Όσο με θάβουνε, εγώ θα φυτρώνω
Μηνιάτικη ηλεκτρονική έκδοση του Πανελλήνιου Σωματείου Θεάτρου Σκιών Περίοδος Γ’ Τεύχος 119 Ιανουάριος 2018
ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟ & ΕΙΡΗΝΙΚΟ ΤΟ 2018 Το Δ.Σ. & το Κ.Σ. του Π.Σ.Θ. Σκιών
Η κοπή της πίτας Η κοπή της πίτας του 2018 θα γίνει, την Δευτέρα 15 Ιανουαρίου 2018, στα γραφεία του Σωματείου μας, οδός Τζορτζ 6, 4ος όροφος, γραφείο 7.
Τα μέλη και οι φίλοι του Σωματείου μπορούν να ζεστάνουν το κλίμα με τα εορταστικά τους καλούδια, μεζεδάκια και ποτά, που θα θελήσουν να συνδράμουν.
Ώρα 7:00 μ. μ.: προσέλευση-ποτάκι. Ώρα 8:00 μ. μ.: κοπή πίτας.
Δευτέρα 15 Ιανουαρίου
2ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
«Ένα σπίτι για τον Καραγκιόζη»
Μέσα από τα τεύχη του περιοδικού μας, θα δημοσιεύσουμε τις ομιλίες των ΣΥΝΕΔΡΩΝ, αρχικά όσων τις είχαν καταθέσει σε ηλεκτρονική μορφή (με τυχαία σειρά) και αργότερα των υπόλοιπων, όταν γίνει η απομαγνητοφώνηση. Μηνιάτικη ηλεκτρονική έκδοση του Πανελλήνιου Σωματείου Θεάτρου Σκιών Τζωρτζ 6 Αθήνα 106 77
Διόρθωση κειμένων: Θωμάς Αθ. Αγραφιώτης Εξώφυλλο: Γιώργος Βάντζος ΕΚΔΟΤΗΣ: Πάνος Β. Καπετανίδης Τηλέφωνο: 210 46 16 664
Σελίδα
2
“Ο παραδοσιακός χαρακτήρας του Καραγκιόζη και η αναγκαιότητα ενός σπιτιού γι’ αυτόν”
Παρέμβαση στο 2ο Πανελλήνιο Συνέδριο
Ιωάννα Παπαγεωργίου
Επίκουρη Καθηγήτρια Τμήμα Θεατρικών Σπουδών Πανεπιστήμιο Πατρών http://www.theaterst.upatras.gr/?page_id=1516
Το Ελληνικό Θέατρο Σκιών κατά την περίοδο της μεγάλης δημοτικότητάς του αποτελούσε μια παραδοσιακή προφορική τέχνη. Ο παραδοσιακός χαρακτήρας του δεν οφειλόταν μόνο στη διασύνδεσή του με την προ-βιομηχανική περίοδο του ελληνικού πολιτισμού, αλλά και στο γεγονός ότι οι καλλιτέχνες του δημιουργούσαν ακολουθώντας κάποιους κοινούς κώδικες. Η παράδοση της τέχνης διαμορφωνόταν συλλογικά από τους ίδιους τους καραγκιοζοπαίχτες. Πιθανόν, όπως υποδεικνύουν τα τεκμήρια της εποχής, η μεγαλύτερη συνεισφορά του Μίμαρου να ήταν η σύνθεση των μικρών λιθαριών που είχαν βάλει πολλοί ανώνυμοι καραγκιοζοπαίχτες πριν από αυτόν. Οι πρωτοβουλίες βέβαια των καλλιτεχνών υπόκειντο πάντα στη στενή «εποπτεία» του κοινού που γνώριζε τη «γλώσσα» του Καραγκιόζη και απαιτούσε κάθε καινοτομία να κρίνεται από αυτό το ίδιο, πριν περάσει σε κοινή χρήση. Απαραίτητες δηλαδή συνιστώσες του Καραγκιόζη ως παραδοσιακής τέχνης ήταν η στενή επικοινωνία καλλιτεχνών-κοινού, η συλλογικότητα των καλλιτεχνών (στην οποία η έννοια των πνευματικών δικαιωμάτων ήταν εκτός συζήτησης) και η προφορικότητα. Οι μεταπολεμικές συνθήκες όμως επέδρασαν καταλυτικά στην πορεία του Ελληνικού Θεάτρου Σκιών. Η επιβολή του γραπτού λόγου και, στη συνέχεια, των Μ. Μ. Ε. και της τεχνολογίας, καθώς και η μαζικοποίηση στη ζωή της πόλης κατέστρεψαν την άμεση επικοινωνία των ανθρώπων και την κάτωθεν διαμόρφωση μιας κοινής κοσμοαντίληψης στο επίπεδο μικρών συλλογικοτήτων όπως αυτών της γειτονιάς, μέσα στην οποία δραστηριοποιούνταν οι καλλιτέχνες. Οι παραπάνω εξελίξεις αφαίρεσαν από τον Καραγκιόζη την προφορική φυσιογνωμία του και, κυρίως, αφαίρεσαν το κοινό του. Ο παραδοσιακός χαρακτήρας του αμβλύνθηκε. Για να ανακτήσει μέρος αυτού του χαρακτήρα, ο Καραγκιόζης χρειάζεται να λειτουργήσει ξανά σε στενή επικοινωνία με ένα κοινό, που να έχει κάποια σχετική ομοιογένεια στην αισθητική και στις απόψεις του και να γνωρίζει καλά τους κώδικες δημιουργίας της τέχνης, ώστε να παρεμβαίνει στη μορφοποίηση της παράστασης και κατά συνέπεια της παράδοσης. Η ίδρυση ενός σπιτιού για τον Καραγκιόζη, με την κατάλληλη διαχείρισή του, θα μπορούσε να θέσει τις βάσεις της επανασύνδεσης του Καραγκιόζη με ένα κοινό-γνώστη της τέχνης. Όσο και αν οι σύγχρονες συνθήκες ζωής δεν ευνοούν τον συγκρότηση μιας σχετικά κοινής κοσμοαντίληψης ανάμεσα σε ευρύτερες ομάδες ανθρώπων, οι καραγκιοζοπαίχτες, αν είχαν μια σταθερή στέγη, θα μπορούσαν να διαπαιδαγωγήσουν ένα νέο κοινό από άτομα νεαρής ηλικίας και να επιδιώξουν να το κρατήσουν κοντά τους, μετά τον πρώτο παιδικό ενθουσιασμό, παρακολουθώντας το στενά και ακούγοντας τις δικές του «ιστορίες», χωρίς προκατασκευασμένες ιδέες από την πλευρά τους. Μέσα σε τέτοιες αυτοδύναμες συνθήκες -και με σύμπνοια μεταξύ τους- οι καραγκιοζοπαίχτες θα είχαν τη δυνατότητα να διαμορφώσουν ένα κοινό συν-δημιουργό μιας νέας παραδοσιακής τέχνης, ούτως ειπείν ενός νέου Ελληνικού Θεάτρου Σκιών. Θα συνέβαλαν κατ’ αυτόν τον τρόπο στην προώθηση ενός εναλλακτικού τρόπου καλλιτεχνικής δημιουργίας, όπου η αμεσότητα της επικοινωνίας θα έπαιζε πρώτιστο ρόλο.
Σελίδα
3
«ΟΙ ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗ» & «ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΕΝΟΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗ» ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ Η ιστορία της τέχνης των σκιών χάνεται μέσα στην πυκνή ομίχλη του χρόνου, σαν μία απόμακρη οπτασία. Διαχρονικά, οι ιστορικοί, ελάχιστα ή καθόλου, καταπιάστηκαν, στα κείμενά τους, με τη μυστηριακή αυτή τέχνη, που θέλει τη σκιά να παίζει με το φως, το αιώνιο σύμβολο της ζωής, έχοντας, ανάμεσά τους, φυσικά ή τεχνητά είδωλα. Δύσκολη, με υποθέσεις και εικασίες, η προσέγγιση του θέματος. Σίγουρα, η τέχνη των σκιών εμφανίζεται, το 16ο αιώνα, στους Άραβες και εξαπλώνεται στους λαούς της ανατολικής Μεσογείου. «Ο καθείς και τα όπλα του», λέει ο Ελύτης στο «Άξιον Εστί». Έτσι, κάθε λαός φέρνει την τέχνη στα μέτρα του, την ντύνει και τη φτιασιδώνει, με τα δικά του δεδομένα. Στην αχανή, τότε, οθωμανική αυτοκρατορία, δημιουργούν με βάση τις σκιές το δικό τους Καραγκιόζη, που είναι, κατά κανόνα, χυδαίος, βωμολόχος. Απευθύνεται σε λίγους και μυημένους. Κύριο χαρακτηριστικό του: αποφεύγει κάθε κριτική στην εξουσία. Αργότερα, η τέχνη φτάνει και στα Γιάννενα του τρομερού Αλή Πασά, αλλά εδώ κάτι καινούριο δημιουργείται, γιατί είναι διαφορετικές οι συνθήκες. Ο τύραννος είναι μυημένος στο κίνημα των Μπεκτασήδων, έχει, κατ’ ουσίαν, αποστασιοποιηθεί από την Υψηλή Πύλη και στα παλάτια του, μιλάνε ελληνικά. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, οι καραγκιοζοπαίχτες βρίσκουν πρόσφορο έδαφος να ελιχθούν, να αλλάξουν πράγματα στην τέχνη, να την κάνουν πιο ήπια και προσιτή σε περισσότερο κόσμο, αλλά κάποιοι άλλοι, κυρίως Έλληνες, πιο θαρραλέοι, προχωράνε περισσότερο, περνώντας, μέσω των παραστάσεών τους, μηνύματα ελληνικά, λ.χ., τον Μεγαλέξανδρο και το καταραμένο φίδι. Όμως, η ιστορία, στην πράξη, προχωράει αδυσώπητη και καταλυτική με τους δικούς της κανόνες. Οι ιστορικοί εξαντλούν τις περιγραφές τους, κυρίως, στα πεδία των πολεμικών επιχειρήσεων και στα πεπραγμένα των ηγεσιών. Αγνοούν σχεδόν, στις γραφές τους, ότι δημιουργείται και μορφοποιείται και συμμετέχει μια νέα τέχνη, εκείνη των σκιών, που έχει πρωταγωνιστή ένα πνεύμα ελεύθερο, ασυμβίβαστο, αλλά και με ευαισθησίες πολλές και πατριωτικά αισθήματα: Είναι ο Έλληνας Καραγκιόζης, που εκφράζει την ψυχή του λαού. Την έλλειψη ιστορικών στοιχείων έρχεται να καλύψει και να αναπληρώσει η παράδοση, ο μύθος, ο θρύλος και η φαντασία. Αυτό κάνει, μέσα από τις δύο βραβευμένες νουβέλες του, ο Θωμάς Αγραφιώτης, που και ιστορία γνωρίζει, αλλά είναι και σοβαρός μελετητής των θεμάτων του Καραγκιόζη. Προσεγγίζει το θέμα με τη δέουσα σοβαρότητα και μας δίνει τη δική του άποψη με πειθώ και μας μιλάει με απόλυτη σιγουριά. Με την πρώτη ανάγνωση των κειμένων, μένει η εντύπωση: Έτσι πρέπει να έγιναν τα πράγματα. Αν μελετήσουμε διεξοδικά τις νουβέλες, τότε γεννάται εύλογα το ερώτημα, γιατί να μην έγιναν έτσι ακριβώς; Αβίαστη και γλαφυρή η αφήγηση του Θωμά
Σελίδα
4
Αγραφιώτη, με συνεχείς εναλλαγές γεγονότων και καταστάσεων, με εναργείς εικόνες και παραστάσεις. Μια συνεχής αναδρομή στο χώρο και στο χρόνο. Ανατρέχει στην ιστορία της αρχαιότητας, «τσιμπολογάει» αναφορές από τη μυθολογία, έρχεται στο Βυζάντιο, τα αναμειγνύει με τους θρύλους του Γένους και μέσα από το γενικό, μας οδηγεί στο ειδικό, το πνεύμα του Καραγκιόζη που, εκτός των άλλων, κριτικάρει έντονα κάθε μορφή εξουσίας και τεκμηριώνει την άποψη ότι ο Καραγκιόζης είναι τέχνη ελληνική, που δεν έχει καμία σχέση με ξένες νοοτροπίες και τεχνοτροπίες. Επίσης, ο Θωμάς Αγραφιώτης, που είναι και ένας αξιόλογος καραγκιοζοπαίχτης, γίνεται πιο πειστικός, μεταφέροντας, με θαυμαστή πιστότητα, τους κλασσικούς διαλόγους, από τον μπερντέ στο κείμενο. Και κάπου, μιλάνε οι πρωταγωνιστές της σκηνής, με τη γνώριμη, για εμάς τους θεατές, γλώσσα τους. Κάτι που θυμίζει το γέρο παλαίμαχο τον αγωνιστή στις γιορτές της εξόδου, στο Μεσολόγγι, που, σύμφωνα με τον Βλαχογιάννη, αμφισβητεί τα λόγια των ρητόρων, στους πανηγυρικούς που εκφωνούν, αλλά όταν ακούει το ζητιάνο να τραγουδάει ένα κλέφτικο, λέει στον εγγονό του: «Έτσι έγιναν τα πράγματα». Στις «Περιπλανήσεις ενός Καλλιτέχνη», πρωταγωνιστής είναι ο καραγκιοζοπαίχτης Γιάννης από την Αμφιλοχία και από τον τίτλο μπαίνουν τα πράγματα στη θέση τους. Είναι καλλιτέχνης ο περιφρονημένος από κάποιους καραγκιοζοπαίχτης. Πνεύμα ανήσυχο, που περιπλανιέται στο γεωγραφικό χώρο. Σαν ένας άλλος Οδυσσέας. Με μια διαφορά. Ο Οδυσσέας αναζητεί, μέσα στο άγνωστο, την Ιθάκη του, ενώ ο Γιάννης φεύγει από την Ιθάκη, την εστία του, και πορεύεται προς το άγνωστο. Αλλά ο δρόμος του Γιάννη δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. Αντίθετα, είναι σκληρός, δύσκολος και με εμπόδια. Κάποτε, τον περιμένουν «Κύκλωπες και Λαιστρυγόνες»,
κατά Καβάφην, που γίνονται πιο επικίνδυνοι, στα ταραγμένα εκείνα χρόνια. Όπλο του το σπινθηροβόλο πνεύμα του Καραγκιόζη, που δεν φοβάται, αλλά ξέρει να ελίσσεται, όπως είναι και το δικό του πνεύμα, αφού άλλωστε ο ίδιος τον συνδημιουργεί, μαζί με τους άλλους πρωτομάστορες, και ταυτίζονται δημιουργός και δημιούργημα. Όπως ο Οδυσσέας, έτσι και ο Γιάννης, έχει και τους συντρόφους του, που είναι οι σύγχρονοί του καραγκιοζοπαίχτες και έχει να πάρει από την τέχνη τους ή να δώσει ανάλογα. Κάποτε, ο Γιάννης συναντάει και το μεγάλο Μίμαρο, που βρίσκεται στις δικές του αναζητήσεις, αφού το οθωμανικό θέαμα δεν τον ικανοποιεί. Κοινοί οι προβληματισμοί και οι συζητήσεις τους, δίνουν και κάποιες παραστάσεις μαζί, με απρόοπτα, και οι δρόμοι τους χωρίζουν. Έχει, εντωμεταξύ, δημιουργηθεί μια νέα σημαντική συμβολική φιγούρα, ο
Σελίδα
5
Άρης Μηλιώνης
Μπαρμπαγιώργος, που θα επιβληθεί στην τέχνη από τότε. Άλλωστε, και σήμερα, από ποια παράσταση λείπει ο ορεσίβιος Βλάχος, με όλους τους συμβολισμούς του; Ο καλλιτέχνης εμψυχώνει τον κόσμο, κατά κύριο λόγο, με τα πατριωτικά του έργα και όταν τον καλεί «η μοίρα του λαού του» (Οδυσσέα Ελύτη, «Άξιον Εστί»), παίρνει το τουφέκι του και πολεμάει, στα πεδία των μαχών, για να ξαναγυρίσει, όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν, στις ατέλειωτες μετακινήσεις του. Και μέσα από την αφήγησή του, ξετυλίγεται το «γίγνεσθαι» πολλών
καραγκιοζοπαιχτών, ανά την Ελλάδα. Και το τέλος του; Η αναπόφευκτη πορεία προς την Αχερουσία, ακολουθώντας το νόμο της βιολογικής φθοράς. Σίγουρα, θα έφερνε, προς το τέλος της ζωής του, στη μνήμη του, την πολυτάραχη πορεία του, που «πολλών ανθρώπων ίδεν άστεα και νόον έγνω». Και η ζωή του τι ήταν; Μια μεγάλη παράσταση. Πρέπει, όμως, να ήταν, στα στερνά του, ευχαριστημένος που μίλησε με την τέχνη του σε τόσο κόσμο και εκείνος τον έκανε δικό του και το κυριότερο, το σπόρο που έσπειρε, μαζί με άλλους, στο χωράφι του λαϊκού πολιτισμού του, τον είδε να φυτρώνει, να μεγαλώνει και να θεριεύει. Και θερίσανε από το ζωογόνο καρπό πολλές γενιές, από τότε. Τον δρέπουν και σήμερα και θα τον θερίζουν και στο μέλλον, όταν θέλουν να βρουν την ψυχή τους. Και μην ξεχνάμε κάτι σημαντικό. Οι καραγκιοζοπαίχτες, με την περιπλάνησή τους, στο γεωγραφικό χώρο, βρίσκουν πρωτογενή στοιχεία λαϊκού πολιτισμού και τοπικών λεκτικών ιδιωματισμών, τα ενσωματώνουν στην τέχνη τους και τα έργα γίνονται πλουσιότερα και πληρέστερα. Στη νουβέλα «Τα Όνειρα ενός Επαναστάτη», έχουμε αφήγηση σε πρώτο ενικό πρόσωπο, μια ιδιότυπη αυτοβιογραφία ενός άλλου καραγκιοζοπαίχτη, που ξετυλίγοντας το κουβάρι της ζωής του, μας οδηγεί μέσα από ιστορικά γεγονότα στην πολιτική-κοινωνική διάσταση του Καραγκιόζη. Ο Καραγκιόζης εδώ, έχει πάρει πια την οριστική μορφή του, ως πολιτικό ον. Είναι επαναστάτης, ως απείθαρχος και ανυπότακτος στην κάθε εξουσία. Μήπως, εδώ, ο συγγραφέας φορτώνει με τόσο πολύ σοβαρούς χαρακτηρισμούς το άψυχο χαρτόνι της φιγούρας; Κάθε άλλο! Τη βάζει στη σωστή θέση της, γιατί η φιγούρα στο άσπρο πανί, παίρνει ζωή, φωνή και κίνηση στα χέρια του καραγκιοζοπαίχτη και το κυριότερο, δρα ως ελεύθερο πνεύμα και γίνεται ένα με το κοινό που το «διδάσκει» και το καθοδηγεί, σε μια αμφίδρομη επικοινωνία. Αλλά όπως προβάλλει, μέσα από το κείμενο, η μορφή του καραγκιοζοπαίχτη, είναι και αυτός ένας ιδιότυπος επαναστάτης, γιατί πώς αλλιώς θα μπορούσε να δημιουργήσει έναν επαναστατικό τύπο, αν δεν το είχε μέσα του και δεν το πίστευε; Ο κάθε καραγκιοζοπαίχτης, ακόμα και μέσα στα γέλια και στους αστεϊσμούς του έργου, κάνει και προοδευτική πολιτική κριτική. Άλλοτε συνειδητά και άλλοτε ασυνείδητα, έστω και αν η ιδεολογία του ήταν συντηρητική. Κάποτε, ο Γιάνναρος, έντονα και συνειδητά πολιτικοποιημένος, ρωτάει τον πολύ σημαντικό Βασίλαρο: «“Έκανες ή δεν έκανες πολιτική στον Καραγκιόζη;” “Εγώ ποτέ”, του λέει ο Βασίλαρος και ο Γιάνναρος ξαναρωτάει: “Δεν έκανες πολιτική, όταν έλεγες με τον Καραγκιόζη ότι δεν έχω να φάω, ότι οι δρόμοι έχουνε λάσπες, ότι δεν υπάρχει ένα φως να πάω στη στραβομάρα μου;”» («Σκιές στο Φως των Κεριών», εκδ. Περί Τεχνών). Ο Καραγκιόζης, όμως, είναι επαναστάτης και στα εθνικά θέματα. Τον βλέπουμε δίπλα στους ήρωες των εθνικών αγώνων, να συμπάσχει και να αγωνίζεται, αλλά πάντα με την ανάλογη σάτιρα. Μεγάλο του όπλο ο
Σελίδα
6
αυτοσχεδιασμός, το απρόοπτο στην πλοκή του έργου, την επίκαιρη ατάκα της στιγμής, που συνήθως δεν επαναλαμβανόταν, έστω και αν παιζόταν, αργότερα, η ίδια παράσταση από τον ίδιο καλλιτέχνη. Κάπου στα τέλη της δεκαετίας του 1950, ο Γιάνναρος ανεβάζει, στο πανί, το ηρωικό έργο «Αθανάσιος Διάκος». Ο Καραγκιόζης είναι κοντά στον ήρωα και αγωνίζεται μαζί του, χωρίς βέβαια να ξεχνάει τη σάτιρά του. Πάνω στο γεφύρι της Αλαμάνας, όταν η μάχη έχει κριθεί, έρχεται το πρωτοπαλίκαρο και λέει στον Διάκο να φύγει, να σωθεί. Το ίδιο τον προτρέπει και ο Καραγκιόζης που είναι δίπλα του. Ο Διάκος, αγέρωχος, αρνείται: «Δεν φεύγω, ωρέ! Θα μείνω να θυσιαστώ, όπως έκανε ο Λεωνίδας, εδώ, δίπλα στις Θερμοπύλες». Τότε, παρεμβαίνει ο Καραγκιόζης: «Φύγε, καπετάνιο, γιατί αν ήξερε ο Λεωνίδας ότι σήμερα θα μας κυβερνούσε ο…, δεν ξέρω τι θα έκανε». Ήταν ατάκα της στιγμής, την οποία έκτοτε, από ό,τι μου έλεγε ο Γιάνναρος, δεν την επανέλαβε. Ο Κώσταρος, στα χρόνια της Κατοχής και του Εμφύλιου Πολέμου, πριν από κάθε παράσταση, στα χωριά, «έκοβε», με το μάτι του, την κίνηση, τι σόι είναι το ακροατήριό του: απλός κόσμος, γερμανοϊταλοί, αντάρτες, καταδότες, για να προσαρμόσει το έργο και τις ατάκες του αναλόγως. Στα δύσκολα χρόνια, οι ηρωικές παραστάσεις εμψύχωναν το κοινό που πιάνει εύκολα το νόημα και στη θέση του Τούρκου κατακτητή, φαντάζεται τους σύγχρονους δυνάστες, ενώ στη θέση της κλεφτουριάς, τους αγωνιστές της λευτεριάς. Κάποιοι καραγκιοζοπαίχτες μπαίνουν και στην Αντίσταση, γίνονται πράγματι και επαναστάτες, όπως ο Ανέστης Βακάλογλου, που έμεινε στην ιστορία με το αντάρτικο όνομά του «Ορέστης», που το πήρε, όταν ανέβηκε στο βουνό. Και η εξουσία, που δεν της αρέσουνε σάτιρες και κριτικές, τι έκανε; Στα πρώτα χρόνια, η μεγαλοαστική τάξη που, συνήθως, κυβερνούσε και εξουσίαζε, δεν ασχολήθηκε με τον ταπεινό και περιφρονημένο, κατ’ αυτήν, Καραγκιόζη, που ελεύθερος έστελνε στο κοινό τα μηνύματά του. Αργότερα, όταν κατάλαβαν ότι η τέχνη αυτή μιλάει και επηρεάζει, έβαλαν μπροστά της τις τιμωρίες και την ιδιότυπη λογοκρισία. Πρόθυμοι και καταδότες υπήρχαν πάντα. Πολλοί καραγκιοζοπαίχτες πλήρωσαν το θάρρος τους και κάποιοι από αυτούς πολύ ακριβά, όπως ο καραγκιοζοπαίχτης Χρήστος Σωτηρόπουλος από την Πάτρα, που τον κρεμάσανε οι Γερμανοί, επειδή έπαιζε ηρωικά έργα. Αλλά τελικά, ο Καραγκιόζης δεν άλλαξε. Αντίθετα, έγινε πιο πονηρός, εφευρετικός και ευέλικτος. Εδώ, ο Θωμάς Αγραφιώτης, μέσα στην αφήγηση τού Επαναστάτη δημιουργεί μια πρωτοτυπία μεταφυσικού χαρακτήρα. Ο ήρωάς του αυτοβιογραφείται, με προεκτάσεις στο χρόνο, πέραν της βιολογικής του παρουσίας στον κόσμο αυτό. Ξεκινάει, πριν γεννηθεί, με την ιστορία του πατέρα του, περιγράφει, στη συνέχεια, τη ζωή του και πρωτοτυπεί, συνεχίζοντας την αφήγηση και μετά από το θάνατό του όταν, ως πνεύμα πια, παρακολουθεί τα τεκταινόμενα από τας «αιωνίους μονάς». Το τελευταίο έρχεται να επιβεβαιώσει το μεγάλο και διαρκές ενδιαφέρον του και την αγωνία του για τον τόπο και την τέχνη. Και έτσι, φτάνει μέχρι το σήμερα που μέσα από μια φαινομενική «ηρεμία», ντυμένη με κοινοβουλευτικό μανδύα, «χαγάνοι ορνεοκέφαλοι βυσσοδομούν. Σκυλοκοίτες και νεκρόσιτοι κι ερεβομανείς κοπροκρατούν το μέλλον» (Οδυσσέα Ελύτη, «Άξιον Εστί»). Υπάρχει, όμως, και μια άλλη εξήγηση, που δεν αναιρεί την προηγούμενη. Πολλά τα γεγονότα στην ιστορία του. Το καθένα με τη διαφορετικότητά του, αλλά το ελεύθερο πνεύμα του Καραγκιόζη είναι μέσα σε όλα και δεν αφήνει τίποτα να ξεφύγει από τη σάτιρά του. Και ευλόγως, γεννάται το ερώτημα: Πώς μία τέχνη, που δημιουργήθηκε σχετικά πριν λίγο καιρό, απέκτησε τόση δυναμική; Σαν απάντηση, έρχεται και πάλι, μέσα από το πνεύμα του κειμένου, η θεωρία ότι το πνεύμα του Καραγκιόζη προϋπήρχε, ως διαχρονικό ελληνικό πνεύμα, από την αρχαία Ελλάδα και το Βυζάντιο. Και σαν το νερό, περίμενε τη «ρομφαία του Μίμαρου» και των ομοτέχνων του, για να αναβλύσει γάργαρο και δροσερό και για να ξεδιψάσει τις καρδιές των Ελλήνων. Άρης Μηλιώνης
Σελίδα
7
ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΩΜΑ ΑΓΡΑΦΙΩΤΗ
ΠΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΠΕΝΑ ΤΟΥ ΖΩΝΤΑΝΕΨΕ ΤΙΣ ΜΝΗΜΕΣ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΡΟΥΛΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΙΜΗ ΜΟΛΛΑ, 1/12/2017 Τον Γιάννη Ρούλια τον γνώριζα μόνο από τις βιβλιογραφικές μου αναζητήσεις και από δημοσιεύματα των ψηφιοποιημένων εφημερίδων στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού. Να που όμως οι περιπλανήσεις ενός καλλιτέχνη του Θωμά Αγραφιώτη, τον ζωντάνεψαν και είμαι βέβαιος, πως αν ο φίλος Θωμάς είχε μια χρονομηχανή του Θεάτρου Σκιών (γιατί στο Θ. Σ. όλα είναι δυνατά) και Τάκης Μαζαράκης του έπαιρνε συνέντευξη, είμαι βέβαιος πως θα του έλεγε τα ίδια ακριβώς με αυτά της νουβέλας του. Η μυθιστορηματική βιογραφία (όχι και τόσο μυθιστορηματική) στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα, που ερανίστηκαν από δημοσιεύματα και βιβλιογραφικά δεδομένα. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και για τον μακαρίτη Μίμη Μόλλα, την μνήμη του οποίου τιμάμε απόψε. Αν και ήταν σύγχρονός μου καλλιτέχνης, στις δόξες του τότε, δεν είχα ποτέ την ευτυχία να παρακολουθήσω τις παραστάσεις του. Ίσως γιατί την εποχή αυτή, οι σπουδές μου και κατόπιν η υπηρεσιακή μου σταδιοδρομία στο Π. Ν. δεν μου άφηναν περιθώρια, ώστε να ασχοληθώ με το Θ. Σ., που πάντα αγαπούσα. Πέρασαν πολλά χρόνια και μετά την αποστρατεία μου, άρχισαν οι φοιτητικές μου μνήμες να αναζωπυρώνονται. Τότε, που ως φοιτητής την δεκαετία του 1960, ερχόμουν στον χώρο αυτό, που τότε ήταν η ταβέρνα «Το παλιό Πανεπιστήμιο» και μετά από το βραδινό φαγητό, κατέληγα ή στις μπουάτ, που εδώ γύρω υπήρχαν ή στον διπλανό Χαρίδημο. Ωστόσο, οι παλιές καραγκιοζίστικες μνήμες, που είχα, άρχισαν να εμφανίζονται ξανά μέσα στη διάνοιά μου και να γίνονται πλέον απτές ενασχολήσεις με το Θέατρο Σκιών. Άρχισα να συγκεντρώνω βιβλία και να αναζητώ βιβλιογραφικά δεδομένα. Στην αρχή αυτής της αναζήτησης, ο πατέρας και ο γιος Μόλλας κυριαρχούσαν. Δεν θα ξεχάσω την χαρά, που ένοιωσα, όταν διάβασα το βιβλίο ή καλύτερα την ΒΙΒΛΟ του Καραγκιόζη του Μίμη Μόλλα και το βιογραφικό του. Ήταν όντως ένας ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΣ με ΟΝΕΙΡΑ. Ο φίλτατος Θωμάς, όμως με την χρονομηχανή του συνάντησε, τόσο τον επαναστάτη Μόλλα, όσο και τα όνειρά του. Η βραβευμένη νουβέλα του τα ΟΝΕΙΡΑ ΕΝΟΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗ, μαρτυρούν του λόγου το αληθές. ΕΥΓΕ, ΘΩΜΑ. ΠΑΝΤΑ ΕΠΙΤΥΧΙΕΣ. ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΣΟΥ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΠΟΛΥ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΡΑΦΙ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΣΚΙΩΝ.
Τάκης Μαζαράκης
Σελίδα
8
Επαναστάτης και κυρά Φροσύνη Η ώρα ήταν ήδη έξι και είκοσι και εγώ κατέβαινα την Μητροπόλεως, με γοργό βήμα… Αργούσα… Δεν θα έφτανα στην ώρα μου… Έστριψα από εδώ, έστριψα από εκεί και τσουπ… Να τα σκαλοπάτια! Ανέβηκα, με το ίδιο γοργό βήμα, όπως πριν… Τίποτα δεν είχε αλλάξει… Θόλου 5, Παλαιό Πανεπιστήμιο… Από την πόρτα της εισόδου, έβλεπα φως, άκουγα γνώριμες φωνές… Μπήκα μέσα… Παρόντες όλοι του Διοικητικού Συμβουλίου και φίλοι της τέχνης μας! Ο Θωμάς Αγραφιώτης τακτοποιούσε τα αντίτυπα του βιβλίου, που θα μας παρουσίαζε και πίσω από τον μπερντέ, που ήταν στημένος, βοηθοί και καραγκιοζοπαίχτης ταχτοποιούσαν τις φιγούρες για την παράσταση… «Οι περιπλανήσεις ενός καλλιτέχνη & Τα όνειρα ενός επαναστάτη» ήταν ο τίτλος του βιβλίου του Θωμά μας, ένα βιβλίο που όπως και ο ίδιος μας είπε, είναι εκτός εμπορίου και μόλις 100 αντίτυπα τυπώθηκαν, αριθμήθηκαν και θα υπογραφούν για τους παρόντες, πράγμα που τα καθιστά συλλεκτικά. Ο Θωμάς, γεννημένος το 1976 στην Κοζάνη, δάσκαλος-καραγκιοζοπαίχτης, μέλος του Καλλιτεχνικού Συμβουλίου του Πανελλήνιου Σωματείου Θεάτρου Σκιών (έτος ιδρύσεως 1925) και βραβευμένος σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς για τις νουβέλες, που απόψε θα μας παρουσίαζε! Για να πάμε και πίσω από τον μπερντέ… Ο Άγγελος (γιος και βοηθός του αείμνηστου καραγκιοζοπαίχτη Γεωργίου Αλιμπέρτη, μαθητή και βοηθού του μεγάλου Αντώνη Μόλλα), μαζί με τον αδερφό του Αλέξανδρο (ζωγράφο, αγιογράφο, φιγουροποιό και βοηθό σκηνής σε παραστάσεις στο μουσείο λαϊκής τέχνης), πλέον, τσέκαραν τις τελευταίες λεπτομέρειες για την παράσταση, που θα μας ψυχαγωγούσε μετά την παρουσίαση του Θωμά. Όλα ήταν έτοιμα… Ο Θωμάς μάς προλόγισε τη νουβέλα του… Στο βήμα, ο Πρόεδρός μας (Πάνος Καπετανίδης)… Έπειτα, ο Γενικός Γραμματέας Αργύρης Αθανασίου και τέλος ο Τάκης Μαζαράκης, με έναν πολύ θερμό και τρυφερό λόγο, μας μίλησε για το βιβλίο αυτό… Τα φώτα έσβησαν… Το κουδούνι χτύπησε τρεις φορές και οι δερμάτινες φιγούρες του καραγκιοζοπαίχτη βγήκαν στο πανί… Ο Αλή Πασάς έμαθε για την Κυρά-Φροσύνη και το γιο του, τον Μουχτάρ… Και από την άλλη, η Χαλιφέ Χανούμ ζητά δικαιοσύνη και αίμα… Το τέλος; Τα κρύα νερά της λίμνης αγκάλιασαν την Κυρά-Φροσύνη, μια γυναίκα που τόλμησε και αγάπησε… Στράτος Πασχαλίδης
Σελίδα
9
1 Δεκεμβρίου 2017… Μια εκδήλωση για τη μνήμη του Δημήτρη Μόλλα (30 χρόνια από την κοίμησή του) έλαβε χώρα στο Παλαιό Πανεπιστήμιο-Μουσείο Ιστορίας, στην Πλάκα. Στην εκδήλωση αυτή, η οποία έγινε υπό την αιγίδα του Πανελλήνιου Σωματείου Θεάτρου Σκιών, ο Θωμάς Αγραφιώτης μάς παρουσίασε τις βραβευμένες, από λογοτεχνικούς διαγωνισμούς, νουβέλες του: «Οι περιπλανήσεις ενός καλλιτέχνη & Τα όνειρα ενός επαναστάτη». Παρευρέθηκαν το Διοικητικό Συμβούλιο του Σωματείου μας (Πάνος Καπετανίδης, Τάκης Κωστιδάκης, Αργύρης Αθανασίου, Σωκράτης Κοτσορές), τα μέλη του Καλλιτεχνικού Συμβουλίου (Άγγελος & Αλέξανδρος Αλιμπέρτης, Νικόλαος Αλεφραγκής, Μιχάλης Ταυλάτος) αλλά και φίλοι της τέχνης του λατρεμένου μας Καραγκιόζη. Μετά το πέρας της παρουσίασης του βιβλίου, το οποίο πρέπει να σημειωθεί πως ΔΕΝ κυκλοφορεί στο εμπόριο, (τυπώθηκαν 100 αντίτυπα, υπογράφηκαν και μοιράστηκαν στους παρευρισκόμενους στην εκδήλωση) ο Άγγελος Αλιμπέρτης μάς παρουσίασε το ηρωικό δράμα: «Κυρά-Φροσύνη και Αλή Πασάς». Το κλίμα, κατά τη διάρκεια της παρουσίασης, ήταν ιδιαίτερα θερμό. Ήταν μια πολύ όμορφη εκδήλωση, μία εκδήλωση για την ελευθερία του λόγου, που μέσα από τη λογοτεχνία και ταυτόχρονα μέσα από την παράσταση, λογοτέχνης και καλλιτέχνης έχουν. Κατά την πολύ ταπεινή μου άποψη, αυτή την ελευθερία του λόγου εκπροσώπησε και ο Δημήτρης Μόλλας, όπως και κάθε καλλιτέχνης του Θεάτρου Σκιών εκπροσωπεί! Καλό θα ήταν να μπορέσουμε όλοι μας να διατηρούμε την ελευθερία του λόγου μας, μακάρι να το κάνουμε! Σκεφτείτε πώς θα ήταν ο κόσμος μας δίχως ελευθερία του λόγου… αλλά και όχι μόνο!
Σελίδα
10
Tου Θωμά Αθ. Αγραφιώτη
Κάθε βράδυ, νέο έργο: Έργο Πέμπτο (5/7) Ο Γιακωβάκης άκουσε την ιστορία από τον αστυνόμο, με μεγάλη προσοχή, χωρίς να τον διακόψει και μειδιώντας, συχνά, σαν να άκουγε μια οικεία ιστορία, με την οποία δεν ήξερε αν θα πρέπει να γελάσει ή να βγει από τα ρούχα του. Ο αστυνόμος, όντως, φαινόταν ότι δεν μπορούσε να ψυχολογήσει τον καλλιτέχνη: Γελούσε, για να σαρκάσει, ή για να μην αντιδράσει ακραία, αντίκρυ στις ακρότητες που άκουγε. Αφού τελείωσε η διήγηση, σηκώθηκε, περπάτησε λίγο, μέσα στο δωματιάκι του, σαν να ήθελε να σκεφτεί, κοντοστάθηκε, αναστέναξε, γέμισε τα ποτήρια τους με τσίπουρο, ήπιε στα γρήγορα το δικό του, σαν σφηνάκι, προέτρεψε και τον αστυνόμο να πιει, αλλά μάταια, γιατί δεν ήταν εκτός υπηρεσίας, και στο τέλος, ψέλλισε, με έναν τρόπο γεμάτο σοφία, αλλά και κάποια πίκρα: - Το Αφροδιτάκι δεν έχει μάθει, τελικά, τίποτα. Δεν ξέρω ποιος μπορεί να είναι ο δολοφόνος, αλλά σίγουρα ο δολοφόνος ξέρει από Καραγκιόζη. - Τι εννοείτε; - Οι δύο φόνοι, που μου περιγράψατε, όσο παρανοϊκοί και αν φαίνονται, δεν μου φαίνονται διόλου, μα διόλου, πρωτότυποι ή τρελοί. Εγώ τους έχω τελέσει άπειρες και άπειρες φορές. - Μα… - Μην ανησυχείτε. Γελάω με το φόβο, που ζωγραφίζεται στα μάτια σας. Ένας καλλιτέχνης διαπράττει άπειρους φόνους, αλλά ποιητική αδεία. Έχετε δει, ποτέ σας, Καραγκιόζη; - Ναι! Φυσικά! Έχω τα δισκάκια του Σπαθάρη για το γιο μου. Έναν Καζαντζίδη αγοράζω για μένα και ένα δισκάκι Καραγκιόζη για το μικρό. - Ποιο έργο έχετε ακούσει, λοιπόν; - Ο Καραγκιόζης Μάγειρας, Το πιο μεγάλο ψέμα, Οι τρεις ερωτήσεις και το ψέμα στον Πασά, Οι δύο Έμποροι, Ο Καραγκιόζης στο Δικαστήριο, Ο Καραγκιόζης Φούρναρης, Ο Καραγκιόζης Γραμματικός, Ο Καραγκιόζης Γιατρός, Ο Καραγκιόζης Πλοίαρχος, Ο Καραγκιοζης… - Αρκεί! Μόνο ακούτε; Δεν βλέπετε; - Ναι. Ξέρω όλες τις κωμωδίες απέξω και εγώ, ακούγοντας με το μικρό. - Η λύση, όμως, βρίσκεται σε άλλα έργα του καμπούρη, που βλέπω να καταπίνονται, όπως πάει, από τη λήθη του χρόνου… - Όπως; - Έργα δραματικά, συχνά βίαια. - Α! Δεν είναι για το παιδί αυτά. Ο Καραγκιόζης είναι, για να γελάμε. - Μα ποτέ δεν ήτανε για το παιδί. Πάντα για τους μεγάλους ήτανε. - Πείτε μου ένα, ας πούμε. - Μου αρέσει το ενδιαφέρον σας. Ένα παλιό ηρωικό ήταν «Ο Καραγκιόζης και ο Καπετάν Γκρης». - Γκρης; - Γραικός, προφανώς. Ο Κώστας Γκρης, ήρωας του βουνού. Εκεί, ο Καραγκιόζης δεν είναι, για να γελάμε! Έχει δραματικό, αλλά και κωμικό ρόλο συνάμα. Κινδυνεύει να καρατομηθεί. - Και… καρατομείται; - Φοβηθήκατε, ε; Όχι. Γλιτώνει. Αλλά καρατομείται, δηλαδή αποκεφαλίζεται ο Νιόνιος. - Ο Σιορ Διονύσιος;
Σελίδα
11
- Ναι! Γιατί εκπλαγήκατε; Επειδή δεν το ξέρετε; Αυτό το έργο είναι από τα κορυφαία του μπερντέ. Του παίρνουν το κεφάλι, καλή ώρα, όπως αυτός που μου είπατε στην αρχή. - Ο Ηρόδοτος; - Ναι, δεν του κόψανε το κεφάλι; Έτσι δεν μου είπατε; Σε ένα άλλο έργο, ακόμα πιο δραματικό, ο Καπετάν Χρόνης παίρνει ένα πεσκέσι από τον Αλή Τσεκούρα, μέσα σε ένα καλάθι. - Με δώρα για τα παιδιά του; - Με τα κεφάλια των ίδιων των παιδιών του, αστυνόμε. Με τα κεφάλια των παιδιών του Χρόνη. Σας θυμίζει κάτι; - … - Δεν μιλάτε; Θα σας πω εγώ. Μου θυμίζει το πακέτο με το κεφάλι αυτού του θύματος με το αρχαίο όνομα. - Και η γυναίκα; - Η γυναίκα μού είπατε ότι πέθανε από χτυπήματα. - Σφυροκοπήθηκε στα πόδια και πέθανε από αιμορραγία, αν και ο δολοφόνος τη χτύπησε και στο κεφάλι και στο υπόλοιπο σώμα. - Εμένα με νοιάζει ότι σφυροκοπήθηκε στα πόδια, για να τη βασανίζουν, όπως ο Αλή Πασάς βασάνισε τον Κατσαντώνη, που χρόνια τώρα το παίζουμε και στο πανί. - … - Δεν μιλάτε; Ο δολοφόνος, κύριε, κατέχει άριστα τον κόσμο των σκιών και παίζει με τα έργα και με την πραγματικότητα. Ο αστυνόμος δεν ήξερε αν έπρεπε να γελάσει με τις θεωρίες του εκκεντρικού αυτού καλλιτέχνη ή να δώσει βάση, σε κάτι που φαινόταν μεν λογικοφανές, αλλά παρέπεμπε περισσότερο σε παράσταση Θεάτρου Σκιών, παρά σε κάτι που θα μπορούσε να πείσει μια σοβαρή ανάκριση. Εκείνη την ώρα και πάνω που ο αστυνόμος φαινόταν έτοιμος να ασκήσει έντονη αμφισβήτηση για τις θεωρίες του Γιακωβάκη, εμφανίστηκε ένα όργανο της τάξεως, για να ενημερώσει τον ανώτερό του ότι ο Λαλάκης ανευρέθη νεκρός και ανασκολοπισμένος. Ακούγοντάς το ο Γιακωβάκης, άναψε ένα τσιγάρο, τράβηξε δυο μακρόσυρτες ρουφηξιές και δήλωσε με τόνο σοβαρό, επίσημο, αλλά και δικαιωμένο, ανασηκώνοντας τα πονηρά του μάτια προς τα πάνω, σαν να το διασκέδαζε, σαν να είχε διαπράξει ο ίδιος το φόνο του Λαλάκη: - Σουβλίστηκε σαν τον Αθανάσιο Διάκο. Ακόμα ένα μεγάλο έπος του Καραγκιόζη, που κάνει τους θεατές να κλαίνε, σαν τα παιδιά. Τεράστιο έργο! Πολύ σπουδαίο έργο! Από τα καλύτερά μας, ίσως! Ήταν ζήτημα χρόνου να ζητήσει ο αστυνόμος από τον Γιακωβάκη να ταξιδέψουν μαζί στην πόλη. Αφού ο Γιακωβάκης πήρε την ευχή της αγαπημένης του αδερφής, φόρεσε τα επίσημά του και εισήλθε στο μικρό αυτοκίνητο της αστυνομίας για το μεγάλο ταξίδι και για να τους δώσει τα φώτα του, αν και ο αστυνόμος φοβόταν ότι το όλο εγχείρημα ίσως και να κατέληγε σε φιάσκο. Μπορεί και να γελούσαν και οι τοίχοι του τμήματος με όσα θα άκουγαν από έναν ευφάνταστο καλλιτέχνη, πλην όμως όλες οι εξηγήσεις του φαίνονταν να είχαν μια λογική αλληλουχία. Ο αστυνόμος ζήτησε από τον καλλιτέχνη να καταγράψει, εν συντομία, την υπόθεση και ιδίως την κατάληξη των συγκεκριμένων παραστάσεων, με έμφαση στους φόνους/βασανιστήρια και στον τρόπο της τέλεσής τους: Αποκεφαλισμός, κεφάλια στο καλάθι, σφυροκόπημα, σούβλισμα… Για ευνόητους λόγους, ο Γιακωβάκης δεν ήρθε σε επαφή ούτε με την Αφροδίτη, αλλά ούτε και με τον Τζημάρα, τον οποίο μάλιστα δεν φαινόταν να εκτιμούσε και ιδιαίτερα. Αλλά και για την Αφροδίτη, δεν φαινόταν ο Γιακωβάκης να έχει την καλή γνώμη, που είχε κάποτε. Ποιοι οι λόγοι δεν ήταν της παρούσης να ανιχνευθούν, ούτε φαινόταν να είχαν και κάποιο ενδιαφέρον για την αστυνομία, με τον αστυνόμο, σε πρώτη φάση, να έχει
Σελίδα
12
αρχίσει να αμφισβητεί κατά πόσο ήταν παιδαγωγικό αυτό το θέαμα/ακρόαμα, με το οποίο γαλουχούσε τον υιό του. Αυτό, όμως, το οποίο απαιτούνταν από τους κρατούμενους, πλέον, Αφροδίτη και Τζημάρα, ήταν το να τεθεί υπό κράτηση και φυσικά να ανακριθεί και η γραμματέας του Ηρόδοτου, κάτι που δεν μπορούσε άλλο, πια, να καθυστερεί. Η γραμματέας ήταν ελεύθερη και εξίσου ύποπτη για όλα τα φονικά, οπότε ο αστυνόμος έπρεπε, φευ (για τον ίδιο), να φτάσει στο σημείο να παρακάμψει τις εκκλησιαστικές και παρεκκλησιαστικές αρχές της περιοχής, για να οδηγήσει την ατυχήσασα και γεροντοκόρη γραμματέα, από το οικοτροφείο στο αστυνομικό τμήμα, με όλες αυτές τις συνέπειες, που θα μπορούσε να έχει αυτή η πράξη. Έτρεμε ο αστυνόμος και μόνο στην ιδέα ότι οι ομοϊδεάτες και οι ομοϊδεάτισσες της γραμματέως θα κατέκλυζαν το αστυνομικό τμήμα, για να διαμαρτυρηθούν για το θράσος του να περάσει το άβατο αυτού του «ιερού» χώρου, όπως αποκαλούνταν το οικοτροφείο. Όμως, έπρεπε να ακολουθήσει τη νόμιμη οδό και να το πράξει αυτό, μετά από ορισμένα απαραίτητα τηλεφωνήματα και με προσεκτικό τρόπο, ώστε το όργανο να κάνει τη δουλειά του, χωρίς να θεωρηθεί βέβηλο και ιερόσυλο… Ο Γιακωβάκης καθόταν σε μια καρέκλα και έλεγε ιστορίες για τα παλιά, προσπαθώντας, εμμέσως πλην σαφώς, να πείσει ότι το θέαμα του Καραγκιόζη δεν ήταν τόσο αγνό και άδολο, όσο νόμιζαν οι πιο πολλοί. Μιλούσε για την πάλαι ποτέ αισχρότητά του, για το άσεμνο στοιχείο του, για τους φαλλούς που ξεπρόβαλαν αριστερόθεν και δεξιόθεν του μπερντέ και για τον παλιό Καραγκιόζη, αυτόν της οθωμανικής αυτοκρατορίας, που έβριζε χυδαία, που λάτρευε το όπιο και που θελγόταν στο να κάνει μπανιστήρι και να κοιτάζει κρυφά όλο τα απόκρυφα, που λάβαιναν χώρα στο χαμάμ. Μακροπρόθεσμα, ο Καραγκιόζης σεμνοποιήθηκε, χάρη στον Σαρδούνη, έγινε οικογενειακό θέαμα, αλλά μαζί με την κωμωδία, έμπασε μέσα του και το δράμα για ένα πιο απαιτητικό κοινό, κυρίως το ηρωικό δράμα, για τους ήρωες του 1821, για τα μαρτύρια και τα βασανιστήριά τους, που γέμιζαν με αίματα, αλλά και με βία, το πανί. Φόνοι, θάνατοι, διάβολοι και τρίβολοι, όπως έλεγε ο Γιακωβακης, για να σπάσει ο πάγος, έδιναν και έπαιρναν στο λευκό το σεντονάκι, μπροστά από τις ασετιλίνες. Ο αστυνόμος, κάπου, είχε αρχίσει να κουράζεται, με όλα αυτά τα παραμύθια των σκιών και περίμενε τη γραμματέα, από την ανάκρισης της οποίας ανέμενε ένα κάποιο καλύτερο λαβράκι, μπας και δοθεί και μια σοβαρή εξήγηση στην όλη ιστορία, καθώς ο λογικός παραλογισμός του Γιακωβάκη φαινόταν στον αστυνόμο παράλογος. Αλλά τα πράγματα του κόσμου δεν κατευθύνονται πάντα από έναν καραγκιοζοπαίχτη, όπως με τις φιγούρες στο πανί. Συγκυρίες καινούριες και αστάθμητοι παράγοντες, νέα μέτρα και σταθμά, έρχονται να αλλάξουν την κατάσταση και αμέσως να δώσουν νέα διάσταση στο θέμα: Η γραμματέας είχε βρεθεί νεκρή. Ο Γιακωβάκης ρώτησε τον αστυνόμο με μία σαρδόνια ανυπομονησία: - Και πώς την σκότωσαν; - Με απλό τρόπο αυτήν τη φορά και να μην χαίρεστε, κύριε Γιακωβάκη, γιατί αρχίζω να εκνευρίζομαι. Μια μαχαιριά στην πλάτη, έτσι απλά, και η γραμματέας ξεψύχησε μέσα σε λίγες στιγμές… Αυτό… - …όπως δολοφονήθηκε ο Νιόνιος στην «Ορφανή της Χίου». - Πάλι ο Νιόνιος; Αυτός δεν καρατομήθηκε στον Γκρη; - Οι σκιές ποτέ τους δεν πεθαίνουν, αστυνόμε. Επανέρχονται, για να πάρουν εκδίκηση. Ο Νιόνιος μαχαιρώνεται, νεκρανασταίνεται και εκδικείται, παρόντος του Νικηταρά του Τουρκοφάγου, στο νεκροταφείο! Συνεχίζεται…
Σελίδα
13
Η ΘΕΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΣΚΙΩΝ ΚΑΙ Ο ΒΑΣΙΛΑΡΟΣ ΣΤΟ ΑΙΓΙΟ
Ένα από τα χαρακτηριστικά του λαϊκού μας θεάτρου είναι η ευρεία θεματολογία του, αλλά και η προσαρμοστικότητά του. Θα μπορούσαμε να χωρίσουμε το ρεπερτόριο του Καραγκιόζη σε τρεις βασικούς άξονες: α) Στα έργα, στα οποία σατιρίζεται η καθημερινή ζωή (π.χ., ο Καραγκιόζης Γραμματικός), β) Στα έργα, που βασίζονται σε θρύλους ή παραμύθια (π.χ., το Μαγεμένο Δεντρί) και γ) Στα ηρωικά έργα (όπως, λόγου χάριν, ο ήρωας των Αγράφων Κατσαντώνης). Βέβαια, το Θέατρο Σκιών ποτέ δεν έπαψε να εξελίσσεται και να προσαρμόζεται στις εκάστοτε συνθήκες, δεδομένου ότι οι καραγκιοζοπαίχτες πάντα περνούσαν στον μπερντέ τις χαριτολογίες και το πνεύμα της εποχής τους. Όποτε το καλούσαν οι συνθήκες, οι καλλιτέχνες «κεντούσαν» καινούργια καλαμπούρια ή ακόμα και καινούρια έργα, θέλοντας να έχουν το κοινό τους σε εγρήγορση. Μια τέτοια ανάγκη εκμεταλλεύτηκε ο Βασίλαρος στα 1948, όταν και παρουσίασε το έργο: "Ο Καραγκιόζης και η μάχη του Αιγίου". Τον Φλεβάρη του ’48, σημειώθηκε η μάχη του Αιγίου, μια από τις μεγαλύτερες του Εμφυλίου, που έλαβαν χώρα στην Πελοπόννησο. Εκείνη την εποχή, φυσικά, τα μέρη, στα οποία μπορούσε να διασκεδάσει κανείς, στο Αίγιο, ήταν μετρημένα: Το χειμώνα, δυο χειμερινοί κινηματογράφοι και το γήπεδο τις Κυριακές, ενώ, το καλοκαίρι, δυο θερινά σινεμά και το καραγκιοζοθέατρο «Όασις», στα προσφυγικά της πόλης. Ήταν μια θαυμάσια ευκαιρία για τον Βασίλαρο να παρουσιάσει μια παράσταση, στην οποία οι Αιγιώτες θα έβλεπαν κάτι καινούριο, το οποίο, συγχρόνως, τους αφορούσε άμεσα. Το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς, ανέβηκε το σχετικό έργο: «Ο Καραγκιόζης και η μάχη του Αιγίου», το οποίο παρουσιάστηκε στο οικόπεδο της εκκλησίας του Αγίου Παντελεήμονα, το οποίο υπάρχει, μέχρι σήμερα, στο κέντρο της πόλης. Η παράσταση παρουσιάστηκε για δυο εβδομάδες και οι πηγές της περιόδου εκείνης αναφέρουν ότι σημείωσε πρωτοφανή επιτυχία. Από τον μπερντέ του Βασίλαρου, παρήλασαν όλα τα πρόσωπα της μάχης: Αντάρτες, χωροφύλακες, διλοχίτες ακόμη και ο τοπικός μοίραρχος Πρασσάς, που τραυματίστηκε κατά τη διάρκεια της επίθεσης. Η παράσταση ολοκληρωνόταν με την αποθέωση, ο Βασίλαρος κρατούσε τη σημαία, τα παιδάκια έλεγαν ποιήματα, ενώ στο τέλος τραγουδούσαν τον εθνικό ύμνο. Η παράσταση, πραγματικά, άφησε εποχή. Αξίζει να σημειώσουμε ότι ο Βασίλαρος έπαιζε, κάθε καλοκαίρι, στην «Όαση», μέχρι που συνταξιοδοτήθηκε στα 1966. Η «Όαση» φιλοξενούσε καθημερινά παράσταση Καραγκιόζη, μέχρι και το καλοκαίρι του 1975, όταν και έκλεισε οριστικά. Το οικόπεδο υπάρχει, έως σήμερα, στην περιοχή του προσφυγικού συνοικισμού, έρημο πια και λησμονημένο… Κωνσταντίνος Τσιαγάς
Σελίδα
14
2018 “Ευρωπαϊκό Έτος
Πολιτιστικής Κληρονομιάς”
Διοργάνωση εκδηλώσεων στο πλαίσιο των εορτασμών για το 2018, ως Ευρωπαϊκό Έτος Πολιτιστικής Κληρονομιάς Σύμφωνα με πρόσφατη Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Απόφαση Ε. Ε. 2017/864/17-5-2017), το έτος 2018 έχει ανακηρυχθεί ως Ευρωπαϊκό Έτος Πολιτιστικής Κληρονομιάς (ΕΕΠΚ 2018). Η πρωτοβουλία αυτή αποσκοπεί στην ανάδειξη της σημασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς για την ευρωπαϊκή κοινωνία, υπό το πρίσμα των σοβαρών πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών προκλήσεων που αντιμετωπίζει η Ένωση σήμερα. Το ΕΕΠΚ 2018 αποσκοπεί να προωθήσει την αναγνώριση της πολιτιστικής κληρονομιάς της Ευρώπης ως κοινού αγαθού, να ευαισθητοποιήσει τους Ευρωπαίους πολίτες σχετικά με την κοινή τους ιστορία και αξίες και να ενισχύσει το αίσθημα του ανήκειν σε έναν κοινό ευρωπαϊκό χώρο. Στο πλαίσιο αυτό, το ΕΕΠΚ 2018 αποτελεί ευκαιρία για την προβολή μιας πιο πλουραλιστικής εικόνας του ελληνικού πολιτισμού μέσω της ανάδειξης όψεων της νεότερης πολιτιστικής κληρονομιάς, η οποία συνήθως παραμένει στη σκιά. Έτσι, η Διεύθυνση Νεώτερου Πολιτιστικού Αποθέματος και Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς έχει εκπονήσει σχέδιο δράσης αποδίδοντας, κατά προτεραιότητα, έμφαση στην ανάδειξη ως πολιτιστικής κληρονομιάς δύο εκφάνσεων της νεότερης πολιτισμικής κληρονομιάς των Ελλήνων: α) των λαϊκών εθιμικών δρωμένων και γιορτών & β) του αγροτικού τοπίου. Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις δράσεις της Διεύθυνσης για τη διαφύλαξη και ανάδειξη της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, μπορείτε να βρείτε στον ιστότοπο της Υπηρεσίας μας: ayla.culture.gr. Σε συνάντηση που έγινε στην Αθήνα, στις 18/12/2017, συμμετείχε από την μεριά του Σωματείου μας ο Πρόεδρος Πάνος Καπετανίδης και ο Γενικός Γραμματέας Αργύρης Αθανασίου, ενώ πήραν μέρος φορείς και εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης, λαογραφικών και πολιτιστικών συλλόγων και άλλοι φορείς. Οι φορείς που θα επιλεγούν θα λάβουν το «Σήμα» του ΕΕΠΚ. Τι είναι το σήμα; Το σήμα ΕΕΠΚ (που περιλαμβάνει λογότυπο, σύνθημα και ετικέτα) διατίθεται για δραστηριότητες, εκδηλώσεις και έργα που πραγματοποιούνται από τις 7 Δεκεμβρίου 2017 (ημερομηνία που σηματοδοτεί την επίσημη έναρξη του Ευρωπαϊκού Έτους στο Ευρωπαϊκό Φόρουμ Πολιτισμού στο Μιλάνο) έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018. Το σήμα ΕΕΠΚ διατίθεται μόνο για έργα που συμβάλλουν στην επίτευξη ενός ή περισσοτέρων από τους στόχους του Ευρωπαϊκού Έτους Πολιτιστικής Κληρονομιάς 2018 , όπως εγκρίθηκαν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της Ε. Ε. με το άρθρο 2 της απόφασης (E. Ε.) 2017/864. Έχει το έργο, που προτείνετε, τους ίδιους στόχους με το Ευρωπαϊκό Έτος; Ζητήστε το σήμα ΕΕΠΚ και συμβάλλετε και εσείς στις εκδηλώσεις! Ποιος μπορεί να χορηγήσει το σήμα ΕΕΠΚ 2018; • Ο εθνικός συντονιστής στη χώρα σας, για όλα τα έργα εθνικής, περιφερειακής και τοπικής κλίμακας. Ενημερωθείτε για τη διαδικασία στη χώρα σας. • Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για όλα τα έργα που χρηματοδοτούνται από την Ε. Ε.. Αίτηση-φάκελο, μπορεί να υποβάλλει το Σωματείο μας ως φορέας αλλά και μεμονωμένα μέλη του. Η αίτηση μπορεί να υποβληθεί στο: https://ec.europa.eu/eusurvey/runner/RequestLabelEYCH2018 Θα πρέπει να υποβληθεί (ψηφιακά) φάκελος με τεκμηρίωση, την οποία θα εγκρίνει το ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, ανάλογα με την «ποιότητα» της πρότασης και έτσι θα συγκροτηθεί ο τελικός κατάλογος. • Τα μέλη της επιτροπής ενδιαφερομένων για το ΕΕΠΚ 2018, όσον αφορά όλα τα διασυνοριακά έργα που υλοποιούνται από τις οργανώσεις ενδιαφερομένων του τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς. Έχετε υπόψη ότι κάθε οργάνωση που θα διαπιστωθεί ότι χρησιμοποιεί το σήμα χωρίς να έχει ακολουθήσει αυτή τη διαδικασία, θα κληθεί να το αφαιρέσει. Το σήμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ένα έργο μόνον εφόσον έχει χορηγηθεί επίσημη άδεια.
Σελίδα
15
“Τ η γλ ώ σ σ α Η Υ Γ Ο Ω μ ο υ έ δ ω σ α ν Α δη Γ Γ Ι Α ΛΟ Ν α ν ί ελληνική” Ω ετ Υ Φ π Οδυσσέας Ελύτης Τ Ο Θ Ο υ Κα ο Η ΑΡΝΗΣΗ Ο ΡΠ ά ν το
υ
Στις φράσεις που υπάρχουν τα αρνητικά μόρια δεν, μη, ούτε, όχι, ο τονισμός πέφτει εντονότερα πάνω σ’ αυτά. Σε συνύπαρξη μόνο των χρονικών και ποσοτικών τοπικών επιρρημάτων και επιθέτων, ο τονισμός εντείνεται στο ποτέ, κανείς, τίποτα, πουθενά κλπ..
Λ Ε Ξ Ι Λ Ο Γ Ι Ο Π Ρ Ο Φ Ο ΡΑ Σ zumbul (Τ) = ζουμπούλι = ζουμ-bούλι
Α
avantage (Γ) = αβαντάζ = αβαν-τάζ avanti (Ι) = αβάντι = αβάν-τι engage (Γ) = αγκαζέ = αν-καζέ allegro (Ι) = αλλέγκρο = αλλέ-gpo abajour (Γ) = αμπαζούρ = α-bαζουρ amballage (Γ) = αμπαλάζ = αμ-bαλλάζ abille (Γ) = αμπιγιέ = α-bιγιέ ensemble (Γ) = ανσάμπλ = ανσάμ-βλ antenna (I) = αντέννα = αν-τέννα araba (Τ) = αραμπάς = apa-baq
Β
wagon (Α) = βαγκόν = βα-γκόν di bengala (I) = βεγγαλικός = βεν-καλικός ventaghio (I) = βεντάλια = βεν-τάλια vedetta (Ι) = βεντέτα = βε-dέτα vendetta (Ι) = βεντέττα = βεν-dέττα veranda (Γ) = βεράντα = βεράν-da
Γ
gant (Γ) = γάντι = γά-ντι ghirlanda (Ι) = γ-κιρλάντα = γιρλάν-dα
Δ
dantella (I) = δαντέλλα = δαν-τέλλα
Ε
emigre (Γ) = εμιχγρέ = εμι-gpέ imprime (Γ) = εμπριμέ = εμ-πριμέ
Ζ
zembil (Τ) = ζεμπίλι = ζεμ-bίλι zigolo (Γ) = ζιγκολό = ζι-golo
Σελίδα
16
I
impressario (I) = ιμπρεσάριος = ιμ-πρεσάριος interview (A) = ιντερβιού = ιν-τερβιού international (Γ) = ιντερνασιονάλ = ιντερνασιονάλ intermedio (I) = ιντερμένπο = ιντερμέ-dio
Κ
cabina (I) = καμπίνα = κα-biva carambola (Γ) = καραμπόλα = καραμ-boλa comedie (Γ) = κομεντί = κομε-di kompere (Γ) = κομπέρ = κομ-πέρ conte (Ι) = κόντες = κόν-τες contessa (Ι) = κοντέσσα = κοντ-έσσα contessina (Ι) = κοντεσσίνα = κοντ-εσσίνα contralta (Ι) = κοντράλτα = κον-τράλτα quinta (Ι) = κουΐντα = κουίν-τα kubur (Τ) = κουμπούρι = κου-boupi
Λ
lampo (I) = λάμπα = λάμ-πα libretto (Ι) = λιμπρέττο = λι-bρέtto
Μ
magal (Τ) = μαγκάλι = μα-gάλι mangano (Ι) = μάγγανο = μάν-gavo mangue (Γ) = μάγγας = μάν-gας maydanow (Τ) = μαϊντανός = μαϊ-dάνός madame (Γ) = μαντάμ = μα-dάμ mandolino (Ι) = μαντολίνο = μαν-dολίνο Madonna (Ι) = Μαντόνα = Ma-dova menta (I) = μέντα = μέν-τα medalon (Γ) = μενταγιόν = με-dαγιόν
medium (Γ) = μέντιουμ = μέ-dιουμ modello (Ι) = μοντέλο = μο-dέλο modeliste (Γ) = μοντελίστ = μο-dελίστ moderno (Ι) = μοντέρνος = μο-dέρνος ballada (Ι) = μπαλλάντα = μπαλλά-da banda (Ι) = μπάντα = μπάν-da biobelot (Ι) = μπιμπελό = μπι-bελό briuantine (Γ) = μπριγιαντίνη = μπριγια-ντίνη
Ν
Nobel (Γ) = Νόμπελ = No-bελ danielle (Γ) = νταντέλλα = νταν-τέλλα demode (Γ) = ντεμοντέ = ντεμο-dε debutto (Ι) = ντεμπούτο = ντε-bouto
Ο
ombrella (Ι) = ομπρέλλα = ομ-πρέλλα
Π
pandiera (Ι) = παντιέρα = παv-dιέpα pantofla (Ι) = παντόφλα = παν-τούφλα pedale (Γ) = πεντάλ = πε-dάλ pedicure (Γ) = πεντικιούρ = πε-dικιούρ permanente (Γ) = περμανάντ = περμανάν-τ pingouin (Γ) = πιγκουίνος = πιν-gουίνος ping-pong (A) = πιγκ-πογκ = πιν-g-πον-g pondo (I) = πόντος = πόν-dος pudding (A) = πουτίγκα = πουτίν-ga
Ρ
rendez-vous (Γ) = ραντεβού = ran-dεβoύ roba (Ι) = ρόμπα = ρo-ba robot (Γ) = ρομπότ = ρo-bot
rotonda (I) = ροτόντα = ροτόν-da rumba (I) = ρούμπα = ρούμ-ba
Σ
sanguineo (I) = σαγκουίνι = σαv-gouΐνι samba (I) = σάμπα = σαμ-ba sabotage (Γ) = σαμποτάζ = σa-bοτάζ chantilly (Γ) = σαντιγί = σαν-τιγί chaise-longue (Γ) = σεζ-λόγκ = σεζ-λον-g sandik (Τ) = σεντούκι = σεν-dούκι soba (Τ) = σόμπα = σό-ba
T
tango (A) = ταγκό = ταν-gό tabacchiera (I) = ταμπακέρα = τα-bακέρα tampon (Γ) = ταμπόν = ταμ-πόν tenda (I) = τέντα = τέν-da tempo (I) = τέμπο = τεμ-πο caba (Τ) = τζάμπα = τζά-ba tirante (I) = τιράντα = τιράν-τα traballare (I) = τραμπάλλα = τρα-bάλλα tromba (I) = τρόμπα = τρόμ-ba trombetta (I) = τρομπέττα = τρομ-bέττα trombone (I) = τρομπόνι = τρομ-bόνι cadir (T) = τσαντήρι = τσα-dίρι
Φ
fabbrica (I) = φάμπρικα = φά-bρικα fantaisie (Γ) = φανταιζί = φαν-ταιζί fante (I) = φάντης = φάν-της fidan (Τ) = φιντάνι = φι-dάνι fondo (I) = φόντο = φόν-do
Χ
haber (Τ) = χαμπάρι = χα-bάρι
Ο ΡΥΘΜΟΣ
Ο ρυθμός εντυπώνεται στο ένστικτο του ατόμου και εξαρτάται από την εποχή, την ηλικία, την καταγωγή, το περιβάλλον, τις περιστάσεις, την επαγγελματική απασχόληση, την αγωγή, τη συμπεριφορά και τις ανάγκες του ίδιου του λόγου. Στο λόγο, τώρα, ο ρυθμός καθορίζει τον τρόπο, που οι διάρκειες των συλλαβών διαδέχονται η μία την άλλη. Και όσο αυτές μακραίνουν, τόσο και ο ρυθμός επιβραδύνεται, και όσο αυτές βραχύνονται, τόσο κι ο ρυθμός γίνεται γρηγορότερος. Για να αποδοθεί με επιτυχία και ακρίβεια ο πεζός ή ο έμμετρος λόγος, η συμβολή του ρυθμού κρίνεται απαραίτητη, γιατί από την ποικιλία σε ηχητική διάρκεια των συλλαβών, που απαρτίζουν τις λέξεις μιας φράσης, θα αποκτήσει αυτή τη ρυθμική ποιότητά της. Αλλά θα πρέπει να εξασφαλιστεί, πρώτα, η πλήρης αφομοίωση του κειμένου. Από το βαθμό έπειτα της αισθητικής καλλιέργειας του ομιλητή, θα εξαρτηθεί η αρχιτεκτονική διάταξη των μερών (φράσεων, περιόδων) του λόγου, με γνώμονα πάντα τις ιδέες και τα αισθήματα που περιέχει. Σε μια παρόμοια μόνο απόδοση, θα δημιουργήσουν οι εκφερόμενες λέξεις την αίσθηση της αναλογίας, χωρίς να έχουν χάσει τη σημασία
Σελίδα
17
τους.
Η αποτελεσματικότητα στη χρησιμοποίηση του ρυθμού θα εξαρτηθεί από τα «ρυθμικά αντανακλαστικά», που αποκτιούνται με τη μεθοδευμένη άσκηση, φυσικά δεν πρέπει να λείπει η θέληση. Το δε νευρικό και μυϊκό σύστημα θα πειθαρχήσει ευκολότερα στις επιταγές του εγκεφάλου, όταν το άτομο είναι γερό, καλογυμνασμένο, χαλαρό και κατέχει: όλα τα μυστικά της τεχνικής αναπνοής και της φωνής. Με το ρυθμό, συμμορφώνεται ανάλογα και η παύση. Κάθε παρέκκλιση ή αλλαγή της έχει σαν συνέπεια το τεμάχισμα και την αποσύνθεση του λόγου. Μια κλιμάκωση γρήγορων ρυθμών απαιτούν τα συναισθήματα χαράς, οργής, ευθυμίας και τα αισθήματα σιγουριάς, εμπιστοσύνης, καλοπέρασης, βιασύνης, η διάθεση φλυαρίας κλπ.. Αργούς δε ρυθμούς θα χρησιμοποιήσουμε στη λύπη, αμηχανία, αμφιβολία, αναποφασιστικότητα, βαθιά σκέψη, ευλάβεια, δέος, κατάπληξη, ενδοιασμό, ψυχραιμία, συμβουλή, παρατήρηση, διδασκαλία, προσευχή κλπ..
