Πάνοσ Σότςικασ
ΣΑΞΙΔΙ ΣΗ ΝΙΚΑΡΑΓΟΤΑ – 1988 υμπληρωματικό ςημείωμα Γιάννη Φελζκη
ςειρά «Ίχνη» - 12
ςειρά «Μχνθ» - 12 / Ταξίδια-Διεκνιςμόσ
Σαξίδι ςτη Νικαράγουα - 1988 Κείμενο και φωτογραφίεσ: Ράνοσ Τότςικασ Συμπλθρωματικό ςθμείωμα Γιάννθ Φελζκθ Aρχικι επιμζλεια κειμζνου-θλεκτρονικι ςελιδοποίθςθ: Γιϊργοσ Τότςικασ
Οι φωτογραφίεσ και οι χάρτεσ ςτισ ςελ. 3-14, 17-18, 23-25, 28-33, 35, 82 (κάτω), 95-97, 99-100, και ςτισ ςθμειϊςεισ ςελ. 102, 104, 105 (πάνω), 106-107,108 προζρχονται από άλλεσ πθγζσ. Oι φωτογραφίεσ ςτισ ςελ. 110,112, 115, 116,117 είναι τθσ Δϊρασ Κομνοφ.
O Ράνοσ Τότςικασ ςποφδαςε Ρολιτικζσ και Κοινωνικζσ Επιςτιμεσ ςτθν Ακινα και Αρχιτεκτονικι ςτο Ραρίςι. Συμμετζχει ςε κινιςεισ πολιτϊν που αςχολοφνται με τθν πόλθ και το περιβάλλον.
……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………...………
Επιτρζπεται θ μερικι ι ολικι αναδθμοςίευςθ και χριςθ του κειμζνου και των φωτογραφιϊν για μθ εμπορικοφσ ςκοποφσ, φςτερα από ςυνεννόθςθ με τον ςυγγραφζα και με αναφορά ςτισ πθγζσ.
για επικοινωνία: ptots@tee.gr
2
Νικαράγουα, δεκαετία ’80.
3
4
πρόλογοσ
Νικαράγουα ’88. «Ζνα φάνταςμα πλανιζται» πάνω από τθν Λατινικι Αμερικι. Είναι που ξαναηεί ο Σαντίνο, ο Ερνζςτο «Τςε» Γκεβάρα, ο Κάρλοσ Φονςζκα.
Νικαράγουα ’88. Ζνα πείραμα βρίςκεται ςε εξζλιξθ. Ο πλουραλιςμόσ ςτθν πολιτικι ηωι, θ μικτι οικονομία. Τα κόμματα που δεν καταργικθκαν, οι εφθμερίδεσ που δεν ζκλειςαν, τα ςτόματα που δεν φιμϊκθκαν, τα χαμόγελα που δεν ζλειψαν. Θ αγροτικι μεταρρφκμιςθ, οι ςυνεταιριςμοί, τα «Casa de Campesinos», τα κζντρα υγείασ, τα ςχολεία εκεί που μόνο αναλφάβθτουσ ζβριςκεσ. Κοινωνικόσ μεταςχθματιςμόσ, μζςα από δθμοκρατικζσ διαδικαςίεσ.
Νικαράγουα ’88. Ζνα λυςςαςμζνο ςκυλολόι, ζχει ριχτεί για να πνίξει ςτο ξεκίνθμά τθσ αυτι τθν ελπίδα. Οι άνκρωποι του Σομόηα, που ζχαςαν τθν εξουςία μζς’ απ’ τα χζρια τουσ, οι «φιλελεφκεροι» και οι «ςυντθρθτικοί», που δεν κατάφεραν να τθν πάρουν. Οι Αμερικάνοι του ιγκαν, με τα δολάριά τουσ και τα κλιβερά τουσ ανδρείκελα, οι «Κόντρασ».
Νικαράγουα ’88. Ζνα πρωτόγνωρο κίνθμα διεκνοφσ αλλθλεγγφθσ ζχει φουντϊςει. Ιταν ο Κλωντ ο Ελβετόσ ςτθ «La Dalia», o Circulo ο Αμερικάνοσ τθσ «UNAG» ςτθν Ματαγκάλπα, θ Καταλανι δαςκάλα από τθν Βαρκελϊνθ ςτθν Λεόν, θ Φράνκα από το Μιλάνο ςτο Corn Island, ο Ντανιζλ απϋ το Κεμπζκ ςτθν Ματαγκάλπα. Tα απομεινάρια τθσ γενιάσ του ’68 που δεν ενςωματϊκθκαν, αντάμα με τουσ νζουσ εναλλακτικοφσ, φτιάχνουν ςχολεία, ςπίτια, αποκικεσ, δίκτυα υποδομϊν, διδάςκουν, βοθκάνε τουσ αγρότεσ ςτουσ ςυνεταιριςμοφσ, προωκοφν και εφαρμόηουν τισ επιςτθμονικζσ τουσ γνϊςεισ.
Νικαράγουα ’88. Ιταν εκεί οι Αμερικάνοι βετεράνοι του Βιετνάμ και οι ειρθνιςτζσ που ζςπαςαν το εμπάργκο, τον κλοιό απαγόρευςθσ ςτθν Νικαράγουα, φζρνοντασ το κομβόι αυτοκινιτων με τα τρόφιμα και τα εφόδια μζχρι τθν Μανάγκουα. Ιταν εκεί Γερμανοί, Σουθδοί, Ολλανδοί, Βζλγοι, Λταλοί, Γάλοι, Βρετανοί, Καναδοί, Βοφλγαροι, Σοβιετικοί, Κουβανοί. Ιταν εκεί ο Κϊςτασ ο Κφπριοσ δθμοςιογράφοσ, ο Αντϊνθσ από τθν Βελβενδό Κοηάνθσ, θ οφρα από το Ραλαιό Φάλθρο, ο Σωτιρθσ ο γιατρόσ, ο Γιάννθσ ο Φελζκθσ.
Νικαράγουα ’88. Φεφγοντασ, δϊςαμε υπόςχεςθ ςτον πιτςιρικά «Γιόλα-Γιολάντα» από τθν Ματαγκάλπα, ςτον Χουριζλ, ςτον Αντριάν, ςτθν Χουλιζτα, ςε όλουσ τουσ Νικαραγουανοφσ φίλουσ που γνωρίςαμε, πωσ δεν κα τουσ ξεχάςουμε…
5
6
Τςτερόγραφο Το κείμενο του «Ρρόλογου» το ζγραψα λίγο μετά τθν επιςτροφι μασ από τθν Νικαράγουα, τον Αφγουςτο του 1988. Το ξαναδιάβαςα μετά από 25 χρόνια. Αφιερϊνεται ςτθν Βάςω, με τθν οποία ευτυχιςαμε να κάνουμε μαηί αυτό το ταξίδι και «ζφυγε» εδϊ και τρία χρόνια… 7
Αουγκοφςτο ζηαρ αντίνο (1895-1934), ο «πατζρασ» τθσ «Λαϊκισ και Αντι-ιμπεριαλιςτικισ Επανάςταςθσ».
8
επάνω: ο Αουγκοφςτο ζηαρ αντίνο, το 1933. αριςτερά: «Πατρίδα και Ελευκερία». φραγίδα και υπογραφι του αντίνο, από το «Μανιφζςτο» του 1927.
9
Νικαράγουα 1932: Ειςβολείσ του Ναυτικοφ των ΗΠΑ, επιδεικνφουν μια ςθμαία του ςτρατοφ του αντίνο που ζπεςε ςτα χζρια τουσ.
Ο Αουγκοφςτο αντίνο (κζντρο), ςτο Μεξικό το 1929.
10
11
επάνω: γραμματόςθμο του 1988 με τον Comandante Κάρλοσ Φονςζκα Αμαντόρ, από τουσ ιδρυτζσ-θγζτεσ του «FSLN», που ςκοτώκθκε ςε μάχθ το 1978, λίγο πριν τθν νίκθ των αντινίςτασ.
κάτω και επόμενθ ςελίδα: Χαρακτικό του Jose Coronel Utrecho, από το βιβλίο του «υνομιλίεσ με τον Κάρλοσ» (1986).
επάνω: ο Κάρλοσ Φονςζκα, ςε ςυνζντευξθ τφπου ςτθν Κόςτα Ρίκα, τθν Πρωτοχρονιά του 1970.
12
επάνω: χαρτονόμιςμα του 1985.
13
14
ΣΑΞΙΔΙ ΣΗ ΝΙΚΑΡΑΓΟΤΑ - ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ άββατο 23 Ιουλίου 1988: Η αναχϊρηςη
Ξεκινάμε με τθν Βάςω για τθν Νικαράγουα.(1) Εκεί κα ςυναντθκοφμε με μζλθ τθσ «Ελλθνικισ Επιτροπισ Αλλθλεγγφθσ ςτθν Νικαράγουα».(2)
Αεροδρόμιο Ελλθνικοφ, 11 πμ. Ρτιςθ 3½ ωρϊν με τθν «Aeroflot» για τθν Μόςχα. Ράμε Νικαράγουα μζςω Μόςχασ, γιατί μζςω Μαδρίτθσ με τθν «Iberia», το ειςιτιριο ιταν πολφ ακριβότερο, γφρω ςτισ 140.000 δρχ το άτομο, ενϊ με τθν «Aeroflot» γφρω ςτισ 113.000 δρχ.(3) Συνταξιδεφουμε με ζνα γκρουπ αριςτερϊν που πάνε ςτθν Μόςχα να δοφνε από κοντά τθν «μεγάλθ Ρατρίδα» και τον «ςοςιαλιςμό». Μεταξφ τουσ και ζνασ θλικιωμζνοσ γείτονασ, Θλιουπολίτθσ, ο Στζφανοσ Κζοσ. Ζνασ άλλοσ παπποφσ παλιόσ αντάρτθσ, Ρεριςτεριϊτθσ, με βαλβίδα ςτο λαιμό, όταν ακοφει ότι πθγαίνουμε ςτθ Νικαράγουα, ρωτάει με ενδιαφζρον τι γίνεται εκεί. Το ’λεγε θ καρδοφλα του. Στο αεροπλάνο γνωριηόμαςτε με τον 81χρονο κυρΓιϊργθ Κωτςιόπουλο, τθν Μαρία, τθν 60ντάρα Αργεντίνα γυναίκα του κυρ-Γιϊργθ και τον 25χρονο γιο τουσ Νζςτορα, που επιςτρζφουν ςτο Μπουζνοσ Άιρεσ φςτερα από τισ διακοπζσ τουσ ςτθν Ελλάδα. Μόςχα, αεροδρόμιο «Sheremetvevo 2». Ρερνϊντασ από το Duty Free, διαπιςτϊνουμε ότι υπάρχουν κυρίωσ δυτικά, ακριβά είδθ. Μασ οδθγοφν ςε ζνα ξενοδοχείο κοντά ςτο αεροδρόμιο, όπου κα παραμείνουμε «transit». Εκεί, πανςπερμία φυλϊν. Ζνα ηευγάρι, μια Γαλλίδα και ζνασ Ρορτογάλοσ αναμζνουν τθν πτιςθ τουσ για το Καςμίρ, μια Νορβθγίδα για τθν Ταϊλάνδθ, δυο 15
16άρικα Γαλλάκια αδζρφια, αγόρι και κορίτςι, πάνε για διακοπζσ ςτθν Τενερίφθ, ςτα Κανάρια νθςιά. Ακόμα, γφρω μασ κυκλοφοροφν Αφρικανοί, Λνδοί, Κφπριοι… Οι ϊςοι μασ κλείνουν μζςα ςτο ξενοδοχείο ολόκλθρο το απόγευμα. Κάνει ηζςτθ και δεν υπάρχει κάτι για διαςκζδαςθ. Θ τθλεόραςθ δείχνει μια ροκ ςυναυλία. Για να περάςει θ ϊρα, ςτζλνουμε μια κάρτα ςτο «Απρόβλεπτο», ςτθ Σόφθ και τον Γιάννθ. Το βράδυ μασ πάνε ςτθν τραπεηαρία για φαγθτό. Μασ φαίνεται καλό, ζχει και γαρίδεσ για ορντζβρ. Δεν πλθρϊνουμε τίποτα. Δίκλινο δωμάτιο και φαγθτό ςτο ξενοδοχείο, περιλαμβάνονται ςτθν τιμι του αεροπορικοφ ειςιτθρίου.
Κυριακή 24 Ιουλίου: τη Μόςχα
Μόςχα, καλοκαιρινι βροχι. Εςϊκλειςτοι ςτο ξενοδοχείο. Μετά το πρωινό, ςυηιτθςθ με τθν Μαρία, τον Νζςτορα και τον Κυρ-Γιϊργθ, που μακαίνουμε ότι ζφυγε νεαρόσ προπολεμικά από τθν Τρίπολθ Αρκαδίασ, γιατί τον κυνιγαγαν τα αδζρφια μιασ κοπζλασ να τον παντρζψουν. Κατζλθξε ςτο Μπουζνοσ Άιρεσ και αναδείχκθκε ςυνδικαλιςτισ ςτουσ ςερβιτόρουσ. Αναρχικόσ, ςτζλεχοσ τθσ Ομοςπονδίασ. Μασ λζει ότι είχε γραπτι επικοινωνία ςτθν Ελλάδα με το αναρχικό ζντυπο «Δοκιμι», που του το ςτζλνουν από τθν Ακινα και ηθτάει να του γράψουμε από τθν Νικαράγουα. Ανταλλάηουμε διευκφνςεισ.(4) Το μεςθμζρι, μετά το φαγθτό, κατά τισ 2, μασ βάηουν ςε ποφλμαν και μασ πάνε μια ελεγχόμενθ βόλτα ςτθν Μόςχα. Δεν μασ αφινουν να βγοφμε ζξω από το ποφλμαν. Ρερνάμε από τισ Λεωφόρουσ Λζνινγκραντ και Γκόρκι, κάνουμε τον γφρο τθσ Κόκκινθσ Ρλατείασ και του Κρεμλίνου και πάμε μζχρι το Ρανεπιςτιμιο Λομονόςωφ, Από τα παράκυρα του ποφλμαν βλζπουμε τθ κζα τθσ Μόςχασ και παίρνουμε μια γεφςθ. Κάτι είναι κι’ αυτό. Γυρίηουμε ςτο ξενοδοχείο κι αποχαιρετάμε τον Νζςτορα, τθν Μαρία και τον κυρ-Γιϊργθ, που αναχωροφν για το Μπουζνοσ Άιρεσ. Κοιμόμαςτε λιγάκι, τρϊμε βραδινό φαγθτό και ςτισ 21:30 αναχωροφμε από το ξενοδοχείο για το αεροδρόμιο. Εκεί ερχόμαςτε για πρϊτθ φορά ςε επαφι με Λταλοφσ και Γερμανοφσ κομπανιζροσμπριγκαντίςτεσ-διεκνιςτζσ, που περιμζνουν να επιβιβαςτοφν κι αυτοί ςτο ίδιο αεροπλάνο για τθ Νικαράγουα. Φοράνε κονκάρδεσ του «FSLN», του «Μετϊπου Εκνικισ Απελευκζρωςθσ των Σαντινίςτασ». Εκεί, βλζπουμε για πρϊτθ φορά Νικαραγουανοφσ που κα ταξιδζψουν μαηί μασ και θ καρδιά μασ πάει να φφγει. Οι Λταλοί ζχουν μια κικάρα και πιάνουν τα τραγοφδια: «Avanti Popolo», «La Bamba» με ςτίχουσ προςαρμοςμζνουσ για τθν ςθμερινι Νικαράγουα. Επικρατεί ενκουςιαςμόσ, όλοι μαηί φωνάηουν ςτα Λςπανικά το ςφνκθμα: «λαόσ ενωμζνοσ ποτζ νικθμζνοσ». Κάποιοι το επαναλαμβάνουν παραφράηοντάσ το: «λαόσ οπλιςμζνοσ ποτζ νικθμζνοσ». Το αεροδρόμιο τθσ Μόςχασ «ανάβει». Ζκπλθκτοι οι άςχετοι επιβάτεσ που τρζχουν να βροφνε τθν πτιςθ τουσ, ςταματάνε να δουν τι γίνεται. Ανεπανάλθπτεσ ςτιγμζσ. Θ αςτυνομία δεν επεμβαίνει. Διανφουμε τθν περίοδο τθσ «περεςτρόικα» του Γκορμπατςόφ…
16
Μόςχα, Κόκκινθ Πλατεία, Άγιοσ Βαςίλειοσ.
17
Δευτζρα 25 Ιουλίου: Από τη Μόςχα ςτην Αβάνα
Αναχωροφμε από τα Μόςχα τα μεςάνυχτα, ταξιδεφοντασ «κόντρα ςτο χρόνο». Ρετϊντασ δυτικά, θ νφχτα μεγαλϊνει διαρκϊσ. Είναι θ μακρφτερθ νφχτα τθσ ηωισ μασ. Οι Σοβιετικοί, αεροςυνοδοί, πάντα χαμογελαςτοί και εξυπθρετικοί, μασ μοιράηουν κουβζρτεσ για να ςκεπαςτοφμε λιγάκι και κάκε τόςο μασ δίνουν και από κάτι: φαγθτό, κραςί, αναψυκτικά, φροφτα, γλυκά, καφζ, τςάι. Τρϊμε μζχρι ςκαςμοφ: πρϊτο γεφμα ςτισ 2, δεφτερο ςτισ 7 πμ. Στο αεροπλάνο το τραγοφδι ςυνεχίηεται. Οι Νικαραγουανοί τραγουδάνε μαηί μασ, κάνουν πλάκεσ. Οι Λταλοί κοντοκουρεμζνοι, δείχνουν «ψιλό-πανκ». Οι Γερμανοί φαίνονται πιο ςοβαροί. Στισ 4:30 πμ τοπικι ϊρα ςταματάμε για 1 ϊρα ςτο αεροδρόμιο του Shannon, ςτθν δυτικι ακτι τθσ Λρλανδίασ, για ανεφοδιαςμό ςε καφςιμα. Αν και δεν υπάρχει ψυχι τζτοια ϊρα, το αεροδρόμιο λάμπει. Ρίνουμε Irish coffee για 3,5 δολάρια. Απογειωνόμαςτε ξανά, πετάμε πάνω από τον Ατλαντικό. Τα ξθμερϊματα φτάνουμε ςτο αεροδρόμιο τθσ Αβάνασ, ςτθν Κοφβα. Στάςθ 2 ϊρεσ. Κατεβαίνουμε από το αεροπλάνο να ξεμουδιάςουμε. Απογοιτευςθ. Το αεροδρόμιο κυμίηει ρθμαδιό. Στάηουν οι ςτζγεσ κι ζχουν βάλει ςε κάποια ςθμεία κουβάδεσ για να μαηεφουν τα νερά. Διάςπαρτεσ βρωμιζσ, «Duty Free» τθσ ςυμφοράσ... Τουσ δικαιολογοφμε, ζχουν άλλεσ προτεραιότθτεσ οι άνκρωποι. Δεν τουσ ενδιαφζρουν οι πολυτζλειεσ. Σε μια γωνιά ζνασ παπποφσ φτιάχνει με τα χζρια του κάτι χοντρά ποφρα, προσ πϊλθςθ ςτουσ διερχόμενουσ. Πμωσ όταν επιςτρζφουμε ςτο αεροπλάνο, διαπιςτϊνω ότι μου λείπει το ςθμειωματάριό μου από ζνα τςαντάκι που είχα αφιςει και 1 χιλιάρικο ςε δραχμζσ, που είχα κρατιςει για τθν επιςτροφι μασ ςτθν Ακινα. Κάποιοσ, προφανϊσ απ’ αυτοφσ που μπικαν όςο λείπαμε να κακαρίςουν το αεροπλάνο, το «ςοφφρωςε» νομίηοντασ ότι κα βρει δολάρια… Δεν είπα τίποτα ςε κανζναν. «Θ φτϊχεια φταίει για όλα», ςκζφτθκα «και για τθν φτϊχεια φταίει ο ιμπεριαλιςμόσ και το κεφάλαιο». Στεναχωρικθκα ωςτόςο πολφ, που χάκθκαν μαηί και κάποιεσ διευκφνςεισ ανκρϊπων που είχαμε γνωρίςει ςτο αεροπλάνο προσ τθν Μόςχα, αλλά όχι (ευτυχϊσ) και του κυρ-Γιϊργθ, που τθν κρατοφςε ςυμπτωματικά θ Βάςω.
18
Από την Αβάνα ςτην Μανάγκουα Ρετάμε ξανά. Στο αεροπλάνο Λταλοί και Νικαραγουανοί, ξαναπιάνουν το τραγοφδι. Κικάρεσ, ταμποφρλο, φυςαρμόνικα. Λζνε όλα τα επαναςτατικά τραγοφδια του διεκνοφσ ρεπερτορίου. Ο ενκουςιαςμόσ νικάει τθν κοφραςθ. Φτάνουμε ςτθ Μανάγκουα ςτισ 9 πμ τοπικι ϊρα. Ρρϊτθ επαφι με τθ πόλθ από το αεροπλάνο: το κάτι άλλο. Εκτεταμζνθ, αραιι και χαμθλι δόμθςθ, ιςόγεια και διϊροφα κτίςματα, μεγάλεσ αδόμθτεσ εκτάςεισ ςε ςειςμογενείσ περιοχζσ. Διακρίνεται θ μεγάλθ λίμνθ τθσ Μανάγκουα Xolotlan, βόρεια τθσ πόλθσ και θ μικρι λίμνθ Tiscapa, που βρίςκεται ςτθν κεντρικι περιοχι μιασ πόλθσ χωρίσ κζντρο. Ρολφ κοντά, ξεχωρίηει από ψθλά το πολυϊροφο ξενοδοχείο «Intercontinental», που κτίςτθκε και λειτουργεί πριν τθν επανάςταςθ των Σαντινίςτασ, θ οποία ςυμπλθρϊνει φζτοσ 10 χρόνια από τθ νίκθ τθσ. Ρροςγειωνόμαςτε και κατεβαίνουμε από το αεροπλάνο. Ζνασ Νικαραγουανόσ από τθ Ματαγκάλπα που ταξίδευε μαηί μασ, γονατίηει και φιλάει τθν άςφαλτο του αεροδρομίου. Ζνα πανό ςε περίοπτθ κζςθ γράφει: «ΚΑΛΩ ΗΡΘΑΣΕ ΣΗΝ ΠΑΣΡΙΔΑ ΣΟΤ ΑΝΣΙΝΟ».{5) Ραντοφ ςτρατιϊτεσ χαμογελαςτοί, χϊροσ φιλικόσ, οικείοσ, κακαρόσ. Υπογράφουμε μια διλωςθ για τον ςκοπό τθσ επίςκεψισ μασ γράφοντασ: «Αλλθλεγγφθ ςτθ Νικαραγουανι Επανάςταςθ». Ρερνάμε γριγορα τισ διατυπϊςεισ των διαβατθρίων. Ανταλλάςςουμε 60 δολάρια, υποχρεωτικά, με 21.000 κόρντοβασ (1$ = 325CD). Είναι ζνα είδοσ «χαρατςιοφ» για τθν ζμπρακτθ ςτιριξι μασ ςτθν Επανάςταςθ. Οι βαλίτςεσ μασ αργοφν. Πταν ζρχονται και βλζπουμε τα κιβϊτια με τα υλικά για βοικεια που ζχουν κουβαλιςει μαηί τουσ όςοι ςυμμετζχουν ςε Επιτροπζσ Αλλθλεγγφθσ ςτθ Νικαράγουα, οι Γερμανοί και οι Λταλοί κυρίωσ, πακαίνουμε τθν πλάκα μασ. Βγαίνουμε από το αεροδρόμιο «Augusto C. Santino». Ρρϊτθ μασ επαφι με το τροπικό κλίμα: Θ υγραςία και θ ηζςτθ μασ χτυπάει καταπρόςωπο. «Εδϊ είναι τϊρα χειμϊνασ», κα μασ ποφνε αργότερα, «…και μάλιςτα βαρφσ». Ψάχνουμε για ταξί. Δεν βρίςκουμε. Μασ πλθςιάηει ζνασ πειρατισ ταξιτηισ με μια παλιά Buick και μασ ηθτάει 4.000 κόρντοβασ (περίπου 12 δολάρια) να μασ πάει ςτθ πόλθ. Ξζρουμε ότι είναι πολλά, αλλά τα δίνουμε. Από το αεροδρόμιο ςτο κζντρο τθσ Μανάγκουα, ο δρόμοσ είναι γεμάτοσ παιδιά, κίνθςθ και οχιματα ξεχειλιςμζνα από ανκρϊπουσ. Ρρϊτεσ εντυπϊςεισ: φτϊχεια, βρωμιά, εγκατάλειψθ… Φτάνουμε με το ταξί ςτο «ξενοδοχείο» που μασ είχαν υποδείξει από τθν «Ελλθνικι Επιτροπι Αλλθλεγγφθσ ςτθν Νικαράγουα». «Hospetaje Santos». Ζνα διϊροφο παλιό κτίςμα, ςχεδόν «αχοφρι», με μικρά δωματιάκια το ζνα δίπλα ςτο άλλο, γφρω-γφρω από μια εςωτερικι αυλι με αρκετά δζντρα, κουνιςτζσ πολυκρόνεσ, αιϊρεσ και ζνα μεγάλο τραπζηι. Θ αυλι και το τραπζηι ιταν γεμάτθ διεκνιςτζσ, κυρίωσ αμερικάνουσ, που ζπιναν τον καφζ τουσ και πθγαινοζρχονταν, περιμζνοντασ ζνα κομβόι αυτοκινιτων με βετεράνουσ από το Βιετνάμ, όπωσ καταλάβαμε, με τα λίγα Αγγλικά μασ. Μια ςυμπακθτικι πενθντάρα Νικαραγουανι, μασ λζει κάτι ςτα ιςπανικά και καταλαβαίνουμε περίπου ότι λόγω των αμερικάνων που βρίςκονται εκεί, υπάρχει ςτο ιςόγειο με είςοδο από τθν 19
αυλι ζνα τελευταίο δίκλινο δωμάτιο, με κοινό WC και υπαίκριο ντουσ και κοςτίηει 3,5 δολάρια το άτομο τθν θμζρα. Ράμε και το βλζπουμε: Δεν φαίνεται βρϊμικο αλλά είναι ςκοτεινό. Δεν είναι πολλά τα λεφτά, λζμε με τθν Βάςω, αν βροφμε κάτι καλφτερο φεφγουμε. Ράμε ςτθν Νικαραγουανι, τθσ λζμε ότι κα μείνουμε ςτο δωμάτιο, και με νοιματα τθσ ηθτάμε να τθλεφωνιςει ςε ζνα νοφμερο που μασ ζχουν δϊςει από τθν «Ελλθνικι Επιτροπι». Αυτι το κάνει, και ςτο τθλζφωνο ακοφμε τθ φωνι τθσ Χουλιζτασ, με τθν οποία οι δικοί μασ ζχουν φιλικζσ ςχζςεισ. Μου είχαν πει από τθν Ελλάδα ότι μιλάει Γαλλικά, τθσ εξθγϊ ποιοι είμαςτε. Το ςπίτι τθσ είναι κοντά, εκείνθ τθν ϊρα είναι εκεί και ο Γιάννθσ ο Φελζκθσ, μου τον δίνει ςτο τθλζφωνο και ςε λίγθ ϊρα ζρχονται όλοι τθσ «Επιτροπισ» ςτο «ξενοδοχείο» μασ, το «Santos». Εκεί, γνωριηόμαςτε με τον Αντϊνθ από τθν Βελβενδό Κοηάνθσ, με τον Μιτςο, με τθν Δϊρα τθν ςυμβία του Φελζκθ και τθ Χουλιζτα.
Πλοι μασ διαβεβαιϊνουν ότι το «Hospetaje Santos» είναι ό,τι καλφτερο μποροφμε να βροφμε, κεντρικό και φτθνό. Τακτοποιοφμε λίγο τα πράγματά μασ και βγαίνουμε με τον Γιάννθ και τθν Δϊρα, για μια πρϊτθ βόλτα ςτθν αγορά «Roberto Hueves». Μικροπωλθτζσ με πάγκουσ, που πουλάνε πιλινα, ξφλινα και δερμάτινα χειροποίθτα αντικείμενα, αλλά και φαγθτό ςε υπαίκρια «εςτιατόρια»… 20
Ρερνάμε από το «Μουςείο τθσ Επανάςταςθσ», όπου απ’ ζξω υπάρχουν αυτοςχζδια κωρακιςμζνα οχιματα, κάποια «μικρά τανκσ» που είχαν φτιάξει οι Σαντινίςτασ ςτθν Επανάςταςθ, κακϊσ και κάποια τανκσ που προζκυψαν ωσ λάφυρα από τισ μάχεσ με το κακεςτϊσ του Σομόηα. Ραίρνουμε ταξί και πθγαίνουμε ςτο ςπίτι τθσ Χουλιζτασ, όπου μασ περιμζνει για φαγθτό: ψαρόςουπα με γάλα καρφδασ και μπανάνεσ βραςτζσ. Φεφγοντασ περνάμε από το «super market» τθσ κεντρικισ «Plaza de Espana» για κάποια ψϊνια. Μια ακόμθ ζκπλθξθ μασ περιμζνει, από τα ελάχιςτα πράγματα που υπάρχουν. Το βράδυ ζχουμε τθν πρϊτθ ζξοδό μασ, με τθν Χουλιζτα, τον Αντϊνθ, τθν Δϊρα και τον Γιάννθ, ς’ ζνα κοντινό ςτζκι, μπαράκι-βιβλιοπωλείο, το «Yerbabuena», όπου γνωριηόμαςτε και με ζναν Κολομβιανό κουλτουριάρθ επιχειρθματία. Ανακαλϊντασ ςτθ ςκζψθ μασ από ποφ ιρκαμε και που βριςκόμαςτε, πάμε για φπνο κατάκοποι κι αιςκανόμαςτε ευτυχείσ που βριςκόμαςτε εδϊ, αλλά και τυχεροί που ζχουμε τουσ ανκρϊπουσ τθσ «Επιτροπισ» πάντα μαηί μασ. Διαπιςτϊςαμε ότι θ γλϊςςα είναι ζνα μεγάλο πρόβλθμα για τθν επικοινωνία μασ με τουσ ντόπιουσ. Ελάχιςτοι μιλάνε γαλλικά ςτθν Νικαράγουα και με τα λίγα αγγλικά μασ δεν κα μποροφςαμε να κινθκοφμε. Χωρίσ να ξζρουμε ιςπανικά, καταλαβαίναμε λίγα πράγματα. Κυρίωσ όμωσ, μποροφςαμε να διαβάςουμε τισ επιγραφζσ κλπ.{5)
21
Σρίτη 26 Ιουλίου: Δεφτερη μζρα ςτη Μανάγκουα
Ξυπνάμε πρωί και πάμε με κάποιουσ από τθν «Επιτροπι» ςτα γραφεία τθσ «Aeroflot». Τα ειςιτιρια που ζχουμε είναι ανοιχτά και πρζπει ζγκαιρα να κλείςουμε τθν θμερομθνία επιςτροφισ. Λζμε να φφγουμε από Μανάγκουα για Μόςχα ςτισ 22 Αυγοφςτου και τα παιδιά τθσ «Επιτροπισ» μασ υποδεικνφουν να τςεκάρουμε πότε είναι θ επόμενθ πτιςθ από Μόςχα για Ακινα, Το κάνουμε και διαπιςτϊνουμε ότι ςτθν πτιςθ αυτι, δεν υπάρχουν διακζςιμεσ κζςεισ. Οπότε, κανονίηουμε αυτι τθ φορά να πάρουμε βίηα για τθν ΕΣΣΔ, για να μποροφμε να κυκλοφοριςουμε ελεφκερα ςτθν Μόςχα. Γυρίηουμε ςτο ςπίτι τθσ Χουλιζτασ που αποτελεί, κατά κάποιο τρόπο, το κζντρο τθσ «Επιτροπισ» και τθλεφωνάμε για πρϊτθ φορά ςτθν Ελλάδα, ςτο «Απρόβλεπτο», ςτθ Σόφθ. Από εκεί ςυνοδεφουμε τθν «Επιτροπι» για κάποια ςυνάντθςθ ςτο Υπουργείο Ρολιτιςμοφ, όπου υπάρχει απ’ ζξω ζνα μεγάλο «αρχαίο» πζτρινο θλιακό θμερολόγιο, απομεινάρι του πολιτιςμοφ των πρϊτων κατοίκων τθσ περιοχισ. Στθ ςυνζχεια, ψάχνουμε με τθν Δϊρα για το Υπουργείο Ραιδείασ. Εκεί μασ πιάνει μια καλοκαιρινι βροχι, οι δρόμοι πλθμμυρίηουν νερά, περιμζνουμε λίγο να κοπάςει θ βροχι και ςε λίγο, βγαίνει ξανά ο ιλιοσ και τα νερά εξαφανίηονται ωσ διά μαγείασ. Το μεςθμζρι, τρϊμε κοτόπουλο και γαρίδεσ ςε ζνα μικρό εςτιατόριο ςτθ γειτονιά, πλθρϊνοντασ ζνα αςιμαντο για εμάσ ποςό και ακολουκεί μεςθμεριανόσ φπνοσ-βάλςαμο. Στισ 19:30 μμ από τθν «Επιτροπι» ζχουν κανονίςει να πάμε ςτο «Teatro Popular-Ruben Dario», ζνα καινοφργιο ςχετικά κτίριο τθσ προ-Σαντινίςτασ εποχισ, που δεςπόηει. Ραρακολουκοφμε το «Ballet Folklorico Macehuatl», μια εξαιρετικι χορευτικι λαϊκι παράςταςθ με μουςικι, χορό, κζατρο, παντομίμα, καρναβάλι, που τθν οργανϊνει θ «Ζνωςθ των εργαηόμενων Σαντινίςτασ ςτθν Κουλτοφρα». Μασ κάνει εντφπωςθ ότι το κζατρο είναι γεμάτο από καλοντυμζνουσ αςτοφσ Νικαραγουανοφσ αλλά και φτωχότερουσ που ζχουν φορζςει τα καλά τουσ για να πάνε εκεί. Είναι θ πρϊτθ μασ επαφι με μια «άλλθ» Νικαράγουα. Κάπου εκεί, υπάρχει και μια ενδιαφζρουςα Ζκκεςθ ηωγραφικισ και γλυπτικισ με ζργα «ναΐφ» ντόπιων δθμιουργϊν. Το βράδυ, μασ πάνε από τθν «Επιτροπι» να φάμε ςτο πανζμορφο Σαλβαδοριανό ςτζκι του «Farabudo Marti», του «Εκνικοφ Μετϊπου Απελευκζρωςθσ του Σαλβαδόρ», το οποίο εκείνθ τθν περίοδο ζδινε ςκλθρζσ μάχεσ με τθν αμερικανοςτιριχτθ κυβζρνθςθ τθσ γειτονικισ χϊρασ... Αγοράηουμε για ενίςχυςθ του αγϊνα τουσ χειροποίθτα μικροαντικείμενα, που ζχουν φτιάξει πρόςφυγεσ από το Σαλβαδόρ ςτθν Νικαράγουα.
22
Στθν επιςτροφι, περνάμε από το κατάφωτο ξενοδοχείο «Intercontinental», όπου μζνουν οι πλοφςιοι ξζνοι επιχειρθματίεσ και επιςκζπτεσ και διαπιςτϊνουμε το μζγεκοσ των αντικζςεων που επικρατοφν ςτθ Νικαράγουα. Λίγο παραπζρα, ςτθν πόλθ κυριαρχοφν ξανά τα ςυνθκιςμζνα αςκενικά φϊτα. Για πρϊτθ φορά αιςκανόμαςτε φόβο.
23
Σετάρτη 27 Ιουλίου: Επίςκεψη ςτην Λεόν
Στισ 8 το πρωί ξεκινάμε με τον Φελζκθ και τθν Δϊρα για τθν Γρανάδα, που βρίςκεται 45 χλμ νοτιοανατολικά τθσ Μανάγκουα. Ραίρνουμε λάκοσ τραίνο και διαπιςτϊνουμε αργότερα ότι πθγαίνουμε ςτθν Λεόν, που βρίςκεται βορειοδυτικά, 90 χλμ από τθν Μανάγκουα. Δεν μασ ενοχλεί κακόλου αυτό, άλλωςτε ιταν ςτο πρόγραμμά μασ να πάμε ςτθν Λεόν, μια από τισ επόμενεσ μζρεσ. Θ πρϊτθ μασ επαφι με Νικαραγουανι φπαικρο: Ονειρικι διαδρομι δίπλα ςτθν μεγάλθ λίμνθ τθσ Μανάγκουα. Ραντοφ πράςινο, αλλά και φτϊχεια, μιηζρια, βρωμιά, πείνα, όπου υπάρχουν χωριουδάκια. Το τραίνο μασ είναι μια αξζχαςτθ εμπειρία: εκτόσ από τα κλειςτά βαγόνια, υπάρχουν και ανοιχτά, που μεταφζρουν φροφτα κυρίωσ, ενϊ άπειροι μικροπωλθτζσ πθγαινοζρχονται, πιτςιρικάδεσ ςκαρφαλϊνουν ςτθ ςτζγθ ι ανεβοκατεβαίνουν ςτο τελευταίο ανοιχτό βαγόνι με τα φροφτα, μιασ και το τραίνο πθγαίνει πολφ αργά. Το όλο ςκθνικό, κυμίηει κάτι παλιζσ αμερικάνικεσ ταινίεσ, αλλά όλα διαδραματίηονται ςτθν Νικαράγουα του 1988.
24
Κατά τισ 11 πμ φτάνουμε ςτθν Λεόν. Κάνει πολφ ηζςτθ, ντάλα ο ιλιοσ, αλλά επιχειροφμε μια βόλτα ςτο κζντρο τθσ πόλθσ, που είναι χτιςμζνθ, κυρίωσ από τουσ Λςπανοφσ αποικιοκράτεσ, με τθν δικιά τουσ αρχιτεκτονικι. Ρίνουμε καφζ ς’ ζνα διάςθμο καφενείο ςτθ γωνία τθσ κεντρικισ πλατείασ, όπου πιάνουμε φιλίεσ με μια χαηοχαροφμενθ ςερβιτόρα. Συνεχίηουμε τθ βόλτα μζχρι το Ρανεπιςτιμιο και τρϊμε ςε ζνα φτθνό ςχετικά δθμοτικό εςτιατόριο, ςε ζνα καυμάςιο αίκριο ενόσ παλιοφ ιςπανικοφ αρχοντικοφ ςπιτιοφ. Ράμε μζχρι τθν αγορά όπου ςε ζνα βιβλιοπωλείο βρίςκουμε πολφ φτθνζσ κουβανζηικεσ εκδόςεισ. Αγοράηουμε το «La Historia me Absolvera» του Φιντζλ Κάςτρο ςτα Λςπανικά και μερικά άλλα ενδιαφζροντα βιβλία. Καταλιγουμε ςτον ςτακμό των λεωφορείων, περιμζνουμε ςτθν μεγάλθ ουρά και βγάηουμε ειςιτιρια για τθν Μανάγκουα. Φςτερα από ζνα ταξίδι 1½ περίπου ϊρασ, «κρίλερ» για τθν Βάςω, όπου εκεί που κακότανε, υπιρχε μια τρφπα ςτο πάτωμα του λεωφορείου και «ζμπαηε», επιςτρζψαμε ςτθν Μανάγκουα για ξεκοφραςθ και φπνο.
25
Πζμπτη 28 Ιουλίου: Μανάγκουα, με τον Χουριζλ, ςτο ξυλουργείο
Συναντιόμαςτε, ωσ μζλθ τθσ «Ελλθνικισ Επιτροπισ Αλλθλεγγφθσ ςτθν Νικαράγουα» με εκπροςϊπουσ του «Εκνικοφ Κζντρου Μικρισ Βιομθχανίασ τθσ Νικαράγουα». Ζναν οργανιςμό που προωκεί και ςτθρίηει το ςυνεταιριςτικό κίνθμα ςτθ βιομθχανία και βιοτεχνία, ιδιαίτερα ςτουσ τομείσ επίπλου, ροφχων, δζρματοσ και τροφίμων. Συηιτθςθ με τον Χουριζλ, ζναν πολφ ςυμπακθτικό τριανταπεντάρθ, αρμόδιο για τθ δθμιουργία ενόσ πρότυπου «Ρειραματικοφ Εργαςτθρίου Ζρευνασ και Σχεδιαςμοφ» ςτον κλάδο του ξφλου. Θ ςυμβολι τθσ «Ελλθνικισ Επιτροπισ» αφορά τθν καταςκευι του εργαςτθρίου και τον εξοπλιςμό του με τα κατάλλθλα μθχανιματα, που το κόςτοσ τουσ υπολογίηεται ςτα 2.800.000 δρχ. Το ςυνολικό κόςτοσ του ζργου είναι γφρω ςτα 4.200.000 δρχ. Επιςκεπτόμαςτε με τον Χουριζλ, με τηιπ του «Εκνικοφ Κζντρου», το εργαςτιριο-ξυλουργείο που ζχει αναλάβει να χρθματοδοτιςει θ «Ελλθνικι Επιτροπι». Στθ ςυνζχεια, επιςκεπτόμαςτε με τον Χουριζλ υπό βροχι, ςτον δρόμο προσ τθν Λεόν, το εργοςτάςιο επίπλων για εξαγωγζσ που χρθματοδοτείται από τα προγράμματα του ΟΘΕ. Από αυτζσ τισ επιςκζψεισ μασ, διαπιςτϊνουμε, πρϊτον, ότι ο υλικοτεχνικόσ εξοπλιςμόσ του «δικοφ» μασ ξυλουργείου, απζχει παραςάγγεσ από αυτόν του ΟΘΕ κι αυτό ςθμαίνει ότι πρζπει θ «Ελλθνικι Επιτροπι» να μαηζψει ςτθν Ελλάδα και να ςτείλει ςτθ Νικαράγουα περιςςότερα χριματα και μθχανιματα, για να γίνει το ξυλουργείο «μασ», όπωσ το πρότυπο του ΟΘΕ. Ακόμθ, από τθν ςθμερινι μασ επίςκεψθ διαπιςτϊνουμε ότι θ επανάςταςθ των Σαντινίςτασ ζχει διαμορφϊςει μια ςειρά ςοβαρά ςτελζχθ, όπωσ ο Χουριζλ, με κεωρθτικι κατάρτιςθ και εξειδικευμζνεσ γνϊςεισ, τα οποία προςπακοφν να αντιμετωπίςουν τισ ελλείψεισ από το εμπάργκο που τουσ ζχουν επιβάλλει οι Αμερικανοί και να ςυμβάλλουν, ςε πολφ δφςκολεσ ςυνκικεσ, ςτθν παραγωγικι αναςυγκρότθςθ τθσ χϊρασ τουσ. Επιςτρζφουμε με το κυβερνθτικό τηιπ του Χουριζλ ςτθν Μανάγκουα. Ψάχνουμε να βροφμε κάποιον, ςτο Υπουργείο Ρολιτιςμοφ. Ξανά, καταρρακτϊδθσ βροχι και φςτερα από λίγο λάμπει ο ιλιοσ και ςτεγνϊνουν τα πάντα. Φαγθτό ςτο «Churaco», απζναντι από το «Santos». Απόγευμα, βόλτα ςτο πολιτιςτικό κζντρο «ASTC». Καταπράςινο πάρκο. Ζκκεςθ ηωγραφικισ και φωτογραφίασ Κουβανϊν καλλιτεχνϊν. Ο Τςε, μζςα ςτουσ καπνοφσ του ποφρου του. «Artesaneria», με καυμάςια ηωγραφιςτά ξφλινα αντικείμενα λαϊκισ τζχνθσ και παραδοςιακζσ μάςκεσ. Ψάχνουμε το κρατικό βιβλιοπωλείο «La Ocarina». Το βράδυ, τρϊμε ψαρόςουπα ςτθ «Sara», το ςτζκι των διεκνιςτϊν. Εκεί ςυναντάμε τον Κϊςτα Κυριακίδθ, ζναν Κφπριο δθμοςιογράφο που ηει αρκετό καιρό ςτθ Νικαράγουα και μακαίνουμε νζα από Ελλάδα.
26
Παραςκευή 29 Ιουλίου: Μανάγκουα, το κομβόι των Αμερικάνων
Μαηί με πολλοφσ άλλουσ διεκνιςτζσ, ςυγκάτοικουσ ςτο «Hospetaje Santos», πθγαίνουμε ςτθν μεγάλθ «Ρλατεία τθσ Επανάςταςθσ», όπου βρίςκεται και το Κοινοβοφλιο και ο Κακεδρικόσ Ναόσ. Ρεριμζνουμε το κομβόι αυτοκινιτων με τουσ Αμερικανοφσ ειρθνιςτζσ που ξεκίνθςε από τθν Καλιφόρνια, διζςχιςε το Μεξικό και φτάνει ςτθν Μανάγκουα, αψθφϊντασ τον αποκλειςμό τθσ χϊρασ που ζχει επιβάλλει θ Αμερικάνικθ κυβζρνθςθ του ιγκαν. Μετά από κάμποςθ ϊρα, εμφανίηεται το κομβόι, με επικεφαλισ ζνα μεγάλο παλιό αμερικάνικο κίτρινο ςχολικό αυτοκίνθτο, ακολουκοφμενο από δεκάδεσ τηιπ, θμιφορτθγάκια και ΛΧ αυτοκίνθτα. Στο κίτρινο ςχολικό υπιρχε ηωγραφιςμζνθ θ πορεία που ακολοφκθςαν για φτάςουν ςτθν Μανάγκουα και ςε όλα τα αυτοκίνθτα, ςθμαίεσ του «FSLN» και διάφορα αντιπολεμικά και αντί-ιμπεριαλιςτικά ςυνκιματα. Κατεβαίνουν απ’ τα οχιματα δεκάδεσ άνκρωποι, άνδρεσ και γυναίκεσ, λευκοί και ζγχρωμοι, ταλαιπωρθμζνοι αλλά χαμογελαςτοί και αγκαλιάηονται, αρχικά με τουσ αμερικάνουσ φίλουσ τουσ που τουσ περιμζνουν μαηί μασ και ςτθ ςυνζχεια με όλουσ μασ. Αλθςμόνθτεσ ςκθνζσ, που δεν μποροφν να περιγραφοφν ςτο χαρτί. Δεν κα ξεχάςω 3-4 καροτςάκια με ανάπθρουσ πρϊθν ςτρατιϊτεσ από τον πόλεμο ςτο Βιετνάμ. Ζνασ απ’ αυτοφσ φοροφςε ζνα κόκκινο μπλουηάκι με μια μαφρθ ςτάμπα του Τςε επάνω και μασ χαιρετοφςε με υψωμζνθ τθ γροκιά του… Οι αμερικάνοι διεκνιςτζσ κατευκφνονται ςτθ ςυνζχεια ςτο Δθμαρχείο, όπου τουσ υποδζχεται ο …Ραλαιςτίνιοσ Διμαρχοσ τθσ Μανάγκουα, που όπωσ μακαίνουμε, ηει από χρόνια εκεί. Αφινοντασ τθν πλατεία τθσ Επανάςταςθσ, πθγαίνουμε ςε μια προγραμματιςμζνθ επίςκεψθ ςε ζνα ςχολείο, για να δοφμε μια ςχολικι βιβλιοκικθ. Τα παιδιά του ςχολείου είναι κακαρά και ντυμζνα ομοιόμορφα με τθν ςχολικι ςτολι τουσ. Μασ περιτριγυρίηουν, αγκαλιάηουν τθν Βάςω, τα αγκαλιάηει κι εκείνθ, βγάηουμε φωτογραφίεσ μαηί τουσ και ζνα κοριτςάκι μασ ηθτάει να τθσ ςτείλουμε μια φωτογραφία από τθν Ελλάδα. Θ Βάςω τθσ το υπόςχεται και το κοριτςάκι τθσ γράφει τθν διεφκυνςι τθσ.(7) Ακολουκεί μια επίςκεψθ ςτο «Tel-Cor» (το τθλεφωνικό κζντρο τθσ Μανάγκουα), όπου επικοινωνοφμε, φςτερα από αρκετζσ διαδικαςίεσ με τουσ δικοφσ μασ ανκρϊπουσ ςτθν Ελλάδα. Κατόπιν, μια βόλτα ςτο Ράρκο, μζχρι το Κζατρο «Ruben Dario», όπου μαηεφω ζνα μιςόςκουριαςμζνο άδειο κάλυκα από πολυβόλο, απομεινάρι μιασ μάχθσ που δόκθκε κάποτε εκεί και τελικά, βρίςκουμε το βιβλιοπωλείο «La Ocarina» που ψάχναμε, απ’ όπου αγοράηουμε μερικά ακόμθ βιβλία, αφίςεσ και κάρτεσ. Το μεςθμζρι, ςτο «Santos» για ξεκοφραςθ και το βράδυ για φαγθτό ςτο Σαλβαδοριανό ςτζκι «Izalco», με θλεκτρονικι μουςικι από ζναν Αμερικανό «ντιςκ-τηόκεϊ». Φεφγοντασ περνάμε και ρίχνουμε μια ματιά με τθν Χουλιζτα, τον Αντϊνθ, τον Γιάννθ και τθν Δϊρα, ςτο μπαρ του Dexter «Ραπαγάλοσ», με ρζγγε μουςικι από τηοφκ-μποξ και ατμόςφαιρα «ςκυλο-ντίςκο»…
27
άββατο 30 Ιουλίου: Επίςκεψη ςτη Μαςάγια, το «Volcano» και την Γρανάδα
Αναχϊρθςθ με τον Φελζκθ και τθν Δϊρα ςτισ 8 το πρωί, αυτι τθ φορά με το ςωςτό τραίνο, για τθν Μαςάγια, 44 χλμ από τθν Μανάγκουα, μια από τισ πόλεισ που ίδρυςαν οι Λςπανοί αποικιοκράτεσ, χτιςμζνθ ςτισ όχκεσ μιασ μικρισ ομϊνυμθσ λίμνθσ. Βόλτα και καφζσ ςτο κζντρο τθσ πόλθσ. Επιςκεπτόμαςτε τθν «Μercado», τθν μεγάλθ παραδοςιακι υπαίκρια και κλειςτι αγορά με τισ «αρτιηανερίεσ» και αγοράηουμε ξφλινα και ψάκινα είδθ λαϊκισ τζχνθσ. Στθν ςυνζχεια, μπαίνουμε ς’ ζνα μεγάλο βιβλιοπωλείο και λίγο πιο κάτω ανακαλφπτουμε ζνα όμορφο γυναικείο ςτζκι, όπου διαπιςτϊνουμε μιλϊντασ με τισ γυναίκεσ που το διαχειρίηονται, ότι υπάρχουν οργανωμζνεσ γυναικείεσ ομάδεσ με ςθμαντικι κοινωνικι παρζμβαςθ. Φαγθτό ςε ζνα από τα θμι-υπαίκρια εςτιατόρια τθσ Αγοράσ.
28
Αποφαςίηουμε να πάμε με λεωφορείο τθσ γραμμισ ςτο Εκνικό Ράρκο τθσ Μαςάγια, που βρίςκεται ςχετικά κοντά. Φτάνοντασ εκεί, γνωριηόμαςτε με Σουθδοφσ διεκνιςτζσ που ετοιμάηονται να πάνε με ζνα ανοιχτό θμιφορτθγάκι Toyota που ζχουν νοικιάςει, ςτο «Volcano Sadiago», το πιο διάςθμο από τα πολλά θφαίςτεια που υπάρχουν ςτθν περιοχι του Εκνικοφ Ράρκου. Σκαρφαλϊνουμε όλοι μαηί ςτθν ανοιχτι καρότςα του θμιφορτθγοφ και ανεβαίνουμε ςτθν κορυφι του «Volcano», όπου υπάρχει ζνασ μεγάλοσ ςταυρόσ. Το διάχυτο θφαιςτειακό υλικό ςε όλθ τθ διαδρομι, δίνει μια εντφπωςθ εφιαλτικι. Στο κοντινό «Museo de Education Ambiental», όπου παρουςιάηεται θ γεωλογικι εξζλιξθ τθσ περιοχισ μεταξφ άλλων πλθροφοριακϊν και ιςτορικϊν ςτοιχείων, εντυπωςιακά είναι κάποια ςχζδια και εικόνεσ που παρουςίαηαν, μερικοφσ αιϊνεσ πριν, τουσ αυτόχκονεσ κατοίκουσ-Λνδιάνουσ τθσ περιοχισ, να τρζχουν να ςωκοφν από τισ εκριξεισ του θφαιςτείου και τθν φλογιςμζνθ λάβα να τουσ κυνθγά. Από ζνα τουριςτικό εςτιατόριο-μπαρ, πολφ ωραίο δείγμα αρχιτεκτονικισ, με εξαιρετικι κζα, αγναντεφουμε ολόκλθρθ τθν γφρω περιοχι.
29
Επιςτροφι ςτθ Μαςάγια υπό βροχι, με το ανοιχτό θμιφορτθγάκι των Σουθδϊν κι από ‘κει με λεωφορείο ςτθ Γρανάδα. Αποφαςίηουμε να μείνουμε το βράδυ εκεί και βρίςκουμε δωμάτια ςτο ξενοδοχείο «Vargas». Ζχει βραδιάςει, βγαίνουμε για μια πρϊτθ βόλτα ςτθν πόλθ και ψάχνουμε για το χορευτικό κζντρο-εςτιατόριο «Oasis», που μασ ζχουν πει ότι αξίηει να πάμε... Το βρίςκουμε μετά από αρκετι αναηιτθςθ, είναι εκεί και οι Σουθδοί με το Toyota, γνωρίηουμε και μια Ουρουγουανι, τθν ίβα. Ακοφμε ηωντανι latin μουςικι και αποηθμιωνόμαςτε για το φαγθτό που αργεί, τρϊγοντασ για πρϊτθ φορά ςτθ ηωι μασ ψθτοφσ αςτακοφσ, που ςτθν Νικαράγουα θ τιμι τουσ είναι πολφ μικρι ςχετικά με τθν Ελλάδα. Αιςκανόμαςτε για πρϊτθ φορά, ότι οι ντόπιοι μασ βλζπουν όπωσ εμείσ βλζπουμε τουσ ξζνουσ τουρίςτεσ, όταν τρϊνε αςτακό ςτα παραλιακά μαγαηιά του Τουρκολίμανου… Ζχει περάςει θ ϊρα. Στο δρόμο για το ξενοδοχείο ςυναντάμε ζναν Νικαραγουανό με ζναν πιτςιρικά Αμερικανό που μασ ρωτάει αν ξζρουμε κάποιο κοντινό ξενοδοχείο να κοιμθκεί. Τον πθγαίνουμε ς’ αυτό που μζνουμε, αλλά δεν ζχει άδεια δωμάτια. Ευτυχϊσ, ο ξενοδόχοσ τον βολεφει κάπου, ςε μια γωνιά τθσ ειςόδου.
30
επάνω: πρόςφατθ φωτογραφία τθσ «εκκλθςίασ τθσ Γουαδελοφπθσ» και δεξιά, χαρακτθριςτικά κτιρια ςτο κζντρο τθσ Γρανάδα.
Κυριακή 31 Ιουλίου: Μια μζρα ςτη Γρανάδα
Ξυπνάμε για πρϊτθ φορά ςε ζνα διαφορετικό περιβάλλον από αυτό του «Santos» και βγαίνουμε για να δοφμε τθν Γρανάδα, που κεωρείται θ ωραιότερθ πόλθ τθσ Νικαράγουα. Χτιςμζνθ το 1524, ςτισ όχκεσ τθσ μεγάλθσ λίμνθσ τθσ Νικαράγουα Cocibolca, από τον Λςπανό Francisco Hernandez de Cordoba, διατθρεί μια ατμόςφαιρα αποικιακισ αρχιτεκτονικισ, με καυμάςια κτίρια, πλατείεσ και πάρκα. Ρίνουμε καφζ ςτθν καταπλθκτικι κεντρικι πλατεία και πάμε βόλτα με ανοιχτι άμαξα, μζχρι τθν πλατεία τθσ Λςπανίασ και τον παλιό ςτακμό του τραίνου. Από κει, μια άλλθ βόλτα ςτθν λίμνθ, όπου βρίςκεται το τουριςτικό κζντρο. Ξαφνικά, ςυναντάμε τυχαία τον Χουριζλ, τον αρμόδιο για το ξυλουργείο, που βρίςκεται εκεί με ΛΧ αυτοκίνθτο, περιμζνοντασ κάποιουσ άλλουσ… Είναι πολφ φιλικόσ μαηί μασ, μασ λζει ότι ζχει λίγο χρόνο ελεφκερο και μασ προτείνει να μασ πάει μια βόλτα. Φυςικά δεχόμαςτε. Μπαίνουμε ςτο αυτοκίνθτό του και μασ πθγαίνει ςτθν πίςω πλευρά του καταπράςινου Ράρκου τθσ λίμνθσ, όπου βρίςκεται ζνα ζρθμο λιμανάκι, με ζνα ςκθνικό που κυμίηει άγρια δφςθ: Ζνα saloon, με μια ταμπζλα απ’ ζξω που γράφει «No Blacks-No Indians» («Όχι μαφροι-Όχι ινδιάνοι») και μια άλλθ που γράφει «Se vende Marijuana» («Πωλείται μαριχουάνα»). Δίπλα 31
ςτθν είςοδο του saloon, είναι ςτθμζνθ μια αγχόνθ. Μασ εξθγεί ο Χουριζλ ότι το όλο ςκθνικό ςτικθκε για να γυριςτεί μια ταινία western και μετά εγκαταλείφκθκε. Φτιάχνω ακαριαία ζνα «ςενάριο», ότι μασ τθν ζπεςαν οι αντεπαναςτάτεσ Κόντρασ και φωτογραφίηω τον Φελζκθ με τθν κρεμάλα περαςμζνθ ςτο λαιμό του. «Θα τθν ςτείλω ςτθν Ελλάδα και κα γίνεισ ιρωασ», του λζω. Εκεί κοντά, κάποιοσ μικροπωλθτισ πουλάει πράςινεσ φρεςκοκομμζνεσ καρφδεσ. Τισ κοιτάμε με περιζργεια. Ο Χουριζλ αγοράηει δφο καρφδεσ, ο μικροπωλθτισ με μια χαντηάρα τισ κόβει ςτα δυο και ο Χουριζλ μασ δίνει να πιοφμε τον χυμό. Τον ευχαριςτοφμε, μασ χαιρετάει και φεφγει. Συνεχίηουμε τον περίπατο και φτάνουμε ςε ζνα ςθμείο όπου ενοικιάηουν βάρκεσ με κουπιά. Αποφαςίηουμε να πάρουμε μία και μαηί με τον βαρκάρθ που κωπθλατεί, ξεκινάμε μια βόλτα ςτθ λίμνθ με τισ 318 isletas (νθςάκια), όπωσ μασ λζνε. Ρερνϊντασ με τθν βάρκα ανάμεςα από τα νθςάκια, το κζαμα είναι μαγευτικό: ςυναντάμε ατομικζσ βαρκοφλεσ από κορμοφσ δζντρων που τισ οδθγοφν παιδάκια μζχρι δζκα χρονϊν, που πθγαίνουν από το ζνα νθςάκι ςτο άλλο, για να δουν τουσ φίλουσ τουσ και να παίξουν. Στα περιςςότερα νθςάκια υπιρχε μια και μοναδικι καλφβα, όπου πατροπαράδοτα, ιταν το ςπίτι μιασ και μόνο οικογζνειασ. Ο βαρκάρθσ μασ προτείνει να μασ πάει ςτο νθςάκι τθσ δικισ του οικογζνειασ και φυςικά δεχόμαςτε. Φανταςτικι εμπειρία. Θ γυναίκα του βαρκάρθ μαγειρεφει ςτθν φπαικρο με ξφλα, ςε μια πρωτόγονθ χφτρα και τα κουτςοφβελά του τρϊνε με ξφλινα κουτάλια, ςε κάτι χοντρά πιλινα πιάτα. Ριο πζρα υπάρχουν κάποια παραδοςιακά πζτρινα μαγειρικά ςκεφθ, που φαίνεται ότι είναι κλθρονομιά των προγόνων τουσ. Δεν τόλμθςα να ρωτιςω τι γίνεται με τα ακάκαρτα λφματα, αν πάνε όλα ςτθ λίμνθ. Ππωσ και να ’ναι, θ λίμνθ είναι τεράςτια, ςκζφτθκα…
32
Συνεχίηοντασ με τθν βάρκα, ςε μια όχκθ τθσ λίμνθσ, διακρίνουμε ζναν τεράςτιο βράχο, όπωσ τα «μενίρ» του Οβελίξ, με χαραγμζνα πάνω του ςφμβολα των αυτοχκόνων ινδιάνων που ηοφςανε αιϊνεσ πριν, ς’ αυτι τον λίμνθ. Ριο πζρα βλζπουμε και άλλα ινδιάνικα πζτρινα μνθμεία. Ρροςπακϊ να φανταςτϊ πϊσ κα ιταν θ κατάςταςθ εδϊ πριν 500 χρόνια, πριν δθλαδι ζρκουν οι Λςπανοί και με πιο βίαιο τρόπο ειςζβαλαν αυτοί ςτον τρόπο ηωισ των ικαγενϊν. Ακόμθ, αναλογίηομαι πωσ μπορεί θ ςθμερινι κυβζρνθςθ των Σαντινίςτασ να αντιμετωπίςει τισ ςυνκικεσ ηωισ όςων εξακολουκοφν να ηουν ςτθ λίμνθ, ςτον βακμό που θ λίμνθ αναβακμιςτεί ςε ζναν ςθμαντικό τουριςτικό προοριςμό. Διαπιςτϊνω ότι ζχω «ξεφφγει» και προςγειϊνομαι ςτθν πραγματικότθτα που βιϊνει ςιμερα θ χϊρα. Επιςτρζφουμε ςτθν Γρανάδα και ςε ζνα εςτιατόριο τρϊμε ψθτά ψάρια από τθν λίμνθ για 6.000 κόρντοβασ. Καταλιγουμε ςτον ςτακμό και μζχρι να ζρκει το τραίνο για τθν Μανάγκουα, περνάμε τθν ϊρα μασ κουβεντιάηοντασ με μια χαριτωμζνθ ντόπια πιτςιρίκα που τριγυρνά αδζςποτθ εκεί, τθν Elma-Patricia Ramires.
