Έκφραση και Δράση στον Αστικό Χώρο

Page 1

έκφραση & δράση αγγελίνα οκανταρίδη / μυρτώ λάντζα

...παίζοντας με την πόλη!

νοέμβριος 2015 / ξάνθη

στον αστικό χώρο


Έκφραση και Δράση στον Αστικό Χώρο Παίζοντας με την Πόλη Εκδότης: Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Σύμβουλοι Έκδοσης: Πατρίκιος Γεώργιος Θωμάς Νικόλαος Επιμέλεια-Διόρθωση: Λάντζα Μυρτώ Οκανταρίδη Αγγελίνα Νοέμβριος 2015

2


ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ Στην παρούσα έρευνα θα αναλυθούν διαφορετικές ομαδικές δράσεις μέσα στην πόλη, που βασικό χαρακτηριστικό τους είναι η ικανότητα τους να προάγουν την δημιουργικότητα στον δημόσιο χώρο, καθώς και την προσωπική απόλαυση και ευχαρίστηση. Βασικός παρονομαστής για την ανάλυση τους θα είναι η έννοια του παιχνιδιού καθώς και η θέση που το παιχνίδι κατέχει στον σημερινό πολιτισμό, όπως προσπάθησε να την ορίσει ο ιστορικός Johan Huizinga. Αφορμή για την συγκεκριμένη έρευνα, αποτέλεσε η παρατήρηση ιδιαίτερων και αντισυμβατικών τρόπων έκφρασης και κίνησης μέσα στην πόλη, οι οποίες μας προκάλεσαν απορία και έκπληξη. Απορία ως προς το τι πρεσβεύουν και έκπληξη, καθώς μέσα από τη απλότητα και την ειλικρίνεια τους, φανερώνουν ένα διαφορετικό τρόπο αντίληψης των ήδη δεδομένων στοιχείων που απαρτίζουν την πόλη στην οποία ζούμε. Αυτές οι δράσεις δεν θα αναλυθούν από την σκοπιά της κοινωνικοπολιτικής τους φύσης, αλλά θα γίνει μια προσέγγιση της φύσης τους, ως προς τον παιγνιώδη χαρακτήρα τους, και κατά πόσο τελικά μπορούν να θεωρηθούν αυτές με τη σειρά τους “αστικά παιχνίδια”. Αρχικά θα γίνει προσπάθεια να οριστεί το παιχνίδι ως έννοια αλλά και ως κοινωνική λειτουργία. Το παιχνίδι θα παρουσιαστεί ως ένα από τα κύρια στοιχεία διαμόρφωσης του ανθρώπινου πολιτισμού και αυτή η άποψη υποστηρίζεται μέσα από πολλές και διαφορετικές εκφάνσεις του μέσα στην καθημερινότητα. Ως προς τον τόπο που υποδέχεται την διαδικασία του παιχνιδιού θα αποτελέσει για μας ο αστικός χώρος. Θα αποκρυσταλλωθεί η έννοια του και θα παρουσιαστούν τα υλικά και άυλα στοιχεία που συνθέτουν την ολοκληρωμένη εικόνα του στα μάτια του κάθε χρήστη. Στη συνέχεια, θα παρουσιαστούν οι δράσεις οι οποίες αφορούν την έρευνα και οι σχέσεις που αναπτύσσουν με τον αστικό χώρο. Αυτές είναι το graffiti, το parkour και το skateboarding. Ξεχωρίζουν στα μάτια μας γιατί κατέχουν την ικανότητα της επαναντίληψης μιας ήδη δεδομένης χρήσης και στη συνέχεια την επαναδιαπραγμάτευση του πλαισίου του αντιληπτού, όπως έχει καθιερωθεί μέσα στη σύγχρονη κοινωνία. Ερώτημα που τίθεται προς διερεύνηση είναι κατά πόσο τελικά οι δράσεις αυτές μπορούν να αγγίξουν την ηθική του παιχνιδιού και του αυτοσχεδιασμού, και αν τελικά μπορούν και υποδείξουν ένα νέο τρόπο βίωσης και αξιοποίησης του αστικού χώρου. Τέλος, απορία θα αποτελέσει κατά πόσο οι χρήστες μίας πόλης αντιλαμβάνονται τις δυνατότητες της και κατά πόσο οι ομάδες αυτές μπορούν μέσα από τη διαδικασία του παιχνιδιού να τους ωθήσουν να έχουν μία ενεργή αλληλεπίδραση με τις δυνατότητες του περιβάλλοντος τους.

3


4


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

6.

Ο άνθρωπος και το παιχνίδι

7.

20.

Η συνέχεια-ασυνέχεια του χώρου της πόλης

Τα χαρακτηριστικά του παιχνιδιού ως πολιτισμικό φαινόμενο

21. Η μετα-κίνηση στην πόλη

9.

24.

Το παιχνίδι και η αγωνιστική του φύση

10.

Παραδείγματα της παιγνιώδους φύσης του Δυτικού πολιτισμού

Συνοψίζοντας...

26. Έκφραση και δράση 28.

Graffiti

Το στοιχείο του παιχνιδιού κατά τον 21ο αιώνα

38.

Parkour

14.

Η πόλη ως πεδίο παιχνιδιού

45.

Skateboarding

16.

Η εικόνα της πόλης

50.

Δράσεις και αστικός χώρος

18.

Η υλική διάσταση της πόλης

56.

Επίλογος...

62.

Περίληψη-Abstract

63.

Βιβλιογραφία

11.

19.

Η διπλή ταυτότητα του χώρου της πόλης

5


1. Ο ΆΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ

Προσπαθώντας κανείς να περιγράψει το παιχνίδι, αντιλαμβάνεται πως άλλοτε πρόκειται για μία χαρούμενη, ανέμελη, άναρχη διάθεση και δράση και άλλοτε για ένα σύστημα που ορίζεται από περιορισμούς, ρόλους και κανόνες. Πρόκειται για δύο διαφορετικές συνθήκες που αν και μπορεί να συνυπάρξουν, γίνεται αντιληπτός ο ξεκάθαρος διαχωρισμός του παιχνιδιού, ως μέσο έκφρασης και εκτόνωσης των παιδιών από τη μία, και ως μέσο έκφρασης και διεξαγωγής σοβαρών διαδικασιών και τελετουργιών των μεγαλύτερων. Ζήτημα θα αποτελέσει, κατά πόσο το παιχνίδι μπορεί να θεωρηθεί πρώιμο στοιχείο έκφρασης στον ανθρώπινο πολιτισμό. Αν ο πολιτισμός γεννιέται και εξελίσσεται σαν παιχνίδι1. Η έρευνα αυτή θα επιδιώξει μία συσχέτιση ανάμεσα στον πολιτισμό και το παιγνιώδες στοιχείο του πολιτισμού, αποφεύγοντας όμως να ορίσει τη θέση του παιχνιδιού μέσα στις υπόλοιπες κοινωνικές εκδηλώσεις του. Θα γίνει περισσότερο μία προσπάθεια κατανόησης κατά πόσο ο ίδιος ο πολιτισμός έχει χαρακτήρα παιχνιδιού. Μια εποχή πολύ πιο πριν από την δική μας, η επιστήμη επιχείρησε να ονομάσει το γένος των ανθρώπων Homo Sapiens. Στην πορεία όμως, όπως αποδείχθηκε τελικά, οι άνθρωποι δεν είμαστε αυτό που οραματίστηκε ο 18ος αιώνας. Εμφανίστηκε έτσι, μία διαφορετική προσέγγιση της φύσης του ανθρώπου. Αυτής του Ανθρώπου Κατασκευαστή, ή με άλλα λόγια το είδος μας ως Homo Faber. Υπάρχει ωστόσο μια τρίτη λειτουργία, εφαρμόσιμη τόσο στην ανθρώπινη ζωή όσο και στη ζωή των ζώων, και εξ’ ίσου ακριβώς σπουδαία όσο το λογίζεσθαι και το κατασκεύαζειν_δηλαδή το παίζειν2. Θεσπίζοντας έτσι, στην ονοματολογία του ανθρώπινου γένους, αυτή του Homo Ludens, ο Παίζων Άνθρωπος.

Μπορεί με μία γρήγορη ματιά να θεωρηθεί κάπως υποτιμητική για το ανθρώπινο γένος η πεποίθηση πως η ανθρώπινη δραστηριότητα, στην πλειοψηφία της, θεωρείται παιχνίδι. Παρόλα αυτά, δεν μπορούμε και από την άλλη να εγκαταλείψουμε την ιδέα του παιχνιδιού ως ένα ξεχωριστό και ενδιαφέροντα παράγοντα στην ζωή του ανθρώπου. Επιχείρημα υπεράσπισης αυτής της άποψης μπορεί να αποτελέσει άλλωστε το γεγονός ότι το παιχνίδι είναι αρχαιότερο από τον πολιτισμό, διότι ο πολιτισμός, όσο ανεπαρκώς κι αν ορισθεί, προϋποθέτει πάντα την ανθρώπινη κοινωνία, και τα ζώα δεν περίμεναν να έλθει ο άνθρωπος για να τα μάθει να παίζουν3. Με άλλα λόγια, το παιχνίδι υπήρχε πάντα και θα συνεχίσει να υπάρχει, όσες μεταβολές και αν υποστεί η ανθρώπινη κοινωνία, καθώς αποτελεί κάτι περισσότερο από ένα απλό φυσιολογικό φαινόμενο ή μια ψυχολογική αντίδραση. Ακουμπά περισσότερο τα όρια της έννοιας της καθαρά φυσικής ή καθαρά βιολογικής δραστηριότητας. Το παιχνίδι θα αντιμετωπιστεί ως λειτουργία του καθεαυτού πολιτισμού και όχι όπως εμφανίζεται στη ζωή του ζώου ή του παιδιού. Αντιμετωπίζεται περισσότερο ως μια ειδική μορφή δραστηριότητας, ως “σημαίνουσα μορφή”, ως κοινωνική λειτουργία. Καίριο ζήτημα θα αποτελέσει κατά πόσο τελικά ο πολιτισμός, ο οποίος μέσα από όλες τις ιστορικές και εξελικτικές διαδικασίες που υπέστη, έχει τελικά χαρακτήρα παιχνιδιού.

1. J. Huizinga, “Ο άνθρωπος και το παιχνίδι”, σελ. 9 2. ο.π. , σελ. 9 3. ο.π. , σελ. 10

6


1.1

ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ ΩΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ

Το παιχνίδι αντανακλά μία πηγαία και αστείρευτη ικανότητα προσαρμογής, πειραματισμού, ευελιξίας και αισιοδοξίας όλων των θηλαστικών και ειδικά των ανθρώπων. Πέρα από την πρώτη ματιά, όπου αντιμετωπίζεται το παιχνίδι σαν μία διαδικασία εκφόρτισης υπερχειλίζουσας ενέργειας ή έκφρασης επιθυμιών, κυρίως των παιδιών, υπάρχουν και κάποια συστατικά που το κάνουν να είναι κάτι παραπάνω από αυτό. Καταλήγει να είναι κάτι περισσότερο από όλες τις φυσικές ενορμήσεις και συνήθειες που το διέπουν και μπορεί να εξεταστεί μέσα από τις πολλαπλές μορφές του σαν μία κοινωνική κατασκευή. Αναγνωρίζονται λοιπόν συγκεκριμένοι κανόνες και χαρακτηριστικά που διέπουν την διαδικασία του παιχνιδιού και το καθιστούν ισάξιο με οποιαδήποτε άλλη έκφραση του πολιτισμού μας. Πρώτον και κυρίως, η αντίληψη που θέλει να αντιμετωπίζει το παιχνίδι ως μία μη σοβαρή δραστηριότητα δεν ισχύει εδώ. Το παιχνίδι μπορεί να φαίνεται ότι είναι η μη σοβαρότητα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ειπω-

θεί ότι δεν είναι σοβαρό. Το παιχνίδι αυτό καθεαυτό δεν είναι κωμικό ούτε για τον παίκτη, ούτε για τους θεατές του. Παραδείγματος χάρη, το σκάκι παίζεται με απόλυτη σοβαρότητα και προσήλωση από τους παίκτες, ενώ οι εκάστοτε θεατές παρακολουθούν με προσοχή και αγωνία, χωρίς να υποβιβάζουν την σημασία του παιχνιδιού. Για αυτό και το παιχνίδι είναι ως έννοια ανωτέρας τάξεως από όσο είναι η σοβαρότητα. Διότι η σοβαρότητα ζητά συνήθως να αποκλείσει το παιχνίδι, ενώ αυτό μπορεί κάλλιστα να περικλείει τη σοβαρότητα. Το παιχνίδι είναι ελεύθερο και στην πραγματικότητα είναι έκφραση ελευθερίας. Πρώτα από όλα είναι μια εκούσια δραστηριότητα. Είναι μια διαδικασία που πραγματοποιείται αβίαστα, κατά τον “ελεύθερο χρόνο” και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποτελέσει καθήκον. Είναι περισσότερο μια αδήριτη αναγκαιότητα της ζωής όλων των θηλαστικών. Καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι το κατ’ επιταγή παιχνίδι δεν αποτελεί πλέον παιχνίδι.

Γίνεται φανερή έτσι και η ανιδιοτέλεια του παιχνιδιού. Μένει έξω από την άμεση ικανοποίηση των αναγκών και παρουσιάζεται ως ένα διάλειμμα από την καθημερινή ζωή μας. Όπως αναφέρει πιο ορθά ο J. Huizinga, εξωραΐζει τη ζωή, την διευρύνει, και αποτελεί στην έκταση αυτή μια αναγκαιότητα τόσο για το άτομο_ ως λειτουργία ζωής_ όσο και για την κοινωνία, λόγω του νοήματος που περιέχει, της σημασίας του, της εκφραστικής αξίας του, των πνευματικών και κοινωνικών συνειρμών του, με δύο λόγια ως μία πολιτισμική λειτουργία 4.

[Η σοβαρότητα και η προσήλωση σε μία παρτίδα σκάκι με τον θάνατο στην ταινία “Η έβδομη σφραγίδα”]

4. J. Huizinga, “Ο άνθρωπος και το παιχνίδι” , σελ. 22 5. ο.π. , σελ. 30

7


Ένα ακόμη χαρακτηριστικό του παιχνιδιού, λόγω της ανιδιοτέλειας που το χαρακτηρίζει, είναι και η “απομάκρυνση” του από την “συνήθη” ή “πραγματική” ζωή. Είναι περισσότερο το πέρασμα από την πραγματική ζωή σε μια προσωρινή σφαίρα δραστηριότητας, με εντελώς δική της διάταξη, όπου ο κάθε παίκτης-player έχει απόλυτη επίγνωση ότι γίνεται κάτι “στα ψέματα” ή “στα αστεία”. Πρόκειται καλύτερα για μία προσομοίωση της πραγματικής ζωής, όπου άλλοτε προσφέρει ψυχαγωγία, και άλλοτε γνώσεις, διαμορφώνοντας ταυτόχρονα για τους παίκτες μία άποψη απέναντι στην κοινωνική ζωή. Επομένως, μεγάλη σημασία για την διεξαγωγή του παιχνιδιού αποκτά ο τόπος και η χρονική του διάρκεια. Αυτά τα δύο είναι που το διαχωρίζουν και ολοκληρωτικά από τη “συνήθη ζωή”, προσδίδοντας του μία αίσθηση απομόνωσης ή ένα περιορισμένο χαρακτήρα. Με άλλα λόγια, το παιχνίδι “παίζεται” μέσα σε συγκεκριμένα χρονικά και τοπικά περιθώρια. Έχει μία ορισμένη χρονική αρχή και παίζεται μέχρι να φτάσει στο τέλος που του ορίζεται. Κατά τη διάρκεια όμως που παίζεται, όλα είναι σε κίνηση, αλλαγή, μεταβολή, ακολουθία και σχέση. Όσον αφορά το χώρο, το παιχνίδι λειτουργεί και υπάρχει μέσα σε ένα πεδίο καθορισμένο από πριν υλικά είτε ιδεατά, προμελετημένα είτε αυτονόητα. Παρότι μπορεί το παιχνίδι να τελείται στον καθημερινό χώρο στον οποίο δρούμε και εμείς, καταφέρνει και δημιουργεί μέσα σε αυτόν έναν προσωρινό κόσμο, αφιερωμένο στην τέλεση μιας πράξης ανεξάρτητης από τον καθημερινό βίο. μέσα σε αυτόν έναν προσωρινό χώρο, αφιερωμένο στην τέλεση μιας πράξης ανεξάρτητης από τον καθημερινό βίο. Τέλος, διέπεται από τάξη και κανόνες. Η ελάχιστη απόκλιση από αυτά που ορίζουν τα παραπάνω, είναι ικανή να “χαλάσει” τελείως το παιχνίδι. Από την στιγμή που καταστρατηγούνται οι κανόνες του παιχνιδιού, ολόκληρος ο κόσμος του καταρρέει. Όπως άλλωστε διατύπωσε πιο πειστικά και ο Paul Valery, “Κανένας σκεπτικισμός δεν είναι δυνατός σε ό,τι αφορά τους κανόνες του παιχνιδιού, διότι η αρχή η οποία βρίσκεται τους αποτελεί αδιάσειστη αλήθεια...”.

Συνοψίζοντας τα τυπικά χαρακτηριστικά του παιχνιδιού, θα μπορούσαμε να το αποκαλέσουμε μια ελεύθερη δραστηριότητα, η οποία παραμένει απολύτως συνειδητά έξω από τον “συνήθη” βίο ως “μη σοβαρή”, αλλά συγχρόνως απορροφά έντονα και απόλυτα τον παίκτη. Είναι μια δραστηριότητα η οποία δεν συνδέεται με κανένα υλικό συμφέρον και από την οποία κανένα κέρδος δεν είναι δυνατό να αποκτηθεί.

Κινείται μέσα στα δικά της όρια χρόνου και χώρου σύμφωνα με καθορισμένους κανόνες και κατά εύτακτο τρόπο. Προωθεί τον σχηματισμό κοινωνικών ομάδων οι οποίες τείνουν να περιβάλλονται με μυστικότητα και να τονίζουν τη διαφορά τους από τον κοινό κόσμο με την μεταμφίεση και με άλλα μέσα6. Με το ορισμό αυτό καταφέρνουμε και αντιλαμβανόμαστε πλέον το παιχνίδι και την φύση του ως ένα πολιτισμικό φαινόμενο. Πιο συγκεκριμένα, σαν μια εθελοντική δραστηριότητα ή απασχόληση η οποία πραγματοποιείται μέσα σε κάποια καθορισμένα χρονικά και τοπικά όρια, σύμφωνα με κανόνες ελεύθερα αποδεκτούς αλλά απολύτως δεσμευτικούς, αποτελώντας αυτοσκοπό και συνοδευόμενη από ένα αίσθημα έντασης, χαράς και από τη συνείδηση ότι είναι κάτι “διαφορετικό” από την “συνήθη ζωή” 7. Παράδειγμα αποσαφήνισης των παραπάνω εννοιών, είναι το παράδειγμα της μουσικής. Η δημιουργία μουσικής φέρει όλα τα χαρακτηριστικά του παιχνιδιού: Η δραστηριότητα αρχίζει και τελειώνει μέσα σε αυστηρά χρονικά και τοπικά πλαίσια, είναι δραστηριότητα που μπορεί να επαναλαμβάνεται, συνίσταται ουσιαστικά από τάξη, ρυθμό, εναλλαγή, μεταφέρει ακροατές και εκτελεστές εξ ίσου έξω από την καθημερινότητα σε μία σφαίρα χαράς και γαλήνης. Μέσα από αυτούς τους ορισμούς και την προσπάθεια μας να κατανοήσουμε το παιχνίδι ως πολιτισμικό παράγοντα στη ζωή, εντοπίζονται αρκετά επιχειρήματα που έρχονται να υποστηρίξουν την πεποίθηση αυτή. Είναι γεγονός άλλωστε ότι οι περισσότερες αρχετυπικές δραστηριότητες της ανθρώπινης κοινωνίας διέπονται εξ αρχής από το παιχνίδι. Όπως για παράδειγμα η γλώσσα. Πίσω από κάθε αφηρημένη έκφραση, βρίσκονται οι μεταφορές, και κάθε μεταφορά είναι ένα παιχνίδι με τις λέξεις. Λίγο παραπέρα, αν αναλυθούν περισσότερο οι αρχαιότερες γλώσσες του ανθρώπινου γένους, ανακαλύπτουμε ότι, σε κάθε μια από αυτές, η έννοια του παιχνιδιού φαίνεται να καλύπτει ένα πεδίο πολύ ευρύτερο από το πεδίο του παίζειν ή ακόμη και του ludere, ένα πεδίο όπου η συγκεκριμένη έννοια του παιχνιδιού βυθίζεται εντελώς στην έννοια της ανάλαφρης κίνησης και δραστηριότητας 8 . Είναι βασική παρατήρηση ότι κάθε γλώσσα διαθέτει μία συγκεκριμένη λέξη για την διαδικασία του παιχνιδιού. Η λέξη αυτή είναι πάντα ξεχωριστή και αυτοπροσδιορίζεται. Γίνεται λόγος, για το παίζειν. Η λέξη αυτή δηλώνει μία πράξη αρκετά

ιδιόρρυθμη και ανεξάρτητη. Καταλήγοντας στο γεγονός ότι το παίζειν και το παιχνίδι δεν είναι κάτι που το “κάνεις”. Ανεξάρτητα αν διάφορες ασχολίες τις “κάνεις”, όπως ότι “κάνεις” ψάρεμα ή χορό ή ξυλουργική. Το παιχνίδι παρόλα αυτά το “παίζεις”.

6. J. Huizinga, “Ο άνθρωπος και το παιχνίδι”, σελ. 28

8

7. ο.π. ,σελ. 50

8. ο.π. , σελ. 61


1.2

ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΚΑΙ Η ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΤΟΥ ΦΥΣΗ

Στο σημείο αυτό είναι σημαντικό να αναφερθεί, ότι ο πολιτισμός δεν γεννήθηκε μέσω του παιχνιδιού. Η θέση που υιοθετείται είναι ότι ο πολιτισμός εμφανίζεται με τη μορφή ενός παιχνιδιού, που παίζεται ήδη εξ αρχής9 και ποτέ δεν παύει. Το στοιχείο του παιχνιδιού βρίσκεται κρυμμένο πίσω από όλα τα πολιτισμικά φαινόμενα. Όπως αναφέρθηκε και σε προηγούμενο κεφάλαιο, είναι μία προσομοίωση της πραγματικής ζωής. Είναι μία διαδικασία μέσα από την οποία ασκείται ο παίκτης-player πνευματικά και σωματικά, ώστε να μπορέσει στη συνέχεια να διαμορφώσει χαρακτήρα και να αντεπεξέλθει σε αυτά που εικάζει η κοινωνική ζωή. Ταυτόχρονα, το παιχνίδι αντιμετωπίζεται ως μία βιολογική διαδικασία, που προηγείται του πολιτισμού. Κατά τον Johan Huizinga, οι συναγωνισμοί και οι επιδείξεις, επίσης ως διαδικασίες παιχνιδιού, δεν απορρέουν από τον πολιτισμό, αλλά μάλλον προηγούνται αυτού. Παραλληλίζοντας έτσι το ιδεώδες του παιχνιδιού με αυτό του αγώνα. Μάλιστα, αν το εξετάσουμε αρχικά ιστορικά, το γεγονός ότι οι περισσότεροι από τους αρχαίους ελληνικούς αγώνες διεξάγονταν με άκρα σοβαρότητα δεν είναι λόγος να διαχωρίσουμε τον αγώνα από το παιχνίδι ή να αρνούμαστε στον αγώνα το χαρακτηριστικό του παιχνιδιού. Τα κοινά σημεία που μπορούν και ξεχωρίζουν αυτών των δύο θεσμών είναι πως και οι δύο απαιτούν κάποια εφαρμόσιμη κάθε φορά γνώση, δεξιοτεχνία, θάρρος και δύναμη. Οι παίκτες παίζουν ή αγωνίζονται “για” κάτι, “σε” κάτι και “με” κάτι. “Για” τα πρωτεία και την τιμή, “σε” δύναμη και επιδεξιότητα, “με” τη λογική, τη σωματική ικανότητα αλλά και “με” τον δόλο και την απάτη. Όταν ο παίκτης παίζει με δόλο, καταπατεί ή αγνοεί τους κανόνες που ορίζονται για την διεξαγωγή του παιχνιδιού. Ο “ζαβολιάρης” επομένως δεν ταυτίζεται απόλυτα με αυτόν που “αρνείται το παιχνίδι”. Ο πρώτος προσποιείται ότι παίρνει μέρος στο παιχνίδι και, φαινομενικά, αναγνωρίζει τον κόσμο και τους κανόνες του. Έχει σημασία μάλιστα να σημειωθεί, πόσο πιο ανεκτική είναι η κοινωνία στον “ζαβολιάρη” από αυτόν που αρνείται το παιχνίδι. Αυτό ίσως να συμβαίνει γιατί αυτός που το αρνείται, καταστρέφει την μαγεία του παιχνιδιού και δείχνει πόσο εύθραυστος τελικά είναι ο κόσμος του. Το αξιοπερίεργο στο συγκεκριμένο ζήτημα, είναι πως πλέον η πράξη του να αποσπάσεις από κάποιον άλλον τη “νίκη” με δόλο, έγινε υποκατάστατο του αγώνα, ίσως ακόμη και ένα νέο είδος παιχνιδιού.

