ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΑ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ 2013
ΓΡΑΦΕΙΟ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ
11 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2013: ΑΝΑΓΚΑΙΑ Η ΜΕΙΩΣΗ ΤΟΥ ΚΟΣΤΟΥΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ. Το σημαντικό θέμα του κόστους της ενέργειας έθεσε με επιστολή υπόψη του Πρωθυπουργού κ. Αντώνη Σαμαρά, ο Σύνδεσμος. Στην επιστολή του, ο Σύνδεσμος τονίζει ότι για τη Βιομηχανία εντάσεως ενέργειας Μέσης και Υψηλής Τάσης το κόστος της ενέργειας αποτελεί τον σημαντικότερο παράγοντα κόστους, καθοριστικό για τη διεθνή ανταγωνιστικότητα των προϊόντων και την εξαγωγική επίδοση των κλάδων αυτών. Όπως αναφέρει, το βιομηχανικό ρεύμα στην Ελλάδα είναι, αποδεδειγμένα, από τα ακριβότερα στην Ευρώπη, λόγω δομικών στρεβλώσεων της αγοράς, σταυροειδών επιδοτήσεων και της ενσωμάτωσης πλήθους υψηλών φόρων και τελών. Η ΔΕΗ, το 2012, αύξησε το τιμολόγιο για τις βιομηχανίες Μέσης Τάσης, που αποτελούν τον κύριο παραγωγικό μοχλό της ελληνικής οικονομίας, κατά 15-20%, ενώ η συνολική αύξηση του 2012 έφθασε το 24% λόγω των επίσης πολύ υψηλών αυξήσεων στα τέλη ΕΤΜΕΑΡ και ΥΚΩ, και αντίστοιχα απαίτησε από τις βιομηχανίες Υψηλής Τάσης αυξήσεις της τάξης του 12% . Παρά τις προσπάθειες του Συνδέσμου για εξεύρεση λύσεων τόσο προς τους αντίστοιχους Υπουργούς, καθώς και προς τους φορείς των Υπουργείων, αλλά και με την ΔΕΗ, δυστυχώς δεν υπήρξε καμία σημαντική απόφαση, πέραν από υποσχέσεις που δεν υλοποιήθηκαν ποτέ. Από την 1η Ιανουαρίου 2013 η ενσωμάτωση και του κόστους εκπομπών Διοξειδίου του Άνθρακα (CO2) στα τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας αυξάνει επιπλέον κατά 12%-14% το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας σε όλες τις βιομηχανίες, με συνέπειες, που, χωρίς υπερβολή, μπορεί να είναι τραγικές, τόσο για το εγχώριο δυναμικό όσο και για το εισόδημα και την εργασία. Από το Σύνδεσμο αναφέρεται ενδεικτικά ότι, οι περισσότερες βιομηχανικές επιχειρήσεις, που ανήκουν στην Μέσης και Υψηλής Τάσης, απειλούνται με κατάρρευση εξαντλημένες οικονομικά, καθώς έχουν φθάσει στα όρια των αντοχών τους λόγω της συγκυρίας, που, όμως, επιτείνεται αποφασιστικά από το πολύ υψηλό κόστος ενέργειας. Στην επιστολή του αναφέρεται ότι η απευθείας επικοινωνία με το Πρωθυπουργό αποφασίσθηκε από το Σύνδεσμο, διότι, πλέον, το διακύβευμα για τη χώρα είναι τεράστιο. Από το κατά πόσο επιτυχής θα είναι η προσπάθεια των επιχειρήσεων για επιβίωση εξαρτώνται όχι μόνον η διατήρηση του εγχώριου παραγωγικού ιστού, αλλά και η στήριξη της βαλλόμενης κοινωνικής συνοχής, η οποία κινδυνεύει σοβαρά να διαρραγεί περαιτέρω από απώλεια χιλιάδων παραγωγικών θέσεων εργασίας. Στην προσπάθεια και την αγωνία των ελληνικών μεταποιητικών επιχειρήσεων για επιβίωση, ο Σύνδεσμος ζητά την πλέον αποφασιστική παρέμβαση του Πρωθυπουργού, ώστε να ληφθούν μέτρα στήριξης των βιομηχανιών έντασης ενέργειας αντίστοιχα με τα μέτρα που εφαρμόζονται στις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες . Ολοκληρώνοντας τη παρέμβασή του, από το Σύνδεσμο εκφράζεται η βεβαιότητα για την θετική ανταπόκριση αναλυτικής παρουσίασης των προτάσεών του. Ήτοι 1. Μείωση του ΕΦΚ στο ελάχιστο της οδηγίας για όλες τις βιομηχανίες με ετήσια κατανάλωση μεγαλύτερη από από 10GWH ( Ολλανδικό μοντέλο ,με ισοδύναμη αύξηση για τους υπόλοιπους καταναλωτές από 5 Ευρώ/Mwh σε 5,8/Μwh ) 2. Θέσπιση ενός Εθνικού Μηχανισμού Διαχείρισης και Επιμερισμού του κόστους Αερίων Ρύπων με βάση τις Κατευθυντήριες Γραμμές 3. Μείωση του ανταγωνιστικού μέρους των βιομηχανικών τιμολογίων στα επίπεδα των τιμών του 2011 4. Επιμερισμός τελών ΕΤΜΕΑΡ και ΥΚΩ βάσει του Αυστριακού μοντέλου.
ΓΡΑΦΕΙΟ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
9 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2013: ΔΕΗ - ΕΞΙΣΩΣΗ ΤΙΜΟΛΟΓΙΩΝ ΜΤ & ΥΤ ΓΙΑ ΤΙΣ ΡΥΘΜΙΖΟΜΕΝΕΣ ΧΡΕΩΣΕΙΣ. Ο Σύνδεσμος με υπόμνημά του προς τους κ.κ. Αντώνη Σαμαρά, Πρόεδρο της Ελληνικής Κυβέρνησης, Ιωάννη Στουρνάρα, Υπουργό Οικονομικών, Ιωάννη Μανιάτη, Υπουργό ΠΕΚΑ, Ασημάκη Παπαγεωργίου Υφυπουργό ΠΕΚΑ και Νικόλαο Βασιλάκο, Πρόεδρο Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας αναφέρθηκε στο γνωστό θέμα της εξίσωση ρυθμιζόμενων χρεώσεων ΕΤΜΕΑΡ, ΥΚΩ και ΕΦΚ των μεγάλων βιομηχανιών Μέσης Τάσης (ΜΤ) με εκείνες της Υψηλής Τάσης (ΥΤ), επισημαίνοντας ότι η μεγάλη παρατηρούμενη καθυστέρηση είναι ανεξήγητη αλλά και ικανή να προκαλέσει ανεπανόρθωτα προβλήματα στις παραγωγικές μονάδες. Ειδικότερα, όπως τονίσθηκε, η όποια μείωση των τιμολογίων από την ΔΕΗ μέσω των νέων συμβάσεων των μεγάλων βιομηχανιών ΜΤ, που εξίσωσαν το ανταγωνιστικό σκέλος του τιμολογίου με εκείνο της ΥΤ κινδυνεύει να ακυρωθεί λόγω της αναμενόμενης υψηλής αύξησης της χρέωσης ρύπων μετά την έγκριση του backloading από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η κυβέρνηση παρά τις σχετικές εξαγγελίες, μέχρι και σήμερα, δεν έχει προχωρήσει στην πλήρη εξίσωση των τιμολογίων ΜΤ και ΥΤ όσον αφορά τις ρυθμιζόμενες χρεώσεις ΥΚΩ, ΕΤΜΕΑΡ και ΕΦΚ, παρόλο ότι το κόστος της ρύθμισης ανέρχεται μόνο σε 15,7εκ Ευρώ σε σύνολο δαπάνης 1,84 δις Ευρώ. Ο Σύνδεσμος αναφέρει στην επιστολή του ότι η καθυστέρηση αυτή είναι αναίτια ενώ τα νέα τιμολόγια της ΔΕΗ δεν λύνουν το πρόβλημα βιωσιμότητας των βιομηχανιών σε καμία περίπτωση. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ΡΑΕ με την υπ΄ αριθμ. Ο-55579-24/7/2013 επιστολή της περί «Διερεύνησης της δυνατότητας μείωσης των ρυθμιζόμενων χρεώσεων ΥΚΩ, ΕΤΜΕΑΡ και ΕΦΚ στις μεγάλες βιομηχανίες Μέσης Τάσης» σημειώνει : «…Η Αρχή προτείνει, συνεπώς, τη νομική εξίσωση του ζητήματος από το Υπουργείο σας, δεδομένου ότι η εφαρμογή της εν λόγω πρότασης απαιτεί νομοθετική ρύθμιση ( στην περίπτωση των χρεώσεων ΥΚΩ και ΕΦΚ) ,ή τροποποίηση της σχετικής μεθοδολογίας (ΕΤΜΕΑΡ-Άρθρο143 του ν.4001/2011)» και γνωμοδότησε θετικά. Τέλος, εν όψει της γνωμοδότησης της ΡΑΕ για το ΕΤΜΕΑΡ του 2014 ο Σύνδεσμος καλεί το Υπουργείο να δώσει τη σύμφωνη γνώμη προς την ΡΑΕ ώστε να προχωρήσει στην σχετική τροποποίηση. Επίσης ζητά να γνωστοποιηθεί ο χρόνος κατάθεσης της σχετικής νομοθετικής ρύθμισης για την μείωση των ΥΚΩ και του ΕΦΚ ως ανωτέρω. Τα χρονικά περιθώρια έχουν εξαντληθεί. Σε αντίθετη περίπτωση οι Βιομηχανίες Μέσης Τάσης δηλώνουν την αδυναμία καταβολής 13,5 Ευρώ/MWH επιπλέον των όσων καταβάλλει η ΥΤ.
