Megastructure: Volumes Floating In Space

Page 1

ꌃ쐃 넃촃섃뼃숃   騃넃쌃뤃 밃갃쐃 뜃숃





Ερευνητική διπλωματική εργασία

Σταύρος-Γρηγόριος Κασιμάτης-Βουτυράς Επιβλέπων: Αναστάσιος Τέλλιος

Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Ιούνιος 2018



Ευχαριστώ θερμά τον καθηγητή μου, Αναστάσιο Τέλλιο, και την Ελένη, η συμβολή των οποίων υπήρξε καθοριστική για την εξέλιξη της εργασίας.


Περιεχόμενα Μέρος Α’ Αντί Προλόγου ...9 Η Κριση του Μοντερνισμού και η συζήτηση για τα Megastructure την δεκαετία του 1960 ...13 Megastructures definition timeline ...28 Superstudio: www.supersurface.com ...31 Οι βασικές πράξεις της αρχιτεκτονικής ...37

Plug-in City: μανιφέστο για την ιδέα του plug-in ...47 Εικόνα, κατανόηση της δομής και συνεχής αλλαγή της ζωντανής πόλης ...53 Τεχνολογία, κρυμμένη παράδοση και βιολογικές μεταφορές: η ιδέα plug-in από τους Ιάπωνες Μεταβολιστές ...56 Ουτοπισμός ή ριζική κοινωνική αλλάγη ... 58 Κινητικότητα και εξατομίκευση ...59

Μεταβολιστές ...63 Η Κυβερνητική του Fun Palace – Cedric Price ...71 Οι βασικές τυπολογίες των Megastructures και η αποτυχία τους ως αστικά προτότυπα ...85 Αποτυχία και πτώση (Fail n’ Fall) ...101

Η Ενιαία αστικοποίηση του Constant Nieuwenhuys ...107


Περιεχόμενα Μέρος Β’ 119... Ανάγκη για μια Αρχιτεκτονική που προκαταβάλει 123... Έννοιες και θεωρίες για Χωρικές Αφηγήσεις 124... Προσαρμοστικότητα 125... Ορισμός ευέλικτων και προσαρμόσιμων χώρων 129... Προσαρμοστικοί χώροι: χαρακτηριστικά και αρχές 131... Χωρική άρθρωση 132... Χωρική Αναδιάταξη

133... Ορίζοντας την αλληλεπίδραση στην αρχιτεκτονική 138... Εννοιολογικός χώρος διαβίωσης με χαρακτηριστικά πρόληψης 139... Σχεδιασμός ενός προσαρμοστικού, μινιμαλιστικού χώρου δράσης 143... Ενεργοποίηση της Προγνωστικής Χωρητικότητας 145... Δημιουργικοί και αισθητικοί στόχοι 147... Μελλοντική εργασία 151... Αντι επιλόγου

156... Βιβλιογραφία


Μέρος Α’


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Αντί Προλόγου Η δεκαετία του 1960 αποτέλεσε μία περίοδο, οπότε και επήλθαν πολλές ριζοσπαστικές αλλαγές: ο Ψυχρός Πόλεμος, ο αγώνας για κυριαρχία στο διάστημα, οι σπόροι της κοινωνικής εξέγερσης των φοιτητών, η μεταπολεμική οικονομική ευημερία (με πρωτοφανή αστική ανάπτυξη, τη λεγόμενη

«Πράσινη

Επανάσταση»)

και

η

δημογραφική

έκρηξη,

ακολουθούμενη από σοβαρή αστική και περιβαλλοντική κρίση. Όλοι αυτοί οι κοινωνικο-πολιτιστικοί παράγοντες, οι ευκαιρίες και οι προκλήσεις που σχετίζονται με την ταχεία αλλαγή της εποχής, προώθησαν το σχεδιασμό των θεαματικών, νέων ουτοπικών πόλεων και της μέγα-αρχιτεκτονικής που θεωρούνταν αστικά πρωτότυπα για τη μετάβαση σε μία νέα εποχή. Τα όρια των αρχών σχεδιασμού και των αστικών μεθοδολογιών που αναπτύχθηκαν από το Μοντέρνο Κίνημα κατά τη δεκαετία του 1920 και έγιναν αποδεκτές σε όλο τον κόσμο μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οδήγησαν σε εποχιακές αποτυχίες έργων αστικής ανανέωσης. Η θεωρία των συγκεκριμένων αρχών αναπτύχθηκε από τη δεκαετία του 1950, τόσο στις ευρωπαϊκές όσο και στις αμερικανικές πόλεις, από πολλές εκδόσεις της εποχής και αποτυπώθηκε ιδιαίτερα στο διάσημο δοκίμιο της Jane Jacobs του 1961 «Ο θάνατος και η ζωή των μεγάλων αμερικανικών πόλεων». Το Μοντέρνο Κίνημα αντιστοιχίζει την «ιδανική» πόλη με τη «λειτουργική» πόλη και διατείνεται ότι ο καλός πολεοδομικός σχεδιασμός θα μπορούσε να έχει δημιουργήσει «καλή» αρχιτεκτονική μέσω ενός «εργαλείου», που ονομάζεται ”zoning”. Η κρίση αυτής της θεωρητικής προσέγγισης στα

9


Megastuctures: Volumes Floating In Space

μεταπολεμικά χρόνια, ώθησε τους αρχιτέκτονες να απέχουν από την ορθολογιστική σχεδιαστική μεθοδολογία και να επιδιώξουν την επίλυση αυτού του αδιεξόδου με την αναζήτηση μιας διαφορετικού τύπου και «λεξιλογίου» εφεύρεσης, προωθώντας, όπως τόνισε ο ιταλός κριτικός Argan1, "την τεχνολογική έκρηξη της σύγχρονης αρχιτεκτονικής" (the technological boom of contemporary architecture). Αυτή η κατάσταση λειτούργησε ως καταλύτης για τις αρχιτεκτονικές προτάσεις, η φύση των οποίων ήταν αντίθετη με το ορθολογιστικό πρόγραμμα διάσπαρτων αρχιτεκτονημάτων στην πόλη και, σε αντίθεση με αυτή την προσέγγιση, προωθούσε το σχεδιασμό τεράστιων δομών, υπερανθρωπίνου μεγέθους και πολύπλοκης εσωτερικής οργάνωσης, όπως αυτή μια μικρής πόλης. Μία από τις πιο ριζοσπαστικές και δημοφιλείς τάσεις αρχιτεκτονικής και αστικής σχεδίασης, κατά τις αρχές της δεκαετίας του 1960, ήταν η ανάπτυξη των αποκαλούμενων «μέγα-δομών (mega-structures)», που δημιούργησαν ορισμένες αστικές ουτοπίες και αρχιτεκτονικά πρωτότυπα βασισμένα, ουσιαστικά, στην τυφλή εμπιστοσύνη στη δύναμη της μοντέρνας τεχνολογίας. Τα megastructures, θεωρήθηκαν ως ο βασικός παράγοντας για τη δημιουργία ενός αποτελεσματικού αστικού μοντέλου που συνδέεται και ενσωματώνεται, με τη δημιουργική διαδικασία για το σχεδιασμό και την ανάπτυξή του, τόσο στον αρχιτεκτονικό όσο και στον αστικό σχεδιασμό. Βεβαίως, αυτές οι τεχνολογικά προηγμένες μέγα-δομές θεωρήθηκαν από τους σχεδιαστές τους ως ένα είδος «πανάκειας» στο πρόβλημα της χαοτικής ανάπτυξης της πόλης

G.C. Argan, L’Arte Moderna 1770-1970 (Modern Art 1770-1970), 1st ed., Sansoni Editore, Milano, 1981, pp. 609-612. 1

10


Megastuctures: Volumes Floating In Space

κατά τη διάρκεια της δεκαετίας. Θεωρήθηκαν, μάλιστα, ως η λύση στην έλλειψη χαρακτήρα της μεταπολεμικής βιομηχανικής πόλης και ένα αποτελεσματικό εργαλείο για το σχεδιασμό ενός καινοτόμου αστικού τοπίου, που ανταποκρίνεται περισσότερο στις ανάγκες μιας σύγχρονης βιομηχανικής, μαζικής και καταναλωτικής κοινωνίας. Η επιτυχία αυτών των αστικών πρωτοτύπων οφειλόταν στη σημασία της κοινωνικής και τεχνολογικής επανάστασης, που ξέσπασε εκείνα τα χρόνια, η οποία προώθησε την εκτεταμένη επέκταση των μεγάλων αστικών υποδομών (αυτοκινητόδρομοι, εργοστάσια, αποβάθρες κλπ) και φουτουριστικών προτάσεων στην αρχιτεκτονική. Τόνισαν, επίσης, τον ρόλο των μαζικών μεταφορών και την ανάγκη καινοτόμων αστικών μηχανικών δομών. Αυτά τα αστικά πρότυπα παρουσιάστηκαν ως μια λύση κατάλληλη για την υπέρβαση των ορίων της συμβατικής πολεοδομικής προσέγγισης, λόγω του υπερβολικού κατακερματισμού της γης, δίνοντας την ψευδαίσθηση ότι είναι σε θέση να ελέγχουν και να προγραμματίζουν την ανάπτυξη της πόλης, ενώ παράλληλα ανταποκρίνονται στις μελλοντικές της ανάγκες, χάρη στην επεκτασιμότητα και την μεταβλητότητα που ενυπάρχουν στην ίδια τη φύση των γιγαντιαίων πλαισίων.

11


Megastuctures: Volumes Floating In Space

12


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Η κρίση του μοντερνισμού και η συζήτηση για τα Megastructures στη δεκαετία του 1960 Στα τέλη της δεκαετίας του '50, η αποτυχία της μεθοδολογίας σχεδίασμού που ανέπτυξαν οι Δάσκαλοι του Μοντέρνου Κινήματος, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930 οδήγησε στον πειραματισμό, με νέες αρχιτεκτονικές θεωρίες (όπως ο «Στρουκτουραλισμός», η «Περιφερειοποίηση» και οι «Θεωρίες των Συστημάτων»), οι οποίες απέρριψαν την ορθολογική προσέγγιση και τις βασικές προδιαγραφές του Διεθνούς Στυλ2. Οι λόγοι που οδήγησαν σε έντονη κριτική των θεωρίων που προώθησαν οι Δάσκαλοι του Διεθνούς Στυλ, πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, συνοψίστηκαν σαφώς από τον αρχιτεκτονικό ιστορικό Spiro Kostof: «Η εγκυρότητα αυτών των δοκιμασμένων, διεθνών (μοντερνιστικών) λύσεων για το βασικό ζήτημα της διαβίωσης στις πόλεις είναι υπό αμφισβήτηση από επαγγελματίες του χώρου και μη. Η φρέσκια παρατήρηση από τους κοινωνικούς σχεδιαστές, ειδικά στον τομέα των δημόσιων κατοικιών, έδειξε αδιαμφισβήτητα (...) ότι οι χρήστες ήταν δυσαρεστημένοι με αυτό που οι αρχιτέκτονες θεωρούσαν υποδειγματικό, αναγκαίο και εν τέλει τους επέβαλαν. Στο εσωτερικό, οι νεότεροι οπαδοί της μοντερνιστικής γραμμής πίεζαν για μεταρρυθμίσεις. Επέβαλαν την καθολική στάση των Δασκάλων και την προσκόλλησή τους στην παντογνωσία. (...) Ο συνολικός σχεδιασμός είχε

J. Ockman, Architectural Culture: 1943-1968, Columbia Books of Architecture/Rizzoli, New York, 1993, p. 8. 2

13


Megastuctures: Volumes Floating In Space

αποδειχθεί δυσάρεστος. Η κλήση τώρα ήταν για ποικιλία, ευελιξία ή τουλάχιστον για την αρχιτεκτονική όψη του αυθορμητισμού».3 Ενώ το Μοντέρνο Κίνημα εντόπιζε την ιδανική πόλη με το μοντέλο της πόλης που σχεδιάστηκε σύμφωνα με μια ορθολογική και λειτουργική σχεδιαστική διαδικασία, οδηγούμενη από το θεμελιώδες μέσο της χωροταξίας, η κρίση αυτής της θεωρητικής προσέγγισης, που παρατηρήθηκε στην προφανή αποτυχία πολλών έργων αστικής ανανέωσης, και η εκκαθάριση των παραγκουπόλεων στα μεταπολεμικά χρόνια, ώθησε τους αρχιτέκτονες να αναζητήσουν μια εναλλακτική μορφή αισθητικής και σχεδιασμού. Η οικονομική άνθηση και η άνευ προηγουμένου ανάπτυξη της τεχνολογίας, εκείνα τα χρόνια, ώθησαν τους αρχιτέκτονες και τους σχεδιαστές να συλλάβουν προτάσεις των οποίων η φύση ήταν σε αντίθεση με το τυπικό πρόγραμμα ορθολογικής δημιουργίας απλών γεωμετριών και διάλυσης της αρχιτεκτονικής σε μεγαλύτερο αστικό πλέγμα. Από την άλλη, ενθάρρυναν μεγάλες δομές και χώρους, με μια πολύπλοκη εσωτερική οργάνωση εφάμιλλη ενός αστικού matrix. Συνέπεια των πιο ριζοσπαστικών και δημοκρατικών τάσεων, στις αρχές της δεκαετίας του '60, ήταν η ανάπτυξη των λεγόμενων «μέγαδομων (megastructures)», ενός είδους γιγαντιαίων αρχιτεκτονικών πρωτοτύπων, που χτίστηκαν χάρη στη σύγχρονη τεχνολογία από διαφορετικούς τομείς και θεωρήθηκαν ως καινοτόμα αστικά μοντέλα. Συνδύαζαν και ενσωματώναν την αρχιτεκτονική και τον πολεοδομικό σχεδιασμό, δημιουργώντας ένα νέο αστικό τοπίο, που προανήγγειλε μια S. Kostof, A History of Architecture: Settings and Rituals, Oxford University Press, Oxford, 1985, pp. 743-745, 746-747. 3

14


Megastuctures: Volumes Floating In Space

πιθανή και αποτελεσματική λύση στο πρόβλημα της «έκρηξης» των μητροπόλεων, εκείνης της εποχής. Στο "Urban Structures for the Future", ένα βιβλίο που δημοσιεύθηκε το 1970 ως ανθολογία που αποσκοπούσε στη συλλογή πολλών παραδειγμάτων και μοντέλων των megastructures που αναπτύχθηκαν την προηγούμενη δεκαετία, ο Dahinden 4 περιέγραψε την «αστική κρίση» της δεκαετίας του 1960, ως συνέπεια πολλών παραγόντων που συνδέoνται βασικά με την έλλειψη ευελιξίας των αστικών σχημάτων των σύγχρονων πόλεων, που δεν κατάφεραν να αντεπεξέλθουν στη δυναμική κοινωνία της εποχής, συντεθημένη από έναν πληθυσμό «αστικών νομάδων». Υπογράμμισε ότι το πρόβλημα που προκάλεσε η συγκέντρωση του πληθυσμού στις μεγάλες μητροπολιτικές πόλεις ήταν η συνέπεια της αστικής εξάπλωσης, που προωθήθηκε από τη δυναμική της αλλαγής στη σύγχρονη κοινωνία και οικονομία. Ύστερα πρότεινε ότι θα ήταν δυνατόν να ελεγχθεί με τη χρήση των «μεγαδομών» και τη δημιουργία μιας συμπαγούς, «πυκνής» πόλης, που θα μπορούσε να συγκεντρώσει σε ένα οργανικό πλαίσιο τις διάφορες κοινωνικές ομάδες και δραστηριότητες, ενσωματώνοντας μαζί την αστική δομή και τις δημόσιες και ιδιωτικές δραστηριότητες της κοινωνίας. Επίσης, όπως σημειώνεται από άλλους μελετητές, η χρήση τους, έπληξε τη σημασία της κοινωνικής και τεχνολογικής επανάστασης της περιόδου που προωθούσε τις φουτουριστικές προτάσεις στην αρχιτεκτονική, δίνοντας έμφαση στο ρόλο των μαζικών μεταφορών και των καινοτόμων αστικών δομών, όπως τα megastructures, οι οποίες παρουσιάζονταν ως κατάλληλη λύση για την υπέρβαση των ορίων στον πολεοδομικό σχεδιασμό, λόγω του 4

J. Dahinden, Urban Structures for the Future, Praeger Publisher, London, 1970, pp. 8, 11, 16.

15


Megastuctures: Volumes Floating In Space

υπερβολικού κατακερματισμού της αστικής γης, της δυνατότητας τους να ελέγξουν την ανάπτυξη της πόλης και να ανταποκριθούν στις μελλοντικές ανάγκες της, χάρη στην επεκτασιμότητα και την δυνατότητα μεταβολής τους. Αν και τα έργα που διαδόθηκαν σε όλο τον κόσμο έδειξαν έναν κάπως προφανή ουτοπικό χαρακτήρα στην εξημέρωση των φουτουριστικών μορφών, πράγματι ήταν ευαίσθητα στο πεδίο των βαθιών μεταβολών που σημειώθηκαν στους τομείς της κοινωνίας, της οικονομίας και των πολιτιστικών αξιών της εποχής, καθώς και στη διάδοση νέων θεωριών και ερευνών σε νέους επιστημονικούς κλάδους. Από τις αρχές του 20ου αιώνα, ο πολεοδομικός σχεδιασμός έφθασε σε ένα ακόμη επίπεδο πολυπλοκότητας καθώς οι νέοι κλάδοι όπως η κοινωνιολογία, η γεωγραφία και η οικονομία επηρέασαν άμεσα ή έμμεσα τη μεθοδολογία της έρευνας που απαιτούσε νέες ικανότητες και εργαλεία. Περιγράφοντας την ανάπτυξη των θεωριών πολεοδομικού σχεδιασμού στην Ευρώπη μεταξύ του 18ου και του 20ού αιώνα, ο αρχιτέκτονας Benedetto Gravagnuolo σημείωσε, ότι μετά το πρώτο χτύπημα της αστικής μεταρρύθμισης που προωθούνταν από τους “Utopians” όπως ο Etienne Louis Boulle (1), ο Claude Nicolas Ledoux (2) και άλλοι Βρετανοί κοινωνικοί μεταρρυθμιστές, υπήρχαν τρεις κύριες τάσεις που επηρέασαν τα αστικά σχέδια των ευρωπαϊκών πόλεων στις αρχές του περασμένου αιώνα: το “Garden City Movement”, το οποίο επηρεάστηκε από τις θεωρίες του Ebenezer Howard για την αστική αποκέντρωση των υφιστάμενων πόλεων και αναφέρθηκε στη Picturesque(Γραφική) αισθητική, η τάση που πρότεινε τη συνέχεια με τον παραδοσιακό τρόπο (ευρωπαϊκής) αστικής ανάπτυξης,

16


Megastuctures: Volumes Floating In Space

χωρίς να αρνείται την αξία της αστικής προϋπάρχουσας ζωής (όπως στα έργα του Hendrik Petrus Berlage στο Άμστερνταμ και του Otto Wagner στη Βιέννη) και τέλος οι θεωρίες του Μοντέρνου Κινήματος κατά τη δεκαετία του 1920 και του 1930, οι οποίες πρότειναν την αστική αναμόρφωση των πόλεων με την πολιτική του “tabula rasa”, απορρίπτοντας απόλυτα την ιστορική τους παράδοση και εξιστορώντας την αισθητική του κόσμου της μηχανής και την τεχνολογική επανάσταση, όπως αναφέρεται στις πρώιμες θεωρίες του Eugene Henard, του Tony Garnier, των Ιταλών Φουτουριστών και πραγματοποιήθηκε από τον Le Corbusier, τον Walter Gropius και άλλους μοντερνιστές.5

B. Gravagnuolo, La progettazione urbana in Europa 1750-1960 (Town Planning in Europe 17501960), Laterza, Bari, 1991, p. 13. 5

17


Megastuctures: Volumes Floating In Space

18

1.

Cenotaph for Newton by Étienne-Louis Boullée, 1784

2.

House of the Agricultural Guards by Claude-Nicolas Ledoux, 1770


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Το διαφορετικό πολιτισμικό και συγκυριακό υπόβαθρο, δημιούργησε αναπόφευκτες διαφορές. Η βαθιά σχέση, όμως, που έδεσε τις θεωρίες των δασκάλων του μοντέρνου κινήματος ήταν, το ριζοσπαστικό πνεύμα μεταρρύθμισης πίσω από τις ιδέες τους και ο έντονος αντίκτυπος των επαναστατικών τους έργων προς επίλυση των προβλημάτων της παραδοσιακής πόλης και της σχέσης της με τη σύγχρονη εποχή της «μηχανής και της τεχνολογίας». Πράγματι, πολλές πτυχές πίσω από τη λογική που υποστήριζαν τις μεγαδομές - ως κυρίαρχη αρχιτεκτονική τάση και σχεδίαση κατά τη δεκαετία του 1960- για την επιδίωξη μιας πραγματικής λύσης στο πρόβλημα της σύγχρονης πόλης, καθώς και έναν τρόπο για τους αρχιτέκτονες να ξεπεράσουν το «αδιέξοδο» της ορθολογιστικής ιδεολογίας, της δεκαετίας του 1950, συνδέονται άμεσα με την πολιτιστική μήτρα αυτής της σύγχρονης τάσης σχεδιασμού. Από την αρχή της δεκαετίας του 1920 στο Διεθνές Συνέδριο της Σύγχρονης Αρχιτεκτονικής (CIAM) , ξεκίνησαν θεωρίες και συζητήσεις για το «ελάχιστο βιοτικό χώρο», το «ορθολογικό αστικό μπλοκ» και την «λειτουργική πόλη», των οποίων οι επαναστατικές ιδέες περιστρέφονταν κυρίως γύρω από τη βασική φιγούρα του Le Corbusier. Στο αρχικό έργο του, "Megastructures: Urban Future of the Recent Past", ο Banham6 ανέδειξε πράγματι τον Le Corbusier, ως τον ιδρυτή της τάσης της αρχιτεκτονικής των Megastructures . Το έργο που δημιούργησε αυτή τη νέα τάση ήταν το διάσημο "Plan Obus for Algiers" (3), το οποίο ο Le Corbusier σχεδίασε το 1931 και ήταν η πηγή από την οποία ξεπήδησαν R. Banham, Megastructure, Urban Future of the Recent Past, Thames and Hudson), London and New York, 1976, pp. 3-5, 44, 49, 118, 239-240. 6

19


Megastuctures: Volumes Floating In Space

πολλά άλλα σχέδια για σύνθετα αστικά έργα τα επόμενα χρόνια, φτάνοντας στην ακμή κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960. Στο έργο για το Αλγέρι, ο Banham εισήγαγε, ως πρόωρο γενικό ορισμό του megastructure, ότι είναι μια μεγάλη δομή, που αποτελείται από ένα τεράστιο πρωτεύον πλαίσιο, στο οποίο περιέχονται πολλά δευτερεύοντα εναλλάξιμα στοιχεία. Το ενδιαφέρον σημείο ήταν ότι η εμφάνιση του σχεδίου Obus για το Αλγέρι, δημιούργησε μια συνολική αδιαφορία για το αρχιτεκτονικό στυλ των αντικειμένων που εισήχθησαν μέσα στο πλαίσιο της αρχικής δομής (κατοικίες), έτσι ώστε το έργο αυτό να περιγράφει με σαφήνεια την ουσία της μεγαδομής, σαν μια βιβλιοθήκη που περιέχει μια «άπειρη» ποσότητα βιβλίων, δηλαδή, δευτερευόντων στοιχείων –μεταβλητων και εναλλαξιμων- των οποίων η σημασία και η συνάφεια ήταν ασήμαντα, σε σύγκριση με το κυρίως πλαίσιο. Η "μακρο-μορφή" του κύριου πλαισίουαναπτύχθηκε για να εξαπλωθεί στην επικράτεια της πόλης μέχρι το όριο της αστικής

περιοχής και περαιτέρω,

καλύπτοντας ολόκληρες περιοχές. Αν και ο Le Corbusier ήταν από τους πρώτους που επηρέασε την ανάπτυξη των megastructures, ο Ιάπωνας αρχιτέκτονας Maki, τότε μέλος του ιαπωνικού αρχιτεκτονικού κινήματος "Μεταβολισμός", είχε το πλεονέκτημα να διατυπώσει τον πρώτο επίσημο ορισμό της λέξης "megastructure". Στο δοκίμιο του "Notes on Collective Forms" που γράφτηκε το 1964, ο Maki7 ισχυρίστηκε ότι: «Megastructures είναι ένα μεγάλο πλαίσιο στο οποίο στεγάζονται όλές οι λειτουργίες μιας πόλης ή ενός τμήματος της. Είναι δυνατό με τη σημερινή τεχνολογία. Κατά μία έννοια, είναι ένα

F. Maki, Investigation in collective forms, in: F. Maki (Ed.), Buildings and Projects, Princeton Architectural Press, St Louis, 1997, p. 210. 7

20


Megastuctures: Volumes Floating In Space

ανθρωπογενές χαρακτηριστικό του τοπίου. Είναι σαν το μεγάλους λόφους πάνω στους οποίους χτίστηκαν οι ιταλικές πόλεις. Στην έννοια του megastructure ενυπάρχει (...) η πρόταση ότι πολλές και ποικίλες λειτουργίες μπορεί να συγκεντρωθούν ευεργετικά σε ένα μέρος. Ένα μεγάλο πλαίσιο υποδηλώνει κάποια ωφέλεια, κυρίως, συνδυάζοντας και συγκεντρώνοντας λειτουργίες ».

21


Megastuctures: Volumes Floating In Space

3a. Plan Obus for Algiers by Le Corbusier, 1931

22


Megastuctures: Volumes Floating In Space

3b. Plan Obus for Algiers by Le Corbusier, 1931

3c. Plan Obus for Algiers by Le Corbusier, 1931

23


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Άλλοι μελετητές και αρχιτέκτονες προσπάθησαν να ανιχνεύσουν τα χαρακτηριστικά των megastructure, όπως ο Ralph Wilcoxon, ο οποίος διευκρίνισε το 1968 ότι αυτή η τυπολογία ήταν διαστάσεων ενός τεραστίου κτιρίου, χτισμένου, από συναρμολογούμενες αρθρωτές μονάδες, με απεριόριστες δυνατότητες ανάπτυξης και μεγάλης διάρκειας ζωης δομικό πλαίσιο, το οποίο θα μπορούσε να διαθέτει δευτερεύοντα στοιχεία, (όπως σπίτια, μικρά κτίσματα κλπ.) που έχουν μικρότερη διαρκεια ζωής από το κύριο πλαίσιο και θα μπορούσαν να συνδεθούν ύστερα, αφού προκατασκευαστούν αλλού. Εκτός από τις εικόνες των ουτοπικών σχημάτων, που η συχνότητά τους πολλαπλαζόταν ανά τα έργα, γεμάτα με φανταστικές μορφές, που συνήθως λαμβάνονται από τον κόσμο της μυθοπλασίας, είναι δυνατόν να εντοπιστούν τρεις απλές λύσεις που έγιναν οι βασικές τυπολογικές αναφορές για τους αρχιτέκτονες και τους σχεδιαστές: ο «πύργος» που μπορεί να φτάσει σε ένα απεριόριστο ύψος, το σύστημα της «τεχνητής γης» σε ένα πλαίσιο που «αναδύεται από το έδαφος με τεράστιους πυλώνες, στους οποίους εμπεριέχονται οι υπηρεσίες, και το μοντέλο της «γραμμικής πόλης», όπως το προωθούσε ο Le Corbusier με το σχέδιο για το Αλγέρι και το "Unite", και τα δύο ικανά για απεριόριστη επέκταση, κατά μήκος του άξονα του κέντρου βαρύτητας. Μεταξύ αυτών των λύσεων, η πρώτη είχε μια μακρά παράδοση που συνδέεται με τις προτάσεις των αμερικανικών ουρανοξυστών (που είχαν ως πρόδρομους τον Luis Sullivan και τη Σχολή του Σικάγου στις ΗΠΑ και του Mies Van der Rohe στην Ευρώπη) και επηρέασε πολλά σύγχρονα έργα, όπως αυτά των ομάδων Archigram και Μεταβολιστών. Η δεύτερη λύση παρουσιάστηκε σε μερικές προτάσεις του Jona Friedman και

24


Megastuctures: Volumes Floating In Space

του Ιάπωνα αρχιτέκτονα Arata Isozaki, οι οποίες δημιουργούν επίσης ένα μπλοκ αστικών υφασμάτων που κυλούν κυριολεκτικά στο φυσικό έδαφος που καταλαμβάνουν

την

προϋπάρχουσα

πόλη.

4a. Lower Manhattan’s Highway by Paul Rudolph, 1970

Το τελευταίο ήταν αυτό που παρουσίασε περισσότερο ομοιότητα με το πρωτότυπο που ανέπτυξε ο Le Corbusier (και μπορεί να είχε περισσότερες πιθανότητες να υλοποιηθεί) και έπρεπε να ασκήσει βαθιά επιρροή σε άλλους αρχιτέκτονες, όπως έδειξε στην περίπτωση των έργων του Paul Rudolph για το Lower Manhattan’s Highway (1970) (4). Στο έργο αυτό, ο Rudolph σχεδίασε ένα τμήμα, σε σχήμα «Α», διευρύνοντας το χώρο των «δρόμωνδιαδρόμων» του αρχικού σχεδίου του Le Corbusier και μετέτρεψε το εσωτερικό των διαδρόμων σε μια μεγάλη κοινόχρηστη, κεντρική περιοχή, η οποία

επίσης

θυμίζει

προηγούμενα

διάσημα

έργα

όπως

το

25


Megastuctures: Volumes Floating In Space

"Terrassenhauser-Project Wonhberg" (1928) του Gropius και το έργο του Tange για οικιστική εγκατάσταση στον κόλπο της Βοστώνης (1959).