Σε κάθε περίπτωση όμως, είναι σημαντικό να γίνει κατανοητή η σημασία που κατέχει η αγωνιστική αρχή για τον πολιτισμό μας και να την εξετάσουμε με μία εντελώς διαφορετική ματιά. Το παράδειγμα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, μας υποδηλώνει πως δεν υπήρξε μία μετάβαση από την “μάχη στο παιχνίδι”, αλλά μία εξέλιξη του πολιτισμού σε παιγνιώδη χαρακτήρα. Στην αρχαία Ελλάδα, όπως και οπουδήποτε αλλού, το στοιχείο του παιχνιδιού ήταν παρόν παντού και εξ αρχής. Αφετηρία μας λοιπόν πρέπει να αποτελέσει η σύλληψη μίας σχεδόν παιδικής αίσθησης του παιχνιδιού εκφραζόμενης σε διάφορες μορφές του, άλλες σοβαρές και άλλες ανάλαφρες, οι οποίες όμως πηγάζουν από κάποια συγκεκριμένη τελετουργική διαδικασία και παράγουν πολιτισμό. Επιτρέποντας με αυτό τον τρόπο την έμφυτη ανάγκη του ανθρώπου για ρυθμό, αρμονία, μεταβολή, εναλλαγή, αντίθεση, αποκορύφωση, κ.τ.λ. να εκφραστεί σε όλο της το πλούτο. Ζευγαρωμένο, επίσης, με αυτήν την αίσθηση του παιχνιδιού, είναι το πνεύμα, το οποίο αγωνίζεται για τιμή, αξιοπρέπεια, υπεροχή και ομορφιά.

9. J. Huizinga, “Ο άνθρωπος και το παιχνίδι” , σελ. 75

9


Η τελετουργία εξελίχθηκε σε θρησκευτικό παιχνίδι• η ποίηση γεννήθηκε με το παιχνίδι και καλλιεργήθηκε στο παιχνίδι• η μουσική και ο χορός ήσαν καθαρό παιχνίδι. Η σοφία και η φιλοσοφία βρήκαν έκφραση σε λόγια και μορφές που γεννήθηκαν από θρησκευτικούς αγώνες. Οι αγώνες πολέμου, οι συμβάσεις της αριστοκρατικής διαβίωσης, στηρίζονταν σε πρότυπα παιχνιδιού. Πρέπει να καταλήξουμε, συνεπώς, λέγοντας ότι ο πολιτισμός, στις αρχικές του φάσεις, παίζεται. Δεν γεννιέται από το παιχνίδι σαν ένα βρέφος που αποσπάται από τη μήτρα: γεννιέται στο παιχνίδι και ως παιχνίδι, και ουδέποτε εγκαταλείπει το χώρο του παιχνιδιού.

1.3 ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΙΓΝΙΩΔΟΥΣ ΦΥΣΗΣ ΤΟΥ ΔΥΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ Με αυτά τα λεγόμενα προκύπτει ένα βασικό ερώτημα: Κατά πόσο τελικά από το πνεύμα του παιχνιδιού εξακολουθεί και επιβιώνει στις μέρες μας; Για να προσεγγιστεί μια απάντηση σε αυτό το ερώτημα γίνεται μια συνοπτική αναφορά σε ορισμένες περιόδους του Δυτικού πολιτισμού, από το μεσαίωνα έως και σήμερα. Αρχικά, όσον αφορά τον Μεσαίωνα, η μεσαιωνική ζωή ξεχείλιζε από παιχνίδι: το εύθυμο και αχαλίνωτο παιχνίδι του λαού, γεμάτο παγανιστικά στοιχεία που είχαν χάσει τη θρησκευτική τους σημασία και είχαν μεταμορφωθεί σε αστεϊσμό και γελωτοποιία, ή το επίσημο και μεγαλόπρεπο παιχνίδι της ιπποσύνης, το εκλεπτυσμένο παιχνίδι του αυλικού έρωτα κλπ10. Στη συνέχεια, κατά την περίοδο της Αναγέννησης και του Ουμανισμού η κοινωνική αφρόκρεμα επιδίωξε να ξεχωρίσει από την μάζα και προσπάθησε να ζήσει τη ζωή σαν παιχνίδι. Το παιχνίδι αυτό, της αφρόκρεμας της εποχής, δεν απείχε από τη σοβαρότητα. Η διαδικασία μίμησης στοιχείων αρχαιότητας της ζωής ενός αριστοκράτη, παιζόταν με ιερή σοβαρότητα. Επίσης, στο χώρο της αρχιτεκτονικής το ιδεώδες του παιχνιδιού εμφανιζόταν με κάθε ευκαιρία. Οι ευφάνταστες διακοσμήσεις στην αρχιτεκτονική και οι γραφικές τέχνες με τη σπάταλη χρήση κλασικών μοτίβων, έχουν πολύ συνειδητό παιγνιώδη χαρακτήρα. Κατά την εποχή του Μπαρόκ, η γενική τάση της υπερβολής που την διακατείχε, βρίσκει την εξήγηση της στο παιγνιώδες περιεχόμενο της δημιουργικής ενόρμησης11 . Τον 17ο αιώνα, εντύπωση κάνει η υπερβολή στην ενδυμασία και οι ευφάνταστες διακοσμητικές πινελιές που προστίθενται στο ντύσιμο. Η περούκα, μάλιστα, συνιστά από μόνη της ένα κεφάλαιο, όχι μόνο στην ιστορία της ενδυμασίας, αλλά και στην ιστορία του πολιτισμού. Αποτελούσε για το πρόσωπο, ότι και η κορνίζα για το έργο τέχνης. Αρκετά αργότερα, ο 19ος αιώνας μοιάζει να αφήνει ελάχιστα περιθώρια για παιχνίδι. Είναι γεγονός ότι, καθώς ο πολιτισμός εξελίσσεται με την πάροδο του χρό-

νου, γίνεται περισσότερο σύνθετος και ποικίλος. Ταυτόχρονα όμως καταφέρνει και γίνεται και πιο βαρύς. Καθώς η τεχνική τη παραγωγής και της ίδιας της κοινωνικής ζωής οργανώνεται περισσότερο περίτεχνα, το παλαιό έδαφος του πολιτισμού καλύπτεται σταδιακά από μία πυκνή στιβάδα ιδεών, συστημάτων σκέψης και γνώσης, θεωριών, κανόνων και[...]συμβάσεων που έχουν χάσει τη σχέση τους με το παιχνίδι. Ο πολιτισμός σοβαροποιήθηκε περισσότερο. Δεν αφήνει στο παιχνίδι παρά μόνο δευτερεύουσα θέση12. Ήδη από τον 18ο αιώνα και την Γαλλική Επανάσταση, ο ωφελιμισμός, η πεζή αποδοτικότητα και το αστικό ιδεώδες της κοινωνικής ευημερίας_ όλα ολέθρια για το Μπαρόκ_ είχαν διεισδύσει βαθιά στην κοινωνία. Οι τάσεις αυτές έγιναν εντονότερες με τη Βιομηχανική Επανάσταση και τις κατακτήσεις της στο τεχνολογικό πεδίο. Όπως αναφέρει και ο J. Huizinga για τα ρεύματα του 19ου αιώνα στη τέχνη, ο Ρεαλισμός, ο Νατουραλισμός, ο Ιμπρεσιονισμός και τα υπόλοιπα του ανιαρού αυτού καταλόγου των λογοτεχνικών και ζωγραφικών ομάδων στερούνταν το πνεύμα του παιχνιδιού περισσότερο από κάθε προγενέστερη τεχνοτροπία. Καμία εποχή δεν είχε αντικρίσει ποτέ τον εαυτό της με πιο κατηφή σοβαρότητα. Ο πολιτισμός έπαψε να παίζεται. Οι εξωτερικές μορφές δεν απέβλεπαν πλέον στο να δώσουν την εμφάνιση, την πλασματική εικόνα ενός ανώτερου, ιδεώδους τρόπου ζωής13. Όσο πλησιάζουμε στην εποχή μας, όλο και περισσότερο αναρωτιόμαστε αν τελικά η ενασχολήσεις μας διεξάγονται σαν παιχνίδι ή στα σοβαρά. Με τις αμφιβολίες αυτές, καταλήγουμε στο αίσθημα της υποκρισίας, καθιστώντας την σαν το μοναδικό στοιχείο της καθημερινότητας μας για το οποίο μπορούμε να είμαστε σίγουροι. Ξεχνώντας πολλές φορές το γεγονός ότι τίποτα δεν μπορεί να μας εμποδίζει να ερμηνεύσουμε το παιχνίδι ως ένα πολιτισμικό φαινόμενο που εμφανίζεται σε όλες τις εκφράσεις της κοινωνικής ζωής μας.

10. J. Huizinga, “Ο άνθρωπος και το παιχνίδι”, σελ. 266

10

11. ο.π. ,σελ. 270

12. ο.π. , σελ. 116

13. ο.π. , σελ 284


1.4

Το παιχνίδι διαμορφώνει ικανότητες απαραίτητες σε κάθε εποχή και ειδικά για τη δική μας που χαρακτηρίζεται από αλλαγές και μετασχηματισμούς στους χώρους της παραγωγής, του περιβάλλοντος και του πολιτισμού. Το παιχνίδι μπορεί και υπόσχεται αλλαγές συστημάτων και δομών. Γιατί οι πολίτες-παίκτες, αντιλαμβάνονται πολύ καλύτερα, όχι μόνο τους κανόνες που επιβάλλουν τα παιχνίδια τους συστήματος, αλλά και τις δυνατότητες που έχουν να τους ανατρέψουν, να τους αγνοήσουν ή να τους φανταστούν αλλιώς14. Πάντα όμως είναι θέμα αναζήτησης το κατά πόσο τελικά ο πολιτισμός, εξακολουθεί και εξελίσσεται μέσα από μορφές παιχνιδιού. Βασική παρατήρηση που έγινε και στο προηγούμενο κεφάλαιο είναι το γεγονός ότι ο 19ος αιώνας είχε χάσει τα χαρακτηριστικά του παιχνιδιού, που ήταν τόσο σημαντικά για τους προηγούμενους αιώνες. Όντας όμως το παιχνίδι υπαρκτό μέσα στην εξέλιξη και παρόν σε όλες τις περιόδους, είναι δυνατόν να έχει εξαφανιστεί ή να τείνει προς την εξαφάνιση; 14. Η. Μαρμαράς, Δ. Δραγώνα, “Το παιχνίδι ως ανατροπή”, περιοδικό Κοντέινερ, “Η ηθική του παιχνιδιού”

ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΤΟΥ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 21ο ΑΙΩΝΑ Στο σημείο αυτό κρίνεται απαραίτητη η στροφή προς την αγγλική γλώσσα: Το παιχνίδι στα αγγλικά μπορεί να μεταφραστεί εξίσου στις λέξεις play και game. Οι δύο αυτές λέξεις εκφράζουν δύο διαφορετικούς τύπους παιχνιδιών. Το παιχνίδι-play είναι ένα ανοιχτό πεδίο όπου η προσποίηση, το “στα ψέματα” και το “χτίσιμο κόσμων” είναι βασικοί παράγοντες. Αντίθετα το παιχνίδι-game λαμβάνει χώρα σε συγκεκριμένο τόπο όπου η αμφισβήτηση των κανόνων δεν τίθεται. Έχει συγκεκριμένη δομή όπως επίσης και χρονική διάρκεια και διαχωρίζεται πλήρως από το περιβάλλον του, ώστε να προστατευτεί η αυστηρή δομή που το χαρακτηρίζει. Από την άλλη, στο παιχνίδι-play ο χώρος του παιχνιδιού και ο πραγματικός

χώρος είναι σε αλληλεπίδραση, ανατροφοδοτώντας το ένα το άλλο συνεχώς. Με αυτόν τον τρόπο ο διαχωρισμός των δύο κόσμων επαναδιατυπώνεται κάθε φορά ώστε να διατηρήσει μια εσωτερική οργάνωση του play-κόσμου. Συνοψίζοντας, το παιχνίδι-game έχει συγκεκριμένη δομή, τόπο, κανόνες, στρατηγική και οργάνωση. Έτσι γίνεται κατανοητό γιατί και το σκάκι θεωρείται ο βασιλιάς των παιχνιδιών-game. To παιχνίδι-play αντιθέτως, είναι κάτι λιγότερο προσδιορισμένο, με ανοιχτά τα όρια του για την ανατροπή των αρχικών οδηγιών και τη δημιουργία νέων, αποκτώντας έτσι μια περίεργη σχέση με τον πραγματικό κόσμο και χώρο.

Game Theory: Η θεωρία παιγνίων ξεκίνησε ως κλάδος των οικονομικών με το βιβλίο των John von Neumann και Oskar Morgenstern, Theory of Games and Economic Behaviour πάνω σε παιχνίδια μηδενικού αθροίσματος (zero-sum games). Το κύριο αντικείμενό της είναι η ανάλυση των αποφάσεων σε καταστάσεις στρατηγικής αλληλεξάρτησης. [Wikipedia/ Θεωρία Παιγνιών]

11


Όταν όμως το παιχνίδι-play αρχίζει να συστηματοποιείται, δηλαδή να μετατρέπεται σε παιχνίδι-game, χάνει κάτι από την ουσία του. Η όλη διαδικασία παίρνει μια μοιραία στροφή προς την σοβαρότητα (…) όπου το παν είναι ο υπολογισμός15 και συνακόλουθα το κέρδος, η επίτευξη στόχων και όχι η συνολική διαδικασία. Το παιχνίδι παίρνει μορφή επαγγέλματος, αρχίζει να συνδέεται με ανάγκες που αφορούν την επιβίωση του ατόμου και δεν περιορίζονται στο χώρο και στην διάρκεια του παιχνιδιού. Η δραστηριότητα αυτή από μια ανάλαφρη διαδικασία, μετατρέπεται μεθοδικά σε εμπόρευ15. J. Huizinga, “Ο άνθρωπος και το παιχνίδι”, σελ. 291 16. ο.π. , σελ. 294 17. ο.π. , σελ. 300

After analysis of hundreds of data points collected around the evolution of work and collaboration, the PSFK Consulting Team noticed that businesses are designing their work environments around the philosophy that play and fun can help inspire their employees to design more innovative ideas, products and service. Σήμερα λοιπόν γίνεται ακόμη πιο εντατική η προσπάθεια της κοινωνίας να εμπορευματοποιήσει το παιγνιώδες στοιχείο του πολιτισμού, και να διαμορφώσει πολίτες ικανούς να αντεπεξέλθουν σε αυτά που απαιτεί ο καθημερινός βίος. Το ανθρώπινο πνεύμα όμως δεν μπορεί να απελευθερωθεί πλήρως από τον μαγικό κύκλο του παιχνιδιού, παρά μόνο όταν στρέφεται προς το απόλυτο. Η λογική σκέψη όμως, δεν πηγαίνει αρκετά μακριά. Επισκοπώντας όλους τους θησαυρούς του πνεύματος και τα επιτεύγματα του, θα ανακαλύψουμε στο βάθος κάθε σοβαρής κρίσης να απομένει κάτι προβληματικό. Σε τελική ανάλυση θα δούμε πως καμία από τις αποφάσεις μας δεν είναι απολύτως τελειωτική. Στο σημείο αυτό, όπου η κρίση μας αρχίζει να ταλαντεύεται, ταλαντεύεται μαζί της και η αίσθηση ότι τελικά ο κόσμος είναι κάτι σοβαρό και απόλυτο. Στη θέση του παλιού ρητού “τα πάντα ματαιότης”, είμαστε υποχρεωμένοι να δεχτούμε το θετικότερο συμπέρασμα ότι “το παν είναι παιχνίδι”.

12

μα. Η τάση πλέον είναι το παιχνίδι να γίνεται εμπορική επιχείρηση16. Το στοιχείο αυτό του παιχνιδιού και του ανταγωνισμού εμφανίζεται πλέον και στην επιστήμη και την πολιτική. Καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι από τον 20ο αιώνα μέχρι και τον σύγχρονο πολιτισμό του 21ου αιώνα, η κοινωνική ζωή κυριαρχείται σ’ όλο και σε περισσότερο βαθμό από μία ποιότητα η οποία δεν έχει τίποτα κοινό με το παιχνίδι και παρέχει την ψευδαίσθηση ενός έντονα ανεπτυγμένου παράγοντα παιχνιδιού17.


Ενώ λοιπόν μέχρι και τον 18ο αιώνα το παιχνίδι στον πολιτισμό βρισκόταν σε πλήρη άνθιση, σήμερα τείνουμε να καταλήξουμε στο λυπηρό συμπέρασμα, ότι το παιγνιώδες στοιχείο του πολιτισμού βρίσκεται σε παρακμή. Αν στον δυτικό πολιτισμό το game φάνηκε να υπερέχει με κάποιο τρόπο του play, αυτό συνέβη μόνο γιατί η Ευρωπαϊκή σκέψη ακολουθώντας τη συνήθη ρασιοναλιστική οδό, προτίμησε την “εκπολιτισμένη”, πειθαρχημένη και ασφαλή εκδοχή του παιχνιδιού, και παραμέρισε τα πιο άναρχα και ζωηρά χαρακτηριστικά του. Γιατί το play εμπεριέχει πάντα το βασικότερο στοιχείο. Αυτό της ανατροπής . Πρέπει να γίνει κατανοητό, πως ο πολιτισμός έχει τις ρίζες του στο ευγενές παιχνίδι και ότι αν πρόκειται να εξελιχθεί σε όλη του την αξία και τη λεπτότητα του, δεν μπορεί να αδιαφορήσει για το στοιχείο του παιχνιδιού. Σε αυτό το σημείο θα κρατήσουμε και εμείς τα λόγια του Πλάτωνα όπως τα ανέφερε και ο J. Huizinga:

Ποιος είναι, λοιπόν, ο σωστός τρόπος ζωής; Πρέπει να ζει κανείς τη ζωή σαν παιχνίδι, παίζοντας ορισμένα παιχνίδια, προσφέροντας θυσίες, τραγουδώντας και χορεύοντας, και τότε θα μπορέσει να εξευμενίσει τους θεούς, να υπερασπιστεί τον εαυτό του από τους εχθρούς του και να νικήσει στον αγώνα.

To Game είναι ένα σύστημα κλειστό. Το Play δεν μπορεί παρά να είναι ανοιχτό. Το Game είναι αναπαραστατικό. Το Play είναι ελεύθερο. Τα Games συμμετέχουν στην πολιτική οικονομία της αναπαραγωγής και των πνευματικών δικαιωμάτων. Το Play συνιστά τη γενική οικονομία της υπέρβασης. Τα Games λειτουργούν σαν παυσίπονα για τη σχιζοφρενική καπιταλιστική κοινωνία. Το Play συνιστά την υπέρβαση της αναγκαιότητας. Το Game χρειάζεται πάντα ένα πλαίσιο παιχνιδιού και αναφοράς που γεννά κανόνες και δίνει νόημα στο game. Το Play εξαπλώνεται στην καθημερινότητα. Το Game είναι μία κατασκευή που μπορεί να αναλυθεί σε διακριτά σημεία. Το Play είναι μια δραστηριότητα εμπειρικά πρόσκαιρη από τη φύση της. Η ανάλυση της είναι μη εφικτή.

[“We’ re all mad in here”//Alice in Wonderland]

Οι Gamers είναι παίκτες. Οι Players είναι δημιουργοί. Το Game χωρίς κανόνες δεν υπάρχει. Το Play μπορεί να αναιρέσει ένα Game και τους κανόνες του. Tα Games είναι συστήματα ιεράρχησης που παράγουν ιεραρχίες. Το Play βασίζεται σε αλληλοσυσχετίσεις ετεροτήτων.18

18. Η. Μαρμαράς, Δ. Δραγώνα, “Το παιχνίδι ως ανατροπή”, περιοδικό Κοντέινερ

13


Όπως αναφέρθηκε, κατά τον Johan Huizinga, το παιχνίδι μπορεί να θεωρηθεί προγενέστερο του πολιτισμού. Με μία ορισμένη έννοια μπορεί να είναι επίσης υπεράνω του πολιτισμού ή τουλάχιστον ανεξάρτητο από αυτόν. Στο παιχνίδι μπορούμε να κινηθούμε κάτω από το επίπεδο του σοβαρού, όπως κάνει το παιδί. Αλλά μπορούμε επίσης να κινηθούμε πάνω από αυτό, δηλαδή στη σφαίρα του ωραίου και του ιερού. Προχωρώντας παρά πέρα, διαπιστώνουμε ότι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά του παιχνιδιού είναι ο διαχωρισμός του από τη συνήθη ζωή. Ένας κλειστός χώρος καθορίζεται για αυτό, είτε υλικά είτε ιδεατά, αποκομμένος από το καθημερινό περιβάλλον. Πρόκειται για την προσωρινή κατάργηση του καθημερινού κόσμου και την εισχώρηση σε έναν φανταστικό χώρο, που γίνεται αντιληπτός πλήρως τόσο στην παιδική ηλικία, όσο και στα μεγάλα τελετουργικά παιχνίδια που παίζουν οι ενήλικες και πιο “σοβαροί”. Η διαδικασία του παιχνιδιού έχει με άλλα λόγια μία διττή κατάσταση ύπαρξης στον χώρο. Μπορεί όλα όσα συμβαίνουν κατά τη χρονική διάρκεια της τέλεσης του να υπάρχουν από μία άποψη σε ένα κόσμο, που δρα στη σφαίρα του φανταστικού, παρόλα αυτά δεν παύει να αξιοποιεί πάντα το υλικό, πραγματικό περιβάλλοντα χώρο του, σύμφωνα με τις ανάγκες που επιτάσσουν οι εκάστοτε κανόνες του. Το αξιοσημείωτο σε αυτή την

κατάσταση είναι πως, με την εμφάνιση του φανταστικού χώρου του παιχνιδιού μέσα στον πραγματικό γίνεται εφικτή η αντίληψη του υπό ένα διαφορετικό πρίσμα. Έτσι από εκεί που το αντιληπτικό μας περιβάλλον ήταν κάτι προκαθορισμένο, αρχίζει και μεταβάλλεται νοητικά ή πρακτικά, προσωρινά ή μόνιμα, ώστε να ταιριάξει στις ανάγκες του παιχνιδιού. Στην παρούσα έρευνα το πεδίο δράσης που αναγνωρίστηκε ως βασικό για την τέλεση διαφορετικών δράσεων, που ξεφεύγουν από τα καθιερωμένα και εισέρχονται στον συγκινησιακό κόσμο του παιχνιδιού, είναι αυτό της πόλης. Δεν έχει απαραίτητη σημασία να καθοριστεί η τοποθεσία της και το όνομα της. Μπορούμε να κάνουμε λόγο για ένα οποιοδήποτε αστικό κέντρο, μέσα στο οποίο ζουν και αλληλεπιδρούν καθημερινά μεταξύ τους οι κάτοικοι. Εξετάζεται με ποιόν τρόπο και με ποιες δράσεις ο χώρος της πόλης μπορεί να αντιμετωπιστεί ως πεδίο δράσης παιχνιδιού, δηλαδή ως απαγορευμένο, απομονωμένο, περιφραγμένο, καθαγιασμένο χώρο μέσα στον οποίο κάθε φορά θα ισχύουν ειδικοί κανόνες, απαραίτητοι για την τέλεση του.1

1. J. Huizinga, “Ο άνθρωπος και το παιχνίδι”, σελ 24

2. Η ΠΟΛΗ ΩΣ ΠΕΔΙΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ

14


Όταν περπατάς στο πεζοδρόμιο της πόλης και προσπαθείς να αποφύγεις να πατήσεις πάνω στους αρμούς της πλακόστρωσης του, γίνεται αντιληπτή η διαδικασία του παιχνιδιού μέσα στον αστικό χώρο. Παίζεις, θεσπίζοντας δικούς σου κανόνες. Αξιοποιείς τα ήδη υπάρχοντα υλικά στοιχεία της πόλης, ώστε να δομήσεις τον κόσμο του παιχνιδιού σου, προσδίδοντας τους πάντα την δική σου σημασία. Καταφέρνεις έτσι να την μετατρέψεις σε κάτι άλλο. Σε κάτι το οποίο αναγνωρίζεις εσύ και τελικά καταφέρνουν να το δουν και οι υπόλοιποι, αν θελήσουν να παίξουν και αυτοί. Η πόλη μετατρέπεται μέσω της διαδικασίας του εκάστοτε προσωπικού παιχνιδιού σε ένα προσωπικό “παιδότοπο”, που άλλοτε αυτός εξαφανίζεται μόλις λήξει το παιχνίδι, και άλλοτε αφήνει σημάδια εκεί σαν μια ανάμνηση του. Σε μια δεύτερη παρατήρηση, αξίζει να σημειωθεί πως υπάρχουν και αστικά παιχνίδια τα οποία δεν αποζητούν την ίδια προσήλωση. Είναι παιχνίδια, τα οποία εμφανίστηκαν στον αστικό χώρο, με άγνωστη αφορμή και αιτία, και άρχισαν -και συνεχίζουν- να μεταβάλλουν τον χώρο γύρω τους. Στην περιοχή της Κηφισιάς αντικρίζεις ξαφνικά ένα δέντρο το οποίο είναι γεμάτο κολλημένες τσίχλες. Για τους περισσότερος είναι ένα δυσάρεστο θέαμα και μια πράξη ασέβειας ως προς τον χώρο τους. Για κάποιους άλλους πάλι μπορεί να αποτελεί ένα απλό παιχνίδι μεταξύ αγνώστων. Αν και κανείς δεν ξέρει πως ξεκίνησε αυτή η τάση και με τι κίνητρα, είναι σίγουρο

ότι βρέθηκαν κάποιοι που απλά θέλησαν να συνεχίσουν αυτό που για κάποιο λόγο ξεκίνησε. Είναι δύσκολο να χαρακτηριστεί αυτή η πράξη σωστή ή λάθος, ή η εικόνα αυτή ωραία ή άσχημη εντελώς αντικειμενικά. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί με σιγουριά, είναι πως, έστω και τυχαία, για μια ακόμη φορά εμφανίζεται η τάση του ανθρώπου να παίζει μέσα στον χώρο που ζει και κινείται. Μπορεί στα μάτια ενός ενήλικα, αυτό να φαντάζει σαν μία μη σοβαρή διαδικασία, χωρίς ιδιαίτερο νόημα και σημασία. Για αυτόν όμως που παίζει, είναι η πιο σημαντική διαδικασία που συμβαίνει εκείνη την στιγμή. Είναι απολύτως προσηλωμένος σε αυτό που κάνει και αν καταφέρει τον σκοπό του τελικά κατακλύζεται από συναισθήματα χαράς και ολοκλήρωσης. Πρέπει να σημειωθεί όμως ότι η διαδικασία αυτή δεν παύει να είναι αποδεκτή και κατανοητή από τους μεγαλύτερους. Φαίνεται να δείχνουν μία κάποια ανοχή προς την διαδικασία του παιχνιδιού, καθώς υπήρξαν και αυτοί κάποτε “παίκτες”. Υπάρχει πάντοτε η ανάμνηση του παιχνιδιού για τον καθένα στο περιβάλλον που μεγάλωσε και ωρίμασε ανεξάρτητα από το αν ο ίδιος έχει πάψει πλέον να παίζει.

[Τσιχλόδεντρο στη Κηφισιά.]

[Παίζοντας κουτσό μέσα στον κάνναβο στην ταινία “Jeux d’enfants”]

Πέρα λοιπόν από τα χαρακτηριστικά που διέπουν μια οποιαδήποτε μεγαλούπολη υλικά και κοινωνικά, ένα βασικό χαρακτηριστικό που αναγνωρίζεται από την παρούσα ερεύνα είναι αυτό του παιχνιδιού και του παίζειν όπως διαδραματίζεται σε αυτή. Τα παιχνίδια αυτά μπορούν να έχουν κανόνες και αξίες, εμπόδια και στόχους, αλλά το πιο βασικό είναι οι παίχτες και ο τρόπος που τελικά έρχονται και μετατρέπουν την πόλη σε ένα μεγά-

λο αστικό παιδότοπο. Είναι αυτοί οι χρήστες που έρχονται και χρησιμοποιούν με ένα διαφορετικό τρόπο την υπάρχουσα αρχιτεκτονική της πόλης. Ίσως γιατί θέλουν να δηλώσουν κάτι. Ίσως γιατί θέλουν να προβάλλουν ένα τρόπο ζωής μέσα στην πόλη, κόντρα στις συμβάσεις που έχουν ήδη καθιερωθεί. Ίσως πάλι γιατί απλά θέλουν να παίξουν. 15


2.1 Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

16

Ο χώρος της πόλης, διαφορετικά και αστικός χώρος, υπάρχει σε αντιδιαστολή με τον χώρο της υπαίθρου. Σε αυτόν επικρατεί το φυσικό στοιχείο, ενώ στον χώρο της πόλης, κυριαρχεί ο άνθρωπος με τα οικοδομήματά του. Είναι αυτός στον οποίο επεμβαίνει ο άνθρωπος για να δημιουργήσει την πόλη του, τον τόπο του “κατοικείν” του με την ιδιαίτερη συμβολική σημασία του “υπάρχειν ανάμεσα στον ουρανό και στη γη”2. Ο αστικός χώρος περιλαμβάνει την κατοικία και όλες τις λοιπές εγκαταστάσεις που επιζητούν οι ανάγκες των ανθρώπων, κοινωνικές, οικονομικές, συναισθηματικές και ανάγκες επικοινωνίας. Περιλαμβάνει την ανάγκη του “κατοικείν” σε ένα χώρο τον οποίο ο άνθρωπος έχει στη διάθεση του, για να εκφράσει τις ικανότητες του και να ολοκληρώσει την ύπαρξη του, να διασυνδέσει, να βελτιώσει το άτομο του και να το διευρύνει ως οντότητα διαχρονική.3 Μία ιδιαίτερη δυναμική αναπτύσσεται στις επεμβάσεις του ανθρώπου να χτίσει στον χώρο και να τον κάνει τόπο, και μάλιστα τόπο να κατοικήσει. Ο όρος “χτίζει” αφορά όχι μόνο την εμφάνιση υλικών κατασκευών, αλλά και τις συμπεριφορές και τις αντιλήψεις, τα συναισθήματα και τις ερμηνείες εννοιών, τα οποία οργανώνονται σε συστήματα που προσπαθούν να πλάσουν τη μορφή των χώρων όπου άνθρωποι συνέλαβαν, θέλησαν, αγάπησαν, προσδιόρισαν και τελικά εκτέλεσαν. Κάθε πόλη στεριώνει με το μόχθο και τον ενθουσιασμό, τις ιδέες των ανθρώπων που την πλάθουν μέσω μορφών (υλικών, συμπεριφορών και αντιλήψεων) σε συγκεκριμένο τόπο, με ιδιαίτερη φυσιογνωμία, ιδιαίτερη όψη, ιδιαίτερο χαρακτήρα4. Μπορούμε λοιπόν να ορίσουμε τον χώρο της πόλης, και επομένως και τον αστικό τόπο, ως έναν τέτοιο που χαρακτηρίζεται από τον πληθυσμό που την κατοικεί αλλά και την πολυπλοκότητα των λειτουργιών που φέρει με τη σειρά του. Η σχέση αυτή, πόλης και πληθυσμού, είναι φυσικά αμφίδρομη. Η κοινωνία δηλαδή χαρακτηρίζεται αντίστοιχα από αυτόν. Όπως αναφέρει και ο Henry Lefebvre, “η πόλη είναι η προβολή της κοινωνίας στο έδαφος”5.


Από την άλλη, ο Richard Sennett προσπαθεί να δώσει έναν άλλο ορισμό, ο οποίος βρίσκεται πιο κοντά στην δική μας προβληματική. Η πόλη, κατά τον Sennett “είναι μία ανθρώπινη εγκατάσταση όπου είναι πιθανόν να συναντηθούν ξένοι”6 και όπου θα αναπτυχθούν σχέσεις και συνθήκες συνύπαρξης μεταξύ τους. Έτσι, ο χώρος γίνεται αντιληπτός ως ένα πεδίο έκφρασης σε κοινωνικό, οικονομικό, παραγωγικό, πολιτιστικό και νοητικό επίπεδο. Οι σχέσεις αυτές εντυπώνονται και ταυτόχρονα χαρακτηρίζουν τη μορφή της. Και έτσι με τη σειρά του ο χρήστης–κάτοικος ή περαστικός-αφήνει τον χαρακτήρα της να καταγραφεί στη μνήμη του και να σημασιοδοτηθεί νοητικά, συναισθηματικά και πρακτικά στο περιβάλλον του. Αυτή η ενέργεια είναι αρκετά σημαντική για την εξέλιξη του ανθρώπου μέσα στην πόλη, αφού μέσα από αυτήν ανακαλύπτει την δική του προσωπική σχέση με αυτήν και τις διάφορες μορφές της. . Ο χώρος, και πιο συγκεκριμένα ο αστικός χώρος, γίνεται ένας τόπος με ιδιαίτερο χαρακτήρα για τον οποίο τα άτομα έχουν μία γνώμη και με τον οποίο αναπτύσσουν μία σχέση. Ο τόπος έτσι, αποκτά για αυτά μία ιδιαίτερη οντότητα, μία φυσιογνωμία με την οποία συναλλάσσονται, συνομιλούν, συνδιαλέγονται, συμμετέχουν στο παιχνίδι της ύπαρξης.7

Σε ένα επόμενο επίπεδο γίνεται αντιληπτό πως και τα ίδια τα κτήρια μπορούν να μην αποτελούν μονάχα τα κελύφη των λειτουργιών, που αρχικά προορίστηκαν να εξυπηρετήσουν. Μπορούν και αποτελούν κάτι ευρύτερο. Είναι σε θέση να διαδραματίσουν πολύπλευρους ρόλους, οι οποίοι ανακαλύπτονται κάθε φορά σε σχέση με το ενδιαφέρον και τη συμμετοχή των χρηστών στη διαδικασία αυτού του τεράστιου γίγνεσθαι που ονομάζεται “πόλη” και “αστικός χώρος”. Τέλος, η πόλη παρουσιάζεται ως ένα πολυσύνθετο σύστημα, πλέγμα ή διαφορετικά σύνολο, το οποίο με τη σειρά του δομείται από άλλα αλληλεξαρτώμενα συστήματα. Μέσα στην πόλη αναπτύσσονται σχέσεις χώρου, χρόνου και ανθρώπων. Τα συστήματα αυτά έχουν μια αρκετά πολύπλοκη σχέση μεταξύ τους η οποία χαρακτηρίζεται από μια ιστορικότητα. Δηλαδή, προέρχεται από μακροχρόνιες διαδρομές τρόπου σκέψης, συνηθειών, οικονομικών, παραγωγικών και πολιτισμικών σχέσεων και πολιτικών διαμεσολαβήσεων. Το σύστημα που αφορά την συγκεκριμένη εργασία είναι αυτό του δομημένου, απτού χώρου της πόλης και η σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ αυτού και του κατοίκου της. Μεταξύ δηλαδή της αρχιτεκτονικής και του χρήστη. Όπως αναφέρει και ο Δημήτρης Φατούρος ό,τι λέγεται χώρος και αντιληπτικά στοιχεία, σύμφωνα με έναν ουσιαστικό και αυστηρό έλεγχο του περιεχομένου τους, είναι μέρος των ανθρωπίνων συνθηκών και σχέσεων. Οι συμβολικές λειτουργίες, π.χ. του σχήματος, του χρώματος, των διαδρομών μέσα ή έξω, είναι μέρος του σύνθετου και, συχνά σε σοβαρό βαθμό, αδιευκρίνιστου συστήματος ανθρώπινης συμπεριφοράς.8

2. Ι. Ι. Στεφάνου, “Η περιγραφή της εικόνας της πόλης”, σελ. 3. ο.π. , σελ. 4. ο.π. , σελ. 5. H. Lefebvre, “Το δικαίωμα στην πόλη”, σελ. 6. R. Sennett, “Η τυραννία της οικειότητας”, σελ. 7. Ι. Ι. Στεφάνου, “Η περιγραφή της εικόνας της πόλης”, σελ. 8. Δ. Α. Φατούρος, “Ένα συντακτικό για την αρχιτεκτονική” , σελ.

200 200 201 83 61 201 26

17


2.2 Η ΥΛΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

Ο χώρος δημιουργείται και δομείται από τα αντικείμενα που τον κατοικούν. Αυτό σημαίνει ότι οι όγκοι των κτιρίων, οι αποστάσεις μεταξύ τους καθώς και τα σχήματα, τα όρια και οι άξονες οργανώνουν τους χώρους των ανθρώπων εξωτερικά και εσωτερικά.9

Δύο από τα κυριότερα χαρακτηριστικά της αρχιτεκτονικής είναι ο χώρος και τα υλικά στοιχεία του. Ο χώρος παίρνει διαστάσεις, γίνεται φανερός και περιγράφεται με υλικά στοιχεία. Τα υλικά στοιχεία είναι ο τοίχος και το πάτωμα, είναι το δέντρο και μια χαμηλή έξαρση της γης, είναι η υφή και το χρώμα, το σχήμα, η διαφάνεια, η αδιαφάνεια10. Όταν λοιπόν μιλάμε για μια πόλη, θα κάνουμε αναπόφευκτα λόγο και για την αρχιτεκτονική της: για τις όψεις της, τις κατόψεις της, του τοίχους της, τα υλικά και την υφή, για εξάρσεις και οπισθοχωρήσεις, όπως τα μπαλκόνια και τα παράθυρα, τη σχέση του φυσικού στοιχείου με το δομημένο. Μιλάμε δηλαδή για το αντιληπτικό της περιβάλλον. Σε αυτό περιλαμβάνονται όλα τα στοιχεία και οι σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ τους αλλά και με τον χρήστη. Να σημειωθεί εδώ πως σε μία καταγραφή των αντιληπτικών στοιχειών που έρχονται και ολοκληρώνουν την εμπειρία του χώρου δεν θα έπρεπε να παραληφθούν πολλά ακόμη στοιχεία (π.χ. χρόνος, καιρικές συνθήκες, ήχοι, μυρωδιές), παρ’ όλα αυτά για τις ανάγκες της παρούσας εργασίας θα περιοριστούμε στην επισήμανση των στοιχείων εκείνων που αφορούν την όραση και την κιναίσθηση, δηλαδή τα απτά, υλικά στοιχεία και τα χαρακτηριστικά τους, που παίρνουν μέρος στην διαμόρφωση της αντίληψης της εικόνας της πόλης. Ως τέτοια ορίζουμε τα στοιχεία δόμησης, όπως

ο τοίχος, η κολόνα, η πλάκα, καθώς και τα σύνολα που δημιουργούν, τα κτήρια και οι σκάλες αλλά και όλα τα στοιχεία αστικού εξοπλισμού που απαντώνται σε μία πόλη, τα παγκάκια, η φύτευση, οι κολώνες της Δ.Ε.Η, κ.α.. Δηλαδή όλα εκείνα που έχουν διαστάσεις, όγκο, επιφάνεια και που μετριούνται. Η απόσταση μεταξύ τους είναι επίσης σημαντική, δηλαδή το μέγεθος του κενού που δημιουργείται από το σχήμα τους. Με βάση τα παραπάνω στοιχεία αντιληπτικής οργάνωσης της εικόνας της πόλης, θα γίνει μια προσπάθεια αναγνώρισης κάποιον συντακτικών αρχών που εντοπίζονται μέσα στον χώρο. Οι αρχές αυτές προκύπτουν από την ανάλυση και συσχέτιση όλων των αντιληπτικών χαρακτηριστικών στοιχείων που συναντώνται σε μία πόλη. Οι συντακτικές αρχές για τις οποίες γίνεται λόγος και όπως τις όρισε ο Δημήτρης Φατούρος στο βιβλίο του “Ένα Συντακτικό για την Αρχιτεκτονική Μορφή” είναι η διπλή ταυτότητα, η συνέχεια-ασυνέχεια και μετακίνηση.

9. Δ. Α. Φατούρος, “Ένα συντακτικό για την αρχιτεκτονική”, σελ. 44 10. R. Arnheim, “Η δυναμική της αρχιτεκτονικής μορφής”, σελ.55

18


2.2.1 Η ΔΙΠΛΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

περιβάλλοντα χώρο της. Οι τοίχοι αυτοί αποτελούν από τη μια πλευρά τους στοιχειά της εσωτερικής εικόνας και διακόσμησης της κατοικίας. Η εξωτερική πλευρά τους όμως ανήκει κατά κάποιο τρόπο στον υπόλοιπο υπαίθριο χώρο της πόλης, τον δημόσιο. Ο βαθμός σταθερότητας και ακαμψίας της διάκρισης αυτής δεν μπορεί να είναι δεδομένος. Εξαρτάται πάντοτε από τις διαφορετικές λύσεις και όρους που θα αποδοθούν από διαφορετικές απόψεις και αντιλήψεις. Για αυτό το λόγο, το επιμέρους στοιχείο μπορεί και αποκτά διαφορετικές σημασίες και χρήσεις ανάλογα με την προσωπική αντιληπτική θέση του καθενός.

Η πόλη και συγκεκριμένα η αρχιτεκτονική της αποτελεί ένα σύνολο από επιμέρους στοιχεία ή μέρη. Κάθε επιμέρους στοιχείο όμως αποτελεί και για τον εαυτό του ένα σύνολο. Αυτή είναι η διπλή ταυτότητα της αρχιτεκτονικής στην πόλη. Παραδείγματος χάριν, ένα τέτοιο στοιχείο μπορεί να είναι ένα κτήριο, το οποίο υπάρχει πάντα σε σχέση με το άμεσο περιβάλλον του - όπου σε αυτό νοούνται όλα τα γειτονικά του κτήρια, οι δρόμοι, η φυσική βλάστηση, κ.α. – αλλά ταυτόχρονα είναι και από μόνο του ένα σύνολο – αποτελούμενο από ορόφους, δωμάτια, πόρτες κ.α. Κάθε έργο και κάθε επιμέρους στοιχείο του έργου σε μία πόλη έχει μία διπλή ταυτότητα ανάλογα με το σύστημα αναφοράς του και ανάλογα με τις ανάγκες που προκύπτουν κάθε φορά. Φανερώνεται έτσι η ολοκληρωμένη αντιληπτική οργάνωση της πόλης11, η πολυπλοκότητα και το σύνολο της ίδιας και της αρχιτεκτονικής της. Σε αυτή τη διπλή ταυτότητα ανήκει και η συμβατική διάκριση εσωτερικού - εξωτερικού χώρου. Για κάθε εσωτερικό χώρο υπάρχει πάντα και εξωτερικός του και το αντίστροφο. Μπορεί να είναι για παράδειγμα ένας οποιοσδήποτε εσωτερικός χώρος μιας κατοικίας που οριοθετείται από τοίχους ως προς τον εξωτερικό

9. Δ. Α. Φατούρος, “Ένα συντακτικό για την αρχιτεκτονική”, σελ. 55

19


2.2.2 ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΚΑΙ ΑΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

Υπάρχουν άπειροι τρόποι με τους οποίους γίνεται φανερή η έννοια της συνέχειας και ασυνέχειας μέσα στην πόλη. Μπορεί να ισχύει για τις σχέσεις των κλειστών χώρων της και τους υπαίθρους ή των κτηρίων της με τον περιβάλλοντα χώρο τους. Αυτό που έχει περισσότερη σημασία όμως είναι πιο συγκεκριμένα η υλική και χωρική συνέχεια και ασυνέχεια. Τα όρια ή φράγματα μέσα σε μία πόλη εκφράζουν την αρχή της ασυνέχειας του χώρου και την συνέχεια του υλικού[εικ. 1], ενώ αντίθετα και προσθετικά τα κενά και οι αποστάσεις δημιουργούν ασυνέχεια στην ύλη της και συνέχεια σε αυτό που ονομάζεται χώρος[εικ. 2,3]. Όσον αφορά τα φράγματα, αυτά είναι το κάθε τι που νοείται ως εμπόδιο σε μια κίνηση του ανθρώπινου σώματος από-προς κάπου, αλλά ακόμη και σε μία “οπτική κίνηση”. Αυτά καθορίζουν χώρους και περιοχές, διαχωρίζουν ή διαβαθμίζουν το ιδιωτικό από το δημόσιο, την αρχή και το τέλος μίας λειτουργίας. Σε γενικές γραμμές όμως, περικλείουν το ασφαλές, το προσωπικό και το προβλέψιμο. Εκφράζουν την ασυνέχεια μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου χώρου. Μπορεί επίσης να προτείνουν

ένα συγκεκριμένο τρόπο να βλέπει κανείς τα πράγματα, όπως ένα καδράρισμα της θέας, μία οπτική φυγή. Μπορεί να θέτουν φραγμούς και να αποκλείουν την είσοδο, ή να αφήνουν διόδους επικοινωνίας. Τα όρια μπορεί να είναι φυσικά, όπως εκείνα που προκύπτουν από γειτνιάσεις με στοιχεία του τοπίου, ή μπορεί να είναι κατασκευές περισσότερο ή λιγότερο συμπαγείς, διαφανείς ή αδιαφανείς.

εικ. 1

[Η υλική συνέχεια, που δημιουργεί ασυνέχεια στις κινήσεις.]

Κάθε σύνδεση, χώρου με άλλο χώρο και υλικού με άλλο υλικό, που είναι και οι δύο συστατικές πράξεις της σύνθεσης, γίνεται πάντοτε με ένα από τους δύο τρόπους: Με συνέχεια ή με ασυνέχεια.10 εικ. 2

[Συνέχεια χώρου και κίνησης στην κάτοψη.]

Σημαντικό στοιχείο για να εξετασθεί η συνέχεια-ασυνέχεια είναι η διάσταση στην οποία τοποθετείται κάθε φορά, δηλαδή η οριζόντια ή η κατακόρυφη. Πιο απλά, μια συνέχεια υλικού στο οριζόντιο επίπεδο, στη κάτοψη [εικ. 2], επιτρέπει την κίνηση του ανθρώπου, ενώ αντίθετα όταν η συνέχεια του υλικού εντοπίζεται στο κατακόρυφο άξονα πιθανότατα να αποτρέπει την κίνηση[εικ. 1]. Αντιστοίχως, και στην περίπτωση που μιλάμε για συνέχεια χώρου. Μια συνέχεια χώρου γενικά επιτρέπει την κίνηση του ανθρώπου όπως και την οπτική μετακίνηση. Μερικές φορές όμως η συνέχεια του χώρου στην κατακόρυφη διεύθυνση, σε τομή [εικ. 3], δυσκολεύει ή απαγορεύει την κίνηση του ανθρώπου. εικ. 3

[Συνέχεια χώρου και ασυνέχεια κίνησης στη τομή.]

10. Δ. Α. Φατούρος, “Ένα συντακτικό για την αρχιτεκτονική”, σελ. 61

20


2.2.3 ΜΕΤΑ-ΚΙΝΗΣΗ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ

Η μετακίνηση είναι η πιο χαρακτηριστική και εύκολα αντιληπτή συμμετοχή του ανθρώπου στον χώρο. Είναι ο περιπατητής, ο θεατής, ο ειδικός χρήστης, ο κάτοικος. Η μετα-κίνηση σημαίνει η κίνηση από το ένα σημείο στο άλλο, σημαίνει από-προς11. Τα συστήματα μετακινήσεων μιας πόλης διαμορφώνουν τις πιθανές διαδρομές. Γίνεται λόγος για την μετάβαση από το ένα σημείο της πόλης στο άλλο, χρησιμοποιώντας τα δίκτυα αυτά που έχουν διαμορφωθεί για αυτόν ακριβώς το λόγο.

11. Δ. Α. Φατούρος, “Ένα συντακτικό για την αρχιτεκτονική”, σελ. 68 12. ο.π. , σελ. 61 13. R. Arnheim, “Η δυναμική της αρχιτεκτονικής μορφής”, σελ. 213

Υπάρχει όμως και η οπτική μετακίνηση, όπου το μάτι ακολουθεί μία διαδρομή από το ένα σημείο μέχρι να φτάσει στο σημείο το οποίο αναζητά να δει. Ή διαφορετικά όπως λέει και ο Δ. Φατούρος: “Το μάτι παρακολουθεί μία διαδρομή από το ένα σημείο στο άλλο, από τη μία είσοδο προς ό,τι βρίσκεται, ό,τι φαίνεται, μέσα από αυτήν την είσοδο, παρακολουθεί τη διάταξη, την οργάνωση των όγκων, των ανοιγμάτων σε μια όψη κτλ.”12. Σε μια προέκταση αυτού του συλλογισμού γίνεται φανερό πως μετακίνηση μπορεί να πραγματοποιηθεί με οποιαδήποτε αίσθηση. Στην προκειμένη περίπτωση όμως θα επικεντρωθούμε στην μετακίνηση της κιναισθητικής και της οπτικής. Βασικό χαρακτηριστικό των μετακινήσεων είναι οι άξονες. Κινούμαστε ως προς ένα καθορισμένο σύστημα αξόνων μέσα στην πόλη. Ακόμη και στις πόλεις όπου δεν είναι αυστηρώς καναββοποιημένες, πάντα θα κινούμαστε

είτε ως προς ένα κέντρο είτε παράλληλα με κάποιο στοιχείο που υπάρχει στο δομημένο και αδόμητο περιβάλλοντα χώρο μας. Όπως παρατηρεί και ο Arnheim “Η κινητικότητα είναι γραμμική και κατευθύνεται προς τα μπρος”13 . Μπορούμε επίσης να αντιληφθούμε δύο ακόμη βασικά χαρακτηριστικά της μετακίνησης, έτσι ώστε να γίνει πιο εύκολα κατανοητή. Από τη μία είναι το πλάτος στο οποίο πραγματοποιείται, όπως για παράδειγμα το πλάτος του δρόμου και του πεζοδρομίου. Από την άλλη, τα ύψη που περιβάλλουν την κίνηση, όπως είναι αυτά των κτηρίων της πόλης, και αν πραγματοποιείται ανάμεσα τους ή μέσα από αυτά. Πρόκειται για δύο χαρακτηριστικούς παράγοντες για την περιγραφή και για την ποιότητα της μετακίνησης καθώς ο άξονας της γίνεται αντιληπτός μέσα σε ένα περιβάλλον με υλικά στοιχεία. Δηλαδή η μετακίνηση μπορεί να είναι παράλληλη σε ένα κτήριο, ή σε ένα δρόμο, κάθετη προς ένα άνοιγμα, ή διαγώνια προς τον επάνω όροφο.

21


Ο νους συλλαμβάνει καλύτερα μια γραμμική αλληλουχία από τις πολλαπλές ταυτόχρονες συνδέσεις.14 Ο Δ. Φατούρος κάνει λόγο για τη συμμετρική και ασύμμετρη κίνηση. Αυτή εξαρτάται άμεσα από τα αρχιτεκτονικά στοιχεία που την πλαισιώνουν και σε τι αποστάσεις βρίσκονται το ένα από το άλλο. Δηλαδή, η κεντρικά και συμμετρικά τοποθετημένη είσοδος σε ένα κτήριο και αντίστοιχα και η συμμετρική διάταξη των χώρων μέσα στο κτήριο, δημιουργούν χώρο για μία συμμετρική κίνηση. Αυτή η αναγωγή γίνεται εύκολα και για την μετακίνηση μέσα στην πόλη. Μπορούμε εύκολα να σκεφτούμε μια μετακίνηση σε έναν κεντρικό άξονα όπου αριστερά και δεξιά τα κτήρια έχουν το ίδιο ύψος και στο βάθος είναι ορατό ένα μνημείο ή μια πλατεία. Μια τέτοιου είδους κίνηση έχει μια αφετηρία και ένα τέλος ορατό. Επίσης πραγματοποιείται ακολουθώντας έναν και μοναδικό άξονα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα απο-

τελούν αναγεννησιακές πόλεις όπου σχεδιάζονταν με αυστηρή συμμετρία -boulevard Παρίσι, καθώς και τα τρένα, υπέργεια ή υπόγεια. Αντίθετα, όταν ο χώρος πρέπει να διασχιστεί έκκεντρα και ασύμμετρα, και η κίνηση γίνεται ασύμμετρη. Σε μία τέτοια περίπτωση συνήθως για να ολοκληρωθεί η κίνηση πρέπει να συνδυαστούν περισσότεροι άξονες ώστε να αποφευχθούν εμπόδια και να γεφυρωθούν οι διάφοροι χώροι. Με αυτόν τον τρόπο ο χώρος οργανώνεται δυναμικά. Αυτό σημαίνει πως η λύση που προτείνεται πολύ πιθανόν να μην είναι η μοναδική. Για αυτό το λόγο κιόλας ίσως η ασύμμετρη μετακίνηση μπορεί να έχει λιγότερη ή περισσότερη πολυπλοκότητα. Η ασύμμετρη μετακίνηση είναι η γενέτειρα του δαιδάλου των κινήσεων, του λαβύρινθου15.

[Επεξηγηματικά σχεδιαγράμματα του Δημήτρη Φατούρου για την κατανόηση της συμμετρικής και ασύμμετρης κίνησης.]

Οποιαδήποτε παρέκκλιση από την πορεία αποτελεί εμπόδιο. Η κίνηση τείνει να ευθυγραμμίζει την πορεία και να εξαλείφει τις παρεκκλίσεις. (...) Το ίδιο συμβαίνει και με τον προσανατολισμό• η οποιαδήποτε παρέκκλιση από μία γενική κατεύθυνση δύσκολα γίνεται αντιληπτή και προκαλεί χωρική σύγχυση.16

14. R. Arnheim, “Η δυναμική της Αρχιτεκτονικής Μορφής”, σελ. 215 15. Δ. Α. Φατούρος, “Ένα συντακτικό για την αρχιτεκτονική”, σελ. 70 16. R. Arnheim, “Η δυναμική της Αρχιτεκτονικής Μορφής”, σελ. 213

22


Γίνεται ταυτόχρονα φανερό πως η έννοια της μετακίνησης είναι άμεσα συνυφασμένη με τα δίκτυα που δημιουργούνται μέσα στον αστικό ιστό, όπως οι δρόμοι, οι γραμμές του ηλεκτρικού και οι πεζόδρομοι. Κανάλια τα οποία χρησιμοποιούνται από τους κατοίκους για την μετακίνηση τους, πολλές φορές χωρίς ιδιαίτερη σκέψη μιας και το σημαντικό είναι να βρεθούν γρήγορα στο επόμενο σημείο. Όπως παρατηρεί και ο Michel de Certeau, οι σύγχρονοι κάτοικοι της πόλης – κάτοικοι-καταναλωτές – μετατρέπονται σε “μετανάστες” και το μόνο για το οποίο ενδιαφέρονται είναι η αρχή και το τέλος της διαδρομής ενώ το ενδιάμεσο είναι ο χαμένος χρόνος17. Αντίθετα σε αυτό λειτουργεί η “περιπλάνηση”(derive)

που πρότειναν οι Καταστασιακοί την δεκαετία του ’60. Στόχος τους ήταν η απομάκρυνση από τα ήδη διαμορφωμένα δίκτυα θέλοντας να μετατρέψουν όλη την πόλη σε μία συνεχή ροή θεάματος και δράσης. Έχοντας απομακρυνθεί για λίγο ή για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από τους καθημερινούς λόγους και αιτίες μετακίνησης μέσα στην πόλη, ο κάτοικος αφήνεται να παρασυρθεί από την πόλη και τις συναντήσεις που θα προκύψουν μέσα σε αυτήν, προς πάσα κατεύθυνση. Ο τελικός προορισμός αλλάζει, αν είχε υπάρξει ποτέ, και έτσι η διαδρομή εξελίσσεται με απρόβλεπτο τρόπο.

17. Μ. Πιτσιλαδή, “Μια δυνητική διαδρομή στην πόλη”, σελ. 32

23


ΣΥΝΟΨΙΖΟΝΤΑΣ...

[Η πόλη μέσα από προσωπικούς ψυχογεωγραφικούς χάρτες.]

Η πόλη διαθέτει μία διττή ταυτότητα. Από τη μία αναφερόμαστε στο δομημένο περιβάλλον, δηλαδή τον υλικό κόσμο, που αντιλαμβανόμαστε και μέσα στον οποίο κινούμαστε καθημερινά, και από την άλλη στις ποικίλες σχέσεις που αναπτύσσονται μέσα σε αυτόν. Η αλληλεπίδραση αυτών των δύο είναι αναπόφευκτη και είναι αυτή που ορίζει τον βιωμένο χώρο. Ο υλικός χώρος δεν μπορεί να θεωρείται μόνο ως το γεωμετρικό εξωτερικό πλαίσιο της ανθρώπινης δραστηριότητας, αλλά ως ένα σύνθετο επενδεδυμένο με υποκειμενικούς και κοινωνικούς παράγοντες, έκφραση και στήριγμα των πολιτισμικών αξιών σε μία δεδομένη κοινωνία.18

[Στην παλιά πόλη της Ξάνθης, ο βιωμένος χώρος διαμορφώνεται από τις μνήμες και τις συνήθειες των κατοίκων.]

Ο βιωμένος χώρος, σύμφωνα με τον Henry Lefebvre, ορίζεται ως “ο χώρος των κατοίκων, των χρήσεων και της καθημερινότητας” στο έργο του La production del’ espace. Με αυτόν τον τρόπο, η κοινωνία “προβάλλεται” πάνω στο χώρο της πόλης, τον “παράγει” υπό μία έννοια, τον ενδύει με νόημα. Οι χρήστες της απαρτίζουν έναν ετερογενή πληθυσμό, με κατοίκους που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, που μιλούν για αυτήν, την παράγουν υπό μία έννοια, την μετατρέπουν, της δίνουν νόημα και ουσία. Έτσι μπορούμε να πούμε ότι ο χώρος της πόλης, δημόσιος και ιδιωτικός, γίνεται αντιληπτός μέσα από κοινωνικούς θεσμούς και δραστηριότητες. 18. Δ. Γερμανός, "Χώρος και διαδικασίες αγωγής, Η παιδαγωγική ποιότητα του χώρου", σελ. 17

24


Σε μία πόλη όμως, όπου επικρατούν οι γρήγοροι ρυθμοί ζωής και το συνεχόμενο άγχος, οι κάτοικοι της δεν προσπαθούν να βιώσουν τον χώρο γύρω τους. Αντίθετα, η καθημερινότητα εξελίσσεται μέσα σε ένα κουτί, διαφόρων μορφών: αυτοκίνητο, μετρό, οθόνη. Ο κάτοικος στέκεται ακίνητος, παθητικός στις μεταβολές που συμβαίνουν γύρω από το κουτί του. Όπως αναφέρει και ο Richard Sennett “Όσο το αστικό τοπίο μετατρέπεται σε χώρο απλά λειτουργικό για την μετακίνηση, τόσο αυτό γίνεται λιγότερο ενδιαφέρον: ο οδηγός ενδιαφέρεται μόνο και μόνο να περάσει διαμέσου αυτού του χώρου και όχι να τον βιώσει, να αφεθεί στα ερεθίσματα που θα του προσέφερε”19. Ο δρόμος γίνεται ανυπόφορος, και ο κάτοικος προσπαθεί να βρεθεί στον προσωπικό του χώρο όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και πιο εύκολα. Βιαστικός και απορροφημένος από τις σκέψεις του, απομακρύνεται όλο και περισσότερο από το περιβάλλον του. Παρατηρείται ένας διαχωρισμός φυσικού και νοητικού και έτσι καταλήγει να λειτουργεί και η σύγχρονη πόλη: ταυτόχρονα, σε δύο παράλληλους κόσμους, όπου η αλληλεπίδραση τους είναι μηδαμινή. Ο “βιωμένος” χώρος, θα μπορούσε να πει κάποιος, συρρικνώνεται. Οι πόλεις σήμερα γίνονται αντιληπτές ως χώροι με έντονη αναρχία, κουραστική μονοτονία και επανάληψη και αν σήμερα χάνουμε το ενδιαφέρον μας για τις πόλεις μας, και πασχίζουμε να βρούμε έναν θαυμασμό στα “πρόσωπα” τους, πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε πρώτα την δική μας στάση απέναντι σε αυτές και στον τρόπο με τον οποίο ζούμε. Αυτή ίσως είναι και η βασικότερη αιτία για την ισοπέδωση των συναισθημάτων και την έλλειψη ιδεολογικών αξιών σε μία κοινωνία, η οποία πλάθει τις μορφές ενός χτισμένου χώρου σε ένα συγκεκριμένο τόπο. Σήμερα λοιπόν αξίζει να αναζητήσουμε τις ιδιαίτερες ανάγκες που ο άνθρωπος έχει δικαίωμα και καθήκον να εξυπηρετεί20. Οι ανάγκες αυτές δεν είναι μόνο οι βασικές της στέγασης και της σίτισης, αλλά και οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές. Και εμείς σε αυτό θα προσθέσουμε και την έμφυτη ανάγκη του ανθρώπου για παιχνίδι.

Όταν κάνεις διακοπές με τη μοτοσικλέτα βλέπεις τα πράγματα μ’ ένα τελείως διαφορετικό τρόπο. Όταν είσαι με το’ αυτοκίνητο, είσαι συνέχεια σ’ ένα κλειστό θάλαμο και επειδή το ‘χεις συνηθίσει δε συνειδητοποιείς πως ό,τι βλέπεις από το παράθυρο του αυτοκινήτου, δεν είναι τίποτα άλλο παρά περισσότερη τηλεόραση. Είσαι ένας παθητικός παρατηρητής και όλα κινούνται γύρω σου βαρετά μέσα σε πλαίσιο..21

19. R. Sennett, “The Flesh and the Stone – The body and the city in western civilization”, σελ. 18, ελεύθερη μετάφραση 20. Ι. Στεφάνου, “Η περιγραφή της εικόνας της πόλης”, σελ. 203 21. R. Pirsig, “Το ζεν και η τέχνη της συντήρησης της μοτοσικλέτας”, σελ. 12

25


Κατά πόσο όμως η πόλη και ο χώρος αυτός είναι δεδομένος; Όπως μια λέξη δεν αντιπροσωπεύει απολύτως μια και μόνο έννοια, αλλά εξαρτάται άμεσα από τον τρόπο με τον οποίο θα χρησιμοποιηθεί και από τα συμφραζόμενα της, έτσι και ο χώρος, και συγκεκριμένα ο υλικός, δεν φέρει μια μοναδική έννοια. Ο υλικός κόσμος που απαρτίζει το περιβάλλον, διαθέτει αντικείμενα, τα οποία ο καθένας τα αξιοποιεί σύμφωνα με τις δικές του ανάγκες και τους δίνει την αξία που πιστεύει πως πρέπει να έχουν. Οι ανάγκες αυτές καθορίζονται κάθε φορά από τις αντίστοιχες συνθήκες του περιβάλλοντος και δεν μένουν πάντα οι ίδιες. Μια πόλη χαρακτηρίζεται από το κατά πόσο καλύπτει τις ανάγκες των χρηστών της σε όλα τα επίπεδα (βιολογικές, ψυχολογικές, κοινωνικές, οικονομικές, κ.α.). Από τη στιγμή λοιπόν, που αυτές καθορίζονται, εξετάζεται κατά πόσο τελικά μια πόλη μπορεί και εκπληρώνει αυτές τις ανάγκες. Κατά τον Kevin Lynch, η πόλη χαρακτηρίζεται από τα υλικά στοιχεία της και την μορφή της, αλλά και από την ικανότητα των χρηστών της να τα αναγνωρίζουν και να τα οργανώνουν με ένα συγκεκριμένο τρόπο στο μυαλό τους. Είναι με άλλα λόγια η αλληλεξάρτηση και ομοιογένεια μεταξύ του περιβάλλοντος και του παρατηρητή-χρήστη. Η αντίληψη αυτή, στη συνέχεια αντικατοπτρίζει τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τον χώρο γύρω τους. Με άλλα λόγια η αντίληψη της πόλης, εξαρτάται από την κατασκευή του χώρου, την ποιότητα του,

26


3.1 ΈΚΦΡΑΣΗ ΚΑΙ ΔΡΑΣΗ την κουλτούρα και την εκάστοτε επιθυμία του χρήστη.1 Χαρακτηρίζεται επίσης από το κατά πόσο συμβαδίζουν η δράση(λειτουργία) με την μορφή της πόλης. Το κατά πόσο τα χρονικά και χωρικά πρότυπα ταιριάζουν με την εκάστοτε συμπεριφορά των κατοίκων της. Τέλος από την προσβασιμότητα. Χωρίς αυτό να σημαίνει μονάχα την ικανότητα για μετακίνηση. Αλλά και την δυνατότητα πρόσβασης σε οποιαδήποτε λειτουργία, πληροφορία και τοποθεσία από όλους τους χρήστες. Η πρόσβαση σε οποιαδήποτε πτυχή της πόλης εκφράζει την πληθώρα επιλογών. Οι επιλογές αυτές δεν είναι όμως πάντοτε τόσο αυτονόητες μιας και η αντίληψη που έχουν οι κάτοικοι της πόλης για αυτήν έχει πλέον παγιωθεί. Δεν γίνεται προσπάθεια να αποδοθούν νέες αξίες και έννοιες προσωπικές. Τα πάντα αντιμετωπίζονται με την δεδομένη σημασία που τους έχει αποδοθεί και δεν υπάρχει ανάγκη για περαιτέρω αναζήτηση. Πρακτικά, ο μέσος κάτοικος δεν μπορεί να μετακινήσει κτήρια ή δρόμους, σκάλες, πεζοδρόμια και στύλους της Δ.Ε.Η.. Μπορεί όμως να κινηθεί με έναν διαφορετικό τρόπο μέσα από αυτά. Μπορεί να αποκτήσει μία διαφορετική ματιά αντιμετώπισης, αλλάζοντας έτσι τις προσλαμβάνουσες του, τα δεδομένα του και τα ερεθίσματα του. Αξιοσημείωτο είναι ότι κατά περιόδους κάνουν την εμφάνιση τους άνθρωποι και ομάδες που καταφέρνουν να επανεξετάσουν τα ήδη δεδομένα στοιχεία που απαρτίζουν το υλικό και άυλο περιβάλλον της πόλης. Τα ίδια στοιχεία, που φαίνονται εκ πρώτης όψεως αμετάκλητα και παγιωμένα, μάλλον γιατί έτσι έχουμε μάθει να

τα βλέπουμε έτσι, φανερώνουν την απίστευτη δυναμική που κρύβουν μέσα τους. Με αυτόν τον τρόπο αλλάζει και η ίδια η πόλη. Τα άψυχα, αμετάβλητα στοιχεία της, κατασκευασμένα από σκληρά και κρύα υλικά, αρχίζουν να αναπτύσσουν ένα διάλογο με τα κινούμενα σώματα. Οι ομάδες αυτές διαβάζουν το περιβάλλον γύρω τους με τέτοιο τρόπο ώστε να συμβαδίζει με τις ανάγκες τους. Μέσα από τις ενέργειες τους είναι σαν να απορρίπτουν την σοβαροφάνεια που κατακλύζει την ζωή στην πόλη και ταυτόχρονα προσπαθούν να εντάξουν την ανάγκη της δημιουργίας και της αίσθησης για ελευθερία. Μέσω της επαναντίληψης δεδομένων στοιχείων και μέσα από τις πρακτικές του αυτοσχεδιασμού, οι ομάδες για τις οποίες γίνεται λόγος αποκαλύπτουν τον χαρακτήρα της πόλης που μοιάζει ως ένας απέραντος χώρος παιχνιδιού. Αυτές που θα παρουσιαστούν είναι οι ομάδες που εκπροσωπούν την κουλτούρα του Graffiti, του Parkour και του Skateboarding. Θα αναλυθούν για την ικανότητα τους, να διαβάζουν με ένα εναλλακτικό τρόπο το ήδη δεδομένο υλικό περιβάλλον τους, και από την παιγνιώδη φύση που διακατέχεται η κάθε πράξη τους.

1. Kevin Lynch, Image of the city

27


3.1 GRAFFITI

Η δημόσια έκφραση μέσω της γραφής δεν είναι κάτι εντελώς σύγχρονο ή καινούργιο. Αν κοιτάξουμε την ιστορία του ανθρώπου, θα δούμε ότι ένα τέτοιο μέσο έκφρασης υπήρχε σε όλες τις ιστορικές φάσεις της ζωής του. Ήδη από την παλαιολιθική εποχή συναντάμε μία πρώιμη έκφραση τέχνης. Στις τοιχογραφίες των σπηλιών αναπαρίστανται μορφές ζώων και φιγούρες ανθρώπων. Ο σκοπός της ζωγραφικής αυτής έκφρασης δεν έχει αποσαφηνιστεί πλήρως μέχρι και σήμερα. Οι επιστήμονες εικάζουν είτε ότι πρόκειται για αναπαραστάσεις της διαδικασίας του κυνηγιού, με σκοπό την εξέλιξη του είτε αναπαραστάσεις θρησκευτικού περιεχομένου. Σε κάθε περίπτωση, αυτή η πρώιμη έκφραση στους τοίχους, θεωρείται και η αρχή της ύπαρξης της δημόσιας γραφής όπως την ξέρουμε μέχρι σήμερα. Ο πλήρης διαχωρισμός της τέχνης και του graffiti, δεν εμφανίστηκε πριν από την περίοδο της αρχαιότητας. Στην αρχαία Ελλάδα δεν είναι λίγα τα παραδείγματα που συναντάμε γραφές πάνω σε κτήρια. Εκείνη την περίοδο γίνεται έντονη, όσο ποτέ, η προσωπική έκφραση του ατόμου μέσα στην πόλη του. Στην αρχαία Ρώμη, η γραφή στους τοίχους κρίνει τους πολιτικούς της εποχής, αποδοκιμάζει σημαίνοντα πρόσωπα μέσα στη κοινωνία ή πολύ απλά δηλώνει την ανθρώπινη ύπαρξη με τη φράση “Είμαι εδώ”. Η δημόσια γραφή στους τοίχους για εκείνη την εποχή ήταν για να προκαλέσει, για να διεκδικήσει ή πολύ απλά για να εκφράσει μια ερωτική παρόρμηση.

Με το πέρασα των αιώνων, μπορεί τα μέσα και οι τεχνοτροπίες να άλλαξαν, η ανθρώπινη φύση παρόλα αυτά παραμένει η ίδια. Τον 20ο αιώνα η δημόσια επιγραφή είναι πλήρως διαδεδομένη και με τις τεχνολογικές ανακαλύψεις και τα σύγχρονα μέσα μεταφοράς, οι εκφραστές του graffiti, είναι σε θέση να διαδώσουν και πέρα από την πόλη τους τα πιστεύω τους και να δηλώσουν την ατομική τους ύπαρξη. Σημείο σταθμός για την ιστορία του graffiti ήταν η εμφάνιση της επιγραφής “Kilroy”, κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1961 και με την οικοδόμηση του τείχους που χώριζε το Ανατολικό με το Δυτικό Βερολίνο, γίνεται ακόμη πιο έντονη η εμφάνιση του graffiti. Από τη Δυτική πλευρά του, όπου οι πολίτες μπορούσαν να το πλησιάσουν εύκολα, σε αντίθεση με την Ανατολική πλευρά του, κατάφεραν να εκφραστούν μέσω της τέχνης του δρόμου και του graffiti.

28

Τα πρώτα ίχνη του graffiti όπως τα ξέρουμε σήμερα εμφανίζονται στην Φιλαδέλφεια της Αμερικής. Εκεί ήταν η γενέτειρα και η πρωτεύουσα του graffiti για τα πρώτα χρόνια. Η αρχή έγινε με την εμφάνιση του writer Cornbread, ο οποίος το 1967 άρχισε να γράφει το όνομα του, καθιερώνοντας τον ως τον πατέρα του σύγχρονου graffiti. Μία αναπάντεχη όμως εμφάνιση στους τίτλους της εφημερίδας New York Times στην 21η Ιουλίου του 1971, προκάλεσε εντύπωση. Το εξώφυλλο της εφημερίδας αφιερώνεται στον writer Taki183. Ο Taki183 θεωρείται από τους πατέρες του graffiti, καθώς διέδωσε το tagging. Χρησιμοποιώντας απλά ένα ανεξίτηλο μαρκαδόρο, προσέδωσε την έννοια του στυλ στα γράμματα, έδειξε τον τρόπο απόκτησης “φήμης” μέσω της επαναληπτικής γραφής, με τον εντοπισμό κατάλληλων σημείων-spots στο δρόμο και στα τραίνα. Με άλλα λόγια αποτέλεσε η δράση του την βάση για την μετέπειτα εξέλιξη του είδους. 2

Σε αυτό το σημείο πρέπει να σχολιάσουμε ότι το graffiti και όλη η κουλτούρα που το ακολουθεί μέχρι και σήμερα, δεν εμφανίστηκε μέσα σε μία μέρα. Προτού κάνουν την εμφάνιση τους οι πρώτες υπογραφές στη Νέα Υόρκη, υπήρχε ένα κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο που δικαιολογούσε απόλυτα την έντονη εμφάνιση του. Το πλαίσιο αυτό δομήθηκε μέσα από πολύπλοκες και μακροχρόνιες διαδικασίες που επέφεραν οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική αλλαγή τόσο σε εθνικό επίπεδο στην Αμερική, όσο και σε τοπικό. Σε μία εποχή που συμπίπτει με τον Ψυχρό Πόλεμο, η Αμερική πασχίζει να επιβάλλει ένα καπιταλιστικό σύστημα, ενώ παράλληλα υπάρχουν χρόνια ζητήματα ρατσισμού και πολυεθνικότητας και ταυτόχρονα γίνονται προσπάθειες να καταστεί η Νέα Υόρκη πολιτισμική και οικονομική πρωτεύουσα του κόσμου. Αυτό απαίτησε μεγάλες θυσίες και κοινωνικές μεταβολές. Την δεκαετία του ‘70, όπου κάνουν την εμφάνιση τους τα πρώτα ονόματα, η Νέα Υόρκη υποφέρει από κοινωνική και οικονομική αναταραχή. Αυτά σε συνδυασμό με τις πολιτισμικές μεταβολές που πραγματοποιούνται, θα έχουν σαν αποτέλεσμα την απαξίωση και αδιαφορία περιοχών της πόλης, υπό την αξίωση της εγκαθίδρυσης μίας “πλανητικής πρωτεύουσας”. Στην προσπάθεια αυτή που αποτέλεσμα είχε την απαλλοτρίωση της γης ή την περιθωριοποίησης πληθυσμών, εμφανίζεται ένα νέο ρεύμα. Σε μία από τις πιο υποβαθμισμένες περιοχές μάλιστα, το Bronx, θα γεννηθεί το graffiti, που στη συνέχεια θα αποτελέσει και αναπόσπαστο κομμάτι της πόλης.


Σήμερα η δημόσια γραφή στη σύγχρονη πόλη, πραγματοποιείται με επιγραφές σε οποιοδήποτε δημόσιο στοιχείο της μεγαλούπολης, είτε αυτό είναι τοίχος είτε είναι μέσο μεταφοράς. Φτάνουμε έτσι, στο λεγόμενο graffiti, όπως το ξέρουμε μέχρι σήμερα. Παρατηρώντας αυτή την ιστορική εξέλιξη, αντιλαμβανόμαστε ότι ο άνθρωπος μέσα από την ιστορία, προσπαθούσε πάντα να εκφραστεί είτε λόγω της καλλιτεχνικής του φύσης, είτε απλά για να δηλώσει την ύπαρξη του μέσα στο κοινωνικό σύνολο. Ανέκαθεν, ο άνθρωπος επενέβαινε στο περιβάλλον του, με σκοπό να το οικειοποιηθεί, να το οριοθετήσει ή να το μεταβάλλει σύμφωνα με τα δικά του πιστεύω. Όσο η ιστορία εξελίσσεται, παρατηρούμε ότι αυτή η κίνηση γίνεται κάτι παραπάνω από μία απλή έκφραση του “εγώ” του ανθρώπου και μία δήλωση ύπαρξης του ατόμου στον κόσμο. Αρχίζει πλέον να γίνεται ένα πολιτισμικό φαινόμενο, το οποίο αναπαριστά και μεταφέρει πληροφορίες με το πέρασμα του χρόνου. Με την σύσταση κοινωνιών, η δημόσια γραφή, φέρει πληροφορίες κωδικοποιημένες ή όχι, που πλέον μιλούν για “κάτι”. Υιοθετούν τον ρόλο ως μέσο επικοινωνίας.

