Δημήτρης Τρωαδίτης, χνάρια οργής

Page 1

Δηµήτρης Τρωαδίτης

Χνάρια οργής

Το Κόσκινο



Στο βιβλίο αυτό περιλαµβάνονται δύο µικρές ποιητικές συλλογές, «Πίσω από τις άδειες νύχτες» και «Σκόρπια ποίηση». Τα ποιήµατα και των δύο αυτών µικρών συλλογών γράφτηκαν στην Αθήνα στη δεκαετία του 1980. Μικρές παρεµβάσεις έγιναν το 2011.

Το Κόσκινο http://tokoskino.wordpress.com troaditisdimitris@gmail.com


Πίσω από τις άδειες νύχτες


Ένα φως αγναντεύω Ένα φως αγναντεύω σε λαξεµένους βράχους κι ένα απαλό χέρι να χαϊδέψει παρθενικά πρόσωπα. Τους τοίχους αγναντεύω που γράφουν το µέλλον. Ένα φως αγναντεύω πάντα, ένα ξερό λουλούδι να τ’ αγγίξω να του µιλήσω στη νυχτερινή βροχή.


Γέµισα δάκρυα Δεν µ’ έσφιξε µάνας αγκαλιά κι η µατιά µου µαρτυρούσε την αλήθεια. Κι έτσι γέµισα δάκρυα όταν τα πουλιά έπαψαν να κελαηδούν.


Μέσ’ το γυµνό έρωτα Καθώς το πρωινό µου χαµογέλασε θυµήθηκα τα λεπτά της χείλη τη σπιρτάδα των µατιών της την καθάρια αναπνοή της τις φυλλωσιές που αναδύονταν µέσ’ το γυµνό έρωτα.


Γυρεύω το ίδιο λουλούδι Βλέµµα κοφτερό πάνω µου όµοιο µε λεπίδι. Γέλιο που µ’ αφοπλίζει ακαριαία. Χορεύει γύρω µου και γελά ξέφρενα. Ράγες µιας γλυκιάς νοσταλγίας. Ευγενική ύπαρξη των ονείρων µου. Αφρισµένο κύµα της θάλασσας. Πυγολαµπίδα σε έναστρο ουρανό. Καρπός ανταριασµένου αγεριού. Φεγγάρι που σιγοδιαβαίνει ντροπαλά. Αναλαµπή που αναδύεται στη σκιά της γης. Γλυκιά κόρη που στη µέση τ’ ουρανού. Πλήθος αστέρια σε χαιρετούν. Με τα φωτεινά σου µάτια στο χλωµό πρωινό µου. Θα ‘θελα να ζωγραφίσω την καρδιά σου. Τις αισθήσεις σου απαλές σαν χάδι. Το περπάτηµά σου στη µουσική της βροχής. Το θάρρος σου που κάνει το κορµί σου ευκίνητο. Τα µαλλιά σου ίδια µ’ αγριολούλουδα. Τα χείλη σου άσπρα κρινάκια.. Θα’ θελα τους µίσχους σου στα κόκκινα τραγούδια µου. Την ικεσία σου στο φλογισµένο µου σώµα. Να σε κοιτώ ώς να στερέψουν τα µάτια µου. Να ξεθαρρέψω µ’ ένα φτερούγισµα. Σε κάµπους µακρινούς γεµάτους κυκλάµινα. Να νιώσω την καυτή σου ανάσα. Να κρατήσω όλο τον κόσµο στην αγκαλιά µου Και το ίδιο λουλούδι που γυρεύεις κι εσύ να γυρέψω.


Το ξαστέρωµά µου Δεν θ’ αφήσω να χαθούν τα όνειρα σαν υγρές καταχνιές από δάκρυα σαν σκιές από κόκαλα. Δεν θ’ αφήσω το αίµα του ήλιου να ξεστρατίσει άψυχο. Δεν θ’ αφήσω τη νύχτα να γίνει κοµµάτια και τα φεγγάρια να γείρουν λιπόθυµα. Θ’ αλαφρώσω στο αντάµωµα του ήλιου, το κορµί µου θ’ απαλύνει στο χρόνο, αριθµοί απ’ το µυαλό µου θα εξαφανιστούν. Αυγερινός θα γίνω ορµώντας σ’ ουρανούς που δεν λυπούνται και θάλασσες που δεν στερεύουν. Οι κραυγές µου θα ζεστάνουν τα κρύα σίδερα. Θα ξαστερώσω στους παράξενους κι αέναους δρόµους.


