Η επεισοδιακή λειτουργία της Φανερωμένης ως εκλογικό κέντρο το Σεπτέμβρη του 1843 Μπάμπης Καββαδίας, Δικηγόρος
Οι ιεροί ναοί στην πολιτική ζωή Από τα προϊστορικά χρόνια, οι χώροι λατρείας έπαιξαν πρωταρχικό ρόλο στην ζωή και τη λειτουργία των κοινωνιών. Ήδη από την πρώτη φωτιά, δίπλα στην οποία ο σαμάνος της φυλής αφηγείτο ιστορίες ή έψελνε ύμνους, μέχρι τους μεγάλους μητροπολιτικούς ναούς και τα τζαμιά των πρωτευουσών, οι εντός των μεγάλων ή μικρότερων οικισμών χώροι λατρείας, όντας σημεία συγκέντρωσης των μελών των τοπικών κοινωνιών, αποτελούσαν εστίες ζύμωσης αντιλήψεων και απόψεων και πεδία αντιπαραθέσεων, όχι αποκλειστικά θρησκευτικών. Ο άνθρωπος δεν μπορούσε να περιοριστεί στην τέλεση των θρησκευτικών του καθηκόντων, όταν βρισκόταν σε τέτοιους χώρους λατρείας. Σπάνια άφηνε να πάνε χαμένες οι ευκαιρίες που του παρείχε ο συναγελασμός του εκεί με τους συνανθρώπους, επιδιδόμενος σε ποικίλες κοινωνικές διεργασίες, ανεξάρτητα από την άσκηση των θρησκευτικών του καθηκόντων. Στην Ελλάδα, τόσο η προσωρινή επαναστατική διοίκηση στα χρόνια του Αγώνα του 1821, όσο και αργότερα ο Καποδίστριας και οι Βαυαροί, είτε λόγω της στενής πρόσδεσης της πολιτικής εξουσίας με το Ιερατείο, είτε λόγω αντικειμενικών δυσκολιών στην κατασκευή νέων υποδομών, δεν δίστασαν σε αρκετές περιπτώσεις να «πατήσουν» σε αυτήν την εξοικείωση των πολιτών με τις μη θρησκευτικές λειτουργίες που επιτελούνταν στους χώρους λατρείας, και να τους χρησιμοποιήσουν για να στεγάσουν και δικές τους ανάγκες. Οι εκκλησίες, τα μοναδικά ευρύχωρα δημόσια κτίσματα που βρίσκονταν σε κάθε οικισμό, και μάλιστα στο κέντρο τους, εκεί που ανέπνεε και δραστηριοποιείτο ο πληθυσμός, λειτουργούσαν ήδη από την Τουρκοκρατία ως χώροι συνεδρίασης των δημογεροντιών ή ως δικαστήρια –όχι μόνο εκκλησιαστικά, αλλά και αστικά και ποινικά. Οι λειτουργίες αυτές συνεχίστηκαν και επί Επανάστασης (βλ. π.χ. μαρτυρία Κασομούλη για τη δίκη του Καραϊσκάκη στο Μεσολόγγι το 1824), αλλά και στα πρώτα χρόνια της σύστασης του Ελληνικού Βασιλείου «αναβαθμίστηκαν» μέχρι και σε εκλογικά κέντρα. Κάτι τέτοιο ήταν αναπόφευκτο, μιας και το αναπτυγμένο θρησκευτικό συναίσθημα των Ελλήνων πολιτών τον καιρό εκείνο εγγυόταν την παρουσία σχεδόν όλων τους στις εκκλησίες τουλάχιστον κάθε μα κάθε Κυριακή.
Οι εκλογές του 1843 Εκλογές στην Ελληνική επικράτεια γίνονταν ήδη από τα πρώτα επαναστατικά χρόνια, έστω και υποτυπώδεις και σε αρκετές περιπτώσεις καταστρατηγημένες. Οι συμμετέχοντες στις πρώτες επαναστατικές Εθνοσυνελεύσεις ήταν εκλεγμένοι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο από τις κοινότητες τις οποίες εκπροσωπούσαν και είχαν προκύψει από δημόσιες διαδικασίες, οι οποίες συνέχισαν να ακολουθούνται με διάφορες παραλλαγές μέχρι και τον Καποδίστρια. Με την έλευση του Όθωνα και της αντιβασιλείας και την εγκαθίδρυση της απολυταρχικής μοναρχίας το 1833 ο θεσμός των εκλογών δεν είχε άλλο αντικείμενο, παρά μόνο την επιλογή των τοπικών αρχόντων, δημάρχων και κοινοταρχών. Οι εκλογές βέβαια αυτές δεν είχαν
ΩΣ ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΟ ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ ΤΟΥ 1843 μεγάλη σημασία, μιας και ο δήμαρχος τελικά διοριζόταν από τον Βασιλιά και δεν αποκλειόταν η τελική επιλογή να ήταν διαφορετική από αυτόν που είχε εξασφαλίσει την πλειοψηφία. Οι Έλληνες θα συμμετείχαν για πρώτη φορά σε εκλογές καθ’ όλη την Επικράτεια για την αποστολή πληρεξουσίων σε ένα κεντρικό νομοθετικό σώμα το φθινόπωρο του 1843, μετά την Επανάσταση της 3ης του Σεπτέμβρη και τον εξαναγκασμό του Όθωνα από το λαό της Αθήνας σε παραχώρηση Συντάγματος. Αμέσως μετά την Επανάσταση σχηματίστηκε μια προσωρινή «κυβέρνηση», στην οποίαν συμμετείχαν εκπρόσωποι και των τριών πολιτικών κομμάτων, του ρωσικού (Ανδρέας Μεταξάς και Μιχαήλ Σχινάς και Κωνσταντίνος Κανάρης), του γαλλικού (Ρήγας Παλαμήδης και Δρόσος Μανσόλας) και του αγγλικού (Αντρέας Λόντος και Λέων Μελάς), και η οποία ανέλαβε να διοργανώσει τη Συντακτική Εθνοσυνέλευση που θα κατήρτιζε και θα ψήφιζε το πρώτο Σύνταγμα του νεαρού Ελληνικού Βασιλείου. Δίνεται λοιπόν εντολή στις κατά τόπους διοικήσεις να ξεκινήσουν άμεσα τις διαδικασίες για την εκλογή των αντιπροσώπων των επαρχιών, οι οποίοι έπρεπε να έχουν συγκεντρωθεί στην Αθήνα στις αρχές του Νοέμβρη του 1843. Ο εκλογικός νόμος που καθόριζε τα της διαδικασίας της ψηφοφορίας και το πλήθος των αντιπροσώπων που θα έστελνε η κάθε επαρχία ήταν αυτός του Μάρτη του 1829, ο οποίος είχε καταρτιστεί από τον Καποδίστρια, για τη σύγκληση της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης του Άργους. Αξίζει να σημειώσουμε ότι οι εκλογές αυτές ήταν έμμεσες, δηλαδή οι πολίτες δεν καλούνταν να επιλέξουν απ’ ευθείας τους αντιπροσώπους της επαρχίας τους, αλλά ένα εκλεκτορικό σώμα, το πλήθος του οποίου ήταν ανάλογο με τον αριθμό των οικογενειών που κατοικούσαν σε κάθε μέρος. Οι εκλέκτορες του κάθε οικισμού στη συνέχεια θα συγκεντρώνονταν στην πρωτεύουσα της κάθε επαρχίας και θα επέλεγαν τους πληρεξουσίους που θα συμμετείχαν στην Εθνοσυνέλευση εκπροσωπώντας την. Οι εκλογές δεν πραγματοποιήθηκαν ενιαία σε όλη την επικράτεια, αλλά σε διαφορετικές κατά τόπους ημερομηνίες, ανάλογα με το πότε θα έφτανε επίσημα στην έδρα των διοικήσεων το διάταγμα του Υπουργού των Εσωτερικών για τη διεξαγωγή τους ή με το αν θα δινόταν μια αναβολή μετά από απόφαση της Διοίκησης για διάφορους λόγους, όπως θα δούμε και παρακάτω, ή με το αν ο ιερέας που θα προΐστατο της διαδικασίας (βλ. επίσης παρακάτω) ήταν εφημέριος σε περισσότερα του ενός χωριά κλπ. Σύμφωνα με τα ισχύοντα το 1829 και τον εκλογικό Νόμο, η επαρχία του Αιγίου (πάνω κάτω η περιοχή της σημερινής Αιγιάλειας) θα έστελνε δύο αντιπροσώπους. Την μία από αυτές τις θέσεις ήταν σίγουρο ότι θα την καταλάμβανε ο Αντρέας Λόντος, ο οποίος συμμετείχε ήδη, όπως είδαμε παραπάνω, στην προσωρινή Κυβέρνηση, όντας μεγαλοστέλεχος του αγγλικού κόμματος. Για τη δεύτερη θέση όμως έριζαν τα στελέχη των δύο κομμάτων που είχαν την μεγαλύτερη δύναμη στην περιοχή, του Αγγλικού και του Γαλλικού. Οι βασικοί κομματάρχες ήταν για το μεν αγγλικό κόμμα η οικογένεια των Λόντων, για το δε γαλλικό η οικογένεια των Μελετόπουλων. Η μάχη λοιπόν θα δινόταν για να σχηματιστεί ένα εκλεκτορικό σώμα με όσο το δυνατόν περισσότερα άτομα της επιρροής της μιας ή της άλλης φατρίας.
Οι δύο αντίπαλες μεριές Η «κόντρα» των δύο οικογενειών, από τη μια των παλιών κοτζαμπάσηδων και μεγαλοτσιφλικάδων της περιοχής Λόντων, Αντρέα, Αναστάση και Λουκά, και από την άλλη των γιων του μεγαλεμπόρου Αγγελή Μελετόπουλου, Μήτρου (Δημητρίου), Γεωργίου και Χριστόδουλου, ξεκινάει ήδη από τα επαναστατικά χρόνια και τους Εμφυλίους και συνεχίστηκε για δεκαετίες. Τα μέλη αυτών των οικογενειών –και ορισμένες φορές και οι πιστοί υποτακτικοί τους, διαδέχονταν ο ένας τον άλλον στα πολιτικά αξιώματα του τόπου, ως πληρεξούσιοι στις εθνικές συνελεύσεις και αργότερα στη Βουλή και τη Γερουσία ή ως δήμαρχοι (π.χ. ο Δήμαρχος Αιγί2
Η ΕΠΕΙΣΟΔΙΑΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗΣ ου το 1843 Γεώργιος Μελετόπουλος είχε διαδεχθεί τον αδερφό του Μήτρο Μελετόπουλο, ο οποίος είχε διαδεχθεί τον Αναστάση Λόντο), ενώ άνθρωποι του στενού τους περιβάλλοντος τοποθετούνταν -χάρις στην επιρροή τους- σε διάφορες θέσεις εξουσίας, με πιο κοντινό στις εξεταζόμενες εδώ εκλογές παράδειγμα τον διορισμό του νεαρού και σπουδαγμένου στη Γερμανία ανεψιού των Λόντων Λεωνίδα Χρυσανθόπουλου στη θέση του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πατρών, μετά από σύντομη θητεία ως Πρωτοδίκη στην Αθήνα (Βασ. Διάταγμα, υπογεγραμμένο από τον υπουργό Δικαιοσύνης Λ. Μελά, της 10ης Σεπτεμβρίου 1843, στο ΦΕΚ 38/09-11-1843).
Τα γεγονότα της 26ης του Σεπτέμβρη του 1843 Όπως προβλεπόταν, οι εκλογές σε όλη την επικράτεια θα διεξάγονταν σε κάλπες που θα στήνονταν μέσα στους ιερούς ναούς, «εις την πλέον ευρύχωρον εκκλησίαν του τόπου», σύμφωνα με τον εκλογικό νόμο, μετά το πέρας της κυριακάτικης θείας λειτουργίας. Οι εκλογές της Βοστίτσας είχε καθοριστεί με απόφαση της Διοίκησης Αχαΐας να πραγματοποιηθούν στις 19 του Σεπτέμβρη, όμως μετά από αίτημα 58 ατόμων που πρόσκειντο στην μερίδα του Λόντου, μετατέθηκαν για τις 26 Σεπτέμβρη. Η αναβολή αυτή μπορεί και να ζητήθηκε για να «μαγειρευτούν» οι εκλογικοί κατάλογοι, με την προσθήκη ατόμων από τα γύρω χωριά ή από άλλα μέρη που είχαν ολοκληρωθεί οι εκλογές κλπ, οι οποίοι διαφορετικά δεν θα είχαν δικαίωμα να ψηφίσουν στη Βοστίτσα. Ως εκλογικό κέντρο της Βοστίτσας την 26η Σεπτέμβρη ορίστηκε ο ιερός ναός της Παναγίας της Φανερωμένης. Αφού έψαλλε, λοιπόν, ο ιερέας Χρύσανθος το «Δι’ ευχών» και απόλυσε τις γυναίκες και τους νεαρούς κάτω των 25 ετών που δεν είχαν δικαίωμα να ψηφίσουν σύμφωνα με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο (αρ. 1 της υπ’ αριθμ. 10050/04-03-1829 οδηγίας του Καποδίστρια), ξεκίνησε τις προβλεπόμενες ενέργειες, με τον Δήμαρχο Γεώργιο Μελετόπουλο να προεδρεύει της όλης διαδικασίας (αρ. 3 της ανωτέρω οδηγίας). Ο ιερέας άρχισε να καταγράφει τα ονόματα των πολιτών που ήσαν παρόντες και είχαν δικαίωμα να ψηφίσουν (αρ. 4 της ανωτέρω οδηγίας). Μετά την κατάρτιση του καταλόγου των παρόντων και την αντιπαραβολή του με τους επίσημους εκλογικούς καταλόγους του Δήμου, αυτός θα επικυρωνόταν από τους συγκεντρωμένους. Στη συνέχεια θα ακολουθούσε ο όρκος στο Ευαγγέλιο, στην Παναγία και την Αγία Τριάδα, ότι οι εκλογείς θα ψήφιζαν σύμφωνα με τη συνείδησή τους, απαλλαγμένοι από πάθη, μίση και “προσωποληψίες” (αρ. 5 της ανωτέρω οδηγίας). Θα ακολουθούσε η επίσημη καταγραφή των υποψηφίων εκλεκτόρων, οι οποίοι έπρεπε να είναι τέσσερις φορές περισσότεροι από τον αριθμό των εκλεκτόρων που προβλέπονταν για τη Βοστίτσα (αρ. 6 της ανωτέρω οδηγίας). Μόλις ολοκληρωνόταν ο κατάλογος των υποψηφίων εκλεκτόρων, οι ψηφοφόροι θα πλησίαζαν ένας ένας τον Ιερέα που κρατούσε τον κατάλογο αυτό και θα έδιναν φανερά θετική ή αρνητική ψήφο σε κάθε εκλέκτορα ξεχωριστά (μυστική ψηφοφορία προβλεπόταν μόνο για την εκλογή των πληρεξουσίων από τους εκλέκτορες, σύμφωνα με την υπ’ αριθ. 13.645/20-09-1843 εγκύκλιο του Υπουργού των Εσωτερικών Ρήγα Παλαμήδη). Η διαδικασία της καταγραφής των παρόντων συνεχιζόταν ομαλά, ενώ κατέφθαναν συνεχώς στην Φανερωμένη και οι πολίτες των άλλων ενοριών της Βοστίτσας, για να ψηφίσουν. Ανάμεσα σε αυτούς που έφτασαν τότε ήταν ο Αναστάσης Λόντος με τον Λεωνίδα Χρυσανθόπουλο και άλλους ανθρώπους του, μέσα σε επευφημίες και συνθήματα, ενώ μετά από λίγο έφτασε στο προαύλιο της εκκλησίας και ο έτερος διεκδικητής της δεύτερης θέσης πληρεξουσίου, ο Μήτρος Μελετόπουλος, με τους δικούς του ανθρώπους. Τότε όμως κάτι συνέβη και οι δύο αντίπαλες μεριές πιάστηκαν στα χέρια, χρησιμοποιώντας όχι μόνο τις γροθιές τους, αλλά και τα ξύλα από τα ξηλωμένα στο λεπτό στασίδια της εκκλησίας, τσεκούρια, ακόμα και τις πιστόλες τους. Σύμφωνα με την πλευρά των «Μελετοπουλικών» (όπως προκύπτει από τις καταγγελίες τους που δημοσιεύτηκαν στην Αθηναϊκή εφημερίδα «ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΣ», στα φύλλα 51/03-103
ΩΣ ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΟ ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ ΤΟΥ 1843 1843 και 60/02-12-1843), οι «Λοντικοί» θέλησαν να σταματήσουν την διαδικασία καταγραφής των παρόντων ψηφοφόρων. Επιδίωκαν να αποτρέψουν την ψήφο του κόσμου που ήταν συγκεντρωμένος έξω από την εκκλησία μαζί με τον Μελετόπουλο και τους ανθρώπους του. Κινήθηκαν τότε προς το μέρος του ιερέα και του προεδρεύοντος της διαδικασίας Δημάρχου και απαίτησαν να σταματήσει η καταγραφή των ονομάτων και να ψηφίσουν μόνο αυτοί που είχαν ήδη γραφτεί. Είναι άγνωστο αν όντως αυτοί που βρίσκονταν έξω δεν είχαν όντως δικαίωμα να ψηφίσουν ή αν οι «Λοντικοί» θέλησαν να τους αποτρέψουν, θεωρώντας ότι θα ψήφιζαν εκλέκτορες της επιρροής του Μελετόπουλου. Στην άρνηση του Δημάρχου να σταματήσει την διαδικασία, οι «Λοντικοί» έκλεισαν τις πόρτες της Εκκλησίας και εξοπλίστηκαν με ξύλα που απέσπασαν ξηλώνοντας τα στασίδια του ναού, για να επιτεθούν στους «Μελετοπουλικούς» που θα προσπαθούσαν να επιβάλουν τη συνέχιση της διαδικασίας. Ο Μελετόπουλος με τους ανθρώπους του κινήθηκαν προς τις κλειστές πόρτες προσπαθώντας να τις ανοίξουν με τσεκούρια, όταν οι «Λοντικοί» που βρίσκονταν μέσα πραγματοποίησαν «έξοδο» και τους πήραν φαλάγγι, αναγκάζοντάς τους να κλειστούν στο κοντινό σπίτι του Μελετόπουλου. Οι «Λοντικοί» με τη σειρά τους ισχυρίστηκαν (με επιστολή που δημοσιεύτηκε στο υπ’ αριθμ. 1062/30-10-1843 φύλλο της εφημερίδας «ΑΘΗΝΑ») ότι κάποια στιγμή, διαπιστώνοντας ο Μελετόπουλος ότι δεν επρόκειτο να νικήσει σε αυτές τις εκλογές, έδωσε σύνθημα στους ανθρώπους του να ξεσηκώσουν τους ψηφοφόρους να φύγουν, σταματώντας τη διαδικασία. Αυτοί όμως που βρίσκονταν μέσα στον Ναό αρνήθηκαν να αποχωρήσουν και για την ασφάλειά τους έκλεισαν τις θύρες, για να ολοκληρώσουν με ησυχία τις εκλογές. Βλέποντάς το τότε αυτό ο Μελετόπουλος εξοργίστηκε και διέταξε τους ανθρώπους του να κινηθούν προς την Εκκλησία με πέτρες και τσεκούρια, χτυπώντας πολύ από τον κόσμο που βρισκόταν μέσα σε αυτήν και φωνάζοντας «χτυπάτε τους κερατάδες!». Οι άνθρωποι του Λόντου όμως κατόρθωσαν να τους αποτρέψουν και να τους κυνηγήσουν, με τον Μήτρο Μελετόπουλο να απειλεί ότι για να εκδικηθεί θα ισοπέδωνε το Αίγιο και στη θέση των σπιτιών του θα έσπερνε τραγάγκαθα και κριθάρι. Κατά την υποχώρηση των «Μελετοπουλικών», ένα από τα πρωτοπαλίκαρα του Μελετόπουλου, ο Σταύρος Παπασταύρου φέρεται να πυροβόλησε δύο φορές κατά ενός οπαδού του Λόντου, χωρίς όμως να τον πετύχει. Όπως και να ‘χει, αφού ο Μελετόπουλος κλείστηκε με τη συνοδεία του στο σπίτι του, η εκλογική διαδικασία συνεχίστηκε στη Φανερωμένη μέχρι τις 5 το απόγευμα, αλλά απόντος του Δημάρχου Γεωργίου Μελετόπουλου: Αυτός, με άλλους ανθρώπους της παράταξης, ισχυρίστηκαν ότι έστησαν σε άλλο σημείο –ενδεχομένως στο ίδιο το σπίτι του Μελετόπουλου- τις δικές τους «εκλογές» (συχνό φαινόμενο σχεδόν σε όλην την επικράτεια, όπου οι κομματάρχες των ηττημένων μερίδων εξέλεγαν σε ξεχωριστές εκλογές τους δικούς αντιπροσώπους, όπως π.χ οι Ζαΐμηδες, κομματάρχες της αγγλικής μερίδας, που έστησαν δεύτερες εκλογές για την επαρχία των Καλαβρύτων, και μάλιστα στο χωριό τους, την Κερπινή –βλ. εφημ. ΗΧΩ ΤΩΝ ΕΠΑΡΧΙΩΝ, φ. 1/23-10-1843 ), από τις οποίες προέκυψε ένας δεύτερος κατάλογος εκλεκτόρων. Τελικά, η ψηφοφορία ανάμεσα στους εκλέκτορες της επαρχίας του Αιγίου πραγματοποιήθηκε δύο βδομάδες μετά τις ταραχές της 26ης Σεπτέμβρη, στις 10 του Οκτώβρη, στο ίδιο μέρος, στην εκκλησία της Φανερωμένης. Εμφανίστηκαν τόσο οι εκλέκτορες που είχαν προκύψει από την εκλογική διαδικασία της Φανερωμένης, όσο και οι -λιγότεροι στον αριθμόεκλέκτορες που φέρονταν να έχουν προκύψει από τις παραεκλογές που είχαν στήσει οι Μελετόπουλοι, και η κάθε ομάδα εξέλεξε τους δικούς της αντιπροσώπους. Η Διοίκηση Αχαΐας όμως τελικά επικύρωσε την πρώτη εκλογή, από την οποία είχαν αναδειχθεί ως τακτικοί αντιπρόσωποι της επαρχίας του Αιγίου στην Εθνοσυνέλευση οι Αντρέας και Αναστάσης Λόντος και οι Δ. Ορεινός και Λεωνίδας Χρυσανθόπουλος ως αναπληρωματικοί (εφημ. ΑΙΩΝ, φ. 479/17-10-1843) Η ιερότητα της εκκλησίας και η σπουδαιότητα της πρώτης σχετικά ελεύθερης εκλογής εκπροσώπων του λαού για ένα αντιπροσωπευτικό νομοθετικό σώμα δεν στάθηκαν ικανά να 4
Η ΕΠΕΙΣΟΔΙΑΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗΣ προστατεύσουν το χώρο και αυτούς που βρίσκονταν σε αυτόν από τα εκλογικά πάθη. Τα πάθη, μάλιστα, που πήγαζαν από τους εκπροσώπους των ίδιων δυνάμεων που καταδυνάστευαν τον Ελληνικό λαό τα χρόνια της σκλαβιάς, από κοινού με τους Τούρκους. Αυτοί που έπνιξαν τα επαναστατικά λαϊκά αιτήματα για δημοκρατία και διανομή των εθνικών γαιών στους ακτήμονες και τους αγωνιστές, οι ίδιοι, επιδεικνύοντας τον διαχρονικό αντιπατριωτισμό τους, έφεραν Βασιλιάδες και Βαυαρούς στο σβέρκο των Ελλήνων, ενώ με τη στάση τους στις εκλογές του 1843 -και όχι μόνο- τραβούσαν χωρίς ντροπή τους «φερετζέδες» της ευσέβειας και μετέτρεπαν ακόμα και τους χώρους λατρείας σε πεδία μάχης. Για την ιστορία, στις εργασίες της Εθνοσυνέλευσης, ο μεν Αντρέας Λόντος μοιράστηκε μαζί με τους Μαυροκορδάτο, Μεταξά και Κωλέττη τα καθήκοντα του Αντιπροέδρου της Εθνοσυνέλευσης, ο δε Αναστάσης Λόντος εκλέχθηκε από το Σώμα της ως μέλος α) της Επιτροπής σύνταξης του Κανονισμού Εργασιών της Εθνοσυνέλευσης (2ος με 51 ψήφους, στη συνεδρίαση Β΄ της 9/11/1843) και β) της Επιτροπής κατάρτισης σχεδίου του «περί εκλογής νόμου» (2ος με 145 ψήφους, στη συνεδρίαση ΜΑ΄, της 26/01/1844). Αίγιο, Ιούνης 2014
5
ΩΣ ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΟ ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ ΤΟΥ 1843
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: Τα δημοσιεύματα των εφημερίδων Ακολουθούν αυτούσια τα δημοσιεύματα των εφημερίδων της εποχής, για τα τεκταινόμενα στις εκλογές του Αιγίου.
1. Ο εορτασμός της 3ης Σεπτέμβρη στον Ι.Ν. Παναγίας Φανερωμένης Εφημερίδα ΑΙΩΝ, φ. 470/15-09-1843 Η εν Αιγίω πανήγυρις υπέρ της 3 Σεπτεμβρίου. Εξ Αιγίου, 10 7βρίου, 1843. Αν ο μέγας αοιδός Όμηρος αμηχάνει ν’ αριθμήση και ονομάση την κατά της Τροίας ελθούσαν Ελληνικήν πληθύν, εκφωνών: «Ούδ’ είμοι δέκα μεν γλώσσαι, δέκα δε στόματ’ είεν, Φωνή δ’ άρρηκτος, χάλκεον δε μοι ήτορ ενείη» και επικαλούμενος τας θυγατέρας της Μνημοσύνης, διά να τω γένωσιν αρωγοί ως προς την αρίθμησιν μόνον των Ηγεμόνων και των νεών· πόσον ημείς πρέπει ν’ αμηχανώμεν, επικαλούμενοι υπερανθρώπινα όντα, ως μη δυνάμενοι να εξεικονίσωμεν επαξίως την χαράν και τον ενθουσιασμόν, άτινα εξωράϊζον τα πρόσωπα απαξαπάντων των συμπολιτών μας, την 5 Σεπτεμβρίου από το έκτακτον φύλλον του Αιώνος μαθόντων την ανάκτησιν των καταπατηθέντων δικαίων μας; Οι νέοι εσκίρτων, οι γηραιοί υφ’ ηδονής εξεπλήττοντο, ασπασμοί εξετελούντο, και αυτή η φύσις συνεκινείτο, δεικνύουσα τρόπον τινά την συναγαλίασίν της! Όλος ο λαός μετά του χαριτοβρύτου θήλεος γένους, επιθυμούντες να δείξωσι την χαράν και τον ενθουσιασμόν των, των εκκλησιαστικών κωδών ηχούντων, συνέρρευσαν εις τον Ναόν της Φανερωμένης, ένθα, γενομένης της ανηκούσης υπέρ Πατρίδος και του Συνταγματικού Θρόνου δοξολογίας, ανεγνώσθησαν υπό του Δημάρχου τα Βασιλικά περί του Συντάγματος κλπ Διατάγματα. Μετά τούτο διαλυθείσης όλης της ομηγύρεως, άπαντες οι συμπολίται μας ετράπησαν εις έργα παραστατικά της χαράς και θυμηδίας των, ώστε δι όλης της ημέρας και νυκτός δεν ηκούοντο, παρά ανευφημίαι υπέρ Πατρίδος και του αρμονικωτάτου ονόματος ΣΥΝΤΑΓΜΑ! Οι μεν συμπολίται μας ούτως ηγάλλοντο το δε Δημοτικόν Συμβούλιόν μας αμέσως εξέδοτο την δέουσαν υπέρ της 3 Σεπτεμβρίου πράξιν. Αλλ’ οι συμπολίται μας δεν εξηρκέσθησαν έως εδώ. Ενόμισαν (και δικαίως), ότι εναπελείποντο πολύ ως προς την εντελή έκφρασιν της απεριγράπτου θυμηδίας των και απιστεύτου ενθουσιασμού των. Όθεν ομοφώνως απεφάσισαν διά να δείξωσιν έτι επισημότερον τα ευγενή αισθήματά των διά μιάς εν υπαίθρω κοινής ευωχίας. Χθες δε, ημέρας ούσης προσδιωρισμένης διά την γενικήν ευθυμίαν, συνήχθησαν άπαντες εις τον Ναόν της Φανερωμένης, και αφ’ ού εγένετο η αρμοδία δοξολογία, των τηλεβολισμών απαυστί εξακολουθούντων, ο Ελληνοδιδάσκαλος κ. Π. Αντωνιάδης εξεφώνησε λόγον ενθουσιαστικώτατον, μεθ’ ό και όλοι ανεξαιρέτως απήρχοντο εις το προσδιωρισμένον της ευωχίας μέρος, φερομένης πομπωδώς μιάς πυραμίδος, επί των τεσσάρων πλευρών της οποίας υπήρχον εγγεγραμμέναι αι εξής επιγραφαί· επί της πρώτης πλευράς· «Σύνταγμα. Ο Συνταγματικός Θρόνος». Επί της δευτέρας· «25 Μαρτίου 1821 3 Σεπτεμβρίου 1843. Ζήτω η Πατρίς». Επί της τρίτης, το σύμβολον του Συντάγματος και «Ισχύς και φρόνησις τα πάντα κατορθούσι». Επί της τετάρτης· «Ο Δήμος Αιγιέων». Εξελθόντες δε του Ναού, παιανιζούσης της εκ διαφόρων οργάνων συνισταμένης εγχωρίου μουσικής, και των τηλεβολισμών χαλαζηδόν πιπτόντων, επορεύθησαν συνταγματικοκραυγάζοντες, ως κεραυνός επισκήπτων, εις την γενικήν τράπεζαν, ήτις περιεφράσσετο από ξύλινον παραλληλόγραμμον δαφνοστόλιστον, επί του οποίου εκυμάτιζον μεγαλοπρεπέστατα αι τρεις ενυπάρχουσαι Ελληνικαί σημαίαι. Εις το μεταίχμιον δε της πελωρίου ταύτης τραπέζης ετέθη ευλαβώς το αντικείμενον της ευθυμίας των, η θριαμβευτική 6
Η ΕΠΕΙΣΟΔΙΑΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗΣ πυραμίς. Παρατεθέντων δ’ εις την τράπεζαν των αρνών, άπαντες εκαθέσθησαν ήρεμα και ησυχή, ευωχουμένοι θεσπεσίως. Εις την γενικήν ταύτην ευωχίαν, ήτις απεικόνιζεν εντελώς τας ευωχίας του αρχαίου αιώνος, εγένοντο διάφοροι προπόσεις υπέρ παγιώσεως του Συντάγματος, του Συνταγματικού Θρόνου, των αρχηγών της επαναστάσεως της 3 Σεπτεμβρίου κλπ., απηγγέλθησαν δ’ υπό διαφόρων νέων ενθουσιαστικώτατοι λόγοι, εν οίς μάλλον των άλλων διέπρεψε και εχειροκροτήθη ο ικανόν χρόνον εις την πόλιν μας διαμείνας κ. Θ. Ορφανίδης δι’ έν λαμπρόν άσμα του υπέρ της 3 Σεπτεμβρίου, πολλαί περικοπαί του οποίου έχουσι κάλλος και ύψος αμίμητον. Ούτω δ’ ευωχουμένων, τα εν τω λιμένι μας ευρισκόμενα Αγγλικά φορτηγά πλοία, προς τιμήν των την τρίτην Σεπτεμβρίου πανηγυριζόντων, ανεπέτασαν απάσας των Εθνών τας σημαίας, χαιρετηθέντα αμέσως διά των ανηκόντων τηλεβολισμών. Εις την κοινήν ταύτην ευωχίαν προσκληθέντες και οι εν τω λιμένι μας Αγγλοπλοίαρχοι, παρευρέθησαν επί τέλους εις αυτήν, εξηγηθέντες ευνοϊκώτατα υπέρ των Ελλήνων. Ελθόντος δ’ εν τω ευωχείσθαι του Αυστριακού ατμοκινήτου, αμέσως συνταγματοκραυγαί γιγαντώδεις, καθό γενομένου του συμποσίου εις χώρον πανταχόθεν περίβλεπτον, αμέως, λέγω, φωναί στεντόρειαι των εν τω ατμοκινήτω Ελλήνων και των ευωχουμένων τ’ άπειρα κενά του αέρος ενέπλησαν, συνενούμεναι δε μετά των διηνεκών τηλεβολισμών, την γαληνιόωσαν θάλασσαν συνετάραττον. Διαρκεσάσης δ’ εν τω χώρω τούτω της ευωχίας μέχρι δείλης οψίας, όλοι οι συμποσιασταί εν πομπή, παρατάξει και τοις ζωηροτέροις υπέρ του Συντάγματος ζητωκραυγασμοίς, των σημαιών κυματιζουσών, μετεκόμισαν την θριαμβευτικήν πυραμίδα εις την πλατείαν του Δημαρχείου, ένθα παννυχίως το συμπόσιον εξηκολούθησε. Έπρεπε να έχω ένθεον δύναμιν διά να σας εξεικονίσω την χαράν και τον ενθουσιασμόν απαξαπάντων των συμπολιτών μου, οίτινες, εις λήθην εάσαντες την κατατρύχουσαν αυτούς ανέχειαν, έτι και νυν, ότε ταύτα γράφω, ευθυμούσιν εις όλα τα μέρη της πόλεώς μας. Ζήτω το πρωτότυπον Ελληνικόν Έθνος. Ζήτω το Σύνταγμα. Ζήτω ο Συνταγματικός Θρόνος και ο Τύπος. Αχιλλεύς Σ. Χαραλάμπους Εφημερίδα ΗΧΩ ΤΩΝ ΕΠΑΡΧΙΩΝ (Πάτρα), φ. 35/23-09-1843 Η εγκαθίδρυσις του Συντάγματος εις Αίγιον. Από της πρωίας της πέμπτης του Σεπτεμβρίου ημέρας κυριακής, της οποίας ο φαεινότατος ήλιος διελθών την μεγάλην του Ερμού οδόν των νέων Αθηνών της Ελλάδος ευηγγελίσατο και εις τους Πολίτας του Αιγίου την χαρμοσυνωτέραν των αγγελιών, την ανάκτησιν του περιβλέπτου Συντάγματος, ο ενθουσιασμός και η αφοσίωσις υπέρτερα εκείνων της 23. Μαρτίου 1821, διεχύνοντο αμοιβαδόν εις όλας τας τάξεις των κατοίκων, και καθείς άλλο δεν εζήτει παρά να γενή αυτήκοος των εις τα Παραρτήματα των θριαμβευτικών εφημερίδων μας εθνικών πράξεων της Πρωτευούσης. Επανέφερε τότε εις την μνήμην του ο περιούσιος λαός του Δήμου των Αιγιαίων όλας τας πρωτοτύπους ηρωικάς πράξεις του εις την αναγέννησιν της Πατρίδος, και συναρμολογών αυτάς με την αμίμητον της 3. Σεπτεμβρίου εθνεγερσίαν, έχυνε ποταμούς δακρύων χαράς και αγαλλιάσεως. Ενθυμήθη την συγκροτηθείσαν εις πρώτον το Αίγιον εθνικήν φέρουσα τόπον Συνελεύσεως Σύνοδον των εταιριστών κατά τον Ιανουάριον του 1821. Ενθυμήθη την οποίαν πρώτος έκαμεν ύψωσιν της εθνικής Σημαίας και έδωκε το σύνθημα του πολέμου εν τη περιωνύμω αγία Λαύρα μετά των αειμνήστων Γερμανού και Ζαήμη. Ενθυμήθη την πατριωτικήν διαγωγήν του επί του 1821 και τέλος την περίφημον πράξιν του υπέρ του Συντάγματος κατά το 1840 με την οποίαν διά του επαρχιακού του Συμβουλίου απήτησε πάλιν θεσμούς Συνταγματικούς, όποτε άπας ο ελληνικός τύπος τον εστεφάνωσε. Εις δε την αγγελίαν ταύτην πώς ήτο δυνατόν να μη πολλαπλασιάση την [δυσανάγνωστο] του, αφού είδε και αύθις τον εαυτόν του συμμέτοχον των θαυματουργη7
