Λαθρεπιβάτες

Page 1

140 × 210  SPINE: 5.7  FLAPS: 80

Βαγγέλης Παπαδιόχος

Έ

Ο Βαγγέλης Παπαδιόχος γεννήθηκε το 1986 και κατάγεται από το Αλιβέρι Ευβοίας. Σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες, Δημόσια Διοίκηση και Σκηνοθεσία Κινηματογράφου. Εργάζεται ως δημόσιος υπάλληλος. Έχει εκδώσει μία σατιρική ποιητική συλλογή (Σατιρικά γράμματα, 2017).

Λαθρεπιβάτες

βρεχε καταρρακτωδώς κι ένα μικρό σκυλί γάβγιζε, δεμένο σ’ έναν στύλο, στριφογυρνώντας δεξιά κι αριστερά. Σκέφτηκα πως το αφεντικό του είχε μπει σε κάποιο μαγαζί και περίμενε να σταματήσει η βροχή για να γυρίσει να το πάρει στο σπίτι του και να το δέσει στην αυλή του. Πέρασα από μπροστά του και άρχισε να μου γαβγίζει φιλικά, προσπαθώντας να έρθει τόσο κοντά μου όσο του επέτρεπε η αλυσίδα του. Καθώς γρατζουνούσε απαλά τη φούστα μου με το πόδι του κλαψουρίζοντας, ένιωσα για μια στιγμή σαν να με ήξερε καλύτερα απ’ τον καθένα σ’ αυτή την πόλη· παράξενη σκέψη.

ISBN 978-960-564-680-6 ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα ΤΗΛ.: 210 6431108 ocelotos@ocelotos.gr www.ocelotos.gr

covers_lathrepivates.indd 1

ΕΚΔΟΣΕΙΣ

ο σ ε λ ότ ο ς

9/28/2018 11:53:54 AM


ΤΙΤΛΟΣ

Λαθρεπιβάτες ΣΥΓΓΡΑΦΈΑΣ

Βαγγέλης Παπαδιόχος ΣΕΙΡΑ

Λογοτεχνία [1358]0918/14 ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ - ΔΙΟΡΘΩΣΗ

Όλγα Παλαμήδη LAYOUT - DESIGN Myrtilo, Λένα Παντοπούλου COPYRIGHT© 2018 Βαγγέλης Παπαδιόχος ΠΡΏΤΗ ΕΚΔΟΣΗ

Αθήνα, Οκτώβριος 2018 ISBN 978-960-564-680-6

Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας, (Ν. 2121/1993, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) καθώς και από τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται η καθ’ οιονδήποτε τρόπο ή μέσο (ηλεκτρονικό, μηχανικό ή άλλο) αντιγραφή, φωτοανατύπωση και γενικώς αναπαραγωγή, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου χωρίς τη γραπτή άδεια του δικαιούχου συγγραφέα.

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ:

Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα ΤΗΛ.: 210 6431108 ocelotos@ocelotos.gr www.ocelotos.gr


Βαγγέλης Παπαδιόχος

Λαθρεπιβάτες ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ



Ένας γέρος σταμάτησε στη γωνιά καθώς πήρε να βρέχει. Θλιβερός, ετοιμόρροπος γέρος, σα φτιαγμένος από ένα σωρό τσαλακωμένα χαρτιά που άρχισαν κιόλας να μουσκεύουν κάτω απ’ τη βροχή, Θε μου, τα χαρτιά λιώνουν – μια ομπρέλα, λοιπόν, ηλίθιοι, δε βλέπετε, αυτός ο άνθρωπος θα διαλυθεί. ΤΆΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΊΤΗΣ



ΑΓΡΙΑ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΑ Φέτος το καλοκαίρι δεν πήγαμε διακοπές κι έτσι δεν έχω να γράψω πολλά πράγματα. Τη μέρα που έκλεισε το σχολείο, ρωτήσαμε τη μαμά και μας είπε ότι δεν έχουμε λεφτά για τέτοια, και κλείστηκε στο δωμάτιό της, όπως κάνει από τότε που έφυγε απ’ τη δουλειά. Αλλά μετά, ο μπαμπάς είπε ότι κάτι μπορεί να γίνει και να πεταχτούμε κάπου κοντά για λίγο. Όμως, την επόμενη μέρα, η μαμά αρρώστησε σοβαρά γιατί πήρε κατά λάθος πολλά απ’ αυτά τα χάπια που γράφουν πάνω «ΧΑΝΑΧ» κι ο μπαμπάς λέει ότι τη βοηθάνε για τις αϋπνίες. Μια μέρα που είδα κακό όνειρο και δεν μπορούσα να κοιμηθώ, πήγα να πάρω κι εγώ ένα, μα με είδε η μαμά και μου είπε ότι αυτά τα χάπια είναι για τον πονοκέφαλο και όχι για τις αϋπνίες. Κι όταν τη ρώτησα γιατί δεν μου έδωσε ένα πριν από λίγο καιρό, που με πόναγε το κεφάλι μου, με μάλωσε και μου τόνισε πως αυτά είναι μόνο για τους μεγάλους. Κι έτσι δεν πήγαμε κάπου διακοπές, γιατί η μαμά έπρεπε να μείνει στο νοσοκομείο για μερικές μέρες. Η αδερφή μου τότε θύμωσε και έλεγε συνέχεια ότι όλοι οι συμμαθητές της θα πάνε διακοπές κι εμείς πουθενά. Η αδερφή μου είναι ακόμα μικρή και δεν καταλαβαίνει κι έτσι την πειράζουν πολλά πράγματα. Όπως όταν η μαμά φτιάχνει συχνά μακαρόνια και αυγά ή όταν η γιαγιά έφερνε κρύο φαγητό από την Ενορία, τότε που μας είχαν κόψει το ρεύμα. Μια μέρα, όταν η μαμά ήταν ακόμα στο νοσοκομείο, η αδερφή μου πετάχτηκε απ’ το τραπέζι και έτρεξε στο δωμάτιό της κλαίγοντας. Τότε η γιαγιά κοίταξε εμένα και είπε στον μπαμπά: «Ευτυχώς η Βασούλα έμοιασε σε σένα». Κι ο μπαμπάς της απάντησε: «Πάψε, μητέρα». Η μαμά λέει καμιά φορά στον μπαμπά ότι η γιαγιά δεν τη χωνεύει κι η γιαγιά μάς λέει ότι η μαμά δεν θέλει άντρα, αλλά μια νοσοκόμα συνέχεια δίπλα της και πως αν είχε ζήσει κι αυτή στην Κατοχή, να δούμε τι θα έκανε. Μια μέρα, φώναξε στον μπαμπά ότι πληρώνουμε συνέχεια τα φάρμακα και τις συνεδρίες της και μας κοροϊδεύ7


