Σπασμένες ζωές - Τόμος Δεύτερος

Page 1

ΣΠΑΣΜέΝΕΣ ΖΩέΣ
ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΣΠΑΣΜέΝΕΣ ΖΩέΣ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΒΑΣΙΣΜΕΝΟ ΣΕ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

ΤΙΤΛΟΣ Σπασμένες ζωές Τόμος δεύτερος ΣΥΓΓΡΑΦΈΑΣ Παντελής Αθανασίου Σ Έ ΙΡΑ Έλληνική λογοτεχνία [1358] 1222/32

ΠΙM Έ Λ Έ ΙΑ - ΔΙΟΡΘΩΣΗ Όλγα Παλαμήδη LAYOUT - DESIGN Myrtilo, Λένα Παντοπούλου

Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας, (Ν. 2121/1993, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) καθώς και από τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται η καθ’ οιονδήποτε τρόπο ή μέσο (ηλεκτρονικό, μηχανικό ή άλλο) αντιγραφή, φωτοανατύπωση και γενικώς αναπαραγωγή, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου χωρίς τη γραπτή άδεια του δικαιούχου συγγραφέα. Έ
COPYRIGHT© 2022 Παντελής Αθανασίου ΠΡ ΩΤΗ Έ ΚΔΟΣΗ Αθήνα, Δεκέμβριος 2022 ISBN 978-618-205-370-6 ΚΈΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΈΣΗ Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα | ΤΗΛ.: 210 64 31 108 ocelotos@ocelotos.gr | www.ocelotos.gr

ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ

Λευκίμμη, καλοκαίρι του 1964 Τρεις εβδομάδες μετά, όταν ο έρωτας δένει

Π

έρασαν τρεις εβδομάδες. Τα χαρτώματα1 της Ζωής έγιναν τον θεριστή2 του ίδιου χρόνου. Μεσομέρι Κυριακής, που «Κυργιακή» τη λαλούσαμε, στο σπίτι της υποψήφιας νύφης. Είχαν συμφωνήσει οι δυο φαμίλιες και θα έρχονταν οι συμπεθέροι στο σπίτι. Εκείνα τα χρόνια το λογοδόσιμο και τα αρραβωνιάσματα είχαν ένα άκαμπτο θρησκευτικό τυπικό. Τα σπίτια ήταν πιο ερμητικά από ποτέ, όλα γίνονταν εσωτερικά στο φρούριο της κάθε οικογένειας. Φοντανιέρες, σπιτικά γλυκά και ηδύποτα, τυπικές προσφωνήσεις και κουβέντες για προίκες και ημερομηνίες που έπρεπε να διασφαλιστούν, γιατί τα μάτια της γειτονιάς ήταν ανελέητα. Από το πρωί η μάνα

ΣΠΑΣΜΕΝΕΣ ΖΩΕΣ 5
μου και η Ζωή ετοίμαζαν φαγητά και γλυκίσματα. Ήταν να έρθουν όλοι οι στενοί συγγενείς. Μόλις απόλυσε η λειτουργία στον Άγιο Νικόλαο, άρχισαν να καταφτάνουν ο θείος Χαρίσης με τη θεία Αποστολία και τις εξαδέλφες μου· τη Θάλεια, την Αντωνία και την Ευτέρ1 Αρραβωνιάσματα (από το χαρτί του προικοσύμφωνου). 2 Ιούλιος.

πη. Ήρθε κι η Αλεξάνδρα, η κόρη της κυρίας Βραχνού, που είχε γίνει αγαπημένη φίλη της Ζωής τον τελευταίο καιρό. Πίστευε πως ήταν καιρός πια να προχωρήσω με τη ζωή μου. Να χαρώ, να ερωτευτώ μια γυναίκα που να μου ταιριάζει, να κάνω οικογένεια. Κι αυτή, διακήρυττε, ήταν η Αλεξάνδρα. Το θεωρούσε μια δεύτερη χρυσή ευκαιρία να ξεκινήσω τα πάντα από την αρχή και με παρότρυνε να ξαναφτιάξω τη ζωή μου. Ο έρωτάς μου για την Αλεξάνδρα ήρθε ως νομοτέλεια – δεν μπορούσα ούτε ήθελα να τον αποφύγω. Εκείνη τη στιγμή αντιλήφθηκα την κυρία Βραχνού στο πλάι της Αλεξάνδρας ν’ αγκαλιάζει τους μελλόνυμφους, ψιθυρίζοντας μία ευχή για τον καθένα. Η υποδοχή έγινε με όλους τους τύπους και τις δέουσες συστάσεις. Ακολούθησαν τα κεράσματα και οι αβροφροσύνες που επιβάλλονται σε παρόμοιες περιστάσεις για να γεφυρώσουνε τις αποστάσεις. Πράγμα μάλλον περιττό για τους νεαρούς βλαστούς των ήδη αυτοαποκαλούμενων συμπεθέρων. Η συζήτηση ευχάριστη, έφερε όλους πιο κοντά. Η Ζωή κέρδισε εύκολα τις πρώτες εντυπώσεις και την αποδοχή της από τη μέλλουσα πεθερά της. Παρ’ όλο που ήταν λιγομίλητη –χειρότερη κι από τον Πέτρο, περιοριζόταν να αποκρίνεται μ’ ένα «μάλιστα» ή ένα νεύμα συγκαταβατικό της κεφαλής χαμογελώντας–, η Αντωνία Πολύζου, η μέλλουσα πεθερά της, ήξερε να διαβάζει πρόσωπα δίχως να έχει ανάγκη απ’ τα περίσσια λόγια. Και το πρόσωπο της Ζωής ήταν πρόσωπο καθαρό και τα μάτια

ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ 6
ενθουσιώδης, γέμιζε τις σιωπές της αδελφής του και προσπαθούσε να την κάνει να μιλήσει. Τα πεθερικά τη φίλησαν και της έδωκαν τα δώρα τους. Αδαμαντένιο σταυρό, χρυσό βραχιόλι, σκουλαρίκια και δαχτυλίδια. Εκείνη τους φιλούσε τα χέρια. Έπιασαν κατόπιν όλοι οι συγγενείς και οι φίλοι να δίνουν δώρα και χρυσά φλουριά, κι ένας γραμματικός τα έγραφε σε κατάστιχο για να επιστραφούν σε περίπτωση που διαλυόταν ο αρραβώνας. Πέρασαν ύστερα τα δαχτυλίδια, είπαν τις ευχές, και η
της φωτεινά, που ενέπνεαν εμπιστοσύνη. Καθισμένος στο ξύλινο καναπεδάκι, ο Πέτρος ευδιάθετος, σχεδόν

Ζωή μ’ έναν ασημένιο ταμπλά πήρε να κερνάει γλυκό κυδώνι και πιοτό τριαντάφυλλο όλους τους καλεσμένους. «Καλορίζικα!», «Καλά στέφανα!», «Γρήγορα οι χαρές σας!» ακούγονταν οι ευχές. Κάποιες στιγμές αμηχανίας πρόλαβε να διαλύσει η Μαργαρίτα, παρεμβαίνοντας ως οικοδέσποινα, καλώντας τους να καθίσουν στο τραπέζι για να μην κρυώσει το φαγητό, δείχνοντας σε κάθε καλεσμένο πού να καθίσει, με μια αυθόρμητη φιλοφρόνηση για τον καθένα. Την ίδια στιγμή η Ζωή χάθηκε στην κουζίνα, για να εμφανιστεί και πάλι με μικρά βήματα, κρατώντας έναν δίσκο με ποτηράκια και μια μικρή κρυστάλλινη καράφα ανάμεσά τους. «Λιαστό από τη Μονεμβασιά», δήλωσε καθώς σέρβιρε, και η Μαργαρίτα σήκωσε πρώτη το ποτήρι της να ευχηθεί για το ευτυχές γεγονός, που θα οδηγούσε τη Ζωή και τον Ηλία στον προορισμό της ζωής τους. Όμως αυτές γέννησαν κι άλλες ευχές από τους παρευρισκόμενους, που καθένας αλλιώς τις καταλάβαινε ή αλλιώς τις εννοούσε. «Εγώ θα πιω σε όλους σας», σήκωσε το ποτήρι ο Νικηφόρος Πολύζος, «και μακάρι ο καθένας από σας να έχει τέτοιες ανάλογες στιγμές με τη δική του οικογένεια. Γιατί αυτές μένουνε, παιδιά μου, ό,τι και να κάνετε στη ζωή σας, η οικογένεια μετράει». «Τι ωραία που τα λες, Νικηφόρε!» αναστέναξε η Αντωνία, θέλοντας να πει κάτι για να δείξει ότι συμπλέει με τον εκλεκτό της. «Μια στιγμή!» παρενέβη η Μαργαρίτα σηκώνοντας τις παλάμες. «Θέλω κι εγώ να πω κάτι. Κάποτε σ’ αυτό το τραπέζι κάθε Κυριακή καθόμασταν όλοι μαζί. Τώρα πια, σπάνια. Μεγαλώνουν τα παιδιά και φτιάχνουν τη δική τους ζωή, αλλά εγώ θέλω σε κάθε εναλλαγή εποχής που παρασέρνει τα χρώματα, τις μυρουδιές και τα ακούσματα της φύσης, να τους βλέπω πιο συχνά». Και σηκώνοντας το ποτήρι ευχήθηκε: «Η ώρα η καλή».

