Αντίληψη έναντι Κριτικής στη Φιλοσοφία των Συναισθημάτων-Πτυχιακή Εργασία

Page 1

Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης

Πτυχιακή Εργασία Αντίληψη έναντι Κριτικής στην Φιλοσοφία των Συναισθημάτων Ναταλία Βαρουξάκη 9986201700009

Επιβλέπων Καθηγητής: Αντώνης Χατζημωυσής

Αθήνα, Ιούλιος 2021


1. Περίληψη Στο παρόν κείμενο θα κάνω λόγο για δύο προσεγγίσεις σχετικά με την ερμηνεία των συναισθημάτων. Πρόκειται για δύο αντίθετες προσεγγίσεις, η αντίθεση αυτή αφορά την βάση που υιοθετεί η καθεμία και τα σημεία στα οποία εστιάζει. Με γνώμονα αυτές, θα αναλύσω το αίσθημα του φόβου και από τις δύο οπτικές. Η επιλογή του φόβου ως συναίσθημα γίνεται διότι αποτελεί ένα από τα βασικά συναισθήματα που βιώνει ο κάθε άνθρωπος. Επιπλέον, ανταποκρίνεται σε όλα τα επίπεδα της ανθρώπινης αντίδρασης, τόσο τα σωματικά όσο και τα συμπεριφορικά, οπότε αποτελεί ένα πολύ καλό παράδειγμα της πολυπλοκότητας των συναισθημάτων και της διαφορετικότητας που παρουσιάζεται από άτομο σε άτομο. Επίσης, στο παρακάτω κείμενο θα αναφερθώ στις αδυναμίες αλλά και τα εμπόδια με τα οποία ήρθαν αντιμέτωπες οι δύο προσεγγίσεις. Βασικός μου στόχος αποτελεί μέσω μιας σύντομης ανάλυσης των δύο προσεγγίσεων να γίνει κατανοητή η πολυπλοκότητα, το ενδιαφέρον και η ιδιαιτερότητα του κλάδου της φιλοσοφίας των συναισθημάτων. Πιο συγκεκριμένα τα ίδια τα συναισθήματα και ο τρόπος μελέτης τους, δηλαδή η έρευνα της καθημερινότητας των ανθρώπων και των συναισθημάτων που βιώνουν με σκοπό μέσω αυτής να εξάγουν μία θεωρία για τον τρόπο λειτουργίας τους.

1


Περιεχόμενα 1. Περίληψη………………………………………………………...1 2. Εισαγωγή………………………………………………………...3 3. Κρισιοκεντρική προσέγγιση…………………………………4 Η κρισιοκεντρική προσέγγιση από τους αρχαίους..…..5 3.1.1. Σκεπτικοί……………………………………………...5 3.1.2. Στωικοί………………………………………………..6 3.2. Εμπόδια στην Κρισιοκεντρική Προσέγγιση……….…….7 3.2.1. Παθητικότητα Συναισθημάτων…….…………………….7 3.2.2. Απείθαρχα Συναισθήματα …………………………….…8 3.3. Seeing-as approach…..……………………………………8 3.4. Ο φόβος ως κατανόηση της κρισιοκεντρικής προσέγγισης………...…………………………………………..9 4. Αντιληπτικοκεντρική προσέγγιση………...………………..11 4.1. Συναίσθημα και Σωματική Αντίδραση…………….….12 4.2. Κατανόηση των Ανθρώπινων Συναισθημάτων……….13 4.3. Τρόπος λειτουργίας Συναισθημάτων…………………..14 4.3.1. Η Προσωπικότητα ως Κριτήριο………..………………15 4.4. Απείθαρχα Συναισθήματα στην Αντιληπτικοκεντρική Προσέγγιση………………………………………………16 4.5. Περιορισμοί στη Μελέτη της Συναισθηματικότητας στην Αντιληπτικοκεντρική Προσέγγιση……………….…….18 4.5.1. Τα Συναισθήματα ως Επιστημονικός Κλάδος……………18 4.6. Αντιληπτικοκεντρική Προσέγγιση στη Πράξη………..18 4.6.1 Η Θεωρία της Αναγωγής………………………………..19 4.6.2. Η Έννοια της Αλεξιθυμίας…...………………………….20 4.6.3. Υστερία ……………..…………………………………21 4.6.4. Γενικευμένη Αγωνιώδη Διαταραχή………………………21 5. Επίλογος……………………………………………………...….22 6. Βιβλιογραφία…………………………………………………...24 3.1.

2


2. Εισαγωγή Ο όρος φιλοσοφία των συναισθημάτων παραπέμπει αρκετούς στον κλάδο της ψυχολογίας, η κύρια διαφορά η οποία διακρίνει τον έναν από τον άλλον είναι η προσοχή που δίνεται από τον πρώτο στην ανάλυση και ερμηνεία των συναισθημάτων και των ανθρωπίνων αντιδράσεων. Η έρευνα στο συγκεκριμένο κλάδο πραγματοποιείται εξαιτίας των συγχύσεων που παρατηρούνται στην καθημερινότητά μας. Όλες τις φορές που λέμε όπως για παράδειγμα «μα γιατί παρεξηγείσαι;» , «μην είσαι τόσο υπερβολικός;» , «πως και δεν νεύριασες;» , «μπράβο που κράτησες την ψυχραιμία σου!» «μα κανείς δεν με καταλαβαίνει!;». Το κοινό στοιχείο ανάμεσα στις φράσεις που αναφέρθηκαν είναι το εμπόδιο να γίνει κατανοητή η αντίδραση του ενός ατόμου προς το άλλο. Με τον όρο συναίσθημα η πιο προφανής απάντηση που μπορεί να δώσει κάποιος ως ερμηνεία είναι η μορφή του χαρακτήρα και η αντίδραση σε καθημερινές καταστάσεις. Με άλλα λόγια μπορούμε να πούμε πως τα συναισθήματα είναι τα στοιχεία που με κάποιο τρόπο συγκροτούν την ανθρώπινη συμπεριφορά. Πίσω από ένα συναίσθημα παρουσιάζεται πλήθος ερωτημάτων, τι συμβολίζει, τι είναι αυτό που το προκαλεί, γιατί κάποιες φορές παρεξηγείται από τα συμπεριλαμβανόμενα άτομα, πως αλληλεπιδρά με τις σωματικές αντιδράσεις και αν αυτές είναι οι αρμόζουσες για την εκάστοτε περίσταση. Τα παραπάνω αυτά ερωτήματα αποτελούν, κατά βάση, το αντικείμενο μελέτης των φιλοσόφων των συναισθημάτων. Το συναίσθημα, κρύβει μέσα του μεγάλη πολυπλοκότητα διότι υπάρχει πλήθος περιπτώσεων στις οποίες έρχονται σε διαμάχη οι απόψεις και τα πιστεύω των ανθρώπων που υποστηρίζουν λεκτικά με αυτά που αποτυπώνουν οι πράξεις τους. Οι αντιδράσεις στις πράξεις άλλων ατόμων αλλά ακόμα και οι δικές μας πράξεις μαρτυρούν τον αληθινό εαυτό ή με άλλα λόγια τις αληθινές απόψεις. Η πρώτη από τις δύο προσεγγίσεις στις οποίες θα αναφερθώ συλλαμβάνει τα συναισθήματα ως κρίσεις και απόψεις σχετικά με την εκάστοτε κατάσταση. Γίνεται δηλαδή εξέταση του κατά πόσο η συγκεκριμένη αντίδραση αρμόζει στην κατάσταση, Η θεωρία αυτή είναι γνωστή με την ονομασία «Judgmentalism»1, κρισιοκεντρική προσέγγιση. Σ’ αυτή βασικός στόχος των φιλοσόφων καθίστανται η συσχέτιση μεταξύ συναισθημάτων και λογικής. Η λογική αποβλέπει στην δημιουργία ενός μοτίβου αντιδράσεων στον άνθρωπο, το οποίο δεν μπορεί να υιοθετήσει τη μορφή ενός νόμου εξαιτίας της αστάθειας της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Η δεύτερη προσέγγιση, η οποία θα αναλύσω και που εναντιώνεται στην κρισιοκεντρική προσέγγιση είναι η «sub-personal account»2, η αντιληπτικοκεντρική προσέγγιση. Πρόκειται για την μελέτη του στοιχείου εκείνου που προκαλεί την σωματική και εκφραστική αντίδραση του ανθρώπου. Στο πλαίσιο εκείνης δεν περιλαμβάνεται η

1 2

Morag T. 2016. p.26 Morag T. 2016. p.57

3


λογική διεργασία καθώς γίνεται διείσδυση και ανάλυση στην προσωπικότητα και την αντίληψη του ίδιου του υποκειμένου. Με τον τρόπο αυτό θα υπάρξει μεγαλύτερη κατανόηση της αντίδρασης του ανθρώπου καθώς ο επιστήμονας θα έχει βιώσει την κατάσταση μέσα από την προσέγγιση του ίδιου του ατόμου που την έζησε. Τα δύο ρεύματα θα γίνουν πιο κατανοητά μέσα από την παρουσίαση και υποστήριξη του καθενός με διαφορετικές ερμηνείες του ίδιου του συναισθήματος, του φόβου.

3. Κρισιοκεντρική Προσέγγιση Η κρισιοκεντρική προσέγγιση θέτει ως αφετηρία για την ανάπτυξη της θεωρίας της, την πληθώρα αντιδράσεων, δηλαδή πως υφίσταται η ύπαρξη διαφορετικών αντιδράσεων στην ίδια κατάσταση. Σε πρώτη ανάλυση, κάθε συναίσθημα περιέχει την περιγραφική οπτική του, δηλαδή την διήγηση του ίδιου του ανθρώπου γι΄αυτό που βίωσε. Εκείνη επεξεργάζεται λογικά την αντίδραση αυτή, αξιολογώντας αν αρμόζει ως συναίσθημα στην εκάστοτε περίπτωση. Στις ανθρώπινες σχέσεις το τι νιώθουμε εξαρτάται, κατά κύριο λόγο, από ένα άλλο άτομο που αναπαριστά το στοιχείο πρόκλησης του συναισθήματος. Καθώς κανένα συναίσθημα δεν υφίσταται από μόνο του και είναι άμεσα σχετιζόμενο με άλλον άνθρωπο, παρουσιάζεται η ανάγκη να λογοδοτήσει για την συμπεριφορά του και την αντίδρασή του. Ένα είδος αξιολόγησης στο οποίο το άτομο εξηγεί τους λόγους ή τον λόγο για τον οποίο εκφράστηκε με αυτόν τον τρόπο στον άνθρωπο εκείνο που του προκάλεσε το συναίσθημα. Σ’ αυτή τη περίπτωση εμφανίζονται δύο κριτήρια συναισθηματικής καταλληλόλητας, πρώτον το πόσο «ταιριαστή» είναι η αντίδραση με την περίπτωση που αναφέρεται και δεύτερον κατά πόσο αρμόζει η «ένταση» με την οποία εκφράστηκε στην κατάσταση. Τα συγκεκριμένα κριτήρια αρκετοί φιλόσοφοι τα εντάσσουν σε ένα εννοιολογικό πλαίσιο, δηλαδή ο κάθε άνθρωπος περιγράφει το συναίσθημά του αναφερόμενος στη πηγή της αντίδρασής του την οποία αναπαριστά ένα άλλο συναναστρεφόμενο άτομο. Στο εννοιολογικό ρεύμα τα συναισθήματα είναι λογικά αξιολογούμενες σκέψεις και οπτικές του μυαλού. Έτσι επιδιώκεται η σύνδεση της «άλογης» συμπεριφοράς με το νόημα. Η σύνδεση γίνεται υιοθετώντας κριτική στάση απέναντι στα αισθήματα και έχοντας ως βάση την ιδέα πως όταν βιώνουμε ένα συναίσθημα βιώνουμε ένα κυρίαρχό του στοιχείο. Οπότε η μελέτη εστιάζει την προσοχή της στην πηγή του εκάστοτε συναισθήματος. Η διαδικασία της σύνδεσης του λόγου με το άλογο υποστηρίζεται και από τη σχέση της γλώσσας με το συναίσθημα. Γι’ αυτό η αξιολόγηση αποτελεί ένα είδος ονοματολογικής κριτικής.3 Το συναίσθημα δηλαδή κρίνεται με το αν ταιριάζει σε αυτό η συναισθηματική αντίδραση. Η αρμόζουσα αντίδραση εξαρτάται από το αν αυτή ενσαρκώνει τις σωστές πεποιθήσεις, η κριτική αυτή πραγματοποιείται σύμφωνα με τους νόμους του ταιριάσματος («norms of fit»4). Σύμφωνα με αυτήν, τα συναισθήματα μπορούν να είναι είτε λανθασμένα είτε σωστά με κριτήριο το πόσο ταιριάζουν στην κατάσταση που αποδόθηκαν. Αξιολογώντας τις καταστάσεις, δεν θα υπήρχε καμία 3 4

