MΟΝΟΛΟΓΟΣ (το μεγάλο μωρό) Ένας ώριμος κύριος βγάζει την κραυγή του προς τα έξω για να ξεκουράσει τη ψυχή του από την πίεση και την αδικία της ζωής. Σκηνή 1 -Εδώ και αρκετό καιρό (μικρή παύση) με βασανίζει ένας ανυπόφορος προβληματισμός. (βαθειά ανάσα και αναστεναγμός που δηλώνει άγχος) Έχω κολλήσει σε ένα σημείο και δεν ξεκολλώ με τίποτε. Το παίρνω από τη μία το φέρνω από την άλλη… εκεί ο κόμπος, άκαμπτος. Δεν ξέρω από πού ν’ αρχίσω. Από την παιδική μου ηλικία μήπως; Από τα φοιτητικά μου χρόνια; Από τη μετέπειτα ώριμη ζωή μου; Εδώ κολλάω… Έχουν κολλήσει όλα μεταξύ τους και δεν ξεκολλάνε με τίποτε. Λες και κόλλησαν με γόμα, ένα πράμα. Μέσα σε τόσο κόσμο, σε τόση οχληρία…. Νιώθω τόσο μόνος … Εντελώς μόνος. (ακούγεται πάλι δυνατή ανάσα και εκπνοή που δηλώνει ένταση)
(Αρχίζει με ύφος αποφασιστικό και με δυναμισμό) Ήμουν δεν ήμουν τεσσάρων χρόνων αφότου πέθανε ο πατέρας μου. Το τι κλάμα έπεσε στο σπίτι…δεν περιγράφεται. Η μητέρα μου, πολύ νεαρή τότε,
1
είχε ντυθεί στα κατάμαυρα και γογγούσε στην αγκαλιά, πότε της γιαγιάς μου και πότε στις αγκαλιές των παρευρισκομένων φίλων. Εγώ, ως μοναχοπαίδι, είχα βαλθεί σε μια γωνιά καθισμένος σε μια πολυθρόνα και παρακολουθούσα σαν να έβλεπα θέατρο στην τηλεόραση. Κάθε φορά που τα θυμάμαι όλα αυτά, ανατριχιάζω και μου λυγίζουν τα πόδια κυριολεκτικά. Θυμάμαι την καημένη την μανούλα μου, πόσο πάλευε, παρά τον δικό της πόνο να καθησυχάσει εμένα πρώτα. Ήμουν πολύ μικρός, αλλά σίγουρα κατάλαβα ότι κάτι άσχημο είχε συμβεί και μιας και τα μικρά παιδάκια μιμούνται τους μεγάλους, έκανα κι εγώ κάτι συναφές! Έκλαιγα ασταμάτητα και τσίριζα σαν υστερικός. Για ποιο ακριβώς λόγο όμως; Όπως έμαθα μετά, τα μικρά παιδιά όταν θέλουν να τραβήξουν την προσοχή των μεγάλων, χρησιμοποιούν ενστικτωδώς , την μέθοδο του ρήματος «κλαίω». Αυτό ήξερα να το λειτουργώ πολύ συχνά και πολύ έξυπνα, και ειλικρινά, ήταν πολύ αποτελεσματική μέθοδος. Μικρό μωρό, σου λέει ο άλλος, μας χρειάζεται άμεσα, άρα ας περιορίσουμε λίγο τις δικές μας έγνοιες , κι ας πάμε κοντά του να το ηρεμήσουμε. Να το ρωτήσουμε τι θέλει, να το βοηθήσουμε με κάποιο τρόπο να σταματήσει να τσιρίζει γιατί σίγουρα κανένας μας δεν αντέχει τα παιδικά τσιρίσματα. Το έχω ζήσει και αυτό, έτσι, μιλώ με βάση τη δική μου εμπειρία. Τώρα θα μου πείτε τι σας νοιάζει και σας τα λέω όλα αυτά. Όμως, είμαι σίγουρος ότι σας νοιάζει και σας παρανοιάζει.
2
Για ελάτε για μια στιγμή στον δικό μου προβληματισμό και θα καταλάβετε ότι έχω κι εγώ κάποιο δίκαιο και ότι δεν έχω τρελαθεί. (μικρή παύση) Τουλάχιστον, όχι ακόμα…. (με σαρκασμό) Η κηδεία έγινε. θάψαμε τον μακαρίτη τον πατέρα και θυμάμαι τα αμέτρητα, πολύχρωμα στεφάνια και λουλούδια που σκέπασαν τον τάφο του. Και πάνω από το μνήμα του, λυγισμένη η μητέρα μου απελπισμένη, να κλαίει και να οδύρεται. Εγώ, όντας μια φατσούλα όλο άγνοια και αθωότητα, παρακολουθούσα εκείνο το θέατρο, που δεν ήταν κουκλοθέατρο όπως συνήθιζα τότε να βλέπω, αλλά μια ζωντανή τραγωδία με ηθοποιούς τους δικούς μου ανθρώπους ! Μετά, ο παππούς με πήρε από το χέρι και χαϊδεύοντας με μου έδειχνε πόσο πολύ με αγαπά…. Το ίδιο και η γιαγιά ! Όλοι τους με αγαπούσαν και το έδειχναν έμπρακτα. Χαδάκια, φιλάκια, αγκαλίτσες. Μα τα δάκρυα τους , ασταμάτητη βροχή απ’ τα μάτια τους. (παύση) Εγώ νύσταξα και κοιμήθηκα σαν γατάκι στον καναπέ και δεν είδα τη συνέχεια. Τις επόμενες μέρες, κατάλαβα ότι κάτι άλλαξε στο σπίτι. Έλειπε ο πατέρας.
………..…μουσική
3
Σκηνή 2
Στο σχολείο, ήμουν πάντα καλός μαθητής. Ο πρώτος της τάξης. Όλοι με χειροκροτούσαν, μου χαμογελούσαν, με εκτιμούσαν και όλοι οι καθηγητές μου έλεγαν πάντα μπράβο. (μικρή παύση) Στο τέλος του σχολικού έτους, ποιος έπαιρνε τα βραβεία; Εγώ. Ποιος φωτογραφιζόταν με όλους; Εγώ. Ποιος θα διάβαζε μπροστά σε όλο το κοινό την αποχαιρετιστήρια ομιλία; Φυσικά,εγώ. Και η μητέρα μου, πάντα με ένα δώρο στο χέρι. –Μπράβο αγόρι μου, μου έλεγε, και τα μάτια της λαμπύριζαν σαν δυο άστρα. Και το χαμόγελό της τεράστιο από ευτυχία. (Παύση) Ο γιος της ήταν το καμάρι της. Ο γιος της, ήταν το στήριγμά της! Όλες της οι φιλοδοξίες άκουγαν στο όνομα «γιος». Θυμάμαι, όταν είχα να διαβάσω αμέτρητες σελίδες μέσα σε λίγες ώρες, για να δώσω τις εξετάσεις μου, πηγαινοερχόταν η μάνα μου. – Θέλεις κάτι αγόρι μου; Πεινάς, να σου φέρω κάτι να φας καλέ μου; Κάνε και κανένα διάλειμμα.
Πάντα εκεί, δίπλα μου. (μικρή παύση) Πάντα εκεί για μένα και πάντα να ακυρώνει κάθε δική της έξοδο για να είναι εκεί μαζί μου να με φροντίσει, μην τυχόν και ζητήσω κάτι και δεν είναι εκεί να μου το φέρει.
4
Την άκουσα πολλές φορές να μιλά με τις φίλες της. Να την ακούγατε πως μιλούσε για μένα… (ύφος θαυμασμού, περηφάνιας και ευχαρίστησης). Εγώ φυσικά βολευόμουν. Σε ποιον δεν αρέσει η φροντίδα και η αγάπη; Στη συνέχεια λοιπόν, αφού έδωσα εξετάσεις και πέρασα πρώτος παγκύπρια στην Νομική, να βλέπατε τη μάνα μου! Πήρε στο τηλέφωνο αράδα τις φιλενάδες της και το έλεγε και το ξανάλεγε μες την τρελή χαρά. Τα χαμόγελά της μέχρι τ’ αυτιά. Κόρδωνε και καμάρωνε όταν με συνόδεψε στη εγγραφή μου. Με ένα ύφος που μιλούσε από μόνο του.- « ο γιος μου, το καμάρι μου, ο άριστος μου» Και δεν την αδικώ την καημένη… εδώ που τα λέμε μάνα είναι….μόνη είναι…. Εγώ ήμουν η μοναδική της χαρά. Συνέχισα τις σπουδές μου με μεγάλο ζήλο και έκανα τη μάνα μου ακόμα πιο ευτυχισμένη, ειδικά όταν με κάλεσαν να πάρω το πτυχίο μου μετά από 4 χρόνια σκληρής δουλειάς. Το πήρα το ρημάδι! Χαλάλι και τα ξενύχτια και όλα τα βάσανα. Από εδώ και πέρα αλλάζουν όλα. Όταν λέω όλα…. εννοώ όλα. Ξαφνικά, έγινα μεγάλος. Έγινα άξιος σεβασμού. Που πήγε το μωρό; Πού πήγε εκείνο το χάδι και η τρυφερότητα; Όμως, ξέχασα. Ήμουν ένα δικηγόρος.
5
Ένας δικηγόρος δεν έχει ανάγκη από χάδια και …..αηδίες! Φόρεσα το… ράσο μου. Σαν ιερέας ίδιος φαίνομαι. Σαν αυτόν που έθαψε τότε τον πατέρα μου. Από τότε, τα βάσανα όλων έγιναν δικά μου. Αλήθεια, πόσα προβλήματα κρύβει αυτός ο κόσμος….. Κλοπές, απάτες, φόνους, διαζύγια….. Προς τι όμως όλα αυτά; Για το χρήμα; Τη δόξα; Τι;
Ποιος κοίταξε τον ήλιο μια φορά. Το φεγγάρι, τα δέντρα, τα πουλιά….. Ποιος ένιωσε εκείνη τη μαγεία της φύσης, την γαλήνη και την ηρεμία που χαρίζουν τόσο απλόχερα…… Κανένας. Ναι, κανένας. Γιατί όλοι έχουμε στραμμένη την προσοχή μας αλλού. Στο συμφέρον…. Στην ύλη... Στο εφήμερο. Γι’ αυτό και χανόμαστε.
Όταν κάποια στιγμή μένω εντελώς μόνος, ακούω μέσα μου εκείνο το μικρό παιδάκι λαχανιασμένο…. να ζητιανεύει ένα χάδι…. μια αγκαλιά. Και νιώθω ότι ζω σε ένα κατασκότεινο τούνελ μοναξιάς … Χαλάλι όμως…..Παλεύω για το δίκαιο κάποιων ανθρώπων. Με τη δουλειά μου δίνω εγώ, ένα χαμόγελο στον πονεμένο, μια ελπίδα στον αδικημένο…. Μα, το μικρό παιδί που ζει μέσα μου φωνάζει ακόμα απελπισμένα.….διψά για αληθινή αγάπη….ένα ζεστό χάδι…..μια αγκαλιά. Πού είσαι τώρα μάνα;;;;
6
7
8