευρύτερη. Πώς θα χρησιμοποιηθούν τα δεδομένα ώστε η διοίκηση της πόλης να παίρνει καλύτερες αποφάσεις ή να δώσει στους πολίτες τα δεδομένα ώστε να χρησιμοποιηθούν με όλους τους διαφορετικούς τρόπους που θα επιλέξει ο καθένας; Πάνω σε αυτά τα ερωτήματα βασίστηκαν και οι στρατηγικές επιλογές της Βαρκελώνης, που αφορούν την ανάπτυξη μιας κοινής υποδομής συλλογής και διαχείρισης δεδομένων. Μερικά παραδείγματα από τις δράσεις της πόλης της Βαρκελώνης, σχετικές με τη νέα ψηφιακή στρατηγική της είναι τα παρακάτω: Πλατφόρμα συμμετοχικότητας Η πλατφόρμα φέρει το όνομα «Decidim Barcelona» το οποίο μεταφρασμένο από τα Καταλανικά στα Ελληνικά σημαίνει «εμείς αποφασίζουμε». Πρόκειται λοιπόν για μια πλατφόρμα συμμετοχικής δημοκρατίας για την πόλη της Βαρκελώνης, Οι υπεύθυνοι – δημιουργοί της πλατφόρμας υποστηρίζουν πως είναι το κλειδί για την ψηφιακή διάσταση που λαμβάνει ο συμμετοχικός σχεδιασμός στη Βαρκελώνη, και πως η σύνδεσή του με τους τομείς υποδομών, αγορών και εν γένει της οικονομίας, είναι άμεση. Υποστηρίζεται και συντονίζεται από το Δημοτικό Συμβούλιο της πόλης με τους ιθύνοντες να ελπίζουν πως η τεχνολογία, μέσω αυτής της διαδικασίας, θα βελτιώσει τις συνθήκες της συμμετοχής των κοινωνικών ομάδων στη λήψη αποφάσεων καθώς και την αστική διακυβέρνηση σε αυτό το επίπεδο. Η πλατφόρμα βασίζεται σε open – source λογισμικό και επιτρέπει στο κοινό να συμμετέχει άμεσα στη διακυβέρνηση της πόλης, με τρόπο τόσο απλό, όσο αυτός με τον οποίο χειρίζονται τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στην καθημερινότητά τους. Το Δημοτικό Συμβούλιο έχει διοργανώσει εκδηλώσεις και συναντήσεις στις οποίες οι πολίτες καλούνται να συμμετέχουν στη διαμόρφωση στρατηγικών σχεδίων για την πόλη και τα αποτελέσματα είναι ήδη

64


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

εντυπωσιακά – περίπου 40.000 άτομα και 1500 φορείς / οργανισμοί κατέθεσαν γύρω στις 10.000 προτάσεις σχετικά με τη διαμόρφωση αυτή.

Εικόνα 5 : η πλατφόρμα συμμετοχικότητας «Decidim Barcelona» για την πόλη της Βαρκελώνης πηγή: https://www.decidim.barcelona/ (πρόσβαση 03/02/2018)

65


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Συμμετοχικό σύστημα κατάρτισης προϋπολογισμού Ο συμμετοχικός προϋπολογισμός αποτελεί μια διαδικασία συμμετοχής των πολιτών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων φορέων δημόσιας διοίκησης που σχετίζονται με τους στόχους και την κατανομή των δημόσιων επενδύσεων σε τοπικό επίπεδο. Πιο αναλυτικές προσεγγίσεις που επιχειρήθηκαν μετά το 1980 προσδιορίζουν τον συμμετοχικό προϋπολογισμό ως μια ανοικτή, σε όλους τους πολίτες που επιθυμούν να συμμετάσχουν, διαδικασία, η οποία προσιδιάζει με την άμεση και αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Περιλαμβάνει τη διαβούλευση, την αναδιανομή των πόρων προς όφελος των οικονομικά ασθενέστερων, ενώ αποτελεί μια αυτορυθμιζόμενη διαδικασία, όπου οι συμμετέχοντες καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τόσο τους κανόνες που τη διέπουν, όσο και τα κριτήρια κατανομής των πόρων. Στην Ισπανία, ο συμμετοχικός προϋπολογισμός συναντάται κατά κύριο λόγο μετά το 2000 στις περιοχές της Καταλονίας και της Ανδαλουσίας, παρουσιάζοντας μια ποικιλομορφία ως προς τη μορφή εφαρμογής του. Χαρακτηριστικό πλεονέκτημα το οποίο διακρίνει τις πρακτικές στην Ισπανία είναι η ισχυρή πολιτική βούληση των τοπικών αρχών για τη διοργάνωση συμμετοχικών διαδικασιών αυτής της μορφής. Εν προκειμένω, όσον αφορά στην πλατφόρμα συμμετοχικού προϋπολογισμού, η οποία αναπτύχθηκε στα πλαίσια της αναμόρφωσης της ψηφιακής στρατηγικής της Βαρκελώνης, η εφαρμογή «Open Budget» συνιστά σε ένα εργαλείο που βοηθά πολίτες και φορείς / οργανισμούς, τόσο στην ανάλυση, όσο και στην κατανόηση και τη διαμόρφωση του συμμετοχικού προϋπολογισμού της πόλης. Η πλατφόρμα αυτή επιτρέπει στους χρήστες να έχουν πρόσβαση σε κάθε είδους δεδομένα που αφορούν στον προϋπολογισμό της πόλης, από το ανώτατο επίπεδο που αφορά συγκεντρωτικά στοιχεία, μέχρι και το πιο λεπτομερές δεδομένο, τόσο για το τρέχον οικονομικό έτος, όσο και για προηγούμενα οικονομικά έτη. Επιπρόσθετα, υπάρχει η δυνατότητα αναλυτικής περιγραφής των τιμολογίων που συμβαδίζουν με τις πραγματοποιηθείσες δαπάνες του προϋπολογισμού, ώστε ο κάθε πολίτης να έχει άμεση πρόσβαση σε αυτά. Τα δεδομένα αυτά μπορεί ο οποιοσδήποτε να τα λάβει στον υπολογιστή του και σε επεξεργάσιμη μορφή (φύλλα αρχείων excel) ενώ η πλατφόρμα είναι διαθέσιμη στα Αγγλικά, Ισπανικά και Καταλανικά.

