Τα Χορτάτα Νο 5

Page 1

ΑΡ. ΦΥΛΛΟΥ 5 ΙΟΥΝΙΟΣ ΙΟΥΛΙΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2012 ∆ΙΑΝΕΜΕΤΑΙ ∆ΩΡΕΑΝ

tachortata.blogspot.gr

Τριµηνιαία περιοδική έκδοση του Συλλόγου των Απανταχού Χορτιωτών Λευκάδος ΑΡΘΡΟ

Και τ’ άχερο καρπό!

Αγροτική πίστη στην εποχή της Βενετοκρατίας (τέλος 17ου-18ος αιώνας)

Του ΓΙΑΝΝΗ Γ. ΧΟΡΤΗ | Σελ.6-7

ΑΡΘΡΟ

Άνθρωποι µιας άλλης εποχής

«Μας φαίνεται παράξενο που κάποτε µπορέσαµε να χτίσουµε τα σπίτια, τα καλύβια και τις στάνες µας» (Γ. Σεφέρης, Μυθιστόρηµα, Ι΄)

ΑΡΘΡΟ | Του ΑΓΓΕΛΟΥ Γ. ΧΟΡΤΗ Σελ. 5

Του ΑΓΓΕΛΟΥ Γ. ΧΟΡΤΗ | Σελ.7

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Το γράµµα της Σύνταξης Σελ. 2

Βρείτε Ποικίλαµας Σελ. 8 στο διαδίκτυο

Γεγονότα και σχόλια Σελ. 3 Του ΕΚΤΟΡΑ Γ. ΧΟΡΤΗ | Σελ.4

Τ’Αη Γιαννιού τα λάµπαρδα, οι κωλοφωτιές, οι υδρογονάνθρακες και… ο Ζακ Ρογκ

Η σελίδα της Χορτιώτισσας Σελ. 3 T’ Aη Γιαννού τα λάµπαρδα... Σελ. 4 Αγροτική πίστη στην εποχή της Βενετοκρατίας Σελ. 5 Και τ’ άχερο καρπό! Σελ. 6-7 Άνθρωποι µιας άλλης εποχής Σελ. 7 Ποικίλα Σελ. 8 Κοινωνικά Σελ. 8

Ψήφισµα διαµαρτυρίας Του ΕΚΤΟΡΑ Γ. ΧΟΡΤΗ tachortata.blogspot.gr

Το γράµµα της Σύνταξης

Επέτειος...

Σελ. 2


2

Ιούνιος – Ιούλιος – Αύγουστος 2012

ΤΑ ΧΟΡΤΑΤΑ

Επέτειος ...

Το γράµµα της Σύνταξης

Αγαπητοί συγχωριανοί,

ΛΕΞΙΚΟ

ΕΠΕΙ∆Η η χορτιώτικη φλάδα είν’ ακόµα ασπατάλωτη(µόλις εγίνηκε µιανού χρονού), µας κάζει πως για ν’ αξήνει πρέπει να την ταϊσουµε µε βιολογικές καλλιέργειες Χορτάτων. Επέρυσι που εβήκε στο κουρµπέτι, εκάµαµε ένα κάλεσµα, στο οποίο όµως απλογιόνται ελάχιστοι, παρόλο που µ’ ευχαρίστηση την παίρνουνε ούλοι στα χέρια τους. Χρησιµοποιήσαµε, µάλιστα, και τον πιο ακριβό τελάλη του χωριού, την καµπάνα τς Αη Κατερίνης, που εκπέµπει στην πιο δυνατή συχνότητα, αποκλειστικά για τους Χορτιώτες, ακριβώς για να µην πει κανένας «δεν πήρα χαµπάρι». Απ’ την αρχή ακούµε από πολλούς συγχωριανούς «αγλοίµανο, δε θα βοηθήσουµε;». Όµως ως τα τώρα έχουµε εισπράξει ελάχιστο υλικό και καµιά εκατοστή … αγλοίµονο. Ούτε καν διευθύνσεις ξενιτεµένων συγγενών. Κι άµα λέµε κάτι και δεν το κάνουµε είναι σαν και να δίνουµε στον άλλονε µια γρουµπανιά στο στοµάχι. Θα µου πείτε: Πάλε πίσω, Γιάννη µάγκανε; Πάλε πίσω, γιατί δεν πιστεύουµε πως βαργοµάτε, αλλά πως θέλει το πράµα λίου τσίγκλισµα. Μας δοµάει, µάλιστα, ν’ αρχνίσουµε τη διακονιά γυρίζοντας από κονάκι σε κονάκι, για να φωτογραφίσουµε κανιά παλιά βαντιέρα και να µας τρατάρτε και κάνα «παλιό-χαρτο» από κανιά παλιοκασέλα, όπως έκαµε η Πανάγιω µε το γιο της, τον Κώστα το Μεσσήνη. Εξεκινήσαµε µε χούρχουρα που επιάσανε κι εφκιάσανε µια µικρή φωτιά. Αυτήνη τη φωτιά δεν είναι κρίµα να την αφήκουµε να σβηστεί; ∆εν πρέπει να την κάµουµε

Περαβρεχίτης:

λαµπαρδίκα; Κι αν κανένας συγχωριανός εξεµπούρισε κι αρχίνησε επικίνδυνες ξαχούρδες, βάλτε του κατρουµά και τραβήξτε τόνε. Γιατί µου κάζει πως άµα ξεκαργάρουµε έστω και τσότσο απ’ τα καντάρια τς έγνοιες και τα νιτερέσα και ντώσουµε λιουλάκι, άµα δηλαδή έχουµε τ’ αµέντι µας και στο «µέσα πλούτος», θα να ’ναι καλύτερα για ούλους και θα να ’χει το πράµα άλλη νοστιµιά. Το φαϊ που τρώµε είναι νεκρό, αν δεν έχει χορτιώτικο αλάτι, αλλιώς ούλο µας το είναι, µέσα όξου, θα γιοµίσει κακοφορµισµένες πληγές και µυξίτες. Χωράνε στρινιαριές στην αφεντιά µας; Οµπρός, λοιπόν, να µποµπάρουµε τη χορτιώτικη φλάδα µ’ ευτά που’παµε στο πρώτο φύλλο. Μια µπαλαχάρτα, τη φωτογραφία τς βαβάς µε κοντέσι, ένα προικοσύµφωνο, - για ψάξτε κάνανε κοµµό – είναι κάτι σαν πετρόλαδο για τη λαµπαρδίκα. ∆εν κάνει άµα µας κραίνει ο άλλος να κάνουµε το µούτο και να µη βγάνουµε µπαµπαξά. Το τίποτα δε µαϊτζέρνεται. Βέβαια, κι άµα κάποιος δε µας πιεντάει, δε θα πάρουµε και το σκορδοµπάτσι! Κι ευτός όµως – ελπίζουµε να’ναι η εξαίρεση-, άµα παίρνει ζεστοφούρνι νια φλάδα τς προκοπής, θα καρκαλογιέται για το χωριό. ∆ε σας χαλεύουµε δα να µας στείλτε και κανένα κανίσκι. Εµείς καρτερούµε να φανεί ο καθένας γαλαντόµος σ’ ευτά τα απλά µα και σπουδαία. Καρτερούµε, «κουρτίζοντάς σας» ποιητικά.

«Εδώ καράβια πνίγονται, καθόλου δε µε µέλλει

να χάνω απ’ το χρόνο µου ψάχνοντας παλιοχάρτια και δεν πιεντάω τη Σύνταξη και ό,τι αυτή θέλει, παδέλες, προικοσύµφωνα, γιατί έχω και κεσάτια.

Τον πήρε το παράπονο και στ’ αναφυλλητό του, θυµήθηκε πώς τ’ άγγονα έδωσε φυλαχτό του, ένα κειµήλιο ακριβό, µετάλλιο ανδρείας, για την ιδέα του καλού και της ελευθερίας.

Τι να µου κάµει εµένανε η φλάδα που λαβαίνω, εµέ που είµαι άνεργος και ψάχνω για δουλειά, κι αν βρω και απασχόληση τότε δεν προλαβαίνω, έχω να κάµω ανάλυση και στα πολιτικά».

Και σα σκιά εγλίστρησε, χωρίς να βγάλει ήχο, και του σπιτιού του του παλιού επέρασε τον τοίχο κι ηύρε το γκόλφι ξέθωρο και παραπεταµένο, το φίλησε κι εχάθη ευθύς µε βλέµµα πικραµένο.

Μα ο παππούλης π’ άκουσε του άγγονα το λόγο, εστέναξε κι εβόγγηξε απ’ το βαθύ τον πόνο, αητό τον εφαντάστηκε και όχι σουσουράδα, να φέγγει σ’ ούλο το ντουνιά, εφτάστερη λαµπάδα.

1 ασπατάλωτος = τρυφερής ηλικίας και, ως εκ τούτου, ευαίσθητος, τρωτός, ευπρόσβλητος και µειωµένης αντοχής, 2 µας κάζει = φανταζόµαστε, νοµίζουµε 3 αξαίνω = µεγαλώνω, αναπτύσσοµαι, αυξάνω 4 απλογιώνται = αποκρίνονται, απαντούν 5 γρουµπανιά = γροθιά 6 Πάλε πίσω, Γιάννη µάγγανε; = πάλι τα ίδια; - δε µας ξεφορτώνεσαι; (Η έκφραση από το µάγγανο µε το οποίο χτυπούσαν την καλαµιά του λιναριού και έκανε πολύ θόρυβο) 7 βαργοµάω = αγανακτώ,παραπονιέµαι 8 µας δοµάει = µας περνάει απ’ το µυαλό 9 βαντιέρα = δίσκος κυρίως για σερβίρισµα 10 τρατάρω = κερνάω 11 χούρχουρα = πρόχειρα προσανάµµατα 12 λαµπαρδίκα = φωτιά µε πολλές γλώσσες, µεγάλη. 13 ξεµπουρίζω = ξεστρατίζω, ξεπερνάω τα όρια 14 ξαχούρδα = γλίστρηµα 15 κατρουµάς =χαλινάρι 16 τσότσο =λίγο, ελάχιστα 17 νιτερέσο = συµφέρον, κέρδος, διαφορές µε κάποιον/ κάποιους

Για τη Σύνταξη: Έκτορας Γ. Χόρτης

18 ντώζω = χαλαρώνω 19 τ’ αµέντι µας= το νου µας 20 νεκρό = ανάλατο, άνοστο 21 στρινιαριές = παγαποντιές 22 µποµπάρω = ποτίζω καλά, αρδεύω 23 µούτος =µουγγός 24 να µη βγάνουµε µπαµπαξά = να µη βγάνουµε άχνα, να µη βγάνουµε λέξη 25 µαϊτζέρνω =κουµαντάρω 26 πιεντάω =λογαριάζω, υπολογίζω κάποιον 27 σκορδοµπάτσι = µαντήλι µε κόµπο στο παιχνίδι «το κότσι», για να δίνει ξυλιές ο κάτοχός του στην παλάµη του παίχτη που έχασε (που έφερε «γάιδαρο») µε υπόδειξη του «βασιλιά». 28 καρκαλογιέµαι = κακαρίζω (για τις κότες), καµαρώνω, καυχιέµαι. 29 κανίσκι = γαµήλιο δώρο, συνήθως σε συµπέθερους κουµπάρους 30 κουρτίζω = ερεθίζω 31 πιεντάω =λογαριάζω 32 παδέλα = είδος χύτρας, συνήθως πήλινο. 33 γκόλφι = εγκόλπιο, φυλαχτό


ΤΑ ΧΟΡΤΑΤΑ

3

Ιούνιος – Ιούλιος – Αύγουστος 2012 Αποτελέσµατα εκλογών της 17ης Μαϊου 2012 στα Χορτάτα (αριθµός ψήφων) Εγγεγραµµένοι: 259, Ψήφισαν: 96, Άκυρα: 1, Λευκά: 1

Του Έκτορα Γ. Χόρτη

Εκλογές: ∆ιαγώνισµα Ιουνίου (το Μάιο ο Ρωµιός έµεινε µετεξεταστέος) H ανάλυση σε βάθος Λασκαράτου και Σουρή το Ρωµιό θα βοηθήσει, ώστε να µην απορεί. Ως πολιτικοί συντάκτες έχουν κύρος υψηλό θα εξηγήσουν πώς τον τόνο τον εκάµαµε κιλό.

ΣΥΡΙΖΑ

23

ΑΝΕΞ. ΕΛΛΗΝΕΣ

3

ΝΕΑ ∆ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

22

∆ΗΜ.ΑΡ.

3

ΠΑΣΟΚ

16

∆ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΞΑΝΑ

3

ΑΝΤΑΡΣΥΑ

10

Λ. Σ. -ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ

2

ΚΚΕ

10

ΛΑΟΣ

1

Αποτελέσµατα εκλογών της 17ης Μαϊου 2012 στα Λευκάδα (ποσοστά επί τις %) Εγγεγραµένοι: 29.897, Ψήφισαν: 15.803, Εγκυρα: 15.611 Ακυρα: 106, Λευκά: 86

Το πολιτικό µεθύσι µ’ έζησε και θα µε ζήσει, θέλω να ’χω κι εξουσία πήτε τήνε και µανία…

Ποιος είδε κράτος λιγοστό σ’ όλη τη γη µοναδικό, εκατό να εξοδεύει και πενήντα να µαζεύει;

ΝΕΑ ∆ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ 31,37

∆ΗΜ.ΑΡ.

5,35

ΣΥΡΙΖΑ

26,82

ΑΝΕΞ. ΕΛΛΗΝΕΣ

4,56

ΠΑΣΟΚ

11,77

ΛΟΙΠΟΙ

5,70

ΚΚΕ

8,55

Ανδρέας Λασκαράτος

Γεώργιος Σουρής

Λ. Σ. -ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ

6,09

Την έδρα κατέλαβε ο κ. Σολδάτος Θεόδωρος (Ν∆)

Στο Πόρτο Κατσίκι όχηµα … πήρε το µπάνιο του! Αυτοκίνητο έπεσε στη θάλασσα στο Πόρτο Κατσίκι! Το όχηµα, σύµφωνα µε το mylefkada.gr, έπεσε στο γκρεµό, περνώντας πάνω από τις σκάλες που οδηγούν στην πολυσύχναστη παραλία, και … προσθαλασσώθηκε. Το περιστατικό σηµειώθηκε περίπου στις 8:00 το βράδυ και από τους λίγους λουόµενους εκείνη την ώρα στην παραλία ευτυχώς δεν την πλήρωσε.κανένας.

ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΡΙΟ Για πολλοστή φορά εκφράζουµε τις θερµές µας ευχαριστίες στο συγχωριανό µας γιατρό - ακτινολόγο Μιχάλη Γ. Χόρτη, στην ευγενική χορηγία του οποίου οφείλεται η εκτύπωση αυτού του τεύχους, όπως και των τριών προηγούµενων, από την επιχείρηση του φίλου του κ. Γιάννη Πρωτοπαπά, τον οποίο ευχαριστούµε επίσης θερµότατα για όλα όσα εξακολουθητικά και µε ξεχωριστή ευαισθησία κάνει για «Τα Χορτάτα». «Η δηµοτική ποίησις είναι η ασφαλεστάτη αφετηρία και το στερεώτατον θεµέλιον πάσης δηµιουργίας της Ελληνικής Τέχνης» Νικόλαος Πολίτης, «Εκλογαί».

