ypomnhmata_2009

Page 1

ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΑ 2009


ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ


11 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2009: ΕΠΙΣΠΕΥΣΗ ΤΗΣ ΕΝΤΑΞΗΣ ΣΤΟΝ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟ ΝΟΜΟ.

Τα προβλήματα που έχουν ανακύψει από τις καθυστερήσεις που σημειώνονται στην εξέταση και τελική έγκριση της υπαγωγής επενδυτικών σχεδίων στον αναπτυξιακό νόμο, λόγω μη επάρκειας των πιστώσεων που διατίθενται για τον σκοπό αυτό, με αποτέλεσμα, για μεγάλο χρονικό διάστημα, οι επιχειρήσεις να μην γνωρίζουν την τύχη των επενδυτικών τους προτάσεων και να στερούνται με τον τρόπο αυτό, της δυνατότητας έγκαιρης υλοποίησης σημαντικών και αναγκαίων γι’ αυτές επενδυτικών πρωτοβουλιών, επεσήμανε ο Σύνδεσμος με έγγραφο υπόμνημά του προς τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών κ. Ιωάννη Παπαθανασίου και τον Υφυπουργό Οικονομίας και Οικονομικών κ. Αντώνιο Μπέζα. Όπως αναφέρει στην επιστολή, επιχειρήσεις – μέλη του Συνδέσμου, οι οποίες υπέβαλαν φακέλους επενδυτικών προτάσεων για υπαγωγή στον αναπτυξιακό Ν. 3299/2004, μέσα στη χρονιά που πέρασε, οι αιτήσεις τους, όχι μόνο δεν έχουν εξεταστεί μέχρι σήμερα, αλλά και, ελλείψει διαθέσιμων πιστώσεων, δεν προβλέπεται να αξιολογηθούν εφέτος και θα προωθηθούν προς εξέταση και πιθανή ένταξη στην επόμενη χρονιά. Χαρακτηριστικά, αναφέρονται επενδυτικές προτάσεις επιχειρήσεων που υπεβλήθησαν τον Σεπτέμβριο του 2008 και ο φάκελός τους θα εξεταστεί και θα εγκριθεί, αν τελικά αξιολογηθεί θετικά, μέσα στο 2010! Διαπιστώνεται δηλαδή το παράδοξο, επιχειρήσεις, οι οποίες θέλησαν να επωφεληθούν των κινήτρων ενίσχυσης του αναπτυξιακού νόμου, για την υλοποίηση σημαντικών γι’ αυτές επενδυτικών προτάσεων, για τον μοναδικό λόγο της αδυναμίας της Πολιτείας εξασφάλισης επαρκών πιστώσεων, να καλούνται να περιμένουν για περισσότερο από ένα χρόνο για να μάθουν, αν και εφόσον θα ενταχθούν σ’ αυτόν. Κι όλα αυτά, τη στιγμή που με την κατάθεση της αίτησής τους, τους χορηγήθηκε η προβλεπόμενη Βεβαίωση Επιλεξιμότητας, ώστε, εφόσον το επιθυμούν, να ξεκινήσουν, με δική τους ευθύνη, την υλοποίηση της επένδυσης. Ο Σύνδεσμος υπογραμμίζει στην επιστολή του ότι η μεγάλη, αυτή, καθυστέρηση στην διαδικασία αξιολόγησης και ένταξης, δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στην υλοποίηση των επενδυτικών προγραμμάτων, για τις επιχειρήσεις, διότι (α) ανατρέπονται τα κόστη των επενδύσεων, (β) το κόστος του τυχόν προβλεπόμενου τραπεζικού δανεισμού διαφοροποιείται δραματικά σε βάρος των επιχειρήσεων, (γ) διαφοροποιούνται οι συνθήκες της αγοράς οι οποίες ελήφθησαν υπόψη για την σύνταξη της επενδυτικής πρότασης. Για κείνες δε τις επιχειρήσεις που αποφασίζουν μετά την προέγκριση να ξεκινήσουν την επένδυσή τους με δική τους ευθύνη, προσδοκώντας, ωστόσο, σε ταχεία εξέλιξη της διαδικασίας αξιολόγησης και έγκρισης, η κατάσταση είναι ακόμη δυσκολότερη. Όπως αναφέρεται, στη προκειμένη περίπτωση, η αδυναμία της Πολιτείας εξασφάλισης επαρκών πιστώσεων, ικανών να καλύψουν, αν όχι το σύνολο,


τουλάχιστον το μεγαλύτερο μέρος, των επενδυτικών αναγκών των επιχειρήσεων, πέραν του ιδιαίτερα υψηλού οικονομικού κόστους που συνεπάγεται, ιδιαίτερα την περίοδο που διανύουμε, όπου η αύξηση της επενδυτικής δαπάνης αποτελεί ανάχωμα στην επερχόμενη κρίση, λειτουργεί ανασταλτικά στην επενδυτική δραστηριότητα. Προς αποκατάσταση της εικόνας αυτής, ο Σύνδεσμος ζητά στην επιστολή του: 1. Την μεγαλύτερη δυνατή αύξηση των πιστώσεων που διατίθεται για την ικανοποίηση των αιτημάτων υπαγωγής στον Αναπτυξιακό Νόμο. 2. Την πρόβλεψη ρύθμισης, που να επιβάλλει την άμεση γραπτή ενημέρωση των επιχειρήσεων, των οποίων τα επενδυτικά σχέδια παραπέμπονται στο επόμενο έτος, ως προς το χρονοδιάγραμμα εξέτασης των αιτημάτων τους.


18 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2009: ΒΕΛΤΙΩΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΕΠΙΣΦΑΛΕΙΕΣ

Με επιστολή του προς τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών κ. Ιωάννη Παπαθανασίου και τον Υφυπουργό Οικονομίας και Οικονομικών κ. Αντώνιο Μπέζα, ο Σύνδεσμος υπέβαλε προτάσεις που αποβλέπουν στη βελτίωση του καθεστώτος, το οποίο διέπει τον σχηματισμό, από μέρους των επιχειρήσεων, πρόβλεψης για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων που αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα, υπό το φως των νέων συνθηκών που επικρατούν στην αγορά και την ένταση των προβλημάτων που δημιουργεί σε αυτή και τις επιχειρήσεις, η χρηματοπιστωτική κρίση που πλήττει και τη χώρα μας. Στην επιστολή επισημαίνεται ότι ήδη από τις επιχειρήσεις εκφράζονται όλο και περισσότερο βαθύτατες ανησυχίες και προβληματισμοί για τη κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στην αγορά, από τον διαρκώς αυξανόμενο αριθμό ακάλυπτων επιταγών και πτωχεύσεων, ως αποτέλεσμα της χαμηλής ρευστότητας που δημιουργεί ο περιορισμός της τραπεζικής χρηματοδότησης και η αδυναμία σε πολλές περιπτώσεις, εξυπηρέτησης των υφιστάμενων υποχρεώσεων. Για την συντριπτική πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, που είναι μικρού ή και μεσαίου οικονομικού μεγέθους, υπό το κλίμα και τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί, το βάρος της είσπραξης των απαιτήσεών τους, είναι από ανυπέρβλητο έως, στην καλύτερη των περιπτώσεων, εξαιρετικά δυσχερές. Όπως αναφέρεται στο υπόμνημα, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, είναι απαραίτητη η λήψη κάθε μέτρου διευκόλυνσης των επιχειρήσεων, αποφυγής παρόμοιων καταστάσεων, που παρεμβαίνουν στους κανόνες λειτουργίας της αγοράς και προκαλούν σύγχυση και αναστάτωση στις συναλλαγές. Στο πλαίσιο αυτό, προτείνουμε: Πρώτον, την αύξηση του ποσοστού πρόβλεψης για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων που αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα, από 0,50% που ισχύει σήμερα, σε 1%, ποσοστό που ίσχυε και πριν την ψήφιση του Ν. 2214/94, προς αντιμετώπιση του φαινομένου αύξησης των ακάλυπτων επιταγών των και ανεπίδεκτων είσπραξης επιχειρηματικών απαιτήσεων, Δεύτερον, την απλοποίηση της διαδικασίας και των δικαιολογητικών για την, πέραν της σχηματισθείσας πρόβλεψης, δυνατότητας διαγραφής των πράγματι επισφαλών και ανεπίδεκτων είσπραξης απαιτήσεων, χωρίς να απαιτείται η εξάντληση όλων των ένδικων μέσων, που προβλέπει σήμερα ο νόμος και η οποία έχει ως αποτέλεσμα τη σπατάλη χρόνου και χρήματος, το κόστος των οποίων πολλές φορές υπερβαίνει την ίδια την απαίτηση. Προτείνουμε δε στη περίπτωση αυτή, η ύπαρξη ακάλυπτης επιταγής ή/και η σχετική καταδίκη, και οι βεβαιώσεις δικηγόρων περί της αδυναμίας είσπραξης της απαίτησης, να αρκούν για τη διαγραφή μιας απαίτησης. Τρίτον, την κατάργηση της υποχρέωσης γνωστοποίησης στους πελάτες που διαγράφονται και για τους οποίους δεν έχουν ασκηθεί ένδικα μέσα, της


διαγραφής της επισφαλούς απαίτησης, όταν υπερβαίνει τα 1.000 ευρώ, καθώς αυτό, φρονούμε ότι ως μόνο αποτέλεσμα έχει, την οριστική κατάργηση της δυνατότητας των επιχειρήσεων, μελλοντικής είσπραξης των απαιτήσεων τους, αν και εφόσον οι συνθήκες το επιτρέψουν. Προς αποφυγή, δε τυχόν καταστρατήγησης του νόμου, προτείνεται η αντ’ αυτής υποχρέωση των επιχειρήσεων, μεταφοράς και παρακολούθησης των ποσών των απαιτήσεων που διαγράφονται, επί μια πενταετία, σε λογαριασμούς τάξεως, ώστε να είναι δυνατός ο έλεγχος από τις ελεγκτικές αρχές. Ο Σύνδεσμος εκτιμά ότι ο Υπουργός αφού λάβει σοβαρά υπόψη τα δεδομένα της ελληνικής οικονομικής πραγματικότητας, θα θελήσει να εξετάσει θετικά τις προτάσεις του και να προβεί στην νομοθετική αντιμετώπιση του θέματος και τον καλεί να τύχει της ενημέρωσης του Υπουργείου για τις ενέργειές του προς την κατεύθυνση αυτή.


28 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2009: ΕΥΝΟΪΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΟΦΕΙΛΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΣΤΗ ΔΥΤΙΚΗ ΘΕΣΣΑΛΙΑ

Με την υπ’ αριθ. 2/14709/0025 Απόφαση του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, κ. Νικ. Λέγκα, παρέχεται εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου προς τα πιστωτικά ιδρύματα για την ρύθμιση οφειλών που προέρχονται από δάνεια που χορηγήθηκαν σε βιοτεχνικές, βιομηχανικές, μεταλλευτικές, ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και κτηνοτροφικές επιχειρήσεις βιοτεχνικού και βιομηχανικού τύπου, που είναι εγκατεστημένες και λειτουργούν στους Νομούς Τρικάλων και Καρδίτσας. Η Απόφαση αυτή αποτελεί μία εξαιρετικά υποβοηθητική ρύθμιση για τις επιχειρήσεις της μεταποιητικής κοινότητας των δύο Νομών της Δυτικής Θεσσαλίας, για την έκδοση της οποίας ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Θεσσαλίας & Κεντρικής Ελλάδος, είχε καθοριστική συμβολή, καταρτίζοντας σχετική μελέτη σκοπιμότητας και διατηρώντας μία γόνιμη συνεργασία με τους Προέδρους των Επιμελητηρίων των Νομών Καρδίτσας και Τρικάλων. Αισθανόμαστε την ανάγκη, να επισημάνουμε την ιδιαίτερα θετική ανταπόκριση του κ. Υφυπουργού στην πρόταση του Συνδέσμου σχετικά με την εν λόγω ρύθμιση και να υπογραμμίσουμε την έγκαιρη κινητοποίηση των υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών. Η συγκεκριμένη απόφαση, αποτελεί ένα εξαιρετικά θαρραλέο και αποτελεσματικό βήμα για την τοπική οικονομία των Νομών της Δυτικής Θεσσαλίας, και αυτό για δύο λόγους: Ο πρώτος λόγος είναι ότι έρχεται σε μία πολύ δύσκολη περίοδο για τις επιχειρήσεις των δύο Νομών, οι οποίες τα τελευταία χρόνια εμφανίζουν δείκτες οικονομικής και παραγωγικής δραστηριότητας υποχωρούντες. Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με το γεγονός ότι αποτελεί ένα από τα πλέον αποφασιστικά μέτρα, που έχουν ληφθεί στην τρέχουσα περίοδο της κρίσης σε σχέση με την σύνδεσή τους προς το Δημόσιο Χρέος. Η στήριξη των Νομών της Καρδίτσας και των Τρικάλων, στο σύνολο των εννέα Νομών που εκπροσωπεί ο Σύνδεσμος προκύπτει από την τεκμηριωμένη πεποίθηση ότι αμφότεροι παρουσιάζουν σημαντικές δημοσιονομικές αποκλίσεις και ένταση της υποχώρησης της ανάπτυξης της τοπικής επιχειρηματικότητας και για τον λόγο αυτόν έχουν ανάγκη σοβαρής ενίσχυσης.


29 ΜΑΪΟΥ 2009: ΝΑ ΜΗΝ ΣΥΓΧΩΝΕΥΘΕΙ ΤΟ ΚΕ.Τ.Ε.Α.Θ.

Την αντίθεσή του σε κάθε σκέψη συγχώνευσης του Κέντρου Τεχνολογίας Έρευνας και Ανάπτυξης Θεσσαλίας (ΚΕΤΕΑΘ) εξέφρασε ο Σύνδεσμος στην επιστολή που απέστειλε προς τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών κ. Ιωάννη Παπαθανασίου, τον Υπουργό Ανάπτυξης κ. Κωνσταντίνο Χατζηδάκη και τον Γενικό Γραμματέα Έρευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Ανάπτυξης κ. Φίλιππο Τσαλίδη. Στην επιστολή του, ο Σύνδεσμος, αφού μνημονεύει, πρόσφατη ανακοίνωση του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, σύμφωνα με την οποία μεταξύ των άλλων, πρόκειται να συγχωνευθούν και φορείς του Δημοσίου, με σκοπό την εξοικονόμηση πόρων από την κατάργηση ενός μεγάλου αριθμού Διοικητικών Συμβουλίων, σημειώνει ότι, εξ’ αρχής, συμφωνεί απόλυτα με το συγκεκριμένο μέτρο, στον βαθμό βεβαίως, που δεν διαταράσσεται η αποτελεσματική λειτουργία και η δραστηριότητα των φορέων αυτών. Ωστόσο, όπως αναφέρει, μεταξύ των υπό συγχώνευση φορέων, περιλαμβάνεται και το Κέντρο Τεχνολογίας Έρευνας και Ανάπτυξης Θεσσαλίας (ΚΕΤΕΑΘ), το οποίο αποτελεί μία πρόσφατα δημιουργηθείσα δομή, πάνω στην οποία τόσο η παραγωγική όσο και η ακαδημαϊκή κοινότητα της Θεσσαλίας, έχουν στηρίξει σοβαρές ελπίδες για την ανάπτυξη στέρεων και αποτελεσματικών σχέσεων μεταξύ της έρευνας και της παραγωγής. Ήδη, από το μικρό χρονικό διάστημα λειτουργίας του ΚΕΤΕΑΘ, τα αποτελέσματα είναι εξαιρετικά ενθαρρυντικά και είμαστε βέβαιοι ότι η συνέχεια θα δικαιώσει τους εμπνευστές της δημιουργίας του. Το ΚΕΤΕΑΘ δεν είναι μία αργούσα και παραπαίουσα δομή αλλά ένας σοβαρός βραχίονας, που ήδη έχει κινητοποιήσει επιχειρήσεις και ερευνητικό δυναμικό. Με δεδομένο μάλιστα, ότι το ζητούμενο σήμερα για την εγχώρια παραγωγή αλλά και για την εθνική οικονομία είναι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του παραγόμενου προϊόντος, μέσω της βελτίωσης της προστιθέμενης αξίας του και της καινοτομικότητάς του, η διασάλευση του καθεστώτος λειτουργίας του συγκεκριμένου Κέντρου δημιουργεί σοβαρά ερωτηματικά για το κατά πόσο η απόφαση περί συγχώνευσής του με το ΕΚΕΤΑ (Θεσσαλονίκη) έλαβε σοβαρά υπόψη όλες τις παραμέτρους που σχετίζονται με την αποστολή και το έργο του ΚΕΤΕΑΘ. Ο Σύνδεσμος εκτιμά, ότι ανάλογες αποφάσεις, που αφορούν σε τόσο σημαντικά ζητήματα είναι σκόπιμο να τίθενται προηγουμένως σε διαβούλευση με τους άμεσα εμπλεκόμενους εκπροσώπους των οικονομικών δραστηριοτήτων, και ακολούθως να λαμβάνονται, αφού έχουν συνεκτιμήσει όλες τις πτυχές των επιπτώσεων που προκαλούν. Επιπρόσθετα, θεωρεί, ότι ενώ η απόφαση για τον περιορισμό της άσκοπης σπατάλης δημόσιων πόρων με την συγχώνευση οργανισμών και φορέων του Δημοσίου είναι στην ορθή κατεύθυνση, η διασάλευση του καθεστώτος απρόσκοπτης λειτουργίας μίας τόσο σημαντικής δομής, όπως το ΚΕΤΕΑΘ, δεν ανήκει στην περίπτωση.


Για τον λόγο αυτό, ολοκληρώνοντας, ο Σύνδεσμος ζητά να επανεξεταστεί το όλο θέμα, και να δοθεί η δυνατότητα στην επιχειρηματική και ακαδημαϊκή κοινότητα της Θεσσαλίας να συνεχίσουν το πολύ σοβαρό έργο που έχουν ξεκινήσει στα πλαίσια του ΚΕΤΕΑΘ.


15 ΙΟΥΛΙΟΥ 2009: ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ – ΠΑΡΑΤΑΣΗ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΑΙΤΗΣΕΩΝ

Ο Σύνδεσμος, παρακολουθώντας από κοντά το ζήτημα της εφαρμογής της υπ’ αρ. 2/14709/0025/14-4-2009 Υπουργικής Απόφασης για τη ρύθμιση των οφειλών από δάνεια επιχειρήσεων που είναι εγκατεστημένες σε συγκεκριμένους Νομούς και περιοχές της χώρας, οι οποίες αντιμετωπίζουν προβλήματα αναπτυξιακής υστέρησης, μεταξύ των οποίων και εκείνων της Δυτικής Θεσσαλίας, απέστειλε στην ηγεσία του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, επιστολή με σκοπό την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του μέτρου. Με αφορμή την επικείμενη τότε εκπνοή της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων υπαγωγής στη ρύθμιση, ο Σύνδεσμος, στη πρώτη παρέμβασή του, επεσήμανε το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν επιχειρήσεις – μέλη του Συνδέσμου, οι οποίες είναι εγκατεστημένες στους Νομούς Τρικάλων και Καρδίτσας, προερχόμενο από την αντικειμενική αδυναμία να υποβάλλουν εμπρόθεσμα τις αιτήσεις τους για ένταξη στην εν λόγω Απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, για ρύθμιση των οφειλών τους από δάνεια με την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου, εξαιτίας του περιορισμένου της προθεσμίας που προβλέφθηκε προς τούτο, με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να τεθούν εκτός των ευεργετικών της ρυθμίσεων. Ο Σύνδεσμος αναφέρει στην επιστολή του ότι, όπως είναι γνωστό, με την εν λόγω απόφαση δόθηκε η δυνατότητα σε επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες σε Νομούς και περιοχές της χώρας, μεταξύ των οποίων και οι Νομοί Τρικάλων και Καρδίτσας, να ρυθμίσουν τις οφειλές τους από δάνεια ή και να λάβουν νέα δάνεια κίνησης, με την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου, με την προϋπόθεση ότι θα υποβάλλουν σχετική αίτηση εντός τριών μηνών από τη δημοσίευση της Απόφασης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δηλαδή μέχρι 22/7/2009. Ωστόσο, παρότι, στο τρίμηνο που μεσολάβησε, αρκετές ήταν οι επιχειρήσεις, οι οποίες μπόρεσαν να υποβάλλουν τις αιτήσεις τους, τονίζεται ότι εξίσου μεγάλος υπήρξε ο αριθμός των επιχειρήσεων εκείνων, οι οποίες αν και θα ήθελαν να ενταχθούν στην εν λόγω Απόφαση, δεν θα μπορέσουν τελικά να υποβάλλουν εμπρόθεσμα τις αιτήσεις τους, όχι λόγω έλλειψης ενδιαφέροντος, αλλά εξαιτίας του χρόνου που απαιτήθηκε για την ενημέρωσή τους, αλλά και των καθυστερήσεων που διαπιστώθηκαν στην απάντηση καίριων ερωτημάτων ως προς την εφαρμογή και στη διεκπεραίωση των αιτημάτων τους από τη πλευρά των τραπεζών. Αποτέλεσμα, όπως επεσήμανε ο Σύνδεσμος, είναι πολλές επιχειρήσεις, να κινδυνεύουν χωρίς δική τους υπαιτιότητα να στερηθούν τη μοναδική δυνατότητα που τους προσφέρει η ένταξη στην Απόφαση, ρύθμισης των οφειλών τους. Για τον λόγο αυτό και εν όψει της εκπνοής της προθεσμίας, από τον Σύνδεσμο να εξεταστεί η δυνατότητα χορήγησης δίμηνης παράτασης για την υποβολή των αιτήσεων υπαγωγής σ’ αυτή.


24 ΙΟΥΛΙΟΥ 2009 & 27 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2009: ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ. ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΑΙΤΗΣΕΩΝ.

Ο Σύνδεσμος, παρακολουθώντας από κοντά το ζήτημα της εφαρμογής της υπ’ αρ. 2/14709/0025/14-4-2009 Υπουργικής Απόφασης για τη ρύθμιση των οφειλών από δάνεια επιχειρήσεων που είναι εγκατεστημένες σε συγκεκριμένους Νομούς και περιοχές της χώρας, οι οποίες αντιμετωπίζουν προβλήματα αναπτυξιακής υστέρησης, μεταξύ των οποίων και εκείνων της Δυτικής Θεσσαλίας, απέστειλε στην ηγεσία του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, επιστολή με σκοπό την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του μέτρου. Με επιστολή του ο Σύνδεσμος αναφέρθηκε στη σύνθεση του Συμβουλίου Διαχείρισης και Αξιολόγησης της Εγγυητικής Ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο αξιολογεί, μεταξύ άλλων, τις αιτήσεις που υποβάλλονται από τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις για ένταξη στην υπ’ αρ. 2/14709/0025/14-4-2009 Απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών για ρύθμιση των οφειλών τους από δάνεια με την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου, και επεσήμανε την ανάγκη συμμετοχής του σε αυτό. Όπως σημειώνεται, στη σύνθεση του Συμβουλίου, το οποίο μεταξύ των άλλων έχει ως αποστολή να εξετάζει και αξιολογεί τις αιτήσεις των επιχειρήσεων της εν λόγω Απόφασης, δεν περιλαμβάνονται εκπρόσωποι της Βιομηχανίας της Θεσσαλίας, παρά το γεγονός ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση καλύπτει και απευθύνεται, κατά μεγάλο μέρος, σ’ αυτή. Αντίθετα, την επιχειρηματική κοινότητα των συγκεκριμένων περιοχών, εκπροσωπούν αντιπρόσωποι επιχειρηματικών φορέων, είτε άλλων Νομών, είτε άλλων Περιφερειών. Με αφορμή τη διαπίστωση αυτή, επισημαίνεται με ιδιαίτερη έμφαση ότι είναι αναγκαία η συμμετοχή στο Συμβούλιο, εκπροσώπου του Συνδέσμου Βιομηχανιών Θεσσαλίας και Κεντρικής Ελλάδος, η ενεργός παρουσία του οποίου, ως Περιφερειακού Οργάνου, θα εξασφαλίσει την ουσιαστική γνώση του χώρου των Βιομηχανικών Επιχειρήσεων των Νομών Καρδίτσας και Τρικάλων, των ιδιαιτεροτήτων καθώς και των αναγκών τους.


17 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2009: ΝΑ ΜΗΝ ΑΠΟΚΛΕΙΣΘΟΥΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΙ ΚΛΑΔΟΙ ΑΠΟ ΤΑ ΠΕΠ.

Επιστολή προς τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών απέστειλε ο Σύνδεσμος για το μείζον θέμα που έχει δημιουργηθεί από την εξαίρεση, με βάση την πρόσφατη προκήρυξη του προγράμματος για την ενίσχυση μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων στο πλαίσιο των Π.Ε.Π. του Ε.Σ.Π.Α., πολλών κλάδων της μεταποίησης, από τις επιλέξιμες δραστηριότητές του, παρά το γεγονός ότι είχαν συμπεριληφθεί σ’ αυτές κατά την προδημοσίευση του προγράμματος πριν από τρεις μήνες, με αποτέλεσμα, πολλές επιχειρήσεις, οι οποίες εν τω μεταξύ είχαν δαπανήσει μεγάλα ποσά για την υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων, στηριζόμενες στο ότι οι δαπάνες αυτές, είναι επιλέξιμες για την ένταξη στο πρόγραμμα, να αποκλείονται από τη δυνατότητα συμμετοχής σ’ αυτό. Όπως αναφέρεται στο υπόμνημα, χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι επιχειρήσεις μέλη του Συνδέσμου που δραστηριοποιούνται στη παραγωγή χυμών φρούτων και λαχανικών με κωδικό δραστηριότητας 10.32, οι οποίες ήταν επιλέξιμες με βάση τη προδημοσίευση και βάσει αυτής υλοποίησαν στο διάστημα που μεσολάβησε επενδυτικά σχέδια μεγάλου ύψους, και σύμφωνα με την προκήρυξη δεν εντάσσονται στο Πρόγραμμα. Η συγκεκριμένη μεταχείριση και ο αναδρομικός αποκλεισμός από το πρόγραμμα, δημιουργεί γι’ αυτές και πολλές άλλες επιχειρήσεις που έχουν δαπανήσει σημαντικά ποσά προσβλέποντας στην βοήθεια της επιχορήγησης, ηθικό πρόβλημα και συνεπάγεται υψηλό οικονομικό κόστος με άμεσες επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητά τους. Ο Σύνδεσμος θεωρεί ότι, εν προκειμένω, η ξαφνική, αυτή, αλλαγή στην αντιμετώπιση πολλών κλάδων της εγχώριας παραγωγής, πέραν της αναστάτωσης που προκαλεί στην αγορά και στον προγραμματισμό των επιχειρήσεων, έχει ως άμεση συνέπεια, να χάνεται ένα μεγάλο μέρος της αξιοπιστίας της Πολιτείας και να δοκιμάζεται η ειλικρινής της πρόθεση για ενίσχυση των επενδυτικών προσπαθειών. Για τον λόγο αυτό, ζητά την άμεση παρέμβαση διερεύνησης και εξάντλησης κάθε δυνατότητας να συμπεριληφθούν τελικά στην προκήρυξη όλες οι δραστηριότητες που ήταν επιλέξιμες με βάση την προδημοσίευση του προγράμματος.


ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ


4 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2009: ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ.

