Πρέπει οι β-αποκλειστές να χρησιμοποιούνται στη θεραπεία της υπέρτασης; ΟΧΙ Ηρακλής Αβραμόπουλος
Οι β αποκλειστές έχουν μακρά ιστορία στη θεραπεία της υπέρτασης. Άρχισαν να χρησιμοποιούνται από το 1960 όταν οι επιλογές στη φαρμακευτική θεραπεία της υπέρτασης ήταν πολύ περιορισμένες1. Από το 1984 και μετά θεωρήθηκαν ως φάρμακα πρώτης γραμμής μαζί με τα θειαζιδικά διουρητικά. Όμως, τα δεδομένα των τελευταίων ετών δείχνουν ότι οι β-αποκλειστές δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται ως φάρμακα πρώτης γραμμής στη θεραπεία της υπέρτασης. Υπάρχουν πολλοί λόγοι γι’ αυτό. Πρωταρχικά τα φάρμακα αυτά είχαν ανακαλυφθεί ως καρδιολογικά φάρμακα και
αργότερα
χρησιμοποιήθηκαν
ως
αντιυπερτασικά.
Σήμερα
χρησιμοποιούνται στην υπέρταση, τη στεφανιαία νόσο, την καρδιακή ανεπάρκεια και στις αρρυθμίες. Διακρίνονται σε 3 γενεές. Οι πρώτης γενεάς (προπρανολόλη, οξπρενολόλη) είναι μη εκλεκτικοί και αποκλείουν τους β1 και β2 αδρενεργικούς υποδοχείς. Οι δευτέρας γενεάς (όπως μετοπρολόλη, ατενολόλη, βισοπρολόλη) είναι καρδιοεκλεκτικοί και αποκλείουν κυρίως τους β1 υποδοχείς. Οι β-αποκλειστές 3ης γενεάς (λαμπεταλόλη, καρβεδιλόλη, βουσινδολόλη) έχουν περιφερικές αγγειοδιασταλτικές ιδιότητες μέσω του διπλού αποκλεισμού των α και β υποδοχέων2. Αυτά τα φάρμακα εκτός των β υποδοχέων αποκλείουν και τους α1 υποδοχείς, οι οποίοι συμβάλλουν στη λειτουργία του ενδοθηλίου και προκαλούν αγγειοσύσπαση στα περιφερικά αγγεία. Η νεμπιβολόλη ανήκει στην 3η γενεά έχοντας τη μεγαλύτερη εκλεκτικότητα προς τους β1 υποδοχείς και προκαλώντας αγγειοδιαστολή μέσω ενεργοποίησης του συστήματος αργινίνης και μονοξειδίου του αζώτου. Αυτοί οι β αποκλειστές 3ης γενεάς διαφέρουν από τους παλιούς και ως προς τη δράση αλλά και ως προς τις ανεπιθύμητες ενέργειες.