ΩΣ ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΟ ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ ΤΟΥ 1843 μάτων ο γηραιός του Λόντος; το ιερόν και σεβαστόν τούτο λείψανον του αγώνος του συνεδοξάσθη μετά των συναδέλφων του ηρώων την ημέραν εκείνην των αθανάτων καρπών της πολιτικής αυτού και των άλλων φρονήσεως και αρετής. Οποία αιωνιότης μακαριότητος και σεβασμού προετοιμάζεται από την ιστορίαν της νεωτέρας Ελλάδος διά τον δήμον σας, ώ Αιγιείς! Την επιούσαν 6 7βρίου ο Δήμαρχος Αιγιέων συνεκρότησεν εκκλησίαν του εν τη πρωτευούση λαού, και μετά την προσήκουσαν δοξολογίαν διεκήρυξε και εξ επισημότητος από το αρχείον του δήμου την ανάκτησιν του Συντάγματος και τον Συνταγματικόν Θρόνον. Διάφορα συμπόσια και ευωχίαι εσυγκροτήθησαν από τους κατοίκους ιδία, όπου δεν ήκουέ τις ειμή την εξύμνησιν του φρονίμου Ηγεμόνος του, και της 3 Σεπτεμβρίου. Κατά δε την 9 ιδίου ο όμιλος των πολιτών προσήλθε δημοσία εις προητοιμασμένον ιδίαις αυτών δαπάναις συσσίτιον ή μάλλον εις εορτήν κατά την πλατείαν της νέας πόλεως, τα κατά την οποίαν είχον ως εφεξής: ο ευρύχωρος και περικαλής ναός της Φανερωμένης κατά την 9 ώραν π.μ. κροτούντων των κωδώνων εδέχθη το πλήθος. Εν τω μέσω αυτού πυραμίς εστεφανωμένη με δαφνομυρσίνας, ελαίας και άνθη είχε τας επιγραφάς ταύτας· «η 25 Μαρτίου 1821» περικλειομένη από εζωγραφισμένον στέφανον, υπό τον οποίον πάλιν «η 3 Σεπτεμβρίου 1843» μ’ έτερον στέφανον συνδεόμενον μετά του ανωτέρω και υπ’ αυτόν «Ζήτω η πατρίς» αφ’ ετέρου «Σύνταγμα» επερικλείοτο η γλυκεία αύτη λέξις εντός εζωγραφισμένου αστέρος διαχέοντος ακτίνας επί του αρχικού στοιχείου του Βασιλικού ονόματος, υποδεχομένου από επιδέξιον ημιστέφανον, και κάτω αυτών «Ζήτω ο Συνταγματικός Θρόνος» από το τρίτον μέρος «ισχύς και φρόνησις τα πάντα κατορθούσι με ζωγραφικώς σταυρωμένα γραφίδα και ξίφος· και από το τέταρτον «ο Δήμος Αιγιέων» εντός στεφάνου. Άπας ο ιερός κλήρος απεύθυνε την προσυνταχθείσαν αρμοδίαν δοξολογίαν εις το μέγα έργον της 3 Σεπτεμβρίου, μετά την οποίαν ενθουσιώδης πανηγυρικός κατεπέμπετο από τον άμβωνα υπό του ελλογίμου Αντωνιάδου, του οποίου τελειωθέντος εν μέσω των ζωηροτέρων ζητωκραυγών υπέρ του Έθνους και του Θρόνου, εν θρησκευτική παρατάξει, και με την πυραμίδα του Συντάγματος προσήλθον άπαντες εις την πλατείαν του Συσσιτίου. Εκεί ήτον κατεσκευασμένη ωσεί ναός εκ μυρσινών μεγάλη στοά, και επί του εις το μέσον ητοιμασμένοι μυρσινίνου βωμού εναπετέθη αύτη μετ’ ευλαβείας· τότε ο λαός επροσκάλει το Δημοτικόν Συμβούλιον να εκφράση προς τον Βασιλέα του την άπειρον ευγνωμοσύνην και την τελείαν αφοσίωσίν του εις τον Συνταγματικόν Θρόνον, αλλ’ ο συμπολίτης του Δήμαρχος λαβών τον λόγον τον εβεβαίωσεν, ότι η πράξις αύτη έγεινεν από την προτεραίαν, και ούτως ανεπαύθη. Η εθνική σημαία κυματίζουσα εις όλα τα μέρη του ναού τούτου, αι αδιάκοπαι εκπυρσοκροτήσεις, η παιανίζουσα μουσική, και ο περικλείων όλα ταύτα μακρόστοιχος χορός των ενθουσιασμένων πολιτών προεσήμανον το ουράνιον δώρον· ούχ ήττον δε και τα εις τον λιμένα πλοία ελληνικά και αγγλικά ετίμησαν την πόλιν Αιγίου με τον συνήθη στολισμόν των, την ύψωσιν όλων των σημαιών αυτών, και με ζητωκραυγάς των πληρωμάτων των. Την 12 παρετέθησαν ο άρτος, τα εψημένα κρέατα και ο οίνος, και αρίστει προπίνων διά το περιεχόμενον εις την 3 Σεπτεμβρίου ο διοικών με τον διοικούμενον, ο στρατιώτης με τον πολίτην, ο πλούσιος με τον πτωχόν, ο μεγαλέμπορος με τον εργάτην, και εφεξής άνευ διακρίσεως βαθμού και αξίας, αλλ’ εν ισότητι και αδελφοσύνη. Εν τούτοις άλλοι μεν αυτών εστιχούργουν αυτοσχεδίους ύμνους, άλλοι διηγούντο μετ’ ενθουσιασμού τους πολεμικούς άθλους της επαναστάσεως, άλλοι έψαλλον τας ανδραγαθίας των εις αυτήν αποθαναντισθέντων Ηρώων μας, και άλλοι των ρητόρων του δήμου εξεφώνουν γοητευτικούς και συγκινητικούς λόγους προς τον νοήμονα τούτον λαόν. Εν μέσω δε και ο ποιητής Ορφανίδης αναγινώσκων τας νευρώδεις ωδάς του εις την 3 Σεπτεμβρίου, και χειροκροτούμενος υπ’ αυτού διεκρίθη διά τον άπειρον ενθουσιασμόν του ο Ιωάννης Οικονόμου, το φύραμα τούτο της ιστορικής περιόδου όλων των ενδόξων εποχών του αγώνος μας· με την μίαν σχηματίζων τας εκφράσεις του, και με την άλλην χείρα κρατών το γηραιόν της Τροιζήνος Σύνταγμα ήτον όλος ενθουσιασμός και αφοσίωσις· διά των αρμοζουσών δε επιφωνήσεών του το ύπαιθρον ακρωατήριον συνοδεύον τους λόγους των παρίστα την ώραν εκείνην εθνικήν τινα Βουλήν, 8
Η ΕΠΕΙΣΟΔΙΑΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗΣ εις την οποίαν εσυζητούντο τα μεγάλα του έθνους συμφέροντα. Μετά δε ταύτα περί την 3 μ.μ. εφάνη καταπλέον εις τον λιμένα της πόλεως το Αυστριακόν πυρόσκαφον, βαστάζον μέγα πλήθος επιβατών, των οποίων οι χαιρετισμοί και ανευφημίαι προς τους εορτάζοντας διασχίζοντες τους αέρας και τους ήχους των κυμάτων απεδείκνυον την συμμετοχήν των εις την χαράν ταύτην, και ότι ήσαν Έλληνες· απαμειβόμενοι δε και ανταποκρινόμενοι αλληλοδιαδόχως, ως εάν ήθελον να συνασπασθώσιν εγκαρδίως κατεύθυνον το πηδάλιόν των ζητωκραυγάζοντες και ζητοκραυγαζόμενοι προς τας περικλεείς Αθήνας. Τοιουτοτρόπως μεθ’ όλης της τάξεως και ησυχίας εξακολουθούσα μέχρι της δύσεως του ηλίου ετελεύτησε και η [δυσαν.] αύτη πανήγυρις εις Αίγιον, τιμώσα κατά πάντα λόγον τον [δυσαν.] και εχέφρονα αυτού λαόν. Συνεργοί δε αύτης ήσαν οι Συμπολίται Ιννοκέντιος Ρωμανιώλης, είς των συνταγματικών Ιταλών του 1831, Λ. Χρυσανθόπουλος και Γεώργιος Μελετόπουλος.