Το δηµοτικό µας τραγούδι µε την καθάρια φωνή της Χορτιώτισσας ∆ια στόµατος Άννας Ευ. Αυλωνίτη

Η δηµοτική νεοελληνική ποίηση, ιδιαίτερα στον απλό λαό της υπαίθρου, είναι εξαιρετικά πλούσια και αναφέρεται σε όλες τις εκδηλώσεις της ανθρώπινης ζωής. Στη λαϊκή αυτή ποίηση εκφράζονται όλα εκείνα τα συναισθήµατα που συγκινούν βαθύτατα την ανθρώπινη ψυχή στις πιο σπουδαίες περιστάσεις της ζωής, όπως η µητρική στοργή, ο έρωτας, ο γάµος, η ευθυµία στις γιορτές και τις διασκεδάσεις, ο πόνος του αποχωρισµού, ο ηρωισµός, η θλίψη του θανάτου, κ.ο.κ. Έτσι, έχουµε ναναρίσµατα, τραγούδια ερωτικά, γαµήλια, γιορταστικά, της ξενιτιάς, µοιρολόγια, ιστορικά, σατιρικά κ.λπ. Όλα αυτά είναι δηµιουργήµατα ανθρώπων του λαού προικισµένων µε ποιητικό ταλέντο. Τα περισσότερα από τα θέµατα αυτά πιστοποιούν, µεταξύ άλλων, την αναλλοίωτη διατήρηση της ελληνικής παράδοσης ανά τους αιώνες. Από τον κύκλο της δηµοτικής ποίησης αρκετά είναι και τα σωζόµενα στον τόπο µας µέσα από την προφορική παράδοση, µεταξύ των οποίων ιδιαίτερη θέση κατέχουν εκείνα

που εκφράζουν το ερωτικό συναίσθηµα. Αυτό είναι ευεξήγητο, γιατί το ειδυλλιακό και ήσυχο περιβάλλον του χωριού και η απλοϊκή και ήρεµη κοινωνική ζωή ευνοούν την ανάπτυξη συναισθηµάτων, όπως είναι το ερωτικό. Τα δύο ερωτικά ποιήµατα που ακολουθούν, όπως µου τα µετέφερε και τα σιγοτραγούδησε µε την υπέροχη φωνή της η Άννα Ευ. Αυλωνίτη, δεν έχουν τίποτε το φιλήδονο και ιδιοτελές, όπως συµβαίνει σε άλλα ανάλογα ποιήµατα. Εδώ το ερωτικό συναίσθηµα είναι σεµνό, αγνό και διακριτικό και δεν ευτελίζεται. Στο πρώτο ποίηµα εκφράζεται έµµεσα, βρίσκοντας χώρο για να ακουµπήσει την καρδιά της µάνας. Ο νέος δεν διστάζει να εξοµολογηθεί στη µάνα του τα στυφά συναισθήµατα που τον κατακλύζουν από την απουσία της αγαπηµένης του. Στο δεύτερο ο τόνος είναι πιο περιπαθής και ροµαντικός, αφού ο νέος µε µια θερµή παράκληση - αίτηµα προς το φεγγάρι, εκφράζει τον πόθο του να φτάσει στη «Μούσα του» όσο γίνεται πιο γρήγορα.

Σήµερα, µάνα, δεν µπορώ

Σήµερα, µάνα, δεν µπορώ, κοντεύω πια να τρελαθώ, δεν µπορώ, δεν έχω κέφι, η καρδιά µου έχει σεκλέτι.

Όλες µπήκαν στο χορό, µε τα φλουριά τους στο λαιµό, όλες οι αρχοντοπούλες, µαυροµάτες και ξανθούλες. Μα µια µικρούλα π’ αγαπώ δεν τήνε βλέπω στο χορό µε τις άλλες να χορεύει, µάνα µου θα τρελαθώ.

Φέξε µου φεγγαράκι µου Φέξε µου φεγγαράκι µου να πάω στην αγάπη µου, φέξε ψηλά και χαµηλά, γιατ’ είναι λάσπες και νερά, φέξε και πιο ψηλότερα να πάω γρηγορότερα.

Για την καταγραφή: Ε. Γ. Χόρτης


4

Ιούνιος - Ιούλιος - Άυγουστος 2012

ΤΑ ΧΟΡΤΑΤΑ

Τ’Αη Γιαννιού τα λάµπαρδα, οι κωλοφωτιές, οι υδρογονάνθρακες και… ο Ζακ Ρογκ Του ΕΚΤΟΡΑ Γ. ΧΟΡΤΗ ΖΑΚ ΡΟΓΚ, Πρόεδρος της ∆ιεθνούς Ολυµπιακής Επιτροπής (τίτλος σκοτεινής προέλευσης), σε κάποια αποστροφή του λόγου του στην τελετή έναρξης των Ολυµπιακών αγώνων του Λονδίνου είπε ότι «από µια άποψη, οι Ολυµπιακοί Αγώνες επέστρεψαν στο σπίτι τους», πιστώνοντας «από µια άποψη» την ύπαρξη του αθλητικού ιδεώδους στους .. Βρετανούς! Αυτό ήταν, βέβαια, µια εύλογη επιβράβευσή τους, επειδή «κατάφεραν» κάτι που κανένας ως τότε δεν είχε κατορθώσει, να πρωτοτυπήσουν δηλαδή αγνοώντας κανόνες ετών, αφού µε διαίρεση της Ολυµπιακής Φλόγας δια εφτά (λαµπαδηδρόµων) την … πολλαπλασίασαν, σα να γιόρταζε η γηραιά Αλβιών τ’ Αη Γιαννιού τα λάµπαρδα. Φαίνεται, λοιπόν, ότι, µε βάση τη θεωρία της σχετικότητας, δεν είναι καθόλου βέβαιο πως η Ολυµπιακή Φλόγα ανάβει και σβήνει από δάδα σε δάδα και ουδέποτε διαχωρίζεται στην πορεία της, αλλά µάλλον ισχύει «από µια άποψη» η εξίσωση Ολυµπιακή Φλόγα = λαµπαρδίκες. Όλα αυτά είναι λαµπαρδίκας φαεινότερα. Εξάλλου, σύµφωνα µε ένα σωζόµενο απόκοµµα µιας εφηµερίδας των Βορείων που φαίνεται ότι κυκλοφορούσε κατά το Μεσαίωνα µε το χαρακτηριστικό τίτλο «Bild», που οι ειδικοί των Βορείων τον µεταφράζουν «Εικόνες» και των Νοτίων -µε βάση την ετυµολογία του - «Βάλτο», η Ολυµπία βρίσκεται στη … Μ. Βρετανία. Πέρα όµως από αυτό, αν λάβουµε υπόψη και αναλύσουµε όλες τις διαθέσιµες ιστορικές πηγές, στη σπουδαία ιστορία της θρυλικής Βρετανικής Αυτοκρατορίας πρέπει να προστεθεί και η εξής, άγνωστη µέχρι σήµερα, πληροφορία: ότι µε την ανοχή κάποιου ξένου αυτοκράτορα, του Ζήτα Ρο, σφετεριστή του Βασιλείου των Πέντε Κύκλων της Ολυµπίας, οι επί του Πολιτισµού «σκοταδιστές», λόγω κάποιας πάθησης του κερατοειδούς, έσβησαν µε βρετανικό φλέγµα την άσβεστη φωτιά του ιερού βωµού, επειδή έπασχαν από ένα σπανιότατο και ανίατο ως σήµερα νόσηµα, το γνωστό στην επιδηµιολογία ως «σύνδροµο της … κωλοφωτιάς!». Υπάρχει όµως και µια ακόµη µυθικών διαστάσεων παράµετρος, µπροστά στην οποία ωχριούν οποιαδήποτε ιστορικά ντοκουµέντα, ακόµη και … ολυµπιακών προδιαγραφών. Συγκεκριµένα, στο 1ο βιβλίο της Γενέσεως του Κόσµου µε τον χαρακτηριστικό τίτλο «Καραγκιόζ µπερντέ» και σε µια απολύτως άγνωστη στους ειδικούς γραφή αναφέρεται ο θρύλος (όχι ο ΟΣΦΠ και η θύρα 007) ότι η προέλευση της Ολυµπιακής Φλόγας σχετίζεται µε την Αττάλεια, κοντά στην οποία υπάρχει ένα βουνό µε το όνοµα Όλυµπος, στην περιοχή της αρχαίας Λυκίας, όπου το έδαφος (και εξ αντανακλάσεως ο εγκέφαλος κάποιων) πυρακτώνεται µε φυσικούς τρόπους, λόγω ύπαρξης µεθανίου στο υπέδαφος κι ανάβει για χιλιάδες τώρα χρόνια, µε σκοπό να εξοβελίσει τα εχθρικά πνεύµατα που προέρχονται από µια ξένη χώρα, γεννήτρα του Ξενίου ∆ιός, δηλαδή –κατά µία πρωτότυπη / υπερβατική εκδοχή- του ∆ιός που κατοικούσε στον «ξένο» Όλυµπο. Ζητάνε, λοιπόν, οι µάγοι της φυλής των εξ Ανατολών παραµυθάδων σε µια µεταµοντέρνα εκδοχή των παραµυθιών της Χαλιµάς από τον ως άνω σφετεριστή αυτοκράτορα και αρχιµάγο - φύλαρχο Ζήτα Ρο να αποκρυπτογραφήσει µε τα «άµπρα – κατάµπρα» του το οπιούχο µήνυµα ότι η Ολυµπιακή Φλόγα δεν είναι αναπαράσταση της κλοπής της φωτιάς του ∆ία από τον Προµηθέα, αλλά ότι πρόκειται για κεκορεσµένο υδρογονάνθρακα της σειράς του µεθανίου, γνωστού µε το χηµικό τύπο CνH2ν+2. Μάλιστα στο επίσηµο περιοδικό των γιαλαντζί «Αθανάτων» µε τον αινιγµατικό τίτλο La mojia (προφέρεται «Λαµόγια») υποστηρίζεται ότι το µεθάνιο Λυκίας, δεν είναι οποιοδήποτε µεθάνιο, όπως π.χ. εκείνο που προέρχεται από τη βρώση … της λαψάνας Χορτάτων, µολονότι είναι ιδιαίτερα εύπεπτη και εύκολα µετατρέψιµη σε µεθάνιο (ελπίζουµε να µην απαγορευτεί η ανωτέρω λαψάνα από τη WADA ως αναβολικό, επειδή δεν διαθέτει τη σχετική κάρτα ελέγχου

«καυσαερίων»!). Έτσι µεθάνιο Ολύµπου Λυκίας, ήτοι µεθάνιο Τουρκίας ≠ (διάφορο) παντός άλλου µεθανίου και ιδιαίτερα µεθανίου λαψάνας Χορτάτων. Καληνύχτα σας! Υ.Γ. ∆ιασταυρωµένες πληροφορίες απ’ τη χώρα των «Υπερβορείων» λένε ότι ο ως άνω Ζήτα Ρο, επειδή φοβήθηκε τους κεραυνούς του ∆ία και προπάντων τη µήνυση του ∆ηµάρχου της Ολυµπίας για λογαριασµό του Φειδία (του γνωστού κολλητού του Περικλέους, βεβαίως, βεβαίως), ο οποίος είχε φιλοτεχνήσει, εκτός απ’ τα αλγεινώς – Ελγινείως κλεµµένα, και το χρυσελεφάντινο άγαλµα του ∆ία στην Ολυµπία, αποκατέστησε την αλήθεια λέγοντας τα σύκα - σύκα, τη σκάφη - σκάφη και την Ολυµπία -Ολυµπία. Γιατί, σύµφωνα µε το Λόγο της Αλήθειας, αγαπητέ Ζήτα ή Ζακ ή Τζέικοµπ ή Ιάκωβε, «εµείς δεν αθλούµαστε για να ξεχωρίσουµε απ’ τον κόσµο. Εµείς αθλούµαστε για να σµίξουµε τον κόσµο!».

1: Η αφή της Ολυµπιακής φλόγας (ανάµνηση της κλοπής της φωτιάς του ∆ία από τον Προµηθέα). Στην αρχαία Ελλάδα η ιερή φλόγα άναβε από τις ακτίνες του ήλιου στην Ολυµπία, έµενε αναµµένη σε όλη τη διάρκεια των αρχαίων Ολυµπιακών Αγώνων και αντιπροσώπευε την προσπάθεια για τη νίκη. 2: Τ’ Αη Γιαννιού τα λάµπαρδα.

[…] Είναι τα παιδιά που ανάβουν τις φωτιές και φωνάζουν µπροστά στις φλόγες µέσα στη ζεστή νύχτα […] «Φωτιές του Άι – Γιάννη» (Από το Tετράδιο Γυµνασµάτων) Γ. Σεφέρης, Λονδίνο, Ιούλιος 1932


Άρθρο

ΤΑ ΧΟΡΤΑΤΑ

5

Ιούνιος – Ιούλιος – Αύγουστος 2012

Αγροτική πίστη στην εποχή της Βενετοκρατίας (τέλος 17ου - 18ος αιώνας) Του ΑΓΓΕΛΟΥ Γ. ΧΟΡΤΗ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ, που η οικονοµική δραστηριότητα στηρίζεται στην κυκλοφορία του χρήµατος, οι αγρότες µπορούν να αντλήσουν πιστώσεις κυρίως από την αγροτική τράπεζα αλλά και από άλλα πιστωτικά ιδρύµατα, για να επεκτείνουν και να αναδιαρθρώσουν τις καλλιέργειές τους ή να προχωρήσουν σε σχετικές επιχειρηµατικές δραστηριότητες κ.λπ. Αυτό, όµως, που σήµερα είναι αυτονόητο, σε παλαιότερες εποχές δεν συνέβαινε. Στην εποχή της Βενετοκρατίας, όπως προκύπτει από νοταριακά έγγραφα και από άλλα ντοκουµέντα της περιόδου εκείνης, η κυκλοφορία του χρήµατος στους αγροτικούς οικισµούς του νησιού, και όχι µόνο, ήταν εξαιρετικά περιορισµένη. Ωστόσο, όπως σε κάθε οικονοµία υπάρχουν µηχανισµοί οι οποίοι συντηρούν, αναπαράγουν και εξασφαλίζουν τη συντήρηση των οικονοµικών δοµών στις οποίες αυτή στηρίζεται, το ίδιο συνέβαινε και στην οικονοµία της υπαίθρου της βενετοκρατούµενης Λευκάδας. Η εξασφάλιση, συγκεκριµένα, των αναγκών ρευστότητας των χωρικών, που δεν διέθεταν χρήµατα, γινόταν στο πλαίσιο των αγροτικών κοινοτήτων, µέσω συγκεκριµένου µηχανισµού, ο οποίος αποτυπώνεται σε νοταριακά έγγραφα και τον οποίο θα περιγράψουµε. Από έγγραφο της 20ης Ιουλίου του 1726, που βρίσκεται στις πράξεις του νοταρίου παπά Γιάννη ∆εσαλέρµου, προκύπτει ότι κάποιος Γιάννης Σταυράκης από το χωριό Καλαµίτσι είχε ανάγκη χρηµάτων. Ο αγρότης αυτός είχε την κατοχή και την κυριότητα ενός χωραφιού στην τοποθεσία Γαβριά του οικισµού των Χορτάτων. Ζητά, λοιπόν, από τον Γιώργο Χόρτη του ποτέ παπά ∆ηµήτρη και από το Γιάννη Μεσσήνη του ποτέ Πολυχρόνη και παίρνει δάνειο 45 ριαλιών. Σε αντάλλαγµα για το δάνειο αυτό, του εκχωρεί το χωράφι στο Γαβριά, µε βάση την ισχύουσα πρακτική, η οποία στα νοταριακά έγγραφα και, προφανώς, και στις συναλλαγές ονοµάζεται «γοδείς, γοδώ». Οι περίεργες αυτές λέξεις προέρχονται από το ιταλικό ρήµα godere και εντάσσονται, όπως φαίνεται, στο ελληνικό κλιτικό σύστηµα, δηλαδή γίνονται ρήµατα της ελληνικής γλώσσας και κλίνονται σαν ελληνικά. Το ρήµα godere σηµαίνει, κατά λέξη, γεύοµαι και κατ’ επέκταση εκµεταλλεύοµαι. Άρα, «γοδείς, γοδώ» σηµαίνει εκµεταλλεύεσαι, εκµεταλλεύοµαι και υποδηλώνει αµοιβαιότητα. Ο µηχανισµός, εποµένως του «γοδείς, γοδώ» σηµαίνει ότι τα συµβαλλόµενα µέρη ενεργούν κατ’ αµοιβαιότητα. ∆ηλαδή ο µεν δανειστής εκµεταλλεύεται το κτήµα που του εκχωρεί ο δανειζόµενος, ενώ ο τελευταίος τα χρήµατα του δανείου. Πόσο σηµαντική ήταν η αξία του χωραφιού σε µια οικονοµία που η βάση της διατροφής του πληθυσµού ήταν τα σιτηρά είναι εύκολο να κατανοήσουµε. Αν, βέβαια, γνωρίζαµε την έκταση του χωραφιού, θα µπορούσαµε να εκτιµήσουµε, κατά τεκµήριο, την ετήσια απόδοση του παραγόµενου σ’ αυτό προϊόντος και εποµένως το προσδοκώµενο επιτόκιο των χρηµάτων που είχαν δανείσει ο Χόρτης και ο Μεσσήνης και το οποίο, προφανώς, θα ήταν σηµαντικό και πολύ πάνω από το 10% που προβλεπόταν ως νόµιµος τόκος για το δανεισµό χρηµάτων. Τούτο προκύπτει από άλλα σχετικά νοταριακά έγγραφα της εποχής. Ωστόσο, από τα στοιχεία του εγγράφου µπορούµε να προχωρήσουµε σε σηµαντικές επισηµάνσεις. Η πρώτη αφορά το γεγονός ότι ο Σταυράκης δεν συνάπτει το δάνειο µε έναν αλλά µε δύο δανειστές. Τούτο µας οδηγεί στο συµπέρασµα ότι το ποσό των 45 ριαλιών ήταν ένα ποσό το οποίο ξεπερνούσε τις χρηµατοδοτικές δυνατότητες ενός µόνον δανειστού και χρειαζόταν και η συνδροµή δεύτερου για να καλυφθεί. Μια άλλη επισήµανση είναι ότι ο δανειζόµενος δεν προσφεύγει για δανεισµό σε κάποιον ή κάποιους συγχωριανούς του. ∆ύο είναι οι πιθανές εξηγήσεις: ή στο χωριό του δεν υπήρχαν κάποιοι που θα

µπορούσαν να τον δανείσουν ή η απόσταση του κτήµατός του τον ανάγκασε να στραφεί σε δανειστές από το Χορτάτα. Η δεύτερη εξήγηση µου φαίνεται λιγότερο πιθανή, καθώς πολλοί κάτοικοι χωριών και τότε αλλά και αργότερα κατείχαν και καλλιεργούσαν κτήµατα και σε περιφέρειες όµορων αλλά και πιο αποµεµακρυσµένων οικισµών. Από τα σωζόµενα, εξάλλου, ενετικά κτηµατολόγια το γεγονός επιβεβαιώνεται, πέρα από κάθε αµφιβολία. Η πρώτη εξήγηση, που πιθανολογώ ως επικρατέστερη, ενισχύεται από τον αριθµό των δανειστών, που µας οδηγεί στο συµπέρασµα ότι τα κεφάλαια στις αγροτικές κοινότητες του νησιού ήταν δυσεύρετα. Ο µηχανισµός του «γοδείς, γοδώ», από άλλη άποψη, δεν σήµαινε πώληση του κτήµατος και αποξένωση του εκχωρούντος αυτό από την κυριότητά του. O δανειζόµενος µπορούσε, επιστρέφοντας το ποσό του δανείου, να επανακτήσει το κτήµα του. Με λίγα λόγια, η παραγωγή του κτήµατος, για όσο διάστηµα ίσχυε το δάνειο, λειτουργούσε ως οιονεί επιτόκιο για τους δανειστές. Από άλλη άποψη, η πρακτική του «γοδείς, γοδώ» είναι παρόµοια µε την πρακτική του «σηµαδιού», δηλαδή του ενεχύρου, είτε αυτό είναι ακίνητο είτε κινητή αξία, για τη σύναψη δανείου. Το έγγραφο που έχουµε αναφέρει καταλήγει µε την υποχρέωση του δανειζόµενου να εξασφαλίσει τους δανειστές από κάθε διεκδίκηση του κτήµατος εκ µέρους τρίτου Στην περίπτωση αυτή, ο Σταυράκης δεσµεύεται ότι θα τους παραχωρήσει το σπίτι του στο Καλαµίτσι. Ο όρος αυτός φανερώνει τη δυσχερέστατη θέση όσων βρίσκονταν στην ανάγκη να δανειστούν. Ωστόσο, η δυνατότητα επανάκτησης του κτήµατος από τον δανειζόµενο, χωρίς δεσµευτικό χρονικό ορίζοντα φανερώνει την ευελιξία του συστήµατος και την πρόθεση του νοµοθέτη να µην ανατρέπονται άρδην οι οικονοµικές ισορροπίες.

1: Ο λέων της Βενετίας 2: Μερική άποψη των Χορτάτων

«Μας φαίνεται παράξενο που κάποτε µπορέσαµε να χτίσουµε τα σπίτια, τα καλύβια και τις στάνες µας»

(Γ. Σεφέρης, Μυθιστόρηµα, Ι΄)


Άρθρο

6

Ιούνιος – Ιούλιος – Αύγουστος 2012

ΤΑ ΧΟΡΤΑΤΑ

Και τ’ άχερο καρπό! Του ΓΙΑΝΝΗ Γ. ΧΟΡΤΗ ΟΝ ΑΛΩΝΑΡΗ ο θέρος τελειώνει κι ο τρύγος περιµένει. Η προσµονή και οι κόποι µιας ολόκληρης χρονιάς για το ψωµί του κάθε σπιτικού απλώνονται µέσα στ’ αλώνι, όπου γίνεται η συγκέντρωση των προϊόντων. Η περιφέρεια του κύκλου του αλωνιού ορίζεται από τον τράχαλο, που είναι κατασκευασµένος από όρθιες λεπτές πελεκητές πέτρες, ώστε να συγκρατεί στον κύκλο του αλωνιού το υπό κατεργασία προϊόν. Το αλώνι, για να λειτουργήσει, θέλει µαλακό, ελαστικό αλλά και ανθεκτικό τάπητα, ώστε από την καταπόνηση (πάτηµα, αλώνισµα) να αντέχει και να µην «κόβεται» και ανακατεύονται τα άχερα και ο καρπός µε το αργιλικό χώµα που αποτελεί τη βάση του αλωνιού. Για να κατασκευαστεί αυτή η κρούστα, αυτό το φυσικό ταρτάν, ένας µόνο τρόπος υπάρχει: να στρωθεί µε πάστα από αγελαδοβουνιά διαλυµένη σε νερό σε έναν µεγάλο κάδο (στην κάδη, που λέµε). Στο χωριό µας η κύρια πηγή προµήθειας αυτής της «πάστας» είναι η αγελάδα του µπάρµπα Γιάννη του Αυλωνίτη και της θεια Λάµπρως του Χρυσαυγή, που τη φυλάει η ίδια και ο γιος τους , ο φίλος ο Στάθης. Πριν γίνει αυτό, πρέπει να κοπούν µε ξυνάρι (τσάπα) τα αγριόχορτα και, αν περισσεύει καµιά πέτρα, να κοπεί και να τριφτεί, για να µην καταστρέφονται τα κοπίδια της σβάρνας. Το αλώνι στρώνεται µε πολλές στρώσεις πηλό κατά την κατασκευή του. Το πετρώδες υπέδαφος είναι ανεπιθύµητο, πολλές φορές όµως υπάρχει και αντιµετωπίζεται έτσι, ώστε να µπορεί να πάρει κανείς καθαρό ακόµη και ένα σπυρί καρπού. ∆ίπλα από το αλώνι χρειάζονται αθεµωνιές, τουλάχιστον δύο. Στη µία τοποθετούνται τα όσπρια, πρώτα τα κουκιά µε την καλαµιά τους, ύστερα τα ρεβίθια, το αγριοκόκι, τα µπίζα, η φακή. Στην άλλη το σιτάρι, γαύρος ή ξυλόκαστρο, και το βρώµι. Ως προς τα εργαλεία που απαιτούνται για να έχουµε καθαρό το τελικό προϊόν, χρησιµοποιούνται το καβαλούρι, το δικριάνι, το καρπολόι, το φτυάρι, το κόσκινο – ο αρίλογος και η σβάρνα µε τα συµπαροµαρτούντα της. Το καβαλούρι αποτελείται από µακρύ στέλεχος δύο µέτρα σκληρού ελαστικού ξύλου, συνήθως αγριλίδας ή ελιάς ή ασκαµιάς, γενικά από αγριόξυλο. Στην άκρη του δένεται σχοινί µε πολλούς κλώνους για αντοχή και ευκινησία, µήκους περίπου µισού µέτρου. Στην άλλη άκρη του σκοινιού δένεται ο κόπανος από σκληρό αγριόξυλο, κυλινδρικός και πιο χοντρός, µήκους περίπου 40 εκατοστών. Χρησιµοποιείται για ποσότητα προϊόντων που δεν απαιτεί σβάρνα. Κατά τη χρήση, το καβαλούρι σηκώνεται, ο κόπανος περιστρέφεται, πέφτει στο λιασµένο και ξεραµένο προϊόν, σπάει την καλαµιά, σπάει το κερατσούλι, ελευθερώνει το σπόρο και έτσι προκύπτει το µίγµα καλαµιά - κερατσούλι σε άχερο και καρπό, που µετά από συνεχόµενο κοπάνισµα είναι έτοιµο για ανέµισµα, ώστε να ξεχωρίσει το άχερο (κουκίστρα ή φακίστρα ή ό,τι άλλο) απ’ τον καρπό. Για να δουλέψει όµως το καβαλούρι και να µη σπάσει κανένα κεφάλι, θέλει ρυθµό. Όταν ανυψώνεται, κάνει ολόκληρη κυκλική περιστροφή και πρέπει να προσγειώνεται και να βρίσκει το προϊόν µε εφαπτόµενο σ’ αυτό ολόκληρο τον κύλινδρο, διαφορετικά κάτι άσχηµο θα συµβεί. Στην καλύτερη περίπτωση θα καταστραφεί το αλώνι. Το σώµα κινείται ολόκληρο, για να δώσει την τροχιά. Πολύ θεαµατικό. «Θέλει τέχνη τ’ άργανο, φισφιρή!», έλεγαν οι µεγαλύτεροι στους αδέξιους νεαρούς. Αν η αλωνιά είναι µεγαλύτερη αλλά όχι µεγάλου πάχους, ώστε να απαιτεί σβάρνα, και καλύπτει όλο το αλώνι, τότε το προϊόν χτυπιέται µε τις οπλές και τα πέταλα του ζώου, που περιστρέφεται µε ένα σκοινί δεµένο στο κέντρο του αλωνιού, όπου υπάρχει ξύλινος ιστός, πακτωµένος σε υπάρχουσα βάση, ο στροερός. Το µήκος του ελεύθερου σκοινιού είναι ίσο µε την ακτίνα του κύκλου του αλωνιού. Το άλογο γυρίζει κατά τη φορά των δεικτών του ρολογιού, το σχοινί τυλίγεται και, ξεκινώντας απ’ την περιφέρεια, καταλήγει στο κέντρο µε γρήγορο τροκ. Τότε επεµβαίνει ο αγωγιάτης / ο νοικοκύρης και το γυρίζει ανάποδα, αντίθετα από τους δείκτες του ρολογιού. Για να απλώσουν το προϊόν µε την καλαµιά χρησιµοποιείται ξύλινη πηρούνα µε τρία δάχτυλα, το δικριάνι, κάτι σαν τρίαινα του Ποσειδώνα. Για να µαζέψουν το κοµµένο, χρησιµοποιούν το καρπολόι, πιο µικρό απ’ το δικριάνι, πλανισµένο σαν πεπλατυσµένη παλάµη τεσσάρων δακτύλων. Με αυτό ανεµίζουν, γιατί µπορεί και σηκώνει άχερο και καρπό, λόγω των κενών που έχει. Τέλος για να ανεµίσουν πολύ καρπό µε λίγο άχερο χρησιµοποιούν το ξύλινο φτυάρι, χωρίς κενά. Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας, αυτό µπαίνει στο κέντρο του κωνικού σωρού του συγκεντρωµένου προϊόντος –κυρίως σιταριού-

απ’ την κορυφή ως τη βάση. Μέχρι εδώ βλέπουµε ότι όλα τα εργαλεία είναι από ξύλο, σχοινίδερµάτινους ιµάντες, πέτρα, κοπριά ζώου. ∆ηλαδή µέχρι εδώ έχουµε εργαλεία που θα µπορούσαν να έχουν γίνει στη λίθινη εποχή. Άρα µπορεί να είχαν κατασκευαστεί από τότε, γιατί όχι; Τα πιο κατεργασµένα θα τα τοποθετήσουµε στη νεολιθική εποχή και την εποχή του σιδήρου. Για τα υπολείµµατα του καρπού και τα χοντρά άχυρα (τα κούµπρα), που δεν τα παίρνει ο αέρας, χρησιµοποιούνται κόσκινα, που η κατασκευή τους τοποθετείται στην εποχή του σιδήρου, τότε δηλαδή που ο Οδυσσέας, κυβερνούσε την Ιθάκη. Εδώ θα µπορούσε να παρατηρήσει κανείς: πρωτόγονος εξοπλισµός. Με αυτόν όµως τον «πρωτογενή» εξοπλισµό και τέτοιες εµπειρίες τα βγάλαµε πέρα στη ζωή. Εξάλλου αυτή η φυσική εκπαίδευση είχε κι ένα άλλο καλό: δεν µας έκαµε «κακοµαθηµένους» και «στραβόξυλα». Οι συνήθειες που αποκτάµε µε φυσικό και όχι βίαιο τρόπο δεν πνίγουν ποτέ τη φύση του ανθρώπου, όπως ακριβώς συµβαίνει µε τα φυτά που δε στραβώνουν, όταν δεν ενοχλούµε την κάθετη κατεύθυνσή τους, και διατηρούν τη φυσική τους κλίση. Τώρα φθάνουµε στο «κυρίως πιάτο», το αλώνισµα µε σβάρνα, η οποία εκτιµάται ότι είναι εργαλείο κατεξοχήν της λίθινης εποχής., γιατί τα δόντια της που κόβουν την καλαµιά και το στάχυ ήταν καταρχάς από ασβεστολιθικά σκληρά πετρώµατα, από στουρνάρια. Εγώ πρόλαβα και µεταχειρίστηκα σβάρνα που είχε τα µισά δόντια από στουρνάρι και τα άλλα είτε από ατσάλινα οδοντωτά τεµάχια δρεπανιού, είτε από κοφτερές ατσάλινες λάµες. Βέβαια η συγκεκριµένη σβάρνα πέρασε κι από την επιθεώρηση και συντήρηση του Κουρσάρου (Γεια σου, µερακλή, θείε Θοδωρή). Το σώµα της ήταν καµωµένο από ξύλο µεγάλου πάχους, πλατύ και ανθεκτικό. Συνήθως αποτελούνταν από δύο κοµµάτια ξύλου, ενωµένα µεταξύ τους. Πηγή «ναυπήγησης» στόλου σβαρνών ήταν το ξύλο από πλάτανο, που προσφερόταν άφθονο από τα υπεραιωνόβια πελώρια πλατάνια που υπήρχαν στο λαγκάδι της Φτελιάς, το Κανάλι και την Κρούσταλλη, δηλαδή δίπλα στις πηγές νερού. Χρησιµοποίησα τον όρο «ναυπήγηση», γιατί η σβάρνα κινείται όπως η γόνδολα και η βάρκα στα κύµατα. Στα κυµατιστά δεµάτια της σιτοπαραγωγής, όπως η γόνδολα σηκώνεται µπροστά προς τα πάνω, για να καβαλάει το κύµα και να µην παίρνει νερό, έτσι και η σβάρνα πρέπει να καβαλάει τα άκοπα και τα µεγάλα κοµµάτια καλαµιάς µε στάχυα, για να µην πνίγεται και µπουκώνει. Να καβαλάει και να κόβει έχοντας το βάρος του αγωγιάτη για πίεση (συνήθως µε κάποιο πιτσιρίκι πίσω του πιασµένο απ’ τα πόδια του και κάπου - κάπου και καρεκλάκι για ξεκούραση) και, αν ο οδηγός είναι µικρός, προστίθεται µια πέτρα. Εξαιρετικά συναρπαστικό παιχνίδι για τα παιδιά είναι αυτό το «ταξίδι» πάνω στις σβάρνες, γύρω απ’ το στροερό. Ιδιαίτερα για τον πρωτάρη είναι µια πρωτόγνωρη εµπειρία.

Αλώνισµα στα Χορτάτα. ∆εξιά διακρίνεται η σβάρνα.


Άρθρο

ΤΑ ΧΟΡΤΑΤΑ

7

Ιούνιος – Ιούλιος – Αύγουστος 2012

Και τ’ άχερο καρπό! Μετά από ορισµένους γύρους αναστρέφεται η φορά περιστροφής. Η σβάρνα σέρνεται από δύο άλογα, µπορεί και γαϊδούρια – βόδια µάλλον όχι. Όποιος είναι πολύ έξυπνος µε τρία βόδια φτιάχνει δυο ζευγάρια, όπως λένε οι φίλοι Μανασώτες. ∆εξιά – αριστερά έχει δύο κρίκους από τους οποίους πιάνονται δύο σχοινιά και καταλήγουν είκοσι πόντους πίσω από το ζώο χαµηλά , τριάντα πόντους από το έδαφος. Εκεί δένονται στις δύο άκρες από το παλαµάκι, που πίσω στο κέντρο έχει έναν γάντζο και, αν το ζώο σέρνει µόνο του τη σβάρνα, ο γάντζος δένεται σ’ αυτήν, κι αν είναι δύο τα ζώα, τότε έχουµε δυο παλαµάκια που ενώνονται σε τρίτο, πιο ισχυρό, το ζυγό, και αυτός συνδέει το ζευγάρι µε τη σβάρνα [Η λέξη παλαµάκι είναι παραπλήσια µε τη λέξη παλαµάρι, όπως η σβάρνα µε το σκάφος]. Όταν δουλεύει σωστά η σβάρνα είναι αέρινη. Μοιάζει σαν δίιππο άρµα και όταν τη σέρνουν αψά άλογα η ταχύτητα σε συνεπαίρνει. Γυαλίζουν στον ήλιο

τα πέταλά τους και τα ρουθούνια τους θέλουν να καταπιούν τον κόσµο. Η σβάρνα από την επαφή µε το άχυρο στιλβώνεται από κάτω και γυαλίζει. Έτσι γλιστράει καλύτερα και αποδίδει. Τότε δονεί τον αέρα η ιαχή: -Πω! Πω! Και τ’ άχερο καρπό! Ανεµίζει η βίτσα (καµτσίκι), χωρίς να χτυπάει, και καµαρώνει ο νοικοκύρης τα ντελίνια τ’ άλογά του και τη µεγάλη αλωνιά του. Το τσούρµο κι οι γυναίκες ετοιµάζονται για τα ανέµισµα. Πρέπει όµως να φυσάει. Μαϊστρος, βέβαια. Μετά αρχίζει το ανέµισµα, που κρατάει πολλές φορές µέχρι να δύσει ο ήλιος. Η διαδικασία συνεχίζεται µε τον αρίλογο, το κόσκινο δηλαδή που ξεχωρίζει την ήρα από το στάρι, και µε το σάκιασµα του πολύτιµου καρπού. Η «γιορτή» κλείνει µε τις νοικοκυρές να ετοιµάζουν τα σεντόνια, για να πάρουν τ’ άχερο στο κεφάλι και να το µεταφέρουν στο µπλοκό (=στον αχυρώνα), και τους νοικοκύρηδες να µεταφέρουν τον πολύτιµο καρπό στο σπίτι.

Άνθρωποι µια άλλης εποχής... Του ΑΓΓΕΛΟΥ Γ. ΧΟΡΤΗ ΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ των παιδικών και εφηβικών µου χρόνων που έµεινε βαθιά χαραγµένο στη µνήµη µου ήταν ο µπάρµπα Αντρέας ο Χόρτης (Μήσουλας). Τον θυµάµαι σκυφτό , λιγόλογο, µε αυλακωµένο το πρόσωπο από τις ρυτίδες του χρόνου και της βιοπάλης να φεύγει κάθε µέρα το πρωί από το σπίτι του και να γυρίζει το µεσηµέρι ή το βράδι από τα λίγα χωράφια ή τον κήπο του, λες και ήταν προορισµένος και δεµένος µε την καλλιέργειά τους, όπως δα και όλοι οι συγχωριανοί εκείνων των χρόνων, χωρίς άλλη έγνοια και διέξοδο. Και όπως, χωρίς να το θέλουµε, ρέπουµε στη γενίκευση και τη δηµιουργία στερεότυπων, ο µπάρµπα Αντρέας στα µάτια µου ταυτιζόταν και προσωποποιούσε τον ήσυχο και ταπεινό άνθρωπο, που ζούσε µια «επίπεδη», χωρίς πάθη εξάρσεις και οραµατισµούς ζωή. Είναι, όµως, πάντα τα πράγµατα και οι άνθρωποι όπως φαίνονται; Η απάντηση στο ερώτηµα αυτό µου δόθηκε κάποια µέρα από τον πατέρα µου, όταν, συζητώντας µαζί του για τους βαλκανικούς πολέµους και τη συµµετοχή διαφόρων συγχωριανών µας σ’ αυτούς, µου µίλησε και για τον µπάρµπα Αντρέα µε συγκίνηση και θαυµασµό. Όπως και κάµποσοι άλλοι συγχωριανοί µας, στις αρχές του 20ού αιώνα, είχε και αυτός µεταναστεύσει για το Νέο Κόσµο, εγκαταλείποντας τη γεµάτη στερήσεις ζωή του χωριού και κυνηγώντας το όνειρο µιας ζωής χωρίς µιζέρια και βάσανα, και είχε φτάσει στην Αργεντινή. Εκεί τον βρήκε η είδηση της κήρυξης του Α΄ Βαλκανικού πολέµου. Και χωρίς να το σκεφτεί ούτε για µια στιγµή, πήρε τη µεγάλη απόφαση: να εγκαταλείψει την ειρηνική ζωή και τις όποιες προοπτικές τού ανοίγονταν σε µια πλούσια, σε σύγκριση µε την Ελλάδα, χώρα και να γυρίσει, θέτοντας τον εαυτό του στη διάθεση της πατρίδας και συµµετέχοντας στην τιτάνια εθνική προσπάθεια που είχε αναλάβει η Ελλάδα. Με την αφήγηση του πατέρα µου ένας άλλος µπάρµπα Αντρέας παρουσιάστηκε µπροστά στα µάτια µου. Νέος, µε οράµατα και πίστη σε αξίες και ιδέες. Στην ιεράρχηση των αξιών αυτών πρώτη ήταν η ιδέα της πατρίδας και η πίστη σ’ αυτήν. Και δεν ήταν η αγάπη στην πατρίδα του µπάρµπα Αντρέα και των ανθρώπων της εποχής του, που µεγάλωσαν και δόξασαν την Ελλάδα, υποκριτική, ούτε συνδεόταν µε καµιά κανενός είδους ιδιοτέλεια. Αντίθετα αποτελούσε αγνή και άδολη προσφορά και υποταγή του ατοµικού συµφέροντος στο συµφέρον της ολότητας. Όσοι από τις εσχατιές του κόσµου, όπως ο µπάρµπα Αντρέας, ξεκίνησαν και επέστρεψαν στη γενέθλια γη για τη Μεγάλη Περιπέτεια και το Μεγάλο Όνειρο,