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
13 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2013: ΑΝΤΙΘΕΤΟΣ Ο ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΣΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΑΚΙΝΗΤΩΝ. Την αντίθεσή του στις προθέσεις της Κυβέρνησης να εντάξει στο νέο ενιαίο φόρο ακινήτων τα ακίνητα, που χρησιμοποιούνται στη μεταποιητική διαδικασία εξέφρασε ο Σύνδεσμος με επιστολή του προς τον Υπουργό Οικονομικών κ. Ιωάννη Στουρνάρα, καθώς όπως αναφέρει, μία νέα επιβάρυνση και μάλιστα του μεγέθους αυτού, θα οξύνει περαιτέρω τα σημαντικότατα προβλήματα ρευστότητας και ανταγωνιστικότητας, που αντιμετωπίζει η εγχώρια παραγωγική κοινότητα. Στην επιστολή σημειώνεται Αναγνωρίζουμε, αυτή τη κρίσιμη περίοδο, την αναγκαιότητα συμβολής όλων στην προσπάθεια εξόδου της οικονομίας της χώρας από την κρίση. Η αναγνώριση ωστόσο αυτή δεν καθιστά αυτονόητη την πλήρη οικονομική εξάντληση των παραγωγικών επιχειρήσεων, που αποτελούν και την μοναδική ελπίδα υποβοήθησης της ανάκαμψης, της στήριξης της απασχόλησης και του εισοδήματος. Επιπλέον, ο Σύνδεσμος επισημαίνει ότι δεν θεωρεί ότι έχει έρμα η πολιτική που συνεχίζει και επιμένει στη επιβολή με άμεσο ή έμμεσο τρόπο φόρων στο κεφάλαιο των επιχειρήσεων, δεδομένου ότι υπονομεύει την βιωσιμότητα των μονάδων, οι οποίες, σήμερα, αγωνιωδώς αναζητούν οικονομική ρευστότητα για την εξυπηρέτηση στοιχειωδών υποχρεώσεων. Εκφράζει δε την πίστη ότι οι ειλικρινείς προσπάθειες για την ανάκαμψη περνούν από πολιτικές ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας του υγιούς τμήματος της ελληνικής οικονομίας, που είναι οι εξαγωγικές επιχειρήσεις. Δηλαδή, του τμήματος εκείνου, που παρά το δυσμενές χρηματοοικονομικό περιβάλλον συνεχίζει να επενδύει, κερδίζει διεθνείς αγορές, διατηρεί υγιείς θέσεις εργασίας, είναι συνεπές στις υποχρεώσεις του. Οι αντοχές αυτού του ελπιδοφόρου τμήματος περιορίζονται δραματικά, και με κυβερνητικές επιλογές. Μία από αυτές θα είναι και η ενδεχόμενη ένταξη των βιομηχανικών ακινήτων στον Ενιαίο Φόρο Ακινήτων. Τέλος θεωρώντας ότι θα ήταν άστοχη επιλογή, για βραχυπρόθεσμους σκοπούς να επιβαρυνθεί ο στόχος της ανάκαμψης, εκφράζει προς τον Υπουργό το αίτημα για την άμεση επανεξέταση του θέματος και την απαλλαγή των βιομηχανικών ακινήτων από τον ενιαίο φόρο ακινήτων. 21 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2013: ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΑΓΜΑΤΟΠΟΙΙΑΣ. Στο καθεστώς λειτουργίας των εγκαταστάσεων των επιχειρήσεων της χώρας, που ασκούν δραστηριότητες οινοποιίας, αποσταγματοποιίας και ποτοποιίας και ειδικότερα στην συστέγαση και συλλειτουργία των δραστηριοτήτων αυτών αναφέρεται η επιστολή που εστάλη από το Σύνδεσμο στον Υπουργό Οικονομικών κ. Ιωάννη Στουρνάρα και στον Υφυπουργό Οικονομικών κ. Γεώργιο Μαυραγάνη. Όπως αναφέρεται από το Σύνδεσμο, μέχρι πριν το 1988, που η διακίνηση τσίπουρου επιτρεπόταν μόνον σε συγκεκριμένους Νομούς της χώρας και όχι σε τυποποιημένη συσκευασία, απαγορευόταν η συστέγαση των οινοποιητικών δραστηριοτήτων με αυτές της ποτοποιίας. Την περίοδο εκείνη η αγορά τσίπουρου - τσικουδιάς ήταν ανοργάνωτη και η παραγωγή του προϊόντος προέκυπτε από μικρούς τοπικούς παραγωγούς. Αφότου επιτράπηκε η παραγωγή και ελεύθερη διακίνηση αυτών των προϊόντων, και συνεπώς, η διαμόρφωση κανόνων παρακολούθησης όλων των φάσεων παραγωγής και εμπορίας από το κράτος, η αγορά του προϊόντος συγκροτήθηκε ικανοποιητικά, και σήμερα λειτουργούν για την παραγωγή του τσίπουρου – τσικουδιά εξήντα (60) περίπου επιχειρήσεις αποσταγματοποιίας. Πρόκειται για επιχειρήσεις μεσαίου και μικρού μεγέθους, καλής οργάνωσης, που παράγουν αποστάγματα απολύτως ελεγχόμενα από το κράτος, ακολουθώντας νομοθετικούς κανόνες, που αναφέρονται τόσο στην παραγωγική τους διαδικασίας όσο και στα ποιοτικά χαρακτηριστικά του προϊόντος. Παρά τις θετικές αυτές εξελίξεις, που έχουν σχέση με την οργανωμένη επιχειρηματικότητα, το προϊόν, τα σημαντικά κρατικά έσοδα, αλλά και τους πόρους από εξαγωγική δραστηριότητα των μονάδων, το νομικό καθεστώς λειτουργίας των μονάδων διέπεται από τις προ της ελεύθερης διακίνησης του προϊόντος συνθήκες. Πιο συγκεκριμένα, η ελληνική Πολιτεία υποκρίνεται ότι αδυνατεί να κατανοήσει ότι για την παραγωγή και την εμφιάλωση αποσταγμάτων, υπό συνθήκες σύγχρονων συνθηκών, ακολουθείται η εξής λογική σειρά δραστηριοτήτων: 1. Το οινοποιείο παράγει τα στέμφυλα και τις οινολάσπες και τροφοδοτεί το αποσταγματοποιείο. 2. Το αποσταγματοποιείο παραλαμβάνει τα, από το οινοποιείο, παραγόμενα υποπροϊόντα τα αποστάζει και προωθεί τα παραγόμενα αποστάγματα στο ποτοποιείο, 3. Το ποτοποιείο, παραλαμβάνει το τσίπουρο, το τυποποιεί, το εμφιαλώνει και το διακινεί. Επιμένει να μην επιτρέπει την επίσημη συστέγαση και συλλειτουργία οινοποιείων με ποτοποιεία (!!!), παρά το γεγονός ότι γνωρίζει πως
αυτό συμβαίνει ως λογική συνέπεια της ελεύθερης διακίνησης του προϊόντος. Αντ΄ αυτού, προσφεύγει σε ενδιάμεσες λύσεις, όπωςα) έκδοση προσωρινών αδειών λειτουργίας για τα ποτοποιεία που προϋπάρχουν του ν. 2969/2001, ή ορισμένου χρόνου, ή β) υποχρεώνοντας τους αποσταγματοποιούς με μεταγενέστερες άδειες λειτουργίας, να μεταφέρουν τα παραγόμενα αποστάγματα σε ποτοποιούς, που δεν είναι οινοποιοί για να τα εμφιαλώσουν υπό μορφή φασόν, με αποτέλεσμα, οι νόμιμα λειτουργούσες επιχειρήσεις να βιώνουν ένα εξαιρετικά αντιφατικό και αβέβαιο καθεστώς λειτουργίας. Για το Σύνδεσμο, όπως αναφέρει στην επιστολή του, η κορυφή της αντιφατικότητας βρίσκεται στο γεγονός ότι ενώ ισχύει η απαγόρευση της συστέγασης και συλλειτουργίας, λόγω άρνησης του Υπουργείου Οικονομικών να εκσυγχρονίσει το καθεστώς λειτουργίας των μονάδων, την ίδια στιγμή, άλλες υπηρεσίες του ίδιου Υπουργείου, όπως οι Τελωνειακές Αρχές, ή οι κατά τόπους Διευθύνσεις του Χημείου του Κράτους, ελέγχουν την νομιμότητα της λειτουργίας των επιχειρήσεων και παρακολουθούν την απελευθέρωση ή την εφαρμογή κανόνων ποιότητας των αποσταγμάτων. Είναι προφανές, τονίζεται, ότι το υπό συζήτηση θέμα είναι ένα ακόμη από μία σειρά πολλών περιπτώσεων αδυναμίας του κράτους να κατανοήσει ότι η οργάνωση των αγορών είναι μία σοβαρή υπόθεση, που απαιτεί αποσαφήνιση, διάρκεια και διαφάνεια στους κανόνες λειτουργίας. Σήμερα, παραγωγικές επενδύσεις που αφορούν τον κλάδο της αποσταγματοποιίας –ποτοποιίας - οινοποιίας ,που επενδύουν, δημιουργούν βιώσιμες θέσεις απασχόλησης, αποδίδουν έσοδα στο κράτος, εξάγουν, τονώνουν το εισόδημα διαφόρων άλλων παραγωγικών ομάδων, ζουν υπό το καθεστώς της αβεβαιότητας διότι το ελληνικό κράτος αποφεύγει να εκσυγχρονίσει την νομοθεσία που αφορά την λειτουργία του κλάδου Από το Σύνδεσμο εκφράζεται η βεβαιότητα για τη κατανόηση του όλου θέματος και την άμεση παρέμβαση της ηγεσίας του Υπουργείου, ώστε να καθοριστούν οι όροι αδειοδότησης και σύγχρονης λειτουργίας των επιχειρήσεων παραγωγής τσίπουρου. 16 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2013: ΑΘΕΜΙΤΟΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΛΟΓΩ ΤΗΣ ΔΙΑΚΙΝΗΣΗΣ ΧΥΜΑ ΑΦΟΡΟΛΟΓΗΤΟΥ ΤΣΙΠΟΥΡΟΥ. Ο Σύνδεσμος με επιστολή του στον Υπουργό Οικονομικών κ. Ιωάννη Στουρνάρα και στον Υφυπουργό Οικονομικών κ. Μαυραγάνη, αναφέρθηκε στο σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις αποσταγματοποιίας, οινοποιίας και ποτοποιίας, από τον υφιστάμενο αθέμιτο και εξοντωτικό ανταγωνισμό, λόγω του ανεξέλεγκτου καθεστώτος διακίνησης χύμα αφορολόγητου τσίπουρου, προϊόν παραγωγής των διήμερων αποσταγματοποιών. Αναλυτικά όπως τονίστηκε στην επιστολή: Είναι εντυπωσιακό, ότι 22 χρόνια μετά την άδεια ελεύθερης διακίνησης τυποποιημένου και αυστηρά ελεγχόμενου τσίπουρου, η αγορά του συγκεκριμένου προϊόντος αντί να αναπτύσσεται, υπονομεύεται από την ανεξέλεγκτη λειτουργία των διήμερων αποσταγματοποιών. Πέραν του αθέμιτου ανταγωνισμού, η παραγωγή και η διακίνηση χύμα τσίπουρου συνεπάγεται σοβαρές απώλειες σε δημόσια έσοδα από φόρους και εγκυμονεί κινδύνους για τη δημόσια υγεία. Αν στην εικόνα αυτή συνυπολογιστούν και οι διαφυγόντες φόροι, από το συχνό φαινόμενο της παράνομης εισαγωγής χύμα τσίπουρου από βαλκανικές χώρες, το οποίο διατίθεται στην αγορά σαν τσίπουρο Ελλήνων διήμερων, οι συνολικές απώλειες εσόδων από μη εισπραχθέντες φόρους ανέρχονται σε πολλά εκατομμύρια ευρώ. Και όλα αυτά συμβαίνουν στην λογική μιας δήθεν ενισχυτικής πολιτικής του αγροτικού εισοδήματος, που όμως είναι γνωστό ότι αποσαθρώνει τα θεμέλια της επίσημης, νόμιμης και ελεγχόμενης παραγωγικής κοινότητας των ελληνικών αποσταγματοποιείων. Ο Σύνδεσμος πιστεύει ότι η αγορά του κάθε προϊόντος ενισχύεται όταν οι κανόνες είναι σαφείς και τηρούνται από όλους όσοι την υπηρετούν. Γι’ αυτό και θεωρεί ότι άμεσα θα πρέπει να επέμβει η Πολιτεία ώστε να διασφαλισθούν υγιείς κανόνες ανταγωνισμού. Έχοντας ο Σύνδεσμος διερευνήσει το όλο θέμα μεταξύ των Ελλήνων φορολογούμενων αποσταγματοποιών, εκφράζει την εκτίμηση ότι οι παρακάτω προτάσεις του έχουν την δυνατότητα να δημιουργήσουν ευταξία στο όλο θέμα: 1. Να αναμορφωθεί το νομικό καθεστώς του Ν.2969/2001 με γνώμονα την ανάγκη περιορισμού της απόσταξης υπό καθεστώς μικρών αποσταγματοποιών, έτσι ώστε να μην ενθαρρύνεται ακουσίως απ΄ το νομοθετικό πλαίσιο η φοροδιαφυγή. 2. Να δίδεται η δυνατότητα στον κάθε αμπελουργό και μόνον σ’ αυτόν να παράξει το μέγιστο 150lt προϊόντος αποκλειστικά για δική του χρήση και όχι για εμπορία. 3. Να καταργηθεί η εμπορία τσίπουρου και τσικουδιάς των διήμερων. 4. Να δοθούν κίνητρα για τη δημιουργία νέων αποσταγματοποιείων στα πλαίσια συνεταιρισμών, με μέλη διήμερους αποσταγματοποιούς, τα οποία θα λειτουργούν με τις προδιαγραφές λειτουργίας των επίσημων αποσταγματοποιειών. 5. Να απαγορευτεί η κατανάλωση χύμα τσίπουρου στα
