Ένα μολύβι ξεκινά το ταξίδι του στο χρόνο, πεισμωμένο μ’ ένα στοίχημα παλιό, μπροστά σε μια πόρτα κλειστή, υποσχόμενο πως μια μέρα θα γυρίσει να την ανοίξει. Κατά την περιπλάνησή του αυτή, το ερώτημα είναι αν θα γυρίζει σαν κλώνος του Κάιν κυνηγημένος σαν αγρίμι ή σαν ένας νέος τροβαδούρος με αιτία, σκορπίζοντας μελωδίες απ’ τον κανόνα της ζωής σε χωριά, πόλεις, βουνά και λαγκάδια.
Μ’ αυτό το σκεπτικό ο Κώστας Νικολάου σχοινοβατώντας ανάμεσα στις δύο αγάπες του – μουσική και ποίηση – χρησιμοποιεί την αντίστιξη, που στη μουσική σημαίνει συνύπαρξη και μίμη