Μια γλυκιά συγκίνηση Τις µελωδίες της νυχτερινής δροσιάς αναζητώ σαν µια αναπνοή µέσα σε άπλετο φως. Μια γλυκιά συγκίνηση θέλω απ’ τα δάκρυα της µυρωδιάς των γιασεµιών. Τα λουλούδια να µε χαιρετίσουν επιδιώκω όταν θα τρέµω σύγκορµος στον έρωτα της φύσης.


Αρνούµαι Αρνούµαι την εξορία σε θολούς καιρούς. Αρνούµαι να µπλοφάρω µε ό,τι αξιόλογο έµεινε. Αρνούµαι να γράφω στο κενό µε ξερή µελάνι. Αρνούµαι να κάψω τα ταπεινά όρια της αγάπης.


Η εξέγερση των αισθήσεων Το κατεστηµένο θα κάψω όντας πυροµανής κι οι λάµψεις του θα διασχίσουν τις µίζερες αχτίδες αυτού του κόσµου. Την αγωνία της ζωής θα ζωγραφίσω κι η σκέψη µου θ’ ακονιστεί µε µια δόση ευρύτερης προοπτικής. Τα κενά της συνείδησης θα φωτίσω αυτά που µένουν ανεξερεύνητα. Η αναπνοή µου και µόνο αυτή θα είναι καθοριστική γροθιά στα παγερά κάτεργα, στα κελιά. Εξεγερµένες οι αισθήσεις µου θα διαλύσουν τις εξαγοράσιµες ανάγκες και θα σκορπίσουν τα κοµµάτια των στεναγµών τους στο άπειρο της λήθης.


Μ’ ακούτε; Πίσω απ’ τα ουρλιαχτά οι ένοχες τύψεις. Πίσω απ’ τις βροντές οι µεγάλοι σεισµοί. Πίσω απ’ το χρόνο οι µεγάλες καταιγίδες. Πίσω απ’ τα σβησµένα φανάρια η έρηµος. Πίσω απ’ τη σιωπή η άρρωστη φύση. Μ’ ακούτε;


Τα συνώνυµα του έρωτα Οι ηθικές είναι που σκοτώνουν. Οι δάσκαλοι είναι που παραµορφώνουν. Οι καθρέπτες είναι που αναπαράγουν αρρωστηµένα είδωλα. Τα δάκρυα είναι που αυλακώνουν τα πρόσωπά µας. Οι εγωισµοί είναι που παρασέρνουν σε υπόγεια υποκρισίας. Και τα µυαλά µας είναι που συνθέτουν όλα αυτά. Πότε άραγε θα µιλήσουµε για τα συνώνυµα του έρωτα;


Ντρέποµαι... Ντρέποµαι µπροστά στον κάθε θάνατο όταν τα βλέµµατα κολλούν πάνω µου στους δρόµους και τα σινεµά στα µπαρ και τα λεωφορεία. Όταν µε µατώνουν τα θρυµµατισµένα τζάµια τα άσπρα κράνη και τα κλοµπ τα εφήµερα ποτά και οι πόρνες συνειδήσεις. Στίχοι σε µαύρο φόντο αργοί και µε πένθος.


Κι ήθελα να αφουγκραστώ τ’ αστέρι… Φαντάσµατα σε γυµνούς καθρέπτες. Βαθιές ρυτίδες σε σκιές αισθήσεων. Μια ησυχία γεµάτη ανασφάλεια. Τα βράχια και η σταύρωση. Το αίµα πάνω στις πέτρες. Πέτρινες ανάσες που µατώνουν. Ηµεροµηνίες που φλέγονται. Αγάπη που σωπαίνει. Μάτια που νεκρώνουν. Αναλαµπές και θύµησες που κάποτε ήταν περήφανες. Κι ήθελα να αφουγκραστώ τ’ αστέρι…


Χάσαµε την καρδιά µας Χάσαµε την καρδιά µας σύντροφοι, οι αορτές της έγιναν ηλεκτρονικές συσκευές, οι αισθήσεις της προγράµµατα κοµπιούτερ. Μείναµε ψάχνοντας για παρηγοριά στις νέες αστραφτερές φυλακές µας. Οι φωνές των νεκρών µας µόλις που φτάνουν στην ψυχή µας Οι λογικές κι οι ανασφάλειες έγιναν ένα, το παρελθόν ίδιο µε το µέλλον, η πρώτη µέρα ίδια µε την τελευταία. Η ιστορία είναι εγκληµατική, ένας κατάλογος δολοφονιών από ισχυρούς αφέντες των στιγµών και µηχανορράφους εφευρέτες επιθυµιών. Ο φόβος της στέρησης είναι ο µπούσουλας. Αργά ή γρήγορα θα ξεχαστούµε.


Να υψωθεί ο οργασµός µας Να υψωθεί ο οργασµός µας σε ήχους και ειρµούς που κανείς ποτέ δεν άκουσε. Να τραγουδήσουµε στο βουητό των κυµάτων. Να τυλιχτούν τα κορµιά µας από αόρατες δυνάµεις µε ρίγη και παφλασµούς που κανείς ποτέ δεν ιστόρησε. Να υψωθεί ο πυρετός του έρωτα στα ύψη που του ταιριάζουν.


Σε κόκκινους ουρανούς Ζητώ τον βαθύ αντίλαλο του εσπερινού. Οι σταλακτίτες να λάµψουν σαν αστέρια. Οι αγέρηδες να ξεστρατίσουν σε κόκκινους ουρανούς. Σαν ίχνος της γαλήνης ν’ αναδυθώ. Σαν µυστική νεράιδα να πορευτώ στις ατόφιες µορφές στη σάρκα και το αίµα. Επιζητώ να ξεφύγω απ’ την οµίχλη, να µην είµαι κορµί άψυχο τυλιγµένο µε οίστρους µιας άρρυθµης καρδιάς.


Σκόρπια ποίηση


Βράχος αξεπέραστος Βράχος αξεπέραστος αυτή η πόλη. Τ’ αέρια βουίζουν σε καπνισµένους θαλάµους. Πολλές µάχες, πολλές ιστορίες που τις χάσαµε, χαρακώνοντας τις σάρκες µας, µόνοι µέσ’ σε ζωντανούς τάφους, χωρίς παράθυρο στο ξάγναντο, χωρίς πόρτες στα δάκρυα των λουλουδιών, χωρίς άνεµο στη λησµονιά της µέρας.


Στην ορθάνοιχτη πόρτα της καρδιάς της Στην ορθάνοιχτη πόρτα της καρδιάς της τα µαύρα µαλλιά της µε την απλότητα των χεριών της σχηµάτιζαν την αγάπη στις τρεις υποστάσεις της. Ένας µικρός ήλιος στην ψυχή της. Καβαλάρισσα στις σκέψεις και τις αγωνίες Φορτωµένη µιαν αγκαλιά φεγγαρόφωτο.


Απέραντα όνειρα προβάλλουν Απέραντα όνειρα προβάλλουν στον περίγυρο του ήλιου. Ανάσες ζεστές για προσκεφάλι και µάτια µικρά µ’ αναλαµπές. Θα ‘ρθει µια µέρα που οι φλογισµένοι λογισµοί θ’ ανταριάσουν και τ’ αστροφώτιστα µήκη θα σκεπάσουν όλη τη γη.


Το φως πνίγεται Το φως πνίγεται στη σαπίλα και το κρατητήριο. Άσπροι τοίχοι µε χωρίζουν απ’ την όµορφη νύχτα. Οι σκέψεις καυτός αγέρας στο θειάφι της αποµόνωσης. Οδοφράγµατα στις ψυχές µας. Μα θα χτυπήσω το πνεύµα της φθαρµένης προστασίας. Θα ξεσκίσω την προδοσία στον µακρύ µου δρόµο. Την καταραµένη διαλεκτική του κατεστηµένου θα µετατρέψω σε συντρίµµια. Ας πληµµυρίσει η πορεία της ζωής µας µ’ ανέσπερο φως. Ας πέσουν οι µάσκες απ’ τα παλιά µας προσωπεία. Ας εκλείψει ο φόβος του ξεσηκωµού. Ας ωριµάσει µέσα µας µεγάλο το δέντρο κι έχουµε πολλούς καρπούς να δρέψουµε...


Τρεµοπαίζει εκείνο το ξηµέρωµα Στην καρδιά µου τρεµοπαίζει εκείνο το ξηµέρωµα. Τα φεγγάρια δεν έχουν δισταγµούς κι εγώ θέλω δική µου την αγρύπνια και την ψυχή µπροστά στα βόλια που µατώνουν. Με τα µάτια να βρω το φως π’ ασπρίζει τα σκουριασµένα µάρµαρα...


Κρυφές ελπίδες Κρυφές ελπίδες αναπτερώνονται στην ηρεµία του πελάγου. Στο σχήµα της πορείας της ανατολής ο ήλιος χαµογελάει στα κόκκινα τριαντάφυλλα. Μια σταγόνα πρωινής δροσιάς στον εκστατικό ψίθυρο των κυµάτων που µέθυσαν µπρος στα όνειρα που ξαστέρωσαν στην ακρογιαλιά. Ταξίδι σε ήχο πλάγιο, τραγούδια µε απαλούς ήχους, που µέσα τους θα ήθελα να γεννιόταν ο πραγµατικός εαυτός µου. Οι ώρες κυλάνε σαν αφρισµένο κύµα κι εγώ βυθίζοµαι στης καρδιάς τους πυρωµένους κόλπους, λούζοµαι στο ποτάµι του πόθου. Έτσι γυµνός θα ήθελα να βαδίσω σε µια πολυφωνική αράδα κι αδρά µε το δάχτυλό µου να χαράξω τ’ αρχικά του έρωτα. Αγέρας στο πρόσωπο θα ήθελα να είµαι, κόκκινο λουλούδι, ηχητικό ξάφνιασµα, ιδρωµένο σώµα, ελάφι γρήγορο στις µεγάλες στιγµές µου. Έλα να γονατίσουµε µπρος στην άνοιξη. Να πλάσουµε τις µορφές µας µε τα φώτα της αγάπης. Η µατιά µας να πέσει πάνω στην ανάσα του κόσµου. Έλα να βαδίσουµε σε µια πολύχρωµη πορεία. Οι καρδιές µας ν’ αναπνεύσουν µε τα ρόδα. Έλα µ’ ένα κοµµάτι απέραντου γαλάζιου σε µια θερµή στιγµή στο ριζικό του κόσµου.


Νύχτα που στριφογυρίζουν οι εικόνες Νύχτα που στριφογυρίζουν οι εικόνες. Καρτερικές γενιές θέλουν ν’ αποτελειώσουν το ποτήρι που άφησαν στη µέση. Θαλασσινό κύµα τ’ ανάστηµά τους. Σφιγµένες γροθιές έτοιµες των ξεπουλητάδων να πατήσουν το ψέµα. Ενάντια στο σκοτάδι που µυρίζει. Μορφές µαύρες, αγριεµένες. Δεν γνωρίζονται µεταξύ τους. Η ενότητα στο τραγούδι. Και τα µατωµένα πουκάµισα παντιέρες στα οδοφράγµατα. Τραπεζάκια σε φοιτητικά δωµάτια βάρεσαν εγκατάλειψη. Πεθαίνουν το ξηµέρωµα µε το τρίξιµο των σφυριών. Τυλιγµένα κουφάρια σε τρύπια πανωφόρια. Κι οι γραφές κόκκινες σε µαύρο φόντο.


Αποµεινάρια µιας ζωής Στα συρµατοπλέγµατα φυλακίζονται οι µέρες. Στις ατσάλινες αλυσίδες σπάζουν τα χέρια. Στα µεταλλικά γρανάζια στενεύουν οι ώρες. Στις ξέχειλες τσιµινιέρες οι φλέβες γίνονται φωτιά. Στους γρανίτινους άξονες πολτοποιούνται τα όνειρα. Στις αναιµικές νεφέλες µιας νύχτας δίχως ελπίδες πνίγονται τ’ αποµεινάρια µιας ζωής κυνηγηµένης από στροβίλους διάχυτου πόνου και προθεσµίες θανάτων.


