Γεωργίου Ρέππα
Της Μοναξιάς τα Επινίκια ποιήματα
πέντανδρον Αθήνα
2015 poihmata reppas.indd 1
26/5/2015 3:49:54 μμ
Γεωργίου Ρέππα
Της Μοναξιάς τα Επινίκια ποιήματα
πέντανδρον Αθήνα
2017
ISBN: 978-618-83040-5-5 Copyright © 2017 Γεωργίου Ρέππα
ΠΡΟΛΟΓOΣ Ούτε κι εγώ τον κράτησα το λόγο που χα δώσει πως θα κερδίσω τη ζωή με γέλιο και με στίχους. _______________________________________
Με σπουδές στην Αγγλική Φιλολογία, στο Μάρκετινγκ αλλά και με 25ετή ενασχόληση με τη γραφίδα, ο Γεώργιος Ρέππας παραδίδει στο παρόν και στους αναγνώστες, την Ποιητική του Συλλογή με τίτλο «Της Μοναξιάς τα Επινίκια» δίνοντας την ευκαιρία να γιορτάσουν την νίκη επί του Λόγου, εν προκειμένω του Ποιητικού. Ενός λόγου συμβολικού, αρχετυπικού και εντέλει ενός λόγου κυρίαρχου και κυριαρχικού. «Της μοναξιάς τα επινίκια λογίζονται σαν ήττα….». Αντιτάσσοντας την σκέψη μου σε αυτό θα πω ότι «Της Μοναξιάς τα Επινίκια» λογίζονται ως νίκη. Ως νίκη μπροστά στον εύθραυστο χρόνο. Μπροστά στο επίπεδο και ισοπεδωτικό περιβάλλον που καλούμαστε να βιώσουμε ως κοινωνία. Ως κοινωνία που φθίνει διαρκώς και αδιαλείπτως και στην οποία ο βίαιος και κενός λόγος υπερτερεί, καθώς η ευτέλεια και η απαξία συντρίβουν και συνθλίβουν αδιαμαρτύρητα την αξία, την τιμή, τον πολιτισμό και εντέλει τον ουμανισμό. Και όμως ο αναγνώστης καλείται να διαβάσει την «Συνείδηση» πως: «Όταν το πατρικό το χάδι σου αγγίξει τα παιδιά σου, να ’ναι τα χέρια καθαρά μ’ αγώνα δουλεμένα», καλείται να καταστεί ευσυγκίνητος και ευγνώμων διαβάζοντας στην «Μάνα» πως «μία μάνα μόνο ζει του φεγγαριού ξενύχτι, δίπλα μας προσκέφαλο η πιο σφιχτή αγκαλιά», καλείται να αφεθεί διαβάζοντας στον «Ερώτα» «Μου χάρισες δυο Αύγουστους ζωσμένους καλοκαίρια, μου δώρισες φεγγάρια που στάζουνε γιορτές». Παρόλα αυτά η οπτική του Γ. Ρέππα για τον κόσμο δεν διαφέρει από άλλους. Δεν γράφει ποίηση για τους ονειροπόλους, αλλά
ούτε και για τους μελλοθάνατους. Είναι ο ίδιος ένας ρεαλιστής στιχουργός-ποιητής που καλείται να υπηρετήσει τις αρχές του, να εξισορροπήσει ανάμεσα στο ηθικό και στο χρήσιμο, στο αναγκαίο και στο ωφέλιμο. «Μέσα απ’ τις ήττες γνώρισα τις πιο μεγάλες νίκες». Καθάρια, ταπεινή καθημερινή σκέψη, που όμως διαπνέεται από την απλότητα της ιδίας της ερμηνείας της. Μεταφράζεται σε ατομική επιτυχία που προέρχεται από την αποτυχία της ήττας, από την εξημέρωση του ΕGO. «Νίκες που φέρνει ο εγωισμός μην τις πανηγυρίζεις». Κι εδώ ο ποιητής αφήνει το αποτύπωμα μιας ώριμης και μεστής σκέψης που δεν επιδέχεται αντικρούσεις, ούτε διαψεύσεις, πολλώ δε μάλλον δεν επιδέχεται αδιέξοδες πραγματικότητες. Η εκδοτική ομάδα του ΑΘΛ.Ε.ΠΟΛΙ.Σ. εκλήθη να εκδώσει την παρούσα ποιητική συλλογή γιατί πίστεψε σε αυτήν. Πίστεψε στη δύναμη που έχει ο λόγος ενός ανθρώπου που δεν είναι κατακερματισμένος ανάμεσα στο χθες, στο σήμερα και στο αύριο. Ενός ανθρώπου που διατηρεί αλώβητες τις σταθερές του και πορεύεται με αυτές, αλλά και που δεν διστάζει να εξωτερικεύσει τη διαμαρτυρία του κατάμουτρα στον «Χρόνο», στην «Μοναξιά», στις «Ενοχές». Η γλώσσα του Γ. Ρέππα είναι δουλεμένη. Χωρίς παγιδευτικά και φιλολογικά φληναφήματα. Χωρίς εντυπωσιασμούς. Δεν έχει βαρίδια. Είναι τολμηρός με το συναίσθημά του κι αυτό αγγίζει τον αναγνώστη. Τον χαϊδεύει. Είναι ξεκούραστος και συγκινεί τόσο, όσο χρειάζεται, όσο πρέπει, όσο η Ευπρέπεια του επιτρέπει. Η ποιητική συλλογή «Της Μοναξιάς τα Επινίκια» έχει ένα σωστά πλεγμένο και δομημένο ποιητικό ιστό που κατά την άποψή μας γλυκαίνει ακόμα και το πιο πικρό χαμόγελο και προσθέτει στην μοναξιά μας την ξεχασμένη μας αθωότητα. Μαρία Β. Μεταξά ΜSc Mουσειολογίας Μέλος του Δ.Σ. του ΑΘΛ.Ε.ΠΟΛΙ.Σ.
ΣΗΜΕΙΩΜΑ O απόλυτα ορισμένος σκοπός του ΑΘΛ.Ε.ΠΟΛΙ.Σ., όπως αυτός προκύπτει από το καταστατικό του επιτάσσει τη «…συστηματική καλλιέργεια και ανάπτυξη των δυνατοτήτων των παιδιών, των νέων και των ενηλίκων με στόχο τη συμμετοχή σε πολιτιστικές, επιστημονικές και ποικίλες τα τεχνολογικές εκδηλώσεις και δράσεις…». Και καθώς στην ακρωνυμική του ονομασία ενυπάρχει η λέξη Πολιτισμός καλούμεθα να τον υπηρετήσουμε στο ακέραιο, με τα μέσα και τα εργαλεία που διαθέτουμε. Εγκαινιάζοντας λοιπόν τον κύκλο αυτής της εκδοτικής προσπάθειας, το ΑΘΛ.Ε.ΠΟΛΙ.Σ προβαίνει στην έκδοση και παρουσίαση της ποιητικής συλλογής του κ. Γεωργίου Ρέππα υπό τον τίτλο «Της Μοναξιάς τα Επινίκια» με στόχο τη γνωστοποίηση και ανάδειξη στο ευρύτερο κοινό του έργου του. Το ΔΣ του ΑΘΛ.Ε.ΠΟΛΙ.Σ. έχει θέσει μεταξύ άλλων ως άμεσο σκοπό την έκδοση μνημειακών και συνάμα συμβολικών έργων της παγκόσμιας λογοτεχνίας, που ευελπιστούμε ότι στις στείρες ημέρες που διάγουμε έχουν πολλά να «πουν» στο αναγνωστικό κοινό και την κοινωνία. Ελπίζουμε η προσπάθεια αυτή να βρει πρόσφορο έδαφος και γιατί όχι να ταράξει τους εν υπνώσει Κύκλους. ΤΟ ΔΣ
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Της Μοναξιάς τα Επινίκια Της μοναξιάς τα επινίκια λογίζονται σαν ήττα όσο κι αν θέλεις να γελάς στο πνίγει η ψυχή σου, βαλσαμωμένο είν’ το χθες χλευάζοντας το τώρα, δείξε μου πρόσωπο στεγνό σε Άνοιξης την μπόρα. Τα πιο βαθιά μας μυστικά τυλίγονται με δάκρυ, στα βουρκωμένα τα γιατί κανείς δεν βρήκε άκρη. Πες μου καρδιά που πόνεσε και πόνο δεν θυμάται, πες μου γαλήνια θάλασσα μ’ αέρα αν κοιμάται.
11
12
Γεωργίου Ρέππα
Θάνατος Δεν με νοιάζει ο θάνατος, νιώσε το δεν με νοιάζει να μην σε βλέπω θάνατος, με λιώνει με τρομάζει. Τον αγαπώ το θάνατο, με κάνει να ξεχάσω, και την ψυχή μου τη χλωμή, σε μια ζαριά να χάσω. Μα άσε με ακόμα θάνατε θνητός για να δακρύσω, άλλη χάρη δεν ζητώ και θα σ’ ακολουθήσω. Να γίνω αλάτι και νερό, αέρας και λιακάδα, να της χαϊδεύω το κορμί και να την κυβερνάω. Να νιώθω πως το γέλιο της στάζει από τα χείλη κι εγώ να έρθω να γευτώ σταγόνες που ʼχουν μείνει. Να ’μαι βροχή καλοκαιριού να την ανακουφίσω, να της χαϊδεύω όλο το Είναι της, χωρίς να ενοχλήσω.
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
13
Φθινοπώρου Απόγευμα Φθινοπώρου απόγευμα στάζει η φυγή σου, μελαγχολία της βροχής κέρασε το φιλί σου. Χειμώνας γκρίζος και βοριάς φωνάζει η μοναξιά μου, πόσο θα ’θελα μια Άνοιξη να ντύσει την καρδιά μου. Ή κύμα καλοκαιρινό που γεύεσαι αλμύρα κι ελπίδες πως το αύριο δεν θα ναι πια το ίδιο. Κι ο ουρανός σαν μέθυσος αχτίδες να κερνάει και ο καιρός ντροπιάστηκε κι έπαψε να φυσάει. Μα εσύ γελάς με όλα αυτά και χωρισμό χαρίζεις, φοράς πολύ εγωισμό και μαύρο χρώμα στις ψυχές μπορείς και χρωματίζεις.
14
Γεωργίου Ρέππα
Επίορκη Αχτίδα Σαν μια επίορκη αχτίδα που ξέφυγε απ’ το χορό που ’χαν τα σύννεφα αρχίσει, κι έπεσε σε μέρος σκοτεινό και το ʼλουσε με λάμψη! Σαν κύμα που ξεγλίστρησε δειλά-δειλά κι ακούμπησε όλη τη δροσιά του στην πυρωμένη άμμο. Σαν το χλωμό φεγγάρι που βγήκε βόλτα να μπαλώσει λίγα κομμάτια ουρανού, μήπως κερδίσει εύνοια από θεούς και από θνητούς, έτσι ένιωθα κι ʼγω σαν Όλυμπος ατόφιος, που χρόνια ολάκαιρα βρυχάται με τόση υπερηφάνεια, πως τάχα φιλοξένησε αμέτρητους θεούς. Σαν πέλαγος που έλουζε με αρχοντιά το κύμα κι εκείνο εκαμάρωνε ξαφρίζοντας το κρίμα. Σαν πάγος όμως έλιωσε το πρόσκαιρο το ψέμα και σαν τη λάβα την καυτή ξεπρόβαλε η αλήθεια. Με τσακισμένα τα φτερά του πάθους και του θάρρους κρυφά οπλίστηκα. Ακόμα μια απόπειρα τα λάθη σου να πάψω. Ακόμα μια απόπειρα να μην σε συγχωρήσω, μα ο επίλογος γνωστός εγώ θα υποχωρήσω.
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
15
Ονειρεμένες Αγκαλιές Ψάχνουμε στ’ άστρα τ’ ουρανού έναν θεό να βρούμε, χωρίς να βλέπουμε στη γη αυτά που μας χαρίζει. Και μας χαρίζει έρωτα, χαμόγελα και χάδια, ονειρεμένες αγκαλιές και μεταξένια βράδια, και μας χαρίζει πρωινά μ’ αχτίδες ποτισμένα, και κύματα σε θάλασσες καλοταξιδεμένα. και μένα μου δώσε να πιω τ’ άγγιγμα του κορμιού σου, μα πριν προλάβω να γευτώ τη γλύκα του φιλιού σου μου στέρεψε τα χείλη μου μην σώσω και σε νιώσω.
