Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Τμήμα αρχιτεκτόνων Μηχανικών Σύγχρονες Θεωρίες και Κριτικές της Αρχιτεκτονικής 2013-2014, Εξάμηνο 7ο
Μεταβολές Αόρατων Κανάβων
Στην προσπάθειά μας να αναγνωρίσουμε το χώρο και το περιβάλλον γύρω μας, διατηρούμε ως σημείο αναφοράς το ίδιο μας το σώμα και τις προεκτάσεις του. Είναι εκείνο που μας βοηθά να αναγνωρίζουμε το μικρό και το μεγάλο, το γεωμετρικώς ορισμένο από το ακαθόριστο, το σκληρό και το μαλακό, το στενό και το πλατύ, το δυνατό και το αδύνατο. Είναι εκείνο που οριοθετεί, ρυθμίζει σχέσεις, κανόνες και συμπεριφορές. Βέβαια, το σώμα μας δεν υπάρχει από μόνο του, διαμορφώνεται πάντα σε σχέση με το περιβάλλον του κι αντίστροφα. Έτσι ο ανθρώπινος νους εφηύρε την απόσταση, δικαιολογημένη, συνήθως, από το μάτι. Στην πραγματικότητα, όμως, η απόσταση δεν έχει να κάνει με τα μάτια, έχει να κάνει με όλες τις αισθήσεις, αλλά κυρίως με το πνεύμα, με το τι νιώθεις και με το τι βιώνεις. Ξεκινώντας από το ίδιο του το σώμα, ο άνθρωπος δημιουργεί διαστάσεις, τις οποίες μεταφέρει ακέραιες ή πολλαπλασιασμένες στο περιβάλλον γύρω του, επιδιώκοντας την αρμονία(δηλαδή χώρους προσαρμοσμένους στο σώμα – μονάδα). Καθημερινά παραδείγματα, όπως η απόσταση καρέκλας-γραφείου, το ύψος του ντουλαπιού, το μέγεθος της πόρτας, ακόμη και η θέση του πόμολου πάνω της, συντελούν στη βέλτιστη λειτουργία σώματος περιβάλλοντος. Καθ’ αυτόν τον τρόπο, παράγονται κελύφη αυτοπροστασίας, είτε για το σώμα-μονάδα(ιδιωτικά), είτε για τα σώματα που αποτελούν το κοινωνικό σύνολο(δημόσια). Μέσα σε αυτά τα κελύφη, με τείχη και όρια ή χωρίς, εκτός των σχέσεων που αναπτύσσονται μεταξύ σώματος και οικοδομήματος, ενυπάρχουν και σχέσεις μεταξύ σωμάτων, ανθρώπινων. Ο άνθρωπος είναι ένα αυτό-εξημερωμένο ζώο και η εξημέρωσή του είναι μονάχα μερική. Έχει την ανάγκη να κρατά επαφή με τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας(αγέλης) του. Αν χαθεί η επαφή μπορεί να αποβεί μοιραίο για πολλούς λόγους. Η κοινωνική απόσταση δεν είναι μονάχα η απόσταση μέχρι το κοινωνικό όν να μη μπορεί να εντοπίσει, να ακούσει ή να μυρίσει την ομάδα στην οποία ανήκει. Είναι, επίσης, η ψυχολογική απόσταση που εμπεριέχεται, κατά την οποία το ζώο νιώθει εμφανώς το άγχος του να υπερβεί τα όρια. Μοιάζει σα να υπάρχει μια ελαστική κορδέλα που ενώνει τα μέλη της ομάδας. Ακόμη, όμως και μεταξύ των μελών μιας αγέλης ή καλύτερα μιας κοινωνίας ανθρώπων, υπάρχουν διαφορετικές σχέσεις που αναπτύσσονται και τις οποίες μπορεί κανείς να διαισθανθεί παρατηρώντας δύο ή περισσότερους συνομιλητές. Η απόσταση που κρατούν μπορεί να οξύνει όλες τις αισθήσεις των σωμάτων τους. Η ορατότητα, ακόμη και το ύφος που διαφαίνεται στα μάτια τους, η όσφρηση που ενεργοποιείται όταν συναντά τη μυρουδιά του άλλου, η ένταση της φωνής που αυξάνεται ή μειώνεται ανάλογα με το πόσο πλησιάζει ή ξεμακραίνει ο συνομιλητής, η στάση του σώματος.. Σε καθημερινή βάση, η απόσταση του σώματος από εκείνο των άλλων(από εκείνη στο λεωφορείο, μέχρι εκείνη που εξαλείφεται με μια αγκαλιά) οριοθετούν συμπεριφορές και ρυθμίζουν σχέσεις. Ο χώρος γύρω από το σώμα μας και οι αποστάσεις γύρω από αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικές. Όσο πιο προσεκτικά παρατηρούμε τις αποστάσεις που επιβάλλει κανείς γύρω από
