ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΣΗ: ΑΒΡΑΑΜΙΔΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ
ΠΡΩΣΗ ΕΚΔΟΗ ΝΟΕΜΒΡΙΟ 2014 ΤΓΓΡΑΥΕΑ: ΚΟΤΣΑΝΟΠΟΤΛΟΤ ΜΑΡΙΑ- ΝΗΠΙΑΓΩΓΟ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΥΗΗ: ΑΒΡΑΑΜΙΔΗ ΙΩΑΝΝΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ: ΑΡΒΑΝΙΣΙΔΟΤ ΒΙΡΓΙΝΙΑ diktyoparamythia.blogspot.gr ΦΕΔΙΑΜΟ – ΔΙΟΡΘΩΕΙ-ΗΛΕΚΣΡΟΝΙΚΗ ΕΛΙΔΟΠΟΙΗΗ: ΜΙΖΑΜΙΔΟΤ ΚΤΡΙΑΚΗ storytellerdome.blogspot.gr
ΕΚΔΟΕΙ: ΔΙΕΤΘΤΝΗ ΠΡΩΣΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΤΗ ΔΤΣΙΚΗ ΘΕΑΛΟΝΙΚΗ E-mail: politismos@dipe-v-thess.thess.sch.gr, mizki4@yahoo.gr
ISBN:978-618-81659-1-5
Ήταν σκοτεινό το μέρος εκείνο. Το μεγάλο χαρτόκουτο που βρισκόταν μπροστά του, εμπόδιζε τις ακτίνες του ήλιου, που έμπαιναν από τα μεγάλα παράθυρα, να το φωτίσουν. Πίσω του, βρισκόταν η μεγάλη ξύλινη βιβλιοθήκη με τα κόκκινα ράφια. Δίπλα του, από τη μια πλευρά, πολλά βιβλία στοιβαγμένα, το ένα πάνω στο άλλο, περίμεναν υπομονετικά τη σειρά τους για μια θέση στην βιβλιοθήκη. Από την άλλη, το κόκκινο γραφείο της Άννας.
Η Άννα ήταν η υπάλληλος του βιβλιοπωλείου. Είχε μεγάλα γκρι μάτια, μακριά ξανθά μαλλιά και χαμογελούσε σχεδόν πάντα. Τα μαλλιά της τα έπιανε σε κοτσίδες, με κάτι περίεργες κορδέλες από δαντέλα. Τα φορέματά της είχαν όμορφα χρώματα και έφταναν ως τους αστραγάλους της. Η Άννα είχε ιδιαίτερη αδυναμία στα πολύχρωμα χαρτιά. Έφτιαχνε με αυτά, ό,τι μπορείς και ό,τι δεν μπορείς να φανταστείς. Είχε στολίσει όλο το βιβλιοπωλείο με τις χάρτινες δημιουργίες της. Ήταν τόσο όμορφο το βιβλιοπωλείο. Σαν να είχε βγει μέσα από τα παραμύθια που υπήρχαν στην πράσινη βιτρίνα του.
Μια μέρα που η Άννα τύλιγε ένα βιβλίο για να το κάνει δώρο, περίσσεψε από το χαρτί περιτυλίγματος ένα κομμάτι και βρέθηκε στην άκρη του γραφείου της. Χωρίς να το δει, το έσπρωξε με την άκρη του αγκώνα της και το έριξε κάτω στο πάτωμα. Έτσι το χαρτί, τσαλακωμένο, βρέθηκε πίσω από το μεγάλο χαρτόκουτο και δίπλα στα βιβλία. Κάθε πρωί, μόλις η Άννα άνοιγε τη μεγάλη πράσινη πόρτα του βιβλιοπωλείου, ακουγόταν ένας υπέροχος ήχος από το μελωδό που ήταν κρεμασμένος από πάνω της. Έτσι το τσαλακωμένο χαρτί, άρχιζε τη μέρα του με μια μουσική καλημέρα που του έφτιαχνε το κέφι και τη διάθεση να ονειρεύεται. Το μεγαλύτερο όνειρό του ήταν να μπορέσει να βρει μια θέση μέσα σε κάποιο βιβλίο και να ταξιδέψει στις σελίδες του. Πόσο πολύ θα του άρεσε!
