140 × 210 SPINE: 22 FLAPS: 80
KΛΕΟΠΑΤΡΑ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα ΤΗΛ. : 210 6431108 ekdoseis.ocelotos@gmail.com www. ocelotos. gr
KΛΕΟΠΑΤΡΑ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ
Ένα μυθιστόρημα για τις σκιές που εμφανίζονται και σημαδεύουν χώρους και ζωές.
H εξαφάνιση του αρχιτέκτονα
Κ
αι τότε είδα ξαφνικά το μαχαίρι στο χέρι της. Δεν ήμουν προετοιμασμένη για επίθεση. Οπισθοχώρησα. Με πλησίαζε απειλητικά και έπεσα στην καρέκλα πίσω μου. Ένιωσα τη λεπίδα του μαχαιριού πολύ κοντά στο λαιμό μου και τότε αναγνώρισα το πρόσωπο. Το πρόσωπο του εφιάλτη μου. Από εκείνη τη νύχτα…
H εξαφάνιση του αρχιτέκτονα ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
Η Κλεοπάτρα Σταυροπούλου γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Σπούδασε Οικονομικά και παιδαγωγικά και συνέχισε με μεταπτυχιακό στη Θεολογία. Εργάζεται ως εκπαιδευτικός στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Διήγημά της έχει συμπεριληφθεί στον συλλογικό τόμο 20+1 ιστορίες, Εκδόσεις Καστανιώτη 1997 και το μυθιστόρημά της «Η ζωή μοιάζει με ό,τι αγαπάς και φοβάσαι», έχει αποσπάσει έπαινο το 2001 σε λογοτεχνικό διαγωνισμό που είχε προκηρύξει ο Φ. Σ. Παρνασσού.
ISBN 978-960-564-176-4
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
οσελότος
0_cover_i exafanisi toy arxitektona.indd 1
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ο σ ε λ ότ ο ς 6/24/2014 11:35:36 PM
Τιτλος Συγγραφέας Σειρα Layout - Design Copyright© 2014 Πρώτη Εκδοση
Η εξαφάνιση του αρχιτέκτονα Κλεοπάτρα Σταυροπούλου Ελληνική λογοτεχνία Myrtilo, Λένα Παντοπούλου Κλεοπάτρα Σταυροπούλου Αθήνα, Ιούνιος 2014
ISBN 978-960-564-176-4
Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας, (Ν. 2121/1993, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) καθώς και από τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται η καθ’ οιονδήποτε τρόπο ή μέσο (ηλεκτρονικό, μηχανικό ή άλλο) αντιγραφή, φωτοανατύπωση και γενικώς αναπαραγωγή, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου χωρίς τη γραπτή άδεια του δικαιούχου συγγραφέα. Την ευθύνη για την φιλολογική και ορθογραφική επιμέλεια του παρόντος έργου έχει η συγγραφέας.
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ:
Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα ΤΗΛ. : 210 6431108 E-MAIL: ekdoseis.ocelotos@gmail.com www. ocelotos. gr
KΛΕΟΠΑΤΡΑ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ
H εξαφάνιση
του αρχιτέκτονα
1
Α
υτή είναι η ιστορία ενός ανθρώπου που φοβόταν τα στεγανά της μνήμης του. Και όταν αυτά πλημμύρισαν, συνέχισα να φοβάμαι, γιατί η ανάδυση από τα πλημμυρισμένα αμπάρια στην επιφάνεια θα είναι πάντα η ιστορία ενός πνιγμού. Ήμουν μικρό παιδί ακόμα, όταν απέκτησα έναν ιδιαίτερο τρόπο να μετράω το χρόνο και μαζί του να «σημαδεύω» τις στιγμές της ζωής μου, ανάμεσα σε μεγάλα διαστήματα σιωπής που έγδερναν το δέρμα σαν αρπακτικό και αιμοβόρο θηρίο, παρέα με βρώμικες σκιές. Περισσότερες σκιές από αμέτρητες που σημάδευαν χώρους χωρίς έλεος. Μέχρι εκείνη τη μέρα του Μαΐου, που η λάμψη ενός καθρέφτη στο σκοτάδι, ξεκίνησε την ιστορία και μαζί της ξανάρχισε ο χρόνος να μετρά από το μηδέν. Δεν υπήρχε πια «πριν». Γιατί ο χρόνος αρχίζει να μετράει πάντα από τη στιγμή της μεγάλης έκρηξης. Έχει νόημα και είναι υπαρκτός μέσα στην ιστορία, όχι έξω από αυτήν. Εκεί στη τελευταία στροφή του μαχαιριού μέτρησα τη ζωή μου και μίσησα το χρόνο που έπαιζε παιχνίδια με το μυαλό μου. Μίσησα τη στιγμή που έδινε νόημα σε κάτι παράλογο και ταυτόχρονα μου αφαιρούσε τη δυνατότητα να το καταλάβω. Και τις σκιές μετά που μασκαρεμένες και βρώμικες είχαν ξεφύγει. Και όσο η ζωή μου έδειχνε το σχέδιο που ακολουθούσε, ήξερα πως κάποια στιγμή θα τις αντάμωνα, πιο βρώμικες από ποτέ. Με είχαν αγγίξει και αυτό ήταν κάτι που δεν θα ξεχνούσα εύκολα. Ανάσαινα τη μυρωδιά των σημαδιών έπειτα από αίμα, ιδρώτα, ναφθαλίνη, νοτισμένο ύφασμα και ξερατά. Κρατώντας την ανάσα μου, έζησα όλη μου τη ζωή. Δεν τις συνήθισα ποτέ. Αλλά άντεξα. Είκοσι οκτώ ολόκληρα χρόνια. Ακροβατώντας με κομμένη ανάσα στη μέση του πουθενά. Μέχρι τη στιγμή Η ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΑ
5
που άφησα το σκοινί, παρασυρμένη από καινούργιες, ολότελα περίεργες ανεμοθύελλες, ελπίζοντας μονάχα μετά το κενό να ακολουθεί κάτι... Ήταν ένα Μαγιάτικο σούρουπο, όταν επιστρέφοντας σπίτι από το φροντιστήριό μου των Γαλλικών, βρέθηκα αντιμέτωπη με το σπασμένο καθρέφτη της εισόδου. Στάθηκα μπροστά του, ακίνητη και μαγεμένη, από την εικόνα των πολλαπλών και παραμορφωμένων ειδώλων και τότε κατάλαβα για πρώτη φορά αυτό που αργότερα θα αναγνώριζα σαν πραγματικότητα, ότι πίσω από τα παιχνίδια των αλλοιωμένων εικόνων και χρωμάτων θα κρύβεται πάντα η απόγνωση. Το έμαθα με πολύ σκληρό τρόπο εκείνη τη μέρα. Το κομμάτι που έλειπε από τον καθρέφτη άργησα να το δω. Αίμα παντού. Ακολούθησα τα ίχνη του και αυτά με οδήγησαν στο μπάνιο. Παρασύρθηκα ζαλισμένη στο δρόμο του αίματος και αυτός με «ξέβρασε» εκεί που φαινόταν να έχει χαθεί κάθε ελπίδα. Δεν ήταν στην κόλαση, ήταν κάπου αλλού, ακόμα πιο πέρα από εκεί. Εκείνη τη μέρα έμαθα επίσης ότι, αν περπατήσεις έστω και μια φορά το δρόμο του αίματος, τότε η διαδρομή σου έχει ήδη χαραχτεί και μοιάζει με κακοφτιαγμένο σχέδιο ατάλαντου αρχιτέκτονα. Χωρίς παράπλευρες εξόδους διαφυγής. Απλά έχεις τραβήξει το άσχημο χαρτί και αυτό δεν