33
Δευτζρα 1 Αυγοφςτου: Μανάγκουα, γιορτή αν Ντομίνγκο
Ρροςπακοφμε από το «Tel-Cor» να επικοινωνιςουμε με τον γιο μασ τον Γιϊργο ςτθν Ελλάδα. Δεν τον βρίςκουμε ςτο ςπίτι και ανθςυχοφμε. Ακόμθ δεν γφριςε από τθν Κριτθ, όπου πιγε διακοπζσ. Το απόγευμα πθγαίνουμε με τον Γιάννθ και τθν Δϊρα ςτθν γιορτι του Σαν Ντομίνγκο, του πολιοφχου τθσ Μανάγκουα. Βριςκόμαςτε για πρϊτθ φορά ςε μια λαϊκι ςυνοικία όπου κυριαρχεί θ φτϊχεια και θ εξακλίωςθ, αλλά ο κόςμοσ προςπακεί με τθν γιορτι να ξεδϊςει. Σ’ ζνα λοφνα-παρκ γίνονται κάποια μικροεπειςόδια μεταξφ αςτυνομίασ και πιτςιρικάδων. Καταλαβαίνουμε ότι εδϊ κλζβουν. Χαηεφουμε ς’ ζνα χορευτικό κζντρο και ζνασ αςτυνομικόσ με χτυπάει φιλικά ςτθν πλάτθ, προειδοποιϊντασ με να προςζχω τθν τςάντα που κρζμονταν από τον ϊμο μου. Γυρίηω και τθν ανοίγω και διαπιςτϊνω ότι μου τθν είχαν κόψει με ξυράφι και είχαν προςπακιςει, χωρίσ να το καταφζρουν τελικά, να μου αρπάξουν τθ φωτογραφικι μου μθχανι που είχα βάλει μζςα. Φεφγουμε από κει και πθγαίνοντασ ςε ζναν πιο κεντρικό δρόμο, πζφτουμε πάνω ςε μια εντυπωςιακι παρζλαςθ καβαλάρθδων, ντυμζνων με ακριβά ροφχα και όλα τα ςχετικά αξεςουάρ. Στθν αρχι νομίςαμε ότι ιταν μζροσ τθσ γιορτισ του Σαν Ντομίνγκο, όμωσ ςτθν ςυνζχεια διαπιςτϊνουμε ότι πρόκειται για κάποιουσ αντιδραςτικοφσ αςτοφσ, οργανωμζνουσ ςε ζναν κυριλζ ιππικό όμιλο. Θ αςτυνομία, ςταματά τουσ καβαλάρθδεσ, τουσ απαγορεφει να παρελάςουν ςτον κεντρικό δρόμο και τουσ υποδεικνφει να πάνε ςε ζνα διπλανό δρομάκι. Αυτοί αρνοφνται και με τςαμπουκά επιμζνουν να περάςουν από τον κεντρικό δρόμο, αγνοϊντασ και τςαλαπατϊντασ όςουσ βρίςκονται μπροςτά τουσ, μεταξφ των οποίων και κάποιουσ αςτυνομικοφσ. Αυτοί «τα παίρνουν ςτο κρανίο» κι αρχίηουν να βαράνε με τα κλομπ τουσ ιππείσ, ςτα χζρια και ςτα πόδια, αναγκάηοντάσ τα άλογα να υποχωριςουν και τουσ καβαλάρθδεσ να πάνε από το δρομάκι. Ο κόςμοσ ξεςπάει ςε χειροκροτιματα κι εμείσ διαπιςτϊνουμε, ότι για πρϊτθ φορά ςτθ ηωι μασ, είμαςτε με το μζροσ των αςτυνομικϊν. Μζςα ς’ αυτό το κλίμα, προςπακϊ να φωτογραφίςω τθν όλθ φάςθ και εκείνθ τθν ςτιγμι μου τελειϊνει το φιλμ! Ευτυχϊσ ο Γιάννθσ, αποκανατίηει το επειςόδιο με τθν τεράςτια βιντεοκάμερα που είχε φζρει από τθν Ελλάδα και τθν είχε τότε μαηί του. Ρθγαίνουμε προσ το «Intercontinental», ζξω από το οποίο ζχουν καταλιξει οι «καουμπόθδεσ» του ιππικοφ ομίλου, κάνοντασ επιδείξεισ με τα άλογά τουσ. Ρίνουν ακριβζσ μπφρεσ, με γκόμενεσ που βγαίνουν από τισ πιςίνεσ του ξενοδοχείου και τουσ υποδζχονται. Σιμερα παίρνουμε μια «πρϊτθ γεφςθ» από τισ πραγματικζσ αντικζςεισ που κυριαρχοφν ςτθν Νικαράγουα του 1988… 34
Σρίτη 2 Αυγοφςτου: Μανάγκουα
Μζρα τακτοποίθςθσ εκκρεμοτιτων για τθν επιςτροφι μασ μζςω Μόςχασ και προετοιμαςίασ του ταξιδιοφ μασ ςτθν ατλαντικι πλευρά τθσ Νικαράγουα, όπου θ κατάςταςθ είναι περίπλοκθ και υπάρχουν αυξθμζνα μζτρα αςφαλείασ. Κατ’ αρχιν, αλλάηουμε χριματα από τθν τράπεηα. Ρθγαίνουμε ςτθν «Aeroflot» και κλείνουμε τθν επιςτροφι για τθν Μόςχα με τθν πτιςθ που κα μασ επιτρζψει να μείνουμε μερικζσ μζρεσ εκεί. Στθ ςυνζχεια πάμε με τον Αντϊνθ, ςτο Σοβιετικό Ρροξενείο, ςτουσ «Les Collines» για να ηθτιςουμε Visa. Αναμονι. Κάποιοι γλοιϊδεισ ςοβιετικοί υπάλλθλοι με τα μζτρα αςφαλείασ που ζχουν, μασ ςπάνε τα νεφρα. Ράμε ςτθν «CNSP», τθν «Οργάνωςθ Αλλθλεγγφθσ των λαϊν», παίρνουμε εφκολα μια «προζγκριςθ» λόγω τθσ ςυμμετοχισ μασ ςτθν «Ελλθνικι Επιτροπι Αλλθλεγγφθσ ςτθ Νικαράγουα» και καταλιγουμε ςτθν «Migration», ςτο Υπουργείο Εςωτερικϊν, όπου ηθτάμε άδεια δζκα θμερϊν για Bluefields και Corn Islands, από τον «Tur-Nica» (ο τουριςτικόσ οργανιςμόσ τθσ Νικαράγουα), πλθρϊνοντασ 8 δολάρια. Το μεςθμζρι τρϊμε ςτθ «Sara», βρίςκουμε εκεί τον Κϊςτα, τον Κφπριο δθμοςιογράφο, οπότε μακαίνουμε και τα νεϊτερα από τθν πατρίδα.
Μανάγκουα, 1952, πάρκο Rubin Dario.
35
Σετάρτη 3 Αυγοφςτου: Από τη Μανάγκουα ςτην Πονελόγια
Ρρωί-πρωί πθγαίνουμε να τθλεφωνιςουμε ςτθν Ελλάδα. Βρίςκουμε ςτο ςπίτι τον γιο μασ τον Γιϊργο, που ζχει γυρίςει από τισ διακοπζσ ςτθν Κριτθ και πάει θ ψυχι μασ ςτθ κζςθ τθσ. Αγοράηω μερικά φιλμ, «Agfa» ζχουν μόνο. Με τον Γιάννθ και τθν Δϊρα, πθγαίνουμε ςτον Στακμό των Λεωφορείων για τθν Λεόν, όπου γίνεται χαμόσ. Ευτυχϊσ προλαβαίνουμε και βρίςκουμε κζςθ ςτο λεωφορείο και πάμε κακιςτοί, Φτάνοντασ ςτθν Λεόν, βρζχει. Ραίρνουμε ταξί και πάμε ςτον Στακμό για τθν Ρονελόγια. Εκεί, αν και δεν βρίςκουμε κζςθ ςτο mini-bus τθσ γραμμισ, αποφαςίηουμε να πάμε όρκιοι, ςυμμετζχοντασ «αλλθλζγγυα» ςτο ςτριμωξίδι, ςκεπτόμενοι ότι δεν είναι ςωςτό να υφαρπάηουμε τισ ελάχιςτεσ κζςεισ των λεωφορείων από τουσ ντόπιουσ. Στισ 2:30 μμ φτάνουμε ςτθν Ρονελόγια που βρίςκεται 19 χλμ δυτικά τθσ Λεόν και μζνουμε άφωνοι. Ρρόκειται για μια μαγευτικι παραλία ςτισ ακτζσ του Ειρθνικοφ Ωκεανοφ με τροπικι βλάςτθςθ, ςχεδόν ζρθμθ, με ελάχιςτο κόςμο αυτι τθν εποχι. Ρειναςμζνοι, βρίςκουμε το μοναδικό ανοιχτό εςτιατόριο, που μασ ετοιμάηει το μοναδικό φαγϊςιμο που ζχει: κάτι τεράςτιεσ τθγανιτζσ ψαροφκλεσ!
36
Μετά το φαγθτό, βρίςκουμε το μοναδικό ανοιχτό ξενοδοχείο, αυτι τθν «εκτόσ ςεηόν» γι’ αυτοφσ περίοδο, το «Lacaya». Είναι μια ξφλινθ διϊροφθ παλιά καταςκευι δίπλα ςτθ κάλαςςα, τθσ εποχισ του Σομόηα, που διατθρεί ακόμθ τθ γοθτεία του. Κάνουμε να μποφμε ςτο δωμάτιο του πρϊτου ορόφου με κζα τθ κάλαςςα, που μασ δϊςανε, και απ’ τθν ανοιχτι μπαλκονόπορτα φτερουγίηουν νυχτερίδεσ που είχαν βρει καταφφγιο ςτθν ψθλοτάβανθ ξφλινθ ςτζγθ, που υπιρχε πάνω μασ, χωρίσ να μεςολαβεί κάποια ενδιάμεςθ οροφι. «Πάμε να φφγουμε από δω», λζει τρομαγμζνθ θ Βάςω. Τθν κακθςυχάηω και μζνουμε ς’ αυτό το δωμάτιο με τθν εξαιρετικι κζα προσ τον Ειρθνικό Ωκεανό, που αντικρίηαμε για πρϊτθ φορά ςτθ ηωι μασ… Ξεκουραηόμαςτε μζχρι αργά και το βράδυ κατεβαίνουμε ςτο κακιςτικό του ιςογείου, όπου γνωριηόμαςτε με Γερμανοφσ διεκνιςτζσ και φεμινίςτριεσ. Μασ εντυπωςιάηει μια παρζα πανκ, με επίκεντρο τθν Μαρία.
37
38
Πζμπτη 4 Αυγοφςτου: Πονελόγια, Ειρηνικόσ Ωκεανόσ
Ξυπνάμε και ακοφμε το βουθτό τθσ κάλαςςασ. Βγαίνουμε ςτο μπαλκονάκι του δωματίου μασ, βλζπουμε τθν ατζλειωτθ αμμϊδθ παραλία και δεν πιςτεφουμε ςτα μάτια μασ.
Ρρωινό μπάνιο ςτον Ειρθνικό Ωκεανό, ηεςτό νερό, τεράςτια κφματα, ανακατεμζνθ άμμοσ. Οι ςυνκικεσ δεν είναι οι καλφτερεσ, αλλά εμείσ το χαιρόμαςτε. 39
Μετά το μπάνιο πάμε βόλτα ςτο διπλανό λιμανάκι, όπου μόλισ ζχουν καταφκάςει οι ψαράδεσ τθσ περιοχισ με κάτι μακριζσ ξφλινεσ ρθχζσ βάρκεσ, χωρίσ καρίνα, γεμάτεσ καλάςςιεσ χελϊνεσ και μικρά καρχαριοειδι, που ψάρεψαν τθν νφχτα ςτον Ειρθνικό, όχι πολφ μακριά από τισ ακτζσ Το κζαμα είναι εντυπωςιακό: Γυναίκεσ ξεχωρίηουν με μαχαίρια το κρζασ από τισ χελϊνεσ και τα ψάρια που είναι να φαγωκεί ι να πουλθκεί και το υπόλοιπο το πετάνε ςτα ςκυλιά που τριγυρίηουν εκεί. Ανάμεςα τουσ πθγαινοζρχονται πιτςιρίκια, κρατϊντασ υπολείμματα από τισ χελϊνεσ που μάλλον κα τουσ χρθςιμζψουν αργότερα για να φτιάξουν παιγνίδια. Φωτογραφίηουμε και βιντεοςκοποφμε το ςυμβάν και οι ντόπιοι μασ κοιτάνε με απορία ςαν να μασ λζνε: «Πρϊτθ φορά βλζπετε καλάςςιεσ χελϊνεσ; Ναι, εμείσ από αυτζσ ηοφμε…».
40
41
Αφινουμε τουσ ψαράδεσ και προχωράμε ςε μια παραλία με απζραντεσ αμμουδιζσ, φοίνικεσ, καλφβεσ ντόπιων. Κάπου εκεί εκβάλει και ζνα ποτάμι. Το τοπίο είναι φανταςτικό. Ξαναγυρίηουμε ςτο ξενοδοχείο και κάνουμε ξανά μπάνιο ςτθ κάλαςςα. Ζχουμε πεινάςει και ςτο μοναδικό εςτιατόριο μασ ψινουν γαρίδεσ. Εγϊ, από περιζργεια, ηθτάω να δοκιμάςω αυγά χελϊνασ. Δεν ιταν αυτό που φανταηόμουν. Δεν ιταν τθγανθτά ι ψθτά. Ιταν βραςτά, ι μάλλον μιςοβραςμζνα… δεν τα ςυνιςτϊ… Κοιμόμαςτε και ξυπνάμε αργά. Ζχει ςκοτεινιάςει. Ράμε μια νυχτερινι βόλτα ςτθν άμμο με τουσ Γερμανοφσ και επιςτρζφουμε ςτα δωμάτιά μασ.
Παραςκευή 5 Αυγοφςτου: Από την Πονελόγια ςτην Μανάγκουα
Ξυπνάμε πρωί και πζφτουμε κατευκείαν ςτθ κάλαςςα. Το κφματα ζχουν κοπάςει. Στθν άμμο βρίςκω παρατθμζνο ζνα κομμάτι κορμοφ δζντρου. Κόβω μερικά υπζροχα λουλοφδια από ζνα γειτονικό κιπο και τα τοποκετϊ ςτο κομμζνο δζντρο, βάηω και το καπζλο μου επάνω και προκφπτει μια ςουρεαλιςτικι ςφνκεςθ, που προςελκφει διάφορουσ να τθν φωτογραφιςουν.
42
Γυρίηουμε ςτο ξενοδοχείο, παίρνουμε για πρωινό καφζ, αυγά και φαςόλια, κάτι που ςυνθκίηεται εκεί και κάνουμε μια τελευταία βόλτα με τουσ Γερμανοφσ ςτο διπλανό λιμανάκι των ψαράδων. Σιμερα ζχουν πιάςει μεγάλεσ χελϊνεσ και ζναν ςχετικά μεγάλο καρχαρία που τον κομματιάηουν.
Αναχωροφμε ςτισ 11 πμ με ανοιχτό φορτθγό για τισ εκβολζσ ενόσ άλλου ποταμοφ, ςτθν άλλθ άκρθ τθσ Ρονελόγια και φτάνουμε μζχρι τον ςτακμό των λεωφορείων τθσ Ρονελόγια, ςτθν Λεόν. Από εκεί παίρνουμε λεωφορείο περνϊντασ μζςα από τθν Λεόν, μζχρι τον ςτακμό για τθν Μανάγκουα. Το ςτριμωξίδι για τθν ζκδοςθ ειςιτθρίων για τθν Μανάγκουα είναι τρομακτικό. Φτάνουμε το απόγευμα ςτθ Μανάγκουα υπό βροχι. Υπάρχουν πολλζσ εκκρεμότθτεσ για το ταξίδι μασ ςτθν Costa Atlántica και τα Corn Islands. Ραίρνουμε τισ άδειεσ από τον «Tur-Nica», αλλάηουμε 40 δολάρια από τθν Τράπεηα, αγοράηω φιλμ και γυρίηουμε ςτο «Hospetaje Santos». Μασ βολεφουν για ζνα βράδυ ςε ζνα άλλο δωμάτιο, αφινουμε κάποια πράγματα ςτθ Χουλιζτα και πάμε ςτθ «Sara» για φαγθτό. Αποχαιρετάμε τον Κϊςτα, που φεφγει τισ μζρεσ που κα λείπουμε. 43
άββατο 6 Αυγοφςτου: Μανάγκουα
Ετοιμαηόμαςτε για το ταξίδι μασ ςτθν ακτι του Ατλαντικοφ. Αν κζλουμε να βροφμε ειςιτιρια για το λεωφορείο, πρζπει να ςτθκεί κάποιοσ ςτθν ουρά όςο γίνεται νωρίτερα, επειδι οι κζςεισ του λεωφορείου είναι περιοριςμζνεσ. Αναλαμβάνω εγϊ εκελοντικά και ςτινομαι από τισ 7:30 το πρωί ςτον ςτακμό των λεωφορείων για τθν άμα. Στισ 2 το μεςθμζρι ανοίγει το γκιςζ, είμαι ςχετικά μπροςτά και καταφζρνω να πάρω τα πολυπόκθτα ειςιτιρια για τουσ τζςςερισ μασ: Τον Γιάννθ τθ Δϊρα, τθν Βάςω και το δικό μου. Ρεριμζνοντασ ςτθν ουρά τόςεσ ϊρεσ, γνωρίηω τον Στεφάν, ζνα εικοςάρθ που περιμζνει κι αυτόσ για ειςιτιριο. Ριάνουμε κουβζντα και μου λζει ότι είναι αντιρρθςίασ ςυνείδθςθσ, από το Αμβοφργο και ότι ταξιδεφει ςτθ Νικαράγουα μόνοσ του, για να τθν γνωρίςει. Διαπιςτϊνω τθν ωριμότθτα με τθν οποία αντιμετωπίηει τα πράγματα, θ οποία κεωρϊ ότι απζχει παραςάγγασ από αυτιν των παιδιϊν τθσ θλικίασ του ςτθν Ελλάδα. Με τα ειςιτιρια ςτο χζρι, επιςτρζφω ςτο «Santos». Δεν ζχουμε πλζον δωμάτιο γιατί φεφγουμε το βράδυ και δεν κα κοιμθκοφμε εκεί. Αράηουμε με τθν Βάςω λίγο ςτισ αιϊρεσ, που τόςο τθσ άρεςαν και φεφγουμε για να πάμε ςτο «Tel-Cor» για να τθλεφωνιςουμε ςτουσ γονείσ μου. Μακαίνω δυςάρεςτα νζα και ανθςυχϊ για τον πατζρα μου. Το βραδάκι μακαίνουμε ότι ςτο πολιτιςτικό κζντρο «ASTC», ζχει μια εκδιλωςθ με ποίθςθ και μουςικι. Αποφαςίηουμε να πάμε, όμωσ ςτθ είςοδο δεν μ’ αφινουν να μπω, γιατί φοροφςα ςορτςάκι. «Πρόκειται για ςοβαρι εκδιλωςθ», μασ ο Σαντινίςτα πορτιζρθσ κι αποχωροφμε αναγκαςτικά, βλζποντασ τουσ ειςερχόμενουσ να φοράνε κοςτοφμια και τουαλζτεσ. Σχολιάηουμε ότι θ επανάςταςθ, είναι φαίνεται πολφ πιο ςοβαρι υπόκεςθ απϋ όςο πιςτεφαμε… Καταλιγουμε τελικά ςε ζνα περίπου ςκυλάδικο απζναντι από το «Hospetaje Santos», όπου θ Βάςω ζχει «κατακτιςεισ». Ξαναγυρίηουμε ςτον οικείο χϊρο τθσ αυλισ του «Santos» και χαλαρϊνουμε καμιά ϊρα ςτισ αιϊρεσ.
44
Κυριακή 7 Αυγοφςτου: Από τη Μανάγκουα ςτην Ράμα και ςτην ατλαντική ακτή
Μεςάνυχτα, αναχωροφμε με ταξί για τον ςτακμό των λεωφορείων τθσ άμα. Στα παγκάκια του Στακμοφ, προςπακοφμε να κοιμθκοφμε λίγο. Κάποια ςτιγμι, εμφανίηεται ζνα μεγάλο κίτρινο λεωφορείο κι αρχίηει να φορτϊνει. Μεγάλο ςτριμωξίδι. Βρίςκουμε τισ κζςεισ που είχα πάρει μετά από 6½ ϊρεσ αναμονι το πρωί, μόνο που ςτα κακίςματα που είναι για δφο άτομα πρζπει να κακίςουμε τρεισ, για να πάνε κακιςτοί περιςςότεροι. Ευτυχϊσ που από μασ, δεν είναι κανείσ πολφ χοντρόσ και οι ντόπιοι είναι ςχεδόν πάντα, πολφ αδφνατοι. Γνωρίηουν και άλλοι τον Στεφάν, τον Γερμανό αντιρρθςία ςυνείδθςθσ που είχα γνωρίςει το πρωί.
Το λεωφορείο ξεκινάει τελικά ςτισ 3:45 πμ και κινείται βορειοανατολικά. Κοιμόμαςτε λιγάκι ςτα κακίςματα, κατάκοποι από τθν κοφραςθ κι αιςκανόμαςτε ςαν να κλζβουμε τον φπνο, απ’ αυτοφσ που ταξιδεφουν όρκιοι και ςτριμωγμζνοι ςτον διάδρομο του λεωφορείου. Ζχει ξθμερϊςει, φτάνουμε ςτθν Juigalpa, που βρίςκεται 150 περίπου χλμ από τθ Μανάγκουα και κάνουμε μια μικρι ςτάςθ: θ φτϊχεια και θ εξακλίωςθ των ανκρϊπων είναι εμφανισ. Οι Σαντινίςτασ είναι εκεί, με τα ςτρατιωτικά τουσ ροφχα, οπλιςμζνοι. Συνεχίηουμε, περνάμε από το Santo Tomas και τθν Villa Santino. Διαςχίηοντασ ςτθ ςυνζχεια τροπικά δάςθ φτάνουμε κατά το μεςθμζρι ςτθν άμα, που βρίςκεται 300 περίπου χιλιόμετρα από τθ Μανάγκουα και αποτελεί το τζρμα του μοναδικοφ αυτοκινθτόδρομου τθσ χϊρασ, που οδθγεί προσ τθν ακτι του Ατλαντικοφ Ωκεανοφ. Από κει και πζρα, πρζπει να ςυνεχίςουμε με ποταμόπλοιο. Στθν άμα ρίχνει βροχι με το τουλοφμι. Ρεριμζνουμε ςτθν ουρά, ξανά με τον Στεφάν, για να πάρουμε ειςιτιρια για το ποταμόπλοιο «Mission of Peace», που γεμίηει αμζςωσ και αναχωρεί ςτθ 1 μμ για τα Bluefields, ςτθν ακτι του Ατλαντικοφ, διαςχίηοντασ τον ποταμό Rio Escondido.
45
Θ διαδρομι με το ποταμόπλοιο μζςα ςτθ ηοφγκλα, είναι φανταςτικι, αλλά και αρκετά επικίνδυνθ. Αυτό το διαπιςτϊνουμε και από τθν παρουςία οπλιςμζνων ςτρατιωτϊν Σαντινίςτασ, που μασ ςυνοδεφουν με τα όπλα ςτα χζρια και τα μάτια ςτραμμζνα ςτισ όχκεσ του φαρδιοφ ποταμοφ. Ππωσ μακαίνουμε από άλλουσ ντόπιουσ επιβάτεσ, το πλοίο είχε δεχτεί πριν λίγεσ μζρεσ επίκεςθ από τουσ Κόντρασ, τουσ αντιδραςτικοφσ μιςκοφόρουσ των Αμερικάνων και είχε τραυματιςτεί μια διεκνίςτρια από εξοςτρακιςμό ςφαίρασ. Μασ δείχνουν μάλιςτα και κάποιεσ τρφπεσ ςτισ λαμαρίνεσ του καραβιοφ από τισ ςφαίρεσ. Οι Σαντινίςτασ ςυνοδοί ςτρατιϊτεσ, κάτι 18χρονα παλικαράκια, μασ διαβεβαιϊνουν για το γεγονόσ και μασ λζνε ότι είναι καλφτερα να μποφμε μζςα ςτο καράβι και να μθν βγαίνουμε ζξω όςο βριςκόμαςτε ςτθ ηοφγκλα, όπου μπορεί να υπάρχουν Κόντρασ. «Εδϊ κα αφιςουμε τα κοκαλάκια μασ», λζει θ Βάςω και χωνόμαςτε για λίγο μζςα ςτο ποταμόπλοιο, όμωσ ξεπερνάμε γριγορα τον φόβο μασ και ξαναβγαίνουμε ζξω.
46
47
Φτάνουμε λίγο πριν νυχτϊςει ςτα Bluefields, μια κωμόπολθ ςτθν άκρθ τθσ ηοφγκλασ, χτιςμζνθ από Άγγλουσ αποικιοκράτεσ, ςτισ εκβολζσ του ποταμοφ Rio Escondido και μιασ εκτεταμζνθσ λιμνοκάλαςςασ. Ψάχνουμε για πανδοχείο να μείνουμε. Ρρϊτθ εντφπωςθ: μια πόλθ εγκαταλειμμζνθ. Μιςοςκόταδο ςτουσ δρόμουσ, μαγαηιά λίγα και ελάχιςτα φωτιςμζνα, υπαίκριοι μικροπωλθτζσ που φωτίηουν τθν πραμάτεια τουσ με κεριά και αςετιλίνεσ. Ρθγαίνουμε ςτο ξενοδοχείο «Bluefields», αλλά το εγκαταλείπουμε γιατί μασ λζνε ότι δεν ζχει ςυνεχϊσ τρεχοφμενο νερό, για να κάνουμε μπάνιο. Ράμε παρακάτω ςτο «Hospetaje Cueto». θμαδιό το ξενοδοχείο, άκλιο δωμάτιο, κατςαρίδεσ πθγαινοζρχονται. Ζχει όμωσ νερό να κάνουμε μπάνιο, μετά τθν όλθ ταλαιπωρία αυτισ τθσ μζρασ. Αποφαςίηουμε να μείνουμε, κάνοντασ ντουσ με διάχυτα αιςκιματα ςιχαςιάσ. Τελικά μασ δίνουν ζνα καλφτερο δωμάτιο, τρίκλινο, χωρίσ κατςαρίδεσ. Για δυο βραδιζσ πλθρϊνουμε ςυνολικά 1820 κόρντοβασ (750 δραχμζσ). Βγαίνουμε μια βόλτα ςτθν πόλθ. Βρζχει ςυνεχϊσ. Εδϊ κυριαρχοφν διάφορεσ ράτςεσ Αγγλόφωνων μαφρων, οι Λςπανόφωνοι είναι λιγότεροι. Ζχουμε γενικά τθν εντφπωςθ ότι βριςκόμαςτε ςε ζναν άλλο κόςμο, τίποτα δεν κυμίηει τθν Νικαράγουα που γνωρίςαμε μζχρι ςιμερα. Μόνο θ παρουςία ςτρατιωτϊν των Σαντινίςτασ. Τρϊμε ς’ ζνα «καλό» εςτιατόριο, λίγο ακριβότερα από τθ Μανάγκουα και πάμε για φπνο.
48
Δευτζρα 8 Αυγοφςτου: Bluefields
Βόλτα ςτθν πόλθ, θμζρα αυτι τθ φορά, που διαπιςτϊνουμε ότι ζχει ζνα δικό τθσ, μοναδικό χρϊμα: Κίνθςθ, ηωντάνια, λιγότεροι μικροπωλθτζσ, κακόλου ηθτιανιά. Στο λιμάνι βζβαια τα πράγματα είναι διαφορετικά: Αποκικεσ γεμάτεσ πράγματα, ςαβοφρα, βάρκεσ φορτωμζνεσ με φροφτα ϊριμα που ςαπίηουν, δυςοςμία, βρϊμα, κι ανάμεςα μικροζμποροι, εργάτεσ που φορτϊνουν και ξεφορτϊνουν, αργόςχολοι. Κυμίηει κάτι μυκιςτοριματα εποχισ.
49
50
Φεφγουμε από κει και ςτεκόμαςτε ςε μια παιδικι χαρά, όπου φωτογραφιηόμαςτε με τα παιδιά που παίηουν με μια ςκουριαςμζνθ μπουλντόηα. Ρερίπατοσ ςτθ ςυνοικία προσ το Νεκροταφείο. Σπίτια που κυμίηουν ςκθνικά ταινίασ western. Για μεςθμεριανό, τρϊμε γαριδόςουπα και αςτακοφσ με ςάλτςα. Στισ 3 το μεςθμζρι ζχουμε ραντεβοφ με κάποιον καπετάνιο ενόσ ψαράδικοφ που μασ ςφςτθςαν, για να πάμε ςτα Corn Islands (τα «Islas del Maíz» ςτα Λςπανικά), τα δυο «νθςάκια του Καλαμποκιοφ» που ανικουν ςτθν Νικαράγουα και βρίςκονται ςτον Ατλαντικό, προσ τθ Καραϊβικι Κάλαςςα και τθν Τηαμάικα. Τον περιμζνουμε υπομονετικά, αλλά δεν ζρχεται. Ο Φελζκθσ, για να περάςει θ ϊρα φιλμάρει γφρω-γφρω με τθν τεράςτια βιντεοκάμερά του. Κάποια ςτιγμι, μασ πλθςιάηει ζνα «λαγωνικό» τθσ αςφάλειασ των Σαντινίςτασ και ηθτάει από τον Γιάννθ να τον ακολουκιςει. Εμείσ, για ςυμπαράςταςθ πθγαίνουμε μαηί του. Τον πάει ςτο κοντινό αςτυνομικό τμιμα και του ηθτάει τα χαρτιά του, άδεια παραμονισ κλπ. Τουσ τα δίνει και τουσ εξθγεί ότι είμαςτε από τθν «Ελλθνικι Επιτροπι Αλλθλεγγφθσ ςτθν Νικαράγουα», οπότε ο αςφαλίτθσ καταλαβαίνει ότι είμαςτε δικοί του. Μασ χαμογελάει και το ςυμβάν κεωρείται λιξαν. Το απόγευμα ψάχνουμε ςτο «Centre de la Salud», για ζναν Λςπανό γιατρό που κα μασ ζδινε χάπια για τθν μαλάρια. Δεν τον βρίςκουμε, όμωσ βρίςκουμε ζναν άλλο καπετάνιο, για να μασ πάρει αφριο πρωί-πρωί μαηί του ςτα Corn Islands, εφ’ όςον δεν υπάρχει δθμόςια ςυγκοινωνία και ο μόνοσ τρόποσ να πάμε εκεί είναι με ψαροκάικο. 51
Το βράδυ πίνουμε μπφρεσ με τον Στεφάν και μια Καταλανι δαςκάλα από τθν Βαρκελϊνθ, που διδάςκει εκελοντικά Αγγλικά ςτθ Λεόν. Τρϊμε ςτο πόδι, ςτο δρόμο, ζνα περίεργο φαγθτό, ςυκωτάκια και ρίηεσ από κάτι άγνωςτο ςε μασ και πάμε για φπνο γιατί αφριο πρζπει να ξυπνιςουμε πρωί. Φιλοξενοφμε με τθ Βάςω, χωρίσ να το καταλάβει ο ξενοδόχοσ, ςτο δωμάτιό μασ τον Στεφάν, ςτο τρίτο κρεβάτι που ιταν ελεφκερο. Ιταν αποφαςιςμζνοσ να κοιμθκεί ζξω, για να μθν πλθρϊςει ξενοδοχείο, αφοφ τα λεφτά του ιταν ελάχιςτα και δεν ιξερε τι κα πλθρϊναμε ςτα Corn Islands.
52
Σρίτη 9 Αυγοφςτου: Από τα Bluefields ςτο El Bluff, ςτον Ατλαντικό Ωκεανό και ςτα Corn Islands
Αναχωροφμε από το ξενοδοχείο ςτισ 5:30 το πρωί για το λιμάνι. Στισ 6, παίρνουμε ζνα καραβάκι που μασ μεταφζρει ςτο El Bluff, ζναν οικιςμό που βρίςκεται ςτθν άλλθ πλευρά των εκβολϊν του ποταμοφ Rio Escondiro, ακριβϊσ απζναντι από τα Bluefields, ςτθν ςυμβολι με τον Ατλαντικό Ωκεανό. Από το ςθμείο του λιμανιοφ που μασ αφινει το καραβάκι, ξεκινάμε με τα πόδια μια πορεία, φορτωμζνοι με όλα μασ τα πράγματα προσ ζνα άλλο ςθμείο, όπου κα επιβιβαςτοφμε ςτο καράβι, που ςυμφωνιςαμε χτεσ να μασ πάει ςτα Corn Islands. Διαπιςτϊνουμε ότι δίπλα μασ, περπατάνε αρκετοί ακόμα διεκνιςτζσ, αλλά κυρίωσ Νικαραγουανοί, φορτωμζνοι με κάτι τεράςτια καλάκια γεμάτα τρόφιμα και άλλα είδθ που δεν ξεχωρίηουμε τι είναι. Φαίνεται ότι ενϊ είναι γνωςτι θ αναχϊρθςθ του καραβιοφ ςτισ τοπικζσ αρχζσ, αυτοί κάνουν τα ςτραβά μάτια, ςε κάποια πράγματα που πρζπει να μεταφερκοφν ςτα νθςιά. Φτάνουμε ςτο ςθμείο απϋ το οποίο κα γίνει θ αναχϊρθςι μασ και διαπιςτϊνουμε ότι τα μαδζρια ςτθν υποτυπϊδθ προβλιτα που κα δζςει το πλοίο μασ, είναι μιςό-κατεςτραμμζνα. Σε κάποιο ςθμείο, ζχει απομείνει μόνο μιςό μαδζρι και το ςίδερο τθσ βάςθσ που το ςτθρίηει. Από κάτω είναι θ κάλαςςα. Ράνω ς’ αυτό το ςίδερο, πρζπει να ιςορροπιςει κανείσ, για να φτάςει περπατϊντασ αργά-αργά προσ το καράβι. Μόλισ βλζπει θ Βάςω από ποφ πρζπει να περάςει, πακαίνει ςοκ. «Αδφνατον να περάςω εγϊ από ‘κει…», λζει. Το ίδιο και κάποιοι ακόμα διεκνιςτζσ. Για τουσ ντόπιουσ φαίνεται να μθν υπάρχει κανζνα πρόβλθμα. Αγχωνόμαςτε όλοι. Ρωσ κα φφγουμε από εδϊ; Στισ 8 ζρχεται το καράβι. Είναι ιδθ γεμάτο, με εμπορεφματα, φορτϊνει κι άλλα. Ο καπετάνιοσ λζει ότι δεν μπορεί να πάρει επιβάτεσ. Ρολλοί ντόπιοι ςθκϊνονται και φεφγουν. Ο Φελζκθσ που μιλάει Λςπανικά, βρίςκει ζναν ζνςτολο και ζνοπλο ςτρατιϊτθ Σαντινίςτα που παρακολουκεί τθν όλθ διαδικαςία, του εξθγεί ότι φτάςαμε μζχρι εδϊ προωκϊντασ προγράμματα αλλθλεγγφθσ ςτθ χϊρα του και ο Σαντινίςτα ςτρατιϊτθσ πείκεται και λζει ςτον καπετάνιο να μασ πάρει μαηί του. Εκείνοσ, δζχεται και μασ λζει να ανεβοφμε. Ο Στεφάν, θ Δϊρα και ο Γιάννθσ, ιςορροποφνε ςτο ςίδερο τθσ χαλαςμζνθσ προβλιτασ και μπαίνουνε ςτο πλοίο. Εγϊ με τθν Βάςω μζνουμε ςτθ προκυμαία. «Μζχρι εδϊ ιτανε για μασ…», λζει πικραμζνθ θ Βάςω. Ενϊ ετοιμάηομαι να φωνάξω ςτουσ άλλουσ: «κα ςασ βροφμε ςτθ Μανάγκουα…», μασ πλθςιάηει ζνασ ντόπιοσ νεαρόσ που παρακολουκεί τθν όλθ ςκθνι και μασ δείχνει δίπλα μασ μια βαρκοφλα, λζγοντάσ μασ (απ’ όςα καταλαβαίνουμε) ότι αν πλθρϊςουμε τον βαρκάρθ, μπορεί να μασ πάει ςτο καράβι με τθ βαρκοφλα του. Δεχόμαςτε, του δίνω αυτά που ηθτάει, μπαίνουμε ςτθν βαρκοφλα και πλευρίηουμε το πλοίο. Ο καπετάνιοσ μασ φωνάηει να μθν ανζβουμε, αλλά ο ςτρατιϊτθσ Σαντινίςτα μασ κάνει νόθμα να ςαλτάρουμε. Το κατάςτρωμα του πλοίου είναι περίπου 1½ μζτρο ψθλότερα από τθ βαρκοφλα. Θ Βάςω είναι αδφνατο να πθδιξει επάνω μόνθ τθσ. Υπό δραματικζσ ςυνκικεσ, τθν τραβάει από πάνω ο Φελζκθσ κι ο Στεφάν από τα χζρια, τθν βάηω να πατιςει τουσ ϊμουσ μου, ςθκϊνομαι και τθν ςπρϊχνω, βοθκάει μαηί και ο βαρκάρθσ 53
από κάτω και τελικά ςκαρφαλϊνει ςτο πλοίο, καταχειροκροτοφμενθ από διεκνιςτζσ και ντόπιουσ. Ρθδάω κι εγϊ επάνω και πίςω μου, από μια άλλθ βάρκα ανεβαίνουν μερικοί ακόμα ντόπιοι, αδιλωτοι απ’ ότι φαίνεται. Ανεβαίνοντασ ςτο πλοίο διαπιςτϊνουμε ότι δεν υπάρχει χϊροσ να κακίςουμε: Το πλοίο είναι γεμάτο τςουβάλια από ρίηεσ και πράςινεσ μπανάνεσ. Εν τω μεταξφ πιάνει βροχι και δεν υπάρχει κάποιοσ ςτεγαςμζνοσ χϊροσ να ςτακοφμε.. Τα αδιάβροχά μασ περνάνε και το νερό μουςκεφει το κορμί μασ. Ευτυχϊσ ςε λίγο ςταματάει θ βροχι, βγαίνει ο ιλιοσ και ςτεγνϊνουμε. Θ αναχϊρθςθ αργεί. Γίνεται ζλεγχοσ επιβατϊν υπό τθν παρουςία Σαντινίςτασ αξιωματικϊν. Μασ περνάνε όλουσ εκτόσ από τθ Βάςω, ς’ ζνα άλλο καράβι που είναι πλευριςμζνο δίπλα μασ και μασ ξαναβάηουν μζςα ςτο πλοίο μετρϊντασ μασ ξανά. Τίκεται ηιτθμα να φφγουν κάποιοι. Για εμάσ κακαρίηουν οι Σαντινίςτασ και ευτυχϊσ παραμζνουμε ςτο καράβι. Τελικά αναχωροφμε ςτισ 9. Μόλισ βγαίνουμε από το λιμάνι, διαπιςτϊνουμε ότι μια πεντάμετρθ βάρκα βρίςκεται δεμζνθ (παράνομα απϋ ό,τι φαίνεται) ςτο καράβι μασ, για να μεταφερκεί ςτο Corn Island. Τθν βλζπουν οι ςτρατιϊτεσ να τθν ςζρνει ςτθν κάλαςςα το καράβι μασ και διατάηουν από τον αςφρματο τον καπετάνιο να γυρίςει το πλοίο πίςω. Εκείνοσ, υπακοφει και επιςτρζφουμε ςτο λιμάνι, ςτο El Bluff. Ανακρίνεται ο καπετάνιοσ από τθν αςτυνομία. Αργοπορία. Τα νεφρα μασ τεντϊνουν. Μασ περνάνε όλουσ ξανά ςτο διπλανό πλοίο, εκτόσ από τθν Βάςω και γίνεται ζνασ ακόμθ ζλεγχοσ επιβατϊν. Βρίςκουν ζνα πιτςιρικά επιπλζον και τον μαηεφουν. Γίνεται κατάςχεςθ τθσ βάρκασ, που προςπάκθςαν κάποιοι να ςφρουν με το ψαροκάικο ςτο νθςί. Τελικά, μασ επιτρζπουν να φφγουμε κατά τισ 12 το μεςθμζρι…
54
Το ταξίδι μασ για τον «μφκο» των Corn Islands, 100 χλμ μακριά, επιτζλουσ ξεκινά. Θ κάλαςςα είναι καλι, χωρίσ κφματα και αζρα. Θ αρχικι ευεξία ότι ταξιδεφουμε ςτον Ατλαντικό Ωκεανό μ’ αυτό το καρυδότςουφλο, δίνει τθ κζςθ τθσ ςτθν απίςτευτθ ταλαιπωρία: Ξαναπιάνει βροχι. Πταν ςταματάει, ο ιλιοσ μασ χτυπάει κατακζφαλα. Δεν ζχουμε που να κακίςουμε και που να προφυλαχτοφμε. Θ Βάςω τα ζχει παίξει, το ίδιο και όλοι μασ. Δραματικζσ ϊρεσ. Κακόμαςτε πάνω ςτα τςουβάλια με τισ πράςινεσ μπανάνεσ. Κοιμόμαςτε λίγο ακουμπϊντασ ςτο τραπζηι μιασ ςτοιχειϊδουσ θμι-υπαίκριασ κουηίνασ του πλοίου και ςτο κατϊφλι τθσ πόρτασ. Λίγο πιο πζρα, μζςα ςτθ ντάλα του ιλιου, ζνασ νεαρόσ ντόπιοσ, λίγο «πειραγμζνοσ» προφανϊσ, ηει ςτον κόςμο του ηωγραφίηοντασ ςε ζνα τετράδιο αςτεριςμοφσ και Γαλαξίεσ, κάνοντασ πολφπλοκουσ μακθματικοφσ υπολογιςμοφσ.
55
Στισ 6 το απόγευμα, μετά από 6 ϊρεσ ταξίδι, φτάνουμε ςτο μεγάλο Corn Island. Το τοπίο που αντικρίηουμε από το πλοίο είναι μαγικό: παραλίεσ με απζραντεσ αμμουδιζσ, πυκνι βλάςτθςθ, φοίνικεσ που φτάνουν μζχρι τθν κάλαςςα, θςυχία, κανζνασ κόρυβοσ, ελάχιςτα ςπίτια. Κατεβαίνουμε ς’ ζνα κάπωσ διαμορφωμζνο χϊρο, το λιμάνι του νθςιοφ και ψάχνουμε να βροφμε τθν πανςιόν «White house», που μασ είχε προτείνει να πάμε θ Καταλανι που γνωρίςαμε ςτα Bluefields. Μασ λζνε ότι βρίςκεται ςτον διπλανό κόλπο, τθν «Playa de Coco» και περπατάμε φορτωμζνοι μζςα από ζνα πανζμορφο δάςοσ, λίγο πριν νυχτϊςει, ζχοντασ τθν αίςκθςθ ότι ηοφμε ζνα όνειρο. Βρίςκουμε τθν πανςιόν, που αποδεικνφεται τελικά ζνα απλό ςπιτάκι, αλλά δεν ζχει διακζςιμα δωμάτια. Τo ίδιο ςυμβαίνει και ςε μερικζσ ακόμθ πανςιόν που νοικιάηουν δωμάτια εκεί γφρω. Ζχει πια νυχτϊςει. Με τθν ςυνοδεία ενόσ ςυμπακζςτατου τοπικοφ «μπάτςου» ςτον οποίο καταφφγαμε για βοικεια, γυρνάμε όλα τα ςπίτια που νοικιάηουν δωμάτια. Ο άνκρωποσ είναι ςυνειδθτόσ Σαντινίςτα, καταλαβαίνει τθν ταλαιπωρία που ζχουμε τραβιξει όλθ μζρα και μασ κουβαλάει ζνα μζροσ από τα μπαγκάηια μασ, για να μασ ξεκουράςει λιγάκι. Πλα τα δωμάτια είναι γεμάτα αυτι τθν εποχι. Τα νεφρα μασ τεντϊνουν. Τα πόδια μασ δεν μασ πάνε άλλο. Θ κοφραςθ ξεπερνάει τα όρια τθσ αντοχισ μασ. Στο τελευταίο ςπίτι που μασ πάει ο Σαντινίςτα, μια θλικιωμζνθ γυναίκα πείκεται απϋ αυτόν για τθν ταλαιπωρία μασ και μασ λζει αν κζλουμε να περάςουμε απόψε τθν νφχτα ςε μια βεράντα με τρεισ καναπζδεσ και αφριο κα φφγουν κάποιοι. Δεχόμαςτε, δεν υπάρχει και άλλθ λφςθ. Ευχαριςτοφμε τον φίλο «μπάτςο» Σαντινίςτα που μασ αφινει εκεί και φεφγει.
56
Ρεινάμε. Πςα τρόφιμα είχαμε πάρει μαηί μασ, ζχουν τελειϊςει προ πολλοφ. Ηθτάμε από τθν γυναίκα αν ζχει τίποτα να φάμε. Μασ φζρνει κάτι πρόχειρο, θ ϊρα είναι περαςμζνθ. Βρϊμικοι, ελεεινοί και τριςάκλιοι, περνάμε μια αξζχαςτθ νφχτα ςτουσ καναπζδεσ, αναμζνοντασ τθν αυριανι μζρα.
Σετάρτη 10 Αυγοφςτου: Corn Island
Πλθ νφχτα τα κουνοφπια μασ τςιμπάνε αςταμάτθτα. Από τισ 4 πμ, μόλισ πάμε να γλαρϊςουμε και να κοιμθκοφμε λιγάκι, ζνασ κόκορασ «βαλτόσ»… δεν ςταματά ν’ αναγγζλλει ότι ξθμερϊνει μια καινοφργια μζρα. Το ξθμζρωμα μασ βρίςκει κακιςμζνουσ ςτουσ πάγκουσ ι ξαπλωμζνουσ ςτο δάπεδο τθσ βεράντασ. Ραρ’ όλα όςα τραβιξαμε χκεσ, ζχουμε χαλαρϊςει λιγάκι. Μόλισ αντικρίηουμε το μαγικό φυςικό περιβάλλον ςτο οποίο βριςκόμαςτε, τα ξεχνάμε όλα. Κάποιοι ζνοικοι φεφγουν πρωί-πρωί για να προλάβουν το πλοίο για τα Bluefields. Εξαςφαλίηουμε ζνα δωμάτιο. Τρϊμε ζνα καλό πρωινό ςτθν βεράντα που ξενυχτιςαμε, με φαςόλια, αυγά, ρφηι, τθγανθτζσ μπανάνεσ
57
και αρτόψωμο, το οποίο προζρχεται από ζνα δζντρο που βλζπουμε για πρϊτθ φορά. Θ Βάςω με τα διαρκι προβλιματα ςτο ςτομάχι, ξερνάει, αλλά αμζςωσ μετά ςυνζρχεται. Ριάνει ζνα ψιλοβρόχι. Μζςα ςτθ βροχι παίρνουμε τουσ λαςπωμζνουσ χωμάτινουσ δρόμουσ. Το τοπίο είναι φανταςτικό, ανεπανάλθπτο. Ο ουρανόσ καταγάλανοσ, με κάτι μεγάλα ολόλευκα ςφννεφα. Φωτογραφίηω κάτι καλοντυμζνα κοριτςάκια με μια άςπρθ ομπρζλα, που πθγαίνουν μόνα τουσ κάπου.
Φτάνουμε ςτθν πιο ςθμαντικι παραλία του νθςιοφ τθν «Playa de Coco», από τθν οποία περάςαμε χκεσ τθ νφχτα. Διαπιςτϊνουμε ότι υπάρχουν ιςόγεια ξφλινα ςπιτάκια, ελάχιςτα καταςτιματα που μπορεί να φάει κανείσ και κάποια μαγαηιά για τα ςτοιχειϊδθ. Στθν παραλία αντικρίηουμε ζνα κζαμα που μασ ςοκάρει: Ψαράδεσ ζχουν ψαρζψει μεγάλεσ καλάςςιεσ χελϊνεσ, ζχουν κομματιάςει το κρζασ μερικϊν απϋ αυτζσ και το πουλάνε ςτουσ ντόπιουσ. Τισ υπόλοιπεσ, τισ ζχουν δεμζνεσ με ςχοινιά χειροπόδαρα ςτθν άμμο τθσ παραλίασ για να τισ μεταφζρουν ηωντανζσ και να τισ πουλιςουν κάπου αλλοφ, ίςωσ ςτα Bluefields. Θ οικολογικι μου ςυνείδθςθ προσ ςτιγμι εξεγείρεται, αλλά γριγορα κατανοϊ ότι ο αρχζγονοσ «νόμοσ του ιςχυρότερου», δεν μπορεί παρά να ιςχφει και εδϊ. Είναι προφανζσ, ότι οι ντόπιοι ψαράδεσ δεν ςυςςωρεφουν κζρδθ και πλοφτθ, ψαρεφοντασ χελϊνεσ ςτον Ατλαντικό Ωκεανό με βαρκοφλεσ-καρυδότςουφλα, αλλά απλϊσ επιβιϊνουν. 58
59
Μετά τα όςα τραβιξαμε για να φτάςουμε μζχρι εδϊ, ζχουμε αποφαςίςει να γυρίςουμε ςτθν Μανάγκουα με το αεροπλάνο τθσ «Aeronica», τθσ κρατικισ εταιρίασ τθσ Νικαράγουα, που κάνει ζνα δρομολόγιο τθν θμζρα. Ράμε ςε ζνα ξφλινο κιόςκι, ςτθν άκρθ μιασ αποψιλωμζνθσ δαςικισ ζκταςθσ που κεωρείται ωσ «διάδρομοσ προςγείωςθσ», όπου είναι και το γραφείο τθσ «Aeronica». Κρατάμε κζςεισ για τισ 15 Αυγοφςτου. Στθν ςυνζχεια ψάχνουμε για δωμάτια, ς’ αυτι τθν κεντρικι παραλία. Ο Γιάννθσ και θ Δϊρα βρίςκουν ζνα καμαράκι ςτο «White House». Εμείσ δεν βρίςκουμε τίποτα κι ζτςι κα παραμείνουμε ςτθν απόμερθ αρχικι πανςιόν. Μια βάρκα φτάνει ςτθν παραλία γεμάτθ αςτακοφσ. Χαηεφουμε λιγάκι και πζφτουμε ςτθ κάλαςςα. Απόλαυςθ. Νερό πεντακάκαρο, ηεςτό, βυκόσ καταπράςινοσ. Ο Γιάννθσ ζχει πάκει θλίαςθ, ςτο καράβι μάλλον. Τα μαηεφουμε και ψάχνουμε για κανζνα εςτιατόριο να φάμε. ωτάμε κάτι Λςπανοφσ και πάμε μαηί τουσ ςε ζνα μικρό ςπιτάκι που φτιάχνει φαγθτό. Επιςτρζφουμε με τθν Βάςω ςτθν πανςιόν μασ με ζνα μικρό λεωφορείο, που διαπιςτϊνουμε ότι ςυνδζει τισ παραλίεσ. Κάνουμε ντουσ, πλζνουμε τα ροφχα μασ και πζφτουμε ςε ζνα βακφ φπνο.
60
Το απόγευμα, ξανά με τα παιδιά ςτθν «Playa del Coco». Σ’ ζνα κεντράκι-κιόςκι πίνουμε μπφρεσ αμερικάνικεσ με 600 κόρντοβασ θ μία και τρϊμε ψθτό αςτακό. Κάνουμε βόλτα ςτο ςκοτάδι. Μπαίνουμε ςε ζνα μπαράκι μαφρων ςτθν άκρθ τθσ παραλίασ, όπου μασ προτείνουν να αγοράςουμε μαριχουάνα. Κάποια μεγάλθ παρζα ζχει ανάψει φωτιά ςτθν άμμο, κάκονται γφρω-γφρω, καπνίηουν και ςυηθτάνε. Ρίνουμε ξανά μπφρεσ και επιςτρζφουμε μζςα ςτο ςκοτάδι ςτθν πανςιόν μασ. Αιςκανόμαςτε φόβο για πρϊτθ φορά. Στον δρόμο ςυναντάμε ζναν ντόπιο που μασ είχε βοθκιςει ςτο καράβι, ο οποίοσ μασ ςυνοδεφει μζχρι το δωμάτιό μασ.
Πζμπτη 11 Αυγοφςτου: Corn Island
Βρζχει αςταμάτθτα όλο το πρωί. Δεν ξεμυτίηουμε από το δωμάτιο. Εκνευριςμόσ, γκρίνια. Κατά τισ 12 φεφγουμε και περνάμε από τα παιδιά ςτο «White house» που κάποιοι το λζνε «Casa Blanka». Ο Γιάννθσ δεν ζχει γίνει ακόμθ καλά από τθν θλίαςθ. Τρϊμε ςτθ κοντινι ταβζρνα κοτόπουλο και ψάρι. Το απόγευμα κάνουμε μια βουτιά ςτθ κάλαςςα υπό απειλι βροχισ και ςυννεφιά. Ράμε βόλτα με τθν Δϊρα μζχρι το «Islenio», ζνα παλιό ιδιωτικό ξφλινο ξενοδοχείο που βρίςκεται ςε μια διπλανι παραλία. Είναι χρόνια κλειςτό και ζχουν αναλάβει οι Λταλοί τθσ ακροαριςτερισ οργάνωςθσ «Democrazia Proletaria» να το επιςκευάςουν για να λειτουργιςει ξανά. Εκεί γνωρίηουμε τθν Φράνκα, μια ςαραντάρα Λταλίδα, που αποτελεί τθν ψυχι τθσ ομάδασ που ζχει αναλάβει τισ επιςκευζσ του πρϊθν ξενοδοχείου. Τουσ βλζπουμε να δουλεφουν ςκλθρά και υποςχόμαςτε ότι αφριο κα ζρκουμε να τουσ βοθκιςουμε ςτθ δουλειά. Μασ λζνε να ζρκουμε ςτθν Γενικι Συνζλευςθ που κα γίνει το Σάββατο. Γυρίηουμε ςτο δωμάτιό μασ, με τθν Δϊρα, όπου ξεκινάμε μια ςυηιτθςθ που καταλιγει ςε καυγά. Ρερνάμε το βράδυ μίηερα ςτο δωμάτιο και πζφτουμε για φπνο νωρίσ. Τα κουνοφπια εξακολουκοφν να είναι ο μεγάλοσ μασ εφιάλτθσ.
61
62
Παραςκευή 12 Αυγοφςτου: Corn Island
Ξυπνάμε με λιακάδα. Σκζτθ μαγεία. Ρλζνουμε τα βρϊμικα ροφχα μασ, ςιμερα είναι ευκαιρία να ςτεγνϊςουν. Ρθγαίνουμε ςτο κζντρο. Βρίςκουμε ζνα δωμάτιο ςτθν «Casa Blanca». Είναι καλφτερο, πιο κακαρό αλλά εδϊ ζχει περιςςότερα κουνοφπια και μυρμιγκια. Το WC άκλιο… Αποφαςίηουμε να μθν πάμε εκεί. Ρθγαίνουμε με τθν Βάςω μζχρι το ζρθμο λιμάνι, εκεί που μασ κατζβαςε το πλοίο που μασ ζφερε απ’ τα Bluefiels. Βουτάμε ςτθν κάλαςςα ςε μια ζρθμθ παραλία, κοντά ςτο λιμάνι και κάνουμε ζνα αξζχαςτο, ανεπανάλθπτο μπάνιο. Βρίςκω ςτθν άμμο ζνα ψόφιο φίδι, ζναν βόα ίςα με το μπόι μου και θ Βάςω με φωτογραφίηει κρατϊντασ το κριαμβευτικά, ςαν να το ςκότωςα εγϊ. Κοντά ςε κάποιεσ καλφβεσ ψαράδων, κάποιοσ ςκφλοσ που τον φωνάηουν «Ερνζςτο» μασ παίρνει από πίςω. Το μεςθμζρι, τρϊμε πάλι ψάρια και πάμε να ξεκουραςτοφμε ςτο δωμάτιό μασ.
Το απόγευμα βριςκόμαςτε με τθν Δϊρα και τoν Γιάννθ, που ζχει ςυνζλκει και πάμε ςτουσ Λταλοφσ ςτο «Islenio». Δεν χρειάηεται μασ λζνε, να δουλζψουμε. Καυμάηουμε τθν οργάνωςι τουσ. Ζχουν παγωμζνο κρφο τςάι, μπφρεσ, κοινό φαγθτό, κοινό ταμείο. Το βράδυ το περνάμε ςτθν παραλία, παρζα με ζνα Καναδό και Γερμανοφσ διεκνιςτζσ, που ψινουν ςτθν άμμο καραβίδεσ, ψάρια, μπανάνεσ και κάτι ρίηεσ, πίνοντασ μπφρεσ και τοπικό ροφμι από το διπλανό μπαράκι-disco. Ρροςτίκενται ςτθν παρζα και κάποιοι Λςπανοί διεκνιςτζσ που καπνίηουν μαριχουάνα. Θ Κριςτιάνα ζχει γίνει φζςι… Στιγμζσ πραγματικισ «διεκνιςτικισ αλλθλεγγφθσ» με ντόπιουσ (μαφρουσ κυρίωσ), που τουσ κερνάμε ροφμι.
63
64
άββατο 13 Αυγοφςτου: Corn Island
Tα κουνοφπια «μασ ζχουν κερίςει». Ρρωί-πρωί πθγαίνουμε ςτο «Κζντρο Υγείασ». Δεν ζχουν να μασ δϊςουν τίποτα, για τα ςπυριά που ζχει γεμίςει το ςϊμα μασ απ’ τα τςιμπιματα. Μασ δίνουν κάτι χάπια για τθ μαλάρια. Κάνουμε μια μικρι βόλτα ςϋ αυτι τθν περιοχι του νθςιοφ και παίρνουμε από τθν «Aeronica» τα ειςιτιριά μασ για τθν Δευτζρα. Ψωνίηουμε από το «Tienta», ζνα κατάςτθμα που απευκφνεται ςτουσ ξζνουσ, αλλά βρίςκεισ και πράγματα που δεν υπάρχουν αλλοφ. Κάνουμε μπάνιο ςτθν παραλία του «Islenio». Το περιβάλλον φανταςτικό, με φοινικόδεντρα, πεντακάκαρθ κάλαςςα, εκτεταμζνθ αμμουδιά, κοχφλια, όςτρακα, κοραλλιογενι πετρϊματα. Το μεςθμζρι, ςτο κιόςκι για φαγθτό: μπιφτζκι μοςχαρίςιο με ψθτζσ μπανάνεσ και χυμό ανανά.
65
Το απόγευμα, παρακολουκοφμε τθν Γενικι Συνζλευςθ του χωριοφ, ςτθν αίκουςα υποδοχισ του «Islenio», οργανωμζνθ από τθν «Democrazia Proletaria», θ ςθμαία τθσ οποίασ ζχει αναρτθκεί και δεςπόηει ςτθν αίκουςα. Συηθτάνε όλοι μαηί, ντόπιοι κάτοικοι και διεκνιςτζσ που ζχουν αναλάβει τθν επιςκευι του ξενοδοχείου, τθν πορεία των μζχρι τϊρα εργαςιϊν και τον προγραμματιςμό των επόμενων ενεργειϊν. Εκεί γνωριηόμαςτε με Βζλγουσ του «PCB».
66
Τo βράδυ, κάνουμε μια ακόμθ βόλτα με τον Γιάννθ και τθν Δϊρα, όπου πετυχαίνουμε ςτο αναψυκτιριο τον γάμο κάποιων ντόπιων. Γυρίηουμε ςτο δωμάτιό μασ για ζναν ακόμθ φπνομαρτφριο από τα κουνοφπια και τισ ςκνίπεσ. Θ φαγοφρα ςτο ςϊμα μου, ζχει εντακεί. Σκζφτομαι ότι μπορεί να είναι απ’ τα πολλά ψάρια και τα άλλα καλαςςινά που φάγαμε όλεσ αυτζσ τισ μζρεσ και αποφαςίηουμε να μθν φάμε ξανά καλαςςινά ς’ αυτό το ταξίδι.
Κυριακή 14 Αυγοφςτου: Επίςκεψη ςτο μικρό Corn Island
Σε ςυνεννόθςθ με τουσ Λταλοφσ, το πρόγραμμα τθσ ςθμερινισ μζρασ περιλαμβάνει επίςκεψθ με πλοίο ςτο γειτονικό μικρό νθςάκι, το μικρό Corn Island. Ξεκινάμε πρωί-πρωί για το ξενοδοχείο που μζνουν οι Λταλοί, οι οποίοι ζχουν αναλάβει τθν προετοιμαςία του ταξιδιοφ. Ανεβαίνουμε μαηί τουσ ςτθν ανοιχτι καρότςα από ζνα φορτθγάκι Toyota και διαςχίηοντασ ζνα πανζμορφο δάςοσ φτάνουμε ςτο λιμάνι. Οι Λταλοί ξεφορτϊνουν από ζνα πλοιάριο που υπάρχει ςτο λιμάνι, ξυλεία που προορίηεται για τθν επιςκευι του «Islenio». Εμείσ τουσ βοθκάμε. Οι ντόπιοι μασ χαηεφουν, δεν βοθκάνε ςτο ξεφόρτωμα τθσ ξυλείασ. Το πλοιάριο που ξεφορτϊςαμε, είναι αυτό που κα μασ πάει ςτο μικρό Corn Island. Αναμονι, ζλεγχοσ επιβατϊν, αναχϊρθςθ. Ο καιρόσ ςιμερα είναι καυμάςιοσ: Λιακάδα και καταγάλανοσ ουρανόσ, χωρίσ κακόλου ςυννεφάκια. Το ταξίδι από το μεγάλο ςτο μικρό Corn Island διαρκεί περίπου μια ϊρα. Πταν φτάνουμε, δεδομζνου ότι δεν υπάρχει διαμορφωμζνθ προβλιτα, τίκεται το ερϊτθμα: Κα αποβιβαςτοφμε ςε μια χαμθλι βάρκα που πλευρίηει το πλοίο θ κα κάνουμε βουτιά ςτθ κάλαςςα και κα κολυμπιςουμε μερικά μζτρα, μζχρι τθν ακτι. Θ Βάςω ςτθν αρχι πανικοβάλλεται, αλλά αυτι τθ φορά τα καταφζρνει και πθδάει ςτθ βάρκα, όπωσ κι εγϊ. Αρκετοί ντόπιοι και κάποιοι διεκνιςτζσ, βγαίνουν κολυμπϊντασ ςτθ ακτι.