Σε ένα από τα βιβλία που βρισκόταν δίπλα του ήταν γραμμένη η ιστορία μιας μπαλαρίνας. Μια μπαλαρίνα, που δεν ήθελε να χορεύει πάνω στη σκηνή, παρά μόνο μέσα στα λιβάδια που ήταν γεμάτα από κάθε λογής λουλούδια. Και τι δε θα ‘δινε το τσαλακωμένο χαρτί να γινόταν η τουτού της μπαλαρίνας και να στροβιλίζεται μαζί της ανάμεσα στις κόκκινες παπαρούνες και τις μωβ λεβάντες. Όμορφα που θα ‘ταν… μονολογούσε.
Την προσοχή του τράβηξε ένα καράβι που βρισκόταν σε ένα άλλο βιβλίο. Και η θάλασσα του άρεσε πολύ. Του άρεσαν οι βαρκούλες που λικνίζονταν πάνω στα γαλαζοπράσινα νερά και το βράδυ επέστρεφαν στα ήσυχα λιμανάκια για να γαληνέψουν. Με τέτοια ωραία χρώματα που είχε πάνω του, θα μπορούσε να γίνει το πανί μιας μικρής βαρκούλας. Όχι, δεν ήθελε μεγάλο καράβι. Πάνω σε μια βαρκούλα να ‘ναι και από εκεί πάνω να μπορεί τη νύχτα να βλέπει τα άσπρα σπιτάκια να κλείνουν ένα ένα τα φωτάκια τους και να αφήνουν το φεγγάρι να λούζει με το ασημένιο φως του το νησί και το λιμάνι.
Είχε αρχίσει να λικνίζεται, όταν το βλέμμα του έπεσε πάνω σε μια όμορφη μικρή κινέζα με κατακόκκινα ρούχα που βρισκόταν στο εξώφυλλο ενός βιβλίου. Τα μαλλιά της ήταν πλεγμένα σε μια μακριά πλεξούδα και κρατούσε στα χέρια της μια μεγάλη πορτοκαλί βεντάλια. Εκεί! Εκεί θα ήθελε να ταξιδέψει. Στην Κίνα. Είχε ακούσει τόσα πολλά γι’ αυτή τη χώρα. Θα μπορούσε να γίνει η βεντάλια του κοριτσιού. Πάνω στα άσπρα χεράκια της κινέζας, θα μπορούσε να κάνει βόλτα μέσα σε όμορφα σοκάκια, κάτω από τα χάρτινα φαναράκια και τις περίεργες σκεπές. Να χορεύει στις γιορτές τους, μαζί με δράκους και να πηγαίνει πέρα δώθε στο ρυθμό της κινέζικης μουσικής. Μα πάνω από όλα θα ήθελε να μάθει να γράφει τα γράμματά της χώρας αυτής. Ή καλύτερα να τα ζωγραφίζει, γιατί είναι σαν ζωγραφιές.
Τη στιγμή που προσπαθούσε να γράψει με το μελάνι της φαντασίας του ένα κινέζικο γράμμα, η Άννα πήρε ένα βιβλίο για να το βάλει στο ράφι και φάνηκε από κάτω μια δαντέλα. Τι όμορφα σχέδια που είχε! Αστέρια, ήλιους και φεγγάρια. Το τσαλακωμένο χαρτί τεντώθηκε για να δει καλύτερα την εικόνα του βιβλίου και είδε μια κυρία, που φορούσε ένα μακρύ ροζ φόρεμα σαν νυφικό, να κρατάει μια ομπρέλα από δαντέλα. Στα χέρια της φορούσε δαντελένια γάντια και στο κεφάλι της ένα κίτρινο καπέλο με ροζ κορδέλα. Έκανε βόλτα δίπλα στο ποτάμι και κρατούσε την ομπρέλα για να μην καίγεται από τον ήλιο.