26


Megastuctures: Volumes Floating In Space

4b. Lower Manhattan’s Highway by Paul Rudolph, 1970

27


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Megastructures definition timeline

1964: Fumihiko Maki (architect, Pritzker Prize Award winner) To Megastructure είναι ένα μεγάλο πλαίσιο στο οποίο στεγάζονται όλες οι λειτουργίες μιας πόλης ή ενός τμήματος της και έχει πραγματοποιηθεί με τη σημερινή τεχνολογία. Κατά μία έννοια είναι ένα ανθρωπογενές χαρακτηριστικό του τοπίου.

1968: Ο Ralph Wilcoxon (College of Environmental Design, Berkeley) ορίζει ως megastructures δομές: •

Κατασκευασμένες από αρθρωτές μονάδες.

Με δυνατότητα μεγάλης ή και απεριόριστης επέκτασης.

Ή ένα δομικό πλαίσιο στο οποίο οι μικρότερες δομικές μονάδες (για παράδειγμα, δωμάτια, σπίτια ή μικρά κτίρια άλλων τύπων) μπορούν να κατασκευαστούν, ή ακόμα και να «συνδεθούν (plugged in)», αφού έχει προκατασκευαστεί αλλού.

Ή Ένα δομικό πλαίσιο που αναμένεται να έχει ωφέλιμη ζωή πολύ μεγαλύτερη από αυτή των μικρότερων μονάδων που μπορεί να υποστηρίξει.

28


Megastuctures: Volumes Floating In Space

1973: Ο Charles Jencks (cultural theorist, landscape designer, architectural historian), υποστήριξε πως: Τα megastructures στόχευαν να σχεδιάσουν (και να προβλέψουν) το μέλλον (πολλαπλές πραγματικότητες και όχι μόνο ένα) που επιτρέπει/ουν ένα επίπεδο απροσδιοριστίας και ενδυνάμωσης στο χρήστη και θα του επιτρέπουν κάθε δραστηριότητα να πραγματοποιείται κάτω από μία και μόνο στέγη/οροφή.

2005: O Dennis Sharp (architect, professor, curator, historian, author and editor) ανέφερε σχετικά: Η αρχιτεκτονική των megastructures έχει ως στόχο την κατάργηση του στατική θεωρία της λειτουργικότητας και να υποδεχτεί την κάθε κοινωνική αλλαγή επιτρέποντας την οργανική ανάπτυξη μέσω των εξελισσόμενων αναγκών της κοινωνίας.

2010s: 

Ευελιξία Υποδομών

Επανάχρηση/Ανακύκλωση

Άμεση συμπερίληψη της τεχνολογίας στην αρχιτεκτονική

Βιομιμητική αρχιτεκτονική

Γεωμορφολογικές δομές

... Εξελίσσεται

29


Megastuctures: Volumes Floating In Space

30


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Superstudio: www.supersurface.com Το βασικό μέσο άσκησης κριτικής των Superstudio έγινε το κολάζ φωτογραφιών, μέσω του οποίου έδειξαν φανταστικές αστικές δυστοπίες, στις οποίες μια δεδομένη πτυχή του Διεθνούς Στυλ του μοντερνισμού ή της τότε- σύγχρονης καταναλωτικής κουλτούρας μεταφέρθηκε στο παράλογο,αν και αναπόφευκτο, συμπέρασμα. Το αποτέλεσμα ήταν μια σειρά από φρικτές προφητείες

αστικού

σχεδιασμού,

που

έφεραν

ανακούφιση

στους

τεχνοκρατικούς στόχους της αρχιτεκτονικής, ως θεσμό. Σίγουρα το πιο διάσημο από αυτά, και αυτό που έχει γίνει έμβλημα του κινήματος της ριζοσπαστικής αρχιτεκτονικής γενικά, είναι το έργο The Continuous Monument (Το συνεχές μνημείο), του 1969 (5). Tο Continuous Monument, όπως υποδηλώνει ο τίτλος, ήταν εικονογραφημένη πρόταση για μια ενιαία κυβική δομή που μοιάζει με μία μοντερνιστική χαλύβδινη και γυάλινη εγκατάσταση, που τοποθετείται και εκτείνεται πλευρικά γύρω από το γη. Σε μιά ακολουθία μονταρισμένων εικόνων, ο «παγωμένος» μονόλιθος, επιστρωμένος σε κενό ισότροπο πλέγμα επεκτείνεται σε ολόκληρο το τοπίο και εμφανίζεται μια φορά στη Ρώμη (5c), μια άλλη φορά στην Ινδία, και αργότερα μέσα στην έρημο της αμερικανικής δύσης όσο και στο νησί του Μανχάταν (6a). Η εμβέλειά του είναι παγκόσμια και η κυριαρχία του συνόλου του, στο τοπίο, καθολική. Η σιωπηλή ομοιομορφία της δομής, με αποφασιστικότητα καταλαμβάνει κάθε κομμάτι της διαθέσιμης γης -από εγκαταλελειμμένες ερήμους, μέχρι τουριστικές τοποθεσίες και μητροπόλειςπαριστάνει τη διάδοση του σύγχρονου μοντερνου στυλ. Κατά την εξέταση της

31


Megastuctures: Volumes Floating In Space

5a. Continuous Monument by Superstudio, 1969

ομοιότητας της μαζικής παραγωγής «κουτιών» από χάλυβα και γυαλί σε συνεχώς αναδυόμενα και μεταβαλόμενα αστικά κέντρα -από τη Μπραζίλια μέχρι το Τελ Aβίβ και από το Λονδίνο μέχρι το Τόκιο- αρχιτέκτονες και κριτικοί ανησυχούν για την απώλεια των τοπικών χαρακτηριστικών και έθιμων μπροστά σε ένα τέτοιο επιβλητικό δυτικό πολιτισμό. 8 Το έργο των Superstudio πρέπει να θεωρηθεί σημαντική προσθήκη σε αυτή τη συνεχιζόμενη συνομιλία. Με το The Continuous Monument, οι

‘Discorsi per Immagini/Speaking Through Images’, in Domus 481 (December 1969), pp. 44-45; Superstudio, ‘Deserti Naturali e Artificiali’, in Casabella 358 (October 1971), pp. 18-22. 8

32


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Superstudio, φαντάστηκαν μια ειρωνική λύση για το πρόβλημα της ανθρώπινης κατοίκησης: όλα τα κτίρια θα πάψουν να υπάρχουν με αυτή την μοναδική αρχιτεκτονική πράξη στην οποία τα κτίρια -και οι δραστηριότητες που φιλοξενούνται- έφτασαν ένα επίπεδο μονoτονίας που ήταν απογοητευτικό και καθίσταντο φρικτά. Σε μια περιγραφή του για το έργο, ο Adolfo Natalini εξήγησε, «Το Continuous Monument χρησιμοποίησε αρνητική ουτοπία με κριτική πρόθεση». Η συμμετοχή των Superstudio ήταν προφανώς διδακτική: αναλύει και εξοντώνει την πειθαρχία της αρχιτεκτονικής χρησιμοποιώντας δημοφιλή μέσα εικονογράφησης. Έτσι, η αποφασιστική αναζήτηση του μοντερνισμού για την τελειότητα και την αγνότητα ήταν παρωχημένη σε υπερβολική απεικόνιση της καθαρής μνημειακότητας, υποδηλώνοντας το φρικτό μέλλον, εάν ακολουθούνταν οι αρχές του Σύγχρονου Κινήματος μέσω απολυτότητας, λογικής και αυστηρότητας. Λαμβάνοντας υπόψη την λογική των δύο μορφών και τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν για τη δημιουργία και διανομή του Continuous Monument οδηγούμαστε σε ορισμένα σημαντικά συμπεράσματα. Πρώτον, στο επίπεδο του περιεχομένου (content), οι εικόνες του δείγματος συχνά απεικονίζουν κανάλια κίνησης. Το Continuous Monument, όπως διασχίζει κατά μήκος τα απεικονιζόμενα τοπία, μιμείται συχνά και αντικατοπτρίζει μια ποικιλία από διαδρόμους, από τα αρχαία υδραγωγεία μέχρι σύγχρονους αυτοκινητοδρόμους, αποκαλύπτοντας πώς ο ίδιος ο μονόλιθος είναι περιπατητικός: ένα μνημείο σε κίνηση. Σε μία συγκεκριμένη εικόνα [5b] που εμφανίζεται στο αρχικό άρθρο του 1969 Domus και

33


Megastuctures: Volumes Floating In Space

5b. Continuous Monument by Superstudio, 1969

που αναπαράγεται σε κάθε επόμενη έκδοση, η δομή φαίνεται από μια εναέρια οπτική να ακολουθεί την καμπύλη μιας ιταλικής εθνικής οδού, να περνάει από ένα μικρό αγροτικό χωριό και να συνεχίζει σε λοφώδη τοπία. Το συνοδευτικό κείμενο αναφέρει «Ο αυτοκινητόδρομος είναι το κριτήριο της διάστασης: το πρώτο συνεχές μνημείο». Έτσι, μία από τις πρωταρχικές εμπνεύσεις για την ανορθόδοξη και γιγαντιαία αρχιτεκτονική εργασία των Superstudio είναι, αναμφισβήτητα, όχι ένα αρχιτεκτονικό αντικείμενο, αλλά μια υποδομή (infrastructure) διέλευσης που χρησιμεύει για τη σύνδεση

34


Megastuctures: Volumes Floating In Space

απομακρυσμένων τοποθεσιών. Δεν είναι επομένως ένας τόπος, αλλά ένας αγωγός που συνδέει άλλους ιστότοπους. Δεύτερον, οι εικόνες πηγής προέρχονται συχνά από carte postale ή ταξιδιωτικά φυλλάδια, υποδεικνύοντας και πάλι ένα θέμα σε διαρκή κίνηση. O θεατής θα αισθανόταν μια συναρπαστική βιασύνη για να ταξιδέψει και να γνωρίσει τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, τα εξωτικά ασιατικά κανάλια, την θέα των ουρανοξυστών της Νέας Υόρκης ή τα αρχαία αξιοθέατα της Εγγύς Ανατολής. Αν χρησιμοποιηθεί η δομή ως αρτηρία για ένα τέτοιο ταξίδι, θα ήταν δυνατό να ταξιδέψουμε από το Palazzo Pitti στην κεντρική πόλη της Φλωρεντίας, των Superstudio, στη δική τους φανταστική «Νέα Νέα Υόρκη», όπου οι ουρανοξύστες της πόλης έπρεπε να έχουν εγκαταλειφθεί και να διατηρούνται ως σημαντικά ιστορικά αντικείμενα. Όλες αυτές οι εικόνες επιλέγονται από φυλλάδια που έχουν σχεδιαστεί για να ενσταλάξουν στους θεατές μια έντονη επιθυμία να ταξιδέψουν μακριά. Η ταχυδρομική κάρτα, έχει σχεδιαστεί για ταξίδια, για να κυκλοφορεί πάνω στην γη μέσω των ταχυδρομικων υπηρεσιών. Η ίδια η φύση αυτού του μικρού αλλά άκαμπτου κομματιού χαρτιού είναι ότι δεν παραμένει σε μια θέση. Ενώ έχει σχεδιαστεί για να αντιπροσωπεύει κάποια «πρωτότυπη» τοπική μορφή, ως φωτογραφική εικόνα, η λογική της είναι περιπατητική, όπως και ο τουρίστας που την ταχυδρομεί. Ως εκ τούτου, οι Superstudio χρησιμοποιούν την carte postale και, κατ’ επέκταση τα διεθνούς αρχιτεκτονικής περιοδικά, για να αντικαταστήσει το φετιχoποιημένο και δεσμευμένο από τον τόπο αρχιτεκτονικό έργο με ένα φαινομενικό και διασπώμενο αντικείμενο που υφίσταται

σε

πολλαπλά

αντίτυπα.

35


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Τέλος,

οι

εικόνες

που

προκύπτουν

τελικά

αναπαράγονται

και

ταχυδρομούνται σε ένα διεθνές ακροατήριο, σχεδιαστών και αρχιτεκτόνων,

5c. Continuous Monument by Superstudio, 1969

ενωμένων σε ένα παγκόσμια δίκτυο επικοινωνίας. Η παραγωγή όλων αυτών των δεσμίδων χαρτιού και η αφθονία όλων αυτών των εικόνων υποστηρίζει μια εναλλακτική λειτουργία της «αρχιτεκτονικής», η οποία δεν ορίζεται από την σταθερότητα της αλλά από την ικανότητά της να επικοινωνεί. Οι Superstudio, σε αντίθεση με άλλους αρχιτέκτονες, κριτικούς και θεωρητικούς της αστικότητας της δεκαετίας του '60 και του '70, είχαν αρχίσει να αναζητούν πέρα από το κτίριο και την πόλη. ως πρωτεύοντα επιφαινόμενα μιας παγκόσμιας κουλτούρας. Πλέον καθορίζονται από τις συνδέσεις που πρέπει να γίνουν μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών και ηπείρων αντί των μοναδικών ποιοτήτων που είναι συγκεκριμένες σε κάθε τόπο. Εν ολίγοις, η ροή των πληροφοριών δεν μπορεί να βρίσκεται μέσα στα όρια των τεσσάρων

36


Megastuctures: Volumes Floating In Space

τοίχων των κτιρίων και η ανταλλαγή ιδεών δεν χρειάζεται πλέον να γίνεται σε δημόσιο τόπο. Αντίθετα, βρίσκεται η τηλεόραση, το τηλέφωνο, το ραδιόφωνο και, φυσικά, το περιοδικό (πλέον και το διαδίκτυο) που «φέρνει» πιο κοντά διαφορετικά άτομα και ιδέες. Η προσπάθεια μεταξύ των αρχιτεκτόνων, από τη δεκαετία του 1960 μέχρι σήμερα, να συμβαδίσουν με αυτή την

ενισχυμένη ροή πληροφοριών οδήγησε τον

ιστορικό

αρχιτεκτονικής, Mark Wigley, να δώσει τον όρο “network fever” (πυρετό του δικτύου) στην εμμονή τους.

Οι βασικές πράξεις της αρχιτεκτονικής Η σταδιοδρομία των Superstudio θα μπορούσε να γραφτεί ως μια σταδιακή διαδικασία της αποϋλοποίησης, κατά την οποία το ριζοσπαστικό γκρουπ αρχιτεκτόνων, εξέτασε πρώτα τους τρόπους με τους οποίους καθημερινά αντικείμενα μπορούν να χρησιμοποιηθούν προς αρχιτεκτονικούς σκοπούς.9 Στο τελευταίο στάδιο αυτής της αφήγησης, οι Superstudio ολοκλήρωσαν την καριέρα τους με μια «καθαρή» έρευνα, στην οποία υποστήριξαν μια αρχιτεκτονική πρακτική που δεν θα επικοινωνείται από κτίρια ή αντικείμενα οποιουδήποτε είδους: «Οι ενέργειες και τα τελετουργικά της καθημερινής ζωής θα ήταν όλη "η αρχιτεκτονική", η οποία η κοινωνία θα χρειαζόταν.10 Σύμφωνα με τους Superstudio, εάν η αρχιτεκτονική αποτελεί ένα μέσο με Gilles Deleuze his and Félix Guattari, A Thousand Plateaus: Capitalism and Schizophrenia, trans. by Brian Massumi (Minneapolis: University of Minnesota Press, 1987), chapter 12, ‘1227: Treatise on Nomadology - The War Machine’, pp. 351-423. 10 Lucy Lippard, Six Years: The Dematerialization of the Art Object from 1966 to 1972 (New York: Praeger, 1973). 9

37


Megastuctures: Volumes Floating In Space

το οποίο το άτομο έρχεται να συνειδητοποιήσει το δικό του «πλήρες δημιουργικό δυναμικό», τότε αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσω της

5d. Continuous Monument by Superstudio, 1969

διαμεσολάβησης κτιρίων ή αντικειμένων,αλλά με μια πιο άμεση δέσμευση με το «καθημερινό». Κανένα κτίριο ή απλό αντικείμενο ή περιοδικό αφεαυτό δε θα μπορούσε να βοηθήσει με βεβαιότητα αυτόν τον στόχο. Ίσως το πιο γνωστό παράδειγμα αρχιτεκτονικής της καθημερινής ζωής, των Superstudio, παρουσιάστηκε τόσο μέσα από φωτομοντάζ στο περιοδικό Casabella αλλά και στην ταινία μικρού μήκους με τίτλο “Supersurface: An Alternative Model for Life on Earth (Ένα εναλλακτικό μοντέλο για τη ζωή στη γη)” (6). Σε αυτή την πρόταση, εισήγαγαν ένα δικτυωμένο πλέγμα ηλεκτρικών καλωδίων που θα κάλυπτε κάθε κατοικήσιμη επιφάνεια του πλανήτη (6e). Αυτή η ιδέα υποθέτει ότι όλα τα κτίρια θα κατεδαφιστούν (είτε στο πλαίσιο του καθεστώτος ή με κάποια ανώνυμη αποκάλυψη - η αιτία έχει

38


Megastuctures: Volumes Floating In Space

μείνει ασαφής- οι κάτοικοι του κόσμου θα είναι νομάδες, που θα σταματούν όπου κι αν επιλέξουν μέσα στη διαδρομή τους για να συνδεθούν στο πλέγμα. Αυτό το δικτυωμένο πλέγμα θα παρέχει ένα νέο μεταναστευτικό ρεύμα, όπου όλες οι βασικές ανάγκες επιβίωσης, συμπεριλαμβανομένης της συντήρησης και, εάν είναι απαραίτητο της στέγασης, καλύπτονται. Καταλύματα θα δημιουργούνται από στοιχεία του τοπίου - αόρατοι θόλοι θα αναδύονται από το δίκτυο και θα περικλείουν τον περιπλανώμενο σε περίπτωση που ο καιρός είναι άσχημος. Ενώ παραμένουν συνδεδεμένοι με το πλέγμα, οι χρήστες

5e. Continuous Monument by Superstudio, 1969

μπορούν να ταξιδεύουν στον κόσμο σύμφωνα με τις επιθυμίες τους και χωρίς να εμποδίζουν οι ιδιοτροπίες τους, αφού θα αποτελούν παγκόσμιους πολίτες ενεργούς και ικανούς να επιλέξουν την ζωή τους. Όσον αφορά τη νέα αίσθηση της ελευθερίας, που το δίκτυο παρέχει, ο αφηγητής της ταινίας μικρού μήκους εκθειάζει τις αρετές από την «Nέα ανθρωπότητα, ελευθερωμένη από τις επίπλαστες ανάγκες. Μια νέα κοινωνία που δεν βασίζεται πλέον στην εργασία, ούτε στην εξουσία, ούτε στη βία, αλλά σε

39


Megastuctures: Volumes Floating In Space

αλτρουιστικές ανθρώπινες σχέσεις».

11

Ένα κοινωνικό περιβάλλον

απαλλάγμένο από απληστία, επιθυμία και άγχος, χάρη στην εξάλειψη όλων των καταναλωτικών αντικειμένων, ενώ τα άτομα θα είναι σε θέση να αφιερώνουν περισσότερο χρόνο στις διαπροσωπικές τους σχέσεις, στο φυσικό τους περιβάλλον και στο σώμα τους. Με το Supersurface, λοιπόν, οι λειτουργίες της αρχιτεκτονικής, όπως τις γνωρίζουμε, θα ήταν αφομειωμένες στο δίκτυο, θαμμένες κάτω από την επιφάνεια του τοπίου. Αυτό που θα παραμείνει ορατό είναι οι καθημερινές συνήθειες που αποτελούν τη ροή της καθημερινής ζωής. Ή όπως υποστήριξαν οι Superstudio στην τελική δήλωση τους στις “Five Fundamental Acts” (Πέντε Θεμελιώδεις Πράξεις): «Η μόνη μας αρχιτεκτονική θα είναι η ζωή μας.»12 Η δεύτερη πρόταση της ομάδας από τις «Θεμελιώδεις πράξεις (Fundamental Acts)», η εκπαίδευση, αποτελεί μια περαιτέρω προσπάθεια επεξήγησης εκ μέρους των Superstudio, για την ανάπτυξη της αισθητικής του δικτύου έτσι ώστε να ανταποδοθούν τα καθημερινά γεγονότα των αρχιτεκτονικών πράξεων της ζωής. Ένα συστατικό του αναθεωρημένου εκπαιδευτικού συστήματος τους είναι αυτό που αποκαλούσαν «ένα έργο για το καθολικό σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών». Στο πλαίσιο αυτού του προγράμματος, η εκπαίδευση θα γίνει ριζικά αποκεντρωμένη καθώς οι μαθητές δεν διδάσκονται στις αίθουσες διδασκαλίας, αλλά σε κάθε σημείο

Superstudio, Supersurface: An Alternate Model for Life on the Earth, directed by Superstudio (1972; Florence: Marchi). 12 Superstudio, Supersurface: An Alternate Model for Life on the Earth, directed by Superstudio (1972; Florence: Marchi). 11

40


Megastuctures: Volumes Floating In Space

όπου υπάρχει πρόσβαση σε υπολογιστή. Με λίγα λόγια, αυτό που προτείνουν οι Superstudio είναι ένα σύστημα αρκετά παρεμφερές στο σημερινό World Wide Web. Η πλήρης εξήγηση έχει ως εξής:

6a. Supersurface by Superstudio, 1969

Φανταστείτε πέντε ηπειρωτικά συγκροτήματα που το καθένα απαρτίζεται από έναν κεντρικό υπολογιστή, έναν υπολογιστή ανατροφοδότησης. Αυτά τα συγκροτήματα συλλέγουν όλες τις πιθανές πληροφορίες. Αυτοί είναι που συνδέονται από ένα έκτο συγκρότημα, που βρίσκεται στο φεγγάρι, εξοπλισμένο με συσκευή λήψης και μετάδοσης. Τέσσερις σταθμοί αναμετάδοσης τροχιάς καλύπτουν ολόκληρη τη γη με τις περιοχές μετάδοσης τους. Με αυτόν τον τρόπο, κάθε σημείο της επιφάνειας της γης συνδέεται με το δίκτυο των υπολογιστών. Μέσω ενός σταθμού, κάθε μεμονωμένο άτομο μπορεί να συνδεθεί στο δίκτυο που περιγράψαμε παραπάνω, και έτσι να αποκτήσει όλες τις πληροφορίες του κόσμου. Το

41


Megastuctures: Volumes Floating In Space

υποθετικό «μηχάνημα», λαμβάνει όλες τις αιτήσεις και στέλνει απαντήσεις. Αν η απάντηση δεν ικανοποιεί τον αιτούντα, μπορεί να την αρνηθεί. Το μηχάνημα από εκείνη την στιγμή θα επεξεργαστεί την απόρριψη (και την προτεινόμενη εναλλακτική λύση) στο «μυαλό» του και θα την συνδιάσει με τις παρεχόμενες πληροφορίες απο άλλα άτομα. Με αυτό τον τρόπο, το μηχάνημα παρέχει δεδομένα για την λήψη αποφάσεων, χωρίς να επηρεάζει τις ίδιες τις αποφάσεις: ο καθένας συνδέεται με όλους τους άλλους με μια

6b. Supersurface by Superstudio, 1969

μορφή αναπτυγμένης δημοκρατίας στην οποία η εκπαίδευση, ως συνεχής διαδικασία, είναι συνεπής με την ίδια τη ζωή.13

Superstudio, ‘Vita, Educazione, Ceremonia, Amore, Morte: Cinque Storie del Superstudio, 6.’ Casabella 380-81 (August-September 1973), pp. 43-52. 13

42


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Όσο αόρατη, εφήμερη και διαφανής μπορεί να φαίνεται αυτή η αρχιτεκτονική, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι εξαρτάται από μία τεράστια τεχνική υποδομή. Και πάλι, η απελευθερωτική αρχιτεκτονική των Superstudio μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο από προηγμένες τεχνολογίες που δεν είναι ακόμη διαθέσιμες –και βέβαια δεν ήταν διαθέσιμες ούτε όταν πρωτοεκφράστηκαν αυτές οι ιδέες.

6c. Supersurface by Superstudio, 1969

43


Megastuctures: Volumes Floating In Space

6d. Supersurface (as part of continuous monument) by Superstudio, 1969

44


Megastuctures: Volumes Floating In Space

6e. Supersurface by Superstudio, 1969

45


Megastuctures: Volumes Floating In Space

7. Plug-In City (Axonometric View) by Archigram, 1964

46


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Plug-In City: μανιφέστο για την ιδέα του plug-in Μέσα από τον Le Corbusier και τους Smithsons, η ποιητική της μαζικής παραγωγής βρίσκει τους διαδόχους της, ενώ το εσωστρεφές, “Plastic House of the Future” (1956) των Smithsons οδήγησε στις πρώτες επανερμηνείες του οικιακού χώρου, αυτή τη φορά ως τμήμα ενός ευρύτερου συστήματος υποδομών/δομών και των αυτόνομων εγκαταστημένων μονάδων. Η κεντρική τους εκδήλωση ήταν η Plug-in City του Peter Cook (7), η οποία συνιστά το καλύτερο παράδειγμα πρώιμων προσπαθειών της ομάδας των Archigram. Υπό την έποψη της ανάπτυξης, η Plug-in City περιέγραψε ρητά την ιδέα του plug-in σε επίπεδο αρχιτεκτονικού/αστικού σχεδιασμού, όντας ένας συνδυασμός ιδεών των μελών της ομάδας, από την περίοδο 1962-1964. Βασίστηκε

στο

πρωτότυπο

ενός

θηριώδους

megastructure

με

προσθαφαιρούμενες οικιακές μονάδες, έχοντας μεγάλο αντίκτυπο στην ανάπτυξη και διάδοση της παράδοσης των megastructures της δεκαετίας του 1960.14 Αυτό το δυναμικό megastructure, στην κλίμακα μιας ολόκληρης πόλης περιλάμβανε όλα τα βασικά χαρακτηριστικά της τεχνολογικής pop αρχιτεκτονικής, για έναν pop τρόπο ζωής που χαρακτηριζόταν από συνεχείς αλλαγές

και

ερεθίσματα,

ενθουσιασμό,

δράση,

διασκέδαση

και

αναλωσιμότητα. Το μυστικό της πιθανότητας για μόνιμη ατέλεια και τυπική απροσδιοριστία ή α-τυπικότητα, ήταν κρυμμένο στην έννοια του plug-in,

Banham, R. (1976): Megastructure: Urban Futures of the Recent Past. Thames and Hudson, London, pp. 76 14

47


Megastuctures: Volumes Floating In Space

σύμφωνα με την οποία η «ζωντανή» ή προγραμματική μονάδα που ονομάζεται κάψουλα συνδέεται στο πλαίσιο υποδομής της μεγαδομής, όταν είναι απαραίτητο ή επιθυμητό, στην λογική που λειτουργεί μια ηλεκτρική πρίζα. Αυτή η ιδέα της κατασκευής μαζικής παραγωγής διαφέρει επομένως από την παραδοσιακή ιδέα της ατελείωτης χρήσης των μαζικώς παραγόμενων, αλληλοεπικαλυπτόμενων

αρθρωτών

στοιχείων.

Δεν

είναι

πλέον

κατασκευαστικά στοιχεία ενός κτιρίου που είναι συνδεδεμένα με το δίκτυο υποδομής, αλλά ολόκληρες κατοικήσιμες μονάδες του κτιρίου/ πόλης, που αποτελεί τόσο αρχιτεκτονική όσο και πολεοδομική αρχή (8). Επιπλέον, η ιδέα του plug-in συνοδεύτηκε από την έννοια του clip-on.15 Ο Banham απεικονίζει την ιδέα του clip on με τον εξωλέμβιο κινητήρα που μπορεί να εξοπλίσει όλα τα σκάφη. Αρχικά, το concept clip-on είναι μια έννοια που σχετίζεται με τη σύνδεση της πηγής ενέργειας με τη κατοικήσιμη μονάδα, αλλά μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί κατάλληλα στην αντίστροφη περίπτωση σύνδεσης της κατοικήσιμης μονάδας στην υποδομή, που ονομάστηκε ως plug-in από τoυς Archigram. Αυτές οι έννοιες είναι συχνά αλληλένδετες σε ένα έργο, ενώ η clip-on αισθητική, εξακολουθεί να υφίσταται «πολλαπλασιασμένη με ένα άγριο, ταλαντευόμενο, pop-art όραμα». 16 Η δυαδικότητα μεταξύ των πιο μόνιμων (mega)δομών και των προσωρινά συνδεδεμένων και ανανεώσιμων κατοικήσιμων μονάδων, δηλαδή των καψουλών, είναι απόλυτα σύμφωνη με το λειτουργικό μοντέλο της 15 16

Banham, R. (1965): A Clip-on Architecture. In: Architectural Design, November 1965, pp. 534 Banham, R. (1965): A Clip-on Architecture. In: Architectural Design, November 1965, pp. 535.

48


Megastuctures: Volumes Floating In Space

καταναλωτικής κοινωνίας, αντανακλώντας τον ακόμα παρωχημένο ρόλο των αρχιτεκτόνων, τουλάχιστον στη ρύθμιση, αν όχι στο σχεδιασμό της αρχιτεκτονικής και της πόλης.

8. Plug-In City (components)

49


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Οι Archigram προσπάθησαν να συγχρονίσουν την αρχιτεκτονική με τις κορυφαίες καλλιτεχνικές, τεχνολογικές και πολιτιστικές τάσεις - ιδιαίτερα της pop κουλτούρας. Στο έργο τους "Living City" (9,10), που παρουσίασαν το 1963 στο Ινστιτούτο Μοντέρνας Τέχνης του Λονδίνου, εισήγαγαν έναν τρόπο σκέψης για τις πόλεις, που αργότερα έγινε «κανόνας»: πόλεις, που είναι κάτι περισσότερο από απλές λειτουργικές μηχανές του χώρου.