Morag T. 2016. p.23 Morag T. 2016. p.23

4


λάθος αντίδραση ούτε υπερβολή. Στην περίπτωση που παρατηρείται «λανθασμένη» αντιμετώπιση σε μια κατάσταση τότε γίνεται υποχώρηση (subside), μία πράξη που από την στιγμή που θα γίνει προκύπτει η ίδια απαίτηση και από τους υπόλοιπους συμμετέχοντες. Η προσέγγιση αυτή παρουσιάζεται μη-ρεαλιστική εφόσον υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες αναγνωρίζουμε την λάθος αντίδραση αλλά δεν επιδιώκουμε να την αλλάξουμε («the problem of unemotional judgments»).5 Βασικό εμπόδιο της κρισιοκεντρικής προσέγγισης αποτελούν τα ανάμεικτα συναισθήματα.6 Η προσπάθεια να θεσπιστεί ένα μοτίβο στον ανθρώπινο χαρακτήρα προσκρούει στην πολλαπλότητα ερμηνειών μιας αντίδρασης. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος γίνεται μελέτη, πρώτον, σχετικά με τη κατανόηση της προέλευσης του συναισθήματος, ποιο δηλαδή είναι το άτομο το οποίο τον οδήγησε στην εκάστοτε έκφραση. Δεύτερον σχετικά με το κριτήριο της αρμόζουσας έντασης, δηλαδή η απάντηση στο ερώτημα «γιατί είσαι τόσο υπερβολικός;». Η ένταση στην αντίδραση πηγάζει από τα ερεθίσματα που έχει ο κάθε άνθρωπος στη ζωή του και που μορφοποιούν ασταμάτητα την προσωπικότητα του. Παίρνοντας ως παράδειγμα τον φόβο, ένας δυνατός θόρυβος μπορεί να προξενήσει ποικιλομορφία σωματικών και εκφραστικών αποκρίσεων. Εκείνη οφείλεται στις εμπειρίες του κάθε ανθρώπου, ένας που έχει συνηθίσει λόγω της περιοχής κατοικίας τους ξαφνικούς και δυνατούς ήχους η αντίδρασή του θα είναι σχεδόν μηδαμινή. Αντίθετα, σε μια περίπτωση ανθρώπου ο οποίος μένει σε ένα ήσυχο μέρος, τότε ο οποιοσδήποτε ήχος θα τον ταράξει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από τον πρώτο. Το στοιχείο που θα προκαλέσει το συναίσθημα και την αντίδραση ονομάζεται «intentional object»7 και αποκαλύπτεται πάντα σε σχέση με την κατάσταση υπό την οποία προκαλείται.

3.1. Η κρισιοκεντρική προσέγγιση από του Αρχαίους 3.1.1. Σκεπτικοί Ο σκεπτικός μπορεί να θεωρηθεί ως υποστηρικτής της κρισιοκεντρικής προσέγγισης καθώς τίθεται υπέρ της σκεπτικής στάσης απέναντι στις πεποιθήσεις που σχετίζονται με την ηθική και ως εκ τούτου διαμορφώνουν και τον τρόπο ζωής. 8 Πιο συγκεκριμένα, ο Σέξτος χαρακτηρίζει τον Σκεπτικισμό ως μία αντιθετική δύναμη, κάθε επιχειρηματολογία είναι αντιμέτωπη με μία ισοδύναμη αντίθετή της, μ’ αυτό το τρόπο καταλήγουν στην εποχή που μετέπειτα οδηγεί στη αταραξία ανάμεσα στα αντικείμενα της αίσθησης και εκείνα της σκέψης. Η στάση αυτή καταφέρνει να γλυτώσει τον λόγο από την αβεβαιότητα και έτσι γίνεται άτρωτος. Επομένως, ένας σκεπτικός ζει την ζωή του όπως τον οδηγήσει εκείνη, χωρίς να κατακλύζεται από τις δεσμεύσεις των πεποιθήσεων, οι οποίες γίνεται να αντικατασταθούν από τις γνωσιακές ικανότητες με τις οποίες μπορούμε να αντιλαμβανόμαστε τα φαινόμενα του κόσμου που μας παρουσιάζονται. Για τους Σκεπτικούς, όπως ειπώθηκε, η μεγαλύτερη αρρώστια στον ανθρώπινο βίο είναι η υιοθέτηση πεποιθήσεων. Από την στιγμή που ένας άνθρωπος υιοθετήσει 5

Morag T. 2016. p.33 Morag T. 2016. p.38 7 Morag T. 2016. p.24 8 Nussbaum M. 1994. 361-362 6

5


πεποιθήσεις που αφορούν το τρόπο με τον οποίο «πρέπει» να ζει τότε αυτόματα εντάσσει ένα τεράστιο βάρος στη ζωή του. Το βάρος έχει να κάνει με την ασταμάτητη και διαρκή πίεση που δέχεται υποσυνείδητα ο κάθε άνθρωπος ώστε να ζει στις προσδοκίες που έχει θέσει για την ζωή του αλλά και γενικότερα για την συμπεριφορά του. Γι΄ αυτό το λόγο οι Σκεπτικοί υποστηρίζουν μια ζωή δίχως πεποιθήσεις διότι απαλλάσσονται από την, συνειδητή αλλά και υποσυνείδητη, πίεση στην καθημερινότητά τους. Δίχως πεποιθήσεις, μπορεί ο άνθρωπος να βιώσει την γαλήνη της ζωής χωρίς να υπόκεινται στο βάρος κάποιου μακρινού στόχου τον οποίο θα πρέπει να διεκπεραιώσει, θα μπορεί δηλαδή να ζήσει στην αταραξία. Από την οπτική της κρισιοκεντρικής προσέγγισης, οι Σκεπτικοί αντικρίζοντας κριτικά την ανθρώπινη ζωή, έκριναν με βάση την λογική, πως η πεποίθηση τόσο στη πράξη όσο και στη θεωρία προκαλεί μεγάλο κακό στην ψυχολογία του ανθρώπου. Σ’ αυτό το σημείο υπάρχει συμφωνία μεταξύ κριτικής και Σκεπτικών, δηλαδή στην χρήση της λογικής και του λογικού συλλογισμού για την υποστήριξη μιας θέσης και μιας ολόκληρης θεωρίας. 3.1.2. Στωικοί Την κρισιοκεντρική προσέγγιση, επίσης, ενισχύουν και οι Στωικοί κάνοντας λόγο για ξερίζωμα των παθών.9 Σκοπός του ανθρώπινου βίου αποτελεί η αρετή η οποία δεν εξαρτάται από εξωτερικούς παράγοντες και γι’ αυτό το λόγο δεν υπάρχει μέτρο σύγκρισης μεταξύ ψυχής και εξωτερικών πραγμάτων. Βασικό της χαρακτηριστικό είναι η αυτάρκεια, με την κατάκτησή εκείνης, η ευδαιμονία διατηρείται ανεξαρτήτως της μεταβολής που μπορεί να υπάρχει στα εξωτερικά πράγματα. Η πράξη επαναπροσδιορίζεται στους Στωικούς λέγοντας πως «ό,τι συμβαίνει στη ψυχή είναι πράξη» και αξιολογείται όπως μία εξωτερική. Την θέση αυτή κάνει περισσότερο κατανοητή ο Κικέρων λέγοντας πως «πράξεις που εκπορεύονται από την αρετή πρέπει να κριθούν ως ηθικά ορθές βάσει της αρχικής τους σύλληψης, όχι της ολοκλήρωσής τους».10 Οι αρετές αποτελούν μορφές γνώσεις, οι πράξεις της ψυχής είναι ο αυτοσκοπός της ζωής. Σύμφωνα με τα λόγια του Κικέρωνα εφόσον η αρετή είναι πράξη τότε η αξιολόγηση αυτής θα γίνεται, όπως μια εξωτερική πράξη δηλαδή, με γνώμονα την πρόθεση με την οποία γίνεται, η οποία βρίσκεται στην ψυχή. Οι πεποιθήσεις και τα πάθη με την έλλογη κρίση, πρόκειται για μια διαδικασία στην οποία απεικονίζεται η κρισιοκεντρική προσέγγιση. Δηλαδή, και οι Στωικοί προσπαθούν να οριοθετήσουν τα πάθη και τις αντιδράσεις κατόπιν λογικής επεξεργασίας. Εντοπίζεται μια διαφορά στο σκοπό των Στωικών έναντι εκείνου της κρισιοκεντρικής προσέγγισης, οι πρώτοι αποβλέπουν στην ολοκληρωτική εξαφάνιση των παθών ενώ οι υποστηρικτές της κριτικής εστιάζουν στην μελέτη των παθών προσπαθώντας να διαμορφώσουν ένα μοτίβο αντιδράσεων. Αντίθετα, τα δύο μέρη συμπίπτουν στην αντίληψη περί συναισθημάτων, πως αυτά με τον δικό τους τρόπο εμποδίζουν την εξέλιξη του ανθρώπου στην αταραξία του εαυτού του αλλά και την ψυχική ηρεμία με τους υπόλοιπους ανθρώπους, καθώς αν υπάρχει ένα μοτίβο υπάρχει

9

Nussbaum M. 1994. 455-457 Nussbaum M. 1994. 462-463

10

6


και μεγαλύτερη κατανόηση στις αντιδράσεις που εμφανίζονται. Επιπλέον, και οι δύο πλευρές αναγνωρίζουν και δίνουν μεγαλύτερο βάρος στο λογικόν κομμάτι της ψυχής. Σε συνέχεια του παραπάνω συλλογισμού, η στροφή στη λογική τόσο από τη μία όσο και από την άλλη πλευρά μπορούμε να πούμε πως συμβαίνει λόγω του προβλήματος της παθητικότητας των συναισθημάτων. Αντιπροσωπεύει αποτελεί έναν από τους κύριους λόγους που οι φιλόσοφοι των συναισθημάτων δυσκολεύονται στην οριοθέτηση των συναισθημάτων, διότι αυτή είναι η πηγή της «έκπληξης». Και θα αποτελέσει το επόμενο κομμάτι της ανάλυσης του παρόντος κειμένου.

3.2. Εμπόδια στην Κρισιοκεντρική Προσέγγιση Η κρισιοκεντρική προσέγγιση θέτει στο προσκήνιο μια μεθοδολογία που διακατέχεται από αυστηρότητα και λογική. Βασικό της χαρακτηριστικό αποτελεί η κριτική, δηλαδή κάθε συναίσθημα ερμηνεύεται ως αποτέλεσμα μιας λογικής και κριτικής διαδικασίας. Όταν, για παράδειγμα, ένας άνθρωπος είναι φοβισμένος, σύμφωνα με την κρισιοκεντρική προσέγγιση, σημαίνει πως έκανε κριτική προσέγγιση στην κατάσταση και ύστερα έκρινε πως σ’ αυτήν αρμόζει το συναίσθημα του φόβου. Η αυστηρότητα της κρισιοκεντρικής προσέγγισης είναι αυτή που θα προκαλέσει τις περισσότερες αντιδράσεις αλλά και τα μεγαλύτερα εμπόδια. Πιο συγκεκριμένα, οι περισσότερες αντιδράσεις προέρχονται από το γεγονός πως απευθύνονται σε έναν τομέα που έχει πλήθος ιδιαιτεροτήτων και εξαιρέσεων. Αυτός για να μπορεί να εφαρμοστεί σε μία θεωρία λειτουργίας και μεθοδολογίας θα πρέπει να γίνουν κατανοητές τόσο οι ιδιαιτερότητας όσο και όλο το κλίμα των συναισθημάτων. Θα αναδείξω τώρα δύο από τις βασικότερες αντιδράσεις στη κρισιοκεντρική προσέγγιση.

