Καππαδοκία, Γυναικεία δρώμενα

Page 1

Κωνσταντίνος Νίγδελης

Καππαδοκία… γυναικών δρώμενα

ΜΝΗΜΕΣ


© 2011 Εκδόσεις «Μνήμες» Διασπορικής mnimes@diasporic.org Συγγραφέας: Σχέδια:

Κωνσταντίνος Νίγδελης Βασιλική Ντίνα

2


Καππαδοκία…γυναικών δρώμενα Εισαγωγή Άμεσα σπεύδω να εξηγηθώ. Απλά καταθέτω την έρευνά μου που αφορά τη θέση της γυναίκας στο χώρο της Καππαδοκίας, αλλά και να δηλώσω μετά περισσής ειλικρινείας πως δεν πρόκειται να αποδείξω τίποτε. Αναζητούσα κάτι το καινούριο, την ανακάλυψη νέων πεδίων έρευνας, την ανάγκη να εξηγήσω για τον εαυτό μου, να αποτινάξω αν θέλετε ιδέες παλιές, σκονισμένες, βαθιά ριζωμένες μέσα μου, κυρίαρχες στα τότε. Διάβαζα, άκουγα, μάθαινα, έβλεπα για τη θέση της και απορούσα, σκεπτόμουν το πώς και το γιατί φτάσαμε, αν φτάσαμε, ως εκεί. Και λέω αν, ίσως γιατί τα φαινόμενα πολλάκις εξαπατούν και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό. Εξάλλου η θέση της ή αν επιθυμείτε καλύτερα το «γυναικείο ζήτημα» είχε πάντοτε πολλές όψεις με δυο κυρίαρχες εκφάνσεις της: Αυτή που είχε σχέση με τον «οίκο», δηλαδή με την έννοια του σπιτιού, της οικογένειας, της ιδιοκτησίας, που, με απλά λόγια, περιλάμβανε όλα αυτά τα οποία συνθέτουν –δικαιολογούν την ύπαρξή της μέσα στην οικογένεια. Ο λόγος για τα πρέπει, τα δικαιώματα, τις υποχρεώσεις απέναντι κύρια και αποκλειστικά με αυτό που θεωρείται οικογένεια... Και δεύτερον η «κοινωνική θέση» της, σε σχέση δηλαδή με τους έξω, τη μετάβαση από τη βρεφική στην εφηβική ηλικία, τη νεανική αλλά και αυτή ως μέλους της κοινωνίας. Προσωπικά δεν θεωρώ τον εαυτό μου ειδικό και μάλιστα «γυναικο-λόγο» ή αν θέλετε γνώστη καλό του γυναικείου ζητήματος. Ένας απλός μελετητής του χώρου είμαι, λάτρης της περιοχής, μιας και κατάγομαι από εκεί. Και το πλέον σημαντικό είναι ότι παραμένει το ζήτημα εν πολλοίς ανεξερεύνητο μιας και απειροελάχιστοι έχουν ασχοληθεί με τέτοια «άχαρα» θέματα, μιας και εφόσον το αναγνωστικό κοινό εξακολουθεί ίσαμε σήμερα να καταβροχθίζει τα εύπεπτα αναγνώσματα και όχι τα δρώμενα στις αλησμόνητες πατρίδες των Ελλήνων. Αυτές που αισίως, μια κάποια εποχή, στα τότε, έφταναν στο αστρονομικό νούμερο των 2180, από τις οποίες οι 82 στο χώρο της Καππαδοκίας.

3


Τώρα, στην παρούσα μελέτη, η μέθοδος που θα ακολουθήσουμε είναι μάλλον δικής μας εμπνεύσεως, χωρίς επιστημοσύνες και κανόνες. Αναλύουμε το θέμα τοποθετώντας τη γυναίκα σε διάφορους χώρους και πάντοτε σε σχέση με διάφορα ερωτήματα, δανειζόμαστε τις γραπτές αλλά και προφορικές μαρτυρίες πολλών. Και τα συμπεράσματα δικά σας (μας)...

Εισαγωγικά ερωτήματα Η γυναίκα λοιπόν στον χώρο της Καππαδοκίας. Είναι γεγονός πως έχουν γραφεί σχετικά λίγα έως και απειροελάχιστα για το υπό έρευνα θέμα όμως... Όμως έχουν λεχθεί απείρως περισσότερα και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό, με τέτοια ένταση και τόσο γλαφυρά, που εκπλήσσουν αρνητικά και πολλές φορές καθίστανται απίστευτα. Βεβαίως όταν μιλάμε για τη θέση της γυναίκας και ιδιαίτερα μάλιστα στο χώρο της Καππαδοκίας, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας πολλές παραμέτρους, αλλά και να συνυπολογίσουμε και πάμπολλες πρακτικές, διαφορετικές αιτίες. Χάριν παραδείγματος, να πούμε πως διαφορετική ήταν η θέση της στα μεικτά χωριά από αυτήν των αμιγώς χριστιανικών- ελληνικών χωριών του χώρου και κατά συνέπεια το ερώτημα «πού» είναι και εύλογο αλλά και σημαντικό. Ο χώρος δηλαδή, όπως θα εξηγήσουμε παρακάτω, δεν ήταν απλά σημαντικός, αλλά υπήρξε καταλυτικός στη διάρθρωση της κλίμακας αξιών που έπρεπε να συνοδεύει την κυρά- γυναίκα- σύζυγο- μάνα....και όχι μόνο φυσικά. Το ίδιο σημαντικός υπήρξε και ο χρόνος. Διότι, κατανοητό και αυτό, το πότε έπαιζε- έπαιξε τον όποιο ρόλο του, για τη διαμόρφωση όλων αυτών των συνθηκών, και συνεπώς μαζί και με άλλους παράγοντες όρισαν τα πλαίσια συμπεριφοράς. Διαφορετική ήταν η συμπεριφορά της ή έπρεπε να είναι τον 17ο αιώνα, αν και τα μόνα που ξέρουμε ήταν κύρια και σχεδόν αποκλειστικά από τον προφορικό λόγομαρτυρίες, που πολλές φορές ενέχουν τον κίνδυνο της υπερβολής και διαφορετική τον 19ο αιώνα και μάλιστα μετά τις όποιες επαφές του χώρου με τον έξω κόσμο. Βεβαίως υπάρχει μια ατελείωτη σειρά μικρών ή μεγάλων, σημαντικών ή ασήμαντων ερωτημάτων- παρατηρήσεων, που όλα έχουν να κάνουν με το υπό εξέταση θέμα, όπως: I. Η ηλικία, για παράδειγμα. Κατανοητό βεβαίως, αν και απ’ ό,τι γνωρίζουμε η εκπαίδευσή της άρχιζε σχεδόν από τη γέννησή της. Το θηλυκό αποτελούσε ξεχωριστό κομμάτι της οικογένειας, που έπρεπε να μάθει, για να ’ναι αυτό που ήθελε η κυρίαρχη ιδεολογία της κάθε εποχής ή να γίνει. Διότι σε κάθε διαφορετική κατάσταση τα πράγματα θα ήταν περίπου απαράδεκτα, με την

4


κοινωνία να μην αποδέχεται καμία απολύτως, μα καμία παρέκκλιση από τα ειωθότα και τα πρέποντα. II. Η οικονομική κατάσταση, επίσης, της οικογένειας που έπαιζε σημαντικότατο ρόλο στη διαμόρφωση όχι μόνο της προσωπικότητας του θηλυκού, αλλά και της θέσεώς της. Το χρήμα επιτρέπει έστω και μικρές αποκλίσεις συμπεριφοράς, ή κουκουλώνει διάφορα. III. Η οικογένεια, πάλι, αυτό το δημιουργικό κύτταρο της κάθε καλής κοινωνίας. Γιατί ήταν έτσι ή γιατί θα έπρεπε να είναι έτσι. Εδραιωμένη με βάση τις αρχές και τις παραδόσεις της ράτσας, της θρησκείας, αλλά και της περιρρέουσας ατμόσφαιρας. IV. Η μόρφωση ή η όποια μόρφωση, γιατί είχαμε και τέτοια, όχι βεβαίως της γυναίκας, αλλά του αρσενικού είδους που εκπαιδευόταν από την παιδοβρεφική ηλικία σε αντιλήψεις περίεργες και συνάμα βλακώδεις για σήμερα, αλλά απαραίτητες στα τότε.

5


Ιστορικά και άλλα τινά

Για τη θέση της γυναίκας στο διάβα του χρόνου γνωρίζουμε αρκετά. Παρακολούθημα του ανδρός, βρίσκονταν σχεδόν πάντοτε στη μεγαλοπρέπεια της σκιάς του. Ή σχεδόν πάντοτε, εκτός από ορισμένες απειροελάχιστες χρονικέςειδικές εξαιρέσεις, φωτεινές είναι αλήθεια, που και αυτές χαμήλωσαν υπό την πίεση της κυρίαρχης ιδεολογίας, που την ήθελε ως ανδράποδο. Και δυστυχώς μια συντομότατη αναδρομή μπορεί να επιβεβαιώσει του λόγου του αληθές. Οι αντιλήψεις, για παράδειγμα, του αρχαίου κόσμου, ιδιαίτερα της αρχαίας ελληνικής σκέψης μας είναι γνωστές και ξεκάθαρες, καθώς επίσης και του χριστιανισμού, που ναι μεν θεωρεί τη γυναίκα ισότιμο μέλος της οικογένειαςκοινωνίας, αλλά... Με το αλλά να εξαρτάται εν πολλοίς από πολλούς παράγοντες. Όπως για παράδειγμα το χώρο, το μορφωτικό επίπεδο των αρσενικών, την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και όλα εκείνα τα λοιπά στοιχεία που συνθέτουν το πρόβλημα. Ο πυρήνας της κοινωνίας παντού, αλλά πολλαπλώς και στην υπό εξέταση περιοχή, ήταν αυστηρά συγκροτημένος πατριαρχικά, για να έρθει το Βυζάντιο, όπου μπορεί ο μελετητής να διαπιστώσει άμεσα μια επαμφοτερίζουσα στάση μιας προοδευτικής κοινωνίας απέναντι στο γυναικείο φύλο. Το παράδοξο ενός πολιτισμού που από τη μια μεριά υποβαθμίζει τη γυναίκα ως κόρη της Εύας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας και από τη άλλη να την ανυψώνει στο πρόσωπο της Παναγίας, βασικό όργανο της σωτηρίας των ανθρώπων, η καταφυγή σε κάθε περίπτωση δυστυχίας.1

1

Είναι γνωστή και μάλιστα ενδεικτική η στιχομυθία της Κασσιανής, μετέπειτα ονομαστής ποιήτριαςυμνογράφου μετά του Θεοφίλου, αυτοκράτορος του Βυζαντίου κατά την ώρα της επιλογής της καλύτερης από τις υποψήφιες.... Θέλοντας λοιπόν να τη δοκιμάσει της είπε πως «από τη γυναίκα προέρχονται όλα τα κακά», υπονοώντας φυσικά την Εύα, για να πάρει την απάντηση και μάλιστα καλά πληρωμένη πως, «από τη γυναίκα προέρχονται και όλα τα καλά».

6


Και το πράγμα να αποσωθεί με το Ισλάμ και τους δικούς του κανόνες. Που με απλά λόγια σήμαινε πως οι κανόνες οι οποίοι αφορούσαν το γυναικείο φύλο μπολιάστηκαν και με τα δικά του κελεύσματα. Θετικά ή αρνητικά; Αυτό φυσικά είναι αντικείμενο έρευνας και μάλιστα υπαρξιακής φιλοσοφίας της κάθε κοινωνίας. Εξάλλου αυτό το εκρηκτικό εν πολλοίς μείγμα δεν ήταν όμοιο πουθενά και ούτε λειτουργούσε πανομοιότητα. Και τούτο γιατί κάθε κοινωνία κρατούσε- φύλαγε, σε σχέση με τις λοιπές και ορισμένα δικά της, περιχαρακωμένη γύρω από αρχέγονες δοξασίες και κανόνες συμπεριφοράς.

Βεβαίως ανεξάρτητα από όλα, προκύπτει και μια βασική αλήθεια για τον τρόπο αντιμετώπισης της γυναίκας και μάλιστα από την κεφαλή του κράτους. Πως σε καμία των περιπτώσεων δεν ήθελε έξυπνη σύντροφο ή στην καλύτερη από αυτές ήθελε σύντροφο μάλλον κατά πολύ κατώτερή του.

7


Η γυναίκα... στο χώρο

Το πού βρίσκεται ο χώρος της Καππαδοκίας είναι λίγο πολύ γνωστός σήμερα. Έτσι απλά στην Τουρκία, κάπου ανάμεσα σε βουνά και λαγκάδια, λίγο μετά τον Σαγγάριο ποταμό, πιο κάτω από τη Άγκυρα, λίγο πιο πάνω από το λιμάνι της Μερσίνας και έχει Θεός. Και ναι μεν ο Θεός έχει, αλλά...αλλά εμείς συμπληρώναμε τις γνώσεις και με τις διηγήσεις των παππούδων και πατεράδων μας για κείνη την παράξενη χώρα, μαθαίναμε για τα όμορφα χωριά του χώρου, για το πόσο πλούσιοι ήμασταν, το πόσο καλά περνούσαμε, για τις μετέπειτα ταλαιπωρίες, για τον αϊ Βασίλη, τον αϊ –Γρηγόρη, τον αϊ- Μελέτη... Α, ναι, στα εγχειρίδια των μεγάλων τάξεων του σχολείου λέξη καμιά και μόλις στα τελευταία χρόνια κάτι λίγα, βλακωδέστατα και αυτά.2 Και αν μεν όλα ετούτα συμβαίνανε στο πρόσφατο παρελθόν, μπορεί κανείς εύκολα να φανταστεί το απώτερο, όπου η Καππαδοκία στη συλλογική μνήμη του ελληνισμού αντιπροσώπευε μόνο κάποιες ορθόδοξες κυρίως πληθυσμιακές μάζες με εξαιρετικά περίεργους αγιολογικούς θρύλους. Ο απλός για παράδειγμα Αθηναίος αντιλαμβανόταν πως κάπου μακριά στα πέρατα του Οθωμανικού κράτους υπήρχαν κάποιοι «Ανατολίτες», οι «(Γ)καραμαλήδες» που ναι μεν ήταν Έλληνες και χριστιανοί, αλλά ταυτόχρονα χρησιμοποιούσαν μια περίεργη γλώσσα. Πανωσάμαρα συμπληρώνονταν οι σχετικές εικόνες περί του χώρου με την παρουσίαση ενός σπαρταριστού τύπου Καραμανλή και δη ως ηθογραφικού και ιστορικού γρίφου3, αλλά και οι σχετικές του γνώσεις με πονήματα του τύπου «Περί των τρωγλοδυτών της Καππαδοκίας»4. Με χαρακτηριστικότατο αυτό του 2

Ιωάννης Η. Καλφόγλους, Ιστορική Γεωγραφία της Μικρασιατικής Χερσονήσου, Αθήνα Κ.Μ.Σ 2002, σελ. 13, «...οι απόφοιτοι των σχολείων γνωρίζουν την Ιαπωνία, την Ν. Ολλανδία, σε ποια παραφυάδα φυλής υπάγονται οι κάτοικοι κάποιου νησιού της Πολυνησίας και ...αγνοούν τον μικρασιατικό χώρο». 3 Ηλίας Αναγνωστάκης – Ευαγγελία Μπαλτά, Η Καππαδοκία των ζώντων μνημείων, Εκδ Πορεία 1990 σελ. 17 4 Ηλίας Αναγνωστάκης-Ευαγγελία Μπαλτά, στο ίδιο, σελ. 24

8


μητροπολίτη Ικονίου, μετέπειτα πατριάρχη Κυρίλλου, που φέρει τον διακριτικό τίτλο «Ιστορική περιγραφή του εν Βιέννη προεκδοθέντος χωρογραφικού πίνακος της μεγάλης αρχισατραπείας Ικονίου» και γράφτηκε μεν το 1815, σχολιάσθηκε δε το 1884 στο περιοδικό του « Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου» ως «λίαν περίεργον δια τας τοπογραφικάς ειδήσεις». Και όλα αυτά σχεδόν μέχρι και το τέλος του 19ου αιώνα, όπου σταδιακά «ανακαλύπτεται» ο χώρος, για να αποτελέσει λίγο μετά τμήμα του αλύτρωτου Ελληνισμού, χαρακτηριζομένος ως «πρώτη πατρίδα της Ελληνικής φυλής». Εκεί λοιπόν ζει και εργάζεται, γεννιέται και πεθαίνει, η Καππαδόκισσα, σε ένα γεωγραφικό χώρο που περιβάλλεται από τείχη ψηλά, αξεπέραστα, καταλυτικά για την ύπαρξή της.5 Μια ατελείωτη σειρά βουνών, αλλά και μια πληθώρα λαού, που ναι μεν ζει και παιδεύεται μαζί της, αλλά με διαφορετική θρησκεία, κουλτούρα, ήθη και έθιμα, σε χωριά – οικισμούς που εύστοχα χαρακτηρίζονται νησίδες ελληνισμού, οάσεις χριστιανισμού, μιας και το κυρίαρχο πληθυσμιακό στοιχείο ήταν το μουσουλμανικό. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ζει και δραστηριοποιείται αποκομμένη από τον έξω κόσμο, που μόνο ως καλές ή κακές φήμες τον αντιλαμβάνεται.Ως καλό παραμύθι αρχικά και ως εικόνες λίγο αργότερα από τον πατέρα- αρραβωνιαστικό- άνδρα- γιο, που λόγω αιτίων οικονομικών πήρε των ομματιών του και ξενιτεύθηκε σε κάποια μεγάλη πολιτεία. Αλλά και από τους περιφερόμενους μικροπωλητές που παρουσίαζαν μεν τα καλούδια τους, που τα περιτύλιγαν με μια πληθώρα περιττών και υπερβολικών πληροφοριών, έτσι για εντυπωσιασμό.6 Ο κόσμος της, μικρόκοσμος και μέγας ταυτόχρονα, ήταν οι μαχαλάδες του χωριού και στην καλυτέρα των περιπτώσεων και κάποιο διπλανό χωριουδάκι, που στα πλαίσια των θρησκευτικών τους καθηκόντων, στην ονομαστική εορτή κάποιου αγίου το επισκέπτονταν. Άρα; Άρα γεννιόταν, μεγάλωνε, ζούσε και πέθανε σε ένα συγκεκριμένο μέρος, έπαιρνε τις πρέπουσες πληροφορίες, τις οποίες φρόντιζε η κυρίαρχη ιδεολογία να μεταφέρει χωρίς φυσικά παρεκκλίσεις, ζούσε απλά με τις σκιές των ειδώλων ενός κόσμου που της δίδονταν. Μια συνεχής επανάληψη, από γενιά σε γενιά, του Πλατωνικού «μύθου της σπηλιάς».7 Πίεση την οποία υποχρεωνότανε όχι μόνο να αποδεχτεί και οποιοδήποτε φωτεινό αρσενικό μυαλό, αλλά να συνεχίζει να την επιβάλλει. Έστω και αν ήταν αντίθετος με τέτοιες πρακτικές. Και αν έτσι απλά επέτρεπε κάτι το διαφορετικό, κάτι που έμαθε ή είδε στης ξενιτιάς τα μέρη, ε, τότε, η κυρίαρχη ιδεολογία με τους θεματοφύλακές της έσπευδε πάραυτα προς αποκατάσταση της διασαλευθείσας τάξης. Τότε φυσικά είχε δυο δρόμους επιλογής. Ή την επιστροφή στα δέοντα ή να πάρει των ομματιών του και να φύγει προς τα μεγάλα αστικά κέντρα όπου άγνωστος μεταξύ αγνώστων θα μπορούσε να αναπνεύσει τον αέρα που ο ίδιος ήθελε. 5

Ιωάννης Η. Καλφόγλους, στο ίδιο, σελ. 45, «Όπου και αν ρίξει κανείς το βλέμμα του αντικρίζει παντός είδους βουνά και λόφους...». 6 Σημ: Δεν ήταν καθόλου τυχαίο το γεγονός πως ακόμα και το 1924, κατά την «έξοδο» των μαζών στα πλαίσια της ανταλλαγής, υπήρχαν κυράδες που έβλεπαν για πρώτη φορά το τραίνο και τη θάλασσα, επιβιβάζονταν στα σιδερένια βαπόρια με τα μεγάλα φουγάρα... 7 Σημ: Δεμένοι χειροπόδαρα οι άνθρωποι βλέπανε τις σκιές των πραγμάτων, πιστεύοντας πως όλες αυτές είναι ο πραγματικός τους κόσμος.

9


Δεν είναι καθόλου τυχαία η ύπαρξη δεκάδων κανονισμών στις κοινότητες της Καππαδοκίας, που ναι μεν κατέγραφαν πολλά και διάφορα, σημαντικά και ασήμαντα περί τη διοίκηση, αλλά δεν παρέλειπαν να καθορίζουν και τους τρόπους της ορθής συμπεριφοράς, κύρια του γυναικείου φύλου και σε θέματα καθημερινότητας. Υπό την απειλή μάλιστα υπερβολικών ποινών, όπως για παράδειγμα αυτής του αφορισμού ή της αποβολής κάποιου από την κοινωνία. Σε όλα έπρεπε να υπάρχει κάποιο μέτρο, ένας έστω αφανής έλεγχος. Έτσι, με αυτόν τον τρόπο, πρέπει να γίνεται η στέψη, η βάπτιση, οι σχέσεις των μνηστευμένων πρέπει να είναι αυτές, αυτό επιτρέπεται, αυτό όχι και πάει λέγοντας. Φυσικά σ’ αυτό το παιχνίδι κυρίαρχο ρόλο στη διαμόρφωσή του είχε και η θρησκεία, και για να ακριβολογούμε η ιθύνουσα διοίκησή της, που στην κλίμακα των αξιών είχε την πρώτη θέση.Έτσι σε μια κοινωνία που μαστίζονταν στο σύνολο σχεδόν από την αγραμματοσύνη, ήταν επόμενο πως αυτός που «κρατούσε» στα χέρια του τον Θείο Λόγο, ήταν και ο πρώτος. Ο οποίος μάλιστα σε κάθε περίπτωση μπορούσε με εύσχημο τρόπο να μεταφέρει τα δικά του θέλω και πιστεύω, ως τον λόγο του Θεού ή να διαμορφώνει σχέσεις και καταστάσεις κατά το δοκούν, μιας και ο λόγος του, η ύπαρξη και η χρησιμοποίησή του, ήταν σε κάθε και για κάθε περίπτωση: από την αδυναμία σύλληψης και των σχετικών ευχών έως τον αρραβώνα, από τις ευχές για οποιαδήποτε θεραπεία έως και την εύκολη γέννα. Βεβαίως όλα τα παραπάνω ενέχουν και θετικά στοιχεία.Τα οποία θα αναλυθούν παρακάτω, αλλά έτσι σε μια πρώτη ματιά μπορούμε να προβούμε στους εξής συλλογισμούς. Στο όποιο ερώτημα του «γιατί» ήταν ή έπρεπε να είναι έτσι, η άμεση και μάλιστα σοβαρή απάντηση είναι αυτή που έχει να κάμει με το δέσιμο και τη συνέχεια της ομάδας – κοινωνίας. Για δέστε. Τα γενικά χαρακτηριστικά τα είπαμε, περιγράψαμε το χώρο, λίγο πολύ την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, που είναι σχεδόν κοινή, αλλά όχι τον ελλοχεύοντα κίνδυνο. Αυτόν που είχε να κάμει με την εξαφάνιση της ράτσας. Προσέξτε τη συλλογιστική μας. Κατά την άποψη των περισσοτέρων ο χώρος χάθηκε το 1071 μετά την προδοσία στο Ματζικέρτ, με τα γεγονότα να είναι λίγο πολύ γνωστά. Ο Οθωμανός βάζει για πρώτη φορά το πόδι του και το κρατά ίσαμε τα σήμερα, ο χριστιανός βλέπει για πρώτη φορά την καταλυτική είσοδο του απίστου και την επέμβασή του σε κάθε τομέα της κοινωνίας, μια νέα κουλτούρα, αυστηρότερη, να εισβάλλει πιο αποφασιστικά, περισσότερο βίαια και πολλές φορές εκδικητικά. Μάλιστα κουλτούρα αυξανόμενη με γεωμετρικούς ρυθμούς, στην αρχή τουλάχιστον, που περιλάμβανε αναγκαστικούς εξισλαμισμούς, γλωσσοκοπίες, παιδομαζώματα και ένα σωρό συναφή. Άρα; Άρα έπρεπε να ληφθούν μέτρα. Και ποιο είναι το πλέον πρόσφορο; Μα φυσικά, κατά την άποψή μας, σε κείνους τους χρόνους, με ή σε εκείνες τις συνθήκες και σε κείνα τα μέρη η απομόνωση στα πατρώα και τα οριζόμενα ως πρέποντα με κυρίαρχο εργαλείο- όργανο φυσικά τη γυναίκα. Τον πλέον κατάλληλο διαμορφωτή συνειδήσεων, πεποιθήσεων, εικόνων, κυρίαρχης ιδεολογίας, κουλτούρας, του κάθε ανθρώπου, με τη λειτουργία- ρόλο της ως μητέρας, γυναίκας, μπάμπως...Το ένστικτο της αυτοσυντήρησης δρα αποφασιστικά και υψώνει τα τείχη, περιχαρακώνει την κοινωνία, εκπαιδεύει συνειδήσεις. Αποτέλεσμα; Η διατήρηση της συνοχής όλων αυτών των νησίδων του ελληνισμού κάτω από συνθήκες παράξενες, η καθαρότητα ράτσας και θρησκείας, των συνδετικών δηλαδή

10


κρίκων μιας ατέλειωτης συνέχειας στο διάβα του χρόνου. Διότι έτσι και οι εξισλαμισμοί σταμάτησαν, ελάχιστοι ή ελάχιστες «μαγαρίστηκαν» με τους αλλόθρησκους, αλλά και η πατρώα θρησκεία παρέμεινε αλώβητη. Ενδεικτικές και τα μάλα κατατοπιστικές οι προσπάθειες των μισιοναρίων που κατέκλυσαν την Καππαδοκία μετά τον 16ο αιώνα. Που όχι μόνο δεν ευωδόθηκαν, αλλά είχαν γι’ αυτούς τραγικά αποτελέσματα. Μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού ήταν συνολικά οι οικογένειες που προσχώρησαν, έτειναν εύηχον ους στα θρησκευτικά τους κελεύσματα. Βεβαίως, παρατηρήθηκαν υπερβολές, τις οποίες καταγράφουμε και εξηγούμε στα παρακάτω κεφάλαια, όμως ο σκοπός, κατά τη άποψή μας, επιτεύχθηκε. Εξάλλου η θεώρηση και η όποια εξέταση οποιουδήποτε ιστορικού γεγονότος με το μάτι του σήμερα ενέχει τον κίνδυνο της εξαγωγής λανθασμένων αποτελεσμάτων.

11


Γυναίκα... μια πρώτη εικόνα

«...Και από τον άγγελο ψηλότερα», έλεγε η γιαγιά η Δευτερίνα, ο Θεός να τη σχωρνά, πως πρέπει να είναι η γυναίκα, «του σπιτιού το καμάρι» η θεία μου η Δέσποινα, και για το «γυναικείο ιδεώδες...» η κυρά Ζαφείρω, η μάνα μου. Όλες γέννημα θρέμμα μικρασιάτισσες, γεννήθηκαν εκεί, στη μακρινή Καππαδοκία και γαλουχήθηκαν με τα νάματα αυτού του κόσμου, δηλαδή, πως η « γυναίκα είναι γυναίκα...πάει και τελείωσε». Και αν, έτσι απλά, τις ρωτούσες για το τι σημαίνει αυτό, τις πρακτικές εφαρμογές τούτης της υπέροχης ρήσης, σου ξαναπαντούσαν « μα το είπαμε... η γυναίκα είναι γυναίκα...». Α, ναι και κάτι άλλο. Τα βράδια, παιδιά σαν ήμασταν, προ αμνημονεύτων χρόνων, σε κάθε προσπάθεια σωφρονισμού μας, η γιαγιά με δέος περισσό και σοβαρό ύφος μας έλεγε κουνώντας μάλιστα το δάκτυλό της: «κοιτάξτε, κιοπέογλου κιοπέκ, θα τα πω όλα στον μπαμπά σας». Τώρα, δεν θα ήμουν καθόλου υπερβολικός εάν εγώ, ο αρσενικός Καππαδόκης μελετητής από το Ντερίμκουγιου, ισχυριζόμουνα πως η άποψη «της κατάρας του να είσαι γυναίκα», εκεί και τότε, ήταν μια πραγματικότητα, φυσικά μέσα στα πλαίσια μιας εξωτερικευμένης αντίληψης για την κατωτερότητά της, παρόλα τα κοινά πεδία δράσης της με το αρσενικό. Διότι ναι μεν υπάρχει ένας φυσικός διαχωρισμός, αλλά το είδος των γυναικείων εργασιών όχι μόνο δεν διέφερε ριζικά από εκείνο των αντιστοίχων ανδρικών, αλλά τις περισσότερες φορές στην πράξη ήταν δυσκολότερες, με τον καταμερισμό να είναι λεόντειος σε βάρος των γυναικών φυσικά και υπέρ των ανδρών. Και έτσι απλά σε μια πρώτη περιγραφή, να ξυπνά πρώτη, να ετοιμάζει τα απαραίτητα, να πηγαίνει μαζί του στο χωράφι, να εργάζεται όλη τη μέρα, να ετοιμάζει το βράδυ τα πάντα για την επόμενη, με τον αφέντη να ενημερώνεται

12


στον καφενέ, και άλλα πολλά και διάφορα. Δηλαδή, γυναίκα, άμισθη εργάτρια, καλή νύφη μάνα, ερωμένη. Θα μου πείτε πως υπερβάλλω, πως τουλάχιστον ο χριστιανισμός ή αν θέλετε τα ελληνικά ιδεώδη σε συνδυασμό με τα χριστιανικά επέβαλλαν την ισότητα μεταξύ των δυο φύλων, ανέβασαν τη γυναίκα στο ίδιο σκαλί με το αρσενικό είδος, πως αυτά ήταν εφαρμογές του μουσουλμανικού κόσμου, πως μπορεί να έχουν παρατηρηθεί σε απειροελάχιστες περιπτώσεις και πολλά άλλα. Ενδεχόμενα να είναι και έτσι, πάντως και σε κάθε περίπτωση δεν ισχυρίζομαι τίποτε. Απλά παραθέτω τα υπάρχοντα skripta, τα οποία έχουν την ιδιαίτερη σημασία τους, μιας και προέρχονται από μελετητές του χώρου, καταγόμενους από εκεί και τότε, καθώς και τις διάφορες μαρτυρίες ανθρώπων που γεννήθηκαν έζησαν εκεί. Για την καλύτερη μάλιστα κατανόηση των αντιλήψεων θα προβούμε σε ένα αυθαίρετο χρονικό διαχωρισμό. Σε εκείνο που αφορά τη γυναίκα ως παιδί και σε εκείνο ως ολοκληρωμένη γυναίκα, με ό,τι τούτο σημαίνει σε πρακτικές εφαρμογές, ξεκινώντας από το γκάστρωμά της.

13


Γυναίκα... σεξουαλική ενημέρωση

Έτσι απλά, η σεξουαλική και όχι μόνο ενημέρωση ήταν επιεικώς ανύπαρκτη. Θεωρείτο περίπου αμαρτία, άρα απαγορευμένη, η οποιαδήποτε αναφορά στις σχέσεις των δύο φύλων, στη σύλληψη, αλλά ακόμα και στη γέννα. Μα...μα είναι δυνατόν; Και βέβαια, διότι όλα όμορφα και ωραία αλλά... Αλλά πρώτιστα η γυναίκα είναι το στολίδι του σπιτιού και ως τέτοιο θα έπρεπε πάντοτε να υπακούει στους αρχέγονους κανόνες, που ήθελαν το θηλυκό να απέχει από τούτη την πληροφόρηση, αλλά και τη γνώση. Το γιατί είναι γνωστό: Αμαρτία, μη πρέπον, ντροπή. Φυσικά οι λέξεις έρωτας, ολοκλήρωση και μερικές άλλες οι οποίες αφορούσαν το γενετήσιο ένστικτο, μάλλον ήταν άγνωστες έως και ολίγο γνωστές. Και φυσικά δεν υπήρχαν στο λεξιλόγιο καμιάς. Και πώς γινόταν το πράγμα; Απλούστατα δια των φημών και την ενημέρωση της τελευταίας στιγμής. Που ξεκινούσαν με την ολοκλήρωση του θηλυκού ως γυναίκας, περίπου στην ηλικία των 13-14 ετών και κατέληγαν με την όποια ενημέρωση την πρώτη νύκτα του γάμου. Και πάντοτε φυσικά υπό τη Δαμόκλειο σπάθη της τιμωρίας και όλων των συναφών λόγω αμαρτίας. Διότι τα έμμηνα «είναι αποτέλεσμα της αμαρτίας της πρώτης γυναίκας, της Εύας»8, διότι αυτή που είχε τα έμμηνα ήταν «βρώμικη» και κατά συνέπεια έπρεπε να απέχει από πολλά και διάφορα. Αλλά και η ενημέρωση ήταν της τελευταίας στιγμής. Με την παράδοση να θέλει να γίνεται στο ζευγάρι λίγο πριν την πρακτική της εφαρμογή, λίγο προτού αρχίσει το παιχνίδι της χαράς και της δημιουργίας. Δηλαδή «μετά το τέλος του γλεντιού και την αποχώρηση των καλεσμένων άρχιζε το τελικό στάδιο για την ολοκλήρωση του γάμου. Η είσοδος, δηλαδή, του ζευγαριού στο νυφικό θάλαμο και τα παρεπόμενα του. Αφού βεβαίως είχαν προς τούτο ληφθεί όλα τα απαραίτητα. Το δωμάτιο φρεσκοβαμμένο και αρωματισμένο, το κρεβάτι καλά στρωμένο, ευλογημένο από τους ιερείς του χωριού, την εικόνα στη θέση της, το τραπέζι με το δοχείο νερού και μια πιατέλα με φρέσκο καϊμάκι με μέλι, χαλβά και φρούτα. Προτού εισέλθουν άρχιζε η σχετική κατήχηση, από τον 8

Κ.Ι.Δ. Συκεών, Φ. 12, α.α. 34, μαρτυρία Χατζημπαλή Μαγδαληνή (Αξός) Σημ: Για να δηλώσουν την εμφάνιση των έμμηνων χρησιμοποιούσαν διάφορες συνθηματικές φράσεις όπως: «είδεν τα», «ήρταν τα απάνω τ’», «τα ρούχ’τ’», «άϊ μπασί», «ήρταν τα τσιτσάδε τ’», ενώ για την εμμηνόπαυση «κόπαν τα μηνιάτικά τ’ και κρούει σο καφά τ’», «σον τα κατ’»…

14


κουμπάρο ο αρσενικός και την κουμπάρα η νέα. Για το τι θα αντιμετωπίσουν, το πώς θα πράξουν, τα έτσι, τα πρέπει, τα γιατί και όλα αυτά που κάμουν τον γάμο ευχάριστο, στη αρχή τουλάχιστον. Χωρίς φόβο και πάθος και προ παντός χωρίς να αποκρύψουν το παραμικρό. Πρώτη οδηγούσε τη νέα η κουμπάρα, που δίσταζε εκ λόγου σεμνότητας, με λόγους πειστικούς, χαμογελώντας και παίζοντας με την άγνοιά της. Την κάθιζε στο κρεβάτι και αποχωρούσε κάνοντας νόημα για την είσοδο του νέου, που πραγματοποιείτο με τη συνοδεία του κουμπάρου. Τον τοποθετούσαν και αυτόν δίπλα της, τους σταύρωναν και έφευγαν υπομειδιώντας...».9 Βεβαίως ο έλεγχος των «πεπραγμένων» γινόταν άμεσα, αποτελεσματικά και μάλιστα με δυο τρόπους. Ο πρώτος είχε να κάμει με αυτό που λένε «επίδειξη» του σεντονιού, το οποίο περιχαρείς οι συγγενείς της νύφης παρουσίαζαν αρχικά στα πεθερικά και στη συνέχεια βάζανε σε δημόσια θέα. Ένας τρισάθλιος τυραννικός θεσμός ενός απάνθρωπου συστήματος, που φευ, διατηρήθηκε σχεδόν μέχρι και τα μέσα του 20ου αιώνα, ως ένας αποτελεσματικός παμπάλαιος κοινωνικός καταναγκασμός που ήθελε τη γυναίκα10 και μόνο αυτή αντικείμενο αχρησιμοποίητο11 Ο δεύτερος είχε να κάμει με την «αποτελεσματικότητα» των νέων κατά την πρώτη νύκτα του γάμου, αλλά και την επέμβαση της οικογένειας στη ζωή του ζευγαριού ή καλύτερα την πρώτη επίδειξη ισχύος της οικογένειας στο ζευγάρι. Έτσι είχαμε τον ωτακουστή της νυφικής παστάδος. Στο ερώτημα το πώς συνδυάζεται το στήσιμο του αυτιού και ιδιαίτερα την πρώτη νύκτα του γάμου, με το πρέπον ή απαραίτητο, αδυνατούμε ειλικρινά να απαντήσουμε. Απλά δυο- τρεις υποθέσεις θα κάνουμε και τούτες με πάσα 9

Κων/νος Νίγδελης, Καππαδοκία, δρώμενα γάμου, εκδ. Δήμου Συκεών, Θεσσαλονίκη 2008, σελ 55. Η θέση της ήταν απελπιστική σε κάθε αντίθετη περίπτωση…αν δηλαδή είχε κάμει το λάθος και είχε αποκτήσει την «εμπειρία» προ του γάμου. Βεβαίως σπάνια περίπτωση αλλά υπήρχε. Οι πληροφορητές μιλούν πως η νύφη «ξέβην όφκαιρη», «βγήκε άδεια», «κενή», «διακορευμένη»…κάποιοι άλλοι πως «τα κανδήλια δεν άναβαν καλά όταν η νύφη δεν ήταν παρθένος», πως το «κρίμα της μεταφερόταν σε όλα τα παιδιά της…». Βεβαίως αποτελούσε, σύμφωνα με τη μαρτυρία της γιαγιά Μαγδαληνής Χατζημπαλή, ο.π., «… έναν καλό λόγο στην περίπτωση αυτή να στείλει ο γαμπρός τη νύφη στη μάνα της με τα νυφικά της μάλιστα…». Σύμφωνα με τον Θανάση Κωστάκη, επίσης, πβλ Το Μιστί της Καππαδοκίας, Αθήνα 1977 τόμος Α σελ. 229 «…η θεραπεία του κακού γινόταν από τη συντέξα που μάζευε αίμα περιστεριού σ’ ένα μικρό μπουκάλι και την ώρα που με το δάκτυλό της έκαμε πως διακόρευε τη νύφη, άδειαζε στο ρούχο το μπουκαλάκι…». 11 Σε κάθε κοινότητα ή καλύτερα κάθε κοινότητα είχε τα δικά της. Έτσι τούτο το ευγενές καθήκον μπορούσε να ανατεθεί στον πατέρα της νύφης, για παράδειγμα, στα πεθερικά επίσης, στους κουμπάρους κλπ. Χαρακτηριστικός είναι ο Θανάσης Κωστάκης ερευνητής από το Μισθί. Γράφει λοιπόν στο εξαιρετικό πόνημά του το «Μισθί της Καππαδοκίας» ο.π. σελ. 229 «…Την Τρίτη το πρωί η συντέξα έπαιρνε το ρούχο με το λίγο αίμα από το κρεβάτι του ζευγαριού, το τύλιγε και πήγαινε να το δείξει στον πεθερό της νύφης με τη συνηθισμένη ευχή-φως σα μάτια σ’-. Ο πεθερός της έδιδε ένα μικρό δώρο κι αυτή πήγαινε στα πεθερικά του γαμπρού για να κάμει το ίδιο…». Στο Σεμένδερε, πάλι, σύμφωνα με τη μαρτυρία της Τελλόγλου Δέσποινας, Κ.Ι.Δ.Συκεών Φ.12, α.α. 33, το ιερό καθήκον πραγματοποιούσε ο παραστεκάμενος «…που μετέφερε σε δημόσια θέα το ματωμένο πουκάμισο μέχρι τα πεθερικά…και αφού η πεθερά πιστοποιούσε το γεγονός έπαιρνε το σχετικό δωράκι του. Για να επαναλάβει το ευχάριστο καθήκον και με τη μητέρα της νύφης, εννοείται φυσικά με τα αντίστοιχα τυχερά» . 10

15


επιφύλαξη. Επίσης, προς αποφυγή οποιουδήποτε λάθους, παραθέτουμε αυτούσιο το απόσπασμα, όπως το βρήκαμε καταγεγραμμένο σε σχετικό πόνημα. «…Επιστεύετο ακραδάντως υπό των προχωρημένης ηλικίας γυναικών, ουχί μόνον του χωρίου μου, αλλά και πολλών πόλεων, ότι έπρεπε κάποια ωτακούστρια να παρακολουθήση τας ομιλίας των νεόνυμφων κατά την πρώτην νύκταν της συζυγικής ζωής των, όταν το ζεύγος απεσύρετο εις τη συζυγικήν παστάδα. Και τούτο διότι εν αντιθέτω περιπτώσει εάν συνελάμβανεν η σύζυγος κατά την πρώτην νύκτα, θα ήτο δυνατόν να έλθη εις τον κόσμον τέκνον κωφόν “sagir”. Κατά συνέπειαν, ουχί δια ν’ ακούσουν τας ομιλίας των συζύγων, αλλά δια ν’ αποτρέψουν την γέννησιν αναπήρου τέκνου ωρίζετο η ωτακούστρια. Αι εις την δεισιδαιμονίαν αυτήν πιστεύουσαι γυναίκες ενόμιζον, ότι ο σκοπός των δεν ήτο να εισδύσουν εις τα άδυτα της νυφικής παστάδος, ούτε να παρακολουθήσουν τας λίαν φυσικάς ερωτικάς εκδηλώσεις των νεονύμφων. Ήτο αναγκαία, όπως εφρόνουν, η αδιακρισία αυτή δια το καλόν του ζεύγους. Αν τυχόν, έλεγον, εγεννάτο κωφή θυγάτηρ, μεγάλη συμφορά θα έπληττε το ανδρόγυνον. Κατά τον παρελθόντα αιώνα μία ή περισσότεραι γυναίκες εκ των οικείων του γαμβρού εξετέλουν το επιβεβλημένον θεωρούμενον αυτό καθήκον όλως αθορύβως. Αι ωτακούστριαι εφρόντιζον να είναι εχέμυθοι δι’ όσα ήκουον ή ενδεχομένως έβλεπον. Φρονώ δε ότι δεν ήκουον τίποτε σοβαρόν, διότι όλοι οι νεόνυμφοι, γνωρίζοντες ότι θα είχον την ωτακούστριάν των, ασφαλώς ελάμβανον τα ενδεδειγμένα προφυλακτικά μέτρα, ίνα μη ακούωνται αι συζητήσεις των. Άλλωστε παρέμενον προ της θύρας της νυφικής παστάδος δια να ακούουν μόνον και ουχί και να βλέπουν τα πραττόμενα...».12 Βεβαίως αδυνατούμε να εξηγήσουμε επαρκώς τούτο το έθιμο, τουλάχιστον με τη λογική του σήμερα. Να υποθέσουμε πως αποτελούσε μια κάποια προσπάθεια ελέγχου της ικανότητος του νέου; Ίσως. Ενδεχόμενα με αυτόν τον τρόπο η κοινότητα του τότε προσπαθούσε, έστω και λανθασμένα, να βοηθήσει στη διατήρησή της με κάθε τρόπο. Επίσης, δεν θα πρέπει να αποκλείσουμε και την παρέμβαση- καταλυτική παρουσία της οικογένειας στους νέους. Πάντως και σε κάθε περίπτωση αποτελούσε ένα ακόμα κομμάτι στους μηχανισμούς καταπίεσης των νέων και κύρια στη γυναίκα. Και μετά; Κάπου στην αρχή, λοιπόν, καταγράψαμε την ισχύουσα εν πολλοίς άποψη του τότε, της «κατάρας να είσαι γυναίκα»... Κάτι που ίσχυε κατά την άποψή μας σχεδόν παντού, αλλά εμάς μας ενδιαφέρει ο υπό έρευνα χώρος. Έτσι: Μέσα σε μια διαρκή απαγόρευση και κάτω από αυστηρότατους κανόνες μιας περίεργης ηθικής περνούσε τη ζωή της ως ισότιμο μέλος μιας οικογένειας, αλλά κυρίως ως παιδοποιητική μηχανή, χωρίς φυσικά κανένα έλεγχο επί των γεννήσεων ή οποιασδήποτε άλλης επιθυμίας της. «Διότι Θεός δίδει τα φσάχα και αυτός τα παίρνει...και οτιδήποτε άλλο είναι αμαρτία...»13. Που με άλλα λόγια απλά και χωρίς

12

Τσαλίκογλου Εμμανουήλ, «Λαογραφικά των Φλαβιανών Καισαρείας της Καππαδοκίας», Μικρασιατικά Χρονικά, τόμος ΙΕ (1972) σελ. 145 13 Μαρτυρία Τελλόγλου Δέσποινας ό.π. Σημείωση: Το ζήτημα της τεκνογονίας απασχολεί ίσαμε τα σήμερα την ελληνική κοινωνία. Από τη θεολογική σκοπιά θεωρείται αμαρτία η αποφυγή με επιχειρήματα του τύπου:

16


περιστροφές σήμαινε πως «κάθε επαφή» θα πρέπει να είχε ως σκοπό την τεκνοποίηση. Ειρήσθω δε εν παρόδω πώς και τούτες γίνονταν, θα αναλυθεί παρακάτω, με τον δέοντα τρόπο. Α, ναι, και το σπουδαιότερο. Η στειρότητα ήταν ό,τι το χειρότερο μπορούσε να συμβεί σε μια γυναίκα.14 Εννοείται πως υπήρχε μόνο η γυναικεία και ουδέποτε ανδρική.15 Έτσι, αν παρ’ ελπίδα κάποια γυναίκα δεν έκανε παιδιά, όχι μόνο δεν είχε καμιά υπόληψη στην κοινωνία του χωριού της, αλλά ούτε καν στην οικογένεια της. «Πίστευαν μάλιστα πως τούτο το κακό προερχόταν από τις αμαρτίες της γυναίκας ή κατάρες που της έδωκαν ξένα πρόσωπα όταν αδικήθηκαν από αυτή»,16 ή πως τη βάραινε κάποια κληρονομική αμαρτία για την οποία πλήρωνε τα επίχειρα όλη η οικογένεια. Δηλαδή, απλά και ωραία, πως ήταν το αποτέλεσμα μιας δίκαιης τιμωρίας της γυναίκας για τις αμαρτίες της, αλλά ενδεχόμενα, η πλέον επιεικής άποψη, πως ήταν το «δέσιμο» μιας κατάρας ξένων, άρα… Άρα έπρεπε να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα. «...Και πρώτα πρώτα επενέβαινε η εκκλησία δια του εκπροσώπου της. Πήγαιναν λοιπόν, τη στέρφα κυρά στης εκκλησιάς τα σκαλοπάτια και από εκεί με τα γόνατα σέρνονταν μπροστά στο ιερό, όπου ο παπάς έλεγε διάφορες ευχές για την εξιλέωσή της από τις αμαρτίες και συγχρόνως γινόταν έκκληση για τη βοήθεια της Παναγιάς να έρθει το καλό μαντάτο, που δεν ήτανε τίποτες άλλο παρά το γκάστρωμα».17 Βεβαίως, η αυτή διαδικασία ακολουθούνταν και στην περίπτωση της κληρονομικής αμαρτίας. Συνεχώς ταξίματα και προσευχές για εξιλέωση και ελευθέρωση του πεδίου για τεκνοποίηση.18 Όμως για τις κατάρες και το μάτιασμα πήγαιναν στον ειδικό. Αυτόν που ήξερε να λύνει τα μάγια, «γιατί άλλο πράγμα ο παπάς και άλλο η κυρά Σουλτάνα που ’λυνε το μάτιασμα αμέσως…».19 Θα μου πείτε...Μα καλά τέτοια αμάθεια; Αβίαστα θα σας έλεγα πως ναι και μάλιστα, πως υπήρξαν ευτράπελα που σημάδεψαν τον χώρο. Όπως αυτό που καταγράφεται παρακάτω ως εκπλήρωση του χρέους, «τάξιμο στον άγιο Γιώργη», το οποίο εναπόθετε η κυρά που έμενε έγκυος και γεννούσε με τη βοήθειά του μπροστά στην εικόνα του.

«έγκλημα», «κίνδυνος εξαφάνισης της φυλής», «φυλετική αυτοκτονία», «λιποταξία από τον ιερό αγώνα και τον σκοπό της δημιουργίας…», «ευτυχισμένη οικογένεια», «εμπιστοσύνη στη θεία Πρόνοια», «η γυνή σου ως άμπελος ευθυνούσα εν τοις κλίτεσι της οικίας σου. Οι υιοί σου ως νεόφυτα ελαιών κύκλω της τραπέζης σου», «οι πολύτεκνες μητέρες από απόψεως υγείας είναι κατά κανόνα υγιέστατες», «η πολυτεκνία υπήρξε πάντοτε όρος ευημερίας και προόδου»… 14 Κων/νος Νίγδελης, Καππαδοκία, γέννηση- βάπτιση, Θεσσαλονίκη, Κ.Ι.Δ.Συκεών 2009, σελ. 38 15 Την έλεγαν «άκληρη», αλλά και «μονόψυχη»… «στέρφα» αλλά και «μαρμάρα»…άκαρπο δεντρί αλλά και μουλάρι «γιατί το μουλάρ’ δεν γεννά». 16 Λάζαρος Ευπραξιάδης, Το Προκόπι της Καππαδοκίας, Θεσσαλονίκη, Αδελφότης Προκοπιαίων Μακεδονίας-Θράκης 1988, σελ. 274. 17 Κ.Ι.Δ.Συκεών Φ12., α.α., 25, μαρτυρία Δαμπρατζόγλου Ευδοξία (Ανταβάλ) 18 Μερικές από τις γνωστές συνήθειες- συνέπειες της ατεκνίας ήταν και οι: -Αποφυγή πρόσκλησης σε γάμο άτεκνης γυναίκας… -Ο δανεισμός ειδών φαγητού… 19 Μαρτυρία Ιωαννίδου Εδοξίας (Σκόπη), «Η έξοδος» τ.Β. Αθήνα, Κ.Μ.Σ. [2004] σελ. 107

17


Βεβαίως πρόκειται για υπερβολή, που όμως στο διάβα του χρόνου απέκτησε εθιμική ισχύ, ενώ δημιουργήθηκαν γύρω από αυτήν απειράριθμοι μύθοι, που κατέληγαν να θεωρούνται ως πραγματικά γεγονότα. «…Κρατεί η παράδοση πως κάποια έταξε στον Άγιο Γιώργη σουγγάτο για να τη βοηθήσει…Αφού λοιπόν γέννησε και σαράντωσε, έφτιαξε πλούσιο σουγγάτο και τον απόθεσε μπροστά στην εικόνα του αγίου. Κατά τύχη μπήκαν στην εκκλησιά δυο οδοιπόροι για να προσκυνήσουν. Πεινάγανε. Σαν είδαν το σουγγάτο λιγουρεύτηκαν. -Τι τον θέλει τον σουγγάτο ο Άι Γιώργης, ας τον φάμε κι ας αφήσουμε κάτι στο παγκάρι, είπαν. Τον φάγανε κι αφήκαν ένα τάλιρο(πέντε γρόσια). Μα η πόρτα, που είχε κλείσει στο μεταξύ, δεν άνοιγε. Διπλασίασαν το ποσό κι άνοιξε. Φεύγοντας ο ένας είπε. Ακριβά μας πούλησες άγιε Γιώργη μου το σουγγάτο…».20 Όμως υπήρξαν και οι «γνωρίζοντες» μα και οι υποψιασμένοι. Αυτοί ή αυτές, κυρίως, που κάτι είχαν ακούσει για τα αίτια. «Κάτι για σωληνάκια στο σώμα της γυναίκας που ’ταν βουλωμένα, κάτι για αδύνατη δύναμη από πλευράς του άνδρα και…και συνιστούσαν, κρυφά εννοείται και πολλές φορές με μισόλογα λόγω ντροπής, μεθόδους, βότανα, μαντζούνια… Άμεσα λοιπόν και κρυφά κατέφευγαν σε διάφορα μέσα για να βοηθήσουν. Η πλέον χαρακτηριστική βοήθεια που δίδονταν από τις ειδικές ήταν η βεντούζα. Ένα πήλινο ζεστό τσουκάλι που τοποθετούνταν ανάποδα στην κοιλιά της γυναίκας, προ της συνευρέσεως. Μέθοδος που στηριζότανε στη δια της θερμότητας διαστολή προφανώς των σαλπίγγων. Ή στάχτη ζεστή μέσα σε ύφασμα πάλι στο επίδικο σημείο, προ της πράξεως…. Αλλά και μαντζούνια, με τα πλέον κατάλληλα – αποτελεσματικά να περιέχουν «μέλι, βούτυρο, αμύγδαλα...»21 Τώρα, σε κάθε προσπάθεια περί θεώρησης των παραπάνω ως υπερβολικών, θα λέγαμε πως συνέβαινε μάλλον το αντίθετο22. Οι λέξεις «γυναικεία ικανοποίηση» ήταν περίπου άγνωστες ή σε κάθε περίπτωση λέγονταν κρυφά και πάντοτε υπό τον φόβο της αμαρτίας...Οι περισσότερες έβλεπαν ολόκληρο γυμνό αρσενικό κορμί μόνο αυτών των μικρών παιδιών τους, ενώ η ερωτική επαφή γίνονταν πάντοτε βράδυ με κλειστό το φως και με τη σχετική ενδυμασία. Υπήρχε πλήρης άγνοια και μεγάλη παραφιλολογία περί της συλλήψεως, την οποία πάντοτε φυσικά απέδιδαν στο θέλημα του Θεού, τα δε ωάρια και τα σπερματοζωάρια ήταν ακαταλαβίστικα και πάει λέγοντας.23 Φυσικά ήταν αδιανόητη η οποιαδήποτε αναφορά, έκφραση επιθυμίας, από πλευράς της γυναίκας εννοείται, για τις διάφορες μορφές ερωτικής επικοινωνίας, των θέλω ή ορισμένων πιστεύω. Είχε γαλουχηθεί στο διάβα του χρόνου να θεωρεί ιερό καθήκον της να ευχαριστεί τον άντρα της, να υποτάσσεται και να δέχεται

20

Γ. Μαυροχαλυβίδης, Η Αξός της Καππαδοκίας, Αθήνα 1990 τόμος Α, σελ. 261 Κ. Νίγδελης, στο ίδιο, σελ. 40 22 Στο κεφάλαιο «Γυναίκα και ιατρική» υπάρχει πλήρης αναφορά για τις περιπτώσεις στειρότητας και τους τρόπους αντιμετώπισής της… 23 Σημ:Κατά τη λαϊκή αντίληψη μόνο αν θέλει ο Θεός «πιάνεται» παιδί. Επίσης, η σπορά-παιδί, κατεβαίνει από τη μέση του πατέρα και αναπτύσσεται στο σώμα της μάνας. 21

18


πλήρως και αδιαμαρτύρητα τις όποιες του ορέξεις, όποιες και αν ήτανε αυτές. Διότι έτσι έπρεπε.24 Βεβαίως υπήρχε και η άλλη πλευρά, κρυφή μάλιστα και επτασφράγιστη, μιας και ερχόταν σε αντίθεση με την κυρίαρχη ιδεολογία, που ήτανε καλυμμένη με τον μανδύα της αμαρτίας. Η άλλη πλευρά, δηλαδή των ανθρώπων εκείνων που ανέστρεψαν ή προσπάθησαν τις κυρίαρχες απόψεις. Θέλησαν να βάλουν νέες αρχές και διαφορικές θεωρήσεις για τη ζωή, την καθημερινότητα, τη γυναίκα. Των ανθρώπων εκείνων που έτυχε να έρθουν σε επαφή μ’ ένα πρωτόγνωρο τρόπο ζωής. Αυτών των μεγαλουπόλεων. Ως εργάτες, μαθητές- σπουδαστές, ως ταξιδιώτες. Άρα ανθρώπων που κάτι ξέρανε και ενδεχόμενα είχανε γνωρίσει. Τον έρωτα, για παράδειγμα, των «πεταχτών» κυριών των μεγαλουπόλεων, των νέων τρόπων επαφής αρσενικών με το θηλυκό επίσης, της καθημερινότητας. Τα κατάφεραν; Φυσικά και όχι, τουλάχιστον στην αρχή. Διότι πώς να αλλάξεις βαθιά ριζωμένες αντιλήψεις, ιδέες και πρακτικές αιώνων; Αν και το κακό υπέβοσκε κρυφά. Διότι ναι μεν καλός είναι ο Θεός που έδιδε τα παιδιά, αλλά τα ευλογημένα κόστιζαν. Συνεπώς σε πλήρη διάταξη και εφαρμογή από τις ειδικές, τα στειροβότανα. Χόρτα και μέθοδοι, ως επί το πλείστον, που τα ανακάλυπταν μόνο αυτές ή τα προμηθεύονταν από τις μεγαλουπόλεις. Για την ιστορία, μάλιστα, να πούμε πως υπήρχαν και γνωστές μέθοδοι αντισύλληψης για την καταπολέμηση της πολυτεκνίας. Με την επισήμανση πως οι μαρτυρίες κυρίως, αλλά και οι βιβλιογραφικές καταγραφές, αναφέρουν το πρόβλημα της πολυτεκνίας και συγκαλυμμένα τις προσπάθειες ορισμένων για την αποφυγή της σύλληψης. Έτσι, για παράδειγμα, οι κολπικές πλύσεις με νερό, ξύδι και λεμόνι, μετά φυσικά την πράξη, ήταν «ένα κι ένα». Αλλά και το διάλυμα που περιείχε «λάδι ελιάς με πολτό ροδιού και λίγο εκχύλισμα καπνού», τοποθετούμενο στα επίδικα μέρη, προσέδιδε και αυτό την ανάλογη προστασία. Όπως επίσης και η σωματική άσκηση της γυναίκας, δηλαδή τα πηδήματα από το κρεβάτι στο πάτωμα ή από ύψους, μετά φυσικά την πράξη, ήταν και αυτά μια καλή μέθοδος. Τέλος, η έκτρωση αποτελούσε, αφενός αμαρτία, αλλά και αφετέρου μια διαδικασία επώδυνη και άκρως επικίνδυνη με τα μέσα και τις μεθόδους της εποχής. Παρόλα αυτά όμως, στις κακίες της, η γιαγιά του συντάκτη μνημόνευε μερικές «αφορισμένες που την κάνανε…».25

24 25

Κ.Ι.Δ. Συκεών, Φ. 12, α.α. 30, μαρτυρία Γεωργίου Καλλινικίδη (Ανταβάλ). Κων/νος Νίγδελης, ό.π., σελ. 42

19


Σχέσεις… γάμος και όλα τα συναφή…

Οι σχέσεις των δυο φύλων, φυσικά με την έννοια και τη γνώση του σήμερα, ήταν μάλλον αδιανόητες έως και άγνωστες. Και για να ακριβολογούμε ήταν περίπου ανύπαρκτες ακόμα και από την τότε υπάρχουσα φημολογία. Που και δαύτη ήθελε τους νέους σοβαρούς και αγνούς, να ζουν, να ανασάνουν και να δραστηριοποιούνται, σύμφωνα με τα ειωθότα και τους γενικούς κανόνες. Με της καρδιάς τα κτυπήματα επτασφράγιστα μυστικά, απόκρυφα ονείρατα, εκδηλούμενα παλαβά έως και παράξενα, με μισόλογα και μόνο στον χελεσέ των γυναικών.26 Διότι τα πρέπει και τα έτσι, το καθήκον και η αμαρτία, περιέβαλλαν πρώτιστα αυτές ακριβώς τις λεπτές στιγμές. Περιχαράκωναν τα μέρη και αλίμονο σε εκείνο ή σε εκείνη που θα αποτολμούσε να ξεφύγει από τα πρέποντα. Ιδιαίτερα μάλιστα μέχρι και τα μέσα 19ου αιώνα, γιατί μετά και στον 20ο τα πράγματα δειλά δειλά μα σταθερά άρχιζαν να λοξοδρομούν, σε τέτοιο σημείο, που η κυρίαρχη τάξη –ιδεολογία θορυβήθηκε και απεφάσισε να θέσει τους κανόνες και μάλιστα γραπτά. Για το τι δέον γενέσθαι σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας και ιδιαίτερα αυτούς που αφορούσαν τις σχέσεις των φύλων, ακόμα και μεμνηστευμένων. 26

Ελένη Βαρίκα, Η εξέγερση των κυριών, Αθήνα, (εκδ) Κατάρτι 1996, σελ. 63, «Η νεάνις δεν ενασμενίζει εις προκαταρτικάς ερωτικάς ασχολίας…Τους παλμούς της καρδίας της συγκρατεί δια το μέλλον…».

20


Σπεύδουμε μάλιστα να δηλώσουμε πως δεν υπερβάλουμε και πως τα σχετικά κείμενα παρατίθενται παρακάτω. Τώρα, στο καλόπιστο ερώτημα αν τα πράγματα ήταν πάντοτε έτσι ή και σε ποιο σημείο εφαρμόζονταν, απαντούμε ευθαρσώς πως δεν το γνωρίζουμε από πρώτο χέρι παρά από τα γραπτά των λογίων της εποχής, και τις σχετικές μαρτυρίες του τότε. Των ανθρώπων δηλαδή που ήταν σε θέση, εκεί και τότε, να γνωρίζουν ενδεχόμενα και εξ ιδίας πείρας. Γιατί, για παράδειγμα, όταν η γιαγιά Δευτερίνα μας έλεγε πως την ξεγέλασε ο πασά Κωνσταντής, ο συγχωρεμένος ο παππούς μου, μάλλον κάτι θα ήξερε παραπάνω και σίγουρα κάτι υπονοούσε. Γιατί βεβαίως η μάνα της, η γιαγιά η Άννα, την είχε σφικτά, αλλά να πάρει ευχή πού και πώς την ξεγέλασαν τα τσακίρικα μάτια του πασά Κωνσταντίνου, του αφέντη της, είναι άγνωστο. Εξάλλου, αυτό το δήλωνε ξεκάθαρα, στα υπόγεια της Μαλακοπιάς, πηγαίναν όλα τα κοριτσόπουλα, έτσι απλά για να δούνε και να θαυμάσουνε τα έργα των δικών τους, αλλά το ίδιο και τα αγόρια. Α, ναι…θυμάμαι πως και ο μπάρμπα Θεοφάνης από τα Σύλλατα, μας έλεγε, έτσι αναπολώντας τα παλιά, πως και στην εκκλησιά των αγίων Θεοδώρων πρωτοαντάμωσε τη Μαρίτσα του, που του άρεσε πολύ. Εκείνη ψηλά στον γυναικωνίτη27, όπως ήταν πρέπον για όλα τα θηλυκά και εκείνος κάτω στα μεσαία στασίδια να κοιτά ψηλά, τον τρούλο της εκκλησιάς. Αλλά να συναντά και τη ματιά της, εκείνη τη ματιά που τον σκλάβωσε και τον έκανε δικό της μετά και φυσικά αφού τηρήθηκαν τα δέοντα. Τότε, υπήρχαν τα πανηγύρια και οι χοροί, αισθητικοί φυσικά και ουδέποτε αισθησιακοί, που χορεύονταν, αυτό είναι αλήθεια, μόνο από ομάδες αρσενικών ή και θηλυκών και ουδέποτε ανάμεικτα, για τους γνωστούς λόγους28. Και εκεί φυσικά υπήρχε, ανέκαθεν από τα παλιά χρόνια, η πλέον δυνατή, αποτελεσματική συνομιλία μεταξύ των φύλων. Με τις κοφτερές ματιές σε πρώτο ρόλο, τις ανάλαφρες κινήσεις των άκρων, τα κουνήματα της κεφαλής, ήταν ένας μυστικός υπερβατικός διάλογος, έτσι απλά. Το αέναο παιχνίδι της χαράς, για να καταλήξει στην πραγματοποίηση της δημιουργίας, γιατί έτσι έπρεπε.29 Όμως… Όμως οι φύλακες καιροφυλακτούν, η μαμά, η γιαγιά, ο πατέρας, τα μεγαλύτερα αδέλφια, ο κοινωνικός περίγυρος, μα προ πάντων και πέρα από όλα η οργανωμένη κοινότητα. Που, φευ, μετά λύπης και στεναχώριας περισσής αντιλαμβάνεται πως κάτι δεν πάει καλά, πως το παιχνίδι χάνεται, πως τα πράγματα αλλάζουν, πως 27

Μαρτυρία Γεωργίου Καλλινικίδη, ό.π., «…όλα τα θηλυκά, καθώς ήταν πρέπον, εξόν από τις γκαστρωμένες και τις γριές πάντοτε προσεύχονταν και εκκλησιάζονταν στο γυναικωνίτη, εφόσον υπήρχε φυσικά. Σε κάθε διαφορετική περίπτωση πήγαιναν αριστερά. Στο κέντρο περίπου οι γριές, αριστερά τους οι παντρεμένες και στη μέσα πλευρά και προς τον τοίχο οι κοπελιές. Το κακό άρχισε μετά που όλα γίνανε ένα πράγμα, αχταρμάς…». 28 Σημ: Μόνο ο τρελός του χωριού ή και κάποιος υπέργηρος παππούς έμπαινε στον κύκλο των γυναικών…ο παπάς ή ο πρόεδρος της δημογεροντίας. 29 Ελένη Τζούτζια, Μαλακοπής της Καππαδοκίας μέσα από πηγές, έγγραφα, μαρτυρίες, Θεσσαλονίκη, (εκδ.) Ναυς 2008, σελ. 72, «…εις τους δημόσιους χορούς αποτελούμενους εκ νέων γυναικών και νεανίδων παρίσταντο και πλείσται ενήλικες γυναίκες και άνδρες ιδία οι νέοι καθήμενοι πέριξ και θεώμενοι την παράταξιν, τους ελιγμούς των χορών και το λαμπρόν και πολυποίκιλον των ενδυμασιών θέαμα…Τότε δε συνήθως οι ενδιαφερόμενοι εξήταζον μετά προσοχής την καλλονήν, το παράστημα και τα λοιπά των νεανίδων προσόντα, τας οποίας τυχόν προώριζον δια τους υιούς, αδελφούς ή συγγενείς των…».

21


τίποτε πια δεν θυμίζει το χτες και…και ας όψονται αυτοί οι αφορισμένοι με τα πλούτη τους και ο σατανάς που μπήκε μέσα τους εκεί στης ξενιτιάς τα μέρη και οι νεωτερισμοί τους που θα καταστρέψουν την κοινωνία. Αλλά τι θα περίμενε κανείς, όταν δεν είχαν μαζί τους τον Θεό! Να τα αποτελέσματα. Και να οι παραινέσεις, οι συμβουλές μετά και λίγο αργότερα οι απαγορεύσεις και μάλιστα γραπτές. Διότι το κακό περίσσεψε και έτσι έπρεπε να γίνει. Τώρα, στο σημείο αυτό να υπενθυμίσουμε πως σχεδόν κάθε κοινότητα της Καππαδοκικής γης δημιούργησε το δικό της νομοθετικό πλαίσιο. Κανονισμοί που λίγο πολύ περιείχαν τις ίδιες διατάξεις ή καλύτερα που κινούνταν στο αυτό πνεύμα, αντιμετώπιζαν με αποφασιστικό τρόπο όλες τις εκφάνσεις της ζωής των κατοίκων: από τη γέννηση ίσαμε το θάνατο, από τη βάπτιση μέχρι και το γάμο, τις εκλογικές διαδικασίες, αλλά και τις κοινωνικές συμπεριφορές και ιδιαίτερα των νέων ανθρώπων, τους κανόνες εκείνους, δηλαδή, με βάση τους οποίους θα έπρεπε να υφίστανται και να προσαρμόζονται οι συμπεριφορές των κατοίκων της. 1 Κανονισμός περί ηθών και εθίμων της κοινότητος Συλλάτων30 Ένα από τα πλέον πολύτιμα, αλλά και χαρακτηριστικότερα γραπτά κείμενα που διασώθηκαν από τη λαίλαπα του ’22, είναι και αυτό του κανονισμού της σχολικής εφορείας της κοινότητος Ζήλλης (Συλλάτων) «περί των ηθών και εθίμων» που συντάχθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου του έτους 1897. Ίσως, γιατί, είναι από τα μόνα που με βάση μια κάποια λογική, κωδικοποιεί, επιτάσσει και επιβάλλει δημόσια, δεσμευτικά και με την απειλή φοβερών συνεπειών, μια ή συγκεκριμένες πρακτικές συμπεριφορές για θέματα καθαρά προσωπικά. Απειλών, «Δαμόκλειος σπάθη», όπως του αφορισμού, της κατάρας, των χρηματικών ποινών και της διαπόμπευσης. Ενός κανονισμού που δεν επιβάλλει το τι δέον γενέσθαι, αλλά το τι δέον αποφεύγειν, και μόνο, κανείς σε θέματα όπως των σχέσεων, του αρραβώνος, του γάμου, της βάπτισης. Η λογική του είναι η γνωστή, η επικρατούσα σε όλη την Καππαδοκία…ένα παράξενο μείγμα ανάμεσα στον θρησκευτικό πουριτανισμό των δυο μεγάλων θρησκειών, αλλά ταυτόχρονα του εκσυγχρονισμού, που δειλά δειλά έκαμε την εμφάνισή του καθώς και της αστικής νοοτροπίας που ασπάζονταν οι ενήλικες άνδρες, που για λόγους οικονομικούς πορεύονταν στις μεγαλουπόλεις. Προ, λοιπόν, του μεγάλου και επαπειλούμενου κινδύνου του αφανισμού, του μαγαρίσματος της ράτσας και της εξουδετέρωσης της κυρίαρχης ιδεολογίας, αποφασίσθηκε τούτος ο κανονισμός ο οποίος επιτάσσει τα παρακάτω. «Κανονισμός συνταχθείς παρά της αυτόθι Σχολικής Εφορίας, περί των ηθών και εθίμων της εν επαρχία Ικονίου χώρας ημών Ζήλλης τω 1897 τη 10η Σεπτεμβρίου. Επειδή παλαιόθεν ευλογία Χριστού επικρατούν τε και γίνονται απρεπή και πολυδάπανα τινα ήθη εν τη χώρα ημών, εν διαφόροις περιστάσεσιν, ήτοι εν 30

Κ. Νίγδελης –Γ. Σταματιάδης, Σύλλατα της Καππαδοκίας, Θεσσαλονίκη, (εκδ) Πολιτιστικού Συλλόγου Ν. Συλλάτων 2008, σελ. 141

22


γάμοις και ονομασία και άλλοις τοιούτοις καιροίς ους θέλομεν αναφέρει κατωτέρω υμάς ουν οι Σ. Έφοροι ψηφισθέντες και συστηθέντες κατά τον κανονισμόν της χώρας μας, με μιαν και την αυτήν γνώμην και απόφασιν όλων Των ενθάδε ευρισκομένων πατριωτών και δια μέσου αυτού του Αρχιερέως ημών ούτος παρών ως επιστάτης και διοικητής της πατρίδος μας και βλέποντας την εποχήν και τον δυσχερή τούτον καιρόν, καθ’ ον ευρισκόμεθα, και λυπηθέντες τους συγκατοίκους μας και μάλλον τους πτωχούς μας αδελφούς χριστιανούς, εσπεύσαμεν όπως μετά φιλοπατριωτικής μερίμνης, σε όφελος και το συμφέρον και προς καλλωπισμόν και ευπρέπεια της πατρίδος μας απαλλάξωμεν και ελαφρόσωμεν αυτήν τε και αυτούς τους ιδίους συμπατριώτας μας από τον ζυγόν και το βάρος των τοιούτων απρεπών και πολυδαπάνων θυσιών, ΕΠΕΚΥΡΩΣΑΜΕΝ Δια μέσου κατάρας και αφορισμού31 παρά της Σεβασμιότητας ημών και εθέσαμεν μεγίστην τιμωρίαν τε και παιδείαν εις τους μη φυλάξαντας τα παρά της Εφορίας κατωτέρω απαγορευθέντα ενάρθρως ήθη τε και έθιμα, διότι όστις παραβεί εκ των απαγορευθέντων τούτων άρθρων αφ’ ενός μεν θέλει μείνει υπό κατάρας και αφορισμού, αφ’ ετέρου δε θέλει υποστεί μεγάλην χρηματικήν ποινήν εν τη ιερά ημών σχολή οιοσδήποτε, έστω είτε πλούσιος, είτε πένης είτε μικρός, είτε μέγας και εν γένει άπαντες κοινώς. Ιδού λοιπόν τα απαγορευθέντα άρθρα32.

31

Οι κατάρες και ο αφορισμός ήταν τα πλέον αποτελεσματικά όπλα για την καθυποταγή των μαζών. Καταγράφουμε μόνο αυτά που αναφέρονται στο αντικείμενο της μελέτης μας διατηρώντας την ορθογραφία…. 32

23


Περί αρραβώνος Άρθρον γ Ουδείς εχέτω το δικαίωμα εις τον βαθμόν ούτε εις το θάρρος του, να προσκαλέσει την Μελλονύμφην εις τη οικίαν του, είτε τον αγρόν του, ούτε τα λεγόμενα φιλήματα να υπάρξωσι, ούτε δώρα «παχσίσια» εις λαμπράς ημέρας, ούτε κεριά, ούτε αυγά, ούτε αγιοβασιλιάτικα να υπάρξωσι και εκ των δυο μερών μέχρι προ 15 ημερών της ενάρξεως του γάμου. Άρθρον ε Ουδείς εκ των συγγενών και γειτόνων έχει δικαίωμα προ 15 ημερών του Γάμου να προσκαλέσει την Μελλονύμφην εις την οικίαν του και να την συμποσιάσει, ούτε να την στείλει σπίτι «πογτζάδες» και άλλα παρόμοια. Άρθρον ΙΒ Όταν προσκαλεσθεί ο γαμβρός από τον πενθερόν του ή πενθεράν του, να υπάγη μόνον το σπιτικόν του γαμβρού και το του κουμπάρου και όχι άλλος τις, το δε εσπέρας απαγορεύεται το να μείνη ο γαμβρός εις την οικίαν του πενθερού του. Βεβαίως και προκαλούν, σήμερα τουλάχιστον, τη θυμηδία οι ανωτέρω διατάξεις του κώδικα ο οποίος, ειρήσθω εν παρόδω, οπλίστηκε για την πλήρη εφαρμογή του από τους κατοίκους όχι μόνο με ανθρώπινες απαγορεύσεις και πρέπει αλλά και υπερφυσικές του τύπου αφορισμός… Πάντως και σε κάθε περίπτωση μάλλον κάτι θα γνώριζε η σοφή δημογεροντία και το ιερατείο της κοινότητος για να επιβάλλει τέτοιες απαγορεύσεις, διότι άλλως δεν εξηγούνται. Βεβαίως στην εύλογη δημιουργούμενη απορία, περί του αν τηρούνταν τούτος ο κανονισμός, η απάντηση δίδεται από τους πληροφορητές μας. Οι οποίοι ισχυρίζονται πως σε απειροελάχιστες και μόνο περιπτώσεις είχαν εφαρμογή τούτες οι απαγορεύσεις και πάντως μόνον όσες αφορούσαν τα περί ηθικής. Όλες οι άλλες διατάξεις, οι όροι και οι απαγορεύσεις για τα γλέντια, τα καμώματα, τις συνεστιάσεις, τις ονομαστικές εορτές κλπ παρέμειναν ανενεργείς, μιας και το εθιμικό δίκαιο αποδείχθηκε ισχυρότερο από οποιαδήποτε επιταγήεπιβολή, έστω και υπό τον κίνδυνο αφορισμού και κατάρας. 2-Κανονισμός της Κοινότητος Μαλακοπής Σε ανάλογο ύφος και πνεύμα κινούνται και οι διατάξεις του αναθεωρημένου σχετικού κανονισμού της κοινότητος της Μαλακοπής του έτους 1914,όπου μεταξύ των πολλών διατάξεων υπάρχουν και μερικές που αφορούν τη μελέτη μας.33 Έχουμε λοιπόν: «Άρθρον 182 Εν εθιμοτυπίαις οίον επισκέψεων, γάμων, βαπτίσεων, και λοιπών, καθήκον παντός πολίτου είνε να επιδιώκη το σεμνόν, και απέριττον, δι ο και υποχρεούνται πάντες να συμμορφώνονται προς τας περί τούτων εκάστοτε διατάξεις της Εφοροδημογεροντίας. Επί πάσι δε απαγορεύονται διαρρήδην: 33

Ο κανονισμός της κοινότητος της Μαλακοπής έχει 184 άρθρα τα περισσότερα των οποίων πάνω από τρεις έως και πέντε παραγράφους…

24


Παρ.2-Τα μετά ή άνευ τυμπάνων εν ταις οδοίς άσματα των γυναικών. Παρ.9-Τα χρυσά ή αργυρά κοσμήματα είτε επί του στήθους είτε επί της κόμης εις τας γυναίκας και τα κοράσια απαγορεύονται, επιτρεπομένου μόνον ενός επί του στήθους. Παρ.13.Εν ταις ονομαστικαις εορταίς αι επισκέψεις εις τας οικίας όπου δεν υπάρχουσιν άνδρες απαγορεύονται, έχουν το ελεύθερον μόνον οι μέχρι τρίτου βαθμού συγγενείς. Παρ.15- Απαγορεύονται οι ανά τας πλατείας δημόσιοι χοροί των γυναικών, επιτρεπόμενοι μόνον εν ταις αυλαίς των εκκλησιών».34 Επίσης συμπερασματικά και για την ιστορία Μιλώντας περί σχέσεων, κατά τη διάρκεια του αρραβώνα μεταξύ των νέων, μάλλον θα πρέπει να είμαστε υπερβολικοί έως και φαντασιόπληκτοι, μιας και οι μοναδικές επαφές που μπορούσαν να έχουν τότε, ήταν αυτές των ματιών τους. Και πάντοτε φυσικά υπό την υψηλή επιστασία των πάντων, πατρός τε και μητρός τε, αδελφών και συγγενών μέχρι και δεκάτης τετάρτης γενεάς. Αλλά…αλλά πολλές φορές και ενδεχόμενα, στηριγμένο στην καπατσοσύνη του νέου ή της νέας και στο στραβοκοίταγμα, υπήρχε κανένα κρυφό χάδι και εκείνο στιγμιαίο, στην παλάμη.35 Βεβαίως ο νέος ή και η νέα κατά μόνας απολάμβαναν πολλών καλών. Ο γαμπρός θεωρούνταν το «παιδί», η νέα «θυγατέρα μ’», το σπίτι των πεθερικών ήταν και δικό του, ο ίδιος αποκαλούσε «μαμά» και «βαβά» τα πεθερικά του κλπ… Ενδεικτική και πάντως αρκούντως περιγραφική των ιδιαιτέρων επαφών είναι η σχετική αναφορά που βρίσκουμε στο περιοδικό «Ξενοφάνης» του 1896 την οποία φυσικά παραθέτουμε αυτούσια. «Ο νέος μέχρι της στέψεως επισκέπτεται πολλάκις τον οίκον της νέας, είπον δε τον οίκον, διότι η νέα ποτέ δεν τολμά ελευθέρως να ομιλή τω μνηστήρι, ουδέ καν να ίδη αυτόν, αλλά φεύγει και κρύπτεται και ο νέος φοβούμενος ένθεν μεν τον πενθερόν, όστις δύναται να επιτιμήση αυτώ ελευθέρως δια την τόλμην αυτού, ένθεν δε τους γείτονας, οίτινες και αυτοί ουκ ολίγον βασανίζουσι αυτόν χαριεντιζόμενοι και απειλούντες ότι ή θα ανακοινώσωσιν εις τον κόσμον την θρασύτητα ταύτην, αν μη τάξη τι εις αυτούς, ή επί το αστειότερον, θα δέσωσιν όπισθεν μέγα σανίδιον, όπερ συρόμενον και κροτούν θα δηλώση τη γειτονία την τόλμην αυτού ταύτην, φοβούμενος λοιπόν ταύτα αρκείται να προβάλη την κεφαλήν αυτού άνωθεν της στέγης παραθύρου ίνα ίδη την μνηστήν, ει δύναται, ή να υπεισέλθη δια ημιανοιχτής θύρας, ει εισχωρεί έως εκεί, ομιλήσας δε ολίγον εις την πενθερά υπεξέρχεται ακροποδίζων πάλιν, ώστε σπανίως βλέπονται οι νέοι και τούτο μακρόθεν και τυχαίως». Είναι γνωστές, επίσης, οι σχετικές επιστολές του πατρός Παϊσίου, επισκόπου της περιοχής, προς τους υφισταμένους του ιερείς. Δια των οποίων επισημαίνονται και καυτηριάζονται οι σχετικές παραβιάσεις των κανόνων της εκκλησίας, ιδιαίτερα

34

Ελένη Τζούτζια, ό.π., σελ. 220. Κ.Ι.Δ.Συκεών, Φ.12, α.α. 1, μαρτυρία Ελευθερίας Μαυρογενίδου, ( Μαλακοπή). Πβλ και Κων/νου Νίγδελη, Καππαδοκία δρώμενα γάμου. 35

25


μάλιστα αυτών που είχαν σχέση με τους βαθμούς συγγένειας, αλλά και της τυπικήςνόμιμης διαδικασίας του αρραβώνα.36 Έτσι απλά λοιπόν παραθέτουμε σχετικά αποσπάσματα με την υπόδειξη πως πρόκειται για μια άλλη εποχή και για άλλους τόπους. «Προς όλους τους ευσεβείς Ιερείς, Πνευματικούς και Εξάρχους της Επαρχίας μας και φιλόπονους Επιτρόπους των Αγίων Εκκλησιών Μολονότι σας έχουμε παραγγείλει επανειλημμένα και στη γλώσσα μας σχετικά με τον κανονισμό τέλεσης του αρραβώνα …πληροφορηθήκαμε τις ημέρες αυτές ότι σε κάποια μέρη οι ιερείς και οι πνευματικοί, είτε από έλλειψη νοημοσύνης είτε, ας πούμε, από έλλειψη ευλάβειας είτε ακόμα από ραθυμία, δεν έδωσαν την απαιτούμενη προσοχή…έδειξαν μεγάλη αδιαφορία με συνέπεια να προκαλούνται ζημιές… Κάθε ιερέας οφείλει να προσέχει, να επαγρυπνεί και να ελέγχει από καιρό σε καιρό τα ανύπαντρα αγόρια και κορίτσια κάθε σπιτιού της ενορίας του. Σε περίπτωση που το αγόρι ή το κορίτσι ενός ενορίτη πρόκειται να αρραβωνιαστεί, πρέπει να ενημερωθεί πρώτα ο ίδιος και να εξακριβώσει την ηλικία του νέου ή της νέας…έπειτα να εξετάσει την τυχόν συγγένεια τόσο από την πλευρά του βαπτίσματος όσο από τη πλευρά αίματος και αγχιστείας. Αν βρεθεί περίπλοκη οφείλει είτε με γράμμα του σε μας είτε σε άμεση συνεννόηση μαζί μας ή με τους αντιπροσώπους μας να ζητήσει τι ακριβώς ορίζει ο νόμος… Αν η νέα είναι δώδεκα ετών και ο νέος δεκαπέντε και θέλουν με ευχαρίστησή τους τον αρραβώνα, τότε καταχωρείται στον Κώδικα ότι την τάδε ημερομηνία ο γιος του τάδε αρραβωνιάστηκε την κόρη του δείνα… Όσοι αρραβώνες πραγματοποιήθηκαν χωρίς να τηρηθούν οι διατάξεις που αναφέραμε, έγιναν πρόξενοι πολλών αμαρτιών, φιλονικιών ανάμεσα στους χριστιανούς μας και κομματισμού. Τα πράγματα σας είναι γνωστά… Μερικοί που πήραν και έδωσαν την υπόσχεση του αρραβώνα χωρίς να εξετάσουν την νομιμότητά του, αποδείχτηκαν κατόπιν ότι ήταν παράνομοι με αποτέλεσμα να γεννηθούν διχόνοιες. Άλλοι πάλι που αρραβωνιάστηκαν χωρίς μάρτυρες, αλλά μόνο με τη μεσολάβηση γυναικών, βρέθηκαν μπροστά στο φαινόμενο να ισχυρίζεται η μια πλευρά πως ο αρραβώνας έγινε δίχως την συγκατάθεσή της για να ζητήσουν τη διάλυσή του. Συνέπεια η αμαρτία… Ο Καισαρείας Παϊσιος, θερμός εν Θεώ Ευχέτης σας 1839 Ιανουάριος 27».

