

Τι Τλος
Γυναίκες στη σιωπή
ς υ ΓΓ ρΑ φέ Α ς Τζένη Αλαΐσκα
ςέ ιρΑ λογοτεχνία [1358] 0723/20
έ πιm έ λ έ ι Α - Διορθω ς η Όλγα παλαμήδη
Layout - Design myrtilo, λένα παντοπούλου
Copyright© 2023 Τζένη Αλαΐσκα
π ρ ωΤ η έ κ Δο ς η Αθήνα, ιούλιος 2023
is B n 978-618-205-466-6
κέΝΤρικη ΔιΑθέςη Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα | Τηλ.: 210 64 31 108 ocelotos@ocelotos.gr | www.ocelotos.gr
Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας, (Ν. 2121/1993, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) καθώς και από τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται η καθ’ οιονδήποτε τρόπο ή μέσο (ηλεκτρονικό, μηχανικό ή άλλο) αντιγραφή, φωτοανατύπωση και γενικώς αναπαραγωγή, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου χωρίς τη γραπτή άδεια του δικαιούχου συγγραφέα.
Tα χέρια της και οι καρποί της ήταν γεμάτα γρατζουνιές, πληγιασμένα κι έτρεχαν αίμα� Τα μαλλιά της, μαύρα σαν ελιά που θάμπωσε, ανάκατα, και το ρομπάκι της παλιό και λερωμένο� Έκλαιγε και άπλωνε τα χέ-
ρια της με απελπισία, όπως το μωρό κλαίει σαν το τραβά-
νε
να την αρπάξει από αυτούς και να τη σώ-
σει� Όσο εκείνη αντιστεκόταν, αυτοί την τραβούσαν όλο
και πιο δυνατά� Πρωτομαγιά 2020, πανδημία� Έξω όλη η φύση ανθισμέ-
νη στα πάρκα, στις πλατείες, ανθισμένα και τα λουλούδια
στα μπαλκόνια της πολυκατοικίας στη δάφνη όπου έμενε
η Όλγα σχεδόν όλη της τη ζωή�
«διαδρομή 603 – Παλαιόν Ψυχικόν»· σ’ ένα παλιό λεωφορείο, που τα χρώματά του της θύμιζαν ελληνική ση-
μαία που ανεμίζει σε καθαρό ακρογιάλι, η Όλγα καθόταν
στο κάθισμά της, ξύλινο, γυαλιστερό, αυτό που γλίστραγε�
Άβολο, αλλά δεν την ένοιαζε� Το είχε συνηθίσει�
«μΗ ν ΟμίΛΕίΤΕ ΕίΣ ΤΟν ΟδΗΓΟν», έγραφε μια
ταμπέλα που ήταν κρεμασμένη σε εμφανές μέρος�
«Καμία όρεξη δεν έχω να ομιλήσω εις τον οδηγόν», σκέ-
φτηκε�
Πρέπει να το είπε δυνατά� μια γιαγιούλα από το μπρο-
στινό κάθισμα γύρισε και την κοίταξε με απορία� Συνέχι-
σε να κοιτά έξω από το παράθυρο� Οι παραδεισένιες βίλες του Ψυχικού στην παλιά Αθήνα έστεκαν σαν μεγάλες αρχόντισσες κυράδες, μία προς μία� Ένα ζευγάρι φιλιόταν με πάθος λίγο πιο κάτω� Τους πρόσφερε συνωμοτικά κάλυψη το αθηναϊκό σούρουπο και οι φυλλωσιές των δέντρων
που σκαρφάλωναν να βγουν έξω από τους κήπους� Η αγάπη τολμά�
«διαδρομή 10 – Τζιτζιφιές-Χαλάνδρι»· η Αγγελική άλλαξε κουρτίνες� Έβγαλε τις βαριές, τις σκούρες του χειμώνα, και κρέμασε τις κίτρινες με τους λεμονανθούς, παρατήρησε η Όλγα�
«Φανταστικές, σίγουρα θα άρεσαν πολύ στα παιδιά της, ίσως και στη νύφη της», μονολόγησε�
Πάντα σιγομουρμούριζε τις σκέψεις της�
Πέρυσι είχε παντρέψει τον γιο της η Αγγελική� Έτσι την
είχε ονομάσει η Όλγα – την έβλεπε χρόνια� Σήμερα είδε και
τον γαμπρό, σαν άγαλμα μέσα στο γαμπριάτικο, την ώρα
που έβγαινε από το σπίτι με συγγενείς και φίλους� Χωρίς
δεύτερη σκέψη σηκώθηκε από το κάθισμά της, παραπάτη-
σε μέχρι να φτάσει στην πόρτα του λεωφορείου και πάτησε το κουδούνι�
Ήταν από τις λίγες φορές έπειτα από τόσα χρόνια –μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού– που κατέβαινε σε στάση� Την Αγγελική την έβλεπε αμέτρητες φορές να πηγαινοέρχεται από παράθυρο
ΤΖΕΝΗ ΑΛΑΪΣΚΑ
117 – Ομόνοια-Λόφος Σκουζέ»· σήμερα,
χτενισμένη αλά Τζάκι Ωνάση, η Όλγα, νέα κοπέλα καθώς
ήταν, είχε φορέσει ταγέρ στο χρώμα της μέντας, μυτερό
ασπρόμαυρο παπούτσι, ασορτί τσάντα –πάντα ασορτί– και
πέρλες στον λαιμό και στα αυτιά� Η προετοιμασία για να
βγει έξω από το σπίτι ήταν μία ιεροτελεστία με αργές κινή-
σεις και πολλές ματιές στον καθρέφτη� Το μαλλί της γυα-
λιστερό, μαύρο και πυκνό, ήταν κοκέτα σωστή, όπως κάθε
μέρα άλλωστε�
Η
ώρα ήταν πέντε, ο κόσμος που γύριζε από τη δουλειά
του είχε καταλαγιάσει� Κάποιοι μαγαζάτορες είχαν κατε-
βάσει ρολά� Η άνοιξη όμως είχε βγάλει όλες τις δεσποινί-
δες στους δρόμους της πόλης� Ομορφοστολισμένες, βιάζο-
νταν σαν τρελές πεταλούδες να καταλήξουν σε κάποιο ζαχαροπλαστείο για λεμονάδα και κλεφτές ματιές�
«Τόσο ωραίοι νέοι περιπλανιούνται στην Αθήνα, εδώ
δεν είναι επαρχία� Τι να φοβηθεί κανείς;» αναρωτήθηκε η
Όλγα καθώς τις χάζευε�
Στην Ομόνοια, το λεωφορείο της σταμάτησε για ώρα�
Όλγα, Μάρθα, Ισμήνη, Τιτίκα, Ζωή, Ντάνη, Ρόζα, Μουτζέν, Σοφία, Νάντα, Λέγκω, Φιλιώ, Θάλεια, Έρικα, Μαρία, είναι όλες
τους ΓΥΝΑΙΚΕΣ που ζουν ΣΤΗ ΣΙΩΠΗ.
Ήταν, είναι και θα βρίσκονται γύρω μας
βουβά και στωικά. Αγαπήθηκαν, προδόθηκαν, κακοποιήθηκαν, κάποιες χάθηκαν. Το διάλεξαν ή τους επιβλήθηκε και
δεν μπόρεσαν να αλλάξουν ρότα; Κι όταν
αποφάσισαν να αποτινάξουν τη σιωπή
που τους βάραινε, πολέμησαν τους άλλους ή τον ίδιο τους τον εαυτό;
Ας σπάσει η σιωπή στα μονοπάτια τού σήμερα, γιατί, μη γελιέστε, είστε κι ΕΣΕΙΣ…
ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΗ ΣΙΩΠΗ… είμαι κι ΕΓΩ.
ISBN 978-618-205-466-6