Λευτεριά! Σε είπανε άνοιξη και ξάπλωσα στο γρασίδι σου. Σε είπανε ήλιο και θαµπώθηκα απ’ τις αχτίδες σου. Σε είπανε πεντάµορφη και σ’ αγκάλιασα απ’ τη µέση. Κάποιος σε φίλησε στο µάγουλο. Κι εγώ πρόφερα τ’ όνοµά σου. Λευτεριά!


Υποτιθέµενα χάδια Άχρωµες σκέψεις περιφέρονται αδιάφορα. Πληγωµένα σώµατα λικνίζονται ράθυµα σε πίστες εφησυχασµού. Είδωλα φιγουράρουν σε καθρέπτες απατηλών ονείρων. Τρέµουµε σύγκορµοι στις άχαρες ροές µας, στο ίδιο µας τ’ αντίκρισµα. Φωνές εκτοξεύονται σαν ριπές από µοιρολόγια τραγουδισµένα σε τόνους δίψας και φυµατίωσης. Φουνταρισµένα µεθύσια σε πέλαγα ψευτοηθικών. Παίζουµε κρυφτούλι µε τον εαυτό µας. Ο αδυσώπητος πληθωρισµός µιας υποκριτικής αγάπης µας παίζει άσχηµο παιχνίδι. Λόγια που πνίγονται σε φωταγωγούς ειρωνείας. Βλέµµατα τραγικά σ’ ένα στυγνό αφύσικο. Άψυχοι µέσα σε σωρούς ακαθόριστους κι ευνουχισµένους ίσκιους παραµυθιών. Σχοινοβασία σε σάπιο νήµα καµουφλαρισµένης σιγουριάς. Ισχνοί σαν κιτρινισµένες αποτυπώσεις. Στήθια µε πληγές µολυσµένες κι απροσδιόριστες. Στόχοι φθαρµένοι και νωχελικοί. Υποτιθέµενα χάδια σε γκρίζες υποκριτικές µέρες.


Το άκουσµα µιας ζεστής µελωδίας Πόσο µεστή η ώρα τούτη που το λιόγερµα χρυσίζει τα µαλλιά σου. Η σκιά σου διαπερνά µ’ απαλότητα το πρόσωπό µου. Ανάλαφρα βήµατα στο ξέφωτο της χαράς. Ένα κοµµάτι καυτής αγάπης µε µια πρωτόγνωρη θέληση. Ένα χάδι στη στοργική και γλυκιά προσδοκία. Το άκουσµα µιας ζεστής µελωδίας. Οι ψίθυροι της καρδιάς µας που αναπαύονται ήσυχα στο φως του ήλιου. Ένα τριαντάφυλλο στο πέτο της χρυσοπόρφυρης δύσης. Ένας αποχαιρετισµός στο σήµερα. Κι ένα φιλί στο στόµα σου.


Η σιωπή των άστρων Ώρες έρχονται και φεύγουν σαν απόηχοι ξεψυχισµένων ηδονών. Οι βρώµικες γωνιές αυτής της πόλης µυρίζουν απωθηµένα σπέρµατα αναγκών. Νύχτες που δείχνουν τη γύµνια τους, παραδέρνοντας στα κενά τους, τρεχάτες πίσω από σχήµατα πένθους, ξεθωριασµένα χρώµατα της ζήσης, κηλίδες αγάπης που χορεύουν µόνες µε µια συνηθισµένη έπαρση και στο τέλος πνίγονται κάτω απ’ το βάρος της λάσπης. Κάποιες κιθάρες ηχούν παράφωνα µε κλίµακες ραγισµένες. Η σιωπή των άστρων είναι παγωµένοι κρύσταλλοι στον νωχελικό ορίζοντα µιας µατιάς.