36

Φ. Αποστολόπουλος, «Τρία έγγραφα του Κώδικα Ταβλουσούν της Καππαδοκίας: 1.Αυτοκρατορικό Βεράτι και 2 Επιστολές του Παϊσίου, Μητροπολίτου Καισαρείας», Δελτίο Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, τόμος 1ος [ 1977 σ. 217-239] σελ. 221

26


Γυναίκα και… Υγιεινή

Ο συγχωρεμένος ο παππούς μου, λέγανε, πως ήτανε άριστος γιατρός. Το πού σπούδασε δεν το γνωρίζω. Ξέρω όμως και το δηλώνω μετά περισσής υπερηφανείας πως ήταν πολύ καλός ορθοπεδικός, αλλά και σωστός μαιευτήρας. Πολλές φορές και όταν το απαιτούσε το καθήκον, θεράπευε και τα λοιπά ζωντανά του θεούλη, όπως τις γελάδες, τα μοσχάρια και τα γαϊδούρια. Και επειδή είχε πολλά παιδιά να θρέψει ασκούσε και το επικερδέστατο επάγγελμα του μπαρμπέρη. Εξυπακούεται πως το επάγγελμα του ιατρού για το γυναικείο φύλο ήταν παντελώς άγνωστο. Στην πολύ καλή μάλιστα μελέτη της Μαρίας Ασβέστη,37 η οποία αναφέρεται στις επαγγελματικές ασχολίες των κατοίκων της Καππαδοκίας, ψάχνοντας τις σελίδες του πονήματος, μετά βίας μπορεί κανείς να βρει ελάχιστους γιατρούς, χωρίς φυσικά να γίνεται λόγος, αν πρόκειται για επιστήμονες ή πρακτικούς, και αρκετές μαίες. Έτσι απλά, σε μια τεράστια περιοχή με χιλιάδες χριστιανών Ελλήνων. Τώρα, οι σχετικές αναφορές μας περί της ιατρικής έχουν να κάμουν με αυτό που λέγεται υγιεινή και των συνεπειών της, μιας και αυτή η διαδικασία είναι ανάλογη με την υπάρχουσα ιατρική και των επιταγών της. Και εξηγούμαστε άμεσα. Οι κανόνες της ιατρικής και της υγιεινής, ταυτόχρονα, καθορίζονται σίγουρα και αποτελεσματικά από την ιατρική επιστήμη και τους εκπροσώπους της. Σε μέρη όπου το είδος αυτό σπανίζει, είναι περίπου σίγουρο πως ταυτόχρονα σπανίζει και αυτή ή καλύτερα υπάρχει έλλειψη. Οι επιταγές της δίδονται από αναρμόδιους και πρακτικούς, οι οποίοι τις απειροελάχιστες γνώσεις τους τις εμπλουτίζουν με φαντασιώσεις και διάφορα άλλα μυθεύματα, για να προκαλέσουν προφανώς τη θετική έκπληξη και τον θαυμασμό. Παρακάτω μεταφέρουμε τις διάφορες συμβουλές που προτάθηκαν κατά καιρούς, έτσι απλά, οι περισσότερες των οποίων σήμερα προκαλούν τη θυμηδία, παρμένες από έντυπα εποχής και σχετικές αναφορές των τοπικών λογίων…και απευθυνόμενες προς το ασθενές φύλο. Έχουμε λοιπόν και λέμε: 1. Θεμέλιον της υγείας, όπως και βάσις της ευπρέπειας και της καλλονής, είναι η καθαριότης. 37

Μ. Ασβέστη, Επαγγελματικές ασχολίες των Ελλήνων της Καππαδοκίας, Αθήνα, (εκδ) Επικαιρότητα, 1980.

27


2. Σώμα το οποίον διατηρείται καθαρόν, αναπνέει καθαρόν αέρα, 3. δυσκολώτατα προσβάλλεται από ασθενείας. 4. Εν λουτρόν χλιαρόν καθαριότητος είνε απαραίτητον τουλάχιστον κάθε εβδομάδα. Παρατήρηση Βεβαίως οι λόγιοι γράφανε αλλά «για λουτρό καθαριότητας δεν μπορεί να γίνει λόγος, γιατί ήταν άγνωστο. Το πρωϊνό πλύσιμο του σώματος τον χειμώνα γινόταν αρκετά πρόχειρα, γιατί το νερό ήταν κρύο. Πλένονταν στα λατσά, στις σκαλιστές πέτρες, που είχαν κοντά στα πηγάδια τους κι απ’ όπου έπιναν νερό και τα ζώα…»38 5. Τα μαλλιά πρέπει να λούωνται άπαξ της εβδομάδος. Παρατήρηση Κάποιοι άλλοι διατείνονταν πως το κεφάλι και τα μαλλιά δεν θα έπρεπε να λούζονται σε εβδομαδιαία βάση αλλά μια φορά στις δεκαπέντε μέρες.39«Ο γυναικόκοσμος, κοπέλες, νύφες, γυναίκες που τρέφανε μακριά μαλλιά, μια φορά κάθε δεκαπέντε μέρες λούζανε το κεφάλι τους και πλέκανε τα μαλλιά τους. Ζεσταίνανε νερό στο τουντούρ, το χύνανε σε πήλινη λεκάνη, λουσίματ’ καρχέν γονάτιζαν μπροστά και σαπούνιζαν τα μαλλιά τους. Στα παλαιότερα χρόνια που το σαπούνι ήταν λιγοστό, αντί σαπούνι μεταχειρίζονταν ένα είδος χρωματιστού αργίλου, που το λέγανε κιλ….». Συνήθεια με την οποία μάλλον συμφωνεί και ο ερευνητής Θανάσης Κωστάκης, ο οποίος γράφει μεταξύ άλλων: «…Έπλεναν βέβαια μερικές γυναίκες και κορίτσια τα μαλλιά τους κάθε δεκαπέντε μέρες με ζεστό νερό και σαπούνι, αλλά αυτές ήταν ελάχιστες. Οι περισσότερες ούτε τον καιρό ούτε τα μέσα είχαν γι’ αυτού του βαθμού καθαριότητα…»40 Πάντως και σε κάθε περίπτωση τούτες οι πρακτικές περί καθαριότητος της κεφαλής ίσχυαν, σε ορισμένες περιοχές, ακόμα και μέχρι τη δεκαετία του 1950. Για παράδειγμα, διαβάζουμε πως «…περιττό να προστεθή ότι και το συχνό πλύσιμο των μαλλιών είναι αναγκαίο. Το αργότερο κάθε δεκαπέντε μέρες πρέπει να γίνεται το λούσιμο…Για την καθημερινή καθαριότητα των μαλλιών χρήσιμη είναι μια σκληρή βούρτσα που μ’ αυτήν θα βουρτσίζωμε σε κάθε κτένισμα. Έτσι τα απαλλάσσομε από τη σκόνη και εν μέρει από την πιτυρίδα». 41 6. Οι πόδες να πλύνωνται κάθε ημέραν μεν το θέρος, δις δε της εβδομάδος τον χειμώνα. 7. Αλλάσσετε συχνάκις εσωτερικά ενδύματα. 8. Φανέλλαν κατάσαρκα δύνασθε να φορήτε αν ιδρώνητε πολύ και πρέπει να φορήτε αν κρυολογήτε ευκόλως και συχνά και αν επάθετε προηγουμένως βρογχικά και πνευμονικά νοσήματα και ρευματισμούς.

38

Θανάση Κωστάκη, ό.π. σελ. 119 Γ. Μαυροχαλυβίδης, ό.π. σελ. 264 40 Θανάσης Κωστάκης, ό.π., σελ. 149 41 Μαστρογιαννοπούλου Σταματία, Η γυναίκα στο βασίλειό της, Αθήνα, (έκδ.) Αδελφότητος Ευσέβεια 1955, σελ. 141. 39

28


9. Ο στηθόδεσμος, εάν δεν είνε δυνατόν να λείψη, ας είναι τουλάχιστον υγιεινός, δηλαδή ευθυτενής έμπροσθεν, ώστε να μην πιέζη τον στόμαχον και τα σπλάχνα, αλλά να στηρίζη όλην του την ελαφράν πίεσιν επί των ισχίων όπισθεν και πλαγίως.42 Βεβαίως λίγο πολύ σε όλους και σε όλες μιας κάποιας ηλικίας τούτες ή σχεδόν παρόμοιες εικόνες είναι γνωστές, έστω και στα μέσα του 20ου αιώνα ή και λίγο πριν το τέλος του. Η Σαββατιάτικη διαδικασία δηλαδή, όπου η μητέρα μαζί με την πεθερά έβραζε το νερό, τοποθετούσε τη σκάφη στο «κενέφ» ή στη σάλα και ο καθείς με τη σειρά του. Με πράσινο σαπούνι παρακαλώ και μπόλικο τρίψιμο για να βγουν οι βρώμες. Επίσης υπήρχαν απειροελάχιστες αποκλίσεις από τα τότε και μόνο στη διαδικασία των παρεπομένων. Για παράδειγμα, το λεμόνι το ξέρουμε ως τρόφιμο απαραίτητο σε φαγητά, τουρσιά κλπ. Όμως, εκεί και τότε, με λίγο γάλα μπορούσε να καθαρίσει κάθε μελανιά του σώματος. Το ίδιο προϊόν, επίσης, με λίγο ξύδι μπορούσε να σταματήσει τα ξηροσχάσματα του σώματος, αλλά και για κολπικές πλύσεις με νερό, μετά φυσικά την πράξη, ήταν «ένα κι ένα» για να μην γκαστρωθεί η κυρά. Αλλά και το διάλυμα που περιείχε «λάδι ελιάς με πολτό ροδιού και λίγο εκχύλισμα καπνού», τοποθετούμενο στα επίδικα μέρη, προσέδιδε και αυτό την ανάλογη προστασία. 42

Στηθόδεσμος. Αποτελεί, σίγουρα, ένα από τα πλέον απαραίτητα «εφόδια» μιας γυναίκας, με πλήθος χρωμάτων, σχημάτων, μεγεθών και κατασκευής. Από την «ανακάλυψή» του και στο διάβα του χρόνου χαρακτηρίσθηκε άλλοτε σεμνός, πολλές φορές προκλητικός, πάντοτε απαραίτητος και ελάχιστες φορές επιβλαβής, άποψη που ορισμένοι εξακολουθούν να υποστηρίζουν και σήμερα, για το πλέον ευαίσθητο γυναικείο όργανο. Το αξεσουάρ αυτό με τη σημερινή μορφή του υλοποιήθηκε για πρώτη φορά από την αμερικανίδα Mary Phelps Jacob το 1913 και προέκυψε από την αγωνιώδη προσπάθεια της εν λόγω κυρίας για εναλλακτικό ένδυμα του ενοχλητικού, από κάθε άποψη, κορσέ που τότε φορούσαν απαραίτητα όλες οι γυναίκες. Η εφευρετική αμερικανίδα θέλοντας λοιπόν να δώσει ένα τέλος στο βάσανο της, χρησιμοποίησε δυο μεταξωτά μαντήλια και μια φαρδιά κορδέλα. Στην πραγματικότητα επρόκειτο περί ενός απαλού, πρόχειρα κατασκευασμένου, εσώρουχου, που διαχώριζε το γυναικείο στήθος ομοιόμορφα δίχως να προκαλεί τις γνωστές παρενέργειες, δηλαδή πόνους και δυσφορία. Η «εφεύρεσή» της είχε τόση μεγάλη απήχηση ώστε σε σύντομο χρονικό διάστημα έγινε μόδα και στις 3/11/1914 πατέντα, με την περαιτέρω εξέλιξή της σε εργοστάσιο με στόχο τη μαζική της παραγωγή πράγμα που επέτυχαν λίγο αργότερα οι αδελφοί Warner. Επιχειρηματίες οι οποίοι διατηρούσαν εταιρία κατασκευή κορσέδων. Ο κορσές, πάλι, ή το «βάσανο» ή «το φάσκιωμα», ήταν «εφεύρημα» της Catherine de Medicis, ου συζύγου του βασιλιά της Γαλλίας Ερρίκου του 2 . Με σχετική δικαστική απόφαση του 1550 η εν λόγω κυρία είχε απαγορεύσει στις εύσωμες γυναίκες της εποχής της να επιδεικνύουν τα περιττά τους κιλά γύρω από τη μέση και επέβαλε τη χρήση του εν λόγω εσωρούχου. Ενός γυναικείου αξεσουάρ στενού και σκληρού στην αφή, που η χρήση του ήταν επίπονη, ανθυγιεινή, βάρβαρη και ανεπιθύμητη για όλους. Στα σήμερα. Παρά το γεγονός ότι ο στηθόδεσμος κατά το πρόσφατο παρελθόν έχει αντιμετωπίσει ευρύτατη κριτική, εν τούτοις η σύγχρονη αντίληψη που επικρατεί θεωρεί απαραίτητη τη χρησιμοποίησή τους όχι μόνο στο επίπεδο της γενικότερης ομορφιάς της γυναίκας, αλλά και στο επίπεδο της υγείας. Προς αυτήν την κατεύθυνση κινήθηκαν και οι κατασκευάστριες εταιρείες οι οποίες προσαρμόστηκαν στα δεδομένα της κάθε εποχής, αλλά και στις ιδιαίτερες προτιμήσεις και ανάγκες της καθεμιάς. Δίδοντας βάρος στο σχέδιο, στο υλικό, αλλά κυρίως στον ανατομικό σχεδιασμό που με τα αντίστοιχα προϊόντα κάλυπταν όλες τις περιπτώσεις.

29


Α, ναι…και όπως έλεγε και η γιαγιά η Δευτερίνα, σαν και έβλεπε τις εγγονές της να ασκούνται αλλά και να μελετούν, «όλα αυτά, δεν κάνουν όμορφη τη γυναίκα… της κόβουν τα μάτια…». Τώρα, αν τα μαλλιά κυρίως κάποιας έπεφταν ή αδυνάτιζαν, για να αυξηθούν έπρεπε να «…τα επιβρέχετε ελαφρώς κάθε εσπέραν, καθώς και το τριχωτόν δέρμα, με βωλάριον βάμβακος υδροφίλου βρεχόμενον εις μίγμα ίσων μερών κεκαθαρμένου πετρελαίου και καλού ούζου…Μυρίζει μεν άσκημα ολίγον…αλλά είνε το καλύτερον τονωτικόν…».43 Στο σημείο αυτό δυο τρεις αναφορές στις πλέον σημαντικές διαδικασίες σωστής υγιεινής πρακτικής, τουλάχιστον σήμερα. Αυτές δηλαδή που αφορούν τη στοματική κοιλότητα, αλλά και τη διαδικασία αποβολής των «περιττών» από το ανθρώπινο σώμα. Για παράδειγμα σήμερα υπάρχει μια πληθώρα παρασκευασμάτων που δίδουν την απαραίτητη προστασία, αλλά και οι μυριάδες των ειδικών ιατρών περί αυτού του σημείου του ανθρώπινου σώματος…Εκεί όμως; Εκεί βεβαίως βοηθούσε το ξύσιμο με το νύχι ή το μπόλικο αλατόνερο. Μέθοδοι που αμφότερες είχαν ως αποτέλεσμα την εξαφάνιση των οδόντων από τις στοματικές κοιλότητες ανδρών τε και γυναικών, μέσα σε μια ατέλειωτη διαδικασία πόνου. Για την άλλη περίπτωση τα πράγματα ήταν μάλλον καλύτερα. Στο «κενέφ-καμπινέ-τουαλέττα» πάντοτε υπήρχε το σχετικό σκεύος με νερό για μπόλικες χρήσεις, μια και όλες ήταν τουρκικού τύπου, δηλαδή καθιστές. Βεβαίως για τις μηνιαίες «δύσκολες» μέρες44 υπήρχαν τα ειδικά, μέχρι και πρόσφατα, πανιά, που πλένονταν και φτιάχνονταν κρυφίως.

43

Σημ: Εννοείται πως όλα ετουτα λαμβάνουν χώρα μακριά από οποιαδήποτε εστία φωτιάς. Σημ: «Τα έμμηνα» στα νεαρά κορίτσια που για πρώτη φορά τα επισκέπτονταν λέγανε πως ήτανε το αποτέλεσμα της αμαρτίας της προ-προ-προ γιαγιάς τους, της Εύας, δηλαδή …πως έτσι καθαρίζεται το σώμα και η ψυχή από την αμαρτία. 44

30


Γυναίκα και… οικογένεια

Μα είναι φυσικό σε πολλούς, ακόμα και σήμερα. Πως η γυναίκα πρέπει να κάμει οικογένεια, να γεννήσει τα παιδιά της, να την προετοιμάζουν για τούτο τον ιερό σκοπό «έως ότου ο γονείς ή οι αδελφοί συστήσωσιν αυτή το κατάλληλον πρόσωπον…Γενομένη δε άπαξ σύζυγος, συνηθίζει να ασπάζηται τον σύζυγόν της ως μόνον εραστήν, ως κυρία δε της οικίας και μήτηρ των τέκνων, ευρίσκει ακόπως την ευτυχίαν ην ποθεί ».45 Αλλά για να κάμει οικογένεια η κοπελιά θα έπρεπε πρώτα να ωριμάσει, δηλαδή πάνω από τα δεκατέσσερά της χρόνια, γιατί σύμφωνα με τον Φαρασόπουλο «τοιούτοι γάμοι είναι και ώριμοι και καλά τέκνα προοιωνίζονται»46. Αλλά για να γίνουν όλα αυτά θα έπρεπε πρώτα να νυμφευτεί. Αλλά για να νυμφευτεί θα έπρεπε φυσικά να αρραβωνιαστεί. Αλλά για να αρραβωνιαστεί θα έπρεπε να έχει τη κατάλληλη ηλικία, που για τη γυναίκα, ξεκινούσε κομματάκι νωρίς. Από σαράντα ημερών κορίτσαρο έως και 20-25 χρόνων βαριά βαριά. 47 Ένας παράδοξος θεσμός, που ίσχυε τουλάχιστον μέχρι και το τέλος του 19ου αιώνα στις περισσότερες κοινότητες της Καππαδοκίας και πάντως ενδεικτικός της νοοτροπίας για τον γάμο και τη γυναίκα. Βεβαίως οι λόγοι πολλοί και ίσως, για εκείνη την εποχή και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα κατανοητοί. Η παράδοση, η σύσφιξη σχέσεων μεταξύ των οικογενειών, η νοοτροπία του θηλυκού «βάρους» είναι μερικοί μόνο από τους λόγους. Που, ας σημειωθεί, λάβαινε χώρα επίσημα με τις ευλογίες της εκκλησίας και την ανταλλαγή αντίστοιχα δώρων- φυλακτών45

Ελένη Βαρίκα, ό.π. σελ. 63 Συμεών Φαρασόπουλος, Τα Σύλλατα, μελέτη του νομού Ικονίου υπό γεωγραφικήν, φιλολογικήν και εθνολογικήν έποψιν, Αθήνα 1895, σελ. 29 47 Παλαιότερα υπήρχαν και τα νηπιοαρραβωνιάσματα 46

31


«σημαδεμάτων», διαρκής παρακαταθήκη μέχρι την ενηλικίωση, των μαλλιών της πιτσιρίκας που τα κρατούσε φυλακτό ο γαμβρός και του χρυσού σταυρού που βρίσκονταν κρεμασμένος αρχικά στην κούνια της νύφης και μετά στο λαιμό της.48 Τώρα, εάν παρ’ ελπίδα η κοπέλα περνούσε την κατάλληλη ημερομηνία, ε, τότε θεωρείτο «κατάλοιπο»-«καλμίσι ή καλμούς», με ό,τι αυτό σήμαινε για τη λοιπή ζωή της. Βεβαίως άμεσα τίθεται ένα ερώτημα ή καλύτερα μια σωρεία ερωτημάτων που έχουν τον αυτό στόχο. Τη διερεύνηση των γιατί, των αιτίων δηλαδή που το θηλυκό ήταν τόσο υποταγμένο, δουλικά μάλιστα, στα όποια κελεύσματα. Για να γίνουν κατανοητές οι απαντήσεις θα πρέπει να δούμε τις κοινωνικές δομές των κοινοτήτων, τον χώρο, αλλά και το περιεχόμενο της κυρίαρχης ιδεολογίας. Και εξηγούμαστε άμεσα. 1- Το πρώτο πράγμα που γνωρίζουμε είναι πως οι κοινότητες ήταν αφενός μεν στα βάθη της Μικράς Ασίας και αφετέρου ανάμεσα σε πολυπληθέστερες μουσουλμανικές. Δηλαδή νησίδες χριστιανικές με τη δική τους κουλτούρα, ανάμεσα σε μια πληθώρα ετερόδοξων με τις διαφορετικές νοοτροπίες και συνήθειες. 2- Υπήρχε πλήρης απομόνωση για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα και τουλάχιστον έως και τον 18ο αιώνα. Μετά έχουμε μια σωρεία μετακινήσεων οικονομικών εργατών κυρίως προς τα βιομηχανικά κέντρα. Άρα πληροφόρηση για μια διαφορετική κουλτούρα. 3- Η σύνθεση της ελληνικής χριστιανικής οικογένειας ήταν πολυπληθέστατη, αποτελούμενη από τον πατέρα και τις οικογένειες των παιδιών του. Τέλος ίσχυε η νοοτροπία της πατριαρχικού τύπου οικογένειας, με τον πατέρα αφέντη να αποφασίζει περί παντός του επιστητού. 4- Η κυρίαρχη ιδεολογία, επηρεασμένη φυσικά και από τις αντιλήψεις των ετεροδόξων δογμάτων, ήταν διαποτισμένη με την αντίληψη πως οι γυναίκες αφενός μεν ήταν κατώτερες και αφετέρου πως τούτος ο διαχωρισμός ήταν περίπου δοσμένος με τη θεία βούληση και ευλογία, και συνεπώς πλήρως αποδεκτός.49 Ταυτόχρονα οι γυναίκες ζούσαν στο δικό τους κλειστό χώρο που ήταν απλά γεμάτος από άλλες γυναίκες, με την αυτή νοοτροπία και αντίληψη. Συγγενείς, γειτόνισσες στον χελεσέ, φίλες, που ζούσαν, ανέπνεαν, καλλιεργούσαν την κοινωνική τους απομόνωση, απλά όργανα στην καλύτερη των περιπτώσεων παραγωγής παιδιών, φτηνά εργατικά χέρια.50 5- Τμήμα της κυρίαρχης ιδεολογίας, για τη γυναίκα φυσικά, αποτελούσε το τρίπτυχο: αρετή, σεμνότητα, υπακοή. Παραδοσιακές αξίες, που μεταφέρονταν στο διάβα του χρόνου, φυλάσσονταν ως κόρη οφθαλμού, διδάσκονταν ως το πλέον απαραίτητο στοιχείο της γυναικείας υπάρξεως. 48

Κωνσταντίνος Νίγδελης, Καππαδοκία, δρώμενα γάμου, Θεσσαλονίκη, Κ.Ι. Δ. Συκεών 2007, σελ. 21. 49 Μαρτυρία Μαυροπούλου Ελευθερίας ό.π., « Από την παιδική τους ηλικία τα κορίτσια μάθαιναν μαζί με τις δουλειές του σπιτιού ότι ήταν και βάρη για την οικογένεια τους…μεγάλωναν σε ένα περιβάλλον όπου οι γιαγιάδες μπορούσαν να εύχονται υψηλόφωνα το θάνατο των νεογέννητων θηλυκών εγγονών τους…». 50 «…Η γυνή είναι εκλεκτόν του πολιτισμού σκεύος»…

32


6- Η συνείδηση του φύλου, καταγεγραμμένη βαθιά, αποτελούσε τον οδηγό των όποιων σκέψεων, αλλά και ενεργειών. Όχι μόνο οι βιολογικές διαφοροποιήσεις, αλλά οι κοινωνικές κατηγορίες, τα πεπρωμένα και κυρίως τα συμφέροντα, που έρχονταν ή θα μπορούσαν να έρθουν μόνο από τον αρσενικό. Και αυτός είναι ο σπουδαιότερος, κατά την άποψή μας, λόγος της πλήρους καθυποταγής του θηλυκού απέναντι στο αρσενικό, σε συνδυασμό εννοείται και με τους λοιπούς, εκεί και τότε. Η καταγεγραμμένη αντίληψη αρχικά περί βάρους της οικογένειας και αφετέρου της πλήρους θεοποίησης του αρσενικού. Οικογενειακό βάρος, διότι ήταν κατώτερη και θα έπρεπε να προικιστεί, να θυσιαστούν τα αρσενικά μέχρι και την πλήρη αποκατάσταση όλων των θηλυκών της οικογένειας. Κάτι που απαιτούσε η οικογενειακή τιμή και αύξανε την ένταση πολλές φορές στις οικογενειακές σχέσεις. Αλλά και θεοποίηση του αρσενικού, λόγω των λύσεων που πάντοτε μπορούσε να δώσει, μιας και ήταν το ανώτερο πλάσμα, της προστασίας που παρείχε σε κάθε περίπτωση, της συντήρησης αυτής και των παιδιών της. Και εδώ ακριβώς βρίσκεται το μεγάλο της μυστικό, ο φόβος καλύτερα αυτής αλλά και της οικογένειάς της που δικαιολογούσε απόλυτα κάθε ενέργεια, κάθε προσπάθεια να δοθεί λύση…Αλλά και την αποδοχή από πλευράς της κάθε προτάσεως αδιαμαρτύρητα. Ο φόβος τού να μείνει καλμούς-ανύπαντρη- γεροντοκόρη, που πολύ απλά σήμαινε κοινωνικό αποκλεισμό. Μια σκοταδιστική αντίληψη περί της γυναικείας υπάρξεως και της μοίρας της, που εάν παρ’ ελπίδα έμενε ανύπαντρη, τότε ήταν ένα άχρηστο ανώμαλο πλάσμα, χωρίς λόγο ύπαρξης και δικαιώματα, φέρουσα μάλιστα το βάρος του στίγματος αιώνια ακόμα και μετά το θάνατό της. Κατάσταση κοινωνικά καταδικαστέα με απερίγραπτα προβλήματα και βάρη, όπως περιθωριοποίησης, οικονομικής εξάρτησης, ανάγκης να ζει χάρη στη φιλανθρωπία των συγγενών. Γεροντοκόρη. Ένα πλάσμα που ζούσε αθέατο, που κινούνταν πάντοτε στο παρασκήνιο και ποτέ στο προσκήνιο, η ντροπή της οικογένεια, ζωντανή νεκρή που δεν είχε θέση πουθενά. Συνεπώς και πολύ απλά, ο φόβος για όλα αυτά και της ενδεχόμενης τύχης που τις περίμενε, εάν και εφόσον έμεναν στο ράφι, αρκούσε για να τις κάμει να εσωτερικεύουν την αναγκαιότητα να δεχτούν την πρώτη πρόταση ως σωτηρία. Φυσικά όλα αυτά δεν αποτελούσαν καμία ξεχωριστή πρωτοτυπία του χώρου, μιας και τέτοιες «ορθές» συμπεριφορές παρατηρούνται παντού. Σε Ανατολή και Δύση, χριστιανισμό αλλά και μουσουλμανισμό. Εκείνο όμως που τη διαφοροποιεί, σε σχέση με άλλους, είναι η τοποθέτηση του αρσενικού απέναντι στην προίκα. Και εδώ υπάρχει πραγματικά θέμα μιας και η απαίτησή της δεν αποτελεί τη βασική προτεραιότητα του αρσενικού, προϋπόθεση για την τέλεση του γάμου. Που με απλά και κατανοητά λόγια, τουλάχιστον και μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα, δεν υπήρχε απαίτησή της. Κάτι με το οποίο συμφωνούν όλοι οι ερευνητές που αποδίδουν την έναρξη τούτης της διαδικασίας στο γεγονός της πλήρους αστικοποίησης των νέων ή καλύτερα τα «μαθήματα» που πήραν από την επαφή τους με τις μεγαλουπόλεις στα πλαίσια της οικονομικής τους αποκατάστασης.

33


Είδαν, κατανόησαν τη χρησιμότητα, τους άρεσε και πράξανε το ίδιο.51 Εννοείται πως μιλάμε για την προίκα ως απαίτηση και προϋπόθεση του γάμου, αυτή δηλαδή που περιελάμβανε «φακούδια», ακίνητα και όχι τα χρειώδη της κάθε καλής κοπελούδας, που τα ετοίμαζε από την κούνια η μάνα της μέχρι και τη μέρα του γάμου της, δείγματα, αν θέλετε, της τέχνης και ικανότητάς της.52 Οι λόγοι προφανείς. Αυτοί που είχαν να κάμουν με λόγους υπερηφάνειας και του «εγώ»,53 της ικανότητας του αρσενικού να συντηρεί την οικογένειά του.54 Εξάλλου ήταν κανόνας εκτός των απειροελάχιστων εξαιρέσεων. Η γυναίκα πάντοτε πήγαινε με τα πεθερικά της, με ό,τι αυτό σήμαινε σε κάθε τομέα της ζωής της. Κάτι που εξετάζουμε ευθύς αμέσως. Γίνονταν ο γάμος, λοιπόν, με χαρές, τις ευλογίες της εκκλησίας, τις ευχές των συγγενών και φίλων, γλεντούσαν για τα καλά και πατροπαράδοτα, δηλαδή μέσα σ’ ένα τεράστιο και πολυδαίδαλο πλαίσιο από «πρέπει»55 για το γυναικείο φύλο και ξαπόστελναν για ύπνο το ζευγάρ. Στο σημείο αυτό οφείλουμε να καταθέσουμε κι ένα τα μάλα περίεργο έθιμο, τουλάχιστον για τότε. Αφορούσε το θεσμό της προίκας και στη βιβλιογραφία το βλέπουμε ως «γιολούχ», «γεμενί» ή «ατά χακί» και ήταν το ποσό…που θα πλήρωνε ο γαμπρός για τη νύφη στον πατέρα της. Κάτι που αποτελούσε αντικείμενο δύσκολης διαπραγμάτευσης, με την υποσημείωση φυσικά, πως δεν γνωρίζουμε ούτε την έκτασή του μα ούτε και το χρονικό διάστημα ισχύος του. 56 Έτσι « οι γονείς της νύφης προσπαθούσαν με το γάμο της κόρης τους να λύσουν έστω και προσωρινά το οικονομικό τους πρόβλημα …ενώ ο πατέρας του γαμπρού προσπαθούσε να μειώσει όσο γινόταν περισσότερο το ποσό …που σήμαινε πως θα

51

Η λαϊκή μούσα δεν άργησε να σατιρίζει και να επικρίνει τις σχετικές απαιτήσεις. Γνωστότατο είναι το σχετικό άσμα που λέγονταν στους γάμους και αναφέρονταν σε κάποιον Δημήτρη που εγκατέλειψε τη νύφη διότι κατά την άποψή του δεν τηρήθηκαν τα συμφωνηθέντα… Κελίν κιλίσετε μπαγιλντή, Η νύφη ελιποθύμησε στην εκκλησιά σατσιντά αλτίν σαϊλντή, μετρήθηκαν των μαλλιών της τα φλουριά, Δηρμήτ κιουρκιουνού σογιουντού. Απηλλάγη ο Δημητράκης από τη γούνινη φορεσιά Πεν κιουβεγί ολμάμ, τετί, και είπε, εγώ δεν γίνομαι και με κοπέλα αλτινσίζ κιζ αλμάμ τετί. Χωρίς χρυσάφι δεν παντρεύομαι 52 Τσαλίκογλου Εμμανουήλ, ό.π.. σελ 145, «Τα κορίτσια δεν επροικίζοντο ούτε με χρήμα, ούτε με ακίνητα. Το προικοσύμφωνο ήτο άγνωστον εις τα μέρη μας. Δεν έφευγαν όμως ούτε των πτωχών τα κορίτσια χωρίς μερικά φλουριά εις χρυσόν, μερικά χαλιά. Με αρκετά εσώρουχα, κάλτσες, παπούτσια, με κάμποσα φουστάνια κα με γούνινο πανωφόρι..». 53 Κ.Ι.Δ.Συκεών, Φ. 12, α.α., μαρτυρία Βασιλείου Τσιτσοπούλου (Φλογητά), «Διότι πώς να το κάνουμε. Άνδρες είμαστε και μπορούμε να θρέψουμε την κυρά και τα κουτσούβελα που θα μας προσφέρει ο Θεός…». 54 Τσαλίκογλου Εμμανουήλ, ό.π., σελ. 143, «Πρέπει να σημειωθή και τούτο προς τιμήν των, ότι ουκ ολίγοι εσύναπτον γάμον με ορφανά εκ πατρός κορίτσια ή με κοπέλες φτωχών οικογενειών. Τας εφόρτωναν με χρυσαφικά αξίας…». 55 Συνήθειες που σημάδευαν και υποτιμούσαν το γυναικείο φύλο… συνεχείς γονυκλισίες προς τον αφέντη πεθερό, το πρώτο ποδόλουτρο, χειροφιλήματα ατέλειωτα προς τη δεύτερη εξουσία του σπιτιού, αυτή της πεθεράς, ο περίεργος τρόπος εισόδου στην οικία, και μια σειρά ατέλειωτων συνηθειών…έτσι απλά για να καταλάβει από την πρώτη στιγμή, να νιώσει την εξουσία. Πβλ. Κ. Νίγδελη «Καππαδοκία, δρώμενα γάμου»… 56 Το βρίσκουμε επίσης και ως «σουτ χαχού= πληρωμή στην πεθερά», αλλά και ως «μπελ χαχού= πληρωμή στον πεθερό».

34


φορτωθεί λιγότερο χρέος…Περιττό να σημειώσουμε πως τα πολλά κορίτσια καταντούσαν περιουσία πραγματική για τους γονείς…».57 Και εάν μεν την προσέβαλε το πρώτο άμεσα μετά τη στέψη ποδόλουτρο58, μπροστά σε όλους, του πεθερού και το βούλωνε κανονικά… Αν της ήταν πρόβλημα το να γονατίζει και να ασπάζεται το χέρι όλων των αρσενικών, αλλά κυρίως της πεθεράς της μέχρι ξεμεσιάσματος και χαμογελούσε…59 Αν αποδέχονταν σιωπηλά και αδιαμαρτύρητα το έθιμο του «παπούτζ τζεβιρμέκ» για όλη την οικογένεια… Αν ήταν υποχρεωμένη να δεχτεί με ανυπόκριτη χαρά την επίδειξη του λερωμένου σεντονιού… Ε, τότε, θα έπρεπε να ανεχτεί και την οποιαδήποτε ωτακούστρια της νυφικής παστάδος, που μεταφέραμε αυτούσιο και όπως το βρήκαμε στην υπάρχουσα βιβλιογραφία στο αντίστοιχο κεφάλαιο. Αλήθεια, μπορεί να συλλάβει ανθρώπου νους σήμερα τούτες τις ενέργειες; Την παρουσία, δηλαδή, στις πλέον λεπτές και ιδιαίτερες στιγμές ενός ζευγαριού μιας γριάς γυναίκας και να θεωρείται και πρέπουσα ενέργεια; Μπορεί να ’ρθει κανένας στη θέση του νέου ή της νέας, εκεί και τότε, και να συνεχίσει να «παίζει το παιχνίδι της χαράς και της δημιουργίας»; Όχι βέβαια, για να μην μιλήσουμε για ψυχολογίες και άλλα συναφή. Βεβαίως ο ίδιος ο συγγραφέας λοιδορεί τα ανωτέρω δρώμενα του χωριού του, χωρίς ωστόσο να δώσει καμία πειστική εξήγηση. Απλά και με σχετικές ασαφείς αναφορές ναι μεν δέχεται το βλακώδες της σχετικής αιτιολογίας για τούτη την πράξη, όμως τη δικαιολογεί ως μια προσπάθεια διαπίστωσης της πράξηςαγνότητας… Επίσης σύμφωνα με τον ίδιο σε τούτες τις πράξεις προέβαινε και το μουσουλμανικό στοιχείο, που βεβαίως και αυτοί δέχονταν ως πρώτο λόγο «την αποτροπή της γέννησης κωφού παιδιού», όμως, «αν εβράδυνεν η ολοκλήρωσις του γάμου, η ωτακούστρια έπρεπε να ειδοποιήση τους γονείς του γαμβρού, εν περιπτώσει δε επιτεύξεως, να παρουσιάση εις αυτούς το θεωρούμενον πειστήριον της αγνότητος της νύμφης»60 Μήπως άραγε εδώ βρίσκεται η βάση αυτού του βάρβαρου και αποτρόπαιου εθίμου; Στη διαπίστωση, δηλαδή, της ικανότητος των νέων να ολοκληρώσουν τον γάμο και όχι σε μια παραξενιά στο διάβα του χρόνου; Αλλά και στη δημόσια επαλήθευση του πλέον πολύτιμου στοιχείου της υπάρξεως της γυναίκας, αυτό της αγνότητας; Αλλά και κάτι ακόμα επιβοηθητικά. Να μη λησμονούμε πως επρόκειτο για πατριαρχικές οικογένειες κλειστού τύπου. Που απλά σήμαινε την απόλυτη επέμβαση της «εξουσίας» και στις ιδιαίτερες στιγμές των νέων. Και κάποτε, μια κάποια στιγμή όλα αυτά τελείωναν. Τα αρχικά του γάμου δηλαδή και ίσως ίσως οι όμορφες στιγμές. Γιατί στη συνέχεια ερχότανε η κόλαση. 57

Θανάση Κωστάκη, ό.π., σελ. 206 Γ. Μαυροχαλυβίδη, ό.π., σελ. 220, « Εκεί το πρώτο δουλικό έθιμο στο νέο σπίτι για τη νύφη. Να προσκομίζει νερό σε λεκάνη, να πλένει διαδοχικά τα ποδάρια του πεθερού, του νονού και των στενών συγγενών, να τα σφουγγίζει με πετσέτα και να τα φιλά από τη ράχη τους…». 59 Ό.π., σελ. 211, «…εκτελούσε ορισμένους τύπους και σχήματα, έκαμνε δηλαδή μεγάλες μετάνοιες, εδαφιαίες γονυκλισίες μπροστά στην καθεμιά και στον καθένα κατά σειρά προτεραιότητας, 5, 10, 15, 20 φορές ώσπου να ακούσει: σων’, σων’ άλλο’, κόρη μ’ και χρόνια πολλά…». 60 Τσαλίκογλου Εμμανουήλ, ό.π. σελ. 145 58

35


Συμπεριφορές παράξενες, βάρβαρες θα λέγαμε, που ξεκινούσαν από τα παλιά και διατηρήθηκαν σχεδόν μέχρι και τον 20ο αιώνα. Φυσικά όχι σε όλες τις κοινότητες μα ούτε και σε όλες τις οικογένειες. Πάντως ήταν φαινόμενο γενικό και μάλιστα σε τέτοιο σημείο αποτρόπαιο, που απετέλεσε το αντικείμενο της σφοδρής κριτικής από μέρους των λογίων της εποχής. Μορφωμένοι που βλέπανε τους συγχωριανούς τους να αντιμετωπίζουν τις συντρόφους τους, αυτοί και οι δικοί τους, περίπου ως αντικείμενα και μάλιστα δευτέρας κατηγορίας, μιας και τα οικόσιτα ζωντανά για πολλούς είχαν μεγαλύτερη χρησιμότητα. Προς αποφυγή πάσης καλόπιστης παρεξηγήσεως, παραθέτουμε άνευ σχολίων αυτούσια κείμενα λογίων της εποχής, καθώς και ερευνητών του χώρου, που περιγράφουν λεπτομερώς τη θέση της γυναίκας. Έχουν μάλιστα ιδιαίτερη αξία διότι καταγράφονται από ανθρώπους που ξέρανε, ζήσανε τις καταστάσεις και τις περισσότερες φορές καυτηρίασαν με την πένα τους τα δρώμενα. 1- «Η νύφη ήτο υποχρεωμένη να μη ομιλή με τον πενθερόν, την πενθερά, τους ανδραδέλφους, ως και με ηλικιωμένους άνδρας της οικογένειας του συζύγου. Η κατάστασις αυτή της σιωπής ευτυχώς δεν διήρκει πολύ. Μετ’ ολίγους μήνας, αφού εφιλούσε το χέρι της πενθεράς της, ελάμβανε ένα φλουρί, ως και την άδειαν της συνομιλίας μετ’ αυτής. Την πενθερά ηκολούθουν οι ανδράδελφοι. Η συνομιλία όμως με τον πενθερόν και τους ηλικιωμένους άνδρας της οικογένειας εξηρτάτο από τας προοδευτικάς αντιλήψεις αυτών. Κατά τον παρόντα αιώνα το έθιμον είχεν ατονήσει, αν όχι τελείως εκλείψει. Μέχρι του 1870-75 η νύμφη υπεχρεούτο, αν επρόκειτο να γευματίση με τον πενθερόν και την πενθεράν της εις το ίδιο τραπέζι να σκεπάση το πρόσωπό της με μαύρον πέπλον το οποίον εκάλουν τολάκ. Η εκ πατρός γιαγιά μου, νύμφη τω 1864, μου εδιηγείτο ότι ήτο πραγματικόν μαρτύριον ο τρόπος με τον οποίον εγευμάτιζον. Έπρεπε με το αριστερό χέρι της ν’ απομακρύνη τον πέπλον από το πρόσωπόν της δια να δυνηθή να φάγη με το δεξιόν της».61 2- «α. Επί πολύν καιρό το πρόσωπό της το σκέπαζε η καλύπτρα στις αρχές πυκνότερης και με το πέρασμα των μηνών αραιότερης ύφανσης. Όταν δε θα ερχόταν η μέρα η εξιλαστήρια62 και θα αποτιθόταν η καλύπτρα, τη θέση της θα καταλάμβανε το ποσί ή το γεμενί, μανδήλα πολυτελής διασταυρούμενη γύρω από το κεφάλι… β. Για πολύ χρονικό διάστημα, πέρα από το χρόνο ή και κανά δυο, το στόμα της νύφης ήτο κι έπρεπε να μένει κλειστό, «να κρυψ’ νυφχότ». Κανείς από τους σπιτικούς, χωρίς εξαίρεση, ούτε οι μικροί κουνιάδοι, δεν άκουε ποτέ τη λαλιά της. Η συνεννόηση πάντοτε γινότανε με χειρονομίες, με νεύματα. Εάν δε καμμία φορά μ’ αυτά δε γινότανε αντιληπτή, κατά συγκατάβαση κι αναπόφευκτη ανάγκη θα ’σκυβε στ’ αυτί του πιο μικρού 61

Τσαλίκογλου Εμμανουήλ, ό.π., σελ. 147 Μαρτυρία Τσιτσοπούλου Βασιλείου, ό.π.,: «Υπήρχε παράδοση για τούτη την ενέργεια. Προσέρχονταν η γυναίκα ενώπιον του πεθερού και μπροστά σε όλο το σόϊ και έκαμνε γονυκλινείς μετάνοιες ως το έδαφος ώσπου να την σταματήσει ο πασάς…Στη συνέχεια και σε ένδειξη υποταγήςευγνωμοσύνης του φιλούσε το χέρι (χείλη- κούτελο-και πάλι χείλη)ενώ εκείνος θα ’παιρνε την καλύπτρα από το κεφάλι της και θα την απόθετε στο τραπέζι…». 62

36


μέσα στο σπίτι και ψιθυριστά θα εξηγόταν. Όταν δε ποτέ θεωρούνταν αρκετή η τιμωρία της αφασίας και πλησίαζε η εποχή να λαλής’, η μιλιά άρχιζε από τα πρόσωπα της πιο μικράς ηλικίας και σιγά σιγά επεκτεινότανε στα μεγαλύτερα και τελευταία πια στον πεθερό, αλλά πάλι μισοψιθυριστά. γ. Υπόκειτο σε ύβρεις κι εξευτελισμούς για ασήμαντες αφορμές. Υβριζόταν ο μπαμπάς κι η μάνα της στο ξέσπασμα της οργής της πεθεράς. Ονειδιζόταν για το πρόσωπο της οικογένειάς της, που τυχόν ήταν βαρυμένο με κάποιο σωματικό ή ηθικό ελάττωμα και τους ονειδισμούς αυτούς έπρεπε να τους ανέχεται σιωπηλά κι αδιαμαρτύρητα. δ.Ήτανε ωσάν υπηρετικό προσωπικό χωρίς προσωπική αξία. Σ’αυτήν απόβλεπε οποιαδήποτε βαριά δουλειά που χρώσταγε να εκτελεί χωρίς να μουρμουρίζει και πολλές φορές αυτόκλητα, προαισθανόμενη τις απαιτήσεις του καθενός κυρίου της, χωρίς καν να διαταχθεί. Εκτός του πεθερού και της πεθεράς, τους οποίους αποκαλούσε βάβα και μάνα, όλους τους άλλους αρσενικούς καλούσε πασά με τ’ όνομα από πίσω: Πασά Νικόλα, πασά Κωνσταντή, τις δε κουνιάδες της με τον τιμητικό τίτλο ζjα. ε. Τον άνδρα της καμμία φορά δεν τον καλούσε με το όνομά του, αλλά μ’ ένα επιφώνημα, συνήθως: ε,! εσύ ή εσένα λέγω. ζ-Παρακαθήμενη στο κοινό τραπέζι κατά συγκατάβαση γύρω από τον σουφρά, δεν επιτρεπότανε να κάθεται αντιμέτωπα προς τους άλλους, αλλά λοξά, πλάγια, έτσι που όταν έβαλνε την μπουκιά ή την κουτάλα ή την περόνα στο στόμα, να μην είναι ορατό αυτό από τους ομοτράπεζους. Έστρεφε δηλαδή προς τα δεξιά, έπαιρνε από το κοινό φαγητό την κουταλιά, γύριζε προς τ’ αριστερά, σήκωνε την καλύπτρα ή κατέβαζε το γιασμάχ, κατάπινε την κουταλιά και ούτω καθεξής. η. Παρόλο ότι εργαζότανε περισσότερο από όλους τους σπιτικούς, έτρωγε λιγότερο όλων. Καθότανε τελευταία στο τραπέζι κι αποσυρότανε πρώτη. Στα καλά φαγητά δεν λάβαινε συνήθως μέρος, αυτά προοριζότανε συνήθως για τους πασάδες. θ. Νύσταζε δε νύσταζε ήταν υποχρεωμένη να περιμένει ώσπου να κατακλιθούν τα πεθερικά της, «…που έπρεπε να τους κοιμίσ’, να τους περιποιείται στην κατάκλιση, να υποβοηθεί το ξέντυμά τους, να τους σκεπάζει και κατόπιν να πάει να ησυχάσει». Έτσι και τα πρωινά. Να σηκώνεται ενωρίτερα από όλους, να υποβοηθεί στο ντύσιμο των πεθερικών κρατώντας τη σάλτα τους…Και όλα αυτά με την ανοχή του άνδρα της ως ότου με το πέρασμα των χρόνων πλήθαινε η οικογένεια και χορηγούνταν άδεια εξόδου για σύμπηξη νέου σπιτιού, νέας εστίας,63 στην οποία μεταφερόμενη η νέα οικογένεια απόχταγε σχετική ανεξαρτησία, μα ουδέποτε κοβότανε η επαφή με την πατρική στέγη. Υπήρχαν βέβαια στο χωριό κι άνθρωποι μυαλωμένοι και ξενογυρισμένοι, που με θλίψη ανέχονταν την κατάσταση αυτή, που αποτελούσε τη Λήδα γι’ αυτό, αλλά δεν ήσαν σε θέση να την αποτρέψουν με ευκολία ή να την μεταβάλουν τουλάχιστον στο πιο ευγενικό, στο πιο ανθρώπινο».64

63

Μαρτυρία Τσιτσόπουλου Βασιλείου, ό.π., «Το κακό ήτανε πως με τα χρόνια που γινότανε η νύφη πεθερά ξέχναγε τα βάσανα που υπέφερε και φερότανε και αυτή σχεδόν με τον ίδιο τρόπο…». 64 Γ. Μαυροχαλυβίδης, ό.π., σελ. 223.

37


Η θέση της μάλιστα βρισκότανε σε τέτοιο κατώτατο σημείο που σχολιαζόταν δυσμενώς και ειρωνικά όχι μόνο από τους ξένους, αλλά και από τους οικείους, τους συγχωριανούς, από ανθρώπους που είδαν την αλήθεια στα ξένα, ως οικονομικοί μετανάστες, αλλά και ως σπουδαστές και που απεφάσισαν να δημοσιοποιήσουν τις απόψεις και τις νεωτεριστικές τους αντιλήψεις σε θέματα συμπεριφοράς, εκπαίδευσης, αλλά και ισότητας των δυο φύλων. Συνεπώς οφείλουμε στο σημείο αυτό να εξάρουμε τις προσπάθειες όλων αυτών των φωτισμένων της εποχής, που κάτω από αντίξοες πραγματικά συνθήκες προσπάθησαν να φέρουν τον άνεμο του εκσυγχρονισμού κόντρα σε προλήψεις, δεισιδαιμονίες και συνήθειες μακρών αιώνων. Αναφέρονται ελάχιστοι, οι περισσότεροι ήταν άγνωστοι ήρωες, στιγματισμένοι πάντως από την κυρίαρχη ιδεολογία, η οποία συμπαρέσυρε ακόμα και αυτούς που υπέφεραν. Ο πρώτος, λοιπόν, καταγεγραμμένος ήρωας, ήταν κάποιος Ανέστης Χατζήμπαλης, αγνώστων λοιπών στοιχείων από την Αξό. Αναφέρεται ως νεωτεριστής και ήταν ο πρώτος που δεν επέτρεψε στη γυναίκα του να φορέσει τσάφκα, κατάργησε τη συνήθεια του νυφχότ, επέβαλε να τρώνε όλοι μαζί. Ως δεύτερος, ήρωας και αυτός, αναφέρεται ο Γιάννης, ο γιος του Νικόλα Ραπτόγλου και της Κουτσής Παρασκευής από το Τροχίν. Αυτός μάλιστα έκανε πολλά λάθη και παράξενες παλικαριές. Και το φοβερότερο όλων; Πήρε γυναίκα από τα ξένα. Έτσι απλά αγάπησε, λέγανε, και την πήρε, την έφερε στο χωριό…που κυκλοφορούσε μόνη της, σκέτη ψηλομύτα χωρίς το πατροπαράδοτο σέβας. Φαίνεται όμως πως δεν το άντεξαν το πράμα, δεν τους πήγε το κλίμα και σύμφωνα με την πληροφορήτρια επέστρεψαν σε πιο ήσυχα μονοπάτια, δηλαδή, γύρισαν εκεί από όπου ήρθαν. Πάντως και σε κάθε περίπτωση αναφέρονταν ως παράδειγμα προς αποφυγήν στα νέα παιδιά. Φυσικά ευνόητο τυγχάνει το γεγονός πως η θέση της γυναίκας στα μεγάλα αστικά κέντρα σαφώς ήταν διαφορετική, αλλά και κατά πολύ καλύτερη. Για παράδειγμα, όταν υπήρχαν γυναικείοι σύλλογοι κατά τα τέλη ακόμα του 19ου αιώνα στην Πόλη, στη Σμύρνη και τα άλλα κέντρα, η θέση της χριστιανής στην περιοχή της Καππαδοκίας παρέμενε αναλλοίωτη στο διάβα του χρόνου και μόνο με την αθρόα εισαγωγή εκπαιδευτικού προσωπικού με τη βοήθεια του Οικουμενικού Θρόνου και του Φιλολογικού Συνδέσμου, άρχισε, κάπως, να υπάρχει μια σχετική κινητικότητα.65 Επίσης, διαφορετική ήταν η θέση της στις αμιγώς χριστιανικές, έστω και τουρκόφωνες κοινότητες, από αυτές του μεικτού τύπου. Διότι απλούστατα στις δεύτερες υπήρχε και ο αλλόθρησκος, που δεν σήκωνε και πολλά πολλά σε θέμα παράδοσης και ηθικής τάξεως. Παρατήρηση Έτσι απλά και χωρίς επιπλέον σχολιασμούς θεωρούμε σκόπιμη την παράθεση ορισμένων ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών που κυριαρχούσαν, τουλάχιστον μέχρι και πρότινος στις σχέσεις μεταξύ των δυο φύλων, αλλά και για τη γυναίκα ιδιαίτερα, σε μια μεγάλη μερίδα μάλιστα της Ελληνικής κοινωνίας…66  Η γυναίκα είναι «τιμιωτέρα λίθων πολυτελών»… 65 66

Κ. Νίγδελη- Ι. Σταματιάδη, ό.π., σελ. 234 Σταματία Μαστρογιαννοπούλου, ό.π., σελ. 140-190

38


 

«Ωραίο πράγμα η τάξις στη γλώσσα, πολύτιμο στολίδι για τη γυναίκα. Να μιλάη όταν πρέπει και να λέει όσα πρέπει. Και αν αυτό που έλεγαν οι αρχαίοι πρόγονοί μας “η σιγή τη γυναικί κόσμον φέρει” είναι κάτι που την τιμά…». «Ειδικώτερα μέσα στην οικογένεια αν η σιωπή αντιταχθή στην εριστική διάθεσι του κουρασμένου και πικραμένου απ’ τη δουλειά του συζύγου, θα προλάβη συγκρούσεις και λογομαχίες θα συγκρατήση την οικογενειακή ειρήνη». «Το σπίτι του ανδρός είναι ο κόσμος, αλλά ο κόσμος της γυναίκας είναι το σπίτι…». «Τι να πούμε τώρα για τις ατελείωτες ανάγκες που σχετίζονται με το ντύσιμο της γυναίκας; Ανάγκη η διαρκής προσαρμογή προς τη μόδα με τους άκριτους εκκεντρισμούς η οποία ούτε έξι μήνες δεν μένει η ιδία. Ανάγκη τα αμέτρητα καλλυντικά, ανάγκη το κομμωτήριο και το ινστιτούτο καλλονής, ανάγκη τα πολυτελή γαρνιρίσματα στα φορέματα, στα παλτά, στα καπέλλα, που καταβροχθίζουν υπέρογκα ποσά. Μα είναι λοιπόν ανάγκες όλα αυτά;». «…Αλλά και το ζήτημα της υποταγής στον άνδρα βρήκε τη λύση του…την ειρήνη και την ψυχική ικανοποίηση. Γιατί υποταγή στον άνδρα μέσα στον γάμο δεν σημαίνει υποδούλωσις. Κάθε άλλο. Σημαίνει ελεύθερη και αβίαστη αναγνώρισις ότι μεταξύ των δύο- ανδρός και γυναικός- κάποιος να έχη την κεντρική ευθύνη, την εξουσία. Και αυτός ο κάποιος είναι ο σύζυγος. Η υποταγή αυτή δεν είναι κάτι που γίνεται σαν αγγαρεία. Όχι. Γίνεται ευχάριστα, αυθόρμητα…και κάτι παραπάνω….». «Κι όμως η σημερινή ιδίως γυναίκα υστερεί στο σημείο αυτό το βασικό. Γυναίκες που σπαταλούν χρόνο πολύ και πολύτιμο στο παράθυρο ή στο μπαλκόνι του σπιτιού δεν αποτελούν και τόσο σπάνιο θέαμα κυρίως στις πόλεις. Όποια ώρα της ημέρας κι αν περάσης θα τις δης με το ρεμβώδες ή το περίεργον βλέμμα τους και με σταυρωμένα τα χέρια να απρακτούν και να περιεργάζονται τους πάντας και τα πάντα. Άλλοτε βυθίζονται σε σκέψεις και ονειροπολήματα και άλλοτε παρακολουθούν, κρίνουν, επικρίνουν, κατατρώγουν κυριολεκτικά με την περιέργεια και την τάσι του κουτσουμπολιού τον κάθε διαβάτη που θα περάση…».

39


Γυναίκα … απιστία… διαζύγιο Και άμεσα τίθεται το πρώτο ερώτημα, βασανιστικά μάλιστα. Μα καλά, τέτοια συμπεριφορά και σε τόση έκταση και όλα καλά κι ωραία; Καμιά αντίδραση από πλευράς των ενδιαφερομένων… Τόσο, μα τόσο παθητικά, αντιμετώπιζε το γυναικείο φύλο, εκεί και τότε, τέτοιου είδους συμπεριφορές, που ειρήσθω εν παρόδω, όπως καταμαρτυρούν οι λόγιοι της εποχής, ήταν συνήθης πρακτική όλων των μελών της οικογένειας, μικρών τε και μεγάλων. Δεν θα μπορούσε για παράδειγμα να αποτινάξει την καταπίεση, να διαβολοστείλει τον αρσενικό και τους λοιπούς της φαμίλιας και να γυρίσει οίκαδε; Φαντάζομαι πως όχι. Άποψη που όχι μόνο επιβεβαιώνεται από τις υπάρχουσες προφορικές μαρτυρίες, αλλά είναι και καταγεγραμμένες οι συνήθεις πρακτικές αντιμετώπισης οποιασδήποτε ανταρσίας. Στις ελάχιστες των περιπτώσεων που κάποια δυναμική γυναίκα μπορούσε να εκμυστηρευτεί τον καημό της στους δικούς της, δηλαδή την απάνθρωπη συμπεριφορά του άνδρα και της οικογένειας, και αποτολμούσε ο πατέρας να μιλήσει, επενέβαινε – μεσολαβούσε η δημογεροντία, αλλά πάντοτε φυσικά υπέρ του άνδρα.67 Οι λόγοι γνωστοί και απαράβατοι. Ο αρσενικός είναι η κεφαλή της οικογένειας με σκοτούρες και βάσανα πολλά και κατά συνέπεια δικαιολογείται οποιαδήποτε αποκλίνουσα συμπεριφορά, έστω και αν παρεκτραπεί. Εξάλλου «ους ο Θεός συνέζευξεν, άνθρωπος μη χωριζέτω» δηλαδή και σε ελεύθερη μετάφραση, ό,τι και αν γίνει, από τη στιγμή που πήρε μέρος η εκκλησία, τίποτε, απολύτως τίποτε, δεν μπορεί να χωρίσει το ζευγάρι. Έστω και αν η γυναίκα υπέφερε τα πάνδεινα από τους οικείους, από τον ίδιο τον σύζυγο αφέντη, όπως ξύλο, βρισιές, κατάρες, πείνα και πάλι ξύλο, προσβολές και όλα τα μαρτύρια του Ιώβ. Ακόμα και στις περιπτώσεις της μοιχείας που, φυσικά και εννοείται, πάντοτε έφταιγε η γυναίκα για τούτη την κατάντια, γιατί του άνδρα τα πάντα πρέπει να συγχωρούνται και επί πλέον δεν επιτρέπεται σε κανένα να του φορτώσουν το παραμικρό. Έτσι απλά τα πάντα τού ήταν θεμιτά και σύμφωνα με τα ειωθότα, ενώ για την κυρά, αλίμονο, καμιά απολύτως παρασπονδία. Διότι ήξερε αυτή ή μάλλον ξέρανε όλοι τις συνέπειες και πως τούτες οι αποκλίνουσες συμπεριφορές δεν συγχωρούνταν με τίποτε. Βεβαίως θα διερωτηθεί ο καλόπιστος αναγνώστης πώς είμεθα σίγουροι πως δεν γινόταν τίποτε, πως η γυναίκα -κυρά κρατούσε πάντοτε τη θέση, σύμφωνα με τους κανόνες της κοινωνίας, άσπιλη, αμόλυντη, κι ωραία; Για το τελευταίο ειδικά, όρκο δεν παίρνουμε κανένα. Μιας και τέτοιου είδους ανομικές αποκλίσεις από τη συζυγική παστάδα δεν λέγονται και προ παντός δεν δημοσιοποιούνται. Ιδιαίτερα μάλιστα εκεί και τότε. Αλλά βεβαίως και κάτι υπήρχε. Διότι όσο συγχρωτίζονται άνθρωποι, άνδρες και γυναίκες, ε, όλο και κάτι γίνεται. Από και σε κάθε περίπτωση, που πάντοτε διέλαθε της προσοχής όλων, επειδή απλούστατα ήταν ο απαγορευμένος καρπός. Ή όταν 67

Κ. Νίγδελης, Καππαδοκία, δρώμενα γάμου, ό.π., σελ. 59

40


γινότανε, επενέβαινε δραστικότατα η οικογένεια για να εξαφανίσει το γεγονός ή στα κρυφά να αποδώσει δικαιοσύνη, καθ’ όπως πίστευε η ιδία. Εννοείται φυσικά πως υπήρχε μόνον η γυναικεία μοιχεία και ποτέ του ανδρός, μιας και τα παραστρατήματά του πάντοτε τύχαιναν της κατανόησης όλων, πατρός τε και μητρός τε και απάντων των συγχωριανών μη εξαιρουμένων και αυτών των γυναικών. Βεβαίως, για να είμαστε ακριβείς, καταθέτουμε πως υπήρξαν και παρασπονδίες, ηλίου φαεινότερο, καταγεγραμμένες ακόμα και σε έντυπα της εποχής. Κομψά εννοείται, για να μην προσβληθεί το δημόσιο αίσθημα περί αυτού ή καλύτερα με γενικούς αφορισμούς. Διότι διαφορετικά η επαπειλούμενη ποινή ήταν στη χειρότερη των περιπτώσεων ο θάνατος και στην καλύτερη η δημόσια διαπόμπευση. Και ο μεν θάνατος ήταν μια κάποια λύση, που εναγωνίως προ της γενικής καταδίκης επιζητούσε η γυναίκα, η δε διαπόμπευση περιελάμβανε μια σειρά μέτρων που την καθιστούσαν κυρίως το αντικείμενο του περίγελου και του πανδήμου αφορισμού. Από το δέσιμό της γυμνής στο γάιδαρο και την περιφορά της στα σοκάκια του χωριού, το δημόσιο κούρεμά της, έως και το άφθονο ξύλο από όλους, με πρώτο πρώτο τον απατηθέντα σύζυγο. Επίσης, τμήμα της κυρίαρχης ιδεολογίας, αποτυπωμένο στα κατάβαθα όλων, αποτελούσε η άποψη πως η γυναίκα ήταν διάολος, πως μπορούσε με την πονηράδα της να καταφέρει πολλά, πως έπρεπε πάντοτε ο αρσενικός, όσο και αν την αγαπούσε, να μην της έχει εμπιστοσύνη και να έχει τα μάτια του δεκατέσσερα. Άποψη που δυστυχώς την αποδεχόταν το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, που είχαν μάλιστα το θράσος να εκθέτουν τις περί αντιθέτου απόψεις τους γραπτά και μάλιστα ειρωνικά. Για απολαύστε, λοιπόν, τις παρακάτω αράδες. Έτσι απλά και εντελώς ξαφνικά από τις στήλες του περιοδικού «ΜΕΝΤΩΡ» του 1870 δημοσιεύεται μια εντελώς «απαράδεκτη» επιστολή, προφανώς κάποιας αναγνώστριας ονόματι Ελένης, αγνώστων λοιπών στοιχείων, που έσουρνε τα εξ αμάξης στον ανδρικό πληθυσμό…υπό τον τίτλο « Γυνή λαλούσα»68 «Ειμί γυνή» έγραφε, «αποτελώ μέρος των κακοποιών αυτών πλασμάτων, πλην υπόσχομαι ειλικρινώς κι αμερολήπτως να εξετάσω το ζήτημα». Πολύ απλά δεν λαλούσε, αλλά έσφαζε με το βαμβάκι τους πάντες και κυρίως τους αρσενικούς. Όπου εκεί μεταξύ των άλλων έγραφε: 1-«…Αγνοώ τις Θεός ανδρόφιλος έδωσεν αυτοίς το δικαίωμα να διατηρώσιν αμόλυντον και καθαράν την υπόληψιν αυτών, μεθ’ όσα και αν πράττωσιν αξιόμεμπτα, και να έχωσιν την συνείδησίν των καθαράν και από πάσης τύψεως απηλλαγμένην. Οι άνδρες εισί τα αγαπημένα και ευνοούμενα της πλάσεως τέκνα… αυτοίς συγχωρείται το παν άνευ αντιλογίας… αυτοίς συγχωρείται να πράττωσιν ατιμωρητί παν αμάρτημα…» 2-(Ειρωνικά) «Συ δε γυνή απαιτούμεν να ήσαι σώφρων, να ήσαι ενάρετος, να ήσαι τηλαυγής φωτός άγγελος….συ οφείλεις να μένης ανεπηρέαστος, σου η ψυχή να διαμένη αμόλυντος εν τω περικυκλούντι σε μεμολυσμένω αέρι…» 3-«Ως ασπάλακες (οι άνδρες) τυφλοί προς τας ιδίας αυτών πράξεις, κρατούντες 68

«Γυνή Λαλούσα», Μέντωρ, σύγγραμμα περιοδικόν, Σμύρνη 1870, τόμος ΙΓ, σελ. 26

41


τεράστιον τηλεσκόπιον θαυμασίως υπερμεγεθύνον την ελαχίστην γυναικείαν αδυναμίαν, απλήστως παρατηρούσιν, ανακαλύπτουσι, και αρπάζουσι μετ’ αποτροπαίου χαράς την πρώτην τυχούσαν…λεπτολογούσιν επ’ αυτής, σχολιάζουσιν, διασκεδάζουσιν όσον ευαρεστούνται και διηγούνται ο εις εις τον άλλον ταύτην ως νέον της ημέρας περίεργον μετά γέλωτος σαρδονίου…». 4-«Πλην είδωμεν το πράγμα επί το μερικώτερον. Αι κυριώτεραι κατά γυναικών κατηγορίαι είνε αι επόμεναι. Η γυνή είνε φιλάρεσκος, φλύαρος, κενόδοξος, υποκρίτρια, έκδοτος ες την πολυτέλειαν, άπιστος…». 5-«Γυνή άπιστος. Φρικτόν τούτο. Μέγα ρυάκιον προς τον μικρόν Ειρηνικόν ωκεανόν παραβαλλόμενον. Αν το πράγμα αμερολήπτως εκρίνετο, ουδέ αν υπάρχει ποσώς τοιούτον τι, θα κατεφαίνετο έμπροσθεν του κολοσσιαίου όγκου της ανδρικής απιστίας. Πλην επειδή εκείνοι όλως άμεμπτοι και τα ελαττώματα αυτών άνευ βαρύτητας, η πλάστιξ κλίνει προς ζημίαν μας. Ω, διατί και οι άνδρες να μη στιγματίζωνται δια των ωραίων επιθέτων των αποδιδομένων εις τας γυναίκας δια τοιαύτας πράξεις; Θα απετέλουν ωραίον λεξικόν ευφήμων λέξεων και ο άμοιρος επιθέτου τοιούτου θα εδεικνύετο ως σπάνιον τι και περίεργον ον. Η ατιμωρησία των όμως εκτός των άλλων κακών άτινα αποφέρει, καθιστά αυτούς θρασείς και αδίκους…». Μια ατελείωτη σειρά επιχειρημάτων υπέρ του γυναικείου φύλου, αναλύοντας και εξηγώντας με κάθε λεπτομέρεια τα γιατί και τις ανάλογες συμπεριφορές. Για να καταλήξει πως υπεύθυνοι είναι οι άνδρες για τις όποιες ανομικές καταστάσεις, διότι δεν προσέφεραν στο διάβα του χρόνου τίποτε… Και για να τελειώσει με παραινέσεις και συμβουλές του τύπου «όταν ο ανήρ ανδρικώς τωόντι φέρεται, η γυνή μετά σεβασμού προς αυτόν εμβλέπουσα και θεωρούσα αυτόν αληθώς υπέροχον ον προσπαθεί να μιμηθή αυτόν και φιλοτιμείται να διορθώση τας ελλείψεις αυτής, όπως φανή αξία σύντροφος του ανδρός…Πλην ποια η διαγωγή αυτών;» Βεβαίως οι αρσενικοί εκεί και τότε δεν της χαρίστηκαν. Άμεσα της επιτέθηκαν γραπτά στις στήλες του ιδίου περιοδικού. Ειπώθηκαν και γράφτηκαν πολλά. Υπερβολές αλλά και αλήθειες, οι οποίες παρατίθενται στο τέλος του πονήματος, πληρωμένες απαντήσεις, όμορφες κουβέντες, φτιασιδωμένες προτάσεις γεμάτες ειρωνείες. Με τη σειρά μας παρουσιάζουμε δυο τρεις επισημάνσεις από το σύνολο των απόψεων που παρατίθενται. 1-« Ο ανήρ θεωρών αδύνατον ον το θήλυ γένος, ώρισε νομοθετών, σύμφωνα τη αυτής φύσει και αδελφά τη διαπλάσει αυτής και αποστολή τα προς αυτήν καθήκοντα…Και ει μεν αληθές, ότι οι άνθρωποι νόμοι απόρροια είνε των θείων νόμων, ο Θεός ούτος ον υμείς εν γνώσει ή εν αγνοία ουκ οίδατε, είνε ούτος ο ανήρ, ον υμείς, ω γύναι, ατιμάζετε τω λάλω υμών στόματι και προπηλακίζετε άνευ αιδούς…» 2- «Γυνή η άπιστος. Φρικτόν τούτο. Εγώ δε λέγω φρικτότατον. Επειδή ο ανήρ απιστότερος υπάρχει, ως λέγετε, δια τούτο λοιπόν η γυνή ουκ έστιν άπιστος. Ιδού το συμπέρασμα και η αναίρεσις της κυρίας Ελένης, συλλογισμός τω όντι εξαίρετος, αλλά έστω. Τις δ’ ο κατάρξας της απιστίας ταύτης; Όταν τούτο γνωσθή θέλετε ιδεί ότι το μέγα τούτο υμών ρυάκιον εσχημάτισε κατά μικρόν υμών Ειρηνικόν ωκεανόν, και άλλους πολλούς, ουχί δυστυχώς ειρηνικούς κατά

42


τας παραλίας των οποίων εύρηνται αείποτε λείψανα οικτρώς κατακείμενα αρετής και φιλοτιμίας. Ουδείς δε ποτέ εφαντάσθη ότι οι άνδρες άμεμπτοι εισίν, ειμή κουφός τις και αι κατά των ανδρών ειρωνευόμεναι γυναίκες, όπως καλύψωσι τα ονείδη αυτών…». Για να τελειώσει ο βασικός συντάκτης της απάντησης λέγοντας: «Προτιμώ, κυρία Ελένη, να πλανώμαι μετ’ άλλων παρά να ορθοφρονώ μεθ’ υμών. Προ παντός δ’ άλλου Σέκουδον τον σοφό εθαύμασα λέγοντα: η γυνή εστίν ανδρός ναυάγιον, οίκου ζάλη, αμεριμνίας εμπόδιον, βίου άλωσις, καθημερνή ζημία, αυθαίρετος μάχη, πολυτελής πόλεμος, συνεσθιόμενον θηρίον, συγκαθημένη μέριμνα, συμπλεκομένη λέαινα, κεκοσμημένη σκύλλα, ζώον πονηρόν κλπ». Επί πλέον, χάρη παραδείγματος, έτσι απλά, παραθέτουμε αυτούσιο ένα σπάνιο κείμενο που αναφέρεται σε περιστατικό μοιχείας, των συνεπειών που είχε μόνο, το τονίζουμε, μόνο η γυναίκα, σημειώνει τους δράστες, αλλά και τους λοιπούς πρωταγωνιστές του επεισοδίου.69 Ενδεικτικό πάντως της αντίληψης μα και νοοτροπίας του ανδρικού πληθυσμού για τη γυναίκα, που είχε μόνο υποχρεώσεις και απειροελάχιστα δικαιώματα, η δε ηθική και οι περί αυτήν συνέπειες ήταν μόνο αποκλειστική της ευθύνη, του ανδρός απαλλασσόμενου παντελώς. «Ο εκ του χωρίου Χατζηλέρ δημογέρων παρουσιασθείς ενώπιον του μητροπολίτου Αγαθαγγέλου κατήγγειλε προς αυτόν επί μοιχεία την σύζυγον του συγγενούς του. Το αμάρτημα εις το οποίο περιέπεσε η καταγγελθείσα, γνωσθέν εξήγειρε την κατ’ αυτής οργήν των χωρικών, και τούτο διότι πρώτην φοράν ελάμβανεν χώραν εν τω χωρίω των τοιούτον ανοσιούργημα. Ο προσβληθείς σύζυγος, όστις απουσίαζεν, όταν επέστρεψεν εις τα ίδια επληροφορήθη την προδοσίαν της τιμής του και της ανδρικής του αξιοπρεπείας, ηθέλησεν μεν όπως τιμωρήση την άπιστον δια χειροδικίας, αλλά πεισθείς ότι το συμφέρον του απήτει να ζητήση την απ’ αυτής διάζευξίν του δια της νομίμου οδού, εδέχθη τούτο και μετά δυο δημογερόντων μετέβη εις την Μητρόπολιν, δια να καταγγείλη τη σύζυγόν του και να ζητήση διαζύγιον. Ο Μητροπολίτης Αγαθάγγελος, δια να προλάβη ενδεχομένας συγκρούσεις και χειροδικίας μεταξύ των συγγενών, καλεί αμέσως τον κλητήρα της μητροπόλεως και τον διατάσσει όπως μεταβή εις το χωρίον και μεταφέρη εκείθεν μετά του εφημερίου την μοιχευθείσαν. Μετά τινάς ώρας αύτη ωδηγήθη ενώπιον του μητροπολίτου, όστις, αφού την επέπληξε και την κατέκρινε δια την κολάσιμον πράξιν της, διέταξε να εγκλείσουν εις την υπόγειο καρβουναποθήκη της Μητροπόλεως, η οποία εχρησιμοποιείτο και ως φυλακή. Δεν είχον παρέλθη είκοσι λεπτά οπότε οι εν τη Μητροπόλει ευρισκόμενοι ηκούσαμεν τοιαύτας σπαρακτικάς φωνάς και θρηνωδίας ώστε να καταληφθώμεν φόβω και τρόμω…. “ Ήμαρτον, δεν το ξανακάμω πια! Ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σας, βγάλτε με απ’ αυτήν την κόλασιν!” Προς τι και διατί αι σπαρακτικαί αύται φωναί και θρηνώδεις επικλήσεις;

69

Κ. Νίγδελης, Χαμιδιέ (Μουραντιέ), Διαβατά, Ιερά Μητρόπολη Νεαπόλεως-Σταυρουπόλεως 2007, σελ. 249, πβλ Μικρασιατικά Χρονικά, Σύγγραμμα Περιοδικόν, Αθήνα, εκδ. Ενώσεως Μικρασιατών 1939 τ. Α σελ. 363

43


Διότι η «τσατσά» Παρασκευούλα, η εκ Χαμηντιέ (Γκιαούρ-κιοϊ) ορμωμένη και από 50ετίας εν τη υπηρεσία της Μητροπόλεως διατελούσα, όταν η μοιχευθείσα ενεκλείσθη εις την καρβουναποθήκη, κατήλθεν εντός αυτής και βοηθουμένη υπό του βρακοφόρου γέροντος νεωκόρου Χατζή Βαγγέλη, του και Ζακχαίου επικαλουμένου, ότι “τη ηλικία μικρός ην” αφού πρώτον έβαλεν ένα γατάκι εις το βρακί της χωρικής κατά τοιούτον τρόπον ώστε να μη γίνη αντιληπτή κατόπιν ήρχισε με το ραβδί της να κτυπά την γάταν η οποία μη ευρίσκουσα διέξοδον, ενιαούριζεν και αυτή θρηνούσα. Μετά την ως άνω τιμωρία εις την οποίαν υπεβλήθη η μοιχαλίς προς παραδειγματισμόν μετεφέρθη, αφού ενύκτωσε εις το νοσοκομείον δια να «σπηταλιωθή», περιωρισθή δηλαδή εκεί, έως ότου κατευνασθούν τα εν εξάψει διατελούντα πνεύματα των χωρικών. Εκεί επέπρωτο να δοκιμάση η παραβιάσασα τους μεγάλους και ακαταλύτους νόμους του ηθικού βίου το φρικτότερον δια την τότε εποχήν μαρτύριον, την αποκοπήν δηλαδή των βοστρύχων της (πλεξίδων) οι οποίοι τω καιρώ εκείνω ήσαν δια την γυναίκα τιμή και δόξα, ως διαπιστούται τούτο και παρά του Αποστόλου Παύλου γράφοντος προς τους Κορινθίους : « Γυνή δε εάν κομά, δόξαν αυτή έστιν».70 Την εποχήν εκείνην και την προ αυτής, το σπητάλιωμα, ήτοι ο περιορισμός των παρεκτρεπομένων γυναικών εις το νοσοκομείον ήτο σύνηθες, εξ ου και οι ακόλουθοι φράσεις: «Θα σε σπηταλιώσω, μωρή, για να βάλης γνώσιν», «είσαι για σπητάλιωμα», «κάθισε φρόνημα για να μη σε σπηταλιώσω και βγης απ’ εκεί κουρεμένη», «την είδατε την κουρεμένη πως εγνώστεψε στα σπητάλια». Όταν μια κόρη ηπειλείτο από τους γονείς της ότι θα «σπηταλιωθή», εάν εξηκολούθει να παρακούη εις τας συμβουλάς των, κατελαμβάνετο υπό φόβου και τρόμου, όχι τόσον διότι θα εσπηταλιώνετο, όσον διότι μετά το σπητάλιωμα θα επηκολούθει το κούρεμα της κεφαλής της. Ο φόβος δε αυτός ήτο μεγαλύτερος συντελεστής δια την σύμφωνον προς τας υποδείξεις και συμβουλάς των γονέων διαγωγήν των ζωηροτέρων, κοριτσιών περί των οποίων ελέγοντο υπό των σεμνοτύφων συν τοις άλλοις και τα εξής λιανοτράγουσα: Αύτη είν’ για τα σπητάλια ύστερ’ απ’ αυτά τα χάλια. Πρέπει να τη σπηταλιώσουν, Ίσως τότε και τη σώσουν… Υπό το όνομα «Σπητάλια» νοητέον όχι το τμήμα εκείνο του ιδρύματος όπου ενοσηλεύοντο οι ασθενείς και πάσχοντες, αλλά το συνεχόμενον αυτώ ιδιαίτερον τμήμα , όπου περιωρίζοντο αι προς τιμωρίαν και σωφρονισμόν εισαγόμεναι και το οποίον επείχε θέσιν σωφρονιστηρίου. Εξ όσων αναφέρομεν ανωτέρω περί του «κουρέματος» της γυναικείας κόμης αποδεικνύεται ότι το κομάν, ευτρεπίζειν και αναπτύσσειν τας γυναίκας και παρθένους τους πλοκάμους των τριχών της κεφαλής των ήτο η μεγαλυτέρα φροντίς και προσπάθειά των, όχι μόνο διότι προετιμώντο εις τινα μέρη αι μακράν και ηυτρεπισμένην κόμην έχουσαι ως σύζυγοι, αλλά διότι ελογίζετο αναθεματισμένη η γυνή αποκείρασα την κόμην της…». 70

Κορινθίους Α ια 15

44


Παραθέτουμε και ένα δεύτερο, ανεπιβεβαίωτο πάντως, περιστατικό, που συνέβη στην κοινότητα Τσαρικλί, ενδεικτικό της υπάρχουσας νοοτροπίας για τη γυναίκα, του ρόλου της, της προσωπικής της ζωής, αλλά και των ιδιαιτέρων της στιγμών. Να τονίσουμε μάλιστα πως δεν πρόκειται περί μοιχείας, αλλά «απλά» περί συνάψεως σεξουαλικών σχέσεων μεταξύ κάποιας χριστιανής και ενός μουσουλμάνου, που πάντως και σε κάθε περίπτωση προκάλεσαν τη θεϊκή παρέμβαση, δίκαιη τιμωρία με μια μεγάλη δόση ανομβρίας, για το μαγάρισμα που συνέβη. Την οποία βεβαίως οι κάτοικοι αντιμετώπισαν με χαρακτηριστικούς τρόπους, τέτοιους που προκαλούν ίσαμε τα σήμερα φρίκη και ενδεχόμενα αποτροπιασμό, τόσο για το μέγεθος της άγνοιας, όσο και τις μορφές δεισιδαιμονικών πρακτικών που επισκίαζαν τα παντα. «…Επειδή κάποια χρονιά παρατεινόταν η ανομβρία πίστεψαν πως αυτό οφειλόταν στο ότι μια γυναίκα του Τσαρικλί, η Τσατάλ Ελισσάβετ, είχε κοιμηθεί μ’ έναν Τούρκο βοσκό και έτσι με αυτή την πράξη της βεβήλωσε τα θεία και η θεία δικαιοσύνη έπεφτε σαν εκδίκηση. Τη γυναίκα αυτή, που εν τω μεταξύ πρόσφατα είχε πεθάνει, μετά από παράκληση της Μαγδάλας Δέσοινας, την έβγαλαν από τον τάφο, δεν είχε ακόμη λιώσει, την έδεσαν και την έσυραν στους δρόμους του χωριού παρακαλώντας το θεό να δώσει συγχώρεση και να έρθει η βροχή…».71 Βεβαίως υπήρχαν και ηπιότερες λύσεις, για έναν κακό γάμο, όπως αυτές του διαζυγίου. Ήταν μεν ήταν σπανιότατο, αλλά πάντως υπήρχε μέσα στη νομική διαδικασία και στις συνήθειες της εποχής, για λόγους σοβαρούς ή και λιγότερο σοβαρούς και πάντοτε φυσικά με την άδεια της εκκλησίας. Μερικοί εκ των οποίων μάλιστα διατηρήθηκαν στο νομικό μας πλαίσιο μέχρι και πρόσφατο παρελθόν. Όπως η μοιχεία για παράδειγμα, η λέπρα επίσης, η ανικανότητα συνουσίας, οι βιοπραγίες, η εγκατάλειψη της συζυγικής παστάδας,72 η κατασπατάληση ασκόπως της προίκας της γυναίκας…73 κλπ.

