ΥΠΕΡ > Οι βούργιες των Κρητικών Ταξίδι νοερό στην Κρήτη της καρδιάς μας!
TO ΠEPIOΔIKO TΩN SUPER MARKET XAΛKIAΔAKH ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020 ΤΕYΧΟΣ 96 ΔΙΑΝΕΜΕΤΑΙ ΔΩΡΕΑΝ
ΚAθε χρOνο γεννιEται ο χριστOσ
ΤΑ πΙΟ εΡΩΤΙΚa πΡΩΤΟ χΡΟΝΙaΤΙΚΑ ΚaΛΑΝΤΑ!
ΓΙΑΝΝΗΣ ΞYΛΟYΡΗΣ ΖΩΝΤΑΝΟΣ ΘΡYΛΟΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΙΚΗΣ ΜΟYΣΙΚΗΣ!
ΣΤΑΦYΛΙΝΑΚΑΣ
Το λουλούδι της υπομονής, η δαντέλα της βασίλισσας!
Περιεχ μενα
12 ΦΩΤΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ Φωτογραφίες & κείμενα: Νίκος Ψιλάκης
40
8 Στα δύσκολα είμαστε μαζι
50 Πλαστική σακούλα… Τι αλλάζει με τη νέα χρονιά
10 Αλληλεγγύη
52 Πρωτοβουλίες κοινωνικής ευαισθητοποίησης
20 Ξεφυλλίζοντας τις σελίδες τις ιστορίας μας...
54 Τα πιο ερωτικά πρωτοχρονιάτικα κάλαντα!
22 Ό,τι καλύτερο παράγει τούτος ο τόπος
58 ΣΤΑΦYΛΙΝΑΚΑΣ: Το λουλούδι της υπομονής, η δαντέλα της βασίλισσας!
Οι βούργιες των Κρητικών του Ν. Ψιλάκη
24 Τα νέα μας
του Ν. Ψιλάκη
28 Ταξίδι νοερό στην Κρήτη της καρδιάς μας! 36 Μαγειρεύουμε γιορτινά και απολαμβάνουμε σπίτι!
66 ΓΙΑΝΝΗΣ ΞYΛΟYΡΗΣ Ζωντανός θρύλος της κρητικής μουσικής 72 Μια συγκινητική ιστορία από τη Νάουσα του 1906
του Τ. Μπάιτση
38 ΓΙΟΡΤΕΣ ΣΤΑ Σ/Μ ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗΣ
76 Ο σγουρός πρίνος στο Καθαρό του Γ. Μανιαδάκη
12
58
72
66
76
40 28
54
Tριμηνιαία έκδοση των Σ/M XAΛKIAΔAKH
Yπεύθυνη σύμφωνα με το νόμο: ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗ
Σχεδίαση εντύπου: NIKOΣ NTPETAKHΣ
1o χιλ. Γαζίου-Κρουσώνα 7005 Ηράκλειο τηλ. 2810 824 140
Eκδοτική φροντίδα: Tμήμα Δημοσίων Σχέσεων της A.E. XAΛKIAΔAKH
Φωτοστοιχειοθεσία Mακέτες - Eκτύπωση: TYΠΟΚΡΕΤΑ A.E., BI.ΠE. Hρακλείου, Tηλ. 2810 382800 FAX: 2810 380887
> www.xalkiadakis.gr Διανέμεται δωρεάν από τα καταστήματα της εταιρείας
IS SN : 25 85-36 0 0
Σύμβουλος έκδοσης: ΕΦΗ ΨΙΛΑΚΗ Υπεύθυνος Δημοσίων Σχέσεων της Α.Ε. ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗ: ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΖΑΓΚΑΡΑΚΗΣ
Tα κείμενα που δημοσιεύονται δεν εκφράζουν κατ’ ανάγκην και την άποψη της εταιρείας ή του περιοδικού.
ΘΕΜΑ
6
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
7
ΣΤΑ ΔYΣΚΟΛΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ!
Η χαρμοσύνη της προσφοράς
Για μια ακόμη φορά επιβεβαιώθηκε η παλιά σοφή κουβέντα: Μεγαλύτερη είναι η χαρά εκείνου που προσφέρει από τη χαρά εκείνου που λαμβάνει! Μόνο που τούτη τη φορά το νόημα βρισκόταν αλλού. Σε πέντε λέξεις, που μπορεί να μοιάζουν με σύνθημα αλλά κρύβουν έννοιες σπουδαίες: Στα δύσκολα είμαστε όλοι μαζί!
στην Χαλκιαδάκης Α.Ε., με αλληλεγγύη, με συνεργασίες, με αλληλοϋποστήριξη. Αυτή η δράση, που υλοποιείται με την καθοριστική συμβολή των προμηθευτών μας, είναι το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε για να ανταποδώσουμε την εκτίμηση και την εμπιστοσύνη που τρέφει η κοινωνία της Κρήτης στην εταιρεία μας εδώ και 40 χρόνια. Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά την Περιφέρεια Κρήτης και όλα τα Σωματεία που συνέ-
Σε μια όμορφη εκδήλωση που έγινε στην Περιφέρεια Κρήτης, το όραμα έγινε πράξη. Επισφραγίστηκε η συνεργασία της Περιφέρειας και των σωματείων εργαζομένων στον τουρισμό με την εταιρεία Χαλκιαδάκης Α.Ε. και παραδόθηκαν δωροεπιταγές συνολικής αξίας 172.500 ευρώ σε 1.150 δικαιούχους του τουριστικού κλάδου. Η πρωτοβουλία εντάσσεται στο πλάνο της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης της Χαλκιαδάκης Α.Ε. και υλοποιείται με τη συνεργασία της Περιφέρειας Κρήτης και εταιρειών – προμηθευτών της μεγάλης κρητικής εταιρείας. Η επιλογή των 1.150 δικαιούχων, καθένας εκ των οποίων λαμβάνει δωροεπιταγές συνολικής αξίας 150 ευρώ, έγινε σύμφωνα με κοινωνικά κριτήρια και με τη συμβολή των Σωματείων Ξενοδοχοϋπαλλήλων Ηρακλείου, Λασιθίου, Χανίων και Ρεθύμνου, του Σωματείου Οδηγών Τουριστικών Λεωφορείων Κρήτης «ΕΡΜΗΣ» και του Σωματείου Επαγγελματιών Ξεναγών Κρήτης και Σαντορίνης. Γεμάτες ανθρωπιά οι δηλώσεις όσων συμμετείχαν, μα και γεμάτες αισιοδοξία, μια και αρχίζει να φαίνεται το φως της ελπίδας και της επιστροφής στην κανονικότητα. Θερμές και οι ευχαριστίες του Περιφερειάρχη κ. Αρναουτάκη προς την εταιρεία μας, θερμές και των εκπροσώπων των εργαζομένων, που κάλεσαν κι άλλους να μιμηθούν την πρωτοβουλία. «Στα δύσκολα είμαστε όλοι μαζί, τόνισε στη δήλωσή της η κ. Χριστίνα Χαλκιαδάκη. «Έτσι έχουμε μάθει να πορευόμαστε
βαλαν στην ολοκλήρωση αυτής της προσπάθειας, τις εταιρείες – προμηθευτές μας που στήριξαν έμπρακτα την πρωτοβουλία και να ευχηθώ αυτή η πρωτόγνωρη κατάσταση που όλοι βιώνουμε λόγω της πανδημίας να αποτελέσει σύντομα παρελθόν». Παρόντες, εκτός από τους εκπροσώπους των εργαζομένων, ήταν o εμπορικός διευθυντής της Χαλκιαδάκης Α.Ε. Δημήτρης Βατσιθιανός και ο υπεύθυνος marketing της εταιρείας Μιχάλης Τζαγκαράκης.
> Δίπλα σ' αυτούς που μας χρειάζονται...
Και φέτος, όπως κάθε χρονιά, είμαστε δίπλα στις δομές της Κρήτης, είμαστε δίπλα σε αυτούς που μας χρειάζονται, ιδιαίτερα σε περιόδους γιορτών όπως είναι τα χριστούγεννα!
Κατάστημα Κράτησης Αλικαρνασσού, ΚεΔχ χερσονήσου, Δ. χερσονήσου- Τμήμα Κοινωνικής προστασίας, παιδείας και πολιτισμού, Σύλλογος πολυτέκνων Ηρακλείου, Σωματείο Ατόμων με Αναπηρίες Δήμου Σητείας με έδρα τη Ζήρο, Στέκι Μεταναστών χανίων, Κοινωνικό παντοπωλείο Δήμου Αγίου Νικολάου, Ιερά Μητρόπολη Κυδωνίας & Αποκορώνου, Ιερά Μητρόπολη Γορτύνης & Αρκαδίας, πολιτιστικός Σύλλογος πρινιά, Βοήθεια στο σπίτι Ηρακλείου, Φίλοι Ατόμων Τρίτης Ηλικίας Αγίου Νικολάου, Ιερά Μητρόπολη Ιεραπύτνης και Σητείας (δομή Βαϊνιάς), Λέσχη Αρχιμαγείρων, ελληνικός ερυθρός Σταυρός χανίων, Ιερά Μητρόπολη Αρκαλοχωρίου Καστελλίου και Βιάννου, Κοινότητα Αγίου Σύλλα, «Σκουτελικό» στον Δήμο Φαιστού, Γραφείο πολιτισμού & Δημόσιας Υγείας Δ. Αγίου Βασιλείου, ερυθρός Σταυρός Ιεράπετρας.
Δώρα και χαρά σε όλα τα παιδιά!
Περιφέρεια Κρήτης και Σούπερ Μάρκετ Χαλκιαδάκης δίπλα στα παιδιά των δομών φιλοξενίας του νησιού
Με μια κίνηση ουσίας αλλά και ισχυρού συμβολισμού, η Περιφέρεια Κρήτης και τα Σούπερ Μάρκετ Χαλκιαδάκης ενώνουν τις δυνάμεις τους και προσφέρουν σε όλα τα παιδιά και τα άτομα με αναπηρία που φιλοξενούνται σε δομές της Κρήτης τα δώρα του Άγιου Βασίλη! Πρόκειται για μια κίνηση που έχει ως στόχο να δωρίσει παιχνίδια και ατομικά είδη και να γεμίσει χαμόγελα τα 760 παιδιά και άτομα με αναπηρία που φιλοξενούνται στην Εταιρεία Προστασίας Ανηλίκων / Στέγη Φιλοξενίας, στο Παράρτημα Προ-
στασίας Παιδιού Ηρακλείου, στο Παράρτημα Αποθεραπείας και Αποκατάστασης Παιδιών με Αναπηρία Ηρακλείου Κρήτης (Π.Α.Α.Π.Α.Η.Κ.) Αγία Ειρήνη Χρυσοβαλάντου, στην Ιερά Μονή Καλυβιανής στις Μοίρες, στο Παιδικό Χωριό SOS στη Φοινικιά, στο Φιλανθρωπικό Ίδρυμα Χανίων Στέγη Κοριτσιού «Άγιος Νεκτάριος», στο Παράρτημα Προστασίας Νέων Χανίων, στο Παράρτημα Παιδιού Νεάπολης, στο Π.Α.Α.Π.Α.Η.Κ. Πόμπιας Δ. Φαιστού, στο Σωματείο Γονέων, Κηδεμόνων και Φίλων Ατόμων με Αναπηρία «Δικαίωμα στη Ζωή», στο Κέντρο Ειδικών Παιδιών «Ζωοδόχος Πηγή», στο Κέντρο Ειδικών Παιδιών «Αγ. Σπυρίδωνας», στον Σύλλογο Γονέων, Κηδεμόνων και Φίλων Ατόμων με νοητική υστέρηση «Ροδαυγή», στο ΚΔΑΠΜΕΑ Δ. Μαλεβιζίου, στο Παράρτημα ΑΜΕΑ Λασιθίου, στην ΑΜΚΕ μεταΒΑΣΙΣ/ΣΥΔ, στο ΚΔΑΠ ΜΕΑ Ιεράπετρας, στο Ανουσάκειο Θεραπευτήριο, στο Κέντρο Ημερησίας Φροντίδας Αυτιστικών Παιδιών «Η Μεγαλόχαρη» (ΚΗΦΑΠ), στον Σύλλογο Γονέων & Κηδεμόνων «Η Στοργή» (ΚΗ- ΦΑΜΕΑ), στο Παράρτημα ΑΜΕΑ Χανίων, στο ΕΛΕΠΑΠ Χανίων, στον Σύλλογο Γονέων – Κηδεμόνων & Φίλων των Ατόμων, Παιδιών & Ενηλίκων με Αναπηρία «Αγά- πη» (ΚΗΦΑΜΕΑ) και στον Σύλλογο Γονέων Κηδεμόνων & Φίλων Ατόμων με Αυτισμό ΚΔΑΠ μεΑ.
>
Μέσα από αυτή τη δράση, η Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση συνεργάζεται αρμονικά με το Κρητικό Επιχειρείν, στέλνοντας ένα δυνατό, αισιόδοξο μήνυμα κοινωνικής αλληλεγγύης και υποστήριξης: Κανένα παιδί, κανένας άνθρωπος με αναπηρία δεν πρέπει να αισθάνεται μόνος του!
Η χΑΛΙΑΔΑΚΗΣ Α.ε. δεν θα μπορούσε να λείψει...
Μια οικογένεια για κάθε παιδί Μας συγκίνησε η πρωτοβουλία «μια οικογένεια για κάθε παιδί», γιατί κρύβει μέσα της τις αξίες που χωρίς αυτές δεν μπορεί να πορευτεί καμιά κοινωνία. Κατάκτηση σπουδαία είναι το σύγχρονο ενιαίο σύστημα υιοθεσίας και αναδοχής κι εμείς δεν θα μπορούσαμε να είμαστε απόντες! Συνταχτήκαμε από την πρώτη στιγμή στο σπουδαίο εγχείρημα του Κέντρου Κοινωνικής πρόνοιας περιφέρειας Κρήτης με δωρεά που συμβάλλει στην ενδυνάμωση του Κ.Κ.π.π.Κ. σε κρίσιμο επιστημονικό δυναμικό. «Η πολύτιμη δωρεά της εταιρείας χΑΛΚΙΑΔΑΚΗΣ Α.ε. στο Κ.Κ.π.π.Κ. μεταφράζεται σε ενίσχυση της προσπάθειάς μας ούτως ώστε τα παιδιά να ανοίγουν τα φτερά τους» δήλωσε η πρόεδρος του Κέντρου Κοινω-
νικής πρόνοιας κ. Δαμανάκη. «Θέλω να ευχαριστήσω θερμά την εταιρεία χΑΛΚΙΑΔΑΚΗΣ Α.ε., και προσωπικά την κ. χριστίνα χαλκιαδάκη, για την ανεκτίμητη στήριξη, που δρα πολλαπλασιαστικά ως προς τους αποδέκτες της και συμβάλλει καθοριστικά στην αναβάθμιση της παιδικής προστασίας».
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
11
N Φωτογραφήματα ΦΩΤΟΓΡΑΦIΕΣ & ΚΕIΜΕΝΑ: ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ
Δικό μας ό,τι αγαπήσαμε! Τη φωτογράφισα πάλι! Κι ήταν σαν παλιά φιλενάδα που έρχεται και με βρίσκει δυο ή τρεις φορές τον χρόνο, μα όχι σε τακτές ημερομηνίες, ούτε σε κανονισμένα ραντεβού. Εμφανίζεται ξαφνικά εκεί που δεν την περιμένω. Με κοιτάζει με κατανόηση, την κοιτάζω με δέος κι ύστερα γίνεται πάλι αχνός.
Μάλιστα, φίλη! Γένους θηλυκού. Κεραζώζα λέμε στην Κρήτη το ουράνιο τόξο. Φιλενάδα, λοιπόν. Από τα παιδικά μου τα χρόνια. Από τότε που μια νεαρή δασκάλα μιλούσε για τον κατακλυσμό, και μετά, για να δαμάσει τον αρχέγονο φόβο μας μπροστά στην παντοδυναμία της φύσης, συμπλήρωνε ότι κατακλυσμός δεν θα γίνει ποτέ, μα ποτέ πια. Γι' αυτό έπλασε ο Θεός το ουράνιο τόξο, έτσι μας έλεγε, για να στέλνει τα χρώματά του σαν σημάδι στον κόσμο και να θυμίζει πως δεν θα χρειαστούμε καμιά καινούργια ξύλινη κιβωτό. Ούτε κάποιον άλλο Νώε για να σώσει από τον αφανισμό το γένος των ανθρώπων. Τούτη η παλιά φιλενάδα ήρθε και με βρήκε ξανά. Η Κεραζώζα μου. Της ζήτησα να σταματήσει για λίγο. Να ποζάρει φορώντας τα καλά της, όλη τη λάμψη της, δηλαδή. Και μου έκαμε το χατίρι. Και σταμάτησε μπροστά μου σαν γέφυρα του ονείρου, σαν καμάρα που ζέφνει τους χρόνους. Και πόζαρε. Και μου θύμισε πάλι την έκσταση των παιδικών μου ματιών... Πάνε χρόνια από τότε που έγραφα σε τούτες τις σελίδες τον όμορφο μύθο 12
του Ανδρόνικου (τεύχος 62/2012), του μοναδικού ανθρώπου που κατάφερε να περάσει κάτω από τη φωτεινή καμάρα τ' ουρανού κι από τότε άλλαξε φύλο. Κι ακόμη παλιότερα μιλούσαμε σε τούτες τις σελίδες για την Ίριδα. Τη θεά που ξέρει να γλιστρά μέσ' από τα σμήνη των νεφελών και να φέρνει στους ανθρώπους τα μηνύματα των θεών. Τούτη τη φορά δεν κούνησα ρούπι. Έμεινα στην άκρη του δρόμου και κοίταζα την Ίριδά μου, και κοίταζα την Ουρανοκαμάρα μου, και κοίταζα την Κεραζώζα μου μέχρι που γλίστρησε πάλι και χάθηκε στ' απέραντα αιθέρια της δώματα. Μη σας φανεί παράξενο το "μου". Δική μου είναι, καταδική μου, κι ας μη μου ανήκει. Όπως είναι και δική σου. Και όλων όσοι την είδαν κάποτε, ακόμη και πριν από χιλιάδες χρόνους, και όλων όσοι θα τη δουν αύριο, μεθαύριο, χιλιάδες χρόνους μετά. Δικό μας είναι ό,τι μας γαλήνεψε κάποτε την ψυχή, δικό μας ό,τι ομορφαίνει τον κόσμο, δικό μας ό,τι αγαπήσαμε...
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
>
Τούτη η παλιά φιλενάδα ήρθε και με βρήκε ξανά.
Η Κεραζώζα μου. Της ζήτησα να σταματήσει για λίγο. Να ποζάρει φορώντας τα καλά της, όλη τη λάμψη της, δηλαδή.
13
NΦΩΤΟΓΡΑΦIΕΣ & ΚΕIΜΕΝΑ: ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ
Κάθε χρόνο γεννιέται ο Χριστός Σ' ένα ταπεινό ξωκλήσι ριζωμένο στις ερημιές του νότου βρίσκονται τούτες οι τοιχογραφίες, στον Άγιο Ανδρέα της Οδηγήτριας.
>
Σ' ένα ταπεινό ξωκλήσι ριζωμένο στις ερημιές του νότου βρίσκονται τούτες οι τοιχογραφίες, στον Άγιο Ανδρέα της Οδηγήτριας. Είναι μια απλοϊκή παράσταση της Γέννησης του Χριστού, με τη μαμή να κρατά το Θείον Βρέφος στα χέρια της, με μια κοπέλα να κουβαλά νερό για το πρώτο λουτρό, με πρόβατα τριγύρω για να θυμίζει το σπήλαιο της Βηθλεέμ και παρεκεί ένας σκεφτικός Ιωσήφ που ξέρει πως δεν είναι πατέρας! Ας μην μιλούν οι γραφές για μαμές και λουτρά, η εικόνα μεταφέρει τη δική της αλήθεια, δηλαδή την αλήθεια που γνώριζαν οι ξωμάχοι κι οι ποιμένες, εκείνοι που είχαν ζήσει ανάλογες σκηνές στα χωριά τους, στα σπίτια τους. 14
«Τέχνη επαρχιακή» θα μπορούσε να πει κανείς κοιτάζοντας την εικόνα. Μα και εισαγωγή νέων εικαστικών ρευμάτων. Αιώνας 14ος. Ο αγιογράφος φαίνεται να είχε θητεύσει κοντά σε μαστόρους της λεγόμενης «Μακεδονικής Σχολής», άγνωστο σε ποιον τόπο, άγνωστο και αν ήταν Κρητικός ή αν είχε έρθει από κάποια περιοχή κατά την εποχή που συρρικνωνόταν το βυζαντινό κράτος και οι ζωγράφοι του ζητούσαν γης να ριζώσουν. Άφησε, όμως, το στίγμα του εδώ, στην εσχατιά της νήσου. Οικισμός ήταν ο Άγιος Ανδρέας κάποτε και ο μικρός μονόχωρος ναός φαίνεται να βρισκόταν στο κέντρο του. Λίθοι
ΥΠΕΡ
αργοί και λαξευμένοι αναδύονται ακόμη από το χώμα, κάπου κάπου φαίνονται και θεμέλια ριζωμένα ανάμεσα στα θυμάρια και τους ασφόδελους· είναι τα κατάλοιπα των σπιτιών που υποτάχτηκαν στη φθορά του χρόνου, είναι η μνήμη που παραχώρησε τη θέση της στη λήθη κι έμεινε η εκκλησιά σαν ορόσημο του τόπου και του χρόνου, κι έμειναν οι αρχαίες τοιχογραφίες, κι έμεινε μαζί τους τούτη η εικόνα της Γέννησης να διαιωνίζει το αέναο θαύμα. Έτσι έβλεπαν τη Γέννηση εκείνα τα χρόνια, τα μακρινά. Σαν αφήγηση. Κι έτσι αντίκρισαν το θαύμα οι ξωμάχοι που ζούσαν στην ξερή γης του κρητικού νότου. Μα θαρρώ πως εκείνοι
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
μπορούσαν να το ζήσουν καλύτερα. Οι τοιχογραφίες άνοιγαν διάπλατες πόρτες μπροστά τους. Κι απ' αυτές τις πόρτες περνούσαν για να πορευτούν σ' άλλους χρόνους και σ' άλλους τόπους. Έτσι μπορούσαν να ζήσουν αυτό που συνέβη πριν από αιώνες στη Βηθλεέμ. Αυτό που επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο στον κάθε ναό, εκεί όπου ένας παπάς ή ένας καλόγερος υψώνει φωνή για να ψάλει «Η Παρθένος σήμερον...».
Έτσι γιατί κάθε χρόνο γεννιέται ο Χριστός. Στις ψυχές των ανθρώπων... 15
NΦΩΤΟΓΡΑΦIΕΣ & ΚΕIΜΕΝΑ: ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ
Είχε βρέξει εκείνη τη μέρα... Είχε βρέξει πολύ εκείνη τη μέρα κι είχε πέσει αφούρα* στον κάμπο. Όταν καθάρισε κάπως ο ουρανός σήκωσα το χειρόφρενο και βρέθηκα μπροστά σε τούτη τη μικρή αποκάλυψη. Σαν αποκάλυψη έμοιαζε, σαν ανάβγαλμα της λησμονημένης ομορφάδας του τοπίου. Ξεπλυμένος ο ορίζοντας, με τ' απολειφάδια της καταχνιάς να θαμπώνουν το φόντο, ίσως κάποια δέσμη φωτός να είχε προβάλει δειλά. Κοίταξα γύρω. Κανείς. Μονάχα ο χωμάτινος δρόμος που οδηγούσε σ' ένα κατάφυτο τοπίο. Πορτοκαλιές, λεμονιές, μανταρινιές. Και στο βάθος ο θολός Γεροπόταμος. Δεν ξέρω γιατί μου κάνει τόση εντύπωση καθώς κοιτάζω τη φωτογραφία τώρα, κάμποσα χρόνια μετά. Ίσως επειδή την επόμενη φορά που βρέθηκα σε τούτον τον τόπο, αρχές κάποιου Μάρτη νομίζω, βρήκα μόνο το πράσινο. Το κορεσμένο ρόδινο του ώριμου φρούτου δεν ήταν εκεί. Τα πορτοκάλια σάπιζαν ανάμεσα στις φουντωμένες ξινίδες κι η πορτοκαλιά ετοιμαζόταν ν' ανθίσει, να κάμει κι άλλους καρπούς. *Αφούρα = ομίχλη.
> Πορτοκαλιές, λεμονιές, μανταρινιές. Και στο βάθος ο θολός Γεροπόταμος. 16
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
Να μη στερέψεις το απόσταγμα της Ομορφιάς, την Aρμονία από τα μάτια μου... Δεν ρώτησα σε ποιον άγιο είναι αφιερωμένο το ξωκλήσι. Δεν ήθελα να ξέρω. Σταμάτησα μόλις το είδα χωμένο στο φως και σήκωσα το βλέμμα στον ουρανό. Είναι φορές που οι τόποι σε καλούν, όπως καλούν τα λουλούδια τις μέλισσες. Να τρυγήσεις το χρώμα, να ζητιανέψεις το άκτιστο. Πόσο δίκιο είχαν οι αγαπημένοι μου ποιητές όταν μιλούσαν για τη γνώριμη μορφή της Προαιώνιας Γυναίκας, εκείνης που περνοδιαβαίνει τους αμπελώνες και κάποτε κάποτε νομίζεις πως είναι η ίδια η Ελλάδα. Αμπελιώτισσα τη λέει ο ένας, Κυρά των Αμπελιών τη λέει ο άλλος. Ήταν φθινόπωρο. Και η φύση στάλαζε χρώμα... Μ' ένα μολύβι σημείωσα όσα πεθύμησα να πω. Κι όσα πεθύμησα ν' ακούσω: Κερά μου και Δέσποινα Εσένα κράζω Εσένα Μεγάλη Θεά, και Μεγάλη Μητέρα
Και Κουροτρόφε Και Βρεφοκρατούσα Και Βρεφουργήσασα Και Βροχάρισσα Εσένα που ζυμώνεις τη γη μου με φως Εσένα που τον Μέγιστο Βότρυ θηλάζεις Εσένα Εσένα που αγιάζεις το χώμα Εσένα που ποτίζεις με δάκρυ την αγωνία μου Εσένα που τρέφεις με ίδρω την Άμπελο Εσένα Και δέομαι στο Άπιαστο, στο Ατέρμον, στο Άπειρο Και δέομαι στο φως των οφθαλμών Σου Να μην στερέψεις το απόσταγμα της Ομορφιάς, Την Αρμονία από τα μάτια μου. 17
NΦΩΤΟΓΡΑΦIΕΣ & ΚΕIΜΕΝΑ: ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ
18
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
Η γραμματική της μοιρασιάς
> Τις χαίρομαι τούτες τις μικρές στιγμές της υπαίθρου. Κουβαλώντας το βάρος του χρόνου στην πλάτη της η γειτόνισσα σιμώνει στη δίπλα πόρτα, άλλοτε μ' ένα πιατάκι σκεπασμένο με την πετσέτα, άλλοτε μ' ένα φρούτο στα χέρια. Άλλοι το λένε σκουτελικό κι άλλοι το λένε πεσκέσι... Εγώ θα το πω μοίρασμα. Δεν μοιράζεσαι μόνο τη λιχουδιά, την ξεφουρνιά, τ' οπωρικό, το γλυκό, το φρεσκοψημένο κουλουράκι. Τη χαρά του μοιράζεσαι. Την αναγάλλια, το γήθος, το συναίσθημα. Την αγάπη μοιράζεσαι.