ΘΕΜΑΤΩΝ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ

Ο Σύνδεσμος υποβάλλει Υπόμνημα με θέματα, των οποίων η αντιμετώπιση βρίσκεται μέσα στο πεδίο πολιτικών του Υπουργείου Οικονομικών τα οποία αναφέρονται 1. Στις προτάσεις του για την αντιμετώπιση των συνεπειών της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης επισημαίνοντας ότι είναι απαραίτητο, για την στήριξη της ρευστότητας της αγοράς, οι μέχρι σήμερα ενέργειες να συνοδευτούν και από τις εξής: • • • • • • •

Αποπληρωμή όλων των επιχειρήσεων, που εφοδιάζουν το ελληνικό Δημόσιο με προϊόντα, εμπορεύματα και έργα. Άμεση καταβολή των επιχορηγήσεων του αναπτυξιακού νόμου, σε επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν ολοκληρώσει επενδυτικά προγράμματα, και στις οποίες δεν έχει ακόμη καταβληθεί η αναλογούσα Δημόσια Δαπάνη. Άμεση επιστροφή, προς τις εξαγωγικές επιχειρήσεις, του ΦΠΑ, που σε αρκετές περιπτώσεις, οι καθυστερήσεις δημιουργούν έντονα προβλήματα. Ενίσχυση, με πρόσθετους πόρους, του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, ώστε να τονωθεί η κατασκευαστική αγορά και η απασχόληση. Επιτάχυνση των διαδικασιών για την ταχεία εφαρμογή των έργων, που πρόκειται να υλοποιηθούν με την μέθοδο των ΣΔΙΤ. Καταβολή των ενισχύσεων προς τους αγρότες, ώστε να ενισχυθεί το εισόδημα και η κατανάλωση. Άμεση ενεργοποίηση των Τομεακών Προγραμμάτων του ΕΣΠΑ.

2. Στην αναγκαιότητα αναγνώρισης έκπτωσης από τα έσοδα εξαγωγικών επιχειρήσεων ποσοστού δαπανών άνευ δικαιολογητικών υπογραμμίζοντας ότι Σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 2 του κώδικα φορολογίας εισοδήματος (Ν. 2238/1994) επιτρεπόταν η έκπτωση χωρίς δικαιολογητικά από τα ακαθάριστα έσοδα των Εξαγωγικών Επιχειρήσεων για την αντιμετώπιση ειδικών δαπανών τους, για τις οποίες λόγω της φύσεως τους δεν ήταν εφικτή η λήψη αποδεικτικών στοιχείων. Η δυνατότητα αυτή έχει καταργηθεί τα τελευταία χρόνια με όλες δυσάρεστες συνέπειες για την ανάπτυξη των εξαγωγών. Και προτείνει την επαναφορά του συγκεκριμένου μέτρου γιατί εν μέσω παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και ενός διαρκώς εντεινόμενου διεθνούς ανταγωνισμού, σκοπός είναι να υποβοηθηθούν οι ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις να διατηρήσουν την ανταγωνιστική τους θέση. 3. Στην Αντικειμενικοποίηση του Φοροελεγκτικού Συστήματος υποβοήθηση καταπολέμησης της φοροδιαφυγής τονίζοντας ότι:

για

την

Στο πλαίσιο καθιέρωσης ενός αντικειμενικού και αποτελεσματικού φορολογικού συστήματος που θα βοηθήσει στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και θα εμπεδώσει στην αγορά κλίμα φορολογικής δικαιοσύνης, επιβάλλονται:


Η κατάργηση του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, ο οποίος περιέχει αναχρονιστικές διατάξεις που οδηγούν σε συγκρούσεις ανάμεσα στις ελεγκτικές υπηρεσίες και στις επιχειρήσεις και αντικατάστασή του με ένα σύγχρονο πλαίσιο λειτουργίας και ελέγχου της επιχειρηματικότητας. Η κωδικοποίηση, στο πλαίσιο των παραπάνω, των προβλεπομένων κυρώσεων για όλες τις παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας, ώστε υπηρεσίες και επιχειρήσεις να γνωρίζουν επακριβώς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους.

4. Στην αναγκαιότητα απλοποίησης των διαδικασιών και την καλύτερη εφαρμογή της νομοθεσίας με στόχο την ευχέρεια παρακολούθησής της και ορθής τήρησής της υπογραμμίζοντας ότι: Διαπιστώνεται ότι παρά τις προσπάθειες κωδικοποίησης της νομοθεσίας, είτε αφορά τη φορολογία είτε γενικότερα, οι συνεχείς τροποποιήσεις και ο τρόπος, με τον οποίο αυτές γίνονται, καθιστούν εξαιρετικά δυσχερή τη παρακολούθηση και τη ορθή τήρηση. Συγκεκριμένα, κατά ένα μεγάλο μέρος, τροποποιήσεις, ακόμη και σημαντικές, ενσωματώνονται συχνά σε νομοσχέδια διαφορετικού περιεχομένου και αντικειμένου, ενώ ο τρόπος με τον οποίο γίνονται οι τροποποιήσεις και συμπλήρωσης της νομοθεσίας με απλή παραπομπή στις διατάξεις, στις οποίες αφορούν, στη πράξη δημιουργούν σημαντικά προβλήματα στην πληροφόρηση και στην εφαρμογή. Κι’ αυτό διότι, για να ενημερωθεί, κανείς, για μια τροποποίηση ενός νόμου, πρέπει να διαβάσει νομοθετήματα που δεν σχετίζονται με το αντικείμενο ενδιαφέροντός του και παράλληλα να ανατρέχει στα νομοθετήματα τα οποία τροποποιούνται, με αποτέλεσμα να χάνεται και η ουσία και η δυνατότητα άμεσης ενημέρωσης και τήρησης των νόμων. Και φυσικά, το πρόβλημα είναι ακόμη πιο μεγάλο στη περίπτωση των πολλών νομοθετημάτων φορολογικού περιεχομένου. Προς αποκατάσταση των παραπάνω, προτείνονται: •

Νομοθετικές ρυθμίσεις ενός Υπουργείου, να μην ενσωματώνονται σε νομοσχέδια άλλων και εφόσον είναι δυνατό, να κατηγοριοποιούνται κατά αντικείμενο, προκειμένου η πρόσβαση, σ’ αυτές, των πολιτών, που καλούνται να τις εφαρμόσουν, να είναι άμεση. Οι τροποποιήσεις – συμπληρώσεις νομοθετημάτων, να μην περιορίζονται στην απλή αναφορά των διατάξεων που τροποποιούνται ή καταργούνται, αλλά να αναφέρονται ολόκληρες, ώστε να είναι εύκολη και άμεση η ενημέρωση.

5. Στην καθιέρωση μειωμένου φορολογικού συντελεστή για τα αδιανέμητα κέρδη επισημαίνοντας ότι:


Πάγια θέση του Συνδέσμου είναι ότι τα καθαρά κέρδη που δεν διανέμονται και παραμένουν στην επιχείρηση θα πρέπει να τυγχάνουν ευνοϊκότερης φορολογικής μεταχείρισης. Η θέση αυτή και, ταυτόχρονα, πρόταση, αποβλέπει στη διατήρηση των απαραίτητων κεφαλαίων στις επιχειρήσεις συνάδει απόλυτα και ευθυγραμμίζεται με τη προσπάθεια στήριξης της επιχειρηματικότητας εν μέσω οικονομικής κρίσης και μειωμένης ρευστότητας. 6. Στην περαίωση ανέλεγκτων – εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων μέχρι και το 2008 δεδομένου ότι: Η άρση των εκκρεμοτήτων, η αντιμετώπιση του μεγάλου αριθμού των παραγραφόμενων υποθέσεων, η διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου και η ενίσχυση των δημοσίων εσόδων επιβάλλουν την παροχή της δυνατότητας προς τους φορολογουμένους περαίωσης και κλεισίματος των ανέλεγκτων χρήσεων μέχρι και το 2008. Όπως είναι γνωστό, η δυνατότητα αυτή παρασχέθηκε μέχρι και τη χρήση 2006 και πολλές ήταν οι επιχειρήσεις, οι οποίες έσπευσαν να την αξιοποιήσουν δίνοντας μια μεγάλη βοήθεια στην ελεγκτική διαδικασία. Στο πλαίσιο του κλεισίματος των ανέλεγκτων χρήσεων, προτείνεται στη περίπτωση των επιχειρήσεων, οι οποίες τηρούν Βιβλία Γ’ Κατηγορίας, στον υπολογισμό βάσει ποσοστού των λογιστικών διαφορών, να λαμβάνονται υπόψη και να αφαιρούνται τα ποσά των λογιστικών διαφορών που έχουν υπολογιστεί και δηλωθεί από την ίδια την επιχείρηση. Κατ’ αυτό τον τρόπο, θα εξαλειφθεί το φαινόμενο των αδικιών που διαπιστώνονται σήμερα και έχουν ως αποτέλεσμα, οι επιχειρήσεις, οι οποίες δηλώνουν λογιστικές διαφορές, να υφίστανται μεγαλύτερη φορολογική επιβάρυνση, από εκείνες που δεν δηλώνουν τέτοιες και επωμίζονται μόνο το κόστος που προκύπτει κατά τη περαίωση. 7. Στην Παράταση σημερινού καθεστώτος υποβολής των συγκεντρωτικών καταστάσεων δεδομένου ότι: Όπως είναι γνωστό, με την ΠΟΛ.1162/10.12.2008, δόθηκε εκ νέου η δυνατότητα, να μην συμπεριληφθούν, για το ημερολογιακό έτος 2009, στις συγκεντρωτικές καταστάσεις της περ. α' παρ. 1 του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ., οι συναλλαγές που δεν υπερβαίνουν τα 300,00 ευρώ ανά φορολογικό στοιχείο. Ακόμη και με το ισχύον όριο των 300,00 ευρώ, ο χρόνος καταχώρησης των παραστατικών έχει αυξηθεί υπερβολικά, σε βαθμό τέτοιο, που η εκπλήρωση της σχετικής υποχρέωσης συνεπάγεται τεράστιες δυσκολίες και φόρτο εργασίας. Τυχόν αλλαγή στο σημερινό καθεστώς υποβολής των συγκεντρωτικών καταστάσεων, προς την κατεύθυνση της διεύρυνσης των καταχωρούμενων συναλλαγών και στοιχείων, θα είναι ιδιαίτερα επιβαρυντική, τόσο για τις υπόχρεες επιχειρήσεις, οι οποίες ήδη καλούνται να διαχειριστούν ένα τεράστιο


όγκο υποχρεώσεων, όσο και για την ίδια την αποτελεσματικότητα του συστήματος ηλεκτρονικών διασταυρώσεων των συναλλαγών. Προτείνεται η διατήρησης και στο ημερολογιακό έτος 2010, αλλά και στα επόμενα, του ορίου των 300,00 ευρώ στις συγκεντρωτικές καταστάσεις της περ. α' παρ. 1 του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ. 8. Στην ανάγκη νομοθετικής αντιμετώπισης των αυξημένων επισφαλειών διότι: Υπό το φως των νέων συνθηκών που επικρατούν στην αγορά και την ένταση των προβλημάτων που δημιουργεί σε αυτή και τις επιχειρήσεις, η χρηματοπιστωτική κρίση που πλήττει τη χώρα, είναι απαραίτητη η βελτίωση του καθεστώτος, το οποίο διέπει τον σχηματισμό, από μέρους των επιχειρήσεων, πρόβλεψης για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων που αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα. Από τις επιχειρήσεις εκφράζονται όλο και περισσότερο βαθύτατες ανησυχίες και προβληματισμοί για τη κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στην αγορά, από τον διαρκώς αυξανόμενο αριθμό ακάλυπτων επιταγών και πτωχεύσεων, ως αποτέλεσμα της χαμηλής ρευστότητας που δημιουργεί ο περιορισμός της τραπεζικής χρηματοδότησης και η αδυναμία σε πολλές περιπτώσεις, εξυπηρέτησης των υφιστάμενων υποχρεώσεων. Για την συντριπτική πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, που είναι μικρού ή και μεσαίου οικονομικού μεγέθους, υπό το κλίμα και τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί, το βάρος της είσπραξης των απαιτήσεών τους, είναι από ανυπέρβλητο έως, στην καλύτερη των περιπτώσεων, εξαιρετικά δυσχερές. Στο πλαίσιο αυτό, προτείνονται: Πρώτον, απλοποίηση της διαδικασίας και των δικαιολογητικών για την, πέραν της σχηματισθείσας πρόβλεψης, δυνατότητας διαγραφής των πράγματι επισφαλών και ανεπίδεκτων είσπραξης απαιτήσεων, χωρίς να απαιτείται η εξάντληση όλων των ένδικων μέσων, που προβλέπει σήμερα ο νόμος και η οποία έχει ως αποτέλεσμα τη σπατάλη χρόνου και χρήματος, το κόστος των οποίων πολλές φορές υπερβαίνει την ίδια την απαίτηση. Στη περίπτωση αυτή, η ύπαρξη ακάλυπτης επιταγής ή/και η σχετική καταδίκη, και οι βεβαιώσεις δικηγόρων περί της αδυναμίας είσπραξης της απαίτησης, να αρκούν για τη διαγραφή μιας απαίτησης. Δεύτερον, κατάργηση της υποχρέωσης γνωστοποίησης στους πελάτες που διαγράφονται και για τους οποίους δεν έχουν ασκηθεί ένδικα μέσα, της διαγραφής της επισφαλούς απαίτησης, όταν υπερβαίνει τα 1.000 ευρώ, που έχει ως αποτέλεσμα, την οριστική κατάργηση της δυνατότητας των επιχειρήσεων, μελλοντικής είσπραξης των απαιτήσεων τους, αν και εφόσον οι συνθήκες το επιτρέψουν. Προς αποφυγή, δε τυχόν καταστρατήγησης του νόμου, προτείνεται η αντ’ αυτής υποχρέωση των επιχειρήσεων, μεταφοράς και παρακολούθησης των ποσών των απαιτήσεων που διαγράφονται, επί μια πενταετία, σε λογαριασμούς τάξεως, ώστε να είναι δυνατός ο έλεγχος από τις ελεγκτικές αρχές.


9. Στη φορολογική έκπτωση του συνόλου της δαπάνης κινητής τηλεφωνίας δεδομένου ότι: Με τις διατάξεις του άρθρου 24 του Ν. 3427/27-12-2005, συμπεριλήφθηκαν στις δαπάνες, οι οποίες, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31 του Ν. 2238/1994, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, τα έξοδα κινητής τηλεφωνίας για λογαριασμούς που ανήκουν σ’ αυτές, σε ποσοστό 50%. Παρά ταύτα, ενώ με την αναγνώριση της συγκεκριμένης δαπάνης ως παραγωγικής, ικανοποιήθηκε ένα πάγιο αίτημα των επιχειρήσεων, που βασίστηκε στην κοινή διαπίστωση ότι η κινητή τηλεφωνία συμβάλλει στη δημιουργία εισοδήματος για τις επιχειρήσεις, εν τούτοις με τον περιορισμό της έκπτωσης σε ποσοστό 50% του συνολικού ποσού, παραγνωρίζεται η βασική αρχή που διέπει τον τρόπο λειτουργίας των επιχειρήσεων σήμερα και η οποία είναι εκείνη που, κατ’ αρχήν, προκάλεσε την συγκεκριμένη ρύθμιση. Πιο συγκεκριμένα, ότι η κινητή τηλεφωνία, ως μέσο επικοινωνίας, αποτελεί εδώ και χρόνια, παγκοσμίως, βασικότατο εργαλείο άσκησης της επιχειρηματικής λειτουργίας και σε ορισμένες περιπτώσεις - βλέπετε πωλητές – μοναδικό και πως σε γενικότερο επίπεδο, τείνει να υποκαταστήσει την σταθερή τηλεφωνία, της οποίας, και εδώ είναι το παράδοξο, τα έξοδα εκπίπτουν στο σύνολό τους. Η αναγνώριση της συγκεκριμένης δαπάνης, μόνο κατά τα ήμισυ, καταργεί, σ’ ένα μεγάλο μέρος, την αποτελεσματικότητα του μέτρου και θεωρούμε ότι η πιθανή ταμειακή ωφελιμότητα, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να συγκριθεί με τις επιπτώσεις, τις οποίες έχει στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Επισημαίνεται ότι με το υπ΄ αριθ. 1038242/2342/550/0014/14-4-2006 απαντητικό έγγραφο της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογίας του Υπουργείου, παγιώθηκε η άποψη περί του παραγωγικού της δαπάνης της κινητής τηλεφωνίας σε ότι αφορά το Φ.Π.Α., για τον οποίο, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, δεν τίθεται θέμα μείωσης του ποσοστού έκπτωσης. Εξ΄ αυτής, δημιουργείται, πιστεύουμε, πρόσθετη ισχυροποίηση της αντίληψης ότι ανάλογη πρέπει να είναι η μεταχείριση και σε σχέση με τη φορολογία εισοδήματος. Εν κατακλείδι, δεν είναι δυνατόν για την ίδια, επί της ουσίας, δαπάνη, την τηλεφωνία, διαφορετική να είναι η φορολογική αντιμετώπιση για τη σταθερή τηλεφωνία και διαφορετική για τη κινητή και μάλιστα για την τελευταία, διαφορετική ανάλογα με το αντικείμενο - φορολογία εισοδήματος ή Φ.Π.Α. Δεδομένου ότι η κατάσταση αυτή έχει προκαλέσει σύγχυση μεταξύ των επιχειρήσεων για ένα μέτρο, το οποίο, κατά τ’ άλλα, πράγματι, κινείται προς την ορθή κατεύθυνση και μπορεί να συμβάλλει στην τόνωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, προτείνεται η επανεξέταση του όλου θέματος ώστε τα έξοδα κινητής τηλεφωνίας για λογαριασμούς που ανήκουν στην επιχείρηση, να αναγνωρίζονται φορολογικά σε ποσοστό 100% αντί του 50% που ισχύει σήμερα.


10. Στην ένταξη στο καθεστώς αναστολής του Φ.Π.Α. των επιχειρήσεων παραγωγής βιοντίζελ για τις πωλήσεις στα διυλιστήρια δεδομένου ότι Οι επιχειρήσεις παραγωγής βιοντίζελ αντιμετωπίζουν σημαντικές οικονομικές, αφού πωλούν το βιοντίζελ που παράγουν στα διυλιστήρια, από φορολογική αποθήκη σε φορολογική αποθήκη, χωρίς χρέωση Φ.Π.Α., λόγω της υποχρέωσής τους να καταβάλλουν σημαντικά ποσά για τον αναλογούντα Φ.Π.Α. στις πρώτες ύλες και να τον εισπράττουν εκ των υστέρων με τη διαδικασία επιστροφής του φόρου, η οποία προβλέπει την επιστροφή του 90% του πιστωτικού Φ.Π.Α. με την περιοδική δήλωση και το υπόλοιπο 10% μετά από τακτικό φορολογικό έλεγχο. Ειδικότερα, οι επιχειρήσεις αυτές, κατά την εισαγωγή και τον εκτελωνισμό των πρώτων υλών τους, καταβάλλουν σημαντικά ποσά για δασμούς και τον αναλογούντα Φ.Π.Α. Στη συνέχεια, το βιοντίζελ, το οποίο παράγουν, πωλείται στα διυλιστήρια με Συνοδευτικό Διοικητικό Έγγραφο (Σ.Δ.Ε.), από φορολογική αποθήκη σε φορολογική αποθήκη, χωρίς χρέωση Φ.Π.Α. Αποτέλεσμα είναι, οι επιχειρήσεις αυτές να εμφανίζουν κατά κανόνα υψηλά ποσά πιστωτικού Φ.Π.Α., τα οποία εισπράττονται με τη διαδικασία της υπ’ αρ. 1060481/4643/810/Α0014/ΠΟΛ.1073/21-7-2004 Απόφασης του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, δηλαδή πολύ μετά την καταβολή του φόρου, σε ποσοστό 90% με την υποβολή της περιοδικής δήλωσης και το υπόλοιπο 10%, μετά την διενέργεια τακτικού φορολογικού ελέγχου. Με άλλα λόγια, σε εποχές οικονομικής στενότητας, με τη διαδικασία αυτή, οι επιχειρήσεις υποχρεώνονται, εκ των πραγμάτων, να δεσμεύουν σημαντικά ποσά για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Η κατάσταση αυτή δημιουργεί σοβαρά προβλήματα ρευστότητας σ’ αυτές, δεδομένης της υψηλότατης επιβάρυνσης που επωμίζονται και δρα ως αντικίνητρο στην ανάπτυξη της εγχώριας παραγωγής βιοκαυσίμων. Για την παρόμοια περίπτωση της αγοράς και εισαγωγής αγαθών που προορίζονται για εξαγωγή ή ενδοκοινοτική παράδοση και για την αποφυγή ανάλογων, με τα παραπάνω, προβλημάτων, έχει προβλεφθεί, με τις Δ.Υ.Ο. 110351/8478/Α0014/ΠΟΛ.1262/ 2.8.1993 και Δ. 1163/678/Ε0017/30-8-2001, η απαλλαγή από τον Φ.Π.Α. χωρίς την καταβολή φόρου. Για τους παραπάνω λόγους, ανάλογη πρέπει να είναι εν προκειμένω και η αντιμετώπιση της αγοράς και εισαγωγής των πρώτων υλών που προορίζονται για την παραγωγή βιοντίζελ, που στη συνέχεια πωλείται στα διυλιστήρια με Σ.Δ.Ε, από φορολογική αποθήκη σε φορολογική αποθήκη, χωρίς χρέωση Φ.Π.Α. Επειδή συνεχιζόμενη η παρούσα κατάσταση, συνιστά ανασταλτικό παράγοντα στην ανάπτυξη του κλάδου και τροχοπέδη στη τόνωση της ανταγωνιστικότητάς του, προτείνεται η ένταξη της αγοράς και εισαγωγής των πρώτων υλών, που χρησιμοποιούνται από τις επιχειρήσεις παραγωγής


βιοντίζελ για τις πωλήσεις τους προς τα διυλιστήρια, με Σ.Δ.Ε., από φορολογική αποθήκη σε φορολογική αποθήκη, χωρίς χρέωση Φ.Π.Α., στο καθεστώς αναστολής του Φ.Π.Α., ή ανάλογο εκείνου, που προβλέπουν οι Δ.Υ.Ο. 110351/8478/Α0014/ΠΟΛ.1262 /2.8.1993 και Δ. 1163/678/Ε0017/30-82001.


27 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2009: Η ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΥΞΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΟΣΟΣΤΟΥ ΣΤΗ ΠΡΟΒΛΕΨΗ ΓΙΑ ΕΠΙΣΦΑΛΕΙΕΣ

Τις έντονες ανησυχίες και τους προβληματισμούς που δημιουργεί στις επιχειρήσεις, η ενέργεια του Υπουργείου να συμπεριλάβει στο σχέδιο νόμου για τη Κύρωση της από 16-9-2009 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου που προωθείται προς ψήφιση στη Βουλή, διάταξη, με την οποία καταργείται το άρθρο 2 της τελευταίας που αύξησε το ποσοστό πρόβλεψης για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων που αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα, από 0,50% σε 1%, μετέφερε στον Υπουργό Οικονομικών κ. Γεώργιο Παπακωνσταντίνου, με επιστολή του ο Σύνδεσμος. Όπως αναφέρει, υπό το φως των νέων δύσκολων συνθηκών που επικρατούν στην αγορά και την ένταση των προβλημάτων που δημιουργεί σε αυτή και τις επιχειρήσεις, η οικονομική κρίση που πλήττει και τη χώρα μας, η Πολιτεία ορθά επέλεξε να ικανοποιήσει το αίτημα των παραγωγικών τάξεων για αύξηση, από 0,50% σε 1%, του ποσοστού πρόβλεψης για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων που αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα, με σχετική ρύθμιση που συμπεριλήφθηκε στην από 16.9.2009 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου που δημοσιεύτηκε στο Φ.Ε.Κ. 181 Α’. Κι αυτό, ούτως ώστε να αντιμετωπιστεί με τρόπο, ουσιαστικό και αποτελεσματικό, το φαινόμενο του διαρκώς αυξανόμενου αριθμού ακάλυπτων επιταγών και πτωχεύσεων, ως αποτέλεσμα της χαμηλής ρευστότητας που δημιουργεί ο περιορισμός της τραπεζικής χρηματοδότησης και η αδυναμία σε πολλές περιπτώσεις, εξυπηρέτησης των υποχρεώσεων. Προκαλεί, επομένως, εύλογα ερωτηματικά και προβληματισμό η απόφαση αναίρεσης και ακύρωσης του συγκεκριμένου μέτρου, μόλις δυο μήνες μετά, τη στιγμή, μάλιστα, που για την συντριπτική πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, που είναι μικρού ή και μεσαίου οικονομικού μεγέθους, το βάρος της είσπραξης των απαιτήσεών τους, γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο. Ο Σύνδεσμος πιστεύει ότι η απόσυρση της αύξησης του ποσοστού πρόβλεψης για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων πριν ακόμη αυτή εφαρμοστεί, πέραν των ιδιαίτερα επιβαρυντικών επιπτώσεων που θα έχει για τις επιχειρήσεις και τη προσπάθειά τους αντιμετώπισης της μεγάλης αύξησης των ανείσπρακτων απαιτήσεων, δοκιμάζει κυρίως την αξιοπιστία της Πολιτείας για προώθηση λύσεων άμβλυνσης των προβλημάτων της αγοράς. Κι όλα αυτά, χάριν ταμειακών σκοπιμοτήτων, τη στιγμή που το ζητούμενο είναι η θωράκιση της επιχειρηματικής κοινότητας μέσω της εξασφάλισης συνθηκών ικανών προς τούτο. Ο Σύνδεσμος, κατόπιν των παραπάνω, εκφράζει τη βεβαιότητα ότι γίνεται αντιληπτή η σημασία που προσλαμβάνει το θέμα στη ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο που διανύουμε και ζητά, κλείνοντας την επιστολή του, την απόσυρση από το σχέδιο νόμου για τη Κύρωση της από 16-9-2009 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου που προωθείται προς ψήφιση στη Βουλή, της παραγράφου 2 του άρθρου 2, που καταργεί το άρθρο 2 της τελευταίας που αύξησε το


ποσοστό πρόβλεψης για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων που αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα, από 0,50% σε 1%.


27 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2009: ΑΙΤΗΜΑ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ

ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ

ΤΟΥ

ΟΡΙΟΥ

ΓΙΑ

ΤΙΣ

Ο Σύνδεσμος με επιστολή του προς τον Υπουργό Οικονομικών κ. Γεώργιο Παπακωνσταντίνου επανέφερε το αίτημά του για διατήρηση στα ημερολογιακά έτη 2010 και 2011 του ορίου των 300,00€ ανά φορολογικό στοιχείο και της εξαίρεσης των λιανικών πωλήσεων, από τις συγκεντρωτικές καταστάσεις του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ. Όπως αναφέρεται στο υπόμνημά του, με την ΠΟΛ 1162/10-12-2008 ορίστηκε ότι στις συγκεντρωτικές καταστάσεις του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ., κατ’ εξαίρεση για το ημερολογιακό έτος 2009, δεν συμπεριλαμβάνονται συναλλαγές που δεν υπερβαίνουν τα 300,00 ευρώ ανά φορολογικό στοιχείο και οι λιανικές πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών. Το εν λόγω καθεστώς επιβάλλεται να παραταθεί και για τα επόμενα δύο ημερολογιακά έτη 2010 και 2011, καθώς ακόμη και με το ισχύον όριο των 300,00 ευρώ, ο χρόνος καταχώρησης των παραστατικών έχει αυξηθεί υπερβολικά, σε βαθμό τέτοιο, που η εκπλήρωση της σχετικής υποχρέωσης συνεπάγεται τεράστιες δυσκολίες και φόρτο εργασίας. Επιπρόσθετα, επισημαίνεται ότι τυχόν αλλαγή του σημερινού καθεστώτος εξαίρεσης των παραπάνω, εκτός του τεράστιου όγκου των συναλλαγών και του φόρτου που θα δημιουργήσει στα λογιστήρια των επιχειρήσεων, θα προκαλέσει μεγάλα προβλήματα και αναστάτωση στην αγορά, λόγω των προσαρμογών που θα πρέπει να γίνουν στα λογισμικά. Κι’ όλα αυτά, χωρίς να εξυπηρετούνται κάποιες ιδιαίτερες και ανάλογης σημασίας σκοπιμότητες, αφού και ο κύριος όγκος των συναλλαγών ελέγχεται σήμερα, με το υφιστάμενο όριο, μέσω των διασταυρώσεων, και τα όλα τα υπόλοιπα στοιχεία είναι διαθέσιμα και παρέχονται μέσα από άλλες δηλώσεις. Κλείνοντας ο Σύνδεσμος αναφέρει στην επιστολή του ότι η παρούσα κατάσταση αβεβαιότητας και ανασφάλειας, συνιστά ανασταλτικό παράγοντα στην εύρυθμη λειτουργία της αγοράς, και ζητά να διατηρηθεί στα ημερολογιακά έτη 2010 και 2011, το όριο των 300,00€ ανά φορολογικό στοιχείο και η εξαίρεση των λιανικών πωλήσεων αγαθών και υπηρεσιών, από τις συγκεντρωτικές καταστάσεις του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ.


