30 minute read

COVER STORY: ΓΙΓΑΝΤΑΣ ΜΕ ΠΗΛΙΝΑ ΠΟΔΙΑ η τουρκική

Τουρκικήοι κονομία ΓΙΓΑΝΤΑΣ ΜΕ ΠΗΛΙΝΑ ΠΟΔΙΑ

Η Τουρκία είναι μια χώρα 83 εκατομμυρίων πολιτών και συγκαταλέγεται στην ομάδα των 20 μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου (G20). Το ΑΕΠ της Τουρκίας υπολογίζεται στα $754 δισ. σε σύγκριση με το ΑΕΠ της Ελλάδας, που είναι περίπου $220 δισ., και της Κύπρου των $25 δισ. Είναι μια αναπτυσσόμενη οικονομία και το κατά κεφαλήν εισόδημα είναι περίπου $9.000 για το 2018. Αντίστοιχα, για την Ελλάδα είναι περίπου στις $20.000, ενώ για την Κύπρο στις $28.000 περίπου. Τα επιτόκια αγοράς περί τα τέλη Ιουλίου ήταν στο 8,25%. Απ’ εκεί και πέρα, η πρόβλεψη φέρει τον πληθωρισμό το 2020 στο 12% και την ανεργία να διαμορφώνεται στο 17%. Το χρέος της Τουρκίας είναι σε χαμηλά επίπεδα, καθώς αντιστοιχεί στο 38% του ΑΕΠ της χώρας, σε σύγκριση με το χρέος τόσο της Ελλάδας όσο και της Κύπρου, που ξεπερνά το 110% του ΑΕΠ τη δεδομένη χρονική στιγμή. Θεωρητικά, η Τουρκία έχει περιθώρια δανεισμού. Το προσδόκιμο ζωής στη χώρα έχει αυξηθεί στα 77 χρόνια.

Advertisement

ΤΟΥ ΝΕΣΤΟΡΑ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Η Τουρκία

Πληθυσμός: 83.000.000

ΑΕΠ 2019: $754 δισ.

Επιτόκια αγοράς 8,25%

Πληθωρισμός (πρόβλεψη 2020): 12%

Ανεργία (πρόβλεψη 2020): 17%

Χρέος : 38% του ΑΕΠ

Προσδόκιμο ζωής 77 χρόνια

Ηανάληψη της εξουσίας από το ΑΚΡ το 2002 συνοδεύεται από μια πενταετία υψηλών ρυθμών ανάπτυξης της τουρκικής οικονομίας, η οποία κυμαίνεται από 5% - 10% την πρώτη πενταετία μέχρι το 2007. Ακολούθως, η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 αναπόδραστα χτυπά και την τουρκική οικονομία, η οποία αρχικά διατηρεί μικρό αλλά θετικό ρυθμό ανάπτυξης, προτού καταγράψει ύφεση, που προσεγγίζει το -5% του ΑΕΠ το 2009. Οι απώλειες του 2009 υπερκαλύπτονται όμως την αμέσως επόμενη χρονιά, καθώς η τουρκική οικονομία αναπτύσσεται το 2010 με ρυθμό άνω του 8% του ΑΕΠ . Ακολουθεί η καλύτερη χρονιά των τελευταίων 20 ετών, καθώς το 2011 η τουρκική οικονομία καταγράφει διψήφιο ρυθμό ανάπτυξης, της τάξης του 11% περίπου.

Από το 2017, οπότε και η τουρκική οικονομία κατέγραψε ρυθμό ανάπτυξης πλησίον του 8%, ακολουθεί μια πορεία η οποία μπορεί να χαρακτηριστεί ως φθίνουσα. Το 2018 η ανάπτυξη προσέγγισε το 3% και το 2019 μόλις και μετά βίας έφτασε στο 1%. Οι προβλέψεις για ύφεση της τουρκικής οικονομίας το 2020 συνεπεία της πανδημίας του κορωνοϊού, της τάξης του 5% για παράδειγμα από το ΔΝΤ , φαίνεται να είναι καλύτερες σε σύγκριση με αυτές που αφορούν την Ε.Ε. «Η επίδραση της πανδημίας φαίνεται να είναι λιγότερο αρνητική από την αντίστοιχη επίδραση στην Ευρώπη, που προβλέπεται να είναι στο 7,8%, και σε Κύπρο-Ελλάδα, που είναι στο 8% και 10% αντίστοιχα», αναφέρει ο καθηγητής Χρηματοοικονομικών στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, Ανδρέας Μιλιδώνης.

Πληθωρισμός και επ ιτόκια

Μ ετά το 2009 και το βαρύ χτύπημα της κρίσης στην τουρκική οικονομία, ο πληθωρισμός παρέμεινε σε γενικές γραμμές σταθερός μέχρι και το 2016. Η πορεία του πληθωρισμού προσέγγιζε την πορεία των επιτοκίων στη χώρα, τα οποία καθορίζονται από την Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας. Τα πράγματα με τον πληθωρισμό είχαν αρχίσει να ξεφεύγουν από το 2016 κι έπειτα. Αποκορύφωμα, η μεγάλη κρίση της τουρκικής λίρας τον Αύγουστο του 2018. Τότε, οι ΗΠΑ και δη ο Ντόναλντ Τραμπ είχαν προχωρήσει «Η επίδραση της πανδημίας στην Τουρκία φαίνεται να είναι λιγότερο αρνητική από την αντίστοιχη επίδραση στην Ευρώπη»

στην επιβολή δασμών στην Τουρκία, με αφορμή το σίριαλ με τον Αμερικανό πάστορα Άντριου Μπράνσον, ο οποίος συνελήφθη και φυλακίστηκε από τις τουρκικές αρχές, κατηγορούμενος για παροχή βοήθειας σε υποστηρικτές του Φετουλάχ Γκιουλέν –του μουσουλμάνου ιεροκήρυκα τον οποίο οι τουρκικές αρχές θεωρούν «ενορχηστρωτή» της απόπειρας πραξικοπήματος του 2016–, για κατασκοπεία και για στήριξη του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (ΡΚΚ ).

Καρατο μείται ο κεντρικός τραπ εζίτης

Ακολούθησε μια μεγάλη αλλαγή στην Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας, η οποία άλλαξε τις ισορροπίες για το τουρκικό νόμισμα. Το 2019 έγιναν οι επαναληπτικές εκλογές στην Κωνσταντινούπολη και πυροδοτήθηκε ταυτόχρονα ένταση με τον Τούρκο κεντρικό τραπεζίτη, ο οποίος έγινε ο πρώτος που απολύεται μετά το 1980, επειδή η προσέγγισή του στη διαχείριση του πληθωρισμού κινείτο και βασιζόταν στην οικονομική θεωρία και στο πώς ανέμεναν οι αγορές ότι θα αντιδράσει μια ανεξάρτητη Κεντρική Τράπεζα. «Δηλαδή, ανεβαίνει ο πληθωρισμός, ανεβάζεις τα επιτόκια για να τον περιορίσεις. Η ρητορική του Ερντογάν λέει “όχι, αυτό δεν δουλεύει και πρέπει να κατεβαίνουν τα επιτόκια για να περιορίσεις τον πληθωρισμό”, κάτι το οποίο πάει εντελώς

αντίθετα με τις προσδοκίες των αγορών», σχολιάζει ο κ. Μιλιδώνης.

Κατά δυση επιτοκί ων

Η καθαίρεση του Τούρκου κεντρικού τραπεζίτη σηματοδοτεί και την υλοποίηση της οικονομικής φιλοσοφίας του Ερντογάν. Έτσι, από το 24% που βρίσκονται τα επιτόκια τον Ιούλιο του 2019 και μετά από εννέα συνεχείς μειώσεις επιτοκίων συνολικής έκτασης 15,75%, διαμορφώθηκαν στο 8,25% στα τέλη Ιουλίου του 2020. Το πρόβλημα, σύμφωνα με τον κ. Μιλιδώνη, είναι ότι «υπάρχει πλέον μεγάλο χάσμα μεταξύ του πληθωρισμού και των επιτοκίων, που δημιουργεί μια κατάσταση αρνητικών πραγματικών επιτοκίων. Στην Τουρκία, αυτά τα αρνητικά επιτόκια είναι από τα πλέον αρνητικά εντός των αναπτυσσόμενων χωρών και εντός της γεωγραφικής Ευρώπης είναι πίσω από την Πολωνία».

Τα ασφά λιστρα έναντι στά σης πληρωμώ ν

Στην περίπτωση κατά την οποία κάποιος επενδυτής δεν αισθάνεται ασφαλής και ανησυχεί ότι η Τουρκία είναι πιθανό να σταματήσει να αποπληρώνει το χρέος της, μπορεί να πληρώσει και να αγοράσει ασφάλεια έναντι στάσης πληρωμών. Με απλά λόγια, πληρώνει ασφάλεια για να καλύψει τυχόν μη αποπληρωμή του δημόσιου χρέους.

Τα ασφάλιστρα έναντι στά σης πληρωμών στην Τουρκία έφτασαν στο πιο υψηλό επίπεδο των τε λευταίων πέντε τουλάχιστον χρόνων

15 Ιουλίου 2016:Επιχειρείται πραξικόπημα κατά του Ερντογάν, το οποίο αποτυγχάνει. Η επίδραση στα ασφάλιστρα έναντι στάσης πληρωμών δεν ήταν μεγάλη, καθώς δεν θεωρείται μεγάλο χρηματοπιστωτικό γεγονός. Αύγουστος 2018: Κορυφώνεται η κρίση της τουρκικής λίρας, γεγονός που σηματοδοτεί αύξηση των ασφαλίστρων έναντι στάσης πληρωμών. Ιούνιος-Ιούλιος 2019: Ένταση στις σχέσεις της κυβέρνησης Ερντογάν και της Κεντρικής Τράπεζας της χώρας, που οδηγεί στην απόλυση του Τούρκου κεντρικού τραπεζίτη. Καταγράφεται εκ νέου αύξηση των ασφαλίστρων έναντι στάσης πληρωμών. 2020: Πανδημία κορωνοϊού. Εκτοξεύονται τα ασφάλιστρα έναντι στάσης πληρωμών που πληρώνουν οι επενδυτές προκειμένου να προστατευθούν από ενδεχόμενη αθέτηση της αποπληρωμής χρέους από την Τουρκία. Η πανδημία του κορωνοϊού χαρακτηρίζεται ως μια εξωτερική επίθεση προς όλες τις χώρες σχεδόν ταυτόχρονα. Τα ασφάλιστρα έναντι στάσης πληρωμών στην Τουρκία, όμως, φτάνουν στο πιο υψηλό επίπεδο των τελευταίων πέντε τουλάχιστον χρόνων και παραμένουν ακόμη σε υψηλό επίπεδο. «Η Βραζιλία χτυπήθηκε πιο σοβαρά απ’ ό,τι η Τουρκία από την πανδημία και έχει πιο μικρή σχετικά επίδραση στα ασφάλιστρα», επισημαίνει ο κ. Μιλιδώνης.

Η άποψη των οίκων

Η Τουρκία, με την ανάληψη της εξουσίας το 2002 από το ΑΚΡ , αρχίζει να βελτιώνει τη θέση της στα μάτια των διεθνών οίκων αξιολόγησης και αρχίζει να αναρριχάται προς την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα. Με εξαίρεση τον Standard & Poor’s, οι Fitch και Moody’s αναβαθμίζουν σταδιακά την τουρκική οικονομία, η οποία αγγίζει την επενδυτική βαθμίδα περί το 2012, όπου και διατηρείται μέχρι το 2016. Έκτοτε, ακολουθούν υποβαθμίσεις, που βυθίζουν και πάλι την τουρκική οικονομία στη μη επενδυτική βαθμίδα. «Η επενδυτική βαθμίδα είναι ένα όριο σταθερότητας. Εάν βρίσκεσαι πάνω από την επενδυτική βαθμίδα, έχεις περισσότερες επενδύσεις από μεγάλους θεσμικούς επενδυτές που εποπτεύονται από αυστηρούς επόπτες, άρα αυτό φέρνει συνήθως στη χώρα περισσότερα κεφάλαια μακράς διάρκειας», εξηγεί ο κ. Μ ιλιδώνης. Στο ερώτημα πόσα χρόνια διαρκεί η παραμονή στη μη επενδυτική βαθμίδα μιας χώρας που έχει δικό της νόμισμα και αξιολογείται, η απάντηση είναι κατά μέσο όρο περίπου 7,5 χρόνια. Η Τουρκία έχει τουλάχιστον τη διπλάσια διάρκεια παραμονής στη μη επενδυτική βαθμίδα.

Η τουρκική οικονομία, από το 2017, οπότε και κατέγραψε ρυθμό ανάπτυξης πλησί ον του 8%, ακολουθεί μια πορεία η οποία μπορεί να χαρακτηριστεί ως φθίνουσα

Οι προοπτικές της τουρκικής οικονομίας είναι σταθερές από τους πλείστους οίκους αξιολόγησης πλην του Moody’s, ο οποίος διαβλέπει δυσοίωνο μέλλον για την τουρκική οικονομία.

Δια φάνεια

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν όμως και οι δείκτες που αφορούν τη διαφάνεια, προϊόν αξιολογήσεων αναλυτών από όλο τον κόσμο. Από το 2002, καταγράφεται βελτίωση του δείκτη της διαφάνειας στην Τουρκία. Αυτό συνεπάγεται μείωση της διαφθοράς μέχρι το 2007, ακολούθως ο δείκτης σταθεροποιείται και από το 2013 ακολουθεί φθίνουσα πορεία, με αποκορύφωμα το 2019, οπότε και η χώρα απώλεσε 13 θέσεις και λαμβάνει βαθμολογία 4/10. Το 2019 καταγράφηκαν οι εκλογές στη χώρα, καθώς και η κόντρα του Ερντογάν με τον κεντρικό τραπεζίτη και η απόλυσή του. «Έχουμε τον Ερντογάν που είναι ο Πρόεδρος της Τουρκίας, τον Υπουργό Οικονομικών που είναι ο γαμπρός του κ. Ερντογάν και τον κεντρικό τραπεζίτη ο οποίος λειτουργεί με βάση τις πεποιθήσεις του κ. Ερντογάν. Άρα, έχουμε έναν συγκεντρωτισμό, αν θέλετε, στην εξουσία που

Υπέρ

•Είναι μεγάλη οικονομία, η οποία δεν εξαρτάται από έναν συγκεκριμένο τομέα ή μια χώρα. • Διατηρεί μεγάλη βιομηχανία. • Δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα γήρανσης του πληθυσμού. • Εκτιμάται ότι ο αντίκτυπος της πανδημίας του κορωνοϊού στο ΑΕΠ θα είναι μικρότερος σε σύγκριση με άλλες χώρες. • Μπορεί να δανειστεί, δεδομένου του χαμηλού δείκτη δημόσιου χρέους.

επηρεάζει την οικονομία», σχολιάζει ο κ. Μιλιδώνης. Για σκοπούς σύγκρισης, η Ελλάδα βαθμολογείται με 4,5/10, ελαφρώς πιο πάνω από την Τουρκία, και η Κύπρος με 6/10. Συνοψίζοντας, ο κ. Μιλιδώνης αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «υπάρχουν υπερβολικά χαμηλά συναλλαγματικά αποθέματα. Υπάρχει ταυτόχρονα η μείωση του τουρισμού, που πέρυσι έφερε στην Τουρκία 26 δισ. καθαρά, τα οποία έρχονται πιο πολύ εντός των καλοκαιρινών Κατά

•Υπάρχει συγκέντρωση εξουσιών σε λίγα άτομα του περιβάλλοντος του Τούρκου Προέδρου. • Η τουρκική Κεντρική Τράπεζα δεν λειτουργεί ορθολογιστικά στις νομισματικές πολιτικές που εφαρμόζει. • Αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα λόγω της έλλειψης εμπιστοσύνης από τους ξένους επενδυτές. • Υπερβολική πιστωτική επέκταση. • Μείωση εσόδων από τον τουρισμό, που επιδρά στο συνάλλαγμα. • Βραχυπρόθεσμος δανεισμός.

μηνών και ενισχύουν τα συναλλαγματικά αποθέματα. Αυτό το κομμάτι της οικονομίας σίγουρα θα μειωθεί και κανείς δεν ξέρει πόσο. Ένα τρίτο σημείο είναι ότι και οι οίκοι αξιολόγησης ξεκάθαρα αναφέρουν στις εκθέσεις τους, ιδιαίτερα οι Standard & Poor’s, ότι πιθανές κυρώσεις, είτε από τις ΗΠΑ, λόγω των S-400, είτε από την Ε.Ε., αναφέροντας συγκεκριμένα και την Κύπρο, έχουν τη δυνατότητα να δημιουργήσουν μια κρίση στην Τουρκία».

Οι τρεις επιλο γές του Ερντο γάν

Σύμφωνα με τους αναλυτές, η Τουρκία δεν έχει πολλές διεξόδους από τα αδιέξοδα που έχουν εγκλωβίσει την οικονομία της. Συνεπεία τούτου, τα περιθώρια δράσης συνοψίζονται σε τρεις επιλογές, προκειμένου να σταθεροποιηθούν η τουρκική λίρα και η οικονομία της χώρας.

1. Αύξηση των επιτοκίων. 2. Προσφυγή στο ΔΝΤ. 3. Προσπάθεια περιορισμού των απωλειών συναλλάγματος.

Έχοντας καρατομήσει έναν κεντρικό τραπεζίτη για να μην αυξηθούν τα επιτόκια και με δεδομένη την άρνησή του να προσφύγει στο ΔΝΤ , ο Ερντογάν επιδιώκει να περιορίσει τις διαρροές ξένου συναλλάγματος –και δη δολαρίων– από τη χώρα του, για να υποστηρίζει τη λίρα.

Το Α ΚΡ

Το ΑΚΡ ιδρύθηκε και ανέλαβε τη διακυβέρνηση της Τουρκίας μέσα σε ιδιαίτερες συνθήκες για το ισλαμικό κίνημα της χώρας. Η πραξικοπηματική ανατροπή του Ερμπακάν το 1997 και η πίεση γενικότερα ενάντια στο πολιτικό Ισλάμ οδήγησαν τους λεγόμενους «μουσουλμάνους εκσυγχρονιστές» τον Αύγουστο του 2001 στη σύσταση ενός νέου κόμματος, του ΑΚΡ . Από την αρχή, το κόμμα του Ερντογάν κράτησε αποστάσεις από το κλασικό ισλαμικό κίνημα. Το ΑΚΡ προωθούσε ένα πρόγραμμα συντηρητικής δημοκρατίας και, όπως αναφέρει ο Υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Χριστοδουλίδης, «με αυτόν τον τρόπο δημιουργούσε τις προϋποθέσεις να γίνεται αντιληπτό ως ένα συντηρητικό κόμμα στα πρότυπα των Ευρωπαίων χριστιανοδημοκρατών. Διεθνώς, η επικράτηση του ΑΚΡ στις εκλογές που έγιναν το 2002 συνέπεσε με το ιδεολογικό περιβάλλον που διαμορφώθηκε ως αποτέλεσμα των τρομοκρατικών επιθέσεων στις ΗΠΑ την 11η Σεπτεμβρίου 2001. Η ανάγκη για εμφάνιση ενός

Έχοντας καρατομήσε ι έναν κεντρικό τραπεζίτη για να μην αυξηθούν τα επιτόκια και με δεδομένη την άρνησ ή του να προσφύγει στο ΔΝΤ , ο Ερντογάν επιδιώκει να περιορίσε ι τις διαρροές ξένου συναλλάγματος

νέου παραδείγματος διακυβέρνησης και οικονομικής ανάπτυξης στον μουσουλμανικό κόσμο ήταν και μια από τις κορυφαίες διεθνείς αναζητήσεις, ως αντιστάθμισμα αυτού που εκδηλώθηκε με τις τρομοκρατικές επιθέσεις. Οι διεθνείς δηλαδή προσδοκίες για ένα τουρκικό μοντέλο –εγώ θα έλεγα ισλαμικού φιλελευθερισμού– που θα απευθυνόταν και στην ευρύτερη Μ έση Ανατολή ως το μουσουλμανικό αντίβαρο στην τρομοκρατία ενίσχυσαν ακόμη περισσότερο το ΑΚΡ στην Τουρκία. Η ανάδειξή του στην εξουσία θεωρήθηκε από κάποιους ως ιδιαίτερα θετική εξέλιξη, αφού θα μπορούσε να λειτουργήσει ως μοντέλο και να έχει θετικό domino effect και σε άλλες χώρες του μουσουλμανικού κόσμου».

Το χειρο φίλημα στο ΔΝΤ κα ι ο ι ελίτ

Μ ε την ανάδειξή της στην εξουσία, η νέα κυβέρνηση του ΑΚΡ υιοθέτησε πλήρως το πρόγραμμα του ΔΝΤ , το εφάρμοσε με μεγάλη συνέπεια και άλλαξε ριζικά το οικονομικό μοντέλο της Τουρκίας μέσα σε λίγα μόνο χρόνια. Η διευκόλυνση των ξένων επενδύσεων, οι μεγάλες ιδιωτικοποιήσεις και η ενθάρρυνση του εξωτερικού εμπορίου, κυρίως προς τις ευρωπαϊκές αγορές, ήταν μόνο μερικά από τα βήματα που άλλαξαν άρδην τη ροή των πραγμάτων στην Τουρκία. Επρόκειτο για κινήσεις που γίνονταν προς τέρψη και των επιχειρηματικών κύκλων της χώρας, που είναι η κοσμική μερίδα του κεφαλαίου στην Τουρκία, με ισχυρή θέση στον χρηματοπιστωτικό τομέα της χώρας. Οι μικρομεσαίοι, οι οποίοι μπορούν να προσδιοριστούν ως μια πιο ισλαμική σχολή σκέψης έναντι του κεφαλαίου, παρά το γεγονός ότι αντίκριζαν με σκεπτικισμό το ΔΝΤ , συνέχισαν να επεκτείνονται και κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Ερντογάν. «Αυτή δηλαδή η συμβίωση των διαφορετικών μερών της επιχειρηματικής ελίτ στη χώρα δεν ήταν εντελώς ομαλή, καθώς υπήρχαν διαφωνίες, αλλά όλα αυτά αμβλύνονταν σε ένα πλαίσιο αμοιβαίας ικανο-

ποίησης μέσω της σταθεροποίησης της οικονομίας που πέτυχε το ΑΚΡ με την ανάληψη της εξουσίας», αναφέρει ο Νίκος Χριστοδουλίδης. Σε αυτή τη συγκυρία, η εξωτερική πολιτική της χώρας, χωρίς να παραβλέπει την περιφέρεια της Τουρκίας, είχε ως βασικό γεωπολιτικό άξονα τη Δύση και πιο συγκεκριμένα την Ε.Ε. «Τόσο η εξάρτησή της από εξωτερικά δάνεια όσο και η ανάγκη του κυβερνώντος κόμματος να ξεπεράσει τα προβλήματα των εσωτερικών πιέσεων από το κεμαλικό γραφειοκρατικό κατεστημένο που έλεγχε τη χώρα, φαίνεται ότι λειτούργησαν προς την κατεύθυνση της υιοθέτησης ενός σταθερά δυτικού και ευρωπαϊκού γεωπολιτικού προσανατολισμού για την Τουρκία». Σ’ αυτό το πλαίσιο, η Ε.Ε. δίνει το 2005 το πράσινο φως για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία, παρά το γεγονός ότι η Τουρκία δεν πληρούσε τα κριτήρια της Κοπεγχάγης, τα οποία ζητούνταν από οποιαδήποτε άλλη υποψήφια χώρα. «Ήταν δηλαδή μια πολιτική απόφαση από πλευράς Βρυξελλών, για να ενισχύσουν την προσπάθεια που είχε ξεκινήσει στην Τουρκία με την εκλογή του ΑΚΡ, καθώς έβλεπαν μια αλλαγή της χώρας προς την Ε.Ε.», προσθέτει ο Υπουργός Εξωτερικών.

Η σταδιακή αλλαγή

Η περίοδος 2007-2009 μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα άλλο σημαντικό ορόσημο, καθώς σηματοδοτεί τη σταδιακή αλλαγή αυτής της νέας πραγματικότητας στην Τουρκία, μετά από μια περίοδο σοβαρών πολιτικών και οικονομικών εξελίξεων στη χώρα και όχι μόνο. Από τις αρχές του 2007, με αφορμή την επικείμενη εκλογή νέου Προέδρου, το κεμαλικό κατεστημένο κορύφωσε τις πιέσεις του ενάντια στην προοπτική ανάληψης της προεδρίας από ένα στέλεχος του ισλαμικού κινήματος της χώρας. Η ένταση αυτή κορυφώθηκε τον Απρίλιο του 2007 με τη δημόσια παρέμβαση του στρατού, ο οποίος σκιαγραφούσε τα ιδεολογικά χαρακτηριστικά που θα έπρεπε να έχει ο νέος Τούρκος Πρόεδρος. Το διαδικτυακό πραξικόπημα, όπως είχε χαρακτηριστεί, είχε προκαλέσει τη διενέργεια πρόωρων εκλογών τον Ιούλιο του 2007. Το ΑΚΡ εξήλθε ενισχυμένο από αυτή την εκλογική αναμέτρηση. Το 2008 η πόλωση κορυφώνεται εκ νέου με την απόφαση του συνταγματικού δικαστηρίου για κλείσιμο του κόμματος.

Η παγκόσμια ο ικο νο μική κρίση

Ενώ εξελίσσονταν όλα αυτά, ξέσπασε η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008, γεγονός που συνέβαλε στην ένταση των τριβών μεταξύ των δύο επιχειρηματικών ελίτ της χώρας. Αφενός ήταν τα θέματα του μεταξύ τους ανταγωνισμού και οι διαφορές τους για την κατεύθυνση της χώρας στο παγκόσμιο περιβάλλον, και αφετέρου οι αντιπαραθέσεις τους για την ιδεολογία και την ταυτότητα της Τουρκίας. Οι επιχειρηματικοί κύκλοι της ισλαμικής σχολής διαφωνούσαν καθέτως και οριζοντίως με το σενάριο μιας νέας συμφωνίας με το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα, διεκδίκησαν περισσότερη κρατική στήριξη στις επενδύσεις τους στη βιομηχανία και απαίτησαν μείωση

Εξαγωγές Τουρκίας προς Ε.Ε.

2008: 48%

2009: 46%

2012: 40%

2020: 43%

Εξαγωγές Τουρκίας προς Μέση Ανατολή

2002: 9,5%

2012: 20,3%

2020: 22%

των επιτοκίων και ενίσχυση της προσπάθειας για αύξηση των εξαγωγών στην Ανατολή και στην Ασία. Στις δημοτικές εκλογές του 2009, ο Ερντογάν ασπάστηκε τις ανησυχίες του ισλαμικού κεφαλαίου και έτσι το ΑΚΡ έλαβε την απόφαση να μη δώσει τα χέρια με το ΔΝΤ για να εξασφαλίσει οικονομική στήριξη.

Η αλλαγή στη «γλώσσα» τω ν εξαγω γών

Το 2008 οι χώρες της Ε.Ε. ήταν ο μεγαλύτερος αγοραστής των τουρκικών εξαγωγών, καθώς λάμβαναν το 48% των συνολικών εξαγωγών της Τουρκίας. Το 2009 υπήρξε μείωση στο 46%, για να φτάσει το 2012 στο 40%. Στον αντίποδα, οι χώρες της Μέσης Ανατολής αγόραζαν το 9,5% των τουρκικών εξαγωγών το 2002 και στα δέκα χρόνια διακυβέρνησης του ΑΚΡ μέχρι το 2012 απορροφούσαν πέραν του 20% του συνόλου των εξαγωγών της Τουρκίας. Τα κράτη-μέλη του Οργανισμού Ισλαμικής Διάσκεψης απορροφούσαν το 2002 το 13% των τουρκικών εξαγωγών και έφτασαν το 2010 να λαμβάνουν το 28,4%. Κατά τον Υπουργό Εξωτερικών, είναι χαρακτηριστικό και των πολιτικών επιδιώξεων της Τουρκίας το ότι οι εξαγωγές της στις αφρικανικές χώρες από το 2007 μέχρι το 2018 έχουν τετραπλασιαστεί. «Αυτή η μετατόπιση είναι ενδεικτική του πώς το ΑΚΡ άρχισε σταδιακά να προωθεί και ένα διαφορετικό ιδεολογικό πλαίσιο για τις γεωπολιτικές προτεραιότητες της Τουρκίας και να αναπτύσσει μια αντιδυτική ρητορική, όπως και την αναγκαιότητα άρσης της δυτικοκεντρικής ανάγνωσης του κόσμου. Μέσα στις συνθήκες που δημιούργησαν η οικονομική κρίση του 2008 και η Αραβική Άνοιξη, το ΑΚΡ άρχισε να προωθεί ένα νέο εθνικό όραμα, το οποίο επικεντρώθηκε στην έννοια του περιφερειακού ηγέτη, του περιφερειακού προστάτη, με το Ισλάμ να είναι ο βασικός φορέας της υπό δημιουργία νέας τάξης πραγμάτων», αναφέρει.

