Η ηχώ των μαθητών (Τεύχος 1)

Page 1

H ΗΧΩ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ CMYK

2ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΕΔΕΣΣΑΣ ΤΑΞΗ ΣΤ΄ ΤΜΗΜΑ 3ο

Έκδοση των μαθητών του Στ´3 - Αριθμ. φύλλου 1 - ΔΕΚ 2014 - Τιμή 2 ευρώ

Α ΣΗ Μ Ο Ω Δ Ρ ΑΦΙΕ ΗΝ ΠΑΡΑ Τ Σ Η ΟΦ Ρ Τ Σ ΕΠΙ Μέρος των εσόδων θα διατεθούν για τις ανάγκες των μαθητών της Σχολής Τυφλών Θεσσαλονίκης


2

Η ΗΧΩ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ

ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2014

ΠΟΙΟΝ ΕΝ Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ Ποίον εν η Παράδοση, εμείς ντο θα κρατούμε, ποία πρέπ’ να φυλάττουμε ώσπουτα εμείς θα ζούμε; ‘Σ σα συλλόγους ελέπουμε παιδία να χορεύ’νε, τα φορεσίας του χορού να φορούνε ‘κ’ εξέρ’νε. Ζίπκας φορούνε οι γυναίκ’ και με τ’ αγούρτς ταράουν, χορεύ’νε, πάν-αδά κι εκεί ‘ς σον κόσμον εντροπιάουν. Ακόμαν ζουν οι παλαιοί, τα χορόντας π’ εξέρ’νε, πολλά ας σα ατωριζ’να, ν’ ελέπ’ν ατα ‘κι θέλ’νε. Τα «τσαλίμια» ντ’ ευτάν αδά ‘ς σον Πόντον πουδέν ‘κ’ έταν, άμον ντο πάγν’ν θα ίντανε τα χορόντας «μπαλέτα».

‘Σ σα γαϊτάδες τα παλαιά εσέγκανε «ουράδια», άμον ντ’ ευτάν τα λώματα και κρούγ’ν απάν εμπάλια. Πολλοί γράφ’νε ποιήματα, γράφ’νε και τραγωδίας, τσαφλουκίζ’νε κ’ ευτάγν’ν ατα άμον σκυλί’ φαεία. Κι ατείν’ ‘πη τραγωδούν ατα παράδες για να παίρ’νε,

ας νουνίζ’νε πως με τα’ ατά τιδέν καλόν ‘κι φέρ’νε.

«Νέον» παράδοσιν εμείς αν θέλομα να φτάμε, με το «προζύμ’» το παλαιόν θα πάμε όπου πάμε.

‘Σα χορόντας οι Σύλλογοι, τον κόσμον τοπλαεύ’νε, και όντας εν’ Σαρακοστή τα κρέατα μαϊρεύ’νε. Ποντιακά απέσ’ ‘ς σ’ οσπίτ’ άλλο ‘κι καλατσεύ’νε, τ’ άλλα τα γλώσσας αγαπούν

Η ΖΩΗ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ Τα παλαιότερα χρόνια οι άνθρωποι που ζούσαν στα χωριά ασχολούνταν με την γεωργία και την κτηνοτροφία. Στις δουλειές έπαιρναν μαζί και τα παιδιά τους. Μόνο τα αγόρια. Τα κορίτσια κάθονταν με τη μαμά στο σπίτι και την βοηθούσαν στις δουλείες. Ποτέ τα παιδιά δεν ασχολούνταν με τα κινητά, τις τηλεοράσεις, τους υπολογιστές και τα tablets. Επίσης τα παιδιά κάθε μέρα πήγαιναν στο «στο σπίτι του παιδιού» και εκεί έκαναν διάφορα αθλήματα, μάθαιναν παραδοσιακούς χώρους, ξένες γλώσσες, ζωγραφική, πλέξιμο, διοργάνωναν εκδηλώσεις και θεατρικές παραστάσεις. Πασχαλίνα

ΟΝΟΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΩΝ ΣΤ’ 3 Βαθυλάκης Κων/νος Γιώρα Δέσποινα-Μιχαέλλα Δογραμματζής Νικόλαος Κατρέλη Μαρία Λάιου Πασχαλίνα Μαρίνος Θεόδωρος Μαρίνου Αικατερίνη Μπαλάση Παρασκευή-Αθηνά Μπινιόλας Στέφανος

τ’ εμέτερον ‘κ’ εξέρ’νε.

Μπρίτου-Σαντικίδου Αγγελική Οικονομίδου Αναστασία Οικονομίδου Ελευθερία Παπαδόπουλος Ιωάννης-Ραφαήλ Παπαδοπούλου Δέσποινα Σταματίου-Παπαδόπουλος Ιωάννης Φώτογλου Δανιήλ Χαραλαμπίδου Αλεξάνδρα Χριστοδούλου Γρηγορία-Άννα

Από το βιβλίο του Γιάννη Μιχαηλίδη «Έλα Διογένη να ελέπ’ς»-Ποιήματα ΄΄Αφών Κυριακίδη΄΄

ΜΙΚΡΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ Στα παλαιά χρόνια οι κάτοικοι ενός χωριού ήταν γύρω στους πενήντα και όλο ι μ ε τα ξ ύ τους είχαν φιλικές σχέσεις. Δηλαδή, κάθε Κυριακή πήγαιναν στην εκκλησία, όλοι οι χωριανοί, πριν χτυπήσει η πρώτη καμπάνα και θεωρούσαν ασυνήθιστο να μην πάει κάποιος. Σε περίπτωση που δεν πήγαινε κάποιος στην εκκλησία ο παππάς δεν άρχιζε την Θεία Λειτουργία, αλλά έστελνε άτομα για να δουν και να διαπιστώσουν το λόγο της απουσίας του, από ουσιαστικό ενδιαφέρον. Όλοι οι κάτοικοι του χωριού είχαν ένα αντικλείδι κρυμμένο έξω από το σπίτι π.χ. κάτω από το χαλάκι της εξώπορτας ή κάτω από καμιά γλάστρα. Υπήρχε μεγάλη εμπιστοσύνη μεταξύ των ανθρώπων και δινόταν το ελεύθερο να μπει κάποιος στο σπίτι του γείτονα, με σκοπό να δανειστεί ζάχαρη, καφέ ή γάλα όταν του τελείωνε, χωρίς να χρειάζεται να μετακινηθεί για μικρής αξίας υλικά αγαθά μακριά στο κεφαλοχώρι. Στα παλιά χρόνια ο ένας βοηθούσε τον άλλον στα χωράφια. Σε κάθε σπίτι είχαν ζώα, μπαξέδες και από αυτά έβγαζαν το γάλα, το κρέας, τα λαχανικά, τα φρούτα και τα όσπρια. Οι άνθρωποι για να μην πεινάσουν έκαναν το σιτάρι στον μήλο αλεύρι, τις ελιές λάδι, τα σταφύλια κρασί και τα πουλούσαν ή τα αντάλλαζαν μεταξύ τους. Το καλοκαίρι τα βράδια οι άνθρωποι κοιμόνταν έξω στις αυλές χωρίς να φοβούνται μήπως έρθει κάποιος κλέφτης. Και όπως λένε οι γιαγιάδες μας «αυτά ήταν τα καλύτερα χρόνια τους». Μαρία και Αλεξάνδρα


ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2014

ΑΠΛΟΤΗΤΑ

Η γιαγιά μου στα παλιά χρόνια πήγαινε στο σπίτι της φίλης της και μαζεύονταν εκεί όλα τα κορίτσια, τα οποία έπλεκαν, γελούσαν και κάθονταν μέχρι αργά το βράδυ. Δεν είχαν τηλεόραση αλλά μόνο ένα ραδιόφωνο και έτσι άκουγαν μουσική και άλλα ψυχαγωγικά προγράμματα. Ο παππούς μου δούλευα σε ένα εργοστάσιο. Έτσι τα πρωινά η γιαγιά μου πολλές φορές του πήγαινε φαγητό ενώ η μαμά μου έπαιζε με κούκλες στις οποίες έφτιαχνε μερικές φορές κρεβατάκια από μπουκάλια και φορέματα. Η ζωή στα παλιά χρόνια ήταν βέβαια πιο δύσκολη αλλά πιο απλή, που έφερνε τους ανθρώπους πιο κοντά τον έναν στον άλλον. Κατερίνα

Η ΑΝΙΣΟΤΗΤΑ ΣΤΑ ΠΑΛΙΑ ΧΡΟΝΙΑ

Η ανισότητα ανάμεσα στον άντρα και στην γυναίκα ήταν πολύ μεγάλη στο παρελθόν. Μέχρι τη δεκαετία του ’50 η γυναίκα δεν είχε δικαίωμα ψήφου. Δεν της επιτρεπόταν να σπουδάσει ούτε να συμμετέχει στην πολιτική ζωή του τόπου. Η θέση της ήταν στο σπίτι, να υπηρετεί τον σύζυγο και τα παιδιά της. Βέβαια η ελληνίδα μάνα υπήρξε ηρωίδα, που συχνά υμνήθηκε από έλληνες ποιητές Αντίθετα ο άντρας ήταν ο ισχυρός. Αυτός έπρεπε να εργάζεται και να συντηρεί όλη την οικογένειά του. Μπορούσε να σπουδάσει, να εργάζεται και να ψηφίζει. Ελευθερία

Η ΗΧΩ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ

3

ΠΩΣ ΖΟΥΣΑΝ ΠΑΛΙΑ

Τα κορίτσια βοηθούσαν στις εργασίες του σπιτιού ενώ τα αγόρια στις αγροκτηνοτροφικές εργασίες. Όλα τα παιδιά μαζί συμμετείχαν κάποιες ώρες σε ομαδικά παιχνίδια που έπαιζαν στις αυλές ή και στους δρόμους. Ήταν ανέμελη η ζωή τους, χωρίς τις πολλές τωρινές βιοτικές μέριμνες, χωρίς φυσικά να λείπουν τα προβλήματα. Αγγελική

ΣΤΑ ΠΑΛΙΑ ΧΡΟΝΙΑ

Στα παλιά χρόνια οι παππούδες μας και οι γιαγιάδες μας ζούσαν πολύ φτωχά. Δεν είχαν ρεύμα και φωτίζονταν με γκαζόλαμπες. Ζύμωναν το ψωμί τους μόνοι τους, πήγαιναν με γαϊδουράκια στα κτήματά τους και θέριζαν με τα χέρια τους. Επίσης το γάλα τους το έπαιρναν από τις αγελάδες και πολλές φορές το μαλλί από τα πρόβατα ή τις κατσίκες. Τα σπίτια τους ήταν πολύ μικρά αλλά είχαν μεγάλες αυλές για να παίζουν τα παιδιά. Σε αυτά τα σπίτια ζούσαν όλοι μαζί, με τους παππούδες και τις γιαγιάδες και πάντα περνούσαν ωραίες στιγμές γύρω από τη φωτιά. Έτσι ζούσαν οι παππούδες και οι γιαγιάδες μας στα παλιά χρόνια. Ελευθερία

ΤΟ ΜΑΓΚΑΛΙ

Έχοντας στο μυαλό μου το θέμα της Παράδοσης που συζητάμε στην τάξη μου, το βλέμμα μου έπεσε στο μαγκάλι που διακοσμεί το σαλόνι μας. Μου είχε μιλήσει γι’ αυτό η μαμά μου. Σχολιάζαμε την δυσκολία που υπάρχει στις μέρες μας ως προς το πώς θα θερμανθεί ο κόσμος με το μικρότερο κόστος και τότε μου είπε πως παλιά ήταν απαραίτητο σε κάθε σπίτι και πολλές φορές το μοναδικό μέσο θέρμανσης. Τα μαγκάλια στην αγορά ήταν όσα και τα καταστήματα. Για να τα ανάψουν έβαζαν δαδί, αράδιαζαν τα κάρβουνα και έκαναν αέρα. Το μαγκάλι είχε και τους κινδύνους του από το διοξείδιο του άνθρακα, αν έμπαινε στο σπίτι χωρίς να χωνέψουν τα κάρβουνα. Το δικό μας το έφερε η προγιαγιά της μαμάς μου από τη Μ. Ασία και η μαμά μου είναι περήφανη που το έχει και τις θυμίζει την παράδοση τώρα που τα θερμαντικά σώματα είναι πίνακες ζωγραφικής. Στέφανος

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΠΑΜΠΑ ΜΟΥ…

• Μπαμπά, πώς περνούσατε παλαιότερα τις κρύες νύχτες του χειμώνα, δίχως τηλεόραση και Η/Υ; • Όταν ήμουν μικρός παιδί μου τα χρόνια ήταν πιο απλά, αλλά νομίζω ήταν καλύτερα. Συγκεντρωνόμαστε τα μικρά παιδιά γύρω από την ξυλόσομπα και περιμέναμε τον παππού μας να μας διηγηθεί παραμύθια και διάφορες ιστορίες του. Τα μάτια μας ορθάνοιχτα τα αυτιά μας τεντωμένα, η φαντασία μας μας πήγαινε σε άλλα μέρη, σε άλλες εποχές. Τι ωραία που ήταν! Η γεύση του ψητού κάστανου από τα χέρια του παππού συνόδευε την αφήγηση αυτή με τον καλύτερο τρόπο. Μερικά πράγματα παιδί μου, μένουν βαθιά χαραγμένα στη ψυχή του ανθρώπου. Πιστεύω ότι τελικά ήμασταν τυχεροί!!! Δέσποινα- Μιχαέλλα

Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΗΣ ΠΡΟ-ΓΙΑΓΙΑΣ

-Γιαγιά πώς ήταν η ζωή στα παλαιά χρόνια; -Η ζωή παιδί μου δεν ήταν όπως η σημερινή. -Δηλαδή τι εννοείς γιαγιά; -Τι εννοώ; -Στα παλιά χρόνια όταν δεν είχαμε αλεύρι, νερό, λάδι, πηγαίναμε και χτυπούσαμε την πόρτα της γειτόνισσας και με ευγενικό τρόπο ζητούσαμε να μας δώσουν αυτά που χρειαζόμασταν και όταν μας ζητούσαν αυτοί τους δίναμε. Τότε γι’ αυτό υπήρχαν οι γείτονες όχι για να πηγαίνουμε να πίνουμε καφέ. -Γιαγιά έχεις πολύ δίκιο. Τι λες, θες να γυρίσουμε στα παλαιά χρόνια; -Και βεβαίως θέλω. Και έτσι τελείωσε η συνέντευξη της προ-γιαγιάς Παρασκευή

ΤΟΥΦΕΞΗ ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΒΙΒΛΙΟΧΑΡΤΟΠΩΛΕΙΟ - ΕΙΔΗ ΔΩΡΩΝ ΕΓΝΑΤΙΑΣ 17- ΕΔΕΣΣΑ ΤΗΛ.: 2381024000


CMYK

4

Η ΗΧΩ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ

ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2014

Ο ΠΑΠΠΟΥΣ ΜΟΥ Ο παππούς του πατέρα μου, δηλαδή ο προπάππους μου, γεννήθηκε στο Μεσημέρι Έδεσσας το 1897. Την περίοδο εκείνη η περιοχή της Μακεδονίας ήταν υποδουλωμένη στους Τούρκους. Ο παππούς του πατέρα μου έλεγε σ’αυτόν ότι οι Τούρκοι εκείνη την εποχή συνεχώς απειλούσαν τους Έλληνες και τους εκμεταλλεύονταν σαν εργάτες στα χωράφια τους. Το σημαντικότερο όμως ήταν, απ’ ότι έλεγε, ότι οι Τούρκοι δεν άφηναν τα παιδιά να πηγαίνουν σε Ελληνικά σχολεία. Αντίθετα αν αυτά πήγαιναν σε Βουλγαρικά σχολεία δεν τους ενοχλούσαν. Ο προπάππους μου πήγαινε σε Ελληνικό σχολείο και όταν κάποια στιγμή οι Τούρκοι απείλησαν την οικογένεια του, αυτός σταμάτησε για κάποιο χρονικό διάστημα, αλλά αργότερα ξαναπήγε. Μεγάλωσε με τα τραγούδια του Παύλου Μελά. Ο ίδιος όταν ακόμη είχε γεράσει, όταν άκουγε τραγούδια του Παύλου Μελά, έκλεγε από συγκίνηση. Είχε συνείδηση Έλληνα Μακεδόνα. Στους Μακεδονικούς Αγώνες ήταν έφηβος. Υπηρέτησε στον Ελληνικό στρατό από το 1920-1923. Συμμετείχε στην εκστρατεία προς την Μικρά Ασία, για την απελευθέρωση της Σμύρνης και όλων των άλλων πόλεων της Μικράς Ασίας. Έλεγε στον πατέρα μου τις κακουχίες του στρατού κατά διάρκεια του πολέμου. Πείνα, δίψα, ψείρες, ασθένειες και άλλα. Ο στρατός είχε χωριστεί σε δύο μέρη. Στους Βενιζελικούς και στους Βασιλικούς. Αυτό που τον έκανε πάντα να συγκινείται και να κλαίει είναι, όταν θυμόταν την μέρα που μπήκαν στην Σμύρνη. «Όταν μπήκαμε στην Σμύρνη και είδαμε τα πανέμορφα κτίρια, τα μαγαζιά, τους χτισμένους δρόμους, τους μεγάλους κήπους και άλλα, είπα ότι εδώ είναι η Ελλάδα. Οι γυναίκες, τα μικρά παιδιά, χαρούμενα, χειροκροτώντας, μας έριχναν λουλούδια καθώς βαδίζαμε, ενώ κρατούσαμε την Ελληνική σημαία περήφανα». Προχώρησαν μέχρι το Εσχί-Σεχίρ. Εκεί απ’ ότι έλεγε μπήκε διχόνοια στον στρατό. Βενιζελικοί και Βασιλικοί. Ο στρατός χωρίστηκε και άρχισε η οπισθοχώρηση. Έτσι έχασαν τον πόλεμο, έλεγε. Γύρισε στο χωριό κουρασμένος και απελπισμένος. Αλλά πιο πολύ τον στενοχωρούσε ότι η Ελληνική πολιτεία δεν τον είδε σαν Έλληνα Μακεδόνα γιατί μιλούσε και αυτό το γλωσσικό ιδίωμα της περιοχής… Δέσποινα- Μιχαέλλα

1940

Ένα πρωινό καθώς περίμενα την ώρα για να πάω στο σχολείο, κάθισα δίπλα στον παππού και τον ρώτησα! -Παππού, πώς ήταν τα χρόνια όταν εσύ πήγαινες στο σχολείο; -Αγαπημένο μου παιδί δεν ήταν καθόλου ίδια τα πράγματα όπως σήμερα. Έζησα την εποχή που έγινε ο πόλεμος του 1940. -Αλήθεια παππού; Και πώς ήταν εκείνα τα χρόνια; -Τρομερά, φριχτά αλλά και αξέχαστα. Πηγαίναμε στα σχολεία χωρίς πολλά πράγματα. Δεν υπήρχαν λεφτά. Φτωχά και πεινασμένα τριγυρνούσαν τα παιδιά στους δρόμους. Όμως δεν έχαναν την πίστη τους. Δεν έχαναν την ελπίδα για την λευτεριά. Κράτησαν την παράδοση. -Πο, πο ! Καταπληκτική ιστορία παππού σ’ ευχαριστώ. Και κάπως έτσι έμαθα πόσο σημαντική είναι η παράδοση ενός λαού. Γρηγoριάννα

ΜΙΑ ΑΛΗΘΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΥ ΣΥΝΕΒΗ ΣΤΟΝ ΠΑΠΠΟΥ ΜΟΥ

Ήταν χειμώνας του 1942. Οι Γερμανοί είχαν επιτάξει τα σχολεία και τους φούρνους. Ένα κρύο πρωινό του Νοεμβρίου, ο επτάχρονος τότε παππούς μου, πήγαινε στον φούρνο για να βρει τους γονείς του. Μόλις έφτασε μπροστά στο τζαμί, ένας Γερμανός που ήταν εκεί, μόλις τον είδε του πέταξε με δύναμη μια ρόδα αυτοκινήτου. Η ρόδα χτύπησε το πόδι ακριβώς στο καλάμι και το έσπασε. Ο παππούς μου έπεσε κάτω και έκλαιγε από πόνο και φόβο και όσο έκλαιγε τόσο φώναζε ο Γερμανός. Λίγα λεπτά αργότερα τον βρήκε ο κ. Θόδωρος ο Καραμαλάκης, ένας γνωστός γείτονας. Τον πηρέ αμέσως στην αγκαλιά του και τον πήγε στον φούρνο, στους γονείς του. Από εκεί τον μετέφερε σε έναν πρακτικό γιατρό, τον κ. Χρηστό Ρουσουλέντζη. Τα χρόνια εκείνα δεν υπήρχε ούτε γύψος ούτε φάρμακα για τον πόνο. Έβαλε το πόδι του παππού σε μικρά καλάμια που τα τύλιξε με δέρμα από κουνέλια. Τρεις μήνες χρειάστηκαν για να γίνει καλά το πόδι. Τα σχολεια άνοιξαν αλλά ο παππούς μου έχασε τη χρονιά γιατί δεν μπορούσε να περπατήσει. Στο πόδι έχει μείνει ακόμη το σημάδι και την παιδική τότε ψυχή του τάραξε η άτυχη αυτή εμπειρία που τη διηγήθηκε σε μένα, τον εγγονό του, Γιάννη Σταματίου-Παπαδόπουλο. Γιάννης Στ.

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΕΔEΣΣΑΣ Η εκκλησία της κοιμήσεως της Θεοτόκου είναι μια παλαιά εκκλησία που κρύβει μέσα της μια πολύ μεγάλη ιστορία. Αυτή η ιστορία ξεκινάει από τα χρόνια της τουρκοκρατίας, όταν ο Πασάς διέταξε να γκρεμίσουν όλες τις εκκλησίες που ονομαζόντουσαν Αγία Σοφία. Έτσι οι μουσουλμάνοι πήγαν να γκρεμίσουν όλες τις εκκλησίες που είχαν αυτό το όνομα. Επειδή οι χριστιανοί της Έδεσσας δεν ήθελαν να γκρεμίσουν την εκκλησία τους οι μουσουλμάνοι γι’ αυτό της άλλαξαν όνομα και την ονόμασαν ΄΄Κοίμηση της Θεοτόκου΄΄. Για απόδειξη ότι είχαν γκρεμίσει την Αγία Σοφία έσπασαν από της κολόνες τα κεφάλια από τα κριάρια. Έτσι σώθηκε η εκκλησία της ΄΄Αγίας Σοφίας΄΄, δηλαδή της ΄΄Κοιμήσεως της Θεοτόκου΄΄.

Μαρία


CMYK

Η ΗΧΩ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ

ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2014

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ Κάποιος ποιητής είπε, «αυτό που κάνουν στο πνεύμα σήμερα, θα κάνουν στο ψωμί αύριο». Διαλύουν τους ανθρώπους και μετά τους παίρνουν το ψωμί. Γι΄ αυτό να μην πεις, τι με ενδιαφέρει το πνεύμα. Το αιώνιο ερώτημα που τίθεται σε Δύση και σε Ανατολή είναι αυτό: «Μπορούμε να ζούμε με ενότητα, με ειρήνη, με δικαιοσύνη, σε ένα κόσμο, στον οποίο δεν επικρατεί ενότητα, ειρήνη, δικαιοσύνη; Στο δυτικό κόσμο, στον οποίο προέχει η επιθυμία για δύναμη και πλούτο, η απάντηση είναι, όχι δεν μπορούμε να ζούμε. Στη δική μας ελληνο-ορθόδοξη παράδοση, στην οποία εκείνο που προέχει είναι η πίστη στον Χριστό, η απάντηση είναι, ναι, μπορούμε να ζούμε, χωρίς να κάνουμε κατάχρηση του κόσμου. Από τα αρχαία χρόνια, στον τόπο μας, η κατάχρηση είναι αμάρτημα. Το πρόβλημα για μας δεν είναι αν η γη μπορεί να θρέψει τον πληθυσμό της. Μπορεί, ακόμα και χωρίς την επιθετική τεχνολογία. Το πρόβλημα είναι ηθικό. Η μόρφωση των νέων δεν είναι για επίδειξη. Το ερώτημα αυτό αν και δεν διατυπώνεται πάντοτε καθαρά, απασχολεί τους γονείς, όταν πρέπει να φύγουν τα παιδιά τους, για να κάνουν τη δική τους ζωή. Το Σχολείο, η οικογένεια, η Εκκλησία εξακολουθούν να μεταδίδουν την μόρφωση στους νέους. Οι γονείς όμως μέσα τους δεν θα ήθελαν τα παιδιά τους να πορευτούν στη ζωή με το «σταυρό στο χέρι». Θα εύχονταν να βρουν μόνα τους τον τρόπο να συμβιβάσουν την αληθινή μόρφωση με τον κόσμο. «Αν δεν πεις ψέματα δεν πολιτεύεσαι». «Αν δεν κλέψεις θα μείνεις φτωχός», λένε κάποιοι πιο πονηροί. Ο δυτικός κόσμος θεωρεί ως δεδομένο ότι η αγάπη είναι ακατόρθωτη (ουτοπία) και η επικοινωνία ανειλικρινής (τυπική). Ο κόσμος αυτός είναι άρρωστος πνευματικά και σωματικά, επειδή αυτές οι δύο αρρώστιες δεν ξεχωρίζουν. Όταν ένας διάσημος Άγγλος συγγραφέας, ο Όσκαρ Ουάϊλντ, έγραψε για την υποκρισία της αγγλικής κοινωνίας της εποχής του, οι συμπατριώτες του τον έκλεισαν στη φυλακή. Θα μου πείτε σε τί εμείς οι ορθόδοξοι διαφέρουμε από τους δυτικούς. Διαφέρουμε στην Ορθόδοξη Παράδοση. Κατά τα άλλα είμαστε ίδιοι, γιατί και ο πολιτισμός της Δύσης ξεκινάει από τους αρχαίους Έλληνες. Και πού διαφέρει η Ορθόδοξη Παράδοση; Διαφέρει στο θεμέλιο της κοινωνίας μας. Η Ορθόδοξη Παράδοση έχει ως θεμέλιο τον Ιησού Χριστό. Οι ορθόδοξοι πιστεύουμε στην ένωση του ανθρώπου με τον Θεό διά μέσου της αγάπης του Χριστού. Τι πρέπει να κάνει ο νέος για να καλλιεργήσει μια γεμάτη εμπιστοσύνη σχέση με τον Θεό, ώστε να αισθάνεται την παρουσία Του σε όλα τα πράγματα και να μην τον βασανίζει η αγωνία για την ύπαρξή του; Γιατί -αν και ο Θεός είναι πέρα από όλα τα πράγματα- στον ταπεινό, που ζητεί τη βοήθειά Του με εμπιστοσύνη, δεν είναι απρόσιτος. Το κέντρο της ψυχικής και πνευματικής ζωής του ανθρώπου, στην Ορθόδοξη Παράδοση, δεν είναι η λογική, αλλά η καρδιά. Η λογική είναι πεπερασμένη. «Η λογική προχωρεί καθορίζοντας «αναλογίες» ανάμεσα σ΄ εκείνο που της είναι γνωστό και σ΄ εκείνο που πρέπει να ανακαλύψει, αλλά ο Θεός βρίσκεται πέρα από κάθε αναλογία». Στην Εκκλησία, οι νέοι μας πρέπει να ενθαρρύνονται να δημιουργούν μια γεμάτη εμπιστοσύνη σχέση με το Θεό. Η σχέση αυτή κρατάει το ηθικό μας δυνατό. Ο Θεός είναι παρών σε όλα τα πράγματα. «Θα χαρεί ο δίκαιος στην παρουσία του Κυρίου και θα ελπίζει σ΄ Αυτόν». (Ψαλμ.ΞΓ,11). Επιμέλεια Παπαδόπουλος Θεόφιλος, δάσκαλος

5

ΠΑΛΙΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ Γαλατάς, Βαρελάς, Παγωτατζής, Μυλωνάς, Ακονιστής, Πεταλωτής, Λούστρος, Σαμαράς, Παγοπώλης, Τσαγκάρης, Ντελάλης, Νερουλάς, Γανωτής,Αγωγιάτης Αναστασία

ΑΓΓΕΙΟΠΛΑΣΤΗΣ

ΝΕΡΟΥΛΑΣ

Το επάγγελμα του αγγειοπλάστη το εξασκούσαν σε ορισμένες περιοχές της Ελλάδας όπου υπήρχε κατάλληλο χώμα και όπου είχε αναπτυχθεί η σπουδαία παράδοση στη δημιουργία αγγειοπλαστικών αντικειμένων. Έτσι κατασκεύαζαν όλα τα μεγέθη μολυβικών μαγειρικών σκευών και πιατικών, κούπες με χερούλι και χωρίς χερούλι. Ακόμα κατασκεύαζαν κανάτια κρασιού, διάφορα μικροσκεύη, όπως θυμιατήρια κ.α. Στα έργα τους ακόμα συγκαταλέγονται σταμνιά που μετέφεραν νερό, πιθάρια διαφόρων μεγεθών για λάδι, για κρασί, για ψωμί, κολυμβήθρες, καπνοδόχους και πολλά άλλα. Ραφαηλία

Ο νερουλάς πήγαινε νερό στα σπίτια των κατοίκων, επειδή παλαιά δεν υπήρχε βρύση σε κάθε σπίτι, αλλά αυτή βρισκόταν συνήθως στο κέντρο του χωριού. Άλλες φορές η βρύση ήταν χιλιόμετρα μακριά από το χωριό και η πρόσβαση ήταν δύσκολη, για αυτό τον λόγο υπήρχε το επάγγελμα του νερουλά. Μαρία

ΚΑΡΕΚΛΑΣ

«Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ Ο ΠΑΛΙΟΣ»

Με τη χρησιμοποίηση ξύλων από πλάτανο ή από άλλα άγρια συνήθως δέντρα και με τη βοήθεια σχοινιών από βουρλιά ή αφράτου των ποταμών, ο καρεκλάς δημιουργούσε τις καρέκλες που ήταν τριών ειδών. Οι συνηθισμένες με κάθισμα και πλάτη πίσω, οι κοντούλες που δεν είχαν πλάτη και οι ραχατιλίδικες στις οποίες το ένα από τα μπροστινά πόδια ήταν υπερυψωμένο και συνδεόταν με το πίσω πόδι με πλάγιο ξύλινο μπράτσο ώστε να χρησιμεύει για να ακουμπάει αυτός που κάθεται. Ραφαηλία

Ένα παραδοσιακό επάγγελμα είναι και αυτό του ταχυδρόμου. Στην βαρυχειμωνιά, όταν έξω δεν υπήρχε ψυχή, ο ταχυδρόμος ο παλιός, τυλιγμένος με τα ζεστά του ρούχα, ξεχνώντας το κρύο, πήγαινε από σπίτι σε σπίτι, να παραδώσει και το τελευταίο γράμμα με περασμένη τη τσάντα του στον ώμο! Μια ζωή στους δρόμους, χειμώνα- καλοκαίρι, με βροχές και χιόνια με ζέστες και με κρύα, να μοιράζει από πόρτα σε πόρτα τα γράμματα σε όσους τον περίμεναν. Δούλευε από το πρωί ως το μεσημέρι και ξανά από το απόγευμα ως το βράδυ και τα χρήματα που έπαιρνε ήταν λιγοστά. «ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ» «Αυτός που με την τσάντα του, όσο βαριά κι αν είναι, κι όσα κι αν έχει βάσανα, πίκρες και στενοχώριες, στη λιοκαμένη άσφαλτο, στους χιονισμένους δρόμους, ξεχύνεται με μια καρδιά, απίστευτα μεγάλη, για της ζωής την πάλη! Αυτός που τρέχει ακούραστα, να φέρει το καλό μαντάτο, και της χαράς το γράμμα, στην πονεμένη μάνα, που καρφωμένη στη γωνιά, κλαμένη,πικραμένη, με αγωνία και καημό διαρκώς τον περιμένει. Αυτός που κι αν τους ώμους του, σιγά – σιγά αλαφραίνει, κι η παλιωμένη τσάντα του αδειάζει και τελειώνει, στην αγαθή του την καρδιά, πίκρες, χαρές φορτώνει, γιατί πονά τον πόνο τους, χαίρεται την χαρά τους, όταν το λεν τα μυστικά τους. Και παίρνει θάρρος και φτερά, σαν νιώθει να το λαχταρά, ο κόσμος που δουλεύει. Κι αν κάποτε βρεθεί στην μοναξιά, πάλι με θύμηση γλυκιά, τους δρόμους τους γυρεύει…!». Κων/νος


6

Η ΗΧΩ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ

Η ΑΛΛΑΓΗ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ!!! Μέχρι πριν μια δεκαετία περίπου τα παιδιά μεγάλωναν με πιο υγιή τρόπο. Έπαιζαν στις αλάνες ομαδικά παιχνίδια, πήγαιναν τις Κυριακές εκκλησία, σέβονταν τους παππούδες τους και είχαν διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ τους. Στις μέρες μας, εξαιτίας της κινητής τηλεφωνίας και του διαδικτύου, τα παιδιά απομονώθηκαν μπροστά σε μια οθόνη, δεν παίζουν και έχουν επιθετική συμπεριφορά. Αναστασία

ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2014

ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΜΟΥ

ΤΟ ΠΑΛΙΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ Τα απογεύματα όλα τα κορίτσια έπαιρναν το κέντημά τους και έβγαιναν έξω από το σπίτι, εκεί που υπήρχαν παγκάκια. Έπειτα από λίγο άφηναν τα κεντήματά τους και έπαιζαν διάφορα παιχνίδια. Κάποια από αυτά είναι τα εξής: κότσια, τσελίκ τσομάκ, τζαμί, μπίτο. Όταν κουράζονταν πήγαιναν και κάθονταν πάλι στα παγκάκια αλλά αυτή τη φορά έλεγαν ιστορίες και διάβαζαν βιβλία. Καμιά φορά, τα Σαββατοκύριακα κυρίως, παρακολουθούσαν ταινίες στο σινεμά! Στα παιδιά τότε δεν επιτρεπόταν να πάνε σε μη κατάλληλα έργα, ούτε και με γονείς. Τις Κυριακές, τα πρωινά, οι μαμάδες αναλάμβαναν να τα σηκώσουν και όλοι, ως οικογένεια, να εκκλησιαστούν. Όταν τελείωνε η Θεία Λειτουργία έκαναν μια μικρή βόλτα στη γειτονιά ή πήγαιναν σε ένα κοντινό ζαχαροπλαστείο και έπαιρναν από ένα γλυκό ο καθένας τους. Αυτή ήταν ένα μέρος από την καθημερινή ζωή των παιδιών στα παλαιά χρόνια. Μαρία

Το σημερινό σχολείο δεν έχει καμία σχέση με τα σχολεία όπου φοιτούσαν οι παλαιότεροι. Αρχικά, οι αίθουσες ήταν πολύ παλιές και δεν είχαν ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Στη θέση τους υπήρχαν μεγάλοι μαύροι πίνακες, που μπορούσες να γράψεις πάνω τους με άσπρες κιμωλίες. Επίσης, διαφορές συναντάμε και στα βιβλία καθώς και στην ποσότητά τους. Αυτά ήταν ελάχιστα και δεν είχαν ωραία χρώματα και εικόνες. Το πιο εντυπωσιακό και αυτό που θυμούνται όλοι είναι η καμπάνα που ηχούσε και μας ειδοποιούσε ότι έφτασε το διάλειμμα. Όμως, και οι μαθητές φάνταζαν περίεργοι όλοι ομοιόμορφα ντυμένοι με τις στολές τους. Τα κορίτσια συγκεκριμένα ήταν υποχρεωμένα να φορούν ποδιά, ένα φόρεμα με κολάρο. Τα αγόρια ωστόσο επιβαλλόταν να ντύνονται με καθαρό πουκάμισο, από το οποίο να φαίνεται μόνο ο γιακάς. Το παντελόνι και το πουλόβερ τους να είναι μπλε, όπως οι ποδιές των μαθητριών. Την ίδια εμφάνιση έπρεπε να έχουν χειμώνα-καλοκαίρι όσο διαρκούσε το σχολικό έτος. Περνούσαν πολλές ώρες στο σχολείο και μόνο το μεσημέρι πήγαιναν στο σπίτι τους για να δειπνήσουν και να επιστρέψουν στο μάθημα. Ακόμη, η γλώσσα που μιλούσαν διέφερε από τη δική μας, έγραφαν και συνεννοούνταν στην καθαρεύουσα. Αργότερα εφαρμόστηκε το νέο σύστημα και περάσαμε στη δημοτική, την οποία μιλάμε μέχρι σήμερα. Επιπλέον, κάτι το οποίο άλλαξε από τότε μέχρι τώρα είναι και η συμπεριφορά του δασκάλου προς τους μαθητές. Πολλές φορές αυτός τιμωρούσε άσχημα τα παιδιά και αν ήσουν αδιάβαστος σε χτυπούσε με τον χάρακα για να μην το ξανακάνεις. Τέλος, οι μαθητές ενός σχολείου απαγορευόταν να κυκλοφορούν στους δρόμους μετά τις έξι το απόγευμα και αν σε περίπτωση έλειπαν την Κυριακή από την εκκλησία έπαιρναν απουσία. Κάπως έτσι, ήταν τα πράγματα στα ελληνικά σχολεία τα παλαιότερα χρόνια. Τον δάσκαλο όλοι τον φοβούνταν μα και τον σέβονταν και οι μαθητές αντιμετώπιζαν το σχολείο διαφορετικά. Νίκος

Πριν από λίγες μέρες πα ρ α πο ν ι ό μουν για κάποια δυσκολία που είχα στο σχολείο μου και έτυχε να είναι κοντά μου και οι δύο μου παππούδες. Το παράπονό μου στάθηκε η αφορμή για να μου αφηγηθούν τις δικές τους δυσκολίες όταν ήταν μαθητές. Φοιτούσαν λοιπόν και οι δύο σε Δημοτικά σχολεία χωριών τα οποία ήταν διθέσια, δηλαδή ένας δάσκαλος δίδασκε τις τρεις πρώτες τάξεις και άλλος τις τρεις τελευταίες. Τα χρόνια ήταν ιδιαίτερα δύσκολα γιατί στην Ελλάδα υπήρχε Κατοχή. Αυτό σήμαινε έλλειψη βιβλίων, τροφής, θέρμανσης, γι’ αυτό και οι μαθητές ήταν υποχρεωμένοι να κουβαλούν από τα σπίτια τους ξύλα για να ζεσταθούν. Τα σχολικά είδη ήταν σχεδόν ανύπαρκτα, το μόνο που είχαν ήταν μια πλάκα, κάτι σαν τον παλιό μαυροπίνακα και εκεί έγραφαν. Ως παιδαγωγική μέθοδος συμμόρφωσης των παιδιών οι δάσκαλοι χρησιμοποιούσαν τις ξυλιές στις παλάμες των μαθητών και την ορθοστασία. Φυσικά βοήθεια από το σπίτι στο θέμα του διαβάσματος δεν υπήρχε γιατί οι γονείς των παππούδων ήταν αγράμματοι, υπήρχε όμως από την πλευρά τους αγάπη και πάθος για τη μόρφωση, πίστη στην αξία της παιδείας, για την πρόοδο και την εξέλιξη των παιδιών τους. Ο παππούς μου που φοιτούσε στο Δημοτικό σχολείο της Παναγίτσας Εδέσσης θυμόταν ακόμα τα ονόματα των δασκάλων που υπηρέτησαν στο σχολείο του, όπως του Στέφανου Παπαστεφάνου, Αχιλλέα Τσογγίδη, Βασιλικής Ακριτίδου. Οι παππούδες μου όμως θυμήθηκαν και τα γυμνασιακά τους χρόνια, τότε που δεν υπήρχε Λύκειο αλλά εξατάξιο Γυμνάσιο. Τα σχολεία χωρίζονταν σε αρρένων και θηλέων. Δεν φορούσαν στολές , τουλάχιστον τα αγόρια, αλλά ήταν υποχρεωμένα να έχουν ξυρισμένα τα κεφάλια τους και να φορούν πηλίκιο που είχε καρφιτσωμένη πάνω του μία κουκουβάγια. Ο ένας παππούς ήταν σχετικά τυχερός και πηγαινοερχόταν καθημερινά παρέα με τους συμμαθητές του από το χωριό του στο κοντινό Γυμνάσιο διανύονταν απόσταση μόνο …. 4 χιλιομέτρων κάτω από διάφορες καιρικές συνθήκες. Ο άλλος παππούς ήταν αναγκασμένος να ζει μακριά από τον τόπο διαμονής των γονιών του. Νοίκιαζε ένα δωμάτιο μαζί με άλλους δύο συμμαθητές του και είχαν σαν παρέα και τα ποντικάκια που πηγαινοέρχονταν στο δωμάτιο. Το καθημερινό τους φαγητό ερχόταν σε καλάθι από το χωριό μαζί με ξύλα για τη θέρμανσή τους. Βιβλία υπήρχαν αλλά φυσικά δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να τα αγοράσουν όλα, γι’ αυτόν τον λόγο και είχαν μόνο στα βασικά μαθήματα. Για τα υπόλοιπα μαθήματα επισκέπτονταν τα σπίτια εύπορων συμμαθητών τους για να διαβάσουν από τα δικά τους βιβλία. Τιμωρίες υπήρχαν και στο Γυμνάσιο, κυρίως αποβολές. Κάθε εξάμηνο γίνονταν γραπτές αλλά και προφορικές εξετάσεις. Μακριά από το πατρικό σπίτι ήταν υποχρεωμένοι να είναι υπεύθυνοι για τον εαυτό τους αλλά και για το διάβασμά τους, σεβόμενοι τις θυσίες που έκαναν οι γονείς τους για να τους σπουδάσουν, εφόσον εκείνα τα χρόνια η φοίτηση στο Γυμνάσιο ισοδυναμούσε με τις σημερινές ανώτερες σπουδές του Πανεπιστημίου. Οι γονείς των παππούδων, αν και αγράμματοι και φτωχοί ξεριζωμένοι πρόσφυγες, ήξεραν τη σημασία της γνώσης και γι’ αυτό και δε στέρησαν αυτό το πολύτιμο αγαθό από τα παιδιά τους. Παρά τις αντιξοότητες και οι δύο μου παππούδες θυμούνται με ιδιαίτερη αγάπη εκείνα τα χρόνια γιατί αν και φτωχά και δύσκολα τα κάλυπτε η αγνότητα και η ξεγνοιασιά της μικρής τους ηλικίας αλλά και η αγάπη τους για τα γράμματα. Γιάννης-Ραφαήλ


Η ΗΧΩ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ

ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2014

ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ Ο δάσκαλος: Κωστάκη, κλείνε μου το ρήμα τρέχω. Και ο Κωστάκης: τρέχω, έτρεχα, σκόνταψα, έπεσα. Χτύπησα, έκλαψα, σηκώθηκα και έφυγα. MANA EINAI MONO MIA Η δασκάλα έβαλε στα παιδιά να γράψουν μια εκθεση που να τελειώνει με τη φράση ¨Μάνα είναι μόνο μία.¨ Όλα τα παιδάκια έγραφαν, η μαμά μου με αγαπάει, με φροντίζει και στο τέλος ¨Μάνα είναι μόνο μία¨. Ο Τοτός έγραψε: ¨Μια μέρα ήρθε στο σπίτι μια φίλη της μαμάς μου. Η μαμά μου τη ρώτησε τι θα πιεί και η φίλη της απάντησε μια κόκα κόλα. Τότε η μαμά μου μού είπε να φέρω δύο. Όταν πήγα στο ψυγείο είδα ότι υπήρχε μόνο μία κόκα κόλα και φώναξα: ¨Μάνα, είναι μόνο μία!” Ο ΄΄ΕΞΥΠΝΟΣ΄΄ ΜΠΑΜΠΑΣ Ένας πατέρας πηγαίνει στο σχολείο για να ρωτήσει για την επίδοση του γιου του. Όλοι οι καθηγητές του λένε τα χειρότερα λόγια για το παιδί του κι έτσι απογοητευμένος καθώς ήταν πήγε σπίτι και περίμενε το παιδί. Μόλις γύρισε o γιος στο σπίτι, άρχισε να το ρωτάει: -”Ποια είναι η πρωτεύουσα της Ελλάδας;” - “Η Τρίπολη, μπαμπά!”, λέει ο γιος. - “Πόσο κάνει δύο και τρία;” - “23, μπαμπά”, απαντά ο γιος. Έτσι ο πατέρας νευριασμένος του λέει: - “Αφού τα ξέρεις, γιατί δεν τους τα λες στο σχολείο;” Κωνσταντίνος ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΟΔΩΡΗ Είναι δυο κότες στο σινεμά και στην ταινία, σε μια σκηνή, δείχνει μια γυναίκα να τρώει κοτόπουλο, και λέει η μια κότα: «δεν αντέχω άλλο αυτές τις ταινίες τρόμου». Όταν ο παππούς μου ήταν νέος, η νεκρά θάλασσα ήταν ακόμα άρρωστη. - Πώς λέγεται το νεκροταφείο στα Τούρκικα; - Ψοφίμ μπαξέ. - Τι τρώει ένας κανίβαλος όταν νηστεύει; - Ψαράδες και γεωργούς! - Πώς λέγονται δύο ίδια κουνούπια; - Κουνουπίδια! - Γιατί ο Μπάτμαν έχει πολλά λεφτά; - Επειδή πιάνει συνέχεια τον Τζόκερ.

ΤΑ ΠΑΛΙΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ Στα παλιά χρόνια τα παιδιά έπαιζαν πολλά και διαφορετικά παιχνίδια όπως: Αμύγδαλα Ανοίγουμε έναν λάκκο στη γη. Η «μάνα» στέκεται κοντά στον λάκκο και οι άλλοι ρίχνουν ένας – ένας, από ορισμένη απόσταση, τα αμύγδαλα. Αν τα αμύγδαλα βρεθούν μονά, τα παίρνει η μάνα, αν βρεθούν ζυγά δίνει τα διπλάσια σ’ αυτόν που τα ‘ριξε και τότε αυτός παίρνει τη θέση της. Αλευρικό Σε ένα πιάτο με αλεύρι βάζουν ένα αναμμένο κερί και προσπαθούν να το σβήσουν φυσώντας το και διασκεδάζουν καθώς το αλεύρι πέφτει στα ρούχα τους, και όχι μόνο. Γκαζές Είδος βόλων: τοποθετούνται στη σειρά ή σε διάφορα σημεία και οι παίχτες με έναν όμοιο βόλο, [Γκίζα, γυαλένια κ.λπ.] τους σημαδεύουν. Κερδίζει όποιος πετύχει τους περισσότερους. Δανιήλ

ΤΑ ΜΕΛΟΜΑΚΑΡΟΝΑ ΤΗΣ ΓΙΑΓΙΑΣ -Γιαγιά θα μου πεις μια παραδοσιακή Χριστουγεννιάτικη συνταγή; - Ναι παιδί μου, θα σου πω για τα μελομακάρονα. Θα χρειαστούμε: 9 φλιτζάνια αλεύρι 1 κ. γλυκού baking powder 2 φλιτζάνια ζάχαρη (1 για το μείγμα και 1 για το σιρόπι) 1 κ. γλυκού σόδα 2 ½ φλιτζάνια λάδι 1 πορτοκάλι (ξύσμα και τον χυμό του) 1 λεμόνι ( σκέτο ξύσμα ) 1 κ. γλυκού κανέλα ( σκόνη) ½ κ. γλυκού γαρύφαλλο (σκόνη) ½ κούπα κονιάκ 1 φλιτζάνι νερό 1 φλιτζάνι μέλι

7

Η ΣΥΝΤΑΓΗ ΤΗΣ ΓΙΑΓΙΑΣ Τρουφάκια Υλικά: -300 γραμμ. σοκολάτα κουβερτούρα -3/4 φλ. τσαγιού γάλα ζαχαρούχο -1 φλ. Τσαγιού αλεσμένα καρύδια, φουντούκια ή αμύγδαλα -Λίγη βανίλια -Γνήσι σοκολάτα ΄΄ΜΑΤΙΝΑ΄΄

-Θες να σου πω και την εκτέλεση παιδί μου; -Ναι γιαγιά. Εκτέλεση: Ξεκινάμε την προετοιμασία του σιροπιού μας αρχικά ώστε να κρυώσει μέχρι να είναι ώρα να μελώσουμε τα μελομακάρονα. Σε ένα κατσαρολάκι ζεσταίνουμε ένα ποτήρι ζάχαρη, ένα ποτήρι μέλι και ένα ποτήρι νερό. Ανακατεύουμε μέχρι να γίνει σιρόπι και κατεβάζουμε από την φωτιά. Αφού έχουμε κάνει τις απαραίτητες προετοιμασίες για να έχουμε έτοιμες τις πρώτες ύλες μας, ξεκινάμε ανακατεύοντας το αλεύρι με το baking powder. Σε ένα άλλο βαθύ μπολ (κατά προτίμηση του μίξερ) ρίχνουμε το λάδι και τη ζάχαρη και χτυπάμε καλά με το μίξερ. Στη συνέχεια προσθέτουμε μέσα εκεί όλα τα υγρά του μείγματος (χυμό πορτοκάλι, κονιάκ που έχει αναμιχθεί με τη σόδα, ξύσμα πορτοκαλιού – λεμονιού, κανέλα, γαρύφαλλο) και τα χτυπάμε καλά στο μίξερ. Όταν το υγρό ομογενοποιηθεί όσο γίνεται, αρχίζουμε και προσθέτουμε σιγά σιγά το αλεύρι (με το baking powder) ανακατεύοντας παράλληλα με ένα κουτάλι καλά. Όσο ρίχνουμε τόσο αρχίζει το μείγμα να στερεοποιείται ώστε καταλήγει στην υφή ζυμαριού. Το επόμενο βήμα είναι να λαδώσουμε το ταψί μας και να προθερμάνουμε το φούρνο στους 170 οC. Στη συνέχεια πλάθουμε τα μελομακάρονά μας σε σχήματα της αρεσκείας μας (μακρόστενα, στρογγυλά, γιορτινά σχήματα) και τοποθετούμε στο λαδωμένο ταψί. ΠΡΟΣΟΧΗ, να έχουν απόσταση μεταξύ τους και προπάντων το μέγεθός τους να μην είναι πολύ μεγάλο. Μεγαλώνουν αρκετά στο ψήσιμο!!!! Τοποθετούμε τη φουρνιά μας για ψήσιμο στους 170, στη μέση του φούρνου, και για μισή περίπου ώρα -Και πόσες φουρνιές θα βγουν γιαγιά; -Τρεις φουρνιές. -Ευχαριστώ γιαγιά . -Τίποτα παιδί μου Αλεξάνδρα

ΤΟ ΤΣΙΛΙΚΙ

Το Τσίλικη παίζεται με δυο ξύλα ένα μεγαλο (τσίλικα) και ένα μικρό (τσίλικη). Στην αρχή κινάνε ποδαράκι για το ποιος θα διαλέξει πρώτος έναν παίκτη για να κάνουν ομάδες και ύστερα μόλις διάλεγαν τους παίκτες κινάνε ομάδες και ξεκινούσε το παιχνίδι. Βύζανε πάνω από μια μικρή σκαμμένη τρύπα στο έδαφος το μικρό ξύλο παράλληλα προς το έδαφος κι έχοντας τα αλλά παιδιά απέναντι του ριχνει με το μεγαλο ξύλο το μικρό όσο πιο μακριά μπορεί αλλά να προσπαθήσει να μην το πιάσουν τα αλλά παιδιών το πιάσει ένα από τα παιδιά τότε πηγαίνει αυτό το παΐδι να ρίξει το μικρό ξύλο κι εκείνος που το έριξε πριν αλλάζει θέση και πηγαίνει απέναντι με τα αλλά παιδιών δεν το πιάσει κάνεις τότε κάποιος απτούς απέναντι ριχνει το μικρό ξύλο οριζόντια στο έδαφος και αν χτυπήσει αυτός παίρνει τη θέση αυτού που έριχνε και αλλάζουν θέσεις. Αν δεν χτυπήσουν το μεγαλο ξύλο τότε ο κύριο παίκτης βάζοντας το μικρό ξύλο σε ένα σημείο κοντά στην σκαμμένη τρύπα κτυπάει το μικρό ξύλο με το μεγαλο σε μια άκρη και αυτό ανασηκώνεται ψηλά αν άπαικτης το χτυπήσει μια φορά δυνατά τότε μέτριοι την απόσταση από το μέρος που το έριξε μέχρι το σημείο που έπεσε με το μεγαλο ξύλο και όποιο νούμερο βρει αυτοί είναι οι πόντοι που κέρδισαν έχανε η πρώτη ομάδα όταν δηλαδή κάποιος έπιανε το τσίλικη και έκαιγε τους παίκτες τότε η άλλη ομάδα ξεκινούσε την διαδικασία με στόχο να σβήσει τους πόντους το παιχνίδι διαρκούσε πάνω από 2-3 ώρες.

Κατερίνα

Οδηγίες παρασκευής Λιώστε τη σοκολάτα σε Μπαιν Μαρί. Προσθέστε το γάλα και ανακατέψτε το μείγμα. Κατεβάστε το από τη φωτιά και προσθέστε τα καρύδια, τα φουντούκια ή τα αμύγδαλα και λίγη βανίλια. Βάλτε το μείγμα για μία ώρα στο ψυγείο να κρυώσει και έπειτα πλάστε το σε μπαλάκια. Καλύψτε τα με ΓΝΗΣΙΑ ΣΟΚΟΛΑΤΑ ΜΑΤΙΝΑ και αφήστε τα στο ψυγείο σφίξουν. Δέσποινα

ΚΟΥΛΟΥΡΑΚΙΑ… (Νηστίσιμα) 300gr βιτάμ (μαλακό) ¼ φλ. τσ. χυμό πορτοκάλι ¼ φλ. τσ. Κονιάκ 1 φλ. τσ. Ζάχαρη 2 βανίλιες Μισό μπέϊκεν Αλεύρι όσο πάρει Αν θέλουμε βάζουμε από πάνω σουσάμι

Καλή επιτυχία!!! Δέσποινα- Μιχαέλλα


CMYK

8

Η ΗΧΩ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ

ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2014

ΦΤΙΑΧΝΟΥΜΕ ΜΟΝΟΙ ΜΑΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟ ΞΥΛΟΦΟΥΡΝΟ, ΜΕ ΧΩΜΑ, ΝΕΡΟ ΚΑΙ ΑΧΥΡΟ Μια εύκολη κατασκευή που δεν χρειάζεται ιδιαίτερες τεχνικές γνώσεις θα παρακολουθήσουμε σήμερα. Απαραίτητες προϋποθέσεις να «πιάνουν» λίγο τα χέρια μας, να μη «φοβηθούμε» να τα λερώσουμε (ούτε τα πόδια μας) και να διαθέτουμε έστω λίγο από αυτό που λέγεται μεράκι. Θα δούμε με ποιον τρόπο, δυο γυναίκες από το χωριό Αγράμπελο Αιτωλοακαρνανίας, θα κατασκευάσουν έναν παραδοσιακό φούρνο σαν αυτούς που χρησιμοποιούν στο χωριό τους. Τα υλικά που θα χρειαστούν είναι: Τσιμεντόλιθοι με τους οποίους θα σχηματιστεί η βάση του φούρνου. Κομμάτια από σπασμένα κεραμίδια, παλιά τούβλα και πέτρες για να κατασκευαστεί ο θόλος του (καλούπι). Χώμα που αφού κοσκινιστεί θα γίνει λάσπη (πηλός). Άχυρα που θα ανακατευτούν με τον πηλό, οπλίζοντάς τον. Νερό. Στο κτίσιμο του φούρνου παίρνουν μέρος οι γυναίκες και οι άνδρες περιορίζονται μόνο στη μεταφορά των υλικών…..Στις φωτογραφίες που ακολουθούν, παρακολουθούμε βήμα βήμα την κατασκευή του φούρνου: Πρώτα φτιάχνουμε τη βάση, χρησιμοποιώντας τσιμεντόλιθους και κομμάτια από παλιά τούβλα ή κεραμίδια.

Για να σχηματιστεί στιλπνή επιφάνεια, το τελευταίο στρώσιμο γίνεται με βρεγμένο χέρι και μετά το σκεπάζουνε γα να μην σκάσει μέχρι να στεγνώσει.

Ο φούρνος είναι έτοιμος…

Αφού στεγνώσει η βάση του φούρνου στοιβάζουμε σε σωρό τα σπασμένα, τούβλα ή πέτρες, για να σχηματιστεί το καλούπι του θόλου.

Με το μεγάλο ταψί του νοικοκυριού παίρνουμε τα μέτρα του φούρνου

Στη συνέχεια η λάσπη μετατρέπεται σε μπάλες. και αρχίζει σιγά σιγά να στεγνώνει.

Στη συνέχεια τοποθετούμε τη λάσπη κυκλικά στο καλούπι… …από κάτω προς τα πάνω…… χτυπώντας την δυνατά.

Στη συνέχεια πρέπει να κοσκινίσουμε το χώμα που μαζέψαμε από το βουνό ή οπουδήποτε αλλού.

www.youtube.com/watch?feature=player_ embedded&v=mliMQkkU2nY Οι μπάλες λάσπης απλώνονται πάνω στην βάση του φούρνου… …αφού πεταχτούν με δύναμη από ψηλά.

Πηγές:peri-planomenos.blogspot.gr -to-radar. gr -xiromeronews.blogspot.gr http://www.diakonima.gr/2013/07/12

Το καλούπι έχει σκεπαστεί παντού με λάσπη.

Αφού ανοίξουμε το χαρμάνι ρίχνουμε το νερό. Ακολουθεί καλό στρώσιμο της λάσπης με τα χέρια.

Χρησιμοποιώντας νερό και χαϊδεύοντάς την με τα χέρια, η λάσπη γυαλίζει. Πατώντας με τα πόδια και ανακατεύοντας περιοδικά με την τσάπα, έχοντας προσθέσει και το άχυρο, φτιάχνεται σιγά σιγά η λάσπη-πηλός.

Θα πρέπει να περάσει τουλάχιστον μια εβδομάδα για να στεγνώσει καλά ο φούρνος. Όταν στεγνώσει ο πηλός, αφαιρούμε σταδιακά τα κομμάτια τούβλα, κεραμίδια, πέτρες από το εσωτερικό του και τον ανάβουμε. Φροντίζουμε μια δυνατή φωτιά να τον καίει για περίπου 48 ώρες. Μετά και από αυτήν την διαδικασία, ο φούρνος είναι έτοιμος. Καλά ψησίματα!


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.