3 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2009: Η ΠΑΡΟΧΗ ΕΓΓΥΗΣΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΣΤΑ ΔΑΝΕΙΑ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟ ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ

Επιστολή που αναφέρεται στο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν επιχειρήσεις – μέλη του Συνδέσμου μας, προερχόμενο από την αδυναμία να αξιοποιήσουν τα ευεργετήματα της υπ’ αρ. 2/54979/0025/23-7-2009 Απόφασης ου Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, για παροχή της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου για τη χρηματοδότηση επιχειρήσεων από τα πιστωτικά ιδρύματα κατά τη διάρκειας της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης, εξαιτίας της μη εφαρμογής εκ μέρους του Υπουργείου της Απόφασης, απέστειλε ο Σύνδεσμος προς τους κ. Γεώργιο Παπακωνσταντίνου, Υπουργό Οικονομικών και Φίλιππο Σαχινίδη, Υφυπουργό Οικονομικών. Όπως αναφέρει σ’ αυτή, με την εν λόγω απόφαση παρέχεται η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, σε ποσοστό 70%, σε δανειακές συμβάσεις ανώτατου ύψους ίσου με το ετήσιο μισθολογικό κόστος του 2008, που θα καταρτιστούν μέχρι 31.12.2010, για κεφάλαια κίνησης, επενδυτικούς σκοπούς και εξόφληση λοιπών ληξιπρόθεσμων οφειλών. Στο διάστημα που μεσολάβησε, πολλές υπήρξαν οι επιχειρήσεις, οι οποίες έσπευσαν να επωφεληθούν του ευεργετήματος, υποβάλλοντας σχετικά αιτήματα στα πιστωτικά ιδρύματα. Ωστόσο, μέχρι σήμερα δεν έχει ενεργοποιηθεί η Απόφαση της μη προώθησης της διαδικασίας εξέτασης και υλοποίησης εκ μέρους του Υπουργείου. Αποτέλεσμα είναι, όλη αυτή τη περίοδο, μεγάλο μέρος του παραγωγικού δυναμικού της χώρας, να στερείται της μοναδικής δυνατότητας, που εν προκειμένω προσφέρει η Απόφαση, ενίσχυσης της ρευστότητάς τους. Ο Σύνδεσμος πιστεύει ότι το συγκεκριμένο μέτρο βρίσκεται στην ορθή κατεύθυνση οριζόντιας εφαρμογής, δεδομένου ότι: Πρώτον, βοηθά τις επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως κλάδου, μεγέθους και περιοχής εγκατάστασης, στο να διαχειριστούν τα σοβαρά προβλήματα ρευστότητας, τα οποία είναι γνωστό ότι αντιμετωπίζουν. Δεύτερον, έχει διττό στόχο, διότι αφενός επεμβαίνει αποφασιστικά στην εξυγίανση της χρηματοπιστωτικής κατάστασης των επιχειρήσεων και αφετέρου, ενισχύει ουσιαστικά την διατήρηση της απασχόλησης Τρίτον, είναι αντικειμενικό, διότι είναι απαλλαγμένο άλλων ενδεχομένως επισφαλών, αλλά σταθμίζει πραγματικά δεδομένα.

κριτηρίων,

Πρόκειται, δηλαδή, για μια ρύθμιση, η οποία μπορεί να συμβάλλει αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση του βασικού προβλήματος της πραγματικής οικονομίας, που είναι η ενίσχυση της ρευστότητας και της βιωσιμότητας των επιχειρήσεων, που η τρέχουσα κατάσταση στις αγορές τις οδηγεί σταθερά σε συνθήκες «προβληματικοποίησης».


Αποτελεί τόπο κοινής παραδοχής η διαπίστωση ότι το τελευταίο χρονικό διάστημα, οι επιχειρήσεις έχουν εξαντλήσει κάθε περιθώριο αντίδρασης υπό το βάρος της αφόρητης πίεσης που ασκεί επάνω τους η περιορισμένη χρηματοδότηση. Μάλιστα, η κατάσταση στην αγορά είναι τέτοια, που εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους κατάρρευσης ακόμη και επιχειρήσεων, οι οποίες πριν το ξέσπασμα της κρίσης υπήρξαν υγιείς. Μπροστά στα δεδομένα αυτά, γίνεται προφανές ότι κάθε καθυστέρηση στην εφαρμογή της Απόφασης, η οποία διευκολύνει τη πρόσβαση στην απαραίτητη χρηματοδότηση, μόνο αρνητικά αποτελέσματα επισωρεύει και δεν συμβαδίζει με τις υγιείς προσπάθειες αναθέρμανσης της αγοράς και στήριξης της απασχόλησης. Για το λόγο αυτό ζητείται στην επιστολή του Συνδέσμου η άμεση ενεργοποίηση της υπ’ αρ. 2/54979/0025/23-7-2009 Απόφασης του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, για παροχή της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου για τη χρηματοδότηση επιχειρήσεων από τα πιστωτικά ιδρύματα κατά τη διάρκειας της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης.


ΥΠΟΥΡΓΕΙΑ: ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ – ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ & ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ


4 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ: ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΥΜΕΝΟΥ.

Ο Σύνδεσμος υπέβαλε Υπόμνημα με θέματα που αφορούν στο πεδίο πολιτικής του Υπουργείου και τα οποία αφορούν: 1. Στην υποβολή προτάσεων για την αντιμετώπιση των συνεπειών της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης και τα οποία είναι απαραίτητα να ληφθούν για την στήριξη της ρευστότητας της αγοράς, όπως: • • • • • • •

Αποπληρωμή όλων των επιχειρήσεων, που εφοδιάζουν το ελληνικό Δημόσιο με προϊόντα, εμπορεύματα και έργα. Άμεση καταβολή των επιχορηγήσεων του αναπτυξιακού νόμου, σε επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν ολοκληρώσει επενδυτικά προγράμματα, και στις οποίες δεν έχει ακόμη καταβληθεί η αναλογούσα Δημόσια Δαπάνη. Άμεση επιστροφή, προς τις εξαγωγικές επιχειρήσεις, του ΦΠΑ, που σε αρκετές περιπτώσεις, οι καθυστερήσεις δημιουργούν έντονα προβλήματα. Ενίσχυση, με πρόσθετους πόρους, του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, ώστε να τονωθεί η κατασκευαστική αγορά και η απασχόληση. Επιτάχυνση των διαδικασιών για την ταχεία εφαρμογή των έργων, που πρόκειται να υλοποιηθούν με την μέθοδο των ΣΔΙΤ. Καταβολή των ενισχύσεων προς τους αγρότες, ώστε να ενισχυθεί το εισόδημα και η κατανάλωση. Άμεση ενεργοποίηση των Τομεακών Προγραμμάτων του ΕΣΠΑ.

2. Επιτάχυνση των Διαδικασιών του Αναπτυξιακού Νόμου. Σημαντικά είναι τα προβλήματα που έχουν ανακύψει από τις καθυστερήσεις που σημειώνονται στην εξέταση και τελική έγκριση της υπαγωγής επενδυτικών σχεδίων στον αναπτυξιακό νόμο, λόγω μη επάρκειας των πιστώσεων που διατίθενται για τον σκοπό αυτό, με αποτέλεσμα, για μεγάλο χρονικό διάστημα, οι επιχειρήσεις να μην γνωρίζουν την τύχη των επενδυτικών τους προτάσεων και να στερούνται με τον τρόπο αυτό, της δυνατότητας έγκαιρης υλοποίησης σημαντικών και αναγκαίων γι’ αυτές επενδυτικών πρωτοβουλιών. Χαρακτηριστικό είναι ότι, αιτήσεις επιχειρήσεων – μελών του Συνδέσμου, οι οποίες υπέβαλαν φακέλους επενδυτικών προτάσεων για υπαγωγή στον αναπτυξιακό Ν. 3299/2004, μέσα στη χρονιά που πέρασε, όχι μόνο δεν έχουν εξεταστεί μέχρι σήμερα, αλλά και, ελλείψει διαθέσιμων πιστώσεων, θα προωθηθούν προς εξέταση και πιθανή ένταξη στην επόμενη χρονιά. Η μεγάλη, αυτή, καθυστέρηση στην διαδικασία αξιολόγησης και ένταξης, δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στην υλοποίηση των επενδυτικών προγραμμάτων, για τις επιχειρήσεις, διότι (α) ανατρέπονται τα κόστη των επενδύσεων, (β) το κόστος του τυχόν προβλεπόμενου τραπεζικού δανεισμού διαφοροποιείται δραματικά σε βάρος των επιχειρήσεων και, (γ) διαφοροποιούνται οι συνθήκες της αγοράς οι οποίες ελήφθησαν υπόψη για την σύνταξη της επενδυτικής πρότασης. Για κείνες δε τις επιχειρήσεις που αποφασίζουν μετά την προέγκριση να ξεκινήσουν την επένδυσή τους με δική


τους ευθύνη, προσδοκώντας, ωστόσο, σε ταχεία εξέλιξη της διαδικασίας αξιολόγησης και έγκρισης, η κατάσταση είναι ακόμη δυσκολότερη. Προς αποκατάσταση των παραπάνω, προτείνονται: • •

Η αύξηση των πιστώσεων που διατίθεται για την ικανοποίηση των αιτημάτων υπαγωγής στον Αναπτυξιακό Νόμο. Η πρόβλεψη ρύθμισης, που να επιβάλλει την άμεση γραπτή ενημέρωση των επιχειρήσεων, των οποίων τα επενδυτικά σχέδια παραπέμπονται στο επόμενο έτος, ως προς το χρονοδιάγραμμα εξέτασης των αιτημάτων τους.

3. Συμμετοχή κλάδων της μεταποίησης στα Π.Ε.Π. του Ε.Σ.Π.Α. Μείζον θέμα έχει δημιουργηθεί από την εξαίρεση, με βάση την πρόσφατη προκήρυξη του προγράμματος για την ενίσχυση μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων στο πλαίσιο των Π.Ε.Π. του Ε.Σ.Π.Α., πολλών κλάδων της μεταποίησης, από τις επιλέξιμες δραστηριότητές του, παρά το γεγονός ότι είχαν συμπεριληφθεί σ’ αυτές κατά την προδημοσίευση του προγράμματος πριν από τρεις μήνες, με αποτέλεσμα, πολλές επιχειρήσεις, οι οποίες εν τω μεταξύ είχαν δαπανήσει μεγάλα ποσά για την υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων, στηριζόμενες στο ότι οι δαπάνες αυτές, είναι επιλέξιμες για την ένταξη στο πρόγραμμα, να αποκλείονται από τη δυνατότητα συμμετοχής σ’ αυτό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι επιχειρήσεις μέλη του Συνδέσμου που δραστηριοποιούνται στη παραγωγή χυμών φρούτων και λαχανικών με κωδικό δραστηριότητας 10.32, οι οποίες ήταν επιλέξιμες με βάση τη προδημοσίευση και βάσει αυτής υλοποίησαν στο διάστημα που μεσολάβησε επενδυτικά σχέδια μεγάλου ύψους, και σύμφωνα με την προκήρυξη δεν εντάσσονται στο Πρόγραμμα. Η συγκεκριμένη μεταχείριση και ο αναδρομικός αποκλεισμός από το πρόγραμμα, δημιουργεί γι’ αυτές και πολλές άλλες επιχειρήσεις που έχουν δαπανήσει σημαντικά ποσά προσβλέποντας στην βοήθεια της επιχορήγησης, ηθικό πρόβλημα και συνεπάγεται υψηλό οικονομικό κόστος με άμεσες επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητά τους. Η ξαφνική, αυτή, αλλαγή στην αντιμετώπιση πολλών κλάδων της εγχώριας παραγωγής, πέραν της αναστάτωσης που προκαλεί στην αγορά και στον προγραμματισμό των επιχειρήσεων, έχει ως άμεση συνέπεια, να χάνεται ένα μεγάλο μέρος της αξιοπιστίας της Πολιτείας και να δοκιμάζεται η ειλικρινής της πρόθεση για ενίσχυση των επενδυτικών προσπαθειών. Προτείνεται η διερεύνηση και εξάντληση κάθε δυνατότητας να συμπεριληφθούν τελικά στην προκήρυξη όλες οι δραστηριότητες που ήταν επιλέξιμες με βάση την προδημοσίευση του προγράμματος. 4. Η Βελτίωση των Όρων Εφαρμογής του ΤΕΜΠΜΕ. Το ΤΕΜΠΜΕ εύστοχα έχει επιλεγεί ως ένα σημαντικό «εργαλείο» αντιμετώπισης των προβλημάτων ρευστότητας, που βιώνουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, λόγω της κρίσης και επισημαίνεται ότι υπό τις παρούσες συνθήκες είναι


σημαντικό να ενισχυθούν ορισμένες σημαντικές του παράμετροι, ώστε να είναι επί της ουσίας αποτελεσματικό. Ωστόσο, όροι που καθορίζουν την λειτουργία του προγράμματος, είτε είναι εξαιρετικά δύσκολο να καλυφθούν από τις υποψήφιες επιχειρήσεις, είτε καθιστούν επιφυλακτικές τις τράπεζες ώστε να χρηματοδοτήσουν επιχειρήσεις, που έχουν πραγματικές ανάγκες. Συγκεκριμένα: •

Ο όρος της τριετούς κερδοφορίας αν και υπό συνθήκες ομαλής λειτουργίας της αγοράς πρέπει να αποτελεί αυτονόητη προϋπόθεση, υπό τις παρούσες συνθήκες κρίσης αποτελεί εξαιρετικά ανασχετικό παράγοντα, για την ενίσχυση των μονάδων εκείνων, που αντιμετωπίζουν προβλήματα χρηματοδότησης. Άποψη του Συνδέσμου είναι, ότι επιβάλλεται να μεταβληθεί επί το ευνοϊκότερο, είτε απαιτώντας μία κερδοφόρα χρήση την τελευταία τριετία, είτε το μέσο αποτέλεσμα της τελευταίας τριετίας να είναι κερδοφόρο. Από το πρόγραμμα εξαιρούνται οι μεταποιητικές επιχειρήσεις των γεωργικών προϊόντων, και της υδατοκαλλιέργειας, δεδομένων των απαγορεύσεων των ευρωπαϊκών κανόνων (de minimis, Συνθήκη ΕΕ). Ωστόσο, στους κλάδους αυτούς υπάγεται ένα μεγάλο δυναμικό μικρών και πολύ μικρών μεταποιητικών μονάδων, οι οποίες αντιμετωπίζουν την κρίση με την ίδια ένταση με τις υπόλοιπες και συνεπώς ο αποκλεισμός τους από τα ΤΕΜΠΜΕ θα είναι καταστρεπτικός. Υπό τις τρέχουσες περιστάσεις ο Σύνδεσμος θεωρεί αναγκαία την εξέταση της δυνατότητας να συμπεριληφθεί και αυτή η κατηγορία επιχειρήσεων στο πρόγραμμα. Σε ό,τι αφορά στην επιλεξιμότητα των επιχειρήσεων, ως προς τον ετήσιο Κύκλο Εργασιών, το ύψος των 10 εκ € επί της ουσίας αποτελεί ένα από τα κοινοτικά κριτήρια για τον χαρακτηρισμό μίας επιχείρησης ως μικρή. Υπό τις παρούσες συνθήκες, όμως, φαίνεται ότι οι επιχειρήσεις, που την τελευταία χρήση κατάφεραν να ξεπεράσουν το όριο αυτό, τιμωρούνται και αποκλείονται από την χρηματοδότηση του ΤΕΜΠΜΕ, παρά το γεγονός ότι οι περισσότερες από αυτές έχουν ουσιαστική ανάγκη για να στηρίξουν την αύξηση των πωλήσεων τους. Ο Σύνδεσμος ζητά στην επιστολή του, να εξεταστεί η δυνατότητα το κριτήριο αυτό να λαμβάνεται ως μέσος όρος της τελευταίας τριετίας, ώστε να αμβλυνθεί η αρνητική επιρροή του σε μία μεγάλη ομάδα υγιών επιχειρήσεων. Σχετικά με τις ανά τράπεζα καταπτώσεις εγγυήσεων, η πρόνοια για την διακοπή της περαιτέρω συνεργασίας εφόσον αυτές είναι πέραν του 7% είναι ορθή. Όμως, ανάκληση των δοθεισών εγγυήσεων όταν οι καταπτώσεις υπερβούν το 12%, πέραν του δυσεφάρμοστου της ποινής, επί της ουσίας λειτουργεί αρνητικά προς τις τράπεζες, οι οποίες γίνονται ακόμη επιφυλακτικότερες προς τις επιχειρήσεις, όταν έχουν να αντιμετωπίσουν εγγυήσεις υπό αίρεση. Ο όρος της μη παροχής επιπλέον εξασφαλίσεων από τις επιχειρήσεις θεωρούμε ότι είναι ορθός. Ωστόσο, αν η παροχή ορισμένων εμπράγματων εγγυήσεων προς τις τράπεζες περιόριζε την επιφυλακτικότητα τους και ενίσχυε την αύξηση της ρευστότητας των επιχειρήσεων, ίσως είναι σκόπιμο να επανεξεταστεί Κατά τον Σύνδεσμο είναι


αναγκαίο να εξεταστεί η δυνατότητα παροχής ορισμένων εγγυήσεων, που σήμερα απαγορεύονται. Επίσης, για να γίνει ελκυστικότερο το επιτόκιο για τις τράπεζες, ο Σύνδεσμος θεωρεί ότι θα μπορούσε να απαλλαγούν οι δανειοδοτήσεις από την εισφορά του 0,60% του Ν. 125/75, και οι μονάδες αυτές να προστεθούν στο επιτόκιο βάσης. Τέλος, άποψη του Συνδέσμου είναι ότι η όσο το δυνατόν ταχύτερη λειτουργία του ΤΕΜΠΜΕ θα προσθέσει θετικά στοιχεία στην ψυχολογία της αγοράς. Γι΄ αυτό, εκφράζεται η άποψη ότι είναι σκόπιμο να επιταχυνθούν οι διαδικασίες αξιολόγησης, ώστε οι επιλεγείσες επιχειρήσεις να μπορέσουν γρήγορα να αποκτήσουν πρόσβαση στο σύστημα χρηματοδότησης.


13 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2009:ΑΙΤΗΜΑ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΥ ΝΟΜΟΥ

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗΣ

ΤΩΝ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ

ΤΟΥ

Στα σημαντικά προβλήματα που έχουν ανακύψει για τις επιχειρήσεις από τις μεγάλες καθυστερήσεις που σημειώνονται τα τελευταία χρόνια στην λειτουργία του αναπτυξιακού νόμου, τόσο στο στάδιο της εξέτασης και ένταξης των προτάσεων που υποβάλλονται, όσο και στη φάση του ελέγχου των υλοποιηθέντων έργων και της εκταμίευσης του ποσού της επιχορήγησης, αναφέρθηκε ο Σύνδεσμος, με επιστολή την οποία απέστειλε στον Υπουργό Οικονομικών κ. Γεώργιο Παπακωνσταντίνου και στην Υπουργό Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας κ. Λούκα Κατσέλη. Στην επιστολή, ο Σύνδεσμος σημειώνει ότι σε μια περίοδο που η αγορά αναζητά λύσεις για το πρόβλημα της έλλειψης ρευστότητας που αντιμετωπίζει και η οικονομική κρίση απαιτεί εξαντλητική αξιοποίηση όλων των αναπτυξιακών ‘εργαλείων’ που έχει στη διάθεσή της η Πολιτεία για την τόνωσή της, με πρώτο, τον Αναπτυξιακό Νόμο και τις επιχορηγήσεις που αυτό προβλέπει, διαπιστώνεται το παράδοξο να μεγαλώνουν, αντί να περιορίζονται, οι, ούτως ή άλλως, αδικαιολόγητες, καθυστερήσεις, που χαρακτηρίζουν τα τελευταία χρόνια, την λειτουργία του. Και, συνεχίζει, αναφερόμαστε στα εκατοντάδες επενδυτικά σχέδια που χρονίζουν, κυριολεκτικά, στα γραφεία των Υπηρεσιών, αναμένοντας να εξεταστούν ως προς την υπαγωγή, αλλά και στα εξίσου πολλά ολοκληρωμένα και ελεγμένα έργα, για τα οποία δεν έχει εκταμιευτεί μέρος ή ακόμη και το σύνολο της επιχορήγησης. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα, στη Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδος, όπου το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα έντονο σε ότι αφορά την αξιολόγηση των επενδυτικών φακέλων – πρόταση που έχει υποβληθεί τον Σεπτέμβριο του 2008 θα υπαχθεί στον Νόμο στη καλύτερη των περιπτώσεων, το πρώτο εξάμηνο του 2010!, αλλά και στις Κεντρικές Υπηρεσίες του Υπουργείου, όπου αυτή τη στιγμή υπάρχουν έργα ολοκληρωμένα από τις αρχές του 2008, για τα οποία εκκρεμεί η αποπληρωμή της επιχορήγησης. Αποτέλεσμα είναι, σ’ όλο αυτό το μακρύ χρονικό διάστημα, να έχουν ανατραπεί πλήρως ο προγραμματισμός και τα κόστη των επενδύσεων, οι δε επιχειρήσεις, στις περισσότερες περιπτώσεις λόγω της ανάγκης άμεσης υλοποίησης και ολοκλήρωσης των έργων, να έχουν υποχρεωθεί να επωμιστούν το συνολικό φορτίο υλοποίησης των επενδυτικών τους σχεδίων, εξαντλώντας όλα τα αναπτυξιακά τους αποθέματα και υφιστάμενες, συχνά, το βάρος της εξυπηρέτησης νέου τραπεζικού δανεισμού. Η κατάσταση, αυτή, που, δυστυχώς, επαναλαμβάνουμε, βαίνει συνεχώς επιδεινούμενη, έχει δημιουργήσει, πια, σοβαρότατα προβλήματα επιβίωσης σε μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων, που εμπιστεύτηκαν την Πολιτεία για τη στήριξη της ρευστότητάς τους στο διάστημα υλοποίησης των επενδυτικών τους πρωτοβουλιών και αντί να επωφεληθούν του οικονομικού κινήτρου που κατά τ’ άλλα τους παρείχε, να βρίσκονται σήμερα, λόγω της ασυνέπειας, αυτής, του Κράτους, στο χείλος της οικονομικής καταστροφής.


Όπως αναφέρεται στο υπόμνημα, η εικόνα αυτή, προσβάλλει την αξιοπιστία και φερεγγυότητα του Κράτους και των οργάνων του και εμφανίζει τη Πολιτεία να εμπαίζει όσες επιχειρήσεις εν μέσω κρίσης θέλησαν να επενδύσουν προκειμένου να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητά τους, με αποτέλεσμα να κλονίζεται η εμπιστοσύνη του επιχειρηματικού κόσμου και να υπονομεύονται οι επενδυτικές του πρωτοβουλίες. Ολοκληρώνοντας, για την αποκατάσταση των παραπάνω, ο Σύνδεσμος ζητά στην επιστολή του: 1. Την εντατικοποίηση των ενεργειών των αρμοδίων Υπηρεσιών προς τη κατεύθυνση της ταχύτερης δυνατής διεκπεραίωσης των αιτημάτων, είτε αυτά αφορούν στη υπαγωγή, είτε στον έλεγχο, πιστοποίηση και αποπληρωμή των υλοποιηθέντων έργων. 2. Την άμεση και μεγαλύτερη δυνατή αύξηση των πιστώσεων που διατίθεται για την ικανοποίηση των αιτημάτων υπαγωγής στον Αναπτυξιακό Νόμο. 3. Την χορήγηση και αύξηση των κονδυλίων για την εκταμίευση και αποπληρωμή ποσών επιχορηγήσεων που αφορούν σε έργα που έχουν ελεγχθεί και παραληφθεί, τα οποία παραμένουν σε εκκρεμότητα ελλείψει πιστώσεων.


ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ


19 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2009: ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΒΕΛΤΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΌΡΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΤΕΜΠΜΕ

Τις προτάσεις τους για τη βελτίωση των όρων εφαρμογής του ΤΕΜΠΜΕ υπέβαλε ο Σύνδεσμος στον Υπουργό Ανάπτυξης κ. Κωνσταντίνο Χατζηδάκη. Στην επιστολή του Συνδέσμου σημειώνεται ότι το ΤΕΜΠΜΕ εύστοχα έχει επιλεγεί ως ένα σημαντικό «εργαλείο» αντιμετώπισης των προβλημάτων ρευστότητας, που βιώνουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, λόγω της κρίσης και επισημαίνεται ότι υπό τις παρούσες συνθήκες είναι σημαντικό να ενισχυθούν ορισμένες σημαντικές του παράμετροι, ώστε να είναι επί της ουσίας αποτελεσματικό. Ωστόσο, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην επιστολή, ήδη, από τις πρώτες μέρες εφαρμογής του προγράμματος και παρά τον θετικό τρόπο που υποδέχτηκε το ΤΕΜΠΜΕ η αγορά, οι πρώτες ενδείξεις δεν είναι ενθαρρυντικές, τουλάχιστον στο βαθμό που αναμένονταν. Και τούτο διότι, όροι που καθορίζουν την λειτουργία του προγράμματος είτε είναι εξαιρετικά δύσκολο να καλυφθούν από τις υποψήφιες επιχειρήσεις, είτε καθιστούν επιφυλακτικές τις τράπεζες ώστε να χρηματοδοτήσουν επιχειρήσεις, που έχουν πραγματικές ανάγκες. Στην επιστολή του Συνδέσμου καταγράφονται τα συμπεράσματα έρευνας μεταξύ των μελών του, από την οποία προκύπτουν τα εξής: 1. Ο όρος της τριετούς κερδοφορίας αν και υπό συνθήκες ομαλής λειτουργίας της αγοράς πρέπει να αποτελεί αυτονόητη προϋπόθεση, υπό τις παρούσες συνθήκες κρίσης αποτελεί εξαιρετικά ανασχετικό παράγοντα, για την ενίσχυση των μονάδων εκείνων, που αντιμετωπίζουν προβλήματα χρηματοδότησης. Άποψη του Συνδέσμου είναι, ότι επιβάλλεται να μεταβληθεί επί το ευνοϊκότερο, είτε απαιτώντας μία κερδοφόρα χρήση την τελευταία τριετία, είτε το μέσο αποτέλεσμα της τελευταίας τριετίας να είναι κερδοφόρο. 2. Από το πρόγραμμα εξαιρούνται οι μεταποιητικές επιχειρήσεις των γεωργικών προϊόντων, και της υδατοκαλλιέργειας, δεδομένων των απαγορεύσεων των ευρωπαϊκών κανόνων (de minimis, Συνθήκη ΕΕ). Ωστόσο, στους κλάδους αυτούς υπάγεται ένα μεγάλο δυναμικό μικρών και πολύ μικρών μεταποιητικών μονάδων, οι οποίες αντιμετωπίζουν την κρίση με την ίδια ένταση με τις υπόλοιπες και συνεπώς ο αποκλεισμός τους από τα ΤΕΜΠΜΕ θα είναι καταστρεπτικός. Υπό τις τρέχουσες περιστάσεις ο Σύνδεσμος θεωρεί αναγκαία την εξέταση της δυνατότητας να συμπεριληφθεί και αυτή η κατηγορία επιχειρήσεων στο πρόγραμμα. 3. Σε ό,τι αφορά στην επιλεξιμότητα των επιχειρήσεων, ως προς τον ετήσιο Κύκλο Εργασιών, το ύψος των 10 εκ € επί της ουσίας αποτελεί ένα από τα κοινοτικά κριτήρια για τον χαρακτηρισμό μίας επιχείρησης ως μικρή. Υπό τις παρούσες συνθήκες, όμως, φαίνεται ότι οι επιχειρήσεις, που την τελευταία χρήση κατάφεραν να ξεπεράσουν το όριο αυτό, τιμωρούνται και αποκλείονται από την χρηματοδότηση του ΤΕΜΠΜΕ, παρά το γεγονός ότι οι περισσότερες από αυτές έχουν ουσιαστική ανάγκη για να στηρίξουν την αύξηση των πωλήσεων τους. Ο Σύνδεσμος ζητά στην επιστολή του, να εξεταστεί η δυνατότητα το κριτήριο αυτό να λαμβάνεται ως μέσος όρος της τελευταίας τριετίας, ώστε να αμβλυνθεί η αρνητική επιρροή του σε μία μεγάλη ομάδα υγιών επιχειρήσεων.


