3 minute read

Ένωσης Ιδιωτικών Κλινικών Ευάγγελος Κατσίκης, αντιπρόεδρος του

Next Article
Interasco

Interasco

Ο Ευάγγελος Κατσίκης είναι δικηγόρος ειδικευμένος στην κλάδο της υγείας, διαχειριστής εταίρος της δικηγορικής εταιρείας KKLegal, νομικός σύμβουλος του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου, Α’ Αντιπρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Ιδιωτικών Διαγνωστικών Κέντρων, καθώς και νομικός σύμβουλος ιατρών και επιχειρήσεων υγείας.

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ

Η αναβάθμιση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας είναι εφικτή μόνο με τη δύναμη των ΣΔΙΤ

Του ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΚΑΤΣΙΚΗ α’ αντιπροέδρου του Πανελληνίου Συνδέσμου Ιδιωτικών Διαγνωστικών Κέντρων

Η Ελλάδα είναι μια χώρα που δεν διαθέτει δίκτυο πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας. Οι παρεμβάσεις είναι αποσπασματικές και δεν υπάρχει συντονισμός. Όμως ταυτόχρονα η χώρα διαθέτει τον μεγαλύτερο αριθμό ειδικευμένων ιατρών στην Ευρώπη, ενώ ο ιδιωτικός τομέας καλύπτει ποσοστό άνω του 90% της ΠΦΥ.

Οι ιδιαίτερες αυτές δυναμικές απαιτούν και ιδιαίτερες λύσεις. Η κρίση του COVID-19 έκανε σαφές την έλλειψη κατεύθυνσης στην παροχή πρωτοβάθμιάς φροντίδας που θα αποσυμφόριζε τα νοσοκομεία. Την ίδια στιγμή όμως που το κρατικό σύστημα υγείας έχει αφοσιωθεί στην αντιμετώπιση του COVID-19 οι υγειονομικές ανάγκες της χώρας αυξάνονται.

Μοναδική λύση (για υπηρεσίες υψηλής ποιότητας με ελεγχόμενο κόστος) είναι οι Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού τομέα, στην παροχή υπηρεσιών υγείας.

Οι Συμπράξεις Δημόσιου - Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) είναι κατά κανόνα μακροχρόνιες συμβάσεις μεταξύ ιδιωτικών και κυβερνητικών φορέων, με σκοπό την εκτέλεση ενός δημόσιου πάγιου έργου ή την παροχή πάγιων δημόσιων υπηρεσιών, στις οποίες ο ιδιωτικός φορέας φέρει σημαντική ευθύνη διαχείρισης του κινδύνου και του έργου, ενώ η αμοιβή του τελευταίου συνδέεται με την απόδοση.

Είναι σημαντικό εδώ να υπογραμμιστούν τα στοιχεία που αφορούν τον ιδιωτικό φορέα που εμπλέκεται, ειδικότερα όσον αφορά την ευθύνη διαχείρισης του έργου και του κινδύνου, καθώς και την αμοιβή του, η οποία συνδέεται άμεσα με την απόδοση του έργου ή της υπηρεσίας.