9.

10.

50

Living City (collage) by Archigram, 1963

Living City (Plan on a Card) by Archigram, 1963


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Πρόκειται για μηχανισμούς υποστήριξης ενός πολιτισμού με διαρκή αλλαγή. Η γοητεία της έκθεσης αποτέλεσε εφαλτήριο για τη μελλοντική-μακρά πορεία που διήνυσαν οι Archigram: κάτι που θα οδηγούσε στην «εξαφάνιση» της καθεστηκυίας αρχιτεκτονικής. Αυτή η αρχιτεκτονική εξαφάνιση ήταν το λογικό αποτέλεσμα του μέχρι τότε «καταπιεσμένου» στελέχους του μοντερνισμού: αυτού που ήθελε να νικήσει το μνημειώδες , συνθέτοντας κτίρια από βιομηχανικώς παραγόμενα, εναλλάξιμα και τελείως αναλώσιμα εξαρτήματα. Με αυτό τον τρόπο η αρχιτεκτονική εργασία μεταβιβάζεται από τον αρχιτέκτονα στον χρήστη. Το πλαίσιο αυτού του έργου ήταν μια διασκορπισμένη σειρά από ιδέες που αναπτύχθηκαν τη δεκαετία του 1960 σχετικά με τη φύση της ελευθερίας -χωροταξικής, δημιουργικής, καταναλωτικής και πολιτικής - που αντανακλάται στις καλές τέχνες της εποχής.17 Η πληθωρική παρουσίαση των Archigram (11), βέβαια, έκρυψε τη ριζοσπαστικότητα του επιχειρήματός τους για την αρχιτεκτονική. Σε γενικές γραμμές, η αρχιτεκτονική τους δεν δημιουργεί σταθερούς όγκους χώρων, προκειμένου να κατοικηθούν, με λιγότερο διαμορφωμένες μάζες τοιχοποιίας, αλλά παρέχει τον εξοπλισμό για «διαβίωση» και «ύπαρξη».

17

A Guide to Archigram 1961–1974 (1994). Academy Editions, London.

51


Megastuctures: Volumes Floating In Space

11. Instant city by Archigram, 1969

52


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Εικόνα, κατανόηση της δομής και συνεχής αλλαγή της ζωντανής πόλης Ο ατομικισμός και η συνειδητοποίηση της ανάγκης για ανάπτυξη εξειδικευμένων σχέσεων στην Plug-in City θα μπορούσαν να γίνουν κατανοητά ως μια δημοκρατική έκφανση μιας πόλης σε συνεχή λειτουργία, που τροφοδοτείται από το δυναμικό των κατοίκων της. Ενώ το ιδεολογικό θεμέλιο της Plug-in City, όπως παρουσιάστηκε στην έκθεση Living City, επικεντρώθηκε στον άνθρωπο, πολλοί κριτικοί εξέφρασαν αντιθέτες θέσεις στις προτάσεις των Archigram, λόγω της προφανούς «απάνθρωπης» συμπεριφοράς τους. Οι ίδιοι προσπάθησαν να εξηγήσουν καλύτερα την πρόθεσή τους, επισημαίνοντας ότι τους απασχολεί η στέγαση για τους ανθρώπους, παρόλο που χρησιμοποιούν «απόμακρες» για τον άνθρωπο απεικονίσεις (11). Η τεχνολογική κοινωνία θα ενθαρρύνει όλο και περισσότερους ανθρώπους να συν-δημιουργήσουν το ατομικό τους περιβάλλον, στο οποίο οι αρχιτέκτονες θα δημιουργούν συνθήκες απελευθέρωσης από τους περιορισμούς που παρουσιάζουν οι χαοτικές καταστάσεις στο σπίτι, στο χώρο εργασίας και σε ολόκληρο το δομημένο περιβάλλον.18 Επομένως, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι η Plug-in City, στην πραγματικότητα μοιάζει, ειρωνικά, με μια plug-in πόλη. Αυτό θα μπορούσε επίσης να είναι ένας προβληματισμός για μια σύγχρονη μεγαλούπολη καπιταλιστικής φύσης, όπως την αντιλαμβάνονται οι Archigram, με μια εντελώς δημοκρατική, ανοιχτή, στα πρόθυρα της Chalk, W. (1966): Housing as a Consumer Product. In: Cook, P. (ed.1999): Archigram. Princeton Architectural Press, New York, pp.: 16–17. 18

53


Megastuctures: Volumes Floating In Space

αναρχίας, σχεδιαστική λύση. Συμπεριλαμβάνοντας, όμως, το άτομο στο σχεδιασμό και στη «κατανάλωση» της πόλης, θα διασφάλιζαν τα απαραίτητα για τον ζωντανό παλμό της πόλης.

12. Plug In City by Archigram, 1964

Εις βάθος θεωρητικές συζητήσεις για το σχεδιασμό και την πραγματική λειτουργικότητα μιας τέτοιας πόλης, δεν υφίστανται,19 όπως επιβεβαίωσε και ο Reyner Banham όταν χαρακτήρισε τους Archigram «μικρούς στη θεωρία» αλλά «μεγάλους στη σχεδίαση και στη δεξιοτεχνία».20 Αλλά δεν ανησυχούσε πολύ για τη δυνατότητα ενός λειτουργικού megastructure Plug-in City, δεδομένου ότι η απεικόνισή του ήταν τότε πιο σημαντική για την πρόοδο της τεχνολογικής αρχιτεκτονικής. Οι Archigram δε μπόρεσαν να πούν με βεβαιότητα, εάν η Plug-in City μπορεί να γίνει πραγματικότητα και να λειτουργήσει, αλλά κατάφεραν να απεικονίσουν πως μπορεί να μοιάζει, Scott Brown, D. (1968): Little Magazines in Architecture and Urbanism. In: Journal of the American Institute of Planners, July 1968. 20 Banham, R. (1999): A comment from Reyner Banham. In: Cook, P. (ed.1999): Archigram. Princeton Architectural Press, New York, p.: 5. 19

54


Megastuctures: Volumes Floating In Space

παρέχοντας ενδεχόμενα για την αισθητική, δηλαδή πρωτίστως την εικόνα της αρχιτεκτονικής, που θα έμελλε να κατευθύνει την τεχνολογική ανάπτυξη. Ο Banham έβαλε το σύνολο των ζωντανών κυψελών και των δομών υποστήριξης των Archigram σε ένα βάθρο τεχνολογικής αρχιτεκτονικής, επαινώντας την ζωντάνια και την αμεσότητα της Plug-in City, βοηθώντας τους παρατηρητές να κατανοήσουν πώς λειτουργεί αυτός ο συνεχώς αναδυόμενος και μεταβαλλόμενος ατελής οργανισμός 21 . Οι πολύπλοκες εικόνες διαφόρων έργων δύσκολα θα μπορούσαν να επισημανθούν ως μονοδιάστατες εικόνες για μαζική κατανάλωση, λόγω των ουτοπικών ενδεχομένων και των συνθημάτων που επιζητούσαν ένα διαφορετικό μέλλον. Στην πραγματικότητα, το αντίθετο μπορεί να υποστηριχθεί. «Με την PlugIn City, βρισκόμαστε στην άκρη της πρωτοπορίας των αρχών της δεκαετίας του ‘60, με κύριο κίνητρο να μην κάνουμε την αρχιτεκτονική να συμπεριφέρεται καλύτερα, αλλά να κάνουμε την αρχιτεκτονική να αλλάξει τη ζωή μας, όπως και τα πρώιμα avant-gardes». 22 Και πάλι, η τεχνολογική λειτουργικότητα και η αισθητική της αλλαγής εξυπηρετούν κοινωνικούς στόχους.

Ο

βρετανικός

γραφικός

οπορτουνισμός

(σε

ιδανικές

μεγαδομημένες πόλεις) δεν πρέπει να συγχέεται με ένα ιδεολογικό πρόγραμμα, αφού τα κολάζ των πολύχρωμων σχεδίων που κατοικούν οι νέοι κάτοικοι του «χαλαρού» και ελκυστικού κόσμου που χαρακτηρίζεται από τον μεταβιομηχανισμό των Νέων Ουτοπίων παρέχουν μια εμπειρική λύση για την εξεύρεση όσων θα μπορούσαν να τον κατοικήσουν, καθώς και μια

21 22

Banham, R. (1965): A Clip-on Architecture. In: Architectural Design, November 1965, pp.:535. Sadler, S. (2005): Archigram: architecture without architecture. MIT Press, Cambridge (Mass.).

55


Megastuctures: Volumes Floating In Space

θεωρητική πρόταση για το ποιος θα τον κατοικήσει. 23 Από τη σημερινή εποχή, οι αλλαγές του κόσμου που προτείνουν τα megastructures των Archigram φαίνεται να είναι γεμάτες αντιφάσεις. Ωστόσο, η ατέλειωτη τεχνολογική τους αισιοδοξία επικράτησε ενάντια στη δυνατότητα κριτικής αντανάκλασης που ακολούθησε το δεύτερο μισό της δεκαετίας του εξήντα.

Τεχνολογία, κρυμμένη παράδοση και βιολογικές μεταφορές: η ιδέα plug-in από τους Ιάπωνες Μεταβολιστές Μια plug-in αρχιτεκτονική αναπτύχθηκε, επίσης, στην Ιαπωνία τη δεκαετία του 1960, αλλά με διαφορετικά κοινωνικά και ιδεολογικά θεμέλια και στόχους. H απόρριψη της ιαπωνικής πόλης και των γνωστών αρχιτεκτονικών μορφών με την απόρριψη της πολιτικής ακαμψίας και των εξ αυτής περιορισμών, καθώς η ευελιξία και προσαρμοστικότητα που ενσωματώνονται στα σχέδια αντιπροσωπεύουν μια άνευ όρων ζήτηση για την εξουσία και την αυτονομία του ατόμου. Καθώς ο Kiyonori Kikutake ανέπτυξε την θεωρία του για την υπάρχουσα -τότε- πόλη, η οποία αρνείται τον ανθυγιεινό της χαρακτήρα και καλεί το άτομο να προσαρμοστεί σε αυτόν, τόνισε το θέμα του κατασταλτικού θεσμού της παραδοσιακής πόλης και διένοιξε το πεδίο για πειράματα. Σε αυτά, κάθε άτομο θα γνώριζε την κοινότητα και θα είχε το δικό του χώρο διαβίωσης, ενώ η προσαρμογή της πόλης στην ατομική και κοινωνική ζωή θα απέρριπτε ή θα ξεπερνούσε την προβληματική, αυτή,

Banham, R. (1976): Megastructure: Urban Futures of the Recent Past. Thames and Hudson, London, pp. 101 23

56


Megastuctures: Volumes Floating In Space

κατάσταση.24 Η ομάδα Mεταβολιστών εργάστηκε συνεχώς και παράλληλα με τον μέντορα Kenzo Tange, εξετάζοντας τις έννοιες που άρχισε να αναπτύσσει, επικρίνοντας τον συντηρητισμό, συμπεριλαμβανομένου του δικού της. Ο κρίσιμος ριβιζιονισμός της λειτουργικότητας προσπάθησε να δημιουργήσει το πλαίσιο για την αρχιτεκτονική έκφραση που θα έδειχνε τη μοναδικότητα της ιαπωνικής κουλτούρας και θα τη διατηρούσε χρησιμοποιώντας τη δυτική μηχανική, τη σύγχρονη τεχνολογία και την οικονομία. Ο μεταβολισμός και το ιαπωνικό όνομά του, που σημαίνει ανακαίνιση και αναγέννηση, σχετίζονται άμεσα με τις έννοιες της μεταμόρφωσης και της μετενσάρκωσης στο Βουδισμό.25 Παρά τις ποικίλες προσεγγίσεις των Μεταβολιστών, οι Kiyonori Kikutake και Kisho Kurakawa έδωσαν μεγάλη σημασία στις φανταστικές δομές και χρησιμοποίησαν την τεχνολογία αιχμής στο έργο τους, ενώ ο Fumihiko Maki και ο Masato Otaka επικεντρώθηκαν περισσότερο σε πρακτικές και ουσιώδεις προτάσεις. Αυτό που έχουν κοινό είναι η προσέγγιση της αρχιτεκτονικής που κατασκευάζει την πόλη σαν ζωντανό οργανισμό πέρα από την παραδοσιακή αισθητική.26 Σημαντικά στοιχεία των μεταβολιστικών έργων ήταν η συνεχής αλλαγή, η δυνατότητα απεριόριστης επέκτασης και οργανικής ανάπτυξης που ελέγχεται από την τεχνολογία, η οργανωτική

Kikutake, K. (1960): Ocean City. In: Kawazoe, N., Kikutake, K., Kurokawa, N., Ohtaka, M., Maki, F. (1960): Metabolism 1960: The Proposals for New Urbanism. Bijutu Syuppan Sha, Tokyo, pp.: 7–39. 25 Wendelken, C. (2000): Putting Metabolism Back in Place. In: Williams Goldhagen, S., Legault, R. (ed.) (2000): Anxious Modernisms: Experimentation in Postwar Architecture Culture. MIT Press, Cambridge (Mass.), pp.: 279–299. 26 Kurokawa, K. (1977): Metabolism in Architecture. Studio Vista, London. 24

57


Megastuctures: Volumes Floating In Space

ευελιξία με τη συμμετοχή του κοινού, η εναλλαξιμότητα των μεμονωμένων αρχιτεκτονικών συνιστωσών με βάση τη διάρκεια ζωής τους, η προκατασκευή και η χρήση των μηχανισμών μαζικής παραγωγής, η σημασία της απελευθέρωσης της κινητικότητας και του χώρου αναψυχής, σε επίπεδο προϊόντων, σχεδίων plug-ins και πολυκυψελωτών cluster δομών.

Ουτοπισμός ή ριζική κοινωνική αλλάγη Παρόλο που οι Μεταβολιστές γνώριζαν την ουτοπική διάσταση των προτάσεων, δεν αντιλαμβανόταν ότι το έργο τους ως παραδοσιακά ουτοπικό, όπως γίνεται κατανοητό στη Δύση, καθώς οι προτάσεις τους βασίζονταν σε εφικτές τεχνικές δυνατότητες της εποχής. Ο ουτοπισμός των έργων των Μεταβολιστών αφορούσε στον επείγοντα χαρακτήρα της κοινωνικής αλλαγής. Τα αστικά έργα τους, προωθούν τα πολιτικά ιδανικά και τις κοινωνικές

φιλοδοξίες,

υιοθετώντας,

όπως

συνέβαινε

σε

πολλούς

διανοούμενους, τα κοινωνικά χαρακτηριστικά της σύγχρονης εποχής, όπως τη δημοκρατία, την ισότητα, την απελευθέρωση από τη γη και την ελεύθερη κινητικότητα. Συχνά, παραδόξως, παγιδεύτηκαν σε κλασικά ουτοπικά σχήματα ιεραρχικών οργανώσεων, κεντρικής διοίκησης και κανονισμών με τη φιλοδοξία συγχώνευσης κλασικών αντιφάσεων πόλης και χώρας, συγκέντρωσης και δημοκρατίας, τάξης και ελευθερίας, παράδοσης και νεωτερικότητας. 27 Ωστόσο, στην ιαπωνική κουλτούρα τα αντικρουόμενα

Lin, Z. (2010): Kenzo Tange and the Metabolist Movement: Urban Utopias of Modern Japan. Routledge, Abingdon, pp 73–74 27

58


Megastuctures: Volumes Floating In Space

ζεύγη δεν συνιστούν μια αφόρητη κατάσταση αλλά προσφέρουν νέες δυνατότητες. Η συνύπαρξη στην αρχιτεκτονική δε σημαίνει την επίλυση των συγκρούσεων, αλλά την ανάπτυξη ενός τρίτου χώρου που επιτρέπει την ύπαρξη συγκρούσεων, τη μία δίπλα στην άλλη, σε αρμονία, παραμένοντας διαφορετικές.

28

Ομοίως, μόνιμες μπετονένιες υποδομές ως πυρήνας

τοποθετούνται έναντι μικροσκοπικών, παροδικών και αντικαταστάσιμων plug-in προγραμμάτων κατοίκησης ή καψουλών. Καθώς η φυσική ζωή του ανθρώπου είναι παροδική, ο προγραμματισμός ή ο εξοπλισμός του ή, στην πιο ακραία περίπτωση, ολόκληρη η μονάδα plug-in κατοίκησης - που συχνά ονομάζεται κάψουλα-, είναι επίσης παροδική. Η πλατφόρμα –το megastructure- στην οποία ξετυλίγεται η ζωή, από την άλλη, είναι μόνιμη. Ωστόσο, δεδομένου ότι τίποτα δεν είναι αιώνιο στο φυσικό περιβάλλον, η υποδομή και άλλα συστατικά έχουν επίσης τη δική τους, διαφορετική διάρκεια ζωής.

Κινητικότητα και εξατομίκευση Η σύνδεση μεταξύ του plug-in concept και της κινητικότητας είναι αναμφισβήτητα μια σημαντική κατηγορία που διαφοροποιεί την ιδέα από άλλα (μόνιμα) κυψελοειδή (megastructure) συστήματα. Η εστίαση της στην ατομικότητα και την αυτάρκεια παρεμβαίνει στη δομή και στο χώρο της κοινωνίας ως ένα ιζηματογενές ιστορικό φαινόμενο, μετατρέποντάς το

28

Kurokawa, K. (1977): Metabolism in Architecture. Studio Vista, London, pp 140

59


Megastuctures: Volumes Floating In Space

αυτομάτως σε ένα χώρο συνεχώς μεταβαλλόμενων σχέσεων.29 Με βάση την ιδέα plug-in, η δυνατότητα των ελεύθερα κινητών μονάδων, για παράδειγμα των καψουλών, επιτρέπει την ύπαρξη μιας μεταβαλλόμενης κοινωνίας, έχοντας μια φυσική οργάνωση του περιβάλλοντος, ως αποτέλεσμα της ελεύθερης βούλησης των ανθρώπων. O χώρος πρέπει να χωριστεί σε ανεξάρτητα καταλύματα, όπου κάθε κάτοικος «μπορεί να αναπτύξει πλήρως την ατομικότητα του».30

13. Plug In City (time diagram) by Archigram, 1964

Foucault, M. (1967): Of Other Spaces. In: Dehaene M., De Cauter, L. (ed.) (2008): Heterotopia and the City: Public Space in a Post Civil Society. Routledge, Abingdon, pp.; 13–29. 30 Kurokawa, K. (1977): Metabolism in Architecture. Studio Vista, London, pp 79 29

60


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Χρησιμοποιώντας μια γεωμετρική προσέγγιση, η κλασική αστικοποίηση προσπάθησε να εδραιώσει την τάξη, ενώ η προσέγγιση του Μεταβολισμού στοχεύει στη δημιουργία μιας δυναμικής, ανοικτής δομής των πόλεων και των κτιρίων. Με την τελευταία, ο Kurokawa θέλει επίσης να ξεπεράσει το ρόλο της αρχιτεκτονικής ως μηχανισμού ελέγχου της κοινωνίας. «η αρχιτεκτονική δεν είναι πλέον μια συσκευή για τον έλεγχο των ανθρώπων: είναι ένας τρόπος με τον οποίο ελέγχουν την τεχνολογία και τα μηχανήματα». 31 Αυτή η άποψη είναι παράλληλη με τις προσπάθειες του Banham για την «άλλη» αρχιτεκτονική που θα κατευθύνει την τεχνολογική ανάπτυξη μέσω εννοιών-εικόνων.

32

Η πίστη βέβαια, σε μια πλήρη

συγχώνευση αρχιτεκτονικής (κάψουλα) με τον οργανισμό δεν αποκαλύπτει, εάν αυτή η ένωση είναι εντελώς άνευ όρων και αν ο άνθρωπος μπορεί να προσαρμοστεί στην κάψουλα περισσότερο από το επιθυμητό, ανοίγοντας έτσι το ζήτημα της πίστης στην καθαρότητα της τεχνολογίας. Ανεξάρτητα από τις θεωρητικές υποσχέσεις για την αυτονομία, η σχεδιαζόμενη ή ανεπτυγμένη αρχιτεκτονική plug-in είναι (μόνιμα) συνδεδεμένη με την υποδομή, συνδεδεμένη με τη δομή ή με ένα τμήμα ενός μεγαλύτερου χωροταξικού σχεδιασμού, όπου η πρακτική της κινητικότητα παραμένει συμβολική παρά τις τεχνικές συνθήκες (13).

31 32

Kurokawa, K. (1977): Metabolism in Architecture. Studio Vista, London, pp 85 Banham, R. (1965): A Clip-on Architecture. In: Architectural Design, November 1965, pp.:535

61


Megastuctures: Volumes Floating In Space

62


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Μεταβολιστές Στην Ιαπωνία, τα τολμηρά και οραματικά αστικά και αρχιτεκτονικά έργα του Μεταβολιστικού Κινήματος -μια ομάδα αρχιτεκτόνων, σχεδιαστών και πολεοδόμων- που εμπνεύστηκαν από την προηγμένη τεχνολογία της εποχής και την ιδέα της πόλης, ως μια παροδική οντότητα που μεταμορφώνεται σύμφωνα με μια οργανική διαδικασία, αντανακλούσε την ταχεία οικονομική ανάπτυξη και τη γενική μεταμόρφωση της μεταπολεμικής κοινωνίας. Το μανιφέστο τους με τίτλο "Metabolists 1960: Proposals for a New Urbanism" παρουσιάστηκε στο Παγκόσμιο Συνέδριο Σχεδιασμού που πραγματοποιήθηκε το 1960 στο Τόκιο, μια πόλη που βίωσε για τρεις φορές, μέσα σε μερικές δεκαετίες την ολική καταστροφή που προκλήθηκε από φυσικές, αλλά και ανθρώπινες ενέργειες. Από εδώ ξεπήδησε μια νέα γενιά ποιητικών, αλλά πραγματιστών στοχαστών, που ήθελαν να αναμορφώσουν το αστικό περιβάλλον της Ιαπωνίας και των πόλεων του κόσμου. Στην ουσία τους, τα αρχιτεκτονικά και αστικά έργα του μεταβολισμού ήταν ευαίσθητα στη μεταβλητότητα του χώρου και των λειτουργιών του ιαπωνικού πλαισίου της εποχής, σε αντίθεση με την αίσθηση της ακινησίας σταθερών μορφών και λειτουργιών του συμβατικού μοντερνιστικού σχεδιασμού. Τα έργα αυτά επικρίθηκαν έντονα στις αρχές της Χάρτας των Αθηνών, για τον έλεγχο του σχεδιασμού της σύγχρονης πόλης και έδωσαν θεμελιώδη έμφαση στα θέματα της τεχνητής γης, των βασικών υποδομών (όπως η κυκλοφορία και οι μεταφορές) και των λύσεων μαζικής στέγασης. Με λίγες εξαιρέσεις, οι Μεταβολιστές (ομάδα αποτελούμενη από τους

αρχιτέκτονες Kiyonori

63


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Kikutake, Kisho Kurokawa, Masato Otaka, Fumihiko Maki και τους κριτικούς και σχεδιαστές Noboru Kawazoe, Ekuan Kenji και Awazu Kyoshi) επέκτειναν τις αρχές και τη μεθοδολογία αρχιτεκτονικού σχεδιασμού και σύνθεσης, στον αστικό σχέδιασμό. Η θέα της πόλης ήταν μια σύνθετη δομή διασυνδεδεμένων συστημάτων μαζικών παραγόμενων αστικών

στοιχείων,

συναρμολογημένων

ως

οργανικά

σχήματα.

14. Helix City by Kisho Kurokawa, 1961

Πράγματι, το κύριο χαρακτηριστικό της προσεγγίσεως του σχεδιασμού του μεταβολισμού στους χώρους των πόλεων ήταν η απόρριψη της παραδοσιακής μορφής δημόσιων αστικών χώρων (πλατείες, δρόμοι, γειτονιές κλπ) υπέρ ενός εντελώς τεχνητού αστικού περιβάλλοντος μέσα στο φυσικό τοπίο, όπως φαίνεται στο "Helix City" του Kurokawa (14) και σε

64


Megastuctures: Volumes Floating In Space

πολλά έργα θαλάσσιων πόλεων του Kikutake. Στην προσπάθειά τους να εκφράσουν τη ζωτικότητα, την αισιοδοξία και το δημιουργικό πνεύμα της σύγχρονης ιαπωνικής μεταπολεμικής κοινωνίας που οδήγησε σε μια ταχεία οικονομική ανάπτυξη, οι μεταβολιστές υιοθέτησαν τις νεότερες, διαθέσιμες τεχνολογικές συσκευές και συνέλαβαν μια πόλη συνιστώμενη εξ ολοκλήρου από megastructures, που αρνούνταν οποιαδήποτε οπτική σύνδεση με το προϋπάρχον αστικό περιβάλλον, δείχνοντας αδιαφορία για το φυσικό περιβάλλον. Ο αστικός τους προγραμματισμός δε διέθετε καμία αναγνωρίσιμη ένδειξη της επίσημης τάξης της παραδοσιακής πόλης, είτε Ιαπωνικής, είτε Δυτικής. Η πίεση μιας έντονης αντιπολίτευσης, προς μνήμη της πρόσφατης ιστορίας της Ιαπωνίας, καθώς και του αστικού της περιβάλλοντος, προωθούσε πράγματι, με μια πινελιά εφευρετικότητας και απλοϊκό όραμα, μια ακραία και ριζική απομάκρυνση από την πόλη σε μια τεχνολογική (καλύτερη και αισιόδοξη), όπως και στις φωτογραφίες των επιστημονικών δημοσιεύσεων μυθοπλασίας, οι οποίες επαίνεσαν τα επιτεύγματα και τα θαύματα της σύγχρονης (μετάΧιροσίμα) ατομικής εποχής. Η φουτουριστική και αντι-παραδοσιακή συλλογή ιδεών που προτάθηκαν από τα κυριότερα μέλη του Μεταβολισμού, ήταν πραγματικά ο καθρέφτης ενός γενικότερου ενδιαφέροντος για τις δυνατότητες που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες της οικοδομικής κατασκευής που εφαρμόζονται στη δημιουργία νέων τεχνητών αστικών τοπίων. Η άνευ προηγουμένου εκτεταμένη εκμετάλλευση των φυσικών χώρων στην Ιαπωνία οδήγησε σε νέες ευκαιρίες δημιουργίας στους αρχιτέκτονες, οι οποίοι θα μπορούσαν να προκαλέσουν λιγότερες ζημιές

65


Megastuctures: Volumes Floating In Space

στους φυσικούς χώρους, χρησιμοποιώντας νέες τεχνικές που αναπτύχθηκαν στον τομέα της ωκεάνιας μηχανικής και των λιμενικών κατασκευών.

15. A Plan for Tokyo, 1960: Towards a Structural Reorganization, 1960

Η πρώτη πρόταση για μια ολοκληρωμένη αστική αναδιοργάνωση του Τόκιο, βασισμένη σε θεμελιωδεις ιδέες του μεταβολισμού, προτάθηκε από τον Kenzo Tange, ένα είδος μέντορα για την ομάδα, στο Παγκόσμιο Συνέδριο Σχεδιασμού το οποίο διεξήχθη τον Μάιο του 1960 με τίτλο: «Ένα σχέδιο για το Τόκιο, 1960 : Προς μια Διαρθρωτική Αναδιοργάνωση» (A Plan for Tokyo, 1960: Towards a Structural Reorganization) (15). Η θεωρία του διαρθρωτισμού, στην οποία αναφέρεται ο Tange, είχε τις ρίζες της στις εργασίες για την επιστήμη της γλωσσολογίας και, ακολουθώντας αυτή την αναλογία με τη γραπτή γλώσσα, προσπάθησε να καταλάβει τη βασική δομή της σύγχρονης πόλης, την οποία οραματίστηκε ως την κινητήρια δύναμη της οικονομικής ανάπτυξης και της ευημερίας, καθώς και του «ιδανικού» περιβάλλοντος για την ανθρώπινη ζωή, υπό την έποψη της κινητικότητας και

66


Megastuctures: Volumes Floating In Space

των κυκλωμάτων επικοινωνίας ως κύριας αστικής δομής, που συνδέει τις χωρικές μονάδες με μικρότερους κύκλους ζωής.33 Το κύριο χαρακτηριστικό του έργου, που αναπτύχθηκε το 1960, ήταν η απόρριψη του παραδοσιακού ακτινωτού ρυθμού αστικής ανάπτυξης, που χρονολογείται από την ίδρυση του Τόκιο και είχε προταθεί για το μεταπολεμικό σχέδιο ανασυγκρότησης της πόλης, και η αντικατάσταση αυτού του κεντρομόλου μοντέλου επέκτασης, με ένα γραμμικό μοντέλο ανάπτυξης σε όλο τον κόλπο του Τόκιο, εμπνευσμένο από την ευρωπαϊκή παράδοση της γραμμικής πόλης. Η πρόταση αφορούσε ένα σχέδιο, το οποίο αποσκοπούσε να μεταμορφώσει το Τόκιο, μέσα από ένα είδος μεταβολικής εξέλιξης, από τη μορφή ενός σχήματος αμοιβάδας σε ένα σπόνδυλο ή τον άξονα της πόλης,

34

δημιουργώντας ένα νέο πρότυπο για τη σύγχρονη πόλη, ικανό να επιτύχει μία ισορροπημένη σχέση μεταξύ μεγάλων αστικών υποδομών και μικρών αρχιτεκτονικών συμπλεγμάτων. Ο ειδικός δεσμός μεταξύ της Ιαπωνίας και των μεγαδομών έχει τεκμηριωθεί καλά από τον Reyner Banham, ο οποίος επεσήμανε ότι ο πρώτος επίσημος ορισμός αυτού του είδους της αρχιτεκτονικής προτάθηκε από τον Ιαπωνικό αρχιτέκτονα Fumihiko Maki -εκείνη την εποχή επίσης μέλος της ομάδας μεταβολιστών- καθώς και από το γεγονός ότι το ίδιο το Παγκόσμια Συνέδριο Σχεδιασμού, ήταν μια σκόπιμη προσπάθεια να παρουσιαστούν οι

K. Tange, A plan for Tokyo, 1960: Toward a structural reorganization, Shinkenchiku 36 (3) (1961) 99-101. 34 R. Pernice, The issue of Tokyo Bay’s reclaimed lands as the origin of urban utopias in modern Japanese architecture, Journal of Architecture and Planning (Transactions of AIJ-Tokyo) 613 (2007) 259-266. 33

67


Megastuctures: Volumes Floating In Space

μεγαδομές, ως μια ειδική ιαπωνική συμβολή στις σύγχρονες θεωρίες αρχιτεκτονικής που διατυπώθηκαν από τους μεταβολιστές και τον Kenzo Tange.35 Με αυτή την έννοια, ο μελετητής Robin Boyd τόνισε την ιδιαίτερη προτίμηση των Ιάπωνων αρχιτεκτόνων στα Megastructures, ως αστικές δομές κατάλληλες για τις ανάγκες της ιαπωνικής κοινωνίας της εποχής. Το ενδιαφέρον για ένα νέο είδος κτιρίων που θεωρείται ως σύμπτυξη της αρχιτεκτονικής με το αστικό περιβάλλον, που πολλοί αρχιτέκτονες στην Ιαπωνία, ειδικά τα μέλη των Μεταβολιστών, μοιράστηκαν με τη βρετανική ομάδα Archigram. 36 Ωστόσο, δε μπορεί να αμφισβητηθεί ότι πολλοί κοινωνικοί, οικονομικοί και πολιτιστικοί παράγοντες προώθησαν την εξάπλωση της ιδέας των Megastructures, σε όλη την Ιαπωνία κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950 και του 1960. Μετά από μια εποχή εκφραστικού και γλυπτικού φορμαλισμού, οι σχεδιαστές, γενικά, ασχολήθηκαν όλο και περισσότερο με την επεξεργασία συστηματικής μεθοδολογίας σχεδιασμού και συχνά της φουτουριστικής βιομηχανικής κατασκευής.37 Μεγάλα, ουτοπικά αστικά σχήματα έγιναν μοντέλα για μια αρχιτεκτονική που θεωρήθηκε ως ένα πεδίο δοκιμών για τις νέες τεχνολογίες. Megastructure, εναλλαξιμότητα, και κάψουλα προχώρησαν από απλές λέξεις-κλειδιά

στην

αρχιτεκτονική

και

στο

χτίσιμο

μιας

νέας

C. Wendelken, Putting the metabolism back in place, in: Anxious Modernist: Experimentation in Postwar Architectural Culture,Canadian Centre for Architecture, Montreal, The MIT Press, Cambridge, Massachusetts, 2000, p.281 36 R. Boyd, New Direction in Japanese Architecture, G. Braziller, New York, 1968, pp. 14-15. 37 B. Bognar, Nikken Sekkei: Building Future Japan, 1900-1990, Rizzoli International, New York, 2000, p. 50. 35

68


Megastuctures: Volumes Floating In Space

πραγματικότητας, αποδεικνύοντας ότι στην Ιαπωνία, περισσότερο από οπουδήποτε αλλού, δοκιμάζονται νέες ιδέες στο εργοτάξιο και όχι στις σελίδες περιοδικών και βιβλίων ή στις σχολές αρχιτεκτονικής». Οι διαδικασίες μεταπολεμικής ανασυγκρότησης και η οικονομική ανάπτυξη έδωσε ισχυρό ερέθισμα για την ανάπτυξη μεγάλων κατασκευαστικών εταιρειών, οι οποίες βρήκαν πολλές ευκαιρίες για περαιτέρω επέκτασή τους χάρη στο φαινόμενο της αστικοποίησης, που διεύρυνε τα προάστια όλων των κύριων ιαπωνικών μητροπόλεων και δημιούργησε εκτεταμένα και πυκνά αστικά υφάσματα. Η ανάγκη για νέες αστικές εγκαταστάσεις και υπηρεσίες προωθούσε δημόσιους διαγωνισμούς χρηματοδοτούμενους από την κυβέρνηση. Δώθηκαν πολλές ευκαιρίες για τη διάδοση των σχεδιαστικών εννοιών που αναπτύχθηκαν τόσο από τις έρευνες κατασκευαστικών εταιρείων, όσο και από ιδιώτες επαγγελματίες, ενισχύοντας την ανάπτυξη μιας ανταγωνιστικότερης κατασκευαστικής βιομηχανίας. Οι υψηλές τιμές της γης στις μεγάλες ιαπωνικές μητροπόλεις και η διάχυτη στεγαστική έλλειψη, ήταν οι κρίσιμοι παράγοντες που ενθάρρυναν τους αρχιτέκτονες και τους πολεοδόμους να αγκαλιάσουν τις αρχές των megastructures, επειδή επέτρεπαν τη συγκέντρωση ενός μεγάλου αριθμού ανθρώπων και λειτουργίων σε σχετικά μικρές περιοχές.

69


Megastuctures: Volumes Floating In Space

70


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Η Κυβερνητική του Fun Palace – Cedric Price Ο Βρετανός αρχιτέκτονας Cedric Price δημιούργησε μια μοναδική σύνθεση από ένα ευρύ φάσμα σύγχρονων, τότε, συζητήσεων και θεωριών, όπως οι αναδυόμενες θεωρίες της κυβερνοεπιστήμης, η τεχνολογία της πληροφορίας, η θεωρία των παιχνιδιών, το καταστασιακό (situationism) και το θέατρο που παράγει ένα νέο είδος αυτοσχεδιαστικής αρχιτεκτονικής για να διαπραγματευτεί τη συνεχή μετατόπιση

του πολιτιστικού τοπίου των

μεταπολεμικών χρόνων. Το Fun Palace (16) δεν ήταν ένα κτίριο με τη συμβατική έννοια του όρου, αλλά αντίθετα επρόκειτο για μια κοινωνική διαδραστική

μηχανή,

πολύ

προσαρμόσιμη

στις

μεταβαλλόμενες

πολιτισμικές και κοινωνικές συνθήκες της εποχής και του τόπου της. Αυτός ο διαρκώς μεταβαλλόμενος σχεδιασμός, για μια νέα μορφή κέντρου αναψυχής, άρχισε το 1962 ως μια συνεργασία μεταξύ του Cedric Price και της πρωτοποριακής θεατρικής παραγωγού Joan Littlewood. Η Littlewood είχε σχεδιάσει ένα νέο είδος θεάτρου, με στόχο να αφυπνήσει το υποσυνείδητο της μαζικής κουλτούρας σε μια νέα συναίσθηση. Το όραμά της -ενός δυναμικού και διαδραστικού θεάτρου- παρέχει το προγραμματικό πλαίσιο, στο οποίο ο Price θα αναπτύξει και θα τελειοποιήσει την ιδέα του, για μια διαδραστική, εκτελεστική αρχιτεκτονική, προσαρμόσιμη στις ποικίλες ανάγκες και επιθυμίες του ατόμου. Συναρμολογούν τα δικά τους παιδαγωγικά περιβάλλοντα και χώρους αναψυχής, χρησιμοποιώντας γερανούς και προκατασκευασμένες μονάδες σε μια αυτοσχεδιαστική αρχιτεκτονική, που κοινοί πολίτες θα μπορούσαν να ξεφύγουν από την

71


Megastuctures: Volumes Floating In Space

16.

Fun

17.

Fun

Palace

Palace

by

Cedric

by

Price

Cedric

(Interior

Price

perspective),

(infrastructure),

1964

1964

18. Centre George Pompidou by Renzo Piano, Richard Rogers Gianfranco Franchini, 1971

72


Megastuctures: Volumes Floating In Space

καθημερινή ρουτίνα και τη σειριακή ύπαρξη και να ξεκινήσουν ένα ταξίδι μάθησης, δημιουργικότητας και αυτοπλήρωσης. Το Fun Palace (17) ήταν μια από τις πιο καινοτόμες και δημιουργικές προτάσεις για τη αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου στη μεταπολεμική Αγγλία. Τέλος αποτέλεσε υπόδειγμα για το Κέντρο Pompidou του 1976 στο Παρίσι (18). Το Fun Palace θα προκαλούσε τον ίδιο τον ορισμό της αρχιτεκτονικής, γι 'αυτό και δεν ήταν σε καμία περίπτωση ένα συμβατικό κτίριο, αλλά μάλλον ένα είδος ικριώματος ή πλαισίου, που περικλείει μια κοινωνικά διαδραστική μηχανή -μια εικονική αρχιτεκτονική που επιτυγχάνει την συγχώνευση τέχνης και τεχνολογίας. Κατά μία έννοια, ήταν η συνειδητοποίηση της μακροχρόνιας, ανεκπλήρωτης υπόσχεσης των ισχυρίσμών του Le Corbusier για μια τεχνολογικά ενημερωμένη αρχιτεκτονική και τη «μηχανή για τη ζωή». Δεν ήταν μουσείο, ούτε σχολείο, θέατρο ή ψυχαγωγικό πάρκο, αλλά θα μπορούσε να είναι όλα αυτά ταυτόχρονα ή σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Το Fun Palace ήταν ένα περιβάλλον συνεxoύς αλληλεπίδρασης και ανταπόκρισης προς τους ανθρώπους. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960, είχε γίνει τεράστιο κοινωνικό πείραμα και αποτέλεσε cause célèbre για πολλούς διανοούμενους του Λονδίνου που είδαν σ 'αυτό το φύτρο ενός νέου τρόπου κτισίματος, σκέψης και ύπαρξης. Άνθρωποι τόσο διαφορετικοί όπως οι Buckminster Fuller, Yehudi Menuhin και Tony Benn έθεσαν εαυτούς στη διάθεση αυτού του έργου. Η αρχική ιδέα για το Fun Palace ήταν το «πνευματικό τέκνο» της avant guard θεατρικής παραγωγού, Joan Littlewood. Το διαρκές όνειρό της ήταν να δημιουργήσει ένα νέο είδος θεάτρου -όχι ως προς τα σκηνικά, τους

73


Megastuctures: Volumes Floating In Space

ερμηνευτές ή τους ακροατές, αλλά ένα θέατρο καθαρότητας και αλληλεπίδρασης- μια σύνθεση των δημόσιων κήπων του Λονδίνου, των μουσικών σκηνών και της ζωής των γειτονιών και των οδών. Οραματίστηκε την ιδανική υλοποίηση του μπρέχτ-ικου θεάτρου ως χώρου πολιτιστικού μαστορέματος, όπου οι άνθρωποι θα μπορούσαν να βιώσουν την υπέρβαση και τον μετασχηματισμό του θεάτρου, όχι ως ακροατήριο, αλλά ως παίκτες και ενεργοί συμμετέχοντες σε ένα δράμα αυτοανακάλυψης. Ήταν η κατάλληλη στιγμή, καθώς η μεταπολεμική περίοδος αποτέλεσε μια παρατεταμένη κρίση ταυτότητας για τη Βρετανία και τους Βρετανούς. Μετά το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, η βρετανική κοινωνία και η οικονομία είχαν αλλάξει δραματικά. Η Littlewood σκέφτηκε το Fun Palace, ως μια δημιουργική και εποικοδομητική έξοδο για αυτό το αναμενόμενο απροσδόκητο που προσφέρει ο ελεύθερος χρόνος. Οραματίστηκε το Fun Palace, ως έναν τρόπο να οδηγήσει το βρετανικό κοινό στην απόκτηση νέων εμπειριών και δυνατοτήτων δια βίου μάθησης και εξερεύνησης. Το 1962 συναντήθηκε με τον νεαρό αρχιτέκτονα Cedric Price, ο οποίος είχε διαχωρίσει αρκετά την θέση του από τις συμβάσεις του διεθνούς στυλ μοντερνισμού, για να «αγκαλιάσει» τις ιδέες του Buckminster Fuller, της τέχνης της Ανεξάρτητης Ομάδας, τις αναδυόμενες κυβερνητικές τεχνολογίες, την θεωρία των παιχνιδιών και των υπολογιστών. Ο Price είχε ήδη αρχίσει να δημιουργεί την φήμη, για τον εαυτό του, του αρχιτεκτονικού αποστάτη, αν και ακόμα είχε αναλάβει λίγα project. Η Littlewood εξήγησε τις ιδέες της στον Price, ο οποίος αναγνώρισε ότι η ιδέα της θα απαιτούσε ένα ριζικά νέο είδος διαδραστικής και μεταβλητής αρχιτεκτονικής,

74


Megastuctures: Volumes Floating In Space

προσαρμοσμένης στην ταχεία μετατόπιση του πολιτιστικού τοπίου της Αγγλίας τώρα αλλά και στο μέλλον. Στη συνέχεια, ανέπτυξε το δικό του σκεπτικό για το Fun Palace και περιέγραψε τα δικά του οράματα για ένα τέτοιο μέρος: «Τα παλιά συστήματα μάθησης τώρα αποσυντίθενται. Τα νέα πανεπιστήμια θα ανήκουν στον κόσμο και σε κάθε άνθρωπο. Είναι ανάγκη να επεκτείνουμε τα σύνορα του νου.. Να γνωρίζουμε πώς να επιλύουμε ένα πρόβλημα του εαυτού μας ... Η ποικιλία των δραστηριοτήτων δεν μπορεί να είναι εντελώς προβλέψιμη, καθώς προκύπτουν νέες τεχνικές και ιδέες, που θα δοκιμαστούν. Οι δομές οι ίδιες θα είναι ικανες για αλλαγή, ανανέωση και καταστροφή. Εάν υπάρξει κάποια δραστηριότητα που θα υπερκεράσει τον σκοπό της, τότε θα αλλάξει. Η κατάργηση της λέξης «επιτυχία» είναι σημαντική. Ο τόπος είναι ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο πείραμα στο οποίο η κατηγοριοποίηση των ανθρώπων σε π.χ. λαμπρούς, ανώτερους, ηλίθιους, ανιαρούς είναι ξεχασμένη. Εδώ καθένας μπορεί να ανακαλύψει στον εαυτό του νέες δεξιότητες και να αυξήσει την απόλαυση της ζωής του. Κάθε άντρας και γυναίκα έχει μια ζωή, ένα μυαλό, ένα σώμα, μοναδικό και 100% αδιάκοπο. Ο καθένας είναι ικανός για αυτό που κάποτε ονομάστηκε μεγαλοφυία.» Tην άνοιξη του 1963, ο Littlewood γνώρισε τον Gordon Pask, τον «πρύτανη των Ρομαντικών της Κυβερνητικής», ο οποίος έγινε γνωστός, ως επικεφαλής του βρετανικού ιδρύματος Cybernetics, Systems Research Ltd.38, για να τον

Joan Littlewood, Joan’s Book: Joan Littlewood’s Peculiar History as She Tells It (London: Minerva, 1995), p. 637. 38

75


Megastuctures: Volumes Floating In Space

ρωτήσει, αν θα συνεισφέρει με την εμπειρία του στο νέο τομέα των Cybernetics, στο έργο39. Αποδείχθηκε, ότι ο Pask ήταν ένας μεγάλος οπαδός του θεατρικού εργαστηρίου της Littlewood και προσέφερε την βοήθεια στο Fun Palace, σχολιάζοντας ότι γοητεύτηκε με το project, το οποίο του φαινόταν περισσότερο για αναζήτηση του αγνώστου παρά για συμβατική «διασκέδαση (Fun)»40. Πιο συγκεκριμένα, ο Pask θεωρούσε την κυβερνητική ως μια συνεχή, αμφίδρομη «συζήτηση» μεταξύ των μελών αυτών των συστημάτων. H κυβερνητική φαινόταν, ιδιαίτερα υποσχόμενη για την αρχιτεκτονική, την οποία θεωρούσε ουσιαστικά σχεδίαση συστημάτων41. Η αρχιτεκτονική, για τον Pask, έχει «μόνο νόημα ως ανθρώπινο περιβάλλον».

Συνεχώς

αλληλεπιδρά με τους κατοίκους της, εξυπηρετώντας τους αφενός και αφετέρου ελέγχοντας την συμπεριφοράς τους 42 . Μέσω του κυβερνητικού σχεδιασμού, ο αρχιτέκτονας θα μπορούσε να αναλάβει το ρόλο του κοινωνικού ελεγκτή και σταδιακά ανακατευθύνε την έρευνα του Fun Palace προς την κυβερνητική και τον κοινωνικό έλεγχο. «Ο άνθρωπος πρέπει να μάθει. Απολαμβάνει να ζει σε έναν κόσμο που του δίνει αρκετά για να μάθει, χωρίς η ποκιλία του να τον κάνει εντελώς ακατανόητο. Έτσι,

Price to Gordon Pask, June 9, 1963, Fun Palace document folio DR1995:0188:526, Cedric Price Archives. 40 Littlewood, Joan’s Book, p. 703. 41 Dr. Andrew Pickering of the Department of Sociology at the University of Illinois at Urbana-Champaign, for his insight into Pask’s concept of cybernetics as ‘‘conversation’’ (Conversation Stanley Mathews, Vancouver, April, 2005). 42 Gordon Pask, ‘‘Proposals for a Cybernetic Theatre’’ (unpublished manuscript), folio 3.11, Joan Littlewood Manuscript Collection; Michael Barker Collection, University of Texas, Austin. 39

76


Megastuctures: Volumes Floating In Space

για κάποιους σκοπούς, το περιβάλλον που απολαμβάνει ο άνθρωπος πρέπει να είναι αυτόματα προσαρμοσμένο, ώστε να ταιριάζει με τις μεταβαλλόμενες στάσεις του, ακριβώς όπως, τροποποιούμε συνεχώς την κοινή γλώσσα του λόγου μας.»43 Η αχαλίνωτη αισιοδοξία του Price για την επιστήμη και την τεχνολογία μπορεί να φανεί ανενημέρωτη και άκρως ρομαντική σήμερα. Ωστόσο, τότε, πολλοί πίστευαν σταθερά στις ατελείς δυνατότητες που υποσχέθηκε η επιστήμη και η τεχνολογία στην ανθρωπότητα. Μέχρι το 1964, οι πολλοί σύμβουλοι του Fun Palace είχαν διαμορφώσει επιτροπές για να ολοκληρώσουν το σχεδιασμό του έργου. Κάθε επιτροπή ήταν υπεύθυνη για την ανάπτυξη μιας συγκεκριμένης πτυχής του έργου, όπως η δομή, ο προγραμματισμός, η κοινωνιολογία και η κυβερνητική. Οι αρχικές σκέψεις σχετικά με το έργο συγκεντρώνονται σε ένα χειρόγραφο με τίτλο «Προτάσεις για ένα Κυβερνητικό Θέατρο», στο οποίο, ο Pask, χαρακτήρισε το θέατρο ως μεταφορά πληροφοριών και μετα-πληροφοριών, που περιλαμβάνει «ανατροφοδότηση» από το κοινό και αλληλεπίδραση μεταξύ κοινού και ηθοποιών.44 Οι γενικοί στόχοι ήταν η ανάπτυξη νέων μορφών περιβάλλοντος, ικανών να προσαρμοστούν, να ικανοποιήσουν τις πιθανώς μεταβαλλόμενες ανάγκες ενός ανθρώπινου πληθυσμού και να ενθαρρύνουν επίσης την ανθρώπινη

Price, ‘‘Notes on Cybernetic Aspects’’ (late 1963?), Fun Palace document folio DR1995:0188:526, Cedric Price Archives 44 Pask, ‘‘Proposals for a Cybernetic Theatre.’’ 43

77


Megastuctures: Volumes Floating In Space

19. Cybernetic diagram of the Fun Palace program by Gordon Pask

78


Megastuctures: Volumes Floating In Space

αισθητήρες και οι τερματικοί σταθμοί ανταπόκρισης συγκεντρώνουν και αποδίδουν προτεραιότητα στην ακατέργαστη πληροφορία σχετικά με τα ενδιαφέροντα και τις προτιμήσεις δραστηριότητας των μεμονωμένων χρηστών. Ο υπολογιστής του κτιρίου θα ανακατανείμει τότε κινητούς συμμετοχή σε διάφορες δραστηριότητες. 45 Το Fun Palace περιγράφεται, πλέον, ως συστηματικό διάγραμμα ροής (19). Οι ηλεκτρονικοί τοίχους και διάδρομους για να προσαρμόσει τη μορφή και τη διάταξη του Fun Palace σε αλλαγές χρήσης. Tο Fun Palace θα είναι σε θέση να «μάθει» τα συμπεριφορικά πρότυπα και να προκαταβάλει μελλοντικές δραστηριότητες, επεξεργαζόμενο συσσωρευμένα δεδομένα σχετικά με τη χρήση, σύμφωνα με αλγορίθμους που προέρχονται από τις αρχές της κυβερνητικής και τις στρατηγικές θεωρίας παιγνίων. Θεωρητικά τουλάχιστον, το Fun Palace θα ήταν ικανό να προβλέψει απρόβλεπτα φαινόμενα επειδή, αντί για ένα καθορισμένο πρόγραμμα, βασίστηκε στην πιθανότητα να προσαρμόσει το πρόγραμμά του, έτσι ώστε να μπορεί να φιλοξενήσει τις μεταβαλλόμενες τάσεις και τα γεγονότα (20). Στο πρόγραμμα του Fun Palace, επομένως, δεν ταιριάζει το συμβατικό είδος διαγράμματος αρχιτεκτονικών χώρων, αλλά πολύ καλύτερα, αυτό που καταλαβαίνουμε ως πρόγραμμα υπολογιστή: μια σειρά από αλγοριθμικές λειτουργίες και λογικές πύλες που ελέγχουν τα χρονικά γεγονότα και τις διαδικασίες σε μια εικονική συσκευή. Η τρισδιάστατη δομή του Fun Palace ήταν ο λειτουργικός χώρο-χρονικός πίνακας μια εικονικής αρχιτεκτονικής (21).

Fun Palace Cybernetics Committee, meeting notes (1964?), Fun Palace document folio DR1995:0188:526, Cedric Price Archives. 45

79


Megastuctures: Volumes Floating In Space

20. Fun Palace (diagram) by Cedric Price,1961

21. Fun Palace (final version, showing moveable walkways and escalators) by Cedric,1964

80


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Καθώς η έννοια του Fun Palace μετατοπίστηκε σταδιακά από το θέατρο προς την κυβερνητική, οι σχεδιαστές έδωσαν μεγαλύτερη σημασία στην ποσοτικοποίηση και στα μαθηματικά μοντέλα με βάση την στατιστική, την ψυχολογία και την κοινωνιολογία. Σε ένα μνημόνιο του 1964, ο Pask απαριθμεί τις συγκεκριμένες περιοχές που απαιτούν μαθηματικά μοντέλα: 1. Fun Palace και περιβάλλον, visiting pattern (Στον αντικειμενοστραφή προγραμματισμό, το visitor design pattern είναι ένας τρόπος διαχωρισμού ενός αλγορίθμου από μια δομή αντικειμένου στην οποία λειτουργεί.) 2. Μηχανικές και αρχιτεκτονικές εκτιμήσεις: διαθέσιμες δυνατότητες κ.λπ. 3. Παροχή συγκεκριμένων συμμετοχικών δραστηριοτήτων, διαδραστικών δραστηριοτήτων. 4. Eκπαίδευση μηχανών. 5. Δραστηριότητες ελεγχόμενων ομάδων. 6. Συστήματα επικοινωνιών και πληροφοριών. 7. Ειδικά συστήματα κλιματισμού: περιβαλλοντικές μεταβλητές για διαφορετικούς χρήστες. 8. Κυβερνητικές μορφές τέχνης.46 Ο Pask ολοκλήρωσε τη λίστα του με μια αρκετά τρομακτική, για τα σημερινά δεδομένα, πρόταση για ένα επιπλέον μαθηματικό μοντέλο:

Fun Palace Cybernetics Committee, report, 1964, Fun Palace document folio DR1995:0188:526, Cedric Price Archives. 46

81


Megastuctures: Volumes Floating In Space

9. Καθορισμός του τι είναι πιθανό να προκαλέσει ευτυχία. Στο έργο αυτό, έχουμε ένα μικρόκοσμο μιας κοινωνίας, και στην κοινωνία το περιβάλλον καθορίζεται κυρίως από άλλους ανθρώπους. Οι χειριστές στο κοινωνικό σύστημα είναι σαν την «αγάπη» και την «αισθησιασμό». Οι λειτουργίες του είναι πράξεις ή προθέσεις ή αλλαγές, στη σκιά της χαράς και της θλίψης. Μπορούμε σε κάποιο βαθμό να ελέγξουμε αυτούς τους μετασχηματισμούς, όμως, σε αυτή την περίπτωση, εμείς και τα μηχανήματά μας, λειτουργούμε ως καταλύτες και ο περισσότερος υπολογισμός γίνεται ως αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης μεταξύ των μελών του πληθυσμού, είτε με λεκτική ομιλία, είτε με την ανταγωνιστική χρήση των εγκαταστάσεων ή τη συνεργασία για την επίτευξη κοινού στόχου. Το πρότυπο για τον έλεγχο ενός τέτοιου πληθυσμού είναι η ωρίμανση ενός παιδιού, η λεπτή αλληλεπίδραση της δράσης και η υπάρχουσα γλώσσα για την παραγωγή σκέψης και την ανάπτυξη νοήματος για τον έλεγχο της δράσης στην κοινωνία.47 Η ιδέα ότι το Fun Palace θα ήταν ουσιαστικά ένα τεράστιο σύστημα κοινωνικού ελέγχου ήταν σαφές στο προαναφερθέν διάγραμμα της υποεπιτροπής Cybernetics του Pask, το οποίο μείωσε τις δραστηριότητες του Fun Palace σε ένα συστηματικό διάγραμμα ροής, που επεξεργάζεται τους ανθρώπους σαν να είναι δεδομένα. Αυτό το διάγραμμα περιγράφει τρία διαδικαστικά στάδια για τον έλεγχο του ατόμου: συλλογή δεδομένων, συλλογή και ανατροφοδότηση, και τροποποίηση χώρων και δραστηριοτήτων του Fun Palace. Ο κύκλος ανάδρασης θα λειτουργούσε συγκρίνοντας τους Littlewood to Gordon Pask, February 26, 1964. Fun Palace document folio DR1995:0188:526, Cedric Price Archives. 47

82


Megastuctures: Volumes Floating In Space

ανθρώπους που έρχονταν (μη τροποποιημένοι), με τους ανθρώπους που έφευγαν (τροποποιημένοι άνθρωποι). Σήμερα, η ιδέα των «μη τροποποιημένων» και «τροποποιημένων» ανθρώπων θα μας δημιουργούσε, πιθανότατα τρόμο και αποστροφή. Ωστόσο, στη δεκαετία του 1960, η επικρατούσα και αφελής, πολλές φορές, πίστη στα ατέλειωτα οφέλη της επιστήμης και της τεχνολογίας ήταν τόσο ισχυρή, ώστε οι Οργουελικές επιπτώσεις των «τροποποιημένων ανθρώπων» έμειναν σε μεγάλο βαθμό απαρατήρητες. Η προγραμματική ρευστότητα και η απροσδιοριστία του Fun Palace είναι μια αρχιτεκτονική ανάλογη με τους μετασχηματισμούς που σημειώθηκαν στη μεταπολεμική βρετανική κοινωνία. Ανοικοδόμητο, παραμένει ως λείψανο του πνεύματος της δεκαετίας του 1960, μια στιγμή κοινωνικής και αρχιτεκτονικής δυσαρέσκειας αλλά και προσδοκίας για μια εποχή φαινομενικά απεριόριστης ελπίδας και αισιοδοξίας, μια εποχή που οι νέοι τρόποι ύπαρξης φαίνονταν από απόσταση. Στο Fun Palace η στρατηγική σημασία του παιχνιδιού αναγνωρίζεται ως μέσο ανακατανομής των υπηρεσιών, επιτρέποντας μια εποικοδομητική αποξένωση, όπως την εννόησε ο Brecht. Ως κρίσιμη στρατηγική για την εξουδετέρωση των πιο εμφανών δυνάμεων του κοινωνικού ελέγχου μέσα στην μονοδιάστατη κοινωνία, η λαϊκή όψη του Fun Palace ήταν μια προσπάθεια να υλοποιηθεί το όραμα του Marcuse, για κοινωνική περισυλλογή μέσω του παιχνιδιού και της μη αλλοτρίωσης της εργασίας.

83


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Η μελέτη τέτοιων δομών δεν αποτελεί αρχιτεκτονική νεκροφιλία. Βεβαίως, το μάθημα του Fun Palace έχει πολλά να προσφέρει στους αρχιτέκτονες, ακόμα και σήμερα, αλλά για τον Price, το έργο ήταν χρονικά πεπερασμένο. Θεωρούσε το Fun Palace, ως συγκεκριμένο για το χρόνο και τον τόπο του, και αντέδρασε κατηγορηματικά στην ιδέα της ανανέωσης του έργου ή της επανεξέτασης του υπό το πρίσμα της σύγχρονης πρακτικής. Αναδρομικά, είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι παρόλο που το Fun Palace αντιπροσώπευε μια άνευ προηγουμένου αρχιτεκτονική σύνθεση της τεχνολογίας, της κυβερνοεπιστήμης και της θεωρίας των παιχνιδιών, αυτές ήταν τα μέσα, αλλά δεν ήταν ποτέ ο στόχος. Όπως και σε πολλές άλλες ιδέες για megastructures, το κίνητρό για το Fun Palace, ήταν πρωτίστως κοινωνικό, και από αυτή την άποψη ήταν σύμφωνο με το πνεύμα της δεκαετίας του 1960: η χειραφέτηση και η «ενδυνάμωση» του ατόμου. To Fun Palace επαναπροσδιορίζει την αρχιτεκτονική, όχι ως ένα περίκλειστο κέλυφος, σύμβολο ή μνημείο, αλλά ως τη σύγκλιση του χώρου και του ανθρώπινου γίγνεσθαι.

