•
•
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΑΛΕΛΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΠΑΣ
ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΗΣ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ: ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Πλοία και σκάφη Πλοία που χρησιμοποιούνταν:
Βενετσιάνικη γαλέρα Γαλεάσσα Γαλιόνι Γαλιότα
Βενετική γαλέρα • Η γαλέρα υπήρξε το κατ’ εξοχήν κωπήλατο σκάφος της εποχής, κατάλληλο για ναυμαχίες, παράκτιες και αμφίβιες πολεμικές επιχειρήσεις. Ήταν ρηχή, ώστε να μπορεί να προσαράζει όποτε αυτό απαιτείτο από τις επιχειρησιακές συνθήκες, ακόμη και σε δυσπρόσιτες ακτές και να αποπλέει δίχως πρόβλημα. • Ο σχεδιασμός της γαλέρας ήταν απολύτως εξαρτημένος από τον αριθμό και το βάρος των κωπηλατών, ώστε να μην επιδρά κατά της επιχειρησιακής απόδοσης.
• Μια τυπική γαλέρα (gallia sotil) είχε μήκος 41μέτρα περίπου, πλάτος 5 μέτρα, βύθισμα 1,2 μέτρα και εκτόπισμα 200 τόνους. Διέθετε 72 κώπες σε κάθε πλευρά και περίπου 144 κωπηλάτες [2].
Γαλεάσσα •
Η Γαλεάσσα ή Γαλεάτσα ήταν τύπος πολεμικού πλοίου, αμφικίνητο (ιστιοφόρο και κωπήλατο), που εξελίχθηκε από τη Γαλέρα, κυρίως με προσθήκη καταστρώματος από πλώρη μέχρι πρύμνη.
•
Στις αρχές του 17ου αιώνα, λόγω της προόδου του πυροβολικού. έφθασε σε εκτόπισμα τους 1000 τόνους. με μήκος 58 μ., πλάτος 11 μ. και βύθισμα τα 5 μ.
•
Η ιστιοφορία της Γαλεάσσας αποτελούνταν από τρια λατίνια σε ισάριθμους ιστούς. Η δε μηχανική (κωπήλατη) πρόωσή της γινόταν με 52 κουπιά (κώπες) μήκους 16 μέτρων, το καθένα, το οποίο και χειρίζονταν ("ηλαύνετο") από 8-9 κωπηλάτες.Το δε πυροβολικό της το αποτελούσαν 10 πυροβόλα (κανόνια) στη πλώρη, 8 στη πρύμνη και κάποια λιθοβόλα κατά πλευρά, σε ίσες αποστάσεις μεταξύ τους.
•
Το πλήρωμα της Γαλεάσσας κατανεμόταν ως ακολούθως: 1 πλοίαρχος (κυβερνήτης), 1 υποπλοίαρχος (ύπαρχος), 3 βοηθοί (ανθυποπλοίαρχοι), 1 ιερέας, 2 ιατροί χειρούργοι, 2 γραμματείς, 12 δόκιμοι, 2 πλοηγοί μετά 2 βοηθών, 4 σύμβουλοι μετεωρολόγοι, 12 πηδαλιούχοι, 60 ναύτες, 40 σύντροφοι (βοηθοί των ναυτών και των πυροβολητών), 36 πυροβολητές, 2 δεσμοφύλακες, 2 ξυλουργοί, 2 διανάκτες, 2 καδοποιοί (βαρελοποιοί), 2 αρτοποιοί, 2 κουρείς. 350 οπλίτες επιβάτες, 468 κωπηλάτες δεσμώτες (κατεργάρηδες) καθώς και 10 δεσμώτες - υπηρέτες των αξιωματικών.
Γαλιόνι • Το γαλιόνι ήταν ένας (σχετικά) μεγάλος σε μέγεθος τύπος ιστιοφόρου πλοίου με τρία καταστρώματα, που αρχικά ναυπηγήθηκε και χρησιμοποιήθηκε από τους Ισπανούς και στη συνέχεια από τους Πορτογάλους και τελευταία από τους Άγγλους οι οποίοι και το τελειοποίησαν (φρεγατοποίησαν) αυξάνοντας το μήκος του στο τετραπλάσιο ή και πενταπλάσιο του πλάτους του, αντί του αρχικού τριπλάσιου. Ο τύπος αυτός έδρασε από τα τέλη του 16ου και όλο τον 17ο αιώνα. Χρησιμοποιούνταν κυρίως ως εξοπλισμένο εμπορικό, μεταγωγικό και λιγότερο ως πολεμικό.
• Τα γαλιόνια βασίζονταν για την πλεύση τους ολοκληρωτικά στα ιστία τους. Έφεραν 3-5 κατάρτια (συμπεριλαμβανομένου του προβόλου), και μικρό επιδρομίσκο με τριγωνικά ή πολυγωνικά πανιά στο τελευταίο (πίσω). Είχαν συχνά μικτό ρόλο, εμπορικό και πολεμικό, με πιο χαρακτηριστικό το παράδειγμα του ισπανικού στόλου μεταφοράς θησαυρών. • Το πυροβολικό των πολεμικών γαλιόνων περιελάμβανε περί τα 50 κανόνια των 9 μέχρι 18 λιβρών σε ισάριθμες κανονιοθυρίδες διανεμημένα εξ ίσου σε αμφότερες τις πλευρές επί δύο υποκαταστρωμάτων (κλειστών πυροβολείων) ενώ επί του κυρίου καταστρώματος φέρονταν μόνο στο πρόστεγο και επίστεγο που λειτουργούσαν ως κλειστοί προμαχώνες - πύργοι. Βασικά ήταν βραδυκίνητα και δυσχείριστα πλοία που όμως η ογκώδης εμφάνισή τους τα έκανε επίφοβα.
Γαλιότα • Η γαλιότα αποτελούσε επίσης εξέλιξη της γαλέρας. Ήταν μικρότερη σε μέγεθος, με 16 ή 18 ζευγάρια κουπιά και μόνον ένα κωπηλάτη σε κάθε πλευρά. Ήταν εφοδιασμένη με δύο κατάρτια και τα πανιά της ήταν τριγωνικά (λατίνια). Ήταν ιδιαίτερα ευέλικτο σκάφος και γι' αυτό χρησιμοποιήθηκε πολύ για πολεμικούς σκοπούς. • Όταν ξέσπασε η ελληνική επανάσταση τα πλοία αυτά μετατράπηκαν εύκολα από εμπορικά σε πολεμικά και κατάφεραν αποφασιστικές νίκες κατά του Οθωμανικού στόλου.
Όπλα και οπλισμός • Αρκετοί ιστορικοί έχουν τονίσει το ρόλο των πυροβόλων όπλων στο μετασχηματισμό του συσχετισμού δυνάμεων από τα μέσα του 15ου αι. κ.ε. Στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου αρκετοί εξηγούν τη νίκη των δυτικών δυνάμεων χάρη στη βενετική -κυρίως- υπεροπλία σε πυροβόλα. Πάντως φαίνεται ότι αυτή η εξήγηση πρώτη δόθηκε από τους ίδιους τους Βενετούς, που ήθελαν να καρπωθούν τη δόξα και τα οφέλη από τη νίκη, αποσιωπώντας το γεγονός ότι τα όπλα τους τα χειρίζονταν κυρίως άντρες που ανήκαν στην ισπανική δύναμη και μισθοφόροι. Οι Οθωμανοί αντίθετα έδιναν μεγαλύτερο βάρος στην πολεμική τακτική, ενώ οι άντρες τους, μαθημένοι να πολεμούν έφιπποι και χρησιμοποιώντας κυρίως το τόξο ως όπλο, ήταν εξασκημένοι για αμφίβιες επιχειρήσεις.
• Ο 15ος αιώνας χαρακτηρίστηκε από την εμφάνιση πρωτοποριακών όπλων για την εποχή, όπως το αγγλικό «μακρύ τόξο»(longbow), πολύ μεγάλης εμβέλειας, και τη βαλλιστρίδα (crossbow), υψηλής διατρητικής ικανότητας. Αντίστοιχα εξελίχθηκαν και οι πανοπλίες, οι οποίες πλέον κατασκευάζονταν από πολλαπλά τμήματα, σχεδιασμένα να καλύπτουν όλο το σώμα του πολεμιστή. Ωστόσο, αυτό σήμαινε μεγαλύτερο βάρος και δυσκινησία, κάτι που προφανώς έπαιξε μεγάλο ρόλο στα πεδία των μαχών. • Στο πλαίσιο της έρευνας, οι ερευνητές εξέτασαν πόσο οξυγόνο εισέπνεαν και διοξείδιο του άνθρακα εξέπνεαν οι τέσσερις δοκιμαστές (έμπειροι χρήστες πανοπλιών, καθώς συμμετέχουν σε αναπαραστάσεις μεσαιωνικών μαχών), καταφέρνοντας να υπολογίσουν την ενέργεια που δαπανούσαν. Επίσης, αναλύθηκε η κίνηση των άκρων τους.
• Τα πρώτα πυροβόλα είχαν σχήμα βάζου. Πολλοί ιστορικοί θεωρούν πως η πρώτη χρήση πυροβόλου όπλου εγινε σε κατά θάλασσα αγώνα και συγκεκριμένα στη ναυμαχία του Σλούτς το 1340 πoυ ο Εδουάρδος Γ' κατετρόπωσε το γαλλικό στόλο και εδραίωσε τη βρετανική κυριαρχία στο στενό της Μάγχης. Κάποια από τα βρετανικά εκείνα πλοία, σύμφωνα με στοιχεία, είχαν εγκατεστημένα πυροβόλα που χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά. Μετά όμως το 1350 αρχίζουν να εμφανίζονται στο γνωστό σχήμα του κοίλου σωλήνα κατασκευασμένο από σίδηρο φερόμενο σε ξύλινη βάση ενώ τα πυρομαχικά συνέχιζαν να είναι βέλη ή πέτρινες μπάλες. Από τα μέσα του 15ου αιώνα οι τότε κατασκευαστές όπλων παρήγαγαν πυροβόλα περισσότερο αξιόπιστα και ασφαλή. • Τα πρώτα πυροβόλα όπλα χειρός ήταν τα λεγόμενα μουσκέτα που πυροδοτούνταν και αυτά με φυτίλι. Αν και τα πρώτα "οπισθογεμή" ατομικά όπλα μπορεί να πρωτοεμφανίστηκαν στο τέλος του 14ου αιώνα, τα πρώτα όμως ασφαλή άρχισαν να παράγονται μόλις τον 18ο αιώνα. Ο κίνδυνος όμως της πιθανής έκρηξης και το κάψιμο του προσώπου του πυροβολητή συνέχιζε να υφίσταται αν η θαλάμη δεν ασφαλίζονταν σωστά. Το πρώτο οπισθογεμές τυφέκιο (ή τουφέκι) εμφανίσθηκε το 1812 ενώ η ευρύτερη χρήση του άρχισε το 1848.
• Το ξίφος ή σπαθί είναι όπλο που κρατιέται στο χέρι και αποτελείται από κοφτερό μεταλλικό έλασμα σε διάφορα μήκη καθώς και χειρολαβή. Αποτελείται από μακριά και μυτερή λεπίδα κι από λαβή που διαθέτει προφυλακτήρα για το χέρι. Φοριέται αριστερά, είτε κρεμασμένο από τη ζώνη είτε από ειδική ταινία είτε με ειδική ανάρτηση, όπως των αξιωματικών. Το ξίφος θεωρούνταν όπλο ευγενείας και ήταν ο απαραίτητος σύντροφος των ιπποτών του Μεσαίωνα. Γι' αυτό είναι ένδειξη ιπποτισμού και δίνεται συνήθως τιμητικά. Υπάρχουν διάφορα είδη ξίφους: για άσκηση, μονομαχία, ταυρομαχία κλπ.
• Το τόξο είναι ένα αρχαίο όπλο που αποτελείται από μια βέργα, στις άκρες της οποίας είναι δεμένη μια χορδή από σχοινί ή νεύρο. Η χορδή τεντώνεται και απελευθερώνεται απότομα την κατάλληλη στιγμή, δίνοντας βίαιη ώθηση στο βέλος, που το κάνει να πετάξει προς τον στόχο. Η χρήση του τόξου ως κοινό πολεμικό όπλο συνεχίστηκε μέχρι τον Μεσαίωνα, όπου οι ομάδες τοξοτών θεωρούνταν τον "πυροβολικό" της εποχής. Άρχισε να αχρηστεύεται τον 14o αιώνα με την εμφάνιση της πυρίτιδας και εξαφανίστηκε κατά το πρώτο μισό του 15ου.
• Οι κωπηλάτες στις γαλέρες απαρτίζονταν από τρεις κατηγορίες ανδρών: α) αυτούς που είχαν καταταγεί, συχνά ως μισθοφόροι, και ήταν συνάμα και στρατιώτες, β) τους επαγγελματίες ναύτες, πολλοί από τους οποίους ήταν Έλληνες, οι οποίοι συχνά ήταν αναξιόπιστοι, γιατί σε περίπτωση που έβλεπαν ότι έχαναν τη μάχη μπορούσαν να στασιάσουν και γ) τους σκλάβους ή κατάδικους, που είχαν ως αποκλειστικό καθήκον να κωπηλατούν, μέχρι τέλους. Εκτός από τους ενεργούς κωπηλάτες υπήρχε και μια σημαντική δύναμη “εφεδρικών”, συνήθως μεταξύ των ναυτών. Συγγραφείς της εποχής αναφέρουν ότι η κάθε γαλέρα και ο τρόπος με τον οποίον αυτή λειτουργούσε εξαρτιόταν αποκλειστικά από τον καπετάνιο. •
Παντως ενδιαφερον εχει να δουμε την αρχαιοελληνικη οπτικη και τακτικη στο θεμα της δουλειας σε σχεση με αλλους πολιτισμους. Οι κωπηλατες θεωρουνταν εξειδικευμενο προσωπικο. Το ιδιο βλεπουμε και στους δουλους των μεταλλειων του Λαυριου. Μαλιστα καποιοι ειχαν τοσο υψηλους μισθους που ξεπερνουσαν σε πλουτο πολλους αριστοκρατες. Υπηρχαν βεβαια και τα ανδραποδα που ηταν οι σκλαβοι οπως τους εχουμε στερεοτυπικα στο μυαλο μας, αλλα οι περισσοτεροι δλουλοι τοτε δεν ηταν σε πολυ διαφορετικη κατασταση απο τους σημερινους μισθωτους. Μαλιστα θα λεγαμε οτι οι ελευθεροι επαγγελματιες του σημερα αντιστοιχουν με τους πολιτες και οι υπαλληλοι με τους δουλους.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΑΣ