O λόφος με την παλιά εκκλησία σ τ η ζω ή τ ου χω ρ ι ο ύ μ ο υ
Ερευνώ το παρελθόν και το παρόν Προτείνω λύσεις για το μέλλον Πρόγραμμα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης
Νικόλαος Γραίκος ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙ∆ ΕΙΑΣ & ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ
ΕΝΕΡΓΕΙΑ 2.6.1.γ ΣΧΟΛΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙ∆ ΕΥΣΗΣ ΦΟΡΕΑΣ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗΣ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ Με τη συγχρηματοδότηση Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (Ε.Κ.Τ.)
σχεδιασμός επιμέλεια φύλλα εργασίας
6/θ ∆ημοτικό Σχολείο Κονταριώτισσας Πιερίας
ΚΟΝΤΑΡΙΩΤΙΣΣΑ 2004
Ο ΛΟΦΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΜΟΥ Ερευνώ το παρελθόν και το παρόν Προτείνω λύσεις για το μέλλον
ΙSBN: 960-87786-2-Χ Εκτύπωση: Τυπογραφείο «Κων/νος Παναγιωτής & Σία ε.ε.». Κατερίνη, τηλ. 23510.23625 Βιβλιοδεσία: «Βιβλιοδετική Μπακιρτζίδης» Θεσσαλονίκη © Νικόλαος Γραίκος
Η παρούσα έκδοση τυπώθηκε τον Ιούλιο του 2004 και συγχρηματοδοτήθηκε από την Ενέργεια 2.6.1.γ των Σχολικών Προγραμμάτων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης της Ειδικής Υπηρεσίας ∆ιαχείρισης του ΕΠΕΑΕΚ 2 του ΥΠ.Ε.Π.Θ. και το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (Ε.Κ.Τ.) της Ευρωπαϊκής Ένωσης με φορέα υλοποίησης το Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Το πρόγραμμα βασίστηκε στην εγκεκριμένη πρόταση, που υπέβαλε το σχολικό έτος 2003 - 2004 το 6 / θ ∆ημοτικό Σχολείο Κονταριώτισσας προς το Πανεπιστήμιο Αιγαίου με συντονιστή τον Νικόλαο Γραίκο. Ο σκοπός της έκδοσης είναι εκπαιδευτικός, γι΄ αυτό και διατίθεται εκτός εμπορίου σε κάθε ενδιαφερόμενη σχολική μονάδα ή ∆ημόσιο φορέα. ∆ΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΚΟΝΤΑΡΙΩΤΙΣΣΑΣ ΚΟΝΤΑΡΙΩΤΙΣΣΑ, ∆ΗΜΟΣ ∆ΙΟΥ, ΚΑΤΕΡΙΝΗ 60 100 Τηλ - fax: 23510.51.516 E-mail: dskontar@otenet.gr
Φύλλο εργασίας1
Ο λόφος με την παλιά εκκλησία στη ζωή του χωριού μου Ερευνώ το παρελθόν και το παρόν Προτείνω λύσεις για το μέλλον Πρόγραμμα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης
Ενδεικτικές μαθητικές δραστηριότητες Ημερίδα παρουσίασης προγράμματος Έκθεση αποτελεσμάτων
ΕΝΕΡΓΕΙΑ 2.6.1.γ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΣΧΟΛΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΠΑΙ∆ ΕΙΑΣ & ΕΚΠΑΙ∆ ΕΥΣΗΣ ΦΟΡΕΑΣ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗΣ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ Με τη συγχρηματοδότηση Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (Ε.Κ.Τ.)
6/θ ∆ημοτικό Σχολείο Κονταριώτισσας Πιερίας
ΚΟΝΤΑΡΙΩΤΙΣΣΑ 2004
Φύλλο εργασίας1
Περιεχόμενα Βιβλιογραφία Πηγές κειμένων και εικόνων Πρόλογος Α. Περιεχόμενο προγράμματος Ι. Το θέμα: επιλογή και διαστάσεις του ΙΙ. Στόχοι ΙΙΙ. Μεθοδολογία IV. Πλάνο εργασίας 1. Καταγραφή των αρχικών στερεοτύπων των μαθητών 2. Ενότητες. Κάθετη και οριζόντια διαίρεση του θέματος 3. Σχέδιο προγράμματος Β. Φύλλα Φύλλο Φύλλο Φύλλο Φύλλο Φύλλο Φύλλο Φύλλο Φύλλο Φύλλο Φύλλο Φύλλο Φύλλο Φύλλο Φύλλο Φύλλο Φύλλο
εργασίας εργασίας εργασίας εργασίας εργασίας εργασίας εργασίας εργασίας εργασίας εργασίας εργασίας εργασίας εργασίας εργασίας εργασίας εργασίας εργασίας
(1 - 16) 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16
8 - 10 10 - 12 13 14 14 - 15 15 - 18 19 19 - 23 23 26 30 34 37 39 42 45 52 55 57 61 66
-
25 29 32 33 36 38 40 41 43 44 51 54 56 60 65 67
Γ. ∆ραστηριότητες
68 - 69
∆. Αξιολόγηση και διάχυση αποτελεσμάτων
69 - 71
Âéâëéïãñáößá ÁâäåëÜ 1998: ÁâäåëÜ ¸öç, Éóôïñßá êáé Ó÷ïëåßï, åêä. ÍÞóïò, ÁèÞíá 1998. Áíáãíùóôüðïõëïò 1971: Áíáãíùóôüðïõëïò Í. Ðáíáãéþôçò, Ç Áñ÷áßá ÏëõìðéêÞ Ðéåñßá, Å.Ð.Ì. Êáôåñßíçò, Èåó/íßêç 1971. ÁíôùíéÜäçò 1989: ÁíôùíéÜäçò ËÝáíäñïò, Ç äéäáêôéêÞ ôçò Éóôïñßáò, Ëåõêùóßá 1989. ÁñáìðáôæÞò 1998: ÁñáìðáôæÞò É. Èåüäùñïò, ÈÜìíïé êáé ÄÝíôñá óôçí ÅëëÜäá, ô. I, ÏéêïëïãéêÞ Êßíçóç ÄñÜìáò - Ôå÷íïëïãéêü Åêðáéäåõôéêü ºäñõìá ÊáâÜëáò, ÄñÜìá 1998. ÁñáìðáôæÞò 2001: ÁñáìðáôæÞò É. Èåüäùñïò, ÈÜìíïé êáé ÄÝíôñá óôçí ÅëëÜäá, ô. ÉI, ÏéêïëïãéêÞ Êßíçóç ÄñÜìáò - Ôå÷íïëïãéêü Åêðáéäåõôéêü ºäñõìá ÊáâÜëáò, ÄñÜìá 2001. Advances 1985: Advances in Archaeological Method and Theory, N. Schiffer (åðéì.), Academic Press, London 1985. Allaby 2002: Allaby Michael, Ï åðéóôçìïíéêüò ìïõ Ïäçãüò. Áíáêáëýðôù ôïí Êáéñü, [1995], áðüäïóç óôá åëëçíéêÜ: Áíôþíçò Êáëïêýñçò, åêä. ÅñåõíçôÝò, ÁèÞíá 2002. Arnheim 1994: Arnheim R., Thoughts on Art Education, The Getty Education Institute for the Arts, Occasional Paper 2, Los Angeles, California 1991². ÂáëáâÜíçò 2000: ÐÜíïò ÂáëáâÜíçò, Ï ëüöïò ìå ôá êñõììÝíá ìõóôéêÜ. Ôï ÷ñïíéêü ìéáò öáíôáóôéêÞò áíáóêáöÞò, åêä. Áêñßôáò, ç ÁèÞíá 2000 (6 Ýêä.). Âïêïôüðïõëïò 1992: Âïêïôüðïõëïò Ð., Ç åêêëçóéáóôéêÞ áñ÷éôåêôïíéêÞ åéò ôçí ÄõôéêÞí ÓôåñåÜí ÅëëÜäá êáé ôçí ¹ðåéñïí áðï ôïõ ôÝëïõò ôïõ 7ïõ ìÝ÷ñé ôïõ ôÝëïõò ôïõ 10ïõ áéþíïò, Èåóóáëïíßêç 1992², ó. 247. Braudel 1993: Braudel F., Ç Ìåóüãåéïò êáé ï ìåóïãåéáêüò êüóìïò ôçí åðï÷Þ ôïõ Öéëßððïõ Â' ôçò Éóðáíßáò, ôüìïò Á': Ï ñüëïò ôïõ ðåñéãýñïõ, [Paris 1949 / 1979], ìåôÜöñáóç Êëáßñç ÌéôóïôÜêç, åêä. Ì.É.Å.Ô., ÁèÞíá 1993². Broudy 1987: Broudy S. Harry, The Role of Imagery in Learning, The Getty Education Institute for the Arts, Occasional Paper 1, Los Angeles, California, 1987. Burke 1992: Burke Peter, History and Social Theory, Polity Press, 1992. Burke 2003: Burke Peter, Áõôïøßá: Ç ÷ñÞóç ôùí åéêüíùí ùò éóôïñéêþí ìáñôõñéþí [2001], ìåôöñ. Á.Ð. ÁíäñÝïõ, åêä. Ìåôáß÷ìéï, ÁèÞíá 2003. Burnie 1988: Burnie David, Ôï ÄÝíôñï [London 1988], óôç óåéñÜ: Ôá ìÜôéá ôçò áíáêÜëõøçò, ìåôöñ. Íßêïò ÊÝæïò, åêä. ÁóôÝñçò ÄåëçèáíÜóçò ÁèÞíá 1988. ÃêéïëÝò 1992: ÃêéïëÝò Í., ÂõæáíôéíÞ Íáïäïìßá (600-1204), ÁèÞíá 1992. ÃëùóóéêÝò äñáóôçñéüôçôåò 2000: ÃëùóóéêÝò äñáóôçñéüôçôåò ãéá ôï äçìïôéêü ó÷ïëåßï, åðéóôçì. õðåýèõíïé Á. ×áñáëáìðüðïõëïò, Ôñ. Êùóôïýëç, åêä. Êþäéêáò, Èåóóáëïíßêç 2000. Ãñáßêïò 1998: Ãñáßêïò Íéêüëáïò, Ðñùôïâõæáíôéíüò Ïéêéóìüò «ËïõëïõäéÝò» Êßôñïõò. Ïäçãüò Åðßóêåøçò ãéá ó÷ïëåßá, åêðáéäåõôéêü ðñüãñáììá óôï ðëáßóéï ôçò ÐåñéâáëëïíôéêÞò Åêðáßäåõóçò, Êáôåñßíç 1998. Ãñáßêïò 2002á: Ãñáßêïò Íéêüëáïò, Öùôïãñáößåò ðáéäéþí îå÷áóìÝíåò óå ðáëéÜ ïéêïãåíåéáêÜ Üëìðïõì. Ïé íïïôñïðßåò ôçò ðáéäéêÞò çëéêßáò êáé ôçò íåüôçôáò (1950 - 1980), Ãéá ôçí ÐåñéâáëëïíôéêÞ Åêðáßäåõóç 26 - 27, 2002, ó. 13 - 16. Ãñáßêïò 2002â: Ãñáßêïò Íéêüëáïò, Ôï Ýñãï ôÝ÷íçò êáé ç åéêüíá, ùò ðçãÝò óôï ìÜèçìá ôçò Éóôïñßáò, Ôá ÅêðáéäåõôéêÜ 63-64 (2002), ó. 66 - 83. Ãñáßêïò 2004: Ãñáßêïò Íéêüëáïò, Ïé ìéêñïß áñ÷áéïëüãïé áíáêáëýðôïõí ôï áñ÷áßï Äßïí. Áãþíåò êáé ãéïñôÝò óôï áñ÷áßï Äßïí. Äéáèåìáôéêü Åêðáéäåõôéêü Ðñüãñáììá, ÕÐ.Å.Ð.È.,- Åíéáßï Ëýêåéï - ÃõìíÜóéï - Äçìïôéêü Ó÷ïëåßï Êïíôáñéþôéóóáò, Ðñüãñáììá ÏëõìðéáêÞò Ðáéäåßáò 2003 - 2004, Êïíôáñéþôéóóá 2004. CECA 1988: ºäñõóç, ÏñãÜíùóç êáé Ëåéôïõñãßá Åêðáéäåõôéêþí ÔìçìÜôùí óå Ìïõóåßá, ICOM Åëëçíéêü ÔìÞìá, ðñáêôéêÜ åôÞóéáò Äéåèíïýò ÓõíÜíôçóçò CECA 1988, ÁèÞíá 1991. Chalmers 1996: Chalmers Graeme F., Celebrating Pluralism. Art, Education, and Cultural Diversity, The Getty Education Institute for the Arts, Occasional Paper 5, Los Angeles, California, 1996. Cuché 2001: Cuché Denys, Ç Ýííïéá ôçò êïõëôïýñáò óôéò ÊïéíùíéêÝò ÅðéóôÞìåò, åðéì. Ì. Ëåïíôóßíç, ìåôöñ. Ö. Óéáôßóôáò, åêä. ÔõðùèÞôù, ÁèÞíá 2001. ÄáñäáâÝóçò 2001: ÄáñäáâÝóçò É. Èåüäùñïò, Ç åëïíïóßá êáé ï áíèåëïíïóéáêüò áãþíáò óôçí ÅëëÜäá, ÅëëçíéêÞ ÉóôïñéêÞ Åôáéñåßá ÊÁ' ÐáíåëëÞíéï Éóôïñéêü ÓõíÝäñéï (26 28 ÌáÀïõ 2000), ðñáêôéêÜ, Èåóóáëïíßêç 2001, ó. 271- 295. Äéáìïñöþóåéò 1997: Äéáìïñöþóåéò 10 áñ÷áéïëïãéêþí ÷þñùí óôç Èåóóáëïíßêç. Ç «Üãíùóôç» ðüëç, êáôÜëïãïò Ýêèåóçò, Èåóóáëïíßêç 12 / 4 / 04 - 24 / 5 / 04, åðéì. êáôáëüãïõ Ðåëáãßá Áóôñåéíßäïõ Ãéþñãïò Óçìáéïöïñßäçò, Ï.Ð.Ð.ôçò Åõñþðçò «Èåóóáëïíßêç 1997» - Õðïõñãåßï Ðïëéôéóìïý - 9ç Åöïñåßá Âõæáíôéíþí Áñ÷áéïôÞôùí, Èåóóáëïíßêç 1997. ÄéåðéóôçìïíéêÝò ðñïóåããßóåéò 2002: ÄéåðéóôçìïíéêÝò ðñïóåããßóåéò óôç ìïõóåéáêÞ áãùãÞ, åðéìÝëåéá Ãéþñãïò Êüêêéíïò, Åõãåíßá ÁëåîÜêç, åêä. Ìåôáß÷ìéï, ÁèÞíá 2002. Dewey 1980: Dewey John, Åìðåéñßá êáé åêðáßäåõóç [1938], ìåôöñ. Ë. ÐïëåíÜêçò, åêä. ÃëÜñïò, ÁèÞíá 1980. Åõáããåëßäçò 1913: Åõáããåëßäçò Ôñýöùí, ÍÝá ÅëëÜò, Þôïé ÉóôïñéêÞ, ÃåùãñáöéêÞ, ÔïðïãñáöéêÞ êáé Áñ÷áéïëïãéêÞ ÐåñéãñáöÞ ôùí ÍÝùí Åëëçíéêþí ×ùñþí: Çðåßñïõ, Èåóóáëßáò, Ìáêåäïíßáò, ÍÞóùí êáé ïäçãüò óáöÞò êáé áêñéâÞò ôùí Ôáîéäéùôþí êáé Ðåñéçãçôþí, åí ÁèÞíáéò 1913. Gardner 1990: Gardner Howard, Art Education and Human Development, The Getty Center for Education in the Arts, Occasional Paper 3, Los Angeles, California, 1990². Garidis 1989 : Garidis M., La peinture murale dans le monde Orthodoxe après la chute de Byzance (1450 - 1600) et dans les pays sour domination étrangère, Athènes 1989. Goals for Curriculum Development 1980: Goals for Curriculum Development in Environmental Education, Hungerford R.H., Peyton B.R., Wilke J. R., The Journal of Environmental Education 3, ô. 11, 1980. Goldie 2003: Goldie Sonia, Ôá óðßôéá ôùí æþùí [2002], óôç óåéñÜ: Ôï âéâëßï ôçò öýóçò, ìåôöñ. ×Üñçò Ðáõëßäçò, åêä. Êáëåéäïóêüðéï, ÁèÞíá 2003. Ç äñáóôçñéüôçò 1960: Ç äñáóôçñéüôçò êáé ôá Ýñãá Êïéíüôçôïò ÊÏÕÍÔ/ÓÇÓ Íïìïý Ðéåñßáò áðü 1957 1960, ÷.å., ÷.÷. Ç Ðéåñßá 1: Ç Ðéåñßá óôá ÂõæáíôéíÜ êáé Íåüôåñá ×ñüíéá, ðñáêôéêÜ 1ïõ óõíåäñßïõ, Êáôåñßíç 25 28 / 11 / 1993, Åóôßá Ðéåñßäùí Ìïõóþí Êáôåñßíçò - ºäñõìá Åèíéêïý êáé Èñçóêåõôéêïý Ðñïâëçìáôéóìïý, åêä. áöïß Êõñéáêßäç, Èåóóáëïíßêç [1997]. Ç Ðéåñßá 2: Ç Ðéåñßá óôá ÂõæáíôéíÜ êáé Íåüôåñá ×ñüíéá, ðñáêôéêÜ 2ïõ óõíåäñßïõ, Êáôåñßíç 27 29 / 11 / 1993, Åóôßá Ðéåñßäùí Ìïõóþí Êáôåñßíçò, åêä. ÔÝñôéïò, Êáôåñßíç 2002. Hall - O' Hara 1997: Hall Cally - O' Hara Scarlett, ÃåùëïãéêÜ Öáéíüìåíá, [1995], ìåôÜöñ. ÌáñéÜííá Áíáãíùóôïðïýëïõ, åêä. ÐáôÜêçò, ÁèÞíá 1997. Handbook 1972: Burston H.W.- Green W.C. - Dickinson K.A. - Nicholas J.E. - Thompson D. (ed.), Handbook for History Teachers, University of London / Institute of Education, 1972². Hodder 1986: Hodder Ian, Reading the Past, åêä. Cambridge University Press, Cambridge 1986. Holland 1989: Holland Henri, Ôáîßäé óôç Ìáêåäïíßá êáé Èåóóáëßá (1812 1813), [London 1815], ìåôöñ. Ã. Êáñáâßôçò, ÁèÞíá 1989.
8
ºãêåñò 1991: ºãêåñò Ãê., ÍÝåò êáôåõèýíóåéò óôçí ÅõñùðáúêÞ Éóôïñéïãñáößá, ìåôöñ. Â. Ïéêïíïìßäçò, åêä. Ãíþóç, ÁèÞíá 1991. Éóôïñßá êáé ìÝèïäïé 1985: Encyclopédie de la Pléiade, Éóôïñßá êáé ÌÝèïäïß ôçò, ôüìïò Â': ÌåèïäéêÞ áíáæÞôçóç ôùí ìáñôõñéþí, ôåý÷ïò 1: ÐáñáäïóéáêÝò âïçèçôéêÝò åðéóôÞìåò. ÅéêïíéóôéêÝò ìáñôõñßåò, Äéåýèõíóç: Charles Samaran, [Paris 1961], ìåôöñ. Ó. Óõìåùíßäçò, åêä. Ì.É.Å.Ô., ÁèÞíá 1985. Julivert 1992: Julivert Angels Maria, Ç æùÞ ôùí öõôþí, óôç óåéñÜ: Ï áüñáôïò êüóìïò, ìåôöñ. ÄÞìïò Áõãåñéíüò, åêäüóåéò ÐáôÜêçò, ÁèÞíá 1992. Êáæôáñßäçò 2002: Êáæôáñßäçò Ö. É., Ç Ìáêåäïíßá êáôÜ ôçí ôïõñêïêñáôßá. Ç Ðéåñßá ôùí ðåñéçãçôþí êáé ôùí ãåùãñÜöùí, åêä. ÌÜôé, Êáôåñßíç 2002. ÊáñáÀóêïò 2002: ÊáñáÀóêïò Íßêïò, Ðáôñéäïãíùóßá Ðéåñßáò, åêðáéäåõôéêü CD, Êáôåñßíç 2002. Êáôåñßíç 2001: ÄÞìïò Êáôåñßíçò 70 ÷ñüíéá (1929 - 1999), Éóôïñßá Êïéíùíßá Ðïëéôéóìüò, ðñáêôéêÜ 1ïõ óõíåäñßïõ, Êáôåñßíç 25 27 / 11 / 1999, åêä. ÔÝñôéïò, Êáôåñßíç 2001. Êüêêéíïò 1999: Êüêêéíïò Ãéþñãïò, Ç êåéìåíéêÞ äéÜóôáóç ôçò Éóôïñßáò êáé ç áíáæÞôçóç êñéôçñßùí åãêõñüôçôáò ôçò éóôïñéêÞò ãíþóçò, ÓåìéíÜñéï 21 (1999), ÐáíåëëÞíéá ¸íùóç Öéëïëüãùí, ó. 51- 76. Êüêêéíïò 2002: Ç ìåëÝôç ôçò êïõëôïýñáò: éóôïñéêü ðëáßóéï, åííïéïëüãçóç, äéåðéóôçìïíéêÞ ðñïóÝããéóç. Ç åêâïëÞ ôïõ èåùñçôéêïý ðñïâëçìáôéóìïý óôï èåóìü, óôï: ÄéåðéóôçìïíéêÝò ðñïóåããßóåéò 2002, ó. 17 - 42. Êüêêïôáò 1998: Êüêêïôáò Â. Ðáíáãéþôçò, Óýã÷ñïíåò ðñïóåããßóåéò óôç äéäáóêáëßá ôùí Öõóéêþí Åðéóôçìþí. Ç åðïéêïäïìçôéêÞ ðñïóÝããéóç ôçò äéäáóêáëßáò êáé ôçò ìÜèçóçò, ÁèÞíá 1998². ÊïëéÜäçò 1997: ÊïëéÜäçò Á.Å., Èåùñßåò ìÜèçóçò êáé åêðáéäåõôéêÞ ðñÜîç, ô.ô, ÃíùóôéêÝò èåùñßåò, ÁèÞíá 1997. Êïõñïõæßäçò 2003: Êïõñïõæßäçò ÓÜêçò, Ç Ðéåñßá ìÝóá áðü áõôïôåëåßò êáé ðåñéïäéêÝò åêäüóåéò ôùí äýï ôåëåõôáßùí áéþíùí, óôï: Ç Ðéåñßá 2, ó. 841 - 873. ÊÐÅ ÍÜïõóáò: Ôï íéï ôï åõëïãçìÝíï ô´ áèÜíáôï íåñü, ðïëõÞìåñï åêðáéäåõôéêü ðñüãñáììá, ÕÐ.Å.Ð.È.- Å.É.Í.-ÊÝíôñï ÐåñéâáëëïíôéêÞò Åêðáßäåõóçò ÍÜïõóáò, ÷.÷. ÊùôóÜêçò 1986: ÊùôóÜêçò Ê., Óýã÷ñïíç Áñ÷áéïëïãßá: Ñåýìáôá êáé êáôåõèýíóåéò, Áñ÷áéïëïãßá 20 (1986), ó. 52-58. Krautheimer 1991: Krautheimer Richard, Ðáëáéï÷ñéóôéáíéêÞ êáé ÂõæáíôéíÞ Áñ÷éôåêôïíéêÞ [1965 / 1979], ìåôöñ. ÖáíÞ Ìáëëïý÷ïõ ÔïõöÜíï, åêä. Ìïñöùôéêü ºäñõìá ÅèíéêÞò ÔñÜðåæáò, ÁèÞíá 1991. Kress - Leeuwen 2001: Kress Gunter - Leeuwen van Theo, Reading Images. The Grammar of Visual Design, Routledge, London and New York 1996 / 2001. Kuhn 1987: Kuhn S. Thomas, Ç äïìÞ ôùí åðéóôçìïíéêþí åðáíáóôÜóåùí, ìåôöñ. Ã. Ãåùñãáêüðïõëïò, Â. ÊÜëöáò, åêä. Óýã÷ñïíá ÈÝìáôá, ÁèÞíá 1987². Êurz 2003: Kurz Marcel, ¼ëõìðïò, [Ðáñßóé 1923], åðéìÝëåéá - ìåôÜöñáóç Ïõñáíßá Áè. ÊáôóáìÜêá, åêä. ÌÜôé, Êáôåñßíç 2003. Ëáæáñßäçò 1974: Ëáæáñßäçò Ð., Íáüò Ðáíáãßáò Êïíôáñéþôéóóáò Ðéåñßáò, Áñ÷áéïëïãéêü Äåëôßï 29, 1974, ×ñïíéêÜ 3, ó. 759 - 764. Ëå Ãêïö 1998: Ëå Ãêïö Æ., ÌíÞìç êáé éóôïñßá, åêä. ÍåöÝëç, ÁèÞíá 1998. Ëåïíôóßíçò- Ñåðïýóç 2001: Ëåïíôóßíçò, Ã. - Ñåðïýóç, Ì., Ç ÔïðéêÞ Éóôïñßá ùò ðåäßï óðïõäÞò óôï ðëáßóéï ôçò ó÷ïëéêÞò ðáéäåßáò, Ïñãáíéóìüò Åêäüóåùò Äéäáêôéêþí Âéâëßùí, ÁèÞíá 2001. Ëåïíôóßíçò 1996:Ëåïíôóßíçò Í., ÄéäáêôéêÞ ôçò éóôïñßáò, ãåíéêÞ - ôïðéêÞ éóôïñßá êáé ðåñéâáëëïíôéêÞ åêðáßäåõóç, ÁèÞíá 1996. Ëåïíôóßíçò 1999: Ëåïíôóßíçò Í. Ã., Åíóõíáßóèçóç êáé äéäáóêáëßá ôçò Éóôïñßáò, ÓåìéíÜñéï 21 (1999), Ð.Å.Ö., ó. 123 - 148. Le Goff 1975: Le Goff, Ïé íïïôñïðßåò: ìéá äéöïñïýìåíç éóôïñßá, óôï: Ôï Ýñãï ôçò Éóôïñßáò 1975, ó. 316 - 338. Learning History 1984: Learning History, åðéì. Dickinson K.A.-Lee J.P.-Rogers J.P., Heinemann Educational Books, 1984. Ìáêåäïíßá 1982: Ìáêåäïíßá. 4000 ÷ñüíéá åëëçíéêÞò éóôïñßáò êáé ðïëéôéóìïý, óåéñÜ: Éóôïñéêïß Åëëçíéêïß ×þñïé, ãåíéêÞ åðïðôåßá Ì. Â. Óáêåëëáñßïõ, ÅêäïôéêÞ Áèçíþí, ÁèÞíá 1982. ÌáêêÝõ 1996: ÌáêêÝõ ÖñÜíóéò, Äñáóôçñéüôçôåò ãéá ôï ÐåñéâÜëëïí [1993], ìåôöñ. Â. Çëéüðïõëïò, åêä. ÐáôÜêçò, ÁèÞíá 1996. Ìáíïýôóïãëïõ 2001: Ìáíïýôóïãëïõ Åìì., Ôï ãåùëïãéêü õðüâáèñï ôçò ðïëéôåßáò Êáôåñßíçò, óôï: Êáôåñßíç 2001, ó. 335 - 343. Ìáñôõñßåò 1998: Ìáñôõñßåò óå ç÷çôéêÝò êáé êéíïýìåíåò áðïôõðþóåéò ùò ðçãÞ ôçò Éóôïñßáò, ðñáêôéêÜ äéåèíïýò çìåñßäáò (30 / 5 / 1997), ÐáíåðéóôÞìéï Áèçíþí, ÔìÞìá Éóôïñßáò êáé Áñ÷áéïëïãßáò, åêä. ÊáôÜñôé, ÁèÞíá 1998. Ìáôóáããïýñáò 1994: Ìáôóáããïýñáò Ç., ÓôñáôçãéêÝò Äéäáóêáëßáò, åêä. Gutenberg, ÁèÞíá 1994. Ìáôóáããïýñáò 1995: Ìáôóáããïýñáò Ç. (åðéì.), Ç ÅîÝëéîç ôçò ÄéäáêôéêÞò: ÅðéóôçìïëïãéêÞ Èåþñçóç, Gutenberg, ÁèÞíá 1995. Ìáôóáããïýñáò 2002á: Ìáôóáããïýñáò Çëßáò, Äéåðéóôçìïíéêüôçôá, äéáèåìáôéêüôçôá êáé åíéáéïðïßçóç óôá íÝá ÐñïãñÜììáôá Óðïõäþí: Ôñüðïé ïñãÜíùóçò ôçò ó÷ïëéêÞò ãíþóçò, Åðéèåþñçóç Åêðáéäåõôéêþí ÈåìÜôùí [Åéäéêü áöéÝñùìá óôç Äéáèåìáôéêüôçôá] 7, ÍïÝìâñéïò 2002, ó. 19 - 36. Ìáôóáããïýñáò 2002â: Ìáôóáããïýñáò Çëßáò, Ç Äéáèåìáôéêüôçôá óôç Ó÷ïëéêÞ Ãíþóç. ÅííïéïêåíôñéêÞ Áíáðëáéóßùóç êáé Ó÷Ýäéá Åñãáóßáò, åêä. Ì. Ð. Ãñçãüñçò, ÁèÞíá 2002. Ìáôóáããïýñáò 2002ã: Ìáôóáããïýñáò Çëßáò, Ç ÅõÝëéêôç Æþíç ôùí êáéíïôïìéþí: ÄéáèåìáôéêÝò Äñáóôçñéüôçôåò êáé Ó÷Ýäéá Åñãáóßáò, óôï: Ïäçãüò Ó÷åäßùí 2002, ó. 11- 17. ÌÝíôæïò 1988: ÌÝíôæïò Á., Óöñáãßóìáôá óå ðëßíèïõò áðü ôï Äßïí, ÉóôïñéêïãåùãñáöéêÜ 2, 1998. ÌÝíôæïò 1997: ÌÝíôæïò Á., Ç åêêëçóéáóôéêÞ áñ÷éôåêôïíéêÞ ôçò Ðéåñßáò óôçí ðñþéìç âõæáíôéíÞ ðåñßïäï, óôï: Ç Ðéåñßá 1, ó. 153 165. ÌÝñôæéïò 1947: ÌÝñôæéïò Ä. Ê., Ìíçìåßá ÌáêåäïíéêÞò Éóôïñßáò, Èåóóáëïíßêç 1947. ÌðáãÜêçò 2000: ÌðáãÜêçò Ã. åðéì., ÐñïáéñåôéêÜ ÅêðáéäåõôéêÜ ÐñïãñÜììáôá óôç Ó÷ïëéêÞ Åêðáßäåõóç, Ìåôáß÷ìéï, ÁèÞíá 2000. ÌõñïãéÜííç 2002: ÌõñïãéÜííç ¸ëóá, 10 ìéêñïß äéÜëïãïé ãéá Ýíá ìïõóåßï, åêä. Êáëåéäïóêüðéï, ÁèÞíá 2002. Mcintosh 1997: Mcintosh Jane Dr., Áñ÷áéïëïãßá [London 1994], ìåôöñ. ÔæÝíç ÃáâáëÜêç, åêä. ÅñåõíçôÝò, ÁèÞíá 1997. Moloney 1996: Moloney Norah, Ãíùñéìßá ìå ôçí ÅðéóôÞìç. Áñ÷áéïëïãßá, [Oxford 1995] ìåôöñ. ÅéñÞíç ÁâñáìÝá, åêä. Íôïõíôïýìçò, ÁèÞíá 1996. ÍÜêïõ 2000: ÍÜêïõ ÅéñÞíç, Ôá ðáéäéÜ êáé ç Éóôïñßá. ÉóôïñéêÞ óêÝøç, ãíþóç êáé åñìçíåßá, åêä. Ìåôáß÷ìéï, ÁèÞíá 2000. ÍôåêÜóôñï 1990: ÍôåêÜóôñï Ìáñßæá, ÂõæáíôéíÞ ÔÝ÷íç. Ïäçãüò ãéá ðáéäéÜ, åêä. ÊÝäñïò, ÁèÞíá 1990. Ï ¼ëõìðïò: Ï ¼ëõìðïò êáé ôé öáñÜããé ôïõ ÅíéðÝá. ¸íá åñãáóôÞñé åõáéóèçôïðïßçóçò êáé åêðáßäåõóçò ãéá ôï ðåñéâÜëëïí, åðéìÝëåéá Ìáñßá Êáôóáêéþñç, Ýêä. Áíáðô. Åôáéñåßá Ëéôï÷þñïõ,- Ìïõóåßï ÃïõëáíäñÞ ÖõóéêÞò Éóôïñßáò - Å.Ê.Â.Õ., ÷.÷. Ïäçãüò Ó÷åäßùí 2002: ÕÐ.Å.Ð.È. - Ðáéäáãùãéêü Éíóôéôïýôï, Ïäçãüò Ó÷åäßùí Åñãáóßáò (Ðïëõèåìáôéêü âéâëßï, ÅõÝëéêôç Æþíç, Äéáèåìáôéêüôçôá). Ãéá ôïí Åêðáéäåõôéêü, ÁèÞíá 2002. Ïé Áñ÷áéïëüãïé 1: Ïé Áñ÷áéïëüãïé ìéëïýí ãéá ôçí Ðéåñßá, ÍÅËÅ Ðéåñßáò, (Äßïí, Êáëïêáßñé 1984), Èåóóáëïíßêç 1985. Ïé Áñ÷áéïëüãïé 2: Ïé Áñ÷áéïëüãïé ìéëïýí ãéá ôçí Ðéåñßá, ÍÅËÅ Ðéåñßáò, (Äßïí, Êáëïêáßñé 1985), Èåóóáëïíßêç 1986. Ïé Áñ÷áéïëüãïé 3: Ïé Áñ÷áéïëüãïé ìéëïýí ãéá ôçí Ðéåñßá, ÍÅËÅ Ðéåñßáò, (Äßïí, Êáëïêáßñé 1986), Èåóóáëïíßêç 1990. ¼ëõìðïò 2001: ¼ëõìðïò. Êåßìåíá êáé åéêüíåò äýï áéþíùí, óõëëïãÞ õëéêïý, åðéìÝëåéá: ÓÜêçò Êïõñïõæßäçò - Åõþíõìïò ÏéêïëïãéêÞ ÂéâëéïèÞêç, åêä. ÐéåñéêÞ ÁíáðôõîéáêÞ Á.Å., 2001. Ðáéäåßá êáé Áñ÷áéïëïãßá 2000: Õðïõñãåßï Ðïëéôéóìïý - ÉÁ' Åöïñåßá Ðñïúóôïñéêþí êáé Êëáóéêþí Áñ÷áéïôÞôùí, Ðáéäåßá êáé Áñ÷áéïëïãßá, åêðáéäåõôéêÜ ðñïãñÜììáôá ôïõ ÕÐ.ÐÏ., ðñáêôéêÜ çìåñßäáò 13/ 5/ 98, ×áëêßäá 2000.
9
ÐáíôåñìáëÞò 1989: ÐáíôåñìáëÞò ÄçìÞôñéïò, Äßïí, Áñ÷áéïëïãßá 33 (ÄåêÝìâñéïò 1989), ó. 6 - 53. ÐáíôåñìáëÞò 1997: ÐáíôåñìáëÞò ÄçìÞôñéïò, Äßïí. Áñ÷áéïëïãéêüò ÷þñïò êáé Ìïõóåßï, åêä. ÁäÜì, ÁèÞíá 1997. ÐáíôåñìáëÞò 1999: ÐáíôåñìáëÞò ÄçìÞôñéïò, Äßïí. Ç áíáêÜëõøç, Adam editions, ÁèÞíá 1999. Ðáðáæþôïò 1985: Ðáðáæþôïò È., Ç ìåôáâõæáíôéíÞ æùãñáöéêÞ óôçí Ðéåñßá, óôï: Ïé áñ÷áéïëüãïé 1, ó. 63 - 69. Ðáðáæþôïò 1990: Ðáðáæþôïò È., ÌåóáéùíéêÞ ôïðïãñáößá ôïõ íïìïý Ðéåñßáò, óôï: Ïé áñ÷áéïëüãïé 3, ó. 49 - 66. Ðáðáæþôïò 1997: Ðáðáæþôïò È., Ç æùãñáöéêÞ ôùí áñ÷þí ôïõ 16ïõ áé. óôçí Ðéåñßá êáé Çìáèßá. Ìßá ðñþôç ðñïóÝããéóç, óôï: Ç Ðéåñßá 1, ó. 187 - 218. Ðáðáèáíáóßïõ 2002: Ðáðáèáíáóßïõ ÅõÜããåëïò, ÓÐH : ÓõìâïëÞ óôçí éóôïñßá åíüò ÷ùñéïý, óôï: Ç Ðéåñßá 2, ó. 724 - 837. ÐáðáóôñÜôïõ 1990: ÐáðáóôñÜôïõ Í, ×Üñôéíåò åéêüíåò. Ïñèüäïîá èñçóêåõôéêÜ ÷áñáêôéêÜ 1669-1899, ô. É, ÉÉ, ÁèÞíá 1990. ÐáñèÝíéïò 1918: ÐáñèÝíéïò Åðßóêïðïò Êßôñïõò, ÐåñéãñáöÞ ÅðéóêïðéêÞò ÐåñéöÝñåéáò Êßôñïõò åðß Ôïõñêïêñáôßáò, öùôïôõðéêÞ Ýêäïóç ôçò áñ÷éêÞò Ýêäïóçò áðü ôï Âéâëéïðùëåßï Ï ÖÜñïò - Â. Âñïýæïò, [Êáôåñßíç 1986], åí ÁèÞíáéò 1918. ÐåñéâáëëïíôéêÞ Åêðáßäåõóç 1999: ÐåñéâáëëïíôéêÞ Åêðáßäåõóç óôï Äçìïôéêü Ó÷ïëåßï, ÕÐ.Å.Ð.È. - Äéåýèõíóç Óðïõäþí ÄåõôåñïâÜèìéáò Åêðáßäåõóçò - Ýñãï ÅÐÅÁÅÊ: 1.1.ÓÔ.1.Ã: ÁíÜðôõîç Åêðáéäåõôéêïý Õëéêïý ãéá ôçí ÐåñéâáëëïíôéêÞ Åêðáßäåõóç - WWF ÅëëÜò - ºäñõìá ÌðïäïóÜêç, åðéóô. åõèýíç: Åõãåíßá ÖëïãáÀôç, ðáêÝôï åêðáéäåõôéêïý õëéêïý, ÁèÞíá 1999. ÐåôñïõëÜêçò 1981: ÐåôñïõëÜêçò Íéêüëáïò, ÐñïãñÜììáôá, Åêðáéäåõôéêïß Óôü÷ïé, Ìåèïäïëïãßá, åêä. ÖåëÝêçò, ÁèÞíá 1981. Ðëéïýìðçò 1971: Ðëéïýìðçò Ð. Êùí/íïò, Ç áñ÷áßá ðüëéò Ðéåñßò. ÈÝóéò, Éóôïñßá, Áñ÷áéïëïãéêÜ ÅõñÞìáôá, Êáôåñßíç 1971. Ðïõêåâßë 1995: Öñáãê. Êáñüëïõ Ïýããïõ Ëáõñåíôßïõ Ðïõêåâßë, Ôáîßäé óôçí ÅëëÜäá (Ìáêåäïíßá Èåóóáëßá), ÁèÞíá 1995. Parker 1988: Parker Steve, Ëßìíåò êáé ðïôÜìéá 1988], óôï: Ôá ìÜôéá ôçò áíáêÜëõøçò, åêä. ÁóôÝñçò ÄåëçèáíÜóçò ÁèÞíá 1988. Perkins 1994: Perkins N. David, The Intelligent Eye. Learning to Think by Looking at Art, The Getty Education Institute for the Arts,Occasional Paper 4, Los Angeles, California 1994². Perrot 1979: Perrot - Soutter Andrienne, Ç Ãç, óôç óåéñÜ: Ôï ðñþôï âéâëßï ôçò öýóçò, Íï 3, åêä. ÁóôÝñçò ÄåëçèáíÜóçò, Èåóóáëïíßêç ÁèÞíá 1979. Practical Approaches 1973: Practical Approaches to the New History, åðéì. Jones R. Ben, Hutchinson Educational, 1973. ÑÜðôçò 2000: ÑÜðôçò Íßêïò, ÐåñéâáëëïíôéêÞ Åêðáßäåõóç êáé ÁãùãÞ. Ôï Èåùñçôéêü Ðëáßóéï ôùí Åðéëïãþí. ÐåñéâÜëëïí êáé ÊïéíùíéêÝò ÅðéóôÞìåò, åêä. ÔõðùèÞôù Ãéþñãïò Äáñäáíüò, ÁèÞíá 2000. Ñåðïýóç 2000á: Ñåðïýóç Ìáñßá, ÄéäáêôéêÝò ðñïóåããßóåéò ôçò ÔïðéêÞò Éóôïñßáò. Éóôïñéêü åñþôçìá êáé áíÜðôõîç ó÷åäßùí åñãáóßáò, Öéëüëïãïò 102 (÷åéìþíáò 2000), ôüìïò ÊÄ', ó. 590 - 606. Ñåðïýóç 2000â: Ñåðïýóç Ìáñßá, ÅêðáéäåõôéêÝò äéáäñïìÝò óôá éóôïñéêÜ ìïíïðÜôéá ôçò ðüëçò ôçò Èåóóáëïíßêçò, ÈåóóáëïíéêÝùí Ðüëéò 3, Ïêôþâñéïò 2000, ó. 59 - 80. ÓÝìïãëïõ 2002: ÓÝìïãëïõ Á., Ôï ðñüãñáììá ôïõ ôñïýëïõ ôçò Ðáíáãßáò Êïõíôïõñéþôéóóáò óôçí Ðéåñßá. ÅéêïíïãñáöéêÜ ðñüôõðá êáé ðáñÜëëçëá, óôï: Ç Ðéåñßá 2, ó. 707 - 723. Óêïñäïýëçò 2002: Óêïñäïýëçò Ä. Êùíóôáíôßíïò, Ôï ïéêï-ðïëéôéóìéêü ðáñÜäåéãìá óôç äéäáóêáëßá ôùí Öõóéêþí Åðéóôçìþí, Ãéá ôçí ÐåñéâáëëïíôéêÞ Åêðáßäåõóç 24, 2002, ó. 11 - 12. Óïöïýëçò - ÃáâñéëÜêçò 2002: Óïöïýëçò Ì. Êþóôáò, ÃáâñéëÜêçò É. Êþóôáò, Ç ÐåñéâáëëïíôéêÞ Åêðáßäåõóç ùò ÅðéóôÞìç êáé ùò ÔÝ÷íç. Ðñïò ìéá ÃåíéêÞ Èåùñßá ôçò ÐåñéâáëëïíôéêÞò Åêðáßäåõóçò, Óýã÷ñïíç Åêðáßäåõóç 123, 2002, ó. 122- 133. ÓöÞêáò 1995á: ÓöÞêáò Ãéþñãïò, Âéüôïðïé ôçò ÅëëÜäáò, óôç óåéñÜ: Ç åëëçíéêÞ öýóç, åêäüóåéò ÐáôÜêçò, ÁèÞíá 1995. ÓöÞêáò 1995â: ÓöÞêáò Ãéþñãïò, Ç öýóç ìáò óôï ðáñåëèüí, óôç óåéñÜ: Ç ÅëëçíéêÞ Öýóç, åêäüóåéò ÐáôÜêçò, ÁèÞíá 1995. ÓöÞêáò 1996: ÓöÞêáò Ãéþñãïò, Ôá äÜóç ôùí ÷áìçëþí ðåñéï÷þí, óôç óåéñÜ: Ç åëëçíéêÞ öýóç, åêä. ÐáôÜêçò, ÁèÞíá 1996. Scott 1996: Scott Michael, Ïéêïëïãßá, óôç óåéñÜ: Ãíùñéìßá ìå ôçí ÅðéóôÞìç, [1994], ìåôöñ. ÈáíÜóçò ÂÝìðïò, åêäüóåéò Íôïõíôïýìçò, ÁèÞíá 1996. Ôá Æþá 1994: Ôá Æþá, óôç óåéñÜ: ÌéêñÞ Åãêõêëïðáßäåéá Larousse [1992], ìåôöñ. Ó. ÂñÝôôá, åêä. ¢ììïò, ÁèÞíá 1994. Ôá ÖõôÜ 1994: Ôá öõôÜ, óôç óåéñÜ: ÌéêñÞ Åãêõêëïðáßäåéá Larousse [1992], ìåôöñ. Ó. ÂñÝôôá, åêä. ¢ììïò, ÁèÞíá 1994. Ôï Ýñãï ôçò Éóôïñßáò 1975: Ôï Ýñãï ôçò Éóôïñßáò, åðéìÝëåéá Le Goff - R. Nora, [Gallimard 1974] ìåôöñ. Êëáßñç ÌéôóïôÜêç, âéâëßá: ðñþôï - äåýôåñï - ôñßôï, ÁèÞíá 1975. ÔïõëéÜôïò 1999: ÔïõëéÜôïò Óðýñïò, ÈåùñçôéêÜ êáé ìåèïäïëïãéêÜ ðñïâëÞìáôá ðñïóÝããéóçò ôçò Éóôïñßáò, ÓåìéíÜñéï 21 (1999), ÐáíåëëÞíéá ¸íùóç Öéëïëüãùí, ó. 156 - 172. Ôóéãáñßäáò 1973: Ôóéãáñßäáò Å., ÂõæáíôéíÜ êáé ìåôáâõæáíôéíÜ ìíçìåßá Ìáêåäïíßáò ÈñÜêçò. Á. ÊåíôñéêÞ êáé äõôéêÞ Ìáêåäïíßá, Áñ÷áéïëïãéêü Äåëôßï 28, 1973, ÌÝñïò Â2. ×ñïíéêÜ, ó. 489 - 492. Ôóéãáñßäáò 1993: Ôóéãáñßäáò Å., Ïé ôïé÷ïãñáößåò ôïõ íáïý ôçò Ðáíáãßáò Êïíôáñéþôéóóáò êáé ç èÝóç ôïõò óôç æùãñáöéêÞ ôïõ 15ïõ áé. óôç Ìáêåäïíßá, áäçìïóßåõôç áíáêïßíùóç óôï 1ï óõíÝäñéï: Ç Ðéåñßá óôá ÂõæáíôéíÜ êáé Íåüôåñá ×ñüíéá, Êáôåñßíç 1993. Taylor - Pople 1996: Taylor Charles - Pople Stephen, ÅðéóôÞìç, óôç óåéñÜ: Ãíùñéìßá ìå ôçí ÅðéóôÞìç, [1994], ìåôöñ. ÌÜñéïò ÂáñÝôôáò, åêä. Oxford Íôïõíôïýìçò, ÁèÞíá 1996. Ôsigaridas 1988: Ôsigaridas Å., Ìonumental painting in Greek Macedonia during the 15th century, óôï: Çoly image, Çoly space. Icons and Frescoes from Greece, êáôÜëïãïò Ýêèåóçò óôéò Ç.Ð.Á. (21/1/1988 - 14/11/1990), Athens 1988. Williams 1994: Williams Raymond, Êïõëôïýñá êáé Éóôïñßá, åéóáã. - ìåôöñ. Â. Áðïóôïëßäïõ, åêä. Ãíþóç, ÁèÞíá 1994. Farndon 1993: Farndon John, Ï åðéóôçìïíéêüò ìïõ ïäçãüò. Áíáêáëýðôù ôç Ãç, [1992], åêä. ÅñåõíçôÝò, ÁèÞíá 1993. Frey 1986: Frey K., Ç ÌÝèïäïò Project, åêä. áöïé Êõñéáêßäç, Èåóóáëïíßêç 1986. ×áñáëáìðüðïõëïò - ×áôæçóáââßäçò 1997: ×áñáëáìðüðïõëïò Á.- ×áôæçóáââßäçò Ó., Ç äéäáóêáëßá ôçò ëåéôïõñãéêÞò ÷ñÞóçò ôçò ãëþóóáò. Èåùñßá êáé ðñáêôéêÞ åöáñìïãÞ. Ìéá åíáëëáêôéêÞ ðñüôáóç ãéá ôç äéäáóêáëßá ôçò íÝáò åëëçíéêÞò óôçí õðï÷ñåùôéêÞ åêðáßäåõóç, åêä. Êþäéêáò, Èåóóáëïíßêç 1997². ×ñõóáößäçò 1998: ×ñõóáößäçò Ê., ÂéùìáôéêÞ - ÅðéêïéíùíéáêÞ Äéäáóêáëßá. Ç ÅéóáãùãÞ ôçò Ìåèüäïõ Project óôï Ó÷ïëåßï, åêä. Gutenberg, ÁèÞíá 1998.
ÐçãÝò êåéìÝíùí êáé åéêüíùí Öýëëï åñãáóßáò 2 Åéêüíåò 1á - â: ×Üñôçò ôçò Ðéåñßáò, ÅèíéêÞ ÓôáôéóôéêÞ Õðçñåóßá ôçò ÅëëÜäïò. Åéêüíåò 2á - â : ×Üñôçò Carte du Mont Olympe, L. Heuzey, 1860, ðçãÞ: ¼ëõìðïò 2001, ó. 83. Êåßìåíï 1: Leon Heuzey, Le mont Olympe et l' Acarnanie, Paris 1860, ó. 142,ðçãÞ: Êáæôáñßäçò 2002, ó. 153. Åéêüíá 3 : ×Üñôçò Northern Greece, from the Isthmus to Macedonia and Illyria, W. M. Leake, óôï: W. M. Leake, Travels in Northern Greece, v. I, Amsterdam² 1967 [London¹ 1835], ðçãÞ: Ðáðáèáíáóßïõ 2002, ó. 824 (åéê. 9). Åéêüíåò 4á - â: ×Üñôçò Ö. ×. ËÜñéóá, Ê. Êïíôïãüíçò, ÁèÞíáé 1910,ðçãÞ: ¼ëõìðïò 2001, ó. 166. Åéêüíåò 5á - â : Ó÷åäéÜãñáììá õð. áñéè. 10. ÌÜ÷ç Êáôåñßíçò 15 Ïêôùâñßïõ 1912, ðçãÞ: ¼ëõìðïò 2001, ó. 180. Åéêüíá 6 : Ðßíáî ôçò ìåóçìâñéíÞò Çðåßñïõ êáé ôçò Èåóóáëßáò åêðïíçèåßò õðü Ìé÷áÞë È. ×ñõóï÷üïõ Æéôóáßïõ, åí ÁèÞíáéò êáôÜ ÉáíïõÜñéïí ôïõ 1884, ðçãÞ: ¼ëõìðïò 2001, ó. 94 (ëåðôïìÝñåéá). Åéêüíá 7 : Carte Générale du Massif de L' Olympe a l' échelle de 1 : 200000. Extraite de la Carte de l' Europe Centrale (Feuille
10
Larissa) levée par l' Institut Géographique Militaire de Vienne, óôï: Marcel Kurz, Le Mont Olympe, Annexe No 1, Ýíèåôç áíáôýðùóç, ðçãÞ: Kurz 2003 (ëåðôïìÝñåéá). Êåßìåíï 2: Ðïõêåâßë 1995, ó. 271. Êåßìåíï 3: Edward Daniel Clarke L L. D., Travels in Various Countries of Europe Asia and Africa, Part the Second: Greece, Egypt and the Holy Land, Section the Third, London 1816 [24 Dec. 1812], ìåôöñ. áðïóðÜóìáôïò Í. Ãñáßêïò, ó. 312. Åéêüíåò 8á - â : ÐáñèÝíéïò êáé ÃåñÜóéìïò áðü ôçí Åëáóóüíá, ×áëêïãñáößá ôïõ ïóßïõ Äéïíõóßïõ ôïõ åí Ïëýìðù ìå óêçíÝò áðü ôï âßï ôïõ, Êùíóôáíôéíïýðïëç 1808, É.Ì. Ïóßïõ Äéïíõóßïõ ôïõ åí Ïëýìðù. Öýëëï åñãáóßáò 3 Åéêüíá 9: Ôïðïãñáöéêü äéÜãñáììá ôçò ðåñéï÷Þò ôçò Êïíôáñéþôéóóáò, ÃåùãñáöéêÞ Õðçñåóßá Óôñáôïý, êëßìáî 1 : 5000, Ö.×. ËÉÔÏ×ÙÑÏÍ [4322.8, 4322.6], Ö.×. ÊÏÍÔÁÑÉÙÔÉÓÓÁ [4322.5, 4322.7], 1979. Åéêüíá 10: ¢ðïøç ôçò ëïöïóåéñÜò áðü íüôéá. Åéêüíá 11: ×Üñôçò ÐåñéöÝñåéáò Ä. Ìáêåäïíßáò (ëåðô. êåíôñ. Ðéåñßá), Õðïõñãåßï Ìáêåäïíßáò ÈñÜêçò, ÐñïãñáììáôéêÞ óõíåñãáóßá ÕÌÁÈ -ÅÊÅ××ÁÊ 1998 - 2002, ×. åðéóô. õðåýèõíïò Êáëôóßêçò, ôì. ôïðïãñÜöùí ìç÷áíéêþí Á.Ð.È. Êåßìåíï 4: ÉùÜííçò Ôóáããáëßäçò, Ç Ðéåñßá, Êáôåñßíç 1962, óåë. 41. Åéêüíåò 12-15: ¢ðïøç ôïõ ëüöïõ ôçò Ðáíáãßáò áðü ôá âüñåéá, íïôéááíáôïëéêÜ, íüôéá êáé áðü ôï ëüöï ôïõ áãßïõ Áèáíáóßïõ. Öýëëï åñãáóßáò 4 Åéêüíá 16: ÌïíôÝëï ëüöïõ, ðçãÞ: Farndon 1993, ó. 113. Öýëëï åñãáóßáò 5 Ó÷Þìá 1: ÃåùëïãéêÞ óôÞëç, ðçãÞ: Farndon 1993, ó. 92. Ó÷Þìá 2: Åäáöéêü ðñïößë, ðçãÞ: Farndon 1993, ó. 98. Åéêüíá 17: Ãåùëïãéêüò ÷Üñôçò ôçò ðåñéï÷Þò Êïíôáñéþôéóóáò. Éíóôéôïýôï Ãåùëïãéêþí êáé Ìåôáëëåõôéêþí Åñåõíþí, Ãåùëïãéêüò ×Üñôçò ôçò ÅëëÜäïò, êëßì. 1: 50000, Ö.×. ÊÏÍÔÁÑÉÙÔÉÓÓÁ-ËÉÔÏ×ÙÑÏ, ¸êäïóç 1978-1983. Ó÷Þìá 3: ÓôÞëç ðåôñùìÜôùí ôçò ðåñéï÷Þò Êïíôáñéþôéóóáò - Ïëýìðïõ. Éíóôéôïýôï Ãåùëïãéêþí êáé Ìåôáëëåõôéêþí Åñåõíþí, Ãåùëïãéêüò ×Üñôçò ôçò ÅëëÜäïò, êëßì. 1: 50000, Ö.×. ÊÏÍÔÁÑÉÙÔÉÓÓÁ-ËÉÔÏ×ÙÑÏ, ¸êäïóç 1978-1983. Åéêüíá 18: Öáéíüìåíï äéÜâñùóçò (ðåßñáìá), ðçãÞ: ÐåñéâáëëïíôéêÞ Åêðáßäåõóç 1999, ó. 67 (ÐáéäáãùãéêÝò Äñáóôçñéüôçôåò). Öýëëï åñãáóßáò 6 Åéêüíá 19: Êëéìáôïëïãéêüò ÷Üñôçò ôçò ÅëëÜäáò. Äéåýèõíóç ×áñôïãñÜöçóçò ôïõ Õðïõñãåßïõ Ãåùñãßáò, ðçãÞ: ÓöÞêáò 1996, ó. 7. Åéêüíåò 20 - 22: Ï ëüöïò ôçò Ðáíáãßáò ôï ÷åéìþíá, ôçí Üíïéîç êáé ôï öèéíüðùñï. Êåßìåíï 6: Allaby 2002, ó. 155. Åéêüíá 23: ÔïìÞ äñýéíïõ êïñìïý áðü ôï ëüöï ôçò Ðáíáãßáò. Öýëëï åñãáóßáò 7 Ó÷Þìá 4: Ï êýêëïò ôïõ íåñïý óôç öýóç, ðçãÞ: Farndon 1993, ó. 151. Åéêüíá 25: Ôï ðáëéü õäñáãùãåßï ôçí ðåñßïäï 1957 1960, ðçãÞ: Ç äñáóôçñéüôçò 1960. Åéêüíá 26: Ôï íÝï õäñáãùãåßï. Åéêüíá 27: Ôï áñ÷áßï õäñáãùãåßï óôç èÝóç ÓõêéÜ, ðçãÞ: Ðëéïýìðçò 1971, åéê. 11. Åéêüíá 28: Ôï áñ÷áßï õäñáãùãåßï óôç èÝóç ÓõêéÜ üðùò åßíáé óÞìåñá. Êåßìåíï 7: Ï Âõæáíôéíüò Íáüò ôçò Ðáíáãßáò, åñãáóßá Ð.Å., Äçì. Ó÷ïë. Êïíôáñéþôéóóáò, ó÷ïë. Ýôïò 1996-97. Åéêüíåò 29, 30: Ðïôßóôñá âüñåéá ôïõ íáïý ôçò Ðáíáãßáò êáé ôï ðçãÜäé ìÝóá óôï íáü. Öýëëï åñãáóßáò 8 Ó÷Þìá 5: Ðëçèõóìüò âéïêïéíüôçôá - ïéêïóýóôçìá, ðçãÞ: Hall - O' Hara 1997, ó. 144. Ó÷Þìá 6: Óôñþìáôá æùÞò óå Ýíá ïéêïóýóôçìá, ðçãÞ: Taylor - Pople 1996, ó. 71. Öýëëï åñãáóßáò 9 Êåßìåíï 7: ÃÜéïò Ðëßíéïò Óåêïýíäïò, ÖõóéêÞ Éóôïñßá, 4, 17, 1. Êåßìåíï 8: Holland 1989, ó. 170. Êåßìåíï 9: Åõáããåëßäçò 1913, ó. 88. Êåßìåíï 10: ÐáñèÝíéïò 1918, ó. 107. Åéêüíá 31: ËåðôïìÝñåéá ÷áëêïãñáößáò ôïõ Á. ÏñôÝëéïõò (1590), ðçãÞ: ÐáíôåñìáëÞò 1999, ó. 17. Êåßìåíï 11: ÓöÞêáò 1996, ó. 24. Êåßìåíï 12: Ãéá ôï ìýèï ôïõ Åñéóý÷èïíá, âë. ÊáìçëÜêç - ÐïëõìÝñïõ Áéê. ÄÝíôñá éåñÜ, Ç ÊáèçìåñéíÞ ÅðôÜ ÇìÝñåò, Öýóç Ìýèïò- ¢íèñùðïò 6. ÌõèïëïãéêÜ ôïõ ÄÝíôñïõ, 30/ 11/ 2003, ó. 22. Öýëëï åñãáóßáò 10 Ãéá ôç ãñáöÞ ôïõ ðëçñïöïñéáêïý êåéìÝíïõ ÷ñçóéìïðïéÞèçêå ùò âéâëéïãñáößá ôï: ÁñáìðáôæÞò 1998, ó. 8 22. Åéêüíá 32: Öõôïäáóéêüò ÷Üñôçò Ðéåñßáò (ëåðô.), ðçãÞ: ÊáñáÀóêïò 2002. Ó÷Ýäéï 7: Åßäç öõôþí, ðçãÞ: ÊÐÅ ÍÜïõóáò, ó. 8. Öýëëï åñãáóßáò 11 Åéêüíåò 33 - 34: Ôýðïò, ìïñöÞ êáé ðáñõöÝò öýëëùí , ðçãÞ: ÁñáìðáôæÞò 1998, ó. 267, 268, 269. Ðëçñïöïñßåò ãéá ôçí êïõôóïõðéÜ áðü: ÁñáìðáôæÞò 2001, ó. 13. Åéêüíåò 36 - 37: ÊïõôóïõðéÜ óôï äõôéêü ðåñßâïëï ôïõ íáïý êáé öýëëï êïõôóïõðéÜò, ðçãÞ: ÁñáìðáôæÞò 2001, ó. 13. Ðëçñïöïñßåò ãéá ôï ðïõñíÜñé áðü: ÁñáìðáôæÞò 1998, ó. 112. Åéêüíåò 38 - 39: ÐïõñíÜñéá óå èáìíþäç êáé äåíäñþäç ìïñöÞ äõôéêÜ ôïõ íáïý ôçò Ðáíáãßáò. Ó÷Þìá 8: Õðïëïãéóìüò ôïõ ýøïõò äÝíôñïõ, ðçãÞ: ÐåñéâáëëïíôéêÞ Åêðáßäåõóç 1999, ó. 47 (Ðáéäáã. Äñáóô.). Åéêüíåò 40 - 41: Ï êïñìüò ôïõ ìåãáëýôåñïõ áðü ôá äåíäñþäç ðïõñíÜñéá êáé öýëëï ðïõñíáñéïý, ðçãÞ: ÁñáìðáôæÞò 1998, ó. 112. Ðëçñïöïñßåò ãéá ôçí ïóôñõÜ áðü: ÁñáìðáôæÞò 1998, ó. 102. Åéêüíåò 42 - 43: ÏóôñõÜ âüñåéá ôïõ íáïý ôçò Ðáíáãßáò êáé öýëëï ïóôñõÜò, ðçãÞ: ÁñáìðáôæÞò 1998, ó. 102. Ðëçñïöïñßåò ãéá ôç ìåëéêïõêéÜ áðü: ÁñáìðáôæÞò 1998, ó. 129. Åéêüíåò 44 -45: ÌåëéêïõêéÜ áíáô. ôïõ íáïý ôçò Ðáíáãßáò êáé öýëëï ìåëéêïõêéÜò, ðçãÞ: ÁñáìðáôæÞò 1998, ó. 129. Ðëçñïöïñßåò ãéá ôïí éâßóêï áðü: ÁñáìðáôæÞò 2001, ó. 166. Åéêüíåò 46 - 47: Éâßóêïò áíáôïëéêÜ ôïõ íáïý ôçò Ðáíáãßáò êáé öýëëï éâßóêïõ, ðçãÞ: ÁñáìðáôæÞò 2001, ó. 166. Ðëçñïöïñßåò ãéá ôç âåëáíéäéÜ áðü: ÁñáìðáôæÞò 1998, ó. 118. Åéêüíåò 48 - 49: ÂáëáíéäéÜ äßðëá óôï íáü ôçò Ðáíáãßáò êáé öýëëï âáëáíéäéÜò, ðçãÞ: ÁñáìðáôæÞò 1998, ó. 118. Ðëçñïöïñßåò ãéá ôç ìåëéÜ áðü: ÁñáìðáôæÞò 2001, ó. 103. Åéêüíåò 50 - 51: ÌåëéÜ áíáôïëéêÜ ôïõ íáïý ôçò Ðáíáãßáò êáé öýëëï ìåëéÜò, ðçãÞ: ÁñáìðáôæÞò 2001, ó. 103. Ðëçñïöïñßåò ãéá ôç óõêéÜ áðü: ÁñáìðáôæÞò 1998, ó. 135 - 136. Åéêüíåò 52 - 53: ÓõêéÜ íüôéá ôïõ íáïý ôçò Ðáíáãßáò êáé öýëëï óõêéÜò, ðçãÞ: ÁñáìðáôæÞò 1998, ó. 136. Ðëçñïöïñßåò ãéá ôç ñïäéÜ áðü: ÁñáìðáôæÞò 2001, ó. 218.
11
Åéêüíåò 54 - 55: ÑïäéÜ íüôéá ôïõ íáïý ôçò Ðáíáãßáò êáé öýëëï ñïäéÜò, ðçãÞ: ÁñáìðáôæÞò 2001, ó. 218. Ðëçñïöïñßåò ãéá ôï êõðáñßóóé áðü: ÁñáìðáôæÞò 1998, ó. 56 - 58. Åéêüíåò 56 - 57: Äýï ðïéêéëßåò êõðáñéóóéïý óôï íåêñïôáöåßï êáé öýëëï êõðáñéóóéïý, ðçãÞ: ÁñáìðáôæÞò 1998, ó. 56. Ðëçñïöïñßåò ãéá ôïí êõðÜñéóóï Áñéæüíáò áðü: ÁñáìðáôæÞò 1998, ó. 58. Åéêüíá 58: ÊõðÜñéóóïò ôçò Áñéæüíáò äßðëá óôï íáü ôçò Ðáíáãßáò. Ðëçñïöïñßåò ãéá ôçí åëéÜ áðü: ÁñáìðáôæÞò 2001, ó. 260 - 261. Åéêüíá 59 - 60: ÅëéÜ óôïí íüôéï ðåñßâïëï ôïõ íáïý êáé öýëëï åëéÜò, ðçãÞ: ÁñáìðáôæÞò 2001, ó. 261. Ðëçñïöïñßåò ãéá ôçí ôñéêïõêéÜ áðü: ÁñáìðáôæÞò 1998, ó. 220 - 221. Åéêüíåò 61- 62: ÔñéêïõêéÜ óôï äõôéêü ðåñßâïëï ôïõ íáïý êáé öýëëï ôñéêïõêéÜò, ðçãÞ: ÁñáìðáôæÞò 1998, ó. 221. Ðëçñïöïñßåò ãéá ôç âáôïìïõñéÜ áðü: ÁñáìðáôæÞò 1998, ó. 169 - 172. Åéêüíåò 63- 64: ÂÜôïò íüôéá ôïõ íáïý ôçò Ðáíáãßáò êáé öýëëï âÜôïõ, ðçãÞ: ÁñáìðáôæÞò 1998, ó. 170. Ðëçñïöïñßåò ãéá ôïí êéóóü áðü: ÁñáìðáôæÞò 2001, ó. 222 - 224. Åéêüíåò 65- 66: Êéóóüò óôïí íüôéï ðåñßâïëï ôïõ íáïý êáé öýëëï êéóóïý, ðçãÞ: ÁñáìðáôæÞò 2001, ó. 225. Ðëçñïöïñßåò ãéá ôçí ðéêñïäÜöíç áðü: ÁñáìðáôæÞò 2001, ó. 264. Åéêüíåò 67- 68: ÐéêñïäÜöíç áíáôïëéêÜ ôïõ íáïý êáé öýëëï ðéêñïäÜöíçò, ðçãÞ: ÁñáìðáôæÞò 2001, ó. 264. Ðëçñïöïñßåò ãéá ôçí êïêêïñåâéèéÜ áðü: ÁñáìðáôæÞò 2001, ó. 110 - 111. Åéêüíåò 69-70: ÊïêêïñåâéèéÜ óôç âïñ. ðëåõñÜ ôïõ íáïý êáé öýëëï êïêêïñåâéèéÜò, ðçãÞ: ÁñáìðáôæÞò 2001, ó. 110. Åéêüíåò 71-76: ÌáíéôÜñéá, ôóïõêíßäåò, ñáäßêéá êáé öñýãáíá, sedum acre, ruscus acoreatus, áãñéïëïýëïõäá. Åéêüíá 77: ÁðïîçñáìÝíá öýëëá ìÝóá óå ñéæü÷áñôï, ðçãÞ: Burnie 1988, ó. 63. Åéêüíá 78: Áðïôõðþìáôá öëïéïý, ðçãÞ: Burnie ó. 63. Åéêüíåò 79- 80: ÓõóôÜäá êáé ïìÜäåò äÝíôñùí óôïí ðåñßâïëï ôïõ íáïý ôçò Ðáíáãßáò. Öýëëï åñãáóßáò 12 Êåßìåíï 13: Robert de Dreux, óôï: ÌÝñôæéïò 1947, ó. 186. Åéêüíá 81: ÄéÜöïñá æþá, ðçãÝò: Ôá Æþá 1994, ó. 12[óáëéãêÜñé], 14[÷åëþíá, øÜñé, ôñéæüíé, ðïíôßêé, âÜôñá÷ïò], 15[æÝâñá, áëåðïý], 28[ëýêïò], 49[ðåñéóôÝñé], 50[ðéãêïõßíïò], 51[÷åëéäüíé, êïëéìðñß, ðáðáãÜëïò], 52[óðïõñãßôé], 53[áåôüò], 55[óðßíïò, äñõïêïëÜðôçò], 61[áãñéüðáðéá], 83[áñÜ÷íç], 93[÷ñõóüøáñï], 102[ãõìíïóÜëéáãêáò], 105[êáâïýñé], 109[ìýãá], 112[ðáó÷áëßôóá, ìõñìÞãêé, ðåôáëïýäá], 113[ëéâåëïýëá, óêáñáâáßïò], 117[ìÝëéóóá], Ôá öõôÜ 1994, ó. 42[óêßïõñïò], ÓöÞêáò 1996, ó. 16[óáýñá], 23[óêáíôæü÷ïéñïò, äåíäñïãáëéÜ], 34[÷åëþíá], Scott 1996, ó. 43[ï÷éÜ]. Ïé õðüëïéðåò öùôïãñáößåò åßíáé ôçò Ð.Ï. ôïõ ó÷ïëåßïõ. Åéêüíåò 82 - 85: ÖùëéÜ ëáãïý, ÷åëéäïíéïý êáé óõêïöÜãïõ, óêßïõñïõ, áëåðïýò, ðçãÞ: Goldie 2003, ó. [8], [12,14], [12,13], [9] Åéêüíá 86: ÖùëéÝò æþùí óå äÝíôñï, ðçãÞ: Ôá öõôÜ 1994, ó. 79. Ãñßöïé: Goldie 2003, ó. [28, 29]. Öýëëï åñãáóßáò 13 Êåßìåíï 14 êáé åéêüíá 87á - óô: Perrot 1979, ó. [13 - 18]. Åéêüíåò 88, 89: Scott 1996, ó. 77, 107. Öýëëï åñãáóßáò 14 Êåßìåíï 15: ÂáëáâÜíçò 2000, ó. 56 - 58. Åéêüíá 90: ÊåñáìéêÜ üóôñáêá êáé ïëüêëçñï áããåßï, ðçãÞ: Moloney 1996, ó. 11. Åéêüíåò 91 - 93: ÊôçôïñéêÞ åðéãñáöÞ óôçí Áãßá ÔñéÜäá ÐáëéÜò Âñïíôïýò, ôïé÷ïðïéßá áðü ëéèüðëéíèïõò óôï íáü ôçò Ðáíáãßáò, ôïé÷ïãñáößá áðü ôï íáü ôçò Ðáíáãßáò, ðçãÞ: öùôïãñáöéêü áñ÷åßï Í. Ãñáßêïõ. Êåßìåíï 16: Ðëçñïöïñßåò åíäåéêôéêÜ áðü: ÐëáêùôÜñçò Êþóôáò, ÕëéêÜ êáé ôå÷íéêÞ óôç æùãñáöéêÞ êáé äéáêüóìçóç, ¿ñá Êáëëéôå÷íéêü êáé Ðíåõìáôéêü ÊÝíôñï, ÁèÞíá 1980³, ó. 112 - 123. Êåßìåíï 17 åéêüíá 94: Óôñùìáôïãñáößá. Ðëçñïöïñßåò åíäåéêôéêÜ áðü: Moloney 1996, ó. 18· Raymond Bloch, Óýã÷ñïíåò ìÝèïäïé ôçò Áñ÷áéïëïãßáò, óôï Éóôïñßá êáé ìÝèïäïé 1985, ó. 27 - 32. Åðßóçò Ç óôñùìáôïãñáößá ìéáò áíáóêáöÞò, ðçãÞ: Ìáñßæá ÍôåêÜóôñï, Ìéá áëõóßäá ãéá íá ãíùñßóåéò ôá ðïëý ðïëý ìáêñéíÜ ÷ñüíéá, åéêïíïãñ. ÂÜëëõ ËéÜðç, Áñ÷áéïëïãßá 64, Óåðô. 1997, ó. 114. Åéêüíåò 95 - 96â: ÊÜôïøç, áí. êáé íüôéá üøç íáïý Ðáíáãßáò, ðçãÞ: áñ÷åßï 9çò Åöïñßáò Âõæáíôéíþí Áñ÷áéïôÞôùí. Åéêüíá 97: Øçöéäùôü áðü ôéò ÈÝñìåò (ËïõôñÜ) ôïõ Äßïõ, ðçãÞ: ÐáíôåñìáëÞò 1999, ó. 139. ïõ Åéêüíá 98: Øçöéäùôü áðü ôï åðéóêïðéêü ìÝãáñï óôéò ËïõëïõäéÝò Êßôñïõò ôïõ 5 áé. ì. ×., ðçãÞ: öùôïãñáöéêü áñ÷åßï Å. ÌáñêÞ. Åéêüíá 99: ÌáñìÜñéíï èùñÜêéï áðü ôçí êïéìçôçñéáêÞ ÂáóéëéêÞ ôïõ Äßïõ, ðçãÞ: ÐáíôåñìáëÞò 1989, ó. 52. Åéêüíá 100: ÌáñìÜñéíïò ñáâäùôüò óðüíäõëïò óôïí ðåñßâïëï ôïõ íáïý, ðçãÞ: öùôïãñáöéêü áñ÷åßï Í. Ãñáßêïõ. Åéêüíåò 101 á â, 102, 103: Êéïíüêñáíá ôïõ íáïý ôçò Ðáíáãßáò, ðçãÞ: öùôïãñáöéêü áñ÷åßï Í. Ãñáßêïõ. Öýëëï åñãáóßáò 15 Êåßìåíï 22: Ï áñ÷éôåêôïíéêüò ôýðïò ôïõ íáïý, ðçãÞ: Ðáðáæþôïò 1990, ó. 60 - 61. Êåßìåíï 23 åéêüíåò 104 -106: Krautheimer 1991, ó. 79, 310, 292. Åéêüíá 107: Ôïé÷ïðïéßá áðü ôïõò áãßïõò Èåïäþñïõò ÁèÞíáò (1043), ðçãÞ: Ôï ÂõæÜíôéï áíÜìåóá óå ÁíáôïëÞ êáé Äýóç, êáôÜëïãïò Ýêèåóçò, åðéì. ÉùÜííá ÌÝííåíãêá, Õðïõñãåßï Ðïëéôéóìïý- ICOM Åëëçíéêü ÔìÞìá, ÁèÞíá 1993, ó. 30. Åéêüíåò 107â- ã: ÌéêôÞ êáé éóüäïìç ôïé÷ïðïéßá, ðçãÞ: ÂïõôçñÜò Å. - Ôéâåñßïõ Óôåöáíßäïõ È., Ìíçìåßá ôïõ Ñùìáúêïý Ðïëéôéóìïý, åêä. ÐáñáôçñçôÞò, Èåóóáëïíßêç 1990, ó. 28. Åéêüíåò 107ä - 110: Ôïé÷ïðïéßá êáé êåñáìïðëáóôéêüò äéÜêïóìïò áðü ôï íáü ôçò Ðáíáãßáò, ðçãÞ: öùôïãñáöéêü áñ÷åßï Í. Ãñáßêïõ. Êåßìåíï 28: Âë. êáé ÍôåêÜóôñï 1990, ó. 24- 27. Êåßìåíï 29: Âë. ÓÝìïãëïõ 2002. Åéêüíåò 111á-éá: Ôïé÷ïãñáößåò íáïý Ðáíáãßáò, ðçãÞ: öùôïãñáöéêü áñ÷åßï Í. Ãñáßêïõ. Åéêüíá 112: ÅðéãñáöÞ óå êåñáìéêÞ åðéäáðÝäéá ðëÜêá, ðçãÞ: öùôïãñáöéêü áñ÷åßï Í. Ãñáßêïõ. Åéêüíåò 113 - 115: ÐáëéÜ ðÝôñéíá óðßôéá Êïíôáñéþôéóóáò, ðçãÞ: öùôïãñáöéêü áñ÷åßï Í. Ãñáßêïõ. Åéêüíá 116: ÐáëéÜ ïéêïãåíåéáêÞ öùôïãñáößá áðü ôçí Êïíôáñéþôéóóá. Åéêüíá 117: ×Üñôçò ÐåñéöÝñåéáò Ä. Ìáêåäïíßáò (ëåðô. êåíôñ. Ðéåñßá), Õðïõñãåßï Ìáêåäïíßáò ÈñÜêçò, ÐñïãñáììáôéêÞ óõíåñãáóßá ÕÌÁÈ ÅÊÅ××ÁÊ 1998 2002, ×. åðéóô. õðåýèõíïò Êáëôóßêçò, ôì. ôïðïãñÜöùí ìç÷áíéêþí Á.Ð.È. Åéêüíåò 118 - 120: ÖùôïãñáöéêÝò áðüøåéò ëüöïõ Ðáíáãßáò, ðçãÞ: öùôïãñáöéêü áñ÷åßï Í. Ãñáßêïõ. Öýëëï åñãáóßáò 16 Åéêüíá 121: ÐáëéÜ ïéêïãåíåéáêÞ öùôïãñáößá áðü ôï íáü ôçò Ðáíáãßáò. Åéêüíá 122: Ï íáüò ôçò Ðáíáãßáò ôï 1971, ðçãÞ: Ðëéïýìðçò 1971, åéê. 13. Êåßìåíï 32: ðçãÞ: ÌÝíôæïò 1997, ó. 160. Êåßìåíá 33, 34: Êåßìåíá Í. Ãñáßêïõ ìå âÜóç ôç ó÷åôéêÞ âéâëéïãñáößá. Êåßìåíï 35: ðçãÞ: Ðáðáæþôïò 1990, ó. 60. Êåßìåíï 36: ðçãÞ: ÐáñèÝíéïò 1918, ó. 106, 107.