FCD(graffiti artist, Tokyo):

It’s like a language making me and other people communicate, with the same language and dictionary that we have.3

2. Πρέπει να σημειωθεί όμως, ότι πριν από την εμφάνιση του Taki183, προηγήθηκαν πολλοί ακόμη writers, που προσέφεραν κάτι στην ιστορία του graffiti, όπως το γνωρίζουμε μέχρι σήμερα. 3. Ντοκιμαντέρ, “Alter Ego”, 2008

29


Η ΔΙΠΛΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ Παρακολουθώντας κανείς το graffiti αρχίζει να αντιλαμβάνεται την πόλη από μια άλλη οπτική, αυτή ίσως των writers: “Αν ρωτήσεις το μέσο κάτοικο τι υπάρχει στην γωνία της Τάδε οδού, πιθανόν θα σου απαντήσει: «Εκείνο το μαγαζί με τα ντόνατς, εκείνη η καφετέρια.» Αντίθετα ο writer θα απαντήσει με έναν τελείως διαφορετικό τρόπο. Δεν αντιλαμβάνονται εκείνο το μαγαζί με τα ντόνατς, την καφετέρια, ως ενεργητικούς χώρους. Ξέρουν ότι βρίσκονται εκεί, αλλά γι’ αυτούς δεν έχει καμία σημασία. Γι’ αυτούς ως σημείο αναφοράς, ως τοπόσημο λειτουργεί το σταντ των εφημερίδων. Μπορείς να βάλεις το tag σου εκεί, και εκεί θα μείνει για πάντα. Απλά κοιτώντας το περιβάλλον με άλλον τρόπο η κάθε επιφάνεια παίρνει ζωή. Γίνεται χώρος, ένας τόπος με τον οποίο μπορεί να υπάρξει “διάλογος”, ένας τόπος που μπορείς να αγγίξεις. Όπως ας πούμε το πίσω μέρος των διαφημιστικών πινακίδων στις λεωφόρους: δεν παρατηρείται από κανέναν, αγνοείται από πολλούς. Είναι σαν να μην υπάρχει. Αλλά οι writers που μαθαίνουν να κοιτάνε την πόλη με ένα διαφορετικό βλέμμα, αντιλαμβάνονται την πίσω μεριά της πινακίδας. Έτσι, θα σκαρφαλώσουν εκεί και τελικά θα δημιουργήσουν σχέσεις αλληλεπίδρασης μαζί της, βάζοντας την υπογραφή τους”4

4. Ντοκιμαντέρ, ”Bomb it”, 2007, ελεύθερη μετάφραση

30


Can 2(graffiti artist, Germany):

Well before you paint on it, a wall is just a wall, but after you painted it.....becomes a piece of art somehow. That means you bring the wall to life.5

Το graffiti εντοπίζεται μέσα στην πόλη σε επιφάνειες. Επιφάνειες μεγάλες και μικρές, σε σημεία που τα αντιλαμβάνεται εύκολα ο καθένας, αλλά ίσως και σε πιο κρυμμένα σημεία που θα κοιτάξει αυτός που ψάχνει να το βρει. Επιφάνειες σε δυσπρόσιτα σημεία, που ανεβάζουν το ρίσκο, την δυσκολία και αδρεναλίνη, για την επίτευξη της υπογραφής, αλλά και επιφάνειες πιο εύκολα προσβάσιμες. Πέρα όμως από την σημασία της επιλογής του σημείου, η σπουδαιότητα του graffiti στηρίζεται στη δήλωση της ύπαρξης του ατόμου, στη φήμη και στην αυτοπραγμάτωση και αναγνώριση του ατόμου από τον κύκλο του. Τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα όπου εμφανίζεται το graffiti είναι οι τοίχοι και τα βαγόνια των τρένων.

Wagi(graffiti artist, New York):

The human body or the eyes are not there only to look straight lines. When you look at the nature, there are no straight lines.6

5. Ντοκιμαντέρ, “Alter ego,” 2008 6. Ντοκιμαντέρ, “Bomb it”, 2007

31


Ο ΤΟΙΧΟΣ

Ο τοίχος αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα όταν αναζητείται η δημιουργία ορίου. Είναι αυτός που διαχωρίζει το ιδιωτικό από το δημόσιο. Το ύψος, το πάχος και το υλικό είναι χαρακτηριστικά τα οποία καθορίζουν το είδος του ορίου που θα δημιουργηθεί. Μέσα σε μία πόλη είναι το βασικό στοιχείο που αναπαράγεται εκατέρωθεν, δημιουργώντας σχέσεις συνέχειας και ασυνέχειας μέσα στο δομημένο περιβάλλον μας. Δύσκολα όμως γίνεται αντιληπτός ο τοίχος ως μονάδα, καθώς κατά γενικό κανόνα ο τοίχος αποτελεί ένα δομικό στοιχείο ενός κτηρίου. Αυτό που βλέπει και αντιλαμβάνεται ο κάτοικος, είναι τα κτήρια κατά βάση και όχι τόσο τα διαμορφωμένα όρια τους.

Wagi(graffiti artist, New York):

No one ask for my graffiti, and no one ask for your damn wall.7 Αντίθετα οι writers είναι σε θέση να διαβάσουν την εικόνα της πόλης τους, η οποία διαμορφώνεται από το σύνολο των επιμέρους στοιχείων που την αποτελούν. Και στην συγκεκριμένη περίπτωση, των τοίχων. Αντιλαμβάνεται τον τοίχο ως μονάδα στο γενικότερο σύνολο “πόλη” και “οπτικό πεδίο”, σε αντίθεση με τον κάτοικο

που διαβάζει ως μονάδα τα κτήρια, μέσα στο γενικότερο σύνολο “πόλη” ή αντίστοιχα τον τοίχο ως μονάδα στο υποσύνολο του “κτηρίου”. Ο τοίχος μετατρέπεται από ένα φράγμα στις κινήσεις ή στοιχείο οριοθέτησης προσωπικού χώρου, σε καμβά και μέσο επικοινωνίας.

7. Ντοκιμαντέρ, “Bomb it”, 2007

32


*and this page.....

33


ΤΟ ΒΑΓΟΝΙ

Τα τρένα και οι διαδρομές που διανύουν δημιουργούν σχέσεις συνέχειας μέσα στον ιστό της πόλης, ενώ οι σιδηροδρομικές γραμμές τους σχέσεις ασυνέχειας. Το σύστημα των σιδηρόδρομων διακόπτει τη ροή της κίνησης καθώς δημιουργεί φράγμα στις κινήσεις που θέλουν να γίνουν κάθετα σε αυτό. Αυτό αντιμετωπίζεται σημειακά όπου σχεδιάζονται συνδέσεις της μίας και της άλλης πλευράς των γραμμών, με γέφυρες ή υπόγειες διαβάσεις και δρόμους. Ταυτόχρονα όμως το σύστημα αυτό συνδέει και όλη την πόλη μεταξύ της. Περιοχές απομακρυσμένες η μία από την άλλη είναι δυνατόν να ενωθούν σε ελάχιστα λεπτά. Τα τρένα ταξιδεύουν μέσα στην πόλη διαχω-

34

ρίζοντας και ταυτόχρονα ενώνοντας. Και αυτό είναι το χαρακτηριστικό που ενδιαφέρει τους writers. Αντιλαμβάνονται τα βαγόνια, το περίβλημα, αλλά και το εσωτερικό τους, ως τοίχους, ως επιφάνειες που ταξιδεύουν. Έτσι γίνεται δυνατή η μεταφορά του ονόματος τους και του μηνύματος τους, από τη μία πλευρά της πόλης στην άλλη, χωρίς να απαιτείται η φυσική παρουσία τους εκεί. Και ενώ πρακτικά το τρένο την ώρα που κάνει το δρομολόγιο μπορεί να συνδέει την Α με την Β περιοχή, ταυτόχρονα συνδέει και τα άτομα πίσω από την δράση του graffiti.


TKID(graffiti artist, New York): Τα τρένα στην Νέα Υόρκη πήγαιναν από το Μπρόνξ μέχρι το Κουίνς και το Μπρούκλιν με πολλές στάσεις ενδιάμεσα. Ήταν ένας τρόπος επικοινωνίας μεταξύ μας. Το καλύτερο συναίσθημα είναι το βάψιμο των τρένων. Αν και γίνεται ακόμη δεν συγκρίνεται με την εποχή που πρωτοξεκίνησε. Υπήρχε ένας γόνιμος ανταγωνισμός. Ότι το κομμάτι μου θα ταξιδέψει και θα το δουν, και θα εντυπωσιάσει και θα γίνω γνωστός και έξω από την περιοχή που κατοικώ. Και όταν θα φτάσει σε μια άλλη περιοχή, οι υπόλοιποι θα απαντήσουν και θα γράψουν, ίσως πάνω μου. Όταν επιστρέψει το τρένο θα δω που έγραψαν πάνω μου και για αυτό θα κάνω ένα ακόμη πιο εντυπωσιακό και θα το στείλω πάλι πίσω. Και αυτό ήταν το πιο σημαντικό συναίσθημα.

Ο ανταγωνισμός. Ο ενθουσιασμός.

8

Θα μπορούσε ίσως κάποιος να πει πως αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό το έχουν υιοθετήσει και οι διαφημιστικές εταιρείες, τόσο στους τοίχους όσο και στα τρένα: την έννοια της επιφάνειας. Σίγουρα και αυτοί αντιλαμβάνονται τις επιφάνειες αυτές ως κομμάτια, μέρη της πόλης εξίσου. Αυτό που διαφοροποιεί διαφημιστές και writers είναι ο σκοπός και η διαδικασία αυτής της ενέργειας. Η διαφήμιση απλά τοποθετείται χωρίς να προσφέρει ιδιαίτερα συναισθήματα κατά τη διαδικασία τοποθέτησης της. Το σημαντικό όμως μέσα από τη διαδικασία του graffiti είναι το συναίσθημα που προκαλείται την στιγμή που το σπρέι ή ο μαρκαδόρος θα αφήσει το πρώτο αποτύπωμα του στην πόλη. Η διαφήμιση τοποθετείται εκεί ώστε να είναι φανερή σε πολύ κόσμο, όπως και τα graffiti, αλλά μιλάει για κάτι που δεν είναι εκεί, και δεν συνδέεται με το μέρος στο οποίο τοποθετείται. Αντίθετα το graffiti είναι αυτό-αναφορικό. Δεν έχει άλλο στόχο, από το δηλώσει μια ανθρώπινη ύπαρξη ή να περάσει κάποιο μήνυμα. Σε καμία περίπτωση πάντως δεν είναι ανεξάρτητο από το χώρο μέσα στον οποίον εντάσσεται. Αρκεί μόνο κανείς να σκεφτεί την επαναληπτικότητα που έχουν οι διαφημίσεις, όχι μόνο από μέρος σε μέρος αλλά και στο μέγεθος, στα χρώματα, στην συνολική εικόνα. Η ίδια ακριβώς εικόνα μπορεί να εντοπιστεί σε διάφορες περιοχές μέσα στην πόλη. Αντίθετα το graffiti δύσκολα θα επαναληφθεί ακριβώς το ίδιο. Μπορεί να είναι το ίδιο μοτίβο (συνήθως γράμματα ή το όνομα του writer) αλλά το μέγεθος ή τα χρώματα, ή η τοποθέτηση, κατά βάση θα είναι διαφορετικά. Αυτό συμβαίνει γιατί το μήνυμα του graffiti είναι το ίδιο το graffiti

8. Ντοκιμαντέρ, “Alter ego”, 2008, ελεύθερη μετάφραση.

35


ΓΛΩΣΣΑΡΙ ΟΡΩΝ ΤΟΥ GRAFFITI Allcity: Ο writer, η δουλειά του οποίου βρίσκεται σε πολλά και διαφορετικά μέρη. Battle: Ο ανταγωνισμός μεταξύ των writers, χρησιμοποιώντας tags ή pieces Bite: Η αντιγραφή του style ενός writer από κάποιον άλλο. Black book: Το βιβλίο-φάκελος του writer που φυλάει τα σχέδιά του. Block style ή Blockbuster: Στυλ graffiti γραφής με ευανάγνωστα γράμματα. Bomb: Παράνομο κομμάτι graffiti (σε τραίνα, τοίχους κτλ.). Bubble style: Στυλ graffiti γραφής που παραπέμπει σε φούσκα (γνωστό και ως New York Style). Caps(fat, skinny): Οι βαλβίδες που εφαρμόζονται στα σπρέι. Fat λέγονται αυτές που γράφουν χοντρή γραμμή και Skinny αυτές που γράφουν λεπτή. Crew: Ομάδα από writers (γνωστό και ως clan ή clique). Crossout ή Lineout: Η τοποθέτηση μιας γραμμής (σβήσιμο) πάνω στη δουλειά κάποιου writer από κάποιον άλλο. Υπέρτατη ένδειξη ασέβειας. Crossover: Η μερική ή ολοκληρωτική κάλυψη ενός graffiti από ένα άλλο. Ένδειξη ασέβειας. Fill-in: Το γέμισμα, η διακόσμηση (με χρώμα, εφέ κτλ.) του εσωτερικού του περιγράμματος των γραμμάτων. Hall of fame: Μια νόμιμη, ή οικειοποιημένη ως τέτοια, περιοχή-τοίχος που φιλοξενεί graffiti Getting up: Το να γράφει ένας writer το όνομά του σε όσο το δυνατόν περισσότερα σημεία. Hit: Επιθετικός προσδιορισμός του βαψίματος (συνήθως για παράνομα). King: Ο παραγωγικός και άριστος writer. Married couple: Δύο βαγόνια βαμμένα στη σειρά από τον ίδιο writer ή crew. New school: Νέα γενιά από writers. Old school: Παλιά γενιά από writers. Outline: Εξωτερικό περίγραμμα γραμμάτων σε ένα κομμάτι ή απλό περίγραμμα χωρίς fill-in, όταν πρόκειται για παράνομο κομμάτι. Piece: Νόμιμο κομμάτι graffiti με αυξημένη δυσκολία, πολυπλοκότητα και χρώμα. Punishment: Επαναληπτική γραφή του tag σε μικρή χωρικά περιοχή. Το όνομα προέρχεται από τη γνωστή σχολική “τιμωρία” της επαναληπτικής γραφής μιας συγκεκριμένης φράσης. Rollout: Τεχνική γραφής, χρησιμοποιώντας μπογιά και ρολό. Rooftop: Κομμάτι με τον writer να βρίσκεται σε ταράτσα. Εξαιρετικά ορατό σημείο. Silverpiece: Bomb με ασημί fill-in. Το ασημί είναι το κατεξοχήν παράνομο χρώμα του graffiti γιατί προσφέρει μεγάλη κάλυψη και είναι ένα χρώμα που δεν απαντάται στο αστικό τοπίο, οπότε προκαλεί την προσοχή. Style: Το στυλ που επιλέγει ο κάθε writer για να παρουσιάσει το έργο του και είναι καθαρά προσωπικό. Tag: Η υπογραφή, το όνομα του writer. Top to bottom: Κομμάτι σε τρένο που εκτείνεται από πάνω μέχρι κάτω. Throw up: Γρήγορα εκτελεσμένο παράνομο κομμάτι που γράφει το όνομα του writer (συνήθως δίχρωμο). Toy: Ο νέος, άπειρος ή ανίκανος writer. Wholecar: Κομμάτι σε τρένο που καλύπτει ολόκληρο βαγόνι. Wild style: Στυλ graffiti γραφής με ηθελημένα δυσανάγνωστα και περίπλοκα γράμματα. Windows down: Κομμάτι σε βαγόνι που εκτείνεται κάτω από τα παράθυρα. Writer: Αυτός που κάνει graffiti. Το μέλος της υποκουλτούρας.9

36

9. Κ. Αβραμίδης, “Graffiti Υποκουλτούρα, Η σημασία του χώρου στο δρόμο προς τη φήμη”, σελ. 7


I consider myself a painter, and I paint in the streets. Why do I need to go to a museum to see art? It may not be accessible to everyone. It’s better outside and free.

This alternative vision of the city. They are able to see the back of the sign, climb up there and interact with it, by putting up there their graffiti.

In Brazil, children are not included in anything that is happening. Schools don’t take kids to art galleries, to see an exhibition, to the theater or to music shows. I decided to do it for them, to take it from them and give it back to them..

37


3.2 PARKOUR

Το parkour είναι μια μη-ανταγωνιστική σωματική και πνευματική τέχνη, στόχος της οποίας είναι η ταχύτατη, ασφαλέστερη και βέλτιστη μετακίνηση του ατόμου από σημείο του χώρου Α σε ένα σημείο Β, χρησιμοποιώντας μόνο τις δυνατότητες του ανθρώπινου σώματος. Οι μαθητές του parkour ονομάζονται “traceurs” και οι μαθήτριες “traceuses”1. Το parkour δημιουργήθηκε από τον David Belle και τον φίλο του Hubert Kounde. Η ρίζες του προέρχονται από την στρατιωτική άσκηση parcours du combatant_η διαδρομή του μαχητή_μία μέθοδος για υπερπήδηση εμποδίων, που εισήχθηκε από τον Georges Hebert, λίγο μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Η μέθοδος που εισήγαγε βασιζόταν σε δέκα βασικές κινήσεις: περπάτημα, τρέξιμο, άλμα, κίνηση με τα τέσσερα, αναρρίχηση, ισορροπία, ρίψη, άρση, αυτό-άμυνα, κολύμπι. Το parcours du combatant καθιερώθηκε σύντομα στην στρατιωτική εκπαίδευση αλλά λειτούργησε και ως γυμναστική και μάθημα αυτοπεποίθησης σε απλούς πολίτες. Στην εξέλιξη αυτής της πρακτικής έπαιξε ρόλο και

Αντιλαμβάνομαι μέσα από αυτό ότι το ανθρώπινο σώμα δεν έχει όρια. Εκπαιδεύομαι να ξεπερνώ προκλήσεις, γυμνάζω το σώμα μου αλλά σκέφτομαι συγχρόνως- τη διαδρομή που θα χαράξω στο δεδομένο χώρο, τις κινήσεις που πρέπει να κάνω για να περάσω τα εμπόδια μπροστά μου. Στο parkour δεν υπάρχει στασιμότητα- η βελτίωση είναι καθημερινή. Δοκιμάζεις έναν τοίχο και δεν τον καταφέρνεις- την επόμενη φορά όμως καταλαβαίνεις ότι έγινες καλύτερος. Κι ας μην το κατάφερες πάλι, είσαι όμως πιο κοντά. Αυτή η αντίληψη της ατομικής βελτίωσης, μέρα με τη μέρα, δεν είναι τόσο εμφανής σε όλα τα αθλήματα. Βέβαια δε μπορείς ούτε να μάθεις ούτε να αγαπήσεις το parkour βλέποντας βιντεάκια. Χρειάζεται καιρός. και τριβή.3

38

ένας Σουηδός αρχιτέκτονας, το όνομα του οποίου δεν αναφέρεται. Ο David Belle, αναθρεμμένος με στρατιωτική εκπαίδευση και έχοντας ως πρότυπο τον πατέρα του, μέλος της ελίτ ομάδας της πυροσβεστικής, φανέρωσε από νωρίς το πάθος του για καλή φυσική κατάσταση. Όταν λοιπόν ο David μετακόμισε σε προάστιο του Παρισιού στις αρχές τις δεκαετίας του ‘90, μαζί με την παρέα του άρχισαν να παίζουν ένα είδος κυνηγητού, με στόχο να ξεφύγουν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν και να υπερπηδήσουν όποια εμπόδια εμφανίζονταν στον δρόμο τους. Χρησιμοποιούσαν ουσιαστικά την τεχνική parcours du combatant μέσα στην πόλη. Το 1997 ο Belle διαμόρφωσε με μερικούς φίλους του μια μικρή ομάδα την Yamakasi, που στην γλώσσα Lingala του Congo σημαίνει δυνατό πνεύμα, δυνατό σώμα, δυνατός άνθρωπος, αντοχή, με αυτήν ακριβώς την δράση. Η ομάδα αυτή προπονούταν μέσα στο αστικό τοπίο και σταδιακά άρχισαν να επιζητούν και μεγαλύτερες προκλήσεις, μεγαλύτερα ύψη και αποστάσεις. Σύντομα βρήκαν και όνομα να ορίζει αυτή τη πρωτοφανή δραστηριότητα: parkour2. Σύντομα η ομάδα αυτή διαλύθηκε, αλλά κάπου τότε ξεκινάει το parkour να διαδίδεται έξω από τα πλαίσια του παρισινού προαστίου. Το 2004 γυρίζεται η ταινία “Ghetto 13” με αποτέλεσμα η τέχνη αυτή να γίνει ευρέως γνωστή. Σημαντικός είναι και ο ρόλος του διαδικτύου, όπου μέσα από forum αλλά και βίντεο, traceurs από όλο τον κόσμο έρχονται σε επαφή και καταφέρνουν να συνεχίσουν και εξελίξουν την τεχνική τους.

1. Το ρήμα tracer, “totrace”, είναι γαλλική σλάνγκ για την κίνηση με υπερβολική ταχύτητα 2. Το ρήμα tracer, “totrace”, είναι γαλλική σλάνγκ για την κίνηση με υπερβολική ταχύτητα 3. Α. Γαγλίας, “Παρκούρ: Πίσω από το στερεότυπο των επικίνδυνων σάλτων από ταράτσα σε ταράτσα” 4. Ντοκιμαντέρ, “ My Playground”, 2009 5. Σ. Γεωργέλης, “Το Παρκούρ, ο Χώρος, το Σώμα και η Πόλη”, σελ. 13 6. “Παρκούρ: Πίσω από το στερεότυπο των επικίνδυνων σάλτων από ταράτσα σε ταράτσα” 7. Ντοκιμαντέρ, “Jump London”, 2003


Η ΦΥΣΗ ΤΟΥ PARKOUR

Travis Graves(Free runner, USA)

Δεν ξέρω προς τα πού υποτίθεται πως πρέπει να κινηθώ ή ποιο είναι το σωστό μονοπάτι. Εγώ το μόνο που βλέπω είναι, που θέλω να πάω.4

Στο parkour το ανθρώπινο σώμα είναι το βασικό και μοναδικό εργαλείο για την επίτευξη των στόχων. Ένα εργαλείο όμως που ταυτόχρονα αποτελεί και τέχνημα αφού για να μπορέσει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του parkour πρέπει να προετοιμαστεί, να δομηθεί κατάλληλα. Το σώμα είναι το πρώτο και φυσικότερο τεχνικό αντικείμενο και συνάμα τεχνικό μέσο του ανθρώπου5. Αυτό σημαίνει πως το σώμα το διαμορφώνει, το πλάθει κανείς με τον τρόπο που εκείνος επιθυμεί ώστε να μπορεί να προσαρμόζεται στις ανάγκες του περιβάλλοντος του. Το parkour μιλάει για ένα σώμα που δεν έχει αλλοτριωθεί από τις συνήθειες των ημερών μας. Μιλάει για ένα σώμα δυνατό που υπερπηδά τα εμπόδια, που τρέχει και σκαρφαλώνει. Δεν υπόκειται πια στους περιορισμούς του αστικού περιβάλλοντος ούτε περιορίζεται να κινηθεί στις δοθείσες διαδρομές μέσα στην πόλη. Αντίθετα, δομεί ένα σώμα που είναι ικανό να επαναπροσδιορίσει τη σχέση του με το περιβάλλον του. Αυτό επιτυγχάνεται μέσα από σκληρή προπόνηση. Στόχος είναι η ενδυνάμωση του σώματος ώστε να μπορεί να κινηθεί γρηγορότερα, αποτελεσματικότερα, με περισσότερη ενέργεια και ροή στις κινήσεις. Σημαντικό ρόλο παίζει και η πνευματική ενδυνάμωση αφού πολλές φορές το εμπόδιο δεν είναι κάτι υλικά αντιληπτό αλλά είναι και ο φόβος. Όπως έχει δηλώσει και ο Belle: “Το parkour είναι ένα είδος, ένας τύπος ελευθερίας, μια μορφή έκφρασης. Δεν είναι τόσο

οι κινήσεις, τα άλματα και η ισορροπία αλλά είναι κυρίως κάτι πνευματικό, μια πειθαρχία, η οποία οδηγεί τον traceur να ξεπερνάει τα εμπόδια και να προσαρμόζεται σε νέες καταστάσεις όχι μόνο σωματικά αλλά και συναισθηματικά και πνευματικά.” Η κινησιολογία του parkour βασίζεται σε τύπους αλμάτων με στόχο την υπερπήδηση εμποδίων ή την γεφύρωση υψομετρικών διαφορών και επιπέδων σε μεγάλη απόσταση. Πλαισιώνεται από τρόπος στήριξης ή οδηγίες προς αποφυγή τραυματισμών. Ο κατάλογος συνεχίζει να μεγαλώνει, όσο υπάρχουν traceurs που προσπαθούν να εξελιχθούν μέσα από τον αυτοσχεδιασμό. Τα διάφορα πηδήματα ή τρόποι αποφυγής εμποδίων συνδυάζονται από τον traceur κατά τη διάρκεια μίας “καταδίωξης” με όποιον τρόπο θεωρεί εκείνος ως βέλτιστο, ταχύτερο και ίσως και πιο “όμορφο”. Η σειρά με την οποία θα χρησιμοποιήσει την κάθε κίνηση, καθώς και ποια θα επιλέξει, οφείλει να εκφράζει τον ίδιο και όχι να είναι κάποια συγκεκριμένη, εκτελεσμένη με συγκεκριμένο τρόπο. “Πριν από 7 χρόνια έβλεπα έναν τοίχο που προσπαθούσα να σκαρφαλώσω, τώρα στον ίδιο χώρο κάθε φορά βλέπω και καινούργια σημεία. Ανάλογα με την τεχνική και τις ικανότητές σου, εξελίσσεται και η φαντασία σου. Εντοπίζεις νέες διαδρομές γιατί αποτελούνται από σημεία και επίπεδα που μπορείς πλέον να φτάσεις και να υπερκεράσεις.”6 Αυτή η ελευθερία κινήσεων είναι αυτό που δίνει στο άθλημα μια τέτοια δυναμική. Έτσι γίνεται κατανοητό το γεγονός πως για τους traceurs δεν υπάρχει ένας σωστός δρόμος, ένα συγκεκριμένο μονοπάτι. Όλα είναι δυνατά και επιτρέπονται αρκεί ο traceur να μπορεί, όχι μόνο σωματικά αλλά και πνευματικά.

Sebastien Foucan (Συνιδρυτής ομάδας Yamakasi)

Όπως και να είναι -το μονοπάτι-δεν μπορείς ποτέ να πας προς τα πίσω7

39


40


Bjarke Ingels, ιδρυτής των Architect BIG, (My Playground, 2009) Ως αρχιτέκτονας, σκέφτεσαι πόσο ωραίο είναι να κινείσαι διαμέσω χώρων, αλλά φυσικά είναι ακόμη καλύτερο όταν βλέπεις κάποιον ο οποίος όντως το κάνει και ξέρει και πώς να το κάνει

Η δυναμική που φέρει το parkour πρέπει να εκφραστεί και στον κατάλληλο χώρο. Σε ένα τοπίο δηλαδή χωρίς όρια, αρχή και τέλος, ένα τοπίο που συνεχώς εξαπλώνεται προς πάσα κατεύθυνση. Και τι πιο κατάλληλο από το τοπίο που το γέννησε: την πόλη. Η συνεχής μεταβολή της μέσα στο χρόνο αναδιαμορφώνει σημεία της και έτσι το τοπίο μεταλλάσσεται και εξελίσσεται. Εξαπλώνεται ή ακόμη οι ήδη υπάρχοντες χώροι της επανασχεδιάζονται και νέα κτήρια παίρνουν την θέση παλαιότερων. Η δυναμική αυτή βρίσκεται σε αρτιότητα με το parkour το οποίο ποτέ δεν σταματά να εξερευνά και να παίζει με τα όρια. Η μετακίνηση στο parkour είναι το νούμερο ένα ζητούμενο. Προάγει ένα τρόπο μετακίνησης μέσα στην πόλη, όχι μέσω των ήδη διαμορφωμένων δικτύων, αλλά

ανακαλύπτοντας νέα, εκεί που ο συνηθισμένος κάτοικος δεν μπορεί να τα αντιληφθεί. Αυτή η έλλειψη οπτικής δεν οφείλεται βέβαια σε φυσιολογικούς λόγους αλλά σε τεχνικούς, στον τρόπο που έχει μάθει να βλέπει τον χώρο, στον τρόπο με τον οποίο το δομημένο περιβάλλον γύρω του τον καθοδηγεί για να κινηθεί. Οι traceurs μέσω της συνεχής ενασχόλησης και τριβής τους με αυτήν την δραστηριότητα αρχίζουν και παρατηρούν την πόλη υπό ένα άλλο πρίσμα: Με πόσους διαφορετικούς τρόπους μπορώ να βρεθώ πάνω; Πόσα διαφορετικά μονοπάτια μπορώ να δημιουργήσω ώστε να φτάσω στο επόμενο σημείο;

41


Η ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗ/ΆΞΟΝΕΣ

Η δυσκολία κίνησης, λόγω υλικής συνέχειας δεν αποτελεί πλέον πρόβλημα. Αντιθέτως λειτουργεί ως πρόκληση και βοήθημα για το επόμενο βήμα.

Ένα παράδειγμα μπορεί να είναι μια “πύλη” που διαμορφώνεται από κατακόρυφα στοιχεία (π.χ. κολώνες ή τοιχία) και ένα οριζόντιο (π.χ. μια πλάκα). Ο άξονας κίνησης που προτείνεται στον μέσο χρήστη είναι ανάμεσα από τα κατακόρυφα στοιχεία και κάτω από το οριζόντιο. Αντίθετα ένας traceur σε μια τέτοια περίπτωση διακρίνει έναν ακόμα άξονα κίνησης: κατακόρυφα και παράλληλα στα υποστυλώματα, όταν βέβαια αυτά είναι σε μια καλή απόσταση μεταξύ τους. Διαβάζει δηλαδή έναν άξονα κίνησης, ο οποίος δεν προβλεπόταν από τον σχεδιασμό του δομημένου περιβάλλοντος του. Εκεί που το υλικό, αντιληπτικό περιβάλλον προτείνει στον χρήστη την κίνηση του, ο traceur με ένα άλμα καταρρίπτει μια τέτοια πρόταση, αρνείται αυτήν την οδηγία, και ταυτόχρονα, με την κίνηση του και την εφευρετικότητα και φαντασία του, καταφέρνει και ενώνει τελικά περιοχές και σημεία που δεν φαίνονταν να σχετίζονται αρχικά, δημιουργώντας μια συνέχεια εκεί που δεν υπάρχει. Εκεί που η αρχιτεκτονική προδιαγράφει διαδρομές και όρια κίνησης, το parkour βλέπει μόνο ευκαιρίες για άλματα ή σκαρφαλώματα, ακροβατικά παιχνίδια με το κιγκλίδωμα και επικίνδυνες πτώσεις από ψηλά.8 Αυτό που τελικά διαβάζει ο traceur κοιτώντας και καθώς κινείται μέσα στην πόλη είναι ένα τεράστιο σκηνικό παιχνιδιού όπου μπορεί να βιώσει την προσωπική του “καταδίωξη”. Κάθε στοιχείο εμφανίζεται μπροστά του ως ένα ακόμα εμπόδιο στο δρόμο του και πρέπει να βρει τρόπους να το υπερπηδήσει, ώστε να καταφέρει να ολοκληρώσει την διαδρομή του. Το σώμα αποδεσμεύεται από το όρια που του ορίζονται, τόσο από την βαρύτητα αφού πια ο traceur είναι σε θέση να ελέγχει τη δύναμη του, όσο και από την ίδια την πόλη. Καταλήγει δηλαδή να διακατέχεται από μια προσωρινή αμνησία του πραγματικού κόσμου και των κανόνων του, έχοντας τελικό μοναδικό σκοπό την επίτευξη του στόχου του.

8. Σ. Γεωργέλης, “Το Παρκούρ, ο Χώρος, το Σώμα και η Πόλη”, σελ. 18

42


5. Εσμεράλδα Οι πόλεις και οι ανταλλαγές (Αόρατες Πόλεις)

ΓΛΩΣΣΑΡΙ ΟΡΩΝ:

Στην Εσμεράλδα, υδάτινη πόλη, ένα δίκτυο από κανάλια και ένα δίκτυο από δρόμους διασταυρώνονται περνώντας το ένα πάνω απ’ το άλλο. Για να πας σ’ ένα μέρος της μπορεί πάντα να διαλέξεις αν η διαδρομή θα είναι από στεριά ή από νερό: και επειδή η απόσταση ανάμεσα σε δυο σημεία στην Εσμεράλδα δεν είναι μια ευθεία γραμμή αλλά ένα ζιγκ-ζαγκ που διακλαδίζεται σ’ εναλλακτικές ελικοειδείς διαδρομές, οι δρόμοι που ανοίγονται σε κάθε περαστικό δεν είναι ποτέ μόνο δύο αλλά πολλοί και πολλαπλασιάζονται ακόμα περισσότερο για όποιον εναλλάσσει διαδρομές από τη στεριά με άλλες από νερό. Κι έτσι οι κάτοικοι της Εσμεράλδας γλιτώνουν από την πλήξη να διασχίζουν κάθε μέρα τους ίδιους δρόμους. Και δεν είναι μόνο αυτό: το οδικό δίκτυο της κυκλοφορίας δεν εκτείνεται σ’ ένα μόνο επίπεδο, αλλά ακολουθεί σκάλες που ανεβοκατεβαίνουν, παρόδους, αμφικλινείς γέφυρες, κρεμαστούς δρόμους. Συνδυάζοντας τμήματα από διάφορους δρόμους υπερυψωμένους ή πάνω στο έδαφος, κάθε κάτοικος έχει καθημερινά την ψυχαγωγία μιας καινούριας διαδρομής για να πάει στα ίδια μέρη. Οι πιο στερεότυπες και ήσυχες ζωές στην Εσμεράλδα περνάνε χωρίς επαναλήψεις. […]

Franchissement: Πέρασμα ανάμεσα από δύο εμπόδια, συνήθως οριζόντια. Lâché: Απελευθέρωση των χεριών από (οριζόντιο) εμπόδιο, είτε για να πιαστεί ο traceur από κάποιο άλλο είτε για να προσγειωθεί στο έδαφος. Passe Muraille: Σκαρφάλωμα και ανάβαση ή υπερπήδηση ενός τοίχου. Passement: Πέρασμα πάνω από εμπόδιο, συνήθως με τη βοήθεια των χεριών. Planche: Ανάβαση οριζοντίου εμποδίου με τη χρήση των χεριών μόνο. Roulade: Κυβίστηση, η οποία χρησιμοποιείται για τη διατήρηση της οριζόντιας διανυσματικής ταχύτητας μετά από διαγώνια προσγείωση. Saut de Bras: Άλμα όπου ο traceur πιάνεται από κάποιο (οριζόντιο) εμπόδιο, συνήθως την κορυφή ενός τοίχου, με τα πόδια ενάντια σε αυτό. Saut de Détente: Άλμα απόστασης. Saut de Fond: Άλμα από υψηλότερο επίπεδο προς χαμηλότερο επίπεδο. Saut de Précision: Άλμα προς συγκεκριμένο σημείο, όπου ο traceur πρέπει να διατηρήσει την ισορροπία του μετά την προσγείωση. Tic-Tac: Άλμα όπου ένα αντικείμενο λειτουργεί ως πάτημα για την υπερπήδηση εμποδίου ή κάλυψη απόστασης.

43


44


3.3 SKATEBOARDING

ΓΛΩΣΣΑΡΙ ΟΡΩΝ: Tail: Η “ουρά” της σανίδας, το πίσω μέρος. Truck: Μεταλλική υποδοχή όπου τοποθετείται στο κάτω μέρος της σανίδας ώστε να τοποθετηθούν στην συνέχεια οι ρόδες πάνω της. Τοποθετείται μία μπροστά και μια πίσω. Grind: οποιοδήποτε trick όπου τα hangers των trucks τρίβονται, σέρνονται παράλληλα με την άκρη οποιοδήποτε εμποδίου Hanger: Η “πλάτη” του truck όπου τοποθετείται ο άξονας. Πάνω σε αυτό μπορεί κάποιος να κάνει grinding. Nose: Το μπροστινό μέρος της σανίδας το οποίο είναι πιο απότομο και μακρύ σε σχέση με το πίσω μέρος. Trick: οποιαδήποτε κίνηση που πραγματοποιεί ο skater με την σανίδα του, κόλπο Kickers: άλματα Line: 1. Ένας αριθμός από tricks εκτελεσμένα στην σειρά 2. Μια διαδρομή ή οργανωμένο “μάθημα” σε ένα skatepark ή ένα spot Ollie: Το βασικότερο όλων των tricks, το κυρίαρχο, ο βασιλιάς. Επιτυγχάνεται όταν το πίσω πόδι σπρώχνει ελαφρά τη σανίδα προς το πάτωμα την ώρα που το μπροστινό πόδι “τραβάει” την σανίδα προς τα πάνω. Nollie: Το ollie εκτελεσμένο από την μύτη της σανίδας και όχι από την πίσω.

Kickflip: Η κατά μήκος περιστροφή της σανίδας ως αποτέλεσμα σπρωξίματος της άκρης της σανίδας από το μπροστινό πόδι. Slide: Οποιοδήποτε trick κατά τη διάρκεια του οποίου οποιοδήποτε μέρος της σανίδας σέρνεται πάνω σε κάποιο εμπόδιο. Old School: Συνηθίζεται για να περιγράφει trick ή skater ή γενικά τα πάντα που αντιπροσωπεύουν μια παλαιότερη εποχή, ίσως και ξεπερασμένη θα έλεγε κανείς, ντεκαντάνς Stick: Η προσγείωση ενός trick, ολόκληρου και καθαρού. Wallride: trick όπου πρέπει να “καβαλήσει” με τη σανίδα έναν (κατακόρυφο) τοίχο Spot: Οποιοδήποτε μέρος, οπουδήποτε, υπάρχει κάτι για να κάνει κάποιος skate Street Skating: Skating που συμβαίνει χρησιμοποιώντας αντικείμενα ή εμπόδια που απαντώνται σε αστικό περιβάλλον.

45


Το skateboarding (skate) είναι ένα είδος αθλήματος αρκετά σύγχρονο, μιας και πρωτοεμφανίστηκε στα μέσα του 20ου αιώνα. Ο skater, πρέπει να ισορροπήσει πάνω σε μία σανίδα με ρόδες (skateboard) και με αυτή να υπερπηδήσει εμπόδια, ή να επιδείξει τις ικανότητές του καθώς κινείται σε μία ράμπα. Είναι αρκετά σημαντικό να αναφερθεί ότι γύρω από αυτή την δραστηριότητα έχει αναπτυχθεί μια ολόκληρη κουλτούρα, ένας χαρακτηριστικός τρόπος ζωής και εμφάνισης. Ξεκίνησε από την Ανατολική Ακτή στην Β. Αμερική, στην Καλιφόρνια, περιοχή πολύ διάσημη για το surfing όταν τη δεκαετία του 1950 κάποιοι surfers σκέφτηκαν έναν τρόπο για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα που πρόκυπτε όταν η θάλασσα και ο καιρός δεν τους επέτρεπαν να κάνουν surfing: να κάνουν surfing στο δρόμο, στην άσφαλτο. Αρχικά δεν ήταν τίποτα άλλο πέρα από έναν ευχάριστο τρόπο απασχόλησης των παιδιών. Με τον καιρό η δραστηριότητα αυτή άρχισε να γίνεται ιδιαίτερα δημοφιλής.

46

Μέχρι το 1975 οι βασικοί τρόποι και κατηγορίες του skateboarding που είχαν αναπτυχθεί ήταν το downhill skateboarding, δηλαδή η κατάβαση κατηφόρας πάνω στην σανίδα, και το free style skateboarding, όπου ο αθλητής κάνει διάφορα κόλπα με τη σανίδα σχεδόν επιτόπου. Οι χώροι που λάμβανε χώρα αυτή η δραστηριότητα τότε, ήταν κατά κύριο λόγο, κατηφόρες και επίπεδες επιφάνειες κατασκευασμένες αρχικά από κόντρα πλακέ. Όμως εκείνη την χρονιά η Καλιφόρνια έζησε την χειρότερη ξηρασία που είχε περάσει μέχρι τότε και οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να αδειάσουν τις πισίνες τους. Έτσι οι skaters ανακάλυψαν αυτόν τον ιδιαίτερο χώρο, όπου το πάτωμα μετατρέπεται ήπια σε τοίχο, θυμίζοντας έτσι τα κύματα της θάλασσας. Έτσι ξεκίνησε μια νέα περίοδος για το skateboarding, όχι μόνο σε σχέση με τα κόλπα που εξελισσόντουσαν και γινόντουσαν πιο περίπλοκα αλλά και για την δημιουργία ραμπών σχήμα U (vertramp) οδηγώντας με αυτόν τον τρόπο στην γέννηση του vertskating.


Με το κόλπο “Ollie”, το οποίο επιτρέπει το ανασήκωμα της σανίδας από το έδαφος και το οποίο πρωτοεμφανίστηκε εκείνη την περίοδο, το άθλημα άλλαξε ριζικά. Μέχρι τότε οι κινήσεις περιορίζονταν σε απλά γλιστρήματα από ράμπες χωρίς ποτέ οι ρόδες να χάνουν την επαφή με το έδαφος. Έτσι το “Ollie” έδωσε νέες δυνατότητες στους skaters και το άθλημα πήρε νέα μορφή. Πλέον μπορούσαν να εξασκούν την τέχνη τους παντού χωρίς φυσικούς περιορισμούς, να κάνουν όλον τον κόσμο το δικό τους skatepark1. Έτσι στράφηκαν στον δρόμο και στο δημόσιο χώρο, και ξεκίνησαν να δοκιμάζουν τα κόλπα με την σανίδα όπου μπορούσαν. Με αυτόν τον τρόπο, λοιπόν, γεννιέται το Street Skateboarding.

Αυτή είναι και η περίοδος όπου η δραστηριότητα αυτή αρχίζει να “ενοχλεί” την κοινωνία και το ίδιο να συνδέεται με μη κοινωνικά αποδεκτές συμπεριφορές. Έχοντας ήδη αρχίσει να διαμορφώνει έναν συγκεκριμένο τρόπο εμφάνισης για αυτούς που ασχολούνται, το skateboarding αρχίζει να νοείται ως υποκουλτούρα, και ως μια μη συμβατική δραστηριότητα. Καθοριστικό ρόλο στη διάδοση και επιρροή του skate παίζει το VCR (Video Cassette Recorder– βιντεοκάμερα) καθώς και τα περιοδικά που εκδίδονται αποκλειστικά αναφερόμενα στο άθλημα αυτό αλλά και στο συνολικό τρόπο ζωής που αντιπροσωπεύει. Με αυτόν τον τρόπο το skate βγήκε γρήγορα έξω από τα σύνορα της Καλιφόρνιας και της Β. Αμερικής και εξαπλώθηκε σε όλον τον κόσμο, με κυρίαρχο στιλ το street skateboarding. Αυτό δεν είναι παράλογο μιας και το συγκεκριμένο στιλ έχει ως πεδίο δράσης την ίδια την πόλη, και όχι κάποιον ειδικά κατασκευασμένο χώρο για αυτό. Το skate πλέον εμφανίζεται, είτε σε διαφημίσεις, είτε σε videogames και το στυλ ένδυσης γίνεται η νέα τάση. Μια ολόκληρη βιομηχανία βρίσκεται πλέον πίσω από αυτό και η σύνδεση του με εγκληματικές πράξεις αρχίζει να εξασθενεί. Το χαρακτηριστικό που ελκύει αυτούς που ασχολούνται με αυτή τη δραστηριότητα, και ειδικότερα τους έφηβους, είναι η αίσθηση της ελευθερίας που αποπνέει. Όντας μια δράση η οποία από την αρχή της χαρακτηρίστηκε από αυθορμητισμό, δεν ορίστηκε ποτέ από κανόνες. Ο καθένας είναι ελεύθερος να κάνει skate με τον τρόπο που εκείνος θέλει, με παρέα ή μόνος του, είναι ελεύθερος να “καβαλήσει” την σανίδα του με τον τρόπο που εκείνος επιθυμεί, να σταματήσει στο σημείο που θέλει, να φτάσει στα άκρα του, να λειτουργήσει δηλαδή χωρίς όρια και απαγορεύσεις. Είναι μια δραστηριότητα που αφήνει στο άτομο να εκφραστεί με το δικό του τρόπο και να αυτοσχεδιάσει σε οποιοδήποτε χώρο της πόλης του. Η ραγδαία εξέλιξη του βασίστηκε ακριβώς σε αυτό το χαρακτηριστικό. Μπορεί να αναφέρεται ως άθλημα αλλά δεν είναι με τον αυστηρό ορισμό του αθλήματος. Είναι μια αυθόρμητη πράξη, ανοιχτή προς όποια κατεύθυνση θελήσει κάποιος να την αντιμετωπίσει.

1. S. Cave, “Skateboarding: A brief history”, σελ. 2

47


Stacy Peralta(Skater, USA)

Μέσα σε 200 χρόνια η αμερικάνικη τεχνολογία δημιούργησε, χωρίς επίγνωση, έναν απέραντο τσιμεντένιο παιδότοπο, με άπειρες δυνατότητες. Αλλά μόνο τα μάτια των εντεκάχρονων παιδιών μπόρεσαν να διακρίνουν αυτές τις δυνατότητες.2

Η ΦΥΣΗ ΤΟΥ SKATEBOARDING Το είδος του skateboarding που ενδιαφέρει την παρούσα εργασία είναι το street style. Ο skater μακριά από οποιαδήποτε ράμπα ή άδεια πισίνα, κινείται μέσα στον αστικό ιστό και αξιοποιεί για τα κόλπα του οποιαδήποτε επιφάνεια του επιτρέπει η φαντασία του. Παγκάκια, χειρολαβές, σκάλες, κάγκελα, σωλήνες. Οτιδήποτε βρεθεί στο δρόμο του και μπορεί να το χρησιμοποιήσει για να πειραματιστεί με τη σανίδα του. Με αυτόν τον τρόπο οποιαδήποτε πόλη, ή καλύτερα οποιοδήποτε δομημένο περιβάλλον, προσφέρεται στους skaters χωρίς περιορισμούς. Να σημειωθεί, βέβαια, ότι πολλές φορές είναι νομικά απαγορευμένο. Στο στυλ αυτό η φαντασία, η τρέλα και ο αυτοσχεδιασμός είναι σημαντικά στοιχεία για την εξέλιξη του skater. Πολλοί είναι αυτοί που θεωρούν το street style skateboarding την ουσία του skate, καθώς που αντιπροσωπεύει το πνεύμα του αθλήματος.

2. Ντοκιμαντέρ, “Dog town and z-boys”, 2001

48


ΣΥΝΕΧΕΙΑ – ΑΣΥΝΕΧΕΙΑ

Διαμορφωμένοι χάρτες, με καταγεγραμμένα σημεία μέσα στη πόλη για skateboarding.

Ο τρόπος να διαβάζουν οι skaters την πόλη είναι μέσω σημείων (spots), που συγκεντρώνουν ενδιαφέρουσες επιφάνειες για skate. Η πόλη απαρτίζει ένα ευρύ σύνολο αντικειμένων, και οι περιοχές δράσης τους εστιάζονται εκεί ακριβώς όπου υπάρχει μεγάλη ποικιλία από τέτοιου είδους αντικείμενα. Οι πλατείες παραδείγματος χάρη, αποτελούν συνήθως τέτοιου είδους περιοχές, γιατί στον ίδιο χώρο απαντώνται, παγκάκια και πεζούλια, χειρολαβές, σκαλάκια και υψομετρικές διαφορές. Ταυτόχρονα υπάρχουν και επίπεδες περιοχές, απαραίτητες για να δίνουν φόρα για άλματα ή για την επίτευξη κόλπων. Η αλήθεια είναι ότι παρατηρείται μια άρνηση ή ίσως και αδιαφορία ως προς την αρχική χρήση που έχει δοθεί στον χώρο. Για άλλη μια φορά και οι skaters όπως και οι writers, αποδομούν το περιβάλλον τους και το ανασυνθέτουν με βάση τον τρόπο που θέλουν αυτοί να το χρησιμοποιήσουν. Αρνούνται την συνολική αρχιτεκτονική, ενός κτηρίου παραδείγματος χάρη, και στη θέση του προβάλλουν σύνολα από στοιχεία. Φαινομενικά τα στοιχεία αυτά παρουσιάζονται ως απομονωμένα το ένα από το άλλο. Μέσω μίας αλληλουχίας κόλπων όμως, οι skaters καταφέρνουν και ενώνουν τα αντικείμενα που αρχικά παρουσιάζονταν ως ασύνδετα μεταξύ τους, τόσο σε σχέση με την τοποθέτηση τους μέσα στον χώρο όσο και με βάση τους άξονες κίνησης που δημιουργούνται. Εδώ λειτουργεί σαν το parkour, όπου με τα άλματα συσχετίζουν διαφορετικές περιοχές αλλά και στοιχεία μεταξύ τους. Με αυτόν τον τρόπο δίνει μία νέα έννοια σχετικά με το που υπάρχει συνέχεια και ασυνέχεια, τόσο στην κίνηση όσο και στο υλικό.

49


Η πόλη μέσω των διαφορετικών σημασιοδοτήσεων που παίρνει για τον καθένα από τους κατοίκους της, διαμορφώνει αντίστοιχα και τον ίδιο. Έτσι, writers, traceurs και skaters καταφέρνουν και αντιλαμβάνονται την πόλη με έναν διαφορετικό τρόπο από αυτόν που την αντιλαμβάνεται ο μέσος χρήστης της. Το αστικό τοπίο δεν είναι κάτι στατικό πλέον, ή απλά ένας χώρος που χρησιμοποιείται για την ένωση διαφορετικών λειτουργιών. Η πόλη από ένα σύστημα αξόνων κίνησης και στάσης, δομημένου και αδόμητου χώρου, δημόσιου και ιδιωτικού μετατρέπεται σε συλλογή από λειτουργικά ή δομικά στοιχεία και σε σημεία. Το σημαντικό είναι, ο καθένας να μπορέσει να ξεχάσει έστω και προσωρινά τους κανόνες συμπεριφοράς, και να αρχίσει να δρα μέσα στην πόλη με περισσότερη ελευθερία.

4.

ΔΡΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η πόλη, ως κομμάτι προσωπικών βιωμάτων, μεταμορφώνεται σε ένα quiz έτοιμο να δώσει απάντηση στις πολλαπλές υποκειμενικές αποκρυπτογραφήσεις των χρηστών της.1 Ο μέσος κάτοικος κινείται μέσα στην πόλη θέλοντας να συνδέσει κομμάτια της που φέρουν συγκεκριμένες λειτουργίες. Την κατοικία του με το χώρο εργασίας του και αυτόν με της αναψυχής. Ο Michel de Certeau στο The Practice of Everyday Life αναλύοντας τις διαδικασίες που πραγματοποιούνται εντός πόλης, γράφει ότι “ο πεζός ενεργοποιεί ένα μικρό κομμάτι των δυνατών επιλογών και αυτή η ενεργοποίηση στην ουσία διαμορφώνει την πόλη μέσα από μια διαρκή δράση ξετυλίγματος των δικτυακών κουβαριών.” Η διαδρομές είναι προσχεδιασμένες κυρίως εξ’ αιτίας της έλλειψης διάθεσης για αναζήτηση και εξερεύνηση και άρα διεύρυνση του δοθέντα χώρου. Αντίθετα σε αυτό, τα μέλη των ομάδων που αναλύονται αναζητούν, μέσα στον υπάρχοντα χώρο, όλο και περισσότερες δυνατότητες, τις οποίες μπορεί αυτός να προσφέρει. Διαμορφώνονται “χάρτες” στο νου τους που η τελική τους μορφή, αν προσπαθούσε κάποιος να την αναπαραστήσει, θα έμοιαζε περισσότερο με τους ψυχογεωγραφικούς χάρτες των Καταστασιακών: συντεθειμένοι από θραύσματα της συνολικής εικόνας της πόλης, ζουμαρισμένοι τοπικά, αλλά και σε σχέση με τον χρόνο. Ή διαφορετικά, χάρτες όπου απεικονίζονται οι ευκαιρίες για δράση και παιχνίδι μέσα στην πόλη. Παρουσιάζοντας έτσι καινούριες ροές μέσα στην πόλη, καινούρια σύνολα υπο-χώρων. Ο Iain Borden σημειώνει πως συνήθως τέτοιου είδους πρακτικές μαγνητίζονται τόσο από δημόσιους χώρους με έντονη την παρουσία των συμβόλων όσο και από χώρους που θεωρούνται υπολείμματα της πόλης, χωρίς ιδιαίτερους συμβολισμούς για το σύνολο της κοινότητας. 50


Ο κοινός αντεπαναστατικός χαρακτήρας όλης αυτής της φλυαρίας είναι ότι θεωρεί υποχρεωτικά τον ελεύθερο χρόνο ως παθητική κατανάλωση, ως τη δυνατότητα να γίνεσαι όλο και περισσότερο θεατής του παράλογου κατεστημένου.2

We are not asking for the space. We are taking the space.3 1. Μαρία Πιτσιλαδή: “Μια δυνητική διαδρομή στην πόλη”, σελ. 15 2. Internationale Situationiste: “Το Ξεπέρασμα της Τέχνης”, σελ. 139 3. Ντοκιμαντέρ, “Bomb it”, 2007

51


KlausBondam: (Υπεύθυνος για την τεχνολογική και περιβαλλοντική διοίκηση της Κοπεγχάγης) Μ’ αρέσει να βλέπω πως οι χώροι στην πόλη χρησιμοποιούνται. Αυτός είναι ο λόγος που σχεδιάστηκαν και υπάρχουν.4

Οι περίβολοι των εκκλησιών είναι χώροι που ελκύουν ιδιαίτερα τους skaters. Μονάχα όμως το βράδυ, όταν η θεσμοθετημένη χρήση τους παύει να ισχύει και ο κόσμος απομακρύνεται, το πεδίο είναι ελεύθερο για κόλπα πάνω στα μαρμάρινα πεζούλια. Αντίστοιχα ο traceur λόγω της φύσης της δραστηριότητας του, αποζητά μέρη που φωτίζονται επαρκώς και δρα κατά τις ώρες της ημέρας. Τέλος ο writer θα δράσει στιγμές όπου η παρουσία του δεν θα γίνει αντιληπτή από κανέναν, παρά μόνο αργότερα, έχοντας αφήσει το σημάδι του. Έτσι το στοιχείο του χρόνου παίζει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των χαρτών τους καθώς αυτός είναι που μερικές φορές καθορίζει αν και κατά πόσο είναι δυνατή η πρόσβαση στο εν λόγω σημείο ή όχι. Διαβάζοντας την πόλη ως ένα σύνολο αντικειμένων και στοιχείων τελικά writers, traceurs και skaters αδιαφορούν για τις λειτουργίες και τις χρήσεις που φέρουν οι εκάστοτε χώροι. Αν είναι δημόσιοι ή ιδιωτικοί, και τα

όρια τους, θεσμοθετημένα ή όχι. Πρόκειται για δράσεις που εκφράζουν και διεκδικούν στο έπακρο την έννοια του δημόσιου και κοινού τόπου μέσα στην πόλη, ενώ ταυτόχρονα μπορούν και αφυπνίζουν τους υπόλοιπους χρήστες, να αξιοποιήσουν αυτό που στην ουσία τους ανήκει. Οι άνθρωποι πιστεύουν ότι ζουν σε έναν ουδέτερο κόσμο. Αυτό όμως που δεν συνειδητοποιούν, είναι πως ό, τι θεωρείται για αυτούς ουδέτερο, ό, τι θεωρείται άνετος δημόσιος χώρος πόλης, μπορεί τελικά στην πραγματικότητα να αποκλείει πολλούς περισσότερους.5 Ο χώρος δεν είναι μόνο πεδίο εμπειρίας αλλά είναι και ο ίδιος μια εμπειρία. Επομένως οι δράσεις αυτές καταφέρνουν και παράγουν συλλογικά ένα νέο νόημα που δεν αφορά στην οικειοποίηση μόνο του υλικού χώρου, αλλά και του κοινωνικού. Διαμορφώνουν, θα μπορούσε να πει κάποιος, τον δικό τους μικρόκοσμο μέσα στον υπάρχοντα.

4. Ντοκιμαντέρ, My Playground, 2009 5. Susan A. Phillips, “Wallbangin”, Pitzer College

52


Όπως όμως μένουν αδιάφοροι ως προς την “καθιερωμένη” χρήση του κτιρίου ή την ιδεολογική σημασία που αυτό φέρει, έτσι αδιαφορούν και ως προς τον αρχικό στόχο του σχεδιασμού των διάφορων αντιληπτικών στοιχείων της πόλης. Η μορφή τους καθώς και η τοποθεσία τους είναι αυτό που μετράει και έχει σημασία. Έτσι καταλήγουν να αλλάζουν την αρχική ταυτότητα των αντικειμένων και να τους προσδίδουν ιδιότητες που δεν έχουν προβλεφθεί. Τα παραδείγματα για τέτοια αντικείμενα που μετατράπηκε ο τρόπος χρήσης τους υπό το πρίσμα αυτών των δράσεων είναι πολλά. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι ο χειρολισθήρας, όπου από μια απλή ράβδος υποστήριξης για ανάβαση ή κατάβαση σκάλας, υπό τα μάτια των skaters μετατρέπεται σε ένα στοιχείο για την επίτευξη ενός κόλπου, να μετατραπεί δηλαδή σε στοιχείο προς “κατάκτηση” ή για τους traceurs λειτουργεί είτε ως βάση για ένα άλμα είτε ως εμπόδιο που πρέπει να ξεπεράσουν. Ο Iain Borden εύστοχα δηλώνει “Ο χειρολισθήρας από αντικείμενο απάλειψης κινδύνου γίνεται αντικείμενο ρίσκου”. Αντίστοιχα και ο τοίχος από ένα στοιχείο διαμόρφωσης ορίου, γίνεται καμβάς και επιφάνεια έκφρασης των σκέψεων του και έτσι λειτουργεί ως μέσω επικοινωνίας.6Ο traceur αντίστοιχα των αντιμετωπίζει ως μια επιφάνεια σκαρφαλώματος ώστε να αναρριχηθεί σε ανώτερο επίπεδο ή ως βοήθημα για την υπερπήδησή άλλων εμποδίων. Τέλος για τον skater αποτελεί το βασικό στοιχείο για την εκτέλεση ενός κόλπου.

Iain Borden:

Οι τοίχοι δεν είναι απλά τοίχοι, τα παγκάκια, παγκάκια και οι καμπύλες του δρόμου αυτό που φαίνεται. Χαρτογραφώντας την πόλη στο μυαλό σου σύμφωνα με την ύπαρξη των δομικών τετραγώνων και των σκαλιών, αλλάζοντας το νόημα στο περιβάλλον γύρω σου ώστε να ταιριάζει στις δικές σου ανάγκες και επιθυμίες.

6. Το χαρακτηριστικό αυτό δεν είναι πλέον και τόσο πρωτόγνωρο. Αντίθετα το στοιχείο του τοίχου ως μέσο επικοινωνίας είναι αρκετά παλιό και ώριμο ώστε να εισαχθεί και σε άλλες μορφές της επικοινωνίας˙ απαντάται και στα ηλεκτρονικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης (βλ. facbeook – wall)

53


Iain Borden

Άδεια από αυτοκίνητα, τα πάρκινγ έχουν μόνο μορφή και όχι λειτουργία.7

Smash 137(graffiti artist, Switzerland): A tag doesn’t really belong to new things, new buildings. I like old, somewhat neglected things, that don’t really have an owner anymore. Especially abandoned factory buildings, railway lines, highways, for these are the places where this belongs. Nobody is interested in places like that because for most people such a place is dead anyway. Maybe to them it is much of an eyesore, as for most of the people graffiti is, but we writers give those places life again, we care about these places once again..8

Προσωπικό στοίχημα των ομάδων αυτών είναι η κατάκτηση όσο περισσότερου χώρου είναι δυνατόν. Η έννοια της κατάκτησης αναφέρεται σε προσωπικούς στόχους και λιγότερο στην έννοια της κτήσης. Το σημαντικό είναι ότι οι ίδιοι κατάφεραν και έδρασαν ελεύθερα, χωρίς να αποκλείουν του υπόλοιπους να το χρησιμοποιήσουν ή να το οικειοποιηθούν. Παρατηρώντας κανείς τις δράσεις αυτές μπορεί και διακρίνει την διατύπωση μίας ειρωνείας ως προς τη σημερινή κοινωνία. Ένα σχόλιο πάνω στο “αχρησιμοποίητο” που παράγει η πόλη και η αρχιτεκτονική, τόσο χωρικά όσο και χρονικά. Στη σημερινή πόλη επικρατεί ένας φόβος δημόσιας παρουσίας, μια απόσυρση από το δημόσιο.

I don’t see why a clean just boring. There’s really drunk. There are no New Disneyland. 54

Η απόσυρση αυτή δεν σημαίνει φυσική απουσία αλλά την απουσία δημόσιας έκφρασης.9 Μια αποστροφή στους σύγχρονους εντατικούς ρυθμούς της ζωής της πόλης, όπου αρχιτεκτονική και χρήση έχουν τυποποιηθεί και συστηματοποιηθεί πλήρως με σκοπό το μέγιστο παραγωγικό και οικονομικό κέρδος, αφήνοντας ελάχιστα περιθώρια δημιουργικής αλληλεπίδρασης των χρηστών με αυτές. Αντιθέτως, κάνουν την εμφάνιση τους ομάδες που αλληλεπιδρούν εποικοδομητικά, προάγοντας τον πολιτισμό και προσφέροντας αφορμές για την εξέλιξη του. Είναι δράσεις, που ταυτίζονται με την εθελοντική δραστηριότητα του παιχνιδιού, υπενθυμίζοντας πάντα πως το στοιχείο του παιχνιδιού υπάρχει στη φύση του ανθρώπου και δεν μπορεί να εξαλειφθεί από τη ζωή του.

Claw(graffiti artist):

building is a better quality of nothing for kids to do anymore Yorkers in New York any more, Boring playground only for the

life, than one with art on it. The city is except for going out, destroy, drink and get at least in Manhattan. It’s becoming like rich. And that’s disgusting.10


Αυτοσχεδιασμός Με τον όρο αυτοσχεδιασμό εννοούμε τη μη προσχεδιασμένη δημιουργία, που δεν μελετήθηκε ή διορθώθηκε πριν παρουσιαστεί. Αυτός που αυτοσχεδιάζει βασίζεται σε στοιχεία που διαθέτει εκείνη τη στιγμή, και μέσω αυτών οδηγείται σε ένα αποτέλεσμα. Η δοθείσα κατάσταση είναι αυτή που πρέπει να αντιμετωπιστεί με τρόπο άμεσο. Η τεχνική αυτή απαιτεί από τον εκτελεστή της να είναι αυθόρμητος και να αφήνει τον εαυτό του ελεύθερο να δράσει όπως αισθάνεται. Επίσης πρέπει να έχει πλήρη αντίληψη του περιβάλλοντος του, των στοιχείων που τον περιβάλλουν (παρατηρητικός). Και τέλος, αλλά όχι λιγότερο σημαντικό, να είναι ανοιχτός σε οποιοδήποτε πρόταση αλλά και ανάδραση ή έκβαση των πράξεων του. Επειδή είναι μια τεχνική που “αρνείται” οποιονδήποτε προγραμματισμό, ο οποίος θα μπορούσε ίσως να προβλέψει κάποια αποτελέσματα, αυτός που αυτοσχεδιάζει πολλές φορές ρισκάρει. Έτσι, το τυχαίο είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας. Ο αυτοσχεδιασμός, για κάποιον που έχει ασχοληθεί με αυτόν, προωθεί μία στάση ζωής που επικεντρώνεται στη στιγμή. Μέσω της συχνής εξάσκησης γίνεται για κάποιον όλο και πιο εύκολο να προσαρμοστεί κάθε φορά σε νέα δεδομένα και για να εξελίξει την υπάρχουσα κατάσταση. Σημασία έχει το τώρα. Έτσι μέσω της συνεχής εξάσκησης, αλλά και επαφής με διαφορετικά περιβάλλοντα κάθε φορά το άτομο αναπτύσσει την δημιουργικότητα και την φαντασία του. Διαφορετικές καταστάσεις κάθε φορά ζητούν και διαφορετικές απαντήσεις, και μέσω αυτού του τρόπου γίνεται κανείς ικανός να τις δώσει. Έτσι το άτομο μαθαίνει να προσαρμόζεται με ποικίλους τρόπους. Σημαντικό στοιχείο του αυτοσχεδιασμού είναι η συνεργασία και η εμπιστοσύνη. Πολλές φορές καλούνται να αυτοσχεδιάσουν μαζί πολλά διαφορετικά άτομα. Αυτό τα κάνει μια ομάδα. Τα άτομα μέσα στην ομάδα πρέπει να είναι ανοιχτά, να επιζητούν την συνεργασία και να εμπιστεύονται τον διπλανό τους. Σε μια τέτοια ομάδα που ακολουθεί μια τέτοιου είδους τεχνική δεν ορίζονται αρμοδιότητες και ρόλοι, ο καθένας οφείλει να βρει μόνος του τη θέση του μέσα στο σύνολο και να δράσει με βάση αυτή. Το πιο δύσκολο κομμάτι είναι η αρχή. Και κυρίως η ατομική αρχή του καθενός. Είναι πολύ δύσκολο κανείς να βγει από το κουκούλι του, και να αποκαλύψει τον εαυτό του. Ειδικά όταν το άτομο προέρχεται από έναν χώρο όπου έχει μάθει να αντιμετωπίζει κάθε πρόβλημα με συγκεκριμένο τρόπο, ακολουθώντας συγκεκριμένους κανόνες. Σε αυτήν την περίπτωση δυσκολεύεται να αντιληφθεί ότι υπάρχει και άλλος τρόπος και μάλιστα όχι μόνο ένας. Ο αυτοσχεδιασμός έχει εκφάνσεις σε διάφορες πλευρές της καθημερινής ζωής. Τόσο σε πρακτικό επίπεδο, όσο και σε καλλιτεχνικό. Δεν είναι λίγα τα αντικείμενα που έχουν χρησιμοποιηθεί με τρόπο τελείως διαφορετικό απ’ ότι σχεδιάστηκαν. Συνήθως βέβαια όταν θα μιλήσουμε για μια “αυτοσχέδια κατασκευή” μάλλον έχουμε στο μυαλό μας το προσωρινό. Παρ’ όλα αυτά κανείς μπορεί να αυτοσχεδιάσει όταν βρεθεί σε μία κατάσταση εκ του απροόπτου. Τέλος η τεχνική του αυτοσχεδιασμού χρησιμοποιείται ευρέως σε διάφορες μορφές τέχνης όπως η μουσική, ο χορός και το θέατρο, είτε ως τρόπος εξάσκησης είτε και ως τρόπος δημιουργίας.

7. Ντοκιμαντέρ, “Another pavement”, 2001 8. Ντοκιμαντέρ, “Bomb it”, 2007 9. Richard Sennet, “Η τυραννία της οικειότητας”, σελ. 73 10. Ντοκιμαντέρ, “ Bomb it”, 2007

55


ΕΠΙΛΟΓΟΣ...

Mickey(Kindergarten teacher-graffiti artist):

The little ones are so pure. And it’s something that I see, a lot of grown-up people have lost, their urge to play. Like doing graffiti, is like playing.1 Οι δράσεις αυτές πετυχαίνουν τη δημιουργία ενός ιδεατού, παράλληλου περιβάλλοντος σε σχέση με τον ήδη υπάρχον. Όπως και ο J. Huizinga που μιλάει για προσωρινούς κόσμους μέσα στον συνήθη κόσμο, αφιερωμένοι στην τέλεση μιας πράξης ανεξάρτητης από τον καθημερινό βίο2. Όπως κάνουν τα παιδιά έτσι και αυτοί, αλλάζοντας την χρήση διάφορων στοιχείων της πόλης και δίνοντας τους νέα νοήματα και χρήσεις μεταφέρονται σε μια πόλη, που ναι μεν είναι η ίδια αλλά για ορισμένες στιγμές ίσως μοιάζει περισσότερο με παιδική χαρά, σκηνικό καταδίωξης, γκαλερί, και ό, τι άλλο μπορεί κάποιος να φανταστεί. Μαζί και το κοινό που τους παρακολουθεί, που δεν είναι απαραίτητα μόνο μέλη της κοινότητας τους αλλά και απλοί πολίτες που βρέθηκαν επί τόπου και έδειξαν ενδιαφέρον για τις δράσεις τους. Γιατί οι δράσεις αυτές μεταφέρουν την ώρα που συμβαίνουν στοιχεία τέχνης και αθλητισμού μέσα στην πόλη. Το κοινό αυτό οφείλει να παρακολουθεί με την ίδια σοβαρότητα και προσήλωση και να είναι σε θέση να αντιλαμβάνεται τις επιτυχίες των “παικτών”.

Ένα παιχνίδι θεατρικότητας, όπου ο ηθοποιός δεν χάνει την ταυτότητα του όταν θα κατέβει από την σκηνή, αλλά όταν βρίσκεται εκεί είναι όντως κάποιος άλλος. Διατηρώντας διακριτές τις δύο ταυτότητες, πέρα από τη σύγχυση, οι writers καταφέρνουν να δραπετεύουν και από τον “πραγματικό” κόσμο.3 Έτσι η οποιαδήποτε δράση παίρνει μια πρόσκαιρη μορφή θεάματος. Όπως στα παιχνίδια όπου σημαντικό στοιχείο δεν είναι μόνο η επίτευξη του στόχου αλλά ότι καθ’ όλη τη διάρκεια τους “κάτι διακυβεύεται”, όπως αναφέρει και ο J. Huizinga για το παιχνίδι. Η συνολική διαδικασία είναι αυτή που καλλιεργεί κλίμα κατάλληλο, να υποδεχτεί την όποια επιτυχία του παίκτη. Πιο συγκεκριμένα, αυτό το “κάτι” δεν είναι κάποιο υλικό αποτέλεσμα, αλλά το ιδεατό γεγονός ότι η εκάστοτε διαδικασία είχε επιτυχία ή ότι ολοκληρώθηκε με επιτυχία. Η ίδια η επιτυχία να φέρει ο writer, ο traceur ή ο skater εις πέρας το στόχο του, είναι και η πιο μεγάλη απόλαυση του ίδιου του παιχνιδιού ή του αγώνα. Αυτό γιατί, για 1. Ντοκιμαντέρ, “Bomb it”, 2007 2. J. Huizinga, “Ο άνθρωπος και το παιχνίδι”, σελ. 24 3. Κ. Αβραμίδης, “Graffiti Υποκουλτούρα, Η σημασία του χώρου στο δρόμο προς τη φήμη”, σελ. 105

56

τον “παίκτη” είναι πολύ σημαντικό να μπορεί να καυχηθεί για την επιτυχία του παιχνιδιού του στους άλλους.4 Γεγονός που μας υποδεικνύει ότι οι δράσεις αυτές, όπως και το παιχνίδι, αποκτούν περισσότερη σημασία και αξία όταν υπάρχει και ένας γόνιμος ανταγωνισμός μεταξύ των μελών. Από τη μία ο ανταγωνισμός αναφέρεται στην ιδιαίτερη έμφαση που δίδεται στο προσωπικό στυλ που έχει το κάθε μέλος. Όπως αντίστοιχα το παιχνίδι τείνει να προσλαμβάνει αξιόλογα στοιχεία ομορφιάς5 έτσι και εδώ ο τρόπος έκφρασης είναι κάτι που ενδιαφέρει τους παίκτες. Το στυλ του καθένα οφείλει να είναι μοναδικό και πρωτότυπο και να εκφράζει τον εαυτό του, χωρίς να αντιγράφει άλλα μέλη της κοινότητας. Από την άλλη οι “παίκτες” ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλον στο ποιος θα καταφέρει να πάει ένα βήμα πιο πέρα από το συνηθισμένο. Για τον writer αυτό εντοπίζεται στα τρένα και στις ταράτσες ή ίσως και στις πίσω πλευρές από τις διαφημιστικές πινακίδες, για τον traceur σε σημεία δυσπρόσιτα, με μεγάλα ύψη και για τον skater εντοπίζονται κυρίως σε δύσκολα άλματα ή κόλπα που απαιτούν συγκέντρωση αλλά και σωματική δύναμη. Κλειδί για την επιτυχία τους αποτελεί η αδρεναλίνη και ο κίνδυνος. Από τη μία είναι η αδρεναλίνη που επιφέρει μια παράνομη πράξη, από την άλλη είναι ο κίνδυνος του ατυχήματος και ακόμα περισσότερο και του θανάτου. Με άλλα λόγια απαιτείται προσήλωση και σοβαρότητα ως προς αυτό που διακυβεύεται τόσο από τον “παίκτη” όσο και από τα υπόλοιπα μέλη της κοινότητας της ομάδας που παρακολουθούν. Αποτελεί πλέον μία τελετουργία όπου παίκτες και κοινό είναι συγκεντρωμένοι στη διαδικασία που λαμβάνει χώρα, και σε καμία περίπτωση δεν αντιμετωπίζεται ως ένα αστείο, παιδιάστικο γεγονός. Ο παίκτης αποσκοπεί σε κάποια νίκη. Η νίκη είναι αυτή που θα αναδείξει τον παίκτη καλύτερο από τους άλλους, προσδίδοντας του φήμη, υπόληψη και τιμή. Μπορεί μάλιστα η ηθική ευχαρίστηση της νίκης να μην ολοκληρώνει μόνο τον παίκτη αλλά τα οφέλη της αναφέρονται και στην ομάδα του παίκτη. Δηλαδή, η νίκη που επιτεύχθηκε περνά αμέσως από το άτομο στην ομάδα.6

4. J. Huizinga, “Ο άνθρωπος και το παιχνίδι” , σελ. 80 5. ο.π. , σελ. 19 6. ο.π. , σελ. 81


Αντρέας Μάσσιος(traceur)

Η ακρίβεια, το “precision”. Να προσγειώνεσαι με ακρίβεια και χωρίς να “ακούγεσαι”, απαλά, για να προστατεύεις και τα γόνατά σου. Θέλει δουλειά κάποιων χρόνων για να το καταφέρεις. Και ξεκινάς από τα χαμηλά- από ένα “τετραγωνάκι” του πεζοδρομίου να φτάσεις σε ένα άλλο που όρισες. Μαθαίνεις να τοποθετείς το σώμα σου, να εστιάζεις και να πατάς σωστά..7

Solomon Lang (skateboarder, co-founder of the group Concrete Kings) You definitely get a rush or a thrill. People see us and think we have a death wish, but we’re totally comfortable.8

Wagi(graffiti artist): Our tagging techniques are like marketing. We prefer to pick the places that are difficult to tag. The sensation of tagging while you are climbing a building, is like climbing a mountain, you get there and you are alone. If I had money I would climb natural sites. But since I don’t have money I climb buildings. But the difference is that you could get arrested or you could fall.9

7. Ντοκιμαντέρ, “Style wars”, 1983 8. W. Hu, “Despite Hazards, Street Skateboarding Thrives” 9. Α. Γαγλίας, “Παρκούρ: Πίσω από το στερεότυπο των επικίνδυνων σάλτων από ταράτσα σε ταράτσα”

57


Αν και το graffiti, το parkour και το skateboarding φανερώνονται ως ατομικές δράσεις αυτό δεν ισχύει. Η έννοια της ομάδας είναι πολύ ισχυρή και παρατηρείται έντονη αλληλεγγύη και συνεργατικότητα τόσο μέσα στις μικρές ομάδες που σχηματίζονται όσο και μέσα σε όλη την κοινότητα. Είναι βασικό πως οι τεχνικές δεν διδάσκονται σε κάποιο κέντρο ή από κάποιον καθηγητή, αλλά μεταξύ των ατόμων που τα ασκούν. Έτσι η μετάδοση της πληροφορίας γίνεται από τον πιο έμπειρο στον λιγότερο, και η αλυσίδα αυτή συνεχίζεται μέσα στα χρόνια. Λόγω λοιπόν αυτής της έντονης συνεργατικότητας και συντροφικότητας αναπτύσσεται μια συγκεκριμένη γλώσσα και τρόπος επικοινωνίας, τρόπος ντυσίματος και συμπεριφοράς. Αυτό το στυλ δηλώνει την παρουσίαση του ατόμου έξω από τον κύκλο του, μέσα δηλαδή στην καθημερινότητα του και μέσα στην υπόλοιπη κοινωνία στην οποία εντάσσεται γενικότερα. Με αυτόν τον τρόπο γίνεται φανερή η ταυτότητα του, δηλαδή σε ποιους κύκλους “ανήκει”.

The idea of style and competing for the best style is the key to all form of rocking. With the rap M.C., it’s rocking the mice, for the b-boyz, it’s rocking your body in break dance. For the writers, it’s rocking the city with your name on a train.10

Oliver Percovich(Skateboarder, Australia) [...]skateboarding provides that because it’s fun and challenging. It lets them forget their problems for a moment. Once kids are hooked on skateboarding, so much more is possible, especially in the classroom. Skateboarding itself teaches important life skills, like creativity and problem solving.13

10. Ντοκιμαντέρ, “Style wars”, 1983

58


For me writing was a release. An escape from my parents bitching and complaining in the house [...] I have started writing to get away from all that, to sum another identity, to have a good time with my boys.11 Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται μία διέξοδος από την κοινή πραγματικότητα. Ο κάθε “παίκτης” των ομάδων αυτών εισέρχεται σε έναν κόσμο στον οποίο ισχύουν αρχές, κώδικες και κανόνες διαφορετικοί από αυτούς που εικάζουν οι κανόνες συμπεριφοράς και συμβίωσης μέσα στην κοινωνία μας. Το κάθε μέλος πρέπει να σέβεται τον αντίπαλο του και να τον αντιμετωπίζει τίμια, και όχι με δόλο ή απάτη. Δεν είναι λίγες οι φορές που υπάρχει απόλυτος σεβασμός ανάμεσα σε writers και traceurs, και αξιοπρεπής αποδοχή της ήττας του ενός από τον άλλον. Έτσι αποκαλύπτεται ο παιγνιώδης χαρακτήρας. Όντας δραστηριότητες που είναι ανοικτές

στον οποιοδήποτε θέλει να τις δοκιμάσει ανεξάρτητα από το οικονομικό ή πολιτισμικό υπόβαθρο που προέρχεται, ή το φύλο και την ηλικία, αποπνέουν ένα αίσθημα ελευθερίας. Είναι δραστηριότητες που τα μέλη της, την επιτελούν με τρομερή σοβαρότητα και προσήλωση. Συγκεντρωμένοι για να επιτύχουν τον στόχο τους. Στόχος όμως που πάντα περιορίζεται μέσα στα πλαίσια αυτής της δραστηριότητας και δεν συνδέεται με την επιβίωση ή την κάλυψη βασικών αναγκών. Έχει κοινό και συμπαίκτες. Και τέλος παρατηρείται μια γενικότερη εσωστρέφεια, με μικρές εκφάνσεις της.

Το graffiti του writer Robbo παρέμεινε στο σημείο του για περίπου μία 20ετία, με ορισμένες μεταβολές καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Ξαφνικά εμφανίζεται στη θέση του Robbo ο Banksy, θέλοντας να προκαλέσει. Ο Robbo δεν άργησε να απαντήσει. Ο ανταγωνισμός αυτός κράτησε αρκετό διάστημα, μέχρι που ο writer Robbo πέθανε. Ως ένδειξη σεβασμού, στο πρόσωπό του και στην διαμάχη που είχε αναπτυχθεί μέσα στα χρόνια, ο Banksy αφιερώνει ένα κομμάτι του στον Robbo στο ίδιο ακριβώς σημείο που είχε ξεκινήσει και η διαμάχη τους.

11. Ντοκιμαντέρ, “Style wars”, 1983 12. Α. Γαγλίας, “Παρκούρ: Πίσω από το στερεότυπο των επικίνδυνων σάλτων από ταράτσα σε ταράτσα” 13. I. Borden, “The new skate city: how skateboarders are joining the urban mainstream”

59


Καταλήγοντας φτάνουμε στο συμπέρασμα πως η ανάγκη για τον επαναπροσδιορισμό των υλικών στοιχείων της πόλης προκύπτει από την έμφυτη ανάγκη του ανθρώπου για παιχνίδι. Καθώς πλέον αναγνωρίζουμε τη διαδικασία του παιχνιδιού ως βιολογικής και σημαίνουσας σημασίας για την εξέλιξη του πολιτισμού, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι τελικά η διαδικασία του παιχνιδιού έρχεται και μετατρέπει την πόλη σε ένα τεράστιο “αστικό παιδότοπο” και ότι το παιχνίδι πλέον νοείται ως “αστικό παιχνίδι”. Το κάθε τι, όσο απόλυτο και αν θεωρείται, στο τέλος της ημέρας έρχεται και παίρνει την σημασία και αξία που του δίνει ο χρήστης. Η πλειοψηφία των πολιτών έχει μεγαλώσει και έχει μάθει να ζει στην πόλη με ένα συγκεκριμένο τρόπο. Έτσι φαίνεται σαν να μην προσπαθεί να ανακαλύψει τον χώρο γύρω της ή πώς να ζει μέσα σε αυτόν. Ακολουθεί ρεύματα και τάσεις ενίοτε και χτίζει μια συγκεκριμένη δομή για την καθημερινότητα του και συνεπώς για την ζωή του. Εξ’ αιτίας δηλαδή της συστηματοποίησης της ζωής, το στοιχείο του παιχνιδιού έχει εξαλειφθεί σαν λειτουργία και σαν δράση έχει καταλήξει να είναι κάτι που αφορά μόνο τα παιδιά. Ο Lefebvre εύστοχα παρατηρεί πως “η πόλη υπήρξε ένας χώρος ταυτόχρονα κατειλημμένος από παραγωγή

60

εργασίας, έργα αλλά και γιορτές”-όπου γιορτές εμείς θα διαβάσουμε χαρούμενη διάθεση, χρόνος μη παραγωγικός αλλά ουσιαστικός για την ψυχολογία του ατόμου. Μέσα από όλες αυτές τις διαδικασίες, το graffiti, το parkour και το skateboarding, δεν μπορούν πλέον να αντιμετωπίζονται ως παράνομες πράξεις ή να αποβάλλονται από τον δημόσιο χώρο. Αντιθέτως στη σύγχρονη πόλη, έρχονται να δώσουν απαντήσεις, ως προς την αξία και τον χαρακτήρα που διαμορφώνει ο δημόσιος αστικός χώρος. Προσθέτοντας ταυτοχρόνως, καλλιτεχνικές, πολιτισμικές, εκπαιδευτικές και παραγωγικές αξίες στη δημόσια ζωή. Προσδίδουν στους κάτοικους της πόλης, νέα χαρακτηριστικά, νέες ικανότητες και δεξιότητες καθώς και νέους στόχους. Αποτραβηγμένοι οι κάτοικοι από τις κοντόφθαλμες θεωρήσεις, που θέλουν τις δράσεις αυτές να αποτελούν υποκουλτούρα, με την αρνητική έννοια της λέξης, και να διχάζουν την κοινωνία, μπορούν να τις θεωρήσουν ως κάτι θετικό, ευφάνταστο και δημιουργικό, τόσο για τα παιδιά όσο και για τους ενήλικους. Ενήλικοι που δεν το έχουν ξεχάσει ή απαρνηθεί κάτι τέτοιο. Αντίθετα χρησιμοποιούν την πόλη ως ταμπλό παιχνιδιού για τις δραστηριότητες αυτές.


Με το παιχνίδι τους καταφέρνουν να μας φανερώσουν (ή να μας υπενθυμίσουν) δύο βασικούς παραμέτρους σχετικά με τη ζωή μας στην πόλη: Από τη μία υπογραμμίζουν μερικές από τις άπειρες δυνατότητες με τις οποίες μπορεί να χρησιμοποιηθεί ο χώρος της. Εξαρτάται από την ευχέρεια και τη θέληση του καθενός, αν θα καταφέρει να τις βρει ή όχι και κυρίως αν θέλει να τις δει. Το πιο σημαντικό ρόλο σε αυτό, τον παίζουν οι “παίκτες”. Υποδεικνύουν ένα νέο τρόπο αντίληψης της ζωής μέσα σε μία συνεχώς μεταβαλλόμενη πόλη, και αν ακολουθήσει κανείς το νήμα των κινήσεων τους, ανακαλύπτει άπειρες δυνατότητες και εναλλακτικές. Καταλήγοντας στην επαναφορά των χαρακτηριστικών της ανθρώπινης φύσης που μέχρι τώρα είχαν ξεχαστεί, υπενθυμίζοντας τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος θα έπρεπε να ζει και να κινείται.....

SEEN(graffiti artist, USA)

It’s a game. They give you a name and they say, “Here, take this name and do something with it.” Like he got the name Seen. He can walk around, just say, “My name is Seen.” and say, “Yeah, I seen that there, I seen it there.” It’s a name, it’s just like I’ll give you a name and you say “How big could you get this name up? How high?”.

Αντρέας Μάσσιος(traceur, Ελλάδα) Ξεκίνησε από τα παιχνίδια μέσα στην πόλη, από τις προκλήσεις και τις κόντρες με τους φίλους. «Πηδάς από εδώ; Ή φοβάσαι;». Η παιδική φαντασία είναι αναπόσπαστο κομμάτι του. Και μέσω του parkour αυτή η φαντασία οξύνεται περαιτέρω, διευρύνεται η όρασή σου σε κάθε τοπίο. Πριν από 7 χρόνια έβλεπα έναν τοίχο που προσπαθούσα να σκαρφαλώσω, τώρα στον ίδιο χώρο κάθε φορά βλέπω και καινούργια σημεία. Ανάλογα με την τεχνική και τις ικανότητές σου, εξελίσσεται και η φαντασία σου. Εντοπίζεις νέες διαδρομές γιατί αποτελούνται από σημεία και επίπεδα που μπορείς πλέον να φτάσεις και να υπερκεράσεις.

......παίζοντας! 61


ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στην παρούσα ερευνητική εργασία αναλύονται διαφορετικές ομαδικές δράσεις μέσα στην πόλη, οι οποίες προάγουν την δημιουργικότητα στον αστικό χώρο και την επαναντίληψη του δομημένου περιβάλλοντος τους, μέσω της προσωπικής απόλαυσης, ευχαρίστησης αλλά και ελευθερίας. Πιο συγκεκριμένα, γίνεται λόγος για τις δράσεις των graffiti, parkour και skateboarding. Βασικός παρονομαστής για την ανάλυση τους θα είναι η έννοια του παιχνιδιού και η θέση που αυτό κατέχει στον σημερινό πολιτισμό. Στόχος είναι η ανάδειξη του παιγνιώδη χαρακτήρα που φέρει η εκάστοτε δράση. Τα μέλη των ομάδων φαίνεται να υιοθετούν μια στάση ως προς το δομημένο περιβάλλον γύρω τους με έντονα χαρακτηριστικά παιχνιδιού. Με άλλα λόγια, φαίνεται σαν να παίζουν μέσα στην πόλη, αλλά και με αυτήν. Για να μπορέσει να αποδειχθεί η άποψη αυτή, η ανάλυση ξεκινάει αντίστροφα. Αρχικά αναλύεται το παιχνίδι ως πολιτισμικό φαινόμενο. Βάση γι’ αυτό αποτελεί το βιβλίο του Johan Huizinga “Ο Άνθρωπος και το Παιχνίδι (Homo Ludens)”. Σε πρώτη φάση, η έρευνα επικεντρώνεται στα χαρακτηριστικά εκείνα που φέρει το παιχνίδι. Επιγραμματικά, αυτά είναι η σοβαρότητα με την οποία οφείλει να αντιμετωπιστεί, τόσο από τον παίκτη όσο και από τους θεατές, η αίσθηση της ελευθερίας από την οποία διακατέχεται, αφού είναι πάντα μία εκούσια δραστηριότητα, η αποδέσμευση από οποιαδήποτε ανάγκη που συνδέεται με την επιβίωση του παίκτη, και, τέλος, ο περιορισμένος χαρακτήρας, μιας και το παιχνίδι συντελείται σε συγκεκριμένα χωρικά και χρονικά πλαίσια. Στην συνέχεια, γίνεται μία σύντομη ιστορική αναδρομή έτσι ώστε να γίνει κατανοητός ο τρόπος με τον οποίον ο πολιτισμός εμφανίζεται με την μορφή ενός παιχνιδιού. Έτσι, οδηγούμαστε στο τρίτο κεφάλαιο αυτού του μέρους, στο οποίο παρουσιάζεται το παιχνίδι όπως γίνεται αντιληπτό στην σύγχρονη εποχή. Το δεύτερο μέρος της εργασίας επικεντρώνεται στο κομμάτι του συλλογισμού που αφορά την πόλη. Η βασική αντίληψη η οποία υποστηρίζεται εδώ, είναι πως η πόλη διαθέτει μια διττή φύση. Από την μία, γίνεται αναφορά στο χώρο εκείνο που δημιουργείται από τις κοινωνικές σχέσεις των ανθρώπων, καθώς και τις οικονομικές

και παραγωγικές σχέσεις. Από την άλλη, αναλύεται το δεύτερο χαρακτηριστικό της, αυτό του δομημένου, του υλικού χώρου της. Ο χώρος αυτός συντίθεται από ποικίλα αντιληπτικά στοιχεία. Οι σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ αυτών, και ειδικότερα μεταξύ δομημένου και αδόμητου, περιγράφονται και αναλύονται με βάση τις αρχές που πρότεινε ο Δημήτρης Φατούρος. Αυτές είναι η διπλή ταυτότητα – δηλαδή το όλον και το μέρος αλλά και το μέσα-έξω -, η συνέχεια-ασυνέχεια χώρου ή /και ύλης, και τέλος η μετακίνηση. Σε κάθε περίπτωση, όμως, αυτό που τελικά βιώνεται ως πόλη είναι το σύνολο και ο συγκερασμός των δύο αυτών φύσεων. Στο τρίτο μέρος και έχοντας αναλύσει την έννοια του παιχνιδιού ως πολιτισμικό φαινόμενο και αυτήν της πόλης, παρουσιάζεται η κάθε ομάδα ξεχωριστά (ιστορική διαδρομή και φύση δράσης). Στη συνέχεια περιγράφονται οι σχέσεις που δημιουργούνται μεταξύ αυτών και του δομημένου χώρου. Τα άτομα που ασχολούνται με το graffiti, το parkour και το skateboarding, λόγω της συνεχούς τριβής τους με την εκάστοτε δράση, αρχίζουν να αντιλαμβάνονται το περιβάλλον τους με έναν διαφορετικό τρόπο. Ο writer θα αναζητήσει επιφάνειες μέσα στην πόλη, ο traceur θα εστιάσει σε περιοχές με έντονες υψομετρικές διαφορές και ενδιαφέρουσες επιφάνειες για σκαρφάλωμα και τέλος ο skater θα προσπαθήσει να ακουμπήσει ή να αποφύγει με την σανίδα του κάθε διαφορετικό στοιχείο της πόλης. Με αυτόν τον τρόπο, η πόλη μετατρέπεται για αυτούς σε ένα πεδίο παιχνιδιού που ισορροπεί μεταξύ του πραγματικότητας και φαντασίας. Κλείνοντας, αποκαλύπτεται η γενικότερη παιγνιώδη φύση των δράσεων αυτών με βάση τα χαρακτηριστικά του παιχνιδιού, πάντα όπως τα ξεχώρισε ο Huizinga. Έτσι, μέσω του παιχνιδιού τους, τα μέλη των ομάδων αυτών καταφέρνουν να υποδείξουν δύο βασικές παραμέτρους σχετικά με τη ζωή στην πόλη. Τις άπειρες ευκαιρίες που εν δυνάμει φέρει ο υλικός χώρος και, ταυτόχρονα, έναν διαφορετικό τρόπο αντίληψης της ζωής μέσα σε μία συνεχώς μεταβαλλόμενη πόλη. Υπενθυμίζουν, δηλαδή, τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος θα έπρεπε να κινείται και να ζει: παίζοντας! :)

ABSTRACT This paper is primarily concerned with urban practices, performed by groups, which promote the creativity in urban space and revolve around unconventional uses of conventional, everyday urban structures. This is achieved through procedures of personal pleasure and feelings of freedom. The actions which are presented here are these of graffiti, parkour and skateboarding. The analysis is based on the term of play as well its position in the modern society. The aim of this work is eventually to reveal the playful characteristics of these actions, since the people practicing them seems as if they play with the constructed environment of the city. In the first part, it is made clear the nature of play and its significance as a cultural phenomenon. Main source is the book written by Johan Huizinga “Homo Ludens: A Study of the Play Element in Culture”. The first chapter concentrates on the different characteristics of the play (voluntary activity, accomplished with seriousness in a limited space and time, and it has no connection with any physical necessity). In the second chapter there is a brief historical retrospect. The aim is to explain the main statement of Huizinga, that the civilization appears in a form of play. At the end, play is presented as it is perceived nowadays. The second part of this paper analyses the city. The basic ratiocination which is followed here reveals the two-pronged nature of the city. From the one hand, there is the social space, produced by the human relationships and actions, and from the other, the constructed space, the one of the materiality. The second one, on 62

which the current work focuses, is going to be analysed according to the principles which Demetrios Fatouros suggests. These are the double-identity, continue-non-continue, and movement. In any case, the final experience is derived from the sum of both social and material space. In the third part, each group is presented through its brief history and its way of acting in the city. The important issue here is nothing else but the dialog which is developed between the members of graffiti, parkour and skateboarding communities and their structured surrounding. People being involved with these practices perceive their environment in a totally different way. The writer search for surfaces in order to place his tag, the traceur locates areas where variable heights can be found and the skater focuses on elements of city, seen as obstacles that have to be overpassed with the skateboard. This is the way in which city is transformed into an extended playground. Finally, the general playful aspects of these actions are revealed with the help of play characteristic as formed by Huizinga. At the end writers, traceurs and skaters show to the rest of the citizens not only the unlimited possibilities the constructed environment can be used but also how one should live a life in the city: Playing! :)


ΠΗΓΕΣ Βιβλιογραφία

Δημήτριος Γερμανός, “Χώρος και Διαδικασίες Αγωγής, η Παιδαγωγική Ποιότητα του Χώρου”,εκδ. Gutenberg,1998 Δημήτρης Φατούρος, “Ένα Συντακτικό της Αρχιτεκτονικής Σύνθεσης” εκδ. Επίκεντρο, 2006 Ιουλία κ Ιωσήφ Στεφάνου, “Περιγραφή της εικόνας της Πόλης”, εκδ. Ε.Μ.Π., 1999 Henry Lefebvre, “Δικαίωμα στην Πόλη”, μετάφραση: Πάνος Τουρνικιώτης- Κλωντ Λωραν, εκδ. Κουκίδα, 2007 Henry Lefebvre, “The Production of Space”, μετάφραση: Donald Nicholson-Smith, εκδ. Black Well, 2007 Italo Calvino, “Οι Αόρατες Πόλεις”, μετάφραση: Ανταίος Χρυσοστομίδης, εκδ. Καστανιώτη, 2004 Johan Huizinga, “Ο Άνθρωπος και το Παιχνίδι (HomoLudens)”, μετάφραση: Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος – Στέφανος Ροζάνης εκδ. γνώση, 2010 International Situationist, “Το Ξεπέρασμα της Τέχνης: ανθολογία κείμενων της Καταστιακής Διεθνούς”, μετάφραση κ επιμέλεια κειμένων: Γιάννης Δ. Ιωαννίδης, εκδ. ύψιλον/βιβλία, 1999 Kevin Lynch, “The Image of the City”, εκδ. The M.I.T. Press, Massachusetts 1960 Michel de Certeau, “Επινοώντας την Καθημερινή Πρακτική: η πολύτροπη τέχνη του πράττειν”, μετάφραση: Κική Καψαμπέλη, εκδ. Σμίλη, 2010 Richard Sennett,”Flesh and Stone – The Body and the City in Western Civilization”, εκδ. W. W. Norton&Company, 1994 Richard Sennett, “Η τυραννία της οικειότητας”, μετάφραση: Γιώργος Μέρτικας, εκδ. Νεφέλη, 1999 Robert Pirsig, “Το Ζεν και η Τέχνη της Συντήρησης της Μοτοσικλέτας”, μετάφραση: Ρένα Καρακατσάνη, εκδ. Κάκτος, 1990 Rudolf Arnheim, “Η Δύναμη της Αρχιτεκτονικής Μορφής”, μετάφραση: Ιάκωβος Ποταμιάνος, εκδ. UniverityStudioPress, 2003 Susan A. Phillips, “Wallbangin’: graffit Iaind gangs in L.A. “, εκδ. TheUniversity of Chicago Press, 1999

Διαλέξεις- Φοιτητικές Εργασίες

Κωνσταντίνος Αβραμίδης, “Graffiti Υποκουλτούρα: η σημασία του χώρου στο δρόμο προς τη φήμη”, διπλωματική εργασία στα πλαίσια του Δ.Π.Μ.Σ. Αρχιτεκτονική – Σχεδιασμός Χώρου: Σχεδιασμός – Χώρος – Πολιτισμός, Ε.Μ.Π., Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, επιβλέπουσα καθηγήτρια: Ελένη Καλαφάτη, Νοέμβριος 2009 Μαρία Πιτσιλαδή, “Parkour_Μία Δυνητική Διαδρομή στην Πόλη” ερευνητική εργασία, Ε.Μ.Π., Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, επιβλέπων καθηγητής: Δημήτρης Παπαλεξόπουλος, Ιούλιος 2008 Σταύρος Γεωργέλης, “Το Παρκούρ, ο Χώρος, το Σώμα και η Πόλη”, διπλωματική εργασία στα πλαίσια του Δ.Π.Μ.Σ. Αρχιτεκτονική – Σχεδιασμός Χώρου: Σχεδιασμός – Χώρος – Πολιτισμός, Ε.Μ.Π., Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, επιβλέπων καθηγητής: Σταύρος Σταυρίδης, Νοέμβριος 2008 Robert Mitchell Finch II, “The Pla(y)ces of Parkour: Ontological Perspective on Space and Place in the Study of Parkour”, 2012

“Construction of Urban Space”, Ray Hutchison (επιμελητής),εκδ. JAIPress, 2000

Ντοκιμαντέρ/Φιλμογραφία / Οπτικοακουστικό Υλικό

“Ζωντανοί Μες Το Τσιμέντο”, σκηνοθέτης: Γιώργος Γκουνέζος, 2014 “Alter Ego”, σκηνοθέτης: Daniel Thouw, 2008 “BanlieueB13”, σκηνοθέτης: Pierre Morel, 2004 “Bomb It”, σκηνοθέτης: Jon Reiss, 2007 “Bones Brigade: An Autobiography”, σκηνοθέτης: Stacy Peralta, 2012 “Derive ‘urban exploration app”, διαφημιστικό σποτ,https://www. youtube.com/watch?v=4kTukct98vA “Dogtown and Z-Boys”, σκηνοθέτης: Stacy Peralta, 2001 “Jump London”, σκηνοθέτης: Mike Christie, 2003 “My Playground”, σκηνοθέτης: Kaspar Astrup Schröder, 2009 “Rush Hour”, διαφημιστικό σποτ, BBC, 2006 “Style Wars”, σκηνοθέτης: Tony Silver, 1983 “This Ain’t California”, σκηνοθέτης: Marten Persiel, 2012 “Thrasher magazine”, YouTube Channel “Yamakasi Founders”, ερασιτεχνικό βίντεο, https://www.youtube.com/ watch?v=li3Wd_2_Y-4

Ιστιότοπος / Blog

“Θεωρία Παιγνίων”: https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%98%CE%B5%C F%89%CF%81%CE%AF%CE%B1_%CF%80%CE%B1%CE%B9%CE%B3%CE %BD%CE%AF%CF%89%CE%BD “A Brief History of Skateboarding”: http://skateboard.about.com/cs/ boardscience/a/brief_history.htm “Discursive Learning”: http://discursive-learning.blogspot.gr/2007/02/game-vs-play.html “Game Studies”: http://www.gamestudies.org/0301/walther/ “Philosophies in Parkour”:http://www.parkour-dubai.com/tag/ parkour-theory/ “TheSpot.gr”:http://www.thespot.gr/skate/spots “This graffiti artist’s ‘experiment’ with the authorities escalated hilariously”: http://mashable.com/2015/07/01/graffiti-artistexperiment/#hIdYpLas45qg

Άρθρα

Αλέξης Γαγλίας, “Παρκούρ: Πίσω από το στερεότυπο των επικίνδυνων σάλτων από ταράτσα σε ταράτσα” The Huffington Post, Greece, http://www.huffingtonpost.gr/2015/09/24/life-parkour_n_8189918. html, 2015 Ηλίας Μαρμαράς, Δάφνη Δραγώνα, “Αφιέρωμα _ Το Παιχνίδι ως Ανατροπή”, περιοδικό “κοντέινερ”, τεύχος 12, Δεκέμβριος 2010 Iain Borden, “Another Beach: Skateboarding and the Performative Critique of Architecture”, συμπεριλαμβάνεται στο “Skateboarding, Space and the City”, εκδ. Berg, 2001 Iain Borden, ”Body Architecture: Skateboarding and the Creation of Super-Architectural Space”, συμπεριλαμβάνεται στο “Occupying Architecture: Between the Architect and the User”, Jonathan Hill (επιμελητής), Routledge, 1998 Iain Borden, ”Speakingthe City: Skateboarding Subculture and Recompositions of the Urban Realm”, συμπεριλαμβάνεται στο

63


Go out and play...στα Αηδονάκια...!



Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.