ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Ο ομότιμος καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ., Παναγιώτης Δ. Ξωχέλλης, δίνει στον όρο Παιδεία τριπλή σημασία: η παιδεία αρχικά σηματοδοτεί τη «μόρφωση», δηλαδή την καθορισμένη μορφή που επιδιώκει να δώσει η αγωγή στη συμπεριφορά του ατόμου. Δεύτερον η παιδεία εμπεριέχει τον όρο «εκπαίδευση», δηλαδή τις προσπάθειες που καταβάλλει το επίσημο κράτος για την οργάνωση της παιδαγωγικής διαδικασίας και τέλος, ο όρος μπορεί να αναλυθεί ως αποτέλεσμα των διαδικασιών της αγωγής και μάθησης1.
Με βάση τον ορισμό αυτό καμιά από αυτές τις παραμέτρους δεν ίσχυε κατά την Τουρκοκρατία. Οι μορφωμένοι άνθρωποι ήσαν ελάχιστοι και οι περισσότεροι από αυτούς βρίσκονταν στο εξωτερικό. Οργανωμένο και επίσημο ελληνικό κράτος δεν υπήρχε και ούτε η Αυτοκρατορία (της οποίας υπήκοοι ήσαν οι Έλληνες) δεν μεριμνούσε για τα ζητήματα που αφορούν την παιδεία, αφού δεν υπήρχαν παρά ελάχιστα ελληνικά σχολεία 2 . Όσο για την τελευταία παράμετρο, χωρίς μαθητές και δασκάλους, δεν υπάρχει αγωγή και μάθηση. Επομένως, η Παιδεία στα περισσότερα τουλάχιστον χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας δεν γνώρισε ιδιαίτερη άνθιση.
Κατά τα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας, από τα μέσα του 18ου αιώνα και έπειτα, σημειώθηκε μια σημαντική εκπαιδευτική έξαρση. Στο ξύπνημα αυτό του υπόδουλου Ελ-
1 Πρβλ ΠΑΝΑγιΩΤΗ Δ. ΞΩΧΕλλΗ, «Θεμελιώδη προβλήματα της Παιδαγωγικής Επιστήμης – Εισαγωγή στην Παιδαγωγική», ΕΚΔοΤιΚος οιΚος ΑΔΕλφΩΝ ΚΥΡιΑΚιΔΗ, ΘΕςςΑλοΝιΚΗ 1993, σελ. 14.
2 Η κατάσταση οπωσδήποτε βελτιώθηκε μετά το 1839, όπου ο οθωμανός ςουλτάνος Αμπντούλ Μετζίτ (1839 – 1861) θα εφαρμόσει το γκιουλχανέ Χάτι – ςερίφ. Με την εφαρμογή επίσης του Χάτι – Χουμαγιούν στα 1856, άρχισε η περίοδος των μεταρρυθμίσεων στο εσωτερικό της Αυτοκρατορίας, γνωστή και ως Τανζιμάτ. πρβλ και Κ.Α. ΒΑΚΑλοΠοΥλοΥ, «Νεοελληνική ιστορία (1204 – 1940)», ΕΚΔοΤιΚος οιΚος ΑΔΕλφΩΝ ΚΥΡιΑΚιΔΗ, Θεσσαλονίκη 1993, σελ. 207 – 211.
— 9 —
ληνισμού πρωτοστάτησε ο κλήρος, αλλά και οι μορφωμένοι Έλληνες που βρίσκονταν σε μεγάλα εμπορικά και πνευματικά κέντρα του εξωτερικού, όπως η Βιέννη, η Βουδαπέστη, το Βουκουρέστι, η Βενετία. Το λεγόμενο «κρυφό σχολειό» επιτέλεσε κάποιο ρόλο, αν και αμφισβητήθηκε ως γεγονός από πολλές πλευρές3. Μολονότι τα περισσότερα ελληνόπουλα μάθαιναν γράμματα από τους ιερείς στο νάρθηκα ή σε κρύπτες ναών, αρκετά από αυτά φοίτησαν και σε πολλές από τις σχολές που ξεφύτρωσαν γρήγορα σε όλο τον ελλαδικό χώρο. Αυτές βρίσκονταν σε μεγάλες πόλεις όπως τα Ιωάννινα και η Θεσσαλονίκη αλλά και σε κωμοπόλεις η χωριά όπως τα Αμπελάκια, όπου φοίτησε και ο Αντώνιος Κυριαζής ή Ρήγας Βελεστινλής-Φεραίος4. Την εποχή εκείνη, η εκκλησία με κεφαλή το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, υποκαθιστούσε και διαδραμάτιζε τον ρόλο επίσημου ελληνικού κράτους. Τον καιρό εκείνο συνετελέσθη μεγάλη εκδοτική δραστηριότητα με το τύπωμα λεξικών, γραμματικών, μεταφράσεων δυτικών στοχαστών και συγγραφέων, μελετών επάνω σε θέματα θρησκευτικά, φιλοσοφικά, ιστορικά, ιατρικά, γεωγραφικά, ποιητικά, νομικά, αστρολογικά, λογοτεχνικά και ποιητικά 5. Σε όλη την Ελλάδα, στις αρχές του 19ου αιώνα υπάρχει πλέον Παιδεία, με την έννοια που εδόθη παραπάνω.
Η Οθωμανική κυριαρχία δεν σταμάτησε στα 1830, οπότε και ιδρύθηκε επίσημα το Ελληνικό Κράτος. Συνεχίστηκε για 83 ακόμη χρόνια, ως το 1913, όταν απελευθερώθηκαν τελικά η Μακεδονία, Ήπειρος και η Κρήτη και ως τα 1920, οπότε και απελευθερώθηκε η Θράκη (συνθήκη των Σεβρών)6. Στα
3 πρβλ γ. ΒλΑΧογιΑΝΝΗ, «Το κρυφό σχολείο», εκδόσεις ΝΕΑ ΕςΤιΑ αρ. 38, Αθήνα 1935, σελ. 678 – 683.
4 Άλλα τέτοια κέντρα υπήρξαν η Κωνσταντινούπολη (Μεγάλη του γένους ςχολή), ιάσιο, ςμύρνη, (Ευαγγελική ςχολή), Χίος, Πάτμος, Κυδωνιές (σημερινό Αϊβαλή), Αθήνα, Αιτωλικό και Δημητσάνα.
5 Πρλβ και ΝιΚοΥ γΡ. ΖΑΧΑΡοΠοΥλοΥ, «Η παιδεία στην Τουρκοκρατία», τ. Α΄ εκδόσεις ΠοΥΡΝΑΡΑ, Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 45 – 50.
6 ουσιαστικά η Θράκη έγινε επίσημα ξανά ελληνική τον ιούλιο του 1923 (ςυνθήκη της λωζάνης).
— 10 —
83 χρόνια που μεσολάβησαν, ο ελληνισμός της Βορείου Ελλάδος συνέχισε τον αγώνα της Παιδείας. Μεγάλα εμπορικά κέντρα εξελίχθηκαν τελικά σε πνευματικές εστίες. Τέτοια κέντρα υπήρξαν τα Ιωάννινα, η Νάουσα, η Θεσσαλονίκη, η Βέροια και οι Σέρρες.
Η τελευταία πόλη, αυτή των Σερρών, ελευθερώθηκε στις 29 Ιουνίου 1913 από μακροχρόνιο οθωμανικό ζυγό. Κοντά στις κοπιαστικές προσπάθειες των ενόπλων που στέφθηκαν με επιτυχία και οδήγησαν στην πολυπόθητη απελευθέρωση θα πρέπει να προστεθούν και οι προσπάθειες των δασκάλων για την διατήρηση του ελληνισμού στην περιοχή και αυτή ακριβώς την προσπάθεια θα εξετάσω στις σελίδες που ακολουθούν.
Στα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας η εκπαίδευση των ελληνοπαίδων υπήρξε ανάγκη πρώτιστης σημασίας. Ο κλήρος και σημαντικοί δάσκαλοι, όπως ο μητροπολίτης Γαβριήλ, ο Μηνάς Μηνωΐδης, ο Αργύριος Παπαρίζος, ο μητροπολίτης
Γρηγόριος Φουρτουνιάδης και ο Εμμανουήλ Φωτιάδης, ανέλαβαν την δημιουργία και συντήρηση διδακτηρίων για την νεολαία της πόλης. Μετά το 1870, όταν άρχισε να αναπτύσσεται επικίνδυνα η βουλγαρική απειλή, οι Σερραίοι αγωνίστηκαν σκληρά να αποδείξουν την κυριαρχία του ελληνικού στοιχείου στην πόλη τους. Είναι η εποχή του Μακεδονικού Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου, του Δημητρίου Μαρούλη, του Ιωάννη Δέλλιου, η οποία κορυφώνεται με την ίδρυση του «Ομίλου Ορφέα» κατά την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα.
— 11 —
— 12 —
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΟΙ ΣΕΡΡΕΣ ΚΑΙ Η ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ
1.1. Γεωγραφικός εντοπισμός7
Ο νομός Σερρών βρίσκεται στο γεωγραφικό διαμέρισμα της Μακεδονίας. Ανήκει στην Ανατολική Μακεδονία γεωγραφικά και στην Περιφέρεια της Κεντρικής Μακεδονίας διοικητικά. Εκτός από την πόλη των Σερρών ή Σέρρες ή Σέρρας8, στο νομό βρίσκονται και ορισμένες σημαντικές κωμοπόλεις.
Αυτές είναι η Νιγρίτα , πρωτεύουσα της άλλοτε επαρχίας και πλέον Δήμου Βισαλτίας, το Σιδηρόκαστρο, πρωτεύουσα της άλλοτε επαρχίας και πλέον Δήμου Σιντικής, η Ηράκλεια και η Νέα Ζίχνη, αμφότερες έδρες των ομώνυμων Δήμων.
Η περιοχή των Σερρών βρίσκεται σε ένα λεκανοπέδιο το οποίο περικλείεται από χαμηλά βουνά, τα οποία αφήνουν ανοιχτές τέσσερις διόδους. Ανατολικά, βρίσκονται τα όρη Μενοίκιο και Παγγαίο. Βόρεια τα όρη Μπέλες ή Κερκίνης και ο Όρβηλος. Ανάμεσά τους βρίσκονται τα στενά της Κρέσνας ή Κλειδί. Στο νότο, υπάρχει το Κερδύλιο όρος και οι εκβολές (δέλτα) του Στρυμόνα. Τέλος, στα δυτικά συναντούμε ένα τμήμα της οροσειράς Μπέλες και το όρος Δύσωρο. Ανάμεσα στα βουνά αυτά βρίσκεται μια εύφορη πεδιάδα, μεγάλη και καταπράσινη, η τρίτη σε μέγεθος σε όλη την Ελλάδα. Την πεδιάδα αυτή διαρρέει ο ποταμός Στρυμόνας που αφήνει προς τα ανατολικά έναν παραπόταμο, τον Αγγίτη. Ο Στρυμόνας σχηματίζει στα βορειοδυτικά τη λίμνη Κερκίνη (Πρασιά)
7 βλ. φΩΤΗς ΤΡιΑΡΧΗς, «ο Νομός ςερρών άλλοτε και τώρα», τυπογρ. ς. λΑςΚΑΡιΔΗ Π. ΑλΕΞιΑΔΗ, Θεσσαλονίκη, σ. 25 - 32
8 βλ. Β. Δ. φοΡΗς, «Τα ςέρρας – Μια απροσδόκητη ονομαστική», Ανάτυπο από το περιοδικό «ΝΕΑ ΕςΤιΑ», τομ. 57, τευχ. 655 (15/3/1955), σ. 363 – 365.
— 13 —
και διαρρέοντας τον κάμπο που δημιουργήθηκε με την αποξήρανση της λίμνης Κερκινίτιδος (Αχινού), χύνεται στον Στρυμονικό κόλπο.
Εκεί βρίσκεται η περίφημη αρχαία Αμφίπολις, «η Μακεδόνων πρώτη», η πόλη που αποτέλεσε το ορμητήριο του Μεγάλου Αλεξάνδρου για την περσική εκστρατεία του.
Η πόλη των Σερρών είναι κτισμένη στην μέση του κάμπου.
Ξεκινά από τους πρόποδες του Μενοίκιου όρους και φθάνει μέχρι και τις όχθες του Στρυμόνα. Σε περίοπτη θέση βρίσκεται ο περίφημος «Κουλάς», ο λόφος με το βυζαντινό κάστρο.
Οι Σέρρες είναι από τις μεγαλύτερες σε πληθυσμό πόλεις της Ελλάδας από τις αρχές του αιώνα μας. Σήμερα, είναι μια σύγχρονη μεγαλούπολη, η οποία διαθέτει θέατρα, στάδια, αρχαιολογικό, εκκλησιαστικό και λαογραφικό μουσείο, καθώς και πλήθος πολιτιστικών συλλόγων. Επίσης, βρίσκεται στο κέντρο του οδικού άξονα Θεσσαλονίκης – Προμαχώνα και γενικότερα, η πρόσβαση σ’ αυτή οδικώς είναι άνετη και γρήγορη. Το κλίμα στις Σέρρες χαρακτηρίζεται από την ηπιότητα του, αφού οι χειμώνες είναι μαλακοί και τα καλοκαίρια πάρα πολύ ζεστά.
1.2. Οι Σέρρες μέχρι την οθωμανική κατάκτηση9 Από τα αρχαιολογικά ευρήματα αλλά και αναφορές αρχαίων ιστορικών και συγγραφέων (Θουκυδίδης, Αισχύλος) συμπεραίνουμε ότι η περιοχή των Σερρών κατοικήθηκε από τα προϊστορικά χρόνια (παλαιολιθική εποχή) και μάλιστα από την 5η π.Χ. χιλιετηρίδα.
Οι πρώτοι άνθρωποι που κατοίκησαν την περιοχή ήταν οι
9 βλ. ΚΥΡιΑΚοΥ ΠΑΠΑΚΥΡιΑΚοΥ, «ςυνοπτική ιστορία της πόλεως και της περιοχής ςερρών», Ανάτυπο από τον 20ο τόμο του «Πανσερραϊκού Ημερολογίου», ςέρρες 1994, 6.2 – 12 και ΒΑςιλΗ ι ΤΖΑΝΑΚΑΡΗ, «ςέρρες – Πορεία μέσα στο χρόνο» έκδοση ΠΕΡιοΔιΚοΥ «γιΑΤι», ςέρρες, 1984, 6.11 – 12 και 24 – 25
— 14 —
Πελασγοί , μια φυλή που όπως φαίνεται κατοικούσε όχι μόνον στην περιοχή των παραλίων της Ελλάδας, αλλά είχε επεκταθεί και αρκετά μακρύτερα, φθάνοντας ως την Ιλλυρία και την Κάτω Ιταλία. Οι Πελασγοί άφησαν και σε αυτή την περιοχή της Μακεδονίας τα σημάδια τους, που δεν είναι άλλα από τις ονομασίες οικισμών και άλλων τοποθεσιών.
Έτσι, ως πελασγικά μπορούμε να δούμε τα ονόματα Στρυμών, Σίρα (Σέρρες) και Κοτούσσα (Σκοτούσα).
Στα τέλη του 13ου αιώνα π.Χ. στην περιοχή εγκαταστάθηκαν παιονικά, θρακικά φύλα, όπως αυτό που προερχόταν από Δάρδανους και Τεύκρους. Αφού εγκαταστάθηκαν στα ανατολικά του Στρυμόνα, ίδρυσαν μια πόλη και της έδωσαν το όνομα « Σίρις η Παιονική».
Γύρω στα τελευταία χρόνια του 7ου π.Χ. και στις απαρχές του 6 ου, την πόλη κατέλαβαν οι γείτονες Οδόμαντες και την μετονόμασαν σε « Σίρις η Οδομαντική». Κατά τη διάρκεια των περσικών πολέμων, οι κάτοικοι της περιοχής αμύνθηκαν κατά του βασιλιά των Περσών, Ξέρξη, και προξένησαν μεγάλη φθορά στον στρατό του. Σ’ αυτό συνέβαλαν πολύ και οι άσχημες συνθήκες (υγρασία, υπερχείλιση του ποταμού, αγέλες λιονταριών) που συνάντησαν οι Πέρσες στην Αμφίπολη.
Έπειτα από τους περσικούς πολέμους και μέχρι το 357 π.Χ. η χώρα των Παιόνων έγινε αυτόνομη. Ωστόσο το κλίμα και η εύφορη γη της περιοχής αποτέλεσαν μήλον της έριδος τόσο για τους κοντινούς Μακεδόνες όσο και για τους Αθηναίους, οι οποία είχαν ιδρύσει πολλές αποικίες στα παράλια της Βορείου Ελλάδας. Κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου η Σίρις διέθετε εξαιρετικά ισχυρά οχυρωματικά έργα και πολυάριθμο στρατό ντόπιο και μισθοφορικό, γεγονός που φανέρωνε τη δύναμή της.
Το 357 π.Χ. ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος Β΄ κατέκτησε τη Σίρι στη διάρκεια της εκστρατείας για την επέκταση του κράτους του ως τον ποταμό Νέστο, περιοχής που περιελάμβανε και τα ορυχεία χρυσού του Παγγαίου. Ο γιος του,
— 15 —