A KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997
2-31 AΦIEPΩMA H αρχιτεκτονική της Θεσσαλονίκης. Tου Kωστή Λι ντη Oθωμανικά μνημεία. Aποτελούν τεκμήρια της μεσαιωνικής περι δου και έχουν κηρυχθεί διατηρητέα. Tης E. Xατζητρύφωνος Mεταβυζαντινή αρχιτεκτονική. Oι ναοί συγκροτούν ομάδα μνημείων με ιστορική και αρχιτεκτονική εν τητα. Tης M. Kαμπούρη–Bαμβούκου H Aνω Π λη. Iστορικά, δημογραφικά και πολεοδομικά χαρακτηριστικά του παραδοσιακού οικισμού Tου Aγι I. Aναστασιάδη H αρχιτεκτονική απ τον 19ο στον 20 αι. O εκσυγχρονισμ ς με νέα κτίρια και δημ σια έργα δίνει στην π λη ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά. Tου Bασίλη Kολώνα H συνοικία των Eξοχών. Tου Bασίλη Kολώνα Bιομηχανικά κτίρια και σύνολα. H πιο «ευρωπαϊκή» απ τις ψεις της νεώτερης αρχιτεκτονικής της π λης (1870-1940). Tης Oλγας Tραγανού–Δεληγιάννη Tα Λαδάδικα. Aπ λιτή αγορά του λιμανιού... σε πολύχρωμη πιάτσα διασκέδασης... Tης Aλ. Kαραδήμου–Γερ λυμπου Πυρκαγιά του ’17 και ανασχεδιασμ ς. Πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες «παραμ ρφωσαν» το εμπνευσμένο σχέδιο του Eμπράρ. Tης Aλ. Kαραδήμου–Γερ λυμπου Aρχιτεκτονική του Mεσοπολέμου. Eντονη η οικοδομική δραστηρι τητα, πρ σφερε στην π λη μια σειρά νέων κτιριακών τύπων και μορφών. Tου Bασίλη Kολώνα H πρώτη μεταπολεμική περίοδος. H διάδοση και η προσαρμογή του μοντερνισμού στην αρχιτεκτονική της Θεσσαλονίκης. Tου Nίκου Kαλογήρου
Eξώφυλλο: Kτίσμα του 1907 σε σχέδια του Π. Aρραγκ νι για κατοικία του Aχμέτ Kαπαντζή. Σήμερα, μετά την ολοκλήρωση των εργασιών συντήρησης και αποκατάστασης φιλοξενεί την έδρα του Oργανισμού Πολιτιστικής Πρωτεύουσας ’97 (φωτ.: K. Λι ντης).
Yπεύθυνος «Eπτά Hμερών»:
BHΣ. ΣTAYPAKAΣ
2 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997
ΦIEPΩMA
Aρχιτεκτονική της Θεσσαλονίκης H Θεσσαλονίκη είναι μία π λη με πλούσιο, απ κάθε άποψη, παρελθ ν και ταυτ χρονα, απ τις μ νες στον ελλαδικ χώρο με σταθερή φυσιογνωμία π λεως, απ την ίδρυσή της ακ μη. Στην κάθε εποχή, προσαρμοσμένη, μετασχηματιζ ταν χωρίς ποτέ να χάσει την έννοια του άστεως, με λες του τις Eπιμέλεια αφιερώματος:
K·ΣTHΣ ΛIONTHΣ διαστάσεις: κοινωνική, οικονομική, πολεοδομική. Eξ αρχής χτισμένη στο μυχ του Θερμαϊκού, η γεωγραφική της θέση –θέση κλειδί, υπολογίσιμη και πάντα ζωτική στα Bαλκάνια– στάθηκε καθοριστικ ς παράγοντας. Tα υπ λοιπα ήρθαν ως αποτέλεσμα. O σημεριν ς πολεοδομικ ς ιστ ς διασώζει κτίσματα ή ερείπια λων των ιστορικών περι δων. Iχνη με άλλα λ για του κάθε κτήτορα που πέρασε απ ’δω. Aν και μεμονωμένα χρωματίζουν τη σύγχρονη εικ να της π λης και υπενθυμίζουν τις επάλληλες παρουσίες πολιτισμών που διάβηκαν απ’ την π λη. H αρχιτεκτονική της Θεσσαλονίκης, με την τωρινή εκδοχή του ρου, έχει αφετηρία το ρεύμα εκσυγχρονισμού που ξεκίνησε, σε μεγάλη κλίμακα, τις τελευταίες δεκαετίες του περασμένου αιώνα. Aκολουθώντας αρχιτεκτονικές καινοτομίες και νεωτερισμούς της εποχής, απέκτησε καθαρά ευρωπαϊκή φυσιογνωμία και ενισχύθηκε, έγινε πιο έντονος, ο κοσμοπολίτικος χαρακτήρας της. Hρθε μως το μεγάλο πλήγμα του 1917. O Aύγουστος εκείνης της χρονιάς ήταν, για την ψη της π λης, συμφορά. Tο λεγ μενο σήμερα ιστορικ κέντρο έγινε, σε 32 ώρες, στάχτη. H καταστρεπτικ τητα της φωτιάς, αφού πρώτα έκαψε, σταμάτησε στον πολιούχο της π λης, τον Aγιο Δημήτριο. Oι φλ γες αφάνισαν εμπορικά, κοινοτικά και βιοτεχνικά κτίρια, κατοικίες, καθώς και μνημεία. Σώθηκε μ νο η Aνω Π λη. Παρά τη συμφορά, οι αρχές της εποχής κινήθηκαν δραστήρια. Ωστ σο, ο εμπνευσμένος ανασχεδιασμ ς της καμένης περιοχής, που έγινε αμέσως έπειτα απ Διεθνή Eπιτροπή με επ πτη τον Γάλλο αρχιτέκτονα Eμπράρ, αντί να διαφυλαχτεί και ακολουθηθεί κατά γράμμα, αλλοιώθηκε. Kαθώς φαίνεται ερχ ταν κ ντρα στις πολιτικές και κοινωνικές νοοτροπίες
Oψη του Mεσοπολέμου. H οδ ς Bενιζέλου στο ύψος του Aγίου Mηνά, εκεί που στρίβει το ηλεκτροκίνητο τραμ. (Φωτ. περ. «Tάμαριξ» T.χ 1, Iανουάριος 1977).
των δεκαετιών που μεσολάβησαν ώς σήμερα. Oπως και αλλού στην Eλλάδα, δ θηκαν κι εδώ λύσεις μάλλον ευκαιριακές. Tο σχέδιο Eμπράρ ήταν ασύμφορο και καθ λου λειτουργικ στην εφαρμογή του για τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα, το καθεστώς αντιπαροχής και το μ λις πρ σφατο «κ λπο» μεταφοράς συντελεστή δ μησης. Zυγίζοντας τις ευθύνες, βαραίνουν περισσ τερο τους πολιτικούς άρχοντες και λιγ τερο τους πολίτες, αφού αυτής της σπουδαι τητας αποφάσεις παίρνονται μ νο απ τη δημ σια εξουσία και τις τοπικές αρχές. Eπικρατώντας λοιπ ν αυτή η λογική, χάθηκε η ευκαιρία να αποκτήσει η π λη μοντέρνα ανθρώπινη φυσιογνωμία και ταυτ χρονα, με προβλέψεις, να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες. H σημερινή ψη της Θεσσαλονίκης δεν διαφέρει και πολύ απ άλλη ελληνική π λη. Γιγαντώθηκε αρρωστημένα σε ύψος και σε πλάτος. Για να λυτρωθεί το κυκλοφοριακ , θυσιάζει κάθε ελεύθερο χώρο. Πανταχού η παρουσία του αυτοκινήτου. Mάλιστα, ζηλεύοντας άλλες π λεις και για να βρίσκεται σε πλήρη αρμονία, σηκώνει, στα ρια της παραδοσιακής Aνω Π λης, σύγχρονα οχυρά: πολυκατοικίες επτά πατωμάτων. Eτσι, βυζαντινές ή μεταβυζαντινές εκκλησίες, ή και γιατί χι, οθωμανικά μνημεία, θάβονται βαθιά σε πηγάδες πολυκατοικιών. Kαι λα κυλούν ωραία και λαμπρά καθώς ζούμε μεσοτοιχία με τα προγονικά μνημεία. Kι αν πάλι ποτέ χρειαστεί, πως φέτος που
έχουμε πυρετ με το χρίσμα της πολιτιστικής, τα καλούμε σε γενική επιστράτευση. Kατάλληλα, προσφέρονται για εθνικούς και πανηγυρικούς σκοπούς... Συνδέσεις με προηγούμενα δικαιολογημένα ή αδικαιολ γητα, ξεπεράσαμε τα ρια του πρέποντος και φτάσαμε στην οργή. Aς είναι. Tο αφιέρωμα πάντως δεν έχει προθέσεις και ύφος καταγγελίας. Bέβαια νήξεις για τα πιθανά λάθη υπάρχουν και πρέπει να υπάρχουν. O προσανατολισμ ς του μως είναι άλλος. Mε κείμενα των συνεργατών και φωτογραφίες, στοχεύει στην ανάδειξη της αρχιτεκτονικής εικ νας πως αυτή εμφανίζεται κατά θεματική και χρονική περίοδο. Για τη βυζαντινή άποψη και τα αντίστοιχα με αυτήν την περίοδο μνημεία της Θεσσαλονίκης, υπάρχει προηγούμενο αφιέρωμα των EΠTA HMEPΩN (25 Δεκ. 1992) και το σημεριν έρχεται ως λογική του συνέχεια. Yπενθυμίζουμε, επίσης, πως δημοσίευμα του Bασίλη Kολώνα στο αφιέρωμα «Oι Eβραίοι της Eλλάδας» (3 Mαρ. 1996), διερευνά και υπογραμμίζει τη συμβολή της εβραϊκής κοιν τητας στον αρχιτεκτονικ εκσυγχρονισμ της Θεσσαλονίκης. Aκ μη, εικ νες της π λης συναντά κανείς και στο αφιέρωμα «Θεσσαλονίκη 1916» (21 Iαν. 1996). Δημοσιεύονται εκεί φωτογραφίες, ψεις της π λης πριν την αποτεφρώσει η πυρκαγιά του ’17. Tέλος, πρέπει να διευκρινισθεί τι η παράταξη των θεμάτων έγινε κατά χρονολογική σειρά.
Oθωμανικά μνημεία Tα σωζ μενα κτίρια αποτελούν τεκμήρια της μεσαιωνικής περι δου και έχουν κηρυχθεί διατηρητέα Tης Eυαγγελίας Xατζητρύφωνος Aρχιτέκτονος YΠΠO
OTAN η Θεσσαλονίκη έπεσε τελικά στα οθωμανικά χέρια στα 1430, πως είναι γνωστ απ τις πηγές, ήταν μια κατεστραμένη, άδεια π λη απ την μακρά πολιορκία και την επακ λουθη λεηλασία. Oι προσπάθειες άρχισαν σχεδ ν αμέσως ώστε να ξαναγυρίσει στη ζωή και να υπηρετήσει το σκοπ για τον οποίο και κατακτήθηκε: να συνεχίσει να είναι τι ήταν για το Bυζάντιο στην υπηρεσία μως της οθωμανικής αυτοκρατορίας: ένα σημαντικ εμπορικ λιμάνι και σημαντικ μεταπρατικ κέντρο στο β ρειο άκρο του Aιγαίου. Eτσι η πρώτη αυτή οθωμανική περίοδος χαρακτηρίζεται απ ευνοϊκές συνθήκες προσέλκυσης πληθυσμού ποικίλης προέλευσης εθνικ τητας και θρησκείας στη Θεσσαλονίκη και απ έντονη οικοδομική δραστηρι τητα που αναπτύσσεται επάνω στα σπαράγματα της βυζαντινής π λης. Mε τις συνηθισμένες αρχαίες πρακτικές της λιθορυχίας, τη χρήση των παλιών δομικών υλικών και αρχιτεκτονικών μελών και ενσωμάτωσης, συχνά, παλι τερων ερειπίων στις νέες κατασκευές αναδύεται η νέα αρχιτεκτονική της π λης. Tο γεγον ς τι η περίοδος αυτή είναι η χρονική συνέχεια της λαμπρής παλαιολ γιας περι δου έχει βέβαια τη σημασία του τ σο απ την άποψη της χωροθέτησης των νέων σημαντικών κτιρίων στον ιστ της π λης. Eνα αξιοσημείωτο χαρακτηριστικ της αρχιτεκτονικής που αναπτύσσεται στο β΄ μισ του 15ου αιώνα στη Θεσσαλονίκη είναι η συνέχιση της βυζαντινής οικοδομικής παράδοσης και τεχνολογίας καθώς και οι έντονες βυζαντινές επιρροές στην αρχιτεκτονική. Eτσι η οθωμανική αρχιτεκτονική του 15ου αι., στη Θεσσαλονίκη, παρά το γεγον ς τι αντανακλά μια επώδυνη ιστορική τομή είναι παράλληλα μια συνέχεια. Tο γεγον ς, τι υπεύθυνοι συντηρητές δημοσίων κτιρίων στην π λη ήταν, σύμφωνα με πηγές, Eλληνες Xριστιανοί ίσως παίζει ρ λο σ’ αυτ . Στην ίδια περίοδο γίνονται μετατροπές θρησκευτικών κτιρίων με προσθήκες ή άλλες αλλαγές. Eτσι οι βυζαντινοί χώροι λατρείας, οι περισσ τεροι χωρίς να χάσουν τη λατρευτική τους χρήση, μετατρέπονται απ χριστιανικούς ναούς σε ισλαμικά τεμένη με επεμβάσεις αναγκαίες για τη θρησκευτική έκφραση της νέας εξουσίας. Oι υπ λοιποι ναοί, μη μπορώντας να έχουν την αναγκαία φροντίδα των χριστιανών που είναι πλέον μειοψηφία στην ίΣυνέχεια στην 4η σελίδα
Tο Mπέη Xαμάμ, γνωστ ως λουτρά «Παράδεισος». Bρίσκεται την Eγνατία οδ , απέναντι στην Παναγία των Xαλκέων. Διπλ λουτρ , με αντρικ και γυναικείο τμήμα, κτίστηκε με εντολή του Mουράτ του B΄ στα 1444, δηλαδή 14 χρ νια μετά την άλωση της Θεσσαλονίκης. Στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας ’97, πρ κειται να φιλοξενήσει στους χώρους του έκθεση με θέμα: «Kοσμική μεσαιωνική αρχιτεκτονική στα Bαλκάνια, 1300-1500 και η διατήρησή της» (φωτ.: K. Λι ντης).
Tο Mπεζεστένι. Xτίστηκε γύρω στα 25 χρ νια μετά το Mπέη Xαμάμ. Ως κτίριο είναι ενδεικτικ της εμπορικής σημαίας της Θεσσαλονίκης. Hταν χώρος δοσοληψιών, διαπραγματεύσεων, φύλαξης πολύτιμων αγαθών και βέβαια εμπορίου. Στη διάρκεια των αιώνων δεν άλλαξε ποτέ η χρήση του. Περιελάμβανε πολλά μαγαζιά πως και σήμερα. Στον ίδιο τύπο ανήκουν το Mπεζεστένι στις Σέρρες, στο Γαλατά, στο Σεράγιεβο, στη Λάρισα κ.α. (φωτ.: K. Λι ντης). KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
3
Συνέχεια απ την 3η σελίδα
δια τους την π λη, καταστρέφονται βαθμιαία και εξαφανίζονται. Tο ίδιο σε μεγαλύτερο βαθμ φαίνεται να συνέβει με λα τα μεγάλα κτίρια της βυζαντινής περι δου που τ σο για συμβολικούς λ γους σο και για πρακτικούς μεταβλήθηκαν αργά ή γρήγορα σε οικοδομικ υλικ για νέες κατασκευές.
Tα σωζ μενα Eίναι αλήθεια τι τα λίγα οθωμανικά μνημεία που απέμειναν στη Θεσσαλονίκη, δεν κάνουν εύκολη υπ θεση το να αποκτήσει κανείς μια πλήρη εικ να της ιστορικής περι δου των 500 χρ νων της π λης που ακολούθησε τη βυζαντινή. Oμως, παρ’ λα αυτά τα σωζ μενα μνημεία είναι πολύ χαρακτηριστικά, ιδιαίτερα για την αρχιτεκτονική των δημ σιων κτιρίων της πρώτης φάσης της περι δου αυτής. Eτσι απ τον 15ο αιώνα και τον 16ο έχουμε: 4 λουτρά, 1 τζαμί, ένα μπεζεστένι, ένα πτωχοκομείο το Aλατζά Iμαρέτ, το Λευκ Πύργο, τμήματα τειχών και του Eπταπυργίου, δύο μιναρέδες, έναν τάφο. Aπ τους επ μενους αιώνες σώζονται λίγα κτίσματα χι τα σημαντικ τερα, πως ένα ταφικ μνημείο, κάποιες βρύσες. Πρέπει να σημειώσουμε τι κιβωτ για τα οθωμανικά μνημεία της Θεσσαλονίκης αποτελεί το βιβλίο του Bασίλη Δημητριάδη «Tοπογραφία της Θεσσαλονίκης κατά την Tουρκοκρατία 1430-1912», παρά τις ποιες αδυναμίες του σε διάφορες ερμηνείες που περιέχει. Oπως για λα τα μνημεία της Θεσσαλονίκης, έτσι και για τα οθωμανικά αρχίζει μετά τους σεισμούς του 1978 μια νέα περίοδος που χαρακτηρίζεται απ την έρευνα και τη συντήρησή τους. Tα περισσ τερα απ αυτά ήταν αφιερώματα και αποτελούν δημ σια κτίρια. Σήμερα είναι λα κηρυγμένα μνημεία και προστατεύονται απ το ν μο περί Aρχαιοτήτων απ την αρμ δια υπηρεσία του υπουργείου Πολιτισμού, την 9η Eφορεία Bυζαντινών και Mεταβυζαντινών Aρχαιοτήτων. H αρχιτεκτονική και η ιστορία τους μιλούν για μια ακ μη ψη της π λης. Tα κύρια σημεία της αρχιτεκτονικής τους είναι οι επιλογές για τη μετάβαση απ την κυβική βάση εν ς κτιρίου στον ημισφαιρικ τρούλο, οι τρ ποι στήριξης και οι τρ ποι πλινθοπερίκλειστης δ μησης, που συχνά οι περιοχές ανάμεσα στα πλίνθινα πλαίσια μιμούνται δ μους. Eνδεικτικά για την αρχιτεκτονική αυτή είναι τα σημαντικ τερα μνημεία που σώζονται:
Tο παλαι τερο Στην κατηγορία των δημ σιων λουτρών ανήκει το παλαι τερο κτίριο που σώζεται απ την περίοδο αυτή στη Θεσσαλονίκη, το λεγ μενο Mπέη Xαμάμ. Tα δημ σια λουτρά της π λης ήταν αφιερώματα συνδεδεμένα με κάποιο τέμενος ή να που είχε μετατραπεί σε τέμενος. Mε
4 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997
Tο πτωχοκομείο Aλατζα Iμαρέτ, απ BΔ η κύρια είσοδος. Xτίστηκε απ τον Iνεγκι λ Iσαάκ Πασά στα 1484 και είναι ένα απ τα πιο ελκυστικά μνημεία της πρώτης οθωμανικής περι δου στη Θεσσαλονίκη. O θρησκευτικ ς και ο κοινωνικ ς χαρακτήρας στα κτίρια αυτού του είδους, είναι δύσκολο να ξεχωρίσουν. O χώρος χρησιμοποιήθηκε μερικά χρ νια για καλλιτεχνικές εκδηλώσεις και σήμερα βρίσκεται στο στάδιο συντήρησης (φωτ.: K. Λι ντης).
αυτή την έννοια το θρησκευτικ στοιχείο αποτελεί δέσμευση για τον σχεδιασμ , την εσωτερική λειτουργικ τητα και την εξέλιξή τους. Tο Mπέη Xαμάμ, γνωστ σήμερα ως λουτρά «Παράδεισος» κτίστηκε κατ’ εντολήν του Mουράτ του B΄ στα 1444, σύμφωνα με την επιγραφή του, δηλαδή 14 χρ νια μετά την άλωση. Eίναι τοποθετημένο επί της Eγνατίας οδού στο ν τιο άκρο της περιοχής της ρωμαϊκής αγοράς και συμμετρικά προς αυτήν, απέναντι στην Παναγία των Xαλκέων. Δεν έχει ερευνηθεί τι προϋπήρχε στην περιοχή αυτή. Tο Mπέη Xαμάμι είναι ένα διπλ λουτρ με ανδρικ και γυναικείο τμήμα. Bρίσκει κανείς εδώ μια τυπολογία που δείχνει χι μ νον τις προθέσεις αλλά τις γνώσεις την εμπειρία και τη συνθετική ικαν τητα του αρχιτέκτονα που συνεδύασε τη βυζαντινή αντίληψη με τις απαιτήσεις της εποχής του. Oι αρχιτεκτονικές λύσεις που χρησιμοποιούνται στο κτίριο συγκρίνονται με αυτές σημαντικών κτιρίων της ίδιας εποχής ή και προγενέστερων στην Προύσα κυρίως και στην περιοχή της. H δ μηση είναι απ πλίνθους και αργούς λίθους. O πλούτος της αρχιτεκτονικής σύνθεσης αλλά και αυτ ς της εσωτερικής διακ σμησης με τους σταλακτίτες των τρούλων και των λοφίων των ζεστών χώρων και τις τοιχογραφίες των μεγαλύτερων τρούλων είναι μοναδικ ς. Σήμερα αποκατεστημένο κατά το ήμυσι πρ κειται να χρησιμοποιηθεί για πρώτη φορά ως εκθεσιακ ς χώρος φιλοξενώντας την έκθεση «Kοσμική μεσαιωνική αρχιτεκτονική
στα Bαλκάνια, 1300–1500, και η διατήρησή της».
Mπεζεστένι Σχεδ ν δυ μισι δεκαετίες μετά το σουλτανικ αυτ λουτρ , χτίζεται το Mπεζεστένι της Θεσσαλονίκης, ένα καίριο, για την π λη κτίριο και ενδεικτικ για την εμπορική της σημασία. Aπλ στην τυπολογία του, με έξι ίσους ημισφαιρικούς μολυβδοσκέπαστους τρούλους, με δίδυμα τ ξα σε δύο ισχυρ τατους εσωτερικούς πεσσούς και χαρακτηριστική δ μηση με πλίνθους και λίθους, αποτελούσε χώρο δοσοληψιών και διαπραγματεύσεων, φύλαξης πολύτιμων αγαθών και τρέχοντος εμπορίου υφασμάτων και πολύτιμων λίθων. Περιελάμβανε πολλά μαγαζιά, πως και σήμερα, αλλά με διαφορετικ περιεχ μενο. H χρήση του ως κέντρου εμπορίου δεν άλλαξε ποτέ, μ νον προσαρμ στηκε στην αλλαγή των αναγκών και των εποχών. Mπεζεστένια σαν αυτ της Θεσσαλονίκης χτίστηκαν πολλά κατά τον 15ο και 16ο αιώνα, σο η οθωμανική αυτοκρατορία επεκτειν ταν και ανερχ ταν οικονομικά. Στον τύπο του Mπεζεστενίου Θεσσαλονίκης ανήκουν αυτ των Σερρών, του Γαλατά στην Kωνσταντινούπολη, του Σεράγιεβο, της Λάρισας κ.ά. Σήμερα το Mπεζεστένι της Θεσσαλονίκης, αναστηλωμένο πλέον, είναι επισκέψιμο και στους χώρους πάνω απ τα ισ γεια καταστήματα, με δυνατ τητες παραλαβής νέων χρήσεων πολιτιστικού χαρακτήρα. Λίγα χρ νια αργ τερα, στα 1484, χτίζεται ένα απ τα πιο ελκυστικά κτίσματα αυτής της περι δου, το
πτωχοκομείο Aλατζά (πολύχρωμο) Iμαρέτ απ τον Iνεγκι λ Iσαάκ Πασά. Tο κτίριο έχει έναν δίδυμο κεντρικ χώρο με δύο τρούλους, που πλαισιώνεται απ τέσσερις μικρ τερους τρουλαίους χώρους συμμετικά και βαθμιδωτά δίπλα στον κεντρικ . Στη δυτική πλευρά μπροστά στην κύρια είσοδο ένα τρουλαίο προστώο με τον κεντρικ του τρούλο ψηλώτερο απ τους άλλους, ενώ στη ν τια πλευρά υψων ταν ο πολύχρωμος μιναρές, σήμερα μισογκρεμισμένος. Tο μνημείο κτίστηκε με εξαιρετική φροντίδα απ άριστα υλικά –πλίνθοι και λαξευμένοι λίθοι– σε πλινθοπερίκλειστο σύστημα. Θύρες και παράθυρα είναι πλαισιωμένα με μαρμάρινα πλαίσια και στο εσωτερικ οι τοίχοι και οι τρούλοι καλυμμένοι με φυτ μορφο ζωγραφικ διάκοσμο και διακοσμητική επιγραφή, ενώ ένα νεώτερο ανάγλυφο μιχράμπ κοσμεί την ανατολική πλευρά του κεντρικού χώρου. Aξίζει να σημειώσουμε τι στα κτίρια του είδους αυτού ο λατρευτικ ς και ο κοινωνικ ς χαρακτήρας είναι δύσκολο να ξεχωρίσουν. Σήμερα το Aλατζά Iμαρέτ, αφού χρησιμοποιήθηκε μερικά χρ νια για προγράμματα ειδικής κατάρτισης του Δήμου Θεσσαλονίκης και για καλλιτεχνικές εκδηλώσεις είναι αντικείμενο εργασιών συντήρησης με σκοπ να συνεχίσει την ύπαρξή του ως χώρος πολιτισμού. Aπ την πρώτη αυτή οθωμανική περίοδο στη Θεσσαλονίκη σώζεται ένα μ νο τζαμί, το λεγ μενο Xαμζάμπεη γνωστ απ τον κινηματογράφο που στεγαζ ταν εκεί, το «Aλκαζάρ». Παρά την κεντρική του θέση –σήμερα δίπλα στο δημαρχείο– επί
της Eγνατίας οδού, ήταν περιφερειακ τέμενος. Xτίζεται στα 1467 την εποχή του Mουράτ του B΄ με εντολή της κ ρης του Xαμζάμπεη προς τιμή του. Aργ τερα γίνονται αλλαγές και προσθήκες μεταξύ των οποίων και ένας μιναρές. Tο λο συγκρ τημα προσαρμ ζεται στην ύπαρξη παρακείμενου λουτρού που δεν σώζεται σήμερα και φθάνει στη σημερινή του μορφή περί τα 1620. Tο κύριο κτίσμα είναι ένας μεγάλος απλ ς τρουλαίος χώρος, περιστοιχισμένος με στοές και ένα αίθριο με περίστωο. Στον 20 αι. επί χρ νια η χρήση του λατρευτικού αυτού μνημείου ήταν εμπορική. Σήμερα, με σημαντικές ζημιές απ τους σεισμούς, μετά τη διεξαγωγή αρχιτεκτονικής τεκμηρίωσης, εκπονειται μελέτη αναστήλωσης με σκοπ τη χρησιμοποίησή του για πολιτιστικούς σκοπούς.
σματα πιθαν τατα το κτίσμα να έγινε σύμφωνα με τα πρ τυπα του περίφημου αρχιτέκτονα Σινάν.
Λευκ ς Πύργος
Aλλα λουτρά Eνα άλλο σημαντικ κτίριο της κατηγορίας των δημ σιων λουτρών είναι το λουτρ της αγοράς Παζάρ Xαμάμ γνωστ παλαι τερα και ως Γιαχουντί Xαμάμ, αλλά και με άλλα ον ματα που δείχνουν τις αλλαγές που υπέστη ως προς τη χρήση του ή ως προς τη σημασία του στην περιοχή. Oικοδομήθηκε ως αφιέρωμα του Xαλίλ Aγά, αξιωματούχου του χαρεμιού της Πύλης, λίγο πριν το 1500 στο κέντρο της εμπορικής περιοχής κοντά στα παραθαλάσσια τείχη. Mεγάλες επεμβάσεις επισκευής έγιναν σε αυτ κατά τον 19ο αιώνα, οι οποίες στην ουσία επιβάρυναν το κτίριο. Aρχαίο υλικ αρχιτεκτονικών μελών απ τα ρωμαϊκά, παλαιοχριστιανικά, βυζαντινά κτίρια έχει χρησιμοποιηθεί τ σο στην αρχική οικοδ μηση του κτιρίου σο και στις επισκευές του. Διπλ λουτρ και αυτ , έχει τη χαρακτηριστική οθωμανική αρχιτεκτονική με τις βυζαντινές επιδράσεις στο σύστημα κατασκευής και δ μησης, με πλούσιο εσωτερικ διάκοσμο απ σταλακτίτες και σταμπωτές διακοσμήσεις στο κονίαμα και με ενδιαφέρουσες κατασκευαστικές λύσεις. Eίναι θαμμένο περί τα δύο μέτρα στο έδαφος είχε κλεισμένες τις κύριες ψεις του μέχρι πρ σφατα απ προσκτίσματα και ακ μα μέχρι τώρα είναι μεγάλο μέρος του στα χέρια αυθαίρετων χρηστών. Σήμερα αναστηλώνεται και μια ευρεία επέμβαση ανάπλασης γίνεται στην περιοχή του. Δυο δεκαετίες μετά το Λουτρ της Aγοράς, γύρω στα 1520 χτίζεται το Λουτρ Πασά Xαμάμ γνωστ ως «Φοίνικας» απ τον Kεζερίμ Kασίμ Πασά, σαντζάκμπεη της Θεσσαλονίκης, κοντά στα δυτικά τείχη. Eίνα ένα μον λουτρ πάνω σχεδ ν στο δυτικ οκτάγωνο της παλαιοχριστιανικής Θεσσαλονίκης λίγο νοτι τερα απ το πρ πυλο της μονής του γνωστού βυζαντινού ναού των Aγ. Aποστ λων. Tο κτίριο είναι απλούστερο απ τα προηγούμενα, αλλά η δ μησή του είναι εξαιρετικά επιμελημένη. Xρησιμοποιήθηκε ως λουτρ μέχρι το 1978 και απ τ τε είναι κεν , ενώ μια μελέτη τεκμηρίωσης έχει γίνει απ την αρμ δια υπηρε-
Tο τζαμί Xαμζάμπεη, γνωστ ως «Aλκαζάρ» απ τον κινηματογράφο που στεγαζ ταν εδώ. Περιφερειακ τέμενος, χτίστηκε στα 1467 και είναι το μ νο σωζ μενο τζαμί απ την πρώτη οθωμανική περίοδο. Στον 20 αι. και μέχρι σήμερα η χρήση του μνημείου είναι εμπορική. Mετά τους σεισμούς έγινε μελέτη αναστήλωσης, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχουν ξεκινήσει εργασίες (φωτ.: K. Λι ντης).
O τουρμπές (μαυσωλείο) Mούσα Mπάμπα, στην πλατεία Tερψιθέας στην Aνω Π λη. Eίναι ένα απ τα οψιμ τερα οθωμανικά μνημεία της Θεσσαλονίκης (φωτ.: K. Λι ντης).
σία. Eνδιαφερ μενοι πολίτες έχουν επίσης κάνει ενέργειες για την ανάδειξή του. B ρεια του ναού του Aγίου Δημητρίου βρίσκεται το λεγ μενο Γιενί Xαμάμ, το γνωστ σήμερα κέντρο πολλαπλών χρήσεων «Aίγλη». Πρ κειται για πολύ μεγάλο κτίσμα διπλού λουτρού που σήμερα σώζεται μ νον κατά το ένα τρίτο περίπου, αφού είναι κατεδαφισμένοι λοι οι ζεστοί χώροι του. Eίναι και αυτ απ τη βοριοδυτική πλευρά του θαμμένο περί τα 2,5 μέτρα, στο μήκος της οδού Kασσάνδρου. Φέρεται τι ανήκε στο συγκρ τημα του αφιερώματος του Kασιμιέ Tζαμί, που ήταν ο να ς του Aγ. Δημητρίου και τι κτίστηκε το 1531. Yπάρχουν μως εν-
δείξεις στις πηγές τι πιθαν ν παλι τερο λουτρ να βρισκ ταν εκεί, η υπ θεση μως δεν έχει διερευνηθεί επαρκώς. Πάντως σημαντικές επεμβάσεις και επισκευές της οθωμανικής περι δου είναι ορατές στο μνημείο. Eπιπλέον οι σημερινοί δυο τρουλαίοι χώροι υποδοχής που σώζονται έχουν ενοποιηθεί στον 20ο αιώνα για να παραλάβουν σύγχρονες χρήσεις. Eίναι το μ νο απ τα οθωμανικά μνημεία της κατηγορίας του στη Θεσσαλονίκη που γίνεται χρήση πέτρινων μεγάλων δ μων και χι μ νον χρήση του πλινθοπερίκλειστου συστήματος. Kαι το τελευταίο μως χρησιμοποιήθηκε εδώ μ’ έναν ιδιαίτερο τρ πο. Σύμφωνα με ορισμένα ερευνητικά συμπερά-
H οικοδ μηση του συμβ λου της Θεσσαλονίκης, του Λευκού Πύργου, με τη μορφή που μας είναι γνωστ ς, προς το παρ ν τοποθετείται χρονολογικά σ’ αυτή την ιστορική περίοδο, δηλαδή περί το 1535 επί Σουλεϊμάν του Mεγαλοπρεπούς στο πλαίσιο μιας ευρείας επισκευής. H μεγάλη ομοι τητά του μως με τον πύργο του Pούμελι Xισάρ του 1451–2 καθώς και ορισμένα πρώιμα διακοσμητικά στοιχεία στη δ μησή του της εξωτερικής δυτικής ψης, δικαιολογεί την υπ θεση τι στα 1531–2 έγιναν στην πραγματικ τητα μ νον επισκευές και προσθήκες σε προϋπάρχον κτίσμα. Tο μνημείο είχε χρήση φυλακής, φημισμένης για τη σκληρ τητά της και ήταν γνωστ ως Πύργος του Aίματος. O τοίχος του περιβ λου του δεν υπάρχει πια – γκρεμίστηκε μαζί με τα παραλιακά τείχη. Σήμερα ο Λευκ ς Πύργος, αναστηλωμένος πλέον είναι μουσείο και στεγάζει στους χώρους του έκθεση για την παλαιοχριστιανική Θεσσαλονίκη και ένα αναψυκτήριο στον τελευταίο ροφο. Mετασκευές και φάσεις μεγάλων τμημάτων των τειχών της π λης και ορισμένοι πύργοι ανήκουν επίσης στην οθωμανική της περίοδο, πως για παράδειγμα ο πύργος του Tριγωνίου, στα ανατολικά τείχη, χτισμένος στη γνωστή σε μας μορφή στα μέσα του 16ου αιώνα. Tο ίδιο ισχύει για κάποιες επεμβάσεις στο Eπταπύργιο. Kάποια μικρ τερα και οψιμ τερα μνημεία, πως ένα ιδιωτικ λουτρ στην Aνω Π λη, το Mαυσωλείο του Mουσά Mπαμπά στην Πλατεία Tερψιθέας, σώζονται ακ μη σήμερα. Συστήματα ύδρευσης έχουν επίσης εντοπιστεί, αλλά το υλικ αυτ δεν έχει καταγραφεί ακ μη. Aξίζει να αναφέρουμε τι τα οθωμανικά μνημεία άρχισαν να μελετώνται μερικά χρ νια μετά το σεισμ του 1978 και συνεπώς δεν είναι επαρκώς δημοσιευμένα. Iδιαίτερα η εσωτερική διακ σμησή τους και η ζωγραφική δεν έχουν καθ λου μελετηθεί. Aνασκαφική έρευνα γύρω απ τα μνημεία αυτά, η οποία θα έδινε στοιχεία για τον βυζαντιν ιστ της π λης και τον τρ πο ή τις συνθήκες που τα οθωμανικά κτίρια τοποθετήθηκαν σ’ αυτ ν, δεν έχει γίνει γνωστ και το αστικ περιβάλλον δυσκολεύει επιπλέον μια τέτοια προοπτική. H υπ θεση τι τα μνημεία της πρώιμης οθωμανικής περι δου είναι δυνατ να περικλείουν στοιχεία και πληροφορίες για την προγενέστερη απ αυτά και τη σύγχρονή τους ιστορία συνήθως δεν αντιμετωπίζεται με επάρκεια δια διάφορους αντικειμενικούς λ γους. Παράλληλα, τα μνημεία της περι δου αυτής είναι σχεδ ν τα μ να μεσαιωνικά μνημεία που λ γω του χαρακτήρα και του είδους τους είναι σε θέση να παραλάβουν νέες χρήσεις σήμεα και να εμπλουτίσουν το δυναμικ των πολιτιστικών χώρων της Θεσσαλονίκης. KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
5
Mεταβυζαντινή αρχιτεκτονική Oι ναοί συγκροτούν ομάδα μνημείων με ιστορική και αρχιτεκτονική εν τητα Tης Mαρίας Kαμπούρη – Bαμβούκου Eπ. Kαθηγήτριας Aρχιτεκτονικής
H MAKPOXPONH περίοδος της τουρκοκρατίας στη Θεσσαλονίκη, αποτέλεσμα της πτώσης της π λης στα χέρια των Tούρκων το 1430, χαρακτηρίζεται απ αλλεπάλληλες καταστροφές, δοκιμασίες, διωγμούς, αλλά και ασταμάτητες προσπάθειες συνέχισης της πολιτιστικής παράδοσης και ανάκτησης της ελευθερίας της. Mέσα σε ένα καθεστώς δημογραφικών αλλαγών, εθνικών και γλωσσικών ανακατατάξεων, εκπατρισμών και νέων εποικισμών θα αναπτυχθεί η τέχνη, η γνωστή ως μεταβυζαντινή, συνέχεια της τέχνης της άλλοτε κραταιάς αυτοκρατορίας του Bυζαντίου. H Θεσσαλονίκη, κέντρο του Eλληνισμού με αδιάσπαστη ιστορική συνέχεια, έχει να επιδείξει σε λους τους δύσκολους αυτούς χρ νους μια ξεχωριστή ανοδική οικονομική πορεία και πολιτιστική ακτινοβολία στον ευρύτερο χώρο των Bαλκανίων. Iδιαίτερο χαρακτηριστικ της π λης αποτελεί η σύνθεση του πληθυσμού της απ τρεις διαφορετικές εθν τητες, την ελληνική, την τουρκική και την εβραϊκή. H εγκατάσταση των Eβραίων είναι ένα γεγον ς δεμένο άρρηκτα με την τύχη και την ιστορική πορεία της π λης. Στα τέλη του 18ου αι., αρχές του 19ου αι., έπειτα απ πολλές ανακατατάξεις, η εθνικοθρησκευτική σύνθεση του πληθυσμού της Θεσσαλονίκης διαμορφώνεται ως εξής: οι Mουσουλμάνοι (Tούρκοι, Nτονμέδες, Aλβανοί...) ανέρχονται σε 30 χιλιάδες, οι Eλληνες σε 16 και οι Eβραίοι σε 12 χιλιάδες.
Σταυροδρ μι H Θεσσαλονίκη, τ πος συνάντησης ανάμεσα σε Aνατολή και Δύση, σταυροδρ μι εμπορικών δρ μων και θαλάσσιων επικοινωνιών, θα παραμείνει μια δεσπ ζουσα κυριαρχική π λη στα ν τια Bαλκάνια σε λη την Tουρκοκρατία. Mια π λη, απ τις πιο γραφικές και γοητευτικές με την ποικιλία και τον πλούτο των μνημείων και της αρχιτεκτονικής της. Oι ξένοι ταξιδιώτες και περιηγητές μιλούν γι’ αυτήν με θαυμασμ και ενδιαφέρον στις ταξιδιωτικές αναμνήσεις και διηγήσεις τους. Eντυπωσιάζονται απ τα ψηλά μεσαιωνικά κάστρα με τους ογκώδεις πύργους, τις ωραίες βυζαντινές εκκλησίες στεφανωμένες με τους τρούλους, τα τζαμιά με τους πανύψηλους μιναρέδες, τις μικρές και σκιερές πλατείες, τη γεμάτη κίνηση και ζωντάνια εμπορική αγορά και τη ζεστή αρχιτεκτονική των σπιτιών της με τα διάτρητα καφασωτά και τα πολλαπλά σαχνισιά2.
6 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997
O Aγιος Mηνάς, δυτική ψη, η είσοδος. Aπ το 1806 κάηκε δύο φορές και ξαναχτίστηκε. H σημερινή του μορφή, κτίσμα του 1852, είναι έργο του αρχιτέκτονα Pάλλη Πλιούφου (φωτ. K. Λι ντης).
Θαυμάζουν το ευρύχωρο λιμάνι με τα χιλιάδες αραγμένα καράβια, το ζωνταν πλήθος των ναυτικών, εμπ ρων, εργατών που ξεχύνεται στους γραφικούς και δαιδαλώδεις δρ μους. Mιλούν για τις απασχολήσεις των κατοίκων, τις ενδυμασίες τους, χωρίς να παραλείπουν να σχολιάζουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τη νοοτροπία των τριών θρησκευτικών ομάδων που κατοικούν σ’ αυτήν. H Θεσσαλονίκη δεν είναι μ νο ένα μεγάλο εμπορικ και οικονομικ κέντρο της Mακεδονίας και των Bαλκανίων. Eίναι συγχρ νως μια π λη με πνευματική και καλλιτεχνική δραστηρι τητα, που οι τέχνες συνεχίζουν να αναπτύσσονται με περισσή δημιουργικ τητα και φαντασία. Oι ξένοι ταξιδιώτες, πως ο Ami Boué (αρχές του 19ου αι.), δίνουν τη πρώ-
τη θέση στους Eλληνες τεχνίτες της π λης. Ωστ σο, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία τι οι συνθήκες που δημιουργήθηκαν για τον Eλληνισμ μετά την Aλωση είχαν αρνητικ αντίκτυπο στην ανάπτυξη της τέχνης και ιδιαίτερα της αρχιτεκτονικής.
Tαπεινές και απέριττες Aπ τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα τέχνης των χρ νων της τουρκοκρατίας στη Θεσσαλονίκη είναι οι μεταβυζαντινές εκκλησίες, ταπεινές και απέριττες, ενδεικτικές, ωστ σο, του καλλιτεχνικού μαρασμού στον οποίο οι κατακτητές θέλησαν να καταδικάσουν το ελληνικ στοιχείο με τις απαγορεύσεις τους. Eίναι γνωστ τι οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης, πως άλλωστε και λοι οι χριστιανοί, δεν είχαν δικαίωμα να χτί-
ζουν καινούργιους ναούς, η δε επισκευή των παλιών απαιτούσε ειδική άδεια. Oι πηγές διασώζουν ον ματα προκρίτων και πλούσιων Θεσσαλονικέων που κατάφερναν να ξεπερνούν τα εμπ δια αυτά με γενναι δωρες προσφορές στον σουλτάνο και τις επαρχιακές αρχές. Oι μεταβυζαντινοί ναοί, οι περισσ τεροι συγκεντρωμένοι στο ανατολικ μέρος της π λης, κατά μήκος του «Φαρδύ» δρ μου των Eλλήνων –της σημερινής Eγνατίας– αποτελούσαν τους πυρήνες γύρω απ τους οποίους οργανώθηκε η θρησκευτική και κοινωνική ζωή των χριστιανών. Στους σκοτεινούς αιώνες μετά το 1453, η ορθ δοξη πίστη υπήρξε το καταφύγιο και η παρηγοριά του υπ δουλου ελληνικού λαού. Oι Eλληνες της Θεσσαλονίκης, συσπειρωμένοι γύρω απ τις περιφρονημένες απ τους Tούρκους εκκλησίες αγωνίζονταν να περισώσουν ,τι μπορούσαν απ την πνευματική και καλλιτεχνική τους κληρονομιά. H συνοικία του Aγίου Aθανασίου, η περιοχή γύρω απ την Kαμάρα και το Iπποδρ μιο αποτελούσαν ένα συγκρ τημα ελληνικών συνοικιών που ήταν, πως αναφέρει και ο καθηγητής Aπ. Bακαλ πουλος, ,τι το Φανάρι για την Π λη. Oι χριστιανικοί ναοί κρυμμένοι πίσω απ σπίτια, μικρομάγαζα και παπαδικά, σε αντίθεση με τις εβραϊκές συναγωγές που ήταν πάνω στους δρ μους, πως παρατηρεί ο Γάλλος ιεραπ στολος Souciet (1735), αποτελούν τους καλύτερους μάρτυρες των δύσκολων χρ νων της π λης κάτω απ τον τουρκικ ζυγ . Oι μεταβυζαντινές εκκλησίες, ως κτίσματα του μεγαλύτερου αστικού κέντρου της Mακεδονίας, δεν μπορούν να συγκριθούν με τα μεγάλα μοναστηριακά καθιδρύματα του 16ου και 17ου αι., της πιο λαμπρής, χωρίς υπερβολή, περι δου της μεταβυζαντινής μοναστηριακής αρχιτεκτονικής. Tα μοναστηριακά συγκροτήματα με τα καθιερωμένα προν μια απ την οθωμανική εξουσία θα αποτελέσουν σημαντικές εστίες καλλιτεχνικής δραστηρι τητας και θα δώσουν εξαιρετικά δείγματα ναοδομίας (Aθως, Mετέωρα), τη στιγμή που ο υπ λοιπος Eλληνισμ ς περνά μια βαθιά οικονομική και πνευματική κρίση.
Στη θέση παλαιών Σύμφωνα με τις πηγές, οι περισσ τεροι μεταβυζαντινοί ναοί έχουν κτιστεί στη θέση παλαιοτέρων βυζαντινών. Bρίσκουμε στα κείμενα τι στις δύο πρώτες δεκαετίες του 19ου αι. ανακαινίσθηκαν ή επισκευάστηκαν τουλάχιστον επτά απ τις δώδεκα μεταβυζαντινές εκκλησίες, που, δυστυχώς, στις μέρες μας, έχουν υποστεί πολλές αλλοιώσεις. H οικοδομι-
κή αυτή δραστηρι τητα συμπίπτει με μια γενικ τερη οικονομική και πνευματική άνθηση που γνώρισε το ελληνικ στοιχείο της π λης απ τον 18ο αιώνα και εξής. Aπ τις 12 χριστιανικές εκκλησίες της Tουρκοκρατίας έχουν σωθεί μέχρι σήμερα οι εξής: ο Aγιος Aθανάσιος, η Παναγία η Γοργοεπήκοος ή Παναγούδα, η Yπαπαντή, η Παναγία η Λαγωδιανή ή Λαγουδιάτου, η Παναγία η Tρανή, η Nέα Παναγία, ο Aγιος Aντώνιος και ο Aγιος Mηνάς. Oι υπ λοιποι πέντε έχουν ξανακτιστεί πρ σφατα στις παλαι τερες θέσεις τους3.
Tύπος και χαρακτηριστικά Oι παραπάνω ναοί αποτελούν μια ομάδα μνημείων με ιστορική και αρχιτεκτονική εν τητα και ιδιαίτερη φυσιογνωμία. Aνήκουν στον τύπο της τρίκλητης ξυλ στεγης βασιλικής, που επικράτησε στον ελλαδικ χώρο κατά τον 18ο και 19ο αιώνα. H επικράτηση αυτή ερμηνεύτηκε απ ορισμένους μελετητές ως προσπάθεια αναβίωσης παλαιοχριστιανικών προτύπων και σχετίστηκε με τη δράση του πατριάρχη Kαλλινίκου του Δ΄. H γενικευμένη χρήση του τύπου, πάντως, πρέπει να θεωρηθεί αποτέλεσμα πολλών συγχρ νως παραγ ντων, πως κατασκευαστικών, λειτουργικών, κοινωνικών και συμβολικών. Oι εκκλησίες αυτές δεν έχουν νάρθηκα, ούτε, μως, και την τ σο τυπική εξωτερική στοά (χαγιάτι), που σε σχήμα Π ή Γ περιέχει συνήθως τους μεταβυζαντινούς ναούς. Aνάμεσα στα κοινά τυπολογικά χαρακτηριστικά τους αξίζει να επισημάνουμε την ύπαρξη πρ ναου ή προστώου στο δυτικ μέρος του ναού, πως και την εμφάνιση του γυναικωνίτη, στοιχείου αρκετά ψιμου στις μεταβυζαντινές εκκλησίες. Aλλες ομοι τητες παρατηρούνται σε επί μέρους μορφολογικά και κατασκευαστικά στοιχεία, πως στη διαμ ρφωση των ανοιγμάτων, στις τοιχοποιίες και στα διάφορες διακοσμητικά στοιχεία, των οποίων ορισμένα πρ τυπα βρίσκονται στην ισλαμική αρχιτεκτονική. Xαρακτηριστικ παράδειγαμ η χρήση της φαλτσογωνιάς με τους ψευδοσταλακτίτες στους εξωτερικούς τοίχους μερικών μνημείων (Aγιος Aθανάσιος, Παναγία η Γοργοεπήκοος). Tα παραπάνω στοιχεία καθώς και άλλα διακοσμητικά θέματα δεν προκύπτουν πάντα απ οικοδομικούς ή πρακτικούς λ γους, αλλά αποτελούν και ένα είδος μανιέρας.
O Aγιος Aθανάσιος στην Eγνατία οδ , N.A. άποψη. Eγχάραγμα στο υπέρθυρο της ν τιας εισ δου μας δίνει την ημερομηνία οικοδ μησης: 15 Nοεμβρίου 1818 (φωτ.: K. Λι ντης).
Mηνάς (1852) έργο του αρχιτέκτονα Pάλλη Πλιούφου, με εξωτερική στοά σε σχήμα Π γύρω απ τον κεντρικ πυρήνα της τρίκλιτης βασιλικής. H
σύνθεση αυτή επιτρέπει μεγαλύτερες διαστάσεις, ανάταση στο εσωτερικ του ναού και σε συνδυασμ με τα πολλά και μεγάλα παράθυρα δημιουργεί μία άλλη αίσθηση μεγαλοπρέπειας. H δημιουργία του τύπου της βασιλικής με περιστύλιο, οργανικά δεμένο με τον πυρήνα του ναού, μπορεί να ερμηνευτεί κυρίως ως οφειλ μενη σε κατασκευαστικούς λ γους ή και στη συνεχή αύξηση του πληθυσμού. O Aγιος Mηνάς, παρά τους νεωτερισμούς του, παραμένει ένα παράδειγμα θρησκευτικού κτίσματος, πολύ κοντά ακ μη στη μεταβυζαντινή παράδοση, ένα κτίσμα που φανερώνει τις στενές καλλιτεχνικές σχέσεις που υπήρχαν πάντα ανάμεσα στη Θεσσαλονίκη και την Kωνσταντινούπολη. Eκτ ς απ τις μεγαλύτερες διαστάσεις των ναών, την εξωτερική στοά, τα πολλά και μεγάλα παράθυρα, τις επιμελημένες τοιχοποιίες, ένα άλλο χαρακτηριστικ αρχιτεκτονικ στοιχείο της τελευταίας περι δου της τουρκοκρατίας, είναι η κατασκευή των καμπαναριών, η χρήση των οποίων ήταν απαγορευμένη έως τ τε. Aντιπροσωπευτικ δείγμα αποτελεί το κωδωνοστάσιο της Παναγίας Γοργοεπηκ ου (1867), ελεύθερο στο χώρο, σε αντίθεση με άλλα κωδωνοστάσια, που είναι ενσωματωμένα στο ογκομετρικ περίγραμμα του ναού. H άνθηση της εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής συνεχίζεται σε λο το τελευταίο τέταρτο του 19ου αι. και μέχρι την απελευθέρωση το 1912. Kτίζονται νέες εκκλησίες τ σο μέσα στον παραδοσιακ ιστ της π λης, σο και στις νέες συνοικίες εκτ ς των τειχών. Tα μνημεία της περι δου αυτής, η Eυαγγελίστρια (1875), ο
Aγιος Aντώνιος. H δυτική ψη και η κύρια είσοδος του ναού (φωτ.: Γ. Πούπης).
Συνέχεια στην 8η σελίδα
ρίων, εκπαιδευτηρίων, νοσοκομείων κ.ά. Eνα πρώτο δείγμα της ανανεωτικής αυτής τάσης αποτελεί ο Aγιος
Aνανέωση Aπ τα μέσα του 19ου αι., η εκκλησιαστική αρχιτεκτονική γνωρίζει μια ανανέωση, αποτέλεσμα της τάσης εκσυγχρονισμού της οθωμανικής αυτοκρατορίας, αλλά και της ελευθερίας δράσης που είχαν αποκτήσει οι διάφορες εθνικοθρησκευτικές κοιν τητες μετά το 1856 (έτος καθιέρωσης του Xάτι–Xουμαγιούν) σχετικά με την επισκευή ή την ανέγερση εκκλησιών, κοινοτικών κτι-
KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
7
στά, πως τα τέμπλα της Yπαπαντής, του Aγίου Aθανασίου και του Aγίου Aντωνίου, με απ ψεις π λεως της Δυτικής Eυρώπης, με τοπία, λίμνες, ποτάμια άνθη, που θα μπορούσαν να θεωρηθούν εκλαϊκευμένα θέματα του μπαρ κ. Aναπ σπαστα δεμένες με τις ξυλ στεγες αυτές βασιλικές και τον ξυλ γλυπτο διάκοσμ τους είναι οι οροφές των εκκλησιών, στολισμένες με την τυπική και στα αρχοντικά σπίτια της εποχής διακ σμηση. Στις οροφές αυτές βρίσκουμε «μπακλαβωτά» γεωμετρικά σχήματα ή και αραβουργήματα που σχηματίζονται απ λεπτούς πήχεις. Στο κέντρο σχηματίζεται πάντα μεγάλος ομφαλ ς που τονίζεται με σκαλίσματα ή άλλα κοσμήματα. Aπ τα μέσα του 19ου αι. ένα νέο καλλιτεχνικ ύφος υιοθετείται στην εσωτερική διακ σμηση των ναών, το οποίο είναι σε άμεση σχέση με την αρχιτεκτονική τους. Tα στοιχεία του διάκοσμου θυμίζουν άλλοτε το ψιμο μπαρ κ της κεντρικής Eυρώπης, γνωστ απ την κοσμική ζωγραφική των αρχοντ σπιτων και των τζαμιών, άλλοτε θέματα που φανερώνουν την επίδραση των νέων ευρωπαϊκών ιδεών και άλλοτε μοτίβα που αποτελούν συνέχεια της παράδοσης. Aπ τα μεταβυζαντινά μνημεία της Θεσσαλονίκης, ανακαινισμένα ή επισκευασμένα, δεν έχει διασωθεί αξι λογος ζωγραφικ ς διάκοσμος, εκτ ς απ ελάχιστα δείγματα στη Nέα Παναγία. Oι τοιχογραφίες αυτές που σώζονται στο ανατολικ μέρος του ναού φαίνεται τι έχουν σχέση με τη ζωγραφική του 18ου αιώνα του Aγίου Oρους, που χαρακτηρίζεται απ μια συνειδητή επιστροφή σε αθωνικά πρ τυπα της παλαιολ γειας εποχής και ιδιαίτερα σε έργα του Πανσέληνου. Eνας μεγάλος αριθμ ς φορητών εικ νων απ τη Θεσσαλονίκη, απ τα καλύτερα δείγματα του είδους, δεν μπορεί να καλύψει την έλλειψη της μνημειακής ζωγραφικής στην π λη. H ιστορική σημασία των μεταβυζαντινών εκκλησιών συλλειτουργεί με την έκφραση της ορθ δοξης πνευματικ τητας και με το ενδιαφέρον τους απ την άποψη του κοινωνικού χώρου, καθώς αποτέλεσαν τους π λους γύρω απ τους οποίους οργανώθηκε σε λες τις μορφές του ο συλλογικ ς βίος του υπ δουλου Eλληνισμού. O Aγιος Mηνάς. Aποψη του εσωτερικού. Δεσπ ζει ο άμβωνας με γύψινες διακοσμήσεις. Συνέχεια απ την 7η σελίδα
Γρηγ ριος Παλαμάς (1891), έργο των αρχιτεκτ νων Eρν. Tσίλερ και Ξ. Παιονίδη, η Aνάληψη (1897), η Aγία Tριάδα (1888), ακ μη και ο ναΐσκος του Aγίου Xαραλάμπους (1905), εισάγουν μια εντελώς νεοκλασικίζουσα ή εκλεκτικιστική μορφολογία. Tα θρησκευτικά αυτά κτίσματα, ακολουθώντας τυπολογικά και μορφολογικά στοιχεία μιας «λ γιας» αρχιτεκτονικής, απομακρύνονται απ τον γνωστ τύπο της ξυλ στεγης βασιλικής των χρ νων της τουρκοκρατίας και μαζί με μοια παραδείγ-
8 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997
ματα άλλων αστικών κέντρων μας εισάγουν σε ένα νέο κεφάλαιο της νεοελληνικής εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής. Tις ταπεινές κατασκευές με τις χαμηλές αναλογίες, πως ριζε ο κατακτητής, έρχονται να πλουτίσουν στο εσωτερικ ο ξυλ γλυπτος διάκοσμος, που αποτελούσε βασική λειτουργική συμπλήρωση κάθε μεταβυζαντινού ναού. Aπ τον διάκοσμο αυτ , που αντανακλούσε με τον πιο θαυμάσιο τρ πο την υποβλητική και κατανυχτική ατμ σφαιρα του εσωτερικού, έχουν σωθεί μερικά ανεκτίμη-
τα ξυλ γλυπτα τέμπλα. Στην ίδια τεχνική με το τέμπλο ήταν δουλεμένα συνήθως και τα εκκλησιαστικά έπιπλα, οι άμβωνες, οι δεσποτικοί θρ νοι, τα αναλ για, πολλές φορές δε και τα στασίδια. Xαρακτηριστικ δείγμα μεταβυζαντινής εκκλησιαστικής ξυλογλυπτικής στη Θεσσαλονίκη αποτελεί το τέμπλο της Nέας Παναγίας (18ος αιώνας), συνδυασμ ς χαμηλού ανάγλυφου και διάτρητου διακ σμου. Παράλληλα με τα ξυλ γλυπτα αυτά εικονοστάσια, βρίσκουμε στις εκκλησίες της Θεσσαλονίκης και ζωγραφι-
Σημειώσεις: 1) H τέχνη ονομάστηκε μεταβυζαντινή σύμφωνα με τη ρήση του Pουμάνου βυζαντινολ γου N. Jorga, Byzance apres Byzance. 2) σαχνισί: μπαλκ νι σκεπαστ (τουρκ. sahnishin), προεξοχή του επάνω ορ φου προς το δρ μο. 3) Παναγία η Λαγουδιανή (1802). Aγιος Mηνάς (1806), ο οποίος κάηκε δύο φορές και ξανακτίστηκε το 1852, ενώ οι: Aγιος Aθανάσιος, Παναγία η Γοργοεπήκοος ή Παναγούδα, Παναγία Δέξια, Aγιος Kωνσταντίνος και Παναγία Tρανή ή Nέα Παναγία αναφέρονται στις πηγές τι κτίστηκαν ή ανακαινίστηκαν το 1818. Oι νε τερες εκκλησίες είναι: Aγιος Kωνσταντίνος στο Iπποδρ μιο, Aγιος Nικ λαος στην πλατεία Δικαστηρίων, Aγία Θεοδώρα, Παναγία Δέξια και η Mητρ πολη (1891), στη θέση εκκλησίας αφιερωμένης στην Παναγία και τον Aγιο Δημήτριο.
H Aνω Π λη Iστορικά, δημογραφικά και πολεοδομικά χαρακτηριστικά του παραδοσιακού οικισμού ξήθηκε σημαντικά, με αποτέλεσμα σήμερα, η μέση ιδιοκτησία στην A.Π. να είναι περίπου 40 τ.μ. / οικογένεια. (Aναστασιάδης, A., 1982, σελ. 88 και Svoronos, N., 1956).
Tου Aγι I. Aναστασιάδη Aρχιτέκτονος – Πολεοδ μου Eπ. Kαθ/τή Tμήματος Aρχιτεκτ νων A.Π.Θ.
O ΠAPAΔOΣIAKOΣ οικισμ ς της Aνω Π λης στη Θεσσαλονίκη ορίζεται σήμερα απ τα βυζαντινά τείχη στο βορρά κι απ’ την οδ Oλυμπιάδος στο ν το. Στη διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας το τμήμα αυτ της π λης εκτειν ταν στα ν τια μέχρι την οδ Aγίου Δημητρίου και τις παρυφές του Bαρδάρη και αποτελούσε τη συνοικία που κατοικούσε κυρίως ο τουρκικ ς πληθυσμ ς και ήταν γνωστή ως Mπαΐρι. Xαρακτηριστικ
της εσωτερικής οργάνωσης της Θεσσαλονίκης στα χρ νια της τουρκικής κυριαρχίας ήταν ο διαχωρισμ ς κατά εθν τητες, πράγμα που έπαιξε σημαντικ ρ λο στην εξέλιξη και στη μορφή της. Mε βάση τα διαφορετικά πληθυσμιακά στρώματα, δημιουργήθηκαν οι αντίστοιχες συνοικίες στην π λη, η ελληνική, η εβραϊκή και η τουρκική, καθώς και οι δευτερεύουσες συνοικίες των Aρμενίων, των Σέρβων, των Φράγκων κ.ά. Aπ τον 18ο αιώνα, σε λη την π λη, η διάρθρωση των συνοικιών παραμένει η ίδια μέχρι την απελευθέρωσή της. (Δημητριάδης, B., 1983, σε. 86–90)
Aρχιτεκτονική και πολεοδομία
Aμιγώς τουρκική Στη διάρκεια της ελληνιστικής (316 π.X.–168 π.X.) και της ρωμαϊκής (168 π.X.–325 μ.X) περι δου, η A.Π. ήταν ακατοίκητη. Eπίσης, και σ’ λη τη διάρκεια της βυζαντινής περι δου (325 μ.X.–1430 μ.X.), μ νο το ν τιο, το κεντρικ και το νοτιοδυτικ τμήμα της ήταν κατοικημένο. Στην περίοδο της τουρκοκρατίας (1430–1912 μ.X.), η A.Π. ήταν η προνομιούχα περιοχή της π λης, εξαιτίας του καλού κλίματος, του καθαρού αέρα και της θέας απ τη μια και της στρατηγικής της θέσης λ γω του υψομέτρου και των βορείων τειχών απ την άλλη. Για τους παραπάνω λ γους επιλέχθηκε να κατοικηθεί απ’ το τουρκικ
κυρίαρχο στοιχείο της π λης και πάλι μως σε κάποια απ σταση ασφαλείας απ τα τείχη. Σ’ λη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας, η A.Π. ήταν αραιοκατοικημένη και ο πληθυσμ ς της παρέμενε αμιγής τουρκικ ς και συγκεντρωμένος αρκετά κεντρικά. M νο γύρω απ τον Aγιο Nικ λαο τον Oρφαν και τη Λαγουδιανή, υπήρχαν μερικές αραιοκατοικημένες περιθωριακές φτωχές ελληνικές συνοικίες. Eπίσης, γύρω απ το μοναστήρι των Bλαττάδων, υπήρχε μια μικρή συγκέντρωση χριστιανικού πληθυσμού. Aυξήσεις στον πληθυσμ της A.Π. έχουμε στα τέλη του 17ου αιώνα με την μετοίκηση στις μουσουλμανικές συνοικίες Eβραίων που εξισλαμίστηκαν, των Nτονμέ-
Διατηρητέο σπίτι που βρίσκεται στην οδ Δημ. Πολιορκητή στη συνοικία Tσινάρι και η κατασκευή του τοποθετείται στα τέλη του περασμένου αιώνα, με σημαντικά μορφολογικά στοιχεία συνδυασμού μακεδονίτικης και νεοκλασικής αρχιτεκτονικής. Xαρακτηριστικά του, η οργάνωση της ψης με δύο σαχνισιά, το ένα κάτω απ’ το άλλο –μοναδική τυπολογική λεπτομέρεια– και η απομίμηση νεοκλασικών στοιχείων στο επίχρισμα.
δων (Bακαλ πουλος, A., 1983, σελ. 258, 284, 324) και μετά το 1878 με την εγκατάσταση Tούρκων προσφύγων απ’ τη Bοσνία. T τε αρχίζει και η ανοικοδ μηση των περιοχών γύρω απ’ τα β ρεια και βορειοανατολικά τείχη. Σε ,τι αφορά στην κοινωνική διάρθρωση των τουρκικών συνοικιών, αυτές ήταν ως επί το πλείστον περιοχές κατοικίας, χωρίς κανένα ουσιαστικ εμπορικ κέντρο, χαρακτηριστικ που η A.Π. το διατηρεί και σήμερα. Στις τουρκικές συνοικίες δεν υπήρχε ουσιαστικά μεσαία τάξη. Oλοι ήταν ή πολύ πλούσιοι ή πολύ φτωχοί. Oι Tούρκοι, οι οποίοι κατείχαν κυρίως τις διοικητικές θέσεις στην π λη, είχαν δημιουργήσει ένα κλειστ οικονομικ σύστημα. Πάντα
μως ήταν εξαρτημένοι απ’ τις εμπορικές μονάδες του κέντρου.
Mετά τη Mικρασιατική καταστροφή, τη ρύθμιση των στεγαστικών ζητημάτων και την εφαρμογή του προγράμματος ανταλλαγής των πληθυσμών ανέλαβε η Yπηρεσία Aνταλλαξίμων. H A.Π. δέχθηκε ένα σημαντικ
αριθμ προσφύγων με αποτέλεσμα, εξαιτίας των αυξημένων στεγαστικών αναγκών, την κατάτμηση των οικοπέδων, την παραχώρηση ελεύθερων χώρων, με καταληκτική συνέπεια τη σημαντική διαφοροποίηση του περιβάλλοντος λης της περιοχής. Σημαντική παρατήρηση είναι τι με την ανταλλαγή των πληθυσμών, ενώ στο σύνολο της π λης η αύξηση του πληθυσμού ήταν μικρ τερη απ
την αύξηση της έκτασης και επομένως έχουμε μια μείωση της μέσης πυκν τητας, στην A.Π. η έκταση παρέμεινε σταθερή –περίπου 50.50Ha–, και επομένως, η μέση πυκν τητα αυ-
Oι τουρκικές συνοικίες της A.Π. ήταν συνήθως χωρισμένες μεταξύ τους απ χέρσες εκτάσεις, αποτελούσαν μως μια ενιαία οικιστική εν τητα με πολλές χωρισμένες γειτονιές, αποκεντρωμένες, αντίθετα απ
αυτ που συνέβαινε στις συνοικίες των άλλων φυλετικών στρωμάτων της π λης, που υπήρχε πυκνή δ μηση (Mοσκώφ, K., 1978). Tα σπίτια ήταν αραιοκτισμένα με μεγάλες αυλές σε απ σταση το ένα απ το άλλο, με σημαντικ μέγεθος και καλή κατασκευή. (Mωραϊτ πουλος, Γ.K. 1882). H αρχιτεκτονική των σπιτιών μπορεί να χαρακτηριστεί ομοιογενής και παρ μοια με αυτή που κανείς συναντούσε στον ευρύτερο βαλκανικ
χώρο και στην Aνατολή. O αρχιτέκτονας ήταν κάποιος άγνωστος κατασκευαστής, ο λαϊκ ς ανώνυμος αρχιτέκτονας που σχεδίαζε, έκτιζε και κατοικούσε ο ιδιος το σπίτι. H τυπολογία είχε τα στοιχεία της λαϊκής μακεδονικής και τουρκικής αρχιτεκτονικής, δύο είδη με πολλά κοινά στοιχεία είτε μορφολικά είτε στοιχεία διάταξης της χρήσης των χώρων. Xαρακτηριστικ είναι τι τα τουρκικά σπίτια είχαν πιο πολλά διακοσμητικά στοιχεία – τριγωνικ αέτωμα στο μέσο της μπροστινής ψης με γλυπτές διακοσμήσεις, ξύλινες κορνίζες και παραστάδες – σε σχέση με τα μακεδονίτικα που ήταν πιο λιτά και γεωμετρικά και με μικρ τερα ανοίγματα. (Aναστασιάδης, A., 1989, σελ. 18–24). Eνας άλλος τύπος κατοικίας που συναντάμε είναι η εβραϊκή κατοικία των Nτονμέδων με αρχικτονικές επιδράσεις του νεοκλασικισμού της Δυτικής Eυρώπης τ σο στα διακοσμητικά στοιχεία της σο και στη γενική μορφή της, πράγμα που οφείλεται στην ισπανική προέλευση και καταγωγή των εβραίων της Θεσσαλονίκης (Bακαλ πουλος, A., 1983, 215–219). Γενικά οι κατοικίες ήταν διώροφα ή τριώροφα κτίσματα, με συμμετρικά οργανωμένες ψεις, που μερικές φορές συναντάμε τη χρήση ψευδοπαραστάδων, στοιχείο που προέρχεται απ την κλασική αρχιτεκτονική. Tα υλικά δ μησης ήταν συνήθως τα ξύλα και οι πέτρες και τα είδη δ μησης ο τσατμάς και η μπαγδατί. Tα πιο χαρακτηριστικά μορφολογικά τους στοιχεία ήταν το σαχνισί – κλειστή προεξοχή των γκων του ορ φου απ το επίπεδο των τοίχων του ισοΣυνέχεια στην 10η σελίδα KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
9
Συνέχεια απ την 9η σελίδα
γείου, που συνήθως συναντάμε στον πιο προνομιούχο χώρο του σπιτιού, στον οντά, το χαγιάτι – σκεπαστ ς υπαίθριος χώρος στον ροφο, προέκταση του εσωτερικού του σπιτιού–, που αποτελούσε τον πυρήνα του σπιτιού, τον πνεύμονα αερισμού και ηλιασμού, οι διαβατικοί, που ήταν δίοδοι που οδηγούσαν στην εσωτερικη κοιν χρηστη αυλή. Στο εσωτερικ τους τα σπίτια ήταν χαμηλοτάβανα, με ξύλινα ταβάνια με ξυλ γλυπτες διακοσμήσεις ή απλές κορνίζες, ξύλινα πατώματα, σκάλες και κουφώματα (Aναστασιάδης, A., 1989, σελ. 24 και Mουτσ πουλος, N., 1979, σελ. 17–48).
Tο προσφυγικ σπίτι H απελευθέρωση της π λης και η εγκατάσταση των προσφύγων στη δεκαετία του 1920, υπήρξαν καθοριστικοί παράγοντες για τη μετεξέλιξη της αρχιτεκτονικής και πολεοδομίας της A.Π. Eνας νέος τύπος κατοικίας, για να καλύψει τις στεγαστικές ανάγκες της στιγμής δημιουργείται, το προσφυγικ σπίτι, το οποίο και στη σημερινή εποχή αποτελεί την επικρατέστερη μορφή κατοικίας. Περίπου το 70% των σπιτιών της A.Π. σήμερα ανήκουν στην κατηγορία αυτή και έχει επικρατήσει να αναφέρονται ως κτίρια συνοδείας. (Aναστασιάδης, A., 1982). Mορφολογικά, η κατηγορία αυτή κατοικιών ως μεμονωμένα κτίσματα δεν παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. M νο ως αρχιτεκτονικ
σύνολο, εξαιτίας της συσσώρευσης που παρουσιάζουν και σε συνδυασμ
με τον περιβάλλοντα χώρο αποκτούν τυπολογικ και ιστορικ ενδιαφέρον, αν μάλιστα, πάρουμε υπ ψη μας το τι συνδέονται άμεσα με την κοινωνική σύνθεση του πληθυσμού της A.Π. και την προσφυγική δομή του. (Aναστασιάδης, A. κ.α., 1995). Στο σημείο αυτ λοιπ ν είναι σκ πιμο να επισημανθεί τι ο παραδοσιακ ς χαρακτήρας που σε κάποιο βαθμ διατηρεί σήμερα η A.Π., δεν
Tο διατηρητέο κτίριο της πλατείας Pομφαίας που μέχρι το 1986 στεγαζ ταν το γυμνάσιο της Aνω Π λης. Xαρακτηριστική στο κτίριο είναι η τυπολογία του μακεδονίτικου αρχοντ σπιτου με δυτικές επιδράσεις απ τα τελευταία πενήντα χρ νια του περασμένου αιώνα.
οφείλεται μ νο στη μορφολογία των ελάχιστων μακεδονίτικων σπιτιών που απ μειναν και στον πολύ περιορισμένο αριθμ σων θα αναστηλωθούν, αλλά και σε δύο ακ μη παράγοντες: στην κοινωνική και δημογραφική ομοιογένεια του πληθυσμού και στο ανθρωπολογικ ενδιαφέρον που αυτή παρουσιάζει και στη μοναδική διάρθρωση του οδικού δικτύου που μ νο σε π λεις των Bαλκανίων και της Mέσης Aνατολής συναντάμε –δαιδαλώδης μορφή, δρ μοι που δεν τέμνονται κάθετα μεταξύ τους, αδιέξοδα– και που διατηρείται μέχρι τις μέρες μας αποκτώντας ξεχωριστή ιδιαιτερ τητα για τα ελληνικά δεδομένα (Aναστασιάδης, A., 1993).
H Aνω Π λη στη σύγχρονη θεώρησή της, αποτελεί ένα απ τα πιο επώνυμα παραδείγματα υποβάθμισης και αλλοίωσης εν ς παραδοσιακού πυρήνα ενταγμένου σ’ ένα διαρκώς επεκτειν μενο αστικ κέντρο. Tα προβλήματα που αντιμετωπίζει ως παραδοσιακ ς οικισμ ς άρχισαν να εμφανίζονται παράλληλα με την ανάπτυξη των κεφαλαιοκρατικών τρ πων παραγωγής στα ελληνικά αστικά κέντρα. Στις δεκαετίες του ’60 και του ’70, ιδιαίτερα το ν τιο τμήμα του οικισμού, εξαιτίας της επικράτησης στενών συμφερ ντων στον οικοδομικ τομέα και της μη τήρησης των οικοδομικών κανονισμών, άρχισε να χάνει βασικά παραδοσιακά χαρακτηριστικά του και να εντάσσεται στον
κυρίως πολεοδομικ ιστ της Θεσσαλονίκης. Mε ιδι μορφες και περίπλοκες συνθήκες ιδιοκτησίας –έλλειψη κτηματολογίου–, με μικρούς κατακερματισμένους κλήρους, με αλληλοσυγκρου μενα συμφέροντα, η A.Π. έγινε αντικείμενο κάθε είδους εκμετάλλευσης, πολιτικής και μη. Παρ λα αυτά η περιοχή σε κάποιο βαθμ διατήρησε τον παραδοσιακ
της χαρακτήρα εξαιτίας δύο κυρίως λ γων. O πρώτος είναι τι οι ροι δ μησης που καθιερώθηκαν στην Eλλάδα μετά τον B΄ Παγκ σμιο π λεμο δεν μπ ρεσαν να ’χουν ευρεία εφαρμογή στην A.Π. H δυσχέρεια για οικοδομική εκμετάλλευση οφειλ ταν στις μεγάλες κλίσεις του εδάφους και στο συμπαγές βράχινο υπέδαφος, στην αδυναμία διάνοιξης και διεύρυνσης οδικών αρτηριών καθώς και στο μικρ μέγεθος και στην ασάφεια των ιδιοκτησιών. O δεύτερος λ γος είναι η θέσπιση περιοριστικών
ρων δ μησης απ’ το 1979 και ο ειδικ ς έλεγχος της ανοικοδ μησης (Π.Δ. 6.11.1980, Φ.E.K. 611Δ΄).
Παράγοντες υποβάθμισης
Kτίρια συνοδείας. Mη διατηρητέο κτίσμα (β΄ μορφολογική κατηγορία) με ενδιαφέροντα λιτά μορφολογικά στοιχεία στο περιβάλλον των δυτικών τειχών.
10 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997
Παρ λο που οι παραπάνω περιορισμοί λειτούργησαν θετικά στο να μην ακολουθήσει η περιοχή τη γνωστή πορεία πολεοδ μησης γειτονικών υποβαθμισμένων περιφερειακών Δήμων της π λης –βλέπε άναρχη αστικοποίηση–, μια σειρά απ άλλους παράγοντες, πολεοδομικούς και αρχιτεκτονικούς, λειτούργησαν αρνητικά, με αποτέλεσμα μια αργή αλλά συνεχή υποβάθμιση της περιοχής. Mια απ τις αιτίες του φαινομένου είναι τι το σκεπτικ των ρυθμιστικών επιλογών που υιοθετήθηκαν με τη θεσμοθέτηση του Pυμοτομικού Σχεδίου για την A.Π. ακολούθη-
σε την πεπατημένη οδ «ανάπτυξης», με την επιβολή αυξημένων συντελεστών δ μησης, ώστε να ενθαρρύνεται η εκμετάλλευση των κατακερματισμένων οικοπέδων και με τον κλασικ τρ πο αντικατάστασης του κτιριακού δυναμικού με βάση το στεγαστικ προγραμματισμ των μεμονωμένων ιδιοκτητών. Mε τον τρ πο αυτ , τα τελευταία χρ νια ανέκαμψε το ενδιαφέρον των εργολάβων και η αντιπαροχή ως τρ πος ανοικοδ μησης έκανε την εμφάνισή της. Aπ πλευράς αρχιτεκτονικής, έχουμε μια καθαρά μορφοκρατική αντιμετώπιση σε ,τι αφορά στις προτειν μενες νέες μορφές. Oι νέου τύπου κατοικίες προκύπτουν απ ένα συνταγολ γιο με μορφοκρατικούς περιορισμούς που οδηγούν σ’ ένα τύπο ογκωδών κατασκευών νεοπαραδοσιακής μακεδονίτικης αρχιτεκτονικής που στην ουσία δεν προσαρμ ζεται τυπολογικά ούτε με το γενικ περιβάλλοντα χώρο, τα προσφυγικά κτίρια συνοδείας ούτε και με τα λίγα χαρακτηρισμένα ως διατηρητέα κτίσματα. Παράλληλα, ενώ κανείς θα περίμενε απ τη μεριά της Eπιτροπής Aσκήσεως Aρχιτεκτονικού Eλέγχου, μια πιο ευέλικτη εφαρμογή των μορφολογικών κανονισμών, αντίθετα, ιδιαίτερα τα δέκα πρώτα χρ νια εφαρμογής του Διατάγματος, έχουμε μια συλλογική γραφειοκρατική αντίληψη η οποία στην ουσία εμπ δισε κατασκευές με περισσ τερη φαντασία και αρχιτεκτονική ποι τητα. Tο πρ βλημα της χαμηλής ποι τητας μελετών αλλά και κατασκευών σε μεγάλο βαθμ οφείλεται και στις οικονομικές δυνατ τητες των κατοίκων να ανταπεξέλθουν στο υψηλ
κοστολ γιο που απαιτείται για μια κατασκευή η οποία τηρεί κατά γράμμα τις προδιαγραφές του Διατάγματος σε ,τι αφορά στα υλικά αλλά και στη γενικ τερη τυπολογία. Aπ πολεοδομική πλευρά, το βασικ πρ βλημα εντοπίζεται στην αντιμετώπιση της περιοχής απ πλευράς Σχεδίου ως ένα σύνολο μεμονωμένων εφαρμογών εν ς συγκεκριμένου Διατάγματος κατά κέλυφος και
χι ως ένα ευρύτερο πλαίσιο πολεοδομικού προγραμματισμού με αναφορά σε λον τον οικισμ , που λαμβάνει υπ ψη του την ιστορία της περιοχής, σέβεται τις μορφές αλλά και τους γκους σαν σύνολο, διατηρεί τη γενικ τερη διάρθρωση του οδικού δικτύου, τα μνημεία, ανεξάρτητα απ την περίοδο κατασκευής τους, προσπαθεί να διαφυλάξει έννοιες τ σο σημαντικές, αλλά και τ σο ξεχασμένες, πως αυτή της γειτονιάς, που συναντάμε ακ μα στην περιοχή, αντιμετωπίζει τους ίδιους τους κατοίκους ως κοινωνικ σύνολο με μια χαρακτηριστική δημογραφική ομοιογένεια με συγκεκριμένα
μως οικιστικά προβλήματα. Bιβλιογραφία: Aναστασιάδης A., «Πολεοδομική Διερεύνηση – Eπέμβαση στην Πάνω Π λη Θεσσαλονίκης», T μ., I, εκδ σεις Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη, 1982. Aναστασιάδης A., «Θεσσαλονίκη – Aνω Π λη», σειρά Eλληνική Παραδοσιακή Aρχι-
H διάνοιξη της οδού Xαβρίου. Tα τελευταία χρ νια η Aνω Π λη, με τις αλλεπάλληλες διανοίξεις νέων αρτηριών, περιορίζεται λο και πιο πολύ προς τα β ρεια τείχη, με αποτέλεσμα το οδικ δίκτυο να χάνει τη χαρακτηριστική δομή του και το αυτοκίνητο να εισβάλλει στον παραδοσιακ ιστ . Nεοπαραδοσιακά σπίτια κτισμένα μετά το 1980 με το ισχύον και σήμερα διάταγμα ανοικοδ μησης στην Aνω Π λη διακρίνονται σε λο τους το μεγαλείο.
H περιοχή Tσινάρι με το γνωστ παραδοσιακ καφενείο και την παλιά κρήνη. Tα τελευταία χρ νια στο σημείο αυτ παρατηρείται κυκλοφοριακή συμφ ρηση και ροή αυτοκινήτων απ το κέντρο της π λης προς τις δυτικές συνοικίες, εξαιτίας διανοίξεων των γύρω δρ μων, καθώς και περάσματος μέσα απ τα δυτικά τείχη. τεκτονική, T μ. 7, Mακεδονία A΄, εκδ. οίκος «Mέλισσα», Aθήνα, 1989. Aναστασιάδης A., «Πολεοδομικές επεμβάσεις στο ιστορικ κέντρο της Θεσσαλονίκης. Δυτικ ς αρχαιολογικ ς περίπατος κατά μήκος των τειχνών». Eισήγηση στο Διεθνές Συνέδριο «Eλεύθερος χρ νος, τουρισμ ς, αναψυχή. Aρχιτεκτονικές και Πολιτιστικές Aξίες προς το 2000», Σαντορίνη, 1993. Aναστασιάδης A., Δημητριάδης B., Σταθακ πουλος Π. «Aνω Π λη Θεσσαλονίκης.
Mετασχηματισμοί στο ανθρωπογενές και οικιστικ περιβάλλον», Πρακτικά 1ης Διεθνούς Συνάντησης Aνθρωπολογίας του Xώρου, Σύρος, 1995. Bακαλ πουλος Aπ., «Iστορία της Θεσσαλονίκης», 316 π.X. – 1983, Θεσσαλονίκη, 1983. Δημητριάδης B., «Tοπογραφία της Θ. κατά την εποχή της Tουρκοκρατίας 1430–1912», εκδ. Eταιρείας Mακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη, 1983. Mοσχ πουλος N., «H Eλλάς κατά τον Eβλι-
γιά Tσελεμπή. Mια τουρκική περιγραφή της Eλλάδος κατά τον IZ΄ αιώνα», Eπετηρίς Eταιρείας Bυζαντινών Σπουδών, Tομ. 16, Aθήνα, 1940. Mοσκώφ K., «Θεσσαλονίκη, τομή της μεταπρατικής π λης», Θεσσαλονίκη, 1978. Mουτσ πουλος N., «Σπίτια της Xαλκιδικής», Θεσσαλονίκη, 1979. Mωραϊτ πουλος Γ.K., «H Θεσσαλονίκη», Aθήνα, 1882. Svoronos N., «Le Commerce de Salonique au XVIII siecle», Paris, 1956.
KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
11
H αρχιτεκτονική απ τον 19ο στον 20 αι. O εκσυγχρονισμ ς με νέα κτίρια και δημ σια έργα δίνει στην π λη ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά Tου Bασίλη Kολώνα Aρχιτέκτονα, Iστορικού της Aρχιτεκτονικής διδάκτωρ A.Π.Θ.
H ΘEΣΣAΛONIKH στο δεύτερο μισ του 19ου αιώνα, το μεγαλύτερο αστικ κέντρο στο χώρο δυτικά της Kωνσταντινούπολης, με 120.000 κατοίκους, βρίσκεται σε ιδιαίτερα πλεονεκτική θέση για να εκμεταλλευθεί τα αποτελέσματα των μεταρρυθμίσεων που επιχειρούνται απ το 1839 και μετά στην οθωμανική αυτοκρατορία δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μια σειρά επεμβάσεων με στ χο τον εκσυγχρονισμ της λειτουργίας της π λης. Στη Θεσσαλονίκη οι επεμβάσεις αυτές συνοψίζονται στην κατεδάφιση μεγάλου τμήματος των τειχών, στη χάραξη και διάνοιξη οδικών αρτηριών, στην κατασκευή σιδηροδρομικών δικτύων και σταθμών, στην κατασκευή του λιμανιού, στη δημιουργία δικτύων υποδομής και αστικών εξυπηρετήσεων και τέλος στις επεκτάσεις και τις δυνατ τητες επανασχεδιασμού του πολεοδομικού ιστού1. Aπ το 1870 και μετά, γκρεμίζονται τα παραθαλάσσια τείχη –στη θέση των οποίων διαμορφώνονται η προκυμαία και η παράλληλη οδ ς–, τα βορειοδυτικά τείχη και τα νοτιοανατολικά απ το Λευκ Πύργο μέχρι την π λη της Kαλαμαριάς. Xαράσσονται η παραλιακή οδ ς και η λεωφ ρος Xαμηδιέ, ευθυγραμμίζεται η Eγνατία και διανοίγονται οι οδοί Σαμπρή πασά (Bενιζέλου) και Mιδάτ πασά (Aγ. Δημητρίου). Δύο νέες συνοικίες δημιουργούνται εκτ ς των τειχών. Tο Tσαΐρι (Cayir) στα δυτικά και η Xαμηδιέ (Hamidiye) στα ανατολικά. H π λη μετασχηματίζεται και μαζί μ’ αυτήν η ζωή των κατοίκων της. Για τη δυτική περιοχή επέκτασης κυρίαρχο ρ λο έπαιξε η ανάπτυξη βιομηχανικών δραστηριοτήτων και των σιδηροδρομικών σταθμών. Aντίθετα για τη συνοικία των Eξοχών, πως είναι ευρύτερα γνωστή η Xαμηδιέ, κύριος στ χος ήταν η ανάπτυξη μιας κατ’ εξοχήν περιοχής κατοικίας, βασισμένης σε νέες προδιαγραφές και η εγκατάσταση μιας νεοσύστατης και κυρίαρχης αστικής τάξης κατά μήκος της κεντρικής λεωφ ρου.
Mεγάλα έργα Aπ το 1874 έως το 1896 ολοκληρώνεται η σιδηροδρομική σύνδεση της Θεσσαλονίκης με το Bελιγράδι, το Mοναστήρι και την Kωνσταντινούπολη. Tο 1886 αρχίζει και η κατασκευή του λιμανιού απ την «Eταιρεία Kατασκευής και Eκμετάλλευσης του Λιμένα Θεσσαλονίκης», καθώς και η αναμ ρφωση της γύρω περιοχής ως βασική λειτουργική του επέκταση (αποθήκες, περιοχή χονδρεμπ ριου, αγορές).
Tο δημοτικ νοσοκομείο. Oι εργασίες ανοικοδ μησης του δημοτικού νοσοκομείου της π λης άρχισαν στα 1902–1903 στο χώρο μεταξύ του νεκροταφείου της Eυαγγελίστριας και του Aγιάσματος του Aγ. Παύλου. H πρωτοβουλία για την ίδρυσή του οφείλεται στο δήμαρχο Xουλουσή μπέη, ενώ ως αρχιτέκτων του έργου φέρεται ο Ξ. Παιονίδης. Mετά την απελευθέρωση το νοσοκομείο μετονομάστηκε σε «Aγιος Δημήτριος».
Tα έργα αυτά δεν θ’ αργήσουν να φέρουν νέους ρυθμούς στην οικονομική ζωή της π λης. H επικοινωνία με την ενδοχώρα της γίνεται ταχύτερη και το λιμάνι της αποτελεί πλέον τη συντομ τερη έξοδο των κεντρικών ευρωπαϊκών χωρών στη Mεσ γειο. H εξαγωγή προϊ ντων απ ολ κληρη τη Mακεδονία και η εισαγωγή των ευρωπαϊκών προϊ ντων που διακινούνται απ τη Θεσσαλονίκη, την τοποθετούν σε πλεονεκτική θέση έναντι της ίδιας της Kωνσταντινούπολης. H κίνηση των εμπορικών και επιβατικών πλοίων αυξάνεται σημαντικά και η Θεσσαλονίκη αποτελεί βασικ σταθμ στα δρομολ για των σπουδαι τερων ναυτιλιακών εταιριών. Στη δεκαετία του 1890 δημιουργούνται επίσης δίκτυα ύδρευσης, αποχέτευσης, φωταερίου και δημ σιας συγκοινωνίας με ιππήλατα τραμ. Tο 1908 ιδρύεται εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος για τον ηλεκτροφωτισμ της π λης και την ηλεκτροκίνηση του τροχιοδρ μου2. H δημοτική αρχή, που θεσμοθετείται το 1869 πρωτοστατεί στην προσπάθεια του εκσυγχρονισμού φροντίζοντας για την καθαρι τητα, την ασφάλεια και τον εξωραϊσμ της π λης. Iδρύει υπηρεσία οδικής καθαρι τητας, δημ σιου φωτισμού, πυροσβετική υπηρεσία, υγειονομική υπηρεσία στο λιμάνι και ασχολείται με
12 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997
την επίστρωση και συντήρηση των δρ μων, την κατασκευή πεζοδρομίων και τη δενδροφύτευση κεντρικών αρτηριών.
Δημ σια κτίρια Oσον αφορά τους νέους κτιριακούς τύπους που συναντούμε στη Θεσσαλονίκη, και ιδιαίτερα τα δημ σια κτίρια, θα μπορούσε να τα χαρακτηρίσει κανείς επαναστατικά, τ σο ως προς το βαθμ απαλλαγής τους απ προηγούμενους τύπους και μορφές σο και ως προς τη νέα σχέση μεγέθους, κλίμακας και ένταξης στο αστικ τοπίο. Tα κτίρια που οφείλονται στην κρατική πρωτοβουλία αντικατοπτρίζουν το νέο πνεύμα της δημ σιας διοίκησης και τις αυξημένες ανάγκες για τη στέγαση εν ς πλήθους υπηρεσιών και οργανισμών που δημιουργούνται ή αναμορφώνονται. Στη Θεσσαλονίκη, το Διοικητήριο (1891), το Aυτοκρατορικ Λύκειο (1887), το Στρατηγείο (1903), το Δημοτικ Nοσοκομείο (1902), το Tελωνείο (1911), αποτελούν δείγματα της βούλησης του κράτους και της δημοτικής αρχής για μια διαφορετική αντιμετώπιση της αρχιτεκτονικής των δημ σιων κτιρίων. «Oλα αυτά τα κτίρια είναι τελείως μοντέρνα και δεν έχουν κανένα τουρκικ χαρακτηριστικ », αναφέρει ο G.F. Abbott στα 19033.
Tα δημ σια κτίρια δημιουργούν τομή στην εικ να της π λης και ορίζουν νέα σημεία αναφοράς στο περίγραμμά της. Oλες οι εκδοχές κινούνται μέσα στο πλαίσιο του εκλεκτισμού, αρχιτεκτονικού κινήματος και «διεθνούς στιλ» της εποχής. O εκλεκτισμ ς συνδυάζει μορφές που ανήκουν σε διαφορετικούς αρχιτεκτονικούς ρυθμούς και οι οποίες αλληλοεπιδρούν μεταξύ τους, ομογενοποιούνται και συνυπάρχουν σ’ ένα νέο σύστημα ιδιαίτερης συμβολικής αξίας. Tα δημ σια κτίρια παρουσιάζουν, εκτ ς απ τη διαφοροποίησή τους σε σχέση με προηγούμενες τυπολογίες και τεχνοτροπίες, και μια εντυπωσιακή μορφολογική εν τητα. H επιλογή του αρχιτεκτονικού ρυθμού στην ανέγερση του Aυτοκρατορικού Λυκείου κι ακ μη του Στρατηγείου και του Δημοτικού νοσοκομείου, δεν λαμβάνει υπ’ ψη της τη διαφορετική λειτουργία τους, αλλά υπογραμμίζει τη σημασία τους ως δημ σιων κτιρίων και αποσκοπεί στην ανάδειξη του κράτους και της δημοτικής αρχής ως φορέων εκσυγχρονισμού. Tα μπαρ κ, αετώματα στον άξονα της εισ δου δεν προβάλλουν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα των κτιρίων, αλλά πιστοποιούν τη μορφολογική ενοποίηση που επιλέγουν οι δημ σιοι φορείς για την καταξίωση της αναμορφωμένης παρουσίας τους στο
πλαίσιο εν ς συνταγματικού κράτους, σε συσχετισμ πάντοτε με τη Δύση και την αρχιτεκτονική επικαιρ τητα.
Eκλεκτισμ ς H εισαγωγή ξένων ρυθμών και η χρησιμοποίησή τους στην αρχιτεκτονική των δημ σιων κτιρίων ήταν, ήδη απ τα μέσα του 18ου αιώνα, δείγμα πολιτικής βούλησης για την οθωμανική ηγεσία. O γαλλικ ς κλασικισμ ς ήταν ο ρυθμ ς που έδωσε τα πρώτα μορφολογικά πρ τυπα στη νε τερη αρχιτεκτονική της Kωνσταντινούπολης και διαμ ρφωσε το γνωστ τουρκο-μπαρ κ στιλ, με κύριο χαρακτηριστικ την υπερβολική χρήση της καμπύλης και του διακ σμου. Tο τουρκο-μπαρ κ θα αποτελέσει μια απ τις πηγές έμπνευσης του εκλεκτισμού, ο οποίος εισάγεται και χρησιμοποιείται ευρύτατα στο οθωμανικ κράτος στην προσπάθειά του να φτάσει τη Δύση. O εκλεκτισμ ς, στην περίπτωση αυτή, δεν αντιπαρατίθεται στο ρομαντικ κλασικισμ ή τις άκαμπτες μορφές του ιστορισμού στενά συνδεδεμένου με την ιστορική ακρίβεια και την αναπαράσταση του παρελθ ντος, αλλά χρησιμοποιείται στη διαμ ρφωση του κελύφους νέων κτιριακών τύπων, σε σύμπνοια με την αρχιτεκτονική επικαιρ τητα και την αντίθεση προς την προηγούμενη «παραδοσιακή» μορφολογία. Στη Θεσσαλονίκη ειδικ τερα, αποτελεί μια τομή με τη μεταβυζαντινή αρχιτεκτονική παράδοση, ενώ οι μορφές που προτείνει ανάγονται σε τύπους κτιρίων που πρωτοεμφανίζονται στην π λη ως απ ρροια των διοικητικών μεταρρυθμίσεων και του πολεοδομικού εκσυγχρονισμού. Aξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγον ς τι τα δημ σια κτίρια της Θεσσαλονίκης δεν αναζητούν τα πρ τυπα του εκλεκτισμού σε αντίστοιχα κτίρια της Kωνσταντινούπολης, με μοναδική ίσως εξαίρεση το Aυτοκρατορικ Λύκειο, φανερά επηρεασμένο απ την αυστηρή μορφολογία του Galata Serai, του κατ’ εξοχήν «ευρωπαϊκού» σχολείου της πρωτεύουσας.
H παραλία της Θεσσαλονίκης και η πλατεία Eλευθερίας στα 1907–1908 πως απεικονίζεται σε καρτ–ποστάλ της εποχής.
Λεωφ ρος Xαμηδιέ Aν και οφείλεται σε κρατική πρωτοβουλία, ξεχωριστή παραμένει η περίπτωση της λεωφ ρου Xαμηδιέ. Tα διώροφα οικήματα της λεωφ ρου αποτελούν ιδιοκτησία του σουλτάνου και ενοικιάζονται στα ξένα προξενεία και σε εκπροσώπους της άρχουσας τάξης. H επαναλαμβαν μενη ρυθμολογία στις ψεις τους, που κυριαρχεί ένας εξεζητημένος νεοκλασικισμ ς, συμμετέχει σε μια σκηνογραφική σχεδ ν απ δοση της προοπτικής της λεωφ ρου προς το σιντριβάνι. O δρ μος εκλαμβάνεται ως ενιαίο σύνολο και μέσα απ τις ιεραρχημένες ψεις του, ο διαβάτης αναγνωρίζει την ιδιαίτερη σημασία της λειτουργίας του και το νεωτερισμ που επιχειρεί στην εικονογραφία της π λης. Tο σημείο απ ληξης του δρ μου, η κρήνη Xαμηδιέ, πως και το σημείο αφετηρίας του, ο Λευκ ς Πύργος, παίζουν δευτερεύοντα
H λεωφ ρος Xαμηδιέ. H λεωφ ρος που χαράχθηκε μετά την κατεδάφιση του NA τείχους, ξεκινούσε απ το Λευκ Πύργο και κατέληγε στην πλατεία Σιντριβανίου. Διακριν ταν για την ομοιομορφία των οικημάτων της, που ήταν κτισμένα πάνω στη ρυμοτομική γραμμή και ακολουθούσαν μια κανονική διάταξη. Tα κτίρια αυτά αποτελούσαν ιδιοκτησία του σουλτάνου και είχαν κτισθεί στα 1889–1990 με αποκλειστικ σκοπ την εκμετάλλευσή τους. Tα οικήματα αυτά νοικιάζονταν σε προξενεία, αλλά και σε σους είχαν την ευχέρεια να πληρώνουν τα υψηλά ενοίκια που καθ ριζε το ταμείο του Aυτοκρατορικού Θησαυρού. Mετά την απελευθέρωση στα κτίρια της λεωφ ρου Xαμηδιέ στεγάζονται διάφορες στρατιωτικές υπηρεσίες και τα μεταπολεμικά χρ νια, μέχρι την κατεδάφισή τους το 1978, τα δικαστήρια της π λης. Aς σημειώσουμε επίσης τι για τη διάνοιξη της οδού Tσιμισκή κατεδαφίσθηκε τμήμα του 5ου και 6ου κτιρίου.
ρ λο στην αναγνωσιμ τητά του. Oι αλλοεθνείς κοιν τητες της π λης, σε μια προσπάθεια επικράτησης και ανταγωνισμού στον ευρύτερο χώρο της Mακεδονίας, διεκδικούν μεγαλύτερες οικονομικές ενισχύσεις απ τις μητροπ λεις τους και προχωρούν στην ανέγερση των δικών τους ιδρυμάτων με σκοπ την
προβολή της παρουσίας τους και την αύξηση της επιρροής τους στην π λη και την ενδοχώρα της4. Iδιαίτερος ζήλος καταβάλλεται για την ανέγερση σχολείων, που κάθε κοιν τητα θέλει να δηλώσει μέσα απ’ τα εκπαιδευτικά προγράμματα και την επιλογή της βασικής γλώσσας διδασκαλίας, την εξάρτησή της ή χι
απ κάποιο δ γμα, καθώς και την αντίθεσή της προς τα σχολεία των άλλων κοινοτήτων ή του τουρκικού Δημοσίου. Oλες μως ανεξαιρέτως έχουν ως κύρια φροντίδα τους την εγκατάσταση των σχολείων σε νε δμητα κτίρια, που εκπληρούν λους τους σύγχρονους για την εποχή καΣυνέχεια στην 14η σελίδα
KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
13
Συνέχεια απ την 13η σελίδα
ν νες της σχολικής υγιεινής. Aναφέρουμε ενδεικτικά το Παπάφειο ορφανοτροφείο, το Mαράσλειο Λύκειο, το λύκειο αρρένων Jean Baptiste de la Sale (1888), το λύκειο της Λαϊκής Aποστολής (1908) και το μεγαλύτερο και αξιολογ τερο ανάμεσά τους, τη σχολή Moise Allatini της Alliance Israelite Universelle (1909) η αυλή του οποίου παρέμεινε μέχρι την πυρκαγιά του 1917 ο μεγαλύτερος μη δομημένος χώρος στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Tα κτίρια της ελληνικής κοιν τητας είναι εντυπωσιακά και απεικονίζονται σε καρτ–ποστάλ της εποχής μαζί με τα μνημεία και τα δημ σια κτίρια της π λης. O ψιμος νεοκλασικισμ ς που υιοθετείται στα κτίρια αυτά, προβάλλει τις καταβολές της ελληνικής μειον τητας και υπογραμμίζει τη συμβολική αξία του κτιρίου. Aν και η τυπολογία σε λα σχεδ ν τα κτίρια της εποχής είναι κοινή (συμμετρική κάτοψη, τριμερής κατανομή του γκου, κεντρικ ς ή πλάγιοι άξονες), το μορφολογικ λεξιλ γιο που χρησιμοποιείται στα κτίρια της ελληνικής κοιν τητας, με δάνεια απ τους κλασικούς ρυθμούς και την αναγέννηση (ιωνικοί κίονες και ψευδοκίονες, τριγωνικά αετώματα, παραστάδες, φουρούσια, γεισίποδες, ακροκέραμα και μπαλουστράδες), λειτουργεί ως τριπλή αντίδραση στην αρχιτεκτονική της π λης: στην υπάρχουσα μεταβυζαντινή «παραδοσιακή» αρχιτεκτονική, στο νεομπαρ κ εκλεκτισμ των κτιρίων του τουρκικού Δημοσίου και στις μορφολογικές επιλογές των υπ λοιπων κοινοτήτων. Mέσα απ την υιοθέτηση προτύπων απ τη σύγχρονη νεοελληνική αρχιτεκτονική, τα κτίρια αυτά προσφέρουν στην ελληνική κοιν τητα, εκτ ς απ την ελπίδα και τη δυνατ τητα σύνδεσης με το ένδοξο παρελθ ν της φυλής, την καταξίωσή της στην πολυεθνική κοινωνία της π λης5. Eκτ ς απ τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, ένας νέος κτιριακ ς τύπος που συναντούμε για πρώτη φορά στη Θεσσαλονίκη είναι αυτ ς του νοσοκομείου. Aς σημειωθεί τι και στη Δύση η τυπολογία των νοσοκομείων, πως και των σχολείων, εξε-
Tο μέγαρο του Tελωνείου. Θεμελιώθηκε το 1910 απ τον υπουργ Oικονομικών των Nεοτούρκων Tζαβίτ μπέη και τα σχέδιά του είχε εκπονήσει ο μηχανικ ς Eλί Mοδιάνο, απ φοιτος της Ecole Centrale του Παρισιού και ειδικευμένος στις πρωτοπ ρες για την εποχή εκείνη κατασκευές απ οπλισμένο σκυρ δεμα. Eίχε μήκος 200 μ. και ήταν το πρώτο κτίριο της π λης με σκελετ απ οπλισμένο σκυρ δεμα (φωτ. Bασ. Mήττας).
λίσσεται και εξειδικεύεται για να ανταποκριθεί στις νέες αντιλήψεις για τις συνθήκες νοσηλείας και εκπαίδευσης και εξοπλίζεται με ,τι απαιτούν οι σύγχρονες επιστημονικές προδιαγραφές. Aπ το 1892 μέχρι το 1907 ιδρύονται τέσσερα νοσοκομεία: Tο Θεαγένειο νοσοκομείο της ελληνικής κοιν τητας, το ιταλικ «Bασίλισσα Mαργαρίτα», το ρωσικ και το ισραηλιτικ νοσοκομείο Hirsch. Kαι τα τέσσερα, πως και το Δημοτικ , στην προσπάθειά τους να ανταποκριθούν στις νέες απαιτήσεις της υγιεινής, υιοθετούν τον τύπο του νοσοκομείου με πτέρυγες ή περίπτερα. Aυτ αποτελεί μια καινοτομία του 19ου αιώνα με στ χο τη μείωση του δείκτη μετάδοσης των μολυσματικών ασθενειών. Oι ναοί που κτίζονται στη Θεσσαλονίκη δεν παράγουν νέες τυπολο-
Tο σημεριν Διοικητήριο, έδρα του υπουργείου Mακεδονίας – Θράκης, άρχισε να κτίζεται το 1891 σε σχέδια του Iταλού αρχιτέκτονα Bιταλιάνο Ποζέλι. Tο 1954 αποφασίζεται η ανακαίνιση του κτιρίου και το 1955 κατεδαφίζεται η αετωματική απ ληξη και προστίθεται ένας τελευταίος ροφος. Tο αποτέλεσμα είναι τυπολογικά και μορφολογικά ασύμβατο και αλλοιώνει ανεπαν ρθωτα την αρχική μορφή του κτιρίου (αρχείο K.I.Θ.).
14 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997
γίες. H μορφή τους είναι απλή, ακολουθεί πρ τυπα που έχουν μεταφερθεί απ τις μητροπ λεις των διαφ ρων κοινοτήτων και ο συμβολισμ ς τους έχει άμεση σχέση με τις λατρευτικές ανάγκες του κάθε δ γματος. Eνδεικτικά αναφέρουμε την καθολική και την αρμενική εκκλησία σε σχέδια του B. Ποζέλι, που είναι έκδηλος ο θαυμασμ ς για την αναγέννηση και τις νεοκλασικές εκκλησίες της ελληνικής κοιν τητας (Mητροπολιτικ ς να ς, I.N. Aναλήψεως). Oσον αφορά τα τζαμιά, δεν φαίνεται να μοιράζονται τα κονδύλια που διαθέτει το κράτος για τα υπ λοιπα δημ σια κτίρια. Eξαίρεση αποτελεί το Γενί Tζαμί, έργο του B. Ποζέλι, που κτίζεται με πρωτοβουλία των ντονμέδων και θεωρείται το απ γειο της πρακτικής του εκλεκτισμού στη Θεσσαλονίκη. O 19ος είναι ο κατ’ εξοχήν αιώνας
των κρατικών, δημοτικών, κοινοτικών, αλλά και «ιδιωτικών» δημοσίων κτιρίων. H Θεσσαλονίκη ως εμπορική π λη αποκτά πολύ γρήγορα τα χαρακτηριστικά της μετέπειτα βιομηχανικής π λης. Tράπεζες, εμπορικές στοές, ξενοδοχεία, θέατρα και μεγάλα καταστήματα είναι οι ναοί του νέου πολιτισμού που υπακούει στους ν μους της μεταπρατικής κοινωνίας. H λειτουργία τους υπαγορεύει την εισαγωγή νέων τεχνικών και η χρήση του μετάλλου στην κατασκευή γενικεύεται. Kαινούργιες τυπολογίες διαμορφώνονται και ο εκλεκτισμ ς έρχεται να καλύψει τις ψεις των νέων κτιρίων εκφράζοντας μέσα απ την ποικιλία των μορφολογικών εκδοχών που προσφέρει, τη σημασία του νεωτεριστικού τους ρ λου6. Oι τράπεζες, ισχυροί χρηματοδ τες του μεταρρυθμιστικού έργου, α-
Tο ξενοδοχείο Splendid κτίστηκε το 1907 απ τον K. Pώμπαπα. Tο κτίριο καταστράφηκε μερικώς στην πυρκαγιά του 1917 και μετά την εκ βάθρων επισκευή του στέγασε το ξενοδοχείο Mediteranean Palace. Πρ κειται για αποθέωση του εκλεκτικισμού που ο διάκοσμος και οι περίτεχνες λεπτομέρειες επιβάλλονται στη μορφή του κτιρίου και διαδηλώνουν την έφεση της εποχής για την εξωτική Aνατολή και τη μ δα της αποικιακής αρχιτεκτονικής (αρχείο K.I.Θ.).
Tο μέγαρο Stein κτίσθηκε στα 1908 απ τον μηχανικ Ernst Loewy, ως υποκατάστημα του ομώνυμου αυστριακού οίκου. Tο κτίριο υπέστη αρκετές μετατροπές εξαιτίας της τροποποίησης του ρυμοτομικού σχεδίου με αποκορύφωμα την κατάργηση του τρούλου και την ενοποίηση των δύο τελευταίων ορ φων. Ωστ σο η γυάλινη σφαίρα στην απ ληξη του κτιρίου συνεχίζει να αποτελεί σημείο αναφοράς για την πλατεία Eλευθερίας.
ποτελούν ένα ακ μα μέσο διείσδυσης του ευρωπαϊκού κεφαλαίου στα εσωτερικά της αυτοκρατορίας. H Oθωμανική Tράπεζα ιδρύει το 1863 υποκατάστημα στη Θεσσαλονίκη. Aπ το 1904 στεγάζεται σε ειδικ κτίριο στην οδ Φράγκων και αποτελεί μαζί με την Kαθολική εκκλησία το σήμα κατατεθέν του Φραγκομαχαλά, του centre des affaires της Θεσσαλονίκης. Aλλες τράπεζες που ακμάζουν αυτά τα χρ νια είναι η Tράπεζα Θεσσαλονίκης των αδελφών Aλλατίνι (1906), με αυστριακά και αργ τερα γαλλικά κεφάλαια, και οι ελληνικών συμφερ ντων τράπεζες Mυτιλήνης (1899), Aθηνών (1905) και Aνατολής (1906)7. Στην ίδια περιοχή θα κάνουν την εμφάνισή τους και οι εμπορικές στοές που κτίζονται για να στεγάσουν γραφεία ασφαλιστικών και ναυτιλιακών εταιριών, διοικήσεις βιομηχανιών, χρηματιστηριακά γραφεία, υποκαταστήματα ξένων τραπεζικών και εμπορικών οίκων, καθώς και γραφεία νέων επιστημ νων που εμφανίζονται την εποχή αυτή στον επαγγελματικ ορίζοντα της π λης (δικηγ ρων, μηχανικών, αρχιτεκτ νων). Σημαντικ τερες απ αυτές, η Cité Saul του οίκου Σ. Mοδιάνο, η
στοά Aλλατίνι, η στοά Davidetto του οίκου Φερνάντεζ και οι στοές Kύρτση και Tουρπάλη, αποτελούν τους προδρ μους των κτιρίων γραφείων που θα κατακλύσουν το εμπορικ κέντρο της π λης στη διάρκεια του μεσοπολέμου. Tα καταστήματα της Θεσσαλονίκης, με μικρές εξαιρέσεις, εκπροσωπούν ευρωπαϊκούς οίκους και τα προϊ ντα τους, κυρίως νεωτερισμοί, κατακτούν τη διεθνή κοινωνία της π λης. Tο Stein σε σχέδια του E. Λεβή (1907) είναι το μεγαλύτερο και το πλέον πολυσύχναστο ανάμεσά τους. Nέες τυπολογίες εισάγουν και τα πρώτα εργοστάσια της Θεσσαλονίκης, τα οποία το 1912 ανέρχονται σε τριάντα τρία. Eδώ, η σημασία του εκλεκτισμού έγκειται στην απ δοση εν ς έντονου μνημειακού χαρακτήρα στα πρώτα εργοστάσια, τα «βιομηχανικά παλάτια» της εποχής, που θα τα καταστήσει σύμβολα της νέας εικονογραφίας της π λης. Tα κτίρια των δημοσίων δραστηριοτήτων που παρουσιάσθηκαν σ’ αυτ το κεφάλαιο, διαθέτουν μια αυτ νομη αξία που εκπορεύεται απ την ιδιαιτερ τητά τους, αλλά και μια άλλη που προέρχεται απ τη θέση που κατέχουν μέσα στη συνοικία. H
Tο Γενί Tζαμί. Hταν το τελευταίο τζαμί που ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη και το μοναδικ της συνοικίας των Eξοχών. Tο κτίριο που κτίσθηκε σε σχέδια του B. Ποζέλι, ιδρύθηκε απ τους Nτονμέδες (εξισλαμισμένους εβραίους) και εγκαινιάσθηκε το 1902. Tο 1925, αρχίζει να λειτουργεί σε αυτ το Aρχαιολογικ Mουσείο της π λης, στη δικαιοδοσία του οποίου παραμένει μέχρι το 1986. T τε περιέρχεται στην πολιτιστική υπηρεσία του Δήμου Θεσσαλονίκης και χρησιμοποιείται ως εκθεσιακ ς χώρος.
ποικιλία και η ποι τητα των κτιριακών τύπων, καθώς και η μέχρι σήμερα διάσωση του μεγαλύτερου αριθμού απ αυτά, λ γω της συνεχούς λειτουργίας τους, τα καθιστούν ιστορικά μνημεία, αναγκαία στην ανασύνθεση της εικ νας της π λης που δεν υπάρχει σήμερα. Oπως αναφέρει ο A. Rossi, «μερικά αρχιτεκτονικά έργα συνιστούν ένα αρχικ γεγον ς στη δομή της π λης, επιβιώνουν και με το πέρασμα του χρ νου γίνονται χαρακτηριστικά, μεταβάλλοντας ή ακ μα χάνοντας την αρχική τους λειτουργία8. Tα κτίρια των δημοσίων δραστηριοτήτων «εκφράζουν τη θέσπιση καινούριων θέσεων, είναι τα σημάδια καινούργιων εποχών στην ιστορία της π λης και στην πλειοψηφία τους είναι έργα συνδεδεμένα με (...) αποφασιστικές στιγμές στην ιστορία της π λης9. Σημειώσεις: 1) Για πολεοδομικές επεμβάσεις στη Θεσσαλονίκη βλ. A. Kαραδήμου–Γερ λυμπου: «Eκσυγχρονισμ ς και πολεοδομία στη Θεσσαλονίκη του 19ου αιώνα», πρακτικά συνεδρίου «Nεοκλασσική π λη και Aρχιτεκτονική», Θεσσαλονίκη 1983, σ.σ. 54-67, που και η σχετική βιβλιογραφία. 2) Για τα δίκτυα υποδομής και αστικών εξυπηρετήσεων, βλ. B. Kολώνας, O. Tραγα-
νού: Aρχές της Bιομηχανίας στη Θεσσαλονίκη, 1870-1912, κατάλογος έκθεσης, Θεσσαλονίκη 1987, που και αναλυτική βιβλιογραφία. 3) G.F. Abbott: The tale of a tour in Macedonia, London 1903, σ. 14. Γενικά για δημ σια κτίρια βλ. B. Kολώνας, Λ. Παπαματθαιάκη: O αρχιτέκτονας Vitaliano Poselli, Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής 1980. 4) Aναλυτικά για τα κτίρια των κοινοτήτων, βλ. B. Kολώνας: «Aρχιτεκτονικές μορφές και ιδεολογία στη Θεσσαλονίκη του 19ου αιώνα», πρακτικά διεθνούς συμποσίου Iστορίας «Nεολληνική π λη», Aθήνα 1985, σ.σ. 215–233 και «Kοιν τητες και αρχιτεκτονική στη Θεσσαλονίκη στα τέλη του 19ου αιώνα», πρακτικά συμποσίου «H διαχρονική πορεία του κοινοτισμού στη Mακεδονία», Θεσσαλονίκη 1991, σ.σ. 325–352. 5) B. Kολώνας: «Aρχιτεκτονικές μορφές και ιδεολογία στη Θεσσαλονίκη του τέλους του 19ου αιώνα. Eνα παράδειγμα: τα κτίρια της ελληνικής κοιν τητας», πρακτικά διεθνούς συμποσίου ιστορίας, «Nεοελληνική π λη», Aθήνα 1985. σ. 231. 6) Bλ. σχετικά, B. Kολώνας: «O εκλεκτικισμ ς, αρχιτεκτονική επιλογή των φορέων εκσυγχρονισμού της Θεσσαλονίκης στα τέλη του 19ου αιώνα», Aρχιτεκτονικά Θέματα, 24/1990, σ.σ. 72–77. 7) Γ. Xριστοδούλου: H Θεσσαλονίκη κατά την τελευταίαν εκαντοταετίαν, Θεσσαλονίκη, 1936, σ.σ. 141–143. 8) A. Rossi: H αρχιτεκτονική της π λης, Θεσσαλονίκης 1987, σ. 166. 9) π.π., σ. 167.
KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
15
H λεωφ ρος των Eξοχών, στο ύψος της σημερινής οδού Παρασκευοπούλου, γύρω στα 1910.
H συνοικία των Eξοχών Oι κάτοικοι ανήκαν σε υψηλά κοινωνικά στρώματα χωρίς εθνικοθρησκευτικούς διαχωρισμούς Tου Bασίλη Kολώνα Aρχιτέκτονα, Iστορικού της Aρχιτεκτονικής, διδάκτορος A.Π.Θ.
«OI ΠYPΓOI, οίτινες φαίνονται μεν προάστειον, χωριζ μενον απ της π λεως διά του Eβραϊκού νεκροταφείου, αποτελούν ντως μέρος αυτής, ως θερινή μάλλον αριστοκρατική συνοικία, είνε ο προσφιλέστερος περίπατος των Θεσσαλονικέων. Eίνε τα Πατήσια ή το Φάληρον των Aθηνών, το προάστειον εκείνο το τελείως ευρωπαϊκ ν την ψιν», αναφέρει ο Bαρδουνιώτης στο Hμερολ γιο του Σκ κκου στα 1893. «Πύργοι» ή «Eξοχές», ήταν οι ονομασίες με τις οποίες ήταν ευρύτερα γνωστή η περιοχή έξω απ τα νοτιοανατολικά τείχη της π λης. Ως ιδιαίτερη συνοικία με το νομα Xαμηδιέ, προς τιμή του Σουλτάνου Aβδούλ Xαμίτ του B΄ αναφέρεται για πρώτη φορά στα συνοπτικά φορολογικά βιβλία Hulasa του 18851. H ονομασία «Eξοχές» οφείλεται στην περιορισμένη δ μηση της συνοικίας, στην ύπαρξη μεγάλου αριθμού αγροτικών εκτάσεων και στον ημιμ νιμο χαρακτήρα της κατοικίας. Oσον αφορά τους «Πύργους», δεν ή-
ταν παρά μικρής αξίας και έκτασης κτίσματα με κάποια οχυρωματική δ μηση ή διάταξη, που χρησίμευαν ως θερινές κατοικίες καθώς και για τη διαμονή αυτών που ασχολούνταν με την καλλιέργεια των κτημάτων. Oι λ γοι για τους οποίους πολλοί κάτοικοι αποφασίζουν να επιλέξουν ως τ πο μ νιμης διαμονής τη νέα συνοικία, είναι συγκεκριμένοι και συνδέονται άμεσα με τον εκσυγχρονισμ της Θεσσαλονίκης. H κατεδάφιση των νοτιοανατολικών τειχών το 1889 και η χάραξη της λεωφ ρου Xαμηδιέ εξασφαλίζουν την άρση των φυσικών εμποδίων για την επέκταση της π λης και την πρώτη πολεοδομική επέμβαση απ κρατικής πλευράς. H συγκοινωνιακή σύνδεση της συνοικίας με ιππήλατο τραμ το 1892, καθώς και οι έντονες στεγαστικές ανάγκες που δημιουργούνται μετά την πυρκαγιά του 1890, θέτουν τις βάσεις για την περαιτέρω εξέλιξη της συνοικίας.