71

Χρ. Ιωακειμίδης, Καππαδοκία, νοοτροπίες και στάσεις σχετικά με τη γυναίκα και το παιδί, Βόλος, Σύλλογος Καππαδοκών Ν. Μαγνησίας 2005, σελ. 157, βλ. σχ. Καραλίδης Ι.Κ., Τσαρικλί Νίγδης Καππαδοκίας, Αθήνα 1985, σελ 122. 72 Κ.Ι.Δ. Συκεών Φ.13, έγγραφο με α.α. 38 και ημερομηνία 11 Ιανουαρίου 1896, βλ και απόφαση 1287 -21/12/1894 του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας… 73 Κ.Ι.Δ. Συκεών Φ.13, απόφασις 310/5 Ιουλίου 1905 Μητροπολιτικού Συμβουλίου επί της αγωγής Παναγιωτίτσας Μονέδα κατά του συζύγους της Εμμ. Πιτσιλαδή κατά την οποία η ενάγουσα ζήτησε τη λύση του γάμου της για να προστατευθεί το υπόλοιπο της περιουσίας (προίκας) από τη διασπάθισή της από τον εν διαστάσει σύζυγό της…

45


Γυναίκα και μόρφωση

«Η πατρίς δεν απαιτεί… λογίας»… Μια πρώτη παρατήρηση… Σύμφωνα με όλους τους ειδικούς η εκπαίδευση αποτελεί ένα από τους τομείς που σαφέστατα και ξεκάθαρα εκφράζεται η διαφοροποίηση των ρόλων του άνδρα και της γυναίκας, συνιστά, ίσως, το πλέον χαρακτηριστικό πεδίο ανισότητας. Με τη γυναικεία εκπαίδευση να υστερεί κατά πολύ και να αναπτύσσεται σαφώς, σιγά σιγά, αλλά κατά πολύ αργότερα. Επιπλέον, εκπαίδευση σημαίνει και αναπαραγωγή μιας ιδεολογίας, που κληροδοτείται στις επόμενες γενιές και συνεπώς όποιος την έχει στα χέρια του, τη χρηματοδοτεί, την ελέγχει, περνά τη δικιά του ιδεολογία, τη δική του κοσμοθεωρία. Το πού εδράζεται τούτη η άποψη θα αναπτυχθεί παρακάτω. Όμως σε μια πρώτη «ανάγνωση» μπορούμε να διαπιστώσουμε πως η απροθυμία της κοινωνίας για τη μόρφωση του γυναικείου φύλου στηρίζεται σε δυο απλούστατους λόγους. Σύμφωνα με τον πρώτο, λοιπόν, η μόρφωση για τον άνδρα μπορούσε να του καλυτερέψει τη ζωή, να τον απαλλάξει από τη χειρονακτική εργασία, να του βρει καλή δουλειά στη διοίκηση, να του κάμει πλούσιο γάμο κλπ. Ενώ για τις γυναίκες σαφέστατα είχε διακοσμητικό ρόλο, αφού όλα τα επαγγέλματα ήταν κλειστά έως και απαγορευμένα για δαύτες. Εκτός φυσικά του επαγγέλματος της δασκάλας και μόνο στην αρχή και λίγο αργότερα της μαίας. Απλά αποτελούσε ένα συστατικό στοιχείο για έναν καλό γάμο, κυρίως στις αστικές κοινωνίες της

46


ανατολής, και σημαντικότατη ενδεχόμενα βοήθεια για τα παιδιά που θα αποκτούσε, με γνώσεις απαραίτητες για τη διαμόρφωση- συνέχεια μιας τυπικής χριστιανικής οικογένειας. Αρωγός και σύμμαχος σε τούτες τις αντιλήψεις υπήρξε και η γενική παραδοχή πως η γυναίκα δεν «τα παίρνει» τα γράμματα όπως ο άνδρας, πως το μόνο που χρειαζόταν ήταν απλά να διαβάζει και να μάθει εκείνες τις γνώσεις που θα την οδηγούσαν στο να γίνει καλή νοικοκυρά, δηλαδή, μαγειρική, ραπτική και κοπτική74 και πως τα πολλά γράμματα οδηγούν στην καταστροφή, μιας και το γυναικείο μυαλό είναι φτιαγμένο για άλλα πράγματα.75 Τα παρθεναγωγεία θα έπρεπε να μεταβληθούν σε «φυτώρια απλού οικιακού βίου και μητρικής διδασκαλίας ενδιαιτήματα», και, « η πατρίς έχει ανάγκην πολλών Πιερίδων, αλλά μεγίστην έχει χρείαν πολλών χρηστών μητέρων…», ενώ τέλος, πως «ο εγκέφαλος της γυναικός είναι σχετικώς μικρότερος από τον του ανδρός κατά τρεις ή τέσσερας ουγγίας».76 Τώρα, για συστηματική εκπαιδευτική προσπάθεια στην περιοχή της Καππαδοκίας μπορούμε να μιλήσουμε κυρίως από τον 19ο αιώνα και μετά, μιας και για τους παλαιότερους χρόνους ελλείπουν παντελώς τα στοιχεία, εκτός από απειροελάχιστες πληροφορίες και εκείνες με περισσά κενά, λάθη και υπερβολές. Έτσι για το χρονικό διάστημα που διέρρευσε από την κατάκτηση μέχρι και τότε, η εκπαίδευση ήταν υπόθεση καθαρά ατομική, στηριζόμενη σε θαρραλέους ιερωμένους που πάντοτε μετά φόβου «δίδασκαν το οχτωήχι και το ψαλτήρι μέσα στις εκκλησιές, μοναχοί γραμματοδιδάσκαλοι στα μοναστήρια που μάθαιναν στους νεοφώτιστους κολλυβογράμματα…τα ακριτικά τραγούδια.»77 Με τα πρώτα κοινοτικά σχολεία, για τα αγόρια φυσικά στην αρχή, να δημιουργούνται περίπου στις αρχές του 180078 σύμφωνα με ορισμένους και λίγο πριν σύμφωνα με κάποιους άλλους79. Πάντως, ιδιαίτερα πολλά, μετά το Χάττι Χουμαγιούμ και Χάττι Σερίφ, αλλά και την ψήφιση των Εθνικών κανονισμών του 1860, οπότε παρατηρείται με τη βοήθεια και του Φιλολογικού Συλλόγου της Κωνσταντινούπολης άνθηση δημιουργίας νέων σχολείων.80 Τώρα, οι σχολικοί τύποι, που παρατηρήθηκαν στο διάβα του χρόνου και μάλιστα μετά τις προαναφερόμενες συνθήκες στην περιοχή της Καππαδοκίας και όχι μόνο, ήταν συγκεκριμένοι τόσο στις δομές, όσο και στον τρόπο λειτουργίας τους. 74

Κ.Ι.Δ. Συκεών, Φ.12, α.α. 7, μαρτυρία Ξηροστυλλίδου Ελισάβετ (Σύλλατα) Ελένη Βαρίκα, ό.π., σελ. 85, « Προς τα τέλη της δεκαετίας του 1860 αναπτύσσεται ένα νέο είδος συγγραφέων, οι λεγόμενοι ιατροφιλόσοφοι. Λόγοι και άρθρα με τίτλους εύγλωττους όπως: Ομοιότητες και διαφοραί εν εκατέρω των φύλων από φυσιολογικήν και ψυχολογικήν έποψιν…». 76 Ό.π., σελ. 85 77 Ιορδάνης Παπαδόπουλος, «Η εκπαίδευση στην Καππαδοκία από την αρχαιότητα ως την ου ανταλλαγή των πληθυσμών», Πρακτικά 2 Συμποσίου 2005 Κέντρο Σπουδής και Ανάπτυξης Μικρασιατικού πολιτισμού , δήμος Νέας Ιωνίας [2006], σελ. 201 78 Ελένη Καρατζά, « Η παιδεία στο Γκέλβερι της Καππαδοκίας», Κ.Μ.Σ. Δελτίο Γ [ 1982], σελ. 128 βλ. σχ. Ιωάννης Καλφόγλους, Ιωάννης Πρόδρομος Μοναστήρι γιαχότ Μονή Φλαβιανών, Κωνσταντινούπολη 1899 79 Κωνσταντίνος Νίγδελης, Τα Φλογητά της Καππαδοκίας, Πολύγυρος, (εκδ.) Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Χαλκιδικής 2006, σελ. 38, « Το πρώτο οργανωμένο σχολείο στην περιοχή της Καππαδοκίας έγινε μόλις το 1792 από τον ιερομόναχο Γερμανό, χριστιανό από τη Συρία με έδρα του την Καισάρεια». 80 Αντώνης Παυλίδης, «Το Οικουμενικό Πατριαρχείο και το Οθωμανικό κράτος κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Όψεις της εκπαίδευσης του Μικρασιατικού Ελληνισμού», Πρακτικά 2ου Συμποσίου 2005 Κέντρο Σπουδής και Ανάπτυξης Μικρασιατικού πολιτισμού, δήμος Ν. Ιωνίας [2006], σελ 95. 75

47


Παρέμειναν δε σχεδόν αναλλοίωτοι, με ελαφρές και μόνο κατά τόπους διαφοροποιήσεις που είχαν να κάνουν κύρια με το τρέχον εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Επίσης, να σημειώσουμε πως οφείλουμε πολλά τόσο στον Οικουμενικό Θρόνο, όσο και στον Φιλολογικό Σύνδεσμο της Πόλης, που προσέφεραν τα μάλα στην υπόθεση παιδεία σε όλη την απέραντη Οθωμανική αυτοκρατορία. Αλλά και στους συλλόγους- συνδέσμους των αποδήμων Ελλήνων της Πόλης, που και αυτοί με τη σειρά τους βοήθησαν γενναία στην ανασυγκρότηση, κτίσιμο, αλλά και λειτουργία των όποιων σχολείων της ιδιαίτερης πατρίδας των81. Βεβαίως και σε γενικότερο επίπεδο, υπάρχουν μεγάλες ανισότητες από περιοχή σε περιοχή οφειλόμενες σε πάρα πολλές αιτίες που δημιουργήθηκαν με τον καιρό. Αιτίες όπως για παράδειγμα το γλωσσικό ζήτημα, το οποίο βεβαίως θα δούμε διεξοδικά παρακάτω. Να υπενθυμίσουμε, επίσης, πως τα χωριά της Καππαδοκίας ήταν χωρισμένα σε τουρκόφωνα και ελληνόφωνα και εξυπακούεται πως τα δεύτερα είχαν καλύτερες προσβάσεις στην εκπαιδευτική διαδικασία. Εξάλλου τα αμιγώς ελληνικά χωριά, έστω και τουρκόφωνα, ήταν σαφώς σε πολύ καλύτερη κατάσταση από αυτά των μεικτού τύπου, των οποίων οι κάτοικοι δανείσθηκαν όχι μόνο τη γλώσσα, στις περισσότερες των περιπτώσεων, αλλά επιπλέον τις συνήθειες και τις αντιλήψεις και στα εκπαιδευτικά θέματα. Έτσι σε γενικές γραμμές, στο διάβα του χρόνου, παρατηρήθηκαν αρκετοί τύποι σχολείων μεταξύ των οποίων:82 1-Το Αλληλοδιδακτικό Σχολείο, στο οποίο ο δάσκαλος χώριζε τους μαθητές του σε ομάδες ανάλογα με την επίδοσή τους και στις οποίες δίδασκαν οι πιο καλοί μαθητές, οι «πρωτόσχολοι».83 2-Η Αστική Σχολή, δηλαδή το δημοτικό σχολείο, με τέσσερις αρχικά και επτά τάξεις αργότερα. 3- Το Ελληνικό Σχολείο, που ανήκε στη δεύτερη βαθμίδα εκπαίδευσης κι ήταν τριτάξιο. 4-Το Ημιγυμνάσιο, που αποτελούσε τη μεγαλύτερη βαθμίδα εκπαίδευσης. Τέλος και τριτάξιο Σχολαρχείο, οκτατάξια Αλληλοδιδακτική Σχολή, γραμματοδιδασκαλείο, ημιγυμνάσιο και Παρθεναγωγείο, το οποίο φυσικά αποτελεί ιδιαίτερο αντικείμενο μελέτης και μάλιστα για την περιοχή της Καππαδοκίας. Τώρα, στο πρώτο ερώτημα περί του τι είναι το Παρθεναγωγείο, η απάντηση είναι εύκολη και αρκούντως κατατοπιστική. Απλά, λοιπόν, ένα σχολείο που επιδίωκε «… την ευσεβή εκπαίδευσιν και μόρφωσιν των ορθοδόξων κορασίων». Δηλαδή και με απλά λόγια ήταν ένα σχολείο που ήρθε να καλύψει μια σοβαρή ανάγκη του Ορθοδόξου γυναικείου πληθυσμού στην Καππαδοκία. 81

Συμεών Κοιμίσογλου, Καππαδοκία, Θεσσαλονίκη, (εκδ) ναυς 2005, σελ. 102, «…Στην Κωνσταντινούπολη υπήρχε το βιβλιοπωλείο του Σεϊτανίδη όπου γινότανε το δασκαλοπάζαρο. Κάθε αδελφότητα που ήθελε να στείλει δάσκαλο στο μακρινό χωριό της έστελνε αντιπρόσωπο στο βιβλιοπωλείο. Εκεί υπήρχαν υποψήφιοι. Μετά από παζάρι για τις ώρες δουλειάς, το μισθό και τις συνθήκες εργασίας συμφωνούσαν και ο δάσκαλος ξεκινούσε για το χωριό όπου αναλάμβανε την εκπαίδευση των παιδιών». 82 Κων/νος Νίγδελης – Συμεών Κοιμίσογλου, Το Ανταβάλ της Καππαδοκίας, Θεσσαλονίκη, Κ.Ι.Δ.Συκεών 2006, σελ. 45 83 Κυριάκος Χατζηκυριακίδης, Μεταλλείο Ταύρου-Μπουγά Μαντέν 1826-1924, Θεσσαλονίκη, (εκδ) Αφοί Κυρικίδη 1999, σελ. 36.

48


Το πώς λειτουργούσε μας είναι γνωστό. Τόσο από τα υπάρχοντα γραπτά, κανονισμούς και διατάξεις, όσο και από τις προφορικές μαρτυρίες. Με τον τύπο αυτό σχολείου να υπάρχει σχεδόν σε όλες τις κοινότητες και με μεγαλύτερο ίσως το Κεντρικό Παρθεναγωγείο που είχε δημιουργηθεί το 1885 στη Μονή Ιωάννου του Προδρόμου. Να επισημάνουμε, επίσης, πως στα Παρθεναγωγεία φοιτούσαν κορίτσια από όλες τις κοινωνικές τάξεις και ομάδες, πως λειτουργούσαν, αρχικά τουλάχιστον, δυο τμήματα, αυτό του Αλληλοδιδακτικού και του Ελληνικού, πως υπάγονταν σε μια άτυπη κεντρική διοίκηση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και το Εθνικό Κέντρο, αλλά με σημαντικότατες διαφοροποιήσεις από τις κατά τόπους μητροπολιτικές επαρχίες στις οποίες ο ρόλος του οικείου ποιμενάρχη ήταν καταλυτικός. Ενδεικτικά να πούμε, επίσης, πως διδάσκονταν σχεδόν τα ίδια τα μαθήματα, αλλά δινόταν σχετικό βάρος στην εκμάθηση της ελληνικής γλώσσης μέσα από τη διδασκαλία κλασικών πατερικών κειμένων που προσφέρονταν για ανάλυση, μαθήματα ιστορίας, Παλαιά και Καινή Διαθήκη, φυσιγνωσία, γεωμετρία, αριθμητική, γεωγραφία, ιχνογραφία, καλλιγραφία, αλλά και γαλλικά. Για τα οποία (τα γαλλικά) υπήρχε μια σωρεία αντιδράσεων από τον ντόπιο πληθυσμό για την αξία και τη χρησιμότητά τους μέχρι…μέχρι και την επέμβαση του Πατριάρχη Κύριλλου Β, κατόπιν φυσικά προτροπής φωτισμένων κληρικών και δασκάλων. Χαρακτηριστική πάντως είναι σχετική επιστολή την οποία απέστειλε προς τον προαναφερόμενο ποιμενάρχη κάποιος αρχιμανδρίτης Ιάκωβος, της οποίας τμήμα παραθέτουμε αυτούσιο, στην οποία απεικονίζεται το κλίμα της εποχής αλλά και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα. «…η εισαγωγή της γλώσσης ταύτης δε μέλλει και βλάψει ουσιωδώς την μάθησιν των ελληνικών γραμμάτων, δια τον λόγον ότι κατά το πνεύμα του αιώνος και την κακώς εννοουμένην μόδαν, πάντα τα κοράσια πτωχά τε και άπορα θέλουσι στρέψει όλην αυτών την προσοχήν και επιμέλειαν εις την Γαλλικήν γλώσσαν, χωρίς να διακρίνωσιν αν μέλλωσι να ωφεληθώσιν ή βλαφθώσιν εξ αυτής… Προσέτι ο τρόπος ον προτείνει η κυρία Διευθύντρια δια την παράδοσιν της ειρημένης γλώσσης, φαίνεται εις τον δούλον υμών ασύμφορος και απάδων τω κοινωφελεί σκοπώ του Ημετέρου παρθεναγωγείου…»84 Όμως υπάρχουν ορισμένα στοιχεία που διαφοροποιούν χαρακτηριστικά τη λειτουργία των παρθεναγωγείων της Καππαδοκίας από αυτά των λοιπών περιοχών του Οικουμενικού Θρόνου. Για να ήμαστε περισσότερο ακριβείς, υπάρχουν σαφέστατες ως προς τους σκοπούς διαφοροποιήσεις, αλλά και περισσές αντιφάσεις, που καταδεικνύουν σχετικές διαμάχες μεταξύ των ντόπιων, για τη χρησιμότητά τους ή όχι στο γυναικείο φύλο. Ξεκινάμε με τη διαπίστωση πως η Καππαδοκία ήταν μακριά και σχετικά απομονωμένη από τα ελληνικά κέντρα της Κωνσταντινούπολης, της Ιωνίας, αλλά και των Αθηνών. Με τους περισσότερους, ακόμα και λογίους της εποχής, να αγνοούν παντελώς την ύπαρξή της, στη χειρότερη των περιπτώσεων, αλλά και την

84

Μαρία Λιτίκα, «Το Παρθεναγωγείο του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων στην Κωνσταντινούπολη, περ. 1852-1901», Πρακτικά 2ου Συμποσίου 2005 Κέντρο Σπουδής και Ανάπτυξης Μικρασιατικού πολιτισμο, δήμος Νέας Ιωνίας [2006], σελ. 86.

49


ύπαρξη ελληνόφωνων κοινοτήτων στην καλύτερη85. Συνεπώς τα πάντα λειτουργούσαν με σχετική ελευθερία, μιας και οι εντολές αργούσαν και τις περισσότερες φορές δεν έφταναν ποτέ και κατά συνέπεια τα ανοικτά μυαλά μπορούσαν να πρωτοτυπήσουν, να δράσουν με περισσή ελευθερία, με ό,τι αυτό σήμαινε. Επίσης, στη Βασιλεύουσα, η κυρίαρχη ιδεολογία εκείνη την εποχή για τις σπουδές του γυναικείου φύλου, για τους περισσότερους, ήταν επιεικώς απαράδεκτα ανδροκρατούμενη. Θέλανε τα κορίτσια τους «σεμνοπρεπή και παρθενικόν ερύθημα…». Δηλαδή και περισσότερο κατατοπιστικά «…δεν ζητούμεν γυναίκα περίπτυστον παρά τω λαώ ως δημαγωγόν ή ρήτορα, πολίτιδα ή φατριστήν, ιατρόν ή διδάκτορα νομομαθή ή σοφόν. Αρκούσιν ημίν επί τούτω οι άνδρες. Ζητούμεν θυγατέρα σεμνοπρεπή και παρθενικόν ερύθημα, νεάνιδα καλήν και αγαθήν. Ζητούμεν σύζυγον πιστήν, προσφιλή και αγαπώσαν ακραιφνώς τον άνδρα αυτής. Ζητούμεν γυναίκα γενέτειρα, φιλόστοργον μητέρα, τύπον πίστεως και αρετής, υπογραμμόν τοις τέκνοις επί συνέσει και καλοκαγαθία». Στον αντίποδα και πρωτοποριακά υπήρχαν και μεταξύ όλων των άλλων φωνές, που εκπλήσσανε για την ευρύτητα και την προοδευτικότητά τους, εκεί και τότε, μάλιστα. Που απλά και κατανοητά σήμαινε πως, στην περιοχή ή αν θέλετε σε αρκετές από τις κοινότητες της Καππαδοκίας, όχι μόνο δεν υπήρχε διάκριση σε βάρος των γυναικών αλλά μάλλον μια διακριτική διαχείριση υπέρ αυτών. Τουλάχιστον, σύμφωνα με ορισμένους μελετητές, στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, όπου γίνεται μια αξιόλογη προσπάθεια μόρφωσής τους, για να γαλουχήσουν με τη σειρά τους άνδρες «καλούς καγαθούς άξιους της πατρίδος».86 Για παράδειγμα ο Καισαρείας Ευστάθιος Κλεόβουλος, σημαντικότατη προσωπικότητα του χώρου, έγραφε και έλεγε πως, « …κοινότητα που δεν είναι σε θέση να συντηρήσει σχολεία και των δυο φύλων, είναι προτιμότερο να διατηρεί μόνο Παρθεναγωγείο, διότι η μητέρα μπορεί να αναπληρώσει την έλλειψη αρρεναγωγείου, ενώ το αρρεναγωγείο χωρίς τη μητρική ανατροφή, δεν αποφέρει τους καρπούς που περιμένουμε από αυτό, ούτε αναπληρώνει τη μητρική ανατροφή».87 Ο Νικόλαος Ρίζος, επίσης, από τη Συνασσό, απευθυνόμενος προς τους συμπατριώτες του, μεταξύ των άλλων, έλεγε πως, «…πόσην ωφέλειαν, πόσα αγαθά θέλει επιφέρει το σχολείον των κορασίδων εις Συνασσόν, όπου η μητρική γλώσσα είναι ελληνική. Ας γνωρίζουν οι κάτοικοι της Συνασσού καλώς ότι, άνευ παρθεναγωγείου φρούδα τα σχολεία, φρούδος ο πολιτισμός και προσωρινή μόνο η πρόοδος αυτών».88 Προοδευτική άποψη βεβαίως, αλλά μάλλον «εις ώτα βαρήκοα», διότι, λίγα χρόνια αργότερα, ο εκ Συνασσού και πάλι ορμώμενος λόγιος Σαραντίδης Αρχέλαος, 85

Ηλία Αναγνωστάκη- Ευαγγελία Μπαλτά, ό.π. σελ 39, «Η πλειονότης των παρ’ ημίν πεπαιδευμένων φρονεί ότι η Ελληνική γλώσσα ομιλείται εν Καππαδοκία όσο και εν Ζουλουλανδία ή Σινική, ότι απ’ άκρου εις άκρον μητρική γλώσσα των λαών εκείνων είναι τουρκική. Και όμως αδύνατον να υπάρξει απάτη μείζων ταύτης». 86 Ιορδάνης Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 208 87 Ό.π. , σελ. 209. 88 Ρίζου Ελευθεριάδη, Συνασός ήτοι μελέτη επί των ηθών και εθίμων αυτής, Εν Αθήναις 1879, σελ. 42, βλ σχ Ιορδάνης Παπαδόπουλος, ό.π. σελ. 209

50


αναγκάζεται να δικαιολογήσει τις όποιες καθυστερήσεις των συγχωριανών του πάνω στο ζήτημα της εκπαίδευσης γράφοντας πως: «…Οι μόλις ανανήψαντες εκ του μεσαιωνικού ληθάργου κάτοικοι εθεώρουν την των θηλέων μόρφωσιν ως περιττόν τινά και επιβλαβή δι’ αυτάς κόσμον, φοβούμενοι μήτοι αυξανομένων των γνώσεων ηύξανον και αι απαιτήσεις τούτων…Αλλ’ όμως εισήλθον εις τα πράγματα άνδρες διακρινόμενοι επί παιδεία έχοντες συνεργούς και τους ευ φρονούντες εκ των γεραιτέρων….κατανοήσαντες ότι μόνον εκ της αναπτύξεως του γυναικείου φύλου και της καταρτίσεως δια της αληθούς παιδείας μεμορφωμένων μητέρων εξαρτάται η πρόοδος, ο εκπολιτισμός και η ευδαιμονία πάσης κοινότητος, ιδία δε των εν Καππαδοκία κοινοτήτων…».89 Χαρακτηριστικότατες είναι επίσης και μερικές συλλογικές ενέργειες- κινήσεις, αρκετών μεικτών κοινοτήτων, οι οποίες για να λύσουν το πρόβλημα της γλώσσας, αλλά και άπαξ δια παντός το πρόβλημα του δασκάλου, έστελναν κυρίως κορίτσια με υποτροφίες στα μεγάλα αστικά κέντρα για σπουδές. Φυσικά με την υποχρέωση της παραμονής των στις ιδιαίτερες πατρίδες για ορισμένο χρόνο. Όπως, επίσης, η λήψη και η εφαρμογή ορισμένων αποφάσεων που ξενίζουν θετικά. Έτσι στην κοινότητα της Μαλακοπής, για παράδειγμα, έχουμε, όσο και αν φαίνεται περίεργο, την ύπαρξη ειδικών σχολικών τμημάτων για τα κορίτσια. Εκεί εκτός των άλλων, προσέφεραν μεν πλήρη θεωρητική εκπαίδευση, αλλά διέθεταν και «εργαστήριον κοπτικής και ραπτικής δια τα κοράσια…».90 Μια προσπάθεια, δηλαδή, από τα ανοιχτά μυαλά, τα οποία μετέτρεψαν το παλαιό διδακτήριο, αφού το σουλούπωσαν, σε σχολείο «τεχνικό», όπου τα κορίτσια μάθαιναν τα απαραίτητα, για να μπορέσουν στο μέλλον να κρατήσουν σωστά την οικογένεια τους. Βεβαίως η κατάσταση δεν ήταν και τόσο ρόδινη ή τουλάχιστον οι προαναφερόμενες απόψεις δεν αποτελούσαν την κυρίαρχη ιδεολογία και πάντως, σε κάθε περίπτωση, έχουμε σημαντικότατες αντιρρήσεις. Τόσες και τέτοιες που ανάγκασαν τους ντόπιους λόγιους της εποχής να τα βάλουν με τους δικούς τους. Καυτηριάζοντας σε μεγάλο βαθμό νοοτροπίες και πρακτικές, παραξενιές και το οπισθοδρομικό πνεύμα των δικών τους ανθρώπων, που είχαν να κάνουν με την εκπαίδευση των κορασίδων και την άρνησή τους να τις στείλουν στο σχολειό και όχι μόνο. Σατιρίζοντας την ευρύτερη συμπεριφορά τους, σε σχέση πάντοτε με την εκπαιδευτική διαδικασία και του γυναικείου φύλου, που κινδύνευε να πάθει μεγάλη ζημιά, γιατί « τα πολλά γράμματα αποβλακώνουν …τι τα θέλει η γυναίκα, αυτή είναι μόνο για γάμο και παιδιά…».91 Καυστικός είναι και ο Σ. Φαρασόπουλος, ντόπιος ιατρός και λόγιος, που σούρνει τα εξ αμάξης στους συμπατριώτες του, οι οποίοι έχουν τέτοιο και σε τόσο μεγάλο βαθμό «οπισθοδρομικό πνεύμα». Παρατηρώντας μάλιστα, πως τούτο το πνεύμα έχει επηρεάσει όχι μόνο τις αμόρφωτες μάζες των χωρικών, αλλά ακόμα, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, και τις ανώτερες τάξεις, αυτές δηλαδή που ξέρανε. Γράφει λοιπόν πως, «εις την δημοτικήν σχολήν φοιτώσι αναμίξ και κοράσια μετά μεγάλης επιμελείας, οργώντα μάλιστα και εις ανωτέρας σπουδάς, τούτο όμως δεν τοις επιτρέπεται υπό των διδασκάλων και των δημογερόντων…ενώ ευκόλως 89

Σαραντίδης Αρχέλαος, ό.π., σελ. 49 Κ. Νίγδελη- Σ Κοιμίσογλου, Η Μαλακοπή της Καππαδοκίας, Θεσσαλονίκη, Κ.Ι.Δ.Συκεών 2005, σελ. 41. 91 Κ. Νίγδελη- Ι. Σταματιάδης, ό.π., σελ. 112 90

51


δύναται να συστήσωσι και να συντηρήσωσι παρθεναγωγείον, όπως εκπαιδεύονται αι μέλλουσαι μητέρες τυγχάνουσαι ιδιαζούσης μορφώσεως, δεν το πράττουσι δυστυχώς γινόμενοι τυφλά όργανα ιδιοτρόπων και οπισθοδρομικών».92 Φυσικά και τέτοιες απόψεις που καταδείκνυαν μια αντίληψη η οποία ήταν η επικρατούσα σε όλη την Ανατολή διετυπώθησαν πολλές. Εμείς απλά, με τη σειρά μας, σας παρουσιάζουμε την πλέον κατηγορηματική. «Το να ζητώμεν να εκπαιδεύσωμεν την γυναίκα ισοβάθμως τω ανδρί είναι παράλογον, επειδή ζητούμεν τα φύσει αδύνατα και μη αρμόζοντα αυτή… Η γυνή έσεται εσαεί αδύνατος τον τε νουν και το σώμα, ο δε προορισμός αυτής έσεται εσαεί ο αυτός, προώρισται να τίκτη τέκνα…Αι γυναίκες ημών έχουσι χρείαν όχι θεωριών αλλά πρακτικών γνώσεων… Το έθνος, η πατρίς, η κοινωνία δεν απαιτούσι παρά των Παρθεναγωγείων γυναίκας λογίας, απαιτούσι γυναίκας ευσεβείς, σώφρονας, τιμίας, εγκρατείς, εναρέτους…».93 Τώρα, στο ερώτημα, εάν όλες ή σε όλες τις κοινότητες υπήρχαν τέτοιες συμπεριφορές, αβίαστα και άμεσα μπορούμε να απαντήσουμε πως όχι. Ούτε φυσικά μπορούμε να προσδιορίσουμε το μέγεθος και την έκταση των οπισθοδρομικών αντιλήψεων, μιας και υπήρχαν πολλές από δαύτες και μάλιστα σε ποικίλες μορφές. Πάντως συμπερασματικά να πούμε πως υπήρχαν πάμπολλες διαφοροποιήσεις, που στο σύνολό τους βρίσκονταν σε εξάρτηση και από άλλους παράγοντες οι σπουδαιότεροι των οποίων ήταν η θέση της κοινότητας και η σύνθεση του πληθυσμού. Εάν δηλαδή επρόκειτο για μεικτή ή αμιγώς ελληνική κοινότητα. Σε κάθε περίπτωση πάντως, για να αντιληφθεί ο αναγνώστης το μέγεθος, σε ορισμένες κοινότητες, της αντίληψης του κόσμου για την εκπαίδευση, παρουσιάζουμε τις πλέον παράξενες επιθυμίες των κατοίκων- πατέρων που ως προοδευτικοί στέλνανε τα παιδιά τους, αγόρια-κορίτσια, στο σχολείο. «…Διότι ναι μεν πας γονεύς αυθορμήτως στέλλει τα τέκνα του για μάθηση στο σχολειό, αλλά θέλει να έχει και κάποιο ρόλο και λόγο στην εκπαιδευτική διαδικασία. Όπως για παράδειγμα στην επιβολή της όποιας τιμωρίας.94 Και δεν είναι λίγες οι φορές που διαμαρτύρονται πως οι δάσκαλοι δεν τιμωρούν επαρκώς τους ατακτούντες και μη επιμελείς μαθητές τους, αλλά και όταν ο τάλας κάνει το λάθος και τους τιμωρήσει, ιδιαιτέρα μετά την προτροπή των, εισπράττει άπειρες βρισιές από τους ιδίους αλλά και τους μαθητές τους.»95 Βεβαίως τούτες οι συμπεριφορές των γονέων, της δημογεροντίας, των ανωτέρων οικονομικά κύκλων, που θέλανε σώνει και καλά μια ιδιαίτερη τακτική- πρακτική προς τα δικά τους βλαστάρια, αλλά και των ιερέων, είχαν ως αποτέλεσμα για 92

Συμεών Φαρασόπουλος, Τα Σύλλατα, Μελέτη του νομού Ικονίου υπό Γεωγραφικήν Φιλολογικήν και Εθνολογικήν έποψιν, Εν Αθήναις 1895, σελ. 48 93 Λήδα Ιστικοπούλου, Η Ελληνική ταπητουργία και η ταπητουργός στη Μικρά Ασία 1860-1922, Αθήνα, (εκδ.) βιβλιοπωλείον της Εστίας 2000, σελ. 143 94 Κ.Ι.Δ.Συκεών, Φ 12, α.α. 8, μαρτυρία Μελετίου Νίγδελη (Μαλακοπή), « Οι τιμωρίες και οι μέθοδοι ήταν πολλές. Για το πταίσμα, για παράδειγμα, βάζανε τον μαθητή να καθήσει όρθιος σε μια γωνιά πολλές φορές μάλιστα κρατώντας μια πέτρα. Η βίτσα ήταν για τα σοβαρότερα παραπτώματα και ανάλογα βέβαια στα χέρια ή στα πισινά. Στους κατά επανάληψη άτακτους οι γονείς διέταζαν τους δασκάλους: “Φάε εσύ το κρέας και δώσ’ μου εμένα τα κόκκαλα”…». 95 Συμεών Φαρασόπουλος, ό.π., σελ. 45, «Ενίοτε οι Συλλατενοί παραπονούνται κατά του διδασκάλου ως μη τιμωρούντος τους μαθητάς. Όταν όμως ο διδάσκαλος προς ευχαρίστησιν πράξη τούτο φιλοδωρείται παρά των γονέων των μαθητών δι’ απείρων ύβρεων…».

52


μεγάλο χρονικό διάστημα να μη στεριώνει κανένας δάσκαλος στην κοινότητα. «Ήλθον και απήλθον» για πολλούς λόγους και αιτίες με κύριες, την μη προσαρμογή τους προς τα δεδομένα της κοινότητος, αλλά και της αντίθεσης με τους ιδιότροπους συγχωριανούς. Θέαμα και πρακτική γνώριμη σε όλη την Καππαδοκία μιας και οι οικονομικά και διοικητικά δυνατοί ήθελαν λόγω θέσεως, αλλά και αντίληψης, να έχουν τον πρώτο λόγο σε όλα».96 Παρατήρηση Και μια ιδιαίτερη πρακτική, ως αντιστάθμισμα στην αντίληψη πως, «τα ναίκες περιττεύει να μάθουν γράμματα»… Καθιερώθηκε, λοιπόν, σύμφωνα με τον Σεραφείμ Ρίζο97 από τους «φωτισμένους» στην κοινότητα της Σινασού, το έπαθλο του «Ασημένιου Σταυρού ή « Ασημιώνας Σταυρός», για τα κορίτσια που τελείωναν επιτυχώς τους σπουδές τους. Δημόσια και μάλιστα την ημέρα της εορτής λήξεως των μαθημάτων από τη Δημογεροντία, στα «τυχερά» κορίτσια. Σταυρό που οι κοπελιές τον κρατούσαν φυλακτό και τον μεταβίβαζαν στο πρώτο τους εγγόνι. Αναφέρει μάλιστα «μνήμης χάριν» τις πρώτες που παρακολούθησαν επιμελώς και επιτυχώς τα μαθήματα, που ήταν οι:  Η Μαγτέλη Μουσελίμογλου του Νικολάου, κατόπιν κυρία Στ. Τεπέρογλου…  Η Ελέγκω του Βασίλη Αδάμ, κατόπιν κυρία Βασίλη Μακρόγλου.  Η Μάρτα του Αντωνίκη, κατόπιν κυρία Στ. Λαζοπούλου.  Η Ευλαμπία Κουκύγια, κατόπιν κυρία Σπ. Χρηστιδη Ανάσογλου.

96

Κ. Νίγδελης- Σ. Κοιμίσογλου, ό.π., σελ 45, βλ. σχ. Ελ. Καρατζά, Καππαδοκία ο τελευταίος ελληνισμός της περιφερείας Ακσεράϊ Γκέλβερι, Αθήνα, (εκδ.) Γνώση 1985, σελ 239 και Κ. Νίγδελη, Η Νεάπολη της Καππαδοκίας, Θεσσαλονίκη, Ιερά Μητρόπολη Νεαπόλεως-Σταυρουπόλεως 2006, σελ. 32 97 Ρίζος Σεραφείμ, Η Σινασός, Αθήνα, Κ.Μ.Σ. 2007, τ. Α σελ. 424

53


Γυναίκα και… εργασία

Έτσι απλά. Εργασία λέγεται κάθε σωματική ή πνευματική ενέργεια του ανθρώπου που έχει ως σκοπό την παραγωγή υλικού ή πνευματικού έργου και προσπορίζει στον άνθρωπο τα αναγκαία για τη συντήρησή του στη ζωή. Αλλά και κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα που ασκείται με στόχο τη δημιουργία χρήσιμου αποτελέσματος. Τώρα, κάθε ανθρώπου ναι, αλλά και της γυναίκας; Να το πρώτο ερώτημα. Το οποίο, βεβαίως, σήμερα προκαλεί την απορία, αλλά και ενδεχόμενα τη θυμηδία των πάντων, αλλά εκεί και τότε; Και κάτι ακόμα. Άντε και να τη βάλουμε να δουλέψει, το μπορεί άραγε, θα τα καταφέρει, είναι πρέπον; Να και τα λοιπά ερωτήματα, τα οποία εν πολλοίς απασχόλησαν τους λογίους εκεί και τότε και όχι μόνο. Αρχίζουμε την έρευνά μας από την καθημερινότητα και στα του οίκου της. Μια μόνο κουβέντα, γιατί θα μας απασχολήσει στο οικείο κεφάλαιο. Οι εργασίες, λοιπόν, της καθημερινότητας, δεν λογίζονται ως εργασίες, μιας και είναι δικαίωμα και υποχρέωσή της να ξυπνά πρώτη, να ετοιμάζει τα πάντα, να βρίσκεται στο πόδι όλη την ημέρα, να υπηρετεί όλους τους αρσενικούς της οικογένειας, μα και τα θηλυκά, να φροντίζει τα φσάχα και στο τέλος να είναι και «καλή» σύζυγος στις όποιες επιθυμίες του αφέντη συζύγου… Α, ναι και να κοιμάται τελευταία.98 Εννοείται βεβαίως αδιαμαρτύρητα. Τώρα, εκείνο που μας απασχολεί είναι η εργασία της εκτός της οικίας, και περισσότερο συγκεκριμένα η εξαρτημένη εργασία. Υπόθεση η οποία ταλάνισε στην κυριολεξία και μάλιστα με εξαιρετική συχνότητα τους λογίους αλλά και τις οργανώσεις, εκεί και τότε, γύρω στα μέσα του 19ου αιώνα δηλαδή, και λίγο μετά τις σχετικές χάρτες προνομίων.

98

Μαρτυρίες

54


Οι απόψεις διχασμένες, με πλεονάζουσες αυτές που μάλλον αντιδρούσαν στην οποιαδήποτε έξοδο της γυναίκας από την οικία της και την είσοδό της στο χώρο της εργασίας. Οι λόγοι γνωστοί και η επιχειρηματολογία απλοϊκή. «Η γυνή είναι μάλλον αισθητικόν ον, ο ανήρ μάλλον νοήμον…η γυνή ζωηράν μεν την φαντασίαν κέκτηται αλλά το προσόν ταύτης αμοιρεί τόλμης, της ενεργείας ήττονος ούσης….».99 Αλλά και « η μεν γυνή τον έσω της οικίας βίον θεμελιοί, ο δε ανήρ τον έξω της κοινωνίας ανεγείρει…»,100 και διότι «οι φρόνιμοι άνδρες αγαπώσι και τιμώσι εκείνας τας γυναίκας, αίτινες περιορίζονται και ενεργούσι εντός της τροχιάς, ην διέγραψεν η φύσις αυτών…».101 Και ένα σωρό τέτοιες πομφόλυγες οι οποίες ικανοποιούσαν το συντηρητικό στρώμα της κοινωνίας των μεγαλουπόλεων, αλλά δεν μπορούσαν να δώσουν απαντήσεις και λύσεις στα καυτά ζητήματα της καθημερινότητας. Που συντηρούσαν τις όποιες προκαταλήψεις, ένα παράξενο μείγμα θρησκευτικών πρέπει με εθιμικά δίκαια και εμφιλοχωρούσες αντιλήψεις και από τον μουσουλμανικό κόσμο,102 επέβαλλαν ποικίλους φραγμούς, αλλά η καθημερινότητα ήταν δραματική. Χάρη παραδείγματος, λοιπόν, έτσι απλά μια κάποια εικόνα του τότε είναι και οι παρακάτω πληροφορίες που έχουμε από τους δικούς μας ανθρώπους που, επαναλαμβάνουμε, μπορούν μεν σήμερα να προκαλούν απορία και ενδεχόμενα θυμηδία, όμως, εκεί και τότε, ήταν καθημερινή πρακτική. Έτσι «οι γυναίκες του Ανταβάλ και του Τσελτέκ που δουλεύανε στα χωράφια χαρακτηρίζονταν ως ελαφρών ηθών…Δηλαδή ήταν απαγορευμένες στις γυναίκες ακόμα και οι αγροτικές εργασίες…».103 Στο Γούρδουνος, πάλι, θα μπορούσαν μεν να δουλέψουν, αλλά πάντοτε με την παρουσία των γεροντότερων του χωριού ή συνοδευόμενες από κάποιον αξιοσέβαστο άνδρα. Αλλά και «όλο μέσα στο χωριό ήμουν. Τα ναίκες έξω δε βγαίνισκαν. Είχαμ’ τ’ άντρες. Τα κορίτσια δεν παίνισκαν σα δουλειές…Τα κορίτσια δε δούλευαν…έτσι έπρεπ’…».104 Και ένα σωρό τέτοια όμορφα και ωραία αλλά… Αλλά τα χωράφια έπρεπε να καλλιεργηθούν, η καθημερινότητα απαιτούσε φακούδια και αυτά δύσκολα βγαίνανε. Οι άνδρες πάλι έπαιρναν των ομματίων τους και πορεύονταν σε μέρη μακρινά, στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπου υπήρχε αρκετή εργασία, και άρα; Ετέθη, λοιπόν, το ζήτημα, ποιος θα σπείρει, θα θερίσει, θα πουλήσει και σε τελική ανάλυση ποιος θα αντικαταστήσει τον άνδρα σε όλες αυτές τις εργασίες του χωραφιού. Η λύση μια και καταλυτική. Η γυναίκα κυρά. Της οποίας η συμβολή στην ανάπτυξη της γεωργίας στο χώρο της Καππαδοκίας έχει αναγνωριστεί από όλους γενικά τους μελετητές του χώρου. 99

Λήδα Ιστικοππούλου, ό.π., σελ. 133 Ό.π. σελ. 134 101 Ό.π. σελ. 137 102 Κ.Ι.Δ.Συκεών, Φ. 12, α.α. 28, μαρτυρία Νικηφορίδη Προδρόμου (Δήλα), « Καμιά μουσουλμάνα δεν επιτρεπότανε να έρθει σε επαφή με ξένο…Πώς θα μπορούσαν εξάλλου να δουλέψουν φορώντας τη μαντίλα, υποχρεωτικά….και σε καμιά περίπτωση δεν επιτρεπότανε να τη βγάλει…». 103 Μαρτυρίες, πρβ και Λήδα Ιστικοπούλου, ό.π., σελ. 179. 104 Μαρτυρία Νικηφορίδη Προδρόμου ό.π. 100

55


Ιδιαίτερα μάλιστα στις κοινότητες που παρατηρήθηκε λειψανδρία, λόγω εσωτερικής μετανάστευσης του ανδρικού πληθυσμού,105 αλλά και στα χωριά που υπήρχε μόνιμα ο ανδρικός πληθυσμός. Εκεί μπορεί ο ρόλος της να ήταν βοηθητικός, αλλά και πάλι σημαντικός.106 Βεβαίως υπήρχαν και οι άλλες απόψεις. Που ναι μεν δέχονταν την ιδιαιτερότητα του γυναικείου φύλου, αλλά όμως προσπαθούσαν να διασφαλίσουν τα «δικαιώματά της», μέσα φυσικά στα πλαίσια του ορθού. Ενός περίεργου και πάλι μείγματος θρησκευτικού πουριτανισμού και ψηγμάτων νεωτεριστικών αντιλήψεων…Προσπαθώντας μάλιστα να ενθαρρύνουν τη γυναικεία εργασία όχι μόνο στο χώρο του χωραφιού, αλλά και εκτός του σπιτιού. Ιδιαίτερα μάλιστα σε κείνες τις περιπτώσεις των απόρων, άεργων γυναικών, διότι κατ’ αυτόν τον τρόπο θα «… απέφευγον κακές και φαύλες πράξεις…».107 Και μάλιστα ίσως ολίγον υστερόβουλα, σε περιπτώσεις συλλογής καπνών, όπου όλα τα χέρια ήταν απαραίτητα…108 Πάντως και σε κάθε περίπτωση αξιοσημείωτες είναι αναφορές που καταγράφουν τη γυναικεία απασχόληση και επεξηγούν τις αμοιβές για τις αγροτικές ασχολίες. Έτσι:  «Η Μαγδαληνή Χατζήμπαλη δούλεψε τρία μεροκάματα θέρισμα στου ζευγά Πολύχρονα για να πάρει αμοιβή ένα ζευγάρι τσαρούχια…  Κατ’ αποκοπή η εργασία, λάσιμο, χέρισμα, αλώνισμα, σήκωμα ήταν μια λίρα το χρόνο ή ανάλογης ποσότητας σε είδος…».109 Βεβαίως για να είμαστε περισσότερο ακριβείς, θα πρέπει να τονίσουμε πως στον εκσυγχρονισμό του γυναικείου φύλου των περιοχών της ανατολής καθοριστικό ρόλο έπαιξαν:  οι αστικές τάξεις των μεγαλουπόλεων,110  οι νέες αντιλήψεις περί της γυναίκας και του ρόλου της,  τα νέα ρεύματα της οικονομίας με τη διαμόρφωση νέων καπιταλιστικών σχέσεων, οι όροι της ελεύθερης αγοράς,111  το όνειρο μιας καλύτερης ζωής για τους περισσότερους. Διότι υπήρχαν και ορισμένοι, ελάχιστοι μεν, αλλά που διαμόρφωσαν εντελώς αντίθετη άποψη από το σύνολο των 105

Γ. Μαυροχαλυβίδης, ό.π., σελ 179, «… Εκατοντάδες γυναίκες (σπάνια άνδρες) εξασκημένες από πολυχρόνια πείρα θα ’βλεπε ο διαβάτης οδοιπόρος να δουλεύουν ολημερίς μια δυο εβδομάδες ακατάπαυστα σαν εργατικές μέλισσες στη νεροαπαιτούμενη γύρω από τη Αξό περιοχή ανοίγοντας χιλιάδες αυλάκια…Πολλές φτωχούλες δεν παίρνανε λεφτά. Προτιμούσαν μάλιστα αν δε συμπλήρωναν μεροκάματο ολόκληρο 2-3 σακούλες καψίματα από σταυλίσιες κοπριές των ρεσπέρηδων» 106 Μαρία Ασβέστη, Επαγγελματικές ασχολίες των Ελλήνων της Καππαδοκίας, Αθήνα, Επικαιρότητα 1980, σελ. 177. 107 Λήδα Ιστικοπούλου, ό.π, σελ. 230 108 Στον κώδικα της Αξού καταγράφονται τουλάχιστον 15 καπνεργάτριες… 109 Στον Κώδικα της Αξού υπάρχουν πολλές σχετικές καταγραφές, πρβ Γ. Μαυροχαλυβίδης ό.π. σελ. 179-190. 110 Προσπάθησαν και εισήγαγαν, για παράδειγμα, το μάθημα της ταπητουργίας στα σχολεία. Πράγμα που βοήθησε στην «έξοδο» της γυναίκας και την εισαγωγή της στην εξαρτημένη εργασία… 111 Σημ: Στην Κωνσταντινούπολη αλλά και στη Σμύρνη οι γυναίκες εργάζονταν στην εμπορική επεξεργασία και στη συσκευασία των σύκων και της σταφίδας, αλλά και σε εργοστάσια ζαχαροπλαστικής, κουφέτων, λουκουμιών κλπ.

56


οικονομικών μεταναστών για τη γυναίκα και του ρόλου της. Φοβούμενοι «μην και τυχόν οι γυναίκες τους γίνουν όπως αυτές οι ξετσίπωτες των μεγαλουπόλεων», γίνηκαν περισσότερο συντηρητικοί, κάτι που καυτηρίαζαν οι ντόπιοι λόγιοι.  Ώθηση και σημαντική μάλιστα, έπαιξαν και οι κατ’ επανάληψη αναφερόμενες συνθήκες των αρχών του 19ου αιώνα, που έδωσαν σχετικές ελευθερίες στους λαούς του απέραντου οθωμανικού κράτους. Μέσα στα πλαίσια ή εξαιτίας όλων αυτών, λοιπόν, η γυναίκα άρχισε να εργάζεται επ’ ωφελεία φυσικά της ιδίας αλλά και της οικογένειάς της. Πρωτόγνωρο μεν θέαμα αλλά πάντως υπαρκτό. Και επιβαλλόμενο σιγά σιγά μα σταθερά, ιδιαίτερα μάλιστα στον χώρο της Καππαδοκίας, στις νησίδες χριστιανισμού της ανατολής. Γεννάται όμως το ερώτημα στο πού, σε ποιους τομείς, δηλαδή, θα μπορούσε το γυναικείο φύλο να απορροφηθεί και να προσφέρει τις δυνάμεις του. Άμεσα δηλώνουμε πως το σύνολο των πληροφοριών προέρχεται: από τους ντόπιους λογίους, οι οποίοι στα κείμενά τους αποσπασματικά αναφέρονται και στις γυναικείες ασχολίες, από τις μαρτυρίες των πληροφορητών, και τέλος από το εξαιρετικό πόνημα της Μαρίας Ασβέστη για τις επαγγελματικές ασχολίες των Ελλήνων της Καππαδοκίας. Με βάση, λοιπόν, τα προαναφερθέντα μπορούμε μετά βεβαιότητας να κατασταλάξουμε σε ορισμένα συμπεράσματα για το είδος της γυναικείας εργασίας σε όλους τους τομείς της παραγωγικής διαδικασίας. Έχουμε λοιπόν και λέμε: α-Το σύνολο σχεδόν του γυναικείου πληθυσμού, που εργάσθηκε εκτός οικίας και σε μισθωτές εργασίες, απασχολήθηκε κυρίως στον πρωτογενή τομέα της παραγωγικής διαδικασίας, δηλαδή, στη γεωργία και την κτηνοτροφία.112 Καλύπτοντας τις οικογενειακές ανάγκες είτε συμπληρώνοντας το εισόδημα είτε αναλαμβάνοντας πλήρως το σπίτι σε περίπτωση απουσίας του συζύγου, αλλά και ένδειας.113 Η εργασία σκληρή και κακώς αμειβόμενη, αλλά τα δυο έως και τρία γρόσια την ημέρα ήταν το μάνα εξ ουρανού, βασική κινητήριος δύναμη και ανασταλτικός παράγων για τις όποιες προκαταλήψεις μα και αντιρρήσεις.114

112

Σαραντίδου Αρχελάου, Η Σινασσός, ήτοι θέσις,ιστορία,ηθική και διανοητική κατάστασις, ήθη, έθιμα και γλώσσα της εν Καππαδοκία κωμοπόλεως Σινασού, εν επμέτρω δε και σύντομος περιγραφή και των εν επαρχίαις Καισαρείας και Ικονίου ελληνικών κονοτήτων ως και των εν αυταίς σωζομένων ελληνικων διαλέκτων εν σχέσει προς την εν Σινασώ λαλουμένην, εν Αθήναις 1899, σελ. 31, «…διότι το εν Σινασώ γυναικείον φύλον διασώζον πολλάς της αρχαιότητος έξεις μετά καρτερίας και ευχαριστήσεως αναδέχεται την περιποίησιν και καλλιέργιαν των φυτών του πατρίου εδάφους…». 113 Μαρία Ασβέστη, ό.π., σελ 177, « Στα διάφορα πληροφοριακά δελτία συχνά διαβάζουμε τις παρακάτω φράσεις, ενδεικτικές για την προσφορά της γυναίκας στη γεωργία. Ενεχίλ: Οι γυναίκες το καλοκαίρι δούλευαν στα χωράφια…πήγαιναν και στα γειτονικά χωριά για το θέρος… Γκιολτζούκ: Οι γυναίκες δούλευαν στη σπορά και στο θέρος όταν οι άνδρες ξενιτεύονταν Τσελτέκ: Τα κτήματα κυρίως οι γυναίκες τα δούλευαν». Ιντζεσου: …Η αμπελουργία δεν υπέστη μείωση γιατί τη φρόντιζαν οι γυναίκες…Οι χριστιανές επιστατούσαν πηγαίνοντας στα αμπέλια πάντα με τη συνοδεία κάποιου σεβαστού Τούρκου…» 114 Μαρία Ασβέστη, ό.π., σελ 188, «Γυναίκες δούλευαν εργάτριες στη συγκομιδή των γεωργικών προϊόντων. Έπαιρναν 2-3 γρόσια την ημέρα».

57


Συνηθέστατη, επίσης, ήταν η αμοιβή σε είδος. Με την παροχή στις εργαζόμενες των προϊόντων της δουλειάς τους και μάλιστα κατά πολύ περισσότερες ποσότητες, μιας και με αυτό τον τρόπο ο εργοδότης δεν ρευστοποιούσε άμεσα τα προϊόντα του. β-Είναι γνωστό πως οι ασχολούμενοι στον δευτερογενή τομέα της οικονομίας εργάζονται στη μεταποίηση, δηλαδή, στην παραγωγή νέων προϊόντων με βάση αυτά της πρωτογενούς παραγωγής. Σημειώνουμε, επίσης, πως ο τομέας αυτός έχει πολλές κατευθύνσεις και φυσικά, τουλάχιστον για εκείνη την εποχή, ο κύριος όγκος των εργαζομένων ήταν άνδρες. Όμως προσωπικά πιστεύουμε, αυτό αποδεικνύεται εξάλλου, πως οι εργαζόμενες και σε αυτή την παραγωγική διαδικασία ήταν κατά πολύ περισσότερες από τις υπάρχουσες καταγραφές. Δηλαδή, ενώ οι αναφορές των μελετητών είναι αποσπασματικές και ελάχιστες, εν τούτοις ορισμένες ενδείξεις αλλά και μαρτυρίες, μας λένε άλλα. Εξάλλου υπάρχει σαφέστατη διαφορά μεταξύ της «μισθωτής» εργασίας του τότε με το σήμερα. Όχι μόνο στις αμοιβές, αλλά και στον τρόπο παροχής των υπηρεσιών. Ας δούμε λοιπόν μερικές από τις γυναικείες ασχολίες και στον δευτερογενή τομέα της οικονομίας και κυρίως γι’ αυτές που έχουμε τις σχετικές πληροφορίες. Τομέας τροφίμων: Ως βασικό εισόδημα πολλές γυναίκες είχαν την παραγωγή μιας σειράς «τυποποιημένων» τροφίμων, τα οποία διέθεταν είτε στα καταστήματα πώλησης τροφίμων είτε πουλούσαν οι ίδιες κυρίως στα τοπικά παζάρια. Μερικά μάλιστα από τα πλέον ενδιαφέροντα προϊόντα ήταν: τα σπιτικά «εριστέ»,115 πλιγούρι πολλών τύπων, τσιμενιού, αποξηραμένων λαχανικών, αλλά και παστουρμά. Μας αναφέρει, για παράδειγμα, η γιαγιά Τρυφωνίδου Μαρίκα, πληροφορήτρια από τη Γκιούλ Σεχίρ. «…20 σπίτια χριστιανικά φτιάχνανε παστουρμά για το εμπόριο. Δεν είχανε βλέπεις ξενιτεμένο για να τους στείλει χρήματα…Χήρες γυναίκες οι περισσότερες, κάτι έπρεπε να κάμουν για να ζήσουν. Φτιάχνανε μερικές οκάδες παστουρμά και τον στέλνανε στην Πόλη…»116. Φυσικά αυτού του είδους η παρασκευή προϊόντων επεκτάθηκε και σε άλλα είδη, όπως για παράδειγμα στον τομέα ένδυσης, αλλά και της κάλυψης των σπιτιών με χρειώδη. Με τις υφάντρες, για παράδειγμα, που δεν δούλευαν σε εργοδότη, να φτιάχνουν «σαλβάρια», να υφαίνουν χαλιά, κιλίμια, σάλια, «μιτίλια»,117 και να τα διοχετεύουν στην αγορά. Τομέας μεταποίησης γεωργικών προϊόντων -Η σηροτροφία σήμερα είναι ένας κλάδος που μάλλον έχει ατονήσει. Οι λόγοι γνωστοί. Νέα προϊόντα έχουν καλύψει τις ανάγκες του καταναλωτικού κοινού ευκολότερα, φθηνότερα και πλέον αποτελεσματικά. Σημ: Βεβαίως οι αμοιβές δεν ήταν οι ίδιες παντού και εξαρτότανε από πολλούς παράγοντες. Πάντως και σε κάθε περίπτωση σύμφωνα με τους πληροφορητές μας εκτός των παροχών σε είδος «και μερικά φακούδια, δηλαδή 2-3 γρόσια τη μέρα, ήτανε καλά». 115 Σπιτικά ζυμαρικά τα οποία πουλούσαν συσκευασμένα μέσα σε πάνινα σακούλια… 116 Μαρία Ασβέστη, ό.π., σελ. 63 117 Μάλλινα παπλώματα.

58


Εκεί και τότε, όμως, και τούτος ο κλάδος είχε την ανάπτυξή του, τόσο στο αρχικό στάδιο της παραγωγής, όσο και της μεταποίησης.118 Μας αφηγείται η πληροφορήτρια Ευδοξία Ανδρεάδου. «Ο πατέρας μου είχε συνεταιρικά με τους Αράπογλου και Κασάπογλου μεταξοσκωληκοτροφείο. Για το σκοπό αυτό είχε νοικιάσει ένα μεγάλο οίκημα, το άλλοτε ταπητουργείο, το οποίο είχε παύσει να λειτουργεί. Την ανάπτυξη των μεταξοσκωλήκων επέβλεπαν δυο γυναίκες ειδικές από τα Κιουπλιά της Προύσας. Κοντά τους δούλευαν και κορίτσια της Νεάπολης που ο πατέρας είχε προσλάβει με το μεροκάματο…».119 -Βεβαίως υπήρχαν και ορισμένες ειδικότητες με τις γυναίκες να έχουν σοβαρά την πρωτοπορία. Που χωρίς αυτές δεν θα υπήρξε καμιά ανάπτυξη του κλάδου αυτού, ατομικά, μα και συλλογικά. Όσο αφορά την πρώτη κατηγορία, μιλάμε γι’ αυτές που αναλαμβάνουν επί χρήμασι να εργάζονται στο σπίτι και να παράγουν τα ζητούμενα προϊόντα. Με τις δεύτερες να δουλεύουν ομαδικά και σε συγκεκριμένους χώρους δουλειάς. Με τις πρώτες, όπως είναι φυσικό, να υπερτερούν από τις δεύτερες. Έτσι έχουμε τις υφάντρες, τις ράπτριες, αλλά και τις ταπητουργούς. Και όλες μα όλες ανεξαιρέτως τις προαναφερόμενες ειδικότητες, σχεδόν γυναικείες, να έχουν τρομακτική ανάπτυξη για πολλά χρόνια. Ολάκερα χωριά, κυρίως στην περιοχή της Ιωνίας, αλλά και στην περιοχή της Καππαδοκίας, να ασχολούνται με την παραγωγή των προαναφερομένων με αμοιβές ικανοποιητικές, σε σχέση πάντοτε με τις λοιπές. Ιδιαίτερα τώρα: «Στην περιοχή της Καππαδοκίας η υφαντουργία σαν βιοτεχνία ήταν πολύ ανεπτυγμένη και εκατοντάδες γυναίκες ασχολούνταν μ’ αυτή για να κάνουν ό,τι αναγκαιούσε σε μια οικογένεια. Στους κώδικες του Προκοπίου αναφέρονται επαγγελματίες γυναίκες υφάντριες. Στον κώδικα του Καγιάμπαση ομιλούν για ταπητουργούς. Στο Προκόπι αναφέρεται και επαγγελματίας γυναίκα σχεδιογράφος για τα σχέδια των χαλιών. Οι υφάντρες ήταν Ελληνίδες και πολύ ελάχιστες Τουρκάλες».120 Ήταν μάλιστα τόση μεγάλη η συμμετοχή του γυναικείου φύλου στην παραγωγή, που, όταν το 1880 στα πλαίσια του εκσυγχρονισμού και της ανάπτυξης της βιομηχανοποιημένης νηματουργίας υπήρξε προσπάθεια εισαγωγής των μηχανών, βρήκε τη σθεναρή αντίσταση όλου του πληθυσμού. Καταγράφονται μάλιστα γεγονότα που προκαλούν την κατάπληξη, μιας και αναφέρονται αφενός στο γυναικείο πληθυσμό, αλλά και αφετέρου σε κοινότητες στην καρδιά της ανατολής… «Είναι χαρακτηριστικό ότι το πλήθος που επιτέθηκε στα τρία νηματουργεία του Ουσάκ, έκλεψε το μαλλί και κατέστρεψε τις μηχανές… αλλά και τα πλήθη που τις 118

Σια Αναγνωστοπούλου, Μικρά Ασία, 19ος αιώνας –1919 Οι ελληνορθόδοξες κοινότητες, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα 1997, σελ 345, «Η παραγωγή κουκουλιών μεταξιού γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη προς το τέλος του 19ου αιώνα. Μόνο στην περιοχή της Προύσσας είχε 100 περίπου βιοτεχνίες. Σύμφωνα πάντως με την απογραφή του 1907 υπήρχαν πάνω από 165 βιοτεχνίες που απασχολούσαν περίπου 20000 κλώστριες. Επίσης λόγω της μεγάλης ζήτησης του προϊόντος δημιουργήθηκε και ειδικό Ιστιτούτο για την εκμάθηση και προώθησή του με βάση επιστημονκές μεθόδους…». 119 Μαρία Ασβέστη, ό.π., σελ. 87 120 Ό.π., σελ. 197

59


επόμενες ημέρες διαδήλωναν στους δρόμους της πόλης ζητώντας ικανοποίηση των αιτημάτων τους αποτελούνταν από γυναίκες και παιδιά που θίγονταν οικονομικά από τη λειτουργία των νηματουργείων…».121 Και μια -δυο πρακτικές παντελώς πρωτοποριακές, τουλάχιστον για εκεί και τότε. -Στον Πόρο, που ήταν μεγάλο ταπητουργικό κέντρο και υπήρχαν εργοστάσια της κοινότητας, αλλά και ιδιωτικά, όταν μια γυναίκα είχε μικρά παιδιά, έπαιρνε από τη διεύθυνση τον αργαλειό στο σπίτι…122 -Στο Σαρμουσακλί, όταν συστήθηκε ταπητουργική εταιρία, οι έμποροι δίνανε τα υλικά και τον αργαλειό και οι εργάτριες έβαζαν μόνο τον κόπο τους. -Υπήρχε κι ένα είδος «Ταμείου Αρωγής» σε ορισμένα εργοστάσια παραγωγής. Κρατούσαν λοιπόν από τις εργάτριες ένα ποσοστό για μια πενταετία, το οποίο απέδιδαν έντοκα…Με το ποσό να ανέρχεται στις 5-8 λίρες, ποσό σημαντικότατο για τότε τουλάχιστον.123 -Στην κοινότητα Κήρσεχηρ Μουτσούρ (Μωκισσός), δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία των κατοίκων το 1870 «Γεωργική Εταιρεία» αντικείμενο της οποίας ήταν η παραγωγή γεωργοκτηνοτροφικών προϊόντων και χαλιών. Η εταιρεία μάλιστα δίδαξε στα κορίτσια της Σινασσού τον τρόπο παραγωγής του.124 Το 1915 και μετά την αποτυχία της πρώτης προσπάθειας γίνηκε η δεύτερη με υφάντριες πολλές γυναίκες από όλα τα χωριά. Με τούτη την προσπάθεια να κρατά μέχρι και την ανταλλαγή.125 Εννοείται, φυσικά, πως μιλάμε για το σύνολο της παραγωγικής διαδικασίας ξεκινώντας από την κουρά των ζωντανών, το πλύσιμο του μαλλιού, το στέγνωμα και φυσικά το βάψιμο. Που ιδιαίτερα το τελευταίο αποτελούσε μια επικερδέστατη ασχολία ανδρών και γυναικών. Για παράδειγμα, στον κώδικα της Νεάπολης αναφέρονται όχι μονάχα άνδρες βαφείς, αλλά κυρίως και γυναίκες.126Το ίδιο φυσικά σε όλα τα μέρη που υπήρχε η βιομηχανική παραγωγή τούτων των υλικών. Βεβαίως υπήρχε και η σχετική προκατάληψη, αν θέλετε ευρέως διαδεδομένη αντίληψη, πως η ταπητουργία και η υφαντική τέχνη ήταν μάλλον γυναικεία υπόθεση και πολύ λιγότερο ανδρική. Έτσι δεν είναι καθόλου παράξενη η ενδεικτική καταγραφή, για το μέγεθος της γυναικείας συμμετοχής στην περιοχή του Προκοπίου, όπου το σύνολο των εργαζομένων γυναικών ήταν 599 άτομα, ενώ οι άνδρες μόνο 438 άτομα.127 Φυσικά, στο άμεσο ερώτημα περί των σχετικών αμοιβών δηλώνουμε πως ίσχυαν τα ίδια και όμοια, όπως παντού δηλαδή. Παρόλο τον όγκο των συμμετεχόντων γυναικών, την αξία, μα και τις ικανότητές τους, η αμοιβή ήταν κατώτερη των ανδρών.

121

Λήδα Ιστικοπούλου, ό.π., σελ. 183 Ό.π. σελ. 184 123 Ό.π. σελ. 254 124 Το Σινασσίτικο χαλί ήταν εξειδικευμένο και λεγότανε Σετσετές. Μικρών διαστάσεων 2χ1.20 περίπου, χρησίμευε κυρίως για τους μουσουλμάνους ως χαλί προσευχής (ναμάζ χαλασή). 125 Σεραφείμ Ρίζος, ό.π., σελ. 197 126 Σημ: Το σύνολο των προϊόντων βάφοντας με φυτικές βαφές τις οποίες σε μεγάλο βαθμό παρασκεύαζε ο γυναικείος πληθυσμός…Η εμφάνιση και η διάδοση των μηχανοποιημένων – συνθετικών χρωμάτων υπήρξε επιζήμια για το γυναικείο εργατικό δυναμικό… 127 Λήδα Ιστικοπούλου, ό.π., σελ. 195 122

60


Το πώς αμείβονταν, επίσης, ήταν και αυτό ένα ζήτημα, στηριζόμενο εν πολλοίς στις ιδιαίτερες συμφωνίες, αλλά και στην επικρατούσα πρακτική. Σε συνάρτηση πάντοτε με την ικανότητα της ταπητουργού128, την παραγωγικότητα, την ποιότητα, το μέγεθος της παραγωγής, τις τυχόν άλλες διεξόδους… Έτσι έχουμε: - αμοιβές σε είδος…των παραγομένων προϊόντων τα οποία μεταπουλούσαν ενδεχόμενα σε καλύτερες τιμές… - αμοιβές με τους κόμβους. - αμοιβές με τη σειρά (στη Νεάπολη). - αμοιβές με τη σειρά, για κάθε γραμμή μια δεκάρα (Σκόπη). - αμοιβές κατ’ αποκοπή (σε όλα τα μέρη). - αμοιβές ανά δεκαπενθήμερο (ένα μετζίκι). - αμοιβές ανάλογες με τη παραγωγή (Κίρκαγατς). Τώρα μια από τις πλέον «παράξενες» επαγγελματικές εργασίες του γυναικείου φύλου είναι αυτή που παρατηρήθηκε στην κοινότητα της Αξού και είχε να κάμει με την παραγωγή αγγείων. Η βιοτεχνία των «καρχινιών» για την οποία ήταν υπερήφανος ο Γ. Μαυροχαλυβίδης, λόγιος από την Αξό, στο διάβα του χρόνου πέρασε αποκλειστικά στα χέρια των γυναικών. Οι οποίες «…τα δούλευαν με το χέρι δίχως να μεταχειρίζονται ειδικό εργαλείο, δίδοντας σχήμα στρογγυλό και κατασκευάζοντας επίπεδα καπάκια, ένα χερούλι σα θηλιά…».129 Επίσης, ήταν θαυμάσιες κατασκευάστριες ψηλών σταμνών, αλλά και του «σουντού»,130 που τοποθετούσαν στο πάνω μέρος του ταντουριού. Έχοντας, μάλιστα, κρατήσει επτασφράγιστο μυστικό τις διαδικασίες παραγωγής των προϊόντων τους… Παίρνοντας χώμα από την περιοχή του «Μύστατα», κατασκευάζοντας τα αγγεία και ψήνοντάς τα όχι σε καμίνια, αλλά σε «ανοιχτή φωτιά μισοχωμένα σε σωρό κοπριάς και άχυρου».131 γ- Ο τριτογενής τομέας παραγωγής αναφέρεται στις… υπηρεσίες Στο εμπόριο, δηλαδή, μα και στην παροχή προσωπικών υπηρεσιών. Και εκεί, λοιπόν, έχουμε μια σημαντικότατη γυναικεία παρουσία, ξεκινώντας από τα πολύ απλά έως και τα πλέον περίπλοκα… Από ράπτρια132 μέχρι και μαία… ή από κορδελιάστρα133 έως δασκάλα με ελάχιστες να ασχολούνται με το εμπόριο, είτε διότι κληρονόμησαν μια επιχείρηση από τον πατέρα ή τον σύζυγο ή γιατί το επέλεξαν συνειδητά. Για παράδειγμα, η Σαββόγλου Μαρία αναφέρεται στους Κώδικες της Νεάπολης πως ασκούσε το επάγγελμα της εμπόρου, δίδοντας νήματα στις γυναίκες που φτιάχνανε αλατζάδες, τις πλήρωνε κατ’ αποκοπή και στη συνέχεια πουλούσε τα προϊόντα στα παζάρια,134 θεωρούμενη, μάλιστα, σαν επιτυχημένη επαγγελματίας, μιας και κατάφερε να αποκαταστήσει μόνη της και τα πέντε κορίτσια της. 128

Ό.π., «Οι καλές ταπηπουργοί του Ουσάκ μπορούσαν να δέσουν έως και 12.000 κόμβους την ημέρα…» πρβ Μαρτυρία: «…οι εργάτριες έδεναν 15.000 κόμβους την ημέρα…». 129 Μαρία Ασβέστη, ό.π., σελ. 110 130 Είδος σχάρας. 131 Μαρτυρία Χατζημπαλή Μαγδαληνής, ό.π. 132 Στον Κώδικα της Νεάπολης τρεις Μοδίστρες, πρβ Μ. Ασβέτη ό.π. σελ. 164 133 Χωρίο Τζαλέλα 134 Σημ: Πρακτική συνηθισμένη για το ανδρικό φύλο…

61


Εξάλλου, έχει αναφερθεί παραπάνω, οι ίδιες οι γυναίκες πουλούσαν τις «αμοιβές» των κόπων τους στις αγορές, όταν φυσικά αμείβονταν σε είδος, εξοικονομώντας κάτι παραπάνω από το συνηθισμένο. Και κάτι το εξαιρετικό, για το οποίο υπάρχει μια και μόνο μικρή αναφορά δίχως άλλες εξηγήσεις. Στον κώδικα της κοινότητας Σινασσού καταγράφονται τρεις εστιάτορες- οινοπώλες μεταξύ των οποίων και μια γυναίκα!!!135 Τώρα ιδιαίτερα αντικείμενα μελέτης θα πρέπει να αποτελέσουν δύο επαγγέλματα εν πολλοίς γυναικεία. Το πρώτο αφορά τη θέση της μαίας… και το δεύτερο της δασκάλας και νηπιαγωγού. Έχουμε λοιπόν και λέμε: α-Η Μαία ως νύμφη των αρχαίων, ήτανε κόρη του Άτλαντα και της Πλειόνης. Η ωραιότερη από τις Πλειάδες, που με τη σειρά της γέννησε τον Ερμή αφού συνευρέθηκε με τον Δία. Στο ή για το ανθρώπινο γένος η μαία είναι μια κυρά που έχει την εμπειρία…και βοηθά να «λευτερωθούν» οι γκαστρωμένες. Μαίες, επίσης, υπήρχαν πολλές, που με κληρονομικό δικαίωμα μεταβίβαζαν την επικερδέστατη ιδιότητα στην κόρη ή εγγονή, «ψιθυρίζοντας» τα μυστικά της τέχνης οι περισσότερες. Αξίζει να σημειωθεί πως πτυχιούχες του είδους υπήρξαν ελάχιστες έως απειροελάχιστες. Για παράδειγμα, υπάρχουν μια ή δυο καταγραφές στους αντίστοιχους κώδικες της Νεάπολης και της Νίγδης για κάποιες που στην Πόλη κάνανε μαθήματα μαιευτικής. Κάθε χωριό, λοιπόν, και μια, κάθε πόλη και πολλές, γιατί οι κυράδες εκείνη την εποχή γεννούσαν και πολλά παιδιά.136 Το ’χαν, μάλιστα, ντροπή και σε κακό να μην κάνουν τουλάχιστον τέσσερα «φσάχα», με τη βοήθεια φυσικά του Θεού και των συζύγων. Έσπευδαν σε κάθε ζήτηση και προσπαθούσαν να βοηθήσουν όπως ήξεραν με γιατροσόφια κοινά και γνωστά των συναδέλφων τους, αλλά και μαντζούνια δικής τους κατασκευής οι περισσότερες.137 Επικαλούμενες τη βοήθεια θεών και δαιμόνων για εύκολη γέννα και χρησιμοποιώντας τα μεγάλα μέσα σε περίπτωση πολλών δυσκολιών. Όπως η χήνα. Και ναι μεν το συμπαθέστατο πτηνό έδινε τα αυγουλάκια του και στο τέλος «προσφερόταν» να φαγωθεί, αλλά και ενίοτε χρησιμοποιούνταν και για ιατρικούς σκοπούς. Έτσι, όταν η γκαστρωμένη δεν μπορούσε να γεννήσει εύκολα, τότε οι μαίες τοποθετούσαν στην κοιλιά της μια χήνα. Πίστευαν πως με το κράξιμο ή και το βάρος της θα βοηθούσε στη γέννα. «Ανόητη», βεβαίως, πρακτική, που όμως η γέννησή της χάνεται κάπου στο χρόνο.

135

Μαρία Ασβέστη, ό.π., σελ. 156 Γ. Μαυροχαλυβίδης, όπ., σελ. 134 «Στο χωριό υπήρχε μια μαμμή πραχτική, Πασκάλ’ ναίκα, που παράστεκε στις γέννες που λάβαιναν χώρα συνήθως αβίαστα, καμιά φορά δε και στα χωράφια πάνω στη δουλειά ή και στο δρόμο…Η ίδια η Πασκάλαινα έκαμνε και την οδοντογιατρό, τραβούσε τα σάπια και τα κινούμενα δόντια, έψηνε τις λαβωματιές με ούζο και αλάτι…». 137 Γ. Μαυροχαλυβίδης, ό.π., σελ. 207, «…έπαιρνε το παιδί και το τοποθετούσε πάνω σε αναποδογυρισμένο κόσκινο, όπου είχε μια απλωμένη πετσέτα. Πέρναγε από τουλπάνι ψιλοκοσκινισμένο αλάτι και μ’ αυτό σκέτο ή ανακατωμένο με μέλι αλατίζανε καλά το μωρό και ιδία τις μασχάλες, το λαιμό και τις περιοχές των απόκρυφων μερών…Το μωρό έμενε τρεις μέρες με τα’ αλάτισμα, έτσι για να ψηθεί καλά…». 136

62


Για να είμαστε όμως ακριβείς και για την κατανόησή της θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψη μας τα εξής. Η θεά των οδυνών και του τοκετού κατά την αρχαιότητα ήταν η Ειλείθυια, που το σύμβολό της ήταν η χήνα… Συνεπώς, η τοποθέτηση του ζωντανού επί της κοιλιάς της εγκύου είχε να κάμει μάλλον με την καταγεγραμμένη στο διάβα του χρόνου συνήθεια- επίκληση της θεότητας για βοήθεια.138 Ας σημειωθεί, μάλιστα, πως επρόκειτο περί ενός σεβαστού προσώπου στην κοινοτική ιεραρχία και καλά αμειβόμενου κατά περίπτωση. Το πρώτο οφειλόταν στην ικανότητά της να «επεμβαίνει» δραστικά προς βοήθεια καθημερινά και σε μια ποικιλία περιπτώσεων ιατρικής φύσεως…Το κατά περίπτωση αφορούσε όχι φυσικά τις προσπάθειές της για την επιτυχή γέννα της γκαστρωμένης, όσο του αποτελέσματος, δηλαδή, εάν το γεννηθέν «φσάχ» είναι αρσενικό ή θηλυκό. Εννοείται πως χρυσώνονταν κανονικά και πλουσιοπάροχα για το πρώτο αρσενικό κάθε οικογένειας και το κατιτίς για τον κόπο της σε περίπτωση γέννησης θηλυκού. Τώρα, το πλέον κατάλληλο επάγγελμα για τη γυναίκα, εκεί και τότε, αποδεκτό μάλιστα από το σύνολο της κοινωνίας, ήταν αυτό της νηπιαγωγού και της δασκάλας μετά τις μεταρρυθμίσεις.139 Για το προηγούμενο χρονικό διάστημα τα πράγματα ήταν μάλλον σκοτεινά και εν πολλοίς ασαφή, σε τέτοιο σημείο, που όσες πληροφορίες έχουμε εκπλήσσουν αρνητικά σε μεγάλο βαθμό. Για παράδειγμα, στο Γκέλβερι, μια από τις μεγαλύτερες κοινότητες του χώρου, εκεί και τότε, «μια μερίδα καθυστερημένων κατοίκων θέλησε να γκρεμίσει το σχολείο γιατί νόμιζαν ότι θα διδάσκονταν εκεί η αθεΐα και η ανηθικότητα. Παρουσιάσθηκαν λοιπόν οπλισμένοι με ρόπαλα κι άρχισαν να κτυπούν τους τοίχους…Με μεγάλο κόπο τους απομάκρυναν…».140 Σκηνές απείρου κάλλους, αλλά η κατάσταση ήταν περίπου όμοια σε πολλές κοινότητες, μιας και « η κατάσταση ήταν απελπιστική, απότοκος της κοινοτικής αταξίας… αλλά και σκοτάδι πυκνό σκέπαζε τον τόπο μέχρι τα μέσα τουλάχιστον του περασμένου αιώνα…δάσκαλος ήταν τότε κάποιος αγράμματος παπάς.».141 Ανατριχιαστικές κυριολεκτικά είναι και οι λεπτομέρειες για τη λειτουργία των νηπιαγωγείων142 και το ρόλο των νηπιαγωγών, που θεωρούνταν, περίπου μαινάδες. Γράφουν για παράδειγμα πως, «παρατηρούν τα δυστυχή νήπια μετά δακρύων ακουσίως οδηγούμενα εις το σχολείον ξυλοκοπούμενα και επιπληττόμενα…

138

Κωνσταντίνος Νίγδελης, Καππαδοκία, γέννηση βάπτιση, ό.π., σελ 135 Σημ: Ιδιαίτερα μάλιστα αυτό της νηπιαγωγού, που σχεδόν μονοπωλούσε το γυναικείο φύλο…Στις δεκάδες νηπιαγωγούς που έχουν καταγραφεί στο διάβα του χρόνου υπάρχει και ένας…νηπιαγωγός, ο οποίος μάλιστα χαρακτηρίζεται «έμπειρος». Πρόκειται για το Κ. Πασιά που εργαζότανε στην κωμόπολη των Τυάνων…βλ «Καππαδοκία Ιστορία, θεολογία, παιδεία, πολιτισμός» Α.Π.Θ. τμήμα Ποιμαντικής και κοινωνικής Θεολογίας [2002] 140 Ελένη Καρατζά, ό.π., σελ. 223 141 Γ. Μαυροχαλυβίδης, ό.π., σελ. 163 142 Ελένη Τζιούτζια, ό.π., σελ. 231, «Τα νηπιαγωγεία εν Μικρασία είχον ιδιάζοντα σκοπόν, διάφορον του γνωστού τύπου των νηπιαγωγείων, δηλαδή απέβλεπον εις την εκμάθησιν υπό των νηπίων της ελληνικής γλώσσης την οποίαν είχον αποβάλει οι γονείς των, γενόμενοι δυστυχώς τουρκόφωνοι», σελ 231, πρβ και Μικρασιατικά χρονικά, Σύγγραμμα Περιοδικόν, Αθήνα, εκδ. Ενώσεως Μικρασιατών τ. ΣΤ [1955], σελ. 44. 139

63


Το νηπιαγωγείον θεωρείται πραγματικόν βασανιστήριον και φόβητρον και οι νηπιαγωγοί δικαίως αντιπαθή και απεχθή όντα…η μορφή της νηπιαγωγού προβαλλούσης ως κεφαλής μεδούσης».143 Σημειωτέον πως τα προαναφερόμενα σχολεία είχαν διαφορετική αποστολή από αυτή που γνωρίζουμε Και αυτά είναι απλά δείγματα μεταξύ πολλών για την επικρατούσα κατάσταση σε μια κοινωνία, που επενέβαινε δραστικά και στα εκπαιδευτικά δρώμενα, έστω και αν είναι παντελώς αγράμματη.Επίσης προσλάμβανε και έδιωχνε144 δασκάλους και νηπιαγωγούς για το τίποτε,145 επενέβαινε στον καταρτισμό του προγράμματος, έτσι απλά ως επίδειξη εξουσίας ή ζητώντας εξαργύρωση της πρόσληψης για χαριστικό πνεύμα απέναντι στα παιδιά των δημογερόντων.146 Φυσικά η κατάσταση, όπως όλα τα πράγματα στη φύση, κάποτε άλλαξε…προς το καλύτερο, εννοείται. Λίγο ο Οικουμενικός Θρόνος, κάτι παραπάνω οι ξενιτεμένοι που έβλεπαν την πρόοδο των αστικών κέντρων147, το Εθνικό Κέντρο επίσης, αλλά και οι μεταρρυθμίσεις, απετέλεσαν την κινητήρια δύναμη για πρόοδο και σε αυτόν τον τομέα. Με τις αδελφότητες της Πόλης να δίδουν χρήματα, να παζαρεύουν τις προσλήψεις των δασκάλων,148 τους οποίους στέλνουν στις ιδιαίτερες πατρίδες τους, να κτίζουν σχολεία έστω και κάτω από δύσκολες συνθήκες και τελικά να τα καταφέρνουν. Έτσι λίγο πριν το τέλος του 19ου αιώνα το σύνολο των κοινοτήτων της Καππαδοκίας είχε σχολεία και μάλιστα καλά, καινούρια διδακτήρια, νέους δασκάλους καταρτισμένους, δασκάλες, και νηπιαγωγούς, αλλά με τη νοοτροπία ή τις νοοτροπίες των ντόπιων να πεθαίνουν τελευταίες, μιας και συνεχίζεται να παρατηρούνται ανομικές συμπεριφορές. Διότι ναι μεν «η πατρίς απαιτεί και λογίας»,149 αλλά η γυναίκα, ό,τι και να γίνει, παραμένει ή θα πρέπει να παραμείνει στη θέση που την έταξε η φύση και ο Θεός. Έτσι, ενώ η ανδρική εκπαίδευση αναπτύσσεται λίγο πολύ με βάση ένα γενικό ομοιογενές πλάνο, η γυναικεία εξαρτάται άμεσα από την ανάπτυξη των

143

Ό.π. σελ. 239, βλ. μαρτυρία Θεοφάνους Σταματιάδη Κ.Ι.Δ.Συκεών, Φ 12, α.α.3 : «…γίνονταν κανονικά εξετάσεις στα νηπιαγωγεία ενώπιον της εφορείας, της δημογεροντίας και πολυπληθούς ακροατηρίου», βλ και. «Καππαδοκία, ιστορία, θεολογία, παιδεία, πολιτισμός» Α.Π.Θ τμήμα Ποιμαντικής και κοινωνικής Θεολογίας [2002]. 144 Σία Αναγνωστοπούλου, ό.π., σελ. 263, «…Καίπερ δε οικονομικώς τυγχάνει ανθηρά έχουσα εν Κων/πόλει και εισοδήματα και αποθεματικόν κεφάλαιον ουκ ευκαταφρόνητον κατά το λήγον έτος ηναγκάσθη να παύση την διδασκάλισσαν ένεκα της γενικής καταστάσεως και του χρεοστασίου καθυστερουμένων των εισοδημάτων αυτών…». 145 Σημ: Τα μάλα χαρακτηριστικό και λίαν ενδεικτικό είναι το γεγονός που καταγράφεται από τον ερευνητή Κωστάκη Θανάση στο βιβλίο του Ανακού, ο.π. σ. 135. «Την πρώτη δασκάλα την έφερε στο χωριό (Ανακού) στα 1896 ο Δημήτρης Τουργούτης, μόνο για τα κορίτσια του και για τα κορίτσια των συγγενών του, γιατί δεν είχε εμπιστοσύνη στην ηθική του δασκάλου. (υπογράμμιση δική μας) Την έλεγαν Θεογνωσία, ήταν από την Καισάρεια και δίδασκε στο σπίτι της». 146 Σία Αναγνωστοπούλου, ό.π., σελ. 239 147 Κ. Νίγδελης- Σ. Κοιμίσογλου, Μαλακοπή της Καππαδοκίας, ό.π., σελ. 41, «Πάντως ένα είναι γεγονός. Πως γίνεται μια σοβαρότατη προσπάθεια για να μάθουν τα παιδιά γράμματα, να βγουν επιτέλους από το τέλμα της αμάθειας, να δεθούν με τις ρίζες τους και τον εθνικό κορμό. Στην προσπάθεια αυτή συμμετέχουν όλοι, μα περισσότερο οι ξενιτεμένοι, οι οποίοι δημιουργούν αδελφότητες για την εξασφάλιση των απαραιτήτων κονδυλίων για την ανέγερση κτιρίων και τη συντήρησή τους». 148 Βλ. υποσημείωση 78 149 Κατά παράφραση της γνωστής ρήσης…

64


πληθυσμών, θεωρούμενη εν πολλοίς ως διακοσμητική και μάλιστα επιβλαβή σε περίπτωση κοινωνικού συγχρωτισμού, δηλαδή, αγόρια κορίτσια μαζί. Αυτό φυσικά είχε συνέπειες όχι μόνο στις υπό εκπαίδευση κοπελιές, αλλά και στις εκπαιδεύτριες νηπιαγωγούς – δασκάλες, που δυναμικά εισβάλουν στο χώρο της ανδρικής διανόησης, χρησιμοποιούν την παιδεία δια «ίδιους σκοπούς», βελτιώνουν τη θέση τους, εισχωρούν στον κόσμο των ιδεών και της κουλτούρας, αλλά…Αλλά το μπορούν; Να το ερώτημα που πλανάται. Θα τα καταφέρουν άραγε; Οι γυναίκες μπορούν να υπηρετήσουν το έθνος ως «καλές μητέρες», αλλά ως νηπιαγωγοί και δασκάλες; Ο άνδρας από τη φύση του είναι ισχυρός και μπορεί να επιβληθεί, η γυναίκα όμως; Και πώς θα τιθασεύσει τα φσάχα; Ερωτήματα απλοϊκά έως και βλακώδη μεν, αλλά υπαρκτά για τότε και εκεί και όχι μόνο. Με κάθε τοπική κοινωνία να αντιδρά διαφορετικά. Είναι γεγονός, πάλι, πως έχουν καταγραφεί ποικίλα περιστατικά και έχουν διατυπωθεί διάφορες ενστάσεις περί της χρησιμότητας του γυναικείου φύλου στην εκπαίδευση και την ικανότητά της να διδάξει. Εκείνο, πάντως, που μπορούμε μετά βεβαιότητας να καταθέσουμε είναι πως πέρασε χρόνος πολύς έως ότου καταξιωθεί στις κατά τόπους κοινωνίες. Εννοείται πως η πρώτη αντίδραση προέρχονταν από τους αρσενικούς. συναδέλφους. Οι οποίοι διαπίστωναν ιδίοις όμμασι τις ικανότητες της σε όλους τους παιδαγωγικούς τομείς και αντιδρούσαν συναδελφικά, βλέποντας να εξοβελίζονται από το γυναικείο φύλο, να χάνονται θέσεις εργασίας, αλλά και η πρωτοκαθεδρία τους, αδιαφιλονίκητη μέχρι πρότινος. Υποτιμώντας και διακωμωδώντας την είσοδό της στην τάξη, μη μπορώντας να πράξουν διαφορετικά. Στο ίδιο μήκος κύματος και οι συντηρητικοί της κάθε κοινωνίας, οι περισσότεροι, δηλαδή, που ’βλεπαν το ασθενές φύλο να σηκώνει κεφάλι, να έχει λόγο, να απαιτεί, να αντιμιλά, να υποδεικνύει, αλλά και να μην συμπεριφέρεται ως γυναίκα, να μην τιμά τη θέση της. Έτσι μέγα θέμα προκλήθηκε από την «ξεσκέπαστη» κυρία Ασπασία, αγνώστων λοιπών στοιχείων, δασκάλα στα Λίμνα, που «παρουσιάσθηκε στο παζάρι έτσι απλά, κουνάμενη και συνάμενη και μάλιστα χωρίς το πατροπαράδοτο τσεμπέρι.».150 Ήταν σκάνδαλο πρώτου μεγέθους, που απασχόλησε όλη την κοινότητα, συζητήθηκε με κάθε δυνατή λεπτομέρεια και της γίνηκαν οι σχετικές συστάσεις. Δεν γνωρίζουμε περί της τύχης του συμβάντος, αλλά σε κάθε περίπτωση είναι ενδεικτικό το γεγονός περί των αντιλήψεων των κατοίκων. Εννοείται πως η ένδυση, ιδιαίτερα της «κυρά δασκάλας», πάντοτε αποτελούσε το αντικείμενο της προσοχής όλων, ακόμα θα λέγαμε και σήμερα. Τότε μάλιστα αποτελούσε πρώτης τάξεως θέμα από όλους και ιδιαίτερα από το γυναικείο πληθυσμό στα χελεσέ της γειτονιάς, που τη θέλανε πάντοτε πρότυπο παραδοσιακής αρετής και σεμνότητας, «του σπιτιού», που λένε. Αποτελούσε, ακόμη, φορέα των παραδοσιακών αξιών, που θα ’πρεπε πάντοτε να προβάλλει και να διδάσκει στους μικρούς της μαθητές και όχι πως: «… ο τάδε

150

Μαρτυρία Τσιτσόπουλου Βασιλείου (δασκάλου), ό.π.

65


διαβολεμένος είπε πως ο άνθρωπος γένηκε από τον πίθηκο…πάει καταστραφήκαμε με τούτα και τέτοια».151 Φυσικά και αυτή η δασκάλα απετέλεσε άμεσα την πέτρα του σκανδάλου για το χριστεπώνυμο πλήρωμα της κοινότητας, που έβλεπε να διδάσκονται στα φσάχα κουβέντες αθεΐας. Μέχρι φυσικά που συνετίστηκε. Δεν ξέρουμε πώς, αλλά πάντως και σε κάθε περίπτωση δεν παρατηρήθηκε κανένα άλλο τέτοιο «σοβαρό» γεγονός στην κοινότητα του Ενεχί. Χαρακτηριστικότατο είναι και το επεισόδιο που μας μεταφέρει ο λόγιος Γ. Μαυροχαλυβίδης που υπηρέτησε ως δάσκαλος στην ιδιαίτερή του πατρίδα, την Αξό, σχετικά με τα επικρατούντα ήθη και έθιμα, την περιρρέουσα ατμόσφαιρα σε θέματα ηθικής τάξεως. «Το έτος 1908 σε ένα χωριό που έγινε χορός, οι δάσκαλοι χορέψαμε με τις κάπως προοδευτικές κυρίες πόλκα. Δημιουργήθηκε ζήτημα και έγιναν ανακρίσεις δια απρεπή συμπεριφορά…».152 Και εδώ δεν γνωρίζουμε, δυστυχώς, την κατάληξη των ανακρίσεων για τούτες τις «κάπως» προοδευτικές δασκάλες, που απετόλμησαν να χορέψουν αγκαλιά με τους αρσενικούς. Πω, πω, πω, ανηθικότητα! Κατάντια! Βεβαίως να αναφέρουμε πως οι χοροεσπερίδες ήταν συνηθισμένες και στον υπό εξέταση χώρο. Τις έκαμνε σχεδόν πάντοτε η εκάστοτε δημογεροντία με εισιτήριο, για φιλανθρωπικούς σκοπούς, αλλά πάντοτε μέσα στα πλαίσια του «πρέποντος». Ενδεικτικές της περιρρέουσας ατμόσφαιρας περί ηθικής και πρέποντος είναι και οι σχετικές διατάξεις του Κώδικα της Μαλακοπής, άρθρα 76-84, για τη συμπεριφορά των εκπαιδευτικών, ανδρών τε και γυναικών, που πρέπει, «…να διάγωγιν ευσχημόνως και κοσμίως, οι ίδιοι γινόμενοι αξιομίμητον παράδειγμα τοις μαθηταίς ακριβούς εκτελέσεως του καθήκοντος ως τε Χριστιανοί, ως τε διδάσκαλοι και ως μέλη της κοινωνίας».153 Σε ορισμένες, μάλιστα, κοινότητες οι ενέργειες των τοπικών παραγόντων ήταν όχι απλά προτρεπτικές ή διορθωτικές, αλλά καταλυτικές σε τέτοιο σημείο, που δεν άφηναν σε χλωρό κλαδί «εξωτικό» δάσκαλο ή δασκάλα, από τον φόβο «μην και τυχόν παρασύρουν τα πρόβατα του ποιμνίου τους»…Χρησιμοποιώντας θεμιτά και αθέμιτα μέσα, φόβο, δεισιδαιμονίες, διαβολές, για τον εξοστρακισμό τους. Για παράδειγμα αναφέρεται η περίπτωση κάποιου (ας) που παρά τους «αφορισμούς του Χατζή Εφέντη (αγίου Αρσενίου) παρέμενε στη Βαρασό και εξακολουθούσε να διδάσκει με την έγκριση της επιτροπής γονέων των μαθητών. Μια νύκτα βροχερή γκρέμισε ο τοίχος του σχολείου. Την επομένη ο Χατζή Εφέντης απέδωσε το γεγονός σε Θεία βούληση και απαίτησε να εξοστρακιστεί ο ξένος (η) που δίδασκε για μικρό διάστημα σε δωμάτιο που του παραχώρησε ένας γονέας… αλλά τελικά πήρε των ομματίων του (της) και έφυγε από το χωριό…Αλλά και σε άλλα χωριά παρατηρήθηκαν ανάλογα φαινόμενα»…154 Φυσικά με τον καιρό τα πράγματα ηρέμησαν, η ζωή για τις κυρά -δασκάλες βελτιώθηκε σημαντικά, απέκτησαν τα δικαιώματα που αντλούσαν από την ιδιότητά τους και συνέβαλαν τα μάλα στην εκπαίδευση των παιδιών. Κάτι που αναγνωρίστηκε σχεδόν από όλους, και μάλιστα σε τέτοιο σημείο που κρίθηκαν ως πολύτιμες, μα και λίαν απαραίτητες. Οι κοινότητες συνεπικουρούμενες από τις 151

Μαρτυρία, ό.π. Ιορδάνης Παπαδόπουλος, ό.π. σελ. 232 153 Ελένη Τζιούτζια, ό.π., σελ. 220 154 Ιοδάνης Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 223 152

66


αντίστοιχες αδελφότητες της Πόλης, έστελναν τις καλές μαθήτριες των παρθεναγωγείων για να εκπαιδευτούν ως νηπιαγωγοί, αναλαμβάνοντας όλα τα έξοδα, σίτισης, σπουδών, δωματίων, οι οποίες φυσικά με τη σειρά τους επανέρχονταν στις γενέτειρές τους και προσέφεραν τις γνώσεις- υπηρεσίες τους στα παιδιά.155 Όπως, για παράδειγμα, η Βικτωρία Πατριακιάδη αφού εκπαιδεύτηκε στο Παρθεναγωγείο «Παλλάς» της Πόλης, δίδαξε στη συνέχεια στο Παρθεναγωγείο της Σινασσού, ιδιαίτερη πατρίδα της, αλλά και η Χαρίκλεια Αγγελίδου και μια σειρά τέτοιων διδασκαλισσών.156 Εννοείται, βεβαίως, πως η αναγνώριση έφτανε μέχρι ενός επιτρεπτού σημείου. Αναγνωρίζονταν ο ρόλος της, η αξία των παρεχόμενων υπηρεσιών της, η ικανότητά της, αλλά όχι και να αμείβεται όπως ο αρσενικός.157 Έως εκεί. Έτσι παντού παρατηρούνταν διαφορετική αμοιβή για την παροχή ιδίων 158 υπηρεσιών. Κατάσταση εντελώς φυσική, μιας και τούτο συνέβαινε σε όλες τις δουλειές που υπήρχαν γυναίκες και άνδρες. -Ένα από τα πλέον διαδεδομένα γυναικεία επαγγέλματα στις αστικές περιοχές ήταν και αυτό της υπηρέτριας. Ασχολούμαστε όμως και με αυτό στην υπό έρευνα μελέτη, διότι και στον χώρο της Καππαδοκίας παρατηρούμε την ύπαρξη, έστω και σπάνια, αυτών των υπηρεσιών. Σπάνια μεν, αλλά υπήρχαν. Κυρίως οι φτωχές πολυπληθείς οικογένειες στέλνανε τα κορίτσια τους να «μάθουν και να εργαστούν», σε σπίτια γνωστών ευπόρων οικογενειών. Ήταν σχέση εργασίας περίεργη, μιας και πολλές φορές το αφεντικό όχι μόνο πλήρωνε το κατιτίς στην «ψυχοκόρη», αλλά και την προίκιζε ανάλογα, φυσικά, με τα οικονομικά του και τα «ιδιαίτερα» με την οικογένεια της «υπαλλήλου» του. Από τις απειροελάχιστες αναφορές για την εργασία της υπηρέτριας σαφέστατη είναι αυτή του Γ. Μαυροχαλυβίδη, όπου ο σοφότατος λόγιος της εποχής γράφει πως: «σπάνια φτωχό κορίτσι έβγαινε όξω από το χωριό να πάει υπηρέτρια σε κανένα γειτονικό όπως το Κάστρο, τη Νίγδη, το Καγιάμβασι, τη Νεάπολη, το Προκόπι, την Κόνια…σε κάποιο χριστιανικό πλουσιόσπιτο…».159

155

Ιωάννης Μπάκας, «Ειδήσεις για την εκπαίδευση στις επαρχίες Ικονίου και Καισαρείας κατά τα τέλη του 19ου αιώνα», «Καππαδοκία, ιστορία, θεολογία, παιδεία, πολιτισμός», Α.Π.Θ. Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας 2002, σελ 297, «…η αδελφότητα κατόρθωσε να αναλάβει τα έξοδα για την εκπαίδευση μιας νηπιαγωγού και μιας μαίας καθώς και τη συντήρηση δυο απόρων μαθητών της ελληνικής σχολής», βλ. Ιορδάνης Παπαδόπουλος, ο.π., σελ 210, «…οι κοινότητες έστελναν υποτρόφους κυρίως κορίτσια για να σπουδάσουν στα μεγάλα κέντρα του Ελληνισμού με την υποχρέωση να επιστρέψουν και να υπηρετήσουν στα σχολεία της πατρίδος τους για ορισμένο χρόνο». 156 Ιορδάνης Παπαδόπουλος, ό.π. σελ. 231. 157 Σημ: Ο μισθός των εκπαιδευτικών γενικά ήταν πάντοτε αντικείμενο διαπραγμάτευσης, που διέφερε από κοινότητα σε κοινότητα και σε συνάρτηση πάντοτε με τα οικονομικά της δημογεροντίας. Σε γενικές γραμμές και χωρίς άλλες παροχές του τύπου κατάλυμασυμπληρωματικές – σε είδος κυμαινότανε για τους μεν άνδρες περίπου στις 50 λίρες σε ετήσια βάση και των γυναικών στις 40. βλ σχ. υποσημείωση 78 158 Ελένη Βαρίκα, ό.π., σελ. 231, «…γιατί οι αποδοχές της δασκάλας ήταν χαμηλότερες από εκείνες των ανδρών…». 159 Γ. Μαυροχαλυβίδης, ό.π., σελ. 328

67


Παρατήρηση Μερικές «σύγχρονες» απόψεις περί της γυναικείας εργασίας.160  «... Η εργασία της γυναικός υπήρξε παντού εθνική συμφορά και κατέστρεψε τα θεμέλια του οικογενειακού βίου. Δεν φοβούμαι δε να παρεξηγηθώ τονίζων ότι είναι ανόητον να πιστεύεται ότι γυναίκα είναι ισόπαλος με τον άνδρα. Τούτο καθίσταται αδύνατον από αυτούς τούτους τους αναλλοίωτους φυσιολογικούς όρους οι οποίοι και θέτουν ακριβώς εις την γυναίκα ωρισμένα όρια αποδόσεως εργασίας, τα οποία δεν ημπορεί να υπερβή ατιμωρητί χωρίς να πάθη υπερκόπωσιν και να ασθενήση…».  «Η κόπωσις, η άνευ ενδιαφέροντος και χαράς, αλλά μονότονος και εξ ανάγκης σκληράς γινομένη εργασία δεν είναι δυνατόν με τον καιρόν να αφήση ανεπηρέαστον το σώμα και την ψυχήν των εργαζομένων νεαρών γυναικών…».  «Επίσης όταν η γυναίκα εργάζεται ο εκνευρισμός μέσα στο σπίτι είναι μεγαλύτερος και καταλήγει στο διαζύγιο, στην οικονομική εξαθλίωσι και στην στροφή του παιδιού προς την εγκληματικότητα».  «Πώς μπορεί η μητέρα να εργάζεται όλη σχεδόν την ημέρα έξω από το σπίτι και συγχρόνως να είναι καλή μητέρα και να ασχολήται όσο πρέπει με τα παιδιά της;»  «…η είσοδός των σε επιχειρήσεις και βιομηχανίες έχει αυξήσει το ποσοστό διαζυγίων και είναι μια από τις κυριώτερες αιτίες της παιδικής εγκληματικότητος…».  «Η εργασία της γυναίκας υπονομεύει κάθε χρόνο την ασφάλεια εκατομμυρίων σπιτιών…».

160

Σταματία Μαστρογιαννοπούλου, ό.π., σελ. 156-162

68


Γυναίκα και εκκλησία

Ξεκινούμε καταθέτοντας πως ακούγονται και λέγονται πολλά, για το θρησκευτικό συναίσθημα των Καππαδοκών. Επίσης, μερικοί ισχυρίζονται πως εκεί και τότε λειτουργούσαν πάνω από πέντε χιλιάδες εκκλησιές παντός τύπου βραχοεκκλησιές, κανονικές, παρεκκλήσια, υπόγειες, όλων των ρυθμών και τύπων. Κάποιοι άλλοι κατεβάζουν τον αριθμό των θρησκευτικών κτισμάτων σε τρεις χιλιάδες περίπου, κάποιοι άλλοι δίνουν άλλα νούμερα, χωρίς φυσικά να έχει γίνει μέχρι και σήμερα καμιά αναλυτική και πλήρης καταγραφή. Βεβαίως, στο σημείο αυτό αξίζει να θυμηθούμε αυτά που έλεγε κάποτε ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης για την έντονη παρουσία του Θεού στην περιοχή. «…Όσα εστίν εν τούτοις-τοις Καππαδόκαις- θυσιαστήρια, δι ων το όνομα του Κυρίου δοξάζεται, ουκ αν τις τοσάδε πάσης σχεδόν της οικουμένης εξαριθμήσαιτο θυσιαστήρια». Βέβαια υπάρχουν αρκετές μελέτες, αλλά εμείς δεν πρόκειται να ακολουθήσουμε αυτή την τακτική. Μόνο θα προσπαθήσουμε να ανιχνεύσουμε τη θέση της γυναίκας μέσα στο χώρο της εκκλησίας. Αρχίζουμε λέγοντας πως η γη της Καππαδοκίας δεν γέννησε απλά ένα λαμπρότατο πολιτισμό, αλλά ανέδειξε και μια σειρά αγίων της χριστιανοσύνης. Φωτισμένες μορφές ανδρών και γυναικών που αποτελούν, ιδιαίτερα στις μέρες μας, αέναα πρότυπα και παραδείγματα προς μίμηση: Άγιοι, αγίες, όσιοι, όσιες, μάρτυρες, επώνυμοι, αλλά και εν πολλοίς άγνωστοι, που με πείσμα περισσό διαμόρφωσαν, υπερασπίστηκαν, πρόβαλλαν και διέδωσαν τις αξίες του χριστιανισμού.

69


Επίσης, η γυναίκα απετέλεσε και ίσως ακόμα και σήμερα, το πλέον πρόσφορο ακροατήριο για τα κελεύσματα της χριστιανοσύνης, έτεινε πάντοτε εύηχον ους, εφήρμοζε πρώτη και καλύτερη τις ρήσεις του Ευαγγελίου, ήταν το πιστότερο μέλος της εκκλησίας. Με το θρησκευτικό συναίσθημα ανεβασμένο συμμετείχε καθημερινά και διαχρονικά ή προσπαθούσε τουλάχιστον περισσότερο σε όλες θρησκευτικές εκφάνσεις της τοπικής εκκλησίας.161 Εννοείται πως δεν θα μιλήσουμε γι’ αυτές. Απλά, μετά από σχετική έρευνα θα αναφερθούμε σε δυο κύριους τομείς της γυναικείας συμμετοχής στα εκκλησιαστικά δρώμενα. Και το μεν πρώτο έχει να κάμει με μια απλή καταγραφή του αγιολογίου της εκκλησίας που αναφέρεται στη γυναικεία παρουσία,162 το δεύτερο δε στη συμμετοχή της στη μοναστηριακή ζωή. Έχουμε λοιπόν: Α. ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ: -Αγία Νίνα, ή Θεογνωσία, από τα Ποτάμια, σημερινό Baskoy (εορτάζει στις 14 Ιανουαρίου) -Αγία Ουαλεντία, από την Καισάρεια (εορτάζει στις 10 Φεβρουαρίου) -Αγία Γοργονία, από τη Ναζιανζό (εορτάζει στις 23 Φεβρουαρίου) -Αγίες Κλαυδία, Αλεξανδρεία, Ευφρασία, Ματρώνη, Ιουλιανή, Ευφημία, Θεοδώρα, από την Καππαδοκία (εορτάζουν στις 20 Μαρτίου) -Αγία Ιουλίττα, από το Ικόνιο (εορτάζει μαζί με τον άγιο Κήρυκο στις 15 Ιουλίου) -Αγία Μακρίνα, από την Καισαρεία, (εορτάζει στις 17 Ιουλίου) -Αγία Ειρήνη Χρυσοβαλάντου (εορτάζει στις 28 Ιουλίου)163 -Αγία Ιουλίττα, από την Καισάρεια (εορτάζει στις 30 Ιουλίου) -Αγία Νόννα, μητέρα των αγίων Γρηγορίου, Καισάριου και Γοργονίας (εορτάζει στις 6 Αυγούστου) -Ισαπόστολος Θέκλα, από το Ικόνιο (εορτάζει στις 24 Σεπτεμβρίου) -Όσια Θεοδότη, από την Καππαδοκία (εορτάζει στις 21 Οκτωβρίου) -Αγίες Καπετωλίνη και Ερωτηϊδα, από την Καισάρεια (εορτάζουν στις 27 Οκτωβρίου) -Οσία Θεοδώρα, από την Καισάρεια (εορτάζει στις 30 Δεκεμβρίου) Β- ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ…164 Η ύπαρξη τους καταγράφεται από τα παλιά. Στις διάφορες έρευνες της περιοχής από ντόπιους κυρίως ερευνητές υπάρχουν σαφέστατες αναφορές για την ύπαρξη

161

Ενδεχόμενα αποτελούσε και μια διέξοδο ως ένα βαθμό από την ανδρική καταπίεση, αλλά και γιατί οι θρησκευτικές πρακτικές έδιδαν την ευκαιρία για κοινωνικές επαφές που τόσο είχαν ανάγκη να μπορέσουν να βγουν «από τη σκιά των τοίχων». 162 Σημαντικότατα πονήματα από τα οποία αντλούμε τις πληροφορίες μας είναι της Καλλιόπης Αλιβάνογλου-Παπαγγέλου, Οι άγιοι της Καππαδοκίας, έκδ. Κ.Κ.Μ. Καρβάλης και του Συμ. Κοιμίσογλου, Καππαδοκία, Θεσσαλονίκη, εκδ ναυς 2006. 163 Δεν γνωρίζουμε τον ακριβή τόπο γέννησης. Απλά στις βιβλιογραφικές καταγραφές αναφέρεται πως γεννήθηκε στην Καππαδοκία. 164 Σημ: κύρια πηγή πληροφοριών μας είναι τα συγγράμματα του Αναστασίου Λεβίδη, Ιστορικόν Δοκίμιον, περιέχον την θρησκευτικήν και πολιτικήν ιστορίαν της χωρογραφίας και αρχαιολογίαν της Καππαδοκίας, εν Αθήναις 1885 και Αι εν μονολίθοις μοναί της Καππαδοκίας και Λυκαονίας. Κωνσταντινούπολις 1899.

70


γυναικείων μονών. Ήταν μεν ελάχιστες σε σύγκριση με τις αντίστοιχες του ανδρικού φύλου, αλλά πάντως και σε κάθε περίπτωση ισχυρές και πολυπληθείς. «Συνιστώντο δε και γυναικών μοναστήρια»,165 μας γράφει ο Λεβίδης και λίγο παρακάτω «πλήθος μοναστηρίων ανδρών τε και γυναικών ευρίσκοντο εν Καππαδοκία τινά μεν εν ταις πόλεσιν». Επιπρόσθετα «ότι πλήθος μοναστηρίων ανδρών τε και γυναικών ευρίσκοντο και εν Καππαδοκία αποδεικνύεται και εκ των σωζομένων εισέτι ερειπίων…αλλά και πλήθος μοναζόντων παρθένων…», 166 που «…ευαγγελικώς ζην προελόμεναι, παρθενίαι μεν γάμου προτιμώσαι, δουλαγωγούσαι δε το φρόνημα της σαρκός και εν πένθει ζώσαι…».167 Μοναστήρια, λοιπόν, που χρησίμευαν ως εκπαιδευτήρια, αλλά συγχρόνως «διέλαμπον και κατά την φιλοξενίαν και λοιπήν αγαθοεργίαν…».168 Για την ιστορία να καταθέσουμε πως το καθεστώς λειτουργίας τους καθιερώθηκε μετά τη Β Οικουμενική Σύνοδο, η οποία όρισε τις σχέσεις των ανδρικών μοναστηριών με τα γυναικεία, ορίζοντας πως, «…μη διαιτάσθωσαν εν ενί μοναστηρίω μοναχοί και μονάστριαι, μοιχία γαρ μεσολαβεί την συνδιαίτησιν. Μη εχέτω μοναχός παρρησίαν προς μονάστριαν, ή μονάστρια προς μοναχόν ιδία συνομιλείν. Μη κοιταζέσθω μοναχός εν γυναικείω μοναστηρίω, μηδέ συνεσθιέτω μονάστρια κατά μόνας. Και ότε τα αναγκαία του βίου παρά ανδρώου μέρους προς τας κανονικάς αποκομίζονται, έξωθεν της πύλης ταύτα λαμβανέτω η Ηγουμένη του γυναικείου μοναστηρίου μετά γραιός τινός μοναστρίας. Ειδέ συμβή συγγενή τινά εθέλειν θεάσασθαι μοναχόν, επί παρουσία της Ηγουμένης ταύτη προσομιλείτω δια μικρών και βραχέων λόγων».169 Να σημειώσουμε, επίσης, πως ονομάζονταν «παρθένοι», «μονάζουσαι», «μονάστριαι», «ασκήτριαι» και τα οικήματα αυτών «Αναχωρητήρια, Ασκητάρια, Φροντιστήρια, Μοναστήρια, Μοναί και Παρθενώνες».170 Τώρα, το πνευματικό αλλά και το φιλανθρωπικό έργο των μονών είναι γνωστό από τα παλιά. Προτού όμως καταγράψουμε τα σπουδαιότερα, να τονίζουμε πως υπάρχει ένα υπολογίσιμο πρόβλημα. Τούτο έχει να κάμει με την αξιοπιστία των πηγών, διότι αφενός μεν υπάρχει έλλειψη πολλών γραπτών μαρτυριών για το χρονικό διάστημα μετά τον 18ο αιώνα και αφετέρου σχεδόν πλήρης ανυπαρξία πηγών για το προγενέστερο χρονικό διάστημα. Σημειώνονται, επίσης, και μερικές συγγνωστές υπερβολές, μιας και οι περισσότεροι από τους πληροφορητές είχαν πάντοτε ένα περίσσιο καλό λόγο να πούνε για τον δικό τους τόπο. Επίσης, ο ερευνητής θα πρέπει να λάβει υπόψη την αλλαγή χρήσης, κατά παρέκκλιση του αρχικού σκοπού, ενός θρησκευτικού οικήματος ή και την εγκατάλειψή του στο διάβα του χρόνου για διάφορες αιτίες. Τώρα, τα πλέον σημαντικά γυναικεία μοναστήρια ήταν τα εξής: -Της αγίας Ιουλίττης, στην Καισάρεια. 165

Αν. Λεβίδης, Ιστορικόν Δοκίμιον, περιέχον την θρησκευτικήν και πολιτικήν ιστορίαν της χωρογραφίας και αρχαιολογίαν της Καππαδοκίας, εν Αθήναις 1885, σελ. 230. 166 Αν. Λεβίδης, Αι εν μονολίθοις μοναί της Καππαδοκίας και Λυκαονίας, Κωνσταντινούπολις 1899 Σελ. 11 167 Αν. Λεβίδης, στο ίδιο, σελ. 16 168 Ό.π., σελ. 232 169 Κανών Κ 170 Αν. Λεβίδης, ό.π., σελ. 22

71


«…Ένθα εμόναζον αι κανονικαί λεγόμεναι μοναχαί, αλλά κατά την λ΄ Ιουλίου, καθ’ ην ετελείτο η μνήμη της αθλοφόρου συνήρχοντο πανταχόθεν και άνδρες και γυναίκες…».171 -Της Θεοτόκου, στον άγιο Κωνσταντίνο, επί του Ονοπνίχτου ποταμού. «…Ένθα μεταξύ των άλλων ηρειπωμένων εκκλησιών βυζαντινής εποχής ην και η μονή της Θεοτόκου, ην πλουσία παρθένος Βασταγία καλουμένη είχεν αφιερώσει τη Θεοτόκω εξ ιδίων αναλωμάτων κτίσασα την μονήν…».172 Σύμφωνα με τον Ν. Ρίζο, επίσης, υπήρχαν επιτύμβιες στήλες και επιγράμματα μεταξύ των οποίων και ένα στο οποίο αναγράφονταν: «Καλλιεργήθη ο ναός ούτος δια συνδρομής Μιχαήλ…Αικατερίνης μοναχής και Νήφωνος, επί βασιλέως Κωνσταντίνου Δούκα (α) έτει ςχξ (6660 από κτίσεως κόσμου) οι δε αναγινώσκοντες εύχεσθε αυτούς υπέρ του Κ.Ν. Αμήν».173 -Των παμμεγίστων Ταξιαρχών Μιχαήλ και Γαβριήλ ή μονή του Καιομένου Λίθου. «…Περί ταύτης υπάρχει η εξής παράδοσις. Η μήτηρ του μεγάλου Κωνσταντίνου αγία Ελένη πορευομένη εις αναζήτησιν του τιμίου Σταυρού εις τα Ιεροσόλυμα εστρατοπεδεύσατο εν πεδιάδι ήτις απ’ αυτής κληθείσα πεδιάς της αγίας Ελένης, διατηρεί εισέτι το αρχαίον όνομα παρά τοις εγχωρίοις ει και παρεφθαρμένον Αϊλάν –οβασή…Επί Σελίμ του Γ οι χριστιανοί λαβόντες άδειαν επεσκεύασαν τον ναόν τούτον. Τμήμα δε του συντριβέντος κατοπτρίτου λίθου ευρεθέν ετέθη εις τον τοίχον του ιερού και εκ του πορφυρού τούτου λίθου, του φαινομένου ως πεπυρακτωμένου σιδήρου, εκλήθη η μονή παρά τοις τουρκοφώνοις Γιανλάρ τας Μοναστηρί, ήτοι μονή του Καιομένου λίθου… Κατά δε το 1750 ιερεύς τις εκ της παρακείμενης κώμης Ταξιαρχείου παπά Εφραίμ καλούμενος μετέβαλε την μονήν ταύτην εις μοναστήριον γυναικών…και ως εφημέριος εκυβέρνα την μονήν και εξετέλει τας ιεροπραξίας εν αυτή επί τεσσαράκοντα έτη…».174 -Αγίου Γλυκερίου, στην Αβανισσό «…Ένθα εν τη ελληνική εποχή υπήρχε ναός του Διός, εν ω εμόναζον τρισχίλιαι περίπου ιερόδουλοι κατά την μαρτυρίαν του Στράβωνος και εν τη χριστιανική εποχήν μαρτύριον λαμπρόν περί ο μοναστήρια ανδρών τε και γυναικών και πανηγύρις κατ’ έτος ετελείτο…».175 Γυναικείες μονές στο Γκέλβελη… Καρβάλη «…Αλλά αυτόθι υπήρχον γυναικεία μοναστήρια κυβερνώμενα όμως υπό παρθένων σεμνών και γυναικών προβεβηκυίας ηλικίας. Τοιαύτη ην και αδελφή του εν Καισαρεία πτωχοτροφείου προεστώτος Σακερδώτος αδελφή Θέκλη, ην διώρισεν ….ηγουμένισσαν των εν Καρβάλη σεμνών παρθένων…».176 171

Ό.π., σελ. 41 Ό.π., σελ. 65 173 Ν. Σ. Ρίζος, ό.π., σελ. 150 174 Ν. Σ. Ρίζος, ό.π., σελ. 87, βλ. και Αθ. Καραθανάσης, Καππαδοκία Θεσσαλονίκη, (εκδ) Μαίανδρος 2001, σελ. 86, «… Ολίγο μακρύτερα των Κοράμων ευρίσκεται η μονή των Ταξιαρχών (Μιχαήλ και Γαβριήλ) κτισμένη από την Αγία Ελένη η οποία από το 1750 κατέστη γυναικεία. Με τη βοήθεια μάλιστα των γειτονικών Κερμιραίων απέκτησε σημαντική περιουσία και περικαλλή ναό…». 175 Ν. Σ. Ρίζος, ό.π., σελ. 99 176 Ό.π., σελ. 127 172

72


-Γυναικείες μονές των Κιζύστρων «…Ολόκληρον πόλιν Καππαδοκικήν εκτισμένην και εν τω μέσω αυτής περιέχουσα οικήματα και σήραγγας και σπήλαια και ναούς και ναΐσκους απειραρίθμους και ίχνη κατοικίας μοναχών και γυναικών…».177 -Η μονή Κηζλάρ καλεσί, δηλαδή φρούριο των Παρθένων, στο Κόρεμε. «…Επί δε του ναού των Εισοδίων πύργος υψηλότατος κατάτρητος έχων πολλά οικήματα. Φαίνεται ότι ενταύθα ην μοναστήριον γυναικείον μέχρι και σήμερον εκ παραδόσεως σώζον την επωνυμίαν Κηζλάρ καλεσί…».178 -Η μονή Εσκή Γκιουμούς, δηλαδή η μονή των παλαιών ασημιών… Πρόκειται για λαξευτό μοναστικό συγκρότημα στην περιοχή της Νίγδης, δίπλα στο χωριό Γκιουμουσλέρ, με υπέροχες αγιογραφίες του 11ου αιώνα.179 Στην αρχή του παρόντος κεφαλαίου τονίσαμε πως, «…η γυναίκα απετέλεσε και ίσως ακόμα και σήμερα, το πλέον πρόσφορο ακροατήριο για τα κελεύσματα της χριστιανοσύνης…πως έτεινε πάντοτε εύηχο ους…πως εφήρμοζε πρώτη και καλύτερη τις ρήσεις του Ευαγγελίου..πως ήταν το πιστότερο μέλος της εκκλησίας…Και με το θρησκευτικό συναίσθημα ανεβασμένο συμμετείχε καθημερινά και διαχρονικά ή προσπαθούσε τουλάχιστον περισσότερο, σε όλες θρησκευτικές εκφάνσεις της τοπικής εκκλησίας».180 Με πολλές μάλιστα από δαύτες, προπαντός άγαμες ή και χήρες, να έχουν την ιερή συνήθεια να καλογερεύουν ή να κάμουν τη γερόντισσα.181 Παρουσιάσαμε, επίσης, ελάχιστες είναι αλήθεια, γυναίκες που αγίασαν, όπως και μερικά από τα πάμπολλα γυναικεία μοναστήρια.182 Όμως υπάρχει και μια πτυχή της γυναικείας συμμετοχής στα θρησκευτικά δρώμενα, ιδίως μετά τον 18ο αιώνα, που δεν ερευνήθηκε όσο θα έπρεπε ή εν πολλοίς είναι σχεδόν άγνωστη. Μια περίοδο που ο χριστιανισμός, μα και ο ελληνισμός, πολεμήθηκε βίαια και ύπουλα, με μεθόδους πονηρές και μπόλικο χρήμα. Φυσικά μιλάμε για την επέλαση των Ουνιτών και των κάθε μορφής ετεροδόξων, που με τη βοήθεια της Αγίας Έδρας, αλλά και της Υψηλής Πύλης, προσπάθησαν να προσηλυτίσουν τις ελληνορθόδοξες μάζες της Καππαδοκίας.

177

Ό.π., σελ. 137 Ό.π., σελ. 150 και Αθ. Καραθανάσης, ό.π., σελ 97, «Κηζλάρ κιλισέ, φρούριο γυναικών, πιθανώς γυναικεία μονή κατά την αρχιτεκτονική όμοια με άλλες στο Soganli και στο Ουτζ-χισαρ». 179 Η πλέον σημαντική είναι αυτή της Παναγίας, στο πρόσωπο της οποίας, καθώς και του μικρού Χριστού, έχει αποτυπωθεί ένα χαρακτηριστικό μειδίαμα… 180 Αθ. Καραθανάσης, ό.π., σελ 99, « Για τη θρησκευτικότητα των Καππαδοκών σημειώνουμε αυτό που ομολογούσαν οι γυναίκες της Ανακού. “εμείς ούλο με τα’ αγιωτικά ήταμαστε, καλόγιριες ήταμεστε σο χωριό”…», βλ και Θανάσης Κωστάκης, Ανακού, Αθήνα 1963 181 Γέρονταλικ γιαπίγιορ-κάνει τη γερόντισσα. 182 Αθ. Καραθανάσης, ό.π., σελ 150, «Στην Καρβάλη υπήρχαν διακόσιες εκκλησίες και πολλές μονές, γι’ αυτό εξαιτίας των πολλών μονών η περιοχή ονομαζόταν από τους κατοίκους καλόγρια αζμανί (φύτρα καλογριών) ή Καλόγρια γιαταγί (κοιτίδα καλογραιών)…». 178

73


Ο λόγος για τη φοβερότερη, ίσως, πίεση που δέχθηκε ποτέ το χριστιανικό στοιχείο. Την με δόλιους τρόπους απόπειρα δημιουργίας τουρκορθόδοξης εκκλησίας. Δηλαδή, την προσπάθεια προσεταιρισμού των μαζών και της Καππαδοκίας με τον ισχυρισμό πως, «οι τουρκόφωνοι ορθόδοξοι μικρασιάτες ήταν γνήσιοι Τούρκοι που εκχριστιανίστηκαν κατά τη διάρκεια των πρώτων αιώνων της διάδοσης της χριστιανικής θρησκείας…».183 Αυτήν στην οποία δυστυχώς ένας από τους εγκεφάλους της ήταν ο παπά Ευθύμ,184 χριστιανός ορθόδοξος ιερέας ποντιακής καταγωγής. Περί του ρόλου και των προσπαθειών του μέχρι και το 1968 που πέθανε, έχουν γραφεί πολλά. Με λόγο απλοϊκό και επιχειρήματα συναισθηματικού τύπου προσπάθησε και σε κάποιο σημείο τα κατάφερε, να προσεταιριστεί, φυσικά με τη βοήθεια των τουρκικών αρχών, κάποιους. Εξάλλου η ιστορία, ακόμα και της γείτονος, τον έχουν κρίνει απαξιωτικά. Ο κίνδυνος όμως, που διέτρεξε το ελληνορθόδοξο στοιχείο ήταν μεγάλος, ιδιαίτερα μάλιστα οι τουρκόφωνοι κάτοικοι των χωριών της Καππαδοκικής γης.185 Διότι πώς θα μπορούσε να αντισταθεί ο τουρκόφωνος ορθόδοξος χριστιανός όταν ο παπά Ευθύμ και οι παρατρεχάμενοι τού λέγανε όμορφα λόγια και καλά, προκαλούσαν τον συναισθηματικό του κόσμο, την περηφάνια του, αλλά του τάζανε και μπόλικα. Τι επιχειρήματα θα μπορούσαν να προβάλουν ο Οικουμενικός Θρόνος και οι τοπικοί επίσκοποι στα κελεύσματα του τύπου: -«Κοιτάξτε, μην ακούτε τίποτε, εμείς είμαστε χριστιανοί και θα παραμείνουμε πιστοί χριστιανοί…Δίπλα στο Χριστό μας… - Μα ποιος μπορεί να σας πειράξει; Η γλώσσα των πατέρων σας θα παραμείνει η ίδια....186 -Για ποιο Πατριαρχείο μιλάτε; Αυτό βρίσκεται τόσο μακριά που είναι ανύπαρκτο. Εμείς θα κάνουμε δικό μας, εδώ, δίπλα μας… -Αν γίνει αυτό που λέμε, θα ανακληθούν όλες οι διοικητικές αποφάσεις εκτοπισμού των δικών σας ανθρώπων…».187 Τώρα είναι γνωστό πως το Πατριαρχείο και το Εθνικό Κέντρο αντέδρασαν συστηματικά και ουσιαστικά. Με θερμούς υποστηρικτές τους, φυσικά, τις τοπικές εκκλησίες, αλλά επί πλέον το γυναικείο φύλο. Την ελληνορθόδοξη - τουρκόφωνη μάνα, αδελφή, θυγατέρα, που τους μεν πρώτους τους έβλεπε και τους ονόμαζε

183

Αλέξης Αλεξανδρής, «Η απόπειρα δημιουργίας τουρκορθόδοξης εκκλησίας στην Καππαδοκία, 1921-1922», Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, τόμος τέταρτος,[1983]σελ. 179 184 Αλέξης Αλεξανδρής, ό.π., σελ. 168, «Προτού χειροτονηθεί το κοσμικό του όνομα ήταν Παύλος Καραχισαρίδης…γεννήθηκε στην Υοσγάτη το 1884». 185 Ό.π., σελ. 184, «Στις 22 Ιανουαρίου 1922 ο παπά Ευθύμ έφθασε στην Καισαρεία συνοδευόμενος από πολυάριθμη συνοδεία χωροφυλάκων και έτυχε ενθουσιώδους υποδοχής από τους προύχοντες… Στις 31 Μαρτίου προκήρυξε την ανεξαρτητοποίηση των Καππαδοκών από τον πατριαρχικό ζυγό…στις 28 Μαΐου η “εκλεγμένη επιτροπή” συνέταξε καταστατικό χάρτη για την ίδρυση ανεξάρτητης τουρκοθόδοξης εκκλησίας…». 186 Σημ: Είναι η εποχή της μεγάλης ακμής των ελληνικών γραμμάτων, της ανάπτυξης όλων των τύπων και βαθμίδων σχολείων, τη με βάση τα προγράμματα του Πατριαρχείου και του Εθνικού Κέντρου εκπαίδευση των ελληνοπαίδων… βλ. Ελένη Καρατζά, ο.π., σελ 232, «…στα σχολεία της περιοχής του Γκέλβερι, σύμφωνα με το άρθρο 28 του Κανονισμού του 1903…απαγορεύεται τοις μαθηταίς να ομιλώσι τουρκιστί εντός και εκτός της σχολής. Οι παραβάται δεόντως τιμωρούνται εν υποτροπή δε και αποβάλλονται της σχολής». 187 Μαρτυρίες

74


«διαβόλους», τον δε δεύτερο «παπά-σατανά», βοηθώντας απλά, αποφασιστικά και καταλυτικά. «…Κοίτα να δεις…Οι κυράδες σήκωσαν για καλά τα μανίκια…Βοήθησαν τον παπά Κύριλλο να βγάλει πέρα με την υπόθεση του πατριαρχείου… Όταν, λοιπόν, ερχότανε οι διαβόλοι του σατανά, και το πληροφορούμασταν από τον τελάλη, κλεινόμασταν στα σπίτια. Τα ’χαναν ετούτοι. Άνδρες ναι, αλλά γυναίκες καμιά. Πήγαιναν λοιπόν στον αυλόγυρο της εκκλησιάς, στεκότανε στη μέση περιστοιχιζόμενοι από τα τσανάκια τους, παίρνανε εκείνο το καλοκάγαθο ύφος, και ρωτούσαν τους άνδρες : “Μπρε, πού είναι οι γυναίκες σας;” Οι άνδρες απαντούσαν, “μα τι λες παπά- αφέντη μου, γυναίκες πράμα δεν πρέπει να κυκλοφορούν στους δρόμους, ντροπής”. Τσατιζόταν, αλλά και τι να πουν. Τη θέση της γυναίκας την ξέρανε… Όταν όμως πιεστικά πλησίαζαν κάποιον ή κάποια και με ταξίματα τον γυρνούσαν, ε, τότε, αναλάμβαναν μερικές, τρεις- τέσσερις μαζί και κάνανε επίσκεψη, έτσι απλά, στο σπίτι της “αλλαγμένης”. Και της κάνανε το κεφάλι καζάνι μέχρι που να επανέλθει… Και κάτι ακόμα. Αρκετές υπέκυψαν από ανάγκη… γιατί είχαν ανάγκες, πολλές είχαν τα παιδιά και τους άνδρες τους στα “τάγματα εργασίας”, στις εκτοπίσεις. Λέγανε πως αλλάξανε, βάζανε και καμιά υπογραφή, αλλά μέχρι εκεί. Το Πατριαρχείο, όπως έλεγε η γιαγιά Δευτερίνα, ήταν στην καρδιά κάθε χριστιανής…Η πίστη δεν άλλαζε ποτέ…».188 Έχουμε υπόψη μας αρκετές μαρτυρίες που κινούνται στο αυτό μήκος κύματος με την προαναφερομένη, δηλαδή, να συνηγορούν στη δυναμική που ανέπτυξαν οι γυναίκες αυτόκλητες μπροστά στον κίνδυνο της αλλοίωσης της πίστης. Σε συνεχή και καθημερινή βάση δίπλα στην οικογένεια που «αλλαξοπίστησε», έχοντας στη φαρέτρα τους όπλα πολλά και αποτελεσματικά, που μόνο μια γυναίκα γνωρίζει να τα δημιουργεί και να τα εφαρμόζει. Αλλά και οι μορφωμένες γυναίκες… Δασκάλες και νηπιαγωγοί189 εφοδιασμένες και εξοπλισμένες με τις πατριαρχικές ρήσεις, τις εντολές ενδεχόμενα της «Οργάνωσης της Πόλης», γνωρίζοντας τους επαπειλούμενους κινδύνους για το έθνος και το λαό, πορεύθηκαν τον αγώνα τον καλό.190 Και εκ του αποτελέσματος προκύπτει πως η προσπάθεια όλων ήταν πετυχημένη, διότι σε τελικό στάδιο απειροελάχιστοι, σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό, ασπάσθηκαν τις αρχές και τις απόψεις του προαναφερόμενου παπά Ευθύμη. «Ο θείος μου Ιορδάνης μαζί με τη γυναίκα του, παρόλο τον μεγάλο πόνο και την πίκρα που νιώθανε, μέχρι και το θάνατό του δεν συγχώρεσαν ποτέ τον αδελφό τους… Ούτε του μίλησαν παρόλες τις προσπάθειες που είχε κάμει για συμφιλίωση…

188

Κ.Ι.Δ. Συκεών Φ 12, α.α 4, μαρτυρία Ευδοξίας Κιορπόγλου (Ανταβάλ). Κ.Ι.Δ. Συκεών Φ 12, α.α.7, μαρτυρία Γεσθημανής Αλτίογλου (Ανακού). « Σύμφωνα με την (ανεπιβεβαίωτη) μαρτυρία της η κυρία Ασπασία, η νηπιαγωγός, ήταν ο σύνδεσμος της κοινότητος με το Πατριαρχείο. Υπεστήριξε με θέρμη και εμψύχωνε τους συγχωριανούς της…ο ρόλος της αποκαλύφθηκε και προ του κινδύνου να τη βρει καμία συμφορά, οι δημογέροντες τη φυγάδευσαν…». 190 Σημ: Στην Κωνσταντινούπολη υπάρχουν μια σειρά από οργανώσεις οι οποίες βοηθούν παντοιοτρόπως τους Έλληνες χριστιανούς ορθοδόξους…στις πόλεις, και σε όλα τα κέντρα του εσωτερικού, ακόμα και τα πιο απομακρυσμένα χωριά της Ανατολής. 189

75


Ούτε καν το όνομά του λέγανε…λες και δεν υπήρξε ποτέ. Το σβήσανε από μυαλό...το χαντάκωσαν στα τάρταρα της λήθης… Μόνο να, στη γιορτή του αγίου Γεωργίου, φεύγανε…πηγαίνανε στην εκκλησιά και άναβαν ένα κεράκι…μόνοι τους… Α, ναι, τον άλλο θείο τον λέγανε Γεώργιο…».191

191

Κ.Ι.Δ.Συκεών, Φ. 12, α.α. 67, μαρτυρία Γιάννη Σταματιάδη (Σύλλατα).

76


Γυναίκα μετ’ όνομα192 Αλήθεια, τι είναι το όνομα; Κάποιος, λοιπόν, θα μπορούσε να διατυπώσει την άποψη πως είναι μια λέξη που δηλώνει πρόσωπο, ζώο, κάποιο πράγμα.Κάποιος άλλος, πάλι, πως είναι το βασικό στοιχείο που διαφοροποιεί και ξεχωρίζει ένα άτομο από κάποιο άλλο. Ενδεχόμενα και τα δυο. Πάντως όλα τα πράγματα έχουν το δικό τους όνομα, που τα διαφοροποιεί από κάποιο άλλο. Τώρα, ένα άλλο ερώτημα, που μπορεί να τεθεί από καλόπιστους αναγνώστες, είναι η προέλευση τούτων των ονομάτων. Ποιες, δηλαδή, ήτανε οι πηγές από τις οποίες στο διάβα του χρόνου οι κάτοικοι αντλούσαν τα ονόματα. Διότι ναι μεν δίδονταν ονόματα των νεκρών αλλά και των ζώντων συγγενών, μια ατελείωτη ανανέωση των ονομάτων μελών της οικογένειας που προηγήθηκαν- αχνάρια πυθαγορείου φιλοσοφίας- ψήγματα πίστης πως έτσι διατηρείται το πρόσωπο συνεχώς, αλλά υπάρχει μια πανσπερμία που εκπλήσσει. Για παράδειγμα, υπάρχει μια πληθώρα ονομάτων δανεισμένων τόσο από την Παλαιά, όσο και από την Καινή Διαθήκη. Πράγμα που κατανοούμε πλήρως μιας και τα ονόματα είναι χριστιανικά, αλλά και ένας τεράστιος αριθμός είναι δανεισμένος από το αρχαιοελληνικό πάνθεον. Και ναι μεν δεν ενοχλούσε το χριστιανικό στοιχείο, απεναντίας το χαροποιούσε και το έκανε υπερήφανο ως συνεχιστή, έστω και έτσι, της ιστορίας, αλλά τους συντοπίτες μουσουλμάνους; Και κάτι ακόμα. Τη θέση της εκκλησίας, ακόμα και στο πρόσφατο παρελθόν, τη γνωρίζουμε. Δια των εκπροσώπων της σε αρκετές περιπτώσεις αρνήθηκε να «αφομοιώσει» στοιχεία- ονόματα προερχόμενα από την παλιά προγονική θρησκεία.193 Όμως παρόλα αυτά υπήρχαν και οι φωτεινότατες εξαιρέσεις κληρικών, που όχι μόνο επέτρεπαν τα παλαιά ονόματα, αλλά προέτρεπαν μάλιστα την περαιτέρω χρησιμοποίηση τους, έστω και αν κατ’ οικονομία δίδονταν δυο: ενός χριστιανικού και ενός παλαιού.194 Ως μια πράξη αυτοσυντήρησης της ελληνικότητας των χριστιανικών μαζών.195

192

Τις πληροφορίες για τα ονόματα του χώρου και τα προλογικά του κεφαλαίου αντλήσαμε από το πόνημα του Κων/νου Νίγδελη Καππαδοκία, δρώμενα γέννησης- βάπτισης, Θεσσαλονίκη, Κ.Ι.Δ.Συκεών 2009 αλλά και Φ. Αποστολόπουλου, «Τα βαπτιστικά ονόματα ανδρών και γυναικών της ος Καππαδοκίας», Δελτίο Κέντρου Μκρασιατικών Σπουδών, τ.1 [1977] 193 Ό.π. σελ. 92, «Σε επιστολή του, καταχωρημένη με ημερομηνία 30 Ιανουαρίου 1839 στον Κώδικα της κοινότητας Ταβλουσούν (αρ. 42) ο ΜητροπολίτηςΚαισαρείας Παϊσιος συνιστά μ’ επιμονή στους ιερείς τα ονόματα των βαπτιζομένων παιδιών να είναι ονόματα αγίων, μαρτύρων, αγγέλων, προφητών και όχι βαρβαρικά». 194 Ό.π. σελ. 93, «…Κι ο Σ. Ρίζος στο χειρόγραφο βιβλίο του Σινασός σημειώνει το περιστατικό που βάζανε δίπλα σε κάθε όνομα των παιδιών και ένα αρχαίο Ελληνικό όπως λ.χ. Σάββας-Αριστομένης, Ιωάννης –Αριστογείτων. Υποστηρίζει μάλιστα πως τα αρχαιοελληνικά ονόματα άρχισαν να έρχονται από την Πόλη στην Καππαδοκία τον 19ο αιώνα». 195 Σημ: Η στροφή προς την κλασική αρχαιότητα χαρακτηρίζει τον Ελληνικό δαφωτισμό του 18ου αιώνα, και ως μια εκδήλωσή της ήταν η χρησιμοποίηση αρχαιοελληνικών βαπτιστικών ονομάτων.

77


Χαρακτηριστική είναι, για παράδειγμα, η σχετική αναφορά του Ι. Αρχελάου στο πόνημά του. Γράφει ο καλός ερευνητής και ας σημειωθεί ο χρόνος έκδοσης του πονήματος που είναι αυτός του 1899: «Σήμερον σχεδόν άπαντες εγκαταλείπουσι τα μέχρι τινός εν χρήσει ονόματα και αντ’ αυτών μεταχειρίζονται αρχαία Ελληνικά, ως Ασπασία, Τερψιχόρη, Ουρανία, Μελπομένη…»196 Και κάτι ακόμα. Μπολιάστηκε η κατάσταση των χρησιμοποιούμενων ονομάτων και με κάποια τουρκόσημα βαπτιστικά ονόματα. Για παράδειγμα, το «Σουλτάνα» που δεν είναι χριστιανικής μα ούτε ελληνικής προέλευσης και προέρχεται από το Sultan+α= Σουλτάνος-Σουλτάνα. Όπως, επίσης, με το γυναικείο «Ουρούμα» που προέχεται από Urum+α= Ρωμιός.197 Με τον ατελείωτο κατάλογο να συμπληρώνεται λογοπλαστικά με την ομορφιά, την ασκήμια, την αρχοντιά, τα χαρίσματα, και τα στοιχεία της φύσης… Στο σημείο αυτό εμείς απλά καταθέτουμε όλα αυτά που συλλέξαμε από τις διάφορες καταγραφές του χώρου. Μια προσπάθεια που περιλαμβάνει πλήθος ονομάτων σχεδόν από όλες τις χριστιανικές κοινότητες.198 Α                    

Αγαθή-Αγάθη-Αγαθούλα-Αγαθώ-Αγαθία-(Κυραγάθη) Αγαθονίκη Αγαλλή- Αγάλλω (Νεάπολη) Αγάπη-Αγαπ’ Αγγέλκω- Αγγέλα- Αγγελική Αγλαΐα- Άγλα- Αγλ’ Αγνή – Αζίζα-(Χασπούλα) Αγρυπνία -Αγρύπνω Αθανασία- Ανάσια-(Θανασία-Θανάσω) Αθηνά- Ασήνα-Αντίκ Αικατερίνη (Κατέρνα – Κατίνα –Καθερίνα-Κατερίνα- Κατίσια- ΚατίγκωΚατήγκω-Κατίν-Κατίκ-Καϊτίκ-Καλή-Κάλενη-Κάληνη) Αισία- Έσα Ακριβή Αλεξάνδρα-Αλιξάνδρα- Αλεξάντρα-Αλέκα Αλήθεια (Σινασσός) Αλτίνα –(Χρυσή – Χρουσή-Χρυσάφω –Χρυσάφα-Χρουσάνα) Αιμιλία Αμαλία-Αμέλια-(Εμελία) Αναργύρα Αναστασία (Φαρμακολύτρια)- Αναστασά-Τασία-Τασούλα

196

Ι. Αρχελάου, ό.π., σελ. 199. Γ. Μαυροχαλυβίδης, ό.π., σελ. 356. 198 Σήμ: Χαρακτηριστική της σημασίας που έδιδαν οι Καππαδόκες στο όνομα είναι και η ευχή κατά την ημέρα της βαπτίσεως του παιδιού. «Ισμίν-ινεν γιασασίν= να ζήσει με το όνομά του, δηλαδή να μην εξισλαμιστεί. 197

78


                   

Αναστασία (Λαμπρή) Ανάστα-Αναστού-Ανάστω- Ανέστω- ΑνέσταΑστίκ - (Γασά) Ανατολή-(Λίτσα) Ανάς (Τάση) Άννα-Αννίκω- Αννίκ-Ανίκα- Αννέτα-Αννίς-Ανέθα- Αννανώ-ΈννεΆννασσα Ανδριάνα- Ανδριάς Ανδρομάχη- Άνδρο-Άντρο Ανδρονίκη- Ανδρώ Ανθούλα- Ανθή- Αθή-Ανσού Αντιγόνη Αντιόπη Αποστολιά-Αποστολία-Αποστολίνα Αρετώ Αριάνθη -( Μαριάνθη-Μαριάθη) Άρτεμις- Αρτεμησία Αργυρή- Αργερή-Αργυρώ Αρχοντία-Αρχόντσα- Αρχοντού-Αρχόντισσα Ασημίνα-Ασημία-(Γκιουμούς -Σημιά) Ασπασία Αφροδίτη Αχαή

Β

      

Βαγγελία- Βαγγελίνα- Βαγγελιώ-Βαγγέλνα-Βαγγίσα- (Ευαγγελία) Βασίλισσα -Βασίλσα- Βασίλτσα-Βασιλίτσα-Βασίσσα Βασιλική-Βαλσική-Βαλτσική- Βασλιτσή -Βασιλικώ- Βαλάτσα Βακούλ-Βατσίκα- Βατσικού –Βατζικού- Βάσσο-Βάσω Βαρβάρα Βηθλεέμ Βικτωρία-Βιττωρία Βιργινία Βεγιαννή Βένια –( Ευγενή- Ευγενίκω –Ευγενία-Ευγενίγια-Ευγέγκω-Εύγια) Βενετία –Βενέτ’

       

Γαρυφαλλιά-Γαραφύλλα-(Καραφύλλα-Καραφίλα) Γασά - (Αναστασία- Ανάστω- Ανέστω-Ανάστα-Αναστού- Αναστασά) Γελασία (Κούλενε) Γελαστή (Γκιουλούζ) Γερίνα-Γιερήνα -( Ειρήνη- Ειρηνιώ - Ερήνα –Ερηνιώ) Γεωργία Γεσθημανή -Γεσημανή (Ευσημανή)…(θσ)-Γιοφσημανή-Γιέση Γιακωμίνα (Ιακωβίνη)

  

Γ

79


       

Γιάννα (Ιωάννα) Γιαννίκα Γιονυσία- Διονυσία-Δόνη Γκιουμούς -( Ασημίνα-Ασημία -Σημιά) Γλυκερία- Γλυκερίνα-Γλυγερίνα- Γλυκέρνα- Γλυκερή Γνωσία - (Θεογνωσία) Γοργονία Γραμματική

  

Δαυϊδα Δόξα –(Ζόξα) Δέσποινα- Δέσπω- (Εδίσπενα-Πεπίσια-Πιπίνα- Πεπούκα-ΝτεπήΤεσπίκ- Τέσποινη-Τεσπουνού-Ρέσποινη) Δευτερίνα-Δεφτέρνα- (Ελευθερία –Ελευθερίνη-Ελευθερίνα-Λευτέρνα ) Διαμάντω- Ελμάς Διονυσία-Δόνη-Γιονυσία Δόξα -( Ευδοκία-Ευδοξία- Ευδόκ -Οβτικιά) Δωροθέα

Δ

     Ε                      

Εβρωνία -(Πεβρωνία -Φεβρωνία) Ειρήνη- Ειρηνιώ - Ερήνα –Ερηνιώ-(Γερίνα-Γιερήνα) Ελένη- Ελένα-Έλινα-Ελενία-Ελέγκω –(Χατζηέλεν- Χατζηελένη) ΕλευθερίαΕλευθερίνη –Ελευθερίνα-(Λευτέρνα –ΔεφτέρναΔευτερίνα) Ελμάς- Διαμάντω Ελισάβετ- Ελισάβετη- Ελσαβούκα- Ελισώ- Ελασάφ-ΕλίσαφΕλζάβ(Ιλισάφ-Λισάφ-Ζαμπέτα-Σαβούτ-Σαβέτ) Ελπίδα-Ελπίζα-Ελπίς- Επίς Ελπινίκη Εμελία-( Αμαλία-Αμέλια) Ερασμία Ερεμία Ερχόμενη Ερατώ-Ερωτία Εριφύλη Εσθήρ-(Ιεστέρ) Εύα-(Χεββά-Χεβά) Ευαγγελία (Βαγγελία- Βαγγελίνα-Βαγγέλνα-Βαγγίσα- Βαγγελιώ) Ευανθία-Ευανθή Ευγενία – Ευγενή- Ευγενίκω-Ευγέγκω-Ευγενίγια-Εύγια-(Βένια) Ευδοκία-Ευδοξία-Ευδόκ -(Δόξα- Οβτικιά) Ευδοξία Ευθαλία –Ευταλία- (Ναθαλία)

80


             

Ευλαμπία- Ευλομπία-Ελαμπίγια-Ευλομπίγια-Ευλάμπη-Ευλεμιά-Ευλόν. Ευλογία Ευπραξία- Επραξία-(Ιπραξία-Πράξη-Πραξία-Πραξούλα) Ευπρεπία (Πρεπού) Ευρυδίκη Ευσέβια -Εφσεβία Ευσημανή (Γεσθημανή-Γεσημανή) Ευστρατία –Ευστρατίσα-(Στρατίτσα-Στραϊτσα-Στρατούλα-Στρατία) Ευτέρπη-Ευθέρπη Ευτυχία Ευφημία- Ευφήμ-Εφήκ-(Φημίκα) Ευφραιμία- Εφραιμία Ευφροσύνη -(Φρόσω-Φρόσυνα) Ευωδία

      

Ζαμπέτα –(Ελισάβετ- Ελισάβετη- Ελσαβούκα- Ελισώ- Ελασάφ-ΕλζάβΕλίσαφ-Ιλισάφ-Λισάφ-Σαβούτ-Σαβέτ) Ζαφειρία- Ζαφείρω- Ζαφείρα- Ζαφερούκα Ζέφυρα Ζηνοβία- (Σηγόνια) Ζόξα –( Δόξα) Ζωή- Ζωϊτσα- Ζωϊσα- Ζωγή Ζαχαρούλα –Ζαχαρού- (Σακάρα-Σακήρα-Σεκέρα)

                

Θάλεια Θανασία-Θανάσω-(Αθανασία- Ανάσια) Θεανώ- Τεανώ Θεγανή Θέκλα Θεογνωσία- (Γνωσία) Θεοδοσία – Θεγοτοσία-(Χεγοδοσία) Θεοδούλη Θεοδώρα- Θοδώρα-Θεγοδώρα-Θόδωρη-Θογιώρα- (Τόωρα) Θεοκτίστη- Θεοκτή Θεολογία Θεόλη Θεοπίστη- Θεγοπίστη-(Πιστή) Θεοφανία –Θεοφανή-Θεώνη-(Φανή-Τεοφανία) Θεοχάρη (Τοχτάρα) Θυμία-Θυμιανή Θωμαϊτσα-Θωμαϊ

Ζ

Θ

Ι

81


             

Ιακωβίνη (Γιακωμίνα) Ιεστέρ –(Εσθήρ) Ιλισάφ (Ζαμπέτα -Ελισάβετ- Ελισάβετη- Ελσαβούκα- Ελισώ- ΕλασάφΛισάφ) Ιντζού- Μαργαρίτα Ιπραξία -( Ευπραξία- Επραξία -Πράξη-Πραξία-Πραξούλα) Ιορδάνα Ιουλιανή-Ιουλία-Ιουλίτσα- (Ουλιανή) Ιουνία Ισία -( Οσία-Οσιά) Ισμήνη Ιφιγένεια- Ίφη Ιωάννα (Γιάννα) Ικιλία (Κικιλία) Ισταυρούλα –(Σταυρούλα-Σταργιανή- Σταυρενή- Σταυρινή-ΣταυρνενήΣταυρούκα)

Κ                         199

Καθαρή -Καχαρή Καλάννα (Καλή+Άννα) Καλλή- Καλλίστη Καλλισθένη –Κλουσένα-Κουλιστένα-Κουλουστέν Καλλιόπη- Καγιάπασα- Καλλή- (Τσάκαλλη…Τσα=Θεία και Καλλή) Καλλιρρόη Καλυψώ Κανέλλα Καπάγιασα199 Κατέρνα – Κατίνα –Καθερίνα-Κατερίνα- Κατίσια- ΚατίγκωΚατήγκω-Κατίν-Κατίκ-Καϊτίκ- Καλή-Κάλενη-Κάληνη (Αικατερίνη) Καραφίλα – Καραφύλλα- ( Γαρυφαλλιά-Γαραφύλλα) Κεκλίκ-Κεκλίκα-(Πέρδικα- Περδικούλα) Κηγιμάτα (Πολυτίμη) Κικιλία(Ικιλία) Κλειώ Κλεονίκη Κλεοπάτρα Κλέπαρη Κλημεντίνη- Κληματιανή –Κλημαντή-Κήλημη - Κήλημε Κοκόνα Κομνιανή- Κουμνιανή-Κομηνή-Κουμνιά Κορίνα Κορνηλία Κούλενε (Γελασία)

Βράχος

82


Κρέπαλη-Κρέπαλ200 Κυραγάθη -( Αγαθή-Αγαθούλα-Αγαθώ-Αγαθία) Κυριακή- Κυριακίτσα-Κερεκή-Κυρεγή-Κυριαϊνα-Κεριακίτσα-ΚερεκίτσαΚερεκή- Κερεκίνα- Κούλα-Κυριακούλα Κωνσταντού- Κωνσταντία –Κωνσταντίνα

            

Λαμπούκα Λαμπρή-Λαμπρινή-Λαμπρενή Λαχήρ -( Ραχήλ-Ραήλ) Λεμονιά- Λεμόνα Λευτέρνα- (Ελευθερία-Ελευθερίνα- Δευτερίνα-Δεφτέρνα) Λιγερή Λισάφ - (Ιλισάφ-Ελισάβετ- Ελισάβετη- Ελσαβούκα- Ελισώ) Λίτσα -( Ανατολή) Λωξάνδρα Λουκία Λουλούκα- Λουλού Λουλουδιά Λεωνίκη

 

Μαγνησία- Μανοσία Μαγδαληνή- Μαγδαλνή-Μαγδαλενή-Μαγτελή- Μαγδέλ- ΜαγτέσιαΜαγνταλνή-ΜιγδαλήΜαγδάλα-Μαγντάλ-Μαγντούλ-ΜαγδήλΜανδηλή Μακαρία Μακρίνα- Μάκρινα- Μακρινή-Μάκιρνα-Μακίστα Ματρώνα Μαργαρίτα- Ιντζού Μάρθα- Μάρτα- Μαρτίκα- Μάταρα-Μάθαρα-Μαθρακού-Μάρσα Μαρία- Μαρίκα- Μαριγώ- Μαρίσα-Μαρίσια-Μαρίτσα-ΜαρίκωΜαργώ-Μαριόλη- Μαργιολή-Μαρίγκω-Μεριέμ-Μεργιέμ-Μαρί Μαριάνθη-Μαριάθη-(Αριάνθη) Μαρίνα-Μάρνα-Μάϊνε-Μαρίγκω ΜαγίσκουληΜαϊσκούλΜαϊούσκουλη201-(ΤριανταφυλλιάΤριανταφύλλα) Μελετίνα-Μελετινή Μελίνα-Μελάνα Μελπομένη- Μέλπω-Μένη Μερόπη Μερτζάνα Μετάξα- Μεταξωτή-Μεταξούλα-Μετάξη

  

Λ

Μ

               200 201

Δυνατή σα δέντρο Ρόδο της άνοιξης

83


   

Μοσκιού- Μουσκού-Μουσκιά Μορφιά Μυροφόρα Μυρτή-Μυρτώ

    

Ναζλή- Ναζλού-Ναζίκω-Ναζούλα202-(Χάϊδω- Χαϊδευτή) Ναθαλία -(Ευθαλία -Ευταλία) Ναυσικά Ντεπή - (Δέσποινα- Δεσποινή-Δεπίς-Δέσπω-Εδίσπενα-Πεπίσια-ΠιπίναΠεπούκα-Τεσπίκ-Ρέσποινη) Νυμφηδώρα- Νιφηδώρα-Νυφοδώρα-Νύμφω

 

Ξανθίππη –Ξανθή Ξένη-Ξενή

        

Οβτικιά (Ευδοκία-Ευδόκ) Όλγα Ολυμπία- Ουρουμπία- Ολύμ’ Ολυμπιάδα Ορθοδοξία-Ορθούλα Οσία-Οσιά-(Ισία) Ουλιανή – (Ιουλιανή-Ιουλία-Ιουλίτσα ) Ουρανία Ουρούμα203

            

Παναγιώτα Πανδώρα-Πανζώρα Παρασκευϊα- Παράσχω- Παρασκευή-Παρατσευή- Παρασκευγιά Παρθενία – Παρθένα-Παρσένα-Παρθενόπη Πασχαλία -Πασχάλ Παχτσακούλα Πατζούκα Παλασή Πεβρωνία -(Εβρωνία- Φεβρωνία) Πελαγία-Πελαγίνα-Πελαϊα-Πελαγή Πεπούκα Πέρδικα- Περδικούλα-(Κεκλίκ-Κεκλίκα) Παρέσα

Ν

Ξ

Ο

Π

202 203

Κομψή-κομψευόμενη αλλά και χαϊδιάρα Από το Urum= που σημαίνει Ρωμιός

84


                 

Περσεφόνη- (Φόνη) Πετούλα Πετρωνία Πεπίσια-Πιπίνα- Πεπούκα-(Δέσποινα- Δέσπω-Ντεπή) Πηνελόπη-Πηνολόπη-Πηναλόπη-Πενιλόπη-Πίνο Πιπέρα Πιπίνα- Πεπούκα Πιστή –(Θεοπίστη- Θεγοπίστη) Πλουμιστή Πολύμνια Πολυτίμη- (Κηγιμάτα) Πολυξένη-Πολυξέν’-Πολύκ Πουλχερία-Πλουχερία-Πλουχερί Πορφύρα Ποτήρα Πουλχερία Πράξη-Πραξία-Πραξούλα -( Ευπραξία- Επραξία- Ιπραξία) Πρεπού (Ευπρεπία)

   

Ραδινή204 Ραχήλ-Ραήλ-(Λαχήρ) Ρεββέκα Ρέσποινη -(Εδίσπενα- Δέσποινα- Δέσπω- Πεπίσια-Πιπίνα- ΠεπούκαΝτεπή-Τεσπίκ- Τέσποινη-Τεσπουνού) Ροδή Ροδονίκη Ρωξάνη

Ρ

   Σ              204

Σαβέτ -Σαβούτ-( Ελισάβετ- Ελισάβετη- Ελσαβούκα- Ελισώ- ΕλασάφΕλίσαφ-Ελζάβ-Ιλισάφ-Λισάφ-Ζαμπέτα) Σαλώμη-Σαλώμια-Σαλώνα Σαματιανή-Σαββατιανή-Σαμπατσιανή Σαμπάρα Σάρρα Σεβαστή-Σεβαστία- Σεβαστιανή-Σαβαστή Σεκέρα –Σακήρα- Σακάρα-(Ζαχαρούλα-Ζαχαρού) Σερεφείνα Σηγόνια-( Ζηνοβία) Σημιά -(Γκιουμούς- Ασημίνα-Ασημία) Σμαράγδα Σουσάννα- Σουζάννα Σοφία- Σοφιά-Σόφη-Σοφούλα-Σοφιλή-Σοφίγια-Σόφγια-Σόφγα

Σουβερμέζ

85


             

Σουλτάνα- Σουλτανού-Σουλδάν Στρατηγίσσα205 Σταυρούλα-Σταργιανή- Σταυρενή- Σταυρινή-Σταυρνενή-Σταυρούκα -(Ισταυρούλα) Στρατίτσα- Στραϊτσα –Στρατούλα-Στρατία-(Ευστρατία-Ευστρατίσα) Σταυριανή Στυλιανή-Στυλενή Συμέλα -Σουμέλη Συμιανή Συμευθή –(Χυμευτή)206 Συνόδα-Συνόγια Σύνοψη Σωτείρα- Σωτηρία- Σοτίκ Σωφρονία Σωσσάνα

Τ

                

Τασία-Τασούλα- (Αναστασία Φαρμακολύτριας- Αναστασά) Τεσπίκ-Τέσποινα-Τεσπουνού-(Δέσποινα- Δέσπω- Εδίσπενα-ΠεπίσιαΠιπίνα- Πεπούκα-Ντεπή-Ρέσποινη) Τερψιχόρη Ταμάρα Τατιανή Τάση (Ανάς) Τεανώ- Θεανώ Τεοφανία –(Θεοφανία –Θεοφανή-Θεώνη-Φανή) Τερψιχόρη- Τέρψη Τοχτάρα (Θεοχάρη) Τοβκάτα Τόωρα - (Θεοδώρα- Θοδώρα-Θεγοδώρα-Θόδωρη-Θογιώρα) Τριανταφυλλιά- Τριανταφύλλα –Ταφύλη-(Μαγίσκουλη) Τσαγάσα (Τσα=θεία και Γασά=Αναστασία) Τσάκα-Τσακώ-Τσακούλα Τσάκαλλη (Τσα=θεία και Καλλή) - (Καλλιόπη- Καγιάπασα- Κάλη) Τσαβούκα Τσακούλα Τσάκα- Τσακώ- Τσακούλα

  

Φαίδρα-Φάδρα Φανή -( Θεοφανία –Θεοφανή-Θεώνη-Τεοφανία) Φεβρωνία-(Πεβρωνία-Εβρωνία)

 

Φ

205 206

Στην Αραβησσό Συμευτή: είναι βυζαντινό όνομα και σημαίνει πανέμορφη

86


       

Φεγγαρίνα-Φεγγάρα-Φεγγού Φελιά Φημίκα -( Ευφημία- Ευφήμ-Εφήκ) Φιλιππιά Φλωρίνα Φόνη -(Περσεφόνη) Φρόσω-Φρόσυνα- (Ευφροσύνη) Φωτεινή- Φωτνή- Φωτίκα –Φώτα-Φωτούλα- Φουντούλα- ΦωτιανήΦωκαδού

             

Χάϊδω- Χαϊδευτή –(Ναζλή- Ναζλού-Ναζίκω-Ναζούλα) Χαρίκλεια- Χάρη- Χαρικλή- Χαρίκ-Χαιρέκα Χαριτωμένη Χαριτωνία-Χαριτίνη-Χαρισύνη-Χαριτώνισσα Χασπούλα –(Αζίζα- Αγνή) Χατζηέλεν’- Χατζηελένη – ( Ελένη- Ελένα-Έλινα-Ελενία-Ελέγκω) Χεββά-Χεβά-( Εύα) Χεγοδοσία -( Θεοδοσία – Θεγοτοσία) Χρυσάνθη Χρηστίνα- Χριστίνα Χρυσή – Χρουσή-Χρυσάφω –Χρυσάφα-Χρουσάνα -(Αλτίνα) Χουριτίνη Χρυσοκύρα Χυμευτή (Συμευθή)

Ωρηά (Ωριά)

Χ

Ω

Γενικές παρατηρήσεις Α-Για την ιστορία και μόνο να αναφέρουμε πως μέχρι και το πρόσφατο παρελθόν κανένας δεν είχε «λογάπι» -επώνυμο. Στα επίσημα κρατικά έγγραφα, στα σενέτια (τίτλους), στα χοτσέτια (αποφάσεις) και σε όλα τα υπόλοιπα, αναφέρονταν μόνο το όνομα του πατέρα με την κατάληξη ογλού, που σήμαινε γιος και στη συνέχεια το όνομα του ενδιαφερόμενου… Έτσι είχαμε: «Σεραφείμογλου Νικόλας, δηλαδή ο Νικόλας γιος του Σεραφείμ…»207 Β-Πολλές φορές λόγω των επιγαμιαίων σχέσεων των κατοίκων των διαφόρων κοινοτήτων, τα βαπτιστικά ονόματα, κυρίως των γυναικών, συνοδεύονται από τοπωνυμίες των ιδιαιτέρων πατρίδων τους. Έτσι, για παράδειγμα, έχουμε: «…Φαράσαλι Ελισό= Ελισάβετ από τα Φάρασα, Ενεχιλί Σοφία= Σοφία από το Ενεχίλ κ.α.»208 Αλλά και: Νίγτελησσα = από τη Νίγδη, Συλατενό τζιγκλή = Συλατενή, Τσαλιώτσα = από τη Τζαλέλα, Καλ ποταμίτσα = από τα Ποτάμια…209 207 208

Σεραφείμ Ρίζου, ό.π., σελ. 243 Χαρακόπουλος Μάξιμος, Ρωμιοί της Καππαδοκίας, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα 2003, σελ. 93.

87


Γ- Υπάρχει, επίσης, μια σειρά γυναικείων χαρακτηριστικών επιθετικών προσδιορισμών την οποία παραθέτουμε, της αγάπης, του σεβασμού, του μίσους, αλλά και της εκτίμησης που έτρεφαν γι’ αυτούς τους ρόλους: Γιαγιάς Μαννά= σήμαινε γενικά και γιαγιά Μαννάνινε= της μητέρας η μάνα Μεγάμαννα= μεγάλη γιαγιά Μέγανε= μεγάλη μάνα Νενέ= γενικά η γιαγιά. Έτσι αποκαλούσαν όλες τις γριές στους μαχαλάδες Χατουμάνα= γιαγιά Άνινε = γενικά η γιαγιά. Καλόνε = καλή γιαγιά (από τη μητέρα) Μητέρας Νε’ ογνέ, νινέ, νίνε, μητέρα, μάνα Μικρόνε=μικρομάννα Θείας Μέγα-τσα= η μεγάλη θεία Μικρό-νεμ= μικρή θεία Ντουντού-νινέ = γριά θεία αλλά και τις μοναχοκόρες Καλότσα = μικρή θεία (αδελφή του πατέρα) Κακής…πεθεράς Διεσταρμέν, Τσατραφίλσα= ανώμαλη Αναποδιασμέν’= δύστροπη Χτρεμέν’= ανάποδη Κοτίσσα = κακιά Ντιρλικσίζα = ασυνεννόητη Πιντίσσα = τσιγκούνα Γαγ’ γουσούζα = αδιάφορη, τεμπέλα Κλέπαρη = βλάκας Σιλεπλεκούσα = ανοικοκύρευτη Σερματιστηρού = ασυγύριστη Πουναντισμεν’= ξεκουτιασμένη Καλής… πεθεράς Αγάσσα210 = κυρία καθώς πρέπει, αξιοπρεπής211 209

Σεραφείμ Ρίζος, ό.π., σελ. 316 Επίθετο και τίτλος προερχόμενος από τη λέξη αγά (Οσμάν αγάς, πας αγάς=αρχηγός πασάς). Για τους άνδρες η λέξη σημαίνει ο ευγενής που δεν λογαριάζει το χρήμα, δεν κάμει διακρίσεις. 211 Θεωρείται ο χειραφετημένος τύπος της γυναίκας, δημιούργημα της ανάγκης ή της έλλειψης του άνδρα, από χηρεία ή μακρόχρονης απουσίας στη ξενητιά. Στην υπάρχουσα βιβλιογραφία έχουμε τα ονόματα μερικών τα οποία μνημονεύουμε τιμής ένεκεν όπως: 1. του Χατζήθανας η Χατσήελεν’ 2. του Γιαχνήβασιλ’ η Βαλάτσα 3. του Μανιούς η Μαρία 4. Η Τσάγασα Ρίζου 5. Η Αναστασία Πολυγενίδη 6. η Βασιλική Πιγγοπούλου… 210

88


Οσμανλήσσα = ιππότισσα Γαζωμέν’ =νοικοκυρά Γιοσμάνα = καλοσυνάτη Τσάτποσταν = δροσερή Άσαρη-πάσρη = ακούραστη Σαχπάσα = προθυμότατη, δραστήρια Αλλά και : -Νυφ’, μεγάλ’ (μεγάλη νύφη), μεσά (μεσαία νύφη), μικρή (νύφη)… -Παλτούζα = έτσι έλεγε ο γαμπρός τη αδελφή της μνηστής του… -Σεμαδεμέν’ κελίνγηζα (αρραβωνιαστικιά). -Τσα, ότσα =έλεγε η νύφη ενός σπιτιού τις κουνιάδες της. -Κολέσσα= δούλα…υποτιμητικά τις νέες νύφες. -Τσατσά, τσατσάκα = έλεγαν τα μικρά του σπιτιού τις μεγαλύτερες αδελφές. Αλλά και τσάτσα λέγανε κάθε ηλικιωμένη γυναίκα… -Άπλα=κυρά ή θεία (τουρκικά). -Κελίν = νύφη (τουρκικά). -Έκσικλή = νύφη λειψή (υποτιμητική έκφραση μόνο για το γυναικείο φύλο)212

212

Σύμφωνα με τις επικρατούσες αντιλήψεις ο Αδάμ ως άμεσο δημιούργημα του Θεού ήταν άρτιος, ενώ η Εύα που πλάστηκε από ένα κομμάτι κρέας παρμένο από τον πρώτο άνθρωπο ήταν λειψή.

89


Γυναίκα και ένδυμα213

Γενικά… Ανά τους αιώνες παρέχει ασφάλεια, προστασία και μαρτυρεί ισχύ, πλούτο, αντίληψη, μα και νοοτροπία. Επιπλέον, τις περισσότερες φορές, όφειλε να ανταποκρίνεται και σε λειτουργίες άσχετες προς τις καθαυτό πρακτικές ανάγκες της γυναίκας. Έτσι, λοιπόν, όπως κάθε έκφραση λαϊκής δημιουργίας, είναι είδος χρηστικό και σαν τέτοιο γεννιέται, ζει και εξελίσσεται, με βάση τις πρακτικές ανάγκες που ίσως πρέπει να καλύψει. Επί πλέον η εξέλιξη του πολιτισμού, κατά τη διάρκεια του οποίου διαμορφώθηκε ο τύπος και η χρήση, καθόρισε και τις εξελίξεις της ενδυμασίας - φορεσιάς, ανάλογα με το χαρακτήρα και το ρυθμό που ταιριάζει σε κάθε κοινωνία. Με τους ιερούς άγραφους νόμους, τα ήθη και τα έθιμα, να είναι προσδιοριστικά και δεσμευτικά για την αισθητική έκφραση. Δηλαδή, πολύ απλά, το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον όχι μόνο καθορίζει, αλλά και δεσμεύει.

213

Τις πληροφορίες για τις ενδυματολογικές συνήθειες των γυναικών του χώρου και τα προλογικά του κεφαλαίου, αντλήσαμε από το πόνημα των Κων/νου Νίγδελη- Γιάννη Σταματιάδη, ό.π., πρβ επίσης, του Λαζάρου Ευπραξιάδη, ό.π., πρβ Γ. Μαυροχαυβίδης ό.π., του Ιωακειμίδη Χρίστου, ό.π…

90


Τέλος η αισθητική αντίληψη της ομάδας, δίδει τη κλίμακα εξέλιξης μέσα στην οποία κινείται το άτομο - γυναίκα, ενώ η έμφυτη τάση της για διακόσμηση, δίδει την ιδιαίτερη έκφραση, λάμψη που τη χαρακτηρίζει. Ειδικότερα Οι ενδυματολογικές συνήθειες των χριστιανών κατοίκων της Καππαδοκίας ήταν ένα κράμα- αποτέλεσμα πολλών παραγόντων που είχαν σχέση με τις κλιματολογικές συνθήκες, του συγχρωτισμού με το μουσουλμανικό στοιχείο, αλλά και τις αρχέγονες παραδόσεις. Σε τέτοιο μάλιστα σημείο, που τουλάχιστον έως και το τέλος του 19ου αιώνα, ήταν περίπου όμοιες μεταξύ των δυο μεγάλων κοινωνικών- θρησκευτικών ομάδων, με απειροελάχιστες διαφορές, μεταξύ των οποίων ήταν το φέσι και η απαγόρευση χρησιμοποίησης του σαρικιού από πλευράς χριστιανών. Μόνο κατά το τέλος του αιώνα και τις αρχές του 20ου άρχισαν να εισάγονται δειλά-δειλά κάποιοι νεωτερισμοί, από πλευράς κυρίως των οικονομικών μεταναστών. Αυτοί ζώντας στις μεγαλουπόλεις της επικράτειας έβλεπαν τις νέες συνθήκες ζωής και σε τούτο τον τομέα και φρόντιζαν να τον οικειοποιηθούν, αλλά και να τον μεταφέρουν στους δικούς τους.214 Βεβαίως το κύμα των αντιδράσεων ήταν μεγάλο. Από τον ειρωνικό τρόπο αντιμετώπισής τους, αρχικά, τις φωνές μετά, έως και τις απαγορεύσεις με επιτίμια, από πλευράς των ιθυνόντων θρησκευτικών μα και πολιτικών αρχών, για «το ξερίζωμα της φυλής από τους Φράγκους». Για την ιστορία παραθέτουμε αυτούσιο τμήμα ενός αξιοπρόσεκτου και τα μάλα χαρακτηριστικού κειμένου, που αφορούσε την ενδυμασία των γυναικών. Με τη υπενθύμιση πως ήταν τουλάχιστον υποχρεωτικές οι σχετικές του διατάξεις… «Κανονισμός συνταχθείς παρά της αυτόθι Σχολικής Εφορίας, περί των ηθών και εθίμων της εν επαρχία Ικονίου χώρας ημών Ζήλλης τω 1897 τη 10η Σεπτεμβρίου Περί ενδυμασίας Άρθρον α Απαγορεύονται οι σχιστούρες, «τιλίκια», να μην γίνωσι περίπου από ήμισυν πήχην. Άρθρον β Τα φλωρία εις το μέτωπον να τα φορέσωσι, τα δε περιδέραια, «Κερτάνια», να γίνωσι μόνον μιαν σειράν υποκάτω εις τους πόδας του Κερτανιού. Άρθρον γ Απαγορεύονται τα φλωρία με αλυσίδας υποκάτω εις το κερτάνι, και τα κοντά με αλυσίδας και τα μακριά με αλυσίδας. Άρθρον δ 214

Να σημειωθεί επίσης πως τουλάχιστον μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα η ίδια η γυναίκα «παρασκεύαζε» τα ρούχα της με υφάσματα όπως: Βαμβακερά, μάλλινα, (δικής της παραγωγής), δαμάσκο, (μεταξωτά χρυσοποίκιλτα ή αργυροποίκιλτα υφάσματα), δίμιτο, ( βαμβακερό πυκνά υφασμένο με δυο κλωστές), κατιφέδες (βελούδο) καλεμκερί (λευκό-διαφανές χρωματιστό βαμβακερό ύφασμα), μπιχόρη ή ποχόρη (μάλλινο), πασμά (εμπριμέ), χασές (άσπρο βαμπακερό)…

91


Ο σταυρός όστις γίνεται εις τον αρραβώνα να έχει μόνον τρία φλωριά υποκάτω του και όχι άλλο τίποτε, ει μη μόνος σκέτος με μιαν μόνο αλυσίδα. Άρθρον ε Απαγορεύεται αυστηρώς το χρυσόν «σύρμα», το να τίθεται εις τα «Κιογισνολούκια» και «προστέλας» και εις άλλα τινα ενδύματα. Τούτο και προ πολλών ετών απηγορεύθη. Τώρα εμείς από την πλευρά μας καταθέτουμε όσες πληροφορίες συλλέξαμε για τις ενδυματολογικές συνήθειες των κατοίκων του χώρου από τους δικούς μας ανθρώπους και την υπάρχουσα βιβλιογραφία. Με μια- δυο βασικές επισημάνσεις. -Πως είναι σχεδόν όμοιες παντού και με απειροελάχιστες αποκλίσεις.215 -Πως ήταν λίγες, απλές, ευκολόχρηστες και ήταν δυο κατηγοριών. α- τα επιβλήματα, δηλαδή αυτά τα οποία φορούσαν. β- τα περιβλήματα, δηλαδή αυτά που έριχναν επάνω τους. Τα της γυναικός… λοιπόν216 -Το τουμάνι-«tuman» (Σύλλατα) ή «Κιομλέκι» (Προκόπι) ή «βρατσί» (Μιστί) ή πατσάϊα ή βρακί ή βρακίν ή συντρόφι. Άσπρο βαμβακερό σώβρακο (εσώρουχο) που έφτανε μέχρι το γόνατο κεντημένο με δαντέλα τριγύρω. -η βαμπακού ή κοτσούπα Ειδικό γυναικείο χειμερινό κυρίως εσώρουχο, ντυμένο εσωτερινά με μπόλικο βαμπάκι. -η βρακοζώνα Η ζώνη της βράκας. -Το μετ’ ή πουκάμισο.217 Καμωμένο από απλό μονόχρωμο ύφασμα με μακριά μανίκια … έφτανε μέχρι και τον αστράγαλο… Το φορούσαν κατάσαρκα. -Το ιμάτι Άσπρο βαμβακερό, φαρδύ και μακρύ ένδυμα, που έφτανε μέχρι το γόνατο. -Χιρκάς ή ζιπούνα-«zibin» ή χουρχά-«hirka» ή κιρλίκ-«kilik»

215

Θανάση Κωστάκη, ό.π., σελ. 144, «Αν έφερνες εκατό γυναίκες κοντά τη μια στην άλλη, όλες το ίδιο ρούχο φορούσαν σαν τους στρατιώτες…δεν μπορούσαν να φορέσουν διαφορετικά γιατί τις κορόϊδευαν». 216 Τα βασικά της γυναικείας ενδυμασίας ήταν παντού όμοια, με αρκετές κατά τόπους παραλλαγές. Η διαφορά στις ονομασίες οφείλεται σε τοπικούς ιδιωματισμούς, όπως: «πατσάια, γιάναϊ, γκιόζ, λοξά, τσιτιάνι, πάμπουκλου, σεϊτερί, τσόχα, γομάς, τιζλίκα…». 217 Το βρίσκουμε και ως καζάκα, δηλαδή κλειστό λευκό πουκάμισο με πλατειά μανίκια.

92


Το φορούσαν κυρίως πάνω από το κιομλέκι στη βαρυχειμωνιά. Αποτελούνταν από μια στρώση βαμβακιού ραμμένη ανάμεσα στο τσόχινο ύφασμα και τη φόδρα. -Το ζιμπίνι ή ουσλούτς. Κοντό μάλλινο ιμάτιο που το φορούσαν δεύτερο κατά τη διάρκεια του χειμώνα. -Χηρχάδια ή χηρκάς ή πάμπουκλου. Σαν τη ζιπούνα με μάλλινο ύφασμα σκούρου χρώματος. Είχε γιακά στενό και στητό. Τσέπες δεξιά-αριστερά, με προορισμό να κρατά ζεστό το σώμα. -Το Σαλβάρι-«salbar». (φαρδύ παντελόνι)218 Το γνωστό κυλινδροειδές τσουβάλι, χωρίς καβάλο, με δυο οπές κάτω που σουρώνουν και δένουν πάνω ή κάτω από τους αστράγαλους. Στη μέση έδενε με σούρα και βρακοζώνα… Τα καλύτερα υφάσματα για την κατασκευή του ήταν το «τιμικάτο» και το «κουμάς». -Το εντερί ή ενταρί-«entari» ή σεϊτερί219 Ρόμπα από σκούρο βαμμένο βαμβακερό ύφασμα που τη φορούσαν πάνω από το ιμάτι και μέχρι το μέσον του σαλβαριού. Τούτο το ένδυμα είχε δυο σχισίματα στα πλάγια μέχρι τη μέση220 και ήταν αρκετά φαρδιά με τρία ή τέσσερα κουμπιά μπροστά. Παρατήρηση Γενικά έχουν καταγραφεί οι παρακάτω παραλλαγές:  μπιλικά ντα εντεριέ…με κόκκινο και μπλε χρωματισμό.  τσιφτελούϊα εντεριέ…με μπλέ και άσπρο.  τα απλά με κόκκινο και άσπρο.221 -Το ντολαμά- εντερί. Όπως το ανωτέρω περιγραφόμενο ένδυμα, όμως φτιαγμένο με τσόχα καλής ποιότητας και στολισμένο περιμετρικά με τα «καϊτάνια». -Το εντερί γιαράσογλου Με σταμπαρισμένες ρίγες… -Η σάλτα-«salta». Κοντό σακάκι που δεν κούμπωνε, στολισμένο με κεντήματα και μπορντούρες. -Σελίκ- «sellik». 218

Οι γιαγιάδες χαρακτήριζαν το σαλβάρι σαν «ένα σακκί που του κάνεις δυο πόδια». Αναξυρίδα. 220 Γ. Μαυροχαλυβίδης, ό.π., σελ. 245, «…τα εντεριά των γυναικών τρίπτυχα κι αυτά μα μακρύτερα από τα ανδρικά…το φύλλο που σκέπαζε τον πισινό έφτανε ως τα κότσια, ενώ τα μπροστινά τα πενέφτερα ήτανε 3-4- πόντους πιο κοντά…Πενέφτερα και πισινό από τα πλάγια ήταν ενωμένα από την ωμοπλάτη ως τη μέση…Από εκεί και κάτω είχαν ντιλίκια, σχισμές, ήταν δηλαδή άρραφτα κι άφηναν ακάλυπτα τα πλάγια, έτσι που το παντελόνι τους κατά μήκος των σχισμών και σε πλάτος ενός πόντου ορατό, εκτεθειμένο….Τα σκέλη του παντελονιού δενότανε με βρακοζώνα στην οσφύ…». 221 Ιωακειμίδης Χρίστος, ό.π., σελ. 121. 219

93


Τσόχινο γελέκο κεντημένο. Κάλυπτε λαιμό, στήθος και έδενε στη μέση. -Η μπροστέλα ή ιγκιλίκ Βαρύτιμο ένδυμα που φοριότανε στα πανηγύρια και τους γάμους. Τσόχινη ποδιά που έδενε στη μέση με κορδονάκια. Σε μεγάλη ποικιλία χρωμάτων και ανάλογη με την ηλικία της γυναίκας. Δηλαδή απλές και σκούρες για τις ηλικιωμένες Συλλατινές και πολύχρωμες, κεντητές, για τις νέες. -Ο τσιπές- «cuppe». Ποδήρες τσόχινο φόρεμα που έφερε βραχίονα στα παράφτερα, λεπτοδουλεμένα με χρυσό γαϊτάνι ή ασημένιο μπρισίμι με πλούσια κεντήματα. -Ντιζλίκα ή τιζλίκα. Ποδιά την οποία φορούσαν πάνω από τον τζογά και είχαν διάφορες ονομασίες… ανάλογα με το είδος του υφάσματος, όπως:  τσογαϊόντας ντιζλίκα (κεντητή με διάφορα σχέδια)  φαντή ντιζλίκα (υφαντή στον αργαλειό)  η νταμάσου  η σατένια  η χατζιά  ποδιά, με άσπρο χασεδένο ύφασμα, με νταντέλα στις άκρες του και κεντημένη με διάφορα σχέδια. -Γούνα Φυσικά για τους οικονομικά καλοστεκούμενους. Μακρύ παλτό από τσόχα ή άλλο καλής ποιότητας μάλλινο ύφασμα, φορδαρισμένο ολόκληρο με γούνα αλεπούς ή άλλου ζώου. -Φεσάκι. Φοριότανε με τις γιορτινές φορεσιές. Είχε μια πλούσια μακριά χρυσή φούντα που κρεμόταν στον ώμο. -Ο Γιασμάς-«yasmak» ή καλύπτρα προσώπου. Το μαντήλι της κεφαλής το οποίο φορούσαν απαραίτητα όλες οι γυναίκες και το έδεναν μάλιστα με τρόπο περίτεχνο, αφού πρώτα έβαζαν «τοκά» στα μαλλιά και ανασήκωναν την κορυφή. Για τις οικονομικά ευκατάστατες ήταν αραχνοΰφαντο ύφασμα, μπιμπιλωμένο με λουλουδάκια και μικρές πούλιες ολόγυρα, σκούρο φυσικά για τις γυναίκες και ανοιχτόχρωμο για τα κορίτσια. Τούτο το μαντήλι κάλυπτε όλο το μέτωπο, το λαιμό και τους ώμους της γυναίκας. Οι νέες το στόλιζαν με πούλιες. -Το αλ.222 Λεπτό κόκκινο μαντίλι για τις νιόπαντρες κυράδες, που το κατέβαζαν και σκέπαζαν το πρόσωπό τους σε ή με κάθε αντρική συνάντηση. -Ζώνη ή ταραμπουλούς. 222

Τα κεφαλομάντηλα ήταν πολλών ειδών και με διάφορες ονομασίες. Έτσι είχαμε και: το γεμίνι (από πολύχρωμο κλαδωτό ύφασμα), τον γιασμά (με σταμπωτό ύφασμα)…

94


Με ζεντιφενέδες ή ασημένιες τόκες… - Το σάλι. Πολυτελέστατο τετράγωνο υφαντό ύφασμα, πάντοτε χρωματιστό, με μεγάλα κρόσσια στις άκρες. Το σάλι, όπως και τον γιαζμά, το φορούσαν διπλωμένο διαγώνια σε τρόπο που η μια γωνία να πέφτει πίσω στη ράχη και οι άλλες δυο να περνούν σταυρωτά κάτω από το σαγόνι και να δένονται στην κορυφή του κεφαλιού. - Το ντουβάχ. Μάλλινο χρωματιστό κεφαλομάντηλο ενός τετραγωνικού μέτρου για τις γριές. -Κάλτσες γενικά. Δηλαδή: «μπουέρτσα», «ποδόρτ’», «ντολάχια», που τις έπλεκαν οι κυράδες με τις τσίπρες223 -Τα τερλίκια.224 Δηλαδή κοντές πλεγμένες με χοντρό νήμα κάλτσες για μέσα στο σπίτι. - Τα ναλίνια. Ξυλένια παπούτσια με στενό πέτσινο λουρί για να κρατιούνται στο πόδι. -Τα σηπτιρίκ. Ξώφτερνες πέτσινες παντούφλες -Τα γαλότσια. Παπούτσια με πατωσιά ξύλινη ή λαστιχένια για να μη μπαίνει η υγρασία στα πόδια. - Τα καλίκια. Μισοπάπουτσο ανοιχτό στο πίσω μέρος -Γαλτσήνια. Κάλτσα πλεχτή, με λαιμό ή χωρίς λαιμό, που τη φορούσαν επάνω στην κάλτσα και έμπαινε στο υπόδημα για να κρατά ζεστό το πόδι. -Σορόφτ’- σορόφτια. Για τις εύπορες κυρίες. Χειρόκτια (γάντια) φτιαγμένα στις βιοτεχνίες των αστικών κέντρων και φερμένα ως δώρα από τους οικονομικούς μετανάστες, συζύγους, αρραβωνιαστικούς, αδελφούς. Βεβαίως η γυναικεία περιβολή, εκτός από τις βαρύτιμες φορεσιές, πάντοτε συμπληρώνονταν και με λοιπά στολίδια, που, εκτός από τη σχετική ομορφιά, προσέδιδαν και μια δυναμική στην κάτοχο τέτοιων αντικειμένων. Στολίδια απλά, έως και περίτεχνα, που στόλιζαν λαιμούς και κεφαλή γυναικών και κοριτσιών. Χρυσός, άφθονος χρυσός, μα και ασήμι… 223 224

Θανάση Κωστάκη, ό.π., σελ. 234, «πλέχου μπουέρτσα –πλέκω κάλτσες». Σημ: Τερ στα τουρκικά σημαίνει ιδρώτας και τερλίκ, για τον ιδρώτα.

95


Χρυσές λίρες, πεντόλιρα, κρεμίτσια (αυστριακά), Ναπολεόνια, κοκοράκια, μονά ή δυο-δυο, σειρές ολάκερες…225 Έχουμε λοιπόν: -Σκουλαρίκια ή κουπέδια Γνωστά από αρχαιοτάτων χρόνων, που τα φορούσαν με τη γνωστή διαδικασία. Τρυπούσαν λοιπόν τον λοβό των μικρών κοριτσιών για να περάσουν, στο αρχικό στάδιο, ένα μικρό αγκίστρι μ’ένα φλουρί ή άλλο χρυσό αντικείμενο που το λέγανε «κουπέ». -Βραχιόλια. Όλων των ειδών, μεγεθών και ποιοτήτων. -Γκερντανούχ Σειρές από γνήσια φλουριά ή ψεύτικα, ακόμα και από κόκκινο τενεκέ. -Η γκουξουλούκα Στολίδι αποτελούμενο από τρία στενά κομμάτια τσόχας ενωμένα-δυο κόκκινα και ένα πράσινο ή δυο πράσινα και ένα κόκκινο, που έπιαναν το στήθος, ανέβαιναν ως το λαιμό και κούμπωναν στο πίσω μέρος. -Το σατσλούχ. Στενή περίτεχνη τσόχινη λουρίδα πάνω στην οποία ήταν αραδιασμένα φλουριά ασημένια ή χρυσά, αλλά και γρόσια. Την οποία χρησιμοποιούσαν για το δέσιμο των πλεξούδων. -Τεπελίκ-«tepelik» ή τακάς Χαμηλό φεσάκι ή σχήματος κώνου, που στην κορφή έφερε μκρό ασημένιο ημισφαιρικό δίσκο. Παρατήρηση Σημαντικό στοιχείο της γυναικείας προβολής και εκτίμησης ήταν και το…μαλλί. Ο τρόπος που το κτένιζαν, η χωρίστρα, η δημιουργία πλεξούδας ή πλεξούδων, το στρίψιμό του…το μπόλιασμα με κλωστές κλπ. Η συνηθέστερη μορφή-παρουσίαση ήταν αυτή των δυο πλεξούδων, αλλά και πολλών μικρών κοτσίδων που τις ονόμαζαν φιτίλια…με ενσωματωμένες μεταξωτές κλωστές- τις ερμπισίμ-«irbisim» και με καρφωμένο στο πάνω μέρος το σασλούχ-«sacli», δηλαδή μιας στενής τσόχινης λωρίδας. Και κάτι για την ιδιαίτερή μας πατρίδα, συγγραφική αδεία, από τα χειρόγραφακείμενα του λογίου Πέτρου Καρφόπουλου που γεννήθηκε, έζησε, εργάσθηκε ως δάσκαλος εκεί. «…Αι δε Μαλακοπήτισσαι γυναίκες έφερον τας μεν καθημερινάς ημέρας εντερί εκ βαμβακωτού υφάσματος ποικιλόχρωμου με ψιλόν στρώμα βάμβακος έσωθεν της φόδρας, περιστήθιον (κοσλίκα) εξαρτώμενον εκ του τραχήλου, ποδιάν (τιζλίκα) από της οσφύος μέχρι αστραγάλου και ζώνην, έξωθεν δε κοντόν επενδύτην (φέρμενε) εκ τσόχας πεποικιλμένον κατά περιφέρειαν δια μεταξωτής επεξεργασίας. Επί δε της κεφαλής κρήδεμνον (φακιόλι) λεγόμενον γιασμά, γεμενί ή σαλ, καλύπτον την 225

Ολάκερες σειρές με αηναλιά= φλουριά

96


κεφαλήν πλην του προσώπου και κατερχόμενον εκατέρωθεν των παρειών προς τον λαιμόν, περιστρεφόμενων έπειτα των άκρων αντιθέτως προς την κορυφήν και προσδενομένων δι’ απλής θηλειάς. Εσωτερικώς δε υποκάμισσον, ζουπούναν και εσώβρακον με σκέλη μακρά απολήγοντα εις τα λεγόμενα πατσάδια, ήτοι κράσπεδα, αποτελούμενα εκ τεμαχίων λαμπρού υφάσματος διήκοντος εις ύψος 25-30 εκατοστομέτρων. Εις τους πόδας εφόρουν τσοράπια και υποδήματα παντούφλες ή κουντούρες, εν καιρώ δε εργασίας εις τους βραχίονας τα επιμάνικα (κολτζάκγια). Τας Κυριακάς όμως και τας εορτάς έφερον πλουσίας αμφιέσεις. Και τα μεν εντεριά κατεσκευάζοντο ή εκ τσόχας οπότε ωνομάζοντο δολαμά μη διχοτούμενα κατά τας πλευράς, πεποικιλμένα δια κεντημάτων χρυσών ή αργυρών (σίρμα) ή μεταξωτών (πουκμέ), ως και η ποδιά και το περιστήθιον εκ του ιδίου υφάσματος, ή εκ πολυτελών μεταξωτών, λινών ή μαλλίνων υφασμάτων ονομαζόμενα εκ του ονόματος τούτων σεφαϊρ, κουμάς, κουντί, σαλικί, με ζώνην μεταξωτή… Εις την κεφαλήν φακιόλια με δαντελλωτά κοσμήματα (μπιμπίλα) εκ μετάξης ή σίρματος. Εις την βάσιν του λαιμού έφερον ως κόσμημα περιδέραιον αργυρούν ή επίχρυσον (γερταννήκ) με φλωρία ανηρτημένα από των άκρων, και άλυσιν ανηρτημένην από των ώμων εις πολλάς σειράς με πολλά μεγάλα και μικρά φλωρία και σταυρόν χρυσούν. Φλωρία έφερον και εις το μέτωπον ερραμμένα επί τεμαχίου τσόχας (καγιμά) προσδενομένου όπισθεν της κεφαλής. Την δε κόμην είχον ερριμμένην επί ράχεως εις πολλάς πλεξίδας (φιτίλια) συνενουμένας δι’ αργυράς αλύσεως ή μεταξίνης ταινίας φερούσης κατά μήκος αργυρά κέρματα και φλωρία (σατσλήκ). Εις τα ώτα έφερον ενώτια (κουπέδια) εκ φλωρίων, εις δε τους βραχίονας βραχιόλια (βλεχέρια) εξ αργυρού επεξειργασμένου και εις τους δακτύλους πολλά δακτυλίδια χρυσά, αργυρά ή και κοινά…»226 Γενικές παρατηρήσεις -Φυσικά όλα ετούτα με την πάροδο των ετών και τη φράγκικη εισβολή αντικαταστάθηκαν από: το κλασικό φουστάνι (το σαλβάρι), το σακάκι (η σάλτα), τα μεσάτα, με στενά μανίκια και τους κλειστούς γιακάδες ενδύματα… Το πότε ακριβώς είναι μάλλον δύσκολο να προσδιορισθεί. Ούτε φυσικά και η έκταση του φαινομένου. Απλά μερικές βιβλιογραφικές αναφορές κάνουν λόγο για το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Ο Θ. Κωστάκης, για πράδειγμα, γράφει πως, «…ύστερα από εισήγηση του Μητροπολίτη Ικονίου Αθανασίου και με απόφαση του χωριού, (Ανακού), της 7ης Σεπτεμβίου 1892 οι γυναίκες μπορούσαν από την εποχή εκείνη να φορούν κοινά φουστάνια…»…και λίγο παρακάτω πως, «…οι νέες γυναίκες δεν είχαν κρατήσει τίποτα από την παλιά φορεσιά. Μόνο στη γιορτή της Ζωοδόχου Πηγής ντύνονταν τις παλιές φορεσιές και χορεύανε. Οι ηλικιωμένες όμως κράτησαν το παλιό ντύσιμο ως την Ανταλλαγή, πολλές μάλιστα το κράτησαν για πολύν καιρό και στην Ελλάδα». 227 -Οι γυναικείες ενδυμασίες, αντίθετα με τις ανδρικές, πάντα εντυπωσίαζαν με την πολυμορφία, αλλά και τη λεπτότητά τους, το γούστο και την επιμέλεια της κατασκευής τους, διότι πέρα από την οποιαδήποτε ανάγκη ένδυσης, αποτελούσαν το βασικό στοιχείο της προσωπικής τους έκφρασης. 226 227

Ελ. Τζούτζια, ό.π., σελ. 75 Θ. Κωστάκης, ό.π. σελ. 99

97


Η διαφορετική εικόνα, το εγώ, το όμορφο και ωραίο, διαμορφωνότανε με βάση την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, την επικρατούσα ηθική αλλά και την αισθητική της κάθε κοινωνίας. -Και λίγες ιστορικές πληροφορίες…228 Τα γυναικεία ενδύματα ήταν σχεδόν όμοια με αυτά των ανδρών. Δηλαδή χιτώνες και ιμάτια με διαφορές μόνο ως προς τη φυλή. Ο δωρικός γυναικείος χιτώνας, για παράδειγμα, αποτελούνταν από τεμάχια μάλλινου υφάσματος ραμμένου μέχρι του στήθους στις δυο πλευρές. Το μπροστινό και πίσω μέρος το κούμπωναν πάνω από τους ώμους με πόρπες(καρφίτσες) και είχε σαν αποτέλεσμα να σχηματίζονται οι μασχάλες (αμφιμάσχαλοι), άλλοτε μακριές φέρουσες χειρίδας (μανίκια)και άλλοτε κοντές που ονομαζόταν χειριδωτοί χιτώνες. Τις περισσότερες φορές αυτός ο χιτώνας ήταν πολύ κοντός, ώστε «εφαίνοντο τα γόνατα των γυναικών, ενίοτε δε άφινον τα άκρα μέχρι τινός ανοιχτά (αιώνιο θηλυκό!!!, ώστε κατά το βάδισμα εφαίνοντο οι μηροί, διο και φαινομηρίδες εκαλούντο.» Ο ιωνικός γυναικείος ήταν περίπου όμοιος με αυτό των ανδρών. Δηλαδή, από μαλακό ύφασμα, που είχε στη μια πλευρά ραφή και μασχάλη «κατά δε την άλλην τα μεν δύο άκρα συνέδεον εις τον ώμον και συνεκράτουν δια πόρπης…». Επιπλέον, τα πάνω κομμάτια των χιτώνων, τα διπλοϊδια ή επωμίδες, ήταν σαφώς μεγαλύτερα και ριχνόταν στη ράχη και το στήθος. Ταυτόχρονα δια τη συγκράτηση των μαστών χρησιμοποιούσαν περίβλημα «καλούμενον ταινία ή απόδεσμος ή στηθόδεσμος ή μίτρα». Στις ενδυματολογικές συνήθειες των κυριών, τότε, ήταν και η αμπεχόνη ή αμπεχόνιον, όπως δηλαδή και το ανδρικό ρούχο, η «κυπασσίς», δηλαδή μικρό ρούχο-ύφασμα, που το κούμπωναν μπροστά και ο «πέπλος», είδος μάλλον πολυτελείας από καλό και λεπτό ύφασμα, που φοριόταν ολόσωμος. Σημειώνουμε, επίσης, πως τα μεν θερινά ρούχα ήταν σαφώς λεπτότερα, λειότερα και από λινό ή βαμβάκι, ενώ τα χειμερινά παχύτερα και «εξ ερίου». Οι προτιμότεροι και επιτρεπόμενοι χρωματισμοί για τη γυναικεία ενδυμασία ήταν «το βυσσινί, αυτό του μήλου, του ουρανού, μήλινον το πρώτον, αέρινον το δεύτερον καλούμενον…» Τέλος η γυναικεία ενδυμασία συμπληρωνόταν με «παρυφάς και κροσσούς, κατά δε την ύφανσιν ύφαινον εις αυτά ζώα και άνθη, εξ ου και κατάστικτοι ή ζωωτοί οι χιτώνες εκαλούντο…».

228

Τις πληροφορίες αντλούμε από τα πονήματα των, Χρ. Ιωακειμίδη, Καππαδοκία, νοοτροπίες και στάσεις σχετικά με τη γυναίκα και το παιδί, Βόλος, Συλ. Καππαδοκών Ν. Μαγνησίας 2005, Βαρίκα Ελένη, Η εξέγερση των κυριών, Αθήνα, εκδ Κατάρτι 1996, Νεώτερον εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν “Ηλίου” Αθήνα τ. ζ

98


Η καθημερινότητα

Η γιαγιά μου η Δευτερίνα πάντοτε έλεγε πως περνούσανε καλά. Το ίδιο και η θειά μου η Δέσποινα. Κάποιοι άλλοι ισχυρίζονταν πως η ζωή τους, εκεί και τότε, ήταν περίπου παραδείσια, πως ήτανε περίπου τα αφεντικά, πως είχανε λεφτά με το τσουβάλι, πως αφήκανε στην ανταλλαγή βιός πολύ, πως, πως, πως… Φυσικά τους κατανοούμε και τους καταλαβαίνουμε. Πάντοτε οι θύμησες του χθες απαλύνονται στο διάβα του χρόνου, μεγαλοποιούνται ανθρώπινα, και παρουσιάζονται θεαματικά ευχάριστα. Πάντως ένα είναι γεγονός. Πως η μοίρα και η καθημερινότητα του χριστιανού και της χριστιανής, εκεί και τότε, ήτανε περίπου όμοια με αυτήν του μουσουλμάνου. Γιατί αλήθεια, τι θα μπορούσε να χωρίσει τον μουσουλμάνο γεωργό από τον χριστιανό. Τα χωράφια κοινά, οι ανάγκες το ίδιο, ο ιδρώτας όμοιος και ο εκμεταλλευτής ένα πρόσωπο: ο προύχοντας ! Μουσουλμάνος αλλά και χριστιανός. Εξάλλου, ο θεός είναι ένας και μοναδικός και όπως έλεγε ο μπάρμπα Αχμέτ: «…όλοι προσπαθούμε να τον βρούμε…αλλά από διαφορετικούς δρόμους».229 Γι’ αυτό και οι θρησκευτικές τελετές αποτελούσαν το σημείο έλξης, σύσφιξης σχέσεων των συγχωριανών230 μουσουλμάνων τε και χριστιανών.231 «Α, να δεις, 229

Κ.Ι.Δ.Συκεών Φ 12. α.α., 41, μαρτυρία Πατμάνογλου Σοφίας. Κ Νίγδελη –Γ. Σταματιάδη, ό.π., σελ. 167, « Σημαντικό στοιχείο επίσης και ενδεικτικό συνάμα για τις σχέσεις των κοινοτήτων ήταν η βαθιά θρησκευτικότητα του μουσουλμανικού κόσμου και η πίστη του σε ορισμένους αγίους του χριστιανικού πανθέου…Ο άγιος Γεώργιος για παράδειγμα, ο άγιος Τρύφωνας επίσης, αλλά και ο άγιος Χαράλαμπος, ήταν αποδεκτοί μετά τιμών από το σύνολο των 230

99


φσαχ πώς τρώγανε οι τουρκάλες τα κόλλυβα…τις έβλεπες πώς καθότανε σε στάση προσοχής στον πρόναο των αγίων Θεοδώρων…πίστευαν σου λέω…στο Χριστό…την Παναγιά την είχαν σε μεγάλη υπόληψη, το ίδιο και τον αϊ Χαραλάμπη, και τους Θεοδώρους…Αλλά και εμείς πηγαίναμε στα δικά τους. Έτσι γιατί έπρεπε... ».232 Βεβαίως τα πράγματα δεν ήτανε πάντοτε έτσι. Ιδιαίτερα, μάλιστα, στις μεικτές κοινωνίες. Ζούσαν, βεβαίως αρμονικά και στα πλαίσια του υπάρχοντος νομικού καθεστώτος, επέλυναν φιλικά τις διαφορές τους, υιοθετούσαν και τιμούσαν η καθεμιά τις θρησκευτικές πεποιθήσεις της άλλης πλευράς, διασκέδαζαν μαζί, αποκτούσαν φίλους εκατέρωθεν, αλλά υπήρχαν και οι δύσκολες μέρες. Αυτές των εντάσεων μεταξύ των δυο θρησκευτικών ομάδων. Που προέρχονταν από τα ακραία στοιχεία, αλλά και τις εντάσεις μεταξύ Αθηνών και Πόλης, ακόμα ακόμα και της χριστιανικής Ρωσίας με την Πύλη. Όμως εμφιλοχωρούσε και ένας άλλος σημαντικότατος παράγων εσωτερικής υφής που κατά καιρούς επηρέαζε αρνητικά το κλίμα ή, αν θέλετε, αποτελούσε τη βάση πάνω στην οποία στηρίζονταν τα ακραία εθνικιστικά στοιχεία της άλλης πλευράς. Το γεγονός πως οι Τούρκοι γείτονες είχαν απέναντί τους ραγιάδες, αλλά ταυτόχρονα τους οικονομικά ισχυρούς που τα πάντα ή σχεδόν τα πάντα βρισκότανε και στα χέρια τους. Μια κυριαρχία που αποτελούσε ενίοτε το αγκάθι, στοιχείο για την όξυνση των σχέσεων, τη δραματική αλλαγή τους από στιγμή σε στιγμή. Το εμπόριο και οι τέχνες, η οικονομική ζωή γενικά βρισκότανε σε ελληνικά χέρια. Κάτι που μαρτυριέται ακόμα και από τους ιδίους τους Τούρκους, όπως, για παράδειγμα, από τον Ραγκήπ Ουνέρ, καθηγητή πανεπιστημίου, ο οποίος μεταξύ των άλλων τόνισε: « Στη Νεβσεχίρ το εμπόριο και οι τέχνες βρίσκονταν στα χέρια των ρωμιών…».233 Αλλά και διότι μεταξύ των δυο κόσμων υπήρχαν και σαφέστατα επίπεδα εξωτερικής και εσωτερικής διαφοροποίησης, που είχαν να κάμουν με υπαρξιακές κοσμοθεωρίες, τις προσβάσεις στην εξουσία, την κυρίαρχη ιδεολογία, τον τρόπο ζωής, τις δοξασίες, τις αντιλήψεις και τα στερεότυπα. Τώρα, εμείς με τη σειρά μας προσπαθήσαμε και βρήκαμε αρκετά. Γεγονότα χαρακτηριστικά που καταδεικνύουν τις ανθρώπινες σχέσεις, που «μιλούν» από μόνα τους και που αφορούν το γυναικείο πληθυσμό, για τον οποίο το μουσουλμανικό στοιχείο είχε μια διαφορετική θεώρηση και στις δύσκολες ακόμα στιγμές. Ενδεχόμενα να παρουσιάζονται με στοιχεία περισσής υπερβολής. Είναι πολύ πιθανόν, διότι καταγράφηκαν τότε και από Έλληνες ιστορικούς. πιστών μουσουλμάνων…Η Θεοτόκος μνημονεύονταν στις δικές τους προσευχές ως μητέρα, άρα το ενδιάμεσο, ενός από τους δυο μεγαλύτερους προφήτες του κόσμου…του Ιησού Χριστού». 231 Μαρτυρία Ευδοξίας Ιωαννίδου, «Η έξοδος», τ. Β, Κ.Μ.Σ. [2004], σελ. 107, « Και με τους Τούρκους καλά ήμασταν. Πηγαίναμε στα σπίτια τους, μας καλούσαν στις χαρές τους, και τότε τους στέλναμε δώρα ολόκληρα ταψιά κουραμπιέδες και μπακλαβάδες. Στις νύφες χαρίζαμε τσεμπέρια…Τα ίδια μας έκαναν και αυτοί…». 232 Μαρτυρία Πατμάνογλου Σοφίας, ό.π. 233

Κων/νος Νίγδελης, ό.π. σελ. 76 πρβ και Αν. Ιορδάνογλου, «Σελίδες από την ιστορία της Νεαπόλεως Καππαδοκίας», Καππαδοκία, Ιστορία-θεολογία-παιδεία-πολιτισμός, εκδ. Α.Π.Θ. τμήμα Ποιμαντικής και κοινωνικής θεολογίας, 2002, σελ. 181.

100


Εξάλλου ο προφορικός λόγος είχε, έχει και θα έχει τέτοια στοιχεία. Αυτά εν πολλοίς ξεκινούν από τα προσωπικά βιώματα, που, αν στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν θετικά, οι απόψεις θα ήταν ανάλογες. Το ίδιο ισχύει και στην αντίθετη περίπτωση φυσικά.234 Πάντως εμείς και σε κάθε περίπτωση τα μεταφέρουμε αυτολεξεί, με κάθε δυνατή επιφύλαξη και όπως τα αντλήσαμε από την υπάρχουσα βιβλιογραφία.235 Με την υπόμνηση, πως οι σχέσεις διαμορφώθηκαν σε διαφορετικά επίπεδα στις μεικτές κοινότητες,236 από τις αντίστοιχες αμιγείς χριστιανικές. Κάτι που είναι εξαιρετικά βέβαιο, μιας και ο συγχρωτισμός επέφερε πάντοτε την αλλοίωση κάθε εχθρικής στάσης. Α-«Το δικαίωμα της πρώτης νύκτας»237 το γνωρίζουμε από την ιστορία φυσικά. Κάπου εκεί στη δύση, στα χρόνια τα παλιά, τα μεσαιωνικά, ο φεουδάρχης είχε το δικαίωμα να παίρνει την «αγνότητα» της γυναίκας «αδιαμαρτύρητα», την πρώτη νύκτα του γάμου της. Με τούτη την παράδοση να κρατά καλά και για μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι και της καταργήσεώς της. Φαίνεται, όμως, πως τη δόξα και τα δικαιώματα τής από εκεί πλευράς ζήλεψαν και εφάρμοζαν και οι της από δω πλευράς τοπάρχες της ανατολής, που «κυριαρχικώ δικαιώματι» εφάρμοζαν τούτη την αποτρόπαια πρακτική. Φυσικά δεν γνωρίζουμε το μέγεθος της εφαρμογής τόσο στο χώρο, μα ούτε και στον χρόνο. Απλά έχουμε υπόψη μας και μεταφέρουμε την πληροφορία που αντλήσαμε από ένα εξαιρετικό πόνημα κάποιου ιστοριοδήφη με κάθε δυνατή επιφύλαξη. Πάντως να υπενθυμίσουμε πως στα μουχαμπέτια των δικών μας ανθρώπων υπήρχανε τέτοιες χαρακτηριστικές αφηγήσεις, που μεταφέρονταν στο διάβα του χρόνου, έστω και αλλοιωμένες, τόσο στο μέγεθος όσο και στις προβαλλόμενες αντιστάσεις. Και ίσως, λέμε ίσως, το γεγονός της συνεχούς συνοδείας του γυναικείου φύλου από το ανδρικό, της λαχανοειδούς και από κορφής έως και δακτύλων περιβολής, να αποτελούσε τμήμα της άμυνας σε τέτοιου είδους επιθέσεις. Ορίστε λοιπόν το σχετικό απόσπασμα. 234

Υπάρχει μια σειρά μαρτυριών σύμφωνα με τις οποίες ο γυναικείος και όχι μόνο πληθυσμός υπόκειτο σε βιαιότητες από πλευράς των Τούρκων. Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία του Κοσμά Τσουτζόγλου από το Αγιρνάς όπου, μεταξύ άλλων, καταθέτει πως, «…ζούσαμε πολλές φορές με φόβο….Να πούμε στο Σεφέρ Μπεϊλικί οι ασκιέδες πήγαν στου Σαράφ Αβραάμ το σπίτι. Αυτός ήταν πλούσιος χριστιανός. Ο ίδιος ήταν στο στρατό. Έσπασαν την πόρτα του σπιτιού, μπήκαν νύκτα μέσα, βρήκαν τη γυναίκα του και της έδεσαν τα χέρια. Ένα παιδί, αγόρι είχε. Το πιάσανε… Μαχαίρωσαν τη μάνα λίγο και απείλησαν ότι θα σφάξουν το παιδί αν δεν τους έλεγε που έχουν τα χρυσά...Το γυμνώσανε το σπίτι…Μια φορά πάλι μια γυναίκα την πήραν και την πήγαν στη σπηλιά. Την κακοποίησαν, τη μαχαίρωσαν και μετά τη άφησαν. Τη γύρεψε από δω ο άνδρας της, τη γύρεψε από εκεί, τη βρήκε στη σπηλιά. Την πήρε. Έσφαξε ζώο, την τύλιξε και έγινε καλά. Τη δέχτηκε πάλι ο άνδρας της…μήπως το ήθελε; Τέτοια μας κάνανε». «Η έξοδος», τ. Β, Κ.Μ.Σ. [2004], σελ. σελ. 42 235 Η πλέον αξιόλογη προσπάθεια για την οποία το έθνος οφείλει πολλά, είναι αυτή που έγινε από το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών. Μαζεύτηκαν χιλιάδες μαρτυρίες που στο διάβα του χρόνου εκδόθηκαν σε πονήματα…αδιάψευστοι μάρτυρες μιας κάποιας άλλης εποχής… 236 Αυτό φάνηκε καλύτερα στην εποχή της ανταλλαγής. Υπήρχε μια ανεπιτυχής προσπάθεια, χαρακτηριστική πάντως, προς το γυναικείο φύλο φυσικά, σε πολλές κοινότητες, να μεταπειστούν και να μείνουν. Χαρακτηριστικά στο Τσελτέκ «…οι Τούρκοι έρχονταν στο χωριό και έλεγαν: Γκιαούρ γκισλαρί γκετμιγί ορά περισά ολατζάκ σουνούς, δηλαδή Ελληνίδες μην πηγαίνετε εκεί σαν το χωριό μας καλύτερο μέρος δεν θα βρείτε…Να μην πάτε, θα πισμανέψετε…», Μαρτυρία Θεολογίας Τερζή Καρασάβα, «Η έξοδος», τ. Β, Κ.Μ.Σ. [2004] σελ 23. 237 Jus primae noctis

101


«Έως σήμερον έτι η πολυπαθής Ήπειρος αποτροπιάζεται προς τας βιαιοπραγίας του Τεπελενλή Αλή, αλλά μετ’ ίσης οδύνης προφέρουσιν εν Συνασσώ και τοις περιχώροις το όνομα του Φαλάριδος Σαχπάζ…Ιδού ό,τι απεμνημόνευεν εκ των άθλων αυτού η σύγχρονος γενεά και ό,τι έπασχεν η προτέρα… Ουδείς των κατοίκων εδύνατο να έλθη εις γάμου κοινωνίαν μη λαβών την επί τούτω παρ’ αυτού αδείαν. Είνε φρικτά τα επί του γάμου ανοσιουργήματα του θηρίου εκείνου και μετά ψυχικού σπαραγμού εκτίθενται υπό των εγχωρίων. Φέροντες τον γαμήλιον στέφανον οι νεόνυμφοι ήρχοντο παρά τω Αγά προσεκύνουν εδαφιαίως αυτόν, ο γαμβρός απεκάλυπτε την νύμφην, ήτις πολλάκις παρεδίδετο εις την βίαν του δαίμονος εκείνου…ο δε γαμβρός ειργάζετο επί τρεις και περιπλέον ημέρας εις τον αγρόν του κυρίου της τιμής αυτού…».238 Παρατήρηση Για την ιστορία και μόνο… -Το τέλος του ανωτέρω αφέντη ήταν ανάλογο με τις πράξεις του. Μετά τις σχετικές διαμαρτυρίες της εκκλησίας, αλλά και ομόθρησκών του, για τα αίσχη που έβλεπαν να διαπράττονται, «δι’ αυτοκρατορικού εκ Κωνσταντινουπόλεως φιρμανίου έλαβε τα επίχειρα της κακίας αυτού, αποκεφαλισθείς υπό δημίου…».239 -Από τους ομόθρησκούς του μνημονεύονταν ο Καρά Βεζύρης, πασάς από τη Γκιουλ Σεχίρ, πόλη των Ρόδων, που μεταξύ των άλλων φαίνεται πως απήλλαξε τον πληθυσμό από τα περιγραφόμενα αίσχη…240 Β- Κατά Νεάπολη μεριά τώρα.241 Είναι γνωστόν πως ο Ιμπραχίμ πασάς έλαβε πρόνοια και για τη δημιουργία λουτρώνων στην ιδιαίτερή του πατρίδα, μιας και η «έλλειψις ην λίαν επαίσθητη και δι’ ηθικούς και δι’ υγιεινούς λόγους και διότι κατέφευγον εις τους ων πλησίον πόλεων…και των πλησίον πόλεων διάστημα διανυόμενον μετά θερμόν λουτρόν και δη εν χειμώνι επέφερε πλείστα όσα θύματα πλευρίτιδος, βρογχίτιδος και χρονίας οφθαλμίας…».242 Ανέγειρε λοιπόν δυο λουτρώνας, «…ένα βακουφικόν παρά την είσοδον της αγοράς βορείως του τζαμίου και έτερον εν τη συνοικία Μούσκαρα»,243δηλαδή στον πρώτο οικισμό, που όμως γρήγορα και για μη γνωστούς λόγους εγκαταλείφθηκε και σχεδόν κατέρρευσε. Αρχικά, λοιπόν, το ελληνικό στοιχείο βολευότανε εκεί, μην έχοντας το δικό του λουτρώνα. Απλά, όταν και εφόσον οποιοσδήποτε το επιθυμούσε, άνδρας ή και γυναίκα, έκαμνε την καθαριότητά του πληρώνοντας το σχετικό τίμημα στο

238

Ρίζου Ελευθεριάδη, Συνασσός, ήτοι μελέτη επί των ηθών και εθίμων αυτής, Αθήναι 1879, σελ.

61 239

Ρίζου Ελευθεριάδη, ό.π., σελ. 63. Ό.π. «…αδυνατούμεν να παραλείψωμεν και την κοινήν της χώρας ευγνωμοσύνην προς τον Καρά Βεζύρην τινά και μάλιστα ίνα υποδείξωμεν οπόσην τηρεί ο λαός ευθύτητα εις τας κρίσεις αυτού δικαιούμενος και εις ομοίαν περίστασιν να αποδώση οφειλόμενην προς τον άνδρα ευγνωμοσύνην», σελ. 63 241 Τις πληροφορίες αντλούμε και μεταφέρουμε από το βιβλίο του Κων/νου Νίγδελη, Η Νεάπολη της Καππαδοκίας, εκδ Μητροπόλεως Νεαπόλεως-Σταυρουπόλεως 2007. 242 Ι Αρχελάου, ό.π., σελ. 55 243 Μικρασιατικά χρονικά, Σύγγραμμα Περιοδικόν, Αθήνα, εκδ. Ενώσεως Μικρασιατών, τ. ΣΤ. σελ. 443 240

102


βακούφικο λουτρώνα του οποίου, όπως καταγράφεται, τα έσοδα ήταν πολλά και σημαντικά. Είναι γεγονός, πάλι, πως οι Έλληνες για πολλούς λόγους, ακόμα ακόμα, γιατί ήταν σε μακρινό σημείο από τους μαχαλάδες τους, επιθυμούσαν τη δημιουργία δικού τους. Θέληση και σκέψη που όμως σκόνταφτε στην άρνηση των δημογερόντων όχι για τίποτε άλλο, αλλά για λόγους καθαρά οικονομικούς, μιας και ο βακούφικος λουτρώνας θα έχανε μέρος των εσόδων του. Να σημειωθεί, μάλιστα, πως κατά την πορεία τους προς τα εκεί γίνονταν πολλές φορές αντικείμενα χλευασμού, πειραγμάτων, πετροβολισμών, από Τούρκους εθνικιστές. Έτσι, λοιπόν, από το 1872 και με τη βοήθεια της αδελφότητας «Ινδικτιάς» της Πόλης προσπαθούσαν, κάτι όμως που επετεύχθη κατά πολύ αργότερο και μόλις στα 1892,244 μετά το παρακάτω περιγραφόμενο επεισόδιο μεταξύ Τούρκων νεαρών και Ελληνίδων που πήγαιναν για την καθαριότητά τους. Να σημειωθεί, επίσης, πως ο Ελληνικός λουτρώνας ήταν κατά πολύ καλύτερος από τον αντίστοιχο των Τούρκων σε μέγεθος και χλιδή, κάτι που άρεσε και απετέλεσε το πόλο έλξης και για τις πλούσιες τουρκάλες. Χιλιάδες ήταν αυτοί που τον επισκέπτονταν και έκαμναν την καθαριότητά τους. Μάλιστα σώζεται ακόμα και σήμερα το ευτράπελο, αλλά ενδεικτικό της πολυκοσμίας και της μεγάλης του χρήσης: «Πιο όμορφες στο λουτρό σου; Πού να ξέρω αφέντη μου, χίλιοι δυο έρχονται όπως γεννιούνται από τη μάνα τους έτσι και τώρα έρχονται…».245 Τέλος, το «…περικαλλέστατον μνημείον της φιλοτιμίας και φιλοξενίας των ελληνορθοδόξων, εφείλκυσε τον φθόνον και την ζηλοτυπίαν των Τούρκων», οι οποίοι για να περισώσουν τα οικονομικά συμφέροντα του βακούφικου λουτρώνα, αλλά και να εμποδίσουν την αθρόα προσέλευση όλων, ακόμα και των μουσουλμάνων, προέβαλαν ανεπιτυχώς πολλά εμπόδια και «μετήλθον παντοία μέσα». Από συγκεκαλυμμένες απειλές έως τη δημόσια διαπόμπευση, την έξαψη του θρησκευτικού φανατισμού, τον «κηρυχθέντα αποκλεισμόν». Καταθέτουμε λοιπόν το σχετικό απόσπασμα: « Θρασύτατον επεισόδιον αποτολμηθέν κατά το έτος 1892 μη καταλήξαν ευτυχώς εις απευκταία, ου μόνον επλήγωσε καιρίως πλέον την εθνικήν φιλοτιμίαν των Ελλήνων κατοίκων αλλά και έδωκεν αυτοίς εύλογον αφορμήν δια να επιχειρήσουν αμέσως την ανέγερσιν του λουτρώνος…».246 Πρόκειται για το γνωστό επεισόδιο των εθνικιστικών στοιχείων, που με αρχηγό τον γιο του υποδιοικητή της πόλης Ζουχδή βέη, «παρηνώχλησαν δι’ ασέμων λόγων» τις Ελληνίδες, οι οποίες πήγαιναν την Παρασκευή στο καθιερωμένο μπάνιο τους στον κοινοτικό λουτρώνα της κωμόπολης. Αυτοί δεν αρκέστηκαν μόνο στα λόγια, αλλά προσπάθησαν, «αποπειράθηκαν παρά την αντίσταση της επιστάτριας τουρκάλας να παραβιάσουν την είσοδο»247 κατά την ώρα που Ελληνίδες και Τουρκάλες έπαιρναν 244

Κ. Νίγδελη, ό.π., σελ. 144, « Με συνεχείς εράνους αλλά και χορηγίες πλουσίων Νεαπολιτών που έμεναν στην Πόλη…ενώ αλλεπάλληλοι συνδρομαί των συμπατριωτών κατέφθανον εγκαίρως». 245 Κ. Νίγδελης, ό.π., σελ. 81, «μαρτυρία Βραχιολίδου Βουτυρά Σοφία: Το χωριό μας είχε τέσσερα λουτρά. Το ελληνικό ήταν το ανώτερο. Όμορφο, μαρμάρινο, με ζεστό νερό, να κάνεις μπάνιο να το ευχαριστηθείς…». 246 Μικρασιατικά χρονικά, ό.π., σελ 443 247 Αν. Ιορδάνογλου, ό.π., σελ. 176

103


το μπάνιο τους. Πάραυτα ειδοποιήθηκαν οι μεγαλύτεροι, που βρίσκονταν στην παρακείμενη αγορά, οι οποίοι έσπευσαν και απομάκρυναν τα στοιχεία αυτά. Το γεγονός όμως τούτο, αλλά και οι μάλλον προϋπάρχουσες τέτοιες οχλήσεις, έστω και σε μικρότερο βαθμό, αποτέλεσαν το έναυσμα, την αιτία και αφορμή για τη μετέπειτα δημιουργία του ελληνικού λουτρώνα, κατά πολύ καλύτερου αυτού των Τούρκων, στον οποίο συνέδραμαν όλοι και κυρίως η αδελφότητα των Νεαπολιτών «Ινδικτιάς». Έγιναν ερανικές επιτροπές,248 συγκεντρώθηκαν χρήματα, εκποιήθηκαν κοσμήματα, τρόφιμα για τη συλλογή των απαραιτήτων κονδυλίων. Χρηματικά ποσά χάρη στα οποία αγόρασαν και έφεραν το καζάνι και τα μάρμαρα από την Πόλη… Γ- Η παρακάτω ιστορία είναι χαρακτηριστική του άτυπου κώδικα επικοινωνίας μεταξύ των γυναικών όλου του κόσμου, που έτυχε από τη φύση και το Θεό να έχουν ευλογηθεί με μια γέννα. Μια από τις πολλές ιστορίες του είδους που συνέβησαν εκεί και τότε, που τιμά αυτό το ρόλο της γυναίκας- μάνας. «Τον γιο της Κατέρνας, τον Αποστόλ’ τον ξέρανε όλοι…Αρσουζ’ ανάθεμά τον, όλο προβλήματα στη μάνα τ’. Που η καψερή ατύχησε σε όλα. Πήρε άνδρα τεκνεφέζ (ασθματικό), τη γκάστρωσε και γρήγορα μας άφησε χρόνους…Χωρίς πολλά πολλά. Μόνη κι έρημη… Και άντε να τα βγάλει πέρα… Και έτρεχε και έπλενε ρούχα σε καθεμιά, τα σκατά του καθενός για λίγα γρόσια, και άντε στα χωράφια, και άντε στα αλώνια για τα καθημερινά. Και το σόι...Άστα, παιδί μου, άστα. Τίποτε, ούτε καν ανθρώπινα. Αλλά το μεγάλωσε τον αφορεσμένο με τα όλα του. Και στο σχολειό και να μη του λείψει τίποτε. Με τιμή, ε…Ούτε στα μάτια της άνδρα δεν ήθελε, παρόλες τις προσπάθειες αρκετών να τη βολέψουν…και κρατούσε η μπογιά της… Όμως ο Αποστόλης μεγάλωσε μ’ένα μεσελέ (πρόβλημα). Είχε μεγάλο τσενιέ (στόμα). Τον ξεσήκωναν και μερικοί και τα λόγια του φτάσανε εκεί που δεν έπρεπε…Τα χρόνια δύσκολα, ο Κεμάλης και οι δικοί του γυρόφερναν και να ’σου τον βάλανε στα αμελέ ταμουρλού (τάγματα εργασίας). Τρελάθηκε. Μοναχοπαίδι και εκεί; Έτρεξε από δω, παρεκάλεσε από εκεί, πήγε και στον Τούρκο χακήμι (γιατρό) που ’χαν σε υπόληψη μεγάλη για μεσολάβηση, αλλά τίποτε… Όλοι ναι αλλά…τουτούν τσοκ κιεμπάπ γιοκ (καπνός πολύς αλλά ψητό τίποτε) Κι όμως τη βοήθησε μια καρή (γυναίκα) Πήγαμε μαζί στην αβράτ (σύζυγο) του Μπιν-μπασή (ταγματάρχη ;) που επόπτευε στον μουαφαζά (φρουρά της πόλης). Αυτός ήταν από τη Νεβσεχίρ αλλά η κυρά του από το χωριό μας…και τη γνωρίζαμε πολύ λίγο… Έπεσε στα πόδια της, έκλαψε, παρακάλεσε και… Δε θα ξεχάσω τη σκηνή, μα τω Θεώ και τη Θεοτόκο. Συγκινημένη και δακρυσμένη έσκυψε, την αγκάλιασε, την πήρε στην αγκαλιά της και …της υποσχέθηκε τα πάντα…ό,τι περνούσε τέλος πάντων από το χέρι της. Ξέρεις η γυναίκα έχει πολλά όπλα…και τα κατάφερε… Με ταχρήρ τεμπήχ (γραπτή διαταγή) ο Αποστόλ’ μας ήρθε…έστω και μ’ένα μπουτάν μπασκά γιαρά (τραύμα διαμπερές) …τζαν τσεκεσίν (ετοιμοθάνατος)… 248

Μικρασιατικά Χρονικά, ό.π, σελ. 444, « Ο κατέχων την κοινότητα ενθουσιασμός δια το έργον ήτο τοιούτος ώστε αυθορμήτως οι αυτοί πολίται ενεγράφοντο τρις και τετράκις δι εράνους…».

104


Τώρα πώς τον έπεισε δεν το γνωρίζω. Μάθαμε όμως πως ο δικός της έπιασε πολλούς. Και οι Τούρκοι γνωρίζανε καλά το παιχνίδι της συναλλαγής, ήταν μαστόροι…Με χρήματα θες, με περισσά μπαξίσια επίσης, με αρμαγάδια (δώρα), με τραπεζώματα… Και μεταξύ των πολλών ακούσαμε πως έπιασε τον Χακίμι (δικαστή) της Νεβσεχίρ, τον Βαλή (νομάρχη), αλλά μάλλον θα έκανε τη δουλειά με τον σερασκέρ… Έδωσε και ναμούς τζεβαμπή βερίρημ (λόγο τιμής) πως θα ’ναι καλό φσαχ και να σου ο Αποστολ’ στο χωριό… Και δεν θα ξεχάσω ποτέ το χαμόγελο της…μόνο αυτό, να τόσο μεγάλο, της τουρκάλας, που μας έσκανε όταν μας έβλεπε…όταν της λέγαμε σαμπάχ χαϊρ ολά (καλημέρα), την ικανοποίηση που είχε στα μάτια και στην καρδιά της…Ήταν βλέπεις μάνα και γυναίκα…Αλλάχ ομρουνουτζέ (ο Θεός να της το ανταποδώσει)… Ο θεός να την ευλογεί…».249 Δ-Και μια -δυο συγκινητικές ιστορίες, έτσι λιγόλογα και απλά, αποσπάσματα μαρτυριών τα οποία βρήκαμε καταγεγραμμένα στο εξαιρετικό πόνημα του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, Μέλπω και Οκτάβιος Μερλιέ, «Έξοδος» και τα μάλα χαρακτηριστικών για τις ανθρώπινες σχέσεις μεταξύ των δυο θρησκευτικών κοινοτήτων και ιδιαίτερα αυτές των γυναικών. -Της γιαγιάς Καλλιόπης Μουράτογλου από το Βέξε… -«…Στην Τουρκία, κυρά μου , περνούσαμε καλά. Με τους Τούρκους ζούσαμε αγαπημένα. Και να σου πω κάτι άλλο. -Μπορείς να βρεις κόρη μου, το γράμμα;(είπε στη νύφη της). Τώρα μου έστειλαν το γράμμα.. Πήγε ο αδελφός μου στα μέρη μας και δυο Τούρκοι που τους είχα βυζάξει πήραν τη σύσταση και μου έγραψαν…Sut Ann (γάλα μητέρα, παραμάνα) με λένε…τους έγραψα και εγώ…».250 -Της γιαγιάς Ουρανίας Ζαχαριάδη από το Ερτουλούκ-Ανδρονίκι «…Μια μέρα που οι Τουρκάλες κλαίγανε και λέγανε πως θα υποφέρουν από το χωρισμό άρχισε η Βηθλεέμ να τραγουδά: Κετίορουμ ελινιζντέ κουλτουραγήμ, ντιλινιζντέν γιεσίλ πασλί ορτέκ οσλάμ σου ισμεζητήμ γκουλινιζντέν αρπά εκτίμ ιζλερέ ντικέν ολτού γκουζλερέ ιστέ κουτούκ γκεριγιορούζ Εντιρλίκ κασίν σιζλερέ. δηλαδή Φεύγω από τα χέρια σας, να γλιτώσω από τη γλώσσα σας. Να γινόμουνα πάπια με πράσινο κεφάλι δε θα έπινα από τη λίμνη σας νερό. Έσπειρα κριθάρι στα μονοπάτια, αγκάθι έγινε στα μάτια σας. Να αφήνομε, φεύγουμε 249 250

Κ.Ι.Δ. Συκεών, Φ.12, α.α. 37, μαρτυρία Δαμπρατζόγλου Κατίνας (Ανταβάλ) Μαρτυρία Μουράτογλου Καλλιόπης, «Η έξοδος», τ. Β, Κ.Μ.Σ. [2004], σελ. 54

105


Το Εντερλίκ ας είναι δικό σας… -Μην το λες αυτό παιδί μου. Εμείς πώς θα ζήσουμε μ’ αυτούς; Σαν κι εσάς δεν είναι… -Εσάς σας αγαπούσαμε και σας αγαπάμε, είπαν οι Τουρκάλες….».251 -Της γιαγιάς Αννίκας Χαριτωνίδου από το Κέσι α-«…Τότε που παίρνανε τους Αρμεναίους, Τουρκάλες και Ελληνίδες μαζεύτηκαν στην αυλή της μονής της Ζωοδόχου Πηγής για να τους δουν. Άκουαν από μακριά τη βουή τους. Θελαν να κλάψουν, όλες, μα φοβούνταν…. Εκεί που περίμεναν μια στιγμή έστρεψαν και κοίταξαν το θόλο της εκκλησίας. Είδαν πως ο σταυρός έλειπε. Η μια έλεγε στην άλλη: Τι είναι, τι έγινε ο σταυρός, τι έγινε ο σταυρός; Αφού πέρασαν και δεν τους έβλεπαν πια, ο σταυρός πάλι σιγά σιγά σηκώνονταν, χωρίς να φαίνεται ανθρώπινο χέρι και στάθηκε στη θέση του, όπως πριν. Το είδανε αυτό όλες… Ελληνίδες και Τουρκάλες… Και κλάψανε όλες αναμεταξύ τους. Οι τελευταίες μάλιστα λέγανε:Αυτά που κάνουν δεν είναι σωστά...είναι αμαρτία…Αυτά είναι γυναικόπαιδα…Τι σφάλμα έχουν; Κι ο Θεός με το θαύμα του μας έδειξε πως δεν είναι σωστό να γίνονται αυτά…» β-«…Μια μέρα ακούσαμε πως χτύπησαν οι Έλληνες τη Σμύρνη. Οι Τουρκάλες φοβηθήκανε πολύ από τον ελληνικό στρατό και η μια στην άλλη μας έλεγαν και παρακαλούσαν να τις κρύψουμε. Καμιά φορά μας έκαναν και παράπονα: Εμείς σας αγαπούσαμε τόσο πολύ κι εσείς ζητούσατε ευκαιρία να μας σφάξετε, να μας καταστρέψετε…. Αλήθεια πριν τον πόλεμο στο χωριό περνούσαμε πολύ καλά…».252 -Και του παππού Μηνά Χαϊτόγλου από τα Κενάταλα «…Μια μέρα είχεν έλθει μια Τουρκάλα πρωί, πρωί…Μας είπε πως: απόψε δεν κοιμήθηκα από το εξής περιστατικόν. Επειδή ήταν πλησίον του σπιτιού μου η εκκλησία, άκουσα θόρυβον, βγήκα έξω. Πήγα κοντά στην εκκλησία και κοίταξα τι θόρυβος ήταν αυτός. Ακούω όπως διάβαζαν οι χριστιανοί πρώτα, (η εκκλησιά είχε εγκαταλειφθεί) έτσι διάβαζαν παπάδες, ψάλτες και παιδιά, όπως πριν, μάλιστα ερχόταν και του θυμιάματος η μυρωδιά. Γι αυτό ήρθα εδώ δια να σας ειδοποιήσω να πάτε να κοιτάξετε… Και εμείς πήραμε τον παπάν πάτερ Κοσμά και καμιά δεκαριά χριστιανοί ανοίξαμε την εκκλησιά και ηύραμε την εικόνα του Αγ. Γεωργίου πεσμένη μπρούμυτα κατά γης και ο παπάς την σήκωσε και έβαλεν εις τη θέση της και κάναμε την τελευταία λειτουργία…Χαλάσαμε την αγία Τράπεζα, πήραμε και την εικόνα κατεβήκαμε εις την Καρβάλη. Μετά τρεις μέρες ξαναρωτήσαμε την Τουρκάλα κι απήντησε ότι δεν γίνεται πια τίποτε…».253

251

Μαρτυρία Ουρανίας Ζαχαριάδη, ό.π., σελ. 50 Μαρτυρία Χαριτωνίδου Αννίκας, ό.π., σελ. 92 253 Μαρτυρία Χαϊτόγλου Θωμά, ό.π., σελ. 16 252

106


Μικρά, πολύ μικρά μα χαρακτηριστικά Αρκετές φορές είναι αλήθεια, και το γνωρίζουμε όλοι μας αυτό, τα μικρά μάς δείχνουν πολλά. Δυο τρεις αράδες, κάποια λιγόλογα αποσπάσματα και να οι σημαντικότατες πληροφορίες, για όλα. Κάποιοι φίλοι μας μάλιστα το λέγανε κατ’ επανάληψη. «Λίγα και καλά…» Κάποιοι άλλοι, πάλι, που ζούνε στα πέρατα της οικουμένης, πως, «μια φωτογραφία ισχύει όσο χίλιες λέξεις» Εμείς φυσικά δεν πρόκειται να σας δείξουμε φωτογραφίες, εξάλλου, πού και πώς, εκεί και τότε φωτογραφικό υλικό. Όμως κάποιες λιγόλογες αφηγήσεις, βγαλμένες απ’ της καρδιάς τα κατάστιχα, είναι φωτογραφίες, μιλάνε σαν φωτογραφίες. Σας παρουσιάζουμε μερικές από δαύτες, έτσι απλά και τα συμπεράσματα δικά σας, για τις συμπεριφορές, για τα πρέπει, τα έτσι, κι όλα αυτά που συνέθεταν τον κόσμο της γυναίκας. α-Για τη γυναικεία φορεσιά έχουμε μιλήσει στο αντίστοιχο κεφάλαιο. Και απλά τη χαρακτηρίσαμε λαχανοειδή τύπο ένδυσης, μιας και το γυναικείο κορμί ήταν επενδυμένο από κορφής έως και ονύχων, με μια σειρά ατελείωτων υφασμάτων. Η αιδώς βλέπετε. Α, ναι, απαραιτήτως φορούσαν μακριές μαντίλες οι οποίες ήταν σεμνές. Σεμνές μαντίλες; Μάλιστα, σεμνές. «Διότι ο Χατζηαφέντης ήταν πολύ αυστηρός, όταν έβλεπε γυναίκα με μαντίλα παρδαλή, σμυρνιώτικη. “Φράγκικες αρρώστιες στα Φάρασα δεν θέλω” έλεγε…και το επέβαλε».254 Το πώς δεν έχει σημασία καμιά. Το αποτέλεσμα μετρά, δηλαδή το γεγονός πως το γυναικείο πλήρωμα της εκκλησίας του δεν μαγαρίστηκε ποτέ! β-Αλήθεια, ποιος δεν ξέρει το δημοτολόγιο. Αυτό το μεγάλο βιβλίο, που όλες οι κοινωνίες καταχωρούν τις γεννήσεις και τα λοιπά χρειαζούμενα για την εύρυθμη λειτουργία της; Υπάρχει άραγε καμία πράξη που να μην χρειαστεί τη βοήθειά του; Φυσικά και όχι. Εννοείται φυσικά πως δεν είναι σημερινή εφεύρεση. Πως υπήρχε, εκεί και τότε, σε κάθε κοινότητα, όπου οι επίτροποι καταχωρούσαν ταχτικά τα παιδιά που γεννιότανε και βαπτιζότανε. Για στρατιωτικούς, μα και οικονομικούς λόγους, μιας και κάθε καταχώρηση προσέδιδε στο δημόσιο οθωμανικό κορβανά το ποσό των 20 γροσιών σε ετήσια βάση.255 Α, ναι… «Τα κορίτσια δεν υπήρχε λόγος να τα δηλώνουνε…».256 254

Λάζαρος Κελεκίδης, Τα Φάρασα της Καππαδοκίας, μνήμες Φαρασιωτών γερόντων, Θεσσαλονίκη 2005, σελ. 175 255 Πολλοί Έλληνες για να καθυστερήσουν τη καταβολή του ποσού, δεν δήλωναν αμέσως τη γέννηση των παιδιών τους. Τα αδήλωτα παιδιά, για τα οποία αργότερα έμπαινε πρόστιμο, λέγονταν κετίμ… Με διάταγμα της 13 του αραβικού μήνα Ζιλκατδέ του έτους 1292 (30/11/1875) περιορίσθηκαν τα στρατεύσιμα χρόνια των χριστιανών από το 20ο έτος μέχρι το 40ο, άρα και η καταβολή του ανωτέρω ποσού για τη μη στράτευση. 256 Γ. Μαυροχαλυβίδης, ό.π., σελ. 145

107


Πρώτον γιατί ήτανε κορίτσια… Και κατά δεύτερον, γιατί δεν υπήρχε η υποχρέωση στράτευσης και συνεπώς της καταβολής του αντίστοιχο φόρου για τη μη στράτευση. Φυσικά με την παροδο του χρόνου η πρακτική εξαλήφθηκε και άρχισε η καταγραφή και του γυναικείου πληθυσμού στα οικεία δημοτολόγια της κοινότητας.257 γ-Το ότι η βάπτιση γινότανε και γίνεται με βάση τους κανόνες της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, μάς είναι γνωστό. Το ότι «το μικρό ωνομάζετο συνήθως δια του ονόματος θανόντων ή και ζώντων γονέων και συγγενών ή και της προαιρέσεως του αναδόχου, πολλάκις δε και με νέο όνομα…» και αυτό το γνωρίζουμε. Όπως, επίσης, πως η μάνα του, αυτή που κοιλοπονούσε μήνες εννέα, και το ’φερε στον κόσμο με πόνους, δεν είχε κανένα δικαίωμα στην ονοματοθεσία, αλλά και στις χαρές του μυστηρίου της βάπτισης. Γιατί πραγματικά στη μητέρα απαγορευότανε να παρευρίσκεται στο μυστήριο του παιδιού της, περιμένοντας υπομονετικά και πολλές φορές με αγωνία, μιας «και δεν είχε κανένα λόγο να μάθει το όνομα του νεοφώτιστου εκ των προτέρων…». Ιδιαίτερα χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα που αναφέρεται στην τέλεση του μυστηρίου στην κοινότητα της Μαλακοπής, από τα απομνημονεύματα του Πέτρου Καρφόπουλου, το οποίο μεταφέρουμε αυτολεξεί: «..Είτα εφέρετο το νεοφώτιστον επί των αγκαλών της αναδόχου κρατούσης ανημμένην λαμπάδα εις την οικίαν, προπορευομένων των ιερέων της ενορίας και ψαλλόντων το “όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε” και παρεδίδετο εις την μητέραν κλίνουσαν τρις το γόνυ και ασπαζομένην την χείραν της αναδόχου συμβουλευούσης αυτήν να προφυλάξη το παιδί από την φωτιά, από το νερό, από τον κρημνό και από κάθε άλλον κίνδυνον μέχρι του εβδόμου έτους της ηλικίας»258. Το γιατί είναι, όπως πιστεύουμε, ευκολονόητο. Η απουσία της από τα δρώμενα, πέρα και πάνω από κάθε άλλη αιτιολογία εμπίπτει σε όλες εκείνες τις πρακτικές που θέλανε τη γυναίκα –κυρά, εκτός των αποφάσεων, μη έχουσα λόγο ακόμα και στα μωρά της. Με την κυριαρχία να βρίσκεται αποκλειστικά στα χέρια πεθεράς- πεθερού- συζύγου και λοιπών της οικογένειας, που προσδιόριζαν τα πάντα. Φυσικά και τα ονόματα…259

257

Στα πολύ παλιά χρόνια μιας και δεν υπήρχαν γραφεία νουφουσιούν (στατιστικής –δημοτολογίων) η γαγίτη (καταγραφή) των παιδιών ήταν αρκετά περίεργη και συνάμα πρωτότυπη. Αμέσως μετά τη βάπτιση στην πίσω πλευρά μιας εικόνας ή σε κάποιο ιερό βιβλίο γράφονταν η ημέρα, η ώρα, της γέννησης όλων των παιδιών…π.χ. Ο Νικόλαος ο υιός μου εγεννήθη Μαϊου 24 το έτος 1860 ημερα παρασκευή και ώρα 8, Η κόρη μου βαρβάρα εγεννήθη Απριλίου 1867 ξημερώματα Δευτέρας… βλ. σχετ. Σεραφείμ Ρίζος, ό.π., σελ. 235. 258 Ελ. Τζιούτζια, ό.π., σελ. 45 259 Σα γεννήθηκε η αφεντιά μου, ε, όπως ήταν φυσικό, ως ο πρώτος αρσενικός, πήρα τ’ όνομα του συχωρεμένου του παππού μου πασά Κωνσταντή. Και το χάρηκαν όλοι. Σα γεννήθηκε το δεύτερο παιδί, αρσενικό και αυτό, το μεγάλο αφεντικό, η γιαγιά Δευτερίνα, αποφάσισε πως έπρεπε και έτσι έγινε, να δοθεί το όνομα του πατέρα της, του συχωρεμένου πασά Χρήστου. Το χάρηκε το σόι του πατέρα, αλλά στραβομουτσούνιασε το σόι της μάνας… Όταν έμεινε και πάλι αποψίς (έγκυος) η μάνα μου, είχε ένα φόβο…Αν έβγαινε το παιδί κορίτσι, όπως και ήθελε, τότε σίγουρα θα το λέγανε Δευτερίνα, από το σόι του πατέρα και πάλι. Αν έβγαινε κεφαλάς (αρσενικό) τότε θα έπαιρνε το όνομα του πατέρα της, όπως θα έπρεπε και πήρε. Α, ναι και όλα αυτά συνέβησαν τις δεκαετίες ’50 και ’60.

108


δ- Μπερμπάντηδες υπήρχαν και θα υπάρχουν παντού και πάντοτε… Αυτό το καταλαβαίνουμε όλοι, ιδιαίτερα μάλιστα οι αρσενικοί. Όπως, επίσης, και καπάτσες γυναίκες, που σε ορισμένες περιπτώσεις παρατούσανε πίσω τους τη γυναικεία υποταγή, την αφωνία, τα τερτίπια του σεβασμού και όλα αυτά τα όμορφα και ωραία που τη συνόδευαν, τουλάχιστον τότε και εφορμούσαν ακάθεκτες εναντίον του εχθρού- αρσενικού. Για δέστε. «…Η Μαγδαληνή αναφέρει το εξής περιστατικό. Ο …είχε πάρει μαζί του (στην Πόλη) και τη γυναίκα του, την οποία εγκατέλειψε εκεί και διέδωσε πως πέθανε. Γύρισε και ξαναπαντρεύτηκε, μα ο κόσμος είχε μάθει τη μανούβρα του. Κάποιο βραδάκι, ενώ όλη η γειτονιά κάθονταν στη γειτονική εξώπορτα η γυναίκα του η δεύτερη του σκαρώνει το εξής παιχνίδι. Στρώνει στην αυλή και μέσα στο στρώμα κάμνει ομοίωμα κοιμώμενης γυναίκας. Προσποιούμενη την εξαγριωμένη βγαίνει και αποτεινομένη στον άνδρα της “απρόκοπε, του λέει, πού είναι που ’λεγες, πως πέθανε η γυναίκα σου; Πήγαινε να τη δεις, ήλθε και χώθηκε στο κρεβάτι σου”. Πάει μέσα ο χερίφης και σαν αντίκρισε το ομοίωμα, του ’ρθε συγκοπή κ’ έπεσε ξερός».260 ε- Θέατρο…Μα πού, πώς, πότε. Απλές μονολεκτικές ερωτήσεις, αλλά η πρώτη φορά που ανέβηκε θεατρική παράσταση στην κοινότητα της Σινασού, που ειρήσθω εν παρόδω ήταν αμιγώς ελληνική και πολυπληθής, ήταν κάπου στα 1893, «τη δεύτερη μέρα της γιορτής του αγίου Νικολάου, την ημέρα του αγίου Αμβροσίου…Κι ήταν το πρώτο που είδαμε θέατρο, στο χωριό. Είδαμε σκηνές ζωγραφιστές, είδαμε ανθρώπους, άνδρες δηλαδή και δασκάλους, τον Χρήστο τον δάσκαλο φορεμένο σαν καλόγερο, με ράσο και καλυμμαύχι και με γένια, τον Γερανόπουλο το δάσκαλο φορεμένο ευρωπαϊκά, με ρεντιγκότα, τον Χατζόπουλο το ράφτη, τον Παντελή το δάσκαλο αλλιώτικα φορεμένους. Γυναίκες, γυναίκες, όχι όμως κορίτσια, ήταν πολλές στο θέατρο, αλλ’ όχι θεατρίνες. Γυναίκες επί σκηνής ήτανε άνδρες φορεμένοι στο σώμα φουστάνια, στο πρόσωπο όμως μουτσούνες όπως φορούσαμε στις αποκριές εμείς τα παιδιά…».261 Από το ίδιο κείμενο προκύπτει πως οι παραστάσεις, μετά από την επιτυχία της πρώτης, δίδονταν σε τακτά χρονικά διαστήματα. Ιδιαίτερα, μάλιστα, μετά τον πρώτο μεγάλο πόλεμο και την αποβίβαση του στρατού στη Σμύρνη και με μια πρωτοτυπία, σημαντική μάλιστα... Τη συμμετοχή γυναικών. «Αποφασίσαμε λοιπόν να ανεβάσουμε τη “Βοσκοπούλα” και στη χαρά μας επάνω δεν το θεωρήσαμε δύσκολο να πάρουν μέρος στην παράσταση και κορίτσια μας ως θεατρίνες…Εκτός λοιπόν από τους νέους που πήραν μέρος στην παράσταση έλαβαν μέρος και οι δεσποινίδες Μαγδελή Παπαϊωάννου, Μακρίνα Πολυγενίδου, Πραξούλα Ροηλίδου και μας παίξανε τόσον επιτυχημένα το ρόλο τους ώστε ο κόσμος κατενθουσιασμένος μας ζήτησε να το ξαναπαίξουμε…».262 ζ- Εντάξει, λοιπόν, να έχουμε θεατρικές παραστάσεις… Πρόοδος βλέπετε. Να παίζουν και οι γυναίκες… Δεκτό και αυτό και στο κάτω, κάτω, παίζουνε και ωραία, αλλά… 260

Γ. Μαυροχαλυβίδης, ό.π., σελ. 92 Σεραφείμ Ρίζος, ό.π., σελ. 338 262 Ό.π., σελ. 338 261

109


Αλλά όχι και να κάθονται αρσενικοί και θηλυκά μαζί, όχι βέβαια. Λοιπόν, « Άξιο προσοχής είναι ότι η εν λόγω Εφορεία, πρώτη μεταξύ των ομογενών σωματείων, από το 1876 έως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο οργάνωσε θεατρικές παραστάσεις προς όφελος των εκπαιδευτηρίων. Άλλωστε την άνοιξη του 1912, στη Νεβσεχίρ, με πρωτοβουλία του δασκάλου Νικολάου Αυγερινού, οι μαθητές της αστικής σχολής έπαιξαν το έργο «η θυσία του Αβραάμ». Η παράσταση δόθηκε στα ελληνικά στο προαύλιο της εκκλησίας της Παναγιάς. Την παράσταση παρακολούθησαν 1500 περίπου άτομα, που κάθονταν στα σκαλοπάτια απέναντι από τον εξωνάρθηκα, μπροστά οι γυναίκες και πίσω οι άνδρες».263 η-Η θάλασσα και τα δικά της έχουν μνημονευθεί κατ’ επανάληψη… Και να πάρει η ευχή είναι τόσο μεγάλη… Και τι να έχει μέσα της, ε; Και να θέλουν λέει να σε βάλουν μέσα για να σε πάνε μακριά… Όχι, όχι…και πάλι όχι. Και δεν θα είναι υπερβολή να τονίσουμε πως, εκεί και τότε, διαδραματίσθηκαν σκηνές απείρου κάλλους. Από πλευράς των γυναικών, κυρίως, της κεντρικής Ανατολίας, που για πρώτη φορά βλέπανε τη θάλασσα στη ζωή τους, αυτό το φαρδύ ποτάμι. Αντλούμε λοιπόν μερικές ενδεικτικές και πάντως χαρακτηριστικές από τις αντιδράσεις τους, με την υπόμνηση πως αποτελούν ένα πολύ καλό στοιχείο για να εξαχθούν βάσιμα συμπεράσματα για όλα. Μια κοινωνία, με νησίδες ελληνορθόδοξου πολιτισμού, απομονωμένη στην απεραντοσύνη του χώρου: -«Όλοι ποθούν να φύγουν όσο το δυνατόν γρηγορότερα, μόλο που η απεραντοσύνη του νερού, που απλώνεται όσο που φτάνει το μάτι, γεμίζει με δέος αυτούς που αντικρίζουν για πρώτη φορά τη θάλασσα. Πληροφορήτρια μου ομολόγησε ότι για μια βδομάδα πήγαινε στην ακροθαλασσιά, βουτούσε το χέρι της στο νερό κι όταν έβλεπε το κύμα να ’ρχεται το τραβούσε με τρόμο…».264 -«Φτάσαμε κατά τις έντεκα στο σταθμό Γένιτζε, που απέχει μια ώρα από τα Άδανα. Μείναμε εκεί μια ώρα περίπου για ν’ αλλάξουμε μηχανή. Καθώς κατηφόριζε το τρένο προς τη Μερσίνα, βλέπουμε από μακριά να πρασινίζει κάτι, σαν λίμνη. Ρωτάμε: Τι είναι αυτό; Η θάλασσα, λένε. Πρώτη φορά βλέπαμε θάλασσα και μας φαινόταν περίεργο…».265 -«Μόλις μπήκαμε στο βαπόρι τρελαθήκαμε από το φόβο μας. Μας τρόμαζε η θάλασσα. Μερικές γυναίκες μάλιστα δεν ήθελαν να μπουν και φώναζαν “καλύτερα να πεθάνουμε στη ξηρά παρά στη θάλασσα”…Σε κάθε κύμα μικρό ή μεγάλο κλαίγοντας φώναζαν “πνιγόμαστε, καπετάνιο,…κύριε ελέησον! Παναγιά, σώσε μας!”».266

263

Κ. Νίγδελης, ό.π., σελ. 124, μαρτυρία Δόπτογλου Β. ό.π. Ελένη Καρατζά, ό.π., σελ. 14 265 Μαρτυρία Κατρατζή Αθηνάς (Γκέλβερι) «Η έξοδος», τ. Β, Κ.Μ.Σ. [2004], σελ. 7 266 Μαρτυρία Μαρίας Σωτηρίου (Σιβριχισάρ), ό.π., σελ. 20 264

110


-«…Η θάλασσα κάτι αλλιώτικο μας φάνηκε. Πότε πρασίνιζε, πότε μαύριζε, νόμιζα πως εκεί ήτανε χωράφια…Έλεγε μια γειτόνισσα εκεί στη Mερσίνα: “Πώς θα μπούμε στη θάλασσα, πώς θα ταξιδέψουμε;” Λέω εγώ: “Πού είναι η θάλασσα;” “Στραβή είσαι; Να η θάλασσα” Τότε κατάλαβα το ΄λάθος μου. Μπήκαμε στις βάρκες για το βαπόρι. Λένε οι βαρκάρηδες: “Ή θα μας δώσετε τόσες μπαγκανότες ή θα σας γυρίσουμε πίσω”…».267 θ- «Μωρέ, τι είναι αυτό που κάνει πατ, πατ, πατ;»  Ιδού, λοιπόν, η απορία της γιαγιάς Δέσποινας Συμεωνίδου από τα Κενάταλα… Τώρα, πώς και τι να εξηγήσεις στην καλή κυρούλα, που για πρώτη φορά έβγαινε και με τέτοιο τρόπο μάλιστα από το χωριό της, όλο τον γνωστό της κόσμο. Κάτι είχε ακούσει βέβαια γι’ αυτό το πατ, πατ, αλλά άλλο να το βλέπεις και άλλο να ακούς γι’ αυτό. Ας την απολαύσουμε, λοιπόν: «Πήγαμε στο Ουλούκισλα με τους αραμπάδες κι εκεί καθίσαμε στο τρένο. Πρώτη φορά βλέπαμε τέτοιο πράγμα η μάνα μου κι εγώ. Ρωτάμε τον άντρα μου. “Τι είναι αυτό που κάνει πατ πατ πατ;” Απαντάει αυτός. “Είναι τρένο. Κουβαλάει ανθρώπους”… Βλέπεις ο Ισταύρης μου είχε πάει στρατιώτης στο Ερεγλί και το ήξερε…».268 

«Από το Ερεγλί πήγαμε στην Ταρσό- Μερσίνα με το τρένο. Πρώτη φορά βλέπαμε τέτοιο πράγμα. Σταυροκοπιόμαστε και λέγαμε, “Κύριε Ιησού Χριστέ, τι είναι αυτό;”…».269

 Εσείς τι πιστεύετε στα αλήθεια… Το τρένο περπατάει ή τα σπίτια, ε; Και αν νομίζετε πως υπερβάλλουμε δεν έχετε παρά να διαβάσετε τη μαρτυρία του Χατζηπροδρόμου Πετρίδη από Γκέλβερι και πάλι. Που, όπως μας αφηγείται παραστατικά, «το τρένο φάνηκε παράξενο στις γυναίκες και όταν αυτό ξεκίνησε ρωτούσαν με περισσή αγωνία και απορία συνάμα: «Το τρένο περπατάει ή τα σπίτια περπατούν…».270  Για το τέλος, λοιπόν, αφήσαμε τις πλέον ευχάριστες μαρτυρίες που αφορούν τα τρένα και την ύπαρξή τους, τις γνώσεις περί αυτών, από κάποιες καλές κυρούλες της Ανατολίας. Απολαύστε τις… 267

Μαρτυρία Ελισάβετ Ξηροστυλίδου (Σύλλατα), ό.π., σελ. 179 Μαρτυρία Συμεωνίδου Δέσποινας (Γκέλβερι), ό.π., σελ. 17 269 Μαρτυρία Βαρβάρας Μαναήλογλου (Χαλβάντερε), ό.π., σελ. 29 270 Ό.π., σελ. 15 268

111


«Στο Έρεγλι, όπου πολύς κόσμος είχε μαζευτεί κι από άλλες περιφέρειες, περίμεναν με τη σειρά κάποτε και δεκαπέντε μέρες για να μπουν στα τρένα. Πολλοί, ιδίως οι γυναίκες, το έβλεπαν για πρώτη φορά και τους έκανε αλλόκοτη εντύπωση. “Έλα να δεις, είπε μια πληροφορήτριά μας σε συγγένισσά της, είναι κάτι, σαν μαστίχα τεντώνεται, χωρίς βόδι, χωρίς άλογο πάει…».271 «…Ύστερα νοικιάσαμε αραμπάδες και πήγαμε στο Ουλούκισλα όπου καθίσαμε τρεις μέρες στα τσαντίρια. Ένα πρωί σηκώνεται η θεία μου και λέει: “Ελάτε να δείτε ένα πράγμα μαύρο που μακραίνει σα λάστιχο και κουβαλάει ανθρώπους.” Ήταν το τρένο που βλέπαμε για πρώτη φορά. Έτσι καθώς ερχότανε από μακριά και έκανε πατ πατ μου φάνηκε σαν γελάδα που από πίσω της έτρεχε ένα κοπάδι μοσχάρια…».272 

ι- Μαγικά και διαβολικά μηχανήματα Χαρακτηριστικότατη είναι και μια άλλη μαρτυρία, που ’χε να κάμει με την ανακάλυψη από πλευράς των προαναφερομένων γυναικών ενός καινούριου, άγνωστου κόσμου… Πρόκειται, λοιπόν, για τη μαρτυρία της Πολυξένης Κατραντζή, που η δόλια ομολογεί πως «…στη Μερσίνα είδαμε για πρώτη φορά ποδήλατα και μας φάνηκαν παράξενα. Τα λέγαμε τζιν αραμπασί (αμάξι του διαβόλου)…»273 κ- Οι Μεγάλες γιορτές… «…Στα προγενέστερα χρόνια οι κοπέλες κατά τις μεγάλες γιορτές στήνανε χορό μπροστά στην εκκλησιά της Παναγιάς με τα παλικάρια να τις καμαρώνουνε από τη στέγη. Εάν λοιπόν ένα παλικάρι μαγευότανε από μια κοπελιά, φρόντιζε την κατάλληλη στιγμή, είτε όταν χόρευε, είτε όταν αποσυρότανε για να ξαποστάσει και της έριχνε ένα κουτσούγ (πετραδάκι), το οποίο αποτελούσε το σημάδι πως την ήθελε…Εάν δε εκείνη δεν διαμαρτυρότανε το σημάδι θεωρούνταν ευπρόσδεκτο και ευνοϊκό…και κατά συνέπεια στέλνονταν η πρεσβεία για τα σχετικά…Η τάδε σεμαγεύτεν, σημαδεύτηκε, λέγανε, δηλαδή αρραβωνιάστηκε…».274 λ- Η πολυτέλεια… «Τοιαύτα πάσχετε, ω δυστυχείς πατριώται,…αφήσατε κατά μέρος την πολυτέλειαν την επιτρεπομένην μόνον εις πλουσίους και αναλόγως του εφαπλώματός σας απλώνετε τους πόδας σας ως λέει η παροιμία. Τι θέλει την γούναν ή τον ντολαμάν η μήτηρ σας ή η συζυγός σας, τα οποία είνε μάλλον δαπανηρά των κομψών ενδυμάτων τωνσυνηθισμένων εις τας πεπολιτισμένας πόλεις; Προς τι σκοπόν θέλουσι δέκα και δέκα πέντε ενδυμασίας, αι οποίαι καταστρέφονται εν τοις κιβωτίοις χωρίς να περιβάλωσι ποτέ τα σώματά των;…».275 271

Ελένη Καρατζά, ό.π., σελ. 313 Μαρτυρία Μαρίας Σωτηρίου, ό.π., σελ. 20 273 Μαρτυρία Πολυξενης Κατραντζή, ό.π., σελ. 10. 274 Γ. Μαυροχαλυβίδης, ό.π., σελ. 234, και μαρτυρία Χατζήμπαλη Μαγδαληνής, από την Αξό, ό.π. 275 Συμεών Φαρασόπουλος, ό.π., σελ. 165 272

112


µ- Παράδοση αιώνων. Η τελετή του χειροφιλήματος των σεβασμίων ανδρών της οικογένειας με πάρα πολλές εφαρμογές ή σε πάρα πολλές παραλλαγές. . Έθιμο που χαρακτήριζε και τόνιζε σημαντικά και σταθερά την ευπρέπεια, αλλά και τον σεβασμό της κόρης προς τα πεθερικά και τους συγγενείς του νέου. Μια βασανιστική γονυκλισία που δοκιμαζότανε η υπομονή και η αντοχή της. Τούτη δίδονταν κατά τακτά χρονικά διαστήματα και κυρίως τις μεγάλες γιορτές, όταν τα σόγια μαζεύονταν για ανταλλαγή ευχών. Εκεί, μετά τα τυπικά, παρουσιαζότανε η νύφη φορεμένη με τα γιορτινά της276 και κάνοντας μεγάλες μετάνοιες, δηλαδή, εδαφιαίες γονυκλισίες μπροστά στην καθεμιά και τον καθένα, κατά σειρά προτεραιότητας, ώσπου να ακούσει «σων’, σών’ άλλο, κόρη μ’ και χρόνια πολλά» και «κρατώντας το αριστερό χέρι πάνω από τον ομφαλό και με το δεξί στο δεξί του τιμωμένου προσώπου, κυρίως του πεθερούπεθεράς, το φιλούσε…το πλησίαζε πρώτα στο στόμα, έπειτα στο κούτελο και ξανά στο στόμα….κατά το διάστημα αυτό από τη χούφτα του τιμώμενου γλίστραγε επιδέξια κάποιο νόμισμα, λίρα, ή φλουρί…».277

276

Κων/νος Νίγδελης- Συμεών Κοιμίσογλου, Το Ανταβάλ της Καππαδοκίας, ό.π., σελ. 48, «…είτα προσήρχετο η νέα συνοδευόμενη υπό πλησιεστάτης συγγενούς νέας υπάνδρου ως ακολούθου με κεκαλυμμένον το πρόσωπον και την κεφαλήν δια τζεμπερίου και με τας χείρας υπό το στήθος βαθυσεβάστως…τρις δε υποκλιθείσα προ του πρεσβυτέρου την ηλικίαν και τη θέσιν του ιερέως, πεθερού…». 277 Γεώργιος Μαυροχαλυβίδης, ό.π., σελ. 211… αλλά και μαρτυρίες.

113


Καθημερινότητας συνέχεια… Ε, να το πούμε και αυτό. Η συχωρεμένη η γιαγιά Δευτερίνα πάντα το ’λεγε και μάλιστα μετά περισσής επιμονής και πίστης για τη σοβαρότητα των λεγομένων της. «Η γυναίκα είναι γυναίκα…βασίλισσα στο σπίτι της». Βέβαια… Και όταν έβλεπε κάποιον από τα αρσενικά της οικογένειας να επεμβαίνει στα γυναικεία, για παράδειγμα να καθαρίζει το σπίτι, να μαγειρεύει, να πλένει, ε, τότε, δαιμονιζότανε και έβγαζε φωνή μεγάλη. Για την κατάντια της σημερινής κοινωνίας που όλα τα ανακάτευε, όλα τα σκότωνε, όλα τα μαγάριζε. Για τις ανεπρόκοπες εγγόνες που «ούτε τα βρακιά τους» δεν συμμαζεύανε, και «πώς στην ευχή θα γινότανε αύριο μεθαύριο μανάδες» και άλλα τέτοια όμορφα ωραία και σοφά. Γι’ αυτά που έπρεπε πάντοτε να έχει υπ’ όψη της το θηλυκό, αυτά που ήτανε δικαίωμά της. Έτσι λοιπόν σας παρουσιάζουμε τις νουθεσίες, αλλά και τις πρακτικές της τότε «καλής εποχής» της γιαγιάς, αντλώντας τις σχετικές πληροφορίες, ως συνήθως, από τους λόγιους της εποχής και την υπάρχουσα βιβλιογραφία. Χρησιμοποιώντας, μάλιστα, συγγραφική αδεία, ένα υποτιθέμενο πρόσωπο. Μια κυρά εκείνης της εποχής…τη Λευτέρνα. -Πρωί πρωί, λοιπόν, με την αυγή και προτού λαλήσει ο κόκορας, η καλή νοικοκυρά μας σηκωνότανε πρώτη και καλύτερη, γιατί έτσι έπρεπε. Με πρώτο καθήκον και βασικό, την επικοινωνία της με το Θεό, μια γρήγορη προσευχή. Για να ετοιμάσει έπειτα τη φωτιά στο ταντούρι τους κρύους μήνες του χειμώνα και δόξα τω Θεώ ήτανε μπόλικοι στα οροπέδια της Ανατολίας, το πρωινό για τα αρσενικά της οικογένειας και φυσικά στη συνέχεια να βοηθήσει πεθερά και πεθερό να ντυθούν οι αφεντιές τους και να πάρουν το κατιτίς τους. 278 -Φυσικά όλα στα γρήγορα και στην εντέλεια, γιατί οι δουλειές άρχιζαν και όλα περίμεναν το χέρι της: το άρμεγμα των ζωντανών, πρώτο πρώτο, ένα γρήγορο καθάρισμα, συμμάζεμα των προσωπικών δωματίων, δικών της και πεθερικών, αέρισμα των στρωμάτων. Διότι, ως γνωστόν, όπως όλα, έτσι και στο σπίτι της Λευτέρνας, δεν είχαν κρεβάτια στα υπνοδωμάτια. Άπλωνε, λοιπόν, κάθε βράδυ τα «μιντέρια», δηλαδή, παχιά στρώματα επάνω στα ξύλινα πατώματα, τα οποία φυσικά σε καθημερινή βάση τα μάζευε και τα τοποθετούσε στη «γιουκλούκ», ειδική ντουλάπα κατασκευασμένη γι’ αυτά. -Μετά…μετά σειρά είχαν τα φσάχα, τα μικρά, με ό,τι αυτό σημαίνει. Ξύπνημα, πλύσιμο, καθάρισμα, φαγητό, ντύσιμο και… -Και άντε με την ευχή της Παναγιάς στα χωράφια, βοηθός στον αφέντη της οικογένειας, στα πάντα: όργωμα, φύτεμα, σκάλισμα, πότισμα, θέρισμα, ντάνιασμα και όλα αυτά που αφορούν τις γεωργικές εργασίες, έτσι απλά, ως ένα δυνατό, άμισθο χέρι. Και όλα αυτά με μια βούκα ψωμί, όπως και ο αφέντης φυσικά, που όλα τα είχε κατά νου του. -Με την επιστροφή, όταν το πύρινο άρμα του θεού ήλιου πορευότανε στη δύση του, συνέχιζε αυτά που είχε αφήσει το πρωί. Να, όλες οι λοιπές προετοιμασίες για 278

Που συνήθως αποτελούνταν από γαλακτοειδή, ψωμί, τραχανά…

114


την επόμενη: Κάτι το φαγητό, κανένα σιδέρωμα, μαντάρισμα, πλύσιμο των βρώμικων, δηλαδή, απλούστατες γυναικείες δουλειές. Και η καλή νοικοκυρά θα έπρεπε να γνωρίζει από δαύτα. Εξάλλου, στα πλαίσια του πρέποντος, ήταν δικαίωμα και τέχνη της η επίδειξη των ικανοτήτων της. Διότι, ξέχωρα που θα έπρεπε να είναι καλή, πιστή, και καρπερή σύζυγος, σεμνή ενώπιον του θεού και ανθρώπων, θα ’πρεπε να είναι και άριστη οικονόμος. Αλλά, βεβαίως, να μην τα θέλει όλα η Λευτέρνα μας. Γιατί αν είχε μεγάλη κόρη, θα είχε και καλό βοηθό. Φυσικά για την πεθερά τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Όχι και να την υποχρεώσει να κάμει δουλειές…α, πα, πα. Και βέβαια όχι, γιατί έτσι ήτανε το σωστό. Α, ναι, ο άντρας πήγαινε απαραιτήτως στο καφενέ του χωριού. Γιατί, βρε αδελφέ, πώς στην ευχή θα ενημερωνότανε για τα πολιτικά, τα σημαντικά και τα απαραίτητα. Και στο κάτω κάτω της γραφής ο άντρας έχει ανάγκες διαφορετικές και πολλές και έπρεπε, έτσι έλεγε και η γιαγιά Δευτερίνα, το κεφάλι του να αδειάσει από τις σκοτούρες, να είναι ελεύθερο να σκεφτεί σωστά και παραγωγικά. -Και το βράδυ; Το βράδυ…Βεβαίως θα έπρεπε να ακουμπήσει κάπου το κορμάκι της να ξαποστάσει κομματάκι, δυο τρεις ανάσες να πάρει, αλλά…Αλλά θα έπρεπε να είναι «καλή» γυναίκα, έτσι έλεγε η γιαγιά Δευτερίνα, σαν το αχνό φως της λάμπας έσβηνε. Εντάξει, εντάξει, ήτανε κουρασμένη η Λευτέρνα μας, αλλά οι ανάγκες του άνδρα πολλές και ιερό καθήκον της κυράς, πρέπον και σωστό, να τον βοηθήσει να ικανοποιηθούν, να του κάμει παιδιά πολλά και γερά και ιδία αρσενικά. -Εννοείται, φυσικά, πως είχε και μερικά άλλα. Όχι τίποτε σπουδαία, αλλά οπωσδήποτε δικά της, καθαρά γυναίκας πράματα. Έτσι: Από τις πλέον σημαντικές εργασίες της ήταν αυτή του ετήσιου εφοδιασμού του σπιτιού με τις απαραίτητες τροφές και την τακτοποίησή τους στο υπόγειο λαξευτό κελάρι. Τα κουμνιά με το τυρί, τα δοχεία με το πολυτιμότατο λάδι279 και τα κρασιά, τα όσπρια, που τα περισσότερα ήταν δικής τους παραγωγής. Α, ναι, ήταν υπεύθυνη για την παρασκευή των εριστέ (σπιτικών ζυμαρικών), του πλιγουριού, του παραδοσιακού παστουρμά, του τσιμενιού, αλλά και των διαφόρων τουρσιών. Ειδικά για τα τελευταία ήταν μια από τις καλύτερες του είδους η Λευτέρνα μας. Είχε μια μεθοδολογία κάτσε καλά. Έβαζε στην άλμη μπόλικες πιπεριές, λάχανα, παντζάρια και τα ζεματούσε στην αρχή με καυτό νερό. Μετά τα στοίβαζε στα σινιά και τα αλάτιζε κατά στρώματα. Τα άφηνε για λίγο και μετά τα τοποθετούσε σε κιούπια, έβαζε μπόλικο ξύδι και τα σφράγιζε με μια μεγάλη πέτρα. Βεβαίως, μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της, ήταν καθήκον της το πλύσιμο του σιταριού, το στέγνωμα, το καθάρισμα από τις ξένες ουσίες, το άλεσμά του στους χειρόμυλους και το κοσκίνισμά του σε «χαβούτ», σε «ντογιού», «το χοντρό»

279

Σημ: Βεβαίως και είναι γνωστό αυτό, υπήρξε μεγάλη έλλειψη ελαιόδεντρων. Όμως έβγαζαν λάδι από σουσάμι και το λινάρι που ήταν κατάλληλο για φαγητό και φωτισμό…Ιδιαίτερα το λινέλαιο ήταν φαγώσιμο γιατί είχε λιγότερη οξύτητα, μα πίκριζε κάπως και είχε βαριά οσμή. Για να εξουδετερωθεί η πίκρα του προτού το μεταχειρισθούν στα φαγητά το καίγανε, το βράζανε μέσα σε τεντζερέδες ή πήλινες εκετζούκες, ρίχνοντας μια φέτα ψωμί που ’παιρνε την πικράδα…σχ. Κ. Νίγδελης- Σ Κοιμίσογλου, Η Μαλακοπή της Καππαδοκίας, ό.π. πρβ και Γ. Μαυροχαλυβίδης, ό.π.

115


και το «κεσκέτ». Και όλα με περισσή επιμέλεια συσκευάζονταν για να μην «ιδρώσουν», ταγκίσουν, ή μαγαριστούν. Τώρα, επειδή ο χρόνος ήταν και εξακολουθεί να είναι χρήμα και επιπλέον επειδή πάντοτε είχε ή έπρεπε να έχει χρόνο, ασχολιότανε και με κάποια άλλα, προσωπικά της ενδιαφέροντα. Να ’σου λοιπόν το ράψιμο, ως χρυσοχέρα νοικοκυρά, αλλά και καμάρι για τις περισσές ικανότητές της, για τις φορεσιές της, του άνδρα της, αλλά κυρίως των φσάχων της. Αλλά… Αλλά να υφαίνει και τα κιλίμια, τα χρειαζούμενα πανιά, τα απαραίτητα χαλιά. Τώρα, για να είναι καλή νοικοκυρά η Λευτέρνα μας, θα ’πρεπε να είναι εφοδιασμένη με όλα τα απαραίτητα. Τι, έτσι, χωρίς «εργαλεία» θα την άφηνε ο κύρης της; Όχι βέβαια. Ας τα δούμε λοιπόν, αντλώντας τις σχετικές πληροφορίες κυρίως από το πόνημα των Κ. Νίγδελη –Γ. Σταματιάδη, « Τα Σύλλατα της Καππαδοκίας». Για τα οποία ήταν δικαίωμά της η φροντίδα τους… α-Λοιπόν τα χρειώδη ενός καλού νοικοκυριού. Δηλαδή όλα εκείνα που βοηθούν ώστε η ζωή, η ζωή όλων, να είναι ανετότερη. Όλα εκείνα τα απαραίτητα που κάνουν την καθημερινότητα περισσότερο απλή. Τα μέσα που διευκολύνουν ώστε ο χρόνος να κυλά ευχάριστα και περισσότερο δημιουργικά. Έτσι, λοιπόν, κάθε σπίτι θα έπρεπε να είχε: -Το εικονοστάσι ή το καφάσι Από καλό ξύλο και με δικτυωτό κάγγελο. -Τον «Χοτζά» του, δηλαδή τον σοφρά του (sofra). Ένα κοντό στρογγυλό τραπέζι ύψους μέχρι και 20 εκατοστών με διάμετρο περίπου ένα μέτρο, στο οποίο έτρωγε η οικογένεια. Μετά το πέρας του φαγητού επανατοποθετείτο στο μέρος του, δηλαδή, κρεμόταν στους τοίχους μιας και θεωρούνταν αμαρτία να παραμείνει στο έδαφος. Το γεύμα γίνονταν σταυροπόδι (οκλαδόν) από όλη την οικογένεια. -Ξύλινα μεγάλα μπαούλα, μέσα στα οποία οι κυράδες τοποθετούσαν τα ασπρόρουχα τους, τα καλά σεντόνια κλπ -Το «ταχτά μπους», για τους έχοντες και κατέχοντας, δηλαδή το γραφείο του αρχηγού της οικογένειας. -Ο καθρέπτης του σπιτιού, με το δωμάτιο να λέγεται «αϋναλί οντάς». -Το «ανασή ντουλάπ», δηλαδή, ο χώρος που τοποθετούσαν τα μπαχαρικά, το αλάτι, το λάδι και το ψωμί… -το γάβανος, ξύλινη κατασκευή στην οποία τοποθετουσαν τα φαγητά… -Τα «γιοκλούκ ντουλάπ», δηλαδή, οι εντοιχισμένες ντουλάπες για τα στρώματα, τα σκεπάσματα, τα χαλιά, τα σεντόνια ή μιντίλια. -Ταγιαμάδες, δηλαδή μικρά στενόμακρα προσκέφαλα, συνήθως βελούδινα, για τις ώρες της ανάπαυσης.

116


-Ο μποχτσάς Τετράγωνο μεγάλο ύφασμα στο οποίο τοποθετούσαν τα χρειώδη -Το «καρχίν». Βαθειά πήλινη πιατέλα μέσα στην οποία τοποθετούσαν το φαγητό της ημέρας. Η διαδικασία του φαγητού ήταν τυπική, μα και η αρμόζουσα στα ήθη και έθιμα. Αφού, λοιπόν, καθόταν περιμετρικά του «σοφρά» η οικογένεια, η νοικοκυρά τοποθετούσε την πιατέλα με το φαγητό και καθένας έπαιρνε τη μερίδα του, που ήταν το τμήμα του «καρχίν» ακριβώς μπροστά του. Φυσικά κανείς δεν διανοείτο να παραβεί τη σειρά, αλλά και τα όριά του. Στα σπίτια των πλουσίων επάνω στον σοφρά τοποθετούνταν το «σινί»-ταψί, στο οποίο υπήρχαν ατομικά για τον καθένα μικρά πήλινα «ταμπάκ»- πιάτα, ή «σαχάνια»280. - Λεγενόμπρικο (lenger) Λεκάνι και μπρίκι για τον καθαρισμό των χεριών προ του φαγητού. -Το «τσιπόκο», δηλαδή, μικρό κιούπι, χωρίς χειρολαβές, με εφαρμοστό καπάκι για το πλιγούρι και τα όσπρια. -Η «τσούκα», δηλαδή, μεγάλο πήλινο δοχείο στο οποίο μαγείρευαν το κεσκέκι, το χυλό, το πλιγούρι, το κρέας… -Τα «χουλιάρ» ή «ταχτά κασίκ», δηλαδή, τα ξύλινα κουτάλια. -Τα «σιμσίρ χουλιάρ». Τα σκαλιστά ξύλινα κουτάλια από το δένδρο πυξάρι. -Το «λαγήνι». Το απαραίτητο σκεύος για τη μεταφορά του νερού. Κάθε λαγήνι ήταν περιεκτικότητας 8 περίπου λίτρων. Βεβαίως, υπήρχαν μικρότερα αλλά και μεγαλύτερα σκεύη, όπως: ο «πεϊβανάς» ή το «κιουπτσούκι». Για τις μεγαλύτερες ποσότητες ύδατος χρησιμοποιούσαν το «κουσακλί», το οποίο ισοδυναμούσε με τέσσερα περίπου λαγήνια. Για ακόμα μεγαλύτερες ποσότητες ύδατος χρησιμοποιούσαν το «παγίρι» που χωρούσε έξι λαγήνια. -Το «πολίμι». Λαξεμένη στο κελάρι δεξαμενή για το κρασί. Η σημασία της ήταν μεγάλη, μιας και η περιοχή ήταν οινοπαραγωγός. -Το γκιούμι. Ο μπακιρένιος χώρος για νερό, το οποίο προσέφεραν στους επισκέπτες για να πλύνουν τα χέρια τους πριν και μετά το φαγητό. -Το «τσιράγπι» ή «τσιρέκι». Το πήλινο λυχνάρι στο οποίο έκαιγαν λάδι από λινάρι. Οι λάμπες πετρελαίου εμφανίσθηκαν στα χωριά μετά το 1895. Βεβαίως υπήρχαν και άλλα σκεύη, μικρότερης ή και μεγαλύτερης χρήσης. Και κάτι ακόμα. Είχαν διαφορετικές ονομασίες, ανάλογες με την τοπική διάλεκτο. 280

Μπακιρένια πιάτα

117


Έτσι είχαμε και: Το τσοπλέκ (τσουκάλι), το τσανάκ (πήλινο πιάτο), το σαχάν (ρηχό πιάτο), το παχράτς (χάλκινος τεντζερές), το ιμπρίκ (δοχείο χάλκινο), ο μαστραπάς (κύπελο), το λενκέρ (χάλκινο πιάτο), το τέστι (στάμνα), το παρδάκ (μικρή πήλινη στάμνα), το λεγέν (χάλκινο ταψί), το τσατάλ (πιρούνι).281 Αλλά και σαντούχ (μπαούλο), τσακμεντζέ (συρταριέρα), σκιάμνε (σκαμνί), κουτούκ (ξύλο), χοντζά (χαμηλό τραπέζι), το μιντέρι (καναπές ανάπαυσης), παχίρια (χάλκινα), μαστραπάς, λεγκέρια (ρηχό χάλκινο πιάτο), σάτς (είδος ταψιού) χαλτσί (καζάνι), κετσούκες (κουμνιά), τις στάμνες (λαήν’-ντέστι- αρχαντεστία- αντζειό-ντουρβάν), μασά, αλατερή, χερόμυλος…282 β-Χώροι του βασιλείου της… Και δυο τρεις πληροφορίες ακόμα για το βασίλειό της. Ο δικός της χώρος, λοιπόν, αποτελούνταν από: -Απέσου ντου σπίτ’ (δωμάτιο), κατσιμάτου ντου σπίτ’ (καθιστικό), αμπαριού ντου σπιτ’ (αποθήκη) τουντούρ εβί (το δωμάτιο με την εστία του σπιτιού), οντά, πέντζερε (παράθυρο στην οροφή), μισαφίρ οντά, το κουμέσι, (ορνιθώνα), στάβλους, τα παχνιά, αλευριώνας ντου σπιτ’ (αποθήκη αλευριού), γορκουλούχ (κρυψώνα), κόνας ντου σπίτ’ (εικονοστάσι), αποχωρητήριο- κενέφ- καμπινέςχεσώνα…283 Αλλά και: Ραχάτ οντά (δωμάτιο ανάπαυσης), εικονοδωμάτιο, οντάς, τουντουροδωμάτιο, το κελάρι, αμπάρια, κενέφ-αποχωρητήριο, γιουκλούκ (ντουλάπες), μιντέρια (στρώματα), τσιρέ (φωτιστικό)…284 Επίσης και: Η καλή κάμαρη, το παπουτσλούχ (υποδηματοστάσιο), πογιούκ οντά (μεγάλη αίθουσα), σκέμνοταση (καθημερινό), οντάς, αχυρόνταση, το σειμωνικό (μαγειριό)…285 Επιπλέον και: Υψηλό μαντρότοιχο, μεγάλη αυλή, το πλακόν (πλυσταριό), το φορούν (φούρνο), το σεκί (υπόστεγο), σεντίρ χελεσέ, ανασή ντουλάπ, ταχτά μπούς…286 γ-Στιγμές χαλάρωσης Μα, θα πει, τώρα, ο καλόπιστος αναγνώστης. Εντάξει, όλα αυτά τα καλά και ωραία. Από ανάπαυση, όμως, η Λευτέρνα μας; Γιατί δεν μπορεί συνεχώς να βρισκότανε υπό τη Δαμόκλειο σπάθη υποχρεώσεων. Ε, όλο και κάτι θα υπήρχε. Μα και βέβαια. Το δηλώνουμε μάλιστα ευθαρσώς και μετά λόγου γνώσεως.

των

281

Λάζαρος Ευπραξιάδης, ό.π., σελ. 256 Θανάσης Κωστάκης, ό.π., σελ. 83 283 Μιστί 284 Προκόπι 285 Σινασός 286 Σύλλατα 282

118


Πως κατά το «βίος ανεόρταστος μακρά οδός απανδόχευτος» υπήρχαν στιγμές χαλάρωσης και ξεκούρασης της κυρά Λευτέρνας μας. Φυσικά και κατά τον πρέποντα τρόπο, φρόντιζε ο κύρης της, όπως όριζαν οι πατροπαράδοτες συνήθειες. Ας τις δούμε, λοιπόν, και ας απολαύσουμε μαζί με τη Λευτέρνας μας τούτες τις στιγμές χαλάρωσης. -Η καλύτερη στιγμής της ήταν αυτή του οικογενειακού εκκλησιασμού. Όλοι μαζί, κύρης, η ίδια, τα παιδιά, τα πεθερικά, πορεύονταν για κει, στης εκκλησιάς τη σκέπη, για την ευλογία του παπά, αλλά και για κοινωνική ενημέρωση από τις λοιπές κυράδες που και δαύτες διψούσαν για τα ίδια. Κάπου εκεί στον δικό τους χώρο, επάνω στον γυναικωνίτη, αντάλλασσαν πληροφορίες, νέα, παράπονα. Από κει ψηλά απολάμβαναν τους βυζαντινούς ψαλμούς, τις προσευχές του παπά, τις μέγαιρες, συγνώμη, πεθερές, τις μόνες γυναίκες που μπορούσαν να βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο με τους αρσενικούς. Καμάρωναν για τους κύρηδές τους, τα φσάχα τους, τα νέα ανύπαντρα παλικάρια. Και μετά το αντίδωρο σιγά σιγά και αρχοντικά επιστροφή οίκαδε ή ελεύθερος χρόνος για κάποιον περίπατο με την οικογένεια στην αγορά και στα κτήματα.287 Οι Κυριακές ήταν ιδιαίτερες μέρες και κυρίως τα πρωινά. Μετά τον εκκλησιασμό, ο ανδρικός πληθυσμός τουλάχιστον, συγκεντρωνότανε στους καφενέδες για το σχετικό τσάι, ένα ηδύποτο, δυο τρεις κουβέντες να ανταλλάξουν, μια κάποια πληροφορία, λίγη «κοινωνική ενημέρωση». -Καλά, μόνο αυτό; Τίποτε άλλο; Βεβαίως. Υπήρχαν και οι «βολταρίες». Ιδιαίτερα, μάλιστα, αυτές που γινότανε τις μεγάλες γιορτές. Μπροστά μπροστά τα φσάχα και πίσω αλά μπρατσέτα ο κύρης και η Λευτέρνα μας, με τα καλά τους, όλοι. Πάνω κάτω, έτσι για αρκετό χρονικό διάστημα για αέρα, να δουν, να ακούσουν, να μάθουν, να δείξουν. -Τώρα, άλλη διασκέδαση; Σπάνια μεν, αλλά υπήρχε. Ήταν τα «τραπεζώματα» στις ονομαστικές εορτές. Μια συνήθεια γνωστή και πάντως ευχάριστη, διότι αποτελούσε μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για συνάντηση συγγενών και φίλων…Με τη συνοδεία οινοπνευματωδών και ειδικών παρασκευασμάτων από την ιδία, επίδειξη θεμιτή των ικανοτήτων της και στον τομέα της παρασκευής εδεσμάτων. Εξαιρετικής, μάλιστα, σημασίας ήταν όταν συνδυάζονταν με τις πανηγύρεις των ιερών ναών288. Κατά τη διάρκεια των οποίων συνέρρεαν πιστοί από όλη την επαρχία για να τιμήσουν την εκκλησία που γιόρταζε, να πάρουν την ευλογία του Δεσπότη, 287

Συμεών Φαρασόπουλος, ό.π., σελ. 43, «Δια τους κατοίκους των Συλάτων και των πέριξ ως τόπος περιπάτου χρησιμεύει η αγορά ή τα κτήματα αυτών. Μόνον τας Κυριακάς εν καιρώ θέρους εξέρχονται συν γυναιξί και τέκνοις εις τους κήπους των και διασκεδάζουσι υπό τα παχύσκια δένδρα». 288 Τέτοιες γνωστές πανηγύρεις στις οποίες λάβαιναν μέρος οι κάτοικοι όλων των χωριών ήταν: Του Αγίου Γεωργίου του τροπαιοφόρου στα Σύλλατα, των ΙΒ Αποστόλων επίσης στα Σύλλατα, του Αγίου Νικολάου στη Συνασσό, της Θεοτόκου της καλουμένης Σηλυμβριανής, των Εισοδίων της Θεοτόκου και της Αγίας Μαρίνης στην Ανακού, των Αρχιστρατήγων και των Αγίων Θεοδώρων στη Μαλακοπή, του Αγίου Βασιλείου στο Μισθί, της Αγίας Μακρίνας στην Αξό, των Αρχιστρατήγων στη Ζαλέλα, του Αγίου Γεωργίου στη Νεβσεχίρ, του Αγίου Δημητρίου στην Αραβησσό…

119


που πάντοτε παρευρισκόταν, το άγιασμα, να λάβουν μέρος στο συμπόσιο του «κουρμπανιού», να απολαύσουν τους χορούς των κοριτσιών. -Και τέλος, κάτι το ξεχωριστό και σε κάθε περίπτωση χρήσιμο. Ο «χελεσές». Σε καθημερινή βάση οι κυράδες της γειτονιάς παίρνοντας το χαλάκι της η κάθε μια συναντιόταν στο γνωστό σημείο. Μια αυλόπορτα. Πότε της Λευτέρνας, άλλοτε της Κατίγκως, ορισμένες φορές στης Μαρίας και… Και το ρίχνανε στην κοινωνική ενημέρωση, στο θάψιμο των απέναντι, στα σχόλια για τα μικρά, τα μεσαία, τα μεγάλα, το καλό φαγητό, το καμένο ψωμί, για τον κύρη που ’ρθε προχθές μισομεθυσμένος, για τον γιο που δεν ακούει πια και ένα σωρό τέτοια χρήσιμα και καλά. Για να περάσει ο χρόνος σύντομα και ευχάριστα. -Τώρα συμπερασματικά να πούμε πως η όποια διασκέδαση των κατοίκων της κάθε κοινότητος ήταν σύμφωνη με το πνεύμα, αλλά και τις συνήθειες της εποχής, την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, τις παραδόσεις, αλλά και τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες, διαιρεμένη, μάλιστα, σε δυο επίπεδα.  Αυτό των ανδρών, που ήταν λιτό, λόγω ανυπαρξίας των χρημάτων και σύμφωνο με το «φύλο»…  Αλλά και αυτό των γυναικών, που χαρακτηριζότανε από πλήρη ανυπαρξία. Οι πρώτοι, για παράδειγμα, είχανε το «ελεύθερο», αλλά και το καθήκον γι’ αυτό. Επιπλέον και τη δυνατότητα να το πραγματοποιήσουν, εάν και εφόσον το ήθελαν. Για τις δεύτερες ήταν περίπου αδύνατη μέχρι και απαγορευμένη οποιαδήποτε διασκέδαση, τόσο από την κοινωνία όσο και από τους ιερούς κανόνες της ηθικής, οι οποίοι επιβάλλονταν από την τοπική θρησκευτική ηγεσία, που ασκούσε πολύπλευρο έλεγχο. Και οι μεν άνδρες, για παράδειγμα, μπορούσαν να διασκεδάσουν έστω και στα ελάχιστα υπάρχοντα καφενεία,289 που ήταν διασπαρμένα στους μαχαλάδες του χωριού ή να πάνε βόλτα, όπου και όπως ήθελαν, να «ξεσκάσουν» με τα ταξίδια, ενώ οι γυναίκες μόνο εντός της εστίας, με το ράψιμο, τον «χελεσέ»290 και την «κοινωνική ενημέρωση».291 Για να αλλάξουν προς θετική κατεύθυνση όλα ετούτα, σε περιορισμένα πλαίσια λόγω γεωπολιτικών συνθηκών,292 με τους μετανάστες και την προσαρμογή τους στα

289

Κ. Νίγδελης, Συκιές η εκτός των τειχών Άνω Πόλη, Θεσσαλονίκη, (εκδ.)Δήμου Συκεών 1997 σελ. 87, «Καφενείο: βασικός χώρος διασκέδασης, ένας περίεργος τρόπος ζωής που περιελάμβανε την οινοποσία, την ενημέρωση, το άνοιγμα της καρδιάς… και των όποιων παραπόνων, την επαφή μεταξύ των ανθρώπων. Το 1669 με σουλτανικό διάταγμα απαγορεύθηκαν τα καφενεία σ’ όλη την απέραντη Οθωμανική αυτοκρατορία χαρακτηριζόμενα ως «άντρα συνωμοσιών εναντίον της κυριαρχίας του πολυχρονεμένου σουλτάνου» και επιτράπηκαν οριστικά επί σουλτάνου Ιμπραήμ του Α.» 290 Γυναικείες συγκεντρώσεις 291 « Κους κους». 292 Η Καππαδοκία βρίσκεται αρκετά βαθιά στην Ανατολία

120


ειωθότα των μεγαλουπόλεων,293 αλλά και με τον νεωτεριστικό άνεμο των Νεότουρκων. Παρατήρηση Οφείλουμε στο σημείο αυτό να καταθέσουμε και μια άλλη μαρτυρία, καταγεγραμμένη μάλιστα σε ένα από τα γνωστότερα έντυπα της εποχής, τον «Παρνασσό», που τυπώνονταν και κυκλοφορούσε στην Πόλη. Κάποιος που «περιηγηθείς και γράφων υπό τα στοιχεία Β.Α.Μ» μεταξύ των άλλων αναφερότανε στο ντύσιμο ανδρών-γυναικών, αλλά και στη διασκέδασή τους, παρουσιάζοντας μια κοινωνία κάπως διαφορετική. Βεβαίως, ας έχει υπόψη του ο αναγνώστης πως η Σινασσός ήταν ακραιφνώς χριστιανική και ελληνόφωνη κοινότητα… «Επαινούμεν αυτών την αρίστην συμπεριφοράν, την απλότητα εν ταις αναστροφαίς, εν αις και παρακάθηνται και συμπαραστατούσι τοις ανδράσιν αυτών, ως αληθείς σύζυγοι. Δος δε λέγειν και εν ταις ενδυμασίαις, η Δημογεροντία από ετών διέταξε να καταργηθή ο αμφιεσμός των αναξυρίθων και να ανανεωθή το εν Κωνσταντινουπόλει ισχύον της ενδυμασίας σύστημα… Οι άνδρες οδηγούσι τας συζύγους αυτών εις τας συναναστροφάς, εις τα θέατρα, εις τας εξοχάς, συναθροίσεις και γεύματα…Εν γένει ο ανήρ δεν εννοεί αυτός μετέχων ευχαριστήσεως τινός ν’ αποστερήση τάυτης την σύζυγον αυτού, ην έχει σύντροφον εν χαραίς και λύπαις…».294

293

Σ. Φαρασόπουλος, ό.π., σελ. 65, «…δια των ανδρών, οίτινες, ως είπομεν, χάριν εμπορίας ξενιτευόμενοι εν Κων/πόλει και αλλαχού, επανερχόμενοι οίκοι εισάγουσι παν ό,τι κρίνουσι καλόν και αρμόζον τοις εαυτών ήθεσιν εκ των ξένων ηθών και εθίμων….». 294 Σαραντίδου Αρχελάου, ό.π., σελ. 64

121


Γυναίκα και… ιατρική

Είναι γεγονός πως στον υπό έρευνα χώρο η γυναίκα τύχαινε «εξαιρετικότατης» ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Έτσι απλά ή τόσο απλά. Σε τέτοιο μάλιστα βαθμό που πολλές φορές το αποτέλεσμα απέβαινε μοιραίο. Ακόμα και στις απλούστερες των περιπτώσεων. Οι αιτίες γνωστές και συνεχώς επαναλαμβανόμενες. Οι εφαρμοζόμενες μέθοδοι θεραπείας, οι περισσότερες των οποίων ήταν απότοκες ενός κράματος θρησκοληψίας- δεισιδαιμονίας, αλλά και η έλλειψη γνώσεως της πραγματικής επιστήμης. Φυσικά εξυπακούεται πως αρκετές είχαν κοινή εφαρμογή και στα δυο φύλα. Παρουσιάζουμε λοιπόν μερικές από δαύτες, έτσι απλά, χωρίς περαιτέρω σχολιασμούς, με την παρατήρηση ενός μελετητή της εποχής. Ενός ανθρώπου που έζησε και εργάσθηκε εκεί… «…Παρακαλώ τον αναγνώστη του παρόντος συνταγολογίου να μην είναι αυστηρός στις κρίσεις του. Σήμερα βρίθουν οι γιατροί. Βρισκόμαστε στην εποχή του ατόμου και των πυραύλων. Ας μετατοπισθεί νοερά εκατό χρόνια πίσω, αλλά και τοπικά στα βάθη της Μ. Ασίας, ας αναλογισθεί τις συνθήκες της διαβίωσης. Γιατροί ήσαν οι αγράμματες γριές, ο δε ασθενής για να αποχτήσει τη χαμένη υγεία του έμοιαζε με κείνον που πέφτει στη θάλασσα και για τη σωτηρία του αγκαλιάζει φίδια»295 Έτσι λοιπόν: -Σε αποστήματα του γυναικείου στήθους τοποθετούσαν κοπανισμένη, κατά προτίμηση, μαύρη κότα, για να πάρει την ασθένεια και τους πόνους. Εννοείται μαζί με τα φτερά και τα εντόσθια.

295

Γ. Μαυροχαλυβίδης, ό.π., σελ. 277

122


Το γεγονός ότι όλα αυτά μπορούσαν να προξενήσουν μοιραία μια πρώτης τάξεως μόλυνση δεν απασχολούσε κανένα, μιας και βαθιά πίστευαν πως έτσι όλα θα διορθώνονταν, το κακό θα ’φευγε.296 -Σε ορισμένες κοινότητες πάλι, χρησιμοποιούσαν πιο σύγχρονες μεθόδους. Μια μαύρη, κατά προτίμηση γυαλιστερή, πέτρα, την οποία τρίβανε πάνω στα αποστήματα του στήθους. - Αν πάλι το φσαχ, αγόρι ή κορίτσι το ίδιο έκαμνε, έπασχε από διφθερίτιδα ή μπογματζά ή μπόχσεν ή κουρμπαγού, τότε χρησιμοποιούσαν εξαιρετικότατες και αποτελεσματικότατες μεθόδους άμεσης θεραπείας. Επρόκειτο για τη γνωστή παιδική, κυρίως, αρρώστια που «έπιανε» το λαιμό και προερχότανε από «κάποιο σκουλήκι που τα έπνισκε».  Για την αντιμετώπισή της, λοιπόν, βάζανε ζεστά επιθέματα στο λαιμό αποτελούμενα κύρια από ψητά παντζάρια και κολοκύθια, αλλά…  Αλλά και επιθέματα με κοπανισμένα βατράχια, γι’ αυτό λέγανε και την αρρώστια κουρμπαγού.  Στη Δίλα, πάλι, πότιζαν την άτυχο ασθενή με παρασκεύασμα αποτελούμενο από ούρα, κατά προτίμηση κοριτσιού και της ψίχας του βερίκοκου,αφού προηγούμενα τα είχαν αφήσει δυο τρεις νύκτες έξω στα αστέρια…297 Τα γυναικεία ούρα φαίνεται πως είχαν θαυμάσιες θεραπευτικές ιδιότητες, γιατί βλέπουμε πως χρησιμοποιούνται σε αρκετές περιπτώσεις, όπως, για παράδειγμα, και στον ίκτερο. Ίσως με τη βεβαιότητα πως το κακό διώχνει το κακό. Ιδιαίτερα, μάλιστα, από γυναίκα σε γυναίκα. -Είναι γεγονός πως η ελονοσία έκαμε θραύση στο γυναικείο φύλο. Το γιατί εξηγήσιμο. Η γυναίκα δούλευε χωρίς τις απαραίτητες προφυλάξεις στα χωράφια, μιας και ο άνδρας τις περισσότερες φορές απουσίαζε, συνεπώς επωμιζότανε και αυτό το βάρος. Φυσικά, όταν μιλάμε για ελονοσία, μιλάμε για μια δύσκολη, επώδυνη και θανατηφόρα ασθένεια, που κυριολεκτικά θέριζε εκείνη τουλάχιστον την εποχή. Στο Τσαρικλί, μάλιστα, σύμφωνα με τους ερευνητές «πολλοί επέμεναν πως η αρρώστια αυτή ήταν η αφορμή για να υπάρχουν τόσοι χήροι στο χωριό…».298 Έτσι, για την αντιμετώπιση της σουτμά (ελονοσίας) «έπαιρναν ένα αβγό και ένα σπάγκο που είχαν δέσει καμιά δεκαριά κόμπους, έκοβαν τα νύχια της αρρώστου, γύριζαν το αβγό αρκετές φορές γύρω από το κεφάλι της, έλεγαν διάφορα μαγικά και το έσπαναν στα μάτια της με σκοπό να την τρομάξουν. -Για την αντιμετώπιση της στειρότητας χρησιμοποιούσαν πολλά. Σε αρκετά από αυτά αναφερθήκαμε στο οικείο κεφάλαιο, ιδιαίτερα, μάλιστα, για την αντιμετώπισή της με την επέμβαση της εκκλησίας, όμως… Όμως, εάν και εφόσον τα πράγματα δεν πήγαιναν και τόσο καλά, επενέβαιναν δραστικότερα και αποτελεσματικότερα.  Έτσι, για παράδειγμα, μερικοί μάζευαν κοπριά κότας, την οποία 296

Θανάσης Κωστάκης, ό.π., σελ. 341 Ό.π., σελ. 341 298 Ό.π., σελ. 342 297

123


 

βράζανε και την τοποθετούσαν… στον κόλπο της γυναίκας. Ή σπάζανε αβγό λελεκιού, το οποίο ζύμωναν με σκόνη κοπριάς σκύλου και με μέλι τάιζαν τη στέρφα κυρά. Ή ζύμωναν καράντασι με ρίζα ζενζερίς και γαρύφαλλο, κάμανε «κεφτέδες» και τους τοποθετούσαν στον κόλπο της γυναίκας, για να «ισάσ’ η μήτρα».299 Ή τοποθετούσαν ζεστό αβγό στον κόλπο της.

Υπήρχαν φυσικά και οι σύγχρονοι μέθοδοι όπως:  Η τοποθέτησή της πάνω σε βραστό ατμό προ της πράξεως.  Το σφίξιμο της μέσης.  Τα ζεστά επιθέματα στα επίδικα σημεία. Για να κατεβάσει γάλα η λεχώνα έπρεπε300:  Να τρώγει συνεχώς μαρούλια.  Να στουμπίσει σαλιγκάρια και να αλείψει όλο το στήθος.  Να αλείψει το στήθος της με κατάπλασμα λινόσπορου και λίπους Προβάτου.  Να αλείψει τις ρόγες του στήθους με λάσπη και ξύδι. Στις περιπτώσεις καθυστέρησης των εμμήνων ή και για τη διαπίστωση εγκυμοσύνης συνιστούσαν:  την κατάποση ενός μείγματος αποτελούμενου από ζουμί βρασμένων ρεβιθιών με μπόλικο λάδι και ενός κρόκου αβγού.  της πρότειναν να καθίσει πάνω σε τσουκάλι αχνιστό που μόλις είχαν βράσει μολόχα ή και φασκομηλιά.  πλύσιμο με αφεψήματα. Για τις διάφορες ασθένειες της μήτρας συνιστούσαν:  τους ατμούς που προέρχονταν από το βράσιμο θεραπευτικών φυτών.  πλύσιμο της μήτρα με κρασί (!) και επάλειψή της με αλοιφή, τα συστατικά της οποίας ήταν στάχτη και λίπος.  το μελισσόχορτο ήταν ιδανικό, επίσης, για όλες τις ασθένειες της μήτρας.  στις περιπτώσεις αιμορραγίας χρησιμοποιούσαν βατραχόσκονη, ανακατεμένη με λίπος προβάτου. Και μια μαρτυρία, από τις πολλές του είδους, έτσι απλά και χαρακτηριστικά, για τη γυναικεία αποτελεσματικότητα και στον προαναφερόμενο τομέα. «…Η μητέρα μου ήταν θαρραλέα, καλόκαρδη κι εργατικιά. Κάπνιζε τρία τσιγάρα κι έπινε τρεις καφέδες την ημέρα. Από το πρωί ίσαμε το βράδυ “ήτον σο πουδάρ’ απάνω”. Τα πρώτα της τέσσερα παιδιά ήτανε κορίτσια και το είχε μεράκι (καημό) που δεν έκαμε αγόρια… Πολλές της λέγανε διάφορα γιατροσόφια για να “ποίκ” (γεννήσει) 299 300

Ό.π., σελ. 352, πρβ και Μαυροχαλυβίδης Γ., ό.π.,σελ. 277 Για τις περιπτώσεις αδυναμίας ή παντελούς ελλείψεως γάλακτος υπήρχε η βυζάστρα…

124


αγόρια, αλλά δεν έπιασε κανένα. Στο τέλος η γειτόνισσά μας η Ευτυχία, αν θυμάμαι καλά, της είπε πως αν θέλει να κάμει αγόρια να σηκωθεί και να πάει στον “Γιωγάν Πρόδρομο” στο μοναστήρι του Ζιντζήντερε κι εκεί να “να ποικ’ τ’ ατέτια και να περικαλέσ’ τον Γιωγάν Πρόδρομο να της δωκ’ έναν παιδί”-( κάμει όλα τα συνήθεια και να παρακαλέσει τον άγιο…). Δεν χάνει καιρό η μητέρα μου, παίρνει μαζί της τη θεία μου την Τσάγασα και φεύγει για την Καισάρεια κατά μήνα Αύγουστο, στη γιορτή Ιωάννου του Προδρόμου. Εξομολογείται στον ηγούμενο του μοναστηριού το ντέρτι (καημό) της και κατά παραγγελία του ηγουμένου τη νύχτα, κατά τα μεσάνυχτα της παραμονής της γιορτής, ξυπνούσε “νυφ’ και τσα” (νύφη κι ανδράδελφη), φορούνε τα καλά τους και βγαίνουν στην αυλή του μοναστηριού όπου στο κέντρο ήτανε ένα μεγάλο γέρικο δένδρο ντουτιού(μουριάς). “Νυφ’ και τσα πιάνουνε χέρι και κάναν τρεις φορές γύρο μουριά” παρακαλώντας η μητέρα τον Ιωάννη Πρόδρομο να της δώσει ένα αγόρι: «τσάνημ Ιωάννης Πρόδρομος, πανά πιρ’ ογλάν παγησλά» (Άγιε Ιωάννη Πρόδρομε, ένα αγόρι χάρισέ μου) και…προσκυνώντας τη μουριά έσκισε από το μεταξένιο της σαλβάρι ένα κομμάτι που το ’καμε κομμάτια- κομμάτια και τα ’δεσε στα κλαδιά της μουριάς. Μετά προσκύνησαν τη μουριά και φύγανε… Κατά τα ξημερώματα πηγαίνει η μάνα μου στον ηγούμενο, της ψέλνει το κεφάλι κάτω από το πετραχήλι του, παρακαλεί κι αυτός όπως εισακουσθεί η δέησις της δούλης του θεού Ευσεβείας και “τέξη τέκνον άρρεν” Μετά από ένα σχεδόν χρόνο, στα 1882, νύχτα παραμονή της εορτής του Πέτρου και Παύλου Αποστόλων, γεννιούμαστε δυο αγόρια, “παιδιά”, πρώτος εγώ και μετά λίγη ώρα ο αδελφός μου, “του Νικολάκ’ τα δυο κίζια” (δίδυμα)…».301 Α, ναι και κάτι ακόμα… Υπήρξαν πολλές που προσέφεραν τις ιατρικές τους υπηρεσίες στις απομεμακρυσμένες κοινότητες της Ανατολής… Με μερικές να έχουν τόση μεγάλη προσφορά ώστε να καταγραφούν ανεξίτηλα στη μνήμη των ανθρώπων… Κυρίαρχες προσωπικότητες με έντονα τα στοιχεία της ύπαρξής τους βάλανε τα θεμέλια με την ανιδιοτελή προσφορά και τις ικανότητές τους, καταξιώθηκαν και παρέμειναν στη συλλογική μνήμη. Μνήμης χάριν, λοιπόν, αναφέρουμε όσες μπορέσαμε να βρούμε στην υπάρχουσα βιβλιογραφία, αλλά και όσες αντλήσαμε από τα μουχαμπέτια των δικών μας ανθρώπων. Έχουμε λοιπόν: 1- Νταούτ Μαρία, η γυναίκα του Γαρέ Ερεμία...περιοχή Νίγδης302 2- Δευτερίνα, η γυναίκα του Αβραάμ Λεόντη… περιοχή Συλλάτων303 3- Βουτυρά Κατίνα… από τη Νεάπολη304 301

Σεραφείμ Ρίζος, ό.π., σελ. 352 Την καλούσαν σχεδόν πάντοτε και για όλες τις αρρώστιες. Η γνώμη της γινόταν άμεσα δεκτή. 303 Μαρτυρία Σταματιάδη Ιωάννη ό.π. : «Η Θεοδοσία, νύφη του Γρηγόρη Φάρας, είχε κουρού γκελιντζίκ… είχαν πρηστεί τα χέρια και τα πόδια της. Χλόμιαζε και δεν έπαιρνε επάνω της. Ήταν καταδικασμένη. Για τέτοιες αρρώστιες ειδική θεωρούσαν τη Δευτερίνα. Αφού λοιπόν πήρε υπογραφές, ανοίγει άνοιγμα με το ξουράφι μεγάλο δίπλα στο ραχοκόκαλο και κάτω από το αριστερό φτυάρι το γεμίζει με αλοιφή από μέλι, αλάτι και σκόνη από μπαχαρικά και την αφήνει τρεις τέσσερις μέρες. Η λαβωματιά είχε γίνει κάτασπρη. Τη δούλεψε με φιτίλι (γάζα) μερικές μέρες και έπειτα τη άφησε και έκλεισε. Η κοπέλα έγινε καλά…». 302

125


4- Πασκάλ’ ναίκα… περιοχή Γκιούλ Σεχίρ.305 5- Η Καστερνή Αγαθή, χηρηχτσήσα (χειρούργος)…περιοχή Σινασού306

Κατά την Ανταλλαγή, επίσης, με βάση ορισμένους πίνακες – μαρτυρίες, και με κάθε δυνατή επιφύλαξη για λάθη, τυχόν παραλείψεις, και ελλιπή στοιχεία καταγράφησαν:307 -Στη Ζίλε, περιφέρεια Καισαρείας, δυο πρακτικές μαίες εκ των οποίων η μία μουσουλμάνα. -Στο Ταβλοσούν, περιφέρεια Καισαρείας, ένας γιατρός και μια μαία. -Στη Μουταλάσκη, (Ταλάς), ένας πρακτικός και μια νοσοκόμα. -Στη Νεβσεχίρ, τέσσερις γιατροί, ένα φαρμακείο, δυο μαίες. -Στη Μαλακοπή, γιατρός και φαρμακείο. -Στη Νίγδη (Καγιάμπαση), δύο γιατροί, τρεις μαίες και ένας φαρμακοποιός. -Στο Γούρδουνος, περιφέρεια Νίγδης, ένας γιατρός και μια μαία -Στο Προκόπι,(Ουρκιούπ), δυο ιατροί, ένας φαρμακοποιός, δυο μαίες. -Στη Σινασσό, περιφέρεια Προκοπίου, δυο γιατροί, μια μαία. -Στα Κίσκα, περιφέρεια Φαράσων, έφερναν γιατρό από το Βερέκι. Βεβαίως υπήρχαν και τα οτζάχ… Δηλαδή αν… αν πάλι παρ’ ελπίδα δεν κατάφερναν τίποτε οι γιατροί, πρακτικοί και μη τότε υπήρχε ο πασά Κωνσταντής, η γιαγιά Καλλιόπη, ο Νικόλας, που ξέρανε. 304

Κ. Νίγδελη, Η Νεάπολη της Καππαδοκίας, ό.π., σ. 117, «…Η θεία μου η Κατίνα ήτανε καταπληκτική. Σου θεράπευε το λαιμό αμέσως με ένα δικό της φάρμακο. Έπαιρνε κερί, καθαρό όμως, θειάφι, λίγο λάδι, θυμίαμα και όλα αυτά αφού τα έλειωνε έκανες γαργάρες… αλλά πάνω στις πληγές έβαζε και θεραπευόσουνα μίγμα από γαρύφαλλο, σαπούνι τριμμένο και λάδι». 305 Κ.Ι.Δ. Συκεών, Φ. 12, α.α. 48, μαρτυρία Σαρμουκασίδη Ευστάθιου: «Μαμή πρακτική… παράστεκε στις γέννες που λάβαιναν χώρα συνήθως φυσικά κι αβίαστα, καμιά φορά στα χωράφια, πάνω στη δουλειά… Η ίδια έκαμνε και την οδοντογιατρίνα…». 306 Σεραφείμ Ρίζος, ό.π., σ. 354, «Η Αγαθή ήταν σύγχρονή μας απάνω κάτω πενηντάχρονη και με το χαμόγελο πάντα στα χείλη. Ήταν γιατρίνα-χειρούργος, ας πούμε, των σπασμένων των κοκάλων του ανθρώπινου σκελετού, των εξαρθρώσεων των οστών, βραχιόνων, κνημών, των μπερέδων, ήταν δηλαδή γιατρίνα στα σπασίματα… Είχε αποκτήσει μιαν εμπειρία σ’ αυτά τα παθήματα η Αγαθή ώστε πολλές φορές γιατροί επιστήμονες , σε δύσκολη θέση ευρισκόμενοι, προσέφευγαν στα φώτα και στο θάρρος της…. Ενθυμούμαι πως μιας φτωχής γέμισε ο μαστός και πονούσε φοβερά. Ο γιατρός φοβήθηκε να βάλει μαχαίρι και μου συνέστησε να καλέσω την Αγαθή. Ήλθε τη δεύτερη μέρα θριαμβευτικά απάνω στο γάιδαρό της… Κατόπιν προσεκτικής εξέτασης ζήτησε να της φέρουμε, δε θυμούμαι σε τι ποσά: -Βούτυρο «δουμακιού» (ουράς προβάτου) -Πάμιες ξερές -Ζάχαρη… Τα έβαλε στο γουδί, τα κοπάνισε, τα έκανε ζύμη, ένα μαντζούνι, το εναπόθεσε σ’ ένα άσπρο καθαρό πανί… απλώνοντας το με τα δάκτυλα τα δεξιά αριστερά. “Σε δυο μέρες θα ανοίξει” είπε, “… μη φοβάστε Είναι το κοινό γέμισμα των μαστών των πρωτογενών νυφάδων και σε δυο τρεις μέρες το πολύ θα ανοίξει.” Την τρίτη ημέρα ήρθε. Εν τω μεταξύ ο πόνος έπαυσε. Άνοιξε τον μαστό, καθάρισε ην πληγή με βαμβάκι, ρακί και οινόπνευμα, έβαλε βούτυρο ουράς, έδεσε το μαστό και μας παρήγγειλε να αλλάζουμε κάθε δυο μέρες το βαμβάκι. ..Η πληγή έκλεισε τελικά…». 307 Δεν υπάρχουν πλήρη στοιχεία για ειδικότητες… ονόματα… αλλά και εάν πρόκειται για πρακτικούς ή όχι. Πολλές φορές μάλιστα τα στοιχεία είναι αλληλοσυγκρουόμενα… ή λανθασμένα προερχόμενα και από μαρτυρίες.

126


Βέβαια και σίγουρα πράγματα. Διότι κάτεχαν το πράγμα και θα το μεταβίβαζαν στους ευλογημένους από στόμα σε στόμα και μόνο όταν ερχότανε η ώρα. Όπως το πήραν.308 Δηλαδή αυτή της μετάβασης στον άλλο κόσμο. Με μια διαδικασία απλή, μυστική, κάτι το ιερό, ανάμεσα στον πατέρα που παρέδιδε στο γιο ή τη μάνα προς την κόρη… Για να συνεχίσουν το θεάρεστο έργο της γιατρειάς. Διότι σε κάθε διαφορετική περίπτωση οι γνώσεις χάνονταν. Με τους ευλογημένους στις περισσότερες των περιπτώσεων να είναι τα παιδιά ή και μέλη της οικογένειας.309

308

Θανάσης Κωστάκης, ό.π., σ. 328, «Παραδίδωσι δε και δείκνυσι πατήρ τω υιώ και ούτως η δύναμις φυλάσσεται ως ουδείς άλλος οίδε των πολιτών. Ουχ όσιον δε τους επισταμένους τα φάρμακα μισθού τοις κάμνουσι βοηθείν, αλλά προίκα», 309 Ό.π., σ. 328, «Υπήρχαν ακόμη και τα οντζάχια στα γύρω χωριά. Ήταν οικογένειες που από μάνα σε κόρη συνήθως ή από πατέρα σε γιο, σπανιότερα κληρονομούσαν την ικανότητα να γιατρεύουν λογής αρρώστιες. Όταν ο προικισμένος με τη χάρη αυτή ένιωθε το τέλος του να πλησιάζει, καλούσε το γιο του ή την κόρη του να τους μεταδώσει το χάρισμα. Να σι ντώκου ντου χέρι μ’ έλεγε φωνάζοντας, να κάμεις καλά τον κόσμο…Και ο κληρονόμος του οντζακιού έπιανε το χέρι του ετοιμοθάνατου, το φιλούσε και έπαιρνε έτσι τη διαδοχή στην ικανότητα να γιατρεύει…». Σχ. και Γ. Μαυροχαλυβίδης, ό.π., σ. 135, Κ. Νίγδελης, Τα Φλογητά της Καππαδοκίας, ό.π. σ. 127

127


Στης γέννας το κατώφλι…310

Αφιερωμένο εξαιρετικά στις υποψήφιες μητέρες όλου του κόσμου Γέννηση… Το θαύμα της δημιουργίας μέσα από τις οδύνες του τοκετού. Ο τρόπος της παραμένει τουλάχιστον ίσαμε τα σήμερα και βεβαίως και για το απώτερο πιστεύουμε μέλλον, ο ίδιος. Η αυτή διαδικασία στο διάβα του χρόνου. Επώδυνος μεν, αλλά και ευχάριστος για το αποτέλεσμα. Σε εκείνο ή εκείνο που διαφέρει από τόπο σε τόπο ή αν θέλετε από ράτσα σε ράτσα, είναι τα προηγούμενα ή τα επόμενα της γέννας. Δηλαδή οι συνήθειες περί αυτήν, οι χαρές και τα πανηγύρια και όλα ετούτα που ομόρφυναν και συνεχίζουν ακόμα, τη ζωή. Εμείς με τη σειρά μας ανακαλύψαμε, επεξεργασθήκαμε, καταγράψαμε και παραδίδουμε στο αναγνωστικό κοινό τις δικές μας συνήθειες, αυτές της ευλογημένης ράτσας των Καραμανλήδων. Είναι τα μάλα ενδιαφέρουσες, παράξενες, πρωτότυπες, αφελείς εν πολλοίς, ενδεχόμενα ορισμένες σωτήριες, αλλά σε κάθε περίπτωση αξίζει κανείς να τις γνωρίσει.

310

Η γέννα δεν είναι ασθένεια, τη συμπεριλάβαμε όμως στην παρούσα μελέτη και μάλιστα “τιμής ένεκεν” σε ξεχωριστό κεφάλαιο, που σχεδόν εξολοκλήρου δανειστήκαμε από το βιβλίο «Καππαδοκία, γέννηση- βάπτιση» του ιδίου…

128


Φάση Α Την έναρξη των πόνων αλλά και το «σπάσιμο» των νερών της εγκύου πρώτες και άμεσα τα μαθαίνουν οι γυναίκες της οικογένειας. Η πεθερά, οι συννυφάδες, οι μεγάλες κόρες, οι οποίες «μιλημένες» εκ των προτέρων θέτανε άμεσα σε εφαρμογή αυτά που ξέρανε. Κάποια τακτοποιούσε τα «τσιμπράγκαλα» του δωματίου της γέννας, κάποια άλλη ετοίμαζε τα απαραίτητα: ζεστό νερό, πετσέτες, σεντόνια, φασκιά, η νεότερη έβαζε τα ποδάρια στην πλάτη, για να ειδοποιήσει τη μαμή, κάποια άλλη ειδοποιούσε τον μέλλοντα πατέρα.311 Φάση Β Εμφάνιση της μαμής, ή σπανιότατα του γιατρού. Όλοι παραμερίζουν στην ειδικό, η οποία είχε συνήθως ξεγεννήσει το μισό χωριό. Με τις πρώτες ενέργειές της να είναι διαπιστωτικές. Έβλεπε και ψαχούλευε τη γκαστρωμένη, διαπίστωνε την έλευση, και άρχιζε τις δέουσες προσπάθειες. Να βοηθήσει την κυρά και το παιδί. Έτσι:  Έτσι έπλενε καλά και απολύμαινε τα χέρια της με μπόλικο ξύδι και χυμό λεμονιού, μέτρα απαραίτητα προφύλαξης τόσο της ιδίας, όσο της μάνας και του παιδιού.  Ράντιζε την ετοιμόγεννη με νερό, για να βγει το μικρό γρήγορα σα Νερό.  Άλειφε την κοιλιά και τη μέση της με λάδι, για να γλιστρήσει μ’ έναν πόνο.  Σήκωνε την ετοιμόγεννη και την έβαζε να περπατήσει στο χώρο του σπιτιού και πάνω από σίδερα, που προηγούμενα είχε στρώσει η οικογένεια, έτσι, για να βγει το παιδί γερό και δυνατό σαν το σίδερο.312 Τα οποία μετά τη γέννα τα βάζανε στο κατώφλι του σπιτιού, για να τα πατάνε, όποιοι έμπαιναν και έβγαιναν από το σπίτι. Α, ναι, μαζί της έχει έρθει και η βοηθός, που πάντοτε μετέφερε τα απαραίτητα σύνεργά της. Αγιόνερο, ειδικά φυλακτά και μαντζούνια για κάθε χρήση και αιτία , την εικόνα του Αγίου Ελευθερίου. Παρατήρηση: Μεταξύ των λοιπόν μεθόδων της εύκολης γέννας συμπεριλαμβάνονται και τα παρακάτω: 1-Περνούσαν πάνω από τα ρούχα της γκαστρωμένης ένα αυγό τρεις φορές με την ταυτόχρονη επίκληση της δύναμής του, λέγοντας «όπως πέφτει το αυγό από την κότα, έτσι να πέσει το μωρό από τη μάνα του» 311

Σε ορισμένες κοινότητες, όπως για παράδειγμα την Ανακού, τα Λήμνα, τα Φλογητά, το Ανταβάλ κ.α. τηρείτο σιγή ιχθύος για την έναρξη τούτων των διαδικασιών. Από το φόβο του ματιού αλλά και των κακών γλωσσών, που μπορούσαν να δημιουργήσουν κάποιο πρόβλημα. Γι’ αυτό ζητούσαν από τον ιερέα του χωριού όχι μόνο να πει μερικές ευχές, αλλά και να τους δώσει λίγο «ευχολόνερο» με το οποίο ράντιζαν την ετοιμόγεννη.

312

Κ. Νίγδελης- Ι. Σταματιάδης, ό.π., σελ. 130

129


2-Πότιζαν την έγκυο με βρασμένο βασιλικό, αναμεμειγμένο με διάφορα βότανα και λίγο λάδι για τη δημιουργία στομαχικών ανωμαλιών και κατά συνέπεια την εύκολη γέννα. 3- Βράζανε νερό και πάνω από το σκεύος που άχνιζε τοποθετούσαν την έγκυο, πιστεύοντας έτσι, πως με αυτό τον τρόπο θα βγει το παιδί εύκολα και καλά. 4- Δίδανε στην έγκυο καρύδια και την προέτρεπαν να τα σπάσει με τα χέρια. Πίστευαν πως το ζόρισμα του σπασίματος θα διευκόλυνε την έξοδο του παιδιού. 5-Ρίχνανε τρία μικρά σιδερένια αντικείμενα από το λαιμό της τοποθετούμενης σε όρθια στάση εγκύου, πιστεύοντας πως με τούτο τον τρόπο «όπως εύκολα πέφτει το σίδερο έτσι θα βγει το παιδί …». Σχεδόν κάθε κοινότητα είχε τα δικά της διαφορετικά, αλλά πάντοτε κατά την άποψή τους σωτήρια για τη διευκόλυνση της «εξόδου» του παιδιού. Έτσι, για παράδειγμα, στην Ανακού, μόλις «πιάσαν ντου πον’» δυο γυναίκες που προσέτρεχαν για βοήθεια κρατούσαν την επίτοκο από τις μασχάλες και τη γύριζαν μέσα στο δωμάτιο ώσπου να πέσει το παιδί, ενώ η γκαστρωμένη προσευχόταν στην Παναγιά γλιτωμό και άμεση απελευθέρωση. Στη Γκιουλ Σεχίρ, πάλι, την περνούσαν τρεις φορές πάνω από τη φωτιά για να πέσει το παιδί από μέσα της ή την κτυπούσαν ελαφριά στη ράχη και της εύχονταν εύκολο και γρήγορο τοκετό.313 Αλλά και στη Δίλα σε περίπτωση δύσκολου τοκετού της φέρνανε «την Παναϊά». Δηλαδή ένα ξερό κλαδί, «… Παναάς τα δάκτυλα ή χέρι», που το φύλαγαν στης εκκλησιάς το ιερό ειδικά για τέτοιες περιπτώσεις. Βεβαίως σε εξαιρετικές περιπτώσεις θαυματουργό ήταν και το νερό με το οποίο είχε πλυθεί ο πεθερός της εγκύου. Το οποίο ή με το οποίο αφού της πλένανε το πρόσωπο της δίνανε και λίγο για να ξεδιψάσει.314 Στη Νίγδη, πάλι, «τις στιγμές αυτές καλό ήτανε να φιλήσει το χέρι της πεθεράς…». Αλλά και αν έτσι, απλά, ήτανε μαλωμένη με κάποιον, «τον φώναζαν και της έδινε να πιει λίγο νερό με τη χούφτα του ή μέσα στο παπούτσι του, φυσικά για να γεννήσει γρήγορα».315

Φάση Γ Μετά την παρέλευση ικανού χρόνου και «άρνησης του ευλογημένου» επιτέλους να βγει, έμπαιναν σε εφαρμογή τα μεγάλα μέσα. Η παρουσία μιας χήνας. Και ναι μεν το συμπαθέστατο ζωντανό μας παρείχε τα αυγουλάκια και το κρέας του, αλλά, εκεί και τότε, έδιδε και σωτήριες ιατρικές βοήθειες στο τομέα της μαιευτικής. Θεωρείτο πως σε περίπτωση δυστοκίας και ανυπόφορων πόνων μπορούσε να «τα πάρει» και να ελευθερώσει την έγκυο. Τοποθετούμενη στο κρεβάτι ή επί της εγκύου μπορούσε να διώξει με το κράξιμό της το άλυ, τον κακό δαίμονα που εμπόδιζε να βγει το παιδί.316 Παρατήρηση: 313

«Ο Θεός να σου κάμει ένα καλό, να γλιτώσεις με το καλό…». Θανάσης Κωστάκης, ό.π., σελ. 157 315 Ό.π., σελ. 157 316 Κ. Νίγδελης- Ι Σταματιάδης, ό.π., σελ. 131 314

130


Μεταξύ των Καππαδοκών υπήρχε διαδεδομένη δοξασία πως επρόκειτο περί δαίμονος που δεν ανέχονταν την αύξηση του ανθρώπινου γένους και με αυτό τον τρόπο προσπαθούσε να κάμει το κακό. Είτε προ της γέννας με την αποβολή του εμβρύου, ή μετά με το θάνατο της λεχώνας και το παιδιού. Στο σημείο αυτό επανακαταθέτουμε ένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικό κείμενο, δείγμα μιας άλλης νοοτροπίας, που βρήκαμε στο εξαιρετικό πόνημα του Γ Μαυροχαλυβίδη … Όπου μεταξύ των άλλων και αφού σέρνει γενεές δεκατέσσερις, «δεινόν γαρ η αμάθεια και πολλών κακών τοις ανθρώποις αιτία», γράφει πως, «…σε περίπτωση δύσκολης γέννας η επέμβαση των αγραμμάτων γειτονισσών γινότανε αιτία μόλυνσης που κατέληγε σε εκλαμψία, συνεπεία επιλόχειου πυρετού, οπότε λέγανε “τ’ λοχούσα πάτσεν ντο Άλης”…».317 Βεβαίως στην περίπτωση αυτή η αποφυγή του μοιραίου ήταν σπάνια. Μη γνωρίζοντας, φυσικά, την πραγματική αιτία του κακού, την αποδίδανε σε υπερφυσική δύναμη, σε κακοποιό δαίμονα που φθονεί την αύξηση του ανθρώπινου γένους κι επιθυμώντας να την περιορίσει επενέβαινε θανατηφόρα κατά τη γέννα. Τότε κατάφευγαν σε μέτρα θεραπείας γελοία. Επιστρατεύοντας από τα πέρατα του χωριού τις λιγοστές χήνες που ’τρεφαν μερικά σπίτια, τις οποίες οδηγούσαν στην κάμαρη, όπου είχαν τη λεχώνα αναίσθητη, καταπόρφυρη, ανάσκελα με τα ποδάρια όρθια ακουμπισμένα στον τοίχο. «…Οι χήνες αν χιούμιζαν μ’ ανοιχτά τα φτερά και τσιμπολογούσαν την λεχώνα, το θεωρούσαν καλό οιωνό και πίστευαν πως υπάρχουν ελπίδες καλυτέρευσης. Κι αν γινότανε κανένα θαύμα, που θα χρωστιότανε στην ατσαλένια κράση της γυναίκας κι όχι βέβαια στην επέμβαση των πτηνών, πιστεύανε πως γύρισε πίσω από τον τάφο, πως πάθαινε ανοσία και θεωρούνταν απρόσβλητη πια στις άλλες γέννες της. Άλλοτε πάλι σε περιπτώσεις ακατάσχετης αιμορραγίας κοπανούσανε την κοιλιά της λεχούσας δεξιά- αριστερά και τη στέλνανε άθελά τους βέβαια, μια ώρα αρχύτερα….».318 Τώρα, συμπερασματικά να πούμε πως συμφωνούμε με τον καλό ερευνητή, τουλάχιστον σε ό,τι έχει σχέση με τις πρώτες του παρατηρήσεις, που είχαν να κάμουν με την αγραμματοσύνη των συντοπιτών του. Οφείλουμε όμως να τονίσουμε πως απλά οι καλοκάγαθοι Καππαδόκες με τούτες τις πράξεις κάνανε κάτι που ξέρανε αιώνες τώρα. Πράξεις τηρούμενες κατά γράμμα και χωρίς καμιά παρέκκλιση, που έτσι «μάθανε» από αρχαιοτάτων χρόνων, χωρίς φυσικά να γνωρίζουνε το γιατί ή αν θέλετε πίστευαν ό,τι στο διάβα του χρόνου τους έμεινε. Κάποια κατάλοιπα από παλιές δοξασίες, όπως…Η επίκληση βοήθειας στη Θεά Ειλείθυιαν, θυγατέρας του Διός και προστάτιδας της γέννας, το σύμβολο της οποίας ήταν η χήνα. Συνεπώς η χρησιμοποίησή της ήταν απλά το αίτημα, έστω και εν αγνοία τους, προς τη Θεά για βοήθεια της γυναίκας που υπέφερε.319 317

Ο δαίμονας άλης και οι τρόποι δράσης του υπήρχαν στην παράδοση πολλών λαών. Μεταξύ των άλλων στην περιοχή του Ικονίου πίστευαν πως επρόκειτο για γυναικεία δαιμόνισσα, την οποία μπορούσαν να συλλάβουν και να έρθουν σε συμφωνία μαζί της…με την απειλή του σκοτωμού της σε περίπτωση αθέτησης των ρηθέντων. Τότε το σπίτι γινότανε οτζάκ και αποκτούσε την ικανότητα όχι μόνο να προφυλάσσει από το κακό, αλλά και να θεραπεύει. 318 Γ. Μαυροχαλυβίδης, ό.π., σελ. 207 319 Ι Αρχελάου, ό.π., σελ. 85,

131


Την αυτή περιγραφή χρησιμοποιεί και ο έγκριτος ερευνητής Ι. Αρχέλαος σε σχετικό πόνημα για την ιδιαίτερή του πατρίδα. Επιπλέον, μας δίδει και τις πληροφορίες πως, « προς αποδίωξιν του δαίμονος τούτου πυροβολούσιν επανειλημμένως και εισάγουσι εις τον κοιτώνα της λεχούς χήνας, θέτοντες επί του στήθους της πασχούσης κριθήν… απολύουσι τούτους κατά της λεχούς… θεωρείται δε σωστικόν, αν ούτοι μεθ’ ορμής εφορμώντες πλήττουσι το πρόσωπο της λεχούς δια των πτερύγων, ο δαίμων τότε εκφεύγει και η ούτω σωθείσα γυνή θεωρείται του λοιπού απρόσβλητος υπό τοιούτου είδους δαιμόνων και ου μόνον αύτη δεν προσβάλλεται πλέον κατά τον τοκετόν αλλά και παρισταμένη εις τοκετούς άλλων γυναικών έχει την δύναμιν του εκφοβίζειν και αποσοβείν τον δαίμονα. Πιστεύεται δε ότι η τοιαύτη δύναμις διατηρείται επί επτά γενεάς εν μια και τη αυτή οικογενεία και εκ τοιούτων οικογενειών ζητούνται γυναίκες πολλάκις εκ μεμακρυσμένων έτι κωμών ίνα συμπαρασταθώσιν εις τους τοκετούς…».320 Φάση Δ Τώρα, αν και πάλι η «έξοδος» αργούσε δραματικά, οφειλόμενη κατά κύριο λόγο στην με τα πόδια κάθοδο του εμβρύου, η λύση ήταν δυνατή με πλέον δραστικές συνήθειες. Στηριγμένες στην πρακτική αιώνων, εχουσών στη βάση τους την ορθή αντιμετώπιση του προβλήματος. Και εξηγούμε άμεσα. Με τη βοήθεια και των γυναικών της γειτονιάς, που πάντοτε προσέτρεχαν σε τέτοιες περιπτώσεις, τοποθετούσαν τη γκαστρωμένη πάνω σε ένα γερό σεντόνι ή μια κουβέρτα και με απότομες κινήσεις και κυματισμούς προσπαθούσαν να επαναφέρουν το έμβρυο στη σωστή θέση. Στη Μαλακοπή η ίδια διαδικασία γίνονταν στο πάτωμα του δωματίου, όπου δίκην βαρελιού «κατρακυλούσαν» την έγκυο για να πάρει θέση το φσαχ.321 Προς βοήθεια της ετοιμόγεννης, επίσης, προσέτρεχαν, εάν έπρεπε, και οι αρσενικοί της οικογένειας, εκτός του συζύγου, που ο δόλιος περίμενε υπομονετικά και μάλλον ανήμπορος απέναντι στο δράμα της κυράς, τον ερχομό του παιδιού. Τοποθετούσαν, λοιπόν, με την πλάτη στην πλάτη του πλέον εύσωμου την ετοιμόγεννη και με σιγανούς στην αρχή και δυνατούς μετά τρανταγμούς «βοηθούσε» στην έξοδο.322 Παρατήρηση -Ο τρόπος της γέννησης ενός παιδιού είναι γνωστός και από αιώνων ο ίδιος. Σχεδόν πάντοτε η ύπτια στάση. Και λέμε σχεδόν διότι στο Σογιανλί, για παράδειγμα, πάνω από το κρεβάτι της γέννας τοποθετούσαν μια τριχιά από τη μια πλευρά του δωματίου μέχρι την άλλη, στο ύψος της ετοιμόγεννης, από την οποία, την ώρα των αφόρητων πόνων της «εξόδου», κρεμόταν προς διευκόλυνσή της.323 Ενδεχόμενα τούτη η συνήθεια να είχε και κάποια συμβολική σημασία που είχε να κάμει με το «δέσιμο του νέου ανθρώπου με την οικογενειακή εστία»324 320

Ό.π., σελ. 85 Κ. Νίγδελης- Ι Σταματιάδης, ό.π., σελ. 131 322 Κ.Ι.Δ.Συκεών, Φ12, α.α. 11, μαρτυρία Σαρμουκασίδη Ευσταθίου (Νεβ-σεχίρ) 323 Κ.Ι.Δ.Συκεών, Φ12. α.α.12, μαρτυρία Ιορδάνογλου Μαρίας (Ποταμιά), «…Πολλές φορές έτσι ξεγεννούσαν αυτές που είχαν ήδη κάνει παιδιά…τους ερχότανε πιο εύκολα…ξέρανε και γλιτώνανε μένα αχ…». 324 Τούτο το έθιμο καταγράφεται και στην ηπειρωτική Ελλάδα. Την ιδία εξήγηση βλέπουμε στο βιβλίο της Σούλας Τόσκα, Λαογραφικά Αργιθέας Θεσσαλικών Αγράφων, Θεσσαλονίκη 1996, σελ 17 321

132


-Στη σχετική βιβλιογραφία, επίσης, υπάρχουν καταγραφές και για δυο άλλους διαφορετικούς τρόπους γέννας. Στο Μιστί, για παράδειγμα, «η γυναίκα γεννούσε όρθια με τις πόρτες του σπιτιού να είναι κλειστές…»325. Αλλά και καθισμένη στο σκαμνί.326 Ιδιαίτερα η τελευταία περίπτωση ήταν γνωστότατη από τα βυζαντινά χρόνια. Παίρνανε την ετοιμόγεννη και την τοποθετούσαν σε χαμηλό ξύλινο σκαμνί, τρύπιο στη μέση, μέσα από το οποίο μετά από τις σχετικές προσπάθειες ελευθερωνόταν.327 -Φυσικά σε κάθε διαφορετική περίπτωση έπρεπε άμεσα η ετοιμόγεννη να διακομιστεί σε γιατρό. Ιδιαίτερα στην υπαρκτή αδυναμία της μαμής να βοηθήσει αποτελεσματικά, λόγω διαφορετικής θέσεως καθόδου του εμβρύου. Με την καισαρική να αποτελεί τον φόβο και τον τρόμο όλων, μιας και όπως έχουμε προαναφέρει οι μέθοδοι ήταν απηρχαιωμένες και η θνησιμότητα μεγάλη. Φάση Ε «Βρε, βρε, καλώς το!». Δύσκολα, εύκολα, με ή χωρίς βοήθεια, όταν έρθει εκείνη η ώρα κάθε έμβρυο βγαίνει από την κοιλιά της μάνας του και βλέπει το φως του ψεύτικου ντουνιά. Για να αρχίσει άμεσα μια ευχάριστη διαδικασία, που ’χε να κάμει με την περιποίησή του αλλά και την «τακτοποίηση» της μητέρας. Η πρώτη φροντίδα, λοιπόν, ήταν του παιδιού. Το καθάριζαν από τα αίματα και τις βρωμιές, αφού προηγουμένως του κόβανε τον αφαλό με ψαλίδι και το δένανε με κλωστή.328 Αλλά και το «αλατίζανε» με μαλακό τουλπάνι σε ορισμένα δύσκολα σημεία τις κλειδώσεις, τις μασχάλες, τα σκέλη, τα «ζωτικά σημεία».329 Για να το φασκιώσουν στη συνέχεια με ειδικά φασκιά…αλλά και να του κρεμάσουν σκόρδο με γαλάζιες χάνδρες, για να μη «το πιάσει το κακό μάτι…».330 Και κάτι ακόμα. Το πρώτο φάσκιωμα ήταν τελετουργικό. Πάνω σε μια στρώση ζεστή άμμο άπλωναν ένα πανί και εκεί πάνω τοποθετούσαν το μωρό γυμνό, καθαρισμένο και αλατισμένο. Με τη μαμή να λέει το «πάτερ ημών», να το θυμιατίζει, να το σταυρώνει, να το φτύνει και στη συνέχεια προβαίνει σιγά, σιγά, στο φάσκιωμά του. Ταυτόχρονα φρόντιζαν και τη μητέρα. Την πλένανε και γενικά την καθάριζαν με χλιαρό νερό ή χαμομήλι, της δένανε τη μέση με φαρδύ ύφασμα, την τοποθετούνταν επί θερμής στάχτης για σύντομο

325

Οι κλειστές πόρτες αλλά και η απαγόρευση της παρουσίας στους αρσενικούς και κυρίως στις ακάθαρτες, είχε να κάμει με όλα εκείνα τα συμβολικά μέτρα προς αποφυγή των δαιμόνων που απειλούσαν τη λεχώνα. 326 Θανάσης Κωστάκης, ό.π., σελ. 157 327 Πρόκειται για το «λοχαίον ή λοχιαίον δίφρον» των Βυζαντινών… 328 Σημ: Συνήθως ο καθαρισμός του βρέφους γινότανε με χλιαρό νερό και τοπικά βότανα, κυρίως χαμομήλι. Ειδικά για τα αρσενικά παιδιά συνήθιζαν να καθαρίζουν το πρόσωπό τους και με λίγες σταγόνες κρασιού. 329 Το αλάτισμα είχε τη βάση του και δεν ήταν τίποτε άλλο παρά το «ψήσιμο» και η προστασία του μωρού από τις ασθένειες. Τούτη η διαδικασία κρατούσε τρεις μέρες. Μετά την παρέλευση των οποίων τον καθαρισμό του βρέφους αναλάμβανε η μέλλουσα νονά και οι γιαγιές της οικογένειας. 330 Κ.Ι.Δ.Συκεών, Φ.12, α.α. 14, μαρτυρία Σωτηρίου Μαρίας (Σιβριχισάρ)

133


χρονικό διάστημα331, τοποθετούσαν στην περιγεννητική χώρα καταπλάσματα, την «στύλωναν» στο κρεβάτι και τη θυμιάτιζαν για να φύγουν τα κακά πνεύματα.332 Αλλά φρόντιζαν, μετά περισσής επιμελείας μάλιστα, και να «καθαρίσει». Πρώτα- πρώτα για το ύστερο «της έδιδαν ένα μπουκάλι να το φυσήσει ούτως ώστε ζορίζοντας τον εαυτό της να τα καταφέρει έτσι καλύτερα». Και λάδι με κρασί για τα έντερά της.333 Παρατήρηση Πληροφοριακά να σημειώσουμε πως ένα από τα πλέον σημαντικά γεγονότα που καθόριζαν σε μεγάλο βαθμό την πορεία του στη ζωή ήταν το «γλύκεμα των μοιρών» που λάβαινε χώρα την τρίτη βραδιά από τη γέννησή του.334 Σύμφωνα, λοιπόν, με την επικρατούσα πρακτική έπρεπε «η λεχώνα την τρίτη ημέρα να σηκωθεί και να συγυρίσει το δωμάτιό της, πάντοτε φυσικά με τη βοήθεια τω οικείων της. Στο τραπέζι έβαζε ένα ποτήρι νερό, μέλι και λίγους ξηρούς καρπούς. Σκοπός της να γλυκαίνει τις τρεις μοίρες που θα μοιράνουν το φσαχ της και που σύμφωνα με τη παράδοση η μια κρατούσε ψαλίδι και κομπολόι, η άλλη ρόκα και αδράχτι και η τελευταία ψαλίδι. Έτσι και σύμφωνα με τα μουχαμπέτια, όσους γύρους μαζέψει το αδράχτι έως ότου κοπεί από εκείνη που κρατά το ψαλίδι, τόσα χρόνια θα ζήσει το παιδί…».335 Φάση Ζ Κλείνοντας τούτο το κεφάλαιο να σημειώσουμε πως υπήρχαν και άλλα τινά για την περιποίηση του βρέφους που προκαλούν, σήμερα τουλάχιστον, στον καλόπιστο ερευνητή, απορία έως και σχετική δυσφορία για το μέγεθος της βιαιότητας, ίσως και βαναυσότητας, προς τη νέα ύπαρξη. Για όλες εκείνες τις μεθόδους που και μόνο η περιγραφή τους προκαλεί τη φρίκη. Εμείς με τη σειρά μας απλά αναφέρουμε μερικές εξ αυτών:  Για το αλάτισμα και τα αποτελέσματά του έχουμε αναφερθεί παραπάνω. Το τι ένιωθε ο σπόρος ή η μικρή κοπελούδα μάς είναι μεν

331

Κ. Νίγδελης- Ι. Σταματιάδης, ό.π., σελ. 122 πρβ και Τζιούτζια Ελένη, ό.π., σελ. 63, «…η τοποθέτησή της λεχώνας πάνω σε ζεστή στάχτη έστω και εν αγνοία τους σίγουρα απέβλεπε στον καυτηριασμό της «περιοχής» και την απολύμανσή της από μικροβιακές καταστάσεις που, αν δεν τις αποφεύγανε, πολλές φορές οδηγούσαν στο θάνατο…». 332 Λάζαρος Ευπραξιάδης, ό.π., σελ. 275 333 Μαρτυρία Σωτηρίου Μαρίας, ό.π. 334 Σημ: Η λέξη λεχώνα προέρχεται από το Ομηρικό Λέχος που σημαίνει κρεβάτι. 335 Κωνσταντίνος Νίγδελης, ό.π., σελ. 101, «Τούτη η αρχέγονη δοξασία ήταν «δανεισμένη» από την ελληνική μυθολογία. Σύμφωνα λοιπόν με αυτήν υπήρχαν τρεις θεότητες που καθόριζαν το πεπρωμένο των ανθρώπων. Η Κλωθώ, η Λάχεση, και η Άτροπος. Κόρες του Δία και της Θέμιδας, Θεές της δικαιοσύνης, κατοικούσαν στον Όλυμπο ή κατ’ άλλους σε μια κοιλάδα του Παρνασσού. Η Κλωθώ, που ήταν η μεγαλύτερη, κρατούσε τη ρόκα και με αυτή έκλωθε τη μοίρα των ανθρώπων…. Η Λάχεση, δεύτερη κατά σειρά, κρατούσε το αδράχτι στο οποίο τύλιγε το νήμα της ζωής των ανθρώπων και μοίραζε τα καλά και τα κακά…. Η Άτροπος, τρίτη στη σειρά, κρατούσε το ψαλίδι που με αυτό έκοβε το νήμα της ζωής των θνητών….εκεί που είχε προκαθοριστεί. Τούτη λοιπόν η αρχαιοελληνική δοξασία δανεισμένη και ολίγον διασκευασμένη διατηρήθηκε στο διάβα του χρόνου μέσα στη λαϊκή συνείδηση… Για να τις καλοπιάσουν βάζανε στο προσκέφαλο του παιδιού ψωμί και παράδες… Σύμφωνα με τη λαϊκή θυμοσοφία…ό,τι γράψανε δε ξεγραφότανε με τίποτε…»

134


άγνωστο, αλλά φανταζόμαστε πως τα μάλα κατανοητό. Ευτυχώς όμως που κρατούσε μόνο λίγες μέρες.  Για να είναι το παιδί ήρεμο, επί σαράντα μέρες του δένανε τα μάτια. Το γιατί τα μάτια, το αγνοούμε παντελώς.  Στη Δίλα, πάντως, ήτανε περισσότερο πρακτικοί. Το άφηναν νηστικό την πρώτη μέρα για τον ίδιο λόγο.  Για να το «στρογγυλέψουν», επίσης, του δένανε τη μύτη και του πίεζαν το κεφάλι.  Αν παρ’ ελπίδα το βρέφος γεννιότανε λιποθυμισμένο, μαζί με το νερό που χύνανε στο πρόσωπό του, χτυπούσαν κι ένα ταψί για να ξυπνήσει. Παρατήρηση - Μια πρακτική-δεισιδαιμονική συνήθεια ήταν και αυτή κατά την οποία ουδέποτε άφηναν τη λεχώνα να «παραδοθεί» στον ύπνο, τουλάχιστον για ένα εξάωρο μετά τη γέννα. Μιας και πίστευαν πως αν κοιμότανε υπήρχε ο κίνδυνος να την «κλέψει» ο χάροντας. Πίστη μάλλον ανόητη, όμως στηριγμένη σε κάποιες αληθινές αιτιάσεις, έστω και αν δεν τις κατανοούσαν. Γιατί το κακό, εκεί και τότε, μπορούσε να αντιμετωπιστεί καθ’ όπως μπορούσαν και μόνο εάν και εφόσον η λεχώνα είχε τις αισθήσεις της. -Η λεχώνα τουλάχιστον και μέχρι το σαράντισμα δεν αφήνεται ποτέ μονάχη για να μην την «πατήση ο Άλης ή το κακό».336 Προφανώς πρόκειται για τον επιλόχειο πυρετό, αποτέλεσμα της κακής παροχής υπηρεσιών και των μολύνσεων της μήτρας, τον οποίο η λαϊκή φαντασία και η άγνοια μετέτρεψε σε δαίμονα που καιροφυλακτούσε να «πάρει μάνα και παιδί». Σε ορισμένες κοινότητες, μάλιστα, όχι μόνο δεν την αφήνανε ποτέ μόνη, αλλά όποτε υπήρχε ανάγκη για κάτι τέτοιο «βάζανε δίπλα της κάτι, τη σκούπα για παράδειγμα ή το χάρτσικατ, για συντροφιά…».337 Βεβαίως το κύριο βάρος αυτής της άτυπης προστασίας έπεφτε σχεδόν πάντοτε στην οικογένεια... «με την πεθερά ή τη μητέρα ή κάποιο κορίτσι δικό τους να είναι πάντα συντροφιά της...αλλά και επί σαράντα μέρες να είναι δίπλα της το ιερό εικόνισμα της Παναγιάς που αδιάκοπα μπροστά του άναβε καντήλα...»338 - Για να αποφευχθεί οποιοδήποτε κακό και το βρέφος «να μην φθίνει και αποξηραίνεται» επί σαράντα μέρες δεν επέτρεπαν να το πλησιάσουν φορείς του κακού, που ήταν ακόμα και οικόσιτα ζώα, μεταξύ των οποίων τα σκυλιά, οι κότες και άλλα οικιακά, «άρτι γεννήσαντα». -Για να προστατευθεί η λεχώνα από οποιοδήποτε κακό «κοσκινίζεται εν μέση οδώ ή περιβάλλεται δι’ ενός γυναικείου εσωβράκου, εάν δε καθ’ οδόν συναντά άλλη γυναικί μη συμπληρωσάσης ως και αυτή τας τεσσαράκοντα ημέρας, ανταλλάσσει μετ’ αυτής μιαν βελόναν…»339 - Τα νεογέννητα ποτέ δεν τα πλένανε με σαπούνι…διότι υπήρχε ο «κίνδυνος να λιώσουν, όπως λιώνει το σαπούνι ή να μαραζώσουν…».340 336

Σεραφείμ Ρίζος, ό.π., σελ. 267, «...έρριχναν τουφεκιές για να φύγη ο Άλης κι έφερναν ιερέα να ψάλλη τη λοχούσα σκεπάζοντας το κεφάλι της με κόκκινο πανί, άλικο πανί...». 337 Μαρτυρία Σωτηρίου Δαμπρατζόγλου Κατίνας, ο.π. 338 Σεραφείμ Ρίζος, ό.π., σελ. 265 339 Συμεών Φαρασόπουλος, ό.π., σελ. 40 340 Γ. Μαυροχαλυβίδης, ό.π., σελ. 274

135


Γυναίκα και …δεισιδαιμονία

Γυναίκα και δεισιδαιμονία,341 λοιπόν, αλλά και μαγεία, και προκατάληψη342και πρόληψη343και πολλά και διάφορα344. Αλλά μόνο η γυναίκα; Ε, όχι βέβαια, αλλά ίσως, χωρίς να αποτελεί τίποτε αυτό, ήταν περισσότερο επιρρεπής.345 Σε κάθε περίπτωση οι άνθρωποι της υπαίθρου και μάλιστα με τις συνθήκες της τότε εποχής, ήταν δεκτικοί τα μάλα προς όλα αυτά. Με τους λόγους να είναι και εδώ κατανοητοί και εξηγήσιμοι εν πολλοίς. Η παντελής άγνοια μα και αδυναμία εξήγησης των φυσικών φαινομένων, συνηθισμένων αλλά και ασυνήθιστων, η έλλειψη μόρφωσης, η περιρρέουσα ατμόσφαιρα και άλλα πολλά οδηγούσαν στη θεόθεν ερμηνεία ή καλύτερα στην αντίληψη πως όλα ετούτα ήταν αποτέλεσμα της βούλησης του θείου όντος και σε ανάλογες περιπτώσεις, επεμβάσεις των κακών δαιμόνων.

341

Δεισιδαιμονία= παράλογος φόβος για μυστηριώδεις υπερφυσικές δυνάμεις Προκατάληψη = γνώμη διαμορφωμένη εκ των προτέρων χωρίς μελέτη του θέματος 343 Πρόληψη= πίστη σε ανύπαρκτες δυνάμεις που επηρεάζουν την τύχη… 344 Σχετική βιβλιογραφία: Κ. Νίγδελης Καππαδοκία, δρώμενα γάμου, εκδ Κ.Ι.Δ. Συκεών 2008, του ιδίου Καππαδοκία ταφικά, εκδ Κ.Ι.Δ. Συκεών 2008, του ιδίου Καππαδοκία γέννηση-βάπτιση, εκδ Κ.Ι.Δ. Συκεών 2009, Θανάσης Κωστάκη, Το Μιστί της Καππαδοκίας, Κ.Μ.Σ. 1972, Ελευθεριάδης Ρίζος, Συνασσός, ήτοι μελέτη επί των ηθών και εθίμων αυτής, εν Αθήναις 1879, Ευπραξιάδης Λάζαρος, Το Προκόπι της Καππαδοκία, εκδ . Αδελφότητος Προκοπιέων Μακεδονίας Θράκης 1988, Κελεκίδης Λάζαρος, Τα Φάρασα της Καππαδοκίας, μνήμες Φαρασιωτών γερόντων, Θεσσαλονίκη 2005. 345 Σαραντίδου Αρχελάου, ό.π., σελ. 83, «Σημειωτέον όμως ότι το γυναικείον φύλον εν Σινασώ μεθ’ όλην την περιωρισμένην αυτού κοινωνικήν ανάπτυξιν, σχετικώς είναι απηλλαγμένον προλήψεων και δεισιδαιμονιών, ενώ ω δε αι γραίαι έχουσι γραώδεις τινάς παραδόσεις καθ’ ας αι Ζαβέται, αι Μαρκάλαι κλπ διαδραματίζουσι σπουδαίον πρόσωπον εις τας τύχας των οικογενειών, αι νεώτεραι γελώσιν επί τουτοις…». 342

136


Συνεπώς και εξ αυτών των λόγων οι πλέον αρμόδιοι για την ερμηνεία της βουλήσεώς Του ήταν μερικοί που ξέρανε ή λέγανε πως γνωρίζανε. Ήταν απλοϊκοί άνθρωποι που κατέφευγαν και εμπιστεύονταν τη σωτηρία τους όχι φυσικά στην επιστήμη, που εξάλλου τους ήταν άγνωστη έως και ακαταλαβίστικη, αλλά στις αγαθές εκείνες δυνάμεις που αντιπροσώπευε η επίσημη θρησκεία τους.346 Πίστευαν επίσης τους ανθρώπους εκείνους που είχαν (έχουν) εκείνες τις απαραίτητες ικανότητες να διακρίνουν τη θεία αντίληψη και να οδηγούν τον ερωτώντα προς το καλό, το θέλημά Του.347 Το γιατί και πάλι κατανοητό… Να καλοπιάσει, αν θέλετε, εκείνες τις δυνάμεις, να πάρει όλα τα ενδεικνυόμενα και τα μάλα απαραίτητα μέτρα για την προστασία του. Τώρα, παρόλο που η επικράτηση του χριστιανισμού ήταν άμεση, από των πρώτων χρόνων και σε όλη την έκταση της Καππαδοκίας, είναι γνωστό πως η κυρίαρχη ιδεολογία του απορρόφησε και υιοθέτησε αρκετά δρώμενα των παλαιών παραδόσεων, διάφορες πρακτικές σε κάθε έκφανση της ζωής: στη γέννηση, τη βάπτιση, τον γάμο, τον θάνατο. Ρίζωσαν δοξασίες από τα τότε ίσαμε τη μεγάλη «έξοδο» και αρκετές μέχρι και σήμερα, μεταφερόμενες από στόμα σε στόμα, από μια βαθιά εσωτερική πίστη πως έτσι πρέπει, πρακτικές, επίσης, επιβαλλόμενες με άνωθεν επιβολές, επενδυμένες με την αίγλη τού «είναι αμαρτία» η μη τήρησή τους. Υπήρχαν επίσης και ίσως ενδόμυχα υπάρχουν ακόμα και σήμερα στους απογόνους τους, μερικά τινά όμορφα και ωραία. Κάποια μουχαμπέτια, έτσι απλά, που λέγανε οι γιαγιάδες γύρω από το «ταντούρι» τις κρύες μέρες του χειμώνα, για το «θάνατο» και το ασκέρι του…Για μερικούς που προσπάθησαν και κατάφεραν έστω και για λίγο να τον ξεγελάσουν…Για κάποιες θυσίες, τότε, στα βάθη των χρόνων, που ’καναν οι άνθρωποι, έτσι μπας και ημερέψει ο «αφορισμένος». Κάτι, λοιπόν, μάθαμε και εμείς, ως γνήσιοι απόγονοί τους, μιας και μεγαλώσαμε μαζί τους και που αντί για παραμύθια και βασιλόπουλα ακούγαμε διηγήσεις για τη ζωή, για τις αλησμόνητες πατρίδες. Καταθέτουμε, λοιπόν, μερικές από αυτές με την επισήμανση πως πρόκειται για θησαυρούς ανεκτίμητους μιας αρχέγονης παράδοσης σμιλευμένης στο διάβα του

346

Σε ένα λαό που ζούσε στα βάθη της Ανατολίας, χωρίς επαφές με τον «έξω» κόσμο, απομονωμένο αλλά και περιτριγυρισμένο από περίεργα δόγματα και αντιλήψεις… ήταν περίπου φυσικό μέσα στην καθημερινότητά του, στην υπάρχουσα κουλτούρα του, να έχουν εμφιλοχωρήσει βαθιές δεισιδαιμονικές πρακτικές αλλά και προκαταλήψεις. Δηλαδή δράσεις περίπου ακατανόητες, «πιστεύω» γελοία έως και χαζά, μα πάντως πέρα και πάνω από κάθε αμφιβολία για την αποτελεσματικότητά τους. Ένας αδικαιολόγητος φόβος από τυφλή πίστη σε διάφορες ανύπαρκτες υπερφυσικές δυνάμεις, που έχουν τη δυνατότητα χωρίς καμιά αντίσταση για το κακό, πως επιβουλεύονται την καταστροφή του ανθρώπου που θα βρεθεί στο διάβα τους…προλήψεις στηριγμένες στην άγνοια… Βεβαίως η μόνη αληθινή εξήγηση είναι πως όλα ετούτα ήταν το αποτέλεσμα μιας περίεργης διαδικασίας στο διάβα του χρόνου, μιας και αρχικά η λέξη δεισιδαιμονία σήμαινε θεοσέβεια. 347 Που έχει (ουν) τη δυνατότητα της επίλυσης του προβλήματος, ή της παροχής σχετικών και πολλές φορές επί χρήμασι συμβουλών, για την προστασία του από το κακό…άρα δέσμιό του στη βάση ενός εντέχνως καλλιεργούμενου φόβου.

137


χρόνου, βασικά «πιστεύω» ενός παράξενου λαού που ’χε στης καρδιάς τα κατάστιχα τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία. Με μια υποσημείωση. Όλα ετούτα ήταν παραδοχές όλων, ανδρών αλλά κυρίως και γυναικών. Έχουμε λοιπόν και λέμε.348

Γενικές δοξασίες 1-Από τη γέννησή του κάθε άνθρωπος έχει προδιαγεγραμμένη την πορεία του στη ζωή, η οποία πραγματοποιείται ολοκληρωτικά σχεδόν χωρίς παρεκκλίσεις. Πορεία η οποία «χαράχτηκε» από μια υπέρτατη δύναμη έτσι απλά χωρίς τη συγκατάθεση κανενός. Ονομάζεται κισμέτ, ριζικό, πεπρωμένο, μοίρα. Παρατήρηση  -Η φιλοσοφική θεωρία της μοιρολατρίας ή του φαταλισμού349 δέχεται ότι το καθετί που αφορά τον άνθρωπο είναι προκαθορισμένο και πως καμία ανθρώπινη δύναμη δεν μπορεί να το αποτρέψει.  -Τούτη η θεωρία περί της ζωής και περί του αδυνάτου αποφυγής των όποιων γεγονότων, είναι σαφέστατα επηρεασμένη από την υπάρχουσα μοιρολατρία του μουσουλμανικού κόσμου. 2-Υπάρχει ένα μεγάλο, τεράστιο βιβλίο, όπου οι άγγελοι καταγράφουν τις γεννήσεις και τους θανάτους σε όλο το ντουνιά με ανεξίτηλο μελάνι. Με άσπρο χρώμα οι πρώτες και κόκκινο οι δεύτεροι. 3-Κάθε άνθρωπος, σα γεννηθεί, έχει το δικό του καντήλι που καίει ακατάπαυτα μέχρι να σωθεί το περιεχόμενό του. Οι προετοιμασίες και οι προειδοποιήσεις για το «πάρσιμό» του αρχίζουν σιγά σιγά με ευδιάκριτα σημάδια που στέλνουν οι «αγγέλοι» του…Σημάδια που οι ευσεβείς τα καταλαβαίνουν εύκολα, οι αμαρτωλοί σχεδόν καθόλου, «γιατί ’ναι τυφλωμένοι …». 4- Τα παλικάρια πεθαίνουν, γιατί τ’ αγαπά ο Θεός και τα θέλει κοντά του δίπλα στο θρόνο του μάλιστα. Όταν πρόκειται για μικρά παιδιά και βρέφη, τότε στα «σίγουρα» αγιοποιούνται, ενώ οι μικρούλες «μπαίνουν στην ακολουθία» της Παναγιάς.350 5- Με το που φεύγει η ψυχή από το σώμα συναντά άμεσα τον Κριτή της,351 δηλαδή, τον αρχάγγελο που μόνιμα φυλά με τη ρομφαία του έξω από τον παράδεισο. Εκεί, λοιπόν, παρουσία και άλλων γίνεται η κρίση της κάθε ψυχής. Στη ζυγαριά από τη μια πλευρά είναι οι άγγελοι, που τοποθετούν όλες τις καλές πράξεις του ανθρώπου, από την άλλη ο δαίμονας, που προσπαθεί να τραβήξει προς το μέρος του την ψυχή. Στον αγώνα τούτο, του καλού και του κακού, φυσικά, ρόλο παίζει και η ζωή γενικά του θανόντος, αφού ανοίγεται και το «βιβλίο της ζωής» όπου είναι καταγεγραμμένα τα πάντα, από τη γέννηση έως και το θάνατο με την παραμικρή λεπτομέρεια. 348

Υπάρχουν πάρα πολλές δοξασίες κλπ οι οποίες θα αποτελέσουν το αντικείμενο ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος μας. Εμείς απλά καταθέτουμε μερικές από δαύτες… 349 Φυτράκης –Τεγόπουλος, Ελληνικό Λεξικό, Αθήνα 2000 350 Τούτη η δοξασία είναι αρχέγονη, «δανεισμένη» από την αρχαιοελληνική φιλοσοφία κατά το, «ους οι θεοί φιλούσι αποθνήσκουσι νέοι». 351 Αποστόλου Παύλου, Προς Γαλάτας στ 7, «Μη πλανάσθε, Θεός ου μυκτηρίζεται. Ό γαρ εάν σπείρη άνθρωπος, τούτο και θερίσει.»

138


6-Για κάθε άνθρωπο ο Θεός «χρέωσε» και ένα άγγελο, για να τον προστατεύει και να τον καθοδηγεί πάντοτε. Ο ίδιος, όταν έρθει η «ώρα» του, τον οδηγεί στην αγκαλιά του Θεού.352 7-Από τις πλέον σημαντικές, ίσως και οι καθοριστικότερες στιγμές του κάθε ανθρώπου είναι αυτές της τρίτης βραδιάς από τη γέννησή του όπου, εάν το «γλύκεμα των μοιρών»353 έγινε με τον δέοντα τρόπο, οι συνέπειες του οποίου τον ακολουθούν σ’ όλη του τη ζωή. Σύμφωνα, λοιπόν, με την επικρατούσα πρακτική έπρεπε «η λεχώνα την τρίτη ημέρα να σηκωθεί και να συγυρίσει το δωμάτιό της, πάντοτε, φυσικά, με τη βοήθεια των οικείων της. Στο τραπέζι έβαζε ένα ποτήρι νερό, μέλι και λίγους ξηρούς καρπούς. Σκοπός της να γλυκαίνει τις τρεις μοίρες που θα μυρώσουν το φσαχ της και που σύμφωνα με την παράδοση η μια κρατούσε ψαλίδι και κομπολόι, η άλλη ρόκα και αδράχτι και η τελευταία ψαλίδι. Έτσι και σύμφωνα με τα μουχαμπέτια, όσους γύρους μαζέψει το αδράχτι έως ότου κοπεί από εκείνη που κρατά το ψαλίδι, τόσα χρόνια θα ζήσει το παιδί…».354 8-Αξιοπρόσεχτες είναι, επίσης, οι πεποιθήσεις των κατοίκων της Καππαδοκίας για την ύπαρξη του παραδείσου και της κόλασης, επηρεασμένες κυρίως από τις σχετικές ευαγγελικές περικοπές, σε άριστο συνδυασμό με τοπικές δεισιδαιμονίες.355 Έτσι και τα δυο θεωρούνται ως η ανταμοιβή για τον κάθε άνθρωπο ανάλογα φυσικά με τη ζωή που έκαμε. Και για τον μεν παράδεισο πρόκειται περί μιας περιοχής στον ουρανό, όπου βρίσκονται όλοι οι άγιοι και οι καλοί άνθρωποι, δίπλα στην αγκαλιά του Θεού…Σε μια κατάσταση υπέρτατης νιρβάνας και ίσως, για ορισμένους αρκετά επηρεασμένους από τη μουσουλμανική θρησκεία, μια που ζούσαν μαζί της, με σχετικές υλικές απολαβές.

352

Κ. Νίγδελη, Καππαδοκία, ταφικά, Θεσσαλονίκη, Κ.Ι.Δ.Συκεών 2008, σελ 45, «Υπάρχει και μια δεύτερη εκδοχή που σύμφωνα με την οποία οι άγγελοι που «χρεώνονται» σε κάθε άνθρωπο είναι πάντοτε δυο. Ο πρώτος, «λευκός και καλός», τον ακολουθεί, τον προστατεύει, τον βοηθά…Να είναι σωστός και σύμφωνος με το θέλημά Του… Ο δεύτερος «σαν το κατράμι» καιροφυλακτεί για κάθε στραβοπάτημα, χαίρεται σε κάθε τέτοιο και σαν έρθει η «ώρα» του τον οδηγεί στις αγκαλιές του «αφορσμένου, εκεί που του αξίζει»…Σύμφωνα με μια άλλη δοξασία το νήμα της ζωής το κόβει ο αόρατος αρχάγγελος με τη ρομφαία του…Δηλαδή «κι μι σπαθίν παίρει τημ ψυχήν». 353 Βλ. υποσημείωση 307. 354 Κωνσταντίνος Νίγδελης, ό.π. σελ. 101 355 Ματθαίος κεφ. ιγ 41-43 Α-Αποστελεί ο υιός του ανθρώπου τους αγγέλους αυτού και συλλέξουσιν εκ της βασιλείας αυτού πάντα τα σκάνδαλα και τους ποιούντας την ανομίαν και βάλουσιν αυτούς εις την κάμινον του πυρός. Εκεί έσται ο κλαυθμός και τριγμός των οδόντων. Τότε οι δίκαιοι εκλάμψουσιν ως ο ήλιος εν τη βασιλεία του πατρός αυτών...». (Θα αποστείλει τότε ο υιός του ανθρώπου τους αγγέλους του και θα μαζεύσουν από τον κόσμον όλους εκείνους που έγιναν και εις τους άλλους αιτία να αμαρτήσουν και εκείνους που παραβαίνουν το νόμο του και θα τους ρίψουν εις το καμίνι της φωτιάς Εκεί θα είναι ο κλαυθμός και το τρίξιμο των δοντιών. Τότε οι δίκαιοι θα δοξασθούν και θα λάμψουν σαν ον ήλιο στη βασιλεία του πατρός τους). Β- Ματθαίος κεφ. ιγ 49-50, «Ούτως έσται εν τη συντελεία του αιώνος. Εξελεύσονται οι άγγελοι και αφοριούσι τους πονηρούς εκ μέσου των δικαίων και βάλουσιν αυτούς εις την κάμινον του πυρός…». (Έτσι θα γίνει και εις τη συντέλεια του κόσμου. Θα βγουν οι άγγελοι και θα χωρίσουν τους πονηρούς και θα τους πάρουν από το μέσο των δικαίων με τους οποίους είναι τώρα ανακατεμένοι και θα τους ρίξουν στη φωτιά…)

139


Η κόλαση, φυσικά, βρίσκεται πάντοτε κάτω στη γη, εκεί και ο Βελζεβούλης με τα πυρακτωμένα του καζάνια, τις τρίαινες και τα κοφτερά μαχαίρια, όπου ανάλογα με τα κρίματά του ο άνθρωπος δέχεται τις τιμωρίες. Να σημειώσουμε, επίσης, πως σύμφωνα και με την ελληνική μυθολογία υπήρχαν τα «Ηλύσια Πεδία»356 ή τα «νησιά των Μακάρων», δηλαδή, ένας τόπος με συνεχή άνοιξη, όπου ζούσαν οι δίκαιοι άνθρωποι και οι ήρωες, σε μια διαρκή ευτυχία χωρίς να τους λείπει τίποτε. Ήταν ο χώρος που ποτέ δεν έβρεχε, δε χιόνιζε, αλλά πάντοτε βασίλευε το φως και η γαλήνη, ενώ τα δέντρα καρποφορούσαν τουλάχιστον τρεις φορές τον χρόνο. Στο χώρο αυτό κυβερνούσαν ο Κρόνος και η Ρέα, δίκαζε ο Ραδάμανθυς και ζούσαν εκεί μόνιμα ο Αχιλλέας, ο Κάδμος, ο Πηλέας.357 9-Και ναι μεν ο Άγιος Πέτρος μπορεί να θεωρείται ο σημαντικότερος άγιος της Καθολικής Εκκλησίας, πάνω στη φήμη του οποίου στηρίχθηκε και συνεχίζεται ακόμα η «Πρωτοκαθεδρία» της, όμως, δεν υπολείπεται η δόξα του και στην ορθόδοξη παράδοση, μιας και θεωρείται ο κλειδοκράτορας του παραδείσου. Πάντοτε δε στις σχετικές απεικονίσεις παρουσιάζεται κρατώντας τα κλειδιά της εισόδου. Στο όνομά του, επίσης, οι αναφορές των Καππαδοκών ήταν συχνότατες, οι υποσχέσεις ταμάτων επίσης αρκετές, μιας και «…από το χέρι του περνούσε ή το χέρι του οδηγούσε την ψυχή εκεί που έπρεπε…».358 10-Υπάρχουν οι κόσμοι των πνευμάτων. Που χωρίζονται σε καλά και κακά πνεύματα. Και οι μεν των πρώτων αρχηγοί είναι οι αρχάγγελοι Γαβριήλ και Μιχαήλ, τιμωροί και προστάτες των αμαρτωλών και των δικαίων, ενώ των δευτέρων ο Βελζεβούλης και οι συν αυτώ. Τώρα για τον κόσμο των καλών αλλά και αυτού των κακών. Πρόκειται περί τόπων που λίγο πολύ έχουν περιγραφεί αναλυτικά στις ανωτέρω παρατηρήσεις μας, δηλαδή, ο μεν πρώτος ως τόπος αναπαύσεως ενώ ο δεύτερος μιας διαρκούς τιμωρίας. 11-Σε όλο σχεδόν τον χώρο της Καππαδοκίας, επίσης, υπήρχε η βασική πεποίθηση πως «η ψυχή του πεθαμένου επί τεσσαράκοντα ημέρας από την ημέρα του θανάτου πλανάται στη γη».359 Δηλαδή, πως όλες αυτές οι μέρες αποτελούν το μεταβατικό στάδιο πριν η ψυχή «κατασταλάξει» στο χώρο της, έως και την Ανάσταση του Κυρίου. Βεβαίως στο σύντομο αυτό χρονικό διάστημα «προσαρμόζεται» στη νέα της κατάσταση και όταν το κρίνει σκόπιμο, «εμφανίζεται στους πολύ δικούς της ανθρώπους στα ονείρατά τους…».360 12-Μια παράξενη δοξασία ήταν αυτή της ύπαρξης των «μνημοράτων» ή «μαλλιέρων». Δηλαδή, οι ψυχές των πεθαμένων που «βγαίνανε» από τους τάφους

356

Οδύσσεια ραψ. 4, στ. 565-568 «Εκεί όπου η ζωή των ανθρώπων κυλά πάρα πολύ άνετα, δεν πέφτει χιόνι, ούτε χειμώνας δυνατά γίνεται, ούτε βροχή μα πάντοτε ο Ωκεανός στέλνει το φύσημα του Ζέφυρου που πνέει δυνατά για να φέρει δροσιά στους ανθρώπους» 357 Εγκυκλοπαίδεια Ελλαδική, Αθήνα (εκδ) Γιάννη Ρίζου 1987, τ. 6ος Σελ. 83 358 Μαρτυρία Γιάννη Σταματιάδη, ό.π. 359 Μικρασιατικά Χρονικά, Σύγγραμμα Περιοδικόν, Αθήνα, εκδ. Ενώσεως Μικρασιατών, τόμος 13ος σελ 329 360 Μαρτυρία Γιάννη σταμματιάδη, ό.π.

140


και μπαίνανε στα σπίτια κατεβαίνοντας « ’πο την κάπνη σην παρκαμίνα», δηλαδή από την καπνοδόχο στο τζάκι. Και όλα αυτά κατά τη διάρκεια του Δωδεκαήμερου. Μέγας κίνδυνος που το μουσουλμανικό στοιχείο ονόμαζε «ον ικί γκιουν τζαννάρ σαλιγιά», δηλαδή, δώδεκα μέρες οι ψυχές ελεύθερες για να αλωνίζουν. Βεβαίως υπήρχαν και άλλες απόψεις. Κάποιοι ισχυρίζονταν πως οι ψυχές μένανε λεύτερες μέχρι και πενήντα μέρες μετά το Πάσχα από το «Χριστός Ανέστη» έως και την Πεντηκοστή. Κάποιοι, πάλι, περισσότερο θεοσεβούμενοι, ισχυρίζονταν πως «…βλέπανε τις ψυχές όταν έφευγαν από τη γη την τελευταία βραδιά, τα μεσάνυκτα ανάμεσα Θεοφανείων και Αι Γιάννη, ύστερα από τη δωδεκαήμερη περιπλάνησή τους ανάμεσα στους ζωντανούς. Ήταν ασπροντυμένες, λέγανε, και βάδιζαν προς την Ανατολή στη σειρά η μια πίσω από την άλλη…».361 13-Ο ντουνιάς είναι ψεύτικος. Εξάλλου αρκετά γνωστή ήταν η φράση «σου φανί ντουνιαγί γκορμεγιέ γκελντίμ», δηλαδή, «σε τούτο τον ψεύτικο κόσμο ήρθα και (στη ζωή) να τον δω…»362. Βασική πίστη υπήρξε η άποψη πως ο κόσμος, όπως τον βλέπανε και τον βιώνανε, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένα σύντομο πέρασμα. Για κάποιους άλλους μια γενική προετοιμασία για τη μέλλουσα ζωή. Ή, για ορισμένους, μια δοκιμασία. 14-Τα αστέρια στον ουρανό είναι τόσα, όσα και οι άνθρωποι. Μόλις γεννηθεί ένα παιδί, αναφαίνεται ταυτόχρονα και το αστέρι του, ενώ μόλις πεθαίνει, αυτό χάνεται. Οι φωτεινές γραμμές που αφήνουν πίσω τους οι διάττοντες αστέρες είναι η καταγραφή του θανάτου. Όσο μεγαλύτερη είναι η γραμμή, τόσο πιο τρανός ήτανε αυτός που συχωρέθηκε.363 15- Ο σεισμός είναι αποτέλεσμα μιας απότομης μετακίνησης του κόσμου που βρίσκεται πάνω στα κέρατα ενός τεράστιου βουβαλιού. Βεβαίως υπήρχαν πολλές εξηγήσεις για τούτο το φαινόμενο. Σύμφωνα με μια άλλη πάλι, η «γη είναι στημένη πάνω σένα μεγάλο τροχούλι και σε κάθε μετακίνησή του γινότανε το κακό… Για την αποτελεσματική αντιμετώπισή του οι κυράδες «δε μιλούσανε, κάνανε το σταυρό τους, καθότανε κατά γης και μετρούσανε τρεις πιθαμές τη μια μετά την άλλη χωρίς να σηκώνουν το χέρι…Με αυτό σταύρωναν το κακό και άμεσα περνούσε…δε ξαναγινότανε…».364 16-Τα έρημα και σκοτεινά μέρη τα θεωρούσαν ως τις ιδανικές κρυψώνες των διαβόλων…Σημεία επαφής που λαμβάνονταν οι αποφάσεις και οι κατευθύνσεις για το κακό των ανθρώπων. Τα απέφευγαν αλλά σε περίπτωση ανάγκης, όταν τα πλησίαζαν, για να είναι απρόσβλητοι και προστατευμένοι, θα έπρεπε πάντοτε να φορούν σταυρό και να έχουν μαζί τους φυλακτό με τίμιο ξύλο.

361

Ιορδάνης Παπαδόπουλος, «Το δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων στα Φάρασα και σε άλλα χωριά της Καππαδοκίας», Μικρασιατικά Χρονικά, Σύγγραμμα Περιοδικόν, Αθήνα, εκδ. Ενώσεως Μικρασιατών 2002, τ. 21ος σελ. 225 362 Μαρτυρία Τσιτσόπουλου Βασιλείου, ό.π. 363 Κ. Νίγδελη, ό.π., σελ. 103 364 Μαρτυρία Μαυροπούλου Ελευθερίας, ό.π.

141


Τα των γυναικών αποκλειστικά. α-Την ώρα του χελεσέ, γύρω από το ταντούρι του σπιτιού, οι γιαγιάδες λέγανε τα δικά τους, μυούσαν τις νυφάδες αλλά και τα κορίτσια τους για τα καλά και τα κακά του ντουνιά. Για να ξέρουν και να αποφεύγουν σαν ερχότανε εκείνη η δύσκολη ώρα… Γιατί έτσι έπρεπε, όπως, δηλαδή, μύησαν και αυτές, οι δικές τους γιαγιάδες. Έτσι: Ο «έξ’ απ εδώ» έβγαινε, παρουσιαζότανε πάντοτε σαν αθώο κατσικάκι και πολλές γελιότανε. Το βλέπανε, γελούσαν με τα καμώματά του, το χαϊδεύανε και την πατούσανε. Τις μαγάριζε ο αφορεσμένος. Γι’ αυτό πάντοτε θα έπρεπε να φέρουν σταυρό με τίμιο ξύλο, αλλά και να κάμουν άμεσα το σταυρό τους λέγοντας μάλιστα «έξω από δω στα πέρατα και στα βουνά». Οι καλλικατζαρέοι ήτανε ασχημομούρηδες, κοντοί με μεγάλα νύχια, βρομιάρηδες… Και πάντοτε κάνανε κακό. Πρώτοι ανακατωσούρες, μεγάλα πειρακτήρια, δεν άφηναν γυναίκα για γυναίκα. Γι’ αυτό τα μάτια δεκατέσσερα. Γιατί η τιμή ήταν ότι το πολυτιμότερο. Το νυχτοπάτημα ήτανε δαιμονικό. Όταν μάλιστα έβλεπε πόρτα ανοιχτή, έμπαινε και έκανε κακό στο μωρό, ιδιαίτερα μάλιστα αν έμενε αβάπτιστο. Το πείραζε, το μελάνιαζε και το μωρό, αν δεν προλάβαινε η μάνα του, πέθαινε. Σε αρκετές μάλιστα περιπτώσεις στρεφότανε εναντίον της μητέρας, που την άρπαζε από την καρδιά και την πέθαινε. Οι νεράιδες ή Ζαβέται ήτανε όμορφες, πολύ όμορφες κοπέλες. Ντυμένες στ’ άσπρα με μακριά μαλλιά, βγαίνανε μόνο τα βράδια και γυρόφερναν στις βρύσες, τα ποτάμια, λουζότανε και χορεύανε. Υπήρχαν και οι στρίγγλες. Ξωτικά άσχημα, γριές με μεγάλες μύτες και γεμάτο κακία. Σαν συναπαντούσαν παιδιά και γυναίκες τις κάμνανε μεγάλο κακό, μέχρι και το θάνατο φέρνανε. Η βλογημένη (ασθένεια Ευλογιά) ήτανε μια κιτρινιάρα κυρά. Το ίδιο και η πανούκλα. Γριά, γεμάτο κακία. Οι μάγισσες πάντοτε διαολεμένες, με εμφάνιση άλλοτε νιας και άλλοτε γριάς γυναίκας. Υπήρχε και ο χορτλάχ, δηλαδή, ένα άλλο είδος διαβόλου, που σύμφωνα με τις μανάδες έπαιρνε τα απείθαρχα παιδιά της οικογένειας. Εννοείται πως γορτλάχ γινότανε μόνο οι Τούρκοι μετά τον θάνατό τους και όχι οι χριστιανοί, διότι οι τελευταίοι ήταν μυρωμένοι από τη βάπτισή τους και άρα προστατευμένοι. Για τον Άλη μιλήσαμε αρκετά. Απλά να υπενθυμίσουμε πως θεωρείτο ένας κακός δαίμονας που δεν ανέχονταν την αύξηση του ανθρωπίνου γένους και κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια προς αποτροπή, χρησιμοποιώντας μεθόδους τόσο εναντίον των νεογέννητων, όσο και εναντίον των λεχώνων. Βρικόλακας ή βορκόλακας ήταν ο δαίμονας που έμπαινε στα άλιωτα σώματα νεκρών (από επιτίμιο ή κατάρα), τα οποία τα κινούσε και με τέτοιους δόλιους τρόπους πλησίαζε τους ανθρώπους για να τους κάμει κακό. Ο αρχηγός όλων των δαιμόνων λεγότανε Μερτζεβής ή Μερτζεβούλης ή Βεελζεβούλ, ο οποίος έπαιρνε διάφορες μορφές, για να εξαπατήσει τους ανθρώπους. Φοβότανε, έτσι λέγανε οι γιαγιάδες, τον σταυρό, το θυμίαμα και τον πετεινό.

142


Το πλέον δυνατό, υπερφυσικής μάλιστα ισχύος δαιμονικό, ήτανε η Μαρκάλα, που είχε μορφή ανθρώπου αλλά και θηρίου. Το πονηρότερο δαιμονικό που κρυβότανε με επιμέλεια περισσή στα άδυτα κάθε σπιτιού λεγότανε Σιφώτης. Πάντοτε προσπαθούσε να κάνει κακό στα παιδιά κυρίως με τύφλωση ή ακόμα και να τα απαγάγει. Με φωτιές και αγιόνερο οι Καππαδόκισσες απέτρεπαν τα σχέδιά του. Τέλος, υπήρχανε και οι δράκοι, όπως παντού εξάλλου, με τον Σαρίπαλη να κατέχει την πρώτη θέση στους μύθους και τα μουχαμπέτια των γυναικών. Υπερφυσικός, και κακότροπος ήταν το χειρότερο συναπάντημα. β- Ως μια αντίληψη γενικής μάλιστα επίδρασης μπορούμε να πούμε πως αποτελούσε η πεποίθηση πως ναι μεν ο νεκρός πρέπει να αντιμετωπίζεται με ευλάβεια και τιμές, αλλά και πως εξασκεί κάποια βλαβερή επίδραση στις λεχώνες και στα νεογέννητα. γ-Και όλα του γάμου έτοιμα αλλά…αλλά η κλειδαριά; Εξάρτημα και αυτό της φορεσιάς του γαμπρού, ίσως από τα πλέον απαραίτητα, μιας και χωρίς αυτό υπήρχε ο κίνδυνος, κάποια άλλη ή κάποιο κακό μάτι να τον καταστήσει ανίκανο να πλησιάσει τη γυναίκα του. Έτσι την ώρα που τον έντυναν του βάζανε μια κλειδαριά (γουντάχ) στην τσέπη, πήγαινε με αυτήν στην εκκλησιά, παντρευότανε και μετά γυρίζοντας στο σπίτι ξεκλείδωνε κάποιο σεντούκι…και συνεπώς μπορούσε να επιτελέσει ακώλυτα το «καθήκον» του απέναντι στη νεόνυμφη. δ-Του αγίου Σιμιόν (Συμεών), βοήθειά του, οι γκαστρωμένες απέφευγαν να κάνουν δουλειές, γιατί υπήρχε η βάσιμη υποψία πως «τα φσάχα θα γεννιώτανε με σημάδια…Πως ότι έκαμνε η γυναίκα θα το πλήρωνε και μάλιστα ακριβά…». Πρακτική την οποία, όπως φαίνεται, ακολουθούσαν και άλλοι άγιοι στην περιοχή της Καππαδοκίας. Όπως, για παράδειγμα, ακόμα και οι τρεις ιεράρχες. «Έτσι κάποτε των τριών ιεραρχών μια νέα γυναίκα έγνεθε. Η μάνα της τη μάλωσε γιατί τέτοια γιορτάσιμη μέρα δούλευε. -Τρεις άγιοι κόρη μου γιορτάζουν σήμερα και συ δουλεύεις; -Και τέσσερις να γιορτάζουν, απαντά η κόρη, εγώ θα δουλέψω. Δεν πρόλαβε να τελειώσει η κουβέντα και η αγελάδα πήδηξε τον τοίχο της αυλής, για να βγει και…τσακίσθηκε».365 ε- Η επαλήθευση μιας πρόβλεψης γινότανε με πολλούς τρόπους. Έτσι μεταξύ αυτών οι κυράδες μα και οι κοπελιές του Τσοχούρ παίρνανε κέρματα μικρής αξίας, προσεύχονταν… και τα τοποθετούσαν επί της εικόνας της Παναγιάς. Εάν το κέρμα κρατιότανε, έστω και για απειροελάχιστο χρονικό διάστημα, πίστευαν πως ήταν καλό σημάδι, πως η πρόβλεψη- επιθυμία τους θα πραγματοποιούταν.366 ζ-Το γυναικείο κούρεμα ήταν μάλλον σπάνιο, μιας και η πλούσια κόμη θεωρείτο απαραίτητο υπαρξιακό στοιχείο για κάθε κοπέλα. Υπήρχαν όμως περιπτώσεις κατά τις οποίες θα έπρεπε να επέμβουν ριζικά. Τότε τα καίγανε στο τουντούρι, έτσι για 365

Πετρόπουλος Δ- Ανδρεάδης Ερμ., Η Θρησκευτική ζωή στην περιφέρεια Ακσεράϊ –Γκέλβερι, Αθήνα 1971, σελ. 100 366 Τούτο το έθιμο-μαντική γινότανε σε αρκετά μέρη, βλ σχ. Θανάση Κωστάκη «Ανακού», και «Μισθί της Καππαδοκίας».

143


να καεί και το κακό μαζί τους…ή ψαλλίδιζαν ένα κομμάτι από τα μαλλιά της μικρής προς αποφυγή του ματιού. η-Τα μάγια ήταν πάντοτε ή σχεδόν πάντοτε καταστροφικά. Μπορούσαν, για παράδειγμα, να δέσουν κάποιον, να τον καταστήσουν ανίκανο, να χωρίσουν ανδρόγυνα, να καταστήσουν μια γυναίκα στείρα και ένα σωρό άλλα τέτοια όμορφα και ωραία. Έπρεπε, λοιπόν, να υπάρχει εκείνος ο καλός άνθρωπος, σχεδόν πάντοτε του γυναικείου φύλου, που θα μπορούσε να τα καταστρέψει. Έτσι η Κατίνα του Λευτέρ’, η νάικα από το Ουλαγάτς, «έπαιρνε ένα αβγό, το έχωνε στο χώμα ενώ συγχρόνως έλεγε τα δικά της…το άφηνε για μερικές μέρες και το ξέθαβε. Εάν λοιπόν το αβγό ήταν ωμό τα μάγια θα λυνότανε άμεσα και ο μαγεμένος ή η μαγεμένη θα είχε γιατρειά…»367 Πάντως η Αγαθή από το Κιλέτερε είχε τη φήμη της πιο καλής θεραπεύτριας του ματιού, αλλά και κάθε άλλης μορφής μαγείας, ίσως γιατί ήταν από σόι ιερωμένων. Αυτή έκοβε μια τούφα μαλλιού από τη μαγεμένη, μια τρίχα από αυτά που φορούσε, τα διάβαζε, τα έφερνε σε επαφή με την εικόνα του Χριστού και τα έκαιγε. Φυσικά ανάλογα με την πορεία του καπνού αποφαινότανε για τη συνέχεια…που σχεδόν πάντοτε ήταν θετική υπέρ του καταφεύγοντος σε αυτή.368 θ- Το βάρεμα ή καχεξία ή ατροφία ή ζαμπουνλούκ ή κιρκ παστί ήταν μια ασθένεια της οποίας όχι μόνο δεν γνώριζαν τα ακριβή αίτια, αλλά που τις περισσότερες φορές οδηγούσε στο μοιραίο. Απλά σε μερικές κοινότητες πίστευαν πως ήταν το αποτέλεσμα μιας «κακής συνάντησης»369 και ως εκ τούτου συνιστούσαν και την ανάλογη θεραπεία, δηλαδή τον ιερέα και τις ευχές του. Φυσικά και λόγω αγνοίας το σύνολο σχεδόν των προτεινομένων θεραπειών ήταν θρησκευτικοδεισιδαιμονικής αντίληψης και εν πολλοίς μαγικής νοοτροπίας. Τώρα, τα συμπτώματά της απεικονίζονται-περιγράφονται επ’ ακριβώς με την ίδια την ονομασία της ασθένειας, δηλαδή, καχεκτικός, μη ανεπτυγμένος, αδύνατος, ατροφικός, χτικιάρης, βαρεμένος, δεν μεγάλωνε κανονικά. Παρουσιάζουμε, λοιπόν, τις προτεινόμενες θεραπείες για τις οποίες άμεσα υπεύθυνη εφαρμογής ήταν η μητέρα του παιδιού.  Αρχικά φώναζαν τον ιερέα του χωριού, ο οποίος διάβαζε το παιδί, το περνούσε κάτω από τον Επιτάφιο, αν ήταν η σχετική περίοδος, το πήγαινε μέσα στο ιερό της εκκλησιάς. Σε ορισμένες κοινότητες θεωρούσαν ως θαυματουργό το πέρασμα του άρρωστου παιδιού κάτω από τα πόδια της καμήλας.370  Επίσης για να θεραπευτεί «…το πάσχον βρέφος λαμβάνουσιν ύδωρ ενέχον επτά αγιασμούς και πλύνουσι λίαν πρωί επί επτά ημέρας επί του

367

Μαρτυρία Τελλόγλου Δέσποινας, ό.π. Μαρτυρία ό.π. 369 Σεραφείμ Ρίζος, ό.π., τ.Α σελ. 266, «... “Α σου ασεράντωτης τη θύρα λείψανο δεν πρέπει να περάσ’.” ...Εάν όμως ξαφνικά ήταν ανάγκη να περάση ή εάν θα περνούσε τζεναζέ=κηδεία, η λεχώνα ήταν υποχρεωμένη να πάρη το παιδί στην αγκαλιά της και να σταθή όρθια σε στάση προσοχής...Αν δεν πρόφταινε τότε το μωρό πάθαινε γηρπαντή-σαρανταπτημένο...κιτρίνιζε, γίνονταν καχεκτικό και τέλος πέθαινε κόλας....». 370 Μαγικό τρυποπέρασμα 368

144


τάφου του θανόντος…». Πάντοτε, φυσικά, κρυφά και μόνο από τις γυναίκες της οικογένειας…  Από τις πλέον δραστικές μεθόδους θεραπείας ήταν αυτή του τροχού. Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτήν «…φέρουσι το βρέφος εις τον τροχόν του υδρόμυλου καθ’ ην στιγμήν στρέφεται και εκσφενδονίζει ύδωρ δι ου πλύνουσιν αυτό και ούτω σώζεται το βρέφος…»371 Δηλαδή, και για να γίνει κατανοητό, γδύνανε το άτυχο βρέφος, πλησίαζαν το τσαρκ-φτερό του τροχού που πετούσε με σχετική δύναμη το νερό και το βάζανε τρεις φορές…  Μετά από όλα αυτά τα όμορφα και ωραία ζύγιζαν το παιδί δυο φορές την εβδομάδα για τη διαπίστωση της πορείας και της εξέλιξής του. Έτσι κάθε Τετάρτη και Παρασκευή τοποθετούσαν το παιδί στη μια πλευρά της ζυγαριάς και στην άλλη κοπριές, για να «ιδούν αν έρχεται…αν προκόβει». ι-Η έκλειψη του ηλίου ήταν ανέκαθεν ένα σπάνιο φαινόμενο ενώ της σελήνης μάλλον λιγότερο. Και για τα δύο πάντως πίστευαν πως βγήκαν οι διάβολοι, κατ’ άλλους οι νεράιδες και τα δέσανε. Για να τα γλιτώσουν λοιπόν οι γυναίκες χτυπούσαν άδειους τενεκέδες ή τα χάλκινα σκεύη του σπιτιού, ενώ οι άνδρες πυροβολούσαν στον αέρα. κ-Για τους Καππαδόκες ο ήλιος ήταν θηλυκού γένους, ενώ η σελήνη αρσενικού. Γι’ αυτό φυσικά ο πρώτος έβγαινε την ημέρα, ενώ η δεύτερη τη νύκτα. Πάντως, σε ορισμένες κοινότητες πίστευαν πως «ο ήλιος παλιά ήτανε και αυτός αγόρι, θύμωσε η μάνα του, τον χτύπησε και τότε έγινε κορίτσι».372 λ-Το καινούργιο φεγγάρι μπορούσε, σύμφωνα με τις κυράδες, να θεραπεύσει κάποιες πληγές. Το προσκυνούσαν, λοιπόν, παίρνανε χώμα και με αυτό τρίβανε τις πληγές τους. µ-Τη βροντή την απέδιδαν στον προφήτη Ηλία που με τον αραμπά του, που ’σερναν τέσσερα άλογα, διέσχιζε τους ουρανούς έχοντας τα τσακμάχ του (αστροπελέκια). Πίστευαν , επίσης, πως οι αστραπές είναι οι σπίθες από τα πέταλα των αλόγων που τρέχανε.373 Για να αποφύγουν, λοιπόν, το κακό οι γυναίκες σχημάτιζαν ένα κύκλο και στη μέση χάραζαν ένα σταυρό ή κρεμούσαν ένα σιδερένιο αντικείμενο στην αυλόπορτα λέγοντας το «πάτερ ημών» ή έκαμαν απλά το σταυρό τους λέγοντας το «Κύριε ’λέησον». ν-Της νιόνυφης προτού μπει στο σπίτι του γαμπρού της δίδανε να κρατά πάντοτε σερνικό μωρό, για να γίνει σερνικομάνα και η ίδια.

371

Σ. Αρχέλαος, ό.π., σελ. 95 Θανάσης Κωστάκης, ό.π., σελ. 375 373 Για την αντιμετώπιση του κακού κάμανε διάφορα…Από μια σκούπα που τοποθετούσαν ανάποδα έξω από την πόρτα, έως και το κόκκινο αβγό της Ανάστασης…που το παράχωναν μέχρι που τέλειωνε η βροχή και το κακό… 372

145


ξ- Εάν η αποψίς (γκαστρωμένη) νοιώσει αδιαθεσία, δηλαδή, κακοψυχήσει, τότε για να πάνε όλα καλά….θα πρέπει να φάει μαύρο πετεινάρι, αλλά οπωσδήποτε σφαγμένο με μαυρομάνικο μαχαίρι.374 ο- Τις νύκτες με τίποτε δεν άνοιγαν τα σεντούκια από το φόβο μην μαγαριστούν από τις νεράιδες που κυκλοφορούσαν. Αν υπήρχε απόλυτη ανάγκη αυτό γινότανε μετά το «πάτερ ημών» που λέγανε και αφού προηγούμενα ρίχνανε μια βελόνα. π-Τα καλά κορίτσια ήτανε πειθαρχημένα αλλά…αλλά αν θέλανε να δούνε ποιον θα πάρουνε, τότε βάζανε στο παπούτσι της νύφης ένα δικό τους αντικείμενο και περίμεναν τον Μορφέα να τους πληροφορήσει. Σύμφωνα με μια παραλλαγή, αυτό γινότανε με τρία κουφέτα του γάμου στο προσκεφάλι τους. ρ-Αν κάποια μάθαινε πως ο άντρας της ξελογιάστηκε, έβαζε κάτω από την Αγία Τράπεζα μια αλλαξιά εσώρουχα του για σαράντα μέρες και λειτουργημένα τα έδινε να τα φορέσει, οπότε ξεχνούσε την ξελογιάστρα και γύριζε πίσω στη νόμιμη συζυγική παστάδα.375 σ-Κάθε σπίτι είχε τον φύλακά του. Κάποια νυφίτσα, ίσως, ενδεχόμενα ένα φίδι ή κάποιο καλό ξωτικό,376 που μπορεί να παραστεκότανε σα κάποια γυναίκα ή μια ανθρώπινη σκιά, χωρίς να βγάζει μιλιά. τ-Σε περίπτωση μεγάλης ανομβρίας, την οποία πίστευαν πως ήταν το αποτέλεσμα μιάσματος και μιας ασεβούς πράξεως προς τον Θεό, χρησιμοποιούσαν το «σύλωμα». Καταβρέχανε μια φτωχιά, πεντάρφανη κοπελιά και την περιφέρανε μουσκεμένη από πόρτα σε πόρτα τραγουδώντας ορισμένα ακατάληπτα τετράστιχα, επίκληση στους ουρανούς για βροχή. 377 Οι συχωριανές, πάλι, ξανακατέβρεχαν την κοπελιά χύνοντας νερό στα μαλλιά της…αλλά προσφέροντάς της και ένα πιάτο αλεύρι ή προϊόντα τέτοια που είχαν ανάγκη τη βροχή. Παρατήρηση

374

Το μαυρομάνικο μαχαίρι είχε μαγικές ενέργειες ικανές να σώσουν την κύηση σχετ. Αικατερινίδης Γεώργιος, «Νεοελληνικές αιματηρές Θυσίες» Δελτίο Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας, Αθήνα [1979] σελ. 141 375 Λάζαρος Ευπραξιάδης, ό.π , σελ. 243. βλ και Κωστάκης Θανάσης Ανακού ό.π. σελ. 261 376 Τα θεωρούσανε τιλισίμ (φύλακας άγγελος) 377 Γ. Μαυροχαλυβίδης, ό.π., σελ 302. «Σπόρο έρριξα στη γη και πρασίνισε μα μαβί αγκάθι τον έπνιξε. Ασυννέφιαστοι ήταν οι ουρανοί μα τον Κώστα μου τον πήραν ποταμοί. Δώσε θεέ μου τουλούμι βροχή… Το σκαφίδι θέλει ζυμάρι, οι ζευγάδες θέλουν βροχή, τα ορφανά ψωμάκι, ρίξε θεέ μου ρίξε…».

146


1-Η πρόκληση βροχής με τις κάθε μορφής πρακτικές διέφερε, παρόλα τα κοινά στοιχεία, από περιοχή σε περιοχή. Έτσι, για παράδειγμα, οι Τσαρικλιώτες το σχετικό έθιμο- πρακτική το ονόμαζαν «σόλιντζικ». Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτό «…ντύνανε ένα ορφανό κορίτσι με παλιά ρούχα και της βάζανε στον ώμο ένα ξύλο. Κατόπιν με τη συνοδεία ηλικιωμένων γυναικών γυρίζανε τους μαχαλάδες του χωριού παρακαλώντας τον Θεό να ρίξει βροχή. Οι Τσαρικλιώτες φίλευαν το ορφανό κορίτσι και το ράντιζαν με νερό. Τα λόγια της περιφοράς ήταν τα παρακάτω: Σελιντζίκ’ σελέ, σελέ, σελινέν γιαμούρ γκελελί, τσιφτελέρ γιαμούρ ιστέρ, τσεκνελέρ χαμούρ ιστέρ, τζουτζουκλάρ εκμέκ αστέρ, εκινλέρ γιαμούρ ιστέρ, βερ αλαχήμ βερ, βερ Αλλάχ, σελιντζίκ σελέ, σελέ σελινέν γιαμούρ γκελέ, γκιοβντέ μπουλούτ γιοκ ουρχάν Κωνσταντινούμ σελ αλντί… Η κούνια να πάει και να ρθει, σαν χείμαρρος η βροχή να ρθει, οι γεωργοί θέλουν βροχή, οι σκάφες θέλουν ζυμάρι, τα παιδιά θέλουν ψωμί, τα σπαρτά θέλουν βροχή, βρέξε θεέ μου βρέξε, βρέξε θεέ ενώ στα ουράνια σύννεφα δεν υπήρχαν τον Κωνσταντίνο τον πήρε ο χείμαρρος…378 2-Ιδιαίτερα χαρακτηριστικό και τα μάλα αποκρουστικό είναι και το παρακάτω περιστατικό που συνέβη στο Τσαρικλί, το οποίο καταγράψαμε στο οικείο περί απιστίας κεφάλαιο, αυτούσιο και όπως το βρήκαμε στην υπάρχουσα βιβλιογραφία. Σε κάθε περίπτωση ενδεικτικό της υπάρχουσας δεισιδαιμονίας. «Επειδή κάποια χρονιά παρατεινόταν η ανομβρία, πίστεψαν πως αυτό οφειλόταν στο ότι μια γυναίκα του Τσαρικλί, η Τσατάλ Ελισσάβετ, είχε κοιμηθεί μ’ έναν Τούρκο βοσκό και έτσι με αυτή την πράξη της αυτή βεβήλωσε τα θεία και η θεία δικαιοσύνη έπεφτε σαν εκδίκηση. Τη γυναίκα αυτή, που εν τω μεταξύ πρόσφατα είχε πεθάνει, μετά από παράκληση της Μαγδάλας Δέσποινας, την έβγαλαν από τον τάφο, δεν είχε ακόμη λιώσει, την έδεσαν και την έσυραν στους δρόμους του χωριού παρακαλώντας το θεό να δώσει συγχώρεση και να έρθει η βροχή…»379 3-Κοινές προσπάθειες, για τη «λύση» της ανομβρίας, είχαμε και από τις δυο θρησκευτικές κοινότητες. Έτσι Μουσουλμάνοι και Χριστιανοί παίρνανε ένα μικρό 378 379

Ιωακειμίδης Χρίστος, ό.π., σελ. 156 Ό.π., σελ. 157

147


κορίτσι, του βάζανε ένα ταψί στο κεφάλι και πάνω σ’αυτό ένα απλωμένο σεντόνι. Το κορίτσι γύριζε στους δρόμους και οι νοικοκυρές χύνανε στο ταψί από ένα κανάτι νερό, επιβραβεύοντας τούτη την προσπάθεια με διάφορα μπαξίσια, λέγοντας συγχρόνως τους παρακάτω μαγικούς στίχους: Της βροχής βούτυρο, (καλή βροχή) η νύφη θέλει, κουταλιές θέλει το μέλι. Οι σκάφες θέλουν ζυμάρι, τα πηγάδια νερό, τα ορφανά ψωμί, οι γεωργοί βροχή. Δώσε Θεέ μου άφθονη βροχή, στη σκάφη ζύμη στο πηγάδι νερό.380 4-Χαρακτηριστικότατες ήτανε και οι πρακτικές αντιμετώπισης της ανομβρίας στην πανέμορφη κοινότητα του Τσελτέτς. Εκεί, λοιπόν, αφενός μεν οι κυράδες δεν τάϊζαν τα μωρά, για να κλαίνε, αλλά αφετέρου ούτε και τα ζωντανά για να μουγκρίζουν. Ταυτόχρονα φορούσαν μαύρα μαντήλια, κλαίγανε και παρακαλουσαν τον θεό να «λυπηθεί τα φσάχα και να βρέξει…». Επίσης, «…ντύνανε μια παρθένα με μια γούνα μακριά. Στο κεφάλι της βάζανε ένα κόσκινο με λουλούδια γύρω- γύρω. Φτιάχνανε και κάτι φτερά από πανί και τα στηρίζανε στους ώμους της. Το κορίτσι καθώς φτερούγιζε ανοίγοντας και κουνώντας τα χέρια της, ο κόσμος έριχνε με κουβάδες νερό στο κεφάλι, ενώ ταυτόχρονα τραγουδούσε- επίκληση στο θεό για βροχή, τους παρακάτω στίχους… Γιαγμούρ γιαγάρ, γερ γιας ολούρ, σαράπ ιτσέν σαρχός ολούρ, Βερ αλλαχίμ βερ, βερ γιαγμούρ βερ Ρίχνει βροχή και βρέχεται η γη μεθάει αυτός που πίνει κρασί δώσε θεέ μου δώσε, δώσε βροχή δώσε»381 5-Στα Ποτάμια, πάλι, τα παιδιά του χωριού μαζεύονταν γύρω από το κορίτσι που κρατούσε ένα ομοίωμα ανθρώπου ντυμένου κουρέλια-όπως ήτανε ντυμένο και το ίδιο- με τις κυράδες, μουσουλμάνες μα και χριστιανές, να ρίχνουν πάνω στο ομοίωμα νερό τραγουδώντας: Βρέξε, βρέξε, βρεχτινή Δώσ’ κι εδώ, δωσ’ κι εκεί, δώσ’ και στου Χάρου την αυλή. Βερ, Αλλάχ, γκιουζέλ Αλλάχ 380 381

Μαρτυρία Σταματιάδη Γιάννη ό.π. Ό.π., σελ. 157 βλ. και μαρτυρίες

148


Βόσκουμ’ αρνιά, πρόβατ’ αρνιά, σελοργιά Βερ, Αλλάχ, γκιουζέλ Αλλάχ Δωσ’ κι εδώ, δώσ’ κι εκεί Δώσ’ και σου Χάρου την αυλή. 382 6-Τέλος, για την αυτή αιτία, παραθέτουμε αυτούσιο το κείμενο που αντλήσαμε από τη σχετική βιβλιογραφία,383 τα μάλα ενδεικτικό, για τη γυναικεία και όχι μόνο δεισιδαιμονία. Αλλά με τις γυναίκες να πρωτοστατούν. Να σημειωθεί, επίσης, πως τούτο το «έθιμο» αναφέρεται και από τους πληροφορητές με διάφορες παραλλαγές, πράγμα που αποδεικνύει πως επρόκειτο για πρακτική μάλλον συνηθισμένη, τουλάχιστον μέχρι και το τέλος του 19ου αιώνα. «…Έπαιρναν την απόφαση ο παπάς, οι επίτροποι, ο πρόεδρος και ειδοποιούσαν το χωριό. Ας ποίκομ’ ένα λιτανεία, Θεγός να μας δώκ’ βρεχός… Την άλλη μέρα χτυπούσε η καμπάνα και όλοι ντυμένοι τα κυριακάτικά τους με κεριά και θυμίαμα, με τα παιδιά μπροστά κρατώντας εικόνες από την εκκλησία… Την προηγουμένη ημέρα δυο ηλικιωμένες γυναίκες ξέθαβαν ένα κεφάλι, κατά προτίμηση ηλικιωμένου384 και από το παλιό νεκροταφείο, που ήταν Ταχιανοσντά γκαλμά… Το έβαζαν σ’ ένα καζάνι με νερό στην εκκλησιά-συνήθως στον Τίμιο Σταυρό- ή στο σπίτι και την άλλη μέρα το τοποθετούσαν στο τραπέζι της λιτανείας. Διαβαζε ο παπάς τις ευχές, άναβαν οι πιστοί τα κεριά τους, κάνανε μετάνοιες, και παρακαλούσαν και από αύριο βρέϊσκεν…έβρεχε κάποτε πριν προλάβουν να γυρίσουν στο χωριό… Κάποτε ξεχνούσαν, λέγανε οι γιαγιάδες, το κεφάλι μέσα στο νερό και η βροχή δεν σταματούσε… Ένα φορά αφήκαμ’ το είκοσι μέρες και είκοσι μέρε, θεού μέρα, βρεχός… Είπαμε πια. Χώσε τα, θα δώσεις στο χωριό στο χείμαρρο. Και το χώσαμε και σταμάτησε η βροχή…» υ-Βαχτουβάρια385 ή κλήδονας… Καθαρά γυναικεία μαγική γιορτή, που λάβαινε χώρα την ημέρα της Πεντηκοστής, σύμφωνα με την οποία η μοίρα-κισμέτ καθόριζε αποφασιστικά και καταλυτικά την τύχη των ανύπαντρων κοριτσιών. Σύμφωνα με αυτό ρίχνανε μέσα σε ένα τσικί ή τσουκί καθένα το δικό του σημάδι- δακτυλίδι, δαχτυλήθρα, χάντρα, βελονοθήκη, κουμπί, νόμισμα κλπ- και μετά το Άγιο Γονάτισμα386 στην πλατεία του χωριού υπό τους ήχους του ντεφιού, αλλά και των τραγουδιών, κάθε μια «άπλωνε το χέρι στο τσουκί κι έβγαζε ένα

382

Θανάσης Κωστάκης ό.π., σελ. 226 Ό.π., σελ. 224 384 Στην περιοχή της Νίγδης προτιμούσαν κεφάλι ιερωμένου. 385 Κατά τον Λεβίδη η λέξη βαρτουβάρια προέρχεται από την τουρκική «βαχτού βαρ» και σημαίνει «έχει τον καιρόν του» πρβ Μικρασιατικά Χρονικά, ο.π., τ. 13ος σελ 332 386 Έτσι λέγανε τη γιορτή εκ του γεγονότος ότι όλο το εκκλησίασμα γονατίζει… Το τσουκάλι με τα σημάδια το αφήνανε τρεις μέρες στα αστέρια…το διαβάζανε στην εκκλησιά και µετά το παραδίδανε για τη γιορτή… 383

149


σημάδι…ενώ ταυτόχρονα οι κοπελιές λέγανε κάποιο στίχο…».387 Εννοείται πως το αρσενικό φύλο παρακολουθούσε μεν, αλλά πάντοτε διακριτικά. Παραθέτουμε μερικά από τα τετράστιχα όπως μας τα μετέφεραν οι πληροφορητές… Καλορίζικα τα βαρτουβάρια σου τα τέσσερα ντουβάρια σου. Όποιες πάρουν μέρος ευτυχισμένες να ’ναι Πέτρα έριξα στην ελιά, στην πιο χοντρή ελιά. Εγώ φύλαξα το κορμί μου, για τον καλύτερο παλικαρά. Ωσάν λεύκα που ψήλωσε. Ωσάν αγουρίδα που ξίνισε. Τι γυρνάς από τόπο σε τόπο ωσάν κότα που μάδησε; Περισσότερο αναλυτικός είναι ο Εμμ. Τσαλίκογλου στα «Λαογραφικά των Φλαβιανών της Καππαδοκίας», όπου μεταξύ άλλων γράφει τα παρακάτω, τα οποία μεταφέρουμε αυτούσια:388 «…Αι νεάνιδες αι οποίαι ήθελον να λάβουν μέρος εις τον κλήδονα, το βράδυ εσχημάτιζον ομάδας και επήγαινον εις τους αγρούς, αφού προηγουμένως η κάθε μια εμερίμνα να έχη μαζί της εν ψαλλίδιον και επτά κομμάτια μονόχρωμες κλωστές μεταξωτές ή μονόχρωμα υφάσματα μεταξωτά επτά διαφορετικών χρωμάτων. Συμφώνως προς το έθιμον αδιαφορούσαν δια το είδος του χρώματος. Έπρεπε όμως να διαφέρουν. Κάθε κοπέλλα με κάθε τεμάχιον της κλωστής έδενε 3-4 στάχυα ομού από την μέσην, αφού προηγουμένως ελαφρά εψαλλίδιζε το άκρον ή την κεφαλή των σταχυών. Προτού επιστρέψουν εις τα σπίτια των καθώριζον τόπον συναντήσεως δια την χαραυγήν της επομένης… Τας πρωϊνάς ώρας της ημέρας εκείνης προ της ανατολής του ηλίου από τον τόπον της συναντήσεώς των ομού κατευθύντο αμίλητοι εις τον αγρόν όπου είχον δέσει τα στάχυα των το βράδυ της προτεραίας. Μέχρι του ξεριζώματος των σταχυών των δεν επιτρέπετο να ομιλήσουν. Εις τον αγρόν κάθε μια αφού εύρισκε και ανεγνώριζε τα στάχυα της τα εξερρίζωνε. Μόλις τα εξερρίζωναν όλα τα στάχυα έλυον την σιωπήν των. Μερικαί, εάν επιθυμούσαν, εξήρτων την εκπλήρωσιν κάποιου πόθου των από την νυκτερινήν ανάπτυξιν των με το ψαλλίδιον των κομμένων σταχυών. Λόγου χάριν εάν κατά την αντίληψίν των τα κομμένα μέρη των σταχυών των είχαν μεγαλώσει ή αναπτυχθή εκ νέου επαρκώς κατά την νύκτα ηρμήνευον τούτο ως σημείον ότι οι πόθοι των θα εκπληρωθούν. Τα ξερριζωμένα στάχυα μετέφερον εις το σπίτι όπου επρόκειτο να λάβη χώραν το βερτουβάρ και τα ετοποθέτουν όρθια εντός μιας λεκάνης πλήρους ύδατος… Την Κυριακήν εκείνην, ήτοι την πρώτην Κυριακήν αμέσως μετά την εορτήν της Αναλήψεως, εκάλουν Κυριακήν του Βερτουβάρ (Βερτουβάρ Παζαρί). 387 388

Γ. Μαυροχαλυβίδης, ό.π., σελ. 303 Τσαλίκογλου Εμμ., ο.π., σελ. 331

150


Μετά το μεσημεριανόν γεύμα ήρχιζε η τελετή του κλήδονος. Μια πρωτότοκος (ανανίν ιλκ κιζί) εγένετο νύμφη του Βερτουβάρ (βερτουβάρ γκελινή), της έκλειον τα μάτια της με το μανδήλι…εμερίμνων να καθίση αύτη εμπρός από την λεκάνη ήτις ήτο πλήρης ύδατος και σταχυών… Με το κατάλληλον ύφασμα εσκέπαζον την νύμφην ως και την λεκάνην. Αφού προηγουμένως αι λαμβάνουσαι μέρος εις τον κλήδονα έρριπτον διάφορα αντικείμενα εντός της λεκάνης, δυο εκ των συμμετεχουσών εκάθηντο κάπου και κτυπούσαι τα ντέφια των ετραγούδουν τους γνωστούς στίχους του κλύδωνος. Στο τέλος κάθε στίχου η νύμφη έβγαζε από την λεκάνην μια χούφτα αντικείμενα ή εάν ήθελε εν μόνον αντικείμενον. Και ούτω αι λαβούσαι μέρος εις τον κλήδονα εμάντευον την τύχην των. Εάν ήθελον έρριπτον εις την λεκάνην αντικείμενα δια δευτέραν ή περισσοτέρας φοράς δια να δοκιμάσουν εκ νέου την τύχην των… Τους στίχους του Κλήδονος παραθέτω κάτωθι: Καθρέπτη έρριξα στο λιβάδι, το φως του έπεσε στην πλαγιά. Ορφανή κοπέλλα, ορφανό αγόρι, καλή τύχη να τους δίνη ο Θεός. (κακός οιωνός) Ψηλός σαν τη λεύκα, ξυνός σαν αγουρίδα. Τι τριγυρνάς από μαχαλά σε μαχαλά σαν μαδημένη κότα (κακός σύζυγος) Ω κλήδονα, κλήδονα, έχει την εποχή ο κλήδονας. Κι όποιος στον κλήδονα θα πάγη θα έχη θρόνο σε επτά μέρη (καλή τύχη) Ελαία, η ελαία, καλή ελαία, την τύχη μου δοκίμασα εγώ σε παλλήκαρο καλό. (καλό γάμο) Άγγελος επί δώματος περπατάει, περπατάει λαδώνοντας τα μαλλιά του. Και στο χέρι του χαρτί και καλαμάρι κρατάει γράφοντας του Χριστού το όνομα (εξαιρετική τύχη) Αξίζεις όσο μια γλάστρα σπασμένη, ας έλθη ο άνδρας σου από τη Δαμασκό να σε χτυπήση και να σπάση το κεφάλι σου.

151


(αποτυχία στο γάμο) Να έχης πάντα βαρτουβάρια κλεισμένη να είσαι σε τέσσερα ντουβάρια. σπυρί να βγη στον πισινό σου το καθισιό σου να γίνη δύσκολο (προειδοποίηση για κακά και στενοχώριες).

152


Χοροί και… γυναίκα389

Αυτονόητο πως οι χοροί των γυναικών ήταν σε άμεση εξάρτηση με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής, μέσα σ’ ένα ατελείωτο κυκεώνα των «πρέπει», των «έτσι», της αμαρτίας και όλων των συναφών που περιόριζαν αυτή τη μορφή έκφρασης. Εξυπακούεται, επίσης, πως δεν γίνεται κανένας λόγος για τους λοιπούς χορούς. Αυτούς, δηλαδή, που φέρανε ή προσπάθησαν και μάλλον ανεπιτυχώς, από τα μακριά οι δικοί τους άνθρωποι, που είδανε και μάθανε στις μεγαλουπόλεις της δύσης. Ο Μαυροχαλυβίδης μάλιστα ήτανε ξεκάθαρος και κατηγορηματικός για τα επικρατούντα ήθη και έθιμα, τις νοοτροπίες στα θέματα ηθικής τάξεως που προερχότανε και από το χορό. «…Μερικοί δάσκαλοι και δασκάλες θελήσαμε να χορέψαμε πόλκα και…και μας πέρασαν από ανακρίσεις που αποτολμήσαμε να κάνουμε κάτι τέτοιο…».390

389

Λουκιανού, Περί Ορχήσεως, «…Ενώ δε τα άλλα είναι έργα, τα μεν της ψυχής, τα δε του σώματος, εις την όρχησιν το ψυχικόν και το σωματικόν στοιχείον αναμιγνύονται…», δηλαδή με άλλα λόγια ο χορός αποτελεί ένα καλά οργανωμένο σύνολο ρυθμικών κινήσεων των άκρων και της ψυχής, μια από της σημαντικότερες εκφράσεις του. 390 Ιορδάνης Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 232

153


Εξίσου χαρακτηριστικός είναι και ο Αρχέλαος, που με περισσή γλαφυρότητα μας παρουσιάζει εξαιρετικές εικόνες διασκέδασης, γυναικών τε και ανδρών, δημόσια εννοείται. «Κατά τας απόκρεως εν ταις πλατείαις των συνοικιών και κατά την εβδομάδα της Διακαινησίμου εν τη περιοχή του αγίου Νικολάου, αι νεάνιδες και αι έγγαμοι νέαι συναθροιζόμεναι χορεύουσιν άπασαι τον κύκλιον χορόν και άδουσι τα εγχώρια άσματα, οι δε κάτοικοι παρακαθήμενοι εκεί θεώνται το λαμπρόν και πολυποίκιλον ως εκ των ενδυμασιών θέαμα, τους επιτηδείους αικισμούς των χορευτριών κατά τους ελιγμούς των χορών, ως και τα επιδεικτικώς προς τας μελλονύμφους γινόμενα τζιχίνια (δώρα) υπό των συγγενών του μνηστήρος. Άλλοτε οι χοροί ούτοι απετέλουν μιαν των απολαύσεων των κατοίκων391, ήδη όμως απώλεσαν το γόητρόν των και σχεδόν εκλείπουσι αντικαθιστάμενοι δια των οικογενειακών εσπερίδων, θεάτρων και των ευρωπαϊκών χορών…»392 Τώρα…το χαρακτηριστικότερο γνώρισμα των χορών της Καππαδοκίας είναι πως διακρίνονται για τη σεμνότητά τους και είναι πάντοτε αισθητικοί και όχι αισθησιακοί, αντιθέτου, δηλαδή, φιλοσοφίας με τους χορούς της «ανατολής», που θέλουν τη γυναίκα, κυρίως, προικισμένη με «θέλγητρα» ικανά να προκαλέσουν. Συνεπώς σφόδρα επηρεασμένοι από τη θρησκεία, αλλά και την επαφή τους με το μουσουλμανικό στοιχείο, κινούνται «αεράτα» στο χώρο σύμφωνα με τον ρυθμό, τελετουργικά και σχεδόν μυσταγωγικά, εκφράζοντας συναισθήματα, ηθικές αξίες, παράδοση αιώνων. Σταθερό, λοιπόν, πάτημα του πέλματος, σώμα αλύγιστο και χέρια να υψώνονται μπροστά στο στήθος, χωρίς να υπερβαίνουν το κεφάλι, κινήσεις προκαθορισμένες, επαναλαμβανόμενες τέλεια, αρμονικά. Γνωρίζοντας την πανάρχαια τάξη των πραγμάτων κινούνται αναλόγως, μπαίνοντας στη σειρά, πιάνοντας ο ένας τον άλλον, υπακούοντας σε ηθικούς κανόνες που τους μεταφέρουν στον ευρύτερο χώρο, όπου εκεί το κοινωνικό γίγνεσθαι έχει καθορίσει τις θέσεις των φύλων και την απόσταση που πρέπει να υπάρχει μεταξύ αυτών.393 Γι’ αυτό, λοιπόν, απαγορεύονταν αυστηρότατα σε όλα σχεδόν τα χωριά οι μεικτοί χοροί, που κατά την άποψη των πολλών αποτελούσαν σαφέστατο δείγμα ανηθικότητας, κάτι που ήταν αδύνατον να «αντέξει» οποιαδήποτε τοπική κοινωνία. Απλά, όμως, και μόνο σε εξαιρετικά σπάνιες στιγμές μπορούσε κάποιος σεβάσμιος γέροντας ή κανένας ευτράπελος νέος να χωθεί ανάμεσα στο χορό των γυναικών, αλλά και πάλι του στενού, οικογενειακού τους περιβάλλοντος, για να μην υπάρξουν παρεξήγηση και σχόλια394. Παραθέτουμε, λοιπόν, τους πλέον γνωστούς γυναικείους χορούς…ή καλύτερα αυτούς που χόρευαν και οι γυναίκες.

391

Δηλαδή πολύ απλά έβλεπαν…και σχολίαζαν πότε τα τραγούδια και πότε τις κοπελιές… Σαραντίδου Αρχελάου, ό.π., σελ. 73 393 Κ. Νίγδελη-Σ. Κοιμίσογλου, ό.π., σελ. 68 394 Γ Μαυροχαλυβίδης, ό.π., σελ. 305, βλ σχ Συμεών Κοιμίσογλου, Το Μισθί της Καππαδοκίας Θεσσαλονίκη, (εκδ) Ναυς 2008, σελ. 105, «μόνο στους γάμους και τις οικογενειακές χαρές, εκεί που δεν υπήρχε φόβος για παρεξηγήσεις, χόρευαν ελεύθερα άνδρες και γυναίκες μαζί…», πρβ και Θανάσης Κωστάκης, ό.π. σελ. 134, «…στους δημόσιους χώρους στο ύπαιθρο χόρευαν χωριστά οι γυναίκες από τους άνδρες. Χόρευαν λίγο οι άνδρες πρώτα και έπειτα συνέχιζαν το χορό ο γυναίκες». 392

154


Σουρουντίνα, σονρουντίνα Ο χορός πήρε τ’όνομά του από το σύρσιμο των ποδιών.395 Στην αρχή ο χορός ήταν αργός και σε κύκλο, με τον κορυφαίο του χορού να κρατά πάντοτε ένα μαντήλι, ενώ στη συνέχεια γρηγορότερος, με τον κύκλο να χαλά από την ομάδα. Σύμφωνα με την παράδοση, αναπαριστά την αρπαγή κάποιας κόρης από τους Τούρκους, στην περιοχή του Ανταβάλ, γι αυτό και το τραγούδι με το οποίο συνήθως χορεύεται λέγεται, σε ελεύθερη μετάφραση, «Πήγαν στα αμπέλια του Ανταβάλ…» και είναι το παρακάτω: Ανταβάλ μπαγλαρί σεϊρ γιορουντού γαρά ντουμάν ορταλού μπουρουντού, ζαλούμ αραμπατζί ατού γιορουντού και σε ελεύθερη μετάφραση Πήγαν στ’ αμπέλια του Ανταβάλ κ’ έστειλαν το κορίτσι στη βρύση να πάρει νερό. Η βρύση ήταν μέσα στα αμπέλια. Περνούσαν αραμπάδες από το δημόσιο δρόμο και το πήραν. Σε πέντε έξι μήνες πήγαν να θερίσουν και το βρήκαν σκοτωμένο. Κόνιαλι, χορός των κουταλιών.396 Αντικριστός χορός, που χορευόταν σε όλη την Καππαδοκία από ζευγάρια γυναικών αργά και σταθερά ή από ζευγάρια ανδρών γρήγορα και εντονότερα.

395

Ορισμένοι μελετητές συσχετίζουν τον χορό με τον μύθο της Δήμητρας –Περσεφόνης, σχετ. Δώρα Στράτου, Ελληνικοί Παραδοσιακοί χοροί, Αθήνα ΟΕΔΒ 1979 396 Λέγεται και Κιοτσιάς…

155


Τα κουτάλια, που τοποθετούνταν ανάμεσα στον δείκτη και τον αντίχειρα, είναι τριών ειδών: α- Τα ταχταδιώνας (σανιδένια) με ζωγραφισμένα λουλούδια, β-Τα σιδερώνας (μεταλλικά) και γ-τα κοκάλινα. Το κτύπημα τους λειτουργούσε στη θέση των κρουστών οργάνων. Ο στρογγυλός ή γκυλιντρός ή τσιραφάς ή χοπλαμάς Γρήγορος ανδρικός χορός, αλλά στη συνέχεια και γυναικείος σε ανοικτό κύκλο, με λαβή των χεριών από τις παλάμες κάτω. Πήρε αυτό το όνομα από το γεγονός πως χορεύεται σε κύκλο. Το μουσικό του μέτρο είναι στα 2/4 και τα βήματά του σε έξι.397 Σεήτα-τα Κλασικός γυναικείος χορός με τις «νέες και τις κυράδες» να χορεύουν υπό τους ρυθμικούς ήχους του ομώνυμου τραγουδιού, καλυμμένες με μαντίλι και με ακάλυπτα μόνο τα μάτια. Σύμφωνα με την παράδοση ο χορός «μιλούσε» για τη συνάντηση της θεάς Δήμητρας με την κόρη της την Περσεφόνη και πως κάπου εκεί, ανάμεσα σε θεόρατα βουνά, απότομες πλαγιές, καταπράσινα λιβάδια, «υπήρχε το μεγάλο φαράγγι που οδηγούσε στον κάτω κόσμο». Ωνημά Αντικριστός και αποκλειστικά γυναικείος χορός. Σύμφωνα με την παράδοση πήρε το όνομά του από τις απελπισμένες φωνές κάποιας κόρης, που αρνιότανε το γάμο της χήρας μητέρας της. « Ω μάνα , ω μάνα, γιατί το έκανες αυτό, γιατί με ρεζίλεψες…». Χαρμάν Γερί- Αλώνια Καθαρά κύκλιος ανδρικός χορός της περιοχής με λαβή των χεριών σταυρωτά. Παλιά χορευότανε στα αλώνια με τη συνοδεία και γυναικείων τμημάτων. Με τον τρόπο αυτό πατούσαν την παραγωγή τους, συνοδεύοντάς τον με τα λόγια: «…Το αλώνι είναι υγρό, πάτα σιγά, πάτα σταθερά…». Ο χορός του Αγίου Βασιλείου. Τελετουργικός χορός, καθιερωμένος σε ανάμνηση της σωτηρίας του πληθυσμού από τον Ιουλιανό. Σύμφωνα με το θρύλο όλος ο πληθυσμός σα σε λιτανεία ανέβηκε στο βουνό, στη σπηλιά, για να ευχαριστήσει την Παναγιά για το καλό που τους έκαμε. Λέγεται πως πήγαιναν χορεύοντας. Έτσι τα βήματα του χορού είναι πολλές φορές ζωντανά και πηδηχτά, σα να χαίρονται, άλλες φορές περιπατητά, σα να παίρνουν ανάσα στη μακρινή τους πορεία. Επί κεφαλής είναι ο γεροντότερος, κρατά πάντοτε ένα μπαστούνι, σα να οδηγεί τους προσκυνητές. 397

Ο χορός κυλούσε σχεδόν πάντοτε υπό τους ήχους μόνο των τραγουδιών….

156


Ο χορός του Αγίου Σάββα ή Βάρα βάρα Πρόκειται περί ενός χορού που χορευότανε κύρια στα χωριά Σαρμουσακλί, Τσατ, Καρατζόρεν, Τσοχούρ, Τασλίκ. Υπήρχαν δυο ομάδες. Η πρώτη ομάδα, η πολυπληθέστερη, σχημάτιζε κύκλο και επάνω στους ώμους των χορευτών ανέβαιναν τα υπόλοιπα παιδιά της παρέας, που για να μην πέσουν, κρατιότανε με τα χέρια τους ο ένας από τον άλλον. Και όλα γινότανε υπό τους ήχους της μουσικής και των ασμάτων των κοριτσιών. Σήμερα σώζεται ένα από αυτά το οποίο και παραθέτουμε: Βάρα βάρα Χριστός ανέστη, βάρα βάρα ολούρ χατζή, βαρμαγιανλάρ τσεκέρ ατζί. Τσεκιλέρ Χριστογούν τατζί, κελεφεντίμ γκεστέρ νουρί… Πας πας να γίνεσαι χατζής κι όποιος δεν πάει, τραβάει πίκρες. Φοράει του Χριστού τη ζωγραφιά. Δε μπόρεσα να ρθω Κύριε δείξε το θαύμα σου…398 Αποχαιρετισμός-Μέγα Πάσχα Χορευότανε την Κυριακή του Θωμά από τις γυναίκες των οποίων οι σύζυγοι έλειπαν στα ξένα. Από πολλούς θεωρείται και ως χορός της Άνοιξης ή του αποχαιρετισμού, μιας και στα σωζόμενα λόγια υπάρχουν πάμπολλες αναφορές… Μάνα ήρτεν η άνοιξη το γέρμο καλοκαίρι. «Ήρτεν ο καιρός που πρέπ’ να χωριστούμεν, ν’απομακρυνθούμ’, ήρτεν ο καιρός, θα παν οι βρωμισμένοι και βαρετοί θα ρτουν οι μυρισμένοι και ποθητοί. Ώρα σας καλή…». Βεβαίως στη σχετική βιβλιογραφία καταγράφονται και άλλοι, λιγότερο γνωστοί, χοροί της Καππαδοκίας, όπως: ο Καλέ ( κάστρο), ο Άγιος Γιάννης, ο αποχαιρετισμός- Μέγα Πάσχα, την Κυριακή του Θωμά, κ.α. Γενικές παρατηρήσεις Σίγουρα είμαστε ο λαός που στο διάβα της ιστορίας της ανθρωπότητας τίμησε όσο κανείς άλλος την αξία του χορού.399 Με τους πάντες και τα πάντα να εμβαπτίζονται στη ζωογόνο δημιουργική κολυμπήθρα του: Θεοί, Θεές, μούσες, χάριτες, θνητές, θνητοί, ζώα, ακόμη και «όλη η γη θα χορέψει» κατά τον Ευριπίδη στις Βάκχες. 398

Ιωακειμίδης Χρίστος, ό.π., σελ. 153 βλ σχετ. Κωστάκης Θανάσης, ό.π., σελ. 195 Ο χορός, λοιπόν, προϊόν ατομικής αλλά και κοινωνικής αναγκαιότητας, περισσότερο, ικανοποιεί διαφορετικές ανάγκες έκφρασης. Η μορφή του, τα βήματά του, το στήσιμό του, ο ρυθμός του, το σχήμα του, ήταν ανάλογο με το είδος της ανάγκης που επεδίωκε να παρουσιαστεί, να δειχθεί. 399

157


Και όλοι, μα όλοι, αναφέρονται στις αναγεννητικές του δυνάμεις. «Δώρο», κατά τους μακρινούς προγόνους, των θεών στους εκλεκτούς θνητούς. Που με θεϊκή εντολή οι μούσες Πολύμνια και Τερψιχόρη ή κατ’ άλλους η Ουρανία, δημιούργησαν τούτο το πολύτιμο δώρο – εργαλείο και το δίδαξαν στους ανθρώπους. Πολυτιμότατο δώρο γιατί… Μα γιατί ο χορός είναι η πιο δυνατή, αλλά και ακέραια πανανθρώπινη γλώσσα, το πλέον χαρακτηριστικό ιδιότυπο εκφραστικό μέσο. Γιατί χορεύω, σημαίνει ζω, αισθάνομαι, εκφράζομαι. Γιατί χορεύω, σημαίνει μαθαίνω, λειτουργώ, καθυποτάσσω καρδιά και νου, αισθήματα και συναισθήματα, παρασύρομαι σε μια παγκόσμια δίνη, ελευθερώνομαι. Γιατί ο χορός συμβολίζει τη συμμετοχή και είναι στενά δεμένος με τη δουλειά, τη γιορτή, τον έρωτα, το θάνατο. Γιατί με το χορό οι άνθρωποι «λεν» για τον πόλεμο, την ειρήνη, το γάμο, το θερισμό, τη φύση, αρμονικά και ολοκληρωμένα. Νεανική δύναμη ζωής, ωθεί τον άνθρωπο – χορευτή στη ζωντάνια, τη χαρά, τη συγκίνηση μέσα από εκφραστικές κινήσεις των άκρων, χεριών – ποδιών, του σώματος. Με μια ξεχωριστή μυητική γλώσσα, με ανεπαίσθητες μαγευτικές κινήσεις που σου χαρίζουν τόση ομορφιά, ευεξία, «εν αγγελική αύρα».

158


Το παιχνίδι400

για μικρά και μεγάλα κορίτσια… «…Ανέκαθεν το παιχνίδι αποτελούσε κάτι το ξεχωριστό στη ζωή των ανθρώπων. Για τα παιδιά διέξοδο στην ενεργητικότητά τους, αλλά παράλληλα και ανάπτυξη του σώματος και του ψυχικού τους κόσμου, φέρνοντάς σε επαφή το ένα με το άλλο, βοηθώντας τα να διαμορφώσουν μια αποδεχτή από τους άλλους προσωπικότητα, να αποκτήσουν πνεύμα συνεργασίας. Και για τους μεγάλους, φυσικά, αφού τους χαρίζει μια ευχάριστη ανάπαυλα στο άγχος και στον κάματο της καθημερινής εργασίας….μια κάποια φυγή, έστω και προσωρινή, από τα όποια προβλήματα, μια σημαντικότατη ανανέωση»401. Παραθέτουμε, λοιπόν, στο σημείο αυτό, τα πατροπαράδοτα παιχνίδια, αυτά δηλαδή που διασκέδασαν και ψυχαγώγησαν τους δικούς μας ανθρώπους, τότε, στα χρόνια εκείνα τα παλιά, με την επισήμανση πως: α-αφορούν μόνο το γυναικείο πληθυσμό… β-πως υπάρχουν πάμπολλες παραλλαγές αλλά και ομοιότητες… γ-πως αρκετά από αυτά παιζότανε και από τα δυο φύλα… - Οι «κουτσούνες ή κούτσες», δηλαδή κούκλες- μωρά με πελεκητό ξύλο και τυλιγμένο με πανιά.

400

« Μετά την γαλουχίαν ήτις συνήθως εκράτει επί εν έτος, ή τίτθη ή τροφός έτρεφεν αύτη το παιδίον δια διαφόρων υγρών (συχνοτάτη υγρά τροφή ήτο το μέλι) ή στερεών τροφών, την οποίαν εμάσα αυτή πρώτον, και είχε πάσαν την φροντίδα του παιδίου. Προς ύπνον εναπόθετον ταύτα εντός μικράς σκάφης- λίκνου και δια να αποκοιμίζουν αυτά ευκολώτερον τα έσειον, εξ ου διασείειν σκάφην, ψάλλουσαι διαφόρους ωδάς, καλουμένας βαυκαλήματα ή καταβαυκαλήσεις. Προς ησυχίαν και διασκέδασίν των έδιδον εις αυτά διάφορα παίγνια…». 401 Κ. Νίγδελη- Ι. Σταματιάδη, ό.π., σελ. 235

159


Το «γιαζέ με, τουρά με», δηλαδή κορώνα – γράμματα… (για αγόρια αλλά και κορίτσια) -

- Το «τσοκούρ- τσουλούκ τοπ». Παιχνίδι αγοριών αλλά και κοριτσιών. Σκάβανε 7-8 λακκούβες σε ευθεία γραμμή με απόσταση 3 μέτρων περίπου η μια από την άλλη και προσπαθούσανε να βάλουνε μέσα την πάνινη μπάλα. Όποιος είχε τις περισσότερες επιτυχίες ήταν ο νικητής... -Το «τοπ»-ή το «τσαλμαλί τοπ», Το τόπι που ήτανε φτιαγμένο με κουρέλια, κετσέδες, κλωστές, με το αριστερό χέρι ρίχνεται ελαφρά στον αέρα και «…ενώ κατεβαίνει χτυπιέται με το δεξί προς τη διεύθυνση της αντίπαλης….Το τόπι για να εξουδετερώσει παίχτρια πρέπει να βρει τη μάνα που είναι μια μικρή γούβα στη βάση τοίχου που τη λέγανε γκούλικα… Σύμφωνα με μια παραλλαγή της η παίχτρια χτυπά ελαφρά και διαδοχικά χάμω ή σε τοίχο φροντίζοντας να μην πέσει κάτω…Ακόμα το μετεωρίζει στον αέρα σε ύψος 4-5 μέτρων, το δέχεται στην ανοιχτή παλάμη, το ξαναμετεωρίζει πολλές φορές χτυπώντας το με την ίδια ανοιχτή παλάμη ώσπου να αστοχήσει και να πέσει κάτω…οπότε παίρνει τη σειρά η δεύτερη…η τρίτη κλπ…»402 -Η «τσιμαν-ντόζ», δηλαδή η τυφλόμυγα ή και «κιορ χοτζά», δηλαδή ο τυφλόχοτζας. Δένανε τα μάτια κάποιας, την τσιμπούσαν και φρόντιζαν να μην πιαστούν. Σε περίπτωση αιχμαλωσίας και στο ερώτημα «ποια είναι», απαντούσε με παραποιημένη φωνή για παραπλάνηση. Αν επιτυχώς ανακαλύπτονταν, την αντικαθιστούσαν. Υπήρχε και η παραλλαγή του Κιορ εμπέ, δηλαδή η αναγνώριση με κλειστά τα μάτια και με τη διαδικασία της ψηλάφησης της αιχμαλώτου. Το τσιμπί τσιμπί… Χωριζότανε οι παίχτριες σε ομάδες, δένανε με ένα μαντήλι τα μάτια κάποιας και έπειτα την τσιμπούσαν. Όταν της λύνανε τα μάτια, έπρεπε να βρει ποιος την είχε τσιμπήσει, για να την υποχρεώσει να πάρει τη θέση της.403

-Το «γιαλέ», ή το κρυφτό ή μουλιώτικα ή σακλανμάτς ή κρυπτίνδα… για αγόρια αλλά και κορίτσια Κάποιος παίχτης στρεφότανε στον τοίχο και έκλεινε τα μάτια του περιμένοντας όλους να κρυφτούν. Μετά την ερώτηση «ψήχεν-ψήθηκε» και εφόσον δεν έπαιρνε καμία απάντηση, έσπευδε να τους ανακαλύψει, να τους συλλάβει, για να αντικατασταθεί, με τους άλλους να τρέχουν να εξουδετερώσουν την απειλή φτύνοντας τον τοίχο κλπ. 402 403

Γ. Μαυροχαλυβίδης, ό.π., σελ. 319 «Προφήτευσον τις εστίν ο παίσας σε;»

160


Τα «κουτσούγια», δηλαδή τα «κουτσούjα»… πετραδάκια ή και βότσαλα, ή και τσάχαλα404 Παιζότανε συνήθως από κορίτσια…405 Το καλό βότσαλο, ο άνακας, αιωρείται από την παίχτρια, η οποία προτού το αφήσει να ακουμπήσει το έδαφος, θα έπρεπε να «χουφτώσει» τα υπάρχοντα κάτω, σε κάθε αιώρηση και ένα. Συνήθως τα βότσαλα ήταν πέντε αραδιασμένα σε μια μικρή γούβα. -

- Το «ελ- λεμ , ελ- λεμ» Παιχνίδι του χειμώνα, κυρίως για τα κορίτσια, όπου πάνω από το οικογενειακό ταντούρι περνούσαν τις ώρες τους διασκεδάζοντας. Πρόκειται για παραλλαγή ανδρικού παιχνιδιού όπου μια, η οποία αποτελούσε τη βάση του παιχνιδιού, δεχότανε, αφού έκλεινε τα μάτια, ενοχλήσεις, τσιμπήματα, αλλά και ερωτήσεις, με τις οποίες την ελέγχανε- ρωτούσαν τι « είδος φαγώσιμο» κρατούσαν: « εjα σκόρda, εjα κρομμύjα, εjιά λάχανα» ή σε ποιο σημείο του σώματος την τσίμπησαν ή ποιο από τα ρούχα της ακούμπησαν κλπ. - Το «νταχτυλίγια», το δαχτυλίδι Κάτω από αναποδογυρισμένα φλιτζάνια ή από κουρελάκια κρύβανε ένα δακτυλίδι. Εκείνη που αποτύγχανε να το ανακαλύψει θεωρείτο ως αποτυχούσα και κατά συνέπεια αντικείμενο τιμωρίας όπως το μουτζούρωμα με κάπνα ή τους μιμητισμούς ζώων. Το «τέκ μι; Τσίφτ μι;» ή το «τεκ-τσιφτ», δηλαδή μονά ζυγά…(αρχ. Αρτιασμός)406 Κοινό παιχνίδι… -

- Ο «άνισκος» Καθαρά γυναικείο παιχνίδι, με τις ομάδες των κοριτσιών να στέκονται αντικριστά, να τραγουδούν και να παίζουν…( παραλλαγή του «Χαραλάμπη»): -Άνισκος, άνισκος ορντά πιρ γκιουζέλ βαρ, πεν ονού ιστέριμ… (Εκεί είναι μια ωραία, άνισκος, άνισκος, εγώ αυτήν τη θέλω…) -Κιουρντούμ τοπάλντερ, πιζ ονού βερμέγιζ…. (Είναι στραβή, είναι κουτσή, μα πάλι εμείς δεν τη δίνουμε…) -Κιούρ ολσούν τοπάλ ολσούν πιζ ονού ιστέριζ… (Ας είναι στραβή, ας είναι κουτσή, εμείς τη θέλουμε…) -Χεμ νταβουλσούζ χεμ ζουρνασέζ πιζ ονού βερμέγιζ… (Ούτε δίχως νταβούλια, ούτε δίχως ζουρνάδες εμείς τη δίνουμε…) -Χεμ νταβούλουναν χεμ ζουρνάιναν πιζ ονού ιστέριζ… (Και με νταβούλια και με ζουρνάδες εμείς τη θέλουμε…) 404

Ιωακειμίδης Χρίστος, ό.π., σελ. 81 «Γυναικών δε μάλλον εστίν η παιδιά…». 406 « Δραξάμενός τις καρύων ή τι των τοιούτων ερωτά, άρτιος ή περιττός ο εν τη χειρί μου αριθμός; Εάν μεν επιτύχη λαμβάνει όσα εν τη χειρί έχει, εάν δε αμάρτη αποτίει, όσας ο ερωτήσας έχει.» Αριστοφάνης, Πλούτος, στ 816 405

161


-Αραμπασέζ τεκερσίζ πιζ ονού βερμέγιζ… (Δίχως αραμπά δίχως ρόδες εμείς δεν τη δίνουμε… -Αλτέν αραμπά ιλέν, γκιουμούζ τεκερί ιλέν πιζ ονού ιστέριζ… ( Με μαλαματένιο αραμπά και με ασημένιες ρόδες εμείς τη θέλουμε…) -Η «σάλεντζακ», κούνια- αιώρα Με διάφορες παραλλαγές τόσο στον τύπο της αιώρας, όσο και των τραγουδιών, τα οποία λέγονταν κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού. Παραθέτουμε ένα εξ αυτών… Ανάμ πενίμ, πεσιγιμί σαλ- λασούν σαλ λασούν ντα σελαγιά ντα γιολ λασούν (Η μάνα μου ας κουνήσει την κούνια μου και κουνώντας την ας με στείλει στην πατρίδα μου) Ανάμ πενί γιουλντουρμεντί γκέλμεσιν πεντέν μαντά εβλάτ γιουζού γκιορμεσίν (Η μάνα μου δεν με χάρεψε ας μη χαρέψει εξόν από μένα άλλου παιδιού πρόσωπο ας μη γυρέψει)407 -Τζιτζάκ ή τραμπάλα Ξύλινη τάβλα σε κορμό, στις άκρες της οποίας κάθονταν και μετεωριζότανε δυο πιτσιρίκες υπό τους ήχους τραγουδιών. -Χοπλάμάτς ή πηδηχτό Πηδώντας και τρέχοντας μόνο με ένα πόδι κυνηγιόνταν, για να πιάσουν το ένα το άλλο. - Το «γιάντες», με το στηθαίο κόκαλο της όρνιθας. Η μαγική λέξη του ξεγελάσματος ήταν «ακλιτάν»- (στο νου μου) -Κότσιλα ή γουμάρ Χάρασσαν ένα μεγάλο κύκλο και τοποθετούσαν μέσα του τόσα κότσιλα, όσα και οι παίχτριες.Λίγο πιο πέρα τραβούσαν μια γραμμή και σκόπευαν με τη γιάνακα ή με τον τούμακα. Όποια χτυπούσε με επιτυχία και έβγαζε έξω από τον κύκλο το κότσικλο ήταν η νικήτρια. -Τα τζινίια ή σίνι Παιζότανε από μια ομάδα πέντε ή έξ κοριτσιών…. Το καθένα από αυτά τοποθετούσε σε μια γραμμή, που καθόριζαν, ένα τσίνι (χάνδρα). Σε μικρή απόσταση άνοιγαν μια μικρή λακκούβα…Σύμφωνα, λοιπόν, με τους κανόνες του παιχνιδιού κάθε κορίτσι προσπαθούσε να ρίξει το δικό της τσίνι, χτυπώντας το με το μεσαίο δάκτυλο μέσα στη λακκούβα. Σε κάθε επιτυχία έπαιρνε ένα ακόμα τσίνι ως κέρδος. - Το «Καλατζιά» Σε κύκλο όλα τα κορίτσια και τα μικρά παιδιά, όπου κάθε μια έλεγε σαν αίνιγμα ένα προς εύρεση αντικείμενο. Εκείνη που το εύρισκε έπαιρνε τη σειρά της κλπ. 407

Γ. Μαυροχαλυβίδης, ό.π., σελ. 324

162


Μνημεία λόγου… Έτσι, λοιπόν, απλά και ξεκάθαρα, καταθέτουμε μερικά από τα μνημεία λόγου! Δάνεια, αντιδάνεια, ευχές, κατάρες, εκεί και τότε, που τα περισσότερα εξ αυτών ο πανδαμάτορας χρόνος δεν τιθαύσευσε στο λιμάνι της λήθης του και συνεχίζουν μέχρι τα σήμερα, έστω και ελαφρώς τροποποιημένα κατά το δοκούν, με τις πατροπαράδοτες γλωσσικές ιδιαιτερότητες, αλλά και σε μετάφραση, παρακαλώ. -Κορ σε σένα ντα λέου, νύφ’ ισύ να ντα ακούεις. -Ντουγουλτσί ντου γλώσσα βγαλ ντου φίι απ’ ντου τυρπίτ. -Λίγο όμορφη (είναι) δικιά σου, πολύ όμορφη του γείτονά σου -Η μάνα η έξυπνη ψένει κεφτέδες μικρές και τα παιδιά πιο έξυπνα αρπάζουν διπλές. -Όποια δε θέλει να ζυμώσει δέκα μέρες θέλει να να κοσκινίσει. -Μην πιστέψεις το κλάμα των γυναικών και στον όρκο των ανδρών. -Τ’ αγαπά το κορίτσι τ’ κανείς ‘ς τον άντρα ντεν ντο ντιν’ και τ’ αγαπά το παιγί τ’ ς το ντιάσκαλε ντεν ντο γιολ λαντέζ. -Το ντε κλάιζ το φσάχ, η μάνα του βυζί δεν του δίνει. -Τ’ ολμεριός γυρίζ’ το βραγύ κοσκινίζει. -Χάσεν τ’ αυγά με το καλάθι. -Όλοι τη μάνα μ’ γκυρεύουν. -Πεθεράς (α)ντέτια δεν τράβηξε. -Πήγε για μαμή κι ήρτε για λοχούσα. -Σ’ της νύφης ψένουν και κονώνουν και ’ςτου γαμπρού είδηση δεν έχουν. -Η αυγή θε να μας δείξη, τίνος μάνα θε να λείψη. -Τραν’ τη μάνα κι επάρ’ το παιδί. -Χόρευε κυρά Μαρού, έχε κι έννοια του σπιτιού. -Σην γαρίν’ σ’ το σχιρί σ’ μη δις. (στη γυναίκα σου μην λες μυστικό) -Είναι με την κοιλιά στο στόμα. -Έννοια πώ’χει η Λευτέρνα, τα κουδούνια κι α βροντούν. -Να λείπαν τα πιπέρια σου, να δω τις μαγειρειές σου. -Μάνα που γεννά το χάρο καταπονά. -Όσα σκεπαζ’ η μάνα δεν τα σκεπάζει μήτ’ ο Θεός. -Η νύφη όντας γεννηθεί της πεθεράς θα μοιάσει. -Νύφη μας καμαρωτή, κάθε Σάββατο βραδύ. -Της νύφης τα προικιά, σα της Λαμπρής τ’ αυγά. -Πετάγεται σα την κακιά πεθερά. -Πουτάνας κώλος δε γερνά. -Η σκρόφα το γκεβέντισμα (πόμπεμα) για πανηγύρι το’χει -Α δε κουνήσει η σκύλα την ουρά της δεν πάει ο σκύλος κοντά. -Η παντρειά είναι η τσάπα και το φτυάρι. -Ο θεός να σε φυλάει από μαλλιαρή γυναίκα και από σπανό άντρα. -Καλά σαράντα. -Καλή λευτεριά. -Γκυλίστην ντιάντσιαρα τς’ ηύρεν ντου γαπάτσι τ’ -Ο αϊ Λευτέρης να τη λευτερώσει.

163


-Κλώχου μυσταρής= φλερτάρω -Να χαίρεσαι τα στέφανά σου και τα παιδάκια σου. -Η μάνα που σε γέννησε κάλλιο να γεννούσε φείδια (κατάρα). -Νύφη είναι που να τη φάνε οι νυφίτσες (κατάρα). -Ετούτ’ τρώγ’ και κισνετίζ= αυτή τρώει και χλιμιντρίζει (φλύαρες). -Τσοκ σοϊλεμέ καρηλά μαξούς…Χαρακτηριστικό των γυναικών είναι η φλυαρία. -Τσιλβελήκ σεβεντήμ…γυναικεία θέλγητρα. Αλλά και: Σεβντάς (sevdas)= αγάπη, έρωτας Σεβνταλού=αγαπημένη Αϊλφή- αδελφή Γιάρντημα = σεξουαλική επαφή Ζάμιρ= αίσθημα Κιοπρούτς (Kibrik)= βλεφαρίδα Κάκα= γιαγιά Γιόρον =γριά Ναίκα=γυναίκα Μποσλαϊζου (boslamak)=χωρίζω Λοχούσα= έγκυος Έκτρωση = πέρριμα, απορρίχνω,αποβάλλω Πακλαϊζου= καθαρίζω Οροσπούσα =πόρνη Πις παντρειά= κακός γάμος Νένε = μάνα Αναλούχ= παραμάνα Συννύφσα =συννυφάδα

164


Υστερόγραφο σε μια καλή μου φίλη Με ρώτησες το γιατί και αν τελικά πέτυχα αυτό που ήθελα. Αν άξιζε τελικά να σπαταληθούν μπόλικες εργατώρες, τρία τετράδια, δυο μολύβια, μια σβηστήρα, ανέβασμα του δείκτη ανυπομονησίας και αρκετή γκρίνια…της γυναίκας μου, που μ’ έβλεπε σκυμμένο στον υπολογιστή. Σπεύδω να σου εξομολογηθώ πως, όταν ξεκίνησα, έβλεπα διαφορετικά τα πράγματα. Εξάλλου το έχω δηλώσει. Δεν είμαι ούτε ο ειδικός, μα ούτε προσπαθώ να αποδείξω και τίποτε. Απλά ως γόνος μικρασιατών και δη Καππαδοκών, ερωτευμένος με τον χώρο που επισκέφτηκα πάρα πολλές φορές, τον είδα και τον άκουσα με της καρδιάς τις αφηγήσεις της γιαγιάς Δευτερίνας, θέλησα να μάθω κάτι περισσότερο, να ξεδιαλύνω ορισμένα πράγματα, που ’χα ανάκατα στο μυαλό μου. Το αν τελικά τα κατάφερα δεν είναι δική μου υπόθεση. Είναι, γλυκιά μου, δικιά σου. Εσύ θα το κρίνεις. Πάντως, εγώ προσπάθησα. Θα μου πεις, ε, και; Τελικά τα πράγματα ήταν έτσι, για λίγο έτσι; Θα σου απαντήσω ευθαρσώς και πάλι. Δεν ξέρω. Γιατί άλλο να ψάχνεις, για να βρεις και άλλο να το ζεις το πράμα. Και η αφεντιά μου δεν το έζησε. Μα, θα μου πεις, τόσα γράφτηκαν και δεν γράφτηκαν και έτσι. Θα συμφωνήσω και πάλι μαζί σου. Γράφτηκαν αρκετά, όμως… Ναι, αυτό το όμως, με σκοτώνει. Κάθομαι και σκέφτομαι μήπως, για παράδειγμα, οι πληροφορίες που αντλούμε είναι ελλιπείς ή υπερβολικές. Μήπως, για παράδειγμα, έχει αποκρυφτεί ή έχουν αποκρυφτεί πράματα και θάματα, αν έχουν παραλειφθεί κάποια άλλα. Μιας και όλοι μας έχουμε το στοιχείο της ωραιοποιήσης της δικής μας ράτσας, των δικών μας ανθρώπων, με ό,τι αυτό σημαίνει. Γιατί δεν μπορεί, ο δικός μου ο παππούς ήταν καλλιεργημένος άνθρωπος και ήταν αδύνατον να σηκώσει ποτέ του χέρι στην κυρά του, τη γιαγιά μου. Μα είναι δυνατόν εμείς οι ελληνορθόδοξοι χριστιανοί να έχουμε τη γυναίκα- κυρά, ως δούλα; Α, πα, πα! Αίσχος και ντροπή… Α, ναι και κάτι άλλο. Μπορεί να υπάρχει και η υπερβολή. Γιατί πώς αλλιώς θα μπορούσε κανείς να φανεί, από το να βλέπει τον εαυτό του πιο πάνω απ’ όλους και στη θέση του κρίνοντος. Και όταν μάλιστα εξετάζεις, παίρνεις το σχετικό υφάκι και λες, λες, λες…διογκώνεις τα πράγματα κατά το δοκούν, απόρροια και αρετή δική μας… Ε, καλά, τώρα, κάτι ξέρουμε και εμείς. Μου λες αν άλλαξε η θέση της γυναίκας- κυράς, αν βελτιώθηκε η θέση της στα δρώμενα της κοινωνίας, αν, αν, αν… Κοίτα να σου πω. Πιστεύω πως ναι και τίποτε δεν θυμίζει το χθες, εξάλλου είμαστε στο 2011, στην αρχή της τρίτης χιλιετίας, με τη γυναίκα να έχει πάρει το πάνω χέρι σε όλα. Βέβαια…

165


Τη βλέπουμε παντού, τα παραδοσιακά κάστρα του άνδρα έχουν πέσει και προχωρά ακάθεκτη σε όλους τους τομείς και εκφάνσεις της ζωής. Καλά, εσύ δεν το βλέπεις, δεν το νιώθεις… Πες μου κάτι που δεν είναι τώρα πια υπόθεση και της γυναίκας. Ακόμα ακόμα, γεννοβολά όποτε θέλει και μάλιστα χωρίς τη ριζική επέμβαση του αρσενικού και να το ’ξερε αυτό η γιαγιά Δευτερίνα, θα πήδαγε στα πηγάδια της Μαλακοπιάς, όμως… Όμως, να ρε φιλαράκι, κάτι δεν μου πάει και τόσο καλά. Ειλικρινά και από καρδιάς σου μιλάω. Είναι κάποια πράγματα που με ενοχλούν, που δεν τα καταλαβαίνω. Γιατί κοιτώ και βλέπω… Τα χαράματα μυριάδες γυναικών στις στάσεις των λεωφορείων να περιμένουν υπομονετικά και ολίγον βαριεστημένα τις «κινούμενες λαμαρίνες», για να τις μεταφέρουν στις φάμπρικες των εργοστασίων για ένα κομμάτι ψωμί. Πανέμορφα κορίτσια να ξεροσταλιάζουν όρθια πίσω από τους πάγκους των καταστημάτων, περιμένοντας τον πελάτη, που έχει πάντα δίκαιο, για τον επιούσιο. Αγρότισσες να βουλιάζουν στο καμίνι της καθημερινότητας για ένα ξεροκόμματο, έτσι απλά. Απόμαχες της ζωής, που φάγανε τη δροσιά των νιάτων τους στις φάμπρικες, να επιζητούν λέει κάποια αύξηση, γιατρό να έχουν. Ανθρώπινα γυναικεία ράκη στιβαγμένα σε δημόσια γηροκομεία, πεταμένα από οικείους, απομονωμένα απ’ όλους. Νεόπτωχες στα συσσίτια της συμπόνιας. Σκαφτά πρόσωπα, γεμάτα αγωνία για το αύριο. Α, ναι, το είπανε δημιουργία, πρόοδο, δικαίωμα στη ζωή, όμως… Όμως βλέπω και σκηνές απείρου κάλλους στην κινούμενη μαγική εικόνα. Την πραγματικότητα της γέννησης του νέου τύπου ανθρώπου- γυναίκας, στην αρχή της 3ης χιλιετίας, της Homo T.V. ή κατ’ άλλους Homo Matakia ή και Homo kanapediys, όπου παγερά αδιάφορη, απελπιστικά ήρεμη- απαθής και συγκλονιστικά μόνη, απολαμβάνει τα πάντα με τη συντροφιά του γυαλιού, σε μια καθημερινή και συνεχώς αδιάλειπτη επικαιρότητα, δωρεάν υπερθέαμα. Ορά τα τεκταινόμενα απολαμβάνοντας το ποτό της, ουίσκι κατά προτίμηση, τα χάμπουργκερ, τα σνακς, έτσι απλά, αφομοιωμένη στο σύστημα και τις απαιτήσεις του, τα θέλω, τα έτσι του, τα τέτοια, τα μπορεί, τα πρέπει, α, ρε γιαγιά Δευτερίνα να τα ’βλεπες, με τις εικόνες φρίκης πανταχόθεν, νωπές, ορατές και δια γυμνού οφθαλμού, αλλά…αλλά τι στην ευχή, είναι μακριά μας και αρκετά μάλιστα. Που ’χει πάντα να κάμει, κατάκτησή της είπανε και αυτό, με σκηνές βίας, σεξουαλικής κακοποίησης, τερατουργημάτων, πάντοτε στοχοποιημένα σε κάποιο θηλυκό… Να το παρουσιάζουν ως ευλογία, πονηρό, σαγηνευτικό, κατάκτησή της και αυτό, δικαίωμα καλό. Α, ναι, να την περιφέρουν από πασαρέλα σε πασαρέλα, πλουμιστή, χαριτωμένη, αεράτη, με ή χωρίς ρούχα, μπροστά σε μάτια λιγούρηδων αρσενικών, που την «ξεγυμνώνουν» από κορφής έως ονύχων ή και τανάπαλιν. Βέβαια, το κατόρθωσε και αυτό, απελευθερώθηκε από τον ζυγό αιώνων, τώρα. Μπορεί και κάμει ό,τι θέλει και όπως το θέλει. Φυσικά, φυσικότατα… Λέω, λοιπόν, ο τάλας, μήπως…

166


Βιβλιογραφία Αικατερινίδης Γεώργιος, «Νεοελληνικές αιματηρές Θυσίες», Δελτίο Ελληνικής Λαογραφικής εταιρείας Αθήνα 1979 Αλιβάνογλου-Παπαγγέλου Καλλιόπη, Οι Άγιοι της Καππαδοκίας, Ν. Καρβάλη, έκδ. Κ.Κ.Μ. Καρβάλης 2001 Αναγνωστάκη Ηλία - Μπαλτά Ευαγγελία, Καππαδοκία των ζώντων μνημείων, Αθήνα, έκδ. Πορεία 1990 Αναγνωστοπούλου Σια, Μικρά Ασία, 19ος αιώνας –1919. Οι ελληνορθόδοξες κοινότητες, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα 1998 Αποστολόπουλου Φ, «Τα βαπτιστικά ονόματα ανδρών και γυναικών της Καππαδοκίας», Δελτίο Κέντρου Μκρασιατικών Σπουδών, τ.1ος [1977] Αρχελάου Ι. Σ., Η Σινασός, ήτοι θέσις, ιστορία, και διανοητική κατάστασις, ήθη, έθιμα και γλώσσα της εν Καππαδοκία κωμοπόλεως Σινασού και σύντομος περιγραφή των εν επαρχίαις Καισαρείας και Ικονίου Ελληνικών κοινοτήτων, Εν Αθήναις 1899 Ασβέστη Μαρία, Επαγγελματικές ασχολίες ων Ελλήνων της Καππαδοκίας, Αθήνα, εκδ Επικαιρότητα, 1980 Βαρίκα Ελένη, Η εξέγερση των κυριών, Αθήνα, εκδ Κατάρτι 1996. ΕΞΟΔΟΣ, Μαρτυρίες από τις επαρχίες της Κεντρικής και Νότιας Μικρασίας, Αθήνα, Κ.Μ.Σ, 2004 Ελευθεριάδης Ρίζος, Συνασσός, ήτοι μελέτη επί των ηθών και εθίμων αυτής, Εν Αθήναις 1879 Ευπραξιάδης Λάζαρος, Το Προκόπι της Καππαδοκίας, Θεσσαλονίκη, εκδ . Αδελφότητος Προκοπιέων Μακεδονίας Θράκης 1988 Ιστικοπούλου Λήδα, Η Ελληνική ταπητουργία και η ταπητουργός στη Μικρά Ασία 1860-1922, Εστία 2000 Ιωακειμίδης Χρίστος, Καππαδοκία, νοοτροπίες και στάσεις σχετικά με τη γυναίκα και το παιδί, Βόλος, Συλ. Καππαδοκών Ν. Μαγνησίας 2005 Καλφόγλους Ιωάννης, Ιωάννης Πρόδρομος Μοναστήρι γιαχότ Μονή Φλαβιανών, Κωνσταντινούπολις 1899 Καραθανάσης Αθανάσιος, Καππαδοκία, Θεσσαλονίκη, εκδ Μαίανδρος 2001 Καρατζά Ελένη, «Η παιδεία στο Γκέλβερι της Καππαδοκίας», Δελτίο Κ.Μ.Σ. Γ [1982] Καρατζά Ελένη, Καππαδοκία, ο τελευταίος ελληνισμός της περιφερείας Ακσεράι Γκέλβερι (Καρβάλης) Αθήνα, εκδ. Γνώση 1985 Κελεκίδης Λάζαρος, Τα Φάρασα της Καππαδοκίας, μνήμες Φαρασιωτών γερόντων», Θεσσαλονίκη 2005 Κοιμίσογλου Συμεών, Καππαδοκία, μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, Ελλήνων, ιστορία, πίστη, πολιτισμός, Θεσσαλονίκη, εκδ ναυς 2006 Κοιμίσογλου Συμεών, Το Μισθί της Καππαδοκίας, Θεσσαλονίκη, εκδ ναυς 2007 Κοτσανίδης Λάζαρος, Το γλωσσικό ιδίωμα του Μιστί Καππαδοκίας, Θεσσαλονίκη, εκδ. Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας, 2008 Κωστάκης Θανάσης, Η Ανακού, Αθήνα, Κέντρο Μικρασιατικών Μελετών, 1963 Κωστάκης Θανάσης, Το Μιστί της Καππαδοκίας, Αθήνα, Ακαδημία Αθηνών 1977 Λεβίδης Αναστάσιος, Ιστορικόν Δοκίμιον, περιέχον την θρησκευτικήν και πολιτικήν ιστορίαν της χωρογραφίας και αρχαιολογίαν της Καππαδοκίας, εν Αθήναις 1885 Λεβίδης Αναστάσιος, Καππαδοκικά, Αθήνα 1885

167


Λεβίδης Αναστάσιος, Αι εν μονολίθοις μοναί της Καππαδοκίας και της Λυκαονίας εν Κων/πολει 1899 Μαυροχαλυβίδης Γεώργιος, Η Αξός της Καππαδοκίας, Αθήνα, Κ.Μ.Σ. 1990 Μαστρογιαννοπούλου Σταματία, Η γυναίκα στο βασίλειό της, Αθήνα, έκδ. Αδελφότητος Ευσέβεια 1955 Νίγδελης Κωνσταντίνος, Συκιές η εκτός των τειχών Άνω Πόλη, Θεσσαλονίκη, (εκδ.)Δήμου Συκεών 1997 Νίγδελης Κων/νος, Τα Φλογητά της Καππαδοκίας, Θεσσαλονίκη, εκδ. Νομαρχίας Χαλκιδικής 2006 Νίγδελης Κων/νος, Έστω εις ενθύμησιν, Θεσσαλονίκη, εκδ. Ιερού Ναού Αγίου Δημητρίου Συκεών 2000 Νίγδελης Κων/νος, Η Νεάπολη της Καππαδοκίας, Θεσσαλονίκη, έκδ Μητροπόλεως Νεαπόλεως- Σταυρουπόλεως 2006 Νίγδελης Κων/νος, Καππαδοκία δρώμενα γάμου, Θεσσαλονίκη, έκδοση Κέντρου Ιστορίας Δήμου Συκεών 2008 Νίγδελης Κων/νος, Καππαδοκία, γέννηση- βάπτιση, Θεσσαλονίκη, έκδοση Κέντρου Ιστορίας Δήμου Συκεών, 2009 Νίγδελης Κ.-Σ. Κοιμίσογλου, Η Μαλακοπή της Καππαδοκίας, Θεσσαλονίκη, εκδ. Δήμου Συκεών, 2003 Νίγδελης Κ.- Σ. Κοιμίσογλου, Το Ανταβάλ της Καππαδοκίας, Θεσσαλονίκη, εκδ. Δήμου Συκεών 2003 Νίγδελης Κ- Σταματιάδης Ι, Τα Σύλλατα της Καππαδοκίας, Πολύγυρος, έκδ. Πολιτιστικού Συλλόγου Ν. Συλλάτων Χαλκιδικής, 2007 Παπαδόπουλος Ιορδάνης, «Το δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων στα Φάρασα και σε άλλα χωριά της Καππαδοκίας», Μικρασιατικά Χρονικά σύγγραμμα περιοδικόν εκδ. Ενώσεως Σμυρναίων τ.21ος [2002] Πετρόπουλος Δ- Ανδρεάδης Ερμ., Η Θρησκευτική ζωή στην περιφέρεια Ακσεράϊ – Γκέλβερι, Αθήνα 1971 Ρίζος Σεραφείμ, Η Σινασός, Αθήνα, Κ.Μ.Σ. 2007 Σταματόπουλος Κ., «Στοιχεία από την ιστορία των Ελληνικών χωριών στις εκβολές του Μαιάνδρου», Β Πανελλήνιο Συνέδριο για τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας, Α.Π.Θ. 1994 Στράτου Δόρα, Ελληνικοί Παραδοσιακοί Χοροί, Αθήνα, ΟΕΔΒ 1979 Τσαλίκογλου Εμμ., «Λαογραφικά Φλαβιανών Καισαρείας της Καππαδοκίας», Μικρασιατικά Χρονικά σύγγραμμα περιοδικόν εκδ. Ενώσεως Σμυρναίων τ.13ος [1967] Τζιούτζια Ελένη, Μαλακοπής της Καππαδοκίας μέσα από πηγές, έγγραφα, μαρτυρίες, Θεσσαλονίκη, εκδ. ναυς 2007 Τόσκα Σούλας, Λαογραφικά Αργιθέας Θεσσαλικών Αγράφων, Θεσσαλονίκη 1996 Φαρασόπουλος Συμεών, Τα Σύλλατα, Μελέτη του νομού Ικονίου υπό Γεωγραφικήν Φιλολογικήν και Εθνολογικήν έποψιν, Εν Αθήναις 1895 Χαρακόπουλος Μάξιμος, Ρωμιοί της Καππαδοκίας, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα 2003 Χατζηκυριακίδης Κυριάκος, Μεταλλείο Ταύρου-Μπουγά Μαντέν 1826-1924, Θεσσαλονίκη, εκδ. Αφοί Κυριακίδη 1999 Μικρασιατικά Χρονικά, σύγγραμμα περιοδικόν, εκδ. Ενώσεως Σμυρναίων τ. Β Μικρασιατικά Χρονικά, σύγγραμμα περιοδικόν, εκδ. Ενώσεως Σμυρναίων τ. ΣΤ

168


Μικρασιατικά χρονικά, σύγγραμμα περιοδικόν, εκδ. Ενώσεως Σμυρναίων τ. ΙΓ Μικρασιατικά Χρονικά, σύγγραμμα περιοδικόν, εκδ. Ενώσεως Σμυρναίων τ.ΚΑ «Μέντωρ», σύγγραμμα περιοδικόν, Σμύρνη 1870 τόμος ΙΓ Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, Αθήνα 1977 Πρακτικά 2ου Συμποσίου 2005, Κέντρο Σπουδής και Ανάπτυξης Μικρασιατικού πολιτισμού, δήμος Νέας Ιωνίας α-Παπαδόπουλος Ιορδάνης, «Η εκπαίδευση στην Καππαδοκία από την αρχαιότητα ως την ανταλλαγή των πληθυσμών». β-Παυλίδης Αντώνης. «Το Οικουμενικό Πατριαρχείο και το Οθωμανικό κράτος κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Όψεις της εκπαίδευσης του Μικρασιατικού Ελληνισμού» γ-Μαρία Λιτίκα, «Το Παρθεναγωγείο του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων στην Κωνσταντινούπολη, περ. 1852-1901». Ελληνικό Λεξικό, Φυτράκης –Τεγόπουλος, Αθήνα 2000 Εγκυκλοπαίδεια Ελλαδική, Αθήνα (εκδ) Γιάννη Ρίζου 1987, τ. 6ος

Κώδικες. Α-Κανονισμός της Ορθοδόξου Κοινότητος της Μαλακοπής» της 8ης Ιανουαρίου 1914 Β-«Κανονισμός συνταχθείς παρά της αυτόθι Σχολικής Εφορίας, περί των ηθών και εθίμων της εν επαρχία Ικονίου χώρας ημών Ζήλλης (Συλλάτων) τω 1897 τη 10η Σεπτεμβρίου

Έγγραφα Α Έγγραφο 38 με ημερομηνία 11 Ιανουαρίου 1896 Κέντρο Ιστορίας Δήμου Συκεών Β-Έγγραφο-Απόφαση 1287 -21/12/1894 του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας…(Κ.Ι.Δ.Σ.) Γ-Απόφασις 310/5 Ιουλίου 1905 Μητροπολιτικού Συμβουλίου επί της αγωγής Παναγιωτίτσας Μονέδα κατά του συζύγους της Εμμ. Πιτσιλαδή Ιορδάνης (Κ.Ι.Δ.Σ.)

Μαρτυρίες Αλτίογλου Γεσθημανή (Ανακού), Ανδρεάδου Ευδοξία (Νεβ Σεχίρ) Δαμπρατζόγλου Κατίνα (Ανταβάλ), Ιορδάνογλου Μαρία (Ποταμιά), Ιωαννίδου Ευδοξία (Σκόπη), Καλλινικίδης Γεώργιος (Ανταβάλ), Καραφυλλίδου Θεοδώρα (Τσελτέτς) Κοζάνογλου Σοφία (Ανακού), Μηναήλογλου Βαρβάρα (Χαλβάντερε), Μουράτογλου Καλλιόπη (Βέξε)-Κ.Μ.Σ. Νίγδελη Ελευθερία (Μαλακοπή- Αξό), Νίγδελης Μελέτιος (Μαλακοπή), Νικηφορίδης Πρόδρομος (Δήλα), Ξηροστυλίδου Ελισάβετ (Σύλλατα),

169


Σαρμουκασίδης Ευστάθιος (Νεβ Σεχίρ), Σταματιάδης Γιάννης (Σύλλατα), Σωτηρίου Μαρία (Σιβριχισάρ), Τελλόγλου Δέσποινα (Σεμένδερε), Τζουτζόγλου Κοσμάς (Αγιρνάς), Τσιτσόπουλος Βασίλειος (Φλογητά), Χαϊτογλου Μηνάς (Κενάταλα) –Κ.Μ.Σ. Χαριτωνίδου Αννίκα (Κέσι)-Κ.Μ-Σ Χατζημπαλή Μαγδαληνή (Αξός)

170


Περιεχόμενα Εισαγωγή .................................................................................................................. 3 Εισαγωγικά ερωτήματα............................................................................................. 4 Ιστορικά και άλλα τινά .............................................................................................. 6 Η γυναίκα... στο χώρο ............................................................................................... 8 Γυναίκα... μια πρώτη εικόνα ................................................................................... 12 Γυναίκα... σεξουαλική ενημέρωση .......................................................................... 14 Σχέσεις… γάμος και όλα τα συναφή…...................................................................... 20 Περί αρραβώνος ..................................................................................................... 24 Γυναίκα και… Υγιεινή .............................................................................................. 27 Γυναίκα και… οικογένεια......................................................................................... 31 Γυναίκα … απιστία… διαζύγιο.................................................................................. 40 Γυναίκα και μόρφωση ............................................................................................. 46 «Η πατρίς δεν απαιτεί… λογίας»…....................................................................... 46 Γυναίκα και… εργασία............................................................................................. 54 Τομέας μεταποίησης γεωργικών προϊόντων.................................................... 58 γ- Ο τριτογενής τομέας παραγωγής αναφέρεται στις… υπηρεσίες .................. 61 Γυναίκα και εκκλησία .............................................................................................. 69 Α. ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ: ......................................................................................................... 70 Β- ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ… .......................................................................... 70 Γυναίκα μετ’ όνομα ................................................................................................. 77 Γυναίκα και ένδυμα................................................................................................. 90 Περί ενδυμασίας ............................................................................................. 91 Τα της γυναικός… λοιπόν................................................................................. 92 Η καθημερινότητα................................................................................................... 99 Μικρά, πολύ μικρά μα χαρακτηριστικά..................................................................107 α-Για τη γυναικεία φορεσιά έχουμε μιλήσει στο αντίστοιχο κεφάλαιο ..........107 β-Αλήθεια, ποιος δεν ξέρει το δημοτολόγιο ..................................................107 δ- Μπερμπάντηδες υπήρχαν και θα υπάρχουν παντού και πάντοτε…............109 ε- Θέατρο…Μα πού, πώς, πότε.......................................................................109 ζ- Εντάξει, λοιπόν, να έχουμε θεατρικές παραστάσεις….................................109 η-Η θάλασσα και τα δικά της έχουν μνημονευθεί κατ’ επανάληψη… .............110 θ- «Μωρέ, τι είναι αυτό που κάνει πατ, πατ, πατ;» ........................................111 ι- Μαγικά και διαβολικά μηχανήματα ............................................................112 κ- Οι Μεγάλες γιορτές…..................................................................................112 λ- Η πολυτέλεια… ...........................................................................................112 µ- Παράδοση αιώνων. ...................................................................................113 Καθημερινότητας συνέχεια… .................................................................................114 α-Λοιπόν τα χρειώδη ενός καλού νοικοκυριού...............................................116 β-Χώροι του βασιλείου της… ..........................................................................118 γ-Στιγμές χαλάρωσης......................................................................................118 Γυναίκα και… ιατρική .............................................................................................122 Στης γέννας το κατώφλι….......................................................................................128 Αφιερωμένο εξαιρετικά στις υποψήφιες μητέρες όλου του κόσμου ..............128 Φάση Α...........................................................................................................129 Φάση Β...........................................................................................................129 171


Φάση Γ ...........................................................................................................130 Φάση Δ...........................................................................................................132 Φάση Ε ...........................................................................................................133 Φάση Ζ ...........................................................................................................134 Γυναίκα και …δεισιδαιμονία ..................................................................................136 Γενικές δοξασίες.....................................................................................................138 Τα των γυναικών αποκλειστικά. .........................................................................142 Χοροί και… γυναίκα................................................................................................153 Κόνιαλι, χορός των κουταλιών. ..............................................................................155 Ο χορός του Αγίου Βασιλείου.................................................................................156 Το παιχνίδι .............................................................................................................159 Το τσιμπί τσιμπί…...................................................................................................160 Μνημεία λόγου… ...................................................................................................163 Υστερόγραφο σε μια καλή μου φίλη ......................................................................165 Βιβλιογραφία .........................................................................................................167

172


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.