2. Καταγγελία «Μελετοπουλικού» για βιαιοπραγίες των «Λοντικών» κατά τη διάρκεια των εκλογών για την ανάδειξη αντιπροσώπων στην Εθνοσυνέλευση Εφημερίδα ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΣ, φ. 51/03-10-1843 Ο ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΛΟΝΤΟΣ. Με θλίψιν της ψυχής μας απερίγραπτον λαμβάνομεν σήμερον εις τρέμουσαν χείρα τον κάλαμον δια να περιγράψωμεν τα κυριώτερα της κατά την 26 τ.μ. φρικωδεστάτας απονοίας του ανδρός, όστις ψευδώς ως εκ των υστέρων αποδεικνύεται επηγγέλετο φιλελευθέρους αρχάς, δια να δυνηθή τοιουτοτρόπως να κορέση την άπειρον φιλαρχίαν του. Ο περιβόητος Συνταγματικός Αναστάσιος Λόντος μη δυνηθείς να επιτύχη τους ιδιοτελείς, τους αντεθνικούς σκοπούς του δια των ψευδοφιλελευθέρων αρχών του, απεφάσισε τέλος πάντων εις τας παραμονάς της αμιμήτου εθνικής μας αναγεννήσεως να φιλήση χαμερπέστατα τα κράσπεδα του ευτελεστέρου των Βαυαρών Γράφ, εν ώ μανιωδώς άλλοτε μας έλεγεν, ή πρέπει να ελευθερωθή ο Έλλην από εξωλέστατα της οικομένης ανδράρια, ή να αποθάνη πλέον. Δεν ηρκέσθη εις τούτο· βλέπων την μεγάλην των Αιγιαίων κατ’ αυτού αποστροφήν ένεκα της τελευταίας δουλικής και αντεθνικής διαγωγής του και απελπισθείς να διορισθή με όμοιόν του άλλον πληρεξούσιος, δια να υποστηρίξη τον κατ’ αυτόν εν τη πολυπαθεστάτη Ελλάδι προσφιλή του δεσποτισμόν, απεφάσισε με αιμοβόρον και ληστρικότατον κίνημα να αρπάση τας ψήφους των πολιτών. Και ιδού πώς. Αφού σήμερον μετά την θείαν λειτουργίαν ήρχισε κατά τον νόμον να γράφη ο ιερεύς τα ονόματα των πολιτών, και είχεν ικανώς προχωρήσει, είχεν ο Αναστάσιος Λόντος από την προτεραίαν παρασύρει τον νεανίαν Λεωνίδαν Χρυσανθόπουλον τον παραδόξως αναβιβασθέντα εις την εισαγγελικήν έδραν, υποσχόμενος εις αυτόν την δευτέραν του της Αιγιαλείας αντιπροσώπου θέσιν και άλλους τινάς απομωραμένους με τας αυτάς απατηλάς υποσχέσεις, έχων προσέτι ικανούς απονενοημένους μισθωμένους εισήλθεν εις τον Ναόν εν πληρεστάτη ειρήνη και σφαλίσας τας θύρας, διέταξε τους δορυφόρους του να αποσπάσωσι τα στασίδια του Ναού, και να κτυπήσωσι τον άοπλον και ειρηνικόν λαόν. Η φρίκη της σκηνής ταύτης υπήρξαν εν τω Ναώ θύματα ελεεινά της ανηκούστου απονοίας των φιλελευθέρων αρχών. Ώρμησεν ευθύς ο έξω λαός με πελέκεις εις τας χείρας δια να συντρίψωσι τας θύρας και να ελευθερώσωσι τους εντός αδελφούς τους. Τότε ο αιμοβόρος μετά του συναδέλφου του Λεωνίδα Χρυσανθοπούλου ανακράζει εις τους περί αυτόν ρωπαλοφόρους του. Τι στέκεσθε; ευθύς ορμώσιν ούτοι κατά του έξω λαού φωνάζοντες· Τον Ανδρέαν Λόντον, και Δημήτριον Μελετόπουλον θέλομεν αντιπροσώπους μας· ο επί κεφαλής του λαού Δ. Μελετόπουλος με πλείστην σύνεσιν εφώναζεν εις τον λαόν! Μακράν, αδελφοί μου, από αιματοχυσίαν δι όνομα Θεού, και της Πατρίδος. Ευθύς ο λαός υπακούσας εις την φωνήν του, απεσύρετο ειρηνικώς. Αλλ’ ο αιμοβόρος με τους οπλοφόρους εφορμά κατά του Δ. Μελετοπούλου, όστις είχεν ήδη εισέλθη εις την παρακειμένην οικίαν του, και κατά των αναχωρούντων πολιτών κτυπών ό9
ΩΣ ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΟ ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ ΤΟΥ 1843 σους επρόφθασε με τον ανειλεότερον τρόπον. Την αυτήν στιγμήν εμβιβάζει τους ρωπαλοφόρους του εις τον Ναόν βιαίως τινάς απλούς πολίτας και παρανόμως ενεργεί εκλογήν. Εν τω μεταξύ τούτω ρωπαλοφόροι του παραφυλάττουσι να μην εξέλθη τις από την οικίαν του Μελετοπούλου, αν ούτος είχε τα μυελά του ειρημένου. Βεβαίως το Αίγιον εν δυσί μόναις ώραις ηρημούτο από τους πολίτας του, οίτινες με τον ειρηνικώτερον τρόπον εξετέλεσαν όλας τας παρελθούσας εκλογάς. Τρομακτική η φιλαρχία και η κατά του Ανδρέα Λόντου καταφορά εις τον ανάξιον να ονομάζεται Έλλην Αναστάσιον Λόντον, δια να γείνη πληρεξούσιος επ’ ολέθρω κατ’ αυτόν της Πατρίδος, και δια να μην αφίση τον αδελφόν του Ανδρέαν ν’ αντιπροσωπεύση, απεφάσισε να κολυμβήση το Αίγιον εις το αίμα. Αλλά χάρις τω θεώ και τη συνέσει πολλών, δεν εξετελέσθη ο σκοπός του καθ’ ολοκληρίαν. Την δε επιούσαν, ήτοι την 27 ισταμένου, έστειλεν ο κ. Δήμαρχος Αιγιέων τον κλητήρα του οπλοφορούντα εις την οικίαν του Συνταγματάρχου κ. Δ. Μελετοπούλου δι υπηρεσίαν, όστις εκτελέσας αυτήν απήλθεν εκείθεν. Μετ’ ού πολύ δε επαρουσιάσθη ο ενωματάρχης κ. Σπύρος Κωνσταντίνου, μετά του υπολοχαγού Νικολάου Τσιριγώτη μεθ’ όλων των υπό την οδηγίαν του στρατιωτών σαλπίσαντες και την σάλπιγκα, ως να ήτον εις πόλεμον υποκινούμενοι ως φαίνεται παρά του Αναστασίου Λόντου, του Εισαγγελέως, Δ. Ορεινού και λοιπών ομοφρόνων των, και επολιόρκησαν την οικίαν του Συνταγματάρχου κ. Δ. Μελετοπούλου, ζητούντες τον ειρημένον δημαρχικόν κλητήρα Σταύρον Π. Παππασταυρόπουλον να τοις παραδοθή. Ο δε Συνταγματάρχης ιδών τούτο ησφαλίσθη εντός της οικίας του λέγων ότι ο τοιούτος άνθρωπος δεν υπάρχει αλλ’ ανεχώρησεν, και δύνανται να τον εύρους όπου είναι, και τούτον κίνημα προσβάλλει καιρίως τον Συνταγματαρχικόν της Β. Φάλαγγος στρατιωτικόν χαρακτήρα και να αναχωρήσουν, αφήνοντες την οικίαν του ελευθέραν. Μετά παρέλευσιν δε τριών ωρών διατάττουν οι άνω ειρημένοι τον ενωματάρχην Σπ. Κωνσταντίνου τον Γ΄ Δημαρχικόν Πάρεδρον κ. Π. Κλειδιάν και ένα λοχία σταυροφόρον να ενεργήσωσι κατ’ οίκον έρευναν, οίτινες ελθόντες ανήγγειλαν εις τον Συνταγματάρχην, και αμέσως κατά νόμον τους ήνοιξε και ενήργησαν το τοιούτον εις την οικίαν του κ. Δ. Μελετοπούλου περιελθόντες εις όλα τα της οικίας μέρη, δεν εύρον τον ζητούμενον κλητήρα, και μετ’ ολίγον διέλυσαν την πολιορκίαν. Τοιαύτα διέτρεξαν εις το Αίγιον, και χάρις εις τα συνετά μέτρα του Συνταγματάρχου κ. Δ. Μελετοπούλου μη θελήσαντος εις τοιαύτην περίστασιν να βάλη την πατρίδα του εις το πυρ. Κύριε Συντάκτα της Εφημερίδος ο Ανεξάρτητος. Παρακαλώ καταχωρήσατε εις το προσεχές φύλλον της αξιοτίμου εφημερίδος σας, υπό ιδίαν μου ευθύνην, την ανωτέρω διατριβήν με την υπογραφήν Ο Φιλαλήθης. Εν Αιγίω την 27 7βρίου 1843. Σ.Σ. Συμφώνως με τας αρχάς μας, και κατά την ανέκαθεν αμεροληψίαν και υπόσχεσίν μας, καταχωρούμεν και την ανωτέρω του Φιλαλήθους κατά του Αναστασίου Λόντου σταλείσαν εις ημάς εξ Αιγίνης [sic] διατριβήν, χωρίς να φέρωμεν καμμίαν κρίσιν επ’ αυτής ως μη όντες αυτόπται των ειρημένων εις αυτήν.
3. Ο δάσκαλος Παναγιώτης Αντωνιάδης διαψεύδει τη φήμη ότι αυτός ήταν ο «Φιλαλήθης» του «ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΥ» Εφημερίδα ΗΧΩ ΤΩΝ ΕΠΑΡΧΙΩΝ (Πάτρα), φ. 1/23-10-1843 Κηρύττω ο υποφαινόμενος, ότι αναιδώς και επιβούλως ψεύδονται όσοι, πάσης ηθικής αρχής εστερημένοι, διά να ελαττώσωσι την προς εμέ αγάπην συμπολιτών μου αξιοσεβάστων, κηρύττουσιν εν τοις του Αιγίου Καφφενείοις, ότι εγώ συνέταξα, ή επεδιόρθωσα την κατά τούτων έν τινι φύλλω του Ανεξαρτήτου καταχωριθείσαν διατριβήν. Θα κηρύττω δε πάντοτε αυτούς, και αναιδώς και επιβούλως, ή μάλλον ανοήτως κατ’ εμού ψευδόμενους, ενόσω δεν 10
Η ΕΠΕΙΣΟΔΙΑΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗΣ αποδείξωσιν εμπράκτως, ότι και μίαν μόνη φράσιν της ειρημένης διατριβής συνέταξα ή επεδιόρθωσα. Ψεύδονται δε οι αυτοί ούχ’ ήττον αναιδώς και επιβούλως, λέγοντες, ότι υπέγραψα ταύτην ή εκείνην την περί των κατά την εκλογήν των πληρεξουσίων διατρεξάντων αναφοράν. Το δ’ αληθές είναι, ότι κατέκρινον και πάντοτε κατακρίνω τα ατοπήματα, πραττόμενα υπό ταύτης, ή υπ’ εκείνης της πολιτικής μερίδος, και ότι εσεβόμην και σέβομαι τους υπ’ αρετή και συνέσει, και φρονήμασιν ελληνικοίς διακρινομένους συμπολίτας μου. Εν Αιγίω την 9 Οκτωβρίου 1843. Παναγιώτης Αντωνιάδης.
4. Απάντηση των «Λοντικών» και καταγγελίες κατά των «Μελετοπουλικών» Εφημερίδα ΑΘΗΝΑ, φ. 1062/30-10-1843 Εάν ήτον όλοι οι φιλαλήθεις ως τον προ ολίγου αναφανέντα φιλαλήθην εις την εφημερίδα «ο Ανεξάρτητος» βεβαίως η αλήθεια ήθελεν είσθαι καταβεβυθισμένη εις το χάος της αγνοίας. Ο Αναστάσιος Λόντος είναι ανήρ εγνωσμένος εις όλον το κοινόν δια των ευγενών και φιλελευθέρων αισθημάτων του, δια τας προς την πατρίδα του θυσίας υπέρ της αποκαταστάσεώς της· Ο Αναστάσιος Λόντος εις το βραχύ διάστημα της εις το Αίγιον Δημαρχίας του, ηδυνήθη δια των καλών πράξεών του, να επισύρη όλην την εμπιστοσύνην των συνδημοτών του, να προσαποκτήση τους άλλοτε ένεκεν των περιστάσεων και των κακών εισηγήσεων (ως εκείνη του υπό το όνομα φιλαλήθους) εχθρούς φίλους· να πλουτίση το δημοτικόν ταμείον αφίνων έως 12 χιλ. δραχ. κεφάλαια και επιθυμεί να αφήση εποχήν της ευνομίας, και αγάπης, την οποίαν στοχαζόμενος ότι ήθελε να την ίδη και από τον κύριον Δ. Μελετόπουλον έδωκε εις αυτόν την θέσιν του δημάρχου· αλλά τι έγεινε; «το φυσικόν ουκ αφίστατε αλλά μάλλον αυξάνει!» Εις μάτην τα παραδείγματα του εντίμου πολίτου Αναστασίου Λόντου, εις μάτην ο εκφωνηθείς παρ’ αυτού λόγος εν τω ναώ των Ταξιαρχών, ότε παρέδωκε τας ηνίας της δημοτικής αρχής, εις μάτην η τελευταία προτροπή του, λέγουσα ούτως «διάδοχε! αναπλήρωσον σύ τας ελλείψεις μου εις το βέλτιστον, όσας το βραχύ μου διάστημα δεν μοι συνεχώρησεν!» Αλλ’ ο κύριος Μελετόπουλος υπεσχέθη μεν κατά τον οποίον έδωκεν όρκον, πλην η υπόσχεσίς του διήρκεσεν έως ότου εξήλθεν του ναού, και αμέσως έβαλε ή έδωκε τον λαμπρόν δήμον του Αιγίου εις έξοδα! έξοδα λέγω ματαιοφανή! διότι ενόμιζεν ότι οι Αιγιείς δεν τον ήξευρον ποίος είναι και ήθελε να συνοδεύηται από 12-14 εθνοφύλακας, όταν εκ της οικίας του άπαξ της εβδομάδος ήρχετο εις το Δημαρχείον έφιππος βαστώντας τον ίππον του και την ομπρέλαν του και λέγοντας ότι «όστις δεν ήθελε είναι προς αυτόν αδιάσπαστος όλως, θέλει τον καταθλίβει με διαφόρων ειδών βασάνους». Τους υπεχρέωσεν εις έριδας δια να ωθή τους Αιγιείς με το μέσον των χαμερπεστάτων οπαδών του, και ως εκ τούτων να γενώνται δίκαιαι μηνύσεις εις το Πρωτοδικείον Πατρών· να παραβιάζη τας συνειδήσεις των συνδημοτών του εις ψευδορκίας· να συστήση εις την θέσιν του Βαθιού εθνοφυλακήν δια να στείλη τους μεν υπακούοντας εις τα θελήματά του συνδημότας του, δι εκδίκησιν, παραρασταίνων την αυτήν θέσιν εις τους Βαβαροκρατούντας φίλους του ως κατάλληλον εθνοφυλακής, ωσάν να περιέμενε τους Τούρκους από το Καστέλι· να καταφανισθώσι τα κτήματα των φιλελευθέρων Αιγιαίων από την μη επιτήρησιν αγροφυλακής· να υπάρξουν ένεκα εκδικήσεων, αρκεταί δενδροκοπείαι, και να αποζημιοί ο δήμος, και άλλα τοιαύτα. Να κατατρέχει τον έντιμον πολίτην Αναστάσιον Λόντον ότε δι αναφοράς του ως επαρχιακός Σύμβουλος εζήτησε Σύνταγμα· να απαγορεύη την ελευθέραν είσοδον των Αιγιαίων εις τας οικίας των αγαθών φίλων του· να σχηματίση αναφοράς και κατ’ εκείνου ακόμη του Μαυροκορδάτου, προς τον οποίον ότε ήλθεν εις Αθήνας ενδόξως, τον έγραψεν ότι επιθυμεί την σχέσιν του.
11
ΩΣ ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΟ ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ ΤΟΥ 1843 Εις όποιον μέρος και αν υπήρχετο ο Αναστάσιος Λόντος χάριν της υγείας του, εκεί και ανακρίσεις ενεργούμεναι συνεπεία μηνύσεών του δια χαμερπεστάτων οπαδών του, ότι ζητά Σύνταγμα· κλητήρες να τον παραφυλάττωσι και να τον ενοχλώσι νύκτα και ημέρα, και άλλα πάμπολα κακά τα οποία περιγραφήν, αρχήν και τέλος δεν έχωσι. Τα τοιαύτα ηνάγκασαν τους φιλελευθέρους Αιγιείς και αυτούς ακόμη τους καθ’ ανάγκην φίλους του, να προσκοληθώσι εις το φιλόπατρι του Αναστασίου Λόντο, κλαίοντες εκ του ενός μέρους τα βάσανά των, αγανακτώντες εκ του άλλου δια τι να δώση την διαδοχήν της δημαρχίας του εις αυτόν; Και όμως ο καλός ούτος ανήρ σιωπών τας βασάνους του ενεθάρυνε τους συνδημότας του λέγων· ότι ο Θεός, το Έθνος και ο Όθων θέλει δια μις εξαφανίσει ταύτα πάντα εντός ολίγου. Ο δε κύριος Δημήτριος Μελετόπουλος τι τελευταίως μετεχειρίσθη ότε είδε την οργήν του λαού εναντίον του να δώση ενόρκους υποσχέσεις εις τον έτερον αγαθόν συμπολίτην μας κύριον Δ. Ι. Ορεινόν, να συμπράξη μαζή του εις την τρίτην περί εκλογής δημάρχου ψηφοφορίαν και να γείνη ούτος δήμαρχος, και κατά συνέπειαν τον συνήθη ομόσεών του εθυσίασε ο δεύτερος κόπους πολλούς υπέρ αυτού, και ενώ ηδυνήθη να του χορηγήση την πλειονοψηφίαν από τας αισθηματικώς προς τον Λόντον προσφερθείσας 220 (καθ’ ότι ο Μελετόπουλος δεν είχε περισσοτέρας των 20, ως εφάνη την 26 Σεπτεμβρίου 1843), πάλιν δια του Βαβαρικού συστήματος απατήσας τον φίλον του Ορεινόν, τον διεδέχθη ο αδελφός του Γεώργιος. Μόλα ταύτα ούτος κατ’ αρχάς ηθέλησε να δείξη ότι εγνώρισεν τας πράξεις του Λόντου ως καλάς, ηθέλησε να τας μιμηθή και ακούση τας συμβουλάς του, αλλ’ ακολούθως και ούτος ηκολούθησε αυστηροτέρως τα βήματα του αδελφού του και έδωσεν αληθώς εις το πυρ το εξώτερον το Αίγιον· ηφανίσθησαν όλα τα κεφάλαια. Βάστα Αίγιον, βάστα! Επαυξήσεις δυστυχιών και βασάνων! Πλην δόξα τω Θεώ! Όστις ένευσεν εις τον Έλληνα εθνικόν αίσθημα να ζητήση από τον φιλοπάτριδα Βασιλέα του Όθωνα Σύνταγμα και συγκάλεσιν εθνικής Συνελεύσεως την οποίαν ο συνετός Βασιλεύς επικύρωσε κατά την λαμπρήν ημέραν της Τρίτης Σεπτεμβρίου. Αλλ’ ενώ όλοι εις τούτο ηγάλλοντο, ο κύριος Μελετόπουλος επικράνθη, και δια τι; Διότι απέτυχε τον σκοπόν του, ο οποίος είπεν· «αν ο Βασιλεύς ημών δεν ήθελεν ενδώσει εις την εθνικήν των Ελλήνων αίτησιν, και εκκραγεί πόλεμος, να αρπάση 40 Αιγιείς να τους διευθύνη εις την λαιμητόμον», ως περί αυτού εκαυχάτο ο κλητήρ του αδελφού του Σταύρος Π. Παππασταύρου· Να διανείμη τα οποία είχεν (ως η φήμη) διπλώματα εις την κατακαείσαν οικίαν κατά την Τρίτην Σεπτεμβρίου του Ν. Χαλκέως, πράξει δε και άλλα παρασιωπώμενα προς οφέλειάν του πράγματα. Απεσταλμένους εις Ροδιάν, Ζευγολατίον, Τρυπιά να εξετάζουν τα ταχυδρομεία τι γίνεται, προς ακολούθησιν του σκοπού του. Αφού και ταύτα απέτυχεν, τι εμεθοδεύθη να κηρύττη; Ότι ο Ανδρέας Λόντος τον γράφει ότι θέλει να συμπράξη μαζή του να διορισθώσι πληρεξούσιοι. Αλλά Κύριος γινώσκει ποίας πλαγίας προς αυτόν έστειλεν επιστολάς του· αλλ’ αι απαιτήσεις τας οποίας έλαβε από τους Αιγιείς ήτον ότι είνε αδύνατον πλέον να συμπράξουν μαζύ του, και άπελθε εξ ημών. Αυτά κύριε πατριώτα ενεργούσες απόντως ακόμη του Αναστασίου Λόντου, Λεωνίδα Χρυσανθοπούλου και λοιπών. Ο Αναστάσιος Λόντος ήλθε την εικοστήν τετάρτην Σεπτεμβρίου και την εικοστήν έκτην ο αυθόρμητος ο λαός συνηθροίσθη έξωθεν της οικιας του και ήλθεν ομού με αυτόν εις την εκκλησίαν ζητωκραυγάζοντες τον Συνταγματικόν Θρόνον. Την ιδίαν στιγμήν ήρχετο και ούτος από την οικίαν του με τους αδελφούς του, με τους κλητήρας και με είκοσι εισέτι οπαδούς του. Και ενώ ο κατάλογος ήγκιζε να τελειώσει, όταν το πλήθος ευρίσκετο εν τω ναώ ησυχάζον, ομού και ο Αναστάσιος Λόντος, ο δήμαρχος, ο ιερεύς Χρύσανθος, ιδώντες την αδυναμίαν των δια νεύματός του εις αυτούς, προς διάλυσιν της ψηφοφορίας, εδόθησαν εις φυγήν, λέγοντες κηρύττομεν συνέλευσιν διαλελυμένην. Τότε ο λαός ύψωσεν εις τας χείρας του τον Λόντον και μόνη η φωνή του ζήτω ηκούετο, και ταύτης εισηγησάσης την διεδέχθη η δευτέρα ότι η εκλογή να τελειώση· τότε λοιπόν εξεφωνήθη λόγος επαναληφθείς τρις «όστις 12
Η ΕΠΕΙΣΟΔΙΑΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗΣ θέλει να μείνη και όστις θέλει ας αναχωρήση. Είνε ελεύθερος», αλλ’ ουδείς ανεχώρησεν· τότε κύριε φιλαλήθη εσφαλισθη η θύρα κατ’ αίτησιν του λαού και έξωθεν ήσαν ολίγοι χωροφύλακες και όχι ροπαλοφόροι του Λόντου! Αλλά μόλις ήρχισεν η εκλογή ότε ο Συνταγματάρχης με τους αδελφούς του και λοιπούς οπαδούς του έφθασεν και άλλοι έρριπτον πέτρας εντός της εκκλησίας και εκτύπησαν πολλούς, άλλοι με τζεκούρια εκτυπούσαν τας θύρας δια να τας συντρίψωσιν ως φαίνονται τα σημεία των λέγοντες «κτυπάτε τους κερατάδες!»· τότε λοιπόν και πολλά αργά ήνοιξαν τας θύρας και απεδίωξαν τον Συνταγματάρχην με όλους τους οπαδούς του λέγοντες «να μας φονεύσωσιν οι άθεοι ηθέλησαν εντός της εκκλησίας;»! Όχι όμως να είπη τίς ότι τον Δημήτριον Μελετόπουλον θέλομεν πληρεξούσιόν μας· αλλ’ ο κύριος Μελετόπουλος ασθμαίνων και αγανακτών έλεγεν ότι εντός ολίγου θέλει σπείρει την Βοστίτσαν τετράγκαθον και κριθήν. Ο δε Σταύρος Π. Παππασταύρου επυροβόλησε δις τον Αιγιέα Κώστα Μιλλόνη και δεν επέτυχε, ως κατά τούτου εδόθη μήνυσις. Ταύτα έγειναν παρόντων και στρατιωτών, και εντοπίων και ξένων· την δε επιούσαν, ήτοι την δευτέραν ο ίδιος Σταύρος Παππασταύρου διέβη από την αγοράν ένοπλος με άλλους τρεις συγκλητήρας και προς την οικίαν του Αναγν. Αλεξανδροπούλου επυροβόλησε τον Μουστάκην και τρέξας εκλείσθη εις την οικίαν του Συνταγματάρχου· Τότε εξεδόθη ένταλμα κατ’ αυτού συλλήψεως παρά του Εισαγγελέως και ήλθεν η χωροφυλακή και έκαμεν κατ’ οίκον έρευναν, αφού ούτος προσεπάθη εν ονόματι της σπάθης του να τους αποδιώξη. Τι μετά ταύτα έγεινεν; Χαρακτηρίσας ο δήμαρχος τους Αιγιείς στασιαστάς εις την διοίκησιν, ήλεθν ο Διοικητής αλλά τι είδεν; Όλον τον λαόν ζητούντα την επικύρωσιν της εκλογής και την παύσιν του δημάρχου, του παρέδρου και αστυνόμου και τούτο περιμένει εξ όλης του της ψυχής. Δεν έχομεν καιρόν να περιγράφωμεν τι έγεινεν και εις τα περίχωρα, πόσα έλεγον προ της Τρίτης Σεπτεμβρίου κατά πολλών και Ανδρέα Λόντου, αλλ’ επιφυλαττόμεθα, αν άλλος φιλαλήθης μας δώση αιτίαν να ειδοποιήσωμεν το Κοινόν. Εν Αιγίω, την 14 Οκτωβρίου 1843. Π.Κ.
5. Απάντηση στην παραπάνω καταγγελία, προς υπεράσπιση του Μελετόπουλου Εφημερίδα ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΣ, φ. 60/02-12-1843 ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ ΠΡΟΣ ΓΝΩΣΙΝ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ! Εάν ο υπό στοιχ. Π.Κ. αναιδώς εκφράζων τα εν τω υπ’ αριθ. 1062 φύλλον της εφημερίδος η Αθηνά αναφερόμενα ψεύδη, ήθελεν κατά τι συναισθανθή, ότι τοιαύτα θέλει θεωρηθούν από το κοινόν, βεβαίως δεν ετόλμα να τα εκθέση και μάλιστα κατά του εγνωσμένου δια την διαγωγήν του αγωνιστού και Συνταγματάρχου κ. Δημητρίου Μελετοπούλου, κατά τα οποία εκ πρώτης όψεως ηθικώς εξεταζόμενα, και λογικώς επικρινόμενα χαρακτηρίζονται τοιαύτα εις το κοινόν, προς γνώσιν μόνον του οποίου ηναγκάσθην να επιφέρω την παρούσαν απάντησιν, ίνα μη εν σιωπή ήθελεν υποτεθή, ότι μικρόν έχουσιν αληθείας, και εξηγούμαι. Διορισθείς κατά την πρώτην περίοδον ο κυρ Αναστάσιος Λόντος δήμαρχος Αιγιέων, εδυσαρέστησεν ομολογουμένως, όλους εκείνους οι οποίοι του έδωσαν την ψήφον των μεταμεληθέντες, διότι ως τα πράγματα απέδειξαν δεν έπραξεν άλλο τι, ειμή υπερμέτρως, και παρ’ αξίαν να βοηθήση τους ποτέ υπηρέτας του, και τινάς σχετικούς του, χωρίς παντάπασιν συμμορφούμενος με τον δημοτικόν νόμον, να κάμη μηδεμίαν αγαθοεργόν πράξιν, καθόλον το διάστημα της Δημαρχίας του. Ως προς το ποσόν δε των 12 χιλ. δραχμών ήτο περιττή πάσα απάντησις, διότι ο υπό στοιχ. Π.Κ. εάν είχε γνώσιν του αρθ. 110 του δημοτικού νόμου δεν ηδύνατο ανοητεύων, να υπονοήση, ότι κακή τούτων διαχείρησις υπό του διαδόχου του κ. Δημητρίου Μελετοπούλου εγένετο, διότι εις τον συνταττόμενον κατά τας διατάξεις ταύτας ετήσιον απολογισμόν σημειούνται ακριβώς τα τε έσοδα και έξοδα του Δήμου, συνοδευόμενον με τας αναγκαίας αποδείξεις, εξ άλλου δε ο κ. Δημ. Μελετόπουλος έδωκεν εις τον διάδοχόν του ακριβή λογα13
ΩΣ ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΟ ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ ΤΟΥ 1843 ριασμόν εν γένει της διαχειρήσεώς του, εξελεγχθείσης από το Δημοτ. Συμβούλιον, και παραδεχθείσης, ως τα πράγματα αποδεικνύουσιν την αλήθειαν ταύτην κειμένην εν τοις πρακτικοίς, και ο συπό στοιχ. Π.Κ. οποιανδήποτε συνείδησιν έχων δεν εμπορεί ποτέ ν’ αρνηθή ότι επί της Δημαρχίας του κ. Δημ. Μελετοπούλου έγιναν αι ακόλουθοι αγαθοπραξίαι εις τον δήμον Αιγιέων. Ανέγερσις εκτεταμένου Δημοτ. Σχολείου, δρόμος από την αγοράν έως εις τον μώλον, και άλλος από κρεωπωλεία έως το τέλος του νεκροταφείου, περιτοίχισμα είκοσι στρεμ. γης δια νεκροταφείον μετά του ανεγερθέντος εντός αυτού ναού των Αγίων Πάντων, ανέγερσις του Ιερού Ναού της Παναγίας των Εισοδίων, του οποίου η περισσοτέρα δαπάνη εγένετο ιδίως από τους αδελφούς κυρίους Μελετοπούλους, του λαμπρού κωδωνοστασίου εις τον Ιερόν Ναόν των Ταξιαρχών, τελειοποίησις του εσωτερικού του Ναού της Παναγίας Φανερωμένης, επιδιόρθωσίς του, των Ταξιαρχών και Αγίου Ανδρέου, ανέγερσις του Ναού Τρυπητής, επιδιόρθωσις του εν Αιγίω εκτεταμένου στρατώνος, του Ειρηνοδικείου, συντήρησις Ελληνικού και δημοτικού σχολείου, ανέγερσις διαφόρων γεφυρών και προφύλαξις των κτημάτων δια δημοτικών αγροφυλάκων. Καθείς δε δύναται να υπολογίση το δια τας ανωτέρω αγαθοεργάς εις τον δήμον πράξεις δαπανηθέν ποσόν, και να εννοήση αδιστάκτως, ότι επ’ ακριβώ εξετέλει τα καθήκοντά του ο κ. Δημ. Μελετόπουλος πρώην Δήμαρχος Αιγιαίων, πειθόμενος ότι δια το καλόν του Δήμου διηνεκώς καταγίνετο, χωρίς ν’ ανεχθή πώποτε την παραμικράν ζημίαν του ταμείου· ως προς τον διορισμόν της εθνοφυλακής διατελούσης υπό τας διαταγάς του αρμοδίου ενωμοτάρχου κατά τον κανονισμόν της Βασιλ. Χωροφυλακής ο υπό στοιχ. Π.Κ. έπρεπεν να κατανοήση ότι διετάχθη ανωτέρως και η ύπαρξις αναλόγως της ανάγκης εψηφίσθη από το Δημοτικόν Συμβούλιον προεδρεύοντος του Αναστασίου Λόντου· η δ’ επιτήρησις αυτής υπηγορεύθη μάλλον από την αναγκαίαν δια την κοινήν ησυχίαν, ασφάλειαν και ευταξίαν του τόπου, ουδέ ποτέ όμως και δια την συνοδίαν του κ. Δημ. Μελετοπούλου έχοντος πάντοτε τους αναγκαίους υπηρέτας του πληρωνομένους εξ ιδίων του, αλλ’ ουδέ και δια κατάθλιψιν των δημοτών καθόσον ούτε δίκαιον παράπονον ποτέ εις την προϊσταμένην αυτού αρχήν εφέρθη εναντίον του, είνε δε βέβαιον ότι ο κ. μελετόπουλος όχι μόνον δεν παρεβίασεν ουδένα δια να ψευδομαρτυρήση αλλ’ ούτε καν ποτέ τούτο εις κανένα προέτεινε, καθόσον θεωρουμένου και του Αναστασίου Λόντου ως δημότου, δεν ηδύνατο Δήμαρχος ων ειμή να ενεργή τα εκ των καθηκόντων του ακριβώς και κατά τον οποίον άπαξ έδωκεν όρκον, αλλά μάλιστα ο Αναστάσιος Λόντος επρότρεπε τους συνδημότας μου εις τούτο το ανόσιον πράγμα· η δια εθνοφυλάκων επιτήρησις της θέσεως Βαθιού υπηγορεύθη ως εκ των αναγκών των τότε περιστάσεων από ανωτέραν διαταγήν, καθώς και εις τα λοιπά μέρη του κράτους, ως και αύθις τούτο εξακολουθείται και ουχί δι’ άλλον τινα σκοπόν, περί δε των συνταγματικών αρχών του Αναστασίου Λόντου αφίνομεν το κοινόν της Πρωτευούσης Αθηνών να κρίνη οδηγούμενον εκ των τελευταίων την παραμονήν της 3 7βρίου πράξεών του. Περί εκείνων δε του κ. Δημ. Μελετοπούλου οι Έλληνες και ιδίως οι κατά την εν Προνοία συνέλευσιν πληρεξούσιοι δύνανται ως έντιμοι και ανεξάρτητοι πολίται ελευθέρως να ομολογήσωσι τον χαρακτήρα του κ. Δημ. Μελετοπούλου και την χρηματικήν δαπάνην την οποίαν έκαμεν, αναβαίνουσαν περίπου των 22 χιλ γροσίων τα οποία ούτε τω απεδόθησαν. Ο δε κ. Γεώργιος Μελετόπουλος δια της ελευθέρας εκλογής των συνδημοτών του ετέθη υποψήφιος δια την θέσιν Δημάρχου μετά των κυρίων Δ. Ορεινού και Αθανασίου Παναγιωτοπούλου, και η Α.