Σύνθεση του πληθυσμού Tα αριθμητικά δεδομένα του πληθυσμού της νέας συνοικίας είναι ε-
16 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997
λάχιστα και μ νον η απογραφή της γενικής διοίκησης Mακεδονίας το 1913 δίνει στοιχεία για την κατανομή των διαφ ρων εθνοτήτων ανά συνοικία. Σύμφωνα με αυτήν, επί συν λου 25.349 κατοίκων της Xαμηδιέ, υπάρχουν 12.593 Eλληνες (49%), 5.838 Eβραίοι (23%), 4.462 Oθωμανοί (17,6%), 1.103 Bούλγαροι (4,3%) και 1.445 ξένοι υπήκοοι (5,7%)2. Tο μ νο σωζ μενο βασικ φορολογικ βιβλίο της συνοικίας, Essas του 1906, παρέχει ίσως μια πλησιέστερη προς την πραγματικ τητα εικ να της εθνικής – θρησκευτικής σύστασης του πληθυσμού, που οι τρεις κύριες κοιν τητες της π λης εκπροσωπούνται με ίσα περίπου ποσοστά, γεγον ς που επαληθεύεται και απ το ιδιοκτησιακ καθεστώς των κατοικιών που έχουν ταυτισθεί και παρουσιάζονται παρακάτω. Aπ τα κτίρια που έχουν ταυτισθεί συμπεραίνουμε τι πολλοί κάτοικοι των Eξοχών ανήκουν σε υψηλά κοινωνικά στρώματα, διαθέτουν ιδιαίτερη οικονομική άνεση και κατέχουν σημαντικά αξιώματα. Tούρκοι αξιωματούχοι, μεταξύ των οποίων αναφέρονται συχνά ο βαλής (γενικ ς διοικητής), ο στρατάρχης και ο δήμαρ-
χος της π λης, πρ ξενοι, διευθυντές τραπεζών, ανώτεροι διοικητικοί υπάλληλοι, βιομήχανοι, έμποροι, επιστήμονες και ξένοι υπήκοοι συγκαταλέγονται μεταξύ των κατοίκων της νέας συνοικίας. Aνάμεσά τους αναφέρονται μερικές απ τις σημαντικ τερες οικογένειες της π λης, πως οι Aμποτ, Σαρν , Aλατίνι, Mοδιάνο, Xατζηλαζάρου και ακ μη οι οικογένειες των Xαμντί μπέη, Διράν Aβδουλάχ και Kαπαντζή3. H εγκατάστασή τους στις Eξοχές και κυρίως κατά μήκος της κεντρικής λεωφ ρου, σε «μέγαρα μεγαλοπρεπέστατα», είναι ιδιαίτερης σημασίας για την κοινωνική τους θέση και αποτελεί πρωταρχικ παράγοντα στην επιλογή της κατοικίας τους.
Eικ να κοσμοπολίτικη H σύνθεση του πληθυσμού είναι χαρακτηριστική για τη νέα συνοικία, αλλά και για τη γενικ τερη κοσμοπολίτικη εικ να που παρουσίαζε η Θεσσαλονίκη στα τέλη του 19ου αιώνα. ...«Eκάστη φυλή, τάξις, ηλικία και γένος, εκάστη ενδυμασία, στολή και χρώμα, εκάστη γλώσσα, εκάστη ιδιορρυθμία και καλαισθησία έχουν
εκεί τους αντιπρ σωπούς τους. Eν τη πασπερμία εκείνη λαλούνται λαι αι γλώσσαι της γης, δι τι εις την Θεσσαλονίκην δύνασθε να εύρητε λας τας φυλάς του κ σμου πλην της κινεζικής. Aληθής κοινωνικ ς κυκεών! Στις Eξοχές, πως ήταν ευρύτερα γνωστή η νέα συνοικία η εγκατάσταση των κατοίκων δεν ακολούθησε το χωρικ διαχωρισμ της εντ ς των τειχών π λης, ανά εθνικη–θρησκευτική εν τητα, αλλά βασίστηκε σε άλλα κριτήρια καθαρά οικονομικού ή κοινωνικού χαρακτήρα. Eπ μενο, λοιπ ν, ήταν πολλοί να αναζητήσουν νέα στέγη στις Eξοχές, που οι συνθήκες είναι ευνοϊκ τερες για την ανέγερση νέων τύπων κατοικίας, προσαρμοσμένων στον ευρωπαϊκ τρ πο ζωής και με ανέσεις, που δεν θα μπορούσε να προσφέρει μια παλαιού τύπου κατοικία στο κέντρο της π λης. H υγιεινή διαβίωση η ύπαρξη υπαίθριων χώρων και οι νέες κατασκευαστικές μέθοδοι θεωρούνται ως προϋποθέσεις για την ανέγερση της καινούργιας κατοικίας, ενώ η κοινωνική και οικονομική κατάσταση των ιδιοκτητών υπαγορεύουν τα μεγέθη, τον τύπο της κατοικίας και την επιλογή της μορφής.
Oικία Mπενουζίλιο. Kτίστηκε στα 1900 απ τον T. Pαζή και απ το 1909 ανήκε στον Eλί Mπενουζίλιο και τη σύζυγ του. Mετά το θάνατο του Mπενουζίλιο στην Πολωνία (Mπίργκεναου), το ακίνητο περιέρχεται σε κληρον μους του και στην ισραηλιτική κοιν τητα. Για αρκετ διάστημα στέγασε τα εκπαιδευτήρια Kαραγιάννη. Kατεδαφίζεται στις αρχές της δεκαετίας του 1970 (συλλογή Γ. Mέγα).
Tυπολογία – Mορφολογία της κατοικίας Στα τέλη του 19ου αιώνα, η τυπολογία της κατοικίας παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, εφ’ σον οι αλλαγές στα ήθη, την καθημερινή ζωή και τη ζωή της οικογένειας επηρεάζουν σημαντικά τη διαρρύθμιση και τον εξοπλισμ της κατοικίας. Yπάρχει για πρώτη φορά διαχωρισμ ς της κοινωνικής και οικογενειακής ζωής που διαφαίνεται στη δομή του κτιρίου, ενώ για πρώτη φορά δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στους χώρους υπηρεσίας και υγιεινής. Σε αντίθεση με την τυπολογία της κατοικίας που περιλαμβάνει παραλλαγές εν ς βασικού μοντέλου, η μορφολογία παρουσιάζει ένα ευρύτατο φάσμα μορφολογικών εκδοχών, σύμφωνα με τις προσωπικές απ ψεις των ιδιοκτητών για την εξωτερική εμφάνιση της κατοικίας τους. Oλες οι εκδοχές κινούνται μέσα στο πλαίσιο του εκλεκτισμού, αρχιτεκτονικού κινήματος και «διεθνούς στιλ» της εποχής. Mέσα απ αυτ πιστοποιείται η ικαν τητα του αρχιτέκτονα, αλλά και η κοινωνική θέση και η εθνικη–θρησκευτική ταυτ τητα του ιδιοκτήτη. Oπως έχουμε ήδη αναφέρει, οι ιδιοκτήτες των επαύλεων εκπροσωπούν με ίδια ποσοστά τις τρεις κύριες κοιν τητες της π λης. H εθνικη–θρησκευτική διαφοροποίηση δεν ισχύει στη χωρική εγκατάστασή τους στη νέα συνοικία, είναι μως φανερή στις προτιμήσεις τους ως προς τη μορφολογική αντιμετώπιση της κατοικίας τους. Για τον καθένα απ αυτούς η αρχιτεκτονική δηλώνει, εκτ ς απ άρνηση της παράδοσης, την εθνική του ταυτ τητα και την ατομική
Δημοτική Πινακοθήκη. Kτίστηκε το 1905 σε σχέδια του Ξενοφώντα Παιονίδη, απ τον Σεϊφουλάχ πασά, υπασπιστή του σουλτάνου και νομάρχη Iωαννίνων (έκδοση τίτλου, το Mάρτιο του 1906). Aπ το 1952 μέχρι το 1982 στεγάζει το Iδρυμα Kοινωνικών Aσφαλίσεων. Σήμερα ανήκει στο Δήμο Θεσσαλονίκης και στεγάζει τη Δημοτική Πινακοθήκη και διάφορες υπηρεσίες του Δήμου.
εκπροσώπηση στο πλαίσιο μιας ισ τιμης κυρίαρχης τάξης. Στα ευρύτατα ρια του αρχιτεκτονικού εκλεκτισμού, διαφορετικά συμβολικά συστήματα θα ισχύσουν για τους Eλληνες, τους Eβραίους και
τους μουσουλμάνους της συνοικίας των Eξοχών. O εν γένει χειρισμ ς των ψεων των επαύλεων των Eλλήνων ιδιοκτητών σύμφωνα με νεοαναγεννησιακά πρ τυπα, παραπέμπουν σε μορφο-
λογίες αντίστοιχες με αυτές της τελευταίας φάσης του αθηναϊκού νεοκλασικισμού (οικία Π. Xατζηλαζάρου). Mια προτίμηση προς τα νεομπαρ κ Συνέχεια στην 18η σελίδα
KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
17
Casa Bianca. Kτίστηκε το 1912 απ τον Nτίνο Iωσήφ Φερνάντεζ–Nτιάζ. Tα σχέδια της Casa Bianca που φειλε την ονομασία της στη σύζυγο του Nτίνο Φερνάντεζ Blanche ή Bianca, κ ρη του Λε ν ντε Mάγιερ, είχε φιλοτεχνήσει ο Π. Aριγκ νι. Tο 1976 κηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο, ενώ απ τ τε χρονολογείται και η τμηματική καταστροφή του κτιρίου με στ χο τον αποχαρακτηρισμ του και την τελική κατεδάφισή του. Σήμερα ανήκει στο Δήμο Θεσσαλονίκης, ο οποίος πρ σφατα ολοκλήρωσε την αναστήλωση του κτιρίου (συλλογή M. Kονδυλάκη).
Oικία Σ. Tελτζή. Kτίστηκε το 1906 απ τον έμπορο Tελτζή Σαμή. Aπ το 1933 περιέρχεται ως ανταλλάξιμο στον καπνέμπορο Δημ. Aθηνοδώρου στον οποίο και παραμένει μέχρι την κατεδάφισή του, στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Στη διάρκεια του A΄ Παγκοσμίου πολέμου το κτίριο χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία του στρατηγού Fr. d’ Esperey (αρχείο KIΘ).
τζάκι με τους δυο σκαλιστούς καρυδένιους καναπέδες δεξιά και αριστερά του, καθώς και τον «περίφημον» περσικ τάπητα. «Eπίπλωση υπέροχη… Σινικά ανθοδοχεία με σπάνια λουλούδια. Πολυθρ νες, καθίσματα έξοχα, δύο καρέκλες καρυδένιες σπάνιες, σκαλιστές μεγάλης αξίας, δύο μπουφέδες, αληθινά θαύματα, με λα τα σκεύη πολυτελείας, κρυστάλλινα, ασημένια… Kαθρέφτες κρυστάλλινοι, πελώριοι με καρυδένιες και επίχρυσες κορνίζες, παραπετάσματα και τάπητες βαρύτιμοι, θερμάστρες μεγαλοπρεπείς που σκορπίζουν τη γλυκιά τους θερμ τητα, λα αστράφτουν, επιβάλλουν, καταπλήσσουν…»4. H ποικιλία των μορφών που συναντούμε στην ανάγνωση εν ς μ νο δρ μου της Θεσσαλονίκης, της λεωφ ρου των Eξοχών ως κεντρικού άξονα της συνοικίας των Eξοχών, σε μια εποχή που στη Δύση είναι πεποίθηση η ομοιομορφία της κατοικίας, είναι ενδεικτική για τον πολυεθνικ χαρακτήρα της και σφραγίζει την εικ να της π λης στα τέλη του 19ου αιώνα.
Συνέχεια απ την 17η σελίδα
αετώματα, με βασικές αναφορές στο σικελικ και αποικιακ μπαρ κ, αλλά και στα κτίρια του τουρκικού Δημοσίου, θα διαδηλώσουν οι μουσουλμάνοι ανώτεροι κρατικοί υπάλληλοι και αξιωματούχοι που εγκαθίστανται στη νέα συνοικία (οικία Σεϊφουλάχ πασά). H πλειοψηφία των Eβραίων θα υιοθετήσει κεντροευρωπαϊκά αρχιτεκτονικά πρ τυπα και κυρίως τον τύπο του chalet σε αμιγείς ή αλληλοεπηρεαζ μενες μορφές (Casa Bianca). Συνοπτικά θα μπορούσαμε να δεχθούμε μια έφεση των διαφ ρων κοινοτήτων για υιοθέτηση χαρακτηριστικών αρχιτεκτονικών προτύπων απ τις μητροπ λεις τους ή απ σημαντικές ομοεθνείς κοιν τητες του εξωτερικού (Aθήνα, Kωνσταντινούπολη, Aυστρία, Γαλλία, Iταλία). H επιλογή της συγκεκριμένης μορφολογίας δηλώνει, εκτ ς απ την κοινοτική και προσωπική διαφοροποίηση, και το βαθμ εξάρτησης απ τα αντίστοιχα εθνικά κέντρα. Oσον αφορά τον εξοπλισμ των επαύλεων, ενδεικτικά παραθέτουμε την περιγραφή που δημοσιεύει ο Eθνικ ς Oδηγ ς της Mεγάλης Eλλάδος στα 1920–1921, για μια απ τις σημαντικ τερες επαύλεις της Θεσσαλονίκης, την έπαυλη του βαρώνου Σαρν . Σύμφωνα με αυτήν, στο εσωτερικ , στο κέντρο της μεγάλης αίθουσας, ο επισκέπτης θαυμάζει το
H Συνοικία των Eξοχών μετά την ακμή Oικία Π. Xατζηλαζάρου. Kτίστηκε το 1899 απ την Eφη, σύζυγο του Περικλή Xατζηλαζάρου, επιτίμου προξένου των HΠA, σε σχέδια του Ξεν. Παιονίδη. Στα 1912 – 1913 φιλοξενήθηκαν σ’ αυτήν μέλη της βασιλικής οικογενείας. Σήμερα ανήκει στην οικογένεια Σιάγα (αρχείο Λ.E.M.M.).
18 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997
Mετά την απελευθέρωση, πολλές απ τις επαύλεις της λεωφ ρου των Eξοχών εγκαταλείπονται απ τους
μουσουλμάνους ιδιοκτήτες τους. Aλλες χρησιμοποιούνται ως σχολεία και προξενεία και άλλες παραχωρούνται ως κατοικίες σε μέλη της βασιλικής οικογένειας και σε ανώτατους αξιωματούχους. Στη διάρκεια του πρώτου Παγκ σμιου Πολέμου γνωρίζει μεγάλη ακμή, ταν πολλές απ τις επαύλεις μετατρέπονται σε ξενοδοχεία πολυτελείας, επιτάσσονται και στεγάζουν στρατιωτικές και υγειονομικές υπηρεσίες ή χρησιμοποιούνται ως κατοικίες ανώτατων αξιωματικών. Παράλληλα οι ποικίλες πληθυσμιακές ανακατατάξεις, ως συνέπεια της ανταλλαγής των πληθυσμών, αλλά και της εσωτερικής μετανάστευσης, η οικονομική κρίση του 1930 και τέλος το ολοκαύτωμα των Eβραίων της Θεσσαλονίκης είχαν αποτέλεσμα την αλλοίωση της εθνικής–θρησκευτικής σύνθεσης των κατοίκων και τη δυσχέρεια συντήρησης των πολυδάπανων αυτών κτιρίων. Ωστ σο οι Eξοχές συνέχισαν να θεωρούνται ως η συνοικία των πλουσίων, της πολυτέλειας και της οικονομικής άνεσης και οι προσφυγικού χαρακτήρα μετακινήσεις του πληθυσμού δεν οδήγησαν στη δημιουργία υποβαθμισμένων λαϊκών ή εργατικών συνοικισμών. Για τους κατοίκους της π λης ήταν τα «παλάτια της οδού Bασιλίσσης Oλγας» (T. Kαζαντζής: Eνηλικίωση, 1980)5, οι «μεγάλες βίλλες των εμπ ρων στη μεγάλη λεωφ ρο, πούχαν πέντε υπηρέτες κηπουρ και άμαξα» (N. Mπακ λας: H μεγάλη πλατεία, 1987)6, ενώ για τον απληροφ ρητο επισκέπτη της Θεσσαλονίκης στα χρ νια του ’30, οι επαύλεις της λεωφ ρου των Eξοχών δεν αποτελούν παρά «παλλαϊκά σπίτια μέσα σε κήπους, είδος βίλες ρυθμού fin de siècle, αρκετά άσχημες και παραμελημένες» (M. Kαραγάτσης: O Γιούγκερμαν)7. Στη δεκαετία του 1960 η ανοικοδ μηση θα επεκταθεί και στην π λη που δεν κάηκε. H αλλαγή εδώ δεν ήρθε βίαια πως στην πυρίκαυστο ζώνη, αλλά ως συνέπεια των ν μων της υπεραξίας και της αντιπαροχής. Hταν τ τε που «είπανε οι εργολάβοι πως τελειώνανε οι πολυτέλειες με τις μονοκατοικίες και τα δίπατα και τις αυλές και άρχιζε μια άλλη εποχή, επικερδής, με μέγαρα, με δρ μους ασφαλτοστρωμένους και με πεζοδρ μια πλακ στρωτα, που δηλαδή δεν ήταν δυνατ να μείνει χώρος για αυλές και περιβ λια, ούτε για κρυψώνες που θα τρύπωναν τα μυστικά», συνεχίζει ο N. Mπακ λας8. «H σύγχρονη π λη κτίζεται σαν να μην υπήρχε τίποτε πριν απ’ αυτήν... η σύγχρονη π λη δεν προεκτείνει την παλιά, αλλά την καταργεί9. Σήμερα η εικ να των Eξοχών είναι αποσπασματική. O κεντρικ ς δρ μος ως ενιαίος χώρος δεν υπάρχει πια. Oι ψεις του δεν ορίζουν καμιά ιστορική συνέχεια στο αστικ τοπίο. Στη Bασιλίσσης Oλγας οι επαύλεις κατεδαφίζονται, ρυμοτομούνται, ανακηρύσσονται διατηρητέα μνημεία. Aλλες κατάκλειστες,
Oικία Pαχμή μπέη. O Pαχμή μπέης γιος Pιζά, δημοτικ ς σύμβουλος και βουλευτής της κυβέρνησης των Nεοτούρκων, έκτισε το 1906 την εικονιζ μενη έπαυλη, την οποία μ λις το 1912 πούλησε στο Bέλγο τραπεζίτη Jose Allard. Στέγασε το τμήμα θηλέων του κολεγίου Aνατ λια μέχρι το 1940 και για κάποιο διάστημα πριν απ την κατεδάφισή του, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, τα εκπαιδευτήρια Bαλαγιάννη. H εικονιζ μενη έπαυλη κτίστηκε γύρω στα 1895 για τον τραπεζίτη Mεχμέτ Kαπαντζή σε σχέδια του Π. Aριγκ νι. Mετά το 1912 το κτίριο χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία του πρίγκιπα Nικολάου, ως πρώτου στρατιωτικού διοικητή Mακεδονίας. Tο 1916 φιλοξενείται σ’ αυτήν ο E. Bενιζέλος και το 1917 ο Eσάτ πασάς, Aλβαν ς στρατηγ ς και πρώην στρατιωτικ ς διοικητής Iωαννίνων. Tο 1925 περιέρχεται ως ανταλλάξιμο στην Eθνική Tράπεζα, στην οποία ανήκει ακ μη. Aπ το 1988 στεγάζεται σ’ αυτ το πολιτιστικ κέντρο της Eθνικής Tράπεζας (αρχείο Δ. Θεσσαλονίκης).
άλλες «αναστηλωμένες», ελάχιστες στην αρχική τους μορφή, αλλάζουν χρήσεις και σύμβολα. «...Kαν νας το ρήμαγμα των αρχοντικών, συνεχίζεται ώς την αφετηρία της κίνησης, στη μεγάλη λεωφ ρο. Mορφές και χρήσεις, οι πιο παράδοξες, υποκαθιστούν την προτέραν αίγλην. M νο στα κάγκελα παραμένει το οικ σημο... Aσεμνα νε κτιστα γεμίζουν την έκταση της αρχαίας βλάστησης» (N. Γ. Πεντζί-
κης: Mητέρα Θεσσαλονίκη, 1970)10. 1. B. Δημητριάδης «Tοπογραφία της Θεσσαλονίκης κατά τη διάρκεια της Tουρκοκρατίας», Θεσσαλονίκη 1983, σ. 222. 2. B. Δημητριάδης «O πληθυσμ ς της Θεσσαλονίκης και η ελληνική κοιν τητα κατά το 1913», Mακεδονικά KΓ΄, Θεσσαλονίκη 1983, σ.σ. 93–96. 3. K. Bαρδουνιώτης: «Oι πύργοι της Θεσσαλονίκης», Hμερολ γιο του Σκ κκου, 1894, σ. 72. 4. «Mία διασκέδασις σε ιστορικ παρελ-
θ ν», Eθνικ ς Oδηγ ς της Mεγάλης Eλλάδος, τ. 7ον, 1920 – 1921, σ. 195. 5. T. Kαζαντζής: «Eνηλικίωση», Aθήνα 1987, σ. 167. 6. N. Mπακ λας: «H μεγάλη πλατεία», Aθήνα 1987, σ. 167. 7. M. Kαραγάτσης: «O Γιούγκερμαν», τ. 2, Aθήνα, σ. 114. 8. N. Mπακ λας: π.π., σ.σ. 204–205. 9. J. Roudaut: «Trois villes orienteés», Paris 1967, σ. 104. 10. N. Γ. Πεντζίκης: «Mητέρα Θεσσαλονίκη», Aθήνα 1970, σ. 135.
KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
19
Bιομηχανικά κτίρια και σύνολα H πιο «ευρωπαϊκή» απ τις ψεις της νεώτερης αρχιτεκτονικής της π λης (1870–1940) Tης Oλγας Tραγανού–Δεληγιάννη Aρχιτέκτονος
H ΔEKAETIA του 1980 έπαιξε καθοριστικ ρ λο στο ξύπνημα του ενδιαφέροντος του κοινού, αλλά και των ιστορικών για μια κατηγορία κτιρίων και συν λων της Θεσσαλονίκης που φαιν ταν να ανήκουν στο περιθώριο της έρευνας: τα βιομηχανικά κτίρια και σύνολα. Για τους ιστορικούς προείχε η ανάλυση και διερεύνηση γεγον των, πως η οργάνωση και η δράση της Federation, ο Mάης του ’36, και χι των χώρων μέσα στους οποίους τα γεγον τα αυτά είχαν διαδραματισθεί. H έρευνα για τη διοργάνωση δύο εκθέσεων με θέμα την ιστορία της βιομηχανίας της Θεσσαλονίκης, που πραγματοποιήθηκαν το 1987 και το 1989 στο Γαλλικ Iνστιτούτο της Θεσσαλονίκης με την υποστήριξη της ETBA, είχε ως αποτέλεσμα μια πρώτη καταγραφή και αξιολ γηση των σημαντικ τερων ιστορικών βιομηχανικών συν λων της π λης(1).
Στη βιομηχανική εποχή Για τη Θεσσαλονίκη των 23 αιώνων η βιομηχανία είναι μια «πρ σφατη» δραστηρι τητα 130 χρ νων. Στο συγκοινωνιακ αυτ κ μβο της νοτιοανατολικής Eυρώπης τα «μεγάλα έργα» του τέλους του 19ου αιώνα αποτέλεσαν ένα μοναδικ εφαλτήριο για το πέρασμα απ το εμπ ριο και τη βιοτεχνία στη βιομηχανική εποχή. Πρώτα εγκαθίστανται οι σιδηροδρομικές γραμμές, που επιτρέπουν τη σταδιακή σύνδεση με την ενδοχώρα και την υπ λοιπη Eυρώπη (1873, Σκ πια –1894, Mοναστήρι – 1896, Kωνσταντινούπολη). Στα «μεγάλα έργα» συγκαταλέγονται επίσης οι εγκαταστάσεις φωταερίου (1888 – 1890), η λειτουργία τροχιοδρ μων και η παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος (1888 – 1908), το εκσυγχρονισμένο δίκτυο ύδρευσης (1890–92), τα λιμενικά έργα (1896–1910). Aντίθετα, με τα τρία αστικά κέντρα της δυτικής Mακεδονίας (Bέροια, Nάουσα, Eδεσσα), προικισμένα με την πλούσια φυσική κινητήρια δύναμη των υδατοπτώσεων, η βιομηχανία της Θεσσαλονίκης θα στηρίξει την ανάπτυξή της στη δύναμη του ατμού. Oι πρώτες μεγάλες ατμοκίνητες βιομηχανικές μονάδες ήταν ένας μεγάλος αλευρ μυλος γαλλικής ιδιοκτησίας κτισμένος στα 1854, στη θέση του σημερινού Mύλου Aλλατίνι, στο ανατολικ άκρο της περιοχής επέκτασης της π λης, και το νηματουργείου Σαία (1873) στην προκυμαία, η οποία διαμορφώνεται μετά την κατεδάφιση των παραθαλάσσιων τειχών. Mέχρι το 1912 η Θεσσαλονίκη προικίζεται με 33 μεγάλες βιομηχανικές μονάδες απ τις οποίες οι πέντε (α-
H είσοδος των ελληνικών στρατευμάτων στην π λη. Διακρίνονται το Zυθοποιείο Oλυμπος και το υφαντουργείο T ρρες –μετέπειτα BIΛKA. Φωτογραφία απ κάρτα εποχής.
τμ μυλος και κεραμοποιείο Aλλατίνι, Zυθοποιείο Oλυμπος, Nηματουργεία Σαία και Mισραχή – T ρρες) συγκαταλέγονται μεταξύ των σημαντικ τερων της νοτιοανατολικής Mεσογείου. H μορφολογία και οι καινοτομίες των πρώτων βιομηχανικών εγκαταστάσεων είναι μάρτυρες της διάθεσης προβολής των εκπροσώπων της ανερχ μενης νέας αστικής τάξης της π λης απ τις τρεις κυTο κεντρικ Aντλιοστάσιο της Eταιρείας Yδάτων. Oι εργασίες κατασκευής του κεντρικού αντλιοστασίου, των δεξαμενών και του δικτύου διανομής της Eταιρείας Yδάτων Θεσσαλονίκης, άρχισαν το 1890, υπ την διεύθυνση του μηχανικού Aime Kypers, που διετέλεσε στη συνέχεια και για πολλά χρ νια διευθυντής της Eταιρείας. Tο αντλιοστάσιο που περιλαμβάνει δύο κτίρια, ένα για την αποθήκευση των καυσίμων και ένα για την εγκατάσταση των αντλιών, είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικ για τον τρ πο δ μησής του και την εμφανή συμμετοχή του στη διαμ ρφωση των ψεων. Πρ κειται να στεγάσει μετά το πέρας των εργασιών αποκατάστασής του το Mουσείο Yδρευσης της π λης.
20 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997
ρίαρχες κοιν τητές της (Eβραίοι, Eλληνες, Oθωμανοί), αλλά και των διασυνδέσεών τους με τα μεγάλα βιομηχανικά κέντρα της κεντρικής και δυτικής Eυρώπης.
Nέες τεχνολογίες H πρώτη και «ηρωική» περίοδος της κατασκευής των «μεγάλων έργων» και της εγκατάστασης των
πρώτων σημαντικών βιομηχανικών μονάδων στην π λη χαρακτηρίζεται απ τη συστηματική εισαγωγή νέων τρ πων δ μησης και υλικών, που είχαν ήδη εφαρμοσθεί στις υπ λοιπες ευρωπαϊκές π λεις. Oι νέες τεχνολογίες εισάγονται, πως επίσης και τα κεφάλαια των εταιριών που είχαν αναλάβει τα αντίστοιχα έργα: η βελγική τεχνολογία χρησιμοποιείται για τις εγκαταστάσεις ύδρευσης, τροχιοδρ μων (τραμ) και ηλεκτροφωτισμού. Σχέδια Γερμανών μηχανικών εφαρμ ζονται στις εγκαταστάσεις των σιδηροδρ μων και στον μηχανολογικ εξοπλισμ της πρώτης ζυθοποιίας (Zυθοποιία OΛYMΠOΣ – μετέπειτα ΦIΞ). Γαλλικής επίδρασης είναι η κατασκευή του μεγάλου αλευρ μυλου –«του μεγαλύτερου λης της Aνατολής»– και αγγλικής αυτή των νηματουργείων με την πρωτοπ ρο εφαρμογή των ομοι μορφων εν σειρά χώρων παραγωγής. Tις μελέτες των κτιρίων υπογράφουν συχνά γνωστοί μηχανικοί, πως ο Iταλ ς αρχιτέκτονας Vitaliano Poselli (Mύλοι Aλλατίνι). Kαινοτομία στην κατασκευή αποτελεί η εκτεταμένη χρήση δομικών στοιχείων απ χυτοσίδηρο και χάλυβα, που επιτρέπουν τη δ μηση χώρων παραγωγής μεγάλου μεγέθους. Tα μεταλλικά δομικά στοιχεία χρησιμοποιούνται τ σο στη φέρουσα κατασκευή (μεταλλικοί κίονες και δοκοί), αλλά και ως αρχιτεκτονικά μέλη εξωτερικών ψεων (παράθυρα – θυρώματα), πολλές φορές μάλιστα με
διακοσμητικ χαρακτήρα. Σε έκτακτες περιπτώσεις η μεταλλική κατασκευή αποκτά πρωταγωνιστικ ρ λο, χρησιμοποιούμενη ως εμφανής σκελετ ς των κτιρίων, σε μια πρωτοποριακής μορφής προκατασκευή που το κάθε μέλος διακρίνεται σαφώς απ το άλλο ως προς τη θέση του (Kεντρικ Aντιλιοστάσιο της Eταιρίας Yδάτων, Aποθήκες Πρώτου Προβλήτα Oργανισμού Λιμένος). Tα μεταλλικά ζευκτά των στεγών συναντώνται συνεχώς με μεγαλύτερη συχν τητα επιτρέποντας την κάλυψη μεγάλων ανοιγμάτων με στοιχεία μικρών σχετικά διατομών (Yφαντουργείο T ρρες). Eνα δομικ στοιχείο βιομηχανικής παραγωγής, που εφαρμ ζεται σε ευρεία κλίμακα και προσδίδει στις κατασκευές ιδιαίτερο χαρακτήρα είναι οι πλήρεις –σταδιακά και οι διάτρητοι– πλίνθοι. Διαμορφώνουν συχνά εμφανείς ανεπίχριστες πλινθοδομές και χρησιμοποιούνται πολλές φορές με διακοσμητικ χαρακτήρα (Kεντρικ Aντλιοστάσιο Eταιρίας Yδάτων, Mύλοι Aλλατίνι, Zυθοποιείο OΛYMΠOΣ). Mαζί με τα βιομηχανοποιημένα γαλλικού τύπου κεραμίδια κατασκευάζονται απ νεοϊδρυμένες βιομηχανίες της π λης, απ τις οποίες η μεγαλύτερη (κεραμοποιείο Aλλατίνι) λειτουργεί απ το 1880. Aπ το 1890 κάνει την εμφάνισή του ένα δομικ υλικ που θα κυριαρχήσει στον 20 αιώνα: το σκυρ δεμα. Aρχικά μη οπλισμένο ως υλικ διαμ ρφωσης του παλαι τερου υδραγωγού της νεώτερης εποχής και ως υλικ διαμ ρφωσης επιφανειών έδρασης θεμελίων (Aντλιοστάσιο Eταιρίας Yδάτων) θα χρησιμοποιηθεί για πρώτη φορά οπλισμένο (Beton–arme), ως υλικ δ μησης του φέροντα οργανισμού κτιρίου, στην κατασκευή του Mεγάρου του Tελωνείου (1910) απ τον σπουδασμένο στη Γαλλία πολιτικ μηχανικ Elie Modiano. Oι μεγάλες αίθουσες των χώρων βιομηχανικής παραγωγής, καλυμμέ-
O Mύλος X"Γιαννάκη (1924) που στεγάζει σήμερα τον γνωστ σε λους μας Mύλο. (Aρχείο Oικ. X”Γιαννάκη).
νες συχνά με δίρριχτες κεραμοσκεπείς στέγες, προκαθορίζονται απ τη διάταξη, το είδος και τα μεγέθη του μηχανολογικού τους εξοπλισμού και τις απαιτήσεις λειτουργίας του, σύμφωνα και με τα πρ τυπα των σύγχρονών τους κτιρίων στην υπ λοιπη Eυρώπη. Στις αρχές του αιώνα πρωτοεμφανίζονται οι χαρακτηριστικές για τα περισσ τερα μεταγενέστερα βιομηχανικά κτίρια οδοντωτές στέγες τύπου sheds με ενταγμένα στη μία τους πλευρά μεγάλα ανοίγματα φωτισμού (Yφαντουργείο T ρρες – μετέπειτα BIΛKA). Στην περίπτωση πολυώροφων κτισμάτων μεγάλης κλίμακας (Mύλοι Aλλατίνι, Zυθοποι-
είο OΛYMΠOΣ) αποδίδεται στην λη κατασκευή χαρακτήρας μνημειακ ς που τα εντάσσει δικαιολογημένα στα λεγ μενα «παλάτια της Bιομηχανίας».
Σφραγίζουν την εικ να της π λης Tα πρώτα βιομηχανικά κτίρια και σύνολα με τα χαρακτηριστικά περιγράμματα των γκων τους και την ιδιαίτερη μορφολογία τους, ιδιαίτερα μάλιστα με τις καμινάδες τους, δημιουργούν τα νέα σημεία αναφοράς στην εικ να της π λης και σφραγίζουν με τις ονομασίες τους ολ κληρες περιοχές της π λης: Nτεπώ (απ την Aποθήκη των Tραμ), Aλλατίνι (απ τον ομώνυμο Mύλο). Eίναι αυτά ακριβώς τα κτίρια και συγκροτήματα, που συνέβαλαν σο καμιά άλλη κατηγορία κτισμάτων στη διαμ ρφωση της εικ νας της Θεσσαλονίκης ως σύγχρονου αστικού κέντρου. Για πρώτη μάλιστα φορά στη δεκαετία του 1880 δημιουργείται στα δυτικά της π λης η πρώτη βιομηχανική ζώνη γύρω και πέρα απ τον πρώτο επιβατικ σιδηροδρομικ Σταθμ της Eταιρίας των Aνατολικών Σιδηροδρ μων (Γραμμής Θεσσαλονίκης – Σκοπίων – Bιέννης).
Mεσοπ λεμος O Mύλος Aλλατίνι. Στη θέση που υπάρχει και σήμερα ο μύλος Aλλατίνι, είχε κτισθεί το 1854 απ τον Γάλλο Darblay de Corblay ο πρώτος ατμ μυλος της Θεσσαλονίκης. Eίχε ιδρυθεί με τη συμπαράσταση του οίκου Aλλατίνι, στην κυρι τητα του οποίου πέρασε το 1882. Tο 1898 ο μύλος καίγεται και στη θέση του κτίζεται καινούργιος σε σχέδια του B. Ποζέλλι. Tα εγκαίνια του «μεγαλύτερου μύλου της Aνατολής» γίνονται στις 19.9.1900. Tμήμα του κεντρικού κτιρίου καταστρέφεται στα 1950 απ πυρκαγιά, αλλά σύντομα επισκευάζεται, εκσυγχρονίζεται και συνεχίζει μέχρι σήμερα τη λειτουργία του.
H περίοδος μετά το 1912, ιδιαίτερα δε μετά το 1922 και καθ’ λη τη διάρκεια του μεσοπολέμου, θα αναδείξει τη Θεσσαλονίκη σε βιομηχανικ κέντρο της B ρειας Eλλάδας, καθώς εδώ θα συγκεντρωθεί η συντριπτική πλειοψηφία των βιομηχανικών μονάδων της ευρύτερης περιφέρειάς της. Bιομηχανίες που προϋπήρχαν επεκτείνονται και νέες ιδρύονται, κυ-
ρίως στον τομέα της κλωστοϋφαντουργίας και της επεξεργασίας καπνών. Tο μέγεθος της βιομηχανικής δραστηρι τητας αποδίδει το γεγον ς τι 60% των βιομηχανικών κατηγοριών που λειτουργούν πριν απ το 1940 εμφανίζονται για πρώτη φορά μετά το 1914: μεταξύ αυτών μηχανουργεία, βιομηχανίες χαρτιού και χημικών προϊ ντων. Tην ίδια εποχή επεκτείνονται και οι εγκαταστάσεις κοινής ωφέλειας, καθώς και των μέσων μαζικής μεταφοράς με προεξάρχοντα και κατά την περίοδο αυτή τον σιδηρ δρομο. Nέοι οικονομικοί θεσμοί εδραιώνονται και συμβάλλουν τα μέγιστα στην προώθηση της εμπορικής και βιομηχανικής δραστηρι τητας (Eμπορικ και Bιομηχανικ Eπιμελητήριο, Eλευθέρα Zώνη, Διεθνής Eκθεση Θεσσαλονίκης). O εξηλεκτρισμ ς, οι αρχές ορθολογικής οργάνωσης της βιομηχανικής παραγωγής και τα νέα υλικά δ μησης, με κυρίαρχο το οπλισμένο σκυρ δεμα, αποτελούν τους παράγοντες εκείνους που καθ ρισαν μορφολογικά και λειτουργικά τους νέους εργοστασιακούς χώρους. H χρήση του ηλεκτρισμού για τα μηχανήματα παραγωγής επιτρέπει την κίνησή τους κατά ομάδες και απελευθερώνει τον σχεδιασμ των κτιρίων απ τις δεσμεύσεις που επέβαλε η κίνηση με ατμ . Oι απαιτήσεις για αναβάθμιση των χώρων εργασίας με εξασφάλιση ορθού φωτισμού και αερισμού επιβάλλουν μεγάλες συνεχείς επιφάνειες ανοιγμάτων στις ψεις και καθιερώνουν τη χρήση των οδοντωτών στεγών συνώνυμων πλέον με τους βιομηχανικούς χώρους (υφαντουργείο YΦANET, μεταξοϋφαντουργείο HΛIOΣ). Eπικρατούν πλέον οι απλοί σε Συνέχεια στην 22η σελίδα
KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
21
Συνέχεια απ την 21η σελίδα
γεωμετρία ενιαίοι γκοι κτιρίων. Σε ειδικές περιπτώσεις που επιβάλλεται η τυποποίηση του μηχανολογικού εξοπλισμού απ το εργοστάσιο σχεδιασμού, παραγωγής και εγκατάστασής του συναντώνται κατασκευές με παραδοσιακά υλικά (πέτρα και ξύλο). Tέτοιες περιπτώσεις αποτελούν οι τρεις μεσοπολεμικοί κυλινδρ μυλοι της Θεσσαλονίκης (Bαλτσάνη, Xατζηγιαννάκη – Aλτιναλμάζη – ο γνωστ ς πλέον MYΛOΣ – και Mπάλτα). Tα μεγαλύτερα σε έκταση συγκροτήματα της περι δου αποτελούν τα νηματουργεία και υφαντουργεία είτε ως επέκταση προϋπαρχ ντων (Πιερράκου – Oικονομ πουλου, YΦANET) είτε νεοϊδρυμένα (Γρ. Tσίτση και Yιών, Mεταξοϋφαντουργείο HΛIOΣ K. Kωνσταντινίδη). Kαταλαμβάνουν ολ κληρα οικοδομικά τετράγωνα συχνά στο κέντρο πυκνοδομημένων προσφυγικών οικισμών, απ τον γυναικείο πληθυσμ των οποίων αντλούν και το εργατικ τους δυναμικ .
Kαπναποθήκες Mια εντελώς ξεχωριστή κατηγορία βιομηχανικών κτισμάτων, που αναπτύσσεται στη Θεσσαλονίκη κατά τον μεσοπ λεμο και θα φθάσει στο αποκορύφωμά της τις τρεις μεταπολεμικές δεκαετίες, αποτελούν οι καπναποθήκες. Eπιβάλλονται περισσ τερο με την έκτασή τους ως μεμονωμένα κτίρια σε ολ κληρες γειτονιές του ιστορικού κέντρου (δυτική περιοχή, απ το Λιμάνι και προς την πλατεία Bαρδαρίου, κατά μήκος των οδών Διοικητηρίου, Δωδεκανήσου και Aγίου Δημητρίου). Eίναι ειδικά κτίρια μεταξύ βιοτεχνικής και βιομηχανικής παραγωγής (για την ακρίβεια εμπορικής επεξεργασίας καπνών) τα οποία εντάσσονται κατά τον μεσοπ λεμο στον αστικ ιστ και στις περιοχές κατοικιών. H ένταξη δεν θα είναι απλά χωρική, αλλά πολές φορές επεκτείνεται και στη μορφολογία. M νο κατά τη μεταπολεμική περίοδο η εκτίναξη στα ύψη της παραγωγής θα οδηγήσει σε τέτοια μεγέθη που θα απαιτήσουν ογκώδεις κατασκευές μακριά απ το ιστορικ κέντρο και κοντά στους εργατικούς οικισμούς. H αναζήτηση εκ μέρους της νέας γενιάς μηχανικών της Θεσσαλονίκης μορφολογικών στοιχείων κοντά στα αρχιτεκτονικά ρεύματα της Art–Deco και του Bauhaus συμβάλλει δυναμικά στην επιβολή του μοντέρνου κινήματος, οι απ ηχοι του οποίου θα απαντώνται μεταπολεμικά. Eίναι ίσως η κατηγορία των ειδικών κτιρίων βιομηχανικής παραγωγής, στα οποία γίνεται σαφής η επένδυση της υπεραξίας στη μορφολογική αναβάθμιση των κτισμάτων. Tο γεγον ς αυτ προσδίδει ιδιαιτερ τητα στις καπναποθήκες της Θεσσαλονίκης, στις κατασκευές των οποίων αποδεικνύεται τι η λειτουργική ορθολογική εσωτερική διάρθρωση μπορεί να συμβαδίζει με μορφολογικές αναζητήσεις πέρα απ την καθιερωμένη αυστηρή τυπολογία των βιομηχανικών χώρων.
Tο Zυθοποιείο ΦIΞ. Tο ζυθοποιείο που είχε ιδρυθεί απ τους Mισραχή και Φερνάντεζ άρχισε να λειτουργεί στα 1893. Στη συνέχεια επεκτείνει τις εγκαταστάσεις του και μετατρέπεται σε ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «Zυθοποιείον Oλυμπος». Tο 1920 συνεργάζεται με το ζυθοποιείο Nάουσα και δημιουργείται νέα εταιρία με την επωνυμία «Oλυμπος – Nάουσα». Στα 1926 περιέρχεται στην ιδιοκτησία της «Kάρολος Φιξ, AE». (Φωτ.: Γ. Πούπης).
Λαμπρά παραδείγματα της κατηγορίας αυτής αποτελούν οι καπναποθήκες της Eταιρίας Salonica και Bοϊβ δα (κατεδαφισμένες), Aυστροελληνικής Eταιρίας Kαπνών (διασωθηκαν μ νο οι εξωτερικές ψεις), A. Mιχαηλίδη και Γ. Σακκά, N. Γλεούδη και A. Xατζηγεωργίου.
«Λαμπρή» εγκατάλειψη H προσπάθεια να φωτισθεί, να διασωθεί και να αναδειχθεί η βιομηχανική και τεχνολογική κληρονομιά της π λης ξεκίνησε σε μία περίοδο κατά την οποία μεγάλες ιστορικές βιομηχανικές μονάδες ολοκλήρωναν τον κύκλο ζωής τους, είτε μεταφέρονταν σε σύγχρονες εγκαταστάσεις εκτ ς π λεως αφήνοντας τις παλιές σε «λαμπρή» εγκατάλειψη. Kαι αυτ στην καλύτερη των περιπτώσεων, ταν δεν γίνονταν στ χος της «αναπτυξιακής» μανίας επιχειρηματιών. O χαρακτηρισμ ς πολλών ιστορικών βιομηχανικών κτιρίων και συν λων ως διατηρητέων δεν φαίνεται να λύνει μέχρις στιγμής το πρ βλημα της διάσωσης και ανάδειξής τους, με το δεδομένο τι τα περισσ τερα ανήκουν σε ιδιώτες που ενδιαφέρονται μ νο για την οικοπεδική αξία του συν λου και μάλιστα ταν αυτά βρίσκονται σε «αναπτυσσ μενες» οικιστικά περιοχές. H τοπική αυτοδιοίκηση δεν έχει κινήσει μέχρις στιγμής τις διαδικασίες εκείνες που θα ανταποκρίνονταν στη σημασία των χώρων, ακ μη και ταν η ίδια έχει πρωτοστατήσει για τον ειδικ χαρακτηρισμ τους ως «χώρων πολιτισμού» (περίπτωση Zυθοποιείου ΦIΞ). Tο υπουργείο Πολιτισμού στερείται π ρων που θα επέτρεπαν την εφαρμογή πολιτικής
22 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997
προστασίας, εφ σον οι χώροι ανήκουν σε ιδιώτες. Σπανίζουν οι περιπτώσεις στις οποίες η τοπική αυτοδιοίκηση έχει επιδείξει το ενδιαφέρον να εντάξει σε διατηρητέο συγκρ τημα νέα χρήση συμβατή με τον χαρακτήρα του συν λου (7ο Δημοτικ Σχολείο Δήμου Nεάπολης στο Mεταξοϋφαντουργείο «Hλιος») και ακ μη σπανι τερες αυτές στις οποίες ιδιώτες έδειξαν ευαισθησία για τη φυσιογνωμία του συγκροτήματος κατά την αλλαγή χρήσης (Kέντρο καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων και αναψυχής στον μεσοπολεμικ κυλινδρ μυλο Xατζηγιαννάκη – Aλτιναλμάζη, Aντιπροσωπεία οχημάτων στα Συμμαχικά Ψυγεία – Ψυγεία Xαριλάου). O Oργανισμ ς Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Eυρώπης Θεσσαλονίκη ’97 προωθεί την ένταξη στις ιστορικές αποθήκες του Πρώτου Προβλήτα του Oργανισμού Λιμένος λειτουργιών πολιτιστικού χαρακτήρα (θέατρα, αίθουσες εκθέσεων και μουσικών εκδηλώσεων, χώρους συνεδρίων) επιχειρώντας ένα γενικ τερο σχέδιο ενσωμάτωσης του ιστορικού αυτού τ που στη ζωή της π λης.
Διάσωση του εξοπλισμού Aκ μη δυσκολ τερη είναι η προσπάθεια διάσωσης και προστασίας του ιστορικού μηχανολογικού εξοπλισμού, που και ταν αυτ ς διασώζεται. Στην περίπτωση του Kεντρικού Aντλιοστασίου της Eταιρίας Yδάτων (στην ιδιοκτησία σήμερα του Oργανισμού Yδρευσης Θεσσαλονίκης) επιχειρείται σήμερα απ την 4η Eφορεία Nεωτέρων Mνημείων του υπουργείου Πολιτισμού η υλοποίηση εν ς φιλ δοξου σχεδίου λειτουργικής αποκατάστασης και α-
ναβίωσης του συν λου με τον ιστορικ μηχανολογικ του εξοπλισμ ως Mουσείου Yδρευσης της π λης. Tο εγχείρημα στηρίζεται σε π ρους του υπουργείου Πολιτισμού, κοινοτικούς π ρους (Περιφερειακ Eπιχειρησιακ Πρ γραμμα K. Mακεδονίας) και τον Oργανισμ Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Eυρώπης, Θεσσαλονίκη ’97. Πολλά απ τα διατηρητέα βιομηχανικά συγκροτήματα περιμένουν εναγώνια υλοποιήσιμα σχέδια δράσης, που να ανταποκρίνονται στη σημαντική τους ιστορία. Tην ίδια ώρα φορείς μοναδικοί στο είδος τους στην Eλλάδα, πως το Tεχνικ Mουσείο Θεσσαλονίκης, στηριζ μενο στην ιδιωτική πρωτοβουλία, δεν στεγάζονται σε κτίρια αντάξια της σημασίας τους. Iσως το μέλλον να αποδειχθεί περισσ τερο δίκαιο απέναντι στην ιστορία της εργασίας, της βιομηχανίας και της τεχνολογίας της φετινής Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Eυρώπης για την κατ’ εξοχήν ευρωπαϊκή της κληρονομιά: τη βιομηχανική της κληρονομιά. Tο Eλληνικ Tμήμα του TICCIH (Διεθνής Eπιτροπή για τη Διάσωση της βιομηχανικής Kληρονομιάς) που οργανώνει στα τέλη του προσεχούς Iουνίου το 10ο Διεθνές Συνέδριο του TICCIH στη Θεσσαλονίκη, ελπίζει τι θα ανοίξει ένας γ νιμος διάλογος για τα αντίστοιχα προβλήματα με τους ειδικούς απ’ λο τον κ σμο που θα συμμετάσχουν σε αυτ . Σημείωση: 1. Tο σύνολο των εκθεμάτων έχει περιέλθει στο Tεχνικ Mουσείο Θεσσαλονίκης Tις εκθέσεις συν δευαν οι κατάλογοι: α. Aρχές της Bιομηχανίας στη Θεσσαλονίκη (1870–1912), ETBA, Θεσσαλονίκη 1987. β. Θεσσαλονίκη 1912–1940, Bιομηχανία και Π λη, ETBA, Θεσσαλονίκη 1989.
H αρχή της οδού Kατούνη (αριστερά) πριν απ το σεισμ του 1978 και τη σημερινή «ανακαίνιση». Δεξιά: η οδ ς Kατούνη σήμερα (φωτ.: Bασ. Kολώνα).
Tα Λαδάδικα Aπ λιτή αγορά του λιμανιού... σε πολύχρωμη πιάτσα διασκέδασης... Tης Aλέκας Kαραδήμου–Γερ λυμπου επίκ. καθηγήτριας AΠΘ
TA ΛAΔAΔIKA κοντά στο λιμάνι αποτελούν ένα ατ φιο κομμάτι της ιστορίας της π λης και ξαφνιάζουν τον απροετοίμαστο περιπατητή. Kτίρια και δρ μοι διαφέρουν ως προς τα μεγέθη, τα ύψη και τους προσανατολισμούς τους απ τον περίγυρ τους· μια νησίδα, θα ’λεγε κανείς, που πήρε μια μικρή στροφή γύρω απ τον εαυτ της και ξεχώρισε απ κάθε τι που την περιβάλλει. H απορία λύνεται ταν μελετήσει κανείς τους παλιούς χάρτες της π λης και ανακαλύψει τι η αγορά του λιμανιού βρισκ ταν έξω απ τα θαλάσσια τείχη της Θεσσαλονίκης μέχρι το 1870, στο σημείο που αυτά εγκατέλειπαν την πορεία τους παράλληλα με τη μάλλον ευθύγραμμη παραλία και συνεχίζονταν προς τα βορινά για να συναντήσουν το Φρούριο του Bαρδαρίου. Στον χώρο που δημιουργήθηκε μετά τον 16ο αιώνα, ταν οι Tούρκοι επιχωμάτωσαν το τεχνητ λιμάνι του Mεγάλου Kωνσταντίνου, εγκαταστάθηκε η αγορά των αποικιακών προϊ ντων και κτίσθηκαν αποθήκες για την εξυπηρέτηση του λιμανιού της Θεσσαλονίκης. Mετά την κατεδάφιση του παραθαλάσσιου τείχους στα 1870, η περιοχή ενώθηκε με την υπ λοιπη αγορά της π λης. Oταν, στη δεκαετία του 1960, έγινε η διάνοιξη της μεγάλης αρτηρίας της οδού Tσιμισκή, τα Λαδάδικα κ πηκαν ξανά απ τον «μοντέρνο» πλέον ιστ της π λης και απομονώθηκαν, καθώς στην περίμετρ τους κτίσθηκαν ψηλές πολυκατοικίες. H περιοχή παρήκμασε, καθώς τα μικρά σχήματα των οικοπέδων δεν ευνοούσαν την α-
νοικοδ μηση με αντιπαροχή. Λειτουργούσε πάντα ως τ πος λιανικού και χονδρικού εμπορίου σ’ ένα συνεχώς υποβαθμιζ μενο περιβάλλον, ενώ τη νύχτα τα μπαρ γύρω απ το λιμάνι την τροφοδοτούσαν με πελατεία για τα «σπίτια» του έρωτα που υπήρχαν στους ορ φους.
Iδιαίτερα χαρακτηριστικά Aπ παλιά σχέδια και φωτογραφίες μπορούμε να διαπιστώσουμε τον βαθμ επιβίωσης των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της περιοχής. Πράγματι η χάραξη των δρ μων ελάχιστα έχει αλλάξει στα τελευταία 100 χρ νια. H κατάτμηση της ιδιοκτησίας σε εξαιρετικά μικρά οικ πεδα, ιδιαίτερο χαρακτηριστικ των παραδοσιακών αγορών απ αρχαι τατα χρ νια, εξακολουθεί να κυριαρχεί, και μικρά κτίσματα με συνεχές μέτωπο στο δρ μο, διώροφα συνήθως με εσωτερικές σκάλες και περίπου τυποποιημένη κάτοψη, καλύπτουν ολ κληρο το οικ πεδο, χωρίς κενά ή αύλες. H μορφολογία τους είναι λιτή, βιομηχανικού χαρακτήρα και μ νος διάκοσμος η εμφανής χρήση του βιομηχανικού τούβλου σε μπιζουτέ τοιχοποιίες, στα περιγράμματα των ανοιγμάτων και στο διαχωρισμ των ορ φων. Ως σύνολο διατάσσονται κυρίως σε μακρ στενες νησίδες που δημιουργούν στενά δρομάκια και ακαν νιστες διαπλατύνσεις. Oι διαστάσεις των κτισμάτων αλλάζουν και μεγαλώνουν ταν στεγάζουν αποθήκες, χωρίς ωστ σο να παραβιάζεται η βασική αρχή του συμπαγούς μπλοκ και των συνεχών ενιαί-
ων μετώπων. Στο ανατολικ άκρο των Λαδάδικων, στην οδ Kατούνη, που σταμάτησε η καταστρεπτική πυρκαγιά του 1917, μερικά μεσοπολεμικά κτίσματα, που κτίσθηκαν στη θέση των καμένων, ακολουθούν τις γενικές αυτές αρχές, αλλά αποκτούν μεγαλύτερο ύψος (ώς 4 ορ φους) και περίτεχνες εκλεκτικιστικές μορφές.
Aναβάθμιση Tο 1992 τα Λαδάδικα, που εξακολούθησαν να στεγάζουν μικρές εμπορικές και μεταποιητικές επιχειρήσεις, εντάχθηκαν στο «Πρ τυπο» πρ γραμμα για την αναβάθμιση του ιστορικού εμπορικού κέντρου της Θεσσαλονίκης που χρηματοδοτήθηκε απ τις Eυρωπαϊκές Kοιν τητες. H πολιτεία ξεπέρασε επί τέλους τους δισταγμούς της και τροποποίησε το ρυμοτομικ σχέδιο που θα «ξεκοίλιαζε» κυριολεκτικά την περιοχή. Kι ακ μη, κήρυξε διατηρητέο το σύνολο των κτιρίων. Eκτ ς απ’ αυτά μως, οι «πρ τυπες» επεμβάσεις περιορίσθηκαν σε αρχιτεκτονικ έλεγχο των αποκαταστάσεων, με αμφιλεγ μενα αποτελέσματα, και σε πεζοδρομήσεις–πλακοστρώσεις του οδικού δικτύου, αρνούμενες να προχωρήσουν σε έλεγχο των νέων χρήσεων, καθώς και σε χρηματοδοτικές ενισχύσεις σε επιχειρηματίες ή ιδιοκτήτες ώστε να μπορέσουν να παραμείνουν στον τ πο αυτ .
Eικ να παράδοξη Mέσα σε ελάχιστα χρ νια η περιοχή έχει γίνει κυριολεκτικά αγνώριστη. Tα κτίρια βέβαια διασώθηκαν απ ρυμοτομήσεις ή ανοικοδ μηση. Ωστ σο, η εικ να που παρουσιάζουν είναι μάλλον παράδοξη.
Πράγματι, καθώς εγκαταστάθηκαν αθρ α χρήσεις αναψυχής, υιοθετήθηκε στις περισσ τερες αποκαταστάσεις μια λογική ακαλαίσθητου σκηνικού με βάση την πολυχρωμία: H προτειν μενη χρωματολογία εξαντλεί κάθε δυνατ συνδυασμ με ιδιαίτερη προτίμηση στους τ νους του «σιελ, βεραμάν, ροζ, μοβ και σομ ν» που ανταποκρίνονται στα εξωτικά ή μοντέρνου «λάιφ–στάιλ» ον ματα των φαγάδικων και κάθε είδους ξενυχτάδικων. O εσωτερικ ς χώρος κατακερματίζεται ή ενοποιείται ανάλογα με τις ανάγκες των χρήσεων, ενώ οι ψεις, ταν δεν υποκύπτουν στον πειρασμ της χρωματικής επιδειξιομανίας, ξεσοβατίζονται, για να «ενταχθούν» στα παλαιά μέτωπα με τις εμφανείς τοιχοποιίες ή αποκτούν νεοκλασικά μπαλκ νια για να ενισχύσουν τη λογική μιας κακώς εννοούμενης νεοελληνικής σκηνογραφίας. Eπανειλημμένες επισημάνσεις πολλών φορέων προς τις αρμ διες υπηρεσίες (Δήμο Θεσσαλονίκης και ΔιΠεXω) για τη μαθηματικά βέβαιη επερχ μενη αλλοίωση του χαρακτήρα της περιοχής δεν εισακούσθηκαν, με αποτέλεσμα σήμερα να τελούν υπ διωγμ ν και οι τελευταίες απομένουσες παραδοσιακές χρήσεις. Στα 70 περίπου διατηρητέα στο τμήμα κάτω απ την οδ Tσιμισκή, περί τα 60 μπαρ, ταβέρνες, και χώροι γλεντιού θυμίζουν στη Θεσσαλονίκη την Πλάκα του 1970... Bιβλιογραφία A. Γερ λυμπου, N. Kαλογήρου, K. Tρακοσοπούλου, B. Xαστάογλου, «Λαδάδικα Θεσσαλονίκης. Aναγνώριση της φυσιογνωμίας και προοπτικές διατήρησης εν ς “ιστορικού τ που”». Θεσσαλονίκη, 3ος τ μος, Kέντρο Iστορίας του Δήμου Θεσσαλονίκης, 1992, σελ. 267-310.
KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
23
H αποβάθρα και η πλατεία Eλευθερίας στη διάρκεια της πυρκαγιάς της 5 (18) Aυγούστου 1917.
Πυρκαγιά του ’17 και ανασχεδιασμ ς Πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες «παραμ ρφωσαν» το εμπνευσμένο σχέδιο ανοικοδ μησης του Eμπράρ Tης Aλέκας Kαραδήμου–Γερ λυμπου Eπίκ. καθηγήτριας AΠΘ
«OTAN τέθηκε το θέμα της ανοικοδ μησης της Θεσσαλονίκης, ο Eρνέστ Eμπράρ, ένας απ τους πρωτεργάτες της ευρωπαϊκής πολεοδομίας, καταν ησε αμέσως π σο αναγκαίο ήταν να γίνει η Θεσσαλονίκη μια π λη–υπ δειγμα, σύμφωνα με τις αρχές της νέας επιστήμης που είχε μ λις γεννηθεί και σήμερα ονομάζουμε πολεοδομία», έγραφε ένας γνωστ ς δημοσιογράφος και πολιτικ ς σχολιαστής στη γαλλ φωνη εφημερίδα «Oπινι ν» (Opinion) μετά την πυρκαγιά που κατέστρεψε το ιστορικ κέντρο της π λης το 1917. Oγδ ντα χρ νια αργ τερα, ο κάτοικος ή επισκέπτης της Θεσσαλονίκης δεν μπορεί να φανταστεί π σο πολύ η π λη στην οποία ζει ή κινείται σήμερα, και η οποία σχεδιάσθηκε μετά την καταστροφή, είναι διαφορετική απ’ αυτήν που προϋπήρξε. Iσως γι’ αυτ πολλοί ακ μη επαναλαμβάνουν τι το 1917 «μια μοναδική ευκαιρία χάθηκε να αποκτήσουμε μια μοντέρνα π λη που να μπορεί ν’ αντέξει τις σημερινές αυξημένες ανάγκες». Tο π σο αυτή η άποψη αδικεί τις προσπάθειες που έγιναν τ τε, ενώ συγχρ νως συγκαλύπτει τις ευθύνες των μεταγενε-
στέρων, είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε στα μεταπολεμικά χρ νια, ταν η π λη αποδείχθηκε ανίκανη να ελέγξει το παρ ν της και να προσχεδιάσει το μέλλον της σε πολύ ευνοϊκ τερες συνθήκες απ’ αυτές που ίσχυαν το 1917. «H π λις, η περιλαμβανομένη εντ ς των μεσαιωνικών τειχών, δεν απέβαλεν ακ μη την παλαιάν της μορφήν. Δεν θα την αποβάλη δε και μετά πάροδον ίσως αιώνων», σημείωνε ο Π. Kοντογιάννης για τη Θεσσαλονίκη αμέσως μετά την απελευθέρωσή της. H πυρκαγιά διέψευσε θριαμβευτικά τις εύλογες αυτές παρατηρήσεις. Eλάχιστα χρ νια αργ τερα, η Θεσσαλονίκη περιγράφεται ως «η πρώτη πραγματοποίηση της ευρωπαϊκής πολεοδομίας του 20ού αιώνα», απ έναν απ τους πιο έγκυρους μελετητές της, τον Γάλλο ιστορικ της πολεοδομίας Πιερ Λαβντάν (P. Lavedan).
Σε 32 ώρες H πυρκαγιά εκδηλώθηκε το απ γευμα της 5ης (18ης) Aυγούστου 1917 στην βορειοδυτική πλευρά της π λης, και κατέκαυσε σε τριάντα δύο ώρες 120 εκτάρια του σημαντικ τερου τμήματος του κέντρου. Δεκάδες περιγραφές, άλλοτε ψυχρές
24 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997
και συστηματικές, άλλοτε γλαφυρές και συνεπαρμένες απ φρίκη και δέος, καταθέτουν τη μαρτυρία τους για την τρομακτική ταχύτητα με την οποία οι φλ γες εξαφάνισαν οριστικά τα ίχνη που απανωτές ιστορικές περιπέτειες και διαφορετικοί πολιτισμοί είχαν συσσωρεύσει στο χώρο της βαλκάνιας κοσμ πολης. H καταστροφή έπληξε αδιάκριτα τις λιγοστές μοντέρνες συνοικίες της παραλίας και της οδού Aγίας Σοφίας, τις μεσαιωνικές σκεπαστές αγορές και τις εκτεταμένες, πολυάνθρωπες και δαιδαλώδεις φτωχογειτονιές που κάλυπταν το μεγαλύτερο μέρος της εντ ς των τειχών π λης. 9.500 κτίσματα έγιναν παρανάλωμα του πυρ ς και 70.000 άνθρωποι (χριστιανοί, μουσουλμάνοι και κυρίως ισραηλίτες) έμειναν άστεγοι. Oικονομικές λειτουργίες, διοικητικές υπηρεσίες, χώροι αναψυχής και τα σημαντικ τερα πνευματικά και θρησκευτικά κτίσματα των θρησκευτικών κοινοτήτων μαζί με τα αρχεία τους (μεταξύ των οποίων μεγάλος αριθμ ς συναγωγών και η αρχιραββινεία, τζαμιά και χριστιανικοί ναοί, πως η Aγία Θεοδώρα, ο Aγιος Nικ λαος ο Tραν ς και ο να ς του πολιούχου της π λης Aγίου Δημητρίου) καταστράφηκαν ολοσχερώς. Στις πολυάρι-
θμες εκθέσεις των αρμοδίων υπηρεσιών και στις αναφορές των κοινοτήτων και διαφ ρων ιδιωτών δεν αναφέρονται ανθρώπινα θύματα. Eίναι, ωστ σο, σίγουρο τι υπήρξαν, τ σο μεταξύ των σωστικών συνεργείων σο και μεταξύ πυροπαθών που έψαχναν απεγνωσμένα τα ερείπια στις μέρες που ακολούθησαν.
Eπίδειξη δυναμισμού Eξι μ νον ημέρες μετά την καταστροφή, σε μια πρωτοφανή επίδειξη δυναμισμού και αποφασιστικ τητας, η κυβέρνηση των Φιλελευθέρων, με πρωτοβουλίες του αρμ διου υπουργού Aλ. Παπαναστασίου και με θερμή υποστήριξη του Eλ. Bενιζέλου, είχε πάρει τις αποφάσεις της: Eνα σχέδιο θα ετοιμαζ ταν για το σύνολο του ιστορικού κέντρου, που θα απαιτούσε για την εφαρμογή του τη συνολική απαλλοτρίωση της καμένης περιοχής. H απαλλοτρίωση θα γιν ταν υπέρ μιας Kτηματικης Oμάδας που θα συγκέντρωνε το σύνολο των παλαιών ιδιοκτητών. Tο νέο σχέδιο και η χάραξη των οικοπέδων μπορούσαν συνεπώς να αγνοήσουν εντελώς την προηγούμενη κατάσταση, καθώς μάλιστα τα νέα οικ πεδα δεν επρ κειτο να διανεμηθούν στους πυροπαθείς ιδιοκτήτες, αλλά να πωληθούν σε α-
νοιχτούς πλειστηριασμούς. Eίναι φανερ τι οι ρυθμίσεις αυτές αντιμετώπιζαν το χώρο του ιστορικού κέντρου ως tabula rasa και επέτρεπαν τον ριζικ ανασχεδιασμ του χωρίς τις ποικίλες δεσμεύσεις που ο χρ νος, η ιστορία και η μορφή της ιδιοκτησίας πάντα επιβάλλουν. Θέτοντας σε εφαρμογή τις αποφάσεις της, η κυβέρνηση του E. Bενιζέλου συγκρ τησε μια επιτροπή, στην οποία κλήθηκαν να συμμετάσχουν ο Γάλλος αρχιτέκτονας και αρχαιολ γος Eρνέστ Eμπράρ, ο Aγγλος αρχιτέκτονας τοπίου T μας Mώσον, ο Bέλγος λοχαγ ς του μηχανικού Zοζέφ Πλεϊμπέρ, οι αρχιτέκτονες Aριστοτέλης Zάχος και Kωνσταντίνος Kιτσίκης, ο ειδικ ς λιμενολ γος Aγγελος Γκίνης και ο δήμαρχος της π λης Kωνσταντίνος Aγγελάκης. Συγχρ νως, νομομαθείς, οικονομικοί εμπειρογνώμονες και τοπογράφοι μελέτησαν το θεσμικ πλαίσιο, το τεχνικ υπ βαθρο και τις οικονομικές συνιστώστες της εφαρμογής του σχεδίου.
Σύγχρονες σχεδιαστικές αντιλήψεις Tο σχέδιο που εκπ νησε για τη Θεσσαλονίκη η Διεθνής Eπιτροπή Σχεδιασμού υπ την καθοδήγηση του Eρνέστ Eμπράρ υιοθέτησε τις πιο σύγχρονες σχεδιαστικές αντιλήψεις της εποχής και τις μετέφερε στις τοπικές γεωγραφικές και ιστορικές ιδιομορφίες. H π λη απ κτησε κλασικές γεωμετρικές χαράξεις (άξονες, διαγωνίους, μνημεία - εστιακά σημεία...) κι ένα οδικ δίκτυο με φαρδείς δρ μους και κυκλοφοριακή ιεράρχηση. Yποδείχθηκαν χώροι για λα τα σημαντικά δημ σια κτίρια, αναδείχθηκαν τα βυζαντινά μνημεία και μερικά οθωμανικά που είχαν γλιτώσει απ την πυρκαγιά, ορίσθηκε διατηρητέα η Πάνω Π λη. Eνα γενικ σχέδιο για την π λη προέβλεπε νέες επεκτάσεις για 350.000 κατοίκους και κάλυπτε συνολικά 2.400 εκτάρια. Προσδιορίζονταν και οριοθετούνταν οι βιομηχανικές ζώνες, οι εργατικοί οικισμοί, οι περιοχές κατοικίας και αναψυχής. Bασικ οργανωτικ στοιχείο του αστικού ιστού αποτελούσε το γεωμετρικ οικοδομικ τετράγωνο, που αντικατέστησε τις ακαν νιστες και λαβυρινθώδεις συνοικίες. Για να γίνει ελκυστικ τερο το νέο σχέδιο και να αποκτήσει η π λη τους ελεύθερους χώρους που δεν υπήρχαν στο παρελθ ν, ο Eμπράρ χρησιμοποίησε τα βυζαντινά μνημεία της π λης ως εστιακά σημεία εν ς δικτύου δημοσίων χώρων (πλατειών, πεζοδρ μων, δενδροφυτευμένων αρτηριών). Στην ίδια λογική οφείλεται η νέα χάραξη που συνδέει τη Pοτ ντα με την Aψίδα του Γαλερίου και στη συνέχεια, περνώντας απ την πλατεία Nαυαρίνου, κατεβαίνει ως τη θάλασσα, συνδυάζοντας τον αρχαιολογικ περίπατο και στοιχεία του τοπίου της π λης (λ φους, θάλασσα) με μια πολυσύχναστη περιοχή εργασίας και κατοικίας. Πολλές ακ μη καλοσχεδιασμένες πλατείες πλαισίωναν μνημεία και δημ σια κτί-
Oι επιβεβλημένες ψεις του σχεδίου Eμπράρ πως πραγματοποιήθηκαν στην οδ Aριστοτέλους.
ρια, πως τον Λευκ Πύργο, την Aχειροποίητο, το Διοικητήριο, το Συντριβάνι και το Bαρδάρι, καθώς και τα μέγαρα των Συντεχνιών, του Tαχυδρομείου και του Xρηματιστηρίου που δεν κατασκευάσθηκαν ποτέ. Σχέδια επίσης εκπονήθηκαν για το υπ ίδρυση Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, στη θέση που βρίσκεται σήμερα, για τους εργατικούς συνοικισμούς, τις βιομηχανικές περιοχές και το λιμάνι. Σημαντική υπήρξε η συμβολή ης Eπιτροπής σε πρ τυπα σχέδια για το νέο τύπο συλλογικής κατοικίας, την πολυκατοικία με διαμερίσματα, την οποία επέβαλαν οι αντιλήψεις για ένα «σύγχρονο» πυκνοδομημένο αστικ χώρο. Aπ την εποχή αυτή πρωτοεμφανίζεται και στη συνέχεια επικρατεί η οριζ ντια ιδιοκτησία, εντάσσοντας συγχρ νως την ανέγερση πολυ ροφων κτιρίων για γραφεία και κατοικίες στην οικονομία της αγοράς.
Mνημειακ σύνολο Mία απ τις σημαντικ τερες καινοτομίες του νέου σχεδίου της Θεσσαλονίκης ήταν η συνεισφορά του στη δημιουργίας εν ς «πολιτικού κέντρου» με μνημειακ χαρακτήρα, που έλειπε απ την π λη και προοριζ ταν να αποτελέσει την καρδιά του ιστορικού κέντρου. Στην αρχική πρ ταση, Δημαρχείο, Δικαστικ Mέγαρο και κτίρια για τις δημ σιες υπηρεσίες διατάσσονται συμμετρικά ως προς μια μεγαλ πρεπη Aψίδα σε μια «πολιτική πλατεία». Δίπλα τους η βυζαντινή εκκλησία της Παναγίας των Xαλκέων και το οθωμανικ λουτρ Mπέη Xαμάμ μαρτυρούν το πολυπολιτισμικ παρελθ ν της π λης. H χάραξη του μνημειακού ρ λου εκτείνεται προς βορειοανατολικά για να περιλάβει τη βασιλική του Aγίου Δημητρίου, θρησκευτικ κέντρο των Θεσσαλονικέων. Ψηλ τερα, στις ανηφο-
ριές της Πάνω Π λης, οργανώνονται κλιμακωτοί κήποι ως τον βυζαντιν να του προφήτη Hλία. Aπ την «πολιτική πλατεία» (μέχρι πρ σφατα πλατεία Δικαστηρίων και σήμερα πλατεία Aρχαίας Aγοράς), μια λεωφ ρος οδηγεί προς τη θάλασσα σε μια δεύτερη πλατεία τη γνωστή μας Aριστοτέλους, με χαρακτήρα εμπορικ και αναψυχής. Προστατευμένες απ την κίνηση των μεγάλων οδικών αρτηριών, οι δύο πλατείες σχεδιάστηκαν ως ένα ενιαίο αρχιτεκτονικ σύνολο, και με διαστάσεις που παίρνουν υπ’ ψιν τους το ειδικ κλίμα και τις συνήθειες του τ που. H πλατεία Aριστοτέλους, την οποία ο Eμπράρ συνέκρινε ως προς τη θέση της με τη piazzetta της Bενετίας, ανοίγεται στη θάλασσα σε πλάτος 100 μέτρων περίπου και προσφέρει μια απ τις ωραι τερες θέες στον κ σμο, τη σιλουέτα του Oλύμπου. Σ’ λη την περίμετρο του μνημειακού συν λου τα ιδιωτικά και τα δη-
μ σια κτίρια φειλαν να υπακούουν σε ενιαίο αρχιτεκτονικ ρυθμ , που επεδίωκε να παραπέμψει στο βυζαντιν παρελθ ν της π λης. Mια σειρά τοξωτών στοών σ’ λο το ύψος του ισογείου και του μεσορ φου, τρεις κύριοι ροφοι, κι ένας ροφος σε εσοχή με μια σειρά κι νων και προεξέχουσα στέγη, δίνουν ένα αρχιτεκτονικ αποτέλεσμα που μπορεί να εκληφθεί ως α ριστα βυζαντινοϊταλικ ή ως εξευρωπαϊσμένη εκδοχή ανατολικών προτύπων. H άποψη αυτή ενισχύεται απ την ομοι τητα της αρχιτεκτονικής με την αντίστοιχη στις π λεις του Mαρ κου, την ίδια ακριβώς περίοδο. H πολιτική και διοικητική λειτουργία πλαισιώνεται χωροθετικά με τις υπ λοιπες κεντρικές λειτουργίες της π λης –εμπ ριο πολυτελείας, γραφεία, κατοικία υψηλών εισοδημάτων, αναψυχή και ακριβά ξενοδοχεία– και συνδέεται με τις οργανωμένες αγορές του μικρεμπορίου και Συνέχεια στην 26η σελίδα
Tο Oλύμπιον μέγαρο στην πλατεία Aριστοτέλους, (Z. Mοσέ 1948-1950). KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
25
Tο σχέδιο του ιστορικού κέντρου της Θεσσαλονίκης (1918). Eκπονήθηκε μετά την πυρκαγιά απ Διεθνή Eπιτροπή Σχεδιασμού με την καθοδήγηση του Γάλλου αρχιτέκτονα και αρχαιολ γου Eρνέστ Eμπράρ (φωτ.: «Urban Transformations in the Balkans (1820-1920). (Eκδ. UNIVERSITY STUDIO PRESS, Θεσσαλονίκη, 1996). Alexandra Yerolympos. Συνέχεια απ την 25η σελίδα
των τροφίμων. Oι σπουδαι τερες οδικές αρτηρίες –Eγνατία, Tσιμισκή και Προκυμαία– τέμνουν το μνημειακ σύνολο: Iδιαίτερα η παραλιακή λεωφ ρος, σχεδιασμένη σε δύο επίπεδα που δημιουργούσαν ένα «θαυμάσιον βάθρον της π λεως», θα συνέβαλλε στη θεατρικ τητα της χάραξης.
Aνασταλτικοί παράγοντες H υλοποίηση του σχεδίου αντανακλά τις περιπέτειες της π λης. H ανέγερση των δημοσίων κτιρίων σκ νταψε πάνω στην οικονομική και πολιτική κρίση της δεκαετίας του 1930, ενώ στη διάρκεια της κατοχής και του εμφυλίου λα τα προγράμματα ανεστάλησαν. Tο τμήμα του μνημειακού άξονα κάτω απ την Eγνατία ακολούθησε τις θεσμοθετημένες ψεις του σχεδίου Eμπράρ, ενώ επί της προκυμαίας, πως και πάνω απ την Eγνατία, τα σχετικά διατάγματα δεν εγκρίθηκαν και τα κτίρια ακολούθησαν τις ρυθμίσεις του γενικού οικοδομικού κανονισμού. H Aψίδα ξεχάστηκε, οι προβλεπ μενοι χώροι των κήπων πάνω απ το να του Aγί-
ου Δημητρίου ανοικοδομήθηκαν και η θέα στην Πάνω Π λη και τον να του Προφήτη Hλία έκλεισε με οκταώροφες πολυκατοικίες. Tο αρχικ ραμα για την ολοκλήρωση του μνημειακού συν λου πέραν της οδού Kασσάνδρου, ως τον πανέμορφο βυζαντιν να του Προφήτη Hλία και την Πάνω Π λη χάθηκε οριστικά. Oταν μεταξύ 1956 και 1962 επανήλθε το ζήτημα της ανέγερσης του Δικαστικού μεγάρου, η ανασκαφική έρευνα που προηγήθηκε διαπίστωσε την παρουσία εν ς αρχαίου συγκροτήματος, το οποίο τελικά ήταν η αρχαία αγορά της π λης, ένα Forum Romanum. Eνα εντυπωσιακ αρχαίο πολιτικ κέντρο κατέλαβε δικαιωματικά τη θέση στην οποία οι πολεοδ μοι του 1917 είχαν προβλέψει ένα σύγχρονο. Tο δικαστικ μέγαρο κτίσθηκε σε άλλη θέση, ενώ για το Δημαρχείο έχει προταθεί κατά καιρούς η στέγασή του στα ιστορικά κτίρια του Παπαφείου, του Γ΄ Σώματος Στρατού ή στο Tελωνείο το λιμανιού. Mε την εξαίρεση του αυξημένου αριθμού ορ φων (απ 5 του σχεδίου του 1917 σε 9 έως 10 σήμερα), και την παραμ ρφωση του σχήματος πολλών ελεύθερων χώρων (για να ε-
26 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997
ξυπηρετηθούν οι γνωστές πελατειακές ανάγκες, και πιο πρ σφατα η κυκλοφορία), ο χαρακτήρας του ιστορικού κέντρου σήμερα απορρέει απ το σχεδιασμ του 1917. Aπ τα σημαντικ τερα και πιο επιτυχή του στοιχεία, είναι η παρουσία και η σχέση των αγορών τροφίμων και μικροεμπορίου Bατικιώτη και Bλάλη, που βρίσκονται στο εσωτερικ των οικοδομικών τετραγώνων και συνδέεονται με μικρούς δρ μους και περάσματα μέσα απ τις στοές, με τη μνημειακή χάραξη της Aριστοτέλους. Kαταστήματα τροφίμων, αλλά και εργαστήρια, ταβέρνες, ποτοπωλεία και μαγαζάκια λαϊκής κατανάλωσης, σε μια πολύχρωμη και βουερή αταξία, στεγάζονται με πανιά, λαμαρίνες και ξύλα, δημιουργώντας πίσω απ τις «ευγενείς» ψεις της λεωφ ρου, μια ατμ σφαιρα παραδοσιακού πανηγυριού. H αρχιτεκτονική πρ ταση επέβαλε κι εδώ ενιαίες προσ ψεις με δίλοβα παράθυρα, σε μια προσπάθεια να δημιουργήσει ένα ακ μη αρχιτεκτονικ σύνολο. Πρ κειται για μια ευρηματική πολεοδομική επίλυση στην οποία χώροι για τις καθημερινές και ταπεινές, αλλά ζωτικές ανάγκες της π λης, συναντώνται με τον
κεντρικ μνημειακ της άξονα. H μεταπολεμική ανοικοδ μηση τραυμάτισε ανεπαν ρθωτα τους αστικούς χώρους. Παρά την εντυπωσιακά μεγάλη και συνεχή ιστορία του χώρου της, το ιστορικ παρελθ ν της Θεσσαλονίκης περιορίζεται σε μεμονωμένα μνημεία, ή σε ελάχιστα σύνολα. Ωστ σο, η π λη εντ ς των τειχών έχει ένα δικ της χαρακτήρα, που οφείλεται στο σχεδιασμ της μετά την πυρκαγιά του 1917. H ζωντάνια στην ανάμειξη των χρήσεων, η παρουσία των μνημείων και η σχέση τους με τον αστικ ιστ , η ποικιλία στη διάταξη των ελεύθερων χώρων και η άμεση βιωματική σχέση με τη θάλασσα –«πλεονεκτήματα που ελάχιστες π λεις έχουν στον ίδιο βαθμ με τη Θεσσαλονίκη»– οφείλονται στην τ λμη και τη διορατικ τητα που επέδειξαν οι κάτοικοι και η πολιτεία σε μια ιδιαίτερα δύσκολη ιστορική συγκυρία. Bιβλιογραφία A. Kαραδήμου Γερ λυμπου, H ανοικοδ μηση της Θεσσαλονίκης μετά την πυρκαγιά του 1917. Eνα ορ σημο στην ιστορία της π λης και την ανάπτυξη της ελληνικής πολεοδομίας. University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1995 (β΄ έκδοση).
Aρχιτεκτονική του Mεσοπολέμου Eντονη η οικοδομική δραστηρι τητα, πρ σφερε στην π λη μια σειρά νέων κτιριακών τύπων και μορφών Tου Bασίλη Kολώνα Aρχιτέκτονα, Iστορικού της Aρχιτεκτονικής, διδάκτορος A.Π.Θ.
META την απελευθέρωση, λ γω της αβεβαι τητας που προκάλεσε η αλλαγή της κυριαρχίας και η μεταβολή των συν ρων στην ενδοχώρα, είναι περιορισμένη η επενδυτική δραστηρι τητα στην κατασκευή νέων κτιρίων τ σο στον παραδοσιακ πυρήνα σο και στις περιοχές επέκτασης. Kατά τη διάρκεια του A΄ Παγκοσμίου Πολέμου η παρουσία της στρατιάς της Aνατολής εκτ ς απ το γεγον ς τι πρωτοστατεί στην εκτέλεση έργων υποδομής (silo σιτηρών, ψυγείο – παγοποιείο), ενισχύει την οικονομική ζωή της π λης και ιδιαίτερα τους τομείς του εμπορίου και της αναψυχής. H αρχιτεκτονική της ανοικοδ μησης, τουλάχιστον πως άρχισε να υλοποιείται στα πρώτα χρ νια μετά την πυρκαγιά του 1917, δεν διαφοροποιείται έντονα ως προς αυτήν που προϋπήρξε: οι ψεις των πολυ ροφων κτιρίων κατά καν να διαμορφώνονται με κριτήρια που ισχύουν σε μια ιδιωτική (individuelle) κατοικία και άξονα την τριμερή κατανομή του κτιρίου σε βάση, κορμ , επίστεψη. H χρήση του μπετ ν αρμέ διευκολύνει την κατασκευή, εξυπηρετεί τους γρήγουρους ρυθμούς που επιβάλλει η ταυτ χρονη παραγωγή, προβληματίζει ωστ σο τους αρχιτέκτονες στην προσαρμογή του μορφολογικού τους λεξιλογίου στις νέες οικοδομές. Tο δοκιμασμένο πρ τυπο του παρισινού immeuble συνεχίζει να επηρεάζει την αρχιτεκτονική των πρώτων μεγάρων που υψώνονται στην πυρίκαυστο και ο εκλεκτισμ ς, κατ’ εξοχήν προτίμηση φορέων και αρχιτεκτ νων κατά την προηγούμενη περίοδο, αποτελεί και πάλι τον καν να σε κάθε μορφολογική επιλογή, ελαφρά ανανεωμένος ωστ σο, με στοιχεία εν ς έντονα στυλιζαρισμένου και προσαρμοσμένου στα καθ’ ημάς Art Nouveau. H δεκαετία του 1920 χαρακτηρίζεται απ την ιδιαίτερα έντονη οικοδομική δραστηρι τητα και την αλλαγή στη σύνθεση του πληθυσμού της π λης. Στη διάρκεια της «μεγάλης τετραετίας» του κ μματος των φιλελευθέρων (1928–1932), παρά τις σημαντικές επιπτώσεις που είχε στην οικονομία της χώρας η παγκ σμια οικονομική κρίση, για τη Θεσσαλονίκη και την ενδοχώρα της ξεκινά μια περίοδος έντονης δραστηρι τητας στους τομείς της εξυγίανσης, της υποδομής, των αστικών εξυπηρετήσεων και του κτιριολογικού εκσυγχρονισμού.
H Eθνική και η Iονική Tράπεζα στην πλατεία Eλευθερίας.
Για πρώτη φορά μετά την απελευθέρωση κτίζονται στη Θεσσαλονίκη δημ σια κτίρια ή κτίρια που θα στεγάσουν δημ σιες ή κοινωφελείς υπηρεσίες. Tο κράτος, οι θρησκευτικές κοιν τητες, ξένες αποστολές, οργανισμοί, εμπορικές και βιομηχανικές εταιρίες θα προσφέρουν στην π λη μια σειρά νέων κτιριακών τύπων και μορφών. Πέντε νέα κτίρια για ισάριθμες τράπεζες κτίζονται μέσα στα ρια
του 3ου Tομέα της πυρικαύστου, του κατ’ εξοχήν εμπορικού, και αποτελούν την πρώτη εμφάνιση εν ς ψιμου νεοκλασικισμού που επιλέγεται για να καλύψει το οπλισμένο σκυρ δεμα στις ψεις των πολυ ροφων κτιρίων: η Eθνική Tράπεζα (Aρ. Π. Bάλβης – I. Iσειγ νης, 1928), η Iονική – Λαϊκή (M. Λυκούδης, 1929), η Tράπεζα Aθηνών (M. Aξελ ς, 1926), Tράπεζα της Aνατολής (M. Φιλιππ της, 1925), η
Tο μέγαρο της XANΘ με μνήμες απ το βυζαντιν παρελθ ν (έργο του M. Δελλαδέτσιμα, 1924).
Eμπορική Tράπεζα (K. Kιτσίκης, 1926) και μαζί τους το Eμπορικ και Bιομηχανικ Eπιμελητήριο (Aφοί Δημητριάδη, 1929) κι ακ μη η Kεντρική Aγορά (E. Mοδιάνο, 1924) οριοθετούν την ύστατη αυτή φάση του νεοελληνικού νεοκλασικισμού. Στον 3ο τομέα κάνουν την εμφάνισή τους τα πρώτα μέγαρα που θα στεγάσουν εμπορικές χρήσεις, γραφεία, καταστήματα, διατηρώντας έτσι τις ίδιες χρήσεις γης στο παλι centre des affaires της Θεσσαλονίκης. Γρήγορα μως θα κατακλύσουν λο το ιστορικ κέντρο της π λης και μαζί με τις πρώτες πολυκατοικίες που εισάγουν μια ριζική αλλαγή στο θεσμ της ιδιοκτησίας –την οριζ ντια ιδιοκτησία (ν. 3741 του 1929 περί της ιδιοκτησίας κατά ορ φους)– θα χαρακτηρίσουν τα νέα οικοδομικά τετράγωνα του σχεδίου Hebrard. Στις πολυκατοικίες αυτής της περι δου αρχίζει να γίνεται φανερή η επαναληπτικ τητα του τυπικού ορ φου, στοιχείο που επηρεάζει αισθητά τη διαμ ρφωση των ψεων. Παράλληλα, ξενοδοχεία, λέσχες και κινηματογράφοι έρχονται να συμπληρώσουν την εικ να του κτιριολογικού εκσυγχρονισμού και ν’ ανταποκριθούν στις ανάγκες που παρουσιάζει η κοινωνική ζωή μιας σύγχρονης π λης. Eκτ ς των τειχών, κτίζονται νέες Συνέχεια στην 28η σελίδα
KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
27
Συνέχεια απ την 27η σελίδα
κατοικίες στην περιοχή των Eξοχών, που συνεχίζουν να διαμένουν υψηλά εισοδηματικά στρώματα, δημιουργείται ο οικισμ ς Oυζιέλ (Z. Mοσέ, 1927) και κτίζονται οι πρώτες εξοχικές κατοικίες στο Παν ραμα και στο Nέο Pύσιο (Aρετσού). Mεγάλη ακμή γνωρίζουν και αρκετοί βιομηχανικοί κλάδοι με κυρι τερους ανάμεσά τους την κλωστοϋφαντουργία, την επεξεργασία του καπνού και τις βιομηχανίες ειδών διατροφής και οικοδομικών υλικών. Oι καπναποθήκες που κτίζονται στην πυρίκαυστο, σε άμεση γειτνίαση με τις αστικές πολυκατοικίες, ορίζουν ενιαία μέτωπα στις ψεις των λεωφ ρων, ενώ η μορφολογική επεξεργασία των ψεών τους, σύμφωνα με πρ τυπα της αστικής αρχιτεκτονικής, εξασφαλίζει στους ιδιοκτήτες τους την επιδιωκ μενη σημαίνουσα παρουσία στην ανοικοδομούμενη π λη.
H δεκαετία του 1920 Στα κτίρια αυτής της δεκαετίας, με την πιο έντονη ανοικοδ μηση, παρατηρούνται λες οι τάσεις της σύγχρονης αρχιτεκτονικής. Στα κτίρια αυτά, είναι γεγον ς τι δεν θα προτιμηθούν οι νεωτεριστικές μορφές του Bauhaus, του μοντέρνου κινήματος, ή έστω του Art Deco, αλλά ένας νέος εκλεκτισμ ς εμπλουτισμένος με μορφολογικά δάνεια απ αυτές τις σύγχρονες τάσεις και προσαρμοσμένος στην τεχνική του μπετ ν αρμέ που επιδιώκει και ως αρχιτεκτονική πρακτική, αλλά και ως μεθοδολογία, να
Tο ξενοδοχείο Mediteranean Palace (M. Δελλαδέτσιμας, 1922). Kατεδαφίστηκε μετά τον σεισμ του 1978.
ενταχθεί στην προηγούμενη εικ να της π λης. Nεοκλασικές ψεις, που κυριαρχούν κορινθιακοί κίονες και τριγωνικά αετώματα – κτίρια Tραπεζών, μέγαρο Mπουρλά–Λεβή (I. Zαχαριάδης, 1925) – μορφολογικά δάνεια απ τον γαλλικ κλασικισμ –μέγαρα Γκατένιο–Φλωρεντίν και Kαραδήμου–Σταμούλη (I. Xασίδ Φερνάνδες–Z. Πλεϊμπέρ, 1924)– επιρροές
απ τη νεοαποικιακή ή mauresque αρχιτεκτονική, αλλά και μνήμες απ το βυζαντιν παρελθ ν της π λης –ξενοδοχείο Mediterranean Palace (M. Δελλαδέτσιμας, 1922), μέγαρο XANΘ (M. Δελλαδέτσιμας, 1924), λέσχη Θεσσαλονίκης (Γ. Σιάγας, 1925)– συνυπάρχουν με στοιχεία βιομηχανικής αισθητικής –μέγαρα Nαχμία (I. Πλεϊμπέρ, I. Xασίδ–Φερνάνδες 1925), Aλβο (Zακ
Mοσέ, 1925), Eρμείον (A. Γεωργακ πουλος, 1925)– και μεμονωμένες περιπτώσεις αρχιτεκτονικής Art Deco. Aς σημειωθεί τι το Art Deco, που οφείλει την ονομασία του στην ομώνυμη Διεθνή έκθεση του 1925 στο Παρίσι, έρχεται αμέσως στη Θεσσαλονίκη και οι αρχιτέκτονες που το υιοθετούν –Zαχαριάδης (μέγαρο K φφα, 1925), Nικ πουλος (καπναποθήκη Aυστριακού Mονοπωλίου, 1926)– απορρίπτουν τις οικείες ιστορικές αναφορές και επιλέγουν ένα νέο διακοσμητικ ρεπερτ ριο που χειρίζονται με ευκρίνεια, δίνοντας προτεραι τητα στις απλές γραμμές, στα γεωμετρικά σχήματα –και κατ’ επέκταση στις σχηματοποιημένες διακοσμήσεις– στα γραμμικά πλαίσια και στα φωτεινά χρώματα. Στην περίπτωση αυτή εντάσσεται και η διαμ ρφωση της ψης του κινηματογράφου Διονύσια (Tζενάρι, 1925) με στοιχεία νεοαιγυπτιακής έμπνευσης, θέμα που ήταν ιδιαίτερα προσφιλές στην αρχιτεκτονική των χώρων θεαμάτων μετά την ανακάλυψη του τάφου του Tουταγχαμ ν και την αποφασιστική συμβολή του στη διαμ ρφωση του νέου κινήματος.
H δεκαετία του ’30
H οδ ς Tσιμισκή πριν απ τη διάνοιξή της στα τέλη της δεκαετίας του ’30. Aπ τα δεξιά προς τα αριστερά διακρίνονται τα μέγαρα Γκατένιο – Φλωρεντίν, Nαχμία, η Tράπεζα της Aνατολής και το μέγαρο Kαζές (Aρχείο Γ. Mέγα).
28 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997
H δεκαετία του 1930 θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως η πλέον αμιγής για αρχιτεκτονική των νέων κτιρίων που κτίζονται στη Θεσσαλονίκη, τ σο στο ιστορικ κέντρο σο και στις εκτ ς των τειχών συνοικίες. H αστική τάξη του μεσοπολέμου προσπαθεί να διαφοροποιηθεί απ τους προηγούμενους αρχιτεκτονικούς ρυθμούς που είχαν αναδείξει άλλες κοινωνικοοικονομικές δυνάμεις. Eχοντας στη διάθεσή της ένα νέο υλικ , το μπετ ν
και μια ριζική αλλαγή στην αρχή της ιδιοκτησίας, την οριζ ντιο ιδιοκτησία, αναζητεί να εκφράσει μέσα απ τις γεωμετρικές φ ρμες του μοντέρνου κινήματος και το σχηματοποιημένο διάκοσμο του Art Deco, τις φιλοδοξίες της, την πρ σφατη δύναμής της, τον «μοντερνισμ » της. Oι συνδυασμοί που προκύπτουν στα μέτωπα των νέων χαράξεων, αλλά και εκτ ς πυρικαύστου είναι πρωτ τυποι και ενδεικτικοί για το νέο «διεθνές» πρ σωπο της π λης. Kυρίαρχο ρ λο στη διαμ ρφωση της νέας αισθητικής παίζουν τα σχολεία της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης των Παπανδρέου–Bενιζέλου. Σε αυτ το πρ γραμμα εντάσσονται 4 νέα διδακτήρια στη Θεσσαλονίκη, τα συγκροτήματα Aγία Σοφία (N. Mητσάκης, 1931) και Bαρδάρη (Θ. Bαλεντής, 1932), το Aνώτερο Παρθεναγωγείο (N. Mητσάκης, 1933) και το Πειραματικ σχολείο του Δ. Πικιώνη (1936). Σε πρωτοβουλία μη κρατικών φορέων οφείλεται η ανέγερση άλλων εκπαιδευτικών και κοινωνικών ιδρυμάτων, πως τα εκπαιδευτήρια Bαλαγιάννη (N. Mητσάκης, 1936 –1939), το κολέγιο Aνατ λια (1930) και οι ιταλικές σχολές Umberto I (1933-1934) και Alessadro Manzoni (E. Mοδιάνο, 1933), κ.ά. Tο πειραματικ σχολείο αποτελεί μοναδικ δείγμα σωστής αφομοίωσης και προσαρμογής της πραδοσιακής μακεδονικής αρχιτεκτονικής στις αρχές του μοντέρνου κινήματος και τις λειτουργικές ανάγκες που επιβάλει ένα ειδικ κτιριολογικ πρ γραμμα. H εσωστρέφεια του συγκροτήματος, η αναζήτηση και εφαρμογή κοινού λεξιλογίου (σαχνισί-erker), η δημιουργική εκμετάλλευση της κλίσης του οικοπέδου στην πλαστική διαβάθμιση των γκων και η δυναμική χρήση των ημιυπαίθριων χώρων δημιουργούν αφετηρία για κάθε περαιτέρω ερμηνεία της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Tο μοντέρνο κίνημα θα χρησιμοποιηθεί εκ νέου σε δύο απ τα σημαντικ τερα σχολικά κτίρια της Θεσσαλονίκης, τα Eκπαιδευτήρια Bαλαγιάννη (1936-1939), έργα του
Tο μέγαρο N. Πανά στην οδ Kαλάρη (Γ. Mανούσος, 1924). Eχει κατεδαφιστεί (φωτ.: Xρ. Tσιλαλή).
N. Mητσάκη, καθώς επίσης και στις κτιριακές εγκαταστάσεις της αεροπορικής βάσεως Σέδες που οφείλονται στον αρχιτέκτονα Θ. Bαλεντή (1936). H ισορροπία των γκων και η άρνηση του τοίχου πλήρωσης στην ψη προς την αυλή, στο ανώτερο παρθεναγωγείο, καθώς και η αντιπαράθεση των ψεων στα εκπαιδευτήρια Bαλαγιάννη, που η επανάληψη των ενοποιημένων ανοιγμάτων (οδ ς A. Σοφίας), έρχεται σε αντίθεση με την οριακή σχέση κενών - πλήρων (οδ ς Mητροπ λεως) αποδεικνύουν τη συνθετική ευχέρεια του Mητσάκη και την προσωπική άποψη στο χειρισμ του μοντέρνου λεξιλογίου. Oσον αφορά τα δύο έργα του Bαλεντή, το αναρρωτήριο και το εστιατ ριο σμηνιτών, η διάσπαση
Mακέτα του Δ. Πικιώνη για το Πειραματικ σχολείο Θεσσαλονίκης (1936). (Aρχείο A. Πικιώνη).
των γκων σε δύο επίπεδα αναφοράς, ο τονισμ ς της οριζ ντιας διάστασης και η εισαγωγή της καμπύλης στην κάτοψη, δηλώνουν μια λιγ τερο αυστηρή ερμηνεία του μοντέρνου κινήματος, με στ χο την ήπια ένταξη των δύο κτιρίων στο φυσικ περιβάλλον. Tο Art Deco δεν αρκείται στον επιδερμικ διάκοσμο της προηγούμενης δεκαετίας, αλλά επιχειρεί, στυλιζάροντας τις τεθλασμένες ή καμπυλ γραμμες διακοσμήσεις να υπογραμμίσει τα δομικά στοιχεία, να διαμορφώσει τις απολήξεις των κτιρίων και να δώσει ένα ελαφρ ανάγλυφο στις ψεις που αρχίζουν να διασπώνται σε επίπεδες και καμπύλες επιφάνειες. Σύντομα μως τα δύο αυτά κυρίαρχα κινήματα θα βαδίσουν σ’ ένα κοιν δρ μο, που ο κυβισμ ς των μοντέρων γίνεται λιγ τερο ά-
καμπτος, ενώ τα γεωμετρικά σχήματα των διακοσμήσεων του Art Deco εξελίσσονται σε διάκοσμο τα ίδια, και η καθαρή γεωμετρία γίνεται η διακοσμητική μανία της νέας δεκαετίας γνωστή ως Depression Modern. Aυτ ς ο κοιν ς δρ μος του Depression Modern δίνει το στίγμα στη διεθνή αρχιτεκτονική της δεκαετίας του 1930, και στη Θεσσαλονίκη αποτελεί καινοτομία στις μορφολογικές επιλογές φορέων και ιδιοκτητών. Aναφέρουμε ενδεικτικά τα μέγαρα Γ. Σπετσιώτη (K. Oικονομ πουλος, 1933) στην οδ Π. Mελά, I. Mανδαλίδου (E. Mοδιάνο, 1931), Γ. Mαλάκη – Γ. Παλαιολ γου (Γ. Mαλάκης, 1930) και Kονι ρδου (Γ. Mανούσος, 1934) στην παραλία και στις επαύλεις Σκαπέρδα (M. Λαλακάκης, 1933), Σαπ ρτα (Aφοί Δημητριάδη, 1938), Bιδάλ – Mποτ ν (B. Δερζακαριάν, 1936) και αυστηρά ενταγμένη στις επιλογές του μοντέρνου κινήματος, την οικία Δ. Πατζαλή (Παβιζ πουλος, 1934). Tέλος, στα ίδια μορφολογικά πλαίσια εντάσσεται ο νέος σιδηροδρομικ ς σταθμ ς της Θεσσαλονίκης (Kleinschmidt – Jordan, 1939) αρκετά βιομηχανικά κτίρια –καπναποθήκη Σακκά – Mιχαηλίδη (Nικ πουλος, 1937), Kλωστήριο – Yφαντήριο Θεσσαλονίκης (Λαλακάκης, 1938)– και χώροι δημοσίων θεαμάτων (κινηματογράφος Kρ νος, I. Zαχαριάδης, 1939). Kλείνοντας την περίοδο του μεσοπολέμου, θα έπρεπε ίσως ν’ αναφέρουμε τι το 1937 προκηρύχθηκε πανελλήνιος αρχιτεκτονικ ς διαγωνισμ ς για την ανέγερση των μονίμων εγκαταστάσεων της Διεθνούς Eκθεσης Θεσσαλονίκης, που αριθμούσε ήδη ένδεκα χρ νια ζωής. Tελικά, κανένα απ τα βραβεία δεν υλοποιείται και τα σχέδια των νέων περιπτέρων αναλαμβάνουν ο μηχανικ ς K. Kοκορ πουλος και ο αρχιτέκτων K. Δοξιάδης, ήδη γνωστ ς στη Θεσσαλονίκη απ την ανέγερση του Bασιλικού Θεάτρου (1939). Tα νέα περίπτερα εγκαινιάζονται στην Eκθεση του 1940, αλλά υφίστανται μεγάλες ζημιές στη διάρκεια του πολέμου και της κατοχής.
Tο ανώτερο Παρθεναγωγείο Θεσσαλονίκης σε σχέδια του N. Mητσάκη (1933). KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
29
H πρώτη μεταπολεμική περίοδος H διάδοση και η προσαρμογή του μοντερνισμού στην αρχιτεκτονική της Θεσσαλονίκης Tου Nίκου Kαλογήρου Aναπλ. Kαθηγητής στο Tμήμα Aρχιτεκτ νων του AΠΘ
H ΠEPIOΔOΣ που ακολουθεί τον B΄ Παγκ σμιο Π λεμο και τις συγκρούσεις του εμφυλίου χαρακτηρίζεται απ μιαν έντονη κινητικ τητα του πληθυσμού προς τη Θεσσαλονίκη. H εσωτερική μετανάστευση και η αγροτική έξοδος τροφοδοτούν την π λη. H μεταπολεμική ανάπτυξη μεταβάλλει τη Θεσσαλονίκη σε ένα πολεοδομικ συγκρ τημα ανάλογο με τη γεωπολιτική της θέση, το μοναδικ στην Eλλάδα που μπορεί, έως ένα βαθμ , να εξισορροπίσει την αθηναϊκή κυριαρχία. Ωστ σο, στο συγκρ τημα αυτ δύσκολα διακρίνονται πλέον τα σημάδια μιας οργανωμένης χωροταξικής διάρθρωσης και δ μησης. H τάση της άναρχης και άμορφης ανάπτυξης που εγκαινιάστηκε στο μεσοπ λεμο με τα προάστια και τους προσφυγικούς οικισμούς, εντείνεται και συμπληρώνεται απ την πυκνοδ μηση που επέρχεται με την καθολική εφαρμογή του προτύπου της αστικής πολυκατοικίας και των πολύ υψηλών συντελεστών δ μησης. Eτσι, μέσα σε 2–3 δεκαετίες επέρχεται μια παράλληλη ενοποίηση και κατακερματισμ ς του αστικού χώρου, ενοποίηση που οφείλεται στη γενίκευση της ανώνυμης πολυώροφης οικοδομής και κατακερματισμ ς που οφείλεται στην άναρχη επέκταση χωρίς αντίστοιχα τοπικά κέντρα και αστικ τητα.
Eπικράτηση του μοντερνισμού Στην αρχιτεκτονική η πρώτη μεταπολεμική περίοδος χαρακτηρίζεται απ την αργή, αλλά στεθερή
Tο Mέγαρο της Eταιρείας Mακεδονικών Σπουδών, έδρα του Kρατικού Θεάτρου B. Eλλάδος (B. Kασσάνδρας 1952–1962). Yιοθετεί έναν εκσυγχρονισμένο κλασικισμ .
επικράτηση του μοντερνισμού. Xωρίς αμφιβολία, οι αρχιτέκτονες που δρουν στη Θεσσαλονίκη εντάσσονται και παρακολουθούν με κάποια χρονική υστέρηση τα διεθνή ρεύματα, απ τα οποία ο μοντερνισμ ς στις διάφορες εκφράσεις του είναι κυρίαρχο. H ιδι μορφη και επιλεκτική εφαρμογή των εκσυγχρονιστικών τάσεων φανερώνει την αναπ φευκτη γεωγραφική και πολιτισμική προσαρ-
μογή στα δεδομένα του τ που. Eτσι, με την εξαίρεση ορισμένων αμιγών μοντέρνων συνθέσεων σε αστική κλίμακα – πως η Πανεπιστημιούπολη, η Διεθνής Eκθεση της Θεσσαλονίκης ή ορισμένα πολεοδομικά συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας, πως οι οικισμοί B τση, Φοίνικα και Aξιού– η ιδι μορφη εφαρμογή του μοντέρνου κινήματος δεν αποδιοργάνωσε ορισμένα στοιχεία του αστικού ιστού, συγκεκριμένα τη συνέχεια των οικοδομών και την κυριαρχία του δρ μου. Mεγάλη συμβολή στην αρχιτεκτονική παραγωγή της π λης προέρχεται απ τη λειτουργία του τμήματος Aρχιτεκτ νων στο AΠΘ απ το 1957 που επιφέρει μιαν αυτονομία στην εκπαίδευση, αλλά και στην έρευνα και τον προβληματισμ γύρω απ την αρχιτεκτονική. Eτσι, οι δεκαετίες του ’60 και ’70 μπορούν να χαρακτηριστούν ως η ώριμη περίοδος κυριαρχίας του μοντερνισμού.
Tης πρώτης μεταπολεμικής περι δου
H Λέσχη Φρουράς Θεσσαλονίκης (Π. Mυλωνάς 1953) φωτ.: N. Kαλογήρου.
30 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997
Aπ τα μεμονωμένα κτίρια της πρώτης μεταπολεμικής περι δου ελάχιστα εντάσσονται στον ευρύτερο αστικ χώρο είτε ως σημεία αναφοράς είτε ως στοιχεία άρθρωσης του ιστού. Συγγένεια με την α-
στική αρχιτεκτονική του μεσοπολέμου και την κλασικίζουσα ευρωπαϊκή παράδοση έχουν δύο σημαντικά κτίσματα των πρώτων μεταπολεμικών χρ νων: το συγκρ τημα της Tεχνικής Σχολής «Eυκλείδης» (Σ. Mυλωνάς, 1950) και το πρώτο μέγαρο της Eταιρείας Mακεδονικών Σπουδών του A. Nικ πουλου (1948–51). Στο νε τερο θέατρο της Eταιρείας Mακεδονικών Σπουδών (1952–62), ο B. Kασσάνδρας με σημαντική εμπειρία στο σχεδιασμ θεατρικών χώρων υιοθετεί έναν εκσυγχρονισμένο κλασικισμ . H κριτική του έργου την εποχή της ολοκλήρωσή του ως αναχρονιστικού και συντηρητικού δεν εκπλήσσει αν ενταχθεί στο κλίμα του μοντερνιστικού θετικισμού που κυριαρχούσε στη δεκαετία του ’60. Eπιτυχέστερη σύζευξη με τα δεδομένα της μορφολογίας του πολεοδομικού ιστού επιτυγχάνεται στο κτίριο της Στρατιωτικής Λέσχης του Π. Mυλωνά (1953). Tο γωνιαίο κτίριο με ψη στον Λευκ Πύργο προσαρμ ζεται προς το μνημείο με κοίλη απ τμηση της γωνίας και υποχώρηση του κύριου γκου του. H διακοσμητική διάθεση που κυριαρχεί σε επιμέρους στοιχεία μειώνει κάπως την εν τητα του συν λου. Aρχιτέκτονες με πανελλήνια εμβέλεια πως ο Πάτροκλος Kαραντιν ς συνδέουν το νομά τους με τη
μοντέρνα Θεσσαλονίκη. Mια σειρά απ δημ σια κτίρια εκφράζουν τη δύσκολη πορεία για την ολοκλήρωση του οράματος της δεκαετίας του ’30, που προέκυπτε απ το συγκερασμ του αδιάλακτου μοντερνισμού και της ανάγκης διαλ γου με την παράδοση. H αναθεώρηση της αρχικής σύνθεσης του N. Mητσάκη για το συγκρ τημα της Φυσικομαθηματικής Σχολής, του Xημείου και της Γεωπονοδασολογικής Σχολής φανερώνει καθαρά τον πολυδύναμο χειρισμ του Π. Kαραντινού (1955). Tο κονστρουκτιβιστικ σχεδιαστικ ήθος ενυπάρχει στη συλλογιστική της σύνθεσης του κομψού κτίσματος του Aστεροσκοπείου Θεσσαλονίκης (1958). Tο Aρχαιολογικ Mουσείο του 1960 είναι ίσως το ωριμ τερο έργο του Πάτροκλου Kαραντινού στο χώρο της Θεσσαλονίκης. O αρχιτέκτονας παρά το γεγον ς τι στάθηκε ένας απ τους πιο ένθερμους οπαδούς της νεωτερικ τητας που εξέφραζε αυτή την περίοδο ο μοντερνισμ ς στην Eλλάδα απέδειξε με το υλοποιημένο έργο του τι το μοντέρνο κίνημα μπορεί να συνδιαλέγεται με τις τοπικές αναφορές και με τα πρωταρχικά κλασικά πρ τυπα. Oι εκθεσιακοί χώροι του μουσείου αρθρώνονται γύρω απ ένα κεντρικ περίκλειστο αίθριο κατά τα πρ τυπα της τυπικής μεσογειακής οικίας. Eνα ανεξάρτητο στέγαστρο εισ δου οδηγεί στην κεντρική απέριττη αλλά μνημειακά οργανωμένη είσοδο. Tην ύστερη φάση του μοντερνισμού στη Θεσσαλονίκη στις δεκαετίες ’60 και ’70 χαρακτηρίζει η συνέχεια της κυριαρχίας της ορθολογικής γλώσσας του κονστρουκτιβισμού, που εμπλουτίζεται απ τα νε τερα ρεύματα του μπροταλισμού. Στην αρχιτεκτονική της κατοικίας οι τάσεις εισάγονται με κάποια καθυστέρηση στη δεκαετία του ’70. Πρέπει μως να σημειωθούν κάποιες χαρακτηριστικές πρώιμες αναζητήσεις, πως η μονοκατοικία στη Θ. Σοφούλη του K. Φιλίππου (1962–64) για την ποι τητα και τη διαβάθμιση των εσωτερικών και των μεταβατικών ημιυπαίθριων χώρων. H μονοκατοικία στην Πυλαία του A. Λαμπάκι (1967–69) επιτυγχάνει μια δυναμική σύνθεση με το διαχωρισμ του καθιστικού απ την πτέρυγα των υπνοδωματείων και την άρθρωση
τημα εργατικών κατοικιών στου Xαριλάου και κυρίως σε ορισμένα «εφήμερα» περίπτερα της ΔEΘ. Tο περίπτερο του Eθνικού Iδρύματος (1952) φτιαγμένο με ταπεινά υλικά (ξυλοδοκοί, σανίδες και καλαμιές), αποτελεί μια ποιητική μεταγραφή των παραθαλάσσιων στεγάστρων που ακ μη συναντώνται στις ακτές του Θερμαϊκού, ενώ η περίκλειστη διάταξη παραπέμπει στην πρωταρχική μορφή του αιθρίου. Στο περίπτερο του 1954 με τα ίδια ελαφρά ξύλινα στοιχεία μεταγράφεται η τυπολογία της κεντρικής στοάς–αγοράς με διαδοχή ανοιχτών–κλειστών ημιυπαίθριων χώρων. Στο περίπτερο του EOT (1959) κυριαρχεί ο ορθολογικ ς μεταλλικ ς σκελετ ς που συμπληρώνεται με ελαφρά κατακ ρυφα στοιχεία. Tο Aρχαιολογικ Mουσείο Θεσσαλονίκης (Π. Kαραντιν ς, 1960), φωτογρ. N. Kαλογήρου.
των επιπέδων που αναδεικνύουν τα αδρά δομικά στοιχεία. Eνα απ τα σημαντικ τερα έργα μικρ τερης κλίμακας της περι δου της δεκαετίας του ’60 είναι η κατοικία Kαζάζη στο Παν ραμα, του αρχιτέκτονα καθηγητή Δημήτρη Φατούρου (1963) του οποίου το έργο είχε ευρύτερη απήχηση στις νε τερες γενιές των αρχιτεκτ νων της Θεσσαλονίκης. H αντιληπτική οργάνωση των επιμέρους στοιχείων με την άρθρωση επιπέδων, γκων και υποστηλωμάτων ανταποκρίνεται σε μια «συστηματική» σύμφωνα με τη διδασκαλία του αναγνώστη του συντακτικού της σύγχρονης αρχιτεκτονικής.
Δημ σια κτίρια Oι περιορισμένες ευκαιρίες για ευρύτερες συνθέσεις δίνονται και πάλι απ τη δημ σια παραγγελία. Aπ τα αξι λογα κτίρια της Πανεπιστημιούπολης θα σταθούμε στο κεντρικ συγκρ τημα της Διοίκησης, της Nομικής και Θεολογικής Σχολής καθώς και της κεντρικής Bιβλιοθήκης, έργο των αρχιτεκτ νων Kώστα Φινέ και Kώστα Παπαϊωάννου (1950–71). Eδώ τα κτίρια διευθετούνται γύρω απ ένα κεντρικ χώρο–πλατεία με εμφανείς επιρροές απ το λεξιλ γιο του διάσημου αρχιτέκτονα Le Corbusier
σε ,τι αφορά το συσχετισμ των γκων και την πλαστική επεξεργασία των ψεων απ εμφανές μπετ ν. Tην ήρεμη ορθολογική γλώσσα του μοντερνισμού, με αξιοποίηση των δυνατοτήτων της προσθετικής αρχιτεκτονικής, συναντούμε στα νέα κτίρια του Γαλλικού Iνστιτούτου. Eνα τμήμα του κτιρίου χτίστηκε αρχικά ως προσθήκη στο παλαι κτίσμα απ τον I. Tριανταφυλλίδη. Mετά την καταστροφή του αρχικού κτίσματος ανοικοδομούνται οι νέες πτέρυγες με σχέδια του αρχιτέκτονα Σθ. Mολφέση (1972). Oι εγκαταστάσεις του Πατριαρχικού Iδρύματος Πατερικών Mελετών στη Mονή Bλατάδων, που μελέτησε ο N. Mουτσ πουλος (1966–69), αποτελούν σύνθεση βυζαντινών και παραδοσιακών στοιχείων που εμπλουτίζονται με μπρουταλιστικά εμφανή στοιχεία απ σκυρ δεμα. Eπιτυχής είναι η μεταφορά σε σκυρ δεμα μορφών της ξύλινης αρχιτεκτονικής, ενώ η ένταξη του μεγάλου κτιριακού γκου στον ευαίσθητο αστικ χώρο των τειχών, του καθολικού της μονής και της Aνω Π λης δημιουργεί προβλήματα κλίμακας. Iδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στο περιορισμένο αλλά ιδιαίτερης σημασίας και επιρροής έργο του Aρη Kωνσταντινίδη στη Θεσσαλονίκη, πως εκφράστηκε στο συγκρ -
Aστική πολυκατοικία H μαζική επικράτηση της αστικής πολυκατοικίας συνδέεται στενά με την πολεοδομική ιστορία της Θεσσαλονίκης ήδη απ το μεσοπ λεμο και την πρώιμη εισαγωγή της μετά τον ανασχεδιασμ του 1917. Στα πρώτα μεταπολεμικά χρ νια επέρχεται μια απ λυτη τυποποίηση της μορφής των πολυκατοικιών που δημιουργεί σύνολα με αξιοσημείωτη εν τητα εν ς λιτού αλλά εκπτωχευμένου μοντερνισμού πως η περιοχή της Δ. Γούναρη και της πλατείας Nαυαρίνου ή η οδ ς Kασσάνδρου. H βαθμιαία οικονομική άνοδος θα επιτρέψει την επέκταση των αναζητήσεων του ώριμου μοντερνισμού και στην αστική πολυκατοικία. Σε πολυκατοικίες της παλαιάς παραλιακής λεωφ ρου έχουμε στις αρχές της δεκαετίας του ’60 τα πρώτα δείγματα άρτιας μοντέρνας συνθετικής επεξεργασίας της πρ σοψης (πολυκατοικία απέναντι απ τον Λευκ Πύργο – αρχιτέκτων K. Φιλίππου και η γειτονική της – αρχιτέκτων I. Tριανταφυλλίδης). Σαφέστερο δείγμα της νέας τάσης και πρ τυπο για τη δεκαετία του ’70 είναι η πολυκατοικία στη νέα παραλία των X. Kουλουκούρη και X. Tσιλαλή (1967). Mε τον τονισμ του δομικού πλέγματος, την προσεκτική διαφοροποίηση των στοιχείων πλήρωσης και την ανάδειξη της εισ δου, αποτελεί μια συνεπή άσκηση εφαρμογής του σύγχρονου μπρουταλισμού στην τυπολογία της αστικής πολυκατοικίας. Σύγχρονες ή λίγο μεταγενέστερες είναι και άλλες αναζητήσεις, πως η μεταφορά ελαφρών πετασμάτων και στοιχείων με μια δεύτερη «πρ σοψη» στο εξωτερικ των συνεχών εξωστών (δύο πολυκατοικίες στη νέα παραλία του A. Θωμαΐδη, 1966 και του Θ. Mπαρζούκα στο Kυβερνείο, 1968). Σημείωση: Tο άρθρο βασίζεται στο βιβλίο Aρχιτεκτονική και Πολεοδομία στη μεταπολεμική Θεσσαλονίκη, εκδ. Kέντρου Iστορίας Θεσσαλονίκης, Mπαρμπουνάκη, 1991.
H Φυσικομαθηματική Σχολή (Π. Kαραντιν ς, 1955).
Στην ολοκλήρωση του αφιερώματος ουσιαστική ήταν η συμβολή του αρχιτέκτονα Bασίλη Kολώνα.
KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
31