16
Γεωργίου Ρέππα
Μου Λείπει Μου λείπει η ανεμελιά σαν ήμουνα παιδί, το καταφύγιο που ’βρισκα στην πατρική αγκαλιά. Μου λείπει και το μάλωμα και οι φωνές της μάνας, το σούρουπο και η αυγή, το χρώμα της αλάνας. Μου λείπει και η ρουφηξιά στο πρώτο το τσιγάρο και ο αγώνας που ’δωσα κρυφά για να το πάρω. Μου λείπει αυτή η ζεστασιά κι όλα τα χρώματά της μα όσο τα χρόνια μου περνούν μέσα μου θα υπάρχει. Μου λείπει το πρώτο μου φιλί ένοχο μυστικό μου, το ’χα σχεδιάσει σαν γιορτή μες το μικρόκοσμό μου
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Ισορροπώντας στο Κενό Ισορροπώντας στο κενό των γιατί και σ’ όλα τα πρέπει χωρίς άκρη να βγάζω, πνιγμένα συναισθήματα ξεχειλίζουν στο δάκρυ, μέσα τους ρημάζω. Φωνές υποχώρησης στα πόδια το βάζουν, βουίζουν την ήττα και με τρομάζουν. Κι αν είμαι πεσμένος, περίγελος είμαι. Μα όλοι αυτοί οι όρθιοι δεν σύρθηκαν ποτέ; Πάντα έτσι αγέρωχα κραδαίναν το εγώ τους; Μα αν βρω τη δύναμη στα μάτια να τους φτάσω, μα αν βρω κουράγια χαμένα κι έτσι προσπεράσω, μα αν βρω το γέλιο μου και πάψει το δικό τους, δεν με τρομάζει ο φόβος μου, τον έχω προσπεράσει!
17
18
Γεωργίου Ρέππα
Χωρίς Πυξίδα Νέκταρ θεών τα χείλη σου, που με μεθούν με προσταγές, ανέφικτο το εφικτό, χωρίς υπεκφυγές. Τάξε μου δυο χαμόγελα το σύμπαν να σου δώσω, τάξε μου μια πνοή ζωής και ήλιους άσβεστους με μιας στις κόρες των ματιών σου. Χωρίς πυξίδα στη ζωή μ’ ορίζοντα εσένα σ’ ενθρόνισα στη σκέψη μου και γιόρτασα τη στέψη. Μην με προδώσεις ουρανέ, το φως μου μην το πάψεις, γνωρίζεις καλά τα δειλινά τον ήλιο σου σαν θάβεις.
19
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Σκόνη Μοναξιάς Σκόνη μοναξιάς σήκωσε η φυγή σου, τυλίχτηκα μ’ αυτήν κι έτσι είμαι μαζί σου. Κύμα η απουσία σου τη νύχτα μου παγώνει, και η καρδιά μου μ’ αδικεί για σένα με μαλώνει. Τύψεις, ευχές και προσμονές βουρκώνουν το μυαλό μου, θανάτου μοιάζουν μαχαιριές ζητάνε το κακό μου. Ε, και τι έγινε λοιπόν σαν θάνατος ορίσει, ούτε μ’ αυτήν την απειλή δεν θα ξαναγυρίσει. Ε, και τι έγινε λοιπόν το δάκρυ μου κι αν στάζει, δεν τα μετρώ τα δειλινά, ούτε και αν χαράζει. Έμαθα πόνο και θυμό μέσα μου να κρατάω, μα πάντα να ’ναι φανερό όταν θα αγαπάω.
20
Γεωργίου Ρέππα
Ξεθώριασες Ξεθώριασες στην όψη μου μπροστά, ξέφτισες σαν χρώμα στο Αιγαίο. Κάθε ανάσα που περνά στη λήθη μου σε ρίχνει κι όσο παλεύεις να με κυβερνάς το δάκρυ μου στερεύει. Εγωισμού σου λάφυρο το ξέρω πως υπήρξα, ίσως να μην μ’ ένοιαζε μα τώρα με τρομάζει. Αυλάκια από δάκρυ χάραξες σ’ όλο το πρόσωπό μου, ρυτίδα γέλιου άρχισε και πάλι να χαράζει. Για μένα δεν σε πείραξε, την ήττα δεν αντέχεις, γιατί ζυμώθηκες ψευδαίσθηση πως όλα θα τα έχεις. Ξεθώριασες λοιπόν κι αχνά μόνο θυμάμαι, να μου θυμίζεις θάνατο κι απ’ τη ζωή φοβάμαι.
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
21
Ήμασταν Κάποτε Παιδιά Μου λείπει η μυρωδιά της Άνοιξης που άνθισε ολάκερες ψυχές ’κείνο το ουράνιο τόξο που χάραξε βαθιά όνειρα στις καρδιές. Θυμάμαι τις στάλες της βροχής που πνίγανε τον ήλιο και ’κείνα τα απογεύματα που θρόιζε το γέλιο μας την κάθε μας μιζέρια. Μες τα λιοπύρια του Ιούλη ιδρώναμε ελπίδες παλεύαμε με τη χαρά μήπως και μας ξεφύγει. Τώρα που πίσω πια κοιτώ μια ομίχλη με εμποδίζει ό,τι κι αν περίμενα δεν είδα να ροδίζει. Τώρα που πίσω πια κοιτώ στις φλέβες τρέχει λύπη κι αυτό που τότε ένιωθα δειλά με εγκαταλείπει. Ήμασταν κάποτε παιδιά που κάθε στιγμή γιορτάζαμε είχαμε δύναμη πολύ κι όλο ευτυχία τάζαμε. Ούτε κι εγώ τον κράτησα τον λόγο που ’χα δώσει πως θα κερδίσω τη ζωή με γέλιο και με στίχους. Γι’ αυτό και αποσύρομαι μ’ αίσθηση ηττημένου σαν κύμα που το ξέβρασε η δύναμη του ανέμου.
22
Γεωργίου Ρέππα
Δώρο Θεών Νίκες που φέρνει ο εγωισμός μην τις πανηγυρίζεις, γέλια που φέρνουν οι αγκαλιές εκείνες να λογίζεις. Δάκρυα που στάζει ο έρωτας αξίζουν τις στιγμές μας μακάρι να ’ναι μόνο αυτές μοναδικές πληγές μας. Το πάθος που σε κέντρισε ποτέ μην μετανιώσεις δώρο θεών είν’ η ζωή, εκείνους να χρεώσεις.
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Αχάριστες Σκέψεις Αχάριστες σκέψεις σκορπίζουν το τώρα σταγόνες βροχής υπόσχονται μπόρα. Χαμένα γιατί, φουντώνουν φωτιές παύουν τους ήλιους χλευάζουν το χθες. Βοούν οι σιωπές κι ανοίγουν πληγές τα λόγια στις φλέβες μουντές Κυριακές.
23
24
Γεωργίου Ρέππα
Άστρα Τ’ άστρα που φωτίζονται σε ήλιους το χρωστάνε και κύματα αυτόνομα στην άμμο ξεψυχάνε. Ουράνια τόξα σε βροχή το φως δεν το λογάνε νομίζουν πως τα χρώματα τον κόσμο κυβερνάνε. Έτσι κι εσύ βρε Έρωτα νομίζεις υπερέχεις κι αν σε ποτίσω εγωισμό, δυο ώρες δεν αντέχεις.
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Αυτό που Θέλει το Μυαλό Οι μάχες γίναν άνισες, παλεύει το εγώ μας, εκεί που αναρωτιόμαστε που κάναμε τα λάθη, εκεί που θέλει η καρδιά μα το μυαλό κοντράρει, μην τύχει το συναίσθημα κι ανέλπιστα κερδίσει. Εκεί που τύψεις σε λυγάν και οι σιωπές φωνάζουν, εκεί που μόνος στέκεσαι και όλοι σε δικάζουν. Στα καλντερίμια του χαμού η λογική γλιστράει, σε χαραμάδες της ψυχής κι έτσι σε ξενυχτάει. Ποτέ μην ποτίζεις παρελθόν και μέλλον το παρόν, δεν έχει νόημα να δίνεσαι κάπου που είσαι απών.
25
26
Γεωργίου Ρέππα
Ζήσε Με δυό στο πρόσωπο παλάμες τις συμφορές δεν παύεις. Σήκω και νιώσε τη ζωή και τον παλμό του τώρα. Κέντρισε τις φλέβες της καρδιάς που ’χει τα θέλω μέσα. Πάρε και δυό αναπνοές από τ’ απωθημένα, δυό ρουφηξιές Ανατολές και δειλινά χαμένα. Ζήσε μωρέ λίγο ζωή μια ευκαιρία έχεις, έρωτα, λάθη και θυμό σαν άνθρωπος τ’ αντέχεις. Ζήσε μωρέ λίγο ζωή το δάκρυ δεν τελειώνει, μην τσιγκουνεύεσαι χαρές το πάθος δεν χρεώνει.
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Μέσα απ’ τις Ήττες Κέρδισα Μέσα απ’ τις ήττες γνώρισα τις πιο μεγάλες νίκες. Μέσα απ’ τα μάτια τα θολά ξεκάθαρα τα είδα, όλα αυτά που έχασα τα κέρδισα σε θάρρος, μέσα στην θλίψη πνίγηκα μα πιάστηκα μ’ ελπίδες. Μέσα απ’ την άτακτη φυγή, έμαθα να παλεύω, κι εκεί που εγώ φοβόμουνα τώρα απλά θεριεύω. Μέσα στο ψέμα των θνητών υπάρχει η αλήθεια. και στην αλήθεια των Θεών η πιο μεγάλη πλάνη.
27
28
Γεωργίου Ρέππα
Μια Πανδαισία Έρωτα Μια πανδαισία έρωτα και μια ανθοδέσμη πάθος, μια Λειτουργία Κυριακής με μια γαλήνια διαδρομή στου ουρανού το βάθος. Μια κιβωτό αισθήματα που μάζεψες για μένα, ποτέ δεν αποδέχτηκες έρωτα που σε κούρσεψε να ’χει μάτια κλαμένα. Έναν αυλό που έπαιζε το γέλιο σου τραγούδια, με κέρασες τα χρώματα που σμίγουν σε κάθε Ανατολή αχτίδες σε λουλούδια. Ένα μονάχα ευχαριστώ το ξέρω πως δεν φτάνει, ένα τσαμπί ο ουρανός, των αστεριών όλο το φως τι να σου πρωτοκάνει!
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Αλκυονίδες Σκέψεις Αλκυονίδες σκέψεις μου σκεπάζουν το χειμώνα, ανατολή στα όνειρα ‒χρόνια παγιδευμένα‒ ανθίζουν κάθε έννοια του παρελθόντος πάλη. Κάτι αρχίζει και ριγά μεσ’ της ανάσας τα κενά, σαν έρωτας σαν ζάλη. Κάτι δροσοσταλίδες αγκαλιές μου απαγάγουνε το χθες και στο χαμό το πάνε. Μου παίρνει το φως τις νύχτες μου μακριά να τις ξορκίσει, και στον εχθρό το σούρουπο, εκεί να τις δωρίσει. Η μοναξιά απρόσκλητη δεν πάει σε κανέναν είναι δουλειά του εγωισμού κοντά μας να τη φέρει, τώρα που το κατάλαβα θα την ξεπροβοδίσω χωρίς κακία να κρατώ τα σφάλματα δικά μου. Όλα τα δίκια πέσανε τις σάρκες να μου φάνε, να μου μαλώσουν τ’ άδικα που πότισα ανθρώπους, στις τύψεις να απολογηθώ με χίλιους δύο τρόπους.
29
30
Γεωργίου Ρέππα
Σ’ ένα Χαρτί Σ’ ένα λευκό παλιό χαρτί την ψυχή μου ατόφια ακουμπώ. Χωρίς να πρέπει να σκεφτώ, ούτε ν’ απολογηθώ πρώτη μου λέξη σ’ αγαπώ. Είναι τα λόγια μαχαιριές, κομπιάζουν απ’ τα χείλη μου απλά με μιας να βγουν. Είναι και λέξεις δάκρυα που ’χουν πολύ εγωισμό παρότι φέραν το χαμό, συγγνώμη δεν θα πουν. Σου αφήνω το λευκό χαρτί όταν θα πάψει η φωτιά, μόνη να το διαβάσεις, θα γράφει χίλια σ’ αγαπώ, αναγνωρίζω το θυμό κι αν θες να με δικάσεις. Πριν βγάλεις την απόφαση ερήμην μου να ξέρεις, μια και θα είμαι μακριά θα σου αφήσω φυλαχτό τα χάρτινα τα σ’ αγαπώ ‒ποτέ μην υποφέρεις.
31
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Σιωπές Μην ερμηνεύεις τις σιωπές όπως σε συμφέρει, έχουν να πουν πάρα πολλά και άλλα τόσα έχουν, στάζουν αλήθειες και φωτιές που λόγια δεν αντέχουν. Μην ερμηνεύεις τις σιωπές με λέξεις τετριμμένες, αυτές που σου φωνάζουνε για αγάπες ξεχασμένες. Καμιά φορά χρειάζονται εγωισμούς να πάψουν, τα λόγια που πυρπόλησαν στη λήθη να τα θάψουν. Έχουν τη δύναμη οι σιωπές το φόβο να κεντρίσουν, με λέξεις εκκωφαντικές πάθη να διαλύσουν. Όταν θα θες κάτι να πεις, σκέψου και να σωπάσεις, γιατί με λόγια του θυμού το δίκιο σου θα χάσεις.
32
Γεωργίου Ρέππα
Ουράνιο Τόξο Ουράνιο τόξο σε νυχτιά δύσκολο για να λάμψει φύλλο που έχει μαραθεί στην αλήθεια πώς να αντέξει σε μοχθηρό βοριά που οδύρεται και δεν θα γαληνέψει. Μείνε στο κύμα που ακουμπάς κι οι στάλες σε χαϊδεύουν, μείνε σ’ αυτούς που σ’ αγαπάν, τον πόνο σου στερεύουν. Οι νικητές που χρίστηκαν νικητές χωρίς μάχη να δώσουν, είναι οι πρώτοι, οι λιπόψυχοι, που στην φυγή του εύκολου αμέσως θα ενδώσουν.