Ειδικότερα από την πλευρά της αμοιβής, στον θεσμό των ΣΔΙΤ συνήθως εφαρμόζεται το σύστημα του capitation. Για μία μεγάλη και συγκεκριμένη δηλαδή γεωγραφική περιοχή, υφίσταται μεν συγκεκριμένος προϋπολογισμός που καθορίζεται εκ των προτέρων, επιμερίζεται δε στον κάθε ένα καλυπτόμενο ιδιωτικό φορέα. Προϋπόθεση του επιμερισμού αυτού αποτελεί η επίτευξη τόσο ποιοτικών (π.χ. υψηλότερη αξιολόγηση των φορέων από τους ασθενείς που φροντίζουν) όσο και ποσοτικών στόχων (π.χ. ελάχιστος αριθμός ασθενών ανά φορέα και πρόνοια για τις ευάλωτες κοινωνικά ομάδες), οι οποίοι έχουν προσδιοριστεί εξ αρχής. Φωτεινό παράδειγμα της πρακτικής αυτής αποτελεί το Accountable Care Organization (ACO) ή πλέον Integrated Care System που εφαρμόζεται ήδη από το 2017 στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Στην Ελλάδα του σήμερα, το πρόβλημα εντοπίζεται ακριβώς στο γεγονός ότι δεν επιτυγχάνεται κανένας από τους δύο ως άνω στόχους. Με τη δαιδαλώδη χρηματοδότηση του δημοσίου συστήματος, την έλλειψη στοιχειώδους καταγραφής των δημοσίων δαπανών και την απουσία οποιασδήποτε αξιολόγησης των ιδιωτών παρόχων, καθίσταται εξαιρετικά δυσχερής η εξαγωγή αποτελεσμάτων σχετικά με το κόστος αλλά και την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το φαινόμενο συχνής επανάληψης διενέργειας αξονικών τομογραφιών που έχουν πραγματοποιηθεί σε παρόχους με κακής ποιότητας εξοπλισμό ή μη εξειδικευμένο ιατρό, αναγκάζοντας έτσι όχι μόνο τον ασθενή να επιβαρύνεται με επιπλέον επιβλαβή ακτινοβολία, αλλά και τον ΕΟΠΥΥ να πληρώνει διπλά την συγκεκριμένη εξέταση.

Το τοπίο ωστόσο μπορεί να διαφοροποιηθεί ριζικά, εάν εφαρμοστεί στοχευμένα η λύση των ΣΔΙΤ, με προϋποθέσεις τον άρτιο σχεδιασμό και την αυστηρή στοχοθέτηση.

Για παράδειγμα, οι ποσοτικοί στόχοι θα μπορούσαν να επιτευχθούν με την μείωση του αριθμού των επισκέψεων σε κάθε φορέα, τη διενέργεια συχνών μελετών αποτελεσματικότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών, αλλά και την ενιαία και προκαθορισμένη χρηματοδότηση.

Από την άλλη, οι ποιοτικοί στόχοι μπορούν να επιτευχθούν με τη συλλογή απαντήσεων ασθενών σε έρευνες ικανοποίησης του εκάστοτε ιδιωτικού φορέα, καθώς και με τις απαντήσεις των ιατρών και του λοιπού ιατρικού και διοικητικού προσωπικού των φορέων σε ερωτηματολόγια σχετικά με την ποιότητα περιβάλλοντος εργασίας τους και ικανοποίησή τους από την καθημερινή τους εργασία.

Με τον τρόπο αυτό θα ωφεληθούν άμεσα όλοι όσοι απολαμβάνουν υπηρεσίες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, ειδικότερα ορισμένες ειδικές κατηγορίες ασθενών, η εξυπηρέτηση των οποίων σίγουρα πάσχει σε ένα βαθμό (όπως για παράδειγμα διαβητικοί, νεφροπαθείς, καρδιοπαθείς κ.α.), αφού ο όγκος των εξυπηρετούμενων ασθενών θα συνδέεται πλέον άρρηκτα με το επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών.

Δεν πρέπει επιπλέον να λησμονηθεί το τεχνολογικό πλεονέκτημα των ιδιωτικών φορέων έναντι του δημοσίου ως προς τις τεχνολογικές υποδομές και τον εξοπλισμό που ήδη διαθέτουν.

Η προσφορά των ΣΔΙΤ μπορεί να χαρακτηριστεί ως μεταρρύθμιση που θα αλλάξει ριζικά τον τρόπο παροχής υπηρεσιών της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας. Λειτουργώντας ως μοχλός βελτίωσης της παραγωγικότητας και ενίσχυσης της οικονομικής αποδοτικότητας, θα αναβαθμίσει στο σύνολό του το επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών, ενώ παράλληλα θα ανακτήσει την -χαμένη σε μεγάλο βαθμό θα έλεγε κανείς- εμπιστοσύνη των πολιτών στο δημόσιο σύστημα υγείας.

This article is from: