Πάθη, λάθη κ’ έρωτες
Τίτλος: Πάθη, λάθη κ’ έρωτες Συγγραφέας: Θεοδώρα Φελέρη ISBN: 978-1-312-32880-8 Πρώτη έκδοση: Ιούλιος 2014 Το βιβλίο διατίθεται προς πώληση (και αποστολή σε έντυπη μορφή) μέσω της πλατφόρμας lulu.com thfeleri@gmail.com http://silentpoeticdreams.blogspot.gr/
Πώς να αντισταθεί κανείς; Ο έρωτας είναι το πιο ισχυρό παυσίπονο και το πιο εθιστικό ναρκωτικό μαζί…
Πρόλογος Δεν ξέρω τι πήγε στραβά. Θυμάμαι πως πήρα τη ζακέτα, το κασκόλ και το παλιό του Έρωτα το φυλαχτό. Θυμάμαι πως ήμουν καθαρή είπα ευχαριστώ, παρακαλώ, τα είπα όλα. Θυμάμαι πως έστρωσα τις ελπίδες, ξέπλυνα τα παράπονα, τα έκανα όλα άψογα. Ίσως αυτό να έφταιξε. Βλέπεις, οι άνθρωποι ερωτευόμαστε το ημιτελές. Το αψεγάδιαστο πώς να το εξιδανικεύσεις;
5
Ανθρώπινη Φύση Παλλόμαστε από ανάγκες και ηδονές Αυτή είναι όλη η ύπαρξή μας Ανθρώπινα όντα Με ζωώδη κίνητρα Ρίξαμε το πνεύμα σε έναν οργασμό Και ηρεμήσαμε Δεν είμαστε από αυτούς Είπαμε Για να σας ξεγελάσουμε Μα οι ορμές μας Είναι ακόμα μεγαλύτερες Με τόση φαντασία συμπιεσμένη Γινόμαστε παρεξηγήσιμοι Αφού όταν βρίσκουμε τσακμάκι Παίρνουμε φωτιά Και τα καίμε όλα Ψυχή και Σώμα Ολοσχερώς
6
Κομμένες οι καλημέρες Την Καλημέρα μην μου την κόβεις, μην την πετάς. Σημείωσέ τη κάτω από το μαξιλάρι μου Να ‘χω ένα λόγο να χαμογελώ Σ’ αυτά τα παρανοϊκά πρωινά τα γεμάτα μαβιές αποχρώσεις Τραγούδησέ τη στον άνεμο να τη φέρει εδώ όταν ανοίγω το παράθυρο να δροσίζομαι Καρφίτσωσέ τη σε μια χρησιμοποιημένη χαρτοπετσέτα, σε ένα μουτζουρωμένο φύλλο χαρτιού και βούτηξέ τη στο νερό να ξεδιψάσω Πες τη με όποια λέξη θες μόνο μην μου την κόβεις Γιατί στα τόσα πρωινά χωρίς καλημέρα Δεν ξημερώνει ποτέ
7
Κάτω από τα αστέρια Κάθε που νυχτώνει με πιάνει το παράπονο μήπως και με ξέχασες μήπως οι θάλασσες που με κατέκλυσαν έσβησαν τον έρωτά σου μήπως δεν είμαι αυτή που θα ‘θελες τα βράδια να αγγίζεις. Αυτό με καίει και σου υπενθυμίζω διαρκώς πως σ’ αγαπώ. Αυτό φοβάμαι και σε ρωτώ διαρκώς αν μ’ αγαπάς. Πόσα μονοπάτια έχει η νύχτα; Κάτω από τα αστέρια, ο ύπνος είναι πιο γλυκός σαν θάνατος και το ξημέρωμα πιο πορφυρό σαν πέπλο. «Ξεχνάς την ύπαρξή σου εδώ κάτω» σου είπα και ‘συ ανοιγόκλεισες βουβά τα χείλη και ξαγρύπνησες ξεχνώντας να απαντήσεις.
8
Στις προσταγές σου Αχόρταγα σε ζήτησα από τα σπάργανα της ψυχής μου εξευτελίζοντας στα πόδια σου την ύπαρξή μου. Μ’ αγάπησες άραγε ποτέ; Ή άσκοπα σ’ άφησα να με νικήσεις; Έσπειρες με ελπίδα τα όνειρά μου μα έμεινες ανένδοτος στις προσταγές σου. Δε μου χάρισες ούτε ένα ψίθυρο απ’ την ψυχή σου. Πως τολμάς να ζητάς τον οργασμό της δικής μου; Πως τολμάς να ζητάς μια καταιγίδα συναισθημάτων αφού δεν μου χάρισες ούτε μια στάλα βροχής; Εμπιστεύτηκα το όραμά σου και έτσι πορεύτηκα. Βάδισα ξυπόλητη στα κυκλοθυμικά μονοπάτια του μυαλού σου. Μα δεν έφτασα πουθενά. Ακόμα εκεί τριγυρνώ, εγκλωβισμένη στο τίποτα. Περιμένω, δείξε μου το δρόμο.
9
Αποφόρτιση Ανάμεσα στα πόδια μου Θάλασσα η ηδονή Ζυμάρι που πλάθεται το σώμα μου και ας κάηκε η ψυχή μου Ακόμα αντέχει Στο πρόσωπό σου Μισάνοιχτο στόμα Προσωρινή ρυτίδα προδίδουν την κορύφωση ενός τέλους Ξεπέζεψα κουρασμένη από τον κόσμο αυτό που αλλάζει προσωπεία στο βλέμμα σου Πάλεψα αρκετά πέθανα αρκετά και τα ‘χω ανάγκη αυτά τα χέρια στο κορμί μου Και ας είναι προσωρινά Σαν τη ρυτίδα των κορυφώσεών μας Τα έχω ανάγκη Όπως και εσύ Πώς αλλιώς να επιζήσει κανείς σε αυτή την κόλαση;
10
Χωρισμός Μ’ ακούς; Σ’ ακούω, μου λες. Μα τίποτε δεν ακούγεται πέρα από την άβυσσο της ματωμένης μας καρδιάς
Θέλω να ακουμπήσω για λίγο κάπου τον πόνο Να, σ’ αυτήν την ακρογιαλιά είναι καλά Είναι κρύα η θάλασσα Γιατί να καίει η καρδιά μας; Η αμμουδιά μυρίζει χρυσόσκονη. Πως στο καλό ξέπεσαν οι ψυχές μας; Αφού σε κράταγα σφιχτά, πως έφυγες; Ίσως γι’ αυτό έφυγες Το γαλάζιο της θάλασσας μου θυμίζει τα μάτια σου Πώς να ξεχάσω; Άγγιζες τη σιωπή με το βλέμμα και τη θρυμμάτιζες Θυμάμαι που όταν χαμογελούσες τα μάτια σου γεννούσαν υποσχέσεις Θυμάμαι που όταν δάκρυζες σπάραζε ο κόσμος όλος Θυμάμαι που μ’ αγαπούσες Ώρα να φεύγω.
11
Δύο και κάτι ψιλά [Κάτι τέτοιες ώρες τα θυμάμαι όλα όσο μακραίνει η νύχτα τόσο πιο πικρά τα παιχνίδια της μου θολώνει το μυαλό μα μου ξεκαθαρίζει τις αναμνήσεις ακόμα και αυτές που προσπαθώ χρόνια τώρα να ξεχάσω αναπηδούν καλπάζοντας στο προσκεφάλι μου «Δεν θα ευτυχήσεις ποτέ», με καταριέται η πεσιμιστική εικόνα του δύστροπου κυνικού εαυτού μου και σκύβω μουτρωμένη το κεφάλι να εξακοντίσω στο χαρτί τα βάσανά μου…] Ήθελα να είναι όλα τέλεια. Έβαλα το μαχαίρι δίπλα στο βωμό και ακούμπησα το στήθος μου στα χέρια σου για να με θυσιάσεις
----------------------------------
12
Ήθελα να αρπάξω το χέρι σου Για να βαδίσουμε μαζί σε αυτόν τον βίαιο κόσμο Το ρημαγμένο Εσύ το άπλωσες για μια στιγμή Μα το τράβηξες απότομα Και αντί να το κρατήσω Γκρεμοτσακίστηκα Άλλη μια φορά Άλλη μια επιπολαιότητα του αχόρταγου εγωιστή εαυτού μου Που διψά ακόμα για λάθη Που διψά ακόμα για ρίσκο Και δεν έχει μάθει να ζει Μόνο να αργοπεθαίνει Μέρα τη μέρα Φωνασκώντας για λύτρωση Στους πιο ακατάλληλους ανθρώπους
13
Απομυθοποίηση Σου έγδυσα το πρόσωπο από το τσουλούφι εκείνο που σου έκρυβε τα μάτια Έριξα τα κολιέ, τα μπρασελέ και τα τοιαύτα στη θάλασσα να σε εξημερώσω Κοίταξα κάθε πιθαμή του γυμνού σου κορμιού για ένα ψεγάδι Και σε έντυσα μόνο αγάπη Για να μην κρυώνεις Ακόμα και έτσι η ψυχή σου έλαμπε καθάρια καθρεφτισμένη στα ολοζώντανα μάτια σου Κάθε μέρα σε έβλεπα όλο και πιο γυμνή ντυμένη μονάχα από μια ανεξήγητη αστροφεγγιά λες και τα άστρα είχαν μετοικήσει στο κορμί σου Μα κάθε μέρα ξεθόλωνε η μορφή σου γινόταν πιο απτή, πιο προσιτή πιο γήινη Ώσπου κάποια μέρα μπορούσα πια να σε αγγίζω δίχως να φλέγομαι από το κορμί σου μπορούσα να σε κοιτάζω στα ίσια δίχως να μ’ αναστατώνει το βλέμμα σου Ώσπου κάποια μέρα έπαψες πια να μου φαίνεσαι αψεγάδιαστη Ώσπου κάποια μέρα μου έδωσες όσα ποθούσα Και έπαψα πια να σε ποθώ
14
Ε, πληγωθήκαμε Ε, πληγωθήκαμε άλλη μια φορά. Και τι πειράζει; Σ’ αυτή τη ζωή ούτως ή άλλως δε νικήσαμε ποτέ. Τι γελάς; Εσύ δεν κέρασες ποτέ σου στεναχώριες; Εσύ δεν δάκρυσες ποτέ; Ξέρεις, δύσκολα γελάς αν αγαπάς. Έχεις ένα μειδίαμα χαραγμένο αιώνια στα χείλη μη τυχόν και ψυλλιαστεί κανείς ότι υποφέρεις. Άμα όμως σε τσιγκλήσουν λίγο, σε παίρνουν τα ζουμιά σαν νιάνιαρο. Τι ντροπή, Θεέ μου. Χαμηλώνεις το βλέμμα σαν κατάδικος και ψάχνεις μαντήλια να κρύψεις τη μιζέρια σου. Μα πάλι, είναι ντροπή να αγαπάς; Δεν είναι η αγάπη ντροπή, καλέ μου, η κατάντια της είναι. Γιατί όταν αγαπάς ξεχύνεσαι στα πατώματα και τις λάσπες. Ξεχνάς το στέμμα σου εκεί που έδωσες την ψυχή σου και βυζαίνεις με λαχτάρα, σταγόνα-σταγόνα τα γλυκόλογα.
15
Φτάνεις μέχρι τον Όλυμπο και ύστερα τον κατεβαίνεις όλον με τα μούτρα. Ναι, δεν είναι η αγάπη ντροπή. Μα χάσαμε πολλά για χάρη της Χάσαμε τους ίδιους μας τους εαυτούς και τώρα ψάχνουμε μες τα σκουπίδια να βρούμε θραύσματα απ’ τα αλλοτινά όνειρά μας. Ε, πληγωθήκαμε. Τι να γίνει;
16
Προσποιήσου Ξέρω τώρα. Είσαι καλά. Έτσι λες. Σε τι χρειάζονται οι αλήθειες εξάλλου; Είμαστε καλά. Φτάνει. Και τα παράπονα, τα βάσανα, τα απωθημένα, ας μην εκφράζονται ποτέ. Δεν χρειάζεται. Είμαστε καλά. Κρατάμε τα δάκρυα για τους εαυτούς μας και σπρώχνουμε τις στεναχώριες στον πάτο της ύπαρξης να μη μαθευτούν. Κι ας μας στοιχειώσουν. Ξεσπάμε σε έναν τυχαίο έρωτα, ριχνόμαστε με λύσσα να προλάβουμε να δώσουμε όλο μας τον εαυτό να τον ξεφορτωθούμε. Αλλοιώνουμε την ύπαρξή μας ωσότου τη σιχαθούμε. Μα ζητάμε ακόμη εκείνο το αθώο φιλί στο μάγουλο σαν τα μικρά παιδιά και δεν αποδεχόμαστε ότι νικούν τα συναισθήματα της μιας στιγμής και πως η χυδαιότητα της απόλυτης γύμνιας μας τρομάζει. Ποιος ξέρει… Ίσως σε μια άλλη πραγματικότητα να ‘μασταν ευτυχισμένοι…
17
Επόμενη στάση Σε ένα κομμάτι ψυχής έδωσες όλη σου την ύπαρξη και επένδυσες την καρδιά σου κομμάτι-κομμάτι στο τίποτα, ωσότου χάσεις τα πάντα. Τσιρότο ελπίδας στα σπασμένα και λίγη μορφίνη για να πας παρακάτω πιο κλονισμένος, πιο ξεθεωμένος, πιο αβέβαιος. Και όσο ανοίγουν οι πληγές, τόσο κλείνει το στόμα. Και αντί να ομολογήσεις, να παραδεχτείς, να ουρλιάξεις, χαμογελάς, πίνεις, καπνίζεις. Και πας παρακάτω.
18
Μα.. Μα ναι, δεν μπορώ να είμαι αχάριστη. Μου χάρισες ένα κομμάτι ζωής αν μη τι άλλο. Με χόρεψες κάτω από το φως μιας τρεμάμενης ψευδαίσθησης και φίλησες τα απομεινάρια της ψυχής μου. Μην προσπαθήσεις να συνενώσεις τα κομμάτια, ΜΗ! Δεν έχω ξημερώσει ακόμη.
19
Διττή φύση των παθών Στο βάραθρο μιας ντροπιασμένης ηδονής που ξεμύτισε δειλά και ξεχύθηκε ακράτητη μέσα από ένα φιλήδονο κορμί: Εκεί κηδεύομαι. Προδομένη από τα πάθη. Εξυψωμένη από τα πάθη. Είμαι το πνεύμα που ξενύχτισε ανασαίνοντας παρελθοντικές ηδονές και στιγμιαίες ευτυχίες από τον ερωτευμένο χτύπο μιας ετοιμόρροπης καρδιάς Έτσι ξεψύχησα. Έτσι επέζησα.
20
Οίηση Αυτή η νύμφη η δική μου που τη ζήτησαν τόσοι την τραγούδησαν τόσοι μόνο εγώ την κατάλαβα. Την άνοιξη τα λουλούδια πέταγαν σπόρους και τα μπουμπούκια έπεφταν χάμω, κουρασμένα από την τόση ομορφιά. Και γω, που ήπια γλαφυρό νερό από την αστείρευτη πηγή δεν μπόρεσα να πιστέψω πως τα βράδια μπορούν να γίνουν τόσο υγρά μόνο μ’ ένα δάκρυ και πως ο Έρωτας, ο τόσο δυνατός, ο τόσο ρωμαλέος θα ήταν τελικά τόσο ανυπόφορος.
21
Ατίθαση Ψυχή Κουράστηκα να παραδίδω την ψυχή μου σε χέρια μετέωρα σε ημίαιμους ανθρώπους σε ξεψυχισμένα βλέμματα. Τη φυλακίζω έτσι εντός μου μα αυτή το σκάει διαρκώς για να κουρνιάσει σε δήθεν αναπαυτικές αγκαλιές, για να ζεσταθεί σε παγωμένα βλέμματα. Πως να τη τιθασέψω; Δεν είναι εύκολο. Κάθε που πάω να την αδράξω μου μένει και ένα κομμάτι στα χέρια και λιγοστεύει διαρκώς. Μένει όλο και πιο αδειανό έτσι το σεντούκι της καρδιάς. Και να λοιπόν, να πως γίνεται κανείς λιγόψυχος και μεγαλόκαρδος.
22
Θα συναντηθούμε Η ζωή μου μισή Μισή και ‘γω με μια αιωνιότητα παραμάσχαλα κύλισα να σε βρω Η ζωή σου μισή Μισός και ‘συ ημιτελής σέρνεις ένα μπαούλο αναμνήσεων Στα μέσα της διαδρομής σε κάποιο φανάρι ή σε ένα δρομάκι παρακμιακό κάπου θα συναντηθούμε Βάστα ένα χαμόγελο κρύψε το δρεπάνι εκεί που θα μας αποβάλει η άβυσσος εκεί θα συναντηθούμε.
23
Επιμύθιο: Ένοχος Αμάρτημα: ΑΓΑΠΗΣΕΣ Καταδικάζεσαι σε αιώνια προσμονή Καταδικάζεσαι για το αμάρτημα το μέγιστο το πάθος το ζωώδες: Έρωτας - Μπερδεύτηκα, κύριε δικαστά, για αγάπη δικάζομαι ή για έρωτα; - Για την – αν είναι δυνατόν! – συγχώνευσή τους! Σιωπή τώρα. Κρύψε τις ανόητες, άρρυθμες ελπίδες σου μακριά από το ακροατήριο. ΚΥΡΙΟΙ ΠΡΟΣΟΧΗ! Ο κατηγορούμενος πάσχει από αγάπη κρατηθείτε μακριά από τα σταγονίδια του πάθους που εκκρίνει. Κρατηθείτε μακριά! Δεν είναι καιροί αυτοί να αγαπάμε!
24
Το παρόν διατίθεται με άδεια Creative Commons: Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές
25