Γιατί όχι; Σκζφτθκε το χαρτί. Εφκολα θα μποροφςα να γίνω θ ομπρζλα τθσ όμορφθσ κυρίασ και να γνωρίςω άλλεσ εποχζσ που είναι τυλιγμζνεσ ςτο κουβάρι του χρόνου. Να κάνω βόλτεσ ςε όμορφεσ πλατείεσ, να μυρίηω το άρωμα του τςαγιοφ ςε μικρά καφζ και μετά να ξεκουράηομαι ςε ζνα παγκάκι δίπλα ςτο ποτάμι. Αν είμαι τυχερό, μπορεί να δω και κάποιον ηωγράφο να ζχει ςτθμζνο το καβαλζτο του και να προςπαθεί με τθν παλζτα και τα πινζλα του να αποτυπώςει τα υπζροχα χρώματα ενόσ θλιοβαςιλζματοσ.
«Το βιβλίο με το Χαρταετό; Ναι το έχουμε». Η γλυκιά φωνή της Άννας το επανέφερε στην πραγματικότητα. Χαρταετός! Χαρταετός! Μα και βέβαια, με τα χρώματα που είχε θα γινόταν ένας πολύ εντυπωσιακός χαρταετός. Να πετάει ψηλά στο γαλανό ουρανό και να βλέπει τον κόσμο από εκεί πάνω. Υπέροχα! Θα έπιανε κουβέντα με τα χελιδόνια και τα άλλα αποδημητικά πουλιά και θα άκουγε τις ιστορίες που θα του έλεγαν για χώρες μακρινές. Κι αν κάποιο συννεφάκι βρισκόταν ξαφνικά μπροστά του θα μπορούσε να νιώσει το χάδι από τις διάφανες σταγόνες του. Από εκεί ψηλά θα είχε την ευκαιρία να απολαύσει την ουράνια μελωδία της φύσης και να χορέψει στο ρυθμό του ανέμου κουνώντας πέρα δώθε τη φουντωτή ουρά του.
Ξαφνικά το τσαλακωμένο χαρτί άρχισε ν’ ανεβαίνει, ν’ ανεβαίνει όλο και πιο ψηλά. Τι σου είναι αυτά τα ταξίδια του μυαλού, σκέφτηκε. Σε συνεπαίρνουν. Όμως όχι. Δεν ήταν η φαντασία του που το ανέβαζε ψηλά. Ήταν το χέρι της Άννας, που το πήρε από εκεί που είχε πέσει και το ανέβασε πάνω στο κόκκινο γραφείο της. Της άρεσε αυτό το χαρτί κι ας ήταν τσαλακωμένο. Δεν ήθελε να το πετάξει. Αμέσως, η φαντασία της άρχισε να πλάθει εικόνες με το χαρτί. Μα βέβαια. Αυτό ήταν. Θα το έφτιαχνε έναν σελιδοδείκτη.
Ένα χάδι από το χέρι της Άννας, το έκανε να απλωθεί και να νιώσει όμορφα. Μια κόκκινη, μεταξωτή κορδέλα, που πάνω της κρεμόταν μια γυάλινη χάντρα σε χρώμα σμαραγδί, ήρθε και γαντζώθηκε πάνω του. «Είσαι έτοιμο για μεγάλα ταξίδια»; το ρώτησε η χάντρα. Ταξίδια; Όχι, δεν ονειρευόταν πάλι. Η Άννα έβαλε τον καινούριο σελιδοδείκτη στο βιβλίο της και το χαρτί, που δεν ήταν πια τσαλακωμένο, άρχισε το μεγάλο ταξίδι του στον κόσμο των βιβλίων. Έναν κόσμο μαγικό, γεμάτο εικόνες που ζωντανεύουν μπροστά σου, αρώματα που σε μεθούν, γεύσεις γεμάτες νοστιμάδα. Έναν κόσμο που αναδύεται μέσα από λέξεις που χορταίνουν την ψυχή σου και ξεδιψάνε το μυαλό σου. Έναν κόσμο που μπορούμε να ταξιδεύουμε όλοι, όποτε το θελήσουμε, έχοντας για εισιτήριο ένα βιβλίο.
ISBN:978-618-81659-1-5