υποθηκεύοντας το αίµα και τη ζωή τους και βάζοντας το «εµείς» πάνω από το «εγώ», σύµφωνα µε τη ρήση του Μακρυγιάννη, χωρίς να το ξέρουν και χωρίς να το έχουν διαβάσει, µε οδηγό µόνο την καρδιά τους, δεν έκαµαν παρά αυτό που αποτελεί βασικό στοιχείο της αρχαίας ελληνικής πολιτικής σκέψης: ο πολίτης είναι ευτυχισµένος µόνον όταν η πατρίδα είναι ισχυρή και ευτυχεί και συνεπώς χρέος του είναι να αγωνίζεται για την προκοπή της. Πικρές σκέψεις για την εποχή µας ... Η πράξη του µπάρµπα Αντρέα και των ανθρώπων της γενιάς του µου φέρνει στο νου και τους λόγους του Θουκυδίδη, στον Επιτάφιο που εκφώνησε ο µεγάλος αθηναίος πολιτικός Περικλής το χειµώνα του 430 – 429 π.Χ. προς τιµήν των Αθηναίων νεκρών του πρώτου έτους του Πελοποννησιακού πολέµου. Αναφερόµενος λοιπόν σ’ αυτούς και θέλοντας να δώσει το µέτρο της ευψυχίας και της ανδρείας τους ο µεγάλος ιστορικός υπογραµµίζει ότι δίκαια θα χαρακτηρίζονταν ως οι πιο γενναίοι όσοι, αν και έχουν πλήρη και καθαρή αντίληψη των δεινών του πολέµου και των αγαθών της ειρήνης, δεν υποχωρούν µπροστά στους κινδύνους, όσοι δηλαδή συνειδητά επιλέγουν να διακινδυνεύσουν τον έσχατο κίνδυνο αντί για τη ραστώνη και την ασφάλεια της ειρηνικής ζωής, δίνοντας έτσι ουσιαστικό περιεχόµενο στην έννοια του πολίτη. Αυτό ακριβώς έκαµαν οι αγωνιστές των Βαλκανικών πολέµων του 1912-1913. Ο µπάρµπα Αντρέας, όπως και οι συµπολεµιστές του, που έκαµαν µεγάλη την Ελλάδα, ποτέ δεν ζήτησε τίποτε από την πατρίδα. Ποτέ δεν µίλησε για την προσφορά του, θεωρώντας ότι ήταν αυτονόητο καθήκον. Το ίδιο και οι άνθρωποι της γενιάς του, άνθρωποι µια άλλης εποχής, όχι µόνο χρονικά. Ας είναι ελαφρύ το χώµα που τους σκεπάζει και ας γίνουν παράδειγµα για την εποχή µας, που µοιάζει να έχει χάσει την πυξίδα της…

Όταν πρυτανεύει το «εµείς»


Ποικίλα

Ιούνιος – Ιούλιος – Αύγουστος 2012

Κοινωνικά

Ο λόγος στους ξενιτεµένους µας

«(…)ἱέµενος (Ὀδυσσεύς) καὶ καπνὸν ἀ ποθρᾐσκοντα νοῆσαι ἧς γαίης, θανέειν ἱµείρεται» [=και µοναχά καπνό απ’ το µπουχαρί του πατρικού του να ’βλεπε να βγαίνει, κι ας πέθαινε]. (Οµήρου Οδύσσεια, α, 58-59)

Γεννήσεις: Ο Παναγιώτης Μεράκος και η Ανδριανή Χόρτη – Μεράκου του Γερασίµου απέκτησαν αγοράκι στις 14 Ιουνίου 2012. Στους ευτυχείς γονείς και τους οικείους τους ευχόµαστε να τους ζήσει.

Στον πατέρα µου

Γάµοι: -

Λίγα λουλούδια µείνανε στο κτήµα σου, πατέρα, µισόξερα, και βγήκανε αγκάθια πέρα ως πέρα εκεί που τόσο µόχθησες και το ’κανες σαν κούκλα όλα που τόσο αγάπησες πια τα ’φαγε η πανούκλα.

(Μήπως είν’ ο «Αργύρης» άρρωστος;)

Συγχαρητήρια: Η Αθηνά Χόρτη του Θεοφάνη πήρε παµψηφεί µε άριστα το δίπλωµα για βιολί και παράλληλα το πτυχίο της Ιατρικής. Τα θερµά µας συγχαρητήρια και καλή σταδιοδροµία. Το ίδιο ευχόµαστε και στον ∆ηµήτρη Τζεφρόνη του Ζώη, το γένος της µητέρας Βράιλα, που πήρε κι αυτός το πτυχίο της ιατρικής. Τέλος, συγχαίρουµε θερµά και την Κωνσταντίνα Χόρτη του Πέτρου, που πέτυχε στη Νοµική του ∆ηµοκρίτειου Πανεπιστηµίου Θράκης µε τις πρόσφατες πανελλήνιες εξετάσεις, και της ευχόµαστε καλή πανεπιστηµιακή διαδροµή.

Στο µοσκαρδίνι (Ε. Γ. Χόρτης) Μαϊστρε, κλέψε τ’ άρωµα από το µοσκαρδίνι, τρικύµισέ το απάνω µου τη µύτη µου να σπάσει και για να µπει στα κύτταρα όλη του η σαγήνη τις πόρτες έχω ανοιχτές, ως την ψυχή να φτάσει.

Αχ, δόλιε, πού να το ’ξερες πώς να το ξέραµε όλοι όλα τα παίρνει ο χρόνος κι όσα λουλούδια µου ’φερες, πατέρα, απ’ το περβόλι τα ξέρανε ο πόνος! Θεοφάνης Κ. Χόρτης, Μινεσσότα-ΗΠΑ, Γενάρης 2012

Επίκαιρη χορτιώτικη παροιµία: Του φτωχού το εύρηµα ή καρφί ή πέταλο!

Θάνατοι: Το φίλο Ζώη ∆. Χόρτη τον πρόδωσε η καρδιά του κι έφυγε απ’ τη ζωή στις 19 Αυγούστου 2012. Ένα µήνα πριν είχε συνοδεύσει στην τελευταία της κατοικία την αδερφή του Πόπη Καγκελάρη. Τα ειλικρινή µας συλλυπητήρια στους οικείους τους.

ΑΡ. ΦΥΛΛΟΥ 5 ΙΟΥΝΙΟΣ - ΙΟΥΛΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2012 ∆ΙΑΝΕΜΕΤΑΙ ∆ΩΡΕΑΝ tachortata.blogspot.gr

Τριµηνιαία περιοδική έκδοση του Συλλόγου των Απανταχού Χορτιωτών Λευκάδος Ιδιοκτήτης: Σύλλογος των Απανταχού Χορτιωτών Λευκάδας. Tηλ. 6974415725, e-mail: arpiros@otenet.gr Υπεύθυνος έκδοσης - ύλης: Έκτορας Γ. Χόρτης Επικοινωνία: τηλ. 210-9844200, 6944416206, e-mail: hecchortis@gmail.com Συντακτική Επιτροπή: Άγγελος Γ. Χόρτης, Θωµάς Ε. Χόρτης, Σταθούλα (Λούλα) Σακελλαρίου – Αυλωνίτη, Νίκος ∆. Χόρτης, Έκτορας Γ. Χόρτης.

Σελιδοποίηση: Νίκος ∆. Χόρτης Παραγωγή εντύπου: ΠΡΩΤΟΠΑΠΑ Α. Ε., Γραφικές Τέχνες –Τυπογραφείο, Υπάτης 45, Περιστέρι,12133, τηλ. 2105743450 Για το περιεχόµενο των ενυπόγραφων κειµένων ευθύνονται οι συγγραφείς τους


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.