Το πολιτικό τραγούδι στην Ελλάδα (1974-2002)

Page 1

Γιώργος Μυζάλης

Το πολιτικό τραγούδι στην Ελλάδα 1974-2002 Προλογίζει ο Λάµπρος Λιάβας


Το πολιτικό τραγούδι στην Ελλάδα (1974-2002) Γιώργος Μυζάλης Επιμέλεια κειμένου: Ελευθερία Κοψιδά ISBN: 978-960-6685-78-1 © 2018, Fagottobooks, Νίκος Θερμός Fagottobooks Κεντρικό: Βαλτετσίου 15, 10680 Αθήνα Τηλ.: 210-3645147, Fax: 210-3645149 Υποκατάστημα: Ζακύνθου 7, 311 00 Λευκάδα Τηλ./Fax: 26450-21095 e-mail: info@fagottobooks.gr www.fagottobooks.gr


Γιώργος Μυζάλης

Το πολιτικό τραγούδι στην Ελλάδα 1974-2002



ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Δρόμος αντοχής! ................................................................................................................................7 Εισαγωγή ............................................................................................................................................... 11 Α. Το πολιτικό τραγούδι στην Ελλάδα (1974-2002) ............................................. 17 Β. Οι παλαιότεροι δημιουργοί ............................................................................................... 29 Γ. Οι νεότεροι δημιουργοί ......................................................................................................... 53 1. Παύλος Σιδηρόπουλος.........................................................................................................................................53 2. Χάρης και Πάνος Κατσιμίχας...........................................................................................................................58 3. Άλκης Αλκαίος............................................................................................................................................................61 4. Νικόλας Άσιμος..........................................................................................................................................................63 5. Τζίμης Πανούσης.......................................................................................................................................................68 6. Διονύσης Τσακνής....................................................................................................................................................72 7. Τρύπες – Γιάννης Αγγελάκας............................................................................................................................76

Δ. Θάνος Μικρούτσικος – ο πολιτικός συνθέτης . . ..................................................... 81 1. Βιογραφικά στοιχεία – πολιτικά τραγούδια (1975-2002)............................................... 81 2. Μουσικολογική ανάλυση και προσωπικές αφηγήσεις για τα τραγούδια. . ............................................................................... 92 3. Δισκογραφία τραγουδιών Θάνου Μικρούτσικου........................................................... 134

Ε. Κώστας Τριπολίτης – ο στιχουργός ............................................................................ 141 1. Βιογραφικά στοιχεία – πολιτικά τραγούδια (1981-2002).......................................................141 2. Τυπολογία λέξεων – μορφολογική ανάλυση.....................................................................................154 3. Ανάλυση περιεχομένου ....................................................................................................................................160 4. Δισκογραφία τραγουδιών Κώστα Τριπολίτη.....................................................................................171

ΣΤ. Ερευνητικές ερωτήσεις ..................................................................................................... 175 Ζ. Συμπεράσματα . . ........................................................................................................................ 269 Επίλογος ............................................................................................................................................. 283 Ευχαριστίες ....................................................................................................................................... 286 Βιβλιογραφία.. ................................................................................................................................. 289



7

ΔΡΟΜΟΣ ΑΝΤΟΧΗΣ!

«Θα πρέπει επιτέλους να μάθουμε να ξεχωρίζουμε ένα μνημείο ποιητικό από ένα μνημείο για κοιμητήρια. Ένα τραγούδι λαϊκό από ένα τραγούδι για τον λαό» Μάνος Χατζιδάκις

Δύο είναι τα μεγάλα πάθη του Γιώργου Μυζάλη: το τρέξιμο μεγάλων αποστάσεων και το ελληνικό τραγούδι! Δύο αγάπες που τελικά δεν είναι και τόσο άσχετες μεταξύ τους, αν αναλογιστεί κανείς ότι το ελληνικό τραγούδι είναι κι αυτό ένας δρόμος αντοχής, μια μακρά διαδρομή μέσα στον χρόνο όπου δοκιμάζεται το «ειδικό βάρος» της επιτέλεσης των τραγουδιών και η σχέση των δημιουργών τους με την ομάδα. Αυτή η άμεση βιωματική λειτουργία, που επιβεβαιώνει την εγγενή «λαϊκότητα» του τραγουδιού ως μουσικού είδους, το αναδεικνύει σε κιβωτό της συλλογικής μνήμης, σταθερό σημείο αναφοράς-σύμβολο για την κοινωνική και ιδεολογική ταυτότητα. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι ο Μυζάλης επέλεξε να θέσει ερωτήματα και να ερευνήσει μια κατηγορία τραγουδιών που είναι κατεξοχήν φορτισμένα ως προς αυτή την ιστορική-συμβολική τους διάσταση: τα «πολιτικά» τραγούδια. Ούτε εκπλήσσει η εξομολόγησή του ότι η πρώτη του καθοριστική μουσική εμπειρία υπήρξε, σε ηλικία επτά χρόνων, η μεγάλη συναυλία του Μάνου Λοΐζου στο Ολυμπιακό Στάδιο που «μοιραία» τον οδήγησε να ξεκινήσει μαθήματα μουσικής! Από τότε ξεκινάει και ο δικός του «μαραθώνιος» στις διαδρομές του ελληνικού τραγουδιού, επιλέγοντας συστηματικές μουσικές σπουδές που τον έφεραν από το Μουσικό Σχολείο στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών όπου και συναντήθηκαν οι δρόμοι μας. Τον θυμάμαι να παρακολουθεί με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και συνέπεια τα μαθήματα της εθνομουσικολογικής κατεύθυνσης, δίνοντας έμφαση στα επιμέρους είδη της ελληνικής μουσικής και στη διαχρονική τους συνέχεια, πάντα σε άμεση συνάρτηση με την κοινωνική-ανθρωπολογική τους διάσταση. Έτσι, και πάλι «μοιραία», μετά την αποφοίτησή του, συνέχισε στο Διατμηματικό Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα «Μουσική κουλτούρα και επικοινωνία. Ανθρωπολογικές και επικοινωνιακές προσεγγίσεις της μουσικής». Στην πτυχιακή του εργασία (όπου υπήρξα συνεπιβλέπων) διατύπωσε για πρώτη φορά με επιστημονική


8

μέθοδο τα κύρια ερευνητικά του ερωτήματα για το πολιτικό τραγούδι, με άξονα την ανάλυση –ως προς τη μορφή και το περιεχόμενο– του έργου του στιχουργού Κώστα Τριπολίτη. «Μοιραία», λοιπόν, ξεκίνησε άλλη μια κούρσα αντοχής, για έξι ολόκληρα χρόνια, που τον οδήγησε στην εκπόνηση της διδακτορικής του διατριβής (όπου επίσης ήμουν επιβλέπων), επικεντρώνοντας στο πολιτικό τραγούδι της «μετα-Μεταπολίτευσης», στους δημιουργούς και τους φορείς του, στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και στη νοηματοδότησή του. Ερεύνησε σε βάθος την ελληνική και ξενόγλωσση βιβλιογραφία, καθώς και τις σχετικές διάσπαρτες δημοσιογραφικές πηγές και προφορικές μαρτυρίες, ώστε να οδηγηθεί σε μια σειρά από προβληματισμούς με καίρια ερευνητικά ερωτήματα. Τα ερωτήματα αυτά έθεσε στη συνέχεια στους επίλεκτους συνομιλητές του μέσα από μια σειρά συνεντεύξεων βάθους. Πυροδότησε έτσι έναν εξαιρετικά γόνιμο διάλογο, όπου το θέμα φωτίστηκε σφαιρικά και αντιστικτικά, με θέσεις και αντιθέσεις που τον οδήγησαν να βρει το νήμα σ’ έναν σκοτεινό λαβύρινθο από αυθαίρετες ορολογίες, παρανοήσεις και διαμάχες. Για να καταλήξει σε μιαν επιστημονικά έγκυρη «σύνθεση» των συμπερασμάτων του. Συμπεράσματα που με τη σειρά τους δίνουν τροφή για έναν νέο διάλογο και βαθύτερο προβληματισμό, καθώς έτσι προχωράει η επιστήμη. Στη δημιουργική αυτή διαδικασία ο Μυζάλης ασκήθηκε (ως αθλητής) στη μικροσκοπική και μακροσκοπική προσέγγιση του θέματός του, περνώντας από την ιστορική περιγραφή στην ανάλυση, από το ειδικό στο γενικό, τοποθετώντας παράλληλα το ελληνικό πολιτικό τραγούδι στη διεθνή σκηνή της «στρατευμένης τέχνης» και των τραγουδιών «διαμαρτυρίας» (εργατικά=διεθνιστικά, συνδικαλιστικά, αντιπολεμικά, αντιεξουσιαστικά, φεμινιστικά, ροκ, πανκ, χιπ-χοπ κλπ.). Επίσης, αξιοποιώντας τη μακροχρόνια εμπειρία του στον χώρο της δισκογραφίας και των μέσων επικοινωνίας, θέτει καίρια ερωτήματα σε σχέση με τη μαζική κουλτούρα των «δημοφιλών» τραγουδιών και την πολιτιστική διαχείρισή τους ως «προϊόντων» των δισκογραφικών εταιρειών, των κομματικών μηχανισμών, των Μ.Μ.Ε. και του διαδικτύου, αλλά και της δημόσιας ρητορικής και στάσης ζωής των δημιουργών και των φορέων τους. Επιλέγει λοιπόν να προσεγγίσει τις «νέες τελετουργίες του πλήθους» σε σχέση με το κοινωνικό-πολιτικό τραγούδι. Αφουγκράζεται τα «ηχοτοπία της εποχής» έτσι όπως διαμορφώνονται σε συνάρτηση με τα ιστορικά, κοινωνικά και πολιτικά συμφραζόμενα των επιμέρους περιόδων μετά το 1974 όπου εστιάζει την έρευνά του. Αν και είχε το προνόμιο να συνομιλήσει με πολλούς από τους επιφανέστερους δημιουργούς και ερμηνευτές τόσο της παλαιότερης, όσο και της νεότερης γενιάς του πολιτικού τραγουδιού, κερδίζοντας την εκτίμηση και εμπιστοσύνη τους (όπως μαρτυρά η αποδελτίωση των συνεντεύξεων μαζί τους), ο Μυζάλης επέλεξε συνειδητά να εμβαθύνει στην περίπτωση του συνθέτη Θάνου Μικρούτσικου και του (σε αρκετές περιπτώσεις συνεργάτη του) στιχουργού Κώστα Τριπολίτη.


9

Έτσι, μέσα από την ιστορική, μορφολογική, μουσικολογική και ιδεολογική ανάλυση του έργου τους –σε αντίστιξη με όλα τα υπόλοιπα δεδομένα από τη βιβλιογραφική έρευνα και τις τοποθετήσεις των άλλων εκπροσώπων του είδους–, κατορθώνει να διατυπώσει μια σειρά από επιστημονικά τεκμηριωμένα συμπεράσματα. Τοποθετεί τα πολιτικά τραγούδια στο ευρύτερο πλαίσιο των «κοινωνικών» τραγουδιών, θέτοντας ως βασικό κριτήριο αξιολόγησης όχι απλώς την πρόθεση του δημιουργού αλλά κυρίως τη διαχρονικότητα και την πρόσληψή τους από το ευρύτερο ακροατήριο σε άμεση συσχέτιση με τη χρήση και τη λειτουργία τους. Θίγει χωρίς φόβο και πάθος την «ακμή και παρακμή» του πολιτικού τραγουδιού και τις επιπτώσεις από τη μετατροπή του από κοινωνικό αγαθό σε καταναλωτικό προϊόν. Μιλά για τη διαχείρισή του από την Αριστερά και από τα υπόλοιπα κόμματα, για να διεκδικήσει ένα κοινωνικό τραγούδι που «δεν θα εξυπηρετεί μικροπολιτικές σκοπιμότητες αλλά θα καταγράφει την κοινωνική πραγματικότητα μέσα από ένα έκδηλο πολιτικό φίλτρο». Τέλος, πέρα από το περιεχόμενο, τη χρήση και τη λειτουργία του τραγουδιού, θέτει και ζητήματα αισθητικής, ως προς τη δομή, τα «συστατικά» του. Αναφέρεται εύστοχα στη σχέση λόγου-μουσικής και στο αίτημα για μια μελοποίηση όπου «η μουσική θα έρχεται σαν προστιθέμενη αξία, θα διαφοροποιεί την πρόσληψη του κειμένου και θα του προσδίδει νέες διαστάσεις και προεκτάσεις». Έτσι, μέσα από το τραγούδι υλοποιείται αυτή η «διαλεκτική σχέση καρδιάς και μυαλού» που επιζητούσε ο Μπέρτολντ Μπρεχτ από τους κορυφαίους δημιουργούς του είδους. Αυτή τη «διαλεκτική σχέση» επιδιώκει με την έρευνά του και ο Γιώργος Μυζάλης με το βιβλίο του που έρχεται να πλουτίσει τη σχετικά φτωχή βιβλιογραφία σ’ έναν χώρο όπου συχνά κυριαρχούν επιφανειακές δημοσιογραφικές καταγραφές και δημοσιοσχεσίτικες «αγιογραφίες». Συνεισφέρει έτσι δημιουργικά στον προβληματισμό και στον δημόσιο διάλογο για το ελληνικό τραγούδι, το οποίο καλείται –σε μιαν εποχή κρίσιμη και μεταβατική– ν’ αποτελέσει και πάλι αξιόπιστο και σταθερό σύμβολο συλλογικής μνήμης και ταυτότητας, δύναμη κινητήρια για «ελευθερία και γλώσσα»!

ΛΑΜΠΡΟΣ ΛΙΑΒΑΣ Καθηγητής Εθνομουσικολογίας Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών



11

Ε ισαγ ω γή

Ο Μάνος Χατζιδάκις σε ένα σχόλιό του στο τρίτο πρόγραμμα της ελληνικής ραδιο­ φωνίας στις 3 Σεπτεμβρίου 1978 θέτει εύστοχα τον βασικότερο προβληματισμό σχετικά με το πολιτικό τραγούδι:1 Πέντε άνδρες συνωμοτούν υπό βροχή, κάτω από μίαν ομπρέλα. Στοιβάζονται μάλιστα κάτω απ’ την ίδια ομπρέλα, για να μη βραχούν. Την ίδια ώρα ακούγεται το τραγουδάκι «Συννέφιασε, συννέφιασε, ψιλή βροχούλα έπιασε». Σαφώς το τραγουδάκι είναι πολιτικό, ιδιαίτερα σαν συνδεθεί με τους πέντε συνωμότες, που προσπαθούν να μη βραχούν. Αν όμως το τραγούδι ακουστεί σε παραλία ερημική, την ώρα που δεν βρέχει, μπορεί να γίνει και προφητικό, αν τύχει και ξεσπάσει η μπόρα, μες σε πέντε το πολύ λεπτά. Αν πάλι δεν βρέξει διόλου, τότε το τραγούδι γίνεται απλούστατα ένα ρεμπέτικο τραγούδι, με κάποιες τάσεις εγωιστικές γι’ αυτόν που το τραγουδάει, μια κι όλο προσπαθεί να μη βραχεί, ενώ στο τέλος βρέχεται για τα καλά και το φωνάζει με ιδιαίτερη ικανοποίηση στους άλλους τραγουδώντας… για κοίτα με πώς βράχηκα.

Προφανώς και το κείμενο του Μάνου Χατζιδάκι είναι ειρωνικό και αλληγορικό. Δείχνει ξεκάθαρα, ωστόσο, τον προβληματισμό σχετικά με τη δημιουργία ενός ορισμού για το πολιτικό τραγούδι. Τελικά τι είναι πολιτικό τραγούδι; Λαμβάνοντας υπόψη τον συγκινησιακό παράγοντα, αλλά και την αλληλεπίδραση δημιουργού-ακροατή είναι βέβαιο ότι θα οδηγηθούμε σε υποκειμενικές κρίσεις στην προσπάθεια δημιουργίας ενός αποδεκτού ορισμού. Ωστόσο, μπορούν να εντοπισθούν ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά του, όπως είναι, πιθανώς, η θεματολογία, η αλληλεπίδραση με το κοινό και μερικές φορές και η διαχρονικότητα. Αν και ο όρος πολιτικό τραγούδι χρησιμοποιείται ευρέως, ο ακριβής ορισμός του εμφανίζει έντονες προβληματικές και διαφωνίες. Οι ίδιοι οι δημιουργοί του αντιμετωπίζουν δυσκολίες και απαντούν στο ερώτημα αυτό κυρίως βιωματικά. Ο Μανώλης Ρασούλης αναφέρει σχετικά με τη στιχουργική του είδους:2

1

2

Χατζιδάκις (1980), σ. 79.

Ρασούλης (2007), σ. 111.


12

… ο στιχουργός και η στιχουργική παίρνουν σοβαρότατα υπόψη τα δρώμενα στην καθημερινότητα και με τη ζώσα γλώσσα περιγράφουν κι αναπλάθουν ή υπαινίσσονται τα συμβάντα, τα θέματα, τις καταστάσεις. Εύληπτα, βατά, όσο γίνεται πιο λαϊκά, γιατί το τραγούδι ως ΤΕΧΝΗ κατάγεται από τον απλό άνθρωπο, ζει την περιπέτειά του και ξαναγυρίζει, κυκλώνει, όπως και το ίδιο το άσμα.

Ο Θάνος Μικρούτσικος από την άλλη, σε συνέντευξή του στον Λευτέρη Παπαδόπουλο και στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ το 1982, αναφέρει:3 Πολιτικό τραγούδι είναι αυτό που λειτουργεί από κάτω και λειτουργεί όχι μόνο στην καρδιά, αλλά και στο κεφάλι. Είναι, δηλαδή, αυτή η διαλεκτική σχέση της καρδιάς και του μυαλού, που την ήθελε και ο Μπρεχτ, ο οποίος έχει δημιουργήσει πολύ σπουδαία πράγματα σε αυτό το είδος. Αυτή η διαλεκτική σχέση καρδιάς και μυαλού αποτελεί την πιο στερεά βάση για την πολιτική τέχνη. Αυτό δεν σημαίνει ότι, και στην περίπτωση του συνθήματος και της αφίσας, δεν έχουμε κι εκεί κάποιες περιπτώσεις σημαντικές, οι οποίες γίνανε σε καιρούς που έπρεπε να γίνουν μ’ αυτό τον τρόπο. Παράδειγμα η περίοδος του Πολυτεχνείου, η περίοδος του Εμφυλίου κτλ.

Έχει επικρατήσει γενικώς η άποψη ότι πολιτικό είναι το τραγούδι που εξυπηρετεί τις συγκεκριμένες ανάγκες ενός πολύ συγκεκριμένου πολιτικού χώρου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ένα κείμενο του Ανατόλι Λουνατσάρσκι με τίτλο Επανάσταση και Τέχνη (1917):4 Η επανάσταση φέρνει ιδέες μεγάλου πλάτους και βάθους. Διεγείρει παντού αισθήματα έντονα, ηρωικά και περίπλοκα […] Περιμένω πολλά από την επιρροή της Επανάστασης στην τέχνη. Αν η Επανάσταση μπορεί να δώσει στην Τέχνη την ψυχή της, τότε η Τέχνη μπορεί να γίνει η φωνή της Επανάστασης.

Οι πολιτικές εξελίξεις γεννάνε το πολιτικό τραγούδι και χωρίς αυτές δεν νοείται τέτοιο. Όπως λέει και ο Ιρλανδός ρεπουμπλικανός James Connolly:5 «Κανένα πολιτικό κίνημα δεν είναι ολοκληρωμένο χωρίς τη δική του δημοφιλή ποιητική έκφραση».

3

4

Παπαδόπουλος (2007), σ. 189-190.

5

Σημαντικότατο ρόλο στην ανάπτυξη μιας ιδιαίτερης σχέσης και συνεργασίας τέχνης-πολιτικής στην Ε.Σ.Σ.Δ. διαδραμάτισε ο λαϊκός κομισάριος Διαφώτισης (Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού) του Συμβουλίου λαϊκών κομισάριων της κυβέρνησης Λένιν, ο Ανατόλι Λουνατσάρσκι. Janis McNair, Favourite political song project (www.polsong.gcal.Ac.uk/articles/mcnair5.html).


13

Ο Κώστας Τριπολίτης είναι ιδιαιτέρως εύστοχος μιλώντας σχετικά και δίνοντας μια ακόμα σημαντική διάσταση στον όρο πολιτικό τραγούδι:6 Τα πάντα είναι πολιτικά. Τα πάντα μπορούν να αναλυθούν γιατί τα πάντα διαμορφώνουνε στάσεις. Ό,τι διαμορφώνει στάση είναι και πολιτικά προσμετρήσιμο. Αυτό είναι το ένα ζήτημα. Το ζήτημα είναι ένα άλλο για εμάς εδώ. Αυτό που διαμορφώνει στάση και άρα είναι πολιτικό έχει ένα αισθητικό πρόταγμα; Έχει ένα αισθητικό ενδιαφέρον; Ένα αισθητικό ενδιαφέρον υπό την έννοια του καινοφανούς, του καινοτόμου. Τότε αξίζει τον κόπο. Αλλιώς καταλήγει να είναι αυτό που λέμε στρατευμένη τέχνη. Στην ουσία είναι κομματική τέχνη.

Το ίδιο φαίνεται να πιστεύει και ο Μάνος Χατζιδάκις στο κείμενό του «Η πολιτική στην Τέχνη και η κακή Τέχνη της πολιτικής»:7 Και φυσικά η πολιτική γνωρίζει να χειρίζεται καλώς και επωφελώς τις κερδοσκοπικές προθέσεις των λεγόμενων «προοδευτικών» καλλιτεχνών και την αφέλεια των εν εκστάσει και μη επαρκώς σκεπτομένων ακροατών [...] Όχι, νομίζω πως οφείλετε επιτέλους να ελέγξετε σεις ο «λαός» κάθε παραγωγή δημοσιευμάτων, μουσικής και ασμάτων που γίνεται στο όνομά σας και δήθεν αποτείνεται σε εσάς. Γιατί έχει αρχίσει να αναπτύσσεται μια ύποπτη βιομηχανία απ’ τους κομματικούς μηχανισμούς, που σκόπιμα αλλοιώνουν την υφή της μουσικής, της ποίησης και της λογοτεχνίας, καθώς και τη λαϊκή μας παράδοση.

Εκ των υστέρων πάντως μπορεί κανείς, μελετώντας, να εντοπίσει ποιο είναι το πολιτικό τραγούδι που έχει ευρύτερη βάση και αναφορά και ποιο εξυπηρετεί σκοπιμότητες της στιγμής. Μια τέτοια θεώρηση, επ’ ονόματι του χρονικού διαστήματος που μεσολάβησε, είναι σύμφωνη και με τις αρχές της ανθρωπολογίας, της κοινωνικής ανθρωπολογίας και των υπολοίπων κοινωνικών επιστημών. Μπορεί λοιπόν ο μελετητής a posteriori να προσδιορίσει εκείνο το πολιτικό τραγούδι που δεν εξυπηρετούσε μικροπολιτικές ανάγκες, αλλά κατέγραφε την πραγματικότητα μέσα από ένα έκδηλο πολιτικό φίλτρο. Βασικό ερευνητικό αντικείμενο του βιβλίου είναι το πολιτικό τραγούδι, τα χαρακτηριστικά του και η νοηματοδότησή του. Ο όρος «πολιτικό τραγούδι» από μόνος του, διαχρονικά, έχει προβληματίσει τους μελετητές του ελληνικού τραγουδιού, τόσο εκείνους που κινητοποιήθηκαν από την αγάπη και το μεράκι

6

7

Βλ. συνέντευξη Κώστα Τριπολίτη, Αθήνα, 23.8.2010.

Περ. Τέταρτο, τχ. 7, Νοέμβριος 1985.


14

τους για το είδος, όσο εκείνους που σπούδασαν επιστήμες συγγενείς προς αυτό (κοινωνιολογία, κοινωνική ψυχολογία, κοινωνική ανθρωπολογία, μουσικολογία, εθνομουσικολογία, μουσική κλπ.). Παράλληλα, στο άκουσμα της έννοιας «πολιτικό τραγούδι», ενίοτε στέκουν αμήχανοι και οι ίδιοι οι συντελεστές του (συνθέτες, στιχουργοί, τραγουδοποιοί, ερμηνευτές, παραγωγοί κ.ά). Μολονότι οι περισσότεροι αναφέρονται σ’ αυτό, δεν έχει γίνει μια συστηματική προσπάθεια καταγραφής των χαρακτηριστικών του και μια έρευνα για έναν σαφή (κατά το δυνατόν) ορισμό του. Έτσι, όλοι μιλούν για το πολιτικό τραγούδι, όλοι αναφέρονται σ’ αυτό, συχνά πυκνά το αναζητούν εναγωνίως (ιδιαιτέρως σε δύσκολες και ταραγμένες εποχές), χωρίς ωστόσο να είναι βέβαιο ότι εννοούν και όλοι το ίδιο ακριβώς πράγμα. Η παραπάνω παραδοχή και ο διαρκής προβληματισμός γύρω από μια σοβαρή έρευνα για το τραγούδι γενικότερα είναι και ο βασικός λόγος της συγγραφής αυτού του βιβλίου. Στη σύγχρονη ελληνική μουσική πραγματικότητα, τόσο σε ακαδημαϊκό, όσο και σε καθημερινό επίπεδο, κυριαρχούν αυθαίρετες ορολογίες που συχνά οδηγούν τους ερευνητές σε παρανοήσεις και διαμάχες σχετικά με ζητήματα που άπτονται της μελέτης του τραγουδιού μας, αυτής της τόσο οικείας και σπουδαίας μορφής λαϊκής τέχνης. Χαρακτηρισμοί όπως «έντεχνο», «λαϊκό», «ελαφρό», «ελαφρολαϊκό», αλλά και «κοινωνικό», «πολιτικό», «διαμαρτυρίας» κλπ. περισσότερο μπλέκουν όσους τους χρησιμοποιούν και το ακροατήριό τους, παρά βοηθούν στην καταγραφή των διαφορετικών τάσεων και ειδών της μουσικής. Με δεδομένα όλα αυτά, μια έρευνα που θα διευρύνει τη συζήτηση γύρω από το είδος του «πολιτικού τραγουδιού» είναι αναγκαία. Παράλληλα με όλα αυτά, εντυπωσια­ κός παραμένει ο ρόλος του τραγουδιού καθώς αυτό αντιμετωπίζεται από όλους ως κεντρικός πρωταγωνιστής της καθημερινότητας και αποτελεί καθρέφτη κάθε εποχής για την κοινωνία. Οι κυριότεροι προβληματισμοί μου γύρω από το πολιτικό τραγούδι αποτέλεσαν και τα βασικά ερευνητικά ερωτήματα του βιβλίου, όπως αυτά καταγράφονται παρακάτω:

οιος ο ορισμός του πολιτικού τραγουδιού; Ποιος του κοινωνικού τραΠ γουδιού; Ομοιότητες και διαφορές μεταξύ τους.

Από πότε έχουμε πολιτικό τραγούδι στην Ελλάδα; Ιστορική αναδρομή.

οιος ο ρόλος των δισκογραφικών εταιρειών στην κυκλοφορία πολιΠ τικού τραγουδιού στην Ελλάδα μετά τη Μεταπολίτευση; Ενίσχυσαν με κερδοσκοπικές προθέσεις τη δημιουργία αυτού του είδους τραγουδιού;

Ποια τα κίνητρά τους;


15

οια η σχέση πολιτικού τραγουδιού με αυτό που έχει επικρατήσει να Π λέγεται «στρατευμένη τέχνη»; Ανήκουν τα προϊόντα της στρατευμένης τέχνης στο πολιτικό τραγούδι;

ίναι το πολιτικό τραγούδι «μονοπώλιο» της Αριστεράς; Αν ναι, για ποιο Ε λόγο;

ότε ακμάζει και πότε παρακμάζει το πολιτικό τραγούδι; Με τη ΜεταΠ πολίτευση άκμασε; Και στη συνέχεια; Πού βρίσκεται σήμερα το πολιτικό τραγούδι;

Ποιοι οι κατεξοχήν δημιουργοί πολιτικού τραγουδιού στην Ελλάδα;

ι ρόλο παίζει η πρόθεση του δημιουργού και η καινοτομία του παραγόΤ μενου έργου στο να χαρακτηριστεί αυτό πολιτικό;

οια τραγούδια (παραδείγματα) κατατάσσονται στο πολιτικό τραγούδι Π και για ποιο λόγο.

οιος ο ρόλος του τραγουδιστή σε ένα πολιτικό τραγούδι; Πρέπει να Π ενστερνίζεται απαραιτήτως τα λεγόμενα του τραγουδιού;

ρέπει ο δημιουργός του πολιτικού τραγουδιού να υποστηρίζει το ίδιο Π του το έργο με τη γενικότερη στάση ζωής του;

Σ’ αυτή τη σύντομη εισαγωγή για το πολιτικό τραγούδι γίνεται σαφές ότι ο ασφαλέστερος τρόπος αναγνώρισης αυτού του είδους είναι η εκ των υστέρων αξιολόγησή του. Αυτή είναι η πιο αντικειμενική τακτική και με την πάροδο του χρόνου μπορεί να δει ο εκάστοτε μελετητής ή και ο απλός ακροατής με καθαρό μάτι (και αυτί) τη λειτουργία, τη θεματολογία και τους σκοπούς κάθε τραγουδιού, διαπιστώνοντας στη συνέχεια με μεγαλύτερη σιγουριά αν αυτό είναι τελικά πολιτικό ή όχι.


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.