Η Μουσουλμ ανική Α δελφό τη τα και το 2023

Οι πολύ καλές σχέσεις της Τουρκίας και του Ερντογάν με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα είναι καλά γνωστές. «Να σας θυμίσω τι έγινε στην Αίγυπτο όταν είχαμε την εκλογή Μόρσι. Ο Ερντογάν ήταν ο πρώτος ηγέτης που είχε επισκεφθεί την Αίγυπτο, τον υποδέχθηκε ο κόσμος στους δρόμους της Αιγύπτου και ήταν ένδειξη της πολιτικής που αποφάσισε πλέον να ακολουθήσει η Τουρκία. Το 2012 το ΑΚΡ εξέδωσε ένα κείμενο με το πολιτικό όραμα του κόμματος για το 2023. (Το 2023 είναι σημαντικό για να κατανοήσουμε και σήμερα κάποια πράγματα που βλέπουμε να γίνονται, όπως τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί αλλά και τις επεκτατικές βλέψεις του Ερντογάν. Το 2023 συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη δημιουργία της κοσμικής Τουρκίας του Κεμάλ Ατατούρκ και ο Ερντογάν προσδοκεί εκείνη τη χρονιά να κλειδώσει τη μετατροπή της χώρας σε μια ισλαμική δημοκρατία και μάλιστα ηγέτιδα του ισλαμικού κόσμου.) Σε αυτό το πολιτικό μανιφέστο, το πολιτικό όραμα για το 2023, αναφέρεται: “Όπως στις σχέσεις μας με τις ΗΠΑ , έτσι και αναφορικά με την ιδιότητά μας ως μέρος του ΝΑΤΟ , κινηθήκαμε με πλήρη συνείδηση ότι ο πραγματικός δρόμος ενίσχυσης των παραδοσιακών συμμαχικών μας σχέσεων περνά μέσα από την ισότιμη συμμετοχή της Τουρκίας και μέσα από την ισότιμη αντιμετώπισή της”. Δηλαδή, θεωρούσαν ότι η Δύση δεν προσέγγιζε ισότιμα την Τουρκία και αυτό ήταν κάτι που συνέβαλε και στην αλλαγή του γεωπολιτικού προσανατολισμού της Τουρκίας». Σύμφωνα με τον Νίκο Χριστοδουλίδη, κατά τη διάρκεια της δεύτερης περιόδου διακυβέρνησης του ΑΚΡ , εκδηλώνεται σταδιακά η αμφισβήτηση του γεωπολιτικού άξονα της Δύσης και μια αναζήτηση άλλων επιλογών αυτοπροσδιορισμού της Τουρκίας στο παγκόσμιο περιβάλλον. «Η κρίση του 2008 φαίνεται να είχε καθοριστικό ρόλο και εξαιτίας των παγκόσμιων και περιφερειακών αλλαγών που προκάλεσε, αλλά και εξαιτίας της αλλαγής των πολιτικών ισορροπιών και των συμμαχιών που επέλεξε το ΑΚΡ εντός της Τουρκίας. Μέσα από τη δημιουργία κενών ισχύος σε διεθνές και περιφερειακό επίπεδο, έγινε εφικτή η εμφάνιση ενός περιφερειακού χώρου στον οποίο η Τουρκία επιζητεί ενίσχυση της δικής της επιρροής. Το βλέπουμε σήμερα στη Συρία, στην Κύπρο, στη Λιβύη, στο Ιράκ, σε χώρες του Κόλπου και σε χώρες της Αφρικής, όπου η Τουρκία επιζητεί να ενισχύσει την επιρροή της, ενώ την ίδια στιγμή επιδιώκει να μειώσει την εξάρτησή της από τους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς θεσμούς δυτικού –αν μπορώ να τους χαρακτηρίσω ως τέτοιους– προσανατολισμού, όπως το ΔΝΤ », αναφέρει ο κ. Χριστοδουλίδης.

«Μέσα από τη δημιουργία κενών ισχύος σε διεθνές και περιφερειακό επίπεδο, έγινε εφικτή η εμ φάνιση ενός περιφερειακού χώρου στον οποίο η Το υρκία επιζητεί ενίσχυση της δικής της επιρροής »

Μετά τον Ερντογά ν;

Το μεγάλο ερώτημα, κατά τον Υπουργό Εξωτερικών, είναι «εάν αυτή η στρατηγική επιλογή, αυτή η στρατηγική στροφή, έχει αποκτήσει μια σταθερή και μακροπρόθεσμα βιώσιμη προοπτική για την Τουρκία. Εάν δηλαδή μπορούμε να μιλήσουμε πλέον για θεσμική αλλαγή προσανατολισμού της Τουρκίας σε πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, ή εάν αυτή η αλλαγή και αυτή η πορεία θα ανατραπούν στη μετά Ερντογάν περίοδο».

Εντείνονται οι πιέσεις

Αυτή τη στιγμή, στο εσωτερικό της χώρας παρουσιάζεται μια υποχώρηση στα ποσοστά του ΑΚΡ , όπως αποδεικνύει και η ήττα του κυβερνώντος συνασπισμού στις εκλογές της τοπικής αυτοδιοίκησης τον Μάρτιο του 2019. Την ίδια στιγμή, η επιδεινούμενη κατάσταση της τουρκικής οικονομίας, με τη σοβαρή κρίση ρευστότητας, είναι ένας ακόμα παράγοντας πίεσης επί του ΑΚΡ . «Οι δικές μας εκτιμήσεις αναφέρουν ότι μετά την πανδημία αναμένεται ύφεση τουλάχιστον 5%. Το ποσοστό ανεργίας αναμένεται να εκτοξευθεί από το υφιστάμενο 14%-15% σε 25%», αναφέρει ο κ. Χριστοδουλίδης.

Στρατιωτικοποίηση της εξωτερικής πολιτικής

Παρά το γεγονός ότι ο Ερντογάν δεν επιθυμεί προσφυγή στο ΔΝΤ, η Τουρκία ήδη προσεγγίζει τις Κεντρικές Τράπεζες διαφόρων χωρών για χρηματοδότηση. «Στα δικά μου θέματα», προσθέτει ο Υπουργός Εξωτερικών, «τόσο η πίεση που βιώνει το ΑΚΡ όσο και η επιδείνωση της οικονομίας της χώρας ωθούν τον Ερντογάν να εντείνει εσωτερικά την ακραία εθνικιστική και διχαστική ρητορική του, εργαλειοποιώντας παράλληλα όλο και περισσότερο τις στοχεύσεις του στην εξωτερική του πολιτική. Βλέπουμε δηλαδή μια στρατιωτικοποίηση της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας και δεν είναι καθόλου άσχετες οι κινήσεις της Τουρκίας στην εξωτερική της πολιτική με τα εσωτερικά δεδομένα στη χώρα, συμπεριλαμβανομένης της οικονομίας, αλλά και των εσωτερικών πολιτικών σχεδιασμών του Ερντογάν». Σύμφωνα με τον Υπουργό Εξωτερικών, στο πρόσωπο του Ερντογάν εκδηλώνεται αμφισβήτηση, έστω και μερική, τόσο στο εσωτερικό της χώρας, λόγω της οικονομικής κατάστασης, «όσο και από χώρες της

Με την ανά δειξή της στ ην εξουσία, η νέ α κυβέρνηση του ΑΚΡ υιοθέτ ησε πλήρως το πρόγραμμ α του ΔΝΤ, το εφάρμοσε με μεγάλη συνέ πεια και άλλαξε ριζικά το οικονομικό μοντέ λο της Τουρκίας μέσ α σε λίγα μόν ο χρόν ια

περιφέρειας – βλέπετε το γνωστό δόγμα Νταβούτογλου, βάσει του οποίου η Τουρκία ξεκίνησε έχοντας ως δόγμα στην εξωτερική της πολιτική μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες και έφτασε σ’ ένα σημείο να έχει προβλήματα με όλους τους γείτονες. Όλα αυτά αποτελούν δεδομένα τα οποία σίγουρα θα επηρεάσουν σε καθοριστικό βαθμό τη μετέπειτα πορεία της χώρας και τις κινήσεις της τόσο σε εσωτερικό όσο και σε εξωτερικό επίπεδο». ET

*Στοιχεία και αναφορές έχουν αντληθεί από τις παρουσιάσεις του Υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Χριστοδουλίδη, και του αναπληρωτή καθηγητή Χρηματοοικονομικών στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, Ανδρέα Μιλιδώνη, οι οποίες έγιναν στο πλαίσιο διαδικτυακής συζήτησης με θέμα «Τουρκική Οικονομία – Επιπτώσεις στην Ανατολική Μεσόγειο», την οποία διοργάνωσε στα τέλη Ιουλίου η Top Kinisis.

