Ιερεμίας, Βαρούχ, Θρήνοι, Επιστολή Ιερεμία

Page 1

210 × 280  SPINE: 15  FLAPS: 0

ISBN 978-960-564-537-3

ΕΚΔΟΣΕΙΣ

ο σ ε λ ότ ο ς

9 789605 645373

ΕΚΔΟΣΕΙΣ

ο σ ε λ ότ ο ς


ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Ὁ Θανάσης Χαραλαμπίδης γεννήθηκε τὸ 1968 στὴ Θεσσαλονίκη, ὅπου καὶ ζεῖ. Εἶναι ἀπόφοιτος τοῦ Τμήματος Φιλολογίας τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

ΑΛΛΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ Μεταφράσεις Ψαλμοὶ καὶ Ὠδές, Ἐκδόσεις Ὀσελότος, Ἀθήνα, Μάρτιος 2017. Σοφία Σολομῶντος, Σοφία Σειράχ, Ἐκκλησιαστής, Παροιμίες, Ἐκδόσεις Ὀσελότος, Ἀθήνα, Μάρτιος 2017. Ἰώβ, Ἐκδόσεις Ὀσελότος, Ἀθήνα, Μάρτιος 2017. Edgar Allan Poe, Τὸ Κοράκι καὶ Ἄνναμπελ Λή, Ἐκδόσεις Ὀσελότος, Ἀθήνα, Μάρτιος 2017. Ποιητικὴ συλλογὴ Κύριε, ποιανοῦ φωνή;, Ἐκδόσεις Ὀσελότος, Ἀθήνα, Μάρτιος 2017.

Τιτλος ΙΕΡΕΜΙΑΣ, ΒΑΡΟΥΧ, ΘΡΗΝΟΙ, ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΕΡΕΜΙΑ Συγγραφέας Ἀθανάσιος Θ. Χαραλαμπίδης Επιmελεια - Διορθωση Ἀθανάσιος Θ. Χαραλαμπίδης Layout - Design Myrtilo, Λένα Παντοπούλου Copyright© 2017 Ἀθανάσιος Θ. Χαραλαμπίδης Πρώτη Εκδοση Ἀθήνα, Σεπτέμβριος 2017

ISBN 978-960-564-537-3

Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας, (Ν. 2121/1993, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) καθώς και από τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται η καθ’ οιονδήποτε τρόπο ή μέσο (ηλεκτρονικό, μηχανικό ή άλλο) αντιγραφή, φωτοανατύπωση και γενικώς αναπαραγωγή, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου χωρίς τη γραπτή άδεια του δικαιούχου συγγραφέα.

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ:

Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα ΤΗΛ. : 210 6431108 E-MAIL: ekdoseis.ocelotos@gmail.com www. ocelotos. gr


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΙΕΡΕΜΙΑΣ ��������������������������������������������������������������������7 ΒΑΡΟΥΧ �������������������������������������������������������������������215 ΘΡΗΝΟΙ �������������������������������������������������������������������237 ΕΠΙΣΤΟΛΗ IΕΡΕΜΙΑ ��������������������������������������������269



ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Τὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο τῶν Ἑβδομήκοντα (Ο΄) ἀκολουθεῖ πιστὰ τὸ κείμενο τῆς ἔκδοσης τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὅπως αὐτὸ εἶναι καταχωρημένο στὸν ἱστότοπο τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας στὸ διαδίκτυο (http://www.apostolikidiakonia.gr). Οἱ ὅποιες διορθώσεις ἔγιναν σὲ λάθος γραμματικοὺς τύπους ἢ λέξεις τοῦ κειμένου δηλώνονται στὸ τέλος ἑκάστου κεφαλαίου. Ἡ διάταξη τοῦ ἀρχαίου κειμένου σὲ στίχους (ὅσον ἀφορᾶ τὸ βιβλίο Θρῆνοι) βασίστηκε στὴν κριτικὴ ἔκδοση τοῦ Alfred Rahlfs (βλ. Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς Ο΄ (Septuaginta), Ἐπιστημονικὴ ἐπιμέλεια Prof. D. Dr. Alfred Rahlfs, Βιβλικὴ Ἐταιρία, Ἀθῆναι), ἐκτὸς ἀπὸ ἐλάχιστες περιπτώσεις, ὅπου αὐτὸ δὲν ἦταν δυνατό, λόγῳ τῶν διαφορῶν ποὺ ὑπάρχουν ἀνάμεσα στὰ δύο κείμενα. Τέλος, ἡ διάταξη τοῦ ἀρχαίου κειμένου σὲ παραγράφους, προκειμένου γιὰ τὴν ἀρχὴ κάθε κεφαλαίου βασίστηκε στὴν κριτικὴ ἔκδοση τοῦ Rahlfs (ἐκτὸς ἀπὸ ἐλάχιστες περιπτώσεις, ὅπου αὐτὸ δὲν ἦταν δυνατό, λόγῳ τῶν διαφορῶν ποὺ ὑπάρχουν στὴν ἔναρξη τῶν κεφαλαίων ἀνάμεσα στὰ δύο κείμενα), ἐνῶ προκειμένου γιὰ τὸ ἐσωτερικὸ τῶν κεφαλαίων βασίστηκε στὸ κείμενο τῆς ἔκδοσης τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας. Ἑλληνικὸ σύστημα ἀρίθμησης τῶν κεφαλαίων: 1 (Α΄), 2 (Β΄), 3 (Γ΄), 4 (Δ΄), 5 (Ε΄), 6 (Ϛ΄), 7 (Ζ΄), 8 (Η΄), 9 (Θ΄), 10 (Ι΄), 11 (ΙΑ΄), 12 (ΙΒ΄), 13 (ΙΓ΄), 14 (ΙΔ΄), 15 (ΙΕ΄), 16 (ΙϚ΄), 17 (ΙΖ΄), 18 (ΙΗ΄), 19 (ΙΘ΄), 20 (Κ΄), 21 (ΚΑ΄), 22 (ΚΒ΄), 23 (ΚΓ΄), 24 (ΚΔ΄), 25 (ΚΕ΄), 26 (ΚϚ΄), 27 (ΚΖ΄), 28 (ΚΗ΄), 29 (ΚΘ΄), 30 (Λ΄), 31 (ΛΑ΄), 32 (ΛΒ΄), 33 (ΛΓ΄), 34 (ΛΔ΄), 35 (ΛΕ΄), 36 (ΛϚ΄), 37 (ΛΖ΄), 38 (ΛΗ΄), 39 (ΛΘ΄), 40 (Μ΄), 41 (ΜΑ΄), 42 (ΜΒ΄), 43 (ΜΓ΄), 44 (ΜΔ΄), 45 (ΜΕ΄), 46 (ΜϚ΄), 47 (ΜΖ΄), 48 (ΜΗ΄), 49 (ΜΘ΄), 50 (Ν΄), 51 (ΝΑ΄), 52 (ΝΒ΄). Ἡ μετάφραση τῶν βιβλίων τοῦ τόμου αὐτοῦ ἐκπονήθηκε ἀπὸ Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2016 ὡς Σάββατο 15 Ἰουλίου 2017.