33
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Έμαθα να Νικώ Σκορπάς Ροδίτη και φιλιά που την καρδιά ηβάσκει, κι εγώ βορίζω απ’ τη ψυχή αυθαίρετα τη νιότη. Βρυάζω που ’σαι δίπλα μου και τη χλωμιά μου πνίγεις. Ρεμβεύω μέσα στους δρόμους σου και σαν ηγέτης νιώθω. Καταπατώ την καταχνιά που τ’ όνειρο σκεπάζει, δροσολογάω τη στιγμή το παρελθόν αρνούμαι. Έμαθα τάχα να νικώ, άλλο πια δεν πτοούμαι.
34
Γεωργίου Ρέππα
Λαθρεπιβάτης τ’ Ουρανού Λαθρεπιβάτης τ’ ουρανού τα σύννεφα μαλώνω μέσα στο μπλε να λούζεσαι που τόσο σου πηγαίνει. Σου έδωσα και λάφυρα που μάζεψα απ’ τους ήλιους αχτίδες τόσο λαμπερές τους άσημους μην βλέπεις. Σου’ ταξα φως του φεγγαριού το βράδυ σαν κοιμάσαι και μια γαλήνια θάλασσα ζεστά να σε χαϊδεύει!
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Η Αθωότητα της Αμαρτίας Η αθωότητα της αμαρτίας απλώνεται στη μυστικότητα των φανερών σου συναισθημάτων λες και θέλει να υφάνει μέσα της την τόση απεραντοσύνη μου για το στεγνό σου δάκρυ. Χωρίς να θέλω αποτολμώ τη μοναξιά να ψάξω κρυμμένος στο χαμόγελο που τάχα σου προβάλλω. Μα εσύ στεγνή γλυκύτητα μ’ αντίφαση με πνίγεις.
35
36
Γεωργίου Ρέππα
Θλιμμένα Απογεύματα Θλιμμένα απογεύματα κυκλώνουν την καρδιά μου. Ήλιοι πένθιμοι ξεφτίζουν τα χρώματα της μέρας μου. Ποικίλες αποχρώσεις κεντούν τη βλοσυρή μοναξιά που μου κεντρίζει η τρανταχτή φυγή σου. Βασανίζω δυο σκέψεις που σε φέρνουνε μπρος μου μ’ εκείνο το χαμόγελο που μόνο εσύ ήξερες να το κερνάς. Ευτυχώς που υπάρχουν κι οι αναμνήσεις, με ποτίζουν με ελπίδες, ψεύτικες ή αληθινές, μα πια δεν το γνωρίζω!
37
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Μην Σιωπάς! Στο πρόσωπο σου αναβλύζουν χαμόγελα· επινίκια στη στέψη της καρδιάς σου. Στη σκέψη σου υφαίνεται η αγαλλίαση που θέρισες με το δρεπάνι της ματιάς σου. Κάνε κι εμένα συμμέτοχο στον αυλόγυρο της ευτυχίας σου. Φώναξε πως ερωτεύτηκες! Μην σιωπάς!
38
Γεωργίου Ρέππα
Γαλήνη Θνητών Μείγμα προσμονής κι ευδαιμονίας μας προτρέπουν στη γαλήνη των Θνητών! Ίχνη ελπίδων ισχυρών μας κάνουνε γενναίους στον άγνωστο το χρόνο της ζωής! Δύο αστραπές δεν σκιάζουν έναν ήλιο ζωηρό Δυο κύματα επίορκα δεν ταράζουν θάλασσες καλοκαιριού. Ένα αντίο του θυμού, μιαν αγάπη δεν την παύει
39
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Ίχνη Ελπίδων Ισχνά ίχνη ελπίδων αρχίζουν και αγγίζουν τον απύθμενο ορίζοντα της λύπης. Σπασμωδικές κινήσεις τείνουν να μου φτερουγίζουν την ψυχή απ´ τον ιστό της λήθης. Βλέπω στο χάος του χαμού δυο αποκομμένα όνειρα να μάχονται ενάντια σε στόλο καταδίκης. Κι εγώ φανατικός οπαδός των ονείρων μια κι η μάχη θα κρίνει την πορεία μου στα δύσβατα μονοπάτια της ζωής, ξέρω πως μονάχος θα πληγωθώ και πως το χαμόγελο αν επέμβει, δεν θα αποζημιωθώ.
40
Γεωργίου Ρέππα
Σύνορα Υπάρξεως Ξεπέρασα τα σύνορα που ’χες ορθώσει μπρος στο φως μου. Κρυφοκοίταζα κι είδα στ’ αλήθεια με τι τρόπο κυβερνιέσαι απ’ την ομορφιά. Έχεις καταφέρει κι αποδίδεις στο ωραίο τις συνέπειες της ύπαρξής σου, κι όλα σε υπηρετούν. Μα αν θες, άσε τον ήλιο να αποδώσει λίγες ακτίνες ζεστασιάς κι εδώ στους άσημους θνητούς, έτσι κι αλλιώς δεν το έχεις ανάγκη, αυτόφωτη είσαι.
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Ποτέ δεν σε Ξέχασα Ποτέ δεν σε συγχώρησα για το σβήσιμο των άστρων ʼκεινο τ’ ανοιξιάτικο βράδυ, ούτε για το πάψιμο των θεόσταλτων κυμάτων. Σ’ άκουγα και με το πάφλασμά τους! Ποτέ δεν θα ξεχάσω το κυνήγι του Ιουλιάτικου ηλίου για την ηγεσία τ’ ουρανού. Βέβαια είχες δίκιο, δυο ήλιοι δεν λάμπουνε μαζί!!
41
42
Γεωργίου Ρέππα
Υποκύπτω Δειλανδρώ μπρος στη γεμάτη μένος μορφή σου Η δεκτική σου ματιά αλληλοσπαράζεται με τη δική μου. Χτίζεις μαχαίρια ατσαλένια γύρω απ’ την νίκη σου. Ξέρω πως ηττούμαι και γι’ αυτό υποκύπτω, σαν ξεχασμένος Δελφίς, που μου πήραν την πόλη ενώ κοιμόμουνα ‒ φταίω, ας μην ξεχνιόμουνα!
:
43
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Μοναξιά Μέχρι κι η μοναξιά εχάθηκε κι έμεινα μονάχος με το εγώ μου. Όλοι μ’ εγκατελειψαν σαν νησί καλοκαιριού που το κλειδώνει ο Σεπτέμβρης στο πέλαγος, όλοι κι όλα άφησαν το κόσμο μου σαν δρόμος που περνιέται, όμως στάθηκαν εκεί, μια και ο κάθε δρόμος δυναμικά πατιέται.
44
Γεωργίου Ρέππα
Άδικο Διωγμένος απ’ την χώρα της γιορτής, δεν είχα πρόσκληση απ’ την ίδια τη χαρά. Προσπάθησα να μπω κρυφά μα ο πόνος καραδοκούσε στα σκαλιά. Πήγα στο εκδοτήριο της ίδιας της ζωής μα έγραφε «κλειστόν» κι όμως το άδικο πέρασε χωρίς κανείς να το ρωτήσει πού πάει και γιατί.
45
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Μαγεμένος Αυλός Ήχοι μιας Ολύμπιας κιθάρας και νότες μαγεμένου αυλού προκαλούν μια ηλιαχτίδα που γίνεται σχεδία ενώσεως, μιας σμίξης ασήμαντων θνητών με επουράνιες ουσίες. Ίσως πιούμε κι εμείς λίγο κρασί με ρυθμούς που δίνουν κέφι στους Θεούς. Ίσως αποτρέψουμε τα μεσημεριανά λιοπύρια και με παλμούς και ντέφι ενώσουμε τους χωρισμούς.
46
Γεωργίου Ρέππα
Μου Χάρισες... Μου χάρισες δυο Αύγουστους ζωσμένους καλοκαίρια. Μου δώρισες φεγγάρια που στάζουνε γιορτές. Τα μάζεψες απ’ τις θάλασσες που πέσαν για δροσιές. Ηλιαχτίδες για τους χειμώνες, μου γέμισες τα χέρια. Είσαι πράγματι αληθινή καρδούλα. Θέλω να σου χαρίσω κάτι μα ο πλανήτης φαντάζει φτηνός και άδειος!
47
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Γέλιο και Κλάμα Χαμένοι σ’ ένα περιθώριο από λάθη χαραγμένο προξενεί τον οίκτο σε θεούς. Στο πρόσωπό μας το γιατί μαεστρικά αφημένο δίνει ρυθμό σε κακό κι εχθρούς. Ε, και τι έγινε αν βρέξουμε με λίγα δάκρυα παραπάνω δυο παλάμες ακόμα; Υπομονή καρτερικά, μιας και το χαμόγελο με πραξικόπημα κατακτά δυο ασήμαντες στιγμές. Ποσό κοντά είναι το γέλιο με το κλάμα; Σχεδόν συγκατοικούν, αφού μάτια και χείλη είν’ κοντά. Μπορεί να κλαις και να γελάς ή να γελάς με κλάμα!
48
Γεωργίου Ρέππα
Χρησμός Τι κι αν καταιγίδες δυνατές σκεπάζουν το δικό μας ουρανό; Κάποτε θα χορτάσουμε ήλιο ζεστό. Τι κι αν σύννεφα προμηνύουν βροχή; Έχει λάβει μέτρα αυστηρά η δίκη μας ψυχή. Κάποια στεριά θα μας δεχτεί κι εμάς τους ναυαγούς, στο κάτω-κάτω δεν είμαστε και τόσο αμαρτωλοί, δεν αρνηθήκαμε Θεούς. Κάποια ουσία θα νοιώσει τον παλμό μας κι ίσως αλλάξει φορά ο διαγραφόμενος χαμός μας. Κάποια γη θα μας χαρίσει το δικό της χώμα δικαιούμαστε κι εμείς λίγο απ’ της ζωής το χρώμα!
49
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Μες στην Καρδιά Δεν απορώ που έντυσες τον έρωτα με σένα. Δεν απορώ που μοιάζουνε όλα αφηρημένα. Μεσ’ στην καρδιά μου άνοιξες δρόμους για να περνάνε, όλες οι σκέψεις του μυαλού σε σένανε να πάνε! Δεν απορώ που έπαψες τους ήλιους και το φως μου, λίγες στιγμές σου αγκαλιάς κι ο κόσμος είν’ δικός μου. Μα μην μ’ αφήσεις ξαστεριά και σύννεφα μην δώσεις. Συνήθισα μπλε τους ουρανούς στο χωρισμό του έρωτα Θεέ μου μην ενδώσεις!
50
Γεωργίου Ρέππα
Τέλος Εγκλωβισμένα «σ’ αγαπώ» που πνίγονται στο δάκρυ Γιορτές και θλίψη αγκαλιά, τυλίγονται με πόνο. Έχω κατάθλιψη, μεσ’ την ψυχή βαθιά έχει ριζώσει κι όσο θα λείπεις έρωτα σφιχτά θα την κρατώ. Μελαγχολία θα κερνώ τα μέσα μου τα βράδια και μαύρες σκέψεις του χαμού θα ντύνονται τα χάδια. Μοιάζει κι ο θάνατος χαρά ‒σιγά μην τον φοβάμαι. Μοιάζει και είναι λύτρωση‒ για μένα δεν λυπάμαι. Την ανταλλάσω τη ζωή με μια στιγμή κοντά σου. Μια φορά ο έρωτας έρχεται στη ζωή μας οι άλλες είναι ψεύτικες‒ντυμένες με ελπίδες. Μια φορά σκιρτίζουμε στον έρωτα μπροστά‒ γι’ αυτό κι ο θάνατος φτηνός κι έτσι καλώς να έρθει.
51
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Μάτια Μάτια-ταξίδι στ’ όνειρο στης Στίλβης τα σοκάκια Μάτια-ασήμι της βροχής‒ του έρωτα στιχάκια. Μάτια που μελοστάζουνε όνειρα κι ελπίδες, αν δεν τα δω με κόβουνε του θάνατου λεπίδες. Μάτια που ξέρουν ν’ αγαπούν κι έρωτα να κερνάνε, να λούζουνε με χρώματα ζωής αυτούς που τα κοιτάνε. Μάτια-βαρκάδα σε νερά που γλύκα ξεχειλίζουν σε πάνε βόλτες ηδονής, με πάθος σε ραντίζουν. Μην μου στερείς τα μάτια σου, τους χτύπους της καρδιάς μου. Μην μου στερείς τον ουρανό που έχω αγκαλιά μου. Ισόβια με δίκασε ο Θεός στα μάτια σου να ζήσω, κι όταν δακρύζεις για άλλονε τότε να ξεψυχήσω.
