Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΣΤΗΝ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ

Page 1



Πάρης Βορεόπουλος

Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΣΤΗΝ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ Από την αρχαιότητα ως την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1924 Χορηγοί έκδοσης Φανή Βασιλείου-Βορεοπούλου Αγγελική, Θάλεια Βορεοπούλου Γιώργος, Παρθένης Βορεόπουλος Μακρίνα Βορεοπούλου Εύα, Ελισάβετ Βορεοπούλου Λίνα Πετρίδου Αντώνης, Γιώργος, Βασίλης Μαυρογένης Στο εξώφυλλο Το σχολείο της Μαλακοπής Καππαδοκίας πριν την ανταλλαγή των πληθυσμών 3


Θερμές ευχαριστίες στον Κωνσταντίνο Νίγδελη για τη συμβολή του στη συγγραφή αυτού του βιβλίου.

copyright © 2018

Πάρης Βορεόπουλος K. Παλαμά 7 57013 Ωραιόκαστρο Θεσσαλονίκη Τηλ.: 2310 697073 e-mail: pvoreopoulos@gmail.com

Τίτλος: Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΣΤΗΝ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΩΣ ΤΗΝ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΤΩΝ ΠΛΗΘΥΣΜΩΝ ΤΟ 1924 Διόρθωση κειμένων: Γιώργος Στυλιανίδης - Φιλόλογος

Σχεδιασμός, εκτύπωση, βιβλιοδεσία: ΜΑΥΡΟΓΕΝΗΣ Α.Ε.

Ολύμπου 3 • Τ.Κ. 570 09 • Καλοχώρι Θεσσαλονίκη Τηλ. 2310 700770 • FAX: 2310 700767 e-mail: mavrogenis@hol.gr • www.mavrogenis.com.gr

4


5


ΠΡΟΛΟΓΟΣ Ο Πάρης Βορεόπουλος, ως καθηγητής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και από γονείς προερχόμενους από την Καππαδοκία, πήρε την πρωτοβουλία να ασχοληθεί με ένα θέμα σημαντικό και ενδιαφέρον, καταθέτοντας αυτό το βιβλίο με τίτλο «Η Παιδεία στην Καππαδοκία από την αρχαιότητα ως την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1924», καθότι η Παιδεία παίζει καθοριστικό ρόλο σε όλες της εκφάνσεις της ανθρώπινης ζωής. Παράλληλα με τα εκπαιδευτικά δρώμενα κάνει αναφορές στα θρησκευτικά, εθνικά, γλωσσικά, ιστορικά, πολιτικά, πολιτιστικά και γεωγραφικά δεδομένα του χώρου και του χρόνου που έζησαν οι πρόγονοί μας.

Σ’ αυτήν την επιστημονική μελέτη γίνεται μία συνολική παρουσίαση των εκπαιδευτικών και πολιτιστικών θεμάτων, σε ενιαία μορφή από πηγές, μαρτυρίες και βιβλιογραφία καθώς επίσης και αναφορά στα αποτελέσματα που προέκυψαν από την έρευνα. Οι “Δάσκαλοι” του Γένους, με το βιβλίο και το καλαμάρι στο χέρι, ανέτρεψαν το καθεστώς του φόβου και συνέβαλαν στη διατήρηση της Εθνικής Συνείδησης και Ορθόδοξης Πίστης του Γένους, διατηρώντας τις εκπαιδευτικές και πολιτιστικές παραδόσεις των Ελλήνων στην Καππαδοκία, στην Κωνσταντινούπολη και γενικότερα στη Μικρά Ασία.

Με την υποστήριξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου ιδρύθηκαν σχολεία για το φωτισμό των Ελληνορθόδοξων και έτσι στάθηκε όρθια η Εθνική Συνείδηση και η Πίστη στα δύσκολα χρόνια της Οθωμανοκρατίας με τη βοήθεια της Θρησκείας και της Παιδείας. 6


Ταξιδιώτες της μνήμης συνεχίζουμε το μεγάλο οδοιπορικό κρατώντας στην καρδιά μας όλα αυτά που κληρονομήσαμε από τους προγόνους μας και ακοίμητοι φρουροί ενός ένδοξου παρελθόντος συνεχίζουμε τον δρόμο μέσα από τα μονοπάτια της μνήμης και της νοσταλγίας. Θερμά συγχαρητήρια στον Πάρη Βορεόπουλου για τη συγγραφή αυτού του αξιόλογου πονήματος.

7


Σπάνιο γεωλογικό φαινόμενο. Πυραμιδοειδείς, αμέτρητοι και παράξενοι βράχοι, στέκουν επί αιώνες ακλόνητοι. Μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.

8


«Στην καρδιά του καλοκαιριού, κι ο αγέρας ήταν δροσερός και ζωοδότης…Το φως που δυνάμωνε έδινε στους κώνους και στα βαριά παραπετάσματα των βράχων βαφές αλαφριές, γκρίζες, ρόδινες ή χρυσές. Λίγο πιο πέρα, τ’ απομεινάρι ενός μικρού θόλου προστάτευε ακόμη με τρυφερότητα, όπως θα το είχες κάνει με την παλάμη σου, την ξεβαμμένη στόριση ενός Αϊ-Γιώργη Καβαλάρη. Αραιά, όπου βρισκόταν λίγο χώμα, αυτό το άσπρο χώμα της Καππαδοκίας, αχλαδιές, κολοκυθιές, βερικοκιές, αμπέλια… Έπειτα η σκέψη γλίστρησε ανεξέλεγκτα και ψιθύρισε: Βασίλειος ο Διγενής και θαυμαστός Ακρίτης, των Καππαδόκων το τερπνόν και πανθαλές το ρόδον, ο της ανδρείας στέφανος, η κεφαλή της τόλμης». Γιώργος Σεφέρης «Δοκιμές» Β΄ Τόμος «Τρεις μέρες στα πετροκομμένα Μοναστήρια της Καππαδοκίας» Προκόπι, Ιούλιος 1950

9


Χάρτης περιοχής Καππαδοκίας

10


Η παιδεία στην Καππαδοκία κατά την αρχαιότητα Γεωγραφική και ιστορική θέση της Καππαδοκίας Η Καππαδοκία, η προαιώνια κοιτίδα, από τη φύση προικισμένη με τα ανεκτίμητα δώρα της καθαρότητας του κλίματος και του εδάφους, δεν έπαυσε να αναδεικνύει ανθρώπους που διέπρεψαν με τη δράση τους στην παιδεία, στις επιστήμες, στα γράμματα, στις τέχνες και γενικότερα στον πολιτισμό. Η περιοχή αυτή δίκαια συγκαταλέγεται μεταξύ των προνομιούχων περιοχών, με μοναδικά γεωφυσικά φαινόμενα, από τα αρχαία χρόνια μέχρι τα σύγχρονα, στην ανθρωπότητα. Λόγω της γεωγραφικής θέσης ήταν κλεισμένη στον εαυτό της κι έτσι κράτησε ακέραια την πνευματική της οντότητα. Η ιστορία του ελληνισμού και ο πολιτισμός του που αναπτύχτηκαν στη Μικρά Ασία, συνέβαλαν στο να δημιουργηθούν πολλά κέντρα ανώτερης πνευματικής και κοινωνικής ζωής του τόπου, όπως ναοί, σχολεία, νοσοκομεία, κτίρια κοινωνικών οργανώσεων και φιλανθρωπικά ιδρύματα. Διασώθηκαν εικόνες, έντυπα, χειρόγραφα, θρύλοι, έθιμα, παραδόσεις, τραγούδια, παραμύθια, στοιχεία ιστορικά, λαογραφικά, φωτογραφίες, σχέδια, έγγραφα, βιβλία, εφημερίδες και περιοδικά της Μικρασίας. Κατά τον ερευνητή Λάζαρο Κενανίδη1, για την προέλευση του ονόματος της Καππαδοκίας υπάρχουν τρεις εκδοχές: α) από τον παραπόταμο του ποταμού Άλυ Καππαδώξ, ο οποίος είναι το φυσικό σύνορο μεταξύ Καππαδοκίας και Γαλατίας. Σ’ αυτό συνηγορεί η λέξη Capdac δηλαδή σύνορο, που προέρχεται από τη συριακή γλώσσα. β) από τον ηγεμόνα των Ασσύριων, Καππαδώξ, ο οποίος έδωσε το όνομά του στην περιοχή. 1 Λάζαρος Κενανίδης, «Αξός και Τροχός Καππαδοκίας», Πρακτικά Ημερίδας 27/10/2013 Αξός, Θεσσαλονίκη 2015, σ. 11. 11


γ) από την περσική λέξη Catpaducia που σημαίνει η χώρα των ωραίων αλόγων γιατί οι πεδιάδες και τα οροπέδια της περιοχής ευνοούσαν την εκτροφή των αλόγων. Η Καππαδοκία είναι γνωστή επίσης και με την ονομασία Καραμανία, προσωνύμιο που απέκτησε από τη δυναστεία των Καραμάν, η οποία κυριάρχησε σε μια μεγάλη περιοχή γύρω από το Ικόνιο. Επισημαίνουμε πως η λέξη “καρά” σημαίνει μελαψός, μελαχρινός αλλά και μεγάλος. Πρόκειται για μία περιοχή που βρίσκεται στο κέντρο περίπου της Μικράς Ασίας και συνορεύει με το όρος του Ταύρου στο νότιο μέρος, με τον Εύξεινο Πόντο στα βόρεια, με τον ποταμό Ευφράτη στις ανατολικές περιοχές και τον ποταμό Άλυ στα δυτικά. Όπως αναφέρει ο Ιορδάνης Παπαδόπουλος2, ο Στράβων (65 π.Χ. – 23 μ.Χ.), γεωγράφος και ιστορικός, στα «Γεωγραφικά» του σημειώνει: «οι ομόγλωσσοι κάτοικοι συνορεύουν προς νότο με τον Ταύρο της Κιλικίας, προς ανατολάς με την Αρμενία, την Κολχίδα και τα μεταξύ τους έθνη που μιλούν άλλες γλώσσες. Προς βορρά με τον Εύξεινο Πόντο στο ύψος των εκβολών του Άλυ και δυτικά με το έθνος των Παφλαγόνων, με τους Γαλάτες που κατοίκησαν τη Φρυγία, με τους Λυκάονες και Κίλικες που ζουν στην τραχεία Κιλικία». Η περιγραφή αυτή αναφέρεται στην αρχαία Καππαδοκία, τη Μεγάλη Καππαδοκία, που περιλαμβάνει και την προς Πόντο περιοχή. Ο Ηρόδοτος επίσης τον 5ο αι. π.Χ. αναφέρεται στην Καππαδοκία σημειώνοντας πως οι Έλληνες, τους κατοίκους της χώρας αυτής, τους ονόμαζαν Συρίους ή Λευκόσυρους. Είναι η χώρα που βρίσκεται γύρω από το όρος Αργαίο με υψόμετρο 3920 μ. και έχει πρωτεύουσα την Καισάρεια (Μάζακα), σύμφωνα με ιστορική αναφορά. 2 Ιορδάνης Παπαδόπουλος, «Η εκπαίδευση στην Καππαδοκία από την αρχαιότητα ως την ανταλλαγή των πληθυσμών», Παιδεία- Εκπαίδευση στις αλησμόνητες πατρίδες της Ανατολής, Πρακτικά 2ου Συμποσίου 2005, Κέντρο Σπουδής και Ανάδειξης Μικρασιατικού Πολιτισμού, Ν. Ιωνία 2006, σ. 197-8. 12


Η Μαρία Χωδιάκη, στη διπλωματική της εργασία3, αναφέρει ότι σύμφωνα με τον Καππαδόκη λόγιο και ιστορικό Παύλο Καρολίδη, η ιστορία της Καππαδοκίας χωρίζεται σε επτά περιόδους: 1) τη Φρυγική, από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι το 878 π.Χ. οπότε κατελύθη το πρώτο Ασσυριακό κράτος. 2) την Ιρανική, από το 878 π.Χ. μέχρι το 322 π.Χ. οπότε η Καππαδοκία προσηρτήθη στο Ασσυριακό κράτος. 3) τη Μακεδονική, από το 322 π.Χ. μέχρι το 301 π.Χ. 4) την Ελληνική, δηλαδή του εξελληνιζόμενου Καππαδοκικού κράτους, από το 301 π.Χ. μέχρι το 66 μ.Χ. 5) τη Ρωμαϊκή, από το 66 μ.Χ. μέχρι το 400 μ.Χ. 6) τη Βυζαντινή και την Αραβική από το 400 μ.Χ. μέχρι το 1070 μ.Χ. 7) την Τουρκική, δηλαδή από το 1070 μ.Χ. μέχρι την τελική καθυπόταξή της στο Οθωμανικό κράτος. Η περιοχή είναι μαγευτική, με το υπέροχο τοπίο των ηφαιστιογενών βράχων σε σχήμα κώνου που δημιουργήθηκαν από εκρήξεις και τη λάβα ηφαιστείου. Αποτελεί μοναδικό γεωλογικό φαινόμενο στον κόσμο. Οι κάτοικοι της περιοχής από τα αρχαία χρόνια λάξευσαν σπίτια και στα χριστιανικά χρόνια εκκλησιές στο μαλακό βράχο. Η πιο ενδιαφέρουσα περίοδος ήταν η μεσαιωνική, όταν οι κοιλάδες αποτέλεσαν καταφύγιο των χριστιανών του Βυζαντίου. Από τα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού δημιουργήθηκαν μοναστήρια που διακοσμήθηκαν με τοιχογραφίες, μέσα στα βράχια, από χριστιανούς που επέλεξαν τον τόπο αυτό για να προστατευτούν από τους διώκτες. Επίσης, οι Χριστιανοί της Καππαδοκίας, καθώς εκδιώχτηκαν πρώτα από τους Ρωμαίους κι έπειτα από τους μουσουλμάνους επιδρομείς, έκαναν κάτω από το έδαφος ένα δίκτυο, σε περισσότερες από 30 υπόγειες πόλεις, οι οποίες επικοινωνούσαν μεταξύ τους και είχαν επαρκείς χώρους για να στεγάσουν και να προστατεύσουν όλους τους κατοίκους από τους 3 Μαρία Χωδιάκη, «Ελληνόφωνοι Καππαδόκες Λόγιοι (19ος - 20ος αιώνας)», Διπλωματική Εργασία, Θεολογική Σχολή, Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας, Α.Π.Θ., 2007, σ. 31. 13


κακοποιούς. Οι υπόγειες αυτές πόλεις είχαν διάφορα επίπεδα κάτω από το έδαφος, με στενά λαβυρινθώδη περάσματα που συνέδεαν τους ορόφους. Η Ιστορία της Καππαδοκίας είναι μεγάλη και ξεκινάει από τα βάθη των αιώνων. Αποτελεί το λίκνο του πολιτισμού των Χετταίων και από το 2000 π.Χ., πέρασε διαδοχικά στα χέρια των Φρύγων, των Λυδίων, των Περσών, των Μακεδόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, της δυναστείας των Αριαραθών και των Ρωμαίων. Οι πρώτες εγκαταστάσεις ελληνικών φυλών έγιναν στον Ταύρο, στον Αντίταυρο της Κιλικίας και στους πρόποδες του Αργαίου όρους την εποχή της περσικής κυριαρχίας τον 6ο αι. π.Χ. Έγιναν μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών από τα παράλια στο εσωτερικό κατά την ιωνική επανάσταση το 499 π.Χ. και βέβαια η εγκατάσταση Ελλήνων συνεχίστηκε κατά τον 5ο και 4ο αι. π.Χ. Ο αρχαίος ελληνισμός της Καππαδοκίας σχηματίστηκε με το πέρασμα των χρόνων από μετανάστες που ήρθαν σε επικοινωνία με τους γηγενείς Καππαδόκες. Το 325 π.Χ. ακολούθησε η μακεδονική κυριαρχία με το Μέγα Αλέξανδρο από τον οποίο ιδρύθηκαν εστίες ελληνισμού. Οι Μακεδόνες πήραν την Καππαδοκία από τους Πέρσες, που ήταν χωρισμένη σε δύο Σατραπείες και γι’ αυτό ίδρυσαν δύο βασίλεια. Ένα βασίλειο η Μεγάλη Καππαδοκία η προς τον Ταύρο και ένα άλλο βασίλειο η Ποντιακή Καππαδοκία, ή προς Πόντον ή Πόντος. Η Μεγάλη Καππαδοκία είχε πλάτος από τον Πόντο ως τον Ταύρο και μήκος από τη Λυκαονία ως τον Ευφράτη προς ανατολάς και ως την Αρμενία Β.Α. Με την παρουσία του Μεγάλου Αλεξάνδρου ξεκίνησε η ελληνοκαππαδοκική περίοδος της ιστορίας. Κατά τους χρόνους των διαδόχων του Αλεξάνδρου, η Καππαδοκία εξελληνίζεται σταδιακά. Πολλοί Έλληνες έρχονται για να κατοικήσουν μόνιμα στην περιοχή φέρνοντας τη γλώσσα, τα γράμματα, τις τέχνες, τα ήθη, τα έθιμα και γενικότερα τον ελληνικό πολιτισμό στη νέα πατρίδα. Λέγεται, ότι ο κύριος σκοπός της εκστρατείας του Μεγάλου Αλεξάνδρου δεν ήταν να κατακτήσει την Ασία, αλλά να μεταδώσει τον υπέροχο αρχαίο ελληνικό κλασικό πολιτισμό στις περιοχές αυτές και εκ του αποτελέσματος φαίνεται ότι το πέτυχε. Με την κατάργηση της Μακεδονικής ηγεμονίας στη μάχη εν Ιψώ, το 301 π.Χ., η Καππαδοκία χωρίστηκε σε δύο βασίλεια. Ο Αριαράθης Γ΄ κατέλαβε το μεγαλύτερο μέρος, 14


τη Μεγάλη Καππαδοκία, προς τον Ταύρο και ο Μιθριδάτης Β΄ ίδρυσε μία ηγεμονία, γύρω από τη Σινώπη και την Αμισό, που εξελίχτηκε στο κράτος του Πόντου. Αργότερα, με την εξάπλωση των Ρωμαίων, η χώρα περιήλθε στην εξουσία της Ρώμης. Στη συνέχεια έγινε επαρχία του βυζαντινού κράτους και η συγκέντρωση Ελλήνων συνεχίστηκε κατά τους Ελληνοχριστιανικούς χρόνους. Το Βυζάντιο επίσης συνέβαλε στη στερέωση του Χριστιανισμού με επιφανείς ιεράρχες. Η Kαππαδοκία βρίσκεται στην καρδιά της Μικράς Ασίας, στους πρόποδες του Αργαίου Όρους. Είναι η πατρίδα των Πατέρων της Εκκλησίας, του Αγίου Βασιλείου (330-379), του Αγίου Γρηγορίου από τη Ναζιανζό (329-390), του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης (332-394, αδελφό του Μεγάλου Βασιλείου). Το 1070 μ.Χ. πέρασε στην κυριαρχία των Τούρκων και τον 15ο αι. μ.Χ. οριστικά στο Οθωμανικό κράτος. Στην Καππαδοκία ιδρύθηκαν διάφορα χριστιανικά κέντρα και από την πρωτεύουσά της, την Καισάρεια, όπως επίσης και σε άλλες πόλεις και χωριά, αναπτύχτηκαν διάφορα εκπαιδευτικά κέντρα για τα ελληνικά γράμματα και τη γλώσσα που μετά τον 1ο αι. μ.Χ., ήταν η ελληνική. Στον 4ο αι. μ.Χ., στην εποχή των Μεγάλων Πατέρων της Ορθοδοξίας, η αρχαία γλώσσα των Καππαδοκών έσβησε και επικράτησε η ελληνική. Είχαν μείνει μόνο κάποια ίχνη των παλαιότερων διαλέκτων τις οποίες είχε εκτοπίσει η ελληνική γλώσσα και την οποία μιλούσαν κυρίως στις πόλεις. Η θεία λειτουργία στις χριστιανικές ορθόδοξες εκκλησίες γινόταν στην ελληνική γλώσσα. Το πρόβλημα στην παιδεία έγινε πιο σύνθετο όταν υποχώρησε η ειδωλολατρεία και επικράτησε ο Χριστιανισμός. Κάτω από την πίεση των διωγμών η Εκκλησία δεν μπορούσε να εκδηλώσει δραστηριότητες για την εκπαίδευση. Όμως μετά τη διακήρυξη της ανεξιθρησκείας, με το Διάταγμα του Μεδιολάνου το 313 μ.Χ., άρχισε να αναπτύσσεται η χριστιανική διανόηση. Η διδασκαλία στα σχολεία γινόταν με υλικό πάνω στους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς, όπως ο Όμηρος, ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης, ο Ησίοδος, ο Δημοσθένης, ο Θουκυδίδης και άλλοι κλασικοί. Ακόμα και οι Χριστιανοί δάσκαλοι και οι Πατέρες της Εκκλησίας τις σπουδές τους, τις έκαναν στην Καισάρεια, σε σχολεία Εθνικών, όπου και δίδαξαν, μετά 15


την επιστροφή τους από την Αθήνα και τα άλλα σημαντικά κέντρα των γραμμάτων, πριν αφοσιωθούν στην Εκκλησία. Τους πρώτους αιώνες, επειδή δεν είχαν αναπτυχτεί Χριστιανικά σχολεία, οι μαθητές φοιτούσαν σε εθνικά σχολεία, όπου δίδασκαν εθνικοί «ελληνίζοντες» και χριστιανοί δάσκαλοι, όλοι βέβαια είχαν πάρει την ίδια μόρφωση σπουδάζοντας στις φιλοσοφικές σχολές των Αθηνών και της Αλεξάνδρειας. Όπως αναφέρει ο Ιορδάνης Παπαδόπουλος4, την περίοδο αυτή ήρθε ο εκπαιδευτικός νόμος του Ιουλιανού, ο οποίος προσπάθησε να εμποδίσει τους χριστιανούς δασκάλους να διδάσκουν σε σχολεία εθνικών. Η παρουσία του Ιουλιανού, που χαρακτηρίστηκε «παραβάτης», ήταν μία σύντομη παρένθεση στην ανοδική πορεία του Χριστιανισμού γιατί οι Μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας αντέδρασαν. Ο Μέγας Βασίλειος με το πολύ σημαντικό του έργο «Προς τους νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων», απάντησε προς τους εθνικούς και προς τους φανατικούς Χριστιανούς ότι στην εκπαίδευση των νέων χρειάζεται ο συνδυασμός της Χριστιανικής παιδείας αλλά και της διδασκαλίας των κλασικών αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων γιατί αυτοί υπήρξαν «αρχαίοι πρόγονοι». Με το έργο του έδωσε την απάντηση για τα εκπαιδευτικά ζητήματα της εποχής του: «είναι δυνατόν η ελληνική παιδεία να συνυπάρχει με τη χριστιανική διδασκαλία ή δε συμβιβάζεται;». Ο Μέγας Βασίλειος, ως ένας μεγάλος και σημαντικός «Παιδαγωγός», υποστήριξε πως η μελέτη των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων ήταν χρήσιμη και ωφέλιμη στους νέους αλλά και απαραίτητη για την κατανόηση των Ιερών Κειμένων. Επίσης, ο Γρηγόριος ο Ναζιανζινός γράφει: «Η αρχαία παιδεία είναι κοινό αγαθό και ανήκει και σε μας, και κανένας δεν μπορεί να μας τη στερήσει», καθώς επίσης ότι οι Χριστιανοί διεκδικούν το δικαίωμα να ονομάζονται «Έλληνες». Ο 4ος αι. μ.Χ. χαρακτηρίστηκε ως ο «Χρυσός Αιώνας της Ορθοδοξίας», όπου έλαμψαν στην Καππαδοκία οι Μέγιστοι Πατέρες της Εκκλησίας, 4

Ιορδάνης Παπαδόπουλος, ό.π., σ. 200. 16


όπως αντίστοιχος είναι ο 5ος αι. π.Χ. ο «Κλασσικός Χρυσός Αιώνας των Αθηνών». Ιστορικά έχει αποδειχτεί πως η Καππαδοκία, στο πέρασμα των αιώνων, ήταν ένας τόπος διαμονής διανοουμένων, πεφωτισμένων και γενικότερα πεπαιδευμένων ανθρώπων. Στην περιοχή αυτή αναπτύχτηκε επίσης και το Ακριτικό έπος κατά τη μέση Βυζαντινή περίοδο με τους αγώνες κατά των Αράβων.

Πόλεις και χωριά της Καππαδοκίας

Στην Καππαδοκία αναπτύχθηκαν μεγάλες πόλεις και χωριά: Καισαρεία-Μάζακα Νίγδη-Νίγκτε Νεάπολη-Νεβσεχίρ Φάρασα-Βαρασό Μαλακοπή-Ντερίνκουγιου Αραβησσός-Γκιούλσεχιρ Σύλλατα-Ζήλε Φλογητά-Σουβερμέζ Καρβάλη Μιστί-Κονακλί Προκοπή-Ουργκούπ Σινασός Μουταλάσκη-Ταλάς Ανακού Λιμνά-Γκιολτζούκ Ανταβάλ-Ακτάς Αξός Τροχός-Τροχίν Φλαβιανά -Ζιντζίντερε Χαλβάντερε κ.ά.

Q 17


Η Εκπαίδευση στην Καππαδοκία στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα Στα δύσκολα χρόνια, πρώτοι δάσκαλοι ήταν ιερείς και μοναχοί που μάθαιναν στα παιδιά λίγα γράμματα από το Ψαλτήρι και την Οκτώηχο, γραφή και ανάγνωση, μέσα στις εκκλησίες και στα μοναστήρια, πάντοτε με φόβο, το λεγόμενο «Κρυφό Σχολείο», το οποίο απέδωσε σε πίνακα ζωγραφικής ο μεγάλος Έλληνας ζωγράφος Γύζης.

Το 1454 έγινε, από τον Πατριάρχη Γενάδιο Σχολάριο, η ίδρυση της Πατριαρχικής Σχολής, της γνωστής ως Πατριαρχική Ακαδημία ή ως μεγάλη του Γένους Σχολή που είχε σκοπό την οργάνωση της παιδείας, όπως αναφέρει ο Α. Βακαλόπουλος στην «Ιστορία του Νέου Ελληνισμού». Τον 18ο αιώνα οι προσπάθειες έγιναν συστηματικότερες και ιδρύθηκαν νέα σχολεία σε όλη τη Μικρά Ασία. Τα ελληνόφωνα χωριά γέμισαν με δασκάλους, δασκάλες και νηπιαγωγούς και η ελληνική γλώσσα διδάσκονταν στα σχολεία και τη μιλούσαν παντού. 18


Το 1773 άνοιξε ελληνικό σχολείο στην Καισάρεια και το 1792 λειτούργησε εκπαιδευτήριο από το οποίο αποφοίτησαν οι πρώτοι δάσκαλοι που δίδαξαν στα ελληνορθόδοξα χωριά της Καππαδοκίας. Η Ιερατική Σχολή στη Μονή του Τιμίου Προδρόμου στα Φλαβιανά (Ζιντζίντερε) έγινε φάρος της παιδείας σε όλη την Ανατολή. Στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα, μέχρι το 1924, έτος της ανταλλαγής των πληθυσμών, παρατηρείται μια σημαντική πνευματική κίνηση και άνθιση των γραμμάτων που είχε σαν στόχο την ουσιαστική αναβάθμιση της ελληνικής παιδείας. Χτίστηκαν νέα σχολεία, ανακαινίστηκαν εκκλησίες και ιδρύθηκαν διάφοροι φιλανθρωπικοί και κοινωφελείς σύλλογοι. Την περίοδο αυτή η ελληνική γλώσσα ήταν έκδηλη στους άλλοτε τουρκόφωνους ελληνικούς οικισμούς στην Καππαδοκία, αλλά και σε άλλες περιοχές της Μικράς Ασίας. Όπως αναφέρει ο Ιορδάνης Παπαδόπουλος5 διάφορα ιστορικά γεγονότα συντέλεσαν στην ανάπτυξη της εκπαίδευσης στις ελληνικές κοινότητες της Καππαδοκίας αλλά και σε άλλες περιοχές της Ανατολίας: α) Με την ανάμειξη των Ρώσων στα εσωτερικά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, γύρω στο 1784, δόθηκε ελευθερία στους Χριστιανικούς πληθυσμούς της Ανατολής, υπό την προστασία της Ορθόδοξης Ρωσίας. β) Το 1810 ιδρύθηκε στη Μικρά Ασία, το Αμερικάνικο Συμβούλιο Επιτετραμμένων για Εξωτερικές Αποστολές. Η εισβολή των Μισσιονέρ δημιούργησε αναταραχή στην Ορθοδοξία, γιατί ενώ επιδίωκαν τον προσηλυτισμό αλλοθρήσκων και αλλόδοξων, η δράση τους στράφηκε και προς τους τουρκόφωνους Ορθοδόξους, τους λεγόμενους «Καραμανλήδες». Υπήρξε αντίδραση από επιφανείς Ιεράρχες για τη δράση των Ευαγγελιστών, η οποία εξόργισε τις ελληνικές ορθόδοξες κοινότητες και έδωσε αφορμή να στραφούν στην εκπαίδευση των παιδιών για να τα προστατεύσουν από αλλότριες επιρροές. γ) Το 1821 με την ελληνική επανάσταση, αναπτερώθηκε το ηθικό των ομογενών και έδωσε ελπίδα και αισιοδοξία για μία εθνική αναγέννηση. 5

Ιορδάνης Παπαδόπουλος, ό.π., σ. 202-4. 19


δ) Τα μέσα του 19ου αι. ήταν μία χρονική περίοδος που θεωρήθηκε ορόσημο, στην εκπαίδευση, για όλες τις κοινότητες της Καππαδοκίας. Με τις διατάξεις του διατάγματος του Χάττι Σερίφ του Γκιούλχανέ που δημοσιεύτηκε το 1839 επί βασιλείας Abdul Mecid και λίγο αργότερα του Χάττι Χουμαγιούν το 1856, δόθηκαν ελευθερίες και έγιναν ανοίγματα σε θέματα που αφορούσαν την εκπαίδευση. Οι μεταρρυθμίσεις αναγνώριζαν ισονομία σε όλους τους λαούς (Μιλέτ) της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας: Μουσουλμάνοι, Ορθόδοξοι, Εβραίοι και Αρμένιοι ήταν ίσοι ενώπιον του νόμου. Η παιδεία, στις μη Μουσουλμανικές κοινότητες ήταν προνόμιο της κάθε φυλής. Γεγονός που επιτεύχθηκε με τα μεταρρυθμιστικά προγράμματα, τα οποία επέτρεψαν στα Μιλέτ να ιδρύσουν δημόσια σχολεία, που σήμαινε πως το κάθε γένος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στα γενικά πλαίσια του κράτους, εφάρμοζε τη δική του εκπαιδευτική πολιτική. Η διαχείριση των εκπαιδευτικών θεμάτων δόθηκε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο στην Κωνσταντινούπολη το οποίο σε συνεργασία με τις τοπικές κοινότητες και τις αντίστοιχες οργανώσεις, συλλόγους της Κωνσταντινούπολης, εφάρμοζε ένα γενικό πλαίσιο εκπαιδευτικής πολιτικής, όσον αφορά τις σπουδές σε κατεύθυνση θρησκευτικών θεσμών, την εποπτεία, την χρηματοδότηση και άλλα. Η ελληνική γλώσσα ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς και καθοριστικούς παράγοντες για την ανάπτυξη της παιδείας. ε) Την περίοδο 1840-1880 ιδρύθηκαν διάφοροι Σύλλογοι ομογενών στην Κωνσταντινούπολη, όπως ο «Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος», ο «Σύλλογος Μικρασιατών-Η Ανατολή», που είχαν σαν στόχο τη διάδοση των ελληνικών γραμμάτων και της ελληνικής γλώσσας. Ήταν Σύλλογοι Φιλεκπαιδευτικοί, Μορφωτικοί, Μουσικοί. Το 1872 στην Κωνσταντινούπολη ιδρύθηκε η «Καππαδοκική Εκπαιδευτική Αδελφότητα», που είχε στόχο τη δημιουργία και συντήρηση σχολείων, καθώς και την οικονομική συμβολή προς τα εκπαιδευτήρια. Ήταν η περίοδος του Νεοελληνικού Διαφωτισμού που είχε στόχο να αναδείξει το δεσμό πνεύματος και αίματος, των Ρωμιών με τους προγόνους, τους αρχαίους Έλληνες. Το 1873 δημιουργήθηκε η «Πατριαρχική Κεντρική Εκπαιδευτική Επιτροπή» η οποία με αρωγό τον «Ελληνικό Φιλολογικό Σύλλογο Κων20


σταντινούπολης», ήταν υπεύθυνη για την επιστασία και εποπτεία της ύλης των προγραμμάτων στα ελληνικά σχολεία της Μικράς Ασίας. Οι Έλληνες Καππαδόκες αξιοποίησαν τα νέα δεδομένα για την εκπαίδευση και με δωρεές από διάφορους φορείς έχτισαν σχολεία, τα επάνδρωσαν με δασκάλους, τα εξόπλισαν με βιβλία, εποπτικά μέσα διδασκαλίας κ.ά. Ο Εμμανουήλ Ι. Τσαλίκογλου6 πιστεύει ότι χωρίς τη συνδρομή των θρησκευτικών αρχηγών και των δημογερόντων, πολλοί από τους οποίους έχασαν τη ζωή τους στην υπηρεσία του γένους, δε θα ήταν δυνατή η υπαρκτή διατήρηση, δια μέσου πολλών αιώνων, του Ελληνισμού μετά την πτώση του Βυζαντίου. Αναφέρει μάλιστα δύο διακεκριμένους ξένους για τις ανεκτίμητες και εθνοσωτήριες υπηρεσίες που προσέφεραν για τις εκκλησιαστικές οργανώσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Είναι ο ιατρός, ιστορικός, πολιτικός, υπουργός του Κεμάλ Ατατούρκ, δεύτερος Τούρκος πληρεξούσιος στη διάσκεψη της Λωζάννης το 1922 και έπειτα αυτοεξόριστος στη Δύση, αντικεμαλικός, Riza Nur που επέκρινε δριμύτατα τα αντιθρησκευτικά μέτρα του Κεμάλ και έγραψε μεταξύ των άλλων πως «Οι Αρμένιοι και οι Έλληνες επέζησαν πολλούς αιώνες με τα σχολεία και τη γλώσσα τους, χάριν στις εκκλησίες, τη θρησκεία και τις εκκλησιαστικές οργανώσεις τους. Η εκκλησία είναι φρούριο. Ο Κεμάλ το γκρέμισε». Αυτά αναφέρονται στο βιβλίο του “Hayatve Hatiratim”(Η ζωή μου και οι αναμνήσεις μου) έκδ. Istanbul 1967. Φυσικά, η κυκλοφορία του έργου απαγορεύτηκε στην Τουρκία, αλλά κυκλοφόρησε παράνομα. Επίσης, ο επί σειρά ετών Διευθυντής του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθήνας και ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Aix en Provence, διακεκριμένος Γαλάτης, Octave Merlier γράφει: «La langue en effet a pu parfois disparaître, mais les grecs turcophones de certaines cites cappadociennes n’ en sont pas moins restés des hellènes authentiques. Et c’est alors l’Église 6 Εμμανουήλ Τσαλίκογλου, «Ελληνικά Εκπαιδευτήρια και Ελληνορθόδοξες Κοινότητες της Περιφέρειας της Κεσάρειας», Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αθήνα 1976, σ. 65-66. 21


qui a préservé leur hellénisme. Et, plus que l’église en soi, le christianisme» (Η γλώσσα πράγματι μπόρεσε ενίοτε να εξαφανιστεί, αλλά οι τουρκόφωνοι Έλληνες ορισμένων καππαδοκικών περιοχών δεν έμειναν λιγότερο αυθεντικοί Έλληνες. Και είναι λοιπόν η Εκκλησία που προφύλαξε τον ελληνισμό τους. Και περισσότερο από την καθ’ εαυτού εκκλησία, ο Χριστιανισμός). Τα χωριά της Καππαδοκίας αποτελούνταν από ελληνόφωνους και τουρκόφωνους κατοίκους. Οι ελληνόφωνοι είχαν καλύτερες προσβάσεις στην εκπαίδευση. Επίσης, τα αμιγώς ελληνικά χωριά, έστω και τουρκόφωνα, ήταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση από αυτά των μεικτού τύπου σχολείων. Με τη Συνθήκη της Λωζάνης στις 30 Ιανουαρίου 1923 και στις μετέπειτα συμφωνίες, από τον Οκτώβριο 1924 έγινε υποχρεωτική ανταλλαγή ελληνοτουρκικών πληθυσμών. Οι κάτοικοι των περιοχών της Καππαδοκίας άφησαν τις λατρευτές τους πατρογονικές εστίες στις γενέτειρες πόλεις και χωριά και βάδισαν στο άγνωστο ως πρόσφυγες. Πήραν μαζί τους ιερές βυζαντινές εικόνες, άμφια, ιερά σκεύη χρυσά ή αργυρά, βιβλία από τις βιβλιοθήκες των σχολείων, σπάνιες εκδόσεις, χάρτες, πίνακες κ.λπ. και τα μετέφεραν στην Ελλάδα.

Διοίκηση Σχολείων – Προγράμματα Διδασκαλίας Το εκπαιδευτικό σύστημα της Καππαδοκίας υπαγόταν στις γενικές διατάξεις των αναλυτικών και ωρολογίων προγραμμάτων που συντάσσονταν κατά καιρούς από το Εθνικό Κέντρο, σε συνεργασία με τον Οικουμενικό Θρόνο. Η εκκλησία έπαιζε καθοριστικό ρόλο στα εκπαιδευτικά δρώμενα, όχι μόνο στην Καππαδοκία, αλλά και σε όλη τη Μικρά Ασία. Είχε την ευθύνη, εκτός από τις υποδομές των σχολείων, κτίρια, εξοπλισμό, εκπαιδευτικό προσωπικό, μαθητές, αλλά ακόμα στα εκπαιδευτικά προγράμματα και τη γλώσσα. Η επικύρωση των διπλωμάτων των δασκάλων και των μαθητών γινόταν από τους Μητροπολίτες. Αλλά για την εκτός της επικράτειας ισχύ θα έπρεπε να υπάρχει η Πατριαρχική επικύρωση. Επίσης, 22


τα προγράμματα των Σχολείων και τα ενδεικτικά των δασκάλων έπρεπε να επικυρώνονται από τους Μητροπολίτες στις Επαρχίες αλλά και από το Πατριαρχείο στην Κωνσταντινούπολη. Η Πατριαρχική Κεντρική Εκπαιδευτική Επιτροπή ήταν η ανώτατη αρχή και αντιπροσώπευε τον Οικουμενικό Πατριάρχη και είχε όλη την ευθύνη για την εκπαίδευση, όπως οι Εφορείες και οι Αδελφότητες για τις Σχολές, τα διδακτικά βιβλία τα οποία έπρεπε να έχουν τη σφραγίδα της Επιτροπής και επίσης έκρινε την εκπαιδευτική ικανότητα των Διδασκάλων. Η διοίκηση, το πρόγραμμα, οι εξετάσεις κ.λπ. ήταν σε άμεση εξάρτηση με τους γενικούς κανονισμούς που εξέδιδε κατά καιρούς το Κεντρικό Εκπαιδευτικό Συμβούλιο της Κωνσταντινούπολης. Στις κοινότητες της Καππαδοκίας, η Δημογεροντία διόριζε την εφορεία για την επιτήρηση και διοίκηση των Σχολείων και τους επιτρόπους των εκκλησιών. Η εφορεία είχε καθήκον να παρακολουθεί τη μόρφωση των μαθητών, να μεριμνά για το διδακτικό προσωπικό και να φροντίζει για την κάλυψη των αναγκών των σχολείων. Η διοίκηση του κάθε σχολείου και των προβλημάτων που προέκυπταν ήταν υπόθεση κυρίως της αντίστοιχης Σχολικής Εφορείας, η οποία σε συνεργασία με τη Δημογεροντία συνέβαλλαν στην απρόσκοπτη λειτουργία του σχολείου, όπως στην εξεύρεση πόρων για τη συντήρηση του διδακτηρίου, στην επίλυση προβλημάτων που είχαν σχέση με την εκπαιδευτική διαδικασία, στη συμβολή στη διάρκεια των εξετάσεων και των σχολικών εορτών.

Το περιβάλλον της Εκπαίδευσης στην Καππαδοκία Γύρω από την Καισάρεια βρίσκονται αρκετές κοινότητες που κατοικούνταν μέχρι το 1924, χρονιά της Ανταλλαγής των Πληθυσμών, από Έλληνες αποκλειστικά, ή από Έλληνες και Τούρκους. Το έτος αυτό, οι πρόσφυγες έφεραν μαζί τους τις εικόνες τους, τα πιο αγαπημένα τους αντικείμενα, επίσης τους Κώδικες που ήταν γι’ 23


αυτούς η ψυχή της περιοχής τους όπου κατέγραφαν τα καθημερινά γεγονότα της κοινότητας ή της εκκλησίας και που τα Αρχεία αυτά , όπως αναφέρει ο Octave Merlier, ήταν «les Tables de la Loi de l’ Hellénisme d’ Asie Mineure» δηλαδή «οι Τράπεζες (πληροφοριών) του Νόμου του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας». Μέσα από τη μελέτη αυτών των αρχείων, όπως σημειώνει ο Octave Merlier, στον πρόλογο για τα «Ελληνικά Εκπαιδευτήρια και Ελληνικές Κοινότητες της Περιφέρειας της Καισάρειας» Κ.Μ.Σ. Αθήνα 1976, σελ. 4, ο ιστορικός-ερευνητής Εμμανουήλ Τσαλίκογλου, ανακάλυψε, όχι μόνο αριθμούς και ονόματα, αλλά επίσης μια σπουδαία πνευματική ζωή στην Καππαδοκία. Είναι πράγματι καταπληκτικό, το 1892, η περιοχή της Καισάρειας, με τις 23 κοινότητες, είχε 29 σχολεία, στα οποία φοιτούσαν περισσότεροι από 1800 μαθητές, με 50 εκπαιδευτικούς. Κάθε κοινότητα είχε το σχολείο της και οι πλέον σημαντικές είχαν σχολεία για αγόρια, για κορίτσια και νηπιαγωγεία. Ο Εμμανουήλ Τσαλίκογλου πίστευε, με σαφή και δίκαιη συμπάθεια, τη «Λευκή Δημοκρατία» που δημιουργήθηκε, αναπτύχθηκε και οργανώθηκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, κάτω από την εποπτεία του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και των Μητροπολιτών των επαρχιών, αλλά και με την προστασία και τη συναίνεση του ίδιου του Κράτους. Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία κάθε μη μωαμεθανική κοινότητα ήταν μία «Λευκή Δημοκρατία», η οποία έπαυσε να υπάρχει με τη διάλυση της αυτοκρατορίας αυτής. Οι κώδικες μιλούν επίσης για τους απανταχού της οικουμένης Έλληνες-Καππαδόκες, «δωρητές-χορηγούς», οι οποίοι με το ασταμάτητο ενδιαφέρον και την αγάπη τους για την πατρίδα και τη νεολαία, συνέβαλαν οικονομικά στα θέματα της παιδείας, ώστε τα παιδιά να μορφωθούν και με τον τρόπο αυτό να επιβιώσει ο ελληνισμός. Η Επαρχία της Μητρόπολης της Καισάρειας της Καππαδοκίας έπαιξε σημαντικό ρόλο στα εκπαιδευτικά δρώμενα της περιοχής. Σύμφωνα με έρευνα του Ι. Η. Κάλφογλους, το 1898, είχε 52 ελληνικές κωμοπόλεις και χωριά με μόνο 10 εξ αυτών ελληνόφωνα. 24


Πρακτικά του 2ου Συμποσίου "Ο Ελληνισμός της Μ. Ασίας από την αρχαιότητα μέχρι τη Μεγάλη Έξοδο" (25-27 / 11 / 2005), σελ. 207, Ιορδάνης Παπαδόπουλος

Από αυτές τις κοινότητες, ελληνόφωνες ήταν οι 10, σημειούμενες με αστερίσκο. Με το πέρασμα των χρόνων και τη συμβολή της παιδείας στους νέους και ιδιαίτερα στην εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας στα σχολεία, τα στοιχεία άλλαξαν προς το καλύτερο με σημαντικές βελτιώσεις. Όπως αναφέρει ο Ιορδάνης Παπαδόπουλος7, η Καππαδοκία ήταν απομονωμένη από τα μεγάλα αστικά κέντρα της Κωνσταντινούπολης, των Αθηνών, της Ιωνίας, υπήρχαν όμως ελληνόφωνες κοινότητες και σημαντικές προσωπικότητες των γραμμάτων. Η απομόνωση αυτή έδινε το δικαίωμα περισσότερης ελευθερίας και ελαστικότητας για τα προγράμματα που καθόριζαν λόγιοι με «ανοιχτό μυαλό». Στην Καππαδοκία δόθηκε μεγάλη έμφαση στην εκπαίδευση των κοριτσιών γιατί οι Καππαδόκες ήθελαν μορφωμένες μητέρες για να αναθρέψουν σωστά τα παιδιά τους. Για το λόγο αυτό ιδρύθηκαν εκτός των άλλων σχολείων και Παρθεναγωγεία. 7

Ιορδάνης Παπαδόπουλος, ό.π., σ. 208-9 25


Προβλήματα αντιμετώπιζαν οι δάσκαλοι που έρχονταν από την Πόλη, για να διδάξουν σε σχολεία της. Τους ταλαιπωρούσε η «διγλωσσία» δημοτική-καθαρεύουσα, και στις τουρκόφωνες περιοχές, το θέμα γινόταν «τριγλωσσία». Έτσι για ένα αντικείμενο έπρεπε να ξέρουν τρία ονόματα, π.χ. εκμέκ = ψωμί – άρτος. Υπήρχαν βέβαια και τα «καραμανλίδικα», δηλαδή τουρκικές λέξεις με ελληνικά γράμματα. Καραμανλήδες ονομάζονταν αρχικά οι κάτοικοι της Καραμανίας. Κατ’ επέκταση ονομάστηκαν και οι τουρκόφωνοι ορθόδοξοι πληθυσμοί της Καππαδοκίας. Μία ενδιαφέρουσα παράδοση εξηγεί το προσωνύμιο «Καραμανλής». Πρόκειται για παράδοση που καταδεικνύει τις πιέσεις που δέχτηκαν οι πληθυσμοί στο πέρασμα του χρόνου, στο θέμα της γλώσσας αλλά και το ακλόνητο της πίστης. «Κάποτε, ο υπεύθυνος Τούρκος διοικητής της περιοχής έστειλε τους αρμόδιους για να επιβάλλουν και να αλλάξουν την πίστη και τη γλώσσα των κατοίκων… Αφού προσπάθησαν για πολλά χρόνια απελπίστηκαν. Γύρισαν πίσω και ανέφεραν πως τη γλώσσα τους την άλλαξαν, αλλά την πίστη τους δεν την αλλάζουν με τίποτε… οπότε εκείνος αναφώνησε: “Βάι, βάι, καρά ιμάν”, δηλαδή “πω, πω μαύρη πίστη”. Έτσι από τότε τους τουρκόφωνους κυρίως τους λένε και Καραμανλήδες». Κατά την άποψη των Κάλφογλους και Τσαλίκογλου, σύμφωνα με τις πληροφορίες που παραθέτουν, οι κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής της Καισάρειας, στις αρχές του 19ου αιώνα, διάβαζαν και έγραφαν ελληνικά. Το 1803, ακριβέστερα, ο τότε Μητροπολίτης Καισάρειας Νεόφυτος, κάλεσε σε σύσκεψη τους προκρίτους της επαρχίας του. Ανταποκρίθηκαν 150, στους οποίους έθεσε το πρόβλημα της ανακατασκευής της Μονής Ζιντζίντερε, τους έδειξε το σχετικό φιρμάνι, όρισε τη σχετική επιτροπή και ζήτησε να υπογραφεί το έγγραφο από όλους. Το έγγραφο αυτό γραμμένο στα καραμανλίδικα, φυλασσόμενο στο αρχείο της Μονής, έφερε τις υπογραφές 127 ατόμων- όνομα και επίθετο, καθώς και 23 υπογραφές-αποτύπωμα δακτύλων. Αβίαστα λοιπόν προκύπτει πως η συντριπτική πλειοψηφία των προεστών γνώριζε ανάγνωση και γραφή των καραμανλίδικων και ελάχιστοι ήταν αναλφάβητοι. 26


Μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών, το 1924, στην Καππαδοκία, όπως καθορίζει το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, από διηγήσεις προσφύγων, εντοπίστηκαν 81 κοινότητες, από τις οποίες, σημειούμενες με αστερίσκο, 28 ήταν ελληνόφωνες.

Πρακτικά του 2ου Συμποσίου "Ο Ελληνισμός της Μ. Ασίας από την αρχαιότητα μέχρι τη Μεγάλη Έξοδο" (25-27 / 11 / 2005), σελ. 210, Ιορδάνης Παπαδόπουλος

27


Μαθήματα που διδάσκονταν στα σχολεία της Καππαδοκίας από καταξιωμένους δασκάλους Θρησκευτικά Νεοελληνικά Αριθμητική Αρχαία Ελληνική Ιστορία Νεοελληνική Ιστορία Πατριδογνωσία Γεωγραφία Αριθμητική Φυσική Ιστορία Καλλιγραφία Ιχνογραφία Ωδική Γυμναστική Αρχαία Ελληνικά Γραμματική Συντακτικό Μαθηματικά Ρωμαϊκή Ιστορία Βυζαντινή Ιστορία Φυσιογνωσία Τεχνικά Τουρκικά Γαλλικά

Q 28


Είδη σχολείων που ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΣΑΝ στην Καππαδοκία Κωνσταντίνος Νίγδελης « Ήθη και έθιμα στον αέναο κύκλο του χρόνου» Νηπιαγωγείο: Για τους μαθητές μέχρι και πέντε χρόνων. Επρόκειτο για τάξεις υποδοχής, προπαρασκευαστικές της γλώσσας και της αριθμητικής. Ελληνικό σχολείο: Ανήκε στη δεύτερη βαθμίδα της εκπαίδευσης και ήταν τριτάξιο. Παλιότερα ονομαζότανε «σχολαρχείο». Στα σχολεία του τύπου αυτού διδάσκονταν αρχαία ελληνικά, μαθηματικά, φυσική, θρησκευτικά, ιστορία, ιχνογραφία, ωδική, γυμναστική, γαλλικά και λατινικά. Αλληλοδιδακτικό: Ονομαζότανε το σχολείο στο οποίο ο δάσκαλος χώριζε τους μαθητές του σε ομάδες ανάλογα με την επίδοσή τους και στα οποία δίδασκαν οι πιο καλοί μαθητές, οι πρωτόσχολοι.

Η Αστική Σχολή: Το δημοτικό σχολείο, δηλαδή που είχε τέσσερις τάξεις και μετά επτά.

Δημοτικό σχολείο: Με τουλάχιστον τέσσερις αρχικά και επτά τάξεις αργότερα. Τα μαθήματα που διδάσκονταν στη συγκεκριμένη σχολή και μάλιστα στην τελευταία τάξη ήταν: θρησκευτικά, ελληνικά, τουρκικά, γαλλικά, μαθηματικά, ιστορία, γεωγραφία, φυσιογνωσία και ωδική. Επίσης, η διδασκαλία από 24 ώρες την εβδομάδα για την πρώτη τάξη, έφτανε τις 30 στην τρίτη, στις 33 στην τέταρτη και στις 36 στις υπόλοιπες. Ημιγυμνάσιο: Αποτελούσε τη μεγαλύτερη βαθμίδα της εκπαίδευσης στην οποία οι μαθητές υποβάλλονταν σε εξετάσεις δύο φορές το χρόνο. Παρθεναγωγείο: Ήταν αποκλειστικά για τις μαθήτριες. 29


Επτατάξιο Αστικό Ελληνικό Σχολείο Μαλακοπής (1918) Δάσκαλος Πέτρος Καρφόπουλος Μαθητές Ιωάν. Παπαποστόλου, Αβρ. Αργυρόπουλος, Ιωάν. Δικιανίδης, Πρ. Θ. Κανάκης, Δαμ. Δαμιανίδης, Τρ. Δ. Μετρητίδης, Αν. Αποστολίδης, Μεν. Καρφόπουλος, Δημ. Σπυρόπουλος, Παρθένης Βορεόπουλος, Ιωακ. Ανδρεάδης, Γαβ. Αιγίδης, Ζην. Νίγδελης (Ζάμπας), Στ. Γερμανίδης, Θεοχάρης Βορεόπουλος, Κων. Παπακωνσταντίνου, Νικ. Κεΐσογλου, Θεοδ. Ανθυμιάδης, Μελέτης Νίδγελης, Λάζ. Παπακωνσταντίνου, Δημ. ΧΗΑλεξιάδης, Θεοδ. Νικολαΐδης, Γεώρ. Γερμανίδης, Νετίμ (Τούρκος), Αν. Φωκίδης, Φωτ. ΧΗΦωτιάδης, Στεφ. Χουρμουλιάδης, Αθ. Αργυρόπουλος, Π. Παπαληγόρ, Ιορδ. Δεληθεοδωρίδης, Αν. Κυριακίδης, Τηλ. Κεσιμίδης, Βασ. Στανίδης, Τρυφ. Μετρητίδης (Καράς), Ιπποκρ. Βασλαματζής, Μισαήλ Ξανθόπουλος Επιστάτης Μπάρμπα Λάζαρος Ραπτόπουλος 30


Τα εκπαιδευτικά δρώμενα στη ΜΑΛΑΚΟΠΗ της ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ Θα αρχίσουμε την αναφορά σχετικά με την εκπαίδευση στη Μαλακοπή γιατί το χωριό αυτό είναι η περιοχή από την οποία κατάγεται ο αείμνηστος πατέρας μας, Παρθένης Βορεόπουλος, από τον οποίο έχουμε σημαντικά βιωματικά στοιχεία, τα οποία καταθέτουμε, ως ελάχιστο φόρο τιμής, γι’ αυτούς τους ανθρώπους που ήρθαν στην Ελλάδα από τις αλησμόνητες πατρίδες. Ο πατέρας μας γεννήθηκε το 1908 στη Μαλακοπή της Καππαδοκίας και πέθανε το 1996 στη Θεσσαλονίκη. Ήταν μαθητής στο επτατάξιο σχολείο της Μαλακοπής, από το 1914 ως το 1921, από το οποίο, πήρε πολύ καλές γνώσεις και αυτό φάνηκε όταν μετά το 1924, με την ανταλλαγή των πληθυσμών, είχε έρθει μαζί με τη μητέρα του, τη Μακρίνα Βορεοπούλου και εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλονίκη. Μιλούσε τέλεια την ελληνική γλώσσα, είχε άριστη έκφραση στην απόδοση ενός γραπτού κειμένου, ήταν απόλυτα ορθογράφος, καλλιγράφος, ήξερε πολύ καλά την Ιστορία, ήξερε καλά μαθηματικά, είχε στοιχειώδεις γνώσεις στη γαλλική γλώσσα και μιλούσε άπταιστα την τουρκική. Με αυτά τα στοιχεία μπόρεσε να εργαστεί ως λογιστής σε ιδιωτική επιχείρηση στη Θεσσαλονίκη. Το 1957, οι Μαλακοπίτες προερχόμενοι από την Καππαδοκία, ίδρυσαν το «Σύλλογο Μαλακοπιτών», στην περιοχή της Άνω Τούμπας Θεσσαλονίκης, τη σημερινή, θα λέγαμε, Νέα Μαλακοπή. Στο σύλλογο αυτό ήταν Γραμματέας ο αείμνηστος Παρθένης Βορεόπουλος και Πρόεδρος ο αείμνηστος Θεοχάρης Βορεόπουλος. Όλα τα παραπάνω συνηγορούν ότι στο σχολείο του γινόταν από τους αξιόλογους δασκάλους, πολύ καλή δουλειά, σε όλα τα μαθήματα. Ένας, επίσης, από τους πιο σημαντικούς πνευματικούς ανθρώπους ήταν ο εκ Μαλακοπής Πέτρος Καρφόπουλος, ο οποίος για 24 χρόνια υπηρέτησε στην Αστική Σχολή της Μαλακοπής ως δάσκαλος στην αρχή και ως διευθυντής τα τελευταία χρόνια. 31


Μια μέρα, ο πατέρας μας, αφηγούμενος τις εντυπώσεις του από τα μαθητικά του χρόνια, μας είπε ένα περιστατικό που συνέβη μέσα στην αίθουσα διδασκαλίας, στο μάθημα της τουρκικής γλώσσας, όταν ο Τούρκος Επιθεωρητής (Μουφετίχ) που παρακολούθησε το μάθημα, έμεινε απόλυτα ευχαριστημένος από την απόδοση των μαθητών, στο τέλος της ώρας σηκώθηκε και με ενθουσιασμό αναφώνησε: «άφεριμ τζοτζουκλαρινίζ» δηλαδή «μπράβο στα παιδιά». Οι πληροφορίες που υπάρχουν για την εκπαίδευση στη Μαλακοπή, δίνουν μια εικόνα η οποία είναι η ίδια περίπου με όλες αυτές των ελληνικών κοινοτήτων της Καππαδοκίας.

Η Μαλακοπή ήταν μία ελληνόφωνη κοινότητα της Καππαδοκίας, που βρίσκεται νοτιοδυτικά της Καισάρειας. Η Τουρκική της ονομασία είναι Ντερίνκουγιου που σημαίνει «βαθύ πηγάδι». Σχετικά με τον πληθυσμό της υπάρχουν διιστάμενες πληροφορίες, απότοκες των μεταναστευτικών ρευμάτων. α) Η Μαρία Ασβέστη στο βιβλίο της «Επαγγελματικές ασχολίες των Ελλήνων της Καππαδοκίας» καταγράφει: «Με βάση τους πίνακες των Ελλήνων που ήρθαν στην Ελλάδα το 1924, η Μαλακοπή είχε 245 οικογένειες – 821 άτομα». β) Από τη Σία Αναγνωστοπούλου στο βιβλίο της «Μικρά Ασία», γίνεται αναφορά ότι πριν από την ανταλλαγή των πληθυσμών, υπήρχαν 1700 Έλληνες, από τους οποίους οι 850 περίπου πήγαν στην Κωνσταντινούπολη για να εργαστούν, αλλά και 800 Τούρκοι. Οι εργασίες που έκαναν οι κάτοικοι ήταν κυρίως αγροτικές. Για τα εκπαιδευτικά δρώμενα της κοινότητας υπάρχει μια πληθώρα πληροφοριών από ικανούς ιστοριοδίφες στο διάβα του χρόνου. Στο έργο η «Μαλακοπή της Καππαδοκίας» των Κωνσταντίνου Νίγδελη και Συμεών Κοιμίσογλου υπάρχουν εκτενείς και αναλυτικές αναφορές.8

8 Κωνσταντίνος Νίγδελης- Συμεών Κοιμίσογλου, «Μαλακοπή της Καππαδοκίας», Δήμος Συκεών, 2003. 32


- Πρώτη αναδρομή γίνεται στο έργο του Πέτρου Καρφόπουλου, ο οποίος για την εκπαίδευση στη Μαλακοπή, σημειώνει: «…οι Μαλακοπίτες ίδρυσαν το 1840 το πρώτο δημοτικό σχολείο, μετατρέψαντες σε σχολείο ένα δωμάτιο στη συνοικία Χασεκή, κοντά στην οικία Αγγελή Κιορπόγλου, το οποίο λεγόταν «Αρά Οτασή» και χρησίμευε ως ξενώνας των κυβερνητικών υπαλλήλων ή χωροφυλάκων ή των προσερχόμενων για την είσπραξη φόρων ή και για άλλες της κωμοπόλεως υποθέσεις…». (Καρφόπουλος Δ. Πέτρος, Κώδιξ Μαλακοπής, 27/10/1895 Κ.Μ.Σ.). - Δεύτερη αναφορά, γίνεται, στο έργο του Μακρόα Δημητρίου «Μαλακοπή», όπου ο συγγραφέας μάς πληροφορεί «πως το 1847 οι κάτοικοί της ανήγειραν στο κέντρο της κωμόπολής τους, πίσω από την αγορά, ωραίο λιθόκτιστο σχολείο, που είχε τέσσερις ευρύχωρες αίθουσες (με υπόγειο) από τις οποίες οι δυο για διδασκαλία μαθημάτων, μια για συνεδριάσεις της Δημογεροντίας ονομαζόμενη γι’ αυτό «συνοδικόν» και μια αίθουσα τελετών σε έκταση 450 τ.μ. δαπανηθέντων για την ίδρυσή του εν όλω 40.619 γροσίων και 10 παράδων. Στην αίθουσα τελετών ήταν εντοιχισμένη μαρμάρινη ωοειδείς πλάκα που αναγράφει: ΩΚΟΔΟΜΗΘΗ Η ΣΧΟΛΗ ΑΥΤΗ ΔΙΑ ΤΗΣ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ ΤΩΝ ΦΙΛΟΜΟΥΣΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΤΑΥΤΗΣ + 1847 +». (Πανελλήνιο Συνέδριο για τον Ελληνισμό της Μ. Ασίας, Θεσσαλονίκη 2002). Προσθέτει επίσης πως «…πριν ανεγερθή το ρηθέν κτίριον ελάχιστοι Μαλακοπίται εγνώριζον γραφήν και ανάγνωσιν, διδασκόμενοι οι επιθυμούντες ή μάλλον οι των τότε ευπορωτέρων οικογενειών υιοί μόνον τον χειμώνα εις τας οικίας των ιερέων ψαλτήρι και οκτώηχον. Άμα τω πέρατι όμως της κατασκευής της Σχολής πάντες οι εν Μαλακοπή Ελληνόπαιδες απεστέλλοντο εις το σχολείον από του 5ου ή 6ου έτους της ηλικίας των προς εκμάθησιν γραμμάτων, μετακληθέντων προς τούτο διδασκάλων εκ Κωνσταντινουπόλεως και αλλαχόθεν…Ολίγα έτη μετά την ανέγερσιν του κτιρίου εσχηματίσθηκαν δυο σχολαί. Η Δημοτική με 5 τάξεις εν τη αριστερά πλευρά του σχολείου και η Ελληνική με τέσσερις τάξεις εν τη δεξιά…». - Το 1856, ο Νικόλαος Ρίζος, στα «Καππαδοκικά» μας γνωρίζει πως «… οι χριστιανοί ομιλούσι την απλοελληνικήν ατελώς ωκοδόμησαν δε εσχάτως σχολείον Ελληνικόν» (το οποίο ανήκε στη δεύτερη βαθμίδα εκπαίδευσης 33


και ήταν τριτάξιο) και Αλληλοδιδακτικό» (στο οποίο ο δάσκαλος χώριζε τους μαθητές σε ομάδες ανάλογα με την επίδοσή τους και στις οποίες δίδασκαν οι πιο καλοί μαθητές, “οι πρωτόσχολοι”), υπό τη διεύθυνση των «αειμνήστων της κοινότητος διδασκάλων Σιλβέστρου ιερομονάχου, εκ των πρώτων τροφίμων της θεολογικής σχολής της Χάλκης, Ιορδάνου Στανίδου, πεφωτισμένου και ενθουσιώδους σκαπανέως της εκπαιδεύσεως, τελειόφοιτου της Μεγάλης του Γένους Σχολής σχολαρχούντος Ευσταθίου του Κλεόβουλου, του Βασιλείου Ιωαννίδου και άλλων ανταξίων αυτών επιζώντων, ουκ ολίγον συνεβάλλετο προς κατάρτισιν των κατοίκων καθώς και των περιοίκων…». - Άποψη που επιβεβαιώνεται και από τους Μ. Μαραβελάκη και Α. Βακαλόπουλο με τις πληροφορίες που κατατίθενται στο έργο τους «οι προσφυγικές εγκαταστάσεις στην περιοχή της Θεσσαλονίκης» και στο οποίο αναφέρουν πως «… εις την Μαλακοπήν υπήρχε διώροφον λιθόκτιστον σχολείον σχήματος τετραγώνου και μεγάλων διαστάσεων. Εκτίσθη τούτο το 1893 πλησίον του παλαιοτέρου διδακτηρίου, έτος οικοδομήσεως 1856 και εστοίχισε περίπου 1200 λίρας Τουρκίας… Εις το σχολείο εστεγάζοντο δυο τάξεις νηπιαγωγείου και οκτώ τάξεις δημοτικού και ημιγυμνασίου (το οποίο αποτελούσε τη μεγαλύτερη βαθμίδα εκπαίδευσης, σε στενά τοπικά πλαίσια, στο οποίο οι μαθητές υποβάλλονταν σε εξετάσεις δυο φορές το χρόνο). Εδίδασκον δε 7-8 διδάσκαλοι και εφοίτων 400 μαθηταί και μαθήτριαι…». - Επίσης, ο ιατρός Συμεών Φαρασόπουλος το 1895 σημειώνει πως, «... Μαλακοπή, κωμόπολις… εξ ων 1600 χριστιανοί Ορθόδοξοι διατηρούντες Αστικήν σχολήν (δηλαδή το δημοτικό σχολείο με τέσσερις αρχικά και επτά τάξεις αργότερα) και Παρθεναγωγείον… Τα εκπαιδευτήρια ταύτα διευθύνονται υπό τριών διδασκάλων και μιας ή δυο ενίοτε διδασκαλισσών…», ενώ σύμφωνα με μια άλλη καταγεγραμμένη πληροφορία στις αρχές του 20ου αιώνα στη Μαλακοπή υπήρχαν Δημοτικό και Επτατάξιο Γυμνάσιο. - Επιπρόσθετα, στο «Εγκόλπιο Ημερολόγιο υπέρ των σχολών της κοινότητος Μαλακοπής του 1922» διαβάζουμε: «η προ εβδομηκονταετίας δε συσταθείσα ελληνική σχολή υπό την διεύθυνσιν των αειμνήστων 34


της κοινότητος διδασκάλων… ουκ ολίγον συνεβάλλετο προς κατάρτισιν των κατοίκων και των περιοίκων. Εις τα εκπαιδευτήρια αυτής, νεώτατα και περίβλεπτα κτίρια, λειτουργούσιν αρτιώτατα επτάτακτος αστική σχολή μετά πενταταξίου Παρθεναγωγείου, έχουσε τελείως εξησφαλισμένην την συντήρησιν εκ των προσοδοφόρων κτημάτων εν τε Μαλακοπή και εν Κωνσταντινουπόλει υπό των φιλοτίμων κατοίκων ή σωματείων και αδελφοτήτων αυτής ιδρυθέντων ή εξαγορασθέντων…». Απ’ όλα αυτά που προαναφέρθηκαν αποδεικνύεται ότι γινόταν μια σοβαρή προσπάθεια για να μάθουν τα παιδιά γράμματα, να βγουν από το τέλμα της αμάθειας, να δεθούν με τις ρίζες τους και τον εθνικό κορμό. Στην προσπάθεια αυτή συμμετείχαν όλοι, κυρίως οι ξενιτεμένοι, οι οποίοι δημιούργησαν “Αδελφότητες”, για την εξασφάλιση των απαραίτητων κονδυλίων, για την ανέγερση σχολικών κτιρίων και τη συντήρησή τους.

Σχολική Εφορεία Σημαντικότατο εργαλείο άσκησης εκπαιδευτικής πολιτικής και επίβλεψης προόδου στον υπό έρευνα χώρο ήταν η Σχολική Εφορεία. Όργανο που προβλεπόταν από το Γενικό Κανονισμό της Κοινότητας και ήταν από τα πλέον σημαντικά. Τα καθήκοντα της «Εφορείας Σχολών Μαλακοπής» ήταν πολλά και ποικίλα. Κύριο μέλημα, σε συνεργασία με τις αδελφότητες, ήταν: • η ορθή διαχείριση των απαραίτητων κονδυλίων. • η επίλυση των καθημερινών προβλημάτων. • τα βιβλία για τους μαθητές. • ο καθορισμός της διδακτέας ύλης (ως ένα σημείο βέβαια). • η είσπραξη των διδάκτρων. • η έγκαιρη προετοιμασία των εξετάσεων που γινόταν δύο φορές το χρόνο, η πρώτη μετά τα Χριστούγεννα και η δεύτερη μετά το Πάσχα…κ.λπ. όπως αναφέρει η Καρατζά Ελένη στο βιβλίο «Καππαδοκία, ο τελευταίος ελληνισμός της περιφέρειας Ακσεράϊ Γκέλβερι». Η Σχολική Εφορεία ήταν πενταμελής, αποτελούμενη από τον πρόε35


δρο, τον αντιπρόεδρο, τον ταμία και δύο μέλη. Χρησιμοποιούσε για την επικύρωση των εγγράφων σφραγίδα η οποία είχε τον πομπώδη τίτλο «ΕΦΟΡΙΑ ΣΧΟΛΩΝ ΜΑΛΑΚΟΠΗΣ 1892» και στο κέντρο ένα λυχνάρι. Εκτός των τακτικών πόρων υπήρχαν και έκτακτοι, όπως: • οικονομική ενίσχυση των σχολείων από τα ταμεία των τριών εκκλησιών. • τα έσοδα από τον ετήσιο έρανο που διενεργούνταν κάθε Πρωτοχρονιά γι’ αυτό το σκοπό σε όλα τα καταστήματα της κοινότητος. • τα έσοδα από τη διοργάνωση θεατρικών παραστάσεων. • έκτακτες δωρεές και κληροδοτήματα. Διαβάζουμε, επίσης, στη σχετική αναφορά που απευθύνεται «τη αξιοτίμω εν Κωνσταντινουπόλει εφορεία σχολών Ελληνικής Ορθοδόξου Κοινότητος Μαλακοπής πολλής αγάπης τεκμήριο…». «…Προς τον κοινόν δε σκοπόν της προαγωγής της κοινότητος ουκ ολίγον συνέδραμον η κατά το 1876 συστάσα Αδελφότης Σχολής Μαλακοπής, η το 1881 ιδρυθείσα Φιλόπτωχος Αδελφότης (η Μαλακοπή) προς ανέγερσιν του νέου κτιρίου του Παρθεναγωγείου αποτελεσματικώς εργασθείσα, η κατά το 1908 ιδρυθείσα Φιλόπτωχος Αδελφότης (η Ορθοδοξία) και η ήδη λυσιτελώς δρώσα αδελφότης Μαλακοπιτών (Παλιγγενεσία) μετά της αρτισυστάτου τοιαύτης εν Νέα Υόρκη φιλοπτώχου (οι Άγιοι Ανάργυροι)…». Υπήρχε και ένας ικανός αριθμός κατοίκων της κοινότητος που ήθελε περαιτέρω σπουδές «… που δεν αρκούνταν εις την εν τη σχολή της πατρίδος αυτών σπουδήν, και … μεταβαίνουσι χάριν ανωτέρω σπουδών εις την Κωνσταντινούπολιν ίνα συμπληρώσωσιν αυτάς εν τη Μεγάλη του Γένους Σχολή…», όπως αναφέρει στο βιβλίο του «Τα Σύλλατα…» ο Συμεών Φαρασόπουλος. Στο σημείο αυτό και με κάθε δυνατή επιφύλαξη για τυχόν παραλείψεις και λάθη, αναφέρουμε τους δασκάλους που υπηρέτησαν στα σχολεία της Μαλακοπής, σύμφωνα με τις υπάρχουσες βιβλιογραφικές αναφορές αλλά και τις καταγεγραμμένες μαρτυρίες, όπως καταγράφονται στη σελίδα 79 του βιβλίου που εκδόθηκε για το ΣΤ΄ Πανελλήνιο Συνέδριο για τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας το έτος 2002, αλλά και στη λοιπή βιβλιογραφία. 36


1) Ιερομόναχος Σιλβέστρος, από τα Κέρμιρα. Τον μετακάλεσαν ως δάσκαλο το έτος 1845 και υπηρέτησε επί εικοσαετία. Σύμφωνα με την υπάρχουσα βιβλιογραφία είναι ο πρώτος δάσκαλος του χωριού. 2) Ιορδάνης Β. Στανίδης, από τη Μαλακοπή. Ήταν απόφοιτος της Μεγάλης του Γένους Σχολής, ανέλαβε το 1868 και υπηρέτησε στο χωριό επί δεκαετία. Έργο δικό του είναι η διαίρεση του σχολείου σε «Ελληνικό» με ευρύ κύκλο μαθημάτων και σε «Αλληλοδιδακτικό». Απεβίωσε πρόωρα στις 29 Νοεμβρίου του 1878 και σε ηλικία μόλις 35 χρόνων. 3) Γρηγόριος Γρηγοριάδης, από τη Μαλακοπή. Υπηρέτησε επί τετραετία από το 1878 ως το 1882. 4) Νικόλαος Γερανόπουλος, από τη Σινασσό. Υπηρέτησε μεταξύ των ετών 1882-1886. 5) Δημήτριος Κ. Χρηστίδης, από το Κουζγουντζούκιο. Υπηρέτησε για ένα χρόνο, σχολ. έτος 1886-1887. 6) Συμεών Παπακωνσταντίνου, από τη Μαλακοπή. Απόφοιτος της Κεντρικής Ιερατικής Σχολής Κωνσταντινουπόλεως, υπηρέτησε πέντε έτη. Κατά τη θητεία του, το έτος 1890, το επικρατούν σύστημα στο σχολείο, μετατράπηκε σε «Ελληνική Αστική Σχολή Μαλακοπής» με επτά τάξεις, τέσσερις κατώτερες-δημοτικό και τρεις ανώτερες- Ελληνικό, κατά το πρότυπο της Πόλης. 7) Χρήστος Ν. Τουργούτης από την Ανακού. 8) Βασίλειος Ιωαννίδης, από το Νεβσεχίρ. Υπηρέτησε δύο έτη από το 1896 ως το 1898. 9) Π. Α. Αβερκιάδης, από το Προκόπιο. Ήτανε απόφοιτος της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης και υπηρέτησε δέκα έτη. 10) Πέτρος Δ. Καρφόπουλος, από τη Μαλακοπή. Για 24 χρόνια υπηρέτησε στην Αστική Σχολή της Μαλακοπής ως δάσκαλος στην αρχή και ως διευθυντής τα τελευταία χρόνια. 11) Κοσμάς Γ. Κοσμίδης, από τη Μαλακοπή. Υπηρέτησε εννέα έτη. 37


12) Λουκάς Π. Κανάκης, από τη Μαλακοπή. Το διδακτικό προσωπικό κατά το προ της ανταλλαγής σχολικό έτος αποτελείτο από τους εξής: Πέτρο Καρφόπουλο, διευθυντή, Κοσμά Κοσμίδη, Θεόδωρο Κηπώση, Λεωνίδα Λεοντιάδη, Αλεξάνδρα Συμεωνίδου και Όλγα Συμεωνίδου. Στη Μαλακοπή υπήρχε επίσης η «Φιλόπτωχος Αδελφότης η Μαλακοπή» που προσέφερε χρήματα για να χτιστεί Διδακτήριο όπου στεγάστηκαν η Αστική σχολή, το Παρθεναγωγείο και το νηπιαγωγείο. Επίσης, η Σία Αναγνωστοπούλου στο βιβλίο της «Μικρά Ασία» αναφέρει ότι στη Μαλακοπή υπήρχε ένα σχολείο αρρένων και ένα Παρθεναγωγείο και οι μαθητές το σχολικό έτος 1914-1915 ήταν 300. Υπήρχαν και δύο σχολεία Τουρκικά.

Σχολικές σφραγίδες διαφόρων ετών και τύπων (Αρχείο Κωνσταντίνου Νίγδελη)

Σύλλογος Μαλακοπιτών - Άνω Τούμπα Θεσσαλονίκης (1957) 38


ΚΑΙΣΑΡΕΙΑ Συνεχίζοντας το οδοιπορικό, θα αναφερθούμε στα σχολεία της πρωτεύουσας της Καππαδοκίας, την πόλη που έπαιξε σημαντικότατο ρόλο στα γράμματα, στην παιδεία και στον πολιτισμό, ένας «Φάρος» του πνεύματος, που φώτισε όλο τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία σε όλη την οικουμένη. Είχε σπουδαίους πνευματικούς ανθρώπους οι οποίοι ώθησαν την παιδεία, ίδρυσαν σχολεία, οργάνωσαν τη λειτουργία τους, τα επάνδρωσαν με άξιους δασκάλους και έδωσαν μία μεγάλη ανάπτυξη στα γράμματα, έχοντας κύριο μέλημα το ενδιαφέρον για τη μόρφωση της νεολαίας, που είναι το βασικό κύτταρο της κοινωνίας.

Ζιντζίντερε - Φλαβιανά Μεικτή κοινότητα που βρίσκεται δώδεκα χιλιόμετρα από την Καισάρεια. Εκεί υπήρχε η «Ιερά Μονή Ιωάννου Προδρόμου», που δεν ήταν Μοναστήρι με τη συνήθη έννοια, αλλά ένα «Κέντρο Εκπαιδεύσεως», όπου το 1779, ο Καισαρείας Γρηγόριος ο Αθηναίος ίδρυσε ένα μικρό σχολείο. Αργότερα, το 1792, ο Ιερομόναχος Γερμανός από την Αλεξανδρέττα, ίδρυσε το πρώτο συστηματικό Ελληνικό Σχολείο, την ονομαζόμενη Κοινοβιακή Σχολή της Καισαρείας, όπως αναφέρουν Εμμ. Τσαλίκογλου και Ι. Μ. Κάλφογλους.9 Το 1795, στη Σχολή ήρθε από τα Φάρασα ο Παΐσιος σε ηλικία δεκαέξι ετών και σε δύο χρόνια ο Γερμανός τον διόρισε δάσκαλο. Άμεσα ίδρυσαν το πρώτο σχολείο «Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης», σε επίπεδο Γυμνασίου που ήταν αναγνωρισμένο από τα Ανώτερα Εκπαιδευτήρια Αθηνών και Κωνσταντινούπολης. Η μέθοδος διδασκαλίας που εφάρμοζαν ήταν η «αλληλοδιδακτική» και που θεωρείτο μοντέρνα γιατί εκείνη την εποχή ήταν διαδεδομένη 9 Εμμανουήλ Τσαλίκογλου, ό.π., σ. 19 και Κάλφoγλους Ιωάννης, «Ιωάννης Πρόδρομος Μοναστήρι γιαχότ Μονή Φλαβιανών», Κωνσταντινούπολις 1899, σ. 544. 39


και εφαρμόζονταν στη Δύση. Από το 1804 ως το 1852 στη Σχολή υπηρέτησαν αρκετοί Διευθυντές. • Το 1860 ονομάστηκε «Ιερατική Σχολή Ζιντζίντερ», αλλά από τους απόφοιτους λίγοι ήταν Ιερωμένοι, οι περισσότεροι ήταν δάσκαλοι και επιστήμονες. • Τα μαθήματα που διδάσκονταν ήταν: Ιερά Θεολογία, Ρητορική, Ελληνική Φιλολογία, Ποίηση, Λογική, Μεταφυσική, Δικαιολογία, Ηθική, Αριθμητική, Χρονολογία, Γεωγραφία, Άλγεβρα, Γεωμετρία, όπως αναφέρει ο Ι. Η. Κάλφογλους.10 • Η Σχολή στους απόφοιτους απένειμε «Δίπλωμα» με το οποίο ο κάτοχος μπορούσε να έχει δημόσια διδασκαλική «καθέδρα», σε όλη την Οθωμανική Αυτοκρατορία. • Παραθέτουμε ένα ΔΙΠΛΩΜΑ της Ιερατικής Σχολής του έτους 1842, (Αντιγραφή {σελ. 213, 214, 2ο Συμπόσιο 2005, Δήμος Νέας Ιωνίας} από το περιοδικό «Νεολόγος εβδομαδιαία Επιθεώρησις» του Βασιλείου Μυστακίδη.

10 Ι. Η. Κάλφογλους, ό.π., σ.140, 273, 277. 40


Παρόμοια πτυχία εξέδιδε το 1905 η Μεγάλη του Γένους Σχολή για όσους προορίζονταν για διδασκαλικό λειτούργημα, γεγονός που δείχνει τον πρωτοποριακό χαρακτήρα που είχε η σχολή της Καισάρειας. Ο Μητροπολίτης Καισαρείας (1878-1902) Ιωάννης Αναστασιάδης έδωσε νέα πνοή στις σχολές της περιοχής. Στις 5 Δεκεμβρίου 1882 εγκαινίασε το νέο κτίριο για το Ιστορικό Γυμνάσιο Αρρένων στη Μονή Ιωάννου Προδρόμου. Επρόκειτο περί Γυμνασίου «ανεγνωρισμένου από τα πανεπιστήμια και μόνο κατ’ όνομα Ιερατική Σχολή, προφανώς για λόγους Προνοίας…», όπως αναφέρει ο Ε. Τσαλίκογλου. Ο Θεόδωρος Εμμανουήλ Ροδοκανάκης, πλούσιος έμπορος, έγινε χορηγός για να ιδρυθούν σχολεία στην Ανατολή. Πρόσφερε χρήματα στη Φιλεκπαιδευτική Αδελφότητα Κωνσταντινούπολης. Η Καππαδοκική Φιλεκπαιδευτική Αδελφότης πέτυχε την παραχώρηση του χρηματικού ποσού στη Μητρόπολη Καισαρείας και το Γυμνάσιο άρχισε να λειτουργεί ως «Ροδοκανάκειος Ιερατική Σχολή», σε κτίριο εντός της Μονής με 23 μαθητές. • Το 1884-85 η Σχολή είχε 42 μαθητές, • Το 1886-87 είχε 85 μαθητές, • Το 1887-88 είχε 117 μαθητές. 41


Η «Ροδοκανάκειος Ιερατική Σχολή» λειτούργησε με αυτό το όνομα από το 1882 ως το 1889. Στη συνέχεια ονομάστηκε «Ιερατική Σχολή», «Καππαδοκική Ιερατική Σχολή», «Κατά Καισάρειαν Ιερατική Σχολή» (1904). Το 1905 μεταφέρθηκε σε ένα νεόδμητο τριώροφο κτίριο μέχρι το 1917, οπότε κατελήφθη από στρατιωτικές δυνάμεις της περιοχής. Η Σχολή λειτούργησε ως το 1918 και μετά σταμάτησε οριστικά, όπως αναφέρει ο Εμμ. Τσαλίκογλου.11 Βασικός σκοπός της σχολής ήταν να γίνουν καλοί δάσκαλοι για να διδάσκουν τα ελληνικά στην περιφέρεια της Καισάρειας. - Η σχολή είχε μια τεράστια βιβλιοθήκη, οργανοθήκη, χαρτοθήκη, γυμναστήριο… - Στη Μονή υπήρχε τυπογραφείο που κάλυπτε τις ανάγκες της. Ο Παΐσιος φρόντισε για την αγορά και ο μηχανισμός βρισκόταν σε μια αποθήκη του Γυμνασίου ως το 1882. Το τυπογραφείο χειριζόταν ο Ιερομόναχος Λεόντιος από το Ταλάς μαζί με τον παπά Δανιήλ, όπως αναφέρει ο Ι. Η. Κάλφογλους.12 - Το 1885 στη Μονή Ιωάννου Προδρόμου ιδρύθηκε το Κεντρικό Καππαδοκικό Παρθεναγωγείο και από το σχολικό έτος 1888 ως το 1898 αποφοίτησαν 56 μαθήτριες, σύμφωνα με αναφορά του Ι. Η. Κάλφογλους13. Μέσα στο κτίριο που λειτουργούσε το σχολείο υπήρχε μία μεγάλη αίθουσα παραδόσεως των μαθημάτων, όπου διδάσκονταν όλες οι τάξεις, η αίθουσα των διδασκόντων, η βιβλιοθήκη… Το προσωπικό ήταν 9 μισθοδοτούμενοι: η διευθύντρια, τέσσερις καθηγητές, μία δασκάλα, ένας θυρωρός και δύο άτομα υπηρετικό προσωπικό. Πρόεδρος ήταν ο Μητροπολίτης Καισαρείας Γερβάσιος. - Το 1891 ο Μητροπολίτης Ιωάννης Αναστασιάδης ίδρυσε το Ορφανοτροφείο Αρρένων του οποίου τη γενική επίβλεψη είχε ο δάσκαλος Ευγένιος Αλεξιάδης και το 1892 το Ορφανοτροφείο Θηλέων. Επίσης, τα δύο ορφανοτροφεία λειτουργούσαν και ως σχολεία. Είχαν δράσεις 11 Εμμανουήλ Τσαλίκογλου, ό.π., σ. 22. 12 Ι.Η. Κάλφογλους, ό.π., σ. 262. 13 Ι.Η. Κάλφογλους, ό.π., σ. 410-417.

42


πρωτοποριακές: την εκμάθηση κατά τις απογευματινές ώρες, κοπτικής, ραπτικής, πλυντικής και υφαντικής (ταπητουργίας) για τα κορίτσια και ξυλουργικών κυρίων εργασιών για τα αγόρια. Τέλος διδάσκονταν, με καλή μέθοδο και με καλά αποτελέσματα, η ελληνική γλώσσα, αυτός ο πολύτιμος θησαυρός. - Το 1911 ο Σύλλογος Μικρασιατών «ΑΝΑΤΟΛΗ» ίδρυσε στα Φλαβιανά – Ζιντζίντερε 3/τάξιο Ανωτέρα Σχολή, το «Διδασκαλείο Νηπιαγωγών», όπου έρχονταν απόφοιτοι των Παρθεναγωγείων που λειτουργούσαν στη Μικρά Ασία και καταρτίζονταν «τελειότατοι νηπιαγωγοί», οι οποίες προορίζονταν για τα σχολεία των τουρκόφωνων περιοχών του εσωτερικού της Μικράς Ασίας. Τον πρώτο χρόνο (1911-12) φοίτησαν 24 μαθήτριες, τον τέταρτο 44 μαθήτριες. Η Σχολή λειτούργησε μόνο για πέντε χρόνια ως το 1916 και οι 42 Διπλωματούχοι νηπιαγωγοί που αποφοίτησαν, υπηρέτησαν στις κοινότητες της Μικράς Ασίας14. Από το αρχειακό υλικό της Σχολής που σώθηκε μαθαίνουμε τον τρόπο λειτουργίας και τη μεγάλη προσφορά στα ελληνόπαιδα. Από τις ετήσιες εκθέσεις αντλούμε στοιχεία τα οποία και παραθέτουμε: Σχολικό έτος 1899-1900 Σύνολο μαθητών: 133. Σύνολο προσωπικού: 23. Σχολικό έτος 1903-1904 Δύναμη μαθητών: 102. Τάξεις 7… «τρεις ελληνικάς και τέσσαρας γυμνασιακάς». -Α΄ τάξη, μαθητές 6. Μαθήματα: Ιερά Ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης, Ελληνικά, Ελληνική Ιστορία, Αριθμητική, Φυσική Ιστορία, Γεωγραφία, Τουρκικά, Γαλλικά, Καλλιγραφία, Ιχνογραφία, Γυμναστική. -Β΄ τάξη, μαθητές 13. Μαθήματα: Λειτουργική, Ελληνικά, Ελληνική Ιστορία, Αριθμητική, 14 Νίκος Ε. Μηλιώρης, «Ο Σύλλογος των Μικρασιατών η Ανατολή», Μικρασιατικά Χρονικά, τ. ΙΒ΄, Αθήνα 1965, σ. 350. 43


Γεωμετρία, Γεωγραφία, Μυθολογία, Τουρκικά, Γαλλικά, Καλλιγραφία, Ιχνογραφία, Γυμναστική. -Α΄(δ΄τάξη) Γυμνασίου, μαθητές 10. Μαθήματα: Ιερά κατήχηση, Ερμηνεία Ευαγγελίου, Ελληνικά, Ρωμαϊκή Ιστορία, Ζωολογία, Θεωρητική Αριθμητική, Λατινικά, Τουρκικά, Γαλλικά, Εκκλησιαστική Μουσική, Γυμναστική. -Β΄(ε΄τάξη) Γυμνασίου, 23 μαθητές. Μαθήματα: Εκκλησιαστική Ιστορία, Ερμηνεία Ευαγγελίου, Ελληνικά, Άλγεβρα, Γεωμετρία, Λατινικά, Τουρκικά, Γαλλικά, Βυζαντινή Ιστορία, Βοτανική, Εμπορικά, Εκκλησιαστική Μουσική, Γυμναστική. -Γ΄(ς΄τάξη) Γυμνασίου, 21 μαθητές. Μαθήματα: Χριστιανική Ηθική, Ερμηνεία Ευαγγελίου, Ελληνικά, Άλγεβρα, Γεωμετρία, Λατινικά, Τουρκικά, Γαλλικά, Μεσαιωνική Ιστορία, Ψυχολογία, Φυσική, Χημεία, Εμπορικά, Εκκλησιαστική Μουσική, Γυμναστική. -Δ΄(ζ΄τάξη) Γυμνασίου, μαθητές 19. Μαθήματα: Εκκλησιαστική Ρητορική, Ερμηνεία Ευαγγελίου, Ελληνικά, Γεωμετρία, Τριγωνομετρία, Λατινικά, Τουρκικά, Γαλλικά, Ιστορία Νεωτέρων Χρόνων, Λογική, Παιδαγωγικά, Φυσική, Κοσμογραφία, Εμπορικά, Εκκλησιαστική Μουσική, Γυμναστική. Προσωπικό Σχολής Διευθυντής: Παρθένιος Φωτιάδης. Καθηγητές: Χαράλαμπος Σαμαράς, Ιωάννης Χατζητάσογλου, Κωνσταντίνος Τσαμπερτίδης, Αναστάσιος Οικονομίδης, Άγγελος Κοσμίδης, Γ. Σουμελίδου, Κωνσταντίνος Αλεξιάδης. Δαπάνες για την κάλυψη της μισθοδοσίας 22 υπαλλήλων, διατροφής μαθητών και λοιπών εξόδων: 1400 λίρες. Καλύφτηκαν από τα δίδακτρα, τα έσοδα από τα ενοίκια των ακινήτων της Σχολής και τη βοήθεια της Μονής. Έφοροι Πρόεδρος ο Μητροπολίτης Καισαρείας Γερβάσιος. Μέλη: Αναστάσιος Λεβίδης, Ν. Ιωακειμίδης, Μιχάλης Αποστόλογλους, Αβρ. Οικονομίδης, Γ. Παπάζογλους. 44


Μεγάλοι Ευεργέτες Βασίλειος Πυλάδης, Δζων πασσάς Αβραάμ, Μαχαρία Μοναχή, Γεώργιος Ζαρίφης, Σεραφείμ Ασλόγλους, Βασίλειος Βασίλογλους, Πιπίνα Βηθλεεμίδου, Ιωάννης Αγιάνογλους. Προστάτες Αναστάσιος Σεφεριάδης, Ανέστης Κασάπογλους, Κωνσταντίνος Μαυρομάτης, Χαράλαμπος Σατής, Σεραφείμ Τοραμάνογλους, Κοσμάς Συμεώνογλους, Αναστάσιος Καρακάσογλους. Δωρητές Χατζηκυριάκος Τζιγδέμογλους, Μιχαήλ Παπάσογλους.

Βιβλιοθήκες Σύμφωνα με αναφορές, στην κοινότητα του Ζιντζίντερε υπήρχαν δημόσιες και ιδιωτικές βιβλιοθήκες: 1) Σχολική βιβλιοθήκη. Περιείχε λίγα βιβλία κάθε θέματος, ελάχιστα φύλλα με χειρόγραφα από μεμβράνες, ένα Ευαγγέλιο, ένα ψαλτήρι, μία Καινή Διαθήκη κ.ά. 2) Ιδιωτικές βιβλιοθήκες: α) Δημητρίου Ηλιάδου. Ήταν πλούσια και είχε εκτός των άλλων χειρόγραφες μεμβράνες του Ιερού Ευαγγελίου. β) Αναστασίου Λεβίδη. Πρόκειται για μία σημαντική και εξέχουσα προσωπικότητα, έναν ιδιοφυή συγγραφέα, σπουδαίο ιστοριοδίφη, ιστορικό και ερευνητή σε θέματα της Καππαδοκίας, ο οποίος είχε μία συλλογή βιβλίων που ήταν η μεγαλύτερη σε όλη την περιοχή. Εκτός από τα κοινά βιβλία είχε και παλαιά, χειρόγραφες μεμβράνες φύλλων του Ευαγγελίου, χειρόγραφο σε χαρτί όλου του Ευαγγελίου κ.ά. γ) Βιβλιοθήκη Ιερατικής Σχολής Τιμίου Προδρόμου. Περιείχε συλλογές βιβλίων από δωρητές: ιεράρχες και δασκάλους. 45


ΤΟΜΟΣ ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΣ

ΛΗΔΑ ΙΣΤΙΚΟΠΟΥΛΟΥ Ωρολόγιο Πρόγραμμα "Ροδοκανάκειος Σχολή"

46


Αριθμός μαθητών της Σχολής

47


48


49


50


51


52


53


54


55


56


57


Ροδοκανάκειος Ιερατική Σχολή

58


Καθηγητές και απόφοιτοι της κατά Καισάρειαν Ιερατικής Σχολής

59


Απόφοιτοι της Σχολής με το διδακτικό προσωπικό

60


61


62


Τα Σχολεία στην Επαρχία Καισαρείας 1891 – 1922 Σύμφωνα με αναφορά του Ιορδάνη Παπαδόπουλου15, ιδρύθηκαν σχολεία με σύγχρονες παιδαγωγικές μεθόδους, παρά τις συντηρητικές και αντιδραστικές απόψεις κύκλων της Πόλης, παίρνοντας σημαντικές πρωτοβουλίες και καταβάλλοντας ουσιαστικές προσπάθειες, φωτισμένοι Ιεράρχες, όπως: -Ο Ιερομόναχος Γερμανός (Αλεξανδρέττα 1754 ή 1759 – Καισάρεια 1805). -Οι Μητροπολίτες Καισαρείας ο Παΐσιος (Φάρασα 1777 – Καισάρεια 1871), ο Ευστάθιος Κλεόβουλος, πρώην Σχολάρχης της Μεγάλης του Γένους Σχολής (Προύσα 1824 – Καισάρεια 1876) και ο Ιωάννης Αναστασιάδης (Ιντζέ-Σου 1834 – Καισάρεια 1902). Κατόπιν έντονου ενδιαφέροντος που εκδηλώθηκε από τις Οθωμανικές αρχές, το 1891 και σύμφωνα με την Εγκύκλιο Η΄ 30 Δεκ. 1891, του Πατριάρχου Νεοφύτου, κρίθηκε πως μπορούσαν οι κοινότητες να χορηγούν στις τοπικές αρχές στατιστικές πληροφορίες για τα σχολεία που λειτουργούσαν για όλα τα θέματα που αφορούσαν τα εκπαιδευτικά δρώμενα, σύμφωνα με αναφορά του Εμμ. Τσαλίκογλου:16 - όνομα και είδος σχολής - τάξεις - γλώσσες που διδάσκονταν - αριθμός μαθητών, αγόρια-κορίτσια, αν είναι εσωτερικοί ή εξωτερικοί - δάσκαλοι με τα ονόματά τους και αν κατέχουν το «ενδεικτικό» της Ιεράς Μητροπόλεως. Επίσης, όπως αναφέρει ο Εμμ. Τσαλίκογλου17, η κατάσταση που υποβλήθηκε στις τουρκικές αρχές κατά το σχολ. έτος 1891-1892 στο Σαντζάκι Καισαρείας, όλες οι Σχολές λειτουργούσαν με κανονική άδεια και ο κατάλογος περιλάμβανε τα ακόλουθα σχολεία:

15 Ιορδάνης Παπαδόπουλος, ό.π., σ. 217-221. 16 Εμμανουήλ Τσαλίκογλου, ό.π., σ. 10. 17 Εμμανουήλ Τσαλίκογλου, ό.π. , 10-14. 63


64


65


66


67


68


69


70


71


Καισάρεια Καππαδοκίας 72


Φάρασα – Βαρασός Σύμφωνα με αναφορά του Ιορδάνη Παπαδόπουλου18 τα Φάρασα, ο Βαρασός, είναι μια ελληνόφωνη κωμόπολη που βρισκόταν σε υψόμετρο 1400 μέτρα, πάνω σε οροπέδιο του Αντίταυρου, νότια της Καισάρειας τρεις ως τέσσερις μέρες δρόμο, στην άλλη πλευρά του Αργαίου όρους. Στα μέσα του 18ου αιώνα αριθμούσε περίπου 1000 σπίτια. Στην ανταλλαγή των πληθυσμών (1924) ήρθαν στην Ελλάδα 205 οικογένειες και σύμφωνα με βιβλιογραφικές αναφορές αλλά και τις σωζόμενες μαρτυρίες ήταν η πατρίδα: α) Μητροπολιτών, του Παϊσίου Β΄ Καισαρείας και του Αγαθαγγέλου Ικονίου. β) Αγίων, των αρχαίων Ιωνά και Βαραχισίου καθώς και του σύγχρονου Αρσενίου. γ) των δασκάλων, Δωροθέου στο Ανδρονίκιο-Ενδιρλίκ, Βενεδίκτου στη Νίγδη, τελειόφοιτοι αμφότεροι από τη Σχολή του Γερμανού το 1807. Για τα Φάρασα ο Octave Merlier (Οκτάβ Μερλιέ) σημειώνει: «Perdu dans l’ âpre étendue de l’ Asie Mineure, est devenu un foyer d’hellénisme. Là-bas ce n’est plus l’Europe, c’est l’Orient. Et pourtant Farassa est le premier glacis de l’Europe». « (Τα Φάρασα) χαμένα μέσα στα υψίπεδα της Μικράς Ασίας (Καππαδοκία), παρέμειναν μία εστία Ελληνισμού. Εκεί δεν είναι πλέον Ευρώπη, είναι Ανατολή. Και όμως τα Φάρασα είναι το πρώτο προκεχωρημένο φυλάκιο της Ευρώπης». Octave Merlier, «Proverbes de Farassa» Collection de l’Institut Français d’Athènes. Centre d’Études d’Asie Mineure. Athènes 1951, (σελ. 13) Επίσης σημειώνει πως τα Φάρασα είναι ένα σύμβολο, «Nid d’ aigle», δηλαδή, «Αετοφωλιά», όπως τα αποκαλεί ο Reclus που τα επισκέφτηκε το 1884, (ανωτέρω σελ. 7). Σχετικά με τα εκπαιδευτικά δρώμενα στα Φάρασα - Βαρασό διακρίνουμε τρεις περιόδους. 18 Ιορδάνης Παπαδόπουλος, ό.π., σ. 222-225. 73


-1η Περίοδος: 1770 – 1870 Κατά τη διάρκεια αυτών των εκατό χρόνων δεν υπήρχε οργανωμένο σχολείο. Ο εκάστοτε εφημέριος του χωριού και αρχικά ο παπά Αναστάσης πατέρας του Παϊσίου, προσπαθούσε να μάθει στα παιδιά λίγα γράμματα, μέσα στην εκκλησία. Όπως αναφέρει ο Ι. Η. Κάλφογλους19: «Εκείνη την εποχή επειδή στα Φάρασα δεν υπήρχε σχολείο, και αν υπήρχε μόνο την Αλφαβήτα και τον οχτόηχο θα μάθαινε και θα γινόταν Παπάς (αναφέρεται στον Παΐσιο), σε ηλικία 16 ετών (1793), πήγε στη Μονή Ζιντζίντερε για να σπουδάσει και από εκεί στην Καισάρεια». Ο εκ Φαράσων Παΐσιος, το 1832, όταν έγινε Μητροπολίτης φρόντισε για τα εκπαιδευτικά στην Επαρχία και στη γενέτειρά του. Κύριο μέλημά του ήταν η μόρφωση των παιδιών σύμφωνα με το πνεύμα της ελληνορθόδοξης παιδείας. Στην περίοδο αυτή, στο Βαρασό, αναφέρονται επίσης τα ονόματα δύο φωτισμένων δασκάλων: Νικολάου Τοπουζόκου και Αναστάσιου Κοβκεχά. -2η Περίοδος: 1870 – 1910 Για 40 χρόνια κυρίαρχη φυσιογνωμία στην εκκλησία και στην εκπαίδευση υπήρξε ο Χατζή Εφεντής, ο Άγιος Αρσένιος. Η παρουσία του ήταν καταλυτική και μονοπώλησε στα εκπαιδευτικά δρώμενα της περιοχής. Από τη μια έδρασε ανασταλτικά ως προς την πρόοδο στα γράμματα, πίστευε πως τα παιδιά δεν πρέπει να ξέρουν πολλά γιατί ξενιτεύονται πιο εύκολα, αλλά από την άλλη διατηρήθηκε καθαρά το Φαρασιώτικο ιδίωμα της Καππαδοκικής διαλέκτου. Η γλώσσα δεν επηρεάστηκε από την τουρκική γιατί στα Φάρασα δεν υπήρχαν Τούρκοι και τουρκόφωνοι Ρωμιοί. Δεν άφησε ξένους δασκάλους να στεριώσουν στο Βαρασό γιατί την περίοδο εκείνη υπήρχε η παρουσία των Ευαγγελιστών που ασκούσανε έντονη προπαγάνδα προσηλυτισμού και φοβόταν μήπως παρασύρουν τους νέους. Δίδασκε μόνο τα εκκλησιαστικά γράμματα. Εκείνα τα χρόνια 19 Ι.Η. Κάλφογλους, ό.π., σ. 154. 74


δεν υπήρχαν θρανία και καρέκλες, ο κάθε μαθητής είχε την προβιά του για να κάθεται κατάχαμα και είχε μια πλάκα πέτρας για να γράφει. Όταν ήταν απασχολημένος με τα θρησκευτικά του καθήκοντα, ο βοηθός του πήγαινε τα παιδιά σε μια αλάνα για να κάνουν γυμναστική και αθλοπαιδιές. Δευτεροβάθμιο Σχολείο στα Φάρασα δεν ιδρύθηκε ποτέ.

-3η Περίοδος: Αρχές του 20ου αιώνα Τα χρόνια αυτά παρατηρήθηκε μια άνθιση των γραμμάτων. Ο Χατζή Εφεντής, ήδη εξηκονταετής, περιορίστηκε στα καθαρά εκκλησιαστικά του καθήκοντα, κι έτσι ήρθαν δάσκαλοι με δίπλωμα και δίδαξαν, αλλά πάντα σε επίπεδο Δημοτικού σχολείου, καθότι για Γυμνάσιο πήγαιναν στην Καισάρεια και στη συνέχεια στη Μονή Αγίου Προδρόμου ή στη Σμύρνη για ανώτερες σπουδές. Το 1914 χτίστηκε σχολείο με χρήματα που έστειλε ένας Βαρασιώτης από τη Σμύρνη. Δάσκαλοι πριν την ανταλλαγή ήταν ο Κοσμάς και ο Ιβαννάκης από το Ζιντζίντερε που είχαν αποφοιτήσει από τη Μονή Αγίου Ιωάννου και δίδασκαν Γραμματική, Αριθμητική, Ιερά Ιστορία, Γυμναστική και εξηγούσαν το Ευαγγέλιο. Τέλος, με την επικράτηση των Νεότουρκων καθιερώθηκε υποχρεωτικά και το μάθημα της Τουρκικής γλώσσας.

Αποικίες των Φαράσων Σύμφωνα με αναφορά του Ιορδάνη Παπαδόπουλου στο 2ο Συμπόσιο 2005 του Δήμου Νέας Ιωνίας, (σελ. 226-229), στα περισσότερα Φαρασιώτικα χωριά δεν υπήρχαν διδακτήρια. Ο δάσκαλος έκανε το μάθημα σε ένα δωμάτιο σπιτιού που το διέθεταν εκ περιτροπής όσοι κάτοικοι είχαν την άνεση χώρου. Οι γονείς των μαθητών έστελναν και το καθημερινό φαγητό του δασκάλου. Τα παιδιά είχαν πάντα μαζί τους κοντύλι, πλάκα από φυσική πέτρα και μια προβιά που την έστρωναν καταγής και κάθονταν σταυροπόδι. Τα μαθήματα γίνονταν πέντε έξι μήνες το χειμώνα καθότι την άνοιξη και το καλοκαίρι, οι γονείς έπαιρναν τα παιδιά μαζί τους, στις αγροτικές δουλειές. Τα κορίτσια πήγαιναν δυο τρεις περιόδους και ύστερα άφηναν τα μαθήματα για να κάνουν δουλειές στο σπίτι. 75


Οι αποικίες των Φαράσων ήταν 11 χωριά: Καρσαντί, Αφσάρι, Κίσκα (Κισκισός), Σαττί, Τσουχούρι, Κιουρούμτζα, Ταστσί, Παχτζετζίκι, Πεσκαρτάς, Χοστσάς, Αγ. Κωνσταντίνος. ― Καρσαντί, ένα Ρωμιοχώρι με 80 περίπου οικογένειες και είχε ένα Δημοτικό σχολείο μικτό. ― Αφσάρι, μία ελληνόφωνη κωμόπολη με 150 περίπου οικογένειες και είχε ένα δάσκαλο που έκανε μάθημα σε ένα δωμάτιο. ― Κίσκα (Κισκισός), ένα ελληνόφωνο χωριό με 70 περίπου οικογένειες και είχε ένα μικρό σχολείο όπου δίδασκε ο παπάς του χωριού. ― Σαττί, ένα ελληνόφωνο χωριό με 40 περίπου οικογένειες. ― Τσουχούρι, ένα χωριό με 30 περίπου οικογένειες και δεν υπήρχε κτίριο για σχολείο. Τα παιδιά έκαναν μάθημα με δάσκαλο σε ένα δωμάτιο που διέθετε ένας γονέας. ― Κιουρούμτζα, αρχικά, ένα ελληνόφωνο χωριό με 128 περίπου οικογένειες. Σύμφωνα με πληροφορία πρόσφυγα που ήρθε με την ανταλλαγή, αναφέρει ότι: «Οι πρόγονοί μας που ήρθαν από τα Φάρασα (Αφσάρι) μπορεί να μιλούσαν ελληνικά. Στην εποχή μας όμως κανένας δεν ήξερα ελληνικά. Ο πατέρας μου παπά Ευστάθιος τη λειτουργία τη διάβαζε ελληνικά, κανείς όμως, ούτε αυτός καταλάβαινε τα λόγια». Ο Κάλφογλους σημειώνει: «Οι κάτοικοι ασχολούμενοι με τη γεωργία, διατηρούν ένα μικρό σχολείο». Η Κιουρούμτζα ήταν το μόνο τουρκόφωνο από τα Φαρασιώτικα χωριά. ― Ταστσί, ένα τουρκόφωνο χωριό στην περιοχή των Φαράσων με 55 περίπου οικογένειες. Σύμφωνα με πληροφορία πρόσφυγα που ήρθε με την ανταλλαγή, αναφέρει ότι: «Για σχολείο είχαμε ένα δωμάτιο. Δάσκαλος ήταν κάποιος χωριανός που έμαθε λίγα γράμματα στην Καισάρεια ή ερχόταν από άλλο χωριό και σπάνια από την Καισάρεια…». ― Παχτζετζίκι, ένα χωριό που το 1898 είχε 90 οικογένειες Ορθοδόξων και 20 Μουσουλμάνων. Όμως μετά τη μεγάλη σφαγή του 1922, ο Λεβίδης το 1905 εντόπισε μόνο 7 οικογένειες. Σχολείο δεν υπήρχε. ― Πεσκαρτάς, ένα τουρκόφωνο χωριό, με 32 περίπου οικογένειες. Υπήρχε ένα σχολείο σε επίπεδο δημοτικού και ο παπάς του χωριού έκανε το δάσκαλο. Σύμφωνα με πληροφορία πρόσφυγα που ήρθε με την ανταλλαγή, αναφέρει ότι: « Για σχολείο είχαμε ένα σπίτι πίσω από την 76


παλιά εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα. Ένα πέτρινο κτίριο με τέσσερα δωμάτια. Μια αίθουσα διδασκαλίας, ένα δωμάτιο για το δάσκαλο…». ― Χοστσάς, ένα χωριό με 34 περίπου οικογένειες. Επίσημο σχολείο δεν υπήρχε. Ο παπάς του χωριού δίδασκε τα παιδιά «τα κοινά γράμματα». Επίσης μερικές φορές έφερναν δάσκαλο που έκανε μάθημα σε ένα δωμάτιο που διέθετε κάποιος γονέας, για τέσσερις μήνες το χειμώνα. Την άνοιξη τα παιδιά βοηθούσαν τους γονείς τους στις αγροτικές και κτηνοτροφικές εργασίες. ― Αγ. Κωνσταντίνος, μία ελληνική συνοικία στο Εβερέκ. Ο Α. Μ. Λεβίδης αναφέρει στο «Ημερολόγιον του έτους 1905» ότι υπήρχαν 110 οικογένειες και σημειώνει: «Άλλοτε το σχολείον ήν ακμαίον, νυν δε διατηρούμενον υπό της Αδελφότητος των παντοπωλών, αριθμεί 30 μαθητάς μεθ’ ενός διδασκάλου».

Συντήρηση των Σχολείων και επιλογή ικανών δασκάλων Σύμφωνα με αναφορά του Ιορδάνη Παπαδόπουλου20 η συντήρηση των σχολείων και η εξασφάλιση πόρων για την πληρωμή των δασκάλων γίνονταν με χρήματα που έδιναν οι κάτοικοι των κοινοτήτων, αλλά και με την οικονομική αρωγή των συλλόγων των ομογενών που βρίσκονταν οργανωμένοι στα μεγάλα αστικά κέντρα, Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη και αλλού: Στην Κωνσταντινούπολη, ο «Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως», η «Εκπαιδευτική και Φιλανθρωπική Αδελφότης», η «Κεντρική Φιλεκπαιδευτική Αδελφότης Καππαδοκών». Στην Αθήνα, η «Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία», ο Σύλλογος Μικρασιατών εν Ελλάδι «Η Ανατολή», ο τοπικός σύλλογος «Φιλεκπαιδευτική Αδελφότητα Καισαρείας». Στα χωριά επίσης του χώρου υπήρχαν αδελφότητες που ενίσχυαν με σημαντικά ποσά τα σχολεία. 20 Ιορδάνης Παπαδόπουλος, ό.π., σ. 230-233. 77


Στη Μαλακοπή υπήρχε η «Φιλόπτωχος Αδελφότης Μαλακοπή» που συνέβαλε οικονομικά για να χτιστεί Διδακτήριο όπου στεγάστηκαν η Αστική σχολή, το Παρθεναγωγείο και το Νηπιαγωγείο. Πλούσιοι ομογενείς προσέφεραν σημαντικά ποσά για τη λειτουργία των σχολείων, αλλά και λιγότερο πλούσιοι και φτωχοί προσέφεραν τον οβολό τους για την ενίσχυση τους. Η τοπική Εφορία Σχολών κάθε κοινότητας συνέβαλε καθοριστικά για την είσπραξη προσφορών για τα ταμεία των σχολείων με διάφορους τρόπους. Συνεπώς, όπως προκύπτει απ’ όλα αυτά που αναφέρθηκαν, αποδεικνύεται περίτρανα το έντονο ενδιαφέρον και η μεγάλη αγάπη που είχαν, οι απανταχού Καππαδόκες, για την παιδεία και τη μόρφωση των παιδιών.

Πρακτικά του 2ου Συμποσίου "Ο Ελληνισμός της Μ. Ασίας από την αρχαιότητα μέχρι τη Μεγάλη Έξοδο" (25-27 / 11 / 2005), σελ. 230, Ιορδάνης Παπαδόπουλος

78


Χαμιντιέ – Μουραντιέ Ιώνων γη Σύμφωνα με αναφορά του Κωνσταντίνου Νίγδελη21 η κοινότητα του Χαμιντιέ που βρίσκεται 7,5 χιλιόμετρα από τη Μαγνησία και 31 χιλιόμετρα από τη Σμύρνη, ήταν ελληνική και ορθόδοξη, ευρισκόμενη σχεδόν στα παράλια της Μικράς Ασίας και πολύ κοντά στο ελληνικό στοιχείο της Σμύρνης. Η αρχική ονομασία, από άποψη πληθυσμιακή, ήταν Γκιαούρκιοϊ, δηλαδή Ελληνοχώρι και όλοι σχεδόν οι κάτοικοι ήταν 1000 οικογένειες. Ήταν Έλληνες που ήρθαν από την ηπειρωτική χώρα και τα νησιά, ως πρόσφυγες και η γλωσσική επικοινωνία γινότανε στη μητρική τους γλώσσα, στα ελληνικά. Στη συνέχεια βέβαια από την ανάγκη συνεννόησης με το ντόπιο τουρκικό στοιχείο, αλλά και από τις αναγκαστικές καταστάσεις έμαθαν και τα τουρκικά. Ο Ιωάννης Συκουτρής (1901-1937), φιλόλογος, συγγραφέας, γεννημένος στη Σμύρνη, απόφοιτος της περίφημης Ευαγγελικής Σχολής (η οποία λειτούργησε από το 1708 ως το 1922), υπηρέτησε ως δάσκαλος στην κοινότητα Χαμιντιέ-Μουραντιέ το σχολικό έτος 1918-1919. Υπήρξε μία σημαντική πεφωτισμένη προσωπικότητα και ενέπνευσε δασκάλους και μαθητές να μιλάνε μεταξύ τους μόνο ελληνικά και να διαδίδουν παντού την ελληνική γλώσσα. Σύμφωνα επίσης με τους Μαραβελάκη και Βακαλόπουλου:22 « Εις το Μουραδιέ (Χαμιντιέ) ελειτούργει πλήρες εξατάξιον δημοτικόν σχολείον και διτάξιον νηπιαγωγείον. Ιδιαιτέρως ελειτούργησεν επί χρονικόν τι διάστημα και εβδόμη τάξις» και όπου φοιτούσαν 200 περίπου μαθητές και μαθήτριες και υπηρετούσαν τρεις δάσκαλοι και τέσσερις δασκάλες. 21 Κωνσταντίνος Νίγδελης, « Χαμιντιέ-Μουραντιέ Ιώνων γη», Ιερά Μητρόπολη Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως, Θεσσαλονίκη 2014, σ. 23 και 124-143. 22 Μ. Μαραβελλάκης- Α. Βακαλόπουλος, «Οι προσφυγικές Εγκαταστάσεις στην περιοχή της Θεσσαλονίκης», Θεσσαλονίκη 1993, σ. 115. 79


Τα μαθήματα που διδάσκονταν ήταν: Α΄ Τάξη Γλωσσικά, Πραγματογνωσία, Αριθμητική, Ωδική, Γυμναστική. Β΄ Τάξη Θρησκευτικά, Γλωσσικά, Πραγματογνωσία, Αριθμητική, Γεωγραφία, Ωδική, Καλλιγραφία, Γυμναστική. Γ΄ Τάξη Θρησκευτικά, Γλωσσικά, Αριθμητική, Ιστορία, Γεωγραφία, Φυσική Ιστορία, Ωδική, Ιχνογραφία, Καλλιγραφία, Γυμναστική. Δ΄ Τάξη Θρησκευτικά, Γλωσσικά, Αριθμητική, Ιστορία, Γεωγραφία, Φυσική Ιστορία, Ωδική, Ιχνογραφία, Καλλιγραφία, Γυμναστική. Ε΄ Τάξη Θρησκευτικά, Γλωσσικά, Αριθμητική, Γεωμετρία, Ιστορία, Γεωγραφία, Φυσική Ιστορία, Φυσική πειραματική, Ωδική, Ιχνογραφία, Καλλιγραφία, Γυμναστική. ΣΤ΄ Τάξη Θρησκευτικά, Γλωσσικά, Αριθμητική, Γεωμετρία, Ιστορία, Γεωγραφία, Φυσική Ιστορία, Φυσική πειραματική, Χημεία, Ωδική, Ιχνογραφία, Καλλιγραφία, Γυμναστική.

Ανταβάλ - Ακτάς Το Ανταβάλ ή Ακτάς ήταν μια κοινότητα που βρίσκονταν 99 χιλιόμετρα από την Καισάρεια και 10 χιλιόμετρα από τη Νίγδη. Ήταν αμιγώς ελληνορθόδοξη αλλά τουρκόφωνη. Σύμφωνα με αναφορά της Μαρίας Ασβέστη, μετά την ανταλλαγή το 1924, έφτασαν στη μητροπολιτική Ελλάδα από το Ανταβάλ 530 οικογένειες με 1812 άτομα. Η πρώτη προσπάθεια για δημιουργία σχολείου έγινε το 1850 γιατί την περίοδο αυτή δόθηκαν ελευθερίες που αφορούσαν την εκπαίδευση. Το 1880 χτίστηκε ένα διώροφο σχολείο. Σύμφωνα με τους πίνακες για τον πληθυσμό και τα σχολεία της Καππαδοκίας που παραθέτει η Σία 80


Αναγνωστοπούλου στο βιβλίο της «Μικρά Ασία», το Ανταβάλ διέθετε ένα αλληλοδιδακτικό σχολείο με 150 μαθητές, μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα.

Χαλβάντερε Πρόκειται για ένα χωριό που βρίσκεται νοτιοδυτικά της Καρβάλης, 25 χιλιόμετρα από το Άκσεράϊ και 17 χιλιόμετρα από το Γκέλβερι. Ήταν μία ελληνορθόδοξη κοινότητα, τουρκόφωνη. Σύμφωνα με τη Μαρία Ασβέστη, που βασίζεται στα στοιχεία των Γενικών Αρχείων του Κράτους και του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών αναφέρει πως το 1924, με την ανταλλαγή, είχαν έρθει 46 οικογένειες, δηλαδή 195 άτομα. Η Σία Αναγνωστοπούλου αναφέρει ότι υπήρχε ένα μικρό μικτό αλληλοδιδακτικό σχολείο που είχε δύο αίθουσες με 40 μαθητές που διδάσκονταν ανάγνωση και γραφή.

Σύλλατα Βρίσκονται 20 χιλιόμετρα Νοτιοδυτικά της Νεάπολης. Ήταν μία κοινότητα Ελλήνων Ορθοδόξων Χριστιανών, ελληνόφωνων αλλά υπήρχε και μία συνοικία Οθωμανών. Σύμφωνα με τη Μαρία Ασβέστη, η οποία κατέγραψε όλους τους πίνακες των Ελλήνων που ήρθαν από την Τουρκία στην Ελλάδα το 1924, ο πληθυσμός τότε ήταν 163 οικογένειες με 518 άτομα. Όπως αναφέρει επίσης ο Συμεών Φαρασόπουλος, μέχρι το 1860 η εκπαίδευση των παιδιών ήταν υποτυπώδης, όμως η κατάσταση αυτή άλλαξε κατά τη διάρκεια του έτους αυτού γιατί λειτούργησε το πρώτο διώροφο σχολείο το οποίο μετά από είκοσι χρόνια καταστράφηκε και τα μαθήματα συνεχίστηκαν στα «κελλία» του ιερού ναού Αγίου Γεωργίου, για μεγάλο χρονικό διάστημα. Το 1895 κτίστηκε ένα υπέροχο σχολείο, αρχιτεκτονικά καλαίσθητο που ήταν εξοπλισμένο με πλούσιο εκπαιδευτικό υλικό. 81


Σύμφωνα με πληροφορίες των μελετητών Σαραντίδη Αρχ. και Κοιμίσογλου Συμεών, στην κοινότητα λειτούργησε, Ελληνικό Σχολείο, Δημοτικό Σχολείο και Παρθεναγωγείο. Ο Σ. Φαρασόπουλος αναφέρει πως επρόκειτο για μία σχολή, τη λεγόμενη Αστική Σχολή η οποία λειτουργούσε με τέσσερις τάξεις αρχικά και επτά αργότερα. Ο Σάββας Βασιλειάδης, τελειόφοιτος της «εν Σινασσώ Σχολής», Συλλατενός, διορίστηκε ως δάσκαλος το 1880-1881 στο σχολείο της γενέτειράς του κοινότητας. Δίδαξε για δεκαπέντε συνεχόμενα σχολικά έτη με επιμονή και υπομονή, συνέβαλε στη μόρφωση των νέων και έβαλε τις βάσεις για την ανάπτυξη της παιδείας του χωριού του. Σύμφωνα τέλος με το Σάββα Χωλόπουλο, αλλά και μαρτυρίες, στο σχολείο των Συλλάτων, από το 1860, δίδαξαν 29 ακόμα αξιόλογοι δάσκαλοι οι οποίοι συνέβαλαν αποφασιστικά και καθοριστικά στη μόρφωση των παιδιών. Στο αναλυτικό πρόγραμμα, στα Σύλλατα, διδάσκονταν τα ακόλουθα μαθήματα ανά τάξεις: Τάξις Α. Β. Γ. Ανάγνωση και Γραμματική Ιερά μαθήματα Πραγματογνωσία Αριθμητική Τοπογραφία Συλλάτων Καλλιγραφία και Γραφή Άσματα, Ποιήματα και Μύθοι

Τάξις Δ Ανάγνωση Νεοελληνικά Ιερά Ιστορία (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) Ελληνική Ιστορία Αριθμητική (προφορικά και γραπτά) 82


Σωματολογία Καλλιγραφία και Θεματολογία Ιχνογραφία Τάξις Ε Νεοελληνικά και Αρχαία Λειτουργική Αριθμητική (δεκαδικοί) Ζωολογία Βοτανική Καλλιγραφία και Θεματολογία Οθωμανικά Τάξις ΣΤ Ελληνικά Ιερά κατήχηση Μυθολογία Αριθμητική Ελληνική Ιστορία Γεωγραφία πολιτική Φυσική Επιστολογραφία Οθωμανικά

Τάξις Ζ Ελληνικά Εκκλησιαστική Ιστορία Φυσική Κοσμογραφία Επιστολογραφία Αρχαιολογία Οθωμανικά Επιστολογραφία Οθωμανιστί 83


Αξός Σύμφωνα με αναφορά του Λάζαρου Κενανίδη23, η κοινότητα βρίσκεται 88 χλμ. Νοτιοδυτικά της Καισάρειας, 28 χλμ. Βόρεια της Νίγδης και 18 χλμ. από τη Μαλακοπή. Ήταν ένα καθαρά αμιγές ελληνόφωνο χωριό, με 3687 κατοίκους, στο οποίο δεν υπήρχαν Τούρκοι. Οι κάτοικοι ασχολούνταν επαγγελματικά με την καλλιέργεια της γης, έκαναν εμπόριο και μετέφεραν τα εμπορεύματα σε πόλεις και χωριά. Στην κοινότητα λειτουργούσαν οι εκκλησίες, της Κοίμησης της Θεοτόκου, του Αγίου Γεωργίου, της Αγίας Μακρίνας και τα παρεκκλήσια της Ανάστασης, του Προφήτη Ηλία, της Αγίας Παρασκευής, των Αγίων Αναργύρων και της Αγίας Αικατερίνης. Υπήρχε το Δημοτικό Σχολείο, το οποίο σώζεται μέχρι σήμερα, στο οποίο δίδαξε από το 1906, για μια διετία ο μεγάλος δάσκαλος Γεώργιος Μαυροχαλυβίδης ο οποίος προώθησε τα εθνικά και παιδαγωγικά του σχέδια στο χωριό του. Οι μαθητές διδάσκονταν την αλφαβήτα και κάποια εκκλησιαστικά εγχειρίδια: το Ψαλτήρι, την Οκτώηχο, τον Απόστολο. Το κτίριο διέθετε 4 αίθουσες διδασκαλίας και γραφείο δασκάλων.

Τροχός Σύμφωνα με αναφορά του Λάζαρου Κενανίδη24, η κοινότητα ήταν ένα μικρό χωριό που το 1924 είχε περίπου 550 ελληνορθόδοξους, από τους 1550 που υπήρχαν στα τέλη του 19ου αιώνα. Οι κάτοικοι του χωριού ασχολούνταν με την καλλιέργεια της γης, αλλά αρκετοί αναγκάζονταν να μεταναστεύσουν και γίνονταν έμποροι κυρίως στην Κωνσταντινούπολη, όπως γινόταν και σε άλλα χωριά της Καππαδοκίας. Η γλώσσα που μιλούσαν ήταν τα ελληνικά, αλλά λόγω των πιέσεων γνώριζαν και 23 Λάζαρος Κενανίδης, ό.π., σ. 14-17. 24 Λάζαρος Κενανίδης, ό.π., σ. 18-20. 84


τουρκικά. Υπήρχε ένα μικρό σχολείο που υπολειτουργούσε. Δάσκαλος ήταν ο τοπάλ-Αναστάσης. Λειτουργούσαν δύο εκκλησίες του Προφήτη Ηλία και του Αγίου Γεωργίου.

Ευαγγελική σχολή Σύμφωνα με αναφορά της Λήδας Ιστικοπούλου25 στη Σμύρνη λειτουργούσε η «Ευαγγελική Σχολή» με αγγλική προστασία από το 1747. Διευθυντής της από το 1810 μέχρι το 1892 ήταν ο Άγγλος Πρόξενος. Μετά ασκήθηκαν πιέσεις από τους Οθωμανούς και στη συνέχεια επιχείρησαν να επέμβουν στα σχολικά προγράμματα. Όμως το 1895 οι Οθωμανοί αναγνώρισαν το δικαίωμα της προστασίας της Σχολής από τους Άγγλους και τα εκπαιδευτικά θέματα επανήλθαν όπως ήταν στο παρελθόν. Το 1893 η Σχολή είχε 1236 μαθητές, από τους οποίους οι 704 ήταν Έλληνες. Στο κυρίως κτίριο και μαζί με τις βοηθητικές εγκαταστάσεις φοιτούσαν συνολικά 1700 μαθητές. Η διδασκαλία των μαθημάτων ήταν δωρεάν για τους Χριστιανούς.

25 Λήδα Ιστικοπούλου, «Επεμβάσεις στην αυτονομία της Ευαγγελικής Σχολής», Μικρασιατικά Χρονικά, τ. 21ος Αθήνα 2002, σ. 53-96. 85


Γλώσσα Σύμφωνα με αναφορά του Τάκη Σαλκιτζόγλου26 η αρχαία Καππαδοκική γλώσσα ανήκε στην οικογένεια των Ινδοευρωπαϊκών γλωσσών. Βέβαια, με το πέρασμα του χρόνου, στην Καππαδοκία επικράτησε η ελληνική γλώσσα. Τα Ελληνικά ήταν τον 7ο αιώνα μ.Χ. η διεθνής γλώσσα της εποχής και επίσημη στις διπλωματικές επαφές των Αράβων με τους Βυζαντινούς και από τους Οθωμανούς ως επίσημη γλώσσα για 150 χρόνια μετά την Άλωση, έως το 1600 περίπου. Ενώ αυτό γινόταν για την επικοινωνία με τα κράτη της Δύσης, αντίθετα στο εσωτερικό της επικράτειας ήταν απαγορευμένη, γιατί οι Οθωμανοί ήθελαν, ως κατακτητές, οι αλλόγλωσσοι υπήκοοι να μιλούν τη δική τους γλώσσα. Χρησιμοποίησαν λοιπόν βάρβαρες πρακτικές κατά των Ελλήνων ώστε να σταματήσουν να μιλούν Ελληνικά. Έτσι όταν οι κάτοικοι αντιμετώπισαν το δίλημμα, γλώσσα ή θρησκεία, προτίμησαν να τουρκοφωνήσουν παρά να γίνουν μουσουλμάνοι. Θυσίασαν τη γλώσσα για να κρατήσουν την πίστη στην Ορθοδοξία. Η άμυνα των Καππαδοκών που με το πέρασμα των χρόνων τουρκοφώνησαν ήταν η ελληνική γραφή. Χρησιμοποίησαν το ελληνικό αλφάβητο προκειμένου να καταγράφουν τα Τούρκικα (τα γνωστά καραμανλίδικα), δηλαδή τούρκικες λέξεις με ελληνικά γράμματα. Τα Φάρασα ήταν σπουδαίο κέντρο του Καππαδοκικού Βυζαντινού Ελληνισμού, με ελληνόφωνες Καππαδόκες. Οι κάτοικοι στις αρχές του 20ου αιώνα ήταν δίγλωσσοι. Ο R. Dawkins, στο βιβλίο του «Modern Greek in Asia Minor», Cambridge 1916, μελετώντας την ελληνική γλώσσα στη Μικρά Ασία, αναφέρει ότι τα ελληνικά γλωσσικά ιδιώματα της Καππαδοκίας κατατάσσονται σε τρεις ομάδες: ― τη διάλεκτο της Σίλλης, ― τη διάλεκτο της Καππαδοκίας, ― τη διάλεκτο των Φαράσων, στην οποία η τουρκική γλώσσα είχε επιρροή στην ελληνική. 26 Τάκης Σαλκιτζόγλου, «Ελληνική γλώσσα και οθωμανική εξουσία», Μικρασιατικά Χρονικά, τ. 24ος, Αθήνα 2011, σ. 93-103 86


Σε αρκετές ελληνορθόδοξες κοινότητες υπήρχαν τουρκόφωνοι γι’ αυτό και τα μηνύματα της αρχαίας ελληνικής κληρονομιάς και της εθνικής συνείδησης πέρασαν μέσα από την καραμανλίδικη γραφή μετά τη διάδοση της τυπογραφίας. Το έργο του Λέοντος Μελά ο «Γεροστάθης», τυπώθηκε στα καραμανλίδικα για να διαβαστεί από τους τουρκόφωνους Έλληνες της Καππαδοκίας. Από καταγραφές που έκανε το Εθνικό Κέντρο, στα τέλη του 19ου αιώνα, φάνηκε ότι από τους 74 Καππαδοκικούς οικισμούς, οι 27 ήταν ελληνόφωνοι και 47 τουρκόφωνοι. Όσον αφορά για τη γλώσσα των Ελλήνων Ορθοδόξων της Καππαδοκίας, σαφώς και υπήρχε έντονος επηρεασμός κάτω από την καταπιεστική εξουσία των Οθωμανών στη μεγάλη διάρκεια της Αυτοκρατορίας τους. Το σύνολο των πληροφορητών, προερχομένων από κοινότητες του χώρου, ισχυρίζονταν πως τα χρόνια τα παλιά μιλούσαν Ελληνικά. Με βάση τις μαρτυρίες των ανθρώπων που γεννήθηκαν, μεγάλωσαν και έζησαν εκεί είχαν δική τους αντίληψη για τα γεγονότα, αναφέρουν ότι οι Τούρκοι κατακτητές, για να αλλάξουν την εθνική συνείδηση των κατοίκων, επιδίωξαν να εξαφανίσουν, εκτός των άλλων και την ελληνική τους γλώσσα. Δε δίστασαν να εφαρμόσουν απάνθρωπες μεθόδους, όπως τη “γλωσσοκοπία” γονέων, το παιδομάζωμα, τους βίαιους εξισλαμισμούς και άλλες διώξεις που καταγράφηκαν στην ψυχή των κατοίκων. Όπως αναφέρει ο Νικόλαος Ρίζος, «η γλωσσοκοπία γινόταν, όπως αναφέρουν οι παραδόσεις πιο πολύ στις μανάδες για να μην μαθαίνουν τη μητρική τους γλώσσα και να ξεκόβουν ευκολότερα από αυτήν». Οι αιτίες για τη μετάλλαξη των ελληνικών πληθυσμών της Καππαδοκίας, όσον αφορά τη γλώσσα, είναι πολλές και σημαντικές και φαίνεται πως άρχισαν από τα παλιά χρόνια. Υπάρχουν βέβαια και άλλες απόψεις πάνω σ’ αυτό το σημαντικό ζήτημα, που στηρίζονται σε “λογικά” επιχειρήματα, όπως αναφέρει ο συγγραφέας, ιστορικός-ερευνητής, Κωνσταντίνος Νίγδελης: • Η ανάγκη συνεννόησης, ο ποιο σημαντικός παράγοντας… που αφορά κατά κύριο λόγο αυτόν που έχει την ανάγκη, δηλαδή τον ηττημένο. 87


Η Καππαδοκία κατακτήθηκε, πέρασε στα χέρια του νικητή, επιβλήθηκε ως επίσημη γλώσσα η δική του, το ίδιο συνέβη στο εμπόριο και σε κάθε μορφή και έκφανση της δημόσιας ζωής. Επομένως προκύπτει για τον ελληνορθόδοξο πληθυσμό η ανάγκη εκμάθησης της τουρκικής γλώσσας. • Βέβαια έχουν καταγραφεί περιπτώσεις βίας ποικίλων μορφών: εξαναγκασμοί, γλωσσικές πιέσεις, ξυλοδαρμοί, μέχρι και γλωσσοκοπίες… αλλά στη συνέχεια τα πράγματα άλλαξαν προς το καλύτερο. • Ο ίδιος συγγραφέας επισημαίνει: Οι τουρκόφωνοι και οι ελληνόφωνοι Έλληνες της Καππαδοκίας, αποτελούσαν ένα ενιαίο και αδιαίρετο σύνολο. Η θρησκεία, τα ήθη, τα έθιμα, οι παραδόσεις και οι συνήθειες, οι κοινές ιστορικές καταβολές τους ενίσχυσαν και χαλύβδωσαν την ενότητά τους, κόντρα όχι μόνο στην πίεση των Τούρκων, αλλά και της καθολικής εκκλησίας και των προτεσταντών που καιροφυλακτούσαν για την «κατάληψη», δηλαδή το θρησκευτικό προσηλυτισμό των κατοίκων τούτων των περιοχών. Όλα αυτά μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα, οπότε με την επιβολή του Χάττι Χουμαγιούν και του Χάττι Σερίφ, στα πλαίσια φυσικά μιας φιλελευθεροποίησης του καθεστώτος, έχουμε τη δημιουργία οργανωμένων σχολικών μονάδων και τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας σε ένα δρόμο μακρύ και δύσκολο. ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ τόμος 21ος σελ. 253, 254 . Γλώσσα, του Βασίλη Αναστασιάδη, «Αναμνήσεις από το Αφσάρι των Φαράσων». Αφηγητής: Κώστας Αναστασιάδης (+1987), καταγραφή 1966.

88


89


Παρόλα αυτά, η ελληνική γλώσσα μπόρεσε να επιβιώσει. Το γεγονός δείχνει τις ισχυρές αντοχές που είχαν οι άνθρωποι αυτοί, που εξακολούθησαν να μιλούν Ελληνικά στα βάθη της Ανατολίας, χάρη στη θέληση των κατοίκων της Καππαδοκίας να διατηρήσουν την ελληνική τους συνείδηση και χάρη επίσης στην αγάπη τους για την Ιστορία των Ελλήνων προγόνων τους. Τα πολυάριθμα σχολεία σε όλη την Καππαδοκία, η αγάπη για την παιδεία και τον πολιτισμό, αποδεικνύουν περίτρανα τα θετικά αποτελέσματα που είχαν οι Καππαδόκες, γιατί μέσα από τα πολύ σοβαρά προβλήματα που αντιμετώπισαν, κατόρθωσαν να επιβιώσουν, να δημιουργήσουν και κυρίως να διαφυλάξουν την ελληνική γλώσσα όπως και την πίστη τους στη θρησκεία. Τέλος, υπήρχε πάντα μια αδιάκοπη εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας.

90


Ο Σύλλογος Μικρασιατών «Η Ανατολή» Το «Βιβλίο» των υποτρόφων του Συλλόγου

Σύμφωνα με αναφορά του Θεοδόση Πυλαρινού, στα Μικρασιατικά Χρονικά, τόμος 21ος (σελ. 97-163), ο Σύλλογος Μικρασιατών «Η Ανατολή» ιδρύθηκε το 1891 στην Αθήνα. Στόχος του ήταν η πατριωτική οργάνωση, η εξάπλωση της παιδείας στη Μικρασία και είχε θετικά αποτελέσματα. 1) Ίδρυσε σχολεία. 2) Συγκρότησε το διδακτικό προσωπικό των Ελληνικών Σχολείων της Ανατολής, από υποτρόφους του Συλλόγου, για να διδάξει στα ελληνόπουλα την ελληνική γλώσσα, την ελληνική παιδεία, τα ήθη, τα έθιμα, τις παραδόσεις και να στηρίξει την Πίστη στην Ορθοδοξία. 3) Ίδρυσε στην Καππαδοκία Διδασκαλείο για Μικρασιάτισσες, από υποτρόφους του Συλλόγου. 4) Εφοδίασε τα σχολεία με βιβλία και εποπτικό υλικό, χάρτες, πίνακες κ.λπ. 5) Ανέλαβε τη διαφώτιση της κοινής γνώμης στην Ελλάδα και το εξωτερικό για το ελληνικό στοιχείο της Μικράς Ασίας. 6) Εξέδωσε από το 1904-1910 το Περιοδικό «Ξενοφάνης», με εκπαιδευτικά, επιστημονικά, θρησκευτικά, λαογραφικά, γλωσσικά, στατιστικά στοιχεία και άλλα θέματα, για την ανάδειξη της ελληνικότητας των μικρασιατικών περιοχών. 7) Συνέβαλε ηθικά και υλικά στους μικρασιάτες πρόσφυγες. 8) Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, συνέχισε το πολύ δύσκολο και σημαντικό έργο για τη βοήθεια των προσφύγων στην Ελλάδα (περίθαλψη, στέγαση, εκπαίδευση, εύρεση εργασίας κ.λπ.) Ιδρυτής του Συλλόγου ήταν ο καθηγητής Μαργαρίτης Ευαγγελίδης. ― Οι υπότροφοι του Συλλόγου ανέρχονταν στους 315. ― Οι υπότροφοι της «Ριζαρείου Σχολής» στους 29. ― Οι υπότροφοι του «Αρσακείου» στους 49. ― Οι υπότροφοι του Διδασκαλείου των Νηπιαγωγών στους 67. ― Οι υπότροφοι του Διδασκαλείου των Νηπιαγωγών στα Φλαβιανά της Καππαδοκίας στους 42. ― Οι υπότροφοι σε διάφορα άλλα εκπαιδευτήρια στους 90. 91


Ελληνικά Σχολεία στη Μικρά Ασία (Φεβρουάριος 1919) Σύμφωνα με αναφορά του Φάνη Μαλκίδη στα Μικρασιατικά Χρονικά τόμος 21ος σελ. 175 (Πίνακας 1) και σελ. 177 (Πίνακας 2)

92


ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ

ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΙΤΙΚΑ ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ ΝΕΟΥΣ ΠΟΥ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΑΝ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΚΑΙ ΣΤΗ ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ 1898 – 1919 Ιστορικά, εκπαιδευτικά, πολιτιστικά και πολιτικά δεδομένα της περιόδου 1890-1920 Σύμφωνα με επισήμανση της Ζαχαρούλας Καραβά, στο βιβλίο της «Τα Ελληνικά Κωνσταντινουπολίτικα περιοδικά για παιδιά και νέους (1898-1919)», οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης, της Καππαδοκίας και γενικότερα της Μικράς Ασίας θέλησαν να υποστηρίξουν τα εκπαιδευτικά και πολιτιστικά θέματα, δίνοντας βάρος στην πνευματική καλλιέργεια των νέων. Μέσα από την παιδεία και τον πολιτισμό, μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που δημιουργούσε η Οθωμανική ηγεσία και να διατηρήσουν την ύπαρξή τους στην Τουρκική επικράτεια. Σε συνεργασία πάντοτε με τους κληρικούς και δασκάλους οι οποίοι διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στη διατήρηση και διάδοση της ελληνικής γλώσσας. Κάνοντας αναφορά στα περιοδικά για παιδιά και νέους που εκδόθηκαν από την ομογένεια στην Κωνσταντινούπολη πρέπει να γίνει αρχικά μία προσέγγιση στην Ιστορία, στην παιδεία και στον πολιτισμό των αξέχαστων πατρίδων της καθ’ ημάς Ανατολής, καταθέτοντας τα πιο σημαντικά στοιχεία για τον Ελληνισμό της Πόλης (1890-1922), την Ελληνική Λογοτεχνία στη Βασιλεύουσα και την εκπαίδευση, δημοτική και μέση. Την περίοδο 1890-1924, βασικό ρόλο στην ιστορική διαδρομή αυτής της σημαντικής εποχής έπαιξαν, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, οι Σουλτάνοι, οι Νεότουρκοι, το Ελληνικό Κράτος, ο Μακεδονικός Αγώνας, οι Βαλκανικοί Πόλεμοι, ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, η Μικρασιατική περιπέτεια, τα εκπαιδευτικά προγράμματα, οι δάσκαλοι, οι καθηγητές, οι μαθητές, η γλώσσα (δημοτικισμός και λογιοτατισμός), η Μεγάλη Ιδέα… 93


Κατά την περίοδο 1900-1910 υπήρξε έντονη λογοκρισία του ελληνικού τύπου από την ηγεσία των Νεότουρκων, η οποία κορυφώθηκε το 1912 με την επιβολή παύσης της κυκλοφορίας ελληνικών εντύπων. Οι Έλληνες της Πόλης συνέχισαν την έκδοση γνωστών εντύπων με διαφορετική ονομασία και εμφάνιση. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το 1914, έγιναν αλλαγές στο πολιτικό σκηνικό της Τουρκίας οι οποίες είχαν άμεση επίδραση στα θέματα της παιδείας και του πολιτισμού στον ελληνικό πληθυσμό της Πόλης, της Μ. Ασίας και της Καππαδοκίας, όπως επίσης αναβαθμίστηκε το βιοτικό επίπεδο στις ελληνορθόδοξες κοινότητες καθώς καταργήθηκε ο κεφαλικός φόρος (χαράτσι) και επιτράπηκε στις μειονότητες η θρησκευτική και εκπαιδευτική ελευθερία. Η άνθιση αυτή, στα εκπαιδευτικά και πολιτιστικά δρώμενα, χάθηκε οριστικά με την μεγάλη καταστροφή και την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1924. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης, με τις 26 Μικρασιατικές Μητροπόλεις, στις οποίες λειτουργούσαν 1315 ορθόδοξες κοινότητες (όπως αναφέρεται στην «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους») και συντηρούσαν 2228 σχολεία, υπήρξε σημαντικότατος φορέας της κοινωνικής ζωής του Χριστιανικού Ελληνισμού στη Μικρά Ασία, που παρά τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν, η προσφορά τους στη διάδοση των γραμμάτων στη Μικρά Ασία ήταν καθοριστική. Οι πολιτιστικές δραστηριότητες των κοινοτήτων στηρίχτηκαν κυρίως στις ιδιωτικές πρωτοβουλίες, όπου Έλληνες ομογενείς, ως εθνικοί ευεργέτες, προσέφεραν οικονομικά, στις κοινότητες από τις οποίες κατάγονταν, για τη βελτίωση των συνθηκών της παιδείας και του πολιτισμού. Τα χρόνια εκείνα λειτούργησαν ονομαστά εκπαιδευτήρια, όπως «Η Μεγάλη του Γένους Σχολή», το «Ζωγράφειο Γυμνάσιο» κ.α. τα οποία συνέβαλαν σημαντικά στη μόρφωση των παιδιών. Η εξουσία στην Τουρκία επέτρεψε στους Έλληνες της Μ. Ασίας τη δημιουργία πολιτιστικών συλλόγων οι οποίοι είχαν στόχο την καλλιέργεια της νεοελληνικής λογοτεχνίας και γλώσσας. Το 1861 ιδρύθηκε ο «Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντι94


νουπόλεως», ο οποίος είχε αξιόλογη δράση στον εκπαιδευτικό και πολιτιστικό τομέα, ανέπτυξε δραστηριότητα έχοντας ως στόχο τη διάδοση των ελληνικών γραμμάτων και επιστημών, την ίδρυση νέων σχολείων, συμβολή στην έκδοση διδακτικών βιβλίων κ.α. Το 1891 ιδρύθηκε ο σύλλογος Μικρασιατών «Ανατολή», ο οποίος είχε στόχο την εκπαιδευτική και πολιτιστική επανασύνδεση των Ελλήνων της Μ. Ασίας με τον ελληνισμό, αλλά και την αποκατάσταση της ελληνικής γλώσσας καθώς και την τόνωση της ορθόδοξης θρησκείας, επειδή εκείνη την περίοδο, υπήρχε προσπάθεια επικίνδυνου προσηλυτισμού από καθολικούς και διαμαρτυρομένους, κυρίως στις τουρκόφωνες περιοχές. Ταυτόχρονα, σημαντικές πνευματικές προσωπικότητες έπαιξαν σπουδαίο ρόλο στα πολιτιστικά δρώμενα συμβάλλοντας στην έκδοση αξιοσημείωτου αριθμού περιοδικών και ημερήσιων φύλλων που εκδίδονταν στην Κωνσταντινούπολη. Στην Πόλη για παράδειγμα, κυκλοφορούσαν, τα χρόνια εκείνα, οι εφημερίδες «Πρόοδος», «Απογευματινή», «Αμερόληπτος» οι οποίες έκαναν επαινετικά σχόλια για τα περιοδικά που κυκλοφορούσαν, όσον αφορά το περιεχόμενο και την εικονογράφησή τους. Ο περιοδικός τύπος επίσης παρείχε πνευματική υποστήριξη στα Ελληνόπουλα της Μικράς Ασίας και συνέβαλε στο ξεπέρασμα των διαφόρων προβλημάτων που δημιουργούσαν οι Νεότουρκοι στην ελληνική μειονότητα κατά τη διάρκεια των ιστορικά κρίσιμων χρόνων 1900-1912. Στα έντυπα περιοδικά για παιδιά και νέους, που κυκλοφόρησαν στα χρόνια 1900-1920, υπήρξαν δύο ρεύματα σε θέματα γλωσσικά: οι καθαρευουσιάνοι και οι δημοτικιστές, όπου παρατηρήθηκαν αντιπαραθέσεις που αποτυπώθηκαν στις εκδόσεις των περιοδικών. Οι καθαρευουσιάνοι, στο χώρο της παιδείας, αγωνίστηκαν για το μη εκχυδαϊσμό των βιβλίων από τη χρήση της δημοτικής γλώσσας, έχοντας συμπαράσταση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Από την άλλη μεριά, οι δημοτικιστές, με τις προοδευτικές δυνάμεις γύρω από το Φώτη Φωτιάδη, ο οποίος το 1902 εξέδωσε το βιβλίο «Το γλωσσικό ζήτημα κι η εκπαιδευτική μας αναγέννηση», επιδίωξαν την εισαγωγή της δημοτικής γλώσσας σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. 95


Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, το 1904, διοργανώθηκε στην Αθήνα το πρώτο εκπαιδευτικό συνέδριο, με πρωταγωνιστές τον Δημήτρη Βικέλα και τον Γεώργιο Δροσίνη. Οι δημοτικιστές, που τους αποκαλούσαν «μαλλιαρούς», δέχτηκαν συκοφαντικές κατηγορίες και οι έντονες αντιπαραθέσεις που δημιουργήθηκαν μεταξύ δημοτικιστών και καθαρευουσιάνων, αποτυπώνονταν στον περιοδικό και ημερήσιο τύπο της εποχής εκείνης. Το 1910, ο Αλέξανδρος Δελμούζος, ο Δημήτρης Γληνός και ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης, με τη συμπαράσταση Αθηναίων και Κωνσταντινοπολιτών, ίδρυσαν τον «Εκπαιδευτικό Όμιλο», που είχε ως σκοπό την επίλυση του γλωσσικού προβλήματος καθώς και την προώθηση των εκπαιδευτικών προοδευτικών μεταρρυθμίσεων. Την εξομάλυνση της κατάστασης για τη γλώσσα, καθαρεύουσα ή δημοτική, έδωσε ο Ελευθέριος Βενιζέλος, αναθέτοντας, στα κύρια ιδρυτικά μέλη του «Εκπαιδευτικού Ομίλου», Δ. Γληνό, Α. Δελμούζο και Μ. Τριανταφυλλίδη, την εφαρμογή της δημοτικής γλώσσας στην εκπαίδευση. Από το 1860 δημιουργήθηκαν σχολεία στα οποία η εκπαίδευση ελεγχόταν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο αλλά και από τον ελλαδικό χώρο. Σημαντικό ρόλο έπαιξε ο «Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως» που είχε στόχο την πραγμάτωση δραστηριοτήτων πάνω σε πολιτιστικά θέματα. Υπήρχε μια επιτροπή που διαχειρίστηκε τα εκπαιδευτικά προγράμματα, τα διδακτικά βιβλία, αλλά και τη στελέχωση των εκπαιδευτικών στα σχολεία. Η προσπάθεια αυτή είχε θετικά αποτελέσματα. Το 1882 λειτούργησε στο Φανάρι το «Ιωακείμειο» Παρθεναγωγείο, το 1885 λειτούργησε το «Ζάππειο», το οποίο υπάρχει μέχρι και σήμερα ως δημοτικό και γυμνάσιο, το 1890 ιδρύθηκε το «Ζωγράφειο» Παρθεναγωγείο και το 1892 το «Κεντρικό Παρθεναγωγείο». Όλα αυτά τα εκπαιδευτικά ιδρύματα κτίστηκαν με χορηγίες Ελλήνων ομογενών. Επίσης, «Η Μεγάλη του Γένους Σχολή» και η «Θεολογική Σχολή της Χάλκης» ήταν εκπαιδευτικά ιδρύματα που συνέβαλαν στη διατήρηση και διάδοση του ελληνικού πνεύματος.

96


Η λογοτεχνία στον περιοδικό τύπο της Κωνσταντινούπολης (1890-1920) Ο περιοδικός τύπος αποτελούσε πάντα ένα σημαντικό κέντρο πνευματικής παραγωγής. Την περίοδο αυτή άρχισε να παρουσιάζεται η νεοελληνική παιδική λογοτεχνία που, η ανάπτυξη της, έγινε μέσα από τα έντυπα τα οποία απευθύνονταν στα παιδιά και έτσι συνέβαλαν ουσιαστικά στη βελτίωση της πνευματικής ζωής των νέων. Παράλληλα, εμφανίστηκαν και τα εικονογραφημένα περιοδικά για παιδιά και νέους που είχαν ένα ψυχαγωγικό και ηθικό προσανατολισμό. Με τον τρόπο αυτό γεννήθηκε μια νέα μορφή λογοτεχνίας η οποία στηρίχτηκε στη γραφική αναπαράσταση του κειμένου, καθώς είχε ως στόχο την άσκηση για την αντίληψη των αισθήσεων των παιδιών. Οι εικαστικές τέχνες, πάλι, συνέβαλαν ουσιαστικά στην ανάπτυξη και προώθηση των εντύπων για νέους, καθώς η εικονογράφηση εξυπηρέτησε τις κοινωνικές και παιδαγωγικές προσδοκίες για τη μόρφωση και την καλλιέργεια των μαθητών, καθότι η τέχνη μέσα από την παιδαγωγική λειτουργία τής εικόνας παίζει σπουδαίο ρόλο στον εμπλουτισμό γνώσεων. Το 1872, στην Κωνσταντινούπολη, παρουσιάστηκε το πρώτο εικονογραφημένο περιοδικό για παιδιά και νέους, ο «Αγγελιοφόρος», με εικόνες ευρωπαϊκής προέλευσης. Εξέχουσες πνευματικές προσωπικότητες της Πόλης διαδραμάτισαν καθοριστικό και ουσιαστικό ρόλο στην εξέλιξη του περιοδικού εντύπου για τους μαθητές, στο πιο σημαντικό κέντρο πνευματικής παιδαγωγικής παραγωγής, μέσα στην Τουρκία, μιας δύσκολης περιόδου. Βέβαια, η απήχηση που είχε σε όλες τις ελληνικές κοινότητες της Μικράς Ασίας ήταν αποτελεσματική στη μόρφωση της νεολαίας. Φυσικά, τα περιοδικά λειτούργησαν ως μέσο αγωγής για τα Ελληνόπουλα της Μικράς Ασίας, αλλά και ως εξωσχολικά έντυπα για νέους, βοήθησαν στη μόρφωση, στην καλλιέργεια των μαθητών και στην άνοδο της ελληνικής πνευματικής δημιουργίας. 97


Στην Κωνσταντινούπολη μετά το 1856, η ελληνική ομογένεια ανέπτυξε, εκτός από κοινωνική δραστηριότητα και πολιτιστική με μία λογοτεχνική κίνηση, μετά την ανεξαρτησία λόγου και τύπου που παραχώρησε η τουρκική ηγεσία στις μειονότητες. Αποτέλεσμα: η ίδρυση συλλόγων, η έκδοση εφημερίδων όπως «Νεολόγος», «Ταχυδρόμος», «Πρόοδος» και περιοδικών, όπως «Ο Παράδεισος των Παίδων» το 1877, «Χαρά» το 1878, «Κύρηξ» το 1890-1893, «Φιλολογική Ηχώ» το 1893, «Εβδομαδιαία Επιθεώρησις», «Νεολόγος». Την περίοδο 1900-1910, εξαιτίας των απαγορεύσεων από την Τουρκική ηγεσία, οι λογοτέχνες της Πόλης δεν είχαν τη δυνατότητα να γνωρίσουν τη λογοτεχνική παραγωγή των νεότερων λογοτεχνών της Αθήνας και έτσι απουσίασε η διδασκαλία της νεοελληνικής λογοτεχνίας στην Πόλη. Τότε, αρκετοί συγγραφείς μετακόμισαν στην Αθήνα, στο Παρίσι και σε άλλες πόλεις.

Τα περιοδικά Τα Ελληνικά Κωνσταντινουπολίτικα περιοδικά για παιδιά και νέους που κυκλοφόρησαν στην περίοδο 1898 – 1919, σύμφωνα με αναφορά της Ζαχαρούλας Καραβά, στο βιβλίο της «Τα Ελληνικά Κωνσταντινουπολίτικα περιοδικά για παιδιά και νέους (1898-1919)», ήταν τα ακόλουθα:

1) «ΠΑΙΔΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ» (1898-1908) Επρόκειτο για ένα δεκαπενθήμερο, δεκαεξασέλιδο, δίστηλο φυλλάδιο. Στο εξώφυλλο, πέραν των στοιχείων του περιοδικού είχε ένα ασπρόμαυρο σκίτσο. Εσωτερικά, η εικονογράφηση στηρίχτηκε στην παρουσίαση ασπρόμαυρων φωτογραφιών και σκίτσων παράλληλα με τα κείμενα. Η γλώσσα ήταν στη δημοτική για τα ποιήματα και στην απλή καθαρεύουσα για τα πεζά κείμενα. Σκοπός της έκδοσης ήταν η συμβολή στην ανάγκη κοινωνικής προσφοράς για την ηθική διαπαιδαγώγηση των παιδιών και εφήβων, λειτουργώντας συμπληρωματικά στο ρόλο του σχολείου, δίνοντας στοιχεία για την καλλιέργεια και γνώσεις μέσα από την ψυχαγωγία 98


και τη διδασκαλία. Εκτός από τις καλλιτεχνικές εικόνες, το περιοδικό περιλάμβανε θρησκευτικά αναγνώσματα, διηγήματα περιγραφών και ταξιδιών, μυθιστορήματα, ποιήματα, τέχνη, βιογραφίες, αινίγματα, παραμύθια, γνώσεις φυσικών επιστημών και περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος, διαγωνισμούς, αλληλογραφία με τους αναγνώστες κ.α. Ήταν ένα έντυπο όπου διαπιστώθηκε ένας συντηρητισμός στο θεματικό και πολιτικό προσανατολισμό καθώς η κυκλοφορία του υποστηριζόταν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και ελεγχόταν από την τουρκική κυβέρνηση. Στο περιοδικό αυτό δημοσιεύτηκαν έργα όπως: ο «Ροβινσώνας Κρούσος» του Daniel Defoe, ο «Μικρούλης» του Ιουλίου Βερν και άλλα, κυρίως μεταφρασμένα έργα από τα Γαλλικά, που είχαν ηθοπλαστικό και διδακτικό περιεχόμενο. Επίσης παρουσιάστηκαν και έργα γνωστών Ελλήνων συγγραφέων όπως των: Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Άγγελου Σημηριώτη, Κώστα Πολίτη, Γιώργου Δροσίνη, Ιωάννη Βηλαρά, Γεωργίου Βιζυηνού, Αργύρη Εφταλιώτη κ.α.

2)«ΦΑΡΟΣ» (1909-1912)

Επρόκειτο για ένα δεκαπενθήμερο, δεκαεξασέλιδο, αρχικά δίστηλο περιοδικό το 1909 που αργότερα το 1912 έγινε οκτασέλιδο, εβδομαδιαίο και μία φορά το μήνα δεκαεξασέλιδο. Κυκλοφόρησε για τρία χρόνια. Περιείχε θέματα θρησκευτικά, γραμμένα στην καθαρεύουσα, ενώ τα διηγήματα ήταν σε ηπιότερη μορφή. Τα ποιήματα και τα τραγούδια ήταν γραμμένα στη δημοτική. Υπήρχε φωτογραφικό υλικό από τις δραστηριότητες των Ελλήνων στην Τουρκία. Οι εικόνες που συνόδευαν τα κείμενα ήταν ευρωπαϊκού περιεχομένου. Στο λογότυπο του εξώφυλλου υπήρχε στο επάνω μέρος η επιγραφή «Φάρος» κι ένας αρχαίος ναός που θύμιζε τον Παρθενώνα, στο κάτω μέρος είχε μία εικόνα που έδειχνε μία επταμελή οικογένεια που διάβαζε βιβλία και περιοδικά. Ο σκοπός του περιοδικού ήταν παιδαγωγικός, εκπαιδευτικός, διδακτικός, θρησκευτικός και πατριωτικός όσον αφορά τη διαπαιδαγώγηση στα Ελληνόπουλα της Πόλης και γενικότερα της Μικράς Ασίας. 99


• •

Το περιοδικό περιλάμβανε: Θρησκευτικά αναγνώσματα με παραθέσεις από την Παλαιά και Καινή Διαθήκη, αλλά και από την Ελληνική Ιστορία. Μυθιστορήματα και διηγήματα για να διαμορφωθεί η λογοτεχνική εικόνα του εντύπου, όπως έργα της Πηνελόπης Δέλτα. Μονολόγους, διαλόγους, παραμύθια, τα οποία εντάσσονταν στους μύθους και στις παραδόσεις. Μία ενότητα με την ονομασία «Ζήτημα προσοχής», που ήταν ψυχαγωγικού περιεχομένου. Μία κατηγορία «Ποικίλα», όπου εντάσσονταν: - κείμενα ενημερωτικού, πληροφοριακού και εγκυκλοπαιδικού περιεχομένου. - στήλη με την ονομασία «Πινακοθήκη», όπου παρουσιάστηκαν εξέχουσες πνευματικές και επιστημονικές προσωπικότητες, όπως ο σημαντικός Έλληνας λόγιος Αδαμάντιος Κοραής, ο οποίος με το έργο του συνέβαλε στη διαπαιδαγώγηση των μαθητών. - στήλη «Ανάλεκτα» για τη διατήρηση και εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας στα Ελληνόπουλα, με στόχο τη διατήρηση της εθνικότητάς τους στα εδάφη της Μικράς Ασίας. - στήλη «Πάρεργα», που περιείχε ανέκδοτα και χιουμοριστικές ιστορίες. - στήλη «Επιστολαί εξ Ελλάδος», με υπότιτλο «Ιδιαιτέρα Αλληλογραφία» όπου οι αναγνώστες έπαιρναν πληροφορίες για τα γεγονότα της Αθήνας, ή γνώριζαν από περιγραφές τα ιστορικά μνημεία και αξιοθέατα της Ελλάδας. Τη συγγραφή αυτή είχε αναλάβει μία σημαντική μορφή των Ελληνικών γραμμάτων ο Ναπολέων Λαπαθιώτης. - στήλη «Γενικής Κοινωνικής Επιθεώρησης», που είχε θέματα ενημερωτικού, κοινωνικού, μορφωτικού περιεχομένου και κάλυπτε τα γεγονότα που διαδραματίζονταν εντός και εκτός της Πόλης και ενδιέφεραν τους μαθητές. «Το Χρονολογικό Ημερολόγιο», με αναφορές στο σημαντικότερο γεγονός της κάθε μέρας. 100


• Τους «Διαγωνισμούς», κυρίως για σύνθεση διηγήματος, ποιήματος, μετάφρασης, κυρίως γαλλικών κειμένων κ.α. • Την «Παιδική Αλληλογραφία», στην οποία οι αναγνώστες του περιοδικού χρησιμοποιούσαν ψευδώνυμα, αλλά πάντοτε με προσοχή στο περιεχόμενο των θεμάτων γιατί υπήρχε η τουρκική λογοκρισία. • Τη «Γυμναστική Πνεύματος», που ήταν η ψυχαγωγική ύλη, με γρίφους, κυβόλεξα, ακροστιχίδες κ.α., που είχαν στόχο να διευρύνουν τη φαντασία και τις γνωστικές ικανότητες των παιδιών. Οι ασκήσεις απαιτούσαν γνώσεις γραμματικής, ορθογραφίας, γεωγραφίας, ιστορίας, φυσικής ιστορίας, χημείας, αριθμητικής και έδιναν την ευκαιρία στους μαθητές για εξάσκηση. • Την «Εικονογράφηση», που κατείχε μεγάλο μέρος της ύλης και ήταν προσεκτικά επιλεγμένη ανάλογα με το περιεχόμενο. Οι εικόνες και οι φωτογραφίες έπαιζαν σημαντικό ρόλο στη γενική παρουσίαση του περιοδικού. Όπως προκύπτει από τα όσα αναφέρθηκαν, το περιοδικό είχε μεγάλη κοινωνική προσφορά και ήταν διαδεδομένο στην Πόλη, στη Μικρά Ασία, στον ελλαδικό χώρο, κυρίως στην Αθήνα, στην Κύπρο, στην Ανατολική Ρωμυλία, στη Θράκη, στα νησιά του Αιγαίου, στον Πόντο και στην Καππαδοκία. Στο έντυπο υπήρχε το στοιχείο της διγλωσσίας, χρήση της καθαρεύουσας στα αφηγηματικά μέρη και της δημοτικής στην ποίηση. Συνέβαλε επικουρικά στη μόρφωση των μαθητών παράλληλα με το σχολείο γι’ αυτό ήταν πολύ σημαντική η προσφορά του στα γράμματα και στον πολιτισμό, στο χώρο και στο χρόνο που λειτούργησε.

3)«ΜΕΛΙΣΣΑ» (1912)

Επρόκειτο για ένα περιοδικό εβδομαδιαίο, οκτασέλιδο στην αρχή και δωδεκασέλιδο αργότερα, εικονογραφημένο για παιδιά και νέους. Είχε τετράμηνη διάρκεια κυκλοφορίας και σύμφωνα με δήλωση του εκδότη και διευθυντή, Τομάζου Δεπάστα, θα ήταν η συνέχεια του περιοδικού «Φάρος», επειδή σταμάτησε να κυκλοφορεί λόγω της τουρκικής λογοκρισίας. Σκοπός της έκδοσης ήταν η ψυχαγωγία, η μόρφωση, η ευχαρίστηση, 101


η διδαχή, η διαμόρφωση ενός καλλιεργημένου, με γνώσεις, αναγνώστημαθητή, με ελληνικές ρίζες. Η γλώσσα του εντύπου ήταν ο συνδυασμός της απλής καθαρεύουσας και της δημοτικής. Τα θέματα του περιοδικού ήταν εθνικού περιεχομένου. Οι υπεύθυνοι απέφευγαν την αντιπαράθεση με την τουρκική λογοκρισία κι αυτό έδειχνε τον αγώνα που έδινε η ελληνική κοινότητα να διατηρήσει σε κυκλοφορία τα έντυπα. Επίσης, φρόντιζαν για την ποιοτική αναβάθμιση των περιεχομένων, παρουσιάζοντας έργα αξιόλογων συγγραφέων που είχαν στόχο την αφύπνιση της εθνικής συνείδησης και της ελληνικής ταυτότητας των κατοικούντων στην Πόλη και Μικρά Ασία. Η διεύθυνση του εντύπου φρόντιζε να ενημερώνεται το αναγνωστικό κοινό για τα θέματα που είχαν ως επίκεντρο την Εκπαίδευση των Ελληνοπαίδων που ζούσαν στη Μικρά Ασία, ώστε να υπάρχει μία σαφής γνώση των εκπαιδευτικών ζητημάτων της εποχής. Η δομή του περιοδικού περιείχε: • Κείμενα ηθοπλαστικού και διδακτικού περιεχομένου με δημοσιεύσεις θεμάτων σημαντικών ανθρώπων των γραμμάτων, όπως του ιστορικού Παύλου Καρολίδη, του λογοτέχνη Εμμανουήλ Λυκούδη κ.α. • Μυθιστορήματα, Διηγήματα, Μύθους, Παραμύθια. • Ποίηση Με δημοσιεύσεις μεταξύ των οποίων και του Γιώργου Δροσίνη. • Διαγωνισμούς Προκηρύχτηκαν αρκετοί διαγωνισμοί με ενδιαφέρουσες συμμετοχές. • Διαφημίσεις Για την οικονομική στήριξη του περιοδικού, η τελευταία σελίδα καλυπτόταν, συνήθως, από διαφημίσεις.

4) «ΑΠ’ ΟΛΑ» (1917-1919)

Επρόκειτο για μία οκτασέλιδη και αργότερα τετρασέλιδη έκδοση του ένθετου παιδικού τεύχους της εικονογραφημένης σατιρικής επιθεώρησης. Το ενδιαφέρον εστιαζόταν στα παιδιά, στους νέους και στα κορίτσια. Το 102


γλωσσικό όργανο, τόσο στα πεζά όσο και στα ποιητικά κείμενα, ήταν η απλή καθαρεύουσα με παράλληλη χρήση και της δημοτικής. Στο έντυπο υπήρχε ασπρόμαυρο φωτογραφικό υλικό. Σκοπός της έκδοσης ήταν η δημιουργία της καλλιέργειας στους νέους, της εθνικής συνείδησης, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη της σκέψης, αλλά και η πρόκληση της χαράς και του γέλιου. Προβλήθηκαν οι αξίες της ελευθερίας, της ανεξαρτησίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτό γινόταν, βέβαια, όταν ήταν ευνοϊκές οι συνθήκες για την ελληνική κοινότητα. Η διεύθυνση του εντύπου χρησιμοποίησε πρωτοποριακές αντιλήψεις και μεθόδους στο χώρο της παιδαγωγικής με πλούσια ύλη και εμπνέοντας πάντα την αισιοδοξία στη νεολαία. Το παιδικό περιοδικό έφτανε στα σχολεία προς όφελος των μαθητών και περιλάμβανε: • Κείμενα ηθοπλαστικού και διδακτικού περιεχομένου. • Διηγήματα και μυθιστορήματα των οποίων το περιεχόμενο ήταν κοινωνικό και ηθοπλαστικό, επηρεασμένο από λογοτεχνικά πρότυπα της Δύσης. Στο περιοδικό υπήρχαν έργα του λογοτέχνη Γεωργίου Θεοτοκά. • Μύθους και παραμύθια που είχαν χαρακτήρα διδακτικό. • Τη στήλη «Τερπνή ύλη», στην οποία είχε θέση η ψυχαγωγία με έντονη την αίσθηση του χιούμορ. Περιείχε παιχνίδια, πνευματικές ασκήσεις, αθλητικά θέματα για τα ευεργετικά αποτελέσματα που προέρχονται από τη γυμναστική στην υγεία των ανθρώπων. • Διαγωνισμούς για μορφωτικούς σκοπούς με πνευματικές ασκήσεις, για μεταφράσεις ξενόγλωσσων κειμένων, για γελοιογραφίες με αντικείμενο το σκίτσο. • Αλληλογραφία, που ήταν ο επικοινωνιακός δρόμος ανάμεσα στους αναγνώστες, αλλά και με το ίδιο το περιοδικό, χρησιμοποιώντας πάντα ψευδώνυμο. Περιλάμβανε πατριωτικά και εθνικά θέματα. • Τη στήλη, συνεργασία των αναγνωστών σε θέματα λογοτεχνικού, ψυχαγωγικού και ενημερωτικού περιεχομένου, πάντα με ψευδώνυμο, για ευνόητους λόγους. 103


5) «ΜΕΛΙΣΣΑ» (1918-1919) του Δημητρίου Δαμασκηνού Το 1918 εμφανίστηκε το νέο εικονογραφημένο παιδικό περιοδικό «Μέλισσα». Επρόκειτο για ένα εβδομαδιαίο, οκτασέλιδο, σαββατιάτικο έντυπο. Η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε ήταν η απλή καθαρεύουσα στα πεζά και η δημοτική στην ποίηση. Σημαντικό ρόλο έπαιξε η ελληνική γλώσσα στην απόδοση των κειμένων πάνω σε μια εξαιρετική θεματολογία. Ο σκοπός της έκδοσης ήταν να συμβάλλει στη μόρφωση των φοιτώντων μαθητών στα σχολεία, στη διάπλαση του χαρακτήρα των παιδιών και στην αγάπη τους για την ανάγνωση. Επιδίωκε επίσης την αφύπνιση της εθνικής συνείδησης. Υπήρξε ένα έντυπο με ανανεωτικές τάσεις στο περιεχόμενο και στο ύφος της γραφής των κειμένων. Η άντληση της ύλης γινόταν από ευρωπαϊκά περιοδικά και βιβλία σε μετάφραση. Είχε επίσης και πολιτιστική δραστηριότητα καθότι το ίδιο το περιοδικό διοργάνωνε πολιτιστικές εκδηλώσεις στην Πόλη. Η δομή του περιοδικού περιλάμβανε: • Τους «Χαρακτήρες», όπου προβλήθηκαν διηγήματα ηθοπλαστικού περιεχομένου. Δόθηκε έμφαση σε θεσμούς και αξίες, η οικογένεια, η διαπαιδαγώγηση των παιδιών, η μόρφωση των κοριτσιών, η φιλοπατρία, η τιμιότητα, η εργασία εξ ου και το όνομα του περιοδικού «Μέλισσα» που ανάγει στην εργατικότητα. Στο περιοδικό αυτό δημοσιεύτηκε το βιβλίο του Ζαχαρία Παπαντωνίου «Τα Ψηλά Βουνά», ένα από τα ποιο αγαπημένα αναγνώσματα των Ελληνοπαίδων. • Παρουσίαση μυθιστορημάτων μεταξύ των οποίων και του Ιουλίου Βερν. Αναδημοσιεύτηκε ακόμα το έργο, «Για την πατρίδα», της Πηνελόπης Δέλτα. Διηγήματα, που είχαν ηθοπλαστικό και πατριωτικό χαρακτήρα. Δημοσιεύτηκαν επίσης παραμύθια και μύθοι. • Ποιήματα με θέματα γύρω από τη φύση, το σχολείο και την πατρίδα. • Τη στήλη «Ποικίλα», όπου εντάσσονταν διάφορα θέματα γενικότερου ενδιαφέροντος. • Τη στήλη «Κεφαλόπονοι-Μαντείον», όπου δημοσιεύτηκαν διάφο104


ρες ασκήσεις, όπως γρίφοι, αινίγματα, απροσδόκητα, περίεργα και παράξενα πράγματα. Το περιοδικό «Μέλισσα» ήταν ένα φιλελεύθερο, προοδευτικό περιοδικό για παιδιά και νέους, που ήταν και το τελευταίο που κυκλοφόρησε για τα χρόνια εκείνα. Από έρευνα που έγινε, στο αρχείο της Πατριαρχικής Βιβλιοθήκης Κωνσταντινουπόλεως, εντοπίστηκε ότι το 1945 εκδόθηκε το περιοδικό «Παιδικός Κόσμος», το 1952 «Το Παιδικόν Φως», το 1955-1956 «Ο Φίλος των Παιδιών» και το 1964 «Η Συντροφιά μου». Γενικά συμπεράσματα για τα περιοδικά Τα περιοδικά τα οποία κυκλοφόρησαν στην Πόλη και στη Μικρά Ασία είχαν μεταξύ τους ομοιότητες αλλά και διαφορές που εμφάνιζαν τόσο στα εξωτερικά χαρακτηριστικά, όσο και στο περιεχόμενο των θεμάτων που δημοσίευαν. Ο στόχος τους ήταν να συμβάλλουν στη μόρφωση της νεολαίας όπως επίσης να τους παρέχουν ψυχαγωγία, γνώση, επικοινωνία, αισθητική, αλλά και να εμπνεύσουν την προαγωγή του ελληνικού πνεύματος, στα παιδιά που ζούσαν στα εδάφη της Τουρκίας στα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα. Μέσα από τα περιεχόμενα, είχαν σκοπό να διαμορφώσουν χρήσιμους πολίτες, ολοκληρωμένες προσωπικότητες, στην κοινωνία και στο Έθνος. Συμπορεύτηκαν με το νέο παιδαγωγικό και πολιτιστικό κλίμα το οποίο επικρατούσε την εποχή εκείνη στην Ευρώπη, όπου η εικονογράφηση ήταν ο βασικός παράγοντας της επιτυχίας των εντύπων και της αποδοχής τους από το αναγνωστικό κοινό. Τα περιοδικά κυκλοφορούσαν κυρίως στην Πόλη, στις μεγάλες πόλεις της Μικράς Ασίας, στην Ελλάδα και στις ελληνικές παροικίες του εξωτερικού. Από πληροφορίες που αντλήθηκαν μέσα από τα τεύχη των περιοδικών, έγινε γνωστό ότι το περιοδικό «Παιδικός Κόσμος» κυκλοφόρησε σε 400 πόλεις και η εφημερίδα «Απ’ Όλα», με ένθετο το παιδικό τεύχος, είχε 10.000 φύλλα. 105


Υπήρχαν βέβαια σχετικές εκδοτικές διαφοροποιήσεις, οι οποίες αφορούσαν την εμφάνιση στο εξώφυλλο, το μέγεθος, την ορολογία και την εικονογράφηση. Με όλα αυτά να εντάσσονται στις διαφορετικές εκδοτικές περιόδους κατά τη διάρκεια κυκλοφορίας των περιοδικών της Πόλης για παιδιά και νέους. α) 1898-1905, β) 1906-1908, γ) 1909-1912, στη συνέχεια πέντε έτη εκδοτικής απραξίας, δ) 1917-1919. Όλα τα περιοδικά για παιδιά και νέους λειτούργησαν συμπληρωματικά στην παρεχόμενη εκπαίδευση, έχοντας την τάση να παρέχουν γνώση και ψυχαγωγία. Περιείχαν ποικίλα θέματα, συμπλήρωναν και ανέβαζαν το επίπεδο στη μόρφωση των νέων με τις εγκυκλοπαιδικές, επιστημονικές και ενημερωτικές γνώσεις που παρείχαν. Έτσι λειτουργούσαν ως βιβλία και ως εφημερίδες, γι’ αυτό φάνηκε πόσο απαραίτητη και χρήσιμη ήταν η αποστολή τους.

106


Τα παραμύθια των Μικρασιατών Ελλήνων Σύμφωνα με αναφορά της Μαριάνθης Καπλάνογλου27, διάφοροι ερευνητές και φορείς ασχολήθηκαν με την καταγραφή, τη μελέτη και την παρουσίαση των παραμυθιών της Μικράς Ασίας και βέβαια της Καππαδοκίας. Η αφήγηση πέρασε από τους ελληνορθόδοξους κατοίκους και πρόσφυγες στους απογόνους. Τα παραμύθια συνδέονταν με το χώρο, την κοινωνική ζωή, την οικογένεια, την εργασία, τις δραστηριότητες και κυρίως με τη γλώσσα. Ήταν γραμμένα στη δημοτική. Οι αφηγητές των παραμυθιών προέρχονταν από τους ελληνικούς πληθυσμούς οι οποίοι ζούσαν στην οθωμανική κοινωνία μέχρι το 1924, αλλά και από τον ελλαδικό χώρο που πήγαν να ζήσουν στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη και σε άλλες περιοχές της Μικράς Ασίας. Τα λαϊκά παραμύθια κατατάχτηκαν και συγκροτήθηκαν στον Εθνικό Κατάλογο των Ελληνικών Παραμυθιών από τον Γεώργιο Μέγα.

27 Μαριάνθη Καπλάνογλου, «Τα παραμύθια των Μικρασιατών Ελλήνων: αφηγητές, συλλογές και ζητήματα κατάταξης», Μικρασιατικά Χρονικά, τ. 24ος, Αθήνα 2011, σ. 247254. 107


Μουσικοί και μουσική στη Σμύρνη Σύμφωνα με αναφορά του Βασίλη Πετρόχειλου28, στο χώρο της παιδείας και του πολιτισμού σημαντικό ρόλο έπαιξε και η μουσική. Το 1890 το Οθωμανικό κράτος έδωσε την άδεια να ιδρυθούν σύλλογοι οι οποίοι λειτούργησαν με μουσικά τμήματα. Είχαν έμπειρους μουσικούς δασκάλους για τα όργανα και τη θεωρία. Υπήρχαν ορχήστρες και χορωδίες μαθητών. Με τον τρόπο αυτό καλλιεργήθηκε η μουσική αγωγή στη Σμύρνη, στην Κωνσταντινούπολη και γενικότερα στη Μικρά Ασία, με ταυτόχρονη ανάπτυξη, καλλιέργεια και διάδοση και της εκκλησιαστικής μουσικής. Τα πολίτικα και σμυρναίικα τραγούδια, που υπάρχουν ακόμα και σήμερα, αναφέρουν το περιβάλλον της πόλης, της γειτονιάς, των μαχαλάδων, δίνουν στοιχεία των κατοίκων (Ελλήνων, Τούρκων, Αρμενίων, Εβραίων κ.ά.), περιγράφουν ιστορικά γεγονότα, κάνουν αναφορές για τις κοινωνικές τάξεις, τα επαγγέλματα, την ανθρώπινη ψυχική και συναισθηματική συμπεριφορά (έρωτα, αγάπη, χαρά, πόνο κ.ά.), καταγράφουν ακόμα τους πληθυσμούς στη μετανάστευση και στην προσφυγιά. Ψυχαγωγούν αλλά και ταυτόχρονα περνούν πολλά μηνύματα.

28 Βασίλης Πετρόχειλος, «Μουσική και Μουσικοί από τη Σμύρνη», Μικρασιατικά Χρονικά, τ. 24ος, Αθήνα 2011, σ. 301-314. 108


ΕΛΛΗΝΟΦΩΝΟΙ ΚΑΠΠΑΔΟΚΕΣ ΛΟΓΙΟΙ Στο 19ο και 20ο αιώνα Μέσα στα θρησκευτικά, εθνικά, εκπαιδευτικά, κοινωνικά πλαίσια της Καππαδοκίας γεννήθηκαν, έζησαν, δραστηριοποιήθηκαν, δημιούργησαν και προσέφεραν πολλά, σημαντικοί λόγιοι Καππαδόκες, εξέχουσες προσωπικότητες της Εκκλησίας, των γραμμάτων και των επιστημών οι οποίοι συνέβαλαν στην πνευματική αναγέννηση της περιοχής. Όλοι τους πρσπάθησαν να κρατηθεί όρθιο το θρησκευτικό και εθνικό φρόνημα στις ελληνορθόδοξες κοινότητες της Καππαδοκίας, κυρίως με τα συγγραφικά τους έργα, για την ιστορία, τον πολιτισμό και βοήθησαν να διατηρηθεί η ελληνική γλώσσα και η παιδεία σε υψηλά επίπεδα. Σύμφωνα με βιβλιογραφικές αναφορές της Μαρίας Χωδιάκη στην διπλωματική της εργασία με θέμα οι «Λόγιοι Καππαδόκες», καταγράφουμε τους πιο αξιόλογους πνευματικούς λειτουργούς που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην παιδεία και στον πολιτισμό, σε μια ευαίσθητη περιοχή, όπου έζησαν ελληνορθόδοξοι πληθυσμοί, στα δύσκολα χρόνια του 19ου και 20ου αιώνα. Αυτοί είναι:

Ιερομόναχος Γερμανός (1759-1805) Γεννήθηκε στην Αλεξανδρέττα. Ο πατέρας του ήταν ιερέας και προς αυτή την κατεύθυνση τον προέτρεψαν οι συγγενείς του. Ο ίδιος όμως αποφάσισε να γίνει μοναχός. Είχε μεγάλη αγάπη και έφεση στα γράμματα. Φοίτησε στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης και στη συνέχεια επέστρεψε στην Καισάρεια όπου συνέστησε Ελληνική Σχολή το 1792. Μετέβη στην Κωνσταντινούπολη και απευθυνόμενος στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, πέτυχε την οικονομική ενίσχυση της Σχολής στην Καισάρεια. Ο Γερμανός κατόρθωσε να μεταβάλει τη Σχολή σε Γυμνάσιο, με υψηλό επίπεδο σπουδών απ’ όπου αποφοίτησαν σπουδαίοι δάσκαλοι. Καθότι κύριος στόχος του ήταν η σύσταση Ιερατικής Σχολής για τη μόρφωση των ιερέων και των δασκάλων, επέλεξε το μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου, στα Φλαβιανά (Ζιντζίντερε), έξω από την πόλη, για την ίδρυ109


ση της Σχολής και κατασκεύασε νέο κτίριο το 1804, μετά από πολλές προσπάθειες. Ο ίδιος υπήρξε ηγούμενος της Μονής και Διευθυντής της Σχολής. Ο Παΐσιος, λαμπρός μαθητής του, ήταν γενικός Διευθυντής της Μονής. Η Σχολή είχε αξιοσημείωτη πρόοδο, όμως μετά από τις παρακλήσεις των Καισαρέων, επέστρεψε στην Καισάρεια, αφήνοντας τη Μονή στον Παΐσιο. Ήταν άτυχος, αρρώστησε και πέθανε σε ηλικία 50 ετών. Υπήρξε ένας άξιος και σπουδαίος δάσκαλος της Ανατολής και προσέφερε σημαντικά στην παιδεία της Καππαδοκίας. Μητροπολίτης Καισαρείας Παΐσιος ο Β΄ (1780-1871) Γεννήθηκε στα Φάρασα. Ο πατέρας του ήταν ιερέας, ο οποίος του έμαθε τα πρώτα γράμματα. Το 1796 πήγε στη σχολή που είχε ιδρύσει στην Καισάρεια ο δάσκαλός του Γερμανός, ο οποίος το 1799 μεταβαίνοντας στην Κωνσταντινούπολη τον άφησε στη διεύθυνση της Σχολής μέχρι την επιστροφή του. Ο Παΐσιος πήγε για προσκύνηση στο Άγιον Όρος και επιστρέφοντας διορίστηκε δάσκαλος στην Κερμίρα όπου δίδαξε μέχρι το 1804. Στη συνέχεια επέστρεψε στη Μονή του Τιμίου Προδρόμου στα Φλαβιανά όπου ανέλαβε τα καθήκοντα του γενικού Διευθυντή της Μονής. Μετά το θάνατο του Γερμανού, το 1805, ο Παΐσιος ανέλαβε την ευθύνη και την φροντίδα της Σχολής και της Μονής. Αργότερα πήγε στην Κωνσταντινούπολη όπου κέρδισε την εύνοια του Πατριάρχη και της Συνόδου πετυχαίνοντας την οικονομική υποστήριξη του Πατριαρχείου για τη Σχολή του. Το 1808 επανήλθε στην Καππαδοκία, το 1832 χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Καισαρείας και η Σχολή του γνώρισε μεγάλη άνθιση στο εκπαιδευτικό έργο. Ο Παΐσιος, ως Μητροπολίτης Καισαρείας, προστάτεψε τους ελληνορθόδοξους από τους προτεστάντες Μισσιονάριους που προσπαθούσαν να τους προσηλυτίσουν. Προσκάλεσε σοφούς λόγιους για να διδάξουν στη Σχολή, όπως τον Αναστάσιο Λεβίδη, τον Ιωάννη Συμμεωνίδη και τον Ιωάννη Αναστασιάδη (σύμφωνα με αναφορά του Α. Λεβίδη στο βιβλίο του «Ιστορικόν Δοκίμιον»). Προχώρησε σε μεταφράσεις θρησκευτικών κειμένων στα καραμανλίδικα, στη γλώσσα του λαού για να μπορούν οι πιστοί να καταλάβουν την αλήθεια και να προστατευθούν από τις κακόβουλες ξένες θρησκευτικές προπαγάνδες. 110


Συνέβαλε πνευματικά και εκπαιδευτικά στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης και στη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Έζησε 91 χρόνια, υπήρξε Μέγας Ιεράρχης. Σύμφωνα με αναφορά του Χρίστου Σολδάτου, στο βιβλίο του «Η εκπαιδευτική και πνευματική κίνηση», ο Παΐσιος έλεγε: «Ούτε εκκλησία άνευ σχολείου, ούτε σχολεία άνευ εκκλησίας γίνεται». Συνέβαλε σημαντικά στην ιδέα της σύνδεσης ελληνισμού και χριστιανισμού, προς την κατεύθυνση της ελληνικής γλώσσας και της ελληνικής συνείδησης.

Μητροπολίτης Καισαρείας (Παλαιστίνης) Αγαθάγγελος (1800;-1846) Γεννήθηκε στα Στέφανα, μία κωμόπολη κοντά στα Φλαβιανά. Ο πατέρας του ήταν ιερέας. Φοίτησε ως μαθητής στη Σχολή του Τιμίου Προδρόμου. Ο Παΐσιος εντυπωσιάστηκε από τα προσόντα του και τον έστειλε για επιπρόσθετες σπουδές. Είχε μεγάλες αξίες, ήταν ευφυής, φιλομαθής, σεμνός, ρήτορας κ.α. Δίδαξε ως δάσκαλος στα Φλαβιανά, στην Πατριαρχική Σχολή, στη σχολή ελληνικής κοινότητας Τεργέστης. Το 1842, ο Παΐσιος του παρέδωσε την Σχολαρχεία στη Μονή του Τιμίου Προδρόμου. Αργότερα μετέβη στην Καισάρεια όπου οργάνωσε την Θεολογική και Επιστημονική Σχολή. Πέτυχε διδασκαλικά και έβγαλε σοφούς μαθητές, όπως αναφέρει ο Χρ. Σολδάτος στο βιβλίο του «Η εκπαιδευτική και πνευματική κίνηση». Πέθανε σε ηλικία 46 ετών. Υπήρξε ένας από τους σπουδαίους δασκάλους των Καππαδοκών, με μεταδοτικότητα, ήταν άριστος μαθηματικός και γεωγράφος, όπως αναφέρει ο Αναστάσιος Λεβίδης.

Μητροπολίτης Καισαρείας Ευστάθιος Κλεόβουλος (1824-1876) Γεννήθηκε στο Παλλαδάριο της Προύσας. Το 1840 πήγε στην Κωνσταντινούπολη και σπούδασε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή σε ηλικία 16 ετών και αργότερα συνέχισε τις σπουδές του στην Αθήνα. Το 1848, επέστρεψε στην Πόλη και διορίστηκε καθηγητής ελληνικής και λατινικής φιλολογίας στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, ως το 1850. Στη συνέχεια μετέβη στην Τραπεζούντα, ως Σχολάρχης, όπου η παρουσία του ήταν καθοριστική για την παιδεία της περιοχής. Το 1858 πήγε για ανώτερες 111


σπουδές στο εξωτερικό όπου σπούδασε Θεολογία, Φιλοσοφία, Ιστορία, Φιλολογία, Ανθρωπολογία, Χημεία, Μαθηματικά και Εκκλησιαστική Μουσική στη Λειψία, στο Βερολίνο και στο Παρίσι. Το 1863, με τεράστιες γνώσεις επέστρεψε στην Πόλη ως Αρχιμανδρίτης και το 1864 διορίστηκε Σχολάρχης της Μεγάλης του Γένους Σχολής. Το 1867, διορίστηκε Μέγας Πρωτοσύγκελος του Οικουμενικού Θρόνου προσφέροντας μεγάλο έργο στην Εκκλησία και στην Παιδεία. Σύμφωνα με τις βιβλιογραφικές αναφορές το 1871 οι Καισαρείς της Κωνσταντινούπολης ζήτησαν να γίνει Μητροπολίτης ο Κλεόβουλος στο θρόνο της Καισάρειας που χήρεψε λόγω θανάτου του Παϊσίου.29 Επίσης, προτού αποχωρήσει για την Καππαδοκία το 1872, ίδρυσε την Καππαδοκική Εκπαιδευτική Αδελφότητα30. Ως Μητροπολίτης Καισαρείας συνέβαλε στη μόρφωση των Χριστιανών και ίδρυσε σχολεία και για τα δύο φύλα, όπως αναφέρει ο Αναστάσιος Λεβίδης. Προστάτεψε τους ελληνορθόδοξους κατοίκους από τους Μισσιονάριους. Το 1876, μετά από ασθένεια έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 52 ετών. Όλοι οι κάτοικοι τον θρήνησαν, Ορθόδοξοι, Αρμένιοι, Ισραηλίτες, Οθωμανοί, γιατί τον αγαπούσαν. Υπήρξε σπάνιος ιεράρχης, λαμπρός ιεροκήρυκας και εξαιρετικός καθηγητής.31 Έγραψε σημαντικά έργα: Δογματική Θεολογία, Εκκλησιαστική Ιστορία, Ιστορία της Φιλοσοφίας, Ιστορία Εκκλησιαστικής της Καππαδοκίας, Επιστολιμαία Διατριβή κατά Προτεσταντών το 1878, Τα εν Τραπεζούντι σχολεία, εν Κωνσταντινουπόλει 1855 κ.ά.

29 Βενέδικτος Αδαμαντιάδης, «Ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Γεννάδιος», Προυσαείς Ιεράρχαι, Μ.Χ. 5 (1952), σ. 34. 30 Ιωάννης Μπάκας, «Ειδήσεις για την εκπαίδευση στις επαρχίες Ικονίου και Καισαρείας κατά τα τέλη του 19ου αιώνα», Α΄ Πανελλήνιο Επιστημονικό Συνέδριο για την Καππαδοκία, Α.Π.Θ. 2000, Θεσσαλονίκη 2002, σ. 123. 31 Μανουήλ Γεδεών, «Αποσημειώματα Χρονογράφου και στα Μνεία των προ εμού» 1800-1863-1913, Αθήνα 1934. 112


Μητροπολίτης Καισαρείας Ιωάννης Αναστασιάδης (1833-1902) Γεννήθηκε στο Ιντζέ-σου της Καισάρειας Καππαδοκίας. Ήταν μαθητής στο ελληνικό σχολείο του χωριού του. Γράφτηκε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή για τον πρώτο χρόνο σπουδών και την επόμενη χρονιά εισήλθε στη Σχολή της Χάλκης όπου φοίτησε για 6 έτη. Το 1858 χειροτονήθηκε διάκονος με το όνομα Ιωάννης. Ακολούθησαν προσκυνήματα στο Άγιο Όρος και στους Αγίους Τόπους. Επέστρεψε στην Καππαδοκία όπου, ως διευθυντής, δίδαξε για δύο έτη στη Σχολή της Μονής του Τιμίου Προδρόμου. Κατά τα έτη 1860-1864 μετέβη στην Αθήνα όπου σπούδασε Φιλοσοφία και Θεολογία και παράλληλα έκανε μαθήματα για την εκμάθηση της γαλλικής γλώσσας, γιατί στη συνέχεια πήγε στο Στρασβούργο όπου έμαθε και τα γερμανικά. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του ειδικεύτηκε στην Εκκλησιαστική Ιστορία. Μετά την ολοκλήρωση των εκπαιδευτικών και επιστημονικών ερευνών στο εξωτερικό επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη όπου διορίστηκε καθηγητής στη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Το 1872 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και ο Πατριάρχης Άνθιμος ο ΣΤ΄ του απένειμε το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη. Αγωνίστηκε σθεναρά για τις θέσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας και κράτησε αυστηρή στάση απέναντι στους προσηλυτιστές, προστατεύοντας τους πιστούς Ορθοδόξους από την προπαγάνδα των Προτεσταντών. Το 1875 διορίστηκε Σχολάρχης της Μεγάλης του Γένους Σχολής, δίνοντας βαρύτητα στη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας. Το 1878 εξελέγη Μητροπολίτης Καισαρείας. Υπήρξε ένας αρχιερέας με ευρυμάθεια και ένας υπέροχος εκπαιδευτικός. Πέτυχε την ίδρυση του Γυμνασίου Αρρένων στη Μονή Ζιντζίντερε με την χορηγία του Θ. Ε. Ροδοκανάκη. Η «Ροδοκανάκειος Ιερατική Σχολή» πρόσφερε πολλά στην παιδεία της περιοχής. Ο Μητροπολίτης Ιωάννης ίδρυσε επίσης Καππαδοκικό Κεντρικό Παρθεναγωγείο, Ορφανοτροφείο Αρρένων και Θηλέων, μέσα στο μοναστηριακό συγκρότημα. Πέθανε σε ηλικία 69 ετών ύστερα από αρρώστια. Ήταν ένας ιεράρχης ευθύς, ενάρετος, λιτός, αυστηρός, ενθουσιώδης. Οι τουρκόφωνοι Χριστιανοί τον αποκαλούσαν «Αζίζ Ιωάννη» δηλαδή «Άγιο Ιωάννη» (σύμφωνα με αναφορά του Γεωργίου Χρυσοστόμου). 113


Εμμανουήλ Τσαλίκογλου(1895-1985) Ο Εμμανουήλ Τσαλίκογλου γεννήθηκε στο Ζιντζίντερε της Καππαδοκίας. Πήγε με τους γονείς του στην Κιλικία, σε μία πόλη όπου δεν υπήρχε ελληνικό σχολείο. Οι γονείς του φρόντισαν την εκπαίδευσή του με καθηγητές που του έκαναν ιδιαίτερα μαθήματα και έμαθε Ελληνικά, Τουρκικά και Γαλλικά. Στα Άδανα έκανε τις σπουδές της μέσης εκπαίδευσης, στο Κολλέγιο “Saint-Paul des Pères Jésuites”. Μετά από δύο χρόνια, που πέρασε στην Κωνσταντινούπολη, πήγε στη Γαλλία και από το 1923 ως το 1926, εργάστηκε στην πόλη Nancy ως υπάλληλος στην Τράπεζα της Αλσατίας και της Λωραίνης. Υποχρεωμένος να επιστρέψει στην Ελλάδα, το 1926, εργάστηκε 13 χρόνια στη Θεσσαλονίκη, έπειτα 7 χρόνια στην Αθήνα (1939-1946) σε μία Ασφαλιστική Εταιρία. Από το 1950 ήταν “Συνεργάτης” στο Κέντρο Μικρασιατικών Μελετών. Δε σταμάτησε ποτέ να μελετά, να ενημερώνεται και να ερευνά για να προετοιμαστεί να γράψει ο ίδιος μελέτες που αφορούν την πατρίδα της καταγωγής του. Μελετώντας τους Κώδικες της Καππαδοκίας κατέγραψε σημαντικές πληροφορίες για τους επερχόμενους ερευνητές. Διαβάζοντας τα πονήματα του Ε. Τσαλίκογλου διαπιστώνει κανείς την αγάπη του για την Καππαδοκία «του», εκεί όπου υπήρχε το πνεύμα των Πατέρων της Εκκλησίας του 4ου αιώνα μ.Χ. που δίκαια θεωρείται ο «Χρυσός αιώνας της Ορθοδοξίας». Έγραψε το σημαντικό έργο, «Ελληνικά εκπαιδευτήρια και ελληνορθόδοξες κοινότητες της περιφέρειας της Καισαρείας», Κ.Μ.Σ.

Παύλος Καρολίδης (1849-1930) Γεννήθηκε στο Ανδρονίκιο (Εντιρλίκ) της Καππαδοκίας. Μαθήτευσε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή και στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης. Το 1867 πήγε στην Αθήνα για τις πανεπιστημιακές σπουδές και στη Γερμανία για μετεκπαίδευση. Επέστρεψε στην Πόλη και δίδαξε στο Λύκειο του Πέραν και αργότερα στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης. Καθότι ήταν ένας εξαίρετος επιστήμονας, δάσκαλος και πατριώτης, η φήμη του ως καθηγητή τον έφερε στο Πρακτικό Λύκειο της Αθήνας. Το 1874 εξέδωσε τα «Καππαδοκικά» και το 1885 το «Γλωσσάριον συγκριτικόν Ελληνοκκαποδικών λέξεων». Το 1886 έγινε υφηγητής της Ιστορίας στο Εθνικό 114


Πανεπιστήμιο Αθηνών και το 1893 διορίστηκε τακτικός καθηγητής στην έδρα του Ελληνικού Έθνους. Ο Καρολίδης είχε έντονες διαφωνίες επιστημονικές και συγκρούσεις με άλλους καθηγητές της εποχής του, στον Ακαδημαϊκό χώρο. Ανέπτυξε επίσης και πολιτική δράση. Στις εκλογές του 1908 στην Τουρκία, εξελέγη βουλευτής Σεβαστείας την περίοδο 19081912 και Σμύρνης 1912-1919 (όπως αναφέρει η Κατερίνα Μπούρα, στο βιβλίο της «Οι βουλευτικές εκλογές στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Οι Έλληνες βουλευτές 1908-1918»). Ως βουλευτής ζητούσε τη συμμετοχή του ελληνικού στοιχείου σε όλες τις εκδηλώσεις του δημόσιου και κοινωνικού βίου των Τούρκων, ώστε να αναδειχθούν οι Έλληνες «κύριος παράγοντας» στα πλαίσια του τουρκικού κράτους32. Με την έναρξη των Βαλκανικών πολέμων έφυγε στη Γερμανία, όπου το 1915 επανάκτησε την πανεπιστημιακή θέση την οποία έχασε λόγω συμμετοχής του στις εκλογές. Απολύθηκε ξανά το 1918 και επαναδιορίστηκε το 1920. Μετά από δύο χρόνια, έφυγε από το πανεπιστήμιο γιατί πέρασε το όριο της ηλικίας. Υπήρξε ένας έξοχος και σοφός δάσκαλος. Είχε ευρύτατη πολυμάθεια, εξαιρετική γνώση της ιστορίας, θαυμάσια μνήμη. Ήταν ετοιμόλογος πάντα να απαντήσει σε οποιαδήποτε ερώτηση ιστορικού θέματος. Ήταν ένας πολυγραφότατος συγγραφέας, έγραψε πάνω από 300 βιβλία, άρθρα και μελέτες. Ενδεικτικά αναφέρουμε: ― «Καππαδοκικά», ήτοι πραγματεία ιστορική και αρχαιολογική περί Καππαδοκίας, Κωνσταντινούπολις 1874. ― «Γλωσσάριον συγκριτικόν Ελληνοκκαποδικών λέξεων, ήτοι η εν Καππαδοκία λαλουμένη ελληνική διάλεκτος και τα εν αυτή σωζόμενα ίχνη της αρχαίας καππαδοκικής γλώσσης», Σμύρνη 1885. ― «Σημειώσεις τινές περί της Μικρασιανής Αρίας ομοφυλίας», Αθήνα 1886. ― «Περί της εθνικής καταγωγής των αραβοφώνων ορθοδόξων χριστιανών της Συρίας και Παλαιστίνης», Ιεροσόλυμα 1911. 32 Ε. Φωτιάδης, «Παύλος Καρολίδης», Ελληνικά 4 Αθήνα 1931, σ. 291. 115


― Ανέκδοτο χειρόγραφο για την αρχαία ιστορία της Καππαδοκίας και του Πόντου στο Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών. (σύμφωνα με αναφορά της Ιωάννας Πετροπούλου, «Χειρόγραφα πριν το 1922 στο Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών», Δ.Κ.Μ.Σ. [1980], 251). Αναστάσιος Λεβίδης (1834-1918) Γεννήθηκε στον Άγιο Κωνσταντίνο (Αϊ-Κωστέν) της Καππαδοκίας. Μετά τις πρώτες σπουδές του πήγε στη Μεγάλη Σχολή του Γένους απ’ όπου πήρε το πτυχίο του με άριστα το 1860. Μετά το τέλος των σπουδών του επέστρεψε στην Καισάρεια και ο Μητροπολίτης Παΐσιος τον διόρισε Διευθυντή της Ιερατικής Σχολής στα Φλαβιανά. Συνέβαλε σημαντικά στα θέματα της εκπαίδευσης, προάγοντας τις σπουδές στην περιοχή που εργάστηκε, πετυχαίνοντας τη δημιουργία Γυμνασίου, αναγνωρισμένο ως ισότιμο με αυτά της Ελλάδας. Έγραψε σημαντικά έργα για την Καππαδοκία: «Η προ και μετά του Χριστιανισμού Θρησκευτική Ιστορία της Καππαδοκίας», «Η Πολιτική Ιστορία της Καππαδοκίας από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερα», «Φυσική και πολιτική γεωγραφία της Καππαδοκίας», «Αρχαιολογία της Καππαδοκίας, ήτοι βίος, ήθη, και έθιμα, νόμοι, γλώσσα, νομίσματα και άλλα μνημεία της Καππαδοκίας». Βοήθησε τους τουρκόφωνους μαθητές να καταλαβαίνουν τα ελληνικά βιβλία και έκανε εκδόσεις στα καραμανλίδικα. Το 1888, μετά την ενασχόλησή του με τα εκπαιδευτικά δρώμενα, αφιερώθηκε στη συγγραφή. Το 1889 δημοσίευσε το έργο «Αι εν μονολίθοις Μοναί της Καππαδοκίας και Λυκαονίας». Αντιμετώπισε ισότιμα την ελληνόφωνη και την τουρκόφωνη προφορική παράδοση της Καππαδοκίας και πίστευε στις πολλαπλές πολιτισμικές προσμίξεις.33 Βοήθησε για την αντιμετώπιση των προσηλυτιστών, προτεσταντών και καθολικών, που απειλούσαν τους ορθόδοξους της Καππαδοκίας.34

33 Η. Αναγνωστάκης-Ε. Μπαλτά, «Η Καππαδοκία των ζώντων μνημείων», Αθήνα 1990, σ. 59-61. 34 Αναστάσιος Λεβίδης, «Συμβολαί εις την ιστορίαν του προσηλυτισμού εν Μικρά Ασία, περί των εν Καππαδοκίας ενεργειών των προσηλυτιστικών εταιρειών», Ξενοφάνης, σύγγραμμα περιοδικόν του Συλλόγου των Μικρασιατών Ανατολής, Αθήνα 1905, σ. 254-255. 116


Μετά το θάνατο του υιού του, στα τελευταία χρόνια της ζωής του, λόγω εγκεφαλικού, έμεινε τυφλός και παραπληγικός. Υπήρξε ένας σοφός, ευσυνείδητος δάσκαλος, αξιόλογος συγγραφέας πολύτιμων συγγραμμάτων και ερευνητής βυζαντινών μνημείων. Φίλιππος Αριστόβουλος Παπαγρηγορίου (1832-1903) Γεννήθηκε στη Νεάπολη της Καππαδοκίας. Σπούδασε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, αποφοίτησε το 1856 με άριστα και επέστρεψε στην πατρίδα του, όπου ανέλαβε τη διεύθυνση των ελληνικών εκπαιδευτηρίων Νεβσεχίρ, στα οποία εργάστηκε για σαράντα χρόνια προσφέροντας πολλά. Ίδρυσε παρθεναγωγεία και νηπιαγωγείο. Επί ημερών του υπήρχαν 1200 μαθητές και μαθήτριες. Εργάστηκε για τη δημιουργία κοινοτικής βιβλιοθήκης στη Νεάπολη. Εξέδωσε τη μετάφραση του «Γεροστάθη» του Λέοντος Μελά στα καραμανλίδικα. Στο Κ.Μ.Σ. υπάρχουν πολλά προσωπικά του στοιχεία για τα εκπαιδευτικά θέματα της Καππαδοκίας, για τα έτη 1852-1903. Ήταν ακούραστος, δραστήριος, μετριόφρων και πάντα ενδιαφερόταν για το καλό του κοινωνικού συνόλου. 35

Νικόλαος Σ. Ρίζος (1838-1895) Γεννήθηκε στη Σινασό. Σπούδασε πρώτα στην πατρίδα του και στη συνέχεια πήγε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Μετά την αποφοίτησή του έγραψε τα «Καππαδοκικά», Κωνσταντινούπολη, 1856, που είναι ένα σύγγραμμα το οποίο αποκαλύπτει στους ελληνόφωνους την ύπαρξη των περιοχών της Καππαδοκίας και όπου προσπαθεί να ανατρέψει την εικόνα της απόλυτης τουρκοφωνίας στην Καππαδοκία. Είχε πολλές επιστημονικές γνώσεις σε αρκετά θέματα, θεολογίας, νομικής, φιλολογίας, ιατρικής, ήταν ρήτορας, προοδευτικός στα ζητήματα της εκπαίδευσης και μεγάλος πατριώτης. Με τα επιχειρήματά του αντιμετώπισε τους ξένους ιεραποστόλους που είχαν πάει για προσηλυτισμό στη Σινασό. Η ζωή του ήταν σύντομη, ασθένησε και έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 57 ετών. 35 Ιωάννα Πετροπούλου, Χειρόγραφα πριν το 1922, σ. 247, 250-251. 117


Αρχιμανδρίτης Ιωάννης Παντελεημονίδης (1850-1901) Γεννήθηκε στο Γκέλβερι της επαρχίας Ικονίου. Αφού έκανε τις σπουδές του στα σχολεία της πατρίδα του, εργάστηκε ως δάσκαλος σ’ αυτά. Για κάποιους μήνες φοίτησε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Ήταν ευσεβής και ακολούθησε το δρόμο της εκκλησίας, διάκονος, πρεσβύτερος και Πρωτοσύγκελος. Εργάστηκε για την πνευματική πρόοδο της περιοχής, βοηθώντας τους μαθητές, αλλά επίσης προσπάθησε για τη μόρφωση και την κατάρτιση των κληρικών. Συνέβαλε στην επέκταση του σχολείου του χωριού του, αλλά και στη διεύρυνση του ναού. Ασθένησε και απεβίωσε σε ηλικία μόλις 51 ετών. Ήταν ένας αληθινός πνευματικός πατέρας, προστάτης και ευεργέτης της πατρίδας του γι’ αυτό είχε την αγάπη, την εκτίμηση και το σεβασμό του λαού της ευρύτερης κοινωνίας.

Αβράμιος Ομηρόλης (1779-1833) Γεννήθηκε στο Ανδρόνικο της Καππαδοκίας. Ήταν ευφυής, φιλομαθής, ευγενικός, σεμνός, πράος και αγαπητός. Αφού διδάχτηκε τα πρώτα γράμματα στην πατρίδα του, ο πατέρας του τον έστειλε για σπουδές στη Σμύρνη. Ανέλαβε τη διεύθυνση της Ευαγγελικής Σχολής και μετά από 5 έτη, προσπάθειας και επιμονής, κατάφερε να βάλει τάξη στο χάος που επικρατούσε προβαίνοντας στην αναδιοργάνωσή της. Προσέλαβε νέους καθηγητές, ρύθμισε θέματα τάξης στους μαθητές, εισήγαγε τη διδασκαλία της γαλλικής και της αγγλικής. Τέλος δημιούργησε, εντός της Σχολής, αλληλοδιδακτικό σχολείο από το οποίο οι απόφοιτοι εγγράφονταν χωρίς εξετάσεις στο Εθνικό Πανεπιστήμιο.36 Είχε συχνή αλληλογραφία με τον Αδαμάντιο Κοραή, ο οποίος τον παρότρυνε και του υπενθύμιζε ότι η Σμύρνη πρέπει να αποκτήσει τυπογραφείο. Σ’ αυτή την κατεύθυνση βρήκε ένα μικρό τυπογραφείο και το 1831 εκδόθηκε η πρώτη εφημερίδα σε ελληνική γλώσσα με τίτλο «Φίλος των Νέων» ενώ το 1832 «Αστήρ εν τη Ανατολή». Το 1832, κυκλοφόρησε επίσης, με ευρεία κυκλοφορία, η πρώτη εφημερίδα της Ανατολής, 36 Α. Αναστασιάδης, «Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης», Μικρασιατικά Χρονικά, τ. 1ος Αθήνα 1938, σ. 97. 118


η οποία τυπώθηκε από τον ίδιο τον Ομηρόλη με τίτλο «Μνημοσύνη», καθώς στα ίδια πιεστήρια τυπώθηκε, το 1834, το έργο του «Δοκίμιον Επιστολικών Κανόνων.37 Το 1832, ο Πατριάρχης Κωνστάντιος τον κάλεσε να αναλάβει την Εμπορική Σχολή της Χάλκης, στην οποία υπήρχαν πολλά προβλήματα. Ανέλαβε το Εκπαιδευτήριο και άμεσα, αντιμετώπισε τους προβληματικούς μαθητές, έβαλε τάξη στους υπόλοιπους και συνέταξε κανονισμό λειτουργίας της Σχολής. Ο ίδιος δίδαξε αρχαία ελληνική γραμματεία, άλγεβρα και γεωμετρία. Εξόπλισε τη Σχολή με όργανα φυσικής και αστρονομίας. Έδειξε έντονο ενδιαφέρον και αγάπη στους μαθητές σαν πατέρας. Δυστυχώς σε ηλικία 34 ετών έπαθε εγκεφαλίτιδα και κατέληξε. Ο θάνατός του συγκλόνισε τους πάντες και κυρίως τους μαθητές του. Η απώλειά του ήταν μεγάλη γιατί είχε να προσφέρει πολλά ακόμη στην πνευματική πρόοδο της Σμύρνης και γενικότερα της Μικράς Ασίας. Το όνειρό του ήταν να κάνει την «Ευαγγελική Σχολή», «διδακτήριο υψηλοτέρων επιστημών, φιλοσοφίας, ποιητών, ρητορικής κ.λπ» και προέτρεπε τους πάντες να μαθαίνουν καλά την ελληνική γλώσσα, σύμφωνα με τον ίδιο, στο «Δοκίμιον Επιστολικών Κανόνων», Σμύρνη 1834, ιστ΄.

Ευαγγελινός Μισαηλίδης (1820-1890) Γεννήθηκε στην Κούλα (Κολόη), μια μικρή πόλη μεταξύ Φιλαδέλφειας και Ουσάκ, στη δυτική Μικρά Ασία και πέθανε στην Κωνσταντινούπολη. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στην πατρίδα του, μετά πήγε στη Σμύρνη για ελληνικές και τουρκικές και αργότερα στην Αθήνα για ανώτερες σπουδές. Πήρε το πτυχίο της Φιλοσοφικής Σχολής και στη συνέχεια τοποθετήθηκε στο Πατριαρχείο Αλεξάνδρειας ως μεταφραστής. Επέστρεψε στη Σμύρνη όπου ήταν δάσκαλος της τουρκικής και από το 1845 ως το 1847 έγραψε το πρώτο του βιβλίο στα καραμανλίδικα. Το 1849 έκανε την έκδοση της εβδομαδιαίας εφημερίδας «Ανατολή» και το 1850 πηγαίνοντας στην Κωνσταντινούπολη συνέχισε την έκδοση της εφημερίδας, τρεις 37 Αγγελική Στεργίου, Σελίδες από την Μικρά Ασία, Θεσσαλονίκη 2006, σ. 165166. 119


φορές την εβδομάδα, της οποίας οι εκδόσεις συνεχίστηκαν μέχρι τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.38 Η «Ανατολή» ήταν μια εφημερίδα που δεν περιείχε μόνο ειδήσεις, αλλά και πλούσιες γνώσεις σε θέματα ιστορίας, γεωγραφίας, φυσικής, όλων των επιστημών, των τεχνών και ήταν σημαντική για τους τουρκόφωνους αναγνώστες για τους οποίους λειτουργούσε ως συνδετικός κρίκος με τον ελληνισμό.39 Ο Ευαγγελινός Μισαηλίδης ίδρυσε εκδοτικό οίκο που ήταν κέντρο εκδόσεων στα καραμανλίδικα μαζί με την εφημερίδα «Ανατολή» και για αρκετά χρόνια διέθεσε στη διάλεκτο αυτή 55 βιβλία, θρησκευτικού περιεχομένου40, αλλά και άλλα βιβλία όπως οι λαϊκές φυλλάδες του Μ. Αλεξάνδρου, Γενοβέφας, Κιόρογλου, Νασδρεντίν Χότζα, μυθιστορήματα «Ροβινσών Κρούσος», «Κόμης Μοντεχρήστος», «Γεροστάθης» του Λέοντος Μελά κ.α., κανονισμούς καππαδοκικών συλλόγων της Κωνσταντινουπόλεως, κείμενα οθωμανικού δικαίου και πρωτότυπα έργα.41 Ο Μισαηλίδης ήταν από τους πολυγραφότατους Ρωμιούς συγγραφείς, ασχολήθηκε με τη μετάφραση και με θέματα ιστορίας. Σε όλη του τη διαδρομή στη ζωή προσέφερε πολλά στο έθνος και κυρίως στους τουρκόφωνους της Μ. Ασίας, προσπαθώντας να διατηρήσει ζωντανό το συναίσθημα της ελληνικότητας στους ορθόδοξους συμπατριώτες του στην Αττάλεια, την Καππαδοκία, τη Λυκαονία και τη Φρυγία.42 Πίστευε πως η εκπαίδευση ήταν το βασικό θεμέλιο πάνω στο οποίο θα χτιστεί το μέλλον των Ρωμιών της Ανατολής και δούλεψε πολύ πάνω σ’ αυτό το θέμα. Υπήρξε κορυφαία πνευματική, συγγραφική και εκδοτική προσωπικότητα του Μικρασιατικού Ελληνισμού. Για τη σημαντική του προσφορά στα γράμματα τιμήθηκε: α) με το αξίωμα του “Milli Egitimei” από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, β) με το 38 Ι. Δορουκίδης, «Το καραμανλήδικο γλωσσικό ιδίωμα και η καραμανλήδικη φιλολογία. Μαρτυρία», Α΄ Πανελλήνιο Επιστημονικό Συνέδριο για την Καππαδοκία Α.Π.Θ. 2000, Θεσσαλονίκη 2002, σ. 349. 39 Ιωακείμ Βαλαβάνης, «Μικρασιατικά», Αθήνα 1891, σ. 72-73. 40 Ι. Δορουκίδης , ό.π., σ. 349. 41 Αθ. Ε. Καραθανάσης, «Καππαδοκία», Θεσσαλονίκη 2001, σ. 178-179. 42 Μανουήλ Ι. Γεδεών, ό.π., σ. 13-14. 120


“Pasa Unvanni” από το Οθωμανικό κράτος και γ) παρασημοφορήθηκε από την Ελληνική Κυβέρνηση.43

Ιωακείμ Βαλαβάνης (1858-1921) Γεννήθηκε στο Αραβάνι της Καππαδοκίας και πέθανε στην Κωνσταντινούπολη. Σπούδασε με υποτροφία στη Μεγάλη του Γένους Σχολή, μετά ακολούθησαν σπουδές Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Το 1889 αναγορεύτηκε διδάκτωρ Φιλολογίας. Επέστρεψε στην Πόλη, όπου διορίστηκε καθηγητής στο Ζωγράφειο Γυμνάσιο, στο Ελληνογαλλικό Λύκειο Χατζηχρήστου, στο Ιωακείμειο Παρθεναγωγείο και στη Σχολή Γλωσσών. Το 1903 διορίστηκε καθηγητής στη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Το 1891 εξέδωσε τα «Μικρασιατικά», όπου περιγράφονται τα ήθη και τα έθιμα του Αραβανίου και γενικότερα όλης της Καππαδοκίας. Κατά την παραμονή του στην Πόλη εξέδωσε α) το «Αναγνωσματάριον» εκ του Ηροδότου, β) την «Νεοελληνική Κιβωτό» σε τρεις τόμους, η οποία περιέχει έργα Ελλήνων ποιητών και πεζογράφων, γ) τα «Απανθίσματα Ελληνικών Γραμμάτων», που περιέχουν την «Κύρου Ανάβασιν» του Ξενοφώντος, την προς «Δημόνικον Παραίνεσιν» του Ισοκράτη και τον «Αρεοπαγητικόν» του Ισοκράτη. Δημοσίευσε διάφορες μελέτες του στις εφημερίδες «Νεολόγος» και «Ταχυδρόμος» της Πόλης. Υπήρξε μία εξέχουσα προσωπικότητα των γραμμάτων, ένας άνθρωπος ευγενικός, καταδεκτικός και φιλόπατρις. Δημήτριος Μαυροφρύδης (1828-1866) Γεννήθηκε στο Ανδρονίκι της Καππαδοκίας και πέθανε στο Μεσολόγγι. Έμαθε τα πρώτα γράμματα στην πατρίδα του και έπειτα πήγε στην Κωνσταντινούπολη για ανώτερες σπουδές. Στη συνέχεια φοίτησε στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης και μετά την αποφοίτησή του δίδαξε ως καθηγητής στην ίδια σχολή για δύο χρόνια, 1846-1848. Τα επόμενα έτη δίδαξε την τουρκική γλώσσα στη Ζωσιμαία Σχολή των Ιωαννίνων, 43 Ι. Δορουκίδης, ό.π., σ. 348-350. 121


σύμφωνα με αναφορά του ίδιου , στο «Περί της ελεγείας ή ελεγειακής ποιήσεως των αρχαίων Ελλήνων», Αθήνα 1867, ε΄-στ΄. Το 1850 πήγε στην Αθήνα όπου σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών και το 1855 αναγορεύτηκε διδάκτωρ. Συνέχισε με σπουδές γλωσσολογίας στη Γερμανία, με υποτροφία του Ελληνικού Κράτους και εκεί συνέγραψε την πραγματεία του «Δοκίμιον της Ελληνικής Γλώσσης». Επέστρεψε στην Αθήνα και το 1861 διορίστηκε καθηγητής Ελληνικής Φιλολογίας στο πανεπιστήμιο. Το 1866 συνέγραψε την «εκλογήν μνημείων της νεωτέρας ελληνικής γλώσσης». Δημοσίευσε ιστορικές και γλωσσολογικές πραγματείες στο περιοδικό «Φιλίστωρ» στο οποίο ήταν εκδότης. Το έργο του «Δοκίμιον της Ελληνικής Γλώσσης» εκδόθηκε μετά το Θάνατό του, από την Εφορεία της Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης το 1871. Υποστήριζε ότι ισχυρή απόδειξη της ελληνικής μας καταγωγής ήταν η ίδια ομιλουμένη γλώσσα. Ήταν ένας άνθρωπος απλός, φιλικός, ευθύς, δίκαιος, αγαπητός και φιλόπατρις. Πέθανε σε ηλικία μόλις 38 ετών.

Έτεροι Καππαδόκες λόγιοι

Α) Παλαιότεροι από το 1800 έως το 1932 • Σεραφείμ Ρίζος (1799-1879), από τη Σινασό - έμπορος, ευεργέτης για τα σχολεία και την εκκλησία, Πρόεδρος της Κοινότητας Σινασού. • Ρίζος Ελευθεριάδης - ιατρός και λόγιος. • Αρχέλαος Σαράντης (1814-1891), από τη Σινασό - έμπορος, δημογέροντας και επίτροπος στη σχολή της Σινασού. • Γαβριήλ Σοφοκλής, από την Καισάρεια - δάσκαλος και σχολάρχης. • Γεώργιος Ραφάνης (1800-1878), από το Νεβσεχίρ (Νεάπολη) - δάσκαλος. • Βασίλειος Πυλάδης (1810-1888), από την Καισάρεια - έμπορος και λόγιος. • Ιάρδανος Καρολίδης (1836-1906), από το Εντιρλίκ (Ανδρονίκι) της Καισάρειας - ασιανολόγος, γλωσσολόγος και δάσκαλος. • Ιωάννης Κουγιουμτζόγλου - ιστορικός. 122


• Απόστολος Χατζηφιλιππίδης, από τα Σύλατα - λόγιος. • Ανάργυρος Χρηστίδης - δάσκαλος. • Αβράμιος Κουζηνόπουλος, από το Εντιρλίκ (Ανδρονίκι) της Καισάρειας - ιατρός, λόγιος, μεταφραστής. • Ιωάννης-Φήμιος Αρνάκης (1840-1900), από το Ανδρονίκι της Καισάρειας - δάσκαλος και μουσικός. • Σαμουήλ Αλεκτορίδης - δάσκαλος. • Σεραπίων Ιωάννου από το Ανδρονίκι της Καισάρειας - καθηγητής. • Ιωάννης Ευμολπίδης από το Νεβσεχίρ (Νεάπολη) - ιατρός. • Κωνσταντίνος Χρυσοσφαιρίδης - έμπορος και λόγιος (το προηγούμενο όνομά του ήταν Άλτιντοπ [τουρκιστί], δηλαδή altin=χρυσός και top=σφαίρα). • Ιωάννης Σ. Αρχέλαος - δάσκαλος. • Θεόδωρος Χασάπης από την Καισάρεια - δημοσιογράφος και εκδότης. • Κωνσταντίνος Βαγιάννης από το Νεβσεχίρ (Νεάπολη) της Καππαδοκίας (1846-7919) - νομικός, διετέλεσε υφυπουργός και υπουργός. • Δημήτριος Θωμαΐδης - δημοσιογράφος και εκδότης. • Παντελάκης Κοσμίδης από τη Νίγδη (1867-1925) - νομικός. • Βασίλειος Αντωνιάδης από το Ιντζέσου της Καππαδοκίας (1851-1932) - φιλόσοφος και θεολόγος. Β) Νεώτεροι από το 1870 και μετά

• Σοφοκλής Χουδαβερδόγλου-Θεόδοτος, η καταγωγή του από τα Τύανα της Καππαδοκίας, αλλά γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη (18721956) - συγγραφέας. • Γεώργιος Μαυροχαλυβίδης, από την Αξό του Ικονίου - δάσκαλος. • Γεώργιος Ασκητόπουλος, η καταγωγή του από τη Μουταλάσκη και το Ταβλοσούν της Καππαδοκίας, αλλά γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη (1876-1960) - εκπαιδευτικός. • Λάζαρος Τακαδόπουλος, από τη Σινασό (1897-1972) - καθηγητής. • Δημήτριος Φωστέρης, από το Μεταλλείον Ταύρου (Μπουγά Μαντενί) - συγγραφέας. 123


• Σωφρόνιος Σωφρονιάδης, από τη Σινασό - συγγραφέας. • Εμμανουήλ Εμμανουηλίδης, από την Καισάρεια (1867-1943) - νομικός, διετέλεσε βουλευτής και υπουργός. • Ιορδάνης Κεσίσογλου, η καταγωγή του από το Ούλαγατς (περιοχή Νίγδης), αλλά γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη - γλωσσολόγος και συγγραφέας. • Αθανάσιος Αθανασιάδης, από την Ανακού της Καππαδοκίας - συγγραφέας. • Θεόδωρος Θεοδωρίδης, από τα Φάρασα της Καππαδοκίας - ιερέας. • Πέτρος Πετρίδης, από τη Νίγδη της Καππαδοκίας - μουσουργός και ακαδημαϊκός. • Αθανάσιος Αγνίδης, από τη Νίγδη της Καππαδοκίας - διπλωμάτης και συγγραφέας. • Ιωακείμ Ζαμπίδης, από το Νεβσεχίρ (Νεάπολη) της Καππαδοκίας εκπαιδευτικός και συγγραφέας. • Ιωάννης Ακακιάδης, από την Καρβάλη της Καππαδοκίας - συγγραφέας. • Πέτρος Καρφόπουλος, από τη Μαλακοπή της Καππαδοκίας - δάσκαλος και συγγραφέας. • Αριστοτέλης Ελευθερόπουλος (1869-1963), από τα Φλαβιανά (Ζιντζίντερε) - φιλόσοφος, κοινωνιολόγος και συγγραφέας. • Χαράλαμπος Θεοδωρίδης (1883-1958), από την Καισάρεια - καθηγητής Ιστορίας της Φιλοσοφίας, συγγραφέας. • Δημοσθένης Δανιηλίδης (1889-1972), από το Προκόπι της Καππαδοκίας - νομικός, κοινωνιολόγος, πολιτικός και οικονομικός επιστήμων, διανοούμενος. • Νικόλαος Ιντζεσίλογλου, η καταγωγή του από το Ζιντζίντερε - Φλαβιανά - Καισάρεια - Αξός. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη (1949- ) καθηγητής Νομικής Σχολής Α.Π.Θ. • Κωνσταντίνος Μ. Νίγδελης, η καταγωγή του από τη Μαλακοπή Καππαδοκίας. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη (1950- ) - νομικός, φιλόλογος, συγγραφέας, ιστορικός, ερευνητής, λαογράφος, διευθυντής του Μουσείου Προσφυγικού Ελληνισμού της Ιεράς Μητροπόλεως Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως. 124


Λόγιοι της Ταρσού της Κιλικίας Σύμφωνα με αναφορά του Χρήστου Μπαλόγλου44, η Ταρσός υπήρξε γενέτειρα φιλοσόφων, ανθρώπων των γραμμάτων και ποιητών. Ιδρύθηκε από Αργείους, έγινε διάσημη πόλη στην περίοδο των δημοκρατικών και αυτοκρατορικών χρόνων, λόγω της γεωγραφικής της θέσης, συνέβαλε στην ευημερία των κατοίκων της, έγινε σπουδαίο πνευματικό κέντρο, αντάξιο της Περγάμου και της Αλεξάνδρειας, συνδέθηκε με τον Απόστολο Παύλο, ο οποίος ξεκίνησε την ιεραποστολική του δράση από την πόλη αυτή.

Ταρσός 44 Χρήστος Μπαλόγλου, «Η Ταρσός των Ρωμαϊκών Χρόνων στο έργο Απ. Παύλου και του Διώνος του Χρυσοστόμου», Μικρασιατικά Χρονικά, τ. 24ος , Αθήνα 2011, σ. 28-35. 125


ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ Έργο διά χειρός της Φανής Βασιλείου-Βορεοπούλου 126


Η ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ 30 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΕΟΡΤΗ ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΑΓΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΝΑΝΖΙΑΝΖΗΝΟΣ ή Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΟΙ ΠΡΟΣΤΑΤΕΣ ΤΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Η εορτή των Τριών Ιεραρχών καθιερώθηκε το 1100 από τον Αλέξιο Κομνηνό. Το 1842 το πανεπιστήμιο Αθηνών καθιέρωσε για όλη την Ελλάδα την εορτή των Τριών Ιεραρχών ως ημέρα αφιερωμένη στην Παιδεία και στα Γράμματα και ως εκ τούτου σχολική αργία για εκδηλώσεις προς τιμή των Τριών επιφανών Αγίων και Θεολόγων. Σύμφωνα με αναφορά του Κωνσταντίνου Νίγδελη «Στον αέναο κύκλο του χρόνου», η 30η Ιανουαρίου καθιερώθηκε ως η εορτή των Τριών Ιεραρχών στα σχολεία. Σε όλη την Καππαδοκία υπήρχε σχολική αργία, γινόταν εκκλησιασμός και σχολικές εορτές από μαθητές και δασκάλους που περιλάμβαναν ομιλίες, απαγγελίες ποιημάτων, θεατρικές παραστάσεις σχετικές με εθνικά θέματα, με τη συμμετοχή του κλήρου, των τοπικών αρχόντων και των γονέων. Όπως αναφέρουν οι Δημήτριος Πετρόπουλος και Ερμόλαος Ανδρεάδης45, «Συντεταγμένοι οι μαθητές παρακολουθούσαν τη λειτουργία και μετά τη λήξη της όλοι μαζί με πομπή πήγαιναν στο σχολείο. Μπροστά οι παπάδες με τα εκκλησιαστικά λάβαρα, ακολουθούσαν οι μαθητές με τους δασκάλους, οι δημογέροντες και οι γονείς των μαθητών. Μετά τις προσφωνήσεις ακολουθούσαν ομιλίες και απαγγελίες ποιημάτων». 45 Δημήτριος Πετρόπουλος-Ερμόλαος Ανδρεάδης, «Η θρησκευτική ζωή στην περιφέρεια του Ακσεράϊ-Γκέλβερι», Αθήνα 1971, σ. 142. 127


Σε διάφορες κοινότητες της Καππαδοκίας καταγράφηκαν ορισμένες ιδιαίτερες συνήθειες όπως: ― στη Μαλακοπή και στην Καρβάλη, υπήρχε το σερίφ (τιμή). Κατά τη διάρκεια της εορτής, οι κάτοικοι του χωριού προσέφεραν ό,τι μπορούσαν για τη λειτουργία των σχολείων. «Θυμάσαι τον δίσκο που βγήκε αμέσως μετά τη γιορτή; Ο μπαμπάς έριξε μια χρυσή λίρα, αλλά και άλλοι έδωσαν πολλά για το σχολείο. Ο δίσκος γύριζε τις επόμενες μέρες στα σπίτια και στα μαγαζιά, για να προσφέρουν κι όσοι δεν μπόρεσαν να παρευρεθούν στη γιορτή. Ο παππούς έλεγε ότι αυτός ο έρανος, κάθε των Τριών Ιεραρχών, ήταν απαραίτητος για το σχολείο, γι’ αυτό πρώτοι εμείς δίδαμε το καλό παράδειγμα». 46 Στη Μαλακοπή μάλιστα υπήρχε η επιπλέον τιμή για τους αριστεύσαντες μαθητές.47 ― στη Σινασσό48, καθιερώθηκε το Έπαθλο του «Ασημένιου Σταυρού» ή «Ασημιώνας Σταυρός», για τα κορίτσια που τελείωναν με άριστα τις σπουδές τους, ο οποίος δινόταν δημόσια, από τη Δημογεροντία, την ημέρα της εορτής λήξης των μαθημάτων, ή την ημέρα της εορτής των Τριών Ιεραρχών, που ήταν οι προστάτες των γραμμάτων. Τον Σταυρό αυτό οι κοπέλες τον κρατούσαν φυλακτό και τον μεταβίβαζαν στο πρώτο τους εγγόνι. ― σε κάποιες κοινότητες, Ερεγλί, Φερτέκι, Τσελτέκ, υπήρχε υποχρεωτική «αργία» στο γυναικείο πληθυσμό και αποφυγή οποιασδήποτε εργασίας από το φόβο του θυμού των Αγίων. ― στο Προκόπι γινόταν μια γιορτή με μεγαλοπρέπεια στην οποία συμμετείχαν όλοι, οι μαθητές που έκαναν προσπάθειες, με τη συμβολή των δασκάλων τους, να παρουσιάσουν τις ικανότητές τους σε απαγ46 Δέσποινα Χίντζογλου-Αμασλίδου, «Στη σκιά μιας βερικοκιάς», Ερωδιός, 2012, σ. 22. 47 Πετρόπουλος Δημήτριος-Ερμόλαος Ανδρεάδης, «Η θρησκευτική ζωή στην περιφέρεια Ακσεράϊ- Γκέλβερι», Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αθήνα 1971, σ. 142 και Κ. Νίγδελης-Σ. Κοιμίσογλου, ό.π., σελ. 44. 48 Ρίζος Σεραφείμ, «Η Σινασός», Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αθήνα 2007, σ. 424 και Κωνσταντίνος Νίγδελης, «Καππαδοκία, Γυναικών Δρώμενα», έκδ. Ενώσεως Προσφυγικών Καππαδοκικών Σωματείων, Θεσσαλονίκη, 2011, σ. 142.

128


γελίες ποιημάτων, σε θεατρικά δρώμενα. Δινόταν έπαινοι και βραβεία στους μαθητές αλλά και πώληση των εργοχείρων για την ενίσχυση του σχολικού ταμείου. ― στο Μιστί, μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας, η σχολική κοινότητα, επέστρεφε στις αίθουσες σε πομπή κρατώντας αναμμένα κεριά και ψάλλοντας. ― δυτικά της κοινότητας των Φαράσων, στους πρόποδες του βουνού, υπήρχαν τα ερείπια της εκκλησίας του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Δίπλα της, από κάποιο στένωμα του βράχου49 «εξέρχεται ύδωρ πολύ μετά μεγάλης βίας και βοής, ένδοθεν εκπηδούν, όπερ, εκλείπει ενίοτε παντελώς και πάλι μετά δύο ή τρεις ημέρας, εκρέει μετά βοής». Αυτό το παιχνίδισμα-παραξενιά της φύσης αποτελούσε σημείο επίσκεψης των μαθητών, την ημέρα της εορτής των Τριών Ιεραρχών, πήγαιναν να δουν και να ακούσουν, να μαντέψουν τα μελλούμενα, ανάλογα με τη ροή του νερού ή και τον θόρυβο που προκαλούνταν. ― στην κοινότητα του Σιβριχισάρ κατά τη διάρκεια της σχολικής εορτής, μετά τον εκκλησιασμό, γινόταν από τον ιερέα αναφορές-ευχαριστίες προς τον Πατριάρχη του Γένους, τον τοπικό Δεσπότη και τους ευεργέτες της εκκλησίας, του σχολείου και της κοινότητας. Στη συνέχεια το λόγο έπαιρναν οι μαθητές. Ο πρώτος από τους μεγάλους, στην τουρκική και στη συνέχεια στην ελληνική γλώσσα, μιλούσε για τον Άγιο Βασίλειο, κάποιος άλλος για τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο και κάποιος τρίτος για τον Άγιο Γρηγόριο τον Νανζιανζηνό. Στη συνέχεια μικρότεροι μαθητές διάβαζαν μύθους του Αισώπου, παραδείγματα από τη ζωή του Σωκράτη και του Διογένη. Η εορτή τελείωνε με τραγούδια και τη διανομή κολλύβων, σύμφωνα με μαρτυρία του Ηλία Αντωνιάδη, ό.π.

49 Ρίζος Νικόλαος, «Καππαδοκία, ήτοι δοκίμιον ιστορικής περιγραφής της αρχαίας Καππαδοκίας, και ιδίως των επαρχιών Καισαρείας και Ικονίου», Κωνσταντινούπολη 1856, σ. 82.

129


ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ Κωνσταντινούπολη

130


Η Μεγάλη του Γένους Σχολή Κωνσταντινούπολη - Φανάρι

131


Η Ευαγγελική Σχολή Σμύρνη

132


Σία Αναγνωστοπούλου

ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ

19ος αι. - 1919 ΟΙ ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ Από το Μιλλέτ των Ρωμιών στο Ελληνικό Έθνος

ΠΙΝΑΚΕΣ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

133


134


135


136


137


138


139


140


141


142


143


144


145


ΠΙΝΑΚΕΣ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ, ΣΧΟΛΕΙΩΝ, ΜΑΘΗΤΩΝ κ.λπ. ΤΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΤΩΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΝ ΤΗΣ Μ. ΑΣΙΑΣ

146


147


148


149


150


151


152


153


154


1872

155


8. Ἴδιον πολυτεχνικόν Γραμματοδιδασκαλεῖον διά τά ὀρφανά ἱδρυθήσεται, ὅταν οἱ πόροι τῶν δύο Κεντρικῶν Σχολῶν ἀπροσδεῶς ἐξασφαλισθῶσιν. 9. Μετά τήν ἵδρυσιν τοῦ πολυτεχνικοῦ Ὀρφανοτροφείου, ἐκ τοῦ περισσεύματος τῶν μοναστηριακῶν προσόδων, καί ἐξ ἑνός μετζιτιέ χορηγίας πάντων τῶν κληρικῶν· τούτων δέ μή ἐπαρκούντων καί ἐκ τοῦ περισσεύματος τῶν πόρων τῶν Κεντρικῶν σχολῶν, ἱδρυθήσεται καί ἡ ἀνάλογος ἱερατική Σχολή.

156


157


158


159


160


161


162


163


164


165


166


167


168


169


170


171


172


173


174


175


176


177


178


179


180


181


182


183


184


185


186


187


188


189


190


191


192


193


194


195


196


197


198


199


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ • Αδαμαντιάδης Βενέδικτος, Ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Γεννάδιος, Προυσαείς Ιεράρχαι, Μ.Χ. 5 (1952).

• Αναγνωστάκης Η.- Μπαλτά Ε., Η Καππαδοκία των ζώντων μνημείων, Αθήνα 1990.

• Αναγνωστοπούλου Σία, Μικρά Ασία, 19ος αι. έως 1919, οι ελληνορθόδοξες κοινότητες, από τα Μιλλέτ των Ρωμιών στο Ελληνικό Έθνος, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1998.

• Αναστασιάδης Α., Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης, Μικρασιατικά Χρονικά, τ. 1ος, Αθήνα 1938. • Βαλαβάνης Ιωακείμ, Μικρασιατικά, Αθήνα 1891.

• Γεδεών Μανουήλ, Αποσημειώματα Χρονογράφου και στα Μνεία των προ εμού 1800-1863-1913, Αθήνα 1934. • Δορουκίδης Ι., Το καραμανλήδικο γλωσσικό ιδίωμα και η καραμανλήδικη φιλολογία. Μαρτυρία, Α΄ Πανελλήνιο Επιστημονικό Συνέδριο για την Καππαδοκία Α.Π.Θ. 2000, Θεσσαλονίκη 2002.

• Ιστικοπούλου Λήδα, Επεμβάσεις στην αυτονομία της Ευαγγελικής Σχολής, Μικρασιατικά Χρονικά, Σύγγραμμα Περιοδικόν, Τόμος 21ος, Αθήνα 2002.

• Καπλάνογλου Μαριάνθη, Τα παραμύθια των Μικρασιατών Ελλήνων: αφηγητές, συλλογές και ζητήματα κατάταξης, Μικρασιατικά Χρονικά, τ. 24ος, Αθήνα 2011. • Καραβά Ζαχαρούλα, Τα Ελληνικά Κωνσταντινουπολίτικα Περιοδικά για παιδιά και νέους, (1898-1919), ΚΕ.ΜΙ.ΠΟ., 2010. • Καραθανάσης Ε. Αθ., Καππαδοκία, Θεσσαλονίκη 2001.

• Κενανίδης Λάζαρος, Αξός και Τροχός Καππαδοκίας, Πρακτικά Ημερίδας 27-10-2013, Αξός, Θεσσαλονίκη 2015. 200


• Λεβίδης Αναστάσιος, Συμβολαί εις την ιστορίαν του προσηλυτισμού εν Μικρά Ασία, περί των εν Καππαδοκίας ενεργειών των προσηλυτιστικών εταιρειών, Ξενοφάνης, σύγγραμμα περιοδικόν του Συλλόγου των Μικρασιατών Ανατολής, Αθήνα 1905. • Μαραβελλάκης Μ. - Βακαλόπουλος Α., Οι προσφυγικές Εγκαταστάσεις στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1993.

• Μηλιώρης Ε. Νίκος, Ο Σύλλογος των Μικρασιατών η Ανατολή, Μικρασιατικά Χρονικά, τ. ΙΒ΄, Αθήνα 1965.

• Μπάκας Ιωάννης, Ειδήσεις για την εκπαίδευση στις επαρχίες Ικονίου και Καισαρείας κατά τα τέλη του 19ου αιώνα, Α΄ Πανελλήνιο Επιστημονικό Συνέδριο για την Καππαδοκία, Α.Π.Θ. 2000, Θεσσαλονίκη 2002. • Μπαλόγλου Χρήστος, Η Ταρσός των Ρωμαϊκών Χρόνων στο έργο Απ. Παύλου και του Διώνος του Χρυσοστόμου, Μικρασιατικά Χρονικά, τ. 24ος, Αθήνα 2011.

• Μπαλόγλου Χρήστος, Λόγιοι της Ταρσού της Κιλικίας, Απόστολος Παύλος και Ταρσός, Μικρασιατικά Χρονικά, Σύγγραμμα Περιοδικόν, Τόμος 24ος, Αθήνα 2011. • Νίγδελης Κωνσταντίνος - Κοιμίσογλου Συμεών, Μαλακοπή της Καππαδοκίας, Δήμος Συκεών 2003.

• Νίγδελης Κωνσταντίνος - Σταματιάδης Ιωάννης, Σύλλατα Καππαδοκίας, Πολιτιστικός Σύλλογος Γυναικών Νέων Συλλάτων 2007.

• Νίγδελης Κωνσταντίνος - Χατζηισαάκ Ιορδάνα, Το Χαλβάντερε της Καππαδοκίας, Ιερά Μητρόπολη Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως 2011.

• Νίγδελης Κωνσταντίνος, Καππαδοκία, Γυναικών Δρώμενα, έκδοση Ενώσεως Προσφυγικών Καππαδοκικών Σωματείων, Θεσσαλονίκη 2011. • Νίγδελης Κωνσταντίνος, Χαμιντιέ – Μουραντιέ, Ιώνων γη, Ιερά Μητρόπολη Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως 2013. 201


• Νίγδελης Κωνσταντίνος, Άγιοι Θεόδωροι Μαλακοπής Καππαδοκίας, Ιερά Μητρόπολη Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως 2014.

• Νίγδελης Κωνσταντίνος, Ανταβάλ – Ακτάς, Δήμος Νεάπολης-Συκεών 2015. • Παπαδόπουλος Ιορδάνης, Η εκπαίδευση στην Καππαδοκία από την αρχαιότητα ως την ανταλλαγή των πληθυσμών, Παιδεία-Εκπαίδευση στις αλησμόνητες πατρίδες της Ανατολής, Πρακτικά 2ου Συμποσίου 2005, Κέντρο Σπουδής και Ανάδειξης Μικρασιατικού Πολιτισμού, Νέα Ιωνία 2006. • Πετρόπουλος Δημήτριος - Ανδρεάδης Ερμόλαος, Η θρησκευτική ζωή στην περιφέρεια του Ακσεράι-Γκέλβερι, Αθήνα 1971. • Πετροπούλου Ιωάννα, Χειρόγραφα πριν το 1922.

• Πετρόχειλος Βασίλης, Μουσική και Μουσικοί από τη Σμύρνη, Μικρασιατικά Χρονικά, τ. 24ος, Αθήνα 2011.

• Πυλαρινός Θεοδόσης, Το Βιβλίο των υποτρόφων του Συλλόγου Μικρασιατών «Η Ανατολή», Μικρασιατικά Χρονικά, Σύγγραμμα Περιοδικόν, Τόμος 21ος, Αθήνα 2002.

• Ρίζος Νικόλαος, Καππαδοκία, ήτοι δοκίμιον ιστορικής περιγραφής της αρχαίας Καππαδοκίας, και ιδίως των επαρχιών Καισαρείας και Ικονίου, Κωνσταντινούπολη 1856.

• Ρίζος Σεραφείμ, Η Σινασός, Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αθήνα 2007 • Σαλκιτζόγλου Τάκης, Ελληνική γλώσσα και οθωμανική εξουσία, Τα θρυλούμενα περί της γλωσσοτόμησης των Ελλήνων, Μικρασιατικά Χρονικά, Σύγγραμμα Περιοδικόν, Τόμος 24ος, Αθήνα 2011. • Τσαλίκογλου Ι. Εμμανουήλ, Ελληνικά Εκπαιδευτήρια και Ελληνορθόδοξες Κοινότητες της Περιφέρειας της Καισάρειας, Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αθήνα 1976. • Φωτιάδης Ε., Παύλος Καρολίδης, Ελληνικά 4 Αθήνα 1931. 202


• Χίντζογλου-Αμασλίδου Δέσποινα, Στη σκιά μιας βερικοκιάς, Ερωδιός, 2012. • Χωδιάκη Μαρία, Ελληνόφωνοι Καππαδόκες Λόγιοι (19ος-20ος αιώνας), Διπλωματική Εργασία, Θεολογική Σχολή, Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας, Α. Π. Θ., 2007.

203


ΠΑΡΗΣ ΒΟΡΕΟΠΟΥΛΟΣ Γεννήθηκε στο Δήμο Συκεών Θεσσαλονίκης. Φοίτησε στο Κολλέγιο De La Salle.

Σπούδασε Γαλλική Φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Παράλληλα με τις πανεπιστημιακές σπουδές παρακολούθησε μαθήματα θεάτρου φοιτώντας σε δραματική σχολή. Μιλάει Γαλλικά και Αγγλικά.

Διορίστηκε ως καθηγητής στη Δημόσια Μέση Εκπαίδευση και δίδαξε τη γαλλική γλώσσα καθώς επίσης διετέλεσε επί σειρά ετών Διευθυντής σε Γυμνάσια και Λύκεια, (συνολικά 35 χρόνια).

Ως Διευθυντής συνέβαλε στον παιδαγωγικό ανασχηματισμό των σχολικών χώρων και στην αναβάθμιση των συνθηκών της εκπαίδευσης. Δημιούργησε ένα πρότυπο σχολείο με τις μοναδικές παρουσιάσεις ανθρώπων του πνεύματος, του πολιτισμού, της πολιτικής, του αθλητισμού. Πήρε πρωτοβουλίες για πρωτοπόρες δράσεις της σχολικής κοινότητας, όπως δημιουργία γκαλερί-πινακοθήκης με έργα Ελλήνων και ξένων ζωγράφων, καθώς επίσης τοποθέτηση ηχητικών εγκαταστάσεων ώστε στα διαλείμματα να ακούγεται μουσική αξιόλογων συνθετών, στιχουργών και τραγουδιστών. Έκανε εργαστήρια με τους μαθητές, για το θέατρο, παρουσιάζοντας κάθε χρόνο υπέροχες θεατρικές παραστάσεις, για τη δημοσιογραφία, εκδίδοντας μαθητικά έντυπα, για το περιβάλλον, για τη μουσική-χορωδία, για τη ζωγραφική, για τη λογοτεχνία, για τον αθλητισμό. Ασχολήθηκε με τη μετάφραση, το θέατρο, την κριτική, τη λογοτεχνία, την ποίηση κ.ά. Έγραψε το μονόπρακτο θεατρικό έργο «Το Αιώνιο Παιχνίδι» το οποίο ανεβάστηκε στο θέατρο, έκανε την Ανθολογία Γαλλικής Ποίησης «Δέκα Γάλλων Ποιητών» με μεταφράσεις ποιημάτων και παρουσίαση ποιητών και λογοτεχνικών “Σχολών”, μετέφρασε τις κριτικές μελέτες αισθητικής «Τι είναι μυθιστόρημα» και «Περί τέχνης: Ζωγραφική – Γλυπτική» του Γκυ ντε Μωπασσάν, δημοσίευσε την ποιητική συλλογή «Ποιητικές Διαδρομές», την κριτική μελέτη «Η ζωή και το έργο του Αλμπέρ Καμύ», την ποιητική συλλογή «Οδοιπορικό Ζωής», την 204


επιστημονική μελέτη «Η Παιδεία στην Καππαδοκία από την αρχαιότητα ως την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1924» και τη συλλογή διηγημάτων «Ταξιδεύοντας στο Χρόνο».

Δημοσίευσε σε εφημερίδες και περιοδικά άρθρα εκπαιδευτικού, παιδαγωγικού περιεχομένου, μεθοδολογίας, πολιτισμού, τέχνης και λογοτεχνίας. Συμμετείχε σε διάφορα συνέδρια, σε ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές σε θέματα παιδαγωγικά, πολιτιστικά και τέχνης. Συμπεριλαμβάνεται στη μεγάλη εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Χάρη Πάτση, στην εγκυκλοπαίδεια γραμμάτων και τεχνών της Αμφικτυονίας Ελληνισμού και στο Λεύκωμα Λογοτεχνών της Ένωσης Λογοτεχνών Β.Ε.

Η Αμφικτυονία Ελληνισμού, στον Παγκόσμιο Ποιητικό Διαγωνισμό 2014, του απένειμε Βραβείο για το ποίημα «Ο Καλλιτέχνης» και το 2016 για το ποίημα «Τόπος του ήλιου και του έρωτα».

Τιμητική Διάκριση από την Ένωση Λογοτεχνών Β.Ε. το 2014 για τη συμβολή του στην ελληνική λογοτεχνία. Το 2016 τιμήθηκε από την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας για την προσφορά του στον πολιτισμό.

Τιμητική Διάκριση από το Σύλλογο Ζωγράφων Θεσσαλονίκης και Β.Ε. το 2017 για την προσφορά του στην τέχνη και στον πολιτισμό. Το 2017 τιμήθηκε από το Δήμο Αμπελοκήπων-Μενεμένης για την προσφορά του στην παιδεία και στον πολιτισμό. Ποιητικά του κείμενα μελοποιήθηκαν από το μουσουργό Δημήτρη Θέμελη.

Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων Β.Ε., της Αμφικτυονίας Ελληνισμού, της Ένωσης Λογοτεχνών Β.Ε. και του Συλλόγου Αποφοίτων της Φιλοσοφικής Σχολής Α.Π.Θ. "Φιλόλογος". Είναι Έφορος Δημοσίων Σχέσεων της Εταιρείας Συγγραφεών Β.Ε. Ταξίδεψε σε διάφορες χώρες: Γαλλία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο, Ελβετία, Αγγλία, Γερμανία, Αυστρία, Ιταλία, Ουγγαρία, Τσεχία, Σλοβακία, Σερβία, Τουρκία, Τυνησία, Αίγυπτο, Ρωσία, Κύπρο, όπου γνώρισε τον πολιτισμό τους. 205


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρόλογος Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Βαρνάβα............................................................................................................................................. 6 Γιώργος Σεφέρης......................................................................................................................................................................................... 9 Η Παιδεία στην Καππαδοκία κατά την αρχαιότητα Γεωγραφική και ιστορική θέση της Καππαδοκίας................................................................... 11 Πόλεις και χωριά της Καππαδοκίας..................................................................................................................... 17 Η Εκπαίδευση στην Καππαδοκία στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα......................................................................................................................................... 18 Διοίκηση Σχολείων - Προγράμματα Διδασκαλίας....................................................................... 22 Το περιβάλλον της Εκπαίδευσης στην Καππαδοκία ........................................................... 23 Μαθήματα που διδάσκονταν στα σχολεία της Καππαδοκίας από καταξιωμένους δασκάλους.................................................................................................................................. 28 Είδη σχολείων που λειτουργούσαν στην Καππαδοκία Κωνσταντίνος Νίγδελης «Ήθη και έθιμα στον αέναο κύκλο του χρόνου».............................................................................................................................................................................. 29 Τα εκπαιδευτικά δρώμενα στη Μαλακοπή της Καππαδοκίας............................ 31 Σχολική Εφορεία...................................................................................................................................................................................... 35 Καισάρεια............................................................................................................................................................................................................. 39 Ζιντζίντερε - Φλαβιανά................................................................................................................................................................ 39 Βιβλιοθήκες....................................................................................................................................................................................................... 45 Μικρασιατικά Χρονικά, Λήδα Ιστικοπούλου....................................................................................... 46 Τα Σχολεία στην Επαρχία Καισαρείας 1891 - 1922................................................................ 63 Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Εμμανουήλ Τσαλίκογλου............................... 68 Φάρασα - Βαρασός.............................................................................................................................................................................. 73 Αποικίες των Φαράσων.............................................................................................................................................................. 75 Συντήρηση των Σχολείων και επιλογή ικανών δασκάλων........................................ 77 Χαμιντιέ - Μουραντιέ. Ιώνων γη................................................................................................................................. 79 Ανταβάλ - Ακτάς....................................................................................................................................................................................... 80 Χαλβάντερε........................................................................................................................................................................................................ 81 Σύλλατα................................................................................................................................................................................................................... 81 206


Αξός.................................................................................................................................................................................................................................. 84 Τροχός......................................................................................................................................................................................................................... 84 Ευαγγελική σχολή................................................................................................................................................................................. 85 Γλώσσα..................................................................................................................................................................................................................... 86 Ο Σύλλογος Μικρασιατών «Η Ανατολή» Το «Βιβλίο» των υποτρόφων του Συλλόγου........................................................................................ 91 Ελληνικά Σχολεία στη Μικρά Ασία (Φεβρουάριος 1919)............................................ 92 Ιστορικά, εκπαιδευτικά, πολιτιστικά και πολιτικά δεδομένα της περιόδου 1890-1920.......................................................................................................................................................... 93 Η λογοτεχνία στον περιοδικό τύπο της Κωνσταντινούπολης (1890-1920).................................................................................................................................................................................................... 97 Τα περιοδικά................................................................................................................................................................................................... 98 Γενικά συμπεράσματα για τα περιοδικά................................................................................................. 105 Τα παραμύθια των Μικρασιατών Ελλήνων...................................................................................... 107 Μουσικοί και μουσική στη Σμύρνη.................................................................................................................... 108 Ελληνόφωνοι Καππαδόκες λόγιοι στο 19ο και 20ο αιώνα...................................... 109 Έτεροι Καππαδόκες λόγιοι............................................................................................................................................... 122 Λόγιοι της Ταρσού της Κιλικίας............................................................................................................................... 125 Η εορτή των Τριών Ιεραρχών...................................................................................................................................... 126 Πίνακες του πληθυσμού των Ελληνορθόδοξων Κοινοτήτων της περιοχής της Καππαδοκίας................................................................................................................................ 133 Πίνακες των εκκλησιών, σχολείων, μαθητών κ.λπ. των Κοινοτήτων των Μητροπόλεων της Μ. Ασίας.............................................................. 146 Γενικός Κανονισμός των Σχολείων της θεοσώστου επαρχίας Καισάρειας Καππαδοκίας................................................................................................................ 155 Γενικός Κανονισμός της εν Κωνσταντινουπόλει Διδασκαλικής Ενώσεως......................................................................................................................................................... 178 Βιβλιογραφία............................................................................................................................................................................................. 200 Βιογραφικό.................................................................................................................................................................................................... 204

207



Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.