καταστήματα μαζικής εστίασης, κάτι το οποίο συμβαδίζει με την ανάγκη προστασίας της δημόσιας υγείας σε μια ευνομούμενη ευρωπαϊκή πολιτεία, όσο και με το πνεύμα της αναγνώρισης του χύμα τσίπουρου ως προϊόντος αποκλειστικά για οικογενειακή και όχι για εμπορική χρήση. 6. Όλα τα αλκοολούχα ποτά, που διακινούνται στα καταστήματα, αλλά και στην επιτόπια κατανάλωση, συνεπώς και το εν λόγω προϊόν, θα πρέπει να διακινούνται εμφιαλωμένα στις επιτρεπόμενες για τα αλκοολούχα ποτά προσυσκευασίες (δηλαδή, σε γυάλινες και όχι σε πλαστικές φιάλες, χύμα, όπως συμβαίνει με το τσίπουρο διημέρων και μάλιστα σε πολλές τουριστικές περιοχές), ώστε να υπάρχει ιχνηλασιμότητα και προστασία της υγείας του καταναλωτή. 7. Να επανεξεταστούν οι μέθοδοι ελέγχου και οι διασταυρώσεις στοιχείων με έμφαση στην τελική κατανάλωση του προϊόντος, ώστε να εξακριβώνεται η προέλευση του τελικού τσίπουρου και η καταβολή των απαιτούμενων φόρων. 8. Να πυκνώσουν οι έλεγχοι και να επιβάλλονται νόμιμες, άμεσες και αυστηρές κυρώσεις στους παραβάτες. Για την πληρέστερη ενημέρωσή τους επισυνάφθηκε αναλυτική παρουσίαση του καθεστώτος διακίνησης τσίπουρου διαχρονικά. Ολοκληρώνοντας εκφράστηκε η βεβαιότητα ότι κατανοώντας απόλυτα το όλο θέμα και συμμεριζόμενοι την άποψη μας ότι αποτελεί ευθύνη της Πολιτείας η εξασφάλιση όρων υγιούς ανταγωνισμού, για την αποτελεσματική λειτουργία του ιδιωτικού τομέα ώστε να συμβάλει στην επιδιωκόμενη ανάπτυξη, το αρμόδιο Υπουργείο θα θελήσει να παρέμβει άμεσα, ώστε να δοθεί οριστική λύση ενός χρονίζοντος σοβαρού προβλήματος. 20 ΙΟΥΝΙΟΥ 2013: ΣΥΣΤΑΣΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΔΙΑΚΙΝΗΣΗΣ ΧΥΜΑ ΤΣΙΠΟΥΡΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΜΙΚΡΟΥΣ (ΔΙΗΜΕΡΟΥΣ) ΑΠΟΣΤΑΓΜΑΤΟΠΟΙΟΥΣ. Σε συνέχεια των επιστολών του Συνδέσμου, σχετικά με το καθεστώς της παραγωγής και διακίνησης τσίπουρου από τους μικρούς αποσταγματοποιούς (διήμερους), καθώς και του υπ’ αριθμ ΔΑΦΚ Γ 5020774 ΕΞ 2013 απαντητικού εγγράφου της Διεύθυνσης Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης, της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, ο Σύνδεσμος με επιστολή του στον Υπουργό Οικονομικών κ. Ιωάννη Στουρνάρα και στον Υφυπουργό Οικονομικών κ. Γεώργιο Μαυραγάνη επεσήμανε τα κάτωθι: Όπως αναφέρεται στο απαντητικό έγγραφο του Υπουργείου, το εν λόγω καθεστώς επανεξετάζεται στο σύνολό του από την Ευκαιριακή Επιτροπή, η οποία συνεστήθη με την υπ’ αριθμ Δ6Α1180481ΕΞ2012 Απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών της 28.12.2012 (ΦΕΚ 595/Υ.Ο.Δ.Δ./31.12.2012). Ωστόσο, όπως τονίζεται, από την ανάγνωση της σύστασης της εν λόγω Επιτροπής προκαλεί αρνητική εντύπωση το γεγονός ότι δεν κλήθηκαν να συμμετάσχουν στις εργασίες της εκπρόσωποι των οργανωμένων παραγωγικών μονάδων του κλάδου της αποσταγματοποιίας, οινοποιίας και ποτοποιίας, οι οποίες είναι αυτές που υφίστανται τον αθέμιτο και εξοντωτικό ανταγωνισμό, από το καθεστώς διακίνησης χύμα αφορολόγητου τσίπουρου, προϊόν παραγωγής των μικρών αποσταγματοποιών (διήμερων), αν και οι ίδιες επενδύουν, δημιουργούν βιώσιμες θέσεις απασχόλησης, εξάγουν και αποδίδουν έσοδα στο κράτος. Αντίθετα, στην Ευκαιριακή Επιτροπή ορίστηκαν ως μέλη τέσσερεις (4) εκπρόσωποι συλλόγων αμβυκούχων, αμπελουργών και παραδοσιακών αποσταγματοποιών, πλην των 3 υπαλλήλων του Υπουργείου. Επιπλέον, σύμφωνα με την τελευταία παράγραφο του μοναδικού άρθρου της προαναφερθείσης Απόφασης, η Ευκαιριακή Επιτροπή θα είχε ολοκληρώσει τις εργασίες εντός δεκαπενθημέρου από την υπογραφή της Απόφασης (28/12/2012) και θα υπέβαλε το πόρισμα της στο Γραφείο του Υφυπουργού Οικονομικών, δηλαδή μέχρι την 12 Ιανουαρίου 2013. Θεωρούμε συνεπώς αυτονόητο, ότι μετά την πάροδο εύλογου χρονικού διαστήματος η διαδικασία αυτή έχει ήδη ολοκληρωθεί, και επιθυμούμε όπως μας αποστείλει η αρμόδια Υπηρεσία το τελικό πόρισμα της Ευκαιριακής Επιτροπής, το οποίο για άγνωστους λόγους δεν έχουμε παραλάβει, καθότι το περιεχόμενο του ενδιαφέρει άμεσα τα συμφέροντα των επιχειρήσεων-μελών μας του κλάδου αποσταγματοποιίας, οινοποιίας και ποτοποιίας. Καταλήγοντας ο Σύνδεσμος εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι κατανοώντας το όλο θέμα και συμμεριζόμενοι τη άποψη του, ότι αποτελεί ευθύνη της Πολιτείας η εξασφάλιση όρων υγιούς ανταγωνισμού, για την αποτελεσματική λειτουργία του ιδιωτικού τομέα, ώστε να συμβάλει στην επιδιωκόμενη ανάπτυξη, το Υπουργείο θα θελήσει να παρέμβει, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις θέσεις όλων των εμπλεκόμενων μερών, ώστε η επανεξέταση του καθεστώτος λειτουργίας των μικρών αποσταγματοποιών (διήμερων) να οδηγήσει σε δίκαιη, οριστική λύση ενός χρονίζοντος σοβαρού προβλήματος.
15 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2013: ΑΝΤΙΘΕΤΟΣ Ο ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΣΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΑΦΟΡΟΛΟΓΗΤΩΝ ΑΠΟΘΕΜΑΤΙΚΩΝ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Με επιστολή του ο Σύνδεσμος προς τον Υπουργό Οικονομικών κ. Ιωάννη Στουρνάρα, αναφέρεται στην αιφνίδια απόφαση, χωρίς προηγούμενη διαβούλευση, φορολόγησης με τον νέο Κ.Φ.Ε. (Ν. 4172/2013), των αφορολόγητων αποθεματικών των επιχειρήσεων και την κατάργησή τους από 1 Ιανουαρίου 2015. Θυμίζει ότι με το άρθρο 72 και τις παραγράφου 11 και 12 του Νόμου αντίστοιχα, ορίσθηκε ότι: α) Τα μη διανεμηθέντα ή κεφαλαιοποιηθέντα αποθεματικά που εμφανίζονται στο τελευταίο ισολογισμό πριν από την 1.1.2014 και προέρχονται από μη φορολογηθέντα κέρδη κατ’ εφαρμογή του Ν. 2238/1994, σε περίπτωση διανομής ή κεφαλαιοποίησης φορολογούνται αυτοτελώς με συντελεστή 15%, ενώ από 1/1/2014 συμψηφίζονται υποχρεωτικά στο τέλος κάθε έτους με ζημίες της τελευταίας πενταετίας και μέχρι εξάντλησής τους, εκτός αν διανεμηθούν ή κεφαλαιοποιηθούν οπότε υπόκεινται σε αυτοτελή φορολόγηση με συντελεστή 19%. Και στις δύο περιπτώσεις με τη καταβολή του φόρου εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση τόσο του νομικού προσώπου όσο και των μετόχων-εταίρων και β) Από την 1 η Ιανουαρίου 2015 δεν επιτρέπεται η τήρηση ειδικών λογαριασμών αφορολόγητου αποθεματικού. Ο Σύνδεσμος θεωρεί πραγματικά αδιανόητο, σε μία χρονική περίοδο, που οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν εξαντλητικά προβλήματα εξ αιτίας της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης και των έντονων πιέσεων της ισχνής ρευστότητας, η Πολιτεία, αντί στήριξης, να θεσπίζει νέα πρόσθετα επιβαρυντικά μέτρα, που εκτός από δυσβάσταχτα, υπονομεύουν την πρόνοια εκείνων των μονάδων, που είχαν την δυνατότητα, αξιοποιώντας το υφιστάμενο φορολογικό καθεστώς, να δημιουργήσουν αποθεματικά, για την αντιμετώπιση δύσκολων οικονομικών συνθηκών. Κι αυτό διότι, μέσα σε ένα τοπίο ανασφάλειας και αβεβαιότητας καλούνται αιφνιδίως και αδικαιολόγητα, να αναπροσαρμόσουν τα σχέδιά τους που με δυσκολίες κατάρτισαν και να καταβάλλουν στο κράτος μεγάλα ποσά φόρων, που ανάγονται σε κέρδη πολλών ετών. Πραγματικά φαίνεται παράδοξο, να οδηγούνται σε αφαίμαξη και οικονομικό μαρασμό παραγωγικές μονάδες που αποτελούν την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας, με μοναδικό αντίτιμο την διατήρηση της κρατικής σπατάλης, σε επίπεδα, που δεν αντέχει να χρηματοδοτεί η ζώσα οικονομία. Ο Σύνδεσμος εκτιμά ότι το συγκεκριμένο μέτρο, μπορεί να είχε νόημα, όταν η αγορά βίωνε συνθήκες ανάπτυξης και κινούνταν σε ανοδική πορεία. Σήμερα, όμως, υπό τη πίεση της μεγάλης κρίσης που διέρχεται η οικονομία, ο υποχρεωτικός συμψηφισμός ή και φορολόγηση των αποθεματικών δεν πρόκειται, παρά για ακόμα μία «επιδρομή» στο κεφάλαιο, ελλείψει κερδών, των επιχειρήσεων, που, τελικά, δοκιμάζει την αξιοπιστία της Πολιτείας για στήριξη της επιχειρηματικότητας και μάλιστα, των επιχειρήσεων εκείνων, που παρά τα προβλήματα, δεν εγκατέλειψαν τη προσπάθεια και συνεχίζουν να διατηρούν πολύτιμες θέσεις εργασίας, προσφέροντας στην Ελληνική οικονομία τις ανάσες που χρειάζεται για να επιβιώσει και να αναπτυχθεί. Ο Σύνδεσμος επισημαίνει ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση που εξυπηρετεί ταμειακούς σκοπούς βραχυπρόθεσμης απόδοσης, αγνοώντας τις ευρύτερες συνέπειες που έχει στο κατ’ εξοχήν παραγωγικό τμήμα της ελληνικής οικονομίας, βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση προς τις διακηρυγμένες θέσεις της Πολιτείας για αναβάθμιση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος με την αποφυγή άστοχων επιλογών και παρεμβάσεων, οι οποίες ανακόπτουν την προσπάθεια που γίνεται για την σταδιακή μετάβαση της χώρας σε τροχιά ανάκαμψης. Και υποβάλλει αίτημα για την άμεση επανεξέταση του θέματος και την απόσυρση αυτού.
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ
9 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2013: ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΓΧΩΡΙΑΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΧΑΛΥΒΔΟΣΩΛΗΝΩΝ. Με υπόμνημά του προς τον Υπουργό Οικονομικών κ. Ιωάννη Στουρνάρα, τον Υπουργό Υποδομών Μεταφορών & Δικτύων κ. Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, και τον Υπουργό Επικρατείας κ. Δημήτριο Σταμάτη ο Σύνδεσμος επισήμανε τα πρόσθετα, -πέραν των όσων αντιμετωπίζει το σύνολο της ελληνικής παραγωγής - σοβαρά προβλήματα, που αντιμετωπίζει η εγχώρια βιομηχανία παραγωγής χαλυβδοσωλήνων, εξ’ αιτίας της αδυναμίας συμμετοχής της σε Δημόσια Έργα μεταφοράς νερού για ύδρευση και άρδευση, και η οποία αδυναμία πηγάζει είτε από το γεγονός ότι δεν της παρέχονται ίσες ευκαιρίες με τους εισαγωγείς, είτε διότι εσωτερικά εφαρμοζόμενες πρακτικές την αποκλείουν πάραυτα. Κατ’ αρχήν, όπως υπογραμμίζεται στην επιστολή, η ελληνική Βιομηχανία παραγωγής χαλυβδοσωλήνων έχει φροντίσει να επενδύσει σημαντικά κεφάλαια στον εκσυγχρονισμό της σε τεχνολογία, στην ποιότητα (προϊόντα με κατάλληλες επενδύσεις προστασίας εσωτερικά και εξωτερικά) και στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των προϊόντων της, εφαρμόζοντας τα πλέον αυστηρά ευρωπαϊκά πρότυπα και ικανοποιώντας τις απαιτήσεις των Ευρωπαϊκών Κανονισμών. Σήμερα, ο κλάδος, παρά την πίεση της κρίσης και των αντίξοων συνθηκών, εξακολουθεί να διατηρεί 1.200 θέσεις εργασίας, καταβάλλοντας κάθε δυνατή προσπάθεια να μην εισφέρει στο άγος της ανεργίας. Ο Σύνδεσμος θεωρεί ότι στην προσπάθεια αυτή του κλάδου, επιβάλλεται η θετική συμβολή της Πολιτείας, όχι εισάγοντας πολιτικές προστασίας, αλλά εφαρμόζοντας, επί της ουσίας πρακτικές, που και άλλες χώρες-μέλη της ΕΕ ακολουθούν, για την στήριξη της εγχώριας παραγωγής τους και την ενεργητική καταπολέμηση της ανεργίας. Πιο συγκεκριμένα, όπως αναφέρουν οι επιχειρήσεις – μέλη του Συνδέσμου, είναι εξαιρετικά συχνό το φαινόμενο, Δημόσιες Υπηρεσίες παραγωγής Μελετών και Επίβλεψης Τεχνικών Έργων, να ασκούν προτιμησιακές πολιτικές σε εισαγόμενα προϊόντα παρά το γεγονός ότι η επιλογή αφενός δεν επιβάλλεται από τεχνικές επιταγές και αφετέρου το κόστος είναι εξαιρετικά υψηλό. Είναι χαρακτηριστική αυτής της ακολουθούμενης πρακτικής, η περίπτωση του υπό κατασκευή έργου υδροδότησης οικισμών του Νομού Καρδίτσας, από τον ταμιευτήρα Σμοκόβου. Χωρίς ουσιώδη τεχνικό ή άλλο λόγο επελέγησαν εισαγόμενοι χυτοσιδηροί σωλήνες αντί εγχωρίως παραγόμενοι εσωτερικά και εξωτερικά μονωμένοι, αυξάνοντας το κόστος του έργου κατά τουλάχιστον 1,5 εκ. €, όπως έδειξε σχετική συγκριτική αξιολόγηση του Εργαστηρίου Εγγειοβελτιωτικών Έργων και Διαχείρισης Υδατικών Πόρων του ΕΜΠ. Επιπλέον, είναι εντυπωσιακό, ότι η ελληνική Δημόσια Διοίκηση εφαρμόζει τεχνητά εμπόδια, στην παραγωγή και χρήση χαλυβδοσωλήνων, όμοια με αυτά, που άλλες χώρες ακολουθούν στην προσπάθειά τους να αποτρέψουν εισαγωγές. Είναι χαρακτηριστική η πρακτική που ακολουθείται μετά το 2004, στον τρόπο κοστολόγησης των χαλυβδοσωλήνων. Αυτή γίνεται με το κιλό (!!!) και όχι με το μέτρο, όπως όλοι οι άλλοι τύποι σωλήνων, που κυκλοφορούν στο εμπόριο, που είναι και το αυτονόητο. Τα βασικά επιχειρήματα των υπηρεσιών του Υπουργείου σας είναι ότι υπάρχει η δυνατότητα στους χαλυβδοσωλήνες για την ίδια διάμετρο να προκύπτουν διαφορετικά πάχη ελάσματος και επομένως ο πίνακας τιμών θα είναι μεγάλος. Επίσης, ότι η τιμή ελάσματος ανά κιλό είναι ανεξάρτητη από την διάμετρο και το πάχος του ελάσματος. Προφανώς το πρώτο επιχείρημα είναι έωλο ενώ για το δεύτερο καταρρίπτεται με μία απλή σύγκριση των καταλόγων τιμών των σωληνουργείων. Τέλος, στην αθρόα εισαγωγή χαλυβδοσωλήνων από τρίτες χώρες, χαμηλής τιμής αλλά αμφίβολης ποιότητας είναι πάρα πολύ χρήσιμο να μιμηθούμε άλλους εταίρους μας στην ΕΕ, πχ. Ιταλία, η οποία εφαρμόζει συγκεκριμένο μοντέλο εισαγωγών, για να υποβοηθήσει την εγχώρια παραγωγή της. Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, οι ελληνικές επιχειρήσεις για να μπορέσουν να συμμετάσχουν σε έργα μεταφοράς ύδατος του ελληνικού Δημοσίου πρέπει προηγουμένως να ξεπεράσουν ένα εσωτερικό αρνητικό περιβάλλον, το οποίο είναι σχεδιασμένο μάλλον για να τις αποκλείει παρά να υποβοηθά την συμμετοχή τους. Ενδεχομένως, να διαφεύγει της προσοχής, ότι σήμερα, η κρίση συνθλίβει τις επιχειρήσεις και διογκώνει την ανεργία και ότι τις αρνητικές αυτές συνθήκες αδυνατούν οι επιχειρήσεις από μόνες τους να τις αντιμετωπίσουν. Χρειάζονται την ενεργό συμπαράσταση της Πολιτείας, όπως συμβαίνει σήμερα σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτή, μάλιστα, την περίοδο, όπου αρχίζει να συνειδητοποιείται πλήρως η σπουδαιότητα της Βιομηχανίας στην Ευρωπαϊκή οικονομία, καθώς και η αναγκαιότητα εφαρμογής αποτελεσματικής Βιομηχανικής Πολιτικής, ώστε να αυξηθεί η προστιθέμενη αξία και η ανταγωνιστικότητα της ενωσιακής παραγωγής, μοιάζει αντιφατικό ένας κλάδος της εγχώριας παραγωγής να παραγκωνίζεται επ΄ ωφελεία εισαγωγών. Συνεπώς επειδή το μέγεθος του
προβλήματος είναι απόλυτα κατανοητό ο Σύνδεσμος προτείνει για την αποκατάσταση των όρων εύρυθμης λειτουργίας της εγχώριας παραγωγής: 1. Την άρση των εμποδίων, που εντοπίζονται στα τιμολόγια και άλλες διατάξεις, όπως για παράδειγμα, την επαναφορά της κοστολόγησης των χαλυβδοσωλήνων ανά μέτρο μήκους, όπως ίσχυε και κατάργηση της κοστολόγησης ανά κιλό, που ισχύει σήμερα. 2. Την ορθολογική επιλογή του τύπου των σωλήνων σε κάθε μελέτη, με βάση τεχνικο-οικονομική σύγκριση, μεταξύ διαφόρων τύπων σωλήνων, αναφερόμενη στο συνολικό κόστος της αντίστοιχης κατηγορίας δαπάνης. 3. Την δημιουργία συνθηκών προώθησης των χαλυβδοσωλήνων με σύγχρονες προδιαγραφές ως βασικό σύγχρονο τύπο σωλήνων για την κατασκευή των δικτύων μεταφοράς νερού.
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ
4 ΙΟΥΛΙΟΥ 2013: ΑΝΤΙΘΕΤΟΣ Ο ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΒΟΛΗ ΕΙΣΦΟΡΑΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΚΥΚΛΟΥ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Ο Σύνδεσμος αναφέρθηκε με υπόμνημά του προς τους Υπουργούς Οικονομικών και Εργασίας, κ.κ. Ιωάννη Στουρνάρα και Ιωάννη Βρούτση αντίστοιχα, στην συζητούμενη επιβολή εισφοράς επί του κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων (1-2 τοις χιλίοις), προκειμένου να καλυφθεί το έλλειμμα του ΟΑΕΕ. Ειδικότερα, υπογραμμίστηκε ότι αν και γίνεται κατανοητή η ανάγκη αντιμετώπισης του ανοίγματος του Οργανισμού Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών, μας είναι αδύνατον να κατανοήσουμε, την εμμονή στην καταστροφική λογική της φορολόγησης του κεφαλαίου κατά κανόνα ζημιογόνων επιχειρήσεων. Η πολιτική της εκτόνωσης ολόκληρου σχεδόν του σκέλους της προσαρμογής του δημοσιονομικού και ασφαλιστικού προβλήματος της χώρας, στην εναπομείνασα εγχώρια παραγωγική δραστηριότητα, και όχι στον εξορθολογισμό των δημόσιων δαπανών στο ύψος των πραγματικών δημόσιων εσόδων, εξελίσσεται σε μία επικίνδυνη επιλογή, που υπονομεύει διαρκώς και περισσότερο το ελπιδοφόρο τμήμα της οικονομίας, που συνεχίζει να παράγει, να απασχολεί, να εξάγει. Προφανώς, η βραχυπρόθεσμη αντίληψη «έσοδα απ’ όπου να’ ναι και με όποιο κόστος στην πραγματική οικονομία» αρνείται να αντιληφθεί ότι οι ελληνικές μεταποιητικές επιχειρήσεις – όσες έχουν απομείνει – ζουν πρωτόγνωρες καταστάσεις, χωρίς να ευθύνονται για την δημιουργία τους, στερούμενες τραπεζικής χρηματοδότησης, υφιστάμενες την εξαιρετική πίεση της μειωμένης ζήτησης και περνώντας, η πλειοψηφία από αυτές, στο πεδίο των πραγματικών ζημιών. Είναι χαρακτηριστική η αναφορά της Τράπεζας της Ελλάδος, ότι ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της συνολικής χρηματοδότησης του εγχώριου ιδιωτικού τομέα, τον Μάιο του 2013, διαμορφώθηκε σε -3,7% από -3,4% τον προηγούμενο μήνα, γεγονός που σημαίνει ότι η υποχρηματοδότηση της παραγωγής εντείνεται και δημιουργεί ασφυξία. Συνεπώς, το ερώτημα που προκύπτει και είναι ουσιαστικό είναι, από ποια πηγή θα μπορέσουν οι επιχειρήσεις να χρηματοδοτήσουν τις έκτακτες –έχουν καταστεί πλέον τακτικές – επιβαρύνσεις, που σχεδιάζονται να επιβληθούν, πέραν των όσων έχουν ήδη επιβληθεί. Τέλος ο Σύνδεσμος εξέφρασε την πεποίθηση ότι αποτελεί τόπο κοινής παραδοχής, πως η προοπτική της χώρας στηρίζεται στην διατήρηση εν ζωή του παραγωγικού της ιστού, και ότι θα πρέπει να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια για την εξασφάλιση όρων επιβίωσής του, στην παρούσα χρονική περίοδο. Προς τούτο, ο Σύνδεσμος ζητά, η κάλυψη των ελλειμμάτων του ΟΑΕΕ να αναζητηθεί από άλλες πηγές, που έχουν σχέση με την είσπραξη ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο και τα Ταμεία καθώς και με την πραγματική ανασυγκρότηση του ασφαλιστικού συστήματος. Η παρέμβαση του Συνδέσμου έκλεισε εκφράζοντας τη βεβαιότητα για τη θετική ανταπόκριση των αρμοδίων Υπουργείων, για τη μη επιβολή έκτακτης φορολογίας στον τζίρο των επιχειρήσεων.
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ
26 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2013: ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟ ΝΟΜΟ. Τις επισημάνσεις του εν όψει της κατάθεσης προς ψήφιση στην ελληνική Βουλή, του νέου αναπτυξιακού νόμου, έθεσε ο Σύνδεσμος με επιστολή του, υπόψη του Υφυπουργού Ανάπτυξης Ανταγωνιστικότητας Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων κ. Νότη Μυταράκη, εκτιμώντας ότι η αποδοχή τους θα διευκολύνει σημαντικά την κινητικότητα των επενδύσεων, θα βελτιώσει περαιτέρω τους όρους αξιοπιστίας και αποτελεσματικότητας του καθεστώτος των ενισχύσεων και θα διατηρήσει σε ισχύ τον αναγκαίο προγραμματισμό διάθεσης των οικονομικών πόρων, ώστε να είναι σαφές το ετήσιο ύψος και οι όροι αξιοποίησής τους. Ειδικότερα, αφού αρχικά υπογραμμίζεται ότι ο υπό ψήφιση νόμος εισάγει εξαιρετικές καινοτομικές ρυθμίσεις για την προώθηση των μεγάλων επενδύσεων, από το Σύνδεσμο σημειώνονται τα εξής: 1. Οι ρυθμίσεις απλοποίησης και επιτάχυνσης των αδειοδοτικών διαδικασιών που αφορούν στις στρατηγικές επενδύσεις είναι αναγκαίο να επεκταθούν σε όλες τις επενδύσεις. Προφανώς, η διευκόλυνση των μεγάλων επενδύσεων αποτελεί προτεραιότητα της οικονομίας και της ανάπτυξης. Αποκτά ευρύτερο ωστόσο ενδιαφέρον η επέκταση της διευκόλυνσης αυτής στις εκατοντάδες των μεσαίων και μικρών επενδύσεων, οι οποίες μετά βεβαιότητας πραγματοποιούνται και συνήθως ταλαιπωρούνται παροιμιωδώς κατά την διαδικασία έκδοσης περιβαλλοντικών αδειών Για την αντιμετώπιση της κατάστασης αυτής προτείνονται δύο σημαντικές παρεμβάσεις: Η πρώτη ρύθμιση επιτρέπει σε εγκεκριμένες επενδύσεις να μετακινούνται γεωγραφικά (αντί να ακυρώνονται) όταν υπάρχουν αντιδράσεις κατοίκων και δεν εκδίδονται οι περιβαλλοντικές άδειες (επειδή το Περιφερειακό Συμβούλιο αρνείται να γνωμοδοτήσει). Αυτό συμβαίνει ήδη σε δεκάδες επενδύσεις αξιοποίησης της βιομάζας για παραγωγή ενέργειας, αλλά και άλλες επενδύσεις. Η δεύτερη ρύθμιση επεκτείνει τη διαδικασία επιτάχυνσης των αδειοδοτικών διαδικασιών που ισχύει στις στρατηγικές επενδύσεις και σε όσες επενδύσεις έχουν πρόβλημα και «κολλάνε» στις περιβαλλοντικές άδειες. Αυτό θα βοηθήσει πραγματικά πολλές επενδύσεις που τις υπονομεύει ο λαϊκισμός και η γραφειοκρατία. Ειδικότερα: (Α) Ο τόπος εγκατάστασης μιας νέας επένδυσης κατά την υποβολή είναι ενδεικτικός και δύναται να μεταβάλλεται με απλή δήλωση του φορέα της επένδυσης πριν η μετά την απόφαση υπαγωγής, χωρίς καμία συνέπεια για την υλοποίηση της επένδυσης και την υπαγωγή της στις διατάξεις των αναπτυξιακών νόμων (Ν.3299/2004 και Ν.3908/2011). Η μόνη προϋπόθεση που τίθεται είναι η τελική εγκατάσταση να είναι εντός των ορίων της Περιφερειακής Ενότητας (Νομού) της αρχικής υποβολής. Οι αρμόδιες υπηρεσίες υποχρεούνται να τροποποιούν τις άδειες εγκατάστασης και λειτουργίας, που έχουν ήδη εκδοθεί και αναφέρουν τον αρχικό τόπο εγκατάστασης εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) μηνός από την ημερομηνία αίτησης του φορέα της επένδυσης. (Β) Η διαδικασία έκδοσης περιβαλλοντικών αδειών από τις αρμόδιες αρχές για επενδύσεις οι οποίες έχουν υπαχθεί στους Ν.3299/2004 και Ν.3908/2011 όπως ισχύουν, θα πρέπει να ολοκληρώνεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας δύο (2) μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης του φορέα της επένδυσης. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας αυτής ισχύουν οι διατάξεις του σχετικού Άρθρου του παρόντος νόμου, μετά από αίτηση του φορέα της επένδυσης στη Γενική Γραμματεία Στρατηγικών και Ιδιωτικών Επενδύσεων. 2. Ο υπό ψήφιση νόμος αφαιρεί τις προβλέψεις του 3908/11 για τα είδη των κινήτρων που παρέχονται στα τρία (3) καθεστώτα επενδύσεων (Γενικής Επιχειρηματικότητας, Τεχνολογικής Ανάπτυξης, Περιφερειακής Συνοχής). Ορίζει ότι οι μορφές ενίσχυσης (οικονομικές – φορολογικές) μπορεί να δίνονται μεμονωμένα ή συνδυαστικά, χωρίς να προσδιορίζει ποιος αποφασίζει και σε τι διαφέρουν τα τρία καθεστώτα μεταξύ τους. Σημειώνεται ότι τα κριτήρια αξιολόγησης για τα τρία 3 καθεστώτα είναι διαφορετικά, [το (α) είναι πιο εύκολο από το (γ) και το (γ) πιο εύκολο από το (β)], ότι κάθε έτος πρέπει να οριστεί σε ΥΑ και ΚΥΑ πως κατανέμονται οι επιχορηγήσεις και τα φορολογικά κίνητρα στα 3 καθεστώτα και στις 13 περιφέρειες για το καθεστώς Περιφερειακής Συνοχής. Ο Σύνδεσμος θεωρεί ότι είναι κρίσιμο, να αποσαφηνιστεί το όλο σύστημα ενισχύσεων, ώστε οι επιχειρήσεις να γνωρίζουν τόσο τους κανόνες αξιολόγησης όσο και τους οικονομικούς πόρους, που, κατ΄ έτος, προορίζονται να δεσμευτούν και να κατανεμηθούν ανά καθεστώς ενίσχυσης σε μία ανταγωνιστική διαδικασία. Κλείνοντας, από το Σύνδεσμο εκφράζεται η πίστη ότι οι προτάσεις του ενισχύουν τις πραγματικές επιδιώξεις του νέου νόμου, που είναι η ενίσχυση της επενδυτικής δαπάνης.
9 ΜΑΪΟΥ 2013: ΑΝΤΙΘΕΤΟΣ Ο ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ. Την αντίθεσή του στις επικείμενες αλλαγές που επέρχονται στην διοικητική συγκρότηση του Υπουργείου Ανάπτυξης Ανταγωνιστικότητας Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων, στα πλαίσια της διοικητικής μεταρρύθμισης και ειδικότερα στην κατάργηση της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας και την ένταξή της στην Γενική Γραμματεία Βιομηχανικής και Εμπορικής Πολιτικής ως Γενική Διεύθυνση Επιχειρηματικότητας και Ανταγωνιστικότητας, εξέφρασε ο Σύνδεσμος με επιστολή του στον Υπουργό Ανάπτυξης κ. Κωστή Χατζηδάκη. Όπως αναφέρεται στην επιστολή: Είναι γεγονός ότι η μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης επιβάλλει την αναδιάρθρωση και την σύμπτυξη τομέων πολιτικής, οι οποίοι έχουν περιορισμένη χρησιμότητα στην δημιουργία ενός ευέλικτου και αποτελεσματικού συστήματος. Είναι επίσης αναγκαία η άσκηση πολιτικής περιστολής δαπανών, προσωπικού, υποδομών και άσκοπης γραφειοκρατίας. Ωστόσο, όπως τονίζει στην επιστολή του ο Σύνδεσμος, η υποβάθμιση της Βιομηχανικής Πολιτικής της χώρας σε μία απρόσωπη και αόριστη διεύθυνση επιχειρηματικότητας και ανταγωνιστικότητας, εκτιμάται, ότι όχι μόνον δεν υπακούει στο σωστό κυβερνητικό στόχο για αναδιάρθρωση της Διοίκησης αλλά βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την προσπάθεια που οφείλει να καταβάλει η χώρα για αύξηση της προστιθέμενης αξίας του Εγχώρια παραγόμενου Προϊόντος αλλά και τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που επιδιώκει μέχρι το 2020 βελτίωση της συμμετοχής της Βιομηχανίας στο ευρωπαϊκό ΑΕΠ. Η προσπάθεια δημιουργίας μιας ενιαίας διοικητικής δομής για τα θέματα της ανταγωνιστικότητας, της επιχειρηματικότητας, της μεταποίησης και της βιομηχανίας όπως και του εμπορίου δημιουργεί ένα μόρφωμα, που στερεί την καθαρή στόχευση της ανάπτυξης και ενίσχυσης της παραγωγικής βάσης της χώρας, η οποία αποτελεί αδήριτη ανάγκη και ζητούμενο για την οικονομία και την απασχόληση. Ο Σύνδεσμος πιστεύει πως έχει γίνει πλέον κοινή πεποίθηση ότι το βασικό πρόβλημα ανάπτυξης, που αντιμετωπίζει η χώρα για χρόνια, προήλθε από την απουσία σοβαρής βιομηχανικής πολιτικής, και σαφούς και συνειδητού προσανατολισμού σε πολιτικές, που ενισχύουν την αλυσίδα αξίας του παραγόμενου προϊόντος. Γι΄ αυτό και σήμερα, η αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης είναι η σοβαρότερη διαδρομή, που θα οδηγήσει στο νέο παραγωγικό υπόδειγμα της χώρας. Ολοκληρώνοντας το σκεπτικό του ο Σύνδεσμος επισημαίνει ότι η μεταποιητική βιομηχανία εξακολουθεί να μεταφέρει, ακόμη και στις σημερινές δύσκολες στιγμές, τις σημαντικότερες προσδοκίες ανάπτυξης, απασχόλησης και ευημερίας. Η υποβάθμιση του ρόλου της υποβαθμίζει ουσιαστικά και τις προοπτικές της οικονομίας. Τέλος στην επιστολή του ο Σύνδεσμος υποβάλλει αίτημα για την προσωπική παρέμβαση του Υπουργού, ώστε να παραμείνει ακέραια η Βιομηχανική Πολιτική της χώρας υπό την στέγη της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας.
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
7 ΙΟΥΝΙΟΥ 2013: ΠΑΡΟΧΗ ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ ΓΙΑ ΚΑΤΟΧΗ Ή ΧΡΗΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΠΟΘΗΚΗΣ. Με επιστολή του στον Υπουργό Ανάπτυξης, Μεταφορών, Υποδομών & Δικτύων, κ. Κωστή Χατζηδάκη, καθώς επίσης και προς τους κ.κ. Ιωάννη Στουρνάρα, Υπουργό Οικονομικών, Γεώργιο Μαυραγάνη, Υφυπουργό Οικονομικών και Αθανάσιο Σκορδά, Υφυπουργό Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών & Δικτύων, ο Σύνδεσμος αναφέρθηκε στην παροχή εγγυήσεων για κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατέχει ή χρησιμοποιεί φορολογική αποθήκη στην οποία βρίσκονται προϊόντα που υπάγονται στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης, ΕΦΚ, τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής του φόρου. Ειδικότερα, σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης υπ’ αριθ. Φ. 883/530/16-9-1999 Α.Υ.Ο. (ΦΕΚ 1872/Β/13.10.1999) «Όροι και προϋποθέσεις χορήγησης άδειας εγκεκριμένου αποθηκευτή», που αφορούν στην παροχή εγγυήσεων για κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατέχει ή χρησιμοποιεί φορολογική αποθήκη στην οποία βρίσκονται προϊόντα που υπάγονται στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης, ΕΦΚ τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής του φόρου και τα οποία παράγει, μεταποιεί, κατέχει, παραλαμβάνει, αποστέλλει και εξάγει στα πλαίσια της άσκησης του επιτηδεύματος του και η οποία έχει συσταθεί κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 10 του Ν. 2127/1993 και της αριθμ. Δ.423/276/19-31993 (ΦΕΚ 252/Β) Α.Υ.Ο. εκδίδεται μόνο μια άδεια εγκεκριμένου αποθηκευτή, ανεξάρτητα από την κατηγορία των προϊόντων, από τον αριθμό των φορολογικών αποθηκών που έχουν συσταθεί και τον χώρο της επικράτειας στον οποίο βρίσκονται οι αποθήκες αυτές. Σύμφωνα επίσης με το άρθρο 3 της παραπάνω Α.Υ.Ο. ο αποθηκευτής υποχρεούται να καταθέσει στην αρμόδια για την έκδοση της άδειας Τελωνειακή Περιφέρεια οικονομική εγγύηση (χρηματική, τραπεζική, ασφαλιστήριο συμβόλαιο) η οποία καλύπτει την παραγωγή, μεταποίηση, κατοχή, την εσωτερική και ενδοκοινοτική διακίνηση και την εξαγωγή των προϊόντων που υπόκεινται σε Ε.Φ.Κ. μόνο στην περίπτωση που στη φορολογική αποθήκη δεν υπάρχει διαρκής παρουσία της Τελωνειακής Υπηρεσίας η οποία ασκεί συνεχή έλεγχο και εποπτεία. Έτσι λοιπόν, για τα πετρελαιοειδή προϊόντα (άρα και για το βιοντίζελ σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 1 του Ν. 3423/2005 όπως ισχύει) εφόσον η φορολογική αποθήκη βρίσκεται σε χώρο όπου δεν υπάρχει διαρκής παρουσία της Τελωνειακής Υπηρεσίας το ύψος των εγγυήσεων ορίζεται ως εξής: Για Φορολογική Αποθήκη Παραγωγού ή Μεταποιητή απαιτείται εγγύηση ίση με το 5% του καταβληθέντος κατά το προηγούμενο έτος συνολικού ποσού Ε.Φ.Κ. Για Φορολογική Αποθήκη προσώπου που μόνο κατέχει απαιτείται εγγύηση ίση με το 5% του καταβληθέντος κατά το προηγούμενο έτος συνολικού ποσού Ε.Φ.Κ., αποτελούμενη από 2% οικονομική και 3% άλλης μορφής εγγύηση, με ελάχιστο όριο οικονομικής εγγύησης τα 100.000.000 δραχμές ή 293.470 ευρώ σύμφωνα με την Φ. 888/600/22-11-2001 (ΦΕΚ 1613/Β/5-12-2001) που τροποποιεί και συμπληρώνει την Φ. 883/530/16-9-1999. Όμως, όπως επισημαίνεται στην επιστολή, διαρκής παρουσία της Τελωνειακής Υπηρεσίας για τα πετρελαιοειδή προϊόντα υπάρχει μόνο στους χώρους των Διυλιστηρίων και στις εγκαταστάσεις ορισμένων εταιρειών εμπορίας πετρελαιοειδών και συνεπώς η μόνη δυνατότητα για μια εταιρεία εμπορίας βιοντίζελ και βιοκαυσίμων αν θέλει να αποφύγει το δυσβάσταχτο και δυσανάλογο κόστος της απαιτούμενης οικονομικής εγγύησης σε καιρούς χρηματοπιστωτικής ασφυξίας είναι η εκμίσθωση αποθηκευτικού χώρου/δεξαμενής είτε απευθείας από τις εταιρείες διύλισης είτε από εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών που διαθέτουν τις απαιτούμενες δεξαμενές. Όμως τέτοιες δεξαμενές σπανίζουν και όταν υπάρχουν το τίμημα της μίσθωσης είναι πολύ υψηλό εκμηδενίζοντας την όποια κερδοφορία. Καταλήγοντας, στην επιστολή ο Σύνδεσμος αναφέρει, ότι για την ελάφρυνση των εμπορικών επιχειρήσεων βιοκαυσίμων από το υπερβολικά μεγάλο κόστος των οικονομικών εγγυήσεων που ισχύουν, για την περίπτωση που στη φορολογική αποθήκη δεν υπάρχει διαρκής παρουσία της Τελωνειακής Υπηρεσίας, προτείνεται η κατάθεση οικονομικής εγγύησης ισόποσης με αυτή που προβλέπεται για την Φορολογική Αποθήκη Παραγωγού ή Μεταποιητή, δηλαδή εγγύηση ίση με το 5% του καταβληθέντος κατά το προηγούμενο έτος συνολικού ποσού Ε.Φ.Κ. Ειδικά για το πρώτο έτος προτείνεται εγγύηση ίση με το 5% του συνολικού ποσού Ε.Φ.Κ. που αντιστοιχεί στην ποσότητα βιοντίζελ η οποία κατανεμήθηκε στην εταιρεία με βάση την σχετική ΚΥΑ κατανομής τρέχοντος έτους.
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ – ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΙΚΑ - ΕΤΑΜ
25 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2013: ΝΑ ΜΗΝ ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΙ Η ΣΥΝΕΙΣΠΡΑΞΗ ΦΜΥ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΙΣΦΟΡΩΝ. Με αφορμή την εφαρμογή του μέτρου της συνείσπραξης του Φόρου Μισθωτών Υπηρεσιών και των Ασφαλιστικών Εισφορών υπέρ ΙΚΑ – ΕΤΑΜ με καταληκτική ημερομηνία την 15η – 20η ημέρα του επόμενου της απασχόλησης μήνα, ανάλογα με το τελευταίο ψηφίο του ΑΦΜ του υπόχρεου, ο Σύνδεσμος επεσήμανε με επιστολή του προς τον Υπουργό Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας κ. Ιωάννη Βρούτση, και προς το Διοικητή του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ κ. Ροβέρτο Σπυρόπουλο τις σοβαρές ανησυχίες του σχετικά με την αδυναμία των επιχειρήσεων να ανταποκριθούν στη συγκεκριμένη αυτή υποχρέωση, υπό καθεστώς ανύπαρκτης ρευστότητας. Όπως αναφέρεται στην επιστολή, με την έκδοση του υπ΄ αριθμ. Φ80000/3307/216/4.2.2013 εγγράφου της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με το οποίο παρέχεται ενημέρωση για την προώθηση της έκδοσης Κοινής Υπουργικής Απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης & Πρόνοιας, ο Σύνδεσμος επισημαίνει για ακόμη μια φορά ότι η προωθούμενη αλλαγή του καθεστώτος εκπλήρωσης των οικονομικών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων, υπό τις παρούσες αντιξοότητες, συμβάλλει έντονα στην ανατροπή του ήδη ισχνού ταμειακού τους προγραμματισμού. Ο Σύνδεσμος, έχοντας πλήρη εικόνα του ασφυκτικού οικονομικού πλαισίου λειτουργίας των επιχειρήσεων, εκφράζει την βάσιμη εκτίμηση, ότι, το συγκεκριμένο μέτρο επειδή θα εξαντλήσει περαιτέρω τις εναπομείνασες οικονομικές δυνατότητες των επιχειρήσεων, δεν θα πρέπει να εφαρμοστεί, τουλάχιστον στην παρούσα χρονική στιγμή και υπό τις παρούσες οικονομικές περιστάσεις. Κλείνοντας, ο Σύνδεσμος ζητά την αποδοχή του αιτήματος, που οι επιχειρήσεις εναγωνίως διατυπώνουν, για την δυνατότητα παραμονής του ισχύοντος χρονικού περιθωρίου καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών και φόρου μισθωτών υπηρεσιών. 15 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2013: ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΩΝ ΙΚΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΩΝ. Ο Σύνδεσμος αναφέρθηκε με επιστολή του στον Υπουργό Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, κ. Ιωάννη Βρούτση καθώς επίσης και στον Διοικητή του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ κ. Ροβέρτο Σπυρόπουλο, στο σημαντικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις, προερχόμενο από τις προσφυγές, των Διευθυντών των Υποκαταστημάτων ΙΚΑ – ΕΤΑΜ κατά αποφάσεων των Τοπικών Διοικητικών Επιτροπών, στα Διοικητικά Δικαστήρια. Όπως σημειώνεται στην επιστολή, είναι γνωστό ότι, με την ισχύουσα νομοθεσία, οι Διευθυντές των Υποκαταστημάτων ΙΚΑ – ΕΤΑΜ για τις αποφάσεις των οικείων Τοπικών Διοικητικών Επιτροπών για τις οποίες, κατά την κρίση τους, εκτιμάται ότι αυτές είναι μη σύννομες ή αβάσιμες, έχουν τη δυνατότητα προσφυγής στα Διοικητικά Δικαστήρια, για υποθέσεις των οποίων το αντικείμενο είναι άνω των 2.000 €. Όπως μας ενημέρωσαν επιχειρήσεις - μέλη μας, α) Η προσφυγή των Διευθυντών ασκείται σε κάθε περίπτωση, ακόμα και αν οι αποφάσεις των Τοπικών Διοικητικών Επιτροπών είναι ομόφωνες και δικαιώνουν παμψηφεί τις ενστάσεις των επιχειρήσεων. β) Μέχρι την εκδίκαση των υποθέσεων και την έκδοση τελεσίδικης απόφασης του Δικαστηρίου, οι επιχειρήσεις δεν έχουν πρόσβαση στην απόκτηση ασφαλιστικής ενημερότητας, παρά μόνο στις περιπτώσεις που προβαίνουν σε ρύθμιση και τμηματική καταβολή αυτών των «οφειλών» τους. Με αφορμή τα ανωτέρω, ο Σύνδεσμος υπογράμμισε ότι η τακτική αυτή έχει δημιουργήσει στις επιχειρήσεις έντονες οικονομικές πιέσεις και η αδυναμία απόκτησης ασφαλιστικής ενημερότητας επιτείνει ακόμη περισσότερο το πρόβλημά τους στις καθημερινές τους συναλλαγές. Επιπλέον η τακτική αυτή απαξιώνει τον ρόλο των θεσμοθετημένων οργάνων και το κύρος των αποφάσεών τους. Για το λόγο αυτό και προκειμένου να υπάρξει διέξοδος στο πρόβλημα ο Σύνδεσμος ζήτησε να ληφθούν σοβαρά υπόψη οι κατωτέρω προτάσεις: Να εξασφαλιστούν, κατ΄ αρχήν, ταχύτατοι ρυθμοί εισαγωγής των ενστάσεων των επιχειρήσεων στο επίπεδο της Πρωτοβάθμιας Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής. 1. Να μην απαιτείται από τις επιχειρήσεις η ρύθμιση και η καταβολή μέρους των «οφειλών» που έχουν καταλογίσει τα αρμόδια όργανα ελέγχου, μέχρι την τελική έκδοση της δικαστικής απόφασης. 2. Να γίνονται αποδεκτές, από τη Διεύθυνση του οικείου Υποκαταστήματος του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ, οι ομόφωνες αποφάσεις των Πρωτοβάθμιων Διοικητικών Επιτροπών και για αυτές να μην υπάρχει περαιτέρω προσφυγή στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια. 3. Να υπάρξει πρόβλεψη για τη θεσμοθέτηση Δευτεροβάθμιας Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής στην οποία θα εισάγεται άμεσα προς εξέταση το θέμα, σε περίπτωση μη ομόφωνης απόφασης σε πρωτοβάθμιο στάδιο ή όταν η Διεύθυνση των Υποκαταστημάτων του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ ή
η επιχείρηση κρίνουν ότι η απόφαση είναι μη σύννομη ή αβάσιμη. Ο Σύνδεσμος επισημαίνει ότι η επιδεικνυόμενη σπουδή με την οποία οι Διευθυντές των Υποκαταστημάτων του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ προσφεύγουν στα Διοικητικά Δικαστήρια επιφέρει μεγάλη αναστάτωση στον προγραμματισμό των επιχειρήσεων και μεγάλα προβλήματα μέχρι την έκδοση της οριστικής απόφασης, η οποία, ως διαδικασία, στις περισσότερες περιπτώσεις, διαρκεί αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Μέχρι δε την έκδοση της οριστικής απόφασης, οι επιχειρήσεις είναι υποχρεωμένες είτε να προβαίνουν στην τμηματική καταβολή των «οφειλών» τους, είτε να στερούνται του δικαιώματος απόκτησης ασφαλιστικής ενημερότητας, γεγονός που επιτείνει εισέτι περισσότερο τη δεινή τους θέση. Ολοκληρώνοντας την παρέμβασή του, ο Σύνδεσμος εκφράζει στην επιστολή του τη βεβαιότητα ότι η σπουδαιότητα του όλου θέματος θα γίνει αντιληπτή και ότι ληφθούν πρωτοβουλίες για την επίλυσή του, λαμβάνοντας υπόψη σοβαρά τις ανωτέρω αναφερόμενες προτάσεις του.
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ – ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΙΚΑ - ΕΤΑΜ
7 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2013: ΑΔΙΚΗ Η ΕΠΙΒΟΛΗ ΕΡΓΟΔΟΤΙΚΗΣ ΕΙΣΦΟΡΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΑΙΔΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΕΙΣ. Με επιστολή του προς τον Υπουργό Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας κ. Ιωάννη Βρούτση, ο Σύνδεσμος αναφέρθηκε στην Εγκύκλιο υπ΄ αριθμ. 63/Αρ. Πρωτ. Ε20/3, 24/10/13, του ΙΚΑ, η οποία παρέχει «διευκρινιστικές οδηγίες για την καταβολή της εργοδοτικής εισφοράς για τον Ειδικό Λογαριασμό Παιδικών Κατασκηνώσεων (Ε.Λ.Π.Κ.) που αποτελεί πόρο του Ενιαίου Λογαριασμού για την Εφαρμογή Κοινωνικών Πολιτικών του Ο.Α.Ε.Δ.» και επί της ουσίας ενεργοποιεί τον συγκεκριμένο Λογαριασμό, και ζήτησε την αναβολή της εφαρμογής της. Ο Σύνδεσμος θεωρεί ότι, υπό τις παρούσες συνθήκες, η περαιτέρω επιβάρυνση του μη μισθολογικού κόστους, με μία πρόσθετη οικονομική υποχρέωση, που, ειδικά για τις εργατοβώρες επιχειρήσεις, είναι σημαντική, δεν συνάδει με την πραγματικότητα που βιώνει η παραγωγική κοινότητα και με τις προσπάθειες που καταβάλλονται για στήριξη της ανταγωνιστικότητάς της. Η δημιουργία του συγκεκριμένου Λογαριασμού, αν και επαναλαμβάνει την γνωστή, καταστροφική και αποτυχημένη πολιτική της μεταφοράς του κόστους μέρους της κοινωνικής πολιτικής όχι στον Κρατικό Προϋπολογισμό αλλά στο κόστος του παραγόμενου προϊόντος, θα είχε τύχη καλής λειτουργίας σε συνθήκες ομαλής άσκησης του επιχειρηματικού έργου. Σήμερα, θεωρείται εκτός κλίματος, με δεδομένες της ήδη υψηλές επιβαρύνσεις στο κόστος λειτουργίας των παραγωγικών μονάδων (ενέργεια, έκτακτες φορολογικές επιβαρύνσεις, αυξημένο μη μισθολογικό κόστος κλπ) συνδυαζόμενες με την αρνητική πιστωτική πολιτική. Ο Σύνδεσμος αναφέρει στην επιστολή του, ότι ασφαλώς και πρέπει να αποτελεί φροντίδα της Πολιτείας, η παροχή κοινωνικών υπηρεσιών σε διάφορες ομάδες πολιτών. Πρώτιστη, ωστόσο, πιστεύουμε ότι θα έπρεπε να είναι η συνεισφορά στην προσπάθεια διατήρησης του τμήματος του παραγωγικού ιστού της χώρας, που εξακολουθεί να παραμένει όρθιο, παράγοντας, επενδύοντας, απασχολώντας, εξάγοντας. Επιπλέον, όπως σημειώθηκε, γεννά απορία το γεγονός, ότι ενώ μέσα στις επόμενες πρωτοβουλίες είναι η μείωση των εισφορών των συνεπών επιχειρήσεων, αναγνωρίζοντας αφενός ότι είναι εξαιρετικά υψηλές και αφετέρου ότι με τον τρόπο αυτό βελτιώνεται το κόστος του παραγόμενου προϊόντος, έρχεται να εφαρμοστεί μία νέα επιβάρυνση πάνω στο σώμα του μη μισθολογικού κόστους. Θεωρούμε ότι η αντίφαση είναι προφανής. Ο Σύνδεσμος τέλος εκφράζει τη βεβαιότητα, ότι ο Υπουργός Εργασίας, συναντιλαμβανόμενος τις ακραία δύσκολες συνθήκες, που αντιμετωπίζουν οι εγχώριες παραγωγικές επιχειρήσεις και τις οριακές συνθήκες λειτουργίας τους θα θελήσει να αναβάλει την εφαρμογή του Ειδικού Λογαριασμού Παιδικών Κατασκηνώσεων για μία πενταετία, ώστε η εξυπηρέτησή του να συμπέσει με καλύτερες συνθήκες για τις επιχειρήσεις.
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ – ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
10 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2013: ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΣΤΙΚΟ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ. Με αφορμή τις διατάξεις των άρθρων 61 και 64 του Ν. 4139/2013 που αφορούν στις τροποποιήσεις του άρθρου 656 του Αστικού Κώδικά και του άρθρου 732 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ο Σύνδεσμος έθεσε υπόψη του Υπουργού Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας κου Ιωάννη Βρούτση καθώς επίσης και των κ.κ. Κωστή Χατζηδάκη, Υπουργού Ανάπτυξης, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Αντώνη Ρουπακιώτη, Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τα ιδιαίτερα σοβαρά ζητήματα τα οποία θα προκληθούν στις επιχειρήσεις. Όπως αναφέρεται στην επιστολή: Η ρύθμιση του άρθρου 732 του ΚΠΔ, όπως ίσχυε, δεν απέκλειε τη δυνατότητα του δικαστηρίου να διατάξει ως ασφαλιστικό μέτρο την προσωρινή αποδοχή εκ μέρους του εργοδότη των προσφερόμενων υπηρεσιών του εργαζομένου του οποίου είχε καταγγείλει την εργασιακή σχέση καθώς και την καταβολή των νόμιμων αποδοχών του ωσότου κριθεί οριστικά το κύρος της καταγγελίας. Κάλυπτε δε επαρκώς το στόχο των ασφαλιστικών μέτρων για την παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας, αφήνοντας με τον τρόπο αυτό πεδίο ελεύθερης δικαιοδοτικής κρίσης στο δικαστήριο. Με την υιοθέτηση της διάταξης στην ουσία αναιρείται η ελευθερία της δικαιοδοτικής κρίσης του δικαστηρίου με αποτέλεσμα τον κίνδυνο δημιουργίας αμετάκλητων καταστάσεων που θα επιβαρύνουν υπέρμετρα τις επιχειρήσεις. Για το λόγο αυτό προτείνεται η κατάργησή της, δεδομένου ότι μια προσωρινή ρύθμιση κατάστασης δεν θα πρέπει να αποτελεί ασφαλιστικό μέτρο με προκαθορισμένο περιεχόμενο αλλά το πλαίσιο για τη λήψη πρόσφορων μέτρων με τα οποία ορισμένη κατάσταση που έχει διαμορφωθεί αντιμετωπίζεται προσωρινά μέχρι την επέλευση της οριστικής κρίσης. Έτσι αποφεύγεται η δημιουργία αμετάκλητων ή δυσβάστακτων συνεπειών ως προς το πιθανολογούμενο αποτέλεσμα της κύριας δίκης. Αναφορικά δε με το άρθρο 656 του Αστικού Κώδικα, θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι ήδη η παλαιότερη διάταξη του άρθρου 656 ΑΚ εξασφάλιζε επαρκώς την προστασία του εργαζομένου δεδομένου ότι έθετε κανόνα αναγκαστικού δικαίου υπέρ αυτού και διασφάλιζε το δικαίωμα του εργαζομένου για την απαίτηση του μισθού του, παρά τη μη προσφορά αντίστοιχης εργασίας, από τη στιγμή που ο εργοδότης καθίστατο υπερήμερος εξαιτίας της υπαίτιας άρνησης ή αδυναμίας αποδοχής εργασίας. Η νομοθετική εξουσία στην ουσία παρεμβαίνει, παρά την καθιερωμένη από το σύνταγμα διάκριση των εξουσιών, στην δικαστική εξουσία επιχειρώντας να αντιστρέψει τη διαμορφούμενη νομολογία του Αρείου Πάγου. Με την υιοθετηθείσα διάταξη αναγνωρίζεται επιπρόσθετα και η κατοχύρωση της αξίωσης για πραγματική απασχόληση σε περίπτωση που ο εργοδότης καθίσταται υπερήμερος ως προς την αποδοχή της εργασίας. Όπως αντιλαμβάνεστε, η συνδυαστική εφαρμογή των ανωτέρω αναφερόμενων νομοθετικών ρυθμίσεων επί της ουσίας δημιουργούν ένα πλαίσιο ιδιαίτερα ασφυκτικών πιέσεων για τις επιχειρήσεις. Κρίνουμε σκόπιμο να υπογραμμίσουμε ότι οι επιχειρήσεις πριν προβούν στη λήψη της οποιασδήποτε απόφασης για προσφυγή στο μέτρο της απόλυσης, έχουν εξαντλήσει όλες τις δυνατότητες αποφυγής της. Επίσης είναι γνωστό ότι οι επιχειρήσεις, έχουν εξαντλήσει κάθε όριο, κατά την τελευταία πενταετία διάρκειας της οικονομικής κρίσης, διατήρησης του ήδη, υπεράριθμου σε αρκετές περιπτώσεις, ανθρώπινου δυναμικού τους σε σχέση με τις πραγματικές τους δυνατότητες, εξαντλώντας τα περιθώρια επίδειξης υπευθυνότητας απέναντι στους εργαζομένους τους και στο κοινωνικό σύνολο, υιοθετώντας την αναπόφευκτη πλέον επιλογή της απόλυσης. Οι νέες ρυθμίσεις εκτιμάται ότι θα λειτουργήσουν αναποτελεσματικά και επιβαρυντικά για τις επιχειρήσεις στην απέλπιδα προσπάθειά τους διατήρησής τους σε λειτουργία και θα επιτείνει την ήδη δυσμενή θέση στην οποία έχουν περιέλθει έναντι των συνεχώς αυξανόμενων απαιτήσεων της παρούσας οικονομικής και κοινωνικής συγκυρίας Ο Σύνδεσμος εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι το μέγεθος του προβλήματος που έχει δημιουργηθεί θα γίνει κατανοητό και τα αρμόδια υπουργεία θα προβούν στις θετικές πρωτοβουλίες με στόχο την επίλυσή του.
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ
24 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2013: ΙΣΟΤΙΜΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΗΣ ΕΓΧΩΡΙΑΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΣΤΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ ΕΝΟΠΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ. Το εξαιρετικά σημαντικό ζήτημα της εξασφάλισης της ισότιμης συμμετοχής της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας στα προγράμματα προμηθειών των Ενόπλων Δυνάμεων, έθεσε ο Σύνδεσμος με επιστολή του στον Υπουργό Εθνικής Άμυνας κ. Πάνο Παναγιωτόπουλο. Συγκεκριμένα ο Σύνδεσμος χαιρέτισε την πρόσφατη ανακοίνωση του Υπουργού για μεγαλύτερη εμπλοκή των ελληνικών παραγωγικών μονάδων στη κάλυψη των αμυντικών αναγκών της χώρας στο πλαίσιο της προσπάθειας μείωσης του κόστους και ενίσχυσης της αυτοδυναμίας και της απασχόλησης. Ωστόσο, όπως επισημάνθηκε, η επιδίωξη, αυτή, για να στεφθεί με επιτυχία, προϋποθέτει και επιβάλλει την άρση των παντός τύπου υφιστάμενων αντικινήτρων που αυτή τη στιγμή την εμποδίζουν, όπως αυτό του υπ’ αρ. Φ900 / 82888/23-2-2010 εγγράφου της Γ.Δ.Α.Ε.Ε., που επισυνάπτεται και το οποίο, ουσιαστικά, απαγορεύει την εγχώρια κατασκευή ανταλλακτικών αεροσκαφών, όπως επί δεκαετίες συνέβαινε, όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά και σ’ όλες τις άλλες και παροτρύνει, αν δεν επιβάλλει, τη προμήθεια από το εξωτερικό σε, κατά κανόνα, υψηλότερες τιμές. Για τη παρουσίαση του συγκεκριμένου θέματος, ο Σύνδεσμος απέστειλε στον Υφυπουργό Εθνικής Άμυνας κ. Παναγιώτη Καράμπελα την υπ’ αρ. 1374/7-12-2012 συνημμένη επιστολή του και με πρωτοβουλία του τελευταίου, εκπρόσωποι επιχειρήσεων μελών του Συνδέσμου συμμετείχαν σε συνάντηση μαζί του, κατά την οποία εκτέθηκαν λεπτομερώς τόσο το συγκεκριμένο ζήτημα που έχει ανακύψει, όσο οι προτάσεις του φορέα μας για την αποκατάστασή του. Και ενώ στη συνάντηση, αυτή, είχαμε μείνει με την εντύπωση ότι οι απόψεις μας έγιναν πλήρως κατανοητές και, το σημαντικότερο αποδεκτές, ως προς τη βασιμότητά τους, με έκπληξη λάβαμε την υπ’ αρ. Φ.900/3748/14-3-2013 επιστολή του Γενικού Διευθυντή της Γ.Δ.Α.Ε.Ε. που επισυνάπτεται για την ενημέρωσή σας, από την οποία προκύπτει ότι η Υπηρεσία εμμένει στο παραπάνω έγγραφό της και συγκεκριμένα: α) Απαιτεί για κάθε ανταλλακτικό της ΠΑ την ύπαρξη πιστοποιητικού πλοϊμότητος (F.A.A) τη στιγμή που είναι γνωστό ότι κανένα αεροσκάφος της Πολεμικής Αεροπορίας (F-16, MIRAGE κτλ) δεν διαθέτει τέτοιο πιστοποιητικό (ούτε έχει υποχρέωση να έχει), όπως συμβαίνει σ’ όλες τις χώρες μέλη του ΝΑΤΟ, αλλά και στα εισαγόμενα ανταλλακτικά λ.χ. των F-16, τα οποία, επίσης, δεν έχουν πιστοποιητικά F.A.A. β)Αναφέρει ότι η απαίτηση συνάδει με τις διαδικασίες συντήρησης αεροπορικού υλικού, δείχνοντας να αγνοεί ότι η Πολεμική Αεροπορία έχει εκδώσει μέχρι σήμερα και εξακολουθεί να εκδίδει, Τεχνικές Διαταγές Βελτιώσεως Αεροπορικού Υλικού (Τ.Δ.Β.Υ), δηλαδή κατασκευαστικά σχέδια κάθε είδους Ιπταμένου μέσου, από το 1930 και ότι επιχειρήσεις – μέλη του Συνδέσμου μας έχουν εκδώσει και κατασκευάσει μεγάλο αριθμό ανταλλακτικών, τα οποία προφανώς θα πρέπει να αφαιρεθούν απ’ τα αεροσκάφη. γ) Επικαλείται την ύπαρξη διαδικασιών του ΝΑΤΟ, το οποίο αναφερόμενο σε κωδικοποίηση υλικών (επισυναπτόμενο ACodP-1 Chapter IV, Sub-Section 438) αντίθετα επιτρέπει την αναπαραγωγή τους με το ίδιο ή εναλλακτικό Nato Stock Number (NSN). Ολοκληρώνοντας, ο Σύνδεσμος επισημαίνει, ότι το εν λόγω υπ’ αρ. Φ900 / 82888/23-2-2010 έγγραφο της ΓΔΑΕΕ έρχεται σε αντίθεση με την υφιστάμενη νομοθεσία και ειδικότερα, τόσο με την υπ’ αρ. 121079 Υπουργική απόφαση, η οποία ορίζει ότι στις προμήθειες εξωτερικού συμμετέχει η εγχώρια Βιομηχανία / Βιοτεχνία και ότι από το εξωτερικό προμηθεύεται αμυντικό υλικό που δεν παράγεται στην Ελλάδα, όσο και με τον Ν. 3978/11, οι διατάξεις του οποίου αναφέρουν ότι: α)Το Υ.Ε.Θ.Α. λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την εγκαθίδρυση και διατήρηση μίας εγχώριας τεχνολογικής Βιομηχανικής Βάσης για απρόσκοπτο εφοδιασμό των Ε.Δ. β) Οι τεχνικές προδιαγραφές πρέπει να επιτρέπουν πρόσβαση με ίσους όρους στους μετέχοντες των διαγωνισμών. γ) Οι προδιαγραφές δεν πρέπει να περιέχουν μνεία συγκεκριμένης προέλευσης ή εμπορικού σήματος ή καταγωγής που έχει ως αποτέλεσμα να αποκλείονται επιχειρήσεις. δ) Αν για λόγους αποκλειστικών δικαιωμάτων η σύμβαση μπορεί να ανατεθεί σε συγκεκριμένο κατασκευαστή, θα πρέπει να αιτιολογούνται ειδικά οι λόγοι αυτοί. Ο Σύνδεσμος αναφέρει ότι επιδίωξη εν προκειμένω, όπως αντιλαμβάνεσθε, δεν είναι η ευνοϊκή ή διακριτική αντιμετώπιση της εγχώριας παραγωγής, αλλά η δίκαιη μεταχείριση των ελληνικών κατασκευαστικών επιχειρήσεων, με την παροχή σ’ αυτές ίσων ευκαιριών συμμετοχής στα έργα και στις προμήθειες των ενόπλων δυνάμεων, που σήμερα ανατίθενται απ’ ευθείας σε εταιρείες του εξωτερικού. Και με το σκεπτικό αυτό υποβάλλει το αίτημα της προσεκτικής εξέτασης του θέματος με στόχο την διαμόρφωση των συνθηκών που θα επιτρέψουν την απρόσκοπτη εμπλοκή των ελληνικών κατασκευαστικών μονάδων.
