Μαραθώνιες Διαδρομές Χρήστος Παπαζαχόπουλος
Πρόλογος Εκεί που το κορμί λυγάει. Η αναζήτηση των ορίων και των ιδιαίτερων δυνατοτήτων μου είναι κάτι που πάντα με απασχολούσε. Ήθελα να γνωρίζω πόσο κοντά ή πόσο μακριά είμαι από αυτά. Πολλές φορές ανησυχώ ότι τα όρια μου μπορεί να είναι πολύ ψηλότερα και έχω μείνει πολύ πίσω είτε από φόβο, είτε από έλλειψη αποφασιστικότητας και θέλησης να βγω από τη ζώνη ευκολίας μου να τα προσεγγίσω. Πάντα ήθελα να παίζω σ’ έναν χώρο που παρέχει ασφάλεια, να κάνω μικρά και σταθερά βήματα εκπληρώνοντας μ’ αυτόν τον τρόπο μέρος των συντηρητικών μου επιθυμιών. Τα βιώματα, ο γενετικός μου κώδικας και ίσως ακόμη και η έλλειψη αυτογνωσίας, μ’ έκαναν να κινούμαι σε περιοχές ασφάλειας, αποτρέποντάς με να δοκιμάσω καταδύσεις σε αχαρτογράφητα νερά. Για να είμαι πιο δίκαιος με τον εαυτό μου, έκανα μεγάλα άλματα στον επαγγελματικό χώρο και πέτυχα σπουδαία πράγματα μέχρι τώρα. Όσον αφορά, όμως, άλλες επιθυμίες που έχουν σχέση με το τι πραγματικά με κάνει ευτυχισμένο, είχα μείνει λίγο πίσω, τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα. Η επαγγελματική επιτυχία δεν ήταν ποτέ η μεγαλύτερη επιθυμία μου, ήταν όμως απαραίτητη και αναγκαία για να δραπετεύσω από τη μιζέρια. Η ιδέα του Μαραθώνιου ήταν κάτι που πάντα με γοήτευε και μ’ ενθουσίαζε. Είναι, ομολογουμένως, κάτι πολύ σκληρό και δύσκολο, αλλά είναι αυτό που, μέσα στο εύρος του, μπορεί να χωρέσει πολλές από τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες μου. Πέρασα από πολλά στάδια και σκέψεις μέχρι να τολμήσω μια τόσο σκληρή δοκιμασία για πρώτη φορά. Ήθελα να είμαι Τερµατισµός στο Καλλιµάρµαρο πνευματικά έτοιμος για ένα τέτοιο εγχείρημα.
Η πνευματική δύναμη, η δύναμη της ψυχής πρέπει να κυριαρχήσει, να δώσει εντολές και να πείσει το σώμα να κινητοποιηθεί, όταν το κορμί λυγάει και παύει να ανταποκρίνεται. Ήθελα λοιπόν να είμαι σίγουρος ότι πνευματικά είμαι καλά προετοιμασμένος να το αντιμετωπίσω. Είναι κι αυτό ένα προσεκτικό βήμα πριν επιχειρήσω κάτι καινούργιο; Ναι, είναι. Ο κώδικάς μου, εξάλλου, δεν μπορεί ν’ αλλάξει από τη μια μέρα στην άλλη. Μπήκα λοιπόν σ’ αυτή τη διαδικασία γνωρίζοντας ότι θα πονέσω πολύ, θα πονέσει το σώμα μου, αλλά και το πνεύμα μου από την αδυσώπητη επίθεση των αρνητικών σκέψεων, που κατακλύζουν το μυαλό, όταν το κορμί λυγάει απ’ τον πόνο. Η περιέργεια μου, όμως, να δω μέχρι πού φτάνουν τα όρια μου, ήταν πολύ μεγάλη. Θα ήταν η πρώτη φορά που θα έπρεπε να διαχειριστώ ταυτόχρονα έντονο σωματικό και πνευματικό πόνο για την εκπλήρωση ενός στόχου και όλο αυτό θα έπρεπε να το κάνω μόνος μου, χρησιμοποιώντας μόνο το μυαλό και το σώμα μου. Μια τέτοια δοκιμασία έχει μεγάλη μοναξιά, το μυαλό και το σώμα μας είναι μοναδικά, κανείς στον κόσμο δεν τα ξέρει καλύτερα από εμάς τους ίδιους. Κανείς δεν μπορεί να παρεισφρήσει στο μυαλό μας και κανείς άλλος δεν έχει τη μοναδική ανατομία του σώματός μας. Όσο καλύτερα γνωρίζω τον εαυτό μου, τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία μου, τόσο καλύτερα μπορώ να βρω τρόπους για να προσεγγίσω τα όριά μου. Μέσ’ απ’ τις ατέλειωτες ώρες τρεξίματος κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας και των αγώνων, μου δίνεται η ευκαιρία να βουτήξω μέσα μου και ν’ ανοίξω πόρτες που ήταν για χρόνια ερμητικά κλειστές. Αυτή η γνωριμία με τον εαυτό μου με βοηθάει ν’ αποκαλύψω πολλές άγνωστες πτυχές του, αλλά και να χτίσω χαρακτήρα και ταυτότητα. Η συμμετοχή μου σε Μαραθώνιους δρόμους είναι ένα ταξίδι που άρχισα, χωρίς να ξέρω πότε θα τελειώσει. Δεν θέλω να βάλω πια περιορισμούς. Θέλω να το ζήσω μέχρις εκεί που μ’ ευχαριστεί, μέχρις εκεί που με κάνει ευτυχισμένο. Χρήστος Παπαζαχόπουλος i
Chapter 1
Σκέψεις
Section 1
Εσωτερική αναζήτηση Όλα άρχισαν ένα πρωινό Κυριακής, τον Νοέμβριο του 2000, όταν έτυχε να πάω στο γραφείο μου, στην οδό Μεσογείων, στον πρώτο όροφο, με θέα στη Λεωφόρο. Το φθινόπωρο είχε μπει για τα καλά. Ο καιρός ήταν πολύ μουντός, το πήγαινε για βροχή. Η διάθεση αρκετά βαριεστημένη, Κυριακή για δουλειά, μετά από ξενύχτι, δεν ήταν και ό,τι καλύτερο. Ήμουν μόνος στο γραφείο και υπήρχε απόλυτη ησυχία. Άρχισα σιγά-σιγά να διεκπεραιώνω κάποια θέματα, όταν ξαφνικά άκουσα μια ευχάριστη φασαρία στον δρόμο και πολλά χειροκροτήματα. Πήγα προς το παράθυρο να δω τι γίνεται. Είχε αρχίσει να ψιχαλίζει και ο δρόμος άρχιζε σταδιακά να παίρνει πιο σκούρο χρώμα. Κοντοστάθηκα λίγο στο παράθυρο και είδα μερικούς αθλητές να τρέχουν με κατεύθυνση το κέντρο της Αθήνας. Αναρωτήθηκα τι αγώνας είναι αυτός και ποιοί είναι όλοι αυτοί που τρέχουν μέσα στη βροχή. Αμέσως σκέφτηκα ότι πρέπει είναι ο
κλασσικός Μαραθώνιος της Αθήνας, που ξεκινάει από τον Μαραθώνα και καταλήγει στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Η απόσταση είναι σαράντα δυο χιλιόμετρα κι εκατόν ενενήντα πέντε μέτρα! Είδα αρκετούς αθλητές να τρέχουν με πολύ καλό τέμπο. Αλήθεια, σκέφτηκα, πόση δύναμη σωματική και πνευματική θέλει κάποιος, για ν’ αρχίσει και να τελειώσει έναν τέτοιον αγώνα; Αλλά και γιατί να το κάνει; Υπάρχει λόγος για τόση δοκιμασία και καταπόνηση; Το πρώτο ερώτημα πάντα με βασάνιζε, ήθελα να δω μέχρι που φτάνουν οι αντοχές μου, στα άλλα δεν έδινα και τόση σημασία. Πάντα με έτρωγε η λαχτάρα να δω τον εαυτό μου να δοκιμάζει τα όριά του. Κάποιοι μπορούν να το πουν και μαζοχισμό, κάποιοι άλλοι θέληση να προκαλέσουν τον εαυτό τους, να δουν πώς αντιδρούν, όταν τον κάνουν να υποφέρει. Πολλά ερωτήματα πέρασαν εκείνο το πρωί απ’ το μυαλό μου, που όμως δεν 3
σήμερα που ανακάλυψα, ότι τις έχω παραμερίσει; Ήταν ο κορεσμός από το συνεχές κυνηγητό της δουλειάς ή μήπως είχα βαρεθεί τον τρόπο ζωής μου, που με είχε απομακρύνει από αυτό που ήθελα πραγματικά μέσα μου; Δύσκολο ν’ απαντήσει κανείς σε όλα αυτά, αν προηγουμένως δεν εξετάσει προσεκτικά τις συνθήκες, κάτω από τις οποίες ζει κάθε φορά αφού, σίγουρα, η ανάγκη της επιβίωσης ορίζει τις προτεραιότητες. Ίσως οι τωρινές επιθυμίες ή οι παλιές ανεκπλήρωτες να μην είναι τελικά τόσο δυνατές κάτω από διαφορετικούς όρους ζωής και να παραμερίζονται, έως ότου, καλύτερες περιστάσεις τους επιτρέψουν να έρθουν ξανά στην επιφάνεια, ζωντανές, ξαναγεννημένες και απαιτητικές. Μα, αν είν’ έτσι, οι συνθήκες μάς οδηγούν, ή εμείς οδηγούμε αυτές εκεί που θέλουμε; Μήπως η επιρροή που έχει ο καθένας στον εαυτό του και η αποφασιστικότητα ν’ αλλάξει τα δεδομένα, τον οδηγούν στην εκπλήρωση των
απαντήθηκαν. Κατέβηκα στο δρόμο και κοιτούσα για πολλή ώρα τους Μαραθωνοδρόμους. Είχαν περάσει το τριακοστό χιλιόμετρο και τους έμενε το πιο δύσκολο κομμάτι της διαδρομής. Ο στόχος για πολλούς από αυτούς ήταν να τερματίσουν. «Determination is everything» η αποφασιστικότητα είναι το παν, διάβασα σ’ ένα μπλουζάκι. Να άλλη μια μεγάλη αλήθεια, σκέφτηκα. Ανέβηκα στο γραφείο ευχαριστημένος, αλλά και λίγο προβληματισμένος: εγώ πού είμαι σε όλο αυτό; Τι έγιναν τα όνειρα που είχα παιδί, να συμμετέχω σε αγώνες και να κερδίζω; Ν’ ασχολούμαι με το πάθος μου, τα σπορ; Πολλές σκέψεις γι’ ανεκπλήρωτες επιθυμίες διαπέρασαν το μυαλό μου: βολεύτηκα με το εύκολο ή με παρέσυρε κι εμένα το ποτάμι και κάνω ό,τι έρχεται αβίαστα, χωρίς να κυνηγώ τις πραγματικές επιθυμίες μου; Γιατί ήταν 4
επιθυμιών του και τελικά στην ευτυχία; Ή μήπως το συνεχές κυνηγητό για εκπλήρωση νέων επιθυμιών μας κάνει τελικά δυστυχισμένους; Η αλήθεια, νομίζω, είναι στο κατά πόσο αυτές οι επιθυμίες αφορούν τον εαυτό μας, είναι επιθυμίες δικές μας που πηγάζουν από μέσα μας και όχι επιθυμίες των γύρω μας, που μας υποχρεώνουν να επιβεβαιώσουμε το είναι μας μέσ’ απ’ τη γνώμη των τρίτων και να νομίζουμε πως έτσι γινόμαστε κοινωνικά αποδεκτοί και ελκυστικοί. Την επόμενη χρονιά σκέφτηκα να πάρω μέρος στον αγώνα των δέκα χιλιομέτρων που ήταν ουσιαστικά τα δέκα τελευταία χιλιόμετρα της διαδρομής του κλασικού Μαραθώνιου. Αφετηρία ήταν η Αγία Παρασκευή με τερματισμό το Παναθηναϊκό Στάδιο. Χωρίς καμιά ιδιαίτερη προετοιμασία έτρεξα τον αγώνα και τον τελείωσα σε σαράντα πέντε λεπτά περίπου. Είχα αρχίσει να διαδίδω στην
Εταιρεία, όπου εργαζόμουν, ότι θα τρέξω τα δέκα χιλιόμετρα και υπήρξε η σχετική υποστήριξη. Τελειώνοντας τον αγώνα έμεινα στο Στάδιο να παρακολουθήσω τους δρομείς του κλασικού Μαραθώνιου. Εντυπωσιάστηκα πάρα πολύ όταν μπήκαν οι πρώτοι αθλητές στο Στάδιο σε χρόνο κοντά στις δυο ώρες και δεκαπέντε λεπτά! Υπεράνθρωποι, σκέφτηκα. Πώς είναι δυνατόν να τρέχουν σαράντα δύο χιλιόμετρα ασταμάτητα και με τέτοιο ρυθμό; Πόση δύναμη έχουν μέσα τους; Πρέπει να είναι ένα συνδυασμός φυσικής και πνευματικής δύναμης. Και καλά οι αθλητές, οι άλλοι όμως που τρέχουν μόνο για τον εαυτό τους, για να δοκιμάσουν πόσο αντέχουν; Αυτοί μάλλον πρέπει να διαθέτουν περισσότερο πνευματική δύναμη απ’ όσο φυσική. Κάθισα στο Στάδιο αρκετή ώρα παρακολουθώντας τον τερματισμό των αθλητών και τους χειροκρότησα όλους. 5
Έφυγα παίρνοντας ένα αναμνηστικό μπλουζάκι. Ήμουν ικανοποιημένος από την επίδοσή μου, ως τη στιγμή που είδα αυτούς που έτρεξαν τα σαράντα δυο χιλιόμετρα. Ένιωσα τότε ότι αυτό που είχα καταφέρει ήταν τελικά λίγο. Θα μπορούσα, άραγε, να τρέξω κι εγώ όλη τη διαδρομή; Με την σχετική προετοιμασία γιατί όχι, από την άλλη, όμως, μου φαινόταν τόσο μεγάλο το εγχείρημα. Υπήρχε θέληση, αλλά και φόβος μαζί. Αν δεν φοβόμουν, τι θα έκανα; Πόσες φορές ο φόβος μ’ έχει αποτρέψει από πράγματα που επιθυμώ; Αυτό το ερώτημα πάντα με ελέγχει. Μερικές φορές λέω στον εαυτό μου, ίσως για να τον δικαιολογήσω, ότι δεν είναι ο φόβος που με αποτρέπει να κάνω κάτι, αλλ’ ότι αυτό το «κάτι» ίσως να μην αξίζει να το προσπαθήσω. Είναι σαν τη σκέψη που έκανε η αλεπού του Αισώπου, που, διψασμένη και πεινασμένη, σαν είδε ένα τσαμπί με ώριμα σταφύλια να κρέμονται απ’ την κληματαριά, πήδηξε δυο
φορές να τα πιάσει χωρίς αποτέλεσμα και κατέληξε γρήγορα στο συμπέρασμα ότι δεν αξίζει να ξαναπροσπαθήσει, διότι τα σταφύλια ήταν ξινά! Τελικά ήταν αρκετή η θέληση που είχα να υπερνικήσω το φόβο και να βάλω τον εαυτό μου σ’ αυτή τη δοκιμασία; Για τα αμέσως επόμενα χρόνια, θα έλεγα μάλλον πως όχι. Το ίδιο σκηνικό επαναλήφθηκε και την επόμενη χρονιά. Έτρεξα πάλι τα δέκα χιλιόμετρα κάνοντας ξανά τις ίδιες σκέψεις. Ναι, είπα, του χρόνου θα το επιχειρήσω, αλλά... για στάσου, η προετοιμασία πρέπει να γίνει μέσα στο καλοκαίρι για τον αγώνα, δηλαδή... θα τρέχω τον Αύγουστο; Καλά, θα δούμε μέχρι τότε. Τον επόμενο χρόνο δεν πήγα καν στα δέκα χιλιόμετρα, διότι άλλαξε η διαδρομή και την έκαναν μέσα στο κέντρο της Αθήνας, οπότε ξεβολεύτηκα λίγο. Έλαβα μέρος την μεθεπόμενη χρονιά μέσα στην Αθήνα τερματίζοντας πάλι στο Στάδιο. Ίδιες σκέψεις 6
και ερωτήματα μου περνούσαν από το μυαλό. Τελικά είναι φόβος ή απλά δεν θέλω να ξεβολευτώ και να βάλω τον εαυτό μου σ’ αυτή τη διαδικασία; Μάλλον το δεύτερο, κατέληξα. Πέρασαν δέκα ολόκληρα χρόνια από τότε, όταν κάποια στιγμή ο φίλος μου ο Αλέξης μου δώρισε με πολύ ενθουσιασμό ένα βιβλίο για το πώς μπορεί για πρώτη φορά κάποιος να ολοκληρώσει μια Μαραθώνια διαδρομή, ακόμα και αν δεν έχει τρέξει ως τότε ούτε τρία μίλια. Είχε αγοράσει από το εξωτερικό δύο βιβλία ένα γι’ αυτόν κι ένα για μένα. Ενδιαφέρον, σκέφτηκα, το ξεφύλλισα τις πρώτες ημέρες, αλλά μετά το άφησα σαν εκκρεμότητα στο μυαλό μου, μέχρι που ήρθε η στιγμή της μεγάλης απόφασης. Ήταν Παρασκευή βράδυ, Ιανουάριος του 2013 και είχαμε πάει για πίτσες στην πλατεία της Νέας Πεντέλης με τον Πέτρο και τον Βασίλη. Ο Πέτρος ανέφερε ότι την προηγούμενη χρονιά είχε τρέξει τον Μαραθώνιο στη Ρώμη
και επίσης τον κλασσικό Μαραθώνιο της Αθήνας. Δεν το περίμενα από τον Πέτρο να μπορεί να τρέξει Μαραθώνιο τόσο εύκολα, όσο έλεγε. Αλλά κι ο Βασίλης είπε ότι κι αυτός είχε τρέξει Μαραθώνιο στην Καλιφόρνια, στο San Diego, εκεί όπου ζούσε πριν έρθει στην Ελλάδα. Και οι δύο μου περιέγραφαν το γεγονός με πολύ ενθουσιασμό και περηφάνια και σίγουρα όχι σαν κάτι ακατόρθωτο. Τους ρώτησα τι προετοιμασία χρειάζεται και μου είπαν ότι δεν είχαν κάνει καμιά ιδιαίτερη προπόνηση. Μου άρεσε η ιδέα να τρέξω στη Ρώμη, σ’ αυτό το ανοιχτό Μουσείο κι άρχισα να συγκεντρώνω περισσότερες πληροφορίες. Ο αγώνας ήταν στις 17 Μαρτίου, είχα δεν είχα δυο μήνες για προετοιμασία. Γύρισα το βράδυ σπίτι με την ιδέα καρφωμένη στο μυαλό: να τρέξω στη Ρώμη! Την επόμενη μέρα μπήκα στο διαδίκτυο και είδα πως μπορώ να γραφτώ, οπότε και αμέσως άρχισα να ξεφυλλίζω το δώρο του Αλέξη με περισσότερο ενδιαφέρον 7
ημέρα σκεφτόμουν πως δεν κατάφερα ν’ αρχίσω καν ό,τι είχα προγραμματίσει. Υποσχέθηκα στον εαυτό μου να το κάνω την επόμενη μέρα χωρίς άλλη αναβολή. Το ξυπνητήρι χτύπησε και πάλι στις έξι, αλλ’ αυτή τη φορά ήμουν αποφασισμένος. Σηκώθηκα γρήγορα από το κρεβάτι και δεν κοίταξα καθόλου έξω, για να μην αποθαρρύνω τον εαυτό μου. Ήπια καφέ και ξεκίνησα. Ευτυχώς δεν έβρεχε σήμερα. Όταν έφτασα στο δάσος, ήταν ακόμα θαμπά. Ξεκίνησα να τρέχω. Υπήρχε απόλυτη ησυχία, μόνο τα πουλιά ακούγονταν, το δάσος μύριζε ωραία από τη βραδινή βροχή και το χώμα ήταν μαλακό. Μετά το πρώτο χιλιόμετρο είδα κάποιον, που είχε βγάλει το σκυλί του βόλτα. Αυτόν θα τον συναντούσα συνέχεια από εδώ και στο εξής και μάλιστα στο ίδιο πάντα σημείο. Τέτοιος συγχρονισμός! Μετά είδα τρεις συνταξιούχους, που κάνανε τη βόλτα τους. Ευτυχώς, είπα μέσα μου, δεν είμαι ο μόνος τρελός!
αυτή τη φορά. Αποφάσισα ότι θα λάβω μέρος και θα τερματίσω ό,τι κι αν γίνει. Τη Δευτέρα το ανακοίνωσα στο γραφείο, ώστε να μη μπορώ να κάνω πίσω. Δήλωσα συμμετοχή και έκλεισα και τα εισιτήρια την ίδια μέρα. Τώρα έπρεπε ν’ αρχίσω να τρέχω συστηματικά πολλά χιλιόμετρα μέσα στην εβδομάδα. Η θέληση πολλή μεγάλη και ο στόχος πολύ φιλόδοξος. Είχα μόνο δυο μήνες για προετοιμασία κι έπρεπε να το κάνω προσεκτικά, για να μην τραυματιστώ. Αποφάσισα ότι θα τρέχω τις καθημερινές στο δάσος Συγγρού, τα πρωινά πριν τη δουλειά και το Σαββατοκύριακο στον περίγυρο του Ολυμπιακού Σταδίου. Το πρώτο πρωί το ρολόϊ χτύπησε στις έξι. Ήταν Ιανουάριος κι έριχνε βροχή. Πήγα στο παράθυρο και κοίταξα έξω. Πίσσα σκοτάδι! Αδύνατον, είπα, να πάω τώρα για τρέξιμο. Έπεσα ξανά στο κρεβάτι στενοχωρημένος και αδυνατώντας να κοιμηθώ, δεν μου άρεσε αυτή η έκβαση. Όλη την 8
Section 2
Η μοναχική διαδρομή της προπόνησης Κάθε φορά που πηγαίνω στο δάσος, του οποίου η περίμετρος είναι γύρω στα πέντε χιλιόμετρα, ακολουθώ μια συγκεκριμένη διαδρομή ακριβώς τεσσάρων χιλιομέτρων, ώστε ν’ αποφεύγω κάποιες απότομες ανηφόρες. Όπως μπαίνω από τη δυτική πλευρά του δάσους, παίρνω το δρόμο προς τη νότια πλευρά, κάνω αριστερά σε μια μικρή κατηφόρα και ύστερα μπαίνω σ’ ένα μονοπάτι με φιστικιές. Στη συνέχεια ακολουθώ μια ανηφόρα παράλληλα με τη λεωφόρο Κηφισίας, είναι ενός χιλιομέτρου περίπου. Ακολουθώντας την, πάντα περνώ από τον φρουρό που φυλάει μέρα-νύχτα την Μότορ Όϊλ, που βρίσκεται απέναντι. Μετά το τέρμα της ανηφόρας, κάνω δεξιά και περνώ από ένα σημείο, όπου δεν φαίνεται καθόλου ουρανός, αφού τα πεύκα εκεί σκεπάζουν το φαρδύ μονοπάτι με τα ενωμένα κλαριά τους. Είναι από τα πιο ωραία και γραφικά σημεία της διαδρομής. Ακολουθεί μια μικρή
ανηφόρα, που βγάζει δίπλα από το γήπεδο ποδοσφαίρου και μπάσκετ. Έχω τρέξει πολλά χιλιόμετρα σ’ αυτό το γήπεδο με την ομάδα ποδοσφαίρου. Προτού το προσπεράσω, στρίβω δεξιά και μπαίνω σ’ ένα στενό μονοπάτι που χωράει μόνο ένα άτομο. Καθώς το σώμα μου ακουμπά πάνω στα κλαδιά των δένδρων, η πρωϊνή δροσιά των φύλλων με ξυπνάει για τα καλά. Νομίζω ότι μόνο εγώ περνώ από αυτό το σημείο, αφού ποτέ δεν έχω συναντήσει άλλον εκεί μέσα, γι’ αυτό το έχω ονομάσει το «μονοπάτι μου». Μια φορά είπα στον Βασίλη ότι αν ποτέ με ψάχνετε, πιθανόν να με βρείτε εκεί μέσα. Γέλασε... Το μονοπάτι είναι πολύ στενό με ψηλά πεύκα, αλλά και μικρούς θάμνους. Τα κλαδιά των δένδρων, ακλάδευτα κι άναρχα φυτρωμένα, με αναγκάζουν να σκύβω για να περάσω. Το έχω διασχίσει πάρα πολλές φορές, ώστε μου έχει γίνει πια οικείο. Είναι φορές που το καθαρίζω από τα πεσμένα κλαδιά, δεν θέλω 9
να φράξει, έχω συνηθίσει να περνώ από εκεί. Σε κάποιο σημείο έχει ένα μικρό ξέφωτο με χαμηλούς θάμνους και είναι το μόνο σημείο που μπορεί κανείς να δει ουρανό. Γνωρίζω και την παραμικρή λακκούβα του. Το μονοπάτι είναι εκατόν τριάντα οχτώ διασκελισμοί μου, αν κάνω περισσότερους είμαι εκτός ρυθμού, είναι για μένα ένας δείκτης της φυσικής μου κατάστασης, είναι μια δυναμική τρεξίματος που χρησιμοποιώ. Τα σύγχρονα ρολόγια των δρομέων δείχνουν δυναμικές τρεξίματος, όπως για παράδειγμα πόσα βήματα κάνουν το λεπτό, όταν τρέχουν ή πόσο χρόνο εφάπτεται το πέλμα τους στο έδαφος. Οι έμπειροι δρομείς κάνουν πάνω από εκατόν εβδομήντα διασκελισμούς στο λεπτό και ο χρόνος επαφής του πέλματος με το έδαφος είναι λιγότερο από δέκα χιλιοστά του δευτερολέπτου. Σ’ αυτό το μονοπάτι δεν μπορεί να με δει κανείς. Είναι στιγμές που το διασχίζω
σκεφτικός ή στενοχωρημένος, ψάχνοντας λύσεις στα προβλήματα που με απασχολούν. Κάποιος μπορεί ν’ αναρωτηθεί αν μπορώ να τρέχω, όταν είμαι στενοχωρημένος. Η απάντηση είναι ναι, μπορώ, το τρέξιμο με βοηθάει να διαλογιστώ. Σκύβω βαθιά μέσα μου και προσπαθώ να βρω τις αιτίες που με κάνουν κακόκεφο και λυπημένο. Μερικές φορές, πίσω από τις προφανείς αιτίες που μας κάνουν να αισθανόμαστε άσχημα, υπάρχουν κάποια αρνητικά βιώματα που σέρνουμε στο DNA μας και μας ωθούν να βλέπουμε τα πράγματα από άλλη οπτική. Η στάση με την οποία αντιμετωπίζουμε τις διάφορες καταστάσεις είναι αποτέλεσμα αυτών των βιωμάτων. Έχω παρατηρήσει και διαπιστώσει ότι οι άνθρωποι που έχουν περάσει καλά στην παιδική τους ηλικία ή γενικότερα έζησαν εύκολη ζωή χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα, έχουν μια πιο θετική στάση στα πράγματα, πιο αθώα, θα έλεγα, τους λείπει η πονηριά που 10
απαιτείται για να επιβιώσει κάποιος που αντιμετωπίζει συνεχώς δυσκολίες. Η έκφραση για παράδειγμα "Αμερικανάκι είσαι;" δηλώνει την αθώα στάση η οποία προέρχεται από το γεγονός ότι το μυαλό δεν έχει τριφτεί πολύ, για ν’ αντιμετωπίσει δύσκολες καταστάσεις. Πολλές φορές αυτό συμβαίνει και με τα παιδιά που έχουν μεγαλώσει στην πόλη. Σε καμία περίπτωση οι άνθρωποι αυτοί είναι λιγότερο έξυπνοι από άλλους, διαφέρουν απλά στον τρόπο, με τον οποίο αντιμετωπίζουν τα πράγματα. Η στάση μας αυτή προσδιορίζει την συμπεριφορά μας, η οποία πιθανόν να είναι η αιτία της ψυχικής μας κατάστασης. Έτσι, μπορεί να νιώθουμε ότι έχουμε πάντα δίκιο, πράγμα που, όταν δεν αναγνωρίζεται ή δεν γίνεται κατανοητό, προκαλεί απογοήτευση και στενοχώρια. Οι πολλές μοναχικές ώρες τρεξίματος μού δίνουν την ευκαιρία να κοιτάξω πιο βαθιά μέσα μου, να κατέβω πολλά
σκαλιά και ν’ ανοίξω αρκετές πόρτες για χρόνια ερμητικά κλειστές και να δω από πού προέρχονται τ’ αρνητικά βιώματα, να καταλάβω πώς επηρεάζουν τη στάση μου και κατ’ επέκταση τις σκέψεις και τις αποφάσεις μου. Το τρέξιμο με βοηθάει να κάνω μια βουτιά μέσα μου, ν’ αποκωδικοποιήσω το λειτουργικό σύστημα του μυαλού μου, το οποίο είναι υπεύθυνο για την στάση ζωής και την ευτυχία μου. Μετά το μονοπάτι, αρχίζει μια κατηφόρα που έχει καλή θέα προς την Αθήνα και οδηγεί σ’ έναν αμπελώνα. Μπαίνω μέσα στο αμπέλι, σε μιαν αράδα, και τρέχω. Το αμπέλι είναι κοντό σε ύψος και, όταν τρέχω εκεί, μου δίνει μια ιδιαίτερα θετική ενέργεια, μια αίσθηση υπεροχής, ίσως επειδή είμαι ψηλότερος από τα φυτά και με την κίνηση βλέπω να τα προσπερνώ από ψηλά. Για κάποιο λόγο, όταν τρέχω μέσα στο αμπέλι, μου έρχεται στο μυαλό η παροιμία 11
«πήγε σαν το σκυλί στο αμπέλι». Πολλές φορές, προηγουμένως, είχα αναζητήσει τη σημασία αυτής της παροιμίας, ποιά σχέση μπορεί να έχει το αμπέλι μ’ ένα σκυλί. Ψάχνοντας διάβασα ότι ο ιδιοκτήτης ενός αμπελιού είχε κάποτε έναν ωραίο σκύλο που τον αγαπούσε πολύ. Το αμπέλι του κάθε Αύγουστο έκανε πολύ ωραία σταφύλια και πολλά ζώα έμπαιναν και του τα έτρωγαν. Μια μέρα, βλέποντας να κινείται κάτι μέσα στο αμπέλι, πυροβόλησε. Δυστυχώς γι’ αυτόν ήταν ο αγαπημένος σκύλος του. Έτσι ο σκύλος πήγα τσάμπα και βερεσέ, άδικα δηλαδή. Ακολούθησα το πρόγραμμα της πρωινής προπόνησης μέχρι την έναρξη του Μαραθώνιου. Έντονο τρέξιμο κάθε πρωί, ντους, πρωινό και μετά γραφείο. Αυτό μου έδινε πολλή ενέργεια μέσα στην ημέρα. Ακόμα και ύστερ’ από πολλά χρόνια ένιωθα ανάλαφρος και γεμάτος ενέργεια. Τον πρώτο καιρό το τρέξιμο πήγαινε καλά,
μέχρι που άρχισαν να μου πονάνε τα γόνατα από τα πολλά χιλιόμετρα. Δοκίμασα όλες τις αλοιφές, πάγο, επιδέσμους, αλλά τίποτα, μάλλον δεν μπορούσα ν’ αποφύγω αυτόν τον πόνο, αν ήθελα να τρέξω στον Μαραθώνιο. Έβγαλα μαγνητική στο γόνατο να δω τι συμβαίνει, αν ήταν απλά πόνος από την κούραση ή κάποιος τραυματισμός. Ρώτησα με αγωνία τον αρμόδιο στο εργαστήριο αν έβλεπε κάτι ανησυχητικό. Απάντησε ότι δεν ήταν αυτή η δουλειά του, αλλά παρόλ’ αυτά έριξε μια ματιά και είπε πως από την εμπειρία του δεν έβλεπε κάτι. Ανακουφίστηκα! Ποτέ δεν την πήγα σε ορθοπεδικό να την δει. Μου έφτανε η γνώμη του τεχνικού και ας μην ήταν επιστημονική. Το πήρα απόφαση ότι έπρεπε να υποφέρω αυτόν τον πόνο κι έτσι συνέχισα να τρέχω. Η στιγμή της απογοήτευσης ήρθε όταν ένα πρωί, έχοντας τρέξει οχτώ χιλιόμετρα, έπαθα ένα μικρό τράβηγμα στον δικέφαλο. Ήταν περίπου ένας μήνας πριν τον Μαραθώνιο. 12
Γύρισα σπίτι κι έβαλα αμέσως πάγο. Όλη τη μέρα ήμουν χάλια, είχα απογοητευθεί πάρα πολύ, μάλλον θα πάω στη Ρώμη για τουρισμό, είπα μέσα μου. Τον τραυματισμό τον ξεπέρασα σχετικά εύκολα μέσα σε μια εβδομάδα και αναθάρρησα, είχα μείνει όμως αρκετά πίσω. Δεν είχα χρόνο να τρέξω πάνω από είκοσι δύο χιλιόμετρα, ενώ κανονικά, σύμφωνα με το πρόγραμμα, θα έπρεπε να έχω τρέξει είκοσι επτά, είκοσι οκτώ και δυο τριαντάρια πριν τον Μαραθώνιο. Αποφάσισα να μείνω στα είκοσι δύο για να μην τραυματιστώ πάλι και θα το πάλευα στη Ρώμη. Βέβαια θα έπρεπε να τρέξω άλλα είκοσι χιλιόμετρα, για να τερματίσω. Θα μπορούσα να το κάνω; Ποτέ δεν είχα τρέξει ξανά τόσο πολύ. Στο μεταξύ, είχαν μάθει όλοι πια ότι θα έτρεχα σ’ αυτόν τον Μαραθώνιο κι αυτό μου έδινε θάρρος, αλλά και λίγο άγχος σε περίπτωση αποτυχίας.
13
Chapter 2
Το βάπτισμα του πυρός (Ρώμη, 17.03.2013)
Εκκίνηση στην Ρώμη
Section 1
Ρώμη για ν’ αποφύγω το περπάτημα κι έκανα τον
Είχα κανονίσει να βρεθώ στο αεροδρόμιο
γύρο της πόλης.
με μια φίλη της Ηλέκτρας, την Ειρήνη, η οποία θα έτρεχε κι αυτή στη Ρώμη. Δεν ήταν η πρώτη
Πέρασα απ’ όλα τα σημαντικά αξιοθέατα
της φορά που θα έτρεχε Μαραθώνιο, είχε τρέξει
και σταμάτησα σε μερικά από αυτά
και στην Αθήνα και μάλιστα με καλό χρόνο.
σκεφτόμενος την προηγούμενη επίσκεψη στη
Ταξιδέψαμε μαζί και στη Ρώμη συναντήσαμε
Ρώμη με την κυρία Τασία, τη μητέρα μου,
κι έναν φίλο της Ιταλό, που μιλούσε ελληνικά.
μερικά χρόνια πριν. Την είχαν εντυπωσιάσει
Θα έτρεχε κι αυτός.
όλα, ειδικά το Βατικανό. Η αυριανή μέρα ξεκίνησε πολύ πρωί, με
Πήγαμε κατευθείαν στην έκθεση του Μαραθώνιου να παραλάβουμε τους αριθμούς
μεγάλη ανυπομονησία για το τι θα συμβεί.
μας. Ένιωθα ωραία στον ίδιο χώρο με τόσο
Πήρα το μετρό και πήγα στο Κολοσσαίο. Είδα
πολλούς αθλητές από διαφορετικές χώρες.
πάρα πολύ κόσμο που πήγαινε για να τρέξει.
Συνεχώς σκεφτόμουν τον τερματισμό, αλλά και
Υπήρχαν παρέες που έκαναν πολλά αστεία,
πώς θα είμαι μετά τα είκοσι δύο χιλιόμετρα.
έβγαζαν φωτογραφίες και γενικά έδειχναν ότι
Μετά την έκθεση πήρα το μετρό και ύστερα
δεν έχουν άγχος. Τους κοίταζα και τους
λεωφορείο κι επέστρεψα στο ξενοδοχείο.
απολάμβανα, φαίνεται ότι το είχαν κάνει και
Την επόμενη μέρα κατέβηκα στο κέντρο, η
άλλες φορές, έδειχνε σαν να ήταν ο τρόπος
Ειρήνη είχε αρρωστήσει και δεν θα έτρεχε
ζωής τους. Έφτασα στην αφετηρία, στο
τελικά, το ίδιο και ο φίλος της ο Ιταλός που θα
Κολοσσαίο, κατά τις οκτώ, ο αγώνας άρχιζε
της έκανε παρέα. Πήρα το ανοιχτό λεωφορείο,
γύρω στις εννέα. 15
Η πιστολιά έπεσε και ο αγώνας άρχισε. Ένα ποτάμι κόσμος ξεχύθηκε στη λεωφόρο τρέχοντας. Στην αρχή πηγαίναμε σιγά τα πρώτα δυο χιλιόμετρα, μέχρι ν’ αραιώσει ο κόσμος. Έφτασα στα πρώτα πέντε χιλιόμετρα. Από το άγχος μου δεν ήμουν σίγουρος αν ήταν τα πέντε ή τα δέκα. Στο δέκατο χιλιόμετρο άρπαξα ένα νερό από τον πάγκο κι ένας Ιταλός μου είπε δυνατά: «Smile Christos, smile!» Μπροστά απ’ το Κολοσσαίο της Ρώμης
Μου άρεσε τόσο πολύ αυτό, που στα επόμενα χιλιόμετρα το θυμόμουν και πήγαινα
Έκανα ζέσταμα και προετοιμασία για τον
χαμογελαστός, νομίζω βοήθησε πολύ να
αγώνα. Στόχος ο τερματισμός! Στην αφετηρία
διώξω τις αρνητικές σκέψεις και να ξεχάσω
υπήρχαν πολλές εκδηλώσεις, φιλαρμονικές και
τον πόνο.
μπάντες που έπαιζαν μουσικές, λεγεωνάριοι να
Μετά από κάποια ώρα άκουσα δυο αθλητές
παρελαύνουν, χειροκροτήματα από παντού,
να μιλάνε ελληνικά. Ο ένας έβριζε τη γυναίκα
ελικόπτερα να περνάνε από πάνω μας,
του, διότι ήταν δική της ιδέα να τρέξουν. Τους
πρωτόγνωρα πράγματα!
χαιρέτησα και προχώρησα. Παρακάτω 16
πλησίασα και μίλησα σ’ έναν δρομέα με μια
τη σκέψη μου, για κάθε αρνητική, έφερνα στο
μπλούζα που έγραφε «Νίκη Βόλου». Ήταν ένας
μυαλό μου μια δυνατή θετική. Σκεπτόμουν ότι
νεαρός φοιτητής είκοσι δυο ετών, που είχε
δεν έχω παρατήσει τίποτα στη ζωή μου, που να
έρθει στη Ρώμη με το πρόγραμμα Εράσμους και
το ήθελα πολύ και δεν θα τα παρατήσω ούτε
έτρεχε στον Μαραθώνιο. Τρέξαμε γι’ αρκετά
σήμερα. Πέρασα από κάποια σημεία που τα είχα
χιλιόμετρα μαζί. Τον άφησα κάπου στο εικοστό και ακολούθησα ένα γκρουπ Ιταλών που
επισκεφτεί με την κυρία Τασία το 2004. Ήταν
έκαναν διάφορα αστεία μεταξύ τους, δίνοντας
μεγάλη της επιθυμία να πάει στην Ιταλία. Κάθε
στη διαδρομή μια ευχάριστη νότα.
φορά που την επισκεπτόμουν στο χωριό, ήταν συνέχεια με το παράπονο στα χείλη:
Έχοντας ξεπεράσει το εικοστό δεύτερο χιλιόμετρο, αντιλήφθηκα ότι είχα ξεπεράσει
«Έχεις γυρίσει όλο τον κόσμο κι εμένα δεν μ’
τον εαυτό μου, αφού ποτέ δεν είχα ξανατρέξει
έχεις πάει πουθενά... Τι σε σπούδασα όλα
τόσο μεγάλη απόσταση. Ήμουν σχετικά καλά,
αυτά τα χρόνια; Θέλω να με πας στο
αν εξαιρέσω τον συνηθισμένο πια πόνο στα
εξωτερικό, να δω κι εγώ πώς είναι»
γόνατα. Αυτό μου έδωσε μεγάλη
Ήταν καλοκαίρι του 2004, όταν έβγαλα δύο
αυτοπεποίθηση για να συνεχίσω. Από εδώ και πέρα έπρεπε να παλέψω όχι με τη σωματική
εισιτήρια για πέντε ημέρες στη Ρώμη. Πήγα στο
κούραση, αλλά με τις αρνητικές σκέψεις που θα
χωριό να την πάρω. Στην αρχή δεν το πίστευε,
στροβιλίζονταν στο μυαλό μου λόγω της
δεν είχε ποτέ μπει σε αεροπλάνο. Αφού την
εξάντλησης. Προσπαθώντας να κοντρολάρω
έπεισα λέγοντας ότι θα χάσουμε πάνω από 17
χίλια ευρώ, αν δεν πάμε, ετοίμασε τα πράγματά
Τρέχοντας έφτασα στην Fontana di Trevi.
της. Τον πατέρα μου δεν τον ενδιέφερε καθόλου
Θυμήθηκα πως εδώ της άρεσε πολύ και ήθελε
να ταξιδέψει. Καθόταν ήσυχος και
να της βγάλω φωτογραφίες, για να τις δείξει
μονολογούσε:
στις γειτόνισσες, προφανώς για να ζηλέψουν που ο γιος της την πήγε στο εξωτερικό.
«Που θα πας τώρα Τασώ;»
Συνεχίζοντας το τρέξιμο, πέρασα από μια
Όταν ήρθε η ώρα να φύγουμε, έβαλε τα
μεγάλη διασταύρωση με φανάρια. Εδώ
κλάματα. Απίστευτο! Δεν τον είχα ξαναδεί να
θυμάμαι την είχα πιάσει από το χέρι και την
κλαίει και τον έβλεπα τώρα, στα εβδομήντα του
τραβούσα σαν να ήταν μικρό παιδί, για να
χρόνια. Μετά συνειδητοποίησα ότι αυτοί οι
περάσουμε γρήγορα το φανάρι, όπως με
άνθρωποι δεν είχαν χωρίσει σχεδόν ούτε μέρα
τραβούσε αυτή, σχεδόν σαράντα χρόνια πριν,
για πάνω από πενήντα χρόνια. Θυμάμαι το
όταν με πήγε να με γράψει στην πρώτη τάξη
άγχος της μάνας μου στο αεροπλάνο,
του Δημοτικού. Είχαμε φτάσει στο Σχολείο
καθόμασταν στις μπροστινές θέσεις και
σχεδόν τρέχοντας, έτσι νόμιζα τουλάχιστον,
συνέχεια κοιτούσε πίσω αδυνατώντας να
αφού καθώς είναι ψηλή, με μακριά πόδια, δεν
πιστέψει πως τόσοι πολλοί άνθρωποι
μπορούσα ν’ ακολουθήσω τότε τον γρήγορο
ταξιδεύουν με αεροπλάνο. Τη ρώτησα αν
διασκελισμό της. Ήμουν και πολύ αδύνατος,
φοβάται και μου είπε ότι δεν φοβόταν γι’ αυτήν,
ένα μάτσο κόκαλα, είδα μια φωτογραφία μου
αλλά για μένα. Η αλήθεια είναι ότι φοβόταν
μετά από πολλά χρόνια και τρόμαξα, είχα
μέχρι ν’ απογειωθεί το αεροπλάνο.
περίπου την ίδια μάζα σώματος με τα παιδιά 18
της Αφρικής. Ελάχιστα φαγητά μου άρεσαν,
ζωγραφιές που είχε και μου άρεσαν, ενώ η
όταν βέβαια υπήρχαν διαθέσιμα. Αυτό που
κυρία Τασία με τραβούσε βιαστικά στο δρόμο
έτρωγα συνέχεια ήταν ψωμί με πολλές
από το ένα χέρι. Έπρεπε να κάνουμε γρήγορα,
στρώσεις ζάχαρη, μάλλον αυτό μου έδινε
γιατί είχε να πάει στο χωράφι. Σ’ όλο το δρόμο
ενέργεια και υπερκινητικότητα. Στο φαγητό,
την άκουγα συνέχεια να μουρμουρίζει:
γενικά, ήμουν πολύ ιδιότροπος, για το λόγο
«Εσύ να μάθεις γράμματα, αλλιώς θα
αυτό και για πολλούς άλλους ακόμα, με
πηγαίνεις όλη μέρα στα χωράφια και στα
αποκαλούσαν «ο ανάποδος», «ο τρελός», «ο
πρόβατα»
τζαναμπέτης», καθώς και με πολλά άλλα, κάθε
Ακόμα ήμουν παιδί, δεν ήξερα γιατί μου το
άλλο παρά κοσμητικά επίθετα. Ωστόσο οι φίλοι μου στο χωριό είχαν πρόβλημα όταν έχανα στο
έλεγε αυτό συνέχεια. Και τι θα έκανα δηλαδή,
ποδόσφαιρο. Μπορούσα να τους κρατήσω να
αν μάθαινα γράμματα; Με όλες αυτές τις
παίζουμε μέχρι τα μεσάνυχτα, μέχρι να
σκέψεις και χωρίς να το καταλάβω έφτασα
κερδίσω, δεν μου άρεσε ποτέ να χάνω. Οι
στο εικοστό όγδοο χιλιόμετρο, όπου άρχιζε μια
ζαβολιές βέβαια ήταν κι αυτές πάντα μέσα στο
μεγάλη ανηφόρα. Είπα να περπατήσω λίγο
παιχνίδι, ο σκοπός αγίαζε τα μέσα. Στην πρώτη
όταν κάτι φασαριόζοι Ιταλοί με τύμπανα
επαφή με το Σχολείο, η δασκάλα μού έδωσε το
ήρθαν δίπλα μου και τα χτυπούσαν με όλη τους
Αναγνωστικό και φύγαμε άρον-άρον με τη
τη δύναμη. Ούτε σκέψη για περπάτημα, έφυγα
μητέρα μου. Κοιτούσα το βιβλίο με μεγάλη
σφαίρα στην ανηφόρα! Ο Μαραθώνιος είναι
περιέργεια, μπόρεσα να δω λίγες από τις
τόσο σκληρός που μόλις ο δρομέας τολμά ν’ 19
αναθαρρήσει, έχοντας καλύψει τα τριάντα
βήματα, όπως τα βήματα ενός μωρού παιδιού,
χιλιόμετρα, του ρίχνει έναν τοίχο μπροστά του
μικρά αλλά σταθερά, τα οποία το ενθαρρύνουν
και τον ακινητοποιεί. Είναι το γνωστό «τείχος
να πάει σε λίγο πιο γρήγορα, ν’ αρχίσει να
του μαραθωνοδρόμου». Εδώ πολλοί δρομείς
τρέχει, αλλ’ ίσως και να πιαστεί από κάπου για
εγκαταλείπουν την προσπάθεια, τους είναι
να μην πέσει. Το τείχος πέφτει μόνο με τη
δύσκολο ακόμα και να περπατήσουν. Σ’ αυτό το
δύναμη του μυαλού, απαιτεί μεγάλη
σημείο θα έλεγα ότι «ο Μαραθώνιος τρίβει τα
επικέντρωση για να μαζέψει ο δρομέας τις
χέρια του», δεν δείχνει κανένα έλεος, λες και
διάσπαρτες αντιφατικές σκέψεις που έχει
ξέρει ότι αν ο δρομέας περάσει από το τείχος,
προκαλέσει η έλλειψη γλυκογόνου. Όλες οι
τίποτα δεν μπορεί πια να τον σταματήσει. Είναι
σκέψεις πρέπει να επικεντρωθούν στην
μια πολύ δύσκολη στιγμή, που πρέπει ο δρομέας
ενεργοποίηση του αδρανούς σώματος. Είναι το
να διαχειριστεί κατάλληλα. Το σώμα
θαύμα που επιτελεί η δύναμη του μυαλού!
στεγνώνει, οι μύες σφίγγουν και σκληραίνουν,
Έφτασα στο τριακοστό χιλιόμετρο χωρίς
όπως το κρέας των ζώων όταν τα βασανίζουν,
ιδιαίτερα προβλήματα. Οι εκδηλώσεις πολλές
πριν τα σφάξουν. Οι σκέψεις έχουν στεγνώσει
και ωραίες μ’ έκαναν να ξεχνιέμαι.
κι αυτές. Χαμένες, παραπαίουν μέσα σε μια
Λεγεωνάριοι, και μονομάχοι στους δρόμους
σύγχυση. Eίναι η στιγμή που το μυαλό πρέπει να
παρότρυναν τους δρομείς να συνεχίσουν. Στο
ενεργοποιήσει το σώμα, να το κάνει να
τριακοστό δεύτερο χιλιόμετρο άρχισαν έντονοι
υπακούσει ξανά στις εντολές του, πρέπει να το
πόνοι στα πόδια, τρέχαμε πάνω σε
πείσει να ξεκινήσει πάλι, κάνοντας μικρά
πλακόστρωτο, ιδιαίτερα οδυνηρό γι’ αυτά. 20
Έριξα ψυκτικό κι έβαλα και αλοιφή. Νομίζα ότι
το τριακοστό έβδομο χιλιόμετρο, οι πόνοι ήταν
είχα χτυπήσει πάνω στον «τοίχο του
πολύ δυνατοί και τα πόδια μου ασήκωτα,
μαραθωνοδρόμου». Ένιωθα τα πόδια μου
έμοιαζαν να έχουν χάσει εντελώς την
ασήκωτα, λες κι έσερναν τις σιδερένιες μπάλες
ευλυγισία τους, ήταν σαν να έτρεχα με
των φυλακισμένων. Κατάφερα να μαζέψω τις
τεντωμένα πόδια. Μετά το τριακοστό έβδομο
σκέψεις μου, περπάτησα για λίγο και μετά
χιλιόμετρο ένιωθα κάπως καλύτερα, ήταν και ο
συνέχισα να τρέχω.
ψυχολογικός επηρεασμός ότι πια θα τερμάτιζα
Μπροστά απ’ το Βατικανό, ο κόσμος που
τον πρώτο μου Μαραθώνιο. Έμεναν μόνο πέντε
παρακολουθούσε ήταν πάρα πολύς. Μόλις είχε
χιλιόμετρα!
τελειώσει η ενθρόνιση του Πάπα και πάνω από
«Τώρα ό,τι και να γίνει θα τερματίσω, ακόμα
ένα εκατομμύριο κόσμος που είχε έρθει για την
και περπατώντας», σκέφτηκα.
τελετή, έμεινε να παρακολουθήσει και τον
Συνέχισα να τρέχω. Αρκετοί δρομείς είχαν
αγώνα. Απ’ όπου περνούσαμε ακούγαμε:
αρχίσει να περπατάνε προς τον τερματισμό,
«Μπράβο, μπράβι, μπραβίσιμο!»
έτρεχαν ξανά και μετά περπατούσαν κι αυτό
Ήθελα να πιω το τελευταίο gel, μα δεν είχα
συνεχίστηκε μέχρι το τέλος. Είχα μπροστά μου
κουράγιο να τ’ ανοίξω, το έδωσα σ’ έναν θεατή
έναν Ισπανό, τον Αντώνιο. Τον ακολούθησα,
να βοηθήσει. Νόμισε αρχικά ότι του το έδινα να
αλλά σταμάτησε και περπατούσε κι αυτός για
το πιει, μετά κατάλαβε και μου το άνοιξε.
λίγο. Στη συνέχεια με προσπέρασε. Μέχρι τον
Συνέχισα με πολύ βαρείς διασκελισμούς μέχρι
τερματισμό, αυτό γινόταν συνέχεια. 21
Μπήκαμε, επιτέλους, στην τελική ευθεία,
Έδωσα κουράγιο στον εαυτό μου:
ανεβαίνοντας μιαν ανηφόρα κι έχοντας πίσω
«Λίγο έμεινε ακόμα, Χρηστάρα μπορείς, τα
το Κολοσσαίο. Τα πρόσωπα όλων γύρω μου
κατάφερες!»
ήταν πολύ κουρασμένα, αλλά ταυτόχρονα έβλεπα και την ικανοποίηση στα μάτια τους,
Όταν πέρασα τα σαράντα χιλιόμετρα, ένιωσα
που θα κατάφερναν να τερματίσουν.
ότι τίποτα δεν με σταματάει πια. Θα τερματίσω! Είχα τεράστια κούραση, αλλά και απερίγραπτη ικανοποίηση μαζί. Ήταν από τις λίγες φορές, ίσως η μοναδική, που ένιωσα αυτό το συναίσθημα τόσο δυνατά. Τριακόσια μέτρα με χώριζαν απ’ τον τερματισμό, τον έβλεπα, ήταν μπροστά μου, ω Θεέ μου, τα κατάφερα!!! Μπράβο μου!!! Χαμογέλασα στους φωτογράφους σαν να μην είχα καθόλου τρέξει και τερμάτισα με τα χέρια ψηλά, όπως αρμόζει, όταν τερματίζεις έναν Μαραθώνιο. Τα κατάφερα, είπα ξανά και ξανά μέσα μου. Σαν μου έβαλαν το μετάλλιο στο λαιμό, ένιωθα σαν να ήμουν ο πρώτος,
Αφήνοντας πίσω μου το Κολοσσαίο
πολύ δυνατός, τόσο περήφανος που τα 22
κατάφερα! Τελικά δεν ήταν και τόσο δύσκολο.
γεγονός. Η επιμονή μου και το πείσμα μου ήταν
Πνευματικά είχα προετοιμαστεί για κάτι πολύ
καταλυτικοί παράγοντες για να τα καταφέρω.
χειρότερο, φοβόμουν πως θα υποφέρω πολύ
Είναι έμφυτες πτυχές του χαρακτήρα μου, που
περισσότερο, αλλά τελικά όλα καλά. Νομίζω
μ’ έχουν οδηγήσει εδώ που είμαι σήμερα. Είναι
ότι εκείνη τη μέρα ξεπέρασα τα όρια μου ή
γνωρίσματα που έχουν θετικά και αρνητικά
τουλάχιστον τα προσέγγισα. Σωματικά ναι,
στοιχεία, ανάλογα πού και πώς τα
μπορεί να τα πλησίασα αρκετά, πνευματικά,
χρησιμοποιεί κανείς κάθε φορά. Το πείσμα και
νομίζω, μπορούσα να υπομείνω περισσότερα.
η επιμονή μου μ’ έχουν βοηθήσει να πετύχω
Αυτό δεν θα μπορούσα ούτε καν να το σκεφτώ
πράγματα, αλλά και να φέρω σε δύσκολη θέση
πριν το επιχειρήσω. Εκεί που νομίζει κανείς ότι
κάποιους ανθρώπους, σωστά ή άδικα, αυτό
έφτασε στα όρια του, ανακαλύπτει ότι ο πήχυς
είναι σχετικό και εξαρτάται από πια οπτική το
είναι ακόμα πιο ψηλά. Η θέληση και η
βλέπει κανείς κάθε φορά. Πολλά συγχαρητήρια
αποφασιστικότητα ήταν πολύ μεγάλη,
ήρθαν μέσω του Facebook, όταν είδαν το
«determination is everything» ήταν το μήνυμα που
μετάλλιο κι η ευχαρίστησή μου πολύ μεγάλη απ’
είχα δει πάνω σε μια μπλούζα μερικά χρόνια
τα ωραία λόγια θαυμασμού για το κατόρθωμα.
πριν, στον Μαραθώνιο της Αθήνας. Δεν το
Το βράδυ εκείνο κοιμήθηκα πολύ λίγο, πόνοι
ξέχασα ποτέ κι αυτό με βοήθησε ν’ αποκρούσω
στα πόδια και υπερένταση με κράτησαν άϋπνο
και πολεμήσω όλα τ’ αρνητικά ερεθίσματα. Η
όλη τη νύχτα. Την επόμενη ημέρα αναχώρησα
μόνη σκέψη μου ήταν «τερματισμός ό,τι κι αν
για Αθήνα. Βρήκα την Ειρήνη στο αεροδρόμιο
γίνει». Ο πρώτος Μαραθώνιος ήταν πια
και μιλήσαμε για τον Μαραθώνιο. Με την ίδια 23
πτήση της Easy jet ήταν και άλλοι Έλληνες
Ήξερα ότι είναι πολύ δύσκολη διαδρομή, αλλ’
μαραθωνοδρόμοι και ανταλλάξαμε τις
άξιζε την πρόκληση να τρέξω ξεκινώντας από
εμπειρίες μας από τον αγώνα. Ο πρώτος μήνας
εκεί που όλα άρχισαν και να τερματίσω στο
μετά τον Μαραθώνιο κύλησε χωρίς να το
Παναθηναϊκό Στάδιο.
καταλάβω. Στο μυαλό μου ήταν πάντα ο επόμενος στόχος, που δεν μπορούσε να είναι άλλος από τον κλασσικό Μαραθώνιο της Αθήνας.
Το μετάλλιο της Ρώμης
Τερματισμός στην Ρώμη 24
Chapter 3
Προετοιμασία για τον κλασσικό Μαραθώνιο
Section 1
Προετοιμασία στο Βιετνάμ Η προετοιμασία για τον Μαραθώνιο της
και καμένη έξω από το χωριό της, όταν οι
Αθήνας, την πρώτη εβδομάδα του Νοεμβρίου,
Νοτιοβιετναμέζοι βομβάρδιζαν με βόμβες
άρχισε το καλοκαίρι και αναπόφευκτα μέσα
Ναπάλ δεν μπορεί να ξεχαστεί εύκολα, όσα
στις καλοκαιρινές διακοπές. Εκείνο το
χρόνια κι αν περάσουν. Στο βιβλίο που έγραψε
καλοκαίρι επέλεξα να επισκεφτώ το Βιετνάμ.
γι’ αυτή την τραγωδία, με τίτλο «Το κορίτσι της
Είχα ακούσει πολλά για τη φυσική ομορφιά του
φωτογραφίας», η Phuk περιγράφει όλη τη
τοπίου του και τη φιλοξενία των Βιετναμέζων.
φρίκη που έζησε, αλλά και την εκμετάλλευση
Η διάρκεια του ταξιδιού ήταν δύο εβδομάδες
που της έγινε αργότερα από το καθεστώς για
και περιελάμβανε τον γύρο της χώρας.
προπαγανδιστικούς λόγους.
Η πρώτη στάση ήταν στο Χο Τσι Μινχ
Η διαμονή μας στην Σαϊγκόν ήταν στο
(Σαϊγκόν), παλιά πρωτεύουσα του Βιετνάμ.
Grand Hotel Saigon, πολύ όμορφο και ιστορικό
Ιστορική πόλη που έγινε πασίγνωστη κατά τη
ξενοδοχείο, χτισμένο στο κέντρο της πόλης. Το
διάρκεια του πολέμου με τους Αμερικανούς. Οι
πρόγραμμα των ξεναγήσεων ήταν αρκετά
Βιετναμέζοι είναι ένας λαός που υπέφερε τα
βαρύ και δεν υπήρχε χρόνος για τρέξιμο. Μετά
πάνδεινα κατά τη διάρκεια του πολέμου και,
από μια ανάπαυλα δυο ημερών στο Νότιο
δυστυχώς, υποφέρει ακόμα από τις συνέπειές
Βιετνάμ, στο δέλτα του ποταμού Μεκόνγκ,
του. Είδα ακόμα και σήμερα παιδιά που
επιστρέψαμε ξανά στη Σαϊγκόν για
γεννιούνται παραμορφωμένα εξαιτίας των
διανυκτέρευση μιας βραδιάς, πριν
τοξικών αερίων που ρίχτηκαν τότε. Η
αναχωρήσουμε για το Κεντρικό Βιετνάμ.
φωτογραφία της Kim Phuk που έτρεχε γυμνή
Μείναμε ξανά στο ίδιο ξενοδοχείο. 26
Μετά από πολλή ταλαιπωρία στο κρεβάτι,
Ακόμα δεν είχα καταφέρει να τρέξω ούτε ένα χιλιόμετρο. Εκείνο το βράδυ δεν μπόρεσα να
κατέληξα στο συμπέρασμα ότι ήταν αδύνατον
κλείσω μάτι, πρέπει να στριφογύρισα
να κοιμηθώ. Κοίταξα το ρολόϊ, ήταν τέσσερις
εκατοντάδες φορές στο κρεβάτι. Να έφταιγε ο
και μισή. Πήγα στο παράθυρο και κοίταξα έξω.
κλιματισμός; Μάλλον ήταν εκείνο το παιδί που
Η πόλη ακόμα κοιμόταν. Καμιά κίνηση. Τα
είχα δει στο Νότιο Βιετνάμ, το οποίο είχε ένα
εκατομμύρια μηχανάκια που κυκλοφορούν
κεφάλι τεράστιο, ίσο με δυο κεφάλια και από
κατά τη διάρκεια της ημέρας είχαν
μακριά φαινόταν σαν να είχε βάλει μια
εξαφανιστεί. Οκτώ εκατομμύρια άνθρωποι
τεράστια μάσκα. Όταν πλησίασα κοντά και το
ζουν στην Σαϊγκόν και υπάρχουν εκεί και οκτώ
είδα, σοκαρίστηκα, δεν πίστευα ότι μπορεί να
εκατομμύρια μηχανάκια. Απίστευτη αναλογία!
γεννηθεί ένας άνθρωπος με τέτοιο κεφάλι. Σαν
Κατά τις πέντε και μισή μου ήρθε η ιδέα να πάω
θέλησα, ο απερίσκεπτος, να το φωτογραφίσω,
για τρέξιμο. Είχε αρχίσει να χαράζει και η
το παιδί μου έγνεψε με ευγενικό τρόπο ότι δεν
κίνηση ήταν περιορισμένη. Μήπως ήταν
ήθελε και έστρεψε το κεφάλι του αλλού. Πόσο
επικίνδυνο; Όχι, σκέφτηκα, οι Ασιάτες είναι
σκληρός κι αδιάκριτος ήμουν! Ακόμα δεν
φιλήσυχοι άνθρωποι, είναι μέσα στην
μπορώ να συγχωρήσω τον εαυτό μου.
κουλτούρα τους η ηρεμία και η φιλικότητα. Φόρεσα αθλητικά ρούχα και παπούτσια και
Όλο το βράδυ είχα αυτή την εικόνα του δυστυχισμένου παιδιού στο μυαλό μου και την
κατέβηκα στον δρόμο. Η θερμοκρασία κατά τη
ευγενική παράκλησή του να μην το
διάρκεια της ημέρας είναι υψηλή και σε
φωτογραφίσω.
συνδυασμό με τη μεγάλη υγρασία κάνει την
27
κατάσταση ανυπόφορη για τους επισκέπτες,
πόλη και πέρασα από έναν δρόμο που τα
ενώ οι ντόπιοι δείχνουν να μην τους ενοχλεί.
βράδια γεμίζει από κόσμο, νεαρό κυρίως
Αυτή, όμως, την πρωινή ώρα η θερμοκρασία
κόσμο. Παίρνουν καρεκλάκια και κάθονται στο
ήταν σε ανεκτά επίπεδα. Βγαίνοντας από το
πεζοδρόμιο να συζητήσουν, να φάνε και να
ξενοδοχείο κατευθύνθηκα προς το λιμάνι, όπου
πιούν. Η ξεναγός είπε ότι η ζωή στην Ασία είναι
τα πεζοδρόμια είναι αρκετά φαρδιά και
έξω από τα σπίτια. Την ίδια εικόνα,
άρχισα να τρέχω πάνω σ’ αυτά.
πραγματικά, είχα δει και στην Κίνα, την
Μετά από κανά-δυο χιλιόμετρα έφτασα στη
Ταϋλάνδη και την Μαλαισία. Όλοι είναι έξω
θάλασσα. Πέρασα εύκολα τις διασταυρώσεις,
στο πεζοδρόμιο, εκεί μαγειρεύουν, εκεί
κάτι αδύνατο κατά τη διάρκεια της ημέρας,
κοιμούνται τα μεσημέρια πάνω σε καρέκλες,
αφού δεν υπάρχουν καθόλου φανάρια για τους
εκεί κάθονται και συζητάνε, μόνο τη νύχτα
πεζούς. Η διάσχιση δρόμου την ημέρα είναι
μπαίνουν μέσα για να κοιμηθούν και πάλι όχι
στοίχημα ζωής για τους επισκέπτες, οι ντόπιοι
όλοι.
πάλι τα καταφέρνουν μια χαρά. Αρκετές φορές
Η ώρα κόντευε έξι και οι άνθρωποι είχαν
πιανόμουν από αυτούς για να περάσω
αρχίσει να στήνουν πάλι το σκηνικό στα
απέναντι. Είναι τόσο καλοί, που συνέχεια
πεζοδρόμια, βγάζοντας τραπέζια, καρέκλες,
χαμογελούσαν βλέποντας τον τρόμο στα μάτια
κατσαρόλες, λαχανικά και κρέατα για
μου. Το λιμάνι είχε αρχίσει να έχει κίνηση,
μαγείρεμα, μικρά ψυγεία. Όλα έξω. Δεν
έρχονταν κι έφευγαν συνέχεια μικρά πλοία
μπορούσα πια να τρέξω με ευκολία, αφού
μεταφέροντας κόσμο. Ξαναμπήκα μέσα στην
έκανα συνέχεια παρακάμψεις, για να μην πέσω 28
πάνω σε κανένα τραπέζι.
αλλά το πιο σημαντικό ήταν ότι είδα πώς
Κάποιοι περαστικοί με κοίταζαν που
αρχίζουν οι άνθρωποι εκεί να προετοιμάζουν
έτρεχα το πρωί κι έδειχναν ν’ απορούν λίγο.
και ν’ αρχίζουν την ημέρα τους, έναν αγώνα
Οφείλω να πω, πως δεν φοβήθηκα ούτε για μια
δύσκολο που δίνουν καθημερινά. Τίποτα δεν
στιγμή, όσους κοίταξα στα μάτια, μου
είναι εύκολο εκεί και σε τίποτα δεν συγκρίνεται
χαμογέλασαν, όσους ρώτησα για πληροφορίες
η ζωή τους με τον Ευρωπαϊκό τρόπο ζωής. Δεν
είχαν μεγάλη προθυμία να με βοηθήσουν,
υπάρχει χρόνος για ξεκούραση, καφέ,
άσχετ’ αν δεν καταλάβαινα λέξη, ενώ αυτοί
χαλάρωση και διακοπές, όλα εκεί είναι δουλειά
συνέχιζαν να μου εξηγούν στα Βιετναμέζικα.
για επιβίωση. Οι εικόνες αυτές δεν μου ήταν
Μετά από μια ώρα αποφάσισα να γυρίσω στο
ξένες, έχω ζήσει παρόμοιες στο παρελθόν και,
ξενοδοχείο. Η θερμοκρασία είχε αρχίσει ν’
μάλλον, τις είχα σχεδόν ξεχάσει.
ανεβαίνει και η αναπνοή μου γίνονταν όλο και
Μετά από μερικές μέρες επισκεφτήκαμε το
πιο βαριά εξαιτίας της υγρασίας. Ο ιδρώτας
βόρειο μέρος του Βιετνάμ και μείναμε στην
έτρεχε ποτάμι, δεν έχω ξαναδεί τον εαυτό μου
πρωτεύουσα, το Ανόϊ, μια πολύ μεγάλη πόλη με
να ιδρώνει τόσο πολύ, είχα κολλήσει
σημαντικά αξιοθέατα. Το ξενοδοχείο μας
ολόκληρος. Όταν έφτασα στο ξενοδοχείο
ανήκε σε μια Γιαπωνέζικη αλυσίδα και
ένιωσα πως μπήκα στον παράδεισο, ο αέρας
ομολογώ ήταν λίγο περίεργο στην διακόσμησή
ήταν λεπτός, μπορούσα ν’ αναπνεύσω πλέον
του. Ένα από τα πρωινά, που είχαμε ξενάγηση
πάλι κανονικά. Ήταν ενδιαφέρον τρέξιμο, είδα
για να δούμε τον τάφο του Χο Τσι Μινχ,
την πόλη άδεια χωρίς φασαρία και μηχανάκια,
βαριόμουν φοβερά ν’ ακολουθήσω το γκρουπ 29
και παρέμεινα στο ξενοδοχείο.
Μετά την πρώτη τους έκπληξη, άρχισαν να
Αφού έφαγα ένα ελαφρύ πρωινό,
συζητούν πάλι μεταξύ τους σε έντονο ύφος.
αποφάσισα να πάω για τρέξιμο. Είχε κάτι
Προσπάθησα να τους ρωτήσω τι συμβαίνει,
μεγάλες πλατείες εκεί κοντά και σκόπευα να
μου απάντησαν κάτι στη γλώσσα τους, αλλά
κάνω τον γύρο δυο-τρείς φορές. Φόρεσα
δεν κατάλαβα τίποτα. Τότε ακούστηκαν άλλες
γυαλιά, καπέλο και αθλητικά και βγήκα όχι από
φωνές από το βάθος και όλοι έτρεξαν προς την
την κεντρική πόρτα του ξενοδοχείου, αλλά από
κεντρική είσοδο. Μάλλον με είχαν περάσει για
μια διπλανή. Τότε είδα πλήθος εικονολήπτες
κάποιον επώνυμο που έμενε στο ίδιο
(cameraman) και δημοσιογράφους να στέκονται
ξενοδοχείο. Αφού απελευθερώθηκα, συνέχισα
στο ύψος της κεντρικής πόρτας. Έριξα μια
το τρέξιμο.
γρήγορη ματιά και ξεκίνησα τρέχοντας, όταν
Η θερμοκρασία και η υγρασία ήταν και
δυνατές φωνές ακούστηκαν πίσω μου και όλα
σήμερα σε πολύ υψηλά επίπεδα, με το ζόρι
τα συνεργεία μ’ έδειχναν κι έτρεχαν προς το
ανέπνεα. Δεν υπήρχε άλλος που να τρέχει στην
μέρος μου. Μιλούσαν Βιετναμέζικα και δεν
περιοχή. Έκανα το γύρο του πάρκου τρεις
μπορούσα να καταλάβω τι έλεγαν. Δεν
φορές, πρέπει να ήταν γύρω στα πέντε με έξι
σταμάτησα, συνέχισα κανονικά το τρέξιμο
χιλιόμετρα κι επέστρεψα στο ξενοδοχείο
μέχρι που με πλησίασαν πολύ κοντά.
μούσκεμα στον ιδρώτα. Ίσως ήταν ένα από τα
πιο δύσκολα τρεξίματα που έχω κάνει. Νόμιζα
Σταμάτησα, τους κοίταξα και τότε διέκρινα μια απορία στα μάτια τους, όχι, δεν ήμουν
ότι θα σβήσω στο δρόμο.
αυτός που περίμεναν να δουν. 30
Section 2
Προετοιμασία στις Σπέτσες (2013) Ο καιρός ήταν πολύ ζεστός και είχε αρκετή
Επιστρέφοντας από τις διακοπές, αποφάσισα να συμμετάσχω τον Οκτώβριο
υγρασία. Το νησί είχε κατακλυστεί από κόσμο.
στον Μαραθώνιο των Σπετσών που ήταν μια
Εκτός από τον γύρο του νησιού είχε και
διαδρομή είκοσι έξι χιλιομέτρων και κάλυπτε
κολυμβητικούς αγώνες, αλλά και αγώνες
τον γύρο του νησιού. Στις Σπέτσες πήγα με τον
δρόμου δέκα και πέντε χιλιομέτρων. Υπήρχε
Παναγιώτη, την Ευγενία και την Αγγελική, η
πολύς ενθουσιασμός και ωραίος αθλητικός
οποία ήρθε να βοηθήσει την Εταιρεία της που
κόσμος στο νησί. Όλοι μιλούσαν για τους
ήταν χορηγός. Η Ευγενία κι εγώ θα κάναμε τον
αγώνες και για τις επιδόσεις, ήταν μια καλή
γύρο του νησιού, ενώ ο Παναγιώτης δεν ήταν
ανάπαυλα απ’ όλη τη μιζέρια της Αθήνας, όπου
πολύ σίγουρος, εξάλλου δεν είχε κάνει και
όλες οι συζητήσεις ήταν γύρω απ’ την
σχετική προετοιμασία.
οικονομική κρίση και την πολιτική.
Αυτό που ακούγαμε ήταν ότι πρόκειται για
Φτάσαμε στο νησί την Παρασκευή.
λίγο δύσκολη διαδρομή, αλλά δεν το λάβαμε
Ο αγώνας ήταν την Κυριακή και μπορώ να πω
και πολύ σοβαρά υπόψη, αφού ήδη τις
τον είχα πάρει εντελώς χαλαρά. Το πρωί του
προηγούμενες εβδομάδες είχαμε τρέξει
αγώνα έκανα το λάθος και έφαγα μεγάλο
μεγαλύτερες αποστάσεις. Η Ευγενία, όπως
πρωινό. Αυτό μ’ έκανε πολύ βαρύ για τρέξιμο.
πάντα, ήταν αγχωμένη για τον αγώνα, εμάς
Οι συμμετοχές ήταν πολλές και ο αγώνας
τους υπόλοιπους μας ενδιέφερε πρώτα να
ξεκίνησε με πολύ ενθουσιασμό, πολλοί από
περάσουμε καλά το τριήμερο και
τους δρομείς θα έτρεχαν τη διαδρομή για
δευτερευόντως ο αγώνας.
πρώτη φορά. 31
Μια παρατεταμένη, πολύ απότομη
Ξεκίνησα με γρήγορο ρυθμό, ανεβαίνοντας τις πρώτες ανηφόρες μέχρι το δέκατο τέταρτο
ανηφοριά μέχρι το δέκατο όγδοο χιλιόμετρο.
χιλιόμετρο σχετικά άνετα. Παρόλ’ αυτά
Είπα στον εαυτό μου να μην σταματήσω
αισθανόμουν αρκετά βαρύς. Η Ευγενία είχε
καθόλου, αλλά δεν άντεξα και περπάτησα πάλι
φύγει πιο μπροστά. Ο Παναγιώτης, είπε, θα
για λίγο. Είχαμε βγει πια στην κορυφή του
επιχειρούσε να το κάνει και αυτός. Στο δέκατο
βουνού και η θέα προς τη θάλασσα εκπληκτική.
τέταρτο χιλιόμετρο, στην Αγία Παρασκευή,
Όλη η διαδρομή είχε εκπληκτική θέα, με
όπου αρχίζουν οι απότομες ανηφόρες, μου
πανέμορφα τοπία, αλλά λόγω της κούρασης
φάνηκε αδύνατον να τρέξω και άρχισα να
δεν μπορούσα να την απολαύσω. Σκέφτηκα
περπατώ για αρκετά μέτρα.
πάλι τον Παναγιώτη και δεν είχα καμιά
Αρκετοί δρομείς περπατήσαμε σ’ αυτό το
αμφιβολία ότι τα είχε παρατήσει. Χωρίς προετοιμασία ήταν πολύ δύσκολο να
κομμάτι της διαδρομής, η ζέστη και η υγρασία μας είχε καταβάλει. Παρηγόρησα τον εαυτό
τελειώσει αυτό τον αγώνα. Άρχισα να
μου ότι αυτή ήταν η τελευταία και η πιο μεγάλη
κατηφορίζω μετά το δέκατο όγδοο χιλιόμετρο.
ανηφόρα. Πού να ‘ξερα τι με περίμενε
Κάποια στιγμή με πλησίασε ο Richard, ο φίλος
παρακάτω. Σκεφτόμουν ότι ο Παναγιώτης
μου ο Δανός. Δεν ήξερα ότι θα συμμετείχε κι
σίγουρα θα εγκαταλείψει τον αγώνα εδώ, αν
εκείνος σ’ αυτόν τον αγώνα. Μιλήσαμε και
δεν το έχει ήδη κάνει. Μετά από μια σχετικά
τρέξαμε μαζί για ένα με δύο χιλιόμετρα, μετά
επίπεδη διαδρομή και λίγη κατηφόρα, άρχισε
αυτός συνέχισε σε πιο γρήγορο ρυθμό.
πάλι το μαρτύριο στους Αγίους Αναργύρους. 32
Περνώντας το εικοστό πρώτο χιλιόμετρο
όλοι ήταν πολύ ταλαιπωρημένοι και
σε δυο ώρες και κάτι, έφτασα στην Αγία
βλαστημούσαν την απροσδόκητα δύσκολη
Μαρίνα και μπήκα σιγά-σιγά στην πόλη, όπου,
διαδρομή, τη ζέστη και την υγρασία. Με το ζόρι
όμως, περίμενε άλλη μια ανηφοριά.
κρατιόμουν όρθιος, έφαγα έναν χαλβά κι ένα
Ακούγοντας αρκετούς δρομείς να
παστέλι για να τονωθώ, ήπια αρκετά υγρά και
διαμαρτύρονται έντονα για την τόσο δύσκολη
κάπως συνήλθα. Μετά από λίγο είδα την Ευγενία που είχε
διαδρομή, ξεπέρασα κι αυτή την ανηφόρα και μπήκα πια στην τελική ευθεία από το παλιό
τερματίσει νωρίτερα, εξουθενωμένη και αυτή.
λιμάνι προς την Ντάπια. Πολλοί αθλητές είχαν
Ήρθε και η Αγγελική και συζητούσαμε για τον
εξουθενωθεί. Άκουσα τη σειρήνα ασθενοφόρου
Παναγιώτη. Ελπίζαμε πως θα είχε εγκαταλείψει
και μετά από λίγο είδα κάποιον γύρω στα
νωρίς τον αγώνα και θα είχε γλυτώσει όλη
σαράντα πέντε στο έδαφος και γιατρούς να
αυτή την ταλαιπωρία, όταν μετά από αρκετή
προσπαθούν να τον συνεφέρουν.
ώρα, τον είδαμε να τερματίζει!
Έβαλα όλες τις δυνάμεις που μου είχαν
Απίστευτο, τα κατάφερε! Ποτέ δεν είχε
απομείνει και τερμάτισα, ματωμένος στην
τρέξει τόσα χιλιόμετρα και μάλιστα κάτω από
κυριολεξία. Από το στήθος μου έτρεχε αίμα και
δύσκολες συνθήκες. Θαύμασα την μεγάλη
η άσπρη μπλούζα είχε γίνει κόκκινη. Η κρέμα
θέλησή του να φτάσει ως το τέλος, νομίζω ότι
που είχα βάλει στο στήθος έφυγε από τον πολύ
αν ήμουν στη θέση του θα τα είχα από ώρα
ιδρώτα και τα μπουκάλια νερό που έριχνα στο
εγκαταλείψει.
κεφάλι μου. Τερμάτισα ζαλισμένος, αλλά και 33
Αφού ξεκουράστηκε κι εκείνος αρκετά και συνήλθε πίνοντας υγρά, στη συνέχεια φάγαμε και αναχωρήσαμε από το νησί με ανάμικτα συναισθήματα. Περάσαμε καλά αλλά η Κυριακή μας είχε επιφυλάξει πολύ κούραση και ταλαιπωρία. Η Ευγενία έλεγε ότι δεν θα το ξαναέκανε ποτέ, κάπως έτσι σκεφτόμουν κι εγώ. Είναι από τις υποσχέσεις που δίνει κανείς στον εαυτό του σε δύσκολες ώρες, αλλ’ αργότερα, με πολύ ευχαρίστηση και χωρίς καθόλου τύψεις, τις αθετεί.
34
Chapter 4
Αθήνα
Section 1
Κλασσική Διαδρομή (Αθήνα, 10.11.2013) Ο καιρός πέρασε γρήγορα. Δυο μέρες πριν τον αγώνα παρέλαβα το νούμερό μου από το Στάδιο του taekwondo μαζί με την Ευγενία. Ο Παναγιώτης μας πήγε στην εκκίνηση στον Μαραθώνα. Αισθανόμουν πολύ καλά και πανέτοιμος για τον αγώνα, η Ευγενία ήταν, όπως πάντα, αρκετά αγχωμένη. Η εκκίνηση δόθηκε στις εννέα η ώρα περίπου. Σ’ αυτόν τον αγώνα υπήρχε ρεκόρ συμμετοχών, θα έτρεχαν περίπου δώδεκα χιλιάδες δρομείς. Τα πρώτα δώδεκα χιλιόμετρα κύλησαν ομαλά και σε γρήγορο ρυθμό. Έτρεχα με κάτι νεαρούς στρατιωτικούς σ’ έναν ρυθμό γύρω στα πέντε λεπτά και τριάντα δεύτερα ανά χιλιόμετρο. Ένας αδέσποτος σκύλος έτρεχε μαζί μας πηγαίνοντας πάνω-κάτω. Ήταν πολύ ενθουσιασμένος βλέποντας να τρέχουν χιλιάδες κόσμου κι ακολουθούσε κι αυτός κινούμενος ακατάπαυστα. Τον πειράζαμε λέγοντας να μην τρέχει πολύ, γιατί θα «καεί» στις ανηφόρες που ακολουθούν. Η Ευγενία, σε
πιο γρήγορο ρυθμό, με πέρασε κοντά στο δέκατο χιλιόμετρο. Τα επόμενα δέκα χιλιόμετρα είναι ανηφόρες. Στο ύψος του Πικερμίου είδα έναν δρομέα ντυμένο μπάτμαν να τρέχει, ενώ τα μικρά παιδιά είχαν αφηνιάσει, καθώς, περνώντας δίπλα τους, τα χαιρετούσε όλα. Πιο κάτω είδα έναν Γιαπωνέζο ντυμένο με κουστούμι, γραβάτα και σκαρπίνια να τρέχει, απόρησα νόμισα ότι είχε μπει να τρέξει για λίγο. Την επόμενη μέρα η εφημερίδα τον έδειχνε να τερματίζει με στυλ στο Στάδιο! Εξακολούθησα να τρέχω γρήγορα μέχρι τα είκοσι ένα χιλιόμετρα. Μετά άρχισαν κάποιες ενοχλήσεις στις γάμπες και στον δικέφαλο. Η μέρα ήταν πολύ ζεστή και νομίζω είχα αφυδατωθεί. Οι πρώτες ελαφρές κράμπες είχαν αρχίσει. Πατούσα το πόδι μου στο πεζοδρόμιο να τεντώσει η γάμπα και το πέλμα δεν επανερχόταν, έπρεπε να το πιέσω με το χέρι για να επανέλθει. Τέτοιο πράγμα δεν μου είχε ποτέ ξανατύχει, δεν πίστευα στα μάτια μου. 36
να παραγγείλω μερικά θετικά ερεθίσματα. Έπρεπε να ελέγξω το συνειδητό μου. Όλες οι πληροφορίες που λάμβανε το μυαλό μου ήταν επηρεασμένες από εξωτερικούς παράγοντες και την κούραση. Η φυσική κατάσταση του μυαλού, όταν δεν είναι εστιασμένο κάπου, είναι ένα χάος. Σκέψεις έρχονται και παρέρχονται χωρίς κάποιο πλάνο κι όταν υπάρχει πόνος, τότε οι σκέψεις τείνουν να είναι μόνο αρνητικές. Για να ξεπεράσω αυτή τη δυσκολία, έπρεπε ν’ αρχίσω να κάνω άμεσα οργανωμένες θετικές σκέψεις, βάζοντάς τες σε μια σειρά, ώστε να έχουν μια αλληλουχία και να οδηγούν σ’ ένα επιθυμητό αποτέλεσμα. Έπρεπε να δείχνουν αληθινές και να ξεγελάνε το μυαλό. Οι διάσπαρτες θετικές σκέψεις δεν μπορούν να παραμείνουν για πολύ ώρα, έρχονται και φεύγουν αμέσως, όταν υπάρχει κόπωση. Στις επόμενες ανηφόρες περπάτησα λίγο, έριχνα και μπουκάλια νερό πάνω μου, για να δροσιστώ. Άρχισα να καλώ στο μυαλό μου τους φίλους
Είχε αρχίσει η μεγάλη κούραση, μάλλον συνάντησα τον «τοίχο» αρκετά νωρίτερα από το τριακοστό χιλιόμετρο.