Έργα του τροχού...
Άλλοι το λένε σκουτελικό κι άλλοι το λένε πεσκέσι... Εγώ θα το πω μοίρασμα.
Θα μπορούσε να γίνει και κουίζ. Πήλινο σκεύος με τρία πόδια και δυο λαβές. Είναι απ' αυτά που συντρόφεψαν κάποτε τους ανθρώπους κι ευκόλυναν τη ζωή τους· τότε που ο πηλός ήταν το πιο προσιτό μα και το πιο προσφιλές υλικό. Φτιάχτηκε στο Θραψανό πριν από δεκαετίες, πριν ακόμη κυριαρχήσει το πλαστικό κι εκτοπίσει τέχνες, τεχνικές κι επαγγέλματα. Δυο λογιών αντικείμενα με μικρές οπές μπορούσε να βρει κανείς σε παλιά κρητικά σπίτια, μα και τότε σπάνιζαν τα πήλινα τρυπητά· το ένα για την κουζίνα, το άλλο για το μολύβι· το ένα για τρόφιμα που χρειάζονταν στράγγισμα, το άλλο για να περνά το χυμένο μολύβι, να πέφτει σε δοχείο με νερό, να κρυώνει και να γίνεται σκάγια κυνηγετικών όπλων. Στο Θραψανό που ρώτησα, πάντως, σώζεται μόνον αμυδρά η ανάμνησή τους. Τέτοια αντικείμενα, είπαν, έφτιαχναν κάποτε κατά παραγγελίαν οι πιθαράδες για τις γυναίκες του αγροτικού νοικοκυριού. Ο μάστορας που το κατασκεύασε δεν ήξερε μόνο να κουμαντάρει τον τροχό, ήξερε και να χειρίζεται τα όργανα της γεωμετρίας. Ίσως κάποιον πρωτόγονο διαβήτη για τους ομόκεντρους κύκλος, ίσως ένα κομμάτι λεπτού ξύλου για τις οπές. Με τέτοια απλά εργαλεία και με φτηνούς ποδοκίνητους τροχούς συντηρούσαν οι παλιοί πιθαράδες την τέχνη τους, με τέτοια απλά εργαλεία την κράτησαν τώρα και χιλιάδες χρόνια ζωντανή, δασκαλεύοντας κάθε γενιά την επόμενη.
19
ΕΥΧΕΣ ΑΠΟ ΤΟ 1983
40 ΧΡΟΝΙΑ ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗ
Ξεφυλλίζοντας τις σελίδες της ιστορίας μας... είναι από τις μνήμες που προκαλούν συγκινήσεις... Τα πρώτα μας χρόνια, οι πρώτες αναζητήσεις, οι πρώτες προσπάθειες να δείξουμε ότι ένα κατάστημα μπορεί να είναι κάτι περισσότερο από μια απλή επιχείρηση. Έτη 1982 και 1983, μέρες γιορτινές, χριστούγεννα και πρωτοχρονιά. Κι επειδή τούτες οι χρονιάρες μέρες είναι και μέρες των παιδιών, είχαμε αποφασίσει να προσφέρουμε κάτι καινούργιο στους μικρούς μας φίλους: Φέραμε έναν ολοζώντανο Άη Βασίλη στο Σούπερ Μάρκετ και τον αφήσαμε να κάνει βόλτες ανάμεσα στα ράφια, να μιλά με τους πελάτες και να μοιράζει δώρα! Από κοντά κι ένας επαγγελματίας φωτογράφος, έτοιμος να χαρίσει ευχάριστες αναμνήσεις. Φωτογράφιζε τους μικρούς μας φίλους με τον Άη Βασίλη, πολλές φορές φωτογράφιζε και τους γονείς τους μαζί, και πρόσφερε τις φωτογραφίες εντελώς δωρεάν! Και ας μην ξεχνάμε: τότε η φωτογραφία δεν ήταν εύκολη, όπως είναι σήμερα που ακόμη και μ' ένα μέτριο κινητό τηλέφωνο μπορείς να καταρτίσεις το άλμπουμ των προσωπικών σου στιγμών. Τότε χρειαζόταν καλή μηχανή και φλας αν ήθελες να βγάλεις φωτογραφία σε εσωτερικό χώρο, χρειαζόταν φιλμ, εμφάνιση, εκτύπωση... Η μακέτα που βλέπουμε είχε δημοσιευτεί στο περιοδικό «Κρητικές εικόνες» που εκείνη την εποχή είχε πολύ μεγάλη κυκλοφορία σε όλο το νησί. 20
> Έχουν περάσει σχεδόν 40 χρόνια από τότε... Τα παιδιά εκείνης της εποχής είναι τώρα γονείς κι έχουν τα δικά τους παιδιά. Κάπου, όμως, σε κάποιο άλμπουμ αναμνήσεων θα έχουν φυλάξει την πρώτη τους συνάντηση με τον Άη Βασίλη. Όπως ακριβώς την έχουν φυλάξει και στις καρδιές τους... Χρόνια πολλά!
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
21
ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ ΜΑΣ ΣΕ ΚΡΗΤΙΚΟYΣ ΠΑΡΑΓΩΓΟYΣ
e-cert
Ό,τι καλύτερο παράγει τούτος ο τόπος
νιώθουμε κι εμείς μεγαλύτερη σιγουριά όταν βρισκόμαστε στους χώρους παραγωγής και όταν βλέπουμε κι από κοντά το μεράκι των ανθρώπων, την αγάπη για τη γη, την αγάπη για ό,τι παράγει το χώμα ή μεταποιούν οι μηχανές και τ' ανθρώπινα χέρια. Και πάντα φεύγουμε με τα ίδια θετικά συναισθήματα, μια και γνωρίζουμε ότι στα δικά μας ράφια θα καταλήξει ό,τι καλύτερο παράγει τούτος ο τόπος ! Συνεχείς είναι οι επισκέψεις μας στις εγκαταστάσεις των παραγωγών και συνεργατών μας, ώστε να εξασφαλίσουμε την καλύτερη ποιότητα για όλους. Πρόσφατα, στελέχη της εταιρείας μας από το τμήμα της μαναβικής και του ποιοτικού ελέγχου, σε συνεργασία με συνεργάτες της Modus, της εταιρείας που πιστοποιεί τους παραγωγούς για το σύστημα ιχνηλάτησης e-cert, επισκέφτηκαν για ποιοτικό έλεγχο εγκαταστάσεων και αγροτεμαχίων παραγωγούς μας στο Καστέλλι Κισάμου, στο Φουρνέ, στο Βαρύπετρο, στο Ρέθυμνο, στον Πλακιά, στο Οροπέδιο Λασιθίου και στη Μεσαρά. Στόχος μας είναι η διασφάλιση της σωστής παραγωγικής διαδικασίας και η παροχή συμβουλών για
τη σωστή καλλιέργεια και συσκευασία των προϊόντων. Στις επισκέψεις συμμετείχαν από την Χαλκιαδάκης Α.Ε. οι κ.κ. Κριθινάκης, Ξυλούρης, Κάββαλος, Βοσκάκης και ο κ. Καλύβας από την Modus.
> Στόχος να επισκεφτούμε όλους τους συνεργάτες παραγωγούς μας σε όλη την Κρήτη.
> Ένα σποτάκι, χιλιάδες ευχαριστώ! Δύσκολα συνοψίζεις σ' ένα σποτάκι το μεράκι και τον μόχθο, την αγωνία και την καθημερινή φροντίδα της γης, δύσκολα συνοψίζεις κι αυτό που νιώθεις όταν βλέπεις έναν ολόκληρο κόσμο σε διαρκή κίνηση, όταν διαπιστώνεις πως η φροντίδα της παραγωγής μετουσιώνεται σε αγάπη.
Αγάπη για το κάθε δέντρο, το κάθε φυτό, το κάθε ζωντανό των βουνών μας, αγάπη για τη γη, για τ' αγαθά της, αγάπη για τον καταναλωτή που θα τα υποδεχτεί στο τραπέζι του! Τους ανθρώπους του μόχθου τιμούμε με το καινούργιο σποτάκι μας,
εκείνους που φροντίζουν να μας προσφέρουν ό,τι καλύτερο μπορεί να παράγει τούτος ο τόπος, τους δικούς μας ανθρώπους. οι λίγες αυτές εικόνες δεν είναι τίποτ' άλλο από το δικό μας μεγάλο ευχαριστώ!
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
23
Τα νέα μας
Τιμή κι ευθύνη... Τιμή και ευθύνη για την εταιρεία μας να προσκαλείται και να δηλώνει παρούσα σε μεγάλα συνέδρια, συσκέψεις και άλλες εκδηλώσεις, δηλώνοντας συγχρόνως και την παρουσία του νησιού μας. Στις 2 και 3 Δεκεμβρίου η κ. Χριστίνα Χαλκιαδάκη συμμετείχε στο Συνέδριο του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών, στις 10 του ίδιου μήνα στο Πανελλήνιο Συνέδριο Πωλήσεων, και σε άλλα τους προηγούμενους μήνες.
>
τελικά δεν αλλάζουν όλα σε τούτον τον κόσμο!
>
Συνήθως η φωτογραφία φανερώνει όλα εκείνα που τ' αλλάζει ο χρόνος. είναι, όμως, φορές που φανερώνει κι εκείνα που δεν αλλάζουν, εκείνα που μένουν εσαεί σταθερά κι αναλλοίωτα.
Κοιτάζεις τις παλιές φωτογραφίες και τότε καταλαβαίνεις ότι αυτά τα αμετάβλητα κι ανέγγιχτα από τον αδυσώπητο χρόνο είναι τα πιο σημαντικά, γιατί δεν είναι πλασμένα με ύλη. πηγάζουν από την ψυχή και αναδύονται από το συναίσθημα. Αν αναζητήσεις όνομα να τα περιγράφει, θα δυσκολευτείς. πώς να χωρέσει σε μια λέξη ένας κόσμος που μπορεί να περιέχει τα πάντα; Την τρυφεράδα και τη χαρά της ζωής, την πληρότητα και την αναγάλλια, τη φροντίδα του γονιού, μα και την αντιστροφή των όρων: Κάποτε τα μικρά μεγαλώνουν, έτσι προστάζουν οι κυρίαρχοι νόμοι της φύσης, αλλά ένα χάδι μπορεί να κουβαλά μαζί του την ίδια ζεστασιά και την ίδια στοργή, κάποτε το χάδι μπορεί ν' ακολουθεί την αντίστροφη διαδρομή, τη διαδρομή που διδάσκουν οι νόμοι της ζωής και διακηρύσσουν τα συναισθήματα. Απ' όλα πιο πολύ, εμείς οι φίλοι του Μηνά και της χριστίνας, χαρήκαμε τα χαμόγελα. Λένε πως μια φωτογραφία αξίζει όσο χίλιες λέξεις, μα τούτα τα χαμόγελα αξίζουν δυο, και τρεις, και πέντε, και χίλιες χιλιάδες! Ναι, σαράντα χρόνια μεγαλώνουμε μαζί...
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
27
ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΗ
Ταξίδι νοερό στην Κρήτη της καρδιάς μας! ΚΕΙΜΕΝΟ - ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ
>
Η πόλη του Κορνάρου σήμερα...
28
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
Λίγο ακόμη και θα δούμε τις αμυγδαλιές ν' ανθίζουν. Λίγο ακόμη και θα τελειώσει η περιπέτεια που ταλανίζει τον κόσμο· που μας έκλεισε στα ενδότερα των έσω, που μας στέρησε τη βόλτα και το ταξίδι, η περιπέτεια που, ευτυχώς, δεν κατάφερε να μας στερήσει μήτε τ' όνειρο μήτε τη χαρά της ζωής.
Λίγο ακόμη... Και τότε ας κοιτάξομε δίπλα μας. Τους ανθρώπους, τον κόσμο, τη γης που αγαπήσαμε. Ένα ταξίδι θα σας προτείνομε σήμερα. Μα όχι για τώρα, όταν δεν θα χρειάζονται πια sms και βεβαιώσεις, όταν νικητής σ' αυτόν τον αγώνα θα είναι ο Άνθρωπος. Αύριο, μεθαύριο... Λίγο ακόμη, λίγο, πολύ λίγο.
Παιδάκι μου, η απομονή είν' γιατρικό μεγάλο Τούτο το ταξίδι γίνεται σε καιρούς καραντίνας. Ανασκαλεύω τις μνήμες, ανακατώνω ξανά και ξανά το δισάκι μου, όπου κι αν κοιτάξω ένα κομμάτι Κρήτης θα βρω. Μα πιο πολύ στην καρδιά μου, εκεί που φυλάσσομε τ' ακριβά. Τόπους και ανθρώπους, λέξεις και λόγια, εικόνες, ακούσματα, γεύσεις. Πώς ν' αφήσω έξω από τούτο το ταξίδι τον Σφακιανό βοσκό που μου μιλούσε για τους Δροσουλίτες, την κυρά που μου πρόσφερε φρεσκοψημένη σφακιανόπιτα μια Κυριακή στη Μαδάρα, τον καφετζή με τα χειμωνάπιδα στο Οροπέδιο του Καθαρού, το παλιό κρασί στην Κουνουπίτσα της Κίσαμος, τις ομαθιές στη Γεράπετρο; Τούτο το ταξίδι του ονείρου άρχισε ένα πρωί στα στερνά του Νοέμβρη χωρίς να ξέρω γιατί. Μια φωνή που ίσως να έβγαινε κι από μέσα μου με καλούσε. Με πηγαινόφερνε από τη μνήμη στο όνειρο κι από το χτες και το προχτές στον μέλλοντα χρόνο. Βρισκόμουν, λέει, στο Λιμάνι της Στείας, προχωρημένο φθινόπωρο, ίσως κι αρχές του χειμώνα. Στις καρέκλες με τις βάρκες να χορεύουν πιο κει, με τον καφέ ν' αχνίζει μπροστά μου. Ένας γερο-φαρμακοποιός και δεινός κολυμπητής χειμωνιάτικος, ο Ανηψητάκης, έβγαινε μόλις από τη θάλασσά του, οι κοντυλιές του Καλογερίδη ακούγονταν από κάποιο μακρινό χοροστάσι, από άλλους γαλαξίες νομίζω, το τοπίο μιλούσε στη γλώσσα μου, την πατρογονική, κι η φωνή του Βιτσέντζου με δασκάλευε να περιμένω:
Παιδάκι μου, η απομονή είν' γιατρικό μεγάλο σ' κάθε πληγή, κι ωσάν αυτή δεν εί βοτάνιν άλλο... Ε, λοιπόν ναι, λίγο ακόμη, Διδάσκαλε. Ακούω σαν ευαγγέλιο τον λόγο σου: Απομονή! Τυχερός όποιος βρέθηκε σε τούτα τα μέρη την εποχή που αλλάζει ο καιρός κι αδειάζουν οι δρόμοι. Πληθαίνουν τότε τα χρώματα της γης, κίτρινα φύλλα κι οπωρικά πλουμίζουν τους
29
Ξημερώματα στη Σητεία.
ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΗ
τόπους, ημερεύει κάπως κι η θάλασσα πριν αρχίσει να μάχεται με τα παιδιά του Αιόλου· παλεύει κάθε χρόνο τέτοιες μέρες ο βοριάς με τον νότο, συνερίζονται λέει ποιος θα κάνει κουμάντο στους αιθέρες τη νύχτα που θα γεννηθεί ο Χριστός. Οι απαλές πνοές των ανέμων κουβαλούνε της αύρα της θάλασσας, ένα μάτι ήλιος ρίχνει σκόρπιες ακτίνες προς τη μεριά του Πετρά κι εσύ, ο ταπεινός προσκυνητής του άχρονου, θαρρείς πως όλα γίνονται για να ξεδιψάσουν τα μάτια σου και να χορτάσει φως η ψυχή σου. Αντίκρυ μου ένα μικρονήσι, λένε πως εκεί γεννήθηκε ο θεός της χαράς, ο Διόνυσος, κι εκεί έχτισε τη φωλιά της η Ελεονόρα, το γεράκι της περηφάνιας. Το αγναντεύεις μονάχα κι είναι σαν να ανανεώνεις το ραντεβού σου. Κι ύστερα κοιτάζεις ξανά κατά την ανατολή, κοιτάζεις τις νεφέλινες τούφες που πλανούνται στον θόλο, ίσως κάποιο θαύμα φέρει στα μάτια σου το τειχισμένο μοναστήρι με το καμπαναριό, με τις εφτάγερες πόρτες και τον ναό που χουχουλιάζει στον μυχό του κάστρου. Κάθε που βρίσκομαι σε τούτα τα μέρη νιώθω σαν χαρτογράφος που δεν θέλει να του ξεφύγει μήτε σπιθαμή της γης μήτε σταγόνα της θάλασσας.
Αναρωτιέσαι ποια στόματα τις έχουν συλλαβίσει πριν το δικό σου, πόσοι αιώνες παίζουν κρυφτούλι πίσω από τις ονομασίες των οικισμών. Μωσαϊκό μοιάζει ο τόπος κι όλους τους έχει χωρέσει. Μινωίτες και Βυζαντινούς, Έλληνες, Σαρακηνούς, Βενετσιάνους. Αρμένοι, Βόιλα, Χανδράς, Λιθίνες, μα και Ζου και Κανένε...
Ήτις, δήμος Λακωνικής και της Κρήτης πόλις όθεν ην Μύσων εις των επτά σοφών χρηματίζων Ητείος ού μέμνηται Πλάτων...
Καλοί γροικούνται οι Στειακοί, καλούς τσι μαρτυρούνε στη λύρα κατεχάρηδες και του χορού μαστόροι, μπραγοί κι ανοιχτοχέρηδες στο ζεύκι χαροκόποι...
Ο Στέφανος Βυζάντιος, ο σοφός γεωγράφος, διασώζει το όνομα της πόλης στην αρχαιότητα και οι προϊστορικές πινακίδες μιλούν για κάποια Se - to - i - a. Ξεφυλλίζω το συναξάρι της μνήμης, στις λέξεις έχει κρύψει τα μυστικά της η ιστορία. Λάπιθος, Αζωκέραμος, Ζήρος, Ζάκρος, Λάστρος, Ίτανος, Λαμνόνι, Πραισός.
Τον άκουγα με προσοχή, όταν κατάλαβα ότι σιγά σιγά σχηματιζότανε κύκλος ολόγυρα· είχε μια μαγεία ο λόγος του Κωστή κι αυτή η μαγεία γινόταν διπλή σαν απάγγελλε τον ύμνο της Στείας - έχει άραγε γραφτεί ομορφότερος ύμνος;
30
Ο ύμνος της Σητείας Ο καφές συνεχίζει ν' αχνίζει στο φλιτζάνι, ελληνικός ασφαλώς, σκέτος με ξανθό καϊμάκι. Πριν από χρόνια είχα καθίσει εδώ με μιαν αρχόντισσα, την αξέχαστη Ελένη Δαουράκη, κουβεντιάσαμε για τα μυστικά της κουζίνας, για τη βαφική και τα υφαντά κι ύστερα μου μίλησε για τους Τριαμάτες, όντα μυθικά με δυο μάτια μπροστά κι ένα πίσω. Κύκλωπες θυμίζει ο μύθος τους. Κι όπως φαίνεται, αυτοί ήταν οι μακρινοί πρόγονοί του. Οι κύκλωπες. Άλλοτε πάλι με τον αξέχαστο φίλο, τον Κωστή Φραγκούλη, εδώ ξαποστάσαμε μετά το ταξίδι. Θυμάμαι που ζήτησα να μου πει το τραγούδι του τόπου του.
>
ΥΠΕΡ
Δρόμος είναι το ταξίδι Λένε πως ταξίδι είναι ο δρόμος. Κι έχουνε δίκιο. Δρόμος είναι και το ταξίδι της ζωής κι ας μην ξέρει κανένας πού τελικά θα τον βγάλει. Μαζεύεις πραμάτειες καθώς πορεύεσαι, έτσι όπως λέει κι ο Αλεξανδρινός, κι ας μην είναι σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κι έβενοι, αρκούν τα ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής· θυμάρι, ρίγανη και θρούμπι κι αγιόκλημα· είναι αυτές που κουβαλάς σαν πολύτιμες πραμάτειες, κι ίσως να καταλάβεις κάποτε πως έγινες πλούσιος με όσα κέρδισες στον δρόμο. Μπαίνω στον δρόμο, λοιπόν· αμέτρητες φορές έχω κινήσει για κάθε γωνιά της Κρήτης, μα κάθε φορά έχω κάτι καινούργιο να δω και κάτι καινούργιο να μάθω. Άργησαν οι αρχαιολόγοι πολύ ν' ανακαλύψουν τη σαγήνη των δρόμων. Έψαξαν πρώτα για χρυσάφια κι ανάκτορα, σκάλισαν τα κόκαλα και διάλεξαν τα αρχαία κτερίσματα κι άφησαν τις μπουλντόζες να καταπίνουν τ' αρχαία μονοπάτια. Στους αρχαίους δρόμους ν' αναζητάς την ουσία του κόσμου, λένε οι μέσα μου φωνές, εκείνοι θυμούνται τα βήματα των προγόνων· είναι τα δίκτυα που έφεραν κάποτε κοντά τους ανθρώπους, πριν αρχίσουν ν' αγκομαχούν τα πρώτα αυτοκίνητα στους κάμπους και στα ψηλώματα. Το νοερό μου ταξίδι γίνεται τώρα, εποχή καραντίνας θυμίζω, σαν σχέδιο πάνω στον χάρτη. Σημαδεύω τοπία και χαράσσω διαδρομές. Θα σταματήσω ξανά εκεί που σταμάτησα κάποτε, θέλω να χορτάσω τις αφηγήσεις της γης μου, να μπω τρεχάτος μέσα στις μικρές ιστορίες, να ταυτιστώ με τους ήρωες των παιδικών μου παραμυθιών, να βαδίσω ξανά και ξανά μέχρις εκεί που δεν φτάνει το μάτι. Μα θαρρώ πως ξεμάκρυνα. Πάνε χρόνια που κάθισα στο καφενείο του Καβουσιού κι άκουγα τους γέρους να μιλούν για τ' αρώματά τους. Πρωτεύουσα των αιθερίων ελαίων ήταν κάποτε το Καβούσι, το τελευταίο χωριό πριν πάρομε τον δρόμο για την ανατολικότερη
Στ' ανατολικά της επαρχίας. προς τον Ξερόκαμπο.
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
επαρχία της Κρήτης. Μάζευαν ρίγανες και φασκομηλιές κι έκαναν αποστάξεις. Μα πού καιρός για τέτοια σήμερα! Όλα τα ωραία χάνονται γρήγορα, όπως γρήγορα ξεχνιούνται κι οι θρύλοι στην εποχή της λεγόμενης παγκόσμιας κοινότητας. Έσβησαν, λοιπόν, κι οι φωτιές στα καζάνια του Καβουσιού, κόπασαν κι οι οσμές των αρωμάτων.
Βούλγαροι αιχμάλωτοι στην αγγαρεία... Συνεχίζω τον δρόμο κι αναλογίζομαι πόσες υποσχέσεις έχουν ακούσει τώρα και πάνω από έναν αιώνα οι Στειακοί, όλοι τάζουνε κι όλοι ξεχνούνε τα τάξιματά τους μόλις τελειώσουν οι εκλογές. Βούλγαροι αιχμάλωτοι άνοιξαν μεγάλο κομμάτι του στειακού δρόμου και μάλιστα το πιο δύσκολο, στην περιοχή της Μαλαύρας· τους είχαν φέρει από το μέτωπο της Μακεδονίας και τους έριξαν στη δουλειά· τους θυμόταν ο Κωστής Φραγκούλης, είχε μιλήσει μαζί τους. Έσκαβαν οι Βούλγαροι με τους κασμάδες, φτυάριζαν, έβαζαν φουρνέλα. Ήταν τα χρόνια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, τότε που ο Βενιζέλος είχε συνταχτεί με τους Συμμάχους, καραβιές κουβαλούσαν τους αιχμαλώτους όπου χρειάζονταν χέρια. Την ίδια εποχή, ας μην το ξεχνάμε κι αυτό, οι Έλληνες αιχμάλωτοι άνοιγαν δρόμους στη Βουλγαρία· έτσι είναι ο πόλεμος. Διάβαζα πριν από χρόνια σ' εφημερίδα του 1919 μια καταγγελία του βουλευτή Καταπότη για κάποιον αγρονόμο που υπηρετούσε στην Τουρλωτή, μα φαίνεται πως ο άνθρωπος αυτός εφάρμοζε δικούς του νόμους. Σ' αυτήν την εφημερίδα συνάντησα μια μικρή αναφορά στους Βουλγάρους. Μόλις είχε τελειώσει ο πόλεμος, κι ένας παλαιός πολεμιστής από τα Έξω Μουλιανά, Μανουσάκης τ' όνομά του, είχε ζητήσει από τον αγρονόμο «να διορισθή ως αγροφύλαξ». Και αντί για διορισμό «έλαβεν εις απάντησιν, ότι να υπάγει να εργασθεί με τους Βουλγάρους εις τον δρόμον της Μαλαύρας». Σαν καταδίκη φάνταζε η διάνοιξη του δρόμου στις απόκρημνες πλαγιές!
Βούλγαροι αιχμάλωτοι του πρώτου παγκοσμίου πολέμου ανακρινόμενοι από Έλληνα αξιωματικό. Δεκάδες απ' αυτούς δούλεψαν στον δρόμο της Σητείας. 31
ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΗ
Στον μεσαιωνικό οικισμό της Βόιλας πριν από κάμποσα χρόνια.
>
ΥΠΕΡ
Έφυγαν οι Βούλαροι, δόθηκαν καινούργιες υποσχέσεις, δόθηκαν κι άλλες. Καμιά δεν τηρήθηκε. Και τον Νοέμβρη του 1931 μαζεύτηκαν οι κάτοικοι της Λάστρου, είχαν βαρεθεί να περιμένουν το κράτος κι είπαν να πάρουν τις τύχες στα χέρια τους. Ολόκληρη βδομάδα δούλευαν, έσπασαν πέτρες κι έσκαψαν χώματα, κατάφεραν ν' ανοίξουν τον δρόμο. Διαβάζω στην εφημερίδα της εποχής:
Οι κάτοικοι του χωρίου Λάστρου Σητείας αφού επί ματαίω ανέμειναν την πρόοδον των εργασιών της κατασκευής της αμαξιτής οδού Μαλαύρας προς το χωρίον των παρά της αναδόχου εταιρείας, συγκεντρωθέντες την παρελθούσαν εβδομάδα μετέβησαν με δικά των εργαλεία εις θέσιν Μαλαύρα, όπου διήνοιξαν την χαραγμένην οδόν και διεπλάτυναν ταύτην μέχρι θέσεως Σχινοσέλι όπου ο ναΐσκος του Άγιου Παντελεήμονος. Δια της ωραίας ταύτης πρωτοβουλίας των κατοίκων Λάστρου η συγκοινωνία Αγ. Νικολάου Σητείας απέκτησε αρκετήν προέκτασιν. Πέρασαν κι άλλα χρόνια, τα καλοκαίρια φτιαχνόταν πρόχειρα ο δρόμος, τον χειμώνα τον έσβηναν οι βροχές. Φθινόπωρο του 1934 ένας επιβάτης, ο Γιώργης Λιανουδάκης, περιέγραψε το ταξίδι από το Ηράκλειο προς τη Σητεία με το αυτοκίνητον του τακτικού δρομολογίου:
Η καροσερί του δεν διαφέρει από τα κλουβιά με τα οποία οι θηριοδαμασταί μεταφέρουν τα θηρία των από πόλεως εις πόλιν. Εκεί μέσα θα κουλουβαριασθείς, θα στριμωχθείς με τους συνεπιβάτας σου και παντοία άλλα αντικείμενα, κασέλες, βαλίτσες, καλάθια, γαζοτενεκέδες, μποτίλιες, σάκκους, ντορβάδες, καλάθια καρπούζια, πεπόνια και παντοία άλλα αντικείμενα διά να αρχίσει το ταξείδιον της δοκιμασίας. [...] υπό τα σκαμπανεβάσματα των τροχών στους λάκκους και στις πέτρες νιώθεις να σου κτυπούν στην πλάτη οι βαλίτσες και τα κασόνια, από καιρού δε εις καιρόν καμιά μποτίλια ή κανένα καρπούζι ξεφεύγει από τη θέση του και κατρακυλά προς την κεφαλήν σου. [...] Έτσι καραβοτσακισμένος, αναίσθητος, αγνώριστος θα φθάσεις μετά τρεις περίπου ώρες στον Άγιον Νικόλαον. [...] αναλογίζεσαι ότι σε περιμένουν από εκεί και πέραν τα δεινά της ανόδου της Μαλαύρας και της καθόδου του «Σχοινοσελιού», όπου θα παίζεις τη ζωή σου στ' ανοιχτά πια, για να φθάσεις στα Μουλιανά...
Η πετρωμένη πρωτόπλαστη της Μαλαύρας Είχα ακούσει κάποτε - ίσως και να το είχα διαβάσει, μα δεν θυμάμαι σε ποιο βιβλίο - πως εδώ, στη Μαλαύρα, είχε ξεπέσει η κοινή μας γιαγιά, η πρωτόπλαστη Εύα, όταν την έδιωξε ο Θεός από την Παράδεισο. Διψούσε, λέει, δεν έβρισκε νερό, είχε στερέψει ο κόσμος έξω από την Εδέμ, και μονάχα εδώ, στη θαλασσινή πηγή με το γλυκό νερό, μπορούσε να υγράνει τα χείλη της. Μόνη κι έρμη καθώς ήταν, πήρε την ανηφόρα, κι όταν
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
έφτασε κοντά στον μεγάλο πλάτανο κάθισε, λέει, να ξαποστάσει. Εκεί έμεινε, δεξιά προχωρώντας για την ανατολή. Όσο κι αν προσπάθησε δεν μπόρεσε να σηκωθεί φορτωμένη με το βάρος της πρώτης αμαρτίας του ανθρώπου, μέχρι που στο τέλος εγίνηκε πέτρα. «Θα τη δεις στα ριζά του βουνού, πέτρα είναι κι αυτή μα ξεχωρίζει από τις άλλες. Νομίζεις ότι στέκεται όρθια, μα καμπουριάζει, έχει λυγίσει η ράχη της κι έχει το κεφάλι σκυμμένο από ντροπή. Ντρέπεται ν' αντικρίσει το πρόσωπο του Θεού». Σταματούσαν οι διαβάτες παλιότερα και την κοίταζαν με λύπηση· «άχι, κερά μου, και είντα μας έκαμες». Άλλοι της πετούσανε κατάρες και πέτρες. Έψαξα περνώντας, σταμάτησα, ξανασταμάτησα, μα Εύα δεν βρήκα. Δεν ξέρω αν μετακούνησε η μπουλντόζα την πετρωμένη πρωτόπλαστη ή αν ο θρύλος πορεύτηκε αγκαλιά με τον μύθο.
Τα χρυσά φλουριά του Αράπη Δω πέρα κάθε πέτρα έχει την ιστορία της, κάθε πατουχιά της γης έχει φωνή και ταυτότητα. Ο μακαρίτης ο φίλος μου ο Φραγκούλης δεν σταματούσε να μιλά για έναν Αράπη που ζούσε σε τούτα τα μέρη - τότες δεν θεωρούνταν η λέξη ρατσιστική, απλώς ενσάρκωνε τα όντα που ξεπερνούσαν τα όρια του ανθρώπου. Κρυβότανε λέει, ο Αράπης σε μια σπηλιά της Λάστρος, κι έβγαινε κάθε χρόνο μια φορά, στις δυο του Φλεβάρη, μέρα της Υπαπαντής, για να λιάσει τα χρυσά φλουριά του. Αν τύχαινε και περνούσε κανείς από εκεί κι ήξερε το μυστικό της ολιγάρκειας, μπορούσε να φύγει φορτωμένος με χρυσάφι· καλός ήταν ο Αράπης, φιλότιμος, και το μόνο που δεν ανεχόταν ήτανε το κακό ταμάχι των ανθρώπων, η αχορταγιά δηλαδή. Αν ήταν πλεονέκτης όποιος περνούσε, θ' άφηνε τα κόκαλά του εκεί, πλάι στη σπηλιά.
Μπροστά στο σπήλιο είναι ένα μεγάλο χωράφι. Εκεί απλώνει τα χρυσάφια του, κρατεί μια παλάμη και τα ανακατώνει. Όποιος περνά και δεν φοβηθεί θα δει τον Αράπη να του κάνει νόημα να σιμώσει. Γεμίζει την παλάμη αγιοκωνσταντινάτα και του λέει, θες μια; Αν πεις ναι, αυτός θα σου βάλει μια παλαμιά φλουριά στο βουργιάλι σου, θα καρφώσει το φτυάρι στο χρυσάφι και θα σε ρωτήσει πάλι, θες δυο; Αν πεις ναι, θα στεναχωρηθεί μα θα γεμίσει πάλι την παλάμη και θα σου την αδειάσει στο βουργιάλι. Κι ύστερα πάλι ξαναρωτά, θες τρεις; Αν κάμεις το λάθος και πεις πάλι ναι, θα σηκώσει την παλάμη, θα σου την κατεβάσει με φόρα κατακέφαλα και θα πει "τρείξις και ξερός". Αν εβλέπαμε κανένα να βγαίνει όξω από το χωριό τη μέρα της Μυλιαργούσας του λέγαμε: Αν περάσεις από το σπήλιο του Άι Γιάννη ξάνοιξε μπας και δεις τον Αράπη. Μόνο μην του ζητήξεις τρεις… Φορτωμένος χρυσάφι νιώθω κι εγώ σαν ακούω τέτοιες κουβέντες. Λέξεις - χρυσάφια, ιστορίες χρυσάφια.
33
ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΗΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΗ
Πολλές φορές η μαστοριά ενίκησε τη φύση... Το νοερό ταξίδι μου δεν λέει να τελειώσει. Η μυρωδιά του καφέ ανακατώνεται με τη φρεσκάδα της θάλασσας, αποζητώ τους φίλους με το μαντολίνο, τα τραγούδια και τα χαμόγελα, τους Γιώργηδες, τους Νίκους, τον Χαρίλαο, τον Γιάννη, τον Μανώλη, τον Μιλτιάδη, τον Κωστή, τον Μιχάλη, το προσκλητήριο δεν έχει τέλος κι εγώ δεν θέλω να ξεχάσω ονόματα. «Απομονή», ακούω τη φωνή του Βιτσέντζου. Από τούτη την πάλη, Διδάσκαλε, θα βγει ο Άνθρωπος νικητής. Το είχες ομολογήσει κι εσύ:
Στον Ανάλουκα.
Πολλές φορές η μαστοριά ενίκησε τη φύση... Ψελλίζω κι άλλους στίχους, σαν μετάληψη στην ομορφιά μού φαίνονται οι στιγμές που διαβάζω τον Ερωτόκριτο.
Απ' ό,τι κάλλη έχει ο άνθρωπος, τα λόγια έχουν τη χάρη να κάμουσι κάθε καρδιά παρηγοριά να πάρει... Κι ακόμη...
...τα μάτια μολογούσι εκείνο που τα χείλη σου δεν θέλουν να μου πούσι... Αφουγκράζομαι πάλι κι ας μην ξέρω ποιος μιλά. Η ιστορία; Ο θρύλος; Οι φωνές που σπάσανε τα σύνορα του χρόνου, έτσι όπως σπάνε τα δεσμά οι αντρειωμένοι.
Ο παπάς - μπουρλοτιέρης με τις κυψέλες Ήταν, λέει, ένας παπάς, Γιώργη Μπογιατζή τον λέγανε, ή Πογιατζή, όπως έγραφε ο ίδιος σε μιαν ενθύμηση, μα όλοι τον ξέρουνε Βογιατζόπαπα. Παπάς και θαλασσομάχος, πάλεψε για χρόνια στα πέλαγα. Είχε γεννηθεί στο γύρισμα του αιώνα, εικοσιπέντε χρόνους πριν τον σηκωμό του '21. Μια περιπέτεια ήταν η ζωή του, αλλά ποιος μπορεί να ξεχωρίσει την ιστορία από τον θρύλο; Ένα μονάχα ήτανε σίγουρο: Ο Βογιατζόπαπας 34
αρμάτωσε πλοίο, μάζεψε και συντρόφους από τα νησιά, γίνηκε μπουρλοτιέρης και κίνησε για την Κρήτη. Δύσκολα χρόνια· τα τούρκικα καράβια κουβαλούσαν ενισχύσεις κι εφόδια στο ξεσηκωμένο νησί. Τότες ήταν που άστραψε το μυαλό του παπά. Οι πόλεμοι δεν γίνονται μονάχα με τα ντουφέκια, γίνονται και με τη φρόνηση, γίνονται και με την πονηριά και με τα τεχνάσματα. Ένα τέχνασμα επινόησε ο Στειακός καπετάνιος: Φόρτωσε το σκαρί του με κυψέλες κι ανοίχτηκε στο πέλαο. Όταν πλησίαζε τουρκικό σκαρί έντυνε τους άντρες του με στολές μελισσοκόμου κι εκτόξευε, αντί για βόλια, μελίσσια. Χιλιάδες μέλισσες έπεφταν πάνω στον οχτρό, χιλιάδες κεντριά καρφώνονταν στις σάρκες τους. Έτσι πατούσε και κούρσευε ο Βογιατζόπαπας τα πλοία. Λένε πως πρώτο του λάφυρο ήταν ένα πλοίο που ερχόταν από την Αίγυπτο φορτωμένο μπαρούτια, τροφές και λεφτά για τους Τούρκους της Σπιναλόγκας. Τίποτα δεν άφησε ο παπάς, μήτε καν το καράβι. Σάλταρε πάνω, έφτασε στη Σπιναλόγκα, ξεγέλασε τη φρουρά. Έτσι φορτωμένος με καινούργια όπλα γύρισε στα νερά της Σητείας. Λένε πολλά για τον Βογιατζόπαπα. Έτσι γίνεται πάντα με τους ανθρώπους που γίνονται θρύλοι. Μα τον ξέχασε κι εκείνον η επίσημη ελληνική ιστορία, έτσι όπως ξέχασε και τον σηκωμό της Κρήτης. Φτάνει, όμως, που εμείς δεν ξεχνούμε. Τώρα βρίσκεται η ψυχή του στον ουρανό και τα κόκαλά του στο πέλαο. Κανένας θαλασσομάχος δεν μπορεί να βγαίνει πάντα νικητής, ούτε κι ο Βογιατζόπαπας. Λέγεται πως το πλοίο του βυθίστηκε σε ναυμαχία ανάμεσα σε Κρήτη και Κάσο, λένε ακόμη πως σώθηκε μα τον έπιασαν αιχμάλωτο και τον έπνιξαν...
Πρόταση είναι: να ξαναγνωριστούμε με το νησί μας! Πώς να τελειώσει ένα τέτοιο ταξίδι; Ανηφορίζω στη Βόιλα, περνώ από το Παρασπόρι, σταματώ στους Αρμένους, στον Πετρά, στους Αδραβάστους, η φαντασία δεν δειλιάζει μπρος στην απόσταση. Και σούρουπο πια κάθομαι ξανά στο λιμάνι για ν' ακούσω τη φωνή του Βιτσέντζου:
Σαν το λουλούδι που όμορφο παρ' άλλο η φύση κάνει κ' έρθη άνεμος με τη χιονιά να τα ψυγομαράνη κ' η ομορφιά του χάνεται, τη μυρωδιά δεν έχει, όση ώραν είναι ανεμική κι όση ώρα χιόνι βρέχει· μα ως έβγη ο ήλιος να το δη κ' η ζέστη να του δώση, και να ομορφίση το ζιμιό, τα φύλλα να ξαπλώση, το χιόνι από τριγύρου του χάμαι νερό το ρίχνει, τη μυρωδιά, την ομορφιάν ωσάν και πρώτας δείχνει, όλες τσι χάρες σαν εβγή ο ήλιος του τσι δίδει, που το 'χεν άσκημο η χιονιά στης νύκτας το σκοτίδι... Δεν ήταν μονάχα λόγια τούτο το νοερό μου ταξίδι. Πρόταση είναι... Τώρα που αρχίζει ν' αχνοφέγγει η ελπίδα ας ανασκουμπωθούμε. Κι όταν θα έρθουν οι καλύτερες μέρες ας ξαναγνωριστούμε με την Κρήτη... X
Μαγειρεύουμε γιορτινά και απολαμβάνουμε σπίτι!
Περισσότερο από κάθε άλλη χρονιά η καρδιά των γιορτών χτυπάει φέτος στο σπίτι. Και καρδιά του γιορτινού μας σπιτιού είναι, ασφαλώς, το τραπέζι. Φέτος, λοιπόν, το στολίζουμε με περισσότερη όρεξη από ποτέ, δίνοντας χρώμα γιορτής. Και απολαμβάνουμε τη διαδικασία, τη συμμετοχή όλων των μελών στην κοινή προσπάθεια. Εμείς φροντίσαμε να συμβάλουμε με συνταγές και με tips, να δώσουμε ιδέες για να ξεδιπλώσετε τη δική σας δημιουργικότητα. Κι αυτές τις συνταγές θα τις βρείτε στο site μας: www.xalkiadakis.gr/el/mageireuoume-giortina
γιορτινές gourmet επιλογές με απολαυστικό αποτέλεσμα
>
Γιορτινές επιλογές για εύκολο μαγείρεμα και απολαυστικό αποτέλεσμα, σε συνεργασία με τα ΙΕΚ Kappa Studies: Στα κρεοπωλεία των μεγαλύτερων καταστημάτων μας μπορείτε να βρείτε γεμιστό καρέ γαλλικής κοπής, κοτόπουλο φιλέτο στήθος γεμιστό, μαρινάτο χοιρινό λαιμό με εσπεριδοειδή, μοσχαράκι σε σακούλα ψησίματος εορταστικό, πουγκί χοιρινό σε λαδόκολλα, χοιρινό κότσι μαριναρι-
νέο Ψυγείο Ωρίμανσης και στο κατάστημα της ούλαφ Πάλμε στο Ηράκλειο Τώρα μπορείτε να δοκιμάσετε το μοναδικό βόειο κρέας ξηρής ωρίμανσης (Dry aging) και από το κατάστημα της Ούλαφ πάλμε, εκτός από το κατάστημα χαλκιαδάκης ΜΑχ της Ν. Αλικαρνασσού και του Άι Γιάννη στο Ηράκλειο, καθώς και το χαλκιαδάκης ΜΑχ στα Κουνουπιδιανά στα χανιά. Μια ακόμα καινοτομία που πρώτα τα Σούπερ Μάρκετ χαλκιαδάκης εφάρμοσαν στην Κρήτη, προσφέροντας βόειο κρέας εξαιρετικής ποιότητας, με τη διαδικασία της ήπιας και φυσικής απώλειας υγρασίας σε ελεγχόμενο περιβάλλον, επί 45 ημέρες κατά μέσο όρο.
σμένο και άλλες εορταστικές επιλογές για το γιορτινό σας τραπέζι. Επιλέξτε αυτό που προτιμάτε και απολαύστε το με τους δικούς σας ανθρώπους!
> Επίσης, για τους λάτρεις της ευρωπαϊκής κουζίνας, μπορείτε να βρείτε στις καταψύξεις των καταστημάτων μας πάπια, χήνα και άλλες εκλεκτές γεύσεις σε τυριά, πατέ, σολομούς και αλλαντικά.
ΓΙΟΡΤεΣ ΣΤΑ
>
Σ/Μ χΑΛΚΙΑΔΑΚΗΣ
ευχάριστη νότα γεμάτη εκπλήξεις! Διαφορετικές, λόγω πανδημίας, είναι οι φετινές γιορτές. Γι' αυτό και προσπαθήσαμε να δημιουργήσουμε πιο ευχάριστο κλίμα στα καταστήματά μας, έτσι για να νιώσουμε όλοι καλύτερα περιμένοντας να περάσουν οι δύσκολες μέρες. Φτιάξαμε τον δικό μας διαδικτυακό ραδιοφωνικό σταθμό, το Xmas Radio, με γιορτινές μουσικές, στολίσαμε τους χώρους, αφήσαμε καινούργιες μυρωδιές να ξεχυθούνε. Θέλουμε η επίσκεψη στο Σούπερ Μάρκετ να προσδίδει έναν διαφορετικό τόνο στην καθημερινότητά μας και να γίνεται μια ευχάριστη εμπειρία για όλους...
ΔΩΡΑ 5 ΗΛΕΚΤΡΙΚΑ SCOOTER Και, φυσικά, δεν λείπουν οι εκπλήξεις και τα δώρα. Στηρίζουμε την ηλεκτροκίνηση και προσφέρουμε 5 ηλεκτρικά scooter σε τυχερούς μας πελάτες μετά από κλήρωση. Το καλύτερο δώρο για εσάς, αλλά και το περιβάλλον. ΔΩΡΕΑΝ 40.000 ΦΙΑΛΕΣ ΚΡΗΤΙΚΟ ΚΡΑΣΙ Επίσης, κατά την περίοδο των γιορτών, προσφέρουμε 40.000 φιάλες κρητικό κρασί, για αγορές από τα καταστήματά μας, στηρίζοντας τους αμπελουργούς του τόπου μας σε μια εξαιρετικά δύσκολη γι' αυτούς χρονιά. Επιπλέον, προσφέρουμε τυχερά κουπόνια με δωροεπιταγές και πλούσια δώρα, αξίας 150.000€.
Στηρίζουμε τα κρητικά προϊόντα τώρα και 40 χρόνια
350 παραγωγοί με πάνω από 1.100 προϊόντα από 58 διαφορετικές κατηγορίες συμμετέχουν στη φετινή προσπάθεια προβολής και ανάδειξης των κρητικών προϊόντων, μια προσπάθεια που ολοκληρώνεται με μεγάλη επιτυχία. Ήταν το 3ο στη σειρά αφιέρωμα στην τοπική μας παραγωγή με τον γενικό τίτλο «Με υπερηφάνεια», μια πρωτοβουλία που ξεκίνησε ουσιαστικά πριν από 40 χρόνια, από τότε που άνοιξε το πρώτο Σούπερ Μάρκετ Χαλκιαδάκης. Μεταφέρουμε και σ' αυτές τις σελίδες τη χαρά και την ικα-
νοποίησή μας, συναισθήματα που ανταποκρίνονται πλήρως στον γενικό τίτλο «Με υπερηφάνεια». Υπερηφάνεια για τον τόπο, για την ποιότητα των προϊόντων, υπερηφάνεια και για τις προσφορές που τα κάνουν πιο προσιτά στο καταναλωτικό μας κοινό. Και, φυσικά, δεν μπορούσαν να λείπουν οι προσφορές για το γιορτινό μας τραπέζι, με εκπτώσεις στο αρνί, στο χοιρινό, στους πετεινούς, στις κρητικές γραβιέρες, καθώς και στα κρασιά του τόπου μας.
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
39
ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ
ΕΡΓΑ ΤΕΧΝΗΣ YΦΑΣΜΕΝΑ ΣΤΟΝ ΑΡΓΑΛΕΙΟ
Οι βούργιες των Κρητικών Ο διάκοσμος, η χρήση, το συμβολικό τους περιεχόμενο ΚΕΙΜΕΝΟ - ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ
Ήταν από τα υφαντά που πλούμιζαν κάποτε τις ζωές των ανθρώπων. Υφασμένα με τέχνη και περίσσια πιτηδειοσύνη συνόδευαν τον άνθρωπο της υπαίθρου στην καθημερινότητά του και, παράλληλα, παρείχαν την προστασία που χρειάζεται ο κάθε θνητός από τις ανεξέλεγκτες υπερφυσικές δυνάμεις και τις επιβουλές που τον περιτριγύριζαν. Για τις βούργιες ο λόγος, τα βουργίδια ή βουργιάλια, τα μικρά σακίδια που κουβαλούσαν στις πλάτες τους οι βοσκοί, οι ξωμάχοι, οι δουλευτάδες της γης. Σύμβολο ανδρισμού αλλά και γυναικείας νοικοκυροσύνης, η βούργια είχε ρόλο ξεχωριστό στην τελετουργία της μνηστείας, έτσι όπως γινόταν παλαιότερα στην ύπαιθρο της Κρήτης. Ήταν κάτι σαν αντίδωρο που επισφράγιζε το ξεκίνημα μιας σχέσης, αλλά και το ξεκίνημα της καινούργιας κοινής ζωής. Ολόκληρη πομπή συγγενών μετέβαινε στο σπίτι των συμπεθέρων για τη δακτυλίδωση. Έδινε ο γαμπρός το δακτυλίδι, πρόσφεραν οι συγγενείς τα κοσμήματα, αμπρακάμους και μποτόνια, μαμουντιέδες και σκουλαρίκια, πρόσφερε κι η φαμίλια της νύφης το βουργιάλι του γαμπρού, άλλοτε γεμάτο και άλλοτε άδειο, ανάλογα με τις συνήθειες του τόπου· έτσι γινόταν τουλάχιστον στην κεντρική Κρήτη, σε χωριά όπου το βουργιάλι διατηρούσε μέχρι και πριν από λίγες δεκαετίες τον συμβολικό χαρακτήρα του. Αλλού το γέμιζαν μέχρι κορφής με καλολοείδια (αμύγδαλα, καρύδια, φουντούκια, σταφίδες, ξερά σύκα) και το παρέδιδαν στα χέρια του γαμπρού με την ευχή «να 'ναι πάντα γεμάτο» κι αλλού το πρόσφεραν μαζί με το μαντήλι ή και μια κεντητή πετσέτα. Υποψιάζομαι ότι στο βαθύτερο υπόστρωμα του εθίμου θα υποκρύπτονται λόγοι συμβολικοί, σχετικοί με την αποτροπαϊκή σημασία των κόμβων.
>
40
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
Αριστερά: Τύπος κρητικής βούργιας διακοσμημένης με σύνθετα, συμμετρικά γεωμετρικά σχέδια. Δεξιά: Βούργια με πιο λιτή διακόσμηση.
Άρτοι, κρέας βραστό, σφυροχάμπιολο... Σήμερα βλέπομε τις βούργιες ως διακοσμητικά είδη, κυρίως σε προσπάθειες αναπαράστασης της παρελθούσας ζωής, σε ταβέρνες, σε καταστήματα, ακόμα και σε σαλόνια αστικών σπιτιών. Τις αναζητούν οι συλλέκτες ειδών λαϊκής τέχνης και τις εκθέτουν τα μουσεία ως εξαιρετικά δείγματα του παραδοσιακού πολιτισμού της Κρήτης. Κάποτε, όμως, ήταν τόσο απαραίτητες που οι άνθρωποι της υπαίθρου δεν έκαναν βήμα χωρίς αυτές. Με βούργιες κουβαλούσαν το προσφάι τους στα χωράφια και στα βοσκοτόπια, με βούργιες τα πεσκέσια των φίλων τους («ένα κεφάλι τυρί στο βουργιάλι»), με βούργιες το λάδι για ν' ανάψουν τα καντήλια των αγίων, με βούργιες τα πρόσφορα και τους άρτους στα πανηγύρια! Σε μικρά βουργιάλια έβαζαν τα καλοψίκια που συνόδευαν τα προυκιά της νύφης και κερνούσαν όσους συμμετείχαν στη μεταφορά τους από το πατρικό στο σπίτι του καινούργιου ζευγαριού. Ακόμη και οι μαθητές των κρητικών χωριών, μέχρι και τα μέσα σχεδόν του 20ού αιώνα, χρησιμοποιούσαν βούργιες, αντί για τις δερμάτινες ή τις συνθετικές τσάντες που ξέρομε σήμερα. Ονομάζονταν χαρτέλες, επειδή προορίζονταν για τη μεταφορά χαρτιών (βιβλίων και τετραδίων). ΑΞΕΧΑΣΤΗ θα μου μείνει η εικόνα των βοσκών της Ασί Γωνιάς στη γιορτή του Άη Γιώργη του Μεθυστή, στις τρεις του Νοέμβρη, πριν από αρκετά χρόνια. Οι περισσότεροι έφταναν ξυπόλυτοι στην εκκλησία κι ας είχε βρέξει πολύ την προηγού-
μενη νύχτα (τάσιμο το είχαν) και όλοι κουβαλούσαν από μια βούργια στην πλάτη. Άναβαν το κεράκι τους, προσκυνούσαν τον καβαλάρη άγιο τους και κατόπιν άνοιγαν τις βούργιες και τις άφηναν στον περίβολο, δίπλα στο τραπέζι με τις αρκοκλασίες. Εκεί παρέμεναν μέχρι το τέλος της λειτουργιάς για να ευλοηθούν και μετά την απόλυση έπαιρνε ο καθείς τη δική του και σταματούσε πλάι στην έξοδο. Περνούσαν οι προσκυνητές, έπαιρναν μεζέδες από τις βούργιες, έπιναν κι από ένα ποτήρι καινούργιο κρασί και πρόσφεραν ως αντίδωρο τις ευχές τους. ΑΞΕΧΑΣΤΗ, όμως, θα μου μείνει και η εικόνα στα βουνά πάνω από τα Βορίζια. Εκεί είχα συναντήσει έναν βοσκό, Καργάκης τ' όνομά του, κι αφού κουβεντιάσαμε για κάμποση ώρα, άνοιξε το βουργιάλι, έβγαλε το σφυροχάμπιολο, ένα πνευστό μουσικό όργανο που απάλυνε τη μοναξιά της βοσκικής, και άρχισε να παίζει. Όλα τα απαραίτητα χωρούσαν στο ποιμενικό του βουριάλι· απαραίτητο και το μαχαίρι της ξυλογλυπτικής, απαραίτητο και το σφυροχάμπιολο.
Ένας όμορφος κόσμος... Η βούργια δεν ήταν από τα πρώτα που μάθαιναν να υφαίνουν οι νιες υφάντρες· ξεκινούσαν από τα εύκολα, πρώτα κουρελούδες, μετά πατανίες και χιράμια χωρίς πλουμιά· με το πέρασμα του χρόνου αποκτούσαν την εμπειρία και τις γνώσεις που απαιτούνταν για τα πλουμίσματα. Και το πλούμισμα της βούργιας ήταν από τις πιο δύσκολες, τις πιο χρονοβόρες και τις πιο 41
ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ
Μητάτο στον Ψηλορείτη με τη βούργια κρεμασμένη πλάι στην πόρτα (Φωτ. Γ. Δεληγιαννάκη).
>
λεπτές δουλειές του ανυφαντικού. «Κάλλο προυκοκάμουσα παρά προυκοφέρνουσα», λέγανε για τις νύφες, καλλιά εκείνη που ξέρει να υφαίνει παρά κείνη που έχει πολλά προυκιά. Σχέδια σε χαρτιά σαν τ' ανθίβολα των ζωγράφων δεν υπήρχαν, όλα γίνονταν με βάση τα καθιερωμένα πρότυπα, ή ξεπατικώνονταν από παλαιότερα υφαντά. Δασκάλευαν οι μανάδες κι οι γιαγιάδες, αλλά οι διδαχές τους δεν περιορίζονταν μόνο στις τεχνικές· μυούσαν τα νεότερα μέλη στις αξίες, στο ήθος, στις δοξασίες, στα έθιμα. Ήταν τότε που οι κοπελιές ύφαιναν μαζί με τα προυκιά και τα όνειρά τους και, όταν ήταν να φτιάξουν εκείνα που προορίζονταν για τον μέλλοντα σύζυγο, μαντήλια και βουργιάλια, δεν λογάριαζαν ούτε κόπο ούτε χρόνο. Μπορούμε να φανταστούμε, λοιπόν, πόσα όνειρα και πόσες προσδοκίες υφαίνονταν μαζί με τα πολύχρωμα νήματά τους. Στις ορεινές περιοχές, εκεί όπου ο χρόνος κυλούσε με πιο αργούς ρυθμούς, τα πλουμίδια της βούργιας ήταν αληθινά έργα τέχνης, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι και οι καμπίσιες γυναίκες υστερούσαν· ίσως να μην αφιέρωναν τον ίδιο χρόνο, λόγω του μεγάλου φόρτου των αγροτικών εργασιών, αλλά και πάλι υπήρχαν περίοδοι αυγαλεσάς (τι ωραία λέξη! Προέρχεται από την ορολογία των μυλωνάδων, αλλά γενικεύτηκε και σήμαινε την αργία, την εποχή κατά την οποία δεν υπήρχαν αγροτικές εργασίες). Στα παλαιότερα χρόνια οι πιο καλοπλουμισμένες βούργιες κρεμιούνταν στους τοίχους των σπιτιών. Ήταν από τα είδη που χρησιμοποιούνταν για διακόσμηση του κεντρικού δωματίου, του πόρτεγου, εκεί όπου συναζόταν η φαμίλια, εκεί όπου υπο-
42
δέχονταν και τους ξένους. Τις αναρτούσαν στους τοίχους, κάτω από ράφια, δίπλα σε καθρέφτες ή πίσω από τις πόρτες. Άγνωστο αν η συνήθεια ξεκίνησε για πρακτικούς λόγους, μια και η πρώτη δουλειά του ξωμάχου όταν επέστρεφε στο σπίτι του ήταν να λύσει τη βούργια και να την κρεμάσει. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η ανάρτηση της βούργιας στους τοίχους του πόρτεγου ομόρφαινε το σπίτι, πρόσθετε ζωντάνια και χρώμα και παράλληλα αποτελούσε αψευδή μαρτυρία για τη νοικοκυροσύνη της αφέντρας του κρητικού σπιτιού. Με τα εργόχειρα σμίλευε η γυναίκα τη δημόσια εικόνα της. Χρώμα, όμως, πρόσθετε η βούργια και στην ενδυμασία των ανδρών. Μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα η καθημερινή ενδυμασία τους ήταν τυποποιημένη (βράκες, γιλέκα, γαμπάδες, στιβάνια κλπ), με ελάχιστες αποχρώσεις, αν εξαιρέσει κανείς την εντυπωσιακή κόκκινη ή κεραμιδί ζώνη. Ακόμη και οι πιο λιτές βούργιες, αυτές που είχαν μόνον εναλλασσόμενες ρίγες σκούρες και ανοιχτές, υφαίνονταν με πολύχρωμα νήματα. Σε όλες, πάντως, κυριαρχούσε το κόκκινο· ήταν ο κάμπος πάνω στον οποίο τοποθετούνταν τα πλουμιά. Συχνά οι περίτεχνες βούργιες παρέμεναν για μεγάλα χρονικά διαστήματα κρεμασμένες στους τοίχους· οι άνδρες προτιμούσαν να χρησιμοποιούν τις απλούστερες στην καθημερινότητά τους, στα χωράφια ή στα βοσκοτόπια, και τις άλλες στις πιο επίσημες εμφανίσεις τους. Ωστόσο, αυτό δεν ήταν κανόνας, οι βούργιες μπορούσαν να αποτελούν σύμβολο κοινωνικής θέσης (status symbol).
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
> Ο ξωμάχος, ο βοσκός, ο κυνηγός ή ο κάθε λογής οδοιπόρος (προσκυνητής, ταξιδιώτης) προσάρμοζε με μια απλή κίνηση τη βούργια στη ράχη του χωρίς να χρειαζόταν να τη δένει ή να τη λύνει κάθε φορά.
Μια ευφυής επινόηση Από τα προϊστορικά χρόνια φαίνεται να χρησιμοποιούσαν οι άνθρωποι υφασμάτινους σάκους, οι πληροφορίες, όμως, για τον τρόπο με τον οποίο κρατιούνταν δεν είναι αρκετά σαφείς. Γνωρίζομε, ας πούμε, ότι ήταν γνωστοί από τα νεολιθικά χρόνια στην Αίγυπτο, το ίδιο προφανώς συνέβαινε και σε άλλους αρχαίους πολιτισμούς στους οποίους είχε αναπτυχθεί η υφαντική. Ο τύπος της κρητικής βούργιας, όπως τη διασώζει η παράδοση του νησιού, αποτελεί μιαν ευφυή σύλληψη που επιτρέπει την ασφαλή μεταφορά εφοδίων ή άλλων αντικειμένων χωρίς να εμποδίζει τις κινήσεις των χεριών, χωρίς να δυσκολεύει το βάδισμα ή να επηρεάζει την ευλυγισία του σώματος. Ο ξωμάχος, ο βοσκός, ο κυνηγός ή ο κάθε λογής οδοιπόρος (προσκυνητής, ταξιδιώτης) προσάρμοζε με μια απλή κίνηση τη βούργια στη ράχη του χωρίς να χρειαζόταν να τη δένει ή να τη λύνει κάθε φορά. Πρόκειται, δηλαδή, για ένα απόλυτα πρακτικό εφόδιο που διευκόλυνε τις δραστηριότητες των ανθρώπων και που η λειτουργικότητά του οφείλεται στο βολικό σχήμα, στο ιδανικό μέγεθος, αλλά και στην έξυπνη τοποθέτηση των βασταγιών, που περνιούνταν στους ώμους κλείνοντας ταυτόχρονα και τη βούργια. Πριν τοποθετήσουν το κύριο βαστάγι με το οποίο κρεμιόταν η βούργια στους ώμους, οι ανυφαντούδες φρόντιζαν να ράψουν το χειλοβάσταγο, ένα πλεκτό κορδόνι, ίδιο με το υπόλοιπο, που το προσάρμοζαν ολόγυρα στο χείλος και σχημάτι-
ζαν θηλιές. Απ' αυτές τις θηλιές περνούσαν τις δυο άκρες του μεγάλου βασταγιού, αρχίζοντας από την πλουμισμένη πλευρά και σε αντίθετη φορά, έτσι που να κυκλώνουν ολόκληρο το χείλος και να καταλήγουν στην πίσω πλευρά. Εκεί διασταυρώνονταν και ράβονταν στις αντίθετες κάτω γωνίες· η άκρη που ερχόταν από δεξιά ραβόταν στην αριστερή κάτω γωνία κι εκείνη που ερχόταν από αριστερά στη δεξιά. Στις συνηθισμένες πλουμιστές βούργιες το βαστάγι είχε μήκος συνολικά γύρω στα 2,5 μέτρα (μαζί με το τμήμα που περνιόταν στις θηλιές) και κατέληγε σε έναν μεγάλο κόμπο και σε μια πολύχρωμη φούντα, φτιαγμένη με τα ίδια νήματα. Εδώ ακριβώς βρισκόταν το μυστικό της κρητικής βούργιας: τραβώντας τα βαστάγια για να περαστεί στους ώμους έκλεινε από μόνη της με τη γνωστή λογική της σούρας.
Οι βούργιες του 1586! Δεν είναι γνωστό πότε καθιερώθηκε η βούργια της Κρήτης στη μορφή που τη γνωρίζομε σήμερα. Η μαρτυρία ενός Βενετού αξιωματούχου, όμως, αποτελεί σοβαρή ένδειξη για την παλαιότητά της· την αναφορά εντόπισε πρώτος, μαζί με πολλές άλλες για τη ζωή των Κρητικών, ο Άγγλος Robert Pashley, που επισκέφτηκε την Κρήτη το 1834. Ο λόγιος αυτός περιηγητής δημοσίευσε αποσπάσματα από την αναφορά του Σύνδικου της Ανατολής Giulio Garzoni, γραμμένη το 1586, ανάμεσα στα οποία ήταν και το παρακάτω: «[Οι Σφακιανοί] έχουν περιορισμένη ανάγκη τροφών αφού
43
ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ
ζουν μόνο με νερό, χόρτα και λίγο ψωμί. Έχουν δε τη συνήθεια να μεταφέρουν κάποιο σακίδιο στην πλάτη που περιέχει τα αναγκαία, τακτοποιημένα έτσι που να μην τους εμποδίζουν» (Pashley, τ. 2: 208 - μτφ. Δάφνη Γόντικα). Εξαιρετική η παρατήρηση του Βενετσιάνου αξιωματούχου! Οι Σφακιανοί μπορούσαν να τρέχουν, να κυνηγούν, να πολεμούν χωρίς να τους εμποδίζει το σακίδιό τους. Υποθέτω ότι αυτός ο τύπος των σακιδίων που φέρονταν στις πλάτες δεν θα ήταν συνηθισμένος, τουλάχιστον σε περιοχές που είχε επισκεφτεί ο Garzoni, αλλιώς δεν θα του προξενούσε εντύπωση.
Βοσκόπουλα παίζουν ντάμα με τα βουργιάλια στις πλάτες. Φωτογραφία Κώστα Κουτουλάκη (δεκαετία 1940 ή 1950).
Τρόφιμα και κρασί σε περιόδους ειρήνης, σφαίρες και μπαρούτι επιπλέον σε περιόδους πολέμου· πρόκειται για μια περιεκτική αναπαράσταση της παρελθούσας ζωής, την οποία τόσο καλά γνώριζε και τόσο πολύ είχε μελετήσει ο Ρεθύμνιος (Αμαριώτης) λόγιος. Ερμηνεύοντας τη λέξη κωρύκιον, την οποία επικαλείται ο Βλαστός, ο Βυζαντινός λεξικογράφος Ησύχιος σημειώνει: «Κώρυκος· θυλάκιον. Έστι δε δερμάτινον αγγείον, όμοιον ασκώ...». Η διάκριση είναι σαφής. Δερμάτινα αγγεία ήταν και τα δυο, πλην, όμως, το ένα χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά για τη μεταφορά των υγρών και το άλλο των στερεών.
Η μαρτυρία του Παύλου Βλαστού Τα βουλγία των Βυζαντινών Ο Παύλος Βλαστός (1832-1926), ο άνθρωπος στον οποίο οφείλει πολλά ο λαϊκός μας πολιτισμός, μας άφησε μιαν ωραία περιγραφή των κρητικών ατομικών σακιδίων και, παράλληλα, αναζήτησε την καταγωγή τους στην αρχαιότητα:
Βουργιάλι και βουργίδι, το μικρόν σακίδιον, η μικρά πήρα, ην οι Κρήτες χωρικοί οδοιπορούντες κρεμώσι συνήθως επί της ράχεως δια δύο σχοινίων συνδεομένων μετά της πήρας και διερχομένων δια των ώμων και της μασχάλης, φυλάττοντες τα τρόφιμα και το φλασκίον του οίνου διά την οδοιπορίαν και εις τας μάχας προσθέτουν την πυρίτιδα και τας σφαίρας κλπ. = θυλάκιον, κωρύκιον (Όμηρος). "Σπυρίς ου μικρά και κωρυκίς" [Αριστοφάνης]. Και κορυκίδα, σάκκος μικρός, πήρα. 44
Λατινικής προέλευσης είναι η λέξη βούργια σύμφωνα με τον καθ. Νικ. Ανδριώτη (1906-1976): «Βούργια η, δερμάτινος σάκκος· μεσν. βούλγια < λατιν. bulgea, κελτ. αρχής». Στην Ελληνική πέρασε κατά τα βυζαντινά χρόνια και χρησιμοποιήθηκε τόσο για δερμάτινους όσο και για υφασμάτινους σάκους. Με τροπή του λ σε ρ έγινε βούργια (υποκορ. το βουργίδι και το βουργιάλι). Ως βούλγια απαντάται σε πολλά βυζαντινά κείμενα. Η λέξη φαίνεται πως ήταν τόσο κοινή που το σπουδαίο πολυσυλλεκτικό λεξικό Σούδα τη χρησιμοποιεί για να επεξηγήσει τη σημασία του κώρυκου: «κώρυκος: θυλάκιον. Το παρ' ημίν βουλγίδιον. Ή πλέγμα δεκτικόν άρτων». Στη «Διήγηση περί της οικοδομής του ναού της μεγάλης του Θεού εκκλησίας της επονομαζομένης αγίας Σοφίας», ένα κεί-
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
> Λιτές βούργιες καθημερινής χρήσης. Ακόμη και σ' αυτές βασικό χαρακτηριστικό είναι οι κόμποι.
μενο άγνωστου συγγραφέα του 9ου αιώνα, η βούλγια χρησιμοποιείται για ποικίλες χρήσεις: «...και ως φησιν Στρατήγιος ο μάγιστρος, ην το έδαφος εστρωμένον και πεπληρωμένον χρυσίου χαράγματος. Και λαβών πτύον ο ευνούχος έβαλεν εφ' ένα έκαστον βουλγίδιον κεντηνάρια χρυσού τέσσερα...» (11, 23) [κεντηνάριο = μονάδα βάρους]. «...και ημιόνους μετά είκοσι βουλγιδίων ζυγών» (11, 16). Άγνωστο αν ήταν υφασμάτινα ή δερμάτινα τα βουλγίδια της Διήγησης. Στον βυζαντινό κόσμο, πάντως, υπήρχε και επάγγελμα βουλγιοπώλης. Τα βουλγίδια αποτελούσαν μέσα μεταφοράς στερεών υλικών κατά τις στρατιωτικές εκστρατείες των Βυζαντινών (Κωνσταντίνου Ζ΄ Πορφυρογέννητου, Έκθεσις περί της βασιλείου τάξεως, 471,9).
Η μαρτυρία της Ευ. Φραγκάκι Και να τι περιέχει το βουργιάλι γράφει η αείμνηστη λαογράφος Ευαγγελία Φραγκάκι: προσφάι τυρί, ελιές, κρέας, κουλούρα ή παξιμάδι, μια ξυλόκουπα ή κερατόκουπα για το νεράκι και το κρασάκι τους που το έχουν βάλει μέσα στο φλασκάκι, τα σπίρτα και τα τσιγάρα τους. Παλιότερα που δεν υπήρχαν τσιγάρα είχαν τον καπνό και τα τσιγαρόχαρτα και στρούφιζαν το τζίγαρό τους, τις πυροβολικές (ή ανύχια) και την ίσκα μέσα σε σακουλάκι για να ανάβουν φωτιά
και να ψήνουν την πρώτη περδικούλα που θα σκοτώνανε στο κυνήγι. Αν ήτανε κανείς γραμματιζούμενος, είχε στο σακούλι του κανένα χαρτί (βιβλίο), κοντύλι, μπένα, μελάνι και χαρτί του γραψίματος. Στα Ανώγεια συνηθίζουν να κρεμούν στον ώμο τους το σακαδέλο, ένα μεγάλο πορτοφόλι από προβιά αρνιού, και βάζουν μέσα το σουβλί, τη βελόνα, την οργιά, μήπως ξηλώσει ο δόμος τους να τον ράψουν, κουτάλι, πιρούνι και την ξυγκόντασκα (ένα μικρό πορτοφολάκι που περιέχει ξύγκι, για να αλείφουν τα στιβάνια τους). Στο χέρι κρατούν την κατσούνα για να στηρίζονται και πάνε ευτυχισμένοι. Να πώς το λέει ένας γέρος βοσκός στις αναμνήσεις του: ...που 'χει ραβδί κατσόπρινο βουργίδι ξομπλιασμένο μ' οφτό αγρίμι και αρνί πάντα 'τονε γεμάτο... (Η Λαϊκή Τέχνη της Κρήτης, 1: 38-40).
Η διακόσμηση - τα πλουμιά Οι βούργιες της Κρήτης ήταν κοσμημένες με γεωμετρικά σχήματα διατεταγμένα με διάφορους τρόπους μονάχα στη μια πλευρά τους, την εξωτερική. Η άλλη πλευρά, αυτή που ακουμπούσε στην πλάτη, είχε μονάχα εναλλασσόμενες παράλληλες λούρες διαφορετικών αποχρώσεων. Οι δυο πλευρές του υφαντού συνδέονταν με βελονιά τύπου τροχού και κατέληγαν συχνά σε μικρούς κόμπους ή φούντες (στις κάτω γωνίες).
> 45
ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ
Αριστερά: Τα βαστάγια διασταυρώνονται στην πίσω πλευρά, όπου η διακόσμηση είναι λιτή (εναλλασσόμενες παράλληλες λούρες). Δεξιά: Λεπτομέρεια από κρητική βούργια. Κυρίαρχο στοιχείο οι ρόμβοι.
Δυστυχώς, όμως, ούτε η διακόσμηση ούτε ο συμβολισμός της βούργιας έχουν μελετηθεί συστηματικά. Μια σοβαρή προσπάθεια με παράθεση πολλών τεχνικών στοιχείων είχε κάνει πριν από μισό αιώνα περίπου η Ευαγγελία Φραγκάκι (Η Λαϊκή Τέχνη της Κρήτης - Υφαντική και Βαφική, 1974)· η Φραγκάκι είχε αξιοποιήσει τις βιωματικές γνώσεις της και παράλληλα είχε προχωρήσει σε μια περιορισμένη έρευνα ρωτώντας γνωστές της υφάντρες. Οι πληροφορίες της αναφέρονται κυρίως στην κεντρική Κρήτη (Ηρακλειώτικα και Ανώγεια), χωρίς στοιχεία για περιοχές με μεγάλη παράδοση στην υφαντική, όπως είναι τα Σφακιά, η Μεσαρά, ο ορεινός όγκος της Δίκτης και τα γύρω χωριά, η Σητεία κ.α. Η έρευνά της, όμως, είναι ιδιαίτερα σημαντική επειδή διασώζει λέξεις, ορολογίες, διακοσμητικά μοτίβα, υλικό δηλαδή που δεν υπάρχει σήμερα. «Μια βούργια», γράφει η Φραγκάκι, «έχει συνήθως κατά σειράν τα εξής θέματα: σχέτο, ζερβός, σχέτο, χοχλιδάκι (η φασούλι), μεσόροδο, χοχλιδάκι, σουφρόξομπλο, ανοιγοσφαλιστό, σουφρόξομπλο, χοχλιδάκι, μεσόροδο, χοχλιδάκι, σχέτο, ζερβός, σχέτο». Με αυτούς τους όρους περιγράφει τη σειρά με την οποία τοποθετούνται στον χώρο οι παράλληλες διακοσμητικές ζώνες. Όπως φαίνεται και από την απλή παράθεση των όρων, πρόκειται για μια απολύτως συμμετρική διάταξη (η συμμετρία είναι ένα από τα βασικά γνωρίσματα της λαϊκής τέχνης). Κεντρικό θέμα είναι αυτό που αποκαλεί ανοιγοσφαλιστό και
46
γύρω από αυτό διατάσσονται τα υπόλοιπα, με το λεγόμενο σχέτο να μπαίνει δεξιά και αριστερά, δηλαδή στην αρχή και στο τέλος, σύμφωνα με την ακόλουθη σχηματική παράσταση: ΣΧ - ΖΕ - ΣΧ - ΧΟ - ΜΕ - ΧΟ - ΣΟΥ- ΑΝΟΙ - ΣΟΥ - ΧΟ - ΜΕ - ΧΟ - ΣΧ - ΖΕ - ΣΧ
Στο παραπάνω σχήμα, οι διακοσμητικές ζώνες είναι δεκαπέντε, διαταγμένες κατ' αντίστοιχα ζεύγη δεξιά και αριστερά του κεντρικού άξονα. Το ίδιο συμβαίνει, όμως, ακόμη και όταν είναι λιγότερες, 13, 11, 9, πάντα μονός αριθμός, έτσι που να αναδεικνύεται η μοναδικότητα του κέντρου (όλα είναι διπλά εκτός από αυτό). Βασικό θέμα που επαναλαμβάνεται σε διάφορα μεγέθη και χρώματα είναι ο ρόμβος, χωρίς να απολείπουν τα τρίγωνα και τα ζιγκ-ζαγκ. Μια καλοπλουμισμένη κρητική βούργια έχει υφασμένους δεκάδες ρόμβους, μικρούς ή μεγαλύτερους, ανάλογα με τις συνήθειες του κάθε τόπου. Στα Σφακιά συνηθίζεται μια περίπλοκη λαβυρινθώδης διάταξη γύρω από έναν κεντρικό ρόμβο, εργασία που απαιτεί μεγάλη εξειδίκευση και τέχνη. Κεντρικούς μεγάλους ρόμβους συναντάμε και στο Οροπέδιο Λασιθίου, ενώ σε άλλες περιοχές (π. χ. Βιάννος, Ιεράπετρα) οι διακοσμητικές ζώνες είναι λιγότερες, πλουμισμένες με απλούστερα σχέδια. Άλλο χαρακτηριστικό της κρητικής βούργιας ήταν οι πρόσθετοι ρόδακες που ράβονταν περιμετρικά, έτσι ώστε να φαίνονται σαν λουλούδια.
>
ΥΠΕΡ
Ο συμβολισμός του κόμπου Τα βαστάγια πλέκονται σε σχήμα κούρλας με τρεις, τέσσερις ή πέντε κλώνους διαφορετικών χρωμάτων (τρίκλωνο βαστάγι, τετράκλωνο, πεντάκλωνο), για λόγους πρακτικούς και συμβολικούς. Οι συμβολικοί σχετίζονται με τον αριθμό των κλώνων και οι πρακτικοί έχουν να κάνουν με το πάχος τους ούτως ώστε να χρησιμοποιούνται εύκολα, να μην είναι τα βαστάγια πολύ χοντρά ή πολύ λεπτά και να μην πληγώνουν τους ώμους. Στα βαστάγια εντοπίζεται ο βασικότερος συμβολικός ρόλος της κρητικής βούργιας. Είναι αυτά που, σύμφωνα με τις δοξασίες των Κρητικών, προστατεύουν από το κακό μάτι. Όπως είπαμε και παραπάνω, στην άκρη του βασταγιού δένεται πάντα ένας κόμπος που καταλήγει σε πολύχρωμη φούντα. Αν και ο ρόλος του φαίνεται απλώς διακοσμητικός ή και πρακτικός, αφού μπορεί να αυξομειώσει το μέγεθος του βασταγιού ανάλογα με το μπόι εκείνου που κρατά την βούργια, οι δοξασίες που μεταφέρει είναι ιδιαίτερα σημαντικές. Κόμβους με συμβολικό χαρακτήρα συναντούμε στην Κρήτη από τα μινωικά χρόνια, σε τοιχογραφίες, παραστάσεις σε αγγεία, ομοιώματα σε ελεφαντόδοντο και φαγεντιανή, μέχρι και στην πολύ γνωστή τοιχογραφία της λεγόμενης Παριζιάνας. Όπως έχει τεκμηριώσει τώρα και πάνω από έναν αιώνα ο James Frazer (The Golden Bough - Ο Χρυσός Κλώνος ), ο κόμπος απαντάται σε πλήθος αρχαίων και νεότερων πολιτισμών με πολλές και ποικίλες μαγικές ιδιότητες. Είναι προστατευτικός και αποτρεπτικός, ενώνει και χωρίζει, διευκολύνει τοκετούς και «δεσμεύει» θεότητες. Τώρα και πολλά χρόνια ο σπουδαίος ανθρωπολόγος Mircea Eliade είχε μιλήσει για τον «Θεό - Δέτη», παραθέτοντας πλούσια παραδείγματα από πλήθος πολιτισμών, ενώ από την ελληνική παράδοση μας είναι γνωστός ο κόμβος του Ηρακλή, το περίφημο «ηράκλειον άμμα» με τις δυο αντίθετες θηλιές, που χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον σε αρχαία κοσμήματα. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα χρησιμοποίησης μαγικών κόμβων στην Κρήτη μας έρχεται από την τελετουργία του γάμου: παλιότερα πίστευαν ότι κάποιος κακόβουλος μπορούσε να δέσει ένα ζευγάρι και να του προκαλέσει μύρια δεινά (π.χ. να μην μπορούν οι σύζυγοι να συνευρεθούν σεξουαλικά), κι αυτό το «δέσιμο» γινόταν την ώρα του γάμου. Απέναντι σ' αυτές τις μαγικές ενέργειες υπήρχε ένας μονάχος τρόπος προστασίας: ο κόμβος και πάλι! Με κόμβους απαντούσαν στις κακόβουλες μαγικές ενέργειες, στα γνωστά δεσίματα», γι' αυτό και τα ψωμιά του γάμου, τα περίφημα τριοθελίτικα ή πεντοθελίτικα (με τρεις ή πέντε θηλιές) δεν ήταν τίποτα περισσότερο από σχηματικές αναπαραστάσεις μαγικών κόμβων. Οι κόμβοι των υφαντών εντάσσονται στο ίδιο συμβολικό πλαίσιο και, κυρίως, ο κόμβος της βούργιας. Αστάθμητοι παράγοντες μπορούσαν να επηρεάσουν τις ζωές των ανθρώπων
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
που κουβαλούσαν βούργιες στις πλάτες τους, όπως οι κίνδυνοι του ταξιδιού, η αστοχία του κυνηγιού, οι ατυχίες του ποιμενικού βίου. Συχνά οι γυναίκες της Κρήτης κρατούσαν κομμάτια από τα βαστάγια της ανδρικής βούργιας και τα έραβαν στις ποδιές τους σχηματίζοντας έναν η περισσότερους κόμπους. Με την ευκαιρία αυτής της σύντομης αναφοράς ας θυμηθούμε και τους κόμπους που έκαναν οι γυναίκες σε πλεκτά νήματα στην εκκλησία στο αυγικό της Μεγάλης Πέμπτης προς τη Μεγάλη Παρασκευή, έναν σε κάθε Ευαγγέλιο, δηλαδή δώδεκα συνολικά!
Στα ριζίτικα και στις μαντινάδες Ένα χρηστικό αντικείμενο με τόσο μεγάλη διάδοση δεν θα μπορούσε να λείψει από τη λαϊκή λογοτεχνία. Είναι συνήθης η εικόνα του βοσκού, του κυνηγού ή και του Σφακιανού μικροέμπορου που έβαζε την πραμάτεια του μέσα σε μια μεγάλη βούργια και περιφερόταν στα χωριά:
Φαρμάκι να πουλιούντονε στου Σφακιανού τη βούργια θα το 'παιρνα για χάρη σου, αγάπη μου καινούργια λέει η παλιά μαντινάδα. Ενδεικτικά μόνο καταχωρούμε εδώ μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα: ΡΙΖΙΤΙΚΑ:
Ο γέρος εκατέβαινε από λαγού κυνήγι βαστά λαγούς και πέρδικες κι αγρίμια στο βουργίδι (Σταμ. Ασποστολάκης, Ριζίτικα, σ. 230).
Πού είν' εκείνοι οι καιροί κι οι βουλισμένοι χρόνοι απού μου νιος κι εις το βουνό ήβλεπα το κουράδι, που 'χα μαντριά τα πρόβατα, μαντριά μαντριά τα γίδια [...] που 'χα ραβδίν κατσόπρινο, βουργίδι ξομπλιασμένο μ' οφτόν αγρίμι και μ' αρνί πάντα 'τονε γεμάτο... (Σταμ. Ασποστολάκης, Ριζίτικα, σ. 754).
ΒΟΥΡΓΙΕΣ ΣΤΟΝ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ
Όλα ετούτα τα θάματα τ’ άκουγε ο βοσκός, τα σάλια του έτρεχαν, και το Μεγάλο Κάστρο έλαμπε στη φαντασία του σαν κρητικός παράδεισος, γεμάτος μπακαλιάρο, τουφέκια και γυναίκες. Άκουγε, άκουγε, κι ένα μεσημέρι πια δε βάσταξε, έζωσε σφιχτά το φαρδύ ζωνάρι του, ανακρέμασε στην πλάτη του την πιο καλή, την ξομπλιαστή του βούργια, φούχτωσε το βοσκοράβδι του και ροβόλησε από τον Ψηλορείτη. Σε λίγες ώρες αντίκρισε το Μεγάλο Κάστρο· ήταν ακόμα μέρα, κι η καστρόπορτα ήταν ανοιχτή. Ο βοσκός στάθηκε στο κατώφλι· μια δρασκελιά, και θα ’μπαινε στον παράδεισο. Μα ξαφνικά η ψυχή του τινάχτηκε· σαν να ’νιωσε η ψυχή αυτή πως η πεθυμιά την είχε καβαλήσει, πως
47
ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ
Δεξιά: Μοτίβο παλιάς σφακιανής βούργιας. Στα σημερινά Σφακιά είναι περισσότερο γνωστές με την ονομασία σακούλια (Συλλογή ευτύχη Τζιρτζιλάκη). Κάτω: πατέρας και γιος με τις βούργιες στις πλάτες. Από τα παιδικά χρόνια συνήθιζαν τα βοσκάκια να τις κουβαλούνε μαζί τους (Φωτ. Γ. Δεληγιαννάκη).
Στη ράχην ένα σάκουλο με τα χοντρά βαστάγια... Εκπληκτική περιγραφή των Σφακιανών σ' ένα τραγούδι («Του Αληδάκη») που, όπως πιστεύει ο συγγραφέας τούτου του άρθρου, χρονολογείται γύρω στα μισά του 19ου αιώνα:
...και μπογαράδες και λιγνοί, με τσι μακρές χερούκλες, και με τα στήθια τ’ ανοιχτά, και με τσι ποδαρούκλες. με τα μακρέ τωνε σκουλιά, με τσι ’πισοκαυκάλες, τ’ αμπέθια των τα μαλλιαρά, και τσ’ ανοιχτές κουτάλες. Και μια τουφέκα γαργερή βαστούσιν εις τη χέρα, στη μέσην έναν πίστολο, και μια σκουρομαχαίρα. Στη ράχην ένα σάκκουλο με τα χοντρά βαστάγια, και καμωμένο ’ξαργουτού να βάνει δυο κριγιάργια. Το σακούλι ήταν απαραίτητο εξάρτημα των ορεσίβιων. Αυτή η ονομασία (σακούλι) έχει επικρατήσει σε ολόκληρη την επαρχία Σφακίων. Φυσικά, η λέξη βούργια δεν είναι άγνωστη, αλλά αναφέρεται σπανίως ή και καθόλου σήμερα. Σακουλοβάσταγα είναι τα βαστάγια του σακουλιού...
δεν έκανε πια ό,τι ήθελε, δεν ήταν λεύτερη - ντράπηκε. Ζάρωσε ο Κρητικός τα φρύδια, τον πήρε το φιλότιμο. - Θέλω μπαίνω, θέλω δεν μπαίνω, είπε· δεν μπαίνω! Γύρισε τη ράχη του στο Κάστρο και πήρε δρόμο πίσω κατά το βουνό. (Αναφορά στον Γκρέκο) Κόντευε να ξημερώσει· η χωριαταριά έτρωγε ακόμα κι έπινε, οι πιο μερακλήδες το 'χαν ρίξει στο τραγούδι, έβγαλε ένας απ' τη βούρια του την ασκομαντούρα κι έπαιζε, άλλοι στην αυλή χόρευαν τον πεντοζάλη. Οι δυο νιόπαντροι, αμίλητοι, αγέλαστοι, κάθουνταν στην άκρα του καναπέ και δε βιάζουνταν, μήτε ο ένας μήτε ο άλλος, ν’ ανέβουν στο ανθοστρωμένο νυφικό κρεβάτι. (Καπετάν Μιχάλης) Μ' ένα σάλτο μπήκε μέσα στο μαντρί, ξεκρέμασε τη βούρια από τον τοίχο, η γυναίκα του ήταν γονατισμένη ακόμα 48
ομπρός στο τζάκι και σύμπαινε τη φωτιά, δεν τον έβλεπε, έβγαλε από τη βούρια το φαρδύ κοντομάχαιρό του και το 'χωσε στη μέση. Έσφιξε το ζωνάρι του, πήρε από χάμω το πουρναρίσιο βοσκοράβδι του και βγήκε πάλι και στάθηκε στην μπασιά. (Καπετάν Μιχάλης) Πέρασε τη βούρια στους ώμους του, είχε βάλει μέσα ψωμί, ελιές, ένα κομμάτι τυρί, ένα φλασκάκι κρασί. - Καλήν αντάμωση! φώναξε στην κουμπάρα που συγύριζε το αναστατωμένο κρεβάτι. (Καπετάν Μιχάλης) ΒΟYΡΓΙΕΣ ΣΤΑ «ΔΙΦΟΡΑ» ΤΟΥ ΚΩΣΤΗ ΦΡΑΓΚΟYΛΗ
Καλλιά κοντή ρασόβρακα, βουργιάλι και ρασίδι, στιβάνια χιλιομπάλωτα και λιάπης στη μαδάρα, παρά μποτίνια φράγκικα, βελάδες και τακίμια και διάτες από πάνω μου στην χώρα να μ' ορίζου... X
ΥΠΕΡ
Από τον ορεινό όγκο του νομού Χανίων, στο ιστορικό χωριό Θέρισσο, η οικογένεια Μπαλαντίνου ξεκίνησε να ασχολείται με την κτηνοτροφία και την παραγωγή τυροκομικών προϊόντων. Από το 1928 η οικογένεια έχει καταφέρει να δημιουργήσει ιστορία στον χώρο της τυροκομίας με την κορυφαία ποιότητα των προϊόντων μιας συνεχώς αναπτυσσόμενης επιχείρησης που σέβεται πραγματικά την παράδοση. Με ένα σύγχρονο εργοστάσιο στο Βαρύπετρο Νέας Κυδωνιάς, με σεβασμό στην παράδοση, αδιάκοπες επενδύσεις στη σύγχρονη τεχνολογία της τυροκομίας και ένα ολοκληρωμένο, άριστο δίκτυο
XΡΙΣTΟYΓΕΝΝΑ 2017
από τον γαλακτοπαραγωγό ως και την διανομή των τελικών προϊόντων της, η επιχείρηση έχει κατακτήσει επάξια την τοπική και όχι μόνο αγορά. Έχει επίσης κερδίσει μια από τις κορυφαίες θέσεις στην προτίμηση των καταναλωτών όλης της Κρήτης αλλά και μεγάλων αστικών κέντρων προσφέροντας όλα τα προϊόντα της παραδοσιακής κρητικής τυροκομίας ασύγκριτα τόσο σε γεύση όσο και σε ποιότητα. Σήμερα, η τέταρτη γενιά της επιχείρησης, στόχο έχει να αυξήσει την παραγωγική της δυνατότητα ώστε να συνεχίσει να αντεπεξέρχεται ικανοποιητικά στην ολοένα αυξανόμενη ζήτηση.
Κεντρικό Κατάστημα: Σκαλίδη 25,73100 Χανία Κρήτης Τηλ: +30 28210 95517 - Fax: +30 28210 95517 Εργοστάσιο: Βαρύπετρο Κυδωνίας Χανιά Κρήτης Τηλ: +30 28210 33030, 32222 - Kιν. +30 697 3612 491 e-mail: sales@balantinos.gr - www.balantinos.gr
Τα νέα μας
Πλαστική σακούλα… Τι αλλάζει με τη νέα χρονιά Η πανδημία δεν θα πρέπει να μας αποπροσανατολίζει από την ευθύνη όλων μας να προστατεύσουμε το περιβάλλον. Στα σούπερ μάρκετ Χαλκιαδάκης τηρούμε πρόγραμμα κυ-
Τί γίνεται, όμως, με την πλαστική σακούλα; Το ιδανικό είναι να χρησιμοποιούμε όλοι τσάντες πολλαπλών χρήσεων για τα ψώνια μας. Σε περίπτωση που τις ξεχάσουμε, στα σούπερ μάρκετ διαθέτουμε, εκτός από τις τσάντες πολλαπλών χρήσεων, σακούλες που είναι πολύ ανθεκτικές, με πάχος πάνω από 60mm, οι οποίες από την πρώτη του χρόνου υπόκεινται σε περιβαλλοντικό τέλος 9 λεπτών και, μαζί με το κόστος τους, θα πωλούνται από τα καταστήματά μας 15 λεπτά. Επιπλέον, υπάρχει η επιλογή της σακούλας από βιοαποικοδομήσιμο πλαστικό η οποία διατίθεται 8 λεπτά. Από τη Νέα Χρονιά υπόκεινται σε περιβαλλοντικό τέλος και οι λεπτές σακούλες που υπάρχουν στο μανάβικο. Έχει ξεκινήσει η διάθεση λεπτής σακούλας από βιοαποικοδομήσιμο υλικό και για το μανάβικο προκειμένου να μη χρειαστεί να επιβαρυνθεί ο καταναλωτής με το περιβαλλοντικό τέλος. Σε αυτή την προσπάθεια μείωσης του πλαστικού από τη ζωή μας, θα πρέπει να είμαστε όλοι μαζί. Ας κάνουμε τη χαμηλότερη δυνατή χρήση στις σακούλες μιας χρήσης για να κρατήσουμε τις παραλίες μας και τον υδροφόρο ορίζοντα του νησιού μας καθαρό από πλαστικά υπολείμματα.
>
50
κλικής οικονομίας και εξοικονόμησης ενέργειας με στόχο να ελαχιστοποιήσουμε το περιβαλλοντικό αποτύπωμα της εταιρείας μας στο νησί μας.
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
51
Τα νέα μας
Πρωτοβουλίες κοινωνικής ευαισθητοποίησης στις πρωτοβουλίες κοινωνικής ευαισθητοποίησης δηλώνουμε όλοι παρόντες! Κι εμείς στα σούπερ Μάρκετ χαΛΚιαΔαΚΗσ κάνουμε ό,τι μπορούμε για να βρισκόμαστε
κοντά στον Άνθρωπο και στα αιτούμενα της εποχής μας. Ηχηρά μηνύματα που δεν περνούν απαρατήρητα, όπως φαίνεται και στις φωτογραφίες!
25 Νοεμβρίου: Η σιωπή ΔΕΝ είναι χρυσός! Παγκόσμια Ημέρα εξάλειψης της Βίας κατά των Γυναικών.
>
>
25 Οκτωβρίου:
10
Κάνουμε την πρόληψη Ζωή!
Οκτωβρίου:
Παγκόσμια Ημέρα πρόληψης και ενημέρωσης κατά του καρκίνου του μαστού.
Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Yγείας.
> 52
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
53
ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ
τα πιο ερωτικά πρωτοχρονιάτικα κάλαντα! Μαύρο μου γλυκό ματάκι και χρυσή μου περιστέρα, η αγαπημένη που κοιμάται με τη μάνα της αλλά είναι ώρα να ...ξυπνήσει (ξύπνα, αγάπη μου μεγάλη) και να στρώσει ...καινούργιο κρεβάτι (στρώσε πλαθιά να πέσωμεν). ακούγονταν πριν από πολλές δεκαετίες στον αποκόρωνα, προφανώς παράλληλα με τα άλλα, τα γνωστά κρητικά πρωτοχρονιάτικα κάλαντα.
54
ΥΠΕΡ
Το 1925 ο φιλόλογος του Γυμνασίου Βάμου Χανίων είχε ζητήσει από τους μαθητές του να συγκεντρώσουν τραγούδια, παραδόσεις, παροιμίες και άλλο λαογραφικό υλικό. Ένας μαθητής από το Καλαμίτσι Αποκορώνου κατέγραψε τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς που ακούγονταν τότε στο χωριό του, πιθανότατα χωρίς να γνωρίζει τα ερωτικά τους συμφραζόμενα. Γεώργιος Πάγκαλος ονομαζόταν ο φιλόλογος και δεν είναι άλλος από τον σπουδαίο αλλά και ιδιόρρυθμο μελετητή του γλωσσικού ιδιώματος της Κρήτης, τον άνθρωπο που αφιέρωσε ολόκληρη τη ζωή του στη συγγραφή ενός ογκώδους κρητικού λεξικού το οποίο εξέδωσε σε εννιά τόμους(!) με προσωπικά του έξοδα και πολλές στερήσεις. Ο μαθητής στον οποίο χρωστάμε τη διάσωση των καλάντων ονομαζόταν Κ. Παπαδογιάννης. Μέχρι το 1983 τα κάλαντα του Αποκόρωνα ήταν άγνωστα και σώζονταν στα κατάλοιπα του Πάγκαλου, ένα πλήθος χειρογράφων που ταξινομήθηκαν και μεταγράφηκαν από τον σπουδαίο μελετητή του λαϊκού μας πολιτισμού κ. Γιώργο Αικατερινίδη, τότε ερευνητή και αργότερα διευθυντή ερευνών του Κέντρου Ερεύνης Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών (ΚΕΕΛ), ο οποίος και επιμελήθηκε την έκδοσή τους. Ο τόμος αυτός, που συμπληρώνει το έργο του Πάγκαλου, περιέχει λαογραφικό υλικό. Φράσεις όπως «ξύπνα, αγάπη μου μεγάλη [...] άσπρε μου καθάριε κρίνε [...] στρώσε πλαθιά να πέσωμεν...» προσδίδουν έναν άκρως ερωτικό χαρακτήρα στα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα και συγκροτούν τελικά μιαν προσχεδιασμένη κρυπτική εξομολόγηση. Μια «αρχόντισσα κυρία» είναι αποδέκτρια αυτής της εξομολόγησης, μια «ζαχαροκαντιοζύμωτη» γυναίκα, που ο καλαντιστής εξυμνεί τα κάλλη της και την καλεί να ανταποκριθεί στο ερωτικό κάλεσμά του! Κάδιο ή κάντιο ήταν η κρυσταλλική ζάχαρη, επομένως η λέξη ζαχαροκαντιοζύμωτη δηλώνει τη ζυμωμένη με ζάχαρη. Ο βασικός κορμός του στιχουργήματος δεν είναι άγνωστος. Πρόκειται για τα γνωστά μας κάλαντα, τα διαδεδομένα σε όλη την Ελλάδα, κυρίως στα νησιά. Γνωστός είναι ακόμη και ο ερωτικός χαρακτήρας τους. Σε μελέτες και καταγραφές που δημοσιεύτηκαν κατά καιρούς βλέπομε αρκετές παραλλαγές, άλλες σύντομες κι άλλες εκτενείς. Αξίζει, όμως, να δούμε τα κάλαντα του Αποκόρωνα όπως καταγράφηκαν το 1925:
Άγνωστο ποιος, πού και πότε έγραψε τούτη την απεγνωσμένη ερωτική εξομολόγηση και την έκρυψε μέσα στα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα. Εντυπωσιακό είναι, πάντως, το γεγονός ότι διαδόθηκε σε ολόκληρο τον ελληνικό χώρο και μια συντόμευσή της αποτελεί το μοναδικό καλάντισμα που ακούγεται σήμερα!
Z
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
ΤΑ ΚΑΛΑΝΤΑ ΤΟΥ ΑΠΟΚΟΡΩΝΑ: Αρχιμενιά κι αρχιχρονιά, ψιλή μου δενδρολιβανιά, κι αρχή καλός μας χρόνος, εκκλησιά με τ’ άγιος θρόνος. Κι αρχή που βγήκεν ο Χριστός, άγιος και πνευματικός, στην γην να περπατήσει και να μας καλοκαρδίσει. Κι άγιος Βασίλης έρχεται, άρχοντες το κατέχετε, από την Καισαρείαν, είσαι αρχόντισσα κυρία. Βαστά εικόνα και χαρτί, ζαχαροκάδιο ζυμωτή, χαρτί και καλαμάρι, ξύπνα, αγάπη μου μεγάλη. Το καλαμάρι του έγραφε, πολιτικέ μου καντιφέ, και το χαρτί του μίλειε, άσπρε μου καθάριε κρίνε. — Βασίλη, πόθεν έρχεσαι και δεν μας καταδέχεσαι, και πόθεν κατεβαίνεις και δεν μας συντυχαίνεις; — Κι από της μάνας μου έρχομαι, στρώσε πλαθιά να πέσωμεν κ' εις το σκολειό μου πάω, δεν μου λέτε τι να κάνω. — Κάτσε να φας, κάτσε να πιεις, κάτσε να τραγουδήσεις και να μας καλοκαρδίσεις. — Μα γω γράμματα μάθαινα, να σας ειπώ τι πάθαινα, τραγούδια δεν ηξεύρω, αντικρύτι μου να σε εύρω. — Κι αν είσαι και γραμματικός, άγιος και πνευματικός, πες μας την άλφα-βήτα, να 'χεις τον Θεόν βοήθεια. Κ' εις το ραβδί του κούμπησε και δεν μας ετραγούδησε, να πει την άλφα-βήτα ωσάν άγιος που ήταν. Μα το ραβδί ξερό ραβδί, άσπρο σταφύλι ρεζακλί, χλωρά βλαστάκια πέτα, ροδοκόκκινη βιολέτα. Κι απάνω στα βλαστάρια του κοιμάται με την μάναν του. Βρίσκω και κυματούσα, μάθια μου να σε ξυπνούσα. Δεν ήτο μόνον πέρδικα, βλέπεις την πώς την εύρηκα, μαζί και τρυγονάκι, μαύρο μου γλυκό ματάκι. Και κατεβαίναν πέρδικες, τριανταφυλλιές λεβέντικες, και πίνουν και ανεβαίνουν και ροδόσταμον μαραίνουν, και γραίνουν τον αφέντη μας, Βασίλη τον λεβέντη μας, τον πολυχρονισμένον κ' εις τον κόσμον ξακουσμένον. Και φάγαμε την πέρδικα, να φάμε και την κότα, δώστε και μας τον κόπο μας να πάμεν σ’ άλλην πόρτα. Κι αν είναι με το θέλημα, χρυσή μου περιστέρα, ανοίξατε την πόρτα σας να πούμεν καλησπέρα. Και αμέσως ο κύριος της οικίας ανοίγει την θύραν και εισέρχονται εκείνοι οι οποίοι λέγουν τα κάλαντρα και πίνουν εις αυτό το σπίτι και ο κύριος του οίκου δια τον κόπον τον οποίον έκαμον και είπον τα κάλαντρα τούς δίδει ό,τι παίρνουν, λάδι κλπ. προϊόντα. Κατόπιν όταν εξέρχονται από την οικίαν λέγουν: Τέσσαρα πέντε γράμματα τα ’χει η άλφα-βήτα κι όσοι και να πομείνατε έχετε καληνύχτα.
> 55
ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ
Το νόημα του στιχουργήματος βρίσκεται στο δεύτερο ημιστίχιο, όπως συμβαίνει πολύ συχνά σε πολλές κρητικές μαντινάδες, αλλά και σε άλλα ποιητικά είδη της λαϊκής λογοτεχνίας. Τι θα μπορούσαν να σημαίνουν στίχοι σαν κι αυτούς: «Το καλαμάρι του έγραφε, πολιτικέ μου καντιφέ και το χαρτί του μίλειε, άσπρε μου καθάριε κρίνε»; Αν απομονώσομε μερικά από τα δεύτερα ημιστίχια, το νόημα γίνεται απολύτως σαφές:
ψιλή μου δενδρολιβανιά είσαι αρχόντισσα κυρία ζαχαροκάδιο ζυμωτή ξύπνα, αγάπη μου μεγάλη πολιτικέ μου καντιφέ άσπρε μου καθάριε κρίνε 56
και δεν μας καταδέχεσαι και δεν μας συντυχαίνεις στρώσε πλαθιά να πέσωμεν δεν μου λέτε τι να κάνω να σας πω τι πάθαινα αντικρύτι μου να σε εύρω άσπρο σταφύλι ρεζακλί ροδοκόκκινη βιολέτα κοιμάται με την μάναν του μάθια μου να σε ξυπνούσα βλέπεις την πώς την εύρηκα μαύρο μου γλυκό ματάκι τριανταφυλλιές λεβέντικες και ροδόσταμον μαραίνουν χρυσή μου περιστέρα.
Z
ΥΠΕΡ
Έρως υπό τα κάλαντα Το 1958 ο δεινός φιλόλογος Μενέλαος Παρλαμάς επισήμανε τον ερωτικό χαρακτήρα των κοινών πρωτοχρονιάτικων καλάντων σε μια γλαφυρή επιφυλλίδα του με τον τίτλο «Έρως υπό τα κάλαντα» (την συμπεριέλαβε, μάλιστα, στο εξαντλημένο βιβλίο του Οι επιφυλλίδες του Σαββάτου, Ηράκλειο 1973, σελ. 109114). Χαριτολογώντας ο Παρλαμάς είχε γράψει ότι «τα κάλαντα αυτά έχουν τρομερό ενδιαφέρον. Είναι μια φιλολογική απάτη». Παρέθεσε, μάλιστα, και μια χαρακτηριστική μαντινάδα της οποίας ο πρώτος στίχος είναι λογικά άσχετος με τον δεύτερο: «Από το Μυλοπόταμο φαίνεται το Χουδέτσι Αν δεν με θέλει ο κύρης σου, η βέργα θα δουλέψει». Και συμπληρώνει ότι «το νόημα βρίσκεται στον δεύτερο στίχο. Ο πρώτος είναι εντελώς βοηθητικός».
...ένα αρχοντόπουλο, τρελά ερωτευμένο με κάποια δέσποινα - συνηθισμένη υπόθεσις για τους Βυζαντινούς οι απαγορευμένοι έρωτες - και μη ευρίσκοντας τρόπο για μια απευθείας εξομολόγησιν - επινόησε αυτήν την διπλήν στιχούργησιν και με μια ομάδα τραγουδιστών πήγε και τα τραγούδησε έξω από το αρχοντικό της κατά την παραμονή της Πρωτοχρονιάς... Είναι γεγονός, πάντως, ότι στα βυζαντινά χρόνια άνθρωποι κάθε ηλικίας έβγαιναν από τα ξημερώματα στους δρόμους, σταματούσαν σε κάθε πόρτα και έψαλλαν τα κάλαντα, όπως μαρτυρεί ο Ι. Τζέτζης (12ος αιώνας):
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
και τη Χριστού γεννήσει δε και Φώτων τη ημέρα, οπόσοι περιτρέχουσι τας θύρας προσαιτούντες μετά ωδών και επωδών και λόγους εγκωμίων... Ήδη από το 1909 είναι γνωστός ο χαρακτηρισμός κάποιων καλάντων ως βυζαντινών (Α. Παπαδόπουλος - Κεραμεύς στη Λαογραφία, τ. Α΄, σελ. 564-567). Και είναι αλήθεια ότι η προφορική παράδοση διέσωσε στοιχεία από βυζαντινά ή μεταβυζαντινά κάλαντα, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα το «Άναρχος Θεός καταβέβηκεν», αγερμός που βρέθηκε και σε παλαιότερα χειρόγραφα. Μένει να ερευνηθεί αν πράγματι υπάρχει κάποιο βυζαντινό πρότυπο της... «Ψηλής μας δεντρολιβανιάς» (απ’ όσο γνωρίζω η λέξη δεν απαντάται σε παλαιότερα κείμενα).
Z
Το ερωτευμένο αρχοντόπουλο Λίγα χρόνια αργότερα, το 1966, ο Κ. Κώνστας δημοσίευσε στο περιοδικό Λαογραφία (τ. ΚΔ, σελ. 308-309) έναν θρύλο που ακουγόταν στην Αιτωλοακαρνανία και δικαιολογούσε τις ερωτικές εκφράσεις:
Πέρασαν κι άλλα χρόνια από τη δημοσίευση του Κώνστα, οι λαογράφοι που έκαναν έρευνα πεδίου και αναζητούσαν τις πηγές της παράδοσης λιγόστεψαν πολύ και τότε ήρθε η σειρά... του ρομάντζου. Τα τελευταία χρόνια ακούγεται και αναπαράγεται στο διαδίκτυο μια αστήριχτη «ιστορία» για κάποιον φτωχούλη που ερωτεύτηκε μιαν αρχοντοπούλα κι επειδή δεν είχε άλλον τρόπο να την πλησιάσει και να της εκφράσει τον έρωτά του, επινόησε τα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα. Θα άξιζε, πάντως, μια συγκριτική μελέτη για να διαπιστωθούν οι προσθήκες και οι αφαιρέσεις, να διαπιστωθούν οι κοινές εκφράσεις (π.χ. στα κάλαντα της Φολεγάνδρου η «αρχόντισσα» παρομοιάζεται με βενέτικο καντιφέ, στα κρητικά με πολίτικο, δηλαδή από την Πόλη) και να αναζητηθεί ο αρχικός τους πυρήνας. X
...και όσοι κατ' αρχίμηνον την Ιανουαρίου
Χρόνια Πολλά!
Χρειαζόταν τόλμη περίσσια για να σταματήσει κάποιος κάτω από ένα παράθυρο, να τραγουδά «ξύπνα, αγάπη μου μεγάλη», ν' αραδιάζει γλυκόλογα και να προσκαλεί μια γυναίκα σε παιχνίδι ερωτικό παρακινώντας την να... στρώσει κρεβάτι για να ξαπλώσουν μαζί («στρώσε πλαθιά να πέσωμεν). πρωτοχρονιάτικο επιστολικό δελτάριο του 1908 με εικόνες από τα χανιά.
57
ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΤΩΝ ΦYΤΩΝ
ΣΤΑΦYΛΙΝΑΚΑΣ, Ο ΣΤΑΦYΛΙΝΟΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ
Το λουλούδι της υπομονής, η δαντέλα της βασίλισσας! ΚΕΙΜΕΝΟ - ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ
>
58
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
Είναι από τα φυτά που διατηρούν σχεδόν αυτούσιο το αρχαίο τους όνομα: σταφυλίνακας, γένους αρσενικού, ο σταφυλίνος του Ιπποκράτη, του Διοσκουρίδη, του Λουκιανού, του Γαληνού, του Νίκανδρου... Δαύκος η επιστημονική του ονομασία, Daucus carota. Φυτρώνει σχεδόν παντού. Σε χωράφια, σε αμπέλια, σε ακαλλιέργητα λιβάδια, στις φτωχές βουνίσιες πεζούλες. Εντυπωσιακό το θέαμα που παρατηρείται σε χωράφια με μεγάλη πυκνότητα σταφυλινάκων την άνοιξη, όταν έχουν μεγαλώσει οι βλαστοί κι έχουν στολιστεί μ' εκείνα τα μεγάλα κι εντυπωσιακά άνθη (σκιάδια) που μοιάζουν με δαντέλες και προσελκύουν κάθε λογής έντομα. Το σχήμα του άνθους του σταφυλίνακα τροφοδότησε μύθους, θρύλους και παραδόσεις σε πολλές περιοχές του κόσμου, και περισσότερο στην Ευρώπη, όπου τον συναντάμε με διάφορες λαϊκές ονομασίες, όπως Δαντέλα της Βασίλισσας Άννας, Δαντέλα του Δεσπότη, Λουλούδι της ντροπής, Λουλούδι της υπομονής... Ίσως να υπάρχουν και άλλες που δεν μας είναι γνωστές. Από την αρχαιότητα οι άνθρωποι έπλαθαν μύθους για να εξηγήσουν τα φυσικά φαινόμενα, μα και ό,τι διαφορετικό ή εντυπωσιακό συναντούσαν. Με τέτοιους μύθους εξήγησαν και το σχήμα του Daucus carota, του αρωματικού φυτού που τώρα και πολλούς αιώνες πλουτίζει τη γεύση μας. Από τα δικά μας ξεκινούμε. Μια παράδοση που άκουσα από μια παλιά Κρητικιά πριν από χρόνια, μια απ’ αυτές τις παλιές παραμυθούδες που μπορούσαν να διηγούνται για μέρες χωρίς να πουν δυο φορές το ίδιο πράμα. Λεπτομέρεια: Άννα την λέγανε, είχε τ' όνομα που περισσότερο απ' οποιοδήποτε άλλο συνδέθηκε με το λουλούδι του σταφυλίνακα.
> 59
ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΤΩΝ ΦYΤΩΝ
ΤΟ ΛΟΥΛΟYΔΙ ΤΗΣ ΥΠΟΜΟΝΗΣ (κρητική διήγηση) Δέκα χρόνους έλειπε ο καλός της στα ξένα, δέκα χρόνους την πιλάτευαν οι γαμπροί κι οι προξενητάδες. Άλλος της έλεγε να μην τον περιμένει γιατί θα 'χε χαθεί στο ταξίδι κι άλλος πως την είχε ξεχάσει κι είχε πάρει άλλη γυναίκα. Τον χαβά της εκείνη. Με το βελονάκι στο χέρι ξυπνούσε, με το βελονάκι κοιμόταν· ολημερίς καθόταν στην αυλή μοναχή κι έφτιαχνε δαντέλα δαντέλα το νυφικό της χωρίς να βγάνει κουβέντα. Μόνο σαν τη ρωτούσαν οι γονέοι της, τους έλεγε να κάνουν υπομονή κι ότι ώσπου να τέλειωνε το νυφικό θα ερχόταν κι εκείνος. Απάνω στον δέκατο χρόνο αγρίεψε η μάνα, «καιρός να κοιτάξεις και τον απατό σου, να παντρευτείς άλλον άντρα, γέρασες πια», είπε, άρπαξε το πλεκτό και τη βελόνα και τα πέταξε στη γης. «Άμα φυτρώσουν τούτες οι κλωστές θα γυρίσει κι ο λεγάμενος» της φώναξε κι έκαμε να φύγει. Τι ήταν να το πει; Ρίζες εγίνηκαν οι κλωστές, βλαστός η βελόνα, κι ώσπου ν' αποσώσει τον λόγο της το φυτό είχε ψηλώσει ίσαμε μισό μπόι. Μόνο που αντί για τα συνηθισμένα λουλούδια είχε στην κορφή μια δαντέλα, τη δαντέλα απού έπλεκε εκείνη τη μέρα η κόρη, κι από μέσα ξεπετάγονταν μικρά κοκκινωπά στημονάκια. Όμως, όσο μεγάλωνε το λουλούδι, τόσο πέφτανε τα στημόνια, δυο την πρώτη βδομάδα, τρία τη δεύτερη. Πέρασε κι άλλος καιρός, κόντευε να κλείσει ο χρόνος. Τότε ξαναπήγε η μάνα κοντά της: «Ακόμη δεν έχασες, κόρη μου, την
υπομονή σου; Ακόμη και τα στημόνια τη χάσανε κι άρχισαν να πέφτουν». Ένα είχε μείνει μονάχα, ένα μικρό, το πιο μικρό, στη μέση. «Όταν θα πέσει και τούτο, θα τη χάσω». Εκείνη τη στιγμή ακούστηκαν από πέρα τα ζάλα του γαμπρού. Το νυφικό ήταν πια τελειωμένο και χιλιάδες λουλούδια της υπομονής είχαν φυτρώσει στην αυλή. Γι' αυτό λένε πως, όπως δεν χάνει ο σταφυλίνακας το τελευταίο στημόνι του, έτσι δεν πρέπει να χάσει κι ο άνθρωπος την υπομονή του.
ΤΟ ΛΟYΛΟYΔΙ ΤΗΣ ΝΤΡΟΠΗΣ (βορειοελλαδίτικη - θρακιώτικη παράδοση) Γεμάτο κόκκινα μικρά ανθάκια είχε κάποτε πάνω στον άσπρο του κάμπο το Λουλούδι της ντροπής. Τον παλιό καλό καιρό ήταν όλα όμορφα κι οι άνθρωποι ένιωθαν ντροπή, σέβονταν ο ένας τον άλλον. Αλλά όσο περνούσαν τα χρόνια και χανόταν η ντροπή από τον κόσμο, λιγόστευαν τ' ανθάκια. Τώρα πια έχει μείνει ένα μονάχα, το τελευταίο. Αν πέσει κι αυτό, θα χαθεί από τους ανθρώπους η ντροπή, θα χαθεί μαζί της κι η τιμιότητα και θα χαλάσει ο κόσμος. Οι παλαιότεροι λαογράφοι μας, ο Στίλπων Κυριακίδης (Ελληνική Λαογραφία, μέρος Α', Αθήναι 1924, σελ. 414) και ο Δημήτριος Οικονομίδης («Όνομα και ονοµατοθεσία εις τας δοξασίας και συνηθείας του ελληνικού λαού», Λαογραφία, τ. 20, 1962, σελ. 541) είχαν προσέξει αυτήν την παράδοση.
Λουλούδι της ντροπής... «Λουλούδι της ντροπής ωνοµάσθη άνθος τι, διότι λευκότατον ον έχει εις το µέσον µελανόν στίγµα, το οποίον άλλοτε πιστεύεται ότι ήτο µεγαλύτερον, βαθµηδόν δε µικρύνεται και εξαλείφεται, όσο χάνεται από τον κόσµο η ντροπή» (Δημήτριος Οικονομίδης 1962).
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
ΤΟ ΛΟYΛΟYΔΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΑΣ (μεραμπελλιώτικη παράδοση) Παρόμοιες παραδόσεις ακούγονταν σε όλη την Ελλάδα. Τις σχετικές δοξασίες των Κρητών κατέγραψε ο βαθύς γνώστης του λαϊκού μας πολιτισμού Μανώλης Πιτυκάκης:
Τα λουλουδάκια που αποτελούν το σκιάδιο είναι λευκά στην περιφέρεια και κόκκινα σε μιαν ορισμένη έκταση του κέντρου. Οι αγρότες από γενιά σε γενιά ισχυρίζονται ότι κάθε χρόνο τα κόκκινα λιγοστεύουν και περιορίζονται σε στενότερο χώρο προς το κέντρο. Παραλληλίζοντας την εξέλιξη της ανθρωπότητος προς το χειρότερο (όπως πιστεύουν) με τη βαθμιαία ελάττωση των λουλουδιών στο χρώμα της αιδούς, αποφαίνονται ότι όταν θα εξαφανισθούν και τα τελευταία, τότε «δα χαλάσει ο κόσμος». Δηλαδή, θα χαθεί η ανθρωπιά, η τιμιότης και θα επικρατήσει πλήρης έκλυσις των ηθών.
Η ΔΑΝΤΕΛΑ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΑΝΝΑΣ (εγγλέζικος θρύλος) Μεγάλη μαστόρισσα του πλεκτού ήταν η βασίλισσα Άννα της Αγγλίας. Ό,τι έβλεπαν τα μάτια της μπορούσαν να το φτιάξουν τα χέρια της. Κάποτε, λοιπόν, έφερε στο ανάκτορο ένα λουλούδι σταφυλίνακα και κάλεσε τις γυναίκες της Αυλής σε αγώνα. Να δούνε ποια απ' όλες θα κατάφερνε να πλέξει δαντέλα τόσο όμορφη όσο αυτό. Ξεκίνησαν να πλέκουν όλες μαζί, καμιά όμως δεν μπορούσε να συναγωνιστεί τη βασίλισσα. Μόνο το δικό της πλεκτό θύμιζε την ομορφιά του λουλουδιού. Κόντευε να τελειώσει όταν ξέφυγε η βελόνα και της τρύπησε το δάκτυλο. Μια σταγόνα αίμα έπεσε πάνω στην ολόλευκη δαντέλα κι από τότε τα λουλούδια του σταφυλίνακα έχουν αυτό το κόκκινο στίγμα στο κέντρο τους. Λέγεται πως εκείνα τα χρόνια οι κυρίες της αγγλικής αριστοκρατίας συνήθιζαν να κοσμούν τα φορέματά τους με φύλλα σταφυλίνακα. Κι οι δαντέλες τους θύμιζαν τα άνθη του πανέμορφου φυτού. Επειδή, όμως, οι θρύλοι έχουν μιαν αληθοφάνεια που ξαφνιάζει, λέγεται πως η βασίλισσα που τρύπησε το δάκτυλό της δεν ήταν άλλη από την κόρη του βασιλιά της Νορβηγίας και της Δανίας, Άννα (1574-1619) που το 1603 παντρεύτηκε τον Ιάκωβο Α' της Αγγλίας. Άννα λέγανε, όμως, και την εγγονή της, που κι εκείνη έγινε βασίλισσα της Αγγλίας. Γι' αυτό και κάποιες άλλες εκδοχές του θρύλου λένε πως η εγγονή και όχι η γιαγιά ήταν εκείνη που είχε τρυπήσει το δάκτυλό της. Γεγονός είναι, πάντως, ότι η αιτιολογική διήγηση, που ερμηνεύει την παρουσία του σκούρου στίγματος στο κέντρο του άνθους, διαδόθηκε τόσο πολύ ώστε σήμερα ο σταφυλίνακας να είναι γνωστός στους αγγλοσαξωνικούς λαούς, όπως και σε άλλους, ως Δαντέλα της Βασίλισσας Άννας!
> 61
ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΤΩΝ ΦYΤΩΝ
Χορτόπιτες με τα αρώματα της φύσης: Θαύματα στην κουζίνα μας!
ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ «ΟΜΟΡΦΗ ΣΑΝ ΤΗΝ ΔΑΝΤΕΛΑ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ» «Με τις ολόχρυσες μπούκλες στα μαλλιά είναι τόσο ωραία όσο η δαντέλα της Βασίλισσας Άννας» λέει ένα εγγλέζικο τραγούδι... Ξεχωριστή θέση έχει στην αγγλόφωνη λογοτεχνία ο σταφυλίνακας. Ίσως να συνέβαλε σ' αυτό όχι μονάχα το όμορφο άνθος αλλά και η ποιητική ονομασία «Δαντέλα της Βασίλισσας Άννας». Με τον παραπάνω στίχο (σε ελεύθερη απόδοση) αρχίζει το τραγούδι. Το κορίτσι που εξυμνείται η ομορφιά του παρομοιάζεται με το λουλούδι του σταφυλίνακα! Κι άλλα τραγούδια, κι άλλες διηγήσεις έχουν το ίδιο κεντρικό θέμα. Ποιητές και πεζογράφοι εμπνεύστηκαν από τη λευκότητα και το μέγεθος του σκιαδίου του φυτού σταφυλίνακας. «Queen Anne's Lace» είναι ο τίτλος μυθιστορήματος της Frances Parkinson Keyes (1885-1970) και «Queen Anne's Lace and Wild Blackberry Pie» της Elizabeth Howard. Είναι εντυπωσιακή η διήγηση που γράφτηκε κι έγινε τραγούδι από τον Jim Salestrom. Μιλά για μια φτωχή κοπέλα, τη Ρούθι από το New Jersey της Αμερικής, που ονειρευόταν να παντρευτεί τον αγαπημένο της Μάρκο στην εκκλησία του Αγίου Μάρκου, αλλά δεν είχε χρήματα ν' αγοράσει λουλούδια. Ξεχύθηκαν, όμως, με τον αγαπημένο της στα χωράφια, μάζεψαν τεράστια μπουκέτα με άνθη σταφυλίνακα (Δαντέλα της Αγίας Άννας) και τα έβαλαν μέσα σε βάζα με χρωματιστές κάψουλες βαφής. Μια πανδαισία χρωμάτων δημιουργήθηκε σε λίγο, τόσο εντυπωσιακή που η Ρούθι πίστευε πως είχε γίνει θαύμα!
>
62
Όπως είπαμε και στην αρχή, ο σταφυλίνακας είναι από τα πιο συνηθισμένα χορταρικά των Κρητικών. Οι γυναίκες του νησιού, στις οποίες οφείλεται η ευρηματικότητα και η ποικιλότητα της κρητικής κουζίνας, αξιοποίησαν στο έπακρο το έντονο άρωμά του επιτυγχάνοντας εξαιρετικούς συνδυασμούς. Βασικό χαρακτηριστικό της κρητικής γαστρονομίας είναι η απλότητα και η διακριτικότητα των υλικών· καμιά γεύση - όσο αγαπημένη κι αν είναι - δεν σκεπάζει και δεν επικαλύπτει της υπόλοιπες με τρόπο που να μην γίνονται αντιληπτές. Ειδικά οι χορτόπιτες (βρουβόπιτες σε πολλές περιοχές του νησιού, χορτοκαλίτσουνα στα δυτικά) ενσωματώνουν εμπειρίες πολλών αιώνων· οι βρουβολόισσες ξέρουν τι να μαζέψουν και τι ν' αφήσουν ανάλογα με την εποχή, με τους τόπους στους οποίους συλλέγουν χόρτα, ανάλογα με το μικροκλίμα της κάθε περιοχής. Ας επαναλάβομε, όμως, για μιαν ακόμη φορά ότι είναι χρέος μας, ατομική και συλλογική ευθύνη, να μην χαθεί η εμπειρία της χορτοσυλλογής, εμπειρία που χάνεται στο βάθος των χρόνου. Παντού στο νησί ο σταφυλίνακας είναι ένα από τα κοινά μυστικά εκείνων των θεσπέσιων παρασκευασμάτων που αποτελούνται από φύλλο ζύμης και πλούσια γέμιση φτιαγμένη με χόρτα. Ιδιαίτερα εντυπωσιακές είναι οι χορτόπιτες μεγάλου μεγέθους (συνήθως σε ημικυκλικό σχήμα) που ψήνονται στο τηγάνι πάντα με λάδι ελιάς. Σύγχρονες διατροφικές μελέτες αποκαλύπτουν ότι οι πίτες αυτές αποτελούν πραγματικούς θησαυρούς για την υγεία του ανθρώπου. Μια τέτοια χορτόπιτα καλύπτει πλήρως τις ανάγκες σε αντιοξειδωτικά και σε μεταλλικά άλατα. Και είναι ευτύχημα που τα τελευταία χρόνια άρχισαν πολλές ομάδες να μελετούν σε βάθος την άγρια χλωρίδα του νησιού. Με ιδανικό τρόπο αξιοποίησε η κρητική κουζίνα τη γεύση και το άρωμα των
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
χορτοπιτάκια Κρήτης
ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΤΩΝ ΦYΤΩΝ
Φασόλια γίγαντες με σταφυλινάκους
Ελιξίριον... αφροδισιασμού! Η λαϊκή ιατρική χρησιμοποίησε όλα τα μέρη του σταφυλίνακα, και κυρίως τον χυμό από τη ρίζα ή τους βλαστούς του. Πίστευαν ότι θεράπευε δερματικά νοσήματα και, σε κάποιες περιοχές της ανατολικής Κρήτης, ότι καταπολεμούσε τον τριχοφά (γυροειδής αλωπεκία). Στα νότια του νομού Ρεθύμνου παλαιότερα έβραζαν τους σπόρους του φυτού και αντιμετώπιζαν τη διάρροια ενώ, σε άλλες περιοχές, με πολτοποιημένες ρίζες του φυτού θεράπευαν τα αρθριτικά (καταγραφή Ζαχ. Κυπριωτάκη). Το φυτό χρησιμοποιήθηκε, επίσης, για την αντιμετώπιση προβλημάτων του γαστρεντερικού, για τις ραγάδες του μαστού, για καθάρισμα των νεφρών (το αφέψημά του), καθώς και για την κακοσμία του στόματος. Πιθανότατα, μερικές από τις χρήσεις αυτές προέρχονται από αρχαιότερες συνήθειες ή και αρχαιότερες πηγές οι οποίες διατηρήθηκαν στη λαϊκή μνήμη. Σπόρια σταφυλίνακα έδιναν σε αίγες και πρόβατα κάθε καλοκαίρι προκειμένου να έρθουν σε κατάσταση σεξουαλικής επιθυμίας (θυμίζω είναι το ρήμα που χρησιμοποιείται στην Κρήτη για την έκφραση της σεξουαλικής επιθυμίας - «θυμίζω = αφροδισιώ, νιώθω και εκδηλώνω με διάφορους τρόπους την ανάγκη να συνευρεθώ μετά του άρρενος» λέει ο Πιτυκάκης. Τις διεγερτικές ιδιότητες του φυτού τονίζει ένας από τους σπουδαίους σχολιαστές του Ομήρου, ο Θεσσαλονίκης Ευστάθιος: «Σταφυλίνος [...] έστι δ' αυτός δριμύ, φασίν, λάχανον και ικανώς θρεπτικόν, διεγερτικόν δε και εις τα κατά την Αφροδίτην. Διό υπ' ενίων φίλτρον καλείται». σταφυλινάκων. Εκτός του ότι αποτελούν απαραίτητο συστατικό στις χορτόπιτες, μαγειρεύονται βραστοί, τσιγαριαστοί και γιαχνιστοί, με φρέσκα κουκιά, με αγκινάρες, ξερά φασόλια, κρέας, ψάρι, θαλασσινά, χοχλιούς, περίπου όπως και το επίσης αρωματικό μάραθο.
ΣΕ ΑΛΛΑ ΕΘΙΜΑ "Τα γιασεμιά μπελόνιαζα με τσι σταφυλινάκους..." Διατροφικό αγαθό υψηλής ποιότητας θεωρείται ο σταφυλίνακας, γι' αυτό και οι υπόλοιπες χρήσεις του είναι περιορισμένες. Ο άλλοτε καθηγητής του Πανεπιστημίου της Αθήνας Φαίδων Κουκουλές, ο σπουδαίος και πασίγνωστος βυζαντινολόγος που είχε ως νεαρός φιλόλογος υπηρετήσει σε Γυμνάσιο του Νομού Χανίων, κατέγραψε ένα ενδιαφέρον έθιμο: Τα παιδιά που πουλούσαν άνθη γιασεμιού συνήθιζαν να τα περνούν σε κοτσάνια σταφυλινάκων. Δημοσίευσε, μάλιστα, και μια σχετική μαντινάδα:
Τα γιασεμιά μπελόνιαζα με τσι σταφυλινάκους σαν άργειες νάρθης να σε δω τα πέταξα στους βάτους. Και σημειώνει: «Οι σταφυλινάκοι είναι χόρτα έχοντα λεπτόν στέλεχος. Εις το ξυλώδες άνω μέρος τούτου, όπερ ομοιάζει προς ανεστραμμένον αλεξίβροχον, περνούν και περιφέρουν προς πώλησιν γιασεμιά» (Λαογραφία, τ. Α΄, σελ. 295).
64
Οι γιατροί του αρχαίου κόσμου Εξαιρετική είναι η περιγραφή του σταφυλίνου από τον Διοσκουρίδη (3,521): «Φύλλα μεν έχει όμοια γιγγιδίω, πλατύτερα δε και υπόπικρα, καυλόν δε όρθιον, τραχύν, σκιάδιον έχοντα ανήθω παραπλήσιον, εφ’ ου άνθη λευκά, εν μέσω δε μικρόν τι πορφυροειδές οιονεί κροκύδιον. Ρίζα δε δακτύλου πάχος, σπιθαμιαία, ευώδης, εδώδιμη εφθή». Στη συνέχεια αναφέρει τις ιατρικές χρήσεις: εμμηναγωγό, φάρμακο για τη δυσουρία, την υδρωπικία, την πλευρίτιδα, για τα δαγκώματα ζώων και ερπετών. Ο σπουδαίος αυτός ιατρός του αρχαίου κόσμου δεν παραλείπει να τονίσει ότι ο κοινός σταφυλίνακας «παρορμά» προς συνουσία! Τα ίδια περίπου λέει και ο Γαληνός (12,128): «...Ούρα κινεί και καταμήνια προτρέπει», προσθέτοντας ότι στην εποχή του έκαναν καταπλάσματα με φύλλα σταφυλίνακα: «έχει δε τι και ρυπτικόν εν εαυτώ, διό και τα φαγεδαινικά των ελκών ένιοι τους φύλλοις αυτού χλωρούς μετά μέλιτος καταπλάττουσι υπέρ του καθαρά ποιήσαι...». X
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
65
ΚΡΗΤΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΞYΛΟYΡΗΣ ΖΩΝΤΑΝΟΣ ΘΡYΛΟΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΙΚΗΣ ΜΟYΣΙΚΗΣ!
«...Κι αυτείνος ο τραγουδιστής κι αυτός ο λαγουτάρης» ΤΟY NIΚΟΥ ΨΙΛΑΚΗ
Και μόνο τα λόγια του Ερωτόκριτου θα αρκούσαν για να μας θυμίσουν πόσο σπουδαίος υπήρξε ο ρόλος του λαούτου στην εξέλιξη της κρητικής μουσικής, όπως και στην εξέλιξη των μουσικών πραγμάτων σε πολλές χώρες του κόσμου. Πανάρχαιο μουσικό όργανο που οι ειδικοί το αναγνωρίζουν σε βαβυλωνιακά ανάγλυφα τουλάχιστον 4.300 ετών, διέγραψε πολλές δαιδαλώδεις διαδρομές μέχρι να φτάσει ώς εδώ, στην τρίτη μετά Χριστόν χιλιετία, να αποδίδει μουσικές και να προσδίδει αρμονία. Όταν ακούει κανείς να μιλούν για λαούτο στην Κρήτη δεν μπορεί να μην πάει το μυαλό του στον άνθρωπο που ταύτισε το όνομά του μ’ αυτό: τον Γιάνη Ξυλούρη.
> 66
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
Όνομα μυθικό για την κρητική μουσική, δεξιοτέχνης του λαούτου, λυράρης, τραγουδιστής... Είναι ν’ απορείς και να αναρωτιέσαι με πόσες χάρες τον προίκισε η μοίρα εκείνη τη δύσκολη χρονιά που έβλεπε για πρώτη φορά το φως κι ολόγυρα ακούγονταν οιμωγές και κλαγγές όπλων. Ο Γιάννης Ξυλούρης, ο Ψαρογιάννης της κρητικής μουσικής, γεννήθηκε στα χρόνια της ναζιστικής κατοχής, το 1942, όταν οι Ναζί είχαν κατακτήσει την Κρήτη. Το Περαχώρι είναι ο τόπος του, η ακρινή γειτονιά των Ανωγείων, η σκιερή μα και ολόδροση γωνιά που μεγάλωσε τους Ξυλούρηδες. Απλόχερη στάθηκε η μοίρα και σ’ αυτό το παιδί του Ψαράκη, αυτό ήταν το πατατσούκλι - ταυτότητα του πατέρα Ξυλούρη: «Ό,τι άκουγε το αυτί του το παίζανε τα χέρια του» μου ‘χε πει πριν από χρόνια ένας συγγενής του, Ξυλούρης κι αυτός. Πρώτη του μεγάλη αγάπη (και παντοτινή, νομίζω), το λαούτο. «Όργανο συνοδευτικό της λύρας και του βιολιού», αποφαίνονται οι μουσικολόγοι, αλλά εμείς σταματάμε ΚΑΙ ΠΑΛΙ στο κρητικό ευαγγέλιο του έρωτα, τον Ερωτόκριτο του Βιτσέντζου Κορνάρου:
αριθμούς που ζαλίζουν. Όποιος λυράρης ήθελε να ξεχωρίσει δεν είχε άλλο να κάμει παρά να τον βρει. Με το πέρασμα των χρόνων το στούντιο έγινε παιγνιδάκι στα χέρια του. Έτσι όπως είναι και το λαούτο. Και η λύρα, και το μαντολίνο, και τόσα άλλα. Περιζήτητος ήταν ο Γιάννης και περιζήτητος μένει. Αν τον ρωτήσεις σε πόσους δίσκους έχει παίξει, μάλλον θα σηκώσει τους ώμους. Αδύνατον να θυμάται. Σε δεκάδες, πολλές δεκάδες. Πριν ακόμη μάθει να γράφει τ’ όνομά του είχε μάθει να παίζει μουσική. Ήταν δεν ήταν πέντε χρονών όταν ξεκίνησε παρασυρμένος από μια βαριά οικογενειακή παράδοση και συνεπαρμένος από τα ακούσματα που έκαναν τότε τα Κρητικόπουλα της υπαίθρου να ριγούν. Τύχη μεγάλη να μεγαλώνει σε τέτοια φαμίλια. Με παππού λυράρη, με δυο αδέρφια δεξιοτέχνες από τα μικράτα τους· δεν ξέρω αν υπάρχει αλλού τέτοιο προηγούμενο: ένα σπίτι με τρεις κορυφαίους, τον Νίκο, τον Γιάννη, τον Αντώνη!
Κι όντεν η νύκτα η δροσερή κάθ’ άνθρωπο αναπεύγει και κάθε ζο να κοιμηθή τόπο να βρη γυρεύγει, ήπαιρνε το λαγούτο του κ’ εσιγανοπορπάτει κ’ εκτύπα το γλυκιά-γλυκιά ανάδια στο παλάτι. Ήτον η χέρα ζάχαρη, φωνή είχε σαν τ’ αηδόνι κάθε καρδιά, να του γροικά, κλαίγει κι αναδακρυώνει.
Τα δυο παιδιά του Ψαράκη, ο κάπως μεγαλύτερος Νίκος (1937) και ο Γιάννης (1942), βρέθηκαν να πορεύονται μαζί στα κατσάβραχα κοντά στα Πετραδολάκια, το λημέρι των Ξυλούρηδων, βοσκάκια κι οι δυο, μα πιο πολύ τα έδενε ο κοινός μεγάλος τους έρωτας: η μουσική. Αγαπημένα ήταν πάντα όλα τ’ αδέρφια, οι τρεις άντρες κι οι κοπελιές, αλλά ο Νίκος με τον Γιάννη έμελλε να συνδέσουν τις τύχες τους με δεσμούς που δεν σπάσανε μήτε μετά τον αδόκητο θάνατο του πρωτολυράρη της Κρήτης και Αρχάγγελου της ελληνικής μουσικής, τον Φλεβάρη του 1980. Έπεσε σε πένθος τότες ο Γιάννης κι οι φίλοι τον παρακινούσαν κάθε μέρα να μην αφήσει τον πόνο να τον παρασύρει· άλλωστε, αυτό θα ήθελε κι ο Νίκος. Με τη σκιά της απώλειας να τον βαραίνει ξεκίνησε μια καινούργια θητεία τιμώντας πάντα τ’ όνομα και υπηρετώντας με πίστη αυτό που αγάπησε. Η προσγείωση σε μια σκληρή πραγματικότητα ήταν δύσκολη. Ο Γιάννης είχε συνδέσει την ζωή του με τον Νίκο. Παντού μαζί. Και στο εξωτερικό μαζί, τότε που τα Ριζίτικα έπαιρναν το πρώτο βραβείο σε διεθνές φεστιβάλ και οι μουσικοί κύκλοι της Ευρώπης ανακάλυπταν μια μουσική παράδοση που κουβαλούσε πανάρχαιες καταβολές.
Απίστευτες εικόνες κρητικού λαουτιέρη από την εποχή της Βενετοκρατούμενης Κρήτης, όπως εξαίσιο είναι όλο το έργο του Βιτσέντζου. Διαβάζεις τον στίχο κι ακούς τη μουσική του λαούτου. Κι αναδακρυώνεις... Κι αναρωτιέσαι πόσο βαθιές είναι οι ρίζες του πανάρχαιου μουσικού οργάνου σ’ αυτό το νησί. Αφορμή για τούτο το μικρό αφιέρωμα στάθηκε μια σχετικά πρόσφατη κουβέντα Κρητικού καλλιτέχνη: «Πάνω από το 70% των δίσκων της παλιάς καλής κρητικής μουσικής έχει τη σφραγίδα του Ψαρογιάννη. Μα τι λέω; Μπορεί και πάνω από το 80%. Σε αμέτρητους δίσκους έχει παίξει, σε όλους λαούτο, μα και άλλα όργανα». Φυσικά δεν στηριζόταν σε καμιά στατιστική ανάλυση, μα πολλές φορές η εμπειρία ξεπερνά τις μετρήσεις. Κι αν θέλομε να βάλομε στη ζυγαριά όχι μόνο τα νούμερα μα και την προσφορά και την ποιότητα, τότε μάλλον θα δούμε
Με τον Νίκο...
Κι αυτείνος ο τραγουδιστής κι αυτός ο λαγουτάρης είναι μεγάλης δύναμης, είναι μεγάλης χάρης Κι από την πρώτη αργατινή που ’παιξε το λαγούτο ελόγιασα το κι είπα το: για μέναν ήτο τούτο! Κι εσύ για χτύπο λαγουτιού, για τραγουδιού γλυκότη εμπέρδεσες κι εσκλάβωσες την όμορφη σου νιότη. Βιτσέντζου Κορνάρου, Ερωτόκριτος.
Το λαούτο στον ερωτόκριτο
67
ΚΡΗΤΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Με τον Νίκο σε κρητικό γάμο
από τους σπουδαίους λαουτιέρηδες του νησιού. Συνεχίζει να συνεργάζεται με τον Νίκο, αλλά οι κρούσεις από τους μεγάλους διαδέχονται η μια την άλλη. Ακολουθεί η εποχή Μουντάκη. Ο σπουδαίος καλλιτέχνης από τον Αλφά Μυλοποτάμου έχει ήδη γράψει την ιστορία του. Το 1960 αρχίζει να συνεργάζεται με τον Γιάννη Ξυλούρη. Για πάνω από δυο χρόνια γράφουν τα πάντα μαζί, ακόμη κι έναν δίσκο με τον τίτλο Κρητικός Γάμος που θεωρήθηκε κορυφαίο γεγονός της χρονιάς. Η συνέχεια είναι το ίδιο ενδιαφέρουσα. Συνοδεύει με το λαούτο τον άλλο αδερφό του, τον Ψαραντώνη, συνοδεύει τον ξάδερφό του Βασίλη Σκουλά. Άλλοι δυο κορυφαίοι! Η Ανυφαντού Δεκαετία 1960. Τα δυο Ξυλουράκια συνεχίζουν να ηχογραφούν μικρούς δίσκους - ένα τραγούδι στη μια πλευρά και ένα στην άλλη, μέχρι που έρχεται η Ανυφαντού.
Εκομποδέσαν οι κλωστές, μπερδέψανε στο χτένι κι αρρώστησε η Ανυφαντού να λύνει και να δένει. Αρρώστησε η Ανυφαντού και μπλιο της δεν ξυφαίνει εκομποδέσαν οι κλωστές και σπάσανε το χτένι. Τον ρωτώ πόσες φορές έχει παίξει Ερωτόκριτο και χαμογελά. Ρητορική ερώτηση, θα μου πείτε, αλλά οι παλιοί μουσικοί της Κρήτης είναι οι αψευδέστεροι μάρτυρες του πόσο σημαντική ήταν η επιρροή ενός ποιητικού έργου στην εξέλιξη ΚΑΙ της μουσικής. Όπως, γενικά, του κρητικού ήθους, της ποιότητας του λαϊκού μας πολιτισμού.
Λέγει του: -Φίλε, εβάλθηκα τραγούδι και λαγούτο γρήγορα να με γιάνουσι στον λογισμόν ετούτο· σαν τραγουδήσω και να πω τον πόνο που με κρίνει, μου φαίνεται πως είν’ νερό και τη φωτιά μου σβήνει... Δεν το διαλέξαμε τυχαία το απόσπασμα. η παρομοίωση φανερώνει την επίδραση της μουσικής στον ψυχισμό των Κρητικών, διαχρονικά μάλλον. Ο πρώτος δίσκος Ας πάρομε, όμως, τα πράματα από την αρχή: Το 1958 ο Γιάννης Ξυλούρης δεν έχει συμπληρώσει τα 16 του χρόνια. Αμούστακο παιδί, μα εκείνος ο χρόνος ήταν σημαδιακός για την πορεία του. Συνοδεύει τον Νίκο στην Αθήνα και ηχογραφούνε τον πρώτο τους δίσκο με τίτλο «Δεν κλαίνε οι δυνατές καρδιές».
Πάντοτε μια φτωχή καρδιά την-ε κτυπούνε οι πόνοι στο μονοπάτι της ζωής όπου βαδίζει μόνη. Δεν κλαιν’ οι δυνατές καρδιές η μοίρα όταν τις δέρνει γιατί πιστεύουν με καιρό πως κάθε πόνος γιαίνει. Η φωνή του Νίκου συγκινεί, ο νεαρός λυράρης με την αρχαγγελική ερμηνεία θεωρείται ήδη σπουδαία μορφή. Μαζί του ξεχωρίζει κι ο Γιάννης. Πριν συμπληρώσει τα 20 θεωρείται ένας 68
Η επιτυχία τεράστια! Ίσως ήταν αυτό το τραγούδι που άνοιξε τον δρόμο του Νίκου. Σπάνιο φαινόμενο για τοπική μουσική... «Ζαλιστήκαμε όταν δεχτήκαμε την πρόταση του Λαμπρόπουλου της Columbia», λέει ο Γιάννης. «Δεν το πιστεύαμε. Ήταν το όνειρο κάθε καλλιτέχνη, κάθε συνθέτη, κάθε τραγουδιστή. Μας βάζει στο στούντιο, ηχογραφούμε κι ο ηχολήπτης ο Κωνσταντόπουλος τηλεφωνεί στο διάλειμμα στον ίδιο τον Λαμπρόπουλο. Λέει πως “οι χαμηλές είναι στον βυθό της θάλασσας και οι ψηλές τους στον ουρανό”. Έρχεται ο ίδιος ο ιδιοκτήτης στο στούντιο κι αμέσως αρχίζει μια γερή φιλία με τον Νίκο. Τον καλεί στα Ανώγεια, μπαίνει κουμπάρος σ’ έναν γάμο... Αξέχαστες μέρες...».
ΥΠΕΡ
>
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
Η ΙΣΤΟΡΙΑ εΝΟΣ ΤΡΑΓΟYΔΙΟY
Κρήτη του ονείρου και της ελπίδας
Μ' ένα μπουκάλι κρασί από τους αμπελώνες της αρχαίας Λύκτου περάσαμε το μεσημέρι. Κουβέντα και μουσική. Ο Γιάννης με το λαούτο. Απομεσήμερο πια μου λέει: - Δεν μου γράφεις ένα τραγούδι, σύντεκνε; Θέλω να πω κάτι για την Κρήτη και να ’ναι δικό σου. είχα μια πένα Lamy. παλιά, μα ωραία. Τη στριφογύρισα στα δάκτυλα για λίγες στιγμές. «Στο ’να σου χέρι κρατάς τη λύρα Στ’ άλλο σου χέρι κρατάς φτερά...». Έτοιμος ο πρώτος στίχος. Ο Γιάννης σκύβει, διαβάζει. Και παίζει... Συνεχίζω... «...σε βρέχουν θάλασσες, σε καίει η αρμύρα σκαρί του Μίνωα μεσ' στα νερά». Το λαούτο στις δόξες του. Ο Γιάννης αυτοσχεδιάζει. «Θέλει ρυθμό», λέει, και δοκιμάζει καινούργιο σκοπό, κάτι σαν νεοπαραδοσιακό. Γράφω: «Στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων». Καλή η εικόνα, μα δεν έχει μουσική. Μήτε ποίηση. Σκίζω το χαρτί, ξαναγράφω: «Στο σταυροδρόμι ορθή σαν άστρο ήρθαν κουρσάροι και πειρατές άπαρτο πάντα κι αντρίκιο κάστρο φωτιά κι ατσάλι μεσ' στις φωτιές».
Τον κοιτάζω. Δεν μιλεί, μα με το βλέμμα λέει πως θέλει κι άλλους στίχους. «Με το βουργιάλι σφιχτά στην πλάτη κρουσομαντήλι στην κεφαλή με μαντινάδες μιλείς στον μπάτη κι αυτός στον κόσμο τις διαλαλεί». - εντάξει τώρα, μου λέει. Θα βάλω έναν παραδοσιακό σκοπό. Να χορεύεται. - Ναι, μα δεν λέει πουθενά Κρήτη, του αποκρίνομαι και ξαναπιάνω την πέννα: «Κρήτη της μπόρας, της καταιγίδας Κρήτη του θρύλου και της σιωπής Κρήτη του ονείρου και της ελπίδας νησί του ήλιου, της αστραπής...». Το τραγουδά. Μια, δυο, τρεις φορές με άλλους σκοπούς. Το λαούτο βγάζει σπίθες. Λίγο κρασί ακόμη. Μισό ποτήρι. Ρολόι δεν κοιτάξαμε. Μα είμαι σίγουρος ότι δεν είχαν περάσει δέκα λεπτά. Ούτε χρονολογία θυμάμαι. Γύρω στο 1980. Ίσως λίγο πριν... Τώρα που το ξανασκέφτομαι, Γιάννη, έπρεπε να πούμε κάτι και για το λαούτο... ΣΗΜ. Το τραγούδι μπήκε στον δίσκο «Κρητικός ήλιος»...
Το άνοιγμα σε καινούργιους ορίζοντες Ο γράφων είχε τη χαρά να συντάξει το εισαγωγικό κείμενο για τον πρώτο μεγάλο του δίσκο εκείνης της εποχής με τίτλο «40 χρόνια Γιάννης Ξυλούρης», όπως και για πολλούς επόμενους. Διακριτικά και με συγκίνηση παρακολουθούσε την πορεία του, άλλοτε με το λαούτο κι άλλοτε με τη λύρα, κι είχε τη χαρά να βρεθεί κοντά του όταν, παρέα με τον άλλο μεγάλο, τον Κώστα Μουντάκη, έβαλαν την κρητική μουσική στο ωδείο. Εκείνα τα χρόνια, 1980 και 1981, γινόταν μια μεγάλη συζήτηση για τον αν μπορούσε να διδαχτεί σε ωδεία η κρητική μουσική κι ακούγονταν αντίθετες απόψεις. Τολμηρός ο Μουντάκης, τολμηρός κι ο Ψαρογιάννης, το αποφάσισαν. Ας συνεχίσομε, όμως, με ένα σύντομο απόσπασμα από το κείμενο εκείνου του δίσκου: Στα πέντε του χρόνια ήρθε σε
επαφή με το πρώτο του όργανο, το μαντολίνο, και στη συ-
«Κρήτη της μπόρας, της καταιγίδας Κρήτη του θρύλου και της σιωπής Κρήτη του ονείρου και της ελπίδας νησί του ήλιου, της αστραπής...». 69
ΚΡΗΤΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
νέχεια με το λαούτο και τη λύρα. Μαθητής ακόμα του Δημοτικού, ο Γιάννης μιλάει με τα παραδοσιακά μουσικά όργανα της πατρίδας του εκείνη τη μυστική γλώσσα που μονάχα όσοι έχουν ένα ιερό πάθος να τους καίει τα σωθικά μπορούν να μιλήσουν. [...] Δεκαεφτά χρονών θεωρείται ήδη το καλύτερο λαούτο της Κρήτης, και οι πιο σπουδαίοι λυράρηδες αποζητούν τη συνεργασία του. Το λαούτο του έχει συνοδέψει τους πιο γνήσιους λυράρηδες του νησιού.
Ο Γιάννης, όμως, δεν περιορίστηκε στο λαούτο και στο μαντολίνο, τα δύο όργανα που λάτρεψε από παιδί. Ανοίχτηκε - σαν γνήσιος Ξυλούρης - σε άλλους ορίζοντες, στη λύρα, στο τραγούδι, στη σύνθεση δικών του τραγουδιών. Προικισμένος με μια σπάνια φαντασία και με μια άψογη τεχνική, ο Γιάννης άρχισε να συνθέτει σύγχρονα κρητικά τραγούδια που θα τα ζήλευαν πολλοί καταξιωμένοι -και σπουδασμένοι- συνθέτες μας.
70
Ξεγελώντας τη μόδα... Παράδοση δεν θα πει αντιγραφή, δεν θα πει αναμάσημα. Κι ο Γιάννης το ξέρει. Παράδοση στη μουσική θα πει να πατείς το πόδι σου γερά στη γης που σε γέννησε και να υψώνεις το βλέμμα στον ουρανό. Να σκύβεις και ν’ ακούς τη φωνή των προγόνων, να ψάχνεις μέσα σου, ν’ ακούς τη φωνή της συνείδησης και μετά ν’ αρθρώνεις λόγο δικό σου, να βάζεις ένα λιθάρι, μικρό ή μεγάλο, όσο δύνασαι, στο κτίρι της παράδοσης που σ’ ανάθρεψε. Και να ξέρεις: Τούτο το κτίρι δεν είναι σαν τ’ άλλα, δεν τελειώνει
όσοι μαστόροι κι αν ριχτούν στη δουλειά, θα χτίζεται πάντα, θα πλαταίνει και θα ψηλώνει. Παράδοση είναι το παλιό, μα και το καινούργιο που έχει πόδια να σταθεί και ρίζες να ριζώσει. Τα χρωστώ τούτα τα λόγια στον Γιάννη γιατί ξέρω πως δεν του άρεσαν ποτέ οι απομιμήσεις, πάντα έβαζε τη δική του σφραγίδα σε ό,τι κι αν έκανε. Η δεκαετία του 1960 συμπίπτει με τη δεύτερη άνοιξη της κρητικής δισκογραφίας - η πρώτη εντοπίζεται στα χρόνια του Μεσοπολέμου, όταν έσπαγαν τα-
μεία οι Ρεθεμνιώτες μουσικοί, ο Ροδινός, ο Λαγός, ο Μπαξεβάνης και άλλοι. Ήταν, όμως, και η εποχή που πάλευε το παλιό με το μοντέρνο, το ντόπιο με το ξένο - μια ολόκληρη χώρα αναζητούσε ακόμη ταυτότητα. Και αν πρέπει να ξεχωρίσομε κάτι στον τομέα της μουσικής, ήταν η σημαδιακή παρουσία του Μίκη Θεοδωράκη και του Μάνου Χατζηδάκη. Για να επιβιώσει ένας λυράρης στα χρόνια πριν από τη δικτατορία του 1967 έπρεπε να μάθει να παίζει στη λύρα και στο λαούτο ταγκό και βαλς, ρούμπα και σάμπα. Τα έμαθαν κι οι Ξυλούρηδες... Η μόδα είναι από τα πράματα που δεν μπορείς να παλέψεις· ή πηγαίνεις με τα νερά της ή χάνεσαι. Μόνο που εδώ φαίνεται πως υπήρχε και τρίτος δρόμος: να την ξεγελάσεις! Ας μην φανταστεί κανείς πως ο Γιάννης έπαιζε μονάχα ρούμπες με το λαούτο του συνοδεύοντας τον Νίκο κάθε φορά που τον καλούσαν σε γλέντι. Το ταγκό και το βαλς ήταν το πάρεργο, άλλο ήταν το έργο. Αξέχαστος μένει ο Μαλεβιζιώτης (Θεέ μου, τι χορός!) κι ο πεντοζάλης που παίζαν οι Ξυλούρηδες, χοροί ζωηροί, γεμάτοι ρώμη και δύναμη που, καταπώς λέγεται συχνά, μπορεί και να έχουν τις ρίζες τους στον αρχαία πυρρίχη. Ξέρω πως αρέσει στον Γιάννη ν’ ακούει τον μύθο του νιογέννητου Δία και του ρυθμικού χορού των Κουρητών, την ένοπλη όρχηση, δηλαδή, σπουδαίο κεφάλαιο κι αυτό του πολιτισμού μας· του αρέσει μάλλον επειδή βλέπει κάτι δικό του: ρυθμό, σώματα σμιλεμένα, πέτρες, βουνά. Ναι, «Βουνά ’ναι μας οι τόποι μας, λέσκες τα χειμαδιά μας...». Ζητώ για τέλος τούτου του μικρού αφιερώματος τη συνηγορία του Βιτσέντζου. Ξεφυλλίζω πάλι το Συναξάρι του:
Οι κόρδες του λαγούτου του πουλιά ’ν’ και κιλαδούσι και γιαίνουν τα τραγούδια του τσ’ αρρώστους να τ’ ακούσι. X
>
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
71
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΜΙΑ ΣYΓΚΙΝΗΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΝΑΟYΣΑ ΤΟY 1906
Μέσα εκεί επέσανε πολλά παλληκαράκια δέκα και τρία ήτανε και όλα Κρητικάκια Ο ΚΑπεΤΑΝ ΡΟYΒΑΣ, ΟΙ ΚΡΗΤεΣ ΑΝΤΑΡΤεΣ ΚΑΙ Η ΜΑχΗ ΤΗΣ χΟΝΔΡΟΣΟYΓΚΛΑΣ
>
ΤΟY ΤAKH ΜΠΑЇΤΣΗ
Το δημοτικό τραγούδι διέσωσε τη μνήμη των παλληκαριών που πότισαν με το αίμα τους τη γη της Μακεδονίας. Στις δεκατρείς του Απριλιού, ημέρα ήταν Τρίτη που φίλευεν ο αρχηγός τους νέους απ’ την Κρήτη.
72
Το 1905 ο Μακεδονικός Αγώνας βρίσκεται στο αποκορύφωμά του. Η Νάουσα, με καθαρά ελληνικό πληθυσμό, είναι επίκεντρο του Αγώνα. Αρχηγός της τοπικής οργάνωσης είναι ο γιατρός χριστόδουλος περδικάρης (Μαχάων). Αξιωματικοί του στρατού στέλνονται από το κέντρο των Αθηνών να ηγηθούν των αντάρτικων σωμάτων. Καθήκοντα νέου αρχηγού του Βερμίου μετά την αποχώρηση του Κωνσταντίνου Μαζαράκη (Ακρίτας), τον Νοέμβριο του 1905, ανέλαβε ο Γεώργιος Κατεχάκης (Ρούβας - Θεόφιλος). Στην πόλη ήρθε με το όνομα Γεώργιος Αποστόλου, ως μηχανικός των κλωστοϋφαντουργικών εργοστασίων. προηγουμένως έδρασε στο βιλαέτι του Μοναστηρίου, επικεφαλής του ελληνικού αντάρτικου σώματος. Σε επικοινωνία με το κέντρο Θεσσαλονίκης υπογράφει με το όνομα Θεόφιλος. Τη χειμερινή περίοδο οι αντάρτες φιλοξενούνται διασκορπισμένοι σε σπίτια Ναουσαίων. Αρχές Απριλίου έρχεται στην πόλη τούρκικο στρατιωτικό τμήμα και με την τοπική αστυνομία αυξάνει τη δύναμή του. Διατάσσεται τότε ομαδική μετακίνηση των ανταρτών από την πόλη της Νάουσας στην ημιορεινή τοποθεσία της χονδροσούγκλας. Βασικός λόγος ήταν και η συνάντηση με το σώμα του Μανώλη Μπενή Ψάλτη. Το σώμα αυτό είχε 33 άνδρες και έφτασε στην προαναφερόμενη περιοχή στις 5 Απριλίου. εκεί, μετά από εντολή του Κέντρου, θα συγκεντρώνονταν και άλλα αντάρτικα σώματα με σκοπό τον συντονισμό των ενεργειών τους.
ΥΠΕΡ
Την 11η Απριλίου 1906 το αντάρτικο σώμα, υπό την αρχηγία του Γεωργίου Κατεχάκη, φτάνει στη χονδροσούγκλα. Η περιοχή είναι παγιδευμένη από τον τούρκικο στρατό που, μετά από προδοσία Βλάχου από το χωροπάνι, πράκτορα της ρουμάνικης προπαγάνδας, περίμενε τους αντάρτες. Υπήρξε γενική στοχοποίηση και ομοβροντία του τούρκικου στρατού, ο οποίος μετά από λίγη ώρα έπαυσε τα πυρά τραυματίζοντας μόνον έναν αντάρτη. προσπαθώντας τα παλληκάρια να διαφύγουν, ο στρατός ξαναχτύπησε συντονισμένα. Αποτέλεσμα αυτής της σύγκρουσης ήταν ο θάνατος 13 ανταρτών που είχαν αφιχθεί τελευταία από την Κρήτη, σύμφωνα με πληροφορία του αντάρτη Δημ. πένη, οπλίτη του σώματος του Μανώλη Σκουντρή ο οποίος βρέθηκε στη μάχη. Σε εμπιστευτική αναφορά του προς το ελληνικό προξενείο Θεσσαλονίκης την 12η Απριλίου ο δάσκαλος Κωνσταντίνος Δημητριάδης (ερμής) αναφέρει: Φίλτατε Χθες οι ημέτεροι ακριβώς την 8η ώρα μ.μ. τουρκιστί συνεκρούσθησαν μετά του στρατού ολίγον άνωθεν από το Χωροπάνι και ολίγον μακράν από τα αμπέλια μας εις την θέσιν Χονδροσούβλαν. Η μάχη διήρκησε μέχρι την 12ην ήτοι ως τέσσερας (4) ώρας εκτός μερικών διαλειμμάτων. Πρώτον να στείλητε γρήγορα ιατρόν χειρούργον προς περίθαλψιν και θεραπείαν τραυματιών τούτων. Ταύτα μόνον τη ρητή εντολή του κ. Θεόφιλου όστις σήμερον δεν τα γράφει ένεκα ιδιοτροπίας. Σας ασπάζομαι Ερμής Νάουσα 12 Απριλίου 1906 Τα καθέκαστα της μάχης και τα αποτελέσματα αυτής ίσως τα γράψει αύριον ο ίδιος ο Θεόφιλος Από τους 13 νεκρούς αντάρτες οι 9 είναι Κρητικοί και προέρχονται από το σώμα του εμ. Κατσίγκαρη και οι υπόλοιποι 3 από το σώμα του Ναουσαίου Γιάγκου Σιμανίκα. Τραυματίζονται 6 αντάρτες και ανάμεσά τους και ο Κατεχάκης. Οι πεσόντες ήρωες είναι: εμμανουήλ Γεωργιλάκης (Κρητικός),
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
Άποψη της Νάουσας σε φωτογραφία των αρχών του 20ου αιώνα. Γεώργιος Γιαννουλάκης (Κρητικός), Γεώργιος Ζουρίδης (Κρητικός), πέτρος Κατσαρός (Ηπειρώτης), Κολιόβας Θωμάς (από Κολινδρό), Κουλουμπής Σουλιώτης (Κεφαλλονίτης), Μαθιουδάκης Γεώργιος (Κρητικός), Ρουμανιάς Μανώλης (Κρητικός), Γεώργιος Τζωρτζάκης (Κρητικός), Τζανακάκης Γεώργιος (Κρητικός), εμμανουήλ Φιλιππάκης (Κρητικός, παντρεμένος), χατζηνικολάκης Ιωάννης (Κρητικός), χελιώτης. Τον αγώνα συνήθως συντόνιζαν Κρητικοί αρχηγοί, οι οποίοι πολλές φορές έρχονταν σε αντιπαράθεση με τους ντόπιους. Βασικός λόγος ήταν ότι οι Μακεδόνες καπετάνιοι γνώριζαν καλά την περιοχή, ενώ οι ορισθέντες αξιωματικοί ως αρχηγοί φρόντιζαν να εφαρμόζουν αυτά που διδάχτηκαν στις στρατιωτικές σχολές. Ο αγώνας ήταν κοινός για όλους, με απώτερο σκοπό την απελευθέρωση της Μακεδονίας και την αντιμετώπιση του βουλγάρικου στοιχείου, που σκοπός του ήταν ο εκσλαβισμός και η κατάκτησή της. Η βραβευμένη από την Ακαδημία Αθηνών Θάλεια Σαμαρά, κόρη του γιατρού περδικάρη, στο βιβλίο Στο Μακεδονικό Αγώνα, περιγράφει ζωντανά τη συγκεκριμένη μάχη.
στη ρεματιά της προδοσίας Μεταφέρω απόσπασμα από το κεφάλαιο «Στη ρεματιά της προδοσίας»: …Ανύποπτοι οι άντρες είχαν μπει στο στενό που σχηματιζόταν στην αρχή της ρεματιάς και προχωρούσαν χαμηλά στα ριζά της Χονδροσούγκλας, όταν ψηλά από την πλαγιά του καταπράσινου λόφου δέχτηκαν πυκνούς πυροβολισμούς. Εκεί ψηλά οι Τούρκοι ειδοποιημένοι, ποιος ξέρει από ποιον, τους έχουν στήσει καρτέρει. Πρηνηδόν πυροβολούν οι αντάρτες, σαν αστραπή δουλεύει η σκέψη του αρχηγού. «Τρέχοντας να περάσουν τη ρεματιά όλοι, ίσως να το κατόρθωναν, μα πόσοι θα ’φταναν στην έξοδο ζωντανοί όταν ο εχθρός από κει ψηλά χτυπάει μεσ’ στα όλα; Δεν μένει παρά η υποχώρηση». Πυροβολώντας με διαδοχικά άλματα οπισθοχωρούν με κόπο, ξεσκίζονται πάνω στους μυτερούς βράχους, το αίμα τρέχει από παντού, μα ποιος λογαριάζει; Μια πνιγμένη φωνή ακούγεται και πέφτει ο πρώτος που έφτασε. Οι Τούρκοι. Άλλοι Τούρκοι από κει τους κόβουν την οπισθοχώρηση, είναι ο στρατός που ανέβηκε από το σταθμό. Στιγμές αγωνίας, να οπισθοχωρήσουν ή να προχωρήσουν; ...Φωτιά, απάνω τους παιδιά, διατάζει ο αρχηγός, ορμήστε, να βγούμε μια
73
Ο γιατρός χρ. περδικάρης (Μαχάων).
από το στενό έξω, να πολεμήσουμε σαν άντρες, παρά να μας σκοτώσουν σαν το σκυλί στ’ αμπέλι. Θερμή, αποφασιστική ακούγεται η φωνή του αρχηγού. Το νέο πρόσωπό του λάμπει απ’ το αντιφέγγισμα της μεγάλης τόλμης στ’ αντίκρισμα του χάρου. Πρώτος ορμάει προς την έξοδο. Τότε, σα βουερή, ορμητική νεροποντή, οι αντάρτες ορμούν ακράτητοι, τσαλαπατούν τους Τούρκους, βγαίνουν, πετιούνται. Η απελπισμένη ορμή, η αναπάντεχη αυτή έξοδος των παλληκαριών για μια στιγμή σαστίζει τους εχθρούς, μα γρήγορα συνέρχονται και ψύχραιμα σε λίγο ξαναρχίζουν οι Τούρκοι το βροντερό τουφεκίδι. Κορμιά πέφτουν, παλληκάρια σπασμωδικά γονατίζουν, ανασηκώνονται για να πέσουν για πάντα παρά πέρα. Άλλοι ξεφεύγουν πιο πάνω και πυροβολούν προφυλαγμένοι πίσω από τα δέντρα, από κοτρώνα. Το σκοτάδι που ολοένα πυκνότερο απλώνεται δεν αφήνει τον εχθρό να σημαδεύει με επιτυχία. Ο αρχηγός προσπαθεί να συγκεντρώσει αυτούς που μείναν παραπίσω, όταν μια σφαίρα διαπερνά το δεξί του χέρι, δεύτερη πληγώνει το μεσαίο δάχτυλο. Με το αριστερό αρπάζει το πιστόλι του, χοντρές στάλες το αίμα του βάφει τις πέτρες, μα εκείνος προχωρεί. Σε λίγο η νύχτα έπεσε βαριά, όλα τριγύρω σκοτεινά. Οι Τούρκοι πάψανε το τουφεκίδι, γαλήνη απλώθηκε, οι αντάρτες αφανισμένοι συγκεντρώθηκαν κοντά στον πληγωμένο αρχηγό. Μετριούνται με αγωνία, δεκατρείς λείπουν. « Ίσως νάμειναν πιο πίσω, σκέφτονται, να είναι πληγωμένοι, μα ίσως νάμειναν για πάντα στη
74
Το δημαρχείο της Νάουσας την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα.
στενή ρεματιά του θανάτου. Πέντε ελαφρά πληγωμένοι και ο αρχηγός έξι, λαβωμένος κι ο Κατσιγάρης. Κάθονται πάνω στο χώμα και κυμαίνονται, τα μάτια τους με αγωνία σχίζουν τα σκοτάδια μα κανένας δεν έρχεται. Οι νεκροί δεν γυρνούν. -Πάμε, παιδιά, να πάρομε τους νεκρούς μας, βαριά μιλάει ο αρχηγός. Ίσως λαβωμένοι μας καρτερούν. Φεύγουν προσεκτικά, σαν σκιές γλιστρούν οι δύο οδηγοί μπροστά και φτάνουν κάτω στη ρεματιά, στο μέρος που η προδοσία τους είχε στήσει παγίδα. Ησυχία, ούτε ένα βογγητό ούτε μια επίκληση. Βουβαμάρα, νέκρα. Σκόρπιοι οι νεκροί, στις πιο διαφορετικές στάσεις, αχνά φωτίζονται από ένα ωχρό, κρύο μισοφέγγαρο. Κακόμοιρα παιδιά… Η καρδιά σφίγγεται. Πετρωμένοι βουβοί οι αντάρτες σκύβουν, σκάβουν με τα τουφέκια, με αιχμηρές πέτρες, με ξύλα. Ώρα δουλεύουν. Ένας λάκκος μεγάλος ανοίγεται. Δεκατρία κορμιά, που λίγο πριν ήταν γεμάτα νιάτα και λεβεντιά, δέχτηκε στον κόρφο της η γη η καταλύτρα. Σιωπηλοί στέκονται οι άντρες με τις μαύρες σκούφιες στα χέρια, με πόνο αντικρίζουν τον τάφο που έκλεισε για πάντα τόσους αγαπημένους συντρόφους. -Πάμε, παιδιά. Θλιμμένοι γυρίζουν προς τη Νιάουστα να περιθάλψουν τους τραυματίες. Κοντά στο κάτω γιοφύρι, εκεί που οι καταράχτες ανάμεσα από πανύψηλα δέντρα πέφτουν ορμητικοί αφρισμένοι, χωρίστηκαν. Ο Γαρέφης με το σώμα τ’ αντάρτικο και τον Κουτσογιώργο ανέβηκαν στο
ύψωμα και πήραν το δρόμο για το βουνό. Ο Κυπρίτης ανάμεσα από τους μπαχτσέδες έφερε τους πληγωμένους στο σπίτι του γιατρού Περδικάρη. Χαράγματα, αθόρυβα μπήκαν από την πίσω πόρτα και τους ανέβασαν ψηλά. Ο γιατρός σε λίγα λεπτά βρέθηκε κοντά τους. Όλη νύχτα δεν είχε κλείσει μάτι, χρόνος ώσπου να χαράξει, και μόνο το θλιβερό κλάμα, το πνιχτό ούρλιασμα του Τζίκου, ακουγόταν. Το μπουλντόκ του αρχηγού ούρλιαζε πένθιμα, πονεμένα. «Συμφορά μας περιμένει» σκεφτόταν ο γιατρός. Ωχρό, σκοτεινιασμένο το πρόσωπο του αρχηγού. Το χέρι βαρύ σαν κάτι ξένο κρέμεται. Πονεί, η πληγή ματώνει, μα τι είναι όλ’ αυτά μπροστά στον πόνο που δαγκώνει άγρια την ψυχή του. «Δεκατρία παιδιά, δεκατρείς λεβέντες, με τόσο ενθουσιασμό ξεκίνησαν από κάθε άκρη της Ελλάδας και ήρθαν. Πόση πίκρα θα πάρουν τα σπίτια τους… Αγώνας είναι αυτός, πάλη σκληρή, κρυφή. Για τη Μακεδονία». Φέρνουν το γιατρό Χατζηδημήτρη, που είναι και χειρούργος, περιποιούνται τους τραυματίες, ευτυχώς κανένας σοβαρά. Οι άντρες ξαπλώνουν, ησυχάζουν στο Μεταξουργείο. Ως το βράδυ θα τους ετοιμάσουν σπίτια που θα τους δεχτούν, ο αρχηγός θα μείνει στου Περδικάρη. Ο ήλιος βγήκε. Οι γιατροί με τον Ρούβα καπνίζουν και παίρνουν τον καφέ που τους έφερε η γυναίκα του γιατρού η Καλλιόπη, όταν τρεχάτη, κίτρινη σαν φλουρί, ανεβαίνει η Σωτηρώ. -Γιατρέ μου, τούρκικο ασκέρι ζώνει το σπίτι μας. Τινάζονται όλοι. Ο γιατρός ψύχραιμος, παλιός αγωνιστής, προστάζει. -Γρήγορα, αρχηγέ, έλα μαζί μου, κι εσύ Καλλιόπη, με τον Χατζηδημήτρη, μαζέψτε σε μια μαξιλάρα γάζες, φάρμακα, ματωμένα πανιά. Γδύσου, πλάγιασε πάνω στα μαξιλάρια. Είσαι άρρωστη και για σένα ήρθε ο Χατζηδημήτρης, καταλάβατε; Πάμε, αρχηγέ, οι αντάρτες έχουν ξυπνήσει. Ο τοίχος του Μεταξουργείου, που συνορεύει με τον γείτονα, είναι επίτηδες γκρεμισμένος σ’ ενα σημείο της γωνιάς. Γρήγορα με μια ανεμόσκαλα οι αντάρτες,
ΥΠΕΡ
ο αρχηγός ανεβαίνουν και πηδούν στο σπίτι πλάγι του Γκέρου. Κάτω στη μεγάλη εξώπορτα οι Τούρκοι χτυπούν βαριά, δυνατά, βιαστικά, φωνάζουν: -Ατς καπού - άνοιξε την πόρτα. Μα φωνάζει από μέσα κι ο Ντίνης, ο πιστός υπηρέτης: -Αρά, μη χτυπάτε έτσι, δεν αμπορώ να σας ανοίξω, σταθήτε να πάω πρώτα να ξυπνήσω το γιατρό. Σταθήτε ντε. Πρέπει να κερδίση καιρό ο γερο-υπηρέτης. Ανεβαίνει απάνω. Ο γιατρός στέκεται στη σάλα ξαλαφρωμένος. -Εντάξει, λέει. Τρέχα τώρα, Ντίνη, ν’ ανοίξης. Ο Ντίνης τρεχάτος ανοίγει. -Ορίστε, πήγα και το ’πα στο γιατρό. Άγριοι, βρίζοντας, οι Τούρκοι ανεβαίνουν την πλατιά σκάλα. Επικεφαλής ο Μουντίρης και ο Μπάσ-τσαούσης. -Ντοκτόρ εφέντη, λυπούμαι πολύ μα είμαι αναγκασμένος να κάνω έρευνα. -Στο σπίτι μου; θιγμένος ρωτάει ο γιατρός. -Ναι, στο σπίτι σου. Μάζεψες τους πληγωμένους αντάρτες, αυτούς που τόλμησαν να χτυπήσουν το στρατό του πολυχρονεμένου μας Πατισάχ και τους έδωσες άσυλο και προστασία. Τα μάτια του Μουντίρη σατανικά, μόλις χαμογελούν πίσω απ’ τα γυαλιά του. Κοιτάζει κατάματα το γιατρό και τα μάτια τουμιλούν, «σε τσάκωσα, επιτέλους, αυτή τη φορά δεν θα ξεφύγεις την κρεμάλα». -Να ψάξετε είπε ο γιατρός. Μα πες στους άντρες σου, Μουντίρη, στο πάνω πάτωμα να κάνουν κάπως ήσυχα, η γυναίκα μου είναι άρρωστη, έχει δυνατή αιμορραγία. Νύχτα φέραμε τον Χατζηδημήτρη μαιευτήρα. Και το ψάξιμο αρχίζει. Τίποτα δεν αφήνουν στη θέση του, μα αντάρτης πουθενά. Ανεβαίνουν στο πάνω πάτωμα, ορμητικά ανοίγουν την πόρτα, ο Μουντίρης και ο γιατρός από κοντά. -Σους … τους κάνει νόημα ο γιατρός Χατζηδημήτρης, που ατάραχος ετοιμάζει μια ένεση. Η γυναίκα του γιατρού, πραγματικά ωχρή, βογγάει. - Τι είναι; ρωτάει ο Χατζηδημήτρης, τι συμβαίνει; Ο Μουντίρης κλείνει την πόρτα, βράζει, πάει να σκάση, κι όμως η πληροφορία ήταν σίγουρη. Κατεβαίνουν στην αυλή, αποθήκες, αχούρια, κελάρια. Ψάχνουν μέσα στις τεράστιες κάδες του κρασιού, τα βουτσιά, τίποτα. Αέρας γίνανε; -Άδειο και το Μεταξουργείο, λένε οι ζαπτιέδες που κατεβαίνουν. Κιμ σε γιοκ- κανένας δεν είναι. -Και βέβαια κανένας, λέει ο γιατρός. Μα υπάρχουν και αρχές πιο ψηλά από σένα, Μουντίρη εφέντη, και θα διαμαρτυρηθώ. Μπήκες με τέτοιο βάρβαρο τρόπο στο σπίτι μου και να ’χω άρρωστη τη γυναίκα μου, μπορεί από την ταραχή της να πάθη κακό. Πηγαίνω απάνω. Ο Μουντίρης, ωχρός σαν το λεμόνι, μανιασμένος, μάζεψε τους άντρες του κι έφυγε. Και πήγαινε με τόση σιγουριά πως αυτή τη φορά θα τον κάμνανε με πολλές τιμές καϊμακάμη στη Βέροια. Αργά τη νύχτα ξαναφέρανε τον αρχηγό τον Ρούβα στο σπίτι του Περδικάρη. Οι μέρες περνούσαν. Με λύπη έβλεπε ο αρχηγός πως με το
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
πληγωμένο χέρι δεν μπορούσε να βγει στο κλαρί και ύστερα, νεώτερες ειδήσεις απ’ το Προξενείο λέγανε ότι σε λίγο καταφθάνει ο αντικαταστάτης του. Είναι αργά το βράδυ. Στο σπίτι του γιατρού συγκεντρωμένοι φίλοι αγωνιστές συζητούν με ποιο τρόπο θα φυγαδέψουν τον αρχηγό. Πρέπει να περάσει ο Ρούβας μπροστά απ’ το φυλάκιο που στην έξοδο της πολιτείας κάτω απ’ τον Αι-Γιώργη οι ζαπτιέδες με αυστηρότητα παρακολουθούν, ελέγχουν την κίνηση κάθε περαστικού. -Ε,κι αυτή τη φορά θα πετύχη το πέρασμα, χαμογελούν. Συγκινημένοι αποχαιρετούν τον αρχηγό. -Καλή αντάμωση, εύχεται ο γιατρός, στη λεύτερη πατρίδα μας. Πίνουν το τελευταίο κονιάκ και φεύγουν.
το δημοτικό τραγούδι Ο λαός μας ύμνησε τη μάχη της χονδροσούγκλας με το παρακάτω δημοτικό τραγούδι, όπου αναφέρεται το τραγικό αυτό συμβάν «ημέρα Τρίτη και δεκατρείς» παρά το ότι η μάχη έγινε στις 11 Απριλίου 1906. πίσσα μαυρίλα σκοτεινιά, ψηλά στη χονδροσούγκλα πώς πολεμούν οι Έλληνες με τ’ άγρια τ’ αρκούδια. Στις δεκατρείς του Απριλιού, ημέρα ήταν Τρίτη που φίλευεν ο αρχηγός τους νέους απ’ την Κρήτη. Στη χονδροσούγκλα ήτανε τ’ αντάρτικο λημέρι Βλάχοι απ’ τη Βέροια πέρασαν και στείλανε χαμπέρι. Σε λίγο πλάκωσεν εκεί το τούρκικο τ’ ασκέρι για προδοσιά όλοι μιλούν στης Νιάουστας τα μέρη. Αρματωμένοι είμασταν στ’ ασήμι στο σταυρούδι και τα ντουφέκια που ’πεφταν μας φαίνονταν τραγούδι. Δεν τ’ όντιζα, μανούλα μου, για να μας ξεγυμνώσουν και σ’ ένα μνήμα δεκατρείς για να μας παραχώσουν. Όποιος θα ζήσει από μας να πάνει ως την Κρήτη να πει εις τις μανούλες μας τη φοβερή μας λύπη. Μην πείτε πως λαβώθηκα, πως είμαι πεθαμένος μόν’ πες της πως παντρεύτηκα και ζω ευτυχισμένος. πήρα την πλάκα πεθερά, τη μαύρη γης γυναίκα κι αυτά τα μικρολίθαρα αδέλφια και ξαδέλφια. Μέσα εκεί επέσανε πολλά παλληκαράκια δέκα και τρία ήτανε και όλα Κρητικάκια. Ανάθεμα στον αρχηγό, δεν έδωκε παράδες να στείλωμε στις μάνες μας ν’ ανάψουν τις λαμπάδες. Και συ, βρε Σημανίκα, με τα πολλά μυαλά πως έκαμες τη μάχη με τ’ άπιστα σκυλιά («πιστρέφι» = ρεφρέν) Και σεις, μπρε Ρουμπλουκιότοι, Κρητικοί και Μακεδόνες το αίμα των Βουλγάρων να τρεξ’ ποτάμι νερό («πιστρέφι»= ρεφρέν) Νάουσα 6/11/2020 Βιβλιογραφία 1. Στέργιος Αποστόλου, εμμ. Βαλσαμίδη, Η μάχη της Χονδροσούγκλας. Νάουσα 2006. 2. Θάλεια Σαμαρά, Στον Μακεδονικό Αγώνα, Θεσσαλονίκη 1969. Τάκης Μπάιτσης, Τα δημοτικά τραγούδια της Νιάουστας, Νάουσα 1977.
75
Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΦYΣΗΣ
Ο ΣΓΟYΡΟΣ πΡΙΝΟΣ ΣΤΟ ΚΑΘΑΡΟ Ένα μνημειακό δένδρο με πολλούς φίλους ΤΟY ΓΙΩΡΓΟY ΜΑΝΙΑΔΑΚΗ
Τα δένδρα κατέχουν μιαν ιδιαίτερη θέση στη ζωή και στον πολιτισμό μας. Ζούμε και μεγαλώνουμε μαζί τους, παρακολουθούμε και απολαμβάνουμε τις εποχικές μεταμορφώσεις τους και τα θεωρούμε σαν συγγενικά μας πρόσωπα. παμπάλαια μυθικά σύμβολα, διαχρονικοί, ιστορικοί μάρτυρες, αέναοι φυσικοί ζωοδότες, προκαλούν τον σεβασμό και την αγάπη μας. Ο σταυρός και οι προσευχές των παλαιών αγροτών πάνω από τα νιόφυτα καρποφόρα δένδρα παραπέμπουν στις πανάρχαιες δενδρολατρίες. Ο δενδρώδης πλούτος είναι μια αστείρευτη πηγή έμπνευσης για τη λογοτεχνία και τη λαογραφία μας. Μέσα από τον επίγειο πλούτο του δενδρόκοσμου, η ιδιαίτερη φυσιογνωμία των δασικών δένδρων ασκεί σε όλους μας μιαν ελκυστική γοητεία, που διεγείρει τον αισθησιακό και ψυχικό μας κόσμο. Οι καιροί άλλαξαν και ο φιλόξενος γερο-πρίνος μέσα στη σιωπή της μοναξιάς του, με χιλιάδες μνήμες, συνεχίζει να μετρά τις εποχές του κυκλικού χρόνου.
ο σγουρός Πρίνος στο Καθαρό της Κριτσάς Το βάθος και το μεγαλείο της κρητικής αγροτικής παράδοσης αναδύεται μέσα από τις αφηγήσεις της συλλογικής μνήμης, που πηγάζουν από την απλότητα της αγροτικής ζωής και τη λειτουργική δυναμική του φυσικού χώρου. Ένας πρίνος, δυο χάνια, ένα πηγάδι και χιλιάδες μνήμες σφράγισαν μιαν ειδυλλιακή γωνιά ανατολικά του Οροπεδίου Καθαρό της Κριτσάς. Ο Σγουρός πρίνος ρίζωσε σ’ ένα πανάρχαιο επικοινωνιακό μονοπάτι που οδηγούσε από τα μεραμπελλιώτικα και γεραπετρίτικα στο Καθαρό και μέχρι τα χωριά του Λασιθίου, κι ακόμα μακρύτερα, μέχρι τις δυτικές ρίζες της Δίκτης. 76
χιλιοπατημένο μονοπάτι από τα χρόνια των Μινωιτών, περνά μέσα από δασωμένους τόπους, χτισμένους με χαράκια, σημαδεμένους με χαώδεις εγκρεμούς και δέτες, και δένει στο πέρασμά του με στράτες και παράστρατα, ιστορικές πόλεις, αρχοντοχώρια, μετόχια και μητάτα. Ο γερο-πρίνος λένε πως ξεπερνά τα 500 χρόνια ζωής, μετοχάρης στο Καθαρό, έγινε σταθμός ανάσας και δροσιάς, σύμβολο σχέσεων, γνωριμιών, φιλικών συναντήσεων, χώρος αγροτικών συζητήσεων και αντιλήψεων και η φυσιογνωμία του αποτυπώθηκε στις μνήμες κηρατζήδων, αγωγιατών, αγροτών, και έμπορων μεταπρατών, που με τα έμφορτα ζώα τους διακινούσαν τα κατωμερίτικα αγροτικά αγαθά μέχρι τα χωριά του Οροπεδίου και αντίστροφα. Το ίδιο μονοπάτι που περνούσε από τον Σγουρό πρίνο στο Καθαρό οδηγούσε και τους Οροπεδίτες βοσκούς και αγρότες καλλιεργητές στα κατωμερίτικα μετόχια τους. Άνοιξη και καλοκαίρι η σκιά του Σγουρού πρίνου είναι ένα μεγάλο φιλόξενο τραπέζι. Οι χανιτζήδες Δημήτρης
συνέχεια στη σελ. 78
ΥΠΕΡ
ΧΡΙΣΤΟYΓΕΝΝΑ 2020
77
Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΦYΣΗΣ
Κουτουλάκης και Γιάννης Ατσαλής ήξεραν όλους τους ταξιδιώτες, παλιούς και νέους, με τα ονόματά τους και τους σέρβιραν τα εύγευστα κρεατικά των ξυλόφουρνων κάτω από την παχύσκιωτη στέγη του πρίνου. «Ήρθε καλοκαίρι που σφάζονταν 40-50 χοίροι σιτευτοί στα δυο χάνια, χώρια τα αρνοκάτσικα». Θαυμάζω τη μαγική λιτότητα του ορεινού τοπίου. Ένας
το όνομα Λένε (κριτσώτικη παράδοση) πως στα χρόνια της Οθωμανοκρατίας στην Κρήτη ο Σγουρός πρίνος ήταν η βίγλα στο Καθαρό. Κάποιος Κριτσώτης βοσκός με το όνομα Σγουρός, που είχε το μητάτο του κοντά στον Σγουρό πρίνο, όταν αντι-
πάνω αριστερά: Ό,τι έχει απομείνει από το χάνι του Δημήτρη Κουτουλάκη «Στο Σγουρό πρίνο». πάνω δεξιά: Το πηγάδι δίπλα «Στο Σγουρό πρίνο» που ξεδιψούσε ανθρώπους και ζώα. Δεξιά: περάσματα ανηφορικά, κακοτράχαλα, ανάμεσα από χαράκια, στα φρύδια βαθύχαων φαραγγιών και εγκρεμών, να τα ευωδιάζουν τα μύρα της πολυποίκιλης κρητικής χλωρίδας, μια άγρια ελκυστική ομορφιά, τα κρητικά μονοπάτια από τα μινωικά χρόνια. Κάτω: Βελανίδια (πρινόκαρπος), μια ιδιαίτερη φυσική τροφή για τους χοίρους.
πρίνος, δυο χάνια, το ένα ερειπωμένο και το άλλο εγκαταλειμμένο, και το σφραγισμένο πηγάδι, ένα λιτό σύνολο, που άφησε πίσω του χιλιάδες μνήμες. Μέσα στη σιωπή του ορεινού τοπίου ο γερο-πρίνος μένει σιωπηλός με την παράδοση να κρατά ακόμη ζωντανές τις διαχρονικές μνήμες εκεί στην ανατολική γωνιά στο Καθαρό, που σιγά σιγά θα σβήσουν όπως το πανάρχαιο μονοπάτι, που χάθηκε κάτω από τους βουνίσιους αγριόθαμνους.
78
λαμβανόταν τις ληστρικές επιδρομές των Τούρκων στο Καθαρό, σκαρφάλωνε στην πανύψηλη κορφή του πρίνου και με φωνές ειδοποιούσε τους μετοχάρηδες να προφυλάξουν το βιος και τα ζώα τους. Κι έτσι, λένε, ο πρίνος πήρε το όνομα του βιγλάτορα Σγουρού και τον λέγανε «Στου Σγουρού τον πρίνο». Φαίνεται πως με τα χρόνια η ιστορία ξεχάστηκε και το τοπωνύμιο μετεξελίχθηκε στο σημερινό, «Στο Σγουρό πρίνο». Όπως και να ’χει, ο μνημειακός γερο-πρίνος θα ζωντανεύει στις μνήμες της κριτσώτικης παράδοσης, μιας παράδοσης κρητικής, που αρνείται να παραδοθεί στα ήθη του νεωτερικού πολιτισμού, που κοιτάζει να μας πνίξει. X