12
Πρόλογος Η πραγματοποίηση ενός προγράμματος περιβαλλοντικής εκπαίδευσης στο σχολείο εμπλέκει όλους τους φορείς της εκπαιδευτικής διαδικασίας σε ποικίλες δράσεις με πλούσια παιδαγωγικά, ψυχολογικά και γνωστικά οφέλη. Για το μαθητή αποτελεί πεδίο έκφρασης προσωπικών βιωμάτων, δημιουργικών ικανοτήτων και καλλιέργειας δεξιοτήτων, που βοηθούν στη διεύρυνση του γνωστικού του πεδίου και στην αλλαγή των στάσεων και των νοοτροπιών του. Για το δάσκαλο αποτελεί το χώρο εμπέδωσης μαθητοκεντρικών μεθοδολογιών μέσα από την πρακτική εφαρμογή βιωματικών, διδακτικών μοντέλων, που στοχεύουν στη γνωστική, συναισθηματική και ψυχοκινητική ανάπτυξη του παιδιού. Ο σχεδιασμός αυτών των προγραμμάτων αποτελεί επίσης ένα πεδίο άσκησης συνεργατικών τεχνικών και αυτοδιαχειριζόμενων εκπαιδευτικών μεθοδολογιών, που εμπλέκουν το δάσκαλο και το μαθητή σε διαδικασίες επανακαθορισμού των θεσμοποιημένων από το σχολικό σύστημα ρόλων τους. Θα πρέπει όμως να διευκρινιστεί ότι κάνουμε λόγο για δυνητικό κι όχι για προκαθορισμένο σχεδιασμό των προγραμμάτων αυτών εκ μέρους του δασκάλου και συνεργατική διαχείριση του σχεδιασμού αυτού εκ μέρους των μαθητών. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα με τίτλο: Ο λόφος με την παλιά εκκλησία στη ζωή του χωριού μου. Ερευνώ το παρελθόν και το παρόν. Προτείνω λύσεις για το μέλλον, μάς έδωσε τη δυνατότητα ν΄ ασχοληθούμε στην πράξη με ζητήματα που σχετίζονται, τόσο με τη διερεύνηση βιωματικών μεθοδολογικών τεχνικών, όσο και με την αναζήτηση διαύλων συνεργασίας ανάμεσα στα ενδιαφέροντα των παιδιών και στις γνωστικές απαιτήσεις του προγράμματος. Το τελικό θέμα προέκυψε από τη συνεργασία μαθητών και δασκάλου και υλοποιήθηκε στο σχολείο μας τη φετινή σχολική χρονιά 2003 04, μετά από έγκριση της πρότασης, που καταθέσαμε στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, στο πλαίσιο της Ενέργειας 2.6.1.γ των Σχολικών Προγραμμάτων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης της Ειδικής Υπηρεσίας ∆ιαχείρισης του ΕΠΕΑΕΚ 2 του ΥΠ.Ε.Π.Θ. Το κυριότερο κριτήριο σύμφωνα με το οποίο προτάθηκε το θέμα του προγράμματος, ήταν η μεγάλη σημασία του λόφου της Παναγίας του χωριού Κονταριώτισσας Πιερίας στη ζωή των κατοίκων, ως ένας χώρος όπου αλληλεπιδρούν και συν-διαμορφώνονται σε διαχρονικό επίπεδο το φυσικό με το ανθρωπογενές περιβάλλον. Αυτή η έντονη βιωματική λειτουργία του χώρου διαχέεται στη ζωή της κοινότητας, προκαλώντας ποικίλες στάσεις και συμπεριφορές, οι οποίες άλλοτε επιβεβαιώνουν τις σχέσεις αρμονικής αλληλεπίδρασης και άλλοτε, ιδιαίτερα κατά τις τελευταίες δεκαετίες, αποτελούν ενδείξεις επικίνδυνης «περιβαλλοντικής αδιαφορίας» για το μέλλον του χώρου. Οι θετικές και αρνητικές νοοτροπίες επηρεάζουν και τα παιδιά, για τα οποία το συγκεκριμένο πρόγραμμα, αποτέλεσε αφορμή να εκφράσουν τις απόψεις τους, να γνωρίσουν σε βάθος τα περιβαλλοντικά δεδομένα του χώρου και να αντιμετωπίσουν κριτικά το μέλλον του. Το τελευταίο στοιχείο αποτέλεσε και το σημαντικότερο δείκτη θετικής αξιολόγησης του προγράμματος, αφού οι διάφορες δραστηριότητες απέδειξαν ότι οι στάσεις και οι συμπεριφορές αλλάζουν προς το θετικότερο, όταν λειτουργήσουν συνδυαστικά οι γνωστικές με τις βιωματικές παραμέτρους. Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε το Πανεπιστήμιο Αιγαίου για την υποστήριξη που πρόσφερε στο πρόγραμμά μας, τους φορείς που συνεργάστηκαν: το ∆ήμο ∆ίου, την 9η Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Θεσσαλονίκης, τη ∆ιεύθυνση ∆ασών Πιερίας και το Σύλλογο Γονέων και Κηδεμόνων του σχολείου. Ιδιαίτερες ευχαριστίες οφείλουμε στον υπεύθυνο Π.Ε. πρωτοβάθμιας εκπ/σης Πιερίας κ. ης Γιάννη Οργανόπουλο, στην προϊσταμένη του Γραφείου Πιερίας της 9 Ε.Β.Α. αρχαιολόγο κ. Ευτέρπη Μαρκή, η οποία υποστήριξε με θέρμη όλες τις φάσεις διεξαγωγής του προγράμματος, το δασοπόνο και αρχιτέκτονα τοπίου της ∆/νσης ∆ασών Πιερίας κ. Γεώργιο Ρουσάκη, ο οποίος μας παρείχε πρόθυμα πλήθος πληροφοριών για τη χλωριδική σύσταση του λόφου και τον αρχαιολόγο κ. Βαγγέλη Παπαθανασίου, ο οποίος μας πρόσφερε χαρτογραφικό υλικό από το αρχείο του. Όμως το πρόγραμμα αυτό δε θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί χωρίς την ολόψυχη συμμετοχή των δεκατεσσάρων μαθητριών και μαθητών της Περιβαλλοντικής Ομάδας του σχολείου. Τα παιδιά δούλεψαν με κέφι εκτός του ωραρίου διδασκαλίας, τα Σαββατοκύριακα και τις ημέρες αργιών, αποδεικνύοντας ότι οι μαθητές μας διψούν για δημιουργικές εργασίες, που κινητοποιούν το ενδιαφέρον και τη βιωματική συμμετοχή τους. Τα ονόματά τους ήταν: ∆΄ τάξη: Σταυρούλα Κυράντζη, Αποστολία Μιχαλού, Ματίνα Τρικαλοπούλου, Ελένη Ζαλούμη, Σοφία Καραλή, Φανή Ζιωγάνα, Ηρώ Μιντού. Ε΄ τάξη: ∆έσποινα Κουκουλίδου, Παναγιώτα Πυλωρίδου, ∆ημήτρης Κωστούλας, Σταύρος Ζαφείρης, Μελίνα ∆ημακοπούλου. Στ΄ τάξη: Άννα Μιχαλού, Πολυξένη Σαϊντή. Νικόλαος Γραίκος ∆ιευθυντής του ∆ημοτικού Σχολείου Κονταριώτισσας και συντονιστής του προγράμματος Κονταριώτισσα Πιερίας Ιούνιος 2004
13
Α. Περιεχόμενο προγράμματος Ι. Το θέμα: επιλογή και διαστάσεις του Το θέμα του προγράμματος: Ο λόφος με την παλιά εκκλησία στη ζωή του χωριού μου. Ερευνώ το παρελθόν και το παρόν. Προτείνω λύσεις για το μέλλον, προέκυψε μετά από συζήτηση στην τάξη σχετικά με την πραγματοποίηση ενός προγράμματος περιβαλλοντικής εκπαίδευσης 1, που θα σχετίζεται με κάποιο σημαντικό τοπικό περιβαλλοντικό πρόβλημα ή ζήτημα του χωριού. Οι μαθητές επέλεξαν το συγκεκριμένο θέμα μέσα από μία λίστα που πρότεινε ο δάσκαλος2. Τα κριτήρια με τα οποία προτάθηκε το συγκεκριμένο θέμα ήταν: Η μεγάλη σημασία του φυσικού και οικιστικού χώρου του λόφου της Παναγίας στη ζωή της τοπικής κοινωνίας, ο διαθεματικός χαρακτήρας του και οι δυνατότητες για διερευνητική και βιωματική, εκπαιδευτική προσέγγιση. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο λόφος με το βυζαντινό ναό της Παναγίας της Κονταριώτισσας αποτελεί ένα ενιαίο σύνολο περιβαλλοντικής και πολιτιστικής σημασίας όχι μόνο για το χωριό, αλλά και για ολόκληρη την Πιερία. Οι ποικίλες συνιστώσες του θέματος προσφέρονται για διαθεματικές εκπαιδευτικές προσεγγίσεις, που μπορούν να αξιοποιήσουν διεπιστημονικά εργαλεία, από τους χώρους της Γεωγραφίας, της Τοπογραφίας, της ∆ασολογίας, της Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, της Ιστορίας, της Αρχαιολογίας, της Αρχιτεκτονικής (κτιρίων και τοπίου) κ.λ.π. Η μεγάλη επίσης διαχρονική σημασία του συγκεκριμένου τόπου, για την κοινωνία του χωριού, βοήθησε στη βιωματική προσέγγιση του θέματος, από τους μαθητές, μέσα από την καταγραφή των ποικίλων πολιτισμικών και περιβαλλοντικών συνιστωσών του, ιδιαίτερα αυτών που σχετίζονται με τις τοπικές μνήμες, με τη διαμόρφωση των νοοτροπιών, αλλά και με τη συναίσθηση των κινδύνων από τις ανισορροπίες της σημερινής διαχείρισής του. Η παρακίνηση επίσης των μαθητών στην έκφραση των προσωπικών τους απόψεων, ως προς το μέλλον του χώρου, αποτέλεσε χρησιμότατο εκπαιδευτικό εργαλείο διαπίστωσης των αλλαγών στις νοοτροπίες και τις στάσεις τους, αλλά και μία ενδιαφέρουσα πρόταση προς τους αρμόδιους φορείς. Συνεπώς οι διαστάσεις του θέματος είναι περιβαλλοντικές, κοινωνικές και πολιτισμικές, σε τοπικό, εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο. Οι μαθητές μέσω των δραστηριοτήτων ασχολήθηκαν με την ανίχνευση, καταγραφή και ερμηνεία, ζητημάτων, που αφορούν το φυσικό περιβάλλον του οικοσυστήματος του λόφου (χλωρίδα, πανίδα, γεωμορφολογία, κλίμα κ.λ.π.) και των περιβαλλοντικών του προβλημάτων (ρύπανση, κτιριακές επεμβάσεις, που αλλοιώνουν τη μορφή του χώρου κ.λ.π.). Προσέγγισαν τις συνιστώσες του ανθρωπογενούς πολιτισμικού περιβάλλοντος και της σχέσης του με το φυσικό, ερμηνεύοντας ιστορικές πηγές και καταγράφοντας αρχαιολογικά και αρχιτεκτονικά δεδομένα. Στην όλη διαδικασία, η συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας ήταν καθοριστική, τόσο κατά τη φάση συλλογής του υλικού (πηγές προφορικές, φωτογραφικές κ.λ.π.), όσο και κατά τη φάση παρουσίασης των αποτελεσμάτων του προγράμματος. Η ανάδειξη επίσης της σημασίας του χώρου σε τοπικό επίπεδο, οδήγησε στη σύγκριση και διασύνδεσή του με ανάλογες περιοχές, σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο, με παρόμοια περιβαλλοντικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά και προβλήματα.
ΙΙ. Στόχοι Οι εκπαιδευτικοί στόχοι του προγράμματος θα μπορούσαν να ταξινομηθούν σε γνωστικούς, συναισθηματικούς και ψυχοκινητικούς 3. Παρά το γεγονός ότι η ταξινόμηση αυτή είναι σχηματική και «μηχανική» και δεν είναι σε θέση να εκφράσει τις ποικίλες κοινωνικές και βιωματικές διαστάσεις του προγράμματος την υιοθετούμε, ως «τυπικό» μοντέλο, που συνοψίζει μία σειρά διδακτικών αποτελεσμάτων, τα οποία επιτεύχθηκαν κατά τη διεξαγωγή του προγράμματος και αντιστοιχούν στην απόκτηση βασικών γνώσεων και εννοιών σχετικά με το οικοσύστημα του λόφου, στην καλλιέργεια στάσεων και αξιών οικολογικής σημασίας, στην ανάπτυξη ικανοτήτων, για την έρευνα και μελέτη των τοπικών περιβαλλοντικών ζητημάτων και στην καλλιέργεια δεξιοτήτων, για την ανάληψη οικολογικών δράσεων ως προς τη μελλοντική διαχείριση του λόφου.4 Οι γνωστικοί στόχοι του προγράμματος εντοπίζονται στην κατανόηση των βασικών γνωστικών παραμέτρων των τριών κύριων ενοτήτων του θέματος δηλ. του φυσικού περιβάλλοντος του λόφου, του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος και του σχεδιασμού της μελλοντικής διαχείρισής του. Στόχος ήταν οι μαθητές, μέσα από τα φύλλα εργασίας και την προσωπική (ατομική ή ομαδική)
14
έρευνα να γνωρίσουν μία σειρά απλών και απαραίτητων γνώσεων και εννοιών, όπως για παράδειγμα βασικούς γεωγραφικούς, γεωμορφολογικούς και γεωλογικούς όρους, έννοιες του οικοσυστήματος και των τροφικών αλυσίδων, ιστορικές πηγές και μαρτυρίες, βασικές αρχιτεκτονικές και εικονογραφικές έννοιες κ.λ.π., που σχετίζονται με το περιβάλλον του λόφου, οι οποίες θα τους βοηθήσουν να οργανώσουν καλύτερα τις διάφορες δράσεις και δραστηριότητές τους. Οι συναισθηματικοί στόχοι αφορούν τη διαμόρφωση νέων στάσεων και συμπεριφορών ως προς το περιβάλλον του λόφου, μέσω της αναγνώρισης και της αξιολόγησης των κυριότερων κινδύνων, που απειλούν την ισορροπία του. Στόχος ήταν οι μαθητές να καταγράψουν και να προσεγγίσουν κριτικά τα κυριότερα περιβαλλοντικά προβλήματα του λόφου, οργανώνοντας ένα νέο σύστημα συμπεριφορών, ως προς τη μελλοντική διαχείρισή του. Οι ψυχοκινητικοί στόχοι σχετίζονται με την απόκτηση δεξιοτήτων, που θα βοηθήσουν τους μαθητές να αξιοποιήσουν το γνωστικό υλικό που προσέλαβαν και τις νέες συμπεριφορές που διαμόρφωσαν, σε συγκεκριμένες δραστηριότητες5. Στόχοι ήταν η απόκτηση δεξιοτήτων ερμηνείας και «ανάγνωσης» διαφόρων ειδών πηγών και μαρτυριών (εικονιστικές, πολυτροπικές, χαρτογραφικές, ιστορικές, αρχαιολογικές κ.λ.π.), η εκμάθηση βασικών τρόπων συλλογής και καταγραφής δεδομένων, η γνωριμία και η κατανόηση τεχνικών εικαστικής έκφρασης και η άσκηση σε μεταγνωστικές δεξιότητες προγραμματισμού και ελέγχου του γνωστικού υλικού 6. Ειδικότεροι στόχοι του προγράμματος ήταν η κινητοποίηση της τοπικής κοινωνίας, για ένα σημαντικό περιβαλλοντικό και πολιτισμικό ζήτημα της περιοχής και η ευαισθητοποίηση των εμπλεκομένων φορέων στη διάσωση και σωστή μελλοντική διαχείριση του χώρου. Ας σημειωθεί ότι η στοχοθεσία, που αναφέραμε, παρά το γεγονός ότι για λόγους παιδαγωγικούς και τεχνικούς προκαθορίστηκε από το δάσκαλο, είχε χαρακτήρα δυνητικό και σε 7 μερικές περιπτώσεις τροποποιήθηκε κατά την πορεία εξέλιξης του προγράμματος .
ΙΙΙ. Μεθοδολογία Η μεθοδολογία του προγράμματος δομήθηκε με βάση δύο προϋποθέσεις: πρώτον τη διατήρηση του ενδιαφέροντος των παιδιών σε όλες τις φάσεις εργασίας (φάση φύλλων εργασίας και δραστηριοτήτων) και δεύτερον την καλλιέργεια γνωστικών δεξιοτήτων και ικανοτήτων.8 Επιχειρήθηκε ο μεθοδολογικός σχεδιασμός να είναι αποτέλεσμα της συνεργασίας περιβαλλοντικής ομάδας και δασκάλου και γι΄ αυτό προηγήθηκε συζήτηση σχετικά με τις διάφορες όψεις του θέματος και καταρτίσθηκε λίστα προτάσεων δραστηριοτήτων. Παρά το γεγονός ότι οι προτάσεις αυτές έδειχναν το γνήσιο ενδιαφέρον και τον προβληματισμό των μαθητών, δεν ήταν δυνατόν για διάφορους λόγους να δομήσουν ένα οργανωμένο και αποτελεσματικό σχέδιο δράσης. Παρουσιάστηκε τότε ο κίνδυνος, η αδυναμία αυτή να οδηγήσει το πρόγραμμα σε ένα «συνονθύλευμα δραστηριοτήτων χωρίς συνοχή» 9. Γι΄ αυτό επιχειρήσαμε έναν προκαταρκτικό σχεδιασμό των φάσεων εργασίας, λαμβάνοντας υπόψη τις προϋπάρχουσες ικανότητες και δεξιότητες των μαθητών και τις εν δυνάμει γνωστικές δυνατότητες, που μπορούσαν να καλλιεργηθούν μέσα από ομαδικές και συνεργατικές διαδικασίες. Εφαρμόστηκε συνεπώς ένα πλαίσιο χαλαρής παιδαγωγικής και διδακτικής καθοδήγησης10 σύμφωνα με την άποψη του Dewey ότι: «Ο υπερβολικός τονισμός της δράσης σαν σκοπού, αντί για την έλλογη δράση, οδηγεί στην ταύτιση της ελευθερίας με την άμεση πραγματοποίηση επιθυμιών και παρορμήσεων»11 . ∆ύο ήταν οι βασικές θεωρητικές παραδοχές, στις οποίες στηρίχθηκε ο σχεδιασμός που προτείναμε: πρώτον στην αξία των μαθητοκεντρικών, παιδαγωγικών μεθοδολογικών αρχών και δεύτερον στη διδακτική σημασία που έχει η αξιοποίηση διαφόρων διεπιστημονικών μεθοδολογικών εργαλείων. Ως προς το πρώτο ζήτημα επιχειρήθηκε η εφαρμογή των γενικών αρχών της μεθόδου project, με έμφαση στο στρατηγικό και μεθοδολογικό σχεδιασμό της φάσης διεξαγωγής των δραστηριοτήτων, οι οποίες στηρίχθηκαν σε μεγάλο βαθμό στο γνωστικό υλικό των φύλλων εργασίας και σε αυτό που ανακάλυψαν στη βιβλιογραφία τα ίδια τα παιδιά12. Με την έννοια επίσης της σχετικής προτεραιότητας των γνωστικών παραμέτρων έναντι των συναισθηματικών, εφαρμόστηκαν οι αρχές του «παιδαγωγικού και περιβαλλοντικού project», αφού επιπροσθέτως το θέμα εξακτινώθηκε στο φυσικό και στο ανθρωπογενές περιβάλλον13.
15
Ως προς το δεύτερο ζήτημα αξιοποιήθηκαν οι μεθοδολογικές τεχνικές, ειδικότερων επιστημονικών αντικειμένων, όπως η επικοινωνιακή διδασκαλία της Γλώσσας, η «ανάγνωση» εικόνων και πολυτροπικών κειμένων, οι τεχνικές που χρησιμοποιεί η διδακτική της τοπικής ιστορίας, όπως η μεθοδολογία συλλογής και ερμηνείας διαφόρων ειδών ιστορικών πηγών (προφορικές, εικονιστικές κ.λ.π.) και γενικότερα η αξιοποίηση των ολιστικών και διεπιστημονικών, επιστημολογικών κατευθύνσεων, στις οποίες στράφηκαν οι φυσικές και οι ανθρωπιστικές επιστήμες και κυρίως η Αρχαιολογία, η Ιστορία και η Κοινωνική Ανθρωπολογία καθώς και οι ου πολιτισμικές σπουδές τις τελευταίες δεκαετίες του 20 αιώνα. Η αξιοποίηση της επικοινωνιακής διδασκαλίας της Γλώσσας14 , αλλά και άλλων διεπιστημονικών διδακτικών τεχνικών, στα προαιρετικά προγράμματα σπουδών15 του ελληνικού σχολείου είναι πολύ μικρή και οι λόγοι σχετίζονται κυρίως με την έλλειψη πληροφόρησης των εκπαιδευτικών, η οποία με τη σειρά της «οφείλεται σε μια συγκεκριμένη στάση από πλευράς ιθυνόντων οι οποίοι αντιμετωπίζουν οποιαδήποτε εκπαιδευτική αλλαγή ως τεχνολογική αλλαγή».16 Ειδικότερα στο χώρο της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης είναι εμφανές ότι: «η καλλιέργεια και μετάδοση βασικών χαρακτηριστικών της Π.Ε. & Α. όπως η ολιστικότητα, η διεπιστημονικότητα και ο μαθητοκεντρισμός, δεν ευνοούνται από τις υπάρχουσες δομές εκπαίδευσης εκπαιδευτικών»17. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ζήτημα της ελεύθερης και δημιουργικής, γλωσσικής έκφρασης των μαθητών, αποδεικνύεται πολλές φορές η αχίλλειος πτέρνα πολλών εργασιών, ακόμα κι εκείνων που κινούνται στο πλαίσιο των προαιρετικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων, γιατί οι μαθητές δε διδάσκονται ακόμα και τις βασικές δεξιότητες επικοινωνιακής γλωσσικής έκφρασης. Το αίτημα για την παραγωγή αυθεντικού και βιωματικού λόγου από τους μαθητές, κατά τη φάση των δραστηριοτήτων, δε μπορεί να πραγματωθεί αποκλειστικά και μόνο μέσα από την εφαρμογή γενικών παιδαγωγικών μεθοδολογιών, αλλά σε συνδυασμό με την εκμάθηση δεξιοτήτων και τεχνικών, που σχετίζονται με νέα επιστημονικά και γνωστικά αντικείμενα, όπως εν προκειμένω της επικοινωνιακής διδασκαλίας. Κατά παρόμοιο τρόπο η εφαρμογή τεχνικών «ανάγνωσης» εικόνων (φωτογραφιών, έργων τέχνης, σχεδιαγραμμάτων κ.λ.π.)18, βοηθά τα παιδιά να απελευθερώσουν την κριτική τους ικανότητα, να διασυνδέσουν πληροφορίες από διαφορετικά γνωστικά αντικείμενα19 και να αντιληφθούν τον πολυπολιτισμικό χαρακτήρα των εικόνων20, σε ένα πλαίσιο ανάπτυξης και καλλιέργειας των πολλαπλών χαρακτηριστικών της νοητικής ικανότητάς τους21 . Στο παρόν πρόγραμμα22 προσπαθήσαμε να εφαρμόσουμε την επικοινωνιακή διδασκαλία της γλώσσας μέσα από τη γνωριμία των μαθητών με αυτούσια κείμενα23 διαφορετικών ειδών λόγου (επιστημονικό, πληροφοριακό, λογοτεχνικό κ.λ.π.) και την κατανόηση του ειδικού τους λεξιλογίου. Στις δραστηριότητες οι μαθητές ασκήθηκαν στη συγγραφή δικών τους κειμένων σε πραγματικές συνθήκες και περιστάσεις επικοινωνίας (π.χ. κείμενο επιστολής, λεζάντας, ερωτηματολογίου, συνέντευξης κ.λ.π.) με την απαραίτητη όμως προϋπόθεση η διαδικασία αυτή να συνοδεύεται από την επεξεργασία των κειμένων24 , ώστε να διερευνάται από τα ίδια τα παιδιά η ανταπόκρισή τους στον επιδιωκόμενο επικοινωνιακό στόχο. Παράλληλα ασκήθηκαν στην κατανόηση βασικών χαρακτηριστικών των πολυτροπικών κειμένων25 και στην εκμάθηση δεξιοτήτων «ανάγνωσης» εικόνων, που εφάρμοσαν σε διάφορες δραστηριότητες. Η διεπιστημονική και ολιστική αντιμετώπιση του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος αποτελεί μία πολύ ενδιαφέρουσα διδακτική πρόταση, την οποία προσπαθήσαμε να εφαρμόσουμε, αξιοποιώντας δεδομένα κυρίως από τους χώρους της διδακτικής της τοπικής ιστορίας, της αρχαιολογίας, των κοινωνικών επιστημών26 και των πολιτισμικών σπουδών27. Η μελέτη των ιστορικών, αρχαιολογικών και κοινωνικών φαινομένων, ως ολιστικών πεδίων που διαντιδρούν, έχει τις ρίζες της στην επιστημολογική στροφή του μεσοπολέμου28. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η σχολή ιστορίας των Annales29, η οποία αντιμετώπισε την ιστορική εξήγηση ως εφικτή με βάση τη διαίρεση του ιστορικού χρόνου σε μακρά, μέση και σύντομη διάρκεια. Τα ποικίλα επιστημονικά δεδομένα, από τους χώρους της Γεωγραφίας, της Βιολογίας, της Κοινωνιολογίας, της Οικονομίας κ.λ.π. μπορούν να ταξινομηθούν ποσοτικά, συναρμόζοντας ένα διεπιστημονικό, εξηγητικό σύστημα ανασυγκρότησης του παρελθόντος. Οι μεταγενέστερες απόψεις του μετα-δομισμού, της ερμηνευτικής και της «γλωσσολογικής στροφής» στη μεθοδολογία της ιστορικής έρευνας από τη δεκαετία του '70 κ.ε., έθεσαν σε αμφισβήτηση την αντικειμενικότητα της ιστορικής έρευνας, για να φτάσουμε πρόσφατα στον απόλυτο σχετικισμό των μεταμοντέρνων
16
θεωριών30. Εάν επιχειρούσαμε να μεταφέρουμε τις μεθοδολογικές αναζητήσεις που προαναφέραμε, στην πραγματικότητα του ελληνικού σχολείου και ιδιαίτερα στο χώρο του σχεδιασμού των προαιρετικών προγραμμάτων, θα κλείναμε περισσότερο στις απόψεις εκείνες, οι οποίες αντιμετωπίζουν το περιβάλλον (φυσικό ή ανθρωπογενές), ως ολιστικό φαινόμενο, το οποίο ενώ διαθέτει «ιστορικότητα», δεν είναι δηλαδή μία αυθαίρετη επιστημονική κατασκευή, είναι συγχρόνως κι ένα ανοιχτό πεδίο αναζήτησης, που μπορεί να επανακαθοριστεί με βάση τα ερωτήματα που θέτουν οι 31 πηγές και οι μαρτυρίες . Οι νέες κατευθύνσεις στη διδακτική της τοπικής ιστορίας, όπως η έμφαση στις διερευνητικές μεθόδους μάθησης, η προτεραιότητα στην ανάπτυξη των ιστορικών δεξιοτήτων, η μελέτη των σχέσεων και των πεδίων της ανθρώπινης δραστηριότητας κι όχι η γεγονοτολογική αφήγηση, η μελέτη των νοοτροπιών32 και κυρίως η έμφαση στη διδακτική χρήση των πηγών 33 μπορούν να παράσχουν χρήσιμα εργαλεία ερμηνείας περιβαλλοντικών δεδομένων στον κάθετο άξονα του χρόνου. Το ζήτημα για παράδειγμα της αλλαγής στη χλωριδική σύσταση του λόφου, αντιμετωπίζεται τόσο ως φυσικό φαινόμενο, που μπορεί να μετρηθεί στις σημερινές του διαστάσεις, αλλά και να αναλυθεί ως σύνθετο ιστορικό και πολιτισμικό φαινόμενο, στον άξονα του χρόνου, που σχετίζεται με τις αλλαγές στο αξιακό υπόβαθρο και στις νοοτροπίες των κατοίκων, όπως αυτές καταγράφονται στις πηγές (π.χ. περιηγητικές, φωτογραφικές κ.λ.π.). Ο συνυπολογισμός της διάστασης του χρόνου στην προσπάθεια ερμηνείας των περιβαλλοντικών φαινομένων δημιουργεί νέες δυνατότητες, όπως η εφαρμογή των ενσυναισθητικών34 τεχνικών της διδακτικής της ιστορίας και η ανάλυση των κοινωνικών αναπαραστάσεων35 της τοπικής κοινωνίας μέσα από την καταγραφή των μαρτυριών36. Η εκμάθηση δεξιοτήτων συστηματικής συλλογής και ερμηνείας προφορικών μαρτυριών, η γνωριμία με το βασικό λεξιλόγιο της ιστορικής έρευνας, συνετέλεσαν στη σφαιρική κατανόηση του περιβάλλοντος του λόφου ως φυσικού και ανθρωπογενούς συνόλου, που αναπτύσσεται σε συγχρονικό και διαχρονικό επίπεδο. Παράλληλα στην ίδια κατεύθυνση ερμηνείας του περιβάλλοντος στον άξονα του χρόνου, καταβλήθηκε προσπάθεια να εφαρμοστούν βασικές αρχές των ολιστικών μεθοδολογιών, στις οποίες στράφηκε η Αρχαιολογία και η Κοινωνική Ανθρωπολογία από τη δεκαετία του 1950 κι εξής.37 .Οι κατευθύνσεις αυτές σχετίζονται με την αντιμετώπιση των κοινωνικών και αρχαιολογικών φαινομένων ως λειτουργικών συστημάτων, που αλληλεπιδρούν, με βάση τις αρχές της θετικής και αρνητικής ανάδρασης38. Στο χώρο της Αρχαιολογίας οι αρχές αυτές εκφράστηκαν από τη λεγόμενη Νέα ή ∆ιαδικαστική Αρχαιολογία που εμφανίστηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1960, από αρχαιολόγους όπως ο L. R. Binford 39. Τα βασικά σημεία της ∆ιαδικαστικής προσέγγισης της Νέας Αρχαιολογίας ήταν η παραγωγική συλλογιστική, που έδινε έμφαση στην υπαγωγή της αρχαιολογικής μαρτυρίας σε γενικές και προκαθορισμένες θεωρητικές παραδοχές -κάτι που επανέφερε στο προσκήνιο τις παλιές εξελικτικές μεθοδολογίες, κάτω όμως υπό νέες πολυγραμμικές θεωρήσεις-, η υλιστική αντιμετώπιση της αρχαιολογικής εξήγησης, που επικέντρωνε το ενδιαφέρον της αρχαιολογικής έρευνας στη διαδικασία (ανθρώπινη πράξη) κι όχι στις ιδέες (κανονιστική προσέγγιση) και η συνολική αντίληψη του πολιτιστικού φαινομένου40. Το τελευταίο αυτό χαρακτηριστικό συνέδεε τη Νέα Αρχαιολογία με τις δομιστικές ιστορικές προσεγγίσεις, όπως τη σχολή των Annales, αλλά και όσον αφορά τις περιβαλλοντικές σπουδές, αντιμετώπιζε το φαινόμενο των ανθρώπινων πολιτισμών, ως μέρος του γενικότερου οικολογικού συστήματος. Χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι αυτού του παρακλαδιού της ∆ιαδικαστικής Αρχαιολογίας, που έγινε γνωστό με τον όρο «πολιτιστική οικολογία», ήταν ο Αμερικάνος J. Steward41 και οι αρχαιολόγοι της Σχολής του Cambridge, όπως ο Gehame Clark. Η αντιμετώπιση του πολιτισμού ως οικολογικού υποσυστήματος βασιζόταν στην ιδέα της στενής σχέση γένους και αμοιβαιότητας ανάμεσα στο πολιτιστικό σύστημα και στα υποσυστήματα του φυσικού περιβάλλοντος. Η αρχαιολογική εξήγηση καλείται να διερευνήσει τις διαδικασίες προσαρμογής των ανθρώπινων δραστηριοτήτων σε συγκεκριμένες περιβαλλοντικές συνθήκες και να τις ερμηνεύσει ως πολύπλοκα φαινόμενα με τη χρήση διεπιστημονικών εργαλείων42. Ακόμα και στις Μετα-διαδικαστικές και Ερμηνευτικές θεωρήσεις της δεκαετίας του 1990 κ.ε.43, οι οποίες άσκησαν έντονη κριτική στις απόψεις της Νέας Αρχαιολογίας, περί ανθρωπολογικής κι όχι
17
ιστορικής φύσης της αρχαιολογικής εξήγησης και γενικότερα περί της αναζήτησης θετικιστικών κανονικοτήτων της ανθρώπινης δραστηριότητας, η έννοια της πολύ-γραμμικής υφής του πολιτισμού παρέμεινε ως βασικό συστατικό στοιχείο των πολλαπλών -σε αυτήν την περίπτωση-, ερμηνειών του παρελθόντος. Σε μία τέτοια ερμηνευτική διαδικασία η ανθρώπινη δραστηριότητα αντιμετωπίζεται ως υποκείμενη του πολιτισμού με την ίδια έμφαση που αντιμετωπιζόταν από τη Νέα Αρχαιολογία, ως υποκείμενη της έννοιας του συστήματος και η ανθρώπινη πράξη αναλύεται ισότιμα με τις πολιτιστικές εκφάνσεις της 44. Έτσι οι «πολλαπλές αναγνώσεις» του πολιτιστικού φαινομένου μεταλλάσσουν την ίδια την έννοια της πολιτιστικής κληρονομιάς, από διαδικασία επιλεκτικής διατήρησης ορισμένων μόνο «αξιόλογων» καταλοίπων, σε πολυδιάστατο φαινόμενο, όπου τα πάντα συμβάλλουν εξίσου στην κατανόηση της παρελθούσης ανθρώπινης δραστηριότητας. Βασική προϋπόθεση τίθεται η διατήρηση σε ενάργεια του στοιχείου της ερμηνείας των πρωταρχικών, και συγχρόνως μη προκαθορισμένων νόμων της ανθρώπινης δραστηριότητας, θεωρουμένων μέσα στο πλαίσιο των πολιτιστικών τους συμφραζομένων45. Μία παράλληλη ερμηνευτική προσέγγιση του περιβάλλοντος, που ορίζεται ως «οικοπολιτισμική προσέγγιση», βρίσκει εφαρμογή στη διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών. Ανθρώπινη κοινωνία και περιβάλλον αλληλεπιδρούν διαχρονικά και όταν αυτή η αλληλεπίδραση είναι αρμονική, τότε μιλούμε για ομαλή διαδικασία «επιπολιτισμού». Σε αντίθετη περίπτωση όταν ο άνθρωπος περιχαρακώνεται σε κλειστές ταυτότητες, αδυνατώντας να υπερπηδήσει τα πολιτισμικά του σύνορα, τότε αποτυγχάνει να βιώσει το περιβάλλον στην ολότητά του. Στην πραγματικότητα άνθρωπος και φύση μεταβάλλονται παράλληλα «σε μια διδαδικασία όπου η παραδοσιακή αντιπαράθεση μεταξύ ιστορικού ανθρώπου και ανιστόρητης φύσης χάνει τη σημασία της»46. Με βάση αυτές τις νέες θεωρήσεις, οι έννοιες του περιβάλλοντος και της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, δεν αντιμετωπίζονται απλά ως ολιστικά και διεπιστημονικά πεδία, αλλά ως εν δυνάμει ερμηνευτικά σχήματα πολλαπλών «αναγνώσεων». Ιδιαίτερα στο χώρο της εκπαίδευσης, για την πραγμάτωση αυτής της ερμηνευτικής διαδικασίας απαιτείται η καλλιέργεια κατάλληλων γνωστικών δεξιοτήτων και στάσεων, με στόχο μία «πολιτική» και αυθεντικά «ηθική» προσέγγιση του περιβαλλοντικού ζητήματος47. Στην παρούσα εργασία για παράδειγμα, προσπαθήσαμε να προσεγγίσουμε τα ανθρωπογενή στοιχεία του λόφου και ιδιαίτερα αυτά που είναι ιστορικά φορτισμένα, όπως το ναό ή τα παλιά πέτρινα σπίτια, όχι ως μεμονωμένα αρχιτεκτονήματα, αλλά μέσα στο πλαίσιο των πολιτισμικών και περιβαλλοντικών τους συμφραζομένων. Η μεθοδολογία που ακολουθήσαμε δομήθηκε με βάση δύο αλληλένδετα στοιχεία. Πρώτον την παρακίνηση για έρευνα των τυπικών αρχιτεκτονικών και ιστορικών χαρακτηριστικών και δεύτερον τη διατύπωση ερωτημάτων σχετικά με το συσχετισμό των ερευνητικών με τα περιβαλλοντικά δεδομένα. Ως προς το πρώτο ζήτημα οι μαθητές μέσα από τα φύλλα εργασίας γνώρισαν σε πρώτη φάση βασικές αρχιτεκτονικές έννοιες (τοιχοποιία, κεραμοπλαστικό διάκοσμο κ.λ.π.) Η γνωριμία με τις βασικές αυτές έννοιες ήταν απαραίτητη για τη δεύτερη φάση, όπου οι μαθητές αναζήτησαν πληροφορίες μέσα από τη βιβλιογραφία και από την έρευνα που έπρεπε οι ίδιοι να διεξάγουν. Η έρευνα αυτή αφορούσε τέσσερις τομείς: α) τη συλλογή πληροφοριών από τους κατοίκους του χωριού, β) τη συλλογή προφορικών μαρτυριών με βάση τη σχετική μεθοδολογία της προφορικής ιστορίας (oral history)48, γ) την αναζήτηση πληροφοριών από φωτογραφικές μαρτυρίες, και δ) την επιφανειακή έρευνα πεδίου στο χώρο γύρω από τον ναό. Ως προς το δεύτερο ζήτημα οι μαθητές παρακινήθηκαν να συσχετίσουν, τα τυπικά δεδομένα που γνώρισαν μέσα από τα φύλλα εργασίας ή ανακάλυψαν από τη δική τους έρευνα, με τις περιβαλλοντικές και κοινωνικές αλλαγές που συνέβησαν στο λόφο, με στόχο την κατανόηση των διαχρονικών διαδικασιών αμοιβαιότητας ανάμεσα στην ανθρώπινη δραστηριότητα και τις πολιτισμικές και κοινωνικές συνθήκες. Ο δυνητικός χαρακτήρας του σχεδιασμού που περιγράψαμε είχε ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη του προγράμματος με βάση ένα επίσης δυνητικό πλάνο εργασίας, το οποίο αν και στηριζόταν σε ένα σαφώς οροθετημένο γνωστικό μέρος (φύλλα εργασίας) έδινε τη δυνατότητα για ευέλικτες προσεγγίσεις, μέσα από τη διερεύνηση ερωτημάτων και τη διεξαγωγή των ατομικών ή ομαδικών δραστηριοτήτων, που αναλάμβαναν τα ίδια τα παιδιά, οι οποίες αποτέλεσαν και το τελικό μέτρο αξιολόγησης του προγράμματος.
18
ΙV. Πλάνο εργασίας 1. Καταγραφή των αρχικών στερεοτύπων των μαθητών Όπως προαναφέραμε το θέμα του προγράμματος προέκυψε μετά από συζήτηση με τα παιδιά της περιβαλλοντικής ομάδας49 σχετικά με την πραγματοποίηση μιας εργασίας για κάποιο τοπικό περιβαλλοντικό ζήτημα ή πρόβλημα. Η επιλογή έγινε μέσα από μία προτεινόμενη λίστα θεμάτων με πλειοψηφικό τρόπο. Με την ερώτηση του φ.ε. 1: Θα έχεις επισκεφθεί αρκετές το λόφο της Παναγίας. Θα μπορούσες να θυμηθείς τι σου έκανε περισσότερο εντύπωση από αυτές τις επισκέψεις; Υπάρχει κάτι στο λόφο που δε σου αρέσει καθόλου; Συγκεντρώστε τις απαντήσεις σας και συζητήστε γι΄ αυτές, επιχειρήθηκε να καταγραφούν τα αρχικά στερεότυπα των μαθητών για το φυσικό και το ανθρωπογενές περιβάλλον του λόφου. Πράγματι στο πρώτο σκέλος του ερωτήματος τα παιδιά απάντησαν ότι το πιο εντυπωσιακό στοιχείο του λόφου είναι ο ναός, ο οποίος «υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια», οι τοιχογραφίες του και οι «αρχαίες πέτρες» του. Λίγοι μαθητές αναφέρθηκαν στο «ύψος» του λόφου και στην υπέροχη θέα, που έχει κανείς από την κορυφή του. Είναι χαρακτηριστικό ότι κανένα από τα παιδιά δεν αναφέρθηκε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το φυσικό περιβάλλον του λόφου, το οποίο όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια τούς ήταν εντελώς άγνωστο. Ως προς το δεύτερο σκέλος του ερωτήματος οι απαντήσεις επικεντρώθηκαν σε δύο κυρίως σημεία. Πρώτον στην έλλειψη επαρκούς καθαριότητας των νεότερων κατασκευών (σκουπίδια στο νεκροταφείο, βρώμικη ποτίστρα κ.λ.π.) και στην ασυμβατότητά τους με το χώρο· μία όμως ασυμβατότητα που υποστηριζόταν με συνειρμικά επιχειρήματα, π.χ. «δε μου αρέσει το οστεοφυλάκιο γιατί εκεί υπάρχουν πεθαμένοι» κ.λ.π. Και δεύτερον στην ελλιπή περιποίηση της χλωρίδας γύρω από τον ναό («ψηλά χόρτα», «δε μπορείς να περπατήσεις από τα πολλά φυτά» κ.λ.π.), αλλά και στην ύπαρξη πολλών φιδιών «που έριξαν οι οικολόγοι»· μία άποψη που έχουν και οι κάτοικοι του χωριού, η οποία όμως δε στηρίζεται σε τεκμηριωμένα στοιχεία. Η καταγραφή των αρχικών στερεοτύπων έδειξε, όπως αυτό φάνηκε και στη συνέχεια της εργασίας, ότι τα παιδιά γνώριζαν πολύ λίγα πράγματα για το περιβάλλον του λόφου και είχαν μία σχεδόν απαθή στάση έναντι των πολλών προβλημάτων, που προέκυπταν από τις προσπάθειες σημερινής «αξιοποίησής» του. Οι πολλές αλλαγές στα αρχικά αυτά στερεότυπα έγιναν εμφανείς σταδιακά μέσα από τις δραστηριότητες, οι οποίες αποτελούν ουσιαστικά και το μέτρο αξιολόγησης του προγράμματος.
2. Ενότητες. Κάθετη και οριζόντια οργάνωση του θέματος Με βάση αυτόν τον προγραμματισμό το θέμα χωρίστηκε σε τρεις μεγάλες ενότητες α) στο φυσικό περιβάλλον του λόφου, που αντιμετωπίστηκε ως οικοσύστημα, που εντάσσεται στην ευρύτερη παρολύμπια περιοχή, β) στο ανθρωπογενές περιβάλλον, οικιστικό και βιωμένο και γ) στις προτάσεις για το μέλλον του. Για κάθε ενότητα αντιστοιχούσαν και ανάλογες δράσεις και δραστηριότητες των μαθητών, κατά κανόνα ομαδικές, οι οποίες προέκυπταν από τη μεθοδευμένη μελέτη των γνωστικών παραμέτρων με άξονες τα φύλλα εργασίας, τις επιτόπου επισκέψεις και την ενδοομαδική συνεργασία. Η κάθετη διαίρεση του θέματος σε τρεις ενότητες δεν είχε χαρακτήρα ερμητικό, αλλά διαπλεκόταν άμεσα με έναν οριζόντιο άξονα, που διέτρεχε όλες τις θεματικές περιοχές συνδέοντας και αλληλοσυμπληρώνοντας τα αντικείμενα δραστηριοτήτων. Βασικό χαρακτηριστικό της οριζόντιας αυτής διαίρεσης ήταν η καλλιέργεια δεξιοτήτων «ανάγνωσης» πηγών και περιβαλλοντικών δεδομένων, που βοηθούν στην πολλαπλή και σφαιρική ερμηνεία του θέματος. Έτσι για παράδειγμα το ζήτημα της χλωρίδας και της πανίδας του λόφου αντιμετωπίστηκε σε κάθετο επίπεδο ως αυτόνομο περιβαλλοντικό δεδομένο, με δραστηριότητες συλλογής, καταγραφής, μέτρησης και πειραματισμού, αλλά συγχρόνως σε οριζόντιο επίπεδο αναζητήθηκαν οι διασυνδέσεις του με το ανθρωπογενές περιβάλλον σε διαχρονικό και συγχρονικό επίπεδο, μέσα από την ερμηνεία ιστορικών μαρτυριών, την «ανάγνωση» εικονιστικών πηγών και τον εντοπισμό στοιχείων από τους χώρους των θετικών επιστημών, όπως της Τοπογραφίας, της Ιατρικής (π.χ. ζήτημα ελονοσίας) κ.λ.π.
19
Αναλυτικότερα η πρώτη ενότητα του φυσικού περιβάλλοντος περιελάμβανε πέντε υποενότητες. Η πρώτη (φ.ε. 2, 3, 4) περιείχε πληροφορίες για τη Γεωγραφία και την Τοπογραφία του λόφου σε διαχρονικό επίπεδο. Στο φ. ε. 2 παρουσιάζονται διάφοροι χάρτες από τις αρχές του ου 19 αι. μέχρι τις μέρες μας. Ένα λεξιλόγιο βοηθά τα παιδιά να κατανοήσουν τους βασικούς γεωγραφικούς και τοπογραφικούς όρους 50 . Τονίστηκε η σημασία των περιηγητών στην καταγραφή της τοπογραφίας της περιοχής και παρατίθενται σχετικά αποσπάσματα περιηγητικών πηγών51. Το θέμα της ιδιάζουσας γεωμορφολογίας της περιοχής με την ύπαρξη ελών και βαλτώδους εδάφους ακόμα και μέχρι τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, προσεγγίστηκε μέσα από τη μελέτη των παλιών χαρτών, βοηθώντας στην κατανόηση των δυσκολιών, που αντιμετώπιζαν οι κάτοικοι της περιοχής παλαιότερα, σε ένα πρώτο ενσυναισθητικό στάδιο κατανόησης. Η παράλληλη εξέταση μιας λεπτομέρειας από θρησκευτικό χαρακτικό των αρχών του 19ου αι. (εικ. 8α και 8β), βοήθησε στην κατανόηση των διαφορών ανάμεσα στη γεωγραφική αποτύπωση ενός τόπου και στην εικαστική και συγχρόνως αποτέλεσε το έναυσμα για διάφορες διαθεματικές προσεγγίσεις, όπως την «ανάγνωση» έργων της θρησκευτικής εικονογραφίας ως ιστορικών πηγών, την αναγνώριση των 52 εικαστικών συμβάσεων στην απεικόνιση του χώρου της βυζαντινής τέχνης κ.λ.π. Η κατασκευή του μοντέλου του λόφου (φ.ε. 4), αλλά και ο σχεδιασμός σε μεγάλη διάσταση (3,50 × 4 μ.) στο πάτωμα του τοπογραφικού διαγράμματος του λόφου, έδωσαν την ευκαιρία να εφαρμοστούν στην πράξη και με εποπτικό τρόπο, οι γεωγραφικές και τοπογραφικές γνώσεις, που αποκόμισαν τα παιδιά στα προηγούμενα φύλλα εργασίας 2 και 3. Στη δεύτερη υποενότητα (φ.ε. 5) το περιβάλλον του λόφου προσεγγίστηκε από γεωλογικής άποψης, μέσα στο πλαίσιο της γενικότερης γεωλογικής διαμόρφωσης της Πιερίας 53. Οι μαθητές γνώρισαν βασικές γεωλογικές έννοιες, απέκτησαν δεξιότητες «ανάγνωσης» γεωλογικών χαρτών και διαγραμμάτων και κατανόησαν τη σημασία του εδάφους στη διατήρηση της περιβαλλοντικής ισορροπίας. Συνέλεξαν δείγματα εδάφους και πετρωμάτων και πειραματίστηκαν για την κατανόηση του φαινομένου της διάβρωσης. Στην τρίτη υποενότητα (φ.ε. 6) οι μαθητές προσέγγισαν το θέμα των κλιματολογικών συνθηκών του λόφου. Γνώρισαν τη σχετική ορολογία και ασχολήθηκαν με διάφορες δραστηριότητες αναγνώρισης της σημασίας του κλίματος στην οικοσυστημική ισορροπία. Το νερό και οι χρήσεις του ως ένα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο του λόφου αποτέλεσε το θέμα ενασχόλησης στην τέταρτη υποενότητα (φ. ε. 7). Αποκαλύφθηκε ότι ο λόφος αποτέλεσε μία πραγματική αποθήκη νερού για την περιοχή σε διαχρονικό επίπεδο. Το υδραγωγείο, οι ποτίστρες, οι παραδόσεις για το αγίασμα του ναού, αλλά και τα προβλήματα από τη διάβρωση του νερού και την αλόγιστη χρήση του εξετάστηκαν σε αυτή τη φάση. Η πέμπτη υποενότητα αφορούσε την εξέταση της χλωρίδας και της πανίδας του λόφου (φ. ε. 8, 9, 10, 11, 12, 13). Οι μαθητές γνώρισαν βασικές έννοιες, όπως οικοσύστημα, βιότοπος, τροφική αλυσίδα κ.λ.π. και μελέτησαν τη χλωρίδα και την πανίδα του λόφου σε διαχρονικό και συγχρονικό επίπεδο 54. Αναζήτησαν περιηγητικές και εικονιστικές πηγές και μελέτησαν τις κυριότερες από αυτές. ∆ιερεύνησαν τις κυριότερες αιτίες για τις σημαντικές αλλοιώσεις στη βιοκοινότητα του λόφου και τις συσχέτισαν με τις ασχολίες των κατοίκων, σε ένα επόμενο ενσυναισθητικό επίπεδο δραστηριοτήτων. Μελέτησαν τα κύρια φυτά και τα ζώα του λόφου, όπως για παράδειγμα των δύο πολύ σημαντικών περιπτώσεων δενδρώδων πουρναριών στο δυτικό τμήμα του ναού, των επείσακτων φυτών που φυτεύτηκαν αλόγιστα ακόμα και δίπλα στο ναό κ.λ.π. Τα διάφορα είδη της βιοκοινότητας μελετήθηκαν επιτόπου με διάφορες δραστηριότητες συλλογής, μέτρησης, κατάταξης και αναγνώρισης των χαρακτηριστικών τους. Οι τροφικές αλυσίδες εξετάστηκαν με βάση δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα, που ερεύνησαν τα ίδια τα παιδιά και αφορούσαν τις τροφικές σχέσεις που συνδέονται με το σάπισμα των φυτών και την υδρόβια ζωή σε νερόλακκους. Η δεύτερη ενότητα (φ.ε. 14, 15, 16) αφορούσε την εξέταση του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος του λόφου. Αρχικά μέσω ενός κειμένου λογοτεχνικού και αρχαιολογικού περιεχομένου 55, οι μαθητές γνώρισαν βασικές έννοιες της βυζαντινής αρχαιολογίας (τοιχοποιία, κτητορική επιγραφή, κιονόκρανο, τοιχογραφία και ψηφιδωτό, θωράκια, κάτοψη κ.λ.π.)56. Ακολούθησε η μελέτη του ναού της Παναγίας. Σύμφωνα με τις πηγές 57ο ναός είναι σταυροειδής εγγεγραμμένος με τρούλο και περίστωο μεταβατικής μορφής. Ανήκει στον ίδιο τύπο με το μεσοβυζαντινό ναό της Πύδνας και παρουσιάζει
20
στενή συγγένεια, με την αγία Σοφία Θεσσαλονίκης. ∆ιάφορα στοιχεία, που σχετίζονται με τη μορφή του τρούλου (ψηλό τύμπανο), την κατασκευή του τετρατοσφαιρίου της κόγχης (απουσία εξωτερικής βαθμίδωσης), τον κεραμοπλαστικό διάκοσμο (ιχθυοάκανθα στην επίστεψη του εξωτερικού τοίχου της αψίδας) και την απουσία κοσμημάτων στην τοιχοποιία, οδηγούν στη χρονολόγηση του κτιρίου πριν το τέλος της πρώτης χιλιετίας (τελη 10ου αι.). Όμως η μορφή της τοιχοποιίας κυρίως στους μακρούς τοίχους με τις εναλλασσόμενες στρώσεις λίθων και πλίνθων είναι παλαιοχριστιανική κι αυτό ενισχύεται από το γεγονός ότι το αρχικό υλικό κατασκευής, όπως και ορισμένα μαρμάρινα στοιχεία της διακόσμησης, φαίνεται να μεταφέρθηκαν από το παρακείμενο ∆ίον (κίονες, κάποια θωράκια και μερικά κιονόκρανα και επίκρανα). Αρχαιοπρεπές είναι και το στοιχείο των παραβημάτων στα πλάγια του νάρθηκα. Ίσως ο ναός αποτέλεσε την έδρα της μεταφερθείσης επισκοπής ∆ίου. Κατά τη διάρκεια του χρόνου ο ναός έχει δεχθεί πολλές επεμβάσεις κι αυτό φαίνεται στη διαφορετική υφή της τοιχοποιίας σε πολλά σημεία. Από το ύψος του εξωρραχίου των τόξων της κιονοστοιχίας και πάνω (τύμπανο τρούλου απολήξεις τοίχων και αψίδων) έχει ξαναχτιστεί μετά το τέλος της πρώτης χιλιετίας. Οι τοιχογραφίες κατασκευάστηκαν στα τέλη του 15ου ή τις αρχές του 16ου αι., από επαρχιακό κεντρομακεδονικό εργαστήριο (οι τοιχογραφίες αυτές πιθανότατα αντικατέστησαν παλαιότερες τοιχογραφίες της μεταεικονομαχικής περιόδου). Σε αυτή τη φάση των δραστηριοτήτων αναγνωρίστηκε ο αρχιτεκτονικός τύπος του ναού και συσχετίστηκε με άλλα συγγενικά μνημεία. Μελετήθηκε η τοιχοποιία του ως ένα πολύ βασικό στοιχείο «ανάγνωσης» της ιστορίας του και αναγνώρισης των διαφορετικών σταδίων δόμησής του. Αναλύθηκε το εικονογραφικό πρόγραμμα και επεξηγήθηκαν οι ιδιαιτερότητές του. Εντοπίστηκαν στοιχεία φθορών και αλλοιώσεων του αρχιτεκτονικού κελύφους και του περιβάλλοντος χώρου του ναού μέσα από παλιές φωτογραφίες. Επισημάνθηκε η κεντρική θέση του ναού σε σχέση με άλλα βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία της ευρύτερης περιοχής, όπως της Μονής Πέτρας, της Αγίας Τριάδας Βροντούς και του ναού του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου Νέας Εφέσου. Τέλος ερευνήθηκε η σχέση του ναού με τη ζωή των κατοίκων του χωριού, συλλέχθηκαν παλιές φωτογραφίες, συντάχθηκε ειδικό ερωτηματολόγιο σχετικά με τις παραδόσεις και τα πανηγύρια στο χώρο, εξετάστηκε η διασύνδεση του ναού με την προέλευση του ονόματος του χωριού με βάση τις πηγές58 και παράλληλα εξετάστηκαν τα παλιά πέτρινα σπίτια, που υπάρχουν στις παρυφές του λόφου και επισημάνθηκαν οι αρχιτεκτονικές διασυνδέσεις τους με το ναό. Στην τρίτη ενότητα του προγράμματος, μετά δηλ. το στάδιο μελέτης των φύλλων εργασίας, πραγματοποιήθηκαν διάφορες δραστηριοτήτες, οι οποίες σχετίζονται με το σχεδιασμό της μελλοντικής διαχείρισης του λόφου. Βασικό γνωστικό υλικό, μέσω του οποίου οι μαθητές σχεδίασαν τη μελλοντική μορφή του λόφου παρείχαν οι διάφορες μελέτες ανάπλασης αρχαιολογικών χώρων 59. Οι μαθητές κατανόησαν τις έννοιες της αναστήλωσης μνημείων, της αρχιτεκτονικής τοπίου κ.λ.π. και ασκήθηκαν στην κατασκευή σχεδίων ανάπλασης του λόφου. Υποσημειώσεις Στην παρούσα εργασία ο όρος «περιβαλλοντική εκπαίδευση» (Π.Ε.) χρησιμοποιείται συμβατικά συμπεριλαμβάνοντας ουσιαστικά και τον όρο «περιβαλλοντική αγωγή» (Π.Α.). 2 Τη σχολική χρονιά 1996-97 πραγματοποιήθηκε στο ∆ημοτικό Σχολείο Κονταριώτισσας εργασία περιβαλλοντικής εκπαίδευσης με τίτλο: Ο Βυζαντινός Ναός της Παναγίας με υπεύθυνο εκπαιδευτικό τη ∆ημήτριο Γκέκα. 3 Η ταξινόμηση των εκπαιδευτικών στόχων σε γνωστικούς, συναισθηματικούς και ψυχοκινητικούς προέκυψε από τις έρευνες του Bloom και των συνεργατών του τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες στην Αμερική με βάση τις συμπεριφοριστικές και πραγματιστικές πτυχές της εκπαιδευτικής διαδικασίας, βλ. Bloom S. B.- Krathwohl R. D., Ταξινομία διδαχτικών στόχων, τόμος Α' Γνωστικός τομέας, μετφρ. Αλ. Λαμπράκη - Παγανού, εκδ. Κώδικας, Θεσσαλονίκη 1986· Bloom S. B. - Krathwohl R. D., Ταξινομία διδαχτικών στόχων, τόμος Β' Συναισθηματικός τομέας, εκδ. Κώδικας, Θεσσαλονίκη 1991. Συνοπτικά για το ίδιο θέμα βλ. Πετρουλάκης 1981, σ. 301- 305. Γενικότερα για τις ταξινομήσεις στόχων βλ. ενδεικτικά Φλουρής Γ., Αρχιτεκτονική της Νόησης και της ∆ιδασκαλίας, στο: Ματσαγγούρας 1995, σ. 234. Η κριτική που δέχθηκε το σύστημα του Bloom εντοπίζεται κυρίως στο μηχανιστικό και τεχνοκρατικό του χαρακτήρα και στον περιορισμό της σημασίας της κοινωνικής διάστασης της σχολικής γνώσης, βλ. ενδεικτικά Νούτσος Μπ., ∆ιδακτικοί στόχοι και αναλυτικό πρόγραμμα, εκδ. ∆ωδώνη, Αθήνα Γιάννινα 1983. 4 Αναλυτικότερα για ένα γενικά αποδεκτό πλαίσιο στοχοθεσίας στη διδακτική της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, βλ. Goals for Curriculum Development 1980. 5 Για το θέμα των δεξιοτήτων, βλ. ενδεικτικά Ματσαγγούρας 2002β, σ. 185 - 216. 6 Ενδεικτικά για τις μεταγνωστικές δεξιότητες βλ. Κουτσελίνη Μ, Μεταγνώση: Η Έννοια και η ∆ιδασκαλία της, Νέα Παιδεία 74, 1995· Ευκλείδη Α., Η Έρευνα των Μεταγνωστικών Εμπειριών στη Γνωστική Ψυχολογία, Επιστημονική Επετηρίδα Φιλοσοφικής Σχολής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, τομ. 4ος , Θεσσαλονίκη 2001. Ειδικότερα για την ανάπτυξη μεταγνωστικών εκπαιδευτικών δεξιοτήτων μέσα από την ενασχόληση με καλλιτεχνικά και πολιτισμικά θέματα, 1
21
βλ. Perkins 1994. Για τη μεταγνώση στη διδασκαλία των φυσικών επιστημών βλ. ενδεικτικά Κόκκοτας 1998, σ. 160 - 163. Για το δυνητικό χαρακτήρα των εκπαιδευτικών στόχων βλ. ενδεικτικά Ματσαγγούρας 2002β, σ. 254 - 255. 8 Η μεθοδολογία που προτείνουμε αποτελεί συνέχεια και εξέλιξη σε ορισμένα σημεία της μεθοδολογίας που εφαρμόσαμε στο πρόγραμμα: Οι μικροί αρχαιολόγοι ανακαλύπτουν το αρχαίο ∆ίον. Αγώνες και γιορτές στο αρχαίο ∆ίον, βλ. Γραίκος 2004, σ. 12 - 14. 9 Ματσαγγούρας 2002β, σ. 258. 10 Βλ. Ματσαγγούρας 2002β, σ. 253 - 254. 11 Dewey 1980, σ. 54. 12 Για τη μέθοδο project βλ. Frey 1986 και Χρυσαφίδης 1998. 13 Για την έννοια του παιδαγωγικού και περιβαλλοντικού project, βλ. Ράπτης 2000, σ. 203 - 205, 207 - 208. 14 Βλ. Χαραλαμπόπουλος - Χατζησαββίδης 1997 και Γλωσσικές δραστηριότητες 2000. Επίσης Multiliteracies. Literacy learning and the design of social futures, Cope Bill - Kalantzis Mary (επιμ.), Routledge, London and New York 2000. 15 Για τα προαιρετικά προγράμματα σπουδών βλ. ενδεικτικά Μπαγάκης 2000. 16 Χοντολίδου Ε., Παιδαγωγικές διδακτικές αρχές του Προγράμματος, στο: Χαραλαμπόπουλος - Χατζησαββίδης 1997, σ. 104. 17 Σοφούλης - Γαβριλάκης 2002, σ. 127. 18 Για την «ανάγνωση» εικόνων βλ. ενδεικτικά Γραίκος 2002β, όπου και σχετική βιβλιογραφία. 19 Βλ. Perkins 1994, σ. 4 5 και Arnheim 1991, σ. 55. 20 Βλ. Chalmers 1996. 21 Βλ. Gardner 1990, σ. 1 - 6. Σχετικά με τη θεωρία της «πολλαπλής νοημοσύνης», βλ. περιληπτικά Ματσαγγούρας 2002β, σ. 289 - 295. 22 Βλ. Γραίκος 2004, τις δραστηριότητες επικοινωνιακής διδασκαλίας της γλώσσας στα φύλλα εργασίας 8 (μύθος και κόμικς), 14 (κείμενο φυλλαδίου), 15 (κείμενο ρεπορτάζ). 23 Στο κεφάλαιο: Πηγές κειμένων και εικόνων, υπάρχουν αναλυτικές πληροφορίες για την προέλευση των κειμένων. 24 Για τη διαδικασία επεξεργασίας κειμένου βλ. Χαραλαμπόπουλος - Χατζησαββίδης 1997, σ. 79 - 102 και Γλωσσικές δραστηριότητες 2000, σ. 24 - 28. 25 Σχετικά με τα πολυτροπικά κείμενα βλ. Kress - Leeuwen 2001 και Kress Gunther - Theo van Leeuwen, Multimodal Discourse. The modes and media of contemporary communication, εκδ. Arnold, London 2001. 26 Για τη σχέση κοινωνικών επιστημών και ιστορίας βλ. Burke 1992 (κυρίως αρχικό μέρος σ. 1 - 20). 27 Σχετικά με τις διεπιστημονικές κατευθύνσεις των πολιτισμικών σπουδών, βλ. ενδεικτικά Cuché 2001, Williams 1994 και Κόκκινος 2002. 28 Bλ. σχετικά Kuhn 1987. 29 Σχετικά με τις θεωρητικές θέσεις της σχολής των Annales βλ. συνοπτικά Σκουτέρη - ∆ιδασκάλου Ν., Annales, Past and Present, Review: τρία μαχητικά περιοδικά ιστοριογραφίας από τη σκοπιά της ανθρωπολογίας - , Ο Πολίτης 52 (1982) σ. 56 - 72. Βλ. επίσης τη χαρακτηριστική μελέτη του F. Braudel, Μεσόγειος ( Braudel 1993). 30 Για τη σύγχρονη ιστοριογραφία βλ. ενδεικτικά Ίγκερς 1991. 31 Χαρακτηριστικές είναι οι απόψεις του Le Goff, που διατυπώνονται ενδεικτικά στο: Λε Γκοφ Ζ. 1998. 32 Σχετικά με το ζήτημα των νοοτροπιών, βλ. ενδεικτικά Le Goff 1975 και Κόκκινος 2002, σ. 18 - 21. 33 Για τις νέες μεθοδολογικές κατευθύνσεις της διδακτικής της ιστορίας, βλ. ενδεικτικά Handbook 1972, Practical Approaches 1973, Learning History 1984. Ειδικότερα για τις διερευνητικές μεθόδους στη διδασκαλία της ιστορίας βλ. ενδεικτικά Aldrich E.R., New History: An Historical Perspective, στο: Learning History 1984, σ. 210 - 222, επίσης Rogers P.J., Why teach History? The answer of 50 years, Educational Review, 14 (1962), σ. 153-4 και Edwards, A.D., Source Material in the Classroom, στο: Handbook 1972, σ. 204-207. Στην ελληνόφωνη βιβλιογραφία ενδιαφέροντα άρθρα περιέχουν τα τρία Σεμινάρια της Π.Ε.Φ., Σεμινάριο 9, Το μάθημα της ιστορίας στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, Αθήνα 1988, Σεμινάριο 17, Εθνική συνείδηση και ιστορική παιδεία, Αθήνα 1994 και Σεμινάριο 21, Θεωρητικά α προβλήματα και διδακτική της ιστορίας, Αθήνα 1999. Επίσης βλ. Αβδελά 1998 και Ρεπούση 2000 . 34 Για τη μεθοδολογία της τοπικής ιστορίας, βλ. Λεοντσίνης - Ρεπούση 2001 και Λεοντσίνης 1996. Για την ενσυναίσθηση βλ. ενδεικτικά Shemilt D, Beauty and the Philosopher: Empathy in History and Classroom, στο: Learning History 1984, σ. 41 κ.ε.· Λεοντσίνης 1999, σ. 123 - 148· Νάκου 2000, σ. 99 - 100, 109 - 110. 35 Για τη θεωρία των κοινωνικών αναπαραστάσεων, βλ. συνοπτικά Παπαστάμος Σ., Εγχειρίδιο κοινωνικής ψυχολογίας, Αθήνα 1989, σ. 415-429. 36 Για τη μεθοδολογία της προφορικής ιστορίας βλ. ενδεικτικά Μαρτυρίες 1998 και σχετικό εκπαιδευτικό υλικό στην ιστοσελίδα http://lcweb2,loc.gov/ammem/ndlpedu/lessons/oralhist/ της Library of Congress των Η.Π.Α. 37 Για τη σχέση Αρχαιολογίας και Ιστορίας βλ. ενδεικτικά: Finley L. M., Archaeology and History, Daedalus 100, 1971, σ. 168 - 186. 38 Η συστημική προσέγγιση της Νέας Αρχαιολογίας στηρίζεται στη Γενική Θεωρία των Συστημάτων, όπως αυτή διαμορφώθηκε κυρίως στη Φυσική και στη Βιολογία από τον Bertlanffy, βλ. χαρακτηριστική του μελέτη: Bertlanffy von L., The theory of open systems in physics and biology, Science 111, σ. 23 - 29. 39 Bλ. τη χαρακτηριστική μελέτη: Binford Lewis, Η Αρχαιολογία ως Ανθρωπολογία [1962], μετφρ. Κώστας Κωτσάκης, Ανθρωπολογικά 2, Ιούνιος 1981, σ. 24 - 31. Βλ. επίσης Binford R. S. και Binford R. L. (επιμ.), New perspectives in archaeology, εκδ. Aldine, Chicago Illinois 1968. 40 Βλ. Κωτσάκης 1986, σ. 57. 41 Βλ. χαρακτηριστική μελέτη: Steward H. Julian, Theory of culture change: The methodology of multilinear evolution, University of Illinois Press, Urbana 1955. Για τη σχέση αρχαιολογίας και περιβάλλοντος βλ. επίσης ενδεικτικά: Watson A. Richard και Watson Jo Patty, Man and nature: An Anthropological essay in human ecology, εκδ. Harcourt, Brace and World, New York 1969· Flannery V. K., The cultural evolution of civilizations, Annual Review of Ecology and Systematics 3, 1972, σ. 399 426· Butzer W. K., Environment and Archaeology, εκδ. Adline, Chicago 1971². 42 Βλ. Κωτσάκης 1986, σ. 57. 43 Για τις θέσεις της Μετα - διαδικαστικής και Ερμηνευτικής Αρχαιολογίας, βλ. ενδεικτικά Hodder 1986. 44 Βλ. Hodder Ian, Postprocessual Archaeology, στο: Advances 1985, τομ. 8, σ. 9. 7
22
Βλ. Hodder Ian, Symbolic and Structure Archaeology, Cambridge University Press, Cambridge 1982, σ. 14. Σκορδούλης 2002, όπου και σχετική βιβλιογραφία για την «οικο-πολιτισμική» προσέγγιση στις Φυσικές Επιστήμες. 47 Παρόμοιες θέσεις σχετικά με την ανάγκη πολιτικών δράσεων στο χώρο του πολιτισμού έναντι της κυρίαρχης φιλελεύθερης ουμανιστικής πρακτικής, βλ. ενδεικτικά Ήγκλετον Τέρι, Εισαγωγή στη θεωρία της Λογοτεχνίας, εισαγ. θεώρηση μετφρ. ∆. Τζιόβας, μετφρ. Μ. Μαυρωνάς, εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα 1996 (δ΄ έκδ), σ. 304 κ.ε. 48 Βλ. υποσημ. 36. 49 Η περιβαλλοντική ομάδα συγκροτήθηκε εθελοντικά από μαθήτριες/τές των τριών τελευταίων τάξεων. Αρχικά στάλθηκε επιστολή προς τους γονείς, η οποία τούς ενημέρωνε για το ενδεχόμενο πραγματοποίησης προγράμματος Π.Ε. στο σχολείο και τούς ζητούσε να υπογράψουν δήλωση συμμετοχής του παιδιού τους στο εν λόγω πρόγραμμα με την επισήμανση ότι η διεξαγωγή του θα γίνει εκτός σχολικού ωραρίου. Συγκεντρώθηκαν 28 δηλώσεις σε σύνολο 56 μαθητριών/τών των τριών τάξεων. Στην πρώτη συνάντηση προσήλθαν 19 μαθήτριες/τές για να συμμετάσχουν τελικά ανελλιπώς μέχρι το τέλος του προγράμματος 14 μαθήτριες/τές. 50 Σχετικά με τη σημασία των χαρτών στη διδακτική της ιστορίας, βλ. Αντωνιάδης 1989, σ. 145 - 148 και Burke 2003, σ. 21. Βλ. επίσης Καλαϊτζίδης ∆., Η συμβολή της περιβαλλοντικής εκπ/σης στη γεωγραφία, διδακτορική διατριβή Π.Τ.∆.Ε, ∆.Π.Θ., Αλεξανδρούπολη 1999. Σχετικά με τη σχέση της Γεωγραφίας με την Εθνολογία, βλ. Gourhan - Leroi André, Η Ιστορία χωρίς κείμενα, στο: Ιστορία και μέθοδοι 1985, σ. 63 - 64. Ειδικότερα ζητήματα θεωρητικής γεωμορφολογίας, βλ. ενδεικτικά Scheidigger E. A., Theoritical geomorphology, Heidelberg 1961. 51 Πληροφορίες για τη χαρτογραφία της ευρύτερης περιοχής της Πιερίας, βλ. Κurz 2003, σ. 147 - 177· Όλυμπος 2001. Για την τοπογραφία γενικότερα της περιοχής, βλ. Παπαθανασίου 2002· Παπαζώτος 1990. Γεωγραφικές πηγές σε διαχρονικό επίπεδο, βλ. Κουρουζίδης 2003 και Καζταρίδης 2002, σ. 201 - 207. 52 Για το ίδιο θέμα, βλ. Γραίκος 2004, σ. 22 - 24 και σ. 75 - 80 (φ. ε. 9). 53 Πληροφορίες για το γεωλογικό υπόβαθρο της περιοχής, βλ. Μανούτσογλου 2001 (στις σ. 344 - 345 παρατίθεται σχετική βιβλιογραφία). 54 Τα περισσότερα στοιχεία αντλήθηκαν από το: Περιβαλλοντική Εκπαίδευση 1999. 55 Πρόκειται για απόσπασμα από το Βαλαβάνης 2000, σ. 56 - 58. 56 Σχετικά με τις παιδαγωγικές τεχνικές κατανόησης του αρχαιολογικού έργου και της αρχαιολογικής αιτιότητας βλ. Γραίκος 1998 και Γραίκος 2004, σ. 24 - 26, όπου και σχετική βιβλιογραφία. 57 Η κυριότερη βιβλιογραφία σχετικά με τον ναό (αρχιτεκτονική - εικονογραφία - ιστορία) είναι η εξής: Λαζαρίδης 1974 · Μακεδονία 1982, σ. 292(Μ. Χατζηδάκης)· Βοκοτόπουλος 1992, σ. 247· Garidis 1989, σ. 81· Τsigaridas 1988, σ. 58· Τσιγαρίδας 1973, σ. 489 - 492· Τσιγαρίδας 1993· Παπαζώτος 1997, σ. 193 - 196· Παπαζώτος 1990, σ. 60 - 61· Παπαζώτος 1985, σ. 64 - 65· Μέντζος 1988· Μέντζος 1997, σ. 160 - 161· Σέμογλου 2002· Παπαθανασίου 2002, σ. 760, 792, 741 - 742· Παρθένιος 1918, σ. 106 - 107· Ευαγγελίδης 1913, σ. 88· Πλιούμπης 1971, σ. 24· Αναγνωστόπουλος 1971, σ. 53. 58 Βλ. σχετικά: Μέντζος 1997, σ. 160 (υποσημ. 31)· Παπαθανασίου 2002, σ. 741 - 742, 792. Οι πηγές που στηρίζουν την άποψη της προέλευσης του τοπωνυμίου από τα «άγια κόντουρα», είναι οι παρακάτω: Μιχαήλ Ψελλός: «εις την φωνήν την λέγουσαν, Σήμερον τα άγια κόντουρα», στο: Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, [εκδ. Κ. Σάθας], τόμ. Ε', Παρίσι 1876, σ. 532 - 533· Μιχαήλ Ψελλός, Ερμηνείαι εις τας κοινολεξίας, σ. 532 κ.ε. · Μιχαήλ Ψελλός, Επιστολαί, Γ. Σαθά, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, η 1879, ανατ. 1972, αριθ. 122, 370· Θεοφάνης Κεραμεύς, 39 Ομιλία, Ε.Π. 132, 744 760. 59 Για παράδειγμα το: ∆ιαμορφώσεις 1997. 45
46
3. Σχέδιο προγράμματος α. Καταγραφή των αρχικών στερεοτύπων των μαθητών (φύλλο εργασίας 1) β. Το φυσικό περιβάλλον του λόφου i. Πληροφορίες από παλιότερους και νεότερους χάρτες (φύλλο εργασίας 2) ii. Τοπογραφικές πληροφορίες. Η θέση του λόφου και η σημασία του κατά την παλαιότερη εποχή. Η αρχαία πόλη Πιερία (φύλλο εργασίας 3) iii. Κατασκευή μοντέλου του λόφου (φύλλο εργασίας 4) iv. Πληροφορίες για το γεωλογικό υπόστρωμα της περιοχής του λόφου (φύλλο εργασίας 5) v. Οι κλιματολογικές συνθήκες του λόφου (φύλλο εργασίας 6) vi. Το νερό και ο λόφος (φύλλο εργασίας 7) vii. To οικοσύστημα του λόφου (φύλλο εργασίας 8) 1. H χλωρίδα την παλιαότερη εποχή (φύλλο εργασίας 9) 2. Η χλωρίδα τη σημερινή εποχή (φύλλο εργασίας 10) 3. Τα κυριότερα φυτά του λόφου (φύλλο εργασίας 11) 4. Η πανίδα (φύλλο εργασίας 12) 5. Τροφικές αλυσίδες (φύλλο εργασίας 13) γ. Το ανθρωπογενές περιβάλλον του λόφου i. Οι αρχαιολόγοι ανακαλύπτουν βυζαντινές εκκλησίες (φύλλο εργασίας 14) ii. Ο ναός της Παναγίας. Αρχιτεκτονική και τοιχογραφίες. Τα παλιά πέτρινα σπίτια του λόφου (φύλλο εργασίας 15) iii. Ο ναός της Παναγίας στη ζωή των κατοίκων της Κονταριώτισσας (φύλλο εργασίας 16) δ. Σχεδιάζοντας το μέλλον του λόφου
23
Β. Φύλλα εργασίας 1 - 16
24
Φύλλο εργασίας 1 Θα έχεις επισκεφθεί αρκετές φορές το λόφο της Παναγίας. Θα μπορούσες να θυμηθείς τι σου έκανε περισσότερο εντύπωση από αυτές τις επισκέψεις; Υπάρχει κάτι στο λόφο που δε σου αρέσει καθόλου; Συγκεντρώστε τις απαντήσεις σας και συζητήστε γι΄ αυτές.
25
Φύλλο εργασίας 2 Πληροφορίες από παλαιότερους και νεότερους χάρτες για το λόφο της Παναγίας Κονταριώτισσας 1.Στο χάρτη της εικόνας 1 (α και β) της Πιερίας σημείωσε Λεξιλόγιο: βάλτος ή έλος:: τόπος με στάσιμα με κόκκινο χρώμα την Κονταριώτισσα και το λόφο** της Παναγίας. νερά. λ όφος: ύψωμα του εδάφους που φτάνει μέχρι τα 300 μ. ύψος. Ο λόφος είναι χαμηλότερος από το βουνό και το όρος. Πολλοί λόφοι μαζί σε σειρά σχηματίζουν τη λοφοσειρά ά. Μπέηςς : τούρκος αξιωματούχος. περιηγητές: ξένοι επισκέπτες στην Ε λ λ ά δ α κ α τ ά τ η ν ε π οχ ή τ η ς τουρκοκρατίας. Οι πληροφορίες που κατέγραφαν στα βιβλία και τους χάρτες τους μας δίνουν πολύτιμες πληροφορίες για την κατάσταση, που επικρατούσε στην Ελλάδα εκείνη την εποχή. τσιφλίκι:: μεγάλη έκταση γης (ορεινή και πεδινή), που ανήκε σε έναν μόνο κτηματία (παλαιότερα Τούρκο), ο οποίος εκμεταλλευόταν τους εργάτες και τους αγρότες, που εργάζονταν σε αυτή. υπόμνημα χάρτη: διάφορα σύμβολα και στοιχεία που μας βοηθούν να καταλάβουμε καλύτερα έναν χάρτη. Στο υπόμνημα υπάρχει και η κλίμακα. Η κλίμακα είναι μία διαίρεση (λόγος) που φανερώνει το πόσο μεγάλο είναι το μήκος ενός εκατοστού στο χάρτη σε σχέση με την πραγματικότητα. Για παράδειγμα η κλίμακα 1: 5000 σημαίνει ότι ένα εκατοστό στο χάρτη αντιστοιχεί στην πραγματικότητα σε 5000 εκατοστά (50 μέτρα). χαλκογραφία : ονομάζουμε μία εικόνα τυπωμένη πάνω σε χαρτί, που βγαίνει σε πολλά αντίτυπα. Τα παλαιότερα χρόνια, όταν δεν υπήρχε η φωτογραφική μηχανή ούτε και τα σύγχρονα μέσα της τυπογραφίας, για να κυκλοφορήσει μία ζωγραφιά σε πολλά αντίτυπα έπρεπε πρώτα να χαραχθεί πάνω σε ξύλο, σε πέτρα ή σε χάλκινη πλάκα και μετά να περασθεί με μελάνι και να πατηθεί πάνω της το χαρτί, όπως γίνεται με τις σφραγίδες. Έτσι όταν το χάραγμα γινόταν πάνω σε ξύλο είχαμε τη ξυλογραφία α , πάνω σε πέτρα τη λιθογραφία α και πάνω σε πλάκα από χαλκό τη χαλκογραφία α.
1β Εικόνα 1(α και β). Χάρτης της Πιερίας. 1α
2. Την Κονταριώτισσα μπορούμε να τη βρούμε και σε παλαιότερους χάρτες. Ο χάρτης της εικόνας 2 (και β) είναι ένας από αυτούς. Σημείωσε με κόκκινο χρώμα την Κονταριώτισσα και το λόφο της Παναγίας.
2β
2α Εικόνα 2 (α και β). Χάρτης της περιοχής Κονταριώτισσας του 1860.
Ο χάρτης αυτός στηρίχθηκε στις παρατηρήσεις που έκανε ο Γάλλος περιηγητήςς * Λεόν Εζέ, ο οποίος επισκέφθηκε την Πιερία γύρω στα 1860 και έγραψε για την Κονταριώτισσα τα εξής:
Κείμενο- πηγή 1: [Η Κονταριώτισσα] έχει 50 σπίτια, τσιφλίκι** του Αλή πασά που ανήκει στον μπέη** της Κατερίνης. Λεόν Εζέ, Το όρος Όλυμπος και η Ακαρνανία.
26
3. Στις αρχές του 19 ο υ αιώνα επισκέφθηκε την Πιερία ο Άγγλος περιηγητής Ουίλλιαμ Μάρτιν Ληκ. Θα περάσει κοντά από την Κονταριώτισσα χωρίς όμως να σταματήσει εκεί. Από λά θ ο ς θ α ο ν ο μ ά σ ε ι το χω ρ ι ό Ανδρεώτισσα. Το ίδιο όνομα θα γράψει και στο χάρτη της εικόνας 3.
Βρες στο χάρτη της εικόνας 3 το όνομα Ανδρεώτισσα [Κονταριώτισσα] και χρωμάτισε την περιοχή του λόφου της Παναγίας.
Εικόνα 3. Χάρτης της Πιερίας του περιηγητή Ουίλλιαμ Μάρτιν Ληκ.
4. Στο χάρτη της εικόνας 4 (α και β) σημείωσε με κόκκινο χρώμα την Κονταριώτισσα και το λόφο της Παναγίας. Πρόσεξε ότι κάτω από το όνομα του χωριού υπάρχει το γράμμα (χ). Σε άλλα χωριά υπάρχει το γράμμα (τ) και σε άλλα το γράμμα (μ). Στο υπόμνημα** του χάρτη εξηγείται ότι το γράμμα (χ) σημαίνει ότι το χωριό είχε χριστιανικό πληθυσμό, το (τ) ότι το χωριό είχε τουρκικό πληθυσμό και το (μ) ότι ο πληθυσμός ήταν μικτός δηλαδή χριστιανικός και τουρκικός. Αυτό συμβαίνει γιατί ο χάρτης σχεδιάστηκε το 1910, δύο χρόνια πριν την απελευθέρωση της περιοχής από τους Τούρκους.
Βρες στο χάρτη και σημείωσε παρακάτω μερικά ακόμα χριστιανικά χωριά της περιοχής. ………………………………………………………………………
4α
Εικ. 4α - β. Χάρτης της Πιερίας του 1910. 4β
27
5. Ο χάρτης της εικόνας 5 (α και β) είναι στρατιωτικός και εικονίζει τη μάχη της Κατερίνης στις 15 Οκτωβρίου του 1912. Μία μέρα μετά ο ελληνικός στρατός θα μπει θριαμβευτής στην Κατερίνη εκδιώκοντας τους Τούρκους. Οι στρατιωτικοί χάρτες είναι λεπτομερείς. Περιέχουν και τα μικρότερα μονοπάτια, τα ποτάμια και το υψόμετρο ακόμα και των πιο μικρών λόφων.
Στο χάρτη της εικόνας 5 σημείωσε το υψόμετρο του λόφου της Παναγίας.
5β Εικόνα 5 (α και β). Σχεδιάγραμμα με τη μάχη της Κατερίνης 15 Οκτωβρίου 1912. 5a
6. Στους χάρτες των εικόνων 6 και 7 σημείωσε το λόφο της Π α ν α γ ί α ς . Παρατήρησε ότι πολύ κοντά υπάρχει μία μεγάλη περιοχή που καλύπτεται από βάλτο**. Οι βάλτοι ή έλη δημιουργούσαν πολλά προβλήματα στον κάμπο. Μείωναν το καλλιεργήσιμο έδαφος, δυσκόλευαν τις μετακινήσεις και το κυριότερο ήταν ο χώρος όπου έβρισκαν κατάλληλο τόπο για να ζήσουν τα κουνούπια, τα οποία με τη σειρά τους προξενούσαν την ελονοσία μία ασθένεια που μεταδίδονταν με το τσίμπημα τους.
Εικόνα 6. Χάρτης της περιοχής Κονταριώτισσας του 1884.
Εικόνα 7. Χάρτης τηςπεριοχής Κονταριώτισσας του 1916.
28
O Γάλλος περιηγητής Πουκεβίλ επισκέφθηκε πριν από διακόσια περίπου χρόνια την Πιερία και έγραψε στο βιβλίο του Ταξίδι στην Ελλάδα (Μακεδονία Θεσσαλία) για τις δυσκολίες που αντιμετώπισε διασχίζοντας το βαλτώδες έδαφός της. Έγραφε τα εξής:
Κείμενο πηγή 2: Καθώς απομακρυνόμαστε από αυτό το αγκυροβόλι [λιμάνι], το οποίο θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε και σαν λιμάνι του Πλαταμώνα, πεζοπορούμε σε πεδιάδα, μέσα από βαλτώδες έδαφος, αφήνοντας αριστερά μας τα χαμηλότερα πλατώματα του Ολύμπου, που εξαφανίζονται προς τα βορειοδυτικά. Ακολουθούμε κατά διαστήματα την ακροθαλασσιά, και δυο λεύγες [έντεκα περίπου χιλιόμετρα] προς την Κατερίνη, διασχίζουμε μέσα από την κοίτη του τον Σφετίλη Σου [ποταμό Πέλικα], χωρισμένο σε δυο παραποτάμους, οι οποίοι σχηματίζουν μια λίμνη πριν εκβάλλουν στο Θερμαϊκό Κόλπο. Πουκεβίλ, Ταξίδι στην Ελλάδα. 'Ενας άλλος περιηγητής ο Έντουαρτ Ντάνιελ Κλαρκ περνώντας από την Πιερία το 1812 έδινε παρόμοιες πληροφορίες για το βαλτώδες έδαφός της:
Κείμενο πηγή 3: Ταξιδεύοντας κατά μήκος της δυτικής ακτής του Θερμαϊκού κόλπου [δηλ. στις ακτές της Πιερίας], όλη η περιοχή, από το στόμιο του Πηνειού ως εκείνο του Αξιού, είναι μία ελώδης πεδιάδα, που συνδέεται στη δυτική της πλευρά με την οροσειρά του Ολύμπου. Έντουαρτ Ντάνιελ Κλαρκ, Ταξίδια σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής.
7. H παρακάτω εικόνα 8(α και 8)είναι τμήμα της χαλκογραφίας* που εικονίζει τον άγιο ∆ιονύσιο και χαράχθηκε το 1808. ∆εξιά διακρίνεται η πόλη της Kατερίνης (Aικατερίνης) και λίγο αριστερότερα υπάρχει ένα ποτάμι. Μπορείς να καταλάβεις ποιο είναι αυτό το ποτάμι; Πού περίπου θα τοποθετούσες το λόφο της Kονταριώτισσας; 8α
Εικόνα 8 (α και β). Χαλκογραφία με τον άγιο ∆ιονύσιο τον εν Ολύμπω του 1808.
8β
29
Φύλλο εργασίας 3 Τοπογραφικές πληροφορίες*. Η θέση του λόφου και η σημασία του κατά την παλαιότερη εποχή. Η αρχαία πόλη Πιερία. Λεξιλόγιο: Ισοϋψείς καμπύλες: καμπύλες γραμμές στο χάρτη που ενώνουν περιοχές με το ίδιο υψόμετρο. τοπογραφικό διάγραμμα: σχέδιο ενός τόπου όπου απεικονίζονται τα βουνά, οι πεδιάδες κ.λ.π με ακριβείς μετρήσεις του ύψους και της έκτασής τους. τοπογραφικές πληροφορίες: πληροφορίες που έχουν σχέση με τη διαμόρφωση του εδάφους (βουνά, πεδιάδες, ποτάμια κ.λ.π.) ενός τόπου και με το σχήμα τους.
1. Στο χάρτη της εικόνας 9 ζωγράφισε με κίτρινο χρώμα το λόφο της Παναγίας και με πράσινο την πεδιάδα κάτω από αυτόν.
Εικόνα 9. Τοπογραφικό διάγραμμα * της περιοχής της Κονταριώτισσας του 1979.
Όπως παρατηρείς στους χάρτες ο λόφος της Παναγίας είναι τμήμα μιας μεγάλης λοφοσειράς, που ονομάζεται “Μακρύς” ή “Αδριανός”. Η λοφοσειρά ξεκινά ανατολικά από το χωριό Νέα Έφεσο (παλαιότερα Στουπί) και φτάνει δυτικά μέχρι τα Πιέρια όρη. 3.Στη φωτογραφία της εικόνας 10 σημείωσε με κόκκινο χρώμα τα όρια της λοφοσειράς του “Μακρύ” ή “Αδριανού” και με μπλε χρώμα τα όρια του λόφου της Παναγίας. Κάνε το ίδιο και στο χάρτη της εικόνας 11, όπου επιπλέον σημείωσε τα ποτάμια που βρίσκονται βόρεια και νότια αυτής της λοφοσειράς.
Εικόνα 10. Άποψη της λοφοσειράς από τα νότια.
30
Εικόνα 11. Σημερινός χάρτης της Πιερίας.
4. Παρατήρησε τη θέση της λοφοσειράς σε σχέση με την υπόλοιπη Πιερία. Οι ερευνητές έχουν γράψει ότι η σημασία της λοφοσειράς είναι μεγάλη γιατί χωρίζει την Πιερία σε δύο τμήματα· τη νότια και τη βόρεια. Κάποιοι άλλοι ερευνητές υπέθεσαν ότι στη λοφοσειρά αυτή υπήρχε μία χαμένη σήμερα αρχαία πόλη που ονομαζόταν Πιερία. Ο Άγγλος περιηγητής Ουίλλιαμ Μάρτιν Ληκ υπέθεσε ότι αυτή η πόλη βρισκόταν κοντά στη σημερινή Νέα Έφεσο ή ανάμεσα στο ∆ίον και στην αρχαία Πύδνα. O Γάλλος ∆ έσδεβαϊς την τοποθετούσε στο λόφο της Κονταριώτισσας. Με την άποψη αυτή Ιωάννης συμφωνούσε και ο γυμνασιάρχης Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος και ο Τσαγγαλίδης o οποίος έγραφε:
Κείμενο πηγή 4: «[Η Πιερία] έκειτο εις τα υψώματα της Κονταριωτίσσης (πιθανώτατα παρά το λεγόμενον δάσος Αδριανού όπου ανακαλύπτονται ορειχάλκινα αγαλμάτια, ειδώλια και νομίσματα)…». μετάφραση: Η Πιερία βρισκόταν στα υψώματα της Κονταριώτισσας (μάλλον κοντά στο λεγόμενο δάσος του Αδριανού όπου ανακαλύπτονται μπρούτζινα αγάλματα, ειδώλια και νομίσματα). Ιωάννης Τσαγγαλίδης, Η Πιερία. Την ίδια άποψη είχε και ο Κωνσταντίνος Π. Πλιουμπής, ο οποίος υπέθετε ότι υπήρχε μία αρχαιότερη πόλη Πιερία στη θέση «Συκιά» της Κονταριώτισσας και μία νεότερη με κέντρο την περιοχή του βυζαντινού ναού της Παναγίας Κονταριωτίσσας.
5. Στις φωτογραφίες των εικόνων 12, 13 Εικόνα 12. Άποψη του λόφου της και 14 χάραξε το περίγραμμα του λόφου Παναγίας από τα βόρεια. της Παναγίας.
31
Εικόνα 13. Άποψη του λόφου της Παναγίας από τα νοτιοανατολικά λίγο έξω από την Κονταριώτισσα.
Εικόνα 14. Άποψη του λόφου από τα νότια.
Απέναντι από το λόφο της Παναγίας προς τα ανατολικά υψώνεται ο δεύτερος λόφος της Κονταριώτισσας του αγίου Αθανασίου, όπου υπάρχει το ομώνυμο εξωκκλήσι. Στην εικόνα 15 μπορείς να δεις το λόφο της Παναγίας όπως φαίνεται από το γειτονικό λόφο του αγίου Αθανασίου.
Εικόνα 15. Άποψη του λόφου της Παναγίας από το γειτονικό λόφο του αγίου Αθανασίου.
Με βάση τις πληροφορίες που πήρες από τους χάρτες και τα κείμενα θα μπορούσες να γράψεις τη γνώμη για τη σημασία της γεωγραφικής θέσης του λόφου της Κονταριώτισσας την παλαιότερη εποχή;
32
Φύλλο εργασίας 4 Κατασκευή μοντέλου του λόφου Μοντέλο λόφου είναι η ανάγλυφη αναπαράστασή του με χαρτόνια ή πηλό. Πώς κατασκευάζουμε το μοντέλο; Βήματα: α)Παίρνουμε το τοπογραφικό διάγραμμα του λόφου (εικόνα 9) και το μεγεθύνουμε με τη βοήθεια του φωτοτυπικού. β)Τοποθετούμε πάνω στη φωτοτυπία μας ένα φύλλο ριζόχαρτου και αντιγράφουμε τις κυριότερες ισοϋψείς καμπύλες αρχίζοντας από τις πιο χαμηλές. Μπορούμε έτσι να αντιγράψουμε μέχρι δέκα ή και περισσότερες καμπύλες φτάνοντας ως την κορυφή. Έχουμε έτσι σε ξεχωριστά φύλλα τα διάφορα υψομετρικά επίπεδα του λόφου. γ)Με τη βοήθεια του ριζόχαρτου αντιγράφουμε ένα ένα τα επίπεδα σε αντίστοιχα χαρτόνια και κόβουμε το περίγραμμά τους. δ)Βάφουμε το κάθε κομμάτι με διαφορετικό χρώμα και τα κολλάμε το ένα πάνω στο άλλο. Στην εικόνα 16 μπορούμε να δούμε ένα παρόμοιο μοντέλο λόφου.
Εικόνα 16. Μοντέλο λόφου.
33
Φύλλο εργασίας 5 Πληροφορίες για το γεωλογικό υπόστρωμα* της περιοχής του λόφου Στα πολύ παλιά χρόνια πριν ακόμα εμφανιστεί ο άνθρωπος, ο νομός Πιερίας ήταν πυθμένας* θάλασσας. Αργότερα μετά από διάφορες γεωλογικές ανακατατάξεις* κάποια τμήματα του πυθμένα υψώθηκαν σχηματίζοντας τον Όλυμπο και τα Πιέρια. Σιγά σιγά οι ψηλοί αυτοί όγκοι διαβρώθηκαν* από τη δράση του νερού, του πάγου κ.λ.π. Τα υλικά της διάβρωσης, όπως άμμος, χαλίκι κ.ά, αποτέθηκαν* στον πυθμένα υψώνοντάς τον και σχηματίζοντας μία ρηχή λίμνη που οι γεωλόγοι* την ονόμασαν «λίμνη του Θερμαϊκού». Μετά από πολλά χρόνια και με τη συνέχιση της διάβρωσης των σκληρών πετρωμάτων των γύρω βουνών ο πυθμένας της λίμνης θα υψωθεί ακόμα περισσότερο με αποτέλεσμα το νερό να περιοριστεί ανατολικά στο σημερινό Θερμαϊκό κόλπο και δυτικά να σχηματιστεί η πεδιάδα της Πιερίας. Οι αλλαγές αυτές έγιναν μέσα σε μεγάλο χρονικό διάστημα, το οποίο χωρίζεται σε μικρότερες περιόδους που τις ονομάζουμε γεωλογικούς αιώνες*. Ο πιο κοντινός σε μας αιώνας είναι ο Καινοζωικός που αρχίζει πριν από 65 εκατομμύρια περίπου χρόνια και φτάνει στα 13.500 χρόνια. Κι αυτός με τη σειρά του χωρίζεται στο Τριτογενές (Παλαιόκαινο, Ηώκαινο, Ολιγόκαινο, Μειόκαινο, Πλειόκαινο) που είναι o παλαιότερς αιώνας και το Τεταρτογενές (Πλειόκαινο, Ολόκαινο), που είναι ο νεότερος. Είναι η εποχή που εμφανίζεται ο άνθρωπος. (Στο σχήμα 1 μπορείς να δεις τη Σχήμα 1. Γεωλογική στήλη που δείχνει τους τελευταίους γεωλογικούς αιώνες της γης. διαδοχική σειρά αυτών των περιόδων). Τα βουνά της Πιερίας αποτελούνται από σκληρά και συμπαγή* πετρώματα, όπως οι ασβεστόλιθοι, οι ανθρακίτες, οι δολομίτες κ.λ.π. Οι λόφοι και οι πεδινές περιοχές αποτελούνται από πιο μαλακά και ασύνδετα πετρώματα, όπως οι άργιλοι, η άμμος, τα χαλίκια κ.λ.π. Λεξιλόγιο λέξεων και όρων : αποσαθρωμένα πετρώματα: είναι τα πετρώματα, που προέρχονται από το θρυμμάτισμα σκληρότερων και μεγαλύτερων πετρωμάτων. αποτέθηκαν: κατακάθισαν. γεωλογικοί αιώνες: μεγάλες χρονικές περίοδοι, στις οποίες συμβαίνουν διάφορες γεωλογικές ανακατατάξεις. γεωλογικές ανακατατάξεις: αλλαγές που συμβαίνουν στο έδαφος και το υπέδαφος, όπως σεισμοί, πλημμύρες, καταβυθίσεις κ.λ.π. γεωλογικό υπόστρωμα: το έδαφος κάτω από την επιφάνεια· το υπέδαφος. γεωλογικός χάρτης: ο χάρτης που απεικονίζει τη σύσταση του εδάφους μιας περιοχής δηλαδή τα πετρώματα που υπάρχουν κάτω από την επιφάνεια. γεωλόγοι : οι επιστήμονες που ασχολούνται με το έδαφος και το υπέδαφος της γης, τα πετρώματα και τη σύστασή τους καθώς επίσης και με τις μεταβολές που συμβαίνουν στη γη. διαβρώθηκαν (από τη λέξη διάβρωση): το «φάγωμα» του επιφανειακού εδάφους από τη δράση του νερού και των ατμοσφαιρικών φαινομένων (αέρας, βροχή κ.λ.π.). οργανική ύλη: δηλαδή φυτά και ζώα. πυθμένας: βυθός. συμπαγή πετρώματα: αυτά που δε σπάνε εύκολα. σύσταση του εδάφους: η ουσία από την οποία τι αποτελείται το έδαφος. υλικά αποσύνθεσης: δηλαδή υλικά που προκύπτουν από το σάπισμα φυτών και ζώων.
34
Κείμενο 5: Τι είναι το έδαφος; Οι ήπειροι της γης είναι σκεπασμένες από υλικά αποσύνθεσης* μια και το έδαφος δεν είναι παρά ένα μίγμα α π ο σ α θρ ω μ έν ω ν π ε τ ρ ω μ ά τ ω ν *, σαπισμένων φυτών και ζώων. Το χώμα εμφανίζεται σε διάφορους τύπους, κυρίως όμως αποτελείται από οργανική ύλη* σε αποσύνθεση και από υλικά αποσάθρωσης των πετρωμάτων που βρίσκονται κάτω από την επιφάνεια της Γης […] Η βασική σ ύσ τασ η του εδάφους* εξαρτάται από τα πετρώματα που βρίσκονται κάτω από αυτό. Ωστόσο ο χαρακτήρας του είναι συνάρτηση [δηλ. αποτέλεσμα] μιας σειράς παραγόντων, όπως η διαρρύθμιση του φυσικού τοπίου, η βλάστηση και πάνω απ΄ όλα το κλίμα. Τζων Φάρντον, Ανακαλύπτω τη Γη.
Σχήμα 2. Εδαφικό προφίλ.
1. Παρατήρησε το γεωλογικό χάρτη* της εικόνας 17 και το υπόμνημά του (σχήμα 3). Σημείωσε τα κυριότερα πετρώματα του λόφου της Παναγίας και της γύρω περιοχής.
Εικόνα 17. Γεωλογικός χάρτης της περιοχής Κονταριώτισσας.
35
Στη στήλη του σχήματος 3 μπορείς να δεις τα ίδια πετρώματα ανάλογα με το χρόνο δημιουργίας τους. Όσο πιο ψηλά στη στήλη βρίσκεται ένα πέτρωμα τόσο νεότερο είναι.
Σχήμα 3. Στήλη πετρωμάτων της περιοχής Κονταριώτισσας Ολύμπου.
2. Κατά τη επίσκεψή σας στο λόφο της Παναγίας συγκεντρώστε σε σακούλες δείγματα πετρωμάτων και εδάφους. Συγκρίνετε αυτά τα πετρώματα με δείγματα πετρωμάτων που θα πάρετε από την πεδινή περιοχή. Με τον ίδιο τρόπο που διαβρώνονται οι μεγάλου ορεινοί όγκοι διαβρώνονται καθημερινά και τα χαμηλότερα υψώματα όπως ο λόφος της Παναγίας. Το χώμα παρασύρεται σιγά σιγά από το νερό και τον αέρα. Τότε αρχίζει να φαίνεται το σκληρό πέτρωμα που βρίσκεται από κάτω.
3. Μετά από μία δυνατή βροχή επισκεφθείτε το λόφο της Παναγίας και παρατηρήστε τα ρυάκια που σχηματίζει το νερό. Ποια νομίζετε ότι είναι τα αποτελέσματα της διάβρωσης; Θα μπορούσατε να σκεφτείτε τρόπους μείωσης του φαινομένου; 4. Για ν' ανακαλύψετε τρόπους μείωσης του φαινομένου της διάβρωσης κάντε το παρακάτω πείραμα. Πάρτε δύο γλάστρες τη μία με ελάχιστα φυτά και την άλλη με περισσότερα. Τρυπήστε τις γλάστρες στη μία πλευρά και τοποθετήστε τες με τον τρόπο που φαίνεται στην εικόνα 18. Ρίξτε στις γλάστρες ίδια ποσότητα νερού. Συγκρίνετε την ποσότητα νερού που συγκεντρώνετε στους δύο κουβάδες. Μπορείτε να εξηγήσετε το φαινόμενο; Τι ρόλο παίζουν οι ρίζες των φυτών στο πείραμα; Σημειώστε παρακάτω τις σκέψεις σας.
Εικόνα 18. Πείραμα για την ανακάλυψη τρόπων μείωσης του φαινομένου της διάβρωσης.
................................................................................................................... ................................................................................................................... ................................................................................................................... ................................................................................................................... ................................................................................................................... ................................................................................................................... .................................................................................................... 36
Φύλλο εργασίας 6 Οι κλιματολογικές συνθήκες του λόφου 1. Παρατήρησε τον κλιματολογικό χάρτη της Ελλάδας της εικόνας 19 και βρες το κλίμα του λόφου της Παναγίας. Με βάση το υπόμνημα σημείωσε τα κύρια χαρακτηριστικά του κλίματος του λόφου. ................................ ................................ ................................ ................................
Eικόνα 19. Κλιματολογικός χάρτης της Ελλάδας.
ΥΠΟΜΝΗΜΑ Έντονο μεσογειακό: ήπιος χειμώνας με ελάχιστες βροχές. Καλοκαίρι θερμό. Ασθενές μεσογειακό:ψυχρό χειμώνα με αρκετές βροχές. Καλοκαίρι ήπιο. Υπομεσογειακό: Πολύ ψυχρό χειμώνα με πολλές Λεξιλόγιο: κλίμα και κλιματολογία, καιρός βροχές. Καλοκαίρι ήπιο.
και μετεωρολογία: κλίμα ενός
Έντονο θερμομεσογειακό: Θερμό χειμώνα με τόπου ονομάζουμε το σύνολο των ελάχιστες βροχές. Καλοκαίρι θερμό. καιρικών συνθηκών (βροχές, Ασθενές θερμομεσογειακό: Ήπιο χειμώνα με λιακάδες, χιόνια, θερμοκρασία, ελάχιστες βροχές. Καλοκαίρι θερμό.
άνεμοι κ.λ.π.) που επικρατούν σε
Αξηρικό εύκρατο: Πολύ ψυχρό χειμώνα με πολλές ένα τόπο για μεγάλο χρονικό βροχές. Καλοκαίρι δροσερό. διάστημα. Η μελέτη του κλίματος
ονομάζεται κλιματολογία. Καιρός είναι οι καιρικές συνθήκες που επικρατούν σε ένα τόπο για μικρό χρονικό διάστημα, όπως για παράδειγμα για μία μέρα. Η μελέτη του καιρού ονομάζεται μετεωρολογία.
37
2. Παρατήρησε φωτογραφίες του λόφου σε διάφορες εποχές του έτους (εικ. 20, 21, 22). Τι βλέπεις ν’ αλλάζει στο τοπίο; Tράβηξε αν θέλεις και τις δικές σου φωτογραφίες.
Εικόνα 20
Εικόνα 21
Εικόνα 22
Ανακαλύπτουμε την εξέλιξη του κλίματος του λόφου από τους κορμούς των δέντρων. Κείμενο 6: Την άνοιξη τα δέντρα μεγαλώνουν, παράγοντας νέο υλικό κάτω από το φλοιό τους. Έτσι σχηματίζεται μία σειρά δαχτυλιδιών, ένα για κάθε χρόνο ζωής του δέντρου. Το υλικό που δημιουργείται στο τέλος του καλοκαιριού είναι πιο σκούρο. Τα δαχτυλίδια παρέχουν στοιχεία για το κλίμα, επειδή όταν ο καιρός είναι καλός, ευνοείται η ανάπτυξη, και τα δαχτυλίδια είναι πιο παχιά σε σχέση με τις χρονιές της Εικόνα 23. Τομή δρύινου κορμού από κακοκαιρίας. Μισέλ Άλλαμπυ, Ανακαλύπτω τον Καιρό. το λόφο της Παναγίας.
3. Κατά την επίσκεψή σας στο λόφο βρείτε κομμένους κορμούς δέντρων, όπως της εικόνας 23 και προσπαθήστε να ανακαλύψετε το διαφορετικό πάχος των δαχτυλιδιών τους.
38
Φύλλο εργασίας 7 Το νερό και ο λόφος Το νερό είναι πλούτος για τη γη. Χωρίς αυτό δε θα υπήρχε ζωή. Με τη μορφή της βροχής το νερό πέφτει στη γη σχηματίζοντας ποτάμια που στη συνέχεια χύνονται στη θάλασσα. Σε αυτήν την πορεία ένα μεγάλο μέρος του νερού εξατμίζεται από τον ήλιο για να μετατραπεί σε σύννεφα, που με τη σειρά τους θα μετατραπούν και πάλι σε βροχή. Αυτός είναι ο αιώνιος «κύκλος του νερού» που μπορείς να δεις στο σχήμα 4. Τα βουνά και οι λόφοι είναι τα σημεία του εδάφους που δέχονται τις μεγαλύτερες ποσότητες νερού. Γι΄ αυτό και θα μπορούσαμε να τα ονομάσουμε «αποθήκες νερού». Έτσι και ο λόφος της Παναγίας αποτελεί μία αληθινή πηγή νερού για την περιοχή. Από το λόφο κατεβαίνουν ρυάκια που μεταφέρουν νερό στον κάμπο ή γεμίζουν τις στέρνες για τα αιγοπρόβατα. Εδώ υπάρχει το υδραγωγείο του χωριού αλλά και το αγίασμα της Παναγίας. Σχήμα 4. Ο κύκλος του νερού στη φύση.
1. Στο τοπογραφικό διάγραμμα της εικόνας 9 βρες λίγο πιο κάτω από το ναό της Παναγίας και κ ύ κ λ ω σ ε τ ο υδραγωγείο του χ ω ρ ι ο ύ . Η φωτογραφία της εικόνας 25 δείχνει τ ο π α λ ι ό υδραγωγείο, που βρισκόταν σε άλλη θέση του λόφου και η φωτογραφία της εικόνας 26 το σημερινό. Με βάση τις ισοϋψείς καμπύλες υπολόγισε περίπου το υψόμετρο, στο οποίο βρίσκεται το υδραγωγείο. Για ποιο λόγο νομίζεις ότι έγινε σε αυτό το υψόμετρο; Ένας υπόγειος αγωγός μεταφέρει στο υδραγωγείο νερό από τον κάμπο και τον Όλυμπο. Σημείωσε τη διαδρομή που ακολουθεί αυτός υπόγειος αγωγός του νερού.
Εικόνα 25. Το παλιό υδραγωγείο την περίοδο 1957 - 1960.
Εικόνα 26. Το νέο υδραγωγείο.
2. Στη βόρεια πλευρά του λόφου και κάτω από το δρόμο που οδηγεί στο Μοναστήρι του Οσίου Εφραίμ υπάρχει ένα ρυάκι που κατεβαίνει από το λόφο. Σημείωσε τη διαδρομή του ρυακιού ακολουθώντας τις ισοϋψείς καμπύλες. Σε αυτό το ρυάκι υπάρχει κι ένα πολύ παλιό υδραγωγείο. Στις εικόνες 27 και Εικόνα 27 28 μπορείτε να δείτε αυτό το υδραγωγείο, όπως είναι σήμερα και όπως ήταν πριν από τριάντα περίπου χρόνια. Επισκεφθείτε το σημείο αυτό και σημειώστε στο χάρτη την ακριβή του θέση.
Εικόνα 28
39
3. Παρόμοια ρυάκια σχηματίζονται και σε άλλα σημεία του λόφου. Ποια νομίζεις ότι είναι η σημασία αυτών των ρυακιών; Κατά την επίσκεψή σας στο λόφο βρείτε κοίτες μικρών ρυακιών και σημειώστε τες στο χάρτη. 4. Στην εικόνα 29 Μπορείς να δεις μία ποτίστρα που βρίσκεται κοντά στο ναό της Παναγίας. Σημείωσε την ακριβή της θέση στο τοπογραφικό διάγραμμα. Για ποιο λόγο νομίζεις ότι έχει κατασκευαστεί αυτή η στέρνα; Ρωτήστε τους παλαιότερους εάν θυμούνται παρόμοιες στέρνες στα παλιά χρόνια.
Εικόνα 29. Ποτίστρα βόρεια του ναού της Παναγίας.
5. Μέσα στο ναό της Παναγίας υπάρχει ένα μικρό πηγάδι (εικόνα 30). Το νερό από αυτό το πηγάδι είναι αγίασμα. Ακολουθώντας υπόγεια διαδρομή κάτω από τον ναό βγαίνει μερικές δεκάδες μέτρα παρακάτω στη βόρεια πλευρά του λόφου στη θέση Λούκι στο σημείο όπου σήμερα χτίζεται ένα εκκλησάκι. Σε μία παλαιότερη εργασία που έκαναν πριν από μερικά χρόνια οι συμμαθητές σας βρήκαν κι έγραψαν τις παρακάτω πληροφορίες:
Κείμενο 7: Γιαγιά, θα μας διηγηθείς, σε παρακαλούμε, ό,τι ξέρεις για τον ναό της Παναγίας; - Θα σας πω, παιδιά μου, όσα θυμάμαι απ΄ αυτά που μου διηγήθηκαν η δική μου γιαγιά και ο δικός μου παππούς, όταν ήμουν κι εγώ παιδί. Στα δύσκολα χρόνια της τουρκοκρατίας οι πρόγονοί μας που ζούσαν εδώ στην Κονταριώτισσα δεν μπορούσαν να βαφτίζουν ελεύθερα τα παιδιά τους χριστιανούς. Για το λόγο αυτό, Εικόνα 30. Το πηγάδι με το αγίασμα στο στο βόρειο παρεκκλήσι άνοιξαν ένα βαθύ πηγάδι και βόρειο διαμέρισμα του νάρθηκα. στο νότιο παρεκκλήσι έφτιαξαν μια μαρμάρινη Συμπληρώστε το μοντέλο του κολυμπήθρα. Έτσι κρυφά απ΄ τους Τούρκους βάφτιζαν λόφου. τα παιδιά τους. Η κολυμπήθρα στη μέση έχει μία τρύπα, Κατασκευάστε μία μικρογραφία το χωνευτήρι. Από εκεί άδειαζαν μέσα στη γη το του υδραγωγείου και τοποθετήστε αγιασμένο απ΄ τη βάφτιση νερό. Μετά από χρόνια οι την στο κατάλληλο σημείο πρόγονοί μας έσκαψαν ένα βαθύ αυλάκι στο βόρειο σύμφωνα με το τοπογραφικό παρεκκλήσι και με πήλινους σωλήνες (λούκια) έφεραν διάγραμμα. Με τον ίδιο τρόπο ένα μέρος απ΄ το νερό του πηγαδιού διακόσια μέτρα πιο κατασκευάστε και τοποθετήστε τη κάτω στη θέση Λούκι. Έτσι με το τρεχούμενο νερό στέρνα και το εκκλησάκι του ξεδίψασαν όχι μόνο οι άνθρωποι, αλλά και τα ζώα. αγιάσματος. Σημειώστε τη θέση Επειδή όμως το νερό έρχεται μέσα απ΄ τον ναό κι έχει του παλιού υδραγωγείου. Με την ευλογία της Παναγίας, οι πιστοί χριστιανοί το μπλε γραμμή με τετραγωνάκια θεωρούν αγιασμένο και θαυματουργό. Γι΄ αυτό το λόγο σημειώστε την υπόγεια διαδρομή το μέρος το λένε κι Αγίασμα και στη θέση της πηγής του αγιάσματος και του αγωγού κτίζεται στις μέρες μας ο μικρός ναός της Ζωοδόχου του υδραγωγείου. Με απλή μπλε Πηγής. γραμμή σημειώστε τη ροή άλλων ρυακιών.
6. Ετοιμάστε μία συνέντευξη από κάποιους γεροντότερους του χωριού σχετικά με το αγίασμα της Παναγίας και καταγράψτε τις απαντήσεις τους. 40
Φύλλο εργασίας 8 Το οικοσύστημα του λόφου Βασικό λεξιλόγιο για την εξέταση της πανίδας και της χλωρίδας του λόφου (το λεξιλόγιο θα σου χρειαστεί και στα επόμενα φύλλα εργασίας): βιολογικός οργανισμός - πανίδα και χλωρίδα: βιολογικός οργανισμός είναι καθετί που έχει ζωή δηλαδή μπορεί να αναπτύσσεται, να αναπνέει, να αναπαράγεται κ.λ.π. Πανίδα είναι το σύνολο των ζώων και χλωρίδα το σύνολο των φυτών. πληθυσμός: τα ζώα και τα φυτά του ίδιου είδους που ζουν σε μία βιοκοινότητα, όπως για παράδειγμα ο πληθυσμός των ποντικιών, των σπουργιτιών κ.λ.π. βι ό τοπο ς: ο τόπος όπου ζουν και αναπτύσσονται κάτω από κατάλληλες συνθήκες αρκετά είδη ζώων και φυτών. βιοκοινότητα: το σύνολο των φυτών και των ζώων που ζουν σε ένα βιότοπο.
Ο λόφος της Παναγίας είναι ένα οικοσύστημα, όπου ζουν και αναπτύσσονται αρμονικά πολλοί πληθυσμοί ζώων και φυτών. Μιλήσαμε ήδη στα προηγούμενα φύλλα εργασίας για το έδαφος, το κλίμα και το νερό του οικοσυστήματος δηλαδή για τους αβιοτικούς παράγοντες που δρουν σε αυτό. Στα επόμενα φύλλα εργασίας θα εξετάσουμε τους ζωντανούς οργανισμούς του οικοσυστήματος, δηλαδή την πανίδα και τη χλωρίδα του. Θα εξετάσουμε επίσης τους βιοτικούς παράγοντες του οικοσυστήματος, όπως για παράδειγμα τις τροφικές αλυσίδες που δημιουργούνται ανάμεσα στα ζώα και στα φυτά.
αβιοτικοί και βιοτικοί παράγοντες - οικολογικοί παράγοντες: η θερμοκρασία, η υγρασία, ο άνεμος, το φως κ.λ.π. και γενικά όλες οι φυσικές συνθήκες που επικρατούν σε ένα τόπο και δεν εξαρτώνται από τη δράση των βιολογικών οργανισμών ονομάζονται αβιοτικοί παράγοντες . Αντίθετα η δράση των βιολογικών οργανισμών, όπως για παράδειγμα οι τροφικές αλυσίδες δημιουργούν τους βιοτικούς παράγοντες. Το σύνολο των αβιοτικών και βιοτικών παραγόντων αποτελούν τους οικολογικούς παράγοντες. Βιολογική ποικιλότητα: ο αριθμός και η ποικιλία των διαφόρων ζωντανών οργανισμών που ζουν σε ένα οικοσύστημα. τροφική αλυσίδα - τροφικό δίκτυο: τροφική αλυσίδα είναι οι σχέσεις τροφής που αναπτύσσονται μεταξύ των οργανισμών σε μία βιοκοινότητα, δηλαδή για παράδειγμα το κουνούπι τρώγεται από το βάτραχο, ο οποίος τρώγεται από το φίδι κι αυτό με τη σειρά του τρώγεται από τον αετό. Το σύνολο των τροφικών αλυσίδων σε ένα οικοσύστημα ονομάζουμε τροφικό δίκτυο. Στο σχήμα 6 μπορείς να δεις ένα τροφικό δίκτυο παρόμοιο με αυτό του λόφου της Παναγίας. Το χορτάρι είναι ο παραγωγός και τα ζώα οι καταναλωτές. Τα βέλη ξεκινούν από τα ζώα που τρώγονται και οδηγούν σε αυτά που τρώνε τα υπόλοιπα.
Οι κ ο σ ύ σ τη μ α - α υ τό τρ ο φ ο ι κ α ι ετερότροφοι οργανισμοί : Οικοσύστημα είναι το σύνολο των ζώων και των φυτών που ζουν και αναπτύσσονται κανονικά και σε αρμονία μεταξύ τους σε μία μεγάλη περιοχή καθώς επίσης και το κλίμα, το περιβάλλον, το έδαφος κ.λ.π. αυτής της περιοχής. Οι οργανισμοί που ζουν σε ένα οικοσύστημα χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: α) τους αυτότροφους ή παραγωγούς που είναι τα διάφορα είδη φυτών και τα οποία παράγουν μόνα την τροφή τους μέσω της φωτοσύνθεσης, και β) τους ετερότροφους που τρέφονται από άλλους οργανισμούς. Οι ετερότροφοι με τη σειρά τους χωρίζονται στους καταναλωτές, που είναι τα διάφορα είδη ζώ ω ν ( φ υ τ ο φ ά γ α , π α μ φ ά γ α κ α ι σαρκοφάγα) και στους αποικοδομητές που είναι οι μικροοργανισμοί που τρέφονται από νεκρούς οργανισμούς. Στο σχήμα 5 μπορείς να δεις τα στρώματα της ζωής σε ένα οικοσύστημα.
Οικοσύστημα
Βιοικοινότητα
Πληθυσμός
Σχήμα 6. Τροφικό δίκτυο παρόμοιο με του λόφου της Παναγίας.
41
Σχήμα 5
Φύλλο εργασίας 9 Το οικοσύστημα του λόφου. Η χλωρίδα την παλαιότερη εποχή. Στο φύλλο εργασίας 5 γνωρίσαμε τον τρόπο δημιουργίας του γεωλογικού υποστρώματος του νομού Πιερίας και της περιοχής του λόφου της Παναγίας στα πολύ παλιά χρόνια. Αργότερα στα προϊστορικά χρόνια ολόκληρη η πεδινή περιοχή της Πιερίας ήταν σκεπασμένη με δάση κυρίως από βαλανιδιές, φτελιές, πλατάνια και ιτιές. Από την Νεολιθική εποχή (7.000 χρόνια περίπου π.Χ.) κι εξής όταν οι άνθρωποι άρχισαν να ζουν σε οργανωμένους οικισμούς και να καλλιεργούν συστηματικά εκτάσεις γης, τα δάση σταδιακά άρχισαν να καταστρέφονται. Ο πιο συνηθισμένος τρόπος καταστροφής του δάσους ήταν ο εμπρησμός δηλαδή η πυρκαγιά. Οι άνθρωποι έκαιγαν ένα τμήμα του δάσους και το μετέτρεπαν σε χωράφια. Παρόλο που η μέθοδος αυτή συνεχίστηκε αδιάκοπα για πολλούς αιώνες, μία μεγάλη περιοχή της Πιερίας καλύπτονταν από δάση μέχρι και τα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας. Σήμερα στην πεδινή και λοφώδη Πιερία έχουν μείνει ελάχιστα μόνο απομεινάρια του μεγάλου αυτού δάσους της αρχαιότητας συνήθως σε σημεία που δεν μπορούν να καλλιεργηθούν, όπως σε μικρές χαράδρες ή γύρω από εξωκλήσια από σεβασμό προς την ιερότητα του χώρου.
Κείμενο 7:
Ο Ρωμαίος ιστορικός και συγγραφέας Γάιος Πλίνιος Σεκούνδος, ο οποίος έζησε τον 1ο αι. μ. Χ. έγραψε ένα μεγάλο έργο που έμοιαζε με τις σημερινές εγκυκλοπαίδειες και το οποίο ονόμασε Φυσική Ιστορία . Σε αυτό το έργο ο Πλίνιος θεωρεί ότι η Πιερία πήρε το όνομά της από τα πολλά δέντρα και τα πλούσια βοσκοτόπια της. Κείμενο 8: [Στις αρχές του 19ου αιώνα όταν η Ελλάδα ήταν υποταγμένη στην Οθωμανική αυτοκρατορία επισκέφθηκε την Πιερία ο Άγγλος γιατρός και περιηγητής Χένρυ Χόλλαντ, ο οποίος έγραφε για τη χλωρίδα της περιοχής τα εξής:]
Η περιοχή αυτή [δηλαδή η Πιερία] που μπορεί να θεωρηθεί τμήμα της μεγάλης πεδιάδας της Μακεδονίας είναι εύφορη, έχει ευχάριστη όψη και καλύπτεται από δέντρα σε μεγάλη έκταση. Από αυτό το μέρος της ακτής κυρίως και από τους πιο κοντινούς πρόποδες του Ολύμπου και της Όσσας προέρχεται η ξυλεία, που αποτελεί έναν πολύ σημαντικό κλάδο του εξαγωγικού εμπορίου της Θεσσαλονίκης. Μερικές από τις καστανιές και τα πλατάνια που προσπεράσαμε κατά την πορεία μας είναι Κείμενο 9: [Στις αρχές του 20ου αιώνα ο ιστορικός και φιλόλογος π ο λ ύ α ξ ι ό λ ο γ ο υ μ ε γ έ θ ο υ ς , ε ν ώ Τρύφων Ευαγγελίδης επισκέφθηκε αρκετές φορές παρατηρήσαμε και μερικές βελανιδιές πολύ την Πιερία. Σε μία του περιήγηση έφθασε στην κατάλληλες για τη ναυπήγηση πλοίων.
Κονταριώτισσα περνώντας από το Μοναστήρι της Πέτρας και την Κάτω Μηλιά, ακολουθώντας ένα δρόμο που διέσχιζε τη λοφοσειρά του Μακρύ ή Αδριανού. Γι΄αυτήν του την περιήγηση έγραφε τα εξής:]
Εντεύθεν προς τα ΝΑ οδός βατή άγει, εν μέσω δάσους δρυών, εις το χωρίον Κονδουριώτισσα, εν τω ναώ της οποίας ανευρίσκονται στήλαι ενεπίγραφαι και άλλα λείψανα αρχαία, άτινα ο Heuzey θεωρεί ως τα της αρχαίας πόλεως Ατέρα.
μετάφραση:
Από εκεί (δηλαδή από την Κάτω Μηλιά) προς τα νοτιοανατολικά ένας βατός δρόμος οδηγεί, μέσα από δάσος βαλανιδιών στο χωριό Κονδουριώτισσα, στον ναό της οποίας βρίσκονται γραπτές στήλες και άλλα αρχαία λείψανα τα οποία ο Εζέ τα θεωρεί ότι προέρχονται από την αρχαία πόλη Ατέρα.
42
Κείμενο 10: [Στις αρχές του 20ου αιώνα ο επίσκοπος Κίτρους Παρθένιος Βαρδάκας έγραψε ένα βιβλίο, το οποίο περιείχε διάφορες πληροφορίες για τις κυριότερες πόλεις και χωριά του νομού Πιερίας. Ανάμεσα στις άλλες πληροφορίες που έγραψε για την Κονταριώτισσα ήταν και οι εξής:]
Το όνομα Κονταργιώτισσα έλαβε το χωρίον ε κ το υ π ρ ο ρ ρ η θ έ ν το ς β υ ζα ν τ ι ν ο ύ εξωκκλησίου της Παναγίας, ήτις ωνομάζετο Κονταργιώτισσα Παναγία, εκ του ότι καθ΄ ημάς εξήγοντο κοντοί και κοντάρια εκ του περί αυτήν δάσους.
μετάφραση:
Το όνομα Κονταργιώτισσα πήρε το χωριό από το βυζαντινό εξωκλήσι της Παναγίας, που προαναφέραμε, το οποίο ονομαζόταν Παναγία Κονταργιώτισσα, γιατί από το δάσος που υπήρχε γύρω από το ναό κατασκευάζονταν ξύλινα κοντάρια.
Η εικόνα 31 είναι λεπτομέρεια μιας ου χαλκογραφίας του 16 αι. με θέμα τα Τέμπη, τον Όλυμπο και την Πιερία. Παρατήρησε στο βάθος τα δάση που κάλυπταν ένα μεγάλο τμήμα της πεδιάδας της Πιερίας. Κείμενο 11:
Στις περισσότερες περιοχές της πατρίδας μας, όταν αφήσει κανείς τις πεδιάδες και αρχίσει να ανεβαίνει στις χαμηλές πλαγιές των βουνών, θα διαπιστώσει ότι αυτές σκεπάζονται από πυκνή βλάστηση. Είναι οι λεγόμενοι Μεσογειακοί θαμνώνες ή «Μεσογειακή μακία», όπως είναι η διεθνής τους ονομασία. Αυτοί οι θαμνώνες ήταν κάποτε πυκνά και σκιερά δάση, που οι άνθρωποι άρχισαν να τα καίνε ή να τα κόβουν όταν εγκαταστάθηκαν μόνιμα σε χωριά και ανέπτυξαν τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Η συνεχής βόσκηση των τρυφερών κλαδιών από τις γίδες δεν άφηνε τους θάμνους να μεγαλώσουν και να πάρουν τη φυσική, δενδρώδη μορφή τους. Παράλληλα οι άνθρωποι έκοβαν τα πιο χοντρά κλαδιά ή τους πιο μεγάλους θάμνους, και το ξύλο τους το χρησιμοποιούσαν για θέρμανση το χειμώνα, για μαγείρεμα, για να φτιάχνουν ξυλοκάρβουνα ή ακόμα και να το καίνε στα ασβεστοκάμινα. Εικόνα 31. Λεπτομέρεια χαλκογραφίας του Α. Γιώργος Σφήκας, Τα ∆άση των χαμηλών περιοχών. Ορτέλιους (1590). Κείμενο 12:
Από την αρχαία ακόμα εποχή τα δέντρα θεωρούνταν ιερά. Ιδιαίτερα αυτά που βρίσκονταν σε ιερά άλση (δάση). Ένας αρχαίος μύθος λέει ότι ο βασιλιάς Ερυσίχθονας μπήκε στο ιερό άλσος της ∆ήμητρας, με σκοπό να κόψει ένα πανύψηλο δέντρο. Στα κτυπήματα του τσεκουριού το δέντρο αναστέναξε και από την πληγή άρχισε να τρέχει αίμα. Η νύφη που ζούσε μέσα στο δέντρο πεθαίνοντας πρόβλεψε και τον τρόπο τιμωρίας του Ερυσίχθονα. Η θεά ∆ήμητρα τον τιμώρησε να πεθάνει από αιώνια πείνα. 1. Με βάση τα κείμενα 7, 8 , 9, 10, 11 και την εικόνα 31 γράψε με λίγα λόγια για το πώς νομίζεις ότι ήταν η χλωρίδα του λόφου της Παναγίας την παλαιότερη εποχή. Σημείωσε τα δέντρα που αναφέρονται στα κείμενα καθώς επίσης και τις διάφορες ασχολίες των κατοίκων, που σχετίζονται με τα δάση. ................................................................... ................................................................... ................................................................... ................................................................... ................................................................... 2. Ποιοι ήταν οι κυριότεροι λόγοι της καταστροφής του δάσους του λόφου της Παναγίας; ................................................................... ................................................................... 3. Παρατήρησε τις φωτογραφίες των εικόνων 12, 13 και 15 στο φύλλο εργασίας 3. Σε ποιο σημείο του λόφου υπάρχουν ψηλά δέντρα και πλούσια βλάστηση; Εξήγησε για πιο λόγο νομίζεις ότι συμβαίνει αυτό. Θα σε βοηθήσει και το κείμενο 12. ......................................................... ...................................................... ......................................................
43
Φύλλο εργασίας 10 Το οικοσύστημα του λόφου. Η χλωρίδα στη σημερινή εποχή. Η σημερινή μορφή της χλωρίδας του λόφου της Παναγίας μοιάζει πολύ λίγο με την παλαιότερη. Όπως μπορείς να παρατηρήσεις στις φωτογραφίες των εικόνων 12, 13 και 15, αλλά και από τις επιτόπου επισκέψεις σου, η σημερινή βλάστηση του λόφου είναι κυρίως χαμηλοί θάμνοι και λίγα δέντρα γύρω από την εκκλησία. Στο χάρτη της εικόνας 32 με βάση το υπόμνημα βρες ποιο είναι το κυριότερο είδος βλάστησης του λόφου της Παναγίας. Εικόνα 32. Φυτοδασικός χάρτης της περιοχής Κονταριώτισσας.
ΥΠΟΜΝΗΜΑ Οικισμοί ∆άσος διαφόρων πλατύφυλλων Άγονες περιοχές Γεωργικές καλλιέργειες Θαμνώνες αείφυλλων πλατύφυλλων Βοσκότοποι
Η χλωρίδα του λόφου ανήκει στην κατηγορία της παραμεσογειακής ζώνης βλάστησης, η οποία έχει την επιστημονική ονομασία Quercetalia Pubescentis. Η ζώνη αυτή είναι συνέχεια της χαμηλότερης, παραλιακής ζώνης και προηγείται της ψηλότερης ορεινής ζώνης της οξυάς και της ελάτης. Σε αυτήν ανήκουν περιοχές λοφώδεις και υποορεινές προς το εσωτερικό της χώρας. Τα κυριότερα φυτά της είναι θαμνώνες και πουρνάρια, τα οποία προήλθαν από την καταστροφή παλαιότερων δασών εξαιτίας της ξύλευσης και της υπερβόσκησης. Σε αυτή τη ζώνη οι συνθήκες είναι ευνοϊκές για την καλλιέργεια σιτηρών, καπνού αμπελιών και οπωροφόρων δέντρων.
Λεξιλόγιο: ∆έντρο, θάμνος, αναρριχώμενα, ποώδη και κατώτερα φυτά (βλ. σχήμα 7): Τα δέντρα και οι θάμνοι είναι φυτά ξυλώδη. Η διαφορά τους είναι στο ότι τα δέντρα έχουν ξυλώδη ∆ ένδρα κορμό, που είναι μεγαλύτερος από δύο μέτρα, ενώ οι θάμνοι συνήθως Αναρριχώμενα δεν έχουν κορμό και τα κλαδιά τους αρχίζουν να φυτρώνουν από τη βάση. Θάμνοι Μερικοί θάμνοι έχουν κορμό αυτός Ποώδη φυτά όμως δεν ξεπερνά σε ύψος τα δύο μέτρα. Τα αναρριχώμενα φυτά δεν Kατώτερα φυτά έχουν σκληρό κορμό και για να στηριχθούν μπλέκονται γύρω από τον Σχήμα 7. Είδη φυτών. κορμό άλλων φυτών ή γύρω από διάφορα στηρίγματα. Τα ποώδη φυτά έχουν πράσινους τρυφερούς βλαστούς και συνήθως ζουν ένα μόνο έτος (μονοετή), όπως ο κρόκος, το ραδίκι κ.λ.π. Τα κατώτερα φυτά έχουν μικρό ύψος και μαλακούς βλαστούς. Τα κυριότερα είναι οι μύκητες, όπως τα μανιτάρια, οι λειχήνες και τα βρύα που είναι μικρά φυτά που βγαίνουν μόνο σε υγρά ή ανήλια μέρη.
44
Φύλλο εργασίας 11 Τα κυριότερα φυτά του λόφου Λεξιλόγιο: αειθαλή και φυλλοβόλα: Αειθαλή είναι τα φυτά που διατηρούν το φύλλωμά τους σε όλη τη διάρκεια του έτους, ενώ τα φυλλοβόλα είναι αυτά που ρίχνουν το φύλλωμά τους κατά τη διάρκεια του χειμώνα ή της ξηρασίας. αυτοφυή, ενδημικά και καλλωπιστικά: Αυτοφυή είναι τα φυτά που φυτρώνουν από μόνα τους χωρίς καλλιέργεια· είναι συνήθως τα ελληνικά φυτά που δε μεταφέρθηκαν από άλλη χώρα. Ενδημικά είναι τα φυτά που φυτρώνουν σε μία ορισμένη περιοχή της Ελλάδας και καλλωπιστικά είναι τα φυτά που τα φυτεύει ο άνθρωπος για την ομορφιά τους. Η φράση:το φυτό ευδοκιμεί σημαίνει ότι το φυτό βρίσκει κατάλληλες εδαφικές και κλιματολογικές συνθήκες για να αναπτυχθεί.
Εικόνα 33.
Εικόνα 35.
Κ ο υ τ σ ο υ π ι ά . Επιστημονική ονομασία: Κερκ ίς η κερατονιοειδής (Cercis siliquastrum). Είναι φυλλοβόλος θάμνος ή δέντρο ύψους 2 - 10 μ. (βλ. εικόνα 36) Τα φύλλα του είναι σχεδόν κυκλικά με διάμετρο 6 - 13 εκ., και λειόχειλες παρυφές (βλ. εικόνα 37). Ο φλοιός του είναι τραχύς. Το Μάρτιο και τον Απρίλιο βγάζει κοκκινωπά άνθη. Το συναντούμε σε όλη την Ελλάδα και αναπτύσσεται σε όλα τα εδάφη κυρίως όμως σε πηλώδη ή αμμώδη. Κατά την παράδοση σε δέντρο κουτσουπιάς κρεμάστηκε ο Ιούδας. Το ξύλο του είναι καλό για την κατασκευή εργαλείων.
Εικόνα 34.
Εικόνα 37. Φύλλο κουτσουπιάς.
Εικόνα 36. Κουτσουπιά στο δυτικό περίβολο του ναού της Παναγίας.
45
Πο υρ ν άρ ι . Επιστημονική ονομασία: ∆ ρ υς η κοκκοφόρος (Quercus coccifera L.). Είναι αειθαλής θάμνος ή μικρό δέντρο με ύψος μέχρι 10 μ. (βλ. εικόνα 38). Τα φύλλα του είναι πλατιά και μακρόστενα με μορφή ωοειδή και ελλειψοειδή μήκους 3 - 5 εκ. και πλάτους 1 - 1,5 εκ. (βλ. εικόνα 41) Οι παρυφές είναι συνήθως αγκαθωτά οδοντωτές, ενώ η κάτω πλευρά είναι λίγο πιο κίτρινη από την πάνω. Ο φλοιός του είναι αρχικά λείος, ενώ αργότερα γίνεται αδρός και βαθιά σχισμένος (βλ. εικόνα 40). Ανθίζει τον Απρίλιο και το Μάιο. Ζει σε όλη την Ελλάδα και είναι ανθεκτικό φυτό αντέχει στη ζέστη και στην ξηρασία, γι΄ αυτό και φυτρώνει σε περιοχές που το έδάφος είναι Εικόνα 38. Πουρνάρια σε πετρώδες ή έχει αδυνατίσει από τη διάβρωση και την θαμνώδη μορφή. υπερκαλλιέργεια. Είναι αγαπημένη τροφή των κατσικιών, που κορφολογούν τα φύλλα και τους τρυφερούς βλαστούς γι΄ αυτό και συνήθως δε ψηλώνει παραμένοντας θάμνος. Το μεγαλύτερο τμήμα του Εικόνα 41. λόφου είναι καλυμμένο από τέτοιους χαμηλούς Φύλλα θάμνους πουρναριών (βλ. εικόνα 38). Αυτό σημαίνει πουρναριού. ότι το έδαφος είναι άγονο και αδύνατο ενώ υποφέρει από την υπερβόσκηση. Όμως λίγο έξω από το σημερινό δυτικό περίβολο του ναού υπάρχουν δύο τεράστια πουρνάρια σε δενδρώδη μορφή (βλ. εικόνα 39). Στην περίπτωση που ένα πουρνάρι καταφέρει να γίνει δέντρο τότε αναπτύσσεται αργά και σε διάρκεια πολλών ετών μπορεί να φτάσει σε ύψος μέχρι και τα 10 μ. Υπολογίζεται ότι ένα πουρνάρι ύψους 10 περίπου μ. μπορεί να έχει ηλικία 500 - 800 έτη. Εικόνα 39. Πουρνάρια σε δενδρώδη μορφή λίγο έξω από το σημερινό δυτικό περίβολο του ναού.
1. Για ποιο λόγο νομίζεις ότι αυτά τα δύο πουρνάρια κατάφεραν να αναπτυχθούν τόσο πολύ; Για να βοηθηθείς διάβασε πάλι το εισαγωγικό κείμενο του φύλλου εργασίας 9 και το κείμενο 12. 2. Προσπάθησε να βρεις το ύψος των πουρναριών ακολουθώντας τον τρόπο που δείχνει το σχήμα 8. Όταν ο παρατηρητής μπορεί να δει την κορυφή του δέντρου ανάμεσα από τα πόδια του, τότε η απόσταση μεταξύ των ποδιών του και του κορμού Εικόνα 40. Ο κορμός είναι περίπου το ύψος του δέντρου. το υ μ ε γ α λύ τ ε ρ ο υ 3. Το μεγάλο ύψος των πουρναριών όπως και ο από τα δενδρώδη χοντρός κορμός τους (βλ. εικόνα 40)αποδεικνύει πουρνάρια. ότι είναι ηλικίας πολλών ετών. Αφού μετρήσεις το ύψος των πουρναριών υπολόγισε περίπου την ηλικία τους. Γνωρίζεις ότι ένα πουρνάρι ύψους 10 περίπου μέτρων είναι ηλικίας 500 - 800 ετών. 4. Είναι σίγουρο ότι τα δυο πουρνάρια βρίσκονται σε αυτή τη θέση αιώνες τώρα συντροφεύοντας τον ναό της Παναγίας. Γι΄ αυτό Σχήμα 8. Υπολογισμός του και θα πρέπει να κηρυχθούν ως μνημεία της φύσης ύψους δέντρου. και να προφυλαχθούν. Σημειώστε αυτό το σπουδαίο θέμα και συμπεριλάβετέ το σε μία επιστολή σας προς το ∆ήμαρχο μαζί με άλλα προβλήματα του λόφου.
46
Οσ τ ρ υ ά . Επιστημονική ονομασία: Οσ τ ρ υ ά η κ ο κ κ ο φ ό ρ ο ς ( Ostrya carpinifolia Scop.). ∆έντρο φυλλοβόλο που φτάνει σε ύψος τα 15 - 20 μ. (βλ. εικόνα 42). Τα φύλλα του έχουν μορφή ωοειδή με διπλές π ρ ι ο ν ωτ έ ς πα ρ υ φ έ ς κα ι χ ρ ώ μ α βαθυπράσινο γυαλιστερό πάνω και ανοιχτοπράσινο κάτω (βλ. εικόνα 43). Τον Απρίλιο και το Μάιο βγάζει λευκά άνθη. Το συναντούμε σε όλη σχεδόν την Ελλάδα συνήθως σε ξηρές και πετρώδες πλαγιές.
Εικόνα 43. Φύλλο Οστρυάς.
Εικόνα 42. Οστρυά βόρεια του ναού της Παναγίας.
Μελικουκιά. Επιστημονική ονομασία: Κελτίς η νότια (Celtis australis L.). Φυλλοβόλο δέντρο που φτάνει σε ύψος τα 20 - 25 μ. (βλ. εικόνα 44). Τα φύλλα του έχουν μορφή λογχοειδή ή ωοειδώς λογχοειδή με πριονωτές παρυφές. Το χρώμα τους είναι βαθυπράσινο στην πάνω επιφάνεια και καστανοπράσινο στην κάτω (βλ. εικόνα 45). Ο φλοιός του είναι λείος. Ανθίζει το Μάρτιο και τον Απρίλιο. Το συναντούμε σποραδικά σε όλη τη χώρα συνήθως σε πετρώδεις πλαγιές και θαμνώνες. Είναι ανθεκτικό στις ψηλές θερμοκρασίες και στην ξηρασία.
Εικόνα 45. Φύλλο Μελικουκιάς.
Εικόνα 44. Μελικουκιά ανατολικά του ναού της Παναγίας.
Ιβ ί σ κο ς . Επιστημονική ονομασία: Ιβίσκος ο συριακός (Hibiscus syriakus L.). Φυλλοβόλος θάμνος που φτάνει σε ύψος τα 1 - 3 μ. (βλ. εικόνα 46). Τα φύλλα του φτάνουν τα 4 - 7 εκ. έχουν μορφή ρομβοειδή με παρυφές κυματοειδείς (βλ. εικόνα 47). Ανθίζει τον Ιούνιο και τον Οκτώβριο με εντυπωσιακά άσπρα άνθη. Είναι είδος που μεταφέρθηκε από τη Ν. και Α. Ασία και καλλιεργείται στη χώρα μας ως καλλωπιστικό.
Βαλανιδιά ή βελανιδιά. Επιστημονική ονομασία: ∆ ρυς η «ποδισκοφόρος» (Quercus robur L.). Φυλλοβόλο δέντρο με ύψος μέχρι 25 μ. (βλ. εικόνα 48). Τα φύλλα του είναι απλά λοβωτά και κάθε λοβός έχει μορφή αντωνοειδή και λειόχειλες παρυφές (βλ. εικόνα 49). Φτάνουν σε μήκος τα 8 - 13 εκ. Η πάνω επιφάνεια είναι σκουροπράσινη συνήθως γυμνή και η κάτω με πυκνές μικρές τρίχες. Ανθίζει τον Απρίλιο και Μάιο και οι καρποί του ωριμάζουν το Σεπτέμβριο. Ευδοκιμεί στην ηπειρωτική κυρίως Ελλάδα σε υψόμετρο μέχρι 1.100 μ. σε γόνιμα εδάφη και δεν είναι τόσο ανθεκτικό στους παγετούς.
Εικόνα 47. Φύλλο Ιβίσκου.
Εικόνα 49. Φύλλο βαλανιδιάς.
Εικόνα 46. Ιβίσκος ανατολικά του ναού Εικόνα 48. Βαλανιδιά δίπλα στο ναό της Παναγίας. της Παναγίας.
47
Μελ ι ά. Επιστημονική ονομασία: Μελία η αζέδραχ (Melia azedarach L.). Φυλλοβόλο δέντρο που φτάνει σε ύψος μέχρι τα 15 μ. (βλ. εικόνα 50). Τα φύλλα του είναι σύνθετα τριμερή με μορφή ωοειδώς λογχοειδή και παρυφές πριονωτές (βλ. εικόνα 51). Ανθίζει τον Απρίλιο και το Μάιο. Φυτρώνει σε όλα τα εδάφη και είναι ανθεκτικό στις χαμηλές και ψηλές θερμοκρασίες όχι όμως στους μεγάλους παγετούς. Είδος που μεταφέρθηκε από την Ν. και Α. Ασία και καλλιεργείται συνήθως ως καλλωπιστικό. Εικόνα 53. Φύλλα Συκιάς.
Εικόνα 52. Συκιά νότια του ναού της Παναγίας.
Εικόνα 51. Φύλλα μελιάς.
Εικόνα 50. Μελιά ανατολικά του ναού της Παναγίας.
Συκιά. Επιστημονική ονομασία: Φίκος ο καρικός (Ficus carica L.). Φυλλοβόλος θάμνος ή δέντρο με ύψος μέχρι 10 μ. (βλ. εικόνα 52). Τα φύλλα που φτάνουν σε μήκος τα 5 - 20 εκ., είναι απλά λοβωτά με μορφή πτεροσχιδή και παρυφές κυματοειδείς (βλ. εικόνα 53). Ευδοκιμεί σε διάφορες συνθήκες και ποικίλα εδάφη ακόμη και πετρώδη, ενώ είναι ανθεκτικό στους παγετούς και στη ρύπανση. Το συναντούμε σε όλη την ανατολική Μεσόγειο και σχεδόν σε όλη την Ελλάδα. Οι καρποί της συκιάς έχουν θεραπευτικές ιδιότητες και τρώγονται νωποί ή αποξηραμένοι. Η συκιά όπως και το αμπέλι καλλιεργούνται στην Ελλάδα από την αρχαιότητα. Σήμερα μετά από τόσα χρόνια καλλιέργειας είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς τα ήμερα είδη από τα άγρια. Στην περίπτωση των συκιών του λόφου της Παναγίας η ποικιλία είναι ήμερη και πιθανότητα μεταφέρθηκε εκεί από τον κοντινό οικισμό. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι οι συκιές φυτρώνουν δίπλα σε παλιούς τοίχους σε σημεία δηλαδή που συγκρατούν υγρασία συγχρόνως όμως με τις ρίζες τους καταστρέφουν σιγά σιγά την τοιχοποιία.
Ρο δ ι ά . Επιστημονική ονομασία: Πουνική η ροιά (Punica granatum L.). Φυλλοβόλος θάμνος ή μικρό δέντρο με ύψος μέχρι 7 μ. (βλ. εικόνα 54). Τα φύλλα του είναι απλά σύνθετα, λογχοειδή με παρυφές λειόχειλες (βλ. εικόνα 55). Ανθίζει τον Απρίλιο και το Μάιο. Ευδοκιμεί σε όλα τα εδάφη αγαπά όμως την υγρασία και το φως. Είναι ανθεκτικό στην πολλή ζέστη και το κρύο όμως δεν αντέχει τους ψυχρούς ανέμους γι΄ αυτό και στο λόφο θα το συναντήσουμε στις νότιες πλευρές. Πολύ συχνά καλλιεργείται για τους κ αρπούς του αλλά και ως Εικόνα 55. Φύλλο ροδιάς. καλλωπιστικό. Στο λόφο φαίνεται ότι προήλθε από τις ήμερες ροδιές του οικισμού ή φυτεύτηκε εκεί τα πολύ παλιά χρόνια και παρέμεινε ως αυτοφυές. Εικόνα 54. Ροδιά νότια του ναού της Παναγίας.
48
Εικόνα 57. Φύλλο Κυπαρισσιού.
Εικόνα 56. ∆ύο ποικιλίες κυπαρισσιού σ το νεκροταφείο του λόφου.
Κυπαρίσσι. Επιστημονική ονομασία: Κυπάρισσος η αειθαλής (Cupressus sempervirens L.). ∆έντρο αειθαλές που φτάνει σε ύψος μέχρι τα 20 - 30 μ. Ο φλοιός του είναι σταχτοκόκκινος και ελαφρά σχισμένος. Τα φύλλα του είναι απλά σύνθετα και μοιάζουν με λέπια. Η μορφή τους είναι ωοειδής και σκουροπράσινου χρώματος (βλ. εικόνα 57). Αυτό το είδος κυπαρισσιού μπορούμε να το χωρίσουμε σε δύο ποικιλίες ανάλογα με το σχήμα των κλαδιών. Η πρώτη ποικιλία (horizontalis) έχει τα κλαδιά του απλωμένα, σχεδόν οριζόντια σχηματίζοντας πυραμίδα (βλ. εικόνα 56 αριστερά). H δεύτερη ποικιλία (sempervirens) έχει τα κλαδιά του σχεδόν όρθια σχηματίζοντας μύτη (βλ. εικόνα 56 δεξιά). Ανθίζει τον Ιανουάριο και τον Απρίλιο. Είναι είδος ανθεκτικό και αντέχει στην ξηρασία και στη ζέστη. Καλλιεργείται στην Ελλάδα από τα αρχαία χρόνια.
Ελιά. Επιστημονική ονομασία: Κ υ π α ρ ί σ σ ι . Ελαία η ευρωπαϊκή (Olea Εικόνα 60. Φύλλα ελιάς. Επιστημονική ονομασία: L.). europaea Κυπάρισσος της Αειθαλής θάμνος ή δέντρο με Α ρ ι ζό ν ας ( Cupressus ύψος μέχρι 15 μ. (βλ. εικόνα arizonica E. L.). 59 ). Τα φύλλα του είναι απλά, ∆ έντρο αειθαλές που λογχοειδή και λειόχειλα (βλ. φτάνει σε ύψος μέχρι τα εικόνα 60 ). Ανθίζει τον Απρίλιο 30 μ. (βλ. εικόνα 58). Είναι και τον Ιούνιο. Ευδοκιμεί σε ανθεκτικό στην ξηρασία μέρη με ήλιο, αντέχει σε φτωχά και στο κρύο προέρχεται και ξηρά εδάφη όμως είναι όμως από το Β. Μεξικό και ευαίσθητο στους παγετούς. τις Η.Π.Α. Στην Ελλάδα Εικόνα 58. Κυπάρισσος Παλαιότερα δεν υπήρχαν ελιές καλλιεργείται συνήθως της Αριζόνας δίπλα στο στην περιοχή του λόφου. Οι ως καλλωπιστικό. ναό της Παναγίας. ελιές που υπάρχουν σήμερα Τρι κο υκ ι ά. Επιστημονική ονομασία: έχουν φυτευτεί τις τελευταίες Εικόνα 59. Ελιά στον νότιο περίβολο του Κράταιγος ο μονόγυνος (Crataegus δεκαετίες. ναού της Παναγίας. monogyna). Φυλλοβόλος θάμνος ή δέντρο που φτάνει Βάτος - βατομουριά. Επιστημονική ονομασία: μέχρι τα 10 μ. ύψος (βλ. εικόνα 61). Τα Βάτος (Rubus sp.). φύλλα του είναι απλά, πτεροσχιδή, Θάμνος χαμηλός με αγκαθωτά κλαδιά (βλ. εικόνα 63). πριονωτά (βλ. εικόνα 62). Έχει αγκάθια Τα φύλλα του είναι απλά σύνθετα τριμερή, με μορφή που φτάνουν τα 2,4 εκ. μήκος. Ευδοκιμεί πτεροσχιδή και παρυφές πριονωτές (βλ. εικόνα 64). σε όλη σχεδόν την Ελλάδα και αντέχει σε Ανθίζει στις αρχές του καλοκαιριού. Ευδοκιμεί σε όλη δύσκολες συνθήκες. Θα το συναντήσουμε την Ελλάδα σε πετρώδεις πλαγιές, σε ρέματα και σε πετρώδεις συνήθως περιοχές. Αντέχει ανάμεσα σε μεγάλα δέντρα. στις κλαδεύσεις και είναι κατάλληλο για φράχτες.
Εικόνα 64. Φύλλα βάτου. Εικόνα 62. Φύλλο τρικουκιάς. Ε ι κ ό ν α 6 1 . Εικόνα 63. Βάτος νότια του ναού της Παναγίας. Τρικουκιά στο δυτικό περίβολο το υ ν α ο ύ τ η ς Παναγίας.
49
Κισσός. Επιστημονική ονομασία: Χέδερα ο έλιξ (Hedera Helix L.). Αειθαλής αναρριχώμενος θάμνος (βλ. εικόνα 65). Τα φύλλα του είναι απλά, ωοειδή ή πλατιά λογχοειδή και λειόχειλα (βλ. εικόνα 66). Ανθίζει από τον Αύγουστο έως τον Οκτώβριο. Ευδοκιμεί σε μέρη σκιερά, γόνιμα και δροσερά και είναι ανθεκτικό στους παγετούς. Επειδή έχει αδύναμο κορμό αναρριχάται (σκαρφαλώνει) σε άλλα δέντρα ή τοίχους.
Εικόνα 66. Φύλλο κισσού. Εικόνα 65. Κισσός στον νότιο περίβολο του ναού.
Πικροδάφνη. Επιστημονική ονομασία: Νήριο το ολέανδρο (Nerium oleander L.). Αειθαλής θάμνος που μπορεί να φτάσει μέχρι τα 4 μ. ύψος (βλ. εικόνα 67). Τα φύλλα του είναι απλά, Εικόνα 68. Φύλλο λογχοειδή και λειόχειλα (βλ. εικόνα 68). Ανθίζει το πικροδάφνης. Μάιο και τον Ιούνιο. Ευδοκιμεί σε όλα τα εδάφη είναι ανθεκτικό στην ξηρασία όχι όμως στους παγετούς. Προήλθε από περιοχές της νότιας Μεσογείου και Εικόνα 67. Πικροδάφνη της Πορτογαλίας και χρησιμοποιείται στην Ελλάδα ανατολικά του ναού. ως καλλωπιστικό συνήθως σε εθνικές οδούς. Κοκκορεβιθιά. Επιστημονική ονομασία: Πιστακία η τερέβινθος (Pistacia terebintus L.). Φυλλοβόλος θάμνος ή μικρό δέντρο που φθάνει μέχρι 6 μ. ύψος (βλ. εικόνα 69). Τα φύλλα του είναι απλά σύνθετα, πτεροειδή, με Εικόνα 70. μορφή ωοειδή και παρυφές λειόχειλες (βλ. Φύλλο εικόνα 70). Ανθίζει τον Απρίλιο ως τον Ιούνιο. κοκκορεβιθιάς. Ευδοκιμεί σε όλη σχεδόν την Ελλάδα σε ξηρές και πετρώδεις θέσεις. Εικόνα 69. Κοκκορεβιθιά στη βορινή πλευρά του ναού. Εκτός από τους θάμνους και τα δέντρα στο λόφο της Παναγίας μπορούμε να δούμε και πολλά άλλα μικρότερα ποώδη ή κατώτερα φυτά όπως: διάφορα είδη μανιταριών που φυτρώνουν σε υγρά σημεία γύρω από το ναό της Παναγίας (βλ. εικόνα 71). Τσουκνίδες σε σημεία που πριν υπήρχε καλλιεργήσιμο έδαφος ή μαντριά (βλ. εικόνα 72). Ραδίκια και διάφορα άλλα φρύγανα (δηλ. μικρά συνήθως αρωματικά και αγκαθωτά είδη) βλ. εικόνα 73, το είδος sedum acre που είναι μικρό ανθεκτικό στο κρύο φυτό που φυτρώνει στη βόρεια πλευρά του περιβόλου του ναού (βλ. εικόνα 74), το είδος ruscus acoreatus στη βορινή πλευρά του ναού που φυτρώνει συνήθως σε μεγαλύτερο υψόμετρο (βλ. εικόνα 75) και πλήθος ακόμα αγριολούλουδα, παπαρούνες, κροκάκια κ.ά. (βλ. εικόνα 76).
Εικόνα 71. Μανιτάρια γύρω από το ναό της Παναγίας.
ανα.
δίκια και φρύγ
Εικόνα 73. Ρα
Εικόνα 72. Τσουκ νίδες βόρεια του ναού.
Εικόνα 74. Το ε ί δ ο ς sedum acre στο βόρειο περίβολο του ναού.
ύλουδα. Εικόνα 76 Αγριολο
50
Εικόνα 75. Το είδος ruscus acoreatus στη βόρεια πλευρά του ναού.
1. Χώρισε τα φυτά του λόφου που γνώρισες σε κατηγορίες σύμφωνα με το σχήμα 7 (φύλλο εργασίας 10). ∆έντρα:............................................................. Θάμνοι:............................................................. Αναρριχώμενα:....................................................... Ποώδη:.............................................................. Κατώτερα φυτά:...................................................... 2. Χώρισε τα φυτά του λόφου σε αειθαλή και φυλλοβόλα. Φυλλοβόλα:.......................................................... Αειθαλή:............................................................ 3. Χωριστείτε σε δύο ομάδες και ασχοληθείτε η μία με τα φυλλοβόλα και η άλλη με τα αειθαλή φυτά του λόφου. Ετοιμάστε τις παρακάτω εργασίες: α) Κατατάξτε τα φυτά ανάλογα με τον τύπο, τη μορφή και τις παρυφές των φύλλων τους. Θα σας βοηθήσουν σε αυτό οι εικόνες 33, 34 και 35. β) Επισκεφθείτε το λόφο και σημειώστε στο τοπογραφικό διάγραμμα της εικόνας 9 την τοποθεσία όπου ανακαλύψατε το κάθε είδος φυτού. γ) Μαζέψτε φύλλα από κάθε είδος φυτού και φτιάξτε ένα φυτολόγιο με τον παρακάτω τρόπο: Τοποθετήστε τα φύλλα ανάμεσα σε ριζόχαρτα και πιέστε τα με βαριά βιβλία (βλ. εικόνα 77). Αφήστε τα έτσι για δεκαπέντε περίπου μέρες. Αφού αποξηρανθούν κολλήστε τα στο φυτολόγιο και σημειώσετε την ονομασία του φυτού και το είδος των φύλλων. δ) ∆ιαλέξτε φλοιούς δέντρων που σας κάνουν εντύπωση και πάρτε τα αποτυπώματά τους ως εξής: Στερεώστε ένα κομμάτι ριζόχαρτο στον κορμό του δέντρου και τρίψτε πάνω του ελαφρά ένα κέρινο κραγιόνι (παστέλ). Τα υπερυψωμένα σημεία του φλοιού θα αποτυπωθούν Εικόνα 77. πάνω στο χαρτί ενώ τα άλλα δε θα Αποξηραμένα φανούν καθόλου (βλ. εικόνα 78). φύλλα μέσα σε Εικόνα 78. ριζόχαρτο. Σημειώστε ποιοι φλοιοί είναι αδροί Αποτυπώματα φλοιού. και ποιοι λείοι. 4. Οι θάμνοι και τα δέντρα σχηματίζουν μεταξύ τους συστάδες δηλ. ομάδες φυτών που είναι το ένα δίπλα στο άλλο, όπως βλέπεις στις εικόνες 79 και 80. Κατά την επίσκεψή σας στο λόφο παρατηρήστε αυτές τις ομάδες φυτών και σχεδιάστε στο μπλοκ σας τα κυριότερα γεωμετρικά σχήματα (κύκλους, τετράγωνα, τρίγωνα κ.λ.π.) που σχηματίζονται. 5. Βρείτε ποια από τα φυτά που γνωρίσατε είναι αυτοφυή στο λόφο δηλ. υπήρχαν από παλιά και ποια είναι ξενικά δηλ. προέρχονται από άλλες χώρες ή περιοχές. Ποια προβλήματα νομίζετε ότι δημιουργούνται από την ύπαρξη ξενικών φυτών; Σημειώστε τα συμπεράσματά σας και συμπεριλάβετέ τα σε μία επιστολή σας προς το ∆ήμαρχο ή στις προτάσεις σας για το μέλλον του λόφου. Εικόνα 79. Συστάδα δέντρων στον νοτιανατολικό περίβολο του ναού.
Εικόνα 80. Ομάδες δέντρων δυτικά του ναού.
51
Φύλλο εργασίας 12 Το οικοσύστημα του λόφου. Η πανίδα. Στο φύλλο εργασίας 9 ασχοληθήκαμε με τις αλλαγές που συνέβηκαν στη χλωρίδα του λόφου της Παναγίας από την παλαιότερη εποχή ως σήμερα. Το πυκνό δάσος από βαλανιδιές, πουρνάρια κι άλλα δένδρα που κάλυπτε την περιοχή σιγά σιγά εξαφανίστηκε από την υπερβόσκηση και τις πυρκαγιές. Μέσα σε αυτό το δάσος φώλιαζαν κι εύρισκαν την τροφή τους πολλά ζώα. Σήμερα ένα μικρό απομεινάρι αυτού του δάσους σώζεται γύρω από το ναό της Παναγίας. ∆ιαβάζοντας το παρακάτω κείμενο μπορείς να καταλάβεις το μεγάλο πλούτο της πανίδας της περιοχής πριν από 350 περίπου χρόνια. Κείμενο 13: [Τον 17ο αιώνα ο Γάλλος περιηγητής Ρόμπερτ Ντριώ έγραψε τις εντυπώσεις του από το ταξίδι του στην Ελλάδα. Στις 12 Οκτωβρίου 1669 σημείωνε στο ημερολόγιό του τις πληροφορίες που είχε σχετικά με τα κυνήγια που έκανε εκείνη την εποχή ο Τούρκος Σουλτάνος στην Πιερία:]
[…] εις τα περίχωρα της Κατερίνης, απεχούσης τρεις ημέρας εκ Λαρίσης […] ο Μέγας Αυθέντης μανιακός κυνηγός, διασκεδάζει και απολαύει με εξαιρετικήν ευχαρίστησιν των κυνηγητικών εκδρομών, καθόσον εις τα μέρη εκείνα άφθονα ευρίσκονται ζώα και πτηνά. 1. Στην παρακάτω εικόνα 81 βλέπεις διάφορα ζώα. Ποια από αυτά νομίζεις ότι ζουν στο λόφο της Παναγίας; Κατά την επίσκεψή σου στο λόφο μπορείς ν' ανακαλύψεις μερικά από αυτά και να τα φωτογραφίσεις. Μπορείς επίσης να ρωτήσεις τους μεγαλύτερους για τα ζώα που έχουν δει οι ίδιοι στο λόφο.
Χελιδόνι
Ψάρι του αλμυρού νερού
Aετός
Πιγκουίνος
Παπαγάλος Χελώνα Περιστέρι
Αράχνη Σπουργίτι
Τριζόνι
Μύγα Αλεπού
Καβούρι
Βάτραχος
Γυμνοσάλιαγκας Σπίνος
Σαλιγκάρι Ζέβρα
Κολιμπρί
∆ρυοκολάπτης
Ποντίκι
Λύκος
Αγριόπαπια
52
Χρυσόψαρο
Μέλισσα
Πασχαλίτσα Σκαραβαίος Γαλάζια πεταλούδα Λιβελλούλα Σκίουρος
Σκαντζόχοιρος Πεταλούδα (Σύνθια)
Σαύρα
Οχιά Χελώνα Μυρμήγκι
∆ενδρογαλιά Εικόνα 81.
2. Πολλά από τα ζώα που ζουν στο λόφο είναι δύσκολο να τα δεις γιατί κρύβονται από τον άνθρωπο. Μπορείς όμως να βρεις κάποια από τα «ίχνη» αυτών των ζώων, τα οποία ονομάζουμε «βιοδηλωτικά ίχνη». Για παράδειγμα φτερά, αυγά, κόκαλα, φωλιές, πατημασιές, περιττώματα κ.λ.π. Μπορείς επίσης ν΄ ακούσεις τη φωνή μερικών ντροπαλών πουλιών ή ζώων. Κατά την επίσκεψή σας στο λόφο βρείτε διάφορα «βιοδηλωτικά ίχνη» ζώων και καταγράψτε τα κατά κατηγορίες. Βιοδηλωτικά ίχνη ζώων σε κατηγορίες Απομεινάρια ζώων:................................................... Φωλιές:............................................................. Ήχοι και άλλα ίχνη:.................................................. 3. Οι φωλιές των ζώων. Κάθε ζώο έχει τη δική του φωλιά και είναι κατάλληλα εξοπλισμένο για να την κατασκευάσει. Έτσι για παράδειγμα ο λαγός σκάβει μακριές στοές στο έδαφος χρησιμοποιώντας τα νύχια. Οι στοές αυτές συνήθως έχουν και δεύτερη έξοδο κινδύνου (βλ. εικόνα 82). Τα πουλιά χρησιμοποιούν το ράμφος τους για να μεταφέρουν διάφορα υλικά, όπως λάσπη, ξυλάκια, μαλλί ζώων, χόρτα κ.ά. Με αυτά πλάθουν τη φωλιά τους, η οποία είναι συνήθως ζεστή και στρογγυλή γιατί το πουλί μπαίνει μέσα και σ τ ρ ι φ ο γ υ ρ ί ζ ε ι σπρώχνοντας τα τοιχώματα με το σώμα του. Όμως υπάρχουν και πολλά άλλα είδη από φωλιές πουλιών (εικόνα 83).
53
Εικόνα 82. Φωλιά λαγού Εικόνα 83. Φωλιά χελιδονιού και συκοφάγου.
Ο σκίουρος κατασκευάζει τη φωλιά του σε ψηλά σημεία των δέντρων. Η φωλιά του μοιάζει με μικρό κοφίνι από κλαδιά. Κατεβαίνει από το δέντρο μόνο όταν πεινάσει για να μαζέψει σπόρους και βελανίδια (εικόνα 84). Η αλεπού αντίθετα δε φτιάχνει δική της φωλιά αλλά χρησιμοποιεί τις εγκαταλειμμένες φωλιές ασβών ή λαγών (εικόνα 85). Τα περισσότερα πάντως ζώα χρησιμοποιούν για φωλιά τους τα δέντρα ή τους θάμνους ή τα σημεία κάτω από αυτά. Στην εικόνα 86 μπορείς να δεις διάφορα ζώα που χρησιμοποιούν τα δέντρα για φωλιά ή προστασία. Κατά τ η ν επίσκεψή Εικόνα 84. Φωλιά σου στο σκίουρου. λ ό φ ο π α ρ α τ ή ρ η σ ε Εικόνα 86. Φωλιές ζώων σε δέντρο. και κατέγραψε τα ζώα που Εικόνα 85. Φωλιά αλεπούς. χρησιμοποιούν τα δέντρα για φωλιά ή για τροφή. 4. Μπορείς να βρεις τις απαντήσεις στους παρακάτω γρίφους με ζώα; Χωριστείτε σε ομάδες και φτιάξτε τους δικούς σας γρίφους.
5. Φτιάξτε έναν κατάλογο με τα ζώα που ανακαλύψατε στο λόφο χωρίζοντάς τα στις παρακάτω κατηγορίες: Θηλαστικά (γεννούν μικρά κι έχουν συνήθως τέσσερα πόδια):............... ..................................................................... Ερπετά (έχουν συνήθως δέρμα με λέπια, σέρνονται στη γη, γεννούν αυγά και το χειμώνα πέφτουν σε χειμερία νάρκη):................................. ..................................................................... Πτηνά (έχουν φτερά και γεννούν αυγά):.................................. ..................................................................... Αμφίβια:(ζουν στο γλυκό νερό και στην ξηρά, γεννούν αυγά κι το χειμώνα πέφτουν σε χειμερία νάρκη):........................................... ..................................................................... Έντομα κι άλλα μικρά ζώα (έχουν έξι πόδια και τα περισσότερα πετούν):................................................... ................................................... ...................................................
54
Φύλλο εργασίας 13 Τροφικές αλυσίδες Τα ζώα και τα φυτά του λόφου ζουν και αναπτύσσονται αρμονικά μεταξύ τους. Όπως γνωρίσαμε στο φύλλο εργασίας 8 οι ζωντανοί οργανισμοί του λόφου συνδέονται μεταξύ τους με τροφικές αλυσίδες. Πολλές τροφικές αλυσίδες δημιουργούν ένα τροφικό δίκτυο.
87α
87β
Τροφικές αλυσίδες που συνδέονται με το σάπισμα των φυτών. Κείμενο 14:
Προς το τέλος του φθινοπώρου, τα φύλλα παίρνουν κίτρινο χρώμα, έπειτα σκουραίνουν και τελικά πέφτουν στο έδαφος. Είναι νεκρά φύλλα (βλ. εικόνα 87α). Τα νεκρά φύλλα και άλλα κομμάτια από φυτά χρησιμεύουν για τροφή σε πολλά μικρά ζώα (βλ. εικόνα 87β). Μαλακωμένα από τη βροχή χρησιμεύουν για τροφή σε μεγάλα μανιτάρια, στις μούχλες και στ΄ αόρατα ζωντανά όντα, τα μικρόβια: σαπίζουν (βλ. εικόνα 87γ). Στο σχέδιο αριστερά, βλέπουμε μανιτάρια· δεξιά, είναι το ίδιο σχέδιο μεγαλωμένο· σ΄ αυτό, ξεχωρίζουμε τα μικρόβια (βλ. εικόνα 87δ). Μερικούς μήνες αργότερα, τα φύλλα έχουν εξαφανιστεί. Βλέπουμε πια μόνο μια μαυριδερή σκόνη που ονομάζεται humus (= χώμα που προέρχεται από την αποσύνθεση φυτών) [βλ. εικόνα 87ε]. Αυτό το χώμα ανακατεύεται με την ψιλή και χοντρή άμμο που βρίσκονταν κιόλας εκεί, με σκόνες φερμένες από τον άνεμο και με το νερό της βροχής (βλ. εικόνα 87στ). Αντριέν Σουττέ Περρώ, Η Γη.
87δ
87ε
87γ 87στ
Εικόνα 87.
Όταν ένα δέντρο πεθαίνει ο κορμός του σιγά σιγά σαπίζει και γίνεται τροφή για χιλιάδες μικρά ζώα, όπως είναι οι κάμπιες, τα σκαθάρια κ.ά. Και για τους μύκητες, όπως είναι τα μανιτάρια κ.ά. Στην εικόνα 88 μπορείς να δεις τη διαδικασία αυτή σε ένα νεκρό κορμό δέντρου.
55
Τροφικές αλυσίδες της υδρόβιας ζωής. Μέσα ή γύρω από τους ν ε ρ όλα κ κ ο υ ς ζο υ ν πολλά και διαφορετικά πλάσματα. Μερικά από α υ τ ά ζο υ ν σ τ η ν επιφάνεια, ενώ άλλα μέσα στο νερό. Μεταξύ τους συνδέονται με τροφικές αλυσίδες που διατηρούν σε αρμονική ισορροπία τη ζωή στο νερόλακκο. Στην εικόνα 89 μπορείς να δεις την υ δ ρ ό β ι α ζω ή πο υ μ πο ρ ο ύ μ ε ν α συναντήσουμε σ΄ ένα νερόλακκο.
Εικόνα 88
1. Κατά την επίσκεψή σας στο λόφο βρείτε νεκρούς κορμούς δέντρων και προσπαθήστε να καταγράψετε τα μικρά ζώα που τρέφονται από αυτούς. 2. Στο φύλλο εργασίας 7 ασχοληθήκαμε με το παλιό υδραγωγείο στη βόρεια πλευρά του λόφου. Επισκεφθείτε και πάλι την περιοχή αυτή και ανακαλύψτε το μεγάλο νερόλακκο. Ερευνήστε και καταγράψτε τα ζώα που θα συναντήσετε. Προσέξετε όμως! Οι φωνές και η φασαρία κάνει πολλά από τα μικρά ζώα να κρύβονται. 3. Ερευνήστε για άλλες τροφικές αλυσίδες στο λόφο. Παρατηρήστε με προσοχή τα πουλιά που πετούν και προσπαθήστε να ανακαλύψτε με τι τρέφονται.
Εικόνα 89.
56
Φύλλο εργασίας 14 Οι αρχαιολόγοι ανακαλύπτουν βυζαντινές εκκλησίες Λεξιλόγιο Επίσκοπος και επισκοπή: Επίσκοπο ονομάζουμε τον κληρικό (ιερέα), που βρίσκεται στον τρίτο και ψηλότερο βαθμό της ιεροσύνης. Οι άλλοι δύο βαθμοί της ιεροσύνης είναι στον πρώτο βαθμό ο διάκονος (διάκος) και στο δεύτερο ο πρεσβύτερος (παπάς). Μητροπολίτη (δεσπότη) ονομάζουμε τον επίσκοπο που διοικεί μία μεγαλύτερη περιφέρεια που περιλαμβάνει περισσότερες από μία επισκοπές. Επισκοπή ονομάζουμε μία εκκλησιαστική περιοχή στην οποία επικεφαλής είναι ο επίσκοπος. Στα πρώτα χριστιανικά χρόνια κάθε μεγάλη Το παρακάτω κείμενο περιγράφει τον τρόπο που πόλη είχε τον επίσκοπό της. Παλαιότερα έγινε η αρχαιολογική ανασκαφή μιας παλιάς στην Πιερία υπήρχαν τρεις επισκοπές. Η εκκλησίας. ∆ιάβασέ το και συγκράτησε τις επισκοπή Πέτρας στη δυτική κυρίως Πιερία, η επισκοπή Πλαταμώνος στη λέξεις και τις έννοιες του λεξιλογίου. νότια Πιερία και η επισκοπή Κίτρους στην Κείμενο 15: κεντρική και βόρεια Πιερία. Ο λόφος με τα κρυμμένα μυστικά φυσικό ανάγλυφο του εδάφους: οι διάφορες μορφές που παίρνει η Η ανασκαφή αρχίζει και τα μυστικά αποκαλύπτονται . [Ο λόφος με τα κρυμμένα μυστικά είναι ένας φανταστικός τόπος σε επιφάνεια της γης, δηλ. τα υψώματα, οι κάποια περιοχή της Ελλάδας, όπου πριν από πολλούς αιώνες πεδιάδες κ.λ.π. κτίστηκε ένας οικισμός. Στο πέρασμα των αιώνων οι διάφορες Κεραμικά: αντικείμενα φτιαγμένα από πηλό, όπως αυτά στην εικ. 90.
Το χωριό Κονταριώτισσα φαίνεται ότι ιδρύθηκε μαζί με το ναό της Παναγίας που βρίσκεται στη νοτιανατολική πλευρά του λόφου. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι γύρω στον 8ο αι. η πόλη του ∆ίου, που απέχει έξι περίπου χιλιόμετρα από το λόφο της Κονταριώτισσας, εγκαταλείφθηκε εντελώς και όσοι κάτοικοι απέμειναν μετέφεραν την έδρα της επισκοπής, από το ∆ίον στο νέο οικισμό που ίδρυσαν στο σημερινό χωριό της Κονταριώτισσας. Έκτισαν συγχρόνως και τον ναό της Παναγίας, στον οποίο μάλιστα χρησιμοποίησαν και μερικά πήλινα τμήματα και μαρμάρινα γλυπτά από τους καταστραμμένους ναούς του ∆ίου.
καταστροφές από σεισμούς, επιδρομές εχθρών κ.λ.π. ανάγκαζαν τους κατοίκους να ξανακτίζουν τον οικισμό τους πάνω στα ερείπια του παλαιότερου. «Οι αιώνες και τα χρόνια πέρασαν, οι μνήμες έσβησαν αλλά ο λόφος παρέμεινε πάντα εκεί, ένας κρυφός και μοναχικός μάρτυρας του παρελθόντος. Έμοιαζε με ηφαίστειο που είχε μέσα του κλεισμένα ένα σωρό πράγματα και ήθελε με κάποιο τρόπο να τα φανερώσει». Ώσπου μια μέρα έφτασε εκεί ένας αρχαιολόγος και αποφάσισε να ξεκινήσει μία ανασκαφή για να αποκαλύψει τα κρυμμένα μυστικά του λόφου].
Ο λόφος αυτός ήτανε κάπως περίεργος. Υψωνόταν απότομα κοντά στην παραλία, με έναν τρόπο που δεν ταίριαζε με το φυσικό ανάγλυφο του εδάφους. Η ιδιορρυθμία αυτή στο σχήμα, οι διάφορες δουλεμένες πέτρες που ήταν διάσπαρτες εδώ κι εκεί, καθώς και το μεγάλο πλήθος των σπασμένων κεραμικών που ήταν διασκορπισμένα σε όλη την περιοχή και έφταναν μέχρι την παραλία, τράβηξαν την προσοχή του νεαρού αρχαιολόγου που είχε έρθει για μπάνιο μαζί με την οικογένειά του. Ανέβηκε στο εκκλησάκι και κοντοστάθηκε μπροστά στην πόρτα προσπαθώντας να διαβάσει την κτητορική επιγραφή...
Εικ. 90. (αριστερά) Κομμάτια από αρχαία πήλινα αγγεία, που βρέθηκαν σε α ν α σ κ α φ ή . Τα κ ο μ μ ά τ ι α α υ τ ά ονομάζονται όστρακα και είναι τα πιο συνηθισμένα ευρήματα σε μια ανασκαφή. Σπάνια να βρεθούν ολόκληρα αγγεία (δεξιά). κτητορική επιγραφή: είναι μία επιγραφή που συνήθως βρίσκεται πάνω από την πόρτα των παλιών εκκλησιών και μας πληροφορεί για το ποιος και πότε έχτισε το ναό. Στην εικόνα 91 υπάρχει η κτητορική επιγραφή στο ναό της Αγίας Τριάδας Παλιάς Βροντούς, η οποία μας πληροφορεί ότι ο ναός κτίστηκε το 1761.
Εικ. 91. Κτητορική επιγραφή στην Αγία Τριάδα Παλιάς Βροντούς.
ΜΗΝΙ ΙΟΥΛΙΩ ΕΤΕΙ 1737. «Α! Έχουμε ένα τυπικό εκκλησάκι από τη δεύτερη περίοδο της Τουρκοκρατίας», μονολόγησε. «Μα τι συμβαίνει εδώ;», συνέχισε με κάποια έκπληξη, προσέχοντας ένα σημείο του τοίχου όπου είχαν πέσει οι σοβάδες. «Είναι χτισμένο με αρχαίους μαρμάρινους λιθόπλινθους!
57
Λιθόπλινθοι : τοίχος κτιρίου (τοιχοποιία), που είναι κτισμένος από λίθους δηλ. πέτρες και πλίνθους δηλ. πήλινα τούβλα, όπως α υ τ ό ς σ τ η ν Π α ν α γ ί α Κοντουριώτισσα στην εικόνα 92.
Εικ. 92. Τοιχοποιία από λιθόπλινθους στο ναό της Παναγίας. Mα τότε θα πρέπει να υπάρχει εδώ γύρω κάποιο σπουδαίο αρχαίο οικοδόμημα, ίσως ένας ναός», είπε. Το επόμενο πράγμα που έκανε ήταν να περπατήσει με προσοχή όλο το λόφο μαζεύοντας μερικά από τα σπασμένα κεραμικά που ήταν χωμένα ανάμεσα στις πέτρες και τα ξερά χορτάρια. Κρατώντας τις φούχτες του γεμάτες με τα «ευρήματα» ανέβηκε στο εκκλησάκι και καθισμένος στη σκιά άπλωσε πάνω στον μανδρότοιχο και άρχισε να τα εξετάζει με προσοχή ένα ένα. Τα μάτια του έλαμπαν. Οι ενδείξεις που είχε ήταν από πολύ παλιές έως σύγχρονες. Αμέσως κατάλαβε ότι ο λόφος είχε σχηματιστεί από τη διαδοχική κατοίκηση και την καταστροφή πολλών οικισμών στην ίδια περιοχή, που είχε διάρκεια ζωής πολλούς αιώνες, ίσως και χιλιετίες. «Αν η στρωματογραφία είναι αδιατάρακτη, τότε ίσως έχουμε να κάνουμε με ένα μοναδικό αρχαιολογικό θησαυρό!», μονολόγησε. Μετά από έναν ολόκληρο χρόνο προετοιμασίας, η ανασκαφή άρχισε με γοργούς ρυθμούς... Οι τεχνίτες άρχισαν να σκάβουν προσεκτικά και να φτυαρίζουν το χώμα σε καροτσάκια, με τα οποία το μετέφεραν και το άδειαζαν στην άλλη άκρη του λόφου. Στην αρχή το χώμα ήταν μαύρο και μαλακό από τις ρίζες των χόρτων και των θάμνων και η δουλειά προχώρησε γρήγορα μέχρι βάθους μισού μέτρου. Εκεί διαπίστωσαν ότι άλλαζε η υφή και το χρώμα του χώματος και γινόταν σκληρό, γεμάτο με τούβλα και ασβέστες. Σε λίγο φάνηκαν πεσμένοι τοίχοι. Κάτω από έναν που σχημάτιζε μικρό τόξο, μπορούσε κανείς να διακρίνει τμήμα τοιχογραφίας που απεικόνιζε το μισό πρόσωπο ενός αγίου! Κείμενο 16: Τοιχογραφία: η ζωγραφιά πάνω σε τοίχο. Υπάρχουν δύο τρόποι για να τοιχογραφηθεί ένας τοίχος. Ο πρώτος είναι να καλυφθεί πρώτα με στρώμα ασβέστη και άμμου και πάνω σε αυτό το στρώμα, που ονομάζεται επίχρισμα να γίνει η τοιχογραφία όσο όμως είναι ακόμα βρεγμένος ο ασβέστης. Ο τρόπος αυτός ονομάζεται ν ωπ ο γ ρ αφ ί α ή φρέσκο. Ο δεύτερος τρόπος είναι η τοιχογραφία να γίνει στο επίχρισμα αφού στεγνώσει οπότε ονομάζεται ξηρογραφία. Στην εικόνα 93 μπορείς να δεις μία τοιχογραφία από το ναό της Παναγίας.
Εικόνα 93. Τοιχογραφία από το ναό της Παναγίας.
58
Οικισμός: περιοχή με λίγα σπίτια. Συνώνυμες είναι οι λέξεις: χωριό, πόλη, κωμόπολη και άστυ.
Κείμενο 17: Εικ. 94. Η στρωματογραφία μιας ανασκαφής. Οι αρχαιολόγοι ανοίγουν μεγάλους τετράγωνους λάκκους. Στα τοιχώματα των λάκκων φαίνονται τα διαφορετικά στρώματα του εδάφους, που ξεχωρίζουν από το χρώμα και τη σύστασή τους. Είναι οι στρωματογραφικές τομές. Βλέπεις ότι κάθε στρώμα έχει άλλο χρώμα. Σε κάθε στρώμα κρύβονται διάφορα αντικείμενα και ερείπια από κτίσματα παλαιότερων εποχών. Και όσο πιο βαθιά σκάβουν οι αρχαιολόγοι, τόσο πιο παλιά ευρήματα βρίσκουν.
«Α! εδώ έχουμε μια μεγάλη παλιότερη βυζαντινή εκκλησία» είπε ο αρχαιολόγος. «Είναι συνηθισμένο φαινόμενο τα εξωκλήσια να χτίζονται πάνω σε παλιότερες εκκλησίες. Αν κρίνω με την πρώτη ματιά, η τοιχογραφία μοιάζει μεσοβυζαντινή, του 11ου ή του 12ου αιώνα». Έπειτα, πήρε ένα χοντρό τετράδιο, που το λένε «ημερολόγιο», και σημείωσε το βάθος που είχε φτάσει η ανασκαφή, τη μορφή του χώματος, την εικόνα των ευρημάτων και όλες τις άλλες σκέψεις του. Ακολούθησε η δουλειά του συντηρητή, που προσπάθησε με πολύ προσεκτικό τρόπο να αποκολλήσει την τοιχογραφία, του σχεδιαστή, που σχεδίασε την κάτοψη και την τομή της ανασκαφής, και του φωτογράφου, που έκανε γενικές λήψεις από μια ψηλή σκάλα αλλά και χαρακτηριστικές λεπτομέρειες.
Κείμενο 18: Κάτοψη, τομή και όψη. Κάτοψη είναι το σχέδιο ενός κτιρίου όπως αυτό φαίνεται εάν το παρατηρήσει κανείς από ψηλά και σε κάθετη θέση. Για παράδειγμα στη διπλανή εικ. 95 μπορείς να δεις την κάτοψη του ναού της Παναγίας. Τομή είναι το σχέδιο συνήθως ενός κτιρίου ή ενός τμήματος του εδάφους εάν το κόψουμε κάθετα (εγκάρσια) από πάνω προς τα κάτω. ’Οψη είναι το σχέδιο ενός κτιρίου όταν το παρατηρούμε από τις πλαινές του πλευρές. Συνήθως σε ένα κτίριο υπάρχουν τέσσερις όψεις: η βόρεια, η νότια, η δυτική και η ανατολική. Στις εικόνες 96α και 96β μπορείς να δεις την ανατολική και τη νότια όψη του ναού της Παναγίας.
Μεσοβυζαντινή είναι η περίοδος από το 610 ως το 1081. Πρωτοβυζαντινή είναι η περίοδος που ξεκινά το 324 και τελειώνει το 610 και υστεροβυζαντινή ξεκινά το 1081 και τελειώνει το 1453.
Εικόνα 95. Κάτοψη του ναού της Παναγίας.
Εικόνα 96α. Η ανατολική όψη του ναού της Παναγίας.
Εικόνα 96β. Η νότια όψη του ναού της Παναγίας.
59
Με την αφαίρεση της επίχωσης, δηλαδή του χώματος που είχε καλύψει τα αρχαία, μέχρι βάθους 1,50 μέτρου από την επιφάνεια, έφθασαν σε ορισμένα σημεία στο δάπεδο της εκκλησίας, όπου αποκαλύφθηκε η ύπαρξη του μωσαϊκού.
Κείμενο 19: μωσαϊκό ή ψηφιδωτό: μία παράσταση που γίνεται στο δάπεδο ή στον τοίχο με τη συναρμολόγηση και τη συγκόλληση μικρών ποικιλόχρωμων κομματιών (ψηφίδων) από πέτρα ή γυαλί. Στις διπλανές εικόνες 97 και 98 μπορείς να δεις δύο τέτοια ψηφιδωτά δάπεδα.
Κείμενο 20: μαρμάρινα θωράκια: ήταν πλάκες μαρμάρινες συνήθως σκαλιστές, που χώριζαν το Ιερό από τον κυρίως ναό. ∆ηλαδή βρισκόταν στο χώρο, που είναι σήμερα το τέμπλο των Εικ. 97. Ψηφιδωτό από το Εικ. 98. Ψηφιδωτό δάπεδο από την εκκλησιών με τη διαφορά ότι ήταν δάπεδο της αίθουσας με το κεντρική αίθουσα του επισκοπικού πολύ χαμηλότερο σε ύψος. Στην κρύο λουτρό στις Θέρμες μεγάρου στις Λουλουδιές Κίτρους εικόνα 99 βλέπεις ένα μαρμάρινο ου (Λουτρά) του ∆ίου. του 5 αι. μ. Χ. θωράκιο, που βρέθηκε σε έναν από «Εδώ να δουλεύετε πάρα πολύ προσεκτικά», είπε ο αρχαιολόγος τους δύο παλαιοχριστιανικούς στους τεχνίτες. «Στο βάθος αυτό η ανασκαφή θα πρέπει να γίνεται ναούς του ∆ίου.
μόνο με το σκουπάκι, για να μην πειραχτεί καθόλου το δάπεδο». Έτσι η δουλειά συνεχίστηκε σε έκταση, με στόχο την αποκάλυψη όλου του μωσαϊκού. Η σύνθεση των σχεδίων και των χρωμάτων πρόδωσε αμέσως τον 5ο μεταχριστιανικό αιώνα ως εποχή της κατασκευής του, η οποία επιβεβαιώθηκε από την ανεύρεση προς τα ανατολικά των φτιαγμένων την ίδια εποχή μαρμάρινων θωρακίων. Σε μια γωνιά του ναού, πάνω στο δάπεδο, είχαν μείνει άθικτα ένα σύνολο από δύο μεταλλικά λυχνάρια και τρία νομίσματα. Τα ευρήματα αυτά πήραν το καθένα το δικό του αριθμό, μπήκαν σε διαφορετικές σακούλες και στάλθηκαν στο εργαστήριο του πλησιέστερου μουσείου για καθαρισμό. Τα ευρήματα αυτά ήτανε πολύ σπουδαία: Επειδή βρέθηκαν πάνω στο δάπεδο, με τη βοήθειά τους, θα μπορούσε ο αρχαιολόγος να χρονολογήσει την καταστροφή και την εγκατάλειψη της εκκλησίας. Πήρε λοιπόν ξανά το ημερολόγιό του και σημείωσε όλα αυτά τα στοιχεία με κάθε προσοχή και λεπτομέρεια. Όσο τα τετράγωνα διαδέχονταν το ένα το άλλο και η ανασκαφή απλωνόταν σε έκταση στο δάπεδο της εκκλησίας, όλο και αποκαλύπτονταν μαρμάρινοι λιθόπλινθοι πεσμένοι από τους τοίχους καθώς και σπόνδυλοι και κιονόκρανα αρχαίου ναού, καθαρή απόδειξη ότι η παλαιοχριστιανική βασιλική είχε προέλθει από μετατροπή αρχαίου ναού. Κρίνοντας από το είδος και τη μορφή των κιονοκράνων, ο αρχαιολόγος διαπίστωσε εύκολα πως ο ναός ήταν ιωνικού ρυθμού και θα πρέπει μάλλον να είχε κτιστεί στα Ελληνιστικά χρόνια. Μεγάλη εντύπωση του έκαναν όμως κάποιες φθορές στο μάρμαρο που υπήρχαν στην εσωτερική επιφάνεια των λίθων του ναού αλλά και των κιόνων. Πάνος Βαλαβάνης, Ο λόφος με τα κρυμμένα μυστικά. Το χρονικό μιας φανταστικής ανασκαφής. Εικ 101α-β. Οι τέσσερις όψεις του κιονόκρανου από το βόρειο κίονα του κυρίως ναού.
Ε ι κ 1 0 2 . Κιονόκρανο από το νότιο κίονα του κυρίως ναού.
60
Εικ. 99. Μαρμάρινο θωράκιο από την κοιμητηριακή Βασιλική του ∆ίου.
Κείμενο 21: Σπόνδυλοι - κιονόκρανα. σπόνδυλοι: τα μαρμάρινα τμήματα ενός αρχαίου κίονα. Στην εικόνα 100 βλέπεις ένα σπόνδυλο από κίονα, αρχαίου ναού μάλλον του ∆ίου, που σήμερα βρίσκεται στον περίβολο του ναού και χρησιμεύει για λεκάνη βρύσης. Ε ι κ . 1 0 0 . Μαρμάρινος ρ α β δ ω τ ό ς σπόνδυλος στον π ε ρ ί β ολο το υ ναού.
Κιονόκρανο: το πάνω τμήμα του κίονα. Στις εικόνες 101α-β,102και 103 βλέπουμε κιονόκρανα από τους κίονες του κυρίως ναού της Παναγίας.
Εικ 103.Τα δ ύ ο κιονόκρα να των δυτικών κιόνων του κυρίως ναού. Οι πεσσοί αυτοί σχηματίζουν ένα τριπλό πέρασμα που ονομάζετια τρίβηλο από τη λέξη βήλο που σημαίνει κουρτίνα. Φαίνεται ότι στο σημείο αυτό τοποθετούνταν κουρτίνες για να χωρίζουν τον κυρίως ναό από τον νάρθηκα. Το χαρακτηριστικό αυτό το έχουν κι άλλοι ελλαδικοί ναοί της εποχής.
15 . . . .
23: ¡ ¢£ ¤ © ³ ¹¼ ¥¨ ½ £ £ £ ¥ ¤ ¦ £ ¶ £ ª£ ° £ ° ° £ £ § ¨: ¾ ½ £° ®¥ (¡ . .1 04 ) ¯ ª£ ¥¨ . ´ £ £© ª£ ¦ ¥ ¤ª£ ¬ ¨ ¦ £ ª , £ £ ®¯ ª , £ ¯ ®¥ ¤¬¨° ± ® ¡ £ £ £ £ £ £ § £ £ ¤ ¸ . 104. ©¥ ª£ ¤ £ § £ § ° . ¯ £ ¯ ¤ ± ° ¡£ ¤°. ¾£ § ° ´£ £¢ °, ª ¤ ® £ , . ¡ ¦ £ .
: : ¦ £ £ ° ( ¡ . . 1 0 5 ) ¦ £ ¯ §¢ ° ¡£ ¤° ª ¡£ ¤ ¦ £ ª ¥¤ª£ £ , ¥ ª£ ¦¢ £ ¦ ¬ £ , § ¨ £ . ´£ ª ¯ £¯¤ ® £° ª ³£ ° ¬ °. ´ ®° ³ ®° ¦ £ ª ¡ ¢£ ° £ ° ´ ¯ £. : ¦ £ ¥ ° ¥ ª£ ¦¢ £ ° ¦¢ £ ® £ ¨ £ £ £¿ § ¦ £ ¶ ¤ ¥£ª ¯ ª . ¥ ° ®¥ ¥¤ª£ £ § ¬ £ ¯ £¯¤ ª£ ¥ ®¥ ª§¢ £
¤. . : ¦ £ ¥ ° ¥ ª£ ¦¢ £ ( ¯ ª¤ª£ £ £ ®¥ ¥¤ª£ ) £ ¦ §°, ¬ ¨ ¦ £ £ ®¯ . (¡ . . 106) ¦ £ : ¦ £ £ ¯ ª § £ ¦ ®¥ ¥¤ª£ ¸ £ ¯ £ª ¦ ª£ £ ¡ ¦ £ £ ¯ § £ 106. £ ¤ ¨ § ¬ £. ¨ ° £ £ £ £ § £ ° : ¦ § ¬ £. £ £ ¤ (§ ° . ¹ § ° 24: º£¡® £°). © ¤¬¨° ¦ ¯ ° £ ° ´£ £¦£° ° ª® ° ª£° ¦ £ £ £ §. Àª¨° £ PQRSUW ¦ ¯ ° £ ¦ £ ¯ ¤. À £ § ° ª XY Z\^ _`Q`abZc defY\^ a`\ £ £ ¯ ¤ ¦ ¯ £ § £ Y\aghY^ iXZY h` jYRkhlmh ZW ª£ ¥ § ¬ £. ¼ ± § £ § XcXZn XY\Qb U\`^ Y_RXaYon^ ¦ £ £ ¯ £¿ § ¯ £ª ¦ ª£ £. © £ Xlm XZl h`g `_g ZW jmZ\an ¡ ¦ £ £ §¯ ª £¦£ ª£ (¡ . . peU_dl 30). Á ¡ ° ª § ¦ £ ¦¨° £ ° ¨ ¦ ª § ¬ £ ª ® £ § ª£ ¥ ª£ ¦¢ £ £ ° ¯ ° ª§¢ £ ¦¡ (¡ . . 103). Á³ § ¦¡ , ¡ ¦ £ ¦¨° £ ¥ § ¨ £ . ¼ ± § £ § § ¥ ¯ £ ¦ª£ £, ¨ ª £ £¿ § ¦ . qbQSWa`^  § ¦ £ ± ®ª ª ° °. ° § ¥ ¤ª £ ¦ £ ¥ ° £ ¦ £ £ ° ³ § £ £ ° £ ³£ ¦£°. Á ¥ § ± ®ª ¤ £ ª£ ª§ ª ¬¨ § £ £ £ § ¤ ¥£ £ ¥£¦ ¼¦ (¡ . . 99). ´¦ ¨ £ ®ª ¦ £ ¥ ° £ ¡§¬ ° ¤ ¥ £ § ° ¯ ª ° ¥ ° ¯ ± § £ §. 22:
61
Η Τοιχοποιία του ναού.
Κείμενο 25:
Τοιχοποιία ενός κτιρίου ονομάζουμε τους τοίχους του, αλλά και τον τρόπο που είναι κτισμένοι. Σε κάθε εποχή οι τοίχοι των κτιρίων κτίζονται και με διαφορετικό τρόπο. Γι΄ αυτό η μελέτη της τοιχοποιίας είναι για τους αρχαιολόγους ένα ανοιχτό βιβλίο, από το οποίο μπορούν να διαβάσουν το πότε χτίστηκε ένα κτίριο καθώς επίσης και τις αλλαγές που έγιναν σε αυτό στη διάρκεια των αιώνων. Τα κυριότερα υλικά με τα οποία κτίζονταν εδώ και αιώνες τα κτίρια είναι η πέτρα (λίθος) και τα ψημένα τ ο ύ β λ α (π λ ί ν θο ι ), που έχουν χρώμα κοκκινωπά ή τα άψητα τούβλα, που έχουν χρώμα καφετί. Σήμερα το κύριο υλικό με το ποίο κτίζονται τα κτίρια είναι ο συνδυασμός τούβλων και μπετόν. Στις εικόνες 107 α-δ μπορείς να δεις διάφορους τύπους τοιχοποιίας.
Εικόνα 107α. Πλινθοπερίκλειστη τοιχοποία, δηλαδή λίθοι (πέτρες) που περιτριγυρίζονται από στρώσεις π λ ί ν θ ω ν (τούβλων). Εικόνα 107β. Μικτή τοιχοποία από στρώσεις λίθων (πετρών) και πλίνθων (τούβλων). Εικόνα 107γ. Ισόδομη τοιχοποία από στρώσεις λίθινων δόμων (πετρών σε σχήμα ορθογώνιο).
Εικόνα 107δ.Πλινθοδομή με τη χρήση στρώσεων από πλίνθους (τούβλων).
Κατά την επίσκεψή σου στο ναό της Παναγίας παρατήρησε προσεκτικά την τοιχοποιία του ναού της Παναγίας (βλ. εικ. 108). Εάν η τοιχοποιία δεν είναι η ίδια σε όλα τα σημεία θα μπορούσες να δώσεις κάποια εξήγηση γι΄ αυτό; Ονομάτισε τους τύπους τοιχοποιίας του ναού; Θα σε βοηθήσουν οι εικ.107 α-δ. Ο κεραμοπλαστικός διάκοσμος του ναού.
Εικόνα 108.Νότιος Εξωτερικός τοίχος του νότιου γωνιακού διαμερίσματος.
Κείμενο 26:
Κεραμοπλαστικό διάκοσμο του ναού ονομάζουμε τα διάφορα διακοσμητικά σχήματα που κατασκευάζονται στην τοιχοποιία του συνήθως με κομμάτια από πλίνθους (κεραμίδια). Στον ναό της Παναγίας υπάρχουν πολύ λίγα τέτοια στοιχεία και είναι η ιχθυάκανθα, δηλαδή το σχέδιο του ψαροκόκαλου (βλ. εικ. 109) και η οδοντωτή ταινία (βλ. εικ. 110).
Εικόνα 109. Ιχθυάκανθα (ψαροκόκαλο) στον ανατολικό τοίχο του ναού.
Οι τοιχογραφίες του ναού. Κείμενο 27: Οι τοιχογραφίες παίζουν πολύ σπουδαίο ρόλο σε ένα βυζαντινό ναό. Εικονίζουν διάφορους αγίους, σκηνές από την Παλαιά και την Καινή ∆ιαθήκη, αλλά και την ίδια την Παναγία και τον Χριστό. Έχουν σκοπό να οδηγήσουν τον πιστό από τις γήινες αυτές εικόνες, στον ουράνιο, πνευματικό κόσμο. Έτσι ο άνθρωπος από τα απλά, υλικά στοιχεία των τοιχογραφιών μπορεί να φτάσει στην πνευματική τελειότητα. Γι΄ αυτό οι μορφές και τα αντικείμενα στις τοιχογραφίες, ενώ μοιάζουν με την πραγματικότητα διαφέρουν στο ότι δίνουν την εντύπωση να βρίσκονται σε ένα άλλο διαφορετικό κόσμο, πιο σεβάσμιο, ήρεμο και σοβαρό. Οι τοιχογραφίες επίσης Εικόνα 110. Οδοντωτή ταινία στον ανατολικό διδάσκουν τους πιστούς για τη ζωή και τα θαύματα του Χριστού και για πολλές άλλες αλήθειες της πίστης μας γι΄ τοίχο του ναού. αυτό κι ονομάστηκαν και «βιβλίο των αγραμμάτων».
