Νοσηλεία και Έρευνα #36

Page 1

ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36 ISSN 22413960

Εκδίδεται από την Εταιρεία Νοσηλευτικών Σπουδών (ΕΝΣ)

Nursing Care AND Research

Scientific Journal, 3 Issues per Year May - August 2013

Published by the Greek Nursing Studies Association (GNSA)

ΤΕΤΡΑΜΗΝΙΑΙΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΜΑΪΟΣ- AΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013

Προαγωγή της νοσηλευτικής πρακτικής µέσα από τη διαχείριση της γνώσης

Μιλάµε για θέµατα «ταµπού», διασφαλίζουµε την υγεία των γυναικών

Γνώσεις, στάσεις και συµπεριφορές εκπαιδευτικών πρωτοβάθµιας εκπαίδευσης για τη σχολική ασφάλεια

Ο ρόλος του νοσηλευτή στην προαγωγή της υγείας των ηλικιωµένων

Το στίγµα της επιληψίας: αίτια, επιπτώσεις και στρατηγικές αντιµετώπισης

Το θεσµικό πλαίσιο αναφορικά µε τα δικαιώµατα πρόσβασης των µεταναστών στις υπηρεσίες υγείας στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Promotion of nursing practice through knowledge management

Talking about «taboo» issues, assuring women’s health

Knowledge, attitudes and behaviour of primary school teachers for school safety

The role of nurses in health promotion of the elderly

The Stigma of Epilepsy: Causes, Consequences and Coping Strategies

The institutional framework regarding the rights of immigrants for access to health services in the European Union

ΑΠΟΔΕΛΤΙΩΝΕΤΑΙ ΣΤΙΣ ΒΑΣΕΙΣ SCOPUS, EBSCO, CINAHL. INDEXED IN SCOPUS, EBSCO, CINAHL ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ο σ ε2013 λ ότ ος ΜΑΪΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

129


νοσηλεία Έρευνα ΚΑΙ

Τετραμηνιαίο Επιστημονικό Περιοδικό Εκδίδεται από την Εταιρεία Νοσηλευτικών Σπουδών (ΕΝΣ) ΔΙΕΥΘΥΝΣΉ ΣΥΝΤΑΞΉΣ Χρυσούλα Λεμονίδου, Καθηγήτρια Νοσηλευτικής, ΕΚΠΑ ΣΥΝΔΙΕΥΘΥΝΤΕΣ ΣΥΝΤΑΞΉΣ

Ελένη Αποστολοπούλου, Καθηγήτρια Νοσηλευτικής, Τμήμα Νοσηλευτικής, ΕΚΠΑ Ιωάννης Ελευσινιώτης, Επίκ. Καθηγητής, Τμήμα Νοσηλευτικής, ΕΚΠΑ Παναγιώτα Σουρτζή, Αναπλ. Καθηγήτρια Νοσηλευτικής, Τμήμα Νοσηλευτικής, ΕΚΠΑ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΉ ΕΠΙΤΡΟΠΉ

Λάμπρος Ανθόπουλος, Ομότ. Καθηγητής, Τμήμα Νοσηλευτικής, ΕΚΠΑ Μαργαρίτα Γιαννακοπούλου, Αναπλ. Καθηγήτρια Νοσηλευτικής, Τμήμα Νοσηλευτικής, ΕΚΠΑ Λεωνίδας Γρηγοράκος Αναπλ. Καθηγητής, Τμήμα Νοσηλευτικής, ΕΚΠΑ Ελένη Θεοδοσοπούλου, Αναπλ. Καθηγήτρια Νοσηλευτικής, Τμήμα Νοσηλευτικής, ΕΚΠΑ Δάφνη Καϊτελίδου, Επικ. Καθηγήτρια Νοσηλευτικής, Τμήμα Νοσηλευτικής, ΕΚΠΑ Ιωάννης Κακλαμάνος, Αναπλ. Καθηγητής, Τμήμα Νοσηλευτικής, ΕΚΠΑ

Μαρία Καλαφάτη, Νοσηλεύτρια ΠΕ, MSc, PhD, ΕΤΕΠ Τμήματος Νοσηλευτικής, ΕΚΠΑ Αθηνά Καλοκαιρινού, Αναπλ. Καθηγήτρια Νοσηλευτικής, Τμήμα Νοσηλευτικής, ΕΚΠΑ Ευάγγελος Κωνσταντίνου, Αναπλ. Καθηγητής Νοσηλευτικής, Τμήμα Νοσηλευτικής, ΕΚΠΑ Βασιλική Μάτζιου, Αναπλ Καθηγήτρια Νοσηλευτικής, Τμήμα Νοσηλευτικής, ΕΚΠΑ Γεώργιος Μπαλτόπουλος, Καθηγητής, Τμήμα Νοσηλευτικής, ΕΚΠΑ Θάλεια Μπελλάλη, Αναπλ. Καθηγήτρια Νοσηλευτικής, ΤΕΙ Θεσσαλονίκης

Κωνσταντίνος Μπίρμπας, Αναπλ. Καθηγητής, Τμήμα Νοσηλευτικής, ΕΚΠΑ Γεράσιμος Μπονάτσος, Καθηγητής, Τμήμα Νοσηλευτικής, ΕΚΠΑ Παύλος Μυριανθεύς, Αναπλ. Καθηγητής, Τμήμα Νοσηλευτικής ΕΚΠΑ Ελισσάβετ Πατηράκη, Καθηγήτρια Νοσηλευτικής, Τμήμα Νοσηλευτικής, ΕΚΠΑ Σωτήρης Πλακάς, Νοσηλευτής, MSc, PhD, Γενικό Νοσοκομείο Αττικής “Σισμανόγλειο” Όλγα Σίσκου, Νοσηλεύτρια ΠΕ, MSc, PhD, Επιστημονική Συνεργάτις Τμήματος Νοσηλευτικής, ΕΚΠΑ, Γενική Γραμματέας Εταιρείας Νοσηλευτικών Σπουδών ΔΙΕΘΝΉΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΉ ΕΠΙΤΡΟΠΉ

John Albarran, Principal Lecturer in Critical Care Nursing, University of the West of England, Bristol, UK Maria Katopodi, Assistant Professor, University of Michigan, USA Κατερίνα Λαμπρινού, Επίκ. Καθηγήτρια Νοσηλευτικής, Τμήμα Νοσηλευτικής,Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου Anastasia Mallidou, RN, MSc, PhD, Assistant Professor, University of Victoria, Canada Αναστάσιος Μερκούρης, Αναπλ. Καθηγητής, Τμήμα Νοσηλευτικής,Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου Ελισάβετ Δ.Ε Παπαθανάσογλου, Αναπλ. Καθηγήτρια, Τμήμα Νοσηλευτικής,Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου Ευριδίκη Παπασταύρου, Επίκ. Καθηγήτρια Νοσηλευτικής, Τμήμα Νοσηλευτικής,Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου Julie Scholes, Professor of Nursing, University of Brighton, Brighton, UK Riita Suhonen, RN, PhD, Professor, University of Turku, Department of Nursing Science, Turku, Finland

ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΠΡΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ Το τετραµηνιαίο επιστημονικό περιοδικό «Νοσηλεία και Έρευνα» είναι συνδρομητικό και δημοσιεύει -µετά από κρίση- εργασίες αποκλειστικά των συνδρομητών του και μελών της Εταιρείας Νοσηλευτικών Σπουδών. Από το Τεύχος 34 το περιοδικό εκδίδεται μόνο σε ηλεκτρονική έκδοση. Για την εγγραφή τους ως συνδρομητές, οι ενδιαφερόμενοι µπορούν να συμπληρώσουν τη φόρμα της προτελευταίας σελίδας και να την αποστείλουν στο fax: 210-7461462 ή στο e-mail: contact.ens@gmail.com. Τα τεύχη 29-33 είναι διαθέσιμα στην ιστοσελίδα www.ens-visit.gr.

130


Nursing

Care AND Research Scientific Journal, 3 Issues per Year Published by the Greek Nursing Studies Association (GNSA) EDITOR-IN-CHIEF

Chryssoula Lemonidou, RN, MSc, PhD, Professor of Nursing, University of Athens CO-EDITORS

Eleni Apostolopoulou, RN, PhD, Professor of Nursing, University of Athens Ioannis Elefsiniotis, PhD, Assistant Professor, Faculty of Nursing, University of Athens Panagiota Sourtzi, RN, MSc, PhD, Associate Professor, Faculty of Nursing, University of Athens

EDITORIAL BOARD Lambros Anthopoulos, Emeritus Professor, Faculty of Nursing, University of Athens George Baltopoulos, PhD, Professor, Faculty of Nursing, University of Athens Thalia Bellali, RN, MSc, PhD, Associate Professor of Nursing, Technological Educational Institute of Thessaloniki Konstantinos Birbas, PhD, Associate Professor, Faculty of Nursing, University of Athens Gerasimos Bonatsos, PhD, Professor, Faculty of Nursing, University of Athens Margarita Giannakopoulou, MSc, PhD, Associate Professor, Faculty of Nursing, University of Athens Leonidas Grigorakos, Associate Professor, Faculty of Nursing, University of Athens Dafni Kaitelidou, MSc, PhD, Assistant Professor, Faculty of Nursing, University of Athens Ioannis Kaklamanos, PhD, Associate Professor, Faculty of Nursing, University of Athens Maria Kalafati, RN, MSc, PhD, Faculty of Nursing, University of Athens Athina Kalokerinou, RN, PhD, Αssociate Professor of Nursing, Faculty of Nursing, University of Athens

Evangelos Konstantinou, RN, MSc, PhD, Associate Professor, Faculty of Nursing, University of Athens Vassiliki Matziou, RN, PhD, Associate Professor, Faculty of Nursing, University of Athens Pavlos Myrianthefs, PhD, Associate Professor, Faculty of Nursing, University of Athens Elisabeth Patiraki, RN, PhD, Professor, Faculty of Nursing, University of Athens Sotiris Plakas, RN, MSc, PhD, General Hospital of Attika «Sismanoglion» Olga Siskou, RN, MSc, PhD, Faculty of Nursing, University of Athens, General Secretary of the Greek Nursing Studies Association Eleni Theodossopoulou, Associate Professor, Faculty of Nursing, University of Athens

INTERNATIONAL EDITORIAL BOARD John Albarran, Principal Lecturer in Critical Care Nursing, University of the West of England, Bristol, UK Maria Katopodi, PhD, Assistant Professor, University of Michigan, USA Katerina Labrinou, PhD, Assistant Professor in Nursing, Cyprus University of Technology Anastasia Mallidou, RN, MSc, PhD, Assistant Professor, University of Victoria, Canada Anastasios Merkouris, RN, MSc, PhD, Associate Professor of Nursing, Faculty of Nursing, Cyprus University of Technology Evridiki Papastavrou, PhD, Assistant Professor in Nursing, Cyprus University of Technology Elisabeth D.E. Papathanassoglou, RN, MSc, PhD, Associate Professor, Faculty of Nursing, Cyprus University of Technology Julie Scholes, Professor of Nursing, University of Brighton, Brighton, UK Riita Suhonen, RN, PhD, Profes sor, University of Turku, Department of Nursing Science, Turku, Finland

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

131


Περιεχόμενα

Οδηγίες προς τους Συγγραφείς ...................................................134 ΑΘΡΟ ΣΥΝΤΑΞΗΣ: Προαγωγή της νοσηλευτικής πρακτικής μέσα από τη διαχείριση της γνώσης ................................................................140

Ιωάννα Καραμήτρη

ΕΙΔΙΚΟ ΑΡΘΡΟ Μιλάμε για θέματα «ταμπού», διασφαλίζουμε την υγεία των γυναικών ..................................................................................143 Βάσω Κόλλια

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ Γνώσεις, στάσεις και συμπεριφορές εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τη σχολική ασφάλεια.................................................................................................148 Νίκη Σύρου, Ιωάννης Ελευσινιώτης, Αθηνά Καλοκαιρινού, Στυλιανή Τζιαφέρη, Παναγιώτα Σουρτζή

Ο ρόλος του νοσηλευτή στην προαγωγή της υγείας των ηλικιωμένων ....................................................................................166 Ευσταθία Σαρλά, Παναγιώτα Σουρτζή

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΕΙΣ Το στίγμα της επιληψίας: αίτια, επιπτώσεις και στρατηγικές αντιμετώπισης .....................................................180 Θεοδώρα Τόλη, Βενετία – Σοφία Βελονάκη

Το θεσμικό πλαίσιο αναφορικά με τα δικαιώματα πρόσβασης των μεταναστών στις υπηρεσίες υγείας στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης..............................................190 Ευγενία Κούλη, Θεόδωρος Φούσκας, Μάμας Θεοδώρου, Εμμανουήλ Βελονάκης

νοσηλεία

ΚΑΙ

Έρευνα

Εκδίδεται από την Εταιρεία Νοσηλευτικών Σπουδών (ΕΝΣ) Εκδότρια - Διευθύντρια Σύνταξης: Χρυσούλα Λεµονίδου Γραφεία: Παπαδιαµαντοπούλου 123, 115 27 - Αθήνα Τηλέφωνο: 210-7461.485 e-mail: contact.ens@gmail.com Τεχνικός εκδότης: Εκδόσεις Οσελότος Ετήσια Συνδρομή της Ηλεκτρονικής Έκδοσης Δημόσιες Υπηρεσίες, Βιβλιοθήκες, Επιχειρήσεις, Σωματεία: € 30,00 Φυσικά Πρόσωπα : € 20,00 © Copyright 2007 - 2012: Απαγορεύεται η ολική ή μερική αναδημοσίευση χωρίς γραπτή άδεια του εκδό-

132

τη και των συγγραφέων.


Contents

Instructions to Authors ������������������������������������������������������������������134 EDITORIAL: Promotion of nursing practice through knowledge managment ��������������������������������������������������������������������������������������140 I. Karamitri

SPECIAL ARTICLE Talking about «taboo» issues, assuring women’s health ���������������������������������������������������������������������������������������������������143 V. Kollia

ORIGINAL PAPERS Knowledge, attitudes and behaviour of primary school teachers for school safety ������������������������������������������������������������149 E. Kouli, M. Theodorou, Th. Fouskas, E.Velonakis

.The role of nurses in health promotion of the elderly �167 E. Sarla, P. Sourtzi

REVIEWS The Stigma of Epilepsy: Causes, Consequences and Coping Strategies ��������������������������������������������������������������������������181 Th. Toli, V. Velonaki

The institutional framework regarding the rights of immigrants for access to health services in the European Union ���������������������������������������������������������������������������������������������������191 E. Kouli, M. Theodorou, Th. Fouskas, E. Velonakis

Nursing Care AND Research Published by the Greek Nursing Studies Association (GNSA)

Publisher and Editor-in-Chief: Chryssoula Lemonidou Address: 123, Papadiamantopoulou st., 115 27 - Athens, GREECE Tel.: +30 210-7461.485 e-mail: contact.ens@gmail.com Technical publisher: Ocelotos publishing Annual Subscriptions for Εlectronic Version Public Services, Libraries, Companies, Organisations: € 30,00 Individual Subscriptions: € 20,00 © Copyright 2007 - 2013: All rights reserved. The reproduction of articles (or parts of them) is

prohibited without permission of the publisher and the writers.

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

133


Οδηγίες προς τους Συγγραφείς Οι παρούσες οδηγίες του περιοδικού «Νοσηλεία και Έρευνα» έχουν εναρµονιστεί µε τις «Κοινές Απαιτήσεις για τα Άρθρα τα οποία Υποβάλλονται σε Βιοϊατρικά Περιοδικά», σύμφωνα µε τη διεθνή επιτροπή εκδοτών ιατρικών περιοδικών.

Αποστολή, Σκοπός και Αναγνώριση του Περιοδικού Το Περιοδικό «Νοσηλεία και Έρευνα» δέχεται άρθρα από Έλληνες και ξένους ερευνητές και συγγραφείς και βασίζεται σε σύστημα κριτών. Αποστολή του περιοδικού είναι να συμβάλει στην εξέλιξη της νοσηλευτικής επιστήμης και πρακτικής στην Ελλάδα και διεθνώς. Στόχος είναι η προαγωγή και διάχυση νέων γνώσεων και ερευνητικών δεδομένων για εφαρμογή στην κλινική πρακτική. Προς το σκοπό αυτό καλούνται συνάδελφοι νοσηλευτές και συνεργάτες άλλων επιστημών να συνεισφέρουν υψηλού επιπέδου μελέτες στην Ελληνική ή στην Αγγλική γλώσσα. Στο περιοδικό δημοσιεύονται πρωτότυπες ερευνητικές μελέτες, ανασκοπήσεις, θεωρητικά ή φιλοσοφικά άρθρα, ενδιαφέρουσες κλινικές περιπτώσεις και μεθοδολογικά άρθρα από ειδικούς. Το «Νοσηλεία και Έρευνα» συμπεριλαμβάνεται στα περιοδικά µε εθνική αναγνώριση (ΦΕΚ, Τεύχος Β’, 1961/23-9-2008). Επίσης, το περιοδικό έγινε δεκτό και αποδελτιώνεται στις Διεθνείς Βάσεις Δεδομένων CINAHL και ΕΒSCO.

ΓΕΝΙΚEΣ ΠΛΉΡΟΦΟΡIΕΣ 1. Γλώσσα γραφής του άρθρου και ευρείες θεματικές περιοχές Στο περιοδικό «Νοσηλεία και Έρευνα» δημοσιεύονται, ύστερα από κρίση, άρθρα στην ελληνική ή αγγλική γλώσσα, που συνεισφέρουν στην κατανόηση και εξέλιξη όλων των διαστάσεων της νοσηλευτικής φροντίδας. Η Διεύθυνση Σύνταξης αναμένει άρθρα που αναφέρονται στη νοσηλευτική πρακτική, την έρευνα, την εκπαίδευση και τη διοίκηση, με επιστημονική, θεωρητική ή φιλοσοφική βάση. 2. Είδη εργασιών Οι εργασίες που δημοσιεύονται στο περιοδικό, εμπίπτουν σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες: α) ερευνητικές μελέτες, β) βιβλιογραφικές ανασκοπήσεις και γ) άρθρα σχετικά με τις εξελίξεις στη νοσηλευτική πρακτική, την εκπαίδευση και τη διοίκηση. Επιπροσθέτως, δημοσιεύονται επιστολές (έκτασης μέχρι 500 λέξεων), που περιλαμβάνουν κρίσεις ή σχόλια για ήδη δημοσιευμένες εργασίες, εφόσον υποβάλλονται μέσα σε δύο (2) μήνες από τη δημοσίευση των αντίστοιχων εργασιών. 3. Παράλληλη δημοσίευση εργασιών Οι εργασίες πρέπει να υποβάλλονται αποκλειστικά στο περιοδικό «Νοσηλεία και Έρευνα», δεν πρέπει να έχουν ήδη δημοσιευθεί σε έντυπη ή

134

ηλεκτρονική μορφή, ούτε να βρίσκονται υπό κρίση από άλλο περιοδικό ή μέσο. Η Διεύθυνση Σύνταξης αποφασίζει για τον (ταχύτερο δυνατό) χρόνο δημοσίευσης των άρθρων και διατηρεί το δικαίωμα τροποποίησης της μορφής τους, ωστόσο μεγάλες ή ουσιώδεις τροποποιήσεις γίνονται μόνο με τη σύμφωνη γνώμη των συγγραφέων. Οι συγγραφείς πρέπει να αποφεύγουν να υποβάλουν δύο (2) άρθρα προερχόμενα από την ίδια ερευνητική εργασία, χωρίς σαφή αιτιολόγηση. Επίσης, πρέπει να μην περιλαμβάνουν σε νέες εργασίες, υλικό ανασκόπησης βιβλιογραφίας που έχει ήδη δημοσιευθεί (π.χ. αποφυγή αυτο-λογοκλοπής). Όταν θεωρείται ότι προκύπτουν δύο(2) άρθρα από την ίδια ερευνητική εργασία, που παρουσιάζουν διαφορετικές διαστάσεις της έρευνας, πρέπει να υποβάλλονται στο περιοδικό «Νοσηλεία και Έρευνα», ως ανεξάρτητα και όχι ως δύο(2) μέρη του ίδιου άρθρου. Κάθε άρθρο πρέπει να είναι αυτόνομο και να μην περιλαμβάνει το άλλο, αν και μπορεί να αναφέρεται σε αυτό, βιβλιογραφικά. Όταν γίνεται πλήρης περιγραφή της ερευνητικής μεθοδολογίας στο πρώτο άρθρο, επαρκεί μία σύντομη περιγραφή της στο δεύτερο (με παραπομπή). Γενικά, πρέπει να αποφεύγεται η προσπάθεια δημοσίευσης πολλών ξεχωριστών άρθρων της ίδιας μελέτης («σαλα-


μοποίηση»), αντί της εμβάθυνσης των διαφορετικών διαστάσεων και συμπερασμάτων μιας ερευνητικής προσπάθειας, σε μία ενιαία δημοσίευση. Εφόσον το άρθρο γίνει δεκτό για δημοσίευση οι συγγραφείς θα πρέπει οπωσδήποτε να συμπληρώσουν και να στείλουν μέσω φαξ στο νούμερο 0030 210 7461462 τη Φόρμα Δήλωσης μη Δημοσίευσης της Εργασίας σε Άλλο Περιοδικό, η οποία βρίσκεται στα συνοδευτικά αρχεία στο κάτω μέρος αυτής της σελίδας. 4. Συμμετοχή συγγραφέων στην εκπόνηση της εργασίας. Όλοι οι συγγραφείς που αναφέρονται σε ένα άρθρο, πρέπει να έχουν συνεισφέρει ενεργά στη σύλληψη και στο σχεδιασμό της μελέτης και/ή στην ανάλυση και ερμηνεία των δεδομένων και/ή στη συγγραφή του άρθρου και όλοι πρέπει να έχουν μελετήσει το περιεχόμενο και εγκρίνει την τελική έκδοση που έχει υποβληθεί προς δημοσίευση. Η συμμετοχή μόνο στην αναζήτηση χρηματοδότησης μιας έρευνας ή στη συλλογή των δεδομένων δεν δικαιολογεί την αναφορά μεταξύ των συγγραφέων, η οποία υποκαθίσταται με την έκφραση ευχαριστιών. Για το λόγο αυτό, όταν υπάρχουν περισσότεροι του ενός συγγραφείς, απαιτείται επιστολή στην οποία θα αναφέρεται ξεχωριστά η συμβολή του κάθε συγγραφέα στην εργασία (π.χ μεθοδολογικός σχεδιασμός, στατιστική ανάλυση και ερμηνεία, συγγραφή του τελικού κειμένου, κριτική ανάγνωση και διόρθωση του τελικού κειμένου, βιβλιογραφική ανασκόπηση κ.λπ.). Η σύνταξη του περιοδικού διατηρεί το δικαίωμα επικοινωνίας με τους συγγραφείς προκειμένου να λάβει ορισμένες διευκρινίσεις επί των ιδιαίτερων θεμάτων που αφορούν στην εργασία 5. Τρόπος υποβολής των εργασιών Τα κείμενα προς δημοσίευση υποβάλλονται ηλεκτρονικά, στο e-mail: contact.ens@gmail.com. Οι εργασίες υποβάλλονται σε ηλεκτρονική μορφή, μέσω e-mail, γραμμένες σε αρχείο τύπου Word για Windows. Σχήματα, γραφικά και φωτογραφίες υποβάλλονται σε χωριστό αρχείο τύπου .JPEG, .GIF, .TIFF, Microsoft PowerPoint ή Excel. Οι συγγραφείς πρέπει να επιβεβαιώνουν την ορθή παραλαβή των εργασιών τους, επικοινωνώντας με τη Γραμματεία σύνταξης κατά τις εργάσιμες ημέρες και κατά τις ώρες 10.0014.00, στο τηλέφωνο: 0030 210 7461485. Επίσης, πρέπει πάντα να διατηρούν αντίγραφο της εργασίας τους.

6. Περιοδικότητα έκδοσης του περιοδικού Το περιοδικό «Νοσηλεία και Έρευνα» εκδίδεται τρεις (3) φορές κάθε χρόνο (τετραμηνιαίο) και δημοσιεύονται σ’ αυτό, εργασίες αποκλειστικά των συνδρομητών του. Ο συγγραφέας ή ένας τουλάχιστον από τους συγγραφείς οποιουδήποτε υποβαλλόμενου άρθρου πρέπει να είναι ήδη εγγεγραμμένος συνδρομητής του περιοδικού ή ταμειακώς τακτοποιημένο μέλος της Εταιρείας Νοσηλευτικών Σπουδών για το τρέχον έτος. 7. Διατήρηση του υλικού Οι συγγραφείς ενημερώνονται ότι το υλικό που υποβάλλεται, διατηρείται για ένα μήνα, μετά τη δημοσίευση. Αν υπάρχει αίτημα επιστροφής υλικού, πρέπει να διατυπώνεται κατά την υποβολή των εργασιών. ΔΟΜΉ ΚΑΙ ΜΟΡΦΉ ΥΠΟΒΑΛΛΌΜΕΝΩΝ ΕΡΓΑΣΙΏΝ 8. Δακτυλογράφηση: Τα άρθρα πρέπει να είναι δακτυλογραφημένα σε διπλό διάστημα, με γράμματα μεγέθους 12΄΄ και με λευκό περιθώριο 2,5 cm σε όλες τις πλευρές κάθε σελίδας Α4. Οι σελίδες πρέπει να είναι αριθμημένες στην κάτω δεξιά γωνία (κείμενο και πίνακες), και τα σχήματα, γραφικά και φωτογραφίες να υποβάλλονται σε ξεχωριστά αρχεία, με συνεχή αρίθμηση. 9. Σελίδα Ταυτότητας: Η πρώτη σελίδα κάθε άρθρου περιλαμβάνει τον τίτλο της εργασίας (μέχρι 15 λέξεις) και τα ονοματεπώνυμα του/ των συγγραφέων, στην ελληνική και στην αγγλική γλώσσα. Κάθε ονοματεπώνυμο συνοδεύεται από τα τυπικά προσόντα, τον τελευταίο επαγγελματικό τίτλο, τον εργασιακό φορέα, την ταχυδρομική και ηλεκτρονική διεύθυνση και τον αριθμό τηλεφώνου επικοινωνίας του συγγραφέα. Σε περίπτωση περισσοτέρων του ενός συγγραφέων, ορίζεται ποιός από αυτούς είναι υπεύθυνος για την επικοινωνία με το περιοδικό. Οι συγγραφείς συστηματικών ανασκοπήσεων και ερευνητικών μελετών δεν μπορεί να είναι περισσότεροι των έξι (6), παρά μόνο κατ’ εξαίρεση, όταν πρόκειται για διεπιστημονικές, μεγάλης κλίμακας ή πολυκεντρικές μελέτες. Οι συγγραφείς περιγραφικών ανασκοπήσεων δεν μπορεί να είναι περισσότεροι των δύο (2). Η σελίδα ταυτότητας παραμένει και φυλάσσεται στη Γραμματεία του περιοδικού, μέχρι την ολοκλήρωση της ανώνυμης κρίσης κάθε εργασίας, λαμβάνοντας ένα κωδικό αριθμό που κοινοποιείται στον συγγραφέα,

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE 34 36

135


με e-mail. Με βάση αυτόν τον αριθμό μπορεί ο ενδιαφερόμενος να ζητεί πληροφορίες για την εργασία του, μετά την υποβολή της. 10. Σελίδα Τίτλου: Αμέσως μετά τη σελίδα ταυτότητας ακολουθεί η σελίδα τίτλου, που περιλαμβάνει ένα περιγραφικό και ένα σύντομο τίτλο της εργασίας. Ο σύντομος τίτλος διατυπώνεται στην ελληνική και αγγλική γλώσσα και δεν μπορεί να περιλαμβάνει περισσότερες από πέντε(5) λέξεις. Σ’ αυτήν τη σελίδα δεν αναφέρονται τα ονοματεπώνυμα των συγγραφέων ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο που παραβιάζει την ανωνυμία τους, κατά τη διαδικασία της κρίσης. 11. Περιλήψεις και Λέξεις-Κλειδιά: Η σελίδα τίτλου ακολουθείται από δομημένες περιλήψεις (μέχρι 250 λέξεις) στην ελληνική και στην αγγλική γλώσσα, οι οποίες θα συνοψίζουν με ακρίβεια το περιεχόμενο της εργασίας. Η περίληψη περιλαμβάνει α) εισαγωγή, β) σκοπό ή σκοπούς, γ) μεθοδολογία, δ) αποτελέσματα και ε) συμπέρασμα, ενώ δεν πρέπει να περιλαμβάνει βιβλιογραφικές παραπομπές και συντομογραφίες. Κάθε περίληψη ακολουθείται από, μέχρι έξι (6), λέξεις-κλειδιά, οι οποίες υποδεικνύουν το περιεχόμενο, το σκοπό και το επίκεντρο του άρθρου. 12. Κύριο Μέρος Εργασίας: Η έκταση του κυρίως μέρους του άρθρου πρέπει να είναι 2.000-5.000 λέξεις (εκτός των περιλήψεων, πινάκων και βιβλιογραφίας). Ενθαρρύνεται ιδιαίτερα η υποβολή μικρών άρθρων (μέχρι 2.500 λέξεις κυρίως κειμένου και μέχρι δεκαπέντε(15) βιβλιογραφικές παραπομπές). Η επιλογή αυτή προτείνεται για τη δημοσίευση μικρής έκτασης σημαντικών ερευνητικών δεδομένων, που δεν έχουν δυνατότητα επανάληψης ή γενίκευσης. Επιπλέον, οι εργασίες μικρής έκτασης έχουν αυξημένες πιθανότητες ταχύτερης δημοσίευσης. Μια εργασία πρέπει να περιλαμβάνει ενδιάμεσους τίτλους (επικεφαλίδες) που να δομούν το κείμενο. Οι προτεινόμενοι προς χρήση ενδιάμεσοι τίτλοι περιλαμβάνουν: α) εισαγωγή, β) βιβλιογραφική ανασκόπηση, γ) σκοπός-οί, δ) ερευνητικά ερωτήματα ή υποθέσεις της μελέτης, ε) δείγμα, στ) μέθοδος συλλογής δεδομένων, ζ) αξιοπιστία και εγκυρότητα, η) ηθικά θέματα, θ) ανάλυση δεδομένων, ι) αποτελέσματα/ευρήματα, ια) συζήτηση, ιβ) συμπεράσματα και σημασία για τη νοσηλευτική πρακτική,

136

ιγ) περιορισμοί της μελέτης, ιδ) ευχαριστίες κ.λπ. Οι ενδιάμεσοι τίτλοι πρέπει να επιλέγονται και να προσαρμόζονται, καθώς εξελίσσεται η συγγραφή του άρθρου και πρέπει να διακρίνεται η ιεραρχική σειρά τους. Π.χ. οι κύριοι ενδιάμεσοι τίτλοι θα αναγράφονται με κεφαλαία γράμματα και bold, οι δευτερεύοντες με πεζοκεφαλαία και bold, οι τριτεύοντες με πλάγια κ.λπ. ΑΝΩΝΥΜΙΑ ΥΠΟ ΜΕΛΕΤΉ ΠΛΉΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΛΉΡΟΦΟΡΉΜΕΝΉ ΣΥΓΚΑΤΑΘΕΣΉ Στην εργασία δεν πρέπει να αναφέρονται ονοματεπώνυμα συγκεκριμένων ατόμων, νοσοκομείων η άλλων φορέων, για τη διατήρηση της ανωνυμίας, εκτός αν υπάρχει ρητή αποδοχή εκ μέρους των αναφερομένων. Επίσης, οι ασθενείς έχουν το θεμελιώδες δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικότητας το οποίο δεν θα πρέπει να παραβιάζεται χωρίς την πληροφορημένη συγκατάθεσή τους. Ωστόσο, στις περιπτώσεις που οι συγγραφείς κρίνουν ότι κάποια προσωπικά στοιχεία των ασθενών είναι απαραίτητα για επιστημονικούς σκοπούς (όπως τα αρχικά των ονομάτων των ασθενών ή φωτογραφίες τους ή στοιχεία του νοσοκομείου όπου νοσηλεύτηκαν), θα πρέπει να ζητούν την πληροφορημένη συγκατάθεση των ασθενών προκειμένου να τα δημοσιεύσουν. Αυτό, σημαίνει ότι οι συγγραφείς υποχρεώνονται να δείχνουν το τελικό κείμενο της εργασίας τους (με τα συνοδευτικά αρχεία: Εικόνων και Παραρτημάτων) το οποίο είναι προς υποβολή στο περιοδικό και να λαμβάνουν εγγράφως τη συγκατάθεση των ασθενών. Σε κάθε περίπτωση οι συγγραφείς θα πρέπει να καταβάλουν προσπάθεια για την εξασφάλιση του μεγαλύτερου δυνατού βαθμού ανωνυμίας των ασθενών. Για παράδειγμα, η κάλυψη των ματιών σε μία φωτογραφία, δεν εξασφαλίζει πλήρως την ανωνυμία του εικονιζόμενου. Οι αλλαγές σε κάποια χαρακτηριστικά γνωρίσματα των ασθενών, είναι μία τεχνική που συστήνεται στους συγγραφείς, εφόσον βέβαια αυτές οι αλλαγές δεν παραποιούνπαρερμηνεύουν τα ερευνητικά αποτελέσματα. Αλλαγές τέτοιου είδους θα πρέπει οπωσδήποτε να γνωστοποιούνται στον εκδότη του περιοδικού καθώς και να παρέχεται η διαβεβαίωση ότι αυτές οι αλλαγές δεν επιφέρουν καμία «αλλοίωση» επιστημονικής φύσεως. Η λήψη της έγγραφης πληροφορημένης συγκα-


τάθεσης θα πρέπει να αναφέρεται στην ενότητα της μεθοδολογίας, στο τελικό κείμενο της προς υποβολή εργασίας. ΤΉΡΗΣΗ ΚΏΔΙΚΑ ΑΝΘΡΩΠΊΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΆΤΩΝ Σε περίπτωση που οι συγγραφείς δημοσιεύουν αποτελέσματα πειραμάτων, τα οποία έγιναν σε ανθρώπους θα πρέπει να δηλώσουν στην ενότητα της μεθοδολογίας, το αν αυτά έγιναν βάσει των όσων αναφέρονται στη Διακήρυξη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Ελσίνκι του 1975, όπως αυτή αναθεωρήθηκε το 2004. Αν τυχόν υπάρχουν κάποιες παρεκκλίσεις στη μεθοδολογία υλοποίησης των πειραμάτων σε σχέση με τα όσα αναφέρονται στη Διακήρυξη του Ελσίνκι θα πρέπει οι συγγραφείς οπωσδήποτε να αιτιολογούν αυτές τις παρεκκλίσεις. Ιδιαίτερα, όσον αφορά την εκπόνηση κλινικών μελετών (παρεμβατικών και μη), θα πρέπει οι συγγραφείς να δηλώνουν, στην ενότητα της μεθοδολογίας αν αυτές διεξήχθησαν μετά από έγκριση του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΟΦ) σύμφωνα με την Υπουργική Απόφαση ΔΥΓ3/89292, ΦΕΚ Β1973/31-12-2003 (εναρμόνιση με την Directive 2001/20/EC) Επιπλέον, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι τα δεδομένα είναι ιστορικά και πρέπει να αναφέρονται στον αόριστο χρόνο. Ωστόσο, ο χρόνος συλλογής των δεδομένων πρέπει να αναφέρεται, τόσο στην περίληψη, όσο και στο κυρίως κείμενο. Για παράδειγμα, στην περίπτωση των εμπειρικών (ερευνητικών) μελετών, αυτό μπορεί να διατυπωθεί ως εξής: «Η συλλογή των δεδομένων έγινε κατά τη διάρκεια του 2007» ή «Η συλλογή των δεδομένων έγινε κατά τη διάρκεια 18 μηνών, στο χρονικό διάστημα 20062007». Σημειώνεται ότι στο περιοδικό «Νοσηλεία και Έρευνα» δεν δημοσιεύονται άρθρα που αναφέρονται σε δεδομένα παλαιότερα των πέντε(5) ετών, εκτός αν αιτιολογείται επαρκώς η τρέχουσα σχετικότητα και χρησιμότητά τους. Στις ποιοτικές μελέτες, τα άτομα πρέπει να αναφέρονται με αριθμούς ή ψευδώνυμα (σε εισαγωγικά) και να υπάρχει ισορροπία των αναφορών σε όλο το φάσμα των απαντήσεων. Στην περίπτωση των ανασκοπήσεων, πρέπει να αναφέρεται το έτος που έγινε η ανασκόπηση και το εύρος των ετών δημοσίευσης των μελετών που ανασκοπήθηκαν. Ανάλογες λεπτομέρειες πρέπει να αναφέρονται και στην

περίπτωση ιστορικών μελετών. Οι στατιστικές δοκιμασίες που χρησιμοποιούνται, πρέπει να ορίζονται και, όπου είναι απαραίτητο, να τεκμηριώνονται με βιβλιογραφικές παραπομπές. Οι συντομογραφίες και τα σύμβολα πρέπει να χρησιμοποιούνται σπάνια και μόνον όταν επαναλαμβάνονται μεγάλα σε έκταση ονόματα ή εκφράσεις. Τα πλήρη ονόματα ή εκφράσεις θα αναφέρονται ολόκληρα κατά την πρώτη χρήση, ακολουθούμενα από τη συντομογραφία σε παρένθεση. Σε κάθε περίπτωση, θα ακολουθούνται οι κανόνες που ισχύουν στις δημοσιεύσεις του Royal Society of Medicine Press. 13. Αντικρουόμενα συμφέροντα: H εμπιστοσύνη του κοινού στη διαδικασία κρίσης των υποβαλλόμενων άρθρων εξαρτάται εν μέρει και από τον τρόπο διαχείρισης τυχόν αντικρουόμενων συμφερόντων κατά τη συγγραφή, την αξιολόγηση και τη λήψη της τελικής απόφασης εκ μέρους της διεύθυνσης σύνταξης για τη δημοσίευσή τους ή όχι. Αντικρουόμενα συμφέροντα υφίστανται όταν κάποιος συγγραφέας (ή το ίδρυμα από το οποίο προέρχεται ο συγγραφέας), κάποιος κριτής ή ο διευθυντής σύνταξης έχουν οικονομικές ή διαπροσωπικές σχέσεις που με αρνητικό τρόπο επηρεάζουν τις ενέργειές τους αναφορικά με το άρθρο που έχει υποβληθεί προς κρίση στο περιοδικό. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις κοινές απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν τα άρθρα τα οποία υποβάλλονται σε βιοϊατρικά περιοδικά (όπως αυτές έχουν εκδοθεί το Φεβρουάριο του 2006 από τη Διεθνή Επιτροπή Εκδοτών Ιατρικών Περιοδικών) αντικρουόμενα συμφέροντα υφίστανται όταν υπάρχουν οικονομικές σχέσεις (π.χ σχέσεις εργοδότη - εργαζόμενου, ιδιοκτησίας περιουσίας, οικονομικών τιμητικών επάθλων, και αμειβόμενων εμπειρογνωμοσυνών), οι οποίες είναι οι πιο εύκολα αναγνωρίσιμες και αυτές που πιο συχνά υπονομεύουν την αξιοπιστία του περιοδικού, των εκδοτών, των συγγραφέων και της επιστήμης γενικότερα. Ωστόσο, αντικρουόμενα συμφέροντα μπορεί να προκύψουν και για άλλους λόγους, όπως οι κακές διαπροσωπικές σχέσεις, ο ακαδημαϊκός ανταγωνισμός κ.α. Οι συγγραφείς θα πρέπει να δηλώσουν στο τέλος του κειμένου της εργασίας τους και πριν από τον κατάλογο της βιβλιογραφίας, αν θεωρούν ότι η κρίση –αξιολόγηση της εργασία τους, δύναται να επηρεαστεί ή όχι από την ύπαρξη τυχόν αντικρουόμενων συμφερόντων

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

137


όπως αυτά περιγράφονται παραπάνω. 14. Πηγές χρηματοδότησης: Οι συγγραφείς θα πρέπει να αναφέρουν τα λεπτομερή στοιχεία (επωνυμία φορέα, στοιχεία επικοινωνίας, χορηγούμενο ποσό) όλων των χρηματοδοτικών πηγών από τις οποίες ενισχύθηκε η εκπόνηση της εργασίας τους. Παραδείγματα τέτοιων πηγών είναι: χρηματοδοτήσεις από εταιρείες ιατρικού ενδιαφέροντος ή μη, υποτροφίες, επιχορηγήσεις προερχόμενες από εθνικούς ή κοινοτικούς πόρους, ενισχύσεις από επιστημονικούς φορείς (π.χ. επιστημονικές εταιρείες, μη κερδοσκοπικά ιδρύματα κ.λπ.). Επίσης, θα πρέπει να αναφέρεται αν η εργασία εκπονήθηκε στο πλαίσιο κάποιου προγράμματος εθνικού ή διακρατικού, το οποίο χρηματοδοτήθηκε από πόρους εθνικούς ή της αλλοδαπής. Στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει να αναφέρονται τα πλήρη στοιχεία του προγράμματος (φορέας ανάθεσης, χρονική διάρκεια, ποσό χρηματοδότησης κλπ). Τα παραπάνω στοιχεία θα πρέπει να αναφέρονται σε ξεχωριστή ενότητα μετά την ενότητα όπου γίνονται οι δηλώσεις περί αντικρουόμενων συμφερόντων. 15. Ευχαριστίες Μετά την ενότητα των χρηματοδοτικών πηγών ακολουθεί η προαιρετική ενότητα των ευχαριστιών, στην οποία αναφέρονται τα ονόματα και οι ιδιότητες ατόμων που συνέβαλαν (π.χ. μέσω της παροχής πρωτογενών στοιχείων, ή μέσω της κριτικής ανάγνωσης του κειμένου προς δημοσίευση ή μέσω της γνωμοδότησής τους) στην εκπόνηση της εργασίας (πέραν από τους συγγραφείς). Στην ενότητα αυτή, θα πρέπει να αναφέρονται και τυχόν χορηγοί-δωρητές υλικών και μέσων που ήταν απαραίτητα για τη διεξαγωγή της έρευνας. 16. Βιβλιογραφικές Παραπομπές Οι βιβλιογραφικές παραπομπές μέσα στο κείμενο πρέπει να αναφέρουν τα επώνυμα των συγγραφέων, ακολουθούμενα από τη χρονολογία, με χρονολογική σειρά, π.χ. (Lewis 1975, Barnett 1992, Chalmers 1994). Όταν υπάρχουν περισσότεροι από δύο συγγραφείς, αναφέρεται το όνομα του πρώτου συγγραφέα και ακολουθείται από et al., π.χ. (Barder et al. 1994), αλλά όλοι οι συγγραφείς πρέπει να αναφέρονται στον κατάλογο της βιβλιογραφίας. Όταν στο κείμενο υπάρχουν εισαγωγικά, πρέπει πάντα να αναφέρεται και η σελίδα, π.χ. (Chalmers 1994, p.7). Όλες οι αναφορές πρέπει να γίνονται από τις πρωτογενείς πηγές.

138

Ο κατάλογος της βιβλιογραφίας ακολουθεί το σύστημα Harvard, π.χ. γράφεται με αλφαβητική σειρά, με βάση το επώνυμο του πρώτου συγγραφέα. Ο κατάλογος της βιβλιογραφίας πρέπει να περιλαμβάνει τα επώνυμα των συγγραφέων και τα αρχικά, τη χρονολογία της δημοσίευσης, τον τίτλο του άρθρου, το πλήρες όνομα του περιοδικού, τον αριθμό του τόμου (και τον αριθμό του τεύχους, εάν οι σελίδες του τόμου δεν είναι συνεχόμενες) και την πρώτη και τελευταία σελίδα του άρθρου. Όταν η παραπομπή αφορά βιβλίο, αναφέρεται ο συγγραφέας, η χρονολογία, ο τίτλος, ακολουθείται από τον εκδότη και την πόλη. Όταν η παραπομπή αφορά κεφάλαιο σε βιβλίο, πρέπει να δίνονται λεπτομέρειες για το συγγραφέα (είς) του βιβλίου, τη χρονολογία, τον τόπο δημοσίευσης και τον εκδοτικό οίκο. Οι παραπομπές που αναφέρεται ότι είναι «υπό δημοσίευση» («in press»), γίνονται αποδεκτές μόνον εάν συνοδεύονται από επιστολή αποδοχής του αντίστοιχου περιοδικού. Παραδείγματα: Williams N. (2001). Patient resuscitation following major thermal trauma. Nursing in Critical Care: 6: 115-121 Muller D, Harns P, Watley L. (1986). Nursing Children: Psychology Research and Practice. London: Harper Row. Lewis T, Hell J. (1992). Rhabdomyolysis and Myoglobinuria. In: Hall J, Schmidt G, Wood L. (eds), Principles of Critical Care, Volume 2. New York: McGraw Hill. Οι ιστοσελίδες (websites) αναφέρονται ως ακολούθως: National Institute for Clinical Excellence (2000) Final appraisal determination: Drugs for early thrombolysis in the treatment of acute myocardial infarction, NICE, www.nice.org.uk/article.asp?a =36672. Πρόσβαση στις 7 Οκτωβρίου 2006. 17. Πίνακες, Σχήματα, Γραφικά, Φωτογραφίες: Οι πίνακες πρέπει να αναφέρονται στο κείμενο ως Πίνακες, να αριθμούνται με τη σειρά παράθεσής τους, π.χ. ως Πίνακας 1, Πίνακας 2 κλπ και να ενσωματώνονται στη σωστή θέση τους στο κείμενο. Όλες οι εικόνες, συμπεριλαμβανομένων των φωτογραφιών, πρέπει να αναφέρονται στο κείμενο ως Σχήματα και να αριθμού-


νται με τη σειρά παράθεσής τους, π.χ. Σχήμα 1, Σχήμα 2 κλπ. Πίνακες και Σχήματα πρέπει να έχουν τίτλο και μπορούν να συνοδεύονται από επεξηγηματικό κείμενο (λεζάντα), που δεν θα υπερβαίνει τις τριάντα(30) λέξεις. Το περιοδικό διατηρεί το δικαίωμα προσαρμογής του μεγέθους των σχημάτων, για τεχνικούς λόγους. Σε περίπτωση χρησιμοποίησης υλικού (περιλαμβανομένων των σχημάτων, πινάκων κ.λπ.) που έχει ήδη δημοσιευθεί αλλού, πρέπει να εξασφαλίζεται, πριν την υποβολή ενός άρθρου, η άδεια των αρχικών συγγραφέων ή αυτών που κατέχουν τα πνευματικά δικαιώματα του αναπαραγόμενου υλικού. Οι συγγραφείς των δημοσιευμένων άρθρων έχουν την ευθύνη για οποιαδήποτε επίπτωση από παραβίαση του copyright τρίτων. ΔΙΑΔΙΚΑΣΊΑ ΚΡΊΣΗΣ 18. Όλες οι υποβαλλόμενες εργασίες κρίνονται (ως ανώνυμες) από δύο(2) ανεξάρτητους Κριτές και, εφόσον περιλαμβάνουν σύνθετες στατιστικές δοκιμασίες, από στατιστικολόγο. Οι Κριτές αποφαίνονται αν ένα άρθρο είναι α) δημοσιεύσιμο ως έχει, β) δημοσιεύσιμο ύστερα από διορθώσεις ή γ) μη δημοσιεύσιμο. Σε περίπτωση διαφωνίας των κριτών αποφαίνεται οριστικά η Διεύθυνση Σύνταξης, λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις και των δύο Κριτών. Αν οι κριτές υποδείξουν διορθώσεις, η εργασία επιστρέφεται από τη γραμματεία του περιοδικού στον/στους συγγραφείς για επαναδιατύπωση και επανυποβολή το αργότερο εντός 6 εβδομάδων από την ημερομηνία αποστολής των σχολίων του κριτή (η διάρκεια διόρθωσης των εργασιών από τους κριτές ανέρχεται συνήθως σε 6-8 εβδομάδες και σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να φτάσει και τις 10 εβδομάδες). Κατά την επανυποβολή ο/οι συγγραφείς θα πρέπει μέσω επιστολής προς το διευθυντή σύνταξης να δηλώσει/ουν τις διορθώσεις που έχουν κάνει σύμφωνα με τις υποδείξεις των κριτών. Η διορθωμένη εργασία, εάν κριθεί αναγκαίο, ξαναστέλνεται στους Κριτές οι οποίοι επιβεβαιώνουν ή όχι τη διόρθωση του κειμένου σύμφωνα με τις συστάσεις τους, οπότε η διεύθυνση σύνταξης λαμβάνει την τελική της απόφαση για τη δημοσίευση του άρθρου Δοκίμιο, Ανάτυπο, Πρόσθετα Αντίτυπα

19. Ηλεκτρονικό Ανάτυπο Μετά τη δημοσίευση αποστέλλεται στο συγγραφέα που είναι υπεύθυνος για την επικοινωνία, η ηλεκτρονική διεύθυνση της δημοσίευσης. Ηλεκτρονικά ανάτυπα διανέμονται από αυτόν, στους υπόλοιπους συγγραφείς. Το περιοδικό δεν εκδίδει τυπογραφικά ανάτυπα των δημοσιευόμενων εργασιών. ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΆ ΔΙΚΑΙΏΜΑΤΑ 20. Προϋπόθεση για τη δημοσίευση οποιασδήποτε εργασίας στο περιοδικό «Νοσηλεία και Έρευνα» είναι η παραχώρηση από τους συγγραφείς αυτού του αποκλειστικού δικαιώματος στην Εταιρεία Νοσηλευτικών Σπουδών. Μαζί με το δοκίμιο αποστέλλεται στους συγγραφείς ειδικό έντυπο παροχής άδειας αποκλειστικής δημοσίευσης, το οποίο συμπληρώνεται, υπογράφεται και επιστρέφεται ταχυδρομικά στο περιοδικό, μαζί με το διορθωμένο δοκίμιο του άρθρου. Όταν ένα άρθρο προέρχεται από μεγάλη ερευνητική μελέτη και οι ίδιοι ή άλλοι συγγραφείς έχουν προετοιμάσει επιπλέον άρθρα (χωριστές παρουσιάσεις), τα οποία έχουν δημοσιευθεί ή υποβληθεί προς δημοσίευση σε αυτό ή άλλο περιοδικό, ο συγγραφέας που είναι υπεύθυνος για την επικοινωνία οφείλει να ενημερώσει τη Διεύθυνση Σύνταξης, προκειμένου να διασφαλισθεί ότι δεν παραβιάζονται πνευματικά δικαιώματα τρίτων. Οποιαδήποτε επίπτωση από παραβίαση πνευματικών δικαιωμάτων βαρύνει τους συγγραφείς των δημοσιευμένων άρθρων και το περιοδικό θα προβαίνει στις ανάλογες ενέργειες. ΤΕΛΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ

Παρακαλούνται οι συνδρομητές που προετοιμάζουν εργασίες προς δημοσίευση στο περιοδικό «Νοσηλεία και Έρευνα», να τηρούν σχολαστικά τις παραπάνω Οδηγίες προς τους Συγγραφείς, προς αποφυγή καθυστερήσεων στη δημοσίευση των εργασιών τους και στην κυκλοφορία των τευχών.

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

139


ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΤΑΞΗΣ

Προαγωγή της νοσηλευτικής πρακτικής μέσα από τη διαχείριση της γνώσης Ιωάννα Καραμήτρη, MSc, PhD(c), Υπεύθυνη ΚΕ.Φ.Ι.ΑΠ, Γ.Ν. Καλαμάτας Θάλεια Μπελλάλη, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Τμήμα Νοσηλευτικής ΑΤΕΙΘ

Οι νοσηλευτές αποτελούν το πολυπληθέστερο ανθρώπινο δυναμικό των μονάδων φροντίδας υγείας και συμβάλλουν σε πολύ σημαντικό βαθμό στην προαγωγή της υγείας, την πρόληψη της αρρώστιας, τη θεραπεία και την αποκατάσταση της υγείας των ασθενών. Είναι οι επαγγελματίες υγείας που αλληλεπιδρούν με τους ασθενείς εικοσιτέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο και έχουν τη δυνατότητα να αξιολογούν τις ανάγκες τους, να θέτουν νοσηλευτικές διαγνώσεις, να σχεδιάζουν ΚΑΙ να υλοποιούν το σχέδιο της φροντίδας και να εκτιμούν την αποτελεσματικότητά της (Ghosh & Scott 2005). Ο ρόλος των νοσηλευτών είναι δυναμικός, καθώς σχετίζεται με τον άνθρωπο και το συνεχώς μεταβαλλόμενο εξωτερικό περιβάλλον του. Η εξατομίκευση της παρεχόμενης φροντίδας απαιτεί τη συνεχιζόμενη εκπαίδευσή τους, για την απόκτηση νέων, επικαιροποιημένων γνώσεων που θα είναι σύμφωνες με τις εξελίξεις στο χώρο της υγείας. Σε όλα αυτά έρχεται να «θέσει τις υπηρεσίες της» η έννοια της «Διαχείρισης της Γνώσης» (Knowledge Management). Η έννοια της Διαχείρισης της Γνώσης εμφανίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και αξιοποιήθηκε σε τομείς, όπως στη διοίκηση επιχειρήσεων, τη δημόσια διοίκηση, τη διαχείριση των πληροφοριακών συστημάτων, τη βιβλιοθηκονομία κλπ. Πρόκειται για μια έννοια που περιγράφει διαφόρων ει-

140

δών πρωτοβουλίες, ώστε τα άτομα να μοιράζονται κοινές πηγές πληροφοριών, να έχουν πρόσβαση σε διαθέσιμα στοιχεία, να εργάζονται από κοινού και να διαθέτουν ομαδικά την εμπειρία τους, προκειμένου να υποστηρίζουν τους στόχους και να επιτυγχάνουν υψηλή αποδοτικότητα σε έναν Οργανισμό, αλλά και να δημιουργούν νέα γνώση (Ziperer & Amori, 2011). Αφορά στον τρόπο με τον οποίο δημιουργούνται και είναι διαθέσιμες οι γνώσεις ώστε να αξιοποιηθούν από τους εργαζόμενους, ακριβώς τη χρονική στιγμή που είναι απαραίτητο, δίνοντας τη δυνατότητα ενός ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος στον Οργανισμό και στις διοικήσεις που έχουν υιοθετήσει αυτές τις πρακτικές (Kothari et al 2011). Όλα αυτά επιτυγχάνονται αξιοποιώντας τόσο τον ανθρώπινο παράγοντα, όσο και τη σύγχρονη τεχνολογία. Συχνά, κατά την εφαρμογή της Διαχείρισης της Γνώσης χρησιμοποιούνται εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης ή τεχνικές «εξόρυξης» δεδομένων (data mining) Οι Οργανισμοί Φροντίδας Υγείας, αλλά και η ακαδημαϊκή κοινότητα καθυστέρησαν σχετικά να εντάξουν αυτή τη νέα φιλοσοφία στον τομέα της υγείας. Είναι χαρακτηριστικό, ότι το 2002 υπήρχαν μόλις 21 δημοσιευμένα άρθρα στην ηλεκτρονική βάση δεδομένων PubMed, με όρο αναζήτησης το «knowledge management». Ως MeSH TERM ο όρος καταχωρήθηκε μόλις το 2011 με την εξής πε-


ριγραφή: «Η μόχλευση της συλλογικής σοφίας στο πλαίσιο ενός οργανισμού ως καταλύτης για την αύξηση της ανταπόκρισης και της καινοτομίας» (National Center for Biotechnology Information 2011). Αν και παρουσιάζει ορισμένες διακυμάνσεις, ο αριθμός των σχετικών δημοσιεύσεων στα επιστημονικά περιοδικά έχει μια ανοδική τάση τα τελευταία δέκα χρόνια., με αποτέλεσμα το έτος 2012 να δημοσιευθούν 126 άρθρα, δηλαδή εξαπλάσια σε σύγκριση με το έτος 2002. Από το περιεχόμενο των παραπάνω δημοσιεύσεων διαπιστώνεται ότι η Διαχείριση της Γνώσης είναι καινοτόμα και κεντρίζει όλο και περισσότερο το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας. Δεν αφορά αποκλειστικά σε ένα συγκεκριμένο κλάδο επαγγελματιών υγείας αλλά διαπνέει τη φιλοσοφία όλου του Οργανισμού και μπορεί να αξιοποιηθεί από έρευνες με νοσηλευτικό, ιατρικό, διοικητικό ή πολυ-επιστημονικό προσανατολισμό. Ωστόσο, πιθανά να αναρωτηθεί κανείς, ποια είναι η καινοτομία της Διαχείρισης της Γνώσης; Μήπως πρόκειται απλά για ένα νεωτερισμό, ή μια παραλλαγή από προϋπάρχουσες έννοιες; Υποστηρίζεται για παράδειγμα, ότι με τη βοήθεια της τεχνολογίας της πληροφορίας και επικοινωνίας (ΤΠΕ) λειτουργούν ακαδημαϊκά αποθετήρια, ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες και διαδικτυακές πύλες υγείας, οι οποίες μπορούν να αξιοποιηθούν για να εντοπιστούν τεκμήρια στα οποία θα βασιστεί η διαμόρφωση κλινικών κατευθυντήριων οδηγιών ή κλινικών μονοπατιών. Η κριτική που έχει ασκηθεί στις ΤΠΕ είναι ότι παραμένουν στατικές και δεν καλλιεργούν το κατάλληλο περιβάλλον για τη δημιουργία και διαμοιρασμό νέας γνώσης (Dwivedi et al 2002). Η Διαχείριση της Γνώσης ξεπερνά αυτόν το σκόπελο, διότι περιλαμβάνει πέρα από μια στατική απεικόνιση ενός γνωσιακού χάρτη, μια δυναμική διαδικασία μάθησης και βελτίωσης του ατόμου και του Οργανισμού. Σύμφωνα με τον Nonaka (1991), η Διαχείριση της Γνώσης είναι μια αδιάλειπτη διαδικασία τεσσάρων σταδίων που στοχεύει στη με-

τατροπή της άρρητης γνώσης -η οποία προκύπτει μέσα από την εμπειρία- σε ρητή, δηλαδή σε πληροφορία που μεταφέρεται με το γραπτό και προφορικό λόγο. Η διαδικασία αυτή αναπαριστάται ως ένας «ατέρμων κοχλίας». Συγκεκριμένα, στο πρώτο στάδιο που ονομάζεται «κοινωνικοποίηση», η άρρητη γνώση διαμοιράζεται στα άτομα στο πλαίσιο ανεπίσημων συναντήσεων μεταξύ τους, μέσα από τεχνικές, όπως ο καταιγισμός ιδεών και οι μαθητείες. Ακολουθεί το δεύτερο στάδιο που ονομάζεται «εξωτερίκευση» και είναι η καταγραφή και κρυσταλλοποίηση της γνώσης που μετατράπηκε πλέον σε ρητή. Το τρίτο στάδιο του «συνδυασμού» αφορά σε πιο σαφή διατύπωση αυτού που δημιουργήθηκε, για παράδειγμα μέσα από μια διαδικασία δημιουργίας νέας στρατηγικής για την αποτελεσματικότερη φροντίδα μιας ομάδας ασθενών. Τέλος, στο τέταρτο στάδιο της «εσωτερίκευσης» επιτυγχάνεται η μετατροπή της ρητής γνώσης σε άρρητη. Ο εργαζόμενος που φθάνει στο στάδιο αυτό έχει πλέον κατακτήσει τη νέα γνώση και αρχίζει να σχηματίζει νέες ιδέες. Το περιβάλλον στο οποίο καλείται να λειτουργήσει το νοσηλευτικό προσωπικό παρουσιάζει πολλές ιδιαιτερότητες. Το κυκλικό ωράριο, οι μετακινήσεις των νοσηλευτών σε διαφορετικά τμήματα, καθώς και οι αφυπηρετήσεις απειλούν συχνά τη μεταλαμπάδευση της αποκτηθείσας γνώσης. Ο εργαζόμενος, αποχωρώντας από ένα τμήμα, παίρνει πολύ συχνά μαζί και τις γνώσεις που έχει αποκτήσει, από την εμπειρία του, αλλά και από την παρατήρηση των λαθών που έκανε στο παρελθόν. Έρευνα που πραγματοποιήθηκε στην Αγγλία, σχετικά με τις αιτίες λαθών στα νοσοκομεία όπου συμμετείχαν 129 νοσηλευτές, έδειξε ότι οι σημαντικότερες πηγές λαθών σε νοσοκομεία ήταν η έλλειψη της γνώσης, ή της πληροφορίας και η ανεπαρκής υποστήριξη από τους πιο έμπειρους νοσηλευτές (Meurier et al 1997). Σε μια άλλη έρευνα, οι Chang et al, (2012) διερεύνησαν την επίδραση του διαμοιρασμού της γνώσης

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

141


στην ασφάλεια των ασθενών σε ένα μεγάλο ιατρικό κέντρο της Ταϊβάν για διάστημα εννέα μηνών και με δείγμα 797 νοσηλευτών. Το συμπέρασμα αυτής της έρευνας ήταν ότι προϋπόθεση για το διαμοιρασμό της γνώσης αποτελεί η καλλιέργεια κλίματος εμπιστοσύνης και η αίσθηση του κοινού σκοπού. Οι νοσηλευτές θα πρέπει να κατανοήσουν τις διαδικασίες και τους μηχανισμούς που διασφαλίζουν τόσο τη δημιουργία νέας γνώσης, όσο και τη διατήρηση της υπάρχουσας. Φαίνεται ότι η Διαχείριση της Γνώσης είναι κάτι πέρα από υπολογιστικά συστήματα. Η Γνώση αποτελεί Κεφάλαιο όχι μόνο ατομικό, αλλά και του Οργανισμού, ο οποίος έδωσε την ευκαιρία στον εργαζόμενο να λάβει αυτές τις γνώσεις και να αποκτήσει αυτές τις εμπειρίες. Αποτελεί συγχρόνως χρέος και όφελος των διοικήσεων να υιοθετήσουν μηχανισμούς διατήρησης και εξέλιξης αυτής της γνώσης, με γνώμονα, πάντα την προσφορά ποιοτικότερων υπηρεσιών φροντίδας υγείας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Chang CW, Huang HC, Chiang CY, Hsu CP, Chang CC. (2012). Social capital and knowledge sharing: effects on patient safety. J Adv Nurs, 68(8): 1793-1803 Dwivedi A, Bali RK, James AE, Naguib RNG, Johnston D. (2002). Merger of Knowledge Management and Information Technology in Healthcare: Opportunities and Challenges. In Proceedings of the Canadian Conference on Electrical and Computer Engineering (CCECE): 12-15 May 2002; Winnipeg, Canada IEEE International. Los Alamitos, CA: IEEE International: 1194-1199 Ghosh B, Scott JE. (2005). Comparing knowledge management in Health Care and Technical Support Organizations, IEEE Transactions on Information Technology in BioMedicine, 9(2): 162–168. Kothari A, Hovanec N, Hastie R, Sibbald S. (2011). Lessons from the business sector for successful knowledge management in health care: A systematic review, BMC Health Serv Res, 11: 173. Meurier CE, Vincent CA, Parmar DG.(1997). Learning from errors in nursing practice. J Adv Nurs, 26(1): 111-119. National Center for Biotechnology Information (2011). Knowledge Management, http://www.ncbi.nlm. nih.gov/mesh/?term=%22knowledge+manageme nt%22 (Ημ. Πρόσβασης: 15/6/2013) Nonaka, I. (1991) The knowledge creating company. Harvard Business Review, 69 (6): 96-104. Zipperer L, Amori G. (2011). Knowledge management: an innovative risk management strategy, J Healthc Risk Manag, 30(4): 8-14.

Εταιρεία Νοσηλευτικών Σπουδών Διοικητικό Συμβούλιο Εταιρείας Νοσηλευτικών Σπουδών Πρόεδρος: Αντιπρόεδρος: Γενικός Γραμματέας: Ειδικός Γραμματέας: Ταμίας: Μέλη:

142

Μαρία Χατζοπούλου Ιωάννης Ελευσινιώτης Όλγα Σίσκου Φωτεινή Τολίκα Μαρία Χαρχαρίδου Δημήτρης Παπαγεωργίου Δημήτρης Ζήκος


ΕΙΔΙΚΟ ΑΡΘΡΟ

Μιλάμε για θέματα «ταμπού», διασφαλίζουμε την υγεία των γυναικών Της Βάσως Κόλλια, Γενικής Γραμματέως Ισότητας των Φύλων Υπουργείο Εσωτερικών «Οι γυναίκες έχουν το δικαίωμα να απολαμβάνουν το ύψιστο δυνατό επίπεδο φυσικής και πνευματικής υγείας. Η άσκηση αυτού του δικαιώματος είναι ζωτικής σημασίας για τη ζωή και την ευημερία τους, και την ικανότητά τους να συμμετέχουν σε όλες τις πτυχές της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής» Πρόγραμμα Δράσης Πεκίνου, Γυναίκες και Υγεία, 1995

Γυναικεία κακοποίηση και Υγεία Το 1999, με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, η 25η Νοεμβρίου ανακηρύχθηκε Διεθνής Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών. Η απόφαση αυτή δεν ήταν τυχαία. Ο στόχος ήταν να αναδειχθεί ένα πρόβλημα που τα τελευταία χρόνια έχει πάρει παγκοσμίως διαστάσεις μάστιγας. Πέραν από το γεγονός ότι οι πράξεις βίας κατά των γυναικών συνιστούν θεμελιώδη παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, συνδέονται με πλήθος άμεσους και έμμεσους κινδύνους που απειλούν την υγεία ή ακόμη και τη ζωή γυναικών και κοριτσιών. Το πρόβλημα της γυναικείας κακοποίησης και της σεξουαλικής βίας κατά των γυναικών επηρεάζει δυσμενώς τη δημόσια υγεία ανά τον κόσμο. Ο κατάλογος των μορφών βίας εναντίον γυναικών είναι μακρύς. Ξεκινά από την έκτρωση λόγω προτίμησης φύλου και συμπεριλαμβάνει το φυσικό ξυλοδαρμό και άλλες «ορατές» μορφές βίας, φόνους «τιµής», εξαναγκαστικό υποσιτισµό, εξαναγκασµό σε πορνεία, καταναγκαστική εργασία, έλλειψη πρόσβασης σε ιατρική περίθαλψη, αλλά και στη μόρφωση. Εκατομμύρια ανήλικα κορίτσια οδηγούνται κάθε χρόνο σε αναγκαστικούς γάμους, ενώ υπολογίζεται ότι περισσότερα από 30 εκατομμύρια κορίτσια κινδυνεύουν να υποβληθούν στην επώδυνη, επιβλαβή και ταπεινωτική πρα-

κτική του ακρωτηριασµού των γεννητικών οργάνων κατά τη διάρκεια της ερχόμενης δεκαετίας. Έχει διαπιστωθεί επανειλημμένα ότι η γυναικεία κακοποίηση δεν αποτελεί τοπικό ή πρόβλημα περιορισμένο σε κάποιους θύλακες με κοινωνικές, αναπτυξιακές και πολιτισμικές ιδιαιτερότητες. Αντίθετα, είναι ένα παγκόσμιο κύμα που σαρώνει εξίσου τον «πρώτο» και τον «τρίτο» κόσμο και καθιστά απαραίτητη την κινητοποίηση και την κατεπείγουσα αντιμετώπιση. Αυτό δείχνει η πρώτη παγκόσμια συστηματική έρευνα για τις δύο κυρίαρχες μορφές βίας κατά γυναικών, βία από το σύντροφο και σεξουαλική βία εκτός σχέσης ή γάμου, τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύθηκαν πρόσφατα. Η έρευνα εκπονήθηκε από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ.) σε συνεργασία με τη Σχολή Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου και το Συμβούλιο Ιατρικής Έρευνας Ν.Αφρικής. Τα αποτελέσματα είναι συνταρακτικά. Συνολικά, το 35% των γυναικών παγκοσμίως έχουν πέσει θύματα βίας είτε από το σύντροφό τους, είτε έχουν υποστεί σεξουαλική κακοποίηση από τρίτους. Είναι πραγματικά ανησυχητικό το εύρημα ότι παγκοσμίως το 38% των δολοφονιών με θύμα γυναίκες έχουν διαπραχθεί από το σύντροφό τους. Ειδικότερα, οι γυναίκες που βρίσκονται σε σχέση, έχουν βιώσει κάποια

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

143


μορφή φυσικής ή σεξουαλικής βίας από το σύντροφό τους, σε ένα μέσο ποσοστό 30% που φθάνει έως και 38% κατά περιοχές. Οι γυναίκες που έχουν πέσει θύματα σεξουαλικής κακοποίησης εκτός συντροφικής σχέσης δυστυχώς αυξάνονται, καθώς σε όλο και περισσότερες συγκρούσεις η σεξουαλική βία χρησιμοποιείται ως τακτική πολέμου. Η έρευνα του Π.Ο.Υ. φωτίζει τον παράγοντα της βίας σε σχέση με τη γυναικεία φυσική, σεξουαλική/αναπαραγωγική και ψυχική υγεία. Οι γυναίκες που έχουν πέσει θύματα φυσικής ή σεξουαλικής κακοποίησης από το σύντροφό τους έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να υποφέρουν από ψυχικά νοσήματα, ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες, αμβλώσεις και αποβολές, σε σχέση με τις υπόλοιπες γυναίκες. Ακόμη, έχουν διπλάσιες πιθανότητες να εμφανίσουν κατάθλιψη, ή διαταραχές από την κατάχρηση αλκοόλ. Οι γυναίκες με κάποιας μορφής αναπηρία είναι 1,5 φορά πιο πιθανό να πέσουν θύματα βίας σε σχέση με τις υπόλοιπες γυναίκες. Επειδή ακριβώς οι γυναίκες και τα κορίτσια είναι πολύ πιο πιθανό να πέσουν θύματα σεξουαλικής βίας σε σχέση με τους άνδρες, κινδυνεύουν να νοσήσουν από HIV ή άλλο σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα κατά 1,5 φορά περισσότερο. Ειδικά οι έφηβες και οι νέες γυναίκες 15 – 24 ετών έχουν διπλάσιες πιθανότητες να προσβληθούν από τον ιό HIV σε σχέση με νέους άνδρες στην ίδια ηλικιακή ομάδα. Παρότι τα δεδομένα δεν είναι αρκετά, ωστόσο, οι γυναίκες – θύματα σεξουαλικής βίας φαίνεται ότι συνδέονται κατά 2,3 φορές περισσότερο με κατάχρηση αλκοόλ και προβλήματα υγείας, καθώς και κατά 2,6 φορές περισσότερο με κατάθλιψη ή άγχος.

Σεξουαλική κακοποίηση και υγεία των γυναικών: θέματα «ταμπού» Η σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία των γυναικών δεν αποτελούν αυτονόητο δικαίωμα για τις γυναίκες του πλανήτη. Αντίθετα, αποτελούν πεδία κατάφωρης και καθημερινής παραβίασης των δικαιωμάτων για τις περισσότερες γυναίκες. Παρά την κρισιμότητα του θέματος, συχνά αφήνεται στο περιθώριο των πολιτικών σχεδιασμών από την παγκόσμια κοινό-

144

τητα, αποτελώντας ακόμη και για ανεπτυγμένες κοινωνίες θέμα «ταμπού». Ίσως εξαίρεση αποτελούν τα θέματα που αφορούν τη μετάδοση του ιού HIV, για τα οποία έχει επιχειρηθεί παγκοσμίως ευρεία ευαισθητοποίηση. Παρά τη γενική παραδοχή ότι η σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία διατηρούν έναν κρίσιμο ρόλο στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη των κοινωνιών, το θέμα δεν συμπεριλήφθηκε στο πολυετές πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την υγεία, για την περίοδο 2008-2013. Επίσης, στην πρόταση της Επιτροπής για τη στρατηγική υγείας 2014-2020 με τίτλο «Υγεία για την ανάπτυξη», δεν γίνεται μνεία στη σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία, στη βάση της αρχής της επικουρικότητας. Είναι γεγονός ότι η δημόσια υγεία εμπίπτει στις εθνικές αρμοδιότητες και η ΕΕ διατηρεί συμπληρωματικό ρόλο. Ωστόσο, υπάρχει ανάγκη παρέμβασης και άσκησης ενός εξισορροπητικού και συντονιστικού ρόλου. Διότι δεν πρέπει να παραβλεφθεί η ανισότητα πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας από γυναίκες-θύματα βίας ανάμεσα στα κράτη-μέλη. Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η διαφορετική αντιμετώπιση ζητημάτων και φαινομένων τόσο έντονα φορτισμένων πολιτισμικά, ηθικά και κοινωνικά, όπως η άμβλωση, η χρήση μεθόδων αντισύλληψης, ή οι σεξουαλικές σχέσεις εκτός γάμου. Κάθε χώρα έχει διαμορφώσει τη δική της αντίληψη περί ορθής αντιμετώπισης θεμάτων σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας. Πιθανότατα, αυτός είναι και ο λόγος που παρατηρούνται φαινόμενα «τουρισμού αμβλώσεων» ή ακόμη και «αναπαραγωγικού τουρισμού».

Ή ΓΓΙΦ στηρίζει θύματα βίας και σεξουαλικής κακοποίησης Στη χώρα μας, το φαινόμενο της φυσικής ή και σεξουαλικής κακοποίησης των γυναικών βρίσκεται σε έξαρση η οποία φαίνεται να συνδέεται με την οικονομική κρίση που βιώνει η κοινωνία μας τα τελευταία χρόνια. Πραγματοποιούμε στη Γενική Γραμματεία Ισότητας των Φύλων μία πολύ μεγάλη προσπάθεια σε εθνικό επίπεδο αλλά και σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης για να στηρίξουμε τις γυναίκες που υφίστανται βία, αλλά και να αποτρέψουμε αντί-


στοιχα φαινόμενα όσο είναι αυτό δυνατόν. Το πρόγραμμά μας στοχεύει στη δημιουργία μιας σειράς δομών για την παροχή υπηρεσιών πρώτης γραμμής και ψυχοκοινωνικής στήριξης σε γυναίκες-θύματα βίας. Οι δομές περιλαμβάνουν: Την ειδική Τηλεφωνική Γραμμή SOS 15900, η οποία προσφέρει υποστήριξη και συμβουλές σε γυναίκες-θύματα βίας. Η γραμμή λειτουργεί σε 24ωρη βάση, καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου και με πανελλαδική εμβέλεια. 15 Κέντρα Συμβουλευτικής Υποστήριξης Γυναικών της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων, σε μεγάλες πόλεις της Ελλάδας, από τα οποία σήμερα βρίσκονται σε λειτουργία τα 12. 25 Κέντρα Συμβουλευτικής Υποστήριξης Γυναικών που υλοποιούνται υπό την ευθύνη μεγάλων Δήμων της χώρας, από τα οποία σήμερα έχουν τεθεί σε λειτουργία τα 16, 19 Ξενώνες Φιλοξενίας γυναικών-θυμάτων βίας, που υλοποιούνται επίσης από τους Δήμους της χώρας. Από τους ξενώνες αυτούς ήδη βρίσκονται σε λειτουργία οι 8. Επίσης, λειτουργούν 2 ακόμη ξενώνες του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης, στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Οι ξενώνες αυτοί αναβαθμίστηκαν με υποστήριξη από τη Γενική Γραμματεία Ισότητας των Φύλων, ενώ ενισχύθηκε το προσωπικό τους. Εξειδικευμένες υπηρεσίες για θέματα υγείας των γυναικών είναι σε θέση να παρέχει το Κέντρο Συμβουλευτικής Υποστήριξης Γυναικών – ΠΟΛΥΚΕΝΤΡΟ, που λειτουργεί στο κέντρο της Αθήνας (Εξάρχεια). Το Κέντρο, σε συνεργασία με το Μαιευτήριο «ΕΛΕΝΑ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ» και το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ), παρέχει μεταξύ άλλων πληροφορίες για τη σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία και σε θέματα όπως: αντισύλληψη, ιατρικά υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες, καθώς και θέματα που αφορούν τη μετάδοση του ιού HIV.

Σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία στην Ελλάδα Στις αρχές του έτους η χώρα μας έλαβε τις καταληκτικές παρατηρήσεις της Επιτροπής CEDAW του ΟΗΕ σε σχέση με την 7η Περιοδική Έκθεση της Ελλάδας για θέματα υγείας των γυναικών. Οι παρατηρήσεις υιοθετήθηκαν κατά την 54η Σύνοδο της Επιτροπής στη Γενεύη, τον Μάρτιο του 2013. Στο κείμενο των παρατηρήσεων η Επιτροπή διαπιστώνει υψηλό επίπεδο αμβλώσεων και ταυτόχρονα πολύ περιορισμένη χρήση αξιόπιστων μεθόδων αντισύλληψης. Προκύπτει το συμπέρασμα ότι οι γυναίκες στην Ελλάδα χρησιμοποιούν την άμβλωση ως μέθοδο οικογενειακού προγραμματισμού. Ιδιαίτερη ανησυχία εκφράζεται για τα εμπόδια που συναντούν ευάλωτες ομάδες γυναικών όπως οι γυναίκες της Μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης, οι γυναίκες Ρομά, οι γυναίκες μετανάστριες, ή οι γυναίκες αγροτικών περιοχών, με αποτέλεσμα να αποκλείονται από την άσκηση βασικών δικαιωμάτων, όπως η πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας και κοινωνικές παροχές, η εκπαίδευση και η συμμετοχή στην πολιτική και δημόσια ζωή. Ένα δεύτερο θέμα που προκαλεί ανησυχία είναι το υπερβολικά υψηλό ποσοστό γεννήσεων με καισαρική τομή που στα δημόσια νοσοκομεία φθάνει το 40% και στα ιδιωτικά το 65%, χωρίς ιατρική αιτιολόγηση. Τα ποσοστά αυτά είναι από τα υψηλότερα στον κόσμο, και ξεπερνούν κατά πολύ το 15% που ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας θεωρεί επαρκές για να καλύψει τις περιπτώσεις που πρέπει υποχρεωτικά να καταφύγουν στην καισαρική τομή για ιατρικούς λόγους. Η Επιτροπή θεωρεί ότι θα πρέπει να γίνει μεγαλύτερη προσπάθεια από την ελληνική πολιτεία, η οποία θα πρέπει να επικεντρωθεί: Στη βελτίωση της προσβασιμότητας και αύξησης της χρήσης αποτελεσματικών και οικονομικά προσιτών μεθόδων αντισύλληψης, σε μια προσπάθεια μείωσης του αριθμού των αμβλώσεων ως μεθόδου οικογενειακού προγραμματισμού. Στη μείωση του αριθμού των τοκετών με και-

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

145


σαρική τομή, χωρίς ιατρική αιτιολογία, με την εξειδίκευση ιατρικού προσωπικού στο φυσικό τοκετό, και την εισαγωγή αυστηρότερων ελέγχων των ιατρικών υποδείξεων για την εφαρμογή της καισαρικής τομής, ώστε να πλησιάσει η χώρα μας τα ποσοστά του ΠΟΥ. Στη βελτίωση της ποιότητας και προσβασιμότητας των υπηρεσιών σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας και την εγγυημένη πρόσβαση σε αυτές μειονεκτουσών ομάδων γυναικών. Στην προώθηση της εκπαίδευσης για τη σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία και δικαιώματα, ειδικότερα ανάμεσα σε κορίτσια και αγόρια εφηβικής ηλικίας, προκειμένου να αναπτύξουν υπεύθυνη σεξουαλική συμπεριφορά, να αποφύγουν πρόωρες εγκυμοσύνες αλλά και τη μετάδοση σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων, συμπεριλαμβανομένου και του HIV-AIDS

Εξασφάλιση επαρκών πόρων για διάθεση στο πεδίο της σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας. Στην Ελλάδα εφαρμόστηκε τα τελευταία χρόνια το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Αναπαραγωγική και Σεξουαλική Υγεία 2008-2012. Το πρόγραμμα αυτό επιχείρησε να βελτιώσει τους ποσοτικούς και ποιοτικούς δείκτες που χαρακτηρίζουν το επίπεδο αναπαραγωγικής και σεξουαλικής υγείας τη χώρα. Στο κείμενο του Σχεδίου Δράσης γίνεται σαφές ότι η επιτυχία των όποιων πολιτικών σε ζητήματα αναπαραγωγικής και σεξουαλικής υγείας, θα πρέπει να συνδεθεί στενά με την πρωταρχική ανάγκη προάσπισης των αναγκών και δικαιωμάτων του ανθρώπου. Διεθνείς οργανώσεις, όπως η Διεθνής Ομοσπονδία Οικογενειακού Προγραμματισμού (Δ.Ο.Ο.Π., Ιnternational Planned Parenthood Federation – IPPF), διατύπωσαν σεξουαλικά και αναπαραγωγικά δικαιώματα, τα οποία απορρέουν από το διεθνές δίκαιο των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Αναπαραγωγική και Σεξουαλική Υγεία 2008-2012, περιλαμβάνεται Χάρτης των Σεξουαλικών και Αναπαραγωγικών Δικαιωμάτων της Δ.Ο.Ο.Π. Το Ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για τη Δημογρα-

146

φία (UNFPA) και ο Π.Ο.Υ. αναγνώρισαν το Χάρτη της Δ.Ο.Ο.Π. (IPPF) για τα σεξουαλικά και αναπαραγωγικά δικαιώματα το 1995. Ο Χάρτης βασίζεται στα ακόλουθα 12 δικαιώματα: 1. Το δικαίωμα στη ζωή, που σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι η ζωή καμίας γυναίκας δεν πρέπει να τεθεί σε κίνδυνο λόγω μιας εγκυμοσύνης. 2. Το δικαίωμα στην ελευθερία και ασφάλεια του ατόμου, που αναγνωρίζει ότι κανένα άτομο δεν πρέπει να υποστεί ακρωτηριασμό των γυναικείων αναπαραγωγικών οργάνων, αναγκαστική εγκυμοσύνη, στείρωση ή έκτρωση. 3. Το δικαίωμα στην ισότητα και στην απελευθέρωση από κάθε μορφής διάκριση, που συμπεριλαμβάνει και τη διάκριση σε σχέση με τη σεξουαλική και αναπαραγωγική ζωή του ατόμου. 4. Το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή, που σημαίνει ότι όλες οι ιατρικές υπηρεσίες σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας οφείλουν να είναι εμπιστευτικές και ότι όλες οι γυναίκες έχουν δικαίωμα να αποφασίζουν αυτόνομα για τις αναπαραγωγικές τους επιλογές. 5. Το δικαίωμα στην ελευθερία σκέψης, που συμπεριλαμβάνει την ελευθερία από την περιοριστική ερμηνεία θρησκευτικών κειμένων, πιστεύω, φιλοσοφιών και εθίμων, ως μέσων υποτίμησης της ελευθερίας της σκέψης σε σχέση με τη σεξουαλική και αναπαραγωγική ιατρική φροντίδα και άλλα θέματα. 6. Το δικαίωμα στην πληροφόρηση και στην εκπαίδευση σε σχέση με τη σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία για όλα τα άτομα, συμπεριλαμβανομένης και της πρόσβασης σε ολοκληρωμένη πληροφόρηση για τα οφέλη, τους κινδύνους και την αποτελεσματικότητα όλων των μεθόδων ρύθμισης της γονιμότητας, ώστε όλες οι αποφάσεις να λαμβάνονται με βάση την ολοκληρωμένη, ελεύθερη και πληροφορημένη συγκατάθεση του ατόμου. 7. Το δικαίωμα επιλογής γάμου ή όχι και της δημιουργίας προγραμματισμένης οικογένειας.


8. Το δικαίωμα απόφασης εάν ή πότε μπορεί να αποκτήσει κάποιος παιδί. 9. Το δικαίωμα στη φροντίδα και στην προστασία της υγείας, που συμπεριλαμβάνει το δικαίωμα στην καλύτερης δυνατής ποιότητας ιατρική φροντίδα των πελατών, και το δικαίωμα να είναι ελεύθεροι από παραδοσιακές συνήθειες που είναι επιζήμιες για την υγεία. 10. Το δικαίωμα στα οφέλη της επιστημονικής προόδου, που συμπεριλαμβάνει το δικαίωμα στους χρήστες των σεξουαλικών και αναπαραγωγικών υπηρεσιών υγείας να έχουν πρόσβαση σε νέες τεχνολογίες που αφορούν στην αναπαραγωγική υγεία, οι οποίες να είναι ασφαλείς, αποτελεσματικές και αποδεκτές. 11. Το δικαίωμα στην ελευθερία συνάθροισης και πολιτικής συμμετοχής, που συμπεριλαμβάνει το δικαίωμα όλων των ατόμων να ζητήσουν να επηρεάσουν τις κοινότητες και τις κυβερνήσεις να θέσουν ως προτεραιότητα τη σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία και δικαιώματα. 12. Το δικαίωμα να είσαι απαλλαγμένος/η από βασανιστήρια και κακομεταχείριση, που συμπεριλαμβάνει το δικαίωμα όλων των γυναικών, ανδρών και νέων να είναι προστατευμένοι από τη βία, τη σεξουαλική εκμετάλλευση και την κακοποίηση.

Η γυναικεία κακοποίηση και ο κλάδος υγείας Ο κλάδος υγείας μπορεί και πρέπει να παίξει έναν σημαντικό ρόλο για την αντιμετώπιση των θεμάτων υγείας που συνδέονται με τη βία κατά των γυναικών σε όλες τις εκφάνσεις της, είτε πρόκειται για φυσική είτε για σεξουαλική βία, εντός ή εκτός συντροφικής σχέσης. Οι νέες κλινικές και κατευθυντήριες κατευθύνσεις του ΠΟΥ για την ανταπόκριση του κλάδου υγείας στα θέματα της βίας κατά των γυναικών τονίζουν την άμεση ανάγκη να ενσωματωθούν σχετικά θέματα στην κλινική άσκηση στον χώρο της υγείας. Όλοι οι πάροχοι υπηρεσιών υγείας θα πρέπει να αντιληφθούν τη σχέση μεταξύ έκθεσης στη βία και επιπτώσεων στην υγεία των γυναικών, και να είναι σε θέση

να ανταποκριθούν κατάλληλα. Χρειάζεται ευαισθησία, διάθεση προσφοράς και υπέρβασης στερεοτύπων στην επαγγελματική πρακτική, στο χώρο της υγείας. Είναι σημαντικό να δημιουργηθούν ευκαιρίες ώστε οι γυναίκες που αναζητούν υποστήριξη σε περιστατικά κακοποίησης, να μπορούν ταυτόχρονα να έρχονται σε επαφή με ένα ευρύ φάσμα υπηρεσιών υποστήριξης για τη σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία (π.χ. προγεννητική φροντίδα, περίθαλψη μετά την άμβλωση, οικογενειακό προγραμματισμό) και παράλληλα, διάγνωση για HIV, παροχή υπηρεσιών ψυχικής υγείας, έκτακτης ανάγκης και πρώτων βοηθειών. Μπορεί ακόμη να παρέχονται ολοκληρωμένες υπηρεσίες φροντίδας σε περιπτώσεις βιασμού, οι οποίες να είναι διαθέσιμες και προσβάσιμες στη μεγαλύτερη δυνατή κλίμακα.

Είναι γεγονός ότι η διασφάλιση της σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας των γυναικών είναι πρόβλημα δύσκολο στην επίλυσή του καθώς συνδέεται με -και έχει επιπτώσεις σε- κάθε πτυχή της ζωής των θυμάτων, την κοινωνική, τη μορφωτική, την οικονομική, την πολιτισμική και την οικογενειακή ζωή τους. Για παράδειγμα οι ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες εφήβων κοριτσιών έχουν επίπτωση στις εκπαιδευτικές ευκαιρίες της μητέρας. Επειδή ακριβώς πρόκειται για πρόβλημα πολυσύνθετο, καλούμε κάθε άμεσα ή έμμεσα εμπλεκόμενο φορέα να συνδράμει το έργο της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων. Καταλυτικό ρόλο για την επιτυχία ενός τέτοιου μεγάλου και οριζόντιου στόχου πιστεύουμε όμως ότι θα πρέπει να διαδραματίζει η Κοινωνία των Πολιτών. Γιατί πρόκειται για το δικαίωμά μας στην υγεία και τη ζωή, για την ασφάλεια που θα πρέπει να απολαμβάνει αυτονόητα η μητέρα μας, η αδελφή μας, η κόρη μας. Πληροφορίες http://www.isotita.gr http://www.womensos.gr/ Τηλεφωνική Γραμμή SOS 15900

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

147


ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Γνώσεις, στάσεις και συμπεριφορές εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τη σχολική ασφάλεια Νίκη Σύρου, Σχολική Νοσηλεύτρια ΠΕ, ΜSc,PhDc Τμήμα Νοσηλευτικής ΕΚΠΑ Ιωάννης Ελευσινιώτης, Επίκουρος Καθηγητής, Τμήμα Νοσηλευτικής ΕΚΠΑ Αθηνά Καλοκαιρινού, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Τμήμα Νοσηλευτικής ΕΚΠΑ Στυλιανή Τζιαφέρη, Λέκτορας, Τμήμα Νοσηλευτικής Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου Παναγιώτα Σουρτζή, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Τμήμα Νοσηλευτικής ΕΚΠΑ Υπεύθυνη αλληλογραφίας Νίκη Σύρου Σχολική Νοσηλεύτρια ΠΕ, ΜSc Υποψήφια Διδάκτωρ Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Τηλέφωνα επικοινωνίας: 6947079625 - 6987772385

Περίληψη Εισαγωγή: Το σχολείο, εκτός από το ρόλο του να μεταδίδει πολιτιστικά αγαθά και γνώσεις, έχει ευθύνη να παρέχει ένα ασφαλές περιβάλλον, στο οποίο η προαγωγή της ψυχικής και σωματικής υγείας, η εξάλειψη των παραγόντων κινδύνου και η πρόληψη του ατυχήματος θα αποτελούν αδιαμφισβήτητες προτεραιότητες. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση των γνώσεων, στάσεων και συμπεριφορών εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τα θέματα ασφάλειας στο σχολικό περιβάλλον. Μέθοδος: Η παρούσα μελέτη επισκόπησης και συσχέτισης πραγματοποιήθηκε σε τυχαίο δείγμα δημοτικών σχολείων επαρχιακού νομού. Συμμετείχαν 405 εκπαιδευτικοί (ανταπόκριση 75,14%). Τα δεδομένα συλλέχθηκαν με ανώνυμο ερωτηματολόγιο, το οποίο αναπτύχθηκε για την παρούσα μελέτη. Η ανάλυση έγινε με το στατιστικό πρόγραμμα SPSS 20.0. Αποτελέσματα: Οι εκπαιδευτικοί βρέθηκε να έχουν μέτρια γνώση για τη σχολική ασφάλεια. Στατιστικά σημαντικά υψηλότερη γνώση είχαν οι άνδρες (p-value=0,055), όσοι είχαν παιδιά (p-value=0,060), όσοι είχαν ειδικότητα (pvalue=0,011) και σχετική δια βίου εκπαίδευση (p-value=0,016). Ο συνοπτικός δείκτης στάσης έλαβε μέση τιμή 80,61, δηλαδή οι εκπαιδευτικοί είχαν θετική στάση για τη σχολική ασφά-

148

λεια, με τους άνδρες (p-value=0,044), τα στελέχη (p-value=0,000) και όσους είχαν ειδικότητα (p-value=0,003) να έχουν στατιστικά σημαντικότερα θετική στάση. Επίσης βρέθηκε θετική συμπεριφορά, με τους άνδρες (p-value=0,003), όσους είχαν παιδιά (p-value=0,004), τα στελέχη (p-value=0,000) και όσους δεν είχαν ειδικότητα (p-value=0,004) να έχουν στατιστικά σημαντικά θετικότερη. Τέλος διαπιστώθηκε θετική, αν και ασθενής, συσχέτιση ανάμεσα στη γνώση και στάση (r=0,146) και συμπεριφορά (r=0,199), καθώς και στη στάση και συμπεριφορά (r=0,181) σε θέματα σχολικής ασφάλειας. Συμπεράσματα: Οι εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης έχουν ελλείψεις σε θέματα ασφάλειας του σχολικού περιβάλλοντος. Επειδή η σχολική ασφάλεια αποτελεί μείζον θέμα για τη μείωση των ατυχημάτων, που έχουν μεγάλη επίπτωση στα παιδιά και στη χώρα μας, τα ευρήματα της παρούσας μελέτης θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την οργάνωση κατάλληλης εκπαίδευσης για το σύνολο των εκπαιδευτικών, έτσι ώστε να μπορούν να συμβάλλουν αποτελεσματικά στη μείωση των ατυχημάτων στο σχολικό πληθυσμό.

Λέξεις κλειδιά: σχολική ασφάλεια, γνώσεις, στάσεις, συμπεριφορές, εκπαιδευτικοί πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης


ORIGINAL PAPER

Knowledge, attitudes and behaviour of primary school teachers for school safety N. Syrou, School Nurse RN, MSc, PhDc Faculty of Nursing, University of Athens I. Elefsiniotis, Assistant Professor, Faculty of Nursing, University of Athens A. Kalokairinou, Associate Professor, Faculty of Nursing, University of Athens S. Tziaferi, Lecturer, Department of Nursing, University of Peloponnese P. Sourtzi, Associate Professor, Faculty of Nursing, University of Athens Corresponding Author: N. Syrou School Nurse RN, MSc, PhDc Faculty of Nursing, University of Athens tel: 6947079625 - 6987772385

Abstract ABSTRACT Introduction: The school apart from its role to transmit knowledge and cultural values, also has responsibility to provide a safe environment, in which the promotion of mental and physical health, the elimination of risk factors and prevention of accidents will be undeniable priorities. Aim: The purpose of this study was to investigate primary school teachers’ knowledge, attitudes and behaviour for safety in the school environment. Method: This cross-sectional and correlational study was performed in a random sample of primary schools in a rural county. The sample consisted of 405 teachers (response rate 75.14%). Data were collected with an anonymous questionnaire that was developed for the present study. The analysis was performed with the statistical program SPSS 20.0. Results: Teachers were found to have moderate knowledge about school safety. Significantly higher knowledge had men (p-value=0,055), those who had children (p-value=0,060), those with a specialty (p-value=0,011) and relevant continuous education (p-value=0,016). The mean total attitude score was 80.61; this means that teachers had a positive attitude about school safety, with men (p-

value=0,044), those with responsible positions (p-value=0,000) and those with a specialty (pvalue=0.003) had statistically significant more positive attitude. Behaviour was also found positive, with men (p-value=0,003), those who had children (p-value=0,004), teachers with a responsible position (p-value=0,000) and those with specialty (p-value=0,004) having statistically significant more positive behaviour. Finally, it was found a positive, though weak, correlation between knowledge and attitude (r=0,146) and behaviour (r=0,199) and between the attitude and behaviour (r=0,181) concerning school safety. Conclusions: Primary school teachers were found to have gaps in their perceptions of school safety. Because school safety is a major issue for the reduction of accidents, which have great impact on children in our country too, the findings of this study could be used to organize appropriate training for all teachers, so that they can contribute effectively in reducing accidents in the school population. Key words: school safety, knowledge, attitudes, behaviour, primary school teachers

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

149


ΕΙΣΑΓΩΓΗ Τα παιδικά ατυχήματα αποτελούν στην εποχή μας πρόβλημα άμεσης προτεραιότητας για τη δημόσια υγεία, καθώς συνοδεύονται από βαρύτατες συνέπειες, όπως ο θάνατος ενός παιδιού, το ψυχικό κόστος και το ενδεχόμενο υπολειμματικών βλαβών, που είναι δύσκολο να αποτιμηθούν (Πετρίδου, 2011). Ο όρος ατύχημα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τα τροχαία, πνιγμούς, πτώσεις, εγκαύματα και δηλητηριάσεις. Τα ατυχήματα στα παιδιά ηλικίας 0-14 ετών και στους νέους ενηλίκους ευθύνονται για τους περισσότερους θανάτους από οποιαδήποτε άλλη νοσολογική οντότητα. Επιπλέον αποτελούν την κύρια αιτία αναπηρίας, έχουν σημαντικό κόστος στις υπηρεσίες υγείας και επιφέρουν σοβαρή ψυχοκοινωνική επιβάρυνση, που ορίζεται ως μετατραυματικό σύνδρομο (ΚΕΠΠΑ, 2007). Ορισμένες ενδεικτικές επισημάνσεις και διαπιστώσεις για τις συνθήκες ασφάλειας στα σχολεία, που πιστοποιούν και την αναγκαιότητα της παρούσας μελέτης είναι οι εξής : •

Παλαιότητα σχολικών κτιρίων, διαβρώσεις: Κίνδυνος ατυχήματος από πτώση οικοδομικού υλικού ή από διαβρώσεις στο εσωτερικό του κτιρίου (π.χ. πτώση από διαβρωμένα σκαλοπάτια) (Παπαρίζος 2007). • Ύπαρξη σκουριασμένων ή αιχμηρών αντικειμένων (π.χ σκουριασμένα κάγκελα, σπασμένες μεταλλικές κρεμάστρες): Κίνδυνος ατυχήματος και μετάδοσης νόσων (Σωματείο «Αντιμετώπιση Παιδικού Τραύματος» 2009). • Πλημμελής αντισεισμική θωράκιση - ελλιπές σχέδιο αντισεισμικής προστασίας (π.χ. έλλειψη εξόδων κινδύνου) (Φιλίνη 2008, Μπαλτάς, 2002). • Ελλιπή μέτρα πυρασφάλειας (π.χ ανυπαρξία υποδομής για την ασφαλή εγκατάλειψη του σχολικού κτιρίου σε περίπτωση φωτιάς) (Ημερήσιος Tύπος Θεσσαλονίκης, 2007). • Ελλιπής ασφάλεια ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων (π.χ. εκτεθειμένα καλώδια) : Κίνδυνος ηλεκτροπληξίας (Παπαρίζος, 2007). Τέλος, σύμφωνα με το Κέντρο Ελέγχου και Πρό-

150

ληψης Παιδικών Ατυχημάτων (ΚΕΠΠΑ), οι βασικότερες ελλείψεις στα ελληνικά σχολεία είναι το υλικό επικάλυψης του προαυλίου εδάφους, η κακή συντήρηση κοινόχρηστων και αθλητικών χώρων, οι κακοτεχνίες κλιμακοστασίων και ηλεκτρικών παροχών, η μη τήρηση προδιαγραφών για τοποθέτηση άθραυστων και σηματοδοτούμενων υαλοπινάκων και η έλλειψη πυρασφάλειας. Επίσης η έλλειψη κατάλληλης κυκλοφοριακής σήμανσης, η μη χρήση ζώνης ή κράνους στο όχημα μεταφοράς και πλάνου διαδρομής προς και από το σχολείο σε συνδυασμό με τις ανασφαλείς θύρες εισόδου στο σχολείο ευθύνονται για πολλά από τα τροχαία σχολικά ατυχήματα (Πετρίδου, 2011).

Ανασκόπηση ερευνητικών δεδομένων Κατά καιρούς έχουν γίνει μελέτες στο διεθνή χώρο, που αναφέρονται σε εκτιμήσεις γνώσεων, στάσεων και συμπεριφορών του προσωπικού σχολείων σε θέματα σχολικής υγείας, επαγγελματικής ευημερίας, αντιμετώπισης επειγόντων περιστατικών και άλλες που αφορούν στο ρόλο του σχολικού νοσηλευτή ή που προτείνουν σχέδιο και κατευθυντήριες οδηγίες για τη δημιουργία ασφαλούς σχολικού περιβάλλοντος. Oι Bosworth et al (2011) στην περιγραφική ποιοτική μελέτη τους διερεύνησαν τις αντιλήψεις μαθητών και προσωπικού σχολείων για τη σχολική ασφάλεια. Παρατήρησαν πως εστιάζουν σε τρεις τομείς: α) στα φυσικά χαρακτηριστικά του σχολείου (φυσικό σχολικό περιβάλλον) και τα μέτρα ασφαλείας, β) στην οργάνωση και τη σχολική πειθαρχία και γ) στις σχέσεις μεταξύ μαθητών και προσωπικού σχολείου. Στη διερεύνηση της σημαντικότητας της ασφάλειας των μαθητών και στους τρόπους επίτευξης αυτής αφορά και η περιγραφική ποσοτική μελέτη επισκόπησης των Tabancali & Bekta (2009), με δείγμα 93 διευθυντών και 767 εκπαιδευτικών 30 σχολείων στην Τουρκία. Τα αποτελέσματα της μελέτης ανέδειξαν πολύ σημαντική την έννοια της ασφάλειας των μαθητών, ενώ οι περισσότερες αναφορές αφορούσαν στη σημαντικότητα της φυσικής ασφάλειας, στην πρόληψη ατυχημάτων και τραυματισμών στο σχολικό περιβάλλον και στην ασφαλή με-


τακίνηση μαθητών από και προς το σχολείο. Στην Ελλάδα έχουν γίνει κάποιες μελέτες καταγραφής, κυρίως, των συνθηκών ασφάλειας και υγιεινής σε διάφορες περιοχές της χώρας (Παπαδόπουλος,1992), όπως Αλεξανδρούπολη (Αδαμίδης και συν.,1992), Αθήνα (Τσαμπίρα και συν.,1994) και Ξάνθη (Αδαμίδης,1996). Τα αποτελέσματα των μελετών αυτών έδειξαν σημαντικές ελλείψεις σε παράγοντες ασφάλειας (συστήματα πυρασφάλειας, προστατευτικά κιγκλιδώματα, αυτόματες ασφάλειες διαφυγής ηλεκτρικού ρεύματος, τζάμια ασφαλείας) του σχολικού περιβάλλοντος. Tο 2010 πραγματοποιήθηκε από το Υπουργείο Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων (ΥΠΕΠΘ,2010) περιγραφική μελέτη επισκόπησης σε εκπαιδευτικούς σχετικά με την αποτίμηση του βαθμού επάρκειας των σχολικών μονάδων στην κάλυψη των αναγκών υγείας των μαθητών στο Ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Στη μελέτη αυτή διαπιστώθηκε ανεπάρκεια κατάλληλων υποδομών για τη διασφάλιση σχολικής υγείας, ελλιπώς εξοπλισμένα σχολικά φαρμακεία, χαμηλό επίπεδο επάρκειας προγραμμάτων Αγωγής Υγείας και υπηρεσιών Πρόληψης και έλλειψη συνεργασίας μεταξύ των συναρμόδιων φορέων για την παροχή ενός ολοκληρωμένου δικτύου υπηρεσιών σχολικής υγείας. Σε πρόσφατη μελέτη παρατήρησης και καταγραφής των παραγόντων κινδύνου για σχολικά ατυχήματα (Σύρου και Σουρτζή, 2012) διαπιστώθηκαν επίσης σημαντικές ελλείψεις στις σχολικές υποδομές και στον εξοπλισμό. Έχουν γίνει επίσης μελέτες με εκπαιδευτικές παρεμβάσεις σε μαθητές (Βεσκούκη, 1999, 2002) και σε εκπαιδευτικούς (Αλεξανδροπούλου, 2010), προκειμένου να αξιολογηθούν οι γνώσεις τους σε θέματα Πρώτων Βοηθειών, πριν και μετά την εφαρμογή εκπαιδευτικού προγράμματος από νοσηλευτή. Βρέθηκε επίσης μια μελέτη, που αναφερόταν σε παρέμβαση για την ασφαλή διαμόρφωση του σχολικού χώρου (Παπαδόπουλος & Τολμά, 1994). Η μελέτη αυτή περιλάμβανε παρέμβαση για την πρόληψη ατυχημάτων στα σχολεία και απευθυνόταν σε εκπαιδευτικούς, με σκοπό να τους βοηθήσει να ανακαλύψουν τα σημεία του σχολείου, που εγκυμονούσαν κινδύνους για τους

μαθητές, και να προτείνει άμεσα και απλά μέτρα πρόληψης των σχολικών ατυχημάτων.

ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Κύριος σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση των γνώσεων, των στάσεων και της συμπεριφορών των εκπαιδευτικών δημοτικών σχολείων για τη σχολική ασφάλεια. Οι επιμέρους στόχοι της μελέτης ήταν οι εξής: • • • •

Διερεύνηση γνώσεων για θέματα σχολικής ασφάλειας και για παράγοντες κινδύνου για σχολικά ατυχήματα Διερεύνηση στάσεων σε θέματα σχολικής ασφάλειας και υγείας Διερεύνηση συμπεριφοράς σε θέματα σχολικής ασφάλειας Διερεύνηση απόψεων για τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση και για τη συνεργασία με εμπλεκόμενους φορείς για θέματα σχολικής ασφάλειας.

ΥΛΙΚΟ-ΜΕΘΟΔΟΣ Πρόκειται για περιγραφική μελέτη συσχέτισης, με συγχρονικό σχεδιασμό. Στη συγκεκριμένη μελέτη, οι μεταβλητές που μετρώνται και περιγράφονται είναι η γνώση, η στάση και η συμπεριφορά εκπαιδευτικών για θέματα σχετικά με τη σχολική ασφάλεια, σε ό,τι αφορά στις κτιριακές εγκαταστάσεις και στον εξοπλισμό. Ως εργαλείο μέτρησης των γνώσεων, στάσεων και της συμπεριφοράς των εκπαιδευτικών χρησιμοποιήθηκε ανώνυμο, κωδικοποιημένο ερωτηματολόγιο, το οποίο αναπτύχθηκε για την παρούσα μελέτη, κατόπιν ευρείας κριτικής ανασκόπησης αντίστοιχων μελετών ελληνικής και διεθνούς βιβλιογραφίας, καθώς δεν βρέθηκε αντίστοιχο ερευνητικό εργαλείο, που να εξυπηρετεί το σκοπό της συγκεκριμένης μελέτης. Η παρούσα μελέτη πραγματοποιήθηκε σε τυχαίο στρωματοποιημένο (αστικού και ημιαστικού/αγροτικού τύπου) δείγμα σχολείων από το σύνολο των σχολείων της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης επαρχιακού νομού. Το επιθυμητό δείγμα των εκπαιδευτικών υπολογίστηκε, σύμφωνα με την ανάλυση ισχύος, στα 300

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

151


άτομα. Στη συνέχεια εφαρμόζοντας αναλογική στρωματοποιημένη δειγματοληψία επιλέχθηκε το σύνολο των εκπαιδευτικών των σχολείων αστικού (300x0,60=180) και ημιαστικού/αγροτικού τύπου (300x0,40=120), που απαιτούνταν για το δείγμα της μελέτης. Για την πραγματοποίηση της μελέτης λήφθηκε άδεια έγκρισης από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων με τη γνωμοδότηση του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου. To ερευνητικό εργαλείο - ερωτηματολόγιο, που χρησιμοποιήθηκε, ήταν ανώνυμο και κωδικοποιημένο, ενώ περιείχε στην πρώτη σελίδα έντυπο πληροφόρησης για το σκοπό, τη θεματολογία, τη διαδικασία και τα οφέλη της μελέτης, ώστε να διασφαλίζεται η προστασία των προσωπικών δεδομένων και η αυτονομία των υποκειμένων αντίστοιχα. Η συμμετοχή των εκπαιδευτικών του δείγματος ήταν εθελοντική και τα στοιχεία, που συλλέχθηκαν, παρέμειναν ανώνυμα και εμπιστευτικά μέσω της χρήσης κωδικών, όπως προαναφέρθηκε. Πριν εφαρμοστεί η κύρια μελέτη, προηγήθηκε πιλοτική εφαρμογή και στάθμιση του ερωτηματολογίου σε μικρό δείγμα εκπαιδευτικών διαφορετικού νομού. Ο έλεγχος της εγκυρότητας περιεχομένου του ερωτηματολογίου της μελέτης αυτής, επιτεύχθηκε με την παράδοσή του σε ομάδα ειδικών (καθηγητές τριμελούς επιτροπής, διδάκτορες σε αντίστοιχες μελέτες), οι οποίοι εξέτασαν κάθε επιμέρους καταγραφή του και στη συνέχεια αξιολόγησαν το βαθμό, που καθεμία καταγραφή αλλά και που στο σύνολό του το νέο ερωτηματολόγιο ήταν αντιπροσωπευτικά του περιεχομένου, που ορίστηκε αρχικά από την ερευνήτρια. Οι παρατηρήσεις καταγράφηκαν και ακολούθησαν διορθώσεις, όπου απαιτούνταν. Ο έλεγχος της φαινομενικής εγκυρότητας του ερωτηματολογίου στην παρούσα μελέτη έγινε με την παράδοσή του, πριν τη μελέτη, σε ομάδα μη ειδικών (εκπαιδευτικοί δημοτικών σχολείων), οι οποίοι μετά από προσεκτική ανάγνωση και συμπλήρωσή του, ανέφεραν το βαθμό που το ερωτηματολόγιο μετρούσε αυτό που προτίθεται να μετρήσει. Πιο συγκεκριμένα και σε ό,τι αφορά στη φαινομενική εγκυρότητα, κατά την πιλοτική

152

εφαρμογή του ερωτηματολόγιου δόθηκαν δοκιμαστικά προς συμπλήρωση τριάντα ένα (31) ερωτηματολόγια σε εκπαιδευτικούς, προκειμένου να ελεγχθούν ο απαιτούμενος χρόνος για τη συμπλήρωσή τους, αν υπήρχαν κάποιες ερωτήσεις περιττές, υπερβολικές ή ελλιπείς, καθώς και ο βαθμός δυσκολίας τους. Ο μέσος χρόνος συμπλήρωσης του κάθε ερωτηματολόγιου ήταν 20 λεπτά, ενώ σε γενικές γραμμές υπήρχε πληρότητα σχετικά με το περιεχόμενο και τη θεματολογία των ερωτήσεων, οι απαντήσεις των οποίων κάλυπταν ένα ευρύ φάσμα γνώσεων, στάσεων και συμπεριφορών των εκπαιδευτικών σε θέματα σχολικής ασφάλειας. Δεν αναφέρθηκε η ύπαρξη περιττών ή υπερβολικών ερωτήσεων, ενώ ο βαθμός δυσκολίας από τους εκπαιδευτικούς σε ό,τι αφορούσε στην κατανόηση και τη σαφήνεια λέξεων, εννοιών και φράσεων θεωρήθηκε μικρός. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι εκπαιδευτικοί ανέφεραν πως η θεματολογία και το περιεχόμενο των ερωτήσεων άπτονταν του ενδιαφέροντός τους, καθώς ανταποκρίνονταν σε ζητήματα υγείας άμεσα συνδεδεμένα με τη σχολική πραγματικότητα - γεγονός που αυξάνει την εγκυρότητα του ερωτηματολογίου. Οι επισημάνσεις και τα σχόλιά τους καταγράφηκαν και έγιναν κατόπιν οι απαιτούμενες διορθώσεις. Τη συλλογή των ερωτηματολογίων ακολούθησε η κωδικοποίηση και η εισαγωγή τους σε βάση δεδομένων. Με το στατιστικό πρόγραμμα SPSS 20.0 έγινε η περιγραφική ανάλυση των δεδομένων και η στάθμιση (αξιοπιστία-εγκυρότητα) του ερωτηματολογίου. Επίσης υπολογίστηκαν οι συνοπτικοί δείκτες στις επιμέρους κλίμακες, καθώς και η ορθή γνώση, δηλαδή το πηλίκο του αριθμού των σωστών απαντήσεων κάθε εκπαιδευτικού προς το συνολικό αριθμό των ερωτήσεων (Βεσκούκη,1999). Για τον έλεγχο στατιστικά σημαντικών διαφορών στις μέσες τιμές μιας ποσοτικής μεταβλητής σε δυο ομάδες ανεξάρτητων παρατηρήσεων χρησιμοποιήθηκε ο έλεγχος t-test σε επίπεδο στατιστικής σημαντικότητας α=0,05. Για τον έλεγχο αξιοπιστίας (εσωτερικής συνοχής) χρησιμοποιήθηκε ο δείκτης α του Cronbach. Στην παρούσα μελέτη ο δείκτης α του Cronbach για όλες τις επιμέρους κλίμακες του ερωτηματολογίου κυμάνθηκε από 0,72 έως 0,93 παρέχοντας σε γενικές γραμμές αυξημέ-


νη αξιοπιστία εσωτερικής συνοχής στο ερευνητικό εργαλείο. Ειδικότερα: • • •

για τις 30 ερωτήσεις της κλίμακας μέτρησης των γενικών γνώσεων για τη σχολική ασφάλεια υπολογίστηκε ίσος με α = 0,81 για τις 21 ερωτήσεις της κλίμακας μέτρησης των στάσεων για τη σχολική ασφάλεια και υγεία υπολογίστηκε ίσος με α = 0,72. για τις 11 ερωτήσεις της κλίμακας μέτρησης της συμπεριφοράς των εκπαιδευτικών σε ό,τι αφορά στη σχολική ασφάλεια υπολογίστηκε ίσος με α= 0,93.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Το ποσοστό ανταπόκρισης των εκπαιδευτικών στη συμπλήρωση των ερωτηματολογίων ήταν 75,14%, δεδομένου πως διανεμήθηκαν 539 ερωτηματολόγια και συλλέχθηκαν 405. Από το σύνολο των εκπαιδευτικών το 59,5% ήταν γυναίκες - όπως και στο σύνολο του πληθυσμού των εκπαιδευτικών του νομού, που οι γυναίκες αποτελούσαν επίσης την πλειοψηφία (61,64%)- και σε ποσοστό 69,1% είχαν ηλικία 40-49 ετών. Το 85,7% ήταν έγγαμοι και το 85,9% είχε αποκτήσει παιδιά. Όσον αφορά στο επίπεδο εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών, το 48,4% ήταν απόφοιτοι Παιδαγωγικής Ακαδημίας με πτυχίο εξομοίωσης, το 38,3% απόφοιτοι Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης και το 13,3% απόφοιτοι μόνο Παιδαγωγικής Ακαδημίας, ενώ μόνο το 21% διέθετε επιπλέον σπουδές ή εξειδικεύσεις. Άλλο πτυχίο είχε το 17%, μεταπτυχιακό δίπλωμα το 5,4% και διδακτορικό δίπλωμα το 0,5%. Σε ό,τι αφορά στο εργασιακό τους καθεστώς, το 73,6% των εκπαιδευτικών εργάζονταν ως μόνιμοι, το 22,2% ως αποσπασμένοι το 2,7% ως αναπληρωτές και το 0,2% ως ωρομίσθιοι. Το 86,4% των εκπαιδευτικών δεν είχε θέση ευθύνης (στελέχους). Ειδικότητα είχε το 20% των εκπαιδευτικών, η οποία αφορούσε κυρίως στη Φυσική Αγωγή (6,4%), στην Αγγλική γλώσσα (5,9%) και στη Μουσική (1,96%). Ο χρόνος προϋπηρεσίας τους σε έτη είχε μέση τιμή 15,72 και τυπική απόκλιση 8,13. Αναφορικά με τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση

του προσωπικού, το 22,7% του συνόλου δήλωσε ότι είχε συμμετοχή σε προγράμματα εκπαίδευσης για τη σχολική υγεία και ασφάλεια και το 33,6% είχε συμμετοχή σε προγράμματα εκπαίδευσης στις Πρώτες Βοήθειες. Συνεχιζόμενη ενημέρωση σε θέματα υγείας, πρόληψης ή αντιμετώπισης ασθενειών δήλωσε ότι είχε το 73,1%, με κύριες πηγές ενημέρωσης τη χρήση διαδικτύου (58,5%), τα μέσα μαζικής ενημέρωσης (50,6%), τα επιστημονικά περιοδικά και βιβλία (40,2%), τα σεμινάρια και συνέδρια (27,9%), τους επιστημονικούς φορείς (17%), τις επισκέψεις επιστημών στα σχολεία (16,3%), και άλλες πηγές, όπως φυσικά επιστημονικά πρόσωπα (0,2%). Στον Πίνακα 1, παρουσιάζονται οι γενικές γνώσεις, που είχαν οι εκπαιδευτικοί πάνω σε θέματα σχολικής ασφάλειας. Σε υψηλό ποσοστό, δηλαδή μεγαλύτερο του 80%, απάντησαν σωστά οι εκπαιδευτικοί στις ερωτήσεις 15 (μελέτες για τα σχολικά ατυχήματα), 25 (έλλειψη αντιολισθητικού υλικού στις σκάλες), 27 (χειρολαβές στις σκάλες), 36 (σήμανση και φωτισμός στις οδούς διαφυγής), 37 (αρμόδιοι για θέματα επισκευών και συντήρησης) και 45 (ασκήσεις ετοιμότητας στα σχολεία). Σε ποσοστό μεγαλύτερο του 50% οι εκπαιδευτικοί απάντησαν λάθος στις ερωτήσεις 13 (δυναμικό μαθητών στις αίθουσες), 19 (επικίνδυνοι χώροι τραυματισμού) και 31 (τι είναι έξοδος κινδύνου). Τέλος στις ερωτήσεις 16 (κυριότερη αιτία θανάτου ατυχήματος στα παιδιά), 17(ηλικίες θανάτου από παιδικό ατύχημα), 18 (φύλο που αντιστοιχούν οι περισσότεροι θάνατοι από παιδικό ατύχημα) και 44 (σύνταξη και η υλοποίηση προγράμματος προσεισμικού ελέγχου στα σχολεία), οι εκπαιδευτικοί δεν γνώριζαν την απάντηση σε ποσοστό μεγαλύτερο του 50%. Ο συνοπτικός δείκτης γνώσης έλαβε τιμές από 3 έως 27 για τις 30 ερωτήσεις γενικών γνώσεων με μέση τιμή το 16,57, δηλαδή οι εκπαιδευτικοί είχαν μέτρια γνώση για τη σχολική ασφάλεια. Ο δείκτης ορθής γνώσης των εκπαιδευτικών για τη σχολική ασφάλεια (συνεχής μεταβλητή με τιμές από 0 έως 1), για τις 30 ερωτήσεις γενικών γνώσεων κυμάνθηκε από 0,1 έως 0,9 με μέση τιμή το 0,55. Από τον έλεγχο των μέσων τιμών με το t-test παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στη συνολική γνώση τους για τη σχολική ασφάλεια μεταξύ:

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

153


Ανδρών και γυναικών με p-value= 0,055 και t=1,925, υπέρ των ανδρών (οριακά στατιστικά σημαντική διαφορά) Με και χωρίς ειδικότητα με p-value= 0,031 και t=2,168, υπέρ των εκπαιδευτικών χωρίς ειδικότητα Με και χωρίς παιδιά με p-value= 0,060 και t=1,918, υπέρ όσων είχαν παιδιά (οριακά στατι-

στικά σημαντική διαφορά) Με και χωρίς εκπαίδευση στη σχολική ασφάλεια και υγεία με p-value= 0,011 και t= -2,552, υπέρ όσων διέθεταν εκπαίδευση Με και χωρίς δια βίου εκπαίδευση σε θέματα υγείας/ασθένειας με p-value= 0,016 και t= -2,413, υπέρ όσων είχαν δια βίου εκπαίδευση

ΠΙΝΑΚΑΣ 1. Γενικές γνώσεις εκπαιδευτικών για τη σχολική ασφάλεια Μεταβλητές 13. Το δυναμικό των μαθητών στις αίθουσες διδασκαλίας, σύμφωνα με τον ΟΣΚ χρειάζεται να είναι 30 μαθητές 14. Τα ατυχήματα αποτελούν το μεγαλύτερο κίνδυνο στα σχολεία και τη δεύτερη αιτία παιδικής νοσηρότητας 15. Μελέτες για τα σχολικά ατυχήματα, δείχνουν ότι στο υψηλότερο ποσοστό τους προέρχονται από πτώσεις 16. Η κυριότερη αιτία θανάτου από ατυχήματα σε παιδιά (0-14 ετών), είναι τα τροχαία 17. Οι περισσότεροι θάνατοι από ατυχήματα στα παιδιά, εντοπίζονται στις ηλικίες 0-4 ετών 18. Η μεγαλύτερη αναλογία θανάτων από ατυχήματα στα παιδιά (0-14 ετών), σύμφωνα με στατιστικές, εμφανίζεται στα αγόρια 19. Πιο επικίνδυνος χώρος τραυματισμών στο σχολείο θεωρείται το προαύλιο 20. Τα σχολικά ατυχήματα συμβαίνουν πιο συχνά κατά το χρόνο του διαλλείματος 24. Εξωτερικός χώρος του σχολείου είναι κάθε ελεύθερος χώρος, που αναπτύσσεται είτε μεταξύ της περίφραξης των κτιρίων είτε ανάμεσα στα κτίρια 25. Η έλλειψη αντιολισθητικού υλικού στις κλίμακες (σκάλες) του σχολείου αποτελεί αιτία ατυχήματος 26. Η μονοτονία στα χρώματα και στην υφή στις κλίμακες (σκάλες) του σχολείου αποτελεί αιτία ατυχήματος 27. Οι σκάλες θα πρέπει να έχουν και στις δυο πλευρές χειρολαβές 28. Οι πόρτες των αιθουσών διδασκαλίας θα πρέπει να ανοίγουν προς τα έξω 29. Οι πόρτες σε στενούς διαδρόμους δε θα πρέπει να βρίσκονται η μια απέναντι στην άλλη 30. Οι πόρτες των εξόδων κινδύνου θα πρέπει να ασφαλίζονται μόνο από μέσα 31. Έξοδος κινδύνου είναι το άνοιγμα της θύρας κατευθείαν σε ασφαλή υπαίθριο χώρο και σε πυροπροστατευμένη οδό διαφυγής 32. Γενικά τα παράθυρα δε θεωρούνται τμήματα οδών διαφυγής

154

Σωστό n (%)

Λάθος n (%)

Δεν γνωρίζω n (%)

43 (10,6)

244 (60,2)

118 (29,1)

264 (65,2)

38 (9,4)

103 (25,4)

326 (80,5)

7 (7,17)

72 (17,8)

106 (26,2)

80 (19,8)

219 (54,1)

48 (11,9)

107 (26,4)

250 (61,7)

12 (31,4)

68 (16,8)

210 (51,9)

149 (36,8)

227 (56)

29 (7,2)

322 (79,5)

42 (10,4)

41 (10,1)

274 (67,7)

59 (14,6)

72 (17,8)

371 (91,6)

19 (4,7)

15 (3,7)

213 (52,6)

94 (23,2)

98 (24,2)

374 (92,3)

11 (2,7)

20 (4,9)

189 (46,7)

180 (44,4)

36 (8,9)

242 (59,8)

81 (20)

82 (20,2)

206 (50,9)

119 (29,4)

80 (19,8)

57 (14,1)

257 (63,5)

91 (22,5)

284 (70,1)

69 (17)

52 (12,8)


Μεταβλητές 33. Για την ομοιόμορφη κατανομή φυσικού φωτισμού στις αίθουσες συνιστάται να υπάρχουν αμφίπλευρα ανοίγματα 34. Σε κάθε σχολείο απαιτείται να υπάρχει αλεξικέραυνο τύπου κλωβού 35. Σε όλα τα κτίρια εκπαίδευσης είναι υποχρεωτική η εγκατάσταση χειροκίνητου συστήματος συναγερμού 36. Στις οδούς διαφυγής απαιτείται να υπάρχει σήμανση και φωτισμός 37. Για τις δραστηριότητες συντήρησης και επιδιόρθωσης βλαβών στο σχολικό κτίριο είναι αρμόδια η Τοπική Αυτοδιοίκηση (Δήμοι) 38. Σε κάθε όροφο απαιτούνται τουλάχιστον δυο φορητοί πυροσβεστήρες 39. Κάθε σημείο του ορόφου θα πρέπει να απέχει λιγότερο από 15 μέτρα από τον πλησιέστερο πυροσβεστήρα 40. Σε κάθε κτίριο εκπαίδευσης με 4 ή περισσότερους ορόφους πρέπει να εγκαθίσταται μόνιμο υδροδοτικό πυροσβεστικό δίκτυο 42. Αυτόματο σύστημα πυρανίχνευσης πρέπει να τοποθετείται σε κτίρια εκπαίδευσης με περισσότερους από 3 ορόφους, στις οδούς διαφυγής και στους επικίνδυνους χώρους καθώς και σε όλα τα κτίρια εκπαίδευσης, σε χώρους ειδικής σημασίας ανεξαρτήτως εμβαδού 43. Η Ελλάδα κατέχει από άποψη σεισμικότητας την πρώτη θέση στην Ευρώπη 44. Η σύνταξη και η υλοποίηση προγράμματος προσεισμικού ελέγχου των σχολικών κτιρίων, πραγματοποιείται από τον ΟΣΚ 45. Οι ασκήσεις ετοιμότητας για τους σεισμούς στα σχολεία αφορούν στην εκκένωση του σχολικού κτιρίου αμέσως μετά το σεισμό και στην αυτοπροστασία στην τάξη κατά τη σεισμική δόνηση 46. Άσκηση εκκένωσης του σχολικού κτιρίου από το σύνολο των μαθητών και του προσωπικού, σε περίπτωση πυρκαγιάς, χρειάζεται να γίνεται με την έναρξη κάθε σχολικού έτους Συνοπτικός δείκτης γνώσης για τη σχολική ασφάλεια

Σωστό n (%)

Λάθος n (%)

Δεν γνωρίζω n (%)

227 (56)

54 (13,3)

124 (30,6)

240 (59,3)

12 (3)

153 (37,8)

244 (60,2) 388 (95,8)

11 (2,7) 3 (0,7)

150 (37)

324 (80) 245 (60,5)

26 (6,4) 69 (17)

54 (13,3) 91 (22,5)

94 (23,2)

114 (28,1)

197 (48,6)

217 (53,6)

6 (1,5)

182 (44,9)

229 (56,5)

63 (15,6)

113 (27,9)

263 (64,9)

37 (9,1)

105 (25,9)

75 (18,5)

10 0(24,7)

230 (56,8)

36 (90,6)

32 (7,9)

6 (1,5)

203 (50,1)

159 (39,3)

4 3(10,6)

Μέση Τιμή

Τυπική απόκλιση s

Min-max

4,22

3-27

16,57

Στον Πίνακα 2 παρουσιάζονται οι ειδικές γνώσεις των εκπαιδευτικών για τη σχολική ασφάλεια, δηλαδή οι γνώσεις που αφορούν στο σχολικό περιβάλλον, στο οποίο εργάζονταν τη χρονική περίοδο εφαρμογής της μελέτης. Όπως φαίνεται, σε υψηλό ποσοστό οι εκπαιδευτικοί δήλωσαν ότι υπήρχε φαρμακείο στο σχολείο τους (98,8%), ότι ήταν κατάλληλα εξοπλισμένο (88%) και ότι ελεγχόταν κατά διαστήματα από κάποιον εκπαιδευτικό (95%). Επίσης σε ποσοστό 91,1% γνώριζαν πως υπήρχαν πυροσβεστήρες στο σχολείο τους και σε 81,6% ότι γινόταν ο κα-

14 (3,5)

τάλληλος έλεγχος και η συντήρησή τους. Το 52,8% των ερωτηθέντων δήλωσε πως δεν διατηρούσαν στο σχολείο τους αρχείο καταγραφής ατυχημάτων, ενώ το 42,5% δεν γνώριζε, αν υπήρχε τέτοιο αρχείο. Αξίζει να σημειωθεί τέλος, ότι μόνο το 8,9% των εκπαιδευτικών ανέφερε ότι το σχολείο τους είχε ειδικά διαμορφωμένο χώρο παροχής υπηρεσιών φροντίδας σε περίπτωση ατυχήματος και από αυτούς το 45,7% θεώρησε ότι ο χώρος αυτός καλύπτει μέτρια τις ανάγκες τους.

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

155


ΠΊΝΑΚΑΣ 2.

Ειδικές γνώσεις εκπαιδευτικών για τη σχολική ασφάλεια Μεταβλητές

21. Υπάρχει αρχείο καταγραφής ατυχημάτων στο σχολείο σας; 21α. Εάν υπάρχει αρχείο καταγραφής ατυχημάτων, ενημερώνεται, όταν χρειάζεται, από κάποιον υπεύθυνο εκπαιδευτικό; 22. Υπάρχει στο σχολείο σας φαρμακείο για τη φροντίδα της υγείας των μαθητών; 22α. Εάν υπάρχει φαρμακείο στο σχολείο σας, γίνεται έλεγχος του εξοπλισμού του κατά διαστήματα από κάποιον εκπαιδευτικό; 22β. Εφόσον υπάρχει σχολικό φαρμακείο, διαθέτει τον απαραίτητο εξοπλισμό; 23. Υπάρχει στο σχολείο σας ειδικά διαμορφωμένος χώρος παροχής υπηρεσιών φροντίδας σε περίπτωση ατυχήματος; 41. Διαθέτει πυροσβεστήρες το σχολείο σας; 41α Εάν διαθέτει πυροσβεστήρες το σχολείο σας, γίνεται όταν απαιτείται, ο κατάλληλος έλεγχος και η συντήρηση τους; 47. Υπάρχει σχέδιο εκκένωσης του σχολείου σας και σταθμοί συγκέντρωσης του σχολικού πληθυσμού για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών (σεισμός, πυρκαγιά);

156

Ναι n (%)

Όχι n (%)

Δε γνωρίζω n (%)

19 (4,7)

214 (52,8)

172 (42,5)

16 (84,2)

0 (0)

3 (15,8)

400 (98,8)

1 (0,2)

4 (1)

382 (95)

4 (1)

16 (4)

353 (88)

22 (5,5)

26 (6,5)

36 (8,9) 369 (91,1)

351 (86,7) 10 (2,5)

18 (4,4) 26 (6,4)

301 (81,6)

8 (2,2)

60 (16,3)

314 (77,5)

22 (5,4)

69 (17)

Στον Πίνακα 3 παρουσιάζονται οι στάσεις των εκπαιδευτικών στα θέματα σχολικής ασφάλειας και υγείας. Το 60,5% πίστευε ότι τα σχολεία έχουν ρόλο αυξημένης ευθύνης στην προαγωγή υγείας και στην πρόληψη ατυχημάτων και ασθενειών. Το 62,5% των συμμετεχόντων συμφώνησε με το ότι ο σχολικός χώρος συχνά αποτελεί πηγή δημιουργίας κινδύνων για ατυχήματα και ασθένειες, ότι τα δημόσια σχολεία στην πλειοψηφία τους δεν διαθέτουν υποδομές κατάλληλες για την πρόληψη των ατυχημάτων και των ασθενειών (54,6%) και πως η ασφαλής διαμόρφωση του σχολικού περιβάλλοντος συμβάλλει αποτελεσματικά στη μείωση τους συχνότητας των ατυχημάτων (60,2%).

βάνουν (58,5%) δραστηριότητες, που άπτονται της υγείας και ασφάλειας του σχολικού πληθυσμού.

Το 40% θεώρησε ότι οι εκπαιδευτικοί είναι καταρτισμένοι και εκπαιδευμένοι, ώστε να διακρίνουν τους παράγοντες, που υπονομεύουν την ασφάλεια και την υγεία των μαθητών, μολονότι ισχυρίστηκε ότι έχουν ελλιπείς γνώσεις στα θέματα σχολικής υγιεινής και ασφάλειας (47,9%). Το 54,6% διαφώνησε στο ότι οι εκπαιδευτικοί δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν τους παράγοντες κινδύνου για σχολικά ατυχήματα και ασθένειες. Αντιθέτως ανέφερε ότι είναι ικανοί να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στην τροποποίηση των παραγόντων αυτών (65,4%) και ότι μπορούν (62,5%) και αναλαμ-

Επιπρόσθετα το 48,1% θεώρησε ότι οι σχολικοί νοσηλευτές έχουν τις ικανότητες να διεκπεραιώνουν αποτελεσματικά δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής υγείας στη σχολική κοινότητα και το 44,2% ανέφερε ότι κρίνονται αναγκαίοι στα σχολεία, ενώ ο θεσμός τους χρειάζεται να επεκταθεί σε όλο το σχολικό πληθυσμό. Τέλος το 57,3% των εκπαιδευτικών συμφώνησε στο ότι η Αγωγή Υγείας αποτελεί μία εκπαιδευτική δραστηριότητα, άρρηκτα συνδεδεμένη με τη σχολική κοινότητα αλλά και στη αναγκαιότητα σχεδιασμού και υλοποίησης στα σχολεία επιμορφωτικών προγραμμάτων

Οι εκπαιδευτικοί διαφώνησαν στο ότι κατεξοχήν υπεύθυνοι για τη διαμόρφωση ασφαλών συνθηκών εκπαίδευσης είναι οι ίδιοι (41,7%) και οι διευθυντές (45,2%) των σχολείων. Συμφώνησαν όμως (51,6%) ότι η δημιουργία ασφαλούς και υγιεινού σχολικού περιβάλλοντος είναι αποτέλεσμα συνεργασίας όλων των συμμετεχόντων στην εκπαιδευτική διαδικασία, ενώ συμφώνησαν απόλυτα στο ότι η διασφάλιση επαρκούς χρηματοδότησης αποτελεί αναγκαία συνθήκη διαμόρφωσης ασφαλών και υγιεινών συνθηκών διδασκαλίας (52,3%).


για την ασφάλεια και υγιεινή από επιστήμονες υγείας για τους εκπαιδευτικούς (53,8%). Στις ερωτήσεις διερεύνησης των στάσεων των εκπαιδευτικών (Ν=405) για την ασφάλεια και υγεία στα σχολεία, ο συνοπτικός δείκτης στάσης έλαβε τιμές από 60 έως 97 για τις 21 ερωτήσεις με μέση τιμή το 80,61, δηλαδή οι εκπαιδευτικοί είχαν θετική στάση για τα θέματα σχολικής ασφάλειας και υγείας. Από τον έλεγχο των μέσων τιμών με το t-test παρατηρούνται στατιστικά σημαντικές διαφο-

ρές στη συνολική στάση τους για τη σχολική ασφάλεια και υγεία στις παρακάτω ομάδες εκπαιδευτικών: Ανδρών και γυναικών με p-value = 0,044 και t= 2,020, υπέρ των ανδρών Στελέχη και μη με p-value = 0,000 και t= -3,922, υπέρ όσων αποτελούσαν στελέχη Με και χωρίς ειδικότητα με p-value= 0,003 και t=0,-2,977, υπέρ όσων είχαν ειδικότητα.

ΠΊΝΑΚΑΣ 3. Στάσεις εκπαιδευτικών για θέματα σχολικής ασφάλειας και υγείας

Μεταβλητές 78. Οι εκπαιδευτικοί είναι καταρτισμένοι και εκπαιδευμένοι, ώστε να διακρίνουν τους παράγοντες, που υπονομεύουν την ασφάλεια και την υγεία των μαθητών 79. Ο σχολικός χώρος συχνά αποτελεί πηγή δημιουργίας κινδύνων για ατυχήματα και ασθένειες 80. Κατεξοχήν υπεύθυνοι για την διαμόρφωση ασφαλών συνθηκών εκπαίδευσης είναι οι διευθυντές των σχολείων 81. Κατεξοχήν υπεύθυνáοι για την διαμόρφωση ασφαλών συνθηκών εκπαίδευσης είναι οι εκπαιδευτικοί των σχολείων 82. Οι εκπαιδευτικοί δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν τους παράγοντες κινδύνου για σχολικά ατυχήματα και ασθένειες 83. Η Αγωγή Υγείας αποτελεί μία εκπαιδευτική δραστηριότητα, άρρηκτα συνδεδεμένη με τη σχολική κοινότητα 84. Τα σχολεία έχουν ρόλο αυξημένης ευθύνης στην προαγωγή υγείας και στην πρόληψη ατυχημάτων και ασθενειών 85. Οι εκπαιδευτικοί μπορούν να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στην τροποποίηση παραγόντων, που υπονομεύουν την ασφάλεια και την υγεία των μαθητών 86. Τα δημόσια σχολεία στην πλειοψηφία τους δε διαθέτουν υποδομές κατάλληλες για την πρόληψη των ατυχημάτων και των ασθενειών 87. Η ασφαλής διαμόρφωση του σχολικού περιβάλλοντος συμβάλλει αποτελεσματικά στη μείωση της συχνότητας των ατυχημάτων 88. Είναι δύσκολη η διαδικασία διαμόρφωσης ασφαλών και υγιεινών συνθηκών διδασκαλίας 89. Η δημιουργία ασφαλούς και υγιεινού σχολικού περιβάλλοντος είναι αποτέλεσμα συνεργασίας όλων των συμμετεχόντων στην εκπαιδευτική διαδικασία 90. Οι εκπαιδευτικοί είναι ευαισθητοποιημένοι σε θέματα ασφάλειας των μαθητών

Συμφωνώ απόλυτα n (%)

Συμφωνώ Ουδέτερος Διαφωνώ n (%)

n (%)

n (%)

Διαφωνώ απόλυτα n (%)

37 (9,1)

162 (40)

95 (23,5)

99 (24,4)

12 (3)

98 (24,2)

253 (62,5)

28 (6,9)

25 (6,2)

1 (0,2)

25 (6,2)

114 (28,1) 75 (18,5)

183 (45,2)

8 (2)

23 (5,7)

115 (28,4)

85 (21)

169 (41,7)

13 (3,2)

6 (1,5)

77 (19)

77 (19)

221 (54,6)

24 (5,9)

123 (30,4)

232 (57,3)

38 (9,4)

11 (2,7)

1 (0,2)

94 (23,2)

245 (60,5) 49 (12,1)

16 (4)

1 (0,2)

85 (21)

265 (65,4) 43 (10,6)

12 (3)

0 (0)

85 (21)

221 (54,6) 51 (12,6)

46 (11,4)

2 (0,5)

15 (38)

244 (60,2)

4 (1)

0 (0)

30 (7,4)

154 (35,8) 78 (19,3)

143 (35,3)

9 (2,2)

3 (0,7)

173 (42,7)

209 (51,6)

16 (4)

5 (1,2)

2 (0,5)

73 (42,7)

205 (50,6)

18 (4,4)

9 (2,2)

0 (0)

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

157


Μεταβλητές

91. Οι εκπαιδευτικοί δραστηριοποιούνται σε θέματα ασφάλειας και υγιεινής του σχολικού χώρου 92. Η εκπαίδευση του προσωπικού του σχολείου σε κανόνες υγιεινής μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο μετάδοσης ασθενειών στο σχολικό χώρο 93. Οι εκπαιδευτικοί μπορούν να αναλάβουν δραστηριότητες, που άπτονται της υγείας και ασφάλειας του σχολικού πληθυσμού 94. Υπάρχει έλλειψη γνώσεων στους εκπαιδευτικούς σε θέματα σχολικής υγιεινής και ασφάλειας 95. Ο σχολικός νοσηλευτής κρίνεται αναγκαίος στη σχολική κοινότητα και ο θεσμός του χρειάζεται να επεκταθεί σε όλο το σχολικό πληθυσμό 96. Οι σχολικοί νοσηλευτές έχουν τις ικανότητες να διεκπεραιώνουν αποτελεσματικά δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής υγείας στη σχολική κοινότητα 97. Είναι απαραίτητος ο σχεδιασμός και η υλοποίηση στα σχολεία επιμορφωτικών προγραμμάτων για την ασφάλεια και υγιεινή από επιστήμονες υγείας για τους εκπαιδευτικούς 98. Η επαρκής χρηματοδότηση για την κάλυψη των σχολικών δαπανών αποτελεί αναγκαία συνθήκη διαμόρφωσης ασφαλών και υγιεινών συνθηκών διδασκαλίας Συνοπτικός δείκτης στάσης για τη σχολική ασφάλεια και υγεία

Στον Πίνακα 4 περιγράφεται η συμπεριφορά των εκπαιδευτικών σε θέματα σχετικά με τη σχολική ασφάλεια. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά στη συμπεριφορά απέναντι σε παράγοντες κινδύνου, που υπονομεύουν τη σχολική ασφάλεια, οι εκπαιδευτικοί δραστηριοποιούνταν σχεδόν πάντα και σε ποσοστό άνω του 50% στις περιπτώσεις, που υπήρχαν στο σχολείο: ραγισμένες ή σπασμένες υαλωτές επιφάνειες σε προσπελάσιμους χώρους (55,8%), καλώδια ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων προσπελάσιμα από μαθητές (58,6%), καλώδια ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων, που δεν ήταν μονωμένα σε όλα τα σημεία τους (56,5%) και σπασμένοι λαμπτήρες, πρίζες και διακόπτες (56,3%).

Συμφωνώ απόλυτα n (%)

Συμφωνώ Ουδέτερος Διαφωνώ n (%)

Διαφωνώ απόλυτα n (%)

105 (25,9)

237 (58,5) 50 (12,3)

13 (3,2)

0 (0)

151 (37,3)

234 (57,8)

14 (3,5)

6 (1,5)

0 (0)

78 (19,3)

253 (62,5) 53 (13,1)

20 (4,9)

1 (0,2)

52 (12,8)

194 (47,9) 70 (17,3)

85 (21)

4 (1)

130 (32,1)

179 (44,2)

77 (19)

12 (3)

7 (1,7)

111 (27,4)

195 (48,1)

85 (21)

8 (2)

6 (1,5)

172 (42,5)

218 (53,8)

14 (3,5)

1 (0,2)

0 (0)

n (%)

212 (52,3) 173 (42,7) Μέση Τιμή 80,61

n (%)

18 (4,4) 2 (0,5) Τυπική απόκλιση s 6,64

0 (0) Min-max 60-97

ρά στα θέματα σχολικής ασφάλειας. Από τον έλεγχο των μέσων τιμών με το t-test παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στη συνολική συμπεριφορά τους για τη σχολική ασφάλεια στις παρακάτω ομάδες εκπαιδευτικών: Ανδρών και γυναικών με p-value = 0,003 και t=3,017, υπέρ των ανδρών Mε και χωρίς παιδιά με p-value = 0,004 και t=2,864, υπέρ όσων είχαν παιδιά Στελέχη και μη με p-value = 0,000 και t=-3,760, υπέρ όσων αποτελούσαν στελέχη

Με και χωρίς ειδικότητα με p-value= 0,004 Στις ερωτήσεις διερεύνησης της συμπεριφο- και t=2,914, υπέρ όσων δεν διέθεταν ειδικόράς των εκπαιδευτικών (Ν=405), σε ό,τι αφο- τητα ρά στη σχολική ασφάλεια, ο συνοπτικός δείκτης συμπεριφοράς έλαβε τιμές από 0 έως 44 για τις 11 ερωτήσεις με μέση τιμή το 30,59, δηλαδή οι εκπαιδευτικοί είχαν θετική συμπεριφο-

158


ΠΊΝΑΚΑΣ 4. Συμπεριφορά εκπαιδευτικών

σε θέματα σχολικής ασφάλειας

Μεταβλητές 99. Δραστηριοποιούμαι για τις διαβρώσεις ή προεξοχές στο δάπεδο των χώρων του σχολείου 100. Δραστηριοποιούμαι για την έλλειψη αντιολισθητικού υλικού στις κλίμακες του σχολείου 101. Δραστηριοποιούμαι για τα εμπόδια στους χώρους κυκλοφορίας των μαθητών 102. Δραστηριοποιούμαι για τις ραγισμένες ή σπασμένες υαλωτές επιφάνειες σε προσπελάσιμους χώρους 103. Δραστηριοποιούμαι για τις αιχμηρές γωνίες σταθερών και κινητών σχολικών εξοπλισμών 104. Δραστηριοποιούμαι για καλώδια ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων προσπελάσιμων από μαθητές 105. Δραστηριοποιούμαι για καλώδια ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων, που δεν είναι μονωμένα σε όλα τα σημεία τους 106. Δραστηριοποιούμαι για σπασμένους λαμπτήρες, πρίζες και διακόπτες 107. Δραστηριοποιούμαι για την έλλειψη φορητών πυροσβεστήρων 108. Δραστηριοποιούμαι για την ελλιπή συντήρηση φορητών πυροσβεστήρων 109. Δραστηριοποιούμαι για την ολισθηρότητα δαπέδου των χώρων υγιεινής, λόγω ύπαρξης υγρών από βλάβες στις εγκαταστάσεις ύδρευσης Συνοπτικός δείκτης συμπεριφοράς για τη σχολική ασφάλεια

Επιπλέον οι εκπαιδευτικοί ρωτήθηκαν για την ικανοποίησή τους από το χώρο εργασίας τους και από τη συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς. Σε ποσοστό 36,5% οι εκπαιδευτικοί ήταν μέτρια ικανοποιημένοι από τη συντήρηση των σχολικών χώρων, ενώ αξιολόγησαν ως καλό σε γενικές γραμμές το σχολικό τους χώρο από άποψη ασφάλειας (42%). Επίσης, θεώρησαν μέτρια τη συνεργασία τους με την αρμόδια Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης (28,9%), με το Δήμο (35,6%) και με την Περιφέρεια (33,8%), που υπαγόταν το σχολείο τους. Ως καλή έκριναν τη συνεργασία τους με το Σύλλογο Γονέων και Κηδεμόνων (40,7%) και τη Σχολική Επιτροπή (37%), που άνηκε το σχολείο τους. Τέλος, δήλωσαν ότι είχαν μέτρια συνεργασία με την αρμόδια Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης (30,6%), με το Δήμο (30,9%) και με την Περιφέρεια (30,1%) του σχολείου τους. Ως καλή έκριναν τη συνεργα-

Σχεδόν ποτέ n (%)

Λίγες φορές/ Σπάνια n (%)

Μερικές φορές n (%)

Αρκετές φορές/ Συχνά n (%)

Σχεδόν πάντα n (%)

30 (7,4) 71 (17,5)

38 (9,4) 64 (15,8)

76 (18,8) 71 (17,5)

142 (35,1) 122 (30,1)

119 (29,4) 77 (19)

8 (2)

22 (5,4)

47 (11,6)

162 (40)

166 (41)

18 (4,4)

17 (4,2)

44 (10,9)

100 (24,7)

226 (55,8)

10 (2,5)

24 (5,9)

49 (12,1)

133 (32,8)

189 (46,7)

30 (7,4) 44 (10,9)

27 (6,7) 24 (5,9)

31 (7,7) 28 (6,9)

81 (20) 80 (19,8)

236 (58,3) 229 (56,5)

30 (7,4)

39 (9,6)

33 (8,1)

75 (18,5)

228 (56,3)

81 (20)

61 (15,1)

62 (15,3)

104 (25,7)

97 (24)

95 (23,5)

64 (15,8)

65 (16)

92 (22,7)

89 (22)

44 (10,9) 40 (9,9) Μέση Τιμή 30,59

59 (14,6) 104 (25,7) Τυπική απόκλιση s 10,68

158 (39) Min-max 0-44

σία τους με το Σύλλογο Γονέων και Κηδεμόνων (35,6%) και τη αρμόδια Σχολική Επιτροπή (33,8 %). Συσχετίσεις των μεταβλητών γνώσης, στάσης και συμπεριφοράς Από τον υπολογισμό του συντελεστή συσχέτισης (r) του Pearson διαπιστώθηκε πως υπάρχει θετική, αν και ασθενής, συσχέτιση ανάμεσα στη συνολική γνώση των εκπαιδευτικών και στη συνολική στάση (r=0,146) και συμπεριφορά τους (r=0,199), όπως επίσης ανάμεσα στη συνολική στάση και τη συμπεριφορά τους (r=0,181) για τα θέματα σχολικής ασφάλειας. ΣΥΖΗΤΗΣΗ Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύ-

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

159


νηση των γνώσεων, στάσεων και συμπεριφορών εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης ως προς τη σχολική ασφάλεια. Στο σύνολο των εκπαιδευτικών του δείγματος παρατηρήθηκε πλειοψηφία γυναικών- όπως και στο σύνολο του πληθυσμού των εκπαιδευτικών του συγκεκριμένου νομού- και έγγαμων εκπαιδευτικών με παιδιά. Στο υψηλότερο ποσοστό τους ήταν μόνιμοι, δεν αποτελούσαν στελέχη σε σχολείο και είχαν χρόνο προϋπηρεσίας τα 16 έτη. Σχετικά με την εκπαίδευσή τους η πλειοψηφία ήταν απόφοιτοι Παιδαγωγικής Ακαδημίας με πτυχίο εξομοίωσης και μόνο το 1/5 διέθετε άλλες σπουδές ή εξειδικεύσεις ή άλλο πτυχίο. Συμμετοχή σε προγράμματα εκπαίδευσης για τη σχολική ασφάλεια και υγεία και για τις Πρώτες Βοήθειες είχε μικρό ποσοστό των εκπαιδευτικών, ενώ στην πλειοψηφία τους είχαν συνεχή ενημέρωση σε θέματα υγείας, πρόληψης ή αντιμετώπισης ασθενειών, με κύριες πηγές ενημέρωσης το διαδίκτυο και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.

Γνώσεις εκπαιδευτικών για τη σχολική ασφάλεια Σχετικά με τις ειδικές γνώσεις για την ασφάλεια του χώρου του σχολείου, οι εκπαιδευτικοί στην πλειοψηφία τους ήταν ενημερωμένοι για την ύπαρξη σχολικού φαρμακείου και για τον εξοπλισμό του, καθώς και για την ύπαρξη πυροσβεστήρων και για τη συντήρησή τους. Οι περισσότεροι όμως απάντησαν πως το σχολείο τους δεν διέθετε ειδικά διαμορφωμένο χώρο παροχής υπηρεσιών φροντίδας σε περίπτωση ατυχήματος ούτε αρχείο καταγραφής ατυχημάτων. Τα αποτελέσματα αυτά συμφωνούν με την περιγραφική μελέτη του ΥΠ.Ε.Π.Θ. (2010), η οποία ανέφερε ανεπάρκεια κατάλληλων υποδομών για τη διασφάλιση της υγείας στα σχολεία. Σε ό,τι αφορά στις γενικές γνώσεις τους για τη σχολική ασφάλεια, διαπιστώθηκε πως οι εκπαιδευτικοί ήταν μέτρια ενημερωμένοι, με αρκετά ωστόσο ελλείμματα γνώσεων σχετικά με τα παιδικά ατυχήματα και με την τήρηση προδιαγραφών ασφαλείας στο σχολικό περιβάλλον. Από τη στατιστική ανάλυση των γνώσεων τους για τη σχολική ασφάλεια διαπιστώθηκε πως οι

160

άνδρες, όσοι είχαν παιδιά, οι εκπαιδευτικοί χωρίς ειδικότητα και όσοι διέθεταν προηγούμενη εκπαίδευση σε αντίστοιχα θέματα, καθώς και δια βίου εκπαίδευση υπερείχαν. Δεν παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στη συνολική γνώση τους για τη σχολική ασφάλεια ανάμεσα σε εκπαιδευτικούς αστικού και ημιαστικού τύπου, στελέχη και μη, με και χωρίς άλλες σπουδές και με και χωρίς εκπαίδευση στις Πρώτες Βοήθειες. Αν και τα παραπάνω ευρήματα δεν μπορούν να συγκριθούν με αντίστοιχα προϋπάρχοντα, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι είναι αναμενόμενο οι εκπαιδευτικοί με παιδιά και με προηγούμενη σχετική εκπαίδευση να έχουν υψηλότερο επίπεδο γνώσεων.

Στάσεις εκπαιδευτικών για τη σχολική ασφάλεια και υγεία Αναφορικά με τις στάσεις των εκπαιδευτικών για την ασφάλεια και υγεία, παρατηρήθηκε πως στην πλειοψηφία τους συμφώνησαν με το ρόλο αυξημένης ευθύνης των σχολείων στην προαγωγή υγείας και στην πρόληψη ατυχημάτων και ασθενειών. Η άποψη τους βρίσκεται σε αντιστοιχία με την ευρεία βιβλιογραφική ανασκόπηση των Liberal et al. (2005), για το ρόλο ευθύνης των σχολείων στην πρόληψη των ατυχημάτων και στην προαγωγή υγείας, σύμφωνα με την οποία ένα ασφαλές σχολείο θα πρέπει να φροντίζει για την αρχιτεκτονική του χώρου του αλλά και για τη προώθηση στη σχολική κοινότητα προγραμμάτων εκπαίδευσης σε θέματα υγείας. Επίσης η άποψη αυτή συμφωνεί και με τη μελέτη των Tabancali & Bekta (2009), στην οποία το προσωπικό των σχολείων ανέδειξε πολύ σημαντική την έννοια της σχολικής ασφάλειας, με έμφαση στη φυσική ασφάλεια και στην πρόληψη ατυχημάτων και τραυματισμών. Επιπρόσθετα οι εκπαιδευτικοί θεώρησαν ότι τα σχολεία συχνά αποτελούν πηγή δημιουργίας κινδύνων για ατυχήματα και ότι στην πλειοψηφία τους δεν διαθέτουν υποδομές κατάλληλες για την πρόληψη των ατυχημάτων. Σε παρόμοια συμπεράσματα κατέληξαν οι μελέτες καταγραφής των συνθηκών σχολικής ασφάλειας και υγιεινής (Παπαδόπουλος 1992, Αδαμίδης και συν. 1992, Τσαμπίρα και συν.


1994, Αδαμίδης 1996, Πετρίδου 2011, Σύρου και Σουρτζή 2012), που ανέφεραν σημαντικές ελλείψεις σε παράγοντες ασφάλειας των σχολικών εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού αλλά και επιπλέον μελέτη της συχνότητας των σχολικών ατυχημάτων (Sosnowska & Kostka, 2003), που έδειξε ότι τα σχολικά ατυχήματα είναι συχνά και παρατηρούνται κατά τα διαλείμματα (36,6%) και κατά τη γυμναστική (33,2%), στους χώρους της αυλής (29,7%), του γυμναστηρίου (20,2%) και στο σχολικό διάδρομο και τις σκάλες (25,2%). Οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί βρέθηκε να συμφωνούν απόλυτα με την άποψη ότι η διασφάλιση επαρκούς χρηματοδότησης αποτελεί αναγκαία συνθήκη για τη διαμόρφωση ασφαλών και υγιεινών συνθηκών διδασκαλίας. Σε αντίστοιχο αποτέλεσμα οδήγησε και η μελέτη των Wong et al (2010), που ανέφερε την κυβερνητική στήριξη ως παράγοντα, που μειώνει την ανησυχία των εκπαιδευτικών για την υγεία στα σχολεία. Στην πλειοψηφία τους οι εκπαιδευτικοί συμφώνησαν με την έλλειψη γνώσεων στα θέματα σχολικής ασφάλειας και υγιεινής στο χώρο τους. Η στάση τους αυτή επιβεβαιώνεται από άλλες μελέτες διερεύνησης των γνώσεων και αντιλήψεων των εκπαιδευτικών πάνω σε ευρύτερα θέματα σχολικής ασφάλειας και υγείας, που αναφέρουν έλλειψη γνώσεων και εκπαίδευσης (Σύρου και συν., 2012, ΥΠΕΠΘ, 2010, Αλεξανδροπούλου, 2010, Feng Li et al,2012, Baser et al, 2007, Sapien et al, 2001). Επίσης περισσότεροι από τους μισούς εκπαιδευτικούς συμφώνησαν με την αναγκαιότητα σχεδιασμού και υλοποίησης στα σχολεία επιμορφωτικών προγραμμάτων για την ασφάλεια και υγιεινή από επιστήμονες υγείας για τους εκπαιδευτικούς. Η αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων αυτών επιβεβαιώνεται από τη θετική έκβαση (αύξηση ποσοστών γνώσης) προγραμμάτων αγωγής υγείας, που εφαρμόστηκαν κατά καιρούς σε σχολικό πληθυσμό και αξιολογήθηκαν με οιονεί-πειραματικές μελέτες (Barrett 2001, Βεσκούκη 1999, 2002 και Αλεξανδροπούλου 2010). Περισσότεροι από τους μισούς εκπαιδευτικούς θεώρησαν πως η Αγωγή Υγείας αποτελεί μια εκπαιδευτική δραστηριότητα, άρρηκτα συνδεδεμένη με τη σχολική κοινότητα- άποψη που συμφωνεί με τη

μελέτη των Lightfoot & Bines (2000) για τους συμπληρωματικούς ρόλους σχολικών νοσηλευτών και εκπαιδευτικών στη διασφάλιση της υγείας των μαθητών και για την καταλληλότητα του σχολείου, ως χώρου άσκησης νοσηλευτικού έργου. Σε ό,τι αφορά στους σχολικούς νοσηλευτές περίπου οι μισοί εκπαιδευτικοί πίστευαν στις ικανότητες των σχολικών νοσηλευτών να διεκπεραιώνουν αποτελεσματικά δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής υγείας στη σχολική κοινότητα, ενώ θεώρησαν ότι είναι αναγκαίοι και πως ο θεσμός τους χρειάζεται να επεκταθεί σε όλο το σχολικό πληθυσμό. Οι αντιλήψεις αυτές συμβαδίζουν με τα αποτελέσματα της μελέτης των Lightfoot & Bines (2000), που εστιάζουν στον ξεχωριστό ρόλο του σχολικού νοσηλευτή στην προαγωγή υγείας στα σχολεία. Επιπρόσθετα αναφορικά με το ρόλο τους, σύμφωνα με τον Clausson (2008), οι σχολικοί νοσηλευτές έχοντας γνώση της υγείας των μαθητών - καθώς εργάζονται μαζί τους και τους συμβουλεύουν καθ’ όλη τη σχολική περίοδο -καθίστανται υπεύθυνοι για την περιφρούρηση της υγείας αυτών. Γι’ αυτό οφείλουν να ενημερώνουν και να συνεργάζονται αρμονικά με το υπόλοιπο εκπαιδευτικό προσωπικό και τα μέλη της ευρύτερης κοινότητας του σχολείου (Lightfoot & Bines 2000), προκειμένου να διασφαλίζουν στο σχολικό πληθυσμό ένα ασφαλές και υγιεινό περιβάλλον, απαλλαγμένο από ατυχήματα και ασθένειες. Τέλος διαπιστώθηκε πως οι άνδρες εκπαιδευτικοί, όσοι ήταν στελέχη και όσοι διέθεταν ειδικότητα είχαν θετικότερη στάση για τη σχολική ασφάλεια και υγεία, εύρημα που μπορεί να ερμηνευτεί με βάση το γεγονός της καλύτερης ενημέρωσης όσων έχουν αυξημένη ευθύνη.

Συμπεριφορά εκπαιδευτικών για τη σχολική ασφάλεια Μελετώντας τις απαντήσεις των εκπαιδευτικών για το πώς συμπεριφέρονται απέναντι σε ζητήματα σχολικής ασφάλειας οι περισσότεροι από τους μισούς ισχυρίστηκαν πως δραστηριοποιούνταν σχεδόν πάντα σε περιπτώσεις, που υπήρχαν στο σχολείο: ραγισμένες ή σπασμένες υαλωτές επιφάνειες σε προσπελάσι-

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

161


μους χώρους, καλώδια ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων προσπελάσιμα από μαθητές, καλώδια ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων, που δεν είναι μονωμένα σε όλα τα σημεία τους, και σπασμένοι λαμπτήρες, πρίζες και διακόπτες. Οι απαντήσεις αυτές συμφωνούν με τα ευρήματα της μελέτης παρατήρησης των παραγόντων κινδύνου για ατυχήματα στα σχολεία, από τα οποία προήλθε το δείγμα των εκπαιδευτικών (Σύρου και Σουρτζή, 2012). Κατά τη μελέτη αυτή διαπιστώθηκε ότι σε ένα υψηλό ποσοστό των σχολείων (>50%), στα οποία έγινε η παρατήρηση, δεν βρέθηκαν πουθενά οι προαναφερθέντες παράγοντες κινδύνου, γεγονός που επιβεβαιώνει τον ισχυρισμό των εκπαιδευτικών. Σε γενικές γραμμές παρατηρήθηκε πως οι εκπαιδευτικοί είχαν θετική συμπεριφορά στα θέματα σχολικής ασφάλειας με τους άνδρες, όσους αποτελούσαν στελέχη και όσους είχαν παιδιά και δεν διέθεταν ειδικότητα να υπερέχουν, εύρημα που είναι αναμενόμενο. Δεν παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές όμως στη συνολική συμπεριφορά τους για τη σχολική ασφάλεια ανάμεσα σε εκπαιδευτικούς αστικού και ημιαστικού τύπου, με και χωρίς άλλες σπουδές, με και χωρίς εκπαίδευση στη σχολική ασφάλεια και υγεία, με και χωρίς εκπαίδευση στις Πρώτες Βοήθειες και με και χωρίς δια βίου εκπαίδευση σε θέματα υγείας/ ασθένειας.

Αξιολόγηση σχολικού περιβάλλοντος και συνεργασία με εμπλεκόμενους φορείς Σε ό,τι αφορά στην ικανοποίηση από τη συντήρηση των σχολικών τους χώρων περίπου το 1/3 των εκπαιδευτικών δήλωσε ικανοποιημένο από το σχολικό του περιβάλλον αξιολογώντας το ως καλό από άποψη ασφάλειας (42%). Παρόμοια είναι τα αποτελέσματα της μελέτης του ΥΠΕΠΘ (2010) για την ικανοποίηση από τη συντήρηση των σχολικών χώρων, σύμφωνα με τα οποία το 34,2% των εκπαιδευτικών δήλωσε πολύ ικανοποιημένο από τη συντήρηση του σχολικού του κτιρίου. Στη συνέχεια, θεώρησαν μέτρια στο υψηλότερο ποσοστό τους οι εκπαιδευτικοί τη συνεργασία τους στα θέματα σχολικής ασφάλειας με την αρμόδια Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, με το Δήμο και με την Περιφέρεια. Τέλος στο μεγαλύτερο ποσοστό τους έκριναν καλή τη συνεργασία τους με το Σύλλογο Γονέων και Κηδεμόνων και με τη Σχολική τους Επιτροπή - άποψη που συμφωνεί με τη μελέτη του ΥΠΕΠΘ (2010), στην οποία οι εκπαιδευτικοί σε υψηλό ποσοστό τους επίσης θεωρούσαν καλή τη συνεργασία τους με το Σύλλογο Γονέων και Κηδεμόνων.

ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΜΕΛΕΤΗΣ Συσχετίσεις των μεταβλητών γνώσης, στάσης και συμπεριφοράς Οι θετικές αλλά ασθενείς συσχετίσεις, που βρέθηκαν ανάμεσα στη γνώση, τη στάση και τη συμπεριφορά, επιβεβαιώνουν την αλληλεξάρτηση τους και επομένως οποιαδήποτε σχετική παρέμβαση πρέπει να στοχεύει ταυτόχρονα στην αύξηση των γνώσεων και στην αλλαγή των στάσεων, ώστε να αναμένεται αποτελεσματικότερη πρακτική στην κατεύθυνση της δημιουργίας ασφαλούς σχολικού περιβάλλοντος.

162

Η παρούσα μελέτη έχει κάποιους περιορισμούς, που σχετίζονται με το σχεδιασμό της. Λόγω της έλλειψης πόρων και χρόνου, αυτή περιορίστηκε σε έναν μόνο νομό και επομένως τα ευρήματά της είναι γενικεύσιμα μόνο στο συγκεκριμένο νομό. Παρ΄ όλα αυτά θεωρούμε ότι είναι ενδεικτικά της γενικότερης κατάστασης στα σχολεία και μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως ενδείξεις για τη συγκριτική αξιολόγηση παρόμοιων πληθυσμών εκπαιδευτικών. Επιπλέον το ερευνητικό εργαλείο, που χρησιμοποιήθηκε στη μελέτη, είναι νέο εργαλείο και παρ΄ όλο που η αξιοπιστία και εγκυρότητά του βρέθηκαν ικανοποιητικές, θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί και σε άλλες μελέτες, ώστε να ελεγχθεί περαιτέρω η αξιοπιστία αλλά και η επαναληψιμότητά του.


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ-ΠΡΟΤΑΣΗ Η παρούσα μελέτη αποτελεί πρωτότυπη προσπάθεια ταυτόχρονης καταγραφής γνώσεων, στάσεων και συμπεριφορών εκπαιδευτικών στα θέματα ασφάλειας των σχολικών κτιριακών εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού. Από τη μελέτη αυτή διαπιστώθηκαν οι ελλείψεις στις γνώσεις των εκπαιδευτικών για την ασφάλεια του σχολικού χώρου και αναδύθηκαν τα πιστεύω τους για το ρόλο αυξημένης ευθύνης των σχολείων στην προαγωγή υγείας και την πρόληψη ατυχημάτων αλλά και για την αναγκαιότητα σχεδιασμού και υλοποίησης στα σχολεία επιμορφωτικών προγραμμάτων για την ασφάλεια. Συνάμα, διαπιστώθηκε η θετική συμπεριφορά των εκπαιδευτικών στη διαμόρφωση ασφαλούς σχολικού περιβάλλοντος, η οποία όμως χρήζει περαιτέρω βελτίωσης. Τέλος αναδείχθηκαν οι ελλείψεις στη συνεργασία τους με τους εμπλεκόμενους φορείς και τονίστηκε η σημαντικότητα του ρόλου του σχολικού νοσηλευτή στην προαγωγή της ασφάλειας του σχολικού περιβάλλοντος. Δεδομένων των ευρημάτων της μελέτης κρίνεται απαραίτητος ο σχεδιασμός, η υλοποίηση και η αξιολόγηση προγραμμάτων αγωγής υγείας από επιστήμονες υγείας για εκπαιδευτικούς, ώστε εκείνοι να μπορούν να συμβάλλουν αποτελεσματικά στην ελαχιστοποίηση και εξάλειψη των κινδύνων για την ασφάλεια στα σχολεία.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Αδαμίδης Δ (1996) Συνθήκες Υγιεινής και Ασφάλειας στα σχολεία της ορεινής Ξάνθης. Available at: http://argo.ekt.gr/Scripts/abekt_zgate.exe/zsearch? ws=0&wg=0&wgt=0&lang=ELL&attrset=1&id=12 76184545_771&singlexmlreqs=0. Τελευταία μέρα πρόσβασης 11.09.11. Αδαμίδης Δ, Πούλιου Ε, Σκορδαλά Μ, Μαρτίνη Μ., Ραματάνη Α. (1992) Συνθήκες Υγιεινής και Ασφάλειας στα δημοτικά σχολεία Αλεξανδρούπολης. Available at: http://argo.ekt.gr/Scripts/abekt_zgate.exe/zsearch? ws=0&wg=0&wgt=0&lang=ELL&attrset=1&id=12 76184545_771&singlexmlreqs=0. Τελευταία μέρα πρόσβασης 15.03.11.

Αλεξανδροπούλου Μ., Σουρτζή Π., Καλοκαιρινού Α. (2006) Σχολικές υπηρεσίες υγείας στην Ελλάδα-Η θέση του σχολικού νοσηλευτή. ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ, 45 (3):308–314. Αλεξανδροπούλου Μ. (2010) Αξιολόγηση αποτελεσματικότητας προγράμματος Αγωγής Υγείας Πρώτων Βοηθειών σε προσωπικό σχολείων ειδικής αγωγής. Διδακτορική Διατριβή, Τμήμα Νοσηλευτικής Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα, σελ. 125. Βεσκούκη Γ (2002) Αξιολόγηση επιπέδου γνώσεων για παροχή Πρώτων Βοηθειών σε μαθητές Λυκείου. Νοσηλευτική. 41 (4):451-463. Βεσκούκη Γ (1999) Πρώτες Βοήθειες και Αγωγή Υγείας. Διδακτορική Διατριβή, Τμήμα Νοσηλευτικής ΕΚΠΑ. Barrett J.C. (2001) Teaching Teachers About School Health Emergencies. The Journal of School Nursing 17: 316. Baser M., Coban S., TasSci S., Sungur G., Bayat M. (2007) Evaluating First-aid Knowledge and Attitudes of a Sample of a Sample of Turkish Primary School Teachers. Journal of Emergency Nursing 33:42832. Bosworth K., Ford L., Herznandaz D. (2011) School Climate Factors Contributing to Student and Faculty Perceptions of Safety in Select Arizona Schools. Journal of School Health, Vol. 81, No. 4. Clausson K. (2008) Schoolchildren’s health as judged by Swedish school nurses — a national survey. Scandinavian Journal of Public Health; 36, (7):690697. Clayton Barrett J. (2001) Teaching Teachers About School Health Emergencies. The Journal of School Nursing 17: 316. Dougherty J., Pucci P., Hemmila M., Wahl W., Wang S., Arbabi S. (2007) Survey of primary school educators regarding burn-risk behaviours and firesafety education. Βurns 33, 472– 476. Eaton D., Marx E., Bowie S. (2007) Faculty and Staff Health Promotion: Results From the School Health Policies and Programs Study 2006. Journal of School Health, Vol. 77, No. 8. Feng Li, Fan Jiang, Xingming Jin, Yulan Qiu and Xiaoming Shen (2012) Pediatric first aid knowledge and attitudes among staff in the preschools of Shanghai, China. BMC Pediatrics, 12:121. Frederick K., Bixby Ε., Orzel Μ-Ν, Stewart-Brown S., Willett K. (2000) An evaluation of the effectiveness of the Injury Minimization Programme for Schools (IMPS). Injury Prevention, 6:92–95. Ημερήσιος τύπος Θεσσαλονίκης (2007) Επισημάνσεις. Available at: http://www.minpress.gr/ minpress/scriptpage.html?id=70271049. Τελευταία μέρα πρόσβασης 18.09.10. Graxitz M., Brimo A., Jahoda M. (2007) Εισαγωγή στη Μεθοδολογία και τις Τεχνικές των Κοινωνι-

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

163


κών Ερευνών. Εποπτεία : Φίλιας Βασίλης, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα, σελ:290-292. Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Παιδικών Ατυχημάτων (ΚΕΠΠΑ) (2007) Παιδικά ατυχήματα: Οι αριθμητικές συνιστώσες με βάση την Πύλη Στατιστικών Δεδομένων. Available at: http://www.keppa.gr/. Τελευταία μέρα πρόσβασης 22.02.11. Liberal EF, Aires RT, Aires MT, Osório AC (2005) Safe school. J Pediatr (Rio J)., 81 (5 Suppl):S155-63. Lightfoot J, Bines W (2000). Working to keep school children healthy: the complementary roles of school staff and school nurses. J Public Health Med., 22 (1):74-80. Μπαλτάς Μ. (2002). Αποκατάσταση κτιρίων - Επιχειρησιακή, Επιστημονική και Κοινωνική Διάσταση. Available at: http://www.tee.gr/online/ afieromata/2002/2184/pg045.shtml. Τελευταία μέρα πρόσβασης 10.09.10. Παπαδόπουλος Ι. (1992) Είναι τα ελληνικά σχολεία ασφαλή;. Available at: http://argo.ekt.gr/Scripts/abekt_zgate.exe/zsearch?w s=0&wg=0&wgt=0&lang=ELL&attrset=1&id=12761 84545_771&singlexmlreqs=0. Τελευταία μέρα πρόσβασης 20.09.10. Παπαδόπουλος Ι., Τολμά Λ. (1994) Ολοκληρωμένη Παρέμβαση για Πρόληψη Ατυχημάτων στα σχολεία. Αvailable at: http://argo.ekt.gr/Scripts/abekt_zgate.exe/zsearch?w s=0&wg=0&wgt=0&lang=ELL&attrset=1&id=12761 84545_771&singlexmlreqs=0. Τελευταία μέρα πρόσβασης 25.08.10. Παπάνης E (2009) Κίνδυνοι στα σχολεία: Ατυχήματα στο σχολείο. available at:http://www.healthview.gr. Παπάνης E (2009) Σχολεία: Απαραίτητη η εφαρμογή των προγραμμάτων υγείας. Available at: http://www.healthview.gr. Τελευταία μέρα πρόσβασης 09.02.12 Παπαρίζος Μ. (2007) Με ελλείψεις στη συντήρηση τα διδακτήρια του Αλμυρού. Available at: http://almyros.gr/el/modules/news/print. php?storyid=1617. Τελευταία μέρα πρόσβασης 09.02.12. Πετρίδου Ε. (2011) Πρόληψη & αντιμετώπιση σωματικών κακώσεων και ατυχημάτων στο σχολείο: Απλές συμβουλές για μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικούς. Available at: http://www.keppa.gr/. Τελευταία μέρα πρόσβασης 11.07.11. Σαχίνη-Καρδάση Α. (2007) Μεθοδολογία Έρευνας, Εφαρμογές στο χώρο της Υγείας. γ΄ έκδοση, Εκδόσεις ΒΗΤΑ, Αθήνα, σελ. 19 -27. Saaranen Τ., Tossavainen Κ., Turunen Η., Kiviniemi V., Vertio H. (2006) Occupational wellbeing in a school community- Staff’s and occupational health nurses’ evaluations. Teaching and Teacher Education, 22 σελ. 740–752.

164

Sapien R. Allen A. (2001) Emergency preparation in schools: A snapshot of a rural state. Pediatric Emergency Care 17:329-333. Seeman M. and Seeman T. (1983) Health Behavior and Personal Autonomy: A Longitudinal Study of the Sense of Control in Illness. Journal of Health and Social Behavior, Vol. 24, No. 2 σελ. 144-160. Sosnowska S, Kostka T (2003) Epidemiology of school accidents during a six school-year period in one region in Poland. Eur J Epidemiol., 18 (10):977-82. Σύρου Ν., Σουρτζή Π. (2012) Εκτίμηση επικινδυνότητας για ατυχήματα σε δημοτικά σχολεία του Νομού Τρικάλων. Πρακτικά 39ου Πανελλήνιου Νοσηλευτικού Συνεδρίου, Βόλος 15-18 Μαΐου 2012, σελ. 12. Σύρου Ν., Καλοκαιρινού Α., Ελευσινιώτης Ι., Σουρτζή Π. (2012) Διερεύνηση γνώσεων, στάσεων και συμπεριφοράς για την ασφάλεια στα σχολεία. Περιλήψεις ανακοινώσεων 3 ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Φόρουμ Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Ιατρικής, Αθήνα 30 Νοεμβρίου-02 Δεκεμβρίου 2012 σελ 115. Φιλίνη Α. (2008), Ανεπαρκής η αντισεισμική προστασία των σχολικών κτιρίων. Available at: http:// portal.tee.gr/portal/page/portal/TEE_EVOIAS/ ENHMEROSEIS%20TEE/Tab/ENIMEROSI_17.12.2008. doc. Σωματείο «Αντιμετώπιση Παιδικού Τραύματος» (2009) Πρόληψη παιδικών ατυχημάτων στο σχολείο: Πώς θα αποφύγετε τα σχολικά ατυχήματα. Available at: http://www.healthview.gr/node/12313. Τελευταία μέρα πρόσβασης 15.03.11 Τσαγκάρη Χ. (2007) Σχολικά ατυχήματα. Available at:http://archive.enet.gr/11/09/2007. Τελευταία μέρα πρόσβασης 11.08.11 Τσαμπίρα Π., Παρτσουνίδου Χ., Στοικίδου Μ., Πετρίδου Ε. (1994) Έλεγχος προδιαγραφών ασφαλείας σε 120 δημόσια σχολικά κτίρια Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης στην Αθήνα. Αvailable: at: http://argo.ekt.gr/Scripts/abekt_zgate.exe/zsearch?w s=0&wg=0&wgt=0&lang=ELL&attrset=1&id=12761 84545_771&singlexmlreqs=0. Τελευταία μέρα πρόσβασης 17.02.11 Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (ΥΠΕΠΘ) (2010) Αποτύπωση και εκτίμηση αναγκών της σχολικής υγείας στο Ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα (2ο παραδοτέο), σελ. 150, 262-263, 271. Faul, F., Erdfelder, E., Lang, A.-G. & Buchner, A. (2007) G*Power 3: A flexible statistical power analysis program for the social, behavioural, and biomedical sciences. Behaviour Research Methods, 39, 175-191. Whitehead D. (2006) The health-promoting school: what role for nursing?. J Clin Nurs.;15 (3):264-71. Wong Ε., Cheng Μ., Lo S. K. (2010) Teachers’ Risk Perception and Needs in Addressing Infectious Disease Outbreak. The Journal of School Nursing, 26: 398.


9619 - APR/2011/KAM-TRADE/1

Novartis Key Account Management (KAM) • Αναγνωρίζουμε τις αλλαγές στο χώρο της υγείας • Προσαρμοζόμαστε στο νέο περιβάλλον των νοσοκομείων • Συνεργαζόμαστε για να δώσουμε λύσεις

με γνώμονα τις καλύτερες υπηρεσίες για τον ασθενή

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

165


ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Ο ρόλος του νοσηλευτή στην προαγωγή της υγείας των ηλικιωμένων Ευσταθία Σαρλά, Νοσηλεύτρια ΠΕ, ΜΔΕ Κοινοτική Νοσηλευτική, Υποψήφια Διδάκτωρ Παναγιώτα Σουρτζή, Καθηγήτρια, Τομέας Δημόσιας Υγείας, Τμήμα Νοσηλευτικής ΕΚΠΑ Υπεύθυνος αλληλογραφίας: Ευσταθία Σαρλά Ιωλκού 4, 12133 Περιστέρι Αθήνα efisarla@yahoo.com +306972463053

ΠΕΡΙΛΉΨΉ Εισαγωγή: Το φαινόμενο της γήρανσης των σύγχρονων κοινωνιών είναι ιδιαίτερα έντονο και η σύνθεση του πληθυσμού σε όλες τις χώρες αλλάζει ραγδαία. Η γήρανση του πληθυσμού έχει άμεση επίδραση στα συστήματα υγείας όλων των χωρών, μεταξύ αυτών και της Ελλάδας. Οι νοσηλευτές που παρέχουν φροντίδα στο πλαίσιο των Κέντρων Ανοικτής Περίθαλψης Ηλικιωμένων (ΚΑΠΗ) μπορούν να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στη βελτίωση της υγείας των ηλικιωμένων.

παραμετρικοί στατιστικοί έλεγχοι για τη διερεύνηση σχέσεων μεταξύ των μεταβλητών.

Αποτελέσματα: Αν και οι κοινοτικοί νοσηλευτές που εργάζονται σε ΚΑΠΗ εμφάνισαν πολύ θετική στάση ως προς την αγωγή και την προαγωγή της υγείας, γεγονός που δείχνει ότι την αναγνωρίζουν ως συστατικό της εργασίας τους, το γεγονός ότι βασίζουν το σχεδιασμό στις υπάρχουσες οδηγίες από τις αρμόδιες υπηρεσίες δείχνει ότι σε περίπτωση απουσίας αυτών μόνο ένα ελάχιστο ποσοστό θα συμμετείχε στο σχεδιασμό. Επιπλέον, το γεγονός ότι η πλειοψηφία θεωρεί ότι Σκοπός της μελέτης ήταν να διερευνηθεί ο σπάνια παρέχονται ευκαιρίες για να επηρεάρόλος και η στάση των νοσηλευτών που ερ- σουν πολιτικές που σχετίζονται με τη βελτίωγάζονται σε ΚΑΠΗ ως προς την αγωγή και ση της υγείας των ηλικιωμένων, δημιουργεί προαγωγή της υγείας των ηλικιωμένων και εμπόδια και έλλειψη αυτονομίας στο έργο να διερευνηθούν οι παράγοντες που επηρε- τους. άζουν τις πρακτικές τους. Συμπέρασμα: Οι νοσηλευτές που εργάζοΜέθοδος: Η μελέτη σχεδιάστηκε ως πιλο- νται σε ΚΑΠΗ θεωρούν ότι η προαγωγή υγείτική, περιγραφική με χαρακτήρα επισκόπη- ας των ηλικιωμένων είναι σημαντικό μέρος σης και συγχρονικό σχεδιασμό. Το ερωτημα- του ρόλου τους, όμως δεν εκμεταλλεύονται τολόγιο που χρησιμοποιήθηκε προέρχεται επαρκώς την αυτονομία που τους παρέχει η από παρόμοια μελέτη για κοινοτικούς νοση- εργασία τους στο συγκεκριμένο χώρο, ώστε λευτές στην Αγγλία και έχει μεταφραστεί και να την αναπτύξουν προς όφελος των μελών σταθμιστεί και στην Ελλάδα σε πληθυσμό των ΚΑΠΗ. σχολικών νοσηλευτών. Το δείγμα της μελέτης ήταν ευκολίας και συμπεριέλαβε 33 νοσηλευτές εργαζόμενους σε ΚΑΠΗ της Αττι- Λέξεις Κλειδιά: ΚΑΠΗ, προαγωγή της υγείκής. Για την ανάλυση των δεδομένων χρησι- ας, στάση, κοινοτικοί νοσηλευτές μοποιήθηκαν περιγραφική στατιστική και μη

166


ORIGINAL PAPER

The role of nurses in health promotion of the elderly E. Sarla, RN, BSc, MSc, PHDc P. Sourtzi, Professor, Department of Public Health, Faculty of Nursing, University of Athens Corresponding Author: E. Sarla, RN, BSc, MSc, PHDc 4 Iolkou str, Peristeri 12133, Greece efisarla@yahoo.com tel: +306972463053

ABSTRACT Introduction: The ageing of the population in developed countries impacts radically not only in demographic patterns but also in the health care services provision. This is also an important issue in Greece; therefore, the nurses’ role that provide care for older people is vital for the improvement of their health and quality of life. The aim of this study was to examine the health promoting role of nurses working in the Open Care Centres for Older People (KAPI) and determine the factors that influence this role. Method: This was a pilot questionnaire study with a cross-sectional design. The questionnaire used in the study was an existing one (Sourtzi 1995) which has been translated into Greek and implemented to a population of school nurses by Alexandropoulou (2005). The sample included 33 nurses that worked in KAPIs in the grater Athens area. For data analysis descriptive statistics and non-parametric statistical tests were used.

ties were absent only a small portion of nurses would be willing to take part on their design. Furthermore, the fact that the majority of nurses believes that chances for the influence of a central decision are only rarely provided creates obstacles and an absence of autonomy during the completion of their duties. The conclusion is that the nurses who work at KAPI consider that health promotion of the elderly is an important part of their role, but they do not exploit adequately the autonomy that is provided to them in order to improve the health conditions for the members of KAPI. Keywords: KAPI, health pro-action, nurses’ attitude, community nurses

Results: Even if the community nurses that work at KAPI reveal a very positive state against the idea of health promotion (which is a fact that demonstrates that they recognise health promotion as a characteristic of their work), the fact that they base the structure of the health promotion to the relevant public authorities illustrates that if those authori-

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

167


ΕΙΣΑΓΩΓΉ Το φαινόμενο της γήρανσης των σύγχρονων κοινωνιών είναι σήμερα ιδιαίτερα έντονο και αφορά κυρίως τις ανεπτυγμένες χώρες και – ακόμη περισσότερο- τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η χώρα μας είναι μία από τις πλέον γερασμένες χώρες με το ποσοστό του πληθυσμού πάνω από 65 ετών to 2009 να αποτελεί περίπου το 18,8%, ενώ αναμένεται το 2030 να ξεπεράσει το 30% (Ελληνική Στατιστική Αρχή 2011). Η γήρανση του πληθυσμού έχει άμεση επίδραση στα συστήματα υγείας όλων των χωρών εξαιτίας της υψηλότερης επίπτωσης των χρόνιων νοσημάτων που συνήθως απαιτούν μακρόχρονη φροντίδα. Οι νοσηλευτές είναι εκείνοι που διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην παροχή της απαιτούμενης φροντίδας, για το λόγο αυτό η συμμετοχή τους στη φροντίδα των ηλικιωμένων είναι ιδιαίτερης σημασίας (Drennan et al. 2004). Η γήρανση είναι μια μη παθολογική βιολογική διαδικασία. Ωστόσο, η διαδικασία αυτή δημιουργεί αλλαγές στον ανθρώπινο οργανισμό, οι οποίες μπορούν να περιορίσουν τον τρόπο ζωής που το άτομο ακολουθούσε κατά το παρελθόν (Eliopoulos 1997). Με την κατάλληλη φροντίδα καθένας μπορεί να απολαύσει μακρά και υγιή γήρανση. Επομένως, και οι ηλικιωμένοι πρέπει να αποτελούν ομάδα στόχο για την υιοθέτηση πρακτικών που θα τους επιτρέψουν να διατηρήσουν ένα υψηλό επίπεδο υγείας σε προχωρημένη ηλικία. Η αύξηση του προσδόκιμου ζωής δεν έχει αξία αν δεν παρέχονται οι προϋποθέσεις για καλή ποιότητα ζωής και στα άτομα μεγάλης ηλικίας. Η κατάλληλα οργανωμένη κοινωνική φροντίδα για τα άτομα της τρίτης ηλικίας μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη διατήρηση των ηλικιωμένων σε καλή φυσική και πνευματική κατάσταση. Στην Ελλάδα υπάρχουν ακόμη στενοί οικογενειακοί δεσμοί και σεβασμός προς τους ηλικιωμένους. Γι’ αυτό το λόγο, το μεγαλύτερο μέρος της βοήθειας και φροντίδας οι ηλικιωμένοι το λαμβάνουν από τα παιδιά τους, είτε ζώντας μαζί με αυτά στο ίδιο σπίτι, είτε λαμβάνοντας βοήθεια από αυτά όποτε τη χρειάζονται, εάν μένουν μόνοι τους. Παρ’ όλα αυτά η ύπαρξη υπηρεσιών για την προστασία των ηλικιωμένων είναι αναγκαία,

168

γιατί οι σύγχρονες ανάγκες των ηλικιωμένων, όπως διαμορφώνονται με τις οικονομικές, κοινωνικές, ιατρικές και εργασιακές αλλαγές γίνονται επιτακτικότερες. Οι υπηρεσίες υγείας και οι κοινωνικές υπηρεσίες που απευθύνονται στους ηλικιωμένους σήμερα στη χώρα μας είναι τα ΚΑΠΗ, οι λέσχες φιλίας, το πρόγραμμα «Βοήθεια στο Σπίτι», τα Κέντρα Ημερήσιας Φροντίδας Ηλικιωμένων αλλά κι άλλες υπηρεσίες όπως οι στέγες, τα κέντρα φροντίδας της οικογένειας, οι κατασκηνώσεις και λουτροθεραπείες (Λαμπρινού 2005). Οι υπηρεσίες φροντίδας υγείας υπάρχουν για να καλύπτουν τις ανάγκες υγείας κάθε κοινωνίας. Οι κοινωνικές συνθήκες όμως αλλάζουν και μαζί τους αλλάζουν οι ανάγκες υγείας και οι προσδοκίες του πληθυσμού για φροντίδα και περίθαλψη. Η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας που ως σκοπό έχει την πρόληψη και προαγωγή της υγείας στη χώρα μας περιλαμβάνει και τις προαναφερθείσες υπηρεσίες για τη φροντίδα των ηλικιωμένων στην κοινότητα (Καλοκαιρινού & Σουρτζή 2005). Η Προαγωγή Υγείας για τους ηλικιωμένους στοχεύει στην καλύτερη ποιότητα ζωής για αύξηση του αριθμού των ετών ζωής ελεύθερων από ανικανότητα ή αναπηρία, εμψύχωση για μια πλήρη και ενεργό ζωή στην κοινότητα καθώς επίσης και παράταση της καλής υγείας μέσω υγιεινών συνηθειών σε υποστηρικτικό περιβάλλον. Στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες, όπως και στην Ελλάδα, υπάρχουν πολλές μεμονωμένες δραστηριότητες στο πλαίσιο της Προαγωγής της Υγείας των ηλικιωμένων ατόμων. Για παράδειγμα, η τροποποίηση των ανθυγιεινών συμπεριφορών των ηλικιωμένων μετά από τη συμμετοχή σε προγράμματα προαγωγής υγείας αποδεικνύει ότι οι ηλικιωμένοι είναι πρόθυμοι να τροποποιήσουν τις βλαπτικές συμπεριφορές τους, οι οποίες οφείλονται και σε έλλειμμα γνώσεων και υποστήριξης (Velonakis et al. 1999, Σουρτζή και συν. 2003, Sourtzi et al. 2003). Τα μεγαλύτερα οφέλη που αναφέρουν οι ηλικιωμένοι από τη συμμετοχή τους σε τέτοια προγράμματα είναι η έγκαιρη διάγνωση ενός νοσήματος, οι γνώσεις για την αντιμετώπισή του και η κοινωνικοποίηση (Shellman 2000). Ο ρόλος του κοινοτικού νοσηλευτή στο πλαίσιο των ΚΑΠΗ είναι σημαντικός αφού μπορεί να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες για την προα-


γωγή της υγείας των ηλικιωμένων όχι μόνο με την ενημέρωση και εκπαίδευσή τους, αλλά και με τη συνεχή ενθάρρυνση ώστε να διατηρούν τις υφιστάμενες υγιείς συμπεριφορές (Πατιστέα & Καραμπότσου 2003).

ΣΚΟΠΟΣ Ο κύριος σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να διερευνηθεί ο ρόλος και η στάση των νοσηλευτών που εργάζονται σε ΚΑΠΗ σε δήμους της Αττικής ως προς την αγωγή και προαγωγή της υγείας στο χώρο της εργασίας τους. Οι επιμέρους στόχοι της μελέτης ήταν: Να διερευνηθεί ο βαθμός στον οποίο οι νοσηλευτές που εργάζονται σε ΚΑΠΗ σχεδιάζουν, πραγματοποιούν και αξιολογούν δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής υγείας. Να διερευνηθεί αν ανεξάρτητες μεταβλητές που αφορούν στα δημογραφικά χαρακτηριστικά, τα επαγγελματικά και τα εκπαιδευτικά προσόντα των νοσηλευτών στα ΚΑΠΗ και οι ήδη υπάρχουσες πολιτικές υγείας στο χώρο του ΚΑΠΗ επιδρούν στη διαμόρφωση της στάσης τους και στο βαθμό ενασχόλησης με δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής υγείας.

ΜΕΘΟΔΟΣ Σχεδιασμός και Μεταβλητές Ο τύπος της μελέτης που επιλέχθηκε ήταν πιλοτικός, περιγραφικός με χαρακτήρα επισκόπησης και συγχρονικό σχεδιασμό. Ο συγκεκριμένος σχεδιασμός θεωρείται κατάλληλος για τη μέτρηση στάσης και πρόσφορος για τη διερεύνηση και η καταγραφή φαινομένων σε πραγματικές καταστάσεις (Denzin & Lincoln 2000, Conkin Dale 2005). Στην παρούσα εργασία οι ανεξάρτητες μεταβλητές αφορούσαν σε δημογραφικά στοιχεία (φύλο, ηλικία, οικογενειακή κατάσταση), επαγγελματικά στοιχεία (περιγραφή εργασίας, προϋπηρεσία), εκπαιδευτικά προσόντα (επαγγελματική κατηγορία, εξειδικεύσεις, συνεχιζόμενη εκπαίδευση), προσωπικά κίνητρα ενασχόλησης με τη συγκεκριμένη εργασία, πρακτικές και δραστηριότητες που αφορούν στην αγωγή

και προαγωγή της υγείας (ενημέρωση, εκτίμηση αναγκών, πηγές πληροφόρησης, συμμετοχή ηλικιωμένων, σχεδιασμός, εκτέλεση και αξιολόγηση προγραμμάτων αγωγής και προαγωγής της υγείας), πολιτικές στο χώρο του ΚΑΠΗ και προσωπικές απόψεις για τη σημασία των όρων αγωγής και προαγωγής της υγείας. Οι εξαρτημένες μεταβλητές αφορούσαν στη στάση και στις πρακτικές που ακολουθούσαν οι νοσηλευτές που εργάζονταν σε ΚΑΠΗ ως προς το σχεδιασμό, την πραγματοποίηση και την αξιολόγηση προγραμμάτων αγωγής και προαγωγής της υγείας.

Δείγμα Η μελέτη πραγματοποιήθηκε σε δείγμα ευκολίας 40 ΚΑΠΗ της Αττικής, στα οποία εργάζονταν 38 νοσηλευτές στους οποίους διανεμήθηκε το ερωτηματολόγιο από την ερευνήτρια. Όλα τα ερωτηματολόγια που συλλέχθηκαν ήταν σωστά συμπληρωμένα με συνέπεια να χρησιμοποιηθούν όλα στη μελέτη. Το ποσοστό ανταπόκρισης των νοσηλευτών ήταν 86,84% (n=33).

Εργαλείο Συλλογής Δεδομένων Τα δεδομένα μελέτης επισκόπησης είναι δυνατόν να συλλεχθούν με πολλούς τρόπους. Στην παρούσα πιλοτική μελέτη επιλέχθηκε η μέθοδος του ανώνυμου ερωτηματολογίου (Polit & Beck 2006). Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι νοσηλευτές που εργάζονται σε ΚΑΠΗ είναι στην ουσία κοινοτικοί νοσηλευτές επιλέχθηκε το ερωτηματολόγιο που είχε χρησιμοποιηθεί σε παρόμοια μελέτη με πληθυσμό κοινοτικούς νοσηλευτές στην Αγγλία (Sourtzi 1995) και το οποίο στη συνέχεια μεταφράστηκε και χρησιμοποιήθηκε και στην Ελλάδα (Αλεξανδροπούλου 2005) μετά από άδεια της συγγραφέα. Το συγκεκριμένο ερωτηματολόγιο έχει ελεγχθεί για την εγκυρότητα και την αξιοπιστία του σε Αγγλικό πληθυσμό (α=0,74 για την κλίμακα στάσεων και α=0,64 για τις πρακτικές αγωγής και προαγωγής της υγείας) και σε Ελληνικό πληθυσμό (α=0,78 για την κλίμακα στάσεων και α=0,63 για τις πρακτικές αγωγής και προαγωγής της υγείας). Στην παρούσα

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

169


μελέτη από τον έλεγχο προέκυψαν α=0,81 για την κλίμακα στάσεων και α=0,61 για τις πρακτικές αγωγής και προαγωγής της υγείας. Για τη διασφάλιση εγκυρότητας του ερωτηματολογίου για χρήση στο συγκεκριμένο πληθυσμό νοσηλευτών έγιναν σχετικές αλλαγές και ζητήθηκε έλεγχος από τη συγγραφέα του πρωτότυπου ερωτηματολογίου για πιθανές παραλείψεις ή ακατάλληλες τροποποιήσεις. Το ερωτηματολόγιο περιλαμβάνει 14 ερωτήσεις κλειστού τύπου που αφορούν σε δημογραφικά, επαγγελματικά και εκπαιδευτικά στοιχεία και μία ανοικτού που αφορά στις αιτίες για επιλογή καριέρας στην κοινότητα. Η δεύτερη ενότητα περιλαμβάνει 28 ερωτήσεις ανοικτού και κλειστού τύπου που σχετίζονται με δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής υγείας των κοινοτικών νοσηλευτών που εργάζονται σε ΚΑΠΗ, εκ των οποίων 12 αποτελούν 4βαθμη κλίμακα [πάντα (3)- συχνά (2)- σπάνια (1)- ποτέ (0)] και ομαδοποιούνται σε 5 υποκλίμακες που αναφέρονται στην: •

Εκτίμηση αναγκών (2 ερωτήσεις)

Σχεδιασμό δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας (4 ερωτήσεις)

Ευκαιριακή αγωγή και προαγωγή της υγείας (1 ερώτηση)

Αξιολόγηση δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας (3 ερωτήσεις)

Πολιτικές υγείας της κοινότητας για τους ηλικιωμένους (2 ερωτήσεις)

Στην τρίτη ενότητα περιλαμβάνονται 18 προτάσεις που αφορούν στη στάση των νοσηλευτών ως προς την αγωγή και προαγωγή της υγείας εκ των οποίων οι μισές έχουν θετικό περιεχόμενο και οι άλλες μισές αρνητικό, απαντώνται σε 5βαθμη κλίμακα Likert και ομαδοποιούνται σε τέσσερις υποκλίμακες: Στάση των νοσηλευτών ως προς το ρόλο τους στην αγωγή και προαγωγή υγείας Στάση των νοσηλευτών ως προς τη συμμετοχή των ηλικιωμένων σε δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής της υγείας Στάση των νοσηλευτών ως προς τους περιορισμούς που αφορούν στις δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής της υγείας Στάση των νοσηλευτών ως προς την αγωγή και την προαγωγή της υγείας ως ιδέα.

170

Διαδικασία Αρχικά οι νοσηλευτές που εργάζονταν σε ΚΑΠΗ προσεγγίστηκαν τηλεφωνικά για την ενημέρωσή τους σχετικά με τη μελέτη και το σκοπό της. Στη συνέχεια και αφού αρχικά συναίνεσαν να συμμετάσχουν στην πιλοτική μελέτη τους δόθηκε το ερωτηματολόγιο προσωπικά από την ερευνήτρια. Επίσης τους δόθηκε συνοδευτική επιστολή που περιείχε συνοπτικά πληροφορίες για τη μελέτη καθώς και τη συμπλήρωση του ερωτηματολογίου. Επίσης ενημέρωνε τους κοινοτικούς νοσηλευτές ότι η συμμετοχή τους στην έρευνα ήταν εθελοντική και ότι τα ερωτηματολόγια ήταν ανώνυμα και το περιεχόμενό τους μετά τη συμπλήρωσή τους απόλυτα εμπιστευτικό. Τέλος δίνονταν τα στοιχεία της ερευνήτριας για επικοινωνία σε περίπτωση ερωτήσεων. Για τη μελέτη ζητήθηκε και εδόθη άδεια από την επιτροπή ηθικής και δεοντολογίας του Τμήματος Νοσηλευτικής ΕΚΠΑ.

Ανάλυση δεδομένων Για τη στατιστική ανάλυση των δεδομένων της μελέτης χρησιμοποιήθηκε το στατιστικό πακέτο SPSS έκδοση 17 για Windows. Χρησιμοποιήθηκε περιγραφική στατιστική για τα δημογραφικά στοιχεία και τα εκπαιδευτικά και επαγγελματικά προσόντα των κοινοτικών νοσηλευτών και μη παραμετρικοί στατιστικοί έλεγχοι για τον έλεγχο σχέσεων μεταξύ συνεχών και διχότομων μεταβλητών (έλεγχος x2), ενώ για τον έλεγχο σχέσεων μεταξύ συνεχών μεταβλητών χρησιμοποιήθηκε ο συντελεστής συσχέτισης του Spearman (rs). Για όλες τις στατιστικές δοκιμασίες το επίπεδο σημαντικότητας του ελέγχου υπόθεσης ορίσθηκε ίσο ή μικρότερο του 0,05 (p≤0,05) για αμφίπλευρο έλεγχο.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Από το σύνολο 33 νοσηλευτών που συμμετείχαν στη μελέτη 87,9% ήταν γυναίκες, 45-54 ετών που εργάζονταν με πλήρη απασχόληση (Πίνακας 1). Το 93,94% (n=31) ανέφερε ότι διέθεταν αναλυτική περιγραφή καθηκόντων. Σε ποσοστό 90,32% (n=28) θεωρούσαν ότι τα καθήκοντά τους είναι μαζί κλινικά και αγωγή και προαγωγή της υγείας. Αναφορικά με το αν χρει-


άστηκε ποτέ να αποκλίνουν από τα καθήκοντά τους, το 72,73% (n=24) των νοσηλευτών ανέφερε ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει αρκετά εξαιτίας έκτακτων αναγκών. Ο μέσος όρος απασχόλησης στον παρόντα εργασιακό χώρο ήταν 13,82 έτη, με ελάχιστο χρόνο τους 7 μήνες και μέγιστο τα 28 έτη, ενώ το 85,19% (n=23) ανέφερε προϋπηρεσία σε νοσοκομείο. Η πλειοψηφία των νοσηλευτών ανέφερε ότι ο λόγος για τον οποίο αποφάσισαν να ακολουθήσουν καριέρα στην κοινότητα ήταν σε ποσοστό 39,39% το γενικότερο ενδιαφέρον τους για την τρίτη ηλικία, το 27,27% των νοσηλευτών τυχαία, το 18,18% το ωράριο εργασίας, ενώ το 15,15% τις πολύ καλύτερες συνθήκες εργασίας στα ΚΑΠΗ από άλλους χώρους άσκησης της νοσηλευτικής. ΠΊΝΑΚΑΣ 1. Δημογραφικά χαρακτηριστικά των νοσηλευτών ΚΑΠΗ (Ν=33).

Χαρακτηριστικά Ηλικία σε έτη

Μέση τιμή (Τυπική Απόκλιση) 41 (16)

Επαγγελματική εμπειρία σε έτη Φύλο • άνδρας • γυναίκες Εκπαίδευση • Πανεπιστήμιο • ΤΕΙ • Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση Συνεχιζόμενη εκπαίδευση Περιγραφή εργασίας • κλινικά καθήκοντα • προαγωγή υγείας • και τα δύο Απόκλιση από την περιγραφή εργασίας Επαγγελματική εμπειρία • νοσοκομείο • κοινότητα • και τα δύο

13,8 (10,3) Ν

%

1 29

12,1 87,9

1 31 1 26 31 2 1 28 24

3 94 3 78,7 93,9 6,4 3,2 90,3 72,7

23 2 2

85,1 7,4 7,4

Δραστηριότητες προαγωγής της υγείας στο ΚΑΠΗ Στον Πίνακα 2 παρουσιάζονται οι απαντήσεις των νοσηλευτών στις ερωτήσεις δραστηριοτήτων προαγωγής της υγείας. To 93,94% των νοσηλευτών δήλωσε ότι συμμετέχουν στην

εκτίμηση των αναγκών της υγείας των ηλικιωμένων τους οποίους εξυπηρετούν. Σημαντικό ποσοστό 54,84% εξ αυτών δήλωσε ότι βασίζεται στο ατομικό ιστορικό υγείας για την εκτίμηση των αναγκών τους, ενώ μόλις το 29,03% ανέφερε ότι στηρίζεται στις απόψεις των ίδιων των ηλικιωμένων, και το 16,13% κάνει χρήση των επιδημιολογικών δεδομένων. Η μέση τιμή της εκτίμησης των αναγκών των ηλικιωμένων από πλευράς των νοσηλευτών ήταν 3,33 και η τυπική απόκλιση 0,89, που δηλώνει ότι οι νοσηλευτές οι οποίοι εργάζονται σε ΚΑΠΗ συμμετέχουν πολύ ενεργά στην εκτίμηση των αναγκών των ηλικιωμένων. Οι νοσηλευτές σε ποσοστό 72,73% έχουν δημιουργήσει αρχείο υγείας των ηλικιωμένων που βρίσκονται υπό την ευθύνη τους καθώς και των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν. Σε ποσοστό 51,52% δήλωσαν ότι κατά τη διάρκεια της καθημερινής πρακτικής συχνά γίνεται προσπάθεια αναγνώρισης των αρνητικών συνηθειών για την υγεία των ηλικιωμένων, ενώ το 57,58% των νοσηλευτών ανέφερε ότι παρακινεί τους ηλικιωμένους να λάβουν μέρος στην εκτίμηση των ίδιων τους των αναγκών. Η εκτίμηση των αναγκών σχετίζεται στατιστικά σημαντικά και θετικά με την συμμετοχή των ηλικιωμένων στην εκτίμηση των αναγκών τους (rs=0,68 p<0,05). Συνεπώς, όσο μεγαλύτερη είναι η συμμετοχή των ηλικιωμένων στην εκτίμηση των αναγκών τους τόσο πιο αποτελεσματική είναι η εκτίμηση των αναγκών αυτών από τους νοσηλευτές. Αρκετοί νοσηλευτές (39,93%) απάντησαν ότι την απόφαση για την έναρξη προγραμμάτων προαγωγής υγείας την παίρνουν αποκλειστικά οι ίδιοι. Το 36,36% δήλωσε ότι υπεύθυνος είναι ο προϊστάμενος του ΚΑΠΗ και το 21,21% ότι την απόφαση την παίρνει το διοικητικό συμβούλιο. Στην υποκλίμακα του σχεδιασμού δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας που αποτελείται από 4 ερωτήσεις και η βαθμολογία κυμαίνεται από 4 έως και 16, η μέση τιμή βρέθηκε 7,76 και η εκτιμώμενη τυπική απόκλιση 1,71, εύρημα που δηλώνει ότι οι νοσηλευτές οι οποίοι εργάζονται σε ΚΑΠΗ σχεδιάζουν σωστά δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής της υγείας. Επιπλέον ο σχεδιασμός δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας σχετίζεται θετικά με τις υπάρχουσες οδηγίες από αρμόδιες υπηρεσίες, αλλά και με τις εβδομαδιαίες ώρες ενασχόλησης με την

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

171


αγωγή και προαγωγή της υγείας. Συγκεκριμένα, όσο περισσότερο ακολουθούνται οι υπάρχουσες οδηγίες τόσο πιο σωστά πραγματοποιείται ο σχεδιασμός δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας (r=0,36, p<0,05). Επίσης, όσες περισσότερες ώρες την εβδομάδα αφιερώνονται στην αγωγή και προαγωγής της υγείας τόσο πιο σωστά πραγματοποιείται ο σχεδιασμός δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας (r=0,38, p<0,05). Τέλος δεν βρέθηκε διαφορά μεταξύ της ομάδας η οποία αναφέρει ότι υπάρχουν πρωτόκολλα για την αξιολόγηση των δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής υγείας και εκείνης η οποία δηλώνει ότι δεν υπάρχουν (t=1,23, p>0,05). Το 66,67% των νοσηλευτών απάντησε ότι χρη-

σιμοποιεί αρκετά συχνά ευκαιριακή προσέγγιση στην παροχή αγωγής και προαγωγής υγείας, ενώ πάντα το 24,24%. Στο Σχήμα 1 παρουσιάζονται τα συνηθέστερα θέματα ευκαιριακής αγωγής υγείας. Αναφορικά με τους λόγους οι οποίοι πιθανότατα να εμποδίζουν την ευκαιριακή προσέγγιση είναι η έλλειψη χρόνου. Οι νοσηλευτές δήλωσαν ότι συμμετέχουν ενεργά σε ομαδικά προγράμματα, με το ποσοστό να αγγίζει το 90,91%, ενώ ο μέσος χρόνος που δήλωσαν ότι αφιερώνουν σε αυτά ήταν 8 ώρες την εβδομάδα, με τυπική απόκλιση τις 3 ώρες. Στο Σχήμα 2 παρουσιάζονται οι θεματικές ενότητες στις οποίες συχνότερα δήλωσαν ότι αναφέρονται τα προγράμματα προαγωγής υγείας στα ΚΑΠΗ.

Πίνακας 2. Πρακτικές των νοσηλευτών που εργάζονται σε ΚΑΠΗ ως προς την προαγωγή υγείας των ηλικιωμένων. Ερωτήσεις/μεταβλητές

ποτέ

σπάνια

συχνά

πάντα

Κατά τη διάρκεια της καθημερινής πρακτικής προσπαθείτε να αναγνωρίσετε τις αρνητικές συνήθειες για την υγεία των ηλικιωμένων; Παρακινείτε τους ηλικιωμένους να λάβουν μέρος στην εκτίμηση των αναγκών τους;

-

2 (6,06%)

17 (51,52%)

14 (42,42%)

-

-

19 (57,58%)

14 (42,42%)

19 (57,58%)

12 (36,36%)

21 (63,64%)

6 (18,18%)

21 (63,64%)

4 (12,12%)

21 (63,64%)

10 (30,30%)

22 (66,67%)

8 (24,24%)

17 (51,52%)

12 (36,36%)

12 (36,36%)

6 (18,18%)

20 (60,61%)

10 (30,30%)

13 (39,39%)

1 (3,03%)

11 (33,33%)

3 (9,09%)

2 (6,06%) Ακολουθείτε τις υπάρχουσες οδηγίες από το υπουργείο ή τις εκάστοτε περιφερειακές υπηρεσίες στο σχεδιασμό των δραστηριοτήτων προαγωγής υγείας; Συνεργάζεστε με την υπηρεσία υγείας του Δήμου στην οποία ανή- 4 (12,12%) 2 (6,06%) κετε στο σχεδιασμό δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής υγείας; Συνεργάζεστε με συναδέλφους κοινοτικούς νοσηλευτές στο σχε- 2 (6,06%) διασμό ευρύτερων δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής υγείας; Παρακινείτε τους ηλικιωμένους να λάβουν μέρος στο σχεδιασμό 2 (6,06%) των δραστηριοτήτων προαγωγής υγείας που θα τους επηρεάσουν; Χρησιμοποιείτε την ευκαιριακή προσέγγιση για να παρέχετε πλη3 (9,09%) ροφορίες που αφορούν στην αγωγή και προαγωγή υγείας; Κρατάτε αρχείο των πληροφοριών αγωγής και προαγωγής υγείας 4 (12,12%) που δίνετε στους ηλικιωμένους; Αξιολογείτε τις δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής υγείας που 15 (45,45%) οργανώνετε; Παρακολουθείτε τους ηλικιωμένους που παρουσιάζουν θετική αλ3 (9,09%) λαγή στην κατάσταση υγείας τους για να ελέγξετε τη διατήρηση των αλλαγών; Η εργασία σας, σας δίνει ευκαιρίες για να επηρεάσετε πολιτικές που 19 (57,58%) σχετίζονται με τη βελτίωση της καλής κατάστασης της υγείας της κοινότητας των ηλικιωμένων; Πιστεύετε ότι οι πολιτικές βασίζονται στις πραγματικές ανάγκες του 19 (57,58%) πληθυσμού;

172


ΣΧΉΜΑ 1. Θεματικές ενότητες ευκαιριακών προγραμμάτων προαγωγής υγείας.

ΣΧΉΜΑ 2. Θεματικές ενότητες προγραμμάτων προα-

γωγής υγείας που απευθύνονται σε ομάδες.

Οι μέθοδοι που χρησιμοποιούν οι νοσηλευτές για την παροχή πληροφοριών αγωγής και προαγωγής υγείας στους ηλικιωμένους, ήταν στο 33,33% των περιπτώσεων η συζήτηση, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις χρησιμοποιείται γραπτό υλικό (27,27%). Στο 21,21% των περιπτώσεων και όταν το θέμα είναι σύνθετο χρησιμοποιούνται και οπτικοακουστικά μέσα, ενώ στο 18,18% των θεμάτων υπάρχει προγραμματισμένη διάλεξη. Η υποκλίμακα της αξιολόγησης των δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας αποτελείται από 3 ερωτήσεις Η μέση τιμή στην αξιολόγησης των δραστηριοτήτων από πλευράς των νοσηλευτών ήταν 5,70 και η τυπική απόκλιση 1,61, που υποδηλώνει ότι οι νοσηλευτές οι οποίοι εργάζονται σε ΚΑΠΗ αξιολογούν σωστά τις δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής της υγείας. Διαπιστώθηκε θετική συσχέτιση της αξιολόγησης των δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας με την

αναγνώριση των αρνητικών συνηθειών για την υγεία των ηλικιωμένων (r=0,82), το οποίο σημαίνει ότι όσο πιο ξεκάθαρα αναγνωρίζονται οι αρνητικές αυτές συνήθειες τόσο υψηλότερα αξιολογείται και η δραστηριότητα αγωγής και προαγωγής της υγείας (p<0,05). Παράλληλα, η αξιολόγηση των δραστηριοτήτων συσχετίστηκε θετικά με την παρακίνηση των ηλικιωμένων να λάβουν μέρος στην εκτίμηση των αναγκών τους (r=0,57), στοιχείο το οποίο ερμηνεύεται στο γεγονός ότι όσο περισσότερο εμπλέκονται οι ηλικιωμένοι στην εκτίμηση των ίδιων τους των αναγκών τόσο υψηλότερα αξιολογείται και η δραστηριότητα αγωγής και προαγωγής της υγείας (p<0.05). Εξετάστηκε επίσης με τη μέθοδο του t-test κατά πόσο η μέθοδος η οποία χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση των δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας βοηθά στην εκτίμηση των αναγκών των ηλικιωμένων. Δεν βρέθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά ανάμεσα στην ομάδα των νοσηλευτών η οποία κάνει χρήση της μεθόδου του τελικού αποτελέσματος για την αξιολόγηση των αναγκών των ηλικιωμένων και της ομάδας των νοσηλευτών οι οποίοι χρησιμοποιούν τόσο το τελικό αποτέλεσμα όσο και τη διαδικασία για την αξιολόγηση των αναγκών των ηλικιωμένων (t=-0,3, p>0,05). Η αξιολόγηση των δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας από την άλλη πλευρά συσχετίστηκε αρνητικά με το κατά πόσο ακολουθούνται οι υπάρχουσες οδηγίες (r=0,37), το οποίο σημαίνει ότι όσο λιγότερο ακολουθούνται οι οδηγίες των αρμοδίων υπηρεσιών τόσο υψηλότερα αξιολογείται και η δραστηριότητα αγωγής και προαγωγής της υγείας (p<0,05). Επίσης, η αξιολόγηση των δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας συσχετίστηκε θετικά με την τήρηση αρχείου των πληροφοριών αγωγής και προαγωγής της υγείας r=0,37), το οποίο σημαίνει ότι όσο πιο συχνή είναι η τήρηση ενός τέτοιου αρχείου και όσο πιο πληρέστερο είναι το αρχείο αυτό τόσο υψηλότερα αξιολογείται και η δραστηριότητα αγωγής και προαγωγής της υγείας (p<0,05). Παράλληλα, η αξιολόγηση των δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας συσχετίστηκε θετικά με την παρακολούθηση των ηλικιωμένων εκείνων οι οποίοι παρουσιάζουν θετική αλλαγή στην κατάσταση της

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

173


υγείας τους (r=0,84), το οποίο σημαίνει ότι όσο πιο σωστή και ουσιαστική είναι η παρακολούθηση των ηλικιωμένων οι οποίοι παρουσιάζουν θετική εξέλιξη στην υγεία τους τόσο υψηλότερα αξιολογείται και η δραστηριότητα αγωγής και προαγωγής της υγείας (p<0,05). Η υποκλίμακα (ερωτήσεις 41, 42) για τις πολιτικές υγείας της κοινότητας για τους ηλικιωμένους αποτελείται από 2 ερωτήσεις και η μέση τιμή ήταν 5,03 με τυπική απόκλιση 1,05, η οποία δηλώνει ότι οι πολιτικές υγείας της κοινότητας για τους ηλικιωμένους σε μερικές περιπτώσει θεωρούνται καλές και σε άλλες ανεπαρκείς. Δεν βρέθηκε συσχέτιση με το αν οι νοσηλευτές κρατάνε αρχείο πληροφοριών αγωγής και προαγωγής της υγείας και τις πολιτικές υγείας. Από την άλλη πλευρά βρέθηκε θετική συσχέτιση με την αναγνώριση των αρνητικών συνηθειών των ηλικιωμένων (r=0,46, p<0,05), που σημαίνει ότι όσο πιο σωστές και

ευέλικτες είναι οι πολιτικές που σχετίζονται με τη βελτίωση της υγείας των ηλικιωμένων τόσο πιο εύκολα αναγνωρίζονται και οι αρνητικές τους συνήθειες.

Ή στάση των κοινοτικών νοσηλευτών ως προς την αγωγή και την προαγωγή της υγείας Η στάση των νοσηλευτών σε ΚΑΠΗ μετρήθηκε με 5βαθμη κλίμακα Likert 18 προτάσεων και το εύρος της βαθμολογίας μπορεί να κυμανθεί από 18 έως 90. Η μέση τιμή της στάσης των νοσηλευτών σε ΚΑΠΗ βρέθηκε ίση με 68,73 (+6,22) τιμή η οποία δηλώνει θετική στάση χωρίς μεγάλη διασπορά ως προς τη γενικότερη στάση τους και το εύρος των τιμών κυμάνθηκε από 60 έως 81 (Πίνακας 3).

ΠΊΝΑΚΑΣ 3. Στάσεις των νοσηλευτών που εργάζονται σε ΚΑΠΗ ως προς την προαγωγή υγείας των ηλικιωμένων.

Προτάσεις στάσεων Οι κοινοτικοί νοσηλευτές δεν έχουν αρκετό χρόνο για να διεκπεραιώσουν δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής υγείας αποτελεσματικά Στους κοινοτικούς νοσηλευτές αρέσει να διεκπεραιώνουν προγράμματα αγωγής και προαγωγής υγείας Οι κοινοτικοί νοσηλευτές δεν έχουν τις κατάλληλες ικανότητες, ώστε να διευκολύνουν τη συμμετοχή της κοινότητας των ηλικιωμένων σε δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής υγείας Η εμπλοκή σε δραστηριότητες ανάπτυξης υγειονομικού επιπέδου της κοινότητας εμποδίζει τους κοινοτικούς νοσηλευτές να εργαστούν κατάλληλα Οι κοινοτικοί νοσηλευτές δυσκολεύονται να εργαστούν με τα μέλη της κοινότητας των ηλικιωμένων Οι κοινοτικοί νοσηλευτές μπορούν να παίξουν ενεργό ρόλο στη συμμετοχή της κοινότητας των ηλικιωμένων σε δραστηριότητας αγωγής και προαγωγής υγείας Οι κοινοτικοί νοσηλευτές μπορούν να παίξουν ενεργό ρόλο στη συμμετοχή κάθε ηλικιωμένου σε δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής υγείας Οι δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής υγείας είναι αποτελεσματικές όταν εφαρμόζονται σε συνεργασία με τους ηλικιωμένους Ο σχεδιασμός προγραμμάτων αγωγής και προαγωγής υγείας δεν είναι ευθύνη των κοινοτικών νοσηλευτών

174

Συμφωνώ απόλυτα

Συμφωνώ

Αβέβαιο

Διαφωνώ

Διαφωνώ απόλυτα

9.1%

48.5%

12.1%

24.2%

6.1%

24.2%

69.7%

6.1%

-

3%

15.2%

75.8%

6.1%

12.1%

12.1%

48.5%

27.3%

-

-

18.2%

24.2%

36.2%

21.1%

30.3%

69.7%

-

-

-

18.2%

81.8%

-

-

-

36.4%

45.5%

18.2%

-

-

-

12.1%

27.3%

57.6%

3%


Προτάσεις στάσεων Οι κοινοτικοί νοσηλευτές μπορούν να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στο σχεδιασμό κατάλληλων υπηρεσιών αγωγής και προαγωγής υγείας Οι κοινοτικοί νοσηλευτές δεν έχουν τις κατάλληλες ικανότητες ώστε να διευκολύνουν τη συμμετοχή των ηλικιωμένων σε δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής υγείας Οι πληροφορίες αγωγής και προαγωγής υγείας βοηθούν τους ηλικιωμένους να αναπτύξουν θετικές συνήθειες υγείας και αλλαγές συμπεριφοράς Οι ηλικιωμένοι δεν είναι ικανοί να παίξουν έναν ενεργό ρόλο στο σχεδιασμό των προγραμμάτων αγωγής και προαγωγής υγείας Οι κοινοτικοί νοσηλευτές θα έπρεπε να εμπλέκονται ενεργά σε δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής υγείας των ηλικιωμένων Οι κοινοτικοί νοσηλευτές αισθάνονται ότι η αγωγή και προαγωγή υγείας είναι βάρος στη δουλειά τους Πρέπει να ζητείται η ενεργός συμμετοχή των ηλικιωμένων στην εκτίμηση των αναγκών της υγείας τους Οι κοινοτικοί νοσηλευτές δυσκολεύονται να συνεργαστούν με άλλα μέλη του προσωπικού του ΚΑΠΗ Δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής της υγείας ανάλογες των ικανοτήτων των ηλικιωμένων αυξάνουν την πιθανότητα θετικών συνηθειών υγείας και αλλαγών συμπεριφοράς

Η στάση των νοσηλευτών συσχετίστηκε θετικά με την εκτίμηση αναγκών (r=0,59, p<0,01), την αξιολόγηση των δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας που οργανώνουν (r=0,42, p<0,05), αλλά και με την ευκαιριακή προσέγγιση στην προαγωγή υγείας των ηλικιωμένων (r=0,47, p<0,01) (Πίνακας 4). Συγκεκριμένα όσο πιο θετική είναι η γενικότερη στάση του νοσηλευτή

Συμφωνώ απόλυτα

Συμφωνώ

Αβέβαιο

Διαφωνώ

Διαφωνώ απόλυτα

15.2%

84.8%

-

-

-

-

-

21.2%

69.7%

9.1%

18.2%

72.7%

9.1%

-

-

-

12.1%

57.6%

24.2%

6.1%

27.3%

66.7%

3%

3%

-

-

18.2%

18.2%

51.5%

12.1%

21.2%

72.7%

6.1%

-

-

-

12.1%

24.2%

36.4%

27.3%

75.8%

24.2%

-

-

-

τόσο περισσότερο εκτιμά τις ανάγκες προαγωγής υγείας των ηλικιωμένων, αξιολογεί τις δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής της υγείας που αυτός οργανώνει, αλλά και χρησιμοποιεί τις παρουσιαζόμενες ευκαιρίες για να την προώθηση δραστηριοτήτων προαγωγής υγείας.

ΠΊΝΑΚΑΣ 4. Συσχετίσεις μεταξύ δραστηριοτήτων προαγωγής της υγείας και στάσεων των νοσηλευτών

ΚΑΠΗ.

Στάση των νοσηλευτών σε ΚΑΠΗ Εκτίμηση αναγκών Σχεδιασμός δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής υγείας

0,593** 0,203

Αξιολόγηση δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής υγείας

0,417*

Πολιτικές υγείας της κοινότητας για τους ηλικιωμένους Χρήση ευκαιριακής προσέγγισης στην παροχή υπηρεσιών/πληροφοριών αγωγής και προαγωγής υγείας

0,008 0,474**

*συσχέτιση στατιστικά σημαντική στο επίπεδο 0,05 (αμφίπλευρη) **συσχέτιση στατιστικά σημαντική στο επίπεδο 0,01 (αμφίπλευρη)

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

175


ΣΥΖΉΤΉΣΉ Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να διερευνηθεί ο βαθμός στον οποίο οι κοινοτικοί νοσηλευτές που εργάζονται σε ΚΑΠΗ σχεδιάζουν, πραγματοποιούν και αξιολογούν δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής της υγείας κατά τη διάρκεια της καθημερινής πρακτικής τους καθώς και να διερευνηθεί αν ανεξάρτητες μεταβλητές (δημογραφικά χαρακτηριστικά, επαγγελματικά και εκπαιδευτικά προσόντα, πολιτικές υγείας) επιδρούν ποιοτικά και ποσοτικά στην ενασχόλησή τους με δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής της υγείας. Η πλειοψηφία του δείγματος των κοινοτικών νοσηλευτών που εργάζονταν σε ΚΑΠΗ είναι έγγαμες γυναίκες 45-54 ετών και εργάζονταν με πλήρη απασχόληση ενώ οι περισσότεροι διέθεταν προϋπηρεσία σε άλλο χώρο υγείας (η πλειοψηφία αναφέρει το χώρο του νοσοκομείου). Το γενικότερο ενδιαφέρον των νοσηλευτών για την τρίτη ηλικία, αλλά και η τυχαία επιλογή του συγκεκριμένου χώρου εργασίας αναφέρθηκαν ως οι κυριότεροι λόγοι που τους οδήγησαν να αποφασίσουν να ακολουθήσουν καριέρα στην κοινότητα. Επίσης ως λόγοι αναφέρθηκαν το ωράριο εργασίας και οι καλύτερες συνθήκες εργασίας στα ΚΑΠΗ από ότι σε άλλους χώρους παροχής φροντίδας υγείας, εύρημα που είναι σύμφωνο και με προηγούμενη ανάλογη μελέτη (Sourtzi 1995). Όσον αφορά τα επαγγελματικά χαρακτηριστικά η πλειοψηφία ανέφερε ότι ήταν τεχνολογικής εκπαίδευσης ενώ η πλειοψηφία δήλωσε ότι δεν είχε πραγματοποιήσει επιπλέον σπουδές ή εξειδικεύσεις, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι δεν ενημερώνονταν συνεχώς, π.χ. σε συνέδρια. Οι κοινοτικοί νοσηλευτές βρέθηκε να συμμετέχουν πολύ ενεργά στη συστηματική εκτίμηση των αναγκών της υγείας των ηλικιωμένων τους οποίους εξυπηρετούν ενώ χρησιμοποιούσαν αρκετές πηγές για την εκτίμηση των αναγκών και είχαν δημιουργήσει αρχείο υγείας των ηλικιωμένων, στοιχείο που τους βοηθούσε ακόμα περισσότερο στην εκτίμηση των αναγκών. Η εκτίμηση των αναγκών συσχετίστηκε στατιστικά σημαντικά και θετικά με την συμμετοχή των ηλικιωμένων στην εκτίμηση των αναγκών τους. Συνεπώς, όσο μεγαλύτερη ήταν η συμμετοχή των ηλικιωμένων στην εκτίμηση των

176

αναγκών τους τόσο πιο αποτελεσματική ήταν η εκτίμηση των αναγκών αυτών από τους νοσηλευτές. Άλλωστε οι ηλικιωμένοι ενδιαφέρονται για τα προγράμματα προαγωγής υγείας (ΠΠΥ) σύμφωνα με τους Κοπανιτσάνου & Σουρτζή (2009). Επιπλέον η αποτελεσματικότητα των ΠΠΥ αυξάνεται όταν βασίζεται στην ενεργό συμμετοχή των ίδιων των ηλικιωμένων (Σουρτζή και συν. 2003, Sourtzi et al. 2003). Ένα καλά σχεδιασμένο ΠΠΥ μπορεί άλλωστε να επηρεάσει και να τροποποιήσει τη συμπεριφορά των ηλικιωμένων καθώς οι βλαβερές συμπεριφορές τους οφείλονται σε έλλειμμα γνώσεων (Velonakis et al. 1999, Σουρτζή και συν. 2003, Sourtzi et al. 2003). Όσο περισσότερο εμπλέκονται οι ηλικιωμένοι στην εκτίμηση των ίδιων τους των αναγκών τόσο υψηλότερα αξιολογείται και η δραστηριότητα αγωγής και προαγωγής της υγείας. Άλλωστε θα έπρεπε να εμπλέκονται και στην εκτίμηση και στο σχεδιασμό σύμφωνα και με τους Help the Aged and Health for Older People (2000) και Beth Johnson Foundation (2003). Όσον αφορά στην πραγματοποίηση δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας η συμμετοχή κρίνεται πολύ ικανοποιητική αφού το 66,67% πραγματοποιεί δραστηριότητες είτε ευκαιριακές είτε οργανωμένες. Άλλωστε τα ΠΠΥ θεωρούν ότι αποτελούν μέρος της δουλειάς τους (Kelley & Abraham 2007). Στα θέματα περιλαμβάνονται βασικές θεματικές ενότητες όπως τα καρδιαγγειακά προβλήματα και η πρόληψη ατυχημάτων, τα ψυχολογικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα άτομα της τρίτης ηλικίας, ο διαβήτης, και η γεροντική άνοια. Γενικά οι ηλικιωμένοι ενδιαφέρονται περισσότερο για την άσκηση (Shellman 2000, Σουρτζή και συν. 2003), την απώλεια βάρους (Velonakis et al. 1999, Shellman 2000, Sourtzi et al. 2003) και την καλύτερη διατροφή (Holland et al. 2005, Tannenbaum et al. 2005). Ωστόσο τα ευρήματα της μελέτης συμφωνούν και με τα θέματα ενδιαφέροντος που προκύπτουν και από προηγούμενες έρευνες (Sourtzi et al. 1996, Shellman 2000, Holland et al. 2005, Tannenbaum et al. 2005, Runciman et al. 2006, Sourtzi et al. 2003). Ο κύριος λόγος που φαίνεται να εμποδίζει την εφαρμογή της ευκαιριακής προσέγγισης στην προαγωγή υγείας είναι η έλλειψη χρόνου εύρημα που συμφωνεί και


με τις μελέτες των Kelley & Abraham (2007) και Häggström & Bruhn (2009). Αν και οι περισσότεροι νοσηλευτές οργανώνουν ομαδικά προγράμματα, που δείχνει ότι ενδιαφέρονται και γνωρίζουν, δεν βρέθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά ως προς τη συμμετοχή στο σχεδιασμό δραστηριοτήτων μεταξύ της ομάδας νοσηλευτών οι οποίοι συμμετείχαν σε δραστηριότητες οργανωμένες για ολόκληρη την ομάδα ηλικιωμένων και της ομάδας η οποία δεν συμμετείχε. Στην παρούσα μελέτη οι νοσηλευτές δήλωσαν ότι συμμετέχουν ενεργά σε ομαδικά προγράμματα, με το ποσοστό να αγγίζει το 90,91%, σε αντίθεση με τη μελέτη των Runciman et al. (2006) που υποστηρίζουν ότι τα ομαδικά προγράμματα δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένα. Η ποσοτικοποίηση των δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας των νοσηλευτών έδειξε ότι στο 65% των ΚΑΠΗ τα προγράμματα διαρκούν από 5 έως και 11 ώρες την εβδομάδα γεγονός που κρίνεται ικανοποιητικό αν και οι ώρες είναι λιγότερες σε σύγκριση με τη μελέτη των Sourtzi et al. (1996) όπου οι ώρες είναι περίπου 17. Σε σχέση με την αρχειοθέτηση των δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας η πλειοψηφία των νοσηλευτών ανέφερε ότι πολύ συχνά διατηρούσαν αρχείο στο οποίο καταγράφονταν όλες οι πληροφορίες αγωγής και προαγωγής της υγείας για τους ηλικιωμένους, ενώ η συνηθισμένη μέθοδος αρχειοθέτησης ήταν χειρόγραφα αρχεία. Από την ανάλυση προέκυψε ότι όσο πιο πληρέστερο είναι το αρχείο αυτό τόσο υψηλότερα αξιολογείται και η δραστηριότητα αγωγής και προαγωγής της υγείας. Στο στάδιο του σχεδιασμού τα πράγματα δεν βρέθηκαν ιδιαίτερα θετικά. Ενώ περίπου το 40% των κοινοτικών νοσηλευτών δήλωσε ότι ήταν αποκλειστικά υπεύθυνο για την έναρξη δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής υγείας, σχεδόν το 93% των νοσηλευτών ανέφεραν ότι οι υπάρχουσες οδηγίες από τις αρμόδιες υπηρεσίες ακολουθούνται συχνά κατά το σχεδιασμό των δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας. Οπότε σε περίπτωση απουσίας οδηγιών μόνο το 6,06% θα συμμετείχαν στο σχεδιασμό. Συνολικά τα ευρήματα δείχνουν ότι οι νοσηλευτές οι οποίοι εργάζονται σε ΚΑΠΗ σχεδιάζουν σωστά δραστηριότητες

αγωγής και προαγωγής της υγείας και ζητούν και από τους ηλικιωμένους να συμμετέχουν ενεργά στο σχεδιασμό. Ο σχεδιασμός δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας γίνεται βάσει της εκτίμησης των αναγκών, του επιπέδου υγείας, του φύλου και της ηλικίας των ηλικιωμένων και σχετίζεται θετικά με τις υπάρχουσες οδηγίες, αλλά και με τις ώρες που αφιερώνονται την εβδομάδα στην αγωγή και προαγωγή της υγείας. Συγκεκριμένα, όσο περισσότερο ακολουθούνται οι υπάρχουσες οδηγίες τόσο πιο σωστά πραγματοποιείται ο σχεδιασμός δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας. Επίσης, όσες περισσότερες ώρες την εβδομάδα αφιερώνονται στην αγωγή και προαγωγής της υγείας τόσο πιο σωστά πραγματοποιείται ο σχεδιασμός δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας. Η επιλογή της μεθόδου αξιολόγησης των δραστηριοτήτων αγωγής, προαγωγής της υγείας δεν επηρεάζει την εκτίμηση των αναγκών. Παρατηρήθηκε από τα αποτελέσματα ότι δεν υπάρχει στατιστικά σημαντική διαφορά ανάμεσα στην ομάδα των νοσηλευτών η οποία κάνει χρήση της μεθόδου αξιολόγησης του τελικού αποτελέσματος για την αξιολόγηση των αναγκών υγείας των ηλικιωμένων και της ομάδας των νοσηλευτών οι οποίοι χρησιμοποιούν τόσο την αξιολόγηση του τελικού αποτελέσματος, όσο και την αξιολόγηση της διαδικασίας. Μεγάλο ποσοστό νοσηλευτών - δύο στους δέκα - ανέφερε περιορισμούς στην αξιολόγηση των δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας. Οι αιτίες των περιορισμών αυτών είναι είτε η έλλειψη διαθέσιμου χρόνου είτε η έλλειψη διευκολύνσεων. Παράλληλα, το 30,77% του δείγματος ανέφερε και την ύπαρξη περιορισμών από τη διοίκηση του ΚΑΠΗ. Τα παραπάνω ευρήματα εντοπίζονται και στην έρευνα των Kelley & Abraham (2007) σχετικά με την ύπαρξη περιορισμών. Σημαντικό επίσης είναι το γεγονός ότι επτά στους δέκα νοσηλευτές απήντησε ότι δεν υπάρχουν συγκεκριμένα πρωτόκολλα/πρότυπα για την αξιολόγηση των δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας. Τέλος η πλειοψηφία θεωρεί ότι σπάνια του παρέχονται ευκαιρίες για να επηρεάσει πολιτικές που σχετίζονται με τη βελτίωση της καλής κατάστασης της υγείας των ηλικιωμένων. Είναι

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

177


δύσκολο ειδικά στην Κοινοτική Νοσηλευτική που εξαρτάται ακόμα από πολιτικές οι νοσηλευτές να πραγματοποιούν χωρίς εμπόδια και αυτόνομα τους στόχους τους (Sourtzi 1998). Σημαντικό και ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι το 57,58% αναφέρει ότι οι πολιτικές αυτές σπάνια βασίζονται στις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού. Σύμφωνα με τους Velonakis et al. (1999) παρεμβάσεις που δε βασίζονται στις ανάγκες της κοινότητας δεν έχουν το ίδιο αποτέλεσμα. Η ουσία των αποτελεσμάτων είναι ότι όσο πιο σωστά εκτιμώνται οι ανάγκες των ηλικιωμένων και όσο πιο κατάλληλη είναι η χρήση της ευκαιριακής προσέγγισης τόσο πιο σωστά αξιολογούνται οι δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής υγείας. Από την άλλη πλευρά οι σωστές πολιτικές υγείας της κοινότητας για τους ηλικιωμένους οδηγούν και στη υψηλή αξιολόγηση των δραστηριοτήτων αυτών. Τέλος η καλή συνεργασία των φορέων της πολιτείας, των επιστημόνων υγείας, της κοινότητας και των ηλικιωμένων αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία του προγράμματος (Velonakis et al. 1999, Shellman 2000, Πατιστέα & Καραμπότσου 2003). Τέλος οι κοινοτικοί νοσηλευτές εμφάνισαν αρκετά θετική στάση ως προς την αγωγή και την προαγωγή της υγείας γεγονός που δείχνει ότι την αναγνωρίζουν ως συστατικό στοιχείο της εργασίας τους και είναι θετικοί στην ενσωμάτωση της προαγωγής της υγείας στην καθημερινή πρακτική (Sourtzi 1998, Kelley & Abraham 2007). Επιπλέον, η στάση των νοσηλευτών ως προς τη συμμετοχή των ηλικιωμένων σε δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής της υγείας είναι απολύτως θετική (Runciman et al. 2006). Η στάση των νοσηλευτών που εργάζονται σε ΚΑΠΗ συσχετίστηκε θετικά με τη συχνότητα πραγματοποίησης δραστηριοτήτων ευκαιριακής προαγωγής και αγωγής υγείας. Συγκεκριμένα, όσο πιο θετική ήταν η γενικότερη στάση ενός νοσηλευτή τόσο πιο συχνά πραγματοποιούνταν και ευκαιριακές δραστηριότητες. Επίσης, η στάση των νοσηλευτών συσχετίστηκε θετικά με την αξιολόγηση των δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας που οργάνωναν αλλά και με την παρακολούθηση των ηλικιωμένων που παρουσίαζαν θετικές αλλαγές στην κατάσταση της υγείας τους. Συγκε-

178

κριμένα όσο πιο θετική ήταν η γενικότερη στάση τους τόσο πιο σωστά αξιολογούσε τις δραστηριότητες αγωγής και προαγωγής της υγείας που αυτός οργάνωνε. Επιπλέον, όσο πιο θετική ήταν η γενικότερη στάση τους τόσο πιο σωστά πραγματοποιούνταν η παρακολούθηση των ηλικιωμένων οι οποίοι παρουσίαζαν θετική αλλαγή στην κατάσταση της υγείας τους, αλλά και πιο σωστός ήταν ο έλεγχος και η διαδικασία διατήρησης των αλλαγών αυτών. Σύμφωνα με τις Πατιστέα & Καραμπότσου (2003) η ενθάρρυνση για διατήρηση της υγείας είναι αναπόσπαστο κομμάτι του ρόλου του νοσηλευτή. Τέλος, η θετικότερη στάση των νοσηλευτών οδηγεί και σε υψηλή αξιολόγηση των δραστηριοτήτων αγωγής και προαγωγής της υγείας (Runciman et al. 2006). Στην παρούσα πιλοτική μελέτη βασικός περιορισμός ήταν το μικρό μέγεθος του δείγματος που δεν επιτρέπει τη γενίκευση των ευρημάτων στον πληθυσμό των κοινοτικών νοσηλευτών που εργάζονται σε ΚΑΠΗ.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Η ανάγκη να επαναπροσδιοριστεί ο ρόλος των κοινοτικών νοσηλευτών που εργάζονται σε ΚΑΠΗ είναι προφανής σύμφωνα με τα ευρήματα της παρούσας πιλοτικής μελέτης. Πιο αναλυτικά, νομοθετημένα καθήκοντα, στρατηγικός σχεδιασμός για δραστηριότητες προαγωγής της υγείας και ένα πλαίσιο εργασίας για το ρόλο του κοινοτικού νοσηλευτή που εργάζεται σε ΚΑΠΗ είναι απαραίτητα στοιχεία για την ανάπτυξη των κοινοτικών νοσηλευτών στο ΚΑΠΗ. Επιπρόσθετα, οι κοινοτικοί νοσηλευτές θα έπρεπε να έχουν γνωστοποιήσει ακόμα περισσότερο τη συμβολή τους στην υγεία των ηλικιωμένων τόσο στο υπόλοιπο προσωπικό του ΚΑΠΗ όσο και στις αρμόδιες αρχές καθώς επίσης θα έπρεπε να εμπλέκονται περισσότερο ενεργά στη διαμόρφωση πολιτικών υγείας για τους ηλικιωμένους. Η ανάπτυξη πρωτοκόλλων αξιολόγησης και καταγραφής των δραστηριοτήτων των κοινοτικών νοσηλευτών είναι ζωτικής σημασίας. Θα μπορούσαν ακόμα να πραγματοποιηθούν μελέτες ελέγχου της αποτελεσματικότητας της εργασίας των κοινοτικών νοσηλευτών που εργάζονται σε ΚΑΠΗ, διότι θα έδιναν τη δυνατότητα να διορθωθούν λανθα-


σμένες πρακτικές, τονίζοντας το ρόλο των κοινοτικών νοσηλευτών ανάμεσα στο υπόλοιπο προσωπικό και σε άλλους επαγγελματίες υγείας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Beth Johnson Foundation (2003) Looking at Ageing in New Ways. Beth Johnson Foundation, Stoke-onTrent. Conkin Dale J (2005) Critiquing research for use in practice. J Pediatric Health Care, 19. P: 183-6. DeVellis R (2003) Scale Development: Theory and Application. London, Sage Publications Denzin N, Lincoln Y (2000) Handbook of qualitative research . 2nd Edition. Sage Publications. London. Drennan V, Ievenson R, Goodman C, Evans C (2004) The workforce in health and social care services to older people: developing an education and training strategy. Nurs Educ Today, 24, 402-408. Eliopoulos C (1997) Gerontological Nursing. 4th Edition. Philadelphia, Lippincott. Häggström E & Bruhn Å (2009) Caregivers’ attitudes to education and supervision in work with the older people in a nursing home. Nurse Education Today, 29 (8). P: 850-854. Help the Aged and Health for Older People (2000) Our Future Health: Older People’s Priorities for Health and Social Care. Help the Aged, London. Holland SK, Greenberg J, Tidwell L, Malone J, Mullan J, Newcomer R (2005) Community-based health coaching, exercise and health service utilization. Journal of Aging and Health, 17. P: 697-716. Kelley K, Abraham C (2007) Health promotion for people aged over 65 years in hospitals: nurses’ perceptions about their role. Journal of Clinical Nursing, 16. P: 569-579. Macleod Clark J, Maben J (1998) Health promotion: perceptions of Project 2000 educated nurses. Health Education Research, 13. P: 185-196. Polit D, Beck C (2006) Essentials of Nursing Care: Methods, Appraisal and Utilization. 6th Edition. Lippincott Williams and Wilkins, Philadelphia. Runciman P, Watson H, Mclntosh J, Tolson D (2006) Community nurses’ health promotion work with older people. Journal of Advanced Nursing, 55. P: 46-57. Shellman J (2000) Promoting Elder Wellness Trough a Community-based Blood Pressure Clinic. Public Health Nursing 17. P: 257-263. Sourtzi P (1995) Evaluation of Health Promotion Activities in Primary Health Care: Perceptions of community nurses and their clients. PhD Thesis. University of Birmingham, Faculty of Medicine and Dentistry, Department of Nursing Studies. Birmingham. P: 15, 51.

Sourtzi P, Nolan P, Andrews R (1996) Evaluation of health promotion activities in community nursing practice. Journal of Advanced Nursing, 24. P: 12141223 Sourtzi P (1998) Defining health promotion: The view of community nurses. Journal of Health Education, Vol. 36, No 1. P: 9-14. Sourtzi P, Amanatidou A, Velonakis E (2003) The role of older volunteers in promoting healthy nutrition for the prevention of cardiovascular diseases. IUHPE Promotion and Education, 10. P: 11-16. Tannenbaum C, Mayo N, Ducharme F (2005) Older women’s health priorities and perceptions of care delivery: results of the WOW health survey. Canadian Medical Association Journal, 173. P: 153-159. Velonakis E, Sourtzi P, Komitopoulos N, Ioannides J, Varsamis E (1999) A health promotion program for the prevention of cardiovascular diseases in the elderly. Journal of Health Promotion Education 37. P: 26-29. Whitehead D (2001) Health education, behavioural change and social phychology: nursing’s contribution to health promotion? Journal of Advanced Nursing, 34. P: 822-832. WHO (1986) The Ottawa Charter for Health Promotion. In: Kaplun A Health promotion and chronic illness. Discovering a new quality of health. Copenhagen, WHO Regional Office for Europe. European Series No 44. P: 2. Αλεξανδροπούλου M (2005) Ο ρόλος και η στάση των σχολικών νοσηλευτών ειδικής αγωγής της Ελλάδος ως προς την αγωγή και την προαγωγή της υγείας. Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία. Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Νοσηλευτικής. Αθήνα. Σελ: 39-47. Ελληνική Στατιστική Αρχή (2011). Απογραφή 2011. www.elstat.gr. Καλοκαιρινού-Αναγνωστοπούλου Α, Σουρτζή Π (2005) Κοινοτική Νοσηλευτική. Εκδόσεις Βήτα. Σελ: 25, 77-86, 141-149. Κοπανιτσάνου Π, Σουρτζή Π (2009) Απόψεις των Ηλικιωμένων για τα Προγράμματα Προαγωγής της Υγείας. Νοσηλεία και Έρευνα, 23. Σελ: 37-43. Λαμπρινού Α (2005) Αξιολόγηση της νοσηλευτικής εκπαίδευσης Ελλάδας και Κύπρου ως προς τη φροντίδα των ηλικιωμένων. Αδημοσίευτη Διδακτορική Διατριβή, Τμήμα Νοσηλευτικής, ΕΚΠΑ. Πατιστέα E, Καραμπότσου Σ (2003) Ηλικιωμένοι ενήλικες: Προαγωγή σε θέματα διατροφής και φυσικής άσκησης. Νοσηλευτική, 42. Σελ: 29-41. Σουρτζή Π, Αμανατίδου Α, Βελονάκης Ε (2003) Αξιολόγηση προγράμματος εκπαίδευσης ηλικιωμένων συμβούλων υγιεινής διατροφής. Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, 15. Σελ: 108-115.

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

179


ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ

Το στίγμα της επιληψίας: αίτια, επιπτώσεις και στρατηγικές αντιμετώπισης Θεοδώρα Τόλη, Νοσηλεύτρια ΠΕ, PhD Βενετία – Σοφία Βελονάκη, Νοσηλεύτρια ΠΕ, Δικηγόρος, PhD Υπεύθυνος Αλληλογραφίας Θεοδώρα Τόλη theotoli@yahoo.com 2310461572

ΠΕΡΙΛΉΨΉ

Σκοπός της ανασκόπησης είναι η περιγραφή του στίγματος που σχετίζεται με την επιληψία στο παρελθόν και στο παρόν, των αιτιών και των συνεπειών αυτού κυρίως στα παιδιά, τους εφήβους και τις οικογένειές τους και των τρόπων περιορισμού αυτού.

οι οποίες με διάφορους μηχανισμούς υποβιβάζουν συστηματικά την υπόληψη και την αυτοεκτίμησή του. Στις μέρες μας δεν είναι πλήρως κατανοητός ο μηχανισμός με τον οποίο τα παιδιά και οι έφηβοι αντιλαμβάνονται το στίγμα αλλά και πως αυτό επιδρά στην ψυχική τους υγεία και στην κοινωνική τους προσαρμογή. Με κατάλληλη προσέγγιση του κοινωνικού περιβάλλοντος των εφήβων και παρέμβαση σε αυτό προάγεται η γνώση και η ανεκτικότητα στη διαφορετικότητα του ατόμου και επιτυγχάνεται μείωση των εντάσεων που έχουν αντίκτυπο σε όλα τα μέλη της οικογένειας.

Μέθοδος: Η αναζήτηση της βιβλιογραφίας πραγματοποιήθηκε για το διάστημα 19602010 σε βάσεις δεδομένων, σε μηχανές αναζήτησης και σε βιβλιογραφικές παραπομπές ανευρεθέντων άρθρων. Ως λέξεις κλειδιά χρησιμοποιήθηκαν στα ελληνικά και τα αγγλικά οι λέξεις στίγμα, επιληψία και τρόποι αντιμετώπισης.

Συμπεράσματα: Σε διεθνές επίπεδο, το ενδιαφέρον για τον περιορισμό του στίγματος της επιληψίας είναι συνεχώς αυξανόμενο. Στη μάχη ενάντια στους παράγοντες που επιτρέπουν την αναπαραγωγή του στίγματος και τα ολέθρια επακόλουθά του, θα πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή όλες οι ιατρικές και ψυχοκοινωνικές στρατηγικές που είναι γνωστές μέχρι σήμερα.

Αποτελέσματα: Από τη στιγμή που αποδίδεται ο χαρακτηρισμός «επιληπτικός» σε ένα άτομο πυροδοτούνται κοινωνικές αντιδράσεις

ΛΕΞΕΙΣ ΚΛΕΙΔΙΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

κασία βιούμενη ή αναμενόμενη, η οποία χαρακτηρίζεται από αποκλεισμό, απόρριψη, μομφή ή υποτίμηση, που προκύπτει από εμπειρία, αντίληψη ή λογική πρόβλεψη μιας δυσμενούς κοινωνικής κρίσης για ένα άτομο ή μια ομάδα. (Scambler 2009). Από τη στιγμή που αποδίδεται στο άτομο που κάνει κρίσεις ο χαρακτηρισμός «επιληπτικός» πυροδοτούνται πλήθος κοινωνικών αντιδράσεων οι οποίες με διάφορους μηχανισμούς υποβιβάζουν συστηματικά την

Εισαγωγή: Η ιστορία της επιληψίας χαρακτηρίζεται από 4 χιλιετίες κοινωνικού στιγματισμού ο οποίος προκαλεί στους πάσχοντες περισσότερο φόβο, πόνο και θλίψη από ότι η ίδια η ασθένεια.

Κατά κοινή ομολογία, η ιστορία της επιληψίας χαρακτηρίζεται από 4 χιλιετίες κοινωνικού στιγματισμού και σκληρών διακρίσεων, οι οποίες προκαλούν στους πάσχοντες περισσότερο φόβο, πόνο και θλίψη από ότι η ίδια η ασθένεια από τη φύση της (Jacoby 2008, Jacoby & Austin 2007, Ryan et al. 1980). Το στίγμα αποτελεί τυπικά μια κοινωνική διαδι-

180

Επιληψία, στίγμα, ενημέρωση, αντιμετώπιση


REVIEW

The Stigma of Epilepsy: Causes, Consequences and Coping Strategies Th. Toli, RN, PhD V. Velonaki, RN, Attorney, PhD Corresponding Author: Th. Toli, RN, PhD theotoli@yahoo.com 2310461572

Introduction: The history of epilepsy is characterized by 4 millennia of social stigmatism and cruel discriminations which cause to the person with epilepsy more fear, pain and grief than the disease itself. Aim: To review the literature on the stigma of epilepsy in the past and in modern times, on its causes and consequences mainly on children, adolescents and their families and on the coping strategies for dealing with it. Methods: The literature review was conducted for the period 1960-2010 in scientific databases, web search engines and in reference lists of related articles. Keywords used were “stigma”, “epilepsy” and “coping strategies” in Greek and English. Results: From the moment that a person is branded as an epileptic, a myriad of social reactions are triggered, which degrade their reputation and self-esteem through several mechanisms. These days, the mechanisms with which children and adolescents perceive stigmatization and the way it affects their

υπόληψη και την αυτοεκτίμησή του. Δεν πρόκειται δηλαδή απλά για ένα φαινόμενο που αποδίδεται στην κακεντρέχεια ορισμένων ανθρώπων. Η σύνδεση μιας επιληπτικής κρίσης με την παροδική απώλεια ελέγχου, τις ασυνήθιστες εκδηλώσεις και το φόβο ενός επικείμενου θανάτου σε συνάρτηση με την άγνοια, δημιουργούν από παλιά τις βαθιά εδραιωμένες προκαταλήψεις έναντι των πασχόντων (Taylor 1987). Σε διεθνές επίπεδο, το ενδιαφέρον για τον περι-

mental health and social adaptation are not fully understood. By approaching the social environment and by interfering with it, we may promote awareness and tolerance of the otherness of the individual so that we can succeed in reducing the tension which affects all the members of the family. Conclusions: At an international level, there is an increasing interest in dealing with the stigma of epilepsy. In the battle against the stigma of epilepsy and its disastrous consequences all the medical and psychosocial methods that are known to this day should be implemented. KEYWORDS Epilepsy, stigma, awareness, strategies, school nurse

ορισμό του στίγματος της επιληψίας είναι συνεχώς αυξανόμενο, γεγονός που αντανακλά στο συνεχώς αυξανόμενο αριθμό σχετικών αναφορών στις μηχανές αναζήτησης (de Boer 2010).

ΣΚΟΠΟΣ Σκοπός της ανασκόπησης αυτής είναι η περιγραφή του στίγματος που σχετίζεται με την

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

181


επιληψία στο παρελθόν και στο παρόν, των αιτιών και των συνεπειών αυτού κυρίως στα παιδιά, τους εφήβους και τις οικογένειές τους και των τρόπων αντιμετώπισης αυτού, σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία. Απώτερος σκοπός της ανασκόπησης είναι η ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των επαγγελματιών υγείας και κυρίως των νοσηλευτών σχετικά με το στίγμα, αφού με τη στάση τους μπορούν να συμβάλλουν σημαντικά στον περιορισμό αυτού του κοινωνικού φαινομένου.

ΜΕΘΟΔΟΣ Η αναζήτηση της βιβλιογραφίας πραγματοποιήθηκε σε εθνικές (www.ekt.gr, www.iatrotek. org) και διεθνείς (www.medline.com, www. cinahl.com, www.pubmed.com) βάσεις δεδομένων, καθώς και μέσω μηχανών αναζήτησης, για το διάστημα από το 1960 έως το 2010. Ως λέξεις κλειδιά για τη βιβλιογραφική αναζήτηση χρησιμοποιήθηκαν στα ελληνικά και αγγλικά, μόνες τους ή συνδυαστικά, οι λέξεις στίγμα, επιληψία, τρόποι αντιμετώπισης (stigma, epilepsy, coping strategies). Κριτήρια για την τελική επιλογή των επιστημονικών κειμένων που χρησιμοποιήθηκαν στην ανασκόπηση ήταν η χρονολογία δημοσίευσης, η ιδιαιτερότητα και συνάφεια του θέματος και -στην περίπτωση των άρθρων- η επιστημονική αναγνωρισιμότητα του περιοδικού στο οποίο δημοσιεύτηκαν. Επίσης για τις ανάγκες της ανασκόπησης χρησιμοποιήθηκαν άρθρα που δεν προέκυψαν μεν άμεσα από τη βιβλιογραφική αναζήτηση αλλά που αποτελούσαν βιβλιογραφικές αναφορές άρθρων που ανευρέθηκαν.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Η προκατάληψη σε περασμένες δεκαετίες Το επιληπτικό άτομο διαχρονικά είχε να αντιμετωπίσει την προκατάληψη και τον κοινωνικό αποκλεισμό στην εκπαίδευση, την επαγγελματική σταδιοδρομία ακόμα και την προσωπική του ζωή (Fernandes et al. 2009). Πιο συγκεκριμένα, πολλοί εκπαιδευτικοί αρνούνταν ακόμα και την παραμονή παιδιού με επιληψία στην

182

τάξη τους παρά τις διαβεβαιώσεις του ιατρού και συχνά ο σχολικός νοσηλευτής και ο σχολικός σύμβουλος αναλάμβαναν την υπεράσπιση των δικαιωμάτων του παιδιού. Επίσης, στην πλειονότητά τους οι εργοδότες παραδέχονταν ότι δε θα προσλάμβαναν άτομο με επιληψία λόγω του φόβου των κρίσεων και ζητημάτων ασφάλισης και αποζημίωσης. Η αδιάκοπη προσπάθειά του ατόμου με επιληψία να αποδείξει ότι δεν είναι πολίτης δεύτερης κατηγορίας και να διεκδικήσει τα δικαιώματά του οδήγησε συχνά σε παθολογικές ακραίες αντιδράσεις όπως επιθετικότητα, ευθιξία και ανταγωνιστικές συμπεριφορές (Livingston 1961). Mέχρι το 1956 σε 17 πολιτείες της Αμερικής απαγορευόταν ο γάμος στα επιληπτικά άτομα και μέχρι το 1959 απαγορευόταν η πρόσληψή τους και σε δημόσιες υπηρεσίες. Ακόμη, μέχρι και τη δεκαετία του 1970 σε 18 χώρες υποχρεώνονταν σε στείρωση και δεν τους επιτρεπόταν η πρόσβαση σε δημόσιους χώρους όπως τα εστιατόρια και τα θέατρα (Kale 1997). Την ίδια εποχή, πολλοί πίστευαν ότι η επιληψία συνδέεται με τη νοητική υστέρηση και την παραφροσύνη, δεν επιτρεπόταν η απόκτηση άδειας οδήγησης και συχνός ήταν ο εγκλεισμός των ατόμων με επιληψία σε ιδρύματα. Συγχρόνως, αρκετοί ιατροί θεωρούσαν εξαιρετικά δύσκολη έως ανέφικτη τη θεραπεία της επιληψίας, έκρυβαν τη διάγνωση από τους γονείς και χρησιμοποιούσαν τον τίτλο «κλινική σπασμών» και όχι «κλινική επιληψίας» για να μη στιγματιστούν (Livingston 1961). Αν και επήλθαν αρκετές νομοθετικές αλλαγές, σε ορισμένες χώρες παρέμειναν σταθερές πεποιθήσεις όπως: ότι οι επιληπτικοί έχουν συγκεκριμένο τύπο προσωπικότητας και ροπή προς την εγκληματικότητα, ότι δε θα έπρεπε να εργάζονται (Αμερική), ότι το σάλιο τους μπορεί να μεταδώσει την ασθένεια (Ινδία) ή ότι είναι αποτέλεσμα δαιμονικής κατοχής (Αφρική). Στον Καναδά μέχρι το 1977 απαγορευόταν η μετανάστευση επιληπτικών ατόμων (Murray 1977, Arangio 1975). Μολονότι στη σύγχρονη εποχή πολλά από τα ανωτέρω δεδομένα έχουν αλλάξει και η νομοθεσία που αφορά στα άτομα με επιληψία έχει βελτιωθεί σημαντικά, τα άτομα με επιληψία εξακολουθούν να βιώνουν περιορισμούς στα δικαιώματά τους όπως για παράδειγμα σχετικά με την εκπαίδευση, την εργα-


σία και την πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας (de Boer, 2010).

Σύγχρονα δεδομένα για την επιληψία Μελέτες δείχνουν ότι η επιληψία είναι συνυφασμένη με μια αβέβαιη και πολυσύνθετη κοινωνική πορεία η οποία μεταβάλλεται με την πάροδο του χρόνου και διαφοροποιείται μεταξύ των εθνών με βάση τις επικρατούσες πολιτιστικές και θρησκευτικές απόψεις (de Boer, 2010). Οι επιπτώσεις που σχετίζονται με τη συγκεκριμένη νόσο είναι δυσανάλογες, τόσο για τους πάσχοντες όσο και τις οικογένειές τους και ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ευπαθείς ομάδες πληθυσμών και μειονοτήτων (Birbeck et al. 2008). Για παράδειγμα οι Αφροαμερικανοί που πάσχουν από επιληψία φαίνεται ότι αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα στην προσπάθειά τους να αναζητήσουν φροντίδα υγείας και να γίνουν αποδεκτοί στην κοινότητά τους. Η χρονιότητα της νόσου κατά κύριο λόγο οδηγεί στο στιγματισμό του ατόμου και της οικογένειάς του, σε συναισθηματική επιβάρυνση και των δύο πλευρών, σε συζυγικές και οικογενειακές διαμάχες, σε σχολική αποτυχία, σε εργασιακά και οικονομικά προβλήματα αλλά και σε προβλήματα στη σχέση τους με άλλα άτομα (Kleinman et al. 1995, Fernandes et al. 2008). Σε περιοχές της Αφρικής όπως είναι η Ζάμπια και το Καμερούν οι μάγοι - θεραπευτές συντηρούν τις παραδοσιακές αντιλήψεις που επικρατούν σχετικά με την αιτιολογία της νόσου και τον τρόπο μετάδοσής της κατά τη διάρκεια των σπασμών, συμβάλλοντας έτσι στην απροθυμία των παρευρισκομένων να βοηθήσουν το άτομο που πάσχει από επιληψία και αποτρέποντας την αναζήτηση ιατρικής βοήθειας (Birbeck & Kalichi 2003). Έτσι, ο πάσχων αφήνεται αβοήθητος να πνιγεί ή να υποστεί σοβαρά εγκαύματα και άλλα ατυχήματα τα οποία περιορίζουν τη λειτουργικότητά του και ακυρώνουν το ρόλο του στην κοινωνία. Από την άλλη πλευρά εκφράζονται φόβοι ότι η κακοποίηση και η εκμετάλλευση των γυναικών με επιληψία που ζουν απροστάτευτες και εξαθλιωμένες, καθώς δεν παντρεύτηκαν εξαιτίας της νόσου, ενισχύει τη μετάδοση του Aids (Baskind & Birbeck 2005). Στις αφρικανικές κοινωνίες η επιληψία είναι το εισιτήριο για τον αποκλεισμό του άτο-

μου που πάσχει και τη στέρηση της συμμετοχής του στα κοινά. Ο στιγματισμός είναι τόσο έντονος που ακόμη και ο πλούτος δε μπορεί να προστατεύσει το άτομο από την προσβολή και την απόρριψη (Allotey & Reidpath 2007). Συγχρόνως, ο υποσιτισμός μέσω ενεργοποίησης συγκεκριμένων μηχανισμών μπορεί να ευνοήσει την εμφάνιση κρίσεων και ίσως και επιληψίας. Αλλά και αντίστροφα, η επιληψία εξαιτίας των κοινωνικών και πολιτιστικών συνεπειών, ορισμένων αντιεπιληπτικών παραγόντων αλλά και ανάλογα με τη βαρύτητα καθορίζει τη διατροφική κατάσταση του ατόμου (Crepin et al. 2009). Στην Ινδία, όπου υπολογίζεται ότι ζουν περίπου 5,5 – 7,8 εκατομμύρια άτομα με επιληψία, ακόμα και σε οικογένειες με υψηλό πνευματικό επίπεδο δεν γίνεται αποδεκτό η νύφη τους να πάσχει από επιληψία. Οι οικονομικά ασθενέστερες οικογένειες και αυτές που κατοικούν σε αγροτικές περιοχές συχνά καταφεύγουν σε πρακτικούς θεραπευτές και εξορκιστές ή ταξιδεύουν πολύ για να βρουν φτηνή ή δωρεάν ιατρική φροντίδα. Οι γυναίκες παροτρύνονται να μη φανερώσουν το μυστικό τους πριν το γάμο καθώς ακόμη και ο αρραβώνας διαλύεται αν αποκαλυφθεί ότι η κοπέλα πάσχει από επιληψία. Μετά το γάμο όταν μαθαίνουν για την αρρώστια η γυναίκα απειλείται με διαζύγιο έστω και αν είναι έγκυος, σε άλλες περιπτώσεις της παίρνουν την κηδεμονία όταν γεννήσει αγόρι ή αναγκάζεται να αποδεχτεί την παρουσία και δεύτερης γυναίκας (Nag 2000). Αντιθέτως, οι άντρες που αναζητούν ιατρική βοήθεια στις κλινικές, δεν αποσιωπούν το πρόβλημά τους πριν το γάμο και το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν αφορά στην εύρεση αποδοτικής εργασίας. Παρά το γεγονός ότι στο ευρύ κοινό παρατηρείται αύξηση του επιπέδου των γνώσεων για το συγκεκριμένο νόσημα, φαίνεται ότι αυτή η αύξηση δε συνοδεύεται από ανάλογη βελτίωση της κοινωνικής στάσης ή της συμπεριφοράς. Σε μελέτη των Baker et al (2008) σε επιληπτικούς ασθενείς, το 25 - 51% των ερωτηθέντων ένιωθαν στιγματισμένοι και μάλιστα στο 18% των περιπτώσεων σε υπερβολικά μεγάλο βαθμό (Baker et al. 2000, Bandstra et al. 2008). Σε μακροχρόνια μελέτη που πραγματοποιήθηκε στην Ιαπωνία αποτυπώνεται ότι η πλειο-

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

183


νότητα των ασθενών είχε χαμηλότερο εκπαιδευτικό υπόβαθρο, μειωμένες επαγγελματικές προοπτικές και λιγότερες πιθανότητες να δημιουργήσει οικογένεια σε σύγκριση με το γενικό πληθυσμό (Tsuji 2004). Σε άλλες μελέτες υπερτονίζεται η επίπτωση της επιληψίας σε ό,τι αφορά στην οδήγηση, η οποία εξαρτάται από τη βαρύτητα των κλινικών συμπτωμάτων και αναδεικνύεται σε μείζον ζήτημα για τα άτομα με επιληψία (Anonymous 2000).

Παράγοντες που διαμορφώνουν τον κοινωνικό στιγματισμό Ο χαρακτηρισμός ενός ατόμου ως επιληπτικό, η διάκριση, ο διαχωρισμός βάσει στερεότυπων αντιλήψεων και η απώλεια του κοινωνικού γοήτρου είναι μερικά από τα στοιχεία που συνοδεύουν τον στιγματισμό. Οι παράγοντες που επηρεάζουν την εμφάνιση και συντηρούν το στίγμα της επιληψίας δεν έχουν εξακριβωθεί πλήρως. Το γεγονός ότι οι περισσότεροι δε μπορούν να κατανοήσουν τη φύση της ασθένειας και την αποδίδουν σε «αδυναμία των νεύρων», θεωρούν ότι είναι κληρονομική ή ότι σχετίζεται με ψυχικά νοσήματα, επιβαρύνει το κοινωνικό προφίλ του πάσχοντος αλλά και επηρεάζει την ποιότητα ζωής όλων των μελών της οικογένειας (Jacoby et al. 2008). Στη μεροληπτική συμπεριφορά έναντι των ατόμων με επιληψία οδηγούν αντιλήψεις σημαντικής μερίδας του πληθυσμού ότι η επιληψία σχετίζεται με ψυχικά νοσήματα και βίαιες ή εγκληματικές συμπεριφορές, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια ή μεταξύ των κρίσεων (Collins et al. 2007). Προφανώς υπάρχει σημαντικό μερίδιο ευθύνης στους υπεύθυνους των μέσων μαζικής ενημέρωσης που διαιωνίζουν εσφαλμένες αντιλήψεις, με αποτέλεσμα να προβάλλεται με αρνητικό τρόπο το ζήτημα της επιληψίας. (Krauss et al. 2000). Ταυτόχρονα, η περιορισμένη αρθρογραφία σε έντυπα ευρείας κυκλοφορίας από εξειδικευμένους στην επιληψία επιστήμονες δεν συμβάλλει ώστε να ενημερωθεί κατάλληλα το ευρύ κοινό (Obeid 2008). Οι λέξεις που χρησιμοποιούνται έχουν σημασία και μπορούν να επηρεάσουν τις αντιλήψεις του κοινού και το στίγμα που σχετίζεται με την επιληψία. Δίνοντας έμφαση στη διάγνωση ή τα

184

συμπτώματα της ασθένειας, επισκιάζονται τα βιολογικά, ψυχικά, κοινωνικά και θρησκευτικά χαρακτηριστικά του ατόμου και άρα και η ταυτότητά του. Για το λόγο αυτό, κρίνεται πλέον σκόπιμο να αποφεύγεται ο όρος «επιληπτικός» και να γίνεται αναφορά στο άτομο με επιληψία (Fernandes et al. 2009). Το στίγμα της επιληψίας φαίνεται να το βιώνει διαφορετικά το άτομο, ανάλογα με τον τύπο της προσωπικότητάς του, με τον τρόπο που διαχειρίζεται τα προβλήματά του και με τα περιστατικά διακρίσεων που έχει βιώσει. (Lee et al. 2005). Γενικά τα άτομα με επιληψία θεωρείται ότι έχουν υψηλότερα επίπεδα ψυχοπαθολογίας, γεγονός που τροφοδοτεί αρνητικά τις παρωχημένες αντιλήψεις της κοινωνίας (Jones et al. 2010). Ταυτόχρονα, τα προβλήματα μνήμης, οι μαθησιακές δυσκολίες, η νοητική στέρηση, η εγκεφαλική παράλυση, οι αϋπνίες, το αίσθημα αδυναμίας ή οι κεφαλαλγίες κ.α. που μπορεί να συνυπάρχουν με τη νόσο μπορεί πράγματι να οδηγήσουν το άτομο σε πράξεις απελπισίας αφού μπορεί να αισθανθεί ότι δεν έχει τη δυνατότητα να ελέγξει την κατάσταση της υγείας του, ειδικά όταν δεν διαθέτει αποφασιστική προσωπικότητα ώστε να συνεχίσει να παλεύει για την εικόνα του εαυτού του και την επιβίωση (Aydemir et al. 2009). Ζώντας σε ένα υποστηρικτικό περιβάλλον τα προβλήματα που προαναφέραμε αμβλύνονται και μπορούν να ενισχύσουν τη διάθεση του ατόμου για τη ζωή. Πάντως, το απροσδόκητο, η απώλεια ελέγχου και η εκδήλωση της ανθρώπινης αδυναμίας σε ορισμένα νοσήματα όπως είναι και η επιληψία φαίνεται ότι προσβάλλουν τον κοινωνικό και ηθικό σύστημα αξιών και εγείρουν αναπόφευκτα ζητήματα διακρίσεων (Ablon 2002, McEwan et al. 2004).

Οι επιπτώσεις της νόσου και του κοινωνικού στίγματος στους εφήβους και στις οικογένειές τους Οι έφηβοι με επιληψία διανύουν μια κρίσιμη περίοδο προς την ενηλικίωση και την ανεξαρτησία, καθώς υπόκεινται σε χαρακτηριστικές σωματικές αλλαγές και ανακαλύπτουν την ταυτότητά τους. Οι έφηβοι δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στα πρότυπα και τις αντιλήψεις των


συμμαθητών τους και συγχρόνως αντιμετωπίζουν τη διάκριση και την απόρριψη πότε διακριτικά και άλλοτε με περισσότερο σαφείς εκδηλώσεις. Φαίνεται μάλιστα ότι τα κορίτσια σε σχέση με τα αγόρια με επιληψία γίνονται πιο συχνά στόχος επικρίσεων, αλλά και ότι οι γονείς αποτιμούν διαφορετικά το στίγμα από ότι τα παιδιά τους. (Dunn et al. 1999, Funderburk et al. 2007). Είναι άραγε δυνατή η απόκτηση κοινωνικών δεξιοτήτων και η ομαλή μετάβαση του έφηβου στην κοινωνία τη στιγμή που θα πρέπει επιπλέον να διαπραγματευτεί για τις σχολικές δραστηριότητες στις οποίες μπορεί να συμμετέχει, τις ψυχαγωγικές δραστηριότητες που θα ακολουθήσει στον ελεύθερο χρόνο του, το επάγγελμα που μπορεί να ασκήσει και για το αν μπορεί να αποκτήσει δίπλωμα οδήγησης; Οι έφηβοι πιθανότατα ερμηνεύουν και ανταποκρίνονται στις αρνητικές εμπειρίες που εισπράττουν από την κοινότητα με ποικίλους και δυναμικούς τρόπους. Οι μελέτες που αφορούν τα παιδιά με επιληψία, δεν είναι πολλές. Ωστόσο, φαίνεται ότι ο τρόπος που το στίγμα επιδρά στη ζωή τους, οι μηχανισμοί άμυνας που θα αναπτύξουν και οι συναισθηματικές τους αντιδράσεις, επηρεάζονται σε κάποιο βαθμό από τη στάση που έχουν τα ίδια τα άτομα για τη νόσο (Austin & Huberty 1993, Funderburk et al. 2007). Πιο συγκεκριμένα, τα παιδιά που έχουν αρνητική στάση για την ασθένειά τους ή παρουσιάζουν συχνά κρίσεις είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν ανορθόδοξους μηχανισμούς αντιμετώπισης και να εμφανίσουν χαμηλή αυτοεκτίμηση, χαμηλή σχολική επίδοση, αρνητικά αισθήματα για τη ζωή και προβλήματα συμπεριφοράς. Ορισμένες έρευνες που έγιναν σε έφηβους δείχνουν ότι οι περισσότεροι δεν έχουν νιώσει στιγματισμένοι και ενδεχομένως αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δεν έχουν αποκαλύψει ακόμη το μυστικό τους, το οποίο αποτελεί μηχανισμό άμυνας (MacLeod & Austin 2003). Σε μια συγκριτική μελέτη που πραγματοποιήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο (Λονδίνο και Λίβερπουλ) ερευνητές εξέτασαν αρχικά τις ψυχοκοινωνικές επιδράσεις της επιληψίας σε έφηβους με επιληψία και υγιείς συμμαθητές τους και δευτερευόντως εάν άλλα χαρακτηριστικά όπως η γνώση για τη νόσο επηρεάζουν την

ψυχολογική κατάσταση των εφήβων με επιληψία (Baker et al. 2005). Στα αποτελέσματα αυτής της έρευνας φάνηκε τα νεαρά άτομα να είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα, να βιώνουν την κοινωνική απομόνωση και μια σειρά αρνητικών συναισθημάτων με αποτέλεσμα να αποτραβιούνται σταδιακά από τις αγαπημένες τους κοινωνικές δραστηριότητες, να έχουν προβλήματα στις σχέσεις που συνάπτουν και να μη πετυχαίνουν τις επαγγελματικές τους φιλοδοξίες. Ειδικότερα, τα επακόλουθα της νόσου σταθμίζονται από μια σειρά παραγόντων όπως είναι: ο τύπος και η συχνότητα των κρίσεων, οι παρενέργειες της φαρμακευτικής αγωγής, το σχολικό και οικογενειακό περιβάλλον και η κοινωνία γενικότερα. Ακόμη, οι έφηβοι με επιληψία παρουσίαζαν υψηλότερα επίπεδα ψυχώσεων, ενοχής, κατάθλιψης και άγχους στις συναναστροφές τους, χαμηλότερη αυτοεκτίμηση και το χαμηλό επίπεδο γνώσεων για την επιληψία συσχετιζόταν με τα παραπάνω. Ο Baker και οι συνεργάτες του σε μια διεθνή μελέτη που πραγματοποίησαν το 2008, σε χώρες της Ευρώπης, της Ασίας και πολιτειών της βόρειας Αμερικής, μελέτησαν τις επιδράσεις της επιληψίας από την σκοπιά των παιδιών, των οικογενειών και φροντιστών τους και των επαγγελματιών υγείας. Μεταξύ των αποτελεσμάτων φαίνεται ότι τα παιδιά απουσίαζαν από το σχολείο τους από 2 έως και 18 ημέρες ετησίως εξαιτίας της νόσου και ότι οι παρενέργειες της αντιεπιληπτικής αγωγής δυσχέραιναν επιπλέον τη συμμετοχή τους στην εκπαιδευτική διαδικασία. Παρόμοια με άλλες μελέτες, η επαγγελματική αποκατάσταση και η ανεξαρτησία τους φαίνεται να προκαλούσαν προβληματισμό για τα μελλοντικά τους σχέδια. Στη συγκεκριμένη μελέτη δόθηκε έμφαση και στις επιπτώσεις που έχει η ασθένεια σε ολόκληρη την οικογένεια. Οι γονείς απείχαν συχνά ή οριστικά από την εργασία τους, προκειμένου να φροντίσουν το πάσχον μέλος, αποκρύπτοντας ορισμένες φορές το γεγονός ότι το παιδί τους έχει επιληψία από φόβο ότι θα του συμπεριφερθούν με διαφορετικό από το συνηθισμένο τρόπο και ανησυχούσαν για τις παρενέργειες των φαρμάκων (Baker et al 2008). Το έντονο στρες και ο προβληματισμός φαίνεται να μεταδίδεται και στα αδέλφια των παιδιών με επιληψία, ειδικά σε περίπτωση συχνών κρίσεων (Mims 1997).

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

185


Το εύρημα ότι το στίγμα της επιληψίας ελαττώνει την αυτοπεποίθηση του άτομου ότι μπορεί να χειριστεί αποτελεσματικά την κατάσταση, ενισχύεται από μία ακόμη μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε ενήλικες. Στη μελέτη τoυ Dilorio και των συνεργατών του (2003) βρέθηκε ότι εξίσου άντρες και γυναίκες και μεταξύ διαφορετικών εθνικοτήτων βιώνουν τον κοινωνικό στιγματισμό σαν αποτέλεσμα της νόσου. Επιπρόσθετα, έδειξαν ότι υψηλότερα επίπεδα διακρίσεων βίωναν: οι άνεργοι, οι ανύπαντροι, όσοι διέθεταν χαμηλότερο εισόδημα, όσοι παρουσίασαν μία κρίση το προηγούμενο έτος και όσοι στερούνταν το δικαίωμα να διαθέτουν άδεια οδήγησης. Τέλος, έδειξαν ότι η αίσθηση του στίγματος οδηγεί σε απαισιοδοξία, μη συμμόρφωση των ασθενών στη θεραπεία και χαμηλά επίπεδα ικανοποίησης από την επαφή τους με γιατρούς, νοσηλευτές και άλλους επαγγελματίες υγείας αλλά και από την παρεχόμενη φροντίδα υγείας στο σύνολό της.

Μέτρα για την εξάλειψη των επιπτώσεων της επιληψίας Υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τύποι στρατηγικών που μπορούν να εφαρμοστούν σε διαφορετικά επίπεδα. Σε προσωπικό επίπεδο πρωταρχικής σημασίας είναι: η αύξηση της γνώσης για τη νόσο, η αλλαγή της στάσης και της συμπεριφοράς του ατόμου, η ενδυνάμωση του ατόμου σε συνδυασμό με την εκμάθηση δεξιοτήτων και η οικονομική ενίσχυση (Heijneders & Van Der Meij 2006). Οι συνήθεις μηχανισμοί άμυνας που μπορεί να χρησιμοποιήσει κάποιος (απόκρυψη του προβλήματος, αποφυγή τοποθέτησης, εσωστρέφεια) δεν φέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα και χρήσιμο είναι να δώσουν τη θέση τους στη συμβουλευτική και υποστήριξη του ατόμου μέσα από σεμινάρια και ομάδες παρέμβασης. Σε διαπροσωπικό επίπεδο χρειάζεται να εστιάσει κανείς στη δυναμική των σχέσεων του ατόμου με επιληψία με το στενό οικογενειακό του περιβάλλον, το σχολικό ή εργασιακό του περίγυρο και το φιλικό υποστηρικτικό δίκτυο. Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να αγνοείται η πραγματικότητα, όπου οι συγγενείς του πάσχοντος είναι γεμάτοι από ανασφάλειες, φοβίες και προκαταλήψεις που διαιωνίζονται εξαι-

186

τίας της πλημμελούς ενημέρωσης που λαμβάνουν για το συγκεκριμένο ζήτημα (Salgado et al. 2005). Σε επίπεδο κοινότητας η πληροφόρηση και η κατάρριψη του μύθου περί επιληπτικής προσωπικότητας πρέπει να αποτελούν προτεραιότητες για τον ιατρικό και νοσηλευτικό κλάδο, μέσα από το πρίσμα των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Από την άλλη πλευρά οι επαγγελματίες υγείας θα πρέπει να δημιουργήσουν σχέση εμπιστοσύνης και να ενθαρρύνουν το άτομο με επιληψία να συζητά ελεύθερα όλα τα θέματα που το απασχολούν δίχως να παραβλέπουν το γεγονός ότι περίπου στο 30% των περιπτώσεων τα καταθλιπτικά συμπτώματα που συνυπάρχουν, αποτελούν εμπόδιο για την ικανοποιητική διαχείριση του χρόνιου προβλήματος της υγείας του ατόμου (Dilorio et al. 2006). Ο σχολικός νοσηλευτής μπορεί να ενημερώσει τους μαθητές για τα συμπτώματα και την αντιμετώπιση της νόσου, με λιγότερο απειλητικό τρόπο, με τη μορφή εκπαιδευτικού παιχνιδιού που απαρτίζεται από ερωτήσεις. Έτσι μεταδίδεται το μήνυμα ότι οι μαθητές με επιληψία είναι φυσιολογικά άτομα, απλά βιώνουν κάποιες διαφορετικές καταστάσεις. Με τον τρόπο αυτό προάγεται μια πιο θετική στάση στους μελλοντικούς ενήλικες (Funderburk et al. 2007). Σε θεσμικό επίπεδο η διασφάλιση ίσων ευκαιριών για εργασία σε συνάρτηση με τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου και προσπελάσιμου συστήματος υγείας μπορεί να επιφέρει τη δικαιοσύνη και ένα κλίμα αποδοχής στην κοινωνία. Απογοητευτικά κρίνονται τα αποτελέσματα προσπαθειών οι οποίες βασίστηκαν μόνο σε εκπαιδευτικές και ψυχολογικές παρεμβάσεις (με τη χρήση έντυπου υλικού, βίντεο και τη συμμετοχή σε ομάδες εργασίας) για εφήβους αλλά και το γενικό πληθυσμό. Κατάφεραν να βελτιώσουν προσωρινά το επίπεδο των γνώσεων αλλά δεν τροποποιήσαν μακροπρόθεσμα τις στάσεις των περισσοτέρων, ούτε βελτίωσαν την ποιότητα ζωής των ασθενών δείχνοντας με τον τρόπο αυτό ότι η εξάλειψη των προλήψεων είναι μια ιδιαίτερα πολύπλοκη διαδικασία (Birbeck 2006, Jacoby et al. 2005). Επίσης απαραίτητες κρίνονται οι ατομικές και ομαδικές πρωτοβουλίες, όπως από οργανισμούς, συλλόγους και ινστιτούτα και με τη συνεισφορά εθελοντών για την ανάδει-


ξη της κοινωνικής αξίας των ατόμων με επιληψία. Η οργάνωση ομαδικών προγραμμάτων με την ενεργή συμμετοχή ατόμων με επιληψία θα μπορούσε να συμβάλλει στη διάλυση των παρανοήσεων σε σχέση με την επιληψία (Boer et al. 2008).

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Αναμφίβολα η επιληψία είναι ένα προσδιοριστικό στοιχείο της προσωπικότητας του ατόμου και παραμένει ένα φορτίο που κουβαλά μαζί του και επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα της ζωής του (Jacoby 2002). Στις μέρες μας οι επαγγελματίες υγείας και οι ερευνητές δεν μπορούν να κατανοήσουν πλήρως το μηχανισμό με τον οποίο τα παιδιά και οι έφηβοι αντιλαμβάνονται το στίγμα αλλά και πως αυτό επιδρά στην ψυχική τους υγεία και στην κοινωνική τους προσαρμογή. Με κατάλληλη προσέγγιση του κοινωνικού περιβάλλοντος των εφήβων και παρέμβαση σε αυτό προάγεται η γνώση και η ανεκτικότητα στη διαφορετικότητα του ατόμου και επιτυγχάνεται μείωση των εντάσεων που έχουν αντίκτυπο σε όλα τα μέλη της οικογένειας. Στη μάχη ενάντια στους παράγοντες που επιτρέπουν την αναπαραγωγή του στίγματος και τα ολέθρια επακόλουθά του, θα πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή όλες οι ιατρικές και ψυχοκοινωνικές στρατηγικές που είναι γνωστές μέχρι σήμερα.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Ablon J. (2002). The nature of stigma and medical conditions. Epilepsy & Behavior: 3: 2-9. Allotey P., Reidpath D. (2007). Epilepsy, culture, identity and well-being: a study of the social, cultural and environmental context of epilepsy in Cameroon. J Health Psychol: 12: 431-443. Anonymous (2000). Social aspects of epilepsy in the adult in seven European countries. Epilepsia: 41 (8): 998-1004. Arangio A.J. (1975). Behind the stigma of Epilepsy. Washington. DC. Epilepsy Foundation of America. Austin J.K., Huberty T.J. (1993). Development of the child attitude toward illness (CATIS) scale. J Pediatr Psychol: 18: 467-480. Aydemir N., Trung D.V., Snape D., Baker G.A., Jacoby A. (2009). Multiple impacts of epilepsy and contributing factors: Findings from an ethnographic study in Vietnam. Epilepsy & Behavior: 16 (3): 512-520.

Baker G.A., Brooks J., Buck D., Jacoby A. (2000). The stigma of epilepsy: a European perspective. Epilepsia: 41 (1): 98-104. Baker G.A., Hargis E., Hsih MM., Mounfield H., Arzimanoglou A., Glauser T., Pellock J., Lund S. (2008). Perceived impact of epilepsy in teenagers and young adults: An international survey. Epilepsy & Behavior: 12: 395-401. Baker G.A., Spector S., McGrath Y., Soteriou H. (2005). Impact of epilepsy in adolescence: A UK controlled study. Epilepsy & Behavior: 6: 556-562. Bandstra N.F., Camfield C.S., Camfield P.R. (2008). Stigma of epilepsy. Can J Neurol Sci: 35 (4): 436-440. Baskind R., Birbeck G.L. (2005). Epilepsy-associated stigma in sub-Saharan Africa. The social landscape of a disease. Epilepsy & Behavior: 7: 68-73. Birbeck G. (2006). Interventions to reduce epilepsyassociated stigma. Psychology, Health & Medicine: 11 (3): 364-366. Birbeck G., Chomba E., Atadzhanov M., Mbewe E., Haworth A. (2008). Women’s experiences living with epilepsy in Zampia. Am J Trop Med Hyg: 79 (2): 168172. Birbeck G.L., Kalichi E.M.N. (2003). The functional status of people with epilepsy in rural sub-Saharan Africa. Journal of the Neurological Sciences: 209: 6568. Boer H.M., Mula M., Sander J.W. (2008). The global burden and stigma of epilepsy. Epilepsy & Behavior: 12: 540-546. Collins T.B.K., Camfield P.R., Camfield C.S., Lee K. (2007). People with epilepsy are often perceived as violent. Epilepsy & Behavior: 10: 69-76. Crepin S., Godet B., Chassain B., Preux P.M., Desport J.C. (2009). Malnutrition and epilepsy: A two-way relationship. Clinical Nutrition: 28: 219-225. de Boer H.M. (2010). Epilepsy stigma: Moving from a global problem to global solutions. Seizure: 19: 630-636. Dilorio C., Osborne Shafer P., Letz R., Henry T., Schomer DL., Yeager K. (2003). The association of stigma with self-management and perceptions of health care among adults with epilepsy. Epilepsy & Behavior: 4: 259-267. Dilorio C., Shafer P.O., Letz R., Henry T.H., Schomer D.L., Yeager K. (2006). Behavioral, social, and affective factors associated with self-efficacy for selfmanagement among people with epilepsy. Epilepsy & Behavior: 9: 158-163. Dunn D.W., Austin J.K., Huster G.A. (1999). Symptoms of depression in adolescents with epilepsy. J Am Acad Child Adolesc Psychia: 38: 1132-1138. Fernandes P.T., Barros N.F., Li L.M. (2009). Stop saying “epileptic”. Epilepsia: 50 (5): 1280-1283. Fernandes P.T., Noronha A.L.A., Sander J.W., Li L.M. (2008). Stigma scale of epilepsy. The perception of epilepsy stigma in different cities in Brazil. Arq Neuropsiquiatr: 66 (3-A): 471-476.

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

187


Funderburk J.A., McCormick B.P., Austin J.K. (2007). Does attitude toward epilepsy mediate the relationship between perceived stigma and mental health outcomes in children with epilepsy? Epilepsy & Behavior: 11: 71-76. Heijnders M., Van Der Meij S. (2006). The fight against stigma: An overview of stigma-reduction strategies and interventions. Psychology, Health & Medicine: 11 (3): 353-363. Jacoby A. (2002). Stigma, epilepsy, and quality of life. Epilepsy & Behavior: 3: 10-20. Jacoby A. (2008). Epilepsy and stigma: an update and critical review. Curr Neurol Neurosci Rep: 8 (4): 339344. Jacoby A., Austin J.K. (2007). Social stigma for adults and children with epilepsy. Epilepsia: 48 (9): 6-9. Jacoby A., Snape D., Baker G. (2005). Epilepsy and social identity: the stigma of a chronic neurological disorder. Lancet Neurol: 4: 171-178 . Jacoby A., Wang W., Vu TD., Wu J., Snape D., Aydemir N., Parr J., Rreis R., Begley C., de Boer H., Prilipko L., Baker G. (2008). Meanings of epilepsy in its sociocultural context and implications for stigma: Findings from ethnographic studies in local communities in China and Vietnam. Epilepsy & Behavior: 12: 286-297. Jones R., Rickards H., Cavanna A.E. (2010). The prevalence of psychiatric disorders in epilepsy: a critical review of evidence. Funct. Neurol: 25 (4): 191-4. Kale R. (eds) (1997). Bringing epilepsy out of the shadows. Wide treatment gap needs to be reduced. BMJ: 315: 2-3. Kleinman A. et al (1995). The social course of epilepsy: Chronic illness as social experience in interior China. Soc Sci Med: 40 (10): 1319-1330. Krauss G.L., Gondek S., Krumholz A., Paul S., Shen F. (2000). Neurology: 54 (10): 1894-1898.

188

Lee S.A., Yoo H.J., Lee B.I. (2005). Factors contributing to the stigma of epilepsy. Seizure: 14: 157-163. Livingston S. (1961). Living with epileptic seizures. Medical progress: 59 (1): 128-137. MacLeod J.S., Austin J.K. (2003). Stigma in the lives of adolescents with epilepsy: a review of the literature. Epilepsy & Behavior: 4: 112-117. McEwan M.J., Espie C.A., Metcalfe J., Brodie M.J., Wilson M.T. (2004). Quality of life and psychosocial development in adolescents with epilepsy: a qualitative investigation using focus group methods. Seizure: 13: 15-31. Mims J. (1997). Self-esteem, behavior and concerns surrounding epilepsy in siblings of children with epilepsy. J. Child Neurol. 12 (3):187-92. Murray T.J. (1977). Epilepsy, the devil and immigration. CMA: 116: 963-964. Nag D. (2000). Gender and Epilepsy: A clinician’s experience. Neurol India: 48: 99-104. Obeid T. (2008). Stigma. An aspect of epilepsy not to be ignored. Saudi Med J: 29 (4): 489-497. Ryan R., Kempner K., Emlen A.C. (1980). The stigma of epilepsy as a self concept. Epilepsia: 21 (4): 433-444. Salgado P.C.B., Fernandes P.T., Noronha A.L.A., Barbosa F.D., Souza E.A.P., Li L.M. (2005). The second step in the construction of a stigma scale of epilepsy. Arq Neuropsiquiatr: 63 (2-B): 395-398. Scambler G. (2009). Health-related stigma. Sociology of Health and Illness: 31 (3): 441-455. Taylor D.C. (1987). Epilepsy and prejudice. Archives of Disease in Childhood: 62: 209-211. Tsuji S. (2004). Social aspects of epilepsy: marriage, pregnancy, driving, antiepileptic drug withdrawal and against social stigma. Rinsho Shinkeigaku: 44 (11): 865-867.


ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

189


ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ

Το θεσμικό πλαίσιο αναφορικά με τα δικαιώματα πρόσβασης των μεταναστών στις υπηρεσίες υγείας στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ευγενία Κούλη, Νοσηλεύτρια ΠΕ, MSc, Επιστημονική Συνεργάτιδα Εργαστηρίου Οργάνωσης και Αξιολόγησης Υπηρεσιών Υγείας, Τμήμα Νοσηλευτικής, Πανεπιστήμιο Αθηνών Θεόδωρος Φούσκας, Κοινωνιολόγος ΠΕ, PhD, Πάντειο Πανεπιστήμιο Μάμας Θεοδώρου, Αναπληρωτής Καθηγητής, Ανοικτό Πανεπιστημίου Κύπρου Εμμανουήλ Βελονάκης, Καθηγητής, Τμήμα Νοσηλευτικής, Πανεπιστήμιο Αθηνών Υπεύθυνος Αλληλογραφίας: Κούλη Ευγενία Τμήμα Νοσηλευτικής, Πανεπιστήμιο Αθηνών Παπαδιαμαντοπούλου 123, 11527 Αθήνα Τηλέφωνο: 210 7461471, Fax: 210 7461473 Email: ekouli@nurs.uoa.gr

H παρούσα έρευνα έχει συγχρηματοδοτηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο - ΕΚΤ) και από εθνικούς πόρους μέσω του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Εκπαίδευση και Δια Βίου Μάθηση» του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ) – Ερευνητικό Χρηματοδοτούμενο Έργο: «ΘΑΛΗΣ – ΕΚΠΑ – Διερεύνηση, καταγραφή και ανάλυση των ανισοτήτων πρόσβασης των μεταναστών που ζουν στην Ελλάδα σε υπηρεσίες υγείας» MIS: 377228 KA:70/3/11671

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Εισαγωγή: Οι ανισότητες στην πρόσβαση των υπηρεσιών υγείας αποτελούν ένα σύνθετο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα οι μετανάστες. Ωστόσο, στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν υπάρχει ενιαία πολιτική στη διαχείριση των μεταναστών αναφορικά με την πρόσβασή τους στις υπηρεσίες υγείας. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας ανασκόπησης ήταν η καταγραφή των δικαιωμάτων πρόσβασης των μεταναστών στις υπηρεσίες υγείας στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μεθοδολογία: Βιβλιογραφική ανασκόπηση στις βάσεις δεδομένων Pubmed, Scopus, CINAHL και ΙΑΤΡΟΝΕΤ, χρησιμοποιώντας τις εξής λέξεις κλειδιά: immigrants/migrants (μετανάστες), asylum seekers (αιτούντες άσυλο), rights (δικαιώματα), access (πρόσβαση), health services (υπηρεσίες υγείας), European Union (Ευρωπαϊκή Ένωση). Αποτελέσματα: Στις περισσότερες χώρες, οι

190

αιτούντες άσυλο και τα ανήλικα παιδιά μεταναστών δικαιούνται δωρεάν πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας, όπως και οι ημεδαποί. Οι μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα, στις περισσότερες περιπτώσεις, έχουν περιορισμένα δικαιώματα πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας μόνο για την αντιμετώπιση επειγουσών καταστάσεων (π.χ. λοιμώδη νοσήματα, HIV/AIDS). Ωστόσο υπάρχουν και χώρες (π.χ. Σουηδία), όπου οι μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα είναι εντελώς αποκλεισμένοι από τις υγειονομικές υπηρεσίες. Συμπέρασμα: Η πρόσβαση των μεταναστών στο σύστημα υγείας επηρεάζει τη χρήση των υπηρεσιών, με αποτελέσματα που αντανακλώνται στο επίπεδο υγείας τους. Λέξεις-κλειδιά: Ευρωπαϊκή Ένωση, μετανάστες, δικαιώματα, πρόσβαση, υπηρεσίες υγείας


REVIEW

The institutional framework regarding the rights of immigrants for access to health services in the European Union

E. Kouli, RN, MSc, Researcher in Center of Health Services Management and Evaluation, Faculty of Nursing, University of Athens M. Theodorou, Associate Professor, Open University of Cyprus Th. Fouskas, Sociologist, PhD, Panteion University E. Velonakis, Professor, Faculty of Nursing, University of Athens Corresponding Author: E. Kouli Faculty of Nursing, University of Athens 123 Papadiamantopoulou str., 115 27 Athens-Greece Tel: 030 210 7461471, Fax: 030 210 7461473 Email: ekouli@nurs.uoa.gr

This research has been co-financed by the European Union (European Social Fund – ESF) and Greek national funds through the Operational Program “Education and Lifelong Learning” of the National Strategic Reference Framework (NSRF) - Research Funding Program: THALIS –UOA- The Detection, Transcription, and Analysis of Inequalities to Healthcare Access for Immigrants Living in Greece MIS: 377228 KA:70/3/11671

ABSTRACT Introduction: Inequalities in health constitute a complicated problem faced particularly by immigrants. However, among the countries of European Union, there is no uniform policy in the management of immigrants regarding their access to health services. Aim: The present review analyzes the access rights of migrants to health services in European countries. Methodology: Literature review in the databases Pubmed, Scopus, CINAHL and IATRONET using the following keywords: immigrants/migrants, asylum seekers, rights, access, health services, European Union.

and only for urgent problems (e.g. infectious diseases, HIV / AIDS). However, there are countries (e.g. Sweden), where undocumented immigrants are totally excluded from health services. Conclusion: The access of immigrants to health system affects their use of health services, with results that are reflected in their health status. Keywords: European Union, rights, access, health services

immigrants,

Results: In most countries, asylum seekers and minor children of immigrants are entitled to free access to health services as nationals. In most cases, the undocumented immigrants have limited rights of access to health services

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

191


ΕΙΣΑΓΩΓΗ Οι μετανάστες αποτελούν σήμερα παγκοσμίως ένα εξαιρετικά σημαντικό ζήτημα δημόσιας υγείας. Η προσαρμογή τους στη χώρα μετανάστευσης, έτσι ώστε να βελτιωθεί η ποιότητα ζωής τόσο για τους ίδιους όσο και για τους γηγενείς αποτελεί πρόκληση για τις κυβερνήσεις. Συνολικά, οι πολίτες που έχουν γεννηθεί εκτός Ευρώπης ανέρχονται σε 35-40 εκατομμύρια ενώ οι μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα αποτελούν κατ’ εκτίμηση το 0,4%-0,8% του πληθυσμού (περίπου 1,9-3,8 εκατομμύρια). Η κοινωνική αυτή ομάδα αντιμετωπίζει μεγάλες δυσκολίες αναφορικά με την ενσωμάτωσή της στον κοινωνικό, οικονομικό, και πολιτιστικό ιστό των κοινωνιών της Ευρώπης (Vogel 2009). Η κοινωνική πολιτική στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει λάβει σήμερα το χαρακτήρα προσδιορισμού ελάχιστα κοινά αποδεκτών κοινωνικών προδιαγραφών, λειτουργώντας συμπληρωματικά της οικονομικής ολοκλήρωσης, χωρίς να συγκροτεί ξεχωριστό πεδίο συλλογικών κοινωνικών σχέσεων και διέπεται από την αρχή της επικουρικότητας (Σακελλαρόπουλος 2001). Οι ανισότητες στο χώρο της υγείας, αποτελούν ένα σύνθετο πρόβλημα, που παραμένει διαχρονικά επίκαιρο, έχοντας μάλιστα και σημαντικές κοινωνικές προεκτάσεις. Τα τελευταία χρόνια, με την υψηλή κινητικότητα πληθυσμών, τη σημαντική αύξηση της ανεργίας και την οικονομική κρίση που πλήττει κυρίως τις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού, όπως οι μετανάστες, αναδεικνύεται μια διαφορετική πτυχή των ανισοτήτων στην υγεία, που αφορά κυρίως τα εμπόδια και τις δυσκολίες πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας και την ποιότητα παρεχόμενων υπηρεσιών. Οι ανισότητες στην πρόσβαση των υπηρεσιών υγείας είναι ιδιαίτερα εμφανείς στους μετανάστες και μάλιστα σε μεγαλύτερο βαθμό, απ’ ότι για τις άλλες ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού (Mladovsky 2009). Αυτό συμβαίνει ακόμη και σε εκείνες τις περιπτώσεις που το επίσημο σύστημα θεωρητικά κατοχυρώνει τη δωρεάν πρόσβαση σε όλους τους μετανάστες, με τον ίδιο τρόπο που την διασφαλίζει και στο γηγενή πληθυσμό. Οι αρμόδιες υπηρεσίες της Ευρω-

192

παϊκής Ένωσης έχουν επισημάνει ήδη το συγκεκριμένο πρόβλημα, τονίζοντας μάλιστα την ανάγκη εφαρμογής εθνικών πολιτικών αντιμετώπισής του. Ωστόσο, δεν υπάρχει ενιαία πολιτική μεταξύ των χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη διαχείριση των μεταναστών αναφορικά με την πρόσβαση και τη χρήση των υπηρεσιών υγείας (Ursula 2010).

ΣΚΟΠΟΣ Η παρούσα βιβλιογραφική ανασκόπηση αποτελεί μια προσπάθεια διερεύνησης και αποτύπωσης του θεσμικού πλαισίου που ισχύει στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναφορικά με την πρόσβαση των μεταναστών στις υπηρεσίες υγείας. Σκοπός της ανασκόπησης ήταν η παροχή όλων των απαραίτητων πληροφοριών σχετικά με τα δικαιώματα που έχουν οι κύριες κατηγορίες μεταναστών (αιτούντες άσυλο, μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα, ανήλικα παιδιά) για τη πρόσβαση τους στις υγειονομικές υπηρεσίες.

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ Για τη συλλογή των στοιχείων αναφορικά με τα δικαιώματα πρόσβασης των μεταναστών στις υπηρεσίες υγείας, πραγματοποιήθηκε βιβλιογραφική ανασκόπηση στις βάσεις δεδομένων Pubmed, Scopus, CINAHL και ΙΑΤΡΟΝΕΤ, χρησιμοποιώντας τις εξής λέξεις κλειδιά: immigrants/migrants (μετανάστες), asylum seekers (αιτούντες άσυλο), rights (δικαιώματα), access (πρόσβαση), health services (υπηρεσίες υγείας), European Union (Ευρωπαϊκή Ένωση). Η αναζήτηση περιλάμβανε άρθρα που δημοσιεύτηκαν στο χρονικό διάστημα 2000-2012.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Ηνωμένο Βασίλειο Η πολιτική που αφορά την υγεία των μεταναστών επικεντρώνεται είτε στον έλεγχο των μεταδοτικών ασθενειών είτε στην υγεία και την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη των προσφύγων και των αιτούντων άσυλο (Health


Protection Agency 2006). Οι αιτούντες άσυλο έχουν τα ίδια δικαιώματα για πρόσβαση στο εθνικό σύστημα υγείας με τους ημεδαπούς. Οι μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα δεν δικαιούνται πλέον δωρεάν περίθαλψη στο νοσοκομείο και η πληρωμή συχνά ζητείται πριν από την παροχή της περίθαλψης. Για τα ανήλικα παιδιά μεταναστών χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα δεν υπάρχει ειδική προστασία και ως εκ τούτου υπόκεινται στους ίδιους περιορισμούς με τους γονείς τους. Για την προστασία των σοβαρά αρρώστων αλλοδαπών, υπάρχει η δυνατότητα χορήγησης έκτακτων αδειών διαμονής για ιατρικούς λόγους, με προϋπόθεση τη μη ύπαρξη (δεν είναι η αδυναμία πρόσβασης) της θεραπείας στη χώρα προέλευσης του ασθενή (Médecins du Monde 2009).

Γαλλία H πολιτική υγείας που στοχεύει ειδικά στη βελτίωση της υγείας των μεταναστών δεν είναι ανεπτυγμένη και εστιάζει κυρίως στην πρόληψη των μολυσματικών ασθενειών, και ιδιαίτερα του HIV/AIDS και της φυματίωσης (Ministere de la Sante 2003). Οι αιτούντες άσυλο έχουν τα ίδια δικαιώματα πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη με τους Γάλλους υπηκόους, Το ίδιο ισχύει και για τους ασυνόδευτους ανήλικους, εφόσον τίθενται υπό την προστασία ενός δικαστή και των παιδικών κοινωνικών υπηρεσιών. Οι μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα δικαιούνται δωρεάν πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη εφόσον αποδείξουν ότι κατοικούν στη Γαλλία για περισσότερους από τρεις μήνες, μέσω μιας γραφειοκρατικής διαδικασίας που συχνά παρεμποδίζει την πρόσβαση τους στις υπηρεσίες υγείας. Οι μετανάστες που δε μπορούν να αποδείξουν ότι ζουν στη χώρα για περισσότερο από τρεις μήνες, δικαιούνται δωρεάν πρόσβαση σε έκτακτη περίθαλψη (θεραπεία HIV και άλλων λοιμωδών νοσημάτων, περίθαλψη πριν και μετά τον τοκετό, αμβλώσεις). Στους αλλοδαπούς που κινδυνεύουν από εξαιρετικά σοβαρές βλάβες στην υγεία τους χορηγείται μια «ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής» άδεια διαμονής για ένα έτος, εφόσον δεν λαμβάνουν ιατρική περίθαλψη, με την προϋπόθεση ότι δεν μπορούν, στην πράξη, να επωφεληθούν από κατάλληλη θεραπεία, στη χώρα καταγωγής (Médecins du Monde

2009, HUMAnetwork 2010). Ιταλία Οι αιτούντες άσυλο έχουν τα ίδια δικαιώματα με τους ημεδαπούς. Οι μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα δεν έχουν δικαίωμα να εγγραφούν στο εθνικό σύστημα υγείας. Μπορούν, ωστόσο, να ζητήσουν ένα προσωρινό κωδικό αλλοδαπού, ο οποίος ισχύει για έξι μήνες (με δυνατότητα ανανέωσης) και παρέχεται από τις τοπικές υπηρεσίες υγείας, ο οποίος παρέχει πρόσβαση σε επείγουσα περίθαλψη (η οποία περιλαμβάνει την πρόληψη, την προγεννητική φροντίδα, τον τοκετό, τη φροντίδα για τα παιδιά, τους εμβολιασμούς και τη θεραπεία των λοιμωδών νόσων). Τα ανήλικα παιδιά μεταναστών χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα δικαιούνται την ίδια φροντίδα με τα γηγενή παιδιά. Η νομοθεσία της χώρας επιτρέπει την προσωρινή παραμονή που χορηγείται για σοβαρούς ανθρωπιστικούς λόγους. Εμπεριέχεται επίσης προστασία της εγκυμοσύνης των γυναικών (Médecins du Monde 2009).

Πορτογαλία Η θέση της Πορτογαλίας, αναφορικά με τη μεταναστευτική πολιτική είναι ακόμα στα πρώτα στάδια ανάπτυξής της. Αυτό απεικονίζεται σε μια έλλειψη συνειδητοποίησης και ενδιαφέροντος για την κατάσταση υγείας των μεταναστών, των αναγκών περίθαλψης, των πραγματικών αναγκών χρήσης και του βαθμού ικανοποίησης από τις υπηρεσίες υγείας. Οι αιτούντες άσυλο έχουν την ίδια πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη με τους ημεδαπούς. Οι αλλοδαποί που βρίσκονται στη χώρα για διάστημα μικρότερο των τριών μηνών, ή αυτοί που δεν μπορούν να αποδείξουν ότι βρίσκονται στη χώρα για περισσότερο από τρεις μήνες, έχουν δικαίωμα μόνο για επείγουσα περίθαλψη. Οι μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα πρέπει να πληρώσουν για την περίθαλψη, εκτός εάν προσκομίσουν πιστοποιητικό έλλειψης πόρων. Τα ανήλικα παιδιά μεταναστών χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα μπορούν να έχουν πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη με τους ίδιους όρους με τα ημεδαπά παιδιά. Όλοι οι αλλοδαποί που πάσχουν από ασθένεια που απαιτεί παρατεταμένη ιατρική περίθαλψη και η οποία τους εμποδίζει να επιστρέψουν

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

193


στη χώρα καταγωγής τους λόγω των κινδύνων για την υγεία τους, μπορούν να ζητήσουν προσωρινή άδεια διαμονής, η οποία εφόσον χορηγηθεί, ισχύει για ένα έτος και είναι ανανεώσιμη για μια περίοδο δύο ακόμη ετών (Médecins du Monde 2009).

Γερμανία Σε εθνικό επίπεδο, το θέμα της υγείας των μεταναστών και της πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη δεν έχει ακόμη αναπτυχθεί ως ένα συγκεκριμένο θέμα πολιτικής και έχει επίσης επικεντρωθεί κυρίως στην πρόληψη μολυσματικών ασθενειών. Οι αιτούντες άσυλο μπορούν να έχουν ίσα δικαιώματα πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας με τους ημεδαπούς και μόνο εφόσον έχουν διαμείνει 48 μήνες στη χώρα. Κατά το διάστημα αυτό έχουν, βάσει του νόμου, δικαίωμα πρόσβασης στην επείγουσα περίθαλψη (συμπεριλαμβανομένης της οδοντιατρικής περίθαλψης), στις υπηρεσίες της μητρότητας, στους υποχρεωτικούς εμβολιασμούς, καθώς και στις προληπτικές ιατρικές εξετάσεις. Οι μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα και τα ανήλικα παιδιά αυτών έχουν, θεωρητικά, δικαίωμα για τις ίδιες υπηρεσίες με τους αιτούντες άσυλο. Ωστόσο, τα μέλη της δημόσιας διοίκησης, περιλαμβανομένων των κοινωνικών υπηρεσιών, έχουν την υποχρέωση να αναφέρουν τυχόν παράνομους μετανάστες που συναντούν κατά τη διάρκεια της εργασίας τους στις μεταναστευτικές αρχές. Σύμφωνα με το νόμο για τα λοιμώδη νοσήματα, οι παράνομοι μετανάστες έχουν το δικαίωμα στην παροχή συμβουλών, στον έλεγχο για μολυσματικές ασθένειες και σε εξωνοσοκομειακή περίθαλψη. Ο νόμος περιλαμβάνει επίσης παροχή θεραπείας για το AIDS. Οι παράνομοι μετανάστες μπορούν να λάβουν προσωρινή άδεια παραμονής για ιατρικούς λόγους. Η απέλαση μπορεί να αποκλειστεί εάν η πρόσβαση στη θεραπεία για μια σοβαρή ασθένεια η οποία είναι απειλητική για τη ζωή, ή που θα μπορούσε να οδηγήσει σε σοβαρή επιδείνωση της υγείας, δεν υπάρχει στη χώρα προέλευσης (Médecins du Monde 2009).

Ισπανία Η ισπανική νομοθεσία ορίζει ότι όλοι οι Ισπανοί πολίτες, καθώς και οι ξένοι πολίτες που δι-

194

αμένουν στη χώρα, έχουν το δικαίωμα στην υγεία και στην υγειονομική περίθαλψη. Οι μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα, εφόσον είναι κάτοχοι της ατομικής κάρτας υγείας που δίδεται σε όσους δεν μπορούν να εγγραφούν για κοινωνική ασφάλιση μέσω της εργασίας τους, έχουν την ίδια πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη με τους Ισπανούς πολίτες και έχουν πρόσβαση σε δωρεάν εξετάσεις για τον HIV και αγωγή στο σύνολο του εθνικού συστήματος υγείας. Παρά τη φαινομενική απλότητα του συστήματος, υπάρχουν σημαντικά εμπόδια, καθώς ορισμένοι, π.χ., δεν διαθέτουν οποιαδήποτε έγγραφα ταυτότητας. Τα ανήλικα παιδιά των μεταναστών χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα έχουν την ίδια πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη με τους Ισπανούς πολίτες, χωρίς να χρειάζεται να εγγραφούν στο τοπικό μητρώο για να αποκτήσουν κάρτα υγείας. Η ισπανική νομοθεσία προβλέπει τη δυνατότητα χορήγησης ενός έτους προσωρινή άδεια παραμονής (με δυνατότητα ανανέωσης για ακόμη ένα έτος) για ανθρωπιστικούς λόγους σε αλλοδαπούς που πάσχουν από σοβαρή ασθένεια, η οποία διαγνώστηκε κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στην Ισπανία, και η οποία απαιτεί ειδικές ιατρικές υπηρεσίες που δεν είναι διαθέσιμες στη χώρα καταγωγής τους, και η διαταραχή ή η έλλειψη θεραπείας θα έθετε σε σοβαρό κίνδυνο την υγεία ή τη ζωή τους (Médecins du Monde 2009).

Βέλγιο Στο Βέλγιο οι αιτούντες άσυλο έχουν το δικαίωμα για δωρεάν κοινωνικές, νομικές, ιατρικές υπηρεσίες και ψυχολογική υποστήριξη. Αποροι μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα που έχουν ανάγκη ιατρικής περίθαλψης μπορούν να ζητήσουν επείγουσα ιατρική βοήθεια από ένα κέντρο κοινωνικών υπηρεσιών, όπου είναι εγγεγραμμένοι. Τα παιδιά των μεταναστών χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα έχουν τα ίδια δικαιώματα όπως και οι ενήλικες στην υγειονομική περίθαλψη μέσω της επείγουσας ιατρικής βοήθειας, και υπόκεινται επίσης στις ίδιες απαιτήσεις. Από το 2008, τα ασυνόδευτα παιδιά μεταναστών έχουν πρόσβαση στα ίδια δικαιώματα υγειονομικής ασφάλισης με τους υπηκόους, με την προϋπόθεση ότι είναι εγγεγραμμένοι σε κάποιο σχολικό ίδρυμα για του-


λάχιστον τρεις μήνες. Οι αλλοδαποί που διαμένουν στο Βέλγιο, οι οποίοι έχουν κάποιο έγγραφο ταυτότητας και οι οποίοι πάσχουν από ασθένεια η οποία ενέχει πραγματικό κίνδυνο για τη ζωή ή τη σωματική ακεραιότητά τους, ενώ η κατάλληλη θεραπεία δεν υπάρχει στη χώρα καταγωγής τους ή της χώρας όπου διαμένουν, μπορούν να υποβάλουν αίτηση για άδεια παραμονής, που τους επιτρέπει να παραμείνουν στο Βέλγιο για περισσότερο από τρεις μήνες. Μετά από παραμονή πέντε ετών για ιατροτεχνολογικούς λόγους, το άτομο λαμβάνει απεριόριστη άδεια παραμονής στη χώρα (Médecins du Monde 2009).

Ολλανδία Παρόλο που η Ολλανδία ξεχωρίζει στην Ευρώπη για τη διαρκή και συστηματική προσοχή στα προβλήματα της υγείας των μεταναστών, υπάρχει σήμερα κίνδυνος στασιμότητας αυτών των πρωτοβουλιών με την επικρατούσα άποψη στους κόλπους της Ολλανδικής κυβέρνησης να συνοψίζεται στη φράση ότι είναι ευθύνη των μεταναστών να προσαρμοστούν στην ολλανδική κοινωνία (Ingleby 2005). Η κάλυψη υγείας των αιτούντων άσυλο είναι περίπου η ίδια με τη συνήθη βασική ασφάλιση υγείας της χώρας. Οι αιτούντες άσυλο δεν μπορούν να ασφαλιστούν οι ίδιοι για την υγειονομική τους περίθαλψη και η πολιτεία μεριμνά για την κάλυψη αυτής. Οι μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα έχουν το δικαίωμα σε ιατρικά αναγκαία θεραπεία και αυτό περιλαμβάνει κυρίως θεραπεία για λοιμώδη νοσήματα. Ο κανόνας είναι ότι πρέπει να πληρώσουν για τις υπηρεσίες αυτές, αλλά στην περίπτωση που δεν έχουν τη δυνατότητα αυτή, οι επαγγελματίες υγείας και τα θεσμικά όργανα μπορούν να λαμβάνουν μερική αποζημίωση (80% του συνολικού κόστους των παρεχόμενων υπηρεσιών) από το αρμόδιο δημόσιο ταμείο. Τα ανήλικα παιδιά μεταναστών χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα έχουν μόνο το δικαίωμα σε ιατρικώς αναγκαία θεραπεία αλλά σε σχέση με τους εμβολιασμούς και την προληπτική φροντίδα έχουν την ίδια ελεύθερη πρόσβαση, όπως τα παιδιά που είναι ολλανδικής καταγωγής. Σοβαρά άρρωστοι αλλοδαποί μπορούν να λάβουν προσωρινή άδεια παραμονής για μέγιστο χρονικό διάστημα πέντε ετών, ανάλογα με τη διάρ-

κεια της θεραπείας. Οι έγκυες δεν απελαύνονται από αέρος έξι εβδομάδες πριν, ή μετά, τον τοκετό, όπως επίσης και αυτοί που είναι βαριά πάσχοντες και αδυνατούν να ταξιδέψουν (Médecins du Monde 2009).

Σουηδία Στη Σουηδία, οι μετανάστες αντιμετωπίζουν σημαντική και σαφή διάκριση σε σχέση με τους γηγενείς, σύμφωνα με τη νομοθεσία, που διέπει την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη. Οι αιτούντες άσυλο δικαιούνται μόνο την περίθαλψη η οποία δεν επιδέχεται αναβολή. Τα παιδιά των αιτούντων άσυλο έχουν τα ίδια δικαιώματα πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη με τα γηγενή παιδιά. Οι μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα και τα ανήλικα παιδιά αυτών έχουν ρητά αποκλειστεί από την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη, εάν δεν καταβάλουν το σύνολο του κόστους, κάτι αδύνατο για την συντριπτική πλειοψηφία τους. Η άδεια διαμονής για ιατρικούς λόγους μπορεί να χορηγείται σε αλλοδαπό μετά από μια γενική αξιολόγηση της κατάστασής του, και εφόσον αποδειχθεί ότι οι συνθήκες είναι εξαιρετικά δυσμενείς. Στην πραγματικότητα, είναι πολύ δύσκολο να λάβουν άδεια παραμονής για ιατρικούς λόγους, αν και οι εθελοντικές οργανώσεις μερικές φορές καταφέρνουν να αποτρέψουν απελάσεις (HUMAnetwork 2010).

Πολωνία Στην Πολωνία, οι αιτούντες άσυλο, παρόλο που δεν έχουν δικαίωμα πρόσβασης στην υποχρεωτική υγειονομική ασφάλιση, έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας σε συγκεκριμένες ιατρικές εγκαταστάσεις. Οι μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα υφίστανται σημαντικές διακρίσεις, σε βαθμό που η μόνη φροντίδα, στην οποία έχουν δωρεάν πρόσβαση, είναι αυτή που παρέχεται από ομάδες βοήθειας έξω από τα νοσοκομεία σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης ή για θεραπεία λοιμωδών νόσων, που απαιτούν υποχρεωτική περίθαλψη (συμπεριλαμβανομένης και της αντιϊκής αγωγής μετά από έκθεση σε ιό). Δεδομένης της υποχρέωσης των παρόχων υπηρεσιών υγείας να μην αρνούνται βοήθεια σε περιπτώσεις άμεσης απειλής για τη ζωή ή την υγεία, οι μετανάστες χωρίς νο-

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

195


μιμοποιητικά έγγραφα μπορούν να περιθάλπονται στις μονάδες έκτακτων περιστατικών, αλλά πρέπει να καταβάλουν το συνολικό κόστος. Όσον αφορά στα παιδιά χωρίς άδεια παραμονής (είτε συνοδεύονται είτε όχι), η μόνη διαφορά έγκειται στο γεγονός, ότι όσα παιδιά φοιτούν σε δημόσια σχολεία λαμβάνουν δωρεάν ιατρικά και οδοντιατρικά προληπτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένου υποχρεωτικού εμβολιασμού, ιατρικών και προσυμπτωματικών ελέγχων (HUMAnetwork 2010).

Σλοβενία Σύμφωνα με τη νομοθεσία της Σλοβενίας, οι αιτούντες άσυλο και οι μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα έχουν τα ίδια δικαιώματα. Μπορούν να έχουν δωρεάν πρόσβαση σε «έκτακτη, ιατρική φροντίδα και αναγκαία θεραπεία», η οποία σύμφωνα με το νόμο ερμηνεύεται από το ιατρικό προσωπικό ανά περίπτωση. Επιπλέον καλύπτονται η φροντίδα προ και μετά τον τοκετό, ο οικογενειακός προγραμματισμός και η έκτρωση. Εκτός από την πρόσβαση σε «έκτακτη, ιατρική φροντίδα και αναγκαία θεραπεία», όσοι αιτούντες άσυλο χαρακτηρίζονται ως ευάλωτοι (παιδιά, ασυνόδευτοι ανήλικοι, έγκυες γυναίκες και θύματα βίας) και κατ’ εξαίρεση ορισμένοι άλλοι αιτούντες έχουν δικαίωμα πρόσβασης σε «πρόσθετες ιατρικές υπηρεσίες», όπως ορίζεται από ειδική επιτροπή, που διορίζεται από το Υπουργείο Εσωτερικών. Ορισμένοι μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα, που δεν μπορούν να απελαθούν αποκτούν το «καθεστώς ανοχής», το οποίο αποτελεί ουσιαστικά μια έγκριση παραμονής (όχι άδεια διαμονής) χορηγούμενη κυρίως σε απορριφθέντες αιτούντες άσυλο και άτομα που φεύγουν από τα κέντρα κράτησης. Αυτοί οι μετανάστες έχουν τα ίδια δικαιώματα στην υγειονομική περίθαλψη με τους αιτούντες άσυλο και τους υπόλοιπους μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα (HUMAnetwork 2010).

Τσεχία Στην Τσεχία, οι αιτούντες άσυλο δικαιούνται υγειονομική περίθαλψη και έχουν πρόσβαση στις ίδιες υπηρεσίες προληπτικής και θεραπευτικής αγωγής όπως και οι Τσέχοι υπήκοοι.

196

Παρόλο που εξαιρούνται από την καταβολή ασφαλίστρων, υποχρεούνται όπως και οι υπόλοιποι ασφαλισμένοι να καταβάλουν μια μικρή συμμετοχή (1,2€), κάθε φορά που κάνουν χρήση των υπηρεσιών υγείας. Το ίδιο σύστημα ισχύει και για τα ασυνόδευτα παιδιά, με εξαίρεση την καταβολή της συμμετοχής, η οποία συνήθως καλύπτεται από το κέντρο ανηλίκων, όπου φιλοξενούνται. Οι μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα, δεν έχουν πρόσβαση σε δωρεάν υπηρεσίες υγείας και υποχρεούνται να καταβάλουν το πλήρες κόστος οποιασδήποτε υγειονομικής υπηρεσίας. Ωστόσο, εάν αδυνατούν να πληρώσουν, δεν μπορεί σύμφωνα με το νόμο να τους στερηθεί επείγουσα περίθαλψη (η οποία ερμηνεύεται ως περίθαλψη, που είναι αναγκαία σε περιπτώσεις που απειλείται η ζωή του ασθενή) και φροντίδα λοιμωδών νοσημάτων , συμπεριλαμβανομένου του ιού HIV (HUMAnetwork 2010).

Ρουμανία Σύμφωνα με την νομοθεσία, οι αιτούντες άσυλο δικαιούνται δωρεάν πρόσβαση σε πρωτοβάθμια φροντίδα, έκτακτη περίθαλψη και θεραπεία πολύ σοβαρών χρόνιων ασθενειών, συμπεριλαμβανομένου του ιού του HIV, που μπορεί να απειλήσουν άμεσα τη ζωή του ασθενή. Οι μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα δικαιούνται δωρεάν φροντίδα σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, σε δυνητικά επιδημικές νόσους, στην εγκυμοσύνη ή σε περίπτωση που χρειάζονται στήριξη ως προς τον οικογενειακό προγραμματισμό. Όλες οι υπόλοιπες υπηρεσίες παρέχονται με πλήρη καταβολή του αντίστοιχου αντιτίμου. Τα ανήλικα παιδιά μεταναστών χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα αντιμετωπίζονται ισότιμα με τους ημεδαπούς ανηλίκους (HUMAnetwork 2010).

Κύπρος Συνήθως για τους νόμιμα διαμένοντες μετανάστες υπηκόους χωρών εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης η πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας διασφαλίζεται μέσα από ιδιωτική ασφάλιση υγείας, και αυτό είναι προαπαιτούμενο για να του χορηγηθεί δικαίωμα παραμονής και εργασίας (Pithara 2012). Οι αιτούντες άσυλο μπορούν να έχουν δωρεάν πρόσβαση σε επείγου-


σα ιατρική περίθαλψη και σε αναγκαία φροντίδα, μόνο εφόσον διαμένουν σε κέντρο υποδοχής, λαμβάνουν κοινωνικές παροχές, αποδεικνύουν αποδεδειγμένη έλλειψη επαρκών πόρων ή ανήκουν σε ευπαθείς κοινωνικές ομάδες (ανήλικοι, άτομα με ειδικές ανάγκες, ηλικιωμένοι, έγκυες γυναίκες και θύματα διαφόρων μορφών βίας). Δεν υπάρχουν νομοθετικές διατάξεις που να αναφέρονται στο δικαίωμα πρόσβασης των μεταναστών χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα και τα ανήλικα παιδιά αυτών, στην υγειονομική περίθαλψη στην Κύπρο. Η μόνη φροντίδα που θεωρητικά παρέχεται δωρεάν σε μετανάστες χωρίς έγγραφα είναι η διάγνωση και θεραπεία του ιού του HIV και άλλων λοιμωδών νοσημάτων (HUMAnetwork 2010).

Ελλάδα Σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, οι αιτούντες άσυλο και οι πρόσφυγες δικαιούνται δωρεάν την απαραίτητη ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη, υπό την προϋπόθεση ότι δε διαθέτουν αρκετούς πόρους για να καταβάλουν το αντίστοιχο ποσό (εξαιρουμένης της θεραπείας κατά του AIDS). Ωστόσο, μέχρι να αναγνωριστεί το καθεστώς τους ως αιτούντες άσυλο εξομοιώνονται µε τους μετανάστες χωρίς τα απαραίτητα έγγραφα σε ότι αφορά την πρόσβασή τους στο σύστημα υγείας. Στην Ελλάδα τα δικαιώματα των μεταναστών χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα είναι πολύ περιορισμένα. Η νομοθεσία απαγορεύει (με τον κίνδυνο επιβολής ποινής) την παροχή υπηρεσιών υγείας στην ομάδα αυτή. Οι μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα μπορούν να έχουν πρόσβαση μόνο στα τμήματα επειγόντων περιστατικών των νοσοκομείων για την αντιμετώπιση καταστάσεων που απειλούν τη ζωή τους. Μοναδική εξαίρεση αποτελούν οι αλλοδαποί ασθενείς με HIV ή άλλες μεταδοτικές ασθένειες, οι οποίοι δικαιούνται δωρεάν νοσοκομειακή και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Η νομοθεσία δεν απαγορεύει την παροχή υγειονομικής περίθαλψης στα παιδιά των μεταναστών χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα. Οι ασυνόδευτοι ανήλικοι πρέπει να υποβάλονται σε προληπτική ιατρική εξέταση κατά την άφιξη τους στη χώρα, προκειμένου να υπάρχει έγκαιρη διάγνωση τυχόν ασθενειών και κατόπιν να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες φροντί-

δας υγείας σε ισότιμη βάση με τα παιδιά πολίτες της Ελλάδας (Altanis 2008, HUMAnetwork 2010).

ΣΥΖΗΤΗΣΗ Η καταπολέμηση των έντονων ανισοτήτων και των διακρίσεων που υφίστανται οι μετανάστες αναφορικά με την πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη αποτελούν μία πρόκληση για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Φούσκας & Οικονόμου 2011). Ωστόσο, παρά το ότι το μεταναστευτικό κυριαρχεί ως θέμα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης την τελευταία εικοσαετία, δεν φαίνεται να υπάρχει ομοφωνία σχετικά με τους τρόπους αντιμετώπισης των προβλημάτων υγείας που ανακύπτουν. Οι πολιτικές αναφορικά με την παροχή υπηρεσιών υγείας στους μετανάστες ποικίλλουν σημαντικά στις διάφορες χώρες και αντί μιας συγκροτημένης και ολοκληρωμένης στρατηγικής υπάρχει πολυκερματισμός προσπαθειών με επιμέρους πολιτικές και αποσπασματικά μέτρα. Η βιβλιογραφική έρευνα, αναδεικνύει όλο και περισσότερο τον προβληματισμό και την συζήτηση αναφορικά με το βαθμό πρόσβασης όλων των μεταναστών (νομίμων και μη) στις υπηρεσίες υγείας ενώ κατά πολλούς η χρήση όλων των υπηρεσιών δημόσιας υγείας από το σύνολο των μεταναστών είναι ουσιαστική για τη διασφάλιση της υγείας όλου του πληθυσμού (Davis 2010, Hernandez 2010). Τα εμπόδια πρόσβασης των μεταναστών σε υπηρεσίες υγείας επικυρώνονται από τα στοιχεία που αφορούν τη χρήση αυτών των υπηρεσιών από τη συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα. Σύμφωνα με αρκετές μελέτες, τόσο οι μετανάστες όσο και τα παιδιά τους είναι ασφαλισμένοι σε μικρότερο ποσοστό και χρησιμοποιούν λιγότερο συχνά τις υπηρεσίες υγείας (Huang 2006, Lasser 2006, Yu 2006, Jackson 2007, Javier 2007). Η απουσία καλής γνώσης της γλώσσας της χώρας μετανάστευσης αποτελεί σημαντικό παράγοντα περιορισμού της χρήσης των υπηρεσιών υγείας, αυξάνοντας το χρόνο αναμονής

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

197


και δυσκολεύοντας την τηλεφωνική επικοινωνία (Pippins 2007). Επιπλέον, η απουσία καλής γνώσης της γλώσσας της χώρας μετανάστευσης αποτελεί σημαντικό ανασταλτικό παράγοντα στη χρήση των υπηρεσιών υγείας που αφορούν την ψυχική υγεία (Sentell 2007). Ιδιαίτερα σημαντικό είναι και το εύρημα ότι οι μετανάστες πραγματοποιούν λιγότερο συχνά προληπτικά παρεμβάσεις, όπως ο έλεγχος κατά Παπανικολάου, η μαστογραφία, ο έλεγχος του προστατικού αντιγόνου, το αντιγριπικό εμβόλιο κ.ά. (Goel 2003, Lees 2005, Echeverria 2006, Ponce 2006, Tsui 2007). Σημειώνεται ότι τα παιδιά των μεταναστών εμβολιάζονται λιγότερο συχνά σε σχέση με τα παιδιά των γηγενών (Strine 2002) και γενικότερα λαμβάνουν λιγότερο συχνά προληπτική φροντίδα (Cohen & Christakis 2006). Στην Ελλάδα, η χρήση των υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας έχει περιοριστεί, καθώς σύμφωνα με μια μελέτη σε ένα κέντρο υγείας μόνο το 3,6% των συμμετεχόντων ήταν μετανάστες, ενώ το ποσοστό των μεταναστών στην περιοχή ήταν παρόμοιο με αυτό που αναφέρθηκε για τη χώρα. Από την άλλη, η χρήση των υπηρεσιών νοσοκομειακής περίθαλψης από τους μετανάστες φαίνεται να είναι αυξημένη καθώς σύμφωνα με μελέτες σε δημόσια νοσοκομεία το ποσοστό των νοσηλειών που αντιστοιχεί σε μετανάστες είναι υψηλό,φθάνοντας έως και 36% (Μαράτου-Αλιπράντη 2005, Κατριβέση 2007). Το ελληνικό θεσμικό πλαίσιο για την πρόσβαση των μεταναστών σε υπηρεσίες υγείας είναι ιδιαίτερα περιοριστικό και μάλιστα στην περίπτωση όσων δεν διαθέτουν νομιμοποιητικά έγγραφα παραμονής αγγίζει τα όρια του θεσμικού αποκλεισμού από το σύστημα υγείας. Επιπλέον, κατά την παροχή υπηρεσιών υγείας σε μετανάστες παρουσιάζονται προβλήματα τα οποία συνίστανται τόσο στην αδυναμία ανταπόκρισης των φορέων υγείας στις ιδιαίτερες ανάγκες των μεταναστών, όσο και στην εκδήλωση φαινομένων διακριτικής μεταχείρισης ή άρνησης παροχής υπηρεσιών υγείας. Ο συνδυασμός του περιοριστικού θεσμικού πλαισίου με τα προβλήματα που εκδηλώνονται στην πράξη λειτουργεί πολλαπλασιαστικά όσον αφορά στη δυσκολία πρόσβασης των μετανα-

198

στών σε υπηρεσίες υγείας (Φούσκας & Οικονόμου 2011). Επειδή, σε πολλές περιπτώσεις οι μετανάστες στερούνται δικαιωμάτων δωρεάν πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας και το κόστος της περίθαλψης είναι για αυτούς δυσβάσταχτο, συχνά στηρίζονται στις φιλανθρωπικές πρωτοβουλίες και τις δράσεις των Μη-Κυβερνητικών Οργανώσεων (ΜΚΟ). Η αναγκαστική προσφυγή τους σε αυτό το σύστημα προβάλλει τόσο τις επιπτώσεις της επιλεκτικής πρόσβασης, όσο και τις άτυπες πρακτικές που οι μετανάστες ωθούνται και επιλέγουν τελικά (Φούσκας & Οικονόμου 2011). Είναι σαφές πως η παροχή αποτελεσματικής φροντίδας υγείας σ’ έναν πολύ-πολιτισμικό περιβάλλον είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί, αλλά είναι απαραίτητο να καταβληθούν συστηματικές προσπάθειες προς την κατεύθυνση αυτή. Σε κάθε περίπτωση υπάρχουν σημαντικά και ευαίσθητα θέματα που θα πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν ώστε να διασφαλίζεται όσο το δυνατόν η υγεία του συνολικού πληθυσμού, χωρίς να καταστρατηγούνται οι προϋπολογισμοί των χωρών για τον υγειονομικό τομέα. Ωστόσο, είναι ευρέως αποδεκτό ότι οι ανισότητες στην υγεία δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν μόνο από το σύστημα υγείας, καθώς απαιτείται ο καθορισμός των σχετικών κοινωνικών και οικονομικών προσδιοριστικών παραγόντων. Επομένως, η μείωση τους μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από στενή συνεργασία με άλλα πεδία πολιτικών. Στην περίπτωση αυτή, είναι απαραίτητη η ύπαρξη των κατάλληλων δομών για να επιτευχθεί η δια-κυβερνητική και δια-τομεακή συνεργασία των χωρών της Ευρώπης αναφορικά με τη διαχείριση των προβλημάτων πρόσβασης των υπηρεσιών υγείας που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Altanis P, Economou C, Geitona M, Gregory S, Mestheneos E, Triantafillou J et al. (2008) “Quality in and equality of access to healthcare services. Country report for Greece”, European Commission.


Cohen AL & Christakis DA (2006) Primary language of parent is associated with disparities in pediatric preventive care. Journal of Pediatrics, 148:254-258. Davis A, Basten A, Frattini Ch (2010) Migration: a social determinant of migrants’ health. Eurohealth, 16:10-12. Echeverria SE & Carrasquillo O (2006) The roles of citizenship status, acculturation, and health insurance in breast and cervical cancer screening among immigrant women. Medical Care, 44:788-792.Goel MS, Wee CC, McCarthy EP, Davis RB, Ngo-Metzger Q, Phillips RS. (2003) Racial and ethnic disparities in cancer screening: The importance of foreign birth as a barrier to care. Journal of General Internal Medicine, 18:1028-1035. Health Protection Agency. (2006) Migrant health. Infectious diseases in non-UK born populations in England, Wales and Northern Ireland. A baseline report. Hernandez Cr, Jimenez Rubio D (2010) New citizens, new challenges for the Spanish National Health System. Eurohealth, 16:24-26. Huang ZJ, Yu SM, Ledsky R (2006) Health status and health service access and use among children in U.S. immigrant families. American Journal of Public Health, 96:634-640. HUMAnetwork (2010) Are undocumented migrants and asylum seekers entitled to access health care in the EU? A comparative overview in 16 countries. Ingleby D, Chimienti M, Hatziprokopiou P, Ormond M, De Freitas C (2005). In Social integration and mobility: education, housing and health, IMISCOE Cluster B5 State of the art report, Estudos para o Planeamento Regional e Urbano nº 67, Centro de Estudos Geográficos (Eds, Fonseca L. and Malheiros J.) Lisbon, pp. 89-119. Jackson JS, Neighbors HW, Torres M, Martin LA, Williams DR, Baser R (2007) Use of mental health services and subjective satisfaction with treatment among black Caribbean immigrants: Results from the National Survey of American Life. American Journal of Public Health, 97:60-67. Javier JR, Wise PH, Mendoza FS. (2007) The relationship of immigrant status with access, utilization, and health status for children with asthma. Ambulatory Pediatrics, 7:421-430. Κατριβέση Ε (2007) Η χρησιμοποίησης των υπηρεσιών υγείας από τους μετανάστες στην Ελλάδα. Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία, Τμήμα Νοσηλευτικής, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Lasser KE, Himmelstein DU, Woolhandler S (2006) Access to care, health status, and health disparities in the United States and Canada: Results of a cross-national population-based survey. American Journal of Public Health, 96:1300-1307. Lees KA, Wortley PM, Coughlin SS (2005) Comparison of racial/ethnic disparities in adult immunization and cancer screening. American Journal of Preventive Medicine, 29:404-411. Μαράτου-Αλιπράντη Λ, Γκαζόν Ε, Παπαλιού Ο, Τσανίρα Ε, Φαγαδάκη Ε (2005) Μετανάστευση και Υγεία-Πρό-

νοια: Αποτίμηση της Υπάρχουσας Κατάστασης-Προκλήσεις και Προοπτικές Βελτίωσης. Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ)/ Ινστιτούτο Μεταναστευτικής Πολιτικής (ΙΜΕΠΟ), Αθήνα. Μαρούκης Θ (2008) Ανεπίσημη μετανάστευση στην Ελλάδα. ΕΛΙΑΜΕΠ. Médecins du Monde (2009) Report of the European Observatory: Access to healthcare for undocumented migrants in 11 European countries. Ministere de la Sante (2003) Programme national de lutte contre le VIH/SIDA en direction des etrangers/migrants vivant en France 2004-2006. Mladovsky Ph (2009) A framework for analysing migrant health policies in Europe. Health Policy, 93:55-63. Pippins JR, Alegria M, Haas JS (2007) Association between language proficiency and the quality of primary care among a national sample of insured Latinos. Medical Care, 45:1020-1025. Pithara C, Zembylas M, Theodorou M (2012) Access and effective use of healthcare services by temporary migrants in Cyprus. International Journal of Migration, Health and Social Care, 8 (2):72 – 85. Ponce N, Chawla N, Babey SH, Gatchell M, Etzioni DA, Spencer BA et al. (2006) Is there a language divide in Pap test use? Medical Care, 44:998-1004. Σακελλαρόπουλος Θ (2001) Υπερεθνικές κοινωνικές πολιτικές την εποχή της παγκοσμιοποίησης. Εκδόσεις Κριτική, Αθήνα. Sentell T, Shumway M, Snowden L (2007) Access to mental health treatment by English language proficiency and race/ethnicity. Journal of General Internal Medicine, 22:289-293. Strine TW, Barker LE, Mokdad AH, Luman ET, Sutter RW, Chu SY. (2002) Vaccination coverage of foreign-born children 19 to 35 months of age: Findings from the National Immunization Survey, 1999-2000. Pediatrics, 110:e15. Τριανταφυλλιδου Α, Λαζαρέσκου Δ (2009) «Η επιρροή της πρόσφατης παγκόσμιας οικονομικής κρίσης στην Μετανάστευση», CARIM. Tsui J, Saraiya M, Thompson T, Dey A, Richardson L (2007) Cervical cancer screening among foreign-born women by birthplace and duration in the United States. Journal of Women’s Health, 16:1447-1457. Ursula K., Novak-Zezula S, Metzer B (2010) Access to health care for undocumented migrants in the EU: a first landscape of NowHereland. Eurohealth, 16:13-16. Vogel D (2009) Size and Development of Irregular Migration to the EU. Athens: Hellenic Foundation for European and Foreign Policy. Yu SM, Huang ZJ, Schwalberg RH, Nyman RM (2006) Parental English proficiency and children’s health services access. American Journal of Public Health, 96:14491455. Φούσκας Θ και Οικονόμου Χ (2011) Η πρόσβαση των μεταναστών στις υπηρεσίες υγείας στην Ελλάδα: Η ανάδυση μιας διακριτικής πρακτικής στο Μαγρίπλης Δ. (επιμέλεια) Πολιτισμός & Διαφορετικότητα. Εμείς & οι άλλοι. Εκδόσεις Σταμούλη, Αθήνα, 415-436.

ΜΆΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

199


Προϋποθέσεις Εγγραφής Σύμφωνα με το καταστατικό της Εταιρείας Νοσηλευτικών Σπουδών, μέλη του σωματείου μπορούν να είναι Έλληνες και Ελληνίδες υπήκοοι, κάτοχοι πτυχίων Νοσηλευτικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ή ισοτίμων Πανεπιστημιακών πτυχίων Νοσηλευτικής της ημεδαπής ή αλλοδαπής, ή Πανεπιστημιακών πτυχίων Ιατρικών, Βιολογικών, Κοινωνικών και Ανθρωπιστικών Επιστημών καθώς και πτυχιούχοι άλλων επιστημών που συμβάλλουν στην προαγωγή της Νοσηλευτικής Επιστήμης. Το ποσοστό δε των μη νοσηλευτών μελών να μην ξεπερνά το 30%. Δεκτοί γίνονται και απόφοιτοι της Σχολής Αξιωματικών Νοσηλευτικής. Η ιδιότητα του μέλους αποκτάται από τη στιγμή της εγγραφής στο οικείο Μητρώο, η δε εγγραφή ως μέλος γίνεται μετά από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου ύστερα από αίτηση του υποψηφίου και ομόφωνη πρόταση δύο ιδρυτικών ή άλλων μελών. Πέρα από τα τακτικά μέλη του σωματείου το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να ανακηρύξει επίτιμα μέλη ή ευεργέτες, πρόσωπα, που προσέφεραν σπουδαίες υπηρεσίες ή μεγάλες δωρεές στο σωματείο ή που έδρασαν με ιδιαίτερη ωφέλεια υπέρ των σκοπών του χωρίς να καταβάλλουν καμία συνδρομή. Τα μέλη του Σωματείου δικαιούνται να μετέχουν στις Γενικές Συνελεύσεις και δύνανται να παρακολουθούν τις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του σωματείου ενώ οφείλουν να συμμορφώνονται στις διατάξεις του παρόντος, στις αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου και τις αποφάσεις των Γενικών Συνελεύσεων. Σε περίπτωση παράβασης από υπαίτια πράξη ή από παράλειψη των διατάξεων του καταστατικού του σωματείου από κάποιο μέλος, επιβάλλεται μετά από αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου η ποινή της διαγραφής. Το μέλος που διαγράφηκε μπορεί να προσφύγει εναντίον της απόφασης διαγραφής μέσα σε ένα μήνα από την ημέρα κοινοποίησης της απόφασης, ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης των μελών του σωματείου. Επίσης αρωγά μέλη ανακηρύσσονται μετά από έγγραφη αίτησή τους οι φοιτητές των Πανεπιστημιακών Τμημάτων Νοσηλευτικής και οι φοιτητές της Σχολής Αξιωματικών Νοσηλευτικής. Τα αρωγά μέλη δεν έχουν το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Τα μέλη του σωματείου καταβάλλουν υποχρεωτικά στο Ταμείο εφάπαξ ποσό για την εγγραφή και ετήσια συνδρομή, τα ποσά των οποίων καθορίζονται από το Δ.Σ. του σωματείου. Κάθε μέλος έχει το δικαίωμα να αποχωρήσει οποτεδήποτε από το σωματείο με την υποβολή αίτησης διαγραφής από το μητρώο μελών, αλλά είναι υποχρεωμένο να καταβάλλει τυχόν καθυστερημένες συνδρομές μέχρι την ημέρα διαγραφής του, χωρίς να έχει κανένα δικαίωμα επί της περιουσίας του σωματείου. Μέλη, που καθυστερούν την καταβολή της συνδρομής τους, δεν έχουν δικαίωμα να ψηφίσουν στις συνελεύσεις. Τέλος, που έχουν καθυστερήσει την καταβολή της συνδρομής τους περισσότερο από δύο χρόνια, διαγράφονται μετά από προηγούμενη ειδοποίηση και απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου.

200


Παρακαλούμε, συμπληρώστε (ηλεκτρονικά ή σε εκτύπωση) μία από τις παρακάτω κάρτες (Εγγραφή Συνδρομητών στο περιοδικό «Νοσηλεία και Έρευνα» ή Εγγραφή Μελών στην Εταιρεία Νοσηλευτικών Σπουδών) και διαβιβάστε την στο fax: 210-7461462 ή στο e-mail: contact.ens@gmail.com Εγγραφή Συνδρομητών στο ηλεκτρονικό περιοδικό «Νοσηλεία και Έρευνα» Κύριοι σας ενημερώνω ότι στις .............................. 2013 κατέθεσα στην ATE BANK (Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος) – Υποκατάστημα .............. ............................... και στο Λογαριασμό 013 01 012754 20 το ποσό των ................... €, προκειμένου να πραγματοποιηθεί η ακόλουθη Ετήσια Εγγραφή Συνδρομητή στην Ηλεκτρονική Έκδοση του περιοδικού νοσηλεία και Έρευνα (παρακαλούμε συμπληρώστε με κεφαλαία): Ονοματεπώνυμο: ..................................................................................................... Επαγγελματική Ιδιότητα:........................................................................................ Διεύθυνση κατοικίας (οδός, αριθμός, ΤΚ, πόλη): ......................................................................................................................................... Αριθμ Τηλεφώνου: .................................................................................................. e-mail επικοινωνίας: ...............................................................................................

ΜΑΪΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2013 • ΤΕΥΧΟΣ/ISSUE

36

201


ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ

ο σ ε λ ότ ο ς

Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα ΤΗΛ. : 210 6431108 E-MAIL: ekdoseis.ocelotos@gmail.com

www. ocelotos. gr

202


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.