Πληγές και σκόρπιες θύµησες µεγαλείων Νύχτες που απόκαµαν πια. Μοναχικοί περίπατοι σε µονοπάτια κρύου ιδρώτα. Τσιγάρα παρηγοριάς γεµίζουν τασάκια αγωνίας. Ανάσες κρεµασµένες από αγχόνες διαφηµίσεων. Χαµόγελα σαν µατωµένα σηµάδια στο άπειρο. Στιγµές εξατµίζονται σε δαιµονισµένα εµβατήρια. Διαδροµές που πνίγονται σε πεθαµένα συνθήµατα. Ζωή όµοια µε κακόγουστη ταινία τρόµου. Χωρίς φωνές, ειρµό και χρώµατα. Μεταµεσονύκτιες ώρες γεµάτες άγνωστο. Εντρυφούµε στ’ άρρωστα πάθη µας. Περιφέρουµε άτσαλα τους συλλογισµούς µας. Κρύπτες µυστικές κι απόκοσµες. Μια δικαίωση γοήτρου περιµένουµε µόνο. Μέσα από πληγές και σκόρπιες θύµησες µεγαλείων.


Αισθήσεις υπό περιορισµόν Μας θέλουν σηµαδάκια σε ταξινοµήσεις. Κωδικούς αριθµούς σε µητρώα διαχωρισµών. Πειραµατόζωα σε πυρηνικά εργαστήρια. Λαδωµένες µηχανές σε χρηµατιστικά πορνεία. Πουλητάρια σ’ αγορές σε τιµές ευκαιρίες. Γκρίζους τόνους σε κρατικά έγγραφα. Σκόνες σε διαφάνειες. Αλυσοδεµένους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Κι εµείς µένουµε άναυδοι. Βυζαίνοντας το δάχτυλό µας. Σαν µια ανάγκη τόσο κοινότοπη. Με τις αισθήσεις µας υπό περιορισµόν. Μαρτυρικά αποµεινάρια ηδονών. Σε παγερά σφαγεία συνειδήσεων. Όταν µας κοµµατιάζουν. Όταν µας ευνουχίζουν. Όταν µας σκοτώνουν.


Απόπειρα Η απόπειρα να ορθωθεί η σκέψη πάνω απ’ την ανία κι η µνήµη να υπερβεί την καρυκευµένη λήθη µένει πάντα επίκαιρη ως η µόνη δυνατή επιλογή στο δρόµο για την Άνοιξη.


Φτύσε αυτό το δράµα Κοίταξε τη ζωή που χάνεται. Κοίταξε τις µεταλλικές της αποχρώσεις που σκουριάζουν στην όρασή σου. Μην υποκύπτεις στο βάρος των ανοιχτών τάφων αυτής της βαθιάς ερηµιάς. Αρνήσου λιτανείες βροχής, µίση επίµονα που χάσκουν απειλητικά, δάκρυα που παραδέρνουν κατάκοπα. Αρνήσου τη ζωή που χάνεται σε µια κατάντια γεµάτη άγνωστο, τη ζωή που αγκοµαχεί σε φαιδρά χρόνια. Βγάλε ένα ουρλιαχτό δαιµονισµένο και κοµµάτιασε τη διάχυτη σιωπή, τα παγερά ίχνη εγκατάλειψης, τις απρόσωπες διαστάσεις θανάτου. Πάψε να χάνεσαι πίσω από ήχους που τρέµουν. Μην αφήνεις την ελπίδα να γίνει µάταιος κρίκος γελοιότητας µέσ’ τους άλλους γελοίους κρίκους της ίδιας σκουριασµένης αλυσίδας. Φτύσε αυτό το δράµα της συµβατικής επιβίωσης. Μη στέκεσαι σε πεζοδρόµια απόγνωσης. Ανακάλυψε διαθέσεις απόδρασης. Πυρπόλησε όλα αυτά που σε ναρκώνουν. Πυροδότησε εκρήξεις στα κοινωνικά ηφαίστεια.


Να γκρεµίσουµε τώρα τα είδωλα Να γκρεµίσουµε τώρα τα είδωλα. Ν’ αναιρέσουµε τ’ απόλυτα σκοτάδια. Να ηχήσουν τεράστιοι αυλοί. Ν’ αναδειχτεί ο οργασµός µας σ’ ένα πανδαιµόνιο φωτός. Να κολυµπήσουµε σε νερά απύθµενα, έξω από δίνες κι αφρισµένα κύµατα. Η πανσέληνος να µας στέλνει µουσική από ψηλά.