Μ. ο Βασιλεύς διώρισεν αυτόν Δήμαρχον Αιγιέων· ο Αναστάσιος Λόντος και κατά την δευτέραν εκλογήν απέτυχεν, διότι εις την εκλογήν των δημοτικών συμβούλων ήτον υπέρ των Μελετοπούλου 70 περίπου ψήφοι πλείονες των όσων είχεν ο Αναστάσιος Λόντος, εάν κατά τι ο Γ. Μελετόπουλος συνεφώνη με τας προλαβούσας πράξεις του Αναστ. Λόντου ήθελεν απολέσει τον Δήμον, όστις μ’ όλας τας σημερινάς ανεχείας του εκπεσμού του σταφιδοκαρπού (το περισσότερον εισόδημα του δήμου) και των λοιπών εν γένει προϊόντων εν καλή καταστάσει διατηρείται μ’ όλην την εκ μέρους του Ορεινού Προέδρου του Δημοτικού Συμβουλίου αντίπραξιν εισηγήσει του Αναστ. Λόντου· η δε περίοδος ότι ο κ. Δημ. Μελετό14
Η ΕΠΕΙΣΟΔΙΑΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗΣ πουλος επικράνθη δια την κατ’ αυτόν τον τρόπον επιτυχίαν του Συντάγματος κλ είναι όλως αναξία απαντήσεως, διότι ουδέποτε εξεφράσθη ότι ήθελεν διευθύνει εις την λαιμητόμον 40 Αιγιείς, ούτε ότι ήθελεν διανέμει διπλώματα τα οποία είχε δήθεν εν τη κατά την 3 7βρίου πυρποληθείση οικία του Νικολάου Δ. Χαλικιοπούλου, ούτε είχεν επί τέλους απεσταλμένους εις Ροδιάν, Ζευγολατιόν, και Τρυπιά προς εξέτασιν των ταχυδρόμων δια να πληροφορηθή τι γίνεται· αλλά τι πρώτον και τι ύστερον να εκθέση τις περί της διαγωγής του Αναστασίου Λόντου; αφού ευρίσκεται εις θέσιν πλέον να γνωρίση την αδυναμίαν του, καθότι προκειμένου λόγου περί ενεργείας της εκλογής των εκλεκτόρων του Δήμου Αιγιαίων την 19 7βρίου κατά διαταγήν της Β. Διοικήσεως Αχαΐας, εζητήθη η αναβολή εκ των οπαδών του δι’ αναφοράς, εν ή μόλις 58 από την πόλιν Αιγίου (Βοστίτσαν) υπέγραψαν, ενώ εις άλλην προς την Β. Γραμμματείαν των Εσωτερικών εκ των του Μελετοπούλου υπεγράφησαν περίπου των διακοσίων· όθεν εκ των δύο τούτων αναφορών και εκ των ενεργηθεισών των εκλεκτόρων κατά την 10 Οκτωβρίου ε.ε. διπλών εκλογών, θέλει αποδειχθεί ενώπιον της εθνικής συνελεύσεως ποίος εξ αμφοτέρων είχεν την πλειονοψηφίαν, αφού εξαιρεθούν οι εκ των παρακειμένων του Αιγίου χωρίων κάτοικοι, ετεροδημόται, αλλοδαποί και ανήλικες, τους οποίους συμπεριέλαβεν ο Λόντος δια ν’ απαρτήση την πλειονοψηφίαν, την δ’ αναβολήν παρεδέχθη ο Διοικητής Αχαΐας Β. Θεαγένης (τον οποίον εδιόρισαν επί τούτου προς επιτυχίαν των σκοπών των) εναντίον των οδηγιών του Κυβερνήτου. Περιγραφήν δε και τέλος ούτε έχουσι τα αναιδώς εκτεθέντα του υπό στοιχ. Π.Κ. διότι οι συν τω Λόντω θέλοντες εκ προμελέτης να διαλύσωσι την συνάθροισιν προέτεινον εις το Δήμαρχον την μη καταγραφήν ενενήκοντα περίπου πολιτών όντων εκτός της εκκλησίας η παναγία Φανερωμένη και μη συμφωνούντων με τας αρχάς του κ. Α. Λόντου· αντειπών δ’ ο Δήμαρχος εις τούτο το παράνομον δια να μην αποκλείση τούτους του δικαιώματος της ψηφοφορίας υπέπεσαν εις έριδας, και ούτω κατ’ ανάγκην διαιρεθείσα η συνάθροισις εις δύο επέφερεν το αποτέλεσμα των δύο εκλογών, αφού μόλις ηνεώχθησαν βιαίως αι πύλαι της εκκλησίας και εξήλθον οι μη συνενούντες με το πνεύμα του Λόντου· τούτο δε εμεσολλάβησαν εκ προμελέτης και εις όλα τα χωρία της επαρχίας Βοστίτζης. Κατόρθωσαν δε επίσης τον διορισμόν του Λεωνίδου Χρυσανθοπούλου ανεψιού των, ως Εισαγγελέως εν Πάτραις δια να ενεργή κατά τας ορέξεις των (ως και δεν έλειψεν), και ιδού η απόδειξις, ενώ ο κλητήρ Σταύρος Παππασταύρου ούτε τον Κώσταν Μυλιόνη, ούτε τον Γιάννην Μουστάκην επυροβόλησε· ο κ. Εισαγγελεύς προς χάριν των θείων του Λόντων εξέδωκεν κατά ειρημένου Παππασταύρου ένταλμα συλλήψεως, αφού ο ίδιος Εισαγγελεύς, παρήγγειλε τον ειρημένον Μουστάκην και λοιπούς ν’ αφοπλίσωσι τον ειρημένον Παππασταύρον, και τον Ειρηνοφύλακα της Αστυνομίας Γιαννάκην Παππαχατζόπουλον, του οποίου τα όπλα αρπάσαντες έρριψαν. Εκ τούτων δε πάντων το κοινόν τίθεται εις θέσιν να νοήση ευκόλως ότι ο υπό στοιχ. Π.Κ. παρεμόρφωσε την αλήθειαν, και ούτε οίδεν τι εξεφράσθη εισηγήση του Αναστάση Λόντου τυφλωθέντος από το κατά του αγωνιστού και εναρέτου Δημ. Μελετοπούλου πάθος του, κορυφωθέν εις τον ανώτατον βαθμόν. Και τυφλοίς όμμασιν ετόλμησε να εκθέση τόσα ψεύδη, πολλά των οποίων δεν χρήζουσιν απαντήσεως. Διότι το κοινόν ευκόλως δύναται να νοήση τον σκοπόν δι όν εξεφράσθησαν και ο υπό στοιχ. Π.Κ. να μη φανή του λοιπού τοσούτον αυθάδης, όσον δύναται εκ των ανωτέρω να πεισθή ότι εισίν ψευδή τα εκτεθέντα του, απαλλάττων και ημάς αναξίου λόγου απαντήσεως. Την 10 9βρίου 1843 εν Αιγίω. Α. Λ.
ΣΤ. Κείμενο «Λοντικών» Αιγιωτών για τη στάση του στρατιωτικού αποσπάσματος τη μέρα των εκλογών, που δόθηκε στη δημοσιότητα με αρκετή καθυστέρηση Εφημερίδα ΗΧΩ ΤΩΝ ΕΠΑΡΧΙΩΝ, φ. 3/14-11-1843 Διά την εκλογήν των εκλογέων συνελθόντες κάτοικοι της πόλεως Αιγίου εν Ναώ της Φανερωμένης κατά την εικοστήν έκτην 7μβρίου ε.ε. ημέραν κυριακήν, προσδιωρισμένης διά 15
ΩΣ ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΟ ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ ΤΟΥ 1843 τοιαύτην συνάθροισιν αφορώσαν την συγκροτηθησομένην Εθνικήν Συνέλευσιν. Η Συνάθροισις αύτη διά την αποπεράτωσιν των έργων της, διά την ασφάλειαν εκ πάσης προσβολής, διά την ησυχίαν και ειρήνην, ο προς τον σκοπόν τούτον αποσταλείς αξιωματικός υπολοχαγός του τρίτου Τάγματος Ακροβολιστών κύριος Ν. Τζηρηγότης με το υπ’ αυτόν Στρατιωτικόν Σώμα, περιεφρούρησε την Συνάθροισιν μέχρι της 5 ώρας μ.μ. ότε ετελείωσε την εκλογήν της. Διετήρησε την μεγαλητέραν των καθηκόντων του δραστηριότητα με φρόνησιν όχι μικράν, καθώς επίσης με ελληνικήν ψυχήν εμπνεύσαν τα πλέον ευγενή και συνετά αισθήματα, σκιρτών και αγαλλόμενος διά την οποίαν έβλεπε σύμπνοιαν, ομόνοιαν, ειρήνην· και ως μίαν φιλελευθέραν φωνήν έχοντες οι συναθροισθέντες κάτοικοι του Αιγίου υπέρ του Συντάγματος και του Συνταγματικού Βασιλικού Θρόνου. Τα έξοχα προτερήματα ταύτα του κ. αξιωματικού ο λαός του Αιγίου εκφράζει πάνδημος σήμερον διά της παρούσης απολύτου θελήσεώς του, αποδίδων τας τοιαύτας ευγνωμοσύνας και ευχαριστήσεις του προς τον κ. αξιωματικόν ενώπιον του Ελληνικού Κράτους, και των Αρχών όσας δικαίως απαιτούντο προς την Γενναιότητά του. Εκδίδεται όθεν το παρόν πιστοποιητικόν σύμφωνα με την ευσυνείδητον αλήθειαν. Εν Αιγίω την 27 7βρίου 1843. Έπονται εκατόν εξήκοντα μία υπογραφαί.
Πηγές Τα αρχεία των εφημερίδων: - «Αθηνά» (Αθήνα) - «Αιών» (Αθήνα) - «Ανεξάρτητος» (Αθήνα) - «Ηχώ των Επαρχιών» (Πάτρα), από το ψηφιοποιημένο αρχείο της Βουλής των Ελλήνων, http://catalog.parliament.gr. «Η της Τρίτης Σεπτεμβρίου εν Αθήναις Εθνική Συνέλευσις – Πρακτικά», Αθήνα, Βασιλικό Τυπογραφείο, 1844. Βουρνάς Τ., «Ιστορία της Νεώτερης και Σύγχρονης Ελλάδας», τομ. Α΄, εκδ. Τολίδη, Αθήνα, 1974.
16