84


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Οι βασικές τυπολογίες των Megastructures και η αποτυχία τους ως αστικά προτότυπα Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1970, οπότε και η ιδέα των megastructure είχε «ζημωθεί», εκφραστεί ποικιλοτρόπως και έφτανε σε σημείο κορεσμού στους αρχιτεκτονικούς κύκλους, παρατηρήθηκαν διάφορα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά και έννοιες, που χρησιμοποιούνται για την ανάπτυξη αυτών των μεγαδομών. 48 Σε αυτή την έρευνά, για τα αστικά προτότυπα μιας μελλοντικής πόλης, ανίχνεύθηκαν επτά τύποι αστικών δομών που ακολούθησαν διαφορετική σχεδίαση και χωρική αρχή. Η ταξινόμηση αυτών των αστικών δομών και σεναρίων, απαριθμεί τα: Κυτταρικά Συσσωματώματα (Cellular Agglomerates), Συνδετικές/Παραληπτικές δομές (Clip-on/Plugin structures), Γεφυρωτές δομές (Bridge Structures), Δοχεία/Κιβώτια (Containers), Θαλάσσιες δομές (Marine Structures), Διαγώνιες στο χώρο δομές (Diagonal in the Space Structures) και Βιοδομές (Biostructures).

Τα «Κυτταρικά Συσσωματώματα» αποτελούσαν σύνθετες κατασκευές αποτελούμενες από ολοκληρωμένες αρθρωτές μονάδες, οι οποίες δέχονταν πρόσθετες μονάδες δημιουργώντας μια μακρο-δομή ή μια χωρική δομή, η τελική μορφή της οποίας εξαρτιόταν από τη θέση των προστιθέμενων «κυττάρων». Μερικά παραδείγματα αυτού του είδους megastructure ήταν το

48

J. Dahinden, Urban Structures for the Future, Praeger Publisher, London, 1970, pp. 19-40, 120.

85


Megastuctures: Volumes Floating In Space

"Habitat" του Safdie,49 ένα έργο για οικιστικές μονάδες, που χτίστηκαν με αφορμή την Expo 1967 στο Μόντρεαλ (22), και το μπλοκ διαμερισμάτων στο Ramat Gad, Ισραήλ (1960), από τους Alfred Neumann και Zvi Hecker.

22. Habitat (community and housing complex in Montreal, Quebec, Canada) by Moshe Safdie, 1967

Οι «plug-in δομές» ήταν η πιο δημοφιλής τυπολογία megastructure κατά τη δεκαετία του 1960, η οποία διάρθρωσε τη δομή του κτιρίου σε ένα πρωτεύον και ένα δευτερεύον σύστημα, επέτρεψε εύκολα τις αλλαγές και την αναγέννηση των δομικών στοιχείων και προήγαγε την φιλοσοφία των M. Safdie, W. Kohn, The City after the Automobile, Stoddart Publishing, Toronto, 1997, pp. 8082. 49

86


Megastuctures: Volumes Floating In Space

καψουλών που, σύμφωνα με τη γενική άποψη των σχεδιαστών, ήταν η ιδανική συσκευή που επιτρέπει την μέγιστη δυνατή ατομικότητα και προστασία της ιδιωτικής ζωής, σε μια αποξενωτική κοινωνία βασισμένη στη μαζική κατανάλωση. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτών των δομών ήταν η "Plug-in City" των Archigram (1964), τα Clusters In The Air του Arata Isozaki (1961) (23), το Stapelhaus του Wolfgang Doring (1964) και ο διάσημος Πύργος του Nagakin που σχεδίασε ο Kisho Kurokawa (1972).

23. Clusters In The Air by Arara Isozaki, 1961

Οι «Γεφυρωτές δομές», που χτίστηκαν σε κατακόρυφους άξονες που στήριζαν ολόκληρο το χωρικό πλαίσιο, προήλθαν από μερικά νεωτεριστικά πρωτότυπα, όπως το "Unite d'Habitation" του Le Corbusier και το "Wolkenbugel"του El Lissitzky. Οι μετεξελίξεις αυτών των πρώιμων μοντέλων ήταν για παράδειγμα η «City In The Air» του Isozaki (1960) και η «Spatial City» του Jona Friedman (1960), που βασίστηκε στην έρευνά του

87


Megastuctures: Volumes Floating In Space

για τη «Γενική Θεωρία της Κινητικότητας (General Theory of Mobility)». Στο τελευταίο έργο, το κύριο πλαίσιο του κτιρίου παρουσίασε ένα δομικό χωροδικτυωτό πλέγμα αναρτημένο σε τεράστιους πυλώνες πάνω από την προϋπάρχουσα πόλη. Μέσα σ 'αυτό το χωροδικτύωμα, τα δευτερεύοντα στοιχεία εναλλάσουν χρήσεις και κινούνται με ευελιξία.

24a.

88

Spatial City by Jona Friedman,1960


Megastuctures: Volumes Floating In Space

24b. Spatial City by Jona Friedman,1960

24c. Spatial City by Jona Friedman,1960

89


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Στα megastructure με τυπολογία "container", ανήκαν αρχιτεκτονικές δομές ικανές να επεκταθούν, να συστέλλονται, να δημιουργούν και να ελέγχουν ένα εσωτερικό μικροκλίμα. Ως βασικά παραδείγματα λογίζονται: η "Walking City" (1964) των Archigram (26,27), οι γεωδαιτικοί θόλοι του Buckminster Fuller (25), όπως το αμερικανικό Περίπτερο στην Expo του Μόντρεαλ το 1967 αλλά και οι ελαφρές κατασκευές του Frei Otto.

25. Geodesic Dome (Montreal Biosphere) by Buckmister Fuller, 1967

26. Walking City (with Plug-In City on the Background) by Archigram, 1964

90


Megastuctures: Volumes Floating In Space

27a.

Walking City by Archigram, 1964

27b.

Walking City by Archigram, 1964

91


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Οι «Θαλάσσιες Δομές» θεωρήθηκαν ως, μια αποτελεσματική και ενδιαφέρουσα λύση για την αντιμετώπιση των προβλημάτων των αυξανόμενων τιμών της γης και ενσωμάτωσαν την φιλοδοξία για ένα ελεύθερο και δυναμικό περιβάλλον, που μπορεί να δημιουργηθεί σε πλωτές πόλεις. Τα περισσότερα από τα έργα της εποχής σχεδιάστηκαν ως προκατασκευασμένες μονάδες, από χάλυβα και σκυρόδεμα (κατασκευασμένα σε ναυπηγεία, ρυμουλκούμενα προς τους προορισμούς τους), τα οποία με την συναρμολόγησή τους δημιούργησαν ένα αναπτυσσόμενο σύστημα αλληλοσυνδεδεμένων δομών, που τελικά κατέστησαν μια μεγαλύτερη πόλη. Μεταξύ των έργων που συμμερίζονταν αυτή την αρχή ήταν η σειρά των «Θαλάσσιων Πόλεων (Marine Cities)» (28), που ανέπτυξε ο Kiyonori Kikutake (1958-1962), το «Σχέδιο για το Τόκιο(Plan for Tokyo)», που πρότεινε ο Kenzo Tange (1960). Tο σύστημα των «πλωτών πόλεων (Earthquakes Resistant Floating Towns)» σχεδιασμένο για τον κόλπο του Τόκυο, που αποτελείται από κρεμασμένες δομές που αιωρούνται σε ψηλές γέφυρες, από τον γάλλο αρχιτέκτονα Paul Maymont (1960). Η "Triton City" των Buckminster Fuller και Shoji Sadao, που αρχικά αναπτύχθηκαν ως μοντέλο πλωτής πόλης, για τον κόλπο του Τόκιο τα έτη 1963-1966 και η), ήταν αντιπροσωπευτικά παραδείγματα των τολμηρών δυνατοτήτων αυτού του είδους αστικής δομής, που έχουν σχεδιαστεί για να αντιμετωπίζουν και να αντιστέκονται σε φυσικές καταστροφές, όπως πιθανή αύξηση της στάθμης της θάλασσας, σεισμούς, τυφώνες.

92


Megastuctures: Volumes Floating In Space

28.

Ocean (marine) city by Kiyonori Kikutake, 1962

93


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Η έννοια των «Διαγωνίων στο χώρο δομών» συνίστατο σε ένα αστικό σκελετό, που βασιζόταν σε διαγώνια δομικά πλαίσια, τα οποία στήριζαν τα τοιχοποιία και αποτελούσαν οικιστικούς λόφους, όπως στο σχέδιο του Cesare Pelli και του A. Lumsden για την "High Density Terraced Town" (29), στο πάρκο Sunset Mountain (1965), το" Intrapolis" του Walter Jonas (1960) (29), ή το "Neo-Mastaba" (30) των Y. Akui, T.Nozawa και T. Akaiwa, ένα έργο ανανέωσης του Τόκιο το 1961.

29a. Intrapolis by Walter Jonas,1960

94


Megastuctures: Volumes Floating In Space

29b. Intrapolis by Walter Jonas,1960

30. Neo-Mastaba by Y. Akui, T.Nozawa, T. Akaiwa, 1961

95


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Η τελευταία αστική δομή, την οπόια και ο Dahinden αναφέρει ως βασική παραπομπή στα megastructure είναι οι Βιοδομές(Biostructures). Αυτού του τύπου οι μεγαδομές συνδιάζουν την ζωντανή ύλη ως επιστήμη (Βιολογία), με την επιστήμη της αρχιτεκτονικής (Δομές), αναφερόμενες σε μια ιδανική οργανική αρχιτεκτονική κατευθυνόμενη προς μια βαθύτερη εκτίμηση της δομικής και λειτουργικής συσχέτισης μεταξύ φύσης και αρχιτεκτονικής. Αυτό το μοντέλο μεγαδομών συνδυάζει τη φύση και τον ανθρώπινο βιότοπο, με καλύτερό του εκπρόσωπο τον Ιταλό αρχιτέκτονα Paolo Soleri, ο οποίος ανέπτυξε τη θεωρία του σχεδιασμού με βάση τη φιλοσοφική αντίληψη «Arcology»

(31-33), έναν νεολογισμό που συνδυάζει

τις λέξεις

«αρχιτεκτονική (architecture)» και «οικολογία (ecology)». Με την ανάπτυξη ενός είδους τέτοιου είδους αρχιτεκτονικής, αποσκοπούσε στη διάσωση των φυσικών πόρων και στη δημιουργία ενός νέου σταδίου στην εξέλιξη της ανθρώπινης κοινωνίας, δημιουργώντας ένα διαφορετικό είδος αστικού περιβάλλοντος, μέσω μιας διαδικασίας μικρογράφησης και συμπύκνωσης των σύγχρονων πόλεων. Αυτά τα χαρακτηριστικά παρουσίασε στο έργο του "Babelnoah" (1964).

96


Megastuctures: Volumes Floating In Space

31a. Arcosanti, (ÎľxperimentaÎť city in Arizona) by Paolo Soleri

97


Megastuctures: Volumes Floating In Space

31b. Arcosanti, (ÎľxperimentaÎť city in Arizona) by Paolo Soleri

98


Megastuctures: Volumes Floating In Space

31a,b

32.

Arcosanti ( Detailed sketch) by Paolo Soleri, 1968 (Arcology)

33. Mesa City by Paolo Soleri, 1964 (Arcology)

99


Megastuctures: Volumes Floating In Space

100


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Αποτυχία και πτώση (Fail n’ Fall) Τα megastructures, ήταν πράγματι αρχιτεκτονικές πολύ μεγάλες, σύνθετες στη χρήση και προκάλεσαν μεγάλες δυσκολίες στη φάση της διαχείρισης λόγω του υψηλού κόστους συντήρησης. Όπως σημειώνει ο Kostof: «Όχι μόνο ήταν ένα έργο πέρα από τις οικονομικές δυνατότητες του κόσμου, ήταν τελικά, για την μοναδικότητα των εικόνων τους και την φαινομενική τους ευελιξία, όσο προγραμματισμένη και καταναγκαστική ήταν η λειτουργική πόλη, που σκοπός τους ήταν να βελτιώσουν». Ειδικότερα, μια μεγάλη αποτυχία ήταν η ιδέα να αντικατασταθεί η παραδοσιακή δομή της γειτονιάς, χαρακτηριστική της παλιάς πόλης, με τη συγκέντρωση μεγάλου αριθμού ανθρώπων και ολοκληρωμένων υπηρεσιών σε μεγάλα συγκροτήματα υψηλών και συμπαγών κτιρίων που συνδέονται μεταξύ τους -και με τις θέσεις εργασίας- μέσω αυτοκινητοδρόμων, οι οποίοι, εν τέλει, προωθούσαν τον διαχωρισμό των διαφόρων λειτουργιών της πόλης σε συγκεκριμένες περιοχές. Πιο συγκεκριμένα, δημιούργησε ένα μεγάλο πρόβλημα στη γενική κινητικότητα της πόλης, με συνοστισμένους ανθρώπους σε πολυσύχναστους χώρους, κυκλοφοριακή συμφόρηση σε μέρη της πόλης, κατά τη διάρκεια των ωρών αιχμής και συνολική ερήμωση κατοικημένων περιοχών, κατά τη διάρκεια των ωρών εργασίας. Αυτή η αστική προσέγγιση προερχόταν άμεσα από το άκαμπτο όραμα της «λειτουργικής πόλης», το οποίο πολλοί θεωρούσαν, απλώς ως ένα απάνθρωπο δοχείο διαχωρισμένων λειτουργιών, που συγκέντρωναν παρόμοιες δραστηριότητες στον ίδιο τόπο και συνδέονταν σε κάθε περιοχή με μαζικά και υψηλής ταχύτητας δίκτυα μεταφοράς. Αυτή η αμφισβητήσιμη προσέγγιση έγινε ολοένα και πιο

101


Megastuctures: Volumes Floating In Space

εμφανής στη δεκαετία του 1960. Το αυξανόμενο ενδιαφέρον για τη διατήρηση της παλιάς ιστορικής πόλης, η ανάγκη μεγαλύτερης ενοποίησης των αστικών λειτουργιών και αποτελεσματικότερης οργάνωσης των διαφόρων κοινωνικών δραστηριοτήτων, «έστρεψαν» την προσοχή των πιο ευαίσθητων αρχιτεκτόνων, προς αυτή την κατεύθυνση. Η διαδικασία της μεταρρύθμισης και της απόρριψης της προσέγγισης του Ορθολογισμού, καθώς και της τάσης προς τις μεγαδομές, αντανακλάται στην επιτυχία και την επιρροή τριών σημαντικών γραπτών, ενός δοκίμιου που παρουσιάστηκε το 1965 και δύο βιβλίων που δημοσιεύθηκαν το 1966: «Η πόλη δεν είναι δέντρο (A City is not a Tree)» του Alexander Christopher (1965), «Η πολυπλοκότητα και αντίφαση στην αρχιτεκτονική (Complexity and Contradiction in Architecture)» του Robert Venturi και η «Η αρχιτεκτονική της πόλης (L'architettura della citta)» του Aldo Rossi. Στο σπουδαίο έργο του, ο Alexander Christopher υποστήριξε ότι το κύριο αστικό πρότυπο, που χαρακτηρίζει τα νεωτεριστικά αστικά σχέδια ήταν ένα "Δέντρο", μια δομή που είχε έναν κορμό, κλαδιά και φύλλα, ικανή για γραμμική ανάπτυξη και εντελώς σχεδιασμένο στο σύνολό του από έναν και μοναδικό σχεδιαστή (όπως στην περίπτωση των σχεδίων των Le Corbusier και Tange). Μια τέτοια δομή στερείται ευελιξίας, πολυπλοκότητας και συνθετότητας, η οποία μπορεί να επιτευχθεί μόνο με μια διαδικασία σχεδιασμού η οποία περιλαμβάνει, διαφορετικά και ποικίλα στοιχεία σχεδιασμού, τα οποία μπορούν να δημιουργήσουν μια δομή «ημι-δικτυώματος». Ο Alexander Christopher ορίζει τις ιστορικές πόλεις ως «φυσικές» πόλεις και συγκρίνει τη δομή τους με το «ημι-δικτύωμα», που είχε αναπτυχθεί εγκαίρως μέσω πολλών

102


Megastuctures: Volumes Floating In Space

κοινωνικών, οικονομικών και ιστορικών παραγόντων, δίνοντάς τους την πολυπλοκότητα και την ταυτότητά τους, ως αστικούς οικισμούς. Από την άλλη πλευρά, στο δοκίμιο του, ο Rossi50 επαίνεσε τη σημασία των ιστορικών, αστικών οικισμών και μνημείων ως βασικών στοιχείων των συλλογικών αναμνήσεων του λαού και οδήγησε σε μια περαιτέρω επίθεση εναντίον των απλοϊκών αστικών και αρχιτεκτονικών θεωριών του Μοντέρνου στυλ, που προορίζονται από τη νέα γενιά αρχιτεκτόνων και μαρτυρούνται από τα μέτρια επιτεύγματα, κατά τη μεταπολεμική ανασυγκρότηση. Πρότεινε, ότι η μορφή της πόλης δεν ήταν άμεση συνέπεια των αστικών λειτουργιών, των αστικών στοιχείων της, αλλά αντίθετα η μορφή της ήταν στενά συνδεδεμένη με το σχήμα των στοιχείων που υπάρχουν στο έδαφός της. η μορφή ορισμένων φυσικών/αστικών χαρακτηριστικών ήταν πιο σημαντική από λειτουργίες που πραγματοποιήθηκαν πάνω/μέσα σε αυτές τις μορφές και ανάμεσα στα αστικά χαρακτηριστικά που επέζησαν, κατα την διάρκεια της ιστορίας της πόλης, τα σημαντικότερο ήταν εκείνα που είναι σε θέση να διαμορφώσουν την πόλη και την περαιτέρω ανάπτυξή της. Αυτά ήταν πράγματι τα μνημεία. Η αποτυχία των «δεινοσαύρων του Μοντέρνου κινήματος», όπως ονομάσε ο Banham τα megastructures, εκτός από την ελλειψη κάθε σκέψης για την επανεκτίμηση της κληρονομιάς της ιστορικής πόλης, συνδέθηκε πράγματι με αρκετούς άλλους κρίσιμους παράγοντες που δεν είχαν ληφθεί, τουλάχιστον στην αρχή , σε σοβαρή εκτίμηση. Συγκεκριμένα, ήταν η εμφανής απάνθρωπη κλίμακα των κτιρίων και των A. Rossi, L'Architettura della Citta' (The Architecture of the City), 1st ed. 1966, Citta' Studi Edizioni, Torino, 2004. 50

103


Megastuctures: Volumes Floating In Space

δομών τους, οι φτωχές, επιφανειακές και συχνά μη ρεαλιστικές θεωρίες του σχεδιασμού, που βασίζονται σε μια απλοϊκή ανάλυση της σύγχρονης κοινωνίας

μαζικής

κατανάλωσης,

η

απαράδεκτη

κατάσταση

του

μονοπολιτιστικού περιβάλλοντος που δημιουργείται από τη μεγαδομή ως πόλη ή τμήμα πόλης σχεδιασμένη από έναν μόνο αρχιτέκτονα, αλλά και η υπερβολική εμπιστοσύνη στις τεχνολογικές επινοήσεις ως αλάθητο "deus ex machina" για αποτελεσματικές λύσεις στο χάος της σύγχρονης πόλης και την οπτική της διαταραχή. Υπό αυτή την έννοια, ήταν απολύτως κατανοητό το σχόλιο του Quaroni, 51 σχετικά με τη γενική έννοια του συνόλου του κινήματος και την αποτυχία του, όταν ισχυρίστηκε ότι: «Η ανάγκη για νέα κριτήρια για την επίσημη οργάνωση, τις νέες (αρχιτεκτονικές) γλώσσες και τις δυνατότητες χρήσης της πόλης, ώθησαν πολλούς σχεδιαστές να ξεπεράσουν τα όρια μιας ψεύτικης «συνέχειας». Από εδώ ξεκίνησε μια παραγωγή, χωρίς προηγούμενο, από περιπετειώδη έργα, όλα γεμάτα ενδείξεις, αλλά στα οποία είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς τι είναι αποδεκτό από αυτό που δεν είναι το πραγματικό ή ένα εννοιολογικό και πνευματικό επίτευγμα από την επιπολαιότητα μιας ανοησίας, χωρίς αξία. Σε αντίθεση με την επιφανειακή τάξη των Maymont, Friedman, Jonas, Jellicoe υπάρχει η πρόθεση κριτικής που δηλώνεται στα έργα των Archigram και άλλων παρόμοιων ομάδων, οι οποίες όμως πρέπει να γίνουν κατανοητές για το πραγματικό τους νόημα, μέσα στα όρια της πολύτιμης αναγκης για «εκτροπή και διασκεδαση», ως ένδειξη μιας «συνθετικής μεθόδου», που είναι έγκυρη και δυνατή πέρα από τη στατική αναγωγή στις στοιχειώδεις μορφές, που 51

L. Quaroni, La torre di Babele (Babel Tower), Marsilio Editore, Padova, 1982, pp. 236.

104


Megastuctures: Volumes Floating In Space

παρουσιάστηκαν από τις προσέγγιση σχεδιασμού των τελευταίων εξήντα ετών.

105


Megastuctures: Volumes Floating In Space

106


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Η Ενιαία αστικοποίηση του Constant Nieuwenhuys Τι είναι η ενιαία αστικοποίηση; Eνιαία είναι η αστικοποίηση ορίζεται ως μια πολύπλοκη, πολύ μεταβαλλόμενη, σταθερή δραστηριότητα, μια σκόπιμη παρέμβαση στην καθημερινή ζωή και στο καθημερινό περιβάλλον. Είναι μια παρέμβαση που στοχεύει να φέρει τη ζωή μας σε διαρκή αρμονία με τις πραγματικές μας ανάγκες και με τις νέες δυνατότητες που θα προκύψουν. Η ενιαία αστικοποίηση δεν είναι ούτε πολεοδομία, ούτε τέχνη, ούτε κίνημα, ούτε αντιστοιχεί σε έννοιες, όπως η ενσωμάτωση και η σύνθεση πολιτιστικών μορφών, οι οποίες συζητούνται πολύ σήμερα. Για την ενσωμάτωση αυτή, προϋποθέτει την παρουσία, στη σύγχρονη κουλτούρα, χρήσιμων πρακτικών, άμεσα εφαρμόσιμων εννοιών, όπως η αρχιτεκτονική, η ποίηση, οι κοινωνικοί δεσμοί και οι ηθικές αρχές. Η ενιαία αστική τάση είναι ευέλικτη, σέβεται την ελευθερία μας να αλλάξουμε τον τρόπο ζωής μας, προσαρμόζεται σε κάθε κατάσταση, σε κάθε ανάγκη, σε κάθε τεχνική, γεωγραφική ή ψυχολογική δυνατότητα, είναι η αντικειμενικότητα της δημιουργικής ώθησης, για την υλοποίηση ενός δυναμικού τρόπου ζωής. Είναι ένας τρόπος ζωής, ο οποίος δεν αναγνωρίζει κανένα στόχο, δεν έχει σκοπό να δώσει στη ζωή νόημα, αλλά που κάνει την ίδια τη ζωή τον στόχο και αναζητά την εκπλήρωση αυτής της στην καθημερινή πράξη. Αυτή η αντίληψη της ζωής είναι απαραίτητη για την ενιαία αστικοποίηση, όπως και η έννοια που τοποθετεί το νόημα της πέραν αυτής της ζωής -στο υπερφυσικό, στο αφηρημένο. Συνεπώς, υπάρχουν δύο ξεχωριστές πτυχές της ενιαίας αστικοποίησης: η αλλαγή των συνηθειών μας, ή μάλλον του τρόπου ζωής μας, και μια βαθιά

107


Megastuctures: Volumes Floating In Space

αλλαγή στον τρόπο παραγωγής του υλικού μας περιβάλλοντος, μια δυναμική αστικοποίηση. Δεδομένου ότι η πρώτη αναφερθείσα κατάσταση συνδέεται με μια διαδικασία που απαιτεί χρόνο, προκύπτει ότι και το δεύτερο δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί αμέσως. Ως εκ τούτου, το έργο του Constant Nieuwenhuys, New Babylon,52 προσδοκεί το μέλλον, αντιδρώντας σε μια πτωτική κουλτούρα, βασίζεται σε μια ελκιστική πορεία της ιστορίας και αποτελεί κατά κάποιο τρόπο ένα ουτοπικό έργο. Παρόλα αυτά, υπάρχει κάποια δόση ρεαλισμού σε αυτό το, αν μη τι άλλο, πληθωρικό έργο. Απομακρύνεται από την παρούσα κατάσταση, που χάνει την επαφή με την πραγματικότητα και στηρίζεται σε αυτό που είναι επιθυμητό υπό την ανθρώπινη έποψη και σε αυτό που είναι αναπόφευκτο υπό την κοινωνική. Ας δούμε πιο προσεκτικά αυτά τα γεγονότα σε σχέση με τον πολεοδομικό σχεδιασμό. Τα ανθρώπινα όντα κατοικούν στην επιφάνεια της γης και την εκμεταλλεύονται. Μεταποιούν τη φύση της γης σε πολιτισμό. Ποιες είναι οι συνθήκες υπό τις οποίες λειτουργούν σήμερα; Ποιο είναι το αποτέλεσμα, μέχρι τώρα, της παρουσίας της ανθρωπότητας, των παρεμβάσεών της; Πού θα οδηγήσουν αυτές οι παρεμβάσεις; Αν υπολογίσουμε τη μέση οικιστικότητα όλων των σημείων στην επιφάνεια της γης, η συσχέτιση ανάμεσα στη φύση και την ανθρώπινη κατοικία, η οποία κυριαρχεί στον σύγχρονο πολεοδομικό σχεδιασμό, παρουσιάζει μια πολύ λιγότερο ελκυστική εικόνα από ό, τι θα ήταν επιθυμητό, από τις σχετικά ευνοϊκές Mark Wigley, The Hyper-Architecture Of Desire, Witte De With, center of contemporary art, Publishers, 1998, pp. 134 52

108


Megastuctures: Volumes Floating In Space

κλιματολογικές και γεωγραφικές συνθήκες που επικρατούν σε μια πυκνοκατοικημένη, ιδιαίτερα βιομηχανική περιοχή όπως η Δυτική Ευρώπη. Αυτή η εικόνα καθίσταται ακόμα λιγότερο ελκυστική αν λάβουμε υπόψη το κλίμα, τις εποχιακές αλλαγές, τις καιρικές συνθήκες και τα φυσικά φαινόμενα που βλάπτουν τους ανθρώπους. Όμως, αντιμέτωποι με την προοπτική ενός παγκόσμιου πληθυσμού, που εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τα 8 δισεκατομμύρια σύντομα και την προοπτική της εντατικής εκμετάλλευση της επιφάνειας της γης, προκειμένου να προσφέρει σε όλους αυτούς τους ανθρώπους τις βασικές ανάγκες της ζωής, δεν μπορούμε να περιοριστούμε περισσότερο σε αυτές τις λίγες περιοχές. Ωστόσο, τα ανθρώπινα όντα δεν αντιμετωπίζουν απλώς την ανάγκη κατοίκησης λιγότερο ελκυστικών περιοχών, έχουν –ή πολύ σύντομα θα έχουν τα μέσα για να καταστήσουν αυτές τις περιοχές κατοικήσιμες- αλλά να καταστούν και ανεξάρτητα της φύσης. Ο κόσμος έχει αποκτήσει μια νέα διάσταση. O ρόλος της φύσης επαναπροσδιορίζεται, η φύση είναι απλώς η πρώτη ύλη, ελέγχεται από ανθρώπους και χρησιμοποιείται σύμφωνα με τις ανάγκες τους. Αυτές οι ανάγκες δεν μπορούν πλέον να ικανοποιηθούν μόνο από τη φύση. Η τεχνολογία μας παρέχει ήδη υλικές συνθήκες που είναι πολύ ανώτερες από τις φυσικές συνθήκες. Είμαστε απόλυτα εξαρτημένοι από την τεχνολογία για τις καθημερινές μας ανάγκες. Λόγω των συνεχών εξελισσόμενων δυνατοτήτων που παρέχονται, οι ανάγκες μας συνεχώς αυξάνονται, όχι μόνο ποσοτικά, αλλά και ποιοτικά, στο ίδιο μέτρο που η σχέση μας με τη φύση μειώνεται. Η τεχνολογία αντικαθιστά τη φύση, η τεχνολογία γίνεται η φύση,

109


Megastuctures: Volumes Floating In Space

γίνεται το μέσο, η έννοια με την οποία ερμηνεύουμε τη φύση. Όχι μόνο οι άνθρωποι, με τη βοήθεια της τεχνολογίας, ετοιμάζονται να εγκαταλείψουν την επιφάνεια της γης και να περιπλανηθούν στο διάστημα, αλλά πετούν πάνω στην επιφάνεια της γης, προς όλες τις κατευθύνσεις. Ως εκ τούτου, ο χώρος διαβίωσης του κάθε ατόμου μεγαλώνει και μεγαλώνει, η ακτίνα δράσης του εκτείνεται περαιτέρω και τα ίχνη που αφήνουν πίσω του σχηματίζουν όλο και πιο πολύπλοκο μοτίβο. Τα ανθρώπινα όντα εγκαταλείπουν την κλειστή κοινότητα για μια νομαδική ύπαρξη που θα καλύπτει όλο και μεγαλύτερες περιοχές. Η ύπαρξή τους γίνεται πιο περιπετειώδης, οι εντυπώσεις τους πιο ποικίλες, ο ορίζοντας τους ευρύτερος, η ανάγκη τους για αλλαγή και εκπλήξεις, μεγαλύτερη. Πρέπει να συμπεράνουμε από όλα αυτά, όπως κάνουν ορισμένοι αστικολόγοι, ότι η εποχή της τεράστιας αστικής συγκέντρωσης παρήλθε; Εκείνοι που το πιστεύουν αυτό, ξεχνούν ότι η αύξηση του πληθυσμού συμβαδίζει με την αύξηση της ακτίνας δράσης κάθε ατόμου και ότι όταν επιτευχθεί ο αναπόφευκτος βαθμός κορεσμού, τα άτομα θα υποχρεωθούν να ικανοποιήσουν την πολύ αυξημένη επιθυμία τους για επέκταση σε πολύ περιορισμένη περιοχή. Τούτο συνεπάγεται τη δημιουργία μεγάλων, συνεχώς διευρυνόμενων συγκροτημάτων, τα οποία, σε ορισμένο βαθμό, πρέπει να επιτρέψουν μια τεράστια χωρική επέκταση. Μπορούμε να εξάγουμε το συμπέρασμα ότι η πόλη θα μπορούσε ενδεχομένως να επεκταθεί για να καλύψει ολόκληρη την επιφάνεια της γης, αλλά και ότι αυτή η επιφάνεια θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί με πολύ πιο έντονο τρόπο. Αυτό που χάνουμε στον γεωμετρικό χώρο, πρέπει να το καλύψουμε με τη μορφή του ψυχολογικού χώρου. Με την εντατικοποίηση

110


Megastuctures: Volumes Floating In Space

της χρήσης του χώρου θα μπορέσουμε να αυξήσουμε το χώρο διαβίωσης του κάθε ατόμου, παρά την αύξηση του αριθμού των ατόμων. Αντιμετωπίζοντας τη βεβαιότητα ότι η φύση δεν μπορεί να παραμείνει απαγορευμένη, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τα μέσα που έχουμε στη διάθεσή μας όχι μόνο για να αντικαταστήσουμε τη φύση αλλά για να την ξεπεράσουμε. Ο σχεδιασμός μας πρέπει ακόμη και τώρα να λαμβάνει υπόψη την ολική εκμετάλλευση της επιφάνειας της γης, με απεριόριστη δυνατότητα ανάπτυξης. Αλλά και με απεριόριστη ελευθερία κινήσεων, με αδιάσπαστη και απεριόριστη αύξηση της κυκλοφορίας, στο έδαφος και στον αέρα.

Αντιμέτωποι με αυτήν την προοπτική, ακόμη και τα μονότονα προβλήματα του πολεοδόμου απαιτούν επαναστατικές λύσεις. Αλλά μια ακόμα πιο θεμελιώδης ερώτηση είναι: πώς θα ζήσουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι; Πώς θα μπορούν να εκφραστούν, να εκδηλωθούν, να αναπτυχθούν; Με λίγα λόγια, ποιες δυνατότητες θα πρέπει να συνειδητοποιήσουν οι ζωές τους; Πριν εξετάσουμε λεπτομερέστερα αυτή την ερώτηση, πρέπει πρώτα να αναφέρουμε έναν παράγοντα που είναι κρίσιμος για κάθε προσπάθεια απάντησης:

τη

λεγόμενη

δεύτερη

βιομηχανική

επανάσταση,

την

αυτοματοποίηση. Αναγνωρίζεται γενικά ότι η συστηματική αυτοματοποίηση της παραγωγής (με την οποία εννοούμε τη μηχανοποίηση όλων των εργασιών ρουτίνας, συμπεριλαμβανομένης της ρύθμισης και του ελέγχου των μηχανικών διαδικασιών), θα οδηγήσει σε μια κολοσσιαία αύξηση στον ελεύθερο χρόνο. Ο φόβος των κοινωνικών συνεπειών αυτού του αυξημένου ελεύθερου χρόνου

111


Megastuctures: Volumes Floating In Space

είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους η αυτοματοποίηση προχωράει με βραδύτερο ρυθμό από ό,τι είναι τεχνικά εφικτό. Εντούτοις, μπορούμε να υποθέσουμε ότι η αυτοματοποίηση δεν θα παραμείνει μόνο τεχνική δυνατότητα, αλλά ότι στο εγγύς μέλλον θα γίνει κοινωνικό γεγονός και ότι ο πολεοδομικός σχεδιασμός θα έρθει αντιμέτωπος με αυτό. Στην περίπτωση αυτή, η ανάπτυξη του ρομπότ, για να εκτελέσει τις εργασίες ενός σκλάβου, αργά ή γρήγορα θα φέρει στην ανθρωπότητα, δηλαδή στις μάζες, μια άνευ προηγουμένου ελευθερία, μια αδιαμφισβήτητη ευκαιρία για την ελεύθερη διάθεση του χρόνου, για την ελεύθερη διαχείρηση της ζωής. Διότι είναι αυτονόητο ότι δεν θα είναι πλέον δυνατόν να μιλάμε για «ελεύθερο χρόνο», όταν μια τυπική δουλειά θα είναι σπάνια και τόσο λιγότερο μονότονη, αφού δεν αντιμετωπίζεται πλέον ως επαχθές καθήκον. Επομένως, απορρίπτουμε επίσης όλες τις θεωρίες σχετικά με τη χρήση του ελεύθερου χρόνου που πηγάζουν από μια φθαρμένη ηθική που δηλώνει ότι είναι καθήκον κάποιος να «κερδίζει το καθημερινό ψωμί του με τον ιδρώτα του». Όταν, το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας, δεν κατακλίζεται πλέον, με μη δημιουργική εργασία, δεν έχει νόημα να μιλάμε για ελεύθερο χρόνο, σαν να είναι εναλλακτικές στιγμές, που πρέπει να ξοδεύονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Για την ενιαία αστικοποίηση, ωστόσο, όλα αυτά είναι εξαιρετικά σημαντικά. Πράγματι, η ενιαία αστικοποίηση πηγαίνει ακόμη ένα βήμα παραπέρα: έχοντας παρατηρήσει την ψυχολογική επίδραση που ασκεί το περιβάλλον, επιλέγει συνειδητά να εφαρμόσει αυτήν την επιρροή, να χρησιμοποιήσει το περιβάλλον για να έχει ψυχολογική επιρροή και τελικά, να επιτύχει μια

112


Megastuctures: Volumes Floating In Space

αλληλεπίδραση μεταξύ περιβάλλοντος και ζωής. Αυτό μας οδηγεί στην ψυχογεωγραφία. Η ψυχογεωγραφία δεν περιορίζεται στην καταγραφή γεγονότων, προσπαθεί επίσης να εντοπίσει και να εξηγήσει τις ασυνείδητες επιρροές που ασκεί η αστική ατμόσφαιρα και τελικά να τις χρησιμοποιήσει ως μέσο ενεργοποίησης του περιβάλλοντός. Μετατρέπει αυτές τις επιρροές σε καλλιτεχνικό μέσο με το οποίο δημιουργείται το περιβάλλον μας. Ο δομημένος χώρος συμπεριλαμβάνεται στις ψυχολογικές επιρροές που ασκεί το περιβάλλον. Γίνεται, λοιπόν, σαφές ότι η ενιαία αστικοποίηση έχει κάποιους πολύ ισχυρούς πόρους στη διάθεσή του για την κατασκευή κοινωνικών χώρων. Ας δούμε πιο προσεκτικά αυτή την έννοια του «κοινωνικού χώρου». Ιστορικά, ο δρόμος ήταν κάτι περισσότερο από μια απλή κυκλοφοριακή αρτηρία. Η επιπρόσθετη λειτουργία του, η οποία μπορεί να ήταν ακόμη πιο σημαντική από το ρόλο του, ως οδού, ήταν ένας συλλογικός χώρος διαβίωσης όπου πραγματοποιούνταν πολλές δημόσιες εκδηλώσεις, αγορές, φεστιβάλ, πανηγύρια, πολιτικές διαδηλώσεις, συναντήσεις και επαφές μεταξύ πλήθους ατόμων, με λίγα λόγια, όλες αυτές οι δραστηριότητες που δεν ανήκουν στον πιο οικείο, ιδιωτικό τομέα. Το πανδοχείο και το καφενείο, το οποίο μερικές φορές πέρασε στο δρόμο, αποτελούσαν συνέχειες αυτού του συλλογικού χώρου και κατ’ επέκταση, δημόσιους χώρους όπου οι άνθρωποι μπορούσαν να ξεφύγουν από την κυκλοφορία στο δρόμο. Η πρωταρχική σημασία που έχει η ενιαία αστικοποίηση στον κοινωνικό χώρο, σχετίζεται με το ρόλο των συχνών προσωπικών επαφών που θεωρoύνται ζωτικής σημασίας

113


Megastuctures: Volumes Floating In Space

για τον πολιτισμό, για την μαζική κουλτούρα που πρόκειται να έρθει. Η πραγματοποίηση της ζωής με την έννοια της ενιαίας αστικοποίησης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τόπο του κοινωνικού χώρου στον πολεοδομικό σχεδιασμό. Η πολιτιστική σημασία του κοινωνικού χώρου καθιστά απαραίτητη την απομόνωση αυτής της λειτουργίας από τις αμιγώς χρηστικές λειτουργίες, ιδιαίτερα εκείνες της κυκλοφορίας και της παραγωγής, για τις οποίες θυσιάστηκε ο κοινωνικός χώρος στις σημερινές βιομηχανικές πόλεις. Η δημιουργία και η διατήρηση ενός εκτεταμένου κοινωνικού χώρου, δεδομένης της προοπτικής της μαζικής κουλτούρας και του ελεύθερου χρόνου - ή μάλλον της ελεύθερης διάθεσης της ζωής - δίδεται επίσης η προοπτική της μέχρι τώρα απεριόριστης αύξησης του πληθυσμού και κυκλοφορίας,

34.

114

μια

απόλυτη

New Babylon by Constant Nieuwenhuys, 1959-1974

προϋπόθεση.


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τέθηκε το New Babylon53 (34-36) σε έναν αυστηρό διαχωρισμό των κυκλοφοριακών και βιομηχανικών χώρων, αφενός, και του οικιστικού και κοινωνικού χώρου, αφετέρου. Αυτός ο διαχωρισμός είναι κάθετος λόγω της αρχής μιας καλυμμένης πόλης, αποτελούμενης από στρώματα και υποστηριζόμενης από πηλωτές, που αφήνουν το επίπεδο του εδάφους εντελώς ελεύθερο. Το πραγματικό αστικό κτίριο που περιλαμβάνει χώρους διαβίωσης και συλλογικά χρησιμοποιούμενους χώρους αυξάνεται συνεπώς πάνω από το έδαφος, απροσπέλαστο στην κυκλοφορία, το οποίο από την πλευρά του έχει στη διάθεσή του το 100% του εδάφους. Χωρίς περιορισμούς από κτίρια, η κίνηση είναι ελεύθερη να ακολουθήσει τη συντομότερη διαδρομή, ενώ οι επισκέπτες της πόλης πρέπει να εγκαταλείψουν τα οχήματά τους και να χρησιμοποιήσουν έναν από τους πολυάριθμους ανελκυστήρες προς την κορυφή. Τα εργοστάσια, πλήρως αυτοματοποιημένα, κατασκευάζονται ως επί το πλείστον υπόγεια. Το σχέδιο του New Babylon αποκαλύπτει μια αποκεντρωμένη, δικτυωτή δομή, με μια ακανόνιστη συρρίκνωση πολλών τομέων. Καθένα από τα οποία καλύπτει μια έκταση από 5 έως 10 εκτάρια, η οποία εκτείνεται εκατοντάδες χιλιόμετρα προς κάθε κατεύθυνση και στην οποία κατοικούν κατά μέσο όρο 10 εκατομμύρια άνθρωποι. Κάθε τομέας αποτελείται από διάφορα επίπεδα που καλύπτονται από μια οροφή, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει ένα αεροδρόμιο, ένα ελικοδρόμιο ή αθλητικές εγκαταστάσεις. Λόγω του τεράστιου μεγέθους τους, τα επίπεδα είναι σε μεγάλο βαθμό απρόσιτα στο

53

Mark Wigley, The Hyper-Architecture Of Desire, Witte De With, center of contemporary art, Publishers, 1998, pp. 134

115


Megastuctures: Volumes Floating In Space

ηλιακό φως. έτσι ώστε το εσωτερικό της πόλης να είναι τεχνητά φωτισμένο, αεριζόμενο και κλιματιζόμενο. Δεν υπάρχει όμως καμία προσπάθεια να πραγματοποιηθεί μια πιστή απομίμηση της φύσης. αντίθετα, οι τεχνικές εγκαταστάσεις αναπτύσσονται δυναμικά, δημιουργώντας ατμόσφαιρα μέσα στο ψυχογεωγραφικό παιχνίδι που παίζεται στον κοινωνικό χώρο.

35. New Babylon (Sketch) by Constant Nieuwenhuys, 1959-1974

116


Megastuctures: Volumes Floating In Space

36. New Babylon (Model) by Constant Nieuwenhuys, 1959-1974

117


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Μέρος B’

118


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Ανάγκη για μια Αρχιτεκτονική που προκαταβάλει Οι συνθήκες της παγκοσμιοποίησης -ανοικτές αγορές, καθολική ενσωμάτωση και αφομοίωση ιδεών, προϊόντων και πολιτιστικών απόψεων, πρωτοφανείς αλλαγές στην επικοινωνία, ψηφιακά και κοινωνικά δίκτυα, καινοτόμες τεχνολογίες πληροφορικής που αναδιαμορφώνουν την αστική υποδομή, νέα κύματα μετανάστευσης και πολυεθνικές ταυτότητες- οδηγούν στην άνοδο μιας νέας τάξης ανθρώπων, με τίτλο "neonomads

(νεο-

νομάδες)". Αυτή η τάξη, όπως και οι παραδοσιακοί νομάδες, χαρακτηρίζεται από κινητικότητα και προσαρμοστικότητα. Η κινητικότητα των νεο-νομάδων συνεπάγεται όχι μόνο τη σωματική μετακίνηση, αλλά και τη διανοητική μετακίνηση, δηλαδή την αποσύνδεση από την κοινότητα και τις πολιτισμικές ρίζες.54 Ως πολιτιστικό υβρίδιο, οι νεο-νομάδες είναι ένας ιδιαίτερα προσαρμόσιμος πληθυσμός, που μπορεί να δημιουργήσει μια νέα αίσθηση ότι ανήκουν σε νέα πλαίσια και καταστάσεις, δημιουργώντας την ταυτότητά του στον τρόπο που ζουν και εργάζεται. 55 Αυτοί είναι οι νέοι επαγγελματίες της τεχνολογίας της πληροφορίας, οι επιχειρηματίες και οι ελεύθεροι επαγγελματίες. Οι πιο γνωστοί από αυτούς, είναι οι εργαζόμενοι της Silicon Valley, καθως επίισης και άλλες παρόμοιες ομάδες αναγνωρίζονται στην Αγγλία, τη Γερμανία, κλπ. Δημιουργούν μια νέα φυλή ενός πολύ κινητού, τεχνολογικά εξαρτώμενου, ασύρματου

Abbas, Yasmine (2004) Neo-Nomads and the Nature of the Spaces of Flows, UbiComp in the Urban Frontier Conference proceedings, September 2004. Nottingham, England: UbiComp 2004: 12–13. 55 Nadin, Mihai (1997) The Civilization of Illiteracy. Dresden: Dresden University Press. 54

119


Megastuctures: Volumes Floating In Space

πληθυσμού που μπορεί να εργάζεται και να αλληλεπιδρά εξ αποστάσεως. Είναι ιδιαίτερα προσαρμοσμένοι σε νέες, δυναμικές ρυθμίσεις, χωρίς σταθερή την αίσθηση του ανήκειν. Τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρήθηκε μια ταχεία αύξηση στον αριθμό αυτών των νέων τεχνο-λόγιων, επαγγελματιών και επιχειρηματιών - μερικοί από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, από τη Ρωσία και από άλλα μέρη της Σοβιετικής Ένωσης, από την Ασιατική Ήπειρο (Ινδία, Πακιστάν, Μπαγκλαντές κ.λπ.), επιδιώκοντας την απομάκρυνση των θέσεων εργασίας σε διάφορους τεχνολογικούς κόμβους σε όλο τον κόσμο.56 Η ανερχόμενη βιομηχανία του διαδικτύου, των κοινωνικών μέσων και της τεχνολογίας των smartphones του Σαν Φρανσίσκο, για παράδειγμα, έζησε πρόσφατη εισροή ανάπτυξης θέσεων εργασίας, η οποία εκτός από την έλλειψη χώρου και το υψηλότερο ενοίκιο συνέβαλε στη σοβαρή στεγαστική κρίση.57 Λόγω αυτού του προβλήματος, στη συνέχεια της έρευνας εξετάζεται η ενσωμάτωση της αρχιτεκτονικής γνώσης και των εννοιών που αναπτύχθηκαν μέσα από το κίνημα των μέγαδομών και πως αυτές μπορούν να μεταποιηθούν και να επανεξεταστούν στον τομέα του χωρικού σχεδιασμού και της κατοικήσιμης διαδραστικής αρχιτεκτονικής.

Hart, Anna (2015) Living and working in Paradise: The Rise of the Digital Nomad, in The Telegraph, last modified May 17, 2015. http://www.telegraph.co.uk/news/features/11597145/Living-and-working-in-paradise-the-riseofthe-digital-nomad.html 57 Hepler, Lauren (2014) The Shadow of Success: Inside Silicon Valley’s Affordable Housing Crisis, Silicon Valley Business Journal, last modified January 31, 2014. http://svbj.tumblr.com/ post/75132767372/the-shadow-ofsuccess-inside-silicon-valleys 56

120


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Μια νέα σχεδιαστική ιδέα ενός διαδραστικά τροποποιήσιμου χώρου διαβίωσης εισάγεται, ως πραγματική κατοικία αποτελούμενη από ένα ενιαίο χώρο διαβίωσης με μεταβλητές σχεδιαστικές παραμέτρους χρώματος, φωτεινότητας, υφής και υλικού που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία συγκινησιακών ή συναισθηματικών εμπειριών στο χώρο. Μέσα από την ανθρώπινη αλληλεπίδραση με το φυσικό χώρο, οι κάτοικοι παράγουν δυνατούς αισθητικά, αντιληπτικούς χώρους, με την έννοια της χωρικής άρθρωσης σε πραγματικό χρόνο, με στόχο την προσαρμογή των εξελισσόμενων

συναισθηματικών,

ψυχολογικών,

φυσιολογικών

και

αισθητικών απαιτήσεων που συνδέονται με καθημερινές δραστηριότητες. Εδώ, η χωρική άρθρωση - μια τεχνική δημιουργίας χώρου της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής - αναφέρεται στην τροποποίηση της συνολικής οπτικής ποιότητας του χώρου, δηλαδή, του χαρακτήρα, της αίσθησης και της εμφάνισης, με το χειρισμό των μεταβλητών της αντίληψης του οπτικού χώρου. Αυτές οι μεταβλητές γενικά περιλαμβάνονται αλλά δεν περιορίζονται στο φως, στο υλικό, στο χρώμα και στην υφή. Στον inputoutput μηχανισμό (δράση- αντίδραση) της αλληλεπίδρασης ανθρώπουχώρου, ο ζωτικός χώρος αρθρώνει τη χωρική ποιότητα, ως απάντηση στις ανάγκες του ενοίκου ή τις συναισθηματικές αντιδράσεις. Για τους σκοπούς αυτής της έρευνας, ένας τρόπος εικονικού περιβάλλοντος (Virtual Environment) χρησιμοποιείται ως εργαλείο αξιολόγησης για να βρεθούν συσχετισμοί μεταξύ παραμέτρων σχεδιασμού και αντίληψης. Καθώς το VR αντικαθιστά αισθητηριακές μεθόδους πραγματικού κόσμου με ισοδύναμα γραφικά δύο διαστάσεων, είναι σημαντικό να ανακαλύψουμε αν, μέσα στους

121


Megastuctures: Volumes Floating In Space

τεχνολογικούς περιορισμούς του, το VE μπορεί να αναπαράγει την πραγματική συναισθηματική δημιουργία χώρου, που είναι ουσιαστικά πολυαισθητηριακή και τρισδιάστατη. Με άλλα λόγια, η μελέτη σκοπεύει να αναλύσει, εάν οι προσαρμοσμένες παράμετροι σχεδιασμού έχουν αντίκτυπο στις συναισθηματικές αντιδράσεις και σε ποιο βαθμό είναι συγκρίσιμες με τις πραγματικές αντιλήψεις. Το αποτέλεσμα της έρευνας είναι η διαμόρφωση ενός αισθητικού πλαισίου για το διαδραστικό σύστημα, τη ρύθμιση της συμπεριφοράς της αλληλεπίδρασης ανθρώπου-χώρου στο περιβάλλον διαβίωσης. Αυτό περιελάμβανε την επεξεργασία προσώπων, ως είσοδο (input) και την άρθρωση πιθανών συναισθηματικών χώρων, ως εξόδo (output), που έχουν νόημα για τους ενοίκους και μπορούν δυνητικά να υποστηρίξουν τις ψυχοφυσιολογικές ανάγκες τους. Ο χώρος αποκτά νόημα στην ικανότητά του να επικοινωνεί με επιτυχία με το χρήστη, και μάλιστα στην ικανότητά του να εξυπηρετεί ικανοποιητικά τις επιθυμίες, για το χρήστη, λειτουργίες - σωματικά, ψυχολογικά και λειτουργικά. Η έννοια στην αρχιτεκτονική πράξη βρίσκεται στην «έκφραση» που σχεδιάζει ο αρχιτέκτονας, και στην «εντύπωση» που λαμβάνεται ή συνάγεται από τον παρατηρητή μέσω των αντιληπτών, αναγνωρίσιμων ιδιοτήτων των σχεδιαστικών στοιχείων.

58

Ο αρχιτέκτονας επιλέγει

προσεκτικά και αρθρώνει τις μορφές, τα σχήματα ή τα αισθητηριακά στοιχεία του χρώματος, του φωτός, του υλικού και της υφής, για να εκφράσουν το προτεινόμενο νόημα.

58

Brandle, Kurt (2012) Architecture and Meaning. Michigan: Brandle Publishing, iPad edition

122


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Έννοιες και θεωρίες για Χωρικές Αφηγήσεις Το ψυχολογικό μοντέλο ιεραρχίας των αναγκών του Maslow59 στο πλαίσιο του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού του χώρου υποδηλώνει ότι ο πρωταρχικός στόχος του οικείου χώρου είναι να εκπληρώσει τις βασικές ψυχολογικές και φυσιολογικές ανάγκες που είναι απαραίτητες για την επιβίωση. Η ευχαρίστηση

αποκτάται

από

τους

αρχιτεκτονικούς

χώρους,

που

δημιουργούνται από την ασφάλεια και την άνεση, ως έμφυτο ένστικτο επιβίωσης του προϊστορικού -κυνηγού-συλλέκτη- ανθρώπου. Η ευχαρίστηση είναι μια θετική ψυχολογική, φυσιολογική και γνωστική απάντηση, η οποία δείχνει επίσης αισθητικές προτιμήσεις στους χώρους. Η ψυχοφυσιολογική και γνωστική ευχαρίστηση προέρχεται από αυτές τις αρχιτεκτονικές εμπειρίες που σχετίζονται με τις θεωρίες του μυστηρίου, της ανταμοιβής, της συγκίνησης ή του κινδύνου, καθώς και της εξοικείωσης και της πρόβλεψης. Αυτές οι θεωρίες περιστρέφονται γύρω από τις προσδοκίες για αισθητικές εμπειρίες αυξημένης ευχαρίστησης - δηλαδή, ευχάριστες, θετικές εμπειρίες για την επίτευξη ενός ικανοποιητικού στόχου ενός ψυχολογικώς ή φυσιολογικώς ευχάριστου περιβάλλοντος, μιας εκπληκτικής ανακάλυψης, που διεγείρει τις αισθήσεις ή μιας αρχικής αρνητικής προσδοκίας που μετατρέπεται σε μια θετική εμπειρία. Αρχιτέκτονες ασκούν διάφορες επίσημες και αισθητικές χωρικές αρθρώσεις, προκειμένου να αυξήσουν το επίπεδο της περιέργειας και να ενθαρρύνουν την εξερεύνηση: π.χ., η χρήση

Maslow, Abraham H. (1943) A Theory of Human Motivation, Psychological Review, 50:4, 370– 96. Δείτε επίσης: https://www.google.com/search?q=Maslow+hierarchy+of+need&ie=utf8&oe=utf-8 59

123


Megastuctures: Volumes Floating In Space

κατευθυνόμενων στοιχείων τοιχοποιείας, καμπυλότητες, δημιουργία σημείων οπτικής επαφής με το φως ή το χρώμα, εφέ φωτισμού -από το σκοτάδι στο φως- μια ξαφνική αλλαγή στην υφή ή στο υλικό, δημιουργία αισθητηριακών διεγερτικών απτών ή ακουστικών περιβάλλοντων. Στο χώρο του σχεδιασμού, η ψυχολογική, γνωστική και αισθητική ευχαρίστηση προέρχεται από την πολυπλοκότητα των λεπτομερειών της υφής και των περιγραμμάτων των δομικών επιφανειών, της εκτιθέμενης δομής, των υλικών και της κίνησης των σχημάτων φωτός και σκιάς που δημιουργούν διεγερτικά οπτικά ενισχυμένα περιβάλλοντα.

Προσαρμοστικότητα Οι ανθρώπινες δραστηριότητες διαμορφώνονται όχι μόνο από τις ανάγκες, αλλά και από τις πεποιθήσεις, που έχουν τις ρίζες τους στον πολιτισμό, την υποκειμενική γνώση, την εμπειρία και τη θρησκεία. Η ιεραρχία των κατοίκων σε χώρους διαβίωσης μεταβάλλεται όσον αφορά την ιδιωτικότητα, την άνεση, την αισθητική, τις αξίες και τα συστήματα πεποιθήσεων. Επιπλέον, ένα πλήθος δημογραφικών αναγκών επηρεάζει τις συνθήκες διαβίωσης, καθώς καθίσταται αναγκαία η αναμόρφωση των χώρων διαβίωσης. Καθώς μια οικογένεια μεγαλώνει ή συρρικνώνεται, χρειάζεται να αλλάξει από ένα άτομο σε ένα ζευγάρι, από μια μικρή οικογένεια σε μια μεγάλη οικογένεια και περιλαμβάνει ενοίκους διαφορετικών ηλικιακών κατηγοριών. Με την αλλαγή των οικονομικών συνθηκών που αφορούν στην οικονομική ευχέρεια, στην ιδιοκτησία ή στη μίσθωση, αλλάζουν και τα σενάρια διαβίωσης.

124


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Η ευέλικτη αρχιτεκτονική μετατρέπεται, προσαρμόζεται, ρυθμίζεται και βελτιώνεται για να ικανοποιήσει τον μεταβαλλόμενο τρόπο ζωής και τις δραστηριότητες των κατοίκων, με βάση τις ατομικές, κοινωνικοοικονομικές και περιβαλλοντικές τους ανάγκες.

60

Αυτό γίνεται μέσω χωρικής

αναδιαμόρφωσης, αναδιοργάνωσης και αρθρώσεως τόσο για φυσιολογικές όσο και για ψυχολογικές - δηλαδή, συναισθηματικές και αισθητικές πτυχές, διαμορφώνοντας περαιτέρω την ανθρώπινη δραστηριότητα, συμπεριφορά και εμπειρία. Η αρχιτεκτονική ευελιξία μπορεί να λάβει χώρα σε διάφορες κλίμακες, από την συναρμολόγηση ή την επανασυναρμολόγηση των δομικών μερών (ή μονάδων) που απαιτούν μεγαλύτερη χρονική περίοδο, στις ρυθμίσεις των διαχωριστικών τοίχων, των επίπλων, των συστημάτων θέρμανσης ή ψύξης που μπορούν να εκτελεστούν στιγμιαία.

Ορισμός ευέλικτων και προσαρμόσιμων χώρων Στο βιβλίο του «Flexible: Architecture that Responds to Change», ο Kronenburg61 περιγράφει την προσαρμοστική ικανότητα των κτιρίων στις μεταβαλλόμενες ανάγκες του ανθρώπου και του περιβάλλοντος ως μια οικονομικά και οικολογικά βιώσιμη προσαρμογή ή ανταπόκριση που αντικατοπτρίζεται στη χρήση ή τη θέση του κτιρίου. Χαρακτηρίζει την ευελιξία των χώρων διαβίωσης ανάλογα με το βαθμό στον οποίο μπορούν να Fox, Michael, and Miles Kemp (2009). Interactive Architecture. New York: Princeton Architectural Press, ebrary. 61 Kronenburg, Robert (2007) Flexible: Architecture that Responds to Change. London: Laurence King, 2007. 60

125


Megastuctures: Volumes Floating In Space

γίνουν φυσικές αλλαγές για να ικανοποιηθούν οι ανάγκες. Αυτές οι αλλαγές μπορούν να συμβούν με τέσσερις τρόπους και δεν αλληλοαποκλείονται: τον μετασχηματισμό,

την

προσαρμογή,

την

κινητικότητα

και

την

αλληλεπίδραση. Η ευέλικτη αρχιτεκτονική περιλαμβάνει σε γενικές γραμμές όλα τα κτίρια ή τους χώρους διαβίωσης που μπορούν να προσαρμοστούν στις αναδυόμενες ανάγκες του κατόχου. Η διαδικασία προσαρμογής των εύκαμπτων χώρων μπορεί να είναι μακροπρόθεσμη ή βραχυπρόθεσμη, ανεξάρτητα από τη συχνότητα και τον τύπο των εσωτερικών ή εξωτερικών φυσικών αλλαγών που αυτό απαιτεί. Η ευελιξία αναγνωρίζει την «αλλαγή» ως κριτήριο σχεδιασμού. Ο βαθμός αβεβαιότητας στον σχεδιασμό σχετίζεται με τα δημογραφικά στοιχεία, δηλαδή το μέγεθος της οικογένειας, τον τύπο και το εύρος ηλικίας, καθώς και τους κοινωνικούς, πολιτιστικούς, οικονομικούς, τεχνολογικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες που μπορούν να υποστούν απρόβλεπτες αλλαγές. Οι προσαρμόσιμοι χώροι είναι ένας τύπος ευέλικτης αρχιτεκτονικής, στην οποία η διαδικασία προσαρμογής είναι στιγμιαία ή εμφανίζεται σε σύντομο χρονικό διάστημα. Σε ένα προσαρμοστικό χώρο, ο χώρος αρθρώνεται ή αναδιαμορφώνεται με διάφορα αισθητικά ή κινητικά στοιχεία σχεδιασμού: μεταβλητό χρώμα επιφάνειας ή αδιαφάνεια, κινητές οθόνες ή τοίχους ή διαμορφώσιμα ανοίγματα. Όλοι οι προσαρμοστικοί χώροι είναι ευέλικτοι, αλλά όλοι οι ευέλικτοι χώροι δεν είναι προσαρμοστικοί. Αυτοί οι δύο όροι είναι παρόμοιοι με πολλούς τρόπους, αλλά δεν είναι εναλλάξιμοι.

126


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Η αρχιτεκτονική που προλαμβάνει είναι ευέλικτη. Στην πρόληπτική αρχιτεκτονική, οι αλλαγές που θα μπορούσαν να συμβούν στο μέλλον αναμένονται ως πιθανότητες και έχουν γίνει χωροταξικές, δομικές ή τεχνολογικές προβλέψεις στην τρέχουσα κατάσταση σχεδιασμού για να αντιμετωπιστούν πιθανές μελλοντικές αλλαγές. Η διαδραστική αρχιτεκτονική είναι προσαρμοστική, χαρακτηριζόμενη από άμεση αλληλεπίδραση χρήστηχώρου - με ή χωρίς τη μεσολάβηση αυτοματοποιημένων συστημάτων.

127


Megastuctures: Volumes Floating In Space

37a.

WikiHouse (assembly diagram) by Alastair Parvin and Architecture 00s

37b

WikiHouse (articulation) by Alastair Parvin and Architecture 00s

128


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Προσαρμοστικοί χώροι: χαρακτηριστικά και αρχές Στη μακρά ιστορία της ευέλικτης αρχιτεκτονικής, διάφορες προσαρμοστικές δυνατότητες έχουν προικισθεί σε κτίρια ως χωρικά ή δομικά χαρακτηριστικά, επιτρέποντάς τους να ικανοποιήσουν τις νέες ανάγκες των ενοίκων που αλλάζουν με την πάροδο του χρόνου. Ένας προσαρμοστικός αρχιτεκτονικός χώρος έχει δύο βασικά χαρακτηριστικά: παροχή αβεβαιότητας στο σχεδιασμό και ενεργό συμμετοχή του χρήστη. Στο

σχεδιασμό

ενός

προσαρμοστικού

περιβάλλοντος

χώρου,

ο

αρχιτέκτονας επιλέγει να εγκαταλείψει ένα ορισμένο επίπεδο ελέγχου και παρέχει στον χρήστη τη δυνατότητα εισροής καθ 'όλη τη διάρκεια των διαδικασιών λήψης αποφάσεων σχετικά με τη ζωή και τα πρότυπα συμπεριφοράς. Η συμμετοχή των χρηστών είναι καθοριστική και οι χρήστες δεν χρειάζονται βοήθεια από εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό για να κάνουν χωρικές αλλαγές (37a). Η υποκείμενη παράμετρος για τη διατύπωση των αρχών σχεδιασμού στους προσαρμοστικούς χώρους διαβίωσης εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο προετοιμάζεται για την προσαρμογή των αναμενόμενων

αλλαγών.

Οι

προσεγγίσεις

σχεδιασμού

για

τους

προσαρμοστικούς χώρους είναι μειωτικές. Τα άκαμπτα αρχιτεκτονικά στοιχεία - όπως η δομή, ο πυρήνας ή το περίβλημα του κτιρίου απλοποιούνται με τη μείωση του αριθμού, για έναν επιτυχημένο σχεδιασμό. Υπάρχουν κάποιες γενικές αρχές για χωρική ή δομική ευελιξία που χρησιμοποιήθηκαν κατά την επικράτηση του Μοντερνου κινήματος και αργότερα μεταφέρθηκαν στο σύγχρονο σκηνικό της προσαρμοστικής

129


Megastuctures: Volumes Floating In Space

αρχιτεκτονικής. Οι αρχιτέκτονες κατασκευάζουν «ατελείς» χώρους με καθορισμένες ή συγκεκριμένες λειτουργίες για να επιτρέψουν στους μελλοντικούς χρήστες να τις προσαρμόσουν στις δικές τους ανάγκες. Αυτοί οι προσαρμόσιμοι χώροι παραμένουν εσκεμμένα ατελείς για να επεκταθούν οριζόντια ή κάθετα. Παρέχονται, επίσης, συγκεκριμένες προτάσεις σχεδίασης για να παρακινήσουν τους χρήστες να προσαρμοστούν με συγκεκριμένο τρόπο. Τα οπτικά στοιχεία, όπως οι δοκοί, οι κολώνες ή τα προεξέχοντα

δοκάρια,

37c. WikiHouse (program and logo) by Alastair Parvin and Architecture 00s

βοηθούν στο μετασχηματισμό του χώρου και φιλοξενούν διάφορες λειτουργίες

130

μέσα

σε

σύντομο

χρονικό

διάστημα.

Η

χωρική


Megastuctures: Volumes Floating In Space

προσαρμοστικότητα μπορεί να επιτευχθεί με δύο τρόπους: την αναδιάταξη και την άρθρωση. Η χωρική άρθρωση είναι η επίσημη αλλαγή του χώρου που σχετίζεται με το μέγεθος και το σχήμα (37b). Η χωρική αναδιάταξη είναι η αλλαγή στην αισθητική εμπειρία ενός χώρου, που σχετίζεται με την αίσθηση και την εμφάνισή του. Οι προσαρμοστικοί χώροι γενικά χρησιμοποιούν κινητικά στοιχεία ή μετασχηματισμένα αντικείμενα-π.χ., χωρίσματα, πόρτες, έξυπνα έπιπλα, προκειμένου να αλλάξουν μέγεθος, σχήμα ή εμφάνιση. Έχουν αναπτυχθεί δυναμικές μορφές, σχήματα και λειτουργίες που μπορούν να προσαρμοστούν στις τεχνολογικές καινοτομίες.΄

Χωρική άρθρωση: Τα οικιστικά «ανοιχτά (open plan)» σχέδια μπορούν να υποδιαιρεθούν με κινητικά στοιχεία -ολισθαίνουσες, πτυσσόμενες ή κινητές οθόνες, πόρτες και έπιπλα- για να αλλάξουν χωροταξικές διαμορφώσεις. Με τη συμμετοχή των χρηστών, η μεταβολή του μεγέθους και του σχήματος των χώρων είναι σταθερή και άμεση. Τα κινητά στοιχεία χρησιμοποιούνται, επίσης, για τη βελτιστοποίηση του χώρου, με τη φιλοξενία διάφορων δραστηριοτήτων και για ποικίλο αριθμό ατόμων σε ένα χώρο, όπως μια αίθουσα συσκέψεων. Αυτά τα στοιχεία υποστηρίζουν διαφορετικές λειτουργίες στον ίδιο χώρο, επιτρέποντας την προστασία της ιδιωτικής ζωής, των αλλαγών στο επίπεδο ή των ρυθμιζόμενων ανοιγμάτων.

131


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Χωρική Αναδιάταξη: Με ρύθμιση στοιχείων αισθητηριακού σχεδιασμού, όπως χρώμα, φως, υφή και ιδιότητες υλικών των επιφανειών, ένα ανοικτό σχέδιο μπορεί να μεταβληθεί σε χωρική ποιότητα και να φιλοξενήσει πολλαπλές λειτουργίες χωρίς φυσικές αλλαγές ή χωρικές αναδιαρθρώσεις. Για παράδειγμα, το εσωτερικό φως ή το χρώμα μπορούν να τροποποιηθούν. οι περσίδες ή η αδιαφάνεια των υλικών μπορούν να αλλάξουν προκειμένου να δημιουργηθούν ευχάριστες αισθητικές εμπειρίες και φυσικά άνετοι χώροι ή να υπάρξει η ιδιωτικότητα για την εκτέλεση συγκεκριμένων λειτουργιών. Το εξωτερικό κέλυφος μπορεί να τροποποιηθεί για να προσαρμοστεί στο εξωτερικό περιβάλλον ή να τροποποιήσει το εσωτερικό περιβάλλον, π.χ. θερμότητα, φωτισμός ή κίνηση του αέρα. Με αισθητήρες διαδραστικής τεχνολογίας, οι δυναμικές προσόψεις των κτιρίων αλληλεπιδρούν με το εξωτερικό περιβάλλον σε πραγματικό χρόνο, προκειμένου να ελέγχεται η πρόσβαση στο φυσικό φως, η θερμότητα και το θερμικό κέρδος και να τροποποιείται η εσωτερική χωρική ποιότητα με αισθητικά ευχάριστα πρότυπα φωτός και σκιάς. Η ευελιξία του δομικού σχεδιασμού στοχεύει στη μείωση του αριθμού των φέροντων τοίχων ή στηλών και έχει σαφώς αναγνωρίσιμα και διαχωρίσιμα δομικά στρώματα. Τα σχέδια του «ανοιχτού» σχεδίου χρησιμοποιούν συνήθως υποστηρικτικές δομές - φέροντες στήλες και δοκούς - για να δημιουργήσουν μια μεγάλη έκταση αδιάλειπτου χώρου, με πυρήνα που περιέχει πρόσβαση και υπηρεσίες. Μη φέροντα χωρίσματα ή επιφάνειες μπορούν να αφαιρεθούν, να μετακινηθούν ή να κατασκευαστούν για να υποδιαιρεθούν νέοι χώροι.

132


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Ορίζοντας την αλληλεπίδραση στην αρχιτεκτονική Με απλούς τεχνικούς όρους, η αλληλεπίδραση αποτελείται από μια είσοδο και μια έξοδο. Είναι η ενδιάμεση κατάσταση ή η μεταβατική κατάσταση μέσω της οποίας μια ενέργεια (είσοδος) δημιουργεί μια αντίδραση (έξοδο). Η αλληλεπίδραση προτείνει επίσης την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ δύο ή περισσοτέρων μερών. Ο Jakovich και ο Beilharz αλληλεπίδραση

ως

«συνδυασμένη

αμοιβαία

62

ορίζουν την

δράση

ανταλλαγής

πληροφοριών» μεταξύ δύο ή περισσότερων σχετικών φυσικών ή τεχνητών παραγόντων σε ένα σύστημα, όπου ο παράγοντας μπορεί να είναι άνθρωπος, υπολογιστής ή κτίριο. Για παράδειγμα, σε μια απλή μορφή αλληλεπίδρασης ανθρώπου-υπολογιστή, ένα μόνο κλικ στο ποντίκι (είσοδος) αλλάζει την οθόνη του υπολογιστή (έξοδος). Στο πλαίσιο της αρχιτεκτονικής, η αλληλεπίδραση μπορεί να οριστεί με παρόμοιους όρους. Η αλληλεπίδραση είναι μια αυτόματη ή διαισθητική αντίδραση των κτιρίων στη δράση του χρήστη. 63 Στην αρχιτεκτονική, ο τεχνητός παράγοντας είναι το κτίριο ή το χτισμένο περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε μηχανής ή τεχνολογίας υπολογιστών που είναι ενσωματωμένη στην αρχιτεκτονική. Οι φυσικοί παράγοντες είναι οι κάτοικοι και οι περιβαλλοντικοί παράγοντες: η κατεύθυνση του ήλιου, το φυσικό φως, η θερμοκρασία, η υγρασία, η κατεύθυνση και η ταχύτητα του

Jakovich, Joanne, and Kirsty Beilharz (2007) Interaction as a Medium in Architectural Design, Leonardo 40:4, 368– 69, http://www.jstor.org/stable/20206449 63 Kronenburg, Robert (2007) Flexible: Architecture that Responds to Change. London: Laurence King, 2007. 62

133


Megastuctures: Volumes Floating In Space

ανέμου, και οι καιρικές συνθήκες που σχετίζονται με τις εποχιακές αλλαγές κ.λπ. Σε μια τυπική διαδραστική αρχιτεκτονική μπορεί να υπάρξει αλληλεπίδραση όταν ένας παράγοντας (άνθρωπος ή περιβάλλον) εκτελεί μια ενέργεια ή εισροή και ο άλλος παράγοντας (κτίριο) παράγει μια αντίδραση, απόκριση ή έξοδο.64 Είναι σημαντικό για κάθε συμμετέχοντα χρήστη να έχει απαραίτητα την ικανότητα να ενεργεί ή να ανταποκρίνεται, ή και τα δύο, με βάση το πλαίσιο και την ιδιαιτερότητα των πληροφοριών που συλλέγονται από έναν άλλο χρήστη. Ένα θεμελιώδες μοντέλο αλληλεπίδρασης εισάγεται από τον Don Norman στο βιβλίο του, “Design of Everyday Things”. Το μοντέλο περιγράφει τη διαδικασία αλληλεπίδρασης, που ξεκινά με τον καθορισμό ενός προηγούμενου στόχου ή επιθυμίας από το χρήστη. Η εκτέλεση και η αξιολόγηση είναι δύο βασικές ενέργειες που αποτελούν τη διαδικασία αλληλεπίδρασης. Η αρχικά καθορισμένη ενέργεια του χρήστη εκτελείται, προκειμένου να επιτευχθεί ο επιθυμητός στόχος. Μόλις εκτελεστεί η ενέργεια (είσοδος), ο χρήστης αντιλαμβάνεται και ερμηνεύει την απόκριση (έξοδος) και την αξιολογεί συγκρίνοντάς τη με το επιθυμητό αρχικό στόχο(Σχ 1). Στην αλληλεπίδραση ανθρώπου-μηχανής, αισθητηριακή ή σωματική, ο χρήστης έχει το πλεονέκτημα να επιλέξει τι είδους δράση θα έχει. Ως άμεσο ή έμμεσο αποτέλεσμα αλληλεπίδρασης, η ανατροφοδότηση μπορεί, ενδεχομένως, να οδηγήσει σε περαιτέρω αλληλεπίδραση. Ο χρήστης μπορεί να επιλέξει να εκτελέσει άλλη ενέργεια με τους περιορισμούς και τις

64

Ibid

134


Megastuctures: Volumes Floating In Space

ελευθερίες του συστήματος, μέχρι να επιτευχθεί ο επιθυμητός στόχος ή να τεθεί ένας νέος.65 Η έννοια της αλληλεπίδρασης στην αρχιτεκτονική έχει τις ρίζες της στις θεωρίες του Gordon Pask, που πρότεινε ότι η αλληλεπίδραση ανθρώπου-μηχανής θα έπρεπε να λάβει τη μορφή μιας πραγματικής συνομιλίας, όπου τόσο οι χρήστες όσο και η μηχανή (αρχιτεκτονική), παρέχουν ανατροφοδότηση ο ένας στον άλλο.

Σχ. 1 Η έννοια της αλληλεπίδρασης του Pask θεωρήθηκε ιδανική από πολλούς ερευνητές στο πλαίσιο του σχεδιασμού διαδραστικών περιβάλλοντων. 66 65 66

Norman, Dan (2013). Design of Everyday Things. Basic Books: New York. Bullivant, Lucy (2007) Alice in Technoland, Architectural Design 77:4, 6–13

135


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Ορισμένοι αρχιτέκτονες απορρίπτουν τη δράση-αντίδραση ως ορισμό της αλληλεπίδρασης, υπέρ μιας πιο σύνθετης «ανοικτής» αλληλεπίδρασης, στην οποία συμμετέχουν ενεργά και τα δύο μέρη. Με βάση την ιδέα του Pask για αμφίδρομη συνομιλία, ορισμένοι αρχιτέκτονες έχουν εισαγάγει τις έννοιες της προγνωστικής τεχνολογίας και της προληπτικής αρχιτεκτονικής, στον τομέα της διαδραστικής αρχιτεκτονικής. Οι Michael Fox και Miles Kemp υποδεικνύουν ότι η αλληλεπίδραση πρέπει ουσιαστικά να είναι ένας δρόμος διπλής κατεύθυνσής, στον οποίο συμμετέχουν ενεργά και τα δύο μέρη. Με τα χρόνια, οι κορυφαίοι επαγγελματίες στον τομέα της αρχιτεκτονικής και της κυβερνητικής, όπως οι Haque 67 , Oosterhuis και Kronenburg, προσπάθησαν να επεκτείνουν τη θεωρία του Pask, των προληπτικών συστημάτων και να επαναπροσδιορίσουν την αλληλεπίδραση. Ο αρχιτέκτονας και εκπαιδευτικός Oosterhuis ορίζει την αλληλεπίδραση με τον ίδιο τρόπο και προτείνει την ανάπτυξη και προληπτικών κτιρίων, όπου ενεργούν, ανταποκρίνονται και αλλάζουν διαμόρφωση με απρόβλεπτο τρόπο, σε πραγματικό χρόνο.68 Η έννοια των προληπτικών συστημάτων έχει εφαρμοστεί στα διάφορα διαδραστικά έργα του, όπως το Moody Mushroom Floor και το Open Burble.69 Η τεχνολογία αυτοματοποίησης της σύγχρονης

Haque, Usman. Distinguishing Concepts: Lexicons of Interactive Art and Architecture, Architectural Design, 2007, 77:4, 24–31; Haque, Usman. The Architectural Relevance of Gordon Pask, Architectural Design, 2007, 77:4, 54– 61. 68 Cf. Garcia, Mark (2007) Otherwise Engaged: New Projects in Interactive Design, Architectural Design 77:4, 44–53 69 Haque, Usman. The Architectural Relevance of Gordon Pask, Architectural Design, 2007, 77:4, 54–61 67

136


Megastuctures: Volumes Floating In Space

διαδραστικής αρχιτεκτονικής αναπτύσσεται για την εφαρμογή της τεχνολογίας πρόβλεψης και ενεργειακής απόδοσης. Η ανταποκρινόμενη αρχιτεκτονική είναι ένα άλλο είδος αρχιτεκτονικής. Παρόμοια με τους

ζωντανούς οργανισμούς, η ανταποκρινόμενη

αρχιτεκτονική «αισθάνεται» και μεταμορφώνεται για να προσαρμοστεί στις μεταβαλλόμενες συνθήκες.70 Αυτό το είδος βασίζεται στην ιδέα της αυτοοργάνωσης, ως φυσικό σύστημα και ενσωματώνει διάφορες έννοιες της βιομιμιτικής, της αυτοποίησης, της μορφολογίας και των υβριδικών περιβάλλοντων, μεταξύ άλλων επιστημών. Εστιάζοντας κυρίως στην επιστήμη των υλικών και στην δομική μηχανική δεδομένων, αυτό το είδος περιλαμβάνει παραμετρικά συστήματα, γενετικά σχέδια και έννοιες της «ζωντανής» αρχιτεκτονικής. Οι ανταποκρινόμενες δομές ή συστήματα δημιουργούν νέες φόρμες ή σχήματα που βασίζονται σε υπολογισμούς και δεν είναι προκαθορισμένα, προκειμένου να αντέχουν τις φυσικές δυνάμεις ή τις καιρικές συνθήκες. Τα ανταποκρίσιμα υλικά, όπως οι ζωντανοί οργανισμοί, ανταποκρίνονται στις αισθήσεις, στο φως ή στις χημικές ενέργειες, μέσω αυτο-επιδιόρθωσης, αυτοπαραγωγής ή αλλαγής των χαρακτηριστικών τους. Αυτές οι έννοιες, στα αρχικά στάδια της έρευνας και της ανάπτυξης, δεν έχουν ακόμη υιοθετηθεί με επιτυχία στον τομέα της κατοικήσιμης αρχιτεκτονικής.

Beesley, Philip, Sachiko Hirosue, and Jim Ruxton (2006). “Toward responsive Architecture. In: (Beesley, P. et al, Eds) Responsive Architectures: Subtle Technologies, 3 –11. Toronto: Riverside Architectural Press. 70

137


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Εννοιολογικός χώρος διαβίωσης με χαρακτηριστικά πρόληψης Στην έρευνά μας, ο διαδραστικός χώρος διαβίωσης διαθέτει δυνατότητες χωρικής άρθρωσης σε πραγματικό χρόνο, καθοδηγούμενες από την αλληλεπίδραση ανθρώπου-χώρου. Η τεχνική της χωρικής άρθρωσης δανείζεται από τις συγκινησιακές χωρικές μεθόδους της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, που εφαρμόζονται στο διαδραστικό σχεδιασμό του χώρου για να δημιουργήσουν αισθητηριακούς νοηματικούς χώρους. Ο σχεδιασμός παρέχει

προληπτικά

πλεονεκτήματα

στην

τρέχουσα

κατάσταση

λαμβάνοντας υπόψη τις προηγούμενες και πιθανές μελλοντικές ενέργειες των χρηστών. Ο χώρος διαβίωσης προσαρμόζεται στις αναδυόμενες ανάγκες των χρηστών, επιτρέποντας στον κάτοχό του, να αναζητά πιθανές χωρικές λύσεις για να καλύψει τις τρέχουσες και τις μελλοντικές του ανάγκες, επιθυμίες και ενέργειες που δεν έχουν ακόμη πραγματοποιηθεί. Η προσαρμοστική διαδικασία του ζωντανού χώρου διερευνά τις αναμενόμενες διαστάσεις από πολλαπλές οπτικές: 1) εκκίνηση της ιδέας σχεδιασμού με βάση τις γνωστές και προβλεπόμενες ανάγκες και απαιτήσεις των χρηστών · 2) τη διατύπωση των κριτηρίων σχεδιασμού και την πρόβλεψη των αναμενόμενων σχεδιαστικών πλεονεκτημάτων για την επίτευξη των στόχων σχεδιασμού.

138


Megastuctures: Volumes Floating In Space

3) την αισθητική και δημιουργική εξερεύνηση του χρήστη, ενός προσωρινού, δυναμικά εξελισσόμενου χώρου απροσδιόριστης λειτουργίας.

Σχεδιασμός

ενός

προσαρμοστικού,

μινιμαλιστικού

χώρου δράσης Στον πυρήνα οποιουδήποτε αρχιτεκτονικού σχεδιασμού βρίσκεται η έννοια των λειτουργιών και των μορφών δραστηριότητας, που ο χώρος σκοπεύει να φιλοξενήσει και τα οποία είναι αυτά που τον καθορίζουν και τον σμιλέυουν.71 Σχηματικά διαγράμματα και σενάρια παράγονται ως αφηρημένες αναπαραστάσεις πιθανών δράσεων και αλληλεπιδράσεων που μπορεί να συμβούν στο μέλλον. Αυτή η αφήγηση βασίζεται στις ανάγκες, στις προσδοκίες και στις επιθυμίες του χρήστη. Η κατανόηση της αφήγησης του χρήστη είναι απαραίτητη για το σχεδιασμό της αφήγησης του χώρου που θα υποστηρίζει τις τρέχουσες ενέργειες και πιθανές μελλοντικές ενέργειες. (38)72 Ο χώρος δράσης προσδιορίζεται από τις καθημερινές ενέργειες και πρότυπα δραστηριότητας που προβλέπονται ή αναμένεται να πραγματοποιηθούν, καθώς και από τις αλληλεπιδράσεις όχι μόνο μεταξύ ανθρώπων, αλλά και μεταξύ σύνθετης ανθρώπινης συμπεριφοράς και διαθέσιμης τεχνολογίας, που επαναπροσδιορίζουν τη συμβατική χρήση του χώρου.73 Αυτή η περίπλοκη αλληλεπίδραση με την τεχνολογία ικανοποιεί την ανάγκη να φιλοξενούνται

Alavi, Hamed S., et al. (2016) Interaction and Architecture: Deconstructing Human-Building Interaction, Interactions 23:6 (November-December 2016), 60–62 72 Zamenopoulos, Theodore and Katerina Alexiou (2007) Towards an Anticipatory View of Design, Design Studies 28: 4 (July 2007), 411–436. 73 Kirsh, David (2001) Changing the Rules: Architecture in the New Millennium, Convergence: The Journal of Research into New Media Technologies 7:2, 113–125. 71

139


Megastuctures: Volumes Floating In Space

πολλαπλές, επικαλυπτόμενες δραστηριότητες σε ένα μόνο χώρο, όπως ανάγνωση, εργασία, περιήγηση στο web, παρακολούθηση τηλεόρασης, ακρόαση μουσικής, κοινωνικοποίηση, δείπνο και ανάπαυση. Οι τεχνολογικές

38. Change of environment of spacific space due to the users needs

140


Megastuctures: Volumes Floating In Space

εξελίξεις προωθούν τον μινιμαλισμό στον τρόπο ζωής, επιτρέποντας στους προσωπικό/οικιακό

και

τους

επαγγελματικό

χώροlive

να

αλληλεπικαλύπτονται. Τα κριτήρια σχεδιασμού διαμορφώνονται με βάση τη μελέτη του χώρου δράσης για τους χρήστες. Προκειμένου να προκύψει η διαμόρφωση του χώρου δράσης σε μέγεθος, σχήμα, πρότυπα χρήσης, περιβαλλοντική και χωρική ευελιξία του χώρου, εξετάζονται τα δημογραφικά στοιχεία και ο τρόπος ζωής τους, προκειμένου να προβλεφθεί η πιθανή χρήση της τεχνολογίας και οι αλληλεπιδράσεις που μπορεί να συμβαίνουν στο περιβάλλον διαβίωσης. Ο νεο-νομαδικός τρόπος ζωής έχει μελετηθεί μέσω της παρατήρησης, της λογοτεχνίας και των υποκειμενικών προσωπικών εμπειριών,

που

σχετίζονται

με

ατομικές,

κοινωνικο-πολιτισμικές,

οικονομικές και τεχνολογικές πτυχές. Οι νεο-νομάδες έχουν ως βασική τους αρχή το "live light", δηλαδή την επιλογή των βέλτιστων επιλογών με το μικρότερο περιβαλλοντικό κόστος, υπό την έποψη των προσωπικών υπαρχόντων και των απαιτήσεων χώρου. Η μινιμαλιστική τους ζωή χαρακτηρίζεται από πολυλειτουργικότητα και βελτιστοποίηση του χώρου. Τα όρια των χώρων δράσης για τις καθημερινές τους δραστηριότητες είναι θολά. Ο προτεινόμενος νεο-νομαδικός χώρος διαβίωσης πρέπει να ενσωματώνει τη βελτιστοποίηση του χώρου και τη χωρική ευελιξία με τη μορφή ενός ζωντανού χώρου ουδέτερης χρήσης, που προσαρμόζεται στη συνεχή μεταβατική και χρονική μετατόπιση από τη ζωή στη δουλειά, από το προσωπικό στο κοινωνικό και από το φυσικό/αναλογικό στο ψηφιακό.

141


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Ένα κριτήριο είναι να σχεδιαστεί ένας προσαρμόσιμος χώρος διαβίωσης που μπορεί να αλλάξει σε χωρική ποιότητα, δηλαδή αίσθηση και εμφάνιση, ανάλογα με τις ανάγκες του χρήστη. Χωρική λύση αναζητείται στο δημιουργικό πεδίο του συναισθηματικού, βιωματικού σχεδιασμού του χώρου και ξεπερνά τα αυστηρά φυσικά όρια του μεγέθους και του σχήματος. Η συναισθηματική χωρική δημιουργία της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής με τις μεταβλητές της αντίληψης του χώρου - χρώματος, υφής και υλικής συνάφειας - εισάγεται ως μέσο χωρικής μεταμόρφωσης, όπου οι οπτικά αισθητηριακοί χώροι σκοπεύουν να φιλοξενήσουν την ποσότητα πιθανών λειτουργιών που έχει ανάγκη ο χρήστης. Ένα άλλο κριτήριο σχεδιασμού είναι να δοθεί στο χρήστη η δυνατότητα να προσαρμόζει και να προσωποποιεί το χώρο, σύμφωνα με την επιθυμία του μέσω της τροποποίησης των συναισθηματικών ιδιοτήτων του χώρου, προκειμένου να πραγματοποιήσει τις επιθυμητές λειτουργίες. Η ικανότητα προσωποποίησης του χώρου είναι το κλειδί για τους κατοίκους που κατοικούν σε μια άυλη κατάσταση. Ο Abbas εξηγεί τον τρόπο με τον οποίο οι επαγγελματίες , που ταξιδεύουν πολύ, αναζητούν μια ταυτότητα για να κατοικήσουν σε έναν τόπο διέλευσης, όπως μια αίθουσα του ξενοδοχείου, μέσω της δημιουργίας προσωπικών συνδέσμων με αντικείμενα, την ατμόσφαιρα ή τεχνασμάτα, που τους κάνουν να αισθάνονται «σαν στο σπίτι τους».74 Αυτό το συναίσθημα αφορά κυρίως αισθήματα άνεσης, ασφάλειας ή ικανότητας εξατομίκευσης και προσαρμογής σε αναζήτηση σύνδεσης με Abbas, Yasmine (2006) Neo-nomads: Designing Environments for Living in the Age of Mental, Physical and Digital Mobilities (PhD diss., Harvard University, Cambridge s MA), p. 92. 74

142


Megastuctures: Volumes Floating In Space

κάτι. Το σπίτι «βρίσκεται» μέσα στη ανοιχτότητα, την κλειστότητα, τη ζεστασιά, τη φωτεινότητα και το σκοτάδι.75 Η εξατομίκευση μέσω του φωτός ή του χρώματος για να δημιουργηθεί η κατάλληλη διάθεση ή ατμόσφαιρα μπορεί να είναι αρκετή για να θεωρηθεί ένα φυσικό περιβάλλον ως τόπος κατοικίας.