το σώμα του, τόσο πιο εύκολα μπορούμε να ερμηνεύσουμε το είδος της σχέσης, τη συναισθηματική κατάσταση και τις αλλαγές. Η απόσταση ενός σώματος από ένα άλλο ή και περισσότερα είναι ένα βασικό επικοινωνιακό στοιχείο της γλώσσας. Ο εραστής που απορρίπτεται μπορεί να περάσει από τη μηδαμινή στην ολοκληρωτική απόσταση που βιώνει ένας άγνωστος περαστικός σε μια πλατεία. Ακόμη πιο κατανοητό γίνεται παρατηρώντας τα σώματα σε ένα δημόσιο χώρο. Κάνουμε εξαιρετικές χορογραφίες προσπαθώντας να αποφύγουμε ο ένας τον άλλον και μάλιστα, αν υπάρξει τυχαία, στιγμιαία, επαφή, τα σώματα ενοχλούνται κι αυτό αποτυπώνεται στα αντανακλαστικά μας, στις επερχόμενες κινήσεις μας, όσο και στις εκφράσεις που αποτυπώνονται στο πρόσωπό μας. Η απόσταση δρα σα μια φούσκα που περικλείει έναν οργανισμό. Έξω από τη φούσκα, εκεί δηλαδή που δε συναντώνται δύο οργανισμοί δεν εμπλέκονται μεταξύ τους. Αν οι δύο φούσκες που περικλείουν τα σώματα συναντηθούν και επιτραπεί να υπερκαλύψουν η μία την άλλη, τότε δημιουργείται η μεταξύ τους σχέση. Υπάρχουν περιπτώσεις, όπου η παρουσία του άλλου δε χωράει περιθώρια αμφιβολίας, είναι συντριπτική και οι δύο σφαίρες τείνουν να γίνουν μια, λόγω των πολύ έντονων αισθητηριακών εισροών. Η όψη του άλλου παραμορφώνεται, λόγω της μικρής απόστασης, η μυρουδιά, η θερμοκρασία, ο ήχος και η αίσθηση της αναπνοής του στο σώμα είναι αλάνθαστες και μαρτυρούν την εμπλοκή μας με κάποιο άλλο σώμα. Τέτοια επαφή δύο σωμάτων μπορεί, βέβαια, να υπάρξει και ακούσια σε συνωστισμένους δημόσιους, συνήθως, χώρους. Το σώμα αντιδρά αμυντικά μένοντας όσο πιο ακίνητο μπορεί με άκρα αλύγιστα. Το βλέμμα καρφώνεται στο άπειρο κι αποφεύγει να σταθεί στον οποιονδήποτε, εκτός από κάποιες φευγαλέες ματιές. Αν υπάρξει τυχόν επαφή, σχεδόν αντανακλαστικά τα σώματα απομακρύνονται, ενώ αν αυτό είναι αδύνατον, τα εφαπτόμενα μέρη σχεδόν παγώνουν στην προσωρινή τους θέση. Λιγότερη οικειότητα φαίνεται να υπάρχει όταν δύο συνομιλητές κρατούν την απόστασή τους στο μήκος ενός τεντωμένου βραχίονα. Στην πραγματικότητα αυτή η απόσταση κυμαίνεται μεταξύ του μήκους ενός βραχίονα, μέχρι να μπορούν οι δύο συνομιλητές να ακουμπήσουν τα δάχτυλά τους, έχοντας τεντωμένα άκρα. Κάτι τέτοιο, στο ζωικό βασίλειο που ανήκει αυτό το αυτόεξημερωμένο, μεταφράζεται σαν την ελάχιστη απόσταση κυριαρχίας, δηλαδή την απόσταση που πρέπει να διατηρούν δύο ζώα προκειμένου να ανιχνευτούν, χωρίς να κυριαρχήσει το ένα ως προς το άλλο. Σε τέτοιες αποστάσεις διακρίνεται το πορτραίτο του συνομιλητή, ενώ μπορεί να ανιχνευτεί και η κίνηση των χεριών. Ακόμη πιο απρόσωπη γίνεται μια σχέση, όταν ο ένας συνομιλητής μπορεί να παρατηρήσει ολόκληρη τη φιγούρα του άλλου. Είναι, για παράδειγμα, η απόσταση που κρατούν δύο σώματα σε μια κοινωνική εκδήλωση. Σε αυτήν την περίπτωση, η συζήτηση βασίζεται περισσότερο στην οπτική επαφή, η οποία αν χαθεί ή αποφεύγεται, μάλλον υποδεικνύει και το τέλος της.