Διαδρομή μέσα απ’ το Πικέρμι
Για μια στιγμή σκέφτηκα και απόρησα πώς θα καταφέρω να τρέξω τα υπόλοιπα είκοσι χιλιόμετρα. Η κούραση ήταν πολύ μεγάλη και προσπαθούσα να ελέγξω τις αρνητικές σκέψεις που με πολιορκούσαν. Γνώριζα ότι ήταν ώρα 37
που με περίμεναν, δεν μπορούσα να μην πάω στο ραντεβού, εξάλλου ποτέ δεν έχω «στήσει» κανέναν. Ο Βασίλης από τη δουλειά θα με περίμενε στην Αγία Παρασκευή, ο άλλος Βασίλης πιο κάτω, ο Φάνης στο Νομισματοκοπείο και ο Παναγιώτης με τα παιδιά στο Στάδιο. Λίγα χιλιόμετρα πριν τον Σταυρό συναντήθηκα με τον φίλο μου τον Richard, τον Δανό, τρέξαμε για λίγο μαζί, με παρότρυνε να τον ακολουθήσω, αλλά δεν μπόρεσα να συντονιστώ στον ρυθμό του κι έφυγε μπροστά. Κάποια στιγμή είδα μπροστά μου δυο άνδρες να τρέχουν κρατώντας ο ένας το χέρι του άλλου. Παραξενεύτηκα λίγο στην αρχή, παρατήρησα ότι είχαν το ίδιο ακριβώς βήμα. Στη συνέχεια άκουσα τον έναν από τους δυο να δίνει οδηγίες στον άλλον, αλλά περίεργες οδηγίες, όπως «περνάμε από αριστερά, στα τρία μέτρα πάμε δεξιά» και άλλα παρόμοια. Τους προσπέρασα να δω τι συμβαίνει και
ανακάλυψα με δέος ότι ο ένας ήταν τυφλός! Έμεινα με ανοιχτό το στόμα. Πώς ήταν δυνατόν να τρέξει σαράντα δύο χιλιόμετρα και πώς μπόρεσε να κάνει προετοιμασία χωρίς να βλέπει; Πόση δύναμη και αποφασιστικότητα πρέπει να είχε αυτός ο άνθρωπος, για να κάνει αυτό τον αγώνα; Το πρόσωπο του ήταν γελαστό, φαινόταν ότι το απολάμβανε, το ίδιο και ο συνοδός του. Αυτός ο άνθρωπος μπορεί να μην έβλεπε με τα μάτια του, αλλά σίγουρα έφτιαχνε εικόνες στο μυαλό του και έβλεπε αυτά που ήθελε ο ίδιος να δει και όχι αυτά που του βάζουν οι άλλοι. Πώς θα ήταν άραγε η ζωή μας, αν μπορούσαμε να δούμε μόνο αυτά που εμείς θέλουμε; Θα είμαστε πιο ευτυχισμένοι, αφού θα βλέπαμε μόνο τις καλές προθέσεις των άλλων ανθρώπων; Θα μας έλειπε η ζήλια κι η επιθυμία των υλικών αγαθών; Θα αξιολογούσαμε τους ανθρώπους σύμφωνα με την σκέψη και τις πράξεις τους 38
και όχι με την εξωτερική εμφάνιση και ίσως την ψεύτικη λάμψη; Το μήνυμα που έδιναν αυτοί οι δυο άνθρωποι ήταν ξεκάθαρο:
απρόβλεπτος. Οι ανηφόρες ήταν επίσης μεγάλο εμπόδιο για να κερδιθεί η μάχη, αλλά ήταν μέσα στο πλάνο της διαδρομής. Προσπάθησα να σκεφτώ τα συναισθήματα αυτών των ανθρώπων, πολλοί από αυτούς φαίνονταν ότι έτρεχαν Μαραθώνιο για πρώτη φορά και ίσως να ήταν μια πολύ μεγάλη επιθυμία τους. Τους είχε κυριέψει το συναίσθημα της απογοήτευσης ότι τελικά δεν τα κατάφεραν; Είχαν θυμώσει με τον εαυτό τους; Ένιωθαν καλά, αφού τελικά προσπάθησαν κάτι που τόσο πολύ ήθελαν και πήραν την εμπειρία; Θα το επιχειρήσουν ξανά; Δύσκολα να συμπεράνω πως σκέφτονταν όλοι αυτοί τη συγκεκριμένη στιγμή, διότι οι στόχοι του καθενός και οι λόγοι για τους οποίους έτρεξε διαφέρουν. Ένιωσα άβολα παρακολουθώντας αυτή τη σκηνή κι έστρεψα αμέσως το κεφάλι σε άλλη κατεύθυνση, ήταν μια πολύ αρνητική εικόνα. Υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι εγώ, σήμερα,
«όλα είναι δυνατά, αρκεί να θέλεις, μπορεί να είναι και ωραία, αν θέλεις να τα δεις ωραία» Διανύαμε την τελευταία μεγάλη ανηφόρα λίγο πριν την περιοχή του Σταυρού. Δίπλα μου, στην άλλη πλευρά του δρόμου, περνούσαν λεωφορεία γεμάτα με δρομείς που δεν άντεξαν και εγκατέλειψαν την προσπάθεια. Αποθαρρύνθηκα λίγο, είδα μέσα στο λεωφορείο πρόσωπα πολύ κουρασμένα, πονεμένα, εξουθενωμένα και πολύ στενοχωρημένα. Ήταν σαν στρατιώτες, που τους νίκησε κι αιχμαλώτισε η κούραση. Η αλήθεια είναι ότι πολέμησαν για πολλά χιλιόμετρα για να ξεπεράσουν τα όριά τους. Η ζέστη και η υγρασία ήταν πολύ δυνατός αντίπαλος εκείνη την ημέρα, ίσως και λίγο 39
δεν θ’ ανέβαινα σε κανένα από αυτά τα λεωφορεία. Φτάνοντας στην γέφυρα του Σταυρού, άκουσα κρουστά να παίζουν εκκωφαντικά, με τόσο μεγάλη ένταση, που ακόμα και νεκρούς μπορούσαν να ζωντανέψουν! Προσπάθησα να μαζέψω όση δύναμη μου είχε απομείνει, ένιωθα τους μύες μου διαλυμένους, με είχε καταβάλει η αφυδάτωση. Ήταν αδύνατον ακόμα και να μαζέψω τις σκέψεις μου. «Πολύ δύσκολη μέρα σήμερα, αλλά δεν πειράζει, θα τερματίσω όπως και να ’χει», υποσχέθηκα στον εαυτό μου. Άρχισα να κατηφορίζω προς την Αγία Παρασκευή. Τα πόδια μου ήταν σε οριακό σημείο, ένιωθα τις κράμπες να έρχονται, αλλά προσπαθούσα να μην τις σκέφτομαι. Για μια στιγμή είδα τον σκύλο, που έτρεχε μαζί μας από το Μαραθώνα, μπρούμυτα νεκρό. Δεν άντεξε μάλλον την αφυδάτωση. Λυπήθηκα, γιατί μας κρατούσε συντροφιά για πολλή ώρα. Πιο κάτω από την Αγία Παρασκευή συναντήθηκα με τον
Βασίλη, τον Θόδωρο και την Τρισεύγενη. Είπαμε δυο κουβέντες, φίλησα τα παιδιά κι έφυγα. Τον Βασίλη από τη δουλειά δεν τον είδα, αν και, όπως έμαθα, ήταν εκεί με τα παιδιά. Λίγο πιο κάτω είδα τον Φάνη να περιμένει και να με φωτογραφίζει, ανταλλάξαμε και μ’ αυτόν δυο κουβέντες και συνέχισα. Μετά από ένα χιλιόμετρο τα πόδια μου είχαν σφίξει πάρα πολύ, έκανα να χτυπήσω λίγο τη γάμπα να χαλαρώσει κι έμεινα εκεί. Αντί να χαλαρώσει, έπαθα μεγάλη κράμπα κι έπεσα στο πεζοδρόμιο σφαδάζοντας από τον πόνο. Προσπάθησα να τεντώσω το πόδι, αλλά τίποτα. Βλέποντας έναν θεατή γύρω στα πενήντα να με κοιτάζει, του είπα να μου τεντώσει το πέλμα, αλλά δεν έφερε αποτέλεσμα. Έβαλα μια αλοιφή πάνω στη γάμπα και τον παρακάλεσα να μου κάνει μασάζ. Απόρησε προς στιγμή λέγοντας ότι δεν το έχει ξανακάνει. Στην επιμονή μου και δείχνοντάς του πώς γίνεται, το έκανε πολύ καλά για μερικά λεπτά, μέχρι που μαλάκωσε το 40
πόδι. Σηκώθηκα σιγά-σιγά και αφού τον ευχαρίστησα θερμά, άρχισα να περπατώ για μερικά μέτρα, μέχρι να επανέλθει το πόδι. Άρχισα να τρέχω σιγά-σιγά προς το Στάδιο, ήθελα ακόμα γύρω στα έξι μ’ επτά χιλιόμετρα. Δεν το έβαλα κάτω και δεν σκέφτηκα να τα παρατήσω, συνέχισα με πολύ πόνο, είχα σχεδόν εξαντληθεί. Το πόδι μαλάκωσε περισσότερο και άρχισα να πηγαίνω πιο γρήγορα. Κάποιοι θεατές στο δρόμο φώναζαν:
είδα το μήνυμα και δεν το ξεχνώ ποτέ, «determination is everything». Έριξα μια ματιά στο παράθυρο του πρώτου ορόφου, όπου ήταν το γραφείο μου πριν δέκα τρία χρόνια και ήταν σαν να είδα τον εαυτό μου να με παρακολουθεί και με μια ικανοποίηση στο πρόσωπο να μου χαμογελά, να με χειροκροτεί και να μου λέει: «συνέχισε τη μαραθώνια διαδρομή σου, συνέχισε να τα καταφέρνεις, αν πέσεις, σήκω όρθιος και συνέχισε, μην αφήσεις το φόβο να νικήσει τις επιθυμίες και τα “θέλω” σου, ψάξε και βρες τρόπους να καταφέρεις αυτό που λαχταράς, αυτό που σ’ έφερε εδώ δεν σημαίνει ότι θα σε πάει παραπέρα»
«μπράβο, λίγο έμεινε ακόμα, μην τα παρατάτε» Κατέβηκα την Λεωφόρο Μεσογείων και πέρασα μπροστά από το κτίριο της Sony Music. Ήταν δέκα τρία χρόνια πριν, Κυριακή πρωί, όταν από το παράθυρο του πρώτου ορόφου είδα για πρώτη φορά μαραθωνοδρόμους, ήταν τότε που αναρωτιόμουν πόση δύναμη πνευματική και σωματική χρειάζεται κάποιος για να κάνει αυτή τη δοκιμασία, ήταν τότε που
Συνεχίζοντας να κατεβαίνω τη Μεσογείων, πέρασα μπροστά από την εταιρεία Pfizer, όπου εκεί δούλεψα για έξι χρόνια. Αναγνώρισα μερικούς πρώην συναδέλφους που είχαν στήσει πανηγύρι με τύμπανα για να ενθαρρύνουν τους δρομείς. 41
Τους χαιρέτησα και μου έδωσαν θάρρος. Έχω ταυτίσει αυτή την Εταιρεία με την επαγγελματική μου επιτυχία, ήταν εκεί όπου αναδείχθηκα και καταξιώθηκα σαν στέλεχος. Η αλήθεια είναι ότι κέρδισα αρκετά χρήματα που με βοήθησαν να βελτιώσω το βιοτικό μου επίπεδο και ν’ αρχίσω να εκπληρώνω πολλές από τις προσωπικές μου επιθυμίες, όπως να έχω το δικό μου σπίτι και να ταξιδεύω σε διάφορα μέρη του κόσμου. Μέσα σ’ αυτή την Εταιρεία έμαθα τι σημαίνει ν’ αναγνωρίζεται όχι μόνο η δουλειά μου, αλλά και ο χαρακτήρας μου σαν Άνθρωπος. Διαπίστωσα πόσο σημαντικό είναι για κάποιον να μένει πιστός στις αξίες του και να μην κάνει πίσω, να μην συμβιβάζεται ακόμα και αν το συμφέρον του τον προκαλεί για το αντίθετο. Ο μεγάλος μου επαγγελματικός στόχος, που ήταν να γίνω Οικονομικός Διευθυντής, σχεδόν εκπληρώθηκε σ’ αυτήν την Εταιρεία και λέω σχεδόν, διότι η πρόταση ν’
αναλάβω την οικονομική διεύθυνση μού έγινε. Το πρόβλημα όμως ήταν ότι μόλις μια ώρα πριν την πρόταση αυτής της Εταιρείας, υπέγραφα για την ίδια θέση στην Pepsico. Είχα προσπαθήσει πάρα πολύ ν’ αναλάβω μια τέτοια θέση και η προσμονή και η αγωνία ήταν τεράστια. Το δίλημμα που είχα όμως τώρα ήταν ακόμα μεγαλύτερο. Στην Pfizer είχα την αναγνώριση και την θέληση των συναδέλφων να μείνω και δέχτηκα μεγάλη πίεση γι’ αυτό. Στην Pepsico είχα την ηθική υποχρέωση να κρατήσω τον λόγο μου, ήταν σίγουρα θέμα ακεραιότητας χαρακτήρα. Όσο για το συμφέρον μου, ήταν πολύ μεγαλύτερο στην Pfizer. Το μόνο που θα μου έδινε η Pepsico ήταν η πρόκληση να κάνουμε την Εταιρεία κερδοφόρα. Ήταν η μεγαλύτερη δοκιμασία ως προς την λήψη απόφασης, η οποία θα καθόριζε σε μεγάλο βαθμό την επαγγελματική μου καριέρα. Τελικά πίστεψα πως δεν θα έπρεπε ν’ αναιρέσω το λόγο μου και έτσι πήρα την απόφαση να 42
συνεχίσω στη νέα Εταιρεία. Ήταν μια σωστή ή μια λάθος απόφαση; Εκ πρώτης όψεως φαινόταν ότι επαγγελματικά ήταν μια λάθος απόφαση, αν και ποτέ δεν μπορεί κανείς να γνωρίζει πώς θα εξελισσόταν η πορεία μου, αν είχα μείνει στην Pfizer. Ηθικά όμως ήταν μια σωστή απόφαση που συμβαδίζει με την προσωπικότητά μου και τις αρχές που πιστεύω. Η σύγκρουση μέσα μου ήταν πολύ μεγάλη, από τη μια ήθελα να μείνω, αφού εδώ είχε αναγνωριστεί η δουλειά μου, είχα εργαστεί σκληρά και οι συνάδελφοι μου ήθελαν να μείνω, από την άλλη ένιωθα άβολα ν’ αθετήσω τον λόγο μου. Το συζήτησα με πολλούς φίλους, για να πάρω μια διαφορετική γνώμη, ν’ ακούσω και την άποψή τους. Η αλήθεια είναι ότι συζήτησα αυτό μου το δίλημμα και με ανθρώπους που δεν είχαν εμπειρία πάνω σε τέτοια θέματα, αλλά σε μένα η γνώμη τους ήταν βαρύνουσα γι’ άλλους λόγους. Θεωρώ ότι αυτό ήταν λάθος μου στη διαδικασία λήψης
αυτής της απόφασης. Κάποια στιγμή βρέθηκα με τον φίλο μου τον Ανδρέα και τη γυναίκα του Ιωάννα στην Νέα Υόρκη, όταν είχα πάει για μια επαγγελματική συνάντηση με την Pfizer. Εκείνη την περίοδο ήμουν στη διαδικασία των συνεντεύξεων και με τις δυο Εταιρείες. Τον Ανδρέα είχα γνωρίσει στην Αγγλία, όπου κάναμε μαζί μεταπτυχιακές σπουδές. Δούλευε εκείνη την περίοδο στην Pepsico και ήταν στη Νέα Υόρκη για να παραλάβει το βραβείο «Ring of Honour» από την Πρόεδρο της Εταιρείας και πίστευα πως θα ήταν ο πιο κατάλληλος να μου δώσει μια καλή συμβουλή λόγω της εμπειρίας του από την εργασία του στην ίδια Εταιρεία. Σ’ έναν καφέ που είχαμε οι τρείς μας στο Manhattan, του εξήγησα πώς έχει η κατάσταση. Μετά από αρκετή συζήτηση η γνώμη του ήταν ν’ αποφασίσω μόνος μου, εγώ να έχω την τελική επιλογή και το όποιο κόστος. Μέχρι την τελευταία στιγμή παρακαλούσα μέσα μου να 43
γίνει κάτι και ν’ ακυρωθεί η συμφωνία με την νέα Εταιρεία, αλλά μάταια. Χρόνια περίμενα να χαρώ τη στιγμή που θα πετύχαινα τον επαγγελματικό μου στόχο, αλλά τελικά, αντί για χαρά, ήμουν πολύ μπερδεμένος. Το θετικό ήταν ότι είχα δυο προτάσεις από δύο πολύ μεγάλες εταιρείες και ήμουν εγώ αυτός που έπρεπε να διαλέξω με τα δικά μου κριτήρια. Η πορεία μου στην νέα εργασία μου επιφύλαξε πολλές εκπλήξεις, που δεν είχα καν φανταστεί. Τα δυο πρώτα χρόνια κύλισαν ομαλά και μέσα στους προκαθορισμένους στόχους. Την τρίτη χρονιά, δυστυχώς, για εντελώς προσωπικούς λόγους αναγκάστικα να παραιτηθώ. Τι ειρωνεία! Εγκατέλειψα μια τεράστιας εμβέλειας Εταιρεία, επειδή η ηθική μου με προέτρεπε απλά να κρατήσω τον λόγο μου και στη συνέχειανα καταλήξω σε παραίτηση από την νέα μου εργασία, εν μέσω μάλιστα σοβαρής οικονομικής κρίσης. Ήταν μια μεγάλη απογοήτευση, που προσπαθούσα να την
διαχειριστώ και να μην καταρρεύσω. Έχω πάψει πια ν’ αναρωτιέμαι αν η απόφαση να φύγω ή να μείνω στη Pfizer ήταν τελικά σωστή ή λάθος. Πιστεύω ότι ποτέ δεν μπορεί κανείς να γνωρίζει την έκβαση μιας επιλογής, αν δεν βιώσει μια συγκεκριμένη κατάσταση. Το σίγουρο πάντως είναι ότι η απόφασή μου να παραιτηθώ από την νέα Εταιρεία, ήταν η καλύτερη απόφαση που πήρα ποτέ. Απαιτούσε πολύ θάρρος και τόλμη ν’ αφήσω μια τέτοια θέση και να μείνω άνεργος. Η πορεία έδειξε στη συνέχεια ότι η απόφασή μου αυτή ήταν αρωγός στην συνέχιση της επαγγελματικής μου καριέρας εμμένοντας πάντα στις αρχές και τις αξίες μου. Οι σκέψεις μου αυτές διακόπηκαν, όταν μπροστά μου είδα έναν δρομέα γύρω στα σαράντα πέντε, ίσως και πενήντα, ο οποίος έτρεχε σέρνοντας τα παπούτσια του στο δρόμο. Είναι τόσο κουραστικό αυτό που έκανε, αλλ’ έδειχνε να μην τον ενοχλεί καθόλου. Ήταν η 44
κούραση που τον είχε καταβάλει; Ήταν το στυλ του; Πάντως πήγαινε σε καλό ρυθμό και τον ακολούθησα γι’ αρκετή ώρα, αλλ’ αυτό το σύρσιμο των παπουτσιών του στην άσφαλτο με κούρασε και αποφάσισα να τον προσπεράσω. Αναρωτιέμαι γιατί ορισμένοι άνθρωποι δεν δίνουν καθόλου σημασία σε κάποια ενοχλητικά πράγματα, όπως το συγκεκριμένο, δεν μπορώ να καταλάβω πώς και γιατί το κάνουν. Το ίδιο γίνεται και στο γυμναστήριο μερικές φορές. Υπάρχουν άτομα που τρέχουν και χτυπούν τα πόδια τους με δύναμη πάνω στο μπροστινό μέρος του διαδρόμου κάνοντας τρομακτικό θόρυβο και όμως δεν τους ενοχλεί. Αν αυτό είναι θέμα αυτοσυγκέντρωσης, είναι εκπληκτικό πώς μπορεί κάποιος να αγνοεί το τι συμβαίνει γύρω του και να είναι προσηλωμένος μόνο στον στόχο. Αν είναι θέμα αδιαφορίας για τους άλλους, τότε ίσως αυτοί οι άνθρωποι να είναι πιο ευτυχισμένοι από πολλούς, αφού λίγα
πρέπει να είναι τα πράγματα που τους ενοχλούν. Όπως και να ’χει φαίνονται κερδισμένοι. Η αυτοσυγκέντρωση δεν ήταν ποτέ το δυνατό μου σημείο. Πολλές φορές πιάνω το μυαλό μου να φεύγει και να ταξιδεύει σε σκέψεις άσχετες μερικές φορές με το τι συμβαίνει γύρω μου. Σπάνια παρακολούθησα μια διάλεξη στο Πανεπιστήμιο από την αρχή μέχρι το τέλος, παρά το γεγονός ότι είχα επανειλημμένα προσπαθήσει. Καθώς συνέχιζα το τρέξιμο προς το Στάδιο, ο κόσμος είχε αρχίσει να πυκνώνει και να παροτρύνει θερμά τους δρομείς. Πήρα την τελευταία στροφή στη Βασιλίσσης Σοφίας και μπροστά μου είδα το Παναθηναϊκό Στάδιο! Ευχαριστώ, Θεέ μου, είπα, που με βοήθησες. Μέχρι το Στάδιο ο δρόμος είναι κατηφορικός και προσπαθούσα με όλη μου τη δύναμη να κρατηθώ και να μην πέσω, δεν μπορούσα να ελέγξω πια το σώμα μου. Μπαίνοντας στο Στάδιο, οι επευφημίες του κόσμου ήταν πολύ 45
παιδιά και τον Γιάννη. Η Δήμητρα με κοίταζε με απορία βλέποντάς με ντυμένο με φόρμα και το μετάλλιο στο λαιμό μου. Δεν είχαν καταλάβει ότι είχα τερματίσει, δεν με είδαν όταν μπήκα στο Στάδιο, κοιτούσαν να δουν κάποιον με κόκκινη μπλούζα, ενώ εγώ φορούσα πορτοκαλί. Ήταν πάντως όλοι εκεί και με περίμεναν. Κατέβηκαν κάτω, με αγκάλιασαν και βγάλαμε φωτογραφίες. Είναι ευτυχία να μοιράζεις τη χαρά σου με τους φίλους σου. Αναρωτιόμουν πώς συνέβη και δεν με είδαν. Ο Βασιλάκης ήταν πολύ εντυπωσιασμένος και με ρωτούσε συνέχεια για τον αγώνα. Με ρωτούσε αν είμαι κουρασμένος, τον είχα συνέχεια δίπλα μου. Η Σοφία και αυτή πολύ χαρούμενη. Την πήρα αγκαλιά και βγάλαμε φωτογραφίες. Ήταν ωραίο το συναίσθημα που κατάφερα τελικά να πάω στο ραντεβού με τους φίλους μου που με περίμεναν. Τώρα πια είχα μια γλυκιά κούραση κι ένιωθα ευτυχία και περηφάνια που τα κατάφερα και πάλι. Από τα ωραιότερα
μεγάλες. Αύξησα ταχύτητα για να τερματίσω ωραία τα τελευταία μέτρα, όπως αρμόζει. Περνώντας την γραμμή τερματισμού, το χρονόμετρο έδειχνε κάπου τέσσερις ώρες και σαράντα λεπτά, που σημαίνει ότι ο χρόνος μου ήταν γύρω στις τέσσερις ώρες και τριάντα πέντε λεπτά λόγω της μεταγενέστερης εκκίνησης. Δεδομένων τον δυσκολιών δεν περίμενα και καλύτερα. Κοίταξα στις εξέδρες ψάχνοντας τον Παναγιώτη με τη Δήμητρα και τα παιδιά, δεν τους είδα και με δέος σκέφτηκα πώς θα γυρίσω σπίτι. Έκανα τον γύρο του Σταδίου, πήρα το μετάλλιο και πήγα να παραλάβω τον σάκο μου. Υπήρχε εκεί πολύς συνωστισμός και μάλιστα μερικοί δρομείς είχαν πέσει κάτω μισολιπόθυμοι και περνούσε κόσμος από πάνω τους. Πολύ δύσκολη η κατάσταση για μερικούς! Πήρα τον σάκο και μετά από περίπου σαράντα λεπτά κάνοντας πάλι μια βόλτα, είδα πρώτα τη Δήμητρα στην εξέδρα και παραδίπλα τον Παναγιώτη, τα 46
πράγματα που έχω να θυμάμαι από εκείνη την ημέρα ήταν οι φίλοι μου που με περίμεναν στο δρόμο και στο Στάδιο. Ήταν ένα κίνητρο να τελειώσω τον αγώνα, ειδικά όταν το πράγμα είχε δυσκολέψει πολύ. Η σκέψη των φίλων που με περίμεναν ήταν το αντίδοτο στις αρνητικές σκέψεις κατά τη διάρκεια του αγώνα, μ’ έκαναν να ξεχάσω για λίγο τον πόνο και να προχωρήσω. Πήγαμε για φαγητό σε μια ταβέρνα στην πλατεία της Καισαριανής, ο Παναγιώτης παρήγγειλε όπως πάντα ό,τι είχε το μαγαζί. Ήρθε κι ο Φάνης μετά από λίγο και τους διηγήθηκα τις εμπειρίες μου από τη διαδρομή. Στο σπίτι έφτασα αργά, αφού έκανα μια στάση στου Βασίλη, για να πάρω τα κλειδιά. Έβαλα το μετάλλιο δίπλα σ’ αυτό της Ρώμης και των Σπετσών. Ένιωσα μια ανακούφιση που τελείωσε αυτή η σκληρή κι επίπονη δοκιμασία. Η μεγάλη χαρά και η αυξημένη αυτοπεποίθησή μου θα ήταν το κίνητρο για τον επόμενο αγώνα.
Τερματισμός στο Παναθηναϊκό Στάδιο 47
Η επίδοσή μου στον Μαραθώνιο της Αθήνας 48
Chapter 5
Παρίσι, 06.04.2014
Section 1
Παρίσι 2014 Δεν είχε περάσει μια εβδομάδα, όταν άρχισα πάλι ν’ αναζητώ έναν νέο στόχο για την άνοιξη. Έψαξα να βρω τους πιο σημαντικούς Μαραθώνιους και αυτό που με ξεσήκωσε ήταν ο Μαραθώνιος στο Παρίσι, στις 6 Απριλίου 2014. Είναι από τους πιο σημαντικούς αγώνες, στην ομορφότερη πόλη του κόσμου και με μεγάλο πλήθος συμμετοχής δρομέων. Δεν μου πήρε πολύ χρόνο να το σκεφτώ κι ενώ έλεγα στην προετοιμασία για τον κλασσικό της Αθήνας ότι αυτός θα ήταν ο τελευταίος, αισθάνθηκα πάλι την ανάγκη να το ξανακάνω. Γράφτηκα αμέσως και κανόνισα εισιτήρια, ξενοδοχείο και όλα τα σχετικά, από τον Νοέμβριο. Είχα μπροστά μου άλλον ένα στόχοπρόκληση και αυτό μου άρεσε. Ο καιρός κύλησε με προσπάθεια ν’ αποθεραπευτώ από ένα τράβηγμα στον δικέφαλο, που έπαθα στο ποδόσφαιρο και πήρε σχεδόν δύο μήνες για να μου περάσει. Έτσι, άρχισα εντατικά τρέξιμο από αρχές Φεβρουαρίου. Η προετοιμασία, παρά
την αργοπορία έναρξης, πήγε καλά. Μερικές μεγάλες διαδρομές έκανα στην Πάρνηθα μαζί με φίλους, οι οποίοι τρέχουν σε ΥπερΜαραθώνιους. Μία από αυτές τις διαδρομές, που δεν θα ξεχάσω, ήταν κοντά στη Σταμάτα και τον Άγιο Στέφανο με άσχημες καιρικές συνθήκες, βροχή, αέρα και πολύ κρύο. Στο τέλος με είχε πιάσει υποθερμία και με το ζόρι έφτασα σπίτι. Το τρέξιμο με τους Υπερμαραθωνοδρόμους με βόηθησε πολύ να βελτιώσω την φυσική μου κατάσταση. Κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας, έτρεξα και δυο τριαντάρια ένα στο δάσος Συγγρού και το άλλο στο κωπηλατοδρόμιο στον Σχοινιά. Οι χρόνοι σ’ αυτές τις διαδρομές ήταν ικανοποιητικοί κι αυτό μου έδωσε αυτοπεποίθηση. Ο καιρός πέρασε γρήγορα. Την τελευταία εβδομάδα πριν τον αγώνα προσπάθησα να έρθω σ’ επαφή με άλλους Έλληνες που θα έτρεχαν στο Παρίσι. Ο Άγγελος και ο Μιχάλης ανταποκρίθηκαν στο 50
το λιγοστό φως του διαχεόταν πάνω στα κτήρια κι έδινε διαφορετικά χρώματα στην πόλη. Απόλαυσα αυτό το όμορφο και ήρεμο σκηνικό γι’ αρκετή ώρα, μετά μπήκα στην εκκλησία. Ο τρούλος της ήταν εντυπωσιακός με τον Χριστό να κρέμεται από πάνω και να ευλογεί. Κάθισα σ’ ένα στασίδι για λίγα λεπτά και προσευχήθηκα. Η προσευχή είναι κάτι που με γαληνεύει και με ηρεμεί, με κάνει να νιώθω δυνατός και ν’ αποβάλλω μαύρες σκέψεις, με κάνει περισσότερο αισιόδοξο. Η προσευχή για μένα είναι πρώτα απ’ όλα μετάνοια και εξομολόγηση για τις άσχημες σκέψεις και πράξεις και μετά παράκληση για ευλογία. Στις πιο δύσκολες στιγμές μου ήταν η παρηγοριά και η ελπίδα μου ότι θα τα καταφέρω. Ναι, μπορεί να μην είμαι τόσο προσηλωμένος στη θρησκεία, αλλά η πίστη είναι μέσα μου, είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου. Βγήκα πολύ πράος από την εκκλησία και πήγα απέναντι σ’ ένα μαγαζί με αναμνηστικά
κάλεσμα και δώσαμε ραντεβού στο Παρίσι. Οι πόνοι όμως στα γόνατα δεν έλεγαν να μου περάσουν και δοκίμασα σχεδόν όλα τ’ αντιφλεγμονώδη. Παρασκευή αναχώρησα για Παρίσι, έφτασα εκεί πρωί και μετά από την τακτοποίηση στο ξενοδοχείο «Novotel de Orléans», πήγα στην έκθεση του Μαραθώνιου για την παραλαβή του αριθμού. Μετά έφαγα σ’ ένα διπλανό εστιατόριο. Τίποτα το ιδιαίτερο, περισσότερο θυμάμαι την αγένεια των Γάλλων παρά τη γεύση του φαγητού. Η μέρα πέρασε ξεκούραστα. Το απόγευμα πήγα στην Μονμάρτρη, ωραία τοποθεσία που είχε θέα σε όλο σχεδόν το Παρίσι. Ο καιρός ήταν καταπληκτικός για την εποχή. Ανέβηκα πάνω με το τελεφερίκ. Ο ναός εκεί ήταν εντυπωσιακός. Είχε πέσει το ηλιοβασίλεμα και μια μπάντα από νεαρά παιδιά έπαιζαν μουσική στα σκαλιά της εκκλησίας. Ήταν πολύ γαλήνια να βλέπεις το Παρίσι από ψηλά. Ο ήλιος είχε σχεδόν δύσει και 51
δώρα. Στο μυαλό μου ήταν συνέχεια το Γαλλικό τραγούδι της Indila, το «Dernière Danse», το οποίο συνέδεσα μ’ αυτή την εμπειρία μου στο Παρίσι. Αγόρασα δυο σουβενίρ κι έφυγα για το ξενοδοχείο παίρνοντας το μετρό. Έφτασα λίγο κουρασμένος και είδα στην τηλεόραση Μουντιάλ γυναικείου ποδοσφαίρου! Την επόμενη μέρα ξύπνησα πρωί, ώστε να μπορώ να κοιμηθώ νωρίς το βράδυ. Κατέβηκα στο κέντρο και πήρα το ανοιχτό λεωφορείο για μια βόλτα στην πόλη, ώστε να μην περπατάω. Μετά από ωραίο γύρο στο ηλιόλουστο Παρίσι και περνώντας από τα κύρια σημεία του, σταμάτησα για φαγητό κοντά στο μουσείο του Λούβρου, κάθισα σ’ ένα γραφικό παριζιάνικο μικρό εστιατόριο κι έφαγα λαζάνια για ν’ αποθηκεύσω υδατάνθρακες, αύριο θα ήταν μια δύσκολη μεν, αλλά ωραία μέρα. Στη συνέχεια συναντήθηκα με τον Άγγελο για καφέ στην πλατεία Ομονοίας (Place de la Concorde). Τα είπαμε λίγο για τον αγώνα και για τις
επαγγελματικές μας ασχολίες. Μου φάνηκε καλό παιδί χαμηλών τόνων. Δυο στάσεις πιο κάτω με το μετρό συνάντησα τον Μιχάλη από την BIC. Ήταν μεγάλη παρέα με τους κουμπάρους, τη γυναίκα του κι έναν πρώην συνάδελφό του Ιταλό με την Ελληνίδα γυναίκα του. Ήταν ωραία και ανοιχτή παρέα και με καλοδέχτηκαν. Ενδιαφέροντες άνθρωποι, όλοι τους. Συζητήσαμε για τον αγώνα και τις δουλειές μας. Ο Μιχάλης φαίνονταν λίγο αγχωμένος κι έλεγε ότι ήθελε πάση θυσία να σπάσει το φράγμα των τεσσάρων ωρών στον αγώνα. Ο Αλεσσάντρο δεν ήταν σίγουρος αν τα καταφέρει εξαιτίας πρόσφατου τραυματισμού του. Εγώ, με τον πόνο στα γόνατα, δεν ήμουν και πολύ αισιόδοξος, ήθελα απλά να τερματίσω καλά. Φεύγοντας συμφωνήσαμε να βρεθούμε στην εκκίνηση στο γκρουπ των τεσσάρων ωρών. Επιστρέφοντας στο ξενοδοχείο, πήρα ένα σάντουϊτς με κοτόπουλο από ένα αραβικό εστιατόριο μήπως και πεινάσω αργότερα. 52
Έφτιαξα τα πράγματά μου για την αυριανή ημέρα και τα άπλωσα στο καναπέ, όλα είχαν μπει στη σειρά.
Ξάπλωσα κατά τις δέκα, ώστε να κοιμηθώ αρκετά και να ξεκουραστώ. Μου πήρε πάνω από μια ώρα, αλλά τελικά κοιμήθηκα και ξύπνησα ξεκούραστος. Το πρωινό μου ήταν καφές, μπανάνα και παστέλι. Έκανα ένα μασάζ στα πόδια κι έφυγα. Όταν βγήκα από το ξενοδοχείο, είδα κι άλλους δρομείς με τους σάκους να πηγαίνουν για τον αγώνα. Πήρα το μετρό που ήταν γεμάτο από αθλητές από πολλές χώρες. Όλοι ήταν για το Μαραθώνιο, άλλοι φορούσαν φόρμες και άλλοι σακούλες, για να είναι ζεστοί, άλλοι έτρωγαν μπανάνες, ήταν μια πολύ ευχάριστη και γεμάτη ενέργεια και ζωντάνια εικόνα. Φθάνοντας στα Champs Εlysées (Ηλύσια Πεδία) πήγα να ντυθώ, παρέδωσα τα πράγματα στα φορτηγά και προχώρησα προς την αφετηρία. Ο κόσμος ήταν πάρα πολύς. Οι χημικές τουαλέτες είχαν τεράστια ουρά. Λίγο πιο δίπλα μερικοί ουρούσαν πάνω στη βιτρίνα του Hugo Boss. Κοντοστάθηκα λίγο κι ένας Άγγλος με κάλεσε
Πριν τον αγώνα
Ήταν ωραία η ιδέα της Asics, η φωτογραφία στη σακούλα του μαραθωνοδρόμου που κοιμάται με όλα τ’ απαραίτητα για τον Μαραθώνιο δίπλα του. 53
ευχάριστα. Οι θεατές ήσαν πολλοί και μας ενθάρρυναν φωνάζοντας:
να κάνω το ίδιο, λέγοντας ότι δεν θα είχα ξανά την ευκαιρία, πράγμα που έκανα αμέσως. Στην αφετηρία ο κόσμος ήταν πάρα πολύς, είχαμε σαρδελλοποιηθεί, δεν μπορούσα να προσεγγίσω τον λαγό των τεσσάρων ωρών και δεν έβλεπα τους φίλους με τους οποίους είχαμε συνεννοηθεί να συναντηθούμε. Καθώς οι πρώτες εκκινήσεις είχαν ήδη αρχίσει, ξεκίνησα κι εγώ να περπατώ μαζί με δύο Αυστραλές και μετά από λίγα λεπτά περάσαμε την εκκίνηση. Ο ήλιος ήταν αρκετά ζεστός. Καθώς κατεβήκαμε προς την πλατεία De la Concorde, προσπέρασα πολύ κόσμο. Δίπλα μου έτρεχε ένας Βραζιλιάνος γυμνός από τη μέση και πάνω και στο κάτω μέρος μ’ ένα άσπρο διαφανές καλσόν και τίποτα από μέσα! Μπροστά είχε τοποθετήσει το νούμερο. Πραγματικό νούμερο ο τύπος, αλλά είχε πλάκα και ξεσήκωνε τον κόσμο. Κοντά στα δέκατο χιλιόμετρο είδα σημαίες ελληνικές, χαιρέτησα τους συμπατριώτες και συνέχισα πιο
«Bravo! Allez, allez...» Είχα πιάσει καλό ρυθμό και προσπερνούσα συνέχεια κόσμο, θυμόμουν τον τσολιά της Ελληνοφρένειας κι έλεγα συνέχεια στον εαυτό μου «τους πέρασες όλους!», έτσι ένιωθα πολύ δυνατός, βέβαια κάθε δέκα χιλιόμετρα έπαιρνα κι ένα παυσίπονο για τα πόδια. Οι δρομείς ήσαν πάρα πολλοί και σε μερικές Καθοδόν στο Παρίσι κλειστές στροφές κολλούσαμε και πηγαίναμε σχεδόν περπατώντας μέχρι ν’ ανοίξει ο δρόμος. Σε κάποια σημεία έτρεξα για λίγο εκτός δρόμου, σε μονοπάτι με χώμα, για ν’ ανακουφίσω λίγο 54
τα πόδια μου. Σ’ ένα τούνελ περίπου δύο χιλιομέτρων, τα φώτα ήταν χαμηλά κι είχαν βάλει και φωτορυθμικά, όμως γίνονταν αρκετά σπρωξίματα και λίγο έλειψε να πέσω, καθώς πέρασα πάνω από κάτι άλλους. Όταν βγήκα έξω από το τούνελ είχα ζαλιστεί, έριξα δυο δυνατές σφαλιάρες στο πρόσωπο μου και συνέχισα. Είμαστε τώρα στις όχθες του Σηκουάνα και η θέα του ποταμιού μ’ έκανε να ξεχαστώ λίγο. Ακολουθούσα εδώ και ώρα τον λαγό των τεσσάρων ωρών, κάποια στιγμή τον ξεπέρασα και είδα μπροστά άλλον λαγό, πρέπει να ήταν αυτός των τριών ωρών και σαράντα πέντε λεπτών και άρχισα να μειώνω ρυθμό, ώσπου με ξαναβρήκε ο λαγός των τεσσάρων ωρών. Στο τριακοστό πέμπτο χιλιόμετρο είδα και πάλι ελληνικές σημαίες, ήταν ο Απόστολος με τα παιδιά και τη γυναίκα του, τους χαιρέτησα και μ’ ενθάρρυναν να συνεχίσω. Τα πόδια μου είχαν αρχίσει να πιάνονται και σταμάτησα για μερικά δευτερόλεπτα να
ρίξω λίγο σπρέι από το μπουκάλι που κουβαλούσα. Με πήραν χαμπάρι και κάποιοι άλλοι δρομείς και με παρακάλεσαν να ρίξω και σ’ αυτούς. Είχα αρχίσει να χάνω χρόνο και σκέφθηκα ν’ αρνηθώ, αλλά θυμήθηκα τη βοήθεια που είχα από έναν θεατή στην Αθήνα που μου έκανε μασάζ και με βοήθησε να τερματίσω. Πλησίασαν κι άλλοι κι έριξα και σ’ αυτούς μέχρι που άδειασε το μπουκάλι. Μ’ ευχαρίστησαν όλοι και συνεχίσαμε τον αγώνα. Συνεχίζοντας προσπέρασα πάλι πολύ κόσμο. Με βάση τα στατιστικά που είδα μετά το τέλος του αγώνα, προσπέρασα πάνω από οχτώ χιλιάδες δρομείς. Ένιωθα πολύ δυνατός και στιβαρός, δεν θα χτυπούσα στον «τοίχο» αυτή τη φορά. Δεν σταμάτησα σε κανέναν ανεφοδιασμό, έπαιρνα ένα μπουκάλι και συνέχιζα το τρέξιμο ακατάπαυστα. Όσο γι’ αρνητικές σκέψεις, ούτε καν περνούσαν από το μυαλό μου, ευχαριστιόμουν τον αγώνα. Όσο πλησίαζα στον τερματισμό οι θεατές γίνονταν 55
όλο και πιο πολλοί και μας παρότρυναν συνεχώς. Καθώς κάποιοι δρομείς είχαν αρχίσει να περπατάνε, η προσπέραση ήταν δύσκολη, έκανα πολλά ζιγκ-ζαγκ κι έχανα αρκετό χρόνο. Τον λαγό των τεσσάρων ωρών δεν τον έβλεπα πια, είχα μπερδευτεί, δεν ήξερα αν ήταν μπροστά ή πίσω. Πλησιάζοντας στον τερματισμό, δεν ένιωθα εξουθενωμένος όπως στην Αθήνα. Τερμάτισα με τα χέρια ψηλά και κάνοντας τον σταυρό μου. Το είδα και στο βίντεο μετά. Τερμάτισε πολύς κόσμος. Προχώρησα και πήρα το μετάλλιο και την αναμνηστική μπλούζα, μετά πήρα τα πράγματά μου κι έβγαλα δυο-τρεις φωτογραφίες με το μετάλλιο και με φόντο την Αψίδα του Θριάμβου. Η ικανοποίηση ήταν πολύ μεγάλη, ακόμα δεν ήξερα τον χρόνο που είχα κάνει, αλλ’ αυτό δεν μ’ ενδιέφερε και πολύ. Καθώς κατευθυνόμουν προς το μετρό για να επιστρέψω στο ξενοδοχείο, ένας Ισπανός
μου έβγαλε μερικές φωτογραφίες στην Αψίδα και τον φωτογράφισα κι εγώ μαζί με τον φίλο του. Μπήκα στο μετρό, όπου υπήρχαν αρκετοί δρομείς από τον αγώνα. Η κατάστασή μου ήταν αρκετά καλή. Στη διαδρομή σκεφτόμουν ότι είχα ήδη τρέξει σε τρεις Μαραθώνιους μέσα σε δώδεκα μήνες! Ποιός να το πίστευε ένα χρόνο πριν! Απορούσα με τον εαυτό μου, πώς άφησα τόσα χρόνια να περάσουν χωρίς να ζήσω αυτές τις εμπειρίες, που με γεμίζουν και με κάνουν ευτυχισμένο. Τρέχοντας με καλή διάθεση 56
Αυτό που επιθυμούσα να κάνω τώρα, ήταν να εμπνεύσω και άλλους ανθρώπους, αν όχι να τρέξουν ένα Μαραθώνιο, να δοκιμάσουν να βρουν τα όριά τους και να θέσουν τον πήχυ των επιθυμιών τους πολύ ψηλά. Ήθελα να τους προκαλέσω να βγουν έξω από τη ζώνη ευκολίας, όπου ζουν και να δοκιμάσουν διαφορετικά πράγματα. Ήλπιζα οι φωτογραφίες από τον αγώνα και το σχετικό μήνυμα που θα έστελνα μέσω του facebook ότι θα έβρισκε κάποιους μιμητές. Είχα αρχίσει να νιώθω ότι σιγά-σιγά εκπλήρωνα τις πραγματικές μου επιθυμίες, τις δικές μου επιθυμίες. Βρήκα κάθισμα στο τρένο, χαλάρωσα λίγο και μου ήρθαν μνήμες από τα παιδικά μου χρόνια. Σκεφτόμουν ότι είχα κάνει ένα πολύ μεγάλο άλμα από την ανέχεια και τη φτώχεια, για να φτάσω να πραγματοποιώ πια τις επιθυμίες μου. Πώς από τα μεροκάματα που έκανα στα χωράφια, σε ηλικία δώδεκα ετών,
κατάφερα να είμαι οικονομικά ανεξάρτητος και να κάνω πια αυτό που θέλω. Μ’ έκανε, άραγε, χαρούμενο αυτή η υπέρβαση από τη μιζέρια σε μια πολύ καλή ποιότητα ζωής και μου έφερνε τελικά την ευτυχία; Ναι, γιατί όχι, τα επιτεύγματα και οι μοναδικές εμπειρίες είναι συστατικό της ευτυχίας. Η αλήθεια είναι ότι πάλεψα πολύ όλ’ αυτά τα χρόνια και μάλιστα μόνος μου, χωρίς βοήθεια, με εξαίρεση την ελάχιστη οικονομική βοήθεια που πήρα από τους δικούς μου. Το πείσμα μου ήταν πολύ μεγάλο να ξεφύγω από την κακομοιριά. Η φωνή της μητέρας μου ακόμα ηχεί στα αφτιά μου: «Να μάθεις γράμματα, να φύγεις από εδώ, ακούς; Βλέπεις τι τραβάω κάθε μέρα... να φύγεις από αυτή τη μιζέρια, να φύγεις μακριά και να μην ξαναπατήσεις εδώ» Απορούσα ακούγοντάς την. Πώς θ’ άντεχα να μην την ξαναδώ και πως θ’ άντεχε κι αυτή να 57
μη με ξαναδεί; Θυμάμαι επίσης μερικές φορές που έκλαιγε και παρακαλούσε να πεθάνει, γιατί δεν άντεχε άλλο την κούραση, πάντα έλεγε ότι αυτή δεν είναι ζωή, είναι μια κόλαση και δεν είχε και άδικο, όλη της τη ζωή δούλευε σαν σκυλί, μέρα-νύχτα. Εγώ προσευχόμουν μέσα μου κι έτρεμα μην πάθει κάτι, γιατί θα ήμουν χαμένος. Όλοι μας θα είμαστε χαμένοι, αν πάθαινε κάτι. Πιστεύω ότι η μητέρα μου έχει «τρέξει» πολύ περισσότερους και σκληρούς Μαραθώνιους στη ζωή της, όχι για να δοκιμάσει τα όριά της, όπως εγώ, αλλά για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε όλοι μας. Μαραθώνια διαδρομή επιβίωσης η μία, μαραθώνια διαδρομή δοκιμασίας εκ του ασφαλούς, όμως, η άλλη. Πώς μπορεί κανείς να συγκρίνει αυτές τις διαδρομές; Αν συγκρίνει τον χρόνο της εκπλήρωσης της κάθε μιας, η δεύτερη μπορεί να πάρει τέσσερις ώρες για να ολοκληρωθεί, ενώ η πρώτη μια ζωή. Στη μία διαδρομή υπάρχει η αγωνία και το άγχος της
επιβίωσης με αβέβαιο αποτέλεσμα, ενώ στην άλλη η αγωνία να δει κανείς πού φτάνουν τα όριά του. Κατέβηκα απ’ το μετρό και περπάτησα ως το ξενοδοχείο, ξάπλωσα λίγο, αλλά δεν μπόρεσα να κοιμηθώ από την υπερένταση, ήμουν όμως πολύ χαρούμενος. Πήγα για φαγητό στο Paris de Orléans, έφαγα λίγο, ήπια έναν καφέ, γύρισα στο ξενοδοχείο και κάθισα λίγο στο λόμπι με κάτι Τούρκους μάνατζερς, που έψαχναν ποδοσφαιριστές στην Γαλλία. Το βράδυ μίλησα με τον Μιχάλη, είχαμε τερματίσει σχεδόν μαζί, μόνο ένα λεπτό διάφορα είχαμε ο ένας από τον άλλον, αλλά ποτέ δεν βρεθήκαμε κατά τη διάρκεια του αγώνα. Ο Αλεσάντρο είχε διαφορά με τον Μιχάλη ένα δευτερόλεπτο, αλλά κι αυτοί δεν συναντήθηκαν ποτέ στη διαδρομή. Περίεργα πράγματα! Τι κρίμα! Αν είχαμε τρέξει μαζί, είμαι σίγουρος ότι θα είχαμε κατέβει κάτω απ’ τις τέσσερις ώρες. 58
Την επόμενη μέρα αναχώρησα για Αθήνα. Στο Facebook ανέβασα τις φωτογραφίες με το μετάλλιο κι ένα μήνυμα για τον αγώνα, που είχε σκοπό να εμπνεύσει κάποιους να τολμήσουν, να κάνουν έστω μια προσπάθεια για πράγματα που τα θεωρούν ακατόρθωτα. Η μεγάλη αποτυχία, έγραψα, είναι να μην προσπαθήσεις κάτι που θέλεις πραγματικά. Έλαβα πολλά μηνύματα και πολλά «μπράβο» για την προσπάθεια και τον αγώνα. Είναι ωραίο να παίρνεις ωραία μηνύματα από τους φίλους σου, να θαυμάζουν και να επικροτούν αυτό που κάνεις, είναι επίσης και ευτυχία να βλέπεις ότι τους έχεις εμπνεύσει να προσπαθήσουν κάτι ανάλογο. Η πολλή καλή εμπειρία και επιτυχία του Παρισιού δεν με άφησε να ησυχάσω καθόλου. Δεν πέρασε ούτε μια εβδομάδα και δήλωσα συμμετοχή στον Μαραθώνιο της Νέας Υόρκης, νομίζω ότι έχω κολλήσει με το άθλημα. Τα άλλα αθλήματα δεν με συγκινούν πια όσο ο
Μαραθώνιος. Η μεγάλη μου αγάπη, το ποδόσφαιρο, έχει περάσει σε δεύτερη μοίρα. Δεν είναι ότι δεν μου αρέσει, ίσως δεν βρίσκω πια κάποιο κίνητρο, ίσως δεν υπάρχει και η κατάλλη χημεία με τους άλλους συμπαίκτες. Το τένις, που άρχισα τα τελευταία χρόνια, στην αρχή με είχε ενθουσιάσει, μετά δεν με συγκινούσε και τόσο πολύ, μετά το πρώτο σετ σε κάθε παιχνίδι βαριόμουν. Ίσως ήταν οι αντίπαλοι πολλές φορές αρκετά πιο αδύναμοι να με κοντράρουν και να με προκαλέσουν, οπότε καταντούσε βαρετό. Η ποδηλασία στο βουνό μού είναι ακόμα ενδιαφέρουσα και ασχολούμαι συχνά-πυκνά. Αυτό που έχει αρχίσει τελευταία να μ’ ενθουσιάζει είναι το τρίαθλο. Η κολύμβηση όμως είναι προς το παρόν αποτρεπτικός παράγοντας γι’ αυτό το άθλημα. Από πλευράς τεχνικής, στο κολύμπι είμαι πολύ πίσω και πρέπει να προπονηθώ αρκετά, αν θέλω ν’ ασχοληθώ σοβαρά με το τρίαθλο. 59
Η σκέψη μου προς το παρόν είναι στους Μαραθώνιους Θα ήθελα να τρέξω έναν Μαραθώνιο σε κάθε ήπειρο, να τρέξω σε όλο τον κόσμο. Νέα Υόρκη, Τόκυο, Σίδνει, Κέιπ Τάουν και Βόρειος Πόλος θα ήταν ιδανικά μέρη για να τρέξω. Ακούγεται ωραίος και πολύ φιλόδοξος στόχος.
Τερματίζοντας 60
Chapter 6
Προετοιμασία για την Νέα Υόρκη
Section 1
Η επιστημονική προσέγγιση της προετοιμασίας Την προετοιμασία για τον Μαραθώνιο της Νέας Υόρκης σκέφτηκα να την κάνω πιο ποιοτική και γι’ αυτόν τον λόγο ξόδεψα ένα μεγάλο ποσό για ν’ αγοράσω ένα ρολόϊ, το οποίο δείχνει, μεταξύ άλλων, τον ρυθμό που τρέχω, την απόσταση, τους σφυγμούς της καρδιάς, την κατανάλωση όγκου οξυγόνου, αλλά και δυναμικές τρεξίματος, όπως τον αριθμό των βημάτων ανά λεπτό, την αναπήδηση του σώματος, αλλά και το χρόνο που το πέλμα εφάπτεται με το έδαφος. Άρχισα έτσι σιγά-σιγά να μαθαίνω τον ρόλο που παίζουν όλοι αυτοί οι παράγοντες στην απόδοση ενός δρομέα. Αυτό που τράβηξε περισσότερο το ενδιαφέρον μου ήταν να καταλάβω τον τρόπο με τον οποίο ο οργανισμός παράγει ενέργεια, η οποία χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια του τρεξίματος. Διάβασα λοιπόν ότι η επαναλαμβανόμενη σύσπαση των μυών είναι αυτή που δημιουργεί την κίνηση του σώματος
και αυτή η σύσπαση επιτυγχάνεται με τη συνεχόμενη παροχή καυσίμου, μιας χημικής ενέργειας ATP (adenosine triphosphate) στους μύες. Αυτή η χημική ενέργεια στο μυϊκό σύστημα κάνει την ίδια δουλειά που κάνει η βενζίνη στη μηχανή ενός αυτοκινήτου. Η διαδικασία παραγωγής καυσίμου στους μύες μπορεί να είναι είτε αερόβια, είτε αναερόβια. Η διαφορά μεταξύ των δύο διαδικασιών είναι στη χρήση οξυγόνου. Αερόβια διαδικασία σημαίνει χρήση οξυγόνου για τη δημιουργία καυσίμου, ενώ αντίθετα, αναερόβια διαδικασία είναι η παραγωγή καυσίμου χωρίς οξυγόνο. Για την δημιουργία καυσίμου, οι μύες χρησιμοποιούν κυρίως υδατάνθρακες, σε μικρότερο βαθμό λίπος, και σε πολύ μικρότερο βαθμό πρωτεΐνη. Η χρήση υδατανθράκων παράγει πιο γρήγορα καύσιμο σε σύγκριση με τη χρήση λίπους. Όσο πιο γρήγορα τρέχουμε, τόσο περισσότερο καύσιμο χρειάζεται να 62
ευκαιρία να μάθω κάποια πράγματα για την φυσιολογία της καρδιάς μου και το ρόλο που παίζει στην απόδοσή μου. Άρχισα να διαβάζω για το ρόλο της καρδιάς στην απόδοση ενός δρομέα και ανακάλυψα ενδιαφέροντα πράγματα, τα οποία μου έλυσαν πολλές απορίες. Το καρδιοαναπνευστικό σύστημα, το οποίο βασικά είναι η καρδιά, οι πνεύμονες, όπως επίσης οι φλέβες και αρτηρίες για την μεταφορά του αίματος, είναι αυτό που μπορεί να κάνει τη διαφορά μεταξύ των αθλητών μεγάλων αποστάσεων. Και πιο συγκεκριμένα, η ικανότητα της καρδιάς να αντλήσει και να τροφοδοτήσει με αίμα το μυϊκό σύστημα είναι η κύρια διαφορά μεταξύ ενός μέσου κι ενός προχωρημένου δρομέα. Το τρέξιμο είναι αερόβια άσκηση και η αερόβια διαδικασία παραγωγής καυσίμου, η οποία λαμβάνει χώρα στους μύες, γίνεται με την παροχή οξυγόνου, το οποίο τους τροφοδοτεί μέσω του αίματος. Η ποσότητα του
έχουμε στους μύες. Τώρα καταλαβαίνω την επιστημονική προσέγγιση που κρύβεται πίσω από τις προτροπές όλων των προπονητών και ειδικών για την κατανάλωση τροφών που περιέχουν υδατάνθρακες, όπως ζυμαρικά, πριν από κάθε αγώνα. Ο στόχος είναι ν’ αποθηκεύσουμε πολλή γλυκόζη από την κατανάλωση των υδατανθράκων, η οποία θα χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο για την παραγωγή ενέργειας. Οι καρδιολόγοι, όταν μ’ εξετάζουν, λένε ότι έχω τεμπέλα καρδιά. Την πρώτη φορά που το άκουσα προβληματίστηκα. Και τι σημαίνει αυτό, ρώτησα, είναι κάτι που πρέπει να με ανησυχεί; Αυτό σημαίνει, μου είπαν, ότι οι καρδιακοί μου παλμοί είναι χαμηλοί. Ακούω και βλέπω πολλούς φίλους να μετράνε συνέχεια τους σφυγμούς τους και να βασίζονται πάνω σ’ αυτούς για την ένταση της προπόνησης. Το θέμα αυτό δεν με είχε απασχολήσει ιδιαίτερα, αλλά τώρα ήταν η 63
αίματος, και κατ’ επέκταση του οξυγόνου, που τροφοδοτεί το μυϊκό σύστημα, εξαρτάται από την ικανότητα της καρδιάς. Η ικανότητα αυτή ορίζεται από τον αριθμό των καρδιακών παλμών επί τον όγκο του αίματος, που αντλεί και στέλνει στους μύες η καρδιά με κάθε της παλμό. Όσο μεγαλύτερος ο όγκος του αίματος που φεύγει από την καρδιά, τόσο καλύτερα για τους μύες. Αν λάβουμε υπόψη ότι οι μέγιστοι καρδιακοί παλμοί καθορίζονται από την ηλικία, αυτό που κάνει τη διαφορά είναι ο όγκος του αίματος που αντλεί και στέλνει η καρδιά με κάθε χτύπο. Οι προχωρημένοι αθλητές έχουν γενετικά πλεονεκτήματα στη φυσιολογία της καρδιάς, όσον αφορά σ’ αυτή την ιδιότητά της. Τα περιθώρια βελτίωσης για έναν μέσο αθλητή, μετά από πολύ καλή άσκηση και προετοιμασία, είναι ν’ αυξήσει την ποσότητα του αίματος που στέλνει η καρδιά στους μύες με κάθε της χτύπο. Η έρευνα έχει δείξει ότι αυτό μπορεί να βελτιωθεί έως και
25%. Το σίγουρο είναι ότι δεν έχω γενετικό χάρισμα, οπότε αυτό που στοχεύω είναι αυτό που στοχεύει και ένας μέσος αθλητής. Και για να ολοκληρώσω την ενότητα αυτή, που αφορά τους παράγοντες απόδοσης, μια άλλη σημαντική παράμετρος, που πρέπει να λάβει υπόψη του ο δρομέας, είναι ο όγκος οξυγόνου που καταναλώνει στην αερόβια διαδικασία παραγωγής ενέργειας. Ακούγεται κάπως άγνωστη έννοια, αλλά η εξήγηση είναι απλή. Όπως είπαμε η ποσότητα οξυγόνου που μεταφέρεται στους μύες είναι αποτέλεσμα της ικανότητας της καρδιάς. Όταν το οξυγόνο μεταφέρεται σ’ αυτούς, έχουν την ικανότητα να απομονώνουν το οξυγόνο και να το χρησιμοποιούν στην αεροβική διαδικασία, ώστε να παράγουν καύσιμο κατά τη διάρκεια του τρεξίματος. Οι πολύ καλά προπονημένοι μύες έχουν πολύ μεγάλες δυνατότητες ν’ απομονώνουν το οξυγόνο και να παράγουν το καύσιμο. Οι περιορισμοί έγκεινται στην 64
παράγεται γαλακτικό οξύ, το οποίο κάνει την άσκηση πολύ δύσκολη έως και αδύνατη. Η έρευνα έχει δείξει ότι μια αερόβια άσκηση μετατρέπεται σε αναερόβια, όταν ασκούμαστε με ρυθμό που υπερβαίνει το 80% - 90% των καρδιακών μας παλμών. Οι ειδικοί προτείνουν η προπόνηση να γίνεται στο 70% με 80% του μέγιστου αριθμού καρδιακών παλμών, ώστε ν’ αποφεύγονται τραυματισμοί. Η γνώση όλων αυτών βοηθάει να κάνω την προπόνηση πιο ποιοτική και να στοχεύσω στην βελτίωση παραγόντων, που θ’ αυξήσουν και θα μεγιστοποιήσουν την απόδοσή μου. Η πράξη θα δείξει. Ποτάμι δρομέων στην
ικανότητα της καρδιάς να μεταφέρει σ’ αυτούς αυξημένες ποσότητες αίματος και οξυγόνου. Άρα, ένας άλλος παράγοντας που μπορώ να επηρεάσω, για να βελτιώσω την απόδοσή μου, είναι να εκπαιδεύσω τους μύες μου μέσα από την άσκηση, ώστε ν’ απορροφούν περισσότερο οξυγόνο για την παραγωγή ενέργειας. Τέλος, ένας άλλος παράγοντας, που σχετίζεται άμεσα με την απόδοση στο τρέξιμο, είναι το όριο όπου αρχίζει η αναερόβια άσκηση για τον κάθε δρομέα. Όταν υπάρχει έλλειψη οξυγόνου, τότε το καύσιμο που χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την παραγωγή ενέργειας είναι η γλυκόζη, η οποία προέρχεται από την κατανάλωση υδατανθράκων. Η γρήγορη κατανάλωση της γλυκόζης, όμως, έχει ως αποτέλεσμα την παραγωγή γαλακτικού οξέως στους μύες. Με λίγα λόγια όταν η ένταση του τρεξίματος υπερβαίνει τον ρυθμό, με τον οποίο η καρδιά μπορεί να προμηθεύσει με οξυγόνο τους μύες, τότε η άσκηση μετατρέπεται σε αναερόβια και
Νέα Υόρκη 65
Section 2
Προετοιμασία και προσμονή για τον κορυφαίο αγώνα στο Μεγάλο Μήλο Άρχισα την προετοιμασία για τον αγώνα της Νέας Υόρκης στα τέλη Ιουλίου και τη συνέχισα με κάποιες διακοπές κατά τη διάρκεια των διακοπών μου στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα ταξίδι μου αυτό το καλοκαίρι περιλάμβανε επίσκεψη στο Λας Βέγκας, και στο Γκράντ Κάνυον και μετά επίσκεψη στην δυτική ακτή. Στην Καλιφόρνια θα επισκεπτόμουν οδικώς το Σαν Ντιέγκο από το Λας Βέγκας, μετά θα πήγαινα στο Λος Άντζελες με τρένο και τελικός προορισμός θα ήταν το Σαν Φρανσίσκο αεροπορικώς. Στις διακοπές είχα βάλει στόχο να τρέξω κάποια χιλιόμετρα, αλλά δεν κατάφερα ν’ ακολουθήσω πλήρως το πρόγραμμα. Στο Λας Βέγκας έτρεξα ένα πρωινό γύρω στα έξι χιλιόμετρα στην κεντρική λεωφόρο, την Στρίπ, όπου είναι όλα τα καζίνο και τα ξενοδοχεία. Μου αρέσει, όταν επισκέπτομαι ένα νέο μέρος, να πηγαίνω για τρέξιμο. Βλέπω τα πράγματα από διαφορετική οπτική. Ο καιρός ήταν πολύ ζεστός, η ζέστη της
ερήμου μ’ έκαιγε, όταν δεν βρισκόμουν κάτω από την προστατευτική σκιά των τεράστιων ξενοδοχείων. Σκέφτηκα ότι το Βέγκας είναι για πάρτι, για τζόγο, για ξενύχτι, αλλά όχι για τρέξιμο, σίγουρα όχι για τρέξιμο. Ήθελα να τρέξω παραπάνω αλλά σταμάτησα στη μισή ώρα, δεν μ’ ευχαριστούσε. Γύρισα στο ξενοδοχείο να συνεχίσω με άλλες δραστηριότητες. Μετά από τρείς μέρες στο Βέγκας, αναχώρησα οδικώς για το Σαν Ντιέγκο. Το Βέγκας είναι ωραίο να το δεί κανείς για δυοτρείς μέρες, αν δεν του αρέσει ο τζόγος, γίνεται γρήγορα βαρετό. Το ωραίο σ’ αυτή την πόλη είναι ότι οι άνθρωποι έρχονται εδώ για μερικές μέρες, με σκοπό να περάσουν καλά και η διάθεση όλων είναι στα ύψη. Η μιζέρια δεν έχει καμιά θέση εδώ, αυτή μάλλον αυτοκτόνησε στο Βέγκας! Νοίκιασα ένα αυτοκίνητο και διέσχισα την έρημο της Νεβάδα, για να συναντήσω τον φίλο 66
δικό μου ταξίδι. Είχα μαζί μου πέντ’- έξι πιστωτικές κάρτες στην τσέπη, αρκετά δολάρια, αυτοκίνητο και τρείς με τέσσερις ασφάλειες για κάθε ενδεχόμενο. Μπορούσα όμως να νιώσω λίγο καλύτερα τις στιγμές και τις εμπειρίες που περιέγραφε στο βιβλίο του ο Κέρουακ ταξιδεύοντας στο ίδιο τοπίο. Είναι κι αυτό μια ευχαρίστηση! Μετά από κουραστικό ταξίδι έξι ωρών, έφτασα στο Σαν Ντιέγκο, όπου ο καιρός ήταν υπέροχος, ελπίζοντας να μπορέσω να τρέξω κάποια μέρα εδώ. Ο Παναγιώτης ήταν πολύ αθλητικός σε αντίθεση με τον αδερφό του τον Βασίλη, που ζει στην Αθήνα. Η φιλοξενία του ζεστή, η γυναίκα του η Καρολίνα και η κόρη του η Τζέσικα επίσης πάρα πολύ καλές και μ’ έκαναν να νιώσω σαν στο σπίτι μου. Με γύριζαν παντού και με πήγαιναν στα καλύτερα σημεία. Η μάνα του Παναγιώτη, η κυρία Βιβή, που ζει προσωρινά με τον Βασίλη στη γειτονιά μου στην Αθήνα, είχε αγχώσει τον Παναγιώτη:
μου τον Παναγιώτη και τον Ερντγκερ στο Σαν Ντιέγκο. On the road alone! Η θερμοκρασία στην έρημο πλησίαζε τους σαράντα πέντε βαθμούς. Σταμάτησα σ’ ένα μοτέλ να φάω κάτι, κόντεψα να ψηθώ μέχρι να φτάσω στο κτίριο. Η ατμόσφαιρα μέσα στο μοτέλ ήταν λίγο από το παρελθόν: decadence, φορτηγατζήδες που βρωμάνε από τον ιδρώτα και κάτι τελειωμένες εξηντάρες που μασουλάνε junk food. Για κάποιο λόγο, ενώ γενικά δεν τρώω γρήγορο φαγητό, εδώ έφαγα μόνο μπέργκερς και μεξικάνικο φαγητό. Προσαρμογή στις τοπικές συνήθειες! Μου άρεσε που έκανα μόνος αυτό το ταξίδι, είχα πολύ χρόνο να σκεφτώ και να παρατηρήσω τα πράγματα που ήθελα. Σκεφτόμουν μερικές εικόνες που έχω από το βιβλίο του Τζακ Κέρουακ, “On the road”, αυτό το αριστούργημα που περιγράφει τις εμπειρίες του συγγραφέα που ταξιδεύει σε όλη την Αμερική με ωτο-στοπ και χωρίς φράγκο στην τσέπη. Βέβαια δεν υπήρχε καμιά σύγκριση με το 67
«Να φιλοξενήσεις πολύ καλά το παιδί, μην εκτεθούμε»
για τρέξιμο δίπλα στον Ωκεανό ήταν ό,τι καλύτερο έχω δει μέχρι τώρα. Οι άνθρωποι αρκετά χαλαροί, ευγενικοί και γελαστοί. Πέρασα πολύ ωραία τις τρείς μέρες που έμεινα εκεί. Μερικές εβδομάδες πριν είμαστε όλοι μαζί στην Πάρο και τώρα ξανά μαζί στην άλλη άκρη του κόσμου. Την Κυριακή απόγευμα αναχώρησα για Λος Άντζελες με το τραίνο το οποίο πήγαινε κατά μήκος του Ειρηνικού ωκεανού. Η θέα ήταν εκπληκτική, συνεχόμενες τεράστιες παραλίες με σέρφερς να περιμένουν υπομονετικά να δαμάσουν το κύμα με τη σανίδα τους. Όλοι κάνουν σερφ εκεί και είναι όλοι δραστήριοι, καλλίγραμμοι και με ιδιαίτερη γράμμωση στους κοιλιακούς. Έφτασα στο Λος Αντζελες το βράδυ, το ταξίδι διήρκησε περίπου δύο ώρες. Πήρα το μετρό και πήγα στο ξενοδοχείο που ήταν στο κέντρο της πόλης. Είναι το «Μιλλένιουμ Μπίλτμορ», πολύ μεγάλο, κλασσικό ξενοδοχείο,
Η κυρία Βιβή είχε καταλάβει ότι αγαπώ πολύ τον φίλο μου τον Βασίλη, τον γιο της στην Αθήνα, και ήθελε να μη μου λείψει τίποτα. Από τρέξιμο, λίγα πράγματα και στο Σαν Ντιέγκο, ένα πρωινό πήγαμε με τον Παναγιώτη για περπάτημα με τον σκύλο του, τον Σέρλοκ, στον λόφο Ράντσο Πανασκίτας. Μου είπε την ιστορία πώς κατέληξε στον Σαν Ντιέγκο με τη γυναίκα του, την Καρολίνα, την οποία γνώρισε στο Σαν Φρανσίσκο. Η κόρη του Τζέσικα αγαπάει πολύ την Ελλάδα και είναι πολύ δραστήριο κορίτσι. Μάλιστα είχε αρχίσει να εκδίδει ένα περιοδικό που λέγετεαι «Tea or Cofee». Το γράψιμό της το βρίσκω εξαιρετικό και οι απόψεις της δείχνουν ωριμότητα και ζήλο για μάθηση. Αυτό που θα μου μείνει από το Σαν Ντιέγκο είναι οι τεράστιες παραλίες και τα όμορφα σπίτια με θέα τον Ειρηνικό ωκεανό. Τα σημεία 68
μου θύμισε τη «Μεγάλη Βρεττανία» στην Αθήνα. Είναι καλλιτεχνικά ιστορικό ξενοδοχείο, αφού πολλά από τα Όσκαρ έχουν δοθεί σε κάποια απ’ τις αίθουσές του. Στο Λος Άντζελες δεν έτρεξα καθόλου. Η πόλη είναι αχανής και οι επισκέψεις σε διάφορα αξιοθέατα με κουράσανε πολύ. Το Μπέβερλυ Χίλλς και η Σάντα Μόνικα είναι πάρα πολύ όμορφα μέρη, ο πλούτος είναι παραπάνω από εμφανής σ’ αυτά. Τα Γιουνιβέρσαλ Στούντιος είναι επίσης μοναδικό θέαμα. Αυτό που δεν με εντυπωσίασε και μάλλον με κούρασε με τον πολύ κόσμο ήταν το Χόλλυγουντ. Πολύς λόγος για το τίποτα. Καθόλου τρέξιμο και εδώ, οπότε είπα θα τρέξω στον επόμενο σταθμό μου, στο Σαν Φρανσίσκο. Όλοι μου έλεγαν ότι είναι φανταστική πόλη. Πράγματι έτσι ήταν, με τη διαφορά ότι είχε, ιδίως στο κέντρο όπου έμεινα, τις μεγαλύτερες και πιο απότομες ανηφόρες που έχω δει στη ζωή μου. Πώς να τρέξει κανείς
εδώ; Ο τόπος είναι μάλλον για αναρρίχηση, βέβαια πέρα από το κέντρο, το έδαφος ήταν επίπεδο, αλλ’ η απόσταση ως εκεί αρκετά μακρινή. Την πρώτη μέρα έκανα περιήγηση στην πόλη και παρά την αρχικά αρνητική εντύπωση που είχα, όταν έφτασα το προηγούμενο βράδυ τα μεσάνυχτα, η πόλη ήταν όντως πολύ όμορφη, είχε ένα χαρακτήρα Ευρωπαικό. Πολλά τα ωραία σημεία που μπορούσε κανείς ν’ απολαύσει, όπως η γνωστή γέφυρα Golden Bridge, το λιμάνι και το πολύ γραφικό τραμ. Το δεύτερο βράδυ στην πόλη αποφάσισα να πάω για τρέξιμο, ένιωθα ότι είχα χάσει όσα κέρδισα από το τρέξιμο του Ιουλίου. Ο καιρός εδώ ήταν δροσερός και χρειάστηκε να φορέσω ένα μακρυμάνικο μπλουζάκι. Φεύγοντας απο το ξενοδοχείο, άρχισα να τρέχω σε μια κατηφόρα προς την Union Square και μετά έκανα δεξιά. Αφού πέρασα μερικά τετράγωνα, η κατάσταση μου φάνηκε λίγο 69
δύσκολη, αισθανόμουν άβολα να προχωρήσω, αφού στο δρόμο κυκλοφορούσαν κάποιοι ιδιόρρυθμοι τύποι, που μου έκαναν περίεργες γκριμάτσες και στη συνέχεια ούρλιαζαν. Και ήσαν και πολλοί. Ούτε η πόλη των τρελών να ήταν. Συνέχισα να τρέχω με αρκετή επιφύλαξη προσπαθώντας να τους αποφύγω, αν και καθώς ήταν βράδυ και σκοτεινά, δεν έβλεπα πολύ καλά. Δυο τετράγωνα παραπέρα, συνάντησα μόνο μαύρους με κουκούλες και πολλούς άστεγους στο πεζοδρόμιο. Οι μαύροι ξεφύτρωναν ξαφνικά μέσ’ απ’ το σκοτάδι με τα χέρια στις τσέπες της μπλούζας τους, το κεφάλι κάτω και περπατούσαν χωρίς να καταλαβαίνω τον σκοπό τους και πού θέλουν να πάνε. Έδιναν την εντύπωση ότι απλώς βολόδερναν πάνω-κάτω λες κι είχαν πιει και ήθελαν να ξεπεράσουν την επήρεια. ΄Εχοντας εισπράξει μερικές στραβές, λοξές ματιές από αρκετούς, κατάλαβα ότι ήταν ώρα ν’
απομακρυνθώ από την περιοχή τους. Χωρίς δεύτερη σκέψη πήρα τον δρόμο της επιστροφής, τρέχοντας πάνω στο πεζοδρόμιο. Από την άλλη μεριά του δρόμου ήσαν μαζεμένοι μερικοί έγχρωμοι σε μπουλούκι και προφανώς, εκτός από κουβέντες, αντάλλασαν και άλλα πράγματα. Μπροστά μου, στο πεζοδρόμιο, ξαπλωμένος ένας άστεγος φαρδύς-πλατύς, το είχε πιάσει όλο. Βρέθηκα σε δίλημμα, να βγω στο δρόμο ή μήπως έτσι θα προκαλέσω την προσοχή τους, αυτοί τρέχουν πολύ και πώς θα τους ξεφύγω; Τελικά, κάνοντας ένα δυνατό άλμα, πέρασα πάνω από τον άστεγο. Με την άκρη του ματιού μου είδα το πρόσωπό του να εφάπτεται πάνω στο πεζοδρόμιο χωρίς να μεσολαβεί κάτι ανάμεσα, από το στόμα του έτρεχαν υγρά, δίπλα του άδεια μπουκάλια, χυμένες μπύρες που δεν πρόλαβε να τις τελειώσει. Μούγκρισε και κάτι ψέλλισε, αλλ’ ήμουν ήδη μερικά μέτρα μακριά του. Ουφ ξέφυγα!! Σκέφτηκα πόση ανισότητα 70
υπάρχει εδώ, από τη μια η ελίτ, τα πανάκριβα ξενοδοχεία, ευκατάστατοι τουρίστες απ’ όλο τον κόσμο και από την άλλη τελειωμένοι άνθρωποι στο πεζοδρόμιο, που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα. Γυρνώντας στο ξενοδοχείο κι αφού διαμαρτυρήθηκα έντονα για το λάθος τους να με στείλουν σε άλλο διπλανό το προηγούμενο βράδυ, κατέφυγα στη σουίτα, που μου έδωσαν κι αισθάνθηκα ασφάλεια. Αρκετά, είπα, με τ’ ανδραγαθήματα, ας πάω τώρα για καμιά μπύρα. Οι μέρες των διακοπών πέρασαν πολύ ευχάριστα. Έζησα ωραίες στιγμές, είδα πολύ όμορφα μέρη ικανοποιώντας την περιέργειά μου να γνωρίσω διαφορετικούς τόπους. Κάθε ωραίο, όμως, τελειώνει κάποια στιγμή. Ήταν καιρός να γυρίσω πια στην Αθήνα.
71
Chapter 7
Navarino Challenge
Section 1
Navarino Challenge Dean Karnazis, o υπερμαραθωνοδρόμος, ο οποίος έχει τρέξει απίστευτες αποστάσεις. Έχει χαρακτηριστεί ως ένας από τους εκατό πιο ανθεκτικούς σε καταπονήσεις ανθρώπους στον κόσμο. Ο αγώνας θα διεξαγόταν στο Costa Navarino και στην γύρω περιοχή. Ήταν μια καλή ευκαιρία και για ένα ευχάριστο τριήμερο σ’ αυτό το resort. Κατά τύχη συνάντησα τον Dean Karnazis στην Μαρίνα του Φλοίσβου τρεις ημέρες πριν τον αγώνα, έβγαλα μερικές φωτογραφίες μαζί του και μετά συζητήσαμε για τον αγώνα στο Ναυαρίνο. Ήταν πολύ φιλικός και δώσαμε ραντεβού στον αγώνα την Κυριακή. Παρασκευή μεσημέρι έφτασα στο «Costa Navarino», υπέροχο ξενοδοχείο σε απόλυτη αρμονία με τη φύση. Μου έδωσαν ένα εκπληκτικό δωμάτιο με δική του πισίνα και θέα προς τη θάλασσα. Το βράδυ είχε cocktail party για το καλωσόρισμα. Εκεί γνώρισα τους γονείς του Καρνάζη, την κυρία Φωτεινή και τον κύριο
Όταν επέστρεψα από την Αμερική, άρχισα την προετοιμασία για τον Μαραθώνιο μαζί με τον Μιχάλη και τον Σταύρο. Κάναμε αρκετά τρεξίματα μαζί και ο καιρός περνούσε ευχάριστα. Ο Μιχάλης είναι στο ίδιο επίπεδο με μένα και υπήρχε καλός συναγωνισμός. Αρκετά βράδια τα περνούσαμε είτε στο Ολυμπιακό Στάδιο, είτε στο άλσος Βεΐκου. Τα δάσος Συγγρού και η Πάρνηθα ήταν επίσης μέρη, στα οποία κάναμε αρκετές προπονήσεις. Ο Μιχάλης είναι άνθρωπος με πολλά ενδιαφέροντα, τα οποία δεν περιορίζονται μόνο στη δουλειά και την οικογένεια. Από τον λίγο καιρό που γνωριζόμαστε υπάρχει καλή χημεία και επικοινωνούμε πολύ καλά. Αυτό έκανε την συνεννόηση και το προγραμματισμό της προπόνησης εύκολη υπόθεση. Ψάχνοντας να βρω τρόπο για να γίνουν οι μακρινές προπονήσεις του Σαββατοκύριακου πιο ευχάριστες, είδα ότι υπήρχε ο αγώνας του Navarino Challenge στον οποίο συμμετείχε και ο 73
Νίκο, που μου διηγήθηκαν όλη την πορεία και την εξέλιξη του γιού τους. Αισθάνθηκαν πολύ όμορφα, όταν τους είπα ότι οι Έλληνες είναι πολύ περήφανοι για τον γιό τους. Μέσω της φίλης μου της Σοφίας γνώρισα και μια κοπέλα, τη Μαρίλια, και κάναμε παρέα το τριήμερο. Την Παρασκευή το απόγευμα πήγα για τρέξιμο στα γήπεδα του golf μαζί με άλλους δρομείς, καθώς και μ’ έναν προπονητή του ξενοδοχείου. Ήταν ηλιοβασίλεμα και η θέα απ’ αυτό το σημείο μαγευτική. Κάποιοι έτρεξαν πέντε χιλιόμετρα και σταμάτησαν, εγώ συνέχισα κι έτρεξα γύρω στα δέκα, μέχρι που νύχτωσε και δεν έβλεπα. Το Σάββατο, μετά από ένα ωραίο πρωινό, μαζί με την Μαρίλια πήγαμε για μπάνιο στην παραλία του ξενοδοχείου. Το απόγευμα κατέφθασε ο πρωταθλητής κολύμβησης Γιαννιώτης μαζί με τον Dean και τον Ολυμπιονίκη Αλέξανδρο Νικολαΐδη. Ο Γιαννιώτης μας έδειξε πώς να κολυμπάμε σε ομάδα, καθώς και κάποιες τεχνικές.
Κολύμπησα λίγο μαζί τους, αλλά μετά σταμάτησα, το κολύμπι δεν μου πάει καθόλου. Όλοι οι δρομείς παρακολουθήσαμε μια ενδιαφέρουσα ενημέρωση για την παιδική παχυσαρκία και τη μεσογειακή διατροφή και δώσαμε την υπόσχεση να διαδώσουμε το μήνυμα της ευαισθητοποίησης σχετικά με την καταπολέμηση της παιδικής παχυσαρκίας μέσω της Μεσογειακής διατροφής και της άσκησης. Μας ειπώθηκε ότι τα Ελληνόπουλα είναι πια τα πιο παχύσαρκα παιδιά στην Ευρώπη! Η έλλειψη της άσκησης, σε συνδυασμό με την κακή διατροφή, έχουν συμβάλλει σ΄αυτό και κατ’ επέκταση και στην κακή ποιότητα ζωής. Η έρευνα έδειξε επίσης ότι τα παιδιά στην επαρχία είναι πιο παχύσαρκα από τα παιδιά στα αστικά κέντρα. Είναι η έλλειψη χώρων για άσκηση; Ή μήπως τα παιδιά στην επαρχία έχουν βολευτεί με το εύκολο φαγητό και τα σουβλάκια; Η 74
αλήθεια είναι ότι θα θεωρηθεί «αστείος», όποιος κάνει ποδήλατο ή φορέσει φόρμα και πάει για τρέξιμο ένα πρωί στο χωριό. Νομίζω ότι τα παιδιά στην επαρχία, και κυρίως τα κορίτσια, πρέπει ν’ αποβάλουν αυτά τα στερεότυπα και να καταλάβουν ότι οι επιλογές για τη ζωή τους πρέπει να είναι δικές τους και μόνο, όχι του γείτονα. Αυτό που φαντάζει προσιτό στα παιδιά της πόλης, εγώ που έχω μεγαλώσει στην επαρχία, ξέρω ότι δεν είναι καθόλου εύκολο, ειδικά για τα κορίτσια, που καταπνίγουν τις επιθυμίες τους, για να μη γίνουν αντικείμενο δυσάρεστων σχολίων από τους γείτονες. Θα ήθελα πολύ να συμβάλω στην αλλαγή των κακών προτύπων για τα παιδιά. Θλίβομαι όταν τα βλέπω αγύμναστα, υπέρβαρα και οκνηρά, «μπόσικα», όπως τα λέει η μάνα μου. Θα ήθελα ακόμη και τα πρότυπα διασκέδασης ν’ αλλάξουν. Πώς διασκεδάζουν σήμερα οι νέοι; Ατέλειωτες ώρες καθισμένοι στην καφετέρια,
όπου σκοτώνουν κυριολεκτικά τον χρόνο τους κάνοντας chatting, αντί να επικοινωνούν, ν’ αρθρώνουν λόγο και ν’ ανταλλάσσουν ιδέες και συναισθήματα. Ακόμη χαμένες καθιστικές ώρες για φραπέ και φρέντο, κάπνισμα και ποτά και τα μεσάνυχτα χτυπάνε κι ένα «βρώμικο», για να κάτσει το αλκοόλ. Όλ’ αυτά πρέπει ν’ αλλάξουν ριζικά. Οφείλουμε όλοι μας, μικροί και μεγάλοι, ν’ αγαπήσουμε την άσκηση, να γίνει τρόπος ζωής μας και όχι μια ευκαιριακή ενασχόληση. Υποσχεθήκαμε, λοιπόν, όλοι οι συμμετέχοντες στον αγώνα να στηρίξουμε την προσπάθεια για την διάδοση του μηνύματος καταπολέμησης της παιδικής παχυσαρκίας και την προώθηση της δια βίου υγιεινής διατροφής, ώστε το μήνυμα «Eat well, run well, live well!» να «τρέξει» γρήγορα σε όλη την Ελλάδα και να βοηθήσει έστω και ένα παιδί, ώστε να προλάβει 75
την παχυσαρκία και να πετύχει μια καλή ποιότητα ζωής. Την επόμενη μέρα ο αγώνας ήταν προγραμματισμένος για τις εννέα το πρωί. Λίγο πριν γνώρισα τον Νίκο από τον Καναδά, ομογενή που μένει προσωρινά στην Ελλάδα για δουλειές. Μου μίλησε για την εμπειρία του στον Μαραθώνιο της Νέας Υόρκης και για την ζωή στον Καναδά. Σαν ξεκίνησε ο αγώνας, τρέχαμε μαζί με τον Νίκο στο πρώτο γκρουπ των αργών δρομέων. Η πιο γρήγορη ομάδα θα ξεκινούσε λίγο αργότερα. Η διαδρομή ήταν από Ναυαρίνο προς την Γιάλοβα και μετά πάλι επιστροφή, συνολικά είκοσι ένα χιλιόμετρα. Γρήγορα διαπιστώσαμε ότι το πρώτο γκρουπ πήγαινε αργά και αποφασίσαμε να προχωρήσουμε μπροστά. Ξεφύγαμε αρκετά, πάνω από ένα χιλιόμετρο. Μπροστά μας ήταν δυο αστυνομικοί με τις μηχανές κι ένα αυτοκίνητο για προστασία. Υπήρχε λιγοστός κόσμος που
περίμενε και χειροκροτούσε. Όλοι νόμιζαν ότι είμαστε οι πρώτοι! Είναι ωραίο το συναίσθημα να οδηγείς την κούρσα, ακόμα κι αν ξέρεις ότι αυτό δεν είναι αληθινό. Συζητώντας με τον Νίκο, πηγαίναμε αρκετά γρήγορα. Καθ’ οδόν μας περίμεναν οι συγγενείς του και μας φωτογράφιζαν. Στο δέκατο έβδομο χιλιόμετρο, ο Νίκος, μη μπορώντας ν’ ακολουθήσει άλλο αυτόν τον ρυθμό, έμεινε λίγο πιο πίσω. Συνέχισα και περίπου στο δέκατο ένατο χιλιόμετρο με προσπέρασαν δυο δρομείς πολύ καλά γυμνασμένοι. Είχε μείνει το τελευταίο πια κομμάτι της διαδρομής, που ήταν ανηφορικό και προσπαθούσα να το περάσω χωρίς να κόψω καθόλου ρυθμό. Τερμάτισα πολύ καλά και περίμενα τον Νίκο, που έφθασε τρία λεπτά αργότερα. Ακολούθησε το γκρουπ του Καρνάζη. Στη συνέχεια άρχισε το πάρτι με συρτάκι και τσίπουρο από την Καλαμάτα. 76
Επέστρεψα στο δωμάτιο κι έπεσα στην πισίνα. Πόσο μεγάλη απόλαυση! Ένιωθα απερίγραπτη ευεξία, δεν ήθελα να φύγω ποτέ από ’δω. Το κρεβάτι μεγάλο, άνετο, αναπαυτικό και το δωμάτιο τεράστιο. Η περιποίηση εξαιρετική! Όλα τέλεια!
δοκιμασία, στην οποία είχα υποβληθεί. Δεν ξέρω αν θα ένιωθα το ίδιο, σε περίπτωση που θα είχα επισκεφτεί το μέρος αυτό απλά για ένα τριήμερο διακοπών. Νομίζω η ευεξία που ένιωθα μετά την άσκηση και τη χαρά της επίτευξης αυτού του στόχου, σε συνδυασμό με αυτό το πανέμορφο περιβάλλον, ήταν μοναδική, τουλάχιστον έτσι το βίωνα εγώ. Ένιωθα μια γλυκιά κούραση μαζί με την ικανοποίηση και την αυτοπεποίθηση ότι είχα καταφέρει κάτι και το απολάμβανα κι αυτή η απόλαυση δεν μεταλλασσόταν σε ρουτίνα, ούτε έχανε το νόημά της, διότι ήταν προϊόν μιας προσπάθειας κι επίτευξης ενός στόχου. Αντίθετα, η δεδομένη και συνεχής απόλαυση, που δεν σχετίζεται με κάποιον στόχο, συνεπάγεται πλήξη, που απενεργοποιεί το μυαλό και τη δημιουργικότητά μας και εδώ είναι το δίλημμα: Ποιά είναι η σωστή επιλογή; Υπάρχει ο εύκολος δρόμος της χωρίς στόχο απόλαυσης, αυτός της κατανάλωσης όλο και
Επαφή με το κοινό
Ήταν απερίγραπτα μεγάλη η ικανοποίηση απ’ όλα αυτά, ύστερα μάλιστα από μια μεγάλη 77
περισσότερων υλικών αγαθών, που μας κάνει να νιώθουμε άμεση ικανοποίηση και γεύση ευτυχίας και υπάρχει, από την άλλη, και ο δρόμος της προσπάθειας για δημιουργία, που προϋποθέτει δοκιμασία και πολύ κόπο, αλλά τελικά οδηγεί στην ευτυχία.
από τους πολλούς ανθρώπους, τη μάζα, και είναι εύκολο να παρασυρθεί κανείς, θεωρώντας την σαν κοινωνική αποδοχή, απόδειξη δηλαδή ότι έχει όλα όσα έχουν οι άλλοι ή και ακόμα περισσότερα. Η δεύτερη επιλογή είναι περισσότερο συνειδητοποιημένη και λαμβάνει υπόψη τις εσωτερικές ανάγκες και όχι τη γνώμη των τρίτων. Πιστεύω πως δεν υπάρχει σωστή και λάθος επιλογή, το ζητούμενο είναι η διάρκεια της ευτυχίας και πώς και πόσο μπορεί ν’ αντέξει μέσα στον χρόνο. Προτιμούμε μια ευτυχία που να είναι συνεχής, μα χωρίς εξάρσεις ή μιαν άλλη, που μπορεί πρόσκαιρα να μας ανεβάσει πολύ ψηλά, ενέχει, όμως, και το ρίσκο ενός βουερού γκρεμίσματος; Τα βιώματα του κάθε ατόμου, τα οποία έχουν διαμορφώσει την προσωπικότητα και τον χαρακτήρα του, θα τον οδηγήσουν στην σωστή γι’ αυτόν επιλογή, στον δρόμο που οδηγεί στη δική του χαρά και ευτυχία.
Με τον φίλο μου, τον Κώστα
Η πρώτη επιλογή συνήθως ακολουθείται 78
Chapter 8
Σπέτσες 2014
Section 1
Σπέτσες 2014 Η πρόκληση του Μαραθώνιου των Σπετσών είχε αρχίσει να με δελεάζει πάλι. Είναι και το γεγονός ότι θα συμμετείχαν πολλοί φίλοι μου, αλλά και η ωραία ατμόσφαιρα που επικρατεί στο νησί. Όλ’ αυτά με οδήγησαν στην απόφαση να λάβω πάλι μέρος στον αγώνα. Η παρέα μας ξεπερνούσε τα δέκα άτομα που θα λάμβαναν μέρος σε διάφορα αγωνίσματα. Ο Μιχάλης, ο Νίκος κι εγώ θα τρέχαμε τα είκοσι πέντε χιλιόμετρα. Έμεινα στο σπίτι ενός φίλου μου στο κέντρο, στην Ντάπια, ενώ οι άλλοι διάσπαρτοι σε διάφορα καταλύματα, αφού το νησί ήταν γεμάτο από επισκέπτες για τους αγώνες. Ο καιρός, πολύ ζεστός για την εποχή, μας επέτρεψε να κάνουμε μπάνιο στην θάλασσα. Με τον Μιχάλη είχαμε κάνει πολλές προπονήσεις μαζί και είμαστε στο ίδιο επίπεδο φυσικής κατάστασης. Ο Νίκος υστερούσε λίγο. Η διάρκεια της προετοιμασίας για τον Μαραθώνιο των Αθηνών και της Νέας Υόρκης
αυτή τη φορά ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα, διότι την έκανα παρέα με φίλους και περνούσε ανώδυνα. Ο αγώνας ξεκίνησε ακριβώς στις εννέα το πρωί και στοχεύαμε σ’ έναν χρόνο δυόμισυ ωρών. Είχε ζέστη αλλ’ όχι πολύ υγρασία αυτή τη φορά. Ξεκινήσαμε με ελεγχόμενο ρυθμό και διανύσαμε τα πρώτα χιλιόμετρα εύκολα. Ο Νίκος έτρεχε αυτή τη διαδρομή πρώτη φορά και με τον Μιχάλη του κάναμε πλάκα. Στο δέκατο τέταρτο χιλιόμετρο ανεβήκαμε την πρώτη μεγάλη ανηφόρα με πολύ καλό ρυθμό, με το κεφάλι κάτω, για να μη μας επηρεάζει η απόσταση που εκάλυπτε, αλλά και χωρίς να σταματήσουμε. Κατά τη διαδρομή συζητούσαμε και πηγαίναμε με πολύ καλό γενικά ρυθμό. Στην τελευταία μεγάλη ανηφόρα ο Νίκος άρχισε να μένει λίγο πίσω. Στην κατηφόρα μέχρι να φτάσουμε στην Αγία Μαρίνα επιτάχυνα, αλλά ο Μιχάλης έκανε νόημα να πάμε λίγο πιο σιγά. Την τελευταία 80
ανηφοριά την τρέξαμε αρκετά γρήγορα και μετά στην ευθεία ο Μιχάλης άρχισε να επιταχύνει, τον συγκράτησα λίγο και με περίμενε. Μετά από λίγο μας ξεπέρασε ο μόλις είκοσι τεσσάρων ετών Γιάννης από την BIC. Είχε μαζευτεί αρκετός κόσμος στο δρόμο για να παρακολουθήσει τον αγώνα. Συνάντησα τον Γιώργο που με φιλοξενούσε, του έκανα νόημα και τον χαιρέτησα δυο-τρείς φορές, σχεδόν δεν με γνώρισε με τα γυαλιά και το καπέλο που φορούσα, μετά χαιρέτησα και τον Ironman, τον Stefan. Φτάνοντας στην Ντάπια, υπήρχε πολύς κόσμος που μας χειροκροτούσε, χαιρετήσαμε κι εμείς με τη σειρά μας. Πηγαίναμε δίπλα-δίπλα με τον Μιχάλη, στο ίδιο βήμα, φορούσαμε και τα ίδια καπέλα, που είχαμε αγοράσει από το Μαραθώνιο του Παρισιού, ούτε αδέρφια να είμαστε! Τερματίσαμε μαζί, ακριβώς στο ίδιο δευτερόλεπτο, με το ίδιο βήμα και με τα χέρια ψηλά. Ευχαριστηθήκαμε και οι δύο τον αγώνα.
Έκανα είκοσι λεπτά λιγότερο σε σχέση με την περυσινή χρονιά και ο Μιχάλης δέκα λεπτά λιγότερο. Ο χρόνος μας ήταν δυο ώρες και δέκα εννέα λεπτά. Ο Νίκος τερμάτισε μετά από τρία λεπτά κατάκοπος, μου θύμισε τον εαυτό μου την προηγούμενη χρονιά, είπε ότι δεν θέλει να ξαναδεί τις Σπέτσες ούτε στον χάρτη. Του εξήγησα ότι η πρώτη φορά είναι πάντα δύσκολη. Μετά συναντήσαμε και τ’ άλλα τα παιδιά, πήγαμε στο σπίτι της Χρύσας για λίγο και μετά για μπάνιο. Ακολούθησε φαγητό συζητώντας τα παραλειπόμενα του αγώνα και μετά επιστροφή στην Αθήνα. Ο αγώνας στις Σπέτσες ήταν μια ευχάριστη εμπειρία που μου επιβεβαίωσε ακόμα μια φορά ότι ένα πράγμα, που μπορεί να είναι σκληρή δοκιμασία, όταν το κάνεις για πρώτη φορά, μπορεί να εξελιχθεί σε μεγάλη ευχαρίστηση στη συνέχεια, όταν το δουλέψεις και το μελετήσεις σωστά. 81
Η εύκολη απογοήτευση μπορεί να παρασύρει και ν’ αποτρέψει από δραστηριότητες που προσφέρουν ευχαρίστηση. Άκουσα αρκετούς, κατά τη διάρκεια του αγώνα, να λένε με μεγάλη ευκολία ότι αυτή η δοκιμασία δεν είναι γι’ αυτούς, λες και φταίει η δοκιμασία.
Η δοκιμασία δεν μας επιλέγει από μόνη της, στην ουσία εμείς την επιλέγουμε. Είναι μια εύκολη δικαιολογία να λέμε μερικές φορές ότι αυτό δεν μου ταιριάζει ή ότι είμαι καλύτερος σε κάτι άλλο, εγκαταλείποντας την προσπάθεια. Μ’ αυτό τον τρόπο αποφεύγουμε να κάνουμε αυτογνωσία και ν’ αναγνωρίσουμε τις αδυναμίες μας. Η έλλειψη αυτογνωσίας, δηλαδή η μη αναγνώριση των αδυναμιών, αλλά και των δυνατοτήτων μας, απομακρύνει από την εκπλήρωση των στόχων που θέτουμε κάθε φορά, γιατί μας κάνει να αποποιούμαστε τις ευθύνες μας και να μην αναλαμβάνουμε δράση, ώστε να βελτιώσουμε τις αδυναμίες μας και να κτίσουμε πάνω στις δυνατότητές μας. Η αλήθεια είναι ότι η στιγμιαία κούραση προκαλεί αρνητικές σκέψεις που είναι δύσκολο ν’ αποκρουσθούν εκείνη τη στιγμή. Πόσοι από εμάς, όμως, δεν έχουμε σκεφτεί, μετά τον τερματισμό ενός αγώνα, ότι η ικανοποίηση ήταν πολύ μεγάλη; Το αντίδοτο στις αρνητικές
Παραλιακά 82
σκέψεις, που προκαλεί η κούραση σ’ έναν αγώνα, είναι η φαντασίωση της ευχαρίστησης και της ικανοποίησης απ’ την εκπλήρωση της προσπάθειας. Το υπόλοιπο του ισοζυγίου του κάθε εγχειρήματος πρέπει να προσδιοριστεί μετά το τέλος της προσπάθειας και όχι στη μέση αυτής. Στη μέση της προσπάθειας υπάρχουν συνήθως πιστώσεις και το ισοζύγιο μπορεί να καταλήξει αρνητικό, ενώ στο τέλος της προσπάθειας έρχεται η μεγάλη χρέωση από την ευχαρίστηση που μπορεί να το γυρίσει θετικό. Πολλές φορές, κατά τη διάρκεια του αγώνα, είναι καλό να προεξοφλούμε ένα μέρος της ικανοποίησης που παίρνουμε στο τέλος, ώστε το ισοζύγιο να μην είναι πολύ αρνητικό, κάτι που ενέχει τον κίνδυνο της εγκατάλειψης της προσπάθειας. Η εμπειρία μου λέει ότι όταν κάποιος προσπαθεί να προσεγγίσει τα όριά του, ο πόνος είναι αναπόφευκτος, το αν ο πόνος τον κάνει να υποφέρει, εξαρτάται από τον έλεγχο της σκέψης και τον βαθμό της
αυτοσυγκέντρωσής του. Η προετοιμασία συνεχίστηκε μετά τις Σπέτσες με προπονήσεις στο Ολυμπιακό στάδιο, την Πάρνηθα και το δάσος Συγγρού. Αυτή τη φορά θα ήθελα η προετοιμασία να διαρκέσει περισσότερο, γιατί έτσι θα είχα έναν ωραίο στόχο μπροστά μου να κυνηγώ και να προετοιμάζομαι γι’ αυτόν, όμως, μετά τον Μαραθώνιο της Νέας Υόρκης τι; Ο επόμενος, αν μπορέσω να τρέξω, θα ήταν μετά από αρκετούς μήνες. Μελαγχολούσα πού και πού, όταν το σκεφτόμουν. Το ίδιο σκεφτόταν και ο Μιχάλης, όταν συζητούσαμε για το «μετά» τον Νεοϋρκέζικο Μαραθώνιο. Μερικές φορές έλεγε ότι θέλει ν’ αλλάξει άθλημα, επειδή κουράστηκε, συζητούσαμε για ποδηλασία, που είναι λιγότερο επίπονο άθλημα ή για τρίαθλο, αλλά νομίζω πως τελικά έχει «κολλήσει» κι αυτός, όπως κι εγώ, με το τρέξιμο. Τα πρωινά ξυπνήματα στις έξι το πρωί για τις μεγάλες διαδρομές στην κορυφή της Πάρνηθας ήταν 83
δεν μου άρεσε πραγματικά. Με αυτή την εικόνα και εμπειρία στο μυαλό μου καθυστερούσα να δεχτώ την πρόταση και να μετακομίσω. Εξάλλου είχα βρει την ισορροπία μου, παρ’ όλα τα στραβά και τ’ ανάποδα, που συμβαίνουν σ’ αυτόν τον τόπο. Πριν από μερικά χρόνια, μια τέτοια πρόταση θα ήταν πολύ δελεαστική, όχι μόνο για την αμοιβή, αλλά και για την επαγγελματική μου πρόοδο. Η αλήθεια είναι ότι επεδίωκα μια τέτοια προαγωγή, αλλ’ όταν ήρθε η στιγμή που μου έγινε η προσφορά κι έπρεπε να δώσω μια απάντηση, άλλαξα γνώμη. Σκέφτηκα ότι δεν θέλω να χαραμίσω από τη ζωή μου κάποια χρόνια απλά και μόνο για περισσότερα χρήματα κι επαγγελματική επιτυχία. Ήταν η πρώτη φορά που τα έβαζα σε δεύτερη μοίρα. Ίσως γιατί είχα πετύχει τον επιθυμητό στόχο και δεν επιζητούσα κάτι περισσότερο, ίσως γιατί σκέφτομαι πιο ώριμα πια και οι προτεραιότητες μου είναι διαφορετικές, ίσως
συναρπαστικά. Τρέχαμε σε θερμοκρασία κάτω από δέκα βαθμούς, όταν στην Αθήνα ήταν αρκετά πάνω από είκοσι. Το ενδιαφέρον μου αυτή την περίοδο ήταν το τρέξιμο και ό,τι σχετίζεται με αυτό. Στη δουλειά υπήρχε πολλή ρουτίνα και ο χρόνος εκεί κυλούσε πολύ αργά. Το μόνο που είχα να σκεφτώ ήταν αν θα δεχτώ την πρόταση από την Εταιρεία μου να πάρω μια ανώτερη θέση, αλλά με την προϋπόθεση να μετακομίσω στο Dubai. Είχα επισκεφτεί αυτό το μέρος, όταν γυρνούσα από το Συνέδριο των Οικονομικών Διευθυντών στη Μαλαισία. Τίποτα δεν μου άρεσε, όλα ήταν τεχνητά, είχαν εξαφανίσει τη φύση -ποια φύση δηλαδή;- την έρημο. Τεράστια κτίρια ανταγωνίζονταν το ένα το άλλο ποιό θα φτάσει πιο ψηλά. Η λίγη βλάστηση που υπήρχε ήταν καχεκτική και ταλαιπωρημένη από τις καυτές θερμοκρασίες, που αγγίζουν μέχρι και τους πενήντα βαθμούς. Ο Ινδός Προϊστάμενος μου με ξενάγησε σε αρκετά μέρη, αλλά τίποτα 84
Η ζωή κυλάει και κάθε μέρα που περνά, δυστυχώς, δεν επιστρέφει, «δεύτερη ζωή δεν έχει», όπως λέει το τραγούδι. Και επειδή κάπως έτσι είναι τα πράγματα, προσπαθώ να έχω πάντα στο μυαλό μου να ζήσω το σήμερα, ν’ απολαύσω την κάθε στιγμή της ζωής. Πάντα στη ζωή μου πάσχιζα κι έκανα πράγματα κυρίως για το «μετά», λίγα πράγματα για το «τώρα» και, μην έχοντας εφαρμόσει το των Λατίνων «carpe diem», δεν έχω καταφέρει ν’ απολαύσω σε ίσες δόσεις τη χαρά του «τώρα» και την προσδοκία της επιτυχίας του «μετά». Και βέβαια δεν θέλω, ύστερ’ από χρόνια, να πω κι εγώ, όπως πολλοί άλλοι, ότι δεν πρόλαβα να χαρώ, ωστόσο παλεύω να βρω μια ισορροπία, αφού, αν περάσω στο άλλο άκρο, δεν θα είμαι ευτυχισμένος. Δύσκολο να ζήσω χωρίς τη σκέψη του «μετά» και ν’ αφοσιωθώ μόνο στο «τώρα», είναι μέσα στα γονίδια και στα βιώματά μου αυτό.