62
Κείμενο 28: Το συνηθισμένο εικονογραφικό πρόγραμμα στους βυζαντινούς ναούς. Εικονογραφικό πρόγραμμα ονομάζουμε τη σειρά και τη θέση, στην οποία συνήθως ιστορούνται (ζωγραφίζονται) οι τοιχογραφίες σε ένα ναό. Από τον 9ο αιώνα κι εξής έχει επικρατήσει το παρακάτω εικονογραφικό πρόγραμμα: Στην κορυφή του τρούλου, που συμβολίζει τον ουράνιο θόλο, ζωγραφίζεται ο Χριστός Παντοκράτορας. Στον τύμπανο του τρούλου και ανάμεσα στα παράθυρα τοποθετούνται οι προφήτες. Στα τέσσερα τρίγωνα (σφαιρικά τρίγωνα ή τεταρτοσφαίρια) που στηρίζουν τον τρούλο αγιογραφούνται οι τέσσερις ευαγγελιστές. Στην κόγχη του ιερού αγιογραφείται η Παναγία Πλατυτέρα. Στην πάνω ζώνη των πλαϊνών τοίχων του ναού ιστορούνται σκηνές από τη ζωή και τα θαύματα του Χριστού. Κάτω από τις σκηνές αυτές και πλησιέστερα στους πιστούς τοποθετούνται διάφοροι ολόσωμοι άγιοι. Η σειρά αυτή του εικονογραφικού προγράμματος οδηγεί την σκέψη και την προσευχή των πιστών από την κάτω ζώνη με τους αγίους, στην πάνω ζώνη με τις σκηνές από τη ζωή του Χριστού και τέλος με τη μεσολάβηση της Πλατυτέρας της κόγχης, στον Παντοκράτορα του τρούλου που εποπτεύει όλη την Εικ. 111 β-γ Εικ. 111α
Εικ. 111ια
Κείμενο 29. Εικ. 111 δ Το εικονογραφικό πρόγραμμα του ναού της Παναγίας. Το εικονογραφικό πρόγραμμα του ναού της Παναγίας είναι πολύ σπάνιο και διαφέρει σημαντικά από το συνηθισμένο πρόγραμμα που διάβασες στο κείμενο 28 . Στην κορυφή του τρούλου εικονίζεται ο Παντοκράτορας μέσα σε κύκλο (δόξα), που συγκρατούν τέσσερις άγγελοι (εικ. 111α). Η Εικ. 111στ παράσταση αυτή θυμίζει την Ανάληψη του Χριστού. Ανάμεσα στους αγγέλους υπάρχουν δύο προφήτες. Στο τύμπανο του τρούλου εικονίζονται τέσσερις σκηνές από το Πάθος του Χριστού: η Έγερση του Λαζάρου, η Βαϊοφόρος, ο Εμπαιγμός και η Σταύρωση. Στα σφαιρικά τρίγωνα εικονίζονται τέσσερις προφήτες: ο Αββακούμ, ο Ησαΐας, ο Ιερεμίας και ίσως ο ∆ ανιήλ (εικ. 111 β-γ). Κάτω από Εικ. 111η τον τρούλο και πάνω από το τρίβηλο εικονίζεται η Κοίμηση της Θεοτόκου (εικ. 111δ). Στον διπλανό νότιο τοίχο πάνω από την καμάρα εικονίζεται ο Νιπτήρ (εικ. 111ε) και ακριβώς απέναντι στο βόρειο τοίχο ο Μυστικός ∆ είπνος (εικ. 111στ). Στην κόγχη Εικ. 111 ε του ιερού εικονίζεται η Πλατυτέρα (εικ. 111ζ) και στην καμάρα πάνω από την κόγχη σε δύο τμήματα εικονίζεται η Ανάληψη (εικ. 111η) ολόκληρη αυτή τη φορά. Λίγο πιο κάτω εικονίζεται η Γέννηση του Χριστού και ακόμα χαμηλότερα διάφοροι ολόσωμοι άγιοι (εικ. 111 θ-ι) . Εικ. 111ζ Το πρόγραμμα αυτό έχει ένα ιδιαίτερο νόημα. Η σκηνή της Α ν ά λ η ψ η ς στον τρούλο έστω κι όχι Εικ. 111ι ολοκληρωμένης μαζί με τις σκηνές από το Πάθος του Χριστού τονίζουν την ανθρώπινη φύση του Χριστού. Οι προφήτες με τα ειλητάρια (ταινίες από χαρτί) στα χέρια, όπου αναγράφονται προφητείες, που τους Εικ. 111θ αποκάλυψε ο Θεός με οράματα, τονίζουν την θεϊκή φύση του Χριστού. Επίσης η Ανάληψη του Χριστού στον τρούλο συνήθως υπάρχει σε ναούς που έχουν κοιμητηριακό χαρακτήρα δηλαδή περιέχουν τον τάφο κάποιου αγίου ή βρίσκονται σε κοιμητήριο. Ίσως λοιπόν και ο ναός της Παναγίας αρχικά να ήταν κοιμητηριακός, όπως άλλωστε είναι και σήμερα.
63
1. Αφού διαβάσεις τα κείμενα 28 και 29 σημείωσε τις κυριότερες διαφορές του εικονογραφικού προγράμματος της Παναγίας από το συνηθισμένο πρόγραμμα των άλλων ναών. Ομοιότητες ∆ιαφορές
2. Κατά την επίσκεψή σας στο ναό προσπαθήστε να διαβάσετε τα απομεινάρια από τις επιγραφές των τοιχογραφιών. Παρατηρήστε τη βυζαντινή γραμματοσειρά με την οποία είναι γραμμένες και τις διαφορές με τα σημερινά γράμματα. Π.χ. το γράμμα C είναι το σημερινό Σ. Συγκεντρώστε τις ανακαλύψεις σας και φτιάξετε έναν κατάλογο με αυτές. 3.Ανακαλύψτε αρχιτεκτονικά στοιχεία που μεταφέρθηκαν από άλλους ναούς. Για παράδειγμα στο δάπεδο θα δεις πλίνθινες πλάκες σαν κι αυτή της Εικ. 112. Επιγραφή σε κεραμική εικ. 112. Μπορείς να καταλάβεις περίπου πότε και πλάκα από το δάπεδο του ναού. από πού μεταφέρθηκαν οι πλάκες αυτές. Θα σε βοηθήσει σε αυτό και το φύλλο εργασίας 14. Χρονολόγηση των τοιχογραφιών. Κείμενο 30:
Οι απόψεις που αφορούν στη χρονολόγηση των τοιχογραφιών της Κουντουριώτισσας διίστανται ο [διαφέρουν]: ο Μ. Γαρίδης και ο Ε. Τσιγαρίδας υποστηρίζουν την τοποθέτησή τους στον 15 ου αιώνα […] ενώ ο Θ. Παπαζώτος τις χρονολογεί στις δύο πρώτες δεκαετίες του 16 αιώνα… Αθανάσιος Σέμογλου, Το πρόγραμμα του τρούλου της Παναγίας Κουντουριώτισσας στην Πιερία. Εικονογραφικά πρότυπα και παράλληλα.
Τα παλιά πέτρινα σπίτια στις πλαγιές του λόφου. Στις πλαγιές του λόφου μπορείς να ανακαλύψεις παλιά πέτρινα σπίτια που είναι μάρτυρες της ιστορίας του χωριού, όπως αυτά των εικόνων 113, 114 και 115. Εικόνα 114. Παλιό πέτρινο σπίτι στους πρόποδες του λόφου.
Εικόνα 115. Παλιό πέτρινο σπίτι στη ν ότ ι α π λα γ ι ά το υ λό φ ο υ λ ί γ ο χαμηλότερα από το ναό της Παναγίας.
Εικόνα 113. Παλιό πέτρινο σπίτι στη νότια πλαγιά του λόφου.
1. Βρείτε κι άλλα παρόμοια σπίτια και σημειώστε τη θέση τους στον τοπογραφικό χάρτη. 2. Κάντε απλά σχέδια των όψεων των κτιρίων και λεπτομερειών των παραθύρων και των πορτών. Ανακαλύψτε τα κοινά τους στοιχεία. 3. Υπάρχει κεραμοπλαστικός διάκοσμος στα κτίρια; Τι σας θυμίζει; 4. Πώς θα ονοματίζατε την τοιχοποιία των κτιρίων; Με ποιο στρώμα τοιχοποιίας του ναού μοιάζει; με το κατώτερο ή το ανώτερο τμήμα; 5. Τι είδους πετρώματα έχει αυτή η τοιχοποιία; Από πού νομίζετε ότι πήραν οι κάτοικοι αυτά τα πετρώματα;Θα σας βοηθήσουν οι εργασίες του φύλλου εργασίας 5. 6. Παρατηρήστε ότι το κατώτερο τμήμα της τοιχοποιίας του ναού έχει και πλίνθους. Τι νομίζετε ότι ήταν πιο εύκολο να βρεθεί στην περιοχή, Οι πλίνθοι ή οι πέτρες; Για ποιο λόγο νομίζετε ότι οι κάτοικοι χρησιμοποιούσαν πέτρες για οικοδομικό υλικό; Εικόνα 116. Παλιά οικογενειακή φωτογραφία από την Κονταριώτισσα στη δεκαετία του ‘60. Στο βάθος διακρίνεται ένα πέτρινο σπίτι.
64
7. Φανταστείτε ότι ζείτε σε μία παλαιότερη εποχή και ότι θα πρέπει να χτίσετε τα σπίτια σας και να επισκευάσετε το ναό. Ποιες δυσκολίες θα αντιμετωπίζατε; Γράψτε μία φανταστική ιστορία γι΄ αυτό. 8. Οργανωθείτε σε ομάδες και αναζητήστε πληροφορίες για τα παλιά πέτρινα κτίρια του χωριού. Οι παλιές φωτογραφίες όπως της εικόνας 116 θα σας φανούν πολύ χρήσιμες. 9. Στο τοπογραφικό διάγραμμα της εικ.9 (φύλλο εργ. 3) βρες το υψόμετρο, όπου είναι κτισμένος ο ναός.
Ο ναός και η θέση του σε σχέση με άλλα κοντινά μνημεία
Κείμενο 31:
Στη βυζαντινή εποχή ή Πιερία ήταν διαδοχικά τμήμα της επαρχίας της Μακεδονίας, της επαρχότητας Ιλλυρικού και του θέματος της Θεσσαλονίκης. Έπεσε στα χέρια των Τούρκων σταδιακά το διάστημα 1383 με 1389 / 1390 και από τότε ουσιαστικά αρχίζει για την Πιερία η μεταβυζαντινή περίοδος. Οι κυριότεροι οχυρωμένοι οικισμοί στη βυζαντινή περίοδο ήταν το Κίτρος, ο Πλαταμώνας, ο Κολινδρός και η Πέτρα και κατά τη μεταβυζαντινή το Λιτόχωρο, το Αιγίνιο, η Βροντισμένη, η Ρητίνη κ.α. Σημαντικά μνημεία της κεντρικής και νότιας Πιερίας κατά τη μεταβυζαντινή εποχή ήταν η Μονή της Αγίας Τριάδας Ολύμπου που ίδρυσε ο όσιος ∆ιονύσιος ο εν Ολύμπω, η Μονή των Εισοδίων της Θεοτόκου Πέτρας, η Μονή της αγίας Τριάδος στην παλιά Βροντού, ο ναός του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στη Νέα Έφεσσο (Στουπί) και βέβαια ο ναός της Παναγίας Κονταριώτισσας. Στο χάρτη της εικόνας 117 μπορείς να δεις τη θέση των τεσσάρων αυτών μνημείων στο χάρτη. Ένα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο για τα τέσσερα αυτά μνημεία είναι ότι ο λόφος της Παναγίας της Κονταριώτισσας είναι ορατός και από τα τρία υπόλοιπα μνημεία, όπως αυτό φαίνεται στις εικόνες 118, 119 και 120.
ΝΑΟΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΚΟΝΤΑΡΙΩΤΙΣΣΑΣ
ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΠΡΟ∆ ΡΟΜΟΥ
Εικ. 117. Χάρτης της κεντρικής Πιερίας με τα σπουδαιότερα μεταβυζαντινά μνημεία.
I.M. EiΣΟ∆ ΙΩΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΠΕΤΡΑΣ
I.M. ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑ∆ ΑΣ ΒΡΟΝΤΟΥΣ
Εικ. 120. Ο ναός της Παναγίας όπως φαίνεται από τον ναό του αγίου Ιω. Προδρόμου της Ν. Εφέσσου (Στουπί). Εικ. 119. Ο λόφος της Παναγίας όπως φαίνεται λίγο έξω από την αγία Τριάδα Βροντούς. Ολύμπου.
Εικ. 118.Ο ναός τηςΠαναγίας και στο βάθος η Ι.Μ. Πέτρας.
1. Το ότι ο λόφος της Παναγίας φαίνεται από τα τρία κυριότερα εκκλησιαστικά μνημεία της περιοχής μάς λέει κάτι για το ρόλο του ναού της Παναγίας στην περιοχή; 2. Γιατί κατά τη γνώμη σου ο ναός χτίστηκε σε αυτό το σημείο του λόφου κι όχι στην κορυφή ή σε άλλο σημείο; 3. Γράψε τις απόψεις σου. Θα σε βοηθήσουν και οι πληροφορίες για την τοπογραφία του λόφου που γνωρίσαμε στα φύλ.εργ.2 και 3.
65
Φύλλο εργασίας 16 Ο ναός της Παναγίας στη ζωή των κατοίκων της Κονταριώτισσας 1. Ετοιμάστε ένα ερωτηματολόγιο σχετικά με τις γιορτές και τα πανηγύρια που γινόταν στο ναό παλαιότερα. ∆ώστε το στους μεγαλύτερους και καταγράψτε τις απαντήσεις τους σε καρτέλα, όπου θα υπάρχει το όνομά τους, η ημερομηνία και η ηλικία τους. 2. Η φωτογραφία της εικ. 121 τραβήχτηκε πριν από τριάντα περίπου χρόνια με φόντο το ναό της Παναγίας. Μπορείς να αναγνωρίσεις ποια πλευρά του ναού εικονίζει; Ποια στοιχεία της φωτογραφίας δείχνουν ότι δεν είναι σημερινή; Ψάξε στα παλιά οικογενειακά άλμπουμ ή ζήτησε από τους παλαιότερους παλιές φωτογραφίες τους από πανηγύρια ή περιπάτους στο ναό της Παναγίας. Φτιάξτε με αυτά ένα άλμπουμ φωτογραφιών με θέμα το λόφο της Παναγίας. Σημείωσε κάθε περίεργο ή διαφορετικό από τη σημερινή κατάσταση του λόφου Εικόνα 121. Οικογενειακή φωτογραφία από πανηγύρι αντικείμενο ή κτίριο. στο ναό της Παναγίας. Παλαιότερα και σήμερα.
1.Η φωτογραφία της εικ. 122 δείχνει τον ναό της Παναγίας όπως ήταν πριν από σαράντα περίπου χρόνια. Μπορείς να αναγνωρίσεις ποια πλευρά του ναού εικονίζει; Κατά την επίσκεψή σου στο ναό παρατήρησε το ναό από το ίδιο σημείο. Σύγκρινε τη φωτογραφία της εικ. 122 με μία σημερινή φωτογραφία όπως αυτή της εικ. 123. Αναγνώρισε τις αλλαγές που έχουν γίνει από τότε μέχρι σήμερα. 2.Ρώτησε τους γεροντότερους για τη μορφή που είχε ο ναός τα παλαιότερα χρόνια και φτιάξε έναν κατάλογο με τις αλλαγές που θα διαπιστώσεις. 3. Για ποιο λόγο νομίζεις ότι έγιναν και συνεχίζονται να γίνονται οι καταστροφές στον περίβολο του ναού; Θα σε βοηθήσει το εισαγωγικό κείμενο του φύλλου εργασίας 12.
Εικ. 122
Εικ. 123
66
Το τοπωνύμιο* Κονταριώτισσα ή Κουντουριώτισσα και η σχέση του με το ναό της Παναγίας.
*τοπωνύμιο: η ονομασία ενός τόπου (χωριού, πόλης, βουνού κ.λ.π.).
Το όνομα του χωριού Κονταριώτισσα ή Κοντουριώτισσα ή Κουντουριώτισσα είναι πολύ πιθανό να έχει σχέση με το ναό της Παναγίας. Υπάρχουν διάφορες απόψεις για την προέλευση του ονόματος.
∆ιάβασε τα κείμενα 32, 33, 34, 35, 36 και προσπάθησε να καταγράψεις τα συμπεράσματά σου συμπληρώνοντας την καρτέλα που ακολουθεί.
Κείμενο 32 : [Το όνομα Κουντουριώτισσα και όχι Κονταριώτισσα] σχετίζεται με τα «άγια κόντουρα», τις ∆υνάμεις που προαγγέλλουν την Ανάληψη του Κυρίου. Αριστοτέλης Μέντζος, Η εκκλησιαστική αρχιτεκτονική της Πιερίας στην πρώιμη βυζαντινή περίοδο.
Κείμενο 33 : Στην κορυφή του τρούλου του ναού της Παναγίας εικονίζεται ο Χριστός Παντοκράτορας μέσα σε έναν κύκλο -ονομάζεται «δόξα»-, που συγκρατούν τέσσερις αρχάγγελοι. Η παράσταση αυτή θυμίζει την Ανάληψη του Χριστού. Απουσιάζουν βέβαια οι μαθητές και η Παναγία. Μάλιστα οι ερευνητές πιστεύουν ότι ο ναός κάποια στιγμή ξανακτίστηκε από τη μέση και πάνω και ίσως η πρώτη παράσταση του τρούλου να ήταν η Ανάληψη του Χριστού, όπως συμβαίνει και σε άλλους ναούς της μεσοβυζαντινής εποχής, για παράδειγμα στην Αγία Σοφία Θεσσαλονίκης. Άρα ο ναός ήταν αρχικά αφιερωμένος στην Ανάληψη του Χριστού και τα «άγια Κούντουρα» δηλαδή οι αρχάγγελοι, που προαναγγέλλουν την Ανάληψη θα πρέπει να έδωσαν το όνομα τους στο ναό και στο χωριό. Κείμενο 34: Η περιοχή της Κονταριώτισσας ήταν από τα αρχαία ακόμα χρόνια πέρασμα που ένωνε τη νότια με τη δυτική και κεντρική Πιερία. Ίσως στην περιοχή να υπήρχε «αλλάγιον» δηλαδή ένας σταθμός όπου άλλαζαν άλογα οι αγγελιοφόροι και οι ταχυδρόμοι της αυτοκρατορίας για να είναι πιο ξεκούραστα. Τα άλογα αυτά ονομαζόταν «κόντουρα» γιατί είχαν κοντές ουρές. Ίσως λοιπόν το όνομα Κοντουριώτισσα να προέρχεται από τα άλογα αυτά. Κείμενο 35 : Σε λόφο Β∆ του χωριού Κονταριώτισσα υψώνεται ο σημαντικός ναός της Θεοτόκου Κοντουριώτισσας που έχει δώσει το όνομα στο χωριό. Θανάσης Παπαζώτος, Μεσαιωνική τοπογραφία της Πιερίας. Κείμενο 36 : Το όνομα του χωρίου καθ΄ ημάς δέον να είναι Κονταργιώτισσα, καθ΄ όσον παρήχθη εκ των κοντών και κονταριών, ξύλων μακρών, άτινα εξήγον εκ του δασώδους τούτου μέρους […] Ώστε Κονταργιώτισσα σημαίνει μέρος οπόθεν εξήγοντο και κατειργάζοντο πολλά ξύλινα κοντάρια ή κοντοί προς χρήσιν της ναυτιλίας και αλιείας […] Το όνομα Κονταργιώτισσα έλαβε το χωρίον εκ του … βυζαντινού εξωκκλησίου της Παναγίας, ήτις ωνομάζετο Κονταργιώτισσα Παναγία, εκ του ότι καθ΄ ημάς εξήγοντο κοντοί και κοντάρια εκ του περί αυτήν δάσους. Μετάφραση: Το όνομα του χωριού θα πρέπει σήμερα να είναι Κονταργιώτισσα γιατί προέρχεται από τους κοντούς και τα κοντάρια, μακριά δηλαδή ξύλα, τα οποία έπαιρναν από το δασώδες αυτό μέρος […] Ώστε Κονταριγιώτισσα σημαίνει μέρος από όπου έβγαζαν και κατεργάζονταν πολλά ξύλινα κοντάρια για τη χρήση της ναυτιλίας και της αλιείας […] Το όνομα Κονταργιώτισσα πήρε το χωριό από το βυζαντινό εξωκλήσι της Παναγίας, που προαναφέραμε, το οποίο ονομαζόταν Παναγία Κονταργιώτισσα, γιατί από το δάσος που υπήρχε γύρω από το ναό κατασκευάζονταν ξύλινα κοντάρια. Παρθένιος Βαρδάκας, Περιγραφή Επισκοπικής Περιφέρειας Κίτρους επί Τουρκοκρατίας.
Συμπλήρωσε την παρακάτω καρτέλα: Το όνομα προέρχεται από:
67
Αριθμός Κειμένου
Γ. ∆ραστηριότητες Οι δραστηριότητες των μαθητών πραγματοποιήθηκαν σε δύο αλληλένδετες φάσεις. Στην πρώτη φάση αποτελούσαν Kατασκευάζοντας συνέχεια των ερωτημάτων, που έθετε το γνωστικό υλικό των το μοντέλο φύλλων εργασίας -τα οποία σε αυτήν την περίπτωση του λόφου λειτουργούσαν ως ένα είδος «προκαταβολικών οργανωτών» του θέματος 1 - και σε δεύτερη φάση ήταν το αποτέλεσμα ομαδικών κυρίως εργασιών, τη θεματολογία των οποίων επέλεγαν τα ίδια τα παιδιά και πραγματοποιούταν στο τέλος των ενοτήτων. Οι δραστηριότητες ταξινομούνται στις παρακάτω κατηγορίες: Αποτυπώνοντας I . ∆ ραστη ρι ό τη τες έρευν ας, φλοιούς συλλογής, καταγραφής, ταξινόμησης και μέτρησης φυσικών δεδομένων. Οι μαθητές επισκέφθηκαν αρκετές φορές το λόφο, συνέλεξαν γεωλογικό υλικό, μελέτησαν από κοντά περιβαλλοντικά υποσυστήματα, όπως το νερόλακκο του παλιού υδραγωγείου, τους κομμένους και σαπισμένους κορμούς κ.λ.π. Συνέλεξαν φύλλα από τα βασικά φυτά του λόφου συνθέτοντας φυτολόγιο, πήραν αποτυπώματα φλοιών, ερεύνησαν για την ύπαρξη βιοδηλωτικών ιχνών, πήραν δείγματα πετρωμάτων, έκαναν 2 επιφανειακή έρευνα To μοντέλο του λόφου πεδίου, φωτογράφισαν φυσικά δεδομένα, μέτρησαν το ύψος των δένδρων με απλές μεθόδους, πειραματίστηκαν ανιχνεύοντας τις 2 κλιματολογικές αλλαγές του λόφου και τη δράση του νερού μέσω της διάβρωσης κ.λ.π. II. ∆ραστηριότητες συλλογής ιστορικών μαρτυριών και ερμηνείας τους. Οι μαθητές συνέλεξαν υλικό προφορικών μαρτυριών από τους γεροντότερους με βάση τη σχετική μεθοδολογία της προφορικής ιστορίας, ξαναζώντας τις παραδόσεις και τους θρύλους που σχετίζονται με το λόφο. Ερεύνησαν στη βιβλιογραφία για την ανεύρεση ιστορικών πηγών σχετικά με το ανθρωπογενές περιβάλλον του λόφου και συνέλεξαν φωτογραφικές μαρτυρίες από οικογενειακά άλμπουμ. Κατέταξαν το υλικό των μαρτυριών και προσπάθησαν να το ερμηνεύσουν, με βάση την κατανόηση των αρχών της ιστορικής αιτιότητας διατυπώνοντας, τεκμηριωμένες στις πηγές, ιστορικές κρίσεις. III. ∆ραστηριότητες βιωματικού περιεχομένου. Οι συχνές επισκέψεις στο λόφο, η αναζήτηση μαρτυριών από τους γεροντότερους, η προσωπική έρευνα, δημιούργησαν στην περιβαλλοντική ομάδα έντονες βιωματικές καταστάσεις, που επιτείνονταν από τον ενσυναισθητικό χαρακτήρα πολλών δραστηριοτήτων. Στην ενσυναισθητική προσέγγιση του ναού βοήθησε και η διεξαγωγή ενός εσπερινού στο ναό της Παναγίας, όπου τα παιδιά βίωσαν τη διαχρονικότητα του χώρου και της παράδοσης2. IV. ∆ραστηριότητες κατασκευής, σχεδιασμού και εικαστικής αποτύπωσης δεδομένων. Οι μαθητές κατασκεύασαν χάρτες και αναγνώρισαν στοιχεία σε διάφορους τύπους χαρτών (γεωγραφικούς, γεωλογικούς, κλιματολογικούς κ.λ.π.) και σε φωτογραφίες τοπογραφικού περιεχομένου. Κατασκεύασαν
68
το μοντέλο του λόφου και σχεδίασαν σε μεγάλο μέγεθος (3,50 × 4 μ.) το τοπογραφικό του διάγραμμα. Χρησιμοποίησαν διάφορες εικαστικές τεχνικές αποτύπωσης δεδομένων (κολάζ, λαδοπαστέλ, σχέδια κ.λ.π.) και ασχολήθηκαν με το σχεδιασμό διαγραμμάτων με βάση τις τεχνικές της αρχιτεκτονικής τοπίου και ανάπλασης χώρων (σχεδιαστικές συμβάσεις απεικόνισης αρχιτεκτονικών στοιχείων, ρόλος μακετών, μελέτη αναλογιών κ.λ.π.). V. ∆ραστηριότητες συσχετισμού φυσικών και ανθρωπογενών δ εδ ο μέν ω ν και αν ί χ ν ευση ς τω ν πο λ ι τι σμι κώ ν και περιβαλλοντικών συνεπειών της ανθρώπινης δράσης. Οι μαθητές προσπάθησαν να συσχετίσουν φυσικά δεδομένα που ανακάλυψαν με το ανθρωπογενές πολιτισμικό πλαίσιο σε διαχρονικό επίπεδο. Οι δραστηριότητες αυτές είχαν σε πολλές περιπτώσεις ενσυναισθητικό Κατασκευάζοντας1 περιεχόμενο (ανίχνευση του ρόλου των φυσικών δεδομένων στη ζωή το τοπογραφικό των κατοίκων, αντίληψη των δυσκολιών που αντιμετώπιζαν οι κάτοικοι διάγραμμα της παλαιότερης εποχής κ.λ.π.). Συσχέτισαν αρχιτεκτονικά στοιχεία, στο πάτωμα. όπως τις τοιχοποιίες, με τις ανθρώπινες δραστηριότητες παλαιότερης εποχής και ανίχνευσαν το ρόλο της ανθρώπινης δράσης στις αλλοιώσεις του φυσικού περιβάλλοντος. VI. ∆ραστηριότητες διάχυσης των αποτελεσμάτων του προγ ράμματο ς στη ν τοπι κ ή κο ι ν ω ν ί α. Οι διάφορες δραστηριότητες των μαθητών είχαν ούτως ή άλλως έμμεσο αντίκτυπο στην τοπική κοινωνία, η οποία ενεπλάκη σε πολλές περιπτώσεις βοηθώντας τα παιδιά στη συλλογή διαφόρων ειδών μαρτυριών. Όμως οι μαθητές ανέλαβαν αμεσότερες δράσεις διάχυσης των αποτελεσμάτων. Με βάση τις αρχές της επικοινωνιακής διδασκαλίας τη γλώσσας, ετοίμασαν επιστολή προς τους αρμόδιους φορείς, με την οποία εξέθεταν τις διαπιστώσεις τους για τις περιβαλλοντικές αλλοιώσεις του λόφου και ανέπτυσσαν τις προτάσεις τους για το μέλλον του (βλ. σ. 71). Με διάφορους τρόπους προετοίμασαν τη σχετική ημερίδα και την έκθεση αποτελεσμάτων, που πραγματοποιήθηκαν στο τέλος του προγράμματος, κινητοποιώντας τους γονείς και γενικότερα την τοπική κοινωνία. 1
1 Για τη διδακτική σημασία των «προκαταβολικών οργανωτών», όπως διατυπώνονται από τον D. Ausυbel, βλ. Ματσαγγούρας 1994, σ. 300. Βλ. επίσης παρόμοια χρήση τους στο Γραίκος 1998, σ. 4. 2 Ευχαριστούμε θερμά τον αιδεσιμότατο πατέρα Παναγιώτη Πολυζώπουλο, ο οποίος πρόθυμα τέλεσε τον εσπερινό και συνομίλησε με τα παιδιά.
Παρακολουθώντας τον εσπερινό στον ναό της Παναγίας.
∆. Αξιολόγηση και διάχυση αποτελεσμάτων Σε σχέση με τα αρχικά στερεότυπα των μαθητών, όπως αυτά καταγράφηκαν στις απαντήσεις του1 φ.ε. 1, οι στάσεις, οι συμπεριφορές και το γνωστικό επίπεδο των παιδιών βελτιώθηκαν σε πολλά σημεία . I. Γνωστικός τομέας. Στις δραστηριότητες οι μαθητές χρησιμοποίησαν το γνωστικό υλικό που προσέλαβαν από τα φύλλα εργασίας σε διάφορες περιπτώσεις και με διάφορες μορφές. Χρησιμοποίησαν το εξειδικευμένο λεξιλόγιο και την ειδική ορολογία που έμαθαν, για να περιγράψουν, να ταξινομήσουν, να αναλύσουν, να αξιολογήσουν και να ερευνήσουν τα διάφορα περιβαλλοντικά δεδομένα που συγκέντρωσαν. Εφάρμοσαν το γνωστικό υλικό σε συγκεκριμένες δραστηριότητες συσχετισμού δεδομένων ανάμεσα στο ανθρωπογενές και το φυσικό περιβάλλον και έμαθαν να αντιμετωπίζουν το λόφο ως ενιαίο σύνολο, στο οποίο οι φυσικές διεργασίες αλληλεπιδρούν σε διαχρονικό επίπεδο με τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Για παράδειγμα στη φανταστική ιστορία, που έγραψαν τα παιδιά σχετικά με τα δύο δενδρώδη πουρνάρια, τα δύο αυτά φυτά διηγούνται τη ζωή τους, συνδέοντας άμεσα τη φυσική τους εξέλιξη με το διπλανό ναό. ∆ιεύρυναν το γνωστικό τους πεδίο, ως προς την αναγνώριση της διαχρονικής σημασίας των οικιστικών στοιχείων του λόφου (ναός, παλιά πέτρινα κτίρια κ.λ.π.) και απέκτησαν τεκμηριωμένα επιχειρήματα, για τη σημασία της διαφύλαξης και διατήρησής τους, ως αναπόσπαστων τμημάτων της πολιτιστικής κληρονομιάς όχι μόνο του τόπου, αλλά και ευρύτερα, σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο. Συγχρόνως κατανόησαν σε βάθος την ασυμβατότητα των σύγχρονων κτιριακών επεμβάσεων, με το ύφος των παλαιότερων κατασκευών (τοιχοποιία,
69
;Άποψη από την ημερίδα. αισθητική κ.λ.π.) II. Συναισθηματικός τομέας. Οι διάφορες δραστηριότητες έδειξαν ότι οι μαθητές αντιμετώπισαν το φυσικό περιβάλλον του λόφου με εντελώς νέα οπτική, αφού γνώρισαν τη χλωρίδα και την πανίδα του σε διαχρονικό επίπεδο, έμαθαν να σέβονται τις φυσικές διαδικασίες εξισορρόπησης του οικοσυστήματος (π.χ. τις τροφικές αλυσίδες στις οποίες κάθε οργανισμός είναι εξίσου σημαντικός για τη διατήρηση της ισορροπίας) και κατανόησαν τις αιτίες του επικίνδυνου ρόλου που έπαιξε ο άνθρωπος τις τελευταίες δεκαετίες με τις αδόκιμες επεμβάσεις του στη χλωρίδα (φύτεμα ξενικών ειδών σ τ ο λόφο, ασύδοτη ξύλευση κ.λ.π.) και στην πανίδα (φυτοφάρμακα που σκοτώνουν τα μικρά ζώα κ.λ.π.). Οι διάφορες δραστηριότητες σχεδιασμού της μελλοντικής μορφής του λόφου απέδειξαν ότι οι μαθητές διαμόρφωσαν νέες στάσεις και συμπεριφορές και γενικότερα απέκτησαν επιχειρήματα για μία ισορροπημένη μελλοντική διαχείριση του χώρου, που θα λαμβάνει υπόψη εξίσου τις φυσικές με τις ανθρωπογενείς παραμέτρους. III. Ψυχοκινητικός τομέας. Το περιεχόμενο των δραστηριοτήτων έδειξε ότι οι μαθητές απέκτησαν δεξιότητες ερμηνείας διαφόρων ειδών μαρτυριών (εικονιστικές, πολυτροπικές, χαρτογραφικές, ιστορικές, αρχαιολογικές κ.λ.π.), συλλογής και καταγραφής δεδομένων, άσκησης σε μεταγνωστικές δεξιότητες ελέγχου του γνωστικού υλικού και χρησιμοποίησής του σε μία ποικιλία μορφών εικαστικής έκφρασης. IV. ∆ραστηριότητες διάχυσης των αποτελεσμάτων του προγράμματος στην τοπική κοινωνία. Οι διάφορες δραστηριότητες των μαθητών είχαν έμμεσο και άμεσο αντίκτυπο στην τοπική κοινωνία. ∆ημιουργήθηκε αρχικά στους γονείς και αργότερα στο υπόλοιπο χωριό ένα κλίμα ενδιαφέροντος για την εργασία των μαθητών και πολλοί ήταν εκείνοι, που βοήθησαν με την παροχή υλικού μαρτυριών. Η εμπλοκή της τοπικής κοινωνίας σε αρκετές περιπτώσεις είχε αμεσότερο χαρακτήρα, από πολίτες που ευαισθητοποιήθηκαν περισσότερο και ανέλαβαν διάφορες παράλληλες δράσεις διάσωσης του περιβάλλοντος του λόφου. Καθοριστικής σημασίας ήταν η οργάνωση της ημερίδας παρουσίασης των αποτελεσμάτων του προγράμματος, που συνοδευόταν από την έκθεση των δραστηριοτήτων των μαθητών την Τρίτη 22 Ιουνίου 2004 στο χώρο του σχολείου. Η ημερίδα περιλάμβανε ενδιαφέρουσες εισηγήσεις σχετικά με το φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον του λόφου της Παναγίας Κονταριώτισσας και τους τρόπους διαχείρισής του. Στη συνέχεια οι μαθητές επέδωσαν στο ∆ήμαρχο ∆ίου την επιστολή, που ετοίμασαν σχετικά με τις διαπιστώσεις και τις προτάσεις τους και ακολούθησε περιήγηση στο χώρο έκθεσης δραστηριοτήτων. Η ημερίδα έκλεισε με τη μετάβαση όλων στο ναό της Παναγίας Κονταριώτισσας όπου ακολούθησε ξενάγηση από την αρχαιολόγο και διευθύντρια του Γραφείου Πιερίας της 9ης Εφορίας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Θεσσαλονίκης κ. Ευτέρπη Μαρκή. Ο τοπικός τύπος συνόψισε με παραστατικό τρόπο τα αποτελέσματα της ημερίδας, αλλά και του προγράμματος: «…Η εκδήλωση, την οποία παρακολούθησε πλήθος κόσμου, απέδειξε το πόσο μεγάλη σημασία έχει η μεθοδευμένη εκπαιδευτική προσέγγιση του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος όχι μόνο για τους ίδιους τους μαθητές, αλλά και για την τοπική κοινωνία και τους υπεύθυνους φορείς, διότι βοηθά στην αλλαγή στάσεων και νοοτροπιών και κινητοποιεί δράσεις για την ανάδειξη και σωστή διαχείριση του αμέσου περιβάλλοντος, όπως είναι στην προκείμενη περίπτωση ο λόφος της Παναγίας Κονταριώτισσας με τον Πρόταση 2 ομώνυμο βυζαντινό ναό, ένα μνημείο ανάπλασης του λόφου αξίας όχι μόνο για την περιοχή αλλά (ομαδική και για ολόκληρο το νομό Πιερίας» . μαθητική εργασία).
1 Σχετικά με τους τομείς και τους όρους αξιολόγησης των προγραμμάτων περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, βλ. ενδεικτικά Σοφούλης - Γαβριλάκης 2002, σ. 131- 132 και Ράπτης 2000, σ.
198 - 199.
70
ΠΡΟΣ: Τον Κύριο ∆ ήμαρχο ∆ ίου Κονταριώτισσα 22 Ιουνίου 2004 Αξιότιμε Κύριε ∆ ήμαρχε Τη φετινή σχολική χρονιά το σχολείο μας εφάρμοσε ένα πρόγραμμα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης με θέμα: «Ο λόφος με την παλιά εκκλησία στη ζωή του χωριού μου. Ερευνώ το παρελθόν και το παρόν. Προτείνω λύσεις για το μέλλον». Με αυτήν την εργασία είχαμε την ευκαιρία να γνωρίσουμε το φυσικό περιβάλλον του λόφου και την αξία του. Ασχοληθήκαμε με τη χλωρίδα, την πανίδα, τον ναό, τη γεωλογία, την τοπογραφία, το νερό, το κλίμα και ανάμεσα σ΄ αυτά τα θέματα ανακαλύψαμε πολλά προβλήματα που μπορούν να επηρεάσουν τη φυσική ομορφιά του λόφου. Ένα μεγάλο πρόβλημα του λόφου είναι η εξαφάνιση της χλωρίδας που οφείλεται στην υπερβόσκηση, στην υλοτόμηση και στην αμέλεια των κατοίκων. Είναι πολύ σημαντικό να πάρουμε κάποια αποτελεσματικά μέτρα για την προστασία της χλωρίδας, όπως η δενδροφύτευση με φυτά αυτοφυή κι όχι ξένα, όπως τα κυπαρίσσια της Αριζόνας ή οι πικροδάφνες, η προστασία του πρασίνου και η απαγόρευση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στις δασικές εκτάσεις. Η φυσική ισορροπία του λόφου κινδυνεύει και από την εξαφάνιση της πανίδας που έχει μειωθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια. Ο ∆ήμος θα πρέπει να απαγορεύσει το κυνήγι των ζώων και να ανακηρύξει την προστασία τους. Με τις επισκέψεις μας στο λόφο ανακαλύψαμε άλλο ένα μεγάλο πρόβλημα, τη ρύπανση του λόφου από τα σκουπίδια. Ο χώρος γύρω από το νεκροταφείο μοιάζει με σκουπιδότοπο, η ποτίστρα που χρησιμεύει για το πότισμα των ζώων έχει ρυπανθεί και πολλές φορές οι γυναίκες που ανάβουν τα καντήλια στο ναό αφήνουν τα λάδια στα παράθυρα του ναού με αποτέλεσμα να λερωθεί ο τοίχος. Είναι απαραίτητο να τοποθετηθούν κάδοι στο λόφο, να καθαριστεί το νεκροταφείο ή να μεταφερθεί σε άλλο σημείο. Επίσης να ενημερωθούν οι κάτοικοι για να καταλάβουν την αξία του λόφου και να μειώσουν τη ρύπανση. Αν κάποιος επισκεφθεί το λόφο θα παρατηρήσει ότι ο φωτισμός έχει καταστραφεί. Θα πρέπει να αντικατασταθεί άμεσα. Ο περίβολος του ναού έχει καταστραφεί και θα πρέπει να επιδιορθωθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να μη χαθεί η παλιά του τοιχοποιία. Τα μαντριά είναι ένα μεγάλο πρόβλημα του λόφου, γιατί καλύπτουν μεγάλες εκτάσεις πρασίνου και μολύνουν το περιβάλλον με τις ακαθαρσίες των ζώων. Με την εργασία αυτή ανακαλύψαμε ένα ξεχωριστό φαινόμενο της φύσης. Πίσω από τον ναό της Παναγίας υπάρχουν δύο μεγάλα πουρνάρια που ξεπερνούν τα 500 έτη. Θα σας παρακαλούσαμε να ενημερώσετε τη δασική υπηρεσία για να τα ανακηρύξει μνημεία της φύσης. Είμαστε σίγουροι ότι θα λάβετε υπόψη σας τα προβλήματα και θα κάνετε ότι μπορείτε για να βρείτε κάποιες λύσεις που θα συμβάλουν στη διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος του λόφου. Με εκτίμηση Η Περιβαλλοντική Ομάδα του ∆ ημοτικού Σχολείου Κονταριώτισσας.
Επιστολή της Περιβαλλοντικής Ομάδας προς το ∆ήμαρχο ∆ίου.
71
ΙSBN: 960-87786-2-Χ