ουν επειδή πάμε στο σχολείο με παλιόρουχα. Ο μπαμπάς λέει να μην ασχολούμαστε με τέτοια και να κοιτάμε μόνο τα μαθήματά μας για να βρούμε μια καλή δουλειά. Εγώ θέλω να γίνω μουσικός σαν αυτόν, αλλά όλο μου λέει ότι είμαι μικρή ακόμα και θα αλλάξω γνώμη. Το έχω καταλάβει ότι δεν θέλει να γίνω μουσικός, γιατί όταν μου κάνει μάθημα στο πιάνο, μου βάζει όλο δύσκολα κομμάτια και μου λέει: «Ε, τι περίμενες; Δεν είναι παίξε γέλασε». Ο μπαμπάς δεν έχει πολλούς μαθητές, αλλά του αρέσει η δουλειά του και παίζει πολύ όμορφα. Δεν ξέρω γιατί δεν θέλει να γίνω κι εγώ μουσικός. Προχθές που ρώτησα τη γιαγιά, μου απάντησε ότι μόνο τα σκυλάδικα έχουν λεφτά. Τότε θυμήθηκα κάτι μεγαλύτερα παιδιά στο σχολείο, που μας είχαν φωνάξει μια φορά: «Η μάνα σας η λουλουδού κάνει πίπες στα σκυλάδικα». Μόλις ρώτησα τον μπαμπά τι πάει να πει αυτό, θύμωσε πολύ και πήγε στο σχολείο και είπε στον διευθυντή ότι αν ξαναγίνει τέτοιο πράγμα, θα κάνει μήνυση. Μετά, μου είπε πως η μαμά είχε ανοίξει παλιά ένα ανθοπωλείο που δεν πήγε καλά κι έκλεισε. Από τότε δεν μας ανέφερε κανείς κάτι άλλο γι’ αυτό. Μόνο μια φορά άκουσα μια γριά γειτόνισσα, που η γιαγιά λέει πως είναι η πιο κουτσομπόλα και χτικιάρα γυναίκα που έχει δει στη ζωή της, να λέει σε μια άλλη: «Να, τα παιδιά της λουλουδούς». Κι εγώ τότε τη ρώτησα γιατί κοροϊδεύει τη μαμά που έκλεισε το μαγαζί της, αφού ακούω στην τηλεόραση ότι όλο κλείνουν μαγαζιά και όλοι στεναχωριούνται και κανείς δεν γελάει, μα αυτή δεν απάντησε. Μετά όμως, ο μπαμπάς με μάλωσε και μου είπε πάλι να ασχολούμαι μόνο με τα μαθήματά μου κι ότι η μαμά είναι λίγο στεναχωρημένη αυτή την περίοδο, αλλά μας αγαπάει πολύ. Το ξέρω ότι η μαμά μάς αγαπάει. Όμως, από τότε που έφυγε από τη δουλειά, είναι πολύ περίεργη και μία κλαίει, μία γελάει. Ο μπαμπάς λέει πως είναι ακόμα κουρασμένη, επειδή στη δουλειά που έκανε στο εστιατόριο έπρεπε να ξενυχτάει συνέχεια. Της έδιναν καλά λεφτά, αλλά ο μπαμπάς δεν ήθελε να δουλεύει εκεί. Μια φορά που είχα αϋπνίες, τους άκουσα να τσακώνονται και μόλις πήγα πιο κοντά, άκουσα τη μαμά να λέει: «Έχεις τρελαθεί 8


τελείως; Για όλες τα ίδια λένε». Κι ο μπαμπάς της απάντησε: «Θα σηκωθείς και θα φύγεις αμέσως και δεν θα το συζητήσουμε άλλο». Ύστερα, η μαμά τον ρώτησε: «Και τι θα κάνουμε με το δάνειο;» Κι ο μπαμπάς της είπε να κάνουν ησυχία και μετά κάτι για τη γιαγιά και το σπίτι της, που δεν άκουσα καλά. Δεν μπόρεσα να ακούσω άλλα, γιατί ο μπαμπάς σηκώθηκε και πήγε στην τουαλέτα κι εγώ έτρεξα στο δωμάτιό μου. Πάντως, θυμάμαι ότι λίγες μέρες αργότερα, η γιαγιά ήρθε να μείνει στο σπίτι μας γιατί το σπίτι της ήταν πια μεγάλο για εκείνη, όπως μας είπε. Κι έτσι η γιαγιά μάς μαγείρευε και έκανε τις δουλειές του σπιτιού, ενώ η μαμά έψαχνε για καινούργια δουλειά. Και μια μέρα που πόναγε πολύ το κεφάλι της, πήρε πολλά χάπια «ΧΑΝΑΧ» και αρρώστησε. Όταν έγινε καλά, πήγαμε με τη γιαγιά να τη δούμε στο νοσοκομείο. Της πήραμε γαρδένιες και η γιαγιά τής έφτιαξε γλυκό αγριοτριανταφυλλιάς, που της αρέσει πολύ. Μας είπε πως είναι καλά, δεν θα την ξαναπιάσει τέτοιος πονοκέφαλος και πως αν είμαστε καλές μαθήτριες, θα πάμε διακοπές το άλλο καλοκαίρι. Η αδερφή μου της είπε ότι δεν την πειράζει που δεν πήγαμε διακοπές, αφού έγινε καλά. Κι εγώ της είπα να μη στεναχωριέται που την κοροϊδεύουν επειδή δεν πήγε καλά το μαγαζί της και πως, αφού ο μπαμπάς δεν μ’ αφήνει να γίνω μουσικός, θα ανοίξω κι εγώ ένα ανθοπωλείο, να το έχουμε μαζί. Η μαμά τότε άρχισε να κλαίει και με αγκάλιασε σφιχτά και μου είπε πως εμείς θα γίνουμε επιστήμονες. Μετά, είπε στην αδερφή μου να βάλει τα λουλούδια στο βάζο. Αλλά αυτή η χαζούλα, που κάνει όλο ζημιές, δεν τα έβαλε καλά και έχυσε όλο το νερό κάτω. Πήγε τότε να φύγει γιατί νόμιζε ότι θα τη μαλώσει, αλλά η μαμά γέλασε και τη φώναξε κι εκείνη κοντά της.

9


ΜΑΥΡΑ ΣΕΝΤΟΝΙΑ ΚΥΡΙΑΚΉ 1 ΜΑΡΤΊΟΥ

Ονειρεύτηκα και πάλι την πρώτη φορά που έφτασα εδώ. Το αεροπλάνο πετούσε όλο και ψηλότερα, βουτούσε σε ατμόσφαιρες όλο πιο σκοτεινές και κρύες, ώσπου βυθίστηκε σ’ ένα πελώριο σεντόνι από μαύρα σύννεφα. Δεν μπορούσα να διακρίνω τίποτα και για λίγο ένιωσα πως χαθήκαμε μέσα σε κάτι απροσδιόριστα βαθύ· όπως μπορείς να φανταστείς πως είναι να σε ρουφάει μια τεράστια μαύρη τρύπα. Και τότε το αεροπλάνο τραντάχτηκε απότομα και φάνηκε σαν να άρχισε να πέφτει. Ένα δυνατό μπουμπουνητό μ’ έκανε να τινάξω αμέσως τα σεντόνια από πάνω μου. Το ξυπνητήρι χτύπησε αμέσως μετά. Κατεβαίνοντας για καφέ και τσιγάρα είδα στη θυρίδα ένα γράμμα απ’ την τράπεζα. Για πρώτη φορά το άρπαξα και το άνοιξα αμέσως. Το ήξερα ήδη, αλλά ήθελα να το δω πρώτα, για να το πιστέψω. Να πιστέψω ότι αυτή ήταν η τελευταία φορά που μου έστελναν. Η τελευταία φορά για την τελευταία δόση του τελευταίου μήνα. Του τελευταίου μήνα που έπρεπε να ανοίξω τα μέιλ και να απαντήσω σε όλους αυτούς που μετά έπρεπε να ξεχάσω ότι είχα συναντήσει κάποτε, για λίγη ώρα, κάτω από μισοπλυμένα σεντόνια ξενοδοχείων. Αύριο πρέπει να ξεκινήσω διάβασμα για την εξεταστική. ΤΕΤΆΡΤΗ 4 ΜΑΡΤΊΟΥ

Μου ’χει κοπεί πάλι η όρεξη κι έχω αδυνατίσει αρκετά τελευταία. Προχθές μου μπήκαν πάλι κακές ιδέες και πήγα για τσεκάπ. Δεν έχω τίποτα, το ξέρω. Απλώς, κάθε φορά που σταματάω για λίγο καιρό να το κάνω, πέφτω με τα μούτρα στο φαΐ. Κι όταν μετά το ξαναρχίζω, μου κόβεται αμέσως η όρεξη.

10


«Κάθε φορά που μπαίνεις στα μαύρα σεντόνια, αφήνεις κάτι μέσα τους», μου είπε πάλι η Κέιτ σήμερα. «Εσύ όμως τα κρατάς τα κιλάκια σου», της απάντησα χαμογελώντας και προσποιούμενη πως δεν την κατάλαβα. ΚΥΡΙΑΚΉ 8 ΜΑΡΤΊΟΥ

Μόνο ένα ραντεβού σήμερα· με τον τραπεζίτη. Είχε όρεξη για κουβέντα πάλι. Μου είπε, μέσα σ’ όλα, πως έχει μια κόρη κοντά στην ηλικία μου. Ευτυχώς δεν με ρώτησε πολλά. Του είπα ότι οι γονείς μου έχουν πεθάνει και πήρε για λίγο το λυπημένο βλέμμα που συνηθίζουν να παίρνουν όλοι τους και το οποίο, ως διά μαγείας, εξαφανίζεται όταν αρχίσουν να γδύνονται. Μου είπε πάντως πως την επόμενη φορά θα μπορέσει να μου δώσει κάτι παραπάνω – απόψε έπρεπε να βγει με τη γυναίκα του λόγω επετείου γάμου. ΤΕΤΆΡΤΗ 11 ΜΑΡΤΊΟΥ

Έβρεχε καταρρακτωδώς κι ένα μικρό σκυλί γάβγιζε, δεμένο σ’ έναν στύλο, στριφογυρνώντας δεξιά κι αριστερά. Σκέφτηκα πως το αφεντικό του είχε μπει σε κάποιο μαγαζί και περίμενε να σταματήσει η βροχή για να γυρίσει να το πάρει στο σπίτι του και να το δέσει στην αυλή του. Πέρασα από μπροστά του και άρχισε να μου γαβγίζει φιλικά, προσπαθώντας να έρθει τόσο κοντά όσο του επέτρεπε η αλυσίδα του. Καθώς γρατζουνούσε απαλά τη φούστα μου με το πόδι του κλαψουρίζοντας, ένιωσα για μια στιγμή σαν να με ήξερε καλύτερα απ’ τον καθένα σ’ αυτή την πόλη· παράξενη σκέψη. Θα ξαναβρέξει. Πάντα ξεσπάει ξαφνική βροχή τελευταία λίγο πριν νυχτώσει. Και μάλλον θα έχω πάλι αϋπνίες. Καλύτερα. Πρέπει να ασχοληθώ με την εργασία για την εξαθλιωτική ανάπτυξη.

11


140 × 210  SPINE: 5.7  FLAPS: 80

Βαγγέλης Παπαδιόχος

Έ

Ο Βαγγέλης Παπαδιόχος γεννήθηκε το 1986 και κατάγεται από το Αλιβέρι Ευβοίας. Σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες, Δημόσια Διοίκηση και Σκηνοθεσία Κινηματογράφου. Εργάζεται ως δημόσιος υπάλληλος. Έχει εκδώσει μία σατιρική ποιητική συλλογή (Σατιρικά γράμματα, 2017).

Λαθρεπιβάτες

βρεχε καταρρακτωδώς κι ένα μικρό σκυλί γάβγιζε, δεμένο σ’ έναν στύλο, στριφογυρνώντας δεξιά κι αριστερά. Σκέφτηκα πως το αφεντικό του είχε μπει σε κάποιο μαγαζί και περίμενε να σταματήσει η βροχή για να γυρίσει να το πάρει στο σπίτι του και να το δέσει στην αυλή του. Πέρασα από μπροστά του και άρχισε να μου γαβγίζει φιλικά, προσπαθώντας να έρθει τόσο κοντά μου όσο του επέτρεπε η αλυσίδα του. Καθώς γρατζουνούσε απαλά τη φούστα μου με το πόδι του κλαψουρίζοντας, ένιωσα για μια στιγμή σαν να με ήξερε καλύτερα απ’ τον καθένα σ’ αυτή την πόλη· παράξενη σκέψη.

ISBN 978-960-564-680-6 ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα ΤΗΛ.: 210 6431108 ocelotos@ocelotos.gr www.ocelotos.gr

covers_lathrepivates.indd 1

ΕΚΔΟΣΕΙΣ

ο σ ε λ ότ ο ς

9/28/2018 11:53:54 AM


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.