Νίκος Ανδρείος
Νίκος ΑΝδρείος
Μάνες Ωχρές
Μάνες Ωχρές
(Παραληρηματικός Ποιητικός Μονόλογος)
ΘΕΑΤΡΟ (Παραληρηματικός Ποιητικός Μονόλογος) Μονόπρακτο
ΘεΑΤρίκο
Ε Κ ΔΟ Σ Ε Ι Σ
ο σ ε λ ότ ο ς
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
οσ ελότος
Ο έ ε π « Ά S 2
Κάθε γνήσιο αντίτυπο φέρει την υπογραφή του συγγραφέα.
Τιτλος Συγγραφέας Σειρα Copyright© 2011 Πρώτη Εκδοση ISBN
Μάνες ωχρές Νίκος Ανδρείος email: auteur.nicolasandreios@yahoo.gr Θέατρο [1061]0411/02 Νίκος Ανδρείος Αθήνα, Απρίλιος 2011 978-960-9499-67-5
Η επιμέλεια της έκδοσης έγινε από τις εκδόσεις οσελότος
Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας, (Ν. 2121/1993, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) καθώς και από τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται η κατ’ οιονδήποτε τρόπο ή μέσο (ηλεκτρονικό, μηχανικό ή άλλο) αντιγραφή, φωτοανατύπωση και γενικώς αναπαραγωγή, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου χωρίς τη γραπτή άδεια του δικαιούχου συγγραφέα.
Ε Κ ΔΟ Σ Ε Ι Σ
ο σ ε λ ότ ο ς
Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα Τηλ. : 210 6431108 ekdoseis.ocelotos@gmail.com, ocelotos@otenet.gr www. ocelotos. gr
e-mail:
Σε όσων…, αχνίζουν οι πληγές! Στην Μητέρα μου
Πρόλογος
Τ
α ειλικρινέστερα λόγια που έχω ακούσει, ενυπάρχουν στον υπότιτλο τούτου του έργου: παραληρηματικός ποιητικός μονόλογος. Η πρωτοπρόσωπη ομοδιηγητική αφηγηματική λειτουργία αποκαλύπτει ένα έργο άγριο, ίσως σκληρό και, κάποιες φορές, σοκαριστικό. Και αυτό γίνεται όχι γιατί ο Ανδρείος αρέσκεται ενεργητικά ή παθητικά στην αγριότητα, αλλά γιατί ο ίδιος καταγράφει το σκηνικό των πράξεων των ηρώων του, διαστρωματωμένο και εξικνούμενο από τις κοινωνικές συνθήκες και τα προσωπικά πάθη. Αστικός ρεαλισμός λοιπόν, με προεκτάσεις ψυχολογικής υφής. Τρεις είναι οι κύριοι πόλοι, που μαγνητικά συσπειρώνουν (και τελετουργικά εξακοντίζουν σε μια αμφίδρομη διαδικασία) τη δυναμική αυτού του ποιήματος: Πρώτον, η σκιαγράφηση της φυσιογνωμίας της μάνας. Μιας μάνας που αντιπαλεύει τις πολλαπλές αντιξοότητες της ύπαρξης, όχι πάντα με επιτυχία, γεγονός που την καθιστά ακόμη πιο τραγική φιγούρα. Οι αντιξοότητες αυτές, ειδικότερα του ανθρώπινου περιβάλλοντος, την αναδεικνύουν ακόμη πιο πολύτιμη ως σύντροφο, πρότυπο και εν τέλει παράγοντα διαμόρφωσης χαρακτήρα. Δεύτερον, η λειτουργία του πόνου, ιδιαίτερα ως πόλου έλξης και άπωσης. Συμβολίζεται σε όλο το έργο με το μαχαίρι (εξωτερική λειτουργία) και τα αιμάσσοντα χέρια του ήρωα (εσωτερική λειτουργία). Ο πόνος προέρχεται από τα γύρω και ταλανίζει τους ήρωες, που τον απο-
δέχονται, φοβισμένα βέβαια στην αρχή, αφού δεν έχουν τη δυνατότητα να τον αρνηθούν, αλλά ούτε και το θέλουν, μια και έτσι θα αποδεικνύονταν αναίσθητοι: αφού η κοινωνία έχει μόνο πόνο να σου δώσει, δέξου τον. Δέξου τον και κατόπιν μετάτρεψέ τον αρχικά σε μακροθυμία και αργότερα σε ζωή. Αυτό αποτελεί και το μήνυμα: η εξαγωγή θετικών από τα αρνητικά, μέσα από αναντίλεκτα οδυνηρές διαδικασίες. Αυτόματα λοιπόν, ο πόνος αποβαίνει καταληκτικά και αυτός ως παράγων διαμόρφωσης της προσωπικότητας των ηρώων, είτε θετικά είτε αρνητικά είτε και τα δύο. Τρίτον, η λειτουργία της μνήμης. Ο ίδιος ο ήρωας διερωτάται: «η μνήμη με έσωσε ή μήπως με φυλάκισε;». Χωρίς πολλά πολλά, η αλήθεια είναι πάντα κάπου στη μέση. Επιτελεί έτσι ένα ρόλο εξισορρόπησης, δίνοντας στίγμα ύπαρξης, που απωθείται από το κακό και τείνει προς την αντίθετη πλευρά. Η τραγικότητα όμως έγκειται στο ότι η απωστική δύναμη δεν είναι τόσο μεγάλη, όσο οι ήρωές μας θα ήθελαν. Έτσι σηματοδοτείται μια έκβαση περιμετρική του πόνου, που τους κρατά πάντα σε ιοντισμό και υπερδιέγερση. Η γραμμή αυτή χάνεται στο άπειρο, μετατρέποντας τη θέση τους σε μαρτύριο διαρκείας. Ο σαφής επηρεασμός από τα μητρικά πάθη εκδηλώνεται από την άρνηση του ήρωα ν’ αποκτήσει οικογένεια, που την νοεί πλέον ως πληγή. Εν κατακλείδι όμως λειτουργεί θετικά, αφού τον κάνει καλύτερο άνθρωπο με προοπτική [...]να ζήσουμε μια άφοβη μέρα [...]. Μέσα από αυτό του δίνεται το έναυσμα –και μάλιστα αγωνιστικό– για ζωή. Το πνευματικά και αισθητικά αξιολογήσιμο είναι ότι όλη η ταντάλεια πορεία μέσα από τους ήχους της προσωπικής κόλασης με κατεύθυνση το βασίλειο του Φωτός (δεν έχουν φτάσει ακόμη), ουσιαστικά αποτελεί μια από τις κυριότερες συνιστώσες της Τέχνης, που είναι το ξόρκισμα των δαιμόνων μας, μια τελετουργία πάνδημης ανακοίνωσης, αφού βέβαια πρωτίστως σταθεροποιηθούμε συναισθηματικά (ή και όχι κάποιες φορές). Αυτό είναι ένα συστατικό της παγκόσμιας δραματουργίας, που μετατρέπει την Τέχνη σε κολυμβήθρα ανάνηψης ψυχικής. Λειτουργία πολύτιμη, κατά τη γνώμη μου, ιδιαίτερα σ’ αυτούς τους καιρούς… Αποληκτικά: το έργο είναι ενδιαφέρον. Η αρχική σκληρότητα, άφθονη όπως οι συνθήκες το επιτάσσουν, μεταστοιχειώνεται γρήγορα σε μια θυμωμένη αποδοχή, που με τη σειρά της αποβαίνει εφαλτήριο μετατροπής σε θετικότητα και σηματοδοτεί έτσι μονοπάτια σκέψης και πράξης που απωθούνται από το Κακό, οριοθετώντας πορεία προς το καλύτερο
και τελικά προς το Καλό. Είναι μια ρεαλιστική καταγραφή των πραγμάτων: σύγχρονη – ανθρώπινη – διδακτική. Το μεγαλύτερο προσόν, εκτός της ηθικής ποιότητας, είναι ότι, ενώ το έργο όντως αποτελεί ένα παραληρηματικό χορό με τους δαίμονές μας, παντού ενυπάρχει η πυρετώδης διεγερτική επιθυμία της επόμενης σελίδας και του τι γίνεται σ’ αυτήν. Αυτό δεν το κατορθώνει ο καθένας, πόσο μάλλον σε ένα έργο εξ ορισμού και θέματος δύσκολο. Το περιεχόμενο άλλωστε συγκλίνει –και μάλιστα αβίαστα– στο ζητούμενο, που είναι η εκφόρτιση των εξωτερικών καταναγκασμών, η νομοτελειακά αιτιώδης σχέση μεταξύ εξωτερικών ερεθισμάτων και αποτύπωσης των αισθήσεων και η εσώτερη διαλεκτική επικοινωνία μας με τον σκεπτόμενο άνθρωπο. Έτσι επιτυγχάνονται και οι δύο του στόχοι: α) η μυητική λειτουργία: το προσωπικό μετακενώνεται σε κάτι το κοινό που αφορά όλους μας και β) η κοινωνική – διδακτική διάσταση: η συνειδητοποίηση της αναμφισβήτητης θετικότητας του τελικού μηνύματος του Ανδρείου που συμπυκνώνεται στο εξής: σε μας μένει να αποφασίσουμε τι θα αποτελέσουμε: μέρος του προβλήματος ή μέρος της λύσης; Γ. Ε. Μανουσάκης Φιλόλογος – Ερευνητής Απρίλης 2011
Στην σκηνή υπάρχουν, ένα μεγάλο καλάθι· ένα τραπέζι κουζίνας· ένα λερωμένο και σκισμένο στρώμα, με λερωμένα σεντόνια δεμένα κόμπο κι επάνω του ένα μεγάλο μαχαίρι με βαμμένη κόκκινη την λάμα· ένας επιδαπέδιος σπασμένος μεγάλος καθρέπτης και ένα διαφανές μαύρο πέπλο ριγμένο στην σκηνή.
8
(Απόλυτο σκοτάδι στην σκηνή, μόνο μια φωνή ακούγεται, σαν από κάπου μακριά.) ΑΦΗΓΗΤΗΣ:
Κάθισε στην Πύλη· όχι τη δική του δεν είχε δική του. Απλά τη φύλαγε, την κλείδωνε, μόνη της δεν την άφηνε και αυτή όμως μόνο εκείνον ήξερε και Εκείνον που την έφτιαξε. Τον κοίταξε και απόρησε, τον είδε και νοστάλγησε, μα δεν το είπε, μόνο προσευχόταν να ακούσει κάτι για αυτήν. Είχε αποφασίσει πως δεν θα άνοιγε αν δεν του μίλαγε κάποιος για αυτήν. Έστω για τη δική του· όλες είναι όλων, ήταν –και είναι– το σύνθημα δεν ήθελε να προδώσει μήτε να προδoθεί, πώς να κρύψει όμως αυτό που προσευχόταν να ακούσει; Θα ήταν σαν να παραδεχόταν πώς είναι άθεος και αυτό ήταν άδικο. Άθεος αυτός; Έτσι σχεδόν βιαστικά ρώτησε ορθά κοφτά — «Γιατί θέλεις να σωθείς;» «Τι σε κάνει να θέλεις να σωθείς;» — «Η αγάπη μου» του είπε. — «Για ποιον;» τον ρώτησε — «Πάντως όχι για αυτόν που σε έβαλε εδώ δίνοντάς σου τα χρυσά, ολόχρυσα κλειδιά». — «Πως τολμάς;» φώναξε, σχεδόν γρύλισε μα δεν τον τρόμαξε, τόσο που τόλμησε να αντιπεί: — «Άσε με να σου πω όσα θέλω, άσε με να σου πω για αυτήν, πως είναι όλες και μία, μία και όλες· Μετά θα φύγω ήσυχα, ανεπαίσχυντα, ειρηνικά και ας έχω φύγει…» (Ανοίγει η αυλαία. Ανάβουν σιγά σιγά τα φώτα, ημίφως στην σκηνή. Μια ωχρή αντρική φιγούρα αρχίζει να φαίνεται γονατιστή, στο μέσον της σκηνής. Φοράει λευκό πουκάμισο με όλα τα κουμπιά κουμπωμένα μέχρι επάνω και μαύρο παντελόνι. O άντρας είναι ξυπόλυτος, τα χέρια του είναι βαμμένα κόκκινα με αίμα.)
9
(Σηκώνεται αργά, δαγκώνοντας και γλείφοντας τα δάχτυλα του.) ΑΡΧΗ ΜΟΝΟΛΟΓΟΥ:
Με συγκινούν οι μάνες οι ωχρές με τα μικρά τους στην αγκαλιά σαν πορεύονται… σαν γεύονται τις λαϊκές τις αγορές του κόσμου! Πού να σταθεί για να θηλάσει μια Μάνα; Ο κόσμος τρέχει κοιτώντας για να βρει κάτι αγνό. — Κάτι ιερό· Και πιο ιερό από τη Μάνα που θηλάζει το παιδί της, δεν υπάρχει, πιο πλήρης τροφοδοσία του σύμπαντος δεν μπορεί να επιτευχθεί [συμπαντική(πραγματική)]. — ΓΑΛΑ — ΧΙΟΝΙ — ΣΥΝΝΕΦΟ — ΓΑΛΑ με ΑΙΜΑ – ηδονικό Με συγκινούν οι μάνες οι ωχρές. — ΑΚΟΥ Το γλείψιμο κάθε ροδαλής θηλής ωχρής Μάνας Προσδόκα –με αλλόκοτους ήχους– να είμαι όλα τα μωρά Θεία βρέφη και κανένα. — ΑΚΟΥ Θανατωμένα βρέφη στον καιάδα – χωρίς σταυρούς· Τα ακούω… μα δεν κλαίνε. Γιατί οι στιλπνές –απ’ τα δάκρυα– αρτιμελείς μήτρες τους… μπόρεσαν να ζήσουν και μετά το θάνατό τους… — ΑΚΟΥ ΤΟ ΣΥΝΘΗΜΑ — ΤΟ ΣΥΝΘΗΜΑ ΑΚΟΥ Σαν είσαι Μάνα οφείλεις τα μάτια να κρατάς ανοιχτά…· είσαι καταδικασμένη να προβάλλει αενάως κατακόρυφη η μητρότητα στο βλέμμα σου – αυθύπαρκτα σε κάθε άνοιγμα, κοίταγμα. Η πόρτα ανοίγει κι αγωνία για επιστροφή στο ζύμωμα όλο και πιο ηδονικά μετρά λεπτά, μα δεν ξεχνιέται, στα χέρια το μικρό μεγάλο όραμα – με προσδοκίες ζωντανό. Στο αντάμωμα με το αμπέλι της ζωής της. 10
Πάλι μόνη, πάλι μαζί του, μόνη μαζί του θα ψωνίσει προσέχοντας μην ψωνιστεί μην κάποια απ’ τις κραυγές του κόσμου δεν προσέξει· όλα μιλούν. — ΠΡΟΣΕΞΕ Το παιδί της μην της πέσει και κείνη δεν το αντιληφθεί. Προς Θεού, το παιδί μου, σκέφτεται. Ύπαγε πίσω Διάολε βρομερέ, μα όμορφε, ω, πόσο όμορφος είσαι· μονολογεί και συλλογιέται τα σεντόνια της, τη γέννα της τον θάνατό της, εκείνον που τώρα την έχει αφήσει μόνη, μόνη να πάει για ψώνια… Θα τους συντηρήσω όλους με το γάλα μου σκέφτεται και κλείνει την πόρτα. Καθώς με προσοχή κατεβαίνει τα σκαλιά… της ψυχής της. Δεν θέλω να πω καλημέρα σε κανέναν ούτε και εσύ — ΜΕ ΑΚΟΥΣ; ούτε και εσύ!!! Και ας σε κοιτούν χαριτωμένα και ας σου παίζουν το έργο της συμπάθειας, γαμημένη συμπάθεια, πού ήταν όταν πονούσα; Όταν μου έλεγαν σφίξου σφίξου. Πριν… Πολύ πριν… — ΑΚΟΥ Όλοι τους έλεγαν με ένα πόνο — ΨΕΕΥΤΕΕΕΣ με χιλιάδες πόνους έπρεπε να μου πείτε — ΜΗΝ ΚΛΑΙΣ Ποιος σε κατηγόρησε; Σου είπα μήπως, ότι φταις εσύ; Χαριτωμένο μου Πάντα ήθελα ένα παιδί δικό μου ολόδικό μου. 11
(Η σκηνή φωτίζεται ολοκληρωτικά)
Ο περίπατος αρχίζει· δεν είναι απλός περίπατος –πάμε για ψώνια– ξεκαρδίζεται, πάμε για να αντικρίσουμε όξω τον κόσμο και ο κόσμος όξω θα μας αντικρίσει. Μικρός είμαι μα σκέπτομαι, υπάρχω και σκέπτομαι, μονολογώ στο κλάμα μου [...] Τα ειλικρινέστερα λόγια που έχω ακούόχι δεν πεινάω… ενυπάρχουν στον υπότιτλο τούτου του Η βόλτα μαςσει, το άπαν. έργου: παραληρηματικός ποιητικός μονόλο(Σκύβει κατάχαμα κάνοντας πως ξεσκονίζει. Σηκώνεται γος.γιαΗλίγο, πρωτοπρόσωπη ομοδιηγητική αφη-σαν ελατήριο και καμπουριάζει, προσποιείται πως τον τυφλώνει το φως.) γηματική λειτουργία αποκαλύπτει ένα έργο Ο κόσμος κι άγριο, κιμωλίαίσως του,σκληρό ο ήλιοςκαι, μας,κάποιες φορές, σοκαριστικό. Και αυτό γίνεται όχι γιατί ο Ανπου από κάτω του πρέπει αρέσκεται ενεργητικά ή παθητικά να σταθούμεδρείος με σκυμμένο το κεφάλι. στην αγριότητα, αλλά γιατί ο ίδιος καταΗ Μάνα και εγώ. γράφει το σκηνικό των πράξεων των ηρώων Εγώ και η Μάνα. ΠΡΟΣΤΑΖΩτου, διαστρωματωμένο και εξικνούμενο από τις καλημέρα. κοινωνικές συνθήκες και τα προσωπικά Σεβασμό δίχως Αστικός ρεαλισμός λοιπόν, με προεΑγάπη δίχωςπάθη. σεβασμό. κτάσεις υφής. σπίτι. [...] Το καρότσι έμεινε στοψυχολογικής γκρίζο ατέλειωτο Κι οι ερωτήσεις, τα γιατί σαν άλλες σημαδούρες στα παράθυρα. Γ. Ε. Μανουσάκης Έτσι που όλοι να βλέπουν. Φιλόλογος – Ερευνητής Χωρίς να ακούν τις κραυγές τους. Απρίλης 2011 Σαν θρίλερ χωρίς μουσική, αίμα και ξάφνιασμα. Πάντα όμως θρίλερ. Παρακαλώ για ένα ζευγάρι φτερά στα πόδια. Μάνα μη με σέρνεις άλλο και αν πρέπει να το κάνεις, άσε με να προφέρω καλημέρες, άσε με να ορίζω τις καλημέρες. ISBN 978-960-9499-67-5 Εν ανάγκη κόψε τις θηλές σου και πότισε Ετο να γλιστράω σε κάτι δικό σου, ολόδικό σου. Κ ΔΟ Σχώμα ΕΙΣ ο σ ε λ ότ ο ς Σε κοιτάω Μάνα, σκοντάφτω Μάνα. Σου μιλάω με τα μάτια Μάνα. Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα Τηλ. : 210 6431108 e-mail: ekdoseis.ocelotos@gmail.com, ocelotos@otenet.gr www. ocelotos. gr
12