4. Σχετικά με τις ανά τράπεζα καταπτώσεις εγγυήσεων, η πρόνοια για την διακοπή της περαιτέρω συνεργασίας εφόσον αυτές είναι πέραν του 7% είναι ορθή. Όμως, ανάκληση των δοθεισών εγγυήσεων όταν οι καταπτώσεις υπερβούν το 12%, πέραν του δυσεφάρμοστου της ποινής, επί της ουσίας λειτουργεί αρνητικά προς τις τράπεζες, οι οποίες γίνονται ακόμη επιφυλακτικότερες προς τις επιχειρήσεις, όταν έχουν να αντιμετωπίσουν εγγυήσεις υπό αίρεση. 5. Ο όρος της μη παροχής επιπλέον εξασφαλίσεων από τις επιχειρήσεις θεωρούμε ότι είναι ορθός. Ωστόσο, αν η παροχή ορισμένων εμπράγματων εγγυήσεων προς τις τράπεζες περιόριζε την επιφυλακτικότητα τους και ενίσχυε την αύξηση της ρευστότητας των επιχειρήσεων, ίσως είναι σκόπιμο να επανεξεταστεί Κατά τον Σύνδεσμο είναι αναγκαίο να εξεταστεί η δυνατότητα παροχής ορισμένων εγγυήσεων, που σήμερα απαγορεύονται. 6. Επίσης, για να γίνει ελκυστικότερο το επιτόκιο για τις τράπεζες, ο Σύνδεσμος θεωρεί ότι θα μπορούσε να απαλλαγούν οι δανειοδοτήσεις από την εισφορά του 0,60% του Ν. 125/75, και οι μονάδες αυτές να προστεθούν στο επιτόκιο βάσης. 7. Τέλος, άποψη του Συνδέσμου είναι ότι η όσο το δυνατόν ταχύτερη λειτουργία του ΤΕΜΠΜΕ θα προσθέσει θετικά στοιχεία στην ψυχολογία της αγοράς. Γι΄ αυτό, εκφράζεται η άποψη ότι είναι σκόπιμο να επιταχυνθούν οι διαδικασίες αξιολόγησης, ώστε οι επιλεγείσες επιχειρήσεις να μπορέσουν γρήγορα να αποκτήσουν πρόσβαση στο σύστημα χρηματοδότησης. Κλείνοντας τη παρέμβασή του, ο Σύνδεσμος υπογραμμίζει ότι για να είναι αποτελεσματική η εφαρμογή του ΤΕΜΠΜΕ, θα πρέπει να έχει, αφενός την απαιτούμενη ευελιξία προσαρμογής στο απαιτητικό αυτό περιβάλλον, στο οποίο επιχειρήσεις και τράπεζες λειτουργούν υπό καθεστώς αβεβαιότητας και αφετέρου, να κατανοεί τις ιδιάζουσες συνθήκες της τρέχουσας περιόδου, κατά την οποία το ζητούμενο είναι η ενίσχυση των επιχειρήσεων που έχουν ανάγκη για χρηματοδότηση και διαθέτουν την σχετική αξιοπιστία και όχι απλώς είναι επιλέξιμες λόγω φερεγγυότητας και μόνον.


28 ΜΑΡΤΙΟΥ 2009: ΥΨΗΛΕΣ ΟΙ ΤΙΜΕΣ ΓΗΠΕΔΩΝ ΣΤΗ ΒΙ.ΠΕ. ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ

Στην τιμολογιακή πολιτική που ακολουθεί η Ε.Τ.Β.Α. ΒΙ.ΠΕ. Α.Ε. κατά τη πώληση γηπέδων εντός των Βιομηχανικών Περιοχών και ειδικότερα στις νέες τιμές πώλησης των οικοπέδων στην Βιομηχανική Περιοχή Καρδίτσας αναφέρθηκε ο Σύνδεσμος με επιστολή του προς τον Υπουργό Ανάπτυξης κ. Κωνσταντίνο Χατζηδάκη και τον Εντεταλμένο Σύμβουλο της Ε.Τ.Β.Α. ΒΙ.ΠΕ. Α.Ε. κ. Αθανάσιο Κιτσίδη. Ο Σύνδεσμος σημειώνει ότι, όπως είναι γνωστό, η Ε.Τ.Β.Α. ΒΙ.ΠΕ. Α.Ε. αύξησε από 1.1.2009 την τιμή των γηπέδων στη συγκεκριμένη Βιομηχανική Περιοχή, από 8,40€ ανά τετραγωνικό μέτρο, σε 25,00€ το τετραγωνικό μέτρο. Όπως υπογραμμίζεται, η αύξηση αυτή, που είναι της τάξης του 200% περίπου, βρίσκεται μακράν κάθε αναπτυξιακής προσέγγισης και είναι εντελώς αστήρικτη, με βάση τις τιμές στα παρακείμενα της Βιομηχανικής Περιοχής γήπεδα και τα κόστη υποδομών και διαχείρισης. Πιο συγκεκριμένα, οι τιμές πώλησης στις όμορες περιοχές κυμαίνονται σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα και φθάνουν μέχρι 1,70€ το τετραγωνικό μέτρο, ενώ οι νέες τιμές δεν δικαιολογούνται από τα προκύψαντα κόστη ίδρυσης και λειτουργίας, τη στιγμή, που η μεν έκταση παραχωρήθηκε δωρεάν στην τότε Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε., από την Κοινότητα, τότε, Γοργοβιτών (νυν Δήμος Παλαμά), τα δε έργα υποδομής που ολοκληρώθηκαν μόλις πρόσφατα χρηματοδοτήθηκαν από το Υπουργείο Ανάπτυξης. Με άλλα λόγια, σε μια περίοδο που, όπως είναι γνωστό, χαρακτηρίζεται από οικονομική ύφεση, ιδιαίτερα χαμηλή ρευστότητα, περιορισμένο ενδιαφέρον και ζήτηση για αγορά γηπέδων και γενικότερη πτώση στην αγορά των ακινήτων, η Ε.Τ.Β.Α. ΒΙ.ΠΕ. Α.Ε., με την απόφασή της να αυξήσει αναιτιολόγητα τις τιμές των γηπέδων στην Βιομηχανική Περιοχή Καρδίτσας, αγνοεί την ίδια την αγορά στην οποία απευθύνεται και τις δυσμενείς συνθήκες που επικρατούν σ’ αυτή, δείχνοντας, παράλληλα, ότι δεν έχει κατανοήσει και συνειδητοποιήσει τον ρόλο που μπορεί να επιτελέσει η συγκεκριμένη Βιομηχανική Περιοχή, ως μέσο εκβιομηχάνισης και οικονομικής ανάκαμψης ενός ολόκληρου Νομού . Ο Σύνδεσμος υπογραμμίζει στη συνέχεια ότι, για τον Νομό Καρδίτσας, που χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερα χαμηλές οικονομικές επιδόσεις και σήμερα έχει περισσότερο από ποτέ, ανάγκη από εξαντλητική αξιοποίηση κάθε διαθέσιμου μέσου ικανού να οδηγήσει στην αύξηση του βιομηχανικού του προϊόντος και στην δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης, η δραματική αυτή αύξηση των τιμών των γηπέδων στην Βιομηχανική Περιοχή, η οποία σημειωτέον, μόλις πρόσφατα εξασφάλισε προδιαγραφές πλήρους λειτουργίας, μετά από δεκαετίες προσπαθειών, είναι βέβαιο πως θα προκαλέσει ισχυρό ανασχετικό παράγοντα στην προσπάθεια αποκατάστασης των αναπτυξιακών ρυθμών του. Ολοκληρώνοντας ο Σύνδεσμος εκφράζει την άποψη ότι δεν νοείται αύξηση της τιμής των γηπέδων σε νέα Βιομηχανική Περιοχή, που σήμερα φιλοξενεί μόλις πέντε επιχειρήσεις και φιλοδοξεί να αποτελέσει πόλο έλξης για πολλές


περισσότερες, και ζητά την παρέμβαση για την ανάκληση της απόφασης αύξησης των τιμών των γηπέδων στη Βιομηχανική Περιοχή Καρδίτσας και το ‘πάγωμα’ τους, ώστε να μπορούν να προσελκύσουν το ενδιαφέρον νέων επενδυτών. Όμοια επιστολή εστάλη από τον Σύνδεσμο και προς τον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων κ. Δημήτριο Σιούφα, τον Υφυπουργό Εθνικής Παιδείας & Θρησκευμάτων κ. Σπύρο Ταλιαδούρο, τον Βουλευτή Καρδίτσας κ. Κων/νο Τσιάρα, τον Βουλευτή Καρδίτσας κ. Ντίνο Ρόβλια, τον Βουλευτή Καρδίτσας κ. Γεώργιο Αναγνωστόπουλο και τον Πρόεδρο του Επιμελητηρίου Καρδίτσας κ. Κων/νο Ψημμένο.


24 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2009: ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΙΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ Α’ ΦΑΣΗ ΤΟΥ ΤΕΜΠΜΕ.

Τα σημαντικά προβλήματα που έχει δημιουργήσει σε πολλούς υποψήφιους δανειολήπτες η αιφνιδιαστική αλλαγή του καθεστώτος δανειοδότησης με την εγγύηση του ΤΕΜΠΜΕ, από τον αποκλεισμό τους από τη πρώτη φάση του Προγράμματος, λόγω μη έγκαιρης ολοκλήρωσης της διαδικασίας έγκρισης και διαβίβασης στο ΤΕΜΠΜΕ από τη μεσολαβούσα τράπεζα, επεσήμανε ο Σύνδεσμος με επιστολή του προς τον Υπουργό Ανάπτυξης κ. Κωνσταντίνο Χατζηδάκη. Όπως αναφέρεται στην επιστολή, το νέο πρόγραμμα του ΤΕΜΠΜΕ που ανακοινώθηκε στις 9 Απριλίου 2009, ορίζει ότι όσοι είχαν υποβάλει και υπογράψει στην τράπεζά τους αίτηση για υπαγωγή στο «ΤΕΜΠΜΕ Νο 1» πριν από τις 8 Απριλίου, αλλά η αίτησή τους δεν παραλήφθηκε από το ΤΕΜΠΜΕ ως τη συγκεκριμένη ημερομηνία, αποκλείονται από τις ρυθμίσεις της πρώτης φάσης του Προγράμματος και μπορούν να υπαχθούν, εφόσον το επιθυμούν, μόνο σ’ αυτές του «ΤΕΜΠΜΕ Νο 2». Είναι πρόδηλο ότι η ξαφνική, αυτή, αλλαγή, ανατρέπει τον σχεδιασμό των επιχειρήσεων, τόσο χρονικά, όσο και χρηματο-οικονομικά, αφού αποστερεί από τις επιχειρήσεις το βασικό πλεονέκτημα, που περιελάμβανε η πρώτη φάση του Προγράμματος έναντι της δεύτερης, το οποίο δεν είναι άλλο από την επιδότηση του επιτοκίου. Και το κάνει αυτό, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις πολλές εκείνες περιπτώσεις, που οι αιτήσεις, αν και υποβλήθηκαν από τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις πολύ έγκαιρα, λόγω του όγκου και του φόρτου εργασίας των τραπεζών, δεν κατέστη δυνατόν να διαβιβαστούν άμεσα στο ΤΕΜΠΜΕ. Η εξαίρεση από τις ρυθμίσεις του «ΤΕΜΠΜΕ Νο 1» δανείων, που απλά είχαν την ατυχία να μην έχουν φτάσει στο ΤΕΜΠΜΕ ως τη συγκεκριμένη ημερομηνία, συνιστά άνιση και διακριτική μεταχείριση εις βάρος των υποψηφίων δανειοληπτών και αντιστρατεύεται την κεντρική επιδίωξη του ΤΕΜΠΜΕ, που είναι η υποβοήθηση των επιχειρήσεων στην αντιμετώπιση των προβλημάτων ρευστότητας, που βιώνουν, με το ελάχιστο δυνατό κόστος. Επιπλέον, στη προκειμένη περίπτωση, η αδυναμία της Πολιτείας εξασφάλισης ίσων όρων και κανόνων στη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, πέραν του αυξημένου οικονομικού κόστους που συνεπάγεται και των άμεσων επιπτώσεων που έχει στην επιχειρηματική δραστηριότητα, λειτουργεί ανασταλτικά στο επιχειρηματικό κλίμα. Για τον λόγο αυτό, ο Σύνδεσμος ολοκληρώνοντας τη παρέμβασή του, ζητά να ληφθούν υπόψη οι προβληματισμοί του και να ενταχθούν στις ρυθμίσεις του «ΤΕΜΠΜΕ Νο1» και όσες αιτήσεις δανείων είχαν υποβληθεί στις τράπεζες μέχρι την 8η Απριλίου 2009, αλλά δεν είχαν διαβιβαστεί από τις τελευταίες στο ΤΕΜΠΜΕ μέχρι τη συγκεκριμένη ημερομηνία.


ΥΠΟΥΡΓΕΙΑ: ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ


22 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2009: ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΠΟΣΟΤΗΤΩΝ ΒΙΟΝΤΙΖΕΛ.

Τον κίνδυνο, οι επιχειρήσεις παραγωγής βιοντίζελ να μην μπορέσουν να διαθέσουν το προϊόν τους εξαιτίας της διαφαινόμενης καθυστέρησης στην κατανομή ποσοτήτων αυτούσιου βιοντίζελ για το 2009 επεσήμανε ο Σύνδεσμος σε επιστολή, την οποία απέστειλε στους κ.κ. Κων. Χατζηδάκη, Υπουργό Ανάπτυξης, Σωτ. Χατζηγάκη, Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Αντ. Μπέζα, Υφυπουργό Οικονομίας και Οικονομικών. Παράλληλα, για την αποφυγή ενός τέτοιου ενδεχομένου και τη διατήρηση του ασφαλούς συνεχούς και απρόσκοπτου εφοδιασμού της αγοράς καυσίμων, κατά τα πρότυπα εκείνης που έγινε πέρυσι και κατ’ αναλογία της κατανομής του 2008, ο Σύνδεσμος πρότεινε την προσωρινή κατανομή ποσότητας 70.000 χιλιολίτρων, για τους μήνες Απρίλιο – Μάϊο – Ιούνιο – Ιούλιο 2009. Ειδικότερα, στην επιστολή του αναφέρεται ότι, ενώ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 Α, παρ. 5 του Ν. 3054/2002, η κατανομή για το 2009 θα έπρεπε να είχε εγκριθεί από τον Απρίλιο του 2008, ένα χρόνο σχεδόν μετά, η μόνη εξέλιξη που φαίνεται να υπάρχει αναφορικά με το θέμα δεν είναι παρά είναι η ύπαρξη ενός σχεδίου τροποποίησης του άρθρου 15 του Νόμου, που βρίσκεται στο στάδιο των διαβουλεύσεων σε επίπεδο ομάδας εργασίας και το οποίο, κατά τις πιο μετριοπαθείς εκτιμήσεις, απέχει από την έκδοση της σχετικής Κοινής Υπουργικής Απόφασης, τουλάχιστον πέντε μήνες. Σύμφωνα δε με τις εκτιμήσεις των επιχειρήσεων, οι ποσότητες που διατίθενται σήμερα και οι οποίες ανέρχονται σε περίπου 35.000 χιλιόλιτρα, είναι υπόλοιπα του 2008 που δεν μπόρεσαν να διατεθούν χωρίς υπαιτιότητα των επιχειρήσεων και είναι σε θέση να καλύψουν τις ανάγκες της αγοράς το πολύ μέχρι τον Απρίλιο του 2009. Αυτό, πρακτικά, σημαίνει ότι, αν δεν υπάρξει πρόβλεψη για κατανομή μέχρι τότε, θα σταματήσει ο εφοδιασμός της αγοράς με βιοντίζελ, οι δε επιχειρήσεις παραγωγής του θα οδηγηθούν σε οικονομικό αδιέξοδο μ’ όλα τα συνεπακόλουθα. Ο Σύνδεσμος επισημαίνει στην επιστολή του πως και την περασμένη χρονιά, όπου και πάλι είχε υπάρξει καθυστέρηση στην έκδοση της Κοινής Υπουργικής Απόφασης για την κατανομή αυτούσιου βιοντίζελ για το 2008, η Πολιτεία ορθά μερίμνησε για τον ομαλό εφοδιασμό της αγοράς με βιοντίζελ στο διάστημα που μεσολάβησε, με την έκδοση της υπ’ αρ. Δ1/Α/8090/4-4-2008 Κοινής Υπουργικής Απόφασης που προέβλεπε την προσωρινή κατανομή ποσοτήτων για τους μήνες Μάρτιο – Απρίλιο – Μάϊο 2008. Θεωρεί δε ότι ανάλογη και πιο έγκαιρη πρέπει να είναι εν προκειμένω και η αντιμετώπιση της καθυστέρησης που διαπιστώνεται στην κατανομή του 2009, με την έκδοση Απόφασης για τη προσωρινή κατανομή επαρκούς ποσότητας βιοντίζελ για τη κάλυψη των αναγκών της αγοράς και τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας των επιχειρήσεων παραγωγής.


Με τον τρόπο αυτό: 1. Η αγορά θα συνεχίσει να εφοδιάζεται επαρκώς και απρόκοπτα με τις αναγκαίες ποσότητες βιοντίζελ. 2. Οι εταιρείες παραγωγής θα μπορέσουν να προγραμματίσουν τη παραγωγή τους έγκαιρα και δεν θα οδηγηθούν σε οικονομικό αδιέξοδο, παραμένοντας άπραγες, λόγω αδυναμίας διάθεσης του προϊόντος τους. 3. Θα σταθεροποιηθεί η κατανάλωση βιοντίζελ και δεν θα χαθούν ποσότητες, οι οποίες είναι δυσαναπλήρωτες. 4. Θα διασφαλιστούν οι θέσεις των απασχολουμένων στις εταιρείες παραγωγής. Το κριτήριο των θέσεων εργασίας στη παρούσα συγκυρία πρέπει να έχει δεσπόζοντα χαρακτήρα. Ολοκληρώνοντας, ο Σύνδεσμος εκτιμά ότι, συνεχιζόμενη η παρούσα κατάσταση αβεβαιότητας και ανασφάλειας, συνιστά ανασταλτικό παράγοντα στην ανάπτυξη του κλάδου και τροχοπέδη στη προώθηση της χρήσης του βιοντίζελ για τη κάλυψη μέρους των ενεργειακών αναγκών της χώρας και με δεδομένη τη καθυστέρηση στην έκδοση της Κοινής Υπουργικής Απόφασης για την έγκριση της κατανομής για το 2009, ζητά να εξεταστεί άμεσα η δυνατότητα προσωρινής κατανομής βιοντίζελ για τους μήνες Απρίλιο – Μάϊο – Ιούνιο – Ιούλιο 2009 κατ’ αναλογία της κατανομής του 2008, ποσότητας 70.000 χιλιολίτρων.


ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ


20 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2009: ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΣΕ ΝΕΕΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΕΣ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΙΣ.

Επιστολή προς την Υπουργό Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας κ. Φάνη Πάλλη – Πετραλιά απέστειλε ο Σύνδεσμος με αφορμή τις προκηρύξεις των Κέντρων Προώθησης Απασχόλησης του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού για την πλήρωση θέσεων του Ιδιωτικού Τομέα εκ μέρους των υπαγομένων στις προστατευτικές διατάξεις του Ν. 2643/1998. Ο Σύνδεσμος αφού χαρακτηρίζει το θέμα που αφορά στην απασχόληση προσώπων ειδικών κατηγοριών μέσω της αναγκαστικής τοποθέτησής τους σε επιχειρήσεις, ιδιαίτερα σημαντικό, επισημαίνει ότι στην παρούσα χρονική συγκυρία, με τις νέες προκηρύξεις, γίνεται ιδιαίτερα κρίσιμο. Στην επιστολή του υπογραμμίζεται ότι η επιχειρηματική κοινότητα έχει επανειλημμένα εκφράσει την έντονη αντίθεσή της στο ήδη υπάρχον υψηλό ποσοστό του 8% των αναγκαστικών τοποθετήσεων που η νομοθεσία επιτάσσει, το οποίο είναι και το υψηλότερο μεταξύ όλων των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παρά το γεγονός ότι η οικονομία μας κατατάσσεται στην χαμηλότερη βαθμίδα ανταγωνιστικότητας. Σήμερα, όμως, όπως τονίζεται σ’ αυτή, το όλο θέμα δεν έχει σχέση με την διαφωνία αυτή καθ΄ αυτή, αλλά με τις πραγματικές συνθήκες κάτω από τις οποίες λειτουργούν οι επιχειρήσεις, εν μέσω κρίσης. Είναι γνωστό ότι στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο των έντονων οικονομικών πιέσεων ένας μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων προσπαθεί να διατηρήσει το ήδη υπεράριθμο προσωπικό που απασχολεί σε σχέση με τις πραγματικές του δυνατότητες, επιδεικνύοντας, με τον τρόπο αυτό, την υπευθυνότητά του απέναντι στους εργαζομένους του και προς το κοινωνικό σύνολο. Είναι χαρακτηριστικό, ότι σύμφωνα με στοιχεία μας, επιχειρήσεις – μέλη μας, παρά το γεγονός ότι δεν δικαιολογείται από την ζήτηση, αναδιαρθρώνουν άλλες επιχειρησιακές τους λειτουργίες, ώστε να αποφύγουν να εφαρμόσουν πολιτικές απολύσεων. Υπ΄ αυτές τις συνθήκες, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι οι επιχειρήσεις, στην προσπάθειά τους να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της νομοθετικής επιταγής των αναγκαστικών τοποθετήσεων, εφόσον τους επιβληθεί, θα αναγκαστούν να προβούν σε αποσυμφόρηση του πλεονάζοντος προσωπικού τους, προβαίνοντας σε μειώσεις, προκειμένου να διασφαλίσουν την ύπαρξή τους και να μη θέσουν σε μεγαλύτερο κίνδυνο τη λειτουργία τους. Είναι αναμενόμενο ότι οι ενέργειές τους αυτές θα προξενήσουν έντονες κοινωνικές αντιπαραθέσεις, θα δημιουργήσουν εντάσεις και πιθανές συγκρούσεις, σε μια περίοδο που η εργασιακή ειρήνη είναι επιβεβλημένη και αποτελεί την προϋπόθεση για την αντιμετώπιση των συσσωρευμένων οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων και πιέσεων και τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής. Ο Σύνδεσμος αναφέρει στην επιστολή του ότι η επιδεικνυόμενη σπουδή εκ μέρους της Πολιτείας για την εφαρμογή των νομοθετικών επιταγών περί αναγκαστικών τοποθετήσεων στον ιδιωτικό τομέα δημιουργεί στις


μεταποιητικές επιχειρήσεις ουσιώδη και σοβαρά προβλήματα, και έντονα πιεστικές οικονομικές και οργανωτικές επιβαρύνσεις. Εκτιμά δε ότι η πολιτική των αναγκαστικών τοποθετήσεων στον ιδιωτικό τομέα και ειδικότερα στις μεταποιητικές επιχειρήσεις, επιτείνει την ήδη δυσμενή θέση των επιχειρήσεων έναντι των συνεχώς αυξανόμενων απαιτήσεων ικανοποίησης κοινωνικών επιδιώξεων σε περιόδους έντονων οικονομικών πιέσεων. Για το λόγο αυτό ο Σύνδεσμος ζητά να αναληφθούν νομοθετικές πρωτοβουλίες που θα απομακρύνουν τον κίνδυνο της διαφαινόμενης διαταραχής της ευαίσθητης ισορροπίας μεταξύ των οικονομικών και κοινωνικών επιδιώξεων, προωθώντας τις ήδη εξαγγελθείσες αναγκαστικές τοποθετήσεις, των υπαγομένων στις προστατευτικές διατάξεις του νόμου, στο Δημόσιο και Ευρύτερο Δημόσιο Τομέα.


23 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2009: ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΒΛΥΝΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ.

Επιστολή με προτάσεις για την άμβλυνση των επιπτώσεων από την κρίση, τόσο των εργαζομένων όσο και των επιχειρήσεων, υπέβαλε ο Σύνδεσμος προς την Υπουργό Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας κ. Φάνη Πάλλη – Πετραλιά. Σε αυτή, ο Σύνδεσμος σημειώνει ότι η ένταση της κρίσης έχει αρχίσει πλέον και πλήττει την ζήτηση των επιχειρήσεων, γεγονός που τις οδηγεί σε περιορισμό της παραγωγής τους και πως, ήδη, ένας μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων, παρά τις έντονες οικονομικές πιέσεις και την οικονομική καθίζηση που έχει υποστεί, προσπαθεί να διατηρήσει στους κόλπους του το υπεράριθμο, για τη χρονική αυτή περίοδο, προσωπικό του, αναγνωρίζοντας ότι είναι κοινωνικά επιβεβλημένο να περιοριστεί σε όσο το δυνατόν μικρότερο βαθμό η προσφυγή στο έσχατο μέτρο των απολύσεων. Τονίζει δε ότι οι επιχειρήσεις, με βάση το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο, αναζητούν τις λιγότερο επαχθείς για τις ίδιες αλλά και για το ανθρώπινο δυναμικό τους λύσεις στην αγωνιώδη προσπάθεια επιβίωσής τους. Σε μια προσπάθεια άμβλυνσης, ως ένα βαθμό, της δυσμενούς θέσης των επιχειρήσεων από την οικονομική επιβράδυνση και ταυτόχρονα μείωσης της έντασης της κοινωνικής ανασφάλειας, ο Σύνδεσμος προτείνει στην επιστολή του τα ακόλουθα: Πρώτον: Όπως είναι γνωστό ο θεσμός της διαθεσιμότητας παρέχει τη δυνατότητα και την ευχέρεια στις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν οικονομική δυσχέρεια λόγω του περιορισμού των εργασιών τους, αντί να προβαίνουν σε απολύσεις του προσωπικού τους να το θέτουν σε κατάσταση διαθεσιμότητας για χρονικό διάστημα 3 μηνών σε ετήσια βάση καταβάλλοντας σε αυτό το ½ του μέσου όρου των τακτικών αποδοχών των δύο τελευταίων μηνών, υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης. Παράλληλα ο ΟΑΕΔ, καταβάλλει στους εργαζόμενους και καλύπτει ένα πρόσθετο ποσό υπολογιζόμενο σε ποσοστό 10% επί των αποδοχών τους. Για την επόμενη διετία προτείνεται η επιμήκυνση από 3 σε 6 μήνες του χρονικού διαστήματος θέσης των εργαζομένων σε διαθεσιμότητα με τις επιχειρήσεις να καλύπτουν το ½ του μέσου όρου των τακτικών αποδοχών των δύο τελευταίων μηνών, υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης και ο ΟΑΕΔ να προσαυξήσει το ποσοστό της κάλυψης του εισοδήματος των εργαζομένων από 10% σε 30%, αντλώντας το επιπλέον ποσόν από τον ΛΑΕΚ. Δεύτερον: Οι ήδη αυξημένες εργοδοτικές δαπάνες, που αφορούν στις ασφαλιστικές εισφορές, λειτουργούν εξαντλητικά, επιδεινώνουν την οικονομική θέση των επιχειρήσεων και ασφαλώς επιβαρύνουν το κόστος λειτουργίας τους. Το υψηλό έμμεσο μισθολογικό κόστος εργασίας, επιβαρύνει το συνολικό κόστος εργασίας, και υπό συνθήκες εξαιρετικά περιορισμένης ρευστότητας διαμορφώνει υψηλές ανελαστικές δαπάνες στις οποίες οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν πραγματικές δυσκολίες να ανταποκριθούν.


Για το χρονικό διάστημα των επόμενων δύο ετών προτείνεται από τον Σύνδεσμο η κάλυψη του κόστους των ασφαλιστικών εισφορών προς τα Ασφαλιστικά Ταμεία από τον ΟΑΕΔ, το οποίο θα προέλθει από τα αδιάθετα του ΛΑΕΚ. Ολοκληρώνοντας την επιστολή του, ο Σύνδεσμος ζητά την ανάληψη πρωτοβουλίας νομοθετικής επεξεργασίας και προώθησης των προτάσεών του, τονίζοντας ότι η συνδυασμένη εφαρμογή τους μπορεί να συμβάλλει ως ένα βαθμό στην ανακούφιση των επιχειρήσεων και στην άμβλυνση των επιπτώσεων στο εισόδημα των εργαζομένων από αναπόφευκτες επιλογές, στις οποίες θα αναγκαστούν να προσφύγουν οι επιχειρήσεις, που αντιμετωπίζουν έντονο το πρόβλημα της επιβίωσης.


9 ΜΑΡΤΙΟΥ 2009: ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΠΟΡΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΛΑΕΚ.

Στην αναγκαιότητα βελτίωσης των όρων εφαρμογής των Προγραμμάτων Επαγγελματικής Κατάρτισης Εργαζομένων μέσω του πόρου της εργοδοτικής εισφοράς 0,45% του ΛΑΕΚ, ώστε στην παρούσα δυσμενή περίοδο, για επιχειρήσεις και εργαζόμενους, να αξιοποιηθεί αποτελεσματικότερα, για την άμβλυνση των επιπτώσεων από την οικονομική κρίση, αναφέρθηκε ο Σύνδεσμος σε επιστολή του προς την Υπουργό Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας κ. Φάνη Πάλλη Πετραλιά. Στο υπόμνημά του επισημαίνει ότι, σύμφωνα με τις εγκυκλίους που εκδίδονται κάθε χρόνο από τον ΟΑΕΔ για την υλοποίηση Προγραμμάτων Επαγγελματικής Κατάρτισης Εργαζομένων που χρηματοδοτούνται από την εργοδοτική εισφορά 0,45% του Λογαριασμού Απασχόλησης & Επαγγελματικής Κατάρτισης., ορίζεται μεταξύ των άλλων ότι επιχειρήσεις που δεν υλοποίησαν προγράμματα κατάρτισης ή δεν εξάντλησαν την εργοδοτική εισφορά 0,45% το προηγούμενο έτος, μπορούν να μεταφέρουν και να χρησιμοποιήσουν το ανάλογο ποσό κατά το τρέχον έτος υλοποίησης και αυτό να συνυπολογιστεί ως δικαιούμενο ποσό για την κάθε επιχείρηση. Ο Σύνδεσμος σημειώνει ότι η πρακτική αυτή της δυνατότητας χρήσης κονδυλίων μεταφερόμενων μόνο από το προηγούμενο προς το επόμενο έτος, έχει ως αποτέλεσμα την επί χρόνια συσσώρευση αδιάθετων κονδυλίων στο συγκεκριμένο Λογαριασμό. Συμπληρώνει δε ότι υπό τις παρούσες συνθήκες, και με δεδομένη την σοβαρή πίεση που δέχονται οι οικονομικές δραστηριότητες, είναι σκόπιμο να δημιουργηθούν όροι για την συγκράτηση των απολύσεων, που προγραμματίζουν οι επιχειρήσεις, ενισχύοντας αποφασιστικά την δυνατότητα της ενδο-επιχειρησιακής κατάρτισης. Πιο συγκεκριμένα, προτείνεται η επέκταση της δυνατότητας αξιοποίησης πόρων από τον ΛΑΕΚ στην προηγούμενη πενταετία, ώστε να δοθεί η δυνατότητα στις επιχειρήσεις, που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα αντί να προβούν σε αναγκαστικές μειώσεις των θέσεων εργασίας να τις διατηρήσουν, εκπαιδεύοντας το προσωπικό τους. Οι ωφέλειες από την πρόταση του Συνδέσμου είναι προφανείς. Πρώτον, οι επιχειρήσεις αξιοποιούν την ενδο-επιχειρησιακή με την ένταση των αναγκών που έχουν, και αντί απολύσεων προετοιμάζουν το δυναμικό τους, ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί με επάρκεια στις διαφοροποιήσεις, που χρειάζεται να πραγματοποιήσουν, για να ανακτήσουν την ανταγωνιστικότητά τους. Δεύτερον, οι εργαζόμενοι, οι οποίοι σήμερα βιώνουν και αυτοί μαζί με τις επιχειρήσεις την αβεβαιότητα και την ανασφάλεια, εισέρχονται σε μία διαδικασία ενίσχυσης των δυνατοτήτων τους, ώστε να προετοιμάζονται, χωρίς αιφνιδιασμούς, για τις αλλαγές, που θα αντιμετωπίσουν, μέσα στους εργασιακούς χώρους.


Τρίτον, για πολλούς εργαζόμενους και επιχειρήσεις απομακρύνεται το ενδεχόμενο της ανεργίας και των απολύσεων, χωρίς επιδοματικές πολιτικές αλλά με γόνιμο τρόπο. Τέταρτον, το ΛΑΕΚ, το οποίο σωρεύει εδώ και αρκετά χρόνια σημαντικούς πόρους, που παραμένουν αναξιοποίητοι, μπορεί να παίξει το ρόλο της διάσωσης επιχειρήσεων και θέσεων εργασίας, επιτελώντας τον πραγματικό του σκοπό σε μία κρίσιμη περίοδο για την οικονομία και την απασχόληση. Ο Σύνδεσμος εκτιμά ότι με τον τρόπο αυτό οι πόροι του Λογαριασμού, θα λειτουργήσουν επ΄ ωφελεία των επιχειρήσεων και των εργαζομένων τους μέσω της αναδιανομής τους για την επαγγελματική κατάρτιση και την αντιμετώπιση της ανεργίας και για τον λόγο αυτό, ζητά την εξέταση της πρότασής του και την ανάληψη της πρωτοβουλίας της νομοθετικής της προώθησης.


4 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ.

2009:

ΘΕΜΑΤΑ

ΕΡΓΑΣΙΑΚΟΥ

ΚΑΙ

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΥ

Ο Σύνδεσμος υπέβαλε Υπόμνημα προς τη νέα ηγεσία του Υπουργείου με θέματα, των οποίων η αντιμετώπιση εμπίπτει στο πεδίο πολιτικών του Υπουργείου Εργασίας & Κοινωνικής Ασφάλισης και αυτά αναφέρονται: 1. Στην Κωδικοποίηση της Εργατικής Νομοθεσίας. Το πλήθος των υφιστάμενων νομοθετημάτων, των διευκρινιστικών εγκυκλίων και η παραγόμενη νομολογία, σε συνδυασμό με τις εξελίξεις και τις διαφοροποιήσεις του θεσμικού πλαισίου των εργασιακών σχέσεων, δημιουργούν πεδίο ταυτόχρονης ύπαρξης επικαλύψεων αλλά και ασαφειών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το υφιστάμενο νομοθετικό καθεστώς που αφορά στις εργασιακές σχέσεις να καθίσταται δύσχρηστο και ως εκ τούτου σε πολλές περιπτώσεις αναποτελεσματικό. Η κωδικοποίησή του, ένα πάγιο αίτημα του Συνδέσμου που τίθεται εδώ και πολλά χρόνια, θα το μετέβαλε σε ένα χρήσιμο και εύχρηστο εργαλείο. 2. Στην Απελευθέρωση της Αγοράς Εργασίας. Η διατήρηση του καθεστώτος των ομαδικών απολύσεων αποτελεί τροχοπέδη για την επίτευξη της βελτίωσης της ανταγωνιστικής θέσης των επιχειρήσεων. Σε μια χρονική περίοδο μάλιστα ραγδαίων μεταβολών των παραγωγικών σχέσεων, η συντήρηση απαξιωμένων εργασιακών σχέσεων λειτουργεί ανασταλτικά για ολόκληρη την οικονομία. Για τις ελληνικές επιχειρήσεις η εξασφάλιση της δυνατότητας υιοθέτησης συστημάτων εσωτερικής ευελιξίας, για την καλύτερη και αποτελεσματικότερη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού, καθώς και της προσαρμογής του επιπέδου της απασχόλησης στις υφιστάμενες και συνεχώς διαφοροποιούμενες απαιτήσεις της παραγωγής, προσλαμβάνει, υπό τις συντελούμενες εξελίξεις, ιδιαίτερη σημασία. Ο αυξανόμενος αριθμός συγχωνεύσεων, απορροφήσεων αλλά και αναδιαρθρώσεων των επιχειρήσεων, δηλαδή ενεργειών που στοχεύουν στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς τους και στην εξασφάλιση της μακροχρόνιας επιβίωσής τους, αποδεικνύει την κρισιμότητα του θέματος. Η ρύθμιση του άρθρου 9 του Ν. 2874/2000 επέφερε αλλαγές στα ισχύοντα όρια, πέρα από τα οποία οι απολύσεις θεωρούνται ως ομαδικές. Ωστόσο, παραμένει σε εκκρεμότητα η εξομάλυνση και η περαιτέρω ορθολογική προσαρμογή της κλίμακας και ο καθορισμός του ορίου, πέραν του οποίου οι απολύσεις θεωρούνται ως ομαδικές, σύμφωνα με την υπ΄ αριθμ. 98/59 Κοινοτική Οδηγία, με την οποία ορίζεται ότι το όριο, πάνω από το οποίο θεωρούνται οι απολύσεις ως ομαδικές είναι, για περίοδο 30 ημερών:


. . .

Τουλάχιστον 10 άτομα για επιχειρήσεις που απασχολούν από 20 μέχρι 100 εργαζομένους. Τουλάχιστον 10% του αριθμού των εργαζομένων για επιχειρήσεις που απασχολούν από 100 μέχρι 300 εργαζομένους Τουλάχιστον 30 άτομα για επιχειρήσεις που απασχολούν πάνω από 300 εργαζομένους.

Επίσης προτείνεται η κατάργηση της προβλεπόμενης κρατικής έγκρισης για τις ομαδικές απολύσεις, μια ρύθμιση που δημιουργεί πρόσθετη δυσκαμψία. 3. Στην Οργάνωση του Χρόνου Εργασίας. Η παροχή ευελιξίας στην οργάνωση της εργασίας και στη λειτουργία των επιχειρήσεων, είναι έννοιες συνυφασμένες με την ίδια την λειτουργία των επιχειρήσεων. Διασφαλίζουν ισορροπημένες συνθήκες λειτουργίας, δεδομένου ότι επιτρέπουν την συνεχή προσαρμογή στις νέες συνθήκες, συντελούν στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και δημιουργούν αίσθημα ασφάλειας και συνέχειας στους εργαζομένους. Ο περιορισμός της ευελιξίας στην οργάνωση εργασίας και στη λειτουργία των επιχειρήσεων, συντελεί στην αύξηση του κόστους εργασίας με την επιβολή του περιορισμού της υπερεργασίας, της γενικής αύξησης της αμοιβής των υπερωριών και της μείωσης των εβδομαδιαίων ωρών απασχόλησης. Έτσι δημιουργούνται αρνητικές επιρροές στο επενδυτικό περιβάλλον, σύγχυση στη λειτουργία των επιχειρήσεων, αύξηση του κόστους παραγωγής, μείωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, αισθήματα ανασφάλειας και έντασης στους εργασιακούς χώρους. Η υιοθέτηση νομοθετικών ρυθμίσεων, όπως αυτές που εισήγαγε ο Νόμος 3385/2005, που επιχειρούν την εφαρμογή της διευθέτησης του χρόνου εργασίας, μπορούν να καταγραφούν ως θετικές προσπάθειες αντιμετώπισης του θέματος, ωστόσο στην πράξη δεν εφαρμόστηκαν διότι κρίθηκαν ανεπαρκείς και ελλιπείς. 4. Στην Αναμόρφωση του Θεσμικού Πλαισίου για τη Διαθεσιμότητα. Το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο του άρθρου 10 του Ν. 3198/55, παρέχει τη δυνατότητα και την ευχέρεια στις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν οικονομική δυσχέρεια λόγω του περιορισμού των εργασιών τους, αντί να προβαίνουν σε απολύσεις του προσωπικού τους να το θέτουν σε κατάσταση διαθεσιμότητας για χρονικό διάστημα 3 μηνών σε ετήσια βάση καταβάλλοντας σε αυτό το ½ του μέσου όρου των τακτικών αποδοχών των δύο τελευταίων μηνών, υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης. Παράλληλα ο ΟΑΕΔ, καταβάλλει στους εργαζόμενους και καλύπτει ένα πρόσθετο ποσό υπολογιζόμενο σε ποσοστό 10% επί των αποδοχών τους.


Δεδομένου ότι η διαθεσιμότητα λειτουργεί στις περισσότερες περιπτώσεις ως προληπτικό μέσο προς αποφυγή ομαδικών απολύσεων προτείνεται η επιμήκυνση από 3 σε 6 μήνες του χρονικού διαστήματος θέσης των εργαζομένων σε διαθεσιμότητα με τις επιχειρήσεις να καλύπτουν το ½ του μέσου όρου των τακτικών αποδοχών των δύο τελευταίων μηνών, υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης και ο ΟΑΕΔ να προσαυξήσει το ποσοστό της κάλυψης του εισοδήματος των εργαζομένων από 10% σε 30%, αντλώντας το επιπλέον ποσόν από τους πόρους του ΛΑΕΚ. 5. Στην Αξιοποίηση Πόρων του Λ.Α.Ε.Κ. Η βελτίωση των όρων εφαρμογής των Προγραμμάτων Επαγγελματικής Κατάρτισης Εργαζομένων μέσω του πόρου της εργοδοτικής εισφοράς 0,45% του ΛΑΕΚ, στην παρούσα δυσμενή περίοδο, θα εξασφαλίσει τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις και τους εργαζομένους να αξιοποιηθεί αποτελεσματικότερα, για την άμβλυνση των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης. Σύμφωνα με τις εγκυκλίους που εκδίδονται κάθε χρόνο από τον ΟΑΕΔ για την υλοποίηση Προγραμμάτων Επαγγελματικής Κατάρτισης Εργαζομένων που χρηματοδοτούνται από την εργοδοτική εισφορά 0,45% του Λογαριασμού Απασχόλησης & Επαγγελματικής Κατάρτισης., ορίζεται μεταξύ των άλλων ότι επιχειρήσεις που δεν υλοποίησαν προγράμματα κατάρτισης ή δεν εξάντλησαν την εργοδοτική εισφορά 0,45% το προηγούμενο έτος, μπορούν να μεταφέρουν και να χρησιμοποιήσουν το ανάλογο ποσό κατά το τρέχον έτος υλοποίησης και αυτό να συνυπολογιστεί ως δικαιούμενο ποσό για την κάθε επιχείρηση. Η πρακτική αυτή της δυνατότητας χρήσης κονδυλίων μεταφερόμενων μόνο από το προηγούμενο προς το επόμενο έτος, έχει ως αποτέλεσμα την επί χρόνια συσσώρευση αδιάθετων κονδυλίων στο συγκεκριμένο Λογαριασμό. Υπό τις παρούσες συνθήκες, και με δεδομένη την σοβαρή πίεση που δέχονται οι οικονομικές δραστηριότητες, είναι σκόπιμο να δημιουργηθούν όροι για την συγκράτηση των απολύσεων, που προγραμματίζουν οι επιχειρήσεις, ενισχύοντας αποφασιστικά την δυνατότητα της ενδο-επιχειρησιακής κατάρτισης. Προς τούτο, προτείνεται η επέκταση της δυνατότητας αξιοποίησης πόρων από τον ΛΑΕΚ στην προηγούμενη πενταετία, ώστε να δοθεί η δυνατότητα στις επιχειρήσεις, που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα αντί να προβούν σε αναγκαστικές μειώσεις των θέσεων εργασίας να τις διατηρήσουν, εκπαιδεύοντας το προσωπικό τους. Οι ωφέλειες είναι προφανείς. Πρώτον, οι επιχειρήσεις αξιοποιούν την ενδοεπιχειρησιακή με την ένταση των αναγκών που έχουν, και αντί απολύσεων προετοιμάζουν το δυναμικό τους, ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί με επάρκεια στις διαφοροποιήσεις, που χρειάζεται να πραγματοποιήσουν, για να ανακτήσουν την ανταγωνιστικότητά τους.


Δεύτερον, οι εργαζόμενοι, οι οποίοι σήμερα βιώνουν και αυτοί μαζί με τις επιχειρήσεις την αβεβαιότητα και την ανασφάλεια, εισέρχονται σε μία διαδικασία ενίσχυσης των δυνατοτήτων τους, ώστε να προετοιμάζονται, χωρίς αιφνιδιασμούς, για τις αλλαγές, που θα αντιμετωπίσουν, μέσα στους εργασιακούς χώρους. Τρίτον, για πολλούς εργαζόμενους και επιχειρήσεις απομακρύνεται το ενδεχόμενο της ανεργίας και των απολύσεων, χωρίς επιδοματικές πολιτικές αλλά με γόνιμο τρόπο. Τέταρτον, το ΛΑΕΚ, το οποίο σωρεύει εδώ και αρκετά χρόνια σημαντικούς πόρους, που παραμένουν αναξιοποίητοι, μπορεί να παίξει το ρόλο της διάσωσης επιχειρήσεων και θέσεων εργασίας, επιτελώντας τον πραγματικό του σκοπό σε μία κρίσιμη περίοδο για την οικονομία και την απασχόληση. 6. Στην Αναβάθμιση του ΟΑΕΔ. Εκτιμάται ότι ο ΟΑΕΔ μπορεί να διαδραματίσει σημαίνοντα ρόλο στην υλοποίηση πολιτικών για την καταπολέμηση της ανεργίας. Η προώθηση της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης του ανθρώπινου δυναμικού και η παροχή διευκολύνσεων για την ένταξή του στην αγορά εργασίας, είναι τα σημαντικότερα εργαλεία. Η ανάληψη σειράς μέτρων εκσυγχρονισμού θα συμβάλλει στην αναβάθμιση του ΟΑΕΔ και στη μετεξέλιξή του σε σύγχρονο Οργανισμό που θα μπορεί να ανταποκριθεί στον πολύ σημαντικό ρόλο του. Τα προτεινόμενα μέτρα αφορούν: • • •

• •

Στη δημιουργία ενός ενεργού συστήματος αποτύπωσης των αναγκών ζήτησης της αγοράς και των αποτελεσμάτων των υφιστάμενων προγραμμάτων κατάρτισης. Στη δημιουργία ενός ενεργού συστήματος αναθεώρησης και διαμόρφωσης των προγραμμάτων κατάρτισης, με γνώμονα την κάλυψη των αναγκών της αγοράς. Στην άμεση λειτουργία ενιαίου ολοκληρωμένου πληροφορικού συστήματος καταγραφής ανέργων και σε ανοιχτή γραμμή σύνδεσης με τους υποψήφιους εργοδότες, για την επίτευξη της σύζευξης προσφοράς και ζήτησης εργασίας. Στη δημιουργία συστήματος δεικτών μέτρησης της αποτελεσματικότητας ανεύρεσης νέων θέσεων εργασίας. Στη δημιουργία ειδικού εσωτερικού κανονισμού που θα περιλαμβάνει σαφή, σταθερά και διαφανή κριτήρια χορήγησης έκτακτων οικονομικών ενισχύσεων, χωρίς τη δημιουργία στρεβλώσεων τόσο στην αγορά εργασίας όσο και στον ανταγωνισμό των επιχειρήσεων. Στην άμεση έγκαιρη και διαφανή ενημέρωση για τα οικονομικά του ΟΑΕΔ καθώς και των εποπτευόμενων Ειδικών Λογαριασμών που διαχειρίζεται με την υιοθέτηση διπλογραφικού συστήματος προκειμένου να διευκολύνεται η δημοσίευση οικονομικών καταστάσεων, η εφαρμογή των διεθνών λογιστικών προτύπων, ο έλεγχος από ορκωτούς λογιστές. Στη μετατροπή του Λογαριασμού ΛΑΕΚ σε Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου, το οποίο θα διοικείται από τους εκπροσώπους των εργοδοτών και των εργαζομένων, δεδομένου ότι τόσο η τυπική όσο και η ουσιαστική αυτονόμησή του θα συμβάλλει στην αποτελεσματικότητά του.


7. Στην Επανεξέταση του Νομοθετικού Καθεστώτος των Ατόμων Ειδικών Κατηγοριών. Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς του Ν.1648/86, και του Ν. 2224/94: • • • •

Επιβάλλει την υποχρεωτική πρόσληψη μειονεκτούντων ατόμων από τις Ελληνικές ιδιωτικές επιχειρήσεις και μάλιστα σε ένα αρκετά υψηλό ποσοστό για τα ελληνικά οικονομικά δεδομένα, όπως αυτό του 8%. Εντάσσει υπό τον συγκεκριμένο όρο, ένα πλήθος κατηγοριών κοινωνικών ομάδων. Δημιουργεί πρόσθετες επιβαρύνσεις στις επιχειρήσεις, οι οποίες καλούνται να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στην προσπάθεια στήριξης της κοινωνικής πολιτικής του κράτους. Επιτείνει την ήδη δυσχερή οικονομική κατάσταση των επιχειρήσεων με αρνητικά αποτελέσματα τόσο στην παραγωγικότητα όσο και στην ανταγωνιστικότητα των προϊόντων τους.

Για την εξασφάλιση της οικονομικής και της κοινωνικής ισορροπίας προτείνεται η επανεξέταση του θέματος της μείωσης του ποσοστού υποχρεωτικής τοποθέτησης των υπαγομένων στις προστατευτικές διατάξεις του νόμου ατόμων, στις επιχειρήσεις. Επισυνάπτεται πίνακας στον οποίο απεικονίζεται, κατόπιν έρευνας που διοργάνωσε ο Σύνδεσμός μας, το μέγεθος της κοινωνικής προστασίας, που απολαμβάνουν τα άτομα ειδικών κατηγοριών, στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από την έρευνα αποδεικνύεται ότι σε διεθνές επίπεδο επικρατεί η έννοια της πρόνοιας για την επαγγελματική απασχόληση των ατόμων ειδικών κατηγοριών. Κυρίαρχη δε τάση, είναι η υιοθέτηση μίας ελαστικής νομοθεσίας όσον αφορά την υποχρεωτική τοποθέτησή τους και η καθιέρωση κινήτρων ως μορφή προστασίας η οποία θεωρείται περισσότερο αποδοτική


ΧΩΡΑ

ΝΟΜΟΘΕ ΣΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ %

ΒΕΛΓΙΟ

ΌΧΙ

ΔΑΝΙΑ

ΌΧΙ

ΓΕΡΜΑΝΙΑ

ΝΑΙ -- 5%

ΙΣΠΑΝΙΑ

ΝΑΙ --2%

ΓΑΛΛΙΑ

ΝΑΙ -- 6%

ΝΑΙ -- 6%

ΙΡΛΑΝΔΙΑ

ΌΧΙ

ΝΑΙ -- 3%-5%

ΙΤΑΛΙΑ

ΠΙΝΑΚΑΣ 1 ΕΘΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΕΙΔΙΚ ΑΤΟΜΩΝ

ΝΑΙ-3%---7%

ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΔΗΜΟΣΙΟ ΤΟΜΕΑ - %

ΠΕΡΙΛΗΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ

ΙΔΙΩΤΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

Το ποσοστό των ατόμων με ειδικές ανάγκες που είναι υποχρεωμένες οι επιχειρήσεις να απασχολούν είναι 5% για επιχειρήσεις με περισσότερα από 20 άτομα προσωπικό. Εάν δεν απασχολούν τα άτομα μπορούν να πληρώνουν στο κοινωνικό ταμείο 105260€ ανά άτομο/μήνα. Μόνο ΑΜΕΑ Το ποσοστό των ατόμων με ειδικές ανάγκες που είναι υποχρεωμένες οι επιχειρήσεις να απασχολούν είναι 2% για επιχειρήσεις με περισσότερα από 50 άτομα προσωπικό.

Ατομα μεγάλο

Το ποσοστό των ατόμων με ειδικές ανάγκες που είναι υποχρεωμένες οι επιχειρήσεις να απασχολούν (δημόσιες και ιδιωτικές, βιομηχανικές και εμπορικές) είναι 6% για επιχειρήσεις με περισσότερα από 20 άτομα προσωπικό. Η ποσόστωση 6% αφορά σε μονάδες που επωφελούνται από τον νόμο και όχι σε αριθμό ατόμων. Οι μονάδες ορίζονται από πίνακες (π.χ. ανάλογα με τον βαθμό αναπηρίας 0,5 έως 1,5 μονάδες)

Ανάπη εργατικ επαγγε μόνιμη τουλάχ επιχορη κοινων ορφανά στρατιω σύνταξ πυροσβ τραυμα διάρκε καθηκό

Το ποσοστό των ατόμων με ειδικές ανάγκες που είναι υποχρεωμένες οι δημόσιες επιχειρήσεις να απασχολούν είναι 3%-5%. Οσες επιχειρήσεις έχουν 15-35 εργαζόμενους πρέπει να απασχολούν 1 άτομο από τις 'ειδικές κατηγορίες'. Οσες επιχειρήσεις έχουν 36-50 εργαζόμενους πρέπει να απασχολούν 2 άτομα από τις 'ειδικές κατηγορίες'. Οσες επιχειρήσεις έχουν περισσότερους από 50 εργαζόμενους

Ειδικές μειωμέ πάνω α ποσοστ από 33 χήρες κ τρομοκ παιδιά


Πηγή στοιχείων : ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ - GR 162 ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΩΝ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ &ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ


8. Στην μείωση των Αμειβόμενων Συνδικαλιστικών Αδειών. Το θεσμικό νομοθετικό πλαίσιο για την άσκηση των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων, όπως αυτό καθορίστηκε από τον Ν. 1264/82, έχει καθιερώσει ως εργοδοτική υποχρέωση την παροχή άδειας, σε στελέχη συνδικαλιστικών οργανώσεων ανάλογα με την ιδιότητά τους ως συνδικαλιστικών στελεχών. Η παροχή των ημερών αδείας, κλιμακώνεται από απαλλαγή από την υποχρέωση παροχής εργασίας, για συγκεκριμένα χρονικά όρια μηνιαία, μέχρι την πλήρη απαλλαγή, των δικαιούχων. Με το άρθρο 6 του Ν. 2224/94 έχει διευρυνθεί ο κύκλος των προσώπων που δικαιούνται της πλήρους απαλλαγής από την υποχρέωση παροχής εργασίας, όπως για παράδειγμα είναι τα μέλη της Διοίκησης της πλέον αντιπροσωπευτικής τριτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους. Η συγκεκριμένη επέκταση περιλαμβάνει επίσης και την υποχρέωση του εργοδότη να καταβάλλει τις αποδοχές των δικαιούχων των αδειών, καθ΄ όλη τη διάρκεια της άδειάς τους. Η ρύθμιση αυτή περικλείει προφανείς οικονομικές επιβαρύνσεις αλλά και ηθικές συνέπειες. Πρόκειται για σημαντική απόκλιση από τις αρχές του αρχικού νομοθετικού πλαισίου, δεδομένου ότι ο Ν. 1264/82 ρητά όριζε ότι δεν καταβάλλονται αποδοχές κατά τη διάρκεια της συνδικαλιστικής άδειας και ότι οι αντίστοιχες εισφορές καταβάλλονται από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις. Προτείνεται η επανεξέταση του θέματος και η επαναφορά της αρχικής ρύθμισης. 9. Σε θέματα που αφορούν στις Ελεύθερες Συλλογικές Διαπραγματεύσεις. Ο Ν. 1876/90 εφαρμόζεται σχεδόν μια εικοσαετία και ως θεσμός έχει επιδείξει ομαλή και ικανοποιητική εξέλιξη στην επίλυση των συλλογικών διαφορών. Ωστόσο, για την διαδικασία της προσφυγής στην επικουρική διαιτητική διαδικασία για την επίλυση των συλλογικών διαφορών απαιτείται η υιοθέτηση βελτιώσεων. Το πρόβλημα εστιάζεται κυρίως στον υποχρεωτικό χαρακτήρα της Διαιτησίας, στις περιπτώσεις που λειτουργεί έτσι κατά της μιας μόνο πλευράς.


Η διατήρηση έστω της μερικής υποχρεωτικότητας δημιουργεί συνθήκες παρεμπόδισης της ελεύθερης διαπραγμάτευσης στη προσπάθεια διαμόρφωσης των εργασιακών σχέσεων. Προτείνεται η άρση του υποχρεωτικού χαρακτήρα της Διαιτησίας και η μετατροπή του σε θεσμό οικειοθελούς χαρακτήρα, όπως αυτού της προσφυγής στη διαδικασία της Μεσολάβησης. 10. Σε θέματα που αφορούν στην Επέκταση της Εφαρμογής των Συλλογικών Ρυθμίσεων Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς του Ν. 1876/90 προβλέπει: Α. Την κήρυξη ως υποχρεωτικών των συλλογικών ρυθμίσεων εφόσον αυτές δεσμεύουν ήδη εργοδότες που απασχολούν το 51% των εργαζομένων του κλάδου ή του επαγγέλματος. Β. Την επέκταση της ισχύος τους εκτός των ορίων του κλάδου οικονομικής δραστηριότητας των επιχειρήσεων, των οποίων οι εκπρόσωποι δεσμεύτηκαν με την υπογραφή της συλλογικής σύμβασης ή από την έκδοση της διαιτητικής απόφασης. Προτείνεται η επέκταση για την εφαρμογή της συλλογικής ρύθμισης Α. Να επιτρέπεται εφόσον οι υπογράψαντες την συλλογική σύμβαση απασχολούν τουλάχιστον το 60% των εργαζομένων του επαγγέλματος. Β. Να μην επεκτείνεται εκτός των ορίων του κλάδου οικονομικής δραστηριότητας των επιχειρήσεων των οποίων οι εκπρόσωποι δεσμεύτηκαν με την υπογραφή της συλλογικής σύμβασης ή από την έκδοση της διαιτητικής απόφασης, έτσι ώστε να μην επιβαρύνονται τομείς δραστηριότητας ορισμένου κλάδου της βιομηχανίας με τις αμοιβές που για παράδειγμα συμφώνησαν η βιοτεχνία ή το εμπόριο σε συγκεκριμένο κλάδο. 11. Στην κωδικοποίηση της Ασφαλιστικής Νομοθεσίας. Το πλήθος των νομοθετημάτων, των διευκρινιστικών εγκυκλίων καθώς και της ασφαλιστικής νομολογίας, που ισχύουν ανά ασφαλιστικό οργανισμό και απαρτίζουν το θεσμικό πλαίσιο της κοινωνικοασφαλιστικής προστασίας καθιστούν το έργο της πληροφόρησης και της ενημέρωσης των ενδιαφερομένων, δυσχερές και επίπονο. Η εκτεταμένη ποικιλία και ο όγκος των ρυθμίσεων καθιστά επιτακτική την ανάγκη της κωδικοποίησης του νομοθετικού ασφαλιστικού πλαισίου, προκειμένου να υπάρξει σαφής και πλήρης εικόνα των κανόνων δικαίου που διέπουν το ασφαλιστικό σύστημα.


12. Στον Εκσυγχρονισμό του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης. Για

τον εκσυγχρονισμό του Συστήματος της Κοινωνικής Ασφάλισης, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η λήψη μέτρων εξυγίανσης του όλου συστήματος και ο επαναπροσδιορισμός της κοινωνικής και ασφαλιστικής προοπτικής του.

13. Στην ανάγκη περαιτέρω Συγχώνευσης Ομοειδών Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης. Υιοθέτηση Ενιαίων Κανόνων Λειτουργίας, Διαδικασιών και Συστήματος Εισφορών – Παροχών. Αν και μετά την υιοθέτηση των ρυθμίσεων του Ν. 3655/2008 δημιουργήθηκαν 13 Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης το πρόβλημα των πολλών ταμείων εξακολουθεί να υφίσταται. Προτείνεται η δημιουργία 4 Ασφαλιστικών Οργανισμών ως εξής: • • • •

Ταμείο Ασφάλισης Δημοσίων Υπαλλήλων Ταμείο Ασφάλισης Ιδιωτικών Υπαλλήλων Ταμείο Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών Ταμείο Ασφάλισης Αγροτών.

Έτσι θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις και η δυνατότητα προγραμματισμού, υιοθέτησης και εφαρμογής ενιαίου προγράμματος κοινωνικής ασφάλισης καθώς και η δυνατότητα συντονισμού των πολιτικών κοινωνικής ασφάλισης και η εναρμόνιση των όρων ασφάλισης. 14. Στην Εξασφάλιση της Ορθολογικής Λειτουργίας των Ασφαλιστικών Ταμείων και στον Περιορισμός των Διοικητικών και Λειτουργικών Εξόδων. Τα περισσότερα ασφαλιστικά ταμεία παρουσιάζουν ελλείμματα στον προϋπολογισμό τους, τα οποία καλύπτονται συχνά από υψηλότοκα δάνεια. Η πρακτική αυτή έχει ως αποτέλεσμα την περαιτέρω διατάραξη της οικονομικής τους ισορροπίας. Παράλληλα τα ασφαλιστικά ταμεία παρουσιάζουν οργανωτικές αδυναμίες και χαμηλό επίπεδο αποτελεσματικότητας. Κρίνεται απαραίτητη η υιοθέτηση ριζικών αλλαγών στον τρόπο διοίκησης και λειτουργίας των ταμείων καθώς και η δημιουργία προϋποθέσεων για την εξασφάλιση της αυτοτέλειας, της ανεξαρτησίας της λειτουργίας τους και τη βελτίωση της παραγωγικότητάς τους. 15. Στην Αποτελεσματική Σύνδεση του Συστήματος των Ασφαλιστικών Εισφορών και των Παροχών.


Υπάρχει σε σημαντικό βαθμός ανισορροπία στη σχέση εισφορών – παροχών. Η αύξηση των παροχών έχει επέλθει με ταχύτερους ρυθμούς, από τους ρυθμούς των εσόδων. Για την αποτελεσματική σύνδεση του συστήματος, απαιτείται η εκλογίκευσή του. Η εκλογίκευση προϋποθέτει την επιστημονική εξέταση του θέματος για την εξεύρεση λύσεων που θα διασφαλίζουν τη σταθερότητα της κοινωνικής ασφάλισης και παράλληλα τη διατήρηση της οικονομικής ισορροπίας του συστήματος. 16. Στην Καταπολέμηση της Εισφοροαποφυγής. Οι ισχύουσες διοικητικές ρυθμίσεις είναι το μέσο για τον περιορισμό της εισφοροδιαφυγής, όχι όμως και για την πλήρη εξάλειψή της. Η καταπολέμηση της εισφοροαποφυγής θα μπορούσε να επιτευχθεί με την αποτελεσματική σύνδεση του συστήματος εισφορών – παροχών καθώς και με την κατάργηση των χαριστικών διατάξεων που κατά καιρούς υιοθετούνται. 17. Στην Εξασφάλιση Σταθερότητας του Ασφαλιστικού Καθεστώτος και στην Αποφυγή Επιβολής Νέων Ασφαλιστικών Επιβαρύνσεων. Οι αυξημένες δαπάνες των εργοδοτών για την κάλυψη του έμμεσου μισθολογικού κόστους το οποίο στην ουσία χρηματοδοτεί κατά ένα μεγάλο ποσοστό την κοινωνική προστασία, ενσωματώνεται στο κόστος παραγωγής. Ήδη το ύψος των ποσοστών των ασφαλιστικών εισφορών είναι υψηλό. Η οποιαδήποτε σκέψη για περαιτέρω αύξηση των ποσοστών των ασφαλιστικών εισφορών θα δημιουργήσει ακόμα μεγαλύτερες πιέσεις στις επιχειρήσεις και στους εργαζομένους. 18. Στην Άρση της Επιβολής Εισφορών επί των Διανεμόμενων Κερδών. Η επιβολή εισφορών επί του ποσού των κερδών που έκτακτα διανέμουν οι Εταιρίες προς τους εργαζομένους τους, λειτουργεί ως αντικίνητρο στη βελτίωση της παραγωγικότητας και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων, καθώς επίσης και ως περιοριστικός λόγος αναβαθμίσεως της δυνατότητας έμπρακτης αναγνώρισης της εργασίας στην ανάπτυξη της οικονομίας. Κρίνεται απαραίτητη η επανεξέταση του ισχύοντος ασφαλιστικού νομοθετικού καθεστώτος για την επιβολή ασφαλιστικών εκ μέρους του Ι.Κ.Α. εισφορών και η επαναφορά σε ισχύ του νομοθετικού καθεστώτος του Ν. 1892/90, σύμφωνα


με το οποίο για τη συγκεκριμένη παροχή δεν υπήρχε η επιβάρυνση των ασφαλιστικών εισφορών. 19. Στον επαναπροσδιορισμός της σύνδεσης των Ημερών Ασθένειας με τις Ασφαλιστικές Εισφορές. Σύμφωνα με το ισχύον ασφαλιστικό νομοθετικό καθεστώς, προβλέπεται η επιβολή ασφαλιστικών εισφορών επί του συνόλου των αποδοχών των εργαζομένων ακόμα και στις περιπτώσεις εκείνες που το σύνολο των αποδοχών αφορά και σε ημέρες ασθενείας των εργαζομένων. Προτείνεται η επανεξέταση του συγκεκριμένου νομοθετικού καθεστώτος και η επαναφορά σε ισχύ παλαιότερης ρύθμισης η οποία προέβλεπε τον καταλογισμό ασφαλιστικών εισφορών επί των πραγματικά καταβαλλόμενων αποδοχών, έτσι όπως αυτές διαμορφώνονται μετά και την έκπτωση του επιδόματος ασθενείας. 20. Στην κατάργηση της Εισφοράς Επαγγελματικού Κινδύνου. Σύμφωνα με την διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας, δηλαδή του Α.Ν. 1846/51, Ν.Δ. 104/60, για όλες τις βιομηχανίες που περιλαμβάνονται στο υπ΄ αριθμ. 473/61 Β.Δ. υπάρχει η υποχρέωση καταβολής εισφοράς 1% για επαγγελματικό κίνδυνο. Η συγκεκριμένη εισφορά βαρύνει αποκλειστικά τον εργοδότη και έχει σκοπό την υποχρέωση των επιχειρήσεων να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα υγιεινής και ασφάλειας για την πρόληψη εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών. Ωστόσο, το ισχύον σήμερα νομοθετικό καθεστώς, το οποίο θεσπίσθηκε με τις διατάξεις του Ν. 1568/85 καθώς και από την ενσωμάτωση στο ελληνικό δίκαιο μιας σειράς κοινοτικών οδηγιών, έχουν δημιουργήσει ένα σύγχρονο νομοθετικό πλαίσιο που οι επιχειρήσεις καλούνται να εφαρμόσουν και το οποίο αφορά στη υγιεινή και την ασφάλεια των εργαζομένων στους χώρους εργασίας. Κατά συνέπεια, η διατήρηση της συγκεκριμένης εργοδοτικής εισφοράς θεωρείται πλέον ότι δεν εξυπηρετεί πραγματικές ανάγκες των επιχειρήσεων και των εργαζομένων τους και φυσικά τον λόγο για τον οποίο θεσπίστηκε. Προτείνεται η επανεξέταση του θέματος και η κατάργηση της συγκεκριμένης εισφοράς διότι επιβαρύνει χωρίς λόγο ή πρόσθετο όφελος των εργαζομένων, το εργατικό κόστος. 21. Στην κατάργηση της Εισφοράς Στράτευσης.


Σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2054/52 έχει συσταθεί και λειτουργεί στον Ο.Α.Ε.Δ., ο Ειδικός Λογαριασμός Επιδότησης των Εφέδρων ή των Στρατευομένων εργαζομένων. Οι πόροι του συγκεκριμένου λογαριασμού προέρχονται από εργοδοτική εισφορά, συνεισπρατόμενη από το Ι.Κ.Α., η οποία ανέρχεται σε ποσοστό 1% επί των αποδοχών των εργαζομένων. Ωστόσο, το ύψος της εισφοράς θα έπρεπε να τεκμηριώνεται στατιστικά και η ύπαρξή της να δικαιολογείται από διάφορους παράγοντες όπως για παράδειγμα ο αριθμός των δικαιούχων απορρόφησης των σχετικών κονδυλίων. Προτείνεται η επανεξέταση του όλου θέματος, η ενημέρωση των κοινωνικών εταίρων για την διάθεση των κονδυλίων καθώς και η κατάργηση της εργοδοτικής εισφοράς. 22. Στην τροποποίηση της νομοθεσίας που αφορά στον Λογαριασμό Αφερεγγυότητας Εργοδότη. Με το άρθρο 16 του Ν. 1836/89, έχει συσταθεί και λειτουργεί στον Ο.Α.Ε.Δ., ο αυτοτελής Λογαριασμός Προστασίας των εργαζομένων από την αφερεγγυότητα του εργοδότη. Οι πόροι του συγκεκριμένου λογαριασμού προέρχονται αποκλειστικά από επιβάρυνση της εργοδοτικής εισφοράς σε ποσοστό 0,15%, επί των αποδοχών των εργαζομένων. Σκοπός της σύστασης του συγκεκριμένου λογαριασμού, όπως αναφέρεται στην τροποποίηση που επέφεραν οι διατάξεις του υπ΄ αριθμ. 151/99 Π. Δ/τος, είναι η άμεση ικανοποίηση των ανεξόφλητων απαιτήσεων των εργαζομένων σε περιπτώσεις αφερεγγυότητας των εργοδοτών, που περιέρχονται σε κατάσταση παύσης ή αναστολής των πληρωμών του και κήρυξής του σε πτώχευση με δικαστική απόφαση ή η επιχείρηση υποβάλλεται σε ειδική εκκαθάριση με τη διαδικασία που θέτουν οι νομοθετικές διατάξεις των νόμων 1386/93, 1892/90 και 2000/91, καθώς και για κάθε εργοδότη του οποίου η επιχείρηση ετέθη σε εκκαθάριση με σκοπό την ικανοποίηση των δανειστών του, με αποτέλεσμα τη λύση των συμβάσεων εργασίας με τους εργαζομένους του. Ωστόσο, το ύψος της συνολικής εισφοράς θα έπρεπε να τεκμηριώνεται στατιστικά και η ύπαρξή της να δικαιολογείται από διάφορους παράγοντες, όπως για παράδειγμα ο αριθμός των πτωχεύσεων, διότι ενδεχόμενα η πάγια καταβολή της να μην είναι πλέον απαραίτητη. Έτσι προτείνεται η εξέταση της δυνατότητας υιοθέτησης μιας ευέλικτης αντιμετώπισης του θέματος, προκειμένου αυτή η συγκεκριμένη εισφορά είτε να μειωθεί είτε να ανασταλεί η υποχρέωση της καταβολής της.


23. Στην Κάλυψη του Κόστους των Ασφαλιστικών Εισφορών σε Περιόδους Κρίσης. Οι ήδη αυξημένες εργοδοτικές δαπάνες, που αφορούν στις ασφαλιστικές εισφορές, λειτουργούν εξαντλητικά, επιδεινώνουν την οικονομική θέση των επιχειρήσεων και ασφαλώς επιβαρύνουν το κόστος λειτουργίας τους. Το υψηλό έμμεσο μισθολογικό κόστος εργασίας, επιβαρύνει το συνολικό κόστος εργασίας, και υπό συνθήκες εξαιρετικά περιορισμένης ρευστότητας, διαμορφώνει υψηλές ανελαστικές δαπάνες, στις οποίες οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν πραγματικές δυσκολίες να ανταποκριθούν. Για το χρονικό διάστημα των επόμενων δύο ετών προτείνεται η κάλυψη του κόστους των ασφαλιστικών εισφορών προς τα Ασφαλιστικά Ταμεία από τον Ο.Α.Ε.Δ το οποίο θα προέλθει από τα αδιάθετα του Λ.Α.Ε.Κ.


ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ


4 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2009: ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΕΞΑΓΩΓΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ.

Ο Σύνδεσμος υπέβαλε Υπόμνημα με θέματα των οποίων η αντιμετώπιση βρίσκεται μέσα στο πεδίο πολιτικών του Υπουργείου Εξωτερικών και αφορούν στην ενίσχυση των Γραφείων ΟΕΥ για την υποστήριξη των εξαγωγών και ειδικότερα: Ο Σύνδεσμος έχει καταγράψει προτάσεις που αναφέρονται στον κρίσιμο τομέα της ενίσχυσης της εξαγωγικής δραστηριότητας των ελληνικών επιχειρήσεων, σε αγορές που είτε είναι αναδυόμενες είτε παραδοσιακές, και οι οποίες αν και παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον για την ενίσχυση του εξωτερικού εμπορίου, τελικά αξιοποιούνται μερικώς ή και καθόλου εξ αιτίας της απουσίας μίας ολοκληρωμένης πολιτικής προώθησης. Οι προτάσεις αυτές έχουν διαμορφωθεί με βάση την εμπειρία και τις διαπιστώσεις επιχειρήσεων – μελών του Συνδέσμου, με πολύχρονη εξαγωγική δραστηριότητα και αποτελεσματική εμπλοκή σε αγορές του εξωτερικού, γεγονός που τις επιτρέπει να μορφώνουν μία ολοκληρωμένη εικόνα για το έλλειμμα ουσιαστικής και αποτελεσματικής εκπροσώπησης της εγχώριας επιχειρηματικής κοινότητας σε διεθνές επίπεδο. Ασφαλώς, αναγνωρίζεται ότι τα τελευταία χρόνια, με την μεταβίβαση των περισσοτέρων αρμοδιοτήτων στο Υπουργείο Εξωτερικών, έχουν γίνει βήματα προς την κατεύθυνση αυτή, με την ενίσχυση σε στελεχιακό δυναμικό και σε υποδομές των αρμοδίων Γραφείων Ο.Ε.Υ. στο εξωτερικό. Όμως, εξακολουθεί να παραμένει ως κοινή διαπίστωση ότι το επίπεδο υποστήριξης της εξαγωγικής μας δραστηριότητας από τις αρμόδιες Υπηρεσίες, εξακολουθεί να υπολείπεται σημαντικά εκείνου των εξαγωγικά ανταγωνιστριών μας χωρών. Επιπλέον, με δεδομένη την παραδοχή, ότι μέσα στα επόμενα χρόνια, η ένταση του ανταγωνισμού στην εγχώρια αγορά, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί, μεταξύ των άλλων, και με την σοβαρή αύξηση των εξαγωγών των ελληνικών επιχειρήσεων, ώστε και η ανάπτυξη να ενισχύεται αλλά και το ισοζύγιο των εμπορικών συναλλαγών να βελτιώνεται, η άμεση προσαρμογή του τρόπου λειτουργίας των Γραφείων Ο.Ε.Υ., στα δοκιμασμένα διεθνή πρότυπα φαίνεται πως είναι μονόδρομος. Οι προτάσεις του Συνδέσμου εντοπίζονται στα εξής σημεία: 1. Ενίσχυση Γραφείων Ο.Ε.Υ. Οι μόνιμοι διαμεσολαβητές των ελληνικών προϊόντων στις αγορές του εξωτερικού είναι τα γραφεία των Ο.Ε.Υ., που μέσα στα στενά δημοσιονομικά πλαίσια, καταβάλλουν φιλότιμες, αλλά τις


περισσότερες φορές, ανεπαρκείς προσπάθειες στήριξης της εξαγωγικής πρωτοβουλίας. Το ζήτημα είναι ότι, αντί ουσιαστικής λειτουργίας για την εκπλήρωση της αναπτυξιακής τους αποστολής, αναλώνονται σε γραφειοκρατικού χαρακτήρα, διεκπεραιώσεις εργασιών, που ελάχιστα συνεισφέρουν στην προβολή και προώθηση των ελληνικών προϊόντων. Αντίθετα, αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι τα αντίστοιχα γραφεία των περισσοτέρων ανταγωνιστριών χωρών, επενδύουν σ’ αυτόν ακριβώς τον τομέα, κατά τρόπο συστηματικό, επιτυγχάνοντας την ευχερή διείσδυση των προϊόντων τους στις αγορές ευθύνης τους. Πλείστα είναι τα παραδείγματα, όπου Πρεσβείες άλλων χωρών, όχι μόνον υποβοηθούν ουσιαστικά την επιχειρηματική διείσδυση, παρέχοντας όλη την απαραίτητη πληροφόρηση στις επιχειρήσεις των χωρών τους, προκειμένου οι τελευταίες να είναι απόλυτοι γνώστες των αγορών, αλλά και αναλαμβάνουν το έργο να επηρεάσουν θετικά την προτίμηση υπέρ των προϊόντων των χωρών τους, 2. Αξιολόγηση Αγορών Άμεσα συναφές με την ενίσχυση των γραφείων Ο.Ε.Υ. είναι η ιεράρχησή τους με βάση τα προσδοκώμενα οικονομικά αποτελέσματα και οφέλη. Στην περίπτωση της χώρας μας, παρουσιάζεται το οξύμωρο, σε πολλές ξένες αγορές, που παρουσιάζουν μεγάλο εμπορικό ενδιαφέρον και χαρακτηρίζονται ως «δύσκολες» για την εξαγωγική διείσδυση, να μην υπάρχουν Εμπορικοί Ακόλουθοι και σε άλλες, λιγότερο ελκυστικές, αυτές να παρακολουθούνται από περισσότερους του ενός. Επίσης, σε αρκετές περιπτώσεις αγορών, όπου είναι επιβεβλημένη η συνεχής και αδιάλειπτη παρουσία και δραστηριοποίηση εμπορικού ακολούθου, τον ρόλο αυτό αναλαμβάνει Εμπορικός Ακόλουθος εγκατεστημένος και υπεύθυνος για άλλη χώρα. Η κατάσταση αυτή επιδεινώνεται και από το μικρό χρονικό διάστημα θητείας των εμπορικών ακολούθων, αφού συνήθως, μέσα σε τρία χρόνια και αφού εξοικειωθούν με την αγορά, μετατίθενται σε άλλη θέση. 3. Καθεστώς Έκδοσης Αδειών Εισόδου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αντικινήτρων, προερχομένων από αρρυθμίες ή πλημμελή λειτουργία των Υπηρεσιών που μετέχουν άμεσα ή έμμεσα στην εξαγωγική διαδικασία, είναι οι συνθήκες, οι οποίες επικρατούν στις περισσότερες ελληνικές πρεσβείες, έκδοσης αδειών εισόδου στη χώρα για αλλοδαπούς επιχειρηματίες και εκπροσώπους αλλοδαπών επιχειρήσεων, οι οποίοι προσκαλούνται από αντίστοιχες ελληνικές, προκειμένου να πεισθούν να προμηθευτούν τα προϊόντα τους.


Ο δυνητικός πελάτης – αγοραστής των ελληνικών προϊόντων, αντιμετωπίζεται ως κοινός επισκέπτης, υπομένοντας ατελείωτες ώρες αναμονής, σε αντίθεση με τις πρεσβείες των ανταγωνιστριών χωρών, όπου του επιφυλάσσεται μεταχείριση ανάλογη προς φορέα, ο οποίος αναμένεται να εισφέρει συναλλαγματικούς πόρους στην χώρα τους. Γίνεται αντιληπτό, ότι, η αναμόρφωση της διαδικασίας απόκτησης επιχειρηματικής βίζας, είναι άμεσα αναγκαία και θα πρέπει να βασίζεται στην αρχή της γρήγορης εξυπηρέτησης. 4. Εξαγωγικές Πιστώσεις. Άμεσα υποβοηθητικές του έργου και του ρόλου, που μπορούν να διαδραματίσουν στο «άνοιγμα» των ξένων αγορών για τα ελληνικά προϊόντα τα Γραφεία Ο.Ε.Υ., είναι οι εξαγωγικές πιστώσεις, ένα «εργαλείο» ενίσχυσης της εξαγωγικής δραστηριότητας, που στη περίπτωση, δεν έχει αξιοποιηθεί επαρκώς. Αντίθετα, σε ανταγωνίστριες χώρες, όπως η Γαλλία, η Ισπανία και η Ιταλία, οι γραμμές πίστωσης σε ξένες χώρες, αποτελούν συχνό φαινόμενο, που έχει ως αποτέλεσμα, τα προϊόντα τους να προτιμούνται έναντι των ελληνικών. 5. Συμφωνίες Ανταγορών. Το ίδιο αναξιοποίητος παραμένει και ο θεσμός των Ανταγορών, με μοναδική εξαίρεση τις συμφωνίες των Αντισταθμιστικών, που κατά καιρούς συνάπτονται στα πλαίσια των Προμηθειών των Ενόπλων Δυνάμεων. Άποψη του Συνδέσμου είναι ότι θα πρέπει, στα πλαίσια της προσπάθειας διευκόλυνσης της εξαγωγικής δραστηριότητας, να επιδιωχθεί η σύναψη τέτοιων Συμφωνιών, ιδιαίτερα με χώρες, με τις οποίες υπάρχει έντονα ελλειμματικό εμπορικό ισοζύγιο, προκειμένου να παροτρύνονται να εισάγουν ελληνικά προϊόντα ως αντιστάθμιση των εξαγωγών τους στην χώρα μας. Αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι η παρουσία και επιβίωση των ελληνικών επιχειρήσεων στο διεθνοποιημένο περιβάλλον εξαρτάται σημαντικά από την δυνατότητα ανταγωνιστικής παρουσίας τους στις διεθνείς αγορές. Ιδιαίτερα, μάλιστα, για τους κλάδους των ενδιάμεσων και κεφαλαιουχικών αγαθών, που η εγχώρια αγορά έχει περιορισμένες δυνατότητες οι εξαγωγές είναι μοναδική διέξοδος. Χωρίς, ωστόσο, την εφαρμογή μίας σύγχρονης, συστηματικής και συνεπούς πολιτικής, από τις οικονομικές και εμπορικές υπηρεσίες εξωτερικού, η προσπάθεια για άνοιγμα και αξιοποίηση αγορών του εξωτερικού θα παραμένει ελλειμματική και ατελέσφορη.


ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ & ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ


4 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2009: ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΤΕΛΟΥΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ.

Ο Σύνδεσμος υποβάλλει Υπόμνημα με θέμα, του οποίου η αντιμετώπιση βρίσκεται μέσα στο πεδίο πολιτικών του Υπουργείου και αφορά στην εφαρμογή του δημοτικού τέλους διαφήμισης και των δαπανών που υπόκεινται σ’ αυτό διέπονται από πληθώρα διατάξεων που περιέχονται σε νόμους, βασιλικά διατάγματα και Διοικητικά έγγραφα. Επισημαίνει ότι ως αποτέλεσμα είναι, οι επιχειρήσεις να μην είναι σε θέση να γνωρίζουν επακριβώς το σύνολο των δαπανών, επί των οποίων πρέπει να καταβληθεί το αναλογούν τέλος προκειμένου αυτές να αναγνωριστούν και να εκπέσουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους και να βρίσκονται διαρκώς εκτεθειμένες στους ελέγχους, τους οποίους υφίστανται. Προτείνει δε για την καλύτερη ενημέρωση, τόσο των επιχειρήσεων, όσο και των φοροτεχνικών οργάνων που προβαίνουν στον έλεγχο της εφαρμογής της νομοθεσίας, είναι αναγκαία η έκδοση εγκυκλίου, με την οποία θα κωδικοποιούνται οι παραπάνω διατάξεις και θα απαριθμούνται όλες οι δαπάνες, για τις οποίες έχει αποφανθεί το Υπουργείο Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης ότι υπόκεινται σε τέλος διαφήμισης υπέρ Ο.Τ.Α. Και δεδομένου ότι ο κατάλογος των δαπανών αυτών διαρκώς εμπλουτίζεται, προτείνεται η κωδικοποίηση αυτή να επικαιροποιείται κάθε χρόνο, ώστε να περιλαμβάνει συγκεντρωτικά όλες τις δαπάνες, για τις οποίες είναι απαραίτητη η καταβολή δημοτικού τέλους διαφήμισης.


ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ


30 ΜΑΡΤΙΟΥ 2009: ΙΣΟΤΙΜΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΗΣ ΕΓΧΩΡΙΑΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΣΤΙΣ ΑΜΥΝΤΙΚΕΣ ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ

Στο ζήτημα της ισότιμης συμμετοχής της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας στα εξοπλιστικά συστήματα των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, το οποίο θεωρείται ιδιαίτερα κρίσιμο, όχι μόνον λόγω των θετικών αποτελεσμάτων, που μπορεί να έχει στην ελληνική οικονομία, αλλά, με δεδομένη την τρέχουσα κρίση, μπορεί να λειτουργήσει υποβοηθητικά στην αποτροπή, σε έναν βαθμό, ανεπιθύμητων καταστάσεων στην απασχόληση και στην ανάπτυξη, αναφέρεται το υπόμνημα που εστάλη από τον Σύνδεσμο προς τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας κ. Ευάγγελο Μεϊμαράκη και στους Αρχηγούς των Κομμάτων της Αντιπολίτευσης. Στην επιστολή επισημαίνεται ότι ο κρατικός προϋπολογισμός, κάθε χρόνο, δαπανά ένα σημαντικό τμήμα των εσόδων του, προερχόμενο από την φορολογία των πολιτών, είτε για την αγορά υλικών, ανταλλακτικών και εξοπλιστικών συστημάτων, είτε για την συντήρηση υφισταμένων. Σε όλες τις χώρες της Ευρώπης – και όχι μόνον – υπάρχει φροντίδα, ένα μεγάλο ποσοστό αυτής της δαπάνης να επιστρέφει στην εγχώρια οικονομία, ενεργοποιώντας το δυναμικό των κατασκευαστών τους, και αποκομίζοντας σημαντικά οφέλη, όπως: (α). Απασχόληση, (β). Απορρόφηση τεχνογνωσίας (γ). Ανάπτυξη ή βελτίωση τεχνολογίας (δ). Συμμετοχή σε ομάδες εξαγωγικού προσανατολισμού (ε). Εισόδημα στην αγορά Στην χώρα μας, η μεγάλη αυτή ευκαιρία για την οικονομία μας έχει αξιοποιηθεί στον χαμηλότερο δυνατό βαθμό. Ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση έγινε στη περασμένη δεκαετία, όταν θεσπίστηκε το 35% ως ελάχιστη εγγυημένη ελληνική συμμετοχή σε κάθε διεθνή διαγωνισμό. Η εξέλιξη αυτή είχε απτά και ευεργετικά αποτελέσματα για την εγχώρια αμυντική βιομηχανία σε προϊόντα όπως, τα συστήματα patriot, τα υποβρύχια U 214, τα άρματα μάχης leopard, και τα διασωστικά άρματα Rhein Metall. Με την προώθηση της "Συμπαραγωγής", για αρκετά χρόνια μεταφέρθηκε η κατασκευή εξοπλιστικών προϊόντων στην Ελλάδα με απορρόφηση τεχνολογίας σχετικά με τα χρησιμοποιούμενα υλικά, την βιομηχανοποίηση, τις απαιτούμενες ιδιοσκευές, τον έλεγχο, τη συναρμολόγηση, τις υποδομές αλλά και την τελική δοκιμή των προϊόντων (δοκιμή πυρός, στόχευσης, ελιγμών, στεγανότητας, ηλεκτρονικών παρεμβολών) πεδία που στο παρελθόν εθεωρείτο αδιανόητο να υλοποιηθούν στην Ελλάδα.


Πριν τρία (3) χρόνια ψηφίστηκε ο νέος νόμος 3433/2006, που διέπει τις προμήθειες αμυντικού υλικού των ενόπλων δυνάμεων, ο οποίος πέραν της προϋπόθεσης εξασφάλισης Εγχώριας Βιομηχανικής Συμμετοχής σε ποσοστό τουλάχιστον 35% σύμφωνα με την υπ’ αρ. 248297 Υπουργική Απόφαση επιτρέπει την αγορά υλικών από το εξωτερικό, μόνον όταν δεν παράγονται εγχώρια. Προστέθηκε δηλαδή μια ακόμη δικλείδα προκειμένου οι αμυντικές προμήθειες να μπορούν να έχουν ακόμη μεγαλύτερα και πιο ευεργετικά αποτελέσματα για την ελληνική βιομηχανία και την Εθνική Οικονομία. Παρ΄ όλα αυτά, όπως υπογραμμίζεται στην επιστολή, αντ’ αυτού, τα τελευταία τρία χρόνια, όχι μόνο δεν προωθήθηκε κάποιου είδους συμπαραγωγή, αλλά ούτε ένας διαγωνισμός δεν κατευθύνθηκε τελικά στην εγχώρια παραγωγή και ακόμη και υλικά, που εδώ και είκοσι χρόνια κατασκευάζονταν εγχώρια, αγοράστηκαν απ’ ευθείας, από οίκους του εξωτερικού. Δηλαδή, έσοδα από την φορολογία των Ελλήνων πολιτών, αντί να αξιοποιηθούν, κατά το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος τους, στην εσωτερική αγορά και να δημιουργήσουν απασχόληση και εισόδημα, ενισχύουν την δημιουργία ή την διατήρηση θέσεων εργασίας ξένων χωρών. Ενδεικτικά παραδείγματα αποτελούν ο ιματισμός του Στρατού Ξηράς, ο οποίος είναι προέλευσης Πακιστάν, τη στιγμή μάλιστα που υπάρχει η Κρατική Εταιρεία ιματισμού Κύμης, η οποία υπολειτουργεί, άλλος διαγωνισμός για τη προμήθεια καλυμμάτων φορτηγών (κουκούλες), που θα μπορούσε να περατωθεί σε διάστημα ενός ή δύο μηνών και μετά από δεκατέσσερις (!) μήνες δεν έχει κατακυρωθεί, αλλά και το πιο χαρακτηριστικό, διαγωνισμός για ευτελή υλικά (π.χ. Locking Lever), που ο Στρατός αντί να εκπονήσει ένα απλό κατασκευαστικό σχέδιο και να απευθυνθεί στα τόσα μηχανουργεία που διαθέτει η χώρα μας, καταφεύγει σε προμήθεια απ’ το εξωτερικό. Επίσης, αν και ακραίο είναι χαρακτηριστικό της νοοτροπίας, σε προκήρυξη διαγωνισμού για προμήθεια εκπαιδευτικής αεροσήραγγας της Σχολής Ικάρων (Δ. 54/08), -πρόκειται για μια απλή κατασκευή-, η Διοίκηση Αεροπορικής Εκπαίδευσης απέκλεισε τη συμπαραγωγή με ελληνική μεταποιητική επιχείρηση, επιμένοντας στη εισαγωγή της απ’ το εξωτερικό. Αποτέλεσμα είναι, σήμερα, να μην κατασκευάζεται στη χώρα, ούτε μια βίδα πυροβόλου ή εξάρτημα αεροπλάνου, ακόμη και απλά άρβυλα (!) και τα προγράμματα προμηθειών των Ενόπλων Δυνάμεων, τα οποία μπορούν, δυνητικά, να αποτελέσουν υψηλής σπουδαιότητας αναπτυξιακό μηχανισμό της εγχώριας κατασκευαστικής παραγωγής και σημαντικό παράγοντα αναβάθμισης της ανταγωνιστικής της λειτουργίας, να παραμένουν αναξιοποίητα. Στο σημείο αυτό της επιστολής, ο Σύνδεσμος σημειώνει ότι, ως ένα βαθμό είναι αυτονόητο, οι ξένοι οίκοι είτε για λόγους ευκολίας τους είτε για λόγους


εξασφάλισης απασχόλησης των δικών τους εργοστασίων να είναι μερικές φορές απρόθυμοι στην αποδοχή της Ελληνικής Συμπαραγωγής. Αυτό, όμως, έχει σχέση με την ικανοποίηση των δικών τους συμφερόντων, που δεν συμπίπτουν, απαραίτητα, με αυτά της εγχώριας παραγωγής. Όπως αναφέρεται, ο Σύνδεσμος, ασχολούμενος με το τόσο σοβαρό αυτό ζήτημα, για αρκετά χρόνια, έχει εκτιμήσει ότι η αποκατάσταση της συμμετοχής των εγχώριας παραγωγής στα αμυντικά συστήματα της χώρας, κατά το ποσοστό που νομοθετικά κατοχυρωμένα δικαιούται, θα ήταν σε θέση να δημιουργήσει περίπου 150.000 νέες θέσεις εργασίας. Αντ΄ αυτού επιλέγεται η λύση της ενίσχυσης της απασχόλησης των προμηθευτριών χωρών. Άποψή του Συνδέσμου είναι ότι η σημερινή κατάσταση οφείλει να ανατραπεί υπέρ της ελληνικής οικονομίας και της εγχώριας βιομηχανίας. Ιδιαίτερα, μάλιστα, σήμερα, που όλες ανεξαιρέτως οι χώρες καταβάλλουν προσπάθειες να ενισχύσουν το εσωτερικό τους δυναμικό για να ανταπεξέλθουν στην οικονομική κρίση, μοιάζει αδιανόητο, η χώρα μας να αποτελεί εξαίρεση, εξακολουθώντας να στερεί ευκαιρίες και πόρους από την εγχώρια παραγωγή της. Θεωρώντας, ότι η σοβαρότητα του θέματος γίνεται κατανοητή από όλους, ο Σύνδεσμος έχει καταρτίσει τις παρακάτω προτάσεις, οι οποίες είναι στα πρότυπα των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών, οι οποίες επωφελούνται με κάθε τρόπο και μέσο από την αγορά των αμυντικών συστημάτων, ενισχύοντας την συμμετοχή εγχώριων κατασκευαστών τους. Συγκεκριμένα: 1. Καθορισμός ελάχιστου ύψους συμπαραγωγής στις μεγάλες αγορές. Στις προμήθειες μειζόνων συστημάτων (Φρεγάτες, αεροσκάφη, ελικόπτερα, οπλικά εν γένει συστήματα) να τίθεται ως προϋπόθεση, η συμπαραγωγή ύψους τουλάχιστον 40%. Με τον τρόπο αυτό, για αγορά τεθωρακισμένων λ.χ. από την Ρωσία, ύψους 1,2 δισεκατομμυρίου ευρώ, ποσό 480 εκατομμυρίων ευρώ θα μπορούσε να κατευθυνθεί στην εγχώρια παραγωγή. Αυτό, βέβαια προϋποθέτει, ανάλυση κόστους, από τους Ρώσους, του 1,2 δισεκατομμυρίου ευρώ,. ανά υποσυγκρότημα, που, επίσης, σήμερα, δεν γίνεται. 2. Αύξηση του χρόνου υποβολής προσφορών. Στα μεγάλα εξοπλιστικά προγράμματα απαιτείται επαρκής χρόνος προκειμένου να εντοπιστούν τα μέρη εκείνα του εξοπλισμού, τα οποία θα μπορούσαν να κατασκευαστούν από την εγχώρια βιομηχανία. Η μη ύπαρξη επαρκούς χρόνου συχνά αποτελεί το άλλοθι για τη μη σύναψη συμφωνίας με εγχώριους κατασκευαστές. 3. Επανενεργοποίηση της σύσκεψης προώθησης της «Ελληνικοποίησης» των Προμηθειών. Στο παρελθόν, μια φορά το τρίμηνο, συγκαλούνταν στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, υπό την αιγίδα του Υφυπουργού, σύσκεψη, με παρουσία εκπροσώπων των Βιομηχανιών (ιδιωτικών και Κρατικών) και


υπηρεσιακών παραγόντων σε υψηλό επίπεδο, με στόχο την εκτροπή εργασιών - προμηθειών στην Ελληνική αγορά. Οι συναντήσεις αυτές ήταν εποικοδομητικές και αποτελεσματικές στη διερεύνηση των δυνατοτήτων μεγαλύτερης εμπλοκής των ελληνικών κατασκευαστικών επιχειρήσεων. Η ενεργοποίησή της εκ νέου είναι κρίσιμη. 4. Δημιουργία και λειτουργία Γραφείου Αμυντικής Βιομηχανίας στα τρία Σώματα των Ενόπλων Δυνάμεων. Η ύπαρξη ενός «Γραφείου Αμυντικής Βιομηχανίας» κατά μετονομασία του «Γραφείου Ελληνικοποίησης», που επιτυχώς έδρασε στο παρελθόν, και πέτυχε 3.000 περίπου διαφορετικά Line Items να έχουν κατασκευαστεί εγχώρια, από μη Κρατικές εταιρείες (οι οποίες μόλις καλύπτουν 5% του αριθμού αυτού), θα συνεισφέρει τα μέγιστα προς τη κατεύθυνση της εξαντλητικής αξιοποίησης των δυνατοτήτων της εγχώριας παραγωγής. Οι βασικές δραστηριότητες του συγκεκριμένου Γραφείου, μπορούν, με μικρή στελέχωση, να είναι: • Υποβολή Προτάσεων για διενέργεια διαγωνισμών, που είναι απόλυτα σύμφωνο με την ερμηνευτική Υπουργική Απόφαση με αρ. 121079 του νέου Νόμου, βάσει της οποίας, για την προμήθεια υλικού από το εξωτερικό που δεν παράγεται στην Ελλάδα, είναι υποχρεωτική η Ελληνική συμμετοχή. • Εκμετάλλευση περί των 100.000 και πλέον κατασκευαστικών σχεδίων που παραμένουν ανενεργά για όλα τα παλαιά αεροσκάφη(Α-7, F-4, F-16 κ.α.). • Πρόσβαση σε Τεχνικές Οδηγίες για άντληση στοιχείων, και σε υλικά της Πολεμικής Αεροπορίας. Κατά τον Σύνδεσμο, η ενεργοποίηση του Γραφείου συμβαδίζει με τον αρχικό στόχο, κατ’ αντιστοιχία με τα γραφείο συνδέσμου με την Ε.Α.Β. (ΥΠΑΕΑΒ), ώστε η Πολεμική Αεροπορία να μην στηρίζεται αποκλειστικά σε πηγές εξωτερικού, ακόμη και στην Τουρκία (για υλικά κινητήρων). Παρόμοια Γραφεία και Υπηρεσίες λειτουργούν σήμερα σε όλες τις προηγμένες Ευρωπαϊκές Αεροπορίες και ενεργοποιούν την εγχώρια βιομηχανία, επιτρέποντας της να συμμετέχει με ίσους όρους στο πρόγραμμα κατασκευών – επισκευών, σε ποσοστό που κατά μέσο όρο φτάνει στο 70%. 5. Περιορισμός στις απ’ ευθείας αναθέσεις. Προς αποφυγή περιπτώσεων καταστρατήγησης του νόμου, υπέρ των παραγγελιών από το εξωτερικό, επιβάλλεται η επίκληση της παραγράφου 9 στ΄ του νέου Νόμου, να συνοδεύεται με Απόφαση Υπουργού. Επιπλέον, οι απ’ ευθείας αναθέσεις, βάσει της συγκεκριμένης διάταξης, να δύνανται να γίνουν και σε ελληνικές κατασκευαστικές επιχειρήσεις για υλικά που έχουν κατασκευαστεί εγχώρια στο παρελθόν. 6. Πρόσβαση εμπλεκομένων συλλογικών φορέων σε στοιχεία υλικών και σχετική βιβλιογραφία. Για δυνατότητα υποβολής προτάσεων, από συλλογικούς φορείς (Σ.Β.Θ.&Κ.Ε., Σ.Ε.Β, κ.α.) να είναι δυνατή, όπως στο παρελθόν, η επίσκεψη εκπροσώπων τους σε μονάδες συντήρησης, προκειμένου για λήψη στοιχείων υλικών και βιβλιογραφίας τους. Προς τούτο, να αρκεί η υποβολή γραπτού αιτήματος στο οικείο γραφείο της Διοίκησης Υλικού, στο οποίο θα κατονομάζονται οι επισκέπτες και το αντικείμενο της εξέτασης.


7. Προκήρυξη Διαγωνισμών για ανάληψη έργου τεχνικής υποστήριξης. Η τεχνική υποστήριξη των υπαρχόντων συστημάτων γίνεται σήμερα ως επί το πλείστον με ή βάσει συμβάσεων εν συνεχεία υποστήριξης (follow on support – F.O.S.), οι οποίες υπογράφονται κατά την αγορά των συστημάτων και έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το γράμμα και το πνεύμα του νέου Νόμου, καθώς αποκλείουν από τη δυνατότητα συμμετοχής, τις ελληνικές μεταποιητικές εταιρείες. Δεδομένου ότι η τεχνική υποστήριξη μπορεί κάλλιστα να αναληφθεί με επιτυχία από τις κατασκευαστικέςβιομηχανικές επιχειρήσεις που λειτουργούν στη χώρα μας, προτείνεται, αντί των συμβάσεων F.O.S., να διενεργούνται διαγωνισμοί ή ακόμη και απ’ ευθείας αναθέσεις. 8. Αξιοποίηση των αδιάθετων αντισταθμιστικών ωφελημάτων. Σε περίοδο οικονομικής κρίσης και ύφεσης και έλλειψης παραγωγικού έργου και παραγγελιών, είναι αναγκαίο, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, τα αδιάθετα αντισταθμιστικά που σήμερα παραμένουν αναξιοποίητα στην Γ.Δ.Α.Ε.Ε. και αφορούν σε αγορές προηγούμενων κυβερνήσεων, να διατεθούν άμεσα στην εγχώρια βιομηχανία, με εμπλοκή των φορέων της, προκειμένου να διασφαλιστεί η καλύτερη και με ίσους όρους κατανομής του παραγωγικού έργου. 9. Αξιοποίηση του Μητρώου Ελλήνων Κατασκευαστών. Με Υπουργική Απόφαση θεσπίστηκε και τηρείται Μητρώο Ελλήνων Κατασκευαστών, οι οποίοι καλύπτουν τις προϋποθέσεις ανάθεσης κατασκευαστικού έργου και δικαιούνται να συμμετέχουν σε συμπαραγωγή. Εν τούτοις, στη πράξη διαπιστώνονται περιπτώσεις, όπου καλούνται κατασκευαστές που δεν είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο και αποκλείονται άλλοι, που είναι. Είναι επιβεβλημένο, να υπάρξει μέριμνα, ώστε σε συμπαραγωγές, να καλούνται μόνο όσοι είναι εγγεγραμμένοι σ’ αυτό και να αποκλείονται αντίστοιχα όσοι δεν είναι. Κλείνοντας την επιστολή του, ο Σύνδεσμος εκφράζει την άποψη ότι οι συνθήκες είναι ώριμες για την αποκατάσταση των όρων συμμετοχής της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας στα προγράμματα των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, στον μέγιστο δυνατό βαθμό, και τη βεβαιότητα ότι η εξέλιξη αυτή αποτελεί και επιθυμία όλων των πολιτικών δυνάμεων της χώρας.


4 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2009: ΙΣΟΤΙΜΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΗΣ ΕΓΧΩΡΙΑΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΣΤΙΣ ΑΜΥΝΤΙΚΕΣ ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ

Ο Σύνδεσμος υπέβαλε τεκμηριωμένο Υπόμνημα προς την νέα ηγεσία του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, στο οποίο τονίζει τη σημασία που διαδραματίζει για τις ελληνικές επιχειρήσεις η ισότιμη συμμετοχή της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας στα εξοπλιστικά συστήματα των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, θέμα το οποίο θεωρείται ιδιαίτερα κρίσιμο, όχι μόνον λόγω των θετικών αποτελεσμάτων, που μπορεί να έχει στην ελληνική οικονομία, αλλά, με δεδομένη την τρέχουσα κρίση, μπορεί να λειτουργήσει υποβοηθητικά στην αποτροπή, σε έναν βαθμό, ανεπιθύμητων καταστάσεων στην απασχόληση και στην ανάπτυξη.


8 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2009: ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΤΗΣ ΙΣΟΤΙΜΗΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΤΗΣ ΕΓΧΩΡΙΑΣ ΑΜΥΝΤΙΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΣΤΑ ΕΞΟΠΛΙΣΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΝΟΠΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ.

Ο Σύνδεσμος με επιστολή του προς τον Αναπληρωτή Υπουργό Εθνικής Άμυνας αναφέρεται στα ζητήματα που άπτονται της εξασφάλισης της ισότιμης συμμετοχής της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας στα εξοπλιστικά συστήματα των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Συγκεκριμένα, είναι γνωστό, ότι ο κρατικός προϋπολογισμός, κάθε χρόνο, δαπανά σημαντικό τμήμα των εσόδων του, προερχόμενο από την φορολογία των πολιτών, για την αγορά υλικών και ανταλλακτικών που είναι αναγκαία για τη συντήρηση του πανάκριβου εξοπλισμού των Ενόπλων Δυνάμεων. Ενώ στο παρελθόν, από τη προηγούμενη δεκαετία, είχε καταβληθεί προσπάθεια, μεγάλο μέρος των αναγκών, στη προκειμένη περίπτωση, της Πολεμικής Αεροπορίας, να «ελληνικοποιηθεί», με αποτέλεσμα, περισσότερα από 2.500 ανταλλακτικά να έχουν κατασκευαστεί με επιτυχία στην χώρα μας, τα τελευταία τέσσερα χρόνια, όχι μόνο ούτε ένας διαγωνισμός δεν κατευθύνθηκε στην εγχώρια παραγωγή, αλλά και υλικά, που κατασκευάζονταν εγχώρια, να αγοράζονται με απ’ ευθείας αναθέσεις, από οίκους του εξωτερικού. Δηλαδή, έσοδα από την φορολογία των Ελλήνων πολιτών, αντί να αξιοποιηθούν, κατά το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος τους, στην εσωτερική αγορά και να δημιουργήσουν απασχόληση και εισόδημα, να ενισχύουν την δημιουργία ή την διατήρηση θέσεων εργασίας άλλων χωρών. Κι όλα αυτά, τη στιγμή που, τόσο ο νόμος 3433/2006, όσο και η υπ’ αρ. 248297 Υπουργική Απόφαση, που διέπουν τις προμήθειες αμυντικού υλικού των ενόπλων δυνάμεων, επιτρέπουν την αγορά υλικών από το εξωτερικό, μόνον όταν δεν παράγονται εγχώρια. Το παράδοξο, δε, είναι, ότι ενώ η Γ.Δ.Α.Ε.Ε. αποστέλλει κατά καιρούς στο Σύνδεσμό μας, και σε άλλους φορείς της εγχώριας βιομηχανίας, διερευνητικά ενημερωτικά σημειώματα για επικείμενες προμήθειες υλικών, τα οποία θα μπορούσαν να κατασκευαστούν εγχώρια, παρά τις θετικές προς τούτο απαντήσεις, οι προμήθειες τελικά πραγματοποιούνται από το εξωτερικό. Ανάλογη τύχη κινδυνεύει να έχει και η περίπτωση του υπ’ αρ. ΥΕΘΑ/ΓΔΑΕΕ/ΤΕΒΣ/ Φ.604.166/69852/19-11-2009 εγγράφου που αναφέρεται στη προμήθεια υλικών αεροσκαφών ύψους 26 εκατ. Ευρώ κατ’ έτος, για την οποία, αν και έχει ληφθεί διαβεβαίωση περί της δυνατότητας εγχώριας κατασκευής, εκτιμάται πως, αν δεν υπάρξει παρέμβασή σας, το πιθανότερο είναι να υλοποιηθεί κι αυτή με απευθείας ανάθεση σε οίκους του εξωτερικού.


Επίσης, αναφορικά με δημοσιεύματα στον τύπο, σύμφωνα με τα οποία, τα αερόστρομνα ZUBR έχουν παροπλιστεί ελλείψει ανταλλακτικών, υπάρχει βάσιμη εκτίμηση από επιχειρήσεις – μέλη μας, πως τα ανταλλακτικά, αυτά, μπορούν να κατασκευαστούν εγχώρια. Προς επιβεβαίωση της εκτίμησης, αυτής, προτείνουμε να ακολουθηθεί η διαδικασία που τηρούνταν καθ’ όλη τη δεκαετία του 1990 και ολιγομελής ομάδα έμπειρων μηχανικών - εκπροσώπων του Συνδέσμου μας να επισκεφθεί τον ναύσταθμο προκειμένου να αναφερθεί η δυνατότητα άμεσης κατασκευής με αντίστροφο σχεδίαση, μαζί με κόστος και χρόνο παράδοσης. Στη συνέχεια επισημαίνει ότι ως αποτέλεσμα της πρακτικής που ακολουθείται είναι, σήμερα, εν μέσω οικονομικής κρίσης, να μην κατασκευάζεται στη χώρα, κανένα απολύτως ανταλλακτικό ή υλικό, από τα πολλά που προμηθεύεται η Πολεμική Αεροπορίας, τα οποία θα μπορούσαν, δυνητικά, να αποτελέσουν εργαλείο για τη στήριξη της εγχώριας κατασκευαστικής παραγωγής. Και επειδή εκτιμά ότι θα υπάρχει συμφωνία με την άποψη πως η εικόνα αυτή δεν συνάδει με την υποχρέωση της Πολιτείας να διασφαλίζει ότι ένα ποσοστό, αυτής, της αμυντικής δαπάνης, επιστρέφεται στην εγχώρια οικονομία, παρακαλεί για την παρέμβαση θετικής αντιμετώπισης των ζητημάτων που τέθηκαν, επ’ ωφελεία της δοκιμαζόμενης αμυντικής βιομηχανίας.


ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ


4 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2009: ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ.

Ο Σύνδεσμος υπέβαλε Υπόμνημα με θέματα που αφορούν στο πεδίο πολιτικών του Υπουργείου και τα οποία αφορούν: 1. Στην επέκταση του Εθνικού Κτηματολογίου. Το Εθνικό Κτηματολόγιο αναμφίβολα αποτελεί μια πρώτη προσπάθεια συστηματικής καταγραφής όλων εκείνων των απαραίτητων πληροφοριών, οι οποίες μπορούν να διασφαλίσουν την εύρυθμη λειτουργία όχι μόνοι της αγοράς των ακινήτων, αλλά και ολόκληρης της κοινωνικής και οικονομικής ζωής του τόπου. Για τη μεταποιητική δραστηριότητα, η ολοκλήρωση της κτηματογράφησης και η επέκταση του Εθνικού Κτηματολογίου σε όλες τις περιοχές της χώρας, αποτελούν στόχους άμεσης προτεραιτότητας, καθώς μ’ αυτό τον τρόπο επιτυγχάνονται η οριστική κατοχύρωση της ακίνητης περιουσίας των επιχειρήσεων, η απλοποίηση και αντικειμενικοποίηση του καθεστώτος μεταβίβασης των ακινήτων, όπου κι αν αυτά βρίσκονται και ο τερματισμός της πρακτικής των καταπατήσεων και των αυθαιρεσιών. 2. Στην άσκηση Χωρικής Πολιτικής για τη Βιομηχανία. Αποτελεί κοινή παραδοχή ότι είναι πια απαραίτητο να τεθούν οι βάσεις για την αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό της παραγωγικής βάσης της χώρας μέσα από τη χωρική οργάνωση της λειτουργίας της. Στο πλαίσιο αυτό επιβάλλεται να επιταχυνθούν οι διαδικασίες του νέου ρυθμιστικού σχεδίου, που θα αποτελέσει το πλαίσιο συνολικής στρατηγικής για τη βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας τα προσεχή χρόνια. Το νέο ρυθμιστικό συνιστά σημαντικό εργαλείο για τη δημιουργία ενός νέου προτύπου βιώσιμης οικιστικής ανάπτυξης, το οποίο πέρα από τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων, την ενίσχυση και προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και τη δημιουργία περισσότερων ελεύθερων χώρων πρασίνου, εξασφαλίζει συνθήκες αναθέρμανσης και ανάπτυξης της μεταποιητικής δραστηριότητας, κάτω από ελεγχόμενους όρους χωρικής νομιμότητας. 3. Στην επέκταση των Όρων Δόμησης της Α΄ ΒΙΠΕ Βόλου. Μείζον θέμα για τις επιχειρήσεις, οι οποίες είναι εγκατεστημένες στην Α’ Βιομηχανική Περιοχή (ΒΙ.ΠΕ.) του Βόλου, αποτελεί η αδυναμία επέκτασης των παραγωγικών τους δραστηριοτήτων, εξαιτίας των περιοριστικών όρων δόμησης της περιοχής και του χαμηλού ποσοστού κάλυψης που ισχύει σ’


αυτήν, με αποτέλεσμα λειτουργίας.