ΣΠΑΣΜΕΝΕΣ ΖΩΕΣ 7

ράμα εποχής, δεκαετία του 1950. Μυθοπλασία και πραγματικότητα συνυπάρχουν στο μωσαϊκό που συνθέτει την ιστορία του Άρη Μαυροσπάθη από το 1953 έως το 2016. Μία ιστορία που εξελίσσεται στην Αλβανία και την Ελλάδα, για έναν περίπου αιώνα. Όλα ξεκινούν στη Λευκίμμη της Κέρκυρας, όταν ο δεκαεξάχρονος Άρης με τον αδελφό του ναυαγούν με μια βάρκα στους Αγίους Σαράντα, συλλαμβάνονται για παράνομη είσοδο στην Αλβανία και εγκλωβίζονται στα Τίρανα, καθώς τους απαγορεύεται η έξοδος. Πάνω στις πληγές μιας Αλβανίας που αιμορραγεί από το καθεστώς του Ενβέρ Χότζα, το μυθιστόρημα παρακολουθεί τη ζωή του Άρη Μαυροσπάθη στα Τίρανα και στο Ελμπασάν, με φόντο την άγνωστη στο πλατύ κοινό ιστορία των δύο πόλεων, και όχι μόνο. Μια ολόκληρη εποχή αναπαριστάνεται ρεαλιστικά, χωρίς προκατάληψη, παράλληλα με την περιπέτεια, τη δράση, τον έρωτα, τις τραγικές καταστάσεις μιας οικογένειας που τα κλειστά σύνορα την αναγκάζουν να παλινδρομεί μεταξύ δύο κρατών. Στις σελίδες του βιβλίου ιχνογραφείται ο φόβος, η μισαλλοδοξία και ο εθνικισμός που ενσπείρει ο Χότζα και ο Αλία· η καθημερινή

Δ
ζωή της Αλβανίας στα χρόνια
οι συμμορίες των δρόμων· μεταμοσχεύσεις και
ρών· οι γεύσεις που παραπλανούν τη γλώσσα και το μυαλό και σε ετοιμάζουν για ένα ταξίδι γεμάτο περιπέτειες· τα στρατόπεδα εργασίας στην Αλβανία με αφόρητους καύσωνες το καλοκαίρι και σφοδρό ψύχος τον χειμώνα· η τρομερή φυλακή του Μπουρέλι, τα μπουντρούμια και τα βασανιστήρια· Αρμένιοι, Τούρκοι, Μαυροβούνιοι, Εβραίοι. Κι ακόμα, Οθωνοί, Μαθράκι, Ερεικούσα, Λευκίμμη, Αναπλάδες, Κέρκυρα. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ Βατάτζη 55, 114 73 Αθήνα | ΤΗΛ.: 210 64 31 108 ocelotos@ocelotos.gr | www.ocelotos.gr ISBN 978-618-205-370-6
του ’50-’60·
ανταλλαγές μω-

Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.
Σπασμένες ζωές - Τόμος Δεύτερος by Εκδόσεις Οσελότος - Issuu