Ιησούς του Ναυή, Κριταί, Ρουθ

Page 1

ΕΚΔΟΣΕΙΣ οσελότος
ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ ΚΡΙΤΑΙ ΡΟΥΘ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΕΚ ΤΩΝ Ο΄ Α. Θ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ

ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Ὁ Θανάσης Χαραλαμπίδης γεννήθηκε τὸ 1968 στὴ Θεσσαλονίκη, ὅπου καὶ ζεῖ. Εἶναι ἀπόφοιτος τοῦ Τμήματος Φιλολογίας τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

ΑΛΛΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ

Μεταφράσεις Ψαλμοὶ καὶ Ὠδές, Ἐκδόσεις Ὀσελότος, Ἀθήνα, Μάρτιος 2017. Σοφία Σολομῶντος, Σοφία Σειράχ, Ἐκκλησιαστής, Παροιμίες, Ἐκδόσεις Ὀσελότος, Ἀθήνα, Μάρτιος 2017. Ἰώβ, Ἐκδόσεις Ὀσελότος, Ἀθήνα, Μάρτιος 2017. Ἱερεμίας, Βαρούχ, Θρῆνοι, Ἐπιστολὴ Ἱερεμία, Ἐκδόσεις Ὀσελότος, Ἀθήνα, Σεπτέμβριος 2017. Ἡσαΐας, Ἐκδόσεις Ὀσελότος, Ἀθήνα, Μάιος 2018.

Ἆσμα ἀσμάτων, Ἰεζεκιήλ, Δανιήλ, Ἐκδόσεις Ὀσελότος, Ἀθήνα, Ἰανουάριος 2019. Δώδεκα προφῆτες, Ἐκδόσεις Ὀσελότος, Ἀθήνα, Σεπτέμβριος 2019. Μακκαβαίων Α΄, Β΄, Γ΄, Δ΄, Ἐκδόσεις Ὀσελότος, Ἀθήνα, Σεπτέμβριος 2020. Ἔσδρας Α΄, Β΄, Νεεμίας, Τωβίτ, Ἰουδίθ, Ἐσθήρ, Ἐκδόσεις Ὀσελότος, Ἀθήνα, Σεπτέμβριος 2021.

Edgar Allan Poe, Τὸ Κοράκι καὶ Ἄνναμπελ Λή, Ἐκδόσεις Ὀσελότος, Ἀθήνα, Μάρτιος 2017. Ποιητικὴ συλλογὴ Κύριε, ποιανοῦ φωνή;, Ἐκδόσεις Ὀσελότος, Ἀθήνα, Μάρτιος 2017.

ΤιΤλος ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ, ΚΡΙΤΑΙ, ΡΟΥΘ ςυγγραφέας Ἀθανάσιος Θ. Χαραλαμπίδης έπιmέλέια - Διορθωςη Ἀθανάσιος Θ. Χαραλαμπίδης Layout - Design Myrtilo, Λένα Παντοπούλου Copyright© 2022 Ἀθανάσιος Θ. Χαραλαμπίδης πρωΤη έκΔοςη Ἀθήνα, Σεπτέμβριος 2022 ISBN 978-618-205-331-7

Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας, (Ν. 2121/1993, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) καθώς και από τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται η καθ’ οιονδήποτε τρόπο ή μέσο (ηλεκτρονικό, μηχανικό ή άλλο) αντιγραφή, φωτοανατύπωση και γενικώς αναπαραγωγή, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου χωρίς τη γρα πτή άδεια του δικαιούχου συγγραφέα. ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα | ΤΗΛ.: 210 64 31 108 ocelotos@ocelotos.gr | www.ocelotos.gr
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ………………………………………………………………………………..11 ΚΡΙΤΑΙ………………………………………………………………………………………………..149 ΡΟΥΘ…………………………………………………………………………………………………315 7

ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο τῶν Ἑβδομήκοντα (Ο΄) ἀκολουθεῖ πιστὰ τὸ κείμενο τῆς ἔκδοσης τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὅπως αὐτὸ εἶναι καταχωρημένο στὸν ἱστότοπο τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας στὸ διαδίκτυο (http://www.apostolikidiakonia.gr). Οἱ ὅποιες διορθώσεις ἔγιναν σὲ λάθος γραμματικοὺς τύπους ἢ λέξεις τοῦ κειμένου δηλώνονται στὸ τέλος ἑκάστου κεφαλαίου. Ἡ διάταξη τοῦ ἀρχαίου κειμένου σὲ στίχους (ὅσον ἀφορᾶ τὸ κεφάλαιο 5 τοῦ βιβλίου Κριταὶ) βασίστηκε στὴν κριτικὴ ἔκδοση τοῦ Alfred Rahlfs (βλ. Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς Ο΄ (Septuaginta), Ἐπιστημονικὴ ἐπιμέλεια Prof. D. Dr. Alfred Rahlfs, Βιβλικὴ Ἐταιρία, Ἀθῆναι). Τέλος, ἡ διάταξη τοῦ ἀρχαίου κειμένου σὲ παραγράφους, προκειμένου γιὰ τὴν ἀρχὴ κάθε κεφαλαίου βασίστηκε στὴν κριτικὴ ἔκδοση τοῦ Rahlfs [ἐκτὸς ἀπὸ μία περίπτωση (Ρούθ, κεφ. 3), ὅπου αὐτὸ δὲν ἦταν δυνατό, λόγῳ τῆς διαφορᾶς ποὺ ὑπάρχει στὴν ἔναρξη τοῦ κεφαλαίου ἀνάμεσα στὰ δύο κείμενα], ἐνῶ προκειμένου γιὰ τὸ ἐσωτερικὸ τῶν κεφαλαίων βασίστηκε στὸ κείμενο τῆς ἔκδοσης τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας. Ἑλληνικὸ σύστημα ἀρίθμησης τῶν κεφαλαίων: 1 (Α΄), 2 (Β΄), 3 (Γ΄), 4 (Δ΄), 5 (Ε΄), 6 (Ϛ΄), 7 (Ζ΄), 8 (Η΄), 9 (Θ΄), 10 (Ι΄), 11 (ΙΑ΄), 12 (ΙΒ΄), 13 (ΙΓ΄), 14 (ΙΔ΄), 15 (ΙΕ΄), 16 (ΙϚ΄), 17 (ΙΖ΄), 18 (ΙΗ΄), 19 (ΙΘ΄), 20 (Κ΄), 21 (ΚΑ΄), 22 (ΚΒ΄), 23 (ΚΓ΄), 24 (ΚΔ΄). Ἡ μετάφραση τῶν βιβλίων τοῦ τόμου αὐτοῦ ἐκπονήθηκε ἀπὸ Πέμπτη 12 Αὐγούστου 2021 ὡς Δευτέρα 4 Ἰουλίου 2022.

ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Τὸ
9

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΕΚ ΤΩΝ Ο΄ Α. Θ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ

ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ
ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ

ΚΑΙ ἐγένετο μετὰ τὴν τελευτὴν Μωυσῆ, εἶπε Κύριος τῷ ᾿Ιησοῖ υἱῷ Ναυὴ τῷ ὑπουργῷ Μωυσῆ λέγων· 2 Μωυσῆς ὁ θεράπων μου τετελεύτηκε· νῦν οὖν ἀναστὰς διάβηθι τὸν ᾿Ιορδάνην, σὺ καὶ πᾶς ὁ λαὸς οὗτος εἰς τὴν γῆν, ἣν ἐγὼ δίδωμι αὐτοῖς. 3 πᾶς ὁ τόπος, ἐφ’ ὃν ἂν ἐπιβῆτε τῷ ἴχνει τῶν ποδῶν ὑμῶν, ὑμῖν δώσω αὐτόν, ὃν τρόπον εἴρηκα τῷ Μωυσῇ, 4 τὴν ἔρημον καὶ τὸν ᾿Αντιλίβανον ἕως τοῦ ποταμοῦ τοῦ μεγάλου ποταμοῦ Εὐφράτου, καὶ ἕως τῆς θαλάσσης τῆς ἐσχάτης ἀφ’ ἡλίου δυσμῶν ἔσται τὰ ὅρια ὑμῶν. 5 οὐκ ἀντιστήσεται ἄνθρωπος κατενώπιον ὑμῶν πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου, καὶ ὥσπερ ἤμην μετὰ Μωυσῆ, οὕτως ἔσομαι καὶ μετὰ σοῦ καὶ οὐκ ἐγκαταλείψω σε, οὐδ’ ὑπερόψομαί σε. 6 ἴσχυε καὶ ἀνδρίζου, σὺ γὰρ ἀποδιελεῖς τῷ λαῷ τούτῳ τὴν γῆν, ἣν ὤμοσα τοῖς πατράσιν ὑμῶν δοῦναι αὐτοῖς. 7 ἴσχυε οὖν καὶ ἀνδρίζου, φυλάσσεσθαι καὶ ποιεῖν καθότι ἐνετείλατό σοι Μωυσῆς ὁ παῖς μου, καὶ οὐκ ἐκκλινεῖς ἀπ’ αὐτῶν εἰς δεξιὰ οὐδὲ εἰς ἀριστερά, ἵνα συνῇς ἐν πᾶσιν οἷς ἐὰν πράσσῃς. 8 καὶ οὐκ ἀποστήσεται ἡ βίβλος τοῦ νόμου τούτου ἐκ τοῦ στόματός σου, καὶ μελετήσεις ἐν αὐτῷ ἡμέρας καὶ νυκτός, ἵνα εἰδῇς ποιεῖν πάντα τὰ γεγραμμένα· τότε εὐοδωθήσῃ, καὶ εὐοδώσεις τὰς ὁδούς σου καὶ τότε συνήσεις. 9 ἰδοὺ ἐντέταλμαί σοι· ἴσχυε καὶ ἀνδρίζου, μὴ δειλιάσῃς, μηδὲ φοβηθῇς, ὅτι μετὰ σοῦ Κύριος ὁ Θεός σου εἰς πάντα, οὗ ἐὰν πορεύῃ. 10 Καὶ ἐνετείλατο ᾿Ιησοῦς τοῖς γραμματεῦσι τοῦ λαοῦ λέγων· 11 εἰσέλθατε κατὰ μέσον τῆς παρεμβολῆς τοῦ λαοῦ καὶ ἐντείλασθε τῷ λαῷ λέγοντες· ἑτοιμάζεσθε ἐπισιτισμόν, ὅτι ἔτι τρεῖς ἡμέραι καὶ ὑμεῖς διαβαίνετε τὸν ᾿Ιορδάνην τοῦτον εἰσελθόντες κατασχεῖν τὴν γῆν, ἣν Κύριος ὁ Θεὸς τῶν πατέρων ὑμῶν δίδωσιν ὑμῖν. 12 καὶ τῷ Ρουβὴν καὶ τῷ Γὰδ καὶ τῷ ἡμίσει φυλῆς Μανασσῆ εἶπεν ᾿Ιησοῦς· 13 μνήσθητε τὸ ρῆμα, ὃ ἐνετείλατο ὑμῖν Μωυσῆς ὁ παῖς Κυρίου λέγων· Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν κατέπαυσεν ὑμᾶς καὶ ἔδωκεν ὑμῖν τὴν γῆν ταύτην. 14 αἱ γυναῖκες ὑμῶν καὶ τὰ παιδία ὑμῶν καὶ τὰ κτήνη ὑμῶν κατοικείτωσαν ἐν τῇ γῇ, ᾗ ἔδωκεν ὑμῖν, ὑμεῖς δὲ διαβήσεσθε εὔζωνοι πρότεροι τῶν ἀδελφῶν ὑμῶν, πᾶς ὁ ἰσχύων, καὶ συμμαχήσετε αὐτοῖς, 15 ἕως ἂν καταπαύσῃ Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν τοὺς ἀδελφοὺς ὑμῶν, ὥσπερ καὶ ὑμᾶς, καὶ κληρονομήσωσι καὶ οὗτοι τὴν γῆν, ἣν Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν δίδωσιν αὐτοῖς. καὶ ἀπελεύσεσθε ἕκαστος εἰς τὴν κληρονομίαν αὐτοῦ, ἣν ἔδωκεν ὑμῖν Μωυσῆς εἰς τὸ πέραν τοῦ ᾿Ιορδάνου ἐπ’ ἀνατολῶν ἡλίου. 16 καὶ ἀποκριθέντες τῷ ᾿Ιησοῖ εἶπαν· πάντα ὅσα ἐὰν ἐντείλῃ ἡμῖν, ποιήσομεν καὶ εἰς πάντα τόπον, οὗ ἐὰν ἀποστείλῃς ἡμᾶς, πορευσόμεθα· 17 κατὰ πάντα, ὅσα ἠκούσαμεν Μωυσῆ, ἀκουσόμεθά σου, πλὴν ἔστω Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν μετὰ σοῦ, ὃν τρόπον ἦν μετὰ Μωυσῆ. 18 ὁ δὲ ἄνθρωπος, ὃς ἂν ἀπειθήσῃ σοι, καὶ ὅστις μὴ ἀκούσῃ τῶν ρημάτων σου καθότι ἐὰν ἐντείλῃ αὐτῷ, ἀποθανέτω. ἀλλὰ ἴσχυε καὶ ἀνδρίζου. Σημείωση: στὸ ἐδάφιο

σὲ ᾿Ιησοῖ [ἡ διόρθωση ἔγινε μὲ βάση τὴν κριτικὴ ἔκδοση τοῦ

(βλ.

σημείωμα)].

1
16 τὸ ᾿Ιησοῦ διορθώθηκε
Rahlfs
Προλογικὸ
14 ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ

Καὶ μετὰ τὸν θάνατο, τοῦ Μωυσῆ τὴν τελευτή, μίλησε ὁ Κύριος στὸν Ἰησοῦ, τὸν γιὸ τοῦ Ναυή, τὸν βοηθὸ τοῦ Μωυσῆ, λέγοντάς του τὰ ἑξῆς· 2 ὁ Μωυσῆς, ὁ δοῦλος μου ὁ πιστός, ἔχει πεθάνει· τώρα λοιπὸν νὰ σηκωθεῖς, καὶ νὰ διαβεῖς τὸν Ἰορδάνη, ἐσὺ καὶ ὅλος ὁ λαὸς αὐτός, γιὰ νὰ εἰσέλθετε στὴ γῆ αὐτήν, ποὺ ἐγὼ σ’ αὐτοὺς παραχωρῶ. 3 Κάθε τόπο, τὸν ὁποῖον τὰ πόδια σας θὰ πατήσουν καὶ θὰ διαβοῦν, σὲ σᾶς θὰ δώσω ἐγὼ αὐτόν, μὲ ὅποιον τρόπο ἔχω πεῖ, καὶ ὑποσχεθεῖ στὸν Μωυσῆ, 4 πρὸς τὸν νότο, τὴν ἔρημο Κάδης, καὶ πρὸς βορρᾶν, τοῦ Ἀντιλιβάνου τὰ ὄρη καὶ τὴ γῆ, ὡς τὸν μεγάλο τὸν ποταμό, τὸν ποταμὸ Εὐφράτη, πρὸς τὴν ἀνατολή, καὶ μέχρι τῆς Μεσογείου, πρὸς δυσμάς, θαλάσσης τὴν ἀκτή, ἀπ’ τοῦ ἡλίου τὴ δύση ὡς τὴν ἀνατολή, θά ’ναι τὰ ὅρια τῆς δικῆς σας ἐπικράτειας καὶ τῆς γῆς. 5 Κανένας ἄνθρωπος δὲ θὰ μπορέσει ἐνώπιόν σας ν’ ἀντισταθεῖ, ὅλες τὶς μέρες τῆς ζωῆς σου, ὡς τὴ στερνή σου ἀναπνοή, καὶ ὅπως ἤμουν στὸ πλευρὸ διηνεκῶς τοῦ Μωυσῆ, ἔτσι θὰ εἶμαι διαπαντὸς ἐγὼ μαζί σου, καὶ ποτὲ δὲν πρόκειται νὰ σ’ ἐγκαταλείψω, οὔτε θὰ σὲ καταφρονήσω. 6 Νά ’σαι ἀνδρειωμένος καὶ δυνατός, γιατὶ ἐσὺ θὰ διαμοιράσεις σὲ τοῦτο τὸν λαό, τὴ γῆ αὐτὴν

ἔχω μὲ ὅρκο στοὺς πατέρες σας ὑποσχεθεῖ, νὰ παραχωρήσω σ’ αὐτοὺς ἐγώ. 7 Νά ’σαι ἀνδρειωμένος λοιπὸν καὶ δυνατός, καὶ νὰ φυλάσσεις πιστά, καὶ μὲ ἀκρίβεια νὰ τηρεῖς, ὅσα ὁ δοῦλος μου, ὁ Μωυσῆς, σὲ σένα ἔχει προστάξει, πᾶσα δική του ἐντολή, κι ἀπ’ αὐτὲς δὲ θὰ παρεκκλίνεις ἐσύ, οὔτε δεξιά, οὔτε ἀριστερά, γιὰ νὰ ἔχεις σύνεση, καὶ νὰ εὐοδώνονται, αὐτὰ ὅλα ποὺ πράττεις. 8 Καὶ τοῦ νόμου τούτου τὸ βιβλίο, ἀπὸ τὸ στόμα σου νὰ μὴν ἀπομακρύνεις, ἀλλὰ διαρκῶς τὰ ρήματά του, τὶς ἐντολές του νὰ διακηρύσσεις, κι αὐτὸ μέρα καὶ νύχτα θὰ μελετήσεις, ὅλα ὅσα γράφονται σ’ αὐτὸ γιὰ νὰ γνωρίσεις, καὶ ὅλα τὰ γραφόμενα μὲ ἀκρίβεια νὰ τηρήσεις· καὶ τότε θὰ εὐδοκιμεῖς καὶ θὰ εὐημερεῖς, καὶ κάθε σου ὁδὸς θὰ εὐοδωθεῖ, καὶ κατὰ πάντα τότε συνετὸς θὰ καταστεῖς. 9 Ἰδοὺ αὐτὴν σοῦ ἔχω δώσει τὴν ἐντολή· νά ’σαι ἀνδρειωμένος καὶ δυνατός, καὶ μὴ δειλιάσεις, μήτε ποτὲ νὰ φοβηθεῖς, γιατὶ μαζί σου εἶν’ ὁ Κύριος ὁ Θεός σου, ὁ Θεός, σὲ ὅλα σου τὰ ἔργα, σὲ κάθε σου ὁδό, ὅπου ἐσὺ κι ἂν πορευτεῖς. 10 Κι ἐντολὴ ἔδωσε τότε ὁ Ἰησοῦς, στοὺς γραμματεῖς τοῦ λαοῦ, λέγοντάς τους τὰ ἑξῆς· 11 εἰσέλθετε στὸ μέσο τοῦ στρατοπέδου τοῦ λαοῦ τοῦ Ἰσραήλ, καὶ στὸν λαὸ δῶστε διαταγή, λέγοντάς τους τὰ ἑξῆς· ἑτοιμάστε τροφὲς τώρα ἐσεῖς, γιατὶ μετὰ ἡμέρες τρεῖς, ἐσεῖς τὸν Ἰορδάνη τοῦτο θὰ διαβεῖτε ποταμό, γιὰ νὰ εἰσβάλετε καὶ νὰ καταλάβετε τὴ γῆ, τὴν ὁποίαν ὁ Κύριος, τῶν πατέρων σας ὁ Θεός, σὲ σᾶς αὐτὸς παραχωρεῖ. 12 Καὶ στοῦ Ρουβὴν τὴν φυλή, καὶ στὴν φυλὴ τοῦ Γάδ, καὶ στὸ ἥμισυ τῆς φυλῆς τοῦ Μανασσῆ, ὁ Ἰησοῦς εἶπε τὰ ἑξῆς· 13 θυμηθεῖτε τὸν λόγο, τὴν ἐντολή, ποὺ σὲ σᾶς ἔδωσε ὁ δοῦλος τοῦ Κυρίου, ὁ Μωυσῆς, λέγοντάς σας τὰ ἑξῆς· ὁ Κύριος ὁ Θεός σας, ἀνάπαυση σὲ σᾶς ἔχει χαρίσει, καὶ τὴ γῆ αὐτὴν ἔχει σὲ σᾶς παραχωρήσει. 14 Οἱ γυναῖκες σας καὶ τὰ παιδιά σας καὶ τὰ κτήνη σας μαζί, ἂς κατοικήσουν στὴ γῆ αὐτήν, τὴν ὁποίαν σὲ σᾶς ἔδωσε ὁ Θεός, ὅμως ἐσεῖς, τὰ ἐλαφριὰ ἔχοντας ὅπλα σας ζωστεῖ, τὸν Ἰορδάνη θὰ διαβεῖτε ποταμό, πρὶν ἀπ’ τοὺς ἀδελφούς σας, προπορευόμενοι αὐτῶν, κάθε ἄνδρας ἑτοιμοπόλεμος καὶ δυνατός, καὶ στὸ πλευρό τους θὰ πολεμήσετε, καὶ θὰ τοὺς βοηθήσετε, 15 ὡσότου ὁ Κύριος ὁ Θεός μας, ὁ Θεός, στοὺς ἀδελφούς

σὲ μᾶς ἐσύ, θὰ ἐκτελέσουμε αὐτὰ πιστὰ ἐμεῖς, καὶ σὲ ὅποιον τόπο θ’ ἀποστείλεις ἐμᾶς ἐσύ, θὰ πορευτοῦμε καὶ θὰ μεταβοῦμε ἐμεῖς ἐκεῖ· 17 κι ὅπως ὑπακούσαμε στὸν Μωυσῆ, ἐκτελώντας πιστὰ κάθε δική του διαταγή, ὁμοίως σὲ ὅλα θὰ ὑπακούσουμε σὲ σένα τώρα ἐμεῖς, μόνο μαζί σου ἂς εἶν’ ὁ Κύριος ὁ Θεός μας διαπαντός, ὅπως μαζὶ μὲ τὸν Μωυσῆ διηνεκῶς ἦταν αὐτός. 18 Καὶ κάθε ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος σὲ σένα θ’ ἀπειθήσει, κι ὅποιος

1
ποὺ
σας δώσει ἀνάπαυση αὐτός, ὅπως ἀνέπαυσε καὶ σᾶς, καὶ κληρονομήσουν καὶ αὐτοὶ τούτη τὴ γῆ, ποὺ σ’ αὐτοὺς ὁ Κύριος ὁ Θεός μας παραχωρεῖ. Καὶ μετὰ καθένας σας θὰ ἐπιστρέψει στῆς κληρονομίας του τὴ γῆ, τὴν ὁποίαν ἔδωσε σὲ σᾶς ὁ Μωυσῆς, στὴν πέραν πρὸς ἀνατολὰς τοῦ Ἰορδάνη περιοχή, ἐκεῖ ὅπου ὁ ἥλιος ἀνατέλλει τὴν αὐγή. 16 Καὶ ἀποκρίθηκαν στὸν Ἰησοῦ, καὶ εἶπαν τὰ ἑξῆς· ὅλα ὅσα διέταξες καὶ θὰ διατάξεις
ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ 15
16 ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ

στὰ ρήματά σου νὰ ὑπακούσει δὲν θελήσει, σὲ κάθε τὶ ποὺ θὰ διατάξεις αὐτὸν ἐσύ, αὐτὸς μὲ θάνατο ἂς τιμωρηθεῖ. Μόνο νὰ εἶσαι δυνατός, καὶ ἀνδρειωμένος διαπαντός. Σημείωση: ἐδάφιο 2, στὴ γῆ αὐτήν, στὴ γῆ τῆς Χαναάν· στὸ ἐδάφιο 3 τὸ εἴρηκα μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· τὸ ἴδιο καὶ τὸ ἐδάφιο 4· στὸ ἐδάφιο 5 τὸ ὡς τὴ στερνή σου ἀναπνοή, καὶ τὸ διηνεκῶς, καὶ τὸ διαπαντὸς δὲν ὑπάρχουν στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 7 τὸ πιστά, καὶ τὸ μὲ ἀκρίβεια· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ καθότι ἐνετείλατό σοι, καὶ τὸ ἵνα συνῇς ἐν πᾶσιν οἷς ἐὰν πράσσῃς μεταφράστηκαν πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἐδάφιο 8 τὸ ἀλλὰ διαρκῶς τὰ ρήματά του, τὶς ἐντολές του νὰ διακηρύσσεις, καὶ τὸ κατὰ πάντα δὲν ὑπάρχουν στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ ἵνα εἰδῇς ποιεῖν πάντα τὰ γεγραμμένα, καὶ τὸ εὐοδωθήσῃ μεταφράστηκαν πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἐδάφιο 9 τὸ ὁ Θεός δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἴδιο ἐδάφιο

ἐὰν πορεύῃ μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά·

ἐδάφιο

Ἰσραήλ δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 14 τὸ μαζί· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ διαβήσεσθε εὔζωνοι πρότεροι τῶν ἀδελφῶν ὑμῶν, πᾶς ὁ ἰσχύων, καὶ

αὐτοῖς μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἐδάφιο 15 τὸ ὁ Θεός δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ ἐπ’ ἀνατολῶν ἡλίου μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 16 τὸ ἐὰν ἐντείλῃ, καὶ τὸ πορευσόμεθα· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ πιστὰ δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἐδάφιο 17 τὸ κατὰ πάντα, ὅσα ἠκούσαμεν Μωυσῆ, ἀκουσόμεθά σου μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ διαπαντός, καὶ τὸ διηνεκῶς δὲν ὑπάρχουν στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἐδάφιο 18 τὸ μὴ ἀκούσῃ, καὶ τὸ ἀποθανέτω (ἂς θανατωθεῖ) μεταφράστηκαν πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ διαπαντός δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο.

τὸ εἰς πάντα, οὗ
στὸ
11 τὸ τοῦ
συμμαχήσετε
ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ 17

ΚΑΙ ἀπέστειλεν ᾿Ιησοῦς υἱὸς Ναυὴ ἐκ Σαττὶν δύο νεανίσκους κατασκοπεῦσαι λέγων· ἀνάβητε καὶ ἴδετε τὴν γῆν καὶ τὴν ῾Ιεριχώ. καὶ πορευθέντες οἱ δύο νεανίσκοι εἰσήλθοσαν εἰς ῾Ιεριχὼ καὶ εἰσήλθοσαν εἰς οἰκίαν γυναικὸς πόρνης, ᾗ ὄνομα Ραάβ, καὶ κατέλυσαν ἐκεῖ. 2 καὶ ἀπηγγέλη τῷ βασιλεῖ ῾Ιεριχὼ λέγοντες· εἰσπεπόρευνται ὧδε ἄνδρες τῶν υἱῶν ᾿Ισραὴλ κατασκοπεῦσαι τὴν γῆν. 3 καὶ ἀπέστειλεν ὁ βασιλεὺς ῾Ιεριχὼ καὶ εἶπε πρὸς Ραὰβ λέγων· ἐξάγαγε τοὺς ἄνδρας τοὺς εἰσπεπορευμένους εἰς τὴν οἰκίαν σου τὴν νύκτα, κατασκοπεῦσαι γὰρ τὴν γῆν ἥκασι. 4 καὶ λαβοῦσα ἡ γυνὴ τοὺς δύο ἄνδρας ἔκρυψεν αὐτοὺς καὶ εἶπεν αὐτοῖς λέγουσα· εἰσεληλύθασι πρός με οἱ ἄνδρες· 5 ὡς δὲ ἡ πύλη ἐκλείετο ἐν τῷ σκότει, καὶ οἱ ἄνδρες ἐξῆλθον, οὐκ ἐπίσταμαι ποῦ πεπόρευνται· καταδιώξατε ὀπίσω αὐτῶν, εἰ καταλήψεσθε αὐτούς. 6 αὕτη δὲ ἀνεβίβασεν αὐτοὺς ἐπὶ τὸ δῶμα καὶ ἔκρυψεν αὐτοὺς ἐν τῇ λινοκαλάμῃ τῇ ἐστοιβασμένῃ αὐτῇ ἐπὶ τοῦ δώματος. 7 καὶ οἱ ἄνδρες κατεδίω ξαν ὀπίσω αὐτῶν ὁδὸν τὴν ἐπὶ τοῦ ᾿Ιορδάνου ἐπὶ τὰς διαβάσεις, καὶ ἡ πύλη ἐκλείσθη. 8 καὶ ἐγένετο ὡς ἐξήλθοσαν οἱ διώκοντες ὀπίσω αὐτῶν καὶ αὐτοὶ δὲ πρὶν ἢ κοιμηθῆναι αὐτούς, αὕτη δὲ ἀνέβη πρὸς αὐτοὺς ἐπὶ τὸ δῶμα 9 καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· ἐπίσταμαι ὅτι ἔδωκεν ὑμῖν Κύριος τὴν γῆν, ἐπιπέπτωκε γὰρ ὁ φόβος ὑμῶν ἐφ’ ἡμᾶς· 10 ἀκηκόαμεν γὰρ ὅτι κατεξήρανε Κύριος ὁ Θεὸς τὴν ἐρυθρὰν θάλασσαν ἀπὸ προσώπου ὑμῶν, ὅτε ἐξεπορεύεσθε ἐκ γῆς Αἰγύπτου, καὶ ὅσα ἐποίησε τοῖς δυσὶ βασιλεῦσι τῶν ᾿Αμορραίων, οἳ ἦσαν πέραν τοῦ ᾿Ιορδάνου, τῷ Σηὼν καὶ ῎Ωγ, οὓς ἐξωλοθρεύσατε αὐτούς. 11 καὶ ἀκούσαντες ἡμεῖς ἐξέστημεν τῇ καρδίᾳ ἡμῶν, καὶ οὐκ ἔστη ἔτι πνεῦμα ἐν οὐδενὶ ἡμῶν ἀπὸ προσώπου ὑμῶν, ὅτι Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν Θεὸς ἐν οὐρανῷ ἄνω καὶ ἐπὶ τῆς γῆς κάτω. 12 καὶ νῦν ὀμόσατέ μοι Κύριον τὸν Θεόν, ὅτι ποιῶ ὑμῖν ἔλεος καὶ ποιήσατε καὶ ὑμεῖς ἔλεος ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ πατρός μου 13 καὶ ζωγρήσατε τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου, τὴν μητέρα μου καὶ τοὺς ἀδελφούς μου καὶ πάντα τὸν οἶκόν μου καὶ πάντα, ὅσα ἐστὶν αὐτοῖς, καὶ ἐξελεῖσθε τὴν ψυχήν μου ἐκ θανάτου. 14 καὶ εἶπαν αὐτῇ οἱ ἄνδρες· ἡ ψυχὴ ἡμῶν ἀνθ’ ὑμῶν εἰς θάνατον. καὶ αὐτὴ εἶπεν· ὡς ἂν παραδῷ Κύριος ὑμῖν τὴν πόλιν, ποιήσετε εἰς ἐμὲ ἔλεος καὶ ἀλήθειαν. 15 καὶ κατεχάλασεν αὐτοὺς διὰ τῆς θυρίδος 16 καὶ εἶπεν αὐτοῖς· εἰς τὴν ὀρεινὴν ἀπέλθετε, μὴ συναντήσωσιν ὑμῖν οἱ καταδιώκοντες, καὶ κρυβήσεσθε ἐκεῖ τρεῖς ἡμέρας, ἕως ἂν ἀποστρέψωσιν οἱ καταδιώκοντες ὀπίσω ὑμῶν, καὶ μετὰ ταῦτα ἀπελεύσεσθε εἰς τὴν ὁδὸν ὑμῶν. 17 καὶ εἶπαν πρὸς αὐτὴν οἱ ἄνδρες· ἀθῷοί ἐσμεν τῷ ὅρκῳ σου τούτῳ· 18 ἰδοὺ ἡμεῖς εἰσπορευόμεθα εἰς μέρος τῆς πόλεως, καὶ θήσεις τὸ σημεῖον, τὸ σπαρτίον τὸ κόκκινον τοῦτο ἐκδήσεις εἰς τὴν θυρίδα, δι’ ἧς κατεβίβασας ἡμᾶς δι’ αὐτῆς, τὸν δὲ πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου καὶ τοὺς ἀδελφούς σου καὶ πάντα τὸν οἶκον τοῦ πατρός σου συνάξεις πρὸς σεαυτὴν εἰς τὴν οἰκίαν σου. 19 καὶ ἔσται πᾶς, ὃς ἂν ἐξέλθῃ τὴν θύραν τῆς οἰκίας σου ἔξω, ἔνοχος ἑαυτῷ ἔσται, ἡμεῖς δὲ ἀθῷοι τῷ ὅρκῳ σου τούτῳ. καὶ ὅσοι ἐὰν γένωνται μετὰ σοῦ ἐν τῇ οἰκίᾳ σου, ἡμεῖς ἔνοχοι ἐσόμεθα. 20 ἐὰν

τις ἡμᾶς ἀδικήσῃ ἢ καὶ ἀποκαλύψῃ

ὅρκῳ σου τούτῳ.

2
δέ
τοὺς λόγους ἡμῶν τούτους, ἐσόμεθα ἀθῷοι τῷ
21 καὶ εἶπεν αὐτοῖς· κατὰ τὸ ρῆμα ὑμῶν ἔστω· καὶ ἐξαπέστειλεν αὐτούς. 22 καὶ ἐπορεύθησαν καὶ ἤλθοσαν εἰς τὴν ὀρεινὴν καὶ κατέμειναν ἐκεῖ τρεῖς ἡμέρας· καὶ ἐξεζήτησαν οἱ καταδιώκοντες πάσας τὰς ὁδοὺς καὶ οὐχ εὕροσαν. 23 καὶ ὑπέστρεψαν οἱ δύο νεανίσκοι καὶ κατέβησαν ἐκ τοῦ ὄρους καὶ διέβησαν πρὸς ᾿Ιησοῦν υἱὸν Ναυὴ καὶ διηγήσαντο αὐτῷ πάντα τὰ συμβεβηκότα αὐτοῖς. 24 καὶ εἶπαν πρὸς ᾿Ιησοῦν ὅτι παραδέδωκε Κύριος πᾶσαν τὴν γῆν ἐν χειρὶ ἡμῶν, καὶ κατέπτηχε πᾶς ὁ κατοικῶν τὴν γῆν ἐκείνην ἀφ’ ἡμῶν. 18 ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ

Κι ἀπέστειλε ὁ Ἰησοῦς, ὁ γιὸς τοῦ Ναυή, ἀπ’ τὴ Σαττὶν δυὸ νεανίσκους, γιὰ νὰ κατασκοπεύσουν αὐτὴν τὴ γῆ, λέγοντάς τους τὰ ἑξῆς· μεταβεῖτε τώρα ἐκεῖ ἐσεῖς, καὶ τῆς Χαναὰν ἐρευνῆστε τὴ γῆ, καὶ τῆς Ἱεριχοῦς ἐπίσης τὴ γῆ. Καὶ πορεύτηκαν οἱ δύο νέοι αὐτοί, καὶ εἰσῆλθαν στὴν Ἱεριχώ, καὶ στὴν οἰκία εἰσῆλθαν μιᾶς πόρνης γυναικός, τῆς ὁποίας ἦταν τ’ ὄνομα Ραάβ, καὶ διανυκτέρευσαν ἐκεῖ. 2 Καὶ στῆς Ἱεριχοῦς προσῆλθαν κάποιοι τὸν βασιλιά, καὶ τοῦ ἀνέφεραν αὐτὸ τὸ γεγονός, τὰ ρήματα λέγοντας αὐτά· ἔχουν εἰσέλθει τώρα ἐδῶ, κάποιοι ἄνδρες ἀπὸ τοὺς γιοὺς τοῦ Ἰσραήλ, γιὰ νὰ κατασκοπεύσουν αὐτὴν τὴ γῆ. 3 Κι ἀπέστειλε κάποιους ἀνθρώπους του τῆς Ἱεριχοῦς ὁ βασιλιάς, καὶ εἶπε στὴ Ραάβ, προστάζοντας αὐτά· βγάλε τώρα ἔξω τοὺς ἄνδρες, ποὺ ἔχουν τὴ νύχτα εἰσέλθει στὴν οἰκία σου, γιατὶ ἔχουν ἔρθει ἐδῶ αὐτοί, γιὰ νὰ κατασκοπεύσουν αὐτὴν τὴ γῆ. 4 Κι ἔλαβε ἡ γυναίκα τοὺς δυὸ ἄνδρες αὐτούς, καὶ καλὰ ἔκρυψε αὐτούς, καὶ ἀποκρίθηκε στοὺς ἀπεσταλμένους τοῦ βασιλιᾶ, λέγοντας αὐτά· πράγματι ἔχουν εἰσέλθει στὴν οἰκία μου οἱ ἄνδρες αὐτοί· 5 ὅταν σκοτάδι ὅμως εἶχε ἁπλωθεῖ πάνω στὴ γῆ, καὶ πλησίαζε ἡ ὥρα, τῆς πόλης ἡ πύλη νὰ σφραγιστεῖ, βγῆκαν ἀ π’ τὴν οἰκία μου οἱ ἄνδρες αὐτοί, καὶ καθόλου δὲ γνωρίζω, ποῦ αὐτοὶ ἔχουν πορευτεῖ· καταδιῶξτε αὐτοὺς λοιπὸν τώρα ἐσεῖς, μήπως καὶ τοὺς προφτάσετε, καὶ κατορθώσετε νὰ τοὺς συλλάβετε. 6 Αὐτὴ ὅμως, εἶχε στὸ δῶμα τῆς οἰκίας της αὐτοὺς ἐγκαίρως ἀνεβάσει, κι ἔκρυψε αὐτοὺς καλά, στοῦ λιναριοῦ τὴν καλαμιά, ποὺ εἶχε στὸ δῶμα τῆς οἰκίας της ἁπλώσει καὶ στοιβάξει. 7 Καὶ οἱ ἄνδρες ἔτρεξαν καὶ καταδίωξαν αὐτοὺς μετὰ σπουδῆς, τὸν δρόμο παίρνοντας πρὸς τὶς διαβάσεις τοῦ Ἰορδάνη ποὺ ὁδηγεῖ, καὶ τῆς πόλης εἶχε ἡ πύλη πίσω τους κλείσει καὶ σφραγιστεῖ. 8 Κι ὅταν αὐτοὶ ποὺ τοὺς καταδίωκαν, τρέχοντας πίσω τους μετὰ σπουδῆς, ἀπὸ τὴν πύλη τῆς πόλης εἶχαν βγεῖ, καὶ πρὶν αὐτοί, οἱ δύο νέοι, κοιμηθοῦν, αὐτὴ στῆς οἰκίας της ἀνέβηκε τὸ δῶμα πρὸς αὐτούς, 9 καὶ σ’ αὐτοὺς εἶπε τὰ ἑξῆς· γνωρίζω λοιπὸν ἐγὼ καλά, ὅτι ὁ Κύριος ἔδωσε τὴ γῆ αὐτὴν σὲ σᾶς, γιατὶ ὁ φόβος σας βαρὺς ἔχει πέσει πάνω σὲ μᾶς· 10 γιατὶ ἐμεῖς ἔχουμε ἀκούσει καὶ πληροφορηθεῖ, ὅτι ὁ Κύριος ὁ Θεός, ἐνώπιόν σας, θαυμαστά, τὴ θάλασσα εἶχε καταξηράνει τὴν Ἐρυθρά, ὅταν ἀπ’ τῆς Αἰγύπτου ἐσεῖς ἔξω πορευόσασταν τὴ γῆ, κι ἀκόμη ὅσα ἔκανε αὐτός, στοὺς δύο βασιλεῖς τῶν Ἀμορραίων, ποὺ ἦταν πέρ’ ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη ποταμό, στὸ ν Σηὼν καὶ τὸν Ὤγ, τοὺς ὁποίους ἐξολοθρεύσατε ὁλοσχερῶς. 11 Κι ὅταν ἀκούσαμε αὐτὰ ἐμεῖς, εἶχε ἡ καρδιά μας μέχρι ἑνὸς καταπλαγεῖ καὶ θορυβηθεῖ, καὶ δὲν ἀπέμεινε σὲ μᾶς ἐνώπιόν σας καμιὰ πνοή, γιατὶ ὁ Κύριος ὁ Θεός σας, ὁ Θεός, τὰ ἄνω κυβερνάει, τ’ οὐρανοῦ αὐτὸς εἶν’ ὁ Θεός, καὶ τὴ γῆ κάτω ἐξουσιάζει, ὁ Κύριος τῆς γῆς ὅλης εἶν’ αὐτός. 12 Καὶ τώρα, νὰ μοῦ ὁρκιστεῖτε στὸν Κύριο τὸν Θεό, ὅτι ὅπως ἔλεος ἔχω δείξει σὲ σᾶς ἐγώ, ἔτσι καὶ σεῖς στὸν οἶκο τοῦ πατρός μου ἔλεος θὰ δείξετε, 13 καὶ τοῦ πατρός μου ἐσεῖς τὸν οἶκο θὰ διαφυλάξετε, σῶο θ’ ἀφήσετε, καὶ τὴ μητέρα μου καὶ τοὺς ἀδελφούς μου κι ὅλο τὸν οἶκο μου θὰ προασπίσετε, κι ὅλα ὅσα σ’ αὐτοὺς ἀνήκουν, κι ἀπὸ τὸν θάνατο θὰ γλυτώσετε τὴ ζωή μου. 14 Καὶ σ’ αὐτὴν εἶπαν οἱ ἄνδρες τὰ ἑξῆς· τὴ ζωή μας θέτουμε ὡς ἐγγύηση ἐμεῖς,

ἂν χρειαστεῖ, ἐμεῖς νὰ θανατωθοῦμε,

πρὸς αὐτὴν εἶπαν οἱ ἄνδρες τὰ ἑξῆς· ἐμεῖς θὰ εἴμαστε ἀπαλλαγμένοι, ἀπὸ τὸν ὅρκο τοῦτο μὲ τὸν ὁποῖον ἐσὺ ἐμᾶς ἔχεις δεσμεύσει, ἂν δὲν τηρήσεις ἐσύ, ὅσα θὰ ποῦμε σὲ σένα τώρα ἐδῶ ἐμεῖς· 18 ἰδού, ὅταν λοιπὸν εἰσβάλουμε στὴν πόλη αὐτὴν ἐμεῖς, ὡς σημάδι τότε, τοῦτο τὸ κόκκινο σχοινί, μὲ τὸ ὁποῖο κατέβασες ἀπ’ τὸ παράθυρο ἐμᾶς ἐσύ, σὲ τοῦτο τὸ παράθυρο θὰ δέσεις, θ’ ἀναρτήσεις, καὶ τὸν πατέρα σου καὶ τὴ μητέρα σου καὶ τοὺς ἀδελφούς σου, κι ὅλο τὸν οἶκο τοῦ πατέρα σου ἐπίσης, στὴν οἰκία σου πλησίον σου αὐτοὺς θὰ συναθροίσεις. 19 Καὶ καθείς, ποὺ ἔξω ἀπ’ τὴ θύρα τῆς οἰκίας σου θὰ βγεῖ,

2
θὰ προτιμήσουμε,
παρὰ ἐσεῖς. Καὶ εἶπε αὐτή· ὅταν παραδώσει σὲ σᾶς ὁ Κύριος τὴν πόλη αὐτή, ἔλεος σὲ μένα ἐσεῖς νὰ δείξετε, καὶ τὶς ὑποσχέσεις σας νὰ τηρήσετε. 15 Κι ἀπ’ τὸ παράθυρο κατέβασε αὐτοὺς μ’ ἕνα σχοινί, 16 καὶ σ’ αὐτοὺς εἶπε τὰ ἑξῆς· πηγαίνετε στὴ γῆ τὴν ὀρεινή, μήπως αὐτοὶ ποὺ σᾶς καταδιώκουν σᾶς συναντήσουν, καὶ κρυφτεῖτε ἐκεῖ ἐσεῖς ἡμέρες τρεῖς, ὡσότου οἱ διῶκτες σας πίσω γυρίσουν, καὶ μετὰ ταῦτα, ὁλοταχῶς, στὴ δική σας πορευτεῖτε τὴν ὁδό. 17 Καὶ
ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ 19
20 ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ

θὰ φέρει ἀκέραιη τὴν εὐθύνη, γιὰ ὅ,τι σ’ αὐτὸν τότε συμβεῖ, ἐνῶ ἀπαλλαγμένοι θὰ εἴμαστε ἐμεῖς, ἀπὸ τὸν ὅρκο τοῦτο μὲ τὸν ὁποῖον ἔχεις δεσμεύσει ἐμᾶς ἐσύ. Γιὰ ὅσους ὅμως στὴν οἰκία σου μαζί σου τότε θὰ παραμείνουν, δική μας θά ’ναι ἡ εὐθύνη, ἂν ἀπολέσουν τὴ ζωή τους. 20 Ἂν πάλι κάποιος ἐμᾶς βλάψει, ἢ τοὺς λόγους μας αὐτοὺς ἀποκαλύψει καὶ ξεσκεπάσει, ἐμεῖς θὰ εἴμαστε ἀπαλλαγμένοι, ἀπὸ τὸν ὅρκο τοῦτο μὲ τὸν ὁποῖον ἐσὺ ἐμᾶς ἔχεις δεσμεύσει. 21 Καὶ εἶπε σ’ αὐτοὺς τότε αὐτή· ἔτσι ἂς γίνει, ὅπως ἐσεῖς ἔχετε πεῖ· κι αὐτοὺς φυγάδευσε παρευθύς. 22 Καὶ πορεύτηκαν αὐτοί, καὶ στὴ γῆ ἔφτασαν τὴν ὀρεινή, καὶ παρέμειναν ἐκεῖ ἡμέρες τρεῖς· κι αὐτοὶ ποὺ τοὺς καταδίωκαν, τοὺς ἀναζήτησαν παντοῦ, σὲ ὅλες τὶς διαβάσεις καὶ τὶς ὁδούς, καὶ δὲν βρήκανε αὐτούς. 23 Καὶ τότε ἀναχώρησαν οἱ δύο νέοι αὐτοί, καὶ κατέβηκαν ἀπὸ τὸ ὄρος μετὰ σπουδῆς, καὶ τὸν Ἰορδάνη διάβηκαν ποταμό, καὶ πρὸς τὸν Ἰησοῦ πορεύτηκαν, τὸν γιὸ τοῦ Ναυή, καὶ διηγήθηκαν σ’ αὐτὸν ἐκεῖ, ὅλα ὅσα εἶχαν σ’ αὐτοὺς συμβεῖ. 24 Κι ἀκόμη στὸν Ἰησοῦ εἶπαν αὐτοί, ὅτι πᾶσα ὁ Κύριος ἔχει στὰ χέρια μας παραδώσει αὐτὴν τὴ γῆ, καὶ ὅτι ὅσοι κατοικοῦν στὴ χώρα ἐκείνη, πᾶς τις ἐκεῖ, σφόδρα ἔχουν ἅπαντες ἐξαιτίας μας λιποψυχήσει καὶ πτοηθεῖ. Σημείωση: στὸ ἐδάφιο 1 τὸ τῆς Χαναὰν δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἐδάφιο 2 τὸ καὶ ἀπηγγέλη τῷ βασιλεῖ ῾Ιεριχὼ λέγοντες μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἐδάφιο 4 τὸ καλὰ, καὶ τὸ πράγματι δὲν ὑπάρχουν στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ αὐτοῖς μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 5 τὸ ὡς δὲ ἡ πύλη ἐκλείετο ἐν τῷ σκότει, καὶ τὸ εἰ καταλήψεσθε αὐτούς· στὸ ἐδάφιο 6 τὸ ἐγκαίρως, καὶ τὸ καλά, καὶ τὸ ἁπλώσει δὲν ὑπάρχουν στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἐδάφιο 7 τὸ κατεδίωξαν ὀπίσω αὐτῶν, καὶ τὸ ἡ πύλη ἐκλείσθη μεταφράστηκαν πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 8 τὸ ὡς ἐξήλθοσαν οἱ διώκοντες ὀπίσω αὐτῶν, καὶ τὸ αὐτοὶ, καὶ τὸ αὐτούς (μετὰ τὸ κοιμηθῆναι)· στὸ ἐδάφιο 10 τὸ θαυμαστά, καὶ τὸ ὁλοσχερῶς δὲν ὑπάρχουν στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἴδιο ἐδάφιο, ἔξω πορευόσασταν, φεύγατε· στὸ ἐδάφιο 11 τὸ ἐξέστημεν, καὶ τὸ ἐν οὐδενὶ, καὶ τὸ Θεὸς ἐν οὐρανῷ ἄνω καὶ ἐπὶ τῆς γῆς κάτω μεταφράστηκαν πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ ὁ Θεός, μετὰ τὸ ὁ Θεός σας, δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἐδάφιο 13 τὸ ζωγρήσατε μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 14 τὸ ἡ ψυχὴ ἡμῶν ἀνθ’ ὑμῶν εἰς θάνατον· στὸ ἐδάφιο 15 τὸ μ’ ἕνα σχοινί δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 16 τὸ ὁλοταχῶς· στὸ ἐδάφιο 17 τὸ τῷ ὅρκῳ σου τούτῳ μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ ἂν δὲν τηρήσεις ἐσύ, ὅσα θὰ ποῦμε σὲ σένα τώρα ἐδῶ ἐμεῖς δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἐδάφιο 19 τὸ ἔνοχος ἑαυτῷ ἔσται, καὶ τὸ τῷ ὅρκῳ σου τούτῳ, καὶ τὸ ἡμεῖς ἔνοχοι ἐσόμεθα μεταφράστηκαν πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 20 τὸ τῷ ὅρκῳ σου τούτῳ· στὸ ἐδάφιο

21 τὸ παρευθύς δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἐδάφιο 22 τὸ ἐξεζήτησαν…πάσας τὰς ὁδοὺς μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἐδάφιο 23 τὸ μετὰ σπουδῆς δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ καὶ διέβησαν πρὸς ᾿Ιησοῦν μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 24 τὸ κατέπτηχε πᾶς ὁ κατοικῶν τὴν γῆν ἐκείνην. ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ 21

ΚΑΙ ὤρθρισεν ᾿Ιησοῦς τὸ πρωΐ, καὶ ἀπῆραν ἐκ Σαττὶν καὶ ἤλθοσαν ἕως τοῦ ᾿Ιορδάνου καὶ κατέλυσαν ἐκεῖ πρὸ τοῦ διαβῆναι. 2 καὶ ἐγένετο μετὰ τρεῖς ἡμέρας διῆλθον οἱ γραμματεῖς διὰ τῆς παρεμβολῆς 3 καὶ ἐνετείλαντο τῷ λαῷ λέγοντες· ὅταν ἴδητε τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου τοῦ Θεοῦ ἡμῶν καὶ τοὺς ἱερεῖς ἡμῶν καὶ τοὺς Λευΐτας αἴροντας αὐτήν, ἀπαρεῖτε ἀπὸ τὸν τόπον ὑμῶν καὶ πορεύσεσθε ὀπίσω αὐτῆς· 4 ἀλλὰ μακρὰν ἔστω ἀνὰ μέσον ὑμῶν καὶ ἐκείνης, ὅσον δισχιλίους πήχεις στήσεσθε· μὴ προσεγγίσητε αὐτῇ, ἵνα ἐπίστησθε τὴν ὁδόν, ἣν πορεύσεσθε αὐτήν· οὐ γὰρ πεπόρευσθε τὴν ὁδὸν ἀπ’ ἐχθὲς καὶ τρίτης ἡμέρας. 5 καὶ εἶπεν ᾿Ιησοῦς τῷ λαῷ· ἁγνίσασθε εἰς αὔριον, ὅτι αὔριον ποιήσει Κύριος ἐν ὑμῖν θαυμαστά. 6 καὶ εἶπεν ᾿Ιησοῦς τοῖς ἱερεῦσιν· ἄρατε τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου καὶ προπορεύεσθε τοῦ λαοῦ. καὶ ἦραν οἱ ἱερεῖς τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου καὶ ἐπορεύοντο ἔμπροσθεν τοῦ λαοῦ. 7 καὶ εἶπε Κύριος πρὸς ᾿Ιησοῦν· ἐν τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ ἄρχομαι ὑψῶσαί σε κατενώπιον πάντων υἱῶν ᾿Ισραήλ, ἵνα γνῶσιν ὅτι καθότι ἤμην μετὰ Μωυσῆ, οὕτως ἔσομαι καὶ μετὰ σοῦ. 8 καὶ νῦν ἔντειλαι τοῖς ἱερεῦσι τοῖς αἴρουσι τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης λέγων· ὡς ἂν εἰσέλθητε ἐπὶ μέρους τοῦ ὕδατος τοῦ ᾿Ιορδάνου, καὶ ἐν τῷ ᾿Ιορδάνῃ στήσεσθε. 9 καὶ εἶπεν ᾿Ιησοῦς τοῖς υἱοῖς ᾿Ισραήλ· προσαγάγετε ὧδε καὶ ἀκούσατε τὸ ρῆμα Κυρίου τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. 10 ἐν τούτῳ γνώσεσθε ὅτι Θεὸς ζῶν ἐν ὑμῖν καὶ ὀλοθρεύων ὀλοθρεύσει ἀπὸ προσώπου ἡμῶν τὸν Χαναναῖον καὶ τὸν Χετταῖον καὶ τὸν Φερεζαῖον καὶ τὸν Εὐαῖον καὶ τὸν ᾿Αμορραῖον καὶ τὸν Γεργεσαῖον καὶ τὸν ᾿Ιεβουσαῖον· 11 ἰδοὺ ἡ κιβωτὸς διαθήκης Κυρίου πάσης τῆς γῆς διαβαίνει τὸν ᾿Ιορδάνην. 12 προχειρίσασθε ὑμῖν δώδεκα ἄνδρας ἀπὸ τῶν υἱῶν ᾿Ισραήλ, ἕνα ἀφ’ ἑκάστης φυλῆς. 13 καὶ ἔσται ὡς ἂν καταπαύσωσιν οἱ πόδες τῶν ἱερέων τῶν αἰρόντων τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου πάσης τῆς γῆς ἐν τῷ ὕδατι τοῦ ᾿Ιορδάνου, τὸ ὕδωρ τοῦ ᾿Ιορδάνου ἐκλείψει, τὸ δὲ ὕδωρ τὸ καταβαῖνον στήσεται. 14 καὶ ἀπῆρεν ὁ λαὸς ἐκ τῶν σκηνωμάτων αὐτῶν διαβῆναι τὸν ᾿Ιορδάνην, οἱ δὲ ἱερεῖς ἤροσαν τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου πρότεροι τοῦ λαοῦ. 15 ὡς δὲ εἰσεπορεύοντο οἱ ἱερεῖς οἱ αἴροντες τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης ἐπὶ τὸν ᾿Ιορδάνην καὶ οἱ πόδες τῶν ἱερέων τῶν αἰρόντων τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου ἐβάφησαν εἰς μέρος τοῦ ὕδατος τοῦ ᾿Ιορδάνου· ὁ δὲ ᾿Ιορδάνης ἐπληροῦτο καθ’ ὅλην τὴν κρηπίδα αὐτοῦ ὡσεὶ ἡμέραι θερισμοῦ πυρῶν· 16 καὶ ἔστη τὰ ὕδατα τὰ καταβαίνοντα ἄνωθεν, ἔστη πῆγμα ἓν ἀφεστηκὸς μακρὰν σφόδρα σφοδρῶς ἕως μέρους Καριαθιαρίμ, τὸ δὲ καταβαῖνον κατέβη εἰς τὴν θάλασσαν ῎Αραβα, θάλασσαν ἁλός, ἕως εἰς τὸ τέλος ἐξέλιπε· καὶ ὁ λαὸς εἱστήκει ἀπέναντι ῾Ιεριχώ. 17 καὶ ἔστησαν οἱ ἱερεῖς οἱ αἴροντες τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου ἐπὶ ξηρᾶς ἐν μέσῳ τοῦ ᾿Ιορδάνου· καὶ πάντες οἱ υἱοὶ ᾿Ισραὴλ διέβαινον διὰ ξηρᾶς, ἕως συνετέλεσε πᾶς

3
ὁ λαὸς διαβαίνων τὸν ᾿Ιορδάνην. Σημείωση: στὸ ἐδάφιο 1 τὸ ἀπῇραν διορθώθηκε σὲ ἀπῆραν· στὸ ἐδάφιο 3 τὸ Λευίτας διορθώθηκε σὲ Λευΐτας· στὸ ἐδάφιο 6 τὸ ᾖραν διορθώθηκε σὲ ἦραν· στὸ ἐδάφιο 14 τὸ ἀπῇρεν διορθώθηκε σὲ ἀπῆρεν, καὶ τὸ ᾔροσαν σὲ ἤροσαν. 22 ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ

Καὶ σηκώθηκε ὁ Ἰησοῦς λίαν πρωί, κι ἀναχώρησε μαζὶ μὲ τὸν λαὸ ἀπ’ τὴ Σαττίν, καὶ ἦρθαν ὡς τὸν Ἰορδάνη ποταμό, καὶ στρατοπέδευσαν προσωρινὰ ἐκεῖ αὐτοί, προτοῦ διασχίσουνε αὐτόν. 2 Καὶ μετὰ ἡμέρες τρεῖς, τὸ στρατόπεδο διέσχισαν οἱ γραμματεῖς, 3 κι ἐντολὴ ἔδωσαν στὸν λαὸ τοῦ Ἰσραήλ, λέγοντας σὲ ὅλους τὰ ἑξῆς· ὅταν δεῖτε τὴν Κιβωτὸ τῆς διαθήκης τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ μας, καὶ τοὺς ἱερεῖς μας καὶ τοὺς Λευΐτες, νὰ σηκώνουν καὶ νὰ μεταφέρουνε αὐτήν, τότε θ’ ἀναχωρήσετε ἀπ’ τὶς θέσεις σας ἐσεῖς, καὶ θὰ πορευτεῖτε ὅλοι μαζὶ πίσω ἀπ’ αὐτήν· 4 ἀλλὰ πρέπει ἀπόσταση μεγάλη νὰ ὑπάρχει, ἀνάμεσα σὲ σᾶς καὶ σ’ ἐκείνη, μακριὰ ἀπ’ αὐτὴν ἐσεῖς σταθεῖτε, ἴσαμε δυὸ χιλιάδες πήχεις· αὐτὴν μὴν προσεγγίσετε, γιὰ νὰ γνωρίζετε τὴν ὁδό, τὴν ὁποίαν ὀφείλετε ν’ ἀκολουθήσετε· γιατὶ δὲν ἔχετε βαδίσει τὴν ὁδὸ αὐτὴν ἐσεῖς, οὔτε χθὲς οὔτε προχθὲς οὔτε ἄλλη μέρα πρὶν ἀπ’ αὐτήν. 5 Καὶ εἶπε ὁ Ἰησοῦς πρὸς τὸν λαὸ τοῦ Ἰσραήλ· καθαριστεῖτε κι ἐξαγνιστεῖτε γιὰ τὴν ἡμέρα τὴν αὐριανή, γιατὶ θὰ ἐπιτελέσει ὁ Κύριος αὔριο, ἀνάμεσα σὲ σᾶς, σημεῖα καὶ τέρατα, γεγονότα θαυμαστά. 6 Καὶ εἶπε ὁ Ἰησοῦς στοὺς ἱερεῖς· τὴν Κιβωτὸ τῆς διαθήκης τοῦ Κυρίου, σηκῶστε λοιπὸν τώρα ἐσεῖς, καὶ νὰ βαδίζετε μπροστὰ ἀπ’ τὸν λαὸ τοῦ Ἰσραήλ. Καὶ τὴν Κιβωτὸ τῆς διαθήκης τοῦ Κυρίου, σήκωσαν τότε οἱ ἱερεῖς, καὶ μπροστὰ ἀπ’ τὸν λαὸ διαρκῶς πορεύονταν αὐτοί. 7 Καὶ εἶπε ὁ Κύριος πρὸς τὸν Ἰησοῦ τοῦ Ναυή· ἀπ’ τὴν ἡμέρα ἐγὼ αὐτή, θ’ ἀρχίσω ἐσένα νὰ ἐξυψώνω καὶ νὰ δοξάζω, ἐνώπιον ὅλων τῶν υἱῶν τοῦ Ἰσραήλ, γιὰ νὰ γνωρίσουν ὅλοι αὐτοί, ὅτι ὅπως ἤμουν μαζὶ μὲ τὸν Μωυσῆ, ἔτσι ἐγὼ θά ’μαι μαζί σου ἐσαεί. 8 Καὶ τώρα, ἐντολὴ δῶσε στοὺς ἱερεῖς, σ’ αὐτοὺς ποὺ σηκώνουν καὶ κομίζουν, τὴν Κιβωτὸ τῆς διαθήκης τοῦ Κυρίου, λέγοντάς τους τὰ ἑξῆς· μόλις φτάσετε στὴν ὄχθη τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ, καὶ τὰ πόδια σας πατήσουν τὰ ὕδατά του καὶ βραχοῦν, ἐκεῖ τότε, στὸν Ἰορδάνη, εὐθὺς ἀμέσως θὰ σταματήσετε, καὶ πλέον δὲν θὰ προχωρήσετε. 9 Καὶ εἶπε ὁ Ἰησοῦς τότε στοὺς γιοὺς τοῦ Ἰσραήλ· πλησιάστε τώρα ἐδῶ ἐσεῖς, καὶ τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ μας ἀκοῦστε τὸ ρῆμα μὲ προσοχή. 10 Καὶ μὲ τοῦτο τὸ σημεῖο θὰ γνωρίσετε καλά, ὅτι ὁ Θεὸς ὁ ζωντανὸς εἶναι ἀνάμεσα σὲ σᾶς, κι ὅτι ἀπ’ τὸ πρόσωπό μας μπρὸς θὰ ἐξολοθρεύσει ὁλοσχερῶς, τοὺς Χαναναίους καὶ τοὺς Χετταίους καὶ Φερεζαίους, καὶ τοὺς Εὐαίους καὶ Ἀμορραίους καὶ Γεργεσαίους καὶ Ἰεβουσαίους· 11 ἰδοὺ λοιπόν, τ ῆς διαθήκης τοῦ Κυρίου ὅλης τῆς γῆς ἡ Κιβωτός, θαυμαστὰ τὸν Ἰορδάνη διαβαίνει τώρα ποταμό. 12 Ἐκλέξτε γιὰ σᾶς τώρα ἐσεῖς, δώδεκα ἄνδρες ἀπ’ τοὺς γιοὺς τοῦ Ἰσραήλ, ἕναν ἄνδρα ἀπὸ κάθε φυλή. 13 Κι ὅταν οἱ πόδες σταματήσουν τῶν ἱερέων, αὐτῶν ποὺ τὴν Κιβωτὸ τῆς διαθήκης τοῦ Κυρίου μεταφέρουν, τοῦ Κυρίου ὅλης τῆς γῆς, μόλις τοῦ Ἰορδάνη τὰ ὕδατα πατήσουνε αὐτοί, τότε τὸ ὕδωρ τοῦ Ἰορδάνη, ποὺ ρέει πρὸς τὰ κάτω, τὴν πορεία του θὰ συνεχίσει, ὡσότου ὁλοσχερῶς αὐτὸ ἐκλείψει, ἐνῶ τὸ ὕδωρ ποὺ κατεβαίνει ἀπὸ πάνω, εὐθὺς ἀμέσως θὰ σταθεῖ, αἴφνης νὰ ρέει αὐτὸ ἐκεῖ θὰ σταματήσει. 14 Κι ἀπ’ τὶς σκηνές του τότε ἀναχώρησε ὁ λαός, γιὰ νὰ διαβεῖ τὸν Ἰορδάνη ποταμό, ἐνῶ οἱ ἱερεῖς, σήκωσαν τῆς διαθήκης τοῦ Κυρίου τὴν Κιβωτό, πορευόμενοι διαρκῶς αὐτοὶ μπροστὰ ἀπ’ τὸν λαό. 15 Κι ὅταν ἔφτασαν οἱ ἱερεῖς, ποὺ μετέφεραν τῆς

κατέβαιναν ἀπὸ πάνω, στάθηκαν τότε παρευθύς, καὶ

ἀπέκτησαν μορφή, σὰν ἕνα τεῖχος ποὺ ἐκτεινόταν μακριὰ σφοδρὰ πάρα πολύ, ὡς τῆς Καριαθιαρὶμ τῆς πόλης φτάνοντας τὴ γῆ, ἐνῶ τὸ ὕδωρ ποὺ ἔρεε πρὸς τὰ κάτω, εἶχε στὴ θάλασσα τῆς Ἄραβα κοιλάδας κατεβεῖ, στὴ θάλασσα τὴν Ἁλμυρά, στὴ Νεκρὰ θάλασσα δηλαδή, ὡσότου εἶχε ὁλοσχερῶς αὐτὸ ἐκλείψει κι ἐξαντληθεῖ· καὶ στὴν ὄχθη ἔκθαμβος καὶ ὄρθιος ὁ λαὸς εἶχε σταθεῖ, ἀπ’ τῆς Ἱεριχοῦς αὐτὸς ἀπέναντι τὴ γῆ. 17 Καὶ στάθηκαν οἱ ἱερεῖς, ποὺ μετέφεραν τῆς διαθήκης τοῦ Κυρίου τὴν Κιβωτό, στὸ μέσο τότε τοῦ Ἰορδάνη, σὲ γῆ ξηρά, σ’ ἔδαφος στέρεο καὶ στεγνό· καὶ ἅπα-

3
διαθήκης τὴν Κιβωτό, μπροστὰ στὸν Ἰορδάνη ποταμό, καὶ μόλις οἱ πόδες τῶν ἱερέων, ποὺ μετέφεραν τῆς διαθήκης τοῦ Κυρίου τὴν Κιβωτό, εἶχαν στὴν ὄχθη τοῦ Ἰορδάνη βυθιστεῖ, κι ἀπὸ τὰ ὕδατά του εἶχαν πάραυτα βραχεῖ, ὁ Ἰορδάνης εἶχε τότε πλημμυρίσει, καὶ εἶχαν σὲ ὅλη του τὴν κοίτη τὰ ὕδατά του ὑπερχειλίσει, καὶ τὶς ὄχθες του ποτίσει, ὅπως συμβαίνει συνήθως αὐτό, κατὰ τὶς μέρες τοῦ θερισμοῦ τῶν σιτηρῶν· 16 καὶ τὰ ὕδατα ποὺ
στερεὴ ἐκεῖ αὐτὰ αἴφνης
ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ 23
24 ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ

ντες οἱ γιοὶ τοῦ Ἰσραήλ, βαδίζοντας ἐπάνω στὴν ξηρά, διέσχιζαν τὸν Ἰορδάνη ποταμό, ὡσότου διέσχισε αὐτόν, ὅλος συλλήβδην ὁ λαός. Σημείωση: στὸ ἐδάφιο 1 τὸ ἀπῆραν μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 3 τὸ τῷ λαῷ λέγοντες· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ ὅλοι μαζὶ δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· ἐδάφιο 4, δυὸ χιλιάδες πήχεις, περίπου χίλια μέτρα· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ καὶ τρίτης ἡμέρας μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἐδάφιο 5 τὸ τοῦ Ἰσραήλ δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ θαυμαστά μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἐδάφιο 6 τὸ τοῦ Ἰσραήλ, καὶ τὸ διαρκῶς δὲν ὑπάρχουν στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 7 τὸ τοῦ Ναυή, καὶ τὸ ἐσαεί· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 8 τὸ τοῦ Κυρίου, καὶ τὸ καὶ βραχοῦν, καὶ τὸ εὐθὺς ἀμέσως, καὶ τὸ καὶ πλέον δὲν

στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ ὡς ἂν εἰσέλθητε ἐπὶ μέρους

ὕδατος τοῦ

ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἐδάφιο

ἑλληνικὸ

μεταφράστηκαν πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 14 τὸ πρότεροι τοῦ λαοῦ· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 15 τὸ ἐβάφησαν εἰς μέρος τοῦ ὕδατος τοῦ ᾿Ιορδάνου, καὶ τὸ ἐπληροῦτο καθ’ ὅλην τὴν κρηπίδα αὐτοῦ ὡσεὶ ἡμέραι θερισμοῦ πυρῶν· στὸ ἴδιο ἐδάφιο, τῶν σιτηρῶν, γιὰ τὴν ἀκρίβεια, τῶν σίτων, τῶν σιταριῶν (πυρῶν, στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο)· στὸ ἐδάφιο 16 τὸ παρευθύς, καὶ τὸ κοιλάδας, καὶ τὸ στὴν ὄχθη ἔκθαμβος δὲν ὑπάρχουν στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ ἔστη πῆγμα ἓν ἀφεστηκὸς…ἕως μέρους Καριαθιαρίμ, καὶ τὸ θάλασσαν ἁλός μεταφράστηκαν πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 17 τὸ ἐπὶ ξηρᾶς· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ συλλήβδην δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο.

θὰ προχωρήσετε·
τοῦ
᾿Ιορδάνου μεταφράστηκε πιστά,
9 τὸ μὲ προσοχή δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο
κείμενο· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 10 τὸ καλά· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 11 τὸ θαυμαστὰ· στὸ ἐδάφιο 13 τὸ ἐν τῷ ὕδατι τοῦ ᾿Ιορδάνου, καὶ τὸ τὸ ὕδωρ τοῦ ᾿Ιορδάνου ἐκλείψει, τὸ δὲ ὕδωρ τὸ καταβαῖνον στήσεται
ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ 25

ΚΑΙ ἐπεὶ συνετέλεσε πᾶς ὁ λαὸς διαβαίνων τὸν ᾿Ιορδάνην, καὶ εἶπε Κύριος τῷ ᾿Ιησοῖ λέγων· 2 παραλαβὼν ἄνδρας ἀπὸ τοῦ λαοῦ, ἕνα ἀφ’ ἑκάστης φυλῆς, 3 σύνταξον αὐτοῖς λέγων· ἀνέλεσθε ἐκ μέσου ᾿Ιορδάνου ἑτοίμους δώδεκα λίθους καὶ τούτους διακομίσαντες ἅμα ὑμῖν αὐτοῖς, θέτε αὐτοὺς ἐν τῇ στρατοπεδείᾳ ὑμῶν, οὗ ἐὰν παρεμβάλητε ἐκεῖ τὴν νύκτα. 4 καὶ ἀνακαλεσάμενος ᾿Ιησοῦς δώδεκα ἄνδρας τῶν ἐνδόξων ἀπὸ τῶν υἱῶν ᾿Ισραήλ, ἕνα ἀφ’ ἑκάστης φυλῆς, 5 εἶπεν αὐτοῖς· προσαγάγετε ἔμπροσθέν μου πρὸ προσώπου Κυρίου εἰς μέσον τοῦ ᾿Ιορδάνου, καὶ ἀνελόμενος ἐκεῖθεν ἕκαστος λίθον ἀράτω ἐπὶ τῶν ὤμων αὐτοῦ κατὰ τὸν ἀριθμὸν τῶν δώδεκα φυλῶν τοῦ ᾿Ισραήλ, 6 ἵνα ὑπάρχωσιν ὑμῖν οὗτοι εἰς σημεῖον κείμενον διαπαντός, ἵνα ὅταν ἐρωτᾷ σε ὁ υἱός σου αὔριον λέγων, τί εἰσιν οἱ λίθοι οὗτοι ἡμῖν; 7 καὶ σὺ δηλώσεις τῷ υἱῷ σου λέγων· ὅτι ἐξέλιπεν ὁ ᾿Ιορδάνης ποταμὸς ἀπὸ προσώπου κιβωτοῦ διαθήκης Κυρίου πάσης τῆς γῆς, ὡς διέβαινεν αὐτόν· καὶ ἔσονται οἱ λίθοι οὗτοι ὑμῖν μνημόσυνον τοῖς υἱοῖς ᾿Ισραὴλ ἕως τοῦ αἰῶνος. 8 καὶ ἐποίησαν οὕτως οἱ υἱοὶ ᾿Ισραήλ, καθότι ἐνετείλατο Κύριος τῷ ᾿Ιησοῖ, καὶ ἀναλαβόντες δώδεκα λίθους ἐκ μέσου τοῦ ᾿Ιορδάνου, καθάπερ συνέταξε Κύριος τῷ ᾿Ιησοῖ ἐν τῇ συντελείᾳ τῆς διαβάσεως τῶν υἱῶν ᾿Ισραήλ, καὶ διεκόμισαν ἅμα ἑαυτοῖς εἰς τὴν παρεμβολὴν καὶ ἀπέθηκαν ἐκεῖ. 9 ἔστησε δὲ ᾿Ιησοῦς καὶ ἄλλους δώδεκα λίθους ἐν αὐτῷ τῷ ᾿Ιορδάνῃ ἐν τῷ γενομένῳ τόπῳ ὑπὸ τοὺς πόδας τῶν ἱερέων τῶν αἰρόντων τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου, καί εἰσιν ἐκεῖ ἕως τῆς σήμερον ἡμέρας. 10 εἱστήκεισαν δὲ οἱ ἱερεῖς οἱ αἴροντες τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης ἐν τῷ ᾿Ιορδάνῃ, ἕως οὗ συνετέλεσεν ᾿Ιησοῦς πάντα, ἃ ἐνετείλατο Κύριος ἀναγγεῖλαι τῷ λαῷ, καὶ ἔσπευσεν ὁ λαὸς καὶ διέβησαν. 11 καὶ ἐγένετο ὡς συνετέλεσε πᾶς ὁ λαὸς διαβῆναι, καὶ διέβη ἡ κιβωτὸς τῆς διαθήκης Κυρίου, καὶ οἱ λίθοι ἔμπροσθεν αὐτῶν. 12 καὶ διέβησαν οἱ υἱοὶ Ρουβὴν καὶ οἱ υἱοὶ Γὰδ καὶ οἱ ἡμίσεις φυλῆς Μανασσῆ διεσκευασμένοι ἔμπροσθεν τῶν υἱῶν ᾿Ισραήλ, καθάπερ ἐνετείλατο αὐτοῖς Μωυσῆς. 13 τετρακισμύριοι εὔζωνοι εἰς μάχην διέβησαν ἐναντίον Κυρίου εἰς πόλεμον πρὸς τὴν ῾Ιεριχὼ πόλιν. 14 ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ ηὔξησε Κύριος τὸν ᾿Ιησοῦν ἐναντίον τοῦ παντὸς γένους ᾿Ισραήλ, καὶ ἐφοβοῦντο αὐτόν, ὥσπερ Μωυσῆν, ὅσον χρόνον ἔζη. 15 Καὶ εἶπε Κύριος τῷ ᾿Ιησοῖ λέγων· 16 ἔντειλαι τοῖς ἱερεῦσι τοῖς αἴρουσι τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης τοῦ μαρτυρίου Κυρίου ἐκβῆναι ἐκ τοῦ ᾿Ιορδάνου. 17 καὶ ἐνετείλατο ᾿Ιησοῦς τοῖς ἱερεῦσι λέγων· ἔκβητε ἐκ τοῦ ᾿Ιορδάνου. 18 καὶ ἐγένετο ὡς ἐξέβησαν οἱ ἱερεῖς οἱ αἴροντες τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου ἐκ τοῦ ᾿Ιορδάνου καὶ ἔθηκαν τοὺς πόδας ἐπὶ τῆς γῆς, ὥρμησε τὸ ὕδωρ τοῦ ᾿Ιορδάνου κατὰ χώραν καὶ ἐπορεύετο καθὰ χθὲς καὶ τρίτην ἡμέραν δι’ ὅλης τῆς κρηπίδος. 19 καὶ ὁ λαὸς ἀνέβη ἐκ τοῦ ᾿Ιορδάνου δεκάτῃ τοῦ μηνὸς τοῦ πρώτου· καὶ κατεστρατοπ έδευσαν οἱ υἱοὶ ᾿Ισραὴλ ἐν Γαλγάλοις κατὰ μέρος τὸ πρὸς ἡλίου ἀνατολὰς ἀπὸ τῆς ῾Ιεριχώ. 20 καὶ τοὺς δώδεκα λίθους τούτους, οὓς ἔλαβεν ἐκ τοῦ ᾿Ιορδάνου, ἔστησεν ᾿Ιησοῦς ἐν Γαλγάλοις 21 λέγων· ὅταν ἐρωτῶσιν ὑμᾶς οἱ υἱοὶ ὑμῶν λέγοντες· τί εἰσιν οἱ λίθοι οὗτοι; 22 ἀναγγείλατε τοῖς υἱοῖς ὑμῶν, ὅτι ἐπὶ ξηρᾶς διέβη ᾿Ισραὴλ τὸν ᾿Ιορδάνην τοῦτον, 23 ἀποξηράναντος Κυρίου τοῦ Θεοῦ ἡμῶν

ὕδωρ τοῦ ᾿Ιορδάνου ἐκ τῶν ἔμπροσθεν

Κύριος

4
τὸ
αὐτῶν, μέχρις οὗ διέβησαν· καθάπερ ἐποίησε
ὁ Θεὸς ἡμῶν τὴν ἐρυθρὰν θάλασσαν, ἣν ἀπεξήρανε Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν ἔμπροσθεν ἡμῶν, ἕως παρήλθομεν, 24 ὅπως γνῶσι πάντα τὰ ἔθνη τῆς γῆς, ὅτι ἡ δύναμις τοῦ Κυρίου ἰσχυρά ἐστι, καὶ ἵνα ὑμεῖς σέβησθε Κύριον τὸν Θεὸν ἡμῶν ἐν παντὶ χρόνῳ 26 ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ

Κι ὅταν ὅλος ὁ λαός, μέχρι ἑνός, εἶχε διαβεῖ τὸν Ἰορδάνη ποταμό, μίλησε ὁ Κύριος στὸν Ἰησοῦ τοῦ Ναυή, λέγοντάς του τὰ ἑξῆς· 2 λάβε μαζί σου δώδεκα ἄνδρες ἀπ’ τὸν λαὸ τοῦ Ἰσραήλ, ἕναν ἄνδρα ἀπὸ κάθε φυλή, 3 καὶ σ’ αὐτοὺς δῶσε τώρα ἐντολή, λέγοντας τοῦτα σ’ αὐτοὺς ἐσύ· λάβετε ἀπ’ τὸ μέσο τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ, δώδεκα λίθους διαλεχτούς, ἀπὸ τὸν τόπο αὐτὸν ἐκεῖ, ὅπου τὰ πόδια τῶν ἱερέων εἶχαν σταθεῖ, καὶ μαζί σας πάρτε αὐτοὺς ἐσεῖς, κι ἔξω ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη ἐσεῖς αὐτοὺς νὰ μεταφέρετε, καὶ στὸ στρατόπεδό σας αὐτοὺς νὰ θέσετε, ἐκεῖ ὅπου θὰ στρατοπεδεύσετε, γιὰ νὰ διανυκτερεύσετε. 4 Καὶ προσκάλεσε τότε ὁ Ἰησοῦς, τοὺς δώδεκα ἄνδρες αὐτούς, ἔνδοξους ἄνδρες καὶ διαλεχτούς, μεταξὺ τῶν γιῶν τοῦ Ἰσραήλ, ἕναν ἄνδρα ἀπὸ κάθε φυλή, 5 καὶ σ’ αὐτοὺς εἶπε τὰ ἑξῆς· βαδίστε τώρα ἐνώπιόν μου ἐσεῖς λοιπόν, καὶ μπροστὰ ἀπ’ τῆς διαθήκης τοῦ Κυρίου τὴν Κιβωτό, καὶ στὸ μέσο μεταβεῖτε τοῦ Ἰορδάνη, κι ἕναν λίθο ἀπὸ ἐκεῖ τώρα καθένας σας ἂς λάβει, καὶ στοὺς ὤμους του αὐτὸν ἂς ἀναλάβει κι ἂς βαστάξει, καὶ δώδεκα οἱ λίθοι θά ’ναι αὐτοί, κατὰ τὸν ἀριθμὸ τῶν δώδεκα φυλῶν τοῦ Ἰσραήλ, 6 γιὰ νὰ εἶναι γιὰ σᾶς οἱ λίθοι αὐτοί, σημεῖο ποὺ θὰ μένει στοὺς αἰῶνες, ἐσαεί, ὥστε ὅταν αὔριο καὶ στὸ μέλλον ὁ γιός σου σὲ ρωτᾶ, λέγοντας αὐτὸς “τί ’ναι οἱ λίθοι αὐτοὶ ἐδῶ, τί σημαίνουν αὐτοὶ γιὰ μᾶς;”, 7 ἐσὺ στὸν γιό σου τότε θ’ ἀπαντᾶς, καθιστώντας σ’ αὐτὸν γνωστό, τὸ γεγονὸς αὐτὸ τὸ θαυμαστό, τοῦτα λέγοντας σ’ αὐτόν· ὅτι ὁ Ἰορδάνης ποταμός, αἴφνης σταμάτησε νὰ ρέει μὲ ὁρμή, καὶ ἡ κοίτη του εἶχε πάραυτα καὶ πλήρως ξεραθεῖ, μπροστὰ στῆς διαθήκης τοῦ Κυρίου τὴν Κιβωτό, τοῦ Κυρίου ὅλης τῆς γῆς, καθὼς ἐκείνη διάβαινε αὐτόν· καὶ γιὰ σᾶς θὰ εἶναι οἱ λίθοι αὐτοί, γιὰ σᾶς τοὺς γιοὺς τοῦ Ἰσραήλ, σημεῖο, ὑπόμνηση παντοτινή, μὲς στοὺς αἰῶνες, ἐσαεί, στῶν γενεῶν τὴ διαδοχή. 8 Καὶ τοιουτοτρόπως ἔπραξαν οἱ γιοὶ τοῦ Ἰσραήλ, ὅπως ὁ Κύριος τὸν Ἰησοῦ εἶχε διατάξει τοῦ Ναυή, καὶ λίθους δώδεκα εἶχαν λάβει, ἀπὸ τὸ μέσο τοῦ Ἰορδάνη, ἀκριβῶς ὅπως ὁ Κύριος τὸν Ἰησοῦ εἶχε διατάξει, ὅταν οἱ γιοί, μέχρι ἑνός, τοῦ Ἰσραήλ, τὸν Ἰορδάνη ποταμὸ εἶχαν διαβεῖ, καὶ μαζί τους αὐτοὺς τοὺς λίθους ἔλαβαν, καὶ στὸ στρατόπεδό τους τοὺς μετέφεραν, καὶ κεῖ αὐτοὺς ἀπέθεσαν. 9 Καὶ δώδεκα ἄλλους λίθους, ἔστησε τότε ὁ Ἰησοῦς, στὸ μέσο τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ, στὸν τόπο ἀκριβῶς αὐτὸν ἐκεῖ, ὅπου τὰ πόδια τῶν ἱερέων εἶχαν σταθεῖ, ποὺ μετέφεραν τῆς διαθήκης τοῦ Κυρίου τὴν Κιβωτό, καὶ κεῖ βρίσκονται αὐτοί, ὡς τὴν ἡμέρα τὴ σημερινή. 10 Καὶ εἶχαν σταθεῖ οἱ ἱερεῖς, ποὺ μετέφεραν τῆς διαθήκης τὴν Κιβωτό, στὸν Ἰορδάνη ποταμό, ὡσότου ἔφερε σὲ πέρας ὁ Ἰησοῦς, ὅλα ὅσα ὁ Κύριος εἶχε διατάξει ν’ ἀναγγείλει στὸν λαό, κι ἔσπευσε τότε καὶ τὸ βῆμα του ἐπιτάχυνε ὁ λαός, καὶ διέσχισε τὸν Ἰορδάνη ποταμό. 11 Κι ὅταν ὅλος ὁ λαός, μέχρι ἑνός, εἶχε διαβεῖ τὸν Ἰορδάνη ποταμό, τότε διέσχισε αὐτόν, καὶ τῆς διαθήκης τοῦ Κυρίου ἡ Κιβωτός, καὶ μπροστὰ κι ἐνώπιον ὅλων, οἱ ἄνδρες βάδιζαν ποὺ μετέφεραν τοὺς λίθους τούτους σ’ αὐτῶν τοὺς ὤμους. 12 Καὶ τὸν Ἰορδάνη ποταμὸ εἶχαν διαβεῖ, καὶ οἱ γιοὶ τοῦ Ρουβήν, καὶ οἱ γιοὶ τοῦ Γάδ, καὶ οἱ μισοὶ ἀπὸ τοὺς γιοὺς τῆς φυλῆς τοῦ Μανασσῆ, τὸν ὁπλισμό τους ὅλοι φέροντας ἐπάνω τους αὐτοί, μπροστὰ ἀπὸ τοὺς γιοὺς τοῦ Ἰσραήλ,

13 Σαράντα χιλιάδες

ὅπλα τους ζωστεῖ, ἑτοιμοπόλεμοι τὸν Ἰορδάνη

πρὸς

στοὺς ἱερεῖς, ποὺ τὴν Κιβωτὸ στοὺς ὤμους τους κομίζουν, τὴν Κιβωτὸ τῆς διαθήκης τοῦ μαρτυρίου τοῦ Κυρίου, νὰ βγοῦν ἔξω ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη ποταμό. 17 Κι ἐντολὴ ἔδωσε τότε ὁ Ἰησοῦς στοὺς ἱερεῖς, λέγοντάς τους τὰ ἑξῆς· ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη ποταμό, ἔξω βγεῖτε τώρα ἐσεῖς. 18 Καὶ μόλις βγῆκαν οἱ ἱερεῖς, ποὺ μετέφεραν τῆς διαθήκης τοῦ Κυρίου τὴν Κιβωτό, ἔξω ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη ποταμό, καὶ μόλις πάτησαν τὰ πόδια τους αὐτοί, στὴν ὄ-

4
ἀκριβῶς ὅπως αὐτοὺς εἶχε διατάξει ὁ Μωυσῆς.
ἦταν στὸ σύνολο αὐτοί, ποὺ τὰ ἐλαφριὰ ἔχοντας
ποταμὸ εἶχαν διαβεῖ, ἐνώπιον τοῦ Κυρίου,
τῆς Ἱεριχοῦς βαδίζοντας τὴν πόλη ὅλοι μαζί, ἐναντίον αὐτῆς γιὰ νὰ πολεμήσουν. 14 Καὶ τὴν ἡμέρα ἐκείνη, ὁ Κύριος δόξασε καὶ ὕψωσε τὸν Ἰησοῦ τοῦ Ναυή, ἐνώπιον ὅλου τοῦ γένους, τοῦ λαοῦ τοῦ Ἰσραήλ, καὶ σέβονταν καὶ φοβοῦνταν ὅλοι αὐτόν, ὅπως ἀκριβῶς τὸν Μωυσῆ, σὲ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ζωῆ ς του, ὡς τὴ στερνή του ἀναπνοή. 15 Καὶ μίλησε ὁ Κύριος στὸν Ἰησοῦ τοῦ Ναυή, λέγοντάς του τὰ ἑξῆς· 16 ἐντολὴ δῶσε τώρα
ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ 27
28 ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ

χθη τοῦ Ἰορδάνη, πάνω στὸ ἔδαφος τῆς γῆς, συνέβη τότε παρευθύς, στὸν τόπο του τὸ ὕδωρ τοῦ Ἰορδάνη νὰ ὁρμήσει, κι ὅλη τὴν κοίτη του, καὶ τὶς ὄχθες του, ἀπ’ ἄκρη σ’ ἄκρη νὰ πλημμυρίσει, καὶ πορευόταν κι ἔρεε αὐτὸ πάλι ἐκεῖ, ὅπως χθὲς καὶ προχθὲς καὶ κάθε μέρα πρὶν ἀπ’ αὐτήν. 19 Καὶ διέσχισε ὁ λαὸς τὸν Ἰορδάνη ποταμό, τὴν δεκάτη μέρα τοῦ πρώτου μηνός· καὶ στρατοπέδευσαν στὰ Γάλγαλα οἱ γιοὶ τοῦ Ἰσραήλ, πρὸς τὸ μέρος ὅπου ὁ ἥλιος ἀνατέλλει τὴν αὐγή, ἀπ’ τῆς Ἱεριχοῦς ἀπέναντι τὴ γῆ. 20 Καὶ τοὺς δώδεκα λίθους αὐτούς, τοὺς ὁποίους ἔλαβαν ἀπὸ τὸ μέσο τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ, στὰ Γάλγαλα ἔστησε ὁ Ἰησοῦς, 21 τοῦτα λέγοντας τὰ ρήματα ἐνώπιον τοῦ λαοῦ· ὅταν οἱ γιοί σας σᾶς ρωτοῦν, λέγοντας σὲ σᾶς αὐτοί· τί εἶναι, τί σημαίνουν οἱ λίθοι αὐτοί; 22 Στοὺς γιούς σας τότε ν’ ἀναγγέλλετε λοιπόν, νὰ διακηρύσσετε τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἐσεῖς τὸ θαυμαστό, ὅτι τὸν Ἰορδάνη τοῦτο εἶχε διαβεῖ ὁ Ἰσραὴλ τὸν ποταμό, βαδίζοντας διαμέσου του, σ’ ἔδαφος στέρεο καὶ στεγνό, σὲ γῆ ξηρά, 23 γιατὶ ὁ Κύριος ὁ Θεός μας, τὸ ὕδωρ εἶχε τοῦ Ἰορδάνη ἀποξηράνει θαυμαστά, ἐνώπιον αὐτῶν, ὡσότου διέσχισαν τὸν Ἰορδάνη ποταμό· ὅ,τι ἀκριβῶς στὴ θάλασσα τὴν Ἐρυθρὰ ἔκανε ὁ Κύριος ὁ Θεός μας, ποὺ εἶχε ὁ Κύριος ὁ Θεός μας ἀποξηράνει ἐνώπιόν μας, ὡσότου ἐμεῖς διασχίσαμε αὐτήν, τὰ ἴδια ἐπιτέλεσε κι ἐδῶ, τουτέστιν στὸν Ἰορδάνη ποταμό, 24 ὅλα τὰ ἔθνη γιὰ νὰ γνωρίσουνε τῆς γῆς, ὅτι ἡ δύναμη τοῦ Κυρίου εἶναι μεγάλη καὶ ἰσχυρή, καὶ γιὰ νὰ σέβεστε τὸν Κύριο τὸν Θεό μας πάντα ἐσεῖς, καὶ νὰ λατρεύετε κι αὐτὸν νὰ προσκυνᾶτε ἐσαεί.

Σημείωση: στὸ ἐδάφιο 1 τὸ ἐπεὶ συνετέλεσε πᾶς ὁ λαὸς διαβαίνων μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ τοῦ Ναυή δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 2 τὸ δώδεκα· στὸ ἐδάφιο 3 τὸ ἑτοίμους μεταφράστηκε ἐλεύθερα· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ ἀπὸ τὸν τόπο αὐτὸν ἐκεῖ, ὅπου τὰ πόδια τῶν ἱερέων εἶχαν σταθεῖ δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο, ὑπάρχει ὅμως στὸ μασσωριτικὸ (ἑβραϊκὸ) κείμενο· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ τούτους διακομίσαντες ἅμα ὑμῖν αὐτοῖς, καὶ τὸ οὗ ἐὰν παρεμβάλητε ἐκεῖ τὴν νύκτα μεταφράστηκαν πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἐδάφιο 4 τὸ καὶ διαλεχτούς δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἐδάφιο 5 τὸ προσαγάγετε, καὶ τὸ πρὸ προσώπου Κυρίου μεταφράστηκαν πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ καὶ δώδεκα οἱ λίθοι θά ’ναι αὐτοί δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἐδάφιο 6 τὸ διαπαντός, καὶ τὸ αὔριον, καὶ τὸ τί εἰσιν οἱ λίθοι οὗτοι ἡμῖν μεταφράστηκαν πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 7 τὸ δηλώσεις τῷ υἱῷ σου λέγων, καὶ τὸ ἐξέλιπεν ὁ ᾿Ιορδάνης ποταμὸς, καὶ τὸ μνημόσυνον…ἕως τοῦ αἰῶνος· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ τὸ γεγονὸς αὐτὸ τὸ θαυμαστό, καὶ τὸ στῶν γενεῶν τὴ διαδοχή δὲν ὑπάρχουν στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 8 τὸ τοῦ Ναυή· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ ἐν τῇ συντελείᾳ τῆς διαβάσεως τῶν υἱῶν ᾿Ισραήλ, καὶ τὸ διεκόμισαν ἅμα ἑαυτοῖς μεταφράστηκαν

κείμενο· στὸ ἐδάφιο 19 τὸ ἀνέβη ἐκ τοῦ ᾿Ιορδάνου, καὶ τὸ κατὰ μέρος τὸ πρὸς ἡλίου ἀνατολὰς ἀπὸ τῆς ῾Ιεριχώ μεταφράστηκαν πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 20 τὸ ἐκ τοῦ ᾿Ιορδάνου· στὸ ἐδάφιο 21 τὸ τοῦτα…τὰ ρήματα ἐνώπιον τοῦ λαοῦ δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ εἰσιν μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδά -

πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 9 τὸ ἐν αὐτῷ τῷ ᾿Ιορδάνῃ ἐν τῷ γενομένῳ τόπῳ ὑπὸ τοὺς πόδας τῶν ἱερέων· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 10 τὸ ἔσπευσεν· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 11 τὸ ὡς συνετέλεσε πᾶς ὁ λαὸς διαβῆναι, καὶ τὸ οἱ λίθοι ἔμπροσθεν αὐτῶν· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 12 τὸ διεσκευασμένοι· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 13 τὸ τετρακισμύριοι εὔζωνοι εἰς μάχην διέβησαν…εἰς πόλεμον πρὸς τὴν ῾Ιεριχὼ πόλιν· στὸ ἐδάφιο 14 τὸ τοῦ Ναυή δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ τοῦ…γένους, καὶ τὸ ὅσον χρόνον ἔζη μεταφράστηκαν πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἐδάφιο 15 τὸ τοῦ Ναυή δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 16 τὸ στοὺς ὤμους τους· στὸ ἐδάφιο 18 τὸ ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ τὸ καὶ τρίτην ἡμέραν, καὶ τὸ δι’ ὅλης τῆς κρηπίδος μεταφράστηκαν πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ παρευθύς δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ
ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ 29
30 ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ

φιο 22 τὸ ἀναγγείλατε, καὶ τὸ ἐπὶ ξηρᾶς διέβη· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ τὸ γεγονὸς αὐτὸ…τὸ θαυμαστό δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 23 τὸ θαυμαστά, καὶ τὸ τὰ ἴδια ἐπιτέλεσε κι ἐδῶ, τουτέστιν στὸν Ἰορδάνη ποταμό· στὸ ἐδάφιο 24 τὸ ἵνα…σέβησθε μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά.

ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ 31

ΚΑΙ ἐγένετο ὡς ἤκουσαν οἱ βασιλεῖς τῶν ᾿Αμορραίων, οἳ ἦσαν πέραν τοῦ ᾿Ιορδάνου, καὶ οἱ βασιλεῖς τῆς Φοινίκης οἱ παρὰ τὴν θάλασσαν, ὅτι ἀπεξήρανε Κύριος ὁ Θεὸς τὸν ᾿Ιορδάνην ποταμὸν ἐκ τῶν ἔμπροσθεν τῶν υἱῶν ᾿Ισραὴλ ἐν τῷ διαβαίνειν αὐτούς, καὶ ἐτάκησαν αὐτῶν αἱ διάνοιαι καὶ κατεπλάγησαν καὶ οὐκ ἦν ἐν αὐτοῖς φρόνησις οὐδεμία ἀπὸ προσώπου τῶν υἱῶν ᾿Ισραήλ. 2 ὑπὸ δὲ τοῦτον τὸν καιρὸν εἶπε Κύριος τῷ ᾿Ιησοῖ· ποίησον σεαυτῷ μαχαίρας πετρίνας ἐκ πέτρας ἀκροτόμου καὶ καθίσας περίτεμε τοὺς υἱοὺς ᾿Ισραὴλ ἐκ δευτέρου. 3 καὶ ἐποίησεν ᾿Ιησοῦς μαχαίρας πετρίνας ἀκροτόμους καὶ περιέτεμε τοὺς υἱοὺς ᾿Ισραὴλ ἐπὶ τοῦ καλουμένου τόπου Βουνὸς τῶν ἀκροβυστιῶν. 4 ὃν δὲ τρόπον περιεκάθαρεν ᾿Ιησοῦς τοὺς υἱοὺς ᾿Ισραήλ, ὅσοι ποτὲ ἐγένοντο ἐν τῇ ὁδῷ καὶ ὅσοι ποτὲ ἀπερίτμητοι ἦσαν τῶν ἐξεληλυθότων ἐξ Αἰγύπτου, πάντας τούτους περιέτεμεν ᾿Ιησοῦς· 5 τεσσαράκοντα γὰρ καὶ δύο ἔτη ἀνέστραπται ᾿Ισραὴλ ἐν τῇ ἐρήμῳ τῇ Μαβδαρίτιδι, 6 διὸ ἀπερίτμητοι ἦσαν οἱ πλεῖστοι αὐτῶν τῶν μαχίμων τῶν ἐξεληλυθότων ἐκ γῆς Αἰγύπτου οἱ ἀπειθήσαντες τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, οἷς καὶ διώρισε μὴ ἰδεῖν αὐτοὺς τὴν γῆν, ἣν ὤμοσε Κύριος τοῖς πατράσιν αὐτῶν δοῦναι, γῆν ρέουσαν γάλα καὶ μέλι. 7 ἀντὶ δὲ τούτων ἀντικατέστησε τοὺς υἱοὺς αὐτῶν, οὓς ᾿Ιησοῦς περιέτεμε, διὰ τὸ αὐτοὺς γεγεννῆσθαι κατὰ τὴν ὁδὸν ἀπεριτμήτους. 8 περιτμηθέντες δὲ ἡσυχίαν εἶχον αὐτόθι καθήμενοι ἐν τῇ παρεμβολῇ, ἕως ὑγιάσθησαν. 9 καὶ εἶπε Κύριος τῷ ᾿Ιησοῖ υἱῷ Ναυή· ἐν τῇ σήμερον ἡμέρᾳ ἀφεῖλον τὸν ὀνειδισμὸν Αἰγύπτου ἀφ’ ὑμῶν. καὶ ἐκάλεσε τὸ ὄνομα τοῦ τόπου ἐκείνου Γάλγαλα. 10 Καὶ ἐποίησαν οἱ υἱοὶ ᾿Ισραὴλ τὸ πάσχα τῇ τεσσαρεσκαιδεκάτῃ ἡμέρᾳ τοῦ μηνὸς ἀφ’ ἑσπέρας ἐπὶ δυσμῶν ῾Ιεριχὼ ἐν τῷ πέραν τοῦ ᾿Ιορδάνου ἐν τῷ πεδίῳ 11 καὶ ἐφάγοσαν ἀπὸ τοῦ σίτου τῆς γῆς ἄζυμα καὶ νέα. 12 ἐν ταύτῃ τῇ ἡμέρᾳ ἐξέλιπε τὸ μάννα μετὰ τὸ βεβρωκέναι αὐτοὺς ἐκ τοῦ σίτου τῆς γῆς, καὶ οὐκέτι ὑπῆρχε τοῖς υἱοῖς ᾿Ισραὴλ μάννα· ἐκαρπίσαντο δὲ τὴν χώραν τῶν Φοινίκων ἐν τῷ ἐνιαυτῷ ἐκείνῳ 13 Καὶ ἐγένετο ὡς ἦν ᾿Ιησοῦς ἐν ῾Ιεριχώ, καὶ ἀναβλέψας τοῖς ὀφθαλμοῖς εἶδεν ἄνθρωπον ἑστηκότα ἐναντίον αὐτοῦ, καὶ ἡ ρομφαία ἐσπασμένη ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ. καὶ προσελθὼν ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ἡμέτερος εἶ ἢ τῶν ὑπεναντίων; 14 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· ἐγὼ ἀρχιστράτηγος δυνάμεως Κυρίου νυνὶ παραγέγονα. καὶ ᾿Ιησοῦς ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον ἐπὶ τὴν γῆν καὶ εἶπεν αὐτῷ· δέσποτα, τί προστάσσεις τῷ σῷ οἰκέτῃ; 15 καὶ λέγει ὁ ἀρχιστράτηγος Κυρίου πρὸς ᾿Ιησοῦν· λῦσαι τὸ ὑπόδημα ἐκ τῶν ποδῶν σου· ὁ γὰρ τόπος, ἐφ’ ᾧ νῦν ἕστηκας ἐπ’ αὐτοῦ, ἅγιός ἐστι. Σημείωση: στὸ ἐδάφιο 2 τὸ ὑπό διορθώθηκε σὲ ὑπὸ· στὸ ἐδάφιο 10 τὸ Καί διορθώθηκε σὲ Καὶ

5
32 ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ

Κι ὅταν αὐτὸ εἶχαν ἀκούσει καὶ πληροφορηθεῖ, τῶν Ἀμορραίων οἱ βασιλεῖς, ποὺ κατοικοῦσαν πέραν τοῦ Ἰορδάνη, πρὸς δυσμάς, καὶ τῶν Φοινίκων οἱ βασιλεῖς, ποὺ κατοικοῦσαν στῆς Μεσογείου θαλάσσης τὰ παράλια, τὴν ἀκτή, ὅτι ὁ Κύριος ὁ Θεός, εἶχε τὸν Ἰορδάνη ἀποξηράνει ποταμό, ἐνώπιον τῶν γιῶν τοῦ Ἰσραήλ, ὅταν ἐκεῖνοι διάβαιναν αὐτόν, αὐτῶν οἱ διάνοιες ἀπὸ τὸν φόβο εἶχαν τακῆ σὰν τὸ κερί, καὶ οἱ καρδιές τους εἶχαν σφόδρα λιποψυχήσει καὶ πτοηθεῖ, καὶ πλήρως εἶχαν αὐτοὶ ἀποθαρρυνθεῖ, ἀπέναντι στοὺς γιοὺς τοῦ Ἰσραήλ. 2 Καὶ τὸν καιρὸ ἐκεῖνο, στὸν Ἰησοῦ τοῦ Ναυή, εἶπε ὁ Κύριος· κατασκεύασε μαχαίρια πέτρινα καὶ κοφτερὰ τώρα ἐσύ, ἀπὸ λίθο, πέτρα αἰχμηρή, καὶ νὰ καθίσεις, καὶ στοὺς γιοὺς τοῦ Ἰσραήλ, νὰ κάνεις γιὰ δεύτερη φορὰ περιτομή. 3 Καὶ κατασκεύασε ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυή, μαχαίρια πέτρινα καὶ κοφτερά, ὅπως ὁ Κύριος εἶχε πεῖ, κι ἔκανε στοὺς γιοὺς τοῦ Ἰσραὴλ περιτομή, στὸν τόπο αὐτὸν ἐκεῖ, ποὺ ἔχει “Βουνὸ τῶν ἀκροβυστιῶν” ὀνομαστεῖ. 4 Κι αὐτὸς λοιπὸν ἦταν ὁ τρόπος, μὲ τὸν ὁποῖον ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυή, καθάρισε κι ἐξάγνισε διὰ τῆς περιτομῆς, τοὺς γιοὺς τοῦ Ἰσραήλ, ὅλους αὐτοὺς ποὺ γεννήθηκαν καθ’ ὁδόν, κατὰ τὴν περιπλάνηση στὴν ἔρημο τῶν Ἰσραηλιτῶν, κι ὅλους αὐτοὺς ποὺ εἶχαν ἐξέλθει ἀπ’ τῆς Αἰγύπτου τὴ γῆ, δίχως αὐτοὶ νά ’χουν ἐκεῖ περιτμηθεῖ, σ’ ὅλους αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυή, ἔκανε τώρα περιτομή· 5 γιατὶ ἐπὶ σαράντα δύο ἔτη ὁ λαὸς τοῦ Ἰσραήλ, εἶχε στὴν ἔρημο Μαβδαρίτιδα περιπλανηθεῖ, 6 γι’ αὐτὸ καὶ οἱ περισσότεροι δὲν εἶχαν ἀπ’ αὐτοὺς περιτμηθεῖ, τοὺς μάχιμους ἄνδρες, ποὺ ἀπ’ τῆς Αἰγύπτου εἴχανε τὴ γῆ ἀναχωρήσει, καὶ στοῦ Θεοῦ τὶς ἐντολὲς αὐτοὶ ἀπείθεια εἶχαν δείξει, γιὰ τοὺς ὁποίους ἀποφάσισε καὶ ὅρισε ὁ Θεός, νὰ μὴ δοῦν αὐτοὶ τὴ γῆ, τὴν ὁποία νὰ δώσει στοὺς πατέρες τους εἶχε ὁ Κύριος ὁρκιστεῖ, τὴ γῆ ποὺ ρέει γάλα καὶ μέλι ἐσαεί. 7 Κι αὐτούς, μὲ τοὺς γιούς τους ἀντικατέστησε ὁ Κύριος ὁ Θεός, στοὺς ὁποίους ἔκανε ὁ Ἰησοῦς περιτομή, γιατὶ καθ’ ὁδὸν εἶχαν αὐτοὶ ἐν τῇ ἐρήμῳ γεννηθεῖ, καὶ δὲν εἶχαν ὡς ἐκείνη τὴ στιγμὴ περιτμηθεῖ. 8 Κι ἀφοῦ λοιπὸν εἶχαν ἐκεῖ περιτμηθεῖ, κάθονταν ἥσυχοι μὲς στὶς σκηνές τους στὸ στρατόπεδο αὐτοί, ὡσότου εἶχε ἡ πληγή τους ἐπουλωθεῖ, καὶ ὑγιεῖς εἴχανε πάλι καταστεῖ. 9 Καὶ στὸν Ἰησοῦ τότε, τὸν γιὸ τοῦ Ναυή, εἶπε ὁ Κύριος τὰ ἑξῆς· κατὰ τὴ μέρα τὴ σημερινή, τῆς Αἰγύπτου τ’ ὄνειδος ἀφαίρεσα ἀπὸ σᾶς καὶ τὴ ντροπή. Γιὰ τὸν λόγο τοῦτο λοιπόν, τὸν τόπο ἐκεῖνο Γάλγαλα ὀνόμασε αὐτός.

10 Καὶ γιόρτασαν τὸ Πάσχα οἱ γιοὶ τοῦ Ἰσραήλ, τὴν δεκάτη τετάρτη μέρα τοῦ μηνός, ὁ μήνας Νισὰν εἶναι αὐτός, τὴν ἑσπέρα, κατὰ τὴ δύση τοῦ ἡλίου, κατὰ τὸ γέρμα, στὴν πεδιάδα τῆς Ἱεριχοῦς, πέραν καὶ δυτικὰ τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ, 11 κι ἔφαγαν ἄζυμο ἄρτο, ἀπὸ τὸν σίτο τῆς γῆς αὐτῆς, ἀπὸ σίτο νέο, πού ’χε προσφάτως θεριστεῖ. 12 Καὶ τὴν ἡμέρα ἐκείνη, τὸ μάννα ποὺ ἔπεφτε ἐξ οὐρανοῦ νὰ πέφτει εἶχε σταματήσει, ἀπὸ τότε ποὺ ἔφαγαν αὐτοί, ἀπὸ τὸν σίτο αὐτῆς τῆς γῆς, καὶ μάννα πλέον δὲν ὑπῆρχε γιὰ τοὺς γιοὺς τοῦ Ἰσραήλ· καὶ τρέφονταν αὐτοὶ κατὰ τὸ ἔτος ἐκεῖνο, μὲ τοὺς καρποὺς ποὺ ἔδρεπαν ἀπὸ τὴ χώρα τῶν Φοινίκων.

Καὶ εἶχε συμβεῖ τότε κι αὐτό, ὅταν

Ἰησοῦς ἦταν τῆς πόλης Ἱεριχώ, τοὺς ὀφθαλμούς

ἄνθρωπο

5
13
πλησίον ὁ
του ἀνασηκώνοντας νὰ δεῖ, ἕναν
ποὺ ὄρθιος ἀπέναντί του εἶχε σταθεῖ, καὶ τὴ ρομφαία του κρατοῦσε αὐτὸς στὸ χέρι του γυμνή. Καὶ πλησιάζοντας ὁ Ἰησοῦς, εἶπε σ’ αὐτόν· δικός μας εἶσαι σύ, ἢ μήπως κάποιος ἀπ’ τὸ στρατόπεδο τῶν ἐχθρῶν; 14 Κι ἐκεῖνος τότε εἶπε σ’ αὐτόν· ἀρχιστράτηγος τῆς δυνάμεως τοῦ Κυρίου εἶμ’ ἐγώ, καὶ μόλις τώρα ἔχω ἔρθει ἐγὼ ἐδῶ. Κι ὁ Ἰησοῦς ἔπεσε τότε μὲ τὸ πρόσωπο στὴ γῆ, καὶ σ’ αὐτὸν εἶπε τὰ ἑξῆς· δέσποτα, τί προστάζεις τώρα τὸν δοῦλο σου ἐσύ; 15 Καὶ λέει ὁ ἀρχιστράτηγος τοῦ Κυρίου στὸν Ἰησοῦ τοῦ Ναυή· τὰ ὑποδήματά σου λύσε παρευθύς, κι ἀπὸ τὰ πόδια σου ἀφαίρεσε αὐτὰ τώρα ἐσύ· γιατί ’ναι ἅγιος ὁ τόπος αὐτός, στὸν ὁποῖον τώρα ἐσὺ ἔχεις σταθεῖ ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ 33
34 ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ

Σημείωση: στὸ ἐδάφιο 1 τὸ πρὸς δυσμάς, καὶ τὸ Μεσογείου δὲν ὑπάρχουν στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ παρὰ τὴν θάλασσαν, καὶ τὸ ἐτάκησαν αὐτῶν αἱ διάνοιαι καὶ κατεπλάγησαν καὶ οὐκ ἦν ἐν αὐτοῖς φρόνησις οὐδεμία μεταφράστηκαν πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἐδάφιο 2 τὸ τοῦ Ναυή, καὶ τὸ καὶ κοφτερὰ δὲν ὑπάρχουν στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 3 τὸ τοῦ Ναυή, καὶ τὸ ὅπως ὁ Κύριος εἶχε πεῖ· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 4 τὸ τοῦ Ναυή (δίς), καὶ τὸ διὰ τῆς περιτομῆς· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ ἐν τῇ ὁδῷ μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 6 τὸ διώρισε· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ ἐσαεί δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἐδάφιο 7 τὸ διὰ τὸ αὐτοὺς γεγεννῆσθαι κατὰ τὴν ὁδὸν ἀπεριτμήτους μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἐδάφιο 8 τὸ αὐτόθι μεταφράστηκε ἐλεύθερα, καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ ἕως ὑγιάσθησαν μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 9 τὸ δεύτερο καὶ· στὸ ἐδάφιο 10 τὸ ὁ μήνας Νισὰν εἶναι αὐτός δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ ἐπὶ δυσμῶν ῾Ιεριχὼ ἐν τῷ πέραν τοῦ ᾿Ιορδάνου ἐν τῷ

ἀλλὰ

ἀναδημιουργικά·

ἴδιο καὶ

πεδίῳ μεταφράστηκε πιστά,
καὶ
τὸ
στὸ ἐδάφιο 11 τὸ ἀπὸ τοῦ σίτου τῆς γῆς ἄζυμα καὶ νέα· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 12 τὸ ἐξέλιπε τὸ μάννα, καὶ τὸ ἐκαρπίσαντο δὲ τὴν χώραν τῶν Φοινίκων· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 13 τὸ ἐν ῾Ιεριχώ, καὶ τὸ τῶν ὑπεναντίων· στὸ ἐδάφιο 15 τὸ τοῦ Ναυή, καὶ τὸ παρευθύς δὲν ὑπάρχουν στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο. ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ 35

ΚΑΙ ῾Ιεριχὼ συγκεκλεισμένη καὶ ὠχυρωμένη, καὶ οὐδεὶς ἐξεπορεύετο ἐξ αὐτῆς οὐδὲ εἰσεπορεύετο. 2 καὶ εἶπε Κύριος πρὸς ᾿Ιησοῦν· ἰδοὺ ἐγὼ παραδίδωμι ὑποχείριόν σοι τὴν ῾Ιεριχὼ καὶ τὸν βασιλέα αὐτῆς τὸν ἐν αὐτῇ, δυνατοὺς ὄντας ἐν ἰσχύϊ· 3 σὺ δὲ περίστησον αὐτῇ τοὺς μαχίμους κύκλῳ, 4 καὶ ἔσται ὡς ἂν σαλπίσητε τῇ σάλπιγγι, ἀνακραγέτω πᾶς ὁ λαὸς ἅμα· 5 καὶ ἀνακραγόντων αὐτῶν πεσεῖται αὐτόματα τὰ τείχη τῆς πόλεως, καὶ εἰσελεύσεται πᾶς ὁ λαὸς ὁρμήσας ἕκαστος κατὰ πρόσωπον εἰς τὴν πόλιν. 6 καὶ εἰσῆλθεν ᾿Ιησοῦς ὁ τοῦ Ναυὴ πρὸς τοὺς ἱερεῖς 7 καὶ εἶπεν αὐτοῖς λέγων· παραγγείλατε τῷ λαῷ περιελθεῖν καὶ κυκλῶσαι τὴν πόλιν, καὶ οἱ μάχιμοι παραπορευέσθωσαν ἐνωπλισμένοι ἐναντίον Κυρίου· 8 καὶ ἑπτὰ ἱερεῖς ἔχοντες ἑπτὰ σάλπιγγας ἱερὰς παρελθέτωσαν ὡσαύτως ἐναντίον τοῦ Κυρίου καὶ σημαινέτωσαν εὐτόνως, καὶ ἡ κιβωτὸς τῆς διαθήκης Κυρίου ἐπακολουθείτω· 9 οἱ δὲ μάχιμοι παραπορευέσθωσαν ἔμπροσθεν καὶ οἱ ἱερεῖ ς οἱ οὐραγοῦντες ὀπίσω τῆς κιβωτοῦ τῆς διαθήκης Κυρίου πορευόμενοι σαλπίζοντες. 10 τῷ δὲ λαῷ ἐνετείλατο ᾿Ιησοῦς λέγων· μὴ βοᾶτε, μηδὲ ἀκουσάτω μηδεὶς τὴν φωνὴν ὑμῶν, ἕως ἂν ἡμέραν διαγγείλῃ αὐτὸς ἀναβοῆσαι, καὶ τότε ἀναβοήσετε. 11 καὶ περιελθοῦσα ἡ κιβωτὸς τῆς διαθήκης τοῦ Θεοῦ εὐθέως ἀπῆλθεν εἰς τὴν παρεμβολὴν καὶ ἐκοιμήθη ἐκεῖ. 12 καὶ τῇ ἡμέρᾳ τῇ δευτέρᾳ ἀνέστη ᾿Ιησοῦς τὸ πρωΐ, καὶ ἦραν οἱ ἱερεῖς τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου, 13 καὶ οἱ ἑπτὰ ἱερεῖς οἱ φέροντες τὰς σάλπιγγας τὰς ἑπτὰ προεπορεύοντο ἐναντίον Κυρίου, καὶ μετὰ ταῦτα εἰσεπορεύοντο οἱ μάχιμοι καὶ ὁ λοιπὸς ὄχλος ὄπισθεν τῆς κιβωτοῦ τῆς διαθήκης Κυρίου· καὶ οἱ ἱερεῖς ἐσάλπισαν ταῖς σάλπιγξι, καὶ ὁ λοιπὸς ὄχλος ἅπας περιεκύκλωσε τὴν πόλιν ἑξάκις ἐγγύθεν 14 καὶ ἀπῆλθε πάλιν εἰς τὴν παρεμβολήν. οὕτως ἐποίει ἐπὶ ἓξ ἡμέρας. 15 καὶ τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ ἀνέστησαν ὄρθρου καὶ περιήλθοσαν τὴν πόλιν ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἑπτάκις· 16 καὶ ἐγένετο τῇ περιόδῳ τῇ ἑβδόμῃ ἐσάλπισαν οἱ ἱερεῖς, καὶ εἶπεν ᾿Ιησοῦς τοῖς υἱοῖς ᾿Ισραήλ· κεκράξατε, παρέδωκε γὰρ Κύριος ὑμῖν τὴν πόλιν. 17 καὶ ἔσται ἡ πόλις ἀνάθεμα, αὐτὴ καὶ πάντα, ὅσα ἐστὶν ἐν αὐτῇ, Κυρίῳ Σαβαώθ· πλὴν Ραὰβ τὴν πόρνην περιποιήσασθε, αὐτὴν καὶ πάντα ὅσα ἐστὶν ἐν τῷ οἴκῳ αὐτῆς. 18 ἀλλὰ ὑμεῖς φυλάξεσθε σφόδρα ἀπὸ τοῦ ἀναθέματος, μήποτε ἐνθυμηθέντες ὑμεῖς αὐτοὶ λάβητε ἀπὸ τοῦ ἀναθέματος καὶ ποιήσητε τὴν παρεμβολὴν τῶν υἱῶν ᾿Ισραὴλ ἀνάθεμα καὶ ἐκτρίψητε ἡμᾶς· 19 καὶ πᾶν ἀργύριον ἢ χρυσίον ἢ χαλκὸς ἢ σίδηρος ἅγιον ἔσται τῷ Κυρίῳ, εἰς θησαυρὸν Κυρίου εἰσενεχθήσεται. 20 καὶ ἐσάλπισαν ταῖς σάλπιγξιν οἱ ἱερεῖς· ὡς δὲ ἤκουσεν ὁ λαὸς τῶν σαλπίγγων, ἠλάλαξε πᾶς ὁ λαὸς ἅμα ἀλαλαγμῷ μεγάλῳ καὶ ἰσχυρῷ καὶ ἔπεσεν ἅπαν τὸ τεῖχος κύκλῳ, καὶ ἀνέβη πᾶς ὁ λαὸς εἰς τὴν πόλιν. 21 καὶ ἀνεθεμάτισεν αὐτὴν ᾿Ιησοῦς καὶ ὅσα ἦν ἐν τῇ πόλει ἀπὸ ἀνδρὸς καὶ ἕως γυναικός, ἀπὸ νεανίσκου καὶ ἕως πρεσβύτου καὶ ἕως μόσχου καὶ ὑποζυγίου, ἐν στόματι ρομφαίας. 22 καὶ τοῖς δυσὶ νεανίσκοις τοῖς κατασκοπεύσασιν εἶπεν ᾿Ιησοῦς· εἰσέλθατε εἰς τὴν οἰκίαν τῆς γυναικὸς

ἐστὶν αὐτῇ. 23 καὶ εἰσῆλθον

λέγων· ἐπικατάρατος ὁ ἄνθρωπος, ὃς οἰκοδομήσει τὴν πόλιν ἐκείνην· ἐν τῷ πρωτοτόκῳ αὐτοῦ θεμελιώσει αὐτὴν καὶ ἐν τῷ ἐλαχίστῳ αὐτοῦ ἐπιστήσει τὰς πύλας αὐτῆς. καὶ οὕτως ἐποίησεν ῾Οζᾶν ὁ ἐκ Βαιθὴλ ἐν τῷ ᾿Αβιρὼν τῷ πρωτοτόκῳ ἐθεμελίωσεν αὐτὴν καὶ ἐν τῷ ἐλαχίστῳ διασωθέντι ἐπέστησε τὰς πύλας αὐτῆς. 27 καὶ ἦν Κύριος μετὰ ᾿Ιησοῦ, καὶ ἦν τὸ ὄνομα αὐτοῦ κατὰ πᾶσαν τὴν γῆν.

6
καὶ ἐξαγάγετε αὐτὴν ἐκεῖθεν καὶ ὅσα
οἱ δύο νεανίσκοι οἱ κατασκοπεύσαντες τὴν πόλιν εἰς τὴν οἰκίαν τῆς γυναικὸς καὶ ἐξηγάγοσαν Ραὰβ τὴν πόρνην καὶ τὸν πατέρα αὐτῆς καὶ τὴν μητέρα αὐτῆς καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτῆς καὶ τὴν συγγένειαν αὐτῆς καὶ πάντα, ὅσα ἦν αὐτῇ, καὶ κατέστησαν αὐτὴν ἔξω τῆς παρεμβολῆς ᾿Ισραήλ. 24 καὶ ἡ πόλις ἐνεπρήσθη ἐν πυρισμῷ σὺν πᾶσι τοῖς ἐν αὐτῇ, πλὴν ἀργυρίου καὶ χρυσίου καὶ χαλκοῦ καὶ σιδήρου ἔδωκαν εἰς θησαυρὸν Κυρίου εἰσενεχθῆναι. 25 καὶ Ραὰβ τὴν πόρνην καὶ πάντα τὸν οἶκον αὐτῆς τὸν πατρικὸν ἐζώγρησεν ᾿Ιησοῦς, καὶ κατῴκησεν ἐν τῷ ᾿Ισραὴλ ἕως τῆς σήμερον ἡμέρας, διότι ἔκρυψε τοὺς κατασκοπεύσαντας, οὓς ἀπέστειλεν ᾿Ιησοῦς κατασκοπεῦσαι τὴν ῾Ιεριχώ. 26 καὶ ὥρκισεν ᾿Ιησοῦς ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἐναντίον Κυρίου
36 ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ

Καὶ ἡ Ἱεριχὼ ἤτανε πόλη ὀχυρωμένη, καὶ τῶν τειχῶν της κάθε πύλη ἑρμητικὰ ἦταν κλεισμένη, καὶ κανεὶς δὲν ἐξερχόταν ἀπ’ αὐτήν, οὔτε εἰσερχόταν σ’ αὐτὴν κανείς. 2 Καὶ εἶπε ὁ Κύριος στὸν Ἰησοῦ τοῦ Ναυή· ἰδοὺ στὰ χέρια σου παραδίδω τώρα ἐγὼ τὴν Ἱεριχώ, καὶ τὸν βασιλιά της, ποὺ βρίσκεται σ’ αὐτήν, κι ἔνδοξος εἶναι καὶ κραταιός, καὶ κάθε ἄνδρα της ρωμαλέο, ἐμπειροπόλεμο καὶ ἰσχυρό· 3 καὶ σὺ τοὺς ἄνδρες σου τοὺς μάχιμους νὰ παρατάξεις γύρω ἀπ’ αὐτήν, κάθε ἱκανὸ καὶ ἰσχυρό σου πολεμιστή, 4 κι ὅταν σαλπίσετε μὲ τὶς σάλπιγγες ἐσεῖς, ὅλος ὁ λαὸς τότε μαζί, ἂς ἀλαλάξει μὲ μιὰ φωνή· 5 κι ὅταν ἀλαλάξουν αὐτοὶ ἐκεῖ ὅλοι μαζί, τὰ τείχη μόνα τους τῆς πόλης θὰ πέσουν τότε παρευθύς, καὶ θὰ εἰσβάλει ὅλος ὁ λαὸς στὴν πόλη αἴφνης μὲ ὁρμή, σ’ εὐθεία βαδίζοντας γραμμὴ ἀπὸ τὴ θέση του καθείς. 6 Κι ὁ Ἰησοῦς, ὁ γιὸς τοῦ Ναυή, προσῆλθε τότε στοὺς ἱερεῖς, 7 καὶ μίλησε σ’ αὐτούς, λέγοντάς τους τὰ ἑξῆς· δῶστε τώρα στὸν λαὸ παραγγελία, ἐντολή, νὰ περιτριγυρίσει καὶ νὰ κυκλώσει τὴν πόλη αὐτή, καὶ οἱ μάχιμοι ἄνδρες, ὁπλισμένοι, ἂς πορεύονται αὐτοί, μπροστὰ ἀπ’ τοῦ Κυρίου τὴν Κιβωτό, ὅλοι μαζί· 8 κι ἑπτὰ ὡσαύτως ἱερεῖς, ἑπτὰ σάλπιγγες βαστώντας ἱερὲς ἐκεῖ αὐτοί, ἂς πορευτοῦν κι αὐτοὶ μπροστὰ ἀπ’ τοῦ Κυρίου τὴν Κιβωτό, καὶ ἂς σαλπίζουν μὲ ἰσχὺ ὅλοι μαζί, καὶ τῆς διαθήκης τοῦ Κυρίου ἡ Κιβωτός, κατὰ πόδας ἂς αὐτοὺς ἀκολουθεῖ· 9 καὶ οἱ μάχιμοι ἂς πορεύονται λοιπόν, μπροστὰ ἀπ’ τοῦ Κυρίου τὴν Κιβωτό, καὶ οἱ ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι θ’ ἀκολουθοῦν, πίσω ἀπὸ τῆς διαθήκης τοῦ Κυρίου τὴν Κιβωτό, θὰ πορεύονται αὐτοὶ ἐκεῖ σαλπίζοντας διαρκῶς. 10 Καὶ στὸν λαό, ἐντολὴ ἔδωσε ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυή, λέγοντάς τους τὰ ἑξῆς· μὴν κραυγάζετε, μήτε ν’ ἀκούσει τὴ φωνή σας ἐδῶ κανείς, ὡς τὴν ἡμέρα ποὺ ἐγὼ ὁ ἴδιος θὰ παραγγείλω νὰ κραυγάσετε, καὶ τότε μόνο θ’ ἀλαλάξετε, ἀπὸ κοινοῦ, ὅλοι μαζί. 11 Κι ἀφοῦ τὰ τείχη περιῆλθε τῆς Ἱεριχοῦς, ἡ Κιβωτὸς τῆς διαθήκης τοῦ Θεοῦ, στὸ στρατόπεδο ἐπέστρεψε παρευθύς, καὶ παρέμεινε ὅλη τὴ νύχτα ἐκεῖ αὐτή. 12 Καὶ τὴ δεύτερη μέρα, ὁ Ἰησοῦς σηκώθηκε πρωί, καὶ τὴν Κιβωτὸ τῆς διαθήκης τοῦ Κυρίου, στοὺς ὤμους τους σήκωσαν οἱ ἱερεῖς, 13 καὶ οἱ ἑπτὰ ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι τὶς σάλπιγγες κρατοῦσαν τὶς ἑπτά, ἀπ’ τοῦ Κυρίου τὴν Κιβωτὸ αὐτοὶ πορεύονταν μπροστά, κι ἀκολουθοῦσαν οἱ μάχιμοι μετά, καὶ ὁ ὑπόλοιπος λαός, πίσω ἀπὸ τῆς διαθήκης τοῦ Κυρίου τὴν Κιβωτό· καὶ μὲ τὶς σάλπιγγές τους, σάλπισαν τότε οἱ ἱερεῖς, καὶ ὅλος ὁ ὑπόλοιπος λαός, πλησίον τῆς πόλης βαδίζοντας αὐτός, ἕξι φορὲς τὸν γύρο ἔκανε αὐτῆς, 14 καὶ στὸ στρατόπεδό τους τότε, πάλι ἐπέστρεψαν αὐτοί. Κι ἐπὶ ἕξι μέρες, ἔτσι ἔκαναν κάθε μέρα, ἕξι φορὲ ς τῆς πόλης τὸν γύρο κάνοντας τὴ μέρα. 15 Καὶ τὴν ἡμέρα τὴν ἑβδόμη, σηκώθηκαν πολὺ πρωί, κι ἑπτὰ φορὲς τὴ μέρα ἐκείνη τὸν γύρο ἔκαναν αὐτῆς· 16 καὶ κατὰ τὸν ἕβδομο γύρο, σάλπισαν οἱ ἱερεῖς, καὶ εἶπε ὁ Ἰησοῦς τότε στοὺς γιοὺς τοῦ Ἰσραήλ· κραυγάστε κι ἀλαλάξτε τώρα ἐσεῖς ὅλοι μαζί, γιατὶ ὁ Κύριος παρέδωσε σὲ σᾶς τὴν πόλη αὐτή. 17 Καὶ ἡ πόλη αὐτή, κι ὅλα ὅσα ὑπάρχουν ἐντὸς αὐτῆς, παρανάλωμα θὰ γίνουν τοῦ πυρός, ἀφιέρωμα, θυσία πρὸς τὸν Κύριο Σαβαώθ· τὴ Ραὰβ τὴν πόρνη μόνο φροντίστε, σώα ἐσεῖς νὰ διαφυλάξετε, αὐτὴν καὶ ὅλα ὅσα στὴν οἰκία της ὑπάρχουνε. 18 Ἀλλὰ κι ἐσεῖς σφόδρα προσέξτε νὰ φυλαχτεῖτε,

σωριάστηκε καταγῆς, καὶ εἰσέβαλε ὅλος ὁ λαὸς τότε στὴν πόλη μὲ ὁρμή. 21 Καὶ στὸ ἀνάθεμα ὁ Ἰησοῦς εὐθὺς παρέδωσε αὐτήν, κι ὅλους καὶ ὅλα ὅσα ἦταν ἐντὸς αὐτῆς, εἴτε ἄνδρες εἴτε γυναῖκες ἦταν αὐτοί, εἴτε νέοι, εἴτε καὶ γέροι, καὶ οἱ μόσχοι, καὶ τὰ ὑποζύγια, οἱ ἡμίονοι καὶ οἱ ὄνοι, στῆς ρομφαίας του εἶχαν τὸ στόμα, ὅλα καὶ ὅλοι, παραδοθεῖ. 22 Καὶ στοὺς δύο νεανίσκους ποὺ εἶχαν ἐκεῖ ἀποσταλεῖ, γιὰ νὰ κατασκοπεύσουν τὴν πόλη αὐτή, ὁ Ἰησοῦς εἶπε

6
ἀπ’ ὅλα ὅσα ἔχουν στὸν Θεὸ ἀφιερωθεῖ, μὴν τυχὸν ἐπιθυμήσετε, κάτι νὰ λάβετε, γιὰ τοὺς ἑαυτούς σας ἐκεῖ ἐσεῖς, ἀπ’ ὅσα εἶναι ἀφιερωμένα στὸν Κύριο τὸν Θεό, κι ἀνάθεμα καταστήσετε τὸ στρατόπεδο τῶν Ἰσραηλιτῶν, καὶ καταστρέψετε λοιπὸν ἔτσι ἐμᾶς ὁλοσχερῶς· 19 κι ὅλος ὁ ἄργυρος καὶ ὁ χρυσός, κι ὅλος ὁ σίδηρος καὶ ὁ χαλκός, ὅλα τοῦτα στὸν Κύριο θ’ ἀφιερωθοῦν, καὶ στοῦ Κυρίου τὸ θησαυροφυλάκιο θὰ τοποθετηθοῦν. 20 Καὶ μὲ τὶς σάλπιγγές τους, σάλπισαν τότε οἱ ἱερεῖς· κι ὅταν ἄκουσε ὁ λαὸς τῶν σαλπίγγων τὴ φωνή, ὅλος μαζὶ τότε ἀλάλαξε ὁ λαός, μὲ ἀλαλαγμὸ μεγάλο καὶ ἰσχυρό, κι ὅλο τὸ τεῖχος γύρω ἀπ’ αὐτήν, μεμιᾶς
ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ 37
Σημείωση: στὸ ἐδάφιο 12 τὸ ᾖραν διορθώθηκε σὲ ἦραν· στὸ ἐδάφιο 26 τὸ προωτοτόκῳ διορθώθηκε σὲ πρωτοτόκῳ. 38 ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ

τότε τὰ ἑξῆς· μεταβεῖτε τώρα στὴν οἰκία τῆς γυναικός, κι ἔξω νὰ ὁδηγήσετε ἀπ’ τὸν οἶκο της αὐτήν, καὶ τοὺς οἰκείους της, καὶ τὰ ὑπάρχοντά της ὅλα μαζὶ μ’ αὐτήν. 23 Καὶ εἰσῆλθαν οἱ δύο νεανίσκοι, αὐτοὶ ποὺ εἶχαν ἀποσταλεῖ, γιὰ νὰ κατασκοπεύσουν τὴν πόλη αὐτή, στὴν οἰκία τῆς γυναικός, καὶ τὴ Ραὰβ τὴν πόρνη ὁδήγησαν ἔξω ἀπ’ τὸν οἶκο της αὐτοί, καὶ τὸν πατέρα της καὶ τὴ μητέρα της, καὶ τοὺς ἀδελφοὺς ἐπίσης αὐτῆς, κι ὅλους αὐτῆς τοὺς συγγενεῖς, καὶ τὰ ὑπάρχοντά της ὅλα μαζὶ μ’ αὐτήν, κι ἐγκατέστησαν αὐτὴν καὶ τοὺς οἰκείους της μαζί, ἔξω ἀπὸ τὸ στρατόπεδο τῶν γιῶν τοῦ Ἰσραήλ. 24 Καὶ ἡ πόλη τότε παραδόθηκε στὸ πῦρ, μαζὶ μὲ ὅλα ὅσα βρίσκονταν σ’ αὐτήν, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἄργυρο καὶ τὸν χρυσό, καὶ τὸν σίδηρο καὶ τὸν χαλκό, τὰ ὁποῖα παρέδωσαν γιὰ νὰ τοποθετηθοῦν, στὸ θησαυροφυλάκιο τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ. 25 Καὶ τὴ Ραὰβ τὴν πόρνη ἐκεῖ, σώα διαφύλαξε ὁ Ἰησοῦς καὶ ἀσφαλῆ, κι ὅλο τὸν οἶκο της τὸν πατρικὸ μ’ αὐτὴν μαζί, κι ἐγκατέστησε αὐτήν, μεταξὺ τῶν γιῶν τοῦ Ἰσραήλ, ὡς τὴν ἡμέρα τὴ σημερινή, γιατὶ ἡ Ραὰβ εἶχε κρύψει τοὺς κατασκόπους αὐτούς, τοὺς ὁποίους εἶχε ἀποστείλει ὁ Ἰησοῦς, τὴν πόλη γιὰ νὰ κατασκοπεύσουν τῆς Ἱεριχοῦς. 26 Καὶ ὅρκο ἔλαβε, ἐνώπιον τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ, καὶ τοῦ Ἰσραὴλ ὅρκισε τοὺς γιοὺς τὴ μέρα ἐκείνη ὁ Ἰησοῦς, τὰ ἑξῆς λέγοντας σ’ αὐτούς· ἐπικατάρατος νὰ εἶναι ὁ ἄνθρωπος αὐτός, ὁ ὁποῖος τὴν πόλη ἐκείνη θ’ ἀνοικοδομήσει, τὴν Ἱεριχώ· μὲ τὸν πρωτότοκό του γιό, θεμέλιο θέτοντας αὐτόν, αὐτὴν θὰ θεμελιώσει, καὶ μὲ τὸν γιό

τὸν νεότερο, αὐτὸν πικρὰ θρηνώντας, αὐτῆς τὶς πύλες τότε θ’ ἀνορθώσει. Κι αὐτὸ ἔπραξε, καὶ τοῦτο ἔπαθε, ὁ Ὁζᾶν ἀπ’ τὴ Βαιθήλ, μὲ τὸν πρωτότοκό του γιό, τὸν Ἀβιρών, ὁ ὁποῖος ἔπεσε νεκρός, αὐτὴν εἶχε θεμελιώσει, καὶ τὸν γιὸ ποὺ τοῦ ἀπέμεινε τὸν νεότερο θρηνώντας, αὐτῆς εἶχε τὶς πύλες ἀνορθώσει. 27 Καὶ ὁ Κύριος ὁ Θεός, ἦταν μαζὶ μὲ τὸν Ἰησοῦ τοῦ Ναυή, καὶ τοῦ ὀνόματός του εἶχε ἡ φήμη σ’ ὅλη τὴ χώρα διαδοθεῖ, ἀπ’ ἄκρη σ’ ἄκρη ἀστραπιαῖα παντοῦ ἐκεῖ Σημείωση: στὸ ἐδάφιο 1 τὸ συγκεκλεισμένη μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἐδάφιο 2 τὸ τοῦ Ναυή, καὶ τὸ κι ἔνδοξος εἶναι καὶ κραταιός δὲν ὑπάρχουν στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ δυνατοὺς ὄντας ἐν ἰσχύϊ μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 3 τὸ τοὺς μαχίμους· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 4 τὸ ἅμα· στὸ ἐδάφιο 5 τὸ ὅλοι μαζί, καὶ τὸ παρευθύς, καὶ τὸ αἴφνης δὲν ὑπάρχουν στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ ὁρμήσας ἕκαστος κατὰ πρόσωπον μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 7 τὸ ἐναντίον Κυρίου· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ ὅλοι μαζί δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἐδάφιο 8 τὸ ἐναντίον τοῦ Κυρίου μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ ὅλοι μαζί δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 10 τὸ τοῦ Ναυή, καὶ τὸ ἀπὸ κοινοῦ, ὅλοι

περιελθοῦσα μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ

στὸ ἐδάφιο 22 τὸ τοῖς κατασκοπεύσασιν, καὶ τὸ ὅσα ἐστὶν αὐτῇ μεταφράστηκαν πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 23 τὸ οἱ κατασκοπεύσαντες, καὶ τὸ ᾿Ισραήλ· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ ὅλους, καὶ τὸ μαζὶ μ’ αὐτήν, καὶ τὸ καὶ τοὺς οἰκείους της μαζί δὲν ὑπάρχουν στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 25 τὸ μ’ αὐτὴν μαζί· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ ἐν τῷ ᾿Ισραὴλ μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο

του
μαζί· στὸ ἐδάφιο 11 τὸ
καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἐδάφιο 12 τὸ στοὺς ὤμους τους δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἐδάφιο 13 τὸ ἐναντίον Κυρίου, καὶ τὸ περιεκύκλωσε τὴν πόλιν ἑξάκις ἐγγύθεν μεταφράστηκαν πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἐδάφιο 14 τὸ κάθε μέρα, ἕξι φορὲς τῆς πόλης τὸν γύρο κάνοντας τὴ μέρα δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 16 τὸ ὅλοι μαζί · στὸ ἐδάφιο 17 τὸ ἀνάθεμα…Κυρίῳ Σαβαώθ, καὶ τὸ περιποιήσασθε μεταφράστηκαν πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 18 τὸ φυλάξεσθε· στὸ ἐδάφιο 20 τὸ μεμιᾶς, καὶ τὸ μὲ ὁρμή δὲν ὑπάρχουν στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ ἀνέβη μεταφράστηκε ἐλεύθερα· στὸ ἐδάφιο 21 τὸ ἀνεθεμάτισεν…ἐν στόματι ρομφαίας μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ οἱ ἡμίονοι καὶ οἱ ὄνοι δὲν ὑπάρχει στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο·
ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ 39
40 ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ

26 τὸ ὥρκισεν, καὶ τὸ ἐν τῷ πρωτοτόκῳ αὐτοῦ θεμελιώσει αὐτὴν καὶ ἐν τῷ ἐλαχίστῳ αὐτοῦ, καὶ τὸ ἐν τῷ ᾿Αβιρὼν τῷ πρωτοτόκῳ, καὶ τὸ δεύτερο ἐν τῷ ἐλαχίστῳ· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ τὴν Ἱεριχώ, καὶ τὸ καὶ τοῦτο ἔπαθε δὲν ὑπάρχουν στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο· τὸ ἴδιο καὶ στὸ ἐδάφιο 27 τὸ τοῦ Ναυή· στὸ ἴδιο ἐδάφιο τὸ ἦν τὸ ὄνομα αὐτοῦ κατὰ πᾶσαν τὴν γῆν μεταφράστηκε πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀναδημιουργικά.

ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ 41
ISBN 978-618-205-331-7

Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.