67
Με τθν ίδια βάρκα, κατευκυνόμαςτε με τουσ Λταλοφσ και μερικοφσ άλλουσ διεκνιςτζσ ςτθν άλλθ πλευρά του νθςιοφ. Το τοπίο που ξεδιπλϊνεται μπροςτά ςτα μάτια μασ είναι μαγευτικό: βριςκόμαςτε ςτον παράδειςο, ςε ζνα νθςάκι χαμζνο ςτον Ατλαντικό που μόνο ςτα όνειρά μασ μποροφςαμε να φανταςτοφμε. Ζρθμεσ αμμουδιζσ, φοινικόδεντρα που φτάνουν μζχρι τθ κάλαςςα. Αποβιβαηόμαςτε με τθν βάρκα ςτθν αμμουδιά, ςε μια παραλία που δεν δείχνει τίποτα το ξεχωριςτό από τισ άλλεσ. Τθν ϊρα που πάω να κατζβω από τθν βάρκα ςτθν άμμο, ςτραβοπατάω και βρζχω το ςορτςάκι μου ςτθ κάλαςςα, ςε μιςό μζτρο νερό. Σε λίγο, από τον καυτό ιλιο, είναι πάλι ςτεγνό. Οι Λταλοί, με επικεφαλισ τθν Φράνκα, μασ οδθγοφν από ζνα μονοπάτι μζςα από πανφψθλα δζντρα και τροπικι βλάςτθςθ ςε ζνα ξζφωτο. Εκεί μασ περιμζνει και μασ υποδζχεται ο Μπιν: ζνασ ςαραντάρθσ Νικαραγουανόσ που ζχει αποφαςίςει να ηιςει εδϊ, με τθν οικογζνειά του, τθν γυναίκα του και τα δυο κοριτςάκια του, που εμφανίηονται αργότερα ντυμζνα με τα καλά τουσ ροφχα, άςπρα φορεματάκια και κόκκινεσ κορδζλεσ ςτα μαλλιά τουσ.
68
Θ γνωριμία με τον Μπιν είναι για μασ μια ζκπλθξθ: Μιλάει άπταιςτα αγγλικά και διακρίνουμε αρχικά ζνα άνκρωπο με ευγζνεια και ποιότθτα. Στθ ςυνζχεια διαπιςτϊνουμε ότι πρόκειται για ζναν διανοοφμενο που ζχει μια δικι του άποψθ για τθν «επανάςταςθ» και τθν εφαρμόηει ςτθν πράξθ. Μασ κερνάει δικό του αρτόψωμο και χυμό καρφδασ και μασ δείχνει το ςπίτι τουσ, που ζχει φτιάξει με τα χζρια του: είναι ζνα πετρόκτιςτο, διϊροφο κτίςμα που κυμίηει αρχιτεκτονικι του Καταλανοφ Antonio Gaudi, με θμι-υπαίκρια κουηίνα. Ζχει δικό του πθγάδι με πολφ καλό νερό και ξεχωριςτό χϊρο για τα κατοικίδια ηϊα του, που είναι πεντακάκαροσ όπωσ και το υπόλοιπο κτιμα του. Μασ κάνει μια βόλτα γφρω από το ςπίτι του και μασ δείχνει ζνα αυτοςχζδιο μθχάνθμα για ροφμι από ηαχαροκάλαμο που ζχει φτιάξει, ζνα χωράφι που ςπζρνει καλαμπόκι και μια μικρι φυτεία για τθν παραςκευι αρτόψωμου. Μασ οδθγεί μζςα από μια «ηοφγκλα» από φοίνικεσ, μάνγκο, αβοκάντο, ηαχαροκάλαμα, καρυδιζσ και μπανανιζσ, όπου μασ δίνει να δοκιμάςουμε από όλα.
69
Επιςτρζφουμε ςτο ςπίτι του Μπιν, μαγεμζνοι. Εκεί, παίρνει ζνα αυτοςχζδιο ζγχορδο όργανο και μασ παίηει μουςικι, ενϊ θ γυναίκα του, που ζχει φορζςει κι αυτι τα καλά τθσ ροφχα μασ κερνάει γλυκό από ανανά και μαρμελάδα που μόλισ ζφτιαξε. Ηοφμε μοναδικζσ ςτιγμζσ. Θ ϊρα ζχει περάςει και πρζπει να φφγουμε. Αποχωριηόμαςτε εγκάρδια τον Μπιν, τθν γυναίκα του και τα παιδιά του, ςυνειδθτοποιϊντασ ότι ςτο μικρό νθςάκι του Corn Island, ςυναντιςαμε μια μοναδικι περίπτωςθ αυτάρκειασ και δθμιουργικισ αντιμετϊπιςθσ των κακθμερινϊν αναγκϊν, τθσ τροφισ και τθσ ςτζγαςθσ. Μιπωσ εν τζλει, θ ςτιριξθ αντίςτοιχων πρωτοβουλιϊν και ενόσ ευρφτερου δικτφου αυτόνομων κοινοτιτων κα πρζπει να είναι ο ουςιαςτικόσ ςτόχοσ τθσ Επανάςταςθσ των Σαντινίςτασ; Φεφγοντασ, ζςφιξα το χζρι του Μπιν και κοιτϊντασ τον ςτα μάτια του είπα: «You are a big man…» (εννοϊντασ: «Είςαι ζνασ ςπουδαίοσ άνκρωποσ…»). Αυτόσ, ζκπλθκτοσ μου χαμογζλαςε με μια ςυςτολι, που δεν κα ξεχάςω ποτζ.(8) Κάνουμε μπάνιο ςε μια κάλαςςα-μαγεία. Απομακρφνομαι από τθν Βάςω και τουσ άλλουσ και αποφαςίηω να κάνω μια βόλτα μόνοσ μου. Ρερπατϊντασ ςτθν άμμο και εξερευνϊντασ τθν παραλία, ςκαρφαλϊνω ςε φοίνικεσ που ακουμπάνε ςτθ κάλαςςα. Αιςκάνομαι τον ςπάνιο ερεκιςμό και τθν ικανοποίθςθ όταν βρίςκομαι ςε ζνα ανεπανάλθπτο φυςικό περιβάλλον. Ανακαλφπτω ζνα πανζμορφο μεγάλο κοχφλι. Το αφινω ςτθν άμμο για να το πάρω ςτον γυριςμό αλλά όταν επιςτρζφω, δεν υπάρχει πια. Κάποιοσ άλλοσ πρόλαβε να το μαηζψει.
70
Μετά το αξζχαςτο αυτό μπάνιο, μζςα από μια μεγάλθ πορεία ςε ζνα καταπλθκτικό τροπικό δάςοσ-ηοφγκλα, επιςτρζφουμε με Λταλοφσ, Βζλγουσ και μια Αγγλίδα, ςτο λιμανάκι που μασ άφθςε το πλοίο που ιρκαμε το πρωί. Εκεί βλζπουμε να μασ περιμζνει ζνα μεγαλφτερο καράβι και πολλοί ντόπιοι που είχαν ζρκει και αυτοί ςτο νθςάκι για εκδρομι, να περάςουν τθν Κυριακι τουσ, ι για άλλεσ δουλειζσ. Πλο αυτό το πλικοσ, πάνω από 300 άτομα, επιβιβάηεται ςτο καράβι με μια βάρκα που φορτϊνει κόςμο από τθν άμμο και τθν τραβάνε από το καράβι με ςχοινιά. Επιβιβαηόμαςτε με τον ίδιο τρόπο κι εμείσ. Θ Βάςω τα καταφζρνει και ανεβαίνει εφκολα από τθ βάρκα ςτο καράβι.
71
Το ταξίδι τθσ επιςτροφισ είναι κι αυτό ανεπανάλθπτο. Ο καπετάνιοσ φαίνεται να ζχει πιει πολλζσ μπφρεσ και να ζχει μεκφςει. Στθν γζφυρα είναι μαηεμζνοι πολλοί άςχετοι, άντρεσ και γυναίκεσ και γίνεται «τθσ πουτάνασ». Ρίνουν, γλεντάνε διαςκεδάηουν. Το πλοίο δεν ακολουκεί ςτακερι πορεία, κάνει «τςαλίμια» και ελιγμοφσ. Ζνα βαρζλι που δεν είναι καλά δεμζνο πζφτει ςτθ κάλαςςα, Σταματάει το καράβι για να το μαηζψουν και γίνεται τθσ κακομοίρασ ςτο γζλιο. Τελικά το μαηεφει μια βάρκα με εξωλζμβια μθχανι που περνάει από κει κοντά και ωσ ανταμοιβι πετάνε από το καράβι ςτουσ επιβαίνοντεσ τθσ βάρκασ ζνα κιβϊτιο κρφεσ μπφρεσ. Τα «τςαλίμια» του καραβιοφ ςυνεχίηονται, επικρατεί ζνα γενικευμζνο κλίμα αναρχίασ και τότε ανάβει θ «μάχθ» των πιτςιρικάδων που βρίςκονται ςτθν πρφμνθ του καραβιοφ, με αυτοφσ που ζχουν ςκαρφαλϊςει πάνω από τθν καμπίνα πλοιγθςθσ: πετάνε φροφτα, κουκοφτςια και διάφορα ςκουπίδια, θ μια ομάδα ςτθν άλλθ. Γίνεται μεγάλθ πλάκα και επικρατοφν ςτιγμζσ κατάλυςθσ και περιφρόνθςθσ κάκε εξουςίασ. Μζςα ς’ αυτό το κλίμα ξεχωρίηω και εντοπίηω ζναν ντόπιο παπποφ με ευγενικι φυςιογνωμία, τηόκεϊ καπελάκι και λουλουδάτο πουκάμιςο, που κυμίηει Νζλςον Μαντζλα. Φαίνεται να το διαςκεδάηει κι αυτόσ, με τον «πόλεμο» των πιτςιρικάδων.
72
Φτάνουμε ςτο μεγάλο Corn Island ςτισ 6:30 μμ. Ζχει νυχτϊςει για τα καλά. Χαιρετιόμαςτε και χωρίηουμε με τουσ Λταλοφσ. Ραίρνουμε τον χωμάτινο αεροδιάδρομο με τθν Αντρζα και φτάνουμε ςτθν «Playa del Coco». Ζχουμε «πεκάνει τθσ πείνασ» και ταλαιπωροφμαςτε να βροφμε κάτι για φαγθτό. Γυρίηουμε ςπίτι, κάνουμε ζνα ντουσ και πζφτουμε για φπνο. Μςωσ ιταν θ πιο ωραία από τισ μζρεσ μασ ςτθν Νικαράγουα.
73
Δευτζρα 15 Αυγοφςτου: Από το Corn Island ςτην Μανάγκουα
Σιμερα είναι θ γιορτι τθσ Ραναγίασ και θ γιορτι μου! Ροτζ δεν είχα φανταςτεί ότι κα τθν γιόρταηα ς’ ζνα νθςάκι ςτον Ατλαντικό, ςτθν Καραϊβικι Κάλαςςα! Γεμάτοι τςιμπιματα από τα κουνοφπια, με τθν φαγοφρα ζντονθ ς’ όλο μασ το ςϊμα, ετοιμαηόμαςτε να αποχαιρετίςουμε το Corn Island. Μαηεφουμε τα πράγματά μασ και με τα πόδια πθγαίνουμε ςτο «αεροδρόμιο», δθλαδι ςτο εκχερςωμζνο τμιμα τθσ τροπικισ βλάςτθςθσ με το πατθμζνο χϊμα, που χρθςιμεφει και ωσ διάδρομοσ προςγείωςθσ-απογείωςθσ του ενόσ και μοναδικοφ αεροπλάνου, που ςυνδζει το νθςί με τα Bluefields και τθν Μανάγκουα. Αναμζνοντασ το αεροπλάνο, κάνουμε μια βόλτα ςτο φοινικόδαςοσ που βρίςκεται από τθν άλλθ πλευρά του διαδρόμου προςγείωςθσ, όπου βλζπουμε για πρϊτθ φορά ζνα πανζμορφο λουλοφδι ςτο κορμό μιασ φοινικιάσ. Ιταν θ τελευταία μασ απόλαυςθ, απϋ αυτόν τον παράδειςο που ευτυχιςαμε να βρεκοφμε. Κάποτε ζρχεται το αεροπλάνο, παίρνουμε ςτο χζρι τθν πολυπόκθτθ «κάρτα επιβίβαςθσ», και ςτισ 10 πμ απογειωνόμαςτε. Το αεροπλάνο είναι ζνα παλιό ελικοφόρο 54 κζςεων τθσ «Ολυμπιακισ», που βρζκθκε να πετάει ςτθν Νικαράγουα φςτερα από ςυμφωνία παραχϊρθςθσ τθσ ελλθνικισ κυβζρνθςθσ του ΡΑΣΟΚ, ςτθν κυβζρνθςθ των Σαντινίςτασ, με τθν οποία διατθροφςε τότε φιλικζσ ςχζςεισ.
74
Πταν κακόμαςτε ςτισ κζςεισ μασ και πριν ξεκινιςει το αεροπλάνο, διαπιςτϊνουμε ότι ςτα μιςά κακίςματα δεν υπάρχει ι δεν λειτουργεί θ ηϊνθ αςφαλείασ και ότι θ πόρτα του αεροπλάνου δεν κλείνει καλά, υπάρχει ζνα κενό. Απευκυνόμαςτε ςτον αεροςυνοδό για να του ποφμε όλα αυτά, ο οποίοσ μασ λζει να περιμζνουμε. Μετά από λίγο ζρχεται και μ’ ζνα πλατφ χαμόγελο μασ λζει να μθν ανθςυχοφμε, γιατί ζτςι κι αλλιϊσ το αεροπλάνο δεν κα πετάει ψθλά, λίγο πάνω από τα δζντρα μόνο! «Εγϊ κάνω κακθμερινά αυτό το ταξίδι» μασ λζει, αφοπλιςτικά και θ καρδιά μασ πάει προςωρινά ςτθν κζςθ τθσ. Πμωσ, κάποιοσ ςυνεπιβάτθσ μασ του υπενκυμίηει πωσ άκουςε ότι πριν λίγο καιρό είχε πζςει ζνα παρόμοιο αεροπλάνο. Ο αεροςυνοδόσ του απαντά με χιοφμορ: «Α, ναι; Φαίνεται δεν κα είχα πιάςει τότε δουλειά…». Πλο το αεροπλάνο ξεςπάει ςε γζλια κι εμείσ κοιταηόμαςτε και λζμε: «ο κεόσ (ποιόσ κεόσ;) να βάλει το χζρι του». Τελικά ζρχεται ο ίδιοσ ςε λίγο ξανά και δζνει με ζνα ςυρματόςκοινο τθν πόρτα με το πιο κοντινό κάκιςμα, «για ψυχολογικοφσ λόγουσ…», όπωσ μασ λζει κλείνοντασ το μάτι του. «Εναλλακτικό τουριςμό δεν κζλατε να κάνετε;…», ςυνεχίηει. «Ζχετε 50% πικανότθτεσ να φτάςετε αςφαλείσ ςτον προοριςμό ςασ. Ήρκατε εδϊ με ψαροκάικο από τα Bluefields και με ποταμόπλοιο από τθ Ράμα. Μιπωσ προτιμάτε να επιςτρζψετε με τον ίδιο τρόπο;…», μασ ρωτάει. Κοιτάηω τθν Βάςω και τθ ρωτάω: «Σελικά, μιπωσ ιταν καλφτερα να γυρίςουμε όπωσ ιρκαμε;». «Α, πα, πα!…» μου απαντά εκείνθ. «Ασ ςυγχωρεκοφμε τότε, πριν απογειωκοφμε!...» τθσ λζω, γελάμε και φιλιόμαςτε. Το αεροπλάνο απογειϊνεται κανονικά, πετά πάνω από τον Ατλαντικό Ωκεανό και ςε ζνα τζταρτο τθσ ϊρασ βρίςκεται πάνω από τα Bluefields. Το κζαμα είναι μοναδικό: οι εκβολζσ του ποταμοφ, θ λιμνοκάλαςςα, τα νθςάκια που ςχθματίηονται ανάμεςα και θ μεγάλθ λωρίδα τθσ γθσ που κλείνει όλο τον κόλπο, ςυνκζτουν ζνα αριςτοφργθμα, ζνα χάρμα να το βλζπεισ από ψθλά, από το αεροπλάνο. «Σϊρα, ασ πζςουμε, δεν υπάρχει τίποτα ωραιότερο να δοφμε ςτθ ηωι μασ…», λζω ςτθ Βάςω και εκείνθ με «προςγειϊνει»: «Μθ το λεσ, μπορεί να υπάρχουν και ωραιότερα μζρθ…».
75
Ρροςγειωνόμαςτε για να πάρουμε μερικοφσ ακόμθ απ’ τα Bluefields, αλλά θ απογείωςθ κακυςτερεί γιατί κάποιοσ Καναδόσ διεκνιςτισ μεταφζρει εμφανϊσ ςτα μπαγκάηια του μια τεράςτια «μανςζτα», απϋ αυτζσ που κόβουν ηαχαροκάλαμα και άλλα δενδρφλλια. Τουσ λζει ότι είναι ζνα ςουβενίρ από κάποιον ςφντροφο Σαντινίςτα και οι αςτυνομικοί του εξθγοφν ότι αυτό κεωρείται όπλο και απαγορεφεται θ μεταφορά του. Τελικά, του παίρνουν τθν μανςζτα και του υπόςχονται ότι κα του τθν δϊςουν μόλισ κατεβοφμε από το αεροπλάνο. Ζτςι κι ζγινε. Ρετάμε τϊρα πάνω από μια ατζλειωτθ ηοφγκλα, δεξιά κι αριςτερά του ποταμοφ Rio Escondido. Κυμόμαςτε το ποταμόπλοιο που μασ πιγε από τθν άμα ςτα Bluefields με τισ τρφπεσ από τισ ςφαίρεσ των Κόντρασ και αιςκανόμαςτε τϊρα, ς’ αυτό το αεροπλάνο, περιςςότερο αςφαλείσ. Βλζποντασ από δω πάνω τθν πυκνι βλάςτθςθ, ςυνειδθτοποιοφμε αυτό που μασ είχαν πει, ότι ζνα μεγάλο μζροσ τθσ Νικαράγουα είναι «παρκζνο», χωρίσ κανζνα οδικό δίκτυο, χωρίσ καμιά αξιοποίθςθ των παραγωγικϊν δυνατοτιτων, προσ όφελοσ του λαοφ τθσ. Ακόμθ, ςυνειδθτοποιοφμε ότι ς’ αυτζσ ακριβϊσ τισ περιοχζσ τθσ χϊρασ, ζχουν διειςδφςει ανάμεςα ςτουσ αυτόχκονεσ πλθκυςμοφσ πράκτορεσ τθσ CIA που τουσ εξοπλίηουν, τουσ εκπαιδεφουν, τουσ τάηουν απόςχιςθ από τθν κυβζρνθςθ των Σαντινίςτασ και «αυτονομία». Κάπου εδϊ μζςα, βρίςκονται κφλακεσ των Κόντρασ, ςκεπτόμαςτε. Σιγά-ςιγά θ βλάςτθςθ αρχίηει ν’ αλλάηει, γίνεται πιο αραιι. Υπάρχουν καλλιεργθμζνεσ εκτάςεισ και διακρίνονται κάποια ςπίτια, εντελϊσ αποκομμζνα μεταξφ τουσ. Ρϊσ να είναι θ ηωι εδϊ; Φτάνουμε πάνω από μια μεγάλθ πόλθ (είναι θ Γρανάδα;) και ςε λίγο αντικρίηουμε τθν λίμνθ τθσ Μανάγκουα. Αναλογιηόμαςτε τθν ταλαιπωρία που τραβιξαμε για να φτάςουμε ςτα Corn Island, με οχιματα και πλωτά μζςα και ςυνειδθτοποιοφμε τθν ςθμαςία του αεροπλάνου για τθν μετακίνθςθ των ντόπιων. Ρροςγειωνόμαςτε ςτισ 12 το μεςθμζρι ςτθ Μανάγκουα, ξεκοφραςτοι και χαροφμενοι αφοφ είμαςτε ηωντανοί μετά από αυτό το ταξίδι! Ραίρνουμε ταξί και πάμε ςτθν «Plaza de Espana» όπου αλλάηουμε λεφτά (1 δολάριο=360 κόρντοβασ). Ψάχνω το προξενείο τθσ Κόςτα ίκα, όπου ςχεδιάηουμε με τθν Βάςω να πάμε λίγεσ μζρεσ. Το βρίςκω, αλλά είναι κλειςτό ςιμερα λόγω εκνικισ εορτισ. ίχνω φεφγοντασ μια γριγορθ ματιά ςτθν Γκαλερί «Praxis», όπου υπάρχει μια ζκκεςθ ζργων τζχνθσ. Γυρίηουμε ξανά ςτο «Hospetaje Santos», που τϊρα μασ φαίνεται διαφορετικό μετά τα «Hospetaje» που γνωρίςαμε ςτα Corn Islands και ςτα Bluefields. Ρλζνουμε τα ροφχα μασ, κάνουμε ντουσ και πθγαίνουμε με τθν Βάςω ςτο πολιτιςτικό κζντρο «ASTC» για να αγοράςουμε χειροποίθτα ηωγραφιςτά ξφλινα αντικείμενα, πραγματικά ζργα τζχνθσ, που είχαμε εντοπίςει ςε προθγοφμενθ επίςκεψθ. Δυςτυχϊσ, το χαριτωμζνο ταυράκι με τα κζρατα που μασ είχε εντυπωςιάςει και ψάχνουμε, ζχει πουλθκεί και προλαβαίνουμε μόνο να πάρουμε μια μικρι και μια μεγαλφτερθ ανδρικι μάςκα με μια κθλίδα από αίμα ςτο μζτωπο. ωτάμε ςτα αγγλικά και μασ εξθγοφν ςτα ιςπανικά τι ςυμβολίηει το ςθμάδι με το αίμα ςτο μζτωπο, αλλά δεν μποροφμε να καταλάβουμε…
76
Από ‘κει πθγαίνουμε κατ’ ευκείαν ςτο «Tel-Cor». Ρολφσ κόςμοσ, αναμονι, αλλά καταφζρνω τελικά να μιλιςω με τθν μάνα μου ςτισ 2:30 τθ νφχτα ϊρα Ελλάδοσ. Είχαμε να μιλιςουμε μια βδομάδα, πριν πάμε ςτο νθςί και είχαν ανθςυχιςει για μασ, νομίηανε πωσ χακικαμε ςτθν ηοφγκλα! Μου εφχονται χρόνια πολλά για τθν γιορτι μου, που τθν είχα ιδθ ξεχάςει. Τρϊμε κάτι ςτο Σαλβαδοριανό ςτζκι και επιςτρζφουμε ςτο «Santos». Σκοτάδι, βροχι. Με τθν Δϊρα και τον Γιάννθ, πθγαίνουμε μζχρι τθ «Sara». Ο δθμοςιογράφοσ ο Κϊςτασ ο Κυριακίδθσ, ζχει φφγει για να μάκουμε κανζνα νζο από τθν Ελλάδα. Επιςτρζφουμε πάλι ςτο «Santos». Εκεί ςυναντάμε τον Σωτιρθ, ζνα νεαρό γιατρό από τον χϊρο του «ΚΚΕ Εςωτερικοφ», ο οποίοσ βρίςκονταν για 6 μινεσ ςτθν Ονδοφρα και δοφλεψε εκελοντικά ςε ςτρατόπεδο Σαλβαδοριανϊν προςφφγων, που βρζκθκαν ςτθν Ονδοφρα για να ξεφφγουν από τθν φρικαλεότθτα του εμφφλιου πολζμου που ςυνεχίηεται ςτο Σαλβαδόρ.
Σρίτη 16 Αυγοφςτου: Σελευταία μζρα ςτην Μανάγκουα
Αποφαςίηουμε να μθν πάμε ςτθν Κόςτα ίκα για τουριςμό, αλλά να φφγουμε αφριο για τθν Ματαγκάλπα, ςτα βόρεια τθσ Νικαράγουα, ςε μια περιοχι που υπιρξε, πριν δζκα χρόνια, το επίκεντρο τθσ νικθφόρασ επανάςταςθσ των Σαντινίςτασ. Ρρωί-πρωί ξαναπερνάμε από τθν «Aeroflot» για να τςεκάρουμε τθν αναχϊρθςι μασ ςτθ Μόςχα ςτισ 22 του μθνόσ. Εκεί βρίςκουμε και τον Βζλγο του «PCB», ανταλλάηουμε διευκφνςεισ κλπ. Με τον Γιάννθ, τθν Δϊρα και τον Σωτιρθ πθγαίνουμε ςτθν «Tienda Diplomatiqua» («Διπλωματικό Κατάςτθμα»), όπου ανακαλφπτουμε ότι ς’ αυτι τθν πόλθ, υπάρχει ζνα «μαγαηί» που διακζτει «και του πουλιοφ το γάλα». Εντυπωςιαηόμαςτε από τθν αφκονία αμερικάνικων και ευρωπαϊκϊν ειςαγόμενων προϊόντων που απευκφνονται, κατϋ αρχιν, ςε διπλωμάτεσ αλλά και ςε όλουσ ςε όςουσ διακζτουν δολάρια, δθλαδι ςε ειδικζσ κατθγορίεσ ξζνων και ντόπιων «προνομιοφχων». Ψωνίηουμε 31 δολάρια τρόφιμα και 64 δολάρια ροφχα, κάτι βαμβακερζσ φαρδιζσ πουκαμίςεσ μια τυρκουάη και μια μωβ για τθν Βάςω και για μια μαφρθ μζνα. Ρθγαίνουμε με τθν Βάςω, μζχρι τθν «Plaza de Espana», για να κάνουμε ςυνάλλαγμα και να αγοράςουμε φιλμ. Στθν ςυνζχεια, περνάμε από το βιβλιοπωλείο των Συνδικάτων, όπου αγοράηουμε κάποια βιβλία και από το «La Ocarina» που είχαμε εντοπίςει διάφορα μικρά δϊρα. Το μεςθμζρι τρϊμε απζναντι από το «Santos», όπου κερνάω για τθν χκεςινι γιορτι μου τον Φελζκθ, τθν Δϊρα, το Σωτιρθ και τθν φίλθ του τθν Άντηελα, μια μελαχρινι Ελβετίδα (ζμοιαηε περιςςότερο με Λατίνο-Αμερικάνα), όπου είχε δουλζψει πζρυςι με τθν «μπριγκάντα» των Ελβετϊν ςτθν περιοχι τθσ Ματαγκάλπα και κα πιγαινε ςε λίγεσ μζρεσ να τθν ξαναβρεί. Ξεκουραηόμαςτε λιγάκι. Βρζχει, κι ζχω ζνα κρυολόγθμα που με ταλαιπωρεί. Το απόγευμα, πθγαίνουμε ςτο γραφείο του «In-Turisme», όπου αγοράηουμε χάρτεσ, διάφορα μικρά δϊρα και ζνα αυτοςχζδιο μουςικό όργανο, που βγάηει ζνα περίεργο ιχο, με τον οποίο προςελκφονται τα
77
ελάφια όπωσ μασ λζνε. Ρερνάμε ξανά από το μαγαηί των Σαλβαδοριανϊν και αγοράηουμε μερικζσ κονκάρδεσ-ςουβενίρ. Το βράδυ, μαηεφουμε τα πράγματά μασ και τα πθγαίνουμε ςτο ςπίτι τθσ Χουλιζτασ για να τα φυλάξει μζχρι τθν επιςτροφι μασ από τθν Ματαγκάλπα. Φαίνεται κουραςμζνθ και ςπαςμζνθ από κάποιεσ εςωτερικζσ διαμάχεσ τθσ κυβζρνθςθσ και κάποιων ςτελεχϊν των Σαντινίςτασ. Φαίνεται ότι θ «δεξιά τάςθ» παίρνει οριςτικά το πάνω χζρι. Τθσ δίνω 200 δολάρια για να ξοφλιςουμε το χρζοσ που ζχουμε ωσ «Ελλθνικι Επιτροπι Αλλθλεγγφθσ ςτθν Νικαράγουα», για τθν χρθματοδότθςθ μιασ ταινίασ που ζχουμε ςυμμετοχι. Θ Χουλιζτα, βράηει γαρίδεσ και μασ τισ δίνει να τισ φάμε ςτο «Santos». Ακετοφμε τθν απόφαςθ να μθν φάμε ξανά καλαςςινά… Φεφγοντασ, περνάμε από ζνα ςπίτι με ψθλι μάντρα, φυτά και δζντρα, όπου ηουν κάποιοι καταηθτοφμενοι ςτθ χϊρα τουσ Λταλοί «Ερυκροταξιαρχίτεσ», όπωσ μακαίνουμε.
Σετάρτη 17 Αυγοφςτου: Από την Μανάγκουα ςτην Ματαγκάλπα
Με τον Γιάννθ, τθν Δϊρα, τον Σωτιρθ και τθν Άντηελα τθν Ελβετίδα, ξεκινάμε για το τελευταίο μζροσ του ταξιδιοφ μασ ςτθν Νικαράγουα, ςτθν περιοχι τθσ Ματαγκάλπα. Μετά από μια ςφντομθ ςυνάντθςθ με τον Adrian Sosa, Γενικό Γραμματζα του Υπουργείου Εργαςίασ που αφοροφν τισ εκεί επαφζσ μασ, πθγαίνουμε με το αυτοκίνθτό του ςτο ςτακμό των λεωφορείων τθσ Ματαγκάλπα. Τον ευχαριςτοφμε και του χαρίηουμε δφο καςζτεσ του Canto Heneral με μουςικι Μίκθ Κεοδωράκθ και ποίθςθ Pablo Neruda, που είχαμε φζρει από τθν Ελλάδα. Ρεριμζνοντασ το λεωφορείο για τθν Ματαγκάλπα, κάνουμε μια βόλτα ςτθν αγορά «Roberto Huembas». Εκεί ξεχνιζμαι και οι υπόλοιποι (μαηί και θ Βάςω), αναχωροφνε για τθν Ματαγκάλπα χωρίσ εμζνα. Αναγκαςτικά, περιμζνω μια ϊρα εκεί και παίρνω το επόμενο λεωφορείο μόνοσ μου. Διαδρομι προσ τον βορρά, μζςω τθσ «Carretera Panamericana», του κεντρικοφ οδικοφ άξονα βορρά-νότου, που αφ’ ενόσ ςυνδζει τθν Νικαράγουα με τθν Ονδοφρα και τισ χϊρεσ τθσ Βόρειασ Αμερικισ και αφ’ ετζρου με τθν Κόςτα ίκα και τισ χϊρεσ τθσ Νότιασ Αμερικισ. Τοπίο διαφορετικό, ςχετικά με το «παρκζνο» τοπίο που είχαμε δει πριν λίγεσ μζρεσ, ταξιδεφοντασ ανατολικά προσ τθν άμα. Στθν Ματαγκάλπα, ςτον ςτακμό των λεωφορείων, με περιμζνουν οι υπόλοιποι τθσ παρζασ. Τρϊμε όλοι μαηί τθγανθτό χοιρινό, ςτο θμι-υπαίκριο εςτιατόριο του Στακμοφ.
78
Ρθγαίνουμε με ταξί ςτα γραφεία τθσ «UNAG», τθσ «Ζνωςθσ των Συνεταιριςμζνων Αγροτϊν». Εκεί μασ υποδζχεται ο Circulo, ζνασ αμερικάνοσ διεκνιςτισ που ηει από τθν αρχι τθσ επανάςταςθσ εδϊ και ο Frascisco Zeledon, εκπρόςωποσ τθσ UNAG, που είχε ζρκει και ςτθν Ελλάδα. Γνωριμία με τθν οφρα, πρϊθν δθμοτικι Σφμβουλο Ραλαιοφ Φαλιρου, προςκείμενθ μάλλον ςτο ΚΚΕ. Ππωσ μασ λζει, πζρυςι μάηευε καφζ, τϊρα δουλεφει εδϊ ςαν δαςκάλα Αγγλικϊν. Μασ κατατοπίηει για τθν κατάςταςθ ςτθν περιοχι. Χτεσ βράδυ οι Κόντρασ χτφπθςαν ςε μια κοντινι πόλθ, τθν Χινοτζγκα, 34 χλμ πιο βόρεια, όπου ςκότωςαν και τρία μωρά! Κατανοοφμε ότι εδϊ τα πράγματα είναι ηόρικα και οι μετακινιςεισ μασ κζλουν ιδιαίτερθ προςοχι. Με τον Σωτιρθ και τθν Άντηελα βρίςκουμε δωμάτια ςτο «Hospetaje St. Martin». Είναι καλφτερο από το «Santos» και ςτζκι διεκνιςτϊν. Ο Φελζκθσ και θ Δϊρα, φιλοξενοφνται ςτο ςπίτι ςυντρόφων τουσ τροτςκιςτϊν από τον Καναδά. Κάνουμε ντουσ, ξεκουραηόμαςτε. Εγϊ ζχω τα χάλια μου. Συνάχι, πονοκζφαλοσ. Θ φαγοφρα και τα ςπυριά ζχουν υποχωριςει. Το βραδάκι, με τον Σωτιρθ και τθν Άντηελα κάνουμε μια βόλτα ςτθ πόλθ. Στο πολιτιςτικό κζντρο, το «Centro Popular de Cultura», υπάρχει ζκκεςθ φωτογραφίασ και ντοκουμζντων για τθν 10θ επζτειο τθσ εξζγερςθσ του Αφγουςτου 1978. Εδϊ θ Επανάςταςθ δεν ζχει ξεχαςτεί. Επιςτρζφουμε ςτο «St Martin». Αχπνία. Μια δφςκολθ νφχτα…
79
Πζμπτη 18 Αυγοφςτου: Από την Ματαγκάλπα ςτην Λα Ντάλια
Ραίρνουμε το πρωινό μασ «desayuno» με τον Σωτιρθ και τθν Άντηελα ςε ζνα κοντινό καφζ και μασ πλευρίηει ζνα δεκάχρονο χαμίνι, ο «Γιόλα-Γιολάντα», που μασ λζει ότι είναι από τθν Χινοτζγκα και ότι ζχει χάςει τθν οικογζνεια του. Του δίνουμε να φάει και ςτθν ςυηιτθςθ που κάνουμε μασ προκφπτει… «αντιδραςτικό»: Λζει ότι θ «Prensa», (θ δεξιά κωλοφυλλάδα) είναι καλι και θ «Barricada» θ κυβερνθτικι εφθμερίδα των Σαντινίςτασ λζει ψζματα!
80
Αποφαςίηουμε να ακολουκιςουμε τον Σωτιρθ και τθν Άντηελα και ξεκινάμε με ζνα ανοιχτό φορτθγάκι, ςκαρφαλωμζνοι ςτθν καρότςα, για τθν Λα Ντάλια, μια πόλθ 45 χιλιόμετρα βόρεια τθσ Ματαγκάλπα, ςτον δρόμο προσ το Ρόρτο Καμπζηασ. Ο χωματόδρομοσ μασ αλλάηει τα φϊτα και δεν μασ αφινει να καυμάςουμε τθν καταπράςινθ όμορφθ διαδρομι και το τοπίο με τα ιρεμα βουνά. Φτάνοντασ ςτθ Λα Ντάλια, θ Άντηελα ψάχνει ζναν «padre», ζναν παπά από τθν Ελβετία αλλά οι ντόπιοι μασ λζνε ότι ζχει φφγει από ‘κει και γυρνάει οπλιςμζνοσ ςτα γφρω βουνά, ολομόναχοσ, πθγαίνοντασ ςε απομονωμζνα ςπίτια χωρικϊν, για να τουσ βοθκιςει και να τουσ πάει πράγματα που χρειάηονται. Ππωσ μακαίνουμε, ο ίδιοσ παπάσ πριν λίγα χρόνια είχε αιχμαλωτιςτεί ςτθν ίδια περιοχι από τουσ Κόντρασ, οι οποίοι τελικά τον άφθςαν. Τουσ χωρικοφσ που είχαν πιάςει μαηί του τουσ εκτζλεςαν και τότε ο Ελβετόσ παπάσ πιρε τουσ ςυγγενείσ τουσ και τουσ πιγε ςτθν Ελβετία όπου καταγγείλανε το γεγονόσ ςτουσ Διεκνείσ Οργανιςμοφσ κι από τότε οι Κόντρασ ζχουν τον παπά ςτθν «μποφκα». Γι’ αυτό θ Άντηελα ανθςυχοφςε ιδιαίτερα, αναηθτϊντασ τα ίχνθ του.(9)
81
Στθν Λα Ντάλια βρίςκουμε ζναν άλλο Ελβετό που ζψαχνε θ Άντηελα, τον Κλωντ, ζναν 40άρθ τθσ γενιάσ του ’68, που βρζκθκε ςτθν Χιλι τθσ «Unitad Porular» του Αλλιζντε το 1970 και εδϊ και τρία χρόνια είναι υπεφκυνοσ καταςκευαςτικϊν-κτιριακϊν ζργων ςτθν περιοχι αυτι τθσ Νικαράγουα. Το ςπίτι-μοντζλο από μπαμποφ που ζχουν ςχεδιάςει Αμερικάνοι ακτιβιςτζσ και ζχουν ςτιςει εδϊ, αποτελεί ζνα μοναδικό παράδειγμα αξιοποίθςθσ ντόπιων υλικϊν για τθν καταςκευι του. Ωςτόςο, όπωσ μασ λζει ο Κλωντ είναι ακριβό, γιατί τα μπαμποφ πρζπει να τα φζρνουν από 100 χιλιόμετρα μακριά. Φωτογραφίηουμε ςε slides το ςπίτι από μπαμποφ, για να το προβάλλουμε κατά τθν επιςτροφι μασ ςτθν Ελλάδα.
82
Στθν Λα Ντάλια επιςκεπτόμαςτε τθν «Casa Campesina», το «Αγροτικό Σπίτι», κάτι πρωτόγνωρο και ςθμαντικό για τθν ορεινι Νικαράγουα, που αποτελεί μια από τισ πιο μεγάλεσ κατακτιςεισ τθσ Επανάςταςθσ για τουσ χωρικοφσ. Ακόμθ, επιςκεπτόμαςτε το «Centre de la Salud», το «Κζντρο Υγείασ», το οποίο καλφπτει μια περιοχι 29.000 κατοίκων. Συνομιλοφμε με τον υπεφκυνο γιατρό, ζναν πολφ ςυμπακθτικό τριανταπεντάρθ ο οποίοσ μασ εξθγεί τισ δυςκολίεσ που ζχει θ εξυπθρζτθςθ μιασ τόςο μεγάλθσ περιοχισ. Το «Κζντρο Υγείασ», διακζτει 4 νοςοκόμεσ και δζχεται κακθμερινά 200-300 επιςκζψεισ. Επιςκεπτόμαςτε το φαρμακείο του «Centre de la Salud» και ο Σωτιρθσ, ωσ γιατρόσ που ζχει εμπειρία από τα ςτρατόπεδα προςφφγων ςτθν Ονδοφρα, διαπιςτϊνει ότι είναι πολφ καλά οργανωμζνο και πλιρεσ. Με τθν ευκαιρία που βριςκόμαςτε εκεί, ο γιατρόσ βλζπει το πόδι τθσ Βάςωσ, που από τςίμπθμα κουνουπιοφ είχε δθμιουργθκεί φουςκάλα με νερό και πφο. Τθσ δίνει φάρμακα δωρεάν. Μετά μια μικρι βόλτα ςτο χωριό, όπου τρϊμε πάμφκθνεσ μπανάνεσ, αναχωροφμε ςτισ 1 το μεςθμζρι με τον Κλωντ, ανεβαςμζνοι ςτθν καρότςα ενόσ ανοιχτοφ Datsun και φτάνοντασ ςτθν Ματαγκάλπα, διαπιςτϊνουμε ότι με τθν κακι κατάςταςθ του χωματόδρομου, «τα αυγά μασ ζγιναν ομελζτα», όπωσ είπε ο Κλωντ. Εκεί, ο Σωτιρθσ και θ Άντηελα αναχωροφν για τθν Λεόν. Μζνουμε μόνοι ςτο ξενοδοχείο. Με τον Γιάννθ και τθν Δϊρα, ζχουμε να βρεκοφμε και να μιλιςουμε από χτεσ το μεςθμζρι. Ψινομαι ςτον πυρετό. Θ Βάςω με νταντεφει. Αργά το βράδυ, μου πζφτει ο πυρετόσ και βγαίνουμε για φαγθτό και βόλτα. Γυρίηουμε ςφντομα ςτο ξενοδοχείο. Ράλι αχπνία… 83
Παραςκευή 19 Αυγοφςτου: Ματαγκάλπα - Κοοπερατίβα «Danillo Gonzales»
Ξυπνάω χωρίσ πυρετό, όμωσ θ εξάντλθςθ ςυνεχίηεται. Σιμερα είναι προγραμματιςμζνθ θ επίςκεψι μασ ςτον Συνεταιριςμό αγροτϊν, τθν Κοοπερατίβα «Danillo Gonzales», τθν οποία ζχει «υιοκετιςει» θ «Ελλθνικι Επιτροπι Αλλθλεγγφθσ ςτθν Νικαράγουα». Ραίρνουμε πρωινό και κάνουμε μια βόλτα ςτθν πόλθ τθσ Ματαγκάλπα. Ωραία μζρα, λιακάδα. Ρερνάμε από το ςπίτι-μουςείο του Κάρλοσ Φονςζκα, ενόσ από τα ιδρυτικά και πιο αγαπθτά ςτελζχθ των Σαντινίςτασ που ςκοτϊκθκε πολεμϊντασ.
Επιςκεπτόμαςτε το εμβλθματικό για τθν πόλθ «Μνθμείο των Μαρτφρων και Ανϊνυμων Θρϊων»
84
και ςτθ ςυνζχεια, το «Στζκι των μανάδων» που ζχουν εξαφανιςτεί τα παιδιά τουσ κατά τθ διάρκεια τθσ Επανάςταςθσ. Βγάηουμε φωτογραφίεσ μαηί τουσ. Ψωνίηουμε κάποια αναμνθςτικά και πίνουμε φυςικό χυμό φροφτων.
85
Εκεί βρίςκουμε τθν Δϊρα και τον Γιάννθ που μασ ψάχνουν, περνάμε από ζνα βιβλιοπωλείο με Κουβανζηικα βιβλία και από το «Centro Popular de Cultura» όπου ξαναβλζπουμε τθν ζκκεςθ φωτογραφίασ από τθν επανάςταςθ των Σαντινίςτασ και διάφορα άλλα εκκζματα. Ξαναγυρνάμε με τθ Βάςω ςτο ξενοδοχείο μασ, παίρνουμε κάποια ψιλοπράγματα που ζχουμε φζρει μαηί μασ για να τα δϊςουμε ςτθν Κοοπερατίβα και φεφγουμε αμζςωσ. Στον δρόμο ςυναντάμε τον «Γιόλα-Γιολάντα», τον κερνάμε παγωτό και τον καλοφμε αφριο το πρωί για «desayuno». Αυτόσ απτόθτοσ, ζχει πιάςει «χεράκι-χεράκι» τθν Βάςω και μασ ακολουκεί μζχρι το ςπίτι των Καναδϊν, όπου ζχουμε δϊςει ραντεβοφ με τον Γιάννθ και τθν Δϊρα. Εκεί γνωρίηουμε τον Ντανιζλ και τουσ διεκνιςτζσ από το Κεμπζκ του Καναδά, που ζχουν αναλάβει ζνα πρόγραμμα και χτίηουν ζνα ςχολείο ςτα περίχωρα τθσ Ματαγκάλπα. Οι Καναδοί μασ κάνουν το τραπζηι με ό,τι τουσ βρίςκεται. Δίνουμε ςε ζναν Βάςκο που πθγαίνει ςτθν Λαβερόνα, ζνα μζροσ από τα τρόφιμα που ζχουμε μαηί μασ.
Στισ 2 μμ είμαςτε ςτα τοπικά γραφεία τθσ UNAG, τθσ «Ζνωςθσ Αγροτικϊν Συνεταιριςμϊν». Ρεριμζνουμε τθν οφρα και ςε λίγο με το τηιπάκι τθσ UNAG, ξεκινάμε όλοι μαηί για τθν Κοοπερατίβα «Danillo Gonzales», 15 χλμ βόρεια τθσ Ματαγκάλπα. H πρϊτθ μασ επαφι με τθν Κοοπερατίβα που ζχει αποφαςίςει να ενιςχφςει θ «Ελλθνικι Επιτροπι» με 20 αγελάδεσ, με χριματα που ζχει μαηζψει από εράνουσ ςτθν Ελλάδα, μασ προκαλεί ςοκ από τθν διάχυτθ φτϊχεια. Ππωσ μασ εξθγεί θ υπεφκυνθ για τθν οικονομικι διαχείριςθ, θ Κοοπερατίβα λειτουργεί μόλισ ζνα χρόνο. Θ γθ που τϊρα παράγεται καφζσ, ανικε ςε κάποιον ιδιϊτθ, που τθν είχε εγκαταλείψει. Τϊρα είναι κοινι ιδιοκτθςία. Ραράλλθλα, όλοι ζχουν ζνα μικρό χωραφάκι που καλλιεργοφν καλαμπόκι και φαςόλια. 86
Επιςκεπτόμαςτε τα χωράφια του καφζ και διαπιςτϊνουμε ότι θ ςυλλογι του δεν είναι τόςο εφκολθ όςο νομίηαμε. Μασ λζνε ότι πολλοί ανειδίκευτοι διεκνιςτζσ, καταςτρζφουν απ’ τθν αςχετοςφνθ τουσ τα φυτά, όταν μαηεφουν τον καφζ. Στθ ςυνζχεια επιςκεπτόμαςτε τα ςπίτια των χωρικϊν: πλινκόκτιςτα κυρίωσ, περίπου ςαν ςτάβλοι. Βλζπουμε τον χϊρο που επεξεργάηονται τον καφζ. Μασ πλθροφοροφν ότι οι ςυνεταιριςμζνοι αγρότεσ είναι περίπου 80 από τουσ οποίουσ είναι 30 γυναίκεσ. Στο χωριό υπάρχουν 200 παιδιά. Από ηϊα, το χωριό διακζτει μόνο κότεσ και πάπιεσ. Λίγεσ οικογζνειεσ ζχουν και ζνα γουρουνάκι. Αγελάδεσ δεν υπάρχουν εκεί.
87
Θ «ξενάγθςθ» ςτο χωριό τελειϊνει για να παρακολουκιςουμε τθν προγραμματιςμζνθ Γενικι Συνζλευςθ τθσ Κοοπερατίβασ που γίνεται για τθν οργάνωςθ τθσ δουλειάσ και τον απολογιςμό τθσ. Με τθν ευκαιρία τθσ Γενικισ Συνζλευςθσ (που γίνεται ςτο μοναδικό διϊροφο κτίριο του χωριοφ που μάλλον κα ανικε ςτον τςιφλικά τθσ περιοχισ), γνωρίηουμε κι από κοντά τουσ ςυνεταιριςτζσ και όλουσ τουσ κατοίκουσ: Σκελετωμζνοι οι περιςςότεροι, φτωχοντυμζνοι, αρκετοί ξυπόλυτοι… Θ υπεφκυνθ ανοίγει τθ ςυηιτθςθ, λζει ςτουσ χωρικοφσ για μασ και τουσ εξθγεί τουσ λόγουσ τθσ παρουςίασ μασ. Μασ χειροκροτοφν, χαμογελϊντασ με αξιοπρζπεια, αφινοντασ να φανοφν τα κίτρινα και τα ςάπια δόντια τουσ. Θ οφρα, ςε άπταιςτα Λςπανικά τουσ εξθγεί, πωσ είμαςτε εδϊ για να υποςτθρίξουμε τθν Επανάςταςθ ςτθ Νικαράγουα και όχι για φιλανκρωπικοφσ λόγουσ. Τουσ λζει ότι τα λεφτά για τισ αγελάδεσ που ζχει ςυγκεντρϊςει θ «Ελλθνικι Επιτροπι», δυςτυχϊσ δεν ζχουν φτάςει ακόμθ και ελπίηουμε μζχρι τα Χριςτοφγεννα να πίνουν τα παιδιά γάλα από τισ αγελάδεσ. Μασ ευχαριςτοφν κι ζνασ θλικιωμζνοσ, μιςό-αςτεία μασ λζει ότι τθν επόμενθ φορά που κα πάμε ςτθν Κοοπερατίβα, ςίγουρα κα είναι πιο χοντροί, λιγότερο ςκελετωμζνοι. Οι άλλοι δεν μιλάνε. Τουσ δίνουμε τα πράγματα που ζχουμε φζρει μαηί μασ από τθν Ελλάδα, μερικζσ ςακοφλεσ καραμζλεσ, πατατάκια, γομολάςτιχεσ και ςτυλό για τα παιδιά. Θ ςκθνι μου κυμίηει τθν «Αμερικάνικθ Βοικεια» ςτθν Ελλάδα τθσ δεκαετίασ του ’50 και με κάνει να ντρζπομαι… Να που φτάςαμε, ςκζπτομαι… Φεφγουμε από τθν Κοοπερατίβα, με μια πίκρα και μια κλίψθ μζςα μασ και τα ςυνεχι «adios» των χωρικϊν να θχοφν ςτα αυτιά μασ. Στο ταξίδι τθσ επιςτροφισ, ο Νικαραγουανόσ ςυνοδόσ μασ τθσ UNAG μασ εξθγεί ότι τισ 20 αγελάδεσ δεν κα τισ χαρίςουμε, αλλά κα τισ δανείςουμε ςτθν Κοοπερατίβα «Danillo Gonzalles», θ οποία κα ζχει τθν υποχρζωςθ ςε 5 χρόνια να δϊςει 20 άλλεσ αγελάδεσ, από τισ 100 που κα ζχουν γίνει τότε, ςε κάποιο άλλο φτωχό Συνεταιριςμό, ϊςτε να ςυνεχιςτεί θ αλυςίδα. Από τον ίδιο, μακαίνουμε ότι ο Danillo Gonzalles ιταν ζνασ νζοσ, μζλοσ τθσ Κοοπερατίβασ, που ςκοτϊκθκε ςε θλικία 21 ετϊν κατά τθ διάρκεια τθσ ςτρατιωτικισ του κθτείασ και ότι δεν υπιρχε οφτε μια φωτογραφία του για να δοφμε πωσ ιταν: Ο Danillo δεν είχε φωτογραφθκεί ποτζ, ίςωσ μόνο όταν ιταν παιδί…
88
89
Ματαγκάλπα: Στθν γιορτι για το ςχολείο των Καναδϊν Ξαναγυρίηουμε ςτθ Ματαγκάλπα, ςτα γραφεία τθσ UNAG. Χωρίηουμε με τουσ άλλουσ. Τρϊμε ςτο εςτιατόριο «Don Diego», που κεωρείται από τα πιο «κυριλζ» τθσ πόλθσ. Ωςτόςο, δεν «μασ πιάνουν τον κϊλο», όπωσ αναμζναμε. Ξαναβριςκόμαςτε με τον Γιάννθ και τθν Δϊρα και ξεκινάμε για τθν γιορτι που οργανϊνουν οι Καναδοί απ’ το Κεμπζκ, με αφορμι το ςχολείο που ζχτιςαν και τθν αναχϊρθςι τουσ από τθν Νικαράγουα. Ζχει νυχτϊςει, ο δρόμοσ προσ το ςχολείο που γίνεται θ γιορτι είναι ανθφορικόσ, αρκετά ζξω από το κζντρο τθσ Ματαγκάλπα. Σκοτάδι, δεν βλζπουμε τθν μφτθ μασ κι όταν φτάνουμε ζχουμε μουςκζψει ςτον ιδρϊτα. Το κζμα που αντικρίηουμε μασ αποηθμιϊνει: Στο παλιό ςχολείο που δεν χωρά πλζον τα παιδιά γίνεται χαμόσ. Ριτςιρίκια χορεφουν, οι γονείσ τουσ με τισ γιαγιάδεσ, τουσ παπποφδεσ και τουσ Καναδοφσ, γλεντάνε. Μασ κερνάνε κρφο φυςικό χυμό και φρουτοςαλάτα. Θ Βάςω ζχει τισ περιςςότερεσ κατακτιςεισ ςτα κοριτςάκια. Πλεσ τθν κζλουν για μαμά, ειδικά θ Μαρία-Τερζηα που δεν ξεκολλάει από δίπλα τθσ, τρίβεται πάνω τθσ, χαϊδεφεται. Θ γιαγιά τθσ καταςυγκινθμζνθ μασ φιλά.
Λίγο αργότερα, αρχίηει ζνα παιγνίδι που ςυνθκίηεται ςτισ παιδικζσ γιορτζσ, θ «Ρινιάτα»: Ζνα μεγάλοσ χάρτινοσ λαγόσ, παραγεμιςμζνοσ με καραμζλεσ, κρεμιζται από ζνα ςκοινί ςτο κεντρικό δοκάρι του ταβανιοφ. Το ςκοινί ανεβοκατεβαίνει από κάποιον θλικιωμζνο και ζνασ πιτςιρικάσ από κάτω, με δεμζνα τα μάτια και μ’ ζνα ξφλο ςτο χζρι, προςπακεί να πετφχει τον λαγό. Πταν τον πετυχαίνει, ςκίηεται λίγο το περίβλθμα, πζφτουν κάτω καραμζλεσ και τότε όλα τα πιτςιρίκια ςπεφδουν να προλάβουν να τισ μαηζψουν. Με τθν απαραίτθτθ ςυνοδεία τθσ μουςικισ (ςάλςα;), το παιγνίδι ςυνεχίηεται ϊςπου το ςκοινί που ανεβοκατεβαίνει, κόβεται από τθν τριβι και ο λαγόσ πζφτει ςτο πάτωμα. Και τότε γίνεται ο χαμόσ… Ολίγον βάρβαρο βζβαια, 90
αλλά ζχει μεγάλθ πλάκα. Τελικά, οι πιο δυνατοί και οι πιο τυχεροί επικρατοφν και αρπάηουν τισ καραμζλεσ που είναι πεςμζνεσ κάτω. Είδα όμωσ κι ζνα μεγαλφτερο αγόρι, να δίνει τισ καραμζλεσ που μάηεψε ςτο μικρότερο αδελφάκι του και ς’ ζνα φιλαράκι του, που δεν πρόλαβαν να πάρουν καραμζλεσ από τθν «Ρινιάτα»…
91
Θ ςυναδζλφωςθ των Καναδϊν, που ζφτιαξαν το νζο ςχολείο με τουσ ντόπιουσ, είναι ςυγκινθτικι. Ο διεκνιςμόσ ςτο μεγαλείο του. Οι ντόπιοι δείχνουν με κάκε τρόπο τθν ευγνωμοςφνθ τουσ. Ωςτόςο, όπωσ πλθροφορικθκα από κάποιεσ ςυηθτιςεισ, ςτθν ομάδα των Καναδϊν ακτιβιςτϊν δεν υπάρχει οφτε ζνασ μθχανικόσ ςχετικόσ με καταςκευζσ κι αυτό οδιγθςε ςε λάκθ και παραλιψεισ. Ειδικά τϊρα που το ςχολείο κα το ςυνεχίςουν και κα το τελειϊςουν οι ντόπιοι, με δφο μόνο Καναδοφσ, θ παρουςία ενόσ μθχανικοφ φαίνεται απαραίτθτθ για τθν ςωςτι ολοκλιρωςθ του ζργου. Πμωσ όπωσ μασ λζνε, προβλιματα πολλζσ φορζσ δθμιουργοφνται ςε άλλα επίπεδα: πριν λίγεσ μζρεσ λόγω τθσ ςυνεχιηόμενθσ ζλλειψθσ καρφιϊν που προκαλεί το αμερικάνικο εμπάργκο, ζνασ Καναδόσ διεκνιςτισ αναγκάςτθκε να πάει με τθν μοτοςικλζτα του μζχρι τθν γειτονικι Κόςτα ίκα, για να αγοράςει καρφιά προκειμζνου να ολοκλθρωκεί και να λειτουργιςει ζνα μζροσ του ςχολείου… Αφινουμε πανευτυχείσ τθν γιορτι και παίρνουμε το δρόμο τθσ επιςτροφισ. Μζςα ςτο ςκοτάδι, λίγο πιο πάνω από το ψθλότερο ςθμείο τθσ πόλθσ, ακοφγεται από κάποιο μεγάφωνο μια γυναικεία φωνι να τραγουδά ζνα μακρόςυρτο μελαγχολικό τραγοφδι, ςτθν μνιμθ όςων ςκοτϊκθκαν πριν 10 χρόνια ςτθν εξζγερςθ του 1978, ενάντια ςτθν δολοφονικι κυβζρνθςθ του Σομόηα. Μια φωνι όμορφθ, πονεμζνθ, ζνα τραγοφδι που μασ ςυνοδεφει μζχρι το ξενοδοχείο και κα μείνει χαραγμζνο για πάντα μζςα μασ. Φτάνοντασ, διαπιςτϊνουμε ότι ο Κλωντ, ο Ελβετόσ από τθν Λα Ντάλια, μζνει ςτο ίδιο ξενοδοχείο. Κάνω ζνα ντουσ-λφτρωςθ και παίρνω ζνα χάπι για να μπορζςω να κοιμθκϊ μζχρι το πρωί, ζχοντασ τθν αίςκθςθ ότι ςιμερα ιταν μια από τισ πιο ςθμαντικζσ μζρεσ μασ ςτθ Νικαράγουα.
άββατο 20 Αυγοφςτου: Εςτελί - Σελευταία μζρα ςτην Ματαγκάλπα
Ραίρνουμε πρωινό ςτο κιόςκι των μθτζρων. Με τθν Βάςω ςκεφτόμαςτε να πάμε ςτθ Χινοτζγκα, για να δοφμε από κοντά τθν κατάςταςθ που επικρατεί εκεί. Τελικά αλλάηουμε γνϊμθ και παίρνουμε το λεωφορείο για τθν πιο ςθμαντικι πόλθ τθσ περιοχισ, το Εςτελί, 70 χλμ βορειο-δυτικά τθσ Ματαγκάλπα, που βρίςκεται πάνω ςτον οδικό άξονα βορρά-νότου, τθν «Carretera Panamericana». Δυο ϊρεσ διαδρομι, μζςα από τον κάμπο. Δυςτυχϊσ, μόλισ φτάνουμε ςτο Εςτελί, μια καταρρακτϊδθσ βροχι δεν μασ επιτρζπει να ξεμυτίςουμε, για πολφ μακριά από τον ςτακμό. Αναγκαηόμαςτε να πάρουμε ταξί και να γυρίςουμε ςτον ςτακμό, για να προλάβουμε το τελευταίο λεωφορείο των 3 μμ για τθν Ματαγκάλπα. Ζτςι δυςτυχϊσ, κατζλθξε άδοξα θ επίςκεψι μασ ςτθν «θρωικι πόλθ» του Εςτελί, όπωσ αναφζρεται ζτςι από πολλοφσ, για τουσ ςκλθροφσ αγϊνεσ που δόκθκαν εκεί κατά τθν διάρκεια τθσ Επανάςταςθσ των Σαντινίςτασ. Γυρίηουμε ςτθ Ματαγκάλπα μ’ ζνα λεωφορείο «τίγκα» ςτον κόςμο. Εκεί, μια ακόμθ καταρρακτϊδθσ βροχι μασ κακθλϊνει ςτο ςτακμό των λεωφορείων. Βρίςκουμε ευτυχϊσ ταξί και
92
πθγαίνουμε ςτο ξενοδοχείο μασ, όπου ζνα ντουσ και ζνασ μεςθμεριάτικοσ φπνοσ μασ ανανεϊνει. Το απόγευμα πθγαίνουμε ςτθν κεντρικι πλατεία, όπου διαπιςτϊνουμε ότι θ γιορτι τθ Κεατρικισ Ομάδασ «Rubin Dario» για τα 10 χρόνια τθσ εξζγερςθσ, μάλλον ζχει αναβλθκεί λόγω τθσ βροχισ. Ρθγαίνουμε ςτο ςπίτι του Ντανιζλ, όπου βρίςκουμε τον Φελζκθ και τθν Δϊρα, που ζχουν αράξει εκεί. Εμείσ αφριο αναχωροφμε για τθν Μανάγκουα κι από κει ςτθν Μόςχα και τθν Ακινα. Αποχαιρετιηόμαςτε και μασ δανείηουν 1.000 δραχμζσ για να ζχουμε για ταξί όταν φτάςουμε ςτθν Ελλάδα, αφοφ τα δικά μασ ελλθνικά χριματα μασ τα κλζψανε ςτον ερχομό, ςτο αεροδρόμιο τθσ Αβάνασ. Τρϊμε με τθν Βάςω το βράδυ, ξανά ςτο κυριλζ εςτιατόριο, μπιφτζκι ψθτό, ςοφπα από καβοφρια, ςαλάτα, μπφρεσ. Θ βροχι ζχει ςταματιςει. Γυρίηουμε ςτο ξενοδοχείο. Οι δρόμοι είναι ζρθμοι. Μια αγελάδα αποφαςίηει να κάνει βόλτα ςτθν κεντρικι λεωφόρο. Κανείσ δεν τθσ δίνει ςθμαςία…
Κυριακή 21 Αυγοφςτου: Από την Ματαγκάλπα ςτην Μανάγκουα
Ξυπνάμε πρωί. Ετοιμάηουμε τα πράγματά μασ. Ρλθρϊνουμε το ξενοδοχείο, 2000 κόρντοβασ για 4 θμζρεσ (1.600 δραχμζσ). Συναντάμε τον Κλωντ ςτθν ρεςεψιόν. Κατά βάκοσ, τον καυμάηω και τον ηθλεφω. Σκζπτομαι, μζχρι πότε κ’ αντζξει; Τον αγκαλιάηω και τον αποχαιρετϊ ςυγκινθμζνοσ, λζγοντάσ του: «Venceremos!...» κι αυτόσ μου απαντά: «Ζχουμε ιδθ κερδίςει…». Φεφγουμε για τον ςτακμό. Στισ 8 ζχει λεωφορείο για τθν Μανάγκουα. Γεμίηει αςφυκτικά. Κάνω τθν μιςι διαδρομι όρκιοσ ςφθνωμζνοσ. Θ Βάςω, ευτυχϊσ βρικε κζςθ. Στθ Μανάγκουα φτάνουμε κατά τισ 11:30 πμ. Κάνουμε μερικά ψϊνια ςτθν αγορά «Humberto Huebes» και παίρνουμε το λεωφορείο για το «κζντρο» τθσ πόλθσ. Αντί να κατεβοφμε ςτθν «Plaza de Espana», από λάκοσ κατεβαίνουμε ςτθν επόμενθ ςτάςθ. Κάνουμε μια μεγάλθ βόλτα με τα πόδια και γυρνάμε ςτθν «Plaza de Espana», κάνουμε κάποιεσ δουλειζσ κι από ‘κεί με ταξί καταλιγουμε ςτο γνωςτό μασ ςτζκι, το «Hospetaje Santos». Μασ δίνουν ζνα άκλιο δωμάτιο που είναι το μόνο διακζςιμο, κάνουμε ζνα ντουσ και πάμε για φαγθτό ςτο κινζηικο εςτιατόριο, όπου «μασ πιάνουν τον κϊλο»… Μετά το φαγθτό θ Βάςω επιςτρζφει ςτο ξενοδοχείο κι εγϊ πθγαίνω ςε μια κοντινι αρζνα για να δω ταυρομαχίεσ: κάτι ψοφίμια ταφροι, κάτι πιτςιρικάδεσ «ταυρομάχοι» που μάλλον παίηουν με τον ταφρο ερεκίηοντάσ τον, χωρίσ μαχαίρια και ςπακιά και χωρίσ πρόκεςθ να τον ςκοτϊςουν και τελικά τον δζνουν ς’ ζνα παλοφκι ςτο κζντρο τθσ αρζνασ, χωρίσ να τον τραυματίςουν. Ο ςπικερ βζβαια, από τα μεγάφωνα με δραματικό τόνο ςτθν φωνι του, προειδοποιεί ότι ο ταφροσ αυτόσ είναι πολφ επικίνδυνοσ, ζχει ςκοτϊςει δυο ανκρϊπουσ ςε μια ταυρομαχία ςτθν Κόςτα ίκα, αλλά κανείσ δεν τον παίρνει ςτα ςοβαρά. Οπότε, για να
93
ξαναηεςτάνει το κλίμα, αναγγζλλει τθν επόμενθ ταυρομαχία όπου «κα εμφανιςτεί ο πρϊτοσ ταφροσ ς’ όλθ τθν περιοχι τθσ Γρανάδα!...». Αρχίηω να βαριζμαι και φεφγω.