3.2.1. Παθητικότητα Συναισθημάτων Τα συναισθήματα αφορούν μια παθητική διαδικασία. Η αξιολόγηση και η κριτική στάση είναι δύο στοιχεία που καταπατούν τα φυσικά αναπτυσσόμενα συναισθήματα και αντιδράσεις. Ο αυθορμητισμός των αντιδράσεων αντανακλά χρόνια καλλιέργειας και ανάπτυξης ενός χαρακτήρα με πίστεις και απόψεις. Ο πραγματικός χαρακτήρας του ανθρώπου αλλά και της πράξης αποκαλύπτεται με την εξήγηση και δικαιολόγηση της αντίδρασης του. Υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες ο άνθρωπος δεν μπορεί να δικαιολογεί την στάση του διότι εκείνη δεν αρμόζει στο «μοτίβο» του χαρακτήρα του, η αδυναμία αυτή ονομάζεται παθολογική συναισθηματική αντίδραση. Ένα κατανοητό παράδειγμα αποτελεί η αγωνία.11 Είναι αρκετές οι περιπτώσεις στις οποίες ένας άνθρωπος νιώθει αγωνία και φόβο για κάτι μελλοντικό χωρίς όμως να καθίστανται ικανοί να προσδιορίσουν ποιο στοιχείο του προκαλεί αυτό το συναίσθημα. Τα συναισθήματα δεν συγκροτούνται ως απρόσωπες αξιολογήσεις αλλά αντίθετα, έχουν προσωπικό χαρακτήρα που καταδεικνύεται στον κάθε άνθρωπο. Γι’ αυτό το λόγο οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τις, σχετικές με την κατάσταση, αξίες του ανθρώπου. Τα απείθαρχα συναισθήματα, ακούσια κατευθύνονται στην αντίθετη κατεύθυνση από την λογική αξιολόγηση. Η αντίθετη αυτή κατεύθυνση μαρτυρά τις πραγματικές απόψεις και αξίες των ανθρώπων εφόσον αποτυπώνονται στις «αυθόρμητες» πράξεις τους. Το άτομο υιοθετεί δύο αντιμαχόμενες πίστεις, μια εσωτερική και μια εξωτερική, 11

Χατζημωυσής Α. 2020. σελ.53

7


σ’ αυτήν την περίπτωση κυμαίνεται μεταξύ των δύο αυτών αξιών, η μία αποτυπώνεται στην πράξη και η άλλη στην στη θεωρία και τα λόγια. Ο αυθορμητισμός των συναισθημάτων συγκρούεται με την λεκτική αξιολόγηση, η οποία αποκαλύπτεται και ταυτόχρονα διαψεύδεται, με κάποιο τρόπο, όταν το άτομο καλείται να δικαιολογήσει τόσο την πράξη όσο και την αντίδραση του στους συνομιλητές του και αυτούς που είναι παρόντες στο εκάστοτε συμβάν. Η παθητικότητα στο κλάδο της φιλοσοφίας των συναισθημάτων μπορεί να θεωρηθεί ως συνώνυμο της αλήθειας.

3.2.2. Απείθαρχα συναισθήματα στην Κρισιοκεντρική προσέγγιση Στο πλαίσιο της παθητικότητας των συναισθημάτων, εντάσσονται και τα απείθαρχα συναισθήματα, όπως ανέφερα παραπάνω, τα οποία αναπαριστούν άλλο ένα από τα βασικότερα εμπόδια που έρχεται αντιμέτωπη η κρισιοκεντρική προσέγγιση. Με τον όρο απείθαρχα συναισθήματα εννοούμε τις ασυμβίβαστες πλευρές μιας προσωπικότητας, δηλαδή πρόκειται για μια αντίθεση. Μια πράξη λέγεται πως αποκαλύπτει τις αληθινές πεποιθήσεις του ανθρώπου, αυτό συμβαίνει διότι έρχονται σε σύγκρουση ο λόγος με την πράξη. Πιο συγκεκριμένα, προκύπτει ένας διχασμός ανάμεσα στην αλήθεια και το ψεύδος, μια σωματική αντίδραση σε κάποιο ερέθισμα «βυθίζεται» στον αυθορμητισμό. Αυτός δεν λαμβάνει καθόλου υπόψη τις προσωπικές απόψεις και αντιλήψεις που μπορεί να υποστηρίζει το εκάστοτε άτομο γιατί αντιδρά ενστικτωδώς. Τα απείθαρχα συναισθήματα αποτελούν από τα βασικότερα εμπόδια στην κρισιοκεντρική προσέγγιση διότι εναντιώνονται στον λόγο και την κριτική. Εκείνα τα στοιχεία τα προάγει ως βασικό άξονα η κρισιοκεντρική προσέγγιση. Σε πρακτικό επίπεδο, τα απείθαρχα συναισθήματα είναι οι αντιδράσεις οι οποίες δεν αρμόζουν στην κατάσταση στην οποία αποδίδονται.

3.3.

Seeing-as Approach

Μπροστά στις ενστάσεις που εντυπώνονται έναντι της κρισιοκεντρικής προσέγγισης, οι υποστηρικτές της δοκίμασαν μια νέα προσέγγιση. Δηλαδή, ένας άλλος τρόπος να κατανοήσουμε την κρισιοκεντρική προσέγγιση είναι μέσω της «seeing-as» οπτικής.12 Πιο συγκεκριμένα, το συναίσθημα αποτελεί μια μέθοδος με την οποία μια κατάσταση προκαλεί μια αντίδραση. Γίνεται μια σύγκριση μεταξύ της περιγραφής του ατόμου και της οπτικής του εμπειρίας. Στην αρχή του κειμένου μίλησα για την περιγραφική οπτική του ατόμου, η οποία είναι ένα είδος προσωπικής ερμηνείας και ανάλυσης του συναισθήματος. Από την άλλη τα συναισθήματα από την οπτική εμπειρία, που προηγείται της περιγραφικής εστιάζουν σε ένα χαρακτηριστικό μέσω της σύγκρισης με ένα άλλο. Η συγκεκριμένη οπτική μπορεί να αποτελέσει απάντηση στα ανάμεικτα συναισθήματα. Σε κάποιες περιπτώσεις υπάρχουν πολλαπλές αντιδράσεις, οπότε δεν υπάρχει προτεραιότητα όσον αφορά την σύγκριση με ένα κύριο συναίσθημα. Βασικός στόχος αυτής είναι η απαίτηση να γίνει αντιστοιχία μεταξύ της συναισθηματικής στάσης και της αξιολογικής κρίσης η οποία αποβλέπει στην ορθή αντίδραση. Δύο άτομα αντικρίζοντας το ίδιο θέαμα είναι πιθανό να εστιάσουν σε πλήρως διαφορετικά στοιχεία του θεάματος και ως εκ τούτου να εμφανίσουν και διαφορετικές αντιδράσεις. Η διαφορά διακατέχεται από μια σχέση αναφοράς του ενός ερεθίσματος σε ένα άλλο, δηλαδή όταν και τα δύο άτομα εξηγούν την οπτική τους και βλέπουν πως δεν 12

Morag T. 2016. p.42

8


συμβαδίζουν. Αντίθετα, η συμφωνία δύο ανθρώπων σχετικά με ένα συμβάν εξαρτάται από την κατανόηση της μιας πλευράς προς την άλλη, αντικρίζοντάς την μέσα από τα «μάτια» της άλλης. Η επιδιωκόμενη αντιστοιχία ανάμεσα στην οπτική εμπειρία και την βιωματική περιγραφή ενός ατόμου δεν συνεπάγεται απαραιτήτως πως πρόκειται για μια διαδικασία κριτικής και αξιολόγησης. Η ιδέα εκείνη προκύπτει την στιγμή που το άτομο θα εξηγήσει για ποιόν λόγο και ποιο στοιχείο ενεργοποίησε την αντίδρασή του. Η εξήγηση δεν πρόκειται απαραίτητα για αντικειμενικές αιτίες, εφόσον είναι ο τρόπος του εκάστοτε ανθρώπου να δικαιολογήσει την στάση του, έτσι μπορούν να χαρακτηριστούν ως περιγραφικές. Άρα ανακύπτει το ερώτημα ποιο είναι το στοιχείο που διαφοροποιεί την εντύπωση που αποτυπώνουμε για μια κατάσταση με την αξιολόγηση που κάνουμε κατόπιν σκέψης. Μελετώντας τον τρόπο ανταπόκρισης μεταξύ ερεθίσματος και αντίδρασης, και προσπαθώντας να βρεθεί ένα μοτίβο το οποίο να είναι ικανό να προβλέψει τις ανθρώπινες συμπεριφορές και αντιδράσεις, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα πως η κάθε αντίδραση πηγάζει από τον προσωπικό χαρακτήρα και τις αντιλήψεις που έχει διαμορφώσει με τον καιρό.

3.4.

Ο Φόβος ως κατανόηση της Κρισιοκεντρικής Προσέγγισης

Οι φιλόσοφοι των συναισθημάτων οι οποίοι τοποθετούνται υπέρ της κρισιοκεντρικής προσέγγισης αντιλαμβάνονται τις αντιδράσεις ως αποτέλεσμα που εκφράζεται κατόπιν προσεκτικής μελέτης και αξιολόγησης μια κατάστασης. Ένα παράδειγμα μέσω του οποίου μπορεί να κατανοηθεί περαιτέρω είναι ο φόβος του θανάτου που αναλύει ο Λουκρήτιος.13 Πρόκειται για έναν Ρωμαίο ποιητή και φιλόσοφο που τίθεται υπέρ του επικουρισμού και έχει μιλήσει για το σύμπαν, το νου, την σεξουαλικότητα, την πολιτική κοινότητα και τέλος τον θάνατο που θα μας απασχολήσει στο παρόν κείμενο. Σκοπός του Λουκρήτιου είναι να εξηγήσει πως ο φόβος του θανάτου, που καθίσταται αρκετά διευρυμένος, μέσω προσεκτικής μελέτης και κατόπιν στοχασμών πρόκειται για μία «παράλογη» φοβία. Βασικό μέσο για την επιδίωξη αυτού του σκοπού αποτελεί η φιλοσοφία, την οποία ο Λουκρήτιος αντιλαμβάνεται ως έναν τρόπο εναρμόνισης με την φύση. Ερμηνεύει την θνησιμότητα και την τρωτότητα ως τα στοιχεία εκείνα που της δίνουν αξία και ιδιαιτερότητα στη ζωή. Ο φόβος του θανάτου, όπως υποστηρίζεται από τους Επικούρειους, ορίζεται ως μια ψευδής πεποίθηση από την στιγμή που εμποδίζει την ευδαιμονία του ανθρώπου. Το είδος αυτό του φόβου για το οποίο γίνεται λόγος υπάρχει, κατά κύριο λόγο ασυνείδητα. Για τους επικούρειους πρώτο βήμα αποτελεί η συνειδητοποίηση του φόβου ως το μείζον εμπόδιό του ανθρώπου στην πορεία του προς την ευδαιμονία. Η προσπάθεια των επικούρειων ενισχύεται από τον Λουκρήτιο ο οποίος προσθέτει στην παραπάνω διαδικασία τα συμπεριφορικά συμπτώματα. Σύμφωνα με τον Λουκρήτιο, ένα από τα πεδία με τα οποία αλληλεπιδρά ο φόβος του θανάτου είναι εκείνο της θρησκείας. Η θρησκεία γι’ αυτόν αποτελεί τον εχθρό της ψυχικής σωματικής και υγείας και της ευδαιμονίας ως σκοπός της ανθρώπινης ζωής. Κατακερματίζει την έλλογη κρίση, στηριζόμενη σε αβάσιμες πεποιθήσεις περί θεού, έτσι ο κόσμος οδηγείται στο «αδιέξοδο» της πίστης. Έχοντας πληγεί η λογική τους, 13

Nussbaum M. 1994. 249-252

9


ξεφεύγουν σε κάτι ανώτερο αναζητώντας την επιβεβαίωση και την αποδοχή από το «τέλειο» ότι κάνουν το σωστό. Η πίεση που ασκεί ο άνθρωπος στον ίδιο του τον εαυτό τον αποκλείει από το πλήθος ηδονών που υπάρχουν στην θνητότητα της ανθρώπινης ζωής, με αποτέλεσμα να αποκλειστεί από την ίδια του την ζωή. Ο Λουκρήτιος υποστηρίζει πως η μεγαλύτερη δύναμη που διαθέτει ο φόβος του θανάτου είναι η ασυνειδησία, διότι καταβάλει με αργούς ρυθμούς τη ψυχολογία, χωρίς να γίνεται αντιληπτός ο τρόπος με τον οποίο επιδρά και την καταστρέφει. Εκτός αυτού, ο άνθρωπος, καταβάλλεται και μειώνεται από την σύγκριση που κάνει με την αθανασία των θεών, με τέτοιο τρόπο που καθίστανται υπόδουλος της θρησκείας και του «τέλειου». Στην προσπάθεια του ανθρώπου να βρει την λογική πίσω από το συναίσθημα και πιο συγκεκριμένα τον φόβο, προσπαθεί να τον ακυρώσει εστιάζοντας όλο του το είναι σε αξίες όπως είναι η εξουσία και η φιλαργυρία. Το λάθος του, είναι πως οι αξίες που αναφέρθηκαν δεν εξασφαλίζουν την πραγματική ευδαιμονία και γαλήνη αλλά μόνο μια προσωρινή χαρά. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω ο φόβος που είναι κρυφός, ενισχύεται από την δύναμη της συνήθειας. Μεγαλύτερο μέρος της καθημερινότητας, αποτελείται από πράξεις ρουτίνας που γίνονται δίχως σκέψη και επεξεργασία. Έτσι με βάση τα παραπάνω, η φιλαργυρία και η εξουσία τίθενται ως ο «εύκολος» στόχος ώστε να συγκαλυφθεί ένας εσωτερικός πόνος και στην συγκεκριμένη περίπτωση φόβος. Ο φόβος για τον θάνατο πηγάζει από τον φόβο της απώλειας, της απώλειας εκείνης που θα πάρει μακριά από κάποιον, μια όμορφη και βαθιά συναισθηματική στιγμή, η οποία θα αποτυπωθεί στον άνθρωπο σε οργή και θλίψη. Επίσης, υπάρχει και ο φόβος για κάτι το ανεξέλεγκτο και ισχυρό που δεν είναι σε θέση να αντικρίσει και ακόμα περισσότερο να διαχειριστεί ο άνθρωπος. Πρόκειται για ένα από τα πιο βαθιά ριζωμένα αισθήματα στην κοινωνία, το οποίο «τρέφεται» από την αγάπη για την ζωή και τις όμορφες εμπειρίες, «ο φόβος δηλαδή γεννιέται από την αξία», από την ανησυχία δηλαδή μην χαθούν τα στοιχεία εκείνα που κάνουν την ζωή άξια για να τη ζεις. Με βάση την λογική της κρισιοκεντρικής προσέγγισης μια αξία στην ζωή κάθε ανθρώπου διαμορφώνεται από κάποια γεγονότα τα οποία στη συνέχεια δημιουργούν μια όμορφη κατάσταση η οποία στο τέλος μορφοποιείται σε εμπειρία. Ο κάθε άνθρωπος έχει διαφορετικό χαρακτήρα, διαφορετικά ερεθίσματα, όποτε συγκρατεί και διαφορετικές συναισθηματικές καταστάσεις. Ο λόγος για τον οποίο οι αναμνήσεις και οι εμπειρίες καθίστανται για τον καθένα ευαίσθητες είναι διότι συνέβησαν μια φορά χωρίς κανείς να έχει δεδομένο πως θα ξανασυμβούν. Οι αξίες προκύπτουν λόγω της θνησιμότητας, η επίγνωση του θανάτου και του γεγονότος πως όσα συμβαίνουν έχουν ένα τέλος καθιστούν όλες τις στιγμές μοναδικές. Αυτές μένουν στη μνήμη του καθενός γιατί συγκαλύπτουν με τον δικό τους τρόπο τον τρόμο του θανάτου. Τόσο ο Επίκουρος όσο και ο Λουκρήτιος στηρίζουν την εξάλειψη του φόβου του θανάτου στην αντίληψη πως αυτός πηγάζει από μία «ανορθολογική αφήγηση»14 την θλίψη του επιζώντος υποκειμένου για το εκλιπών, ο θάνατος αφορά αποκλειστικά το άτομο που έφυγε. Στο συγκεκριμένο σημείο μπορούμε να πούμε πως υπάρχει μια τροποποίηση της λογικής, δηλαδή ανεξάρτητα των απόψεων των ανθρώπων, ορίζουν

14

Nussbaum M. 1994. p.266

10


το φόβο του θανάτου ως κάτι το παράλογο. Όπως υποστηρίζει ο Επίκουρος, μια ζωή που έχει πετύχει την ευδαιμονία, την απραξία και την απονία, είναι παράλογο να φοβάται τον θάνατο καθώς έχει ολοκληρώσει τον στόχο της ζωής. Αντίθετα, η αθανασία μειώνει αρκετά την αξία και τη σημασία των αρετών, διότι οι ανθρώπινες πράξεις χαρακτηρίζονται από τη δυναμική που προκύπτει λόγω του περιορισμένου αριθμού ευκαιριών που έχει ένας άνθρωπος. Σε αντίθεση με όλες τις αρνητικές συνέπειες που προξενεί ο φόβος του θανάτου, ο Λουκρήτιος αναγνωρίζει και την θετική του πλευρά. Η ευαισθησία στην θνητότητα κάνει τον κόσμο να προσέχει τον εαυτό του, η σύλληψη της έννοιας της αυτοσυντήρησης προστατεύει τον άνθρωπο από τα τραύματα και τον ξαφνικό και πρόωρο θάνατο. Με γνώμονα την κρισιοκεντρική προσέγγιση, η μελέτη των συναισθημάτων με το συγκεκριμένο τρόπο δεν αποτελεί λύση στον γρίφο της συναισθηματικότητας, τι είναι δηλαδή αυτό που την προκαλεί και που οφείλεται. Το πόρισμα αυτό προκύπτει από την απώλεια λογικής συνοχής και λειτουργίας των συναισθημάτων αλλά και της ανθρώπινης συμπεριφοράς στις καθημερινές κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, δηλαδή λόγω της παθητικότητας και των απείθαρχων συναισθημάτων. Η απώλεια αυτή τονίζει την αδυναμία της κρισιοκεντρικής προσέγγισης (judgmentalism). Η διερεύνηση των συναισθημάτων έχει ανάγκη από προσωπικά στοιχεία του ανθρώπου, τον τρόπο δηλαδή που εκλαμβάνουν οι ίδιοι την κατάσταση και τι ακριβώς τους οδηγεί στην εκάστοτε αντίδραση. Η ανάγκη μπορεί να καλυφθεί, σε πρώτο στάδιο, με την κατανόηση της φαινομενολογίας τους και πιο συγκεκριμένα της παθητικής τους λειτουργίας. Η αυτόματη λειτουργία (παθητικότητα) συνεπάγεται ένα είδος μη συνειδητού μηχανισμού, τον οποίο ο άνθρωπος δεν μπορεί να κατευθύνει ούτε να ελέγξει. Μια τέτοιου είδους διαδικασία πραγματοποιείται ασυνείδητα, χωρίς να γίνεται σαφής στον καθένα. Μέσω εκείνης αποκαλύπτονται οι αξίες οι οποίες στην συνέχεια αναλύονται και μελετιούνται με την βοήθεια της περιγραφής του ατόμου και την παράθεση των λόγων της πράξης του. Το συμπέρασμα της ανάλυσης συνεπάγεται την εύρεση του «συναισθηματικού» στοιχείου που φέρει την αντίδραση στον άνθρωπο. Η κρισιοκεντρική προσέγγιση αδυνατεί στο να κατανοήσει ποιοτικά την αντίδραση και το αίσθημα του ανθρώπου που το βιώνει. Τη συγκεκριμένη αδυναμία προσπάθησαν να αποφύγουν, όπως ειπώθηκε παραπάνω, τόσο οι Στωικοί όσο και οι Σκεπτικοί. Στην πρώτη περίπτωση γίνεται λόγος για ξερίζωμα των παθών, τα οποία ακυρώνουν τον στόχο της ανθρώπινης ζωής, την ευδαιμονία και την αταραξία. Την άποψη αυτή την υιοθετούν λόγω της αδυναμίας τιθάσευσής των ανθρώπινων αντιδράσεων και αισθημάτων. Στην δεύτερη περίπτωση αντί της μελέτης και ενδοσκόπησης των συναισθημάτων, κλίνουν στην ουδέτερη στάση έναντι των αισθημάτων και των μετέπειτα πεποιθήσεων, αλλά υιοθετώντας εκείνη την στάση αυτόματα υιοθετούνται πεποιθήσεις, οπότε αυτοαναιρείται. Συμπερασματικά, έχοντας μελετήσει την κρισιοκεντρική προσέγγιση πως αυτή αντιμετωπίζει τα εμπόδια που εμφανίστηκαν, ποιοι είναι οι υποστηρικτές της και τέλος πως αυτή γίνεται κατανοητή μέσω του φόβου, οι αδυναμίες υπερτερούν των πλεονεκτημάτων. Δε πρόκειται για μια έγκυρη θεωρία που να είναι ικανή να ανταποκριθεί στο «λαβύρινθο» των συναισθημάτων, λόγω της αυστηρότητάς της και της εξωτερικής προσέγγισης που υιοθετεί απέναντί τους.

11


4. Αντιληπτικοκεντρική Προσέγγιση Η κρισιοκεντρική προσέγγιση αποτελεί τον δεύτερο τρόπο που θα μας απασχολήσει στο παρόν κείμενο. Αυτός ονομάζεται αντιληπτικοκεντρική προσέγγιση (sub-personal account), πρόκειται για μία άλλη μέθοδο προσέγγισης των συναισθημάτων και των ανθρώπινων αντιδράσεων. Βασικό της στοιχείο αποτελεί αρχικά η άρνηση της λογικής επεξεργασίας των συναισθημάτων και η εστίαση στη μελέτη των στοιχείων εκείνων που αποτελούν την πηγή της αντίδρασης. Η προσοχή που δίνεται στα συγκεκριμένα αυτά στοιχεία είναι ακριβώς το ελάττωμα που αντιμετώπιζε η κρισιοκεντρική προσέγγιση, στηριζόταν δηλαδή αποκλειστικά στη λογική. Αντίθετα, για τους υποστηρικτές της αντιληπτικοκεντρικής προσέγγισης προτεραιότητα, αποτελεί η βαθιά και προσωπική κατανόηση των παραπάνω στοιχείων που θα μπορέσουν να «ξεκλειδώσουν» τον «λαβύρινθο» συναισθημάτων διότι θα αποκαλύψουν τον τρόπο που λειτουργούν σε όλων των ειδών των καταστάσεων. Αφετηρία για την ανάλυση της θεωρίας είναι το στοιχείο εκείνο των συναισθημάτων που αποτέλεσε το μεγαλύτερο εμπόδιο για την κρισιοκεντρική προσέγγιση, η παθητικότητα και ο αυθορμητισμός τους. Τα χαρακτηριστικά αυτά επιλέχθηκαν για τον βασικό λόγο πως δεν είναι αντικείμενα λογικής, απλά συμβαίνουν στους ανθρώπους δίχως συνείδηση και λογική. Το συναίσθημα ως αιτία της αντίδρασης συμβαίνει χαρακτηρίζεται ως μια αυτόματη διαδικασία. Η παθητικότητα στο τομέα αυτό ερμηνεύεται ως ένας αυτόματος μηχανισμός που θυμίζει τον τρόπο λειτουργίας ενός νόμου.15 Ο όρος αυτόματος προέκυψε από την έλλειψη της λογικής δυνατότητας στην διαδικασία σχηματισμού και έκφρασης ενός συναισθήματος, η οποία αντικαθίστανται από ένα αυτόματο μηχανισμό. Η καινοτόμα ιδέα προήλθε από τον Paul Griffiths, κύριος υποστηρικτής της αντιληπτικοκεντρικής προσέγγισης, ο πρώτος άνθρωπος που συνδύασε την παραγωγή συναισθημάτων με την εμφάνιση σωματικών αντιδράσεων, στην σύνδεση αυτή θα επανέλθω αργότερα. Η εμφάνιση ενός συναισθήματος είναι πιθανό να δρα αποκλειστικά στο ασυνείδητο, γι’ αυτό το λόγο σε αρκετές περιπτώσεις δεν μπορούμε να ελέγξουμε τις αντιδράσεις μας και δημιουργείται μεταξύ των ανθρώπων παρεξήγηση. Η έννοια για την οποία μιλάμε είναι εκείνη της αδιαφάνειας16, σ’ αυτήν χρειάζεται προηγείται η αντίδραση από την λογική. Πιο συγκεκριμένα η έννοια αυτή βοηθάει τους υποστηρικτές της αντιληπτικοκεντρικής προσέγγισης να ξεκινήσουν την ανάλυση τους. Το πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι για ποιον λόγο προκαλείται η αντίδραση και γιατί δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή από την λογική. Όποτε απαιτείται μελέτη της ίδιας της αντίδρασης για να γίνουν κατανοητά τα ερωτήματα που τέθηκαν παραπάνω. Μια πράξη και ειδικά ο αυθορμητισμός της μαρτυρά τις πραγματικές αξίες των ανθρώπων, τις οποίες μπορεί να καλύπτει ο καθένας με τα λόγια. Επίσης, κάθε πράξη εμπεριέχει είτε άμεσα είτε έμμεσα τους λόγους για τους οποίους διαπράχθηκε. Η αδυναμία που υπάρχει στη προσπάθεια ελέγχου της αντίδρασης οφείλεται στην απώλεια της προτασιακής λογικής, της λογικής που μπορεί να γίνει αντιληπτή από την ανθρώπινη συνείδηση.

4.1. 15 16

Συναίσθημα και Σωματική Αντίδραση

Morag T. 2016, 58 Morag T. 2016, 59

12


Πρώτο βήμα για την κατανόηση της ανθρώπινης αντίδρασης είναι η σχέση της με το σώμα. Σύμφωνα με τον Paul Griffiths, τα στοιχεία εκείνα που προκαλούν το συναίσθημα κατηγοριοποιούνται σε δύο μέρη, στο κομμάτι που προκαλεί την αντίδραση και σ’ εκείνο που εμπεριέχει λογικές διεργασίες, οι οποίες αντιπροσωπεύουν τις πίστεις μας και τις συνειδητές πράξεις με σκοπό, γίνεται διαχωρισμός μεταξύ συναισθημάτων και λογικής.17 Η διάκριση οφείλεται, όπως αναφέραμε και παραπάνω, στο γεγονός πως μια πράξη αποτυπώνει τα πραγματικά συναισθήματα και τις πίστεις που έχει υιοθετήσει ο κάθε άνθρωπος. Με άλλα λόγια τα δύο μέλη της διάκρισης δεν αλληλεπιδρούν επειδή δεν λειτουργούν με επαγωγικό τρόπο, με λογική συνέχεια. Το ότι οι αντιδράσεις δεν μπορούν να κατανοήσουν το εννοιολογικό περιεχόμενο που σχηματίζει τις πίστεις και τις πεποιθήσεις μπορεί να οφείλεται στα απείθαρχα συναισθήματα. Ο Paul Griffiths εξηγεί την οπτική αυτή με ένα παράδειγμα, η επίγνωση πως υπάρχει μία κατσαρίδα μέσω στο ποτήρι μου δεν αλλάζει το γεγονός ότι νιώθω αηδία. Από το παραπάνω παράδειγμα αποδεικνύεται πως μια αντίδραση τόσο σωματική όσο και συμπεριφορική από τη στιγμή που εκφράζεται καθίστανται αδύνατο να σταθεί εμπόδιο από μια σκέψη, μια λογική διεργασία, με τη φράση σταθεί εμπόδιο εννοώ να θέσει σε έλεγχο την αντίδραση που πρόκειται να εκφραστεί. Η αντίδραση του ανθρώπου εξαπλώνεται, όπως ειπώθηκε, και στη συμπεριφορά αλλά και στο σώμα, αυτή δεν είναι ούτε λογική ούτε επαγωγική, αλλά διακατέχεται από αυθορμητισμό. Η συγκεκριμένη θέση υποστηρίζεται από τον Griffiths, οι προϋποθέσεις που χρειάζονται για να χτιστούν και να διαμορφωθούν οι αντιλήψεις και οι πεποιθήσεις των ανθρώπων προκύπτουν μέσω της λογικής διεργασίας, η οποία αντιτίθεται σ’ αυτή που σχηματίζει τα ερεθίσματα. Αν κάποια από τα προ απαιτούμενα κομμάτια δεν λειτουργούν με τον υφιστάμενο τρόπο, τότε τίθεται υπό αμφισβήτηση όλη η επαγωγική διαδικασία διαμόρφωσης πεποιθήσεων. Η αμφισβήτηση απαλείφεται με τη πρόταση, οι ανθρώπινες αντιδράσεις δεν είναι λογικές ούτε επαγωγικές. Η έκδηλη αντίδραση των συναισθημάτων είναι αυτό ακριβώς που ερμηνεύουμε ως συναισθηματικότητα. Η προσέγγιση του Griffiths αντιλαμβάνεται την συναισθηματικότητα ως μια εκδήλωση που προκύπτει από ένα νευρολογικό μηχανισμό, στον οποίο με την σειρά τους ανταποκρίνονται οι σωματικές και συμπεριφορικές αντιδράσεις. Τα στοιχεία των αντιδράσεων στα οποία αναφέρεται ο Griffiths, συνιστούν με κάποιο τρόπο ένα μοτίβο αντίδρασης. Μπορεί κάποιος να απαντήσει στο Griffiths πως κάθε συναίσθημα και κάθε κατάσταση προκαλεί όπως είναι φυσιολογικό και διαφορετικές αντιδράσεις. Εξαιτίας αυτής της αντίθεσης, μπορεί η παραπάνω άποψη να μεθερμηνευτεί λέγοντας πως υπάρχει μια κατηγορία βασικών συναισθημάτων που εκφράζεται με ένα συγκεκριμένο πρωτότυπο συμπεριφορικών και σωματικών αντιδράσεων. Επίσης, η διαφορετικότητα αντιδράσεων εμφανίζεται στα σύνθετα συναισθήματα.

4.2.

Κατανόηση Ανθρώπινων Συναισθημάτων

Ο Griffiths άνοιξε το πεδίο για την κατηγοριοποίηση των συναισθημάτων, διέκρινε ανάμεσα σε δύο είδη, στα βασικά και στα περίπλοκα. Η διάκριση βοηθάει στην καλύτερη κατανόηση ανθρωπίνων συναισθημάτων, αλλά και στην εύρεση του τρόπου 17

Morag T. 2016, 62

13


λειτουργίας του. Διακρίνονται με βάση αρχικά, τον τρόπο που κατηγοριοποιούν και χαρακτηρίζουν τα βασικά συναισθήματα, και δεύτερον το πως αντιμετωπίζουν τα σύνθετα συναισθήματα.18 Αντίθετα, ταυτίζονται όσον αφορά τις βάσεις τους, πως στηρίζονται σε ένα πρότυπο χαρακτηριστικών που στηρίζεται στις αντιδράσεις, οι οποίες είναι το αποτέλεσμα μιας κατάστασης. Επίσης, συγκλίνουν διότι και τα δύο μέρη δεν σχετίζονται με τη λογική, αλλά με την κατάσταση στην οποία απευθύνονται και με τον χαρακτήρα που έχει ο κάθε άνθρωπος. Οι διαδικασίες που φέρουν στην επιφάνεια τα συναισθήματα και τις αντιδράσεις, διακατέχονται από ένα είδος μεθόδου που οδηγεί στο «συμπέρασμα» της αντίδρασης του ανθρώπου. Θυμίζει μια λογική διαδικασία η οποία αποτελείται από τη λογική συνοχή προκείμενων προτάσεων και καταλήγουν σε ένα ομαλά εξαγόμενο συμπέρασμα. Οι διαδικασίες αντιδράσεων λειτουργούν σύμφωνα με μία τυπική μέθοδο που θυμίζει τον τρόπο λειτουργίας νόμου. Πρόκειται για μία μέθοδο η οποία δε πρέπει σε καμία περίπτωση με συγχέεται με την λογική είτε με τον κανονιστικό χαρακτήρα ενός νόμου. Η έλλειψη της λογικής αποτελεί το βασικό λόγο που οι φιλόσοφοι των συναισθημάτων την αναφέρουν στην αντιληπτικοκεντρική προσέγγιση. Το στοιχείο που λείπει από την μέθοδο που αναλύθηκε παραπάνω είναι εκείνο της ποιοτικής περιγραφής. Της περιγραφής, δηλαδή, εκείνης που θα βοηθήσει να γίνει κατανοητή η αντίδραση του ανθρώπου. Μ’ αυτό το τρόπο προκύπτει το ζήτημα του ρόλου των διαδικασιών που προκαλούν τις σωματικές και συμπεριφορικές αντιδράσεις. Ο αντιληπτικοκεντρικός μηχανισμός μπορεί να θεωρηθεί αξιολογικός, με την έννοια πως ο καθένας αντιδράει σε μια κατάσταση αρχικά με βάση το ένστικτο και στη συνέχεια με τρόπο που υποσυνείδητα πιστεύει πως αρμόζει στην περίσταση στην οποία θα βρεθεί, και που θα εξυπηρετήσει το γενικό σκοπό για μια καλή ζωή. Ο χαρακτηρισμός αυτός έχει τη μορφή νόμου όσον αφορά τα αρμόζουσα συναισθήματα στην κάθε κατάσταση, δηλαδή την προσωπική αξιολόγηση του ανθρώπου για την κατάσταση. Υποστηρίζοντας το αυτό το χαρακτηρισμό παρουσιάζεται ένα πρόβλημα σχετικά με τη χρήση της λέξης νόμος. Αυτή η χρήση οδηγεί περισσότερο στην κρισιοκεντρική προσέγγιση, ότι δηλαδή η αξιολόγηση αποτελεί ένα είδος κριτικής τόσο πάνω στο συναίσθημα όσο και στην ίδια την κατάσταση. Η σύγχυση αντιμετωπίζεται λέγοντας πως στην αντιληπτικοκεντρική προσέγγιση δεν υφίσταται η έννοια του νόμου αλλά υπάρχουν μόνο οι μηχανικοί νομικής μορφής κανόνες που εφαρμόζονται στην κάθε αντίδραση. Σ’ αυτό το σημείο γίνεται διάκριση μεταξύ των εννοιών του μηχανισμού και αυτή του νόμου με σκοπό την πλήρη διαφοροποίηση των δύο προσεγγίσεων.

4.3.

Τρόπος Λειτουργίας Συναισθημάτων

Για την επινόηση ενός τρόπου λειτουργίας των συναισθημάτων πρέπει να γίνει κατανοητός ο ίδιος ο κλάδος. Πιο συγκεκριμένα για τον τρόπο λειτουργίας τόσο των σωματικών αντιδράσεων όσο και των συναισθημάτων στον τομέα της αντιληπτικοκεντρικής προσέγγισης θα μιλήσει η Robinson. Οι κανόνες έχουν τη μορφή σύγκρισης διαφόρων διαστάσεων που στη κάθε μία εκτιμάται με διαφορετικά κίνητρα το στοιχείο εκείνο που προκάλεσε την αντίδραση. Η γενικότερη ονομασία είναι «core 18

Morag T. 2016, 63

14


relational theme» που μεταφράζεται ως ο πυρήνας της σχέσης των θεμάτων, δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο πραγματοποιείται η σχέση μεταξύ της αντίδρασης του υποκείμενου με την κατάσταση στην οποία βρίσκεται.19 Η σχέση αυτή στοχεύει σε μια καλή ζωή και στη ψυχική υγεία του ανθρώπου. Ο Griffiths την χαρακτηρίζει ως έναν τρόπο επιβίωσης εφόσον γίνεται λόγος για την αλληλεπίδραση μεταξύ οργανισμού και περιβάλλοντος, δηλαδή ο άνθρωπος εστιάζει και ανταποκρίνεται σε συγκεκριμένα ερεθίσματα της φύσης τα οποία ορίζονται με βάση τα «θέλω» του κάθε ανθρώπου, τα ενδιαφέροντά του και τους στόχους του. Στην αντιληπτικοκεντρική προσέγγιση δεν υπάρχει κριτική αλλά μια μη-λογική αντίληψη κάποιων πλευρών μιας κατάστασης που εξελίσσεται τώρα και έχει ως στόχο την ψυχική υγεία του ανθρώπου. 4.3.1. Η Προσωπικότητα ως Κριτήριο Μέσω της μελέτης των διαδικασιών που προκαλούν τα συναισθήματα και τις αντιδράσεις, γίνεται σαφές πως όλοι άνθρωποι «ξυπνάνε» με διαφορετικά ερεθίσματα. Ο κόσμος έχει διαφορετικό χαρακτήρα διότι επηρεάζεται και αντιδράει σε διαφορετικά ερεθίσματα απ’ ότι άλλοι άνθρωποι. Η προσωπικότητα του καθενός σχηματίζεται σταδιακά σύμφωνα με τις αντιδράσεις και τα ερεθίσματα τα οποία τον κάνουν να αντιδράει, μ’ αυτό το τρόπο προκύπτει ένα είδος «συναισθηματικού» μοτίβου. Αυτό όμως δεν είναι ούτε κάτι άτρωτο ούτε σταθερό, κάθε μέρα βιώνουμε πλήθος εμπειριών, οι οποίες είτε λίγο είτε πολύ επηρεάζουν το μοτίβο και ως εκ τούτου παραμορφώνουν και λίγο το χαρακτήρα. Όσο αλλάζει η προσωπικότητα αλλάζουν και τα ερεθίσματα στα οποία αντιδράει αλλά και ο τρόπος με τον οποίο μπορεί να αντιδράει. Η αξιολόγηση των αντιδράσεων έχει να κάνει με την συγκέντρωση στα στοιχεία είτε εκτός είτε εντός του περιβάλλοντος τα οποία θα αξιολογήσουν με κριτήριο το τι και πόσα σημαίνουν γι’ αυτόν αν είναι καλά ή κακά είτε απειλή είτε κάτι τυχερό. Η ποικιλομορφία χαρακτήρων που υπάρχει στο κόσμο οφείλεται και στα διαφορετικά όρια που θεσπίζονται σχετικά με την ένταση που θα εμφανιστεί στην έκφραση της αντίδρασης. Με άλλα λόγια, ο φόβος ως ένα από τα βασικά συναισθήματα, στο κάθε άνθρωπο λειτουργεί με διαφορετικό τρόπο. Πιο συγκεκριμένα, μια ληστεία μπορεί να έχει τελείως αντίθετα αποτελέσματα, σε έναν μπορεί να περάσει αδιάφορη και σε έναν άλλον μπορεί να προκαλέσει τεράστιο τρόμο, ο οποίος είναι πιθανόν να τον οδηγήσει να αλλάξει όλες τις πόρτες και τα παράθυρα του σπιτιού ώστε να εγκαταστήσει αντίστοιχα ασφαλείας. Η ένταση μιας αντίδρασης εξαρτάται από το μοτίβο αντιδράσεων που έχει σχηματιστεί, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, πως δηλαδή αξιολογεί ο καθένας την κατάσταση και ποια πιστεύει ότι πρέπει να ναι η αντίδρασή του. Υπάρχουν, όμως, φορές στις οποίες ένας άνθρωπος να μην ανταποκρίνεται με τον τρόπο που του αρμόζει, σύμφωνα με τη προσωπικότητα του. Η κατανόηση των σφαλμάτων μπορεί να αποφευχθεί αν το κάθε άτομο βρίσκεται σε σωματική ετοιμότητα. Ένα παράδειγμα αποτελεί η έλλειψη ύπνου, όταν κάποιος δεν έχει λάβει τις απαραίτητες ώρες που χρειάζεται του ύπνου είναι αναμενόμενο να επηρεαστεί και να χαλάσει η διάθεση του πιο εύκολα από κάποιον που είναι γεμάτος όρεξη και ξεκούραστος. Έχοντας επίγνωση το σώματός μας, δηλαδή το τι χρειάζεται, πως

19

Morag T. 2016, 68

15


αντιδράει, τι τον κουράζει, τι του προκαλεί ένταση, θα έχει τη δυνατότητα να χειρίζεται τον εαυτό του πολύ καλύτερα χωρίς να «ξεφεύγει» από το μοτίβο που τον χαρακτηρίζει. Η διάθεση στην οποία βρισκόμαστε συνοδεύεται πάντοτε από διάφορα συναισθηματικά στάδια. Σύμφωνα με την Robinson, μια κατάσταση είναι πιθανόν να προκαλέσει ποικιλία συναισθημάτων ή αντίθετα να μην προκαλέσει τίποτα, πλήρης αδιαφορία που μπορεί να οφείλεται στην διάθεση. Κάθε μέρα ο άνθρωπος έχει διαφορετική διάθεση, οπότε σε όλα τα γεγονότα που εξελίσσονται την κάθε μέρα αναζητά εκείνα τα οποία τίθενται ικανά να ανταποκριθούν και να ταυτιστούν με το αίσθημα που θα κυριαρχεί εκείνη τη μέρα. Όταν βρεθούν τα σωστά ερεθίσματα θα αποτελέσουν την πηγή έκφρασης του κάθε συναισθήματος και σωματικής αντίδρασης. Σ’ αυτή τη περίπτωση ο μηχανισμός αξιολόγησης αντιδράσεων συμβάλει στην συνειδητοποίηση και την πιο έντονη εκδήλωση της αντίδρασης στο εκάστοτε ερέθισμα.

4.4.

Απείθαρχα Προσέγγιση

Συναισθήματα

στην

Αντιληπτικοκεντρική

Το βασικότερο πλεονέκτημα της αντιληπτικοκεντρικής προσέγγισης έναντι της κρισιοκεντρικής είναι πως αυτή είναι σε θέση να διαχειριστεί και να εντάξει στη μεθοδολογία της τα απείθαρχα συναισθήματα. Εκείνα εμφανίζονται και δεν υποχωρούν σε καταστάσεις στις οποίες δεν αρμόζουν. Ο μηχανισμός της αντιληπτικοκεντρικής προσέγγισης κάνει διάκριση ανάμεσα στα συναισθήματα και στις πίστεις. Τα πρώτα λειτουργούν με μη-λογικό τρόπο και τα δεύτερα μέσω της λογικής και της γλώσσας. Η διάκριση του μηχανισμού σε δύο κατηγορίες σημαίνει πως μια κατάσταση γίνεται να ερμηνευτεί με δύο τρόπους, χωρίς να επηρεάζει ο ένας τον άλλον. Οι παραπάνω μέθοδοι διακατέχονται από νόμους, έναν κανονιστικό και έναν αιτιολογικό. Οι D’Arms και Jacobson ερμηνεύουν τα συναισθήματα ως την συνύπαρξη αλλά όχι την ταύτιση των μερών στα οποία έγινε διάκριση, στο λογικό και στο συναισθηματικό, δύο μορφές αξιολόγησης.20 Τα απείθαρχα συναισθήματα, εφαρμόζονται στην αντιληπτικοκεντρική θεωρία μέσω της διαδικασίας της προσαρμογής, μιας διαδικασίας κατά την οποία ένα συναίσθημα αποτυπώνεται σε μια κατάσταση, σ’ αυτή συμπεριλαμβάνεται η αισθητική πλευρά, όσο και εκείνη της κριτικής. Κάθε φορά που γίνεται αυτό, υπάρχει και μία σωματική αντίδραση, αυτή η αντίδραση θα οδηγήσει στην εκδήλωση συναισθήματος. Στην περίπτωση των απείθαρχων συναισθημάτων, ακόμα και η αντίδραση να μην αρμόζει στην κατάσταση, όπως για παράδειγμα είναι οι φοβίες, η παραπάνω διαδικασία κατανοεί την προσαρμογή της συγκεκριμένης αντίδρασης στην κατάσταση. Στην αντιληπτικοκεντρική προσέγγιση γίνεται να ελέγχουμε τα συναισθήματά μας, αλλάζοντας τον τρόπο προσαρμογής, το τρόπο δηλαδή με τον οποίο ενσαρκώνεται ένα συναίσθημα σε μία σωματική αντίδραση. Έτσι, γίνονται κατανοητά και τα σύνθετα συναισθήματα, διότι γίνεται μια σύνθεση των βασικών συναισθημάτων στο φάκελο της προσαρμοστικότητας ώστε να μπορούν να συμπεριληφθούν όλων των ειδών οι

20

Morag T. 2016, 77-78

16


αντιδράσεις που υπάρχουν. Με τη μέθοδο αυτή ξεπερνάτε το βασικότερο και μεγαλύτερο εμπόδιο που πρόδωσε την κρισιοκεντρική προσέγγιση. Η θεωρία της προσαρμοστικότητας πηγάζει από τον Jesse Prinz, τα συναισθήματα και οι αντιδράσεις του κάθε ανθρώπου κυβερνώνται και ελέγχονται από ένα είδος κριτικής και πιο συγκεκριμένα από τη συνήθεια της κριτικής.21 Παίρνοντας ως παράδειγμα μια οποιαδήποτε φοβία, λέγοντας επανειλημμένα πως αυτή δεν είναι πραγματική φοβία και δεν υπάρχει σοβαρός λόγος για αυτή την αίσθηση, τότε θα περάσει στη συνείδηση, και θα αλλάξει το μοτίβο του χαρακτήρα του, δηλαδή θα μεταβούν τα ερεθίσματα που τον επηρεάζουν καθώς και οι αντιδράσεις που προκαλούν συγκεκριμένα στοιχεία μιας κατάστασης. Με άλλα λόγια γίνεται συνδυασμός της κριτικής με την αντίληψη, η προσπάθεια του Prinz πραγματοποιείται με σκοπό την ερμηνεία των απείθαρχων συναισθημάτων, πως δηλαδή μία μη-ταιριαστή αντίδραση μπορεί να κατανοηθεί από την αντιληπτικοκεντρική προσέγγιση διότι θα τη «δουν» από τα μάτια του ίδιου του ανθρώπου. Από την άλλη πλευρά, βλέποντας πως δεν αρμόζει στην κατάσταση στην οποία ανταποκρίθηκε μπορεί ο «φάκελος» της προσαρμοστικότητας να αλλάξει ώστε να ανταποκριθεί ορθά στο μέλλον σε παρόμοιες περιπτώσεις. Η αλλαγή για την οποία γίνεται λόγος μπορεί να χαρακτηριστεί και ως υιοθέτηση νέων αντιλήψεων, διότι ο άνθρωπος που θα μπει σ’ αυτή τη διαδικασία θα προσπαθήσει να «πείσει» τον εαυτό του να μην τον επηρεάζουν συγκεκριμένα ερεθίσματα και να αντιδράει με διαφορετικό τρόπο, πραγματοποιείται δηλαδή μια μεταβολή χαρακτήρα. Ο Prinz εστιάζει όλη του την προσοχή στην ανάγκη να εξιχνιαστεί το ζήτημα των λανθασμένων αντιδράσεων, γι’ αυτό το λόγο επισημαίνει επανειλημμένα πως στη θεωρία της προσαρμοστικότητας, όπως την παρουσιάζει, η αλλαγή μπορεί να είναι είτε αφαίρεση είτε πρόσθεση ενός χαρακτηριστικού. Επίσης, προσπαθεί να αποδείξει την βαθιά αισιόδοξη θέση του πως οι συναισθηματικές αντιδράσεις είναι δυνατόν να κυριευθούν από ένα είδος λογικής συνοχής και όχι της λογικής όπως αναλύεται από την κρισιοκεντρική προσέγγιση, η οποία έχει ως απώτερο σκοπό την ολοκληρωτική απόρριψη της συναισθηματικότητας. Ο Prinz αντιμετωπίζει ως δικαιολογία την απειθαρχία των αντιδράσεων, στην προσπάθεια που γίνεται, κατά κύριο λόγο, από τους φιλόσοφους των συναισθημάτων ώστε να μπορέσει να θεσπιστεί μια «επιστημονική» θεώρηση ως προς αυτά και να ανακαλυφθεί, έπειτα πολλών προσπαθειών, η κρυφή λειτουργία σύμφωνα με την οποία εκφράζονται και παρουσιάζονται στους άλλους ανθρώπους. Με βάση όσα ειπώθηκαν παραπάνω σκοπός τόσο του Prinz όσο και όλων των υποστηρικτών της αντιληπτικοκεντρικής προσέγγισης είναι να κατασκευαστεί ένα σύστημα αντιδράσεων το οποίο να είναι απαλλαγμένο από ατασθαλίες, αταίριαστους συνδυασμούς αλλά και οποιαδήποτε άλλα σημαντικά συναισθηματικά ζητήματα που μπορεί να προκύψουν και να εμποδίσουν τον σκοπό αυτό. Σ’ αυτό το σημείο γίνεται διάκριση μεταξύ δύο διαδικασιών, αρχικά, της «affect process» που εστιάζει στο πως επηρεάζει μια κατάσταση τον συγκεκριμένο άνθρωπο και πως εκείνος το εκφράζει. Και δεύτερον της θεωρίας «elicitation file» η οποία δίνει τη μεγαλύτερη βάση στο στοιχείο εκείνο της συναισθηματικότητας. Έτσι δεν ενδιαφέρονται για το αν το συναίσθημα και η αντίδραση αρμόζει στην κατάσταση στην οποία και απευθύνθηκε αλλά θα μελετούσε 21

Morag T. 2016, 78

17


αποκλειστικά και ανεξαρτήτως περιβάλλοντος την αντίδραση βλέποντας με ποιο τρόπο εκφράζεται στο άτομο, τι είναι αυτό που του συμβαίνει.

4.5.

Περιορισμοί στην Μελέτη της Συναισθηματικότητας

Οι φιλόσοφοι των συναισθημάτων έχουν έρθει αντιμέτωποι με πλήθος θεωριών σχετικά με τα συναισθήματα. Το αντικείμενο μελέτης τους περιέχει από μόνο του πλήθος δυσκολιών, το συναίσθημα δεν πρόκειται για κάτι σταθερό αλλά για κάτι συνεχώς μεταβαλλόμενο. Οι άνθρωποι του κλάδου προσπαθούν να βρουν μια ομαλότητα σε αυτή την ασταμάτητη μεταβολή. Στο κομμάτι της αντιληπτικοκεντρικής προσέγγισης, η γενική βάση είναι πως τα συναισθήματα πρόκειται για ένα είδος προσωπικού αξιολογικού μηχανισμού. Το βασικότερο εμπόδιο γι’ αυτούς αποτελεί ο απώτερος στόχος να συμβαδίσουν την λογική συνέχεια και με την ασυνέχεια της συναισθηματικότητας.

4.5.1. Τα Συναισθήματα ως Επιστημονικός Κλάδος Σύμφωνα με τους ειδικούς του κλάδου αυτού, η ερμηνεία των συναισθημάτων με γνώμονα την αντίληψη, λειτουργεί σαν ένα μηχάνημα με μία είσοδο και μία έξοδο, δηλαδή μια διαδικασία που πραγματοποιείται όπως και ένας νόμος. Ο κανονιστικός μηχανισμός εκφράζεται καλύτερα από τον Jesse Prinz, δηλαδή τα ανθρώπινα συναισθήματα ενεργοποιούνται από μια κατάσταση η οποία σχετίζεται και ανταποκρίνεται στην αντίδραση που ο άνθρωπος επιθυμεί να εκδηλώσει. Το επόμενο βήμα για την αντιληπτικοκεντρική προσέγγιση αποτελεί η επιστημονική απόδειξη της θέσης που αναφέρθηκε παραπάνω. Τα πειράματα που έχουν διεξαχθεί δεν αποτελούν έγκυρη πηγή για την εγγύηση επιστημονικότητας που αναζητούν οι υποστηρικτές της συγκεκριμένης θεωρίας, και αυτό συμβαίνει γιατί αντικείμενο όλων των ερευνών και πειραμάτων αποτελούσαν τα παιδιά και γενικότερα οι άνθρωποι. Επομένως, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως έγκυρη βάση γιατί δεν αφορά κάτι αιώνιο και αμετάβλητο αλλά το αντικείμενο έρευνας είναι ένα από τα πιο μεταβαλλόμενα όντα, ειδικά όταν εκτίθενται σε διαφορετικά κοινωνικά κλίματα στην πορεία της ζωής του. Επιπλέον, ο τρόπος με τον οποίο τον επηρεάζουν οι αλλαγές εξαρτάται και από την περίοδο της ζωής του, τα όσα συμβαίνουν γύρω του και πως τα έχει αντιληφθεί. Το εμπόδιο στην αντιμετώπιση και οριοθέτηση των συναισθημάτων βασίζεται στην διαφορά των καθημερινών καταστάσεων που ποικίλουν στη ζωή του κάθε ανθρώπου και σε κείνες που είναι ευρέως διαδεδομένες και μελετημένες, όπως είναι, για παράδειγμα, η θλίψη ενός ανθρώπου για έναν κοντινό του άτομο που πρόσφατα έχει χάσει. Τα συναισθήματα που βιώνει ο καθένας από μας διαφέρουν συχνά και ολοκληρωτικά μεταξύ τους, οπότε δεν μπορεί να χτιστεί μία θεωρία όταν δεν μπορεί να θεσπιστεί μια γενικευμένη άποψη και ένα σταθερό θεμέλιο. Η διαφορά για την οποία κάνουμε λόγο αφορά ποικιλία αντιδράσεων στην ίδια όμως κατάσταση. Όπως έχει αναφερθεί και παραπάνω ένα άτομο, όσο περνάνε τα χρόνια και αποκτά περισσότερες εμπειρίες, διαμορφώνεται αντίστοιχα και η προσωπικότητά του, και αυτό αποτελεί ταυτόχρονα πρόβλημα για την αντιληπτικοκεντρική προσέγγιση διότι το συγκεκριμένο είναι πηγή του ζητήματος των -δίχως επιρροή- αξιολογήσεων πάνω στα συναισθήματα.

4.6.

Αντιληπτικοκεντρική Προσέγγιση στη Πράξη 18


Οι προσεγγίσεις που μας απασχολούν στο παρόν κείμενο, μπορούν να γίνουν κατανοητές μέσω της μελέτης ενός συναισθήματος αλλά από διαφορετικές οπτικές. Πιο συγκεκριμένα, ο φόβος είναι ένα συναίσθημα το οποίο μπορεί να παρουσιαστεί από τον καθένα με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Οι σωματικές αντιδράσεις που εκφράζονται κάθε φορά εξαρτώνται από την κατάσταση που προκαλεί τον φόβο. Στο συγκεκριμένο σημείο θα κάνω λόγο για την αλληλεπίδραση του συναισθήματος του φόβου με την σωματική έκφραση, διότι σύμφωνα με την αντιληπτικοκεντρική μέθοδο, τα συναισθήματα ερευνώνται μέσα από τα μάτια του ανθρώπου που τα ζει. Με την μελέτη της σωματικής έκφρασης θα γίνει πιο εύκολο να διεισδύσουμε στην προσωπικότητά του παρατηρώντας απλά τις σωματικές του κινήσεις, οπότε θα γίνει έτσι κατανοητός και ο λόγος για τον οποίο νιώθει τον φόβο. Με άλλα λόγια ποιο είναι το στοιχείο της κατάστασης εξαιτίας του οποίου εκφράστηκε με αυτό τον τρόπο. Σ’ αυτό το κομμάτι του κειμένου ο φόβος συμβολίζει έναν μικρόκοσμο της αντιληπτικοκεντρικής προσέγγισης.

4.6.1. Θεωρία της Αναγωγής22 Μία προσέγγιση που μπορεί να ανταπεξέλθει στην ερμηνεία του φόβου όπως παρουσιάστηκε παραπάνω ονομάζεται περιφερική θεωρία, αντιλαμβάνεται τα συναισθήματα μέσω της αντίληψης που έχει ένας άνθρωπος για το σώμα του. Σ’ αυτό το σημείο γίνεται λόγος για μία αναγωγική θεωρία, δηλαδή το συναίσθημα θα αναχθεί στην σωματική κατάσταση. Το ανθρώπινο σώμα δεν υφίσταται ως κάτι ενιαίο αλλά αντίθετα αποτελείται από κατηγορίες σωματικών αντιδράσεων, πρώτα είναι τα τοπικά αισθήματα, μετά ακολουθεί η κιναισθητική επίγνωση και τέλος η ολική αίσθηση. Ένα συναίσθημα μπορεί να ανταποκρίνεται σε μία από τις κατηγορίες που αναφέρθηκαν παραπάνω. Με βάση την αντιληπτικοκεντρική προσέγγιση το κάθε συναίσθημα θα πρέπει να γίνεται κατανοητό στο σύνολο του, δηλαδή και σε σχέση με την κατάσταση αλλά και σε σχέση με τις σωματικές κινήσεις και αντιδράσεις που πρόκειται να παρουσιάσει ο άνθρωπος. Σύμφωνα με τις κατηγορίες στις οποίες έγινε παραπάνω αναφορά, πιο κοντινή είναι, κατά τη γνώμη μου, εκείνη των τοπικών συναισθημάτων. Τα τοπικά συναισθήματα εστιάζουν στην αντίληψη μιας μεταβολής ή αντίδρασης σε ένα συγκεκριμένο σημείο του σώματος του. Όποτε τα τοπικά συναισθήματα στο πλαίσιο της αναγωγιστικής θεωρίας λειτουργούν παρατηρώντας με προσοχή το τρόπο με τον οποίο θα εκδηλωθεί το συναίσθημα μέσω του σώματος του εκάστοτε ανθρώπου που θα το βιώνει. Ο φόβος αποτελεί ένα από τα βασικά ανθρώπινα αισθήματα, τα υπόλοιπα είναι η έκπληξη, η αηδία, ο θυμός, η χαρά και η στεναχώρια. Έχουν χαρακτηριστεί ως βασικά για τον λόγο ότι καθένα από αυτά έχει τις βασικές και πασίγνωστες σωματικές εκφράσεις και αντιδράσεις. Αυτά τα αναφέρω διότι η αναγωγιστική θεωρία μπορεί να τα αναγνωρίσει και να τα κατανοήσει παντού, σε οποιοδήποτε άνθρωπο και περιβάλλον λόγω των βασικών τους συμπτωμάτων. Προκύπτει, όμως, το ζήτημα των σύνθετων συναισθημάτων, τι δηλαδή συμβαίνει και πως γίνονται κατανοητά αυτού του είδους τα συναισθήματα. Πολλές φορές στην αναγωγιστική θεωρία είναι πιθανόν να 22

Χατζημωυσής Α., 13-16

19


συγχέονται κάποια συναισθήματα και αυτό γιατί στηρίζεται αποκλειστικά στην αντίληψη του σώματος ως κάτι ανεξάρτητο, δίχως να αντιληφθεί το περιβάλλον και τα ερεθίσματα που λαμβάνουν χώρα την στιγμή εκείνη. Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά το συναίσθημα του φόβου, η αναγωγιστική θεωρία δεν καθίστανται ικανή να συλλάβει τον φόβο όπως τον βιώνει ο κάθε άνθρωπος στο σύνολό του, καθώς εστιάζει αποκλειστικά στην αντίληψη του σώματος ως κάτι το ανεξάρτητο και αυθύπαρκτο. Η αντιληπτικοκεντρική προσέγγιση σε αντίθεση με την κρισιοκεντρική προσέγγιση εστιάζει στην μελέτη του συναισθήματος από την οπτική της ίδιας της προσωπικότητας που το βιώνει. Ο φόβος για να γίνει κατανοητός από τους φιλόσοφους των συναισθημάτων είναι απαραίτητο να συλληφθεί στην ολότητά του, δηλαδή τόσο από την οπτική του σώματος όσο από την οπτική του προσωπικότητας και του χαρακτήρα. Για παράδειγμα, ο φόβος που θα νιώσει ένα άτομο όταν αντικρίσει μπροστά του μία κατσαρίδα θα είναι σε πρώτο στάδιο να την αντιληφθεί την ύπαρξή της και δεύτερον η αντίληψη αυτή να αποκαλυφθεί μέσω του σώματός της. Στην αντιληπτικοκεντρική προσέγγιση γίνεται αναζήτηση όσον αφορά το αντικείμενο που κάνει τον άνθρωπο να νιώσει τον φόβο. Σύμφωνα με τον παράδειγμα που ειπώθηκε παραπάνω, το στοιχείο που μπορεί να προκαλέσει τον φόβο μπορεί να είναι η κατσαρίδα, μπορεί να είναι εξαιτίας της ατμόσφαιρας στην οποία βρίσκεται, μπορεί δηλαδή να φταίει το σκοτάδι. Ανάλογα με τον κάθε άνθρωπο αλλάζουν και τα στοιχεία που θα του προκαλέσουν φόβο αλλά και οι αντιδράσεις. Ένας άνθρωπος που φοβάται τα μικρόβια και τα έντομα αυτό που θα τον φοβίσει θα είναι η ίδια η κατσαρίδα. Αντίθετα, ένας άνθρωπος ο οποίος δεν έχει σοβαρή φοβία με τα έντομα απλά μπορεί να μην τα προτιμά, αλλά μπορεί να φοβάται σε πολύ μεγάλο βαθμό το σκοτάδι οπότε αν αντίκριζε σε ένα σκοτεινό μέρος ένα ζουζούνι, αυτό το οποίο θα τον φόβιζε είναι θα ήταν περισσότερο το περιβάλλον παρά η ίδια η κατσαρίδα. Με αυτό το τρόπο δεν θα ήταν δυνατόν να διαχωριστεί ο φόβος του ενός ατόμου με το φόβο ενός άλλου διότι το στοιχείο εκείνο που τα διαχωρίζει είναι αυτό που προσπαθεί να επιδιώξει η αντιληπτικοκεντρική προσέγγιση, δηλαδή το στοιχείο εκείνο της προσωπικής οπτικής και του χαρακτήρα.

4.6.2. Η έννοια της Αλεξιθυμίας23 Στην προσπάθεια να επικρατήσει και να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της αντιληπτικοκεντρικής προσέγγισης η αναγωγιστική θεωρία αντιμετωπίζει το κάθε συναίσθημα ως μια συνειδητή εμπειρία. Όταν ένα άτομο καταλαβαίνει όσα γίνονται γύρω του και μπορεί να κατανοήσει και να αντιληφθεί το τρόπο με τον οποίο εκφράζεται σωματικά. Οι σωματικές αντιδράσεις αποτελούν βασικό αντικείμενο μελέτης των νευροβιολόγων, πιο συγκεκριμένα όσον αφορά τον Paul Griffiths που ασχολήθηκε με τις σωματικές αντιδράσεις και πως αυτές αποκαλύπτουν το συναίσθημα που βιώνει το κάθε άτομο. Το βασικότερο θέμα που παρουσιάζεται σ’ αυτούς που ασχολούνται με το σώμα είναι η αδυναμία κάποιων ανθρώπων να εκφράσουν ολοκληρωμένα και ορθά τα συναισθήματά τους. Το ελάττωμα αυτό ονομάζεται αλεξιθυμία, δηλαδή ο άνθρωπος δυσκολεύεται να κατανοήσει το τι νιώθει και ως εκ τούτου αδυνατεί να οριοθετήσει την εμπειρία του σε μία συγκεκριμένη

23

Χατζημωυσής Α., 28-29

20


κατηγορία συναισθημάτων αλλά και να προσδιορίσουν το λόγο για τον οποίο νιώθουν και συμπεριφέρονται με τις συγκεκριμένες εκφράσεις.