γιατί μου αρέσει να κυνηγάω ανεκπλήρωτες επιθυμίες, πράγμα που δεν είχα την δυνατότητα να κάνω στο παρελθόν, ίσως γιατί εδώ στου δρόμου τα μισά - έχω πια περάσει τα σαράντα -, όπως λέει και ο Οδυσσέας Ελύτης σ’ ένα ποίημά του, που πολύ ωραία τραγουδάει η Ελευθερία Αρβανιτάκη, έφτασε η ώρα να πω στον εαυτό μου ότι γι’ αλλού ξεκίνησα και άλλα είναι εκείνα που αγαπώ πραγματικά. Το νόημα για εμένα αυτού του ποιήματοςτραγουδιού είναι ότι όσο κι αν κανείς οργανώνει τα πράγματα, όσο κι αν βάζει στόχους και τους κυνηγά, η αλήθεια είναι ότι πάντα θα είναι αργά, διότι όλα κυλούν πάνω στον χρόνο, που δεν σταματά ποτέ. Ο χρόνος είναι ένας μεγάλος ιμάντας ή η ίδια η γη που γυρίζει συνεχώς και πάνω του τρέχει η ζωή, φαινομενικά μερικές φορές μπορεί να πηγαίνει αργά και άλλοτε γρήγορα, εξαρτάται από το πώς βιώνουμε τη ζωή. Το σίγουρο είναι ότι δεν μπορεί να σταματήσει. 85
Μέχρι στιγμής αρκούμαι στο να τραγουδώ το «Παράπονο», το ωραία μελλοποιημένο απ’ τον Δημήτρη Παπαδημητρίου ποίημα του Οδυσσέα Ελύτη:
αρχίσει να μουχλιάζει, δεν κάνω τίποτα γι’ αυτό. Το μόνο που δεν θέλω να μου συμβεί είναι να ξυπνήσω μια μέρα και να ψάχνω το «τυρί» μου. Να κατηγορώ τις συνθήκες, τις καταστάσεις ή άλλους ανθρώπους ότι μου το άρπαξαν. Όλο αυτό μου φαίνεται πολύ μοιρολατρικό και δεν αυτοχαρακτηρίζομαι ως άξιος της μοίρας μου. Θέλω να είμαι ο καπετάνιος της διαδρομής μου, να την οδηγώ, να την κατευθύνω και να τη μανουβράρω, με γνώμονα τις επιθυμίες και τα «θέλω» μου. Οφείλω στον εαυτό μου να είμαι σε εγρήγορση και να αντιλαμβάνομαι τις αλλαγές που γίνονται γύρω μου κι όταν το «τυρί» έχει αρχίσει να μυρίζει, οφείλω να χαράζω νέα πορεία και να κάνω νέα πλάνα, για να φτάσω εκεί που θέλω. Κανείς δεν μπορεί να μου εγγυηθεί ότι αυτό που μ’ έφερε εδώ, θα με διατηρήσει εδώ ή και θα με πάει ακόμα παραπέρα. Στο μεταξύ ο καιρός πλησίαζε, οι διοργανωτές έστελναν αλλεπάλληλα
«Εδώ στου δρόμου τα μισά, έφτασε η ώρα να το πω, άλλα είναι εκείνα που αγαπώ γι' αλλού, γι' αλλού ξεκίνησα. Στ' αληθινά, στα ψεύτικα, το λέω και τ' ομολογώ. Σαν να 'μουν άλλος κι όχι εγώ μες στη ζωή πορεύτηκα. Όσο κι αν κανείς προσέχει, όσο κι αν το κυνηγά, πάντα, πάντα θα 'ναι αργά, δεύτερη ζωή δεν έχει. Αυτό όμως που μ’ ενοχλεί σ’ όλη μου αυτή τη στάση είναι ότι μερικές φορές αισθάνομαι ότι βολεύτηκα και φοβάμαι ότι, ενώ το τυρί έχει 86
μηνύματα για τον Μαραθώνιο, πληροφορίες για τον αγώνα και άλλα σχετικά, καθώς και για διάφορους διαγωνισμούς. Ένας ενδιαφέρων διαγωνισμός ήταν να γράψουν οι δρομείς τον λόγο για τον οποίο ήθελαν να τρέξουν στον Μαραθώνιο της Νέας Υόρκης. Οι συμμετέχοντες θα ψήφιζαν την πιο ενδιαφέρουσα ιστορία και ο νικητής θα είχε ως έπαθλο την ανάρτηση της φωτογραφίας του στα ταμπλώ της Times Square. Μεγάλη η πρόκληση! Λαμβάνοντας υπόψη τα σημεία των καιρών και το γεγονός ότι είμαι Έλληνας, έγραψα ότι ο λόγος ο δικός μου να τρέξω στον συγκεκριμένο Μαραθώνιο ήταν ο εξής:
να προασπίσουν τις αξίες της Ελευθερίας, της Δημοκρατίας, του Πολιτισμού και του δικαιώματος των ανθρώπων να κάνουν ελεύθερα τις επιλογές για τη ζωή τους. Σήμερα, αυτές οι αξίες αμφισβητούνται από φανατικούς, οι οποίοι θέλουν να τις εξαλείψουν. Για να το επιβάλλουν προσπαθούν να εξαπλώσουν το φόβο, προβάλλοντας ζωντανά στα μέσα μαζικής ενημέρωσης αποτρόπαιες πράξεις, όπως αποκεφαλισμούς και βασανιστήρια, παραβιάζοντας έτσι τις βασικές αξίες της ζωής. Εκατομμύρια άνθρωποι στο παρελθόν έχουν θυσιαστεί γι’ αυτές τις αξίες και σίγουρα τους οφείλουμε πολλά. Ο σκοπός μου είναι να μεταφέρω το μήνυμα στην Νέα Υόρκη ότι εμείς όλοι οι μαραθωνοδρόμοι του κόσμου θ’ αγωνιστούμε για να προβάλλουμε ξανά τις αξίες της ζωής και δεν θ’ ανεχτούμε προκλήσεις και απειλές από κανέναν».
«Είμαι ένας Έλληνας μαραθωνοδρόμος ερχόμενος από την Αθήνα, την πατρίδα του Μαραθώνιου. Σήμερα, μετά από δυο χιλιάδες πεντακόσια χρόνια, η ιστορία της μάχης του Μαραθώνα είναι ξανά επίκαιρη. Οι Έλληνες πολέμησαν μέχρι τέλους για 87
κάνεις;» και πολλές άλλες άχαρες ερωτήσεις που δεν καταλαβαίνω σε τι αποσκοπούν. Μερικές φορές μάλιστα ήρθα σε δύσκολη θέση και αναγκάστηκα να πω ψέματα. Η αλήθεια είναι ότι είναι πρόκληση να λέω σήμερα σε κάποιον, ο οποίος με το ζόρι τα βγάζει πέρα, ότι θα πάω ένα τόσο μακρινό ταξίδι, θα ξοδέψω ένα σωρό λεφτά για το χόμπι μου, για να δοκιμάσω τα όριά μου. Είναι θέμα ωριμότητας για μένα να μπορώ να καταλαβαίνω τα συναισθήματα και τις ανάγκες των άλλων και να τα λάβω υπόψη μου, πριν εκφράσω τη χαρά μου. Είναι στοιχείο ανωριμότητας να εκδηλώνει κανείς σε μέγιστο βαθμό τη χαρά του στον συνομιλητή του, όταν αυτός αντιμετωπίζει πολλά προβλήματα. Έτσι μερικές φορές, ανάλογα με την περίπτωση, λέω και κάποιο δικαιολογημένο ψεματάκι, ότι δηλαδή με στέλνει η Εταιρεία μου για δουλειά και με την ευκαιρία θα τρέξω και στον Μαραθώνιο.
Το μήνυμα αναρτήθηκε στον ιστότοπο του Μαραθώνιου και πήρε κάμποσες ψήφους. Τα μηνύματα των άλλων μαραθωνοδρόμων είχαν σχέση κυρίως με λόγους υγείας και τη δύναμη που είχαν αυτοί οι άνθρωποι να τα ξεπεράσουν και να τρέξουν έναν Μαραθώνιο. Πολλές ιστορίες, ομολογουμένως, ήταν πολύ συγκινητικές. Είχαμε μπει πια στην εβδομάδα του Μαραθώνιου. Στις 28 Οκτωβρίου το πρωί παρακολούθησα την παρέλαση με τον Αλέξη και τον βαφτιστικό μου τον Παναγιωτάκη, ο οποίος στις 31 Οκτωβρίου θα έκλεινε τα πέντε του χρόνια. Όταν του είπε ο Αλέξης ότι θα πάω στην Αμερική να τρέξω, το πρόσωπο του μικρού έλαμψε από χαρά, λες και ήξερε ποσό πολύ μου άρεσε αυτό. Σκέφτομαι την αντίδραση του Παναγιωτάκη και τη συγκρίνω μ’ αυτήν μεγαλύτερων σε ηλικία ανθρώπων. Μερικοί απ’ αυτούς θα έλεγαν: «Α, ωραία! Αλλά δεν βαριέσαι που το κανείς αυτό; Δεν έχεις κάτι καλύτερο να κάνεις; Πόσο θα στοιχίσει; Γιατί το 88
Βέβαια εδώ εισπράττω και κάποια σχόλια οίκτου του τύπου, «τι τραβάς κι εσύ, καημένε!!»
Τερματισμός στις Σπέτσες 89
Chapter 9
Νέα Υόρκη (02.11.2014)
Section 1
Νέα Υόρκη 2014 Την τελευταία προπόνηση την έκανα την Τρίτη στο Ολυμπιακό Στάδιο με τον Μιχάλη, ο οποίος ήρθε κατευθείαν από το Πήλιο. Είχε αρκετό κρύο και κάναμε διαλειμματικές, η Άννα, η γυναίκα του έτρεχε κι αυτή μ’ ένα κοντομάνικο. Την έβλεπα και πάγωνα. Το κρύο ήταν μια καλή προσομοίωση στον καιρό της Νέας Υόρκης, όπου τα προγνωστικά έδιναν θερμοκρασία γύρω στους πέντε βαθμούς. Το επόμενο πρωί το ρολόϊ χτύπησε στις τέσσερις. Η πτήση ήταν μέσω Μονάχου, μετά Λονδίνο και στη συνέχεια Νέα Υόρκη. Θα ταξίδευα όλη μέρα, αλλά δεν με πείραζε, έχω συνηθίσει πια τα μεγάλα και μακρινά ταξίδια. Έγραψα αυτές τις γραμμές πετώντας από το Μόναχο στο Λονδίνο. Οι αεροσυνοδοί ήταν έτοιμοι να σερβίρουν πρωινό. «Τριάντα επτά C» η θέση μου στην προτελευταία σειρά του αεροπλάνου. Δίπλα μου μια άχαρη Γερμανίδα και στο παράθυρο ένας Άγγλος που κοιμόταν με την κοιλάρα του ν’ ακουμπά στο τραπεζάκι
του καθίσματος. Τόσα χρόνια ταξίδια, ποτέ δεν κατάφερα να κάνω μια γνωριμία της προκοπής, όλοι βιαστικοί! Πολλές φορές αν και έκανα ενδιαφέρουσες συζητήσεις και έλπιζα ότι θα κατέληγαν σε μια φιλία ή μια σχέση, μόλις προσγειωνόταν το αεροπλάνο και πριν καλά-καλά σβήσει η ένδειξη «προσδεθείτε», όλοι σηκώνονταν όρθιοι ν’ αρπάξουν τις χειραποσκευές τους και να εξαφανιστούν, λες και μπορούσαν ν’ ανοίξουν την πόρτα του αεροπλάνου και να φύγουν. Όμως, μήπως κι εγώ το ίδιο δεν κάνω; Η τελευταία αποτυχημένη προσπάθεια να κάνω μια καλή γνωριμία ήταν ένα χρόνο πριν, όταν γυρνούσα από ένα Συνέδριο στο Λονδίνο. Την τελευταία ημέρα έφυγα κατευθείαν από το Συνέδριο και ήμουν, απ’ ό,τι θυμάμαι, πολύ καλά ντυμένος με κουστούμι και γραβάτα. Έδειχνα πολύ ωραίος εκείνη την ημέρα και είχα καλή διάθεση. Δίπλα μου στο αεροπλάνο ήρθε μια πολύ όμορφη μελαχρινή κοπέλα, λεπτή, 91
σώμα λαμπάδα και μάτια που έγδυναν όποιον κοιτούσε. Καθόταν στο διάδρομο κι εγώ στη μεσαία θέση. Είπαμε ένα «γεια» στην αρχή και μετά αρχίσαμε να διαβάζουμε και οι δυο. Εκείνη πήρε ένα περιοδικό που είχε στο κάθισμα και άρχισε να το ξεφυλλίζει αργά, χωρίς να δίνει σημασία στο περιεχόμενο. Έριξα μερικές λοξές ματιές και την είδα να έχει κολλήσει στη σελίδα με τα καλλυντικά και τα αρώματα. Διάβαζα ένα ενδιαφέρον βιβλίο, που είχα αγοράσει στο Λονδίνο, σχετικό με τη σημασία της αλλαγής στη ζωή μας. Ο τίτλος του ήταν "Ποιος πήρε το τυρί μου", πασίγνωστο best seller το οποίο έχει διαβαστεί από εκατομμύρια κόσμο. Σκεφτόμουν να βρω κάτι έξυπνο για να της μιλήσω και να πιάσουμε κουβέντα, δεν ήθελα ν’ αρχίσω με κλισέ ερωτήσεις όπως «για δουλειά είσαστε στο Λονδίνο; Μένετε χρονιά εκεί; Ταξιδεύετε συχνά;» Έπρεπε να βρω κάτι άλλο, πιο ελκυστικό. Σηκώθηκα να πάω δήθεν
τουαλέτα και άφησα το βιβλίο μου πάνω στο τραπεζάκι του καθίσματος με τον τίτλο, «Ποιος πήρε το τυρί μου», να φαίνεται ολοκάθαρα από εκείνην, να βγάζει μάτι, όπως λέμε. Μετά από κάμποσες σκέψεις επέστρεψα στο κάθισμα κι όταν εκείνη σηκώθηκε για να περάσω, είπα: «Δεν πιστεύω να πήρε κανείς το τυρί μου, όσο έλειπα». Με κοίταξε απορημένη απαντώντας ότι τον δίσκο μου τον είχαν μαζέψει πριν σηκωθώ! Ξενέρωσα τόσο πολύ! Χαμογέλασα, δεν είπα τίποτα, σκέφτηκα έλεος με την ηλιθιότητα, δεν τα βάφει τουλάχιστον ξανθιά να ξέρουμε τι μας περιμένει!! Περίμενα σ’ αυτό το ταξίδι να κάνω τη γνωριμία που δεν είχε τύχει όλ’ αυτά τα χρόνια, ελπίζοντας να είναι ο Μαραθώνιος η αιτία. O κυβερνήτης ανήγγειλε: «Welcome to rainy London» Δεν ήταν και τόσο απίστευτο να βρέχει στο Λονδίνο! Θα περίμενα κάμποσες ώρες εδώ, πριν 92
πάρω το επόμενο αεροπλάνο για τον τελικό προορισμό, το Μεγάλο Μήλο. Στο Λονδίνο οι ίδιες αναποδιές, όπως πάντα, πρίζες αλλόκοτες, δεν μπορούσα να φορτίσω το τηλέφωνο μου στο Αεροδρόμιο, οι βρύσες και οι πόρτες με τον δικό τους τρόπο ν’ ανοίγουν, όλο και κάτι περίεργο διαπιστώνω κάθε φορά, παρόλο που έζησα στην Αγγλία για περισσότερο από ένα χρόνο. Βέβαια, παρά τις αναποδιές, παραμένει πάντα μια χώρα ενδιαφέρουσα. Τελικά μου αρέσει αυτός ο τόπος; Αγαπώ αυτή τη χώρα και τους ανθρώπους της; Η γενική εντύπωση για την Αγγλία στην Ελλάδα είναι μάλλον αρνητική.
Εγώ προσωπικά, όπως και πολλοί άλλοι, πιστεύω ότι οφείλω ν’ αγαπώ αυτή τη χώρα, με φιλοξένησε για πάνω από ένα χρόνο και μου πρόσφερε μόρφωση, εκπαίδευση και στοιχεία μιας διαφορετικής κουλτούρας και ας μη βιαστεί κανείς να πει «σιγά την κουλτούρα». Ναι, μπορεί να μην έχει να καυχηθεί για το πολιτιστικό και πολιτισμικό ύψος της ελληνικής παράδοσης, έχει όμως κουλτούρα που είναι ενεργή σήμερα. Ξέρει πώς να σέβεται τη διαφορετικότητα των ανθρώπων και να τους εντάσσει εύκολα στην κοινωνία της. Ξέρει ακόμα ν’ αναγνωρίζει τα ταλέντα και να δίνει ίσες ευκαιρίες σε όλους. Ποτέ δεν ένιωσα στην Αγγλία μειονεκτικά, ποτέ δεν με πρόσβαλε κάποιος για την καταγωγή μου και ποτέ δεν με μεταχειρίστηκαν άνισα. Έφτασε η ώρα της αναχώρησης για το Μεγάλο Μήλο με τη Virgin Atlantic. Η θέση μου στο αεροπλάνο ήταν στην έξοδο κι έτσι είχα χώρο ν’ απλωθώ. Αν ερχόταν και καμιά καλή 93
παρέα στο διπλανό κάθισμα, θα ήταν τέλεια, είπα μέσα μου. Πριν προλάβω να ολοκληρώσω τη σκέψη μια γυναίκα με μπούργκα κι ένα παιδί στην αγκαλιά ήρθε κοντά μου ψάχνοντας τη θέση της. Έχει γούστο να έρθει δίπλα μου, σκέφτηκα. Και όμως, κάθισε δίπλα μου. Τι ατυχία πάλι κι αυτή! Τελικά, ο γιος της ο Ισαάκ, ενός έτους, ήταν γλυκό παιδάκι, με την πρώτη ματιά αμέσως μου χαμογέλασε και συνέχισε να γελά συνεχώς με κάποιες αστείες γκριμάτσες μου. Ήταν λεπτός κι έδειχνε φανερά την ασιατική καταγωγή του με το μελαχρινό χρώμα και τα χαρακτηριστικά του. Ο Ισαάκ δεν είχε θέση και τον κρατούσε η μάνα του στα χέρια της. Μια μεγάλη ταλαιπωρία για κείνην και για το παιδί. Καθώς τον κρατούσε στην αγκαλιά της, αυτός τυλιγόταν μέσα στη μπούργκα της, ενώ αυτή με βία προσπαθούσε να βολέψει τα πράγματα πάνω στο μικρό τραπεζάκι, ν’ ανοίξει τα κεσεδάκια και να τον ταΐσει. Μετά το φαγητό, ο Ισαάκ αναθάρρησε,
άρχισε να χοροπηδά και να πετά ό,τι έβρισκε μπροστά του. Υπολείμματα της κρέμας που δεν έφαγε προσγειώθηκαν πάνω στην μπλούζα μου! Ευτυχώς είχα στις χειραποσκευές και άλλη για ν’ αλλάξω. Η μαμά του προσπαθούσε να τον κοιμίσει, αλλά μάταια, πού να κοιμηθεί το παιδί, φαίνεται την έβλεπε με τη μπούργκα και σκιαζόταν! Εδώ σκιάχτηκα εγώ όταν με πήρε για λίγο ο ύπνος κι αυτή, για να μη με ξυπνήσει, προσπάθησε να περάσει από πάνω μου για να πάει τουαλέτα. Όταν άνοιξα τα ματιά μου είδα το πρόσωπο της με τη μπούργκα σε απόσταση αναπνοής από το δικό μου, τρόμαξα, νόμισα ότι τζιχαντιστές με παίρνουν όμηρο. Τι λαχτάρα κι αυτή... Ο Ισαάκ συνέχιζε να γκρινιάζει, όλοι στα γύρω καθίσματα ήταν ανάστατοι, η μάνα του ήθελε να πάει πάλι τουαλέτα και μου τον έδωσε να τον κρατήσω λίγο. Μόλις τον πήρα στην αγκαλιά μου, έσκυψε το κεφαλάκι του στον ώμο μου και κοιμήθηκε αμέσως. Απίστευτο, 94
ξέρω ότι τα παιδιά με συμπαθούν, αλλ’ αυτό δεν μου είχε ξανασυμβεί. Κοιμήθηκε για κάμποση ώρα στην αγκαλιά μου, ανταμοίβοντάς με μερικά σάλια στον ώμο μου, ευτυχώς δεν είχα αλλάξει μπλούζα ακόμα. Πάντως ήταν πολύ δύσκολο γι’ αυτή τη γυναίκα να ταξιδεύει μόνη μ’ ένα τόσο μικρό παιδί. Η ενδυμασία της την δυσκόλευε ακόμα περισσότερο. Όταν κατεβήκαμε στο Αεροδρόμιο να περάσουμε τον έλεγχο, είπα σ’
έναν αστυνομικό να την πάρει από την ουρά, ώστε να μην περιμένει με το παιδί στην αγκαλιά. Εκείνος μ’ ευχαρίστησε για την υπόδειξη και την πήρε αμέσως. Ο Ισαάκ με χαιρέτησε μ’ ένα γλυκό χαμόγελο. Τελικά δεν ήταν κι άσχημα που κάθισαν δίπλα μου, αν μη τι άλλο, μπόρεσα να φανώ χρήσιμος δίνοντάς τους βοήθεια. Έφτασα στη Νέα Υόρκη πτώμα, η ώρα ήταν έξι και μισή το βράδυ, στο ξενοδοχείο έφτασα στις εννέα. Πολύ κίνηση στην πόλη. Το ξενοδοχείο μου ήταν στο κέντρο του Μανχάτταν, στη Δέκατη λεωφόρο και στον Σαρανταεννέα δρόμο. Ήμουν τόσο κουρασμένος, που δεν παρατήρησα ότι τα τζάμια του λεωφορείου ήταν φιμέ και νόμιζα ότι οι δρόμοι της πόλης είναι πολύ σκοτεινοί. Μπαίνοντας στο ξενοδοχείο, μου φάνηκε λίγο περίεργο, είχε μια τρομαχτική διακόσμηση με φαντάσματα και κάτι τύπους ντυμένους χάρους. Τι ήταν πάλι αυτό; Ήμουν όμως πολύ
Πριν τον αγώνα 95
έναν καφέ σε πλαστικό κύπελο και μια χάρτινη σακούλα με το πρωινό του στο χέρι. Οι άνθρωποι εδώ τολμούν τα πάντα χωρίς κανένα κόμπλεξ, σκεφτόμουν παρατηρώντας μια μεσόκοπη κυρία με φούστα, γόβες και χαρτοφύλακα στον ώμο, να διασχίζει με πατίνι την Πέμπτη λεωφόρο με πολλή άνεση. Περνώντας με το λεωφορείο από διάφορα σημεία, θυμήθηκα παλαιότερες επισκέψεις μου στην πόλη. Η πρώτη ήταν συνέχεια ταξιδιού από το Λονδίνο, όπου είχα πάει για συνεντεύξεις για τη θέση του οικονομικού Διευθυντή στην Φαρμακευτική Εταιρεία, όπου τότε εργαζόμουν. Καθώς η προγραμματισμένη συνάντηση αναβλήθηκε για λίγο, είχα σχεδόν πέντε ημέρες διαθέσιμες να γυρίσω και να δω την πόλη. Δεν μου άρεσε που αναγκάστηκα να βολοδέρνω μια ολόκληρη εβδομάδα στη Νέα Υόρκη, αλλά τελικά δεν ήταν κι άσχημα. Πέρα από κάτι συναντήσεις με συναδέλφους, είχα άπλετο χρόνο να γνωρίσω την πόλη. Ήμουν πια
κουρασμένος κι έπεσα για ύπνο από τις έντεκα. Το πρωί, μετά από ένα καλό πρωινό, πήρα το λεωφορείο που κάνει τον γύρο της πόλης. Η μέρα ήταν εκπληκτική, μακάρι να είναι έτσι και την ημέρα του αγώνα. Είχαν περάσει επτά χρόνια από την τελευταία φορά που ήρθα στη Νέα Υόρκη. Η πρώτη φορά ήταν καλοκαίρι και η άλλη τέλη Νοεμβρίου. Η πόλη τώρα ήταν όπως και τότε, αλλά με πολύ περισσότερα τεράστια κτίρια και πολύ περισσότερο κόσμο. Άνθρωποι απ’ όλες τις φυλές συνυπάρχουν και ζουν αρμονικά εδώ σεβόμενοι ο ένας τον άλλο. Όλοι κινούνταν γρήγορα προς διάφορες κατευθύνσεις, άλλοι έτρεχαν για τη δουλειά και άλλοι για ψώνια στα μαγαζιά. Η κίνηση όπως πάντα πολύ αυξημένη, ιδίως τις ώρες που σχολάει ο πολύς κόσμος από την εργασία του, λες και γίνεται διαδήλωση στους δρόμους, χιλιάδες κόσμου ξεχύνονται από κάθε κατεύθυνση για τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Το πρωί, πάλι ο ίδιος κόσμος κυκλοφορεί μ’ 96
ακόμα πιο πολύ. Το προηγούμενο βράδυ ήξερα ότι δεν θα κλείσω μάτι. Για να μπορέσω να εκτονωθώ, αποφάσισα να πάω για τρέξιμο. Γνώριζα ότι με τη σωματική άσκηση ανεβαίνει η αδρεναλίνη και καταπολεμάται το άγχος. Την πρώτη μισή ώρα έτρεχα γύρω απ’ το ξενοδοχείο μέσα στο κρύο και συνέχεια σκεφτόμουν τις πιθανές απαντήσεις σε κάθε ερώτηση. Δεν μου έφευγε ούτε στιγμή από το μυαλό η αυριανή συνάντηση. Μετά από μισή ώρα τρέξιμο, άρχισα να κουράζομαι λίγο και αφαιρέθηκα παρατηρώντας τα σημεία απ’ όπου περνούσα. Έτρεχα σχεδόν δυο ώρες χωρίς να το καταλάβω, είχα κουραστεί πια και κάθε σκέψη για το αυριανό απλά με κούραζε περισσότερο, οπότε δεν το σκεφτόμουν πια. Γύρισα στο ξενοδοχείο σκέτο πτώμα κι έπεσα για ύπνο χωρίς την παραμικρή σκέψη. Τη νύχτα χτύπησε ο συναγερμός στο ξενοδοχείο για πολλή ώρα και οι πελάτες πετάχτηκαν έξω. Δεν κατάλαβα τίποτα. Την επόμενη μέρα όλοι με
από τα υψηλά στελέχη της Εταιρείας μου, πράγμα που μου εξασφάλιζε αναγνώριση, ασφάλεια και άνεση κινήσεων. Η δεύτερη επίσκεψη ήταν τέλη Νοεμβρίου 2007. Αυτή τη φορά δεν ήμουν τόσο άνετος. Σαν Οικονομικός Διευθυντής στην Pepsico, έπρεπε να παρουσιάσω στον Πρόεδρο, τον Οικονομικό Διευθυντή και τους Οικονομικούς Αναλυτές του Ομίλου τα αποτελέσματα της Εταιρείας. Ήμουν σχετικά φρέσκος στη δουλειά και τ’ αποτελέσματα του πρώτου εννεαμήνου δεν ήταν σύμμαχός μου. Δεν έφτανε το άγχος μου, που ήταν πολύ μεγάλο, αλλά κι οι παλιοί συνάδελφοι από άλλες χώρες διέδιδαν ότι ο Οικονομικός Διευθυντής του Ομίλου ήταν ιδιαίτερα αυστηρός και ότι τον προκάτοχό μου τον παρατήρησε απαξιωτικά, όταν διαφώνησε σε κάποια θέματα μαζί του. Όλο αυτό με είχε φοβίσει και μάταια προσπαθούσα ν’ αντιμετωπίσω το άγχος μου, όσο σκεφτόμουν την ημέρα της παρουσίασης, αγχωνόμουν 97
ρωτούσαν πού ήμουν. Έχοντας διανύσει μεγάλη απόσταση με το λεωφορείο, πλησίαζα την περιοχή όπου βρίσκεται το World Trade Center. Το απόγευμα είχα κανονίσει με τον φίλο μου τον Γιάννη να βρεθούμε για φαγητό. Ο Γιάννης ήρθε εδώ πριν τρία χρόνια με τη γυναίκα του τη Νανά για να κάνουν μια καινούρια αρχή. Δουλεύει σε Ασφαλιστική εταιρεία και το γραφείο του είναι κοντά στη Wall street. Ανέβηκα στον εξηκοστό τρίτο όροφο στο γραφείο του, το οποίο έχει φοβερή θέα στο άγαλμα της Ελευθερίας. Με σύστησε στους συναδέλφους του και στον Προϊστάμενο του με μεγάλη χαρά, λέγοντας ότι ήρθα από την Ελλάδα για να τρέξω στον Μαραθώνιο. Όλοι έδειχναν πολύ εντυπωσιασμένοι, αν και κάποιοι ανησυχούσαν για τις καιρικές συνθήκες της Κυριακής και κάποιοι άλλοι μην γίνει τρομοκρατική επίθεση από κανέναν τρελό φανατικό. Στη διαδρομή για το εστιατόριο περάσαμε
από το σημείο όπου ήταν οι Δίδυμοι πύργοι. Έχουν φτιάξει δυο εντυπωσιακά μνημεία για τις χιλιάδες των ανθρώπων που έχασαν εκεί τη ζωή τους στις 11 Σεπτεμβρίου 2001. Πρόκειται για δυο μεγάλες τετράγωνες χοάνες με δυο επίπεδα η κάθε μία. Μέσα στην κάθε χοάνη πέφτει νερό απ’ όλες τις πλευρές. Στο πρώτο επίπεδο ο πυθμένας είναι ορατός, το νερό γλείφει τους κάθετους τοίχους πριν χτυπήσει με ορμή στην επιφάνεια του άλλου επιπέδου, στη συνέχεια το νερό πέφτει με δύναμη σε μια μεγάλη τρύπα, της οποίας ο πυθμένας δεν φαίνεται, είναι σαν να μην υπάρχει, μοιάζει το νερό να οδηγεί στον άλλο κόσμο τις χιλιάδες ψυχές που έφυγαν τότε τόσο άδικα σ’ αυτή την απίστευτα φοβερή τραγωδία. Ο ήχος του νερού που, πέφτοντας στο πρώτο επίπεδο, κροταλίζει, φέρνει στο μυαλό τις απελπισμένες κραυγές πόνου και αγωνίας που έζησαν αυτοί οι άνθρωποι. Καθώς το νερό πέφτει και χάνεται μέσα στη δεύτερη τρύπα, ο ήχος γίνεται πιο 98
αχνός, πιο ήρεμος, πιο μακρινός. Δεν υπάρχει πια πόνος, οι ψυχές εγκαταλείπουν το σώμα και χάνονται... Παρατηρώντας τα ονόματα των θυμάτων, που είναι χαραγμένα πάνω σε μια πλάκα που περιβάλει τα μνημεία, το μάτι μου έπεσε σε δυο Ελληνικά ονόματα. Ήταν κι αυτοί εκεί, όπως και άλλοι Έλληνες, καθώς και άνθρωποι απ’ όλο τον κόσμο. Όλοι χάθηκαν αυτή την καταραμένη μέρα. Την επομένη, Παρασκευή πρωί, πήγα για ένα χαλαρωτικό τρέξιμο στον ποταμό Hudson. Έτρεχα κατά μήκος του ποταμού, απέναντι από το New Jersey. Ένας ποδηλάτης, από την αντίθετη κατεύθυνση, με ρώτησε δυνατά: «Θα σε δω την Κυριακή στον Μαραθώνιο;» «Ναι», απάντησα με μεγάλη χαρά, «θα είμαι κι εγώ εκεί». «Περίφημα», είπε κι έφυγε. Είναι ενθουσιώδεις οι άνθρωποι εδώ. Νομίζω ζουν και χαίρονται περισσότερο τις στιγμές σε σχέση μ’ εμάς, χωρίς ν’ ανησυχούν πολύ για το
«μετά». Έτρεξα περίπου πέντε χιλιόμετρα κι επέστρεψα στο ξενοδοχείο. Το πρόγραμμα στη συνέχεια ήταν να πάω στην έκθεση Μαραθώνιου για να παραλάβω τον αριθμό μου. Στην είσοδο του ξενοδοχείου συναντήθηκα με τον Έντουαρντ τον Πολωνό, που είχε έρθει με την οικογένειά του, για να τρέξει κι αυτός την Κυριακή. Κανονίσαμε και πήγαμε στην έκθεση. Μαζί μας ήρθε και ο υπεύθυνος του Πρακτορείου του, ο Γερμανός Μπόμπι. Στην έκθεση, μερικά τετράγωνα πιο κάτω από το ξενοδοχείο, είχε αρκετά μεγάλη ουρά, αλλά οι εθελοντές ήταν πολύ εξυπηρετικοί και προκαλούσαν γέλιο με τ’ αστεία τους και καλή διάθεση σε όλους. Μετά από μισή ώρα περίπου αναμονής, παρέλαβα τον αριθμό μου και ύστερα αγόρασα μερικά αναμνηστικά με τον λογότυπο του Μαραθώνιου. Όλοι ψώνιζαν μανιωδώς ό,τι έβρισκαν μπροστά τους, αρκεί να είχε τον λογότυπο του Μαραθώνιου και το 99
σήμα του, που είχε εκτοξεύσει τις τιμές στα ύψη, αλλά κανένας δεν έδινε σημασία στην τιμή, αφού τα σουβενίρ αυτά είναι μοναδικά και προσδίδουν αίγλη σ’ αυτόν που τα φορά και δηλώνει ότι ήταν εκεί και συμμετείχε. Φεύγοντας από την έκθεση είδα την ουρά έξω από το κτίριο ν’ απλώνεται σε περισσότερο από πεντακόσια μέτρα. Όλοι όμως κάθονταν ήσυχα, υπομονετικά, περιμένοντας, ο ένας πίσω από τον άλλον, να μπουν στο εκθεσιακό κέντρο. Ευτυχώς είχα έρθει νωρίς και πρόλαβα την κοσμοπλημμύρα. Με τον Γιάννη συναντηθήκαμε ξανά στην Εταιρεία του και πήγαμε για φαγητό στην πλατεία Union Square σ’ ένα ιταλικό εστιατόριο. Επισκεφτήκαμε μερικά εμπορικά καταστήματα, καθώς χρειαζόμουν ένα σχετικά φθηνό αντιανεμικό, για να το φορέσω στον αγώνα αρχικά και μετά να το πετάξω, όπως συνηθίζεται. Είδα ένα πολύ ωραίο κόκκινο μπουφάν με τον λογότυπο του Μαραθώνιου, η
τιμή όμως ήταν αρκετά τσουχτερή για να το πετάξω. Ο πωλητής ρώτησε σε ποιό χιλιόμετρο θα το πετούσα, για να είναι εκεί να το πάρει αυτός. Ομολογουμένως, είχε πολύ γέλιο η όλη ιστορία. Μετά τα ψώνια κατεβήκαμε κοντά στο Broadway και πήγαμε για μπύρες σε μια ωραία ιρλανδέζικη Pub. Αφού τα είπαμε κάνα-δυο ώρες, πήρα το μετρό και πήγα να συναντήσω τον Μάνο και την Ντανιέλα στην περιοχή Highline. Με τον Μάνο είχαμε εργασθεί μαζί στην Pepsico για σχεδόν τρία χρόνια, αυτός ήταν Διευθυντής Μάρκετινγκ ερχόμενος από την Johnson με έδρα το Λος Άντζελες. Είχα να τους δω πάνω από δυο χρόνια, την τελευταία φορά ήταν στην Ρουμανία, όπου είχα πάει με την Carrier για δουλειά. Στο μετρό με περίμενε έκπληξη, μια ατμόσφαιρα χαράς κι ενθουσιασμού. Όλοι είχαν μεταμφιεσθεί για το Halloween, έβλεπε κανείς κάθε είδους στολή, που έκρυβε κάθε 100
λογής χαρακτήρες. Έτρεχαν, φώναζαν τραγουδούσαν και πήγαιναν ομαδικά για την παρέλαση. Βρέθηκα με τους φίλους Μάνο και Ντανιέλα αρκετή ώρα μετά. Η κίνηση ήταν πολύ αυξημένη και είχε αρχίσει να βρέχει. Καθήσαμε σ’ ένα ήσυχο μαγαζί να πιούμε μια μπύρα και να κουβεντιάσουμε για λίγο. Η Ντανιέλα είχε αρχίσει να συνηθίζει τη φασαριόζικη ζωή της μεγαλούπολης, ο Μάνος ήξερε ότι σε δυο-τρία
χρόνια θα θέλει να δραπετεύσει από αυτή την τρέλα. Το είχε ξαναζήσει, αφού ήταν η τρίτη φορά που ήρθε να εργασθεί στην Νέα Υόρκη. Ο καιρός άλλαξε ξαφνικά την επόμενη ημέρα. Από γλυκός φθινοπωρινός μεταλλάχτηκε σε βαρύ χειμωνιάτικο με βροχή, αέρα και πολύ κρύο. Οι προβλέψεις του καιρού επιβεβαιώνονταν και απ’ ότι φαίνεται, κάπως έτσι θα ήταν και κατά τη διάρκεια του αγώνα. Σήμερα είχα κανονίσει να βρεθώ με την Κατερίνα, αδελφή της φίλης μου της Σοφίας. Η Κατερίνα ζει για πολλά χρόνια στην Νέα Υόρκη και κάνει εξαιρετική καριέρα σε μεγάλες Εταιρείες. Βρεθήκαμε γύρω στις μια το μεσημέρι για καφέ και μεσημεριανό. Μαζί της ήταν και ο Αμερικανός φίλος της, ο Λανς. Με υποδέχτηκε με μεγάλη θέρμη και μπορώ να πω ήταν εντυπωσιασμένη από το γεγονός ότι θα έτρεχα αύριο σαράντα δυο χιλιόμετρο μ’ αυτό τον παλιόκαιρο, εδώ καλά-καλά δεν μπορούσαμε να βγούμε έξω να περπατήσουμε.
Τρέξε στη Νέα Υόρκη! 101
Η περιοχή που συναντηθήκαμε ήταν κοντά στον ποταμό Hudson, όπου παλιά υπήρχαν πολλές αποθήκες. Σήμερα τις έχουν όλες μετατρέψει σε Γκαλερί. Επισκεφτήκαμε μια έκθεση φωτογραφίας του μουσικού Μόμπι. Η Κατερίνα είχε αγοράσει ένα πίνακα από εκεί και ήθελε να κρατήσει μια σχέση. Οι φωτογραφίες που είδαμε ήταν ενδιαφέρουσες, αλλά τα έργα ήταν περιορισμένα σε αριθμό. Η επόμενη Γκαλερί είχε έργα απροσδιόριστης καλλιτεχνικής αξίας. Πίνακες μόνο με τελείες ή γραμμές οριζόντιες και κάθετες, στους οποίους δεν βρήκα κανένα νόημα ή συμβολισμό. Μάλιστα υπήρχαν δυο έργα που το ένα ήταν μια σελίδα σε μαύρο χρώμα και το άλλο μια σελίδα σε γκρι χρώμα. Τα κοιτάξαμε και γελάσαμε. Η Κατερίνα ρώτησε από περιέργεια την τιμή του γκρι πίνακα. Η απάντηση ήταν δέκα έξι χιλιάδες δολλάρια, αλλά «δυστυχώς», είπε η υπεύθυνη, «είχε πουληθεί»! Τι κρίμα που δεν μπόρεσα να τον αγοράσω να τον φέρω στην Ελλάδα. Είμαι
σίγουρος ότι η τέχνη στην Ελλάδα θα βγει χαμένη από την έλλειψη αυτού του πίνακα! Παρατηρώντας από μακριά ένα άλλο έργο που έλεγε «Vote», δηλαδή «ψήφισε» και μη καταλαβαίνοντας το νόημα, ρώτησα τον Λανς τι σημαίνει αυτό. Μου είπε να πλησιάσω και να κοιτάξω προσεκτικά. Πήγα κοντά και τι να δω! Ήταν η λεκάνη μιας γυμνής γυναίκας με δυο πέη, το ένα να εισχωρεί στο αιδοίο της και το άλλο στον πρωκτό. Το ένα πέος είχε απόχρωση μπλε και το άλλο κόκκινη. Ο Λανς είπε ότι το μπλε αντιπροσώπευε τους Δημοκρατικούς και το κόκκινο τους Ρεπουμπλικάνους. Το μήνυμα που ήθελε να δώσει ο πίνακας ήταν πως ό,τι και να ψηφίσεις, στο τέλος δεν θα την γλυτώσεις. Πάντως έχεις δυο επιλογές, το κριτήριο της επιλογής παραμένει δικό σου. Σε σχέση με τα άλλα ακατανόητα έργα αυτό τουλάχιστον περνούσε κάποιο μήνυμα, έστω και μ’ αυτόν τον χυδαίο τρόπο. Αφού επισκεφθήκαμε κάμποσες Γκαλερί, 102
αποχαιρέτησα τους φίλους και πήγα μια μικρή βόλτα στα μαγαζιά και μετά στο ξενοδοχείο για ξεκούραση. Αύριο θα είναι μια σκληρή μέρα. Ο Μαραθώνιος δεν θα λυπηθεί κανέναν, επειδή θα κάνει πολύ κρύο και αέρα, θα είναι, όπως πάντα αδυσώπητος, σκληρός, χωρίς έλεος. Ή τον τερματίζεις ή σε τερματίζει. Όμως, δεν πρόκειται να του παραδοθώ έτσι εύκολα, ξέρω καλά, δεν έχει αισθήματα, θέλει οι δρομείς να πονάνε, να υποφέρουν και να υποχρεώνει τους πολλούς να εγκαταλείπουν, γιατί έτσι αυξάνει η αίγλη και το μεγαλείο του. Δεν θα του κάνω όμως τη χάρη, θα τον τερματίσω, θα τον νικήσω, όποιες κι αν είναι οι συνθήκες, δεν τον φοβάμαι, θα του δείξω κι εγώ το σκληρό μου πρόσωπο, που δεν έχει δει ως τώρα. Η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές τον μισώ. Γιατί να μην ήταν εικοσιπέντε ή έστω τριάντα χιλιόμετρα; Κι αυτός ο Φειδιππίδης δεν μπορούσε να κόψει λίγο δρόμο;
Το ρολόϊ χτύπησε στις πέντε το πρωί! Η αλήθεια είναι ότι είχα βάλει ξυπνητήρι, κινητό και, για κάθε ενδεχόμενο, είχα δώσει εντολή και στη ρεσεψιόν να με ξυπνήσουν. Ο Αλέξης είχε αρχίσει να μου στέλνει μηνύματα στο κινητό για να μου φτιάξει τη διάθεση: «Καλό βόλι!», «Στην τουαλέτα πριν φύγεις» και τέτοια. Είχε βάλει και τον Παναγιωτάκη να κρατάει ένα πλακάτ που να λέει: «Σκίστους Νονέ! Στόχος κάτω από τέσσερις ώρες!» Μου έφτιαξαν πολύ τη διάθεση πριν τον αγώνα. Αφού πήρα ένα πολύ λιτό πρωινό στο δωμάτιο, μια μπανάνα, ένα παστέλι και μια μπάρα δημητριακών, μάζεψα τα πράγματά μου κι έφυγα να συναντήσω το γκρουπ των Άγγλων στο ξενοδοχείο Ground Plaza, δέκα λεπτά περπάτημα από το δικό μου. Η ώρα ήταν έξι παρά κάτι και η πόλη άδεια. Στάθηκα στο φανάρι να διασχίσω την Δέκατη λεωφόρο και 103
νόμιζα πως θα με πάρει ο αέρας. Τα κλαδιά των δέντρων λύγιζαν κι εκσφενδόνιζαν τα φύλλα τους προς κάθε κατεύθυνση. Διασχίζοντας τη λεωφόρο σκυμμένος και κοιτώντας προς την αντίθετη κατεύθυνση του αέρα, μπήκα μέσα στον Σαρανταεννέα δρόμο, πηγαίνοντας προς το Broadway, όπου ήταν το σημείο συνάντησης. Εδώ ο αέρας έκοβε λίγο, το πεζοδρόμιο ήταν υγρό και στρωμένο με χρυσοπράσινα φρέσκα φύλλα. Η ατμόσφαιρα ήταν πολύ όμορφη για να την απολαύσει κανείς πίνοντας έναν μυρωδάτο ζεστό καφέ, αλλ’ όχι για να τρέξει Μαραθώνιο. Όμως, θα ήταν για μένα μια ξεχωριστή εμπειρία να τρέξω κάτω από αυτές τις συνθήκες, εξάλλου αν μπορούσαν οι άλλοι, γιατί να μην μπορέσω κι εγώ. Το λεωφορείο μάς πήρε γύρω στις έξι να μας πάει στη γραμμή εκκίνησης. Δίπλα μου κάθισε μια Αγγλίδα γύρω στα σαράντα και μιλήσαμε για τους Μαραθώνιους που είχαμε
τρέξει. Ήταν λίγο αγχωμένη για τον σημερινό αγώνα εξαιτίας του αέρα και μόνο, από το κρύο μάλλον δεν έδειχνε να επηρεάζεται. Μετά από περίπου μια ώρα φτάσαμε εκεί, όπου θα ξεκινούσε ο αγώνας. Ήταν ένας τεράστιος χώρος, όπου χρειαζόταν χάρτης για να βρει κανείς πού βρίσκεται και από πού ξεκινά ο αγώνας.
Μίζερη αναμονή πριν τον αγώνα 104
Κατευθύνθηκα στο σημείο, όπου θα παρέδιδα τον σάκο μου με τα πράγματα. Το πλάνο ήταν να φορέσω μια μπλούζα μακρυμάνικη και από πάνω ένα αντιανεμικό. Στο κάτω μέρος ένα κολλάν μέχρι το γόνατο. Κατά τη διάρκεια της αναμονής φορούσα κι ένα παντελόνι φόρμας, καθώς και μια μπλούζα πάνω από το αντιανεμικό, για να προστατευτώ από το κρύο. Αυτά θα τα πετούσα λίγο πριν αρχίσει ο αγώνας. Σύμφωνα με τους διοργανωτές, κάθε χρόνο μαζεύουν γύρω στους 26 τόννους ρούχα και τα δίνουν στους άστεγους. Στο φορτηγάκι όπου παρέδωσα τον σάκο μου, συναντήθηκα με τον Έντουαρντ. Προσπαθώντας να βρούμε έν’ απάγκιο απ’ τον αέρα, καθήσαμε δίπλα στις ρόδες του φορτηγού που παραλάμβανε τους σάκους μας. Τα δάκτυλα των ποδιών μου ήταν πολύ κρύα και τα κουνούσα συνέχεια για να μην παγώσουν. Ήταν πολύ δύσκολη αυτή η
αναμονή. Σε λίγο ήρθε κοντά μας και ο Ροντρίγκο από την Κολομβία, για να ζεσταθεί κι αυτός. Είπε ότι επισκέφτηκε την τουαλέτα και, παρά την ακαθαρισία και τη δυσωδία που επικρατούσε εκεί, δεν ήθελε να βγει έξω, διότι ήταν ζεστά. Είχε δίκιο, το διαπίστωσα κι εγώ όταν πήγα, ήταν η πρώτη φορά που δεν βιαζόμουν μέσα σε μια τέτοια τουαλέτα, που την είχαν χρησιμοποιήσει εκατοντάδες πριν από μένα. Η ώρα πέρασε συζητώντας και στη συνέχεια κατευθυνθήκαμε προς το σημείο της εκκίνησης. Είμαστε πια εκεί, έτοιμοι. Ο διοργανωτής ανακοίνωσε απ’ τα μεγάφωνα ότι σε πέντε λεπτά θα ξεκινούσαμε. Είχαμε μαζευτεί ο ένας κοντά στον άλλον, είμαστε πάρα πολλοί, μια τεράστια μάζα ανθρώπων, λίγο πριν τη γέφυρα Βερατζάνο, περιμένοντας ν’ ακούσουμε τον ήχο του κανονιού. Από τα μεγάφωνα η ζεστή φωνή του Φράνκ Σινάτρα άρχισε να τραγουδά τη «New York». Ανατρίχιασα από τη 105
συγκίνηση αυτή τη φορά. Κοιταχτήκαμε με τον Έντουαρντ και είδα ότι κι αυτός είχε συγκινηθεί. Μετά το βάρβαρο κρύο και τον αέρα, που μας έδερνε για πάνω από τρεις ώρες, ξαφνικά νιώσαμε όλοι μια ζεστασιά ακούγοντας αυτό το υπέροχο τραγούδι:
να κινητοποιήσει και να βάλει το μυαλό σε μια θέση ανάτασης, ώστε να ξεχαστούν οι εξωτερικές συνθήκες με την γέννηση νέων, όμορφων, απρόσμενων συναισθημάτων. Έτσι, σ’ αυτά τα λίγα λεπτά πριν την εκκίνηση, ξέχασα όλη την ταλαιπωρία, έχοντας, χάρη στη γλυκιά μελωδία της μουσικής, την ικανοποίηση ότι είμαι εδώ, για να βιώσω τη μοναδική εμπειρία κι αυτού του αγώνα, με στόχο στη σκέψη μου την απερίγραπτη χαρά του τερματισμού. Αυτή τη φορά, στην εκκίνηση τα συναισθήματα ήταν πολύ δυνατά, ήταν σαν να τα είχα ήδη καταφέρει, μόνο και μόνο που έζησα αυτήν την ξεχωριστή στιγμή. Αισθάνθηκα ικανοποίηση και αυτοπεποίθηση, όπως λέει και στο τραγούδι του ο Φράνκι,
"Start spreading the news,/ I am leaving today,/ I wanna be a part of it,/ New York,/ New York"... Άρχισαν όλοι σιγά-σιγά να το ψιθυρίζουν, λέξη τη λέξη, συλλαβή τη συλλαβή, η ένταση αυξανόταν και όλοι τραγουδούσαν δυνατά πια τη «New York», θέλοντας να γίνουν όλοι «part of it», κομμάτι αυτής της πόλης. Η διάθεση όλων των δρομέων άλλαξε μέσα στα τρία λεπτά που διαρκεί το τραγούδι. Από μια μίζερη κατάσταση που μας είχε προκαλέσει το κρύο και ο αέρας, περάσαμε σε μια κατάσταση ευφορίας, μόλις λίγα λεπτά πριν την εκκίνηση. Τι θαύμα μπορεί να κάνει η μουσική τελικά! Μπορεί ένα τραγούδι ν’ αλλάξει όλη τη διάθεση,
«if I make it here, I can make it everywhere!» Ο ήχος του κανονιού ακούστηκε και ταυτόχρονα φωνές ενθουσιασμού σε πολλές γλώσσες. 106
αιωρείται κάθε λογής ρούχο, που θύμιζε λίγο σκηνή από θρίλερ. Μερικά μάς έρχονταν κατακέφαλα και όλοι προσπαθούσαμε να τ’ αποφύγουμε κινούμενοι ποτέ αριστερά και ποτέ δεξιά. Είχα αρχίσει καλά και κάλυπτα τα πρώτα χιλιόμετρα άνετα. Κοίταξα το ρολόϊ και είδα πως ο ρυθμός μου ήταν πιο γρήγορος απ’ τον στοχοποιημένο.
Φώναξα κι εγώ στα ελληνικά: «Έλα, πάμε δυνατά!» Ένα τεράστιο ανθρώπινο ποτάμι ξεχύθηκε να δαμάσει την ανηφόρα της πρώτης γέφυρας. Καθώς τα ελικόπτερα πετούσαν πολύ κοντά από πάνω μας, φωνές ακούγονταν από παντού: «go guys go, good luck, enjoy it, see you in the finishing line!» Ήταν μοναδικές στιγμές! Ανεβαίνοντας τη γέφυρα του Βεραζάνο, στ’ αριστερά μας στο βάθος φαίνονταν οι ουρανοξύστες της Νέας Υόρκης. Ο αέρας εκεί πάνω ήταν πολύ δυνατός, ευτυχώς που είχα φορέσει το αντιανεμικό. Προς το τέλος της γέφυρας κάποιοι δρομείς άρχισαν να πετάνε τα πρώτα εξωτερικά ρούχα, οι περισσότεροι ήταν ντυμένοι με περισσότερες στρώσεις απ’ ότι ένα κρεμμύδι. Καθώς πετούσαν μπλούζες και φόρμες, ο δυνατός αέρας τις παράσερνε και βλέπαμε να
Πρώτη άποψη από την Γέφυρα Βερατζάνο 107
Ο αέρας ήταν τσουχτερός, τα πόδια μου στις γάμπες ξυλιασμένα. Το κεφάλι μου εντάξει, ευτυχώς που αγόρασα αυτό το ωραίο ζεστό καπέλο χτες το βράδυ. Μετά τα πρώτα μίλια, ο κόσμος στους δρόμους άρχισε να πυκνώνει, όλοι φώναζαν και μας παρότρυναν να συνεχίσουμε. Αφήσαμε τη γειτονιά του Staten Island και μπήκαμε στη γειτονιά του Μπρούκλιν, όπου ακολουθήσαμε κυρίως την Τέταρτη λεωφόρο. Πήγαινα αρκετά γρήγορα, σύμφωνα με το ρολόϊ, και προσπάθησα να μειώσω λίγο τον ρυθμό για να κρατήσω δυνάμεις. Ο κόσμος παρότρυνε με κάθε μέσο. Έξω από μια εκκλησία έπαιζε μουσική η χορωδία των ψαλτών, πιο κάτω μια μπάντα με κρουστά έδινε ρυθμό στους δρομείς. Ένας θεατής κρατούσε μια επιγραφή που έλεγε ότι είναι η πιο εκπληκτική παρέλαση που έχει δει ποτέ. Έτρεχα κυρίως στη μέση του δρόμου προσπαθώντας ν’ ακολουθώ την μπλε γραμμή, όσο αυτό ήταν εφικτό.
Μερικοί δρομείς βλέποντας φίλους τους, τους χαιρετούσαν και κάποιοι αγκαλιάζονταν. Ο καθένας ζούσε τη μοναδική στιγμή του. Οι δρομείς που έτρεχαν για πρώτη φορά ήταν πολύ συγκινημένοι και κάποιοι, που περίμεναν πολλά χρόνια γι’ αυτή τη στιγμή, τη ζούσαν και την απολάμβαναν απλά, τρέχοντας. Βλέποντάς το ψυχρά, μπορεί, ίσως, να φανεί υπερβολικό το ότι κάποιος περίμενε χρόνια για να ζήσει μια τέτοια απλή στιγμή. Από την άλλη υπάρχει και η άλλη όψη του νομίσματος. Η στιγμή, ναι, μπορεί να φαίνεται απλή, τα προβλήματα όμως πολλών ανθρώπων που συμμετέχουν μπορεί να είναι περίπλοκα και οι άνθρωποι αυτοί να έχουν κάνει την υπέρβασή τους. Πολλοί δρομείς είχαν αντιμετωπίσει ανίατες και σκληρές αρρώστιες, το έγραφαν σε μηνύματα στα μπλουζάκια τους. Η υπέρβαση και οι μάχες που είχαν δώσει για τη ζωή έκαναν αυτή την απλή στιγμή θρίαμβο και νίκη ενάντια στα προβλήματα τους. Η εμπειρία γι’ αυτούς τους 108
δρομείς ήταν μοναδική και ο στόχος τους ήταν να τη ζήσουν, η στιγμή αυτή ήταν μοναδική, ναι, διότι σηματοδοτούσε μια νέα αρχή στη ζωή τους αφήνοντας πίσω τα δύσκολα. Είχαν νικήσει στον αγώνα της ζωής και απλά εδώ το δήλωναν εκφράζοντάς το έτσι απλά, μ’ ένα τρέξιμο. Πιο κάτω ένα πλακάτ έγραφε:
λίγο στη γειτονιά του Μπρονξ μέσω της γέφυρας Willis. Έγινε αντιληπτό από την ραπ μουσική στη διαπασών και με τους ράπερς σε έκσταση να παροτρύνουν τους δρομείς. Να κι ένας θεατής ντυμένος χάρος! Σκέφτηκα πως μάλλον ξεχάστηκε από το Halloween της προηγούμενης μέρας, μετά παρατήρησα ότι κρατούσε ένα πλακάτ με τα λόγια: «Run, the end is near!», τρέξτε το τέλος είναι κοντά! Σίγουρα δεν εννοούσε το τέλος της διαδρομής. Τι άλλο θα δούμε σήμερα! Η διαδρομή σ’ αυτό το σημείο είναι επίπεδη, πήγαινα αρκετά γρήγορα, σύμφωνα με το ρολόϊ, ένιωθα καλά και προσπαθούσα να μειώσω λίγο τον ρυθμό μου. Πίστευα να βγάλω εύκολα τον αγώνα και κάτω από τέσσερις ώρες. Όταν μπήκαμε στην Πρώτη λεωφόρο, ένιωσα ότι βρέθηκα μέσα σ’ ένα τεράστιο στάδιο με τους θεατές να φωνάζουν και να παροτρύνουν, πραγματικά απίστευτο θέαμα
«Τόσος κόπος για μια μπανάνα στον τερματισμό;» Καλό, σκέφτηκα. Αποχαιρετώντας το Μπρούκλιν, μπήκαμε στην περιοχή Queens, στο Long Island City. Είμαστε πια στα μέσα της διαδρομής και ανεβαίναμε τη γέφυρα Queesnsboro, πριν μπούμε στο Μανχάτταν. Η γέφυρα είναι ανηφορική και οι περισσότεροι δρομείς άρχισαν να κουράζονται σ’ αυτό το σημείο. Ένιωθα καλά και προσπέρασα πολύ κόσμο πάνω στη γέφυρα. Φτάνοντας στο Μανχάταν μπήκαμε για 109
και τέτοιο συναίσθημα, δεν το είχα ξαναζήσει, ήταν μοναδική εμπειρία για μένα. Το ρολόϊ μου έδειχνε ότι διήνυσα το τελευταίο χιλιόμετρο κάτω από πέντε λεπτά. Ήμουν εκστασιασμένος, κοιτούσα τους άλλους δρομείς και όλοι έμοιαζαν να τα ’χουν χαμένα από τις επευφημίες του κόσμου. Μίλησα δυνατά στον εαυτό μου:
μια ξένη χώρα και μάλιστα στην Νέα Υόρκη. Η εκπλήρωση αυτής της επιθυμίας, στην φαντασία μου, δεν είχε ποτέ τόση έκταση, μάλλον το παιδικό μου όνειρο ήταν πιο συντηρητικό, θα έλεγα, απ’ την πραγματικότητα. Μετά από μια μικρή παράκαμψη στο Χάρλεμ, φτάσαμε στην Πέμπτη Λεωφόρο. Ο κόσμος και σ’ αυτό το σημείο είχε κατακλύσει τα πεζοδρόμια και ζητωκραύγαζε τους δρομείς με όλη του τη δύναμη. Το ρολόϊ μου έδειχνε ότι είχα διανύσει τριάντα επτά χιλιόμετρα σε πολύ καλό χρόνο, αισθανόμουν πολύ καλά και μέσα στον στόχο μου, ότι και να γινόταν από εδώ και πέρα ο στόχος του χρόνου για κάτω από τέσσερις ώρες θα ήταν γεγονός. Ενώ σκεφτόμουν τον χρόνο και τη διαδρομή μέχρι το τέλος, ξαφνικά είδα ένα σημείο κοντρόλ της διαδρομής, που πληροφορούσε ότι βρισκόμαστε στο τριακοστό πέμπτο χιλιόμετρο και όχι στο τριακοστό έβδομο! Μ’ έλουσε κρύος ιδρώτας κι
«Απίστευτο, τι είναι αυτό το πράγμα; Τόσος κόσμος να μας ζητωκραυγάζει» Ένιωθα τη βοή των θεατών να με σπρώχνει μπροστά, αισθανόμουν ευφορία και χαλάρωση, έτρεχα χωρίς να κάνω ιδιαίτερη προσπάθεια, το κοινό είχε βάλει τη δική του δύναμη, για να σπρώξει όλους τους δρομείς προς τον τερματισμό. Αυτό ήθελα από τότε που ήμουν παιδί, ν’ αγωνίζομαι μπροστά σε μεγάλο κοινό που να μ’ επιβραβεύει. Η επιθυμία άργησε πολλά χρόνια να εκπληρωθεί, αλλά σημασία έχει ότι εκπληρώθηκε με τον καλύτερο τρόπο σε 110
να σταματήσω την προσπάθεια, δεν μπορούσα να περπατήσω κάτω από τις ιαχές αυτού του κόσμου. Έσκυψα το κεφάλι και συνέχισα με όλες μου τις δυνάμεις το τρέξιμο. Ήταν φανερό ότι ο αέρας και το κρύο με είχαν καταβάλει, ποτέ δεν είχα ξανατρέξει με τέτοιες συνθήκες. Μπαίνοντας στο τελευταίο κομμάτι της διαδρομής, στο Central Park, σε κάθε στροφή πίστευα ότι θα δω τον τερματισμό, αλλά μάταια. Η γραμμή τερματισμού ήταν όλο και πιο μπροστά, λες κι απομακρυνόταν συνεχώς. Άρχισα να σιγοτραγουδώ ένα πολύ αγαπημένο μου τραγούδι το «My way» του Φρανκ Σινάτρα, μπας και ξεχαστώ για λίγο. Αυτή την πόλη την έχω, όπως και πολλοί άλλοι, συνδυάσει με τη μουσική του Φρανκ Σινάτρα, ο οποίος την έχει υμνήσει στα τραγούδια του.
αυτή τη φορά δεν ήταν από το τρέξιμο, αλλ’ απ’ την απογοήτευση. Κάνοντας υπολογισμούς λογάριασα ότι με βάση αυτά τα χιλιόμετρα κι αυτόν τον χρόνο ήταν αδύνατον να κατέβω κάτω απ’ τις τέσσερις ώρες και είχα θυμώσει πάρα πολύ με την εταιρεία που έκανε σέρβις στο ρολόϊ την προηγούμενη εβδομάδα. Με είχαν διαβεβαιώσει ότι λειτουργεί τέλεια. Προσπάθησα να βρω θάρρος μέσα στην απογοήτευσή μου και να τελειώσω τουλάχιστον τον αγώνα όσο πιο καλά μπορούσα. Κάποια στιγμή σκέφτηκα να περπατήσω λίγο, εξάλλου τι νόημα είχε πια, ο στόχος του χρόνου είχε χαθεί. Ο κόσμος, όμως, συνέχιζε να ενθαρρύνει. Ο αέρας ήταν κόντρα και είχε αρχίσει το πιο δύσκολο ανηφορικό κομμάτι της διαδρομής. Είχα κουραστεί όχι μόνο σωματικά, αλλά κυρίως ψυχολογικά απ’ αυτό το λάθος καταμέτρησης της απόστασης, αλλά δεν ήθελα 111
Τραγουδούσα λοιπόν με αρκετή δόση θλίψης :
και το τραγούδι, που έχω μετανιώσει γιατί θα μπορούσα ν’ ακολουθήσω μιαν άλλη οδό, ίσως την πεπατημένη, η οποία θα μου εξασφάλιζε μεγαλύτερη σιγουριά, θα μ’ έκανε περισσότερο
«And now, the end is near and so I face the final curtain», το τέλος λοιπόν πλησιάζει, η γραμμή τερματισμού είναι κοντά και εδώ τελειώνει η προσμονή αυτής της μεγάλης επιθυμίας, που την περίμενα με μεγάλη λαχτάρα. Σε λίγο θα ολοκληρωνόταν και δεν είχα τι καλύτερο να προσμένω μετά. Τα είχα οργανώσει όλα με κάθε λεπτομέρεια πολύ καιρό πριν και η προσμονή εκπλήρωσης αυτού του στόχου μού έδινε μεγάλη χαρά. Και όλα αυτά, όπως λέει και το τραγούδι, τα έκανα με τον δικό μου τρόπο. «I did it my way». Τα περισσότερα, αν όχι όλα τα πράγματα, που με αφορούν, τα έχω κάνει με τον δικό μου τρόπο, ίσως γιατί είμαι ξεροκέφαλος, όπως λένε κάποιοι φίλοι μου, ίσως γιατί θέλω πάντα οι επιλογές για τη ζωή μου να είναι δικές μου, ίσως γιατί δεν θέλω να δίνω λογαριασμό σε κανέναν. Ναι, υπάρχουν στιγμές, όπως λέει 112
«political correct», αλλά την θεωρώ πολύ βαρετή, πλήττω με την ιδέα και μόνο. Κοίταξα πάλι το ρολόϊ που έδειχνε ότι διήνυα το τεσσαρακοστό πέμπτο χιλιόμετρο
και πήγαινα για το τεσσαρακοστό έκτο! Πώς ήταν δυνατόν να έχω δώσει μια μικρή περιουσία για ν’ αγοράσω την τελευταία λέξη της τεχνολογίας και να κάνει λάθος τέσσερα ολόκληρα χιλιόμετρα; Το σίγουρο είναι ότι θα τους κάνω μεγάλη φασαρία στην Ελλάδα, όταν με το καλό γυρίσω. Προς το παρόν, οι ανηφόρες μου φαίνονταν ατέλειωτες κι έκανα μεγάλη προσπάθεια ν’ αυτοσυγκεντρωθώ και να τερματίσω. Τον Γιάννη, που θα περίμενε σε κάποιο σημείο στο Σέντραλ Πάρκ, δεν τον είδα. Ήταν πολύ δύσκολο, άλλωστε, να κοιτώ τους θεατές έναν-έναν μέσα σε τόσες χιλιάδες κόσμου, υπολογίζεται ότι περίπου δύο εκατομμύρια άνθρωποι στους δρόμους παρακολούθησαν αυτόν τον αγώνα. Λίγο πριν το τέλος, είδα μια Ελληνική σημαία από την άλλη πλευρά του πάρκου, αλλ’ ήμουν πολύ κουρασμένος για να πλησιάσω και να τους χαιρετήσω. Τερμάτισα βάζοντας δύναμη να σηκώσω τα χέρια μου ψηλά. Το
ρολόϊ μου έδειχνε τέσσερις ώρες και τρία λεπτά. Ο πρώτος στόχος μου, που ήταν ο τερματισμός και το μετάλλιο από την Νέα Υόρκη, εκπληρώθηκε. Ο δεύτερος, που ήταν ο χρόνος κάτω από τέσσερις ώρες, δυστυχώς δεν επιτεύχθηκε. Μετά τον τερματισμό ένιωσα ζαλισμένος και ακούμπησα σε κάτι προστατευτικά κάγκελα, νομίζοντας ότι θα λιποθυμήσω. Αν υπήρχε κάποιος δικός μου εκεί, μάλλον θα λιποθυμούσα. Έσφιξα τα δόντια μου και κρατήθηκα. Χτύπησα σφαλιάρες δυνατές στο πρόσωπό μου για να συνέλθω. Είχα παγώσει, έσκυψα κι ακούμπησα λίγο το κεφάλι μου στα κάγκελα, αλλ’ ήταν χειρότερα, Επιτέλους τερματισμός! ζαλίστηκα περισσότερο. 113
Όχι τώρα γαμώτο, πρέπει να κρατηθώ, να μην πέσω, είπα. Παρά τη δυσκολίες της στιγμής, μέσα μου ένιωθα βαθιά ικανοποίηση, δεν ανησυχούσα αφού είχα πια τερματίσει. «Ακόμα κι αν πέσω, όλο και κάποιος θα με μαζέψει», σκεφτόμουν. Η γη άρχισε να φεύγει κάτω από τα πόδια μου, αισθάνθηκα ότι έπεφτα όταν ξαφνικά ένοιωσα δυο χέρια από πίσω μου να με κρατάνε από τις μασχάλες, ήταν μια νεαρή εθελόντρια, είχε καταλάβει την κατάστασή μου και ήρθε να βοηθήσει, με ρώτησε αν είμαι καλά. Της έγνεψα να μου φέρει νερό. Πριν καλά-καλά σηκώσω το κεφάλι, είχε φέρει το νερό και μια από αυτές τις ισοθερμικές μπλε κουβέρτες για να με κρατήσει ζεστό. Η κοπέλα με στήριξε πάλι για λίγο ακόμα να μην πέσω, με τύλιξε με την κουβέρτα, την έδεσε με ταινία, έδεσε και τα κορδόνια των παπουτσιών μου που είχαν λυθεί και μου ψιθύρισε πολύ ευγενικά στο αυτί:
«keep walking sir, keep walking, you did a great job, everything will be all right». Της έδωσα μια αγκαλιά και προχώρησα. Με συγκίνησε τόσο πολύ αυτή η κοπέλα με τη συμπεριφορά της, μ’ έκανε να βουρκώσω. Ένας ξένος άνθρωπος να μου δείχνει τέτοια καλοσύνη και ευγένεια! Πόσο ωραίο ήταν αυτό! Πόσο ανθρώπινο! Μπορεί η κουβέρτα που μου έδωσε, να μην μου ζέστανε το κορμί, αλλά η καλοσύνη της ζέστανε την ψυχή μου. Τώρα, που ήμουν αδύναμος ακόμα και να σκύψω να δέσω τα κορδόνια μου, κατάλαβα καλύτερα τι σημαίνει να δέχεται κανείς συμπόνια από έναν άγνωστο. Κατάλαβα καλύτερα τη γενναιότητα αυτής της πράξης. Πόσο θα ’θελα κι εγώ να κάνω άνθρώπους να νιώσουν τόσο όμορφα, όπως έκανε για μένα η εθελόντρια! Πόσο κοντά ή μακριά είμαι από αυτό; Μπορώ να δώσω κι εγώ, με τόση απλοχεριά, βοήθεια και παρηγοριά σ’ έναν άγνωστο ή θα τον περάσω πρώτα από 114
σκρινάρισμα; Τώρα που ένιωσα αυτό το συναίσθημα και είδα πόσο πολύ με άγγιξε η χειρονομία της, θα ήθελα να κάνω το ίδιο, όταν μου δοθεί η ευκαιρία. Κάτι τέτοιες, απλές χειρονομίες δείχνουν το μεγαλείο ενός ανθρώπου.
Οταν αποφάσισα να κάνω τον πρώτο Μαραθώνιο, ήθελα να δοκιμάσω τα όρια μου, να δω τις αντοχές μου και τη συμπεριφορά μου κάτω από οριακές συνθήκες. Ο Μαραθώνιος μού έδειξε σήμερα ότι πέρ’ από τις σωματικές αντοχές, πρέπει ν’ αρχίσω να δοκιμάζω ως πού φτάνουν τα όρια της συμπόνιας, της καλοσύνης και της γενναιοδωρίας, που έχω μέσα μου. Πόσο εύκολα μπορώ να τα προσεγγίσω; Αυτός δεν είναι εύκολος αγώνας και δεν απαιτεί να κάνω κάποια τρεξίματα και μερικές διαλειμματικές μέσα στην εβδομάδα για να τα καταφέρω. Ο αγώνας αυτός απαιτεί να δώσω, χωρίς να περιμένω αντίκρισμα, όπως οι γονείς δίνουν αγάπη στα παιδιά τους, χωρίς να προσμένουν ανταλλάγματα. Θέλω ν’ αρχίσω να εκφράζω περισσότερα αισθήματα που κάνουν τους ανθρώπους χαρούμενους, χωρίς να κρίνω απαραίτητα αν το δικαιούνται, να μου αρκεί που θα τους κάνω ευτυχισμένους. Νομίζω ότι
Οι απίστευτοι εθελοντές
115
πράξεις και πράγματα που δεν γίνονται και δεν λέγονται τη στιγμή που πρέπει, χάνουν την αξία και τη σημασία τους, χάνονται μέσα στη δίνη του χρόνου. Η αυτόματη σύγκριση του εαυτού μας με τον συνάνθρωπο, μας κάνει πολλές φορές φειδωλούς να εκφράσουμε έναν καλό λόγο, έναν έπαινο, μια αναγνώριση της επιτυχίας, που θα κάνει τον άλλον να χαρεί. Είναι κομμάτι της ευτυχίας να δίνεις όχι μόνο υλικά πράγματα, αλλά και συμπόνια, διακριτικότητα, καλοσύνη και αναγνώριση, χωρίς να περιμένεις ανταλλάγματα. Η άγνωστη εθελόντρια μου έδωσε μια μοναδική εμπειρία ανθρωπιάς, μ’ έκανε να πιστέψω οτι μπορώ να γίνω καλύτερος άνθρωπος και την ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου. Η συνολική προσφορά, άλλωστε, των εθελοντών σ’ αυτό τον αγώνα ήταν πολύ συγκινητική καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδρομής. Ήταν ένα από τα «συν» αυτού του Μαραθώνιου.
Μάζεψα όση δύναμη μου είχε απομείνει και άρχισα να περπατώ. Ένα κύμα ανθρώπων, με αργό ρυθμό, μαζί μου, δίπλα μου, κατευθύνονταν προς τα φορτηγά. Όλοι θα παραλάμβαναν τα πράγματά τους. Περπατούσαμε σκυφτοί και κουτσαίνοντας από τον πόνο. Είμαστε όλοι τυλιγμένοι με μπλε ισοθερμικές κουβέρτες, είχαμε φορέσει τις κουκούλες στο κεφάλι και ένα μετάλλιο στο λαιμό. Αν κάποιος απομόνωνε αυτή τη φωτογραφία από το όλο γεγονός, θα ήταν δύσκολο να πιστέψει ότι όλοι εμείς είχαμε μόλις τρέξει σαράντα δυο χιλιόμετρα. Η κίνησή μας ήταν νωθρή, μέσα σε λίγα λεπτά μετά τον τερματισμό είχαμε χάσει όλη τη δύναμη μας. Ήταν σαν να τελείωσε μια μάχη και προσπαθούσαμε να μαζέψουμε τ’ απομεινάρια μας, τα ζεστά ρούχα που μας περίμεναν στα φορτηγά. Ο πόνος ήταν ζωγραφισμένος στα μάτια όλων, αλλά μέσα μας νιώθαμε πολύ
116
περήφανοι που είχαμε την δύναμη να τελειώσουμε τον αγώνα.
σ’ ένα ιταλικό εστιατόριο. Είχα μια γλυκόπικρη γεύση από την έκβαση του αγώνα. Στο μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής πίστευα ότι θα καταφέρω να κατεβάσω το χρόνο μου κάτω από τέσσερις ώρες, αλλά τελικά δεν τα κατάφερα.
Είμαστε όλοι νικητές! Στο φορτηγό συνάντησα πάλι τον Έντουαρντ, φαινόταν κι αυτός πολύ κουρασμένος και ταλαιπωρημένος. Είχε στόχο τις τρείς ώρες και σαράντα πέντε λεπτά, αλλά έκανε λίγο πάνω από τέσσερις ώρες. Ο αέρας τον είχε εξουθενώσει, ήταν χειρότερα και από την Γροιλανδία, όπου είχε τρέξει την τελευταία φορά, είπε. Πήραμε τις τσάντες, βγάλαμε μερικές αναμνηστικές φωτογραφίες και φύγαμε. Είχα κυριολεκτικά στεγνώσει καθώς ο αέρας συνέχιζε να μου γδέρνει κυριολεκτικά το πρόσωπο. Ο δρόμος για το ξενοδοχείο φάνηκε πολύ μακρύς. Μας πήρε περίπου μια ώρα για να φτάσουμε. Ο Γιάννης, με τον οποίο είχα κανονίσει να συναντηθούμε στο ξενοδοχείο, αν δεν βρισκόμαστε τελικά στο πάρκο, μετά από μισή ώρα ήρθε και με πήρε να πάμε για φαγητό
Σ’ ένα τραγούδι ο Φράνκι λέει: «That’s life and I can’t deny it… but I just can’t let it get me down. I will pick myself up and get back in the race…» Έτσι είναι, η ζωή έχει τα πάνω και τα κάτω της, αλλά δεν θ’ απογοητευτώ, ούτε θα κυριευτώ από άχαρες σκέψεις. Σήμερα έζησα κάτι σπουδαίο, εκπλήρωσα μια πολύ μεγάλη μου επιθυμία, απέδειξα στον εαυτό μου, γι’ άλλη μια φορά, οτι μπορώ να τα καταφέρω, έζησα μια μοναδική εμπειρία, που μ’ έκανε να σκεφτώ και να πιστέψω οτι μπορώ να γίνω καλύτερος άνθρωπος. Όχι, δεν θα μιζεριάσω, επειδή δεν ήμουν κατά τρία λεπτά πιο 117
γρήγορος. Εξάλλου πρέπει να υπάρχει κι ένα κίνητρο και μια πρόκληση για τον επόμενο αγώνα. Στο Ιταλικό εστιατόριο έβαλαν το τραγούδι «Τα παιδιά του Πειραιά». Είχαμε μόλις τελειώσει το φαγητό κι αυτό ήταν το καλύτερο επιδόρπιο της ημέρας. Το τραγούδι με χαλάρωσε και με ηρέμησε από την ένταση του αγώνα. Στη συνέχεια ο Γιάννης με πήρε με το αυτοκίνητό του και πήγαμε σε μια ωραία περιοχή να πιούμε μπύρα. Στο δρόμο μου πήρε και συνέντευξη για τον ιστότοπο που ετοιμάζει. Ήταν ένα αυθόρμητο βιντεάκι, όπου με ρώτησε για τους Μαραθώνιους που έχω τρέξει και τη σημασία τους για μένα. Είχε πια σουρουπώσει όταν γύρισα στο ξενοδοχείο. Αποχαιρετιστήκαμε, μου είπε ότι πέρασε πολύ ωραία αυτές τις ημέρες και θα ήθελε να ξανάρθω σύντομα. Του το υποσχέθηκα, η Νέα Υόρκη είναι από τις πιο αγαπημένες μου πόλεις κι εκείνος ένας
υπέροχος φίλος! Πριν πάω για ύπνο είπα να πιω μια τελευταία μπύρα στο μπαρ του ξενοδοχείου, έτσι κι αλλιώς δεν θα μπορούσα να κοιμηθώ εύκολα απόψε. Κάθισα στο μπαρ, όπου μετά από λίγο ήρθε δίπλα μου κάποιος που κούτσαινε κι έδειχνε ότι πονούσε. Είχε λάβει μέρος κι αυτός στον αγώνα, ήταν ο δεύτερός του Μαραθώνιος. Είχε έρθει από την Λετονία μαζί με την ξανθιά φίλη του, εντελώς άσχετη με το όλο σκηνικό. Ήταν η πρώτη της φορά στη Νέα Υόρκη και ήταν πολύ ενθουσιασμένη από τα ψώνια που έκανε. Όχι μόνο με χαιρέτησε πολύ θερμά κρατώντας το χέρι μου και με τα δυο της χέρια, αλλά συνέχιζε να με κοιτάει έντονα στα μάτια και δεν έλεγε να μου αφήσει το χέρι. Αισθάνθηκα αμήχανα και τραβήχτηκα. Ο φίλος της βογκούσε κάθε λίγο και λιγάκι. Αναρωτήθηκα αν ήταν από τον πόνο ή απ’ το ποσό που τον χρέωσε για τα ψώνια της! Ο καιρός άλλαξε εντελώς την επόμενη 118
μέρα, ήταν ηλιόλουστος, λες και είχαν περάσει εβδομάδες από την παγωνιά και τον αέρα της προηγούμενης μέρας. Τα πόδια μου ήταν πιασμένα και δυσκολευόμουν λίγο στο περπάτημα. Τελευταία μέρα στην Νέα Υόρκη και είχα προγραμματίσει να πάω στα μαγαζιά για ψώνια πριν φύγω για την Αθήνα. Η πτήση μου ήταν στις έξι και μισή το απόγευμα, οπότε είχα αρκετό χρόνο. Κατεβαίνοντας την Πέμπτη λεωφόρο, στο αγαπημένο μου μαγαζί το A&C and Fitch συνάντησα απ’ έξω μεγάλη ουρά. Ξόδεψα αρκετή ώρα εκεί μέσα και στο τέλος κατέληξα να αγοράσω ένα μπουφάν. Όχι ότι τρελάθηκα, απλά ήθελα κάτι ν’ αγοράσω, όπως όλοι όσοι ταξιδεύουν σε ξένα μέρη νιώθουν την ανάγκη ν’ αγοράσουν κάτι, που μπορεί τελικά να τους αποδειχθεί άχρηστο, μόνο και μόνο για να εκπληρώσουν μια καταναλωτική τους επιθυμία. Συνεχίζοντας τη βόλτα μου, παρατήρησα πολλούς με το μετάλλιο του Μαραθώνιου στο
λαιμό να περπατούν με δυσκολία, αλλά ταυτόχρονα και με υψηλή δόση περηφάνιας. Ανταλλάξαμε ματιές με μερικούς από αυτούς. Διέκρινα ένα χαμόγελο ικανοποίησης και από την πλευρά τους. Παρόλο που δεν φορούσα το μετάλλιο, κατάλαβαν ότι ήμουν κι εγώ εκεί εχτές, ήταν εύκολο, άλλωστε, να το διαπιστώσουν από το περπάτημα μου. Ήταν πολύ ευχάριστη εικόνα να τους βλέπω όλους στην ίδια με μένα κατάσταση. Ήταν η «Παρέλαση των Νικητών» στην Πέμπτη Λεωφόρο! Έχοντας βαρεθεί να συνεχίσω τα ψώνια, μπήκα στο πρώτο Starbucks που βρέθηκε στον δρόμο μου. Κάθισα σ’ ένα τραπέζι με άλλους τρείς. Με άλλα τρία ερείπια στην πραγματικότητα. Ένας Αμερικάνος από το Τέξας και άλλοι δύο από Κολομβία. Οι δύο Κολομβιανοί μόνο που δεν έριχναν κλήρο για το ποιός θα σηκωθεί να πάρει την παραγγελία. Τους ήταν δύσκολο να περπατήσουν ακόμα και 119
λίγα μέτρα. Είμαστε όλοι απομεινάρια του Μαραθώνιου. Κατάλαβαν αμέσως, απ’ το περπάτημά μου, ότι είχα τρέξει στον Μαραθώνιο. Όλοι τους ξεκίνησαν για ψώνια αλλά κατέληξαν για καφέ. Συστηθήκαμε και συζητήσαμε για την δυσκολία του αγώνα. Τους είπα ότι είμαι από την Ελλάδα και μ’ ενδιαφέρον άκουσαν τις λεπτομέρειες της ιστορίας του Μαραθώνιου. Ήξεραν βασικά πράγματα. Ήταν μια πολύ ωραία και ευχάριστη συζήτηση με άγνωστους ανθρώπους, που μας ένωνε ο κοινός σκληρός αγώνας που είχαμε κάνει χτες. Φεύγοντας από το καφέ, κατευθύνθηκα προς το ξενοδοχείο και πέρασα μπροστά από την Βιβλιοθήκη. Σ’ ένα μικρό πάρκο εκεί δίπλα με χαμηλά φυτά, είδα καμιά δεκαριά γάτες συγκεντρωμένες να κοιτάνε τους θάμνους έτοιμες να ορμήσουν. Ο φίλος μου ο Γιάννης είχε πει πριν δυο βράδια ότι οι υπεύθυνοι του πάρκου, για να δημιουργήσουν ατμόσφαιρα,
έχουν βάλει μέσα στους θάμνους μουσική με κελάιδισμα πουλιών. Οι γάτες προφανώς περίμεναν την ευκαιρία να βγει κάποιο πουλί να το πιάσουν. American innocent cats!! Παρατήρησα ότι οι γάτες εδώ ήταν παχύσαρκες, σε αντίθεση μ’ αυτές στο χωριό μου που είναι κοκκαλιάρες. Στο χωριό ακούνε την κόρνα του ψαρά από ένα χιλιόμετρο μακριά και τρέχουν σφαίρα στο σημείο που κάνει στάση, μπας και τους δώσει κανένα ψάρι. Σε καμιά άλλη κόρνα δεν ανταποκρίνονται, μόνο σ’ αυτήν του ψαρά, που τους δίνει ψάρια. Αυτές εδώ είναι αθώες, δεν καταλαβαίνουν ότι τα πουλιά είναι ψεύτικα, ότι δεν υπάρχουν. Βέβαια φαίνονται τόσο καλοζωισμένες, που ίσως δεν τις νοιάζει ν’ αράζουν και να περιμένουν. Ή μήπως έχουν περάσει σε άλλη φάση και το κάνουν για διασκέδαση; Ακούνε τη μουσική των πουλιών και χαλαρώνουν; Μάλλον αυτό είναι, δεν μπορώ να πιστέψω ότι είναι τόσο κουτές, εξάλλου ποτέ μια γάτα 120
οποιασδήποτε εθνικότητας δεν χαρακτηρίστηκε για την κουταμάρα της, το αντίθετο μάλιστα, αυτό που την χαρακτηρίζει είναι η εξυπνάδα της, εξ ου και το ρητό «γάτα είσαι!» Ναι, τώρα που το σκέφτομαι καλύτερα, μάλλον έχουν περάσει σε άλλη διάσταση κι αυτή είναι η διασκέδαση τους! Άδικη κοινωνία! Πού να ήξεραν οι κακόμοιρες γάτες του χωριού μου πώς περνούν οι συγγένισσές τους στην Αμερική, θα τις έπιανε κατάθλιψη. Τουλάχιστον αυτές στο χωριό έχουν το πλεονέκτημα ότι δεν θα πεθάνουν από παχυσαρκία, αφού, εκτός των άλλων, και τ’ αδέσποτα σκυλιά φροντίζουν για τη διατήρηση της γατίσιας σιλουέττας. Της έχουν κάνει πολύ «fit» από το κυνηγητό! Περνώντας από ένα κατάστημα με σουβενίρ, είπα να ρίξω μια ματιά μήπως έχει κάτι ενδιαφέρον. Το μάτι μου αμέσως έπεσε σε μια μολυβοθήκη. Ήταν η μόνιμη παραγγελία κάποιου φίλου μου, όπου κι αν πήγαινα. Τι
φετίχ ήταν κι αυτό με τις μολυβοθήκες, δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω. Η ειρωνεία είναι ότι σε όσα ταξίδια τις έψαχνα, δεν τις έβρισκα. Από την στιγμή που τσακωθήκαμε, σε όποιο κατάστημα σουβενίρ και να μπω, τις βρίσκω μπροστά μου. Είναι η μοίρα που αυτός πιστεύει ή καθαρά θέμα τύχης; Μέχρι τώρα πάντως η μοίρα τον απογοήτευσε. Πίστευε πως ό,τι κι αν κάνει, καλό ή κακό ή ακόμα κι αν δεν προσπαθούσε καθόλου, η μοίρα θα φρόντιζε για τη διατήρηση της φιλίας μας. Εγώ είμαι στο άλλο άκρο, πιστεύω ότι όλα εξαρτώνται από εμάς, από τις πράξεις μας, ό,τι όλα είναι συνέπεια των επιλογών μας. Την κοιτάζω ξανά και ξανά, αν την αγοράσω θα πρέπει να κάνω την υπέρβαση και ίσως για άλλη μια φορά τον «μαλάκα», αν την αφήσω, ο καθένας τραβάει το δρόμο του. Η καρδιά με το μυαλό δεν συμφωνούν. Η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν στιγμές που μου λείπει, αλλ’ ακόμα δεν μπορώ να καταλάβω 121
την ωφελιμιστική συμπεριφορά του. Ο τρόπος που του τα «έχωσα» τον πείραξε πολύ, δεν ήταν έτοιμος γι’ αυτό και, μπορώ να πω, αιφνιδιάστηκε. Πιστεύω την ουσία την αντιλήφθηκε μέσα του και ας μην το παραδέχεται από θέμα εγωισμού. Τον καταλαβαίνω, δεν διαφέρουμε πολύ σ’ αυτό, εγωίσταρο με αποκαλούσε συνέχεια. Η ώρα της επιστροφής έφτασε, δυστυχώς, το ταξίδι τελείωσε, έπρεπε να πακετάρω και να επιστρέψω. Άφησα την Νέα Υόρκη με πολύ ωραίες αναμνήσεις και δυνατές συγκινήσεις από τον αγώνα. Κάνοντας έναν γρήγορο απολογισμό, διαπίστωνα ότι μέσα σε σχεδόν ενάμιση χρόνο είχα τρέξει σε τέσσερις Μαραθώνιους, σε τέσσερις διαφορετικές χώρες και πόλεις. Δεν ήταν και άσχημα, ίσως να το παράκανα και λίγο. Το χρονικό διάστημα ήταν μικρό, οι εμπειρίες όμως πολύ μεγάλες, μοναδικές που δεν θα τις ξεχάσω, όσα χρόνια κι αν περάσουν.
Αποχαιρέτησα τη Νέα Υόρκη το απόγευμα, στις 3 Νοεμβρίου, με μια δόση θλίψης γι’ αυτό το μικρό όνειρο που μόλις είχε τελειώσει. Πηγαίνοντας προς το Αεροδρόμιο ατένιζα την πόλη που έφευγε πίσω μου. Ήταν απόγευμα και ο ήλιος είχε αρχίσει να δύει, ένας γλυκός φθινοπωρινός ήλιος, που χανόταν σιγά-σιγά πίσω από τους ουρανοξύστες του Μανχάταν, αφήνοντας μόνο κάποιες ηλιαχτίδες που αργόσβηναν κι αυτές, καθώς περνούσε η ώρα. Μου τη χρωστούσε αυτή τη μέρα ο παλιόκαιρος. Η σημερινή ημέρα ήταν μια μέρα περισυλλογής των εμπειριών που έζησα την τελευταία εβδομάδα. Σκεφτόμουν ότι αυτό που μου έκανε εντύπωση σ’ αυτόν τον Μαραθώνιο ήταν το μεγαλείο του, το έδειχναν οι άνθρωποι με τις πράξεις τους. Πολλοί έτρεξαν και μπήκαν σ’ αυτήν τη δοκιμασία για να εκδηλώσουν την αγάπη τους σε πολύ αγαπημένα τους πρόσωπα, αλλά και να τα στηρίξουν ηθικά και 122
οικονομικά, άλλοι για να δηλώσουν με την παρουσία τους τη νίκη τους σ’ ένα πρόβλημα που είχαν και ξεπέρασαν. Άλλοι για να εκπληρώσουν επιθυμίες των αγαπημένων τους, που δεν είχαν την τύχη να εκπληρώσουν. Διάβασα ότι μια κοπέλα έτρεξε στον Μαραθώνιο της Νέας Υόρκης κουβαλώντας τις στάχτες του αγαπημένου της, που σκοτώθηκε στο Αφγανιστάν. Ήταν μεγάλη η επιθυμία του να τρέξει σ’ αυτόν τον Μαραθώνιο. Αναλογίζομαι τις δυο εμπειρίες που είχα από την επίσκεψη μου το 2014 στην Αμερική και προσπαθώ να δω, ποια μου άφησε μεγαλύτερη ευχαρίστηση, μεγαλύτερη απόλαυση. Από τη μια έχω να συγκρίνω ένα ταξίδι δυο εβδομάδων στο Λας Βέγκας, στο Γκράντ Κάνυον, και μετά στην Καλιφόρνια από το Σαν Ντιέγκο μέχρι το Σαν Φρανσίσκο. Διαμονή σε πολύ ωραία ξενοδοχεία, πρόγραμμα ελεύθερο, πολύ καλό φαγητό, νυχτερινή ζωή και πολύ ενδιαφέροντα πράγματα να δω και να κάνω.
Από την άλλη υπήρχε το ταξίδι στη Νέα Υόρκη για μια εβδομάδα με αποκλειστικό σκοπό να τρέξω στον Μαραθώνιο. Η προετοιμασία για τον αγώνα ήταν σκληρή, αφού χρειάστηκε να τρέξω σχεδόν χίλια χιλιόμετρα πριν τον αγώνα. Το πρόγραμμα που ακολούθησα στην Νέα Υόρκη ήταν αρκετά σφιχτό, ώστε να μπορέσω να είμαι σε μια καλή κατάσταση στον αγώνα. Το ξενύχτι ήταν περιορισμένο, το φαγητό μετρημένο και προσαρμοσμένο στις ανάγκες του αγώνα, το ποτό ελάχιστο, και το περπάτημα στην πόλη με σύνεση. Οι συνθήκες στον αγώνα πολύ δύσκολες με τη θερμοκρασία κοντά στους πέντε βαθμούς κι έναν αέρα να λυσσομανάει. Σε αυτό να προσθέσω και τη μιζέρια της αναμονής για πάνω από τρείς ώρες μέσα στο κρύο και τον αέρα και το ξύπνημα στις πέντε το πρωί. Θα πει κάποιος ήταν απαραίτητα όλα αυτά, όλοι αυτοί οι περιορισμοί, ή μήπως ήταν υπερβολή; 123
Θα μπορούσα ν’ αποκομίσω περισσότερη απόλαυση κι ευχαρίστηση χωρίς αυτούς τους περιορισμούς, που εθελοντικά επέβαλα στον εαυτό μου; Αυτό που έχω διαπιστώσει από την εμπειρία μου και όπως πολύ σωστά αναφέρει ο Mihaly Csikszentmihalyi’s στο βιβλίο του «Flow», είναι ότι μια εμπειρία είναι βέλτιστη και μοναδική και δίνει μεγάλη απόλαυση και ευχαρίστηση όταν το σώμα και το πνεύμα του ανθρώπου εξασκούνται εθελοντικά στα όριά τους, ώστε να πετύχουμε κάτι δύσκολο που να έχει αξία. Όταν βιώνω μια τέτοια εμπειρία, τα πάντα μου φαίνονται εύκολα, ότι και να κάνω δουλεύει, μπορεί όταν παίζω ποδόσφαιρο για παράδειγμα να ρίξω τρία–τέσσερα σουτ σε μια εστία και να μπούνε όλα γκολ, ό,τι προσπαθώ το πετυχαίνω εύκολα και νιώθω μεγάλη αυτοπεποίθηση να δοκιμάσω να πετύχω ακόμα πιο δύσκολους στόχους. Μερικές φορές, όταν
τρέχω και βιώνω αυτή την εμπειρία, αισθάνομαι σαν να επιπλέω και να υπάρχει μια αόρατη δύναμη που με σπρώχνει. Ήταν αυτό που ένιωσα στην Πρώτη λεωφόρο, την δύναμη του κόσμου να με σπρώχνει μπροστά προς τον τερματισμό χωρίς να βάλω δύναμη. Την εμπειρία αυτή την βίωσα διότι ήμουν αποκλειστικά απορροφημένος σ’ αυτό που έκανα. Όλη μου η ενέργεια, όλες μου οι ικανότητες και όλα μου τα κίνητρα ήταν επικεντρωμένα στην δραστηριότητα εκείνης της στιγμής. Στο μυαλό μου ο χρόνος είχε σταματήσει, εκκρεμότητες δεν υπήρχαν, το μόνο που υπήρχε ήταν το τρέξιμο και η ευχαρίστηση που έπαιρνα από αυτό. Από την άλλη πλευρά, η απόλαυση που παίρνω, όταν δεν σχετίζεται με την επίτευξη ενός στόχου μου, είναι ρηχή και την βιώνω ως ρουτίνα. Είναι λοιπόν προφανές για μένα ότι η ευχαρίστηση και η απόλαυση της επίτευξης 124
της δύσκολης δοκιμασίας του Μαραθώνιου υπερτερεί της απόλαυσης που έλαβα από το ταξίδι των διακοπών. Μαζοχισμός; Ναι, μπορεί! Το θέμα είναι ότι το κάνω επειδή είναι επιλογή μου, το θέλω, μου αρέσει και δεν μου το επιβάλει κανένας άλλος. Αυτό από μόνο του κάνει την εμπειρία μοναδική.
Με το μετάλλιο από τη Νέα Υόρκη 125
Chapter 10
Φθινόπωρο στην Αθήνα – Άνοιξη στο Cape Town
Section 1
Αφρική Η έλλειψη πρόκλησης στην δουλειά με έκανε να αλλάξω και να ενταχθώ σε νέα εταιρεία ελπίζοντας να βρω περισσότερο ενδιαφέρον. Είχα άλλωστε συμπληρώσει σχεδόν πέντε χρόνια στην ίδια εταιρεία και αυτό από μόνο του με έκανε να αναζητώ κάτι καινούριο. Η συχνότητα των προπονήσεων μειώθηκε καθότι άλλαξα δουλειά και ανέλαβα περισσότερες χώρες στην ευθύνη μου και συνεπώς είχα περισσότερα ταξίδια. Άρχισα να αναθεωρώ τον φιλόδοξο στόχο. Καλός θα ήταν κι ένας χρόνος γύρω στις 3 ώρες και 40 λεπτά λέω μέσα μου, είναι 20 λεπτά κάτω από το χρόνο της Νέας Υόρκης. Έκανα τις περισσότερες προπονήσεις με τον Μιχάλη και μ’ αυτή την έννοια έβγαιναν πιο εύκολα. Ο Προπονητής δεν μίλαγε για χρόνο, λέει ότι θα δούμε τι προπόνηση θα κάνεις και θα τρέξεις σε ρυθμό ανάλογα με την προετοιμασία. Δεν είχε άδικο.
Η σκέψη είχε μπει για τα καλά στο μυαλό μετά το Μαραθώνιο της Νέας Υόρκης τον Νοέμβριο του 2014. Ένας Μαραθώνιος σε κάθε ήπειρο ήταν ο στόχος. Η Αφρική δεν έχει πολλές επιλογές, η ιδέα να τρέξω στο Cape Town ήταν πολύ ελκυστική. Προσπάθησα να πείσω κάποιους φίλους να με ακολουθήσουν αλλά μάταια. Ο αγώνας ήταν στις 20 Σεπτεμβρίου, άνοιξη για την Nότια Αφρική, φθινόπωρο για την Ελλάδα. Ο καιρός περίπου ίδιος με την Ελλάδα και έχουμε μόλις μία ώρα διαφορά. Η προετοιμασία άρχισε δειλά - δειλά τον Απρίλιο, με προπονητή αυτή τη φορά, και πολύ φιλόδοξο στόχο στην αρχή. Οι προπονήσεις είχαν μεγάλη ένταση και αυτό μου προκαλούσε τους συνήθεις πόνους στα πόδια και την μέση. Οι πόνοι ήταν μερικές μέρες αφόρητοι και δεν με άφηναν να κοιμηθώ, γύριζα σαν τη σβούρα να βρω ένα μέρος να βάλω τα πόδια μου και την μέση μου να μην πονάω.
127
Το καλοκαίρι έκανε την προετοιμασία ακόμα πιο δύσκολη, την Κυριακή ξύπναγα περίπου στις έξι να κάνω το μεγάλο τρέξιμο της εβδομάδας το οποίο ήταν συνήθως πάνω από είκοσι χιλιόμετρα. Το πρωινό ξύπνημα δεν μου ήταν ποτέ ευχάριστο αλλά τελευταία δεν με ενοχλεί καθόλου, είναι λόγω της προσήλωσης στο στόχο ή το γεγονός ότι γερνάω και ξυπνάω πια νωρίς το πρωί; Ο Σεπτέμβριος έφτασε γρήγορα. Το ταξίδι στο Cape Town ήταν μεγάλο, διήρκησε περίπου δώδεκα ώρες μέσω Κωνσταντινούπολης με στάση στο Johannesburg. Είχα κλείσει ξενοδοχείο σχεδόν στο κέντρο της πόλης. Υπήρχε ένας διάχυτος φόβος για την ασφάλεια, πολλά ακούγονταν για την εγκληματικότητα στην Νότια Αφρική. Διάβασα ένα φυλλάδιο που υπήρχε στο δωμάτιό μου για τις προφυλάξεις που θα έπρεπε να πάρω όταν κυκλοφορώ έξω. Φοβήθηκα λίγο, ήταν αρκετά ανησυχητικά όλα αυτά που έγραφαν για την
ασφάλεια. Από την άλλη είχα ακούσει ότι το Cape town ήταν αρκετά ασφαλές μέρος.
Μουσικοί ρυθμοί για δρομείς
Η πρώτη μου εμπειρία όταν βγήκα από το ξενοδοχείο να επισκεφτώ ένα mini market δεν ήταν ενθαρρυντική. Αφού αγόρασα διάφορα μικροπράγματα προσπάθησα να βγάλω ένα χαρτονόμισμα με τρόπο από την τσέπη μου να πληρώσω όταν εκείνη την στιγμή μπήκαν στο 128
στενό μαγαζί τέσσερα με πέντε έγχρωμα παιδιά φορώντας τις κουκούλες της μπλούζας τους. Έδωσα βιαστικά το χαρτονόμισμα στον ταμία και έκανα να φύγω χωρίς να πάρω τα ρέστα. Ο ταμίας άρχισε να μου φωνάζει να γυρίσω να πάρω τα ρέστα και κάποια πράγματα που είχα αφήσει στον πάγκο. Τα παιδιά που είχαν μπει στο μαγαζί άρχισαν να γελάνε βλέποντας τον τρόμο στο πρόσωπό μου. Ήταν σα να ήθελαν να μου πούνε:
ξεχωριστό σαν μέρος, απλά ήταν η αίσθηση ότι βρισκόμουν στο νοτιότερο άκρο της Αφρικής, εκεί που ενώνονται ο Ατλαντικός με τον Ινδικό Ωκεανό. Κοντά στο ξενοδοχείο υπήρχαν αρκετά clubs και το βράδυ είχε αρκετή φασαρία. Το επόμενο πρωί ζήτησα να μου αλλάξουν δωμάτιο λέγοντάς τους ότι ήρθα από την Ελλάδα να τρέξω τον Μαραθώνιο και θέλω λίγη ησυχία. Εντυπωσιάστηκαν όλοι και μου έδωσαν την μεγαλύτερη σουίτα του ξενοδοχείου, απόλυτη χλιδή! Όλοι οι υπάλληλοι του ξενοδοχείου άρχισαν να με προσέχουν και να μου παρέχουν ότι ήθελα, τους άρεσε πολύ ο σκοπός του ταξιδιού μου και έγινα με όλους φίλους, μιλάγαμε μαζί, πίναμε και καμιά μπύρα, όλα ήταν τέλεια σε «ανησυχητικό» βαθμό θα έλεγα. Ανησυχούσα ότι κάτι θα συμβεί μέχρι το τέλος. Είναι επειδή έχω κάποια ανασφάλεια ή επειδή δεν έχω συνηθίσει στο εύκολο; Το σίγουρο ήταν ότι
“ cool φλώρε, δεν τρώμε λευκούς” Γέλασα και εγώ, γύρισα και πήρα τα ρέστα και όλα τα πράγματά μου και έφυγα ανακουφισμένος. Η πόλη είναι πανέμορφη χτισμένη κατά μήκος του Ωκεανού και από πάνω της δεσπόζει το table mountain, ένα βουνό που η κορυφή του είναι επίπεδη σαν τραπέζι, εξου και το όνομα. Το ακρωτήριο της καλής ελπίδας ήταν μοναδικό σαν εμπειρία, όχι ότι ήταν κάτι το 129
σβούρες στο κρεβάτι μέχρι τις 5.00. Σηκώθηκα, δεν είχε νόημα να ταλαιπωρούμαι άλλο. Ο αγώνας ήταν αρκετά νωρίς στις 7.00. Το ξενοδοχείο μου είχε κανονίσει την μεταφορά μου σε ένα σταθμό λεωφορείων όπου ήταν το σημείο συνάντησης για την μεταφορά στην εκκίνηση του αγώνα.
έπρεπε να χαλαρώσω και να το απολαύσω. Την παραμονή του αγώνα επισκέφτηκα την έκθεση να πάρω τον αριθμό μου και εκεί γνώρισα έναν δρομέα από το Johannesburg ο οποίος έτρεχε επαγγελματικά με χρόνο γύρω στο 2.20 με 2.30. Μιλήσαμε για κάμποση ώρα μαζί του και μου είπε μερικά πράγματα που έπρεπε να προσέξω στην διαδρομή, αυτός την είχε ξανακάνει. Με ρωτούσε για την Ελλάδα αρκετά πράγματα, φαίνονταν ότι δεν ήξερε και πολλά, ούτε την ιστορία του Μαραθώνιου δεν ήξερε καλά καλά. Του άρεσε πολύ η ιστορία του Μαραθώνιου και μου είπε θα την έλεγε στα παιδιά του. Οι μέρες κυλούσαν πολύ ευχάριστα με βόλτες στη παραλία (waterfront) και πολύ καλό φαγητό σε ένα ελληνικό και σ’ ένα ιταλικό εστιατόριο. Το βράδυ πριν τον αγώνα κλείστηκα νωρίς στη σουίτα να ξεκουραστώ. Έπεσα για ύπνο στις 10 αλλά δυστυχώς ξύπνησα στις 2.30 το πρωί. Μετά άρχισαν οι 130
Τα μπαρ άδειαζαν αυτή την ώρα και είδα αρκετούς μεθυσμένους στους δρόμους, ευτυχώς που δεν πήγα με τα πόδια στον σταθμό! Φτάνοντας στον σταθμό μπήκα στο πρώτο διαθέσιμο λεωφορείο που βρήκα, είχαν αρχίσει να καταφθάνουν πολλοί δρομείς. Ήταν ένα διπλό λεωφορείο και κάθισα σε μια θέση στο παράθυρο. Ξαφνικά εκεί που περίμενα μπαίνει τρέχοντας ένας ψηλός γεροδεμένος έγχρωμος και κάθεται δίπλα μου. Μου παίρνει το καπέλο από το κεφάλι μου και το έριξε λίγο μπροστά στο πρόσωπο του, έκανε πως δένει και τα κορδόνια του. Ξαφνιάστηκα! Σε λίγο κατέφθασαν οι αστυνομικοί και άρχισαν να κοιτάνε μέσα στο λεωφορείο από τα παράθυρα, προφανώς να βρουν το διπλανό μου. Ο οδηγός έβαλε βιαστικά το λεωφορείο μπροστά και ξεκίνησε. Ο διπλανός μου ανακουφισμένος έβγαλε το καπέλο, μου του έδωσε και με ευχαρίστησε. Μετά άρχισε να χαμογελάει. Φορούσε αθλητική ενδυμασία και
το νούμερο του Μαραθώνιου. Ήταν ιδρωμένος, έσταζε από το κεφάλι. Χωρίς να τον ρωτήσω μου είπε ότι είναι μαραθωνοδρόμος και ότι είχε σαν χόμπι να περνάει μπροστά από αστυνομικά τμήματα και να κοροϊδεύει τους αστυνομικούς, τους Για πάμε! φώναζε «μικρά μπατσάκια». Μου είπε ότι τον κυνηγούσαν για σχεδόν δυο χιλιόμετρα πριν φτάσει στον σταθμό, ήθελε να κάνει το ζέσταμά του. Το έκανε πολύ συχνά αλλά δεν μπορούσαν να τον πιάσουν, το διασκέδαζε πολύ. Μου είπε ότι όταν βαριόταν έκανε αυτό το πράγμα. Τι χόμπι και αυτό! Πάντως φαίνονταν καλό και ευγενικό παιδί. 131
μου. Μετά τα πρώτα χιλιόμετρα βγήκαμε από το κέντρο της πόλης και κατευθυνθήκαμε προς μάλλον μια βιομηχανική περιοχή αν κρίνω από τις πολλές αποθήκες και τα βιομηχανικά κτήρια. Απέναντι και δεξιά ήταν το Table Mountain.
Η εκκίνηση του αγώνα είναι δίπλα από το μεγάλο στάδιο της πόλης όπου διοργανώθηκε το παγκόσμιο κύπελλο ποδοσφαίρου μερικά χρόνια πριν. Οι συμμετοχές ήταν κοντά στους δέκα χιλιάδες δρομείς. Το πρωί είχε λίγο κρύο αλλά υποφερτό. Η ώρα περνούσε και περιμέναμε την εκκίνηση. Η μεγάλη πλειοψηφία των δρομέων ήταν από την Αφρική, πολλοί λίγοι λευκοί, ξεχωρίζαμε σαν τη μύγα μες το γάλα. Στα μεγάφωνα έπαιζε ο εθνικός ύμνος της Νότιας Αφρικής. Όλοι στέκονταν προσοχή και οι ντόπιοι τραγουδούσανε όλοι μαζί τον ύμνο τους. Πολύ συγκινητική στιγμή για όλους. Η πιστολιά έπεσε και όλοι ξεκινήσανε ζητωκραυγάζοντας. Η διαδρομή ήταν λίγο κατηφορική στην αρχή προτού γίνει επίπεδη και ανηφορική προς το τέλος. Όλα έβαιναν καλώς στην αρχή και διάνυσα τα πρώτα χιλιόμετρα με σχετική ευκολία και μέσα στους στόχους που είχα βάλει. Ακολούθησα κάποια γκρουπάκια δρομέων για να μην τρέχω μόνος
“Μακάρι να ήσουν εδώ!”
Στο εικοστό χιλιόμετρο πέρασα πολύ καλά, κάτω από μια ώρα και πενήντα λεπτά, ήμουν μέσα στον στόχο μου. 132
Περάσαμε από γειτονιές που μέσα στα στενά τους διέκρινα αρκετή φτώχια με ανθρώπους να περιφέρονται ή να κάθονται στα σκαλιά και στα παράθυρα των σπιτιών τους και να ενθαρρύνουν τους δρομείς. Εδώ έμοιαζε μάλλον με γκέτο, δεν ήταν όπως το κοσμοπολίτικο κέντρο της πόλης. Οι μυρωδιές επίσης ήταν διαφορετικές και έντονες σε ορισμένες περιπτώσεις. Παρόλα αυτά οι άνθρωποι ήταν πολλοί ευγενικοί και μας πρόσφεραν φρούτα, νερό, αναψυκτικά ή ότι είχε ο καθένας. Έφτασα στο τριακοστό χιλιόμετρο με χρόνο κάτω από 2.35’ και αισθανόμουν πολύ καλά. Οι δρομείς είχαν αραιώσει πλέον αρκετά και υπήρχαν διαστήματα που έτρεχα μόνος μου. Δίπλα μου σταματούσανε μερικές φορές κάποια μικρά βανάκια και κατέβαιναν διάφοροι τύποι, λίγο ασυνήθιστοι για θεατές. Αποφάσισα να αυξήσω λίγο το ρυθμό μου να βρεθώ κοντά στο επόμενο γκρουπ.
Μετά το τριακοστό έκτο χιλιόμετρο άρχισαν τα βάσανα, συνάντησα τις πρώτες ανηφόρες οι οποίες καθώς προχωρούσα γίνονταν όλο και πιο απότομες. Εκεί συνάντησα και προσπέρασα πολλούς δρομείς, άλλοι περπατούσανε και άλλοι κινιόντουσαν πολύ αργά. Σκέφτηκα προς στιγμή να περπατήσω σε μια πολύ απότομη ανηφόρα αλλά μετά άλλαξα γνώμη, είδα μια μικρή κατηφόρα να ακολουθεί και πήρα θάρρος. Σκέφτηκα ότι στο Πήλιο είχαμε κάνει μαζί με τον Μιχάλη την Δυνατά στην ανηφόρα απόσταση 133
Κισσός – Τσαγκαράδα πολλές φορές η οποία ήταν όλο ανηφόρες. Σκεφτόμουν τον Μιχάλη να είναι μπροστά μου να ανεβαίνει την ανηφόρα με τα συνήθη άλατα στα πόδια του και να μου λέει «άντε πάμε, μη κολλάς». Στις ανηφόρες ήταν πάντα μπροστά μου, στις κατηφόρες με έχανε λίγο και άρχιζε τη μουρμούρα και τη γκρίνια. Μετά την μικρή κατηφόρα άρχιζε πάλι ανηφόρα, υπομονή, είμαι κοντά στο τριακοστό ένατο χιλιόμετρο, είχα χάσει πια το ρυθμό μου και είχε αρχίσει το σύρσιμο. Σκεφτόμουν την Ευγενία δίπλα μου να μου φωνάζει όπως έκανε στο Ναύπλιο στον ΗμιΜαραθώνιο:
Έφτασα σε ένα γνώριμο σημείο, σε ένα πάρκο όπου είχα πάει την προηγούμενη μέρα για χαλαρό τρέξιμο, οι δρομείς πέρασαν από το κέντρο του πάρκου όπου υπήρχε μια μεγάλη ευθεία με πολλά λουλούδια κατά μήκος του δρόμου και πολύ κόσμο να μας ενθαρρύνει. Με χαροποιούσε που πέρναγα από γνώριμο σημείο μέχρι που αντιλήφθηκα ότι θα ανέβαινα την μεγάλη ανηφόρα που πέρναγε μπροστά από το ξενοδοχείο. Χτες αστειευόμουνα με τον εαυτό μου λέγοντας μια τέτοια ανηφόρα να έχει στον αγώνα την έκατσα. Κι όμως είχα αρχίσει να την ανεβαίνω! Θεέ μου πόσες έχει ακόμα; στο χάρτη δεν φαινόντουσαν τόσες πολλές και τόσο απότομες! Είχε αρχίσει η τελική ευθεία προς τον τερματισμό, έβλεπα το στάδιο από μακριά, δεν έμεναν παρά δυο χιλιόμετρα. Η αναπνοή με δυσκόλευε πολύ, δεν μπορούσα να πάρω πια μεγάλη αναπνοή, τα αυτιά μου είχαν βουλώσει,
« Έλα πάμε, μη μιλάς στους άλλους, συγκεντρώσου λίγο!» «Μα είδα τον φίλο μου, να μη του μιλήσω;» «Όχι, προχώρα!» «Bitch!» 134
προσπαθούσα να κάνω μικρά βήματα να κινήσω το σώμα μου και να τερματίσω. Έδινα κουράγιο στον εαυτό μου ότι σήμερα ξεπέρασα τα όριά μου. Πεντακόσια μέτρα πριν τον τερματισμό και είχα την αίσθηση ότι θα πέσω κάτω, ο κόσμος φώναζε πολύ, οι βουβουζέλες με ξυπνήσανε και χωρίς να το καταλάβω είχα περάσει την γραμμή του τερματισμού. Περπατούσα ζαλισμένος, μια εθελόντρια ήρθε και με έπιασε από το μπράτσο, με ρώτησε από πού είμαι, τις είπα ξερά Greece, μετά με ρώτησε που είναι αυτό. Δεν μπορούσα να αρθρώσω λέξη και προχώρησα. Μετά τα μετάλλια δεν είχα το κουράγιο να πάω προς τα πράγματα και την έπεσα στο Γκαζόν δίπλα σε άλλους έγχρωμους δρομείς. Ήθελα να πιω κάτι και ρωτάω έναν δρομέα δίπλα μου που βρήκε την Coca Cola, δεν πολύ κατάλαβε και μου έδωσε τη δική του, ήταν ανοιγμένη, τι κάνω τώρα; Πίνω; Δε γ…, είπα και την ήπια με μια ρουφηξιά, δροσίστηκαν τα
Στις γειτονιές του Cape Town
πάντα μέσα μου, σιγά τι θα πάθω σκέφτηκα. Μετά μου πρόσφεραν και φρούτα από τα δικά τους. Νομίζω ότι τους άρεσε που δοκίμαζα ότι μου έδιναν και είχα γίνει μέρος της παρέας τους. Μου άρεσε και εμένα πολύ, ένοιωσα ότι τους γνώριζα από παλιά και ήταν φίλοι μου. Βγάλαμε φωτογραφίες όλοι μαζί και αποχωριστήκαμε. Ήταν τελικά ο καλύτερος αγώνας που είχα κάνει. Ο χρόνος αισθητά βελτιωμένος σε σχέση με το χρόνο που έκανα στην Νέα Υόρκη, σχεδόν 135
είκοσι λεπτά κάτω. Τελείωσα τον αγώνα σε 3 ώρες και 42 λεπτά. Αν τον συγκρίνω με τον πρώτο Μαραθώνιο είναι σχεδόν μια ώρα κάτω. Η προετοιμασία είχε αποδώσει. Πήρα το λεωφορείο να με πάει στον κεντρικό σταθμό. Άρχισα να μιλάω με δύο Νοτιοαφρικανούς που είχαν τρέξει τον αγώνα. Και οι δυο κατάγονταν από μια πόλη στα βόρεια της χώρας. Ο ένας είχε καταγωγή από Σκωτία. Αφού με κέρασαν μπύρα στον σταθμό προθυμοποιήθηκαν να με πάνε στο ξενοδοχείο. Γνώριζαν αρκετά πράγματα για την Ελλάδα και ήξεραν και τον Ολυμπιακό και τον Παναθηναϊκό. Παράξενο σκέφτηκα. Πριν με αφήσουν στο ξενοδοχείο περάσαμε πάλι δίπλα από την μεγάλη ανηφόρα. Υπήρχαν ακόμα πολλοί δρομείς που έτρεχαν. Μια παρέα δύο φίλων έσπρωχναν μια κοπέλα να ανέβει την ανηφόρα και γέλαγαν όλοι μαζί, και εμείς που τους βλέπαμε, είχε πολύ πλάκα και το διασκέδαζαν. Οι φίλοι μου με άφησαν ακριβώς
έξω από την πόρτα του ξενοδοχείου αφού έκαναν πολλές παρακάμψεις να αποφύγουν το δρόμο που έτρεχαν οι μαραθωνοδρόμοι. Τους ευχαρίστησα και τους αποχαιρέτησα. Ήταν άλλη μια μεγάλη και μοναδική εμπειρία στη ζωή μου. Ένοιωσα για άλλη μια φορά γεμάτος και ευτυχισμένος. Ήταν από τις εμπειρίες που πάντα θέλω να θυμάμαι, είμαι περήφανος που την έζησα. Άντε τώρα να ξεκολλήσω, έχω ήδη αρχίσει να σκέφτομαι το Τόκυο.
Όλοι μαζί μετά τον τερματισμό 136
Chapter 11
Τόκυο – Μαραθώνιος (28.2.2016)
Section 1
Τόκυο – Μαραθώνιος που συζητούσαν για τον αγώνα και ψώνιζαν δώρα για τους αγαπημένους τους. Ένιωσα πολύ ωραία μετά από αρκετό καιρό. Αισθάνθηκα ότι ήμουν ήδη στον αγώνα, δεν θα μπορούσα να λείψω, πότε θα μου δίνονταν ξανά η ευκαιρία να τρέξω στο Τόκυο! Άρχισα να παίζω με τις σκέψεις μου, προσπαθούσα να φέρνω στο μυαλό μου παραστάσεις από τον αγώνα και να μην σκέφτομαι την σωματική εξάντληση. Δεν ήθελα να το παραδεχτώ αλλά η κατάστασή μου είχε χειροτερέψει, ήταν από τη γρίπη ή από το τζετ Λανγκ; Έλπιζα από το δεύτερο. Τις τελευταίες μέρες είχα πάρει όλες τις βιταμίνες που υπήρχαν, πολύ παρακεταμόλη και κάθε βράδυ άλειφα όλο μου το σώμα με βιξ, είχα αρχίσει να τη μισώ αυτή τη μυρωδιά, ήταν η μυρωδιά του αρρώστου, η μυρωδιά της γρίπης. Οι βόλτες και οι επισκέψεις στα αξιοθέατα του Τόκυο έλπιζα ότι θα μου άλλαζαν κάπως την διάθεση, τίποτα όμως από αυτά που
Οι οδηγίες των διοργανωτών ήταν ξεκάθαρες: "if you have a flu or if you just recovered from flu, please refrain from running, it is very dangerous" Με λίγα λόγια είναι πολύ επικίνδυνο να τρέξετε ένα Μαραθώνιο αν έχετε ή έχετε πρόσφατα περάσει γρίπη. Το δίλλημα μεγάλο, τι να κάνω; Να κάνω το ταξίδι και να τρέξω το Μαραθώνιο ή όχι; Με είχε κουράσει αυτή η σκέψη τις τελευταίες 15 ημέρες από την ήμερα που αρρώστησα. Και δεν ήταν μόνο αυτό, αυτό ήταν το λιγότερο, ήταν και ο πατέρας μου που χαροπάλευε εδώ και καιρό. Μετά από πολλές απόπειρες να ακυρώσω το ταξίδι δεν τα κατάφερα, το κόστος ήταν πολύ μεγάλο. H επίσκεψη στην έκθεση του Μαραθώνιου να πάρω τον αριθμό με ενθουσίασε και μου έδωσε κουράγιο. Το κλίμα στην έκθεση ήταν πολύ οικείο παρόλο που δεν ήξερα κανέναν, ήταν σαν να ήμουν στο δικό μου χώρο περιτριγυρισμένος από δικούς μου ανθρώπους 138
έβλεπα δεν με συγκινούσαν παρά το γεγονός ότι πολλά από αυτά ήταν μοναδικά, σκεφτόμουν συνέχεια τον πατέρα μου, θα τα κατάφερνε ; Το μεγάλο άγχος μου ήταν μη συμβεί κάτι και ήμουν μακριά. Είχα τσεκάρει όλες τις διαθέσιμες πτήσεις να γυρίσω σε περίπτωση που συνέβαινε κάτι. Οι σκέψεις αυτές με έριξαν ψυχολογικά ακόμα περισσότερο. Η μεγάλη σωματική και ψυχολογική κούραση που ένοιωθα με έκαναν να λυγίσω. Η ζυγαριά είχε αρχίσει να γέρνει προς το όχι, να μην τρέξω ή στην καλύτερη περίπτωση να έμπαινα στην εκκίνηση και να εγκατέλειπα στα πρώτα χιλιόμετρα. Τι αξία είχε άλλωστε αν δεν μπορούσα να το χαρώ! Είχα καταλήξει σε αυτή την απόφαση όσο και αν δεν μου άρεσε, είχα κουράστεί να το σκέφτομαι άλλο, μέχρι που συναντήθηκα με τον Joe, τον Άγγλο υπεύθυνο του πρακτορείου που μου είχε εξασφαλίσει την συμμετοχή στον αγώνα.
Δρομείς σε δράση
Την προηγούμενη ημέρα είχαμε συζητήσει πολύ και του είχα πει την ιστορία του Μαραθώνιου, έδειξε ενδιαφέρον και ενθουσιασμό. Του εξήγησα ότι δεν θα έτρεχα όλο τον αγώνα και ρώτησα πως μπορώ να βρω ένα τρόπο να εγκαταλείψω. Μετά από αρκετά τηλεφωνήματα προς τους διοργανωτές καταλήξαμε ότι δεν υπήρχε εύκολος τρόπος να εγκαταλείψω και να γυρίσω γρήγορα στο 139
ξενοδοχείο να ντυθώ. Η υποστήριξη του ήταν πολύ μεγάλη, με παρότρυνε να το κάνω και ότι μπορούσα να τον τερματίσω αν το πήγαινα πιο χαλαρά, στην χειρότερη περίπτωση θα είχα χρήματα μαζί μου να αναζητήσω το πλησιέστερο μετρό για να επιστρέψω. Μου πρότεινε να κάνω ζεστά μπάνια και να πιω πολλά υγρά. Κλείστηκα στο δωμάτιο μου από τις 4 το απόγευμα. Η μυρωδιά του βιξ ήταν πάλι διάχυτη και είχε ποτίσει το δωμάτιο και τα ρούχα μου. Παρακολουθούσα στην τηλεόραση γιαπωνέζικες σειρές λες και τις καταλάβαινα, τα ματιά μου στην τηλεόραση και το μυαλό στο αύριο, στον αγώνα. Είχα εξετάσει όλα τα ενδεχόμενα, είχα δει όλα τα σημεία στην διαδρομή όπου υπήρχε ιατρική βοήθεια, το πολύ πολύ να έπεφτα με στυλ όπως λέγαμε με τα παιδιά στο ολυμπιακό στάδιο μπας και με μαζέψει κάνα ασθενοφόρο. Το όνομα του Νίκου, του φίλου μου που έχει έρθει από την Αυστραλία να τρέξει το έγραψα στο πίσω
μέρος του αριθμού για κάθε ενδεχόμενο. Το βράδυ με πήρε ο φίλος μου ο Μιχάλης και του περιέγραψα την κατάσταση, με συμβούλεψε, ότι αν δεν αισθανθώ καλά να τα παρατήσω και να σκεφτώ την υγεία μου. Νομίζω ότι γνώριζε ότι μου ήταν πολύ δύσκολο να τα παρατήσω, είχαμε τρέξει χιλιάδες χιλιόμετρα μαζί, μέσα του ήξερε ότι θα μπω και θα τερματίσω, μου το είπε εξάλλου στην Αθήνα αφότου γύρισα. Ο προπονητής με πήρε τηλέφωνο αργότερα να μάθει πως είμαι. "Ο Χρήστος πάνω από όλα, αγώνες θα υπάρξουν πολλοί " με ανησυχούσε αυτή η ανησυχία του για το αν θα έπρεπε να το τρέξω. Είχε δει εκατοντάδες αθλητές, μήπως τελικά ήταν περισσότερο σοβαρό από ότι νόμιζα; μήπως ο οργανισμός μου δεν ανταποκρινόταν σε μια μεγάλη καταπόνηση μετά από τη σοβαρή γρίπη που με είχε ρίξει στο κρεβάτι για μια εβδομάδα;
140
κοιμηθώ συνεχόμενα μέχρι το πρωί. Η ώρα ήταν 7 το απόγευμα, αν κοιμόμουν τώρα θα ξενυχτούσα το βράδυ. Κρατήθηκα μέχρι τις 10, σκέφτηκα ότι ήταν καλή ώρα να κοιμηθώ, με την κούραση που είχα θα ξυπνούσα το πρωί. Έτσι νόμισα, δυστυχώς ξύπνησα μετά από μια ώρα στις 11, ‘’Ω Θεέ μου τι κάνω τώρα’’; Χαλαρά είπα, έχω πολλές ώρες ακόμα μπροστά μου μέχρι τις 6 το πρωί. Όσο και αν προσπάθησα να κοιμηθώ δεν τα κατάφερα. Σηκώθηκα από το κρεβάτι στις 6, δεν άντεχα άλλο να στριφογυρίζω, με κούρασε όλο αυτό. Άνοιξα τις κουρτίνες και είδα ότι είχε χαράξει, ήμουν στον δέκατο πέμπτο όροφο του ξενοδοχείου και είδα κάτω οι δρόμοι ήταν ακόμα άδειοι, μόνο κάτι εργάτες είχαν αρχίσει να στήνουν πράγματα για τον Μαραθώνιο. Άρχισα να ετοιμάζομαι, είχα πάρει την απόφαση να μπω στον αγώνα, ήξερα ότι αν δεν το έκανα θα αρρώσταινα από τη στεναχώρια. ‘’Τέρμα τα πίσω μπρος, μπαίνω και τερματίζω’’,
Πολύχρωμο ποτάμι δρομέων
Δεν ήμουν σίγουρος, από την άλλη. Αυτός είναι που μου είχε πει ότι ο αθλητής πρέπει να υπερβάλει. Σήμερα θα συμφωνούσα με την δεύτερη άποψη του, με βοηθούσε να σκεφτώ θετικά και να κάνω την υπέρβαση. Προσπαθούσα να κρατήσω τα ματιά μου ανοιχτά, ήθελα να περάσει η ώρα και να 141
είπα μέσα μου με μια δόση αυτοπεποίθησης, δεν θα επιτρέψω άλλη σκέψη μέχρι να τελειώσω τον αγώνα. Στην Ελλάδα η ώρα ήταν 12 το βράδυ όταν ήρθαν τα πρώτα μηνύματα στο κινητό. "Τρελέ τρέχεις;" ‘’Καλή επιτυχία’’, ‘’ Να προσέχεις!’’ Το λόμπι ήταν γεμάτο από αθλητές, το ξενοδοχείο ήταν πάνω στην αφετηρία και οι ποιο elite αθλητές έμεναν εδώ. Το κλίμα γίνονταν όλο και πιο ωραίο, φωτογραφίες, φωνές, συνθήματα και γέλια είχαν κατακλύσει το χώρο. Η μέρα φαίνονταν πολύ καλή, είχε αρχίσει να βγαίνει ο ήλιος προσπαθώντας να περάσει μέσα από τους ουρανοξύστες να ζεστάνει τους δρομείς στην εκκίνηση. Είχα βρει ένα μέρος στο οποίο τρύπωνε ο ήλιος και περίμενα την εκκίνηση. Στον αέρα υπήρχε μεγάλη κινητικότητα, μερικά ελικόπτερα έκαναν διαδρομές κατά μήκος της εκκίνησης ενώ άλλα στέκονταν ακίνητα από πάνω μας. Ο αριθμός των δρομέων ξεπερνούσε τους
τριάντα επτά χιλιάδες. Όλοι στέκονταν υπομονετικά στην εκκίνηση να ακούσουν το μπαμ. Η αγωνία κορυφώνονταν, θα τα κατάφερνα άραγε ή με περίμεναν δυσάρεστες εκπλήξεις; Η εκκίνηση δόθηκε στις 9:10 πμ. Η διαδρομή ήταν κατηφορική στην αρχή και είχα τη δυνατότητα να βλέπω τους δρομείς μπροστά μου. Ένα ποτάμι κόσμου με πολύχρωμα χρώματα κινούνταν σε ένα ρυθμό διανύοντας τα πρώτα χιλιόμετρα. Οι πρώτοι θεατές στο δρόμο ενθάρρυναν με συνθήματα στα γιαπωνέζικα. Τα πρώτα χιλιόμετρα κυλούσαν ομαλά, ακολούθησα ένα πολύ χαλαρό ρυθμό, δεν έπρεπε να ξεφύγω, διαφορετικά υπήρχε μεγάλο ρίσκο. Σε λίγο άρχισα να νιώθω μπουκωμένος με δυσφορία στην αναπνοή, σκέφτηκα ότι είναι θέμα χρόνου να ξεμπουκώσω. Μια γρήγορη σκέψη μου πέρασε να σταματήσω στο δέκατο χιλιόμετρο αλλά γρήγορα την ξέχασα, ο αγώνας με είχε συνεπάρει. Στο έβδομο χιλιόμετρο πήρα το 142
πρώτο τζελ και στο δέκατο το πρώτο παυσίπονο, είχα πάρει τρία μαζί μου, νόμιζα θα με βοηθούσαν. Άρχισα να νιώθω καλύτερα και κάλυψα αρκετά χιλιόμετρα σχετικά εύκολα. Πάνω που όλα πήγαιναν καλά ένας πόνος ξαφνικός με έπιασε αριστερά στην κοιλιά μου, είχα πιει πολλά υγρά και έπρεπε να πάω τουαλέτα. Άρχισα να τσεκάρω που υπήρχαν τουαλέτες μα όλες είχαν ουρά, προσπάθησα να το ξεχάσω. Στο εικοστό όγδοο χιλιόμετρο έπρεπε να σταματήσω, η ουρά ήταν μόνο τρία άτομα. Έκανα νεύμα στον Γιαπωνέζο να πάω πίσω από την τουαλέτα, να τελειώνω πιο γρήγορα, καλύτερα να τον σκότωνα με αυτό που του είπα! Μετά ήθελε να καθαρίσει και την τουαλέτα πριν μπω αλλά δεν τον άφησα, εξάλλου ήταν πεντακάθαρη. Προσπάθησα να βρω έναν δρομέα να τρέξω για λίγο μαζί του, να ακολουθήσω τον ρυθμό του και βρήκα έναν Νεοζηλανδικό τον John. Πήρα το δεύτερο παυσίπονο, το τρίτο μου έπεσε κάτω, μέχρι να
δω που ήταν, ο Γιαπωνέζος το βρήκε και το πέταξε στη σακούλα με τα σκουπίδια, ‘’καταραμένε Γιαπωνέζε το ήθελα αυτό το χάπι’’. Η διαδρομή ήταν στην αρχή επίπεδη, προς το τέλος υπήρχαν μερικές γέφυρες με μικρές ανηφόρες που ήθελαν καλή συγκέντρωση να τις περάσεις χωρίς να σε κουράσουν. Το βέβαιο ήταν ότι είχα αρχίσει να κουράζομαι αλλά συνέχισα να τρέχω στον ίδιο ρυθμό. Άρχισα να νοιώθω μια σιγουριά ότι θα κατάφερνα να τερματίσω. Στο τεσσαρακοστό χιλιόμετρο ένοιωσα τσιμπήματα στο δικέφαλο, έψαξα για spray και βρήκα μια εθελόντρια που κρατούσε ένα, της έκανα νόημα να με ψεκάσει και μου έριξε σε όλο μου το σώμα λες και ήταν αποσμητικό! Κεφάλι κάτω και σφιγμένα δόντια, λογικά σε 10-12 λεπτά θα έχω τερματίσει είπα μέσα μου να πάρω λίγο κουράγιο. Αισθανόμουν σα να είχα κατέβει από αεροπλάνο που προσγειώνεται απότομα, αυτιά 143
βουλωμένα, κεφάλι που βούιζε, άλατα στο πρόσωπο, στόμα στεγνό χωρίς ίχνος σάλιου και πεδίο ελεύθερο για αρνητικές σκέψεις. Ένα φορτηγό απέναντι στη λεωφόρο έπαιρνε τη στροφή, με έπιασε ανατριχίλα από τη σκέψη που έκανα να λυτρωθώ από το μαρτύριο, πήρα ένα ποτήρι νερό από έναν εθελοντή και το έριξα στο κεφάλι μου να συνέλθω και να παγώσω αυτές τις σκέψεις. Οι θεατές γίνονταν όλο και πιο πολλοί καθώς πλησιάζαμε προς τον τερματισμό, φώναζαν δυνατά " νταμπαραγιεε" που νομίζω σήμαινε μπράβο, κάτι ενθαρρυντικό τέλος πάντων, το άκουγα σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής, μικροί μεγάλοι φώναζαν συνέχεια και δυνατά αυτό το σύνθημα. Πλησίαζα προς τον τερματισμό και θυμήθηκα ότι είχα μια μικρή ελληνική σημαία μέσα στην τσέπη μου, την έβγαλα και την κράτησα στο χέρι μου ψηλά. Είδα την Γραμμή Τερματισμού περίπου στα 300 μέτρα μπροστά
μου, 300 μέτρα με χώριζαν να διασχίσω την Γραμμή που περίμενα με τόση ανυπομονησία, τη Γραμμή της εκπλήρωσης και της επιβεβαίωσης, τη Γραμμή που είναι η πηγή όλων των θετικών μου σκέψεων, τη Γραμμή που είναι το έναυσμα της ευφορίας που νιώθω όταν την περνάω. Επιτέλους τερμάτισα! Δεν μπορούσα να σκεφτώ τίποτα άλλο εκείνη την στιγμή. Περπατούσα με τη μικρή σημαία στο χέρι ακολουθώντας το πλήθος των αθλητών που είχαν ήδη τερματίσει, δεν είχα καλή αίσθηση του χώρου, ήταν το ότι δεν Καθοδόν άκουγα καλά; 144
Ήταν η επίδραση της παρακεταμόλης σε συνδυασμό με την κούραση; Ήταν το γεγονός ότι μου έφυγε το άγχος της αβεβαιότητας και δεν ήθελα να σκέφτομαι τίποτα; Η αλήθεια ήταν ότι είχα κάνει εκατοντάδες σκέψεις για την έκβαση αυτού του αγώνα, για το αν έπρεπε να συμμετέχω, για το αν ήταν σωστό να είμαι τόσο μακριά λόγω της κατάστασης του πατέρα μου. Πάρα πολλά αν, τα οποία κατέληγαν σε διάφορα συμπεράσματα αλληλοσυγκρουόμενα πολλές φορές μεταξύ τους και επηρεαζόμενα από την ψυχολογική μου κατάσταση. Είχα επεξεργαστεί τόσα πολλά σενάρια στο μυαλό μου που με είχαν εξουθενώσει πνευματικά. Έκανα παύση σε όλες μου τις σκέψεις και τις έννοιες που στροβίλιζαν το μυαλό μου και δεν μ’ άφηναν να ησυχάσω, ήθελα να ξεκουράσω το μυαλό μου περισσότερο από το σώμα μου, δεν άντεχα άλλο να σκέφτομαι, με είχε απορροφήσει η στιγμή, απολάμβανα αβίαστα ότι έβλεπα γύρω
μου. Ακόμα και το γεγονός ότι δεν άκουγα καλά με βοηθούσε να ζω στον κόσμο μου, στο να μην αποσπάται η προσοχή μου από αυτό που απολάμβανα. Ένας φωτογράφος με είδε και με ακολούθησε τραβώντας αρκετές φωτογραφίες ενώ έλεγε συνέχεια Greece, Greece. Ούτε αυτό ήταν αρκετό να με αποσπάσει από αυτό που ζούσα εκείνη τη στιγμή. Οι εθελοντές μας περίμεναν και μας έδωσαν μια ωραία αναμνηστική πετσέτα του Μαραθώνιου, μας κρέμασαν και το μετάλλιο στο λαιμό. Κατευθύνθηκα μαζί με τους άλλους δρομείς στο σημείο που οι διοργανωτές είχαν εναποθέσει τα πράγματα. Τα είχαν βάλει όλα μέσα σε ένα μεγάλο εκθεσιακό κέντρο σε απόλυτη στοίχιση. Μπαίνοντας μέσα στον εκθεσιακό χώρο υπήρχε ένας απέραντος διάδρομος με εθελοντές να στέκονται να χειροκροτούν όλους τους δρομείς και να υποκλίνονται καθώς περνούσαμε από μπροστά τους. Ήταν η πιο δυνατή και συγκινητική 145
στιγμή που έζησα στην Ιαπωνία. Με έκαναν να νιώσω ότι ήμουν κάτι σημαντικό, ξεχωριστός, είχα ξεχάσει την κούραση, την γρίπη, τα πάντα, άρχισα να ακούω καλά και πάλι. Τα συναισθήματα του τερματισμού ήταν εδώ, είχαν νικήσει για άλλη μια φορά, νίκησαν όλο το άγχος και την αβεβαιότητα για την τελική έκβαση. Τέλος καλό, όλα τέλεια είπα μέσα μου! Πολύ περήφανος που το έκανα. Αυτή τη φορά δεν κατάφερα να νικήσω μόνο την σωματική κούραση, νίκησα και την εξασθένιση του οργανισμού από την γρίπη με όπλα την αποφασιστικότητα και τη δύναμη της θέλησης η οποία βάλλονταν από την ψυχολογική πίεση που υπέστηκα το τελευταίο διάστημα. Αρχίζω να καταλαβαίνω για άλλη μια φορά αυτό που μου λένε οι φίλοι μου “αν σου μπει κάτι στο μυαλό, ο κόσμος να γυρίσει ανάποδα θα το κάνεις”, αγύριστο κεφάλι με έλεγαν παιδί και μάλλον είχαν δίκιο.
Ο Μαραθώνιος του Τόκυο ήταν πέρα από όλα τα άλλα και μια δοκιμασία διαχείρισης της αβεβαιότητας. Η αβεβαιότητα είναι αυτή που σε κάνει μερικές φορές να θες να εγκαταλείψεις την προσπάθεια πριν καν την αρχίσεις ή να την κάνεις όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και να τελειώνεις χωρίς να νοιάζεσαι για το αποτέλεσμα γιατί δεν μπορείς να υπομένεις άλλο την ψυχολογική πίεση που σου προκαλεί. Μου θύμισε την αβεβαιότητα που ένιωσα το βράδυ των Ιμίων στη Σάμο. Όλοι περιμέναμε τη διαταγή να φύγουμε για τις θέσεις μάχης, όσο η διαταγή αργούσε τόσο περισσότερο άγχος και εκνευρισμός επικρατούσε στο φυλάκιο, υποφέραμε όλοι μας. Όταν ήρθε η διαταγή να φύγουμε για τις θέσεις μάχης, ήρθε σαν λύτρωση, ο φόβος έφυγε και επικεντρωθήκαμε στο τι θα κάναμε να τα καταφέρουμε. Έτσι ήταν και εδώ, από τη στιγμή που μπήκα στον αγώνα τα ξέχασα όλα τα άλλα, όλη η ενέργεια μου ήταν να συγκεντρωθώ να τερματίσω και 146
τα κατάφερα πολύ καλά. Χρόνος κάτω από τέσσερις ώρες, 3 ώρες και 54 λεπτά. Δεν ήταν αυτό που ήθελα όταν άρχισα την προετοιμασία αλλά ήταν ένας αρκετά αξιοπρεπής χρόνος δεδομένων των συνθηκών. Η επίσκεψή μου στο Κιότο την επόμενη μέρα του αγώνα με το “τρένο σφαίρα” (bullet train) είχε σχεδιαστεί ως επιβράβευση της προσπάθειάς μου. Θα έπαιρνα το τρένο από το σταθμό του Τόκυο αφού πρώτα έπαιρνα το μετρό από το σταθμό Shinjuku. Ο σταθμός Shinjuku ήταν τεράστιος, είναι καταχωρημένους στο βιβλίο Guinness ως ο μεγαλύτερος στον κόσμο. Έχει 16 πλατφόρμες συν ακόμα μερικές γραμμές τρένου που διασταυρώνονται όλες εκεί. Καθημερινά περνάνε από εκεί 3,5 εκατομμύρια άνθρωποι, σχεδόν όλος ο πληθυσμός της Αθήνας και του Πειραιά. Η μόνη μου ανησυχία ήταν ότι θα έπαιρνα το τρένο στην ώρα αιχμής. Δεν πτοήθηκα, ίσα - ίσα ανυπομονούσα να το δω,
να δω αυτό που είχα δει στις ταινίες από κοντά. Το καλό ήταν ότι είχα χρησιμοποιήσει τον ίδιο σταθμό τις προηγούμενες μέρες και ήμουν κάπως εξοικειωμένος. Είχα αρκετό χρόνο μέχρι να φτάσω στο σταθμό του Τόκυο, οπότε μου έμενε χρόνος να παρατηρήσω την κίνηση των επιβατών. Μπαίνοντας στον σταθμό προσπάθησα να δω την ταμπέλα για το σταθμό του Τόκυο, την βρήκα σχετικά εύκολα. Στάθηκα σε μια γωνία να παρατηρήσω τον κόσμο που έρχονταν από διαφορετικές κατευθύνσεις. Ήταν μια λαοθάλασσα που έρχονταν κατά κύματα από τις αποβάθρες ψάχνοντας διέξοδο, μετά ενώνονταν με άλλα κύματα ανθρώπων ερχόμενοι από διαφορετικές κατευθύνσεις δημιουργώντας κάτι σαν τον αφρό της θάλασσας που γυρίζει γύρω από τον εαυτό του λίγο πριν χαθεί ξανά μέσα στα κύματα. Ήταν απίστευτο ο τρόπος που είχε σχεδιαστεί ο σταθμός να εξυπηρετεί κάθε μέρα τόσα 147
εκατομμύρια επιβάτες χωρίς κανένα πρόβλημα. Παρατηρώντας τo θέαμα διέκρινα ότι σχεδόν όλοι ήταν σκυφτοί, με ακουστικά στα αυτιά και με ένα κινητό στο χέρι. Πολλοί δε από αυτούς φορούσαν μάσκες στα πρόσωπα τους για να προφυλαχτούν αλλά και να προφυλάξουν τους άλλους επιβάτες. Γιατί άραγε κοιτάγανε όλοι τους κάτω; Είναι επειδή δεν είναι ευτυχισμένοι ή μήπως προσέχουν τα βήματα τους να μην πέσουν ή σκοντάψουν; Μάλλον το δεύτερο θα έλεγα, μια πτώση θα δημιουργούσε πανικό με δυσάρεστες συνέπειες. Οι Ιάπωνες είναι πολύ πειθαρχημένος λαός, κάνουν αυτά που προβλέπονται από τους κανονισμούς και όχι ότι τους είναι βολικό. Αποφάσισα να μπω στο κύμα που οδηγεί στην αποβάθρα να πάρω το τρένο για τον επόμενο σταθμό. Ήμουν προσεκτικός, κοιτούσα και εγώ κάτω μην πέσω και ποδοπατηθώ. Το κύμα με οδήγησε μπροστά στην πόρτα του τρένου που μόλις είχε φτάσει. Σε κάθε σταθμό
τα τρένα είναι σαν να εκπνέουν κόσμο από τη μια πόρτα και εισπνέουν από την άλλη μέχρι να φτάσουν στον επόμενο σταθμό. Το τρένο ήταν σχεδόν γεμάτο, είδα πρόσωπα με μάσκες να ακουμπάνε πάνω στο τζάμι της πόρτας, σκέφτηκα να πάρω το επόμενο αλλά ήταν αδύνατο να βγω από την ουρά, οδηγήθηκα μέσα στο τρένο χωρίς να το καταλάβω. Όλα τα σημεία του σώματός μου ήταν σε επαφή με τα σώματα των Γιαπωνέζων, ευτυχώς ήμουν ψηλότερος από τους περισσότερους και μπορούσα να αναπνεύσω. Οι γυναίκες ήταν όλες πολύ περιποιημένες με το σχετικό βάψιμο και μακιγιάζ και με ωραία αρώματα. Οι άνδρες ήταν όλοι τους καλοντυμένοι, φορούσαν μαύρα ή μπλε ριγέ κοστούμια τα οποία συνοδεύονταν με λεπτές γραβάτες, τα μαλλιά τους λίγο αλλοπρόσαλλα χτενισμένα σαν να μην είχαν ανακαλύψει το τζέλ. Άνδρες και γυναίκες ήταν όλοι τους λεπτοί, σπάνια έβλεπες χοντρό Ιάπωνα. 148
Το “τρένο σφαίρα” μου φάνηκε πολύ εντυπωσιακό εξωτερικά, η μέγιστη ταχύτητά του άγγιζε τα 300 χιλιόμετρα την ώρα. Αφού επιβιβάστηκα, το τρένο αναχώρησε για το Κιότο με δυο - τρεις ενδιάμεσους σταθμούς. Έξω ψιλόβρεχε και η ορατότητα δεν ήταν πολύ καλή. Μέτρησα την ταχύτητα του τρένου με το ρολόϊ μου, έφτασε τα 268 χιλιόμετρα ανά ώρα, ήταν πολύ εντυπωσιακό, σχεδόν 13 δευτερόλεπτα το χιλιόμετρο. Στάση Nagoya, η φίλη μου η Hayal από την Τουρκία έζησε τρία χρόνια σε αυτή την πόλη, έχει πολύ ωραίες αναμνήσεις και σίγουρα αισθάνεται νοσταλγία. Μου είχε πει πολλές φορές να την επισκεφτώ για να δω από κοντά το πόσο υπέροχοι άνθρωποι είναι οι Γιαπωνέζοι. Για να με δελεάσει μου είχε πει να πάω να τρέξω το Μαραθώνιο της Nagoya. Ο σταθμός ήταν υπερυψωμένος και αρκετοί κάθετοι δρόμοι της πόλης κατέληγαν εκεί. Όλα τα κτίρια ήταν ντυμένα με μεγάλες διαφημιστικές πινακίδες.
Η πόλη φαίνονταν να κινείται σε πολύ γρήγορους ρυθμούς. Έβγαλα δυο τρεις βιαστικές φωτογραφίες και τις έστειλα αμέσως στην Hayal. Πριν ξεκινήσει το τρένο με πήρε τηλέφωνο, η έκπληξή της ήταν πολύ μεγάλη, δεν το πίστευε ότι ήμουν εκεί, της έλειπε πολύ η Ιαπωνία, με παρακάλεσε να της πάρω μερικά Γιαπωνέζικα περιοδικά, ήθελε να τα ξεφυλλίσει να αισθανθεί πάλι ότι ήταν εκεί. Στο Κιότο ο καιρός ήταν μουντός με διαστήματα βροχής, η επικοινωνία στα αγγλικά ήταν πιο δύσκολη αλλά δεν υπήρχε ουσιαστικό πρόβλημα. Οι Ιάπωνες είναι τόσο ευγενικοί και υπομονετικοί να σε βοηθήσουν που μερικές φορές το απολάμβανα. Υπήρχαν στιγμές που τους ρωτούσα πράγματα χωρίς να μου είναι απαραίτητα, ήθελα να δω μόνο τις αντιδράσεις τους, πως συμπεριφέρονταν οι βιαστικοί και πως αυτοί που πήγαιναν απλά μια βόλτα ή για ψώνια. Το συμπέρασμα ήταν ότι όλοι τους είχαν ‘’γαϊδουρινή’’ υπομονή να σε 149
που εμείς βιώνουμε ως λαός. Αρκετοί Ιάπωνες θα αυτοκτονούσαν αν έπρεπε να ζήσουν την καθημερινότητά μας. Όσο για εμάς, μάλλον θα παίρναμε πολλά αντικαταθλιπτικά για να προσαρμοστούμε στον τρόπο ζωής τους. Η επιστροφή στην Ελλάδα ήταν αρκετά δύσκολη, μετά από 15 ώρες ταξίδι μέσω Κωνσταντινούπολης, έφευγα την επόμενη μέρα πάλι στο εξωτερικό για επαγγελματικό ταξίδι. Η κατάσταση του πατέρα μου επιδεινώθηκε περισσότερο. Άντεξε και το πάλεψε λες και το ήξερε. Περίμενε να τον δω για τελευταία φορά αφού τελείωσα τα ταξίδια μου. Η αρρώστια του τον είχε καθηλώσει στο κρεβάτι για μήνες, αυτός που κάθε μέρα έκανε χιλιόμετρα, όχι από ευχαρίστηση ούτε για να επιβεβαιώσει τα όριά του, αλλά απλά για να επιβιώσει αυτός και η οικογένεια. Ποτέ δεν τον είχα φανταστεί καθηλωμένο σε ένα κρεβάτι να μην μπορεί να κινηθεί. Η μάνα μου είπε ότι δεν είχε ανοίξει τα ματιά του για μέρες. Στάθηκα από πάνω του και
βοηθήσουν ασχέτως αν ήταν βιαστικοί ή χαλαροί. Όπως τους παρατηρούσα και σε συνδυασμό με αυτά που είχα διαβάσει προσπαθούσα να καταλάβω τον τρόπο ζωής τους. Η εντύπωση που αποκόμισα ήταν ότι ο τρόπος ζωής τους είναι μάλλον αρκετά μονότονος για τη δική μας κουλτούρα. Νομίζω τους λείπει η ευελιξία και η προδιάθεση να είναι πιο χαλαροί. Η συλλογικότητα που έχουν ως έθνος υπερτερεί κατά πολύ του ατομισμού
Τερματισμός στο Τόκυο 150
τον κοίταξα επίμονα χωρίς να του μιλάω, ξαφνικά άνοιξε τα ματιά του, με κοίταξε βαθιά μέσα στα μάτια και δάκρυα άρχισαν να τρέχουν στο πρόσωπό του. Δεν είχε τη δύναμη ούτε να μιλήσει, μου το είπε όμως με τα μάτια του, με περίμενε να γυρίσω. Δεν ήθελε να μου στερήσει τίποτα και άντεξε μέχρι τέλος. Έφυγε μετά από λίγες ώρες, ήσυχα, όπως ήρθε και έζησε.
Έκανε πολλούς καθημερινούς "Μαραθώνιους" στη ζωή του να με βοηθήσει να γίνω αυτό που είμαι. Τον ευχαριστώ για όλα όσα μου πρόσφερε, η φυσική του παρουσία δεν θα είναι πια εδώ, αλλά η μνήμη του θα είναι πάντα ζωντανή μέσα μου.
Με την Ελληνική σημαία
Η ευτυχία του τερματισμού! 151
Μοναδικές στιγμές!
Chapter 12
Εδιμβούργο
Section 1
Εδιμβούργο (2016) Μερικές φορές οι συγκυρίες με κάνουν να πιστεύω ότι ο κόσμος είναι πολύ μικρός. Στο αεροδρόμιο Ναρίτα του Τόκυο ενώ έκανα τα τελευταία ψώνια άκουσα ένα ζευγάρι να μιλάει Ελληνικά. Αμέσως τους προσέγγισα και τους μίλησα. Ήταν ένα ζευγάρι από τη Θεσσαλονίκη το οποίο είχε κάνει το ταξίδι για το Μαραθώνιο. Η Έφη έτρεξε τον Μαραθώνιο ενώ ο Γιώργος είχε πρακτορείο για την αποστολή μαραθωνοδρόμων σε διάφορους Μαραθώνιους ανά τον κόσμο. Είχε εξασφαλίσει θέσεις για 20 Γάλλους στον Μαραθώνιο του Τόκυο. Στην Αθήνα συζητούσαμε με τον προπονητή, τον Νικόλα και τον Σωτήρη τον Γιατρό να τρέξουμε το Μαραθώνιο στο Εδιμβούργο 3 μήνες μετά, στις 29 Μαΐου. Μου είχε αρέσει η ιδέα, μιας και η προπόνηση που είχα κάνει δεν θα αξιοποιούνταν στο Τόκυο λόγω της κατάστασής μου. Το πρόβλημα ήταν ότι δεν είχαμε εξασφαλίσει συμμετοχή στον
αγώνα και οι θέσεις είχαν κλείσει. Ο προπονητής μας είπε ότι θα μπορούσε να το κανονίσει μέσω ενός γνωστού που είχε πρακτορείο στη Θεσσαλονίκη. Ήταν μεγάλη έκπληξη και για τους δυο μας όταν είπα στον Γιώργο την ιστορία και μου ανάφερε ότι ο γνωστός ήταν αυτός. Οι 3 μήνες που ακολούθησαν περιείχαν αρκετά σκληρή προετοιμασία. Άρχισα να τρέχω σε γκρουπ με τον Νικόλα και τον Γιατρό. Ο Νικόλας είχε στόχο να κατέβει τις 3 ώρες με προηγούμενο ρεκόρ 3.02. Ακούγεται εύκολος στόχος να βελτιώσεις το χρόνο κατά 2 λεπτά αλλά στην πράξη είναι πολύ δύσκολος. Ο γιατρός ήθελε κι αυτός να βελτιώσει το χρόνο του και να κάνει κάτω από 3.20, ήταν φιλόδοξος στόχος αλλά εφικτός. Εγώ από την άλλη, ήθελα ένα χρόνο κάτω από 3.30, φιλόδοξος στόχος κι αυτός αλλά όχι ακατόρθωτος. Τα long run που έκανα μαζί τους τα έκανα σε πολύ γρήγορο ρυθμό, σχεδόν σαν 153
σε αγώνα. Η αλήθεια είναι ότι η προπόνηση μαζί τους με βοήθησε πολύ. Είχαμε απομυθοποιήσει τις αποστάσεις. Τα 30 και 32 χιλιόμετρα που κάναμε τα Σάββατα είχαν γίνει ρουτίνα. Στις συζητήσεις με τους φίλους το έλεγα ως κάτι φυσιολογικό και η αλήθεια ήταν ότι με κοιτούσαν περίεργα. Φύγαμε για Εδιμβούργο δυο μέρες πριν τον αγώνα μέσω Κωνσταντινούπολης. Ο Νικόλας είχε κάποιους ενδοιασμούς και μια φοβία να πάμε μέσω Κωνσταντινούπολης αλλά τελικά τον πείσαμε. Το ταξίδι δεν ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς. Ο Νικόλας και ο Γιατρός θα έρχονταν μαζί με ένα αυτοκίνητο στο αεροδρόμιο. Η πτήση ήταν πρωινή και ήθελαν να αξιοποιήσουν και το τελευταίο λεπτό ύπνου με αποτέλεσμα να αργήσουν. Τους περίμενα στο πάρκινγκ του αεροδρομίου για μισή ώρα, ήμασταν οριακά να προλάβουμε την πτήση. Αφού πάρκαραν και περπατήσαμε κάνα πεντάλεπτο μέχρι τις σκάλες του πάρκινγκ
μακράς διαρκείας σκέφτηκα να κάνω ένα τελευταίο τσεκ ως πιο έμπειρος στα ταξίδια. Τους ρώτησα αν πήραν όλα τα πράγματα, κινητό κτλ. Πριν προλάβω να ολοκληρώσω τη λέξη κινητό ο Γιατρός χλόμιασε, άρχισε να ψάχνει τις τσέπες του έντρομος. Άρχισα να ανησυχώ και εγώ για την πτήση. Άφησε τα πράγματά του και έφυγε τρέχοντας να βρει το αυτοκίνητο. Αργούσε να έρθει και δεν καταλαβαίναμε γιατί. Ο Νικόλας έλεγε, ότι the Marathon is over! Κατάλαβα ότι ο Γιατρός δεν μπορούσε μάλλον να βρει το αυτοκίνητο. Ανεβήκαμε τις σκάλες να δούμε που είναι. Είδαμε το Γιατρό να ψάχνει το αυτοκίνητο σε λάθος σημείο. Έτρεχε ανάμεσα στα παρκαρισμένα αυτοκίνητα σαν να μην ήξερε που πήγαινε, είχε αρχίσει τις διαλειμματικές! Προσπάθησα να του κάνω νόημα να πάει προς το άλλο σημείο που είχε παρκάρει, τελικά το κατάλαβε και άρχισε να τρέχει προς την σωστή κατεύθυνση. 154
Όταν ήρθε και μας βρήκε ήταν μουσκίδι στον ιδρώτα. Αφού άκουσε τη γκρίνια μου, αρχίσαμε το τρέξιμο για το γκισέ, είχαν να παραδώσουν και βαλίτσες! Η άφιξη στο αεροδρόμιο Αττατούρκ τους ξάφνιασε λίγο. Εγώ είχα πάει πολλές φορές για δουλειά και είχα συνηθίσει το θέαμα. Υπήρχαν πολλές γυναίκες με μπούρκα και μαντίλες και άντρες ντυμένοι με άσπρες πετσέτες που περιφέρονταν λες και βγήκαν από το μπάνιο. Όλο το σκηνικό ήταν αρκετά σουρεαλιστικό. Ο Νικόλας έδειχνε απορημένος και λίγο φοβισμένος από αυτά που έβλεπε. Για να τους καθησυχάσω είχα οργανώσει ένα σχέδιο να μπούμε όλοι στο Lounge bar των τουρκικών αερογραμμών. Εκεί τα πράγματα ήταν πολύ άνετα, σε τίποτα δεν θύμιζε το εσωτερικό του αεροδρομίου. Είχα πρόσβαση σε αυτό το χώρο λόγω της χρυσής κάρτας μιλίων που είχα χάρις στα πολλά ταξίδια που έκανα. Η κάρτα μού έδινε το δικαίωμα να βάλω σε αυτό το χώρο
ένα ακόμα άτομο. Το σχέδιο ήταν να βγάλω ένα εισιτήριο (pass) για τον Γιατρό, να μπούμε μέσα και μετά να πάρω το pass του γιατρού και να βάλω με το ίδιο και τον Νικόλα. Είχε λίγο ρίσκο αν τον σταματούσαν στην είσοδο για έλεγχο. Μπήκα με το Γιατρό άνετα και μετά βγήκα να πάρω τον Νικόλα. Του έδειξα από μακριά που θα έπρεπε να σκανάρει το pass και να μπει μέσα, εγώ θα ήμουν από πίσω του. Περιμέναμε την κατάλληλη στιγμή να φύγει μια ελέγκτρια που κάθονταν δίπλα στα μηχανήματα εισόδου και να μπούμε. Μόλις η ελέγκτρια αφαιρέθηκε λίγο προχωρήσαμε στην είσοδο, ο Νικόλας έβαλε το εισιτήριο στο σημείο επαφής αλλά η πόρτα δεν άνοιγε, προσπάθησε ξανά αλλά τίποτα, μυρίστηκα τον φόβο του όπως ο σκύλος. Η ελέγκτρια έριξε μια μακρινή ματιά, τις χαμογέλασα, πήρα το εισιτήριο του Νικόλα, το τοποθέτησα σωστά και η πόρτα άνοιξε. Ευχαριστώ Θεέ μου είπα μέσα μου, γλυτώσαμε το εξπρές του μεσονυκτίου. 155
Αράξαμε σε άνετους καναπέδες κοντά στην είσοδο και δοκιμάσαμε τα πάντα, ομελέτες, γλυκά, φρούτα, όλα ήταν σε αφθονία. Κάτι δεν μου άρεσε με τις θέσεις, σκέφτηκα χωρίς να πω τίποτα στους άλλους ότι μπορεί να μπουκάρει κανάς τσιχαντιστής και θα ήμασταν οι πρώτοι που θα “φεύγαμε”. Τους είπα να αλλάξουμε θέση και να πάμε πιο εσωτερικά να τους δείξω δήθεν το χώρο. Καθίσαμε πιο μέσα σε ένα χώρο που είχε καλή θέα προς την πόλη. Σκέφτηκα ότι εύκολα μπορούσε να φτάσει μια ρουκέτα μέχρι εκεί. Δεν τόλμησα να τους ξαναπώ να αλλάξουμε θέση. Όλα αυτά συνέβαιναν μερικούς μήνες πριν την τρομοκρατική επίθεση στο ίδιο αεροδρόμιο και το στρατιωτικό πραξικόπημα. Ο καιρός στο Εδιμβούργο ήταν συννεφιασμένος και ψιλόβρεχε. Ο Σκοτσέζος ταξιτζής, γύρω στα 60, δυο-τρία χρόνια πριν πάρει την σύνταξή του, αναρωτιόνταν πως γίνεται να έχουμε έρθει να τρέξουμε
Μαραθώνιο όταν έχουμε χρεοκοπήσει ως χώρα. Αρχίσαμε την πλάκα μαζί του, μας έλεγε πως οι Έλληνες κρύβουν τα λεφτά τους κάτω από το στρώμα και άλλα σχετικά με την οικονομική κατάσταση των Ελλήνων. Είχε αρχίσει να μας κάνει γύρους με την δικαιολογία να παρακάμψουμε την κίνηση. Ο Νικόλας έκανε πλάκα μαζί του και με αρκετή δόση ειρωνείας του είπε ότι μετά την σημερινή κούρσα και τα λεφτά που θα μας χρέωνε δεν ήταν απαραίτητο να δουλέψει ξανά μέχρι να πάρει την σύνταξή του. Το ξενοδοχείο ήταν λίγο έξω από το κέντρο αλλά βόλευε για την εκκίνηση και τον τερματισμό. Ήταν ένα παλιό κλασσικό αγγλικό ξενοδοχείο ντυμένο σχεδόν όλο με μοκέτα. Ο Νικόλας και ο Γιατρός θα έμεναν μαζί, ο περίεργος μόνος του. Τα βρήκαν πολύ καλά μεταξύ τους, είχαν τις ίδιες συνήθειες στον ύπνο όπως ανοιχτή τηλεόραση να παίζει, φώτα ανοιχτά, όσο για φασαρία κανένα πρόβλημα. 156
Ακόμα δεν μπορώ να καταλάβω πως δεν άκουσαν το συναγερμό φωτιάς του ξενοδοχείου την βραδιά που φτάσαμε. Όλοι οι πελάτες του ξενοδοχείου ήταν κάτω στο προαύλιο, έψαχνα να τους βρω αλλά τίποτα. Την επόμενη ημέρα μου είπαν ότι δεν το άκουσαν, ακόμα προσπαθώ να καταλάβω αν μου έκαναν πλάκα ή έλεγαν αλήθεια. Στο ξενοδοχείο συναντήσαμε τους Ιταλούς που συνεργάζονταν με το πρακτορείο του Γιώργου. Ο Τζιάνη ήταν ο υπεύθυνος του γκρουπ, έμοιαζε πολύ γυμνασμένος, είχε χρυσό στους πανευρωπαϊκούς στα 800 μ, δεν ήταν και λίγο. Πήγαμε όλοι μαζί για ένα χαλαρό τρέξιμο μέχρι την εκκίνηση του αγώνα. Μας είπαν ότι ήταν 5 χιλιόμετρα αλλά τελικά ήταν 8 χιλιόμετρα, μας ξεθέωσαν. Ο χρόνος κυλούσε ομαλά με βόλτες στην πόλη και αρκετή μακαρονάδα να στοκάρουμε υδατάνθρακες. Ο Νικόλας έδειχνε λίγο αγχωμένος, ο Γιατρός σκέφτονταν συνέχεια τις
δόσεις και τον τρόπο που που θα έπαιρνε τα τζελάκια στον αγώνα, εγώ ήμουν αποφορτισμένος εντελώς από την ένταση, το άγχος και την αβεβαιότητα που βίωσα στον προηγούμενο αγώνα στο Τόκυο, είχα ηρεμήσει, ένοιωθα καλά και ίσως ήταν η πρώτη φορά που ήμουν τόσο χαλαρός και κεφάτος. Το μόνο που με απασχολούσε λίγο τον τελευταίο καιρό ήταν ένα μικρό τράβηγμα στη γάμπα που έπαθα μια εβδομάδα πριν τον αγώνα. Για να αποφύγουμε να συζητάμε συνέχεια για τον αγώνα λέγαμε διάφορες ιστορίες από τα τρεξίματα που είχαμε κάνει στο παρελθόν. Ο Νικόλας μας είπε ότι μια φορά που ήταν για διακοπές σε ένα νησί και είχε πάει για τρέξιμο κάταπιε ένα μπάμπουρα. Τον κοιτάξαμε και οι δυο περίεργα και του είπα: ‘’είναι δυνατόν ρε φίλε να καταπιείς ολόκληρο μπάμπουρα;’’
157
Το πρωινό του συνεδρίου βγήκα για τρέξιμο στο βουνό, ξαφνικά ένοιωσα να μπαίνει κάτι στο στόμα μου αλλά έφτυσα και πίστεψα ότι έφυγε. Αφού έκανα το μπάνιο μου, πήγα στο συνέδριο και κάθισα δίπλα στη φίλη μου τη Βιβή. Κάτι με ενοχλούσε δίπλα στο ούλο μου και έβαλα το χέρι μου να δω τι ήταν. Έβγαλα μια μεγάλη μύγα! Η Βιβή μου είπε ‘’ έλα ρε Χρήστο τι αστεία είναι αυτά πρωί - πρωί, θα ξεράσω!’’, ‘’εγώ να δεις! της είπα, κι όμως είναι αληθινή ’’ Δεν το πίστευε, με ικέτευε να της πω ότι είναι ψεύτικη! μας έπιασε νευρικό γέλιο και φύγαμε άρον άρον από την αίθουσα. Η εκκίνηση του αγώνα ήταν στις 10 το πρωί και σε συνδυασμό με δύο ώρες διαφορά που είχαμε από την Ελλάδα μας έδωσε τη δυνατότητα να κοιμηθούμε αρκετά. Ήπιαμε πολλά υγρά πριν τον αγώνα και αυτό μας δημιούργησε συχνοουρία, πήγαμε πάνω από δέκα φορές σε υπαίθρια τουαλέτα πριν τον αγώνα. Η συμμετοχές στον αγώνα ήταν
Η προσωποποίηση της διάλυσης μετά τον αγώνα
Μας είπε ότι όταν τον κατάπιε του δημιούργησε μεγάλο πρόβλημα και πήγε στο νοσοκομείο για πλύση στομάχου. Γελάσαμε πολύ με την ιστορία του αν και ήταν αρκετά σοβαρή. Μετά θυμήθηκα και τους είπα μια ανάλογη ιστορία που μου είχε συμβεί στην Νάουσα πριν μερικά χρόνια ενώ παρευρισκόμουν σε ένα συνέδριο. 158
περίπου 10 χιλιάδες δρομείς. Το σημείο της εκκίνησης ήταν πολύ άνετο και δεν είμαστε στοιβαγμένοι ο ένας πάνω στον άλλον. Είχαμε βρει και ένα ωραίο καφέ κοντά στην εκκίνηση, πέρασε η ώρα ευχάριστα. Ο στόχος μου ήταν να τρέξω το κάθε χιλιόμετρο κάτω από 5 λεπτά αλλά όχι κάτω από 4.50, ειδικά στα πρώτα χιλιόμετρα που ήταν κατηφορικά, υπήρχε κίνδυνος να καώ από την αρχή. Τα πρώτα 2 χιλιόμετρα τα έκανα σε 4.30 και 4.40 ανά χιλιόμετρο. Μετά αποφάσισα να ρίξω ρυθμό και ακολούθησα τη στρατηγική που είχαμε συμφωνήσει με τον προπονητή. Ο αγώνας πήγαινε πολύ καλά, ο Γιατρός και ο Νικόλας ήταν αρκετά πιο μπροστά από εμένα, δεν τους είδα ξανά μετά το πρώτο χιλιόμετρο. Ένοιωθα πολύ ξεκούραστος και κάλυπτα τα χιλιόμετρα πολύ εύκολα σε καλό χρόνο. Θεατές υπήρχαν πολλοί στον αγώνα και ιδιαίτερα στην περιοχή που πηγαίναμε κατά μήκος της θάλασσας. Η ενθάρρυνσή τους ήταν πολύ
σημαντική. Ήταν όλα υπό έλεγχο, τα περάσματα στο 21ο και στο 30ο χιλιόμετρο ήταν αρκετά καλύτερα από το στόχο μου. Η μόνη μου ανησυχία ήταν αν θα άντεχα στον ίδιο ρυθμό μετά το 35ο χιλιόμετρο, δεν είχα ξανατρέξει σε τόσο γρήγορο ρυθμό και η εμπειρία μου από άλλους αγώνες ήταν άσχημη, μπορώ να πω και οδυνηρή σε κάποιες περιπτώσεις μετά το 35ο χιλιόμετρο. Περνώντας το 35ο χιλιόμετρο μου συνέβη κάτι που ποτέ δεν είχα προβλέψει. Μια μεγάλη μύγα μπήκε μέσα στο στόμα μου, στην προσπάθειά μου να πάρω αναπνοή και να την φτύσω την κατάπια, την ένοιωσα να κατεβαίνει και να φτερουγίζει μέσα στον λαιμό μου. Άρχισα να βήχω να την βγάλω αλλά αυτό με έκανε να ξεράσω, έκανα στην άκρη σταμάτησα για λίγο, άρχισα πάλι να βήχω, ξερνούσα συνέχεια ένα κίτρινο υγρό το οποίο ήταν από το τζελ με γεύση μανταρίνι που είχα πάρει πριν. Τελικά την μύγα δεν την είδα να βγαίνει, ίσως πέθανε 159
ακαριαία με τα υγρά που βρήκε στο στομάχι μου. Έχασα αρκετό χρόνο σε εκείνο το σημείο αλλά έπρεπε να συνεχίσω χωρίς να το σκέφτομαι. Έτσι και έγινε, αισθανόμουν πολύ δυνατός και ήμουν μέσα στο χρόνο που ήθελα, αυτή τη φορά το ρολόϊ μου δούλευε καλά, έδειχνε τα σωστά χιλιόμετρα. Πέρασα το 40ο χιλιόμετρο πολύ εύκολα και σε πολύ καλό ρυθμό. Άκουσα ένα θεατή να με ενθαρρύνει λέγοντάς μου ‘’φαίνεσαι πολύ δυνατός, τελείωσέ τον έτσι δυνατά’’. Μου άρεσε πολύ αυτό που μου είπε και συνέχισα το ίδιο δυνατά μέχρι τον τερματισμό. Όταν πέρασα την γραμμή του τερματισμού προσπάθησα να βήξω μήπως βγάλω την αναθεματισμένη μύγα, αυτό με έκανε να ξεράσω άλλη μια φορά. Από το στόμα μου βγήκε πάλι ένα κίτρινο υγρό που έφτασε σε απόσταση τουλάχιστον ενός μέτρου βρίσκοντας το παπούτσι του μπροστινού δρομέα, προσπάθησα να ζητήσω συγγνώμη αλλά είχε φύγει, συνέχισα να ξερνάω στην
γωνία αλλά η μύγα πουθενά. Το είχα πάρει απόφαση, θα τη χώνευα με την coca cola που θα έπινα μετά. Παρέλαβα το μετάλλιο μου και κατευθύνθηκα στο σημείο που είχαμε δώσει ραντεβού με τα παιδιά μπροστά στο φορτηγάκι που είχαμε δώσει τα ρούχα μας. Διέσχισα ένα μεγάλο γήπεδο με γκαζόν γεμάτο από δρομείς που είχαν τερματίσει το Μαραθώνιο, είχαν ξαπλώσει και λιάζονταν στον δυνατό ανοιξιάτικο ήλιο. Φτάνοντας στο φορτηγάκι, είδα τον Νικόλα ανάσκελα με τον αγκώνα του στο πρόσωπο να καλύπτει τον ήλιο και το ένα πόδι πάνω στο άλλο μη μπορώντας να το κατεβάσει λες και είχε πάθει αγκύλωση, ο Γιατρός ήταν και αυτός ανάσκελα με το δεξί του χέρι να καλύπτει το πρόσωπό του, παραδομένος και αυτός στην κούραση, δίπλα τους ήταν μερικοί Ιταλοί από το ίδιο γκρουπ οι οποίοι βογκούσαν από τον πόνο. Γέλασα με τη σκηνή που είδα. Αυτό είναι ο Μαραθώνιος! 160
Διέσχισα ξανά όλο το γήπεδο περνώντας πάνω από τους δρομείς που είχαν κατακλύσει το χώρο, τα πρόσωπά τους φαίνονταν σταφιδιασμένα από την κούραση και την αφυδάτωση, οι φλέβες τους ήταν ευδιάκριτες στο πρόσωπό τους, κάποιοι προσπαθούσαν να τεντώσουν τα πόδια τους και σφάδαζαν από τον πόνο, αλλά κανείς δεν γκρίνιαζε, στο βάθος ήταν όλοι ευτυχισμένοι και περήφανοι που τα κατάφεραν. Μπύρα δεν βρήκα για τον φίλο μου, πήρα όμως αρκετά μπουκάλια coca cola και νερά. Φτάνοντας στα παιδιά, ο Νικόλας είπε ότι δεν έπινε coca cola, ‘’πήγαινε φέρε μου sprite’’ είπε, τον παρακάλεσα να πιεί λίγη coca cola να συνέλθει αλλά δεν ήθελε να ακούσει. Ξανά πίσω στις καντίνες να του πάρω sprite. Όταν γύρισα είχε πιει την coca cola και είχε συνέλθει. ‘’Τελικά φίλε είχες δίκιο’’ μου είπε, ‘’δουλεύει αυτό το πράμα!’‘
Αυτό είναι το μεγαλείο του! Μπορεί να σε διαλύσει σωματικά αλλά σε οδηγεί σε ανεξερεύνητα μονοπάτια ευτυχίας, σε εμπειρίες μοναδικές. Τους κλοτσάω και τους δύο στα πόδια, σηκώνονται και με κοιτάνε σχεδόν με τα μάτια κλειστά σα να είχαν σηκωθεί από τον ύπνο. Με ρωτήσανε τι έκανα, τους είπα όλα καλά, τερμάτισα σε 3.27, χάρηκαν και οι δυο και μου είπαν μπράβο. Άρχισα να τους πειράζω και να τους τραβάω από τα πόδια να σηκωθούν πάνω. Το πρόσωπο του Γιατρού ήταν αναψοκοκκινισμένο, ο Νικόλας ήταν ακόμα μουδιασμένος. Προσπάθησα να τον σηκώσω και έπαθε κράμπα, ούρλιαζε από τον πόνο, αλλά είχε πλάκα! Δεν μπορούσα να κρατήσω τα γέλια μου. ‘’Τουρίστα πήγαινε φέρε μου μια μπύρα να πιω για να σηκωθώ’’ είπε ο Νικόλας, ο Γιατρός παρήγγειλε νερό ή ότι έβρισκα. 161
Η υπόλοιπη μέρα κύλισε πολύ ευχάριστα με βόλτες στην πόλη και πολύ περπάτημα. Παρά την κούραση, ανεβήκαμε και ένα λόφο να δούμε τα μνημεία που προσπάθησαν να φτιάξουν οι Σκωτσέζοι. Τα μνημεία ήταν ομοιώματα εκείνων της Αθήνας σαν αυτά που βρίσκονται στην Ακρόπολη. Τελικά δεν κατάφεραν να τα ολοκληρώσουν διότι χρεοκόπησαν. Παρόλα αυτά ονόμασαν το Εδιμβούργο, Αθήνα του Βορρά, ελπίζω λόγω των μνημείων και όχι εξαιτίας της χρεοκοπίας. Η επιστροφή στην Αθήνα ήταν χωρίς εκπλήξεις αυτή τη φορά. Ήταν σίγουρα ο πιο απολαυστικός Μαραθώνιος που είχα κάνει. Η καλή προετοιμασία αλλά και η καλή παρέα με τα παιδιά συνέβαλαν σ’ αυτό. Ο Μαραθώνιος στο Sydney στην Αυστραλία ήταν ο επόμενος μεγάλος στόχος. Είχα αρχίσει ήδη τις πρώτες σκέψεις. Τρέχοντας στο Εδιμβούργο 162
Chapter 13
Επίλογος
Section 1
Επίλογος Πέρασαν πολλά χρόνια μέχρι ν’ αποφασίσω να τρέξω έναν Μαραθώνιο. Όταν όμως το αποφάσισα, το έκανα πολύ γρήγορα, ίσως και με μια δόση λαιμαργίας. Ήταν τόση η ευχαρίστηση που έπαιρνα με την ολοκλήρωση του κάθε αγώνα, που δεν περίμενα καθόλου να ξεκουραστώ, αμέσως προχωρούσα στην επόμενη εγγραφή. Έχασα πολύ χρόνο και πολλές εμπειρίες, αλλά σημασία έχει ότι ξεκίνησα κάτι καινούριο και το απολαμβάνω. Ένα από τα μαθήματα που πήρα μέσα από αυτή την διαδικασία είναι ότι είναι σπουδαίο να τολμώ ν’ αρχίζω κάτι νέο, όσο δύσκολο κι αν φαίνεται στην αρχή, κάτι διαφορετικό από αυτό που έκανα μέχρι τώρα, εγώ ή οι φίλοι μου, κάτι που θα με βγάλει έξω από την ευκολία της ρουτίνας που μ’ εμπόδιζε ν’ αναπτυχθώ και να βιώσω νέες εμπειρίες. Αυτό που χρειάζεται είναι άλματα μπροστά και όχι περιστροφές γύρω από την ζώνη ευκολίας μας.
Για να τολμήσουμε το διαφορετικό χρειάζεται εσωτερική αλλά και εξωτερική παρακίνηση. Η εσωτερική παρακίνηση προϋποθέτει να γνωρίζουμε καλά τον εαυτό μας, τι είναι αυτό που μας δίνει ευτυχία, τι είναι αυτό που μας κάνει μίζερους, ποια είναι τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά μας. Η δυνατότητά μας να καλύπτουμε κάποιο μειονέκτημά μας, ή να χρησιμοποιούμε αποτελεσματικά ένα πλεονέκτημα, μπορεί να καθορίσει την πορεία μας σε μεγάλο βαθμό. Είναι χρήσιμο να γνωρίζουμε τους φόβους μας και από που αυτοί πηγάζουν. Ο φόβος της αποτυχίας μάς κρατάει πίσω, τον φόβο τον νικάμε όταν τον πολεμάμε, δεν φεύγει ποτέ από μόνος του. Η επιτυχία και η προσωπική ανάπτυξη προϋποθέτουν ν’ αποδεχόμαστε την αποτυχία και να έχουμε τη δύναμη να την ξεπερνάμε. Δεν χρειάζεται απαραίτητα να έχουμε ταλέντο για να πετύχουμε κάτι μεγάλο στη ζωή μας, αρκεί 164
μόνο να προσπαθούμε να ξεπεράσουμε τον εαυτό μας.
καλύτεροι και δεν αξίζει να προσπαθήσουμε περισσότερο. Ο Μαραθώνιος με βοήθησε να κάνω μία ανασκόπηση, να διαπιστώσω πού είμαι πνευματικά και σωματικά στην κλίμακα των δυνατοτήτων μου. Πόσο καλά χρησιμοποιώ το σώμα και το πνεύμα μου. Η αδράνεια ξέρω ότι με κρατάει χαμηλά, στην αρχή της κλίμακας, με τελματώνει και με κάνει να πιστεύω ότι δεν είμαι ικανός. Η υπερδιέγερση με κάνει να ανεβάζω τον πήχυ όλο και πιο ψηλά, αλλά κι αυτό μπορεί να προκαλέσει κούραση και εξάντληση και να με οδηγήσει πάλι στην απραξία και στον πάτο. Για να μπορέσω να τρέχω για μεγάλο χρονικό διάστημα και να το απολαμβάνω, πρέπει να μην τρέχω πάνω από το 80% των μέγιστων καρδιακών παλμών. Αν ξεπεράσω αυτούς τους παλμούς, η άσκηση μετατρέπεται σε αναερόβια και είναι θέμα χρόνου να εγκαταλείψω την προσπάθεια.
Ο Χατζηδάκης πολύ σωστά είχε πει ότι: «οι λιγότερο προικισμένοι μπορεί να καμαρώνουν περισσότερο την επιτυχία από αυτούς που ξεκίνησαν τη ζωή με μεγάλο ταλέντο» Εκτός από την εσωτερική παρακίνηση και τις επιλογές μας, η εξωτερική παρακίνηση, οι επιρροές που έχουμε από το περιβάλλον, παίζουν και αυτές σημαντικό ρόλο στην πορεία μας. Οι φίλοι ή οι συγγενείς μας, οι άνθρωποι που θαυμάζουμε και συναναστρεφόμαστε, μας χαράσσουν σε μεγάλο βαθμό τις συντεταγμένες της πορείας μας. Ο θαυμασμός του καλύτερου μάς δίνει το έναυσμα να προσπαθήσουμε να ξεπεράσουμε τον εαυτό μας. Η μη αναγνώριση του καλύτερου μάς παγιδεύει στον φαύλο κύκλο της μετριότητας, πείθοντας τον εαυτό μας ότι είμαστε οι 165
Μπήκα σ’ έναν κόσμο που έχει διαφορετικά πρότυπα διασκέδασης, σ’ έναν κόσμο που ασχολείται με πάθος γι’ αυτό που κάνει και δεν το κάνει απλά για να περάσει την ώρα του, αλλ’ επειδή το αγαπά κι εργάζεται σκληρά για να το πετύχει, χρησιμοποιώντας πολύ μεγάλο μέρος των σωματικών και πνευματικών του δυνατοτήτων. Οι αναμνήσεις από τους Μαραθώνιους εξωραΐζουν την σκέψη μου, είναι καθαρές και τώρα που τις γράφω είναι και ολοκληρωμένες και μου δημιουργούν μια κατάσταση ευφορίας. Έχουν γίνει σημείο αναφοράς και τις καλώ όταν θέλω να σκέφτομαι αισιόδοξα και θετικά. Μερικές φορές δεν χρειάζεται να τις καλέσω καν, έχουν περάσει στο DNA μου και παίζουν ρόλο στον τρόπο που σκέφτομαι, ορίζουν σε μεγάλο βαθμό την στάση μου ως ανθρώπου και τον τρόπο που αντιμετωπίζω τα πράγματα. Έχω αρχίσει πια και γίνομαι επιλεκτικός, δεν αφήνω το μυαλό μου να χάνεται σε σκέψεις
Όπως στο τρέξιμο έτσι και στη ζωή μου, οφείλω να προσπαθώ και να επιχειρώ ψηλά στην κλίμακα των δυνατοτήτων μου, σε περιοχή που με κρατάει ενεργό και με βοηθάει ν’ αναπτυχθώ. Από αυτή την περιοχή, μπορώ να τολμώ άλματα, να φτάσω τα μοναδικά μου όρια, παίρνοντας ένα υπολογιζόμενο ρίσκο. Αν τα καταφέρω, χτίζω νέα βάση κι επιχειρώ ξανά. Το σημαντικό είναι να μην μένω για πολύ καιρό στην ίδια βάση χωρίς να εξερευνώ το τοπίο για νέες ευκαιρίες. Υπάρχει ο κίνδυνος μια μέρα το παγόβουνο να λιώσει και να βρεθώ να κολυμπώ και πάλι στα παγωμένα νερά για να επιβιώσω. Ο Μαραθώνιος μου έδωσε και μια οπτική για τη διασκέδαση εντελώς διαφορετική. Τα ερεθίσματα από το εξωτερικό περιβάλλον μού είχαν σχεδόν επιβάλει μια συνταγή διασκέδασης, που όμως δεν ταίριαζε με την προσωπικότητά μου. Απλά, όπως και πολλοί άλλοι, ακολουθούσα τις νόρμες και τη μάζα. 166
που προκαλούνται από τα όποια εξωτερικά ερεθίσματα. Η αυτογνωσία που έκανα και η προσπάθεια για έλεγχο της σκέψης με αφορμή τη δοκιμασία του Μαραθώνιου, με βοηθάει να φιλτράρω πληροφορίες και ανάγκες που μας επιβάλλονται από τον περίγυρο και να επιλέγω να αποθηκεύσω στην μνήμη μου πράγματα που αξίζουν και θα χρειαστεί ν’ ανατρέξω πάλι σ’ αυτά. Αυτό με τη σειρά του με βοηθάει να μην είμαι έρμαιο των εξωτερικών προκλήσεων, που δεχόμαστε καθημερινά και να μην επηρεάζομαι από τον καθένα, που ισχυρίζεται ότι είναι ειδικός. Πολλές από τις αποφάσεις μας είναι αποτέλεσμα των βιωμάτων και των εμπειριών μας και καθορίζουν το μέλλον μας. Αποκτώ σιγά-σιγά τη συνήθεια να φέρνω το μυαλό μου σε μια κατάσταση, που να είναι καθαρό από αρνητικές εμπειρίες του παρελθόντος και από τα ερεθίσματα του εξωτερικού περιβάλλοντος πριν από κάθε απόφαση. Πέρα από τον έλεγχο
της σκέψης, έχω πια ένα καλό σημείο αναφοράς, χτίζω μια βάση δεδομένων με θετικές εμπειρίες, οι οποίες μπορούν να διώξουν τον παράγοντα φόβο και την καχυποψία μου πριν πάρω μιαν απόφαση. Το ταξίδι θα συνεχιστεί, θέλω ν’ αποκτήσω περισσότερες εμπειρίες τρέχοντας σε καινούριους τόπους. Θέλω να κάνω νέους φίλους, θέλω να βοηθήσω να δημιουργηθεί ένα νέο ρεύμα, που θα συμπαρασύρει και άλλους, ώστε ν’ αλλάξουμε όλοι μαζί τα πρότυπα διασκέδασης στην Ελλάδα. Μου είναι δύσκολο να χωνέψω ότι τα παιδιά στην Ελλάδα είναι τα πιο παχύσαρκα στην Ευρώπη. Θέλω να σηκώσω τους φίλους μου από τον καναπέ και από τις καφετέριες, όπου απλά σκοτώνουν τις ώρες τους, να τους πάρω μαζί με τα παιδιά τους από τις πλατείες και να τους πάω πιο έξω, ν’ ασχοληθούν με δραστηριότητες που εξασκούν το σώμα και το πνεύμα τους. Να τους προκαλέσω ν’ 167
ασχοληθούν με τη ζωή τους και τα «θέλω» τους, να ξεκολλήσουν από το λήθαργο της καθημερινότητας και ν’ αφιερώσουν χρόνο για τον εαυτό τους και τα παιδιά τους. Θέλω να βλέπω τα νέα παιδιά να είναι ζωηρά, να συμμετέχουν ενεργά σε δραστηριότητες που ακονίζουν το πνεύμα και δυναμώνουν το σώμα τους. Προωθώντας αυτή την ιδέα, είμαι σίγουρος ότι θα βρω πολλούς αρωγούς, αλλά και πολλά εμπόδια. Θα προσπαθήσω, όμως, να βρω τρόπους να το πετύχω και είμαι αποφασισμένος να τα καταφέρω: Ένας Μαραθώνιος είναι κι αυτό και θα τον τρέξω!
168
Επικοινωνία Χρήστος Παπαζαχόπουλος
Τηλέφωνο: Κινητό: Email:
Αλέξανδρου Παπαναστασίου 15 Μελίσσια 15127 Ελλάδα +30 210 6136181 +30 6958 616789 christos.papazachopoulos@gmail.com
Ιδιοκτήτης :
Stefanos Papachristopoulos
Email:
info@publishopia.com
Website:
www.publishopia.com
Διεύθυνση:
Copyright Κείμενα και φωτογραφίες Χρήστος Παπαζαχόπουλος Όλο το περιεχόμενο του παρόντος ηλεκτρονικού βιβλίου (eBook) αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του συγγραφέα. Για κανένα τμήμα αυτής της δημοσίευσης δεν επιτρέπεται η αναπαραγωγή, μετάδοση, αντιγραφή, αποθήκευση σε σύστημα ανάκτησης ή μετάφραση σε οποιαδήποτε γλώσσα, με οποιαδήποτε μορφή ή με οποιαδήποτε μέσα δίχως την γραπτή άδεια του συγγραφέα. © 2016, Χρήστος Παπαζαχόπουλος. Με επιφύλαξη κάθε νόμιμου δικαιώματος.
Επιμέλεια κειμένων Ηρώ-Χρυσάνθη Αλεξανδράκη
Σελιδοποίηση, WebDesign και Ηλεκτρονική Έκδοση Stefanos Papachristopoulos Την ευθύνη για το περιεχόμενο αυτού του βιβλίου φέρει αποκλειστικά ο συγγραφέας, ενώ ο ψηφιακός εκδότης δεν αναλαμβάνει καμία υποχρέωση ή ευθύνη σχετικά με το περιεχόμενο αυτό.
© 2016, Stefanos Papachristopoulos. Με επιφύλαξη κάθε νόμιμου δικαιώματος.
Eat well, run well, live well «Φάγε καλά, τρέξε καλά, ζήσε καλά!»
Related Glossary Terms Drag related terms here
Index
Find Term
Chapter 7 - Navarino Challenge
Go guys go, good luck, enjoy it, see you in the finishing line Εμπρός παιδιά, εμπρός, καλή τύχη, απολαύστε το, θα ιδωθούμε στο τέρμα.
Related Glossary Terms Drag related terms here
Index
Find Term
Chapter 9 - Νέα Υόρκη 2014
If I make it here, I can make it everywhere Αν μπορώ να το κάνω εδώ, μπορώ να το κάνω οπουδήποτε.
Related Glossary Terms Drag related terms here
Index
Find Term
Chapter 9 - Νέα Υόρκη 2014
That’s life and I can’t deny it… but I just can’t let it get me down. I will pick myself up and get back in the race… Ετσι είν’ η ζωή και δεν μπορώ να το αρνηθώ, αλλά...δεν θ’ αφήσω να με ρίξει κάτω, θα σηκωθώ και θα ξαναρχίσω τον αγώνα
Related Glossary Terms Drag related terms here
Index
Find Term
Chapter 9 - Νέα Υόρκη 2014