94
Επιςτρζφω ςτο «Santos» και με τθν Βάςω πθγαίνουμε μζχρι το ςπίτι τθσ Χουλιζτασ. Θ ίδια λείπει. Ραίρνουμε από τον Μιτςο που είναι εκεί τισ βαλίτςεσ μασ, που είχαμε αφιςει φεφγοντασ για τθν Ματαγκάλπα και επιςτρζφουμε ςτο «Santos». Στθν ςυνζχεια περνάμε από το «Intercontinental», μιπωσ βροφμε τον Νικιτα Λιοναράκθ και άλλουσ Ζλλθνεσ δθμοςιογράφουσ, που είχαμε μάκει ότι κα παρευρεκοφν ςε ζνα Διεκνζσ Συνζδριο για τθν Ελεφκερθ αδιοφωνία που κα γίνει εκεί. Δεν βρίςκουμε κανζναν Ζλλθνα, οφτε τον Κϊςτα τον Κφπριο. Επιςτρζφουμε ςτο εςτιατόριο τθσ «Sara». Τρϊμε κάτι ελαφρφ. Συναντάμε τουσ Σουθδοφσ που είμαςτε μαηί ςτθ Μαςάγια και τθν Γρανάδα. Αποχαιρετάμε τον Μιτςο. Ξανά ςτο «Santos». Σε λίγο καταφκάνουν και ο Σωτιρθσ με τθν Άντηελα. Μεγάλεσ χαρζσ και ανταλλαγι εντυπϊςεων, από το τριιμερο που δεν είμαςτε μαηί. Μασ δίνουν δανεικά 200 κόρντοβασ γιατί δεν ζχουμε μία, ζχουμε μόνο δολάρια. Ετοιμάηουμε τα μπαγκάηια μασ. Τελικά, δεν ζχουμε μεγάλο βάροσ. Λίγα δωράκια και πολλά βιβλία. Αγοράηουμε μια αιϊρα, από τθν γυναίκα που διαχειρίηεται το «Hospetaje Santos». Ρζφτουμε για φπνο ςε κάτι τςιμεντζνια κρεβάτια, που κα μασ μείνουν αξζχαςτα…
Επιχρωματιςμζνθ φωτογραφία τοιχογραφίασ ςτθν Μανάγκουα, από το βιβλίο τθσ Εφθσ Κώτςου «Nicaragua Libre».
95
Δευτζρα 22 Αυγοφςτου: Από την Μανάγκουα ςτην Μόςχα
Πλθ νφχτα ζβρεχε καταρρακτωδϊσ. Ξυπνάμε πρωί. Ρρωινό ςτο «Santos», τελευταίεσ κουβζντεσ με τον Σωτιρθ και τθν Άντηελα. Ανταλλάςςουμε τθλζφωνα, για να βρεκοφμε ςτθν Ακινα. Συναντάμε κάποιουσ Καναδοφσ από το Κεμπζκ. που κα παρακολουκιςουν το Συνζδριο για τθν Ελεφκερθ αδιοφωνία που αρχίηει αφριο και τουσ δίνουμε ζνα γραπτό μινυμα να το δϊςουν ςτον Νικιτα Λιοναράκθ, αν τον ςυναντιςουν.(10) Αποχαιρετάμε όλουσ τουσ διεκνιςτζσ που γνωρίςαμε ςτο «Santos» και αναχωροφμε ςυγκινθμζνοι. Ζχουμε τθν πεποίκθςθ ότι, θ Νικαράγουα που γνωρίςαμε, κα επιηιςει! Ραίρνουμε ταξί για το αεροδρόμιο. Συμφωνοφμε ςτα 4 δολάρια. Πταν ιρκαμε είχαμε πλθρϊςει 12 περίπου. Φτάνουμε νωρίσ. Ρερνάμε γριγορα τισ διατυπϊςεισ. Μασ κρατάνε από 10 δολάρια ςτον κακζνα. Αγοράηουμε από το Duty Free ντόπιο μαφρο και άςπρο ροφμι «Flor de Caña», με 3 δολάρια το κακζνα.(11) Συναντάμε αρκετοφσ από τουσ Λταλοφσ και τουσ Γερμανοφσ που είχαμε ζρκει μαηί από τθν Μόςχα, κακϊσ και κάποιουσ άλλουσ που είχαμε βρεκεί ςτα Corn Islands. Μαηί μασ ταξιδεφουν και κάμποςοι ϊςοι. Ϊρα 11:35 πμ. Μπαίνουμε ςτο αεροπλάνο τθσ «Aeroflot» και πετάμε. Τελευταία εντφπωςθ από τθ Νικαράγουα, οι λιμνοκάλαςςεσ ςτισ εκβολζσ των ποταμϊν, ςτθ περιοχι του Ρόρτο Καμπζηασ. Στισ 2 το μεςθμζρι προςγειωνόμαςτε ςτο αεροδρόμιο τθσ Αβάνασ. Ακόμθ δεν ζχουν φτιάξει τθν οροφι, που εξακολουκεί να ςτάηει. Κυμάμαι το αεροδρόμιο των Corn Islands και ςκζφτομαι ότι εκεί, δεν υπάρχει καν ςτζγθ για να ςτάηει… Ρετάμε πάνω από τισ Βερμοφδεσ, ςτον Ατλαντικό και γφρω ςτισ 6 μμ αρχίηει να νυχτϊνει. Ακολουκεί θ πιο ςφντομθ νφχτα τθσ ηωισ μασ και το ξθμζρωμα μασ βρίςκει ςτο αεροδρόμιο του Σάνον, ςτθν Λρλανδία. Διαςχίηουμε όλθ τθν Ευρϊπθ πάνω από τα ςφννεφα και ςτισ 3 το μεςθμζρι τοπικι ϊρα, φτάνουμε ςτθ Μόςχα, φςτερα από ζνα ταξίδι που κράτθςε ςυνολικά 17 περίπου ϊρεσ. (12)
96
επίλογοσ Ο Λόρενσ Φερλινγκζτι, γνωςτόσ αμερικανόσ «μπθτ» ποιθτισ και ιδιοκτιτθσ του εκδοτικοφ οίκου-βιβλιοπωλείου «City Lights» ςτο Σαν Φρανςίςκο, επιςκζφτθκε τον Γενάρθ του 1984 τθν Νικαράγουα. Ππωσ αναφζρει ςτθν ειςαγωγι του βιβλίου του «Εφτά μζρεσ ςτθν Ελεφκερθ Νικαράγουα», (εκδόςεισ ΑΛΟΛΟΣ, 1985): «…ςαν ζνασ τουρίςτασ τθσ επανάςταςθσ με ιδζεσ ελευκεριακοφ πολίτθ, είχα τθν ελπίδα να γνωρίςω τουλάχιςτον τα υποκετικά όρια αυτοφ που ζνασ αναρχικόσ ναφτθσ του υνδικάτου των Ναυτικϊν του Ειρθνικοφ, ςτο αν Φρανςίςκο, είχε αποκαλζςει «τουριςτικζσ εκδρομζσ Ποτζμκιν». Ήρκα ςτθ Νικαράγουα πιςτεφοντασ ότι αυτό που ςυνζβαινε εδϊ, δεν ιταν ςτθν πραγματικότθτα μια επανάςταςθ, τουλάχιςτον με τθν ζννοια του ιδεϊδουσ που ονειρεφονται πολλοί κεωρθτικοί επαναςτάτεσ και ειδικά οι αναρχικοί. Αυτό που ςυμβαίνει εδϊ, είναι περιςςότερο θ ανατροπι ενόσ τυράννου (ομόηα) που υποςτθρίηουν οι ΗΠΑ και μια προςπάκεια ανατροπισ του οικονομικοφ τυραννικοφ ςυςτιματοσ τθσ αποικιοκρατίασ, μζςα από το οποίο θ Λατινικι Αμερικι χρθςιμεφει για χρόνια ςαν αγορά φτθνοφ εργατικοφ δυναμικοφ για τισ Βόρειο-Αμερικάνικεσ και πολυεκνικζσ εταιρείεσ. Δεν πρόκειται για μια επανάςταςθ τόςο, όςο για μια αντι-αποικιοκρατικι κρίςθ ςε μια φτωχι χϊρα… ερθμωμζνθ απ’ τον πόλεμο που χρθματοδότθςαν οι ΗΠΑ, με απελπιςτικά περιοριςμζνεσ πθγζσ ανεφοδιαςμοφ, που προςπακεί να ςτιςει κάποιου είδουσ «δθμοκρατικι κυβζρνθςθ. […] …Μπροςτά ςε όλα αυτά, το κράτοσ που ζφτιαχναν οι αντινίςτασ είχε ςοβιετικοφ τφπου κυβερνθτικι εξουςία;… Πόςθ ακριβϊσ «εξουςία» είναι απολφτωσ αναγκαία για να μετατραπεί μια αποικιοκρατοφμενθ χϊρα ςε ελεφκερθ κοινωνία; *…+ Τπιρχε ζςτω και πικανότθτα για κάτι τζτοιο, χωρίσ να χακεί θ ελευκερία, τθν οποία ιςχυρίηονται ότι επιηθτοφν οι επαναςτάτεσ; Απάντθςθ ς’ αυτι τθν ερϊτθςθ δίνει θ ιςτορία των επαναςτάςεων. Η Νικαράγουα είναι τϊρα ο τόποσ που εςτιάηουν τα πάκθ τθσ Αριςτεράσ, πενιντα χρόνια αργότερα από τότε που τζτοια πάκθ και ελπίδεσ είχαν ςυγκεντρωκεί ςτθ Δθμοκρατικι Ιςπανία και διαψεφςτθκαν, είκοςι πζντε χρόνια αργότερα από τότε που οι ίδιεσ ελπίδεσ είχαν ςυγκεντρωκεί ςτθν Κοφβα. Ο κακζνασ φαντάηεται το ιδεϊδεσ του ςαν τθν τζλεια κοινωνία και απογοθτεφεται ι προςγειϊνεται. Σο απόλυτο είναι ακατόρκωτο. τθν ιςτορία των επαναςτάςεων, θ παράγραφοσ των ατομικϊν πολιτικϊν δικαιωμάτων και ιδιαίτερα τθσ ελευκερίασ του λόγου και του τφπου, υπιρξε ο άξονασ πάνω ςτον οποίο, ςε τελικι ανάλυςθ, όλα ςτθρίχτθκαν ι όλα γκρεμίςτθκαν… Πόςο ελεφκερθ αποδεικνφεται θ «ελεφκερθ» Νικαράγουα;…».(13) 97
98
Επιχρωματιςμζνθ φωτογραφία από το βιβλίο τθσ Εφθσ Κώτςου «Nicaragua Libre.»
99
100
ςημειϊςεισ (1)
H Νικαράγουα είναι μια από τισ χϊρεσ τθσ κεντρικισ Αμερικισ, μεταξφ του Ειρθνικοφ Ωκεανοφ και του Ατλαντικοφ Ωκεανοφ-Καραϊβικισ Κάλαςςασ. Οι άλλεσ χϊρεσ είναι: Ο Ραναμάσ και θ Κόςτα ίκα νότια, θ Ονδοφρα, το Σαν Σαλβαδόρ, θ Γουατεμάλα και το Μπελίςε βόρεια. Ζχει ζκταςθ 130.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα (ίςθ ςχεδόν με τθν Ελλάδα) και πλθκυςμό περίπου 3.000.000 κατοίκουσ. To 1979 οι «Σαντινίςτασ» του «Μετϊπου Εκνικισ Απελευκζρωςθσ τθσ Νικαράγουα», του «FSLN», φςτερα από μια μακροχρόνια επανάςταςθ κατζλαβαν τθν εξουςία και εγκακίδρυςαν ζνα πρωτόγνωρο κακεςτϊσ, που κατάφερε να ςυγκεντρϊςει παγκοςμίωσ το ενδιαφζρον και τθν αλλθλεγγφθ πολλϊν και ετερόκλθτων πολιτικϊν, κρθςκευτικϊν και κοινωνικϊν δυνάμεων. Διακθρυγμζνοι ςτόχοι του κοινωνικοφ εγχειριματοσ των Σαντινίςτασ ιταν θ ελευκερία, ο πλουραλιςμόσ, θ αυτοδιαχείριςθ, θ λαϊκι ςυμμετοχι, θ μθ δζςμευςθ ςε ςυναςπιςμοφσ, ο ςεβαςμόσ των ανκρωπίνων δικαιωμάτων. Από το 1980, οι ςυμμορίεσ των δεξιϊν «Κόντρασ», με ορμθτιριο τθν γειτονικι Ονδοφρα, με πλουςιοπάροχθ χρθματοδότθςθ από τισ ΘΡΑ και εκπαιδευμζνουσ μιςκοφόρουσ τθσ CIA, διεξιγαγαν ζναν πόλεμο φκοράσ εναντίον τθσ Νικαράγουασ, με επικζςεισ ςε χωριά και ςυνεταιριςμοφσ, καταςτροφζσ παραγωγικϊν εγκαταςτάςεων, ςχολείων, αγροτικϊν ιατρείων, απαγωγζσ και δολοφονίεσ αμάχων. Σφμφωνα με ςτοιχεία του 1988, πάνω από 50.000 Νικαραγουανοί ςκοτϊκθκαν το διάςτθμα αυτό, χιλιάδεσ παιδιά ζμειναν ορφανά και 600.000 άτομα αναγκάςτθκαν να εγκαταλείψουν τα χωριά τουσ εξϋ αιτίασ των επικζςεων των Κόντρασ, ενϊ οι ηθμιζσ ξεπερνοφςαν τα 3 δις. δολάρια. (2)
Θ «Ελλθνικι Επιτροπι Αλλθλεγγφθσ ςτθ Νικαράγουα» δθμιουργικθκε το 1983, από άτομα που ςυμμετείχαν ςε διάφορεσ ομάδεσ τθσ αριςτεράσ και αυτόνομουσ πολίτεσ. Στο διάςτθμα τθσ λειτουργίασ τθσ θ «Ελλθνικι Επιτροπι» βοικθςε ποικιλότροπα και επανειλθμμζνα τον λαό τθσ Νικαράγουα.
101
Ειδικά το 1987, ςτα πλαίςια τθσ παγκόςμιασ καμπάνιασ «Θ ΝΛΚΑΑΓΟΥΑ ΡΕΡΕΛ ΝΑ ΕΡΛΗΘΣΕΛ» και ςε ςυνεργαςία με μαηικοφσ φορείσ (ςυνδικάτα, Τοπικι Αυτοδιοίκθςθ κλπ), ςυγκεντρϊκθκαν και ςτάλκθκαν ςτθ Νικαράγουα είδθ αξίασ πάνω από 15 εκατ. δρχ (λάδι, ελιζσ, υβρίδια καλαμποκιοφ, ςαποφνι, χαρτί, ροφχα, βρεφικά είδθ, φάρμακα κ.ά.) που μοιράςτθκαν ςε ςυνεταιριςμοφσ και κατοίκουσ απομονωμζνων περιοχϊν που υφίςτανται και τισ μεγαλφτερεσ ςυνζπειεσ από τισ επικζςεισ των Κόντρασ. (3)
Δεν μασ περίςςευαν λεφτά τότε και ιταν το πρϊτο υπερατλαντικό ταξίδι που κάναμε. Αυτό ζγινε κατορκωτό, χάρισ ςτο βραβείο που είχαμε κερδίςει μαηί με άλλουσ ςυναδζλφουσ αρχιτζκτονεσ, από ζναν πολεοδομικό διαγωνιςμό ςτθν Κιβα. (4)
Στείλαμε ςτον κυρ-Γιϊργθ μια κάρτα από τθ Μανάγκουα, με μια παρζα νζων παιδιϊν που παίηουν κικάρα και τραγουδάνε, φορϊντασ κοκκινόμαυρα μαντιλια ςτο λαιμό τουσ. Βρικαμε τθν κερμι απάντθςι του όταν γυρίςαμε ςτθν Ελλάδα. Συνεχίςαμε τθν αλλθλογραφία. Του ζςτελνα επίςθσ αναρχικά ζντυπα από τθν Ακινα. Κάποια ςτιγμι μου ζςτειλε μζςω τθσ κόρθσ του που ηοφςε ςτισ Θνωμζνεσ Ρολιτείεσ μια επιταγι 25 δολάρια για να τα μοιράςω ςε τρία αναρχικά ζντυπα. Ιταν αδφνατο να εξαργυρϊςω τθν επιταγι αυτι. Αργότερα, ς’ ζνα γράμμα του, μασ ζγραψε μεταξφ άλλων: «…Ο Νταλάρασ ςε ζνα τραγοφδι λζει: Mθν κάκεςαι εδϊ πζρα και ςαπίηεισ, εδϊ δεν ζχει τόπο να ςτακείσ…». Τον άγγιξε φαίνεται αυτόσ ο ςτίχοσ, κι εγϊ ζνοιωςα τον πόνο του. Δεν ξαναβρεκικαμε από κοντά, κράτθςα ωςτόςο τα γράμματά του (βλ. «Μχνθ» 14-Γράμματα από τθν Αργεντινι). Δυο χρόνια αργότερα, μασ ζγραψε ο γιοσ του ο Νζςτορασ ότι ο κυρ-Γιϊργθσ πζκανε και τον κάψανε ςτο Μπουζνοσ Άιρεσ. (5)
O Αουγκοφςτο Σζηαρ Σαντίνο (1895-1934), κεωρείται ο «πατζρασ» τθσ «Λαϊκισ και Αντιιμπεριαλιςτικισ Επανάςταςθσ» ςτθν Νικαράγουα τθσ δεκαετίασ του ’20, το όνομα του οποίου οικειοποιικθκαν οι ςθμερινοί Σαντινίςτασ για να τιμιςουν τθν προςφορά του, αλλά και να δείξουν τθν διαχρονικότθτα των αγϊνων. Δολοφονικθκε κατ’ εντολι του επικεφαλισ τθσ Εκνικισ Φρουράσ Αναςτάςιο Σομόηα, ο οποίοσ αναρριχικθκε ςτθν εξουςία για 20 χρόνια και ακολοφκθςε ο γιοσ του μζχρι το 1979, οπότε ανατράπθκε από τθν επανάςταςθ των Σαντινίςτασ.
102
(6)
Ριςτεφω ότι χωρίσ τισ πλθροφορίεσ που είχαμε ςυλλζξει πριν φφγουμε, από κάποια μζλθ τθσ «Ελλθνικισ Επιτροπισ Αλλθλεγγφθσ ςτθν Νικαράγουα», όπωσ θ ία, ο Στζλιοσ, θ Μαρία, θ Εφθ, θ Χριςτίνα, ο Γιάννθσ, ο Μάκθσ και άλλοι που τθν είχαν επιςκεφτεί πριν από μασ, δεν κα μποροφςαμε να πραγματο-ποιιςουμε αυτό το ταξίδι. Με δεδομζνθ τθν αδυναμία άμεςθσ επικοινωνίασ μασ με τουσ ντόπιουσ λόγω άγνοιασ τθσ γλϊςςασ τουσ, χωρίσ τθν κακθμερινι ζμπρακτθ ςτιριξθ του Γιάννθ Φελζκθ, θ εικόνα που ςχθματίςαμε για τθ χϊρα αυτι κα ιταν περιοριςμζνθ. Ο Φελζκθσ, ςτζλεχοσ τθσ τροτςκιςτικισ «Ο.Κ.Δ.Ε.-Σπάρτακοσ», με τθν διεκνιςτικι του δικτφωςθ μασ ζφερε ςε επαφι με πρόςωπα και καταςτάςεισ που δεν κα μποροφςαμε να προςεγγίςουμε μόνοι μασ. Ακόμθ, ο Γιάννθσ κατζγραψε με τθν βιντεοκάμερα που κουβαλοφςε τισ ςθμαντικότερεσ ςτιγμζσ αυτοφ του ταξιδιοφ. Δυςτυχϊσ ζνα μεγάλο μζροσ των βίντεο που τράβθξε ο Φελζκθσ ςτθ Νικαράγουα, κάπου ζχουν παραπζςει. (7)
Τελικά, δεν ςτείλαμε ςτο κοριτςάκι τθν φωτογραφία, είχαμε άλλεσ προτεραιότθτεσ όταν γυρίςαμε και μετά το ξεχάςαμε. Σιμερα το κοριτςάκι αυτό κα είναι περίπου 35 χρονϊν. Τι να κάνει άραγε; (8)
Λίγουσ μινεσ μετά τθν επιςτροφι μασ ςτθν Ελλάδα, μάκαμε ότι ζνασ τυφϊνασ που ςάρωςε τθν Καραϊβικι, πζραςε και από το μικρό Corn Island και ςάρωςε τα πάντα. Το μόνο ςπίτι που άντεξε, ιταν το πετρόκτιςτο ςπίτι του Μπιν. (9)
Μεταφζρω εδϊ αποςπάςματα ενόσ άρκρου που δθμοςιεφτθκε ςτο περιοδικό «Perspectiva Mundial» (No.14, 21/7/1986) και αναδθμοςιεφτθκαν ςτο περιοδικό «Nicaragua Libre» τθσ «Ελλθνικισ Επιτροπισ Αλλθλεγγφθσ ςτθν Νικαράγουα» (Σεπτζμβρθσ 1986), με τίτλο «Αγρότεσ υπεραςπίηουν τον Συνεταιριςμό τουσ»: «…τισ 31 Μάθ τρομοκράτεσ «Κόντρασ» που υποςτθρίηονται από τισ ΗΠΑ, πραγματοποίθςαν επίκεςθ ςτον υνεταιριςμό «Ντανιζλ Σζλερ». Για 4 ϊρεσ, 35 αγρότεσ πολιτοφφλακεσ αντιμετϊπιςαν 200 Κόντρασ βαριά οπλιςμζνουσ, μζχρι που ζφταςαν ενιςχφςεισ από τον ςτρατό των αντινίςτασ. κοτϊκθκαν 15 πολιτοφφλακεσ και ζνα κοριτςάκι. Ήταν θ πρϊτθ φορά που οι Κόντρασ επιτζκθκαν ςτον υνεταιριςμό Σζλερ, που βρίςκεται ςτθν ορεινι ηϊνθ ςτα βόρεια τθσ Νικαράγουασ, περίπου 55 χλμ βορειοδυτικά από τθν πόλθ τθσ Ματαγκάλπα. Ο υνεταιριςμόσ που οργανϊκθκε πριν δφο χρόνια από 280 άνδρεσ γυναίκεσ και παιδιά, παρζλαβε κάπου 1000 εκτάρια γθσ, μζςω τθσ αγροτικισ μεταρρφκμιςθσ. Σα μζλθ του παράγουν δθμθτριακά και λαχανικά για δικι τουσ χριςθ. Πριν τθν επίκεςθ, ο υνεταιριςμόσ πιγαινε καλά, είχε ξεπλθρϊςει τα χρζθ του και υπιρχαν ςχζδια για βελτιϊςεισ. Ο οικιςμόσ τουσ αποτελείτο από 40 ξφλινα ςπίτια χτιςμζνα από εκελοντζσ με χριματα που ςυνειςζφεραν Ελβετοί εργάτεσ. Τπιρχε επίςθσ ςχολείο και ζνα μικρό Κζντρο Τγείασ με μια νοςοκόμα… Οι περιςςότεροι αγρότεσ είναι αποφαςιςμζνοι να μείνουν και να ξαναφτιάξουν τον 103
υνεταιριςμό… Η UNAG προςπακεί να φζρει κι άλλεσ οικογζνειεσ ςτον υνεταιριςμό, ϊςτε να ξαναχτιςτοφν τα ςπίτια. το μεταξφ, διαβεβαιϊνουν ότι άλλοι υνεταιριςμοί κα ςτείλουν ομάδεσ για να κάνουν τθ δουλειά των αγροτϊν που ςκοτϊκθκαν. Οι Ελβετοί εκελοντζσ επζςτρεψαν για να βοθκιςουν να ξαναχτιςτοφν τα ςπίτια. Ο Ερυκρόσ ταυρόσ ζδωςε ζκτακτθ βοικεια και θ UNAG ζρχεται ςε επαφι μ’ άλλεσ οργανϊςεισ αλλθλεγγφθσ και με διεκνείσ ενϊςεισ αγροτϊν…». (10)
Ππωσ μάκαμε αργότερα, δεν ιρκαν τελικά ςτθν Νικαράγουα ζλλθνεσ δθμοςιογράφοι για το Συνζδριο τθσ Ελεφκερθσ αδιοφωνίασ, γιατί δεν εξαςφάλιςαν τα ζξοδα του ειςιτθρίου τουσ. (11)
Το μπουκάλι με το μαφρο ροφμι «Flor de Caña» ιταν παραγγελιά από τθν Εφθ. Το κουβάλθςα άκικτο ςε όλο το ταξίδι τθσ επιςτροφισ με το αεροπλάνο μζχρι τα Μόςχα, ςτο ξενοδοχείο που μείναμε λίγεσ μζρεσ και ςτθν ςυνζχεια με το αεροπλάνο μζχρι τθν Ακινα, όπου τθσ το παρζδωςα. Θ Εφθ ζφτιαξε ζνα καυμάςιο άλμπουμ με επιχρωματιςμζνεσ φωτογραφίεσ για τθν Νικαράγουα, το οποίο αποτελεί ζνα μοναδικό καλλιτεχνικό και πολιτικό ντοκουμζντο. (12)
Για τθν περιγραφι τθσ παραμονισ μασ με τθν Βάςω ςτθν Μόςχα, βλ. το κείμενο: «Μόςχα 1988» - ‘Λχνθ 13 (13)
Τον Μάιο του επόμενου ζτουσ (1989), επιςκζφτθκε τθν χϊρα μασ ο πρόεδροσ τθσ Νικαράγουα Ντανιζλ Ορτζγκα καλεςμζνοσ από τον τότε πρωκυπουργό Ανδρζα Ραπανδρζου, ο οποίοσ εμφάνιςε τθν επίςκεψθ του Ορτζγκα ωσ ςτιριξθ του ΡΑΣΟΚ. Θ παρουςία του Ορτζγκα ςτθν Ακινα, ζδωςε τθν ευκαιρία ςτθν «Ελλθνικι Επιτροπι Αλλθλεγγφθσ ςτθν Νικαράγουα» (ςτθν οποία ςυμμετείχα ενεργά, μετά το ταξίδι μασ), να προβάλει τισ απόψεισ και τθν δραςτθριότθτά τθσ, οργανϊνοντασ μια ανοιχτι εκδιλωςθ με τθν παρουςία του Ορτζγκα ςτο Ηάππειο. Στθν εκδιλωςθ αυτι εμφανίςτθκε και ο τότε υπουργόσ παιδείασ Γιϊργοσ Ραπανδρζου, επιδιϊκοντασ πρωταγωνιςτικό ρόλο. Αξίηει να επιςθμανκεί θ αποδοκιμαςία του Γ. Ραπανδρζου από τουσ πολίτεσ που ςυμμετείχαν ςτθν εκδιλωςθ και θ αποπομπι του από το τραπζηι των οργανωτϊν τθσ εκδιλωςθσ. Στθ κζςθ του, που για λίγο παρζμεινε κενι, …κάκιςα τελικά εγϊ, για να ςθματοδοτιςω ότι ο Γ. Ραπανδρζου δεν είχε καμιά ςχζςθ με τθν «Ελλθνικι Επιτροπι Αλλθλεγγφθσ ςτθν Νικαράγουα», που οργάνωςε αυτι τθν εκδιλωςθ.
104
Αξίηει επίςθσ να ςθμειϊςω, ότι παρά τισ προςπάκειεσ που είχε κάνει θ «Επιτροπι» να ςυναντιςει τον Ντανιζλ Ορτζγκα, περιμζνοντασ ατζλειωτεσ ϊρεσ ζξω από τον «Αςτζρα» τθσ Βουλιαγμζνθσ όπου διζμενε, αυτό δεν ζγινε κατορκωτό τελικά, «λόγω του περιοριςμζνου χρόνου του Προζδρου», όπωσ μασ ζλεγαν, ενϊ κατά τθν πολυιμερθ επίςκεψι του, βρικε τον χρόνο να ςυναντθκεί με διάφορουσ άςχετουσ, να χορεφει ςυρτάκι με τον Γιϊργο Ραπανδρζου και να του ςπάνε πιάτα. Αυτό εξόργιςε πολλοφσ από τθν «Επιτροπι» και ςε ςυνδυαςμό με μια ςειρά πολιτικζσ διαφωνίεσ που είχαν προκφψει ςε ςχζςθ με τισ κυρίαρχθ πολιτικι γραμμι των Σαντινίςτασ, οδιγθςε αρκετά μζλθ τθσ «Ελλθνικισ Επιτροπισ Αλλθλεγγφθσ ςτθν Νικαράγουα» ςτθν απογοιτευςθ και τθν αποςτράτευςθ. Ζνα χρόνο αργότερα, το 1990, ζγιναν ελεφκερεσ και δθμοκρατικζσ εκλογζσ ςτθν Νικαράγουα, υπό τθν παρουςία διεκνϊν παρατθρθτϊν, τισ οποίεσ ζχαςαν οι Σαντινίςτασ. Οι πιζςεισ και το εμπάργκο των Αμερικάνων, οδιγθςε ζνα μεγάλο μζροσ του λαοφ ςτθν αγκαλιά ενόσ ςυναςπιςμοφ αντιδραςτικϊν και δικεν δθμοκρατικϊν δυνάμεων, ανατρζποντασ τα μζχρι τότε επιτεφγματα τθσ κυβζρνθςθσ των Σαντινίςτασ και δικαιϊνοντασ όςουσ υποςτιριηαν μια πιο ριηοςπαςτικι πολιτικι, καταγγζλλοντασ τα φαινόμενα κρατικισ και κυβερνθτικισ διαφκοράσ, που είχαν εκδθλωκεί ςε θγετικά κλιμάκια των Σαντινίςτασ.
105
106
107
108
φντομο ςυμπληρωματικό ςημείωμα του Γιάννη Φελζκη Κατ’ αρχιν ςυγχαίρω τον ς. Ράνο για τθν ςυνζπειά του να καταγράψει τισ εμπειρίεσ του και να μασ ξανακυμίςει με αξιοκαφμαςτο τρόπο τισ κοινζσ μασ εμπειρίεσ για τισ εβδομάδεσ που περάςαμε μαηί ςτθ Νικαράγουα το 1988, ςε αντίκεςθ με τθ δικι μου τςαπατςουλιά που απεχκάνεται το χαρτί και το μολφβι και αρκζςτθκα ςτθ βιντεοςκόπθςθ δεκάδων ωρϊν από καταςτάςεισ και γεγονότα, που μζχρι ςιμερα δεν αξιϊκθκα να καταγραφοφν και να αξιοποιθκοφν. Θ πρωτοβουλία του Ράνου μου δίνει τθν ευκαιρία να προςκζςω λίγα λόγια για τισ εμπειρίεσ μασ το διάςτθμα που δεν είμαςτε μαηί με τον Ράνο και τθν Βάςω, όπωσ και μερικζσ μικρζσ διευκρινίςεισ ςχετικζσ με τθν κοινι μασ εμπειρία. το Μεξικό Μαηί με τθν ς. Δϊρα Κομνοφ, φκάςαμε ςτθν πόλθ του Μεξικό ςτισ 7 Λοφνθ 1988 και για ζνα μινα ςυμμετείχαμε ςτθν προεκλογικι εκςτρατεία του Επαναςτατικοφ Εργατικοφ κόμματοσ (P.R.T)- Mεξικανικό τμιμα τθσ 4θσ Διεκνοφσ. Τθν περίοδο εκείνθ είχε γίνει μια ςοβαρι ριξθ ςτο κυβερνθτικό κόμμα, το P.R.I, το λεγόμενο «Επαναςτατικό Συνταγματικό Κόμμα» που από τθ δεκαετία του 1920 είχε εγκακιδρφςει ζνα ςκλθρό μονοκομματικό κακεςτϊσ που μετά από 60 χρόνια ςτθν εξουςία ιταν ςτθν ουςία μια κοινοβουλευτικι δικτατορία θ οποία είχε απόλυτο ζλεγχο ςε όλεσ τισ πτυχζσ του κρατικοφ μθχανιςμοφ και με απαγωγζσ, δολοφονίεσ και κάκε μορφισ μαφιόηικεσ ενζργειεσ είχε τον απόλυτο ζλεγχο ςτθν τοπικι αυτοδιοίκθςθ, ςτα ςυνδικάτα, το αγροτικό κίνθμα κλπ. Μόνο μετά τθν εξζγερςθ τθσ φοιτθτικισ νεολαίασ το 1968 ενάντια ςτουσ Ολυμπιακοφσ Αγϊνεσ, οι εξαφανιςκζντεσ αγωνιςτζσ από τισ παρακρατικζσ ςυμμορίεσ του P.R.I , τα επονομαηόμενα «γεράκια», ιταν πολλζσ χιλιάδεσ. Το κίνθμα των μθτζρων των εξαφανιςκζντων, 20 χρόνια μετά το ’68, ιταν ζνα απ’ τα ςθμαντικότερα κινιματα του Μεξικoφ και θ πρόεδρόσ του οηάριο Λμπάρα ιταν θ υποψιφια για τθν προεδρία ςτισ εκλογζσ του 1988 εκ μζρουσ του P.R.T. Πλεσ οι οργανϊςεισ και τα κόμματα τθσ αριςτεράσ, ρωςόφιλοι, ευρωκομμουνιςτζσ, μαοϊκοί, γκεβαρικοί κλπ, πλθν του P.R.T, προςχϊρθςαν ςτο Δθμοκρατικό Επαναςτατικό Κόμμα (P.R.D) που δθμιοφργθςαν οι αποχωριςαντεσ από το P.R.I με επικεφαλισ τον Γκότεμοκ Κάρντενασ, γιό του προζδρου Κάρντενασ που κυβζρνθςε με μια δθμοκρατικι αναλαμπι ςτθ δεκαετία του ’30. Το πρόγραμμα του P.R.D δεν είχε κανζνα ταξικό εργατικό προςανατολιςμό και απλά περιορίηονταν ςτθν ανάγκθ αποκατάςταςθσ τθσ αςτικισ Δθμοκρατίασ. Στθ διάρκεια τθσ προεκλογικισ εκςτρατείασ του .R.T είχαμε δφο δολοφονίεσ, του υποψθφίου αντιπροζδρου κακϊσ και ενόσ υποψθφίου γνωςτοφ αγωνιςτι από το κίνθμα των ακτθμόνων, πολλζσ απαγωγζσ, ακόμθ και βιαςμοφσ υποψθφίων γυναικϊν από τισ παρακρατικζσ ςυμμορίεσ του P.R.I. Ραρ’ όλα αυτά, το P.R.T επζμενε ςτθν ταξικι ανεξαρτθςία και παρά τθν τεράςτια πίεςθ για δθμοκρατικι αλλαγι, πζτυχε ζνα καλό ποςοςτό τόςο ςτουσ εργάτεσ όςο και ςτουσ ακτιμονεσ και τουσ φτωχοφσ αγρότεσ, ζχοντασ ςοβαρι ςυμμετοχι και παρζμβαςθ. Δυςτυχϊσ 109
Πόλθ του Μεξικό, Ιοφνθσ 1988
ςτισ επόμενεσ εκλογζσ, κάτω από φοβερζσ πιζςεισ, προςχϊρθςε ςτο P.R.D και διαςπάςτθκε ςτα τρία, πάνω ςτο κζμα πόςο κα ταυτιςτοφνε με το P.R.D και πόςο κα κρατιςουν τθν ανεξάρτθτθ ταξικι τουσ γραμμι. Το αποτζλεςμα είναι όμοιο με τθν Λταλία, όπου εμπλεκόμενοι με ςτόχουσ αςτικισ διαχείριςθσ, όπωσ και οι μόνοι καρποί τθσ «Ελιάσ» ςτθν Λταλία δεν ιταν παρά ςτάχτθ τθσ αριςτεράσ.
110
τη Νικαράγουα Αμζςωσ μετά τισ εκλογζσ ςτο Μεξικό φφγαμε για τθ Νικαράγουα με μια μιςοδιαλυμζνθ ντακότα από τθν «Ολυμπιακι» τθσ Αeronica, (αεροπορικισ εταιρίασ τθσ Νικαράγουα) και ςτισ 7 Λουλίου φτάςαμε ςτθν Νικαράγουα. Ρρϊτο μασ μζλθμα , αφοφ εναποκζςαμε τισ αποςκευζσ μασ ςτο περιβόθτο τενεκεξενοδοχείο «Hospetaje Santos», κάτω από καταρρακτϊδθ βροχι, ιταν να τρζξουμε να βροφμε τθν Επαναςτατικι Επιτροπι Διαχείριςθσ τθσ Διεκνοφσ Βοικειασ για τισ αγροτικζσ και βιοτεχνικζσ κοπερατίβεσ για να εξαςφαλίςουμε τα διαπιςτευτιριά μασ και να κανονίςουμε τισ επαφζσ μασ με αυτζσ που είχαν «υιοκετθκεί» από τθν Ελλθνικι Επιτροπι Αλλθλεγγφθσ ςτθ Νικαράγουα. Το δεφτερο, ακόμα πιο ςθμαντικό, ιταν να ςυναντιςουμε τθν οικογζνεια των Νικαραγουανϊν που είχαν τθν κόρθ τουσ ςτο Τορόντο του Καναδά, γειτόνιςςα τθσ αδελφισ μου Σταυροφλασ, που μζςω αυτϊν κα ζρχονταν 250 χιλιάδεσ δραχμζσ ςε δολάρια (γιατί τθν εποχι εκείνθ απαγορεφονταν θ εξαγωγι ςυναλλάγματοσ από τθν Ελλάδα). Τα χριματα αυτά προζρχονταν από τθν εκποίθςθ μθχανθμάτων φωτοςφνκεςθσ που ανικαν ςτθν Κομμουνιςτικι Διεκνιςτικι Λίγκα και με κοινι μασ απόφαςθ, τθσ αδελφισ μου Αλεξάνδρασ που κράταγε τθν «επιχείρθςθ» και τθσ ς. Μάνιασ Τςελζντθ, που μετακόμιςε ςτο Λουξεμβοφργο και δοφλευε ςτο Ευρωπαϊκό κοινοβοφλιο (θ οποία είχε ςυμβάλλει ςτον μεγαλφτερο βακμό για τθν αγορά τουσ), αποφαςίςαμε το αντίτιμο τθσ εκποίθςθσ, 500.000 δρχ να το διακζςουμε κατά 50% ςτθν 4θ Διεκνι και κατά 50% ςτθν Αλλθλεγγφθ ςτθν Νικαράγουα. Το επόμενο ιταν να εξαργυρϊςουμε τα τράβελερ τςεκ τθσ Αμζρικαν Εξπρζσ που βγάλαμε παράνομα από τθν Ελλάδα και το ςυνολικό ποςό των 500.000 δραχμϊν ςε δολάρια να το παραδϊςουμε ςτθν Επιτροπι Διαχείριςθσ, που κα αγόραηε από τθν Κόςτα ίκα τισ αγελάδεσ που θ Ελλθνικι Επιτροπι είχε υποςχεκεί ςτισ δφο αγροτικζσ κοπερατίβεσ. Αν κυμάμαι καλά, το ποςό αντιςτοιχοφςε ςε 20 αγελάδεσ και ζνα ταφρο για τθν κάκε κοπερατίβα. Λα Βερόνα Στθν ςυνζχεια, αφοφ επιςκεφτικαμε τισ διάφορεσ Σαντινίςτικεσ οργανϊςεισ, γυναικϊν, ςυνδικάτων και τισ ίδιεσ τισ πολιτικζσ οργανϊςεισ των Σαντινίςτασ, ενθμερωκικαμε για τα διάφορα προβλιματα και τισ άπειρεσ κινθτοποιιςεισ που ιταν ςτο πρόγραμμα, φφγαμε μαηί με τον Αντϊνθ από τθν Βελβενδό Κοηάνθσ για τθν Λα Βερόνα, μια ορεινι κοπερατίβα απ’ αυτζσ που είχαν υιοκετθκεί από τθν Ελλθνικι Επιτροπι. Αφοφ ςυνεννοθκικαμε με τθν αντίςτοιχθ Επιτροπι Διαχείριςθσ τθσ Ματαγκάλπα, που ςτθν περιοχι τθσ ανικε θ Λα Βερόνα, βρικαμε ζνα άκλιο φορτθγάκι, που είχε φορτϊςει για κάποια χωριά ςτθν κατεφκυνςθ τθσ Λα Βερόνα. Το φορτθγάκι, αγκομαχϊντασ ςτον χωματόδρομο μζςα από μια ατζλειωτθ ηοφγκλα και
111
Ματαγκάλπα: καταςκευι ςχολείου
112
ανθφόρα, αλλοφ με βροχι και κρφο και αλλοφ με ιλιο και ηζςτθ που νόμιηεσ ότι κα ςαπίςεισ, φτάςαμε ςτθν Τανκζτα, όπου εμείσ κατεβικαμε και το φορτθγάκι ςυνζχιςε το δρόμο του. H Ταγκζτα (Ταγκςάκι) ιταν το πιο ςοβαρό και μάλλον το μοναδικό άρμα μάχθσ που διζκετε ο «ςτρατόσ» του δικτάτορα Σομόηα και ςε αυτό το ςθμείο το είχαν καταλάβει οι αντάρτεσ Σαντινίςτασ ςε κάποια μάχθ, το αχριςτευςαν και παρζμεινε εκεί ςαν μνθμείο από τθν Επανάςταςθ. Από τθν Ταγκζτα μζχρι τθν Λα Βερόνα χρειάςτθκε περίπου μιασ ϊρασ ποδαρόδρομοσ, μζςα από καρόδρομο, φορτωμζνοι με τισ αποςκευζσ μασ, τθν τεράςτια βιντεοκάμερά μου, λίγο ανκρϊπινο ψωμί, τυρί και δυο-τρείσ κονςζρβεσ, που ο Αντϊνθσ μασ ενθμζρωςε ότι ζπρεπε να προμθκευτοφμε από τθν Ματαγκάλπα. Φτάςαμε τθν ϊρα που ςχόλαγαν από τισ δουλειζσ τουσ ςτθν κοπερατίβα και οι δυο ςφντροφοι Βάςκοι (φυγόδικοι τθσ ΕΤΑ, κακθγθτζσ που βρικαν εκεί άςυλο και ευκαιρία να ςυνεχίςουν το επαναςτατικό τουσ ζργο), τουσ ενθμζρωςαν ότι, μετά το δείπνο που πάντα ιταν νερόβραςτα μαυροφάςουλα και μουςκεμζνο καλαμπόκι, (όπωσ και το πρωϊνό και το γεφμα τουσ), κα κάνανε Συνζλευςθ για τθν ενθμζρωςι μασ για τισ δουλειζσ που είχαμε να κάνουμε και τθ ςκοπιμότθτά τουσ. Εκεί, για πρϊτθ φορά γευτικαμε τα νερόβραςτα μαυροφάςουλα και το μουςκεμζνο καλαμπόκι, το οποίο μοφςκευε για δυο-τρεισ μζρεσ μζςα ςε βαρζλια με νερό, το ςτουμπίηανε ςε τεράςτια γουδιά, το κάνανε μια χοντροκομμζνθ ηφμθ και φτιάχναν μικρά ψωμάκια (τορτίγιεσ), τα ακουμπάγανε για τζςςερα-πζντε λεπτά πάνω ςτα ςιδερζνια καπάκια απ’ τα βαρζλια που ιταν πάνω ςτθ φωτιά και τα τρϊγαμε. Θ δουλειά τθσ κουηίνασ γινόταν εκ περιτροπισ και εφκολα τθν ςυνθκίςαμε για να ςυμμετζχουμε και εμείσ, όπωσ ςυνθκίςαμε επίςθσ, μετά από τρεισ εβδομάδεσ και το κακθμερινό μενοφ τουσ. Στθ ςυνζλευςθ όπου ςυμμετείχαν άπαντεσ, θ κατάςταςθ ιταν αρκετά απογοθτευτικι. Το ενδιαφζρον για τα ζργα που εκτελοφνταν ιταν μικρό επειδι ιταν για ςυλλογικό ςυμφζρον τθσ κοπερατίβασ και όχι για το ατομικό του κακενόσ. Για παράδειγμα, αςχολιόντουςαν με πολφ μεγαλφτερο ηιλο για το μικρό κομμάτι γθσ που είχε παραχωρθκεί ςε κάκε οικογζνεια παρά ςτισ τεράςτιεσ εκτάςεισ τθσ φυτείασ καφζ που διζκετε θ κοπερατίβα, τθν οποία οι ιδιοκτιτεσ τθσ τθν εγκατζλειψαν και δραπζτευςαν ςτισ ΘΡΑ μετά τθν Επανάςταςθ. Ραρά τισ προςπάκειεσ των ς. Βάςκων να τουσ κεντρίςουν το ενδιαφζρον για το μικρό ορνικοτροφείο που φτιάχνονταν με κυρίωσ κθλυκά κοτόπουλα για αναπαραγωγι ϊςτε να ζχουν αρκετά αυγά και πολφ περιςςότερεσ κότεσ και κοτόπουλα για κατανάλωςθ, το μόνο τουσ ερϊτθμα ιταν πότε κα μποροφςαν να τα ςφάξουν. Σε ότι αφορά ζνα μικρό φράγμα που φτιάχναμε για να χρθςιμοποιθκεί ςαν μικρό ιχκυοτροφείο για ψάρια γλυκοφ νεροφ, όςο και για τθν άρδευςθ ενόσ υπζροχου λαχανόκθπου που είχαν ιδθ φτιάξει οι ς. Βάςκοι με όλων των ειδϊν τα ηαρηαβατικά (τα οποία οι ντόπιοι δεν ικελαν καν να δοκιμάςουν και ςάπιηαν ςτον κιπο), τουσ ιταν παντελϊσ αδιάφορο και για όςο 113
εμείσ κουβαλάγαμε υλικά, ςκάβαμε ι χτίηαμε, δεν κοφνθςαν καν το δαχτυλάκι τουσ. Εκεί καταλάβαμε ότι παρά τισ πρωτοπόρεσ επαναςτατικζσ ιδζεσ ενόσ μζρουσ τθσ θγεςίασ των Σαντινίςτασ αλλά και των Επιτροπϊν Αλλθλεγγφθσ απ’ όλο τον κόςμο, το μεγάλο πρόβλθμα για τθν Επανάςταςθ, μεγαλφτερο ίςωσ από τθ φτϊχεια και τουσ Κόντρασ ιταν θ τεράςτια κακυςτζρθςθ και ο αναλφαβθτιςμόσ μεγάλθσ μερίδασ του λαοφ. Ο ςυνοικιςμόσ τθσ Λα Βερόνα, καμιά δεκαπενταριά ψιλοάκλια φτωχόςπιτα, με διπλάςιεσ οικογζνειεσ, περιβάλλονταν από ζνα απζραντο δάςοσ, όςο ζβλεπε το μάτι μασ προσ όλεσ τισ κατευκφνςεισ. Το μόνο που διακρίνονταν ςε απόςταςθ κάποιων χιλιομζτρων ςε ζνα ίςιωμα, ςε μια απζναντι πλαγιά, ιταν θ βίλλα και τα περιβόλια του λαντιφουντίςτα που το ζςκαςε. Τα μζλθ τθσ κοπερατίβασ ιταν οι πρϊθν κολίγοι του από τουσ οποίουσ θ οικογζνεια κράταγε μεγάλεσ αποςτάςεισ. Αυτοί οι άνκρωποι μεγαλϊναν εκεί πάππου προσ πάππο πλιρωσ απομονωμζνοι απϋ τθν υπόλοιπθ ανκρωπότθτα και αυτό το τεράςτιο χάςμα δφςκολα καλφπτονταν. Πταν ιρκαμε ςτθν Λα Βερόνα, οι ς. Βάςκοι είχαν ιδθ τελειϊςει τθν καταςκευι του μικροφ πτθνοτροφείου, είχαν τυλίξει περιμετρικά το ξφλινο οίκθμα με κοτετςόςυρμα και είχαν τοποκετιςει και τα κοτοπουλάκια, οπότε ζμεναν λίγα πράγματα για μασ να κάνουμε για τθν τελειοποίθςι του. Ζτςι, αφοφ τελειϊςαμε και με το «φράγμα» που ςτθν οποία ιταν μια μεγάλθ ςτζρνα, επιςτρζψαμε ςτθ Ματαγκάλπα και απο εκεί ςτθ Μανάγκουα. Mανάγκουα και γιορτι του Σαν Ντομίγκο. Για να ζχουμε μια εικόνα τθσ ςθμερινισ πόλθσ –μθ πόλθσ τθσ Μανάγκουα, πρζπει να ποφμε ότι το κζντρο τθσ παλιάσ πόλθσ είχε ολοκλθρωτικά ιςοπεδωκεί από τον μεγάλο ςειςμό που είχε γίνει μια δεκαετία πριν τθν Επανάςταςθ. Τα μόνα κτίρια που ζμειναν όρκια ιταν το Ραλάτςιο Ναςιοναλ, που ςτζγαηε τθν «Βουλι» και τθν κυβζρνθςθ του δικτάτορα Σομόηα, απ’ όπου ξεκίνθςε θ Επανάςταςθ όταν μια ομάδα ανταρτϊν το κατζλαβε και κρατοφςε ομιρουσ όλθ τθν κυβζρνθςθ και τουσ «βουλευτζσ» του Σομόηα. Πλοσ ο υπόλοιποσ χϊροσ ιταν ακόμθ απζραντεσ αλάνεσ και τα πιο πολλά απ’ τα ςπιτάκια που είχαν χτιςτεί περιμετρικά του παλιοφ κζντρου ςτα ανϊνυμα δρομάκια ιταν παραγκόςπιτα. Σε μια τζτοια αλάνα γίνονταν το ολοιμερο πανθγφρι του Σαν Ντομίγκο, πολιοφχου τθσ Μανάγκουα, που αναφζρει ο ς. Ράνοσ. Ρροσ το βραδάκι, κάποιοι ςυνεχίηουν ςτο πανθγφρι και οι πιο πολιτικοποιθμζνοι και οργανωμζνοι ξεκινάνε διαδιλωςθ μζςα από τον κεντρικό δρόμο που οδθγεί ςτθν πλατεία τθσ Επανάςταςθσ. Σκόπιμα κάποιοι καβαλάρθδεσ, αςτοί και κυρίωσ γαιοκτιμονεσ, που γιόρταηαν με τον δικό τουσ τρόπο τον Σαν Ντομίγκο, (με ζφιππθ παρζλαςθ που κατζλθγε ςτο πολυτελζσ ξενοδοχείο Λντερκοντινζνταλ με χοροεςπερίδα και ςαμπάνιεσ), για να προκαλζςουν και να επιδείξουν τθν υπεροχι τουσ απζναντι ςτουσ φτωχοδιάβολουσ αντιπάλουσ τουσ, διάλεξαν μια διαδρομι που πζρναγε κάκετα τον κεντρικό δρόμο όπου κα πζρναγε θ διαδιλωςθ. Ζτςι, μπορζςαμε να δοφμε τθν φλόγα τθσ Σαντινίςτικθσ Επανάςταςθσ που ακόμα ζκαιγε: δεκαπεντάχρονοι και δεκαεξάχρονοι πολιτοφφλακεσ που το καλάςνικοφ που κρζμονταν ςτον ϊμο τουσ ξεπζρναγε το μπόϊ τουσ, αψθφϊντασ τον βοφρδουλα των 114
καουμπόχδων , πάλευαν να εμποδίηουν τουσ αντιδραςτικοφσ καβαλάρθδεσ να περάςουν και κρζμονταν ςτον αζρα απ’ τα χαλινάρια των τεράςτιων αλόγων που ςθκϊνονταν ςτα πίςω πόδια.
Μανάγκουα. Πάνω: Επειςόδια ςτθ γιορτι του αν Ντομίγκο Κάτω: ανάπθροι, κφματα του πολζμου, υποδζχονται το καραβάνι των αμερικάνων βετεράνων του Βιετνάμ
115
Στθ Λεόν για τθν 9θ επζτειο τθσ Επανάςταςθσ. Βρεκικαμε ςτισ 25 Λουλίου 1988, αν κυμάμαι καλά, ςτθν Λεόν για τθν μεγάλθ γιορτι τθσ 9 θσ επετείου τθσ Επανάςταςθσ. Με παρόντεσ όλθ τθν θγεςία των Σαντινίςτασ, των Συνδικάτων, των εκπροςϊπων των αγροτϊν, των οργανϊςεων γυναικϊν, εκπροςϊπων όλων των τότε «ςοςιαλιςτικϊν κρατϊν» Ευρϊπθσ και Αςίασ, όπωσ επίςθσ, κομμάτων, οργανϊςεων και κινθμάτων απ’ όλο τον πλανιτθ και ανάμεςά τουσ ςε τιμθτικι κζςθ εκπρόςωποι κινθμάτων αλλθλεγγφθσ από όλο τον κόςμο. Δεκάδεσ λαοφ είχαν φκάςει απϋ όλθ τθ χϊρα με λεωφορεία και ζνα τεράςτιο γιπεδο είχε γεμίςει αςφυκτικά. Θ γιορτι άρχιςε το μεςθμζρι με χαιρετιςμοφσ από τουσ ντόπιουσ και ξζνουσ θγζτεσ, ςυνκιματα και μουςικζσ , και κράτθςε μζχρι το βράδυ. Ο ενκουςιαςμόσ ςε όλθ τθ χϊρα τθν περίοδο εκείνθ ιταν τόςο μεγάλοσ που κανζνασ δεν φανταηόταν ότι ςε ζνα χρόνο με τισ πρϊτεσ εκλογζσ οι Σαντινίςτασ κα ζχαναν τθν εξουςία.
116
Λεόν : Γιορτι για τθν 9θ επζτειο τθσ Επανάςταςθσ
117
Στθ Μαςάγια κόντρα ςτθ Συναςπιςμζνθ Δεξιά Από το τζλοσ του Λοφλθ’88 θ δεξιά, ςυναςπιςμζνθ ςτο ςφνολό τθσ, ακόμθ και κόμματα που ανοιχτά υποςτιριηαν τουσ Κόντρασ ι είχαν ζνοπλα τμιματα, ξεκίνθςαν μια καμπάνια διαμαρτυρίασ με ςυγκεντρϊςεισ ςε διάφορεσ πόλεισ , τθ μια μετά τθν άλλθ, διαμαρτυρόμενοι για τον εκλογικό νόμο που ζκανε θ κυβζρνθςθ των Σαντινίςτασ για τισ εκλογζσ που κα γίνονταν τον επόμενο χρόνο. Μζςα απ’ αυτι τθν καμπάνια, τα κόμματα τθσ αντεπανάςταςθσ ενκάρρυναν τουσ φοβιςμζνουσ ςυντθρθτικοφσ να βγοφνε από το καβοφκι τουσ με τελικό ςτόχο να οργανϊςουν ςτισ αρχζσ Σεπτζμβρθ ζνα μεγάλο Ρανεκνικό ςυλλαλθτιριο ςτθ Μαςάγια, τθ μεγαλφτερθ και πλθςιζςτερθ πόλθ ςτθν πρωτεφουςα, ςτθν οποία καταλάβαιναν ότι δεν τουσ ζπαιρνε να ςυγκεντρωκοφν. Τθν ίδια περίοδο μια ςφναξθ εκπροςϊπων δεξιϊν κομμάτων ςτθ Χινοτζγκα, ςτον βορρά τθσ χϊρασ, όριςε ςτρατιωτικό αρχθγό των Κόντρασ τον Βερμοφδοσ, ζναν πρϊθν ςτρατθγό του Σομόηα. Κάτω απ’ αυτζσ τισ ςυνκικεσ, θ κυβζρνθςθ απαγόρευςε το ςυλλαλθτιριο ςτθ Μαςάγια, αλλά οι αντιδραςτικοί επζμεναν. Οπότε εμείσ, μαηί με τουσ ς. από το Σοςιαλιςτικό Εργατικό Κόμμα των ΘΡΑ, που τότε ιταν ακόμθ ςτθν 4θ Διεκνι, ζμεναν μόνιμα ςτθν Μανάγκουα και διζκεταν αυτοκίνθτα, φφγαμε πρωϊ και φτάςαμε πολφ νωρίσ ςτθν Μαςάγια. Οι ντόπιοι, απϋ όςουσ κυκλοφοροφςαν ςτον δρόμο, κατευκφνονταν οι περιςςότεροι προσ τουσ Σαντινίςτασ διαδθλωτζσ που ζρχονταν από τθν Μανάγκουα και ελάχιςτοι προσ τθν κατεφκυνςθ απ’ όπου ζρχονταν οι αντιδραςτικοί. Αυτοί ζρχονταν με Λ.Χ και ελάχιςτα λεωφορεία και φορτθγά, ενϊ μερικοί, μάλλον από κοντινζσ αποςτάςεισ, καβαλαρία. Μπαίνοντασ ςτθν πόλθ, θ πολιτοφυλακι προςπάκθςε να τουσ ςταματιςει, αυτοί αντιδράςανε και ςκορπίςτθκαν ςε διάφορουσ δρόμουσ και ςτενά, ανάκατοι πολιτοφφλακεσ, δεξιοί και αριςτεροί διαδθλωτζσ (εμείσ εννοείται, πάντα με τουσ πολιτοφφλακεσ). Για αρκετζσ ϊρεσ, ζγινε ζνα κυνθγθτό ανάκατο με ξφλο και δακρυγόνα Σαντινίςτικα. Το γεγονόσ είναι ότι θ ςυναςπιςμζνθ αντίδραςθ δεν κατόρκωςε οφτε να ςυγκεντρϊςει αρκετό κόςμο, οφτε να ςυγκροτιςει ζνα κάποιασ μορφισ ςυλλαλθτιριο. Αυτό που κατάφερε ιταν ζνα μπαχαλάκι μερικϊν ωρϊν, που τθσ ζδωςε τθν ευκαιρία να ςυνεχίςει τθν προπαγάνδα τθσ κατά τθσ «Σαντινίςτικθσ τρομοκρατίασ». Κυμίηουμε ότι τα αςτικά κόμματα ιταν νόμιμα ςε όλθ τθν προθγοφμενθ περίοδο και ο τφποσ τουσ και όλα τα προπαγανδιςτικά τουσ μζςα ιταν ελεφκερα. Επίλογοσ Απ’ όλα αυτά, κοπερατίβεσ, προγράμματα, οργανϊςεισ, δεν ξζρουμε πια τι απόμεινε μετά τθν ανατροπι των Σαντινίςτασ και τθν ανάλθψθ τθσ εξουςίασ από τθν Βιολζτα Τςαμόρο και τα κόμματα τθσ αντίδραςθσ, τθν πικανι παλινόρκωςθ των φυγάδων αςτϊν και γαιοκτθμόνων, τθν κανονικι παρουςία των ςυμμοριϊν των Κόντρασ μζςα ςτθ χϊρα και τθν ταφτιςθ του Ορτζγκα και μζρουσ τθσ θγεςίασ των Σαντινίςτασ με τθν διεκνι Σοςιαλδθμοκρατία. 118
119