ΥΓΙΕΙΝΗ ΤΗΣ ΦΩΝΗΣ
ΔΥΣΜΕΝΕΙΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ-ΕΥΝΟΪΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ Περιβάλλον κλειστό-Γυμναστική Περιβάλλον μολυσμένο-Ύπνος Λανθασμένη ένδυση-Ανάπαυση Καταχρήσεις (αλκοόλ, ξενύχτι)-Καλοί όροι εργασίας Κάπνισμα-Αγωγή του λόγου Ηλιοθεραπεία Αρώματα Ασθένειες
ΔΩΡΙΣΤΕ ΜΙΑ ΦΙΓΟΥΡΑ σαν συλλεκτική στο αρχείο του Σωματείου.
Όσα μέλη ή φίλοι του Σωματείου, έχουν την ικανότητα να κατασκευάζουν φιγούρες, σκηνικά, ρεκλάμες ή έχουν στην κατοχή τους υλικό σχετικό με το Θέατρο Σκιών (συλλεκτικό ή καινούργιας κατασκευής), καλούνται να ενισχύσουν το Ιστορικό Αρχείο του Σωματείου, κάνοντας μια τέτοια δωρεά.
Συμβάλλετε στην οικονομική στήριξη του Σωματείου!
Κάνετε κατάθεση
στην Τράπεζα Eurobank, Αριθμός λογαριασμού:
IBAN: GR0802600620000170200632294
Σελίδα
18
ΣΙΕ ΥΣΗ ΜΟ ΠΡΟ ΔΗ
ΕΚ ΤΟΥ «ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΣΚΙΩΝ ΚΑΙ ΚΟΥΚΛΟΘΕΑΤΡΟΥ»
ΤΑΣΟΥ ΚΟΥΖΑΡΟΥ
ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗ ΘΕΑΤΡΟΥ ΣΚΙΩΝ - ΦΙΛΟΛΟΓΟΥ
«ΚΟΥΜΠΟΥΡΙΕΣ …. ΣΤΟΝ ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗ»
«Άιντε στου Μανώλη την Ταβέρνα ρίξανε μια κουμπουριά……. στουβρρρρ….. άιντε και τρυπήσαν τα βαρέλια και χυθήκαν τα κρασιά. Νταμουτζουρούμ…… Μπρουμ……. Μπρουμ!». Και έπεφτε η καρπαζιά στο κεφάλι του Χατζατζάρη απ’ τον μεθυσμένο Καραγκιόζη, καθώς ξεκινούσε η παράσταση.1 Κουμπουριές, φίλοι και φίλες, έπεφταν όχι μόνο στην Καραγκιόζικη ταβέρνα μα και κατά την διάρκεια μιας παράστασης. Κι άλλες ακούγονταν μέσα απ’ τον μπερντέ ριγμένες απ’ τον Καραγκιοζοπαίκτη ή τον Κουκλοπαίκτη και τους βοηθούς τους έχοντας πρακτική αξία, καθώς ο βρόντος της κουμπούρας σηματοδοτούσε την έναρξη των παραστάσεων. Τον Σεπτέμβρη του 1902 ο Χρήστος Κονιτσιώτης –κορυφαίος ανδρεικελλοπαίκτης που ξεκίνησε από Καραγκιοζοπαίκτης και πέθανε το 1928-29«Εξακολουθεί τας παραστάσεις του εις το Αθήναιον. Ανάβει και κάθε βράδυ το τόξον του αεριόφωτος προ του θεάτρου. Εις τας 10 πέφτει η πρώτη κουμπούρα……… εις τας 11 η δευτέρα, εις τας 12 η τρίτη….. οι περίοικοι το βράδυ μετρούν
Καραγκιόζης κραδαίνων την κουμπούρα. Ο Καραγκιόζης μας Δ. Μόλλα σελ. 391
«Ο Καραγκιόζης Τζαίημς... Μπόντ» Εκδ. Δαρεμά Ελληνικό Θέατρο Σκιών και Ιστορία. Φιγούρες από Φως και Ιστορία σελ. 150
τις ώρες των με τις κουμπουριές του Κονιτσιώτη», όπως μας πληροφορεί η εφημερίδα ΣΚΡΙΠ. Φυσικά, κουμπουριές ρίχνονταν κι όταν το απαιτούσε η παράσταση σε συγκεκριμένες σκηνές του έργου είτε επρόκειτο για ηρωικό είτε για κοινωνικό δράμα. Πολλές φορές όμως ο Καραγκιοζοπαίκτης ξεπερνούσε το μέτρο προκαλώντας γενική αναστάτωση στην συνοικία, διαμαρτυρίες των περιοίκων και αγανάκτηση των δημοσιογράφων που καλούσαν απ’ την εφημερίδα τους την αστυνομία να επέμβει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Καραγκιοζοπαίκτης Χρήστος Κόντος. Αυτός παίζοντας στη Δεξαμενή τον Ιούλιο του 1901, μετατρέπει τον Καραγκιόζη από «κωμικό» σε
Σελίδα
19
«τραγικό» δίδοντας «την κακούργον Ασπασίαν», τραγωδία εις δύο πράξεις. Και αφού στην παράστασιν συνέβησαν σημεία και τέρατα…… «καταφθάνει ο Μέγας Αλέξανδρος, ο οποίος δια κουμπουριάς κατατρομαζούσης την συνοικίαν της Δεξαμενής, φονεύει την κακούργον Ασπασίαν». Και να τα αποτελέσματα της κατάχρησης της κουμπούρας! «…το αποτέλεσμα της παραστάσεως ήτο ότι πολλοί εκ των θεατών απεχώρησαν με νεύρα σπασμένα εκ των πυροβολισμών και οι νευρικώτεροι έχασαν τον ύπνον των. Μανθάνω δε (συμπληρώνει ο δημοσιογράφος της ΣΚΡΙΠ) ότι επί απειλή ξυλοκοπήματος απηγορεύθει εις τον Διευθυντήν των χαρτίνων ανδρεικέλλων της Δεξαμενής η εξακολούθησης της νέας του τεχνοτροπίας…». Και μη μπορώντας να αποφύγει την σύγκριση συνεχίζει: «Ο Καραγκιόζης των ανδρεικέλλων της Δεξαμενής σημειώσατε ότι είναι Μίμαρος αρκετά ξεκαρδιστικός, επίσης και ο Σιόρ-Διονύσιος ο Φρίγος Αγαθούποτε Αγγέλλου. Υστερεί μόνον από τον άλλον αντίπαλον του Σταδίου εις τον Μπαρμπαγιώργον τον οποίον έπλασεν ο δεύτερος (Ο ΜΙΜΑΡΟΣ σ.σ.)2 και εις τον οποίον είναι ανυπέρβλητος. Αλλ’ ο δεύτερος αυτός (Ο ΜΙΜΑΡΟΣ) κύριος της τέχνης του, δεν εσκέφθη ποτέ να ρίξει πυροβολισμούς. Ενώ ο πρώτος (Χρήστος Κόντος σ.σ.) τους έρριψε προχθές αφθόνως…». Το ανωτέρω απόσπασμα αποτελεί μιας πρώτης τάξεως απάντηση σε όσους Καραγκιοζολογούντες υποστήριξαν και υποστηρίζουν αναπόδεικτα πως τάχα ο Χρήστος Κόντος απετέλεσε διδάσκαλο του Μίμαρου, του ανυπέρβλητου στον Μπαρμπαγιώργο, που έπλασε ο ίδιος, του κυρίου της τέχνης του! Γιατί όμως ο Μίμαρος δεν έριπτε πυροβολισμούς; Απάντηση σε αυτό ίσως αποτελεί η προσωπική του περιπέτεια, που παρ΄ολίγον να του στοιχίσει και την ίδια του τη ζωή. Να τι συνέβη, καθώς οι κουμπουριές-πιστολιές έπεφταν κι έξω από το πανί απ΄ τους θεατές εναντίον των Καραγκιοζοπαικτών! Αιτία που δέχθηκε τον πυροβολισμό, υπήρξε η «…Έκτακτος αληθώς μιμητική του δύναμις εις το να απομιμείται και να αναπαριστά τύπους διαφόρων κατοίκων της Ελλάδος ιδίως δε Ζακυνθίων, με τόσην τέχνην και επιτυχίαν, ώστε μια φορά εις την Γαστούνη, όταν είχε στήσει εκεί το θεατρίδιό του και υπό την φωτοβολούσαν οθόνην ήρχισεν να παρελαύνει η σιλουέτα Ζακυνθίου τύπου, τύπου αμειλίκτως σατυριζομένου, Ζακύνθιοι τινές θεαταί, τροθέντες από την σάτυρα επυροβόλησαν λόγω πατριωτισμού κατά του μικρού θεάτρου και παρ’ ολίγον να πέσει ο Μίμαρος νεκρός! - Ήδη ο λαϊκός καλλιτέχνης ευρίσκεται, ως μοι είπον, εις τας φυλακάς…». Το περιστατικό που διασώζει ο ειδικός απεσταλμένος της εφημερίδος ΤΟ ΑΣΤΥ στην Πάτρα την Κυριακή 10/7/1894, -κατά τους υπολογισμούς μας- πρέπει να έλαβε χώρα περί την 21η/5/1893 στη μεγάλη αλογοπανήγυρη της Γαστούνης που γινόταν κατά τους εορτασμούς των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Δραματικότερη, βέβαια, έκβαση είχε η αδυσώπητη σάτιρα που άσκησε ο Βασίλειος Αγαπητός ή Ζεστός3 -ο καλύτερος βοηθός του Μίμαρου- σε βάρος ενός κοντόσωμου και μονόχνωτου ανθρώπου ονόματι Στάθη Κολώνια. Το βράδυ της 25ης/7/1892 ο Αγαπητός παίζει στη γενέτειρά του, στο Νιοχώρι κοντά στο Μεσολόγγι το «Στοιχειωμένο Δενδρί». Την ώρα λοιπόν που ο Καραγκιόζης έλεγε το ξόρκι που του είχε μάθει ο διάβολος, για να τον πάρει με το μέρος του: «στα πριμ, στα πρόνια» ο Αγαπητός συνέχισε: «Στα πριμ στα πρόνια Που στου σπιτ’ τ’ Στάθη τ’ Κολώνια Τα μπρούμυτα μπαίνεις Τ’ ανάσκελα βγαίνεις». Αυτό ήταν! Θυμωμένος ο Κολώνιας πήγε την άλλη μέρα στον Αγαπητό και τον απείλησε ότι αν το επαναλάβει θα τον σκότωνε.
Σελίδα
20
Το ίδιο βράδυ ο Αγαπητός το ξανάπε. Τότε ο Κολώνιας που παρακολουθούσε την παράσταση πυροβόλησε προς το μέρος της σκηνής, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί ο νεαρός βοηθός του Γιώτας Ζαρνακούπης (ή Πάνος Ζαρμακούπης σ.σ.) από το Αιτωλικό. (Περιοδικό ΑΝΤΙ 183 31/7/1981, σελ. 50 Καραγκιόζης. ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΠΑΛΙΟ ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΟΠΑΙΚΤΗ, Βασίλης Αγαπητός (1865-1940) του Μιχάλη Βαλιανάτου). Ο αείμνηστος Αγαπητός σ’ όλη του τη ζωή, όπως καταγράφουν όσοι τον εγνώρισαν, υπέφερε συνειδησιακά, γιατί ήτο και θεοσεβής άνθρωπος, επειδή ο Καραγκιόζης του υπήρξε αιτία ενός φόνου! Αυτές, φίλοι και φίλες, υπήρξαν μερικές απ’ τις πιο επώνυμες κουμπουριές που ρίχτηκαν δίκαια ή άδικα κατά τις απαρχές του ελληνικού Θεάτρου Σκιών. Το ιστορικό χρονολόγιο διαθέτει πλήθος πληροφοριών για πυροβολισμούς που ρίχτηκαν διαχρονικά απ’ τον μπερντέ και κατά του μπερντέ. Από τα παραπάνω δύο δραματικά γεγονότα που σημάδεψαν τόσο τον Μίμαρο όσο και τον Αγαπητό, φαίνεται πως πλάστηκε και ο θρύλος περί πυροβολισμού του Αντώνη Μόλλα, μεγαλοποιώντας «μια λιποθυμία και μια αίτηση διακοπής της παράστασης… που συνέβη στη Δεξαμενή το 1923» και όπως έλεγε σαρκαστικά ο Αντώνης Μόλλας «ήτανε 10 Αυγούστου η ημέρα που... σκοτώθηκα»! (Δ. Μόλλα Ο Καραγκιόζης μας σελ. 148-149). Κλείνοντας αυτό το αφιέρωμά μας για τις κουμπουριές στον Καραγκιόζη4 ας ευθυμήσουμε ενθυμούμενοι ένα απ’ τα περίφημα ανέκδοτα με πρωταγωνιστή τον Δημητρό Πάγκαλο,5 όπως το διασώζει ο Σωτήρης Σπαθάρης στα απομνημονεύματά του, σελ. 221-222: «Ένα βραδάκι που ο Πάγκαλος δεν είχε παράσταση συνάντησε στην Ομόνοια τον συνάδελφό του Θεοδωρέλλο,6 που θα έπαιζε κείνο το βράδυ στον «ΑΠΟΛΛΩΝΑ», το τώρα «ΠΕΡΟΚΕ», και του είπε να πάνε στο Φάληρο που ήξερε ένα καλό κρασί. - Δεν ήμαστε καλά, του λέει ο Θεοδωρέλλος, ν’ αφήσω την παράσταση να πάω για κρασί! - Βάζουμε στοίχημα πως δεν θα παίξεις απόψε; του κάνει Ο Καραγκιοζοπαίκτης ο Πάγκαλος. Ο ένας «Εγώ θα παίξω», ο άλλος «Δεν θα παίξεις», Θεοδωρέλλος τραβάγανε μαζί κατά τον ΑΠΟΛΛΩΝΑ. Μόλις φθάσανε στο στενό που ήτανε η αστυνομία, ρίχνει μια κουμπουριά ο Πάγκαλος που τράνταξε όλη η γειτονιά και ρίχνει χάμω την κουμπούρα. Όταν μαζεύτηκαν οι χωροφυλάκοι φώναξε του Θεοδωρέλλου: «Εγώ σου ’λεγα να μην την ρίξεις κι εσύ έλεγες θα τη ρίξω, γιατί δεν κάνει κρότο. Να τώρα τι έκανες». Τους πήγανε και τους δύο στην αστυνομία κι εκείνο το βράδυ δεν έπαιξε ο Θεοδωρέλλος.
Πολυαγαπημένοι μου συνάδελφοι και φίλοι, καθώς σβήνει ο απόηχος απ’ τις κουμπουριές στον Καραγκιόζη, σας απευθύνω τις θερμότατες ευχές μου για ένα υγιές, ευτυχές, πλουσιοπάροχο και ειρηνικό 2018. Τάσος Κούζαρος Καλλιτέχνης Θεάτρου Σκιών, Φιλόλογος
Σελίδα
21
Ειρήνη
Από τον Αριστοφάνη στον Μπερντέ του Καραγκιόζη Κείμενο:
Στράτος Πασχαλίδης
Έτος συγγραφής: 07/2016 Σχεδιασμός φιγούρων: Νικόλαος Τζιβελέκης Κατασκευή φιγούρων: Στράτος Πασχαλίδης Μουσική. Μπαίνει ο ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ από την πλευρά της παράγκας και όσο τραγουδάει, μπαίνει ο ΤΡΥΓΑΙΟΣ από την απέναντι πλευρά, κουβαλώντας ένα σακί μεγάλο, σαν εκείνον, γεμάτο κοπριά. ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Μπα, μπα, τι βλέπουν τα μάτια μου! Καλώς τον, καλώς τον! Τι γίνεσαι, Τρυγαίε; Έχω καιρό να σε δω! ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Ουφ! (Παίρνει βαθιά ανάσα) Κάτσε, βρε Χατζηαβάτη, να ξαποστάσω λίγο, γιατί σαν να κουράστηκα κομματάκι. ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Ελα, λίγο, να κουβεντιάσουμε και επί της ευκαιρίας θα ξαποστάσεις και λίγο! Και εγώ, μην νομίζεις, τώρα γύρισα από το πεδίο της μάχης! ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Μα δεν μου λες, δεν βαρέθηκες, τόσα χρόνια πια, να πολεμάς; ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Αν βαρέθηκα, λέει. Και όχι μόνο εγώ, για να λέμε και του στραβού το δίκιο, αλλά τι να κάνουμε; Μα δεν μου λες, Τρυγαίε, τι είναι αυτή η μυρωδιά; Τι στο καλό κουβαλάς; ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Εδώ μέσα, Χατζηαβάτη, έχω τη σωτηρία μας! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: (Με απορία) Τη σωτηρία μας; Τι έχει, δηλαδή, εκεί μέσα; Γιατί αν δεν με γελάει η μύτη μου, σαν κοπριά, μου μυρίζει. ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Και τι κοπριά! Την καλύτερη, Χατζηαβάτη! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Μα τους δώδεκα θεούς! Τρελάθηκες, Τρυγαίε; Πώς η κοπριά είναι η σωτηρία μας; Αν εννοείς ότι θα την μυρίσει ο εχθρός και θα τραπεί σε φυγή, τότε θα συμφωνήσω μαζί σου! Είναι ό,τι πιο βρωμερό έχω μυρίσει ποτέ στη ζωή μου! ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Χα! Χα! Χα! Θα ήταν και αυτό μια λύση, Χατζηαβάτη! Όμως όχι, δεν την έχω για τον εχθρό! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Αλλά; ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Χατζηαβάτη, άκου! Εδώ και αρκετό καιρό, μου έχει καρφωθεί στο μυαλό μια ιδέα για να σταματήσει ο πόλεμος. ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Α, μπα! Τρυγαίε, δεν νομίζω να σταματήσει ο πόλεμος. Δεν βλέπεις ότι έχουμε γίνει άνω-κάτω; ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Βρε, άκου να σου πω! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Είμαι όλος αυτιά! ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Σκέφτηκα, Χατζηαβάτη, πως αφού οι ίδιοι οι θεοί του Ολύμπου δεν εισακούν τις ικεσίες μας, να πάμε εμείς να τους βρούμε! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Μα πώς θα πάμε στον Όλυμπο; ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Με ένα σκαθάρι! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: (Στο κοινό) Α, δεν είναι στα καλά του ο Τρυγαίος! Μα τι λες; (στον Τρυγαίο) Είσαι με τα καλά σου; Πώς ένα τόσο δα σκαθάρι θα σε πάει στον Όλυμπο; ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Εδώ και ένα χρόνο Χατζηαβάτη, ταΐζω ένα σκαθάρι, κάθε μέρα, δέκα σακιά κοπριά, του έχω το νερό του, το προσέχω να μην μου αρρωστήσει και Χατζηαβάτη, αν το δεις... Αν το δεις, σου λέω… ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Τι αν το δω, δηλαδή;
Σελίδα
22
ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Εχει γίνει σαν άλογο! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Μα τον Δια! Τι λες, Τρυγαίε; Αυτό είναι θαύμα! Λες να είναι σημάδι των θεών; ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Δεν ξέρω, Χατζηαβάτη! Είναι, όμως, η αρχή! Μερικές μέρες ακόμα και πιστεύω πως θα είναι αρκετά δυνατό, ώστε να μπορέσουν να το καβαλήσουν δυο άτομα και να φτάσουν στο θρόνο του Δια, στον Όλυμπο! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Και έπειτα; ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Θα ζητήσουμε ακρόαση από τους θεούς και θα τους πούμε να μας λυπηθούν και να σταματήσουν τον πόλεμο! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Τρυγαίε, σε θαυμάζω! Τόσα χρόνια δεν έχει βρεθεί κάποιος να σκεφτεί κάτι τέτοιο! ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Μπορεί να μην πετύχουμε και τίποτα! Αλλά η τύχη, λένε, ευνοεί τους τολμηρούς! Λοιπόν, τι λες; Έρχεσαι; ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Πού; Στον Όλυμπο; ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Ε, μα πού αλλού; ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Με... Με... Με... Με το σκαθάρι; ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Α, χαζός είσαι, μου φαίνεται! Ε, βέβαια, με το σκαθάρι. ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Ξέρεις, εγώ φοβάμαι τα ύψη! ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Ε, μα έτσι δεν κάνουμε δουλειά, Χατζηαβάτη! Χρειάζομαι έναν ακόμα να με ακολουθήσει στην αποστολή αυτή! Να έχει θάρρος! Έναν άνθρωπο ετοιμόλογο, πανέξυπνο, που να το λέει η καρδιά του! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Ο Καραγκιόζης! ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Τι, ο Καραγκιόζης; ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Ο Καραγκιόζης είναι ο άνθρωπος, που ζητάτε! Έχει όλα όσα ζητάτε και σίγουρα θα δεχτεί να έρθει μαζί σας, για το καλό του τόπου! ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Τότε τι καθόμαστε και το συζητάμε; Τρέξε να τον βρεις και να τον φέρεις εδώ στο σπίτι μου! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Τρέχω, αμέσως! Στο σπίτι, είπατε, θα είστε; ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Ε, πού αλλού; Πάω να ταΐσω το σκαθάρι! Άντε, γρήγορα, Χατζηαβάτη! Μην χάνεις χρόνο! (Παίρνει το τσουβάλι με την κοπριά και μπαίνει στο σπίτι του) ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Μπρε! Λες ο Τρυγαίος, με την ιδέα του, κάτι να καταφέρει; Τι κάθομαι όμως και δεν πάω να βρω τον Καραγκιόζη; Για κάτσε να δω! Είναι στο σπίτι του; (Φωνάζει, έξω από την παράγκα) Καραγκιόζη! Βρε, Καραγκιόζη! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: (Από μέσα) Ποιος; ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Εγώ! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ε, και τι με αυτό; Και εγώ, εγώ είμαι! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Βρε, εγώ είμαι, ο Χατζηαβάτης, ο Τσελεπής! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Αααααχ! Ο Χατζατζάρης, ο τσιμπλιμπλής! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Βρε, έλα να σου πω μια λέξη! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Τον πάντρεψα με τον Αλέξη! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Να σου πω μια ομιλία! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Την πάντρεψα και την Ιουλία! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Έλα, βρε, έξω που σε θέλω! (Βγαίνει) Ε, μα πια! Βαριέσαι να ξεκουνήσεις! Καλημέρα! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Για ποιο πράγμα; ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Τι "για ποιο πράγμα"; ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Για ποιο πράγμα είναι η καλημέρα; ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Η καλημέρα, Καραγκιόζη μου, είναι του Θεού! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ (Σφαλιάρα) Και η αδεκαρία είναι του διαβόλου; ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Βρε, μην με βαράς, μέσα στη μέση του δρόμου!
Σελίδα
23
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Άλλη φορά θα πηγαίνουμε στη γωνία, Χατζατζάρη, εάν σε ενοχλεί εδώ, στη μέση! Τι έπαθες, ρε μαλαγάνα, πρωί-πρωί και έρχεσαι και με ξυπνάς! Ε; (Σφαλιάρα) ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: (Με νεύρα) Μπα, που να σου ξεραθεί το χέρι! Να σε ρωτήσω, θέλω... ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Για ρώτα… ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Δουλεύεις; ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: (Σφαλιάρα) Και για να με ρωτήσεις, αν δουλεύω, έρχεσαι και μου αναταράσσεις την ησυχία του λορδοκομείου μου; ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Όχι, γιατί εάν δουλεύεις, να μην σου προτείνω τη σημαντική, για τον τόπο, αποστολή, που μόλις πριν λίγο έμαθα! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Λέγε, ρε μαλαγάνα, τι έγινε; ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Καραγκιόζη μου, γνωρίζεις τον Τρυγαίο; ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: (Πονηρά) Ποιον λες, ρε μαλαγάνα; Αυτόν, που φωνάζουμε σκατιάρη; ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Γιατί τον λέτε έτσι τον άνθρωπο; ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Γιατί όλη μέρα, πού τον χάνεις, πού τον βρίσκεις, με ένα τσουβάλι σκατά είναι αγκαλιά και τρέχει στο σπίτι του! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Ο άνθρωπος αυτός, Καραγκιόζη μου, είχε μια τολμηρή ιδέα! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Δηλαδή; ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Αποφάσισε, έχοντας κουραστεί από τους τόσους πολλούς πολέμους, να ανέβει στον Όλυμπο να παρακαλέσει τους θεούς να μας λυπηθούν και να σταματήσουν το κακό αυτό. ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Μα καλά, πώς θα ανεβεί εκεί πάνω, από ό,τι ξέρω δηλαδή, δεν μπορεί άνθρωπος να φτάσει στο παλάτι των θεών. ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Θα τον ανεβάσει ένα σκαθάρι! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: (Κοιτάζει τον ουρανό) ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Τι κοιτάς τον ουρανό; ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Να δω, εάν σε βάρεσε ο ήλιος κατακούτελα, μαλαγάνα! Ρε, δεν πάτε καλά, μου φαίνεται! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Βρε, ναι, σου λέω! Θα ανεβεί στον Όλυμπο, πάνω σε ένα σκαθάρι! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ρε Χατζατζάρη, μην είσαι τόσο αφελής και σε πιάνουν κορόιδο! Τα σκαθάρια είναι τόσο δα μικρά! Πώς αυτό, δηλαδή, μεγάλωσε; ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Καραγκιόζη μου, μάλλον από την πολλή κοπριά, αρίστης ποιότητας, όπως μου είπε ο ίδιος ο Τρυγαίος, μεγάλωσε τόσο! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Και ας υποθέσουμε ότι όντως το σκαθάρι είναι μεγάλο, όσο λες! Γιατί δεν έχει ανεβεί ακόμα στο παλάτι των θεών; ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Γιατί θέλει μαζί του και κάποιον θαρραλέο άνθρωπο, έμπιστο, παλικαρά! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ωραία! Ας βρει έναν! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: (Παύση) ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ρε, δεν ακούς; ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: (Τρέμει) ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Τι έπαθες, ρε; (Τον σκουντάει) ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: (Ξεροκαταπίνει) Τον... Τον βρήκε... ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ε, ωραία! Τι κάνεις έτσι, λες και θα του πας εμένα! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Αυτό ακριβώς! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Πώς το είπες; ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Να… Να… Να… Ξέρεις... ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: (Σφαλιάρα) Τι, να, να, να, ξέρεις, ρε μαλαγάνα! Δεν σου έχω πει να μην με μπλέκεις στις βρωμοδουλειές σου; ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Μα, βρε ματάκια μου, για το καλό του τόπου! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Δεν πάω! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Έλα, βρε Καραγκιοζάκη μου! Και εγώ του είπα τα καλύτερα για σένα! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Α, ρε Χατζατζάρη! Πώς με τυλίγεις, έτσι, πάντα και με καταφέρνεις! Άντε, πάμε!
Σελίδα
24
ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Μπράβο, ματάκια μου! Και να δεις, που θα σε δοξάσει όλος ο τόπος! (Πάνε προς το σπίτι του Τρυγαίου. Ο Χατζηαβάτης χτυπάει την πόρτα) ΤΡΥΓΑΙΟΣ: (Βγαίνει) ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: (Χαμηλόφωνα) Πω! Πω! Βρώμα, που βγαίνει από το σπίτι του! Χατζατζάρη! Καλά τον λέμε σκατιάρη! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Πάψε, βρε, θα σε ακούσει! ΤΡΥΓΑΙΟΣ: (Με χαρά) Καλώς τους! Και ό,τι τώρα τελείωσα με τον Πελοπίδα! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: (Χαμηλόφωνα) Ρε, μαλαγάνα! Ποιος είναι ο Πελοπίδας; ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Σώπα και θα μάθουμε! Τρυγαίε, ποιος είναι ο Πελοπίδας; (Εκείνη τη στιγμή, βγαίνει από το σπίτι ένα τεράστιο σκαθάρι) Αααααχ! (Τρομάζει) ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Πώς κάνεις έτσι, βρε Χατζηαβάτη! Ο Πελοπίδας είναι! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Αποντικό, να μου πεις τι κοπριά παίρνεις, να βάλω στις ντομάτες μου να γίνουν σαν τον Πελοπίδα! (Γελαστά) ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Εσύ πρέπει να είσαι ο Καραγκιόζης! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ολόκληρος, αποντικό, από τη φαλάκρα ως τα νύχια! ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Ε, αφού βλέπω πως γνωριστήκατε, θα σας αφήσω να τα πείτε καλύτερα οι δυο σας! Φίλοι μου, αντίο! Θα τα πούμε αργότερα! ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Στο καλό, Χατζηαβάτη! (Φεύγει ο Χατζηαβάτης) Σου είπε ο Χατζηαβάτης τι ακριβώς σε χρειάζομαι; ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Μπρε, μου είπε, αλλά φοβάμαι ότι τζάμπα θα τρέχουμε ως τον Όλυμπο! ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Η τύχη ευνοεί τους τολμηρούς, Καραγκιόζη! Και δεν θα σε αφήσω έτσι! Θα σου δώσω καλή αμοιβή! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: (Στο κοινό) Ελπίζω όχι κοπριά! ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Τι είπες; Δεν σε άκουσα! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Λέω πότε θα φύγουμε; ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Το συντομότερο δυνατό! Ήδη ο Πελοπίδας είναι έτοιμος να χωνέψει το πρωινό του και φύγαμε! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Και δεν μου λες, ρε αποντικό, νηστικοί θα πάμε στον Όλυμπο; ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Όχι, βρε παιδί μου! θα κολατσίσουμε, πριν φύγουμε! Πεινάς; ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Αν πεινάω, λέει! Μάγια, μου έκανες, καρβέλα και μουρλάθηκα για σένα, αποντικούλη μου! Η κοιλιά μου βαράει σαν πολεμικό τύμπανο από την αφαγία! Η μασέλα μου έχει πιάσει αράχνες από την αμασία! ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Κρίμα, βρε παιδί μου! Και είχα κάτι κεφτέδες προχθεσινούς και τους πέταξα! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: (Ξαφνιασμένος) Πού τους πέταξες; ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Στα σκουπίδια! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Πάμε, γρήγορα, πριν τους αρπάξει ο σκαθάρης και τους κάνει μια χαψιά! (Τρέχουν μέσα στο σπίτι) ΤΡΥΓΑΙΟΣ: (Από μέσα) Έλα, εδώ, βρε μούργο, που θα φας από τα σκουπίδια! Να! Κάτσε εδώ και φάε! (Ακούγεται ο Καραγκιόζης, που τρώει λαίμαργα) Σιγά, βρε παιδάκι μου, θα πνιγείς! ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: (Μπουκωμένος) Δεν πνίγομαι! Ξέρω μπάνιο! Έχω και σωσίβιο! Αααααχ! (Ανακουφισμένος) Ρε, αποντικό, πολύ ωραίο το βραστό σου! Γεια στα χέρια σου! Έτσι θα λέω στην αγναίκα μου να το φτιάχνει! ΤΡΥΓΑΙΟΣ: Και τώρα, Καραγκιόζη, πάρε τον Πελοπίδα αγκαλιά και πάμε έξω, να ανέβουμε στην πλάτη του να ξεκινήσουμε το ταξίδι για τον Όλυμπο! Πρέπει να προλάβουμε τα γεγονότα! Όσο πιο γρήγορα τελειώσει ο πόλεμος, τόσο το καλύτερο! (Βγαίνουν έξω ο Καραγκιόζης αγκαλιά με το σκαθάρι και ακολουθεί ο Τρυγαίος. Ο φωτισμός γίνεται κίτρινος κάτω και μπλε επάνω. Ο Καραγκιόζης και ο Τρυγαίος ανεβαίνουν στο σκαθάρι και φεύγουν, πετώντας για τον Όλυμπο)
«Διάλειμμα, μέχρι το επόμενο τεύχος του περιοδικού»
Σελίδα
25
ΔΕΚΑ ΧΡΟΝΙΑ Ε Φ Η Μ Ε Ρ Ι Δ Α Σ
12 (Σταχυολογώντας και συνειρμολογώντας μέσα από ένα κουβάρι αναμνήσεων) του Θωμά Αθ. Αγραφιώτη
«Οψόμεθα σκιά και φως». Ένα φιλόδοξο σχέδιο, το οποίο θα είναι εμπνευσμένο από την παρούσα έκδοση. Ως κατάληξη όλων αυτών που είχαν προηγηθεί και ως επισφράγισμα του παρόντος ημιαυτοβιογραφικού πονήματος. Από την ανάλυση του περιεχομένου των παλιών σχολικών εγχειριδίων, με θέμα το Θέατρο Σκιών, μέχρι το κλείσιμο μιας σκιώδους μυθιστορηματικής τριλογίας, με κατάληξη το φως. Διότι ο μανιχαϊσμός του καλού και του κακού, του άσπρου και του μαύρου, του φωτός και της σκιάς (ή του σκότους) ζουν και βασιλεύουν στον κόσμο του Καραγκιόζη, παρά το γεγονός ότι η εποχή μας έχει γεμίσει με τα ενδιάμεσα χρώματα. «Οψόμεθα σκιά και φως». Ένα έργο, που θα κυκλοφορήσει μια και καλή, ολόκληρο, στην πληρότητά του, χωρίς κατά σειρά και τμηματικές προδημοσιεύσεις, όπως συνέβη σχεδόν με όλα τα προαναφερθέντα έργα στην παρούσα αναφορά και λίγο πριν από την αυλαία της Φονικής μας Αποθέωσης. Ωστόσο, το παρόν σημείωμα φωτογραφίζει έναν ολόκληρο κόσμο, που αποδεικνύει πως το μανιχαϊστικό περιβάλλον κυριαρχεί, με το κακό να κερδίζει, συχνά, τις μάχες, χωρίς όμως να δικαιολογείται από τις ψευδοηθικές δικαιολογίες του, που λειτουργούν ως κακό προσωπείο. «Οψόμεθα σκιά και φως». Ένα έργο αφιερωμένο στους ανθρώπους του Καραγκιόζη, ως κορύφωση μιας αστυνομικής τριλογίας, η οποία είχε ξεκινήσει με το Μυστήριο της Ημισκαλιστής Φιγούρας. Ένα έργο, που έχει σχέση και με την εφημερίδα/περιοδικό του Πανελλήνιου Σωματείου Θεάτρου Σκιών. Ένα έργο, το οποίο δείχνει ότι (στη ζωή και στο χώρο αυτό) ο καλός είναι καλός και ο κακός είναι κακός. Η γενίκευση έρχεται αυτονόητα και αναμενόμενα. Θέλουν το γενικό καλό ή μόνο το καλό του εαυτού τους; Είναι ικανοί να τα τινάξουν όλα στον αέρα, επειδή νιώθουν τον εαυτό τους ως εκλεκτό και διότι τα θέλουν μονάζυγά, όλα δικά τους; «Οψόμεθα σκιά και φως». Τηρουμένων των αναλογιών, όλα αυτά τα έχω ζήσει και στην παρούσα περιπέτεια των 119 (ως τώρα) τευχών. Το φως εναντίον του σκότους. Το τελευταίο εκπροσωπείται από την τάξη των ψευδοηθικών, που επικαλούνται το καλό (γενικά και αόριστα) της τέχνης, αλλά επιδιώκουν τελικά την ιδιοτέλεια, την υστεροβουλία και το προσωπικό τους μόνο συμφέρον, για να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα. «Οψόμεθα σκιά και φως». Υπάρχουν, στα έντεκα τουλάχιστον χρόνια εκδοτικής
Σελίδα
26
προσπάθειας, σαφείς προτάσεις: Να σταματήσει, π.χ., το παρόν έντυπο, να γίνει ετήσιο, εξαμηνιαίο, μη ψηφιακό, άρα και πιο δαπανηρό, να μικρύνει, να περικοπεί, να γίνει με διαφορετικά μυαλά και να αντικατασταθεί από ένα άλλο, το οποίο όμως δεν μπορεί να φτιαχτεί. «Οψόμεθα σκιά και φως». Να αλλάξουν όλα αυτά, τα οποία δεν χωνεύουμε, αλλά χωρίς να έχουμε, επί της ουσίας, αντιπρόταση, η οποία να είναι τουλάχιστον παρόμοιου επιπέδου. Χωρίς προτάσεις για κάτι πιο καλό, φωνάζουμε και ζητάμε αλλαγή, προτείνοντας κάτι ασαφές, που ίσως είναι κατά πολύ χαμηλότερο και από το μη αρεστό παρόν. Ο λόγος είναι ξεκάθαρος: Όχι το καλό της τέχνης, που ψευδώς διακηρύσσουμε, αλλά το προσωπικό μας κέρδος, το οποίο είναι συνήθως πιο χειροπιαστό. «Οψόμεθα σκιά και φως». Επιχειρήματα αντιφατικά, φωνές και διαμαρτυρίες, χωρίς σαφή επιχειρηματολογία, αλλά με ένα σκόπιμα θολό τοπίο, γενικόλογες απόψεις, παράλληλα με την έλλειψη αντιπροτάσεων, μιμήσεις μεθόδων του πάγκαλου, οπότε η λογική και η σύνεση να μην μπορούν να νικήσουν την εμμονή στα λάθη, τη ζήλια και τη δολιοφθορα. «Οψόμεθα σκιά και φως». Ο προαναφερθείς τίτλος δεν θα κάνει το λάθος να μοιράσει χαρά. Θα αφήσει τους απρόσεκτους να εκτεθούν, να αποκαλύψουν τα κίνητρά τους, που είναι οφθαλμοφανή, να κηρύξουν την ψευδοηθική τους, να πανηγυρίσουν την κακία τους, να εγκωμιάσουν την ανίκητη (και κατά Αϊνστάιν) βλακεία και να φέρουν οριστική διάλυση του συνόλου υπέρ του εαυτού τους. Ίσως όντως να τα καταφέρουν, διότι έχουν ισχυρό κίνητρο αρχών ή αρχείων και γινάτι που βγάζει μάτι, με ένα μίσος εναντίον ακόμα και της παραμικρής λέξης, διότι η ανωτερότητα, όταν απουσιάζει, γίνεται κακία που βράζει και δείγμα κακού εγωισμού. «Οψόμεθα σκιά και φως». Εάν είναι να έρθει η ώρα του, θε να ’ρθει, αλλιώς θα προσπεράσει. Δεν είναι αυτοσκοπός το να εμποδιστεί. Ούτε όμως και παράδοση, ώστε να τηρείται η αρχή του: «Σφάξε με, αγά μου, να αγιάσω». Η αποδοχή, αν είναι να γίνει, θα γίνει με αξιοπρέπεια και όχι με παγκαλικές μεθόδους, διότι δεν καταστρέφουμε μαζί, κατά την προσαρμογή ενός «μαζί τα κάψαμε» και με τα δεδομένα της τέχνης μας. Και όταν φτάσει η καταστροφή, το παρόν σημείωμα θα αποδεικνύει ότι η αυτογνωσία θα συνοδεύεται πάντοτε και από την αυτονόητη τιμωρία! «Οψόμεθα σκιά και φως». Εν τω φωτί σου οψόμεθα σκιά και φως! Υ.Γ.: «Το παρόν αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας. Τα πρόσωπα, τα ονόματα και οι καταστάσεις είναι φανταστικά και οποιαδήποτε ομοιότητα είναι συμπτωματική και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα».
ΤΕΛΟΣ
Μην αντιμετωπίζετε το παιδί σαν ένα καθυστερημένο ενήλικα. Μάνος Χατζιδάκις
Σελίδα
27
ΛΥ Σ Η τ ε ύ χ ο υ ς 1 1 8
Καραγκιοζο-σταυρόλεξο
Α ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ Ι Δ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ Ι Ξ ΤΟ Ο « Ο Κ Α Ρ Α Γ Κ Ι Ο Ζ Η Σ Μ Α Σ » Α Τ Σ ΟΝ 100 τεύχη πριν: Ρ Χ Τεύχος 19, Ιανουάριος 2009, εξώφυλλο «Από την Επιτροπή απονομής Τιμητικών συντάξεων, εγκρίθηκε η αίτηση του Τάκη Παλαιοθόδωρου. Η επιτροπή, (που προεδρεύει ο εξαίρετος θεατρικός συγγραφέας και Ακαδημαϊκός Ιάκωβος Καμπανέλλης και για τους Λαϊκούς καλλιτέχνες συμμετέχει ο Πρόεδρος του Σωματείου μας Πάνος Καπετανίδης που είναι και εισηγητής και ο μουσικολόγος Λάμπρος Λιάβας), ενέκρινε ομόφωνα την αίτηση του Τάκη Παλαιοθόδωρου. Ο φάκελος θα διαβιβαστεί τώρα στην αρμόδια Διεύθυνση Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (Γ. Λ. Κ.), για τη διαπίστωση της συνδρομής των προϋποθέσεων και την έκδοση της κοινής υπουργικής απόφασης χορήγησης της σύνταξης». http://www.karagkiozis.com/Efhmerida_Swm_GENNARHS_09.pdf
Σελίδα
28
Καραγκιοζο-σταυρόλεξο Tεύχους 119
“Ο Καραγκιόζης στο Φεγγάρι”
ΟΡΙΖΟΝΤΙΑ 2. Έχει την πατρότητα του “Καραγκιόζη στο Φεγγάρι” 3. Από αυτόν αμφισβητήθηκε η πατρότητα του “Καραγκιόζη στο Φεγγάρι” 7. Γάλλος λογοτέχνης, που ενέπνευσε τον “Καραγκιόζη στο Φεγγάρι” 8. Καθιέρωσε την ατάκα “Σταπρί-Σταπρόνια”
ΚΑΘΕΤΑ 1. Καραγκιοζοπαίχτης, που παρενέβη στη διένεξη για την πατρότητα του “Φεγγαριού” 4. Αρχαίος συγγραφέας, που πρωτοταξίδεψε, ποιητική αδεία, στο Φεγγάρι 5. Πρωτοπόρος σκηνοθέτης κινηματογραφικής ταινίας για το “Φεγγάρι” 6. Συγγραφέας του Καραγκιόζη, που ενεπλάκη στη διένεξη για το “Φεγγάρι” (στην αιτιατική)
Σελίδα
29
“Ο Ντούμπας έχει κέφια” Σκίτσα του Κώστα Ντούμπα
Κολλητήρια μου, τι εύχεστε στα παιδιά του κόσμου για το νέο έτος;
Να έχουν ένα σπίτι ζεστό με αγάπη, υγεία, γαλήνη και πίστη!
Σελίδα
30
Να έχουν ένα τραπέζι γεμάτο φαγητό!
Να έχουν ανοιχτά τα μάτια της ψυχής τους, γιατί μόνο με αυτά θα γνωρίσουν την ειλικρίνεια!
Εύχομαι για το νέο έτος Αγάπη, Υγεία, Ειρήνη, Ομόνοια και ΓΕΛΙΟΟΟΟ... Πάντα να χαμογελάτε και όλα να τα ξεπερνάτε... Έτσι κι αλλιώς, όλοι οι Έλληνες μια ζωή ξέρουμε πως θα φααααάμε, θα πιουυυυύμε και νηστικοιιιί θα κοιμηθούμε!!!
Σελίδα
31