66


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Συμμετοχή στην πλατφόρμα DECODE Η πόλη της Βαρκελώνης συμμετέχει στη διαδικτυακή πλατφόρμα DECODE. Πρόκειται για ένα νέο έργο αξίας 5 εκατομμυρίων ευρώ το οποίο υλοποιείται επί του παρόντος μαζί με 14 εταίρους σε όλη την Ευρώπη. Ουσιαστικά η πλατφόρμα παρέχει εργαλεία στους συμμετέχοντες με στόχο να κατανοήσουν αν θα πρέπει να κρατήσουν τις προσωπικές πληροφορίες και δεδομένα τους ιδιωτικά, ή να τα μοιραστούν με την κοινότητα, με στόχο το κοινό καλό. Στοχεύει στο να δώσει τη δυνατότητα επιλογής της διαχείρισης αυτών των δεδομένων και βρίσκεται ακόμη σε πειραματικό στάδιο. Ο απώτερος στόχος συνιστά στη δημιουργία ενός είδους ψηφιακής οικονομίας που θα θέτει στο επίκεντρο τη διαχείριση δεδομένων, που θα παράγονται και θα συλλέγονται κυρίως από τους πολίτες και βασίζεται στην τεχνολογία του Internet of Things. Ως εκ τούτου, startup επιχειρήσεις, ΜΚΟ, διάφορες συλλογικότητες καθώς και τοπικές κοινωνίες μπορούν να επωφεληθούν από την παροχή και τη διάχυση δεδομένων, μέσω της πλατφόρμας, τα οποία θα χρησιμοποιήσουν για να δημιουργήσουν εφαρμογές και υπηρεσίες που θα ανταποκρίνονται τόσο στις δικές τους ανάγκες, όσο και σε εκείνες του ευρύτερου κοινωνικού συνόλου. Στην παρούσα φάση, οι πιλοτικές δράσεις και εφαρμογές που αναπτύσσονται (κυρίως στις πόλεις Βαρκελώνη και Άμστερνταμ), εστιάζουν σε τρεις θεματικές περιοχές: στο Διαδίκτυο των Πραγμάτων, στην οικονομία του διαμοιρασμού και στην άμεση δημοκρατία.

67


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

AmsterdamSmartCity: Εφαρμογές συμμετοχικής δημοκρατίας

6.2.

Η πρωτοβουλία για τη δημιουργία της Έξυπνης Πόλης του Άμστερνταμ (Amsterdam Smart City ASC) είναι μια μοναδική στο είδος της συνεργασία μεταξύ επιχειρήσεων, αρχών, ερευνητικών ιδρυμάτων και ανθρώπων της πόλης με στόχο το μετασχηματισμό της μητροπολιτικής περιοχής του Άμστερνταμ σε μια έξυπνη πόλη. Βασίζεται, ουσιαστικά στη σύμπραξη δυνάμενων του ευρύτερου Δημόσιου και Ιδιωτικού τομέα. Η πρωτοβουλία χρησιμοποιεί για τον προσδιορισμό της έξυπνης πόλης τον ορισμό των Caragliu, Del Bo και Nukamp, σύμφωνα με τον οποίο «μια πόλη θεωρείται έξυπνη όταν οι επενδύσεις σε ανθρώπινο και κοινωνικό κεφάλαιο και σε παραδοσιακές (μεταφορές) και σύγχρονες (ΤΠΕ) υποδομές επικοινωνίας τροφοδοτούν τη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη και την υψηλή ποιότητα ζωής, σε συνδυασμό με μια αποτελεσματική χρήση των φυσικών πόρων ». Η προσπάθεια ξεκίνησε το 2009 και έχει ήδη στο ενεργητικό της μεγάλο αριθμό πιλοτικών έργων με σημαντικά αποτελέσματα. Η πρωτοβουλία Άμστερνταμ Έξυπνη Πόλη στηρίζεται στις παρακάτω 4 θεμελιώδεις αρχές: 

συνεργασία:

η

συλλογική

προσπάθεια

σε

κάθε

επίπεδο

είναι

βασικό

προαπαιτούμενο για την επίτευξη βιώσιμων λύσεων που θα συμβάλουν στη μείωση εκπομπών CO2. Οι συνεργασίες μπορεί να έχουν τη μορφή συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, αλλά θα πρέπει να εξασφαλίζουν τη στενή συμμετοχή των τελικών χρηστών. 

καινοτομία και επίγνωση: απαιτείται η εφαρμογή καινοτόμων τεχνολογιών αλλά και η αλλαγή της συμπεριφοράς των χρηστών.

ανταλλαγή γνώσης: η γνώση και η εμπειρία που προκύπτει διαχέεται μέσω της πλατφόρμας.

οικονομική βιωσιμότητα: μόνο οικονομικά βιώσιμες πρωτοβουλίες (για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη) θα εφαρμοστούν σε μεγάλη κλίμακα.

Αν εστιάσουμε στην πρώτη θεμελιώδη αρχή της πρωτοβουλίας, δηλαδή στη συνεργασία και κατ’ επέκταση στη συμμετοχή των πολιτών σε αυτό το εγχείρημα, μπορούμε να εντοπίσουμε αρκετές δράσεις που υλοποιεί η έξυπνη πόλη του Άμστερνταμ ως προς αυτή την κατεύθυνση:

68


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Με τη βοήθεια της ακαδημαϊκής κοινότητας η πόλη έχει δημιουργήσει το ινστιτούτο Advanced Metropolitan Solutions (AMS) για να σχεδιάσουν λύσεις που ενσωματώνουν την τεχνολογία στο περιβάλλον. Υπάρχουν βρόχοι ανάδρασης που δίνουν μια περισσότερο φιλική αίσθηση στους πολίτες, καθώς καταθέτουν οι ίδιοι δεδομένα και προβλέπουν απειλές σε σχέση με την ανθεκτικότητα της πόλης. Ένα από τα πιλοτικά προγράμματα του AMS είναι η εφαρμογή διαχείρισης των αστικών όμβριων υδάτων. Χάρη σε καινοτομίες, όπως είναι οι σταθμοί παρακολούθησης, ομπρέλες που λειτουργούν και ως κινητά βροχόμετρα και μια εφαρμογή που οι κάτοικοι μπορούν να κατεβάσουν στα κινητά τους, οι ερευνητές είναι σε θέση να παρακολουθούν τη βροχόπτωση στο Άμστερνταμ μέχρι και στο επίπεδο του δρόμου. Οι πολίτες με την εφαρμογή Rain Sense App είναι σε θέση να αναφέρουν προβλήματα που αντιμετωπίζουν, μέσω της αποστολής φωτογραφιών, σημειώνοντας τη θέση των βροχοπτώσεων καθώς επίσης μπορούν να ελέγξουν εξ αποστάσεως ότι το δικό τους σπίτι είναι στεγνό. Η ίδια πλατφόρμα (AMS), ανέπτυξε κατά το διάστημα Νοεμβρίου 2014 – Νοεμβρίου 2015 το project “Urban Pulse” κατά τη διάρκεια του οποίου χρησιμοποιήθηκαν πληροφορίες από τους κατοίκους της περιοχής, τους εμπειρογνώμονες και τους επιχειρηματικούς εταίρους τους, για να συλλέξουν πληροφορίες για τη ροή των βασικών πόρων στην πόλη. Αυτό χρησίμευσε ώστε να εξασφαλισθεί ότι η πόλη του Άμστερνταμ δεν πρόκειται να επηρεαστεί στο μέλλον από έλλειψη ενέργειας, νερού, τροφίμων ή φυσικών πόρων για το μέλλον και για τη μείωση της επιβάρυνσης του περιβάλλοντος. Στην κατεύθυνση της συμμετοχής των πολιτών στο σχεδιασμό, αξίζει να αναφερθεί η ύπαρξη πλατφόρμας διαδραστικών χαρτών που προσφέρει ο Δήμος του Άμστερνταμ, στην οποία οι πολίτες μπορούν τόσο να ενημερώνονται, όσο και να προσθέτουν οι ίδιοι δεδομένα, εμπλουτίζοντας τη συλλογική γνώση που προσφέρεται σε όλους,. Πάνω στην τελευταία, αναπτύχθηκε η πλατφόρμα «transformcity», που επιτρέπει σε οποιονδήποτε πολίτη θελήσει να εισάγει τις ιδέες του επάνω σε διαδραστικούς χάρτες και ουσιαστικά με αυτό τον τρόπο να καταθέσει τις προτάσεις του για τη διαμόρφωση του δρόμου, της γειτονιάς του, του οικοδομικού του τετραγώνου και εν γένει της πόλης του. Επιτρέπει επίσης την επικοινωνία και συνδιαλλαγή απόψεων μεταξύ των πολιτών, γεγονός που ενθαρρύνει την ύπαρξη διαλόγου και συζήτησης επάνω στις 69


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

κατατεθειμένες προτάσεις, ενώ στα πλαίσια σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, φορείς όπως Ακαδημαϊκά Ιδρύματα και Τοπική Αυτοδιοίκηση καλούνται να δώσουν το feedback τους στις προτεινόμενες δράσεις και παρεμβάσεις.

Εικόνα 6 : διαδραστικός χάρτης του Άμστερνταμ. Επάνω σημειώνονται οι διάφορες δράσεις που εκτυλίσσονται στην πόλη Πηγή: https://amsterdamsmartcity.com/map (πρόσβαση 01/02/2018)

70


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Εικόνα 7 : η εφαρμογή διαδραστικών θεματικών χαρτών του Άμστερνταμ Πηγή: https://maps.amsterdam.nl/ (πρόσβαση 03/02/2018) 71


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

6.3 Η πρωτοβουλία συνΑθηνά του Δήμου Αθηναίων Η πρωτοβουλία συνΑθηνά είναι o κοινός τόπος συνάντησης, διευκόλυνσης και αξιοποίησης των ομάδων πολιτών που πραγματοποιούν δράσεις για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής στην πόλη. Μέσα από τον συντονισμό του ανθρωπίνου κεφαλαίου των ομάδων πολιτών, ο δήμος Αθηναίων αφουγκράζεται τις ανάγκες της κοινωνίας και εκσυγχρονίζεται. Ενδυναμώνοντας τις δράσεις των πολιτών, ο δήμος διαμορφώνει μια νέα αντίληψη για τη σχέση της κοινωνίας των πολιτών με την τοπική αυτοδιοίκηση και καλλιεργεί μια αμφίδρομη και δυναμική μεταξύ τους σχέση. Το συνΑθηνά είναι μια πρωτοβουλία του δήμου Αθηναίων. Δημιουργήθηκε τον Ιούλιο του 2013 και υπάγεται σήμερα στην Αντιδημαρχία Κοινωνίας των Πολιτών και Καινοτομίας. Στην πράξη, η λειτουργία της πλατφόρμας έχει ως εξής: 

Συλλέγει τις δράσεις των πολιτών και μέσα από τις προτάσεις αυτές, υπάρχει η γνώση των προτεραιοτήτων τους για την πόλη

Διευκολύνει τις ομάδες και τους πολίτες στην πραγματοποίηση των δράσεών τους και ενθαρρύνει συνεργασίες με άλλες ομάδες, χορηγούς και φορείς.

Φιλτράρει και ξεχωρίζει τις δράσεις με τη μεγαλύτερη επιρροή στην πόλη και ανιχνεύει τόσο τη δυνατότητα όσο και τους τρόπους αξιοποίησής τους στην τοπική διακυβέρνηση.

Ενεργοποιεί τα αντανακλαστικά του Δήμου έτσι ώστε να βελτιώνονται οι υπηρεσίες του σε σχέση με τις νέες ανάγκες των πολιτών. Οι δράσεις των πολιτών και οι προτάσεις τους μπορούν να οδηγήσουν σε αλλαγή των πολιτικών προτεραιοτήτων του Δήμου, σε αναβάθμιση των κανονισμών και σε απλοποίηση των διαδικασιών.

Η δράση του συνΑθηνά εντοπίζεται κυρίως στη διαδικτυακή πλατφόρμα, η οποία δίνει βήμα σε κοινωνικές ομάδες, ενώ συγχρόνως παρέχει τη δυνατότητα σημαντικής ενίσχυσης της προβολής των δράσεών τους, καθώς και τη δυνατότητα να έρθουν σε επαφή με υποστηρικτές. Συγχρόνως λειτουργεί και η στέγη του συνΑθηνά ως φυσικό σημείο συνάντησης, όπου οι ομάδες πολιτών οργανώνουν και υλοποιούν τις δράσεις τους σε κλίμα συνεργασίας. Από την έναρξη της λειτουργίας της (Ιούλιος 2013) έως και σήμερα τόσο η ιστοσελίδα όσο

και

η στέγη έχουν φιλοξενήσει 72

συνολικά 3009 δράσεις

τις

οποίες


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

πραγματοποίησαν 365 ομάδες πολιτών και φορείς σε συνεργασία με 106 υποστηρικτές, ποσοστά διόλου ασήμαντα αν αναλογιστεί κάποιος τα επίπεδα συμμετοχής πολιτών σε διαδικασίες λήψης αποφάσεων και διαμόρφωσης πολιτικών στις σύγχρονες ελληνικές πόλεις. Από τα στοιχεία που συλλέγονται μέσα από τις δράσεις, αντλούνται, όπως προαναφέρθηκε, πολύτιμες πληροφορίες για τις προτεραιότητες των πολιτών.

Διάγραμμα 6-1 : αριθμός ομάδων πολιτών που προσθέτουν τη δράση τους στην πλατφόρμα από το 2013 έως σήμερα Πηγή: http://www.synathina.gr/el/ (πρόσβαση 15/01/2018)

Εικόνα 8 : οι προτεραιότητες των πολιτών μέσα από τις δράσεις τους για το 2017 (654 δράσεις) Πηγή: http://www.synathina.gr/el (πρόσβαση 15/01/2018)

73


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Εικόνα 9 : Η διαδικτυακή πλατφόρμα και η στέγη του συνΑθηνά Πηγή: http://www.synathina.gr/el (πρόσβαση 15/01/2018)

74


Πρίγκου Σταματία

6.4

διπλωματική εργασία

Smart Trikala - η έξυπνη πόλη των Τρικάλων:

ένα βήμα πιο κοντά στην ηλεκτρονική συμμετοχικότητα Η πόλη των Τρικάλων είναι ίσως η πιο τεχνολογικά προηγμένη πόλη της χώρας. Ήταν η πρώτη πόλη που εγκατέστησε δωρεάν wifi στο κέντρο της πόλης πριν από δεκαπέντε χρόνια περίπου και η πρώτη που από το 2007 έχει υιοθετήσει ηλεκτρονικές διαδικασίες και εργαλεία συμμετοχικής διακυβέρνησης. Το e-dialogos ήταν το πρώτο καινοτόμο έργο που δίνει τη δυνατότητα στους κατοίκους της πόλης των Τρικάλων να εμπλακούν στη διαδικασία σχεδιασμού και υλοποίησης των δράσεων της πόλης. Το έργο συνδυάζει ένα εύρος εφαρμογών από ηλεκτρονικές δημοσκοπήσεις και αιτήματα μέχρι ηλεκτρονικές διαβουλεύσεις και ψηφοφορίες δημιουργώντας ένα σύνθετο δίκτυο εργαλείων και μεθόδων συμμετοχικής δημοκρατίας. Κάποιες εφαρμογές εκκινούν από τους πολίτες όπως στην περίπτωση των ηλεκτρονικών

αιτημάτων

(e-πογραφές),

ενώ

άλλες,

όπως

οι

ηλεκτρονικές

δημοσκοπήσεις και η ηλεκτρονική διαβούλευση, ξεκινούν με πρωτοβουλία του Δήμου. Στην εφαρμογή e-πογραφές (ηλεκτρονικά αιτήματα) ο πολίτης ανεβάζει στην πλατφόρμα του e-dialogos το θέμα που θέλει να συζητηθεί στο Δημοτικό Συμβούλιο μαζί με όλες τις απαραίτητες πληροφορίες και καλεί τους υπόλοιπους πολίτες να το υποστηρίξουν συνυπογράφοντας το κείμενο του αιτήματος. Εάν μαζευτούν πάνω από 100 υπογραφές, το θέμα απευθύνεται στο Δημοτικό Συμβούλιο. Η ηλεκτρονική διαβούλευση από την άλλη είναι μια σύνθετη διαδικασία με αυστηρή μεθοδολογία και σαφώς ορισμένα στάδια, στην οποία συμμετέχουν πολίτες, ομάδες της κοινωνίας των πολιτών ο Δήμος καθώς και άλλοι φορείς με στόχο τη λήψη αποφάσεων για την αποτελεσματική διακυβέρνηση της πόλης. Η διαβούλευση σαν μέθοδος στηρίζεται στην αρχή ότι οι πολίτες λαμβάνουν αποφάσεις πάνω σε συγκεκριμένα προβλήματα και ζητήματα αφού πρώτα έχουν ενημερωθεί σε βάθος για όλες τις πτυχές του θέματος και αφού έχουν συμμετάσχει σε ουσιαστικό διάλογο μαζί με εκπροσώπους του Δήμου. Επειδή η διαδικασία της διαβούλευσης είναι ιδιαιτέρως χρονοβόρα και πολυέξοδη λόγω των πολλαπλών συνελεύσεων που απαιτούνται, έχει υιοθετηθεί η μέθοδος της ηλεκτρονικής διαβούλευσης στην οποία όλες οι συναντήσεις γίνονται σε ειδικά φόρα στο διαδίκτυο και οι αποφάσεις λαμβάνονται μέσω ηλεκτρονικής ψηφοφορίας.

75


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Η διαδικασία της διαβούλευσης στο e-dialogos είναι η εξής: 1. Το Δημοτικό Συμβούλιο προτείνει θέματα για διαβούλευση. 2. Οι πολίτες μέσω e-ψηφοφορίας επιλέγουν τα θέματα της διαβούλευσης. 3. Δημιουργείται φόρουμ διαλόγου για κάθε θέμα που έχει επιλεγεί στο οποίο συμμετέχουν οι πολίτες. 4. Συντάσσεται έκθεση συζήτησης από το Συντονιστή του φόρουμ. 5. Οι πολίτες τοποθετούνται στα θέματα που προέκυψαν κατά τη διάρκεια του ηλεκτρονικού διαλόγου μέσω e-ψηφοφορίας. 6. Συντάσσεται έκθεση αποτελεσμάτων από τον Συντονιστή. 7. Το Δημοτικό Συμβούλιο συζητάει και αποφασίζει λαμβάνοντας υπόψη τις εκθέσεις που προέκυψαν από τη Διαβούλευση. Η σύσκεψη του Δημοτικού Συμβουλίου γίνεται παρουσία του «Ηλεκτρονικού Διαμεσολαβητή του Πολίτη» στον οποίο μπορούν οι πολίτες να στείλουν σχόλια, παρατηρήσεις και ερωτήσεις και τις οποίες με τη σειρά του αυτός καταθέτει στο Δημοτικό Συμβούλιο. Τα θέματα που τίθενται προς διαβούλευση αφορούν κυρίως αναπτυξιακά έργα του Δήμου, όπως για παράδειγμα η μεταφορά του τρένου εκτός πόλης, η ανάπλαση του κέντρου των Τρικάλων ή τα αναπτυξιακά σχέδια για τις φυλακές της πόλης, ενώ στο ίδιο μήκος κύματος είναι και τα θέματα που προτείνουν οι πολίτες μέσω των ηλεκτρονικών υπογραφών. Η συμμετοχή των πολιτών στη διαδικασία σύμφωνα με τους υπεύθυνους του προγράμματος είναι ικανοποιητική δεδομένου του μεσαίου μεγέθους της πόλης, της συνθετότητας του συστήματος και της σχετικά περιορισμένης πρόσβασης των πολιτών στο διαδίκτυο. Σημαντικός παράγοντας για την αποτελεσματικότητα των συστημάτων ηλεκτρονικής συμμετοχής, πέραν της τεχνολογικής λειτουργικότητας και καινοτομίας, είναι η ενημέρωση και η εκπαίδευση των πολιτών αλλά και της ίδιας της δημοτικής αρχής ως προς τις μεθόδους, τα θέματα, τους κανονισμούς και τους χρόνους διεξαγωγής των συμμετοχικών διαδικασιών. Έργα σαν το e-dialogos, αν και έχουν κυρίως ρόλο συμβουλευτικό μιας και το Δημοτικό Συμβούλιο είναι αυτό που έχει πάντα τον τελευταίο λόγο, ενισχύουν την 76


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

εξωστρέφεια, ενδυναμώνουν τους πολίτες και δημιουργούν σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ των πολιτών και της εκλεγμένης δημοτικής αρχής. Το e-dialogos αποτελεί καλό παράδειγμα ηλεκτρονικής διακυβέρνησης σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ενώ ήταν υποψήφιο στην κατηγορία «eGovernment empowering citizens» των ευρωπαϊκών βραβείων «egov» του 2009. Παραλλαγές του προγράμματος έχουν υιοθετηθεί από το Δήμο Θεσσαλονίκης, την πόλη της Άρτας και την Περιφερειακή Ενότητα Σάμου. Η νέα ψηφιακή στρατηγική της πόλης των Τρικάλων συμπεριλαμβάνει μεταξύ άλλων Αυτοματοποιημένο Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολίτη (e – ΚΕΠ), μια εφαρμογή για κινητά τηλέφωνα

“Check

App”,

όπου

υπάρχει

η

δυνατότητα

καταχώρησης

και

παρακολούθησης της πορείας των αιτημάτων πολιτών, συστήματα έξυπνου φωτισμού και

έξυπνης

στάθμευσης,

σύστημα

παρακολούθησης

λειτουργίας

φωτεινών

σηματοδοτών της πόλης και ολοκληρωμένο σύστημα γεωγραφικών πληροφοριών (GIS). Την ίδια στιγμή λειτουργεί ένα Κέντρο Διαχείρισης της «έξυπνης πόλης» όπου έχουν εγκατασταθεί οθόνες παρακολούθησης της λειτουργίας των φωτεινών σηματοδοτών, να σύστημα αποτύπωσης της κίνησης των δημοτικών οχημάτων, οθόνη παρακολούθησης της λειτουργίας κόμβων ασυρμάτου δικτύου παροχής δωρεάν internet ενώ το σημαντικότερο είναι το σύστημα καταγραφής και παρακολούθησης της πορείας επίλυσης των αιτημάτων πολιτών. Προς την κατεύθυνση των συμμετοχικών διαδικασιών στην έξυπνη πόλη των Τρικάλων, κινούνται δράσεις όπως η ανάρτηση ανοιχτών δεδομένων του Δήμου Τρικκαίων, στα οποία ο οποιοσδήποτε πολίτης έχει πρόσβαση καθώς και η συλλογή και ανάλυση δεδομένων από τη διασύνδεση χρηστών στο Δημοτικό Ασύρματο Δίκτυο.

77


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

7. Κριτική και συμπεράσματα Η συμμετοχή των πολιτών σε οποιαδήποτε διαδικασία λήψης αποφάσεων αποτελεί μια σύγχρονη πολιτική πρόταση, η οποία προέκυψε από την αδυναμία του συστημικού ορθολογικού σχεδιασμού, να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα μεγάλα χωρικά προβλήματα της εποχής. Η κριτική που δέχθηκε αυτό το είδος σχεδιασμού, περιορίστηκε κυρίως στην αμφισβήτηση που αφορούσε αφενός την αρτιότητα των μηχανισμών λήψης αποφάσεων και αφετέρου την φερεγγυότητα των φορέων και προσώπων που λαμβάνουν τις αποφάσεις (Τσιλιμίγκας, 1998: 126) Η συμμετοχική διαδικασία παρουσιάζει μια σειρά πλεονεκτημάτων τα οποία αφορούν κυρίως αυτή τη δομή της ως πολιτική πρόταση. Αυτά αφορούν στην ενεργοποίηση κοινωνικών εταίρων, στην εκπροσώπηση όλων των κοινωνικών ομάδων, στην ύπαρξη άρτιων μηχανισμών υποστήριξης αυτής της διαδικασίας η οποία εξασφαλίζει την παραγωγή γνώσης και το σημαντικότερο ίσως επιχείρημα της συμμετοχής των πολιτών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, είναι ότι όποιες κι αν είναι οι τελικές αποφάσεις, έχουν την κοινωνική συναίνεση και άρα είναι υλοποιήσιμες. Τα κινήματα της κοινοτικής δράσης και του συνηγορικού σχεδιασμού, τα οποία παρουσιάστηκαν στην εργασία, καταδεικνύουν ότι η διαδικασία του χωρικού σχεδιασμού δεν είναι μια τεχνική υπόθεση η οποία επιζητά τη βέλτιστη επιστημονική, ορθολογική λύση, αλλά ένα κοινωνικοπολιτικό φαινόμενο όπου εκφράζονται κοινωνικές αντιθέσεις, αντιπαλότητες, συγκρούσεις συμφερόντων κλπ τα οποία ο σχεδιαστής καλείται να λάβει υπόψη του στο σχεδιασμό, παράγοντας το βέλτιστο αποτέλεσμα για όλους τους συμμετέχοντες. Η συμμετοχικότητα, που βασίζεται στην αυτόβουλη συμμετοχή του πολίτη, αναδεικνύει την Κοινωνία των Πολιτών και όχι – όπως ο ρεπουμπλικανισμός - την κοινωνία των κοινοτήτων. Η Κοινωνία των Πολιτών γίνεται έτσι ο ακρογωνιαίος λίθος ενός συμμετοχικού μοντέλου διακυβέρνησης. Το ερώτημα στο οποίο καλείται να απαντήσει αυτό το μοντέλο, είναι εάν μπορεί η γενικευμένη συμμετοχή των πολιτών που επαγγέλλεται, να συνδυαστεί με τους κρατικούς θεσμούς της εκτελεστικής εξουσίας, οι οποίοι αναπτύσσουν τους δικούς τους «μικροκόσμους συμφερόντων» χωρίς ουσιαστικό έλεγχο από τους πολίτες (Held, 2003: 283).

78


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Στο πρώτο κομμάτι της εργασίας, αφού παρουσιάστηκαν και αναλύθηκαν βασικές έννοιες και προσεγγίσεις οι οποίες συνιστούν και το θεωρητικό υπόβαθρό της, επιχειρήθηκε η σύνδεση των προσεγγίσεων σχεδιασμού με πολιτικές θεωρίες, ακριβώς για τους λόγους που περιγράφηκαν παραπάνω. Ορίστηκε το πλαίσιο βάσει του οποίου δόθηκε η ερμηνεία των συμμετοχικών προσεγγίσεων στο χωρικό σχεδιασμό και διερευνήθηκαν οι προεκτάσεις που αυτές μπορεί να έχουν. Στα πλαίσια αυτά αναδείχθηκε η διακυβέρνηση ως παράγοντας που ενισχύει την παρουσία συμμετοχικών διαδικασιών στο σχεδιασμό, ενώ παρατηρήθηκε και ότι η ηλεκτρονική δημοκρατία αποτελεί ένα ζωτικής σημασίας μέσο που ενθαρρύνει σε μεγάλο ποσοστό τη συμμετοχή. Αναλογιζόμενοι αυτή την τελευταία προσέγγιση, γίνεται αντιληπτό ότι οι τεχνολογικές εξελίξεις διευρύνουν σημαντικά το φάσμα των εργαλείων και τεχνολογιών που τα κέντρα λήψης αποφάσεων έχουν στη διάθεσή τους προς αξιοποίηση στο πλαίσιο των συμμετοχικών προσεγγίσεων για την επίλυση σχεδιαστικών προβλημάτων. Οι κλασικές μέθοδοι συμμετοχής αλλά και αυτές που υλοποιούνται μέσα από την υποστήριξη του διαδικτύου και την ηλεκτρονική συμμετοχή, διευρύνουν την εργαλειοθήκη και τις επιλογές για την αναζήτηση και χρήση της κατάλληλης μεθόδου, ανάλογα με το κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο εντός του οποίου η συμμετοχή υλοποιείται, την κουλτούρα συμμετοχής εντός του πλαισίου αυτού, το πρότυπο επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης των πολιτών, τις ανάγκες και τους στόχους του σχεδιασμού, την τεχνολογική υποδομή και τα διαθέσιμα εργαλεία, το βαθμό ετοιμότητας οργανωτικών δομών κ.ά. Σαφώς και με βάση αυτές τις προσεγγίσεις οριοθετείται κατά κάποιο τρόπο το τοπίο για την επιλογή ανάμεσα στις κλασικές και τις διαδικτυακά υποστηριζόμενες μεθόδους της ηλεκτρονικής συμμετοχής. Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, η συμπληρωματική αξιοποίηση της e – συμμετοχής με τις κλασικές μεθόδους συμμετοχής, οδηγεί σε καλύτερα, από ποιοτικής άποψης αποτελέσματα. Ως εκ τούτου τα εργαλεία και οι τεχνολογίες που χρησιμοποιούνται θα πρέπει να ιδωθούν ως συμπληρωματικά των κλασικών συμμετοχικών μεθόδων, αυξάνοντας την προστιθέμενη αξία αυτής της προσέγγισης και επιτυγχάνοντας καλύτερα αποτελέσματα από τις συμμετοχικές διαδικασίες στο σχεδιασμό.

79


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Εξάλλου εάν τα εργαλεία αυτά τείνουν να αποκτήσουν κυρίαρχο ρόλο, αυτό οδηγεί σε μια περισσότερο τεχνοκρατική προσέγγιση του σχεδιασμού. Όσο αυξάνει το επίπεδο τεχνικής πολυπλοκότητας, που είναι αναμιγμένη στη λήψη αποφάσεων, τόσο ελαττώνονται οι δυνατότητες για ευρεία συμμετοχή των πολιτών τόσο στην πολεοδομία όσο και σε άλλες κοινωνικές δραστηριότητες, άρα έχουμε τα αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα. Φυσικά υπάρχουν δύο απόψεις επί του θέματος: η μία τάση υποστηρίζει ότι η ροπή προς την τεχνική κυριαρχία της διαμόρφωσης πολιτικής και σχεδιασμού είναι μια αναπόφευκτη συνέπεια μιας όλο και περισσότερο αυξανόμενης πολύπλοκης κοινωνίας και ότι οι δημοκρατικές διαδικασίες αναγκαία θα είναι εξαρτημένες από ελιτίστικες τεχνοκρατικές θεωρήσεις. Από την άλλη πλευρά , η τάση αυτή δεν είναι αναπόφευκτη και αυτόνομοι μηχανισμοί λήψης απόφασης των πολιτών μπορούν να υπάρχουν σε ένα τεχνοκρατικό περιβάλλον και να είναι επωφελείς στη διαδικασία διαμόρφωσης πολιτικής και σχεδιασμού (Χριστοφιλόπουλος, 2002: 418). Αν προσπαθήσουμε, λοιπόν, να ερμηνεύσουμε τα παραπάνω, καταλήγουμε πως η εξέλιξη της τεχνολογίας είναι μια αναγκαία αλλά όχι και ικανή συνθήκη για την κινητοποίηση προς την κατεύθυνση της εφαρμογής διαδικτυακών γεωχωρικών και συμμετοχικών τεχνολογιών στα ζητήματα του χωρικού σχεδιασμού. Η εμπειρία καταδεικνύει ότι η αξιοποίησή τους απαιτεί τη διαχείριση ακόμη μιας σειράς ζητημάτων που ανακύπτουν σε τεχνικό, πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο και επισημαίνονται από διάφορους ερευνητές, αποτελώντας σημεία προς μελλοντική διερεύνηση. Μέσω της εργασίας επιχειρήθηκε να εγερθούν ερωτήματα σε σχέση με τις ψηφιακές εκφάνσεις του συμμετοχικού σχεδιασμού, παρά να δοθούν πεπερασμένες απαντήσεις. Η πληθώρα και ο πλούτος των νέων ψηφιακών τεχνολογιών αναγνωρίζεται, όταν τα παραπάνω είναι ικανά να απαντήσουν στις κοινωνικές απαιτήσεις που παρουσιάζει η διαδικασία της συμμετοχής. Καταλήγουμε πως η πόλη είναι ένα πεδίο άπειρων και ατέρμονων μεταμορφώσεων, που δομείται σιγά σιγά μέσω των ανθρώπινων αλληλεπιδράσεων σε συνδυασμό με τη διαμόρφωση του χωρικού περιβάλλοντος. Η προκύπτουσα νέα οικολογία αποδεικνύει πως οι δύο τάσεις τάσεις αυτές συμπλέκονται και συνυφαίνονται σε μια σχέση αλληλεπίδρασης και συμπάθειας. Παραμένει ωστόσο το ερώτημα του κατά πόσο αυτές οι εφαρμογές θα εμπλουτίσουν τη συμμετοχική διαδικασία ή σύμφωνα με την αντίθετη άποψη, κινδυνεύουν να την καταργήσουν. Αυτό μένει να το δούμε στην πράξη. 80


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

8.Πηγές τεκμηρίωσης Ξενόγλωσσες Aarhus Convention (1998). «Convention on Access to Information, Public Participation in Decision Making and Access to Justice in Environmental Matters», Aarhus, Denmark, 25 June Angelidou, M. (2014). Smart city policies: A spatial approach. Cities, 41, S3-S11. Arnstein, S. (1969). «A Ladder of Citizen Participation», Journal of the American Planning Association, 35(4): 216-224. Bakıcı, T., Almirall, E., & Wareham, J. (2013). «A smart city initiative: the case of Barcelona» in Journal of the Knowledge Economy, 4(2), 135-148. Brabham, D. C. (2009), «Crowdsourcing the Public Participation Process for Planning Projects» in Planning Theory, 8 (3), 2009. 242-262. Brabham, D. C. (2008), «Crowdsourcing as a Model for Problem Solving: An Introduction and Cases», In Convergence: The International Journal of Research into New Media Technologies, 14 (1), 75-90. Bunch, J.M., Kumaran, T.V. & Joseph, R. (2012). «Using Geographic Information Systems (GIS) for Spatial Planning and Environmental Management in India: Critical Considerations», International Journal of Applied Science and Technology, 2(2): 40-54. Caperna, A. (2010). “Integrating ICT into Sustainable Local Policies” στο στο: Silva, C.N. (επιμ.). Handbook of Research on E-Planning – ICTs for Urban Development and Monitoring, Information Science Reference, Hershey, New York, σελ. 340-364 Capdevila, I., & Zarlenga, M. I. (2015). Smart city or smart citizens? The Barcelona case. Journal of Strategy and Management, 8(3), 266-282. Castells, M. (1996). The Rise of the Network Society, Blackwell Publishers, Oxford. Cernia, (1985). Quoted in IIED (1994). Whose Eden? An Overview of Community Approaches to Wildlife Management, International Institute for Environment and Development (IIED), London.

81


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Commission of the European Communities [CEC] (2001) "European Governance: A White Paper", COM (2001) 428, 25.07.2001, Commission of the European Communities, Brussels. Creighton, J. (1998a). «The Use of Values – Public Participation in the Planning Process», στο: Creighton, J., Delli Priscoli, J. & Dunning, C.M. (επιμ.). Public Involvement Techniques – A Reader of Ten Years Experience at the Institute for Water Resources, Institute for Water Resources, U.S. Corps of Engineers, Alexandria, VA, σελ. 45-59. DeLanda, M. (1997). A Thousand Years of Non Linear History, New York, Zone Books. European Commission (2009). «Green Paper on a European Citizens’ Initiative», Brussels, 11.11.2009, COM(2009)622 final. Fainstein S. και Fainstein N. (1996/2003), "City Planning and Political Values: An Updated View", στο Campbell S. and Fainstein S. (επ.), Readings in Planning Theory, Oxford: Blackwell Publishers, σσ. 265-287. Forester, I. (1989). Planning in the Face of Power, University of California Press, Berkeley. Forester, J. (1993). Critical Theory, Public Policy and Planning Practice: Toward a Critical Pragmatism, State University of New York Press, Albany. Haklay, M., & Tobón, C. (2003). Usability evaluation and PPGIS: towards a usercentred design approach. International Journal of Geographical Information Science, 17(6), 577-592. Hampton, N. (2016). «Understanding the blockchain hype: Why much of it is nothing more than snake oil and spin». Computerworld. IDG. Hanchey, R.J. (1998). «The Objectives of Public Participation», στο: Creighton, J., Delli Priscoli, J., & Dunning, C.M. (επιμ.). Public Involvement Techniques – A Reader of Ten Years Experience at the Institute for Water Resources, Institute for Water Resources, U.S. Corps of Engineers, Alexandria, VA, σελ. 21-29. Healey, P. (1997), Collaborative Planning, Macmillan, London. 82


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Healey, P. (1992). «Planning through Debate: The Communicative Turn in Planning Theory», Town Planning Review, 63: 142-162. Hirst, P. (1997), From Statism to Pluralism: Democracy, Civil Society and Global Politics, London: UCL Press. Hirst, P. (2000), «Statism, pluralism and social control», British Journal of Criminology, 11(2): 279-295 Howe,

J.

(2006).

«The

Rise

of

Crowdsourcing»,

Wired,

14:6,

http://www.wired.com/wired/archive/14.06/crowds.html (πρόσβαση Δεκέμβριος 2017) Jacobs, J., (1961). The death and life of great American cities, New York, NY: Vintage. Kanji, N. & Greenwood, L. (2001). «Participatory Approaches to Research and Development», in IIED: Learning from Experience, IIED, London. Kirk G. (1980), Urban Planning in a Capitalist Society Komninos N. (2008), Intelligent Cities and Globalization of Innovation Networks, London and New York, Routledge Lalenis, K. (1993). Public Participation Strategies in Urban Planning in Greece after the "Urban Reconstruction Operation - 1982-1984". Comparison of Theory and Practice. Ph.D. Research Topic, University of Westminster, London, England. Laurini, R. (2004), Computer Systems for Public Participation. Leach, N. (ed) (2009), Digital Cities AD: Architectural Design, Wiley March, H., & Ribera-Fumaz, R. (2016). Smart contradictions: The politics of making Barcelona a Self-sufficient city in European Urban and Regional Studies, 23(4), 816830. McGuirk, P.M. (2001). «Situating Communicative Planning Theory: Context, Power and Knowledge», Environment and Planning A, 33: 195-217. Moser, C. (1983). «The Problem of Evaluating Community Participation in Urban Development», Development Planning Unit, Working Paper No. 14, University College London. 83


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Munster, S., Georgi, C., Heijine, K. Klamert, K., Noennig, J. R., Pump, M., Steljle, B. Van der Meer, H., (2017) «How to involve inhabitants in urban design planning by using digital tools? An overview on a state of the art, key challenges and promising approaches” στο 21st International Conference on Knowledge Based and Intelligent Information and Engineering Systems, KES2017»

(www.sciencedirect.com /

πρόσβαση Δεκέμβριος 2017) Painter J., Goodwin M. (1995) "Local governance and concrete research: investigating the uneven development of regulation", Economy and Society, 24(3): 334-356. Pearse, A. & Stiefel, M. (1979). Inquiry into Participation: A Research Approach, United Nations, Research Institute for Social Development May, Geneva, Switzerland. Sen, A. (2000). Social Exclusion: Concept, Application and Scrutiny, Office of Environment and Social Development, Asian Development Bank, Manila. Shelton, T., Poorthuis, A., & Zook, M. (2015). Social media and the city: Rethinking urban socio-spatial inequality using user-generated geographic information. Landscape and Urban Planning, 142, 198-211. Silva, C. N. (2010). «The E-Planning Paradigm – Theory, Methods and Tools: An Overview», στο: Silva, C.N. (επιμ.). Handbook of Research on E-Planning – ICTs for Urban Development and Monitoring, Information Science Reference, Hershey, New York, σελ. 1-14. Smith, R.S. (2001), Public Participation in the Digital Age: a focus on British Local Government, Ph.D. thesis, University of Sheffield, Sheffield. Spybroek, L. (2011), Sympathy of Things, V2 Publishers Stellingwerff, M. Kuhk, A. (2004), 3D/4D Communication Tools for Facilitators in Public Participation στο Architecture in the Network Society, Proceedings of the 22th Conference on Education and Research in Computer Aided Architectural Design in Europe, eCAADe, p. 593-600 Swan, M. (2015), Blockchain: Blueprint for a new economy, O’Reilly Media, USA Talen, E. (2000): Bottom-Up GIS: A New Tool for Individual and Group Expression in Participatory Planning, Journal of the American Planning Association 66(3): 279-294. 84


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Thornley A. (1977), "Theoretical Perspectives on Planning and Participation", Progress in Planning, 7, Part 1. Warren, S. (1995). «Teaching GIS as a Socially Constructed Technology», Cartography and Geographic Information Systems, 22(1): 70-77. Yukubousky R. (1979), "Effective Participation: Public Search for "Democratic Efficiency", Transportation Research Board Annual Meeting, Washington DC, USA, Jan. 1979. Zwirner, W. & Berger, G. (2008). «Participatory Mechanisms in the Development, Implementation and Review of National Sustainable Development Strategies», European Sustainable Development Network – ESDN, Quarterly Report, September.

85


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Ελληνόγλωσσες Ασπρογέρακας, Α. (2006), «Ανάπτυξη Εφαρμογών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης: Πολιτική και χωρικές συσχετίσεις» , Αειχώρος, 5(1):σελ. 122-153. Βασενχόβεν Λ. (2002) «Η δημοκρατικότητα του σχεδιασμού του χώρου και η αμφισβήτηση του ορθολογικού μοντέλου», Αειχώρος, 1(1): 30-50. Βασενχόβεν, Λ., (2004), Θεωρία του Σχεδιασμού, Διδακτικό Εγχειρίδιο, ΕΜΠ, Αθήνα Βασιλείου, Μ. (2004), «Συνέντευξη στον Peter Hayes, αντιπρόεδρο της Microsoft για τον δημόσιο τομέα», Οικονομικός Ταχυδρόμος, 03/06/2004, σελ. 40-41. Βασιλόπουλος, Π. (2000), «Διαδίκτυο και Κοινωνία πολιτών. Τα νέα μέσα επικοινωνίας της Ένωσης» http://www.paremvassi.gr , πρόσβαση 02/07/2004 Δαμανάκη, Μ., (2004), Συμμετοχική Δημοκρατία: Εγχειρίδιο για ενδιαφερομένους, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα. Ζέπου, Α. (2013). Η Πρωτοβουλία ΣυνΑθηνά. 10442/13568, 00-15. Καμχής, Μ., (2007). Η ενοποίηση του ευρωπαϊκού χώρου 1986-2006: Ένα σχεδιαστικό εγχείρημα μεγάλης κλίμακας, Εκδόσεις Κριτική, Αθήνα. Κουκιάδης, Ι. (2001), «Η ηλεκτρονική δημοκρατία», εφημερίδα Επενδυτής, 28/07/2001 Λαλένης Κ. & Μεταξάς Θ., (2006) «Ο Στρατηγικός Σχεδιασμός σαν τύπος σχεδιασμού και σαν εργαλείο αποτελεσματικής Αστικής Διαχείρισης», Αειχώρος, 5(1):σελ. 4-34. Λαλένης, Κ., (2008), «Από τις Λαϊκές Συνελέυσεις στις Εταιρικές Σχέσεις Δημοσίων και Ιδιωτικών Συμφερόντων: Ανασκόπηση των Συμμετοχικών Διαδικασιών στον Πολεοδομικό Σχεδιασμό στην Ελλάδα κατά την τελευταία 25ετία», κεφάλαιο στο συλλογικό τόμο του ΤΜΧΠΠΑ «Διάλογοι για το σχεδιασμό του χώρου και την Ανάπτυξη» (επιμ. Άσπα Γοσποδίνη) Μαραβα, Ν., Αλεξόπουλος, Α., & Στρατηγέα, Α. (2016). Η Συμμετοχική Προσέγγιση Στη Διατύπωση Σχεδιαστικών Στόχων Στο Πλαίσιο Του Πολιτιστικού Σχεδιασμού-Η Εμπειρία Του'Democu'. Κείμενα Περιφερειακής Επιστήμης, 7(1), 111-128.

86


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Οικονόμου, Δ., (1988). Χωρικός σχεδιασμός και πολιτικό σύστημα, Παρατηρήσεις με αφετηρία τη μελέτη του Δημ. Γ. Χριστοφιλόπουλου «Συμμετοχή των πολιτών στον πολεοδομικό

σχεδιασμό.

Μια

κοινωνικοπολιτική

προσέγγιση».

Επιθεώρηση

Κοινωνικών Ερευνών, 69, 268-271. Οικονόμου, Δ., (2010), Πολεοδομική Πολιτική, σημειώσεις – μέρος πρώτο, ΤΜΧΠΠΑ, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Βόλος. Παπανδρέου, Γ Α. (2003), «Η υπόσχεση της ηλεκτρονικής δημοκρατίας», Εκδήλωση στο περιθώριο της Παγκόσμιας Συνόδου για την Κοινωνία της Πληροφορίας, με αντικείμενο την τεχνολογία Πληροφορικής και Επικοινωνιών, Γενεύη, 11/12/03. Πρίγκου, Σ., (2015), Έξυπνες Πόλεις: από την ψηφιακή διακυβέρνηση στον opensourcing

αστικό

σχεδιασμό,

Διπλωματική

Ερευνητική

Εργασία,

Τμήμα

Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, ΑΠΘ. Πρίγκου, Σ., (2016), «Αστικές ατμόσφαιρες: από την ψηφιακή διακυβέρνηση στον opensourcing αστικό σχεδιασμό», εισήγηση στο συνέδριο “Ambiances tomorrow: 3rd international congress on Ambiances”, (21-24/9/2017) υπό την αιγίδα του δικτύου Ambiances και του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Στρατηγέα, Α., (2015), Θεωρία και Μέθοδοι Συμμετοχικού Σχεδιασμού, Εκδόσεις Κάλλιπος, Αθήνα, 2015 Στρατηγέα, Α., (2009), «Συμμετοχικός Σχεδιασμός και βιώσιμη τοπική ανάπτυξη: Μια μεθοδολογική προσέγγιση» στο Κοτζαμάνης Β., Κούγκολος Α., Μπεριάτος Η., Οικονόμου Δ. & Πετράκος, Γ., (επιμ.), Πρακτικά του 2ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Πολεοδομίας, Χωροταξίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης, Βόλος 24-27 Σεπτεμβρίου 2009, σελ. 43-51 Στριλίγκα, Μ. (2013), Αξιοποίηση δεδομένων Crowdsourcing με χωρική αναφορά: μια εφαρμογή για καταγραφή προβλημάτων σε δημόσιες υποδομές, Διπλωματική Εργασία, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Αθήνα.

87


Πρίγκου Σταματία

διπλωματική εργασία

Σωμαράκης, Γ. & Στρατηγέα, Α., (2015) «Η συμμετοχική προσέγγιση στο χωροταξικό σχεδιασμό και η συμβολή των τεχνολογιών πληροφόρησης και επικοινωνίας: Εξελίξεις από την ελληνική πραγματικότητα», Πρακτικά του 3ου Πανελληνίου Συνεδρίου Πολεοδομίας, Χωροταξίας & Περιφερειακής Ανάπτυξης, Βόλος 24-27 Σεπτεμβρίου Tsarchopoulos, P., (2013) Intelligent cities: Technologies, architectures, and governance of the digital space, PhD Dissertation, Aristotle University of Thessaloniki, Dept. of Urban and Regional Development and Planning. Τσιλιμίγκας, Γ. (1998). Οι συμμετοχικές διαδικασίες στον χωρικό σχεδιασμό (Bachelor's thesis), ΤΜΧΠΠΑ, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Βόλος Τσουκαλάς, Κ. Κοινωνικές προεκτάσεις της δημόσιας εργοδοσίας στη μεταπολεμική Ελλάδα. Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, 50(50), 20-52. Χριστοφιλόπουλος, Δ., (1987). Συμμετοχή των πολιτών στον πολεοδομικό σχεδιασμό: μία κοινωνικοπολιτική προσέγγιση. Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, 67, 136-177. Χριστοφιλόπουλος, Δ., (2002). Πολιτιστικό Περιβάλλον – Χωρικός Σχεδιασμός και Βιώσιμη Ανάπτυξη, Χριστοφιλόπουλος., Αθήνα: ΠΝ Σάκκουλας.

88


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.