Παρατηρούμε, λοιπόν, πως καθώς αυξάνεται η απόσταση που διατηρούμε από κάποιο άλλο σώμα, αυξάνεται η αμηχανία και χάνεται η προσωπική σχέση. Σε ένα δημόσιο χώρο, παρατηρείται η μέγιστη απόσταση και αμηχανία μεταξύ συνομιλητών. Η φωνή ξεθωριάζει μαζί με τα χαρακτηριστικά των προσώπων και για αυτόν ακριβώς το λόγο, κατά τη διάρκεια μιας τέτοιας συζήτησης, η φωνή αυξάνεται κι όλες οι λέξεις προφέρονται πιο αργά. Οι συνομιλητές αρχίζουν να υπερβάλλουν, εμπλουτίζοντας τη συνομιλία με τη γλώσσα του σώματος. Η απόσταση αυτή κάνει τα σώματα να μοιάζουν παγωμένα και χρησιμοποιείται συνήθως μεταξύ ξένων, αποφασισμένων να παραμείνουν για πάντα ξένοι. Είναι στη φύση των ζώων, συμπεριλαμβανομένων και των ανθρώπων, να επιδεικνύουν τη συμπεριφορά τους και την ιεραρχία του προκειμένου να διατηρήσουν το χώρο τους και την απόστασή τους από τους άλλους. Αυτό ακριβώς είναι και που αποκαλείται εδαφοκυριαρχία (territoriality). Έτσι, χρησιμοποιούν τις αισθήσεις, προκειμένου να ξεχωρίσουν ,για παράδειγμα, τη μία απόσταση από κάποια άλλη. Η συγκεκριμένη απόσταση που επιλέγεται, εξαρτάται από συναλλαγές εμπειριών και συναισθημάτων των αλληλοεπιδρώντων ατόμων. Ο άνθρωπος, έχει αναπτυγμένο το αίσθημα της εδαφοκυριαρχίας σε πολύ μεγάλο βαθμό, παρ’ όλα αυτά δε λαμβάνεται σοβαρά υπόψιν. Για παράδειγμα, ‘ο άνδρας του σπιτιού’ είναι, κατά κάποιον τρόπο, απολογητικός ως προς τη ‘θέση’ του ή την ‘καρέκλα’ του μέσα στον σπίτι η οποία είναι, συνήθως, σε περίοπτη θέση ή / και πολύ αναπαυτική. Αν κάποιος που δε γνωρίζει καθίσει εκεί, σίγουρα θα υπάρξει κάποιος εκνευρισμός ή κάποια αμηχανία μεταξύ εκείνου και του άνδρα, το οποίο μεταφράζεται σαν κυριαρχία του ενός ως προς τον άλλον. Όσο κι αν προσπαθήσει κανείς να ταξινομήσει τις αντιδράσεις δύο σωμάτων που επικοινωνούν, δε θα μπορέσει παρά να μελετήσει κάποιες από τις άπειρες περιπτώσεις αποστάσεων και αντιδράσεων κι αυτό γιατί οι αλληλεπιδράσεις αυτές βασίζονται όχι μόνο σε σώματα και κουφάρια, αλλά και στο τι κουβαλάνε αυτά μέσα τους, δηλαδή ένστικτα, συναισθήματα και βιώματα, που διαμορφώνουν και καθιστούν το κάθε ένα περίεργο, ανεξάρτητο και εξίσου ξεχωριστό.