Ενεργοποίηση της Προγνωστικής Χωρητικότητας Με

βάση

τα

κριτήρια

σχεδιασμού,

ορισμένα

χαρακτηριστικά

ενσωματώνονται στο σχεδιασμό, ώστε να του αποδίδεται η δυνατότητα πρόβλεψης για την επίτευξη των στόχων του. Το πρώτο χαρακτηριστικό σχεδιασμού είναι η ενσωμάτωση της διαδραστικής τεχνολογίας. Οι αλληλεπιδραστικές επιφάνειες του χώρου διαβίωσης έχουν την ικανότητα να αλλάζουν την εμφάνισή τους, μέσω τροποποίησης των παραμέτρων σχεδίασης του χρώματος, της φωτεινότητας, της υφής και του υλικού με ανταπόκριση στις εισόδους (inputs), που δίνει ο χρήστης. Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό του σχεδιασμού είναι η εφαρμογή τεχνικών χωρικών αρθρώσεων που αποσκοπούν στη μετατροπή της χωρικής ποιότητας σε έναν οπτικά εκφραστικό, αισθητηριακά αντιληπτό τρόπο, μέσω της τροποποίησης των παραμέτρων σχεδιασμού. Η αλληλεπίδραση ανθρώπου-χώρου σε αυτόν το σχεδιασμό είναι μεταξύ ανθρώπου και μηχανής,

δηλαδή μεταξύ του χρήστη και του χώρου

διαβίωσης. Κάθε σκόπιμη ενέργεια ή είσοδο ενός ενοίκου αντανακλάται με

75

Bachelard, Gaston (1994) The Poetics of Space. Boston: Beacon Press.

143


Megastuctures: Volumes Floating In Space

απάντηση ή έξοδο από το χώρο διαβίωσης, που ελέγχεται από το ενσωματωμένο διαδραστικό σύστημα. Η συμβολή του χρήστη σχετίζεται με τις επιθυμητές συναισθηματικές ιδιότητες-παροχές του χώρου για να ικανοποιήσει

τις

ανάγκες.

Είναι

η

απάντηση

στις

αντιληπτικές

συναισθηματικές ιδιότητες του ζωτικού χώρου, όπως ο βαθμός ζεστασιάς ή δροσιάς, η ευρυχωρία ή η οικειότητα. Η έξοδος του ζωτικού χώρου έχει τη μορφή τροποποιημένης ή αρθρωτής αισθητικής χωρικής ποιότητας, ως χωρική ανατροφοδότηση μέσω χαρακτηριστικών, όπως το χρώμα, η φωτεινότητα, η υφή και το υλικό (Σχ. 2).

Σχ. 2

144


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Δημιουργικοί και αισθητικοί στόχοι Η πρόβλεψη των δυνατοτήτων στη χωρική ανατροφοδότηση είναι απαραίτητη για τη συνεχή αλληλεπίδραση με το χώρο. Η αντίληψη και η ερμηνεία

κάθε

χωρικής

ανατροφοδότησης

ενημερώνονται

από

προηγούμενες χωρικές εμπειρίες, που μπορεί να εμπνεύσει τη διατύπωση νέων χωρικών στόχων, τα οποία ποτέ ο χρήστης δεν είχε φανταστεί. Η υποκειμενική αντίληψη και ερμηνεία της χωρικότητας βασίζεται στο πλαίσιο μνήμης, φαντασίας, σκέψης, πολιτισμού, καθώς και των επικρατέστερων διαθέσεων και συναισθηματικών καταστάσεων. Καθώς η διάθεση επηρεάζει το χώρο και την ερμηνεία του, ο «έμπειρος» χώρος έχει επίσης αντίκτυπο στην επικρατούσα διάθεση και στα συναισθήματα. Επομένως, το προληπτικό στοιχείο της αλληλεπίδρασης είναι συνεπές αλλά μη προκαθορισμένο. Μέσα από τη διαμόρφωση νέων χωρικών στόχων, η εξερεύνηση των κατοίκων του βιωματικού αυτού χώρου, μπορεί να επεκταθεί σε δημιουργικά πεδία πέρα από την ικανοποίηση των βασικών ψυχοφυσιολογικών αναγκών. Με τον προληπτικό σχεδιασμό, οι φανταστικές απολήξεις κινούν δημιουργικές και αισθητικές διαδικασίες με προσδοκίες για πιθανά αποτελέσματα.76 Η δημιουργική εξερεύνηση του χώρου που κατασκευάζει ο χρήστης φαντάζει παρόμοια με μία θεατρική σκηνή, ο χώρος διαβίωσης μετατρέπεται σε μια αλλήλουχία πράξεων, ορίζοντας ο ίδιος τη σκηνή για την πραγματοποίηση συγκεκριμένων ενεργειών, πραγματοποιώντας το δικό

Nadin, Mihai (2010). Anticipation and the Artificial: Aesthetics, Ethics, and Synthetic Life, AI & Society 25:1 (April 2010): 103–118 76

145


Megastuctures: Volumes Floating In Space

του mise-en-scène. Σε αυτή τη διαδικασία, οι δημιουργούμενες εμπειρίες στο χώρο μπορούν να έχουν άπειρες παραλλαγές, στις οποίες κάθε αίσθηση είναι μοναδική και προσωπική.

146


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Μελλοντική εργασία Οι εξερευνήσεις των συναισθηματικών διαστάσεων του χώρου μπορούν να περιλαμβάνουν μια επιπλέον ποσότητα, που είναι επιθυμητή σε ένα πραγματικό οικιστικό περιβάλλον. Αυτά περιλαμβάνει, αλλά δεν περιορίζεται σε: αισθήματα ασφάλειας, περισυλλογής, πνευματικότητας και δημιουργικότητας. Η κατασκευή αυτών των συνθηκών διάθεσης προορίζεται για τη φιλοξενία συγκεκριμένων λειτουργιών. Για να πραγματοποιηθούν τέτοιου είδους χώροι πρέπει να διερευνηθούν χωρικές εικόνες με συμβολικές σημασίες, πολιτισμικές και χρονικές έννοιες του χρώματος, του φωτός και του υλικού προκειμένου να δωθούν τέτοιες φανταστικές διαστάσεις στο αντιληπτό χώρο. Η μελλοντική έρευνα περιλαμβάνει επίσης την εισαγωγή προσομοιωμένου φυσικού φωτός, ως βασικού αισθητηριακού στοιχείου σχεδιασμού. Το φυσικό φως έχει σημαντικό αντίκτυπο στα αισθήματα άνεσης και ευρυχωρίας. Ο σχεδιασμός με φυσικό φως σχετίζεται επίσης με τη χρονικότητα. Οι αφηρημένες αναπαραστάσεις του διαμορφωμένου φωτός και σκιάς, του υλικού και του χρώματος στις εσωτερικές επιφάνειες μπορούν να αντικατοπτρίζουν τις εξωτερικές καιρικές συνθήκες σε πραγματικό χρόνο, αλλά και ημερήσιες και εποχιακές μεταβολές, εντοπίζοντας έτσι τη θέση του χρήστη στον εξωτερικό κόσμο Το μέλλον των έξυπνων υλικών με γνώμονα τη

νανοτεχνολογία

προσφέρει

νέες

δυνατότητες

διαδραστικής

αρχιτεκτονικής. Οι ιδιότητες των έξυπνων υλικών αλλάζουν υπό την επήρεια δύναμης, μαγνητικών ή ηλεκτρικών πεδίων, χημικών αντιδράσεων, φωτός,

147


Megastuctures: Volumes Floating In Space

39a. Mobile robotic fabrication system for filament structures (Stuttgart University) by Maria Yablonina, 2015

39b.

Mobile robotic fabrication system for filament structures (Stuttgart University) by

Maria Yablonina, 2015

148


Megastuctures: Volumes Floating In Space

θερμοκρασίας ή υγρασίας. Ορισμένα υλικά αλληλεπιδρούν με εξωτερικά ερεθίσματα

και

αλλάζουν

χρώμα,

μοτίβο

ή

συμπεριφορά.

Τα

θερμοευαίσθητα και με «μνήμη μορφής (shape-memory alloys)» κράματα που ανταποκρίνονται στο φως ή στην αφή έχουν εξερευνηθεί σε «ανταποκρινόμενα» art installations. Εξαιρετικά αποδοτικά «έξυπνα» υλικά, αν και εξαιρετικά λεπτά και ελαφριά, είναι σε θέση να μεταφέρουν μεγάλο φορτίο (39). 77 Η έρευνα και η ανάπτυξη έξυπνων υλικών με βάση τη νανοτεχνολογία, μπορεί να προσφέρει νέες δυνατότητες για την ανάπτυξη διαδραστικών χώρων. Αυτά τα υλικά μπορεί να έχουν μοναδικά χαρακτηριστικά με την ικανότητα να τροποποιούν το χρώμα, την υφή, την αντανάκλαση ή τη διαφάνεια ως απάντηση στην ανθρώπινη αλληλεπίδραση. Η μελλοντική εργασία μπορεί να περιλαμβάνει έρευνα σχετικά με την προσαρμοστική διαδικασία του διαδραστικού χώρου και να επεκταθεί στην πολυαισθητηριακή διάσταση της αντίληψης του, ειδικά στον ακουστικό και μαθησιακό τομέα. Η ιδέα της ενσωμάτωσης των δεδομένων και της μάθησης έχει εξερευνηθεί σε διάφορα οπτικά πεδία του σχεδιασμού γραφικών και σχεδιασμού ενδυμάτων.78 Σε αυτή τη διαδικασία, ο αρχιτεκτονικός χώρος «μαθαίνει», για να επιλύσει πραγματικά προβλημάτα, που σχετίζονται με τη λήψη αποφάσεων και περιλαμβάνει τη μίμηση της ανθρώπινης σκέψης. Ο αρχιτεκτονικός χώρος μπορεί να συγκεντρώνει στοιχεία με την πάροδο του

Yirka, Bob (2015) Boeing Demonstrates Lightest Metal Ever, Phys.org., October 15, 2015, https:// phys.org/news/2015-10-boeing-lightest-metal.html 78 Nadin, Mihai, Giuseppe Trogu (1991) Arki – Inventing the future. YouTube video, 3:13. https://www.youtube.com/watch?v=v6PIPdh7Wlk 77

149


Megastuctures: Volumes Floating In Space

χρόνου και να «μαθαίνει», μέσω δοκιμών και σφαλμάτων (trial and error), προκειμένου να βελτιώσει την ικανότητά του να λαμβάνει τις κατάλληλες χωρικές αποφάσεις ή δυνατότητες για τους χρήστες. Για ένα διαδραστικό χώρο που έχει νόημα, η μάθηση περιλαμβάνει διάφορους κλάδους σχετικά με τις αρχιτεκτονικές μεθόδους σχεδιασμού, την αισθητηριακή αντιληπτική διαδικασία και τη γνωστική σκέψη, που επηρεάζουν τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά –συνειδητή και υποσυνείδητη- μαζί με την υποκειμενικές προσωπικές προτιμήσεις, , τον τρόπο ζωής και τις συνήθειες. Οι γνώσεις από άλλους κλάδους, π.χ. ψυχολογία, νευροεπιστήμες και νανοτεχνολογία, μπορούν να ενσωματωθούν ως μέρος της μαθησιακής διαδικασίας. Με την πάροδο του χρόνου, ο διαδραστικός χώρος θα εκπαιδεύσει τον εαυτό του για να αρθρώσει χώρους προσαρμοσμένους στους στόχους και τις ανάγκες των χρηστών που αντιπροσωπεύουν την πραγματικότητα του, δηλαδή ταυτότητα, πεποιθήσεις, πολιτισμό, παραδόσεις και αξίες. Η χειραγώγηση του ήχου ως ουσιαστικού μέρους της ανθρώπινης ικανότητας για την αντίληψη των γύρω χωρικών όγκων και των επιπτώσεών του στις ψυχοφυσιολογικές, αισθητικές και μεταφυσικές χωρικές διαστάσεις, μπορεί επίσης να διερευνηθεί περαιτέρω, ως σχεδιαστική αντίληψη για τους νεονομαδικούς χώρους διαβίωσης.

150


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Αντί Επιλόγου Αξιοσημείωτο, σε αυτή τη σύντομη ιστορία των ροών στην αρχιτεκτονική είναι η πραγματική επανεμφάνιση του εικονικού (virtual) χαρακτήρα των ροών, που ήδη επινοήθηκε στη δεκαετία του 1960 και 1970 από τον Cedric Price, τους Archigram και τους Superstudio. Πώς μπορεί να εξηγηθεί αυτή η επιστροφή στα τελευταία σύγχρονα και ουτοπικά έργα; Αυτός ο χαρακτήρας των ροών, σήμερα, είναι πολύ διαφορετικός από εκείνον που ήταν στη δεκαετία του 1960. Όταν ο Dennis Crompton συνέλαβε την "Computer City", αντικατόπτριζε τον εικονικό χαρακτήρα των ροών, χρησιμοποιώντας δίκτυα ηλεκτρονικών υπολογιστών, μεταφορικά. Αλλά δεδομένου ότι οι ίδιοι οι υπολογιστές έχουν γίνει τα πιο κοινά εργαλεία σχεδιασμού, η έννοια της εικονικότητας (virtuality), αναφέρεται τώρα στη δυνατότητα σχεδιασμού και μοντελοποίησης πόλεων ή κτιρίων μέσω υπολογιστών. Επομένως, αυτό που είναι εικονικό σήμερα δεν είναι η ίδια η ροή, αλλά η προσομοίωση της. Στα σύγχρονα αρχιτεκτονικά έργα, πολλές έννοιες παραμένουν καίριες, όπως η ευελιξία, η συνέχεια, η ανοιχτότητα, η ανάπτυξη, η μεταβολή και η κίνηση - και θυμίζουν την περίοδο 1950-1970. Η επανεμφάνιση αυτών των αντιλήψεων στην αρχιτεκτονική αντικατοπτρίζει μια επιστροφή σε αυτό που έγινε αντιληπτό, ως η πραγματική αποτυχία του μοντερνισμού. Αποκαλύπτει μια γενική αντίδραση κατά του μεταμοντερνισμού, παράλληλη με μια θετική επανεκτίμηση των τελευταίων νεωτεριστικών εκφράσεων. Προκαλεί λοιπόν

151


Megastuctures: Volumes Floating In Space

ένα δεύτερο στάδιο νεωτερικότητας, που επεκτείνει και συχνά ενισχύει το πρώτο στάδιο. Η αρχιτεκτονική ήταν και είναι ένας κόσμος φαντασίας που επιτεύχθηκε μέσω μιας επιθυμίας να εντοπίσει, να απορροφήσει και να ενσωματώσει σε μια συνολική εμμονή, μια αυτο-ερμηνεία του καθημερινού κόσμου γύρω μας. Μια αδύνατη προσπάθεια να εξορθολογιστεί το παράλογο. Είναι δύσκολο να είμαστε ακριβείς για τις επιρροές μας, αλλά αυτές οι επιρροές που εισέρχονται στην ασυνείδητη συνείδησή, μας είναι αυτές που τελικά μας καθορίζουν και καθορίζουν και το χώρο γύρω μας. Οι ζωές μας υπάρχουν μέσα στο πολύπλοκο δίκτυο αυτών των επιρροών, τις οποίες δεχόμαστε ή απορρίπτουμε.Αυτά που θεωρούμε αποδεκτά, γίνονται οι επιφυλάξεις μας, προλήψεις και οι προκαταλήψεις μας. Τα φαντάσματα του μοντερνισμού, πιθανόν να μας βοηθήσουν να ενισχύσουμε και να δημιουργήσουμε χωρικές συμπεριφορές, μια προσωπική-αρχιτεκτονική γλώσσα, έναν περίπλοκο λαβύρινθο ιδεών, περιορισμούς, θεωρίες, ασαφείς κανόνες, σύμβολα, κόσμους που, τελικά, επηρεάζουν τις ιδέες μας. Δεν είναι απαραίτητο, ότι οι υπάρχουσες συμπεριφορές υπόκεινται για συνεχή και αυστηρή ανανέωση ή επανεκτίμηση. Αντιμετωπίζουμε ένα δυναμικό μοτίβο μετατόπισης γεγονότων τόσο σε κοινωνικό, όσο και σε πνευματικό επίπεδο, τόσο με προσομοίωση όσο και στην πραγματικότητα. Σε αυτό το διαρκώς μεταβαλλόμενο κλίμα, τα «παλιά» φαντάσματα θα μας στοιχειώσουν και θα τοποθετηθούν ξανά. Οι επιρροές οφείλουν να διαρκέσουν και να μας κατευθύνουν, εφόσον είναι χρήσιμες για εμάς και αυτό να αντανακλάται στην αρχιτεκτονική μας.

152


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Διανύουμε, ήδη, την 4η ψηφιακή και τεχνολογική επανάσταση, γεγονός που επηρεάζει όλους τους επιστημονικούς κλάδους αλλά και τις τέχνες. Η αρχιτεκτονική είναι, ως οφείλει, πάνω στο άρμα αυτής της ιστορικής εξέλιξης και καλείται να καλύψει οποιοδήποτε χάσμα δημιουργείται σε αυτή την, εικονική και μη, πραγματικότητα. Πολύ συχνά η αρχιτεκτονική κοίταζει πίσω για να πάει μπροστά. Μπορεί, ο πυκνός όγκος πληροφοριών, η εξέλιξη της τεχνολογίας και κατ’επέκταση η αυτοματοποίηση να θολώσει την εικόνα του παρελθόντος, να μας κάνει να μισοκλείσουμε τα μάτια και να εστιάσουμε κοιτώντας στο μέλλον; Οι όγκοι που αιωρούνται σε έναν επαυξημένο χώροχρόνο θα δικαιώσουν το όραμα του αχιτέκτονα να γνωρίζει το μέλλον, καλύτερα απο όσο γνωρίζει το παρελθόν;

153


Megastuctures: Volumes Floating In Space

154


Megastuctures: Volumes Floating In Space

155


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Βιβλιογραφία Abbas, Yasmine, (2004), Neo-Nomads and the Nature of the Spaces of Flows, UbiComp in the Urban Frontier Conference proceedings, Nottingham, England Abbas, Yasmine (2006) Neo-nomads: Designing Environments for Living in the Age of Mental, Physical and Digital Mobilities (PhD diss., Harvard University, Cambridge s MA) A Guide to Archigram 1961–1974, (1994), Academy Editions, London. Alavi, Hamed S., (2016) Interaction and Architecture: Deconstructing HumanBuilding Interaction, Interactions Archigram, (1972), Archigram, Studio Vista London Argan G.C., (1981), L’Arte Moderna 1770-1970 (Modern Art 1770-1970), ., Sansoni Editore Allen Stan, (1999), Points +Lines: Diagrams and Projects For the City, Princeton Architectural Press Bachelard, Gaston (1994) The Poetics of Space. Boston: Beacon Press. Banham, R. (1965): A Clip-on Architecture. In: Architectural Design Banham, R. (1999): A comment from Reyner Banham. In: Cook, P. (ed.1999): Archigram. Princeton Architectural Press, New York Banham R., (1976) Megastructure, Urban Future of the Recent Past, Thames and Hudson), London and New York Beesley, Philip, Sachiko Hirosue, and Jim Ruxton, (2006). “Toward responsive Architecture. In: (Beesley, P. et al, Eds) Responsive Architectures: Subtle Technologies, 3 –11. Toronto: Riverside Architectural Press.

156


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Brown Scott, D. (1968): Little Magazines in Architecture and Urbanism. In: Journal of the American Institute of Planners Brandle, Kurt, (2012), Architecture and Meaning. Michigan: Brandle Publishing, iPad edition Bognar B., (2000) Nikken Sekkei: Building Future Japan, 1900-1990, Rizzoli International, New York Boyd R., (1968) New Direction in Japanese Architecture, G. Braziller, New York. Bullivant, Lucy (2007) Alice in Technoland, Architectural Design Chalk, W. (1966): Housing as a Consumer Product. In: Cook, P. (ed.1999): Archigram. Princeton Architectural Press, New York Dahinden J., (1970), Urban Structures for the Future, Praeger Publisher, London Delalex Gilles, (2006), With The Flow: Architecture, Infrastructure and the Everyday Experience of Mobility, Publication Series of the University of Art and Design Helsinki A55 Deleuze and Guattari, (1987) A Thousand Plateaus: Capitalism and Schizophrenia, trans. by Brian Massumi (Minneapolis: University of Minnesota Press) Foucault, M. (1967): Of Other Spaces. In: Dehaene M., De Cauter, L. (ed.) (2008): Heterotopia and the City: Public Space in a Post Civil Society. Routledge, Abingdon Fox, Michael, and Miles Kemp, (2009), Interactive Architecture. New York: Princeton Architectural Press, ebrary. Garcia, Mark, (2007) Otherwise Engaged: New Projects in Interactive Design, Architectural Design Gravagnuolo B., (1991), La progettazione urbana in Europa 1750-1960 (Town Planning in Europe 1750-1960), Laterza, Bari

157


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Greene, D. (1961): Archigram Issue One. In: A Guide to Archigram 1961–1974, (1994), Academy Editions, London. Hart, Anna, (2015), Living and working in Paradise: The Rise of the Digital Nomad, in The Telegraph, last modified May 17, 2015. Haque, Usman, (2007) Distinguishing Concepts: Lexicons of Interactive Art and Architecture, Architectural Design, 2007, 77:4, 24–31; Haque, Usman. The Architectural Relevance of Gordon Pask, Architectural Design Hepler, Lauren, (2014), The Shadow of Success: Inside Silicon Valley’s Affordable Housing Crisis, Silicon Valley Business Journal, last modified January 31, 2014 Hilberseimer L. (1944), The New City: Principles Of Planning, Paul Theobalt Huizinga J., (1944), Homo Ludens: A Study Of The Play-Element In Calure, 1949 edition, Routledge & Kegan Paul Ltd, London Jakovich, Joanne, and Kirsty Beilharz (2007) Interaction as a Medium in Architectural Design Jeska Simone, (2008) Transparent plastics: Design And Technology, Blrkhauser Verlag AG Kikutake, K. (1960): Ocean City. In: Kawazoe, N., Kikutake, K., Kurokawa, N., Ohtaka, M., Maki, F. (1960): Metabolism 1960: The Proposals for New Urbanism. Bijutu Syuppan Sha, Tokyo 1Wendelken,

C. (2000): Putting Metabolism Back in Place. In: Williams Goldhagen, S., Legault, R. (ed.) (2000): Anxious Modernisms: Experimentation in Postwar Architecture Culture. MIT Press, Cambridge (Mass.) Kirsh, David, (2001) Changing the Rules: Architecture in the New Millennium, Convergence: The Journal of Research into New Media Technologies Kostof S., (1985), A History of Architecture: Settings and Rituals, Oxford University Press, Oxford

158


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Kronenburg, Robert, (2007), Flexible: Architecture that Responds to Change. London: Laurence King Kurokawa, K. (1977): Metabolism in Architecture. Studio Vista, London. Lang, J. (2005): Urban Design: A Typology of Procedures and Products. Architectural Press, Oxford. Lin, Z. (2010): Kenzo Tange and the Metabolist Movement: Urban Utopias of Modern Japan. Routledge, Abingdon Lippard Lucy, (1973) Six Years: The Dematerialization of the Art Object from 1966 to 1972 (New York: Praeger Littlewood Joan, (1965) Joan’s Book: Joan Littlewood’s Peculiar History as She Tells It, London: Minerva Lüchinger, A. (1981): Structuralism in Architecture and Urban Planning. Karl Krämer Verlag, Stuttgart. Maki F., (1997), Investigation in collective forms, in: F. Maki (Ed.), Buildings and Projects, Princeton Architectural Press, St Louis Maslow, Abraham H, (1943), A Theory of Human Motivation, Psychological Review Nadin, Mihai, Giuseppe Trogu (1991) Arki – Inventing the future. Nadin, Mihai, (1997), The Civilization of Illiteracy. Dresden: Dresden University Press. Nadin, Mihai (2010). Anticipation and the Artificial: Aesthetics, Ethics, and Synthetic Life, AI & Society Nitschke, G. (1964): The Metabolists of Japan. In: Architectural Design Nitschke, G. (1968): Prototype or wishful thinking. In: Architectural Design Norman, Dan (2013). Design of Everyday Things. Basic Books: New York.

159


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Pernice R., (2007) The issue of Tokyo Bay’s reclaimed lands as the origin of urban utopias in modern Japanese architecture, Journal of Architecture and Planning (Transactions of AIJ-Tokyo) Price Cedric Archives, (1963), Fun Palace document folio DR1995:0188:526 Quaroni L., (1982), La torre di Babele (Babel Tower), Marsilio Editore, Padova Rossi A., (2004) L'Architettura della Citta' (The Architecture of the City), 1st ed. 1966, Citta' Studi Edizioni, Torino Sadler, S. (2005): Archigram: architecture without architecture. MIT Press, Cambridge (Mass.) Safdie M., Kohn W., (1997), The City after the Automobile, Stoddart Publishing, Toronto Sant’Elia, A. (1914): Manifesto of Futurist Architecture. In: Braham W., Hale, A., J. (2007): Rethinking Technology: A Reader in Architectural Theory. Routledge, Abingdon, Tange K., (1961) A plan for Tokyo, 1960: Toward a structural reorganization, Shinkenchiku 36 Ockman J., (1993), Architectural Culture: 1943-1968, Columbia Books of Architecture/Rizzoli, New York Whiteley N. (2002): Reyner Banham: Historian of the Immediate Future. MIT Press, Cambridge (Mass.). Wigley Mark, (1998), The Hyper-Architecture Of Desire, Witte De With, center of contemporary art, Publishers Woods Lebbeus, (1992), Anarchitecture Architecture Is a Political Act Yirka, Bob (2015) Boeing Demonstrates Lightest Metal Ever, Phys.org., Zamenopoulos, Theodore and Katerina Alexiou, (2007) Towards an Anticipatory View of Design, Design Studies

160


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Ζαβολέας Γιάννης, (2013) Η Μηχανή και το δίκτυο ως Δομικά πρότυπα στην αρχιτεκτονική, Εκδόσεις Futura

Άρθρα – Δοκίμια – Περιοδικά Anderson, B (2009), Affective Atmospheres, Emotion, Space, Society, vol.2, no.2. Ant Farm, (1971), Inflatocookbook, Ant Farm Discorsi per Immagini/Speaking Through Images’, in Domus 481 (December 1969) Dr. Andrew Pickering of the Department of Sociology at the University of Illinois at Urbana-Champaign, for his insight into Pask’s concept of cybernetics as ‘‘conversation’’ (Conversation Stanley Mathews, Vancouver, April, 2005 Gigliotti, C (1995) Aesthetics Of a Virtual World, Leonardo, vol. 28, no.4. Grant, S. (2013) Performing an Aesthetics of Atmospheres, Aesthetics, vol.23 MOMA catalogue, (2002), The changing of the avant-garde : visionary architectural drawings from the Howard Gilman collection Contributions by Terence Riley ... [et al.], The Museum of Modern Art; D.A.P./Distributed Art Publishers Mathews Stanley, (2006), The Fun Palace as Virtual Architecture Cedric Price and the Practices of Indeterminacy, Journal of Architectural Education Pask Gordon, ‘‘Proposals for a Cybernetic Theatre’’ (unpublished manuscript), folio 3.11, Joan Littlewood Manuscript Collection; Michael Barker Collection, University of Texas, Austin. Superstudio, ‘Deserti Naturali e Artificiali’, in Casabella 358 (October 1971) 1 Superstudio, ‘Vita, Educazione, Ceremonia, Amore, Morte: Cinque Storie del Superstudio, 6.’ Casabella 380-81 (August-September 1973), pp. 43-52.

161


Megastuctures: Volumes Floating In Space

Superstudio, Supersurface: An Alternate Model for Life on the Earth, directed by Superstudio (1972; Florence: Marchi). Xi Qiu, (2013), Fumihiko Maki and His Theory of Collective Form: A Study on Its Practical and Pedagogical Implications, Washington University in St. Louis Σωτήρης, Π. (2003), Ο νομαδικός εμπειρισμός του Ζ. Ντελέζ, Θέσεις, τ. 82, Ιανουάριος - Μαρτιος

Ηλεκτρονικές Πηγές http://www.telegraph.co.uk/news/features/11597145/Living-and-working-in-paradise-the-rise-

ofthe-digital-nomad.html

http://svbj.tumblr.com/s post/75132767372/the-shadow-ofsuccess-insidesilicon-valley.com https://www.google.com/search?q=Maslow+hierarchy+of+need&ie=utf8&oe=utf-8 http://www.jstor.org/stable/20206449 https:// phys.org/news/2015-10-boeing-lightest-metal.html https://www.youtube.com/watch?v=v6PIPdh7Wlk.com http://archigram.westminster.ac.uk http://www.team10online.org http://.moma.org/calendar/exhibitions/148 http://mateoyang.blogspot.com/ https://relationalthought.wordpress.com/ https://www.designingbuildings.co.uk/

162


Megastuctures: Volumes Floating In Space

https://architizer.com/blog/practice/details/archizoom-retrospective/ https://russianculture.wordpress.com/2011/01/12/the-paper-architecture-ofbrodsky-and-utkin//

163


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.