Ήρθε η ώρα της ανατροπής Ήρθε η ώρα της ανατροπής µε µια εκρηκτική αναθέρµανση ανθρωπιάς. Ήρθε η ώρα να τραγουδήσουµε µε τονισµούς εξέγερσης. Δυνατούς σαν καταιγίδα. Σίγουρους σαν ανατολή. Μακρινούς σαν άστρα. Ήρθε η ώρα ν’ αναδείξουµε την ορµή µας στις πύλες του χρόνου.



Γεννήθηκα το 1959 στην Αθήνα. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 µε αρχές της δεκαετίας του 1980 συµµετείχα σε οµάδα θεάτρου σκιών και σε µουσικό συγκρότηµα. Το 1992 εγκαταστάθηκα µόνιµα στη Μελβούρνη της Αυστραλίας όπου εργάστηκα ως ραδιοπαρουσιαστής και από το 1995 ως διορθωτής της εφηµερίδας “Νέος Κόσµος” στη σαββατιάτικη έκδοση της οποίας διατηρώ βιβλιογραφική στήλη µε τον τίτλο “Βιβλίο”. Το 1997 κυκλοφόρησα σε ανεξάρτητη έκδοση την ποιητική συλλογή “Η οργή, το όνειρο και η ζωή”. Το 2009 κυκλοφόρησε ως ένθετο στο τεύχος του περιοδικού Ένεκεν” η συλλογή µου “Χωρίς Προοπτική”. Το 2012 κυκλοφόρησα σε έντυπη και ηλεκτρονική µορφή τη συλλογή “Η Μοναξιά του Χρόνου” (στο http://www.apostaktirio.gr/index.php?option=com_content&view=article&i d=1424:l-r-&catid=57:e-books&Itemid=66) Το 2013 κυκλοφόρησα διαδικτυακά τη συλλογή "υπολήψεις - απόπειρες" (στο http://www.apostaktirio.gr/index.php?option=com_content&view=article&i d=2738:test&catid=57:e-books&Itemid=66”) Ποιήµατά µου έχουν δηµοσιευτεί στα ελληνικά και στα αγγλικά στα περιοδικά “Δην”, “Happy Few”, “Αντίποδες”, “Ο Λόγος”, “Azuria”, “Αιολικά Γράµµατα”, “Παρουσία”, “Ένεκεν”, “Τα Ποιητικά” και αλλού, σε ανθολογίες όπως το Ανθολόγιο 2007 του Κώστα Βαλέτα, στο Hidden Treasure – Multicultural Voices of Melbourne καθώς και σε ιστολόγια, ιστοσελίδες και ηλεκτρονικά περιοδικά στην Αυστραλία και την Ελλάδα και στις δύο γλώσσες. Ποιήµατά µου έχουν βραβευθεί σε λογοτεχνικούς διαγωνισµούς. Ασχολούµαι, επίσης, µε την ποιητική µετάφραση. Έχω πάρει µέρος και οργανώσει αρκετές ποιητικές –κυρίως δίγλωσσες– εκδηλώσεις στη Μελβούρνη, παρουσιάζοντας δουλειά δική µου και άλλων. Το διάστηµα 2013-2014 ήµουν παραγωγός και παρουσιαστής της µηνιαίας ποιητικής εκδήλωσης poetry@fedsquare στη Μελβούρνη και από τον Απρίλη του 2015 παρόµοιας, µηνιαίας ποιητικής εκδήλωσης στο Emerald Library And Heritage Centre στο South Melbourne. Διετέλεσα γενικός γραµµατέας του Ελληνοαυστραλιανού Πολιτιστικού Συνδέσµου Μελβούρνης (2009-2012) και συντονιστής (editor) της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού “Αντίποδες” (2010-2012). Είµαι επίσης µέλος των Συνδέσµου Ελλήνων Λογοτεχνών και Συγγραφέων Αυστραλίας, Melbourne Poetry Union, Victoria Writers και Australian Poetry. Είµαι ιδρυτής και υπεύθυνος του ποιητικού ιστολογίου Το Κόσκινο στη διεύθυνση http://tokoskino.wordpress.com


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.