4.6.3. Υστερία24 Η αλεξιθυμία μπορεί να γίνει κατανοητή μέσω της μελέτης δύο ακόμη ασθενειών, η πρώτη από αυτές είναι η υστερία. Πιο συγκεκριμένα θα αναφερθώ σε μία ιδιαίτερη περίπτωση ασθενούς του γιατρού Μπρόιερ, πρόκειται για ένα κορίτσι 20 χρονών, η οποία πάσχει από μία σειρά από σωματικές και ψυχικές διαταραχές. Λέγοντας διαταραχές εννοώ παραλυτική ακαμψία, απώλεια αίσθησης της στα άκρα της δεξιάς πλευράς αλλά και κάποιες φορές της αριστερής πλευράς, αδυναμία στην όραση, έντονο βήχα και τέλος ανικανότητα να φάει είτε να πιεί όσο και να νιώθει την ανάγκη. Βλέποντας αυτά τα συμπτώματα κανένας γιατρός δεν είναι αρμόδιος να αντιμετωπίσει την κατάσταση της κοπέλας διότι η πλειοψηφία αυτών την θεωρεί καταδικαστέα, πως δεν είναι δυνατόν να σωθεί. Μέσω της αντιληπτικοκεντρικής προσέγγισης, διεισδύοντας, δηλαδή, στον χαρακτήρα και τα βιώματά της, μπορεί κάποιος να καταλάβει πως το κάθε σύμπτωμα που παρουσιάζει το κορίτσι κρύβει μία ασυνείδητη αιτία. Η σωτηρία της ασθένειάς της βρίσκεται στο στοιχείο της συνείδησης, συνειδητοποιώντας δηλαδή το λόγο που βιώνει αυτά τα κενά στην προσωπικότητάς της θα μπορέσει, κατανοώντας το λόγο να προχωρήσει στην επίλυση. Φτάνοντας στην πηγή του προβλήματος, δηλαδή την αιτία τότε μπορεί σταδιακά να καταπολεμήσει τα «κενά» που της προκαλούνται ακούσια. Όσον αφορά την ανικανότητά της να πιεί νερό, μπόρεσε μέσω της ύπνωσης να ανακαλέσει το γεγονός που της προκάλεσε αυτή τη συμπεριφορά, ήταν πως ένας σκύλος ήπιε νερό από το ποτήρι που είχε πιεί εκείνη νωρίτερα, οπότε η ιδέα πως «μοιράστηκε» το ίδιο αντικείμενο με ένα ζώο την έκανε να της αποτυπώνεται αυτή η εικόνα κάθε φορά που αντίκριζε ένα ποτήρι νερό.

4.6.4. Γενικευμένη Αγωνιώδη Διαταραχή25 Η δεύτερη ασθένεια στην οποία θέλω να αναφερθώ οριοθετείται στο συναίσθημα της αγωνίας, θα μιλήσω για την «Γενικευμένη Αγωνιώδη Διαταραχή», με άλλα λόγια μπορούμε να την αποκαλέσουμε «Ελεύθερα Κυμαινόμενη Αγωνία». Η αγωνία λειτουργεί στο πλαίσιο του φόβου, η βασική διαφορά ανάμεσά τους είναι χρονική, δηλαδή ο φόβος αφορά ένα παροντικό γεγονός ενώ η αγωνία αφορά κάτι μελλοντικό. Στην «Γενικευμένη Αγωνιώδη Διαταραχή» ο άνθρωπος αντιμετωπίζει τα σωματικά συμπτώματα του φόβου αλλά για κάτι που πρόκειται να συμβεί χωρίς να ξέρει όμως ποιο είναι το γεγονός αυτό. Αυτή η πάθηση αποτελεί έναν τρόπο να γίνει περαιτέρω κατανοητή η αντιληπτικοκεντρική προσέγγιση. Μέσω εκείνης φαίνεται η ανάγκη να διεισδύσει κάποιος στην προσωπικότητά του για να θεραπεύσει μία «άλογη» αίσθηση ή οποία τον εμποδίσει σε κάποιες περιπτώσεις στην έλλογη αντίδραση σε μία κατάσταση. Εκτός της χρονικής διαφοράς που υπάρχει ανάμεσα στο φόβο και την αγωνία, υπάρχει και η γνωσιακή διαφορά, δηλαδή ο φόβος αφορά κάτι συγκεκριμένο, μια συγκεκριμένη γνώση. Αντίθετα, η αγωνία πρόκειται για ένα συναίσθημα στο οποίο δεν μπορεί να προσδιορίσει το άτομο τι είναι αυτό που τον κάνει να συμπεριφέρεται με τέτοιο τρόπο, δηλαδή δεν μπορεί να βρει το αίτιο που οφείλεται. 24 25

Freud. S., 11-22 Χατζημωυσής Α., 68-69

21


Τόσο η υστερία όσο και η «Γενικευμένη Αγωνιώδη Διαταραχή» όσο και η υστερία αποτελούν δύο βασικά παραδείγματα για να κατανοήσει κάποιος την αντιληπτικοκεντρική προσέγγιση. Και οι δύο θεωρίες καταδεικνύουν την ανάγκη που υπάρχει για την κατανόηση των συναισθημάτων, να αντικρίσεις μία κατάσταση από τα μάτια του άλλου. Στην «Γενικευμένη Αγωνιώδη Διαταραχή» χρειάζεται να κατανοήσεις τις αιτίες στις οποίες οφείλονται όλα τα συμπτώματα του φόβου που βιώνει. Ομοίως και στην υστερία πρέπει να βρεις τους λόγους για τους οποίους η κοπέλα και οποιοσδήποτε άλλος βιώνει αυτά «κενά» στην προσωπικότητά του και τον χαρακτήρα. Η αντιληπτικοκεντρική προσέγγιση εμφανίζεται επαρκώς και στις δύο περιπτώσεις γιατί σε αντίθεση με την κρισιοκεντρική προσέγγιση εστιάζει στην προσωπικότητα ενός ανθρώπου και πιο συγκεκριμένα στο ένα στοιχείο το οποίο προξενεί την αντίδραση.

5. Επίλογος Στην προσπάθεια να βρεθεί απάντηση στο χρόνιο ερώτημα τι είναι το συναίσθημα και πως λειτουργεί, η μελέτη εστιάζει σε δύο διαδικασίες που το συναποτελούν. Η πρώτη από αυτές είναι η πηγή της αντίδρασης, ποιο δηλαδή είναι το στοιχείο που οδήγησε σ’ αυτό το αποτέλεσμα. Η δεύτερη είναι η λογική επεξεργασία του, που διαδραματίζεται την στιγμή που το άτομο προσπαθεί να περιγράψει τι βίωσε και να παρουσιάσει τις αιτίες αυτού. Τα συναισθήματα στην προσπάθειά τους να αντιμετωπιστούν ως κριτική εμποδίζονται από μία κατηγορία απείθαρχων συναισθημάτων. Πιο συγκεκριμένα πρόκειται για δύο διαφορετικά συστήματα αξιολόγησης, ένα συναισθηματικό και ένα λογικό. To βασικότερο εμπόδιο για τους φιλόσοφους των συναισθημάτων είναι αστάθεια της ανθρώπινης συμπεριφοράς και η αδυναμία της να οριοθετηθεί σε ένα «νομικό» μοτίβο αντιδράσεων. Οι δύο προσεγγίσεις που αναφέρθηκαν παραπάνω συγκροτούν την πηγή των απείθαρχων συναισθημάτων, ταυτόχρονα όμως η συνδυαστική τους ανάλυση επιδιώκει μια πιθανή λύση στον γρίφο της συναισθηματικότητας. Έχοντας κάνει μια σύντομη αναφορά τόσο στην κρισιοκεντρική προσέγγιση όσο και στην αντιληπτικοκεντρική προσέγγιση φαίνεται πως καμία από τις δύο δεν διαθέτει τα προσόντα να ανταποκριθεί στην διερεύνηση των συναισθημάτων ως έναν επιστημονικό κλάδο. Πιο συγκεκριμένα, τα εμπόδια και στις δύο περιπτώσεις δεν καθίστανται δυνατόν να ξεπεραστούν, πράγμα το οποίο κάνει και τις δύο θεωρίες αδύναμες μπροστά στον βασικό στόχο των φιλόσοφων των συναισθημάτων που είναι να μπορούν να οριοθετήσουν τα συναισθήματα, τις καθημερινές αντιδράσεις σε ένα κουτί, σύμφωνα με το οποίο θα μπορούν να ξέρουν το τρόπο με τον οποίο θα αντιδράσουν ανάλογα με την κατάσταση στην οποία θα βρεθούν. Το κουτί αυτό θα μπορεί να «σώσει» τον κόσμο από τις παρεξηγήσεις που συμβαίνουν στον καθένα μας. Δεν θα υπάρχουν αντιδράσεις που κάποιος μπορεί να τις θεωρεί υπερβολικές ή ελλιπείς, εφόσον ο συνομιλητής θα γνωρίζει το μοτίβο του χαρακτήρα και των αντιδράσεων του, οπότε δεν θα τον παρεξηγούσε σε καμία περίπτωση. Η μόνη περίπτωση στην οποία μπορεί να υπάρξει παρεξήγηση είναι το χρονικό διάστημα στο οποίο ο ένας προσπαθεί να μάθει το μοτίβο του άλλου με τον οποίο συνομιλεί.

22


Κατά τη γνώμη μου, για να επιδιωχθεί αυτός ο στόχος χρειάζεται να ξεκινήσει μια καινούργια προσέγγιση η οποία θα έχει ως γενικευμένη βάση και αφετηρία τα εμπόδια και της αντιληπτικοκεντρικής προσέγγισης και της κρισιοκεντρικής. Για παράδειγμα να ξεκινήσουν από τα απείθαρχα συναισθήματα και τις μη-ταιριαστές αντιδράσεις των ανθρώπων, με άλλα λόγια να ξεκινήσουν από την πηγή των παρεξηγήσεων. Μ’ αυτό το τρόπο η θεωρία αυτή θα έχει ως αφετηρία την λύση του πιο βασικού εμποδίου στα συναισθήματα, την αστάθειά τους. Ο φόβος ως συναίσθημα έχει μια ιδιαίτερη δυναμική γιατί αρχικά αποτελεί ένα από τα πιο ζωντανά αισθήματα καθώς εμπλέκουν όλων των ειδών τις αντιδράσεις τόσο ψυχικές όσο και σωματικές. Η επιλογή αυτού ως ανάλυση και ως εξήγηση για τα δύο ρεύματα επιλέχθηκε διότι ο κάθε άνθρωπος το βιώνει τελείως διαφορετικά. Επίσης, αποτελεί ένα συναίσθημα το οποίο μπορεί να υποστηρίξει και τις δύο μεθόδους ανάλογα την οπτική από την οποία το αντιμετωπίζεις. Ο φόβος διαδραματίζει την πολυπλοκότητα των συναισθημάτων, δηλαδή την αστάθεια και την συχνή αλλαγή. Τα συναισθήματα είναι ένας κλάδος, ο οποίος πρέπει να μελετάται παραγωγικά, δηλαδή για να γίνει κατανοητό το συναίσθημα ως έννοια πρέπει πρώτα να μελετηθούν ξεχωριστά και εξονυχιστικά ώστε να βρεθούν τα κοινά στοιχεία τα οποία θα συγκροτήσουν την έννοια του συναισθήματος. Όσα συναισθήματα αναφέρθηκαν στο κείμενο και γενικότερα όλες οι αντιδράσεις που εκφράζει ο κάθε άνθρωπος αποσκοπούν στην βελτίωση της ζωής του. Οι αντιδράσεις μπορούν να θεωρηθούν ως ένα είδος άμυνας υπέρ του οργανισμού τους, αυτή η άμυνα σχετίζεται με τις πίστεις που έχει υιοθετήσει ο καθένας. Οι μεγαλύτερες συγκρούσεις στο πεδίο της συναισθηματικότητας αφορούν την διαφορετική αντίληψη που έχουν οι άνθρωποι για την ζωή και το πως «πρέπει» να την ζει. Η κρισιοκεντρική και αντιληπτικοκεντρική προσέγγιση επιδιώκουν να λύσουν αυτό τον διχασμό ανάμεσα στους ανθρώπους και παρ’ όλες τις αδυναμίες τους, έθεσαν τα θεμέλια για παραπάνω έρευνα και μελέτη πάνω στην φιλοσοφία των συναισθημάτων.

23


6. Βιβλιογραφία Χατζημωυσής Α. (2020) Αιδώς, Αγάπη, Αγωνία. Αθήνα: εκδόσεις Πατάκη Χατζημωυσής Α. (2014) Ο φόβος. Αθήνα Sigmund F. (1998) Μαθήματα Ψυχικής Ανατομίας. 3η εκδ. Αθήνα: Ροές Nussbaum M. (1994) Η Θεραπεία της Επιθυμίας: Θεωρία και Πράξη της Ελληνιστικής Ηθικής Φιλοσοφίας. μτφρ. Αβραμίδης Γ. Πανταζή Μ. Θεσσαλονίκη: Ροές (1992 The Therapy of Desire: Theory and Practice in Hellenistic Ethics. Princeton University Press) Morag T. (2016) Emotion, Imagination and the Limits of Reason Routledge: New York

24


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.