ΙΕΡΕΜΙΑΣ

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΕΚ ΤΩΝ Ο΄ Α. Θ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ



ΙΕΡΕΜΙΑΣ

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΕΚ ΤΩΝ Ο΄ Α. Θ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ


10

ΙΕΡΕΜΙΑΣ

1 ΤΟ ρῆμα τοῦ Θεοῦ, ὃ ἐγένετο ἐπὶ ῾Ιερεμίαν τὸν τοῦ Χελκίου ἐκ τῶν ἱερέων, ὃς κατῴκει ἐν ᾿Αναθὼθ ἐν γῇ Βενιαμίν· 2 ὡς ἐγενήθη λόγος τοῦ Θεοῦ πρὸς αὐτὸν ἐν ταῖς ἡμέραις ᾿Ιωσία υἱοῦ ᾿Αμὼς βασιλέως ᾿Ιούδα, ἔτους τρισκαιδεκάτου ἐν τῇ βασιλείᾳ αὐτοῦ· 3 καὶ ἐγένετο ἐν ταῖς ἡμέραις ᾿Ιωακεὶμ υἱοῦ ᾿Ιωσία βασιλέως ᾿Ιούδα ἕως ἑνδεκάτου ἔτους τοῦ Σεδεκία υἱοῦ ᾿Ιωσία βασιλέως ᾿Ιούδα, ἕως τῆς αἰχμαλωσίας ῾Ιερουσαλὴμ ἐν τῷ πέμπτῳ μηνί. 4 Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με· 5 πρὸ τοῦ με πλάσαι σε ἐν κοιλίᾳ ἐπίσταμαί σε καὶ πρὸ τοῦ σε ἐξελθεῖν ἐκ μήτρας ἡγίακά σε, προφήτην εἰς ἔθνη τέθεικά σε. 6 καὶ εἶπα· ὦ δέσποτα Κύριε, ἰδοὺ οὐκ ἐπίσταμαι λαλεῖν, ὅτι νεώτερος ἐγώ εἰμι. 7 καὶ εἶπε Κύριος πρός με· μὴ λέγε ὅτι νεώτερος ἐγώ εἰμι, ὅτι πρὸς πάντας, οὓς ἐὰν ἐξαποστείλω σε, πορεύσῃ, καὶ κατὰ πάντα, ὅσα ἐὰν ἐντείλωμαί σοι, λαλήσεις· 8 μὴ φοβηθῇς ἀπὸ προσώπου αὐτῶν, ὅτι μετὰ σοῦ ἐγώ εἰμι τοῦ ἐξαιρεῖσθαί σε, λέγει Κύριος. 9 καὶ ἐξέτεινε Κύριος τὴν χεῖρα αὐτοῦ πρός με καὶ ἥψατο τοῦ στόματός μου, καὶ εἶπε Κύριος πρός με· ἰδοὺ δέδωκα τοὺς λόγους μου εἰς τὸ στόμα σου· 10 ἰδοὺ καθέστακά σε σήμερον ἐπὶ ἔθνη καὶ ἐπὶ βασιλείας ἐκριζοῦν καὶ κατασκάπτειν καὶ ἀπολλύειν καὶ ἀνοικοδομεῖν καὶ καταφυτεύειν. — 11 Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων· τί σὺ ὁρᾷς ῾Ιερεμία; καὶ εἶπα· βακτηρίαν καρυΐνην. 12 καὶ εἶπε Κύριος πρός με· καλῶς ἑώρακας, διότι ἐγρήγορα ἐγὼ ἐπὶ τοὺς λόγους μου τοῦ ποιῆσαι αὐτούς. 13 καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου ἐκ δευτέρου πρός με λέγων· τί σὺ ὁρᾷς; καὶ εἶπα· λέβητα ὑποκαιόμενον, καὶ τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἀπὸ προσώπου βορρᾶ. 14 καὶ εἶπε Κύριος πρός με· ἀπὸ προσώπου βορρᾶ ἐκκαυθήσεται τὰ κακὰ ἐπὶ πάντας τοὺς κατοικοῦντας τὴν γῆν. 15 διότι ἰδοὺ ἐγὼ συγκαλῶ πάσας τὰς βασιλείας τῆς γῆς ἀπὸ βορρᾶ, λέγει Κύριος, καὶ ἥξουσι καὶ θήσουσιν ἕκαστος τὸν θρόνον αὐτοῦ ἐπὶ τὰ πρόθυρα τῶν πυλῶν ῾Ιερουσαλὴμ καὶ ἐπὶ πάντα τὰ τείχη τὰ κύκλῳ αὐτῆς καὶ ἐπὶ πάσας τὰς πόλεις ᾿Ιούδα. 16 καὶ λαλήσω πρὸς αὐτοὺς μετὰ κρίσεως περὶ πάσης τῆς κακίας αὐτῶν, ὡς ἐγκατέλιπόν με καὶ ἔθυσαν θεοῖς ἀλλοτρίοις καὶ προσεκύνησαν τοῖς ἔργοις τῶν χειρῶν αὐτῶν. 17 καὶ σὺ περίζωσαι τὴν ὀσφύν σου καὶ ἀνάστηθι καὶ εἰπὸν πρὸς αὐτοὺς πάντα, ὅσα ἂν ἐντείλωμαί σοι· μὴ φοβηθῇς ἀπὸ προσώπου αὐτῶν, μηδὲ πτοηθῇς ἐναντίον αὐτῶν, ὅτι μετὰ σοῦ ἐγώ εἰμι τοῦ ἐξαιρεῖσθαί σε, λέγει Κύριος. 18 ἰδοὺ τέθεικά σε ἐν τῇ σήμερον ἡμέρᾳ ὡς πόλιν ὀχυρὰν καὶ ὡς τεῖχος χαλκοῦν, ὀχυρὸν πᾶσι τοῖς βασιλεῦσιν ᾿Ιούδα καὶ τοῖς ἄρχουσιν αὐτοῦ καὶ τῷ λαῷ τῆς γῆς, 19 καὶ πολεμήσουσί σε καὶ οὐ μὴ δύνωνται πρός σε, διότι μετὰ σοῦ ἐγώ εἰμι τοῦ ἐξαιρεῖσθαί σε, εἶπε Κύριος.

Σημείωση: στὸ ἐδάφιο 1 τὸ Βενιαμείν διορθώθηκε σὲ Βενιαμίν· στὸ ἐδάφιο 11, τὸ εἶπε διορθώθηκε σὲ εἶπα. Ἡ τελευταία διόρθωση ἔγινε μὲ βάση τὴν κριτικὴ ἔκδοση τοῦ Rahlfs (βλ. Προλογικὸ σημείωμα).


ΙΕΡΕΜΙΑΣ 11

1 Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν Ἱερεμία, γιὸ τοῦ Χελκία, ἑνὸς ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς, ποὺ κατοικοῦσε στὴν Ἀναθώθ, στὴ γῆ Βενιαμίν· 2 ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἦρθε σ’ αὐτόν, στὶς μέρες τοῦ Ἰωσία, γιοῦ τοῦ Ἀμώς, βασιλιᾶ τοῦ Ἰούδα, τὸ δέκατο τρίτο ἔτος τῆς βασιλείας του· 3 καὶ στὶς μέρες τοῦ Ἰωακείμ, γιοῦ τοῦ Ἰωσία, βασιλιᾶ τοῦ Ἰούδα, ὡς τὸ ἑνδέκατο ἔτος τοῦ Σεδεκία, γιοῦ τοῦ Ἰωσία, βασιλιᾶ τοῦ Ἰούδα, ὡς τὴν αἰχμαλωσία τῆς Ἱερουσαλήμ, τὸν πέμπτο μήνα. 4 Καὶ ἦρθε ὁ λόγος τοῦ Κυρίου σὲ μένα, λέγοντας αὐτά· 5 πρὶν σὲ πλάσω στὴν κοιλιά, σὲ γνωρίζω ἐγὼ καλά, καὶ πρὶν ἐξέλθεις ἀπ’ τὴ μήτρα, ἔχω ἐσένα ξεχωρίσει, καὶ προφήτη στὰ ἔθνη, σ’ ἔχω ἐγὼ τοποθετήσει. 6 Καὶ εἶπα· ὦ δέσποτα Κύριε, ἰδού, δὲ γνωρίζω νὰ μιλῶ, γιατὶ νέος εἶμ’ ἐγώ. 7 Καὶ εἶπε ὁ Κύριος σὲ μένα· μὴ λές, ὅτι νέος εἶμ’ ἐγώ, γιατὶ σ’ ὅλους αὐτοὺς ποὺ θὰ σὲ στείλω θὰ βαδίσεις, καὶ γιὰ ὅλα ὅσα σὲ διατάξω θὰ μιλήσεις· 8 ἐνώπιόν τους μὴ φοβηθεῖς, γιατὶ ἐγὼ εἶμαι μαζί σου, γιὰ νὰ σὲ σώζω, λέει ὁ Κύριος. 9 Καὶ ἅπλωσε τὸ χέρι του ὁ Κύριος σὲ μένα, καὶ ἄγγιξε τὸ στόμα μου, καὶ εἶπε ὁ Κύριος σὲ μένα· ἰδοὺ ἔχω δώσει τοὺς λόγους μου στὸ στόμα σου· 10 ἰδοὺ σήμερα σὲ τοποθέτησα προφήτη στὰ ἔθνη, καὶ σὲ βασίλεια, νὰ ξεριζώνεις, νὰ κατασκάπτεις, νὰ καταστρέφεις, καὶ ν’ ἀνοικοδομεῖς καὶ νὰ καταφυτεύεις. — 11 Καὶ ἦρθε ὁ λόγος τοῦ Κυρίου σὲ μένα, λέγοντας αὐτά· τί βλέπεις ἐσύ, Ἱερεμία; Καὶ εἶπα· ράβδο ἀπὸ ξύλο καρυδιᾶς. 12 Καὶ εἶπε ὁ Κύριος σὲ μένα· καλὰ ἔχεις δεῖ, γιατὶ ἐγὼ ἐπαγρυπνῶ, γιὰ νὰ πραγματοποιήσω τοὺς λόγους ποὺ ἔχω πεῖ. 13 Καὶ ἦρθε ὁ λόγος τοῦ Κυρίου σὲ μένα, γιὰ δεύτερη φορά, λέγοντας αὐτά· τί βλέπεις ἐσύ; Καὶ εἶπα· λέβητα ποὺ σιγοκαίει, κι ἀπ’ τὸν βορρᾶ ἐδῶ τὸ πρόσωπό του ἔχει στρέψει. 14 Καὶ εἶπε ὁ Κύριος σὲ μένα· ἀπ’ τὸν βορρᾶ τὰ κακὰ σὰν τὴ φωτιὰ θὰ ἐφορμήσουν, καὶ τοὺς κατοίκους τῆς γῆς αὐτῆς ὅλους θὰ πλήξουν. 15 Γιατὶ ἰδού, ἐγὼ προσκαλῶ, ὅλα τὰ βασίλεια τῆς γῆς ἀπ’ τὸν βορρᾶ, λέει ὁ Κύριος, καὶ θὰ ’ρθοῦν, καὶ τὸν θρόνο τους θὰ στήσουν, στὰ πρόθυρα τῶν πυλῶν τῆς Ἱερουσαλήμ, καὶ ἀπέναντι στὰ τείχη, πού ’ναι ὁλόγυρα ἀπ’ αὐτήν, κι ὅλες τὶς πόλεις τοῦ Ἰούδα θὰ περιτριγυρίσουν. 16 Καὶ σ’ αὐτοὺς ἐγὼ θὰ μιλήσω, καὶ γιὰ ὅλες τὶς κακίες τους αὐτοὺς ἐγὼ θὰ κρίνω, ἐπειδὴ μ’ ἐγκατέλειψαν, καὶ σὲ θεοὺς ἀλλότριους θυσίασαν, καὶ τῶν χεριῶν τους τὰ ἔργα προσκύνησαν. 17 Καὶ σὺ ζῶσε τὴν ὀσφύ σου, καὶ σήκω, καὶ σ’ αὐτοὺς ἐσὺ νὰ πεῖς, ὅλα ὅσα σὲ διατάξω ἐγὼ νὰ πεῖς· ἐνώπιόν τους μὴ φοβηθεῖς, μήτε ἀπέναντι σ’ αὐτοὺς νὰ πτοηθεῖς, γιατὶ ἐγὼ εἶμαι μαζί σου, γιὰ νὰ σὲ σώζω, λέει ὁ Κύριος. 18 Ἰδοὺ σήμερα ἐγὼ ἔχω ἐσένα καταστήσει, σὰν πόλη ὀχυρή, καὶ σὰν τεῖχος ἀπὸ χαλκό, ἀπόρθητο ἀπ’ ὅλους τοῦ Ἰούδα τοὺς βασιλεῖς, καὶ τοὺς ἄρχοντές του μαζί, κι ἀπ’ τὸν λαὸ τῆς γῆς αὐτῆς, 19 καὶ θὰ σὲ πολεμήσουν, μὰ δὲ θὰ μπορέσουν νὰ σὲ νικήσουν, γιατὶ ἐγὼ εἶμαι μαζί σου, γιὰ νὰ σὲ σώζω, εἶπε ὁ Κύριος.

Σημείωση: ἐδάφιο 3, ὡς τὸ ἑνδέκατο ἔτος τοῦ Σεδεκία, ἐννοεῖται ὡς τὸ ἑνδέκατο ἔτος τῆς βασιλείας τοῦ Σεδεκία· στὸ ἴδιο ἐδάφιο, τὸν πέμπτο μήνα, ἐννοεῖται τὸν πέμπτο μήνα ἐκείνου τοῦ ἔτους· στὸ ἐδάφιο 13 τὸ τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἀπὸ προσώπου βορρᾶ μεταφράστηκε ἐλεύθερα, καὶ ἀναδημιουργικά.


12

ΙΕΡΕΜΙΑΣ

2 2 ΚΑΙ εἶπε· τάδε λέγει Κύριος· ἐμνήσθην ἐλέους νεότητός σου καὶ ἀγάπης τελειώσεώς σου τοῦ ἐξακολουθῆσαί σε τῷ ἁγίῳ ᾿Ισραήλ, λέγει Κύριος 3 ἅγιος ᾿Ισραήλ· τῷ Κυρίῳ ἀρχὴ γεννημάτων αὐτοῦ· πάντες οἱ ἔσθοντες αὐτὸν πλημμελήσουσι, κακὰ ἥξει ἐπ’ αὐτούς, φησὶ Κύριος. 4 ἀκούσατε λόγον Κυρίου, οἶκος ᾿Ιακώβ, καὶ πᾶσα πατριὰ οἴκου ᾿Ισραήλ. 5 τάδε λέγει Κύριος· τί εὕροσαν οἱ πατέρες ὑμῶν ἐν ἐμοὶ πλημμέλημα, ὅτι ἀπέστησαν μακρὰν ἀπ’ ἐμοῦ καὶ ἐπορεύθησαν ὀπίσω τῶν ματαίων καὶ ἐματαιώθησαν; 6 καὶ οὐκ εἶπαν· ποῦ ἐστι Κύριος ὁ ἀναγαγὼν ἡμᾶς ἐκ γῆς Αἰγύπτου, ὁ καθοδηγήσας ἡμᾶς ἐν τῇ ἐρήμῳ, ἐν γῇ ἀπείρῳ καὶ ἀβάτῳ, ἐν γῇ ἀνύδρῳ καὶ ἀκάρπῳ, ἐν γῇ, ᾗ οὐ διώδευσεν ἐν αὐτῇ ἀνὴρ οὐθὲν καὶ οὐ κατῴκησεν ἐκεῖ υἱὸς ἀνθρώπου; 7 καὶ ἤγαγον ὑμᾶς εἰς τὸν Κάρμηλον τοῦ φαγεῖν ὑμᾶς τοὺς καρποὺς αὐτοῦ καὶ τὰ ἀγαθὰ αὐτοῦ· καὶ εἰσήλθατε καὶ ἐμιάνατε τὴν γῆν μου καὶ τὴν κληρονομίαν μου ἔθεσθε εἰς βδέλυγμα. 8 οἱ ἱερεῖς οὐκ εἶπαν· ποῦ ἐστι Κύριος; καὶ οἱ ἀντεχόμενοι τοῦ νόμου οὐκ ἠπίσταντό με, καὶ οἱ ποιμένες ἠσέβουν εἰς ἐμέ, καὶ οἱ προφῆται ἐπροφήτευον τῇ Βάαλ καὶ ὀπίσω ἀνωφελοῦς ἐπορεύθησαν. 9 διὰ τοῦτο ἔτι κριθήσομαι πρὸς ὑμᾶς λέγει Κύριος, καὶ πρὸς τοὺς υἱοὺς τῶν υἱῶν ὑμῶν κριθήσομαι. 10 διότι διέλθετε εἰς νήσους Χεττιεὶμ καὶ ἴδετε, καὶ εἰς Κηδὰρ ἀποστείλατε καὶ νοήσατε σφόδρα, καὶ ἴδετε εἰ γέγονε τοιαῦτα. 11 εἰ ἀλλάξωνται ἔθνη θεοὺς αὐτῶν· καὶ οὗτοι οὐκ εἰσὶ θεοί. ὁ δὲ λαός μου ἠλλάξατο τὴν δόξαν αὐτοῦ, ἐξ ἧς οὐκ ὠφεληθήσονται. 12 ἐξέστη ὁ οὐρανὸς ἐπὶ τούτῳ καὶ ἔφριξεν ἐπὶ πλεῖον σφόδρα, λέγει Κύριος. 13 ὅτι δύο καὶ πονηρὰ ἐποίησεν ὁ λαός μου· ἐμὲ ἐγκατέλιπον πηγὴν ὕδατος ζωῆς, καὶ ὤρυξαν ἑαυτοῖς λάκκους συντετριμμένους, οἳ οὐ δυνήσονται ὕδωρ συνέχειν. 14 Μὴ δοῦλός ἐστιν ᾿Ισραὴλ ἢ οἰκογενής ἐστι; διατί εἰς προνομὴν ἐγένετο; 15 ἐπ’ αὐτὸν ὠρύοντο λέοντες καὶ ἔδωκαν τὴν φωνὴν αὐτῶν, οἳ ἔταξαν τὴν γῆν αὐτοῦ εἰς ἔρημον, καὶ αἱ πόλεις αὐτοῦ κατεσκάφησαν παρὰ τὸ μὴ κατοικεῖσθαι. 16 καὶ υἱοὶ Μέμφεως καὶ Τάφνας ἔγνωσάν σε καὶ κατέπαιζόν σου. 17 οὐχὶ ταῦτα ἐποίησέ σοι τὸ καταλιπεῖν σε ἐμέ; λέγει Κύριος ὁ Θεός σου. 18 καὶ νῦν τί σοι καὶ τῇ ὁδῷ Αἰγύπτου τοῦ πιεῖν ὕδωρ Γηῶν; καὶ τί σοι καὶ τῇ ὁδῷ ᾿Ασσυρίων τοῦ πιεῖν ὕδωρ ποταμῶν; 19 παιδεύσει σε ἡ ἀποστασία σου, καὶ ἡ κακία σου ἐλέγξει σε· καὶ γνῶθι καὶ ἰδέ, ὅτι πικρόν σοι τὸ καταλιπεῖν σε ἐμέ, λέγει Κύριος ὁ Θεός σου· καὶ οὐκ εὐδόκησα ἐπὶ σοί, λέγει Κύριος ὁ Θεός σου. 20 ὅτι ἀπ’ αἰῶνος συνέτριψας τὸν ζυγόν σου, διέσπασας τοὺς δεσμούς σου καὶ εἶπας· οὐ δουλεύσω σοι, ἀλλὰ πορεύσομαι ἐπὶ πάντα βουνὸν ὑψηλὸν καὶ ὑποκάτω παντὸς ξύλου κατασκίου, ἐκεῖ διαχυθήσομαι ἐν τῇ πορνείᾳ μου. 21 ἐγὼ δὲ ἐφύτευσά σε ἄμπελον καρποφόρον πᾶσαν ἀληθινήν· πῶς ἐστράφης εἰς πικρίαν, ἡ ἄμπελος ἡ ἀλλοτρία; 22 ἐὰν ἀποπλύνῃ ἐν νίτρῳ καὶ πληθύνῃς σεαυτῇ πόαν, κεκηλίδωσαι ἐν ταῖς ἀδικίαις σου ἐναντίον ἐμοῦ, λέγει Κύριος. 23 πῶς ἐρεῖς· οὐκ ἐμιάνθην καὶ ὀπίσω τῆς Βάαλ οὐκ ἐπορεύθην; ἰδὲ τὰς ὁδούς σου ἐν τῷ πολυανδρίῳ καὶ γνῶθι τί ἐποίησας. ὀψὲ φωνὴ αὐτῆς ὠλόλυξε, 24 τὰς ὁδοὺς αὐτῆς ἐπλάτυνεν ἐφ’ ὕδατα ἐρήμου, ἐν ἐπιθυμίαις ψυχῆς αὐτῆς ἐπνευματοφορεῖτο, παρεδόθη· τίς ἐπιστρέψει αὐτήν; πάντες οἱ ζητοῦντες αὐτὴν οὐ κοπιάσουσιν, ἐν τῇ ταπεινώσει αὐτῆς εὑρήσουσιν αὐτήν. 25 ἀπόστρεψον τὸν πόδα σου ἀπὸ ὁδοῦ τραχείας καὶ τὸν φάρυγγά σου ἀπὸ δίψους. ἡ δὲ εἶπεν· ἀνδριοῦμαι· ὅτι ἠγαπήκει ἀλλοτρίους καὶ ὀπίσω αὐτῶν ἐπορεύετο. 26 ὡς αἰσχύνη κλέπτου ὅταν ἁλῷ, οὕτως αἰσχυνθήσονται οἱ υἱοὶ ᾿Ισραήλ, αὐτοὶ καὶ οἱ βασιλεῖς αὐτῶν καὶ οἱ ἄρχοντες αὐτῶν καὶ οἱ ἱερεῖς αὐτῶν καὶ οἱ προφῆται αὐτῶν. 27 τῷ ξύλῳ εἶπαν, ὅτι πατήρ μου εἶ σύ, καὶ τῷ λίθῳ· σὺ ἐγέννησάς με, καὶ ἔστρεψαν ἐπ’ ἐμὲ νῶτα καὶ οὐ πρόσωπα αὐτῶν· καὶ ἐν τῷ καιρῷ τῶν κακῶν αὐτῶν ἐροῦσιν· ἀνάστα καὶ σῶσον ἡμᾶς. 28 καὶ ποῦ εἰσιν οἱ θεοί σου, οὓς ἐποίησας σεαυτῷ; εἰ ἀναστήσονται καὶ σώσουσί σε ἐν καιρῷ τῆς κακώσεώς σου; ὅτι κατ’ ἀριθμὸν τῶν πόλεών σου ἦσαν θεοί σου, ᾿Ιούδα, καὶ κατ’ ἀριθμὸν διόδων τῆς ῾Ιερουσαλὴμ ἔθυον τῇ Βάαλ. 29 ἱνατί λαλεῖτε πρός με; πάντες ὑμεῖς ἠσεβήσατε καὶ πάντες ὑμεῖς ἠνομήσατε εἰς ἐμέ, λέγει Κύριος. 30 μάτην ἐπάταξα τὰ τέκνα ὑμῶν, παιδείαν οὐκ ἐδέξασθε· μάχαιρα κατέφαγε τοὺς προφήτας ὑμῶν ὡς λέων ὀλοθρεύων, καὶ οὐκ ἐφοβήθητε. 31 ἀκούσατε λόγον Κυρίου· τάδε λέγει Κύ-


ΙΕΡΕΜΙΑΣ 13

2 2 Καὶ εἶπε· αὐτὰ λέει ὁ Κύριος· θυμήθηκα τὸ ἔλεός μου, στὰ χρόνια τῆς νεότητάς σου, καὶ τὴν ἀγάπη μου νὰ σ’ ἀποκαταστήσω, γιὰ νὰ ἐξακολουθήσεις νὰ βαδίζεις πίσω ἀπ’ τὸν ἅγιο τοῦ Ἰσραήλ, λέει ὁ Κύριος, 3 ἅγιος εἶναι ὁ Ἰσραήλ· τῶν γεννημάτων τοῦ Κυρίου ἡ ἀπαρχή· ὅσοι τὶς σάρκες του τρῶν, θὰ πλανηθοῦν, καὶ δεινὰ θὰ ’ρθοῦν σ’ αὐτούς, λέει ὁ Κύριος. 4 Ἀκοῦστε τὸν λόγο τοῦ Κυρίου, ὁ οἶκος τοῦ Ἰακώβ, καὶ κάθε φυλὴ τοῦ οἴκου Ἰσραήλ. 5 Αὐτὰ λέει ὁ Κύριος· τί πλημμέλημα βρῆκαν σὲ μένα οἱ πατέρες σας, καὶ μακριὰ ἀπὸ μένα φύγανε, καὶ πίσω ἀπὸ τὰ μάταια πορευτήκανε, καὶ ἄφρονες καὶ φαῦλοι καταντήσανε; 6 Καὶ δὲν εἶπαν· ποῦ ’ναι ὁ Κύριος, ποὺ ἀπὸ τὴ γῆ τῆς Αἰγύπτου μακριὰ μᾶς ὁδήγησε, καὶ στὴν ἔρημο αὐτὸς μᾶς καθοδήγησε, σὲ γῆ ἄγνωστη καὶ ἄβατη, σὲ γῆ ἄνυδρη καὶ ἄκαρπη, σὲ γῆ ποὺ δὲν τὴ διέσχισε ποτὲ θνητὸς κανείς, καὶ δὲν κατοίκησε υἱὸς ἀνθρώπου ἐκεῖ; 7 Καὶ στὸν Κάρμηλο σᾶς ὁδήγησα, τοὺς καρπούς του γιὰ νὰ γευτεῖτε, καὶ τ’ ἀγαθά του νὰ καρπωθεῖτε· καὶ ἤρθατε, καὶ τὴ γῆ μου μολύνατε, καὶ τὴν κληρονομιά μου βδέλυγμα καταστήσατε. 8 Οἱ ἱερεῖς δὲν εἶπαν· ποῦ ’ναι ὁ Κύριος; Κι ὅσοι τὸν Νόμο ἑρμηνεύανε, δὲ μὲ γνωρίζανε, καὶ οἱ ποιμένες ἀπέναντί μου ἀσέβεια δείχνανε, καὶ στὸν Βάαλ οἱ προφῆτες προφητεύανε, καὶ κάθε τὶ ἀνωφελὲς ἀκολουθήσανε. 9 Γι’ αὐτὸ μαζί σας θ’ ἀντιδικήσω, λέει ὁ Κύριος, καὶ μὲ τοὺς ἀπογόνους σας ἐγὼ θ’ ἀντιδικήσω. 10 Στὰ νησιὰ τῆς Χεττιεὶμ μεταβεῖτε, καὶ δεῖτε, καὶ στὴν Κηδὰρ ἀνθρώπους ἀποστείλετε, καὶ μὲ μεγάλη προσοχὴ παρατηρῆστε, κι ἂν ἔχουν γίνει τέτοια δεῖτε. 11 Ἂν ἔχουνε τὰ ἔθνη ἀλλάξει τοὺς θεούς τους· κι αὐτοὶ δὲν εἶναι βέβαια θεοὶ ἀληθινοί. Ὁ λαός μου ὅμως ἔχει τὴ δόξα του ἀλλάξει, μὲ δόξα κίβδηλη, ψευδῆ, ἀπ’ τὴν ὁποία ὄφελος κανένα δὲ θὰ δεῖ. 12 Ἔχει μ’ αὐτὸ καταπλαγεῖ ὁ οὐρανός, καὶ σφόδρα ἔφριξε αὐτός, λέει ὁ Κύριος. 13 Γιατὶ δυό, καὶ πονηρά, ὁ λαός μου ἔχει πράξει· ἐμένα ἐγκατέλειψαν, πηγὴ ὕδατος ζωῆς, καὶ λάκκους ἄνοιξαν γι’ αὐτοὺς κατεστραμμένους, ποὺ τὸ νερὸ νὰ συγκρατήσουν δὲ θὰ μπορέσουν. 14 Μήπως εἶναι δοῦλος ὁ Ἰσραήλ, ἢ δοῦλος μήπως ἔχει γεννηθεῖ; Γιατί λεία τῶν ἐχθρῶν του ἔχει τώρα καταστεῖ; 15 Ἐναντίον του λέοντες ὠρύονταν, καὶ τὴ φωνή τους ὕψωσαν, καὶ τὴ γῆ του πλέον ἔρημη κατέστησαν, καὶ συθέμελα τὶς πόλεις του ἀνέσκαψαν, ὥστε ἀκατοίκητες αὐτὲς ἔχουνε πιὰ κατασταθεῖ. 16 Καὶ τῆς Μέμφιδας καὶ Τάφνας οἱ υἱοί, τὸ κατάντημά σου εἶδαν, καὶ σ’ ἐνέπαιζαν. 17 Δὲν ἔγιναν αὐτὰ σὲ σένα, γιατὶ ἐγκατέλειψες ἐμένα; λέει ὁ Κύριος ὁ Θεός σου. 18 Καὶ τώρα, τί τὸ κοινὸ ἔχεις ἐσὺ μὲ τῆς Αἰγύπτου τὴν ὁδό, ὥστε τὸ ὕδωρ νὰ πίνεις τῆς Γηῶν; Καὶ μὲ τῶν Ἀσσυρίων τὴν ὁδὸ τί τὸ κοινό, ὥστε τὸ ὕδωρ νὰ πίνεις ποταμῶν; 19 Ἡ ἀποστασία σου θὰ σὲ παιδεύσει, καὶ ἡ κακία σου θὰ σὲ ἐλέγξει· γνώρισε λοιπὸν καὶ δές, ὅτι ἐμένα νὰ ἐγκαταλείπεις εἶναι πικρό, λέει ὁ Κύριος ὁ Θεός σου· καὶ δὲν εὐδόκησα σὲ σένα, λέει ὁ Κύριος ὁ Θεός σου. 20 Γιατὶ ἀπ’ τὰ χρόνια τὰ παλιὰ τὸν ζυγό σου συνέτριψες, καὶ τὰ δεσμά σου διέρρηξες, καὶ εἶπες· δὲ θὰ σὲ ὑπηρετῶ, ἀλλὰ σὲ κάθε ὑψηλὸ ἐγὼ βουνὸ θὰ πορευτῶ, κι ἀπὸ κάθε δέντρο κάτω σκιερό, στὴν πορνεία μου ἐκεῖ θὰ ἐπιδοθῶ. 21 Ἐγὼ σὲ φύτεψα, κι ἄμπελο καρποφόρο σὲ κατέστησα, ἐξ ὁλοκλήρου ἀληθινή· πῶς μεταστράφηκες κι ἔγινες πικρή, καὶ ξένη ἔχεις πλέον καταστεῖ; 22 Ἂν μὲ νίτρο πλυθεῖς, καὶ μὲ ἄφθονη ποτάσα καυστική, μὲ τὶς ἀδικίες σου μπροστά μου ἔχεις πιὰ κηλιδωθεῖ, λέει ὁ Κύριος ὁ Θεὸς τοῦ Ἰσραήλ. 23 Πῶς μπορεῖς λοιπὸν νὰ πεῖς· ἐγὼ δὲν ἔχω μιανθεῖ, καὶ πίσω ἀπὸ τὸν Βάαλ δὲν ἔχω πορευτεῖ; Δὲς τὶς ὁδούς σου στὴν πολύανδρη κοιλάδα τῆς ταφῆς, καὶ γνώρισε καλὰ τὶ ἔχεις πράξει· τὸ βράδυ ἀντήχησε ἡ φωνή της γοερή, 24 καὶ ὁδοὺς πλατιὲς ἀκολουθεῖ, σχοινοτενεῖς, ὕδωρ στὴν ἔρημο πασχίζοντας νὰ βρεῖ, καὶ μὲ τ’ ἀνέμου τὰ φτερὰ τρέχει σ’ αὐτὰ ποὺ ἐπιθυμεῖ, καὶ ἡ ψυχή της ἔχει πιὰ ὁλοσχερῶς παραδοθεῖ· ποιός θὰ ἐπιστρέψει πίσω αὐτήν; Ὅσοι αὐτὴν ἀναζητοῦν, δὲ θὰ κοπιάσουν, μὰ θὰ τὴ βροῦν, ὅταν αὐτὴ ταπεινωθεῖ. 25 Ἀπ’ τὴν τραχιὰ τὸ πόδι σου ἀπομάκρυνε ὁδό, κι ἀπ’ τῶν εἰδώλων τὸ λαρύγγι σου τὴ δίψα ὁλοταχῶς. Κι αὐτὴ ἀπάντησε καὶ εἶπε· μεγάλη θ’ ἀποκτήσω ἐγὼ ἰσχύ, καὶ θ’ ἀνδρωθῶ· γιατὶ ἀγάπησε ξένους θεούς, καὶ πορευότανε διαρκῶς πίσω ἀπ’ αὐτούς. 26 Ὅπως ἡ καταισχύνη τοῦ κλέφτη ὅταν πιαστεῖ, ἔτσι καὶ οἱ γιοὶ θὰ ντροπιαστοῦν τοῦ Ἰσραήλ, αὐτοὶ καὶ οἱ βασιλεῖς τους, καὶ οἱ ἄρχο-


210 × 280  SPINE: 15  FLAPS: 0

ISBN 978-960-564-537-3

ΕΚΔΟΣΕΙΣ

ο σ ε λ ότ ο ς

9 789605 645373

ΕΚΔΟΣΕΙΣ

ο σ ε λ ότ ο ς


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.