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ
2 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2013: Η ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ. Ο Σύνδεσμος με επιστολή του προς τον Υπουργό Παιδείας Θρησκευμάτων Πολιτισμού και Αθλητισμού κ. Κωνσταντίνο Αρβανιτόπουλο, αναφέρεται στις διατάξεις του Προεδρικού Διατάγματος 113/2012 «περί καθορισμού ειδικοτήτων για την επαγγελματική δραστηριότητα του χειρισμού μηχανημάτων τεχνικών έργων, καθορισμού κριτηρίων για την κατάταξη των μηχανημάτων σε ειδικότητες και ομάδες, καθορισμού επαγγελματικών προσόντων και προϋποθέσεων για την άσκηση της επαγγελματικής αυτής δραστηριότητας από φυσικά πρόσωπα και άλλων ρυθμίσεων», και επισημαίνει τη μεγάλη αργοπορία, που παρατηρείται στην εφαρμογή διατάξεων, που αφορούν στην επίλυση σοβαρών προβλημάτων, που έχουν να κάνουν με την εύρυθμη λειτουργία των επιχειρήσεων. Ειδικότερα στην παράγραφο 2 του άρθρου 4 του συγκεκριμένου ΠΔ, όπου αποτυπώνονται οι προϋποθέσεις για την απόκτηση της βεβαίωσης αναγγελίας ή της άδειας του χειριστή μηχανημάτων έργου, αναφέρεται μεταξύ των άλλων (εδάφιο ββ), και το «….πιστοποιητικό παρακολούθησης ειδικών προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης». Όπως προβλέπεται στο άρθρο 6 παρ. 9, το πιστοποιητικό αυτό αποκτάται «…με κατάλληλα βεβαιωμένη ειδική θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση ή/και κατάρτιση ή/και επιμόρφωση, που παρέχεται από εγκεκριμένους, για το σκοπό αυτό, φορείς ή σχολές εκπαίδευσης». Τη διάρκεια του εκπαιδευτικού προγράμματος αυτής της επαγγελματικής κατάρτισης καθώς και τη διδασκόμενη ύλη όφειλε να τις καθορίσει με απόφαση του ο Εθνικός Οργανισμός Πιστοποίησης Προσόντων και Επαγγελματικού Προσανατολισμού (ΕΟΠΠΕΠ). Επί του θέματος επισημαίνει ότι παρά το γεγονός ότι η Κυβέρνηση, αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητα απλοποίησης των όρων αδειοδότησης των τεχνικών επαγγελματικών και μεταποιητικών δραστηριοτήτων, νομοθέτησε, έναν χρόνο πριν, σχετικές διατάξεις, ο ΕΟΠΠΕΠ, για άγνωστους λόγους, αρνείται να ανταποκριθεί στην σοβαρή αυτή υποχρέωση. Ο Σύνδεσμος υπογραμμίζει ότι η αδράνεια απέναντι σε τόσο σοβαρά ζητήματα λειτουργεί υπονομευτικά στις κυβερνητικές προσπάθειες για ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των εγχώριων μεταποιητικών επιχειρήσεων και εξυγίανση των όρων άσκησης της επιχειρηματικότητας. Υποβάλλει δε αίτημα για την άμεση παρέμβαση του Υπουργού προς τον ΕΟΠΠΕΠ, ώστε άμεσα να ενεργοποιηθούν οι αναφερθείσες διατάξεις του ΠΔ 113/12.
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΜΥΝΤΙΚΩΝ ΕΞΟΠΛΙΣΜΩΝ & ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ
19 ΙΟΥΛΙΟΥ 2013: ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ Η ΕΝΕΡΓΗ ΕΜΠΛΟΚΗ ΤΗΣ ΕΓΧΩΡΙΑΣ ΑΜΥΝΤΙΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΣΤΙΣ ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ ΤΩΝ ΕΝΟΠΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ. Με επιστολή που απευθύνεται στο Γενικό Διευθυντή της Διεύθυνσης Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας κ. Δημήτριο Γεωργιόπουλο, ο Σύνδεσμος αναφέρεται στις προσπάθειες επικοινωνίας του με το Υπουργείο, σχετικά με θέματα ενδιαφέροντος των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, που μπορούν να υπηρετηθούν από την εγχώρια αμυντική Βιομηχανία, επισημαίνοντας ότι με πληθώρα εγγράφων του αλλά και με κατευθείαν ενημερώσεις σε επίπεδο ΥΦΕΘΑ, επιχειρεί να προσελκύσει την προσοχή του Υπουργείου και της αρμόδιας Διεύθυνσης, με επισημάνσεις, που αφορούν όχι μόνο στην λειτουργία αλλά και την διατήρηση των πάσης φύσεως οπλικών συστημάτων, στα πλαίσια των οικονομικών περιορισμών που ισχύουν και θα συνεχίσουν να υφίστανται λόγω των σοβαρών οικονομικών περιορισμών. Πιο συγκεκριμένα, αναφέρει ότι οι επισημάνσεις του εστιάζονται σε πεδία, τα οποία εκτιμά ότι, προσεγγίζοντάς τα με πνεύμα αξιοποίησης των δυνατοτήτων της εγχώριας παραγωγής, εξυπηρετούν άμεσα και οικονομικότερα τις ανάγκες των Ενόπλων μας Δυνάμεων. Ειδικότερα, υπογραμμίζοντας τα εξής: 1. Κάθε χρόνο, τα τρία όπλα εκδίδουν μερικές χιλιάδες αιτήσεων προμήθειας/επισκευής ανταλλακτικών. Από αυτές σχεδόν καμία υλοποιείται εγχώρια από Στρατιωτικά Εργοστάσια ή Ιδιωτικές Βιομηχανίες. Έχουμε δηλαδή αυτοδυναμία 0% έναντι μέσου όρου Ευρωπαϊκών χωρών (και Τουρκίας) 60-70%. Το αποτέλεσμα είναι η προμήθεια υλικών για κάλυψη ανελαστικών αναγκών (λχ φρένα Μ-2000) να πραγματοποιείται αποκλειστικά από το εξωτερικό με δαπάνη 300% έως 400% υψηλότερη από την εγχώρια κατασκευή. Ως εκ τούτου, τα αναφερόμενα στις παραγράφους 1 & 2 στο (β) σχετικό σας, περί εφαρμογής της οδηγίας 2009/81/ΕΚ, μειώσεως κόστους και εξασφαλίσεως της εφοδιαστικής αλυσίδος, δεν μας βρίσκει σύμφωνους και δεν θα θέλαμε να επεκταθούμε δημόσια για ευνόητους λόγους. 2. Η ίδρυση/λειτουργία της ΓΔΑΕΕ στοχεύει στην προαγωγή της εγχώριας υποστήριξης οπλικών συστημάτων, στην επίτευξη οικονομίας και βέβαια στην ανάπτυξη. Συνεπώς, η αύξηση του 0% συμμετοχής της Εγχώριας Βιομηχανίας στα προ 5ετίας ποσοστά είναι πρωταρχικής σημασίας, όπως και η άρση εμποδίων στην υλοποίηση τους, όπως η ανάκληση του εκ παραδρομής εγγράφου ΓΔΑΕΕ/Φ900/82888/23-22010. Επί του τελευταίου, εκτιμούμε ότι είναι κρίσιμη η άποψή σας και θα θέλαμε να έχουμε την θέση σας στα διαλαμβανόμενα 3 σημεία της (γ) σχετικής επιστολής μας. Ο Σύνδεσμος σημειώνει ότι η ενεργή εμπλοκή της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας σε θέματα προμηθειών των Ενόπλων Δυνάμεων απαιτεί πολιτική απόφαση, γι΄ αυτό και πιστεύουμε ότι σκόπιμη, για την προώθησή τους, θα ήταν η πραγματοποίηση σύσκεψης με την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου, με θέματα, α) Σύνολο αιτήσεων προμηθειών ανά κλάδο και ποσοστό υλοποίησης στην εγχώρια αγορά. β) Σύνολο αιτήσεων επισκευών ανά κλάδο και ποσοστό υλοποίησης στην εγχώρια αγορά. γ) Εξέταση του λόγου υλικών που έχουν κατασκευασθεί εγχώρια στο παρελθόν, έναντι των προμηθευομένων από το εξωτερικό. Αιτίες, που συμβαίνει αυτό δ) Έκδοση Υπουργικής απόφασης για ανατροπή της ισχύουσας κατάστασης. Συνεπώς, επανυποβάλλει την πρότασή του για συνάντηση με την πολιτική ηγεσία, με την παράκληση, εφόσον αυτό είναι εφικτό να φιλοξενηθεί στον Βόλο, οπότε θα υπάρχει και η ευκαιρία της ξενάγησης στις αμυντικές βιομηχανίες της περιοχής.
ΕΘΝΙΚΟ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ
11 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2013: ΥΨΗΛΟ ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ ΤΩΝ ΙΑΤΡΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ. Στο κόστος των υποχρεωτικών εξετάσεων των εργαζομένων που επωμίζονται οι επιχειρήσεις αναφέρθηκε ο Σύνδεσμος σε επιστολή, την οποία απέστειλε στον Πρόεδρο του ΕΟΠΥΥ κ. Λευτέρη Παπαγεωργόπουλο. Σ’ αυτή, ο Σύνδεσμος υπενθυμίζει ότι σύμφωνα με τις διατάξεις των νομοθετημάτων που αφορούν σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας των εργαζομένων, οι εργοδότες υποχρεούνται, σε τακτά χρονικά διαστήματα, να παραπέμπουν σε ιατρικό έλεγχο τους εργαζομένους τους οι οποίοι, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, εκτίθενται σε επιβαρυντικούς για την υγεία τους παράγοντες. Η υποχρέωση αυτή, τονίζεται, ισχύει για όλες τις επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες του ιδιωτικού τομέα ανεξαρτήτως του κλάδου οικονομικής δραστηριότητας στον οποίο κατατάσσονται και οι δαπάνες οι οποίες απαιτούνται για την ικανοποίηση της νομοθετικής αυτής απαίτησης βαρύνουν τους εργοδότες. Για την εκπλήρωση των συγκεκριμένων υποχρεώσεων, μέχρι πέρυσι οι επιχειρήσεις επικοινωνούσαν με τις υπηρεσίες υγείας των υποκαταστημάτων του ΙΚΑ, προσδιόριζαν την ημερομηνία επίσκεψης (ραντεβού) για την εξέταση των εργαζομένων τους και πλήρωναν το κόστος του παραβόλου για τη διενέργεια των εξετάσεων. Όπως οι επιχειρήσεις ενημέρωσαν το Σύνδεσμο, φέτος, για πρώτη φορά, οι αντίστοιχες υπηρεσίες υγείας των υποκαταστημάτων του ΙΚΑ, τους πληροφόρησαν ότι οι διαδικασίες έχουν αλλάξει και τους παρέπεμψαν για τον προσδιορισμό της ημερομηνίας επίσκεψης μέσω των νέων παρόχων της υπηρεσίας αυτής (ραντεβού) με τους πενταψήφιους αριθμούς κλήσης (14884 – 14554 κλπ) ή στους ιδιώτες ιατρούς οι οποίοι είναι συμβεβλημένοι με τον ΕΟΠΥΥ. Κατά την επικοινωνία των επιχειρήσεων με τους παρόχους και στην προσπάθειά τους για τον προσδιορισμό των ημερομηνιών επισκέψεων (ραντεβού) για τους εργαζομένους τους, ενημερώθηκαν ότι για κάθε εργαζόμενο θα πρέπει να γίνει ξεχωριστή κλήση και ότι δεν μπορεί να προσδιοριστούν ημερομηνίες επισκέψεων (ραντεβού) για το σύνολο των εργαζομένων τους με μια και μόνη κλήση. Κατά δε την επικοινωνία των επιχειρήσεων με τους συμβεβλημένους με τον ΕΟΠΥΥ ιδιώτες ιατρούς έλαβαν την διευκρίνιση ότι οι εξετάσεις αυτές αποτελούν προληπτικό έλεγχο και για το λόγο αυτό για κάθε εργαζόμενο θα πρέπει να πληρώσουν οι επιχειρήσεις ένα κόστος που κυμαίνεται από 15 – 20 ευρώ ανά άτομο. Στη συνέχεια της επιστολής, ο Σύνδεσμος σημειώνει ότι είναι γνωστό ότι τόσο οι εργοδότες όσο και οι ασφαλιζόμενοι καταβάλλουν ήδη ένα αρκετά υψηλό ποσό που αφορά στις ασφαλιστικές εισφορές έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η ιατροφαρμακευτική κάλυψη των εργαζομένων. Συνεπώς, όπως υπογραμμίζεται, κρίνεται αντιφατικό το υψηλό καταβαλλόμενο κόστος να μην καλύπτει τις εν λόγω εξετάσεις που αφορούν στην αρτιότητα της υγείας των εργαζομένων και να απαιτείται η καταβολή επιπλέον οικονομικών πόρων. Επειδή μάλιστα η ανωτέρω περιγραφόμενη διαδικασία που καλούνται οι επιχειρήσεις να ακολουθήσουν προκαλεί αδικαιολόγητες επιβαρύνσεις σε σχέση με το ύψος των καταβαλλόμενων ασφαλιστικών εισφορών αυτών και των εργαζομένων τους, από το Σύνδεσμο ζητείται η παρέμβαση του Υπουργείου για την αποκατάσταση της καλής λειτουργίας και την εξυπηρέτηση των εργαζομένων των επιχειρήσεων.