να

αντιμετωπίζουν

πλέον

σοβαρό

πρόβλημα

Επιχειρήσεις, οι οποίες λειτουργούν επί σειρά ετών στη συγκεκριμένη ΒΙ.ΠΕ., αδυνατούν να υλοποιήσουν τα επενδυτικά τους σχέδια επέκτασης των παραγωγικών τους εγκαταστάσεων και να διασφαλίσουν την λειτουργία τους στο μέλλον, λόγω του ιδιαίτερα χαμηλού ποσοστού κάλυψης που ισχύει στην περιοχή, το οποίο, επί της ουσίας, θέτει ζήτημα απαγόρευσης της ανάπτυξης της βιομηχανικής δραστηριότητας σ’ αυτή. Κι αυτό διότι, ενώ στις περισσότερες από τις ΒΙ.ΠΕ. της χώρας, το ποσοστό κάλυψης, αν δεν βρίσκεται ήδη στα επίπεδα του 60%, είναι στα τελικά στάδια αύξησης, ώστε να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των επιχειρήσεων, στην Α΄ ΒΙ.ΠΕ. Βόλου παραμένει, για μεν τα οικόπεδα εμβαδού από 2.000 μέχρι 3.000 τ.μ., 40%, με δυνατότητα επέκτασης μέχρι 60% μόνον κατόπιν έγκρισης της Ε.Τ.Β.Α., για δε εκείνα εμβαδού άνω των 3.000 τ.μ., 40%, με δυνατότητα επέκτασης και, πάλι, μόνο μετά από έγκριση της Ε.Τ.Β.Α., στο 50%. Αυτό σημαίνει ότι, σε αντίθεση με όσα συμβαίνουν, όχι μόνο σε άλλες ΒΙ.ΠΕ., αλλά ακόμη και μέσα στην ίδια, όπου δύο οικοδομικά τετράγωνα, αλλά και ολόκληρο το Βιοτεχνικό Παράρτημα, έχουν αυξημένο ποσοστό κάλυψης 60%, λόγω του ιδιαίτερα χαμηλού ποσοστού κάλυψης, που κατά τα λοιπά ισχύει, οι παραγωγικές μονάδες, που είχαν την ατυχία να έχουν εγκατασταθεί και να λειτουργούν εδώ και δεκαετίες στη συγκεκριμένη ΒΙ.ΠΕ., έχοντας καλύψει το ποσοστό αυτό, πρέπει σήμερα, ή να περιοριστούν στις υφιστάμενες εγκαταστάσεις τους, ασφυκτιώντας και αδιαφορώντας για την μελλοντική τους ανάπτυξη ή να αναζητήσουν άλλους δυσεύρετους χώρους επέκτασης των δραστηριοτήτων τους, δεχόμενες και στις δύο περιπτώσεις, καίριο πλήγμα στην ανταγωνιστικότητά τους. Αποτελεί παράδοξο, τη στιγμή που η βελτίωση των ρυθμών ανάπτυξης της μεταποιητικής δραστηριότητας αποτελεί σημαντική παράμετρο για τη διαμόρφωση συνθηκών ενίσχυσης του ρυθμού ανάπτυξης, η δε συγκεκριμένη περιοχή αποτελεί τον κατ’ εξοχήν τόπο συγκέντρωσης των μεταποιητικών μονάδων ενός ολόκληρου Νομού, την ίδια ακριβώς στιγμή, η Πολιτεία να τροχοπεδίζει την παραγωγική λειτουργία μέσα σ’ αυτή και να αποδυναμώνει την ίδια την βούλησή της για ενίσχυση της επιχειρηματικής πρωτοβουλίας. Αναμφίβολα, οι λόγοι προστασίας μία περιοχής επιβάλλουν, οι όποιες δραστηριότητες λαμβάνουν χώρα μέσα σε αυτή να είναι απόλυτα συμβατές προς αυτή. Μέσα σ΄ αυτές, ασφαλώς και συγκαταλέγεται και η μεταποιητική δραστηριότητα και εν προκειμένω, οι επιχειρήσεις της Α’ ΒΙ.ΠΕ. Βόλου, οι οποίες, εδώ και πολλά χρόνια, λειτουργούν καθ’ όλα νόμιμα, πληρώντας όλες τις προδιαγραφές που διασφαλίζουν τη τήρηση των χωροταξικών υποχρεώσεων που συνεπάγεται η λειτουργία τους.


Η διατήρηση, εν προκειμένω, του ποσοστού κάλυψης στο 40% δημιουργεί, αναίτια, κωλύματα και προσχώματα που παρεμποδίζουν την ανάπτυξη μίας μεγάλης μερίδας παραγωγικών μονάδων και μάλιστα, σε μία περιοχή, που μόλις πρόσφατα άρχισε να δείχνει δείγματα αναστροφής του κλίματος αποβιομηχάνισης των περασμένων δεκαετιών. Προς αποκατάσταση των ανωτέρω, προτείνεται η αύξηση του μέγιστου ποσοστού κάλυψης για ολόκληρη την Α’ ΒΙ.ΠΕ. Βόλου, σε 60%.


ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ & ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ


15 ΜΑΪΟΥ 2009: ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟ ΝΟΜΟ ΣΤΗ ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ

Επιστολή που αναφέρεται στα σημαντικά προβλήματα που έχουν ανακύψει από τις καθυστερήσεις που σημειώνονται στην εξέταση και τελική έγκριση από τη Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδος, της υπαγωγής επενδυτικών σχεδίων στον αναπτυξιακό νόμο, λόγω μη επάρκειας των πιστώσεων που διατίθενται για τον σκοπό αυτό, απέστειλε ο Σύνδεσμος προς τον Γενικό Γραμματέα Επενδύσεων και Ανάπτυξης του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών κ. Σπύρο Ευσταθόπουλο. Ο Σύνδεσμος σημειώνει ότι σύμφωνα με την πληροφόρηση που έχει, το ύψος των πιστώσεων που έχει διατεθεί προς το σκοπό αυτό στη συγκεκριμένη περιφέρεια, είναι τέτοιο, που δεν επαρκεί για τη κάλυψη των πολλών αιτήσεων που έχουν υποβληθεί σ’ αυτή, με αποτέλεσμα, σήμερα να σωρεύονται σ’ αυτή μεγάλος αριθμός επενδυτικών προτάσεων, οι οποίες, παρότι έχουν υποβληθεί ήδη από τα μέσα του περασμένου χρόνου, με τα σημερινά δεδομένα εκτιμάται ότι θα εξεταστούν και θα εγκριθούν, στη καλύτερη περίπτωση, στο τέλος του επομένου, δηλαδή, δύο χρόνια μετά. Επισημαίνει δε ότι η μεγάλη, αυτή, καθυστέρηση, για τους συγκεκριμένους λόγους, διαπιστώνεται μόνο στη συγκεκριμένη Περιφέρεια, ενώ αντίθετα στις υπόλοιπες, όπου οι διαθέσιμοι πόροι συμβαδίζουν με τις πραγματικές ανάγκες, οι χρόνοι εξέτασης και έγκρισης κυμαίνονται μέσα στα λογικά πλαίσια των τριών μηνών που ο ίδιος ο Νόμος ορίζει. Για λόγους που έχουν να κάνουν με τη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος και την αποκατάσταση της εικόνας που έχει δημιουργηθεί αναφορικά με τα κονδύλια που διατίθενται στη συγκεκριμένη Περιφέρεια για τη χρηματοδότηση των επενδύσεων μέσω του Αναπτυξιακού Νόμου, ο Σύνδεσμος ζητά στοιχεία, ανά Περιφέρεια, για τις αιτήσεις που υποβλήθηκαν εξετάστηκαν και εγκρίθηκαν στο διάστημα από 1/1/2008 μέχρι και σήμερα. Επιπρόσθετα, προς άμβλυνση του προβλήματος που έχει δημιουργηθεί από τον μεγάλο αριθμό επενδυτικών σχεδίων που σήμερα αναμένουν εξέταση και πιθανή έγκριση, ο Σύνδεσμος, ολοκληρώνοντας τη παρέμβασή του, ζητά να εξεταστεί το συντομότερο η δυνατότητα αύξησης για τη Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδος, των πιστώσεων που διατίθεται για ένταξη στον Αναπτυξιακό Νόμο.


ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ & ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ – ΕΙΔΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ


7 ΜΑΪΟΥ 2009: ΑΝΑΓΚΑΙΑ Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΟΥ ΜΕΤΑΛΛΟΥ ΣΤΗ ΔΡΑΣΗ «ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ».

Πρόταση να προβλεφθεί στην δράση «Συνεργασία» η συμμετοχή του κλάδου του μετάλλου (Χάλυβας – Αλουμίνιο) και των μεταλλοκατασκευών υπέβαλε ο Σύνδεσμος με επιστολή του προς τον Γενικό Γραμματέα Έρευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Ανάπτυξης κ. Φίλιππο Τσαλίδη και τον Ειδικό Γραμματέα Ανταγωνιστικότητας κ. Ελευθέριο Σταυρόπουλο. Ειδικότερα, στην επιστολή αναφέρεται ότι στο πλαίσιο της δημόσια διαβούλευσης της δράσης «Συνεργασία» εν όψει της εφαρμογής του ΕΣΠΑ 2007-13 στον τομέα της Έρευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας, ο Σύνδεσμος έχει εξαιρετικά υψηλό ενδιαφέρον για τη συμμετοχή στην δράση επιχειρήσεων – μελών του, που ανήκουν στον κλάδο του μετάλλου (Χάλυβας, Αλουμίνιο και Μεταλλοκατασκευές). Στην περιφέρεια ευθύνης του Συνδέσμου Βιομηχανιών Θεσσαλίας & Κεντρικής Ελλάδος είναι εγκατεστημένο και λειτουργεί πάνω από το 50% του εγχώριου δυναμικού του συγκεκριμένου κλάδου, και ήδη στα πλαίσια του Περιφερειακού Πόλου Καινοτομίας Θεσσαλίας, είχε αναπτυχθεί μία σοβαρή τριμερής σχέση Πανεπιστημίου Θεσσαλίας – Βιομηχανιών – Συνδέσμου, η οποία προετοίμασε πεδία προς ανάπτυξη, εν όψει του ΕΣΠΑ. Τα πεδία αυτά είναι: 1. 2.

3.

Νέα προϊόντα/κατεργασίες και τεχνολογική ανάπτυξη για τη δημιουργία προανταγωνιστικού πλεονεκτήματος με σκοπό την καλύτερη διείσδυση στην αγορά των Βαλκανίων και της Ευρώπης Προσομοίωση κατεργασιών (χύτευση, έλαση, διέλαση, συρματοποίηση, συγκόλληση, επιφανειακές κατεργασίες) με χρήση πεπερασμένων στοιχείων και μοντέλων μικροδομής για την εξοικονόμηση ενέργειας και πόρων για την ταχύτερη ανάπτυξη νέων προϊόντων και γραμμών παραγωγής προσαρμοσμένων στις διεθνείς απαιτήσεις Μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων κατά τη διάρκεια της μεταλλοπαραγωγής και των λοιπών κατεργασιών Ο Σύνδεσμος εκτιμά ότι η σοβαρότητα της προετοιμασίας, οι δεσμεύσεις των εμπλεκομένων, η σπουδαιότητα του δυναμικού στην ανάπτυξη της τοπικής και της εθνικής οικονομίας και η αναγκαιότητα βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας του εγχώριου παραγωγικού δυναμικού συνηγορούν σοβαρά υπέρ της πρότασής του να προβλεφθεί στην δράση «Συνεργασία» η συμμετοχή του κλάδου του μετάλλου (Χάλυβας – Αλουμίνιο) και των μεταλλοκατασκευών.

Επειδή δε, όπως αναφέρεται στην επιστολή, από το κείμενο που αναρτήθηκε στο διαδίκτυο, απουσιάζει αναφορά στον προαναφερθέντα κλάδο, ο Σύνδεσμος προτείνει, κλείνοντας τη σύντομη παρέμβασή του, την προσθήκη μίας δράσης με θέμα «Χάλυβας, Αλουμίνιο και Μεταλλοκατασκευές».


ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ


7 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2009: ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΗ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ.

Τις απόψεις του υπέβαλε ο Σύνδεσμος αναφορικά με τις κύριες διατάξεις της υπό διαπραγμάτευση Νέας Συμφωνίας για την Διευκόλυνση του Εμπορίου στα πλαίσια του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Οι απόψεις του αφορούν στα εξής ζητήματα: 1. PUBLICATION AND AVAILABILITY OF INFORMATION INTERNET PUBLICATION: Η ηλεκτρονική δημοσίευση σε ιστοσελίδα όλων των τελωνειακών διαδικασιών θα αποτελέσει ισχυρό σημείο βοήθειας για τις επιχειρήσεις. Εκτός των πληροφοριών και των εντύπων κρίνεται απαραίτητο να δημοσιεύονται ευκρινώς το είδος και το ύψος των τελών και χρεώσεων για όλες τις παρεχόμενες υπηρεσίες και να ανακοινώνεται εγκαίρως κάθε επικείμενη αλλαγή. Οι διαθέσιμες πληροφορίες και τα έντυπα είναι χρήσιμο να υπάρχουν και στην αγγλική γλώσσα ώστε επιχειρήσεις από άλλες χώρες να έχουν την δυνατότητα πρόσβασης στις πληροφορίες αυτές. 2. ENQUIRY POINTS: Τα σημεία επαφής των Μελών, που θα απαντούν σε ερωτήσεις ενδιαφερομένων, πρέπει να τους ενημερώνουν εκ των προτέρων για το κόστος της παρεχόμενης υπηρεσίας. 3. ADVANCE RULINGS Η υποχρέωση του κράτους-μέλους για γραπτή λεπτομερή απάντηση προς τον αιτούντα εισαγωγέα/εξαγωγέα, πριν την έναρξη εμπορίας συγκεκριμένου αγαθού, θα βοηθήσει τους ενδιαφερόμενους να διευκρινίσουν όλα τα σημεία των τελωνειακών διαδικασιών. Επίσης θα εξασφαλίσει την δέσμευση των τελωνειακών αρχών για την διαδικασία που θα ακολουθήσουν κατά τον εκτελωνισμό των προϊόντων (ταξινόμηση αγαθών). Κρίνεται απαραίτητο να ορίζεται ένα μέγιστο χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο θα πρέπει να δίνεται η απάντηση ή ο λόγος μη έκδοσης advance ruling. 4. OTHER MEASURES TO ENHANCE IMPARTIALITY, NON DISCRIMINATION AND TRANSPARENCY. IMPORT ALERT/ RAPID ALERT: Το σύστημα αυτό μπορεί να συμβάλει στην προστασία των καταναλωτών σε κράτη μέλη τελωνειακών ενώσεων. Για να εφαρμοστεί σωστά και να προστατέψει και τις επιχειρήσεις από επιζήμιες γι’ αυτές ανακοινώσεις, απαιτεί υψηλού επιπέδου υπηρεσίες, πιστοποιημένα εργαστήρια ελέγχου και εφαρμογή έγκυρων μεθόδων ανάλυσης-ελέγχου. 5. FEES AND CHARGES CONNECTED WITH IMPORTATION AND EXPORTATION Κάθε αναθεώρηση των τελών και των χρεώσεων, ώστε να διασφαλισθεί ότι το Μέλος εναρμονίζεται με τις δεσμεύσεις του προς τον ΠΟΕ, πρέπει να κοινοποιείται έγκαιρα ώστε οι ενδιαφερόμενοι να έχουν τον απαραίτητο χρόνο προσαρμογής. 6. RELEASE AND CLEARANCE OF GOODS. PRE-ARRIVAL PROCESSING: Η δυνατότητα υποβολής των εγγράφων εισαγωγής πριν την άφιξη των αγαθών, ώστε να επισπεύδεται ο εκτελωνισμός των προϊόντων και να αποδεσμεύονται με την άφιξή τους, έχοντας πληρωθεί οι αναλογούντες δασμοί, ή δοθεί οι απαραίτητες εγγυήσεις, κρίνεται πολύ θετικό μέτρο για


την μείωση των καθυστερήσεων στα λιμάνια και στους αερολιμένες. Οι τελωνειακές υπηρεσίες θα πρέπει να ενημερώνουν τον εισαγωγέα αν θα προβούν σε φυσικό έλεγχο κατά την άφιξη των εμπορευμάτων ή θα τα αποδεσμεύσουν άμεσα. 7. SEPARATION OF RELEASE FROM THE FINAL DETERMINATION AND PAYMENT OF CUSTOMS DUTIES, TAXES AND FEES: Η δυνατότητα απόμάκρυνσης των προϊόντων από τον τελωνειακό έλεγχο πριν τον υπολογισμό των τελών και δασμών, έχοντας καταθέσει αρκετά εχέγγυα για την αποπληρωμή τους, διασφαλίζει την αύξηση ροής του εμπορίου καθώς ελαττώνεται ο χρόνος παραμονής των προϊόντων στις αποθήκες των τελωνείων. Επιπρόσθετα, μειώνεται το κόστος για τους εμπόρους καθότι δεν επιβαρύνονται με επιπλέον κόστος ασφάλισης των προϊόντων. Για να είναι λειτουργικό το μέτρο, το ύψος της εγγύηση πρέπει να υπολογίζεται με μεγάλη προσοχή. 8. RISK ASSESSMENT ANALYSIS και POST CLEARANCE AUDIT: Θετικές ρυθμίσεις για σύμμορφους οικονομικούς φορείς. Είναι απαραίτητο να οριστούν ποια είναι τα αγαθά υψηλού και ποια χαμηλού κινδύνου. 9. ESTABLISHMENT AND PUBLICATION OF AVERAGE RELEASE & CLEARANCE TIMES: Η δημοσίευση του μέσου όρου του χρόνου εκτελωνισμού των αγαθών κρίνεται ιδιαίτερα χρήσιμη για τις επιχειρήσεις, καθότι τους δίνει την δυνατότητα προγραμματισμού των εργασιών τους. Η υποχρέωση του κράτους μέλους για γραπτή ενημέρωση του εμπόρου σε περίπτωση σημαντικής καθυστέρησης εκτελωνισμού των προϊόντων είναι θετική, εφόσον ορίζεται ο όρος ‘σημαντική καθυστέρηση’. Επίσης πρέπει να ορίζεται το χρονικό διάστημα από την κατάθεση των εγγράφων ή την άφιξη των προϊόντων, μέσα στο οποίο πρέπει να ενημερωθεί ο έμπορος για την καθυστέρηση. Τέλος, πρέπει να διευκρινίζεται στην ιστοσελίδα του Μέλους αν ο μέσος όρος εκτελωνισμού αφορά σε όλα τα τελωνεία της χώρας ή σε συγκεκριμένα. 10. SINGLE WINDOW/ONE-TIME SUBMISSION: Πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν συμμετέχουν στο εξωτερικό εμπόριο λόγω γραφειοκρατικών διαδικασιών κι όχι λόγω δασμών. Η δυνατότητα ίδρυσης Ενιαίας Θυρίδας για την υποβολή των εγγράφων σε μία υπηρεσία, η οποία θα αναλαμβάνει να τα προωθήσει σε όλες τις εμπλεκόμενες υπηρεσίας, θα διευκόλυνε και θα αποδέσμευε πολύτιμο χρόνο για τους επιχειρηματίες. Η διαδικασία αυτή όμως χρειάζεται υψηλότατου επιπέδου τυποποιημένες υπηρεσίες. Ο Σύνδεσμος εκτιμώντας ότι οι επισημάνσεις μας θα συμβάλλουν στην διαμόρφωση των εθνικών θέσεων σχετικά με τις κύριες διατάξεις της υπόδιαπραγμάτευση Νέας Συμφωνίας του ΠΟΕ, δηλώνει ότι παραμένει στη διάθεση του Υπουργείου για μελλοντικές διαβουλεύσεις σε θέματα που άπτονται των δραστηριοτήτων των επιχειρήσεων.


ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ ΟΤΕ ΑΕ


15 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2009: ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΟ ΕΥΡΥΖΩΝΙΚΟ ΔΙΚΤΥΟ.

Ο Σύνδεσμος επανέρχεται στο θέμα της επέκτασης του Δικτύου ευρυζωνικών γραμμών ADSL στη περιοχή της Πηνειάδας Φαρκαδόνας Τρικάλων προκειμένου για την εξυπηρέτηση των παραγωγικών μονάδων που λειτουργούν εκεί και υποστηρίζει ότι Με την υπ’ αρ. 938/7861/15-7-2008 απαντητική επιστολή του ΟΤΕ είχε αναφερθεί ότι το αίτημα δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί εκείνη τη χρονική στιγμή λόγω της απόστασης από το αντίστοιχο κέντρο του Ο.Τ.Ε. και πως η δυνατότητα παροχής ADSL τεχνολογίας στη περιοχή αυτή θα εξετάζονταν στα επόμενα κατασκευαστικά προγράμματα του Οργανισμού. Επειδή όλο αυτό διάστημα σημαντικές για την περιοχή επιχειρηματικές μονάδες, που εδρεύουν εκεί αναμένουν τις ενέργειές του ΟΤΕ στερούμενες των πλεονεκτημάτων γρήγορης και ευχερούς επικοινωνίας που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες, παρακαλούμε να μας γνωρίσετε τις τυχόν υπάρχουσες εξελίξεις στο θέμα, καθώς και μια εκτίμηση του χρόνου που θα απαιτηθεί με βάση τους σχεδιασμούς του Οργανισμού, για την επέκταση του δικτύου στη περιοχή. Υπενθυμίζουμε ότι η απόσταση που χωρίζει τη Πηνειάδα από το Ζάρκο Τρικάλων όπου υπάρχει δίκτυο, είναι μόλις 8 χιλιόμετρα και πως τα τελευταία τρία χρόνια υπήρξαν πολλές διαβεβαιώσεις για την ικανοποίηση του αιτήματος, χωρίς, ωστόσο, κάτι τέτοιο να έχει γίνει. Εκτιμά ότι ο ΟΤΕ κατανοεί το μέγεθος του προβλήματος και ότι θα εξαντλήσει κάθε δυνατότητα γρήγορης αποκατάστασής του.


ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΤΒΑ ΒΙΠΕ ΑΕ


3 ΜΑΡΤΙΟΥ 2009: ΑΙΤΗΜΑ ΑΥΞΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΟΣΟΣΤΟΥ ΚΑΛΥΨΗΣ ΤΩΝ ΓΗΠΕΔΩΝ ΣΤΗΝ Α ΒΙΠΕ ΒΟΛΟΥ

Στο θέμα της αύξησης του ποσοστού κάλυψης των βιομηχανικών οικοπέδων στη Κεντρική Βιομηχανική Περιοχή Βόλου επανήλθε ο Σύνδεσμος με επιστολή, την οποία απέστειλε προς τον κ. Μηνά Τζανέτο, Επικεφαλής του Τομέα Μελετών και Διοίκησης Έργων της ΕΤΒΑ ΒΙ.ΠΕ. Α.Ε. Ο Σύνδεσμος υπογραμμίζει εκ νέου ότι το υφιστάμενο καθεστώς, που ορίζει ποσοστό κάλυψης του κάθε βιομηχανικού επιπέδου 40% επί της συνολικής του έκτασης, στερεί από τις εκεί εγκατεστημένες επιχειρήσεις την δυνατότητα ανάπτυξής τους. Θεωρεί δε ότι περισσότερο από ποτέ άλλοτε είναι απαραίτητη η άμεση λήψη κάθε δυνατού μέτρου διευκόλυνσης των επιχειρήσεων που επιθυμούν να διευρύνουν τις δραστηριότητες τους, προσφέροντας θέσεις απασχόλησης και συμβάλλοντας στην ανάπτυξη της οικονομίας της περιοχής. Ως εκ τούτου ο Σύνδεσμος χαρακτηρίζει εξαιρετικά σημαντικό την επίσπευση της διαδικασίας τροποποίησης του υφιστάμενου καθεστώτος και αύξησης του ποσοστού κάλυψης των βιομηχανικών οικοπέδων σε 60%.


ΑΡΧΗΓΟ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΗΣ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗΣ


6 ΜΑΪΟΥ 2009: ΘΕΤΙΚΗ Η ΡΥΘΜΙΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΔΥΤΙΚΗ ΘΕΣΣΑΛΙΑ

Επιστολή προς τον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ και Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης κ. Γιώργο Παπανδρέου απέστειλε ο Σύνδεσμος προκειμένου να τον ενημερώσει αναφορικά με το θέμα της Απόφασης του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, κ. Νικ. Λέγκα για παροχή εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου προς τις τράπεζες για την ρύθμιση οφειλών, που προέρχονται από δάνεια που χορηγήθηκαν σε βιοτεχνικές, βιομηχανικές, μεταλλευτικές, ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και κτηνοτροφικές επιχειρήσεις βιοτεχνικού και βιομηχανικού τύπου, που είναι εγκατεστημένες και λειτουργούν, μεταξύ των άλλων, και στους Νομούς Καρδίτσας και Τρικάλων. Ο Σύνδεσμος, στην επιστολή που κοινοποιείται στον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων κ. Δημήτρη Σιούφα και σ’ όλους τους Βουλευτές των δύο Νομών, αναφέρει ότι ενημερώθηκε από τον Τύπο, σχετικά με ερώτηση, που έχουν καταθέσει βουλευτές του κόμματός σας, αναφορικά με το θέμα και πως πρόθεσή του είναι, με την κατάλληλη ενημέρωση, να δώσει στον ίδιο και στους ερωτώντες βουλευτές, τη δυνατότητα να έχουν την πλήρη εικόνα του. Στο πλαίσιο αυτό, σημειώνει ότι ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Θεσσαλίας & Κεντρικής Ελλάδος, από τον Μάρτιο του 2006 ξεκίνησε μία προσπάθεια συνεργασίας με το Υπουργείο Οικονομικών, με επιδίωξη να καταδείξει την αναγκαιότητα υπαγωγής στο καθεστώς της ρύθμισης των Νομών της Δυτικής Θεσσαλίας, δεδομένου ότι τα δημοσιονομικά στοιχεία αλλά και τα στοιχεία της πραγματικής οικονομίας των δύο Νομών (Καρδίτσα – Τρίκαλα) υπογραμμίζουν σαφείς τάσεις ραγδαίας υποχώρησης. Μάλιστα, μετά από τις αναγκαίες συναντήσεις εργασίας, ο Σύνδεσμος ανέλαβε την υποχρέωση να εκπονήσει σχετική μελέτη, στην οποία πέραν των στοιχείων των δύο Νομών, περιέλαβε και συγκριτικά στοιχεία μεταξύ αυτών και άλλων Νομών της χώρας, που είχαν υπαχθεί στην σχετική ρύθμιση. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην επιστολή, τα αποτελέσματα της μελέτης είναι συντριπτικά υπέρ της υπαγωγής στην ρύθμιση αυτή των Νομών της Δυτικής Θεσσαλίας . Επιπρόσθετα, ο Σύνδεσμος υπογραμμίζει ότι αν και εκπροσωπεί τις μεταποιητικές επιχειρήσεις των εννέα (9) Νομών της ευρείας γεωγραφικής του περιοχής, μόνον για τους Νομούς των Τρικάλων και της Καρδίτσας υποστήριξε το σχετικό αίτημα, όντας βέβαιος για την σοβαρή αναπτυξιακή υστέρηση που αυτές παρουσιάζουν. Ολοκληρώνοντας, από τον Σύνδεσμο εκφράζεται η βεβαιότητα, ότι, τα παρεχόμενα στοιχεία θα δώσουν την δυνατότητα να εκτιμηθεί ως θετική η ρύθμιση του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία έχει την δυνατότητα να


υποβοηθήσει τις τοπικές οικονομίες των δύο Νομών, οι οποίες παρουσιάζουν σοβαρά αναπτυξιακά προβλήματα.


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.