Σημαντική υποτίμηση της τουρκικής λίρας

Ποιες δημοσιονομικές και νομισματικές προκλήσ εις αναφύονται για την τουρκική οικονομία μετά τη διολίσθηση της τουρκικής λίρας και τις προβλέψεις των διεθνών οίκων.

Η αξία της τουρκικής λίρας συνέχισε να διολισθαίνει τις τελευταίες εβδομάδες, ως απότοκο της μη συμβατικής νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής της χώρας. Η πτώση του τουρκικού νομίσματος αντανακλά τις ανησυχίες των επενδυτών και των αναλυτών για την πορεία της οικονομίας, η οποία παρουσίασε σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης, τροφοδοτούμενης από τεχνητά κίνητρα, εξωτερικό δανεισμό, αλόγιστη πιστωτική επέκταση και κρατικές ενέσεις ρευστότητας.

ΤΟΥ ΤΑΣΟΥ ΓΙΑΣΕΜΙΔΗ Οικονομολόγου

Ηεισροή σημαντικών επενδυτικών κεφαλαίων, το χαμηλό κόστος δανεισμού μέσα από τις κρατικές τράπεζες (μετά από πιέσεις του Τούρκου Προέδρου) και η χορήγηση χρηματοπιστωτικών διευκολύνσεων είχαν οδηγήσει σε τεράστια αύξηση των τιμών των περιουσιακών στοιχείων της χώρας. Αυτό, σε συνδυασμό με το υψηλό ποσοστό πληθωρισμού και την υποτίμηση της τουρκικής λίρας, μειώνει σημαντικά την αγοραστική δύναμη των πολιτών.

ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Τα σοβαρότερα προβλήματα της τουρκικής οικονομίας είναι το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και η εξάρτησή της από ξένο δανεισμό. Πολλές είναι οι εκθέσεις που αναφέρονται στην ανάγκη άσκησης αυστηρότερης νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής, ώστε να επιτευχθεί περιορισμός του ελλείμματος στο ισοζύγιο πληρωμών και της υπερβολικής πιστωτικής επέκτασης. Σημαντικοί συναλλαγματικοί κίνδυνοι αναφύονται και εξαιτίας του γεγονότος ότι ο ιδιωτικός τομέας είχε προχωρήσει σε εξωτερικό δανεισμό σε αμερικανικά δολάρια. Με τη συνεχή υποτίμηση της αξίας της τουρκικής λίρας, οι υποχρεώσεις (οι οποίες παραμένουν σε δολάρια) αυξάνονται. Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω, η συνεχής διόγκωση των δανείων σε ξένο νόμισμα ενδεχομένως να δημιουργήσει προβλήματα βιωσιμότητας των επιχειρήσεων (ανάμεσα στις υπερχρεωμένες επιχειρήσεις συγκαταλέγονται και μεγάλες τουρκικές τράπεζες), οι οποίες δεν θα μπορούν να αποπληρώσουν τα δάνεια που τους έχουν παραχωρηθεί από τις εγχώριες τράπεζες.

Η διολίσ θηση της αξίας της τουρκικής λί ρας έχει άμεσ ο αντίκτ υπο κα ι στ ις ξένες επε νδύσε ις.

Η φυγή ξένων επε νδύσε ων εί ναι χαρακτη ριστ ική , τη ν ίδια ώρα που η χώρα επ ιζητά ξένα κε φάλα ια για κάλ υψη των ελλε ιμμάτ ων της

ΦΥΓΗ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ

Η αξιοπιστία της χώρας στο διεθνές επενδυτικό στερέωμα έχει πληγεί σημαντικά. Η διολίσθηση της αξίας της τουρκικής λίρας έχει άμεσο αντίκτυπο και στις ξένες επενδύσεις, εφόσον πολλοί είναι οι επενδυτές που βλέπουν την αξία των επενδύσεών τους να μειώνεται. Η φυγή ξένων επενδύσεων είναι χαρακτηριστική, την ίδια ώρα που η χώρα επιζητά ξένα κεφάλαια για κάλυψη των ελλειμμάτων της. Τα ελλείμματα αυτά αναμένεται να συνεχιστούν, εφόσον η κυβέρνηση δεν δείχνει καμία διάθεση για λήψη διορθωτικών μέτρων που θα περιορίσουν την κατανάλωση και την ανάπτυξη (αντίθετα, αναμένεται να προχωρήσει στη θέσπιση νέου πακέτου δημοσιονομικών κινήτρων). Μετά από πολιτικές παρεμβάσεις, το επιτόκιο στη χώρα έχει μειωθεί σημαντικά, σε τέτοιο βαθμό που είναι χαμηλότερο από το ποσοστό πληθωρισμού, κάτι που οδηγεί σε έξοδο των επενδυτών. Η μείωση των επιτοκίων δημιουργεί πληθωριστικές τάσεις και θα έπρεπε να συνδυαστεί με μια συγκρατημένη δημοσιονομική πολιτική. Απεναντίας, η τουρκική κυβέρνηση προχωρεί σε μια ασύμμετρη αύξηση των δαπανών με την υλοποίηση έργων (όπως γέφυρες και αεροδρόμια υπερβολικού κατασκευαστικού κόστους), προκειμένου να συντηρήσει την ανάπτυξη. Αυτό, σε συνδυασμό με τις αυξημένες δαπάνες για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στις οποίες συμμετέχει η χώρα, δημιουργεί ανισορροπίες στα δημόσια οικονομικά της.

ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΜΕ ΑΛΛΕΣ ΧΩΡΕΣ

Από την αρχή του χρόνου, η Κεντρική Τράπεζα της χώρας χρησιμοποίησε πέραν των μισών συναλλαγματικών της αποθεμάτων για να στηρίξει την τουρκική λίρα, με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή τα αποθέματα να βρίσκονται στα

όριά τους. Για να μπορέσει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα που προκύπτει, η τουρκική κυβέρνηση ενεργοποίησε τις συμφωνίες ανταλλαγής συναλλάγματος με χώρες φιλικά προσκείμενες σε αυτήν, όπως το Κατάρ. Την ίδια στιγμή και με δικαιολογία τις συνέπειες της εξάπλωσης του κορωνοϊού, η κυβέρνηση προχώρησε στη δημιουργία ενός υπερταμείου, το οποίο χρηματοδοτεί (με αντάλλαγμα μετοχικό κεφάλαιο) εταιρείες που δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, με το τελευταίο παράδειγμα να είναι η Turkcell. Πέραν των πιο πάνω, θα πρέπει να τονιστεί ότι η Τουρκία αποτελεί κέντρο εισροής κεφαλαίων από γειτονικές χώρες (κάποιες φορές μέσω ύποπτων διαδρομών), ενώ κατάφερε να δημιουργήσει μια ισχυρή βιομηχανία παραγωγής οπλικών συστημάτων και να είναι αυτάρκης σε ό,τι αφορά τα προϊόντα του πρωτογενούς τομέα. ET

Τα σοβαρότ ερα προβλήματα της τουρκικής οικονομίας είναι το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και η εξάρτη σή της από ξένο δανεισμό ΟΙ ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ

Η οικονομία της Τουρκίας αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 4% φέτος, σύμφωνα με έρευνα του Bloomberg που λαμβάνει υπόψη τις εκτιμήσεις πάνω από 20 οικονομολόγων. Λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση για ανακάλυψη του κοιτάσματος στη Μαύρη Θάλασσα, ο οίκος αξιολόγησης Fitch Ratings αναθεωρούσε το outlook της τουρκικής οικονομίας από σταθερό σε αρνητικό. Ο οίκος τονίζει ότι η απόφασή του αυτή βασίζεται στο γεγονός ότι τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας εξαντλούνται και ότι εφαρμόζεται μια αναξιόπιστη νομισματική πολιτική (πράγμα που επιδεινώνει τους κινδύνους από την εξωτερική χρηματοδότηση σε ξένο συνάλλαγμα και ειδικά σε δολάρια). Ο οίκος επισημαίνει πως μια μείωση των επιτοκίων είναι αναγκαία για την αλλαγή του outlook. Αναφορικά με το κοίτασμα φυσικού αερίου που ανακοινώθηκε, το αποτέλεσμα αφορά την πρώτη εξερευνητική γεώτρηση, ενώ απαιτούνται τουλάχιστον δύο επιβεβαιωτικές γεωτρήσεις για να υπάρχει μια καλύτερη εκτίμηση του μεγέθους και του κόστους ανάπτυξης (το κοίτασμα είναι αρκετά μακριά από την ακτή, περί τα 145 χλμ.), καθώς και των ποιοτικών χαρακτηριστικών ενός τέτοιου κοιτάσματος, όπως το ποσοστό καθαρότητας μεθανίου, το οποίο επηρεάζει και το κόστος παραγωγής/επεξεργασίας. Επειδή το κοίτασμα είναι αρκετά μακριά από την ακτή, θα χρειαστεί αγωγός και νέες υποδομές διασύνδεσής του με το τουρκικό ΕΣΦΑ (Εθνικό Σύστημα Φυσικού Αερίου), κάτι που από μόνο του μπορεί να κοστίσει 500-700 εκατομμύρια δολάρια, μόνο για την κατασκευή των υποδομών μεταφοράς. Οι χρηματαγορές, και ειδικότερα οι χρηματαγορές συναλλάγματος, ουδέποτε επηρεάζονται ουσιαστικά από τέτοιες ανακοινώσεις, καθώς, ακόμη κι αν είναι ακριβή τα στοιχεία του Τούρκου Προέδρου, θα επηρεάσουν την πραγματική κατάσταση της τουρκικής ενεργειακής σκηνής και οικονομίας μετά από τουλάχιστον τρία χρόνια, κατά παραδοχή του ίδιου του Ερντογάν. Βασικές προκλήσεις για την τουρκική οικονομία αποτελούν η επανατοποθέτησή της σε πιο ισχυρές βάσεις μέσα από μια ορθολογιστική δημοσιονομική και νομισματική πολιτική, η μείωση του εξωτερικού δανεισμού και του πληθωρισμού, ο περιορισμός της πιστωτικής επέκτασης και της μεγάλης εξάρτησης από ξένα κεφάλαια και η ενίσχυση της εγχώριας αγοράς.

ΣΤΗ ΔΙΝΗ ΒΑΘΙΑΣ ΥΦΕΣΗΣ Η ΤΟΥΡΚΙΑ

Τα τελευταία δύο χρόνια, η Τουρκία, αν και φλερτάρει με την πτώχευση, καταφέρνει να ελίσσεται, πηγαίνοντας κόντρα στις προβλέψεις των ειδικών. Αυτό, βέβαια, πραγματώνεται μέσω των ανορθόδοξων μεθόδων του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Τα ερωτήματα που εγείρονται είναι κατά πόσον καθίσταται εφικτό το σενάριο η Τουρκία να συνεχίσει να ξεφεύγει από τα πλοκάμια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και ποιοι θα εξακολουθούν να αποτελούν τη «σανίδα σωτηρίας» της. Πάντως, το ενδεχόμενο προσφυγής στον μηχανισμό στήριξης θα κορυφώσει την αμφισβήτηση στο πρόσωπο του «Σουλτάνου» και ίσως ξυπνήσει τον χειρότερό του εφιάλτη, που δεν είναι άλλος από την αποκαθήλωσή του.

Με την ανάληψη της εξουσίας από το ΑΚΡ, με επικεφαλής τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, το 2002, οι επενδυτές στράφηκαν στην Τουρκία μέχρι και το 2018. Αυτά τα 15 χρόνια, εισέρρεαν στα ταμεία του κράτους ξένα κεφάλαια που άγγιξαν τα 525 δισ. δολάρια. Η ραγδαία ανάπτυξη, σε συνάρτηση με την αποπληρωμή του ΔΝΤ, έδωσαν το εισιτήριο στον Ερντογάν για την απόλυτη νίκη. Κατάφερε να εγκριθεί η συνταγματική μεταρρύθμιση, αναδεικνύοντάς τον σε «απόλυτο μονάρχη», που έχει όλες τις εξουσίες στα χέρια του.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΥΨΗΛΟΥ ΡΙΣΚΟΥ

Το σκηνικό, εντούτοις, άλλαξε άρδην, εξαιτίας της εξωτερικής πολιτικής του Ερντογάν. Το τεταμένο κλίμα που έχει δημιουργήσει με τις γειτονικές χώρες δεν αφήνει τους επενδυτές αδιάφορους. Η αβεβαιότητα που καλλιεργείται αναγκάζει τους επενδυτές σε μαζική φυγή, τη στιγμή που τα συναλλαγματικά αποθέματα λιγοστεύουν. Μέσα στα τελευταία δύο χρόνια, έχουν εγκαταλείψει τη χώρα περίπου 15 δισ. δολάρια. Το πρώτο τετράμηνο του 2020 υπολογίζεται ότι τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας μειώθηκαν τουλάχιστον κατά 25 δισ. δολάρια. Σε συνέντευξή του, ο πρώην Υπουργός Οικονομικών Αλί Μπαμπατζάν, ο οποίος αποχώρησε από την κυβέρνηση και το κόμμα, αποδίδει πολλά από τα δεινά της τουρκικής οικονομίας στην εξωτερική πολιτική του Τούρκου Προέδρου.

ΚΟΙΤΑΣΜΑΤΑ ΣΤΗ ΜΑΥΡΗ ΘΑΛΑΣΣΑ Ο Ερντογάν ανακοίνωσε με τυμπανοκρουσίες τον εντοπισμό μεγάλου κοιτάσματος φυσικού αερίου στη Μαύρη Θάλασσα, υποστηρίζοντας ότι το φυσικό αέριο θα είναι έτοιμο για τον καταναλωτή μέχρι το 2023, σε μια προσπάθεια να πείσει τις αγορές. Αρκετοί αναλυτές, όμως, εμφανίζονται δύσπιστοι, επισημαίνοντας ότι, αν και οι ποσότητες που λέγεται ότι εντοπίστηκαν

(320 δισ. κυβικά

μέτρα) είναι μεν σημαντικές, η ανακάλυψη δεν φτάνει για να διορθώσει τα χρόνια προβλήματα της τουρκικής οικονομίας ή για να αναδείξει τη χώρα σε ενεργειακή περιφερειακή δύναμη, όπως άφησε να εννοηθεί η Άγκυρα.

ΜΝΗΜΕΣ 2018

Οι τουρκικές τράπεζες φαίνεται πως βρίσκονται σε χειρότερη κατάσταση από εκείνη στην οποία βρίσκονταν κατά τη νομισματική κρίση του 2018. Σύμφωνα με στοιχεία της Capital Economics, στο σύνολό του ο κλάδος έχει χρέος σε ξένο νόμισμα συνολικού ύψους 81 δισ. δολαρίων, που αντιστοιχεί περίπου στο 10% του ΑΕΠ της χώρας και βέβαια είναι πολλαπλάσιο των 30 δισ. δολαρίων που διατηρούν οι τράπεζες στα ταμεία της Κεντρικής Τράπεζας. Επικαλούμενος τη ραγδαία μείωση των διαθεσίμων αλλά και τον κίνδυνο παρέμβασης της κυβέρνησης στον τραπεζικό κλάδο, ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Fitch Ratings υποβάθμισε προσφάτως τραπεζικούς κολοσσούς της Τουρκίας, όπως τις Ziraat Bankasi και Turkiye Vakiflar Bankasi. Στις αρχές Ιουλίου, ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s αναφέρθηκε στη «νέα ανησυχία που υπάρχει στην αγορά» και αφορά την οικονομική πολιτική της Τουρκίας. Προέβλεψε πως η τουρκική οικονομία θα συρρικνωθεί φέτος κατά 5% και θα ανακάμψει ήπια το 2021. Στην ίδια εκτίμηση, για ύφεση 5% της τουρκικής οικονομίας, έχει προβεί και το ΔΝΤ.

ΒΑΖΕΙ ΠΛΑΤΗ ΤΟ ΚΑΤΑΡ

Το εμιράτο του Κατάρ αποτελεί τη «σανίδα σωτηρίας» της τουρκικής οικονομίας. Λίγους μήνες μετά το ξέσπασμα της πανδημίας του κορωνοϊού, όταν τα αποθεματικά της τουρκικής Κεντρικής Τράπεζας τελείωσαν και υπο

«ΔΟΓΜΑ ΔΥΟΜΙΣΙ ΠΟΛΕΜΩΝ»

Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει βάλει την Τουρκία για τα καλά σε τρεις πολέμους έξω από τα σύνορά της. Μέχρι την απόπειρα του πραξικοπήματος στις 15 Ιουλίου 2016, οι Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις (ΤΕΔ) αντιδρούσαν έντονα στο ενδεχόμενο εμπλοκής στον πόλεμο της Συρίας, χωρίς μια ευρύτερη συμμαχική ομπρέλα.

Το «ξεκαθάρισμα» των ΤΕΔ συμπαρέσυρε όποια δυνατότητα αντίδρασης υπήρχε και οδήγησε στην πρώτη επιχείρηση

«Ασπίδα του Ευφράτη». Ακολούθησαν δύο ακόμα και μέχρι σήμερα οι ΤΕΔ έχουν φθάσει να κατέχουν λωρίδες γης στα βόρεια της Συρίας. Παράλληλα, οι ΤΕΔ επιχειρούν στο

Ιράκ, ενώ οι επιχειρήσεις κατά του ΡΚΚ μέσα στο έδαφος της Τουρκίας αποτελούν μια πραγματικότητα δεκαετιών.

Αυτό το μεσανατολικό μέτωπο κοστίζει σε χρήμα και αίμα και δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλές στο εσωτερικό. Ωστόσο, ο φόβος δημιουργίας ενός κουρδικού αυτόνομου τόξου, από τα όρη του βορείου Ιράκ μέχρι το Χατάι, λειτουργούσε

χώρησαν σε αρνητικό έδαφος, στην προσπάθεια στήριξης της λίρας, ο εμίρης του Κατάρ έσπευσε να χορηγήσει στην Τουρκία 15 δισ. δολάρια, προσφέροντας πίστωση χρόνου στην τουρκική οικονομία. Οι στενές σχέσεις των δύο χωρών άρχισαν το 2016, όταν η Ντόχα στήριξε τον Τούρκο Πρόεδρο κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος. Το ίδιο, όμως, έπραξε και η Άγκυρα, στηρίζοντας την Ντόχα όταν η γειτονική Σαουδική Αραβία επέβαλε τον αποκλεισμό της, πείθοντας και τις άλλες αραβικές χώρες να κάνουν το ίδιο. Έτσι, ακόμη και μετά την οικονομική καταστροφή εξαιτίας της πανδημίας, που ανάγκασε 90 χώρες να προσφύγουν στο ΔΝΤ, η Τουρκία του Ερντογάν απέφυγε την προσφυγή στο Ταμείο, κάτι που εξασφαλίζει τη δημοτικότητα του Τούρκου Προέδρου.

ΜΕΤΩΠΑ ΑΝΟΙΧΤΑ

Από την Ανατολική Μεσόγειο και τη Λιβύη έως την Αρμενία και το Ισραήλ, ο Ερντογάν, παρά τα τεράστια προβλήματα της τουρκικής οικονομίας, συνεχίζει να ανοίγει πολλαπλά μέτωπα, υπηρετώντας το όραμα της «γαλάζιας πατρίδας».

διαχρονικά ως επιχείρημα που βρίσκει θετική την τουρκική κοινή γνώμη. Θεωρητικά, η Άγκυρα εφαρμόζει το περίφημο «δόγμα των δυόμισι πολέμων», με τη διαφορά ότι, αντί πολέμου με την Ελλάδα, έχει εμπλακεί στη Λιβύη. Η επιλογή, πάντως, της Άγκυρας να εμφανίζεται εντός του ΝΑΤΟ ως το «ανάχωμα» της επέκτασης της ρωσικής επιρροής στη βόρεια Αφρική είναι ενδεικτικό της τουρκικής ανάγκης να αποκτήσει εταίρους στη Λιβύη, προτού βρεθεί σε δεινή θέση. Μέχρι τώρα η πολιτική δεν έχει προσφέρει τα αναμενόμενα. Αντιθέτως, ο Ερντογάν χάνει έδαφος και αν διατηρεί υψηλά τα ποσοστά του, αυτό οφείλεται στην έλλειψη αντιπολίτευσης που να έχει τη δύναμη να αντικρούσει τον Τούρκο Πρόεδρο. Στις τουρκικές εκλογές του 2023, αν και δεν είναι κοντά, ο Ερντογάν θα κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για να επιβεβαιώσει πως επί των ημερών του η Τουρκία έγινε η ισχυρότερη μεταξύ των

δυνάμεων της περιοχής, μέσω της «γαλάζιας πατρίδας».

Ο ΕΡΝΤΟΓΑΝ, ΠΑΡΑ ΤΑ ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΝΑ ΑΝΟΙΓΕΙ ΠΟΛΛΑΠΛΑ ΜΕΤΩΠΑ, ΥΠΗΡΕΤΩΝΤΑΣ ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΗΣ «ΓΑΛΑΖΙΑΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ»

Ο Τούρκος Πρόεδρος, λόγω της οικονομικής κατρακύλας ως αποτέλεσμα των ενεργειών του, δέχεται επίθεση στο εσωτερικό της χώρας του. Έτσι, με το αφήγημα «εναντίον όλων» προσπαθεί να περάσει στους πολίτες της χώρας του ένα αίσθημα «παντοδυναμίας» και «εθνικής υπερηφάνειας», αποπροσανατολίζοντάς τους από τα πραγματικά προβλήματα. Η κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο, ιδιαίτερα μετά την υπογραφή του τουρκολιβυκού μνημονίου τον περασμένο Δεκέμβριο, έχει επιταχύνει τις εξελίξεις στα Ελληνοτουρκικά, καθώς αργά ή γρήγορα η Τουρκία θα προσπαθήσει να το υλοποιήσει και η Ελλάδα οφείλει να απαντήσει. ET

This article is from: