Οι αποχρώσεις της κόκκινης ομπρέλας - Αντωνίου Ειρήνη

Page 1

Απόχρωση κόκκινη-μπορντό | Ειρήνη Αντωνίου

www.lefkomelani.gr


Πρόλογος Είναι Χειμώνας ακόμα και η έκφραση του κόκκινου βαθιά... Όπως και η καθημερινότητά τους αλλάζει ανάλογα με την εποχή χρώμα, το ίδιο και η αγάπη τους, αλλά η βάση παραμένει πάντα κόκκινη. Οι πινελιές που μπαίνουν μέσα της τονίζουν τη διαφορετικότητά της... Μέσα από τις τέσσερις εποχές που ξετυλίγονταν συνέχεια, η απόχρωση μπερδευόταν λιγότερο ή περισσότερο με άλλες, καθώς και με τα συναισθήματά τους, την καθημερινότητά τους, την εξέλιξή τους, τα βιώματά τους, τις επιτυχίες τους. Εδώ που τα λέμε, θέλω να γυρίσω στον εσωτερικό έμμετρο λόγο, που ονομάζεται «ποίηση», η δική μου ποίηση. Θέλω να εκφράσω τον προβληματισμό μου με αυτόν τον τρόπο, το διαφορετικό, το λυπηρό, το ωραίο, αυτό δηλαδή που νιώθω την κάθε σημαντική στιγμή της ζωής μου, περίτεχνα υφασμένο με λέξεις. Μόνο με αυτόν τον τρόπο ανακαλύπτω τον συναισθηματικό και ψυχικό μου κόσμο και θεραπεύω τα... κατάλοιπα που με καταδιώκουν. Μέσα από μία σειρά λέξεων, με ρυθμό και μέτρο. Δίνω έμφαση στο δράμα και τον ρομαντισμό. Έτσι είναι ο καλλιτέχνης. Τι θα γινόμουν χωρίς την ποίησή μου, χωρίς το καλλιτεχνικό μου «φίλτρο»; έτσι την αποκαλώ! Μέσα από αυτό, τα πράγματα μοιάζουν εύκολα και απλά. Πάνω στην πιο τυχερή όψη της χρονιάς, τη Σύνοδο Ήλιου/Δία στον Σκορπιό, όλα μέσα μου ζουν την απόλυτη κορύφωση, μακριά από τα νεροζούμια και τα τριαντάφυλλα. Αυτά, ας στολίζουν τον κήπο μου. Δηλώνω τυχερή που ασχολούμαι με την ποίησή μου! Η έκφραση μέσα μου, αλλά μόνο μέσα μου, βγαίνει στα αγγλικά. Δε με πειράζει αυτό, φτάνει που βγαίνει. Γιατί στα ελληνικά μού ακούγεται τόσο σκληρή σαν την κατάρα του Τουταγχαμών να με κυνηγάει. «Take me to church» μαζί με τα προικιά μου, τις εμμονές και τις ζήλειες μου και ας το παίζω παγώνι... Αφροδίτη Πλούτωνα το ‘πανε το τετραγωνισμένο ζευγάρι που θέλει να με ζευγαρώσει. Να του το αρνηθώ, βρε ζωή; Να κάνω τσαλιμάκια; Τα «θέλω» μου είναι «bigger than life» κι εγώ θα βρω τώρα την ώρα να αναμοχλεύω θέματα εμπιστοσύνης, πίστης και αφοσίωσης; Τέτοιες μέρες ξεκάθαρες, τέτοιες μέρες λαμπρές, να τις αφήσω να πάνε στράφι; Είμαι αναποφάσιστη γιατί πρεσβεύω άξια τον ωροσκόπο μου στον Ζυγό. Πού είναι η ποίησή μου να με βοηθήσει να πάρω μια απόφαση; Να τη πάλι η αμφισβήτηση μπροστά μου να χαροπαλεύει. Φύγε, καλή μου, μακριά. Κάπου αλλού το βλέμμα μου αγναντεύει. Τους είδαμε τους χλιαρούς καιρούς, τους Άρηδες και τους τερμίτες. Τώρα, κοιτώ προς τον Βορρά. Ένα σημείο σταθερό, που μου δίνει λόγο να χτυπά η αύρα μου και η καρδιά....


Απόχρωση κόκκινη-μπορντό | Ειρήνη Αντωνίου

Απόχρωση κόκκινη-μπορντό να σκαρί κινεί τ’ ατέρμονο ταξίδι παίζοντας ήρεμα του Μπάτη το παιχνίδι σηκώνει κόκκινο πανί, μαύρη σημαία έχοντας στ’ άγνωστο κρυμμένη την αυλαία. Άγρυπνοι πάντα στο κατάρτι και στην πλώρη είν’ όλοι αυτοί οι δορυφόροι κάτω απ’ την πρύμνη και δεμένα, μες στ’ αμπάρια τα δειλινά και τα σβησμένα μου φεγγάρια. Κι αυτό το κύμα που μ’ ωθεί και που με σπρώχνει είναι αυτό που μ’ απωθεί και που με διώχνει. Η αύρα αυτή που με φυσά και με δροσίζει άλλοτε μες στους πέντε ανέμους με σκορπίζει. Μα... Ο Ήλιος πάντα από ψηλά με συντροφεύει μα είναι στιγμές που εξαφανίζεται και φεύγει σύννεφα μαύρα της βροχής πώς να σας διώξω στον ουρανό μου να ‘χω πάντα ουράνιο τόξο... Το αρσενικό και το θηλυκό συνέχιζαν να ζουν μια καθημερινότητα χρωματιστή. Παρόλο που ανάμεσά τους κυριαρχούσε το καθαρό κόκκινο αυτό του αμοιβαίου πάθους για ένταση και περιπέτεια κάτω από την ομπρέλα εκείνο σκούρυνε έξω από αυτήν, όταν κάποιες φορές έπαιρνε μια πιο βαθιά απόχρωση γιατί έμπαινε στο ανακάτεμα και το καφέ. Το καφέ πίεζε ηθελημένα την ομπρέλα να μπερδευτεί μαζί της. Προερχόταν από μια άλλη εποχή, παρελθοντική, και δήλωνε παρουσία κοντά τους. Κρατούσαν μνήμες στο σεντούκι της ψυχής τους, που ακόμα δεν είχαν αποχωριστεί. Έτσι, αυτές «έσκαγαν μύτη», παίρνοντας μια απόχρωση καφέ, αυτή που θυμίζει το παλιό, το ξεπερασμένο, αυτό που έπρεπε να αλλαχτεί πάση θυσία. Νοσταλγία δε θα το πεις, απλά συνήθεια. Μία συνήθεια που ήταν δύσκολο να ξεριζωθεί από τη μια στιγμή στην άλλη, παρόλο που η εποχή ήταν ανατρεπτική και αδιαπραγμάτευτη. Και μιλάω για μία συνήθεια σε καθημερινά πράγματα, όπως το να λες «καλημέρα» στον άλλον που είναι δίπλα σου, που κοιμάται μαζί σου. Ή να μη θες να την πεις καθόλου, αν δεν πιείς πρώτα δυο γουλιές καφέ, κι εκείνος να την περιμένει με λαχτάρα. Δεν μπορείς να

www.lefkomelani.gr


Απόχρωση κόκκινη-μπορντό | Ειρήνη Αντωνίου βάζεις αποσιωπητικά σε μία έκπληκτη φατσούλα που έχεις μπροστά σου και κρέμεται από τα χείλη σου. «Καλημέρα, έρωτα!». Σιωπή. «Καλημέρα!», επαναλαμβάνει. Εκείνη τον κοιτά νυσταγμένα. Βαριέται να μιλήσει. Σκύβει και της δαγκώνει ελαφριά το αυτί. Θέλει να αντιδράσει. «Άουτς! Καλημέρα», ψιθυρίζει. Η απαίτησή του είχε κερδίσει. Χαμογέλασε ικανοποιημένος και κάθισε απέναντί της στο στρογγυλό τραπεζάκι. Ήταν άλλη μια τσουχτερή από το κρύο μέρα, που έπαιρναν μαζί το πρωινό τους δίπλα στο τζάκι. Το τραπεζάκι ήταν ένας χαμηλός σοφράς, με δύο κατακόκκινα δερμάτινα πουφ στη δεξιά πλευρά του, που σε δελέαζαν να βουλιάξεις μέσα τους και να χαζεύεις για ώρες τη φωτιά που έκαιγε με μανία τα ξύλα. Η πρωινή εφημερίδα θα τραβούσε για λίγο ακόμη το ενδιαφέρον του πριν φύγει για δουλειά, πίνοντας τον υπόλοιπο καφέ του. Το συνήθιζε, άλλωστε, όταν ήταν πιο χαλαρός τα πρωινά και δεν έλειπε σε ταξίδι. Γύρισε και την κοίταξε λοξά. Ήξερε σε ποιο θηλυκό απευθυνόταν, σε ποια πραγματικότητα. Ήξερε γιατί είχε ξεκινήσει να παίζει μαζί της «δυνατά». Μόνη της ήταν μια ολοκόκκινη απόχρωση, παθιασμένη, διεκδικητική. Δε συμβιβαζόταν πλέον με τίποτε λιγότερο. Το είχε διαβάσει στα μάτια της, όταν την πρωτογνώρισε. Απλά σ’ εκείνην δεν ήταν ακόμη κατανοητό. Τώρα, ύστερα από τρία χρόνια, ήταν απόλυτα σίγουρος ότι το είχε καταφέρει. Τη «ζούλιξε» αρκετά. Τη στρίμωξε γερά «to be different»... Μέχρι που οι φλέβες τής ύπαρξής της αντέδρασαν και αντέδρασαν και σωστά. Η επιμονή και η πειθώ του είχαν κάνει καλή δουλειά. Από την άλλη, η δική του «αναπηρία», όσον αφορά τις σχέσεις, τον έρωτα, τη μονιμότητα, την αντίληψη, είχε αποκατασταθεί ολοκληρωτικά. Πίνοντας την τελευταία γουλιά του εσπρέσο, χαμογέλασε για άλλη μια φορά στον εαυτό του και τον συνεχάρη σιωπηλά. «Μπράβο, αγόρι μου, που τα κατάφερες», του είπε. Σηκώθηκε και πήγε από την άλλη πλευρά του τραπεζιού. Την τράβηξε απαλά από το χέρι. «Σήκω, κοκεταρία», της είπε. «Πήγαινε να ετοιμαστείς. Πρέπει να φύγουμε σε δέκα λεπτά». Τράβηξε προς το μπάνιο να βάλει λίγο ζελέ στα μαλλιά του. Εκείνη σηκώθηκε βαριεστημένα. Ήθελε κι άλλο να χουζουρέψει. Έκανε πολύ κρύο έξω. Εκεί, στο μικρό σαλονάκι τους, η ατμόσφαιρα ήταν τόσο μαγικά ζεστή που ιντρίγκαρε τη ναρκισσιστική της φύση. Δεν της πήγαινε η καρδιά να ξεκουνήσει. Όμως, σε δέκα λεπτά ήταν έτοιμη. Ποτέ δεν τον έστηνε. Αν και όταν ήταν μόνη της χανόταν μέσα στα λεπτά της ώρας, από τη στιγμή που τον γνώρισε, αυτό το είχε ξεχάσει. Πόσο έτρεχε ο χρόνος κοντά του... Άσε που ήθελε να την κουβαλάει πάντα μαζί του. Αυτό πού το βάζεις; Πόσο πιο θηλυκό μπορούσε να ήταν! Πόσο εντυπωσιακά πρόδιδε η ψηλόμεση φούστα της τους τολμηρούς γοφούς της... Ακόμα και το κοντό φαρδύ μπλουζάκι, που έπεφτε χαλαρά πάνω της, άλλαζε ύφος. Έδινε ιδιαίτερη προσοχή στα παπούτσια που φορούσε. Το φετίχ της ήταν τα δωδεκάποντα πέδιλα, ακόμα και www.lefkomelani.gr


Απόχρωση κόκκινη-μπορντό | Ειρήνη Αντωνίου μέσα στο καταχείμωνο, συνδυασμένα με υπέροχο καλσόν σε δαντέλα να φαντάζει από μέσα. Το μαύρο-κόκκινο κυριαρχούσε στην γκαρνταρόμπα της και στο καθημερινό της ντύσιμο. Δεν την ενδιέφερε η ώρα αν ήταν πρωί, απόγευμα ή βράδυ φτάνει να ένιωθε όμορφα μέσα στο άκρως θηλυκό στυλ της, υποστηρίζοντας με πάθος όλα της τα προσόντα. Η σημασία στη λεπτομέρεια, που είχε καταφέρει πλέον να δίνει, τη στόλιζε με περίσσια γοητεία και σαγήνη. Ο λεπτός φιδίσιος ελιγμός από δέρμα στο μπροστινό μέρος του παπουτσιού της, χάριζε κομψότητα και ιδιαιτερότητα, όχι μόνο στο στυλ, αλλά και στο περπάτημα. Τη δαντέλα ευθύς εξαρχής τη σνόμπαρε, όμως, με τους πολλαπλούς πειραματισμούς που έκανε ψάχνοντας και το στυλ της μαζί με την ταυτότητά της, κατάλαβε πως θα την υποστήριζε θαυμάσια, φτάνει να ήταν μαυροκόκκινη, λεπτή και φίνα. Θα τη συνδύαζε ακόμη και με τζην ή μακό ή καλσόν, τονίζοντας τα καλλίγραμμα πόδια της. Το χρώμα ήταν αυτό που την έθιζε περισσότερο, που δεν ήθελε τίποτε λιγότερο από την απόχρωση του κόκκινου σε κάθε του ένταση, ανοιχτή ή βαθιά, μαζί με το μαύρο. Το μαύρο, αν και το είχε περιορίσει αισθητά, δεν μπορούσε να το αποχωριστεί. Δε χόρταινε να την κοιτάει και να τη θαυμάζει. Τη βοήθησε να βάλει το παλτό της, προσέχοντας την κόκκινη μπουτονιέρα από δέρμα, που ήταν καρφιτσωμένη στο πέτο και έδειχνε τόσο φανταχτερή. Την έπιασε από τη μέση και την τράβηξε προς την έξοδο. Έκανε ψοφόκρυο έξω και ο αέρας λυσσομανούσε. Εκείνος αισθανόταν ζεστός, πολύ ζεστός, με τη Μούσα του να τον συντροφεύει. Πάντα κυκλοφορούσε μόνος και γκρίζος. Μόνο κάποια άθλια βράδια είχε γυναικεία συντροφιά, κι αυτό μετά από πολύ ρούμι και ξενύχτι. Τίποτα ιδιαίτερο, πέρα από την ικανοποίηση τής σάρκας. Μακρινές μνήμες... Οδηγούσε αργά και προσεχτικά γιατί έβρεχε καταρρακτωδώς και οι δρόμοι γλιστρούσαν. Άργησαν πολύ να φτάσουν στην τράπεζα. Η ουρά έφτανε μέχρι την είσοδο. Έπρεπε, όμως, να κατατεθεί το ποσό για τα λειτουργικά έξοδα του Club και αυτό δεν έπαιρνε αναβολή. Είχε και κανάδυο γνωστούς εκεί που θα τον βοηθούσαν. Η διαδικασία θα ‘παιρνε κανένα δίωρο και το θηλυκό σκεφτόταν πώς θα αξιοποιούσε τον χρόνο αυτόν ώστε να μη βαρεθεί. Έπεσαν στην αντίληψή της κάποια φυλλάδια της Made Aid. Άρχισε να τα ξεφυλλίζει και να διαβάζει πληροφορίες για το πώς θα μπορούσε κάποιος να υιοθετήσει ένα παιδί από την Αφρική, αναλαμβάνοντας τα έξοδά του ως προς τη διαβίωση και τη μόρφωσή του. Την ευαισθητοποιούσε πολύ αυτό το θέμα. Αγαπούσε πολύ τα παιδιά. Θα ήθελε να έχει παιδιά. Για πρώτη φορά περνούσε από το μυαλό της η ιδέα αυτή και την έβρισκε εξαιρετική. Όχι, όμως, δικά της παιδιά. Ένα όραμα, μια ιδέα, άρχισε σιγά σιγά να σχηματίζεται μέσα στο μυαλό της. Όσο διάβαζε τόσο η ιδέα αυτή και το όραμα έπαιρναν μια πιο συγκεκριμένη μορφή. Το αρσενικό βγήκε για λίγο έξω, μέχρι ο τραπεζικός υπάλληλος να συγκεντρώσει όλα τα χαρτιά που έπρεπε να υπογραφούν, και επέστρεψε με δύο μεγάλες σοκολάτες αμυγδάλου. Ήξερε το γευστικό φετίχ της, την ανάγκη της για μια μικρή δόση γλυκιάς τόνωσης πριν το μεσημεριανό φαγητό. Ήταν μια καθημεριwww.lefkomelani.gr


Απόχρωση κόκκινη-μπορντό | Ειρήνη Αντωνίου νή απόλαυση, που δεν αμελούσε να της προσφέρει με τρυφερότητα. Ξεδίπλωσε το χαρτί, έκοψε ένα κομμάτι και το έβαλε στο στόμα της. Τα χείλη της γέμισαν με τη γεύση της γλυκιάς σοκολάτας, που ξεχύθηκε στον ουρανίσκο τολμηρά και κατέβηκε προς τον οισοφάγο. Το αρσενικό διάβασε στα μάτια της την ικανοποίηση και χαμογέλασε ευχαριστημένος. Άφησε στα χέρια της την υπόλοιπη και γύρισε προς τον υπάλληλο που τον περίμενε. Εκείνη συνέχισε να μασουλά τη σοκολάτα, ενώ η απόλαυση χυνόταν σε όλο της το σώμα και την κατακτούσε. Παραλήρημα της προκαλούσε η γεύση αυτή και ό,τι γλυκό είχε σχέση με τη σοκολάτα. Είχε άθελά της πάρει, μέσα σ’ αυτήν τη δίνη της σοκολατένιας γεύσης, μία προκλητικά θηλυκή στάση στον καναπέ που καθόταν, έχοντας στρέψει όλα τα βλέμματα πάνω της. Τα πόδια, δεμένα σταυροπόδι και γυρισμένα στο πλάι, έδειχναν αθεράπευτα σέξι και ζουμερά. Τα λεπτά, ψηλά, κόκκινα πέδιλα πρόδιδαν περισσότερο τη σεξουαλικότητα αυτή, καθώς και το μαύρο δαντελένιο καλσόν, με τους μικρούς κόκκινους φιόγκους στο πλάι. Είχε σηκωθεί και η φούστα της λίγο πιο ψηλά και η πρόκληση ήταν σε δράση. Το αρσενικό άργησε να αντιληφθεί τη φάση που διαδραματιζόταν. Ήταν απορροφημένος στη χαρτούρα και στη σοβαρή κουβέντα που είχε με τον υπάλληλο της τράπεζας. Πέρασε αρκετή ώρα για να γυρίσει προς το μέρος της και να την αναζητήσει με το βλέμμα του. Το στομάχι του σφίχτηκε από ζήλεια. Τώρα, έπαιρνε χαμπάρι τι γινόταν. Σηκώθηκε απότομα και πήγε προς το μέρος της. «Αγαπητή μου», της είπε και την έσπρωξε προς το μέρος του, αναγκάζοντάς τη να ξεβολευτεί και να τον ακολουθήσει. Εκείνη έκανε πως δεν είχε αντιληφθεί τίποτα και του χαμογέλασε πλατιά. Πόσο τη ζήλευε! Πόσο θόλωνε το μυαλό του, όταν ένιωθε πως κάποιος άλλος έστω και με τα μάτια του τη διεκδικούσε! Ήταν ένα συναίσθημα που δεν μπορούσε να διαχειριστεί σωστά. Είχε αργήσει να αντιληφθεί την πρόκληση, την πρόκληση που έφερνε ο ήχος των χειλιών της, ενώ έτρωγε τη σοκολάτα. Είχε απορροφηθεί στην ανησυχία που του δημιούργησε ο υπάλληλος, με την ασυμφωνία των τραπεζικών του λογαριασμών. Ευτυχώς, είχε διευθετηθεί ένα μεγάλο μέρος του θέματος, αλλά δεν είχε κλείσει εντελώς. Άλλωστε, η τράπεζα έκλεινε σε λίγο και θα αναγκαζόταν να έρθει ξανά και την επόμενη μέρα. Χαιρέτησε τον υπάλληλο και τον διευθυντή της τράπεζας και, τραβώντας την από το χέρι, κατευθύνθηκαν προς την έξοδο. Καμουφλάριζε με υποτιθέμενη ευγένεια τη ζήλεια του εκείνη τη στιγμή για να μην κάνει σκηνή. Αν κοιτούσες, όμως, τον λαιμό του, οι φλέβες του βρίσκονταν σε έντονη διαδοχική σύσπαση. Έξω έβρεχε καταρρακτωδώς. Το αυτοκίνητο δεν ήταν μακριά. Όμως, το άτιμο, δεν έπαιρνε μπρος. Είχε «μείνει» από μπαταρία. Προσπαθούσε αρκετή ώρα, αλλά μάταια. Η βροχή δυνάμωνε όλο και περισσότερο. Έριχνε τουλούμια! Όσο το αρσενικό πάλευε με τη μίζα, το θηλυκό τον στρίμωχνε στο καπό του αυτοκινήτου, δίνοντάς του καυτά φιλιά στον λαιμό του, χωρίς να ησυχάζει. Στοχευμένη όρεξη αυτή, έψαχνε λύση. Η μικρή, κόκκινη, πουά ομπρέλα δεν κάλυwww.lefkomelani.gr


Απόχρωση κόκκινη-μπορντό | Ειρήνη Αντωνίου πτε παρά μόνο τα κεφάλια τους. Είχαν αρχίσει να μουσκεύουν τα ρούχα τους. Ύστερα από τα πολλά, το παράτησε και άρχισε να ψάχνει ταξί. Ευτυχώς, δεν άργησε να βρει. Δε φανταζόταν πως θα τη σήκωνε στον αέρα με μία κίνηση για να τη χώσει στο ταξί. Η ένταση της ζήλειας του δεν είχε εξατμιστεί ακόμη, αλλά και τα κόλπα του θηλυκού τον τρέλαιναν... Στην προσπάθειά του αυτή γύρισε ανάποδα από τον αέρα η ομπρέλα, πριν προλάβει καν να την κλείσει, και έσπασε, τραβώντας με το χερούλι της το μακρύ μαργαριταρένιο κολιέ που φορούσε το θηλυκό, σκορπώντας τις πέρλες στον δρόμο. Εκείνη έκανε μια γκριμάτσα απογοήτευσης, αλλά δε μίλησε. Εκείνον δεν τον ένοιαξε καθόλου το γεγονός. «Μπες μέσα, γλυκοκόριτσο. Θέλεις να αρρωστήσεις;», της είπε προστατευτικά. «Δεν είναι ώρα να ασχοληθούμε με την ομπρέλα ούτε και με το κολιέ», της έδειξε πλέον τον θυμό του. Πραγματικά, είχε νευριάσει πολύ με τις δυσκολίες της ημέρας και αυτό ήταν μία αφορμή για να ξεσπάσει. Πρώτη φορά της φερόταν τόσο απότομα και νευρικά και ένιωσε ενδόμυχα τύψεις, κλείνοντας με δύναμη την πόρτα του ταξί. Έβγαλε ένα χαρτομάντηλο και σκούπισε το πρόσωπό του που έσταζε, κοιτώντας έξω τον δρόμο. Έριχνε απίστευτο νερό. Προχωρούσαν σημειωτόν. Οι δρόμοι είχαν μπλοκαριστεί. Τα φανάρια δε δούλευαν και είχε τρομερό μποτιλιάρισμα. Οι κόρνες «χαλούσαν» τον κόσμο. Γύρισε και κοίταξε το θηλυκό. Χαμογέλασε. Είχε μια φάτσα εκείνη τη στιγμή, έτοιμη για πείραγμα! Τα μαλλιά της είχαν βραχεί και καθώς οι αφέλειές της άγγιζαν το μέτωπό της, μικρές σταγόνες νερού κυλούσαν στα ρόδινα μάγουλά της, χαλώντας της το ρουζ. Ήταν τόσο αστεία και γοητευτική ταυτόχρονα! Η μάσκαρα είχε τρέξει, μουτζουρώνοντας το κάτω μέρος των ματιών της. «Ρουφούσε» τις μύξες της και ανέπνεε βαθιά και θυμωμένα. Πόσο καλά γνώριζε την ανάσα αυτή! Ήταν πεισματάρα και την υιοθετούσε, όταν κάτι δεν της πήγαινε, έτσι όπως το ήθελε. Το αρσενικό πήρε το χαρτομάντηλο και τη σκούπισε. Εκείνη δεν έκανε κάτι για να αποφύγει τη φροντίδα. «Σαν σχολιαρόπαιδο κάνεις, αλλά μ’ αρέσεις». Είσαι εκνευριστικά σέξι», της ψιθύρισε στο αυτί για να μην τον ακούσει ο ταξιτζής, ο οποίος έβριζε το σύστημα από την ώρα που είχαν μπει στο ταξί. Τα είχε βάλει με όλους. Το κράτος, το παρακράτος, τον Δήμο, τις υπηρεσίες, τα φανάρια. Έψαχνε αφορμή. Άλλο ένα παράδειγμα οργισμένου Έλληνα. Τον κοίταξε πονηρά. Τα μάτια της έβγαζαν σπίθες. «Δεν ξέρεις τι σε περιμένει στο σπίτι», του είπε απειλητικά. «Μμμ...», απάντησε εκείνος. «Ανυπομονώ να φτάσουμε». Τον έσπρωξε με μία απότομη κίνηση μακριά της και βυθίστηκε στις τολμηρές σκέψεις αποπλάνησης, παίζοντας με το μονόπετρο που στόλιζε το δάχτυλό της. Άφησε το αρσενικό «να βγάλει το φίδι από την τρύπα» με τον φλύαρο ταξιτζή. Ήθελε δεν ήθελε άρχισε να παίρνει μέρος στη συζήτηση που είχε ανοίξει. Δεν μπορούσε να τον αποφύγει. Τους πήρε μία ώρα να φτάσουν στο σπίτι. Μία απόσταση 10 www.lefkomelani.gr


Απόχρωση κόκκινη-μπορντό | Ειρήνη Αντωνίου λεπτών την είχαν κάνει ολόκληρη ώρα. Είχε πάει πια 4 το απόγευμα. Αν δεν είχαν βραχεί, δε θα επέστρεφαν τόσο νωρίς στο σπίτι, αλλά θα πήγαιναν για φαγητό. Είχε μία πείνα... Αποφάσισαν να παραγγείλουν φαγητό απ’ έξω. Φιλέτο κοτόπουλο με σάλτσα βασιλικού, κροκέτες κοτόπουλου, με πατάτες τηγανητές και σαλάτα τεσσάρων εποχών. Το αρσενικό άναψε το τζάκι. Τα ξύλα που είχε για προσάναμμα μέσα στο κασονάκι είχαν βραχεί λίγο. Τα είχε ξεχάσει στο υπόστεγο από κάτω. Συνήθως, τα ‘βαζε στο αποθηκάκι. Έριξε λίγο λάδι για να πάρει μπροστά και να αρχίσουν να «χορεύουν» οι φλόγες με ένταση για να ζεστάνουν τον χώρο. Έβγαλε τη ζακέτα και το ρολόι του και κάθισε στην καρό πολυθρόνα, δίπλα στο τζάκι, παρακολουθώντας τη φωτιά. Είχε παγώσει και άρχισε να φτερνίζεται. Έκανε απίστευτο κρύο έξω. «Ωχ, λες να την πάτησα;», σκέφτηκε. Σηκώθηκε και πήγε προς την κουζίνα. Έβαλε διάφορα βότανα σε μία τσαγέρα για να φτιάξει ένα υπέροχο αρωματικό ρόφημα από έρωντα, κανέλα, τσάι, φλισκούνι και γαρύφαλλο, για να το ρουφήξει μέχρι να ‘ρθει το φαγητό. «Θέλεις ρόφημα;», ρώτησε το θηλυκό, που είχε εξαφανιστεί από την ώρα που είχαν μπει στο σπίτι. «Τι κάνεις πάνω; Σε λίγο έρχεται το φαγητό! Έχω ανάψει και το τζάκι. Έλα!». «Οκ. Αλλάζω κι έρχομαι. Εσύ δεν έχεις βραχεί; Δε θα αλλάξεις;». «Όχι, είμαι εντάξει», απάντησε εκείνος, παίρνοντας την τσαγέρα και δύο φλιτζάνες μέσα στον δίσκο και πήγε πάλι στο τζάκι. Πάντα έλεγε «όχι», αλλά τις περισσότερες φορές εννοούσε «ναι». Ζήλευε την κάθε απόλαυση που έπαιρνε το αρσενικό και στο τέλος τον ακολουθούσε. Κατέβηκε μετά από πέντε λεπτά, φορώντας μόνο ένα υπέροχο, μίνι, ροδί ρομπάκι, με πουά βολάν στο τελείωμά του και στα μανίκια. Τόνος σε ροδί και βαθύ κόκκινο, συνδυασμένος σε μία λεπτή ζώνη με έναν φιόγκο στο πλάι, που τόνιζε απίστευτα τη μέση της. Είχε λουστεί και τα μακριά μαλλιά της μοσχομύριζαν. Μία κορδέλα στους ίδιους χρωματισμούς με το βολάν στόλιζε το κεφάλι της. Τα υφασμάτινα παντοφλάκια, ασορτί κι αυτά σε χρώμα κόκκινο-ροδί, έβγαζαν ήχους θηλυκούς, καθώς κατέβαιναν τη σκάλα. Έκανε επίτηδες θόρυβο για να την ακούσει το αρσενικό. Της άρεσε να τον προκαλεί με λάγνες πόζες, γεμάτες υποσχέσεις και υπονοούμενα. Το αρσενικό, ρουφώντας το τσάι του, μιλούσε με συνεργάτη από τη Ζυρίχη και δεν την άκουσε. Ωστόσο, χτύπησε παράλληλα και το κουδούνι της πόρτας και πήγε να ανοίξει, αφήνοντας τη φλιτζάνα του στο περβάζι του τζακιού. Το κορίτσι κρύφτηκε στην κουζίνα. Παραήταν προκλητική για να τη δουν ξένα μάτια. Πηγαίνοντας με το φαγητό στην κουζίνα, τη βρήκε να τον περιμένει. Τα μάτια του άνοιξαν διάπλατα, απολαμβάνοντας το υπέροχο θέαμα που του πρόσφερε. Γέλασε δυνατά με ήχους θριαμβευτή και τη χτύπησε απαλά στους γοφούς. Εκείνη άφησε να της ξεφύγει μια ματιά με κολασμένα υπονοούμενα.

www.lefkomelani.gr


Απόχρωση κόκκινη-μπορντό | Ειρήνη Αντωνίου «Αγαπητή μου συγγραφέα, όλα περνούν πρώτα από το στομάχι», σχολίασε βάζοντας το φαγητό σε έναν τεράστιο, ριγέ, κόκκινο δίσκο και κατευθύνθηκε προς το τζάκι. Ήθελε να ανάψει ακόμα περισσότερο την ερωτική της φλόγα με την υποτιθέμενη αυτή υπεκφυγή. Πήρε δύο κολωνάτα ποτήρια και το μπουκάλι με το κόκκινο κρασί και τον ακολούθησε. Ένας χαμηλός σοφράς δίπλα στο τζάκι τούς περίμενε για να τους φιλοξενήσει. Η πείνα τους είχε διογκωθεί. Άρχισε να τρώει με λαιμαργία γλείφοντας τα δάχτυλά της. Απόλαυση να τρως πατάτες τηγανητές με τα χέρια. Γευστικότατο το γεύμα και ιδιαίτερα όταν πεινάς με αρκετά μπαχάρια και μυρωδιές να ενισχύουν τους ήχους της απόλαυσης. «Προς το παρόν υπάρχουν πολλά άλυτα θέματα με τα θέρετρα του Club σε Ινδονησία και Σαουδική Αραβία. Είναι καινούργιες κατασκευές και θέλουν προσοχή στο στήσιμο. Έχουν σοβαρές λειτουργικές ελλείψεις στους χώρους του spa και των αθλητικών δραστηριοτήτων. Επίσης, δε λειτουργούν άρτια οι ιδιωτικές πισίνες και τα τζακούζι. Και να φανταστείς ότι σε ένα μήνα ξεκινάω να στέλνω τους πρώτους VIP πελάτες μου εκεί. Εύχομαι να κρατήσουν την υπόσχεσή τους», ήπιε δύο μεγάλες γουλιές κρασί, ενώ μιλούσε. Τώρα πια, ασχολούταν πιο συστηματικά και υπεύθυνα με το Club του. Είχε σταματήσει να δουλεύει καθημερινά και όλο το 24ωρο, για τους «μεγαλοξενοδοχοκαρχαρίες» που τον απομυζούσαν τόσα χρόνια ενεργειακά, και είχε αποφασίσει να αφιερωθεί περισσότερο στη δική του δουλειά. Ήδη του απέδιδε αρκετά, φαντάσου να το κυνηγούσε κι άλλο. Ήταν ένα κομμάτι με ατελείωτες προοπτικές. Κοιτώντας το γεύμα, άφησε για λίγο στην άκρη το θέμα της δουλειάς του και η ταξιδιάρα σκέψη του πέταξε στη Σαγκάη και άρχισε να της εξιστορεί μία εμπειρία του σε ένα ταξίδι. «Το 1994, τον Ιούνιο, είχα πάει στη Σαγκάη», άρχισε να της λέει... «Υπήρχαν πάρα πολλοί πράκτορες μαζεμένοι εκεί για το over booking των ξενοδοχείων ήταν μία από τις χιλιάδες συναντήσεις με Ιάπωνες, που πραγματοποιούνταν τα τελευταία χρόνια και την ομαλή διεξαγωγή της συνεργασίας μαζί τους. Ήταν η δεύτερη μέρα των συναντήσεων και μεσημεριανή ώρα, δηλαδή ώρα για γεύμα. Το meeting γινόταν σε ένα πλωτό ξενοδοχείο στις όχθες του ποταμού. Ατελείωτα πήγαινε-έλα γίνονταν από τους κάτοικους εκεί, τους Ιάπωνες αγρότες, με τις ξύλινες βάρκες τους γεμάτες με πολύχρωμες σοδειές από λαχανικά και μπαχαρικά. Καθισμένος εκεί, ένα βήμα από το νερό, τα έβλεπα όλα αυτά. Μικρά καλαθάκια, σαν μπολ στολισμένα με χρωματική σειρά, που φαίνονταν άκρως δελεαστικά για το παζάρι. Όλα τα καλούδια της Ανατολής στην τύχη του Ιάπωνα αγρότη, που, με δυσκολία τραβούσε κουπί, λόγω του βάρους που είχε η βάρκα». Τρώγοντας και χαζεύοντας τον δίσκο με το φαγητό τους, η εμπειρία του αυτή του άνοιξε την όρεξη. Οι ζωντανές μυρωδιές των λαχανικών θες, η μυρωδιά

www.lefkomelani.gr


Απόχρωση κόκκινη-μπορντό | Ειρήνη Αντωνίου του κάρυ πάνω στο κοτόπουλο, πάντως, μασουλώντας, είχαν ταξιδέψει και οι δυο... «“Πόσο κάνει το καλάθι με τα αβοκάντο;’’, ρώτησε ένας κύριος με κουστούμι που στεκόταν πάνω σε μία ξύλινη εξέδρα. “One dolar, one dolar!”, φώναζε ο ντόπιος πωλητής». Πόσο της άρεσε να της αφηγείται τις εμπειρίες του! Ήταν τόσο περιγραφικός και εκείνη, σαν μαθητούδι στην παράδοση, «ρουφούσε» σαν σφουγγάρι το μάθημά της. Έτσι έκανε, όταν ήταν μικρή, με τα παραμύθια της γιαγιάς της. Καθισμένη στο δερμάτινο πουφ, τεντώθηκε λίγο για να χωνέψει. Σύρθηκε λίγο πιο πέρα γιατί η φωτιά και το κρασάκι την είχαν κάνει ολοκόκκινη. «Ταξιδευτή της καρδιάς μου», ψιθύρισε και τσούγκρισε το ποτήρι του. Μες στην ησυχία ερχόταν το σούρουπο να σκεπάσει την ημέρα, φέρνοντας τη νύχτα. Είχε καταλαγιάσει ο αέρας και η δύναμη της βροχής. Συνέχιζαν να χαλαρώνουν κοντά στο τζάκι, πίνοντας το ρόφημα που είχε φτιάξει από νωρίς το αρσενικό. Εκείνος είχε αραδιάσει μία πλειάδα από χαρτιά στο χαμηλό τραπεζάκι και προσπαθούσε να βάλει μία τάξη. Εκείνη διάβαζε ένα μυθιστόρημα. Οι ήχοι του βιολοντσέλο και του σαξόφωνου, μαζί με τους ήχους της βροχής που χτυπούσαν στα παράθυρα, προσπαθούσαν να τους χαλαρώσουν κι άλλο. Ξαφνικά, ακούστηκε ένας θόρυβος. Σαν κάτι από σίδερο να χτύπησε την πόρτα της εισόδου. Ξαφνιάστηκαν. Το αρσενικό πήγε προς τα ‘κει να δει τι συμβαίνει. Από τον δυνατό αέρα είχε κοπεί το σχοινάκι που κρεμούσε το «γούρι» του σπιτιού και είχε πέσει κάτω. Ήταν το «κλειδί του παραδείσου...». Το κλειδί του παραδείσου ήταν ένα μεγάλο, από αυθεντικό σίδερο, κλειδί, όπως αυτό στηνόταν τα παλιά χρόνια στις ξύλινες, με τους ρόζους, πόρτες των σπιτιών και με τον ίδιο τρόπο κρεμόταν και στην είσοδο του σπιτιού τους πάνω σε δύο πλατανόφυλλα ως γούρι. Έφερε στο πάνω μέρος του την κεφαλή ενός βουβαλιού, με την πεποίθηση της ευδαιμονίας και της σταθερότητας. Η πρακτικότητά του ήταν καθαρά δεισιδαιμονική. Να διώχνει κάθε ενέργεια εξωτερική, ντυμένη ως μάγισσα, που θα χωνόταν στο σπίτι για να χαλάσει την ηρεμία και την αγάπη που επικρατούσε. Αυτό το γούρι έδιωχνε, μεταξύ αστείου και σοβαρού, και κάθε μαγικό αξεσουάρ, όπως «τη σκούπα», «το μυτερό καπέλο», «τα μυτερά παπούτσια» και έχυνε κάθε «μαγικό φίλτρο». Μεταξύ αστείου και σοβαρού είχαν πλάσει ένα παραμύθι για να δικαιολογούν την παρουσία του κλειδιού εκεί. Στην πραγματικότητα, όμως, το κλειδί αυτό είχε τεράστια συναισθηματική αξία γιατί ήταν ένα από τα λίγα παραδοσιακά αντικείμενα που είχε το αρσενικό στην κατοχή του, ως ενθύμιο από το σπίτι της γιαγιάς του στο χωριό. Λίγα πράγματα είχαν σωθεί πριν καταρρεύσει κι αυτό μετά τον θάνατό της γιατί ήταν τόσο παλιό που στεκόταν όρθιο με το ζόρι. Ήθελε να το βλέπει κάθε φορά που άνοιγε την πόρτα του σπιτιού του, σαν να ‘βλεπε μπροστά του ολοζώντανη τη γιαγιά του να τον χαιρετά.

www.lefkomelani.gr


Απόχρωση κόκκινη-μπορντό | Ειρήνη Αντωνίου Είχε βάλει και το αρσενικό στη διαδικασία της έκφρασης μέσα από το ιδιαίτερο στυλ που υποστήριζε κάθε φορά. Κι εκεί που ήταν «χύμα» με τζην και petit καρό πουκάμισο και αθλητικά, βρέθηκε με μια δωδεκάδα από γραβάτες, μονόχρωμα πουκάμισα και κοστούμια στην γκαρνταρόμπα του. Η καθημερινότητά του φάνταζε ολοκαίνουργια. Είχε χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που διέθετε για να τον πείσει. Είχε ντυθεί σε αυστηρό αντρικό στυλ κάποια hot βραδιά κοντά στο τζάκι, κάνοντάς του πασαρέλα, μέσα από τον ανδρισμό του, πριν του δοθεί ερωτικά. Έπαιζε με τη γραβάτα του, με το πουκάμισό του, με τα παπούτσια του, πονηρά τον προκαλούσε να αλλάξει στυλ, δείχνοντάς του πόσο γοητευτικός θα ήταν και τι θα κέρδιζε μέσα από αυτό. Του μάθαινε να δένει τη γραβάτα επίσημα κάτω από τον γιακά του πουκαμίσου του και, ανεπίσημα, πάνω της, με ερωτικά υπονοούμενα στον λαιμό, τη μέση, τα χέρια της. Ο κόμπος έπρεπε να ήταν άψογος. Τον «έπαιζε» με τον άκρατο μαγνητισμό της και το αρσενικό παραδινόταν στη δίνη του παιχνιδιού, προσθέτοντας τις δικές του ανδρικές πινελιές πάνω της. Του δινόταν με τόση θέρμη σε αυτή τη στυλιστική αποπλάνηση, που το αποτέλεσμα ήταν θεϊκό και καλαίσθητο. Πολλές φορές, γυρνώντας μαζί της από τα ψώνια, ρουφούσε λίγο κόκκινο κρασί, εκεί στη ζεστασιά του τζακιού, κι εκείνη άρχιζε να γδύνεται, αφήνοντας μόνο το σέξι, κόκκινο, σατέν σορτσάκι της, που τόνιζε τολμηρά τους γοφούς της. Έκανε νόημα στο αρσενικό να καθίσει μπροστά της και δοκίμαζε τα καινούργια του ρούχα. Είχε καταλάβει πως η μνήμη του ήταν κινηματογραφική και «έδενε» την εικόνα με την εμπειρία του. Έτσι, του δημιουργούσε ιδιαίτερες στιγμές με στυλ και νάζι, με έρωτα και εξέλιξη, για να τον πηγαίνει παρακάτω και να μην αντιδρά άκομψα. Φορούσε τα τεράστια για κείνην παπούτσια του, που μύριζαν αυθεντικό δέρμα, σε αποχρώσεις του μπορντό-κόκκινου, βαθύ κόκκινου, καφέ, ταμπά, με κορδόνια ή χωρίς κορδόνια, σε μοκασίνι στυλ και τα έσερνε μπροστά του μαζί με τη... μύτη του. Όχι, δεν τον έσερνε από τη μύτη με όλα αυτά τα τερτίπια και τα νάζια που του ‘κανε, αλλά από τα... κορδόνια γιατί δεν ήξερε να τα δένει σωστά και αυτά λύνονταν. Θα ξανάρχιζε το τσιγάρο. Τον ξεθέωνε και μόνο η ιδέα, όταν του πρότεινε να πηγαίνουν κάποια Σάββατα μαζί στα μαγαζιά. Ήξερε τι τον περίμενε. Ο ποδαρόδρομος, το βγάλε-βάλε ρούχα μπαινοβγαίνοντας στα δοκιμαστήρια. Εκείνη το διασκέδαζε, τον πείραζε, γελούσε με την καρδιά της. Εκείνος γύριζε στο σπίτι με πονοκέφαλο. Εκεί που λύνονταν τα... «μάγια», ήταν την ώρα που το θηλυκό έκανε μπροστά του πασαρέλα με τα... ρούχα του. Oh, god, bless her! «Λίγο κρασί, λίγο τζάκι και το κορίτσι μου», έλεγε τρίβοντας τα πόδια του, που ήταν πρησμένα, βουλιάζοντας μέσα στην καρό πολυθρόνα. «I’m ready, lady. Go on!», συνέχιζε να λέει. «Μπορώ να κάτσω εδώ μέχρι το ξημέρωμα, την ώρα που θα πάω να ποτίσω τα λουλούδια στον κήπο», την πείραζε γιατί κοκκίνιζε και του άρεσε να τη βλέπει έτσι. Από θυμό; Από παιδικότητα; Δεν το ανέλυε. Αν κοιτούσες έξω, έβλεπες δύο υπέροχες ορχιδέες να στολίζουν το περβάζι του παράθυρου στην κουζίνα. Ήταν υπέροχα ροδαλές, με αρκετή ένταση του www.lefkomelani.gr


Απόχρωση κόκκινη-μπορντό | Ειρήνη Αντωνίου κόκκινου-ροζ στη βάση τους, γύρω από τη γύρη. Κάποια στιγμή είχε βρεθεί σε ένα φυτώριο να πάρει λίπασμα για τα φυτά του κήπου και η ομορφιά τους τον μάγεψε. Κατευθείαν στο μυαλό του έστησε το σκηνικό. Θα τις έβαζε στον κήπο και πόσο όμορφες θα φαίνονταν, όταν θα αντανακλούσε το φως του ήλιου πάνω τους! Του θύμιζε το ροδαλό χρώμα που είχαν τα μάγουλα του θηλυκού το πρωί που ξυπνούσε και το θαύμαζε, πράγμα σπάνιο. Όταν έσκυψε να τις μυρίσει, συνέβη κάτι πολύ παράδοξο. Το άρωμά τους έμοιαζε με το άρωμα που ανέδιδε το δέρμα του θηλυκού. Τον έκανε να εκπλαγεί! Τώρα, είχαν μεγαλώσει και «έσκαγαν μύτη» στο παράθυρο της κουζίνας. Τις είχε περιποιηθεί τόσο καλά που του το ανταπέδωσαν. Έτσι, τα περισσότερα πρωινά που έπιναν τον καφέ τους πιο βιαστικά στην κουζίνα, τους καλημέριζαν σκαλωμένες στο παράθυρο. Τους κοιτούσαν μέσα από το τζάμι. Έστεκαν πίσω από την καρέκλα που συνήθιζε να κάθεται το θηλυκό, έχοντάς τες πλάτη και λαμπύριζαν από ομορφιά, όπως κι εκείνη. Συχνά, η πρωινή κουβεντούλα που άνοιγε, είχε αυτό το θέμα. Ένιωθε από λυτή υπερηφάνεια και ικανοποίηση με τον εαυτό του, που είχε καταφέρει να φτιάξει έναν υπέροχο κήπο. Ήταν κάτι με το οποίο είχε ασχοληθεί για πρώτη φορά στη ζωή του και που στέφθηκε, μάλιστα, με επιτυχία. Φούσκωνε σαν μπαλόνι, σαν ένα κόκκινο μπαλόνι, έτοιμο να πετάξει στον ουρανό, και το θηλυκό τον κορόιδευε. Γιατί η φαντασία του δημιουργούσε πολλά μπαλόνια, έτοιμα να αποδράσουν και αυτά στον ουρανό παρασύροντάς τον. Τον τάιζε φυστικοβούτυρο στο τραγανιστό ψωμάκι για να μασάει και να ξεχνιέται. Του άλλαζε το σκηνικό σκόπιμα για να τον φρενάρει. «Σεναριογράφε της καρδιάς μου», του έλεγε αστειευόμενη. «Κορόιδευε εσύ... Χμ...». «Μμμ...», απαντούσε, και η έκφραση της πονηρής προσαρμοστικότητας εμφανιζόταν στα χειμώδη χείλη της, που μισάνοιγαν, έτοιμα να δεχθούν τα υπονοούμενά του, τα πρωινά σιροπιαστά φιλιά του την ώρα που έβαζε τις φλιτζάνες στον νεροχύτη για να τις πλύνει, γυρίζοντάς του την πλάτη. «Αιθέρια ύπαρξή μου, πόσο με νοικοκυρεύεις», της ψιθύριζε, ενώ την αγκάλιαζε σφιχτά, φιλώντας την αργά και βασανιστικά πίσω από το αυτί, τόσο που η γλυκιά ανατριχίλα που τη διαπερνούσε κρατούσε για ώρα πολλή... Για να εκτονώνει τη φωτιά που της άναβε, όταν δεν τον έπαιρνε η ώρα και έπρεπε να φύγει για δουλειά αφήνοντάς τη στο σπίτι κάποιες φορές, της είχε αγοράσει ένα γάντι του μποξ και έναν σάκο, που είχε κρεμάσει σε μία άκρη του σαλονιού. Τρελαινόταν από χαρά να βλέπει το ύφος της, όταν έφευγε και της έλεγε: «Εκτονώσου πάνω στα... αρχικά μου», δείχνοντάς της τον σάκο που είχε χαραγμένα τα αρχικά του ονόματός του. Ο θυμός και το πάθος που έκαιγαν στα μάτια της, ήταν η εικόνα που τον συντρόφευε καθ΄ όλη τη διάρκεια της ημέρας www.lefkomelani.gr


Απόχρωση κόκκινη-μπορντό | Ειρήνη Αντωνίου και τον έκανε να χαμογελά γλυκά, σκεπτόμενος το βραδινό σκηνικό που θα λάμβανε χώρα μπροστά στη θέρμη του τζακιού. Στη θέα της φλόγας του τζακιού θα έσβηνε τη δική της, πάνω στο κόκκινο, παχύ, ζεστό χαλί, που ήταν σκόπιμα τοποθετημένο εκεί. Το φως της φωτιάς, που έπεφτε προς τα μέσα, τόνιζε και σκιαγραφούσε τόσο στοχευμένα τις καμπύλες της που γυμνάζονταν μεταξύ των ορίων της. Των ορίων της φυσικής της κατάστασης και αυτών της σαγήνης και του πόθου, που έσπαγε κάθε ρεκόρ έκφρασης. Τη φανταζόταν, ενώ οδηγούσε, να εκτονώνεται χτυπώντας τον σάκο, με δύναμη και πείσμα, και τον ιδρώτα της να τρέχει από την πλάτη και να φτάνει σαν χείμαρρος στους γοφούς της και να τους βρέχει. Κι εκείνος να κάθεται στην πολυθρόνα και να απολαμβάνει το μοναδικό αυτό στριπτίζ εκτόνωσης, ρουφώντας μεγάλες γουλιές ρούμι. Όταν τον παρακινούσε καμιά φορά στην πραγματικότητα και όχι στη φαντασία του να γυμναστεί μαζί της, εκείνος χαμογελούσε και της έδειχνε μία πινακίδα που είχε κρεμάσει στο τζάκι και έγραφε: «Life is better when you are drunk». Παρόλο που ο αρχικός σκοπός τους ήταν η άθληση, όταν μάζεψαν όλο αυτό το fitness project στο σαλόνι τους, γρήγορα εγκατέλειψε την ιδέα· ήταν fan της κραιπάλης. Η γυμναστική τον ξένιζε. Χαιρόταν, όμως, για το θηλυκό και την επιμονή του. Κοιτούσε τα καμπυλωτά αποτελέσματα και έριχνε βάρος στις επιδόσεις του πάνω στο κόκκινο χαλί, που ήταν άριστες, όταν, έτσι ιδρωμένη και σέξι την έφερνε σε πολλαπλό οργασμό. Όλη η αίσθηση... Λίγο αφρώδη σαμπάνια, δύο-τρία σπυράκια χαβιάρι κάτω από τη γλώσσα και τα μάγια της άσκησης λύνονταν. Τόσο απλά. Τόσο αισθησιακά. Τόσο γευστικά. Χανόταν μπροστά σ’ αυτήν την απόλαυση. Χανόταν και ο κόσμος γύρω τους. Όλα σταματούσαν να λειτουργούν μπροστά στη μαγεία της απόλαυσης. Όπως την ήθελαν. Όπως την αγαπούσαν. Στημένη μπροστά στο τζάκι. Πρωτόγνωρη και ιδιαίτερη. Ντυμένη με όνειρα και μυρωδιές. Τη μυρωδιά του ξύλου που καιγόταν. Τη μυρωδιά του πάθους που ωρυόταν, ζητώντας δράση. Τη μυρωδιά του πούρου που κάπνιζε στο τασάκι. Τη μυρωδιά της σοκολάτας που έλιωνε στο ποτήρι. «Γκλοκ!», ακούστηκε ο θόρυβος της σαμπάνιας που άνοιγε. Γέμισε με την αφρώδη αύρα του τον χώρο. Σιγόνταρε στους ήχους του έρωτα. «I’m just a lucky...», ακούστηκε η βραχνή φωνή της Ella Fitzgerald από τον υπολογιστή. Αφού γέμισε το ποτήρι της με σαμπάνια, το άφησε πάνω στο πιάνο. Στη συνέχεια, κάθισε δίπλα του στο χαλί, σπάζοντας δύο δαγκάνες ενός πεντανόστιμου αστακού που βρισκόταν σε μία πιατέλα αφημένη πάνω στο χαλί. Ρούφηξε με μοναδικό εθισμό τα ζουμιά του. Η νοστιμιά στεκόταν λίγο στον ουρανίσκο της και μετά κατέβαινε αργά προς τα κάτω. Τα κεριά άναβαν στη σειρά δίπλα στο τζάκι, βγάζοντας μια έντονη φλόγα, λες και κόντραραν αυτήν του τζακιού. Η φλόγα έδειχνε σύμφωνη με την ένταση των κόκκινων χειλιών του θηλυκού, που απολάμβανε το έδεσμα, βγάζοντας προκλητικούς ήχους. Ήταν μία ατίθαση χειμωνιάτικη νύχτα και μέσα και έξω, και ένα «βρόμικο» μυαλό γυρwww.lefkomelani.gr


Απόχρωση κόκκινη-μπορντό | Ειρήνη Αντωνίου νούσε γύρω γύρω και αδημονούσε για δράση. Τυχαίο το τρίξιμο των ξύλων; Όχι. Ζητάει παρέα για να περάσει η βραδιά. Δίπλα στο ιδρωμένο κόκκινο μπλουζάκι που είναι πεταμένο στο πάτωμα. Δίπλα στα red shoes του αρσενικού. Το ρολόι χτυπά 2 και η εμπειρία συνεχίζει να κινείται μέσα τους. Μακριά η νύχτα, πετούσε στο πάτωμα ό,τι ήταν περιττό και ενοχλούσε. Άφηνε χώρο στα φιλιά και τα χάδια, στο άγγιγμα και την ερωτική κουβεντούλα. Προμοτάριζε τις ερωτικές γκριμάτσες και σέρβιρε λεκτικά σεξουαλικά μεζεδάκια. Είχαν ζεσταθεί τόσο πολύ που χαλάρωναν όλο και περισσότερο. Την είχε πάρει αγκαλιά και τη χάιδευε μέχρι που αποκοιμήθηκαν εκεί στο ζεστό παχύ χαλί. Στον ύπνο του είδε αυτό το ξωκλήσι που πήγαινε από μικρός. Άρχισε να ξετυλίγεται η θέα του μπροστά στα μάτια του. Κοιτούσε συνεχώς τη θάλασσα, λες και αντλούσε ζωή και καθαρότητα μέσα από τη ροή του νερού, την αύρα της αλμύρας, που έφτανε μέχρι τα σκαλοπάτια του και την αυλή του. Το σιωπηλό καμπαναριό στεκόταν παραδίπλα για να διαχειρίζεται σωστά τους ήχους των κυμάτων, σιγοντάροντας τον ρυθμό τους. Η βλάστηση δεν ήταν πυκνή κι έτσι το μάτι έφευγε ελεύθερα προς τη θάλασσα και τον ουρανό. Ένας ουρανός που γέμιζε σύννεφα γιατί ήταν ακόμα Χειμώνας και, την ώρα που σουρούπωνε, έπαιρνε την απόχρωση του ήλιου που έδυε, την έπλαθε σαν πλαστελίνη με το χρώμα του και την άλλαζε, κάνοντας το χρώμα της ψυχρό. Μωβ, μπλε, μενεξεδί, ξεκινώντας από το πιο σκούρο και καταλήγοντας στο πιο ανοιχτό, που έπεφτε στη θάλασσα. To καλοκαίρι τα χρώματα άλλαζαν. Γίνονταν πιο ζωηρά και ζεστά γιατί ο ήλιος τα πύρωνε. Με πείσμα γινόταν κι αυτός ολοκόκκινος, υιοθετώντας αποχρώσεις του πορτοκαλί και του κόκκινου, που δεν είχαν καμία όρεξη να χωθούν στο νερό και να χαθούν. Γι’ αυτό η μέρα τραβούσε μακριά, εξαντλώντας κάθε λεπτό της. Μαγευτικό αλισβερίσι με το «good morning» και το «good night». Αν καθόσουν στην άκρη του βράχου που προεξείχε στην αυλή, ένιωθες πως, απλώνοντας το χέρι σου, θα αγγίξεις τον ουρανό ή το νερό. Η αίσθηση άφηνε ένα πέπλο πεποίθησης, γεμάτο χρώματα, που κυμάτιζε μεταξύ νερού και ουρανού. Αν ήσουν τυχερός να σκεπαστείς μ’ αυτό, ζούσες μαγικές στιγμές επαφής με το υδάτινο και το αέρινο στοιχείο, το οποίο στροβίλιζε πάνω-κάτω και σε παρέσυρε σ’ ένα παραμύθι με ενέργειες και αόρατους πρωταγωνιστές. Αρκεί τα μάτια της ψυχής και η αγκαλιά σου να άνοιγαν διάπλατα για να τις υποδεχτείς. Τα χαμηλά κλαδάκια που κρατούσαν τις σταγόνες της βροχής ή την υγρασία από τη θάλασσα πάνω τους, δηλώνοντας ύπαρξη εκεί, υποστήριζαν πως η ζωή υπάρχει και συνεχίζεται μέσα από την ένωση και το μοίρασμα, μιας και μοιράζονταν τον χώρο που συναντιούνταν και κατοικούσαν μέχρι να εξατμιστούν. Αρκετά μακριά μπορούσες να ξεχωρίσεις με γυμνό μάτι ανθισμένες αμυγδαλιές, που άφηναν το στίγμα τους με το άνθος και τη μυρωδιά τους. Αν άγγιζες με ένα πινέλο ζωγραφικής το άνθος αυτό, από τη χαρά του αντιδρούσε, αλλάζοντας το χρώμα του από λευκό σε ροζ. Ίσως να το έκανε και από ντροπή, καθώς στεκόταν αμέριμνο www.lefkomelani.gr


Απόχρωση κόκκινη-μπορντό | Ειρήνη Αντωνίου μέσα στο θαύμα της φύσης, στην άκρη του πίνακα. Πρέπει να ξέρεις να διαβάζεις τις στιγμές που φέρνουν μία γέννηση, μία νέα πραγματικότητα. Πάντα το ίδιο όνειρο παρουσιαζόταν στον ύπνο του, λες και τον προειδοποιούσε για την αλλαγή που ερχόταν. Πάντα το ίδιο τριαντάφυλλο παρουσιαζόταν κλειστό στην αρχή, περιτυλιγμένο σ’ ένα πράσινο κέλυφος, που έβγαζε προς τα έξω μικρές κολλώδεις δροσοσταλίδες, δείχνοντας ότι τίποτα δε ζει χωρίς νερό, χωρίς το υγρό στοιχείο, που αποτελεί την κάθε ζωή, το κάθε συναίσθημα. Πρέπει να ξέρεις να ερμηνεύεις το όνειρο και να του δίνεις πνοή πραγματικότητας. Γιατί τίποτα δε ζει χωρίς αέρα. Ποτέ δεν αμφισβήτησε το όνειρο. Ήξερε πως, όταν ενωνόταν με τη φύση, έπαιρνε δύναμη. Το όνειρό του συμβόλιζε τη δύναμη, τη δύναμη που ανάβλυζε από τα μύχια της ψυχής του. Αγαπητή συγγραφέα, μη σπαταλιέσαι να μου εξηγήσεις τη συνέχεια. Είναι γνώριμο το όνειρο που με φιλοξενεί απόψε. Το αφήνω να με οδηγήσει στις ατραπούς της εμπειρίας. Σίγουρα, η συγγραφική σου αύρα είναι πεντακάθαρη και κατανοητή. Όμως, το ξωκλήσι αυτό υπονοεί ένα ζευγάρωμα. Ένα νουβελίστικο ζευγάρι ως συνδρομή στο μυθιστόρημά σου και με την τέχνη της συγγραφικής πλοκής σου η ιστορία αυτή αγάπης και πάθους θα εξυψωθεί μέσα από τα λόγια σου και θα αγγίξει τη θάλασσα και τον ουρανό. Την ευτυχία και τη χαρά. Βάζεις τη φαντασία σου σε πράξη, στολίζοντάς τη με λόγια ποιητικά, αφηγηματικά, εδώ στο πέτρινο τοιχάκι του ξωκλησιού πλάθεις την ένωση, το μυστήριο, με παρουσία του αρσενικού ως παρτενέρ και του θηλυκού ως ντάμα. Μάρτυρες η Γη, ο Ουρανός, η Θάλασσα σφραγίζουν τους όρκους αγάπης. Σε ξέρω εσένα... Ήταν ένα εκκλησάκι λευκό, μοναχικό, στο λοφάκι που τους φιλοξενούσε, μέσα στη φαντασία του αρσενικού και τη λογοτεχνική εμπειρία της συγγραφέως να βλέπει τους όρκους αγάπης που δίνονταν μπροστά στα μάτια του ουρανού, της γης και της θάλασσας. Χειροκροτούσαν και έδιναν ευχές ευτυχίας, καθώς σουρούπωνε, και η αγάπη τους έπαιζε με τα χρώματα του ουρανού και της θάλασσας. Η φύση πλημμύριζε υγρά και ο αέρας φωνές. Τα πουλιά έπαιζαν κρυφτό στους θάμνους, κρύβοντας τις ερωτικές τους επιθυμίες για να μην τις δουν οι επισκέπτες. Το εκκλησάκι ήταν σημείο συνάντησης για πολλά ζευγάρια. Θα τους έκαναν «χαλάστρα». Θα χαλούσε η μαγεία του συναισθήματος. Θα χανόταν η κορύφωση. Ήταν τοποθετημένη σ’ ένα καλάθι με αφροδισιακές γεύσεις, νόστιμες και απολαυστικές, μπερδεμένες με την ηδονή. Αγαπητή συγγραφέα, κρατάς την πένα σου και συνεχίζεις να γράφεις στο όνειρό μου την εμπειρία της ένωσης. Στολίζεις τα παρτέρια με κόκκινα τριαντάφυλλα. Αφήνεις ένα τετράδιο με νότες στα σκαλιά, δίπλα στο βιβλίο με τις υποσχέσεις και τις αναμνήσεις που θα γράψουμε, γεμίζοντας το πιθάρι που έχεις βάλει εκεί στον διάδρομο, γεμάτο ρύζι και κουφέτα. Σ’ ένα τούλι κόκκινο, αραχνοΰφαντο, καwww.lefkomelani.gr


Απόχρωση κόκκινη-μπορντό | Ειρήνη Αντωνίου ταλήγει η έμπνευσή σου, που τυλίγει τις στιγμές μας κάτω από το φως του φεγγαριού που ξεπροβάλει σιγά σιγά στον ουρανό, γεμάτο κέφι, και μας ξεσηκώνει για σκανταλιές πίσω από τους θάμνους. Πολύχρωμες οι επιθυμίες μας, όπως και τα χρώματα της φύσης, λυτρώνονται με γλυκά φιλιά και χάδια χωρίς σταματημό. Σαν τα σχολιαρόπαιδα κρύβονται στα μάτια της κοινής θέας και ρουφούν νάζι και χάδι. Έχεις μία διαισθητική ματιά, αγαπητή συγγραφέα, και αφουγκράζεσαι τα κενά της αφήγησης. Έτσι, ντύνεις το προκλητικό θηλυκό μου, με μία υδάτινη φορεσιά, που δεν κρύβει τις τολμηρές καμπύλες της. Παρά το πλούσιο διάφανο φουρό της γίνεται πιο θελκτική από ποτέ γιατί είναι κόκκινο σαν τριαντάφυλλο και ανεμίζει με τους ήχους του βιολιού και το ελαφρύ αεράκι. Πώς να αντισταθώ και να μην πετάξω από πάνω μου το κοστούμι και το παπιγιόν, που μου έχεις φορέσει σαν γαμπρός; Είμαστε τώρα για αριστοκρατίες; Ξεμυαλίζομαι με τόση σαγήνη και χάνω το στυλ του σαλονιού και αγγίζω το πεζούλι. Με κάνεις απίστευτα κτητικό, τα θέλω όλα εδώ και τώρα. Αγαπητή συγγραφέα, παραδέξου το. Θες να έχω θράσος και απαίτηση. Τη σκέψη που μου βάζεις μέσα στο όνειρο, παρόλο που ξεκινά να ξετυλίγεται από τα παιδικά μου χρόνια και την εμπειρία μου εδώ, τώρα την ενηλικιώνεις μ’ έναν τρόπο εντυπωσιακό, κάνοντάς της μία πρόταση γάμου. Μπροστά σ’ ένα βιολί που παριστάνει τον παπά, σε μία μουσική που γίνεται λέξεις, ευλογημένες λέξεις, νότες που έρχονται από τον ουρανό και μας δένουν τα χέρια, σε μία άρπα που γίνεται τραπέζι, σε δύο ποτήρια που γίνονται σκαμπό για να τοποθετηθούν πάνω εκεί τα «απαραίτητα» για το μυστήριο. Πάντα δίνεις έμφαση στο μυστήριο και τώρα το ξετυλίγεις κατάχαμα, μπρος στο εκκλησάκι και στο τοιχάκι, δίπλα στις τριανταφυλλιές. Πάντα προσέχεις και τα συνδυάζεις άψογα, όχι μόνο την εποχή γιατί για σένα όλες οι εποχές είναι πανέμορφες αλλά και τις συναισθηματικές ενδυμασίες που έχουν πρωτεύοντα ρόλο στη σκέψη σου.

www.lefkomelani.gr


Απόχρωση βυσσινί-κόκκινη ίγο έλειψε να ξεχάσει τη βυσσινί απόχρωση έξω από την πόρτα της εισόδου μαζί με τα φρέσκα βύσσινα που της είχε αγοράσει από το μανάβικο στο τέλος μιας γεμάτης εργασιακής, από συγκίνηση, μέρας, επιστρέφοντας αργά το απόγευμα στο σπίτι. Είχε χτυπήσει το τηλέφωνο ξαφνικά, όταν άνοιξε την πόρτα, με αποτέλεσμα να αφήσει κάτω τη σακούλα για να το σηκώσει, εκεί, δίπλα στα κόκκινο-βυσσινί τριαντάφυλλα που ξεμύτιζαν μέσα από τις χρυσές κορνίζες της εισόδου απ’ όπου στηρίζονταν, σκορπίζοντας μία θεσπέσια μυρωδιά. Από την άλλη μεριά ήταν τόσο πυκνό το φύλλωμα τής βυσσινί βουκαμβίλιας που τον εμπόδιζε να σταθεί πολλή ώρα εκεί έξω.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ





Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.