Aνθήλιον
— Αθήνα 2023 —
ΕΛΛΗ ΡΟΥΣΣΙΔΟΥ
Αφιερωμένο στον πατέρα μου Θωμά Ε. Ρουσσίδη
ΜΕΡΟΣ
Α΄
Κ
άθε βράδυ… το ίδιο φριχτό όνειρο, το ίδιο προμήνυμα, ο ίδιος ιδρώτας. Ποιος την καλούσε;
Τι ήταν αυτό που δεν κοιμόταν μέσα της και
την έκανε κάποιες φορές να φέρεται αλλόκοτα και να
αισθάνεται τα χέρια του άγχους να τη στραγγαλίζουν;
Η μέρα έσκασε σιγά σιγά. Η Αλίκη ένιωσε
το ραδιόφωνο μήπως κατάφερνε να επανέλθει
στην πραγματικότητα. Τελικά το κουδούνισμα του τη-
λεφώνου μπόρεσε να την επαναφέρει.
«Ναι, μαμά, καλά είμαι», είπε χαμηλόφωνα. «Τώρα ξεκινάω για τη σχολή… Εντάξει, θα σου τηλεφωνήσω το βράδυ».
Πήρε τα κλειδιά και τα βιβλία της, φόρεσε το μαύρο παλτό της και κατευθύνθηκε προς την πόρτα. Ξαφνικά ένιωσε πίσω της μια σκοτεινιά και η καρδιά της χτύπησε δυνατά. Γύρισε πίσω, κοίταξε έξω από το παράθυρο και διαπίστωσε πως έβρεχε καταρρακτωδώς.
Η ίδια βραδινή μελαγχολία τη διαπερνούσε ξανά.
Κατεβαίνοντας, στο ασανσέρ ευχόταν να τέλειωνε αυ-
τό το εμετικά καταπιεστικό συναίσθημα. Ανοίγοντας
την πόρτα βρέθηκε αντιμέτωπη με τον ηλικιωμένο
γείτονά της.
— 9 —
Κεφάλαιο 1
μια πελώρια ανακούφιση καθώς το φως τής έδινε μια ψευδαίσθηση ασφάλειας. Έφτιαξε έναν δυνατό καφέ και άνοιξε
«Καλημέρα, κύριε Πέτρο».
«Καλημέρα, παιδί μου, καλό σου δρόμο».
«Ευχαριστώ», αποκρίθηκε ευγενικά και χαμήλω-
σε τα μάτια.
Βγαίνοντας παρατήρησε τον βρεγμένο δρόμο στολισμένο, γεμάτο φωτάκια και κρεμασμένα καμπανά-
κια, που ευχόταν σε όλους «Καλά Χριστούγεννα». Ο
στολισμός της πρωτεύουσας την έκανε να μοιάζει με
φτιασιδωμένη πόρνη. Η ασχήμια προσπαθούσε να καλυφθεί με ευτελή στολίδια. Δεν πειράζει όμως, ήταν
μια εικόνα γκραν γκινιόλ. Περπατώντας στους δρό-
μους μιας μεγαλούπολης μπορείς να τα δεις και να τα αισθανθείς όλα. Χαρά, λύπη, αηδία, ευγνωμοσύνη… τα πάντα.
Ένας ανάπηρος στο απέναντι πεζοδρόμιο επαιτούσε
προτάσσοντας το κομμένο του μέλος μήπως και προκαλέσει στο κοινό αίσθημα το πρωτόγονο συναίσθη-
μα του φόβου και του οίκτου για το δύσμορφο και το διαφορετικό. Τα μάτια της κύλησαν απέναντι παρατη-
ρώντας δήθεν χαρωπές μικροαστικές οικογένειες που
πήγαιναν για ψώνια με τους πολύτιμους γόνους τους
και κοιτούσαν με αλαζονεία και σνομπισμό τους υπό-
λοιπους πληβείους.
Φτάνοντας στον σταθμό του μετρό, πήρε μια εφη-
μερίδα για να διαβάσει κατά τη διαδρομή στο Πανεπι-
στήμιο. Ο κόσμος στοιβαγμένος σαν σαρδέλες ως συ-
νήθως… Όλες οι φυλές του Ισραήλ, όλες οι μυρωδι-
ές, όλες οι ψυχές, που έμοιαζαν σαν να ακολουθούσαν
ένα άχρονο δρομολόγιο προς το πουθενά από έναν
ΕΛΛΗ ΡΟΥΣΣΙΔΟΥ — 10 —
ψυχοπομπό που τους προετοίμαζε για το προαιώνιό
τους ταξίδι.
Βρήκε μια θέση κι έκατσε. Ένιωσε μια στιγμιαία
ανακούφιση που ξέφυγε από το στρίμωγμα του κόσμου. Άρχισε να ξεφυλλίζει την εφημερίδα της μέχρι
να βρει κάτι ενδιαφέρον. Ξαφνικά αισθάνθηκε πάνω
της ένα βλέμμα, που μάλλον ενοχλητικό ήταν καθώς
την περιεργαζόταν προκαλώντας της αμηχανία.
Ήταν ένας νέος άντρας, κοντά στα τριάντα πέντε,
που έμοιαζε λόγιος στην όψη, χωρίς όμως να υπάρχει
κάτι που να το μαρτυρά. Φορούσε γυαλιά με μεταλ-
λικό σκελετό, κοτλέ παντελόνι, λευκό πουκάμισο με
καφέ γιλέκο και μαύρο παλτό. Αυτό που την πάγωσε
κοιτάζοντάς τον ήταν τα μάτια του. Ήταν καταπρά-
σινα, μ’ έναν απόκοσμο χρωματισμό σαν να φωσφό-
ριζαν. Ένιωσε να ζαλίζεται από το έντονο βλέμμα του
και έριξε τα μάτια της κάτω. Ευτυχώς ήταν η στάση
όπου θα κατέβαινε. Σηκώθηκε προσεκτικά για να μην
πατήσει κατά λάθος κανέναν. Γυρίζοντας πίσω ξαφνι-
κά, όπως ήταν έτοιμη να κατέβει, ο νέος άντρας είχε
εξαφανιστεί.
Βρισκόταν στο τελευταίο έτος του πανεπιστημίου, επιτέλους, ύστερα από τόσα χρόνια σκληρής δουλειάς και ατελείωτων ξενυχτιών πάνω από βιβλία. Όμως
άξιζε τον κόπο. Θυμάται πως από μικρή λάτρευε οτι-
δήποτε είχε σχέση με την Ιστορία, με την αρχαιότητα, με οτιδήποτε το παλιό. Δρασκέλισε ζωηρά τα σκαλιά της σχολής. Η βροχή
είχε πια σταματήσει και μόνο η μυρωδιά της είχε αρωματίσει τον θλιβερό αέρα της πόλης. Κατευθύνθηκε
ΑΝΘΗΛΙΟΝ — 11 —
Ανθήλιον, ένα λαμπερό φωτοστέφανο γύρω από
μια σκιά που προβάλλεται από τον ήλιο εν μέσω
νέφους ή ομίχλης.
Εκείνα τα Χριστούγεννα δεν ήταν σαν τα άλλα,
το ένιωθε. Τι ήταν πλέον πραγματικότητα και τι
φαντασία; Η Αλίκη, μια νέα μυστηριώδης γυναί-
κα με βαριά οικογενειακή κληρονομιά, η Ντάλια, η ήρεμη δύναμη, ο άντρας με τα σμαραγδένια μάτια
και ένας μύστης γάτος, ο Kenny, πρωταγωνιστούν
σε έναν στρόβιλο μυστηρίου, εσωτερισμού, περιπέτειας και μεταφυσικού τρόμου.
Στο Ανθήλιον τα πάντα έχουν τον συμβολισμό
τους, σχήματα, νούμερα, ιερά και ανίερα αντικείμενα, φύλλα δέντρων, πολύτιμοι λίθοι και χαρτομαντεία... Όλα ανακατεύονται μαγικά, μέχρι να οδηγήσουν την Αλίκη στο τέλος ενός εφιάλτη στον οποίο δεν επέλεξε ποτέ να εμπλακεί. Όμως οι νεκροί δεν ξεχνούν, και αυτό που διαχωρίζει το όνειρο από τον εφιάλτη είναι οι Ήλιοι που το φωτίζουν.
ISBN 978-618-205-443-7
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα | ΤΗΛ.: 210 64 31 108 ocelotos@ocelotos.gr | www.ocelotos.gr