52
Γεωργίου Ρέππα
Πρώτη Αυγή Άνεμος κι ξερόφυλλα σβήσαν το καλοκαίρι, τότε που σμίγει η νυχτιά με την ανάσα μας κρατώντας μου το χέρι. Το καλοκαίρι που ’ζησα και χτύπησε η καρδιά κι ο πόθος και ο έρωτας ιδρώναν τα κορμιά. Κρύο, βροχή και σούρουπο ξεφτίσανε το πάθος‒και τι δεν θα’δινα Θεέ να ζήσω αυτό το λάθος. Κι αμετανόητος πολύ να το πληρώσω ακριβά, όλα τα πριν υπέροχα, τα ύστερα φτηνά! Μήπως θυμάσαι την πρώτη αυγή που τρέμαν οι ψυχές μας; Ο κόσμος γύρω γελαστός κι εμείς στις ενοχές μας; Μήπως θυμάσαι το φιλί που έσταζε φωτιά(;) και λαχταρούσε η ψυχή τη πιο γλυκιά αγκαλιά; Δεν θα ξεχάσω τίποτα‒ ό,τι αφορά εσένα όλα δικά σου μάτια, τ’ άσχημα σε μένα.
53
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Μενταγιόν Τσιγάρο ο έρωτας σου, μια τζούρα να ρουφήξω, να κυλήσεις μέσα μου, τις φλέβες να κεντρίσεις. και να γευτώ τα χείλη σου με έντονο κραγιόν, να σε φοράω στο μυαλό, της σκέψης μενταγιόν. Τ’ ανέμισμά σου απ’ τα μαλλιά ταξίδι να με πάει σε πέλαγα και ξαστεριές που ο Θεός πατάει! Μα μοιάζω με ξερόφυλλο που πρόδωσε ο Σεπτέμβρης και ξεγελάστηκα κι εγώ και κείτομαι στο χώμα Μοιάζω με κλάμα γοερό, με στερεμένα δάκρυα δάκρυα που γίνανε θάλασσες και ήπια την αλμύρα. Κι εκεί στο βάθος του κενού το θάνατο να βλέπω να περπατά αγέρωχα κι εμένα να φωνάζει. Θέλω κοντά του γρήγορα να πάω να με ’μερώσει κοντά σου έρωτα γλυκέ, πεθαίνω κάθε ώρα!
54
Γεωργίου Ρέππα
Ηρωίνη Παλεύει η καρδιά και το κορμί εσένα να ξεχάσει, μα είναι η σύγκρουση σφοδρή ‒ είσαι ηρωίνη στην ψυχή‒ θέλει να σε χορτάσει! Παλεύουν θεοί, παλεύουν θνητοί μήπως εμένα σώσουν μα είναι επίφοβο πολύ πως αν σ’ αντικρίσουν έρωτα αμέσως θα ενδώσουν. Η σωτηρία είναι απλή κι η λύτρωση μονόδρομος, με λίγα λόγια θάνατος! Με δόση νέκταρ απ’ τα χείλη σου κι άγγιγμα στο κορμί σου. Θάνατος αβασάνιστος ζωσμένος τη μορφή σου. Κι έτσι από ʼκει ψηλά χωρίς εσένα αγκαλιά κι όλο το χρόνο ελεύθερο εσένα να θαυμάζω.
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Ναρκωτικό Ερωτικό Στερέψανε οι λέξεις στης ποίησης τα λόγια. Χλωμιάζουν ήλιος και φεγγάρι στη λάμψη των ματιών σου. Εξασθενούν κι οι άνεμοι που πέλαγα σηκώνουν. Έχεις τη δύναμη γλυκιά τις φλέβες μου να πάψεις να μπεις μέσα στη σκέψη μου για μυστικά να ψάξεις. Ναρκωτικό ερωτικό και στην αγάπη εκρηκτικό εσύ με εξουσιάζεις. Μυαλό, κορμί μα και καρδιά, είναι για σένα εύκολο με πάθος να χαράζεις!
55
56
Γεωργίου Ρέππα
Μετανιώνω Μετανιώνω για λαχτάρες που πνίγηκαν στη σκέψη σου, για προδομένα σ’ αγαπώ που θάφτηκαν στο ψέμα. Μετανιώνω για αγκαλιές που στάζαν ιδρώτα, για χτυποκάρδια έντονα που σκίζαν το κορμί μου Ακόμα, για τα δάκρυα που πρόλαβες και είδες για δήθεν ανασφάλειες που ζήταγες στοργή. Μετανιώνω για χαμόγελα που έντυναν το φως σου, για όνειρα καλοκαιριού που θάφτηκαν στο χιόνι, για φεγγαρόβραδα χρωματιστά να μην σ’ αφήσω μόνη. Ξέρεις γιατί μετάνιωσα έρωτα του Ιούνη; Γιατί για μια αγκαλιά πουλήθηκες και γκρέμισες τα πριν. Για ένα φιλί με αρνήθηκες, φτερούγισε η καρδιά σου Μα έχω κι εγώ εγωισμό, νομίζω πως γιορτάζω, κοιτάζω μόνο πια μπροστά και σένα διαγράφω!
57
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Μάνα Ποιος δεν σκέφτηκε να πει δυο λέξεις για τη μάνα, λίγες αράδες ζεστασιάς σ’ εκείνη για να γράψει. Τι ν’ αναφέρεις για αρχή, ποιο δάκρυ να ορίσεις, ʼκείνο που στάζει από χαρά ή ʼκείνο από λύπη; Μια μάνα μόνο ζει του φεγγαριού ξενύχτι, δίπλα μας προσκέφαλο η πιο σφιχτή αγκαλιά. Να μας τυλίγει σιγουριά λουλούδια στην καρδιά μας, να μας γεμίσει όνειρα, φαρέτρα με ελπίδες. Να ’ναι εκεί στα λάθη μας να ’ναν και στα σωστά μας εικόνισμα στη σκέψη μας, σ’ όλα τα όνειρά μας. Πρώτη κουβέντα στη ζωή, ίσως κι η τελευταία, μάνα, μανούλα μου εσύ η πιο γλυκιά παρέα. Πόσες φορές πληγώνουμε τη μάνα στη ζωή μας, κι αυτή εκεί αεικίνητη σαν βράχος στην ψυχή μας.
58
Γεωργίου Ρέππα
Η φυγή σου Μέσα στη λήθη της σιωπής και της ταλαίπωρης ψυχής, γεύομαι τη φυγή σου. Μ’ ένα μολύβι να προσπαθώ να γράφω χίλια σ’ αγαπώ και να τα τραγουδώ μαζί σου. Στην προδοσία μόνος μου χωρίς να βγάζω άκρη κι από του πόνου την πηγή πηγάζει ένα δάκρυ. Το δάκρυ κυλά στο πρόσωπο, δεν θέλει να στεγνώσει, είναι φίλος κι αδερφός, θέλει να με λυτρώσει. Οι αναμνήσεις μαχαιριές το Τώρα το τρυπάνε, σε πάνε στο ταξίδι τους στο πίσω σε γυρνάνε. Μα αν ο Θεός για μια φορά θέλει να βοηθήσει ας πάρει απ’ τη μνήμη μου αυτά που ’χουμε ζήσει.
59
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Ενοχές Στο κάλεσμα των ενοχών ευθύνες με τυλίγουν, δίνουν κι οι τύψεις το παρόν αρχίζουν και με πνίγουν. Έχω καλά ως άνθρωπος, έχω κι αδυναμίες, έχω κεράσει και χαρές όμως και αδικίες. Έχω γελάσει ψεύτικα μα έχω κλάψει αλήθεια, έχω αρνηθεί την αγκαλιά και δυο του έρωτα φιλιά ίσως από συνήθεια. Έκρινα ανθρώπους και Θεούς εύκολα δίχως σκέψη, τα λόγια μου ατέλειωτα αντί για μια λέξη. Ψάχνω να βρω τη λύτρωση συγγνώμη να ζητήσω να σβήσω λίγο παρελθόν και σε καλύτερο παρόν μήπως και προχωρήσω.
60
Γεωργίου Ρέππα
Συνείδηση Τα βράδια που η συνείδηση μες στο μυαλό γυρίζει, τα βράδια που ’σαι ζωντανός κι έτσι απολογιέσαι, όταν η μέρα είναι ανάμνηση και τ’ αύριο δεν φοβίζει, τότε μονάχα έχεις δικαίωμα στ’ όνειρο να πλανιέσαι. Όταν το πατρικό το χάδι σου αγγίξει τα παιδιά σου, να ’ναι τα χέρια καθαρά μ’ αγώνα δουλεμένα κι αν θα τους δώσεις ζεστασιά να ’ναι απ’ τη φωτιά σου. Να ’ναι οι αρχές σου σταθερές ποτέ μην παρεκλίνεις, το άδικο είναι η πρόκληση, την πόρτα να του κλείνεις. Κι όταν τα έχεις αγκαλιά, όταν τα συμβουλεύεις, με την αλήθεια της ψυχής μ’ αυτήν να τα σμιλεύεις.
61
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
Χρόνος Ο χρόνος είναι ευάλωτος στις όμορφες στιγμές μας, κι αναρωτιέται το πολύ το λίγο πώς λογιέται. Μην περιμένεις το παρόν, το μέλλον να ορίσει, ζήσε τα νιώθω σου εσύ και ας καλωσορίσει. Οι αγκαλιές, οι πιο σφιχτές, ταιριάζουν με σιωπές, θέλουν να πουν τόσα πολλά, που πνίγηκαν στο χτες. Όσο τα μάτια θα μιλούν τα λόγια θα σωπαίνουν, και οι ψυχές που βούρκωσαν χαμόγελα χορταίνουν. Ζήσε απλά για μια στιγμή και να μην συλλογιέσαι μεσ’ της ψευτιάς το άδικο να μην αποκοιμιέσαι.
62
Γεωργίου Ρέππα
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Της Μοναξιάς τα Επινίκια . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 11 Θάνατος . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 12 Φθινοπώρου Απόγευμα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 13 Επίορκη Αχτίδα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 14 Ονειρεμένες Αγκαλιές . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 15 Μου Λείπει . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 16 Ισορροπώντας στο Κενό . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 17 Χωρίς Πυξίδα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 18 Σκόνη Μοναξιάς . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 19 Ξεθώριασες . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 20 Ήμασταν Κάποτε Παιδιά . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 21 Δώρο Θεών . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 22 Αχάριστες Σκέψεις . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 23 Άστρα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 24 Αυτό που Θέλει το Μυαλό . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 25 Ζήσε . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 26 Μέσα απ’ τις Ήττες Κέρδισα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 27 Μια Πανδαισία Έρωτα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 28 Αλκυονίδες Σκέψεις . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 29 Σ’ ένα Χαρτί . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 30 Σιωπές . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 31 Ουράνιο Τόξο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 32 Έμαθα να Νικώ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 33 Λαθρεπιβάτης τ’ Ουρανού . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 34 Η Αθωότητα της Αμαρτίας . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 35 Θλιμμένα Απογεύματα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 36 Μην Σιωπάς! . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 37 Γαλήνη Θνητών . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 38 Ίχνη Ελπίδων . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 39
Της Μοναξιάς τα Επινίκια
63
Σύνορα Υπάρξεως . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 40 Ποτέ δεν σε Ξέχασα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 41 Υποκύπτω . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 42 Μοναξιά . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 43 Άδικο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 44 Μαγεμένος Αυλός . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 45 Μου Χάρισες . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 46 Γέλιο και Κλάμα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 47 Χρησμός . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 48 Μες στην Καρδιά . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 49 Τέλος . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 50 Μάτια . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 51 Πρώτη Αυγή . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 52 Μενταγιόν . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 53 Ηρωίνη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 54 Ναρκωτικό Ερωτικό . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 55 Μετανιώνω . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 56 Μάνα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 57 Η φυγή σου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 58 Ενοχές . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 59 Συνείδηση . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 60 Χρόνος . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 61
Η ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΉ ΤΗΣ ΜΟΝΑΞΙΑΣ ΤΑ ΕΠΙΝΙΚΙΑ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΡΕΠΠΑ ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ, ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΕΤΖΑΛΗ, ΤΟ ΕΞΩΦΥΛΛΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΧΡΥΣΑΝΘΗ ΒΑΣΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΕΠΙΜΕΛΗΘΗΚΕ ΕΚΔΟΤΙΚΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΤΟΥ ΑΘΛ.Ε.ΠΟΛΙ.Σ. ΠΕΝΤΑΝΔΡΟΝ ΤΟΝ ΜΑΪΟ ΤΟΥ 2017. ΤΑ ΚΟΣΜΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΑ ΕΡΓΑ ΠΟΥ ΚΟΣΜΟΥΝ ΤΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΙΝΑΙ ΤΗΣ ΕΛΠΙΔΑΣ ΔΗΜΟΓΙΑΝΝΗ Η ΣΥΛΛΟΓΗ ΤΥΠΩΘΗΚΕ ΣΕ 200 ΑΝΤΙΤΥΠΑ ΣΕ ΧΑΡΤΙ 90 gr ΓΡΑΦΗΣ ME ΕΞΩΦΥΛΛΟ VELVET 250 gr ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΚΔΟΣΗ XΙV
Γεωργίου Ρέππα
Της Μοναξιάς τα Επινίκια ποιήματα
πέντανδρον Αθήνα
2015 poihmata reppas.indd 1
26/5/2015 3:49:54 μμ