ΧΑΛΚΙΝΑ ΠΝΕΥΣΤΑ Τα χάλκινα πνευστά αποτελούν την δεύτερη κατηγορία των πνευστών οργάνων της συμφωνικής ορχήστρας, μαζί με τα ξύλινα πνευστά. Όπως δηλώνει και η ονομασία τους, είναι φτιαγμένα από χαλκό ή ορείχαλκο. Χωρίζονται σε τέσσερις βασικές ομάδες: Τρομπέτες – για υψηλές φωνές Κόρνα – για μεσαίες ή χαμηλές φωνές Τρομπόνια – για χαμηλές φωνές Τούμπα – για χαμηλές φωνές Η συνηθέστερη σύνθεση σε χάλκινα πνευστά περιλαμβάνει 4 κόρνα, 3 τρομπέτες, 3 τρομπόνια και μία τούμπα.
Επιμέλεια: Σοφία Πόθου
ΤΡΟΜΠΕΤΑ Η τρομπέτα είναι αερόφωνο μουσικό όργανο, με μεταλλικό επιστόμιο σε σχήμα κούπας, που ανήκει στην οικογένεια των χάλκινων πνευστών. Στην αρχική μορφή της, ως σάλπιγγα, ήταν γνωστή στους αρχαίους Αιγυπτίους, στους Εβραίους και τους Ρωμαίους, φτιαγμένη αρχικά από ξύλο, αργότερα από μέταλλο (μπρούντζο, ασήμι) και τέλος (όπως και σήμερα) από χαλκό. Ήταν φτιαγμένη από ένα μακρύ σωλήνα σε διάφορα μήκη, που από το τέλος του 1ου μ.Χ. αιώνα και μετά φάρδυνε, με κατάληξη σε μια μετρίου μεγέθους καμπάνα. Από τα τέλη του 18ου αιώνα επιχειρήθηκε η εισαγωγή μηχανισμού, που θα βοηθούσε στην παραγωγή όλων των φθόγγων. Στις αρχές του 19ου αιώνα εισήχθησαν τα έμβολα, στην αρχή δύο και έπειτα τρία, που επέτρεπαν την εκτέλεση όλων των χρωματικών ήχων μιας κλίμακας. Από εκεί και ύστερα, ονομάζεται τρομπέτα με έμβολα, σε διάκριση από την παλαιότερη φυσική τρομπέτα. Επιμέλεια: Σοφία Πόθου
Στρατιωτικό, μουσικό όργανο, αρχικά, εισήχθη στην ορχήστρα στις αρχές του 17ου αιώνα. Έχει διαπεραστική και λαμπερή τονική χροιά και μεγάλες τεχνικές δυνατότητες. Η ανάπτυξη της δεξιοτεχνικής τεχνικής της τρομπέτας έχει κάνει πολλούς συνθέτες να τη χρησιμοποιήσουν ως μελωδικό όργανο ίδιας ευκινησίας με τα ξύλινα πνευστά και έτσι η τρομπέτα θεωρείται σήμερα δημοφιλέστατο όργανο ορχήστρας και συγκροτήματος, ιδίως και στη μουσική ΤΖΑΖ.
ΤΟ ΚΟΡΝΟ ...
Το (γαλλικό) κόρνο είναι ένα κυκλικά "τυλιγμένο" χάλκινο πνευστό με κυρίως κωνική διάτρηση του σωλήνα, μικρό, με διευρυμένη καμπάνα και τρεις βαλβίδες και χρησιμοποιείται, επίσης, επιστόμιο χωνιού. Κόρνα με κυκλικό "τύλιγμα" του σωλήνα παρουσιάζονται, ήδη, σε απεικονίσεις του 14ου αιώνα. Πιθανόν, όμως αυτά τα όργανα να ήταν κατάλληλα μόνο για μετάδοση ηχητικών μηνυμάτων. Επιμέλεια: Σοφία Πόθου
Περί τα μέσα του 17ου αιώνα παρουσιάστηκε στη Γαλλία το κυνηγετικό κόρνο. Αυτά τα όργανα χρησιμοποιήθηκαν όμως, κυρίως, για να περιγράψουν σκηνές κυνηγιού στην όπερα και σε άλλα έργα. Με την εισαγωγή από τον F.A. Sporck περί το 1680 κόρνων από τη Γαλλία στην τότε αυστριακή Βοημία, ιδρύθηκε η περίφημη βοημική σχολή κορνιστών. Το πέρασμα από το μεγάλο κυνηγετικό κόρνο απλού τυλίγματος στο μικρό κόρνο πολλαπλών τυλιγμάτων έγινε περί το 1700, με αποτέλεσμα να βελτιωθεί σημαντικά ο ήχος. Το 1710 καταγράφεται για πρώτη φορά ο όρος "κόρνο" (horn), ως όργανο σε μουσική σύνθεση και παρουσιάζονται κορνίστες, ως σολίστες σε μουσικές εκδηλώσεις. Από τα μέσα του 18ου αιώνα ανήκουν τα κόρνα σταθερά στην ορχήστρα. Οι συνθέτες (π.χ. Μότσαρτ) χρησιμοποιούν συνήθως συνδυασμούς κόρνων με διαφορετικό φυσικό τόνο, πράγμα που διατηρήθηκε και στη ρομαντική περίοδο, παρότι τα κόρνα είχαν ήδη βαλβίδες. Το κόρνο ήταν το πρώτο όργανο, στο οποίο τοποθετήθηκαν το 1815 βαλβίδες. Επιμέλεια: Σοφία Πόθου