αλλάζει. Εκείνη ήταν εκεί, κρατώντας σφιχτά το κομμάτι του καθρέφτη που έλειπε με το δεξί της χέρι. Στην αρχή, είδα μονάχα το αίμα που έτρεχε στο νιπτήρα και στάθηκε αδύνατο, για αρκετά λεπτά να πάρω το βλέμμα μου από τη λίμνη που σχημάτιζε, καθώς κυλούσε σε ρυάκια στη λεία επιφάνειά του και δεν μπορούσε να απορροφηθεί από τα μπουκωμένα σιφώνια της αποχέτευσης. Βαριές ανάσες και ψίθυροι, το αίμα. Φοβήθηκα, γιατί κατάλαβα πως θα παρέμενα εκεί ακίνητη, κρατώντας σχεδόν την ανάσα μου να τη βλέπω να πεθαίνει μπροστά στα μάτια μου, χωρίς να μπορώ να προσφέρω την παραμικρή βοήθεια, εξαιτίας της υπνωτιστι6
ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ
κής επίδρασης που ασκούσε πάνω μου η ροή του αίματος. Το μόνο μας πιοτό το αίμα που σταλάζει*. Το μυαλό μου αδυνατούσε να ξεφύγει. Πολλοί ψίθυροι και ακόμα βαρύτερες ανάσες. Έπειτα είδα τα χέρια της. Τα είχε χαράξει και τα δυο, αλλά φαινόταν να μην πονάει. Άκαμπτα χέρια, σε άκαμπτο σώμα. Παγωμένο. Τόσο ματωμένα χέρια και εκείνη να μη νιώθει. Τόσο παγωμένη σάρκα και να ματώνει. Έπειτα πρόσεξα την ίδια. Στεκόταν εκεί σαν άψυχη κούκλα βιτρίνας, ξυπόλυτη, με ανακατεμένα μαλλιά και φορούσε ένα νυχτικό, που όταν είχα ρωτήσει πως λεγόταν το χρώμα του, μου είχε απαντήσει πως είχε το χρώμα της σαμπάνιας και κατά συνέπεια θα λεγόταν σαμπανί. Η μία τιράντα είχε πέσει από το ώμο της και αποκαλυπτόταν το στήθος της, λευκότερο από οτιδήποτε θα μπορούσες να φανταστείς. Δεν ήθελα να δω το πρόσωπό της. Φοβόμουν να αντικρίσω τα μάτια της. Αλλά γύρισε απότομα και τότε βρέθηκα εντελώς απροετοίμαστη απέναντι σε μια νεκρική μάσκα. Προσπάθησα να διακρίνω μια σύσπαση στο πρόσωπό της. Τίποτα. Σαν να είχε στραγγίξει όλο της το αίμα. Είχαν σωπάσει οι ψίθυροι και είχαν σβήσει οι ανάσες. Δεν με είδε. Η φρίκη δεν είχε όρια και εκείνη φαινόταν σαν να είχε προσπαθήσει να την κλείσει σε ένα βλέμμα. Οπισθοχώρησα. Σκέφτηκα πως αν έπεφτε, δεν θα ήθελα να πέσει πάνω μου ένας «νεκρός» με ορθάνοιχτα μάτια. Δεν ήθελα ο παραλογισμός που στροβιλιζόταν στα μάτια της να με πλήξει. Αμέσως μετά όμως, πήρε τη μάσκα και τη φρίκη της και κοίταξε αλλού, χωρίς αυτό να σημαίνει και κάπου συγκεκριμένα. Δεν υπήρχε χώρος για να σταθεί ούτε η ίδια, ούτε και το βλέμμα της. Δεν υπήρχε συγχώρεση για αυτό. Έπειτα από τόση γνώση, ποια συγχώρεση; Αλλά άργησα. Να αντιδράσω. Αργότερα κατάλαβα πως αυτό θα με ακολουθούσε. Υπήρξε προδοσία εκείνο το βράδυ, γιατί είχα βαρεθεί να με ακολουθούν σκιές, σιωπή, ανάσες, κραυγές, * Στο βιβλίο επισημαίνονται με πλάγια γραφή αποσπάσματα των T. Σ. Έλιοτ, Βιρτζίνια Γουλφ Η ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΑ
7
ψίθυροι και ουρλιαχτά. Τα έσερνε μαζί του «το νυχτικό με το χρώμα της σαμπάνιας» που αιμορραγούσε μπροστά μου. Χρόνια πολλά μετά, ένας χώρος με καθρέφτες και ένας άνδρας που δεν ήρθε ποτέ στο ραντεβού μας, ήταν παραπάνω από αρκετά για να ξαναζήσω την ιστορία. Και δεν άντεχα να βρεθώ ξανά στο κέντρο ενός κυκλωτικού χορού! Δεν ήμουν αόρατη για να ξεφύγω. Δεν υπήρχε τυφλό σημείο για μένα. Ο Σταύρος -ο άνδρας που δεν εμφανίστηκε- μπορεί να είχε διαλέξει τα πάντα για μας, αλλά δεν κατάφερε να συμφιλιωθεί ο ίδιος, με ότι είχαν διαλέξει οι άλλοι για εκείνον. Ίσως γιατί είχαν διαλέξει περισσότερα από όσα θα μπορούσε να τους συγχωρήσει. Πολύ κόκκινο, πολλοί ψίθυροι και ανάσες ξανά εκεί. Και όταν με πολιόρκησαν όλα μαζί, δεν έμεινα απαθής. Προσπάθησα να ανοίξω ρήγματα στην ιστορία. Αλλά ήταν λάθος. Τα ρήγματα που σπάνε, συσσωρεύουν ερείπια και οι εχθροί φωλιάζουν καλύτερα εκεί. Σκοτώνουν ευκολότερα από εκεί. Καμουφλαρισμένοι και αόρατοι σκορπούν τον τρόμο, πριν προλάβεις, καν, να διακρίνεις τον κίνδυνο. Και έτσι σπίτια και άνθρωποι ερείπια κατάφεραν να «στραγγαλίσουν» τη ζωή μου. Γιατί ένας άνθρωπος που φοβάται, παίρνει πάντα τις σκιές για ατόφια σώματα**.
**. Όπ.π.
8
ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ
2 «Μαμάαα, δεν μου μιλάνε, να κλείσω το τηλέφωνο;» «Κλείστο, αμέσως», άκουσα να λέει επιτακτικά μια ανδρική φωνή. Για μια στιγμή ταράχτηκα. Αλλά δεν ήταν ο Σταύρος. Ήταν η φωνή ενός άλλου, μια δυνατή και ψύχραιμη φωνή, στην οποία δεν διέκρινα ίχνος ανησυχίας. Πάγωσα στο άκουσμά της και επέτρεψα στον εαυτό μου να πιστέψει πως ήταν εξαιτίας της ταλαιπωρίας που είχα υποστεί το προηγούμενο βράδυ. Σηκώθηκα από το κρεβάτι προσπαθώντας να συμμαζέψω τις σκέψεις και το φόρεμα μου, αφού είχα αποκοιμηθεί ντυμένη. Τράβηξα με δύναμη τη μία του άκρη και απέμεινα με ένα ωραιότατο μεσοφόρι. Συνέχισα να τραβάω δυνατά και είχα μια νόστιμη μπλούζα. Με μια τρίτη κίνηση δεν είχα τίποτα πια, παρά μόνο τρία κομμάτια υφάσματος να κείτονται στα πόδια μου. Ήταν απλό τελικά! Τρεις κινήσεις χρειάζονταν για να ξεφορτωθεί κάποιος ένα τολμηρό φόρεμα και μαζί του ένα άσχημο βράδυ. Μονάχα που εδώ δεν είχα ούτε τη μισή αλήθεια. Είχα την εμπειρία και ήξερα καλά, πως χρειάζονταν πολύ περισσότερα τελικά από τρεις κινήσεις ακόμα και για ένα φόρεμα. Μερικές φορές δεν σου φτάνει ούτε μια ολόκληρη ζωή να τα ξεφορτωθείς τα άσχημα από πάνω σου. Τις σκέψεις, δε, ακόμα χειρότερα. Και να τις συμμαζέψεις και να τις ξεφορτωθείς. Και το χειρότερο από όλα, διαλύθηκε και ο μύθος που είχα πλάσει, ότι ένα τολμηρό φόρεμα το ακολουθεί τουλάχιστον μια ενδιαφέρουσα νύχτα, επιβεβαιώνοντας μια αλήθεια που ήξερα καλύτερα, ότι ένα τολμηρό φόρεμα το ακολουθεί πάντα ένα ολότελα μοναχικό πρωινό! Πέρα όμως από το φόρεμα, δεν είχα την πολυτέλεια να ξεφορτωθώ καμιά λεπτομέρεια από το προηγούμενο βράδυ, Η ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΑ
9
όπου καθισμένη σε ένα μπαρ, με τοίχους «ντυμένους» από τεράστια κομμάτια καθρεφτών, περίμενα τον Σταύρο. Με το χρόνο να κυλάει εφιαλτικά αργά, να σέρνεται σαν φίδι και να με απειλεί. Και εγώ μόνη μου, αντιμέτωπη με την απειλή. Αντιμέτωπη με το βλέμμα των θαμώνων τριγύρω, το ειρωνικό χαμόγελό τους, τον εαυτό μου, το φωτισμό που βάραινε στο πρόσωπό μου και το φόρτωνε σκιές και ρυτίδες. Και κούραση. Και θυμό. Και απελπισία. Τον μισούσα. Το φωτισμό πρώτα, έπειτα τον Σταύρο, μετά τους καθρέφτες, το χρόνο, μετά τον εαυτό μου, μετά... Όλα τα μισούσα. Μισούσα ακόμα και αυτή την πόλη που ζούσε, δούλευε και διασκέδαζε αυτός και κατέστρεφε εμένα. Με άλλαζε. Με έφερνε πάντα αντιμέτωπη με τη χειρότερη εκδοχή των πραγμάτων και του εαυτού μου. Ενώ ήμουν από τους ανθρώπους που λάτρευα τη νύχτα στην πόλη, τους έρημους δρόμους από διαβάτες, τα φώτα, τη βουή από την κίνηση των αυτοκινήτων, τις φωτισμένες προσόψεις των κτιρίων. Μερικές φορές ήταν μαγεία. Όλα. Και η νύχτα και η πόλη και οι άνθρωποι και έκαναν μαγικά πράγματα όλοι μαζί. Χρειάστηκε ένα βράδυ μονάχα για να καταστραφεί η μαγεία ενός ακόμα παραμυθιού. Να μισήσω ότι αγαπούσα μέχρι τότε. Παλαιότερα θυμάμαι, μπορούσα να λατρεύω τα πάντα. Εκείνο όμως που μου άρεσε περισσότερο από όλα, ήταν να περπατάω αργά, μετά τα μεσάνυχτα, με ελαφρύ αεράκι κατά μήκος της λεωφόρου Κηφισίας. Βράδια Φθινοπώρου. Δεν είναι δρόμος για περπάτημα τώρα πια το ξέρω. Κάποτε όμως υπήρξε! Άλλαξε πολύ μετά το τέλος της δεκαετίας του ’70, όταν άρχισε η διαπλάτυνσή του, κατεδαφίστηκαν όλοι οι πέτρινοι φράχτες και έπεσαν στο έδαφος εκατοντάδες ευκάλυπτοι. Έχω φωτογραφίσει κομμάτια του, λίγο πριν οι μπουλντόζες αρχίσουν το καταστροφικό τους έργο. Όταν το πρώτο κομμάτι του φράχτη άγγιξε το έδαφος, είχε αρχίσει ήδη να διαμορφώνεται μια νέα πραγματικότητα εκεί. Και 10
ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ
άλλού. Ήμουν δέκα χρόνων τότε, αλλά έμαθα, ότι όταν αλλάζει ένας δρόμος, τίποτα δεν παραμένει ίδιο μετά, όλα γίνονται κάτι διαφορετικό και συνάμα με έναν περίεργο τρόπο οικεία ξανά, αφού όπως αναφέρεται και στον τίτλο μιας ταινίας «ο δρόμος είναι όλα...» Δεν έχω ξεχάσει ακόμα, ότι αρχές της δεκαετίας του ’80, έβλεπα από το μπαλκόνι του σπιτιού μιας φίλης προβατάκια να βόσκουν απέναντι και επίσης μια άλλη εικόνα, εκείνης ενός ηλικιωμένου ζευγαριού που έσερνε αργά τις καρέκλες του στη βεράντα του πέτρινου σπιτιού τους, τα καλοκαιρινά απογεύματα και παρακολουθούσε την κίνηση. Κάποια στιγμή γίναμε φίλοι. Από τις τελευταίες κουβέντες τους που θυμάμαι έντονα, ήταν πως «λυπούμαστε που θα υπάρξει μια εποχή πολύ σύντομα που δεν θα ονειρευόμαστε τίποτα πια από τις μυρωδιές», και «όλα αλλάζουν πολύ γρήγορα, αλλά δεν θα θέλαμε το δικό μας σπίτι να γίνει το πρώτο που θα εγκαινιάσει τη νέα μοντέρνα εποχή». Είχα σηκωθεί τότε από την πολυθρόνα μου, για να ρίξω καμιά ματιά τριγύρω, μήπως και ανακαλύψω τίποτα από αυτά τα «ανησυχητικά μοντέρνα» αλλά δεν βρήκα κανένα ίχνος τους και γύρισα ανακουφισμένη στη θέση μου. Όταν μάλιστα και ο οδηγός του λεωφορείου μας χαιρέτησε όπως έκανε κάθε απόγευμα. «Καλησπέρα κ. Λέοντα, καλησπέρα κ. Ευδοκία, καλησπέρα Θαλειάκι», αποφάσισα πως δεν χρειαζόταν να ανησυχούμε. Οι αλλαγές θα αργούσαν και κανείς δεν θα χαλούσε τα καλοκαιρινά μας απογεύματα. Ο παππούς Λέοντας όμως δεν ησύχαζε τόσο εύκολα «βλέπετε εκεί δεξιά στο φράχτη και άλλος ευκάλυπτος έπεσε, ο τρίτος αυτό το μήνα». Ασυναίσθητα είχα απλώσει το χέρι για να πιάσω το χέρι της γιαγιάς Ευδοκίας και εκείνη το είχε κρατήσει ανάμεσα στα δικά της σε μια προσπάθεια να με καθησυχάσει. Και όταν λίγο αργότερα, όλοι οι ευκάλυπτοι απέναντι έπεσαν, θυμόμουν εκείνο το απόγευμα και αισθανόμουν Η ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΑ
11
140 × 210 SPINE: 22 FLAPS: 80
KΛΕΟΠΑΤΡΑ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα ΤΗΛ. : 210 6431108 ekdoseis.ocelotos@gmail.com www. ocelotos. gr
KΛΕΟΠΑΤΡΑ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ
Ένα μυθιστόρημα για τις σκιές που εμφανίζονται και σημαδεύουν χώρους και ζωές.
H εξαφάνιση του αρχιτέκτονα
Κ
αι τότε είδα ξαφνικά το μαχαίρι στο χέρι της. Δεν ήμουν προετοιμασμένη για επίθεση. Οπισθοχώρησα. Με πλησίαζε απειλητικά και έπεσα στην καρέκλα πίσω μου. Ένιωσα τη λεπίδα του μαχαιριού πολύ κοντά στο λαιμό μου και τότε αναγνώρισα το πρόσωπο. Το πρόσωπο του εφιάλτη μου. Από εκείνη τη νύχτα…
H εξαφάνιση του αρχιτέκτονα ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
Η Κλεοπάτρα Σταυροπούλου γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Σπούδασε Οικονομικά και παιδαγωγικά και συνέχισε με μεταπτυχιακό στη Θεολογία. Εργάζεται ως εκπαιδευτικός στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Διήγημά της έχει συμπεριληφθεί στον συλλογικό τόμο 20+1 ιστορίες, Εκδόσεις Καστανιώτη 1997 και το μυθιστόρημά της «Η ζωή μοιάζει με ό,τι αγαπάς και φοβάσαι», έχει αποσπάσει έπαινο το 2001 σε λογοτεχνικό διαγωνισμό που είχε προκηρύξει ο Φ. Σ. Παρνασσού.
ISBN 978-960-564-176-4
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
οσελότος
0_cover_i exafanisi toy arxitektona.indd 1
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